ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ Α ΤΟΜΕΑΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Σχετικά έγγραφα
ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ ΑΝΩΝΥΜΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ* Ελευθέριου Σκαλίδη Καθηγητή Πανεπιστημίου

Ζαμπυρίνης Μιχάλης Γκούμα Κατερίνα

ΠΜΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΔΠΘ - Τομέας Ιδιωτικού Τομέα ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ - ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ - ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Αντί προλόγου.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ. Δίκαιο είναι το σύνολο των ετερόνομων κανόνων που ρυθμίζουν με τρόπο υποχρεωτικό την κοινωνική συμβίωση των ανθρώπων.

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

Αντί προλόγου. Χολαργός, Ιούλιος 2014 Πόπη Χριστακάκου-Φωτιάδη

ΜΠρΑθ 10689/2008 [Διαδικασία συνδιαλλαγής κατά τον ΠτΚ - Προληπτικά μέτρα*] (παρατ. Ι. Σπυριδάκης)

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

Δίκαιο των προσωπικών εταιρειών Δίκαιο των κεφαλαιουχικών εταιρειών

Η διασφάλιση των συμφερόντων του Δημοσίου στην πτώχευση

Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 3 η. Νικόλαος Καρανάσιος

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ: ΔΕΟ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΔΕΟ 10 ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΈΤΟΣ: 2012/13 4 Η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΩ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ

ΕΙΔΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΧΡΕΟΥΣ Υποχρεωτικοί Κανόνες Σύμβασης Αναδιάρθρωσης Οφειλών (άρθ. 9 Ν.4469/2017)

Μάθημα: Λογιστική ΙΙ

Η θέση του ετερόρρυθμου εταίρου μετά την ισχύ του Ν. 4072/2012

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗ ΔΙΑΣΠΑΣΗ. Αθανάσιος Κουλορίδας Λέκτορας

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα των εξετάσεων στο μάθημα «Ασκήσεις Αστικού και Αστικού Δικονομικού Δικαίου» (Εξετ. Περίοδος Σεπτεμβρίου 2014)

Δ ι α φ ά ν ε ι ε ς β ι β λ ί ο υ

Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 16 η

περιεχόμενα Πρόλογος 15 Εισαγωγή "ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΑΙΚΑΙΟΥ"

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΡΕΥΣΤΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ»

2. ΠΟΙΕΣ ΟΦΕΙΛΕΣ ΡΥΘΜΙΖΟΝΤΑΙ

Μέτρα για την ενίσχυση της κεφαλαιαγοράς και την ανάπτυξη της επιχειρηµατικότητας και άλλες διατάξεις.

Θέμα: «ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ» Σχετ. το υπ αρ. πρωτ. Οικ / έγγραφό μας.

ΑΡΧΕΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

* ΛΟΙΠΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ * Νο. 77

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΜΕΡΟΣ Ε ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ


ΜΑΘΗΜΑ:Εισαγωγή στο Δίκαιο

9.ΦΟΡΟΙ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΑΚΙΝΗΤΩΝ

Ν.3723/2008 Published on TaxExperts (

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Πρόλογος..

Οι απαντήσεις μόνο από τα Πανεπιστημιακά Φροντιστήρια Κολλίντζα! 1

Απλή Ετερόρρυθμη Εταιρεία

Συντάκτης: Ομάδα Καθηγητών

Α. ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΦΟΠΛΙΣΤΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΘΑΝΑΣΙΑ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΑΜΠΟΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ

ΕΠΙΤΑΓΗ ΚΑΙ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΙΚΗ (θεωρητική και πρακτική προσέγγιση)

Εισαγωγή EΙΣΑΓΩΓΗ. 1. Η εγγύηση ως προσωπική παρεπόμενη ασφάλεια. I. Έννοια και προϋποθέσεις γέννησης της ευθύνης του εγγυητή

ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ

Εφαρμοστέο δίκαιο στα έναντι τρίτων αποτελέσματα των εκχωρήσεων απαιτήσεων. Πρόταση κανονισμού (COM(2018)0096 C8-0109/ /0044(COD))

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. Διδάκτορoς Παν/μίου Αθηνών

Έχει ανακύψει εκατοντάδες φορές το ζήτημα τα τελευταία χρόνια στην ελληνική νομολογία και

Η πτώχευση του πτωχευτικού δικαίου Άλλως η προνομιακή ικανοποίηση των προσημειούχων πιστωτών και η καταστρατήγηση της αρχής της σύμμετρης ικανοποίησης

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε «Διατάξεις αρμοδιότητας Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» Άρθρο 59 Τροποποιήσεις Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας

Η μεγαλύτερη αναδιάρθρωση ιδιωτικού χρέους που έγινε ποτέ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 6 ου ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 26/2004

Επεξηγήσεις - Αναλύσεις - Ειδικά ζητήματα- Παραδείγματα

Σελίδα 1 από 5. Τ

Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Η Σ Η

TEI ΑΜΘ Τμήμα Λογιστικής & Χρηματοοικονομικής

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΑΠΟΘΕΤΗΡΙΟ ΤΙΤΛΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ (ΕΛ.Κ.Α.Τ.) (Συνεδρίαση 223/ )

Προς. Τον Υπουργό Περιφερειακής Ανάπτυξης. και Ανταγωνιστικότητας. Κ. Μ. Χρυσοχοΐδη. Κοινοποίηση. Υπουργό Εργασίας & Κοινωνικής Ασφάλισης

Συχνές Ερωτήσεις. Ομολογιακά Δάνεια & Ομόλογα. Έκδοση 2.0 Αύγουστος 2016

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΕΡΙΛΗΨΗΣ ΣΧΕΔΙΟΥ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΙΑΣΠΑΣΗΣ

ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3791, 31/12/2003 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΕΓΓΥΗΤΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2003

ΘΕΜΑΤΑ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΜΕΛΗΤΩΝ ΤΗΣ Ι.Κώδικας Δικαστικών Επιμελητών και Πολιτική Δικονομία

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3851, 30/4/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 1997 ΜΕΧΡΙ 2004

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ: Η ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Σχεδίου Σύμβασης Συγχώνευσης

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

ΑΠΟΦΑΣΗ 3 «ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΜΗ ΕΙΣΗΓΜΕΝΩΝ ΤΙΤΛΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ Ε.Χ.Α.Ε.» (Κωδικοποιημένη σε ενιαίο κείμενο μετά την από απόφαση του Δ.Σ. της Ε.Χ.Α.Ε.

ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΣΥΓΧΩΝΕΥΣΗΣ

ΠΑΥΛΟΥ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΚΑΙ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ

ΕΠΙΚΑΡΠΙΑ- ΕΝΑΣΚΗΣΗ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΕΠΙΚΑΡΠΙΑΣ ΑΚΙΝΗΤΟΥ- ΤΡΟΠΟΣ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗΣ-ΠΡΟΣ ΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ ΤΟΥ- ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ. Επιµέλεια : Καµπέλη Νάντια, ικηγόρος

(β) Οι ανακοινώσεις των ως άνω καταχωρήσεων δημοσιεύθηκαν στις στο Φ.Ε.Κ. (Τεύχος Α.Ε.-Ε.Π.Ε. και ΓΕΜΗ).

Ε.Ε. Παρ.Ι(Ι), Αρ. 4349, (Ι)/2012 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΕΩΝ ΠΛΗΡΩΜΩΝ ΣΤΙΣ

Ν 3606/2007: Αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και άλλες διατάξεις.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

Προς: Τα μέλη του Συμβολαιογραφικού Συλλόγου Εφετείου Θεσσαλονίκης. Θέμα: Κωδικοποίηση νομοθεσίας ΕΝΦΙΑ

Αριθμός 86(Ι) του 2018 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΓΟΡΑΠΩΛΗΣΙΑΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΕΩΝ ΚΑΙ ΓΙΑ ΣΥΝΑΦΗ ΘΕΜΑΤΑ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2015

ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ (A.E.)

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΟΜΟΡΡΥΘΜΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ

ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΝΕΧΥΡΙΑΣΕΩΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4289, 29/7/2011 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΣΥΜΦΩΝΙΩΝ ΠΑΡΟΧΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2004

Κατατακτήριες Εξετάσεις Ακαδημαϊκού Έτους

ΕΤΑΙΡΙΕΣ. Ομόρρυθμη εταιρεία (Ο.Ε.)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στην ομάδα 3 παρακολουθούνται οι βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις, τα αξιόγραφα και τα διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία της οικονομικής μονάδας.

Σχέδιο Σύμβασης Συγχώνευσης (ΣΣΣ)

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Η ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ/ΚΦΔ (ν. 4174/2013, όπως ισχύει μετά τον ν. 4223/2013 ΦΕΚ 287Α )

Η δήλωση του εγγυητή πρέπει να περιέχει με σαφήνεια τη βούλησή του να δώσει εγγύηση.

Πρόλογος τέταρτης έκδοσης

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ

- οφειλές που αφορούν συμπληρωματικές χρεώσεις εκ των υστέρων επί τελωνειακών παραστατικών

Λογιστική Εταιρειών. Ομόρρυθμη εταιρεία

42η ιδακτική Ενότητα ΑΞΙΟΓΡΑΦΑ ΑΛΛΟΙ ΚΛΑ ΟΙ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. Παρατηρήσεις, Σχόλια, Επεξηγήσεις

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ελίζα Αλεξανδρίδου Χριστόφορος Δ. Αργυρόπουλος Δημήτρης Κ. Αυγητίδης Γιάννης Ε. Βελέντζας Ιάκωβος Ε. Βενιέρης Νικόλαος Βερβεσός

Transcript:

ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ Α ΤΟΜΕΑΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ 2015-2016 ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΠΕΤΖΙΟΥ Β. ΗΛΙΑ ΘΕΜΑ: «ΤΟ ΕΝΕΧΥΡΟ ΤΙΤΛΩΝ ΚΑΙ Η ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΣΤΗΝ Α.Ε.» Τριμελής Επιτροπή: Επ. Καθηγητής, Καραγιάννης Κωνσταντίνος (επιβλέπων) Αν. Καθηγητής, Καραμπατζός Αντώνιος Επ. Καθηγητής, Θεόδωρος Λύτρας Αθήνα, Απρίλιος 2017

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Α ΕΙΣΑΓΩΓΗ...σελ. 1 Β ΕΝΕΧΥΡΟ... σελ. 2 Ι. Αντικείμενο Ενεχύρου...σελ. 3 ΙΙ. Ασφαλιζόμενη Απαίτηση....σελ.3 ΙΙΙ. Σύσταση Ενεχύρου....σελ.4 1. Κυριότητα του ενεχυραστή....σελ.4 2. Συμφωνία....σελ.5 3. Τύπος....σελ.6 4. Παράδοση του πράγματος.....σελ.6 Γ. ΕΝΝΟΙΑ ΑΞΙΟΓΡΑΦΟΥ... σελ.6 I. Διάκριση Αξιογράφων.......σελ.7 1. Αξιόγραφα στον κομιστή ή ανώνυμα....σελ.7 2. Αξιόγραφα εις διαταγήν.......σελ.8 3. Αξιόγραφα ονομαστικά.......σελ.8 ΙΙ. H Έννοια της Μετοχής Η Μετοχή ως Αξιόγραφο.....σελ.9 Δ. ΤΡΟΠΟΙ ΣΥΣΤΑΣΗΣ ΕΝΕΧΥΡΟΥ ΕΠΙ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ...σελ. 10 I. Σύσταση ενεχύρου επί αξιογράφων σύμφωνα με τις διατάξεις του Α.Κ.....σελ.10 1. Ανώνυμοι τίτλοι αξιόγραφα.....σελ.10 2.Ονομαστικοί τίτλοι αξιόγραφα...σελ.12 II. Σύσταση ενεχύρου επί ανωνύμων τίτλων βάσει των ρυθμίσεων του ν.δ. 17.7/13-8- 1923...σελ.13 III. Σύσταση ενεχύρου επί ονομαστικών μετοχών βάσει του α.ν. 1818/1951....σελ.15 I

IV. Σύσταση Ενεχύρου επί άυλων τίτλων.......σελ.16 1. Η αποϋλοποίηση των μετοχών.......σελ.16 2. Η σύσταση ενεχύρου επί εισηγμένων μετοχών.......σελ.18 V. Σύσταση ενεχύρου επί μετοχών σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3301/2004........σελ.20 Ε. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΣΥΣΤΑΣΗΣ ΕΝΕΧΥΡΟΥ ΕΠΙ ΜΕΤΟΧΩΝ I. Το Δικαίωμα Ψήφου στην Α.Ε........σελ.22 II. H Άσκηση του Δικαιώματος Ψήφου απο τον Ενεχυρούχο Δανειστή....σελ.26 III. Νομική φύση σύμβασης ενεχυραστή και ενεχυρούχου δανειστή περί ασκήσεως του δικαιώματος ψήφου....σελ.30 IV. Έννοια της Καταστατικής Απαγορεύσεως....σελ.33 V. Η Άσκηση του Δικαιώματος Ψήφου από τον Ασφαλειολήπτη....σελ.35 VI. Ειδικότερα Ζητήματα από τη Σύσταση Ενεχύρου επι Μετοχών.....σελ.35 1. Δικαίωμα ψήφου και δημόσια πρόταση εξαγοράς μετοχών.σελ.35 2. Εξαγορά μετοχών μειοψηφίας και ενεχυριακή σχέση....σελ.37 3. Το ενέχυρο στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου.......σελ.39 (α) Πραγματική αύξηση μετοχικού κεφαλαίου....σελ.40 (β) Ονομαστική αύξηση μετοχικού κεφαλαίου....σελ.41 ΣΤ. ΤΟ ΕΝΕΧΥΡΟ ΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΙ Η ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΣΤΗΝ Α.Ε. Ι. Γενικά.....σελ.44 ΙΙ. Ειδικότερα η Σύγκρουση Συμφερόντων στην Α.Ε....σελ.57 II

1. Φορείς Συμφερόντων....σελ.47 (α) Το νομικό πρόσωπο της ΑΕ....σελ.47 (β) Μέτοχοι....σελ.48 (γ) Ενεχυρούχος δανειστής μετοχών....σελ.50 Ζ. ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΨΗΦΟΥ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ...σελ.50 I. Άσκηση Δικαιώματος Ψήφου από τον Ενεχυράσαντα Μέτοχο εν σχέσει με την Α.Ε 1. Κατάχρηση Δικαιώματος....σελ.51 2. Η Υποχρέωση Πίστης ως εξειδίκευση της ΑΚ 288....σελ.53 II. Άσκηση Δικαιώματος Ψήφου απο τον Ενεχυράσαντα Μέτοχο εν σχέσει με τον Ενεχυρούχο Δανειστή.. σελ.55 1. Προστασία από την Ενεχυριακή Σχέση....σελ.55 2. Προστασία από την Παρεπόμενη Συμφωνία....σελ.56 III. Άσκηση Δικαιώματος Ψήφου από τον Ενεχυρούχο Δανειστή εν σχέσει με την Α.Ε...σελ.57 1. Κατάχρηση Δικαιώματος...σελ.57 2. Αναλογική Εφαρμογή Υποχρέωσης Πίστης....σελ.58 IV. Άσκηση Δικαιώματος Ψήφου από τον Ενεχυρούχο Δανειστή εν σχέσει με τον Ενεχυράσαντα Μέτοχο 1. Προστασία από την Ενεχυριακή Σχέση.....σελ.58 2. Προστασία από την Παρεπόμενη Συμφωνία....σελ.59 Η. ΕΠΙΛΟΓΟΣ.σελ.59 III

A. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Στις συναλλακτικές σχέσεις θα υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος για το δανειστή να μην εξοφληθεί. Τούτο όχι μόνο γιατί ο οφειλέτης μπορεί να αποκρύψει ή να εκποιήσει τα περιουσιακά του στοιχεία, αλλά και γιατί μπορεί τω όντι να περιέλθει σε κατάσταση αδυναμίας να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, με συνέπεια ή την κήρυξή του σε πτώχευση αν είναι έμπορος και τη σύμμετρη κατάταξη όλων στο ενεργητικό της πτωχευτικής περιουσίας, ή τη συμμετοχή τους στην εκτελεστική διαδικασία και τη σύμμετρη και πάλι κατάταξή τους στο πλειστηρίασμα. 1 Πρέπει δε να προστεθεί ότι, σύμφωνα τουλάχιστον με το ισχύον δικονομικό σύστημα, η κατάσχεση δεν δημιουργεί κανένα προνόμιο για το δανειστή που την επιβάλλει. 2 Γίνεται λοιπόν φανερό, ότι ένας προνοητικός πιστωτής θα επιζητήσει να διασφαλισθεί εκ των προτέρων και δεν θα επαφεθεί στην τύχη, στην καλή πίστη του οφειλέτη του και στις οικονομικές συνθήκες που θα επικρατούν αργότερα όταν η απαίτησή του καταστεί ληξιπρόθεσμη. 3 Αυτή η εκ των προτέρων ασφάλεια ή εξασφάλιση συνίσταται στη θέση στη διάθεση του πιστοδότη περιουσιακών στοιχείων, στα οποία θα μπορέσει αυτός να ανατρέξει για να ικανοποιηθεί, εάν ο οφειλέτης δεν εξοφλήσει τελικά την οφειλή του, 4 και διακρίνεται σε προσωπική και εμπράγματη. Για προσωπική ασφάλεια μιλάμε όταν έναντι του δανειστή θα ευθύνεται και ένας δεύτερος οφειλέτης, ο οποίος ως συνοφειλέτης (ΑΚ 477) ή ως εγγυητής (ΑΚ 847) θα ευθύνεται με την περιουσία του για την εξόφληση του χρέους. Για εμπράγματη ασφάλεια μιλάμε όταν ο δανειστής αποκτά εμπράγματο δικαίωμα πάνω σε ορισμένο πράγμα του οφειλέτη ή τρίτου, το οποίο μπορεί, αν ο οφειλέτης δεν εξοφλήσει το χρέος, να το εκποιήσει αναγκαστικά και να ικανοποιηθεί προνομιακά από το προϊόν της αναγκαστικής εκποίησης (πλειστηρίασμα). 5 Ο Αστικός Κώδικας αναγνωρίζει και ρυθμίζει δύο δικαιώματα εμπράγματης ασφάλειας: Το ενέχυρο (ΑΚ 1209 επ.) και την υποθήκη (ΑΚ 1257 επ.). Έχοντας λοιπόν ως αφετηρία και βάση την εμπράγματη εξασφάλιση του πιστωτή, αντικείμενο της παρούσας εργασίας είναι: «Το ενέχυρο τίτλων και η σύγκρουση συμφερόντων στην Ανώνυμη Εταιρεία». Αρχικά, γίνεται η απαραίτητη αναφορά στην έννοια του ενεχύρου και στην έννοια της μετοχής, η οποία αποτελεί αξιόγραφο, ήτοι τίτλο κατά τη συνώνυμη στο δίκαιό μας έννοια. Δεδομένου δε ότι η μετοχή είναι αξιόγραφο και δη είτε ονομαστικό είτε ανώνυμο, παραθέτουμε συνοπτικά την έννοια των αξιογράφων και την εν προκειμένω κρίσιμη κατηγοριοποίησή τους σε ονομαστικά, εις διαταγήν και ανώνυμα. Εν συνεχεία μας απασχολεί ένα 1 Πρβλ. Κοτσίρη, Πτωχευτικό Δίκαιο, 9 η έκδοση, σελ. 6 επ. 2 Για τη σύμμετρη ικανοποίηση ως αρχή του δικαίου της αναγκαστικής εκτέλεσης, βλ. Γέσιου Φαλτσή, Εγχειρίδιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως, σελ. 661. 3 Βλ. Μάζη, Εμπράγματη Εξασφάλιση Τραπεζών και Ανωνύμων Εταιρειών, 2 η έκδοση, σελ. 21 επ. 4 Βλ. Απ. Γεωργιάδη, Η Εξασφάλιση των Πιστώσεων, 2 η έκδοση, 2, αρ. 5. 5 Βλ. Απ. Γεωργιάδη, Η Εξασφάλιση των Πιστώσεων, 2 η έκδοση, 2, αρ. 7, 8. 1

από τα κυριότερα ζητήματα που αναφύονται, άμα τη συστάσει του ενεχύρου επί μετοχών, το οποίο είναι ποιός έχει το εκ της μετοχής απορρέον δικαίωμα ψήφου, ο ενεχυράσας μέτοχος ή ο ενεχυρούχος δανειστής. Εξετάζονται λοιπόν οι νομοθετικές διατάξεις που δίνουν απάντηση στο παραπάνω ερώτημα. Στη συνέχεια αναπτύσσεται η προβληματική της πιθανότητας ύπαρξης αντικρουόμενων συμφερόντων κατά την ψηφοδοτική διαδικασία σε περίπτωση ενεχύρασης μετοχών και τέλος αναζητούνται μηχανισμοί ελέγχου της άσκησης του σχετικού δικαιώματος, προκειμένου να αποφευχθούν φαινόμενα καταστρατήγησης των αντιπαρατιθέμενων συμφερόντων. B. ΕΝΕΧΥΡΟ Τα δικαιώματα εμπράγματης ασφάλειας παρέχουν στο δικαιούχο εξουσία σε πράγμα, δικαίωμα ή απαίτηση. Τα δικαιώματα εμπράγματης ασφάλειας αποτελούν περιορισμένα εμπράγματα δικαιώματα (σε αντίθεση με την καθολικότητα της κυριότητας), καθόσον παρέχουν στο δικαιούχο περιορισμένες εξουσίες επί του αντικειμένου της εμπράγματης ασφάλειας. 6 Ειδικότερα τα δικαιώματα εμπράγματης ασφάλειας χαρακτηρίζονται δικαιώματα αξίας, επειδή αποσκοπούν στη ρευστοποίηση του αντικειμένου τους για την ικανοποίηση της ασφαλιζόμενης απαίτησης του δανειστή και ενδιαφέρει για αυτό το λόγο η αξία τους σε χρήμα. 7 Από τη σκοπιά του αντικειμένου της εμπράγματης ασφάλειας, τα δικαιώματα εμπράγματης ασφάλειας διακρίνονται σε δικαιώματα επί ακινήτων, σε δικαιώματα επί κινητών και σε δικαιώματα επί δικαιωμάτων και επί απαιτήσεων. 8 Καθίσταται προφανές, ήδη από τον τίτλο της παρούσας εργασίας, ότι η μορφή εκείνη εμπράγματης ασφάλειας που θα μας απασχολήσει εν προκειμένω είναι το ενέχυρο. Σύμφωνα με την ΑΚ 1209 «Σε ξένο κινητό πράγμα μπορεί να συσταθεί εμπράγματο δικαίωμα ενεχύρου για την εξασφάλιση απαίτησης με την προνομιακή ικανοποίηση του δανειστή από το πράγμα». Από τη νομοθετική ρύθμιση προκύπτει ότι τα εννοιολογικά στοιχεία του εμπραγμάτου δικαιώματος 9 του ενεχύρου επί πράγματος είναι: ξένο κινητό πράγμα, ασφαλιζόμενη απαίτηση και τέλος η προνομιακή ικανοποίηση του δανειστή. Η ΑΚ 1210 ορίζει επιπλέον ότι η απαίτηση που ασφαλίζεται με ενέχυρο μπορεί να είναι μέλλουσα ή και υπό αναβλητική αίρεση ή προθεσμία. Εκτός από το ενέχυρο πράγματος, ο Αστικός Κώδικας ρυθμίζει και το ενέχυρο δικαιώματος, ορίζοντας στην ΑΚ 1247 εδ. α ότι «ενέχυρο μπορεί να συσταθεί και σε δικαίωμα εφόσον αυτό είναι μεταβιβάσιμο». Ωστόσο ένεκα του γεγονότος ότι στην ενεχύραση δικαιώματος εφαρμόζονται κατά βάση οι διατάξεις για την 6 Βλ. Δωρή, Εμπράγματη Ασφάλεια, σελ. 16 επ. 7 Για τη διάκριση των δικαιωμάτων σε δικαιώματα ουσίας και αξίας, βλ. Σπυριδάκη, Το Δίκαιον της εμπραγμάτου ασφάλειας, σελ. 18, Φίλιο, Εμπράγματο Δίκαιο, 4 η έκδοση, σελ. 323, όπου αναφέρει ότι τα δικαιώματα αξίας παρέχουν στο δανειστή την εξουσία να εκποιήσει το πράγμα και να ικανοποιηθεί από την αξία του, Απ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, 2 η έκδοση, 84, αρ. 2, ΑΠ 1664/2003, ΧρΙΔ 2004, σελ. 330. 8 Βλ. Απ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, 2 η έκδοση, 83, αρ. 12 επ., Λέκκα, Συμφωνίες παροχής χρηματοοικονομικής ασφάλειας επί χρηματοπιστωτικών μέσων και επί πιστωτικών απαιτήσεων και καλή πίστη, σε Αναμν.Τόμο Λεωνίδα Γεωργακόπουλου, σελ. 452. 9 Σύμφωνα με την ΑΚ 973 εμπράγματα δικαιώματα είναι «[ ] δικαιώματα που παρέχουν εξουσία άμεση και εναντίον όλων πάνω στο πράγμα (εμπράγματα δικαιώματα) είναι η κυριότητα, οι δουλείες, το ενέχυρο και η υποθήκη». 2

ενεχύραση πράγματος (ΑΚ 1256), θα εξετασθεί το περιεχόμενο του ενεχύρου πράγματος και όπου κριθεί αναγκαίο θα γίνει αναφορά και στο ενέχυρο δικαιώματος ειδικότερα. I. Αντικείμενο Ενεχύρου Αποκλειστικό αντικείμενο του ενεχύρου πράγματος -και ειδοποιός διαφορά από την υποθήκη- είναι ξένο κινητό πράγμα (ενεχύρασμα). Ακριβέστερα, αντικείμενο του ενεχύρου είναι το δικαίωμα κυριότητας πάνω στο κινητό, αφού μόνο δικαιώματα εκποιούνται. 10 Δεδομένου ότι το ενέχυρο αποτελεί δικαίωμα για την προνομιακή ικανοποίηση του δανειστή από το πράγμα (βασικά με πλειστηριασμό, ΑΚ 1237), αντικείμενο του ενεχύρου μπορεί να είναι μόνο κινητό πράγμα (ή δικαίωμα) δεκτικό διάθεσης. 11 Δεν πρέπει δηλαδή να απαγορεύεται η διάθεσή του από το νόμο ή με δικαστική απόφαση. Ακατάσχετα, κατά την έννοια της ΚΠολΔ 953 παρ.3, πράγματα μπορούν να ενεχυραστούν, αν ο οφειλέτης κύριος παραιτηθεί από το ακατάσχετο αφού αυτό ισχύει για το δικό του συμφέρον. 12 Επιπλέον αντικείμενο του ενεχύρου πρέπει να είναι πράγμα ατομικά ορισμένο (αρχή της ειδικότητας, ΑΚ 1211) γεγονός που αποκλείει τη σύσταση ενεχύρου επί ομάδας πραγμάτων ή περιουσίας ή επιχειρήσεως ως ιδανικού συνόλου. 13 Επιπλέον αφού, όπως αναλύσαμε και πριν, το ενέχυρο είναι δικαίωμα αξίας, αντικείμενό του αποτελούν μόνο πράγματα που μπορούν να αξιοποιηθούν, δηλαδή να ρευστοποιηθούν με πλειστηριασμό (βλ. ΑΚ 1237). Έτσι, έγγραφα που δεν ενσωματώνουν απαίτηση, αλλά απλώς αποδεικνύουν την ύπαρξη μιας έννομης σχέσης (π.χ. χρεωστικά ομόλογα, ασφαλιστήρια, βιβλιάρια καταθέσεων), δεν μπορούν να ενεχυραστούν. Ενεχύραση τέτοιων εγγράφων δεν δημιουργεί ενέχυρο πράγματος αλλά πιθανόν -κατά μετατροπή (ΑΚ 182)- ενέχυρο απαίτησης, ενοχικό δικαίωμα επίσχεσης υπέρ του δανειστή ή δικαίωμα αυτού για είσπραξη της απαίτησης, όταν λήξει το ασφαλιζόμενο χρέος. 14 II. Ασφαλιζόμενη Απαίτηση Το ενέχυρο είναι εξαρτημένο από την υπόσταση της απαίτησης που πρέπει να εξασφαλίσει, χωρίς την οποία δεν είναι νοητή η ύπαρξή του (αρχή του παρεπόμενου, ΑΚ 1210). 15 Ενέχυρο μπορεί 10 Απ. Γεωργιάδη, Η Εξασφάλιση των Πιστώσεων, 2 η έκδοση, 26, αρ. 3, Σόντη, Συμβολαί εις την θεωρίαν του εμπραγμάτου δικαίου, σελ. 39, όπου αναφέρει ότι τα περιορισμένα εμπράγματα δικαιώματα δεν είναι αποτέλεσμα περιορισμού της εξουσίας του κυρίου, δεν αφαιρείται δηλαδή τμήμα της εξουσίας του, η οποία είναι αδιαίρετη, αλλά αποτελούν δικαιώματα που προέρχονται από την εξουσία διάθεσης του δικαιώματος της κυριότητας. 11 Βλ. Λιακόπουλο σε Ερμηνεία ΑΚ (επιμ. Γεωργιάδη Σταθόπουλου), άρθρ. 1209-1210, αρ. 2, με περαιτέρω παραπομπές. 12 Βλ. Μπαλή, Εμπράγματον Δίκαιον, 3 η έκδοση, 201, αρ. 8, Λιακόπουλο ό.π, Παπαδημητρόπουλο σε ΣΕΑΚ (επιμ. Γεωργιάδη), άρθρ. 1209-1210, αρ. 24. 13 Βλ. Απ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, 2 η έκδοση, 84, αρ. 16, ο ίδιος, Η Εξασφάλιση των Πιστώσεων, 2 η έκδοση, 18, αρ. 16. 14 Βλ. Λιακόπουλο σε Ερμηνεία ΑΚ (επιμ. Γεωργιάδη Σταθόπουλου), άρθρ. 1209-1210, αρ. 11. 15 Πρβλ. Παπαδημητρόπουλο σε ΣΕΑΚ (επιμ. Γεωργιάδη), άρθρ. 1209-1210, αρ. 8 επ., ΑΠ 852/2002, ΧρΙΔ 2002, σελ. 796 επ. 3

να συσταθεί υπέρ οποιασδήποτε χρηματικής ή τουλάχιστον αποτιμητής σε χρήμα αξίωσης, αδιάφορα αν συνίσταται σε πράξη ή σε παράλειψη, αν πηγάζει από δικαιοπραξία ή από τον νόμο (π.χ. αξίωση από αδικοπραξία). 16 Οφειλέτης της ασφαλιζόμενης απαίτησης μπορεί να είναι είτε ο κύριος του ενεχυραζόμενου πράγματος (οπότε το ίδιο πρόσωπο είναι «προσωπικός οφειλέτης» και «ενεχυρικός» οφειλέτης) είτε τρίτος (οπότε είναι άλλος ο «προσωπικός» και άλλος ο «ενεχυρικός» οφειλέτης, ο οποίος στην περίπτωση αυτή ονομάζεται «τρίτος ενεχυρικός οφειλέτης»). Η ασφαλιζόμενη απαίτηση πρέπει να είναι ορισμένη ή τουλάχιστον οριστή (αρχή της ειδικότητας). 17 Αυτό σημαίνει ότι για τη σύσταση του ενεχύρου δεν είναι αναγκαίος ο ακριβής ποσοτικός προσδιορισμός της απαίτησης (βλ. ΑΚ 1218 σε αντίθεση προς ΑΚ 1269). Πρέπει όμως να είναι προσδιορισμένη με σαφήνεια η ενοχική σχέση, από την οποία πηγάζει η ασφαλιζόμενη απαίτηση (π.χ. το δάνειο της 8ης Αυγούστου 2005), ώστε μελλοντικά -και ιδιαίτερα κατά το στάδιο της αναγκαστικής εκτέλεσης- να είναι δυνατός ο ακριβής προσδιορισμός της. 18 Η ασφαλιζόμενη απαίτηση πρέπει να γεννήθηκε έγκυρα (αρχή του παρεπομένου). Αν η ενοχή (π.χ. σύμβαση) από την οποία πηγάζει η απαίτηση είναι άκυρη, το ενέχυρο είναι μεν κατ' αρχήν άκυρο, μπορεί όμως να ασφαλίζει την απαίτηση που προέρχεται από μετατροπή της άκυρης ενοχής σε άλλη έγκυρη ενοχική σχέση (ΑΚ 182). 19 Αν η μετατροπή δεν είναι δυνατή, τότε το ενέχυρο μπορεί να ασφαλίζει την απαίτηση αδικαιολόγητου πλουτισμού που πηγάζει από την άκυρη ενοχή. Η επέκταση του ενεχύρου στην κατά τις ΑΚ 904 επ. απαίτηση εξαρτάται από την ερμηνεία της βούλησης των μερών, γι' αυτό στην ενεχυρική σύμβαση είναι σκόπιμο να γίνεται σχετική μνεία. 20 III. Σύσταση Ενεχύρου Για τη σύσταση του κοινού ενεχύρου απαιτείται κατά την ΑΚ 1211 «παράδοση του πράγματος από τον κύριο στο δανειστή και συμφωνία των δύο ότι ο δανειστής αποκτά ενέχυρο στο πράγμα. Η συμφωνία απαιτείται να γίνει με έγγραφο συμβολαιογραφικό ή ιδιωτικό με βέβαιη χρονολογία[...]». Άρα οι προϋποθέσεις σύστασης του κοινού ενεχύρου είναι: α) κυριότητα του ενεχυραστή β) συμφωνία ενεχυραστή και δανειστή για τη σύσταση του ενεχύρου γ) τύπος και συγκεκριμένα έγγραφο συμβολαιογραφικό ή ιδιωτικό με βέβαιη χρονολογία και δ) παράδοση του πράγματος από τον κύριο στο δανειστή ή σε τρίτον (ΑΚ 1212). 1. Κυριότητα του ενεχυραστή: Η σύσταση του ενεχύρου, ως εκποιητική δικαιοπραξία, προϋποθέτει την ύπαρξη κυριότητας του ενεχυραστή. Εντούτοις, όπως στη μεταβίβαση της κυριότητας κινητού η 16 Βλ. Δωρή, Εμπράγματη Ασφάλεια, σελ. 119. 17 Βλ. Λιακόπουλο σε Ερμηνεία ΑΚ (επιμ. Γεωργιάδη Σταθόπουλου), εισαγ. παρατ. στα άρθρα άρθρ. 1209-1256, αρ. 9. 18 Βλ. Απ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, 2 η έκδοση, 89, αρ. 11, με περαιτέρω παραπομπές, ΕφΑθ 996/1997 Αρμ 1998, σελ. 691 επ. 19 Βλ. Παπαδημητρόπουλο σε ΣΕΑΚ (επιμ. Γεωργιάδη), άρθρ. 1209-1210, αρ. 12. 20 Βλ. Απ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, 2 η έκδοση, 89, αρ. 12. 4

αρχή αυτή διασπάται από την εξαίρεση της ΑΚ 1036, έτσι και για τη σύσταση ενεχύρου ο νομοθέτης έκρινε ότι η ασφάλεια των συναλλαγών επιβάλλει ο δανειστής να μην εκτεθεί στον κίνδυνο ματαίωσης του δικαιώματος του, εξαιτίας του ότι το ενεχύρασμα δεν ανήκει κατά κυριότητα στον ενεχυραστή. Έτσι η ΑΚ 1215 ορίζει ότι «αν το πράγμα δεν ανήκει στον ενεχυραστή, ενέχυρο αποκτάται κατά τους όρους που αποκτάται η κυριότητα κινητού από μη κύριο. Οι σχετικές διατάξεις εφαρμόζονται αναλόγως». 21 Ως ανάλογη εφαρμογή των σχετικών διατάξεων, δηλαδή των ΑΚ 1036-1040, εννοείται η κατάλληλη εφαρμογή τους, η προσαρμοζόμενη στον κύκλο των διατάξεων για το ενέχυρο. Ειδικότερα,για την έγκυρη σύσταση του ενεχύρου, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, πρέπει: α) ο κύριος του κινητού να είχε εμπιστευθεί τη νομή ή κατοχή αυτού στον ενεχυραστή με βάση κάποια μεταξύ τους έννομη σχέση (π.χ. σύμβαση χρησιδανείου, πώλησης κινητού με επιφύλαξη της κυριότητας), β) ο δανειστής που συμπράττει κατά την ΑΚ 1211 στη σύσταση του ενεχύρου να ήταν καλόπιστος κατά την παράδοση σ' αυτόν του πράγματος, γ) η παράδοση του πράγματος να είναι υλική, δηλαδή ο καλόπιστος δανειστής να αποκτά και την κατοχή αυτού. Αν το κινητό που ενεχυράζει ο μη κύριος έχει εκφύγει από τη νομή του κυρίου με κλοπή ή απώλεια (ΑΚ 1038), η σύσταση του ενεχύρου είναι δυνατή μόνο αν συντρέχει κάποια από τις περιπτώσεις εκποίησης που προβλέπει η ΑΚ 1039 εδ. α'. Για παράδειγμα, η σύσταση ενεχύρου σε ανώνυμες μετοχές από μη κύριο υπέρ καλόπιστου δανειστή είναι έγκυρη, έστω και αν αυτές έχουν κλαπεί ή απολεσθεί από τον κύριο, δεδομένου ότι πρόκειται για ανώνυμους τίτλους που εμπίπτουν στη ρύθμιση της ΑΚ 1039. 22 2. Συμφωνία: Για τη σύσταση του ενεχύρου δεν αρκεί μονομερής δίκαιοπραξία, όπως στη σύσταση της υποθήκης (ΑΚ 1266), αλλά απαιτείται σύμβαση. Η συμφωνία των μερών ότι ο δανειστής αποκτά ενέχυρο πάνω στο πράγμα αποτελεί την εμπράγματη σύμβαση, η οποία ολοκληρώνεται με την παράδοση του πράγματος. 23 Η συμφωνία πρέπει να προσδιορίζει την ασφαλιζόμενη απαίτηση και να περιγράφει το ενεχυραζόμενο πράγμα (ΑΚ 1211 αρχή του παρεπομένου αρχή της ειδικότητας). Η συμφωνία καταρτίζεται μεταξύ του κυρίου του πράγματος, δηλαδή του ενεχυραστή, και του δανειστή. Αν ενεχυραστής δεν είναι ο ίδιος ο οφειλέτης αλλά τρίτος, δεν είναι αναγκαίο για το κύρος του ενεχύρου να συμπράξει στη συμφωνία και ο οφειλέτης. Λογική απόρροια της αρχής του 21 Βλ. Μπόσδα, Ενέχυρο. Σύστασις ενεχύρου παρά μη κυρίου. (Περιπτωσιολογία εφαρμογής), ΕΕΝ 1981, σελ. 953 επ., ΑΠ 848/2000, ΔΕΕ 2001, σελ. 82 επ., ΕφΑθ 6177/1998 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ. 22 Βλ. Λιακόπουλο σε Ερμηνεία ΑΚ (επιμ. Γεωργιάδη Σταθόπουλου), άρθρ. 1215, αρ. 2 επ., Δωρή, Εμπράγματη Ασφάλεια, σελ. 108 επ. 23 Βλ. Απ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, 2 η έκδοση, 89, αρ. 51 επ., ΑΠ 1430/1999, ΕΕΝ 2001, σελ. 253 επ., ΕφΑθ 6242/2002, ΔΕΕ 2003, σελ. 175 επ. 5

παρεπομένου είναι το αιτιώδες της ενεχυρικής σύμβασης. Αιτία της είναι η ασφαλιζόμενη απαίτηση. 24 3. Τύπος: Σε αντίθεση με τη μεταβίβαση της κυριότητας κινητού, η οποία καταρτίζεται άτυπα (ΑΚ 1034), η σύσταση ενεχύρου είναι τυπική δικαιοπραξία. Η σχετική συμφωνία των μερών πρέπει να περιβληθεί τον τύπο είτε του συμβολαιογραφικού εγγράφου είτε του ιδιωτικού που φέρει βέβαιη χρονολογία (ΑΚ 1211). Δικαιολογία της επιβολής του παραπάνω τύπου είναι η προστασία κυρίως των τρίτων, οι οποίοι πρέπει να μπορούν να αναχθούν σ' ένα ασφαλές στοιχείο για να διαπιστώσουν από πότε υπάρχει το ενέχυρο, χωρίς να διατρέχουν τον κίνδυνο ενδεχόμενης προχρονολόγησης του εγγράφου από τους συμβαλλομένους 25. Στο έγγραφο πρέπει να προσδιορίζεται η ασφαλιζόμενη απαίτηση και να περιγράφεται το ενεχυραζόμενο πράγμα. Η έλλειψη του προβλεπόμενου τύπου συνεπάγεται ακυρότητα της σύμβασης ενεχύρου. 26 4. Παράδοση του πράγματος: Ως παράδοση του πράγματος εννοείται η κτήση από τον ενεχυρούχο δανειστή της οιονεί νομής (ΑΚ 975) συνεπεία παραδόσεως του πράγματος από τον ενεχυραστή είτε απευθείας στο δανειστή (ΑΚ 1211), είτε -με τη συναίνεση του δανειστή- σε τρίτον (ΑΚ 1212) Η παράδοση της οιονεί νομής στον ενεχυρούχο δανειστή μπορεί να γίνει με οποιονδήποτε από τους τρόπους που προβλέπονται στις ΑΚ 976-978, πλην της αντιφώνησης, την οποία ρητά αποκλείει η ΑΚ 1213, ώστε να μη δημιουργείται λόγω της παραμονής του ενεχυρασμένου πράγματος στα χέρια του κυρίου του η εσφαλμένη και επικίνδυνη εντύπωση στους τρίτους, ότι το κινητό είναι ελεύθερο από βάρη. 27 Γ.ΕΝΝΟΙΑ ΑΞΙΟΓΡΑΦΟΥ Προκειμένου να γίνει κατανοητή η έννοια των αξιογράφων, θα πρέπει να δούμε τί ήταν αυτό που οδήγησε στη δημιουργία αυτού του νομικού μορφώματος. Με τη σημερινή τους μορφή, τα αξιόγραφα εμφανίσθηκαν στα μέσα του δεκάτου ενάτου αιώνα, όταν αναπτύχθηκαν η βιομηχανία, οι μεταφορές και το μεγάλο εμπόριο. 28 Ήταν η εποχή που οι οικονομικές δραστηριότητες αυξάνονταν με γεωμετρικούς ρυθμούς και η ανάγκη για νέα μέσα κυκλοφορίας των αγαθών, απλούστερα, ασφαλέστερα και ταχύτερα από τους τρόπους μεταβίβασης που γνώριζε μέχρι τότε το αστικό δίκαιο, ήταν πλέον επιτακτική. Η ανάγκη αυτή οδήγησε στην ανεύρεση και τη δημιουργία ενός νέου 24 Βλ. Απ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, 2 η έκδοση, 89, αρ. 51, με περαιτέρω παραπομπές. 25 Πρβλ. Παπαδημητρόπουλο σε ΣΕΑΚ (επιμ. Γεωργιάδη), άρθρ. 1209-1210, αρ. 12, Βαθρακοκοίλη, ΕΡΝΟΜΑΚ, άρθρ. 1211, αρ. 11. 26 Βλ. Μπαλή, Εμπράγματον Δίκαιον, 3 η έκδοση, 205, αρ. 6, κατ αποτέλεσμα έτσι και η ΕφΠειρ 828/2014 ΝΟΜΟΣ. 27 Βλ. Δωρή, Εμπράγματη Ασφάλεια, σελ. 26, Απ. Γεωργιάδη, Ο ν. 2844/2000 για το ενέχυρο χωρίς παράδοση της κατοχής και άλλες πιστωτικές συμβάσεις, ΧρΙΔ 2001, σελ. 7 επ. Η παράδοση της οιονεί νομής του ενεχυραζόμενου κινητού στον ενεχυρούχο δανειστή εξασφαλίζει την απαραίτητη δημοσιότητα των δικαιωμάτων εμπράγματης ασφάλειας. Η δημοσιότητα αυτή εξασφαλίζεται στα ακίνητα με την εγγραφή στα οικεία βιβλία υποθηκών. 28 Βλ. Κιάντου-Παμπούκη, Δίκαιο Αξιογράφων, 7 η έκδοση, 7, K. Schmidt, Handelsrecht, Unternehmensrecht I, 6. Auflage, 24, RdNr 1. 6

συστήματος απρόσκοπτης διακίνησης του πλούτου. Πρόκειται για ένα σύστημα, όπου η συνεχής διακίνηση των αγαθών διασφαλίζεται μέσω της διακίνησης μίας ιδιαίτερης κατηγορίας εγγράφων, των αξιογράφων. 29 Λυδία λίθος των αξιογράφων και καθοριστικό γεγονός, που οδήγησε τον κόσμο των συναλλαγών στην υιοθέτηση για αιώνες αυτού του συστήματος, είναι η ιδιαίτερη σύνδεση δικαιώματος και εγγράφου, η οποία αποκαλείται αξιογραφική ενσωμάτωση. 30 Η ενσωμάτωση δικαιώματος σε αξιόγραφο έχει σαν συνέπεια α) η υλική κατοχή του εγγράφου να είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση και μεταβίβαση του δικαιώματος, β) μόνη η κατοχή του εγγράφου να νομιμοποιεί το δανειστή να απαιτήσει εκπλήρωση και να ελευθερώνει τον καταβάλλοντα στον κατέχοντα το έγγραφο οφειλέτη, γ) να δημιουργείται εξάρτηση του δικαιώματος από το έγγραφο, με την έννοια ότι η τύχη του εξαρτάται, μέχρις ενός ορίου, από την τύχη του εγγράφου και δ) το δικαίωμα να καθορίζεται από το κείμενο του εγγράφου. Με τον τρόπο αυτό, η αξιογραφική ενσωμάτωση επιφέρει την εμπραγμάτωση του (ενσωματώμενου) δικαιώματος, με αποτέλεσμα την κινητικότητα και άρα την εμπορευσιμότητά του. Το δικαίωμα «αντικειμενικοποιείται», παύει δηλαδή να εκφράζει την έννομη σχέση μεταξύ δύο προσώπων. Το έγγραφο γίνεται το «όχημα», ο «φορέας» του δικαιώματος, αλλά και η απόδειξη της έκτασης του τελευταίου. Τα ανωτέρω χαρακτηριστικά διευκόλυναν τα μέγιστα την εμπορευσιμότητα των περιουσιακών δικαιωμάτων, εντός κλίματος ασφάλειας δικαίου. 31 Να σημειωθεί ότι ο όρος αξιόγραφο χρησιμοποιείται σπάνια στη νομοθεσία και ένας εκ των συνηθέστατα χρησιμοποιούμενων όρων με την ίδια έννοια είναι ο όρος «τίτλος». 32 I. Διάκριση Αξιογράφων Μία από τις διακρίσεις των αξιογράφων, η οποία και μας ενδιαφέρει εν προκειμένω, είναι αυτή που γίνεται ανάλογα με τον τρόπο προσδιορισμού του δικαιούχου. 33 Με βάση το κριτήριο αυτό τα αξιόγραφα διακρίνονται σε αξιόγραφα στον κομιστή ή ανώνυμα, σε αξιόγραφα ονομαστικά και σε αξιόγραφα εις διαταγήν. Η κατηγοριοποίηση αυτή είναι σημαντική, γιατί, όπως θα αναπτυχθεί και εν συνεχεία, οι μετοχές, οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο ενεχύρου, μπορούν να λάβουν τη μορφή είτε ανώνυμου είτε ονομαστικού αξιογράφου. 1. Αξιόγραφα στον κομιστή ή ανώνυμα 29 Ο όρος «αξιόγραφο» είναι επιτυχής (όπως την χαρακτήριζε ο καθηγητής Τσιριντάνης) απόδοση του αντίστοιχου γερμανικού όρου «Wertpapier», όρος που με τη σειρά του αποδίδεται στον Bruner, DieWertpapiere σε Edemmans Handbuch, Leipzig 1882. 30 Βλ. Ρόκα Ν., Αξιόγραφα, 2 η έκδοση, σε Περάκη Ε./Ρόκα Ν., Γεν. Μέρος Εμπ. Δικαίου - Αξιόγραφα, 3, Κοτσίρη, Η αξιογραφική ιδέα της ενσωματώσεως, Αρμ. 1978, σελ. 885. 31 Πρβλ. Τσιμπανούλη, Οι επενδυτικοί άυλοι τίτλοι στην τομή εμπραγμάτου και ενοχικού δικαίου, ΕπισκΕΔ 2009, σελ. 351επ. 32 Βλ. Ρόκα Ν., Αξιόγραφα, 2 η έκδοση, σε Περάκη Ε./Ρόκα Ν., Γεν. Μέρος Εμπ. Δικαίου - Αξιόγραφα, 1, σελ. 361. 33 Βλ. Ρόκα Ν., ό.π., 4, σελ. 376, Κιάντου-Παμπούκη, Δίκαιο Αξιογράφων, 7 η έκδοση, 6, σελ. 20. 7

Στα αξιόγραφα στον κομιστή δεν αναγράφεται το όνομα του δικαιούχου στο κείμενο του εγγράφου (γι αυτό και τα αξιόγραφα αυτά λέγονται και «ανώνυμα»). Το ενσωματωμένο δικαίωμα μπορεί να ασκηθεί από τον εκάστοτε κομιστή (δανειστή) του εγγράφου, ο οποίος, άπαξ και έχει το αξιόγραφο στα χέρια του, τεκμαίρεται νόμιμος κομιστής, δηλαδή δικαιούχος. 34 Όπως είναι φανερό, η κατηγορία αυτή των αξιογράφων έχει τη μεγαλύτερη δυνατή κυκλοφοριακή ικανότητα άρα και εμπορευσιμότητα, αφού διευκολύνει τα μάλα την κυκλοφοριακή ικανότητα του ενσωματούμενου δικαιώματος. 2. Αξιόγραφα εις διαταγήν Στα αξιόγραφα εις διαταγήν, σε αντίθεση με τα αξιόγραφα στον κομιστή, ο δικαιούχος κατονομάζεται στο έγγραφο. Δικαιούχος μπορεί όμως να είναι όχι μόνο ο κατονομαζόμενος αλλά και κάθε πρόσωπο που αυτός θα υποδείξει. Ο οφειλέτης υπόσχεται την παροχή «στον Α» ή «εις διαταγήν του», οπότε η παροχή εκπληρώνεται ή στον Α ή στον Β, σε περίπτωση που ο Α υποδείξει τον Β. Τα αξιόγραφα εις διαταγήν μεταβιβάζονται με οπισθογράφηση και παράδοση του τίτλου. Αυτός που μεταβιβάζει το δικαίωμά του λέγεται οπισθογράφος και αυτός που αποκτά το δικαίωμα υπερού η οπισθογράφηση. Ο τελευταίος μπορεί με τη σειρά του να οπισθογραφήσει τον τίτλο υπέρ άλλου κ.ο.κ. 35 3. Αξιόγραφα ονομαστικά Στα ονομαστικά αξιόγραφα δικαιούχος είναι το κατονομαζόμενο σε αυτά πρόσωπο. Σε αντίθεση όμως με τα αξιόγραφα εις διαταγήν, στα οποία επίσης κατονομάζεται ορισμένο πρόσωπο, ο κατονομαζόμενος σε ονομαστικό αξιόγραφο δεν έχει τη δυνατότητα να υποδείξει άλλο πρόσωπο, στο οποίο να πρέπει αντ αυτού να καταβάλει ο οφειλέτης. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι μόνο ο κατονομαζόμενος στο έγγραφο μπορεί να είναι ο δικαιούχος. Το ενσωματωμένο σε ονομαστικό αξιόγραφο δικαίωμα είναι μεταβιβαστό. 36 Επειδή όμως αποστολή αυτής της κατηγορίας αξιογράφων δεν είναι η ταχεία και εύκολη μεταβίβαση του δικαιώματος, όπως στα αξιόγραφα στον κομιστή και εις διαταγήν, δεν υπάρχει σε αυτά η ίδια ανάγκη για εξασφάλιση του κομιστή (δανειστή).τα ονομαστικά αξιόγραφα μεταβιβάζονται με τους κανόνες της κοινής εκχώρησης. 37 34 Βλ. Γεωργακόπουλο, Εγχειρίδιο Εμπορικού Δικαίου,τόμ. II, τεύχ. I, Αξιόγραφα, σελ. 227, Κιάντου- Παμπούκη, ό.π. 6, σελ. 25. 35 Βλ. Γεωργακόπουλο, Εγχειρίδιο Εμπορικού Δικαίου,τόμ. II, τεύχ. I, Αξιόγραφα, σελ. 54επ. 36 Βλ. Γεωργακόπουλο, Εγχειρίδιο Εμπορικού Δικαίου,τόμ. II, τεύχ. I, Αξιόγραφα, σελ. 82επ. 37 Βλ. Δελούκα, Αξιόγραφα, σελ. 42. 8

II. H Έννοια της Μετοχής Η Μετοχή ως Αξιόγραφο Θεμελιώδης έννοια στο δίκαιο της ανώνυμης εταιρείας είναι εκείνη της μετοχής, έννοια «στενώς συνδεδεμένη» 38 με την Α.Ε. Στο δίκαιο των ανωνύμων εταιρειών, ο όρος μετοχή έχει παραδοσιακά τις ακόλουθες τρείς έννοιες 39 : Σημαίνει κατ αρχήν ένα συγκεκριμένο μερίδιο από το μετοχικό κεφάλαιο και τούτο διότι, όπως ορίζεται και στο άρθρο 11α 1 κ.ν. 2190/1920, το κεφάλαιο της α.ε. διαιρείται σε ισότιμα μερίδια, τα οποία ονομάζονται μετοχές. Δεύτερον δηλώνεται με τον όρο μετοχή, η μετοχική σχέση, η σχέση δηλαδή που συνδέει το μέτοχο με την ανώνυμη εταιρεία και από την οποία πηγάζουν τα μετοχικά δικαιώματα και οι μετοχικές υποχρέωσεις. Τέλος με τον όρο μετοχή νοείται ο τίτλος, το αξιόγραφο, στο οποίο ενσωματώνεται η μετοχική σχέση καθώς και ένα τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου. Αυτή η αξιογραφική ενσωμάτωση συνεπάγεται ότι η κατοχή του εγγράφου αποτελεί προϋπόθεση για την ενάσκηση των μετοχικών δικαιωμάτων. 40 Η μετοχή ως αξιόγραφο μπορεί να διαμορφωθεί κατά την έκδοσή της είτε ως ανώνυμη είτε ως ονομαστική (άρθρα 2 παρ. 1 στοιχ. ζ, 8β και 11α ν. 2190/1920). 41 Η επιλογή του ενός ή του άλλου τύπου μετοχής, εκτός από εκείνες τις περιπτώσεις όπου αυτή επιβάλλεται από το νόμο 42, εμπίπτει στον κανόνα της αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης και επομένως η εταιρεία είναι κατ αρχήν ελεύθερη να εκδίδει ονομαστικές ή ανώνυμες μετοχές (άρθρο 11α παρ. 1 και 8β παρ. 1 ν.2190/1920). Η ανώνυμη μετοχή είναι αξιόγραφο στον κομιστή. Ο δικαιούχος δηλαδή της ανώνυμης μετοχής δεν κατονομάζεται, με συνέπεια ο εκάστοτε κομιστής αυτής να δικαιούται να ασκήσει τα εκ της μετοχής απορρέοντα μετοχικά δικαιώματα. 43 Αντίθετα, στην ονομαστική μετοχή (όπως παραπέμπει και το όνομά της) δικαιούχος είναι το κατονομαζόμενο στη μετοχή πρόσωπο και μόνον αυτό. Φορέας των δικαιωμάτων έναντι της εταιρείας είναι αυτός του οποίου το όνομα αναγράφεται στη μετοχή, τυχόν δε έλλειψη αναγραφής οιουδήποτε ονόματος στο σώμα της μετοχής συνεπάγεται την ακυρότητα του αξιογράφου (και όχι την μετατροπή του σε ανώνυμο). Ωστόσο να σημειωθεί ότι η μη αναγραφή του ονόματος του νέου μετόχου δεν επιφέρει την ακυρότητα του αξιογράφου, αλλά καθιστά άκυρη τη μεταβίβαση. Ο νέος μέτοχος δηλαδή δεν νομιμοποιείται έναντι της εταιρείας. 44 38 Βλ. Τσιριντάνη, Στοιχεία εμπορικού δικαίου, Εμπορικαί Εταιρίαι, 6 η έκδοση, σελ. 117. 39 Βλ. ΕφΘεσσ 577/2010 ΝοΒ 2011, σελ. 1591 με παρατ. Π. Παναγιώτου. 40 Βλ. Βαρβιτσιώτη, Η ονομαστική μετοχή, σελ. 6, Κοκκίνη σε ΔικΑΕ (επιμ. Περάκη), τόμος ΙΙ, τεύχ. Α, άρθρ. 11α, αρ. 110. Όσον αφορά τις εξαιρέσεις της ανωτέρω αρχής του δικαίου των αξιογράφων, που παρατηρούνται στο δίκαιο των ανωνύμων εταιρειών και περιγράφονται ως «αξιογραφική αποδυνάμωση της μετοχής», βλ. Μιχαλόπουλο, Αποϋλοποίηση τίτλων κυρίως μετοχών, σελ. 37 επ. 41 Στο δίκαιό μας η έκδοση μετοχών σε διαταγή δεν επιτρέπεται, όπως προβλέπουν και τα άρθρα 68 παρ. 2, 76 ν.δ. 17 Ιουλίου/13 Αυγούστου 1923, βλ. Αντωνόπουλο, Δίκαιο Α.Ε. και Ε.Π.Ε., 4 η έκδοση, σελ. 296. 42 Βλ. αναλυτική περιγραφή των περιπτώσεων που ο νόμος επιβάλλει την ονομαστικοποίηση των μετοχών σε Αντωνόπουλο, Δίκαιο Α.Ε. και Ε.Π.Ε., 4 η έκδοση, σελ. 297επ. και σε Αλεξανδρίδου, Δίκαιο Εμπορικών Εταιρειών, 2 η έκδοση, σελ. 388επ. 43 Βλ. Βερβεσό σε ΔικΑΕ (επιμ. Περάκη), τόμος ΙΙ, τεύχ. Α, άρθρ. 8β, αρ. 11. 44 Βλ. Βερβεσό σε ΔικΑΕ (επιμ. Περάκη), τόμος ΙΙ, τεύχ. Α, άρθρ. 8β, αρ. 10. 9

Δ. ΤΡΟΠΟΙ ΣΥΣΤΑΣΗΣ ΕΝΕΧΥΡΟΥ ΕΠΙ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ Τα αξιόγραφα, άρα και οι μετοχές, είναι πράγματα ενσώματα (βλ. άρθ. 947 ΑΚ) και μάλιστα κινητά (βλ. άρθ. 948 ΑΚ). Ως κινητά πράγματα, τα οποία έχουν περιουσιακή αξία και είναι ελεύθερα μεταβιβαστά, μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο περιορισμένων εμπραγμάτων δικαιωμάτων και συγκεκριμένα ενεχύρου (βλ. άρθ. 1244 ΑΚ) και επικαρπίας (βλ. άρθ. 1176 ΑΚ) 45. Όσον αφορά τη σύσταση ενεχύρου στα αξιόγραφα, που μας απασχολεί και εν προκειμένω, ναί μεν θα πρόκειται σαφώς για ενέχυρο σε πράγμα, αφού και το αξιόγραφο είναι πράγμα, δεν μπορεί όμως να παραβλεφθεί ότι στην περίπτωση ενεχυριάσεως αξιογράφων τα μέρη αποβλέπουν και στην ενεχυριάση του ενσωματούμενου δικαιώματος. 46 Η ιδιορρυθμία αυτή διαγράφει το πλαίσιο της ρυθμίσεως του ενεχύρου στα αξιόγραφα που ακολουθεί το δίκαιό μας. Έτσι η σύσταση ενεχύρου επί αξιογράφων ρυθμίζεται πέρα από τις ειδικές διατάξεις, με κατάλληλη προσαρμογή των διατάξεων του ΑΚ περί ενεχύρου δικαιώματος και ενεχύρου πράγματος. 47 Αναφορικά με το συγκεκριμένο αξιόγραφο της μετοχής, η σύσταση ενεχύρου και πάλι διαφοροποιείται ανάλογα με το εάν είναι ανώνυμο ή ονομαστικό, ανάλογα με την ιδιότητα των συμβαλλομένων και ανάλογα με το εάν οι μετοχές είναι εισηγμένες ή μη στο χρηματιστήριο, όπως θα δείξει και η ανάλυση που ακολουθεί. I. Σύσταση ενεχύρου επί αξιογράφων σύμφωνα με τις διατάξεις του Α.Κ. Ειδικότερα, οι τίτλοι επί των οποίων είναι δυνατή η σύσταση ενεχύρου βάσει των ρυθμίσεων του Α.Κ. είναι δυνατόν να έχουν προσλάβει μία από τις ακόλουθες μορφές: 1. Ανώνυμοι τίτλοι - αξιόγραφα Ο Αστικός Κώδικας προβλέπει στο άρθρο 1244, ότι στο ενέχυρο ανωνύμων τίτλων εφαρμόζονται αναλογικά οι διατάξεις για το ενέχυρο κινητών. Η ρύθμιση αυτή εστιάζει στο ότι τα αξιόγραφα είναι έγγραφα και συνεπώς κινητά πράγματα. Το βασικό χαρακτηριστικό των αξιογράφων όμως, όπως αναπτύχθηκε και ανωτέρω, είναι ότι ενσωματώνουν δικαιώμα με οικονομική αξία. Για το λόγο αυτό υποστηρίζεται ότι το ενέχυρο σε αξιόγραφο συστηματικά θα πρέπει να υπαχθεί στην κατηγορία του ενεχύρου δικαιώματος 48 με τις αναγκαίες προσαρμογές. 49 Συνεπώς, οι βασικοί όροι που απαιτούνται για της σύσταση ενεχύρου επί ανωνύμων τίτλων είναι η ύπαρξη συμφωνίας για παροχή ενεχύρου στο δανειοδότη (άρθρο 1211 Α.Κ.) και παράδοση 45 Πρβλ. ΑΠ 1777/1998 ΤΝΠ/ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΕφΑθ 996/1997 Αρμ 1998, σελ. 691, Λιακόπουλο σε Ερμηνεία ΑΚ (επιμ. Γεωργιάδη Σταθόπουλου), άρθρ. 1209-1210, αρ. 2. 46 Βλ. ανωτέρω σχετική ανάλυση αναφορικά με τη δεύτερη έννοια της μετοχής, ήτοι τη σχέση από την οποία πηγάζουν τα μετοχικά δικαιώματα και οι μετοχικές υποχρεώσεις. 47 Βλ. Σκούρα σε Ερμηνεία ΑΚ (επιμ. Γεωργιάδη Σταθόπουλου), άρθρ. 1244, αρ. 1. 48 Βλ. Σκούρα, Ενεχύραση μετοχών και γενικά ανωνύμων τίτλων, Αφιέρωμα Κων/νου Ρόκα, 1985, σελ. 513. 49 Βλ. Ι. Σπυριδάκη, Το δίκαιον της εμπραγμάτου ασφάλειας, 184, Απ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, 2 η έκδοση, 90, αρ. 50. 10

του πράγματος σε αυτόν ή σε τρίτο (άρθρο 1212 ΑΚ). Συμφωνία και παράδοση είναι δύο στοιχεία που συνιστούν από κοινού μία ενιαία δικαιοπραξία, τη σύμβαση ενεχυράσεως. 50 Η συμφωνία πρέπει να συντάσσεται είτε με συμβολαιογραφικό είτε με ιδιωτικό έγγραφο βεβαίας χρονολογίας 5152 και να περιέχει περιγραφή των ενεχυραζομένων τίτλων ή, σύμφωνα με το άρθρο 1211 εδ.γ' ΑΚ, προσαρτημένο κατάλογο αυτών. Πρόκειται δηλαδή για τυπική δικαιοπραξία, εφόσον η τήρηση του προβλεπόμενου τύπου ανάγεται σε συστατικό της στοιχείο και η έλλειψή του συνεπάγεται ακυρότητά της. 53 Τονίζεται και πάλι, ότι η παράδοση των τίτλων στην οιονεί νομή του ενεχυρούχου δανειστή ή, λόγω σχετικής συμφωνίας, με τη συναίνεση του δανειοδότη, στην κατοχή τρίτου, αποτελεί ουσιώδη και απαραίτητο όρο για τη σύσταση του ενεχύρου, προκείμενου να διασφαλίζεται η δημοσιότητά του και για το λόγο αυτό είναι αναγκαστικού δικαίου ως δημοσίας τάξεως, μη επιτρεπόμενης αντίθετης συμφωνίας ούτε και, βάσει της ρητής διάταξης του άρθρου 1213 ΑΚ, παράδοσης με αντιφώνηση της νομής. 54 Χρονικό σημείο της τελείωσης της σύστασης του ενεχύρου είναι εκείνο κατά το οποίο ολοκληρώνονται τα στοιχεία της ενεχυρικής σύμβασης, δηλαδή, τόσο η συμφωνία όσο και η παράδοση. Το σημείο αυτό συνιστά και τη βάση για την εφαρμογή της αρχής της χρονικής προτεραιότητας για την επίλυση συγκρούσεων μεταξύ του ενεχυρούχου δανειστή και τρίτων που διεκδικούν εμπράγματα δικαιώματα στους τίτλους και συνεπώς για τον καθορισμό της τάξης του ενεχύρου. Όταν οι ανώνυμοι τίτλοι επί των οποίων συστήνεται ενέχυρο είναι φύσει καρποφόροι, όπως μετοχές ανώνυμης εταιρίας που αποδίδουν μέρισμα, ο ενεχυρούχος δανειστής δικαιούται σύμφωνα με το άρθρο 1221 εδ.β' να λαμβάνει τους καρπούς τους, εκτός αν συμφωνήθηκε διαφορετικά. 55 Το συσταθέν σε ανώνυμους τίτλους ενέχυρο, εφόσον δεν συμφωνήθηκε διαφορετικά, εκτείνεται σύμφωνα με το άρθρο 1244 εδ.β Α.Κ. και στα τοκομερίδια και μερισματόγραφα, εφόσον αυτά είναι προσαρτημένα στους τίτλους κατά το χρόνο σύστασης του ενεχύρου. Να σημειωθεί ότι, εάν τα τοκομερίδια και τα μερισματόγραφα (τα οποία συνιστούν πολιτικούς καρπούς του οικείου 50 Βλ. Ι. Σπυριδάκη, Το δίκαιον της εμπραγμάτου ασφάλειας, 230α. 51 Για τους λόγους που επιβάλλουν, σε αντίθεση με τη μεταβίβαση της κυριότητας κινητού, την ύπαρξη τύπου για τη σύσταση ενεχύρου, βλ. Απ. Γεωργιάδη, Η εξασφάλιση των πιστώσεων, 2 η έκδοση, 26, αρ. 55. 52 Για τους τρόπους με τους οποίους ένα έγγραφο αποκτά βέβαιη χρονολογία ως προς τους τρίτους βλ. άρθρο 446 ΚΠολΔ. 53 Βλ. Μπαλή, Εμπράγματον Δίκαιον, 3 η έκδοση, 205 αρ. 6, πρβλ. ΔΕφΑθ 984/2014 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ. 54 Βλ. Μπαλή, Εμπράγματον Δίκαιον, 3 η έκδοση, 205, αρ. 8, Δωρή, Εμπράγματη Ασφάλεια, σελ. 107, ΑΠ 248/1990 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ. 55 Βλ. Δωρή, Εμπράγματη Ασφάλεια, σελ. 123, ο οποίος τονίζει και τη διάκριση της διάταξης αυτής με εκείνη του άρθρου 1244 εδ. β ΑΚ η οποία αφορά μόνο στα προσαρτημένα τοκομερίδια και μερισματόγραφα, τα οποία ενσωματώνουν δικαίωμα απόληψης τόκων αν πρόκειται π.χ. για ομολογίες, ή μερίσματος αν πρόκειται για μετοχές. 11

αξιογράφου) έχουν αποχωριστεί, συνιστούν αυτοτελή ανώνυμα χρεόγραφα και είναι δυνατόν να αποτελέσουν από μόνα τους αντικείμενο ενεχύρου. 56 Η εκποίηση των ενεχυρασμένων ανώνυμων τίτλων γίνεται κατά τη διαδικασία που προβλέπεται από τα άρθρα 1237 και 1244 ΑΚ, δηλαδή, είτε με την ύπαρξη τίτλου εκτελεστού, είτε κατόπιν σχετικής αδείας του Ειρηνοδικείου, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το ενέχυρο, βάσει του άρθρου 792 ΚΠολΔ κατά την εκουσία δικαιοδοσία 57 και κατά τις διατάξεις 959 επ. του ΚΠολΔ για την αναγκαστική εκποίηση κινητών πραγμάτων. H διαφορά συνίσταται στο ότι δεν προηγείται κατάσχεση των τίτλων εφόσον, κατά το εδ.β' της παρ. 1 του άρθρου 1237 ΑΚ, «η πώληση γίνεται όπως η πώληση κινητού που έχει κατασχεθεί» 58, εκτός αν οι ενεχυρασμένοι τίτλοι έχουν χρηματιστηριακή αξία, οπότε η εκποίησή τους διενεργείται, βάσει του άρθρου 1237 παρ.2 ΑΚ, χρηματιστηριακά κατά τη διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο 24 του ν.3632/1928 σε συνδυασμό με το άρθρο 967 παρ.1 του ΚΠολΔ. 2. Ονομαστικοί τίτλοι - αξιόγραφα Σε αντίθεση με τους ανώνυμους τίτλους-μετοχές, ο Αστικός Κώδικας δεν περιέχει ειδική ρύθμιση αναφορικά με τη σύσταση ενεχύρου σε ονομαστικά αξιόγραφα. Ωστόσο κατά την κρατούσα άποψη 59 εφαρμόζονται οι διατάξεις για το ενέχυρο δικαιώματος σε συνδυασμό με εκείνες για το ενέχυρο πράγματος, κατάλληλα προσαρμοσμένες. Συνεπώς η σύσταση ενεχύρου σε ονομαστικά αξιόγραφα διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 1247 Α.Κ. 60 δηλαδή, με έγγραφη συμφωνία, και παράδοση 61 του αξιογράφου στον ενεχυρούχο δανειστή. 62 Η έγγραφη συμφωνία μπορεί να πάρει τη μορφή είτε του συμβολαιογραφικού εγγράφου, είτε του ιδιωτικού εγγράφου βεβαίας χρονολογίας. Επιπλέον απαιτείται παράδοση του αξιογράφου στον ενεχυρούχο δανειστή ή σε τρίτο. 63 Όσον αφορά στη λειτουργία του ενεχύρου και την εκποίηση των ενεχυρασθέντων τίτλων ισχύουν όσα αναπτύχθηκαν ανωτέρω για τους ανώνυμους τίτλους. 56 Βλ. Σκούρα σε Ερμηνεία ΑΚ (επιμ. Γεωργιάδη Σταθόπουλου), άρθρ. 1244, αρ. 5, Βαθρακοκοίλη, ΕΡΝΟΜΑΚ, άρθρ. 1244, αρ. 6. 57 Βλ. Απ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, 2 η έκδοση, 89, αρ. 80 επ. 59 Βλ. Σκούρα, Ενεχύραση μετοχών και γενικά ανωνύμων τίτλων, Αφιέρωμα Κων/νου Ρόκα, 1985, σελ.517, Δελούκα, Αξιόγραφα, παρ. 25 σελ. 57, ΕφΑθ 996/1997 Αρμ 1998, σελ. 691. 60 Βλ. Ι.Σπυριδάκη, Το δίκαιο της εμπραγμάτου ασφάλειας, παρ. 186, αρ.2. 61 Για την ανάγκη ή μη παράδοσης του εγγράφου στο νέο δικαιούχο για τη μεταβίβαση του δικαιώματος που ενσωματώνεται στα ονομαστικά αξιόγραφα βλ. Ρόκα Ν., ό.π., 4, σελ. 381. 62 Βλ. Δελούκα, Αξιόγραφα, 25 σελ. 57, ο οποίος υποστηρίζει, ότι η παράδοση του ονομαστικού αξιογράφου στον ενεχυρούχο δανειστή καθιστά περιττή την κατ άρθρο 1248 ΑΚ αναγγελία στον οφειλέτη. 63 Βλ. Απ. Γεωργιάδη, Εμπράγματο Δίκαιο, 2 η έκδοση, 90 αρ. 59. 12

Ειδικότερα για τη σύσταση ενεχύρου επί ονομαστικών μετοχών, υποστηρίζεται ότι γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις περί συστάσεως ενεχύρου σε κινητά πράγματα 64. Ως επιχείρημα προβάλλεται, το ότι η θέση της διάταξης του άρθρου 1245 ΑΚ που εφαρμόζεται τόσο στις ανώνυμες όσο και στις ονομαστικές μετοχές, αμέσως μετά τη ρύθμιση του άρθρου 1244 ΑΚ που εξομοιώνει τους ανώνυμους τίτλους με κινητά, μαρτυρά τη βούληση του νομοθέτη να κατατάξει τις ονομαστικές μετοχές στα κινητά. Επιπλέον δεδομένου ότι το έγγραφο της ονομαστικής μετοχής δεν είναι απλώς και μόνο έγγραφο αποδεικτικό των δικαιωμάτων του κατόχου της, αλλά και αξιόγραφο που τα ενσωματώνει, τούτο πλησιάζει περισσότερο στην κατηγορία των κινητών. Ο ίδιος ο νομοθέτης, σε μεταγενέστερη του ΑΚ νομοθετική διάταξη, ήτοι στη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 2 του ν. 1818/1951 (Κατάσχεση - ενέχυρο ονομαστικών μετοχών - Χρηματιστήριο), προέβλεψε ότι η ενεχυρίαση των ονομαστικών μετοχών, εκτός από τις περιπτώσεις που εμπίπτουν στην εφαρμογή του νόμου αυτού, διενεργείται βάσει του άρθρου 1244 του Αστικού Κώδικα. Έτσι εξομοίωσε πλήρως την ενεχυρίαση των ονομαστικών μετοχών με την ενεχυρίαση κινητών πραγμάτων. II. Σύσταση ενεχύρου επί ανωνύμων τίτλων βάσει των ρυθμίσεων του ν.δ. 17.7/13.8-1923 Η σύσταση ενεχύρου διαφοροποιείται όταν τυγχάνουν εφαρμογής οι ειδικότερες διατάξεις του ν.δ. 17.7/13.8.1923, το οποίο αποτελεί lex specialis σχετικά με την εμπράγματη εξασφάλιση τραπεζών και ανωνύμων εταιρειών. Οι διατάξεις αυτές ισχύουν παράλληλα με τις προεκτεθείσες του ΑΚ, αλλά οι τελευταίες έχουν συμπληρωματικό ρόλο και εφαρμόζονται όταν οι ειδικές διατάξεις δεν περιλαμβάνουν σχετική ρύθμιση. 65 Το νομοθέτημα αυτό εξομοιώνει τους ανώνυμους τίτλους με κινητά πράγματα. Τούτο προκύπτει από τις ακόλουθες διατάξεις: Στο άρθρο 35 προβλέπεται, ότι το ν.δ. αφορά τη σύσταση ενεχύρου επί κινητών πραγμάτων. Στη συνέχεια ο νομοθέτης εξειδικεύοντας το άρθρο 35, ρυθμίζει στα άρθρα 41 και 46 την ενεχυρίαση των ανωνύμων χρεωγράφων. Τούτα (ανώνυμα χρεώγραφα), όπως προκύπτει από το συνδυασμό των άρθρων 41 παρ. 1 και 42 παρ. 1, τα χαρακτηρίζει ως κινητά πράγματα 66. Την εξομοίωση αυτή ακολούθησε αργότερα και ο Αστικός Κώδικας (άρθρο 1244). Το συγκεκριμένο νομοθέτημα, εφαρμόζεται υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, οι οποίες είναι: Ο ενεχυρούχος δανειστής πρέπει να είναι ανώνυμη εταιρεία που να λειτουργεί στην Ελλάδα και να έχει λάβει ειδική διοικητική άδεια εφαρμογής του ν.δ. από τον Υπουργό Ανάπτυξης (άρθρο 1). Η ως άνω άδεια δεν απαιτείται, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ.9 του ν.2076/1992, αν πρόκειται για 64 Βλ. Μάζη, Εμπράγματη Εξασφάλιση Τραπεζών και Ανωνύμων Εταιρειών, 2 η έκδοση, σελ.138, υποσ. 35, Σκούρα, Ενεχύραση μετοχών και γενικά ανωνύμων τίτλων, Αφιέρωμα Κων/νου Ρόκα, 1985, σελ. 51, ΑΠ 868/2014 ΕλλΔνη 2016, σελ. 419. 65 Βλ. ΕφΑθ 996/1997 Αρμ 1998, σελ. 691. 66 Άρθρ. 41 παρ. 1 «Εάν αντικείμενον της ενεχυριάσεως είναι ανώνυμα χρεώγραφα [...] εκποιούνται χρηματιστηριακώς», Άρθρο 42 παρ. 1 «Περί παντός άλλου πράγματος γίνεται [...] αναγκαστικός πλειστηριασμός». 13

πιστωτικό ίδρυμα που έχει λάβει άδεια λειτουργίας από την Τράπεζα της Ελλάδος. Επίσης το ενέχυρο πρέπει να συστήνεται για την εξασφάλιση είτε δανείου, είτε προγενέστερης απαίτησης της ανωνύμου εταιρείας (άρθρο 35). Κατά το άρθρο 36 του ν.δ. το ενέχυρο συστήνεται όπως και το κοινό ενέχυρο κινητών πραγμάτων βάσει των διατάξεων του Α.Κ. με έγγραφη συμφωνία και παράδοση στον πιστωτή ή τρίτο. 67 Η μόνη διαφορά συνίσταται στο ότι, σε περίπτωση που η συμφωνία καταρτίζεται με ιδιωτικό έγγραφο, αυτό δεν απαιτείται να είναι βεβαίας χρονολογίας, σε αντίθεση με την επιταγή του άρθρου 1211 Α.Κ. για το κοινό ενέχυρο. 68 Του συγκεκριμένου ν.δ. μη ορίζοντος, στη συμφωνία για τη σύσταση του ενεχύρου, θα πρέπει επιπλέον να προσδιορίζεται η ασφαλιζόμενη απαίτηση και οι ενεχυραζόμενες μετοχές. Τούτο προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 1211 του Α.Κ., η οποία εφαρμόζεται ευθέως και όχι αναλογικά. 69 Να σημειωθεί, ότι ο όρος «ανώνυμα χρεώγραφα» που χρησιμοποιεί το ν.δ. στο άρθρο 68 δεν ταυτίζεται με την έννοια των «ανωνύμων χρεωγράφων» κατά τα άρθρα 888 επ. του Α.Κ. Σύμφωνα με το άρθρο 888 του Α.Κ. ανώνυμα χρεώγραφα θεωρούνται μόνο όσα περιέχουν υπόσχεση του εκδότη για παροχή στον κομιστή. Τα άρθρα 41, 46 και 68 του ν.δ. παραπέμπουν στον ευρύτερο όρο του «ανώνυμου τίτλου» στον οποίο υπάγονται αξιόγραφα που περιέχουν όχι μόνο υπόσχεση παροχής (ανώνυμα χρεώγραφα), αλλά και διαταγή πληρωμής (ανώνυμη επιταγή), όπως και σύνθετα (προσωπικά και περιουσιακά) δικαιώματα συμμετοχής (ανώνυμες μετοχές) 70. Επομένως αντικείμενο δεκτικό ενεχυρίασης βάσει του ν.δ. 17.7/13-8-1923 είναι κάθε ανώνυμος τίτλος, όπως δημόσια χρεώγραφα, ανώνυμες μετοχές, ομολογίες κλπ. Η αναγκαστική εκτέλεση σε ενεχυριασμένους ανώνυμους τίτλους με τις διατάξεις του ν.δ. διέπεται από τα άρθρα του 40 έως 47. Ο νομοθέτης καθιέρωσε απλούστερες διατυπώσεις από τις προβλεπόμενες συναφείς διατάξεις του Αστικού Κώδικα και του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για να επιτευχθεί ταχύτερη και απλούστερη εκτελεστική διαδικασία 71. Βάσει του άρθρου 40 του ν.δ., εκτελεστό τίτλο συνιστά η ίδια η ενεχυριακή σύμβαση. Μολονότι το άρθρο αυτό αναφέρεται στην αναγκαστική εκτέλεση του συσταθέντος ενεχύρου, όταν το τελευταίο αφορά εξασφάλιση δανείου, κατά την ορθότερη άποψη, εφαρμόζεται και για το συσταθέν βάσει του ν.δ. ενέχυρο για την ασφάλιση οποιασδήποτε προϋφιστάμενης απαίτησης 72. Αυτό προκύπτει και από το άρθρο 35 του ν.δ. το οποίο προβλέπει ότι οι διατάξεις του κεφαλαίου ΣΤ', άρα και το άρθρο 40, ισχύουν για ενέχυρο που συστήνεται για την εξασφάλιση προγενέστερης απαίτησης. 67 Βλ. άρθρο 37 του ν.δ., Μάζη, Εμπράγματη Εξασφάλιση Τραπεζών και Ανωνύμων Εταιρειών, 2 η έκδοση, σελ. 36. 68 Βλ. Μάζη, Εμπράγματη Εξασφάλιση Τραπεζών και Ανωνύμων Εταιρειών, 2 η έκδοση, σελ. 117. 69 Βλ. Μάζη, Εμπράγματη Εξασφάλιση Τραπεζών και Ανωνύμων Εταιρειών, 2 η έκδοση, σελ. 143. 70 Βλ. Αντάπαση σε Ερμηνεία ΑΚ (επιμ. Γεωργιάδη Σταθόπουλου), άρθρ. 888, αρ. 61, Μάζη, Εμπράγματη Εξασφάλιση Τραπεζών και Ανωνύμων Εταιρειών, 2 η έκδοση, σελ. 134 επ. 71 Βλ. ΕφΘρ 132/2003, Αρμ 2004, σελ. 385 επ. 72 Βλ. Μάζη, Εμπράγματη Εξασφάλιση Τραπεζών και Ανωνύμων Εταιρειών, 2 η έκδοση, σελ. 181 και 184. 14

Προϋπόθεση για την αναγκαστική εκτέλεση αποτελεί μόνο το να έχει καταστεί απαιτητή η ασφαλιζόμενη απαίτηση. Αυτό αποτελεί ουσιώδη παρέκκλιση από τη γενική διάταξη του άρθρου 1237 Α.Κ., σύμφωνα με την οποία για την έναρξη της εκτέλεσης απαιτείται η ύπαρξη εκτελεστού τίτλου από τους προβλεπόμενους στο άρθρο 904 ΚΠολΔ ή δικαστικής άδειας για την εκποίηση του ενεχυριασμένου πράγματος. Βάσει του ν.δ. καθιερώνεται «ιδιότυπος 73» εκτελεστός τίτλος, ο οποίος είναι το ίδιο το έγγραφο της καταρτισθείσας ενεχυριακής σύμβασης (ακόμα και όταν αυτό έχει τη μορφή του ιδιωτικού εγγράφου) όπως προκύπτει και από το συνδυασμό των άρθρων 36 παρ. 2 και 40 παρ.1 του ν.δ. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι γενικές διατάξεις του ΚΠολΔ αναφορικά με την αναγκαστική εκτέλεση. Έτσι απαιτείται το βέβαιο και το εκκαθαρισμένο της απαίτησης που περιέχεται στον εκτελεστό τίτλο. Βέβαιη είναι η απαίτηση, κατά το άρθρο 915 ΚΠολΔ, όταν δεν εξαρτάται από αίρεση ή προθεσμία. Εκκαθαρισμένη είναι η απαίτηση, κατά το άρθρο 916 ΚΠολΔ, όταν από τον ίδιο τον εκτελούμενο τίτλο προκύπτει η ποσότητα και η ποιότητα της παροχής. Τα δύο ως άνω στοιχεία είναι δυνατόν να αποδεικνύονται μόνο από τη σύμβαση ενεχυρίασης ή από το συνδυασμό αυτής με άλλα έγγραφα δημόσια ή ιδιωτικά με αποδεικτική δύναμη, όπως ορίζει το άρθρο 915 ΚΠολΔ. Στο άρθρο 42 ρυθμίζεται η διαδικασία πλειστηριασμού ανωνύμων τίτλων μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο και στο άρθρο 41 ρυθμίζεται η αντίστοιχη διαδικασία για τους εισηγμένους στο Χρηματιστήριο τίτλους. III. Σύσταση ενεχύρου επί ονομαστικών μετοχών βάσει του α.ν. 1818/1951 Το συγκεκριμένο νομοθέτημα ρυθμίζει τη σύσταση ενεχύρου επί ονομαστικών μετοχών, όταν ο ένας τουλάχιστον συμβαλλόμενος είναι χρηματιστής, τράπεζα ή νομικό πρόσωπο (άρθρο 3). Η σύσταση του ενεχύρου διενεργείται με ιδιωτικό έγγραφο «εις διπλούν», νόμιμα χαρτοσημασμένο και παράδοση των μετοχών στον ενεχυρούχο δανειστή. 74 Κατά την κρατούσα άποψη η σύσταση του ενεχύρου ολοκληρώνεται με την κατάρτιση της συμφωνίας και την παράδοση των μετοχών. Η χαρτοσήμανσή της δεν συνιστά συστατικό τύπο και αφορά μόνο στην τήρηση των διατάξεων της φορολογικής νομοθεσίας, η δε έλλειψή της επιφέρει μόνο τις συνέπειες που αυτή προβλέπει, όπως η επιβολή προστίμου 75. Από την έναρξη εφαρμογής του α.ν. 1818/1951, οι διατάξεις του υπερισχύουν, ως ειδικότερες, όσον αφορά τη σύσταση του ενεχύρου επί ονομαστικών μετοχών, του ν.δ. 17.7/13.8-1923 και το άρθρο 35 αυτού δεν ισχύει πλέον για τις ονομαστικές μετοχές, εφόσον υπερκαλύπτεται 73 Πρβλ. ΕφΘεσσ 576/1995 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ. 74 Βλ. ΕφΑθ 1112/2004, ΔΕΕ 2004, σελ. 1165, ΕφΑθ 4944/1993 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ. 75 Πρβλ. ΑΠ 1426/2013 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 7603/2002 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΑθ 4343/2008 ΤΝΠ/ΝΟΜΟΣ. 15

από το άρθρο 3 παρ.1 του α.ν. 1818/1951. 76 Από τη διατύπωση του άρθρου 3 παρ.1 προκύπτει ότι, οι προϋποθέσεις σύστασης που προβλέπει ισχύουν, σε αντίθεση με το ν.δ., και στην περίπτωση που οφειλέτης και ενεχυράζων είναι χρηματιστής, τράπεζα ή νομικό πρόσωπο. 77 Του νόμου μη ορίζοντος, στη συμφωνία για τη σύσταση του ενεχύρου, βάσει του άρθρου 3 παρ. 1 του α.ν. 1818/1951, θα πρέπει επιπλέον να προσδιορίζεται η ασφαλιζόμενη απαίτηση και οι ενεχυραζόμενες μετοχές. Τούτο προκύπτει από τη διάταξη του άρθρου 1211 του Α.Κ., η οποία και εν προκειμένω εφαρμόζεται ευθέως και όχι αναλογικά. 78 Το άρθρο 3 προβλέπει παράδοση των ονομαστικών μετοχών στο δανειστή. Γίνεται όμως δεκτό, ότι κατόπιν κοινής συμφωνίας ενεχυράζοντος και ενεχυρούχου δανειστή, οι ενεχυρασμένες μετοχές μπορούν να παραδοθούν και σε τρίτον εφαρμοζομένης της ΑΚ 1212. 79 Η παράδοση των ενεχυρασμένων μετοχών ωστόσο δεν μπορεί να γίνει με αντιφώνηση της νομής (Α.Κ. 1213). 80 Όσον αφορά την επέκταση του ενεχύρου, την είσπραξη των καρπών και την άσκηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από τις ενεχυρασμένες μετοχές, ισχύουν όσα εκτέθηκαν ανωτέρω για το ενέχυρο σε ανώνυμους τίτλους βάσει των διατάξεων του Α.Κ. Σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 3 του α.ν. 1818/1951 για την αναγκαστική εκποίηση των ενεχυριασμένων ονομαστικών μετοχών, εφαρμόζονται οι διατάξεις του ν.δ. 17.7/13.8-1923 και συγκεκριμένα των άρθρων 40 και 41 για τις εισηγμένες στο Χρηματιστήριο και των άρθρων 40 και 42 για τις μη εισηγμένες. 81 IV. Σύσταση Ενεχύρου επί άυλων τίτλων 1. Η αποϋλοποίηση των μετοχών Αναφέρθηκε προηγουμένως ότι με τον όρο μετοχή, μεταξύ άλλων, νοείται και ο τίτλος, το αξιόγραφο, στο οποίο ενσωματώνεται η μετοχική σχέση καθώς και ένα τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου. Ωστόσο αυτή η έννοια του όρου παύει να υφίσταται στις εισηγμένες στο Χρηματιστήριο μετοχές. 82 Οι εισηγμένες στο χρηματιστήριο μετοχές ήταν κατ αρχήν «ενσώματες» και 76 Βλ. Μάζη, Εμπράγματη Εξασφάλιση Τραπεζών και Ανωνύμων Εταιρειών, 2 η έκδοση, σελ. 141. 77 Βλ. Σκούρα, Ενεχύραση μετοχών και γενικά ανωνύμων τίτλων, Αφιέρωμα Κων/νου Ρόκα, 1985, σελ. 519. 78 Βλ. Μάζη, Εμπράγματη Εξασφάλιση Τραπεζών και Ανωνύμων Εταιρειών, 2 η έκδοση, σελ. 143. 79 Βαρβιτσιώτη, Η ονομαστική μετοχή, σελ. 120. 80 Βλ. Σκούρα, Ενεχύραση μετοχών και γενικά ανωνύμων τίτλων, Αφιέρωμα Κων/νου Ρόκα, 1985, σελ. 520. 81 Βλ. ΜΠρΑθ 13086/1952, ΕΕμπΔ 1953, σελ. 33 επ. με παρατ. Ν. Έξαρχου. 82 Βλ. Ρήγα, Η αποϋλοποίηση των αξιογράφων της κεφαλαιαγοράς και η νομική τους φύση, ΔΕΕ 2014, σελ. 1128, κατά τον οποίο «Η αξιογραφική ενσωμάτωση αποτελεί πλέον εμπόδιο στις αγορές, γεγονός εκ πρώτης όψεως παράδοξο, αφού, η ενσωμάτωση αυτή επινοήθηκε ακριβώς προς το σκοπό της διευκόλυνσης της ασκήσεως του εγχαρτωμένου δικαιώματος και της ενισχύσεως της κυκλοφοριακής του ικανότητας υπό συνθήκες χαμηλού κόστους και υψηλής ασφάλειας. Ένεκα της μαζικότητας και της υπερβολικής ταχύτητας των σύγχρονων συναλλαγών, το έγγραφο έχει εξαντλήσει στο πεδίο της κεφαλαιαγοράς τα όρια της ασφάλειας και της ταχύτητας που από τη φύση του διαθέτει και έπρεπε κατόπιν τούτων να αντικατασταθεί από κάποιον νέον θεσμό». 16