ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΣΤΡΟΒΟΛΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ 2016-2017 ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΙΟΥ- ΙΟΥΝΙΟΥ 2017 Μάθημα: Nέα Ελληνικά Τάξη: Β Ημερομηνία: 2/6/2017 Διάρκεια: 2 ώρες Το εξεταστικό δοκίμιο αποτελείται από δύο (2) μέρη και εννιά (9) σελίδες. Γενικές Οδηγίες Να απαντήσεις σε όλα τα μέρη και όλα τα ερωτήματα. Να χρησιμοποιήσεις μπλε στυλό μόνο. Να γράψεις τις απαντήσεις σου σε ξεχωριστό φύλλο εξέτασης που θα σου δοθεί. Απαγορεύεται η χρήση διορθωτικού υγρού ή ταινίας. ΜΕΡΟΣ Α : ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ (ΜΟΝΑΔΕΣ 14) ΚEIMENO 1: Η αξία της φιλίας Φιλία είναι ο ψυχικός δεσμός που αναπτύσσεται μεταξύ δύο ή περισσότερων ατόμων, που στηρίζεται στην αμοιβαία εκτίμηση και αφοσίωση. Η λέξη φιλία προέρχεται σύμφωνα με κάποιους από το φίλος + -ία που σημαίνει: α) αυτός που αγαπούμε, που συμπαθούμε. β) πρόσωπο με το οποίο έχει κανείς δεσμό αμοιβαίας αγάπης και εκτίμησης. Κατ άλλους προέρχεται από το ρήμα φιλώ που σημαίνει αγαπώ. Η φιλία αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα του ανθρώπου. Είναι μια αναγκαιότητα που πηγάζει από την έμφυτη τάση για κοινωνικότητα. Ο άνθρωπος νιώθει την ψυχική ανάγκη να συναναστραφεί με άλλα άτομα με σκοπό να δώσει και να πάρει αγάπη, αλλά και για να βιώσει ποικίλα συναισθήματα, με αποτέλεσμα τη βελτίωση και την καλλιέργεια του ψυχικού του κόσμου. Ο άνθρωπος, όπως είναι φυσικό, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του με προορισμό την Ιθάκη, συναντά δυσκολίες, γι αυτό έχει ανάγκη από αληθινούς φίλους. Ο ειλικρινής φίλος είναι σωστό καταφύγιο σε κάθε τρικυμία, αφού απ αυτόν αντλούμε πάντοτε κουράγιο κι ελπίδα, για να ατενίζουμε με αισιοδοξία το μέλλον. Η φιλία, συνεπώς, συντελεί στη βελτίωση του χαρακτήρα μας. Περιορίζει τον ατομικισμό και εξευγενίζει το ήθος των ανθρώπων. Ικανοποιεί την τάση του ανθρώπου να έρθει σε στενότερη επικοινωνία με άλλα άτομα, να ανακοινώσει τα σχέδιά του και να εκμυστηρευτεί τους φόβους του. Συμβάλλει στην απόκτηση αυτογνωσίας, αφού μέσω της συναναστροφής μπορούμε να γνωρίσουμε τα τρωτά μας σημεία αλλά και τα προτερήματά μας. Δυστυχώς, όμως, ο ανταγωνισμός και το υλιστικό πνεύμα της εποχής μας δεν επιτρέπουν την ανάπτυξη της αληθινής φιλίας. Είναι αλήθεια ότι σήμερα οι περισσότεροι άνθρωποι προσπαθούν με κάθε τρόπο ν αναδειχθούν, να κυριαρχήσουν, για να αποκτήσουν φήμη, γόητρο και περισσότερα χρήματα, λησμονώντας ότι η ειλικρινής φιλία δίνει νόημα και περιεχόμενο στη ζωή μας. Επίσης, τώρα πια οι σχέσεις των ανθρώπων είναι εμπορικές, στηρίζονται στο κέρδος. Επικρατεί το συμφέρον, ο ωφελιμισμός, η ιδιοτέλεια, η υστεροβουλία, η υποκρισία και η αυτοπροβολή. Οι άνθρωποι χρησιμοποιούν μάσκες στη συναναστροφή τους με άλλους και δεν παρουσιάζουν τον πραγματικό τους εαυτό. Τέλος, η έλλειψη ελεύθερου χρόνου, το άγχος, η καχυποψία και ο φανατισμός εξαιτίας των διαφορετικών ιδεολογικών πεποιθήσεων δεν επιτρέπουν την ανάπτυξη φιλικών δεσμών και το πέρασμα από το εγώ στο εμείς. Βέβαια, για να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε πραγματικές φιλίες χρειάζεται: α) ταυτότητα απόψεων, αντιλήψεων, διαθέσεων, β) αμοιβαία εκδήλωση των συναισθημάτων, γ) έλλειψη συμφέροντος και κάθε ιδιοτέλειας, και δ) σεβασμός στην προσωπικότητα του φίλου και γενικότερα στην ανθρώπινη οντότητα. 1
Όταν λοιπόν έχεις φίλους, νομίζεις ότι έχεις θησαυρούς, λέει χαρακτηριστικά ο Μένανδρος και φυσικά δεν έχει άδικο. Η φιλία είναι ανεκτίμητος θησαυρός, γιατί αυξάνει τη χαρά και ελαττώνει τη λύπη. Είναι μια αρετή που συμβάλλει όχι μόνο στην ατομική βελτίωση, αλλά και στην εξυπηρέτηση του γενικού καλού και της προόδου του κοινωνικού συνόλου, επειδή καλλιεργεί σε μας τα ανώτερα συναισθήματα της ανιδιοτέλειας και της αυτοθυσίας. Άννα Κ. Βελεγράκη, Δασκάλα 1ου Δημοτικού Σχολείου Αχαρνών http://www.patris.gr/articles/57450?phpsessid= (Διασκευή) ΚΕΙΜΕΝΟ 2: «ΑΛΗΘΕΙΑ» (Ημερήσια Εφημερίδα Χίου) Ανάρτηση άρθρου: Παρασκευή, 19 Σεπτεμβρίου 2008 Η Φιλία στην Εφηβεία Η φιλία είναι απαραίτητη κατά την περίοδο της εφηβείας, όπου αλλάζουν οι σχέσεις, που έχουμε με την οικογένειά μας. Γι' αυτό τον λόγο οι έφηβοι λένε ότι η φιλία είναι ό,τι πιο σημαντικό έχουν στη ζωή τους. Στην εφηβεία προτιμούμε να περνούμε περισσότερο χρόνο με τους φίλους μας. Αναζητούμε έναν φίλο που να μας ταιριάζει, για να του εμπιστευτούμε τις δυσκολίες μας, να μας στηρίζει και που μαζί του θα περνάμε ευχάριστες στιγμές. Τα κριτήρια, με βάση τα οποία συνήθως διαλέγουμε φίλους, είναι το να έχουμε παρόμοιες αντιλήψεις, αξιοπιστία, υποστήριξη, σταθερότητα, να αντλούμε χαρά, να είμαστε ο εαυτός μας, να συμπληρώνουμε ο ένας τον άλλο, αλλά και να μπορούμε να διαφωνούμε. Θέλουμε να γνωρίζουμε συνομηλίκους και να ανταλλάσσουμε απόψεις για τα ρούχα, τα χτενίσματα και τα ενδιαφέροντά μας. Όλα αυτά μας ενώνουν και μας κάνουν να νιώθουμε πιο δυνατοί. Ταυτιζόμαστε με τους φίλους μας όπως παλιότερα ταυτιζόμασταν με τους γονείς μας. Θεωρούμε πολύ σημαντική την εικόνα που η παρέα δημιουργεί για εμάς. Συχνά προσπαθούμε να είμαστε απόλυτα όμοιοι με τους φίλους μας, για να μη μας απορρίψουν. Όμως μια ομάδα λειτουργεί ακόμη καλύτερα, όταν τα άτομα που την αποτελούν, συμπληρώνουν ο ένας τον άλλο μέσα από τις διαφορές τους. Είναι σημαντικό λοιπόν να βρούμε μια ισορροπία ανάμεσα στην ομοιότητα που θέλουμε να έχουμε με τους φίλους μας και στη μοναδικότητα που έχει ο καθένας μας. Έτσι δημιουργείται μια πραγματική φιλία, που αντέχει στον χρόνο. Βασική αξία στη φιλία είναι να μπορούμε να εμπιστευτούμε τον άλλο και να νιώθουμε ασφαλείς μαζί του. Αν προδώσει την εμπιστοσύνη μας, αυτό είναι οδυνηρό. Χρειάζεται όμως να μη φτάνουμε στο σημείο να προδίδουμε τον εαυτό μας, για να μην προδώσουμε έναν φίλο. Μερικές φορές προκειμένου να μη χάσουμε έναν φίλο κάνουμε πράγματα, που δε θέλουμε. Αντί γι αυτό μπορούμε να εξηγήσουμε τους λόγους που έχουμε μια διαφορετική επιθυμία. Ένας ακόμη κίνδυνος είναι η ζήλια που μπορεί να έχει ένας φίλος μας που θέλει να έχει το αποκλειστικό ενδιαφέρον μας. Αυτό όμως δεν είναι φιλία, αλλά εξάρτηση και φόβος που πρέπει να ξεπεράσουμε. Είναι σημαντικό να διαλέγουμε μόνοι μας τους φίλους μας, γι αυτό δε μας αρέσει να κάνουμε φίλους παιδιά που μας γνωρίζουν οι γονείς μας. Όμως, αν δώσουμε λίγο χρόνο, ίσως και αυτοί μπορεί να γίνουν καλοί φίλοι μας. Αν έχουμε δυσκολία να κάνουμε φίλους, τότε είναι καλό να σκεφτούμε γιατί συμβαίνει αυτό και να μιλήσουμε σε κάποιο έμπιστο ενήλικο. Επίσης, ας μη φοβόμαστε να είμαστε ανοικτοί σε νέα άτομα και να κάνουμε νέους φίλους. Μπορούμε να συμμετάσχουμε σε αθλητικές και πολιτιστικές ομάδες που μας ενδιαφέρουν. Οι φίλοι μερικές φορές είναι αφορμή για καβγάδες μεταξύ γονέων και παιδιών. Οι γονείς μερικές φορές φοβούνται μήπως μέσα από τη συμμετοχή μας σε μια παρέα κάνουμε επικίνδυνα πράγματα ή θεωρούν ότι οι φίλοι δεν είναι αρκετά καλοί. Αυτό μας οδηγεί στο να κάνουμε ίσως κάποιες παρέες κρυφά από τους γονείς και έτσι να νιώθουμε τύψεις. Γι αυτό είναι σημαντικό να έχουμε εμπιστοσύνη στις αξίες και στη διαφορετικότητά μας. Αυτό συμβαίνει γιατί κάποια πρότυπα των γονιών διαφέρουν από των παιδιών. Οι γονείς έχουν αγωνία και είναι δύσκολο να γνωρίζουν ακριβώς πότε να επέμβουν. Θα 2
μπορούσαμε να γνωρίσουμε τους φίλους μας στους γονείς μας. Είναι σημαντικό να έχουμε μια ουσιαστική επικοινωνία με τους γονείς μας, για να μπορούν και εκείνοι να μας κατανοούν. Η πραγματική φιλία μάς δίνει τη δυνατότητα να εμπιστευτούμε, να δεσμευτούμε και να εξελιχθούμε σαν άνθρωποι. Ακόμα και όταν ενηλικιωθούμε, οι φίλοι μπορούν να μας κάνουν να νιώθουμε ασφαλείς και να μας βοηθούν στις δυσκολίες. Οι φιλίες που δημιουργούνται στην εφηβεία συχνά διαρκούν μια ολόκληρη ζωή. Αλίνας Πουλάκη, Κλινικής Ψυχολόγου 1. Ερωτήσεις κατανόησης: (Μον. 2) α) Να γράψεις ποιο είναι το κοινό θέμα των δύο κειμένων. (μον. 0,25) β) Να γράψεις δυο (2) λόγους από το κάθε κείμενο, για τους οποίους η φιλία είναι σημαντική στη ζωή των ανθρώπων. Να γράψεις τον αριθμό του κειμένου από το οποίο πήρες τις πληροφορίες. (μον. 1) γ) Να χαρακτηρίσεις το ύφος του κειμένου 2 και να αιτιολογήσεις την απάντησή σου κάνοντας αναφορά στο γραμματικό πρόσωπο και το λεξιλόγιο του κειμένου. (μον. 0,75) 2. Οργάνωση κειμένου (Μον. 1) α) Να γράψεις τις λεπτομέρειες της 4 ης παραγράφου «Η φιλία, συνεπώς και τα προτερήματά του» του κειμένου 1. (μον.0,25) β) Να γράψεις έναν πλαγιότιτλο για την 4 η παράγραφο του κειμένου 1. (μον.0,25) γ) Στο κείμενο 1 να βρεις και να γράψεις τη λέξη με την οποία συνδέονται η τρίτη με την τέταρτη παράγραφο. Επιπρόσθετα, να γράψεις μια άλλη λέξη ή φράση, με την οποία θα μπορούσες να αντικαταστήσεις την πιο πάνω λέξη, χωρίς να αλλοιωθεί το νόημα του κειμένου. (μον. 0.5) 3. Μορφοσυντακτικά Φαινόμενα (Μον. 2) α) Να γράψεις το υποκείμενο του υπογραμμισμένου ρήματος της πιο κάτω πρότασης που βρίσκεται στο κείμενο 1 και να προσδιορίσεις τη μορφή του. (μον. 0,5) «Ο άνθρωπος νιώθει την ψυχική ανάγκη να συναναστραφεί με άλλα άτομα με σκοπό να δώσει και να πάρει αγάπη». β) Να γράψεις τα αντικείμενα του υπογραμμισμένου ρήματος της πιο κάτω πρότασης που βρίσκεται στο κείμενο 1 και να δηλώσεις ποιο είναι το άμεσο και ποιο το έμμεσο αντικείμενο. (μον.0,5) «επειδή καλλιεργεί σε μας τα ανώτερα συναισθήματα της ανιδιοτέλειας και της αυτοθυσίας». γ) Να γράψεις τον μονολεκτικό τύπο του συγκριτικού και απόλυτου υπερθετικού βαθμού του επιθέτου ασφαλείς που βρίσκεται στο κείμενο 2. (μον.0,5) δ) Να γράψεις (i) το ρήμα φοβούνται (Κείμενο 2) στον αόριστο και (ii) το ρήμα οδηγεί (Κείμενο 2) στον παρακείμενο, χωρίς να αλλάξεις το πρόσωπο, τον αριθμό και τη φωνή του ρήματος. (μον.0,5) 3
4. Λεξιλογικές Ασκήσεις: α) Να γράψεις το β συνθετικό της λέξης χρησιμοποιούν. (μον.0,25) (Μον. 1) β) Να σχηματίσεις μια νέα σύνθετη λέξη, κρατώντας ίδιο το β συνθετικό που έγραψες πιο πάνω. (μον.0,25) γ) Να γράψεις το α συνθετικό της λέξης καταφύγιο. (μον.0,25) δ) Να σχηματίσεις μία νέα σύνθετη λέξη χρησιμοποιώντας το α συνθετικό που έγραψες πιο πάνω. (μον.0,25) 5. Παραγωγή επικοινωνιακού λόγου ( 8 μον.) Να γράψεις ένα άρθρο για την εφημερίδα του σχολείου σου, στο οποίο θα εξηγείς γιατί οι φίλοι είναι απαραίτητοι στη ζωή σου και με ποια κριτήρια τους επιλέγεις. (220 250 λέξεις περίπου) ΜΕΡΟΣ Β : ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ (ΜΟΝΑΔΕΣ 6) ΚΕΙΜΕΝΟ 1 Ο : O Κωνσταντής Μόλις το φανάρι γινόταν πράσινο και τ αυτοκίνητα χιμούσαν, το παιδί έτρεχε στον κάθετο δρόμο. Πλησίαζε το τζάμι του οδηγού με την πραμάτεια στα χέρια του, χαρτομάντιλα, σαπούνια, στιλό, η κυρία Δέσποινα δεν μπορούσε να διακρίνει τι πουλούσε το παιδί, η απόσταση από τη διασταύρωση των φαναριών ως το ισόγειο διαμέρισμά της ήταν αρκετή. Μερικοί οδηγοί άνοιγαν το παράθυρο και του διναν το κατιτί τους κι αμέσως έκλειναν το τζάμι βιαστικά για να γλιτώσουν από την ενοχλητική παρουσία του αγοριού παρά για ν αποφύγουν τη σιγανή βροχή που έπεφτε από το πρωί. Το παιδί κοιτούσε λαίμαργα τις σακούλες των σούπερ μάρκετ στα πίσω καθίσματα, τα κουτιά με τα παιχνίδια, τα κόκκινα βελουδένια αβγά, τα σοκολατένια λαγουδάκια κι αυτό το βλέμμα προξενούσε αμηχανία και δυσαρέσκεια στους οδηγούς. Μεγάλο Σάββατο, κρύο και βροχερό, κι η κυρία Δέσποινα ξεχνούσε τη μοναξιά της κοιτώντας την κίνηση του δρόμου. Το αγόρι ήταν καινούριο στην πιάτσα των φαναριών, ως χθες ζητιάνευαν τσιγγάνες με μωρά στην αγκαλιά. Ξανθούλικο και λιγνό, φορούσε μπλουζάκι καλοκαιρινό, Αλβανάκι θα ήταν σίγουρα, κοντά στα δώδεκα. Βράδιασε, άναψαν τα φώτα, το κρύο κι η βροχή δυνάμωσαν, αραίωσε κι η κίνηση στους δρόμους. Το αγόρι μάζεψε την πραμάτεια του και πήρε την οδό Αγίου Δημητρίου. Όταν έφτασε στον αριθμό 12, χώθηκε στην είσοδο της πολυκατοικίας, για να προφυλαχτεί από τη δυνατή βροχή. Η κυρία Δέσποινα άνοιξε την πόρτα του ισογείου και είδε το αγόρι να κάθεται στα σκαλιά μετρούσε την είσπραξη της μέρας, πενηντάρικα και λίγα κατοστάρικα. Η καρδιά της λαχτάρησε. Το παιδί ήταν ίδιος ο Αντωνάκης, ο εγγονός της. Είχε τα ίδια ξανθά μαλλιά, τα ίδια καταγάλανα 4
μάτια, μόνο το πρόσωπό του ήταν αδύνατο και κακοπαθημένο, του Αντωνάκη δεν του έλειπε τίποτα εκεί πέρα στην πλούσια Βαλτιμόρη που ζούσε με τους γονείς του. Έλα μέσα να ζεσταθείς, του είπε η γυναίκα. Το παιδί την κοίταξε καχύποπτα και ψυχρά, ποιος ξέρει τι είχαν δει τα μάτια του ολημερίς στο δρόμο και πόσα είχε διδαχτεί από τη «φιλανθρωπία» των ανθρώπων. Θες όμως το καλοσυνάτο πρόσωπο της κυρίας Δέσποινας, η μυρωδιά της μαγειρίτσας, αλλά κυρίως η ζεστασιά που έβγαινε από το διαμέρισμα παραμέρισαν τους φόβους και τους δισταγμούς του. Πώς σε λένε;, το ρώτησε. Κώτσο, δηλαδή Κωνσταντή Κι από πού είσαι, Κωνσταντή; Από την Αλβανία, από το Μπεράτι Κι οι γονείς σου; Τους μάζεψαν την περασμένη βδομάδα οι κλούβες της Αστυνομίας και τους έστειλαν πίσω στην Αλβανία. Κι εσύ πού μένεις τώρα; Όπου να ναι Στις οικοδομές, στα παγκάκια του Ηλεκτρικού Πεινάς; Έφαγα ένα κουλούρι το πρωί, αλλά τώρα πεινάω Πήγαινε στο μπάνιο να πλυθείς, θα σου φέρω ρούχα ν' αλλάξεις κι ύστερα θα σου βάλω να φας Άνοιξε η κυρία Δέσποινα την ντουλάπα και βρήκε εσώρουχα, μια αθλητική φόρμα, παπούτσια. O Αντωνάκης σε κάθε ταξίδι άφηνε στο σπίτι της γιαγιάς όσα ρούχα δε χωρούσαν στις βαλίτσες του. Ύστερα, η γυναίκα έφερε στο τραπέζι ψωμί, χαλβά, ελιές, ταραμοσαλάτα, φρούτα. O Κωνσταντής, αφού πλύθηκε, ντύθηκε, κάθισε στο τραπέζι και δεν άφησε ούτε ψίχουλο. Χορτασμένος και ζεσταμένος βολεύτηκε στον καναπέ, μπροστά στην ανοιχτή τηλεόραση. Νανουρισμένος από τη μουσική έγειρε στα μαξιλάρια και τον πήρε ο ύπνος. Σε λίγο χτύπησε η καμπάνα της εκκλησίας. Η κυρία Δέσποινα πήρε τη λαμπάδα της κι έκλεισε πίσω της την πόρτα σιγανά, για να μην ξυπνήσει τον Κωνσταντή. Η βροχή είχε σταματήσει, το φεγγάρι, ασημένιο, κυνηγιόταν με τα σύννεφα στον ουρανό. Χριστός Ανέστη, έψαλε ο παπάς κι η κυρία Δέσποινα για πρώτη φορά δεν κάθισε ως το τέλος της λειτουργίας. Βιαζόταν να γυρίσει σπίτι της, να τσουγκρίσει τα κόκκινα αυγά με τον Κωνσταντή, να φάνε μαζί τη μαγειρίτσα Λ. Ψαραύτη, Η εκδίκηση των μανιταριών, Άγκυρα *πραμάτεια: (ευτελές, ασήμαντο) εμπόρευμα 5
ΚΕΙΜΕΝΟ 2 Ο : Για ένα παιδί που κοιμάται Νύχτα. Η κίνηση αραιή στη λεωφόρο. Μες στο κλειστό, το φωτισμένο εργοστάσιο, Οι μηχανές, αποσταμένες* μα άγρυπνες, Επιβλέπουν σαν άκακοι γίγαντες Τον ύπνο του μικρού. Στριμωγμένος Κοντά στη σκάρα του ατμού,* Με του αδερφού του το παλτό σκεπασμένος Ξεκουράζεται. Όλη τη μέρα δουλεύει στα φανάρια* Σκουπίζει τζάμια βιαστικά με το κόκκινο. Εισπράττει κέρματα ή την εύλογη* αγανάκτηση. Περιμένει το επόμενο φανάρι. Τίμια κερδίζει έτσι το ψωμί Και το μερίδιο του νυχτοφύλακα, Που τον αφήνει να κοιμάται εκεί μέσα. Τα χιονισμένα βουνά της πατρίδας του, Τα χέρια της μάνας του που τύλιγαν γύρω του Γυναίκειο μαντίλι για το κρύο, Το δάσκαλο που πληρωνότανε με γάλα Μόλις θυμάται. Θυμάται κάτι ελληνικά από το στόμα του, Που τώρα εδώ ακούγονται αλλιώτικα. Όχι σαν βότσαλα γυαλιστερά μεγάλης θάλασσας, Όχι σαν ποδοβολητό του αλόγου Ενός ανίκητου στρατηλάτη,* Αλλά να, σαν τα κέρματα στην τσέπη, Σαν το φτύσιμο στο βλέμμα του πελάτη. Καμιά φορά πιο εγκάρδια Σαν τούτο δω το βουητό της σκάρας, Που όλο ανεβάζει το θερμό ατμό. Δ. Χ. Χριστοδούλου, Το κυπαρίσσι των εργατικών, Καστανιώτης * αποσταμένες: κουρασμένες * σκάρα του ατμού: τεχνική κατασκευή σε σχήμα σχάρας, απ' όπου βγαίνουν οι θερμοί ατμοί των μηχανών * φανάρια: φωτεινοί σηματοδότες * εύλογη: δικαιολογημένη, αναμενόμενη * στρατηλάτης: ο αρχηγός του στρατού, ίσως έμμεση αναφορά στον Μ. Αλέξανδρο 6
ΚΕΙΜΕΝΟ 3 Ο : Το παιδί με τα κεράκια Τετάρτη του Πάσχα είναι ούτε Δευτέρα, ούτε Τρίτη οι υποχρεώσεις για πανηγυρισμούς, για ευχάριστα, πασχαλινά, αναστάσιμα, μπορούν και να έχουν κάπως υποχωρήσει. Προτού λοιπόν ξεμακρύνουμε οριστικά από τις γιορτές, ας ρίξουμε μια τελευταία ματιά κατά πίσω. Να ιδούμε πού σκαλώνει, τι την συγκράτησε περισσότερο. Αυτό που θα τη συγκράτησε περισσότερο έχει και όλες τις πιθανότητες να είναι το πιο δυνατό «βίωμα» 1 για να μεταχειριστούμε μια λέξη με πολλή σήμερα πίστωση που μας πρόσφερε η ευωδιαστή παρένθεση των άγιων ημερών. Μεγάλη Παρασκευή βράδυ. Σε μια άκρη της πλατείας που απλώνεται ολόγυρα σε κάποιαν από τις κεντρικές εκκλησίες της Αθήνας, ένα πιτσιρίκι, μια μπουκίτσα άνθρωπος, έχει στήσει το υπαίθριο «μαγαζί» του. Πουλάει κεράκια. Της δραχμής 2 κεράκια, πάνω σ ένα στρωμένο χαρτί, γύρω και μέσα σ ένα κουτί χαρτονένιο. Ο μικρούλης διαλαλεί την πραμάτεια του με τη φωνή των παιδιών, που είναι δυνατή και καθαρή. Πάρτε, πάρτε, πάρτε! Εδώ το φτηνό μαγαζί. Γελάς, ή δεν γελάς καν, και περνάς. Αν το φέρει όμως η περίσταση και σταθείς για να ιδείς που θα βγάλουν τον Επιτάφιο, ας πούμε τότε ξεκρίνεις 3 λίγο λίγο άλλα πράγματα. Ξεκρίνεις πρώτα πρώτα την περίεργη συνομοταξία έμβιων όντων όπου ανήκει το παιδάκι με τα κεράκια. Δεν είναι το κανονικό παιδί, τ αγοράκι των εφτά χρονών, όπως τ άκουσες να προσδιορίζει αυτό το ίδιο, θεωρητικά, την ηλικία του, στην περαστική κυρία που το ρώτησε για μια στιγμή παραξενεμένη. Είναι ένα πλασματάκι με ελαττωματική διάπλαση, ρουφηγμένο από μέσα, στερημένο, ολοφάνερα λειψό στο ζύγι. Ένα κεφαλάκι χωμένο σαν περίτρομο ανάμεσα στους στενούς ώμους, δύο ποδαράκια λιωμένα, σκελετωμένα, μια ματιά υποταγμένη, άφεγγη, δειλιασμένη, που θέλει όμως να ζήσει, να μη σβήσει, και πεταρίζει γύρω ανήσυχη. Το παιδάκι με τα κεράκια διαλαλεί την πραμάτεια του και σύγκαιρα παίζει μέσα στις χουφτίτσες του πέντ έξι δραχμές, δεκάρες, εικοσαράκια, την είσπραξη της βραδιάς. Έχει κι ένα σουσαμένιο κουλούρι, ακουμπισμένο πάνω στο στρατσόχαρτο της «βιτρίνας» του, που το πασπάλισε η σκόνη. Κάθε τόσο παίρνει το κουλούρι, το δαγκώνει με απληστία, με απόλαυση. Καταλαβαίνεις πως αυτή η λιχουδιά αντιπροσωπεύει μιαν ασυνήθιστη θυσία, που τη δικαιολογεί μόνο το εξαιρετικό της βραδιάς. Ο μικρός κύκλος, που σχηματίστηκε κάποια στιγμή γύρω, σου υπέβαλλε παρήγορες σκέψεις για την ευαισθησία των ανθρώπων, για το καλό, σε τελευταία ανάλυση, ψυχικό τους υπόστρωμα. Ερωτήσεις τρυφερές, ή χαϊδευτικά αστειευόμενες εκφράσεις συμπάθειας, ματιές που ανταλλάσσονται ανάμεσα στους θεατές γεμάτες νόημα, συμπόνια, ενισχύσεις πρόθυμες του αναιμικού ταμείου. Μια κυρία, ευνοημένη με φυσική ευφράδεια 4, σκάρωσε στα πεταχτά μια σύντομη διάλεξη φιλανθρωπικού περιεχομένου. Την απάγγειλε με ωραία πεποίθηση, στους τυχαίους ακροατές της. Δεν έλειψε και ο περαστικός φωτορεπόρτερ, που απαθανάτισε δις 5 το παιδάκι με τα κεράκια. Πιο ψηλά το κεφάλι σου! Όχι, μην κοιτάς τον φακό! Να κάνεις πως μετράς τα λεφτά σου. Σκύψε, ντε! Όχι, μη σκύβεις! 7
Ισάριθμοι αυτοσχέδιοι 6 σκηνοθέτες ρύθμιζαν την λήψη, και το μικρό είχε ζαλιστεί, δεν ήξερε τι να πρωτοκάνει, ποιον ν ακούσει, συμμορφωνόταν με του καθενός το πρόσταγμα, με κάτι μικρά, σπασμωδικά τινάγματα λαβωμένου πουλιού. Τσιροπούλι άλλωστε ήταν, πεσμένο εκεί στην άσφαλτο, στη σκόνη του δρόμου, να τσιμπολογήσει λίγα σουσαμάκια κι έπειτα να φύγει, να φτερακίσει, να το πιει στην απεραντοσύνη της η νύχτα της πρωτεύουσας, η μυρωμένη από λιβάνια και βιόλες. Καχεξία όχι παθολογική. Μια άλλη καχεξία, φρικτή, της φτώχειας, κάτι παρακάτω: της αθλιότητας, αυτή είναι η εικόνα που σου παρουσίαζε το παιδί. Στο κορμάκι αυτό δεν είχαν κυκλοφορήσει βιταμίνες, χυμοί, υλικά αναγκαία για το κανονικό πλάσιμο ενός ανθρώπου. Και το ψωμί λειψό και το λάδι. Οι συμπονετικές κυράδες του φιλοθεάμονος κοινού πιάσανε να συζητούν για την απονιά των γονέων που ρίξανε στο πεζοδρόμιο το έρημο παιδί να κτυπηθεί πρόωρα με τη ζωή, να βγάλει το ψωμί του, για τη στοργή που θα του λείπει, για το χάδι που δεν θα γνώρισε ποτέ. Απόμειναν με τη μιλιά στο στόμα. Κάπου από το σκοτάδι, είχε ξεπροβάλει τώρα μια άλλη ύπαρξη, που ζύγωσε το παιδί να το εφοδιάσει με νέα κεράκια. Και η άλλη αυτή ύπαρξη τα έλεγε όλα άφωνα, με τη θωριά της, δεν χρειαζότανε σχόλια και επεξηγήσεις: Ένας ανθρωπάκος νέος ήταν, τρισάθλιος, λιωμένος κυριολεχτικά μέσα στ αποφόρια του, που έπλεαν 7, κίτρινος σαν το κερί, λείψανο περιφερόμενο. Δύο μάτια του είχαν απομείνει μόνο ζωντανά, μαύρα, απελπισμένα μάτια. Ο πατέρας. Τότε έγινε γύρω ασυναίσθητα, μια σιωπή. Ας ελπίσουμε σιωπή σεβασμού. Ένας μονάχα άνοστος, νόμισε πως κάτι θα διορθώσει : Πληροφόρησε τον άνθρωπο πως είχανε φωτογραφήσει το παιδί του, θα το βάζανε και στις εφημερίδες. Εκείνος αποκρίθηκε κοιτάζοντας στο κενό μ ένα απροσδιόριστο χαμόγελο: Καλά κάνανε. Να βλέπουνε τα χάλια τους. Το είπε σχεδόν άφωνα, σαν μέσα του. Ήταν η μονολογική τάση του μαθημένου ν απευθύνεται στο κενό. Να τα βλέπουν τα χάλια ποιοι ; Και να νιώσουν τι ; Ο αοριστολόγος πληθυντικός ήταν και βαρύς από πρόθεση και τραγικός από επίγνωση ματαιοπονίας. Οι θεατές, βρίσκοντας τη σκηνή τώρα πια να παρατραβάει, άρχισαν να σκορπίζουν. Ήρθε πάνω σ αυτά και η μάνα, μια γυναικούλα το ίδιο καχεκτική, πικραμένη, με τα ξεγοφιασμένα παπούτσια της, το ψηλό μαντήλι της γύρω στο κεφάλι. Πούλαγε κι αυτή κεράκια. Τους κοίταζες και τους δύο γονιούς κι αναρωτιόσουν πού τη βρήκανε τη δύναμη τα δύο τούτα ναυάγια, να βγάλουν παιδί. Σε ποια ανθρωπότητα ανήκαν τα τρία τούτα πλάσματα; Ένα τέταρτο πλάσμα, που τα ζύγωσε σε λίγο πουλώντας και εκείνο κεράκια, γνώριμος, φίλος, γείτονας, συγγενής του άντρα; ολοκλήρωσε τον πίνακα. Ήταν η παράγκα, η πείνα, η ανεργία, η έσχατη εξαθλίωση, η πλάση εκείνη που δεν τη βλέπεις στο φως της ημέρας, στους συχναζόμενους δρόμους, ανάμεσα στο σύννεφο της κούρσας, της μακαριότητας, και που σου προξενεί έναν αθέλητο αποτροπιασμό, γιατί κατεβάζει την ανθρωπότητα στο σκουλήκι, την κοινωνία στον εφιάλτη, κάνει τη ζωή πληγή κακοφορμισμένη, μολυσμένη, θανάσιμη. Στον αέρα χαμοπετούσε η Μεγάλη Παρασκευή τ αρώματα της κρυφής άνοιξης, το πάθος του Λυτρωτή. Οι άνθρωποι ένιωθαν μιαν αόριστη διάθεση αγαθοεργίας. Την ανάγκη να γίνουν καλύτεροι. Κάτι τέτοιες βραδιές, τα ηθικά παραγγέλματα κυκλοφορούν στον αέρα, τ αναπνέεις θέλοντας και μη. Τέτοια και η διάθεση των περαστικών που στάθηκαν γύρω στο αδικημένο παιδάκι, το συμπόνεσαν, το μικροσυνέτρεξαν. Και σκόρπισαν. Στα μάτια τους, καθώς έφευγαν, το έβλεπες πως κιόλας είχαν αρχίσει να ξεχνάνε. Ο νους τους γύριζε αλλού. 8
Έτσι είναι. Η συμπόνια μας, καλοπροαίρετη, παρήγορη, δεν έχει βάθος και συνέπεια. Η ανθρωπιά μας δεν είναι αρκετά δυνατή, για να οργανωθεί σε πράξη, ν αποσείσει 8 το βάρος της κακής συνήθειας, ν αναθεωρήσει τη ζωή, τον κόσμο, να ξεσηκώσει την συνείδηση, να φουσκώσει σ αγανάκτηση, σε δημιουργικό πάθος. Επιπόλαια είναι κι εξανεμίζεται. Κι απορούμε ύστερα που ο κόσμος έχει γίνει άνω κάτω, παραξενευόμαστε που ζούμε δίχως τη γεύση του αύριο. Δεν ξέρω, μπορεί καθώς το λένε κάποιοι σοφοί, όλα να βρίσκονται οργανωμένα σοφά, ισορροπημένα κατά μια μυστική οικονομία, όλα να είναι καλά σ αυτόν εδώ, τον καλύτερο των κόσμων. Όμως εμένα κάτι μου λέει, αφέντη Χριστέ, πως ενόσω τα ποδαράκια του παιδιού της Μεγάλης σου Παρασκευής θα είναι σαν τα κεράκια που πουλάει άδικα ήρθες στον κόσμο και άδικα σταυρώθηκες. Άγγελος Τερζάκης «Προσανατολισμός στον Αιώνα» βίωμα 1 =καθετί που έζησε κανείς έντονα και επηρέασε τον ψυχικό του κόσμο, δραχμή 2 = το νόμισμα που υπήρχε στην Ελλάδα πριν το ευρώ, ξεκρίνω 3 = ξεχωρίζω, διακρίνω, ευφράδεια 4 = ευγλωττία, δις 5 = δύο φορές, αυτοσχέδιος 6 = αυτός που γίνεται πρόχειρα, χωρίς προπαρασκευή, έπλεαν 7 = του ήταν φαρδιά αποσείω 8 = ρίχνω κάτι μακριά μου, αποτινάσσω, αποβάλλω ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Να απαντήσεις στις ερωτήσεις που ακολουθούν, αφού μελετήσεις και αντιπαραβάλεις τα τρία λογοτεχνικά κείμενα που σου δίνονται πιο πάνω: 1. α) Να γράψεις ποιο κοινωνικό πρόβλημα παρουσιάζεται και στα τρία πιο πάνω κείμενα. (μον. 0,5) β) Να σχολιάσεις κατά πόσο το πιο πάνω πρόβλημα εξακολουθεί να υπάρχει και σήμερα. (μον. 0,5) 2. Να γράψεις μία (1) δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι πρωταγωνιστές σε κάθε κείμενο. Να δικαιολογήσεις την απάντησή σου με ένα στοιχείο από κάθε κείμενο. (μον. 1,5) 3. Να εξηγήσεις πώς αντιμετωπίζει η κοινωνία τους πρωταγωνιστές στα πιο πάνω κείμενα και να δικαιολογήσεις την απάντησή σου με ένα στοιχείο από κάθε κείμενο. (μον. 1,5) 4. Να γράψεις σε ποιο είδος ποίησης ανήκει το ποίημα «Για ένα παιδί που κοιμάται» και να τεκμηριώσεις την απάντησή σου με τρία (3) χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου είδους, όπως αυτά παρουσιάζονται στο ποίημα. (μον. 2) Η Διευθύντρια 9 Ρένα Βαρνάβα