ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑ, ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΔΠΜΣ «ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΙ ΕΞΑΡΤΗΣΕΙΣ» ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΟΙ ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗΣ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ ΟΥΣΙΩΝ» AGGRAVATED DRUG TRAFFICKING Του φοιτητή ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΘΕΟΦΙΛΟΥ ΑΕΜ: 650015 ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ: Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου ΤΡΙΜΕΛΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ: Ε. Συμεωνίδου-Καστανίδου Δ. Σορβατζιώτη Θ. Παπακυριάκου ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2018
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Σελ. Εισαγωγή...5 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Ο «Δ Ι Α Κ Ι Ν Η Τ Η Σ» Ν Α Ρ Κ Ω Τ Ι Κ Ω Ν Σελ. 1. Γενικές παρατηρήσεις...7 2. Οι βασικές µορφές διακίνησης του άρθρου 20 του Ν. 4139/2013...8 3. Οι ιδιαίτερες περιπτώσεις του άρθρου 21 του Ν. 4139/2013...10 4. Οι διακεκριµένες περιπτώσεις του άρθρου 22 του Ν. 4139/2013...11 5. Οι ιδιαίτερα διακεκριµένες περιπτώσεις του άρθρου 23 του Ν. 4139/2013...12 6. Ποινές για τη διακίνηση ναρκωτικών από εξαρτηµένους (άρθρο 30 παρ. 4 του Ν. 4139/2013)...13 ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Ο Ι Δ Ι Α Κ Ε Κ Ρ Ι Μ Ε Ν Ε Σ Π Ε Ρ Ι Π Τ Ω Σ Ε Ι Σ Τ Ο Υ Α Ρ Θ Ρ Ο Υ 2 2 Τ Ο Υ Ν. 4 1 3 9 / 2 0 1 3 Σελ. 1. Γενικές παρατηρήσεις...15 2. Οι διακεκριµένες περιπτώσεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου...15 2.1. Η ιδιότητα του δράστη ως υπαλλήλου...15 2
2.1.1. Αντικειµενική υπόσταση Άδικο...15 2.2. Η διευκόλυνση ή απόκρυψη διάπραξης άλλων κακουργηµάτων...16 2.2.1. Αντικειµενική υπόσταση Άδικο...16 3. Οι διακεκριµένες περιπτώσεις της παρ. 2 του παρόντος άρθρου...17 3.1. Διακίνηση ναρκωτικών σε στρατόπεδα, σωφρονιστικά καταστήµατα, εκπαιδευτικά ιδρύµατα κ.λπ...17 3.1.1. Αντικειµενική υπόσταση Άδικο...17 3.1.2. Υποκειµενική υπόσταση Ενοχή...19 3.1.3. Απόπειρα...20 3.1.4. Συµµετοχή...22 3.2. Εγκληµατική κ.λπ. οργάνωση...23 3.3. Υποτροπή...23 3.3.1. Όροι για την κατάφαση υποτροπής...24 3.4. Ανάµειξη µε τρόφιµα κ.λπ...28 3.4.1. Αντικειµενική υπόσταση Άδικο...28 3.5. Συνταγογράφηση κ.λπ. ναρκωτικών από ιατρό...28 3.5.1. Αντικειµενική υπόσταση Άδικο...29 3.6. Παραβάσεις φαρµακοποιών κ.λπ...30 3.6.1. Αντικειµενική υπόσταση Άδικο...30 4. Χορήγηση ουσιών για υποκατάσταση της εξάρτησης (παρ. 3 5)...31 4.1. Αντικειµενική υπόσταση Άδικο...31 5. Χορήγηση ανταγωνιστικών ουσιών (παρ. 6)...33 6. Διαχρονικό δίκαιο...33 3
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ Ο Ι Ι Δ Ι Α Ι Τ Ε Ρ Α Δ Ι Α Κ Ε Κ Ρ Ι Μ Ε Ν Ε Σ Π Ε Ρ Ι Π Τ Ω Σ Ε Ι Σ Τ Ο Υ Α Ρ Θ Ρ Ο Υ 2 3 Τ Ο Υ Ν. 4 1 3 9 / 2 0 1 3 Σελ. 1. Γενικές παρατηρήσεις...34 2. Πράξεις τιµωρούµενες µε κάθειρξη ή ισόβια κάθειρξη και χρηµατική ποινή (παρ. 1)...34 2.1. Η διακίνηση ιδιαίτερα επιβλαβών ναρκωτικών...34 2.1.1. Αντικειµενική υπόσταση Άδικο...34 2.2. Η κατ επάγγελµα τέλεση µε σκοπό πρόκλησης της χρήσης σε ανηλίκους ή χρησιµοποίηση ανηλίκων για την τέλεση των πράξεων σε βάρος ανηλίκου κ.λπ...35 2.2.1. Αντικειµενική υπόσταση Άδικο...35 3. Πράξεις τιµωρούµενες µε ισόβια κάθειρξη και χρηµατική ποινή (παρ. 2)...36 3.1. Κατ επάγγελµα ιδιαίτερα κερδοφόρα χρηµατοδότηση ή διακίνηση...36 3.1.1. Αντικειµενική υπόσταση Άδικο...37 3.1.1.1. Η χρηµατοδότηση ή διακίνηση ναρκωτικών ουσιών...37 3.1.1.2. Τέλεση της πράξης κατ επάγγελµα...37 3.1.1.3. Το προσδοκώµενο όφελος του δράστη στις περιπτώσεις αυτές υπερβαίνει τις 75.000 ευρώ...39 3.2. Η χρήση όπλων...40 3.2.1. Αντικειµενική υπόσταση Άδικο...40 4. Διαχρονικό δίκαιο...43 Επίλογος...45 Βιβλιογραφία....47 Ενδεικτική νοµολογία.......48 4
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η διάδοση των ναρκωτικών, φαινόµενο µε παγκόσµιες και µε εθνικές διαστάσεις, συνεχίζει να πλήττει τη σύγχρονη κοινωνία. Η νοµοθεσία για την καταπολέµηση των ναρκωτικών αποτελεί ίσως το µοναδικό παράδειγµα ποινικής νοµοθεσίας που διεκδικεί σε τέτοια έκταση εφαρµογή στην πράξη. Το γεγονός αυτό συνδέεται µε πολλαπλούς παράγοντες: µε τις διαστάσεις του συγκεκριµένου κοινωνικού προβλήµατος, στο οποίο ασκείται ποινική καταστολή, µε τις διεθνοποιηµένες παραµέτρους του προβλήµατος κ.ο.κ. 1 Σύµφωνα µε την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4139/2013, η µεταρρύθµιση του Κώδικα Νόµων για τα Ναρκωτικά εµφανίζεται αναγκαία στις εξής κατευθύνσεις: α) Αυστηρή καταστολή των βαρύτερων και οργανωµένων µορφών διακίνησης, αλλά µε προσεκτικό διαχωρισµό τους από τις ελαφρύτερες περιπτώσεις. β) Γενικά, προσπάθεια διάκρισης και διαβάθµισης των σχετικών εγκληµάτων, ώστε να αποφεύγονται οι δυσανάλογα βαριές ή ευνοϊκές µεταχειρίσεις. γ) Διευκόλυνση της ουσιαστικής εφαρµογής µέτρων απεξάρτησης (σωµατικής και ψυχολογικής) αντί του εγκλεισµού στις κοινές συνθήκες της φυλακής. δ) Διατήρηση της ποινικοποίησης τόσο της χρήσης ναρκωτικών ουσιών όσο και των υποστηρικτικών αυτής πράξεων (κατοχή και µε οποιονδήποτε τρόπο προµήθεια προς ίδια χρήση). Το θέµα που πραγµατεύεται η παρούσα διπλωµατική εργασία είναι οι διακεκριµένες µορφές διακίνησης ναρκωτικών ουσιών. Ειδικότερα, πρόκειται για µια προσπάθεια προσέγγισης των αυτών ενοτήτων συµπεριφορών. Στα πλαίσια της οργανωµένης πραγµάτευσης του θέµατος, η εργασία διακρίνεται, ως προς τη δοµή της, σε τρία µέρη. Στο πρώτο µέρος παρουσιάζονται οι εγκληµατικές µορφές κάτω υπό τις οποίες εµφανίζεται ο «διακινητής» ναρκωτικών. Πιο συγκεκριµένα, αναφέρονται οι βασικές µορφές διακίνησης των ναρκωτικών, οι ιδιαίτερες περιπτώσεις, οι διακεκριµένες και οι 1 Καϊάφα-Γκµπάντι Μ., Η εφαρµογή του Νόµου για την καταπολέµηση των ναρκωτικών στην πράξη: Μεταξύ προώθησης και υπέρβασης των νοµοθετικών επιλογών, σε Ποινικό Δίκαιο και Ναρκωτικά (Πρακτικά του Η Πανελληνίου Συνεδρίου Ε.Ε.Π.Δ.), εκδ. Δίκαιο & Οικονοµία Π.Ν. Σάκκουλας, 2003, σελ. 83. 5
ιδιαίτερα διακεκριµένες περιπτώσεις διακίνησης, καθώς και οι ποινές που απειλούνται για τη διακίνηση ναρκωτικών από εξαρτηµένους. Στο δεύτερο µέρος, γίνεται ανάλυση των διακεκριµένων περιπτώσεων διακίνησης ναρκωτικών ουσιών που τυποποιούνται στο άρθρο 22 του Ν. 4139/2013 είτε από µη εξαρτηµένα πρόσωπα είτε από εξαρτηµένους, καθώς και µια αναφορά σε ανακύπτοντα ζητήµατα διαχρονικού δικαίου. Στο τρίτο µέρος, επιχειρείται η ανάλυση των ιδιαίτερα διακεκριµένων περιπτώσεων διακίνησης ναρκωτικών ουσιών που τυποποιούνται στο άρθρο 23 του Ν. 4139/2013 είτε από µη εξαρτηµένα πρόσωπα είτε από εξαρτηµένους, καθώς και µια γενικότερη θεώρηση για ζητήµατα διαχρονικού δικαίου µε ταυτόχρονο συσχετισµό των ως άνω ενοτήτων συµπεριφορών. Στόχος της παραπάνω εξέτασης είναι εν τέλει να διαπιστωθεί εάν υπάρχει ένα «σύγχρονο» νοµοθετικό πλαίσιο που να ικανοποιεί τις αναγκαιότητες που αποτυπώνει η αιτιολογική έκθεση του Ν. 4139/2013 για τη δηµιουργία της κατάλληλης υποδοµής για τη θεραπευτική αντιµετώπιση και την υλοποίηση των προγραµµάτων κοινωνικής επανένταξης, και φυσικά εάν τέθηκαν οι βάσεις µιας «αποτελεσµατικής» κατασταλτικής παρέµβασης του νόµου που αφορά κυρίως τις διακεκριµένες και ιδιαίτερα διακεκριµένες περιπτώσεις διακίνησης των ναρκωτικών ουσιών σε άµεσο συσχετισµό µε τα εγκλήµατα διακίνησης ναρκωτικών υπό τη βασική τους µορφή. Στον κύριο κορµό της εργασίας παρατίθενται πλήθος νοµολογιακών παραδειγµάτων ώστε να παρέχεται µια «ζωντανή» εικόνα διαφόρων ποινικών υποθέσεων προσεγγίζοντας έτσι τα ζητήµατα µε πραγµατικά δεδοµένα. Έγινε προσπάθεια η διάρθρωση της εργασίας να συντελέσει όσο το δυνατό περισσότερο στην οργανωµένη και εµπεριστατωµένη παρουσίαση του θέµατος που πραγµατεύεται και να δώσει στον αναγνώστη µια «καθαρή» και «εύληπτη» εικόνα όσον αφορά το φαινόµενο των ναρκωτικών. 6
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ Ο «Δ Ι Α Κ Ι Ν Η Τ Η Σ» Ν Α Ρ Κ Ω Τ Ι Κ Ω Ν 1. Γενικές παρατηρήσεις Κατά την κρατούσα άποψη, το έννοµο αγαθό που προσβάλλεται µε τις πράξεις της διακίνησης των ναρκωτικών είναι αυτό της ζωής, και της υγείας και σωµατικής ακεραιότητας αόριστου αριθµού προσώπων 2. Οι «κυρίως» έµποροι ναρκωτικών, συνήθως, δεν είναι «τοξικοµανείς» ούτε δοκιµάζουν τα ναρκωτικά. Εκµεταλλεύονται το πάθος των τοξικοµανών, την έλλειψη επαρκούς και πειστικής ενηµέρωσης των νέων, τα ψυχολογικά τους προβλήµατα και κερδοσκοπούν αδιαφορούντες για τις συνέπειες της πράξης τους. Είναι αδίστακτοι και προφυλάσσονται πάρα πολύ. Οι έµποροι χρησιµοποιούν κάθε απίθανο µέσο για τη διακίνηση των ναρκωτικών 3. Η ποινική καταστολή δεν έχει µέχρι σήµερα επιφέρει θετικά αποτελέσµατα ως προς το παράνοµο εµπόριο και τη χρήση. Παρότι η εµπορία και οι συναφείς πράξεις µε την πάροδο του χρόνου τιµωρούνται όλο και αυστηρότερα, η απονοµή της ποινικής δικαιοσύνης περιορίζεται κυρίως στους χρήστες και στους µικροδιακινητές. Αυτό συµβαίνει, διότι οι πραγµατικοί έµποροι, οι οποίοι αποκοµίζουν τεράστια κέρδη και δεν έχουν δοσοληψίες µε το νόµο, δεν διατρέχουν κίνδυνο σύλληψης, εφόσον συνήθως οι ίδιοι δεν εµφανίζονται. Αντίθετα, ο µικροδιακινητής (το «βαποράκι») ή ο απλός χρήστης, οι οποίοι δεν έχουν την παραµικρή κάλυψη και υποστήριξη, διατρέχουν µεγάλο κίνδυνο εντοπισµού, καταδίκης και περιθωριοποίησης, δεδοµένου ότι αυτοί εντοπίζονται εύκολα να συναλλάσσονται στην αγορά 4. 2 Κοτσαλή Λ. Μαργαρίτη Μ. Φαρσεδάκη Ι., Ναρκωτικά. Κατ άρθρο ερµηνεία του Ν. 4139/2013, εκδ. Νοµική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ. 48. 3 Καράµπελα Λ., Η ανάκριση του «τοξικοµανή», σε Ποινικό Δίκαιο και Ναρκωτικά (Πρακτικά του Η Πανελληνίου Συνεδρίου Ε.Ε.Π.Δ.), εκδ. Δίκαιο & Οικονοµία Π.Ν. Σάκκουλας, 2003, σελ. 114 115. 4 Χάιδου Α., Ναρκωτικά: Χρήση Εξάρτηση Επίσηµος κοινωνικός έλεγχος, εκδ. Νοµική Βιβλιοθήκη, 2016, σελ. 81. 7
2. Οι βασικές µορφές διακίνησης του άρθρου 20 του Ν. 4139/2013 Η παρούσα διάταξη αποτελεί τον κορµό της ποινικής καταστολής για τη διακίνηση των ναρκωτικών. Παρέχει τον ορισµό της «διακίνησης» των ναρκωτικών, καθώς και ενδεικτικά παραδείγµατα των µορφών υπό τις οποίες εµφανίζεται η πράξη αυτή. Ως διακίνηση ναρκωτικών, όπως άλλωστε έχει κριθεί από το Ακυρωτικό µας, νοείται κάθε πράξη «µε την οποία συντελείται ή διευκολύνεται η κυκλοφορία των ουσιών αυτών, βάσει οποιασδήποτε αιτίας». Το βασικό έγκληµα της διακίνησης ναρκωτικών είναι υπαλλακτικώς µικτό. Οι µορφές (τρόποι) τέλεσής του περιγράφονται ενδεικτικά («ιδίως») στην παρ. 1 του άρθρου 20 και ουσιαστικά αποτελούν το µεγαλύτερο µέρος των «βασικών εγκληµάτων» του άρθρου 20 ν. 3459/2006. Η νέα διάταξη του άρθρου 20 παρ. 1 διευρύνει το έγκληµα της διακίνησης (σε όλες τις µορφές τέλεσής του) όχι µόνο όταν αφορά σε ναρκωτικές ουσίες, αλλά και όταν αναφέρεται και σε πρόδροµες ουσίες («... συντελείται η κυκλοφορία ναρκωτικών ή πρόδροµων ουσιών...»), σε αντίθεση µε την προηγούµενη νοµοθεσία όπου όσον αφορά τις πρόδροµες ουσίες αξιόποινες (σύµφωνα µε το άρθρο 20 παρ. 1 περ. ε του ν. 3459/2006) ήταν µόνο η εισαγωγή, προµήθεια, παραγωγή, παρασκευή, πώληση, διάθεση, µεταφορά, κατοχή και διανοµή πρόδροµων ουσιών 5. Τυποποιείται ως βασικό έγκληµα (άρθρο 20 του Ν. 4139/2013) η παράνοµη διακίνηση ναρκωτικών ουσιών, χαρακτηρίζεται κακούργηµα και τιµωρείται µε κάθειρξη τουλάχιστον οκτώ ετών (8 20 έτη) και, σωρευτικά, µε χρηµατική ποινή µέχρι 300.000 ευρώ, ενώ διατηρούνται µε βελτιώσεις οι ήδη προβλεπόµενες (άρθρα 36 επ.) παρεπόµενες ποινές και µέτρα ασφαλείας (απαγόρευση άσκησης επαγγέλµατος, δήµευση, απαγόρευση διαµονής). 5 Παρασκευόπουλου Ν. Κοσµάτου Κ., Κατ άρθρο ερµηνεία των ποινικών και δικονοµικών διατάξεων του «Νόµου περί εξαρτησιογόνων ουσιών» (ν. 4139/2013), εκδ. Εκδόσεις Σάκκουλα, 2013, σελ. 22. 8
Εντελώς άσκοπη και ανορθολογική κρίθηκε η διατήρηση ως εγκλήµατος της από αµέλεια διακίνησης ναρκωτικών ουσιών, η οποία πλέον είναι ατιµώρητη, οποτεδήποτε και αν τελέστηκε (βλ. άρθρο 2 ΠΚ). Απαιτείται δόλος του δράστη, ο οποίος συνίσταται αφενός στην επιδίωξή του να παραγάγει το παράνοµο αποτέλεσµα ή στην αποδοχή του αποτελέσµατος αυτού και αφετέρου στη γνώση (βέβαια ή ενδεχόµενη) του αποτελέσµατος. Δηλαδή πρέπει ο δράστης τουλάχιστον να έχει τη γνώση ενδεχόµενου δόλου και να αποδέχεται να διακινήσει ναρκωτικές ουσίες. Η ύπαρξη του δόλου, δεν είναι κατ αρχήν αναγκαίο να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, αφού αυτός ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των περιστατικών που συγκροτούν την αντικειµενική υπόσταση του εγκλήµατος και προκύπτει από τις ειδικότερες συνθήκες τελέσεώς του, διαλαµβάνεται δε περί αυτού (δόλου) αιτιολογία, στην κύρια αιτιολογία για την ενοχή, εκτός αν αξιώνονται από το νόµο πρόσθετα στοιχεία, για την υποκειµενική υπόσταση του εγκλήµατος, όπως η εν γνώσει ορισµένου περιστατικού (άµεσος δόλος) ή ορισµένος περαιτέρω σκοπός (εγκλήµατα µε υπερχειλή υποκειµενική υπόσταση) 6. Κρίθηκε αναγκαίο να τυποποιείται το βασικό έγκληµα διακίνησης ναρκωτικών (κακούργηµα) µε το λιτότερο δυνατό τρόπο, µε νοµοτεχνική αρµονία προς τους συνήθεις κυρωτικούς κανόνες του ποινικού δικαίου. Προς αυτό, αντί της παρωχηµένων εποχών παραθετικής διατύπωσης πολυάριθµων τρόπων τέλεσης, η οποία, πέραν του πολυσχιδούς της έκφρασης, ενέχει και τον κίνδυνο να µην είναι η παράθεση εξαντλητική, προτιµήθηκε η χρησιµοποίηση της λέξης «παράνοµα διακινεί» στον κυρωτικό κανόνα και ακολούθως σε ερµηνευτική παράγραφο παρατέθηκαν ενδεικτικά οι τρόποι τέλεσης. Με τον τρόπο αυτό καταστρώνεται ένα υπαλλακτικώς µικτό έγκληµα, παράλληλα δε επιλύεται οριστικά και το ζήτηµα της τέλεσης περισσότερων πράξεων διακίνησης αναφορικά µε την ίδια ποσότητα ναρκωτικών 7. Έτσι επιτυγχάνεται η ήδη θεσµοθετηµένη αυστηρή µεταχείριση των διακινητών να µην φτάνει πάντως στην υπερβολή της αληθινής συρροής επιµέρους πράξεων διακίνησης για την ίδια ποσότητα ναρκωτικών. 6 ΑΠ (ΠΟΙΝ) 1722/2008 (510542), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 7 Κοτσαλή Λ. Μαργαρίτη Μ. Φαρσεδάκη Ι., Ναρκωτικά. Κατ άρθρο ερµηνεία του Ν. 4139/2013, εκδ. Νοµική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ. 105-106. 9
3. Οι ιδιαίτερες περιπτώσεις του άρθρου 21 του Ν. 4139/2013 Κεντρικό σηµείο της γενικότερης φιλοσοφίας της νοµοθετικής ρύθµισης είναι η επιχειρούµενη διάκριση µεταξύ διακινητών ή εµπόρων και χρηστών και η διαφοροποιηµένη µεταχείρισή τους. Η διάκριση αυτή κατέδειξε και στο νοµοθετικό πεδίο τις δυσκολίες που τη συνοδεύουν στην πράξη και κατέληξε πρόσφατα, µετά από σταδιακή αναγνώριση του προβλήµατος της διαπλοκής χρήσης και µικροδιακίνησης, σε µια αντιµετώπιση της µικροδιακίνησης ειδικά µεταξύ χρηστών που πλησιάζει πολύ περισσότερο τη µεταχείριση των χρηστών παρά αυτή των διακινητών. Η κατεύθυνση της επιεικούς µεταχείρισης των χρηστών, εξάλλου, στρέφεται στη λογική της κοινωνικής τους επανένταξης µε αναγνώριση των θεραπευτικών προγραµµάτων ως χρόνου έκτισης της ποινής, της µετατροπής και της αναστολής εκτέλεσης της ποινής, της ευνοϊκής υπό όρο απόλυσης, ενώ η συνολική εικόνα για τους χρήστες συµπληρώνεται µε την αναγνώριση ορισµένων στενών διεξόδων ατιµωρησίας µετά τη γενική απόρριψη του µη αξιόποινου της χρήσης 8. Το άρθρο 21 του Ν. 4139/2013 τυποποιεί περιπτώσεις διακίνησης ναρκωτικών που εµφανίζουν ελαττωµένη αντικειµενική ή υποκειµενική απαξία. Ως εκ τούτου το περιεχόµενό του είναι τελείως διαφοροποιηµένο εν σχέση µε εκείνο του ταυτάριθµου άρθρου της προηγούµενης νοµοθεσίας (Κ.Ν.Ν.). Οι προνοµιούχες αυτές µορφές τέλεσης των εγκληµάτων διακίνησης τιµωρούνται µε ποινή φυλάκισης µέχρι τρία χρόνια. Η καινοτόµος αυτή ρύθµιση υπηρετεί την αρχή της αναλογικότητας βάρους εγκλήµατος ποινής και στηρίζεται επιπλέον στην παρατήρηση ότι ως τώρα η νοµολογία επιχειρούσε να σταθµίσει αντίστοιχες περιπτώσεις µε προσφυγή στην αναγνώριση ελαφρυντικών υπέρ του δράστη περιστάσεων. Μπορεί να γίνει λόγος κάπως απλά για περιπτώσεις «µικροδιακίνησης» 9. 8 Καϊάφα-Γκµπάντι Μ., Η εφαρµογή του Νόµου για την καταπολέµηση των ναρκωτικών στην πράξη: Μεταξύ προώθησης και υπέρβασης των νοµοθετικών επιλογών, σε Ποινικό Δίκαιο και Ναρκωτικά (Πρακτικά του Η Πανελληνίου Συνεδρίου Ε.Ε.Π.Δ.), εκδ. Δίκαιο & Οικονοµία Π.Ν. Σάκκουλας, 2003, σελ. 84 85. 9 Παρασκευόπουλου Ν., Η καταστολή της διάδοσης των ναρκωτικών στην Ελλάδα, εκδ. Εκδόσεις Σάκκουλα, 2014, σελ. 130. 10
4. Οι διακεκριµένες περιπτώσεις του άρθρου 22 του Ν. 4139/2013 Για τις διακεκριµένες παραλλαγές απειλούνται ποινές κάθειρξης τουλάχιστον δέκα ετών (10 20 έτη) και σωρευτικά χρηµατική ποινή από 50.000 µέχρι 500.000 ευρώ. Στις περιπτώσεις αυτές εντάσσονται ουσιαστικά περιπτώσεις όπως η τέλεση διακίνησης από υπάλληλο που νόµιµα ασχολείται µε τα ναρκωτικά, για διευκόλυνση ή απόκρυψη άλλων κακουργηµάτων, σε ευαίσθητους χώρους (στρατόπεδα, καταστήµατα κράτησης, σχολεία κ.λπ.). Όπως επίσης περιπτώσεις που ο δράστης ενεργεί στα πλαίσια εγκληµατικής οργάνωσης (άρθρα 187 και 187 Α του Ποινικού Κώδικα), καθώς επίσης και όταν ο δράστης είναι υπότροπος. Ακόµη, περιπτώσεις όπου ο δράστης αναµιγνύει ναρκωτικά µε τρόφιµα κ.λπ. ή είναι φαρµακοποιός και χορηγεί εν γνώσει του ναρκωτικά παράνοµα ή γιατρός που εκδίδει, χωρίς ιατρική ένδειξη, συνταγή για ναρκωτικά ή ουσίες για να παρασκευαστούν ναρκωτικά. Οι λόγοι της αυξηµένης απαξίας των εν λόγω πράξεων εντοπίζονται είτε στην ιδιαίτερη ευθύνη του δράστη (υπάλληλος, γιατρός κ.λπ.), είτε στην αυξηµένη επικινδυνότητα της πράξης του και ειδικότερα αναφορικά µε τον τόπο διακίνησης (π.χ. σχολεία), το πλαίσιο τέλεσής της (εγκληµατική οργάνωση), το σκοπό της (π.χ. διευκόλυνση άλλου κακουργήµατος) ή τον επικίνδυνα συγκαλυµµένο τρόπο της (ανάµιξη µε τρόφιµα) 10. Όταν γίνεται λόγος για επιβαρυντικές µορφές στο πεδίο του νόµου για τα ναρκωτικά, όπου ο νοµοθέτης εξαντλεί την αυστηρότητά του, ο ρόλος του δικαστή για την ορθή ερµηνεία και εφαρµογή των επιµέρους διατάξεων γίνεται καίριος καθώς έχει την ευθύνη: α) να µην οδηγήσει µε την ερµηνεία του σε διεύρυνση της καταστολής πέρα από το γράµµα του νόµου, β) να περιστέλλει τούτο, όπου η λογικοσυστηµατική ερµηνεία τού το επιβάλλει, και γ) να ελέγχει µε ευαισθησία την τήρηση της συνταγµατικά κατοχυρωµένης αρχής της αναλογικότητας µεταξύ εγκλήµατος και απειλούµενης ποινής 11. 10 Κοτσαλή Λ. Μαργαρίτη Μ. Φαρσεδάκη Ι., Ναρκωτικά. Κατ άρθρο ερµηνεία του Ν. 4139/2013, εκδ. Νοµική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ. 162. 11 Καϊάφα-Γκµπάντι Μ., Επιβαρυντικές µορφές διακίνησης ναρκωτικών: Επίταση της ποινικής καταστολής και αρχή της αναλογικότητας, σε Εγκληµατικότητα και Κράτος Δικαίου, εκδ. Νοµική Βιβλιοθήκη, 2009, σελ. 32. 11
5. Οι ιδιαίτερα διακεκριµένες περιπτώσεις του άρθρου 23 του Ν. 4139/2013 Εδώ τυποποιούνται ιδιαίτερα διακεκριµένες περιπτώσεις διακίνησης, που τιµωρούνται µε δύο τρόπους. Πρώτον, µε την εσχάτη των ποινών (ισόβια κάθειρξη) ή µε πρόσκαιρη κάθειρξη 10 20 ετών και χρηµατική ποινή από 50.000 µέχρι 600.000 ευρώ. Οι περιπτώσεις που τιµωρούνται µε την παρ. 1 του άρθρου αυτού είναι: α) όταν η πράξη του δράστη αφορά ναρκωτικά, τα οποία µπορούν να προκαλέσουν βαριά σωµατική βλάβη (άρθρο 310 παρ. 2 του Ποινικού Κώδικα) και είτε προκάλεσαν βαριά σωµατική βλάβη ή θάνατο σε τρίτον είτε προκάλεσαν επικίνδυνη σωµατική βλάβη στην υγεία πολλών ατόµων και β) όταν είναι ενήλικος και τελεί τις άνω πράξεις κατ επάγγελµα µε σκοπό να προκαλέσει τη χρήση ναρκωτικών από ανήλικο ή µεταχειρίζεται µε οποιονδήποτε τρόπο ανήλικο πρόσωπο κατά την τέλεση των πράξεων αυτών. Δεύτερον, µόνο µε ισόβια κάθειρξη και µε χρηµατική ποινή από 50.000 µέχρι 1.000.000 ευρώ τιµωρείται ο δράστης των πράξεων των άρθρων 20 και 22: α) όταν κατ επάγγελµα χρηµατοδοτεί την τέλεση κάποιας πράξης διακίνησης ή κατ επάγγελµα διακινεί ναρκωτικές ουσίες και το προσδοκώµενο όφελος του δράστη στις ανωτέρω περιπτώσεις υπερβαίνει το ποσό των 75.000 ευρώ, β) όταν µετέρχεται κατά την τέλεση των πράξεων αυτών ή προς το σκοπό διαφυγής του τη χρήση όπλων, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 2168/1993. Η αποκλειστικώς προβλεπόµενη για τις περιπτώσεις αυτές ποινή της ισόβιας κάθειρξης έγκειται ακριβώς στα στοιχεία της ιδιαίτερης επικινδυνότητας που ενσωµατώνουν οι υπαλλακτικά προβλεπόµενες τυποποιήσεις της κατ επάγγελµα τέλεσης µε αυξηµένο οικονοµικό όφελος και της χρήσης όπλων µε σκοπό τη διαφυγή, η οποία τελευταία αυτή πράξη ενέχει και το στοιχείο της προσβολής της δηµόσιας τάξης. Είναι προφανές δηλαδή ότι οι εν λόγω πράξεις έχουν τη µέγιστη κοινωνική απαξία και γι αυτό απαιτούν τη συγκεκριµένη ποινική κύρωση. Ειδικότερα, η επικινδυνότητα του δράστη της περ. α της παρ. 2 θα πρέπει να προκύπτει, πέραν της κατ επάγγελµα τέλεσης, σωρευτικά και από τη µεγάλη ποσότητα των διακινούµενων ναρκωτικών, η οποία προσδιορίζεται, για λόγους αντικειµενικότητας και οµοιόµορφης εφαρµογής του νόµου, από το 12
ύψος του οικονοµικού οφέλους (75.000 ευρώ) που αντικειµενικά είναι πρόσφορο να προσποριστεί στο δράστη από τη διακίνηση της συγκεκριµένης ποσότητας των ναρκωτικών. Περαιτέρω, σε ό,τι αφορά την περ. β της παρ. 2, κρίνεται αναγκαία η επιβολή της συγκεκριµένης ποινής προκειµένου να επιτευχθεί ευχερέστερα η σύλληψη των δραστών των εγκληµάτων διακίνησης των άρθρων 20 και 22, λόγω της αυξηµένης επικινδυνότητας της συµπεριφοράς και της αντίστοιχης συµπροσβολής της δηµόσιας τάξης 12. 6. Ποινές για τη διακίνηση ναρκωτικών από εξαρτηµένους (άρθρο 30 παρ. 4 του Ν. 4139/2013) Με βάση τον ισχύοντα Κώδικα, προκύπτει πλέον σαφώς ότι το στοιχείο της εξάρτησης του κατηγορουµένου αποτελεί κατ ουσίαν λόγο άρσης ή µείωσης του καταλογισµού του δράστη, που πρέπει να οδηγεί είτε σε απαλλαγή είτε σε µείωση ποινής. Οπότε, αν πρόκειται για εξαρτηµένο δράστη που τέλεσε τις βασικές πράξεις διακίνησης του άρθρου 20, αυτός τιµωρείται µε φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους (άρθρο 30 παρ. 4 β του Ν. 4139/2013), αν πρόκειται για εξαρτηµένο δράστη που τέλεσε τις προνοµιούχες µορφές διακίνησης του άρθρου 21, αυτός τιµωρείται µε φυλάκιση µέχρι ένα (1) έτος (άρθρο 30 παρ. 4 γ του Ν. 4139/2013), αν πρόκειται για εξαρτηµένο δράστη που τέλεσε τις διακεκριµένες µορφές διακίνησης του άρθρου 22, αυτός τιµωρείται µε πρόσκαιρη κάθειρξη µέχρι δέκα (10) έτη (άρθρο 30 παρ. 4 δ του Ν. 4139/2013). Για την αποφυγή παρερµηνειών επαναλαµβάνεται µε σαφήνεια ότι ο κατά νόµο ποινικός χαρακτήρας των πράξεων που τελέστηκαν από εξαρτηµένο δράστη κρίνεται µε βάση την απειλούµενη στο νόµο ποινή, συνεπώς η νοµοθετική πρόβλεψη για πληµµεληµατική ποινή του εξαρτηµένου διακινητή συνεπάγεται και τον αντίστοιχο χαρακτήρα της πράξης του (άρθρο 30 παρ. 5 του Ν. 4139/2013). Υπενθυµίζεται ότι ο Ν. 4139/2013 δεν προβλέπει πλέον µείωση της ποινής των ιδιαίτερα διακεκριµένων περιπτώσεων διακίνησης ναρκωτικών του 12 Κοτσαλή Λ. Μαργαρίτη Μ. Φαρσεδάκη Ι., Ναρκωτικά. Κατ άρθρο ερµηνεία του Ν. 4139/2013, εκδ. Νοµική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ. 179. 13
άρθρου 23. Κατά συνέπεια, η άρση ή η µείωση του καταλογισµού και αντίστοιχα της ποινής για τις προβλεπόµενες στο άρθρο 23 πράξεις χωρούν, µόνον εφόσον συντρέχουν οι όροι των άρθρων 34 ή 36 ΠΚ. Η διευκρίνιση του ουσιαστικού χαρακτήρα της εξάρτησης, ως λόγου άρσης ή µείωσης του καταλογισµού, εξηγεί επίσης τη νοµοθετική αυτή επιλογή να µη προβλέπεται στο άρθρο 30 παρ. 4 µείωση της ποινής στην περίπτωση των ιδιαίτερα διακεκριµένων περιπτώσεων διακίνησης. Κρίνεται ότι ειδικά η τέλεση των βαρύτατων πράξεων του άρθρου 23 κατά τεκµήριο δεν πηγάζει από ψυχικές καταστάσεις των δραστών οφειλόµενες στην εξάρτηση από ναρκωτικά 13. Ένα ζήτηµα από το οποίο εξαρτώνται κρίσιµες έννοµες συνέπειες, είναι ο νοµικός λόγος της µείωσης της ποινής των εξαρτηµένων διακινητών κατά το άρθρο 30 παρ. 4 του Ν. 4139/2013. Ιδίως στην περίπτωση της µείωσης της ποινής κατά την παρ. 4 β του ίδιου άρθρου, η νοµική φύση της εξάρτησης γίνεται κρίσιµη για την επίλυση και έκβαση µιας σειράς ζητηµάτων, όπως η δυνατότητα επιβολής προσωρινής κράτησης, το χρονικό όριο για την απόλυση υπό όρους, η παραγραφή, η υποτροπή ως όρος εφαρµογής της βαρύτερης διάταξης του άρθρου 22 παρ. 2 γ του Ν. 4139/2013 και η αρµοδιότητα του δικαστηρίου ή του συµβουλίου για την περάτωση της κύριας ανάκρισης. Συγκεκριµένα, στην περίπτωση που περιγράφεται στο άρθρο 30 παρ. 4 β (µορφές διακίνησης ναρκωτικών κατά το άρθρο 20 παρ. 1) η εξάρτηση συνεπάγεται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους αντί της προβλεπόµενης κάθειρξης τουλάχιστον 8 ετών για τον µη εξαρτηµένο δράστη. Η αντίστοιχη αναγνώριση χαρακτήρα πληµµελήµατος αντί κακουργήµατος οδηγεί σε ελαφρότερες έννοµες συνέπειες, σε όλα τα παραπάνω ζητήµατα. 13 Παρασκευόπουλου Ν., Η καταστολή της διάδοσης των ναρκωτικών στην Ελλάδα, εκδ. Εκδόσεις Σάκκουλα, 2014, σελ. 223. 14
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Ο Ι Δ Ι Α Κ Ε Κ Ρ Ι Μ Ε Ν Ε Σ Π Ε Ρ Ι Π Τ Ω Σ Ε Ι Σ Τ Ο Υ Α Ρ Θ Ρ Ο Υ 2 2 Τ Ο Υ Ν. 4 1 3 9 / 2 0 1 3 1. Γενικές παρατηρήσεις Υπό το πρίσµα της παρακάτω αναλυτικής παρουσίασης εξετάζονται οι διακεκριµένες µορφές των εγκληµάτων διακίνησης ναρκωτικών στα επίπεδα της νοµοθετικής οριοθέτησης και της εφαρµογής τους στην πράξη. 2. Οι διακεκριµένες περιπτώσεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου 2.1. Η ιδιότητα του δράστη ως υπαλλήλου Στην περίπτωση α της παρ. 1 του άρθρου 22 του Ν. 4139/2013 υπάγεται εκείνος που τέλεσε κάποια από τις πράξεις των άρθρων 20 και 21 παρ. 1 α, αν έχει την ιδιότητα του υπαλλήλου, σύµφωνα µε την έννοια του άρθρου 13 στοιχείο α του ΠΚ και εφόσον λόγω της υπηρεσίας του ασχολείται µε τα ναρκωτικά και ιδίως µε τη φύλαξή τους ή τη δίωξη των παραβατών του νόµου αυτού ή ανήκει στο προσωπικό των καταστηµάτων ή ιδρυµάτων της παρ. 2 εδάφιο α του παρόντος άρθρου. 2.1.1. Αντικειµενική υπόσταση Άδικο Ενδεικτικά αναφέρεται ως τέτοια περίπτωση το ότι το Πενταµελές Εφετείο Πατρών κήρυξε ενόχους τους αναιρεσείοντες µε την ιδιότητα του 15
αστυνοµικού του Τµήµατος Ασφάλειας, που είχαν την αρµοδιότητα και της δίωξης των παραβατών του νόµου για τα ναρκωτικά, α) για απλή συνέργεια σε καλλιέργεια 1.849 δενδρυλλίων ινδικής κάνναβης, β) για ηθική αυτουργία από κοινού σε συγκοµιδή 10 κιλών ινδικής κάνναβης και γ) για συγκατοχή 3 κιλών ινδικής κάνναβης, αναγνωρίζοντας σ αυτούς το ελαφρυντικό της προηγούµενης έντιµης ζωής και επέβαλε ποινή κάθειρξης 10 ετών και χρηµατική ποινή 1.000.000 δρχ σε καθένα από αυτούς 14. Συνιστά επιβαρυντική περίσταση και η περίπτωση αστυφύλακα της «οµάδας Ζ» που κατείχε 503,9 γραµµάρια ινδικής κάνναβης εκ των οποίων 3,9 γραµµάρια µετέφερε µε την υπηρεσιακή µοτοσυκλέτα. Το Πενταµελές Εφετείο Ιωαννίνων τον κήρυξε ένοχο µεταφοράς και κατοχής ναρκωτικών ουσιών από υπάλληλο που ασχολείται µε τη δίωξη των παραβατών του νόµου αυτού και τον καταδίκασε σε ποινή κάθειρξης 6 ετών 15. 2.2. Η διευκόλυνση ή απόκρυψη διάπραξης άλλων κακουργηµάτων Στην περίπτωση β της παρ. 1 του άρθρου 22 του Ν. 4139/2013 υπάγεται εκείνος που τέλεσε κάποια από τις πράξεις των άρθρων 20 και 21 παρ. 1 α για να διευκολύνει ή αποκρύψει τη διάπραξη άλλων κακουργηµάτων. 2.2.1. Αντικειµενική υπόσταση Άδικο Η τελεολογική ερµηνεία της παρούσας διάταξης επιβάλλει να νοηθεί ότι δια της πράξης που αναφέρεται στα ναρκωτικά διευκολύνθηκε η απεκρύβη κάποια άλλη «σοβαρότερης» υφής πράξη. Λόγου χάρη, ο δράστης δίνει ναρκωτικά σε κοπέλες τις οποίες εκµεταλλεύεται στο πλαίσιο του εγκλήµατος της σωµατεµπορίας. 14 ΑΠ (ΠΟΙΝ) 1368/2002 (324274), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 15 ΑΠ (ΠΟΙΝ) 1069/2006, Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ. 16
3. Οι διακεκριµένες περιπτώσεις της παρ. 2 του παρόντος άρθρου 3.1. Διακίνηση ναρκωτικών σε στρατόπεδα, σωφρονιστικά καταστήµατα, εκπαιδευτικά ιδρύµατα κ.λπ. Στην περίπτωση α της παρ. 2 του άρθρου 22 του Ν. 4139/2013 υπάγεται εκείνος που παράνοµα διακινεί ναρκωτικά σε στρατόπεδα ή άλλους χώρους των ενόπλων δυνάµεων, αστυνοµικά κρατητήρια, σωφρονιστικά καταστήµατα, καταστήµατα ανηλίκων κάθε κατηγορίας, σχολικές µονάδες οποιασδήποτε βαθµίδας, εκπαιδευτικά ιδρύµατα ή άλλες µονάδες κατάρτισης, επιµόρφωσης ή µετεκπαίδευσης, σε χώρους άθλησης, κατασκηνώσεων, φροντιστηρίων, σε χώρους παροχής κοινωνικών υπηρεσιών, σε χώρους συγκέντρωσης µαθητών ή σπουδαστών για εκπαιδευτικούς ή αθλητικούς σκοπούς. 3.1.1. Αντικειµενική υπόσταση Άδικο Ενδεικτικά αναφέρεται ως τέτοια περίπτωση η καταδίκη αδειούχου στρατιώτη για εισαγωγή, κατοχή και διάθεση απαγορευµένης ναρκωτικής ουσίας σε στρατόπεδο, ο οποίος δράστης υπηρετούσε τη στρατιωτική θητεία του και παρέδωσε σε έτερο στρατιώτη που υπηρετούσε στο Κέντρο Εκπαιδεύσεως Τεθωρακισµένων (ΚΕΤΘ) στον Αυλώνα Αττικής 15,2 γραµµάρια φυτικών αποσπασµάτων ινδικής κάνναβης («φούντα»), η ενέργειά του όµως αυτή υπέπεσε στην αντίληψη ανδρών της αστυνοµίας µονάδος (ΑΜ) του στρατοπέδου οι οποίοι και τον συνέλαβαν. Το Πενταµελές Εφετείο Αθηνών κήρυξε ένοχο τον κατηγορούµενο για τις αποδιδόµενες σ αυτόν πιο πάνω αξιόποινες πράξεις της εισαγωγής σε στρατόπεδο, της κατοχής και της διαθέσεως ναρκωτικών ουσιών και του επέβαλε, αφού αναγνώρισε ότι 17
συντρέχει στο πρόσωπό του η ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 παρ. 2 περ. α του ΠΚ, ποινή φυλάκισης 3 ετών και χρηµατική ποινή 3.000 ευρώ 16. Επίσης περίπτωση κρατουµένου στη δικαστική φυλακή Λάρισας, εκτίοντας ποινή για ανθρωποκτονία από πρόθεση, που εισήγαγε και πωλούσε κατ εξακολούθηση ηρωίνη άγνωστης ποσότητας (της οποίας το βάρος δεν εξακριβώθηκε) σε συγκρατουµένους σε σωφρονιστικό κατάστηµα. Το Πενταµελές Εφετείο Λάρισας κήρυξε ένοχο τον κατηγορούµενο, α) για από κοινού και κατ εξακολούθηση εισαγωγή σε σωφρονιστικό κατάστηµα ναρκωτικών ουσιών και β) για πώληση ναρκωτικών ουσιών κατ εξακολούθηση, πράξεις που τέλεσε κατ επάγγελµα και κατά συνήθεια, ενώ οι περιστάσεις τέλεσης µαρτυρούν ότι είναι άτοµο ιδιαίτερα επικίνδυνο 17. Δεν στοιχειοθετείται το προαναφερόµενο έγκληµα στην περίπτωση που η εισαγόµενη ποσότητα σε σωφρονιστικό κατάστηµα πρόκειται να χρησιµοποιηθεί από τον ίδιο το δράστη. Για τη στοιχειοθέτηση του προβλεποµένου σχετικού εγκλήµατος της εισαγωγής ναρκωτικών ουσιών µέσα σε σωφρονιστικά καταστήµατα απαιτείται αυτή να τελείται προς διευκόλυνση ή πραγµατοποίηση της κυκλοφορίας αυτών, υπό οποιαδήποτε αιτία, από άτοµο σε άτοµο µέσα σε σωφρονιστικό κατάστηµα. Κρίθηκε ατιµώρητος ο κατηγορούµενος, που στην προκειµένη περίπτωση είναι και τοξικοµανής, για εισαγωγή στη δικαστική φυλακή Κορυδαλλού όπου εκρατείτο µικροποσότητας ναρκωτικής ουσίας, και συγκεκριµένα ηρωίνης καθαρού βάρους 2,3 γραµµαρίων, προκειµένου να τη χρησιµοποιήσει ο ίδιος και όχι να τη διαθέσει σε άλλους 18. Έτσι αν οι ουσίες µετακοµίζονται για να χρησιµοποιηθούν αποκλειστικά από το δράστη της µετακόµισης δεν υφίσταται η ανωτέρω αξιόποινη πράξη 19. Επαναλαµβάνουµε ότι απαιτείται η εισαγωγή να γίνεται µε σκοπό τη διευκόλυνση της κυκλοφορίας των ναρκωτικών για οποιαδήποτε αιτία από άτοµο σε άτοµο εντός των σωφρονιστικών καταστηµάτων. Δεν υφίσταται εισαγωγή ναρκωτικών ουσιών σε σωφρονιστικό κατάστηµα όταν εισάγονται οι ουσίες αυτές προκειµένου να χρησιµοποιηθούν από τον ίδιο το δράστη της 16 ΑΠ (ΠΟΙΝ) 782/2008 (505382), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 17 ΑΠ (ΠΟΙΝ) 1928/2008 (538392), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 18 ΤρΕφΚακΠειρ (ΠΟΙΝ) 251/1999 (287667), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 19 ΕφΠειρ (ΠΟΙΝ) 468/1997 (253883), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 18
εισαγωγής. Ακόµη µία τέτοια περίπτωση αποτελεί το ότι στο Ψυχιατρείο Κρατουµένων Κορυδαλλού, σωφρονιστικοί υπάλληλοι διαπίστωσαν ότι στο κοµοδίνο δύο κρατουµένων υπήρχαν δύο σακουλάκια που περιείχαν ποσότητα ηρωίνης καθαρού βάρους 2,1 γραµµαρίων και ποσότητα φυτικών αποσπασµάτων κάνναβης καθαρού βάρους 1,4 γραµµαρίων, όπου ο κατηγορούµενος, απολογούµενος στην ανάκριση, οµολόγησε ότι οι ποσότητες αυτές ήταν δικές του, προοριζόµενες για δική του αποκλειστικά χρήση, ισχυρίστηκε δε ότι τα βρήκε στο προαύλιο του Ψυχιατρείου Κρατουµένων σε ειδική πρόχειρη συσκευασία, την οποία είχε πετάξει από έξω κάποιος άγνωστος, χωρίς να προορίζονται για τον ίδιο, η οποία εξήγηση δεν κρίθηκε πειστική. Όµως, ανεξάρτητα από τον τρόπο µε τον οποίο προµηθεύτηκε τις ως άνω µικροποσότητες, οι οποίες, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, καλύπτουν αποκλειστικά τις δικές του ανάγκες, οι πράξεις που φέρεται ότι τέλεσε, όπως έχουν εισαχθεί, συνιστούν, κατ ορθότερο νοµικό χαρακτηρισµό, τα πληµµελήµατα της προµήθειας και κατοχής ναρκωτικών ουσιών για δική του αποκλειστικά χρήση, και καθίσταται σαφές ότι δεν νοείται ηθική αυτουργία στην εισαγωγή ναρκωτικών ουσιών σε σωφρονιστικό κατάστηµα, διότι τα ναρκωτικά αυτά προορίζονταν για ιδία χρήση 20. Επίσης κρίθηκε ότι δεν αποτελεί εισαγωγή σε σχολείο η είσοδος στις τουαλέτες ηµέρα Κυριακή, που δεν λειτουργούσε αυτό ούτε υπήρχαν µαθητές, για χρήση δόσης ηρωίνης, άρα δεν διέπραξαν το παραπάνω έγκληµα οι κατηγορούµενοι οι οποίοι µετέβησαν σε δηµοτικό σχολείο και έκαναν χρήση ηρωίνης στις τουαλέτες του σχολείου, όπου και συνελήφθησαν από αστυνοµικό που κατέφθασε. Η χρήση ηρωίνης από τους ίδιους τους δράστες χωρίς µάλιστα να αφήσουν οποιαδήποτε ποσότητα ναρκωτικών δεν στοιχειοθετεί το έγκληµα της εισαγωγής ναρκωτικών σε σχολεία 21. 3.1.2. Υποκειµενική υπόσταση Ενοχή Επιπροσθέτως, αξίζει να αναφερθεί η απαλλαγή για έλλειψη γνώσης της µητέρας ενός κρατουµένου που έφερε στη δικαστική φυλακή Κορυδαλλού 20 ΕφΠειρ (ΠΟΙΝ) 336/2010 (663911), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 21 ΣυµβΕφΘεσ (ΠΟΙΝ) 185/1997 (182073), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 19
µπολ µε τρόφιµα, σε ειδικό πάτο του οποίου είχε έντεχνα τοποθετηθεί ποσότητα ηρωίνης βάρους 20,8 γραµµαρίων, που προορίζονταν για το γιο της, η οποία κρίθηκε αθώα για τα εγκλήµατα της κατοχής ναρκωτικών και της παράνοµης εισαγωγής αυτών σε σωφρονιστικό κατάστηµα. Υπό τα περιστατικά αυτά, τελέσθηκε η εισαγωγή στο παραπάνω αναφερόµενο σωφρονιστικό κατάστηµα ναρκωτικής ουσίας, από την κατηγορουµένη, η οποία όµως κρίθηκε αθώα, ελλείψει δόλου, αφού δεν γνώριζε την ύπαρξη της ηρωίνης. Η ως άνω κατηγορουµένη κηρύχθηκε αθώα και της πράξεως της κατοχής ναρκωτικής ουσίας, διότι δεν κατείχε την ουσία αυτή, µε την έννοια της φυσικής εξουσιάσεώς της, κατά τρόπο που να µπορεί κάθε στιγµή να διαπιστώσει την ύπαρξή της, την οποία αγνοούσε 22. Όµοια περίπτωση αποτελεί και η αθώωση κατηγορουµένης από το Τριµελές Εφετείο Κακουργηµάτων Πειραιώς ελλείψει δόλου ως προς την ύπαρξη της ανευρεθείσας ναρκωτικής ουσίας (ποσότητα ηρωίνης βάρους 8,1 γραµµαρίων) εντός του ενδύµατος στην τσάντα την οποία µετέφερε, κατά τον έλεγχο των πραγµάτων των επισκεπτών προς τους κρατούµενους 23. 3.1.3. Απόπειρα Η πράξη της εισαγωγής είναι τετελεσµένη µε τη διέλευση της ναρκωτικής ουσίας στο χώρο του σωφρονιστικού καταστήµατος κ.λπ., αν µάλιστα προηγείται έλεγχος, για την ολοκλήρωση του εγκλήµατος θα πρέπει ο έλεγχος να έχει συντελεσθεί και να µην έχει ευρεθεί η ουσία. Ενώ, αν η εισαγωγή του ναρκωτικού αποτραπεί κατά τον έλεγχο στην είσοδο, πρόκειται περί απόπειρας και όχι περί τετελεσµένου εγκλήµατος 24, όπως η περίπτωση καταδίκης κατηγορουµένης για απόπειρα εισαγωγής 46 γραµµαρίων ηρωίνης στις φυλακές Κορυδαλλού, όπου κατά τον έλεγχο που έγινε από τους φύλακες των φυλακών διαπιστώθηκε η ύπαρξη των ναρκωτικών αυτών εντός ενός πακέτου µπισκότων και έτσι δεν κατέστη δυνατή η ολοκλήρωση της αξιόποινης πράξης της εισαγωγής ναρκωτικών ουσιών σε σωφρονιστικό 22 ΕφΠειρ (ΠΟΙΝ) 166/2000 (302899), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 23 ΤρΕφΚακΠειρ (ΠΟΙΝ) 402/2008 (639011), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 24 Κοτσαλή Λ. Μαργαρίτη Μ. Φαρσεδάκη Ι., Ναρκωτικά. Κατ άρθρο ερµηνεία του Ν. 4139/2013, εκδ. Νοµική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ. 166. 20
κατάστηµα και παρέµεινε αυτή στο στάδιο της απόπειρας 25, ενώ οι κρατούµενοι τοξικοµανείς που προκαλούν σε άλλον την απόφαση εισαγωγής µε σκοπό διοχέτευσης των ναρκωτικών και σε άλλους τοξικοµανείς κρατούµενους, είναι ηθικοί αυτουργοί στο έγκληµα αυτό. Παρόµοια περίπτωση αποτελεί και η καταδίκη κατηγορουµένου από το Πενταµελές Εφετείο Χανίων για κατοχή, ηθική αυτουργία σε µεταφορά και απλή συνέργεια απόπειρας εισαγωγής ναρκωτικών ουσιών σε σωφρονιστικό κατάστηµα, όπου έγινε απόπειρα εισαγωγής µε µπάλα ποδοσφαίρου, στην οποία υπήρχαν 59 γραµµάρια ακατέργαστης ινδικής κάνναβης και 0,5 γραµµάριο ηρωίνης, που είχε αφήσει συνεργός πλησίον του χώρου αύλησης της κλειστής φυλακής Αλικαρνασσού και ο κατηγορούµενος ζήτησε από το φύλακα να τη φέρει µέσα στη φυλακή, ισχυρισθείς ότι δήθεν η µπάλα είχε πέσει έξω το βράδυ της προηγούµενης ηµέρας, πλην όµως ο φύλακας ερεύνησε τη µπάλα και βρήκε τα ναρκωτικά αυτά 26. Εποµένως, η ανεύρεση των ναρκωτικών κατά τον έλεγχο και η µη εισαγωγή τους στη φυλακή δεν µπορούν να οδηγήσουν στην καταδίκη για τετελεσµένο έγκληµα αλλά για απόπειρα. Επιπλέον περιπτώσεις είναι η απόπειρα εισαγωγής στην κλειστή κεντρική φυλακή Γυναικών Κορυδαλλού δραστικού συστατικού του ιδιοσκευάσµατος Romidon το οποίο είχε αναµείξει σε µαγειρεµένο αρακά συνολικού βάρους 240 γραµµαρίων 27, καθώς και η απόπειρα εισαγωγής στο τµήµα Ψυχιατρείου των φυλακών Κορυδαλλού 1,8 γραµµαρίων ακατέργαστης ινδικής κάνναβης κρυµµένη σ ένα αλουµινόχαρτο µέσα σε ένα κοµµάτι ψητού κρέατος από τη σύζυγο του κρατουµένου 28. Όµως, καθαρά και χωρίς καµία ασάφεια ή αντίφαση προκύπτει ότι το Πενταµελές Εφετείο Ιωαννίνων δέχθηκε τετελεσµένη πράξη εισαγωγής ναρκωτικών ουσιών σε σωφρονιστικό κατάστηµα, και όχι απόπειρα αυτής της πράξης, δεχόµενο µεταξύ άλλων ότι ο κατηγορούµενος έδεσε σε κοµµάτι τούβλου δέµα, στο οποίο είχε τοποθετήσει 106,40 γραµµάρια ηρωίνης, έριξε αυτό µε τα χέρια του, µαζί µε το τεµάχιο τούβλου, περνώντας τα πάνω από 25 ΕφΠειρ (ΠΟΙΝ) 43/2000 (297041), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 26 ΑΠ (ΠΟΙΝ) 1043/2002 (323754), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 27 ΑΠ (ΠΟΙΝ) 606/1994 (92441), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 28 ΑΠ (ΠΟΙΝ) 90/1994 (70568), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 21
την περίφραξή του, στο εσωτερικό του σωφρονιστικού καταστήµατος, έστω και αν έγινε αµέσως η πράξη αντιληπτή από το φύλακα 29. 3.1.4. Συµµετοχή Ως προς το ζήτηµα της συµµετοχής, η απόπειρα εισαγωγής ναρκωτικών ουσιών σε αστυνοµικό κρατητήριο µπορεί να συντελεστεί µε οποιαδήποτε ενέργεια, η οποία κατατείνει στην εισαγωγή αυτών εντός του χώρου του καταστήµατος κρατήσεως, µε σκοπό τη θέση αυτών σε κυκλοφορία. Στην περίπτωση που ο ηθικός αυτουργός της εισαγωγής των ναρκωτικών στον παραπάνω χώρο σκοπό είχε να χρησιµοποιήσει αποκλειστικά τα ναρκωτικά για τον εαυτό του, δεν στοιχειοθετείται το έγκληµα της ηθικής αυτουργίας στην πράξη της εισαγωγής ναρκωτικών σε αστυνοµικό κρατητήριο, αλλά της προµήθειας ναρκωτικών για αποκλειστικά δική του χρήση, και, στην περίπτωση που δεν περιήλθαν τα ναρκωτικά σ αυτόν, της απόπειρας προµήθειας για ιδία χρήση ναρκωτικών ουσιών. Κατά συνέπεια, ο φυσικός αυτουργός του παραπάνω εγκλήµατος είναι άµεσος συνεργός σε απόπειρα προµήθειας ναρκωτικών ουσιών για ιδία χρήση (άρθρο 46 παρ. 1 περ. β ΠΚ και άρθρο 29 παρ. 1 Ν. 3459/2006), αφού σκοπό είχε να παραδώσει τη µικρή ποσότητα των ναρκωτικών στο πρόσωπο για το οποίο την προόριζε, για να χρησιµοποιηθεί αποκλειστικά από αυτόν, ενώ εκείνος που συνέδραµε το φυσικό αυτουργό, µεταφέροντας αυτόν στον τόπο τέλεσης της πράξης µε µηχανοκίνητο µέσο και παραµένοντας επιτόπου προκειµένου να τον αποµακρύνει µετά την τέλεση της πράξης (της εισαγωγής), είναι απλός συνεργός σε απόπειρα προµήθειας ναρκωτικών ουσιών (άρθρο 47 παρ. 1 ΠΚ και άρθρο 29 παρ. 1 Ν. 3459/2006). Άρα, η εισαγωγή ναρκωτικών ουσιών προς ιδία χρήση, και όχι για εµπορία ή διακίνηση και σε τρίτα πρόσωπα (από άτοµο σε άτοµο) συνιστά πληµµεληµατικού χαρακτήρα πράξη 30. Όµοια περίπτωση αποτελεί και η γενοµένη δεκτή εισαγγελική πρόταση που έκρινε ότι οι πράξεις που πράγµατι πρέπει να αποδοθούν στους κατηγορουµένους είναι όχι οι κακουργηµατικού χαρακτήρα πράξεις της 29 ΑΠ (ΠΟΙΝ) 399/2011 (559260), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 30 ΔιατΕισΕφΒορΑιγ (ΠΟΙΝ) 2/2012 (663915), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 22
κατοχής και της διάθεσης (ειδικότερες εκφάνσεις της διακίνησης ναρκωτικών ουσιών κατά τα άρθρα 20 και 22 παρ. 2 περ. α του Ν. 4139/2013), αλλά η πληµµεληµατικού χαρακτήρα πράξη της προµήθειας και κατοχής ναρκωτικών σε ποσότητα που δικαιολογείται για ατοµική του δράστη χρήση, λόγο για τον οποίο την κατείχε (όσον αφορά τον πρώτο) και της άµεσης συνέργειας σ αυτή (όσον αφορά τη δεύτερη), και ως εκ τούτων ότι πρέπει το Συµβούλιο να αποφανθεί περί της παραποµπής αυτών να δικασθούν ενώπιον του καθ ύλην και κατά τόπο αρµόδιου Μονοµελούς Πληµµελειοδικείου Άρτας. Ο Άρειος Πάγος, ως προς το στοιχείο της ενισχυτικής διευκολυντικής αιτιότητας της συνέργειας, απαιτεί µεν αιτιότητα τόσο στην άµεση όσο και στην απλή συνέργεια, αλλά διακρίνει σχετικώς απαιτώντας αναφορικά µε την άµεση συνέργεια να υφίσταται αιτιότητα ανάµεσα στη συµπεριφορά του συνεργού και στο όλο έγκληµα, ενώ για την απλή συνέργεια αξιώνει να προκάλεσε αυτή αιτιωδώς το ουσιαστικώς ενδιάµεσο µεταβατικό αποτέλεσµα της διευκόλυνσης της κύριας πράξης 31. 3.2. Εγκληµατική κ.λπ. οργάνωση Στην περίπτωση β της παρ. 2 του άρθρου 22 του Ν. 4139/2013 υπάγεται εκείνος που ενεργεί κάποια από τις πράξεις των άρθρων 20 και 21 παρ. 1 α στο πλαίσιο εγκληµατικής οργάνωσης, όπως αυτή ορίζεται στα άρθρα 187 και 187 Α του ΠΚ. 3.3. Υποτροπή Στην περίπτωση γ της παρ. 2 του άρθρου 22 του Ν. 4139/2013 υπάγεται εκείνος που είναι υπότροπος. Υπότροπος θεωρείται όποιος, χωρίς να έχει κριθεί ως εξαρτηµένος, έχει ήδη καταδικαστεί αµετάκλητα για κακούργηµα διακίνησης ναρκωτικών µέσα στην προηγούµενη δεκαετία. 31 ΠληµΑρτ (ΠΟΙΝ) 14/2015 (685886), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 23
3.3.1. Όροι για την κατάφαση υποτροπής Ο Ποινικός Κώδικας στα άρθρα 88 επ. αντιµετωπίζει αυστηρότερα τους υπότροπους εγκληµατίες από τους περιστασιακούς, καθορίζοντας τους όρους της υποτροπής. Στην παρούσα περίπτωση, ειδικά, κατ απόκλιση των εκεί αναφεροµένων, είναι διαφορετική από εκείνη των άρθρων 88 επ. του ΠΚ. Έτσι, ορίζεται εν προκειµένω ότι υπότροπος θεωρείται όποιος, χωρίς να έχει κριθεί ως εξαρτηµένος, έχει ήδη καταδικαστεί αµετάκλητα για κακούργηµα διακίνησης ναρκωτικών µέσα στην προηγούµενη δεκαετία. Εποµένως, για τους εξαρτηµένους δράστες δεν εφαρµόζεται η παρούσα επιβαρυντική περίσταση. Ήδη, αφού οι πράξεις διακίνησης του άρθρου 20, τελούµενες από εξαρτηµένο δράστη, τιµωρούνται µε φυλάκιση, ο νόµος αποσαφηνίζει (άρθρο 30 παρ. 5) ότι πρόκειται πλέον για πληµµελήµατα, πράγµα που έχει ιδιαίτερη σηµασία και στην υποτροπή κατά το παρόν άρθρο. Επίσης, δεν λαµβάνονται υπόψη για την υποτροπή, εν προκειµένω, καταδικαστικές αποφάσεις κατά του κατηγορουµένου για άλλα αδικήµατα, πλην αυτών των ναρκωτικών 32. Αν η απόφαση της προηγούµενης καταδίκης δεν ήταν αµετάκλητη κατά το χρόνο της καταδίκης του κατηγορουµένου ως υπότροπου, η απόφαση είναι αναιρετέα. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η αναίρεση εν µέρει της υπ αριθµ. 1688-1689/2009 απόφασης του Πενταµελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης µόνο ως προς το κεφάλαιο που αποδέχθηκε την επιβαρυντική περίσταση της υποτροπής, αφού η προηγούµενη καταδίκη, όπως προκύπτει από την επισκόπηση της δικογραφίας, δηλαδή η καταδίκη του αναιρεσείοντος µε την 1000/10-10-2003 απόφαση του Τριµελούς Εφετείου Κακουργηµάτων Θεσσαλονίκης µε την οποία είχε καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης 4 ετών για τα κακουργήµατα της κατοχής και της απόπειρας πώλησης ναρκωτικών ουσιών (ηρωίνης), όταν αυτός τέλεσε τα νέα κακουργήµατα (01-03-2004) για τα οποία καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη και χρηµατική ποινή 30.000 ευρώ δεν ήταν αµετάκλητη, όπως εσφαλµένα δέχθηκε το Πενταµελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, αλλά εξαφανίστηκε µετά από έφεση του καταδικασθέντος µε 32 Κοτσαλή Λ. Μαργαρίτη Μ. Φαρσεδάκη Ι., Ναρκωτικά. Κατ άρθρο ερµηνεία του Ν. 4139/2013, εκδ. Νοµική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ. 168. 24
την 1467-1468/2006 απόφαση του Πενταµελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης µε την οποία καταδικάστηκε και πάλι στην ίδια πρωτόδικη ποινή 33. Αξίζει να σηµειωθεί ότι η πράξη του εξαρτηµένου αποτελεί «ιδιώνυµο πληµµέληµα από το νόµο» 34, αφού κατά το άρθρο 30 παρ. 4 β η πράξη τιµωρείται µε φυλάκιση που κατά το άρθρο 18 και 19 του ΠΚ είναι πληµµέληµα. Ήδη, ο παρών νόµος ρητώς αποκλείει τις καταδίκες ατόµων που είχαν κριθεί ως εξαρτηµένοι για την κατάγνωση υποτροπής. Από το συνδυασµό των διατάξεων του Ν. 3459/2006 και µάλιστα από αυτήν του άρθρου 23 του ανωτέρω κωδικοποιηµένου νόµου περί ναρκωτικών, προκύπτει ότι σκοπός της καταργηµένης διάταξης αυτής, είναι η βαρύτερη τιµωρία των ατόµων εκείνων, τα οποία παρουσιάζουν µια επικινδυνότητα σχετική µε τη βαρύτητα των αδικηµάτων, ως αυτά οριοθετούνται από τη διάταξη αυτή και σχετίζονται µε την εµπορία των ναρκωτικών (άρθρα 20, 21 και 22 του Ν. 3459/2006). Τέτοια επικινδυνότητα, η οποία αποτελεί την ουσιώδη και βασική προϋπόθεση της συνδροµής της επιβαρυντικής περιστάσεως του υποτρόπου, δεν δύναται να καταλογισθεί σε εκείνον το δράστη, ο οποίος προµηθεύεται ή κατέχει σε µικροποσότητα ναρκωτικές ουσίες για δική του αποκλειστικά χρήση και πολύ περισσότερο δεν µπορεί να θεωρηθεί ως επικίνδυνο το άτοµο εκείνο, το οποίο έχει καταδικαστεί για την πράξη του άρθρου 12 του Ν. 1729/1987 (ήδη ανωτέρω άρθρο 29 παρ. 1 του Κ.Ν.Ν.). Τούτο δε, διότι, όπως προκύπτει από το περιεχόµενο της διατάξεως αυτής, ο δράστης της παραβάσεως αυτής δεν εµφανίζει αντικειµενική επικινδυνότητα, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνεται και από τον ίδιο το νοµοθέτη, ο οποίος τιµωρεί τη συγκεκριµένη παράβαση µε φυλάκιση µέχρι ενός (1) έτους, αλλά και από το γεγονός ότι επιτρέπεται η µετατροπή της ποινής αυτής, την οποία προβλέπει η εν λόγω διάταξη του άρθρου 12 παρ. 1 του Ν. 1729/1987, σε χρηµατική ποινή. Ανάλογη εφαρµογή της διατάξεως του άρθρου 23 του Ν. 3459/2006, που αντιµετωπίζει τις διάφορες περιπτώσεις παραβατικότητας περί τα ναρκωτικά µε προέχον στοιχείο αυτό της εµπορίας, δεν περιλαµβάνει η διάταξη του άρθρου 12 του Ν. 1729/1987, γεγονός το οποίο υποδηλώνει τη βούληση του νοµοθέτη να µην καταλαµβάνει η επιβαρυντική περίσταση της 33 ΑΠ (ΠΟΙΝ) 1469/2010 (537172), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 34 ΠεντΕφΑθ (ΠΟΙΝ) 1053/2003 (394137), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 25
υποτροπής τον παραβάτη της διατάξεως του άρθρου 12 παρ. 1 του αυτού νοµοθετήµατος. Διαφορετική ερµηνεία θα οδηγούσε σε ανεπιεική αποτελέσµατα, ακόµη και για τον περιστασιακό δράστη, ο οποίος θα αντιµετώπιζε τον κίνδυνο να θεωρηθεί υπότροπος σύµφωνα µε τη διάταξη του άρθρου 23 του άνω Ν. 3459/2006, εφόσον στο χρόνο που θέτει η διάταξη αυτή, της τελευταίας δηλαδή πενταετίας, καταδικαστεί εκ νέου για παράβαση του νόµου περί ναρκωτικών. Έτσι, σε περίπτωση τελέσεως κακουργηµατικής περί τα ναρκωτικά πράξεως, η µικρή προηγούµενη ποινική απαξία της πράξεως της κατοχής ναρκωτικών για ιδία αποκλειστικά χρήση, δεν δικαιολογεί για τη νέα του πράξη ως κακουργήµατος την επίταση της ποινής του λόγω υποτροπής, εφόσον στην περίπτωση αυτή είναι προφανής η δυσαναλογία ποινής ενοχής κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας η οποία απορρέει από το τέταρτο εδάφιο του άρθρου 25 του ισχύοντος Συντάγµατος 35. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί η αναίρεση της υπ αριθµ. 361/2009 απόφασης του Πενταµελούς Εφετείου Λάρισας κατά το µέρος που αφορά τον αναιρεσείοντα καθώς ο Άρειος Πάγος έκρινε ότι το Δικαστήριο της ουσίας που εξέδωσε την προσβαλλόµενη απόφαση µε το να δεχτεί ότι ο αναιρεσείων τελούσε σε υποτροπή διότι µε την απόφαση 3037/2002 του Τριµελούς Πληµµελειοδικείου Κατερίνης είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση 3 µηνών για παράβαση του νόµου περί ναρκωτικών σε βαθµό πληµµελήµατος και συγκεκριµένα για κατοχή για δική του αποκλειστικά χρήση µικροποσότητας ναρκωτικής ουσίας εσφαλµένα ερµήνευσε και εφήρµοσε την ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου 23 του Ν. 3459/2006, η οποία κατά το µέρος που προβλέπει ότι ως υπότροπος θεωρείται και εκείνος ο οποίος έχει καταδικαστεί αµετάκλητα εντός της προηγούµενης πενταετίας για παράβαση του νόµου περί ναρκωτικών σε βαθµό πληµµελήµατος σαφώς παραβιάζει την απορρέουσα από το άρθρο 25 του Συντάγµατος αρχή της αναλογικότητας και ως εκ τούτου έπρεπε να µην την εφαρµόσει (άρθρο 93 παρ. 4 του Συντ.) 36. Πάντως, υπό το σηµερινό νοµοθετικό καθεστώς, αποκλείεται να στηριχθεί η συνδροµή της υποτροπής σε µια τέτοια πληµµεληµατική καταδίκη 35 ΑΠ (ΠΟΙΝ) 1146/2012 (595563), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 36 ΑΠ (ΠΟΙΝ) 885/2011 (555409), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 26
καθόσον ο νοµοθέτης πλέον ρητά περιλαµβάνει στη διάταξη του άρθρου 22 παρ. 2 γ του Ν. 4139/2013 µόνο τις κακουργηµατικές καταδίκες. Μεταξύ των διακεκριµένων µορφών διακινήσεως, όπως αυτές τυποποιούνται στο άρθρο 22 του Ν. 4139/2013 προβλέπεται η καθ υποτροπή τέλεση πράξεως διακινήσεως ναρκωτικών η οποία εκλαµβάνει ως υπότροπο το δράστη που έχει τελέσει (µόνο) κακούργηµα διακινήσεως στην προηγούµενη δεκαετία και έχει ήδη καταδικασθεί γι αυτό, κατ αντίθεση µε την προϊσχύσασα διάταξη του άρθρου 23 του ΚΝΝ (Ν. 3459/2006) κατά την οποία, θεωρείτο υπότροπος και όποιος είχε καταδικασθεί σε βαθµό πληµµελήµατος για παράβαση της περί ναρκωτικών νοµοθεσίας εντός της προηγουµένης πενταετίας. Συνεπώς µε το νέο θεσµικό πλαίσιο δεν είναι νοητή η συνδροµή της υποτροπής σε περίπτωση καταδίκης για έγκληµα του άρθρου 30 παρ. 4 του Ν. 4139/2013 (διακίνηση βασικών µορφών από εξαρτηµένο χρήστη) καθόσον πλέον τα συγκεκριµένα εγκλήµατα προσδιορίζονται ως πληµµελήµατα (παρ. 5 του ίδιου άρθρου) 37. Με άλλα λόγια, υπό τον ισχύοντα νόµο περί εξαρτησιογόνων ουσιών, υποτροπή και «τοξικοµανία» (κρίνεται πλέον ορθότερος ο όρος της εξάρτησης) είναι ασύµβατες έννοιες, άρα ασύµβατες είναι και οι έννοιες υπότροπου και «τοξικοµανούς» ή εξαρτηµένου. Η ιδιότητα του εξαρτηµένου που αποκλείει την ένταξη του δράστη στην έννοια του υπότροπου θα πρέπει να συντρέχει είτε στην προηγούµενη είτε στην τελευταία (χρονικά) πράξη για την οποία έχει ασκηθεί η ποινική δίωξη. Άλλωστε, η υποτροπή του εξαρτηµένου δράστη αποτελεί πολλές φορές συστατικό στοιχείο και σύµφυτο της εξάρτησής του από τις ναρκωτικές ουσίες. Η αιτιολογία της απόφασης προκειµένου να κριθεί ως ειδική και εµπεριστατωµένη στην περίπτωση της επιβαρυντικής περίστασης της ειδικής υποτροπής, θα πρέπει να περιλαµβάνει τις προηγούµενες καταδίκες και να προσδιορίζει αν είναι κακούργηµα, καθώς και το χρόνο που έλαβαν χώρα, διαφορετικά η απόφαση αναιρείται για έλλειψη ειδικής και εµπεριστατωµένης αιτιολογίας 38. 37 ΕφΠατρ (ΠΟΙΝ) 88/2015 (704424), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 38 ΣυµβΠληµΛαρ (ΠΟΙΝ) 53/2016 (698799), Τράπεζα Νοµικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ. 27
3.4. Ανάµειξη µε τρόφιµα κ.λπ. Στην περίπτωση δ της παρ. 2 του άρθρου 22 του Ν. 4139/2013 υπάγεται εκείνος που αναµειγνύει µε οποιονδήποτε τρόπο ναρκωτικά σε τρόφιµα, ποτά ή άλλα είδη προορισµένα να εισαχθούν στον ανθρώπινο οργανισµό µε σκοπό τη διάθεσή τους σε τρίτους. 3.4.1. Αντικειµενική υπόσταση Άδικο Την πράξη τελεί αυτός που αναµειγνύει µε οποιονδήποτε τρόπο ναρκωτικά σε τρόφιµα, ποτά ή άλλα είδη προορισµένα ή πρόσφορα να εισαχθούν στον ανθρώπινο οργανισµό, όπως φάρµακα, καπνός κ.λπ. Θα πρέπει το µίγµα που θα προκύψει µε την εν λόγω ανάµειξη, να προορίζεται για κατανάλωση από άνθρωπο και σ αυτό να υπάρχει πράγµατι ναρκωτική ουσία, η οποία λόγω της «ανάµειξης» δεν πρέπει να έχει απενεργοποιηθεί. Στην παρούσα διάταξη υπάγονται ιδίως τα διάφορα κέντρα διασκέδασης στα οποία προσφέρονται ποτά µε µικρή ποσότητα ναρκωτικών, ιδίως δισκίων («χαπιών») που διαλύονται προηγουµένως στο ποτό 39. 3.5. Συνταγογράφηση κ.λπ. ναρκωτικών από ιατρό Στην περίπτωση ε της παρ. 2 του άρθρου 22 του Ν. 4139/2013 υπάγεται εκείνος που εκδίδει ως ιατρός συνταγή για τη χορήγηση ναρκωτικών εν γνώσει του ότι δεν υπάρχει πραγµατική και συγκεκριµένη ιατρική ένδειξη ή χορηγεί φάρµακα, τα οποία περιέχουν µε οποιαδήποτε µορφή ναρκωτικά, γνωρίζοντας ότι αυτά θα χρησιµοποιηθούν για παρασκευή ή διακίνηση ναρκωτικών. 39 Κοτσαλή Λ. Μαργαρίτη Μ. Φαρσεδάκη Ι., Ναρκωτικά. Κατ άρθρο ερµηνεία του Ν. 4139/2013, εκδ. Νοµική Βιβλιοθήκη, 2013, σελ. 170. 28