Απόφαση υπ αριθ. 1927/2014 του Γ Πολιτικού Τμήματος του ΑΠ

Σχετικά έγγραφα
Νάξου. Με αυτό το περιεχόμενο ο λόγος αυτός της εφέσεως είναι επαρκώς ορισμένος και το Εφετείο, το οποίο έκρινε ομοίως απορρίπτοντας τον περί

Της αναιρεσείουσας: Π. συζύγου Λ. Ν., κατοίκου..., η οποία δεν παρασταθηκε στο ακροατήριο.

Υπ αριθ. 907/2015 απόφαση του Γ Πολιτικού Τμήματος του Αρείου Πάγου

Αριθμός 1118/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

ΑΠ 930/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

Α. ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟ ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΥΛΗΣ

Απόφαση 137 / 2018 (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 137/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

Αριθμός 925/2002 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Ζ' Πολιτικό Τμήμα

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΡΙΘΜΟΣ 2422/2012

Αριθμός 1349/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

Απόφαση 162 / 2018 (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 162/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2' Πολιτικό Τμήμα

ΣτΕ 1414/2016 [Υπόχρεος ειδικής αποζημίωσης για αυθαίρετο σε αναδασωτέα έκταση]

Άρειος Πάγος Δ Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 1745/2007

ΝΑΥΤΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΟΥ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΠΙΔΟΣΗ ΣΤΟΝ ΑΝΤΙΚΛΗΤΟ ΑΛΛΟΔΑΠΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

Αριθμός 1419/2005 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ B1 Πολιτικό Τμήμα

ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ 218/2016 Α2 Τμ.

Απόφαση 210 / 2018 (Α1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ) Αριθμός 210/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α1' Πολιτικό Τμήμα

Αριθμός 450/2013 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Β1' Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 3 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του Γραμματέα Γεωργίου Φιστούρη για να δικάσει μεταξύ:

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 15 Φεβρουαρίου 2011, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Δ Ι Κ Η Γ Ο Ρ Ι Κ Ο Γ Ρ Α Φ Ε Ι Ο Δ Η Μ Η Τ Ρ Ι Ο Υ Ε - Γ Κ Α Ρ Υ Δ Η

Γ Ν Ω Μ Ο Δ Ο Τ Η Σ Η

ΣΤΕ 376/2019 [ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΙ ΚΡΙΣΙΜΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΑΝΑΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΟΡΙΟΓΡΑΜΜΗΣ ΑΙΓΙΑΛΟΥ-ΠΑΡΑΛΙΑΣ ΣΤΟ ΚΑΒΟΥΡΙ]

Αριθµός απόφασης 7765/2010 www,dikigoros.gr

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αιγίου.

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 8/5/2007 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Εφετείο Αθηνών.

ΣτΕ 851/2016 [ Υπολογισμός αξίας ακινήτου για επιβολή εισφοράς σε χρήμα]

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Αριθμός ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ

Άρειος Πάγος B1' Πολιτικό Τμήμα Αριθμός αποφάσεως 15/2008

Αρ. Απόφασης 5679/2015 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ _ *

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

Πρόεδρος: Β. Θάνου-Χριστοφίλου, Αντιπρόεδρος ΑΠ. Εισηγητής: Π. Χατζηπαναγιώτης. ικηγόροι: Ι. Αρνέλλος, Γ. Πέτρου

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015) 1

Άρειος Πάγος 171/2016 Σύμβαση εξαρτημένης εργασίας και πλασιέ

Newsletter 01-02/2013 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

Άρειος Πάγος Β1 Πολιτικό Τμήμα Αριθμός απόφασης 1722/2010

ΑΠΟΦΑΣΗ Ο ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

Άρειος Πάγος Αριθμός αποφάσεως 67/2004 Γ' Πολιτικό Τμήμα

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ Π Ε - ΤΕ ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1. ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ. Α. Έννοια Β. Πηγές.

ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ 104/2014 (Άρθρο 77 παρ. 3 Ν.3852/2010) Kοινοποίηση

Όταν οι εργαζόμενοι αυτοί διαμένουν και διατρέφονται στην οικία του εργοδότη, χαρακτηρίζονται ως οικόσιτοι οικιακοί μισθωτοί.

2417/2015. Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη 8oϊei. Συμβουλίου Διοικήσεως του Ειρηνοδικείου Αθηνών χωρίς. Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στην

Newsletter 03-04/2013 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]

ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Ο αναιρετικός έλεγχος των πλημμελειών σε σχέση με τις αιτήσεις. 1.- Προδιάθεση

Αριθμός απόφασης 4013/2017 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

ΕΞΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΚΠΟΛΔ (Ν. 4335/2015)

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ηλία Γιαννακάκη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αθανάσιο Θεμέλη,

Nόµος 3994/2011. «Εξορθολογισµός και βελτίωση στην απονοµή της δικαιοσύνης»

Οι τροποποιήσεις του ν. 4335/2015 στις γενικές διατάξεις (άρθρ ΚΠολΔ) που αφορούν στα Πρωτοδικεία Η ενδιάμεση διαδικασία

ΣτΕ 927/2017 [Πρωτόκολλο ειδικής αποζημίωσης για διάστημα μεγαλύτερο του τριμήνου]

Oργάνωση της δικαιοσύνης - Πορτογαλία

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ ΤΑΚΤΙΚΉ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 278/2016 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΙΙΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

248/2017 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Β'

*ΛΟΙΠΕΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΕΣ * Νο. 5

Α. Υποχρέωση προσκόμισης εγγυητικής επιστολής

Άρειος Πάγος: 166/1996 (Τµ. Β') Πηγή: ΕΕ 8-9, σελ. 867, 1996

Αριθμός 287/2011 (αριθ. έκθ. κατ. δικογράφου: /ΕΜ / ) ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

Αριθμός 24/2000 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ Β1 Πολιτικό Τμήμα

Άρειος Πάγος ΥΠΕΡΩΡΙΑ & ΥΠΕΡΕΡΓΑΣΙΑ

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΧΡΥΣΑΝΘΗΣ Δ. ΥΦΑΝΤΗ & ΣΥΝ Τρίτη, 06 Νοέμβριος :00

ΣτΕ 2600/2016 [Άρση ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης]

Θέματα Εξετάσεων Τμήμα: Νομική Αθηνών Μάθημα: Πολιτική Δικονομία Ι

Αριθμός 414/2018 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. A2' Πολιτικό Τμήμα

Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Εκδίδοµε τον ακόλουθο νόµο που ψήφισε η Βουλή:

Newsletter 4/2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία 3-67 [ 2 ]

Του αναιρεσείοντος:..., κατοίκου..., ο οποίος παραστάθηκε με την πληρεξούσια δικηγόρο του Έλλη Ρούσσου.

ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ. Εξουσία που απονέμεται από το δίκαιο στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο (δικαιούχος) για την ικανοποίηση έννομων συμφερόντων του.

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Αντιπρόεδρο Αρείου. Πάγου, Ελένη Διονυσοπούλου, Ευγενία Προγάκη, Ασπασία Μαγιάκου, και Πέτρο

το ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑ(ΟΥ

ΣτΕ 2754/2016 [Ειδική αποζημίωση διατήρησης αυθαιρέτου σε αναδασωτέα έκταση]

669/2013 ΜΠΡ ΑΘ ( ) (Α ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ)

Αριθμός απόφασης. ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ειδική διαδικασία-ανακοπές)

Άρειος Πάγος 1354/2017 Καταχρηστική άσκηση δικαιώματος μισθωτού

Newsletter 07-08/2012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία 3-94 [ 2 ]

ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 8 Ιανουαρίου 2007, με την παρουσία και της Γραμματέως Ελένης Γιαννέλη, για να δικάσει μεταξύ :

Written by Administrator Thursday, 19 January :11 - Last Updated Thursday, 19 January :20

ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΤΥΧΗΜΑ ΕΥΘΥΝΗ ΠΡΟΣΤΗΣΑΝΤΟΣ ΑΠΟ ΠΡΑΞΗ ΥΠΟΠΡΟΣΤΗΘΕΝΤΟΣ

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 20 Νοεμβρίου 2015, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ (ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ)

Newsletter 11-12/2012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία [ 2 ]


Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/499/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 07/2018

Αριθμός 102/2012 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. A1` Πολιτικό Τμήμα

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 7 Δεκεμβρίου 2010, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:

Αριθμός 1625/2014 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. Α2` Πολιτικό Τμήμα ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ

Εννοιολογικός προσδιορισμός της αναγκαίας ομοδικίας

1 6. ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ 222/2011

ΣτΕ 673/2017 [Μη ύπαρξη νομολογίας ως προς τον εύλογο χρόνο διατήρησης ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης]

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Πατρών.

ΠΡΟΣ. Το Δ.Σ. του Συνεταιρισμού Διεθνής Ιπποκράτειος Πολιτεία

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου,

Newsletter 09-10/2012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πολιτική ικονοµία 3-76 [ 2 ]

ΑΠΟΦΑΣΗ 223/2016 ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΜΙΑΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

Transcript:

Απόφαση υπ αριθ. 1927/2014 του Γ Πολιτικού Τμήματος του ΑΠ Ωφελήματα είναι όχι μόνο οι καρποί του πράγματος ή του δικαιώματος αλλά και κάθε όφελος που παρέχει η χρήση του πράγματος ή του δικαιώματος όπως και κάθε όφελος που έχει ο νομέας κατά την ενοίκηση ή την κατ άλλο τρόπο χρήση του πράγματος από τον ίδιο, συνέπεια των οποίων εξοικονομεί την δαπάνη στην οποία θα υποβαλλόταν αν μίσθωνε άλλο όμοιο πράγμα. Στην περίπτωση που η σχετική αξίωση αφορά ωφελήματα που συναρτάται με την εξοικονόμηση της δαπάνης της εναγομένης από την χρήση ακινήτου τρίτου αυτή παραγράφεται μετά παρέλευση εικοσαετίας. Ο ήδη αναιρεσίβλητος.. άσκησε ενώπιον του Πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, Πολυμελούς Πρωτοδικείου, αγωγή με την οποία ζήτησε, επικαλούμενος την αμετάκλητη αναγνώριση του ως κυρίου του επιδίκου ακινήτου, στα πλαίσια προγενέστερης δίκης μεταξύ αυτού και της δικαιοπαρόχου της αναιρεσείουσας, καθώς και ότι αυτή παρανόμως, κατέχει τούτο και το νέμεται, να υποχρεωθεί στην απόδοση αυτού, διαφορετικά στην περίπτωση αδυναμίας απόδοσης, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της τελευταίας να του καταβάλει αποζημίωση, που αντιστοιχεί στην εμπορική αξία του επιδίκου, καθώς επίσης να αναγνωρισθεί η υποχρέωση της στην απόδοση των ωφελημάτων που απέκτησε ως κακής πίστεως νομέας, διαφορετικά κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Η εναγομένη-αναιρεσείουσα άσκησε κατά του παραπάνω ενάγοντος ανταγωγή ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, με την οποία ζήτησε, επικαλούμενη τη συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 1010 ΑΚ (ανοικοδόμηση κατά ένα μέρος σε γειτονικό ακίνητο) και εφ' όσον γίνει δεκτό το αγωγικό αίτημα περί αποδόσεως του επιδίκου, να επιδικασθεί σ' αυτήν η κυριότητα τούτου με την καταβολή αποζημιώσεως. Περαιτέρω η αναιρεσείουσα με ίδιο δικόγραφο προσεπικάλεσε στη δίκη σε αναγκαστική παρέμβαση το δικαιοπάροχο της, πωλητή του επιδίκου, Δήμο ως δικονομικό εγγυητή, ενώνοντας στην προσεπίκληση και

αγωγή αποζημιώσεως και ζήτησε να παρέμβει στην εκκρεμή δίκη προς υποστήριξη της και σε περίπτωση ήττας της να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του να της καταβάλει ότι υποχρεωθεί να καταβάλει στον ενάγοντα. Ο προσεπικληθείς δικαιοπάροχος άσκησε με ίδιο δικόγραφο πρόσθετη παρέμβαση υπέρ της αναιρεσείουσας. Το Πρωτοβάθμιο δικαστήριο 1) δέχθηκε κατά ένα μέρος την κύρια αγωγή και αναγνώρισε ότι η αναιρεσείουσα υποχρεούται να καταβάλει στον ήδη αναιρεσίβλητο το αναφερόμενο στην απόφαση του χρηματικό ποσόν, ως αποζημίωση λόγω αδυναμίας απόδοσης αυτού, καθώς και για τα ωφελήματα που απέκτησε ως κακής πίστεως νομέας και 2) δέχθηκε κατ' ουσίαν την παρεμπίπτουσα περί αποζημιώσεως αγωγή της αναιρεσίβλητης κατά του δικονομικού της εγγυητή 3) απέρριψε ως μη νόμιμη την επικουρική βάση της αγωγής από τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, ως μη νόμιμη την ανταγωγή και ως αβάσιμη κατ' ουσίαν την πρόσθετη παρέμβαση. Επί των εφέσεων που ασκήθηκαν από τους διαδίκους εκδόθηκε η προσβαλλομένη απόφαση του Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκαν κατ ουσίαν οι εφέσεις. Επειδή κατά το άρθρο 82 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ. αποφάσεις και δικόγραφα που επιδίδονται στους κυρίους διαδίκους επιδίδονται και σε εκείνον που άσκησε πρόσθετη παρέμβαση. Από τη διάταξη αυτή σε συνδυασμό με την παρ. 3 του άρθρου 81 του ίδιου κώδικα, η οποία ορίζει ότι ο παρεμβαίνων καλείται στις επόμενες διαδικαστικές πράξεις από το διάδικο που επισπεύδει τη δίκη, προκύπτει σαφώς ότι η κλήση προς συζήτηση της αναίρεσης πρέπει να επιδίδεται και προς τον προσθέτως παρεμβάντα υπέρ κάποιου από τους κυρίους διαδίκους, για να ενημερώνεται για την εξέλιξη της δίκης, που ανοίγεται με την άσκηση του ενδίκου μέσου της αναίρεσης και ασκεί τα δικαιώματα του, αφού αυτός είναι διάδικος. Στην προκειμένη περίπτωση η αίτηση αναίρεσης απευθύνεται και κατά του προσθέτως παρεμβάντος υπέρ της εναγομένης και ήδη αναιρεσείουσας, Δήμου., ενώ δεν έπρεπε, σύμφωνα και με όσα αναφέρονται στη νομική σκέψη που προηγήθηκε να στραφεί και κατ' αυτού, πλην όμως το γεγονός τούτο εκτιμάται ως κλήση του στην προκειμένη δίκη, στην οποία αυτός νομίμως παρίσταται και ζητάει να γίνει δεκτή η αίτηση

αναίρεσης και να συμψηφισθεί η δικαστική δαπάνη του, με την αναιρεσείουσα. Σημειώνεται ότι με την αναίρεση δεν προσβάλλεται η εφετειακή απόφαση ως προς την παραδοχή της, με την οποία έγινε δεκτή η σωρευόμενη με την προσεπίκληση του προσθέτως παρεμβάντος αγωγή αποζημιώσεως. Επειδή κατά το άρθρο 1094 ΑΚ ο κύριος πράγματος δικαιούται να απαιτήσει από το νομέα ή τον κάτοχο την αναγνώριση της κυριότητας του και την απόδοση του πράγματος, κατά το άρθρο 1097 ΑΚ ο νομέας από την επίδοση της αγωγής ευθύνεται σε αποζημίωση του κυρίου, αν από υπαιτιότητα του το πράγμα χειροτέρεψε ή καταστράφηκε ή δεν μπορεί να αποδοθεί για κάποιο άλλο λόγο και κατά το άρθρο 1098 εδα ΑΚ, αν ο νομέας ήταν κακόπιστος κατά το χρόνο που κατέλαβε το πράγμα ή αν έμαθε αργότερα ότι δεν έχει δικαίωμα νομής, υπέχει από τότε, ως προς το πράγμα και τα ωφελήματα του πράγματος την ίδια ευθύνη που έχει και για το χρόνο μετά την επίδοση της αγωγής. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι ο κύριος πράγματος δικαιούται να απαιτήσει από το νομέα ή κάτοχο την αναγνώριση της κυριότητας αυτού και την απόδοση του πράγματος και μόνον αν συντρέχουν οι όροι των άρθρων 1097 και 1098 ΑΚ, μεταξύ των οποίων είναι και η αδυναμία προς απόδοση του πράγματος, αποζημίωση ίση προς την αξία αυτού (πράγματος). Η αξίωση αυτή του κυρίου για αποζημίωση, λόγω αδυναμίας προς απόδοση του πράγματος γεννιέται από τότε που βεβαιώνεται στην απόφαση του δικαστηρίου ότι δεν είναι δυνατή η αυτούσια απόδοση του διεκδικούμενου πράγματος. Περαιτέρω ωφελήματα είναι όχι μόνον οι καρποί του πράγματος ή του δικαιώματος αλλά και κάθε όφελος που παρέχει η χρήση του πράγματος ή του δικαιώματος (άρθρο 962 ΑΚ). Επομένως ωφέλημα είναι κάθε όφελος που έχει ο νομέας από την ενοίκηση ή την κατ' άλλο τρόπο χρήση του πράγματος από τον ίδιο, συνεπεία των οποίων εξοικονομεί τη δαπάνη την οποία θα υποβαλλόταν αν μίσθωνε άλλο όμοιο πράγμα, οπότε η ωφέλεια συνίσταται στην εξοικονόμηση της σχετικής δαπάνης για τα μισθώματα. Εξάλλου κατά το άρθρο 249 ΑΚ, εφ' όσον δεν ορίζεται διαφορετικά οι αξιώσεις παραγράφονται σε είκοσι χρόνια, Στην παράγραφο της διάταξης αυτής υπάγονται οι αξιώσεις από τα άρθρα 1096-1100 ΑΚ και μόνον κατ'

εξαίρεση η από το άρθρο 1099 ΑΚ αξίωση για αδικοπραξία υπόκειται στην πενταετή παραγραφή του άρθρου 937 ΑΚ. Περαιτέρω με το άρθρο 250 αρ. 17 ΑΚ θεσπίζεται εξαίρεση της κατά το άρθρο 249 ΑΚ παραγραφής των αξιώσεων και σύμφωνα με αυτό οι αξιώσεις μισθών, παντός είδους καθυστερούμενων προσόδων κλπ. τέλος παραγράφονται σε πέντε χρόνια. Στην αγορά της ευρύτερης έκτασης η εναγομένη προχώρησε προκειμένου να επιτύχει την έγκαιρη κατασκευή και εγκατάσταση μετρητικών και ρυθμιστικών σταθμών πιέσεως φυσικού αερίου, σε εκτέλεση της συμφωνίας κατασκευής αγωγού μεταφοράς φυσικού αερίου μήκους 512 χιλιομέτρων, που το μήνα Δεκέμβριο του 1990 είχε υπογράψει η δικαιοπάροχος της. ΑΕ, και, ενόψει του ότι οι διαδικασίες αναγκαστικής απαλλοτρίωσης κατά τις διατάξεις του ΝΔ 797/1971 και η επιβολή περιορισμών κυριότητας, κατά τις διατάξεις του ειδικώς για την εταιρία ΑΕ ισχύοντος ν. 1929/1991, όπως στη συνέχεια τροποποιήθηκε, ήταν ιδιαιτέρως χρονοβόρες. Έτσι αμέσως μετά την αγορά της πιο πάνω έκτασης, ήτοι και επί του επιδίκου, η δικαιοπάροχος της εγκαταστάθηκε σ αυτήν, περί 6ε το μήνα Οκτώβριο του έτους 1996, άρχισε να εκτελεί εργασίες κατασκευής κτιρίων για τη στέγαση μετρητικού -ρυθμιστικού σταθμού πιέσεως του εθνικού συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου και άλλων συναφών εγκαταστάσεων. Μετά την έναρξη των εργασιών εκσκαφής, ο ενάγων πληροφορήθηκε την αποβολή του από το τμήμα της ιδιοκτησίας του και άσκησε ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αχαρνών την από 23.10.1996 και με αριθμό κατάθεσης 170/1996 αίτηση του, με την οποία ζήτησε να αναγνωρισθεί προσωρινώς νομέας του εν λόγω εδαφικού τμήματος και να υποχρεωθεί η εταιρία «.. ΑΕ» να διακόψει τις εργασίες και να επαναφέρει τα πράγματα στην πρότερα κατάσταση. Επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε η υπ' αριθ. 386/1996 απόφαση του άνω Δικαστηρίου, που απέρριψε αυτήν, οπότε η εταιρία «ΑΕ» προέβη στην ανέγερση επί της συνολικής εκτάσεως, ήτοι και επί του επιδίκου τμήματος, των άνω αναφερομένων εγκαταστάσεων, που άρχισαν να λειτουργούν από το έτος 1998. Από το έργο αυτό τροφοδοτείται ο Νομός Αττικής και δεδομένου ότι υπάρχει στο επίδικο σύστημα σωληνώσεων

υπέργειων και υπόγειων και ηλεκτρικών και μετρητικών εγκαταστάσεων, κρίνεται αδύνατη η διάσπαση τμήματος αυτών και κατ' ακολουθίαν ανέφικτη η απόδοση του επιδίκου στον ενάγοντα. Περαιτέρω, αποδείχθηκε πλήρως ότι αμέσως μόλις ο ενάγων πληροφορήθηκε την παραπάνω πώληση, άσκησε κατά της αγοράστριας ΑΕ, εκτός από την άνω απορριφθείσα αίτηση, και την από 28-7-1996 και με αύξ. αριθμ. καθ. 7390/1996 αναγνωριστική περί κυριότητας αγωγή του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία ζητούσε την αναγνώριση της κυριότητος του επί του επιδίκου τμήματος του αγρού. Η αγωγή αυτή επιδόθηκε στην εναγομένη εταιρία στις 10-9-1996. όπως αποδεικνύεται από την υπ' αριθ. 2996β/10-9-1996 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Γεωργίου Π. Ράλλιου. Η εν λόγω αγωγή συζητήθηκε ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου στις 4-3-1997, συνεκφωνηθείσα και συνεκδικασθείσα με την 4-10-1996 προσεπίκληση με αγωγή αποζημίωσης της.. ΑΕ κατά του Δήμου (αρ. καταθ. 8644/1996) και την από 14-1-1997 πρόσθετη παρέμβαση του τελευταίου υπέρ της εναγομένης. Επί των ως άνω δικογράφων. εκδόθηκε η υπ' αριθ. 5134/2004 οριστική απόφαση, που έκανε δεκτή την αγωγή και αναγνώρισε τον ενάγοντα κύριο του επιδίκου τμήματος. Με την υπ' αριθ. 7002/2005 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου απορρίφθηκαν οι ασκηθείσες κατά της πιο πάνω απόφασης εφέσεις της εναγομένης και του Δήμου. Ο ενάγων, μετά την έκδοση της προαναφερόμενης απόφασης, επέδωσε στην εναγομένη στις 28.11.2005 εξώδικη γνωστοποίηση - δήλωση - πρόσκληση, όπως προκύπτει από την υπ αριθμόν 4248 Ε /28-11-2005 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών Κων/νου Έξαρχού. Με την εξώδικη αυτή με την οποία της κοινοποίηση συγχρόνως και την αμέσως πιο πάνω απόφαση, την κάλεσε να του γνωστοποιήσει τη θέση της σχετικά με την εκτέλεση των ως άνω δικαστικών αποφάσεων, άλλως με την αποζημίωση του για την παράνομη κατάληψη της ιδιοκτησίας του. Επί της εξωδίκου αυτής, η εναγομένη ουδέν απήντησε, ενώ, στη συνεχεία, τόσο αυτή όσο και ο Δήμος κατέθεσαν κατά των παραπάνω αποφάσεων αιτήσεις αναιρέσεως, επί των οποίων εκδόθηκαν οι υπ αριθμούς 2100/2007 και

2101/2007 αποφάσεις του Αρείου Πάγου, που απέρριψαν αυτές. Έχει, επομένως, ήδη αναγνωρισθεί αμετακλήτως η κυριότητα του ενάγοντος επί του επιδίκου τμήματος, το δε δεδικασμένο που παρήχθη από αυτές δεσμεύει και το Δικαστήριο τούτο, καθόσον από την τελεσίδικη κρίση του αναγνωριστικού αιτήματος παράγεται δεδικασμένο για την καταψηφιστική δίκη, που ακολουθεί μεταξύ των ιδίων διαδίκων για το ίδιο δικαίωμα. Η εναγομένη «..Α.Ε.» στην οποία το Δεκέμβριο 1988 εκχωρήθηκε το εν λόγω, χρηματοδοτούμενο, κατά το μεγαλύτερο μέρος του, από την Ευρωπαϊκή Ένωση, έργο του φυσικού αερίου και τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις από τη σχετική σύμβαση, μετά την κατάρτιση του συμβολαίου αγοράς την 17.2.1996 άρχισε να νέμεται καλόπιστα το επίδικο. Μετά την επίδοση όμως της προαναφερόμενης αναγνωριστικής αγωγής του ενάγοντος στις 10-9-1996 εκείνη έλαβε γνώση της εμπράγματης αξίωσης του ενάγοντος, οπότε από το χρονικό αυτό σημείο και εφεξής η ευθύνη της εξομοιώθηκε με εκείνη του κακόπιστου νομέα, σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην αρχική νομική σκέψη, αφού, μετά την άνω επίδοση, όφειλε τουλάχιστον αυτή να λάβει υπόψη της το ενδεχόμενο της κατ' ουσίαν παραδοχής της αγωγής και να μην ενεργεί επί του επιδίκου σε πλαίσια απόλυτης φυσικής εξουσίασης αυτού, σε έκταση τέτοια που πηγάζει μόνο από το δικαίωμα της πλήρους κυριότητας. Επομένως, με βάση τα ανωτέρω, γεννάται υπέρ του ενάγοντος αξίωση εις βάρος της προς αποζημίωση από την επίδοση της αναγνωριστικής αγωγής και για το ακόλουθο διάστημα Η περιοχή στην οποία βρίσκεται το επίδικο, δεν είναι ούτε βιομηχανική ούτε αστική ζώνη, οι χώροι υγειονομικής ταφής απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) βρίσκονται σε απόσταση 800-1000 μέτρων από αυτό, επί ακινήτων δε στην ίδια περιοχή, που έχουν πωληθεί σε μεγάλες εταιρίες, έχουν ανεγερθεί αποθηκευτικοί χώροι,. Έτσι, η αξία του επιδίκου κατά τον επίμαχο χρόνο (10-9-1996) ανερχόταν σε 50 ευρώ ανά τμ και συνολικά σε (50 χ 2.940,80 =) 147.040 ευρώ.συνεπώς, με βάση όλα τα ανωτέρω στοιχεία η τιμή των 50 ευρώ ανά τμ θεωρείται εύλογη για το κρίσιμο διάστημα, η δε κατάθεση του μάρτυρα ανταπόδειξης δεν αναιρεί τα ανωτέρω διότι το μόνο στοιχείο που επικαλείται ως ενισχυτικό της μικρότερης αξίας, είναι η πώληση το έτος 1996 από το Δήμο

στην. ΑΕ της συνολικής έκτασης των 26.7000 τμ αντί δηλούμενης αξίας και προσωρινά εκτιμηθείσης από την αρμόδια Δ.Ο.Υ, 197.547.360 δραχμών ή 579.742 ευρώ, ήτοι αντί 21,7 ευρώ ανά τμ, τιμή που όμως είναι προφανώς μικρότερη της πραγματικής, βάσει και των ανωτέρω συγκριτικών στοιχείων. Η εναγομένη.αε την διαδέχθηκε η.αε, εφόσον έκανε χρήση του επιδίκου υποχρεούται, σύμφωνα με όσα αναπτύσσονται ανωτέρω, στην καταβολή ενάγοντα αποζημίωσης ίσης με τη δαπάνη που εξοικονόμησε εκείνη από μίσθωση άλλου παρομοίου με το επίδικο ακινήτου για την ίδια χρήση ήτοι για την εγκατάσταση και λειτουργία μετρητικών - ρυθμιστικών σταθμών τροφοδοσίας φυσικού αερίου. Η υποχρέωση της γεννήθηκε, όπως ελέχθη ανωτέρω, από την επίδοση της πρώτης αναγνωριστικής αγωγής του ενάγοντος, οπότε και έλαβε γνώση ότι η κυριότητα επί του επιδίκου αμφισβητείται, και μάλιστα βασίμως, καθόσον εναντίον της ασκήθηκαν τέσσερις ακόμη αγωγές αναγνώρισης κυριότητας από άλλους ιδιοκτήτες ομόρων προς το επίδικο ακινήτων,.. Τα ωφελήματα που καρπώθηκε από τη χρήση του επιδίκου που αντιστοιχούν στα μισθώματα που θα κατέβαλλε η εναγομένη για την αιτία αυτή, ανέρχονται, με βάση τα ίδια ως άνω προσδιοριστικά της μισθωτικής αξίας γεγονότα, στο ποσό των 800 ευρώ μηνιαίως, αναπροσαρμοζόμενο κατά 10% ανά διετία. Έτσι συνολικά, οφείλει η εναγομένη στον ενάγοντα το ποσό των 183.713,43 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επομένη της επίδοσης της αγωγής μέχρις εξοφλήσεως. Η συνολική οφειλή της εναγομένης ανέρχεται επομένως σε (147.040 + 183.713,43 Ε =) 330.753,43. Επί πλέον τους νόμιμους τόκους αυτού από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση. Έτσι που έκρινε το Εφετείο δεν παραβίασε με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 1094, 1096, 1097, 1098,1100, 250 αρ. 17 ΑΚ, τις οποίες ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε ενόψει του ότι στην απόφαση του υπάρχει νομική ακολουθία μεταξύ των πραγματικών γεγονότων που έγιναν δεκτά από αυτήν και υπήχθησαν στις παραπάνω διατάξεις, όπως η έννοια τους αναλύθηκε ση νομική σκέψη που προηγήθηκε και του συμπεράσματος του δικανικού συλλογισμού. Συνεπώς όσα αντίθετα υποστηρίζει η αναιρεσείουσα με τους δεύτερο και τέταρτο λόγους της αίτησης

αναίρεσης, αποδίδοντας στην προσβαλλομένη απόφαση την πλημμέλεια της ευθείας παραβίασης των παραπάνω ουσιαστικών διατάξεων από τον αρ. 1 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. είναι αβάσιμοι. Με τον τρίτο λόγο της αίτησης αναίρεσης πλήττεται η προσβαλλομένη απόφαση για πλημμέλεια από τον αρ. 1 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. της ευθείας παραβίασης και των διατάξεων των άρθρων 3 παρ. 1 και 2 περδ του Ν.2364/1995, 1, 6 παρ. 1 περ.α, 7 του Ν. 3428/2005, 3 παρ. 1 του Π.Δ/τος 33/2006, 4 παρ. 1 του Ν.1929/1991, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 16 του Ν.3335/2005, που αφορούν στον περιορισμό της κυριότητας των ακινήτων από τα οποία διέρχεται ο αγωγός φυσικού αερίου, χάριν του γενικού συμφέροντος, που εξυπηρετεί η εγκατάσταση και η λειτουργία του, για τους οποίους περιορισμούς καθορίζεται διοικητικώς αποζημίωση, με δυνατότητα προσφυγής του κυρίου στα δικαστήρια για τον καθορισμό αυτής, όταν δεν ικανοποιούνται από την αποζημίωση που καθόρισε στα πλαίσια του διοικητικού καθορισμού αυτής ο οικείος Νομάρχης. Οι αιτιάσεις αυτές είναι απαράδεκτες καθ' όσον στηρίζονται σε εσφαλμένη προϋπόθεση, αφού όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση το Εφετείο δεν ασχολήθηκε με την εφαρμογή τους, ελλείψει άλλωστε και σχετικού αγωγικού ισχυρισμού, ούτε ήταν εφαρμοστέες με βάση τις παραπάνω παραδοχές του. Επειδή κατά το άρθρο 559 αρ. 8 Κ.Πολ.Δ. αναίρεση επιτρέπεται και αν το δικαστήριο παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ως πράγματα κατά την έννοια της διάταξης, αυτής θεωρούνται οι αυτοτελείς πραγματικοί ισχυρισμοί των διαδίκων, οι οποίοι υπό την προϋπόθεση της νόμιμης πρότασης τους θεμελιώνουν κατά νόμο το αίτημα της αγωγής, ανταγωγής, κυρίας παρεμβάσεως, ενστάσεως ή αντενστάσεως ή άλλη αυτοτελή αίτηση ή ανταίτηση των διαδίκων προς παροχή έννομης προστασίας (Ολ ΑΠ 25/2003, Ολ ΑΠ 12/2000). Ως πράγματα νοούνται και οι λόγοι έφεσης ή αντέφεσης που περιέχουν παράπονα κατά της πρωτοβάθμιας κρίσης. Δεν ιδρύεται ο λόγος αυτός της αναίρεσης αν το δικαστήριο που δίκασε έλαβε υπόψη τον ισχυρισμό που προτάθηκε και τον απέρριψε για οποιονδήποτε λόγο τυπικό ή

ουσιαστικό. Με τον πρώτο λόγο της αίτησης αναίρεσης κατά το πρώτο μέρος αυτού αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση η πλημμέλεια από τον αρ. 8α του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. συνιστάμενη στο ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη λόγο έφεσης κατά της απόφασης του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, με τον οποίο διατυπώθηκε παράπονο για εσφαλμένη απόρριψη ως μη νόμιμης της ανταγωγής που άσκησε η αναιρεσείουσα. Ο λόγος αυτός είναι αβάσιμος καθ' όσον από την επισκόπηση της προσβαλλομένης απόφασης προκύπτει ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη το σχετικό λόγο έφεσης και τον απέρριψε. Επειδή κατά το άρθρο 559 αρ. 19 Κ.Πολ.Δ. αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δε έχει νόμιμη βάση και ιδίως αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ο λόγος αυτός της αναίρεσης αναφέρεται στην ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού και γιαυτό προϋποθέτει κρίση του δικαστηρίου για την ουσία της υπόθεσης και δεν ιδρύεται όταν το δικαστήριο δε διατύπωσε, αλλά απέρριψε την αγωγή, ανταγωγή, ή τον κρίσιμο αυτοτελή ισχυρισμό ως μη νόμιμο. Συνεπώς πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος ο πρώτος λόγος της αναίρεσης κατά το δεύτερο μέρους αυτού, που διατυπώνεται επικουρικώς σε σχέση με τον προαναφερόμενο, με τον οποίο αποδίδεται στην προσβαλλομένη απόφαση, που απέρριψε την ανταγωγή της αναιρεσείουσας ως μη νόμιμη η από τον αρ. 19 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. ως πλημμέλεια της έλλειψης νόμιμης βάσης για το ουσιώδες αυτό ζήτημα. Επειδή για την άσκηση της αναίρεσης, όπως και για κάθε κατ' ιδίαν λόγο αυτής ο αναιρεσείων πρέπει να έχει έννομο συμφέρον (άρθρα 68, 556 Κ.Πολ.Δ.), που ανάγεται σε αυτοτελή διαδικαστική προϋπόθεση του παραδεκτού της αναίρεσης, Και ερευνάται σε κάθε στάση της δίκης και αυτεπαγγέλτως, αρκεί να προκύπτει η έλλειψη από τα στοιχεία της δικογραφίας. Η ύπαρξη ή η ανυπαρξία αυτού κρίνεται από την πλημμέλεια που αποδίδεται με το αναιρετήριο στην προσβαλλομένη απόφαση και από τη βλάβη, που υφίσταται ο αναιρεσείων από την πλημμέλεια αυτή, επιδιώκεται δε με την άσκηση της αναίρεσης η ανατροπή της επιβλαβούς αυτής για τον τελευταίο συνέπειας. Με τον πέμπτο λόγο της αίτησης αναίρεσης αποδίδεται

στην προσβαλλομένη απόφαση η αιτίαση από τον αρ. 8α του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. ότι δηλαδή το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη λόγο της έφεσης κατά της απόφασης του Πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, με τον οποίο διατυπώθηκε παράπονο για εσφαλμένη απόρριψη του ισχυρισμού τους περί αοριστίας της επικουρικής βάσης της αγωγής, που θεμελιώνεται στις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Ο λόγος αυτός είναι απαράδεκτος για έλλειψη εννόμου συμφέροντος του αναιρεσείοντος να τον προβάλλει, αφού η επικουρική βάση της αγωγής από τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού απορρίφθηκε ως μη νόμιμη από το Πρωτοβάθμιο δικαστήριο, η απόφαση του οποίου επικυρώθηκε με τη προσβαλλομένη απόφαση, το αποδιδόμενο δε σφάλμα του δικαστηρίου δε συνδέεται με βλαπτικό για την αναιρεσείουσα διατακτικό της αποφάσεως. Επειδή κατά το άρθρο 183 Κ.Πολ.Δ. τα έξοδα που προκάλεσε η άσκηση και η εκδίκαση ενδίκου μέσου, επιβάλλονται σε περίπτωση που απορριφθεί σε βάρος του διαδίκου που άσκησε τούτο, ενώ σε περίπτωση που γίνει δεκτό, σε βάρος του διαδίκου που νικήθηκε, οι διατάξεις δε των άρθρων 176-182 Κ.Πολ.Δ. εφαρμόζονται και στην περίπτωση αυτή. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι ως προς την τελική κατανομή των δικαστικών εξόδων των διαδίκων καθιερώνεται η αρχή της ήττας. Επομένως η καταψήφιση στη δικαστική δαπάνη του διαδίκου που νικήθηκε, δεν έχει ανάγκη ειδικής αιτιολογίας και είναι συνέπεια της αρχής της ήττας, αφού η ρύθμιση των δικαστικών εξόδων ανατέθηκε στην κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, η οποία είναι ανέλεγκτη από τον Άρειο Πάγο ως αναγόμενη σε εκτίμηση πραγματικών γεγονότων (άρθρο 561 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.). Εξάλλου η καταδίκη του ηττηθέντος διαδίκου στα δικαστικά έξοδα δε συνιστά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, που εξασφαλίζει σε κάθε πρόσωπο το δικαίωμα να δικάζεται η υπόθεση του δίκαια και αμερόληπτα και των διατάξεων του άρθρου 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου αυτής, που επιβάλλουν το σεβασμό της περιουσίας του ανθρώπου. Συνεπώς ο έκτος λόγος της αίτησης αναίρεσης με τον οποίο η αναιρεσείουσα αποδίδει στην προσβαλλομένη απόφαση την πλημμέλεια από τον αρ. 1 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ., της

ευθείας παραβίασης των προαναφερομένων διατάξεων, επειδή το Εφετείο δέχθηκε ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν έσφαλε που την καταδίκασε, ως ηττηθείσα διάδικο στη δικαστική δαπάνη του ενάγοντος, ποσού 10.000 ευρώ, απορρίπτοντας σχετικό λόγο έφεσης, καθ' όσον η καταδίκη αυτή στα δικαστικά έξοδα δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη, είναι απαράδεκτος, αφού η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας περί των δικαστικών εξόδων είναι ανέλεγκτη από τον Άρειο Πάγο, ως αναγόμενη σε εκτίμηση πραγματικών περιστατικών και δεν ενέχει περιορισμό του δικαιώματος της, αναιρεσείουσας για δίκαιη δίκη και για το σεβασμό της περιουσίας της. Κατ' ακολουθίαν πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης, να διαταχθεί η εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείο του κατατεθέντος σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 4 Κ.Πολ.Δ, που προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του Ν.4055/2012, παραβόλου και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στη δικαστική δαπάνη του αναιρεσιβλήτου, ως ηττηθείσα διάδικος (άρθρο 176, 183 Κ.Πολ.Δ.). Για τους λόγους αυτούς Απορρίπτει την από 26-9-2013 αίτηση της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία.α.ε., περί αναιρέσεως της 2941/2013 απόφασης του Εφετείου Αθηνών.