Επίδραση της Ενδοκοιλιακής Πίεσης στο Αναπνευστικό Σύστημα

Σχετικά έγγραφα
ΚΑΡΔΙΟΠΝΕΥΜΟΝΙΚΗ ΑΛΛΗΛΟΕΠΙΔΡΑΣΗ

Μηχανική του πνεύμονα: εργαλείο διάγνωσης & παρακολούθησης στη ΜΕΘ. Χαράλαμπος Ψαρολογάκης Παθολόγος Εξειδικευόμενος ΜΕΘ ΠαΓΝΗ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΑΝΑΠΝΟΗΣ. Κωστάντη Ελεονώρα, MD, PhD

Στατικοί Πνευμονικοί Όγκοι Ν Γ ΚΟΥΛΟΥΡΗΣ


Νεότερες τεχνικές μη επεμβατικού μηχανικού αερισμού: πότε και για ποιους ασθενείς;

ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΑΕΡΙΩΝ & ΥΠΟΞΑΙΜΙΚΗ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ

Ανταλλαγή αερίων - Αναπνευστική Ανεπάρκεια

Ενδοκοιλιακή Πίεση. Α. Λαχανά ΜΕΘ ΝΙΜΤΣ

Συστηματικές επιδράσεις της οξέωσης της υπερκαπνίας των βαριά πασχόντων ασθενών

ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Χατζηαντωνίου Χρήστος Επιμελητής Α Χειρουργικής Θώρακος Νοσοκομείο ΚΑΤ

ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΑΕΡΙΩΝ. Επαμεινώνδας Κοσμάς. Δ/ντής 3ης Πνευμον. Κλινικής ΝΝΘΑ Σωτηρία

ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Εφαρμοσμένη Αθλητική Εργοφυσιολογία

ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ. Σ. Τσιόδρας

ΠΝΕΥΜΟΝΙΚΗ ΥΠΕΡΤΑΣΗ ΣΕ. Παρουσίαση περιστατικού. ΑΜΕΘ Γ.Ν.Θ. «Γ. Παπανικολάου»

Αναπνευστική Ανεπάρκεια. Θεόδωρος Βασιλακόπουλος

Μηχανικός Αερισμός ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΤΣΟΡΑΚΙΔΟΥ, ΜΑΡΙΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ, ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΕΛΕΝΗ ΜΟΥΛΟΥΔΗ

Πνευμονική υπέρταση στη θρομβοεμβολική νόσο. Π.Α. Κυριάκου Καρδιολόγος Διευθύντρια ΕΣΥ Διδάκτωρ ΑΠΘ Γ Καρδιολογική κλινική, ΙΓΠΝΘ

ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΗΣ ΔΥΣΧΕΡΕΙΑΣ ΕΝΗΛΙΚΩΝ

ΕΙΔΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΑΡΤΗΡΙΑΚΗΣ ΠΙΕΣΗΣ

ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΑΕΡΙΣΜΟΥ - ΑΙΜΑΤΩΣΗΣ

ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ Ι Κλινικό Πρόβλημα- Αναπνευστική Ανεπάρκεια

ΠΑΘΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΙΑΧ.ΠΝΕΥΜΟΝΟΠΑΘΕΙΩΝ. Α) Προσβολή του διαμέσου ιστού -κυψελίδων χωρίς απαραίτητη μείωση τη αναπν. λειτουργίας

ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ ΑΕΡΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΟ

Monitoring της Ενδοκοιλιακής Πίεσης

ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΑΕΡΙΩΝ ΠΡΟΣ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΤΟΥΣ ΙΣΤΟΥΣ

Στοιχεία φυσιολογίας αναπνευστικού 2 Ενότητα 1: Εισαγωγή

12ο ΒΟΡΕΙΟΕΛΛΑΔΙΚΟ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙ0. ΜΕΣΟΚΟΛΠΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ Τύποι- Πρόγνωση- Θεραπεία

Μηχανικός Αερισμός σε Κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις. Αντωνία Κουτσούκου

ΕΛΕΓΧΟΣ ΑΓΓΕΙΑΚΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ. Ειδικές έννοιες φυσιολογίας ρύθμισης της αρτηριακής πίεσης

Αιμοδυναμικό monitoring Βασικές αρχές Δυναμικοί δείκτες. Τσαγκούριας Ματθαίος ΜΕΘ Γ.Ν.Θ. Παπαγεωργίου

Κεφάλαιο 2 ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΟΞΕΙΑΣ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΗΣ ΔΥΣΧΕΡΕΙΑΣ

Κοιλιοαρτηριακή σύζευξη στην πνευμονική υπέρταση

Κεφάλαιο 1 ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ

Φυσιολογία Αναπνευστικού- Αναπνευστικοί μύες

Στατικοί Πνευμονικοί Όγκοι Ν Γ ΚΟΥΛΟΥΡΗΣ

Σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας (Acute( Distress Syndrome, ARDS) Αντωνία Κουτσούκου

Επίδραση της Ενδοκοιλιακής Πίεσης στο Κυκλοφορικό Σύστημα

Ασθμα στη ΜΕΘ: πώς πρέπει να αερίζεται μηχανικά;

Εξάμηνο Γ (χειμερινό)

ΚΛΙΝΙΚΑ ΣΥΝΔΡΟΜΑ ΟΞΕΙΑΣ ΚΑΡΔΙΑΚΗΣ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑΣ. ΚΟΥΛΟΥΡΗΣ ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ Ειδικός Καρδιολόγος Επιμελητής Β, Γ.Ν. Κοζάνης Μαμάτσειο

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΗΡΑΣ ΜΕΘ ΤΥΠΟΥ Α PLUS

ΠΑΘΟΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΤΟΥ ΣΑΥΥ

Λειτουργικός έλεγχος της αναπνοής Κλινικό Φροντιστήριο

Το λεμφικό σύστημα είναι ένα σύστημα παροχέτευσης

Αναπνευστική ανεπάρκεια. Ιωάννης Στανόπουλος Πνευμονολόγος/ Εντατικολόγος

ΓΕΩΡΓΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΧΑΡΔΑΒΕΛΑ ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ

Εκτίμηση αερίων αίματος στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών. Ασημάκος Ανδρέας Πνευμονολόγος-Εντατικολόγος Α Πανεπιστημιακή Κλινική Εντατικής Θεραπείας

Μηχανική αναπνευστικού

ΠΟΙΑ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΟΝΑ ΩΣ ΑΝΤΙΡΡΟΠΙΣΤΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ ΣΤΗΝ ΟΞΕΟΒΑΣΙΚΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ. Δημήτρης Α. Λαγονίδης MD, PhD, FCCP Πνευμονολόγος-Εντατικολογος

Αναπνοή και ήχος Ομιλία και τραγούδι

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΗΡΑΣ ΜΕΘ ΤΥΠΟΥ Α PLUS

Σπιρομέτρηση Διάχυση. Τσαούσης Βασίλης Πνευμονολόγος

Κακώσεις του Θώρακα ΜΙΧΑΗΛ ISBN

ΟΙ ΠΝΕΥΜΟΝΕΣ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΑΥΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ Ε.Σ.Υ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ, Γ.Ν.Α ΙΠΠΟΚΡΑΤΕΙΟ

Η κλινική Προσέγγιση του Ασθενούς σε Κωματώδη Κατάσταση στο ΤΕΠ. Βασίλης Γροσομανίδης Αναισθησιολόγος

Ανατομία - Φυσιολογία

Πνευμονική εμβολή : αντιμετώπιση ενός ύπουλου εχθρού. Βασιλάκη Ανδρονίκη Κατσίκας Αντώνιος Τριανταφύλλου-Κηπουρού Γεωργία

CResp Φυσιολογία. Εμβιομηχανική του αερισμού. Ψυχογιού Αθηναΐς Γεωργία, PT, MSc. IST/UH_W6_13/14_Physiology Tutorial

ΣΥΓΓΕΝΕΙΣ ΚΑΡΔΙΟΠΑΘΕΙΕΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ

Σύνδρομο Κοιλιακού Διαμερίσματος

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΑΓΓΕΙΟΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ Δ/ΝΤΗΣ: ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ Α.Ν. ΚΑΤΣΑΜΟΥΡΗΣ

ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΗ ΑΝΕΠΑΡΚΕΙΑ. Αντωνία Κουτσούκου Καθηγήτρια Πνευμονολογίας-Εντατικής Θεραπείας

Υπερκαπνική αναπνευστική ανεπάρκεια- αναπνευστική οξέωση. αναπνευστική αλκάλωση μεταβολική αλκάλωση

ΑΡΧΕΣ ΟΞΕΟΒΑΣΙΚΗΣ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑΣ

Στατικοί όγκοι και χωρητικότητες

ΕΞΑΜΗΝΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ: γ ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΡΙΑ. Π. ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΠΑΤΑΚΑ, ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΠΝΕΥΜΟΝΟΛΟΓΙΑΣ Α.Π.Θ. Τηλ E MAIL:

ΣΤΕΦΑΝΑΚΗ ΕΛΙΣΣΑΒΕΤ ΠΝΕΥΜΟΝΟΛΟΓΟΣ

Ανταλλαγή αερίων. Ενότητα 1: Αερισμός και αιμάτωση. Κωνσταντίνος Σπυρόπουλος, Καθηγητής Σχολή Επιστημών Υγείας Τμήμα Ιατρικής

Οξεοβασική ισορροπία (III)

ΠΩΣ ΕΠΙΔΡΑ Η ΑΣΚΗΣΗ ΣΤΑ ΔΙΑΦΟΡΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ

ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. Κάντε κλικ για να επεξεργαστείτε τον υπότιτλο του υποδείγματος

Ροή αέρα και σύγκλιση

Καρδιολογική κλινική Γ.Ν Παπανικολάου. Μιχαήλ Σιάρκος Ειδικός καρδιολόγος Υποψήφιος Διδάκτωρας Τμήματος Ιατρικής ΑΠΘ

Διαταραχές Οξυγόνωσης

ΚΑΡΔΙΟΝΕΦΡΙΚΟ ΣΥΝΔΡΟΜΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΚΑΙ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΑΥΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ Ε.Σ.Υ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Γ.Ν.

Αν προχωρήσετε στην ανάγνωση του, αυτό γίνεται... με αποκλειστική ευθύνη σας και μόνον.

Η ΔΙΕΓΧΕΙΡΗΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΞΥΓΟΝΑΙΜΙΑΣ ΣΕ ΘΩΡΑΚΟΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΜΕ ΑΕΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΕΝΟΣ ΠΝΕΥΜΟΝΑ

Μέτρηση του κνημοβραχιόνιου δείκτη, ΤcPO 2, δακτυλικών πιέσεων. Ιωάννα Ελευθεριάδου Επιστημονικός Συνεργάτης Διαβητολογικό Κέντρο ΓΝΑ Λαϊκό

16 ο Πανελλήνιο Συνέδριο Εντατικής Θεραπείας Αθήνα, Νοεμβρίου 2016 Ίδρυμα Ευγενίδου Ξενοδοχείο Metropolitan

ανακοπής ; Το τριφασικό μοντέλο αντιμετώπισης της ανακοπής ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΗ ΦΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΡΔΙΟΠΝΕΥΜΟΝΙΚΗ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΟΕΓΚΕΦΑΛΙΚΗ ΑΝΑΖΩΟΓΟΝΗΣΗ

Αλληλεπίδραση καρδιάς πνευμόνων

Αναπνευστική ανεπάρκεια

ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΝΑΤΟΜΙΑ - ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΠΝΕΥΜΟΝΕΣ ΠΛΕΥΡΑ ΡΙΝΙΚΗ ΚΟΙΛΟΤΗΤΑ ΣΤΟΜΑΤΙΚΗ ΚΟΙΛΟΤΗΤΑ ΦΑΡΥΓΓΑΣ ΛΑΡΥΓΓΑΣ ΤΡΑΧΕΙΑ ΒΡΟΓΧΟΙ

Η ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ. ΟΙ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΣΤΑ ΓΕΦΥΡΟΠΡΟΜΗΚΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ (2 ο Μέρος) ΚΩΝ/ΝΟΣ ΚΑΛΛΑΡΑΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ

Ενδοκοιλιακή Υπέρταση και Σύνδρομο Κοιλιακού Διαμερίσματος σε Ασθενείς με Τραύμα

ΑΚΡΟΑΣΗ ΤΩΝ ΠΝΕΥΜΟΝΩΝ M. Sion

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΟΣ Δ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ: Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ Χ. Ν.

Ενδείξεις της δοκιμασίας κόπωσης σε παιδιά με χρόνια αναπνευστικά προβλήματα. Θ. Τσιλιγιάννης

Αιμάτωση. Ενότητα 1: Αερισμός και αιμάτωση. Κωνσταντίνος Σπυρόπουλος, Καθηγητής Σχολή Επιστημών Υγείας Τμήμα Ιατρικής

ΔΙΑΧΥΣΗ. Επαμεινώνδας Κοσμάς. Δ/ντής 3ης Πνευμον. Κλινικής ΝΝΘΑ Σωτηρία

ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Σύνδρομο Κοιλιακού Διαμερίσματος. Από την Πρόληψη στην Αναγνώριση και την Αντιμετώπιση

ΠΡΩΊΜΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΕΠΙΚΕΙΜΕΝΗΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΚΟΠΗΣ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΕΠΕΙΓΟΥΣΑΣ ΑΠΟΚΡΙΣΗΣ

ΟΔΗΓΙΕΣ/ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΑ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΑΣΘΕΝΩΝ ΜΕ ΧΝΝ ΣΕ ΕΞΩΝΕΦΡΙΚΗ ΚΑΘΑΡΣΗ*

ΠΑΡΑΚΕΝΤΗΣΗ ΘΩΡΑΚΑ & ΠΑΡΟΧΕΤΕΥΣΗ ΘΩΡΑΚΑ

Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Τμήμα Ιατρικής Εργαστήριο Ακτινολογίας Ιατρικής Απεικόνισης

Transcript:

ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ 37 Επίδραση της Ενδοκοιλιακής Πίεσης στο Αναπνευστικό Σύστημα ΕΙΡΗΝΗ ΟΛΟΚΤΣΙΔΟΥ, ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΚΟΤΖΑΜΠΑΣΗ, ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΛΟΥΚΙΠΟΥΔΗ, ΙΩΑΚΕΙΜ ΠΕΖΗΚΟΓΛΟΥ, ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΖΑΚΟΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΚΙΝΑΣ, ΒΑΡΒΑΡΑ ΦΥΝΤΑΝΙΔΟΥ, ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΡΟΣΟΜΑΝΙΔΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η αύξηση της ενδοκοιλιακής πιέσεως συνοδεύεται από σειρά παθοφυσιολογικών αλλαγών τόσο στα ενδοκοιλιακά όσο και τα εκτός του κοιλιακού διαμερίσματος όργανα, οι οποίες εμφανίζουν θετική συσχέτιση με το βαθμό της ενδοκοιλιακής υπέρτασης. Το αναπνευστικό σύστημα είναι ένα εκ των πρώτων και πιο συχνά επηρεαζόμενων συστημάτων, καθώς τα διαμερίσματα του θώρακα και της κοιλίας επικοινωνούν μέσω του διαφράγματος, με αποτέλεσμα τη μετάδοση πιέσεων από τον θώρακα στην κοιλιά και το αντίστροφο. Η αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης προκαλεί αλλαγές στη μηχανική του αναπνευστικού συστήματος, στο έργο της αναπνοής και στην ανταλλαγή των αερίων. Προάγει την πρόκληση πνευμονικού οιδήματος και προδιαθέτει σε αναπνευστική δυσλειτουργία, έτσι ώστε συχνά οι ασθενείς με ενδοκοιλιακή υπέρταση απαιτούν μηχανική υποστήριξη της αναπνοής. Η ενδοκοιλιακή υπέρταση συχνά συνυπάρχει με σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας (ARDS) ενώ σχετίζεται και με δυσκολία αποδέσμευσης από τον μηχανικό αερισμό. Οι ρυθμίσεις του μηχανικού αερισμού θα πρέπει να τροποποιούνται ανάλογα, ωστόσο η βέλτιστη μηχανική υποστήριξη της αναπνοής σε ασθενείς με ενδοκοιλιακή υπέρταση αποτελεί ακόμα αντικείμενο έρευνας. Λέξεις Κλειδιά: Ενδοκοιλιακή υπέρταση, σύνδρομο κοιλιακού διαμερίσματος, αναπνευστική λειτουργία. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το ενδιαφέρον γύρω από την ενδοκοιλιακή υπέρταση (IAH = Intra-abdominal Hypertension), αυξάνεται συνεχώς με την πρόοδο των ετών, λόγω της σημαντικής επίδρασής της στη φυσιολογία και παθοφυσιολογία του οργανισμού. Με βάση τους σύγχρονους ορισμούς, ενδοκοιλιακή υπέρταση χαρακτηρίζεται η επίμονη ή επαναλαμβανόμενη αύξηση της ενδοκοιλιακής πιέσεως (IAP = Intra-andominal Pressure) άνω των 12mmHg, ενώ η συνεχής αύξησή της σε τιμές >20mmHg, η οποία σχετίζεται με νέα δυσλειτουργία οργάνων, αποτελεί τη βάση του συνδρόμου κοιλιακού διαμερίσματος (ACS = Abdominal Compartment Syndrome). 1 Η εκδήλωση IAH αποτελεί συχνό εύρημα σε βαρέως πάσχοντες χειρουργικούς και μη χειρουργικούς ασθενείς, με τη συχνότητα εμφάνισής της σε ασθενείς κατά την εισαγωγή τους σε Μονάδα Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) να έχει καταγραφεί στο 27-39%, ενώ η αντίστοιχη συχνότητα εμφάνισης ACS κυμαίνεται στο 1-5%. 2-7 Η ΙΑΗ θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψιν, καθώς αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για τη νοσηρότητα και την τελική έκβαση. 8,9 Η αύξηση της IAP προκαλεί παθοφυσιολογικές αλλαγές όχι μόνο στα ενδοκοιλιακά, αλλά και στα εκτός του κοιλιακού διαμερίσματος όργανα. 10 Οι εν λόγω αλλαγές οφείλονται τόσο στη μετάδοση πιέσεων μέσω στενών ανατομικών σχέσεων, όσο και σε έμμεσους μηχανισμούς 11, έτσι ώστε τελικά επηρεάζονται σχεδόν όλα τα οργανικά συστήματα, με δυνητική εξέλιξη σε πολυοργανική δυσλειτουργία. 12 Μάλιστα, φαίνεται ότι η ενδοκοιλιακή πίεση επιδρά στη λειτουργία των εξωκοιλιακών οργάνων και συστημάτων με «δοσοεξαρτώμενο» τρόπο 13, ενώ ακόμα και η «απλή» ενδοκοιλιακή υπέρταση, σε επίπεδα πίεσης μεταξύ των 10 και 20mmHg, μπορεί να επηρεάσει την οργανική λειτουργία, παρά το ότι συνήθως, οι προκαλούμενες σε αυτά τα επίπεδα διαταραχές, δύσκολα διακρίνονται κλινικά. 14 Το αναπνευστικό σύστημα είναι ένα εκ των πρώτων και πιο συχνά επηρεαζόμενων συστημάτων, με επακόλουθα στην καθημερινή κλινική πρακτική. 11

38 ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ Εικόνα 1. Το κοιλιακό διαμέρισμα. Από Malbrain ML et al, Anaesthesiol Intensive Ther. 2014;46: 392-405 (βιβλιογραφία 86) ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΚΟΙΛΙΑΚΟΥ ΘΩΡΑΚΙΚΟΥ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΟΣ Το κοιλιακό διαμέρισμα μπορεί να παρομοιαστεί με κλειστό, σχετικά μη διατατό κουτί, τα τοιχώματα του οποίου προσφύονται προς τα άνω στα πλευρικά τόξα. Αποτελείται από τα σχεδόν άκαμπτα τοιχώματα της πυέλου και της σπονδυλικής στήλης προς τα κάτω και πίσω και τα σχετικά ευένδοτα τοιχώματα των κοιλιακών μυών και του διαφράγματος κοιλιοπλάγια και κεφαλικά 15,16 (εικόνα 1). Η ενδοκοιλιακή πίεση καθορίζεται από δύο βασικά στοιχεία: τον ενδοκοιλιακό όγκο και την ελαστική αντίσταση του κοιλιακού τοιχώματος. 14 Η ελαστική αντίσταση της κοιλίας ουσιαστικά καθορίζεται από την αντίσταση των εύκαμπτων τμημάτων της, δηλαδή των μυϊκών ομάδων του κοιλιακού τοιχώματος και, σε μικρότερο βαθμό, του διαφράγματος. 17 Το θωρακικό διαμέρισμα από την άλλη, περιλαμβάνει το θωρακικό τοίχωμα και τους πνεύμονες. Το θωρακικό τοίχωμα αποτελείται από τον πρόσθιο και οπίσθιο οστικό κλωβό, αλλά και το διάφραγμα. 18 Τα διαμερίσματα του θώρακα και της κοιλιάς, συνδεόμενα μέσω του διαφράγματος, αποτελούν τμήμα του «πολυδιαμερισματικού προτύπου», σύμφωνα με το οποίο τα διάφορα διαμερίσματα του οργανισμού αλληλεπιδρούν μηχανικά μεταξύ τους 19, έτσι ώστε οι μεταβολές του ενός επηρεάζουν το άλλο. Αποτέλεσμα της εν λόγω αλληλεπίδρασης είναι η μετάδοση των ενδοκοιλιακών πιέσεων στο θώρακα και το αντίστροφο. 20 Τα επιμέρους στοιχεία του θωρακοκοιλιακού διαμερίσματος είναι οι πνεύμονες, ο θωρακικός κλωβός, το διάφραγμα και η κοιλιά και εμφανίζουν σύνθετη σύνδεση μεταξύ τους. O θωρακικός κλωβός και το διάφραγμα συνδέονται εν παραλλήλω και αποτελούν μαζί το θωρακικό τοίχωμα ενώ από την άλλη το διάφραγμα συνδέεται εν σειρά με την κοιλιά. 21 (εικόνα 2) Προκειμένου να γίνει κατανοητή η αλληλεπίδραση μεταξύ των διαφόρων τμημάτων του θωρακο-κοιλιακού διαμερίσματος, παρακάτω αναλύεται η μετάδοση των πιέσεων σε αερισμό με θετικές πιέσεις (μηχανικός αερισμός). Η εφαρμοζόμενη, με τον μηχανικό αερισμό, πίεση στους αεραγωγούς (Paw), μεταδίδεται στους πνεύμονες (θεωρούμε ότι η κυψελιδική πίεση Palv ισούται με την Paw σε φάση μηδενικής ροής μετά από περίοδο εξισορρόπησης, η οποία αντιστοιχεί στην πίεση plateau Pplateau), στον υπεζωκοτικό χώρο (ενδοθωρακική/υπεζωκοτική πίεση = Ppl) και στον ενδοκοιλιακό χώρο (IAP). Αντίστοιχα η αύξηση της πίεσης στο κοιλιακό διαμέρισμα (ακόμα και σε τιμές, όπως αυτές που εφαρμόζονται σε λαπαροσκοπικές επεμβάσεις) οδηγεί σε αύξηση των πιέσεων στους αεραγωγούς (εικόνα 3). Η μετάδοση των πιέσεων μεταξύ των διαμερισμάτων και των τμημάτων τους εξαρτάται από τις επιμέρους ελαστικές αντιστάσεις των διαφόρων τμημάτων, αλλά και από τις αρχικές πιέσεις εντός αυτών. 21 ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΠΙΕΣΕΩΝ ΣΤΑ ΤΜΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΘΩ- ΡΑΚΙΚΟΥ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΟΣ Το θωρακικό τοίχωμα και οι πνεύμονες συνδέονται μεταξύ τους σε σειρά. Έτσι, σε στατικές συνθήκες, όπου μηδενί-

ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ 39 Εικόνα 2. Αλληλεπίδραση θωρακικού κοιλιακού διαμερίσματος: Σχηματική απεικόνιση, με διαχωρισμό της ευενδοτότητας (το αντίστροφο της ελαστικής αντίστασης) των διαφόρων επιμέρους τμημάτων: του πνεύμονα (Cl), του θωρακικού κλωβού (Ct), του διαφράγματος (Cdia) και του υπόλοιπου κοιλιακού τοιχώματος (Cab). Με βάση την ευενδοτότητα των διαφορετικών τμημάτων, η εφαρμογή ορισμένης πίεσης στους αεραγωγούς (ΔPaw) θα μεταδοθεί τελικά, μέσω του θώρακα (υπεζωκοτική πίεση ΔPpl = ΔITP) στην κοιλία, προκαλώντας αλλαγή στην ενδοκοιλιακή πίεση (ΔIAP) και το αντίστροφο. Τροποποιημένο από Malbrain M et al, Anaesthesiol Intensive Ther. 2014 N;46:406-32 (βιβλιογραφία 21) Εικόνα 3. Μεταβολές στις πιέσεις αεραγωγών (PIP, Pplat και Pmean) κατά τη διάρκεια πνευμοπεριτοναίου σε λαπαροσκοπικές χολοκυστεκτομές (n=80 ασθενείς). Η μέτρηση 2 είναι μετά την πρόκληση πνευμοπεριτοναίου (12mmHg με εμφύσηση διοξειδίου του άνθρακα), η μέτρηση 11 αμέσως μετά την άρση του πνευμοπεριτοναίου και η μέτρηση 12 στο τέλος της επέμβασης (Βιβλιογραφία 22).

40 ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ζονται οι αντιστάσεις ροής των αεραγωγών, η ελαστική αντίσταση του αναπνευστικού συστήματος (Ers) ισούται με το άθροισμα των ελαστικών αντιστάσεων των πνευμόνων (El) και του θωρακικού τοιχώματος (Ecw) 18 : Ers = El + Ecw (1) Η Paw που απαιτείται για την έκπτυξη του αναπνευστικού συστήματος είναι το άθροισμα των πιέσεων που απαιτούνται για την έκπτυξη των πνευμόνων (διαπνευμονική πίεση - Ptp) και του θωρακικού τοιχώματος (Ppl) 20 : Paw=Ptp+Ppl (2) H διαπνευμονική πίεση, η διατατική δηλαδή πίεση η οποία ανοίγει τις κυψελιδικές μονάδες, εξαρτάται από την εφαρμοζόμενη Paw αλλά και από την αναλογία της ελαστικής αντίστασης των πνευμόνων προς τη συνολική ελαστική αντίσταση του αναπνευστικού συστήματος 21 : ΔPtp = ΔPaw El / Ers (3) Αντίστοιχα, η υπεζωκοτική πίεση εξαρτάται από την εφαρμοζόμενη Paw και από την αναλογία της ελαστικής αντίστασης του θωρακικού τοιχώματος προς τη συνολική ελαστική αντίσταση του αναπνευστικού συστήματος. 21 ΔPpl = ΔPaw Ecw / Ers (4) Από τα παραπάνω γίνεται αντιληπτό ότι η ίδια εφαρμοζόμενη Paw, μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικά διαφορετικές ενδοθωρακικές και διαπνευμονικές πιέσεις, ανάλογα με την αναλογία των ελαστικών χαρακτηριστικών των πνευμόνων και του θωρακικού τοιχώματος, με αντίστοιχες επιδράσεις στην έκπτυξη του πνεύμονα (Ptp) αλλά και στην αιμοδυναμική εικόνα (Ppl). Σε φυσιολογικές καταστάσεις, ο λόγος των ελαστικών αντιστάσεων του θωρακικού τοιχώματος προς εκείνες του αναπνευστικού συστήματος είναι περίπου 0,5, σε πνευμονικό όγκο ίσο με τη λειτουργική υπολειπόμενη χωρητικότητα (FRC = Functional Residual Capacity), καθώς οι ελαστικές αντιστάσεις θωρακικού τοιχώματος και πνευμόνων είναι περίπου ίσες. Έτσι, η εφαρμοζόμενη Paw επιμερίζεται περίπου ισάξια μεταξύ της Ptp και της Ppl. Ωστόσο, αν η αναλογία μεταβληθεί, θα αλλάξει και η επίδραση της Paw στις επιμέρους πιέσεις. Έτσι, αν ο λόγος ελαττωθεί (αυξηθεί δηλαδή η ελαστική αντίσταση των πνευμόνων έναντι εκείνης του θωρακικού τοιχώματος), τότε η ίδια εφαρμοζόμενη Paw θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη Ptp και σε μικρότερη Ppl. Αντίθετα, αν ο λόγος αυξηθεί (μεγαλύτερη ελαστική αντίσταση θωρακικού τοιχώματος σε σχέση με εκείνη των πνευμόνων), η ίδια Paw θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη Ppl και μικρότερη Ptp, κάτι που συνεπάγεται μικρότερη έκπτυξη των πνευμόνων αλλά εντονότερες αιμοδυναμικές επιδράσεις. 18 ΜΕΤΑΔΟΣΗ ΠΙΕΣΕΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΔΙΑΜΕΡΙΣ- ΜΑΤΩΝ ΘΩΡΑΚΑ ΚΟΙΛΙΑΣ Η ισορροπία περιπλέκεται όταν στα τμήματα του θωρακικού διαμερίσματος προστεθεί το διαμέρισμα της κοιλιάς. Σε ένα απλοποιημένο πρότυπο, οι πνεύμονες και ο θωρακικός κλωβός βρίσκονται συνδεδεμένα εν σειρά, με συνολική ελαστική αντίσταση 21 : Etl = Et+El (5), όπου Εt η ελαστική αντίσταση του θωρακικού κλωβού. Σαν σύνολο, οι πνεύμονες και ο θωρακικός κλωβός συνδέονται με το διάφραγμα και το κοιλιακό διαμέρισμα επίσης εν σειρά. Η πρωτογενής μεταβολή της Ppl μεταδίδεται στο κοιλιακό διαμέρισμα και το ποσοστό μετάδοσης καλείται «θωρακο-κοιλιακός δείκτης μετάδοσης» (TAI = thoraco-abdominal index of transmission). Αντιστοίχως, η πρωτογενής μεταβολή της IAP, οδηγεί σε ελαστική παραμόρφωση του διαφράγματος και του συστήματος θωρακικού κλωβού-πνευμόνων και μεταβάλλει την Ppl, ενώ το ποσοστό μετάδοσης καλείται «κοιλιακο-θωρακικός δείκτης μετάδοσης» (ATI = abdomino-thoracic index of transmission). Σε αντιστοιχία με τα προαναφερθέντα, συμπεραίνεται ότι η μετάδοση της IAP στην υπεζωκοτική πίεση θα αντικατοπτρίζεται στη σχέση 21 ΔPpl = ΔIAP x Etl/(Etl+Edia) (6), ενώ λογικά το αντίστοιχο θα ισχύει και για τη μετάδοση της υπεζωκοτικής πίεσης στο κοιλιακό διαμέρισμα, δηλαδή: ΔIAP = ΔPpl x Eaw/(Edia + Eaw) (7) όπου Edia και Εaw η ελαστική αντίσταση του διαφράγματος και των υπολοίπων κοιλιακών τοιχωμάτων αντίστοιχα. Συνεπεία των παραπάνω, με τη μετάδοση των ενδοθωρακικών πιέσεων στην κοιλιά, η ενδοκοιλιακή πίεση μεταβάλλεται κατά τη διάρκεια του αναπνευστικού κύκλου. 23,24 Όπως είναι αναμενόμενο, η εν λόγω μετάδοση είναι περισσότερο εμφανής σε σημαντική αύξηση των ενδοθωρακικών πιέσεων, όπως σε ασθενείς υπό μηχανικό αερισμό, σε εφαρμογή θετικής τελοεκπνευστικής πίεσης (PEEP = Positive End Expiratory Pressure) ή σε παρουσία ενδογενούς PEEP, καθώς και σε περίπτωση ύπαρξης πνευμοθώρακα υπό τάση. 21,24 Αντιστρόφως, η μετάδοση πιέσεων από την κοιλιά προς το θώρακα λαμβάνει χώρα σε οιαδήποτε φυσιολογική (κύηση) ή παθολογική κατάσταση σχετίζεται με αυξημένη IAP, ενώ η μεταβολή στην υπεζωκοτική πίεση που θα προκύψει εξαρτάται από τα ελαστικά χαρακτηριστικά των επιμέρους τμημάτων (διάφραγμα και σύστημα θωρακικού κλωβού-πνευμόνων). 21 Επίσης, η μετάδοση των πιέσεων από την κοιλιά προς το θώρακα εξαρτάται από τη φάση του αναπνευστικού κύκλου και είναι μεγαλύτερη στο τέλος της εισπνοής ενώ μειώνεται κατά την εκπνοή. 25 Με βάση τα αποτελέσματα κλινικών και πειραματικών μελετών, ο ATI κυμαίνεται μεταξύ 25 και 80%, με μέσο όρο περίπου 50%. Επομένως, σε μια προσπάθεια απλούστευσης (ενδεχομένως και υπεραπλούστευσης) των σύνθετων παραπάνω σχέσεων, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι στην πράξη περίπου το 50% της IAP μεταδίδεται στο θωρακικό διαμέρισμα. 20,26

ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ 41 Τελικά, όταν καλούμαστε να απαντήσουμε στο ερώτημα σχετικά με το ποια είναι η συσχέτιση μεταξύ ενδοκοιλιακής πιέσεως και υπεζωκοτικής πιέσεως, θα πρέπει να κατανοήσουμε ποια εκ των δύο μεταβλητών είναι η ανεξάρτητη, καθώς η μεταξύ τους σχέση μεταβάλλεται ανάλογα με το αν η ανεξάρτητη μεταβλητή είναι η ενδοκοιλιακή ή η υπεζωκοτική πίεση. Εξάλλου, η μετάδοση εξαρτάται κάθε φορά από τα ελαστικά χαρακτηριστικά των επιμέρους τμημάτων. 18 Συμπερασματικά, οιαδήποτε μεταβολή της IAP αναμένεται να μεταβάλει τα χαρακτηριστικά του θωρακικού τοιχώματος και των θωρακικών δομών. Όπως θα αναλυθεί παρακάτω, οι κλινικές συνέπειες της κοιλιοθωρακικής αυτής μετάδοσης των πιέσεων μπορεί να είναι σημαντικές. 27 ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΙΣ ΕΛΑΣΤΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Η ενδοκοιλιακή πίεση επηρεάζει τις ελαστικές ιδιότητες του αναπνευστικού συστήματος. Σταθερό εύρημα στις μελέτες σχετικά με την επίδραση της IAP στη μηχανική του αναπνευστικού συστήματος, είναι ότι η αύξησή της συνοδεύεται από χαρακτηριστική ελάττωση της στατικής ευενδοτότητας (αύξηση της ελαστικής αντίστασης) του αναπνευστικού συστήματος 25,28-34 η οποία συνοδεύεται από επιπέδωση και μετακίνηση της καμπύλης πίεσης-όγκου προς τα δεξιά (εικόνα 4). 30-33 Οι Gavrilovska-Brzanov και συν. σε κλινική προοπτική μελέτη παρατήρησης που συμπεριέλαβε 60 ασθενείς υπό μηχανικό αερισμό, βρήκαν ότι τιμές IAP ίσες με 16-20mmHg και 21-25mmHg σχετίστηκαν με ελάττωση της ευενδοτότητας κατά 30% και 60% αντίστοιχα, σε σχέση με τιμές IAP 12-15mmHg. 28 Επίσης, οι Correa Martin και συν. σε πειραματική μελέτη, βρήκαν ότι η εγκατάσταση IAP ίση με 20mmHg, ελάττωσε άμεσα κατά 56% την ευενδοτότητα του αναπνευστικού συστήματος, σε σχέση με την ομάδα ελέγχου. 29 Οι κλινικές μελέτες με επιμερισμό των μεταβολών της μηχανικής του αναπνευστικού συστήματος στα στοιχεία του, είναι λίγες, καθώς απαιτούν άμεση μέτρηση της υπεζωκοτικής πιέσεως ή υποκατάστατου αυτής, συνηθέστερα της οισοφαγείου πιέσεως. Από τα αποτελέσματα των υπαρχόντων κλινικών και πειραματικών μελετών, φαίνεται ότι η ελάττωση της ευενδοτότητας του αναπνευστικού συστήματος που παρατηρείται σε αύξηση της IAP οφείλεται σε ελάττωση της ευενδοτότητας κυρίως του θωρακικού τοιχώματος 25,28-31,33,34 αλλά και των πνευμόνων. 32 Φαίνεται ότι η ευενδοτότητα του θωρακικού τοιχώματος εμφανίζει ισχυρή αρνητική συσχέτιση με την IAP 25, η οποία οφείλεται στην παρακώλυση της διαφραγματικής κίνησης. 30 Μάλιστα, σύμφωνα με τους Gattinoni και συν. η ελαστική αντίσταση του θωρακικού τοιχώματος σχετίζεται με την IAP με τη σχέση 18 : Ecw = 0.47 IAP (cmh 2 O) + 1.43 (8) Τα αποτελέσματα των μελετών για τις μεταβολές στην ευενδοτότητα του πνεύμονα σε σχέση με την IAP είναι διφορούμενα. Σε πειραματική μελέτη, όπου πραγματοποιήθηκε άμεση μέτρηση της υπεζωκοτικής πίεσης, οι Mutoh και συν. έδειξαν ότι η αύξηση της IAP στα 15 cmh 2 O (11,4 mmhg) ελάττωσε κατά 39% την ευενδοτότητα των πνευμόνων στο επίπεδο της FRC, ωστόσο σε μικρότερο βαθμό από την ευενδοτότητα του θωρακικού τοιχώματος, η οποία μειώθηκε κατά 48%. 33 Με το εν λόγω εύρημα συμφωνούν τα αποτελέσματα και άλλων πειραματικών μελετών. 30,34 Ωστόσο, στη μελέτη των Wauters και συν., όπου η IAP αυξήθηκε σταδιακά στα 10, 20, και 30mmHg, διατηρούμενη σε κάθε επίπεδο για 45 λεπτά, ενώ οι ευενδοτότητες του αναπνευστικού συστήματος και του θωρα- Εικόνα 4. Μεταβολές στην ευενδοτότητα του αναπνευστικού συστήματος(crs), του θωρακικού τοιχώματος (CCW), και του πνεύμονα (CL) σε πειραματικό μοντέλο πρόκλησης ενδοκοιλιακής υπέρτασης. Στιγμιότυπο 1:πριν την αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης, 2: μετά την αύξησή της στα 25mmHg (με εμφύσηση ηλίου) και 10: μετά την άρση του πνευμοπεριτοναίου (βιβλιογραφία 32).

42 ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ κικού τοιχώματος ελαττώθηκαν σημαντικά, η ευενδοτότητα των πνευμόνων δε μεταβλήθηκε σημαντικά σε κανένα επίπεδο IAP, αν και υπήρχε τάση ελάττωσής της. Παραταύτα, μετά την κοιλιακή αποσυμπίεση, η ευενδοτότητα του θωρακικού τοιχώματος επέστρεψε στις αρχικές τιμές αναφοράς, ενώ του αναπνευστικού συστήματος παρέμεινε σημαντικά χαμηλότερη από τις αρχικές τιμές της, γεγονός που υποδηλώνει μεταβολή και της μηχανικής του πνεύμονα. Ενδεχομένως, η διάρκεια εφαρμογής της IAH δεν ήταν αρκετή για την εκδήλωση δευτερογενών μεταβολών στους πνεύμονες, οι οποίες πιθανά σχετίζονται με μεταβολή της ευενδοτότητάς τους. 25 Σε κλινική μελέτη, οι Malbrain και συν., μελετώντας 5 ασθενείς υπό μηχανικό αερισμό σε γενική ΜΕΘ, κατέληξαν στο ότι η αύξηση της IAP από 7,4 ± 3,2 σε 15,6 ± 2 mmhg, ελαττώνει την ευενδοτότητα του αναπνευστικού συστήματος, αυξάνοντας την υπεζωκοτική πίεση, χωρίς να επηρεάζεται η ευενδοτότητα του πνεύμονα. 31 Ωστόσο, ο αριθμός του δείγματος είναι πολύ μικρός για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα. Συμπερασματικά, η ενδοκοιλιακή υπέρταση, ιδίως προϊόντος του χρόνου, φαίνεται ότι δύναται να επηρεάσει δευτερογενώς και την ευενδοτότητα των πνευμόνων. Όπως είναι γνωστό, η ευενδοτότητα των πνευμόνων εξαρτάται από την FRC, την πρόκληση ατελεκτασιών και την επιφανειακή τάση. Επίσης, ελάττωση της ευενδοτότητας προκαλείται στις περιπτώσεις αύξησης των πνευμονικών φλεβικών πιέσεων με αύξηση της ποσότητας αίματος στον πνεύμονα 35. Όλοι οι εν λόγω παράγοντες σχετίζονται με την IAH ενώ η ελάττωση των πνευμονικών χωρητικοτήτων, η οποία θα αναλυθεί παρακάτω, μετακινεί επιπρόσθετα τον πνεύμονα σε διαφορετική περιοχή της καμπύλης πίεσης-όγκου, μειώνοντας την ευενδοτότητά του σε όγκους αντιστοιχούντες στον αναπνεόμενο όγκο. 33 ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΗΝ ΚΑΜΠΥΛΗ ΠΙΕΣΗΣ ΟΓΚΟΥ ΤΟΥ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Η ελάττωση της ευενδοτότητας που παρατηρείται με την αύξηση της IAP επηρεάζεται η μορφολογία της καμπύλης πίεσης όγκου του αναπνευστικού συστήματος. Έτσι, η IAH οδηγεί σε επιπέδωση και προς τα δεξιά μετακίνηση της καμπύλης 30-33 (εικόνα 5), με προς τα δεξιά μετακίνηση του κατωτέρου σημείου καμπής (LIP = Lower Inflection Point) και προς τα αριστερά μετακίνηση του ανωτέρου σημείου καμπής (UIP = Upper Inflection Point). 36 Μάλιστα, το LIP εμφανίζει συσχέτιση με τις τιμές της IAP, ιδίως σε καταστάσεις με αυξημένη IAP 31. Όπως θα αναφερθεί παρακάτω, τα δεδομένα αυτά υποδεικνύουν ότι τα επίπεδα IAP ενδεχομένως συσχετίζονται με τη βέλτιστη PEEP σε ασθενείς με IAH υπό μηχανικό αερισμό. ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΙΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΕΡΑΓΩΓΩΝ Η ενδοκοιλιακή υπέρταση επηρεάζει επίσης τις αντιστάσεις των αεραγωγών (Raw). Συγκεκριμένα, όσο αυξάνεται η IAP αυξάνονται και οι αντιστάσεις ροής. Οι Gavrilovska και συν. έδειξαν ότι οι αντιστάσεις των αεραγωγών εμφανίζουν στατιστικώς σημαντική θετική συσχέτιση με την IAP για τιμές μεταξύ 16 και 25mmHg. Σε σχέση με την ομάδα ασθενών με IAP 12-15mmHg, oι αντιστάσεις ροής ήταν 33% και 90% μεγαλύτερες στους ασθενείς με IAP Εικόνα 5. Καμπύλες πίεσης-όγκου του αναπνευστικού συστήματος σε πειραματικό μοντέλο πρόκλησης ενδοκοιλιακής υπέρτασης Α: πρίν την αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης, Β: μετά την αύξηση στα 25mmHg(με την εμφύσηση ηλίου) και Γ: μετά την άρση του πνευμοπεριτοναίου (βιβλιογραφία 32).

ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ 43 Εικόνα 6. Σχέση της αντίστασης των αεραγωγών με τον πνευμονικό όγκο. Η ευθεία γραμμή αναπαριστά το αντίστροφο των αντιστάσεων, την αγωγιμότητα (conductance) των αεραγωγών. Από West JB. Respiratory Physiology: The Essentials. Lippincott Williams & Wilkins, Ninth Edition, 2012. (βιβλιογραφία 35) 16-20mmHg και 21-25mmHg αντίστοιχα. 28 Oι Sprung και συν. παρατήρησαν ότι σε παχύσαρκους ασθενείς που υπόκεινται σε πνευμοπεριτόναιο κατά τη διάρκεια λαπαροσκοπικών επεμβάσεων, οι αντιστάσεις των αεραγωγών αυξάνονται περισσότερο σε σχέση με τους ασθενείς με φυσιολογικό δείκτη μάζας σώματος (BMI=Body Mass Index). 37 Ο μηχανισμός που προκαλεί την αύξηση των Raw φαίνεται να είναι ο εξής: Όπως θα αναλυθεί παρακάτω, καθώς αυξάνεται η IAP, ανυψώνεται το διάφραγμα, μειώνοντας την FRC και οδηγώντας στη δημιουργία ατελεκτατικών περιοχών στις βάσεις των πνευμόνων. Ο πνευμονικός όγκος αποτελεί βασικό ρυθμιστή της διαμέτρου των αεραγωγών (εικόνα 6). Η ελάττωση της διαμέτρου των αεραγωγών και η ελάττωση των διαθέσιμων λειτουργικών αεραγωγών οδηγούν σε μείωση της συνολικής τους διαμέτρου, με αποτέλεσμα αύξηση της Raw. 35 Μάλιστα, οι Da Silva και συν. σε πειραματική μελέτη με χοίρους έδειξαν ότι ενώ η μεμονωμένη ενδοκοιλιακή υπέρταση δεν προκάλεσε σημαντική αύξηση των αντιστάσεων των αεραγωγών, η συνύπαρξή της με οξεία πνευμονική βλάβη (ALI = Acute Lung Injury) οδήγησε σχεδόν σε διπλασιασμό των αντιστάσεων ροής, σε σχέση με την ύπαρξη μόνο ALI. 30 Ενδεχομένως η συσχέτιση αυτή οφείλεται στην ευκολότερη σύμπτωση των αεραγωγών σε έναν πάσχων, σε σχέση με έναν υγιή πνεύμονα, καθώς σε περίπτωση πνευμονικής βλάβης αυξάνεται η χωρητικότητα σύγκλεισης (closing capacity), με αποτέλεσμα να παρατηρείται σύμπτωση αεραγωγών σε υψηλότερους πνευμονικούς όγκους. 38 Στην ίδια μελέτη φάνηκε ότι η εφαρμογή PEEP προλαμβάνει την επαγόμενη από την IAH και την ALI αύξηση της αντίστασης των αεραγωγών 30, εύρημα που συνηγορεί στον μηχανισμό που περιγράφηκε παραπάνω. ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΙΣ ΠΙΕΣΕΙΣ ΑΕΡΙΣΜΟΥ Σταθερό εύρημα στις πειραματικές και κλινικές μελέτες που αφορούν την IAH, ανεξάρτητα από το σχεδιασμό τους, είναι η αύξηση των πιέσεων αερισμού με την αύξηση της IΑP (εικόνα 7). Η αύξηση αφορά τη μέγιστη εισπνευστική πίεση 25,28-30,39-43 αλλά και την πίεση επιπέδου (Pplateau), 25,29,30,32 σε αερισμό ελεγχόμενου όγκου (σταθερής ροής). Οι μελέτες συμφωνούν ότι οι μεταβολές λαμβάνουν χώρα σε αύξηση της IAP άνω των 20mmHg, αλλά ενδεχομένως, σύμφωνα με τους Torquato et al 44, να υφίστανται και με πιο χαμηλή αύξηση της IAP, από τα 8,70±4,48 cmh 2 O (6,6±3,4 mmhg) στα 14,33±4,82 cmh 2 O (10,9±3,66 mmhg). Η αύξηση των πιέσεων είναι αναμενόμενη, καθώς, όπως αναλύθηκε παραπάνω, η IAH σχετίζεται με αύξηση της ελαστικής αντίστασης του αναπνευστικού συστήματος αλλά και με μεταβολές στις αντιστάσεις ροής.

44 ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ Εικόνα 7. Κυματομορφές των πιέσεων των αεραγωγών σε πειραματικό μοντέλο IAH με την εμφύσηση ηλίου στην περιτοναϊκή κοιλότητα. Α: πριν την αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης και Β: μετά την αύξησή της στα 25mmHg. Η επάνω κυματομορφή (Ext. pres) αφορά μετρήσεις με οισοφάγειο μπαλόνι (υπό συνθήκες μηχανικού αερισμού αντιπροσωπεύει την πίεση της υπεζωκοτικής κοιλότητας) (βιβλιογραφία 32). ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΠΝΕΥΜΟΝΙΚΟΥΣ ΟΓΚΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΑΤΕΛΕΚΤΑΣΙΩΝ Η ενδοκοιλιακή υπέρταση φαίνεται να ελαττώνει τους πνευμονικούς όγκους και τις χωρητικότητες, δημιουργώντας ένα πρότυπο διαταραχής περιοριστικού τύπου, με κυριότερη επίδραση αυτή της ελάττωσης της FRC. 33,45-48 Επίσης, η IAΗ επιδεινώνει την ελάττωση των πνευμονικών όγκων και την πρόκληση ατελεκτασιών που σχετίζονται με την εισαγωγή στην αναισθησία. 20 Οι Regli και συν. 38, σε πειραματική μελέτη σε χοίρους, συμπέραναν ότι η αύξηση της IAP σε επίπεδα 16-20mmHg οδήγησε σε ελάττωση της FRC κατά 33 ± 15%. Μάλιστα, όταν η ενδοκοιλιακή πίεση αυξήθηκε σε επίπεδα 24-28mmHg, δεν παρατηρήθηκε περαιτέρω ελάττωση της FRC, γεγονός που αποδίδεται από τους ερευνητές είτε στην αντίσταση του διαφράγματος σε επιπλέον επιμήκυνση και κεφαλική μετακίνησή του είτε σε αντισταθμιστική έκπτυξη των πνευμόνων λόγω έκπτυξης του θωρακικού κλωβού. Στην επίσης πειραματική μελέτη των Mutoh et al, η αύξηση της IAP σε τιμές 15 cmh 2 O (11,4mmHg) συνοδεύτηκε από υποδιπλασιασμό της FRC (ελάττωση κατά 54%) και ελάττωση της ολικής χωρητικότητας των πνευμόνων (TLC = Total Lung Capacity) κατά 37% 33. Η παρουσία θετικής διαπνευμονικής πίεσης είναι απαραίτητη για τη διατήρηση ανοικτών των μικρών αεραγωγών και των κυψελίδων. Στις περιπτώσεις περιοχικού μηδενισμού ή αρνητικοποίησης της Ptp, παρατηρείται σύμπτωση αεραγωγών και πρόκληση ατελεκτασιών. 35 Σε περιπτώσεις IAH, η κεφαλική μετατόπιση του διαφράγματος, καθώς και η παρακώλυση της κίνησής του, οδηγούν σε συμπίεση του πνεύμονα και αύξηση των υπεζωκοτικών πιέσεων. Αποτέλεσμα αυτού είναι η κατά τόπους αρνητικοποίηση της διαπνευμονικής πιέσεως (εξίσωση 2), ιδίως στις βασικές περιοχές και σε χαμηλούς πνευμονικούς όγκους 33, με τελικό αποτέλεσμα τη σύγκλειση μικρών αεραγωγών και την πρόκληση ατελεκτασιών. Η πρόκληση ατελεκτασιών συμβαίνει, βάσει μελετών, ήδη από επίπεδα IAP της τάξης των 12 mmhg και έχει επιβεβαιωθεί μέσω SPECT (single photon emission computed tomography) και MIGET (multiple inert gas elimination technique) 49, με μετρήσεις με αξονική τομογραφία, αλλά και με ιστολογική εξέταση των πνευμόνων. 39,43 ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΗΝ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ ΤΩΝ ΑΕΡΙΩΝ Η ενδοκοιλιακή υπέρταση επηρεάζει την ανταλλαγή των αερίων. Συγκεκριμένα, η πρόκληση ατελεκτασιών από συμπίεση αυξάνει το ενδοπνευμονικό shunt ενώ η συμπίεση πνευμονικών τριχοειδών, ειδικά σε υποογκαιμικούς ασθενείς (ή σε ασθενείς με χαμηλή καρδιακή παροχή), αυξάνει τον αερισμό νεκρού χώρου, έτσι ώστε προκαλούνται διαταραχές αερισμού-αιμάτωσης. 33,50 Η μελέτη των Strang και συν. έδειξε ότι το πνευμοπεριτόναιο της τάξης των 12 mmhg μπορεί στην πραγματικότητα να βελτιώσει τη συνολική σχέση αερισμού-αιμάτωσης στον πνεύμονα, μέσω

ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ 45 ανακατανομής της πνευμονικής αιματικής ροής 49. Στις περισσότερες ωστόσο περιπτώσεις αυξανόμενης IAP οι διαφορές αερισμού - αιμάτωσης φαίνεται να αυξάνονται, με αποτέλεσμα διαταραχές κυρίως στην οξυγόνωση αλλά και στην αποβολή του CO 2. Κυρίως πειραματικές αλλά και κλινικές μελέτες δείχνουν ότι η αύξηση της IAP συνοδεύεται από ελάττωση της οξυγόνωσης και αύξηση της κυψελιδο-αρτηριακής διαφοράς οξυγόνου 28,30,40,41, ήδη με τη λήψη τιμών της τάξης των 15-18mmHg, 34,38 ενώ επιδεινώνει και τις ήδη υπάρχουσες διαταραχές της οξυγόνωσης που παρατηρούνται σε οξεία πνευμονική βλάβη. 30,34,39 Μάλιστα, στη μελέτη των Wauters και συν, οι διαταραχές στην οξυγόνωση δε βελτιώθηκαν άμεσα μετά την αποσυμπίεση, υποδηλώνοντας εγκατεστημένες αλλαγές στην πνευμονική λειτουργία. 25 Εξάλλου, τα παραπάνω ευρήματα φαίνεται να επιδεινώνονται σημαντικά σε περιπτώσεις αιμορραγικής καταπληξίας ή υπότασης. 51 Σε αντίθεση με την οξυγόνωση, η μερική πίεση του CO 2 στο αρτηριακό αίμα (pco 2 ), σε μηχανική υποστήριξη της αναπνοής με αερισμό ελεγχόμενου κατά λεπτό αερισμού, δε φαίνεται να επηρεάζεται σημαντικά σε αύξηση της IAP 25,39,41,43, πλην περιπτώσεων όπου η IAH οφείλεται σε καπνοπεριτόναιο 30, όπου λαμβάνει χώρα ο επιπλέον μηχανισμός της συστηματικής απορρόφησης του CO 2. 47 Σε ασθενείς σε αυτόματη αναπνοή ωστόσο, η ενδοκοιλιακή υπέρταση μπορεί να οδηγήσει σε αναπνευστική δυσλειτουργία και αναπνευστική ανεπάρκεια, με ανάγκη μηχανικής υποστήριξης της αναπνοής. 52 Η ελάττωση της ευενδοτότητας του αναπνευστικού συστήματος που συνοδεύει την ενδοκοιλιακή υπέρταση, σε συνδυασμό με την παρεμπόδιση της διαφραγματικής κίνησης, αυξάνουν το αναπνευστικό έργο, ενώ στην αύξηση αυτή συντελεί και η αύξηση των αντιστάσεων ροής. Για την επίτευξη του ίδιου αναπνεόμενου όγκου απαιτείται μεγαλύτερη εισπνευστική προσπάθεια για την απαιτούμενη αρνητικοποίηση της Ppl. Προκειμένου να ελαττωθεί το καταναλισκόμενο έργο, ο αναπνεόμενος όγκος μειώνεται και αυξάνεται η αναπνευστική συχνότητα 53, όπως συμβαίνει τυπικά σε περιπτώσεις μειωμένης ευενδοτότητας. 35 Η επαγόμενη, μέσω της IAH πρόκληση ατελεκτασιών, επιδεινώνεται από την αδυναμία λήψης μεγάλων αναπνεόμενων όγκων, καθώς η Ptp δε φτάνει σε επίπεδα τέτοια ώστε να επανεκπτυχούν οι συμπεπτωκυΐες κυψελιδικές μονάδες. 33 Οι προκαλούμενες διαταραχές αερισμού-αιμάτωσης οδηγούν αρχικά κυρίως σε υποξυγοναιμία 23, ενώ με την προοδευτική κόπωση των αναπνευστικών μυών και ιδίως του διαφράγματος, ο αερισμός καθίσταται προοδευτικά ανεπαρκής 54, με αποτέλεσμα αύξηση του pco 2 και ανάγκη για μηχανική υποστήριξη της αναπνοής. 4,52 ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΕΝΔΟΚΟΙΛΙΑΚΗΣ ΥΠΕΡΤΑΣΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΠΝΕΥΜΟΝΙΚΟΥ ΟΙΔΗΜΑΤΟΣ Φαίνεται ότι η ενδοκοιλιακή υπέρταση προάγει την ανάπτυξη πνευμονικού οιδήματος, ειδικά σε περιπτώσεις προϋπάρχουσας πνευμονικής βλάβης. Σε πειραματική μελέτη η οποία συμπεριέλαβε 12 χοίρους, βρέθηκε ότι το εξωαγγεικό πνευμονικό υγρό (EVLW = Extravascular Lung Water) υγιών χοίρων υπερδιπλασιάστηκε μετά την εγκατάσταση ενδοκοιλιακής υπέρτασης της τάξης των 30mmHg για 24 ώρες ενώ δε μεταβλήθηκε στην ομάδα ελέγχου. 41 Στην επίσης πειραματική μελέτη των Quintel και συν. φάνηκε ότι σε περιπτώσεις ήδη υπάρχουσας πνευμονικής βλάβης, η συνύπαρξη ενδοκοιλιακής υπέρτασης αυξάνει σημαντικά το ποσό του πνευμονικού οιδήματος. Συγκεκριμένα, η εγκατάσταση ενδοκοιλιακής πίεσης 20 cmh 2 O (15 mmhg) σε πνεύμονες οι οποίοι είχαν αναπτύξει επαγόμενη από ολεϊκό οξύ πνευμονική βλάβη, οδήγησε σε ελάττωση του αέρα εντός των πνευμόνων με ταυτόχρονη υπερδιπλάσια αύξηση της ιστικής μάζας. Συγκεκριμένα, το αντίστοιχα εφαρμοζόμενο πνευμοπεριτόναιο ελάττωσε το ποσό αέρα στους υγιείς πνεύμονες, χωρίς μεταβολή στη μάζα τους. Αντίθετα, στους πνεύμονες με βλάβη από ολεϊκό οξύ, η αύξηση της IAP από τα 0 cmh 2 O στα 20 cmh 2 O, οδήγησε σε αύξηση της επιπλέον ιστικής μάζας (οίδημα), από 30 ± 24% του αρχικού βάρους των πνευμόνων, σε 103 ± 37% 34. Η πειραματική μελέτη των Rezende-Neto και συν. με αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης και ακολούθως αποσυμπίεση του κοιλιακού διαμερίσματος, έδειξε ότι η ενδοκοιλιακή υπέρταση προάγει την ενεργοποίηση και συσσώρευση ουδετεροφίλων στους πνεύμονες και την απελευθέρωση προφλεγμονωδών κυτταροκινών (IL-1b, IL-6, TNF) οι οποίες ενδεχομένως συμβάλλουν στην ανάπτυξη πολυσυστηματικής ανεπάρκειας. Η ιστολογική εξέταση των πνευμόνων αποκάλυψε έντονη φλεγμονώδη διήθηση, πρόκληση ατελεκτασιών και ενδοκυψελιδικού οιδήματος 55, τα οποία αποτελούν μηχανισμούς που εμπλέκονται στην ανάπτυξη οξείας πνευμονικής βλάβης και συνδρόμου αναπνευστικής δυσχέρειας. 4 Τελικά, στη γένεση του οιδήματος φαίνεται να διαδραματίζουν συνεργικό ρόλο η τριχοειδική διαφυγή και η ενδοκοιλιακή υπέρταση. 56 Πιθανές ερμηνείες για τη ροπή προς την πρόκληση πνευμονικού οιδήματος είναι: 1. Αύξηση της συλλογής ενδοκυψελιδικού και διάμεσου υγρού, η οποία προκαλείται με συνδυασμό μηχανισμών. Συγκεκριμένα, η IAH προάγει την αύξηση των καρδιακών πιέσεων πλήρωσης, οδηγώντας σε εξαγγείωση υγρού λόγω διαφοράς πιέσεων. 20,36 Η εν λόγω πρόκληση οιδήματος ενισχύεται μέσω της συνυπάρχουσας πνευμονικής τριχοειδικής διαφυγής, η οποία είναι απότοκος συστηματικής απελευθέρωσης προφλεγμονωδών κυτταροκινών (πχ, IL-6, IL-1, TNF-a) 55,57 και σχετίζεται με την προκα-

46 ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ λούμενη, λόγω της IAH, ελαττωμένη παροχή οξυγόνου στους ιστούς. 4 2. Ελαττωμένη κάθαρση του πνευμονικού οιδήματος μέσω των λεμφικών οδών, καθώς και των πνευμονικών και υπεζωκοτικών τριχοειδών, τα οποία εκβάλλουν στις θωρακικές φλέβες και επηρεάζονται σε περιπτώσεις αυξημένων ενδοθωρακικών πιέσεων. 58,59 Σε περιπτώσεις IAH, ελαττώνεται η λεμφική απορροή. 60 Όταν εξαντληθεί η δυνατότητα κάθαρσης μέσω των λεμφικών αγγείων, το ποσό οιδήματος στον πνευμονικό και σπλαγχνικό διάμεσο χώρο αυξάνεται δραματικά. Το γεγονός αυτό ευνοεί την ανάπτυξη κυψελιδικού αλλά και περιτοναϊκού οιδήματος, με επακόλουθη περαιτέρω αύξηση της IAP. Τελικά οδηγούμαστε σε φαύλο κύκλο, ο οποίος επιδεινώνεται από τον αερισμό με θετικές πιέσεις και την PEEP, που επίσης ελαττώνουν την απορροή λέμφου από τους πνεύμονες, λόγω της μείωσης της καθαρής δια-λεμφικής κλίσης πίεσης. 20,58 Η συσχέτιση της ενδοκοιλιακής υπέρτασης με την ύπαρξη πνευμονικού οιδήματος μπορεί να έχει σημαντικά κλινικά επακόλουθα, τα οποία ωστόσο δεν έχουν ακόμα αποδειχθεί μέσω κλινικών μελετών. Παραταύτα, βάσει των παραπάνω, γίνεται εμφανές ότι η παρακολούθηση της ενδοκοιλιακής πίεσης και η προσπάθεια αποφυγής της αύξησής της στους ασθενείς με οξεία πνευμονική βλάβη ή σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας (ARDS = acute respiratory distress syndrome) και τριχοειδική διαφυγή είναι σημαντική. Για τον ίδιο λόγο συστήνεται, σε περιπτώσεις IAH να παρακολουθείται το EVLW. 26 ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΔΡΟΜΟΥ ΑΝΑΠΝΕΥΣΤΙΚΗΣ ΔΥΣΧΕΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΟΚΟΙΛΙΑΚΗ ΥΠΕΡ- ΤΑΣΗ Οι ασθενείς με ARDS συνήθως ομαδοποιούνται μαζί, ανεξαρτήτως της αρχικής παθολογίας τους. Ωστόσο, ασθενείς με IAH αναπτύσσουν συχνά δευτερογενή οξεία πνευμονική βλάβη (ALI) και ARDS 13 και στην περίπτωση αυτή φαίνεται ότι απαιτούν διαφορετική στρατηγική αερισμού και περισσότερο ειδική αντιμετώπιση σε σχέση με τους ασθενείς με πρωτογενές ARDS, 61,62 έτσι ώστε, η δευτερογενής εμφάνιση ARDS σε ασθενείς με IAH ή ACS, τείνει πλέον να χαρακτηριστεί ως ξεχωριστή νοσολογική οντότητα. 27,63 Συγκεκριμένα, όπως δείχνουν τα αποτελέσματα μελετών, οι ασθενείς με εξωπνευμονικό και πνευμονικό ARDS εμφανίζουν διαφορές στον επιμερισμό των μεταβολών των ελαστικών αντιστάσεων του αναπνευστικού συστήματος, οι οποίες φαίνεται να σχετίζονται με τις τιμές της IAP. Έτσι, εν συγκρίσει με το πρωτογενές ARDS, οι ασθενείς με εξωπνευμονικό ARDS φαίνεται ότι εμφανίζουν αυξημένες ελαστικές αντιστάσεις του θωρακικού κλωβού και υψηλότερες υπεζωκοτικές πιέσεις, οι οποίες μάλιστα έχουν θετική γραμμική συσχέτιση με την IAP, η οποία συνήθως, σε αυτή την ομάδα ασθενών, είναι παθολογικά αυξημένη 61,62, (εικόνα 8). Βέβαια, ο διαχωρισμός περιπλέκεται όταν οι εμπλεκόμενοι μηχανισμοί αλληλοεπικαλύπτοναι. 62 Εικόνα 8. Ελαστική αντίσταση του θωρακικού τοιχώματος σε σχέση με την ενδοκοιλιακή πίεση σε ασθενείς με ARDS πνευμονικής (μαύροι κύκλοι) και εξωπνευμονικής (λευκοί κύκλοι) αρχής. Από Gattinoni L et al, Am J Respir Crit Care Med. 1998 Jul;158(1):3-11(βιβλιογραφία 62)

ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ 47 ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ ΑΕΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΝΔΟΚΟΙΛΙΑΚΗ ΥΠΕΡΤΑΣΗ Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, η IAH επηρεάζει σημαντικά τις μηχανικές ιδιότητες του αναπνευστικού συστήματος, ενώ επιδρά στην FRC και σε ασθενείς με πνευμονική βλάβη προάγει την ανάπτυξη πνευμονικού οιδήματος και την επιδείνωση της βλάβης, έτσι ώστε μπορεί να οδηγήσει στην πρόκληση των επονομαζόμενων «baby lungs». 56 Επίσης, σχετίζεται με δυσκολία αποδέσμευσης από το μηχανικό αερισμό, 4 ενώ και η ίδια η μηχανική υποστήριξη της αναπνοής επιδρά στην ενδοκοιλιακή πίεση 64 και αυξάνει τις πιθανότητες εκδήλωσης IAH. 4 Εξάλλου, στους ασθενείς με IAH μπορεί να συνυπάρχει πρωτογενής, ή συνηθέστερα, δευτερογενής πνευμονική βλάβη. Επομένως, προκειμένου να γίνει κατάλληλη διαχείριση των ασθενών με IAH και ACS, ο μηχανικός αερισμός θα πρέπει να τροποποιείται ανάλογα. Ωστόσο, οι βέλτιστες ρυθμίσεις του, καθώς και οι επιδράσεις του στην αναπνευστική λειτουργία και την αιμοδυναμική εικόνα, δεν έχουν μελετηθεί επαρκώς. 65 Οι σύγχρονοι στόχοι του μηχανικού αερισμού έχουν επεκταθεί, από τη διασφάλιση της ανταλλαγής των αερίων και την ελάττωση του αναπνευστικού έργου, στην επιπρόσθετη αποφυγή επαγόμενης από την ίδια τη μηχανική υποστήριξη βλάβης. 66 Η κλινική πρακτική αποκαλύπτει ότι η εφαρμογή του καθιερωμένου προστατευτικού αερισμού των πνευμόνων, ο οποίος περιλαμβάνει η εφαρμογή χαμηλών αναπνεόμενων όγκων της τάξης των 6mL kg -1 ιδανικού σωματικού βάρους, με ταυτόχρονη ελάττωση της πίεσης Plateau σε τιμές μικρότερες των 30cmH 2 O 67, δεν είναι πάντα εφικτή σε ασθενείς με IAH 68, ενώ, όπως θα αναλυθεί, ενδεχομένως δεν είναι η βέλτιστη τεχνική σε αυτές τις περιπτώσεις. Η βλάβη από υπερδιάταση είναι αποτέλεσμα εκτεταμένου stress στο τέλος της εισπνοής, κυρίως λόγω υψηλών διαπνευμονικών πιέσεων 69. Η εξίσωση Ptp = Paw Ppl καθιστά εμφανές ότι η παρακολούθηση των πιέσεων στους αεραγωγούς δεν αντανακλά απαραίτητα τη διαπνευμονική πίεση, η οποία μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με τις ελαστικές ιδιότητες των πνευμόνων και του θωρακικού τοιχώματος (εξίσωση 3). Επομένως δεν αντικατοπτρίζει τις πραγματικές συνθήκες στα επιμέρους τμήματα του αναπνευστικού συστήματος. Ως εκ τούτου, σε περιπτώσεις IAH, όπου η ελαστική αντίσταση του θωρακικού τοιχώματος επηρεάζεται περισσότερο από εκείνη των πνευμόνων, η εφαρμογή δεδομένων πιέσεων αερισμού, μπορεί να συνοδεύεται από μεγάλη διαφορετικότητα στις προκαλούμενες διαπνευμονικές πιέσεις. Έτσι, για δεδομένη κυψελιδική πίεση, η αύξηση της ελαστικής αντίστασης του θωρακικού τοιχώματος θα οδηγήσει σε αύξηση της Ppl, σε ελάττωση της διαπνευμονικής πιέσεως και άρα και της έκπτυξης των πνευμονικών μονάδων. Το γεγονός αυτό καθιστά προφανή την ανάγκη για εφαρμογή υψηλότερων κυψελιδικών πιέσεων, ενώ ταυτόχρονα η «επιτρεπόμενη» μέγιστη πίεση εντός των κυψελίδων ενδεχομένως να αυξάνεται. 70 Είναι προφανές ότι για την κλινική χρήση της Pplateau ως υποκατάστατου της Ptp θα πρέπει η μεταβολή της Ppl να είναι περιορισμένη, γεγονός που συνήθως δεν υφίσταται στην κλινική πράξη 66 και ειδικά στους ασθενείς με IAH. Ως εκ τούτου, σε περιπτώσεις IAH, τόσο οι επιτρεπόμενες πιέσεις στους χειρισμούς επιστράτευσης, όσο και οι «ασφαλείς» πιέσεις plateau κατά τον μηχανικό αερισμό, θα πρέπει να είναι υψηλότερες από τις συνήθως χρησιμοποιούμενες, προκειμένου να επιτευχθούν εισπνευστικές διαπνευμονικές πιέσεις επαρκώς υψηλές, ώστε να επανεκπτυχθούν οι συμπεπτωκυΐες κυψελίδες. 71 Ιδανικά, για την επιλογή της μέγιστης «επιτρεπόμενης» πίεσης αερισμού θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν η Ptp, για τον υπολογισμό της οποίας απαιτείται η μέτρηση της υπεζωκοτικής (ενδοθωρακικής) πίεσης. Στην ευρεία κλινική πράξη ωστόσο, η μέτρηση της υπεζωκοτικής πιέσεως δεν είναι εφικτή 30. Ως αποδεκτό παρακλίνιο υποκατάστατό της χρησιμοποιείται η μέτρηση της οισοφάγειας πιέσεως 66, η οποία, αν μετρηθεί με ακρίβεια, αντιπροσωπεύει τη μέση ενδοθωρακική πίεση σε όρθια θέση. 69,72 Παραταύτα, και η μέτρηση της οισοφάγειας πιέσεως εμφανίζει δυσκολίες στην εφαρμογή, επηρεάζεται από τη θέση του ασθενούς και αποδίδει μόνο κατά προσέγγιση τις τιμές της υπεζωκοτικής πιέσεως, μη αποδίδοντας ενδεχόμενες ετερογένειές της μεταξύ διαφορετικών πνευμονικών περιοχών. 66,73 Όπως αναφέρθηκε, η ΙΑP μεταδίδεται στο θώρακα και επομένως εμφανίζει συσχέτιση με την Peso. Ως εκ τούτου, ενδεχομένως η IAP αποτελεί χρήσιμο υποκατάστατο της Peso, καθώς η μέτρησή της είναι πιο εύκολα προσεγγίσιμη στην καθημερινή κλινική πράξη. Έτσι, λαμβάνοντας υπόψιν τον κοιλιοθωρακικό δείκτη μετάδοσης (περίπου 50%), ορισμένοι συγγραφείς προτείνουν τον υπολογισμό της μέγιστης επιτρεπόμενης διαπνευμονικής Pplateau (Pplattp) κάνοντας χρήση της μετρούμενης IAP 13,20,56 : Pplat tp = Pplat IAP/2 < 35 cm H 2 O Εφαρμογή PEEP σε IAH. Η πρόκληση ατελεκτασιών από συμπίεση, κυρίως στις βασικές περιοχές των πνευμόνων, που επισυμβαίνει σε αύξηση της IAP, προκαλεί αλλοιώσεις στη μηχανική του πνεύμονα και στην ανταλλαγή των αερίων. Το «ατελεκτατικό τραύμα» αποτελεί βλάβη επαγόμενη μέσω του επαναλαμβανόμενου ανοίγματοςκλεισίματος των κυψελιδικών μονάδων και ενδεχομένως αντανακλά ανεπαρκή διαπνευμονική πίεση στο τέλος της εκπνοής. 69 Η εφαρμογή PEEP θεωρητικά μπορεί να προλάβει την πρόκληση ατελεκτασιών, διατηρώντας θετική τη διαπνευμονική πίεση. Πράγματι, σε πειραματικές μελέτες σε ζώα βρέθηκε ότι η αύξηση της εφαρμοζόμενης PEEP βελτίωσε την ανταλλαγή των αερίων κατά τη

48 ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ διάρκεια καπνοπεριτοναίου 74,75 καθώς και τη μηχανική των πνευμόνων. 30 Ωστόσο, ο ρόλος της PEEP στο μηχανικό αερισμό, ιδίως στους ασθενείς με οξεία πνευμονική βλάβη, παραμένει αντικείμενο αντιπαραθέσεων 38, καθώς η εφαρμογή της μπορεί να έχει διαφορετικές επιδράσεις, ήτοι να βελτιώσει την ευενδοτότητα του αναπνευστικού συστήματος, αυξάνοντας τον αριθμό των εκπτυχθέντων κυψελιδικών μονάδων, να προλάβει το κυκλικό άνοιγμακλείσιμο των κυψελίδων 66, ή αντίθετα, να αυξήσει την ελαστική αντίσταση, εάν οδηγήσει σε υπερδιάταση ήδη ανοικτών περιοχών του πνεύμονα. 62 Η τελική επίδραση εξαρτάται από τον υπερισχύοντα κάθε φορά μηχανισμό. 76 Το εύλογο ερώτημα που προκύπτει επομένως, αφορά τη βέλτιστη τιμή της εφαρμοζόμενης PEEP. Ιδανικά, θα πρέπει να επιλέγεται η PEEP η οποία συνοδεύεται από τη βέλτιστη ευενδοτότητα του αναπνευστικού συστήματος και του πνεύμονα. 65 Έτσι, το επίπεδο της επιλεγόμενης PEEP θα πρέπει να είναι τέτοιο ώστε να αντισταθμίζει την υπεζωκοτική (και ενδοκοιλιακή) πίεση, χωρίς ωστόσο, ει δυνατόν, να υπερδιατείνει τις καλώς αεριζόμενες πνευμονικές μονάδες. 77 Στη βιβλιογραφία αναφέρεται ότι ο προσδιορισμός της βέλτιστης PEEP μπορεί να γίνει με τη δημιουργία καμπύλης πίεσης-όγκου, καθορισμό του LIP και επιλογή PEEP τουλάχιστον ίσης με αυτό, χωρίς ωστόσο να προτείνεται με σαφήνεια η βέλτιστη συσχέτιση της PEEP με το LIP 78-80, ενώ αμφισβητείται κατά πόσο η εν λόγω τεχνική έχει κλινικό όφελος. Εξάλλου, η εφαρμογή στατικής καμπύλης πίεσης-όγκου σε περίπτωση πνευμονικής βλάβης, ενέχει εν γένει κινδύνους, καθώς πνεύμονες με βλάβη είναι επιρρεπείς σε σύμπτωση πνευμονικών περιοχών σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, ακόμα και κατά τους χειρισμούς καταγραφής της καμπύλης, όπου οι εισπνευστικές ροές μειώνονται κατά πολύ. 81 Από την άλλη, η δημιουργία καμπύλης πίεσης-όγκου με βάση την πίεση των αεραγωγών, δε διαχωρίζει, όπως ήδη αναφέρθηκε, τη μηχανική του θώρακα από εκείνη των πνευμόνων. 69 Oι Ranieri και συν. σε κλινική μελέτη με ασθενείς με ARDS έδειξαν ότι τα βέλτιστα επίπεδα PEEP που εμφανίζουν συσχέτιση με το LIP της καμπύλης P-V του αναπνευστικού συστήματος, υπερεκτιμώνται σε ασθενείς με IAH. 61 Ο Malbrain, σε μελέτη σε 22 ασθενείς με ALI 82 και αργότερα σε 5 ασθενείς με ARDS σε ΜΕΘ 31, συμπέρανε ότι υπάρχει σημαντική συσχέτιση μεταξύ της IAP και του LIP σε όλους τους ασθενείς αλλά κυρίως στην ομάδα των ασθενών με δευτερογενές ALI/ARDS και στην υποομάδα των ασθενών με IAP>12mmHg. Βάσει αυτών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ενδεχομένως τα επίπεδα της ενδοκοιλιακής πιέσεως συσχετίζονται με τη βέλτιστη PEEP σε ασθενείς με δευτερογενές ARDS και IAP οι οποίοι βρίσκονται υπό μηχανικό αερισμό. Ωστόσο, οι Regli και συν., οι οποίοι μελέτησαν την επίδραση διαφορετικών επιπέδων PEEP στην αναπνευστική και αιμοδυναμική λειτουργία σε πειραματικό μοντέλο ARDS σχετιζόμενου με IAH, συμπέραναν ότι η εφαρμογή PEEP με βάση την IAP συσχετίστηκε μεν με βελτίωση των σχέσεων αερισμού-αιμάτωσης και αύξηση της ανταλλαγής των αερίων, αλλά η υψηλή συσχέτιση της PEEP με την IAP (PEEP = IAP σε cmh 2 O) συνοδεύτηκε από ελάττωση της καρδιακής παροχής. Αντίθετα, η μέτρια συσχέτιση (PEEP = 0,5 IAP σε cmh 2 O) φάνηκε να αποτελεί αποδεκτό συμβιβασμό μεταξύ των ωφέλιμων αναπνευστικών και των επιζήμιων αιμοδυναμικών επιδράσεων. 83 Οι Malbrain και συν. συστήνουν την επιλογή PEEP σε cmh 2 O ίσου με τη μετρούμενη IAP σε mmhg, καθώς, ο παράγων μετατροπής των cmh 2 O σε mmhg (1,36), προσεγγίζει τον κοιλιακο-θωρακικό δείκτη μετάδοσης: 77 Βέλτιστη PEEP (cmh 2 O) = IAP (mm Hg) Συμπερασματικά, ανεξαρτήτως της IAH, η βέλτιστη PEEP θα πρέπει να επιλέγεται με βάση τη «βέλτιστη» ελαστική συμπεριφορά του αναπνευστικού συστήματος και του πνεύμονα. 65 Η εφαρμογή υψηλής PEEP επί IAH μπορεί να είναι αναγκαία για την αποφυγή αρνητικοποίησης της διαπνευμονικής πίεσης, ειδικά στις βασικές περιοχές του πνεύμονα. Κατά την επιλογή των επιπέδων PEEP ωστόσο θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν, ότι επί IAH, η εφαρμογή υψηλής PEEP αυξάνει περαιτέρω την ήδη αυξημένη Ppl, επηρεάζοντας δυσμενώς την αιμοδυναμική εικόνα και τη λεμφική απορροή 60. Επίσης, αυξάνει και την ενδοκοιλιακή πίεση 62, και κατ επέκταση μπορεί να ενισχύσει τις επιδράσεις της IAP στη λειτουργία των υπολοίπων οργάνων. Επομένως, κατά την επιλογή της εφαρμοζόμενης PEEP θα πρέπει να συνυπολογίζονται και να σταθμίζονται όλες οι παραπάνω επιδράσεις. ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΣΥΜΠΙΕΣΗΣ Οι παραπάνω επιδράσεις της ενδοκοιλιακής πιέσεως στο αναπνευστικό σύστημα αναστρέφονται σε μεγάλο βαθμό με τη χειρουργική αποσυμπίεση του κοιλιακού διαμερίσματος. Έτσι, η χειρουργική αποσυμπίεση της κοιλιάς βρέθηκε να έχει ωφέλιμη επίδραση στη μηχανική του αναπνευστικού συστήματος, ελαττώνοντας τις πιέσεις αερισμού. Επίσης, βελτιώνει την οξυγόνωση, επανεκπτύσσοντας τους πνεύμονες και αυξάνοντας την αναλογία PaO 2 / FiO 2, βελτιώνοντας συνολικά την αναπνευστική λειτουργία σχεδόν άμεσα. 48,61,62,84,85 Μάλιστα, η βελτίωση στην ευενδοτότητα του αναπνευστικού συστήματος και στην οξυγόνωση εμφανίζει θετική συσχέτιση με τον αποσυμπιεζόμενο όγκο. 61 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Η αύξηση της ενδοκοιλιακής πιέσεως επηρεάζει τη μηχανική του αναπνευστικού συστήματος, επιδρώντας στις μηχανικές ιδιότητες κυρίως του θωρακικού τοιχώματος

ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ 49 αλλά και των πνευμόνων, ενώ επιπλέον διαταράσσει την ανταλλαγή των αερίων, προδιαθέτει στην ανάπτυξη πνευμονικού οιδήματος και μπορεί να συνυπάρχει με οξεία πνευμονική βλάβη, συνηθέστερα δευτερογενή. Οι εν λόγω επιδράσεις καθιστούν συχνά αναγκαίο τον μηχανικό αερισμό ενώ επίσης δυσχεραίνουν την αποδέσμευση από αυτόν. Κατά την επιλογή των ρυθμίσεων της μηχανικής υποστήριξης της αναπνοής θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψιν οι τιμές της IAP. H στόχευση σε τιμές Pplateau και PEEP με βάση την IAP αποτελεί μια απλή πρακτική, η οποία ωστόσο ενέχει κινδύνους υπεραπλούστευσης. Σε περιπτώσεις όπου για τη διατήρηση της ανταλλαγής των αερίων απαιτούνται υψηλές πιέσεις αερισμού ή υψηλά επίπεδα PEEP, θα πρέπει να γίνεται σκέψη για χειρουργική αποσυμπίεση της κοιλίας, λαμβάνοντας υπόψιν την κλινική κατάσταση του ασθενούς. Δεδομένου ότι οι υπάρχουσες μελέτες δεν επαρκούν για την εξαγωγή σαφών συμπερασμάτων σχετικά με τις βέλτιστες ρυθμίσεις της μηχανικής υποστήριξης της αναπνοής σε περιπτώσεις IAH, ενθαρρύνεται η σχετική έρευνα. ABSTRACT Effect of intra-abdominal pressure on respiratory system Eirini Oloktsidou, Katerina Kotzampassi, Lambrini Loukipoudi, Ioakeim Pezikoglou, Georgios Kazakos, Dimitrios Ginas, Barbara Fyntanidou, Vasilis Grosomanidis Intra-abdominal pressure increase has an impact both on intra- and extra-abdominal organ function in a dose-dependent way. The respiratory system is one of the most affected, as thoracic and abdominal compartments are directly linked through the diaphragm. As a result there is a pressure transmission from the thorax to the abdomen and vice versa. Intraabdominal hypertension has an impact on respiratory mechanics, work of breathing and arterial blood gases. It has been found to correlate with pulmonary oedema formation and can lead to respiratory compromise, requiring mechanical ventilation. It can coexist with acute respiratory distress syndrome and it predisposes to weaning difficulties. Mechanical ventilation has to be optimally adjusted, although there are still uncertainties regarding the best ventilation strategy in the setting of abdominal hypertension. Key Words: intra-abdominal hypertension, abdominal compartment syndrome, respiratory function ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1) Kirkpatrick AW, Roberts DJ, De Waele J, Jaeschke R, Malbrain ML, De Keulenaer B, Duchesne J, Bjorck M, Leppaniemi A, Ejike JC, Sugrue M, Cheatham M, Ivatury R, Ball CG, Reintam Blaser A, Regli A, Balogh ZJ, D Amours S, Debergh D, Kaplan M, Kimball E, Olvera C; Pediatric Guidelines Sub-Committee for the World Society of the Abdominal Compartment Syndrome. Intra-abdominal hypertension and the abdominal compartment syndrome: updated consensus definitions and clinical practice guidelines from the World Society of the Abdominal Compartment Syndrome. Intensive Care Med. 2013 Jul;39:1190-1206. 2) Dalfino L, Tullo L, Donadio I, Malcangi V, Brienza N. Intra-abdominal hypertension and acute renal failure in critically ill patients. Intensive Care Med. 2008 ;34:707-13. 3) Malbrain ML, Chiumello D, Pelosi P, Bihari D, Innes R, Ranieri VM, Del Turco M, Wilmer A, Brienza N, Malcangi V, Cohen J, Japiassu A, De Keulenaer BL, Daelemans R, Jacquet L, Laterre PF, Frank G, de Souza P, Cesana B, Gattinoni L. Incidence and prognosis of intraabdominal hypertension in a mixed population of critically ill patients: a multiple-center epidemiological study. Crit Care Med. 2005 ;33:315-22. 4) Rastogi P, Iyer D, Aneman A, D Amours S. Intra-abdominal hypertension and abdominal compartment syndrome: pathophysiological and non-operative management. Minerva Anestesiol. 2014 ;80(8):922-32. 5) Reintam A, Parm P, Kitus R, Kern H, Starkopf J. Primary and secondary intra-abdominal hypertension--different impact on ICU outcome. Intensive Care Med. 2008 Sep;34:1624-31. 6) Reintam A, Parm P, Kitus R, Starkopf J, Kern H. Gastrointestinal failure score in critically ill patients: a prospective observational study. Crit Care. 2008;12:R90. 7) Reintam Blaser A, Parm P, Kitus R, Starkopf J. Risk factors for intraabdominal hypertension in mechanically ventilated patients. Acta Anaesthesiol Scand. 2011 May;55:607-14. 8) Deeren DH, Dits H, Malbrain ML Correlation between intra-abdominal and intracranial pressure in nontraumatic brain injury. Intensive Care Med. 2005 Nov;31:1577-81. 9) Malbrain ML. Different techniques to measure intra-abdominal pressure (IAP): time for a critical re-appraisal. Intensive Care Med. 2004 Mar;30:357-71. 10) Malbrain ML. Abdominal pressure in the critically ill. Curr Opin Crit Care 2000; 6:17 29. 11) De Waele JJ, De Laet I, Kirkpatrick AW, Hoste E. Intra-abdominal Hypertension and Abdominal Compartment Syndrome. Am J Kidney Dis. 2011 Jan;57:159-69 12) Schachtrupp A, Toens Ch, Hoer J, Klosterhalfen B, Lawong AG, Schumpelick V. A 24-h pneumoperitoneum leads to multiple organ impairment in a porcine model. J Surg Res. 2002 ;106:37-45. 13) De Laet IE, Ravyts M, Vidts W, Valk J, De Waele JJ, Malbrain ML. Current insights in intra-abdominal hypertension and abdominal compartment syndrome: open the abdomen and keep it open! Langenbecks Arch Surg. 2008 ;393:833-47. 14) De Waele JJ, De Laet I, Malbrain ML. Understanding abdominal compartment syndrome. Intensive Care Med. 2016 ;42:1068-70.

50 ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΙΣΘΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΕΝΤΑΤΙΚΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ 15) Förstemann T, Trzewik J, Holste J, Batke B, Konerding MA, Wolloscheck T, Hartung C. Forces and deformations of the abdominal wall--a mechanical and geometrical approach to the linea alba. J Biomech. 2011 Feb 24;44:600-6. 16) Song C, Alijani A, Frank T, Hanna GB, Cuschieri A. Mechanical properties of the human abdominal wall measured in vivo during insufflation for laparoscopic surgery. Surg Endosc. 2006 Jun;20:987-90. 17) Malbrain ML, Peeters Y, Wise R. The neglected role of abdominal compliance in organ-organ interactions. Crit Care. 2016 ;16;20:67. 18) Gattinoni L, Chiumello D, Carlesso E, Valenza F. Bench-to-bedside review: chest wall elastance in acute lung injury/acute respiratory distress syndrome patients. Crit Care. 2004 ;8:350-5. 19) Malbrain ML, Wilmer A. The polycompartment syndrome: towards an understanding of the interactions between different compartments! Intensive Care Med. 2007 ;33:1869-72. 20) Pelosi P, Quintel M, Malbrain ML. Effect of intra-abdominal pressure on respiratory mechanics. Acta Clin Belg. 2007;62 :78-88. 21) Malbrain ML, De Laet I, De Waele JJ, Sugrue M, Schachtrupp A, Duchesne J, Van Ramshorst G, De Keulenaer B, Kirkpatrick AW, Ahmadi-Noorbakhsh S, Mulier J, Pelosi P, Ivatury R, Pracca F, David M, Roberts DJ. The role of abdominal compliance, the neglected parameter in critically ill patients - a consensus review of 16. Part 2: measurement techniques and management recommendations. Anaesthesiol Intensive Ther. 2014 ;46:406-32. 22) Ουραήλογλου Β. Αντιμετώπιση των αιμοδυναμικών επιπτώσεων του διεγχειρητικού πνευμοπεριτοναίου, με τη χορήγηση υπερτόνου χλωριούχου νατρίου 7,5% ή υδροξυαιθυλοαμύλου 6%, συγκριτική μελέτη. Διδακτορική Διατριβή ΑΠΘ 2010. Διαθέσιμη στο διαδίκτυο https://www.didaktorika.gr. 23) Lee RK. Intra-abdominal hypertension and abdominal compartment syndrome: a comprehensive overview. Crit Care Nurse. 2012 ;32:19-31. 24) Ahmadi-Noorbakhsh S, Malbrain ML. Integration of inspiratory and expiratory intra-abdominal pressure: a novel concept looking at mean intra-abdominal pressure. Ann Intensive Care. 2012 ; 20 :S18. 25) Wauters J, Claus P, Brosens N, McLaughlin M, Hermans G, Malbrain M, Wilmer A. Relationship between Abdominal Pressure, Pulmonary Compliance, and Cardiac Preload in a Porcine Model. Crit Care Res Pract. 2012:1-6. 26) Malbrain ML. Respiratory effects of increased intra-abdominal Pressure. Réanimation. 2007;16:49 60. 27) Malbrain ML. Is it wise not to think about intraabdominal hypertension in the ICU? Curr Opin Crit Care. 2004 ;10:132-45. 28) Gavrilovska-Brzanov A, Nikolova Z, Jankulovski N, Sosolceva M, Taleska G, Mojsova-Mijovska M, Jovanovski-Srceva M, Angusev D, Sazdov D, Brzanov N. Evaluation of the Effects of Elevated Intraabdominal Pressure on the Respiratory Mechanics in Mechanically Ventilated Patients. Macedonian Journal of Medical Sciences. 2013 ; 6:261-65. 29) Correa-Martín L, Párraga E, Sánchez-Margallo FM, Latorre R, López-Albors O, Wise R, Malbrain ML, Castellanos G. Mechanical Intestinal Obstruction in a Porcine Model: Effects of Intra- Abdominal Hypertension. A Preliminary Study. PLoS One. 2016 ;11:e0148058. 30) Da Silva Almeida JR, Machado FS, Schettino GP, Park M, Azevedo LC. Cardiopulmonary effects of matching positive end-expiratory pressure to abdominal pressure in concomitant abdominal hypertension and acute lung injury. J Trauma. 2010 ;69:375-83. 31) Malbrain ML, Deeren D, Nieuwendijk R, et al. Partitioning of respiratory mechanics in intra-abdominal hypertension. Intensive Care Med. 2003;29:85. 32) Γροσομανίδης Β. Η επίδραση του συνδρόμου του κοιλιακού διαμερίσματος, στην καρδιοπνευμονική λειτουργία. Διδακτορική Διατριβή ΑΠΘ 2002. Διαθέσιμη στο διαδίκτυο https://www.didaktorika.gr. 33) Mutoh T, Lamm WJ, Embree LJ, Hildebrandt J, Albert RK. Abdominal distension alters regional pleural pressures and chest wall mechanics in pigs in vivo. J Appl Physiol 1991 ;70:2611-8. 34) Quintel M, Pelosi P, Caironi P, Meinhardt JP, Luecke T, Herrmann P, Taccone P, Rylander C, Valenza F, Carlesso E, Gattinoni L. An increase of abdominal pressure increases pulmonary edema in oleic acid-induced lung injury. Am J Respir Crit Care Med. 2004 ;169:534-41. 35) West JB. Chapter 7. Mechanics of Breathing. How the Lung Is Supported and Moved. In West JB. Respiratory Physiology: The Essentials. Lippincott Williams & Wilkins, Ninth Edition, 2012. 36) Malbrain ML, Deeren D, De Potter TJ. Intra-abdominal hypertension in the critically ill: it is time to pay attention. Curr Opin Crit Care 2005 ;11:156-71. 37) Sprung J, Whalley DG, Falcone T, Warner DO, Hubmayr RD, Hammel J. The impact of morbid obesity, pneumoperitoneum, and posture on respiratory system mechanics and oxygenation during laparoscopy. Anesth Analg. 2002 ;94:1345-50. 38) Regli A, Hockings LE, Musk GC, Roberts B, Noffsinger B, Singh B, van Heerden PV. Commonly applied positive end-expiratory pressures do not prevent functional residual capacity decline in the setting of intra-abdominal hypertension: a pig model. Crit Care 2010;14:R128. 39) Ke L, Tong ZH, Ni HB, Ding WW, Sun JK, Li WQ, Li N, Li JS. The effect of intra-abdominal hypertension incorporating severe acute pancreatitis in a porcine model. PLoS One. 2012;7:e33125. 40) Richardson JD, Trinkle JK. Hemodynamic and respiratory alterations with increased intra-abdominal pressure. J Surg Res. 1976 May;20:401-4. 41) Schachtrupp A, Graf J, Tons C, Hoer J, Fackeldey V, Schumpelick V. Intravascular volume depletion in a 24-hour porcine model of intraabdominal hypertension. J Trauma. 2003 ;55:734-40. 42) Schachtrupp A, Lawong G, Afify M, Graf J, Toens C, Schumpelick V. Fluid resuscitation preserves cardiac output but cannot prevent organ damage in a porcine model during 24 h of intraabdominal hypertension. Shock. 2005 ;24:153-8. 43) Toens C, Schachtrupp A, Hoer J, Junge K, Klosterhalfen B, Schumpelick V. A porcine model of the abdominal compartment syndrome. Shock. 2002 ;18:316-21. 44) Torquato JA, Lucato JJ, Antunes T, Barbas CV. Interaction between intra-abdominal pressure and positive-end expiratory pressure. Clinics (Sao Paulo). 2009;64:105-12. 45) Kron IL, Harman PK, Nolan SP. The measurement of intra-abdominal pressure as a criterion for abdominal re-exploration. Ann Surg. 1984 ;199:28-30. 46) Mutoh T, Lamm WJ, Embree LJ, Hildebrandt J, Albert RK. Volume infusion produces abdominal distension, lung compression, and chest wall stiffening in pigs. J Appl Physiol (1985). 1992 ;72:575-82. 47) Pelosi P, Foti G, Cereda M, Vicardi P, Gattinoni L. Effects of carbon dioxide insufflation for laparoscopic cholecystectomy on the respiratory system. Anaesthesia. 1996 ;51:744-9. 48) Ridings PC, Bloomfield GL, Blocher CR, Sugerman HJ. Cardiopulmonary effects of raised intra-abdominal pressure before and after intravascular volume expansion. J Trauma. 1995 ;39:1071-5. 49) Strang CM, Fredén F, Maripuu E, Hachenberg T, Hedenstierna G. Ventilation-perfusion distributions and gas exchange during carbon dioxide-pneumoperitoneum in a porcine model. Br J Anaesth 2010