Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΜΟΡΩΝΗ ΣΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΟΥ ΚΟΛΠΟΥ ΤΗΣ ΣΟΥΔΑΣ Δασενάκης Μ., Λαδάκης Μ., Τριανταφυλλάκη Σ., Χαλκιαδάκη Ό. Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Χημείας, Εργαστήριο Περιβαλλοντικής Χημείας και Ωκεανογραφίας edasenak@chem.uoa.gr, eladakis@chem.uoa.gr Περίληψη Ο Μορώνης είναι ένας μικρός αείροος ποταμός μήκους 5 Km που εκβάλλει στον κόλπο της Σούδας. Οι εκβολές του παρά την μικρή τους έκταση, είναι σημαντικός υγροβιότοπος. Ο ποταμός ρυπαίνεται από διάχυτες και σημειακές πηγές ρύπανσης. Σε αυτή την εργασία μελετάται η συνεισφορά του ποταμού στη ρύπανση των υδάτων και ιζημάτων του κόλπου της Σούδας. Χημικοί προσδιορισμοί και φυσικοχημικές μετρήσεις εκτελέστηκαν κατά τη διάρκεια δυο εποχιακών δειγματοληψιών, τον 8o του 2007 και τον 2o του 2008. Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης δείχνουν, ότι η αλατότητα του κόλπου, λόγω της μικρής παροχής του ποταμού, επιρρεάζεται ελάχιστα και μόνο πλησίον των εκβολών. Ωστόσο, ο ποταμός μεταφέρει σημαντικές ποσότητες αζώτου και φωσφόρου, τα οποία εμπλουτίζουν τα νερά και τα ιζήματα του κόλπου. Συμπερασματικά, ο ποταμός Μορώνης είναι σημαντική πηγή ρύπανσης για τον κόλπο της Σούδας και πρέπει να προστατευθεί έναντι διασπάρτων και σημειακών σημείων ρύπανσης. Λέξεις κλειδιά: βαρέα μέταλλα, εκβολές, ευτροφισμός, ιζήματα THE INFLUENCE OF THE MORONIS RIVER ON THE MARINE ENVIRONMENT OF THE BAY OF SOUDA Dassenakis M., Ladakis M., Triantafyllaki S., Chalkiadaki O. University of Athens, Dept of Chemistry, Lab of Environmental Chemistry and Oceanography edasenak@chem.uoa.gr, eladakis@chem.uoa.gr Abstract Moronis is a small river, 5 Km in length, with permanent flow, that discharges into the bay of Souda. Its estuary, although small, is an ecologically significant wetland. The river is polluted by diffused or point pollution sources. The contribution of the river to the pollution of the water and the sediments of the bay of Souda, is studied on this work. Chemical determinations and physicochemical measurements were carried out during two samplings in Aug 2007 and Feb 2008. The results of our study showed that the salinity of the bay is only slightly affected by the river very near its estuary, a fact that can be attributed to its low water supply. In addition, the river transfers considerable amounts of Nitrogen and Phosphorus that enrich the water and the sediments of the bay. Concluding, we deem that Moronis River is a considerable pollution source for the bay of Souda and should be protected against both diffused and point pollution sources. Keywords: heavy metals estuary, eutrophication, sediments.
1. Εισαγωγή Ο κόλπος της Σούδας βρίσκεται στο βορειοδυτικό άκρο της Κρήτης, 6 Km ανατολικά της πόλης των Χανίων. Η έκτασή του είναι 21 Km 2 και το μήκος της ακτογραμμής του περίπου 24 Km. Το μήκος του κόλπου είναι περίπου 8.5 Km ενώ το πλάτος του κυμαίνεται από 2 Km έως 3.3 Km (Εικ. 1). Το μέγιστο βάθος του είναι 210 m. Επιφανειακά, υπάρχει ένα ασθενές ρεύμα που ακολουθεί την ακτογραμμή, με φορά αντίθετη αυτής των δεικτών του ρολογιού. Οι κύριες πηγές περιβαλλοντικής πίεσης του κόλπου περιλαμβάνουν τις δραστηριότητες του εμπορικού λιμένος, τις εγκαταστάσεις του στρατιωτικού Ναυστάθμου, ορισμένα έργα εκβάθυνσης και τους ρύπους που μεταφέρει ο ποταμός Μορώνης. Ο Μορώνης είναι ένας μικρός ποταμός, ο οποίος διασχίζει την περιοχή Μουρνιές μεταξύ των πόλεων των Χανίων και της Σούδας, και εκβάλλει στον κόλπο της Σούδας. Έχει μήκος περίπου 5 Km και είναι αείροος. Η εκβολική του περιοχή έχει αξιοσημείωτη βιοποικιλότητα, γεγονός που την καθιστά σημαντικό υγροβιότοπο. Όλα τα αμφίβια είδη της Κρήτης, τα περισσότερα από τα ερπετά καθώς και 12 είδη πτηνών συναντώνται εκεί. Ωστόσο, ο ποταμός είναι εκτεθειμένος σε ποικίλες πηγές ρύπανσης, όπως αστικά απόβλητα από τα γειτονικά χωρια, υπολλείματα φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων από τις γύρω καλλιερούμενες περιοχές, και νερά ψύξης από το γειτονικό θερμοηλεκτρικό εργοστάσιο της Δ.Ε.Η. Τα απόβλητα αυτά, αποχύνονται στον κόλπο της Σούδας μέσω του ποταμού, επιρρεάζοντας έτσι τα νερά και τα ιζήματά του. Ο σκοπός αυτής της εργασίας είναι να διασαφινηστεί η επίδραση του ποταμού Μορώνη στη ρύπανση των νερών του κόλπου της Σούδας. 2. Μεθοδολογία 2.1 Δειγματοληψίες και προκατεργασία δειγμάτων Στην υπό μελέτη περιοχή έγιναν δυο δειγματοληψίες, μια τον Αύγουστο του 2007 και μια το Φεβρουάριο του 2008, περιελάμβαναν δε, 8 σταθμούς δειγματοληψίας. Ο σταθμός με κωδικό SD13 βρίσκεται εντός του ποταμού Μορώνη, κοντα στις εκβολές του, ενώ ο σταθμός SD10 είναι εντός του κόλπου και κοντά στις εκβολές του Μορώνη. Οι υπόλοιποι έξη σταθμοί (SD6, SD8, SD7, SD2, SD1 και SD11) βρίσκονται εντός του κόλπου, από το μυχό του έως την είσοδό του όπως φαίνεται στην εικόνα 1. Οι φυσικοχημικές παράμετροι (ph, αλατότητα, θερμοκρασία) μετρήθηκαν επιτόπου με φοριτό σαλινόμετρο YSI model 63. Τα υδατικά δείγματα για προσδιορισμό θρεπτικών, διηθήθηκαν αμέσως μετά τη συλλογή των μέσω ηθμών νιτροκελλουλόζης (Milipore 0.45 μm), αποθηκεύθηκαν σε πλαστικές φιάλες προκατεργασμένες επί 24 ώρες με HCl 1N και τοποθετήθηκαν στους -18 o C μέχρι να γίνουν οι σχετικοί προσδιορισμοί. Τα υδατικά δείγματα για προσδιορισμό διαλυμένων μετάλλων (όγκου 2.0 l το καθένα) διηθήθηκαν μέσω ηθμών νιτροκελλουλόζης (Milipore 0.45 μm) προκειμένου να διαχωριστεί το διαλυτό από το σωματιδιακό κλάσμα. Οι ηθμοί φυλάχθηκαν σε πλαστικά τριβλία, ενώ το διαλυτό κλάσμα αποθηκεύτηκε σε πλαστικές φιάλες προκατεργασμένες επί 24 ώρες με HNO 3 2N. Στις φιάλες προστέθηκαν λίγες σταγόνες πυκνού HNO 3 για συντήρηση. Πριν τους προσδιορισμούς των διαλυτών μετάλλων, τα δείγματα προσυγκεντρώθηκαν με διαβίβασή των σε ρητίνη chelex-100 (Riley and Taylor 1968, Kingston et al 1978) και αναδιάλυση και παραλαβή των μετάλλων με έκλουση με 50 ml HNO 3 2N. Για τον προσδιορισμό των μετάλλων στη
σωματιδιακή μορφή, οι ηθμοί κατεργάστηκαν με 40 ml HNO 3 1:1 υπό θέρμανση σε δοχεία Teflon. Τα δείγματα ιζημάτων συλλέχθηκαν με μεταλλική δράγα αποθηκεύτηκαν σε πλαστικά δοχεία και αποθηκεύτηκαν στους -18 o C μέχρι την εκτέλεση των προσδιορισμών. Τα δείγματα λυοφιλοποιήθηκαν, κοσκινίστικαν με κόσκινα 0.63 mm και κατεργάστηκαν με μείγμα ισχυρών οξέων (HNO 3, HF, HClO 4 ) σε δοχεία Teflon στους 120 ο C μέχρι πλήρους διάλυσης. Το περιεχόμενο των δοχείων συλλέχθηκε με τη βοήθεια διαλύματος HNO 3 2N σε ογκομετρικές φιάλες των 50 ml. 2.2 Διαδικασίες και μέθοδοι προσδιορισμού. Εφαρμόστηκαν οι κλασικές φασματοφωτομετρικές μέθοδοι (Grasshoff and Kremlin, 1997) για τον προσδιορισμό των θρεπτικών με χρήση φασματοφωτόμετρου Carry-100 διπλής δέσμης και αυτομάτου αναλυτή θρεπτικών Bran+Luebbe. Για τον προσδιορισμό του ολικού Αζώτου και του ολικού Φωσφόρου χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος Valderama (Valderama, 1981). Ο προσδιορισμός των μετάλλων έγινε με χρήση συσκευής ατομικής απορρόφησης φλόγας (Varian Spectra AA-200) εξοπλισμένη με λάμπα D 2 για τη διόρθωση του σήματος υποβάθρου. Για τον προσδιορισμό των μετάλλων σε πολύ χαμηλές συγκεντρώσεις, χρησιμοποιήθηκε συσκευή ατομικής απορρόφησης φούρνου γραφίτη (Varian Spectra AA-640Z GTA 100) εξοπλισμένη με αυτόματο δειγματολήπτη και σύστημα Zeeman για τη διόρθωση του σήματος υποβάθρου. Εικ. 1: Ο κόλπος της Σούδας και οι σταθμοί δειγματοληψίας (ανάκτηση από το Google Earth)
3. Αποτελέσματα - συζήτηση 3.1 Φυσικοχημικές παράμετροι Η αλατότητα των υδάτων του κόλπου κυμάνθηκε μεταξύ 37.1 και 39.2 psu τον Αύγουστο του 2007 και μεταξύ 33.0 και 38.5 psu το Φεβρουάριο του 2008 σε όλους τους σταθμούς δειγματοληψίας εκτός από το σταθμό SD13 όπου η αλατότητα μετρήθηκε 13.4 psu στην επιφάνεια και 28.6 psu στον πυθμένα. Τα ύδατα του κόλπου βρέθηκαν καλά οξυγονωμένα σε όλους τους σταθμούς δειγματοληψίας. 3.2 Άζωτο και φωσφόρος Σύμφωνα με τους πίνακες 1 και 2, όπου παρουσιάζονται οι συγκεντρώσεις των διαφόρων μορφών του αζώτου και του φωσφόρου, στις εκβολές του ποταμού (σημείο SD13) προσδιορίστηκαν πολύ υψηλές τιμές σε όλες τις μορφές αζώτου, ακολουθούμενες από μια απότομη βαθμιαία μείωση κατά μήκος των υπολοίπων σταθμών στο εσωτερικό του κόλπου. Οι σχετικά υψηλές συγκεντρώσεις NO 3 στο σταθμό δειγματοληψίας SD7, αποδίδονται σε διαφορετικές πηγές ρύπανσης. Οι υψηλές συγκεντρώσεις NO 2 και NO 3 που προσδιορίστηκαν στις εκβολές του ποταμού Μορώνη, οφείλονται στα υπολείμματα λιπασμάτων τα οποία καταλήγουν στον ποταμό από τις γειτονικές καλλιεργήσιμες περιοχές. Πίνακας 1: Οι συγκεντρώσεις διαφόρων μορφών αζώτου και φωσφόρου τον Αύγουστο του 2007 (τιμές σε μmol/l). Σταθμός δειγματοληψίας NO 2 NO 3 NH 3 Org N Tot N PO 4 Org P Tot P SD13 3.92 220 10.2 21.1 255 0.160 1.40 1.560 SD10 0.04 1.53 0.57 6.29 8.43 0.043 0.110 0.153 SD6 0.01 2.58 0.25 5.59 8.42 0.056 0.172 0.228 SD8 <0.001 1.20 0.31 5.30 6.80 0.036 0.087 0.123 SD7 <0.001 5.14 0.49 3.28 8.92 0.050 0.018 0.068 SD2 <0.001 1.06 0.89 8.43 10.38 0.014 0.109 0.123 SD1 0.01 0.68 0.14 9.55 10.37 0.035 0.140 0.175 SD11 0.01 1.95 0.23 5.00 7.19 0.041 0.093 0.134 Πίνακας 2: Οι συγκεντρώσεις διαφόρων μορφών αζώτου και φωσφόρου τον Φεβρουάριο του 2008 (τιμές σε μmol/l). Σταθμός δειγματοληψίας NO 2 NO 3 NH 3 Org N Tot N PO 4 Org P Tot P SD13 3.86 239 0.71 24.6 268 0.201 0.191 0.392 SD10 0.12 2.29 0.47 2.33 5.20 0.032 0.064 0.096 SD6 0.13 2.53 0.33 6.71 9.70 0.011 0.144 0.155 SD8 0.07 2.04 0.37 2.72 5.20 <0.001 0.049 0.049 SD7 0.08 1.44 0.35 3.44 5.31 0.010 0.052 0.062 SD2 0.15 1.54 0.47 2.39 4.55 0.025 0.005 0.030 SD1 0.06 1.00 0.50 2.24 3.81 0.029 0.021 0.050 SD11 0.07 1.03 0.46 6.82 8.38 0.011 0.129 0.140
Η κατανομή των συγκεντρώσεων του φωσφόρου κατά μήκος του κόλπου της Σούδας είναι παρόμοια με αυτή του αζώτου όπως προκύπτει και από τους πίνακες 1 και 2. Υψηλές τιμές 3- συγκέντρωσης PO 4 και οργανικού φωσφόρου προσδιορίστηκαν στις εκβολές του ποταμού (σταθμός SD13) οι οποίες μειώνονται ραγδαία κατά μήκος των υπολοίπων σταθμών του κόλπου. Όσον αφορά την εποχιακή διακύμανση, οι συγκεντρώσεις των NO - - 2 και NO 3 είναι μεγαλύτερες το χειμώνα, ενώ δεν υπάρχει σαφής διαφοροποίηση για τις συγκεντρώσεις των NH + 4 και οργανικού - - αζώτου. Οι αυξημένες τιμές των συγκεντρώσεων των NO 2 και NO 3 τη χειμερινή περίοδο, αποδίδονται στην αυξημένη παροχή του ποταμού την εποχή αυτή καθώς και στην απόπλυση των εδαφών των γύρω περιοχών από τα νερά της βροχής. Σε αντίθεση με το άζωτο, οι συγκεντρώσεις των PO 3-4 και του οργανικού φωσφόρου τείνουν να είναι μεγαλύτερες κατά τη θερινή περίοδο. Η % συμμετοχή των διαφόρων μορφών αζώτου για τον κόλπο της Σούδας και τις εκβολές του ποταμού στις δειγματοληψίες Αυγούστου 2007 και Φεβρουαρίου 2008 παρουσιάζεται στην εικόνα 2. παρακάτω: Εικ. 2: Η % συμμετοχή των μορφών αζώτου στον κόλπο της Σούδας και στις εκβολές του ποταμού Μορώνη Όπως προκύπτει από τα παραπάνω σχήματα, η επικρατούσα μορφή αζώτου στον κόλπο της Σούδας είναι η οργανική, ενώ από τις ανόργανες μορφές επικρατούν τα νιτρικά. Αντιθέτως στην περιοχή της εκβολής του ποταμού Μορώνη, επικρατούν τα νιτρικά σε ποσοστό άνω του 85%. Τα νιτρικά ιόντα, που παρέχει ο ποταμός Μορώνης, είναι η κύρια πηγή του οργανικού αζώτου των υδάτων του κόλπου της Σούδας. Ο γραμμομοριακός λόγος N/P, για τους σταθμούς πλην του SD13, κυμάνθηκε μεταξύ 16.7 και 59.2 με μέση τιμή 30.7 κατά τη θερινή περίοδο, και μεταξύ 24.5 και 68.5 με μέση τιμή 38.5 κατά τη χειμερινή περίοδο. Στο σταθμό SD13 ο παραπάνω λόγος διαμορφώθηκε σε 74.0 και 308 για τη θερινή και χειμερινή περίοδο αντίστοιχα. Ο λόγος N/P είναι πολύ μεγαλύτερος από 15:1 δηλ. το λόγο Redfield (Redfield 1958) και αναδεικνύει το φωσφόρο ως περιοριστικό παράγοντα για τα
νερά του κόλπου. Επιπλέον, φαίνεται ότι τα νερά του ποταμού επιβαρύνουν τον κόλπο της Σούδας κυρίως σε άζωτο και πολύ λιγότερο σε φωσφόρο. Στον πίνακα 3 γίνεται σύγκριση των τιμών των συγκεντρώσεων των NO 2 -, NO 3 -, NH 4 + και PO 4 3-, που καταγράφηκαν στον κόλπο της Σούδας, με αντίστοιχες άλλων θαλασσίων περιοχών: Πίνακας 3: Οι συγκεντρώσεις NO - 2, NO - 3, NH + 4 και PO 3-4 σε διάφορες θαλάσσιες περιοχές (τιμές σε μmol/l). Στις μέσες τιμές της παρούσας εργασίας δεν ελήφθησαν υπόψη οι τιμές του σταθμού SD13 (εκβολές) Περιοχή NO 2 NO 3 NH 3 PO 4 Αναφορά Κεντρικός Ευβοικός (1998) 0.18 5.81 2.71 0.22 Dassenakis et al 1999 Βόρειες Σποράδες (1998) 0.03 1.25 1.11 0.12 Ladakis et al 2003 Εσωτ Σαρωνικός (Μαρ 1999) 0.25 3.22 0.86 0.08 MedPol 2000 Εσωτ Σαρωνικός (Σεπ 2000) 0.11 1.03 0.15 0.03 MedPol 2000 Εσωτ Σαρωνικός (θερμές περίοδοι 2000-2002) 0.14 0.96 0.40 0.24 Pavlidou et al 2004 Εσωτ Σαρωνικός (ψυχρές περίοδοι 2000-2002) 0.34 1.12 0.33 0.25 Pavlidou et al 2004 Εσωτ Σαρωνικός (Μαι 2004) 0.07 0.37 0.49 0.15 Δ.Ε.Π.Ε.Θ 2004 Εσωτ Σαρωνικός (Σεπ 2004) 0.06 0.24 0.13 Δ.Ε.Π.Ε.Θ 2004 Κορινθιακός (Μαι 2004) 0.08 0.57 0.23 0.17 Δ.Ε.Π.Ε.Θ 2004 Κορινθιακός (Σεπ 2004) 0.05 0.24 0.12 Δ.Ε.Π.Ε.Θ 2004 Κόλπος Σούδας Αυγ 2007 (μέσες τιμές) 0.01 2.02 0.41 0.04 Παρούσα εργασία Κόλπος Σούδας Φεβ 2008 (μέσες τιμές) 0.10 1.70 0.42 0.02 Παρούσα εργασία Από τα παραπάνω συμπεραίνεται, ότι ο κόλπος της Σούδας είναι λιγότερο επιβαρημένος από άλλους κλειστούς κόλπους της Ελλάδας σε ανόργανες μορφές αζώτου και φωσφόρου. Υψηλή επιβάρυνση καταγράφεται μόνο στην περιοχή πλησίον των εκβολών, η οποία μειώνεται ραγδαία όσο απομακρυνόμαστε από αυτή. Αυτό οφείλεται στη μεγάλη αραίωση λόγω του μεγάλου βάθους του κόλπου αλλά και στην κυκλοφορία των υδάτων του. 3.3 Μέταλλα και σωματιδιακό υλικό Οι μεταβολές των συγκεντρώσεων των διαλυτών μορφών των Cu, Zn, Ni και Pb στους σταθμούς δειγματοληψίας παρουσιάζεται στην εικόνα 3, ενώ αυτές των σωματιδιακών στην εικόνα 4. Όπως εξάγεται από τη χωρική διακύμανση των διαλυτών μορφών των παραπάνω μετάλλων, ο ποταμός Μορώνης είναι η σημαντικότερη πηγή ρύπανσης για τα Zn, Cu και Ni κατά τη διάρκεια του χειμώνα, ενώ το καλοκαίρι, υπάρχουν και άλλες διάχυτες πηγές ρύπανσης κατά μήκος της ακτογραμμής του κόλπου. Εμφανής είναι η επίδραση του ποταμού στην παροχή σωματιδιακής μορφής των παραπάνω μετάλλων στα νερά του κόλπου όπως φαίνεται από τα διαγράμματα της εικόνας 4 τόσο στη θερινή όσο και στη χειμερινή περίοδο. Οι υψηλές τιμές συγκέντρωσης του σωματιδιακού υλικού (κυρίως το χειμώνα) στο σταθμό δειγματοληψίας SD13 (εικ. 5) είναι σε συμφωνία με τις υψηλές τιμές των σωματιδιακών μορφών των μετάλλων (εικ 4). Αυτό είναι ισχυρή ένδειξη, ότι σχετικά υψηλά φορτία σωματιδιακής μορφής μετάλλων εμπλουτίζουν τον κόλπο της Σούδας μέσω του ποταμού Μορώνη.
Εικ. 3: Η συγκέντρωση των διαλυτών μορφών των Cu, Zn, Ni και Pb στα ύδατα του κόλπου Εικ. 4: Η συγκέντρωση των σωματιδιακών μορφών των Cu, Zn, Ni και Pb στα ύδατα του κόλπου
Επιπλέον, οι σχετικά χαμηλές συγκεντρώσεις της σωματιδιακής μορφής των μετάλλων που επικρατούν στον κόλπο, είναι ένδειξη μιας μικρής επίδρασης των υδάτων του ποταμού στα ύδατα του κόλπου. Οι υψηλές τιμές συγκέντρωσης Zn και Cu στο σταθμό δειγματοληψίας SD6 καθώς και η υψηλή συγκέντρωση Cd στο σταθμό δειγματοληψίας SD2 κατά τη θερινή περίοδο, προφανώς προέρχεται από διαφορετικές πηγές ρύπανσης και όχι από τον ποταμό. Εικ. 5: Η συγκέντρωση σωματιδιακού υλικού κατά μήκος των σταθμών δειγματοληψίας 4. Συμπεράσματα Οι υψηλές τιμές αλατότητας στη θαλάσσια περιοχή εγγύς των εκβολών του ποταμού Μορώνη, δείχνει, ότι τα νερά του ποταμού δεν επηρεάζουν την αλατότητα του κόλπου της Σούδας, προφανώς λόγω της πολύ μικρής παροχής του. Τα νερά του ποταμού έχουν υψηλά φορτία μετάλλων, αζώτου, φωσφόρου και αιωρούμενου υλικού. Στον κόλπο της Σούδας καταλήγουν μέσω του ποταμού Μορώνη υψηλά φορτία σωματιδιακού υλικού, αζώτου και φωσφόρου. Παρόλα αυτά, ο κόλπος της Σούδας δεν φαίνεται να είναι επιβαρημένος σε άζωτο και φωσφόρο με εξαίρεση την περιοχή εγγύς των εκβολών του ποταμού όπου καταγράφηκαν πολύ υψηλές συγκεντρώσεις κυρίως νιτρικών. Αυτό οφείλεται στην μικρή παροχή του ποταμού, στη μεγάλη μάζα των υδάτων του λόγω του μεγάλου βάθους του και στην καλή κυκλοφορία των υδάτων του. Με βάση τους γραμμομοριακούς λόγους Ν:Ρ ο φωσφόρος αναδεικνύεται περιοριστικός παράγοντας για την πρωτογενή παραγωγή. Όσο προχωρούμε από τις εκβολές προς την είσοδο του κόλπου, η επιβάρυνση από τον ποταμό Μορώνη γίνεται λιγότερο εμφανής διότι, είτε οι τιμές μειώνονται εξαιτίας της μικρής παροχής του ποταμού, είτε διότι άλλες πηγές ρύπανσης κατά μήκος του κόλπου επικαλύπτουν τη ρύπανση που προκαλείται από τον ποταμό. Η θαλάσσια περιοχή κοντά στις εκβολές του ποταμού είναι ρυπασμένη σε Cu και Zn (στη διαλυτή των μορφή) καθώς και σε Cu, Zn, Pb και Ni στη σωματιδιακή των μορφή. Εν κατακλείδι, ο ποταμός Μορώνης αναδεικνύεται σε σημαντική πηγή ρύπανσης καθόσον μεταφέρει σημαντικές ποσότητες ρύπων στα νερά του κόλπου. Θεωρούμε, ότι είναι απαραίτητη η εκπόνηση ενός καταλλήλου διαχειριστικού σχεδίου, το οποίο θα στοχεύει στη συνολική βελτίωση της ποιότητας των υδάτων της περιοχής.
5. Αναφορές Dassenakis M., Arsenikos S., Botsou F. Depiazi, G. Adrianos H., Zaloumis P. and Drossis G., 1999. General Trends in Marine Pollution of the Central Part of Euvoikos Gulf. 6th International Conference on Environmental Science and Technology - Samos, Greece. Grasshoff, K. and Kremlin, K., 1997. Methods of Seawater Analysis, III edition, Wiley-VCH Torondo, pp 159 226. Kingston, H.M., Barnes, I.L., Brady, T.J, Rains T.C. and Champ, M.A., 1978. Separation of eight elements from alkali and alkaline earth elements in estuarine and seawater with chelating resin and their determination by graphite furnace atomic absorption spectrometry, Anal. Chem. 50, 2065 2070. Ladakis E., Skoullos M. and Dassenakis E., 2003. Water Quality in a Mediterranean Marine Protected Area (North Sporades Islands Greece). Chemistry and Ecology, 19(1), 47 57. Med-Pol 2000. Παρακολούθηση ρύπανσης του Σαρωνικού κόλπου στα πλαίσια του Med-Pol: Συγκεντρώσεις διαλυτών μορφών μετάλλων για το έτος 1999 και 2000. Pavlidou A., Kontoyiannis H. and Psyllidiu-Giouranovits R., 2004. Trophic conditions and stoichiometric nutrient balance in the inner Saronikow Gulf (Central Aegean sea) affected by Psittalia seawage outfall. Fresenius Env. Bulletin, Vol 13, No 12b, 1509 1514. Redfield, A., 1958. The biological control of chemical factors in the environment. American Scientist 46: 205-221. Riley, J.P. and Taylor D. 1968. Chelating resins for the concentration of trace elements from seawater and their analytical use in conjunction with A.A.S., Anal. Chim Acta, 40, 479 484. Valderama, J., 1981. The simultaneous analysis of total N and total P in natural waters. Marine Chemistry, 10: 109-122. Δ.Ε.Π.Ε.Θ (Δίκτυο Εργαστηρίων για τον Περιβαλλοντικό Έλεγχο Ελληνικών Θαλασσών), 2004. Τεχνική Ενδιάμεση Έκθεση, Δεκέμβριος 2004.