"Α.µ.Ε.Α. και δυνατότητες δηµιουργικής επικοινωνίας" (διάλεξη, 2004) Οµιλία στην Παγκόσµια Ηµέρα Α.µ.Ε.Α., στις 3 Δεκεµβρίου, 2004 (απόσπασµα) "ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑΣ" Νοµαρχία Θεσ/νίκης Αντινοµαρχία ΥΓΕΙΑΣ & ΠΡΟΝΟΙΑΣ Σηµείωση: Το παρακάτω κείµενο, είναι µέρος από συνεργασία του Πέτρου Θεοδώρου και της Χριστίνας Πατρινιού, στη διάρκεια της 3ετούς συνεργασίας τους, στα πλαίσια δράσεων του φορέα ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ (2003-2006). Στη σελίδα αυτή περιλαµβάνεται µόνον το µέρος του Πέτρου Θεοδώρου.
2 Καληµέρα σας. Λέγοµαι Πέτρος Θεοδώρου, είµαι το άλλο µέλος του φορέα «ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: ένα πλαίσιο δράσεων µε επίκεντρο τον άνθρωπο», και χαίροµαι πολύ που σήµερα είµαι εδώ µε την ιδιότητά µου ως ψυχοθεραπευτής, και έχω την ευκαιρία να εκθέσω απόψεις που καθορίζουν όλο µου το επαγγελµατικό φάσµα. Ακόµη, ευχαριστώ τους διοργανωτές της ηµερίδας για την έστω προφορική διόρθωση της παράλειψης του ονόµατός µου από το έντυπο του προγράµµατος. Η Χριστίνα σας µίλησε κυρίως για τη συµπληρωµατικότητα των ρόλων ως ένα βασικό στοιχείο στην επικοινωνία µε τα άτοµα µε ειδικές ανάγκες. Εγώ θα σας πω τις απόψεις µου για κάποιες υπαρξιακές και κοινωνικές διαστάσεις του θέµατος, όπως το βλέπω µέσα από το πρίσµα της ψυχοθεραπείας Gestalt, µε την οποία και δουλεύω σε ατοµικό και οµαδικό επίπεδο. Θα σας πω πράγµατα µάλλον γνωστά στους περισσότερους που βρίσκεστε σήµερα εδώ. Θα επιχειρήσω ωστόσο να τα συγκεντρώσω σε ένα ενιαίο πλαίσιο θεώρησης που θα µπορούσε να χρησιµέψει ως γενική βάση για τον σχεδιασµό και τον προσανατολισµό ανάλογων προγραµµάτων παροχής - πρόνοιας. Ξεκινώ µε το να σας προσκαλέσω να φανταστείτε σε αυτόν τον τοίχο έναν χρονικό άξονα, από το παρελθόν, στο µέλλον. Οσο θα µιλώ, στα αµέσως παρακάτω, µπορείτε αν θέλετε να φανταστείτε και τον εαυτό σας σε διάφορες ηλικίες, και µε το δικό σας ο καθένας σενάριο. Ας πάρουµε µιά βασική ανθρώπινη ανάγκη. Την πείνα. Εδώ, να ένα πεινασµένο µωρό, που κλαίει, τσιρίζει. Λίγο παραδίπλα, έχουµε ένα παιδί που ρωτάει τον γονιό του «τι θα φάµε σήµερα?». Εδώ βλέπουµε κάποιον νέο µετά το πτυχίο να ψάχνει δουλειά, που σηµαίνει ότι µέσα στους λόγους που σπούδασε είναι και το να φροντίσει να µην πεινάσει. Εκεί, είµαι στη µέση ηλικία, φροντίζω πιά ο ίδιος την ανάγκη µου, αλλά ίσως έχω ξεχάσει τη χαρά, την αυθεντικότητα της εµπειρίας µου όταν τρώω, πχ σε µιά τυπική έξοδο καταπίνω νόστιµους µεζέδες, αλλά πλήττω και βαρυστοµαχιάζω γιατί πλέον τους καταναλώνω για λόγους πολύ πέρα από την πείνα µου. Το ίδιο ισχύει για την ασφάλεια, την προστασία, την τρυφερότητα, το νιάξιµο. Εδώ, ως µωρό, τσιρίζω που ξύπνησα στο σκοτάδι και τροµοκρατούµαι. Εδώ, νοιώθω τη ζεστή χαρά να µε πληµµυρίζει γιατί κάποιος που µε φροντίζει µου έφερε ένα δώρο που µου άρεσε πολύ. Λίγο παραδίπλα µαραζώνω σαν το λουλουδάκι που κρατώ γιατί ό πρώτος µου έρωτας αρνήθηκε µόλις την αγάπη µου.
3 Παραπέρα αναρωτιέµαι τι έγινε και ο σύντροφος που ξεκίνήσαµε τη ζωή µαζί, µε τόσες προσδοκίες, µεταµορφώθηκε σε έναν ξένο, ένα όν άγνωστο και συχνά απειλητικό. Πιό εκεί, µπορεί να είµαι µόνος, στο τέλος της κατηφόρας της ζωής µου πιά, και να παίρνω δύναµη από το απλό άγγιγµα ενός αγαπηµένου προσώπου. Τι θέλω όµως να σας πω µε όλες αυτές τις εικόνες? Το πρώτο είναι σε όλες αυτές τις καταστάσεις υπάρχουν ανάγκες κοινές για όλους. Πχ, είδαµε την πείνα. Η ανάγκη αυτή είναι η ίδια στο µωρό που κλαίει, στον ενήλικα που σκοτώνει για µιά µπουκιά ψωµί, στον ζητιάνο, στον επιχειρηµατία. Η, χρειαζόµαστε τον Αλλον. Το µωρό ικανοποιείται µε την αγκαλιά της µάνας, ο ενήλικας µε την αγκαλιά του συντρόφου του. Αυτό που αλλάζει καθώς προχωρώ στα εξελικτικά µου στάδια δεν είναι η ανάγκη η ίδια στη βάση της. Λόγω της µοναδικότητάς µου ως άνθρωπος, αλλάζουν τα συναισθήµατα που µου γεννιούνται όταν νοιώθω την ανάγκη µου, όταν προσπαθώ να την ικανοποιήσω. Αλλάζει δηλαδή ο τρόπος που τη βιώνω, και κατά συνέπεια, αλλάζει αυτό που κάνω για την ανάγκη µου (πχ κλαίω, σκοτώνω, παρακαλώ, εργάζοµαι, κλπ), όπως επίσης αλλάζουν οι σηµασίες και η νοηµατοδότηση που της προσδίδω. Ακόµη, όλα αυτά δεν διαφοροποιούνται µόνο καθώς προχωρούµε στον χρόνο. Διαφέρουν ΚΑΙ για τον καθένα µας, ως ξεχωριστά όντα, ανάλογα µε την «υφή» µας, την «πάστα» µας, και βέβαια τις εσωτερικές και εξωτερικές συνθήκες στις οποίες παλεύουµε για την όποια ανάγκη µας. Το να έχω κάποια σωµατική αναπηρία είναι σίγουρα µία πολύ σηµαντική συνθήκη, που διαµορφώνει καθοριστικά το τι κάνω για κάθε τι που χρειάζοµαι. Αυτό όµως δεν αλλάζει κάποια βασικά χαρακτηριστικά των ανθρώπινων αναγκών άσχετα από τη σωµατική αρτιµέλεια του καθένα µας. Πιστεύω ότι οι ανάγκες µας σε βασικά επίπεδα, είναι κοινές, πανανθρώπινες. Οτι βιώνονται διαφορετικά µέσα στην υποκειµενική πραγµατικότητα του καθένα µας, όπως αυτή καθορίζεται από τις συνθήκες της ύπαρξής του. Οτι αυτά τα βιώµατα αντιστοιχούν σε υποκειµενικά και πολύ διαφορετικά συναισθήµατα. Οτι η κάθε ανάγκη του καθένα µας αλληλεπιδρά µε τις υπόλοιπες. Ετσι, αν κάποιος εστιάσει ΜΟΝΟ στη µεµονωµένη συνθήκη ενός οργανικού ελλείµατος, αγνοώντας όσα µόλις σας ανέφερα για πλέγµατα αναγκών, αλληλεπίδραση, συναισθήµατα, κλπ, καταφέρνει απλά να δηµιουργήσει έναν υπεραπλουστευτικό, οριζόντιο και ισοπεδωτικό διαχωρισµό ανάµεσα σε «φυσιολογικές» ανάγκες και σε «ειδικές», που οφείλονται σε σωµατική διαφορά. Κι αν κάτι τέτοιο είναι αναγκαίο για ένα επίπεδο ορολογίας και προσδορισµό άµεσων και βασικών παροχών, πάει καλά. Αν όµως συνεπάγεται και πιό φιλόδοξα συστήµατα ή προγράµµατα παροχών και πρόνοιας, τότε είναι
4 ένας µάλλον ανεπαρκής τρόπος σκέψης. Κι αυτό µπορείτε να το καταλάβετε ίσως καλύτερα αν, όσοι θεωρείτε τον εαυτό σας αρτιµελή και σε µιά «φυσιολογική» ζωή, αναλογιστείτε, πόσες φορές και για πόση ώρα, στην τελευταία εβδοµάδα ή στον τελευταίο µήνα, ικανοποιήσατε την ανάγκη σας για τρυφερότητα, για δηµιουργικότητα, για ουσιαστική και όχι επιφανειακή ανθρώπινη επαφή, µε άλλα λόγια πόσο συχνά νοιώσατε να πραγµατώνετε την ύπαρξή σας και να µην απλά τη διεκπεραιώνετε µέσα σε µιάν αδιάφορη γκριζάδα? Η προσωπική µου εκτίµηση είναι ότι, αν είµαστε ειλικρινείς, η απάντηση σε ένα τέτοιο ερώτηµα θα είναι σοκαριστική για τους περισσότερους. Αυτή λοιπόν την ανάγκη για µιά ευρύτερη ποιότητα ζωής και προσωπικής ανάπτυξης, στις µέρες µας, δεν θα µπορούσαµε, µε κάποια άλλα κριτήρια, να την χαρακτηρίσουµε επίσης ως «ειδική»?......ισως τελικά να είναι ύβρις στο ίδιο το γεγονός του ότι υπάρχω το να ΜΗΝ πώ «ειδική», µε την έννοια της αξιοσέβαστης, οποιαδήποτε ανάγκη µου, άσχετα µε την αρτιµέλειά µου... Μέσα από µιά τέτοια προσέγγιση, οι «ειδικές» ανάγκες για τις οποίες µιλούµε σήµερα, είναι απλά µία περίπτωση σωµατικής διαφορετικότητας ως ξεχωριστή συνθήκη ζωής, που όµως ΠΑΝΤΑ αφορά ένα πολυδιάστατο πλέγµα ύπαρξης και αναγκών τις οποίες έτσι κι αλλοιώς έχει ο κάθε άνθρωπος, οντολογικά, και όχι κοµµένος σε φέτες. Κι έτσι, τώρα, ας πούµε ότι βάζω εδώ κάποιους ανθρώπους µε κριτήριο την ύπαρξη σωµατικής διαφοράς. Και λέω ότι θέλω ειλικρινά, έντιµα, να αναπτύξω µία δηµιουργική επικοινωνία ανάµεσά µας. Με βάση όσα ήδη σας είπα, ένας πρώτος παράγοντας για µιά τέτοια επικοινωνία, οποίος αυτόµατα ξεπηδά σε κάθε τέτοια απόπειρα, είναι να εστιάσω πρώτα σε ΜΕΝΑ τον ίδιο, είναι αυτός ακριβώς ο σεβασµός «εµού του ιδίου». Είναι το να ευαισθητοποιούµαι πρώτα στο «ειδικό» της ΚΑΘΕ δικής ΜΟΥ ανάγκης, άσχετα πόσο αρτιµελής είµαι, στο να νιώσω βαθειά ότι τιµώ τον εαυτό µου όταν φροντίζω την προσωπική µου ανάπτυξη σε όλες µου τις διαστάσεις. Αν µία πρώτη προϋπόθεση δηµιουργικής επικοινωνίας µαζί σου είναι το να «δω» εµένα συνολικά και µε σεβασµό, δεν είναι αρκετή για να χτιστεί ένας κώδικας επικοινωνίας, αφού ακόµη µιλώ µόνο για µένα. Πιστεύω ότι έτσι ολιστικά οφείλω να δω κι εσένα που κάθεσαι σε ένα καροτσάκι, δεν βλέπεις, δεν ακούς, ή δεν ξέρεις καν να ζητάς ή να εξηγείς τι χρειάζεσαι. Κι αυτή τη µατιά µου, ΟΦΕΙΛΩ να σου την κάνω αντιληπτή. Αυτή ακριβώς είναι µιά δεύτερη προϋπόθεση δηµιουργικής επικοινωνίας, το να σε κάνω να νοιώσεις πως σε «βλέπω» κυριολεκτικά και µεταφορικά, συνολικά, σε όλα σου τα επίπεδα. ΚΑΙ σε αυτά που υστερείς από εµένα, ΚΑΙ στα ξεχωριστά σου χαρίσµατα και ικανότητες, µε τα οποία πλεονεκτείς από εµένα.
5 Αυτές οι δύο προϋποθέσεις, σηµαίνουν πως όταν βλέπω έναν άνθρωπο που δεν µπορεί να περπατήσει, δεν καταφεύγω στον οίκτο, δεν προσπαθώ να µειώσω τη σοβαρότητα του προβλήµατός του αποµονώνοντάς το, υποβαθµίζοντάς το ή υπερτιµώντας το, ούτε δηµιουργώ την αυταπάτη ότι «µοιάζουµε». Οχι, δεν µοιάζουµε. Διαφέρουµε, και ίσως, µάλιστα, πολύ. Αλλά αυτό που µπορούµε να κάνουµε µέσα από µιά δηµιουργική επικοινωνία είναι να συναντηθούµε, και το καλύτερο που µπορώ να κάνω γι αυτό είναι να συµβάλλω έντιµα στο να φτιάξουµε έναν κοινό χώρο συνάντησης όπου ο καθένας µας βιώνει την ολότητά του και την επαφή µε τον Αλλον, όπου ο καθένας µας νοιώθει το «εγώ ΜΕΣΑ στον κόσµο» και όχι το «εγώ ΚΑΙ ο κόσµος». Στον φορέα µας, τη ΔΕ, πιστεύουµε ότι οι καταναλωτικές κοινωνίες, που φτιάχτηκαν από κατά πλειοψηφία αρτιµελή ανθρώπινα όντα, σήµερα όσο ποτέ άλλοτε, εµφανίζουν τεράστια ελλείµατα ψυχικά, συναισθηµατικά, επικοινωνιακά. Το δύσκολο είναι ότι δεν αποδέχονται αυτά τα ελλείµατα (µοναξιά, αποµόνωση, ανισότητα, βία, κλπ), ως απλά µία άλλη όψη τους, ώστε να δουλέψουν γι αυτά. Αντίθετα, κάνουν ότι δεν υπάρχουν. Με άλλα λόγια, ασχολούµαι µε τη γυαλιστερή µπογιά και δεν δέχοµαι ως φυσιολογική περιοχή της ύπαρξής µου ΚΑΙ τη σκουριά, άσχετα αν αυτή φουσκώνοντας τινάζει τις γυαλιστερές επιστρώσεις. Ετσι, στη σωµατική διαφορετικότητα, συχνά ξορκίζεται ο εγγενής πλέον πανικός µου γι αυτά τα ελλείµατα της ψυχικής σφαίρας. Αν έχω µία τέτοια λειτουργία, το αποτέλεσµά της είναι να βλέπω µονοδιάστατα, ενοχικά και υποκριτικά όσους έχουν κάποια σωµατική βλάβη, ενώ παράλληλα δηµιουργώ τερατώδεις πιά απαιτήσεις αρτιµέλειας για να επιβιώσω µέσα στις απαιτήσεις της σύγχρονης καταναλωτικής ζωής. Υποστηρίζουµε ότι αν η ΙΔΙΑ η κοινωνία µας δεν παραιτηθεί από την προσδοκία της να έχει ένα δήθεν αψεγάδιαστο είδωλο, που σηµαίνει να γεννά µόνο ορισµένων προδιαγραφών ανθρώπους, πάντα, όποιος δεν ανταποκρίνεται σε αυτές τις προσδοκίες, θα νοιώθει ένα ποσοστό υποκρισίας, την αίσθηση του ανεπιθύµητου, και της απόστασης. Αλλωστε, ποιό µπορεί να είναι το κίνητρο µιάς κοινωνίας για να φροντίσει πολυδιάστατα κάποιον που υστερεί σε µερικές στάνταρ γι αυτήν προδιαγραφές? Δεν θα έπρεπε, τουλάχιστον, αυτό το κίνητρο να διαφέρει από το να νοιώσει απλά η ίδια η κοινωνία ισχυρότερη? (Ας πούµε, είναι πιό εύκολο να αποµονώσεις στιγµατίζοντας κάποιον σωµατικά αδύναµο
6 για να επιβεβαιώσεις τη δική σου ψευδαίσθηση αρτιµέλειας, από το να τον ενσωµατώσεις, που σηµαίνει ότι έχεις ήδη αποδεχτεί τις δικές ΣΟΥ ατέλειες). Και βέβαια, το κίνητρο µιάς τέτοιας ουσιαστικής φροντίδας οφείλει, για µιά κοινωνία, να διαφέρει από το να αυξήσει απλά τα άλοθί της για τις κατά καιρούς ντροπές της... Ενα τέτοιο κίνητρο, εµείς, το βλέπουµε κατ αρχήν πέρα από µιά µονοδιάστατη υποστήριξη. Το βλέπουµε στην αποδοχή από την κοινωνία της ίδιας της της σχετικότητας, στην ικανότητά της να «εµπεριέχει» τα µέλη της πολυεπίπεδα, στο να «χωράει» τη διαφορετικότητα έχοντας αποδεχτεί ότι η χαρά, η απορία και ο τρόµος της ύπαρξης είναι πανανθρώπινα στοιχεία. Εύχοµαι τα αποτελέσµατα αυτής της ηµερίδας να είναι προς µία τέτοια κατέυθυνση, για τη δικαίωση όλων όσων συναντηθήκαµε, σήµερα, εδώ. Σας ευχαριστώ.