ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΑΠΟ ΤΟ kykladesnews.gr «Τα τελευταία χρόνια αυτό μου έχει καρφωθεί στο μυαλό, όπως επίσης πολλά πράγματα που θέλουν χορηγούς. Είναι η καταγραφή όλων των χορών ας πούμε, μια βιβλιοθήκη που εγώ την έχω φτιάξει στο σπίτι μου, που να μπαίνει ένας νέος άνθρωπος που θέλει να μάθει να παίζει βιολί, λαούτο να πατάει ένα κουμπί και να βλέπει τι παίχτες έχουμε και να ακούει και να βλέπει βίντεο. Αυτό το πράγμα θέλει κάποιους χορηγούς, κάποιους να το αγαπάνε και είναι ένα μεγάλο έργο το οποίο θα ήθελα πάρα πολύ να ολοκληρωθεί. Εγώ το έχω κάνει μόνος μου αλλά δεν είναι για κοινή χρήση με την έννοια ότι είναι παράνομο. Όχι σήμερα να βλέπεις παιδιά που παίζουν να μην ξέρουν τι παίζουν και να θεωρούν τα δικά μου τραγούδια παραδοσιακά». Μιλάει αποκλειστικά στο www.kykladesnews.gr ο Νίκος Οικονομίδης ο λαϊκός βάρδος των Κυκλάδων, ο βιρτουόζος βιολιστής και συνθέτης, ο οποίος αναφέρεται στον Διονύση Σαββόπουλο, στη Δώρα Στράτου, στους οργανοπαίχτες των νησιών μας, στην λαϊκή μας παράδοση. 1. Γεννηθήκατε στη Σχοινούσα; "Ναι, καλά, περνούσε η μάνα μου από εκεί, αλλά στην Σχοινούσα μεγάλωσα έβγαλα το Δημοτικό εκεί και μετά ήρθα Αθήνα.." 2. Η οικογένεια σας ήταν μουσικοί; "Ναι, ο προπάππους ο Μάρκος έπαιζε λύρα, ο παππούς ο Κώστας, βιολί και έχω το βιολί του, ο πατέρας μου βιολί και εγώ. 3. Τραγουδούσατε σε πανηγύρια; "Ναι ήταν όλοι λαϊκοί οργανοπαίχτες, ντόπιοι εκεί στην Σχοινούσα και έφταναν μέχρι την Ίο, την Νάξο εκεί γύρω." 4. Σπουδάσατε βιολί; "Στο Ωδείο Αθηνών και το Εθνικό." 5. Πως ασχοληθήκατε μα την παραδοσιακή μουσική; "Πάντα με την παραδοσιακή ασχολούμουν απλά πήγαινα στο ωδείο για την τεχνική που ήθελα να πάρω. Δηλαδή, όταν πήγα στο ωδείο, με πήγε ο Διονύσης ο Σαββόπουλος και μου έκαναν ακρόαση για να πάω, ήμουν δεκατεσσάρων χρονών, δηλαδή ήμουν μεγάλο παιδί για 1 / 6
τότε, δεν ξέρω τώρα το όριο πόσο είναι και θυμάμαι με είχε πάει ο Διονύσης ο Σαββόπουλος,τότε μαζί με την Ισμήνη Κάρτερ την δασκάλα μου και έκριναν ότι είμαι ταλέντο για να μπω στο ωδείο. Πάντα λοιπόν εγώ το κρατούσα μυστικό, γιατί είπαμε τότε ήταν άλλες εποχές και μου το λέγανε "αν μάθουμε ότι παίζεις τα δικά σου θα σε διώξουμε από το ωδείο", εγώ λοιπόν φρόντιζα να διαβάζω τα δικά τους και έπαιζα πάντα τα δικά μου." 6. Πως σας έπεισε ο Σαββόπουλος, να πάτε στο ωδείο; "Εγώ τον παρακάλεσα, τον γνώρισα μέσω μιας κοινής φίλης τότε, έπαιζα μάλιστα που πήγαινα εκεί στις πρόβες, πιτσιρίκι με κοντά παντελονάκια και κάποια στιγμή μου μπήκε η ιδέα, κάποιος μου το είπε δεν θυμάμαι και του έλεγα "κύριε Διονύση να με πάτε στο ωδείο Αθηνών" ναι καλά-καλά μου έλεγε και τέλος πάντων κάποια στιγμή πήγαμε, μιλάμε για την εποχή που το ωδείο Αθηνών ήταν στην Πειραιώς και την επόμενη χρονιά πήγαμε στην Ρηγίλλης." 7. Στα 15 ξεκινήσατε συνεργασία με την Δώρα Στράτου; "Ναι, γράψαμε τότε πάρα πολλούς δίσκους από αυτούς, την σειρά που έχει γύρω στους εκατό τόσους, μουσική από όλη την Ελλάδα. Εγώ θυμάμαι μικρό παιδί -από την Σχοινούσαδεν είχα ακούσματα ούτε της Θράκης, ούτε άλλων περιοχών, μου έδιναν λοιπόν κασέτες και έβλεπα και ντόπιους που ερχόντουσαν κατά την διάρκεια των θερινών παραστάσεων, μάθαινα τα κομμάτια και πηγαίναμε και τα γράφαμε σε δίσκους. Εχω ένα φιλμ στην ΥΕΝΕΔ, που κατεγράφησαν πάρα πολλοί χοροί, μερικοί έχουν βγει και σε βίντεο δεν ξέρω τώρα αν βγαίνουν και σε dvd, και παίξαμε πάρα πολύ, Ήταν σαν σχολείο για εμένα. Ερχόντουσαν Κρητικοί, που εγώ για πρώτη φορά ίσως άκουγα τα τραγούδια τους και έβλεπα Κρητικούς χορούς και τους έβλεπα ζωντανά και με έπιανε δέος με την ένταση που είχε. Ήταν ωραίο σχολείο. 8. Στα "θαλασσινά περάσματα" με την Μαρίζα Κωχ; "Ναι είχα πολλά πράγματα πριν, μια πορεία από το '86 μέχρι τα θαλασσινά περάσματα που είναι το '88-'89 όταν κάναμε με την Μαρίζα Κωχ παραστάσεις σε όλη την Ελλάδα. Πήγαινα μετά εγώ μόνος μου στο studio σε ένα φίλο και έπαιζα λαούτο και τραγουδούσα, παίζαμε με τον Αντώνη τον Απέργη τότε, έπαιζε ο Γιώργος ο Γκεργκελής, τρεις μουσικοί ήμασταν, παίζαμε ζωντανά, εγώ έπαιζα λαούτο και τραγουδούσα γιατί ήθελα ειδικά κουρδίσματα για τα θαλασσινά περάσματα γιατί ήταν ειδικά τα τραγούδια για να παιχτούν, ειδικό το ύφος τους, μετά έβαλα βιολί και κάποια στιγμή το ακούει η Μαρίζα και μου λέει «αυτό είναι καταπληκτικό, θα έρθω και εγώ να τραγουδήσω στον δίσκο», εγώ τις έλεγα «μα, ξέρω εγώ», τίποτα ήρθε και μέχρι και τις ανάσες μου είχε μιμηθεί τότε η Μαρίζα μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση, γιατί είναι πολύ ειδικά τραγούδια αυτά». 2 / 6
9. Καταγράψατε και την παραδοσιακή μουσική της Αμοργού,με τον Σύλλογο πολιτισμού και τέχνης «Σημωνίδης» στο δίσκο «Πέρασμα στην Αμοργό» που κυκλοφορεί από την Oikonomidis Music. «Πήγα για καλοκαιρινή συναυλία στην Αμοργό, όπως πάμε πολλά χρόνια σε όλα τα νησιά, άκουσαν εκεί οι άνθρωποι την μουσική τους, γιατί εγώ το κάνω αυτό, το ίδιο είχα κάνει και για το «Πέρασμα στα Κύθηρα». Πήγα εκεί τους έπαιξα τα Κυθηραϊκα, άκουσαν και ήρθαν μόνοι τους. Και μου είπαν ότι «θέλουμε σε παρακαλώ να μας καταγράψεις την μουσική μας». Έκανα έρευνα 2 χρόνια με ντόπιους μουσικούς, ό,τι δυναμικό έχει το νησί το χρησιμοποίησα και φτιάξαμε αυτούς τους δίσκους το «Πέρασμα στα Κύθηρα», το «Πέρασμα στην Αμοργό», το «Ανατολικά του Αιγαίου» αυτοί ήταν οι δίσκοι που έχω κάνει με Συλλόγους και οι καταγραφές για την Συλλογή των νησιών αυτών». 10. Φτιάξατε την «Μουσική ομάδα Κέρος» που επιδιώκει το γνήσιο ηχόχρωμα των μουσικών του Αιγαίου πελάγους και της Μικράς Ασίας. «Ναι, είμαστε ένα συγκρότημα, εγώ, ο Κώστας ο Προκοπίου λαούτο και έχουμε μια υπέροχη νέα φωνή μαζί μας την Κυριακή την Σπανού η οποία είναι μια μοναδική ελπίδα θα έλεγα νεότερη για τον νησιωτικό χώρο, είναι σκεπτόμενη τραγουδίστρια, τραγουδάει με πολύ σεβασμό όλες τις περιοχές του Αιγαίου και της Μικράς Ασίας και έχουμε αυτή την ζυγιά που λέμε και από εκεί και μετά έχουμε μουσικούς που ανάλογα, αν έχουμε παράσταση που θέλουμε να βγάλουμε πολλές ώρες και ένα πιο πλούσιο πρόγραμμα έχουμε τσαμπούνα στο συγκρότημα, έχουμε σαντούρι, τουμπελέκια και προσαρμοζόμαστε και εμείς ανάλογα την εκδήλωση γιατί τα νησιά όπως ξέρεις είναι μικρά, δεν έχουν δυνατότητες οικονομικές και κάποια στιγμή θέλουν να ακούσουν κάτι καλό και αν τους πεις είμαστε 6-7 άνθρωποι δεν έχουν την δυνατότητα ούτε τα εισιτήρια να πληρώσουν. Γι αυτό προσπαθούμε και εμείς, εντάξει είμαστε πολύ ευέλικτοι που είμαστε λίγοι και μπορούμε και παρουσιάζουμε». 11. Σας ενέπνευσαν κάποιοι παραδοσιακοί οργανοπαίχτες; «Βέβαια, πάρα πολλοί δάσκαλοι. Αν ξεκινήσουμε από πολύ παλιά από το νησί το δικό μου πέρασε ο μεγάλος μουσικός Σταμάτης Μπαρδανης ο οποίος ήταν από την Απείρανθο της Νάξου και είχε μαθητή τον πατέρα μου και όλους εκεί τους νεότερους, μετά σαν μικρό παιδί άκουγα πέρα από τον πατέρα μου και τον παππού μου που τον θυμάμαι σαν όνειρο, άκουγα ντόπιους μουσικούς πάρα πολύ καλούς όπως ήταν ο Γιώργος ο Σιγάλας, ο Περιβολάρης στο επίθετο ο οποίος ήταν από την Δονούσα και έμενε στην Σχοινούσα. Θα είμαι άδικος να λέω ονόματα γιατί θα ξεχάσω πάρα πολλούς, όλοι παίζανε πάρα πολύ ωραία και βίωναν την μουσική τότε και εγώ αυτό το βίωσα μικρό παιδί χρόνια, δηλαδή τα πανηγύρια, το πρωί τις μαντινάδες όλα αυτά σε ένα φυσικό περιβάλλον καταλαβαίνετε». 12. Στην πορεία σας που είναι μακρόχρονη σας ενέπνευσαν οι Κυκλάδες; «Ναι, εγώ όταν τελείωσα το ωδείο για να θυμάμαι την καταγωγή μου έλεγα από μέσα μου, σκεφτόμουν θέλω να κάνω ένα δίσκο με καινούργια τραγούδια δικά μου. Τότε λοιπόν 3 / 6
θυμάμαι είχα γράψει το «Γιάντα δεν με θέλεις γιάντα» το «Όπα-όπα» και άλλα πολλά που έγιναν τρελές επιτυχίες και αυτό με καθιέρωσε ως νησιώτη, ενώ εγώ το έκανα απλά με αγάπη για να θυμάμαι την καταγωγή μου, εγώ τότε για να καταλάβετε έγραφα σονάτες και τέτοια, ήμουν εντελώς αλλού. Μετά βέβαια κατάλαβα την δύναμη αυτής της μουσικής και όλο αυτό το πραγματικό που υπήρχε και έκτοτε δεν ξεκόλλησα από εκεί, δηλαδή δεν έδειξα ποτέ κάτι σονατίνες που έγραφα, είδα ότι είναι ξένα αυτά και επιδόθηκα σε αυτό το είδος». 13. Συνεχιστές της κυκλαδίτικης παραδοσιακής μουσικής υπάρχουν σήμερα; «Ασφαλώς και πάντα υπήρχαν. Ο καθένας με τον δικό του τρόπο βάζει το λιθαράκι του, όπως πιστεύω ότι κάνω και εγώ. Εγώ με το να πάρω ένα παραδοσιακό θέμα, να του βάλω απάνω ένα στίχο, να του βάλω ένα ρεφρέν, να το κάνω όπως εμένα μου αρέσει σημερινά, αυτό κάνω συνεχίζω την παράδοση όπως έκαναν όλοι οι παλιοί». 14. Συμφωνείτε με το δόγμα «έτσι τα βρήκαμε έτσι πρέπει να τα κρατήσουμε»; «Όχι, προς Θεού. Αυτό το πράγμα το λένε μόνο ανεγκέφαλοι και ουαί και αλίμονο αν βάλουμε στο μουσείο την μουσική μας, τότε έχουμε πεθάνει σαν λαός. Η παράδοσή μας είναι η συνέχειά μας είναι το σπίτι μας, δηλαδή βρήκαμε το σπίτι μας ερείπιο επειδή ρίξανε μπόμπες θα πρέπει να το αφήσουμε έτσι;». 15. Φοβηθήκατε όταν βάλατε κοντραμπάσο στην ορχήστρα, αλλά και κάποιες «αναζητήσεις» στην εναρμόνιση; Όχι, εγώ από την αρχή ήμουν ο πρώτος που έβαλα όργανα καινούργια, το βιολί, λαούτο δηλαδή στις Κυκλάδες, έβαλα κιθάρα θυμάμαι και μπάσο ηλεκτρικό. Αυτό ήταν μια μεγάλη καινοτομία, δεν έβαλα κρουστά προσέξτε είναι πολύ βασικό αυτό και όλο αυτό με γνώση δεν το έκανα έτσι. Στην αρχή μου λέγανε ο δίσκος αυτός είναι ηλεκτρονικός εκείνη την εποχή, μια εποχή που για να καταλάβετε στην Πάρο όταν είχα πάει μπουζούκι στο πανηγύρι στην Μάρπησα έρχονταν άνθρωποι και με ρωτούσαν τι όργανο είναι αυτό. Ήταν πολύ διαφορετικά, δεν είναι όπως τώρα με τις πληροφορίες που δεχόμαστε. Τους άφησα λοιπόν και μετά από δύο χρόνια οι ίδιοι άνθρωποι μου λέγανε τι ωραίο που είναι. Βέβαια σε πολλές ενορχηστρώσεις έχουμε κάνει μερικά λάθη με την έννοια ότι δεν καταφέραμε αυτό που πιστεύαμε αλλά εγώ πάντοτε προσπαθώ όχι να κάνω σύγχρονο το παραδοσιακό τραγούδι αλλά να το ανανεώσω να το ζεστάνω χωρίς να προδίδει το όργανο, να πιάνει επάξια την θέση του. Δεν θα έβαζα ένα κοντραμπάσο για να χτυπάει απλά, αν και την έχω πάθει μερικές φορές έχω κάνει μερικά λάθη αλλά πάντα προσπαθούμε, εξαρτάται και από το είδος, δηλαδή στο «Πέρασμα στην Αμοργό» έχω βάλει ένα βιολί και ένα λαούτο, εκεί δεν χωράει τίποτα. Αλλά στο «Πέρασμα στα Κύθηρα» έχω ένα υπέροχο κοντραμπάσο μέσα μια υπέροχη ενορχήστρωση που πηγαίνει και το ακούνε μέχρι σήμερα και λένε τι ωραία, ενώ στην αρχή ακόμα και οι Κυθήριοι όταν το άκουσαν είπαν μα δεν είναι αυτός ο ήχος μας γιατί είχαν συνηθίσει οι άνθρωποι μια κιθάρα και ένα βιολί. Καλό είναι αυτό αλλά από εκεί και 4 / 6
μετά όταν μπορούμε να κάνουμε κάτι ακόμα καλύτερο χωρίς να προδίδουμε το παλιό, γιατί με την ίδια λογική δεν θα έπρεπε να παίζαμε σήμερα στα νησιά ούτε ούτι, ούτε τουμπελέκι. Τα όργανα δεν φταίνε, εμείς φταίμε και ο τρόπος που τα χρησιμοποιούμε. Αν τα χρησιμοποιούμε σωστά καλώς κάνουμε, όχι όμως για να εντυπωσιάσουμε και να κάνουμε λούπες. Τώρα όπως βλέπω, βάζουνε μια λούπα και παίζει συνέχεια και αυτό το παίζουν όλοι οι ραδιοφωνικοί σταθμοί και παίζουν τον Ικαριώτικο επειδή έχει μια λούπα από πίσω και το κανονικό Ικαριώτικο, ενώ είναι πολύ αγαπητό δεν έχει ακουστεί ποτέ, εγώ δεν το έχω ακούσει ποτέ από το ραδιόφωνο. Εγώ διαχωρίζω την θέση μου, δεν θέλω να το κάνω αυτό και ας ξέρω ότι χάνω από εμπορικότητα». 16. Ένας μουσικός με τον οποίο θα θέλατε να συνεργαστείτε; «Είναι πάρα πολύ δύσκολη αυτή η ερώτηση, εμείς έχουμε μάθει στην παραδοσιακή μουσική και συνεργαζόμαστε με μουσικούς που γνωρίζει ο ένας τον άλλο, που αγαπιόμαστε σαν άνθρωποι και έτσι παίζουμε. Βέβαια έχουμε παίξει με όλους τους μουσικούς με καλούς με μεσαίους. Είναι όμορφο πράγμα να παίζεις με άλλους γιατί επικοινωνείς αλλά αυτή τη στιγμή με αυτούς που παίζω τους μουσικούς είμαι πολύ ευχαριστημένος». 17. Μια συνεργασία που έχετε κάνει και ήταν πολύ ιδιαίτερη; «Αυτή τη στιγμή το κάνω. Αυτοί που σας είπα ο Προκοπίου, η Κυριακή Σπανού και δέκα άνθρωποι, όλα τα παιδιά που είναι στην μουσική ομάδα που λέμε Κέρος αυτό το πράγμα έχουμε κάνει, είναι οι φίλοι που γίναμε μέσα στο χρόνο και έχουμε επικοινωνία». 18. Πιστεύετε ότι έχετε καθιερώσει «ύφος» Οικονομίδη και τι είναι αυτό; «Νομίζω ότι εγώ προσπαθώ να μην κλαίω και να μην είναι ο χορός μου κάτω από την μέση. Τα τραγούδια μου όλα και αυτό που προσπαθώ να γράψω είναι στο παλιό κώδικα που ο χορευτής πηγαίνει από τον ουρανό προς τα κάτω και η χορεύτρια χορεύει λεβέντικα είναι ύφος «βάρκα στο γιαλό». Ενώ ένα άλλο ύφος ας πούμε θα μπορούσε να είναι, όπως και το βλέπω αυτό, βάζοντας ένα τουμπελέκι μέσα στην ορχήστρα να αρχίσει η μάνα μου τώρα στο χωριό που θέλει να χορέψει να κουνιέται από την μέση και κάτω, λάγνα ας πούμε, γιατί το τουμπελέκι της δίνει αυτό τον ρυθμό. Πιστεύω ότι εγώ αυτό προσπαθώ και από την άλλη αυτό το ύφος που ίσως να βγαίνει από εμένα, είναι βέβαια μια προσωπική άποψη αλλά πάντα εγώ όταν παίζω Αμοργιανά προσπαθώ να παίξω το ύφος το Αμοργιανό, είναι κάτι που δεν μπορώ να σας το εξηγήσω, είναι βιωματικό αυτό. Ή όταν παίζω Κυθηραϊκα είναι κάτι που επίσης έχω βιώσει με τον άλφα ή βήτα τρόπο. Αυτό τώρα βγαίνει μέσα από όλους εμάς, την ομάδα και τους εκάστοτε μουσικούς που είναι ένα ύφος». 19. Ένα όνειρο που έχετε και θα θέλατε να πραγματοποιήσετε; «Εκείνο που έχει καρφωθεί στο μυαλό μου και το κάνουμε τα τελευταία χρόνια είναι 5 / 6
βραδιές στα νησιά που τους κρατάμε πραγματικά ψηλά τον πήχη σε ένα επίπεδο και στα τραγούδια και στον τρόπο διασκέδασης που βιώνει αυτό το πράγμα ο κόσμος όλη νύχτα και την επόμενη μέρα που το νιώθει, γιατί εκείνη την ώρα νιώθει πολύ ωραία αλλά δεν μπορεί να το καταλάβει. Την επόμενη μέρα, μήνα, χρόνο που μας παίρνουν τηλέφωνο οι άνθρωποι και μας λένε με λαχτάρα «πότε θα ξανάρθετε και τι ήταν αυτό που νιώσαμε». Αυτό λοιπόν το πράγμα το έχουμε καταφέρει και εγώ κάνω και τον σταυρό μου πως το έχουμε καταφέρει γιατί αντίθετα με άλλες βραδιές είναι πολύ δραματικό δηλαδή αυτό που συμβαίνει και πόσο χαμηλά κατεβαίνει ο κόσμος, και είναι οι ίδιοι άνθρωποι με άλλα τραγούδια και άλλα συγκροτήματα. Αυτό που κάνω μου αρέσει πάρα πολύ και από εκεί και μετά δεν είχα ποτέ στην ζωή μου ένα στόχο που να μην το έκανα. Τα τελευταία χρόνια αυτό μου έχει καρφωθεί, όπως επίσης πολλά πράγματα που θέλουν χορηγούς, καταγραφή όλων των χορών ας πούμε, μια βιβλιοθήκη που εγώ την έχω φτιάξει στο σπίτι μου, που να μπαίνει ένας νέος άνθρωπος που να θέλει να μάθει να παίζει βιολί, λαούτο να πατάει ένα κουμπί και να λέει τι παίχτες έχουμε και να ακούει, να βλέπει βίντεο. Αυτό το πράγμα θέλει κάποιους χορηγούς, κάποιους να αγαπάνε αυτό το πράγμα και είναι ένα μεγάλο έργο το οποίο θα ήθελα πάρα πολύ να ολοκληρωθεί. Εγώ το έχω κάνει μόνος μου αλλά δεν είναι για κοινή χρήση με την έννοια ότι είναι παράνομο. Όχι σήμερα να βλέπεις παιδιά που παίζουν να μην ξέρουν τι παίζουν και να θεωρούν τα δικά μου τραγούδια παραδοσιακά, τα παραδοσιακά να μην ξέρουν αν είναι, ένα αλαλούμ, είναι κρίμα». 20. Η καλύτερη φιλοφρόνηση που έχετε εισπράξει; «Δεν μπορώ να σου πω με φράση αλλά μπορώ να σου πω, όταν κάποια στιγμή παίζουμε εμείς που νιώθουμε ότι είμαστε πάρα πολύ ψηλά, όταν έρχονται κάποιοι πολύ απλοί άνθρωποι και στο λένε αυτό το πράγμα γιατί το νιώθουν. Εκεί ξαφνικά στην μέση του πουθενά, που δεν το περιμένεις έρχεται ένας άνθρωπος και λέει στοργικά «είχαμε επικοινωνία απόψε». Αυτό είναι το καλύτερο, να σου το λέει ο άλλος με πολύ απλά λόγια και αυτό είναι πολύ ικανοποιητικό γιατί σε αυτό που κάνουμε δεν μπορούμε να είμαστε μόνοι μας, μόνο με παρέα και όταν νιώθεις ότι έχεις παρέα νιώθεις ωραία {paraface} 6 / 6