The third part presents the monuments of Lamia: preservable buildings, churches, squares, statues, fountains, etc. In particular, each monument is

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "The third part presents the monuments of Lamia: preservable buildings, churches, squares, statues, fountains, etc. In particular, each monument is"

Transcript

1 Abstract The city of Lamia in Central Greece stimulates the scholar interest, insofar as it enjoys the intriguing feature of a rich cultural heritage that still remains quite unknown to the general public. The present postgraduate research thesis examines the tangible cultural heritage of a city that enjoys the benefit of century-long habitation. Physical or tangible heritage includes buildings or their integral parts that are inextricably attached to the ground, fully or partly in their original or proper place (in situ) such as architectural monuments, archaeological sites and excavations, historical cities, cultural landscapes, wall paintings, etc as well as movable artefacts, handiworks of the past that are kept, preserved and displayed in museums such as utensils, manuscripts, weapons, pottery, coins, etc. The management of these portable relics of the past is the subject of museology (museum studies) and therefore it is not included in this study. Furthermore, the diversity and complexity of the intangible cultural heritage of the city made inadvisable an extensive reference to it within the present study, since the necessarily superficial approach of each separate monument would pay poor tribute to its significance (Pavlogeorgatos, 2003: 28). The present postgraduate thesis therefore focuses on the morphology of the ancient remains, of the Byzantine and post-byzantine monuments, and of the more recent buildings with particular reference to those that have been proclaimed preservable by the Ministry of Culture without omitting other architectural elements that are directly intertwined with the daily life of the city, and with the economic, political and cultural activities of its inhabitants such as fountains, public places, squares, memorials, statues, etc. The monuments under study are visible and can be visited. The contents of this postgraduate thesis are arranged in five parts. The first and second parts review the history of Lamia from antiquity to modern times: its course and its appellations, which depended on time and on the conquerors that left their mark on the city, its foundation and its growth, as well as the social, political and economic developments that shaped the character of the city. Furthermore, they examine the Greek and the international institutional framework as regards the cultural heritage and the developments in the field of preserving, managing, and promoting the legacy that survives from the past. 1

2 The third part presents the monuments of Lamia: preservable buildings, churches, squares, statues, fountains, etc. In particular, each monument is examined separately, and at the same time specific reference is made to its particular stylistic characteristics and to the body that has undertaken its protection. What is more, in the fourth part the present study makes certain suggestions for the better management and preservation of these monuments, with the aim of making the latter accessible to the numerous visitors of the city and consequently contributing to the welfare of the local community as well. For this reason, the present thesis includes also five different, specific, and original cultural routes within the city of Lamia, organised and designed by the author on the basis of furthering the above mentioned aim. Finally, the fifth and last part deals with the digitization of the material. In this way, the cultural heritage of Lamia is made easily accessible to its residents and to its various visitors. Besides, the education and the diffusion of information, through the use of new technologies, have the power to contribute drastically to the protection and promotion of the cultural heritage, affecting not only the society in general, but also the bodies responsible for its preservation. As regards methodology, the current study attempts to register all monuments proclaimed preservable by the Ministry of Culture, and a number of those that have been declared as such by the former Ministry of Environment and Public Works. What is more, it draws on the existing written sources and on the Standing List of Declared Sites and Monuments of Greece, the written as well as the digital one. Furthermore, certain suggestions are made as regards the monuments of the city of Lamia on the basis of the directives proposed by the current literature (bibliography) for preserving, managing, and promoting the cultural heritage and for designing and presenting cultural routes through the sites of particular interest. Finally, the development of a DVD was thought quite necessary, because the people, and particularly the youngsters, find the use of new technologies more interesting and appealing than the conventional means of obtaining information. In conclusion, it is worth mentioning that the present posdtgraduate thesis preserves the territorial limits that have been recognised for centuries as the borders of Lamia. Consequently, the city of Lamia in this study includes the historical citycentre, four large squares, and the part once enclosed by the ancient walls, omitting the many nearby towns and areas, such as the Castle, or the Galaneika, which have 2

3 become recently integrated with the capital of the prefecture of Fthiotida as a result of the sudden increase in the local population. As regards the selected time frame, the present study covers the entire history of the city from the ancient times to the modern era, from the establishments of the first population groups, the foundation of the city and its appellation, to the developments that shaped its course and progress. Summing up, the purpose of this postgraduate thesis is twofold: on the one hand, it aims at the preservation and promotion of the architectural heritage of the city of Lamia by means of the cultural tourism and for the benefit of the local community; and on the other, it aspires to become a handy and attractive guide to the history and the culture of the city of Lamia not only for its residents, but also, and more specifically, for the younger generation. 3

4 Περιεχόμενα Εισαγωγή.7 1. Η πολιτισμική κληρονομιά και η προστασία της Η έννοια της πολιτισμικής κληρονομιάς Προστασία και ανάδειξη της πολιτισμικής κληρονομιάς Η Λαμία Γεωγραφικά στοιχεία Η ονομασία της πόλης Η ιστορία της Λαμίας Η προϊστορική περίοδος Οι ιστορικοί χρόνοι Θεοί και μύθοι Οι Αμφικτυονίες Η Βυζαντινή περίοδος Η περίοδος της Φραγκοκρατίας Η Οθωμανική περίοδος Η Λαμία στην Επανάσταση του Το νεοελληνικό κράτος Τα Μνημεία της Λαμίας και οι χώροι πολιτισμού Μνημεία των αρχαίων χρόνων Το Κάστρο Ακρολαμία Το Αρχαίο Γυμνάσιο Τμήματα του αρχαίου τείχους Βυζαντινά και Μεταβυζαντινά μνημεία Τα μνημεία της βυζαντινής περιόδου Τα μνημεία της μεταβυζαντινής εποχής Οι Μεταβυζαντινοί ναοί Τα Νεώτερα μνημεία Οι Εκκλησίες Το Παλαιό Υδραγωγείο.89 4

5 Νεοκλασικά κτήρια Ο νεοκλασικισμός στη Λαμία Ιδιοκτήτες, κατασκευαστές και μάστορες Τα διατηρητέα νεοκλασικά κτήρια της Λαμίας Πλατείες και αγάλματα Κρήνες Τα Μουσεία της Λαμίας Το Αρχαιολογικό Μουσείο Λαμίας Η Δημοτική Πινακοθήκη Λαμίας Το Λαογραφικό Μουσείο Φθιώτιδας Προτάσεις προστασίας και ανάδειξης των μνημείων της Λαμίας Προτάσεις επανάχρησης και διαχείρισης των μνημείων Προτάσεις για πολιτισμικές διαδρομές Οι πολιτισμικές διαδρομές: γενικό θεωρητικό πλαίσιο και νέες τεχνολογίες Προτεινόμενες πολιτισμικές διαδρομές για τη Λαμία «Η αρχαία Λαμία» «Γνωρίζοντας τις εκκλησίες της Λαμίας «Περιδιαβαίνοντας τη νεοκλασική Λαμία» «Τα Μουσεία, οι πλατείες και τα δημόσια αγάλματα της Λαμίας» «Περιήγηση στην πόλη του σήμερα με τα μνημεία του χθες» Ψηφιοποίηση της πολιτισμικής κληρονομιάς της Λαμίας Συμπεράσματα 197 Βιβλιογραφία..201 Ελληνόγλωσση

6 Ξενόγλωσση Ηλεκτρονική Παράρτημα Κατάλογος Μνημείων.215 Κατάλογος φωτογραφιών

7 Εισαγωγή Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία εκπονήθηκε στο πλαίσιο του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών με τίτλο «Εκπαίδευση και Πολιτισμός» του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου Αθηνών και, συγκεκριμένα, για τη Γ Κατεύθυνση Αγωγή και Πολιτισμός. Η επιλογή του θέματος βασίστηκε στο γεγονός ότι σχετίζεται άμεσα με τα ενδιαφέροντα της γράφουσας, τον τόπο καταγωγής της οικογένειάς της που είναι η πόλη της Λαμίας, αλλά και με το επάγγελμά της, καθώς εργάζεται ως αρχαιολόγος. Η Λαμία παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί ενώ διαθέτει σημαντική πολιτισμική κληρονομιά, αυτή παραμένει άγνωστη στο ευρύ κοινό. Το θέμα της μεταπτυχιακής αυτής εργασίας πρόκειται να επικεντρωθεί στην παρουσίαση πολιτισμικών διαδρομών στα υλικά μνημεία της Λαμίας, στην περιγραφή και την παρουσίαση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους, καθώς και στην υποβολή προτάσεων για την καλύτερη αξιοποίηση και προβολή τους. Τα χρονικά πλαίσια που επιλέχθηκαν, εκτείνονται από την αρχαιότητα και φτάνουν έως τη νεώτερη εποχή, καλύπτοντας όλη την ιστορία της πόλης, από τις πρώτες εγκαταστάσεις πληθυσμιακών ομάδων, την ίδρυση και την ονομασία της, έως τις εξελίξεις που διαμόρφωσαν την πορεία και την ανάπτυξή της. Αντικείμενο της εργασίας είναι η προβολή των υλικών πολιτισμικών αγαθών της Λαμίας, καθώς και η υποβολή προτάσεων για την εξεύρεση των κατάλληλων τρόπων και μεθόδων προστασίας και ανάδειξης της πολιτισμικής κληρονομιάς της πόλης. Στην υλική πολιτισμική κληρονομιά περιλαμβάνονται τα ακίνητα μνημεία, τα οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με το έδαφος, δηλαδή τα κτήρια ή τα αναπόσπαστα μέρη τους, που βρίσκονται ολόκληρα ή εν μέρει στη θέση τους, όπως τα αρχιτεκτονικά μνημεία, οι αρχαιολογικοί χώροι και οι ανασκαφές, οι ιστορικές πόλεις, τα πολιτισμικά τοπία, οι τοιχογραφίες κ.ά., καθώς και τα κινητά μνημεία που αποτελούν δημιουργήματα του παρελθόντος και τα οποία φυλάσσονται, προστατεύονται και εκτίθενται σε μουσεία, όπως σκεύη, χειρόγραφα, όπλα, αγγεία, νομίσματα κ.ά. Η διαχείριση των κινητών πολιτισμικών αγαθών αποτελεί αντικείμενο της μουσειολογίας. Μια απλή και αναγκαστικά επιφανειακή μνεία επίσης και στην άυλη κληρονομιά δεν είναι αρκετή για να αναδείξει σε βάθος την πολύπλευρη 7

8 σημασία και αξία της και ως εκ τούτου δε συμπεριελήφθη στην παρούσα εργασία (Παυλογεωργάτος, 2008: 28). Η εργασία περιλαμβάνει τη μελέτη της μορφολογίας των αρχαίων καταλοίπων, των βυζαντινών και μεταβυζαντινών μνημείων και των νεοτέρων κτηρίων, ιδιαιτέρως εκείνων που έχουν χαρακτηριστεί από το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού ως διατηρητέα, καθώς και άλλων αρχιτεκτονημάτων που είναι άμεσα συνυφασμένα με την καθημερινή ζωή και την οικονομική, πολιτική και πολιτιστική δραστηριότητα των ανθρώπων, όπως κρήνες, δημόσιοι χώροι, πλατείες, αγάλματα κλπ. Τα μνημεία, που αναφέρονται στην εργασία αυτή είναι όσα είναι ορατά και επισκέψιμα. Το περιεχόμενο της εργασίας διαρθρώνεται σε πέντε μέρη. Στο πρώτο, γίνεται αναφορά στο θεσμικό πλαίσιο, ελληνικό και διεθνές, σχετικά με την πολιτισμική κληρονομιά και τις εξελίξεις στους τομείς της προστασίας, της διαχείρισης και της ανάδειξής της. Στη συνέχεια, στο δεύτερο μέρος επιχειρείται ιστορική αναδρομή της πόλης από την αρχαιότητα έως τη σύγχρονη εποχή, ενώ προβάλλεται η πορεία, η ονομασία και μετονομασία της Λαμίας που εξαρτήθηκαν από το πέρασμα του χρόνου και τη διέλευση των κατακτητών που άφησαν τη σφραγίδα τους, η ίδρυση και ανάπτυξή της καθώς και οι κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις, που διαμόρφωσαν το χαρακτήρα της πόλης. Το τρίτο μέρος αναφέρεται στα μνημεία της πόλης, όπως διατηρητέα κτήρια, εκκλησίες, πλατείες, αγάλματα, κρήνες κ.ά. Ειδικότερα, παρουσιάζεται το κάθε μνημείο ξεχωριστά, γίνεται αναφορά στο φορέα προστασίας του, καθώς και στα ιδιαίτερα τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά του. Στο τέταρτο μέρος διατυπώνονται προτάσεις για την καλύτερη διαχείριση και προστασία των μνημείων, μέσα και από την οργάνωση πολιτισμικών διαδρομών. Το πέμπτο μέρος αφορά στην ψηφιοποίηση του υλικού σχετικά με τη σημαντικότερη πολιτισμική διαδρομή. Με τον τρόπο αυτό, επιτυγχάνεται ευκολότερη πρόσβαση στην πολιτισμική κληρονομιά τόσο για τους κατοίκους όσο και για τους επισκέπτες της πόλης αυτής. Άλλωστε, η εκπαίδευση και η πληροφόρηση, μέσω της χρήσης των νέων τεχνολογικών μέσων, έχουν τη δύναμη να επιδράσουν καταλυτικά στην προστασία και ανάδειξη της πολιτισμικής κληρονομιάς και να επηρεάσουν όχι μόνο το κοινωνικό σύνολο, αλλά και τους φορείς που είναι επιφορτισμένοι με την προστασία 8

9 των πολιτιστικών αγαθών και να συμβάλλουν στη λήψη των αποφάσεων, που σχετίζονται με τις όποιες αλλαγές στο ανθρωπογενές περιβάλλον. Οι ανακαλύψεις και οι κατακτήσεις της σύγχρονης κοινωνίας γύρω από τα ζητήματα της προστασίας, της διαχείρισης και της προβολής του πολιτισμού πρέπει να κοινωνικοποιούνται και να γίνονται κτήματα ολόκληρης της ανθρωπότητας, καθώς συμβάλλουν στην καλλιέργεια συλλογικής συνείδησης και του αισθήματος της υπερηφάνειας. Η χρήση των τεχνολογιών και των μέσων μαζικής ενημέρωσης για τη μεθοδική πληροφόρηση του κοινού έχει σαν αποτέλεσμα την ανύψωση του μορφωτικού του επιπέδου, που συνακόλουθα οδηγεί σε ορθότερη μεταχείριση των μνημείων. Ως προς τη μεθοδολογία, επιχειρείται καταγραφή όλων των μνημείων των χαρακτηρισμένων από το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού ως διατηρητέων, αλλά και ορισμένων από το πρώην Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (νυν Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής). Επίσης, διερευνώνται οι υπάρχουσες γραπτές πηγές, καθώς και ο Διαρκής κατάλογος των κηρυγμένων αρχαιολογικών χώρων και μνημείων της Ελλάδος, τόσο ο γραπτός όσο και ο ηλεκτρονικός. Με βάση, τέλος, το θεωρητικό υπόβαθρο για τη διαχείριση, την ανάδειξη και την αξιοποίηση της πολιτισμικής κληρονομιάς, καθώς και της οργάνωσης και της σχεδίασης πολιτισμικών διαδρομών διατυπώνονται προτάσεις για τα μνημεία της Λαμίας. Κρίθηκε, επίσης, απαραίτητη η δημιουργία ενός DVD, διότι η χρήση των νέων τεχνολογιών προκαλεί περισσότερο ενδιαφέρον ιδιαίτερα για τους νέους. Στην εργασία αυτή, τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι ακολουθούνται τα όρια που ήταν γνωστά από αιώνες ως τα σύνορα της Λαμίας. Περιλαμβάνονται, επομένως, το ιστορικό κέντρο της πόλης, οι τέσσερις μεγάλες πλατείες, καθώς και το τμήμα εκείνο που περικλειόταν κάποτε από τα αρχαία τείχη. Σήμερα, η πρωτεύουσα του Νομού Φθιώτιδας, χάρη στην εκτεταμένη οικιστική ανάπτυξη έχει ενοποιηθεί με πολλούς περιφερειακούς συνοικισμούς, όπως το Κάστρο, τα Γαλανέικα, η Αγία Παρασκευή Άμπλιανης κ.ά. 9

10 Εικ. 1: Άποψη της Λαμίας από το δορυφόρο του Google Earth. Αυτό που είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό, αλλά και παραξενεύει τον ερευνητή, που καταπιάνεται με το δύσκολο έργο της μελέτης και καταγραφής της πολιτισμικής και φυσικής κληρονομιάς της Λαμίας, είναι η έλλειψη παραπομπών, εργασιών, αναφορών, πηγών και εξειδικευμένων βιβλίων, που να ασχολούνται με τα μνημεία και τον πολιτισμικό πλούτο της πόλης και ιδίως με το νεοκλασικό παρελθόν της. Αντίθετα, η ιστορία της είναι μελετημένη και αξιόλογα παρουσιασμένη, αν και δεν υπάρχουν σύγχρονα συγγράμματα που να έχουν καταγράψει ολόκληρη την ιστορική διαδρομή της πόλης από την αρχαιότητα έως και τον 20 ο αιώνα. Μέχρι πρόσφατα, μάλιστα, η περιφέρεια της Φθιώτιδας αποτελούσε και αρχαιολογικά μια terra incognita, δηλαδή μια άγνωστη περιοχή. Ωστόσο, σήμερα, μέσω των πρόσφατων ερευνών και των ανασκαφικών εργασιών είναι σε θέση πια να προσφέρει αξιόλογα στοιχεία στον ερευνητή, τα οποία αξιοποιούμενα εποικοδομητικά συμπληρώνουν πολλά από τα κενά στις γνώσεις και στις εκτιμήσεις του επιστημονικού κόσμου για την ιστορική πορεία της περιοχής αυτής, υποχρεώνοντας αν μη τι άλλο τους ειδικούς να ξαναγράψουν ή να αναθεωρήσουν τμήματα της ιστορίας και του πολιτισμού της (Δακορώνια, 2003: 339). Στη διάσωση και προστασία της πολιτισμικής κληρονομιάς και ιδίως της αρχιτεκτονικής, συμβάλλουν ζωτικά η καταγραφή και η δημοσίευση όλων των αξιόλογων δημιουργημάτων της ανθρώπινης διανοίας μιας χώρας ή μιας πόλης. Αυτό, άλλωστε, αναφέρεται και στη Διακήρυξη του Άμστερνταμ του 1975, βάσει της 10

11 οποίας, για να γίνει δυνατή η ολοκληρωμένη πολεοδομική διατήρηση, είναι απαραίτητο να συνταχθεί ένας λεπτομερής κατάλογος των αρχαίων καταλοίπων, των βυζαντινών και μεταβυζαντινών κατασκευών, των κτηρίων, των αρχιτεκτονικών συνόλων και των περιοχών, όπου θα υπάρχουν οριοθετημένες ζώνες προστασίας. Για να προστατευθεί επιτυχημένα, συνεπώς, η πολιτισμική κληρονομιά μιας περιοχής είναι αναγκαίο, καταρχάς, να καταγραφούν λεπτομερειακά ποια είναι τα αξιόλογα πολιτισμικά αγαθά της (Δωροβίνης, 1992: 95). Ο στόχος της εργασίας αυτής είναι να συμβάλει στη διάσωση και ανάδειξη του μνημειακού πλούτου της Λαμίας μέσω του πολιτισμικού τουρισμού και προς όφελος της τοπικής ανάπτυξης της πόλης. Στοχεύει, επίσης, να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στη γνωριμία των κατοίκων και ιδιαίτερα των νέων, με την ιστορία και τον πολιτισμό του τόπου τους. Κατά τη συγκέντρωση του υλικού, που συμπεριελήφθη στην παρούσα εργασία, η γράφουσα συνάντησε αρκετές δυσκολίες που σχετίζονταν με το ότι οι κάτοικοι της Λαμίας δε γνώριζαν ποια μνημεία κοσμούν την πόλη τους και ποια είναι τα ιδιαίτερα τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά τους. Επιπλέον, υπήρξαν δυσκολίες και ως προς τον εντοπισμό τους, καθώς η σήμανση ήταν ελλιπής, οι χάρτες δεν τα ανέφεραν και ο κόσμος αγνοούσε όχι μόνο την παρουσία τους αλλά και την αξία τους. Επίσης, δεν κατέστη δυνατό να αποκτήσουμε πρόσβαση στα αρχεία της Υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων (Υ.Ν.Μ.Τ.Ε.) Στερεάς Ελλάδας, προκειμένου να μελετηθεί το σχετικό με την νεώτερη ιστορία της Λαμίας υλικό. Η Υπηρεσία αυτή έχει συσταθεί, αλλά μόνο στα χαρτιά, καθώς δεν υπάρχει κτήριο, προσωπικό ή αρχείο στη Λαμία. Επιβλέπουσα της εργασίας αυτής ήταν η κ. Γεωργιτσογιάννη Ευαγγελία, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, την οποία θεωρώ υποχρέωσή μου να ευχαριστήσω για τη γενικότερη συμβολή της στην αποπεράτωση του παρόντος πονήματος, καθώς και για την αμέριστη στήριξη και καθοδήγησή της. Πολλές ευχαριστίες οφείλω, επίσης, και προς την κ. Ξανθή Προεστάκη, διδάκτορα στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, για την πολύτιμη επιστημονική καθοδήγηση, την παροχή βοήθειας και συμπαράστασης κατά τη διάρκεια όλων των σταδίων της μεταπτυχιακής μου εργασίας, καθώς και για το χρόνο που αφιέρωσε στην προσπάθειά μου αυτή. Κατά την ψηφιοποίηση του υλικού είχα την καθοδήγηση της κ. Μαρίας Νικολαΐδη, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια του Χαροκοπείου Πανεπιστημίου, την οποία επιθυμώ να ευχαριστήσω μέσα από τις σελίδες αυτές για τη συμβολή της στην 11

12 ολοκλήρωση και παρουσίαση του ψηφιοποιημένου υλικού. Τέλος, νιώθω την υποχρέωση να εκφράσω τις ευχαριστίες μου και προς όσους συνέβαλαν στη συγκέντρωση του υλικού, της βιβλιογραφίας και των πηγών, αλλά και στη φωτογραφική απεικόνιση των μνημείων και, συγκεκριμένα, τους υπευθύνους της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Λαμίας, του Παραρτήματος των Γενικών Αρχείων του Κράτους (Γ.Α.Κ.) στη Λαμία, τις Αρχαιολογικές Υπηρεσίες της πόλης, ΙΔ Ε.Π.Κ.Α. και 24 η Ε.Β.Α., καθώς και την Ενορία του Αγίου Νικολάου για τη βοήθεια που μου προσέφερε κατά την επίσκεψή μου στην Παναγία την «Αρχοντική». 12

13 1. Η πολιτισμική κληρονομιά και η προστασία της Η έννοια της πολιτισμικής κληρονομιάς Ως πολιτισμική κληρονομιά εκλαμβάνονται μεμονωμένα μνημεία, αρχιτεκτονικά έργα, οικιστικά σύνολα, δημιουργήματα της γλυπτικής και της ζωγραφικής, δομές αρχαιολογικού χαρακτήρα, επιγραφές, σπήλαια. Εντάσσονται στην έννοια αυτή, ακόμη, τοπία, τα οποία είναι έργα του ανθρώπου ή αποτελούν συνδυασμό της ανθρώπινης δημιουργίας και της φύσης. Ο όρος εμπεριέχει, επομένως, ιστορικά κατάλοιπα με οικουμενική αξία, θωρούμενα υπό το πρίσμα της τέχνης, της ιστορίας, της επιστήμης, της εθνολογίας, της αισθητικής και της ανθρωπολογίας (Λάββας, 1993: Κόνσολα, 1995: 27. Νόμος 3028/2002. Howard, 2003: 6-7). Σύμφωνα με την Unesco η πολιτισμική κληρονομιά ορίζεται ως ένα σύνολο από υλικά σημάδια, καλλιτεχνικά και συμβολικά, τα οποία παραδόθηκαν από το παρελθόν σε μια χώρα και κατ επέκταση σε ολόκληρη την ανθρωπότητα (Jokilehto, 1999: 1). Το πεδίο της πολιτισμικής κληρονομιάς προοδευτικά διευρύνθηκε περισσότερο, προκειμένου να συμπεριλάβει τις μαρτυρίες του βιομηχανικού παρελθόντος, τα οπτικοακουστικά έργα ή τα άϋλα αγαθά, τα οποία αποτελούν εκφάνσεις του παραδοσιακού και του λαϊκού πολιτισμού, όπως η γλώσσα, οι μύθοι, τα ήθη και τα έθιμα, τα συστήματα αξιών, η μουσική, ο χορός ή οι παραδοσιακές τεχνικές (Βουδούρη, 1999: 22). Όλα τα προαναφερθέντα μνημεία, τόσο τα φυσικά όσο και τα πολιτισμικά είναι σημαντικό να διαθέτουν συγκεκριμένες ιδιότητες, όπως η πρωτοτυπία ή γνησιότητα, η ιστορικότητα, η ποιότητα και ο συμβολισμός που σχετίζεται με το μήνυμα που αναπέμπουν. Επίσης, είναι ουσιαστικό να παρουσιάζουν ένα ξεχωριστό ενδιαφέρον από αρχαιολογική, ιστορική, θρησκευτική, καλλιτεχνική, εθνολογική, τεχνολογική και επιστημονική άποψη. Το ιδεολογικό αυτό σύστημα καθορίζει τα κριτήρια επιλογής των ιστορικών μνημείων και τη διαβάθμιση της προστασίας, της συντήρησης ή της αναστήλωσής τους (Λάββας, 1993: Κόνσολα, 1995: 28. Jokilehto, 1999: Παυλογεωργάτος, 2008: 28. Τουρνικιώτης, 2010: 14). Το κρίσιμο πρόβλημα της προστασίας της πολιτισμικής κληρονομιάς ανέκυψε με την έκρηξη της βιομηχανικής επανάστασης στα μέσα του 18 ου αιώνα και απέκτησε βαρύνουσα σημασία με τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Στις μέρες μας 13

14 αποτελεί φλέγον θέμα στους κόλπους διεθνών οργανισμών, κρατών, κοινωνιών και ατόμων. Εξαρτάται θεμελιωδώς από την ιδεολογία των αρμοδίων φορέων, που θα μεριμνήσουν για το ζήτημα αυτό, μα και από το πολιτισμικό επίπεδο της κάθε εποχής (Λάββας, 1993: 31. Λάββας, 1997: 1). Αρχικά η έννοια αυτή είχε την παθητική σημασία της μη καταστροφής. Ο Camillo Boito καθιέρωσε τη διάκριση του παλαιού από το καινούριο, εισάγοντας τις έννοιες της κιβδηλείας και της αυθεντικότητας. Σύμφωνα με τις νεότερες τάσεις, ωστόσο, η πολιτική της προστασίας δεν αποσκοπεί μόνο στη διατήρηση των μνημείων για τις επερχόμενες γενιές, αλλά και στην απόδοση σε αυτά λειτουργιών και χρήσεων που ανταποκρίνονται στις ανάγκες της σύγχρονης κοινωνικής ζωής, καθώς και στην ενσωμάτωσή τους στον χωροταξικό και πολεοδομικό σχεδιασμό, υπακούοντας στην αρχή της αειφορίας (Βουδούρη, 1999: 23) Προστασία και ανάδειξη της πολιτισμικής κληρονομιάς Από τη στιγμή που ο άνθρωπος συνειδητοποίησε ότι η φορά του χρόνου είναι προς το μέλλον, άρχισε να αναζητά την ανάλυση αυτού που υπήρξε. Με βάση αυτήν τη διπολικότητα παρελθόντος και μέλλοντος, γεννήθηκε και το ζήτημα της προστασίας της πολιτισμικής κληρονομιάς, καθώς και η συνειδητοποίηση της σημασίας της διατήρησης της ισορροπίας ανάμεσα σε αυτές τις δύο έννοιες. Ο σύγχρονος άνθρωπος επιχείρησε με τρόπο δραματικό και πρωτότυπο να αγκιστρωθεί στο παρελθόν, ενώ την ίδια στιγμή έτρεχε ιλιγγιωδώς προς το μέλλον (Λάββας, 1993: 20. Λάββας, 1997: 158). Οι καταστροφικές συνέπειες από την ανθρώπινη επέμβαση στο περιβάλλον μνημονεύτηκαν και τονίστηκαν ήδη από την αρχαιότητα. Ενδεικτικά αναφέρονται οι διάφορες περιπτώσεις, όπου καταγράφηκε καταστροφή των πολιτισμικών και φυσικών αγαθών και οι οποίες εμπεριέχονται στα συγγράμματα της αρχαιοελληνικής γραμματείας, όπως του Ομήρου, του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Πολύβιου κ.ά. Εξαιρετικά προφητικός αποδείχτηκε ο μύθος του βασιλιά της Θεσσαλίας, Ερυσίχθονα, ο οποίος για να πραγματοποιήσει σημαντικές επεκτάσεις στο ανάκτορό του, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ξυλεία από το ιερό άλσος της Δήμητρας. το αποτέλεσμα αυτής της παρέμβασης ήταν να καταστρέψει ένα μεγάλο τμήμα του άλσους. Για το αμάρτημά του αυτό τιμωρήθηκε σκληρά, αλλά το πάθημά του αντικατοπτρίζει ως ένα βαθμό και τη σύγχρονη πραγματικότητα (Κόρκα, 2009: 8). 14

15 Η έννοια της προστασίας της πολιτισμικής κληρονομιάς θεωρείται από πολλούς ότι ανάγεται στη Γαλλική Επανάσταση και στη συλλογική συνειδητοποίηση ότι οι παλιές ιδιοκτησίες, κινητές και ακίνητες, της βασιλικής εξουσίας, της Εκκλησίας και των ευγενών δεν έπρεπε να καταστραφούν, αν και συμβόλιζαν το Παλαιό Καθεστώς, αλλά να διατηρηθούν ως περιουσία του νεοσύστατου Έθνους και ως εθνικά μνημεία. Ωστόσο, άλλοι μελετητές υποστήριξαν ότι ο όρος αυτός γεννήθηκε την περίοδο της Αναγέννησης (15 ος 16 ος αι.), με την ανάκαμψη του ευρωπαϊκού πολιτισμού από το σκοταδισμό του Μεσαίωνα και την καθιέρωση νέων αντιλήψεων για τον κόσμο και τον προορισμό του ανθρώπου (Λάββας, 1993: 17. Jokilehto, 1999: 18. Howard, 2003: 33 34). Τον 20 ο αιώνα καθιερώθηκε η έννοια του μνημείου που περιγράφει κάθε μεμονωμένο πολιτισμικό αγαθό, που έπρεπε να τύχει προστασίας και ανάδειξης. Η λέξη προέρχεται ετυμολογικά από το ρήμα μνάομαι μιμνήσκω, δηλαδή θυμάμαι. Σημαίνει, στην ουσία, αφήνω υποθήκες στους συγχρόνους για να τις μεταφέρουν στους επιγενόμενους. Πρόκειται για το σημείο που εκφράζει την ανάμνηση κάποιου γεγονότος ή συνάντησης. Το μνημείο είναι το συμβολικό στοιχείο και ο φορέας της μνήμης μίας κοινότητας, ενώ ενσαρκώνει αξίες αναφοράς. Θα μπορούσε κάλλιστα να θεωρηθεί ως η απεικόνιση μιας ανθρώπινης πράξης μέσα στο χρόνο, με την οποία το άτομο συνειδητοποιεί την ταυτότητά του. Παράλληλα, διαθέτει τη μοναδική ιδιότητα να αντιπροσωπεύει και να εκφράζει τα ιδανικά της κοινωνίας και της εποχής, κατά την οποία δημιουργήθηκε, αλλά και να αφηγείται με γλαφυρότητα την ιστορία της. Στη σημερινή εποχή, η στιγμή απαθανατίζεται με σύγχρονες μεθόδους, όπως η φωτογραφία, οι κινηματογραφικές ταινίες κ.ά. (Prott, O Keefe, 1992: 311. Λάββας, 1993: 12. Λάββας, 1997: 16. Jokilehto, 1999: 4. Παυλογεωργάτος, 2008: 28. Howard, 2003: 71. Τουρνικιώτης, 2010: 14. Φιλιππίδης, 2010: 74). Επίσης, τα μνημεία προάγουν την ανθρώπινη μνήμη και συνδέουν το παρελθόν με το παρόν, παρέχοντας ποικίλα ερεθίσματα. Διαθέτουν ιστορική μνήμη, καθώς λειτουργούν ως αρχεία που καταμαρτυρούν την εποχή και το περιβάλλον, ανθρωπογενές ή μη. Από την άλλη, διαδραματίζουν και έναν καθαρά παιδευτικό ρόλο, αφού παρέχουν στοιχεία και πληροφορίες για τους ανθρώπους και την εποχή τους. Παράλληλα, λειτουργούν ως πολιτισμικά κειμήλια, που διαμέσου της πορείας τους στο χρόνο, διασώζουν τον πολιτισμό και διαμορφώνουν τη φυσιογνωμία του αστικού περιβάλλοντος όπου ανήκουν. Αποτελούν αδιαμφισβήτητα κοινωνικά αγαθά, που προσφέρουν επιστημονική, ιστορική και βιούμενη κοινωνική γνώση. 15

16 Τέλος, ταξινομούνται σε δύο μεγάλες κατηγορίες, τα αρχαία (προϊστορικά, αρχαία, βυζαντινά και μεταβυζαντινά, σε όλα όσα χρονολογούνται δηλαδή μέχρι το 1830) και τα νεώτερα που η χρονολογία κατασκευής τους τοποθετείται μετά το 1830 (Τριχίλης, 1990: 61. Μητούλα, 1999: Παυλογεωργάτος, 2008: 39. Τουρνικιώτης, 2010: 14. Φιλιππίδης, 2010: 74. Λαμπρινουδάκης, 2010: 275). Η πολιτισμική κληρονομιά είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ανάπτυξη της εθνικής ταυτότητας των κρατών. Για το λόγο αυτό και απέκτησε και μια αδιαμφισβήτητη πολιτική και κατ επέκταση ιδεολογική διάσταση, που οδήγησε στην ανάληψη των πρωτοβουλιών από τη μεριά του κράτους για τη διαχείριση και την προστασία της. Συγχρόνως, ευνοεί τον αυτοπροσδιορισμό κάθε ιστορικής γεωπολιτικής οντότητας και προωθεί την ιστορική συνέχεια ενός έθνους. Συμπυκνώνει στους κόλπους της όλα τα παραδοσιακά στοιχεία, τις αντιλήψεις, τα ήθη, τα έθιμα και τις αξίες ενός λαού, που, στη συνέχεια, περνούν από γενιά σε γενιά. Με τον τρόπο αυτό αποκτάται από τους ανθρώπους ένα αίσθημα υπερηφάνειας, ιστορικής συνέχειας, συνοχής και μνήμης. Ουσιαστικά, πολιτισμική κληρονομιά θεωρείται το σύνολο των πολιτισμικών αγαθών ενός τόπου, των κινητών και των ακίνητων, ενώ είναι αδιαμφισβήτητο ότι εκφράζει τα αξιολογικά συστήματα της εποχής της δημιουργίας της. Τα μνημεία αποκτούν, επομένως, μια ξεκάθαρη εθνική αξία (Λάββας, 1993: Κόνσολα, 1995: 27. Jokilehto, 1999: 1, 17. Howard, 2003: 167. Τουρνικιώτης, 2010: 14. Γαρέζου, 2010: 292). Η προστασία των μνημείων, των αρχαιολογικών χώρων και των ιστορικών τόπων περιλαμβάνεται στους στόχους οποιουδήποτε επιπέδου χωροταξικού, αναπτυξιακού, περιβαλλοντικού και πολεοδομικού σχεδιασμού. Τα πολιτισμικά αγαθά είναι αναγκαίο να διασώζονται, να διαφυλάσσονται, να συντηρούνται, να αναδεικνύονται και τελικά να μεταβιβάζονται στις μελλοντικές γενιές κατά το δυνατόν αναλλοίωτα (Νόμος 3028/2002). Γενικά, η έννοια της προστασίας περιλαμβάνει σειρά μέτρων επιστημονικού, τεχνικού, νομικού, διοικητικού και οικονομικού χαρακτήρα, με αντικείμενο τον εντοπισμό, την έρευνα, την καταγραφή, την τεκμηρίωση και τη μελέτη των αγαθών της πολιτισμικής κληρονομιάς, τη διατήρηση και την αποφυγή της καταστροφής, της φθοράς ή της υποβάθμισής τους, τη διασφάλισή τους από λαθρανασκαφή, κλοπή και παράνομη εξαγωγή, τη συντήρηση και αποκατάστασή τους, τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε αυτά, τη διαχείριση και ανάδειξή τους και την ένταξή τους στη 16

17 σύγχρονη κοινωνική ζωή (Κόνσολα, 1995: 28. Βουδούρη, 1999: 23. Νόμος 3028/2002). Για τη διαμόρφωση του περιεχομένου της προστασίας λαμβάνονται υπόψη, επίσης, οι νεότερες τεχνικές αρχαιολογικής και ιστορικής έρευνας του παρελθόντος, όπως γεωφυσικές έρευνες, δορυφορικές εικόνες, εργαστηριακές αναλύσεις, κ.ά. Οι ειδικοί επιστήμονες επικεντρώνονται στην αντιμετώπιση των σύγχρονων κινδύνων, που απειλούν την πολιτισμική κληρονομιά, όπως εκείνων που προέρχονται από τα μεγάλα κατασκευαστικά έργα ή από τη μόλυνση του περιβάλλοντος. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται έντονο ενδιαφέρον της διεθνούς κοινότητας για την προστασία του πολιτισμικού πλούτου, του οποίου αναγνωρίζεται η διαχρονική αξία (Κόνσολα, 1995: 47. Βουδούρη, 1999: 23-24). Οι πρώτες αναφορές γύρω από το θέμα της προστασίας πολιτισμικών αγαθών σε διεθνές επίπεδο εμφανίστηκαν το 17 ο αιώνα σε συνθήκες ειρήνης και αφορούσαν στην επιστροφή έργων τέχνης, που αφαιρέθηκαν κατά τη διάρκεια εχθροπραξιών. Η πρακτική αυτή γενικεύθηκε μετά το Συνέδριο της Βιέννης το Ωστόσο, παρά τις ανεπανόρθωτες και εκτεταμένες καταστροφές πολιτισμικών αγαθών σε καιρό πολέμου, τα πρώτα ουσιαστικά μέτρα προστασίας τους σε περίπτωση ένοπλης σύρραξης θεσπίστηκαν μόλις το 1954, στο πλαίσιο της Unesco, όταν υπογράφηκε η Σύμβαση της Χάγης (Κόνσολα, 1995: 47. Βουδούρη, 1999: 17). Τα αντικείμενα της πολιτισμικής κληρονομιάς έως τα μέσα του 20 ού αιώνα χρησιμοποιούνταν ανελλιπώς, ενώ άλλαζαν χρήσεις ανάλογα με τις ανάγκες που καλούνταν να ικανοποιήσουν σε κάθε εποχή. Σήμερα, εγκαταλείπονται στη φθορά του χρόνου, καταστρέφονται, ανακαινίζονται με την προσθήκη σε αυτά παράταιρων και σύγχρονων τεχνικών στοιχείων ή αναπαλαιώνονται. Η αναπαλαίωση χαρακτηρίζεται ως μια καταστροφική μέθοδος για τα μνημεία, που αναδεικνύει τη στυλιστική αξία και τη μορφολογική δομή του αντικειμένου, αλλά αγνοεί τις αρχιτεκτονικές αξίες του, μετατρέποντάς το σε ταριχευμένο σώμα Η ανακαίνιση, αντίθετα, προβλέπει την επανένταξη του μνημείου και αποτελεί μια καλύτερη μεθοδολογική διαδικασία (Βούζα, 2001: 77. Τουρνικιώτης, 2010: 16, 32). Ο όρος ανακαίνιση σημαίνει τη διαδικασία αποκατάστασης, δηλαδή την επαναφορά στην αρχική κατάσταση, ενός κτηρίου με την προσθήκη σε αρκετά μεγάλο ποσοστό καινούριων αρχιτεκτονικών μελών και υλικών κατασκευής σε αυτό, όπου το τελικό σύνολο δεν είναι ξεκάθαρο μορφολογικά και δομικά. Η έννοια της αναπαλαίωσης, αντιθέτως, προϋποθέτει την ανακατασκευή κτηριακών συνόλων, με 17

18 την απόδοση σε αυτά παλαιότερων μορφολογικών στοιχείων και χαρακτηριστικών. Πρόκειται για μια μέθοδο που σήμερα δεν προτείνεται και δε χρησιμοποιείται (Βούζα, 2001: 77. Παυλογεωργάτος, 2008: 33). Η προστασία των μνημείων έλαβε σταδιακά οικουμενικές διαστάσεις. Καθιερώθηκαν αρχές και συμβάσεις, ενώ τα αγαθά της πολιτισμικής κληρονομιάς μετατράπηκαν από εθνικά σε παγκόσμια. Στην Ελλάδα το χρονικό πλαίσιο, που καλύπτουν, εκτείνεται από την αρχαιότητα και φτάνει μέχρι τα κτήρια της μεταπολεμικής περιόδου (Τουρνικιώτης, 2010: 13). Σε διεθνές επίπεδο αναγνωρίστηκε η αξία της διατήρησης, της προστασίας και της ανάδειξης της ξεχωριστής ταυτότητας και του ιδιαίτερου χαρακτήρα των πόλεων. Η αρχιτεκτονική κληρονομιά θεωρήθηκε ως ένα από τα σπουδαιότερα υποσύνολα της πολιτισμικής κληρονομιάς και για το λόγο αυτό τα έργα της έπρεπε να διασωθούν με οργανωμένες και συντονισμένες ενέργειες. Στην κατηγορία αυτή συμπεριελήφθησαν τα κτίσματα μαζί με το περιβάλλον τους, καθώς και η επώνυμη και ανώνυμη αρχιτεκτονική, οι παραδοσιακοί οικισμοί, τα ιστορικά κέντρα των πόλεων, τα απλά σπίτια, τα εγκαταλελειμμένα εργοστάσια, οι αποθήκες κ.ά. (Κόνσολα, 1995: 27. Μητούλα, 1999: Κόρκα, 2009: 8. Τουρνικιώτης, 2010: 13). Το συγκεκριμένο θέμα απασχόλησε τους ειδικούς ήδη από τις αρχές του 20 ού αιώνα. Η ιστορική κληρονομιά των πόλεων αποφασίστηκε ότι αποτελεί τμήμα της ευρύτερης κληρονομιάς της ανθρωπότητας. Η Διακήρυξη του Άμστερνταμ (1975) ανέφερε ότι η αρχιτεκτονική κληρονομιά ήταν επιβεβλημένο να λάβει μια νέα διάσταση, αυτή της διατήρησης της ιστορικής συνέχειας, προκειμένου να επιτευχθεί η αυτογνωσία των κατοίκων ενός έθνους. Οι Συμβάσεις της Unesco του 1954 και του 1972 για την πολιτισμική κληρονομιά συμπεριέλαβαν στα πολιτισμικά αγαθά και τα αρχιτεκτονικά μνημεία (Κόνσολα, 1995, σελ. 27. Μητούλα, 1999: Κόρκα, 2009: 8). Ως αρχιτεκτονικό μνημείο, μάλιστα, κρίθηκε ότι μπορεί να χαρακτηρισθεί ένας οικισμός ή μια ολόκληρη πόλη και η φυσιογνωμία της να καθοριστεί από το μνημειακό χαρακτήρα της. Μεμονωμένα μνημεία ή οικισμοί, στο πλαίσιο αστικών συγκροτημάτων, συνεισφέρουν στο σχηματισμό της γενικής εικόνας των πόλεων. Τα ιστορικά κέντρα τους, επομένως, αποτελούν τους φορείς της συλλογικής μνήμης ενός λαού και καταμαρτυρούν την ιστορία, την ταυτότητα και τη διαδρομή του μέσα στους αιώνες. Ο Χάρτης της Βενετίας του 1964 και η Διακήρυξη του Άμστερνταμ του

19 εστίασαν στη διατήρηση των ιστορικών κέντρων των πόλεων με τη λήψη δραστικών μέτρων (Μητούλα, 1999: 67 68). Η Παγκόσμια Χάρτα της Βενετίας για τη Διατήρηση, Ανάδειξη και Προβολή των Μνημείων και των Χώρων (1964), η Σύμβαση της Γρανάδας του 1985 για την «Προστασία της Αρχιτεκτονικής Κληρονομιάς της Ευρώπης» που όριζε ως αρχιτεκτονική κληρονομιά κάθε σημαντική κατασκευή, τα αρχιτεκτονικά σύνολα και τους τόπους, ευνοούν τη διατήρηση και τη χρήση κάποιων μη σημαντικών οικοδομημάτων, τα οποία θα λειτουργούν ως συμπληρωματικό μέρος του αστικού ή αγροτικού περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής τους. Η Σύμβαση της Γρανάδας (1985) έχει καθαρά κοινωνικό χαρακτήρα, προβλέπει την προσαρμογή των παλαιών κτηρίων σε νέες χρήσεις, σύμφωνα με τις ανάγκες της σύγχρονης ζωής, χωρίς, ωστόσο, να αγνοεί την ιστορικότητα και την αυθεντικότητα του κελύφους. Η Χάρτα για τη Διατήρηση των Ιστορικών Πόλεων και των Αστικών Περιοχών (1987) είχαν ως στόχο την αποκατάσταση και την επαναχρησιμοποίηση της πολιτισμικής κληρονομιάς και την ένταξή της στο «ζωντανό ιστό μιας πόλης» (Δωροβίνης, 1992: 94. Μητούλα, 1999: 68. Παταργιάς, Δανιήλ, Πουλούδης, Αντωνοπούλου, 2003: 91). Επιπρόσθετα, η Διεθνής προστασία ορίζεται ως η προστασία, που εξασφαλίζουν στα πολιτισμικά αγαθά οι διεθνείς οργανισμοί σύμφωνα με τους διεθνείς κανόνες. Η ύπαρξη Παγκόσμιων Οργανισμών, που είναι διακυβερνητικοί ή μη κυβερνητικοί και οι οποίοι έχουν αναλάβει τέτοια καθήκοντα είναι η Unesco, Εκπαιδευτικός, Επιστημονικός και Πολιτιστικός Οργανισμός που ανήκει στα Ηνωμένα Έθνη και που συστήθηκε το 1945, το ICCROM (Διεθνές Κέντρο για τη Μελέτη της Συντήρησης και της Αποκατάστασης των Πολιτιστικών Αγαθών) που ιδρύθηκε το 1959 και το ICOMOS (Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Χώρων) το οποίο μαζί με το ICOM (Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων) αποτελούν μη κυβερνητικούς οργανισμούς (Κόνσολα, 1995: Γαρέζου, 2010: 288. Gillman, 2010: 41 49). Σήμερα, κάθε μνημείο της Ελλάδας που επιλέγεται να αναδειχθεί και να προβληθεί, είτε είναι αρχαίο, είτε βυζαντινό, είτε νεώτερο, αποκτά διαστάσεις εθνικές, πολιτικές και ιδεολογικές, ενώ αντιπροσωπεύει τη συνοχή της κοινωνίας και εκπληρώνει εθνικές σκοπιμότητες και στόχους (Φιλιππίδης, 2010: 79). Στα θέματα αποκατάστασης του πολιτισμικού πλούτου της Ελλάδας, οι ειδικοί διείδαν τις ιδιαιτερότητες και την ιδιομορφία των μνημείων της, καθώς διέθετε αγαθά εξαιρετικής αρχαιολογικής και αρχιτεκτονικής αξίας, που διακρίνονταν 19

20 από μορφολογική ευαισθησία και που, ουσιαστικά, επέβαλαν τις λύσεις. Για το λόγο αυτό, καθιερώθηκε και εφαρμόστηκε η επονομαζόμενη «ελληνική μέθοδος» αποκαταστάσεως μνημειακών συνόλων, που καθορίστηκε ως επί το πλείστον από τις γενικότερες κοινωνικοπολιτικές, οικονομικές και τεχνολογικές συνθήκες (Γαρέζου, 2010: ). Τα κυριότερα από τα στοιχεία που καθόρισαν την «ελληνική μέθοδο» εντοπίζονταν στην ανυπαρξία χωροταξικού σχεδιασμού και στην έλλειψη σεβασμού προς το περιβάλλον. Επίσης, οφείλονταν στο μεγάλο αριθμό και στην ποιότητα των μνημείων, στην πληθώρα των κτηρίων του ελληνορωμαϊκού παρελθόντος, στην ύπαρξη εκτεταμένων ανασκαφικών μνημείων, καθώς και στο γεγονός ότι τα σωζόμενα εκκλησιαστικά μνημειακά σύνολα χρησιμοποιούνται διαρκώς και διέπονται από ένα ιδιότυπο καθεστώς προστασίας, όπου τον πρώτο λόγο έχει ο κλήρος. τα περισσότερα μοναστήρια, αλλά και η πλειονότητα των βυζαντινών και μεταβυζαντινών ναών, εξακολουθούν να λειτουργούν ακόμα και σήμερα. Σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της «ελληνικής μεθόδου» επίσης διαδραμάτισε το γεγονός ότι μετά τη μεταπολίτευση, οι αρμόδιοι φορείς συνειδητοποίησαν την αρχιτεκτονική, ιστορική, καλλιτεχνική και αισθητική αξία των παραδοσιακών οικισμών και των ιστορικών κέντρων των πόλεων, όπου εντοπίζονταν πυρήνες, έστω και περιορισμένοι, των μεσαιωνικών και των νεώτερων αρχιτεκτονικών συνόλων. Η προσπάθεια διάσωσης των μεμονωμένων νεοκλασικών και εκλεκτικιστικών κτηρίων μέσα σε αυτούς ήταν περιορισμένη. Τέλος, ήταν σημαντικό να προστατευθούν και να διασωθούν τα κτήρια, που κατασκευάστηκαν κατά το Μεσοπόλεμο (Γαρέζου, 2010: ). Η ελληνική νομοθεσία, μέχρι το 2002, δεν αντιμετώπιζε συνολικά και μεθοδικά το πρόβλημα της προστασίας και ανάδειξης της πολιτισμικής κληρονομιάς. Οι ελλείψεις στον τομέα αυτό ήταν εμφανείς, καθώς η αντιμετώπιση ήταν μεμονωμένη. Ο Νόμος 5351/1932 «περί αρχαιοτήτων», ο Νόμος 216/1943 «περί οργανώσεως της Υπηρεσίας και Αναστηλώσεως των αρχαίων και ιστορικών μνημείων του Κράτους» και ο Νόμος 1469/1950 «περί προστασίας ειδικής κατηγορίας οικοδομημάτων και έργων τέχνης μεταγενέστερων του 1830» καταδείκνυαν την ανάγκη εφαρμογής μιας νομοθεσίας, που θα συμπεριελάμβανε όλους τους επιμέρους τομείς γύρω από την προστασία, τη συντήρηση και τη διαχείριση της πολιτισμικής κληρονομιάς, αλλά και που θα περιείχε όλες τις διατάξεις που είχαν ορίσει οι διεθνείς συνθήκες (Τριχίλης, 1990: 60 61). 20

21 Ο Νόμος 3028/2002 (ΦΕΚ 153/Α/ ) «για την Προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς», που ψηφίστηκε τον Ιούνιο του 2002, ήρθε, λοιπόν, ως φυσικό επακόλουθο και ενσωμάτωσε στα άρθρα του όλες τις εθνικές και διεθνείς κατακτήσεις και συνθήκες. 2. Η Λαμία 2.1. Γεωγραφικά στοιχεία Η Λαμία βρίσκεται στις νότιες παρυφές του όρους 'Οθρυς, στο Νομό Φθιώτιδας της Στερεάς Ελλάδας. Είναι μια πόλη αμφιθεατρικά χτισμένη μεταξύ δύο λόφων, του Κάστρου (ανατολικά) και του λόφου του Αγίου Λουκά (δυτικά). Αποτελεί, εξαιτίας της στρατηγικής της θέσης, μια μικρογραφία και ένα από τα «κλειδιά» της Ελλάδας, καθώς ο νότος και ο βορράς συναντώνται σε αυτό το κεντρικό σημείο της χώρας, συνενώνονται και επικοινωνούν, ενώ οι πολιτισμικές, κοινωνικές και ιδεολογικές διαφορές τους εξομαλύνονται και αφομοιώνονται. Παράλληλα, διευκολύνονται οι εμπορικές συναλλαγές (Δαβανέλλος, 1994: 13. Δακορώνια, 2007: 415. Κακαβάς, 2008: 98 99). Το Κάστρο, που δεσπόζει στο υψηλότερο σημείο της πόλης, είναι ο αδιάψευστος μάρτυρας της ιστορικής διαδρομής της μέσα στους αιώνες. Πιστό στην ιστορική του αποστολή λειτουργεί ως οχυρωματική κατασκευή, που διασφαλίζει την επιτήρηση του κάμπου της περιοχής και τον έλεγχο της εύφορης κοιλάδας του Σπερχειού (Παπακωνσταντίνου, 1994: 6, 8). Εικ. 2: Το Κάστρο. Η οχύρωση δεσπόζει στο ψηλότερο σημείο της Λαμίας (Αρχείο ΙΔ ΕΠΚΑ). 21

22 Τόσο πλούσια ήταν η περιοχή της κοιλάδας του Σπερχειού αλλά και ολόκληρη η Φθία, ώστε ο Όμηρος στα κείμενά του την αποκάλεσε "ερίβωλον" και "εριβώλακα". Ο Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς τη χαρακτήρισε ως την πιο γόνιμη και παραγωγική περιοχή της Ελλάδας (Δαβανέλλος, 1994: 11. Ιακωβίδης, 1996: 261, 291. Σακελλαρίου, 1996: 361, 376. Παπακωνσταντίνου, 1994: 6). Η Φθιώτιδα, στα νότια της Θεσσαλίας, που βρέχεται από τον Σπερχειό ποταμό, ονομαζόταν κατά την αρχαιότητα Αχαΐα Φθιώτις. Επρόκειτο για ονομασία, που είχε επιβιώσει από την αντίστοιχη ομηρική Φθία, η οποία έλαβε με τη σειρά της το όνομά της από τον Φθίο, το γιο του Ποσειδώνα και της Λάρισας, κόρης του Πελασγού, του γενάρχη των Πελασγών. Κατά άλλους μελετητές, η ονομασία προήλθε από τη Φθία, τη σύζυγο του βασιλιά Αμύντορα, από τους οποίους γεννήθηκε ο Αχαιός (Παπαναγιώτου, 1971: 72). Σήμερα, ο πραγματικός πληθυσμός της Λαμίας, σύμφωνα με την απογραφή του 2001, είναι , ενώ καθημερινά από το κέντρο της διέρχονται άνθρωποι, προερχόμενοι από τις γειτονικές συνοικίες, τα χωριά και τις πόλεις, φοιτητές του Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος Λαμίας 1, καθώς και στρατιώτες που υπηρετούν τη στρατιωτική τους θητεία στο Στρατόπεδο του Παγκρατίου συρρέουν στην πόλη και συμβάλλουν στην οικονομική και κοινωνική της ενίσχυση. Τα όρια της Λαμίας έχουν επεκταθεί, περιλαμβάνοντας γειτονικούς συνοικισμούς, όπως η Αγία Παρασκευή Άμπλιανης, το Κάστρο, τα Γαλανέικα, το Παγκράτι, η Αμφιθέα κ.ά. Η καθημερινή ζωή δε διαφέρει σε τίποτα από εκείνη μιας μεγαλούπολης, με όλα τα προνόμια και τα προβλήματα που αυτό συνεπάγεται. Η πόλη είναι γεμάτη πολυκαταστήματα, καφενεία και καφετέριες, κομμωτήρια και πολυκατοικίες, ενώ όλα τα αστικά επαγγέλματα (π.χ. γιατροί, δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, υπάλληλοι γραφείων και καταστημάτων κ.ά.) γνωρίζουν σημαντική άνθιση. Επίσης, έχει να αντιμετωπίσει το ακανθώδες πρόβλημα της ανεργίας, που μαστίζει κάθε σύγχρονη ελληνική πόλη 2 1 Το συγκεκριμένο Τ.Ε.Ι. διαθέτει τρία τμήματα, το Τμήμα Τεχνολογικών Εφαρμογών, το Τμήμα Επαγγελμάτων Υγείας και Πρόνοιας και το Τμήμα Ξένων Γλωσσών και Φυσικής Αγωγής. 2 Το σύνολο των ανέργων σε ολόκληρη τη Στερεά Ελλάδα, με βάση τα στοιχεία του μήνα Σεπτέμβρη 2010, υπολογίζεται στα άτομα. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται εκείνοι που αναζητούν εργασία, καθώς και εκείνοι που δεν αναζητούν επαγγελματική απασχόληση κατά τον τελευταίο χρόνο (2010). 22

23 ( P01_TB_DC_00_2001_01_F_GR.pdf Η ονομασία της πόλης Σύμφωνα με την παράδοση, η Λαμία χτίστηκε από τον μυθικό Λάμιο ή Λάμο, γιο του Ηρακλή και της Ομφάλης, της χήρας βασίλισσας της Λυδίας η οποία αγόρασε τον Ηρακλή από τον Ερμή (Παπαναγιώτου, 1971: 73. Χριστόπουλος, 1982: 110. Δαβανέλλος, 1994: 13. Μπαμπινιώτης, 1998: 994. Δακορώνια, 2007: 415). Ένας άλλος μύθος αναφέρει ότι χτίστηκε από τη Λαμία, Βασίλισσα των Τραχινίων, που ήταν θυγατέρα του θεού Ποσειδώνα. Από αυτή γεννήθηκε πιθανότατα η πρώτη προφήτιδα των Δελφών, η περίφημη Σίβυλλα, της οποίας πατέρας θεωρείται ο Δίας (Παπαναγιώτου, 1971: 73. Μπαμπινιώτης, 1998: 994. Παυσανίου, 2002: 339). Η λέξη Λαμία, σύμφωνα με άλλους ερευνητές, προέρχεται ετυμολογικά από τις λέξεις «λαιμός» ή «λάμος», που σημαίνουν χάσμα, βάραθρο ή αχόρταγος, λαίμαργος αντίστοιχα. Είναι πολύ πιθανό, επομένως, η πόλη να πήρε το όνομά της από το μεγάλο και βαθύ ρέμα που τη διέσχιζε ή από τις λάμιες, τα μυθικά εκείνα πλάσματα, που ζούσαν ανάμεσα στην πυκνή βλάστηση της πόλης και που, στην ουσία, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά τέρατα μεταμορφωμένα σε όμορφες γυναίκες που επιδίωκαν να αποκτήσουν τον έρωτα νέων ανδρών, για να τραφούν κατόπιν πίνοντας το αίμα ή τρώγοντας τις σάρκες τους (Χριστόπουλος, 1982: Δαβανέλλος, 1994: Μπαμπινιώτης, 1998: 994). Υπάρχει επίσης μια άλλη θεωρία, συγκριτικά πιο αξιόπιστη από τις προηγούμενες. Στα κείμενά του ο Αριστοτέλης υποστηρίζει ότι η λέξη Λαμία είναι γένους θηλυκού, ονόματος επιθέτου και σημαίνει την περιοχή, τη χώρα ή την πόλη που βρίσκεται μεταξύ δύο λόφων. Αυτή τυγχάνει να είναι και η περίπτωση της συγκεκριμένης πόλης, που τοποθετείται ανάμεσα στην Ακρολαμία και το λόφο του Προφήτη Ηλία. Η επικρατέστερη, ωστόσο, εκδοχή υποστηρίζει ότι το όνομά της η Λαμία δεν το οφείλει σε κάποιο ιδρυτή ή ιδρύτρια, αλλά ότι, αντιθέτως, αποτελεί αναγραμματισμό της λέξης Μαλία, της ονομασίας δηλαδή της ευρύτερης περιοχής (Δαβανέλλος, 1994: 14). 23

24 Το όνομα Λαμία αναγράφεται για πρώτη φορά σε νομίσματα το 400 π.χ., ενώ σε επιγραφές αναφέρεται στα μέσα του 4 ου αι. π.χ. (Παπακωνσταντίνου, 1994: 6. Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: 52. Δακορώνια, 2007: ). Γύρω στο 19 μ.χ. η Λαμία αποκλήθηκε και Σεβαστή, ονομασία που δεν επικράτησε, ωστόσο, όπως αποδείχτηκε από την περιορισμένη χρήση της. Αργότερα, επί Ιουστινιανού πιθανότατα ή επί Λέοντος ΣΤ του Σοφού, η πόλη μετονομάστηκε σε Ζητούνι. Με το όνομα αυτό την πρωτοαπαντάμε στην 8η Οικουμενική Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης το 869 μ.χ. επί βασιλείας του Βασιλείου Α του Μακεδόνος, στην οποία συμμετείχε ο εκπρόσωπός της, ο Γεώργιος Επίσκοπος Ζητουνίου. Στις αρχές του 13 ου αι. μ.χ. ο πάπας Ιννοκέντιος Γ αναφέρθηκε στη Λαμία σε επιστολικό του κείμενο ως Castrum de Situm super Ravenica, που μεταφράζεται ως «το Κάστρο του Ζητουνίου πάνω από τη Ραβένικα». η Ραβένικα ήταν πόλη του Μεσαίωνα, που σήμερα εντοπίζεται στη θέση του Παλαιόπυργου Αυλακίου. Στις επιστολές του, μάλιστα, προς τον επίσκοπο Ζητουνίου, του απέδιδε τον τίτλο Sidoniensis Episcopus. Υπάρχει άλλη μία εκδοχή που θέλει τη Λαμία να αποκαλείται Zeitoun sur la riviere, που σημαίνει Ζητούνι κοντά σε ποτάμι. Κατά τη διάρκεια των αιώνων, η ονοματολογία της παρουσίασε μια εντυπωσιακή ποικιλία παραλλαγών, όπως Ζητούνιον, Ζηρτούνιον, Ζητόνιον, Ζουτόν, Ζεϊτούνι, Ζεϊτούν ή Gipton κατά τη βυζαντινή εποχή, Κάστρο ή Situn κατά τη φραγκοκρατία, El Sito κατά την καταλανική διακυβέρνηση και Ιzντίν κατά την Τουρκοκρατία (Παπαναγιώτου, 1971: 77. Δαβανέλλος, 1994: 13 14, 17, 163. Παπακωνσταντίνου, 1994: 10. Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: Σμπυράκη Καλαντζή, 2007: 461). Ο Κωνσταντίνος Καπράλος, που επισκέφτηκε τη Λαμία το 1891, διασώζει μια άποψη για το πώς πήρε την ονομασία Ζητούνι η πόλη, που είναι αρκετά αμφισβητήσιμη από ιστορικής πλευράς. Υποστηρίζει ότι, σύμφωνα με μαρτυρίες των ντόπιων κατοίκων της εποχής, σε μια πλευρά του Κάστρου της Ακρολαμίας σωζόταν ένα ανάγλυφο που παρίστανε μια ανδρική μορφή, που εικαζόταν ότι ήταν ο Ζήτουνας, επί των ημερών του οποίου και χάρη στην οικονομική του ενίσχυση, κατασκευάσθηκε το φρούριο. Γυρνούσε, λένε, τις πόλεις και τα χωριά και συγκέντρωνε τα χρήματα των επαιτών, με τα οποία κατόρθωσε, εντέλει, να οχυρώσει τη Λαμία και να στήσει το ανάγλυφο, όπου απαθανατιζόταν η μορφή του (Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 157). Πολλοί μελετητές επιχείρησαν να ανακαλύψουν την προέλευση της νέας ονομασίας, που θεωρείται σλαβική ή τουρκική. Κάποιοι υποστηρίζουν πως 24

25 προέρχεται από το τούρκικο ή αραβικό Zeitun, αλλοιωμένο σε Ιζντούν ή Ιζντίν, που σημαίνει ελιά ή τοποθεσία με ελαιόδεντρα. Άλλοι πάλι πιστεύουν ότι προέρχεται από τη σλαβική λέξη σιτόνιον, που αποτελεί ετυμολογία της σιτοβόλου περιοχής ή Zadun που ορίζεται ως η "πέραν του ποταμού κειμένη χώρα". Παρόλα αυτά, πρόκειται απλώς για θεωρίες, που δε μπορούν να εξακριβωθούν. Ο Τούρκος περιηγητής Εβλιά Τσελεμπή έδωσε και εκείνος, από την πλευρά του, τη δική του ερμηνεία για την ονομασία. Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι μια κόρη του Λουκά, η Ζιντίνα, ίδρυσε το Κάστρο που πήρε το όνομά της και αποκλήθηκε Ιζντίν (Ζητούνι). Το όνομα αυτό θα διατηρηθεί έως το 1836 μ.χ., όταν μετά την ενσωμάτωση στο ελληνικό κράτος, της ξαναδόθηκε η αρχαία ονομασία (Δαβανέλλος, 1994: 13-14, 17, 143. Παπακωνσταντίνου, 1994: 10. Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 13, 15, 24, 33. Σφηκόπουλος, 1981: 130. Σμπυράκη Καλαντζή, 2007: 461) Η ιστορία της Λαμίας Η προϊστορική περίοδος Σύμφωνα με την άποψη πολλών επιστημόνων, κυρίως των γεωλόγων, ολόκληρη η κοιλάδα γύρω από τον Σπερχειό ποταμό, σχηματίστηκε κατά τον τριτογενή γεωλογικό αιώνα, εκατομμύρια χρόνια πριν. Η στρατηγική της θέση, στο σταυροδρόμι της βόρειας, της νότιας και της κεντρικής Ελλάδος, οι εξαιρετικές κλιματολογικές συνθήκες και το εύφορο έδαφός της συνέβαλαν στην εξέλιξή της. Σήμερα, οι αρχαιολογικές έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε γειτονικές της Λαμίας θέσεις, όπως στο Λιανοκλάδι, στη Φουρνοσπηλιά, στο Αμούρι, και αλλού, αποκάλυψαν ευρήματα και οικισμούς της Μέσης και της Νεότερης Νεολιθικής Εποχής (Παπακωνσταντίνου, 1994: 6. Δαβανέλλος, 1994: 11. Ιακωβίδης, 1996: 261, 291. Σακελλαρίου, 1996: 361, 376). Η κοιλάδα του Σπερχειού ποταμού κατοικήθηκε τουλάχιστον από την 5η χιλιετία π.χ., ενώ αργότερα, κατά το τέλος της τέταρτης χιλιετίας εμφανίστηκαν εκεί οι Κάρες, οι Λέλεγες, οι Δρύοπες και οι Πελασγοί, φύλα που προέρχονταν από τη Μικρά Ασία. Επίσης, στην περιοχή εγκαταστάθηκαν οι Αχαιοί, οι οποίοι επέλεγαν ως νέο τόπο κατοικίας τους εύφορες κοιλάδες και οδούς επικοινωνίας με τα ορεινά και την ακτογραμμή (Παπακωνσταντίνου, 1994: 6. Δαβανέλλος, 1994: 11. Ιακωβίδης, 1996: 261, 291. Σακελλαρίου, 1996: 361, 376. Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: 52). 25

26 Η ανασκαφική δραστηριότητα αλλά και τα αρχαιολογικά ευρήματα από την περιοχή του Κάστρου αποκαλύπτουν σήμερα ότι η ίδια η Λαμία κατοικήθηκε ήδη από τη Μεσοελλαδική ή αλλιώς Μέση Εποχή του Χαλκού ( π.χ.) (Παπακωνσταντίνου, 1994: 6. Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: 52. Δακορώνια, 2007: ). Στα τέλη του 13 ου αι. π.χ. στη Νότια Θεσσαλία κατοικούσαν μαζί με τους Αχαιούς διάφορα φύλα, οι Έλληνες, οι Μυρμιδόνες, οι Φθίοι, οι Αιολείς και οι Δόλοπες. Για τους τρεις πρώτους λαούς γίνεται αναφορά μόνο στην Ιλιάδα και κατατάσσονται μεταξύ των υπηκόων του Πηλέως, του οποίου το κράτος είχε ως πυρήνα του την Αχαΐα Φθιώτιδα και εκτεινόταν ως την κοιλάδα του Σπερχειού (Παπακωνσταντίνου, 1994: 6. Δαβανέλλος, 1994: 11. Ιακωβίδης, 1996: 261, 291. Σακελλαρίου, 1996: 361, 376. Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: 52). Τα αρχαιολογικά ευρήματα της εποχής του Χαλκού, προερχόμενα κυρίως από το Κάστρο, και τα οποία χρονολογούνται πριν από τον 13 ο αι. π.χ., καταδεικνύουν ότι πρώτοι οικιστές της Λαμίας υπήρξαν οι Αχαιοί, των οποίων η παρουσία στην κοιλάδα του Σπερχειού προηγείται εκείνης των Μαλιέων (Παπακωνσταντίνου, 1994: 6. Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: 52. Δακορώνια, 2007: ). Η Υστεροελλαδική ή Ύστερη εποχή του Χαλκού συμπίπτει με την άνοδο και την πτώση του μυκηναϊκού πολιτισμού. Η περιοχή γύρω από τον Σπερχειό ποταμό θεωρείται ότι ανήκε εκείνη την περίοδο στο νότιο τμήμα της Θεσσαλίας. Η κοιλάδα αυτή, που ήταν εξαιρετικά εύφορη, αποτελούσε μια γεωγραφική ενότητα σαφώς οριοθετημένη. Βρισκόταν ανάμεσα σε βορρά και νότο και δέχτηκε επιρροές από τις ιστορικές και πολιτισμικές εξελίξεις και των δύο τμημάτων της Ελλάδας. Οι ανασκαφικές έρευνες έχουν πλέον αποδείξει ότι κατοικούνταν ήδη από τη Νεολιθική, την Πρώιμη και τη Μέση Εποχή του Χαλκού. Επίσης, η αρχαιολογική σκαπάνη αποκάλυψε ότι ανήκε στον μυκηναϊκό πολιτισμό, όπως η Φωκίδα στα νότιά της και η Θεσσαλία στα βόρεια. Τα ευρήματα, που εντάσσονται χρονικά στη μυκηναϊκή περίοδο και προέρχονται από την κοιλάδα αυτή, ήταν σαφώς επηρεασμένα από τις εξελίξεις στην τέχνη των νοτιότερών της μυκηναϊκών κέντρων (Δακορώνια, 1990: 40 42). Τόσο οι πηγές της αρχαιότητας, όσο και τα αρχαιολογικά κατάλοιπα καταδεικνύουν ότι στις περιοχές που έφταναν ως τις εκβολές του Σπερχειού ποταμού, σημειώθηκε έντονη δραστηριότητα μυκηναϊκών φύλων. Ωστόσο, ακόμη δεν έχει ανευρεθεί η πόλη που αποτελούσε το βασίλειο του μυθικού ήρωα Αχιλλέα. η Τραχίνα 26

27 αποτελεί τη μόνη ασφαλώς ταυτισμένη ομηρική πόλη. Επομένως, η εν λόγω κοιλάδα δεν αποτελεί, σήμερα, μια terra deserta (Δακορώνια, 1990: 40 42). Τα νεκροταφεία της περιοχής κατά την ίδια περίοδο περιλάμβαναν τάφους που επαναχρησιμοποιήθηκαν και σε επόμενες εποχές, όπως η γεωμετρική και η αρχαϊκή, με την εφαρμογή παρόμοιων τελετουργικών πρακτικών. Οι τάφοι ήταν θαλαμωτοί και προορίζονταν για οικογενειακές ταφές, χρησιμοποιούμενοι κάθε φορά που ένα μέλος της οικογένειας απεβίωνε. Στη Λαμία ανακαλύφθηκαν και τάφοι που δεν ξαναχρησιμοποιήθηκαν και για το λόγο αυτό έχει διατυπωθεί η υπόθεση ότι η επιλογή μιας συγκεκριμένης τυπολογίας τάφων οφείλεται σε οικογενειακή ή φυλετική παράδοση. Οι νεκροί θάβονταν σε συνεσταλμένη στάση (Δακορώνια, 1990: 40 42). Κατά τη μυκηναϊκή περίοδο η Φθιώτιδα αποτελούσε επαρχία των μυκηναϊκών κέντρων και όχι απλώς μια περιφέρειά τους. Οι κάτοικοί του ήταν Μυκηναίοι, καθώς είχαν παρόμοιες συνήθειες, προτιμήσεις, αλλά και τρόπο ζωής με τους υπόλοιπους Μυκηναίους του ελλαδικού χώρου. Επιπροσθέτως, οι μυκηναϊκές εγκαταστάσεις στην Κεντρική Ελλάδα εντοπίζονταν στο εσωτερικό της χώρας και γύρω από την κεντρική και πρωταρχική επικοινωνιακή διαδρομή, που ξεκινούσε από τη Θήβα και έφτανε έως τη Λαμία, τις όχθες του Σπερχειού ποταμού και της περιοχής γύρω από αυτόν (Constantinidis, 2003: 75. Δακορώνια, 2003: 344). Η Ακρολαμία, μάλιστα, προϋποθέτει την ύπαρξη και κοντινού οικισμού, ασήμαντου αρχικά, ο οποίος, ωστόσο, εξελίχθηκε σταδιακά. Ο Όμηρος δεν τη συμπεριλαμβάνει στις πόλεις εκείνες που συμμετείχαν στον Τρωικό Πόλεμο υπό την αρχηγία του Αχιλλέα. Η ταύτισή της με μια από τις πόλεις που έλαβαν μέρος στον ελληνικό αγώνα κατά των Τρώων, παραμένει ασαφής, με βάση τα έως τώρα αρχαιολογικά δεδομένα και ευρήματα (Παπαναγιώτου, 1971: Παπακωνσταντίνου, 1994: 6. Δαβανέλλος, 1994: 11, 13. Σακελλαρίου, 1996: 369) Οι ιστορικοί χρόνοι Στις γύρω από την Ακρολαμία περιοχές έχουν εντοπιστεί αρχαιολογικά κατάλοιπα χρονολογούμενα στον 9 ο αι. π.χ. Στην ίδια την πόλη της Λαμίας, ωστόσο, τα ανασκαφικά ευρήματα τοποθετούνται χρονικά στον ύστερο 5 ο αι. π.χ. (Παπακωνσταντίνου, 1994: 6. Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: 52. Δακορώνια, 2007: ). 27

28 Κατά τη διάρκεια των Περσικών Πολέμων, η Φθιώτιδα κατοικούνταν από τους Αχαιούς Φθιώτες (οι οποίοι πιθανολογείται ότι μιλούσαν την αιολική διάλεκτο), που πλήθος τους μετανάστευσε στην Αργολίδα, τη Μεσσηνία και τη Λακωνία, καθώς και από τους Αινιάνες, τους Οιταίους και τους Μαλιείς. Η πόλη μνημονεύεται για πρώτη φορά από το Δημήτριο Καλλατιανό, σε μια αναφορά του Στράβωνα (Α, 60), το 424/27 π.χ., με αφορμή τον καταστροφικό σεισμό που καταγράφηκε στην περιοχή. Οι πηγές αναφέρουν ότι κτίστηκε το 426 π.χ. από τους Μαλιείς, για στρατιωτικούς σκοπούς, καθώς εκείνη τη χρονιά οι Σπαρτιάτες είχαν ιδρύσει την Ηράκλεια στη θέση της παλιάς Τραχίνας (Παπαναγιώτου, 1971: Παπακωνσταντίνου, 1994: 6. Δαβανέλλος, 1994: 11, 13. Σακελλαρίου, 1996: 369). Μερικοί ιστορικοί θεωρούν ως ιδρυτές της Λαμίας το 413 π.χ. τους Μαλιείς, που μετέτρεψαν ένα μικρό οικισμό σε πρωτεύουσά τους. Ορισμένοι άλλοι μελετητές υποστηρίζουν ότι οι Μαλιείς την κατέκτησαν και αργότερα την κατέστησαν μια από τις σπουδαιότερες πόλεις τους και πρωτεύουσα της περιοχής, αντικαθιστώντας με τον τρόπο αυτό την Τραχίνα. εξάλλου, το όνομα της παλιάς βασίλισσας της Τραχινίας, της Λαμίας, δόθηκε στη νέα πόλη που ίδρυσαν οι Μαλιείς. Υπάρχει, εντούτοις, η πιθανότητα να χτίστηκε από κάποιο άλλο λαό. Έως το 413 π.χ. συμπεριλαμβανόταν στα εδάφη των Αχαιών Φθιωτών. Από τη χρονιά εκείνη και εξής γνώρισε σημαντική άνθιση (Παπαναγιώτου, 1971: Δαβανέλλος, 1994: 11, 13. Σακελλαρίου, 1996: 369. Δακορώνια, 2007: 422). Ο ιδρυτής της, συνεπώς, παραμένει ακόμα και σήμερα ένα μυστήριο. Όσον αφορά στη χρονολόγηση, αποτελεί καθοριστικής σημασίας το γεγονός ότι μέρος του περιβόλου της ακρόπολης, καθώς και τμήματα των τειχών του φρουρίου της πόλης είναι πολυγωνικού σχήματος, κάτι που αποτελούσε συνηθισμένο δομικό σύστημα οχύρωσης στα τέλη του 6ου και στις αρχές του 5ου αι. π.χ. Τον 5 ο αι. π.χ. η Λαμία αποτελούσε μια ασήμαντη πόλη, της οποίας το οχυρό αποσκοπούσε στην επιτήρηση της κοιλάδας του Σπερχειού ποταμού, της παραλιακής οδού και του περάσματος που είχε κατεύθυνση προς τη Θεσσαλία. Στην οχύρωση της Λαμίας αναφέρθηκε για πρώτη φορά ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, όπως μνημονεύει ο Στράβων (Παπαναγιώτου, 1971: Δαβανέλλος, 1994: 13). Η γεωγραφική της θέση, που την καθιστά πέρασμα από βορρά προς νότο, τη μετέτρεψε σταδιακά σε μια σημαντική πόλη. Διοικούνταν από τρεις άρχοντες, ένα στρατηγό και έναν ίππαρχο, καθώς και από Βουλή (Δαβανέλλος, 1994: 14). 28

29 Το 395 π.χ. οι κάτοικοι της Λαμίας μαζί με τους Μαλιείς, έχοντας ως αρχηγό τους το Λύσανδρο, αγωνίστηκαν στη μάχη του Αλίαρτου ενάντια στους Αθηναίους και στους συμμάχους τους Θηβαίους, Κορινθίους και Αργείους. Γύρω στο 371 π.χ. ακολούθησαν τον Ιάσωνα, προκειμένου να πολεμήσουν κατά των Περσών (Τουλουμάκος, 1996: 291). Στα μέσα του 4ου αι. π.χ. οι Λαμιώτες, καταβάλλοντας ποσό 600 μνων, συμμετείχαν στο κτίσιμο ενός ναού στους Δελφούς (Δαβανέλλος, 1994: 14). Ο λαός των Μαλιέων ίδρυσε στη Λαμία νομισματοκοπείο μεταξύ των ετών π.χ. Εκείνη την περίοδο κόπηκαν κυρίως χάλκινα κέρματα και αργυρά νομίσματα, που έφεραν το όνομα του λαού ή της πόλης. Επιπλέον, απεικόνιζαν τον Διόνυσο, την Αθηνά, τον Ηρακλή, τον Φιλοκτήτη ή τη νύμφη Λαμία (Παπακωνσταντίνου, 1994: 7). Την περίοδο της πολιτικής και οικονομικής ανόδου του Μακεδονικού Κράτους, η Λαμία γνώρισε τη μακεδονική κυριαρχία, ενώ το 344 π.χ. μετατράπηκε σε οχυρό των Μακεδόνων, που έκοβε μακεδονικά βασιλικά νομίσματα. (Τουλουμάκος, 1996: 291). Αρκετοί Λαμιώτες, κυρίως ιππείς, πολέμησαν στο πλευρό του Μεγάλου Αλεξάνδρου εναντίον των περσικών στρατευμάτων, εκστρατεύοντας μαζί του και φτάνοντας έως τις μακρινές Ινδίες. Το 326 π.χ. περίπου πολέμησαν μαζί με τους Θηβαίους στη μάχη της Μαντινείας (Τουλουμάκος, 1996: 291. Σούλιος, 2002: 35). Με την αναγγελία του θανάτου του Μ. Αλεξάνδρου, στην Ελλάδα, ιδίως στην Αθήνα και στην Αιτωλία που η κατάσταση ήταν τεταμένη, ξέσπασε ένας δριμύς απελευθερωτικός πόλεμος για την αποτίναξη της μακεδονικής κυριαρχίας. Οι Αθηναίοι πρωτοστάτησαν σε αυτήν την εξέγερση, παρακινημένοι και από την αντίστοιχη στη Βακτρία. Αυτή ήταν και η μοναδική πόλη που επέδειξε επαναστατικές διαθέσεις στην Ανατολή, οι οποίες προκλήθηκαν από τους Έλληνες μισθοφόρους που είχαν εγκατασταθεί εκεί από τον Αλέξανδρο ως έποικοι (Μικρογιαννάκης, 1996: 245. Wilcken, 1976: Παπαναγιώτου, 1971: 75. Δαβανέλλος, 1994: 15). Οι Αθηναίοι το 323 π.χ. κάλεσαν όλους τους Έλληνες σε αγώνα κατά των Μακεδόνων που προκαλούσαν την ελευθερία και αυτονομία τους, ευελπιστώντας, παράλληλα, στην ανάκτηση της παλαιότερης ακμής τους. Πρώτα, εκδιώχθηκαν οι μακεδονικές φρουρές από τις πόλεις που συμμετείχαν στον αγώνα. Σε πολλές από αυτές μετέβησαν οι πρέσβεις των Αθηναίων εκπέμποντας πολεμικό κάλεσμα. Την πρόσκλησή τους δεν αποδέχτηκαν οι Πελλιναίοι από τους Θεσσαλούς, οι 29

30 Ηρακλειώτες από τους Οιταίους, οι Λαμιείς κ.ά. Οι πόλεις αυτές ίσως είχαν διαφωνίες ή διαφορές με τις γειτονικές τους και αποτελούσαν φιλομακεδονικές εστίες μεταξύ των εξεγερθέντων (Παπαναγιώτου, 1971: 75. Wilcken, 1976: Δαβανέλλος, 1994: 15. Μικρογιαννάκης, 1996: 245). Εικ. 3: Νόμισμα προερχόμενο από τη Λαμία που βρίσκεται στη Νομισματική Συλλογή του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου Αθηνών [Χρονολογείται στα τέλη του 4 ου αι. π.χ., ενώ δεν είναι σίγουρο αν αναπαριστά τον Δημήτριο Πολιορκητή ή κάποια άλλη μορφή (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. Δ : 247)]. Ο Λεωσθένης ορίστηκε αρχηγός των συμμαχικών δυνάμεων και έλαβε θέση στα στενά των Θερμοπυλών. Διέθετε αριθμητική υπεροχή και κατέβαλε συνεχείς προσπάθειες να προκαλέσει με αψιμαχίες τον Αντίπατρο, αρχηγό των Μακεδόνων, σε πόλεμο. Αρχικά, οι σύμμαχοι νικούσαν, ο Αντίπατρος, όμως, αναγνωρίζοντας τη μειονεκτική του θέση, έφτασε στη Λαμία, εισήλθε στην πόλη που ήταν φιλική προς αυτόν και οχυρώθηκε εντός της, ανακαινίζοντας τα τείχη της. Ο ελληνικός αυτός πόλεμος ονομάστηκε λαμιακός, εξαιτίας του τόπου διεξαγωγής του (Wilcken, 1976: Δαβανέλλος, 1994: 15. Παπακωνσταντίνου, 1994: 21. Μικρογιαννάκης, 1996: 246. Σούλιος, 2002: 35). Οι Αθηναίοι επιτέθηκαν πολλές φορές, μα οι ενέργειές τους απέβησαν άκαρπες. Τα τείχη της πόλης προφύλασσαν τους Μακεδόνες. Άρχισαν να πολιορκούν τη Λαμία, για να εξαναγκάσουν τον Αντίπατρο να εμπλακεί σε πολεμικές δραστηριότητες. Ως αποτέλεσμα των γεγονότων αυτών, η Λαμία γνώρισε στερήσεις, πείνα, δίψα και αρρώστιες (Wilcken, 1976: Δαβανέλλος, 1994: 15. Μικρογιαννάκης, 1996: Παπακωνσταντίνου, 1994: 21). 30

31 Ο Αντίπατρος, παρακινημένος από την απελπιστική κατάσταση, στην οποία είχε περιέλθει ο στρατός του, ζήτησε συνθηκολόγηση. Ο Λεωσθένης, παρόλα αυτά, ήταν ανένδοτος, καθώς πρόσβλεπε σε μια άνευ όρων παράδοση του μακεδονικού στρατού. Ο Αντίπατρος, όπως όλα έδειχναν, επρόκειτο να παραδοθεί, αλλά μια πέτρα, κατά τη διάρκεια μιας συμπλοκής, ξέφυγε και χτύπησε τον Αθηναίο αρχηγό στο κεφάλι. Τρεις μέρες μετά ξεψύχησε (Δαβανέλλος, 1994: 15. Μικρογιαννάκης, 1996: 247). Το νεκρό και ικανότατο στρατηγό Λεωσθένη, στον οποίο οι συμπατριώτες του επιφύλαξαν μεγαλοπρεπή κηδεία, όπου τον επικήδειο εκφώνησε ο ρήτορας Υπερείδης, αντικατέστησε ο Αντίφιλος ο Αθηναίος, παραγκωνίζοντας τον αξιολογότερο Φωκίωνα. Οι Μακεδόνες, από την άλλη, κατανοώντας πως ο Αντίπατρος εξακολουθούσε να βρίσκεται σε δεινή θέση, απέστειλαν το Λεοννάτο με πεζικάριους και ιππείς. Οι σύμμαχοι των Αθηναίων, με το φόβο της επερχόμενης ενίσχυσης, έλυσαν την πολιορκία και επιχείρησαν να σταματήσουν το Λεοννάτο. Μια φοβερή μάχη έλαβε χώρα έξω από τη Λαμία, κατά την οποία ο Λεοννάτος σκοτώθηκε (Wilcken, 1976: Δαβανέλλος, 1994: Μικρογιαννάκης, 1996: 246). Ο Αντίπατρος τότε έσπευσε να βοηθήσει το στρατό του σκοτωμένου αρχηγού, ενώ την ίδια στιγμή οι Μακεδόνες ενισχύονταν περισσότερο, χάρη στις δυνάμεις, που κατέφταναν από την Ασία, προεξάρχοντος του Κρατερού. Τον Σεπτέμβρη του 322 π.χ. η μάχη που ξέσπασε στην Κρανώνα της Θεσσαλίας, αποδείχτηκε καταστροφική. Νικητές αναδείχτηκαν οι Μακεδόνες και η Λαμία βρέθηκε υπό την κυριαρχία τους (Δαβανέλλος, 1994: Παπαναγιώτου, 1971: 77). Κρίνοντας εκ των υστέρων τη συμμαχία των ελληνικών πόλεων, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι η πλειοψηφία των Ελλήνων της κυρίως Ελλάδας υπό την ηγεσία των Αθηναίων κινήθηκε το 323/22 π.χ. κατά των μακεδονικών στρατιωτικών δυνάμεων, οδηγώντας στο Λαμιακό Πόλεμο, που κατέστησε μια άγνωστη εν πολλοίς πόλη σε διάσημο κέντρο πολεμικών επιχειρήσεων. Οι κάτοικοι της Φθιώτιδας και κυρίως οι Λαμιείς, δε διαδραμάτισαν κανένα σημαντικό ρόλο σε αυτόν, εκτός ίσως από το γεγονός ότι ήταν φιλικά διακείμενοι προς τους Μακεδόνες (Wilcken, 1976: Δαβανέλλος, 1994: 15. Παπακωνσταντίνου, 1994: 21. Μικρογιαννάκης, 1996: 246. Τουλουμάκος, 1996: 306. Σούλιος, 2002: 35). Η αποτυχία αυτής της εξέγερσης ήταν αναμενόμενη από τους ρεαλιστικά σκεπτόμενους Έλληνες. Μετά την ήττα στο Λαμιακό πόλεμο, οι υποκινητές της 31

32 εξέγερσης, οι ηγέτες δηλαδή της δημοκρατικής παράταξης θανατώθηκαν βάσει των όρων της συνθήκης. Οι δημοκρατικοί κατηγόρησαν αργότερα τους ολιγαρχικούς ότι συνέβαλαν στην υποδούλωση της Ελλάδας το 322 π.χ. (Τουλουμάκος, 1996: 306). Το 302 π.χ. η πόλη απελευθερώθηκε από τη μακεδονική κυριαρχία, χάρη στις ενέργειες του Δημήτριου του Πολιορκητή. Προς τιμή του η πόλη εξέδωσε νομίσματα, ενώ ο ίδιος, στη συνέχεια, επέβαλε νέα κοπή προς τιμήν της ερωμένης του, της Λαμίας ή Λάμιας, με την οποία συζούσε. Η εταίρα αυτή λατρευόταν ως Αφροδίτη (Παπαναγιώτου, 1971: 77. Δαβανέλλος, 1994: Τουλουμάκος, 1996: 291). Ο 3 ος αιώνας π.χ. σηματοδότησε για τη Λαμία μια από τις πιο ακμαίες περιόδους της ιστορίας της αλλά συνάμα και την καταστροφή της. Σε αυτό συνετέλεσε κυρίως το γεγονός ότι στα μέσα του 3 ου αι. π.χ. οι Λαμιώτες προσχώρησαν στην Αιτωλική Συμπολιτεία. Οι Αιτωλοί δε γνώρισαν τη μακεδονική κυριαρχία, αντίθετα, ήταν οι μόνοι που τους πολέμησαν, με αποτέλεσμα να παραμείνουν ισχυροί και να επιβάλλουν την επιρροή τους σε άλλες πόλεις (Δαβανέλλος, 1994: 16. Παπακωνσταντίνου, 1994: 8. Γεωργίου, 2007: 61). Το 212 π.χ. οι Λαμιώτες και οι Αιτωλοί προχώρησαν σε συμμαχία με τους Ρωμαίους, ώστε να αντιμετωπίσουν επιτυχώς τους Μακεδόνες σε μελλοντικές πολεμικές συγκρούσεις. Η σύμπλευση, ωστόσο, αυτή με τους Ρωμαίους αποτέλεσε την αρχή πολλών δεινών τόσο για τη Λαμία όσο και για την υπόλοιπη Ελλάδα (Δαβανέλλος, 1994: 16. Παπακωνσταντίνου, 1994: 8). Το 209 π.χ. οι Αιτωλοί στον πόλεμο με τους Μακεδόνες του Φιλίππου Ε γνώρισαν την πανωλεθρία, παρά τις ενισχύσεις που έλαβαν από τους Ρωμαίους και τον Άτταλο και αποσύρθηκαν στη Λαμία (Τουλουμάκος, 1996: 428). Στα 208 π.χ. ο αρχηγός των Μακεδόνων, ο Φίλιππος ο Ε', συγκρούστηκε με τους Αιτωλούς και τους Λαμιώτες πλησίον των τειχών της Λαμίας, το κτίσιμο των οποίων ολοκληρώθηκε κατά την περίοδο της Αιτωλικής Συμπολιτείας, νίκησε τα στρατεύματά τους και τους ανάγκασε να κλειστούν στην ακρόπολη. Το 207 π.χ. οι Αιτωλοί προχώρησαν σε υπογραφή συνθήκης ειρήνης με το Φίλιππο, όπως έκαναν και λίγο αργότερα, το 205 π.χ. οι Ρωμαίοι. Στη συνέχεια, όμως, το 200 π.χ., οι Ρωμαίοι παρέβησαν του όρους της συμμαχίας και επιτέθηκαν εναντίον του Φιλίππου (Δαβανέλλος, 1994: 16. Παπακωνσταντίνου, 1994: 9, 21). Οι Αιτωλοί που μισούσαν τους Ρωμαίους, αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν συνέλευση στη Λαμία (192 π.χ.). Σε αυτή κάλεσαν μεταξύ άλλων και τον Αντίοχο τον Γ, βασιλιά της Συρίας, όπου είχε ιδρυθεί το ελληνιστικό βασίλειο των 32

33 Σελευκιδών, που ήρθε στην πόλη συνοδευόμενος από τον Αννίβα. Ο Καρχηδόνιος στρατηγός χρειάστηκε πολλές ώρες, προκειμένου να περάσει μέσα από τα επευφημούντα πλήθη και να φτάσει στον τόπο της συνέλευσης, στην οποία εκφώνησε πανηγυρικό λόγο (Δαβανέλλος, 1994: 16. Παπακωνσταντίνου, 1994: 9. Σαρικάκης, 1996: 64). Ο Αντίοχος στη συνέλευση αυτή ανακηρύχτηκε αρχιστράτηγος των συμμαχικών δυνάμεων στον πόλεμο κατά των Ρωμαίων. Η παρουσία του και οι δημαγωγικές υποσχέσεις του για ένθερμη υποστήριξη των ελληνικών αγώνων κατά των Ρωμαίων, αλλά και για την έλευση, την άνοιξη, μεγάλου αριθμού πεζικών και ναυτικών δυνάμεων από την Ανατολή, ενίσχυσαν, όπως ήταν φυσικό, τον ενθουσιασμό του πλήθους, που τον αντιμετώπιζε ως ελευθερωτή της Ελλάδας. Η προχειρότητα, ωστόσο, και η ανεπάρκεια της πολεμικής προπαρασκευής του Σελευκίδη βασιλιά, απογοήτευσαν μία μερίδα Ελλήνων, που άρχισε να αντιλαμβάνεται τις αληθινές διαστάσεις του κινδύνου από μια επερχόμενη σύγκρουση με τους Ρωμαίους. Κάποιες ελληνικές πόλεις συμμάχησαν με τον Αντίοχο τον Γ το 192 π.χ., μεταξύ των οποίων ήταν και η Λαμία, ενώ άλλοι τάχθηκαν στο πλευρό των Ρωμαίων, όπως οι Μακεδόνες του Φιλίππου Ε, η Αχαϊκή Συμπολιτεία, συμπεριλαμβανομένης της Σπάρτης, το βασίλειο της Περγάμου κ.ά. (Δαβανέλλος, 1994: 16. Παπακωνσταντίνου, 1994: 9. Σαρικάκης, 1996: 64). Ήδη την άνοιξη του 191 π.χ. οι Ρωμαίοι είχαν καταλάβει πολλές περιοχές της Θεσσαλίας. Η αστραπιαία αυτή προέλαση των Ρωμαίων βρήκε απροετοίμαστο τον Αντίοχο, που μετά την είδηση για την εισβολή των ρωμαϊκών στρατευμάτων στην Υπάτη, διαμήνυσε στους Αιτωλούς να σπεύσουν με όλες τους τις δυνάμεις στη Λαμία, όπου κατευθύνθηκε και ο ίδιος. Επειδή, παρόλα αυτά, το στράτευμα των Αιτωλών ήταν μικρό και οι ενισχύσεις, που ανέμενε ο Σελευκίδης βασιλιάς από την Ασία, δεν είχαν φτάσει ακόμα, ο Αντίοχος αποφάσισε να δώσει τη μάχη κατά των Ρωμαίων στις Θερμοπύλες, όπου και ηττήθηκε (Παπακωνσταντίνου, 1994: 9. Σαρικάκης, 1996: 68). Ο Φίλιππος ο Ε, που δεν πήρε μέρος στη μάχη των Θερμοπυλών, στάλθηκε από τους Ρωμαίους να πολιορκήσει τη Λαμία. Παρά τις προσπάθειες που κατέβαλε προκειμένου να εκπορθήσει την πόλη, απέτυχε να κατακτήσει, εντέλει, την ακρόπολη. Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου υποχρεώθηκε από τον Ρωμαίο ύπατο Μάνιο Ακίλιο να άρει την πολιορκία. Το γεγονός αυτό στάθηκε η αφορμή της 33

34 μεταστροφής του Φιλίππου του Ε, που εφεξής τάχθηκε στο πλευρό των Ελλήνων (Σαρικάκης, 1996: Παπακωνσταντίνου, 1994: 9). Τον Μάρτιο με Απρίλιο του 190 π.χ. ο Μάνιος Ακίλιος, μόλις πληροφορήθηκε ότι οι αιτωλικές στρατιωτικές δυνάμεις είχαν καταλάβει τις διαβάσεις του όρους Κόρακα προς τη Ναύπακτο, ώστε να αποκόψουν δικές του επιθέσεις, στράφηκε αιφνιδιαστικά προς τη Λαμία, καταλαμβάνοντας εξ απροόπτου τους υπερασπιστές της. Οι συντονισμένες και σφοδρές επιθέσεις των Ρωμαίων στην ήδη εξασθενημένη πόλη, συνέβαλαν στην πτώση της μέσα σε δύο μόλις ημέρες. Εν μέσω μιας απροσδόκητης πρωινής επίθεσης η πόλη καταλήφθηκε και λεηλατήθηκε. Η Λαμία υπέστη ολοκληρωτική καταστροφή και για αιώνες παρέμεινε σχεδόν ξεχασμένη και ανύπαρκτη. Αυτό επιβεβαιώνεται και από τα αρχαιολογικά ευρήματα, καθώς από τη μετέπειτα περίοδο δε σώζονται αρχιτεκτονικά κατάλοιπα οικοδομικής εγκατάστασης, ενώ δεν υπάρχουν αναφορές και στις πηγές (Δαβανέλλος, 1994: 16. Παπακωνσταντίνου, 1994: Σαρικάκης, 1996: 72. Γεωργίου, 2007: 61). Κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους ορισμένα από τα θρησκευτικά κέντρα της Ελλάδας, όπως η Ήλις, οι Θεσπιές και η Φθία, ανακηρύχθηκαν ελεύθερα. αυτό κατά τη ρωμαϊκή περίοδο συνεπαγόταν ότι ήταν απαλλαγμένα από φορολογικές επιβαρύνσεις. Αποτελούσε μέρος της ρωμαϊκής πολιτικής ο σεβασμός των μεγάλων ελληνικών ιερών, στα οποία παρείχαν προνόμια αυτονομίας, ανεισφορίας και ασυλίας, ενώ παράλληλα τους πρόσφεραν δωρεές. Στη Φθιώτιδα εντοπίζονταν μερικά από τα πιο σπουδαία ελληνικά ιερά, τα οποία απολάμβαναν για το λόγο αυτό ειδικό καθεστώς. Το 67 π.χ. η περιοχή της Φθιώτιδας βρισκόταν υπό την εξουσία του Ρωμαίου διοικητή της Μακεδονίας. (Jean Michel Carrie, Jean Louis Ferrary, John Scheid, 1996: 155). Με την διοικητική μεταρρύθμιση του Αυγούστου, η Λαμία ενώθηκε, το 27 π.χ., με τη Θεσσαλία και η νέα χώρα ονομάστηκε Φθιώτις ( Θεοί και μύθοι Μια πλειάδα θεοτήτων λατρεύτηκε σε τούτη τη γη. Πρώτος ο Δίας, ο θεϊκός προστάτης της φυλής των Αχαιών, που στην περιοχή της Λαμίας ονομαζόταν Πελασγικός ή Δωδωναίος. Σε αυτόν προσευχόταν ο Αχιλλέας στην «Ιλιάδα» (Ιλιάδα, Β', στ. 233). Ο Δίας ήταν αρχικά ο θεός των καιρικών μεταβολών. Η λατρεία του 34

35 πραγματοποιούνταν σε κορυφές βουνών. Στην Άλο της Φθιώτιδας από το Δία Λαφύστιο, αλλά και από το Δία ακραίο - του όρους Πηλίου -, ζητούσαν με θυσία βροχή σε περίοδο ξηρασίας (Παπαχατζής, 1996: 71. Δαβανέλλος, 1994: 15). Στη Λαμία λατρευόταν επίσης ο Ποσειδώνας, όπως μαρτυρεί ναός που βρέθηκε κοντά στο χωριό Λυγαριά, αφιερωμένος στο όνομά του. Άλλωστε, η πόλη χτίστηκε από τη Λαμία, τη μυθική κόρη του ολύμπιου θεού. Άλλες θεότητες, των οποίων η λατρεία γνώρισε διάδοση στη Λαμία, ήταν ο Διόνυσος (εντοπίστηκε ναός του) και η Αφροδίτη, της οποίας ανακαλύφθηκαν δύο αγάλματα στις ανασκαφές του 1876, που χρονολογούνται από την 3η εκατονταετηρίδα π.χ. Στην ίδια ανασκαφή ήρθαν στο φως και άλλα τρία αγάλματα, ένα από τα οποία παρίστανε τη Δήμητρα. Το 1888 ανευρέθηκε εντός των ορίων της πόλης ένα άγαλμα της θεάς Αθηνάς, το οποίο ήταν έργο του σπουδαίου γλύπτη Πραξιτέλη (Παπαναγιώτου, 1971: 24. Δαβανέλλος, 1994: 15. Παυσανίας, 2002: ). Οι πιο συνήθεις αναπαραστάσεις επάνω στα νομίσματα της Λαμίας ήταν ωστόσο του θεού Διονύσου (το κεφάλι και τα διάφορα σύμβολά του), του Φιλοκτήτη, του Ηρακλή και του Ποσειδώνα (Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 192). Πολλοί μύθοι είναι συνδεδεμένοι με την περιοχή της Λαμίας. Οι Τιτάνες, σύμφωνα με τη μυθολογία, υπό την αρχηγία του Κρόνου είχαν καταλάβει την Όθρυ της Φθιώτιδος. Ο Δίας, οι αδελφοί του, Ποσειδώνας και Άδης, και οι αδελφές του, Εστία, Δήμητρα και Ήρα, είχαν οχυρωθεί στον Όλυμπο. Αυτό που επακολούθησε ήταν ένας ανελέητος μεταξύ τους πόλεμος, η Τιτανομαχία, που διήρκησε δέκα χρόνια και οδήγησε στην εκθρόνιση του Κρόνου και στην ανάληψη της διακυβέρνησης του κόσμου από το Δία και τους υπόλοιπους ολύμπιους θεούς, εγκαινιάζοντας έτσι μια νέα εποχή για την ανθρώπινη δραστηριότητα (Παπαχατζής, 1996: 97). Ένας άλλος μύθος αναφέρει ότι γιοι του Αιακού από την Αίγινα ήταν ο Πηλέας, ο Τελαμών και ο Φώκος. Ο Πηλέας διωγμένος από την πατρίδα του για το φόνο του τελευταίου, εγκαταστάθηκε στη θεσσαλική Φθία, όπου νυμφεύθηκε την Αντιγόνη. Αργότερα, αφού αυτοκτόνησε η πρώτη του γυναίκα, παντρεύτηκε τη νηρηίδα Θέτιδα, της οποίας ο γιος, βάσει χρησμών, θα γινόταν ανώτερος του πατέρα του. Ο μύθος αφορούσε στον Αχιλλέα, τον κατοπινό ήρωα του Τρωικού πολέμου, που έχασε τη ζωή του λίγο πριν αλωθεί το Ίλιο (Παπαναγιώτου, 1971: 24 25, Δαβανέλλος, 1994: 47. Παπαχατζής, 1996: ). Σύμφωνα με τους σύγχρονους Λαμιώτες, η πατρίδα του Αχιλλέα εντοπίζεται κοντά στη σημερινή Λαμία, την αρχαία Φθία. Προστάτης των κατοίκων της στην 35

36 αρχαιότητα ήταν ο Σπερχειός, από τους οποίους λατρευόταν ως θεός. Σε κάποιο σημείο του Σπερχειού λέγεται ότι ο Αχιλλέας μαζί με τον Πάτροκλο πολέμησαν τον Πάρι διεκδικώντας το χέρι της ωραίας Ελένης κατά την πρώτη αναμέτρηση της Ελλάδας με την Τροία. Ο Σπερχειός, ο θεός ποταμός, εφόσον κατά τη μυθολογία οι ποταμοί ήταν παιδιά του Ωκεανού ή του Δία, υπήρξε εραστής της κόρης του Πηλέα, της Πολυδώρας. Από την ένωση αυτή γεννήθηκε ο Μενέσθιος, ένας από τους καλύτερους στρατηγούς του Αχιλλέα κατά τον Τρωικό πόλεμο (Παπαναγιώτου, 1971: 24 25, Δαβανέλλος, 1994: 47. Παπαχατζής, 1996: ). Αρκετές μαρτυρίες αναφέρουν, σήμερα, ότι οι αρχαίοι Μυρμιδόνες, που αποτελούσαν το στρατό του Αχιλλέα, κατάγονταν από τη Θεσσαλική Φθία. Όσον αφορά στην ονομασία τους, αυτή περιλαμβάνει το συνθετικό μυρ -, που εντοπίζεται σε λέξεις που υποδηλώνουν φόβο, όπως Μορμώ ή μορμολύκιον που ήταν ένα τέρας, καθώς και αλλού, π.χ. στο μύρμηξ, λέξη με την οποία το εθνωνύμιο αυτό συνδεόταν ανέκαθεν. Ο μύθος αναφέρει, μάλιστα, ότι ο Δίας για χάρη του Αιακού, του βασιλιά της Αίγινας, μετέτρεψε τα μυρμήγκια σε ανθρώπους (Παπαναγιώτου, 1971: 24. Paraskevaidou, 2003: 59). Ο Δευκαλίων, τέλος, ήταν εγγονός του βασιλιά των Τιτάνων Ιαπετού και της κόρης του Ωκεανού Κλυμένης, ενώ ήταν γιος του Προμηθέα που βασανίστηκε, εξαιτίας της αγάπης του για τους ανθρώπους. Η σύζυγός του Πύρρα ήταν κόρη του Επιμηθέα και της Πανδώρας, που βασίλευαν στη Φθία. Μετά τον κατακλυσμό, που αφάνισε το ανθρώπινο γένος, γεννήθηκαν τα παιδιά τους, Έλληνας, Αμφικτύονας και Πρωτογένεια, από όπου προήλθε εκ νέου η ανθρωπότητα (Παπαναγιώτου, 1971: 22, 23) Οι Αμφικτυονίες Οι Θεσσαλοί καταλάμβαναν μια μεγάλη γεωγραφική έκταση, που δεν ήταν δυνατό να ελέγχεται από ένα φυλετικό κράτος. Για το λόγο αυτό, διασπάσθηκαν σε τέσσερα μικρότερα κρατίδια, τις «Τετράδες», που αντιστοιχούσαν στα τέσσερα διαμερίσματα της Θεσσαλίας, την Ιστιαιώτιδα ή Εστιαιώτιδα, τη Θεσσαλιώτιδα, την Πελασγιώτιδα και τη Φθιώτιδα. Οι Πελασγιώτες μετέτρεψαν σε «περιοίκους» τους τούς Περραιβούς και οι Φθιώτες τους Αχαιούς του όρους Όθρυς και των γύρω περιοχών. Στα τέλη του 7 ου αι. π.χ. τα τέσσερα αυτά θεσσαλικά κράτη δημιούργησαν μια στενή συμμαχία, την αμφικτυονία, που σε καιρούς πολεμικών συγκρούσεων όριζε 36

37 τη συνένωση των στρατών τους υπό κοινό στρατιωτικό αρχηγό, τον ταγό ή άρχοντα (Σακελλαρίου, 1996: Bowersock, 1996: Χαψιάδη, Ραμού, 1996: ). Σύμφωνα με τη μυθολογία, στην αρχαία πολίχνη Ανθήλη υπήρχε ναός αφιερωμένος στη θεά Δήμητρα αμφικτυονίδα, ενώ ο Αμφικτύων, ο βασιλιάς της Ανθήλης ή κατά άλλους ο Αμφικτύων, γιος του Δευκαλίωνα και της Πυρράς του μυθικού ζεύγους που επέζησε του κατακλυσμού, υπήρξε ο ιδρυτής της πρώτης Αμφικτυονίας (1520 π.χ.). Εκεί ήταν η έδρα των Αμφικτυονιών, που λάμβαναν χώρα δύο φορές το χρόνο, κάθε άνοιξη και φθινόπωρο. Σε αυτή συνέρχονταν όλοι οι περίοικοι του Μαλιακού Κόλπου και της κεντρικής Ελλάδος, στέλνοντας αντιπροσώπους και προσφέροντας θυσίες στη θεά. Η σύνοδος αυτή, που προήλθε έπειτα από συγχώνευση τριών μικρότερων, των Τεμπών, της Ανθήλης και των Δελφών, αποκαλούνταν Πυλαία, διότι λάμβανε χώρα κοντά στις Θερμοπύλες (Παπαναγιώτου, 1971: 24. Δαβανέλλος, 1994: 15. Παυσανίας, 2002: ). Σε αυτήν την ένωση οι νόμοι και οι στόχοι ήταν κοινοί, ενώ όλα τα μέλη είχαν τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις. Μετά την εξάπλωση της φήμης και του κύρους των Δελφών, ο θρησκευτικός και πολιτικός αυτός σύνδεσμος, που μετατράπηκε σε συνομοσπονδία όλων των Ελλήνων, μεταφέρθηκε στον ιερό χώρο του Απόλλωνα. Είναι πιθανόν αργότερα να αποκλήθηκε και Πυλαιοδελφική ή Δελφική Αμφικτυονία (Παπαναγιώτου, 1971: 24. Δαβανέλλος, 1994: 15. Παυσανίας, 2002: ). Οι καταβολές του οργανισμού αυτού ανάγονται στην αρχαϊκή περίοδο. Η ετυμολογία του όρου αμφισβητείται. Στους ρωμαϊκούς χρόνους κυριαρχούσε η γραφή «Αμφικτύων», ενώ ο αρχικός τύπος ήταν «Αμφικτίων» (αμφί = γύρω, κτίων = κάτοικος). Ο σκοπός της δημιουργίας της αμφικτυονίας ήταν η προστασία από τους κατοίκους, που ζούσαν γύρω από τα μέρη εκείνα, των ιερών της Δήμητρας στις Θερμοπύλες και του Απόλλωνα στους Δελφούς. Κατά την κλασική εποχή συμμετείχαν σε αυτή δώδεκα ελληνικά έθνη, οι Θεσσαλοί, οι Βοιωτείς, οι Δωριείς, οι Ίωνες, οι Περραιβοί, οι Δόλοπες, οι Μάγνητες, οι Λοκροί, οι Αινιάνες, οι Φθιώτες Αχαιοί, οι Μαλιείς και οι Φωκείς. Κάθε ένα διέθετε από δύο ψήφους. Ο έλεγχος της αμφικτυονίας αποτελούσε μέσο για την απόκτηση ισχύος στην Ελλάδα (Σακελλαρίου, 1996: Bowersock, 1996: ). Το 337 π.χ. το Αμφικτυονικό Συνέδριο στην Ανθήλη αποφάσισε την αναγόρευση του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του βασιλιά των Μακεδόνων, ως «Ηγεμόνα των Ελλήνων» (Σούλιος, 2002: 35). 37

38 Η Βυζαντινή περίοδος Είναι γνωστό ότι οι κάτοικοι της Λαμίας ασπάστηκαν το Χριστιανισμό ανάμεσα στα 50 και 52 μ.χ., την εποχή που οι γείτονές τους Υπατιαίοι αποδέχονταν τη νέα θρησκεία ακούγοντας το κήρυγμα του Ευαγγελίου για πρώτη φορά από το στόμα του Αγίου Ηρωδίωνα, ενός από τους εβδομήντα Αποστόλους και συγγενή του Αποστόλου Παύλου. Δεν αναφέρεται, ωστόσο, πουθενά αν ο Ηρωδίωνας ήταν εκείνος που πρωτομύησε τους Λαμιώτες στο Χριστιανισμό ή κάποιος από τους μαθητές του. Κατά μία άλλη εκδοχή, την περίοδο της διάδοσης του Χριστιανισμού, η Λαμία αποτέλεσε το πέρασμα των Αποστόλων Παύλου και Λουκά κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους από την Κόρινθο προς τη Μακεδονία. Παρόλα αυτά, παραμένει άγνωστο πότε ακριβώς πρωτοκτίστηκε στη Λαμία χριστιανικός ναός. Από πολύ νωρίς όμως σχηματίστηκαν στη Φθιώτιδα χριστιανικές κοινότητες (Δαβανέλλος, 1994: 17. Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: 49. Νάτσιος, Νάτσιου, 2003: ). Οι ιστορικές μαρτυρίες και πηγές δεν προσφέρουν αρκετές πληροφορίες για την καθημερινότητα της Λαμίας. Ωστόσο, από εκκλησιαστικά έγγραφα αλλά και από τους καταλόγους των Οικουμενικών Συνόδων προκύπτουν στοιχεία για την εκκλησιαστική οργάνωση της περιοχής από τον 4 ο αι. μ.χ. και εξής (Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: 49). Στη διοικητική διαίρεση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας επί Διοκλητιανού ( ) η Λαμία, όπως και όλο το βόρειο τμήμα της Φθιώτιδας, που εκτεινόταν έως τις Θερμοπύλες και την κοιλάδα του Σπερχειού, υπαγόταν στη Διοίκηση της Μοισίας, από τα μέσα του 4 ου αι. στη Διοίκηση της Μακεδονίας και στην επαρχία της Θεσσαλίας με πρωτεύουσα τη Λάρισα, ενώ προς το τέλος της βασιλείας του Θεοδοσίου Α συγκαταλεγόταν στην Υπαρχία του Ιλλυρικού, που ανήκε στο ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας (Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: 48 51). Η Λαμία αναφέρεται στα Πρακτικά της 3ης Οικουμενικής Συνόδου, που πραγματοποιήθηκε στην Έφεσσο το 431 και στην οποία συμμετείχε ο επίσκοπός της, Σεκουδιανός. Σύμφωνα με γραπτή μαρτυρία το 531 ένας ιερέας της, ο Πατρίκιος, ταξίδεψε στη Ρώμη, προκειμένου να συναντήσει τον Πάπα και να του επιδώσει επιστολή του Μητροπολίτη Λάρισας, στην οποία παραπονιόταν για την καθαίρεσή του από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως (Δαβανέλλος, 1994: Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: 49). Στα τέλη του 5 ου αι. η Λαμία συγκαταλεγόταν μεταξύ των δεκαεπτά πόλεων της Θεσσαλίας, που είχε ως έδρα τη Λάρισα. Για τελευταία φορά αναφέρεται η πόλη 38

39 με το όνομα Λαμία στον «Συνέκδημο» του Ιεροκλέους, κείμενο των αρχών του 6 ου αι. μ.χ. (Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: 48 51). Το 551, την περίοδο του Ιουστινιανού, ένας σεισμός με καταστροφικές συνέπειες αφάνισε τη Λαμία και τη γύρω περιοχή, η οποία έκτοτε και για πολλούς αιώνες παράκμασε (Παπαναγιώτου, 1971: 77. Δαβανέλλος, 1994: 17). Την εποχή του Ιουστινιανού Β, το 695, η Φθιώτιδα εντάχθηκε στο θέμα της Ελλάδας. Τον 7 ο και 8 ο αι. η εκκλησιαστική οργάνωση της περιοχής ακολουθούσε την αντίστοιχη διοικητική. Οι επισκοπές που εντοπίζονταν στα βόρεια των Θερμοπυλών, ανήκαν στη Θεσσαλία, ενώ μητρόπολη ήταν η Λάρισα. Την εποχή αυτή οι ελληνικές πόλεις υπάγονταν εκκλησιαστικά στον πάπα της Ρώμης υπό τον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, που αποκαλούνταν βικάριος (έξαρχος). Πριν από τα μέσα του 8 ου αι. πραγματοποιήθηκε η υπαγωγή τους στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης (Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: 48 51). Έως τον 9 ο αιώνα η Λαμία δε συμπεριλαμβανόταν σε κανένα γραπτό κείμενο. Το 869 μνημονεύθηκε και πάλι, αυτή τη φορά με το όνομα Ζητούνι (Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: Σμπυράκη Καλαντζή, 2007: 461) Η περίοδος της Φραγκοκρατίας Οι Σταυροφόροι, χρησιμοποιώντας ως άλλοθι την πρόθεσή τους να απελευθερώσουν τους Αγίους Τόπους από τους μωαμεθανούς απίστους, κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη στις 13 Απριλίου Σύντομα σύστησαν το δικό τους κράτος, επιλέγοντας για βασιλιά τους τον κόμητα της Φλάνδρας, Βαλδουίνο. Παράλληλα, μοίρασαν το Βυζαντινό Κράτος αναμεταξύ τους. Τη Στερεά Ελλάδα παρέδωσαν στο μαρκήσιο Βονιφάτιο το Μομφερατικό, ο οποίος ίδρυσε τη Βαρωνία του Ζητουνίου, την Αυθεντία της Γραβιάς και τη Μαρκιωνία της Βοδονίτσης. Η εποπτεία ανήκε στο δομέστικο ολόκληρης της Ρωμανίας. Ο Βαλδουίνος σε μια επίδειξη γενναιοδωρίας παραχώρησε αργότερα την πόλη στο Τάγμα των Ναϊτών (Παπαναγιώτου, 1971: 77. Δαβανέλλος, 1994: 17. Παπακωνσταντίνου, 1994: 10. Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 41. Γιαλούρη, 2007: 424). Οι Φράγκοι εκτός από την εγκαθίδρυση μιας νέας κοσμικής εξουσίας, επιδίωξαν να επιβάλλουν και εκκλησιαστική κυριαρχία, χρησιμοποιώντας ακόμα και την παπική δύναμη. Έτσι, ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ απέστειλε στις κατεκτημένες χώρες επισκόπους και ιερείς, που εκδίωξαν τους ορθόδοξους ιερείς και συνέβαλαν 39

40 καθοριστικά στην υπερίσχυση της Καθολικής Εκκλησίας (Σμπυράκη Καλαντζή, 2007: 462). Οι επιπτώσεις της Φραγκοκρατίας σε ολόκληρη την Ελλάδα ήταν συντριπτικές και ούτε η Ζαρατορία (Λαμία) δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Η Λαμία μετατράπηκε σε πεδίο τρομερών συγκρούσεων ανάμεσα στους Φράγκους και τους Βυζαντινούς. Ο Θεόδωρος Άγγελος Δούκας Κομνηνός το 1215 διαδέχθηκε στην εξουσία τον ετεροθαλή αδερφό του Μιχαήλ της Ηπείρου. Ο νέος διοικητής επιθυμούσε να μην κυβερνά απλά μια βυζαντινή επαρχία, αλλά στόχευε στην ανακατάληψη της Κωνσταντινούπολης (Παπαναγιώτου, 1971: 77. Δαβανέλλος, 1994: 17. Παπακωνσταντίνου, 1994: 10. Μαλτέζου, 1996: Nicol, 1996: 83). Το 1218 ο Θεόδωρος, που αναγνωριζόταν ήδη από το 1217 ως ο κυριότερος αντίπαλος της λατινικής αυτοκρατορίας, ως ένας από τους βασικότερους διεκδικητές της αρχηγίας των Ελλήνων στον αγώνα τους κατά των Λατίνων, αλλά και ως ο κύριος διεκδικητής του αυτοκρατορικού θρόνου, μετά τη νίκη του και το θάνατο του αντιπάλου του, του Λατίνου αυτοκράτορα Πέτρου de Courtenay το 1217 σε ενέδρα στα βουνά της Αλβανίας, επιθυμούσε να απελευθερώσει τις ελληνικές περιοχές από τους Λατίνους και τους Βούλγαρους. Το 1218, λοιπόν, ξεκίνησε εκστρατείες στη Θεσσαλία και κατόπιν στη Θεσσαλονίκη. Πρώτα κατέλαβε το Κάστρο του Ζητουνίου και την πόλη των Νέων Πατρών (Υπάτη), στα νότια της Λάρισας και έφτασε βορειότερα έως τον Πλαταμώνα, ένα παραλιακό φρούριο, και την ενδοχώρα (Σέρβια) διώχνοντας τις λομβαρδικές φρουρές. Έτσι, έληξε η βραχύχρονη φραγκοκρατία της Θεσσαλίας και όλη η περιοχή από την πόλη των Νέων Πατρών έως τα νότια σύνορα της Μακεδονίας περιήλθε και πάλι στον έλεγχο των Ελλήνων (Δαβανέλλος, 1994: 17. Nicol, 1996: 83. Γιαλούρη, 2007: 424). Στα τέλη του 13 ου αι. μ.χ. η οικογένεια των ντε λα Ρος επέκτεινε την εξουσία της στη Θεσσαλία και την Αχαΐα. Το 1275 ο γάμος του Γουλιέλμου ντε λα Ρος και της Ελένης Κομνηνής Δούκαινας, κόρης του σεβαστοκράτορα Ιωάννη Άγγελου Κομνηνού ή κατά άλλους του Δεσπότη της Ηπείρου, Θεόδωρου Κομνηνού Δούκα, επισφράγισε (μεταξύ των ετών ) τις κατακτήσεις του νέου δούκα της Αθήνας, προσθέτοντας στα φέουδά του ως προικώες πόλεις τη Γραβιά, το Σιδηρόκαστρο (Ηράκλεια), το Γαρδίκι (Πελασγία) και το Ζητούνι (Λαμία). Το 1303 οι άρχοντες της Θεσσαλίας ανέθεσαν τη διοίκηση της χώρας τους στον Γκυ, προκειμένου ο Φράγκος ηγεμόνας να τους προστατεύσει από τις επεκτατικές τάσεις των δεσποτών της Ηπείρου. Ο Γκυ, μάλιστα, πήρε τον όρκο πίστης των φεουδαρχών 40

41 του Δουκάτου στο Κάστρο του Ζητουνίου. Το 1311 το Ζητούνι πέρασε σε καταλανικά χέρια. Κατά τη διάρκεια της εξουσίας των Καταλανών, που κράτησε 70 χρόνια, η πόλη αναφερόταν ως «Castro» ή «Castri Citonis» (Παπαναγιώτου, 1971: 77. Σφηκόπουλος, 1981: 133. Δαβανέλλος, 1994: 17. Παπακωνσταντίνου, 1994: 10. Μαλτέζου, 1996: ). Η στέρηση περιουσιακών τίτλων και η ανακήρυξη της Νέας Πάτρας, της Υπάτης, ως πρωτεύουσας της περιοχής, με επισκοπική έδρα, ήταν μερικά μόνο από τα γεγονότα, που συνέβαλαν στην αποδυνάμωση της Λαμίας και στη μετατροπή της σε μια πόλη ασήμαντη, σε ένα απλό φέουδο του αφέντη και δυνάστη Αλφόνσου Φαδρίγ ή Φρειδερίκου. Ο θάνατος του Καταλανού ηγεμόνα, γέμισε με ελπίδες τους κατοίκους, που άρχισαν να προσβλέπουν στην απελευθέρωσή τους. Ο διάδοχος, ωστόσο, του δυνάστη, ο γιος του Πέτρος, αποδείχτηκε φοβερότερος του πατέρα του. Το 1356 ανέλαβε την εξουσία ο νεότερος αδελφός, Ιάκωβος Φαδρίγος και το 1367 ο γιος του, Αλφόνσος Λουδοβίκος Φαδρίγος, που ήταν συγχρόνως κόμης των Σαλώνων και αυθέντης της Λαμίας. Εκτός αυτών, ανάμεσα στα 1320 και 1365, οι Αλβανοί άρχισαν να αντιμάχονται τους Καταλανούς και να λεηλατούν τη Λαμία, την οποία γύρω στα 1365 πιθανόν να κυρίεψαν (Δαβανέλλος, 1994: 17 18). Εικ. 4: Το οικόσημο της οικογένειας των ντε λα Ρος που κυριάρχησαν στη Λαμία (Σφηκόπουλος, 1981: 21). 41

42 Εικ. 5: Το οικόσημο της οικογένειας των Φαδρίγ ή Φρειδερίκων που εξουσίασαν τη Λαμία (Σφηκόπουλος, 1981: 21) Η Οθωμανική περίοδος Στα 1393 το Ζητούνι καταλαμβάνεται για πρώτη φορά από τους Οθωμανούς του Βαγιαζίτ Α, που νίκησαν τους Καταλανούς. Κατά την άποψη άλλων μελετητών, οι Τούρκοι προσκλήθηκαν στην κατάληψη της Λαμίας από τον Επίσκοπο Ζητουνίου Σάββα. Το 1402 η πόλη κατελήφθη από το Δεσπότη του Μυστρά Θεόδωρο Παλαιολόγο. Το 1423 όμως περιήλθε και πάλι στους Τούρκους, που αγωνίστηκαν ενάντια στον Καντακουζηνό το Στραβομύτη και τους άντρες του. Οι Οθωμανοί διατήρησαν την κυριαρχία της έως το 1444, οπότε και περιέπεσε στην κατοχή των Βυζαντινών του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου μέχρι το Στη συνέχεια, κατακτήθηκε από τους Τούρκους. Η Τουρκοκρατία διήρκεσε 387 χρόνια, μέχρι το 1833, οπότε και η Λαμία παραδόθηκε στον ελληνικό στρατό (Σφηκόπουλος, 1981: 134. Δαβανέλλος, 1994: Παπακωνσταντίνου, 1994: 10. Κακαβάς, 2008: 98). Η Λαμία μετατράπηκε στην πρωτεύουσα του καζά (δήμος) Ζητουνίου, καθώς και σε έδρα σούμπαση (διοικητής του καζά) ή βοεβόδα (σούμπασης). Αρχικά ανήκε στο σαντζάκι (Νομός) των Τρικάλων (1466/67) και κατόπιν σε αυτό του Ευρίπου, που με τη σειρά του υπαγόταν στο εγιαλέτι (περιφέρεια) της Ρούμελης. Τέλος, ο καζάς Ζητουνίου τέθηκε από το 1533 και εξής υπό την εξουσία του εγιαλετίου των Νήσων (Παπαναγιώτου, 1971: 78. Κακαβάς, 2008: 98). Κατά την Τουρκοκρατία, σημειώθηκε κίνηση του ελληνικού πληθυσμιακού στοιχείου προς ασφαλή μέρη του εσωτερικού και σε όλες σχεδόν τις περιοχές της ηπειρωτικής Ελλάδας, έχοντας ως αποτέλεσμα τη διαταραχή της φυσιολογικής 42

43 κατανομής του πληθυσμού και τη δημιουργία νέων οικισμών σε απόκεντρες και σχετικά ασφαλείς περιοχές της ελληνικής υπαίθρου. Πολλά από τα παλαιά ακμαία κέντρα έφθιναν και εξαφανίζονταν βαθμιαία. Μεγάλες χερσόνησοι καταφύγια αποτελούσαν η οροσειρά των Αγράφων, που είχε οριστεί ως ελεύθερη ζώνη βάσει της συνθήκης του Ταμασίου του 1525 και αυτή της Θεσσαλομαγνησίας, περιλαμβάνοντας το Πήλιο και φτάνοντας έως το Μαυροβούνι. Οι περιοχές λειτούργησαν ως ασφαλή άσυλα των κατοίκων κοντινών περιοχών, κυρίως της Φθιώτιδας και της Εύβοιας (Βακαλόπουλος, 1996: 72. Ζήσης, 2005: 148). Το Ζητούνι αποτέλεσε, καθόλη την οθωμανική περίοδο, έδρα καδή (ιεροδικαστής) και μουφτή (ιερομονολόγος ή θεολόγος) (Κακαβάς, 2008: 98). Το 1506 τα κτήματα του Ζητουνίου, όπως όριζε το οθωμανικό κατάστιχο, υπάγονταν στη δικαιοδοσία του Χαλίλ ή Χαλίμ Μπέη. Μεταξύ των ετών η γη αυτή αποτελούσε τμήμα του χας (δημόσιες γαίες) του Μουσταφά Πασά και το 1539 ανήκε στο χας του Σουλεϊμάν Πασά. Οι φόροι από τις αλυκές και τα λιμάνια του καζά κατά τον 16 ο αιώνα συμπεριλαμβάνονταν στα χάσια του Σουλτάνου. Το 1668 οι ίδιες γαίες ανήκαν στο χας της βαλιντέ σουλτάνας (Κακαβάς, 2008: 98). Ο κανουνναμές (ένα κανονιστικό κείμενο) του καζά του Ζητουνίου την εποχή του Σουλτάνου Σουλεϊμάν Α ( ), περιείχε ρυθμίσεις για τη συγκεκριμένη περιοχή, προκειμένου να ενταχθεί η Φθιώτιδα στο διοικητικό μηχανισμό της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Το κείμενο αυτό περιλάμβανε τις φορολογικές υποχρεώσεις των υπηκόων των Οθωμανών προς τους τιμαριούχους, καθώς και τα ζητήματα εκείνα που ανέλυαν τις σχέσεις των υποτελών με την κεντρική εξουσία αλλά και με τους κατά τόπους εκπροσώπους της. Επί εποχής του Σελίμ του Β' ( ) το Ζητούνι αποτελούσε Βιλαέτι (διοικητική περιφέρεια), εφόσον εξουσιάζονταν από γενικό διοικητή και καδή (Δαβανέλλος, 1994: 18. Καραχρήστος, 2002: 38 41). Γύρω στα 1700 στην ιεραρχική τάξη των υπαγομένων στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως Μητροπόλεων, Επισκοπών και Αρχιεπισκοπών αναφέρεται ότι στη Μητρόπολη της Λαρίσσης συμπεριλαμβανόταν η Επισκοπή Ζητουνίου. Ο περιηγητής William Martin Leake (1805), από την πλευρά του, αναφέρει ότι το Ζητούνι απαντάται στις επισκοπές της επαρχίας Λαρίσης ήδη από τον 9 ο αιώνα μ.χ. (Πατρινέλης, 1996: 104. Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 31, 61. Κουλτούκη, 2002: 173. Κακαβάς, 2008: 98). 43

44 Οι περιηγητές που διάβηκαν την πόλη της Λαμίας, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονταν ο Γάλλος Paul Lucas (1706) και ο Ζισερό Ντε Σεν Ντενίς (1828), μαρτυρούν τα δεινά και τις δυστυχίες της από τις αντεκδικήσεις των Τούρκων στις διάφορες εξεγέρσεις των Στερεοελλαδιτών, αλλά και των άλλων ελληνικών πληθυσμών. Ο Γάλλος καπουκίνος Ρομπέρ Ντρο (1674) στο ταξίδι του από την Κωνσταντινούπολη στην Αθήνα, αναφέρει ότι εκείνη την εποχή το Ζητούνι ήταν μια μικρή, αλλά σχεδόν κατεστραμμένη πόλη (Παπαναγιώτου, 1971: 78. Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 14, 33). Χαρακτηριστικό παράδειγμα των δοκιμασιών, που πέρασαν οι Έλληνες και ειδικά οι Λαμιώτες κατά την Τουρκοκρατία, αποτελεί το 1711 η δολοφονία του Αρχιερέως των Νέων Πατρών (Υπάτης) εντός του Ναού, την ώρα που τελούσε τη Θεία Λειτουργία, ως αντίποινα των Τούρκων (Παπαναγιώτου, 1971: 78). Το Ζητούνι θεωρούνταν εξαιρετικά ανθυγιεινό εκείνα τα χρόνια, ιδιαίτερα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, λόγω των λοιμωδών αναθυμιάσεων που προέρχονταν από τα γειτονικά έλη και τους ορυζώνες. Παράλληλα, οι κάτοικοί του βασανίζονταν από πυρετούς (Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 45). Με την πάροδο του χρόνου ωστόσο, το Ζητούνι αποτέλεσε στρατιωτικό, πολιτικό και εμπορικό σταθμό. Η οικονομική και δημογραφική ανάπτυξη της πόλης οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στα φορολογικά και δικαστικά προνόμια που της είχαν παραχωρηθεί (Δαβανέλλος, 1994: 18. Κακαβάς, 2008: 98). Ως στρατιωτικό κέντρο, μάλιστα, συντηρούσε αξιόλογο αριθμό στρατιωτών, που άγγιζε τους με άντρες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τον εξαναγκασμό των κατοίκων σε ανεύρεση τροφής και στέγης για ανθρώπους και ζώα, καθώς και στην εκτέλεση εξευτελιστικών αγγαρειών. Αν και εκείνη την εποχή, οι κάτοικοι της πόλης δεν ήταν παρά ένα συνονθύλευμα λαών και φυλών. Στην πλειοψηφία του ο πληθυσμός του Ζητουνίου ήταν χριστιανικός, αλλά ένα μεγάλο μέρος του αποτελούσαν οι Οθωμανοί. Εξαιρετικά αξιοσημείωτη ήταν η παρουσία αρκετών οικογενειών Εβραίων, Αρμενίων, Λατίνων και Γύφτων (Δαβανέλλος, 1994: 18. Κακαβάς, 2008: 98). Η εσωτερική αγορά λειτουργούσε κυρίως με τα προϊόντα που παράγονταν στην ίδια τη χώρα. Το εμπόριο των αγαθών της λαμιακής γης πραγματοποιούνταν από τους χριστιανούς κατοίκους του καζά του Ζητουνίου. Τα εμπορεύσιμα αγαθά του Ζητουνίου ήταν το ρύζι, το σιτάρι, ο καπνός, το βαμβάκι και το μετάξι. Τα εισαγόμενα είδη περνούσαν στη Λαμία και ανακατανέμονταν στη συνέχεια. Ο κύριος 44

45 αγωγός του εμπορίου φαίνεται ότι ήταν τα εμπορικά πανηγύρια, που πρόσφεραν τη δυνατότητα της περιοδικής προσφοράς μεγάλης ποικιλίας εμπορευμάτων και, συνακόλουθα, της κατανομής τους μέσω των πραματευτάδων σε όλα τα σημεία της ενδοχώρας. Ανάμεσα στα σημαντικότερα εμπορικά πανηγύρια του 18 ου αιώνα συγκαταλεγόταν και εκείνο του Ζητουνίου. Λάμβανε χώρα το Φεβρουάριο, το Μάρτιο ή τον Αύγουστο, γεγονός που υποδήλωνε τις αντίστοιχες μεταβολές στο περιφερειακό εμπόριο, αλλά και μια ανακατάταξη στη διακίνηση (Ασδραχάς, 1996: Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 18, 23 24, Κακαβάς, 2008: 98) Η Λαμία στην Επανάσταση του 1821 Το τρίτο δεκαήμερο του Μαρτίου (24 31) του 1821 η ανατολική Στερεά επαναστάτησε. Ωστόσο, οι συνθήκες δεν ήταν ευνοϊκές. Στην περιοχή υπήρχαν πολλά φρούρια που προστατεύονταν από μεγάλο αριθμό στρατού, που μπορούσε ανά πάσα στιγμή να ενισχυθεί από τις τουρκικές βάσεις που έδρευαν σε γειτονικές περιοχές (Αλλαμανή, 1996: 96). Οι άσχημες συνθήκες, όμως, αντισταθμίζονταν από δύο σημαντικούς παράγοντες. Ο πρώτος είχε να κάνει με την ισχυρή αρματωλική και κλέφτικη παράδοση όλης της Ρούμελης. Οι κλέφτες και οι αρματωλοί ήταν μεν ολιγάριθμοι αλλά έμπειροι μαχητές. Οι αρχηγοί τους είχαν περάσει από την υπηρεσία στο στρατό του Αλή Πασά, του οποίου είχαν διατελέσει σωματοφύλακες (τζοχανταραίοι). Πολλοί όντας μυημένοι στη Φιλική Εταιρεία, εγκατέλειψαν τον Αλή Πασά και επέστρεψαν στις επαρχίες τους, προκειμένου να προετοιμαστούν για την Επανάσταση. Κατά δεύτερον, η Ανατολική Στερεά Ελλάδα διέθετε σημαντικούς οπλαρχηγούς, όπως ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Αθανάσιος Διάκος, ο Δήμος Σκαλτσάς, ο Πανουργιάς, ο Βασίλης Μπούσγος, ο Δυοβουνιώτης και άλλοι (Αλλαμανή, 1996: 96). Έτσι μόλις η Επανάσταση ξέσπασε στην Πελοπόννησο, η Ρούμελη αγνοώντας τον κίνδυνο και τις απειλές, δεν ολιγώρησε, παρά μόνο περίμενε την κατάλληλη στιγμή (Δαβανέλλος, 1994: 18). Στις αρχές Απριλίου του 1821 ολόκληρη η ανατολική Στερεά Ελλάδα ήταν επαναστατημένη. Στις 22/23 του ίδιου μήνα έλαβε χώρα η μάχη της Αλαμάνας. Ο Αθανάσιος Διάκος με τον στρατό του και τα δύο πρωτοπαλίκαρά του, Καλύβα και Μπακογιάννη, ανέλαβαν την υπεράσπιση της γέφυρας. Η μάχη είχε δυσάρεστη 45

46 κατάληξη για τους Έλληνες και οι υπερασπιστές της Αλαμάνας βγήκαν ηττημένοι, παρά την ηρωική τους αντίσταση (Διαμαντούρου, 1996: ). Το Ζητούνι κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης αποτέλεσε ορμητήριο των Τούρκων, που ξεχύνονταν από το Κάστρο του εναντίον των επαναστατημένων Ελλήνων της ανατολικής Στερεάς Ελλάδας (Σφυρόερας, 1996: 266). Εικ. 6: Η Λαμία (Ζητούνι). Απεικόνιση της πόλης κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους: 266) Το νεοελληνικό κράτος Το 1832, μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια και ύστερα από ένα μακρύ διπλωματικό αγώνα ανάμεσα στην Τουρκία και την Ελλάδα για την οριοθέτηση των συνόρων, η πόλη βρέθηκε εντός του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, αποχτώντας την ελευθερία της, όπως όριζε το Πρωτόκολλο του Λονδίνου της 18/30 ης Αυγούστου. Το Βασιλικό Διάταγμα που εκδόθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1833 όριζε την παραλαβή του μέχρι πρότινος τουρκοκρατούμενου Φρουρίου από τις Ελληνικές Αρχές, γεγονός που πραγματοποιήθηκε στις 28 Μάρτη Τρία χρόνια αργότερα το Ζητούνι απέκτησε και επίσημα το αρχαίο του όνομα, Λαμία. Με το Νόμο της 20 ης Ιουνίου 1836 έγινε η πρωτεύουσα της Διοικήσεως Φθιώτιδος (Παπαναγιώτου, 1971: Δαβανέλλος, 1994: Δεσποτόπουλος, 1996: 577. Πετρόπουλος, Κουμαριανού, 1996: 23). Το 1833 το Ζητούνι, που ταυτιζόταν με ένα τμήμα της σημερινής επαρχίας της Φθιώτιδας, απελευθερώθηκε από την τουρκική κατοχή, περιλαμβάνοντας στο 46

47 σύνολό του 49 χωριά. Τριάντα επτά από αυτά αποτελούσαν τσιφλίκια Τούρκων μπέηδων και αγάδων και κατοικούνταν από τριάντα εννιά ελληνικές οικογένειες. Τα δώδεκα ήταν κεφαλοχώρια, δηλαδή χωριά ορεινά και άγονα, που είχαν αφήσει αδιάφορους τους Οθωμανούς και για το λόγο αυτό κατοικούνταν από μικρούς ιδιοκτήτες, που ήταν ελεύθεροι καλλιεργητές. Σε αυτά αριθμούνταν εξήντα τέσσερις ελληνικές οικογένειες (Μακρής, 2002: 141, 148. Θεοδώρου, 2005: 70). Μετά την απελευθέρωση, στην πόλη υπήρχαν μόνο 24 γηγενείς ελληνικές οικογένειες και σύντομα εγκαταστάθηκαν σε αυτή πολλοί Έλληνες από άλλες περιοχές, όπως οι οικογένειες Τσάλη, Μουστάκα, Έμπρακτου, Φαρδή και Κρίτσα. Τα ανώτερα και κυρίαρχα κοινωνικά στρώματα αποτελούσαν οι μεγαλοϊδιοκτήτες, οι στρατιωτικοί και οι κρατικοί υπάλληλοι (Γιαννακοπούλου Γάκη, 2002: ). Δύο ήταν τα χαρακτηριστικά στοιχεία της Λαμίας μετά την απελευθέρωση. Το πρώτο ήταν ότι το μεγαλύτερο μέρος της δεν απελευθερώθηκε με τα όπλα και τους επαναστατικούς αγώνες, αλλά πουλήθηκε από τους Τούρκους, χάρις στο Πρωτόκολλο του Λονδίνου στις 3/02/1830 και το Πρωτόκολλο του Λονδίνου στις 14-26/09/1831 που διακήρυσσαν την πολιτική ανεξαρτησία της Ελλάδας. Το δεύτερο χαρακτηριστικό στοιχείο της πόλης ήταν το γεγονός ότι μέχρι το 1881 αποτελούσε παραμεθόριο περιοχή του ελληνικού κράτους (Δεσποτόπουλος, 1996: Δεσποτόπουλος, 1996: Δεσποτόπουλος, 1996: 577. Σταυρόπουλος, 2002: 233. Θεοδώρου, 2005: 70). Μετά την απελευθέρωση, οι Τούρκοι τσιφλικάδες άρχισαν να πουλάνε και να εκποιούν τις ιδιοκτησίες τους ή και περιουσίες που δεν τους ανήκαν. Οι Έλληνες, όμως, δε διέθεταν τα κεφάλαια, για να αποκτήσουν τη γη, που θεωρούσαν ότι τη δικαιούνταν δουλεύοντας σε αυτή για χρόνια ως κολίγοι. Για το λόγο αυτό, κατέφυγαν σε εύπορους Έλληνες της διασποράς ή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (Μακρής, 2002: 141. Θεοδώρου, 2005: 70). Ως αποτέλεσμα, τα κτήματα αγοράστηκαν από οικονομικά εύρωστους Έλληνες των παροικιών ή και των τουρκοκρατούμενων περιοχών. Με τον τρόπο αυτό, σχηματίστηκε η τάξη των μεγαλοϊδιοκτητών, η οποία μιμούνταν τα αστικά ήθη, ενώ οι εθνικές γαίες δε μοιράστηκαν στους ακτήμονες. Επομένως, ένα κοινωνικό πρόβλημα παρέμεινε άλυτο και η παραγωγή και η φορολογία δεν απέδωσαν με τον τρόπο που θα μπορούσαν διαφορετικά (Μακρής, 2002: Σταυρόπουλος, 2002: 233. Θεοδώρου, 2005: 70). 47

48 Η κατάσταση για τους φτωχούς αγωνιστές ελάχιστα άλλαξε μετά την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού. Παρέμειναν κολίγοι και σε καθεστώς σχεδόν δουλοπαροικίας, με μόνη διαφορά ότι τώρα βρίσκονταν υπό τη δούλεψη των συμπατριωτών τους. Δεν ήταν λίγες οι φορές που παρατηρήθηκαν φαινόμενα δολοπλοκιών, χρηματισμού, διαπραγματεύσεων, αμφισβητήσεων των ιδιοκτησιακών καθεστώτων, πωλήσεων εις διπλούν ή εξαπατήσεων εκατέρωθεν, καθώς οι Τούρκοι εγκατεστημένοι στην κοντινή Λάρισα για να βρίσκονται πλησίον της περιουσίας τους, πουλούσαν τα τσιφλίκια τους οι ίδιοι ή διά αντιπροσώπων συνήθως περισσότερες από μία φορές. Για τη διευθέτηση των διενέξεων αυτών συγκροτήθηκε επιτροπή αποτελούμενη από Έλληνες και Τούρκους δικαστές που συνεδρίαζε μεταξύ των ετών (Μακρής, 2002: Σταυρόπουλος, 2002: 233). Το γεγονός ότι η Λαμία αποτελούσε για χρόνια το βόρειο σύνορο της Ελλάδας, προκαλούσε στην πόλη δυσχέρειες και προβλήματα. Οι εμπορικοί δρόμοι προς βορά ήταν αποκομμένοι και οι συναλλαγές με τη γειτονική Θεσσαλία διεξάγονταν δύσκολα. Την ίδια στιγμή, η κατάσταση αυτή συνέβαλε στην ανάπτυξη της ληστείας, που ταλάνισε την ελληνική ύπαιθρο για μεγάλη χρονική περίοδο από το 1833 έως και το 1881 περίπου, δημιουργώντας εσωτερικά και διακρατικά προβλήματα στην Ελλάδα, ενώ έθεσε σε κίνδυνο την ενότητα και την ύπαρξη ακόμα του ίδιου του κράτους (Σταυρόπουλος, 2002: 233. Νάτσιου, 2007: 464. Καλοδήμος, 2007: 468). Το ζήτημα αυτό απασχόλησε ιδιαίτερα την Ελλάδα και την Τουρκία κατά τα χρόνια μετά την Επανάσταση. Η εξάπλωση του φαινομένου στη Στερεά συνάδει τόσο με την εδαφική ρύθμιση του ελληνικού ζητήματος όσο και με την οργάνωση του κράτους. Εμφανίστηκε και επί κυβερνήσεως Καποδίστρια. Ωστόσο, έλαβε δραματικές διαστάσεις μετά το 1833 και τη διάλυση των ατάκτων στρατευμάτων του Εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα από τους Βαυαρούς αντιβασιλείς τον Μάρτιο εκείνου του χρόνου. Οι Βαυαροί αποσκοπούσαν στη δημιουργία τακτικού στρατού, αλλά και στον περιορισμό της δύναμης και της επιρροής των ντόπιων πολιτικών και στρατιωτικών. Ήταν, παρόλα αυτά, συχνό το φαινόμενο να καταφεύγουν στη ληστεία ακόμη και αξιωματικοί, που προέρχονταν από τους κόλπους του τακτικού στρατού. Ανάμεσά τους συγκαταλέγονταν και οι εξαθλιωμένοι πρόσφυγες των διαφόρων κατά καιρούς εξεγέρσεων, που ως κύριο στόχο τους είχαν την απελευθέρωση των σκλαβωμένων ελληνικών περιοχών (Σφυρόερας, 1996: , 136. Νάτσιου, 2007: Καλοδήμος, 2007: 468). 48

49 Ο Γιόζεφ Μπαρόν Όου, τον Μάρτιο του 1838, επισκέφτηκε τη Λαμία, νιώθοντας ήδη αρκετά απογοητευμένος από την εικόνα που παρουσίαζε η ελεύθερη Ελλάδα. Ο περιηγητής αναφέρθηκε και στο φαινόμενο της ληστείας, καθώς και στους τρόπους που είχαν επιλεγεί για την αντιμετώπισή της. Οι Έλληνες, στρατιώτες και απλοί κάτοικοι, υποστήριζε, δεν εμπιστεύονταν την κυβέρνησή τους και για το λόγο αυτό λεηλατούσαν το παρόν, ενδιαφερόμενοι μόνο για τα κέρδη (Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 87 88). Στις αγροτικές περιοχές της χώρας οι πολίτες βασανίζονταν από την εγκατάλειψη ή τη ληστεία, αλλά και από τις αυθαιρεσίες της κεντρικής εξουσίας και των τοπικών αρχών. Κάποιες προσπάθειες επίλυσης της κοινωνικής αυτής μάστιγας σημειώθηκαν και από τις δύο πλευρές. Η Ελλάδα και η Τουρκία, που στο παρελθόν αλληλοκατηγορούνταν για την υπόθαλψη των ληστών, τον Απρίλιο του 1856 υπέγραψαν στο μοναστήρι της Αντίνιτσας σύμβαση, που αποσκοπούσε στη λήψη αποτελεσματικότερων μέτρων και στην εφαρμογή συντονισμένων ενεργειών για την καταδίωξή τους (Σφυρόερας, 1996: , 136. Νάτσιου, 2007: Καλοδήμος, 2007: 468). Σαν επακόλουθο της όλης κατάστασης, δημιουργήθηκε με το διάταγμα της 2/14 ης Μαρτίου 1833 οριοφυλακή 10 ταγμάτων με έδρα τη Λαμία. Την ίδια χρονιά συστάθηκαν δυο στρατοδικεία, από τα οποία το ένα βρισκόταν στη Λαμία και το άλλο στο Μεσολόγγι. Οι ενέργειες, όμως, αυτές δεν είχαν το αναμενόμενο αποτέλεσμα και το φαινόμενο της ληστείας δεν εξαλείφθηκε (Καλοδήμος, 2007: 470). Οι κάτοικοι της Λαμίας είχαν να αντιπαλέψουν και με ένα άλλο ακανθώδες πρόβλημα που μάστιζε την περιοχή, το νοσηρό κλίμα, που ήταν αποτέλεσμα των ελών. σε αυτά οφείλονταν ελώδεις πυρετοί, ελονοσία, δάγκειος πυρετός, καθώς και η αυξημένη θνησιμότητα (Σταυρόπουλος, 2002: 233). Επίσης, το θέμα της εκπαίδευσης και της μόρφωσης άρχισε να απασχολεί τον ελληνικό λαό αμέσως μετά την απελευθέρωση (Ζήσης, 2002: ). Το εκπαιδευτικό έλλειμμα ήταν εμφανές εκείνη την εποχή στη Λαμία και τις γύρω περιοχές, εξαιτίας της έλλειψης υποδομών, σχολικών κτηρίων και εξειδικευμένου προσωπικού. Το 1835 μετά το Διάταγμα της 21/2 ης Δεκεμβρίου 1833, στη Λαμία λειτούργησαν αλληλοδιδακτικό Σχολείο και ένα Ελληνικό Σχολείο (ανώτερο σχολείο), με άδεια της Κυβέρνησης. Σχολάρχης του ορίστηκε ο Ζαχαρίας Παναγιωτίδης και δεύτερος Ελληνοδιδάσκαλός του ο Ιερομόναχος Κοσμάς 49

50 Θεσπρωτός. Το πρώτο σχολείο που λειτούργησε στη Λαμία στις αρχές του 1835 με τον Νόμο του Όθωνα, στεγάστηκε στο Κουρσούμ Τζαμί. Στη θέση του κτίστηκε αργότερα το επονομαζόμενο «πέτρινο» Γυμνάσιο (Ζήσης, 2002: 156. Σταυρόπουλος, 2002: ). Σύμφωνα με τη μαρτυρία του περιηγητή Καρόλου Γουστάβου Φίντλερ (1836) στη Λαμία, όπως και στο Μεσολόγγι, λειτουργούσαν το 1836 Στρατοδικεία, τα οποία ήταν και τα μοναδικά σε ολόκληρη την Ελλάδα (Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 85). Από το 1836 έως και το 1881 λειτούργησε στην πόλη Λοιμοκαθαρτήριο, όπου εξετάζονταν και παρακολουθούνταν από γιατρούς όσοι Έλληνες και ξένοι έμπαιναν στη Φθιώτιδα από την τουρκοκρατούμενη ακόμη Θεσσαλία, καθώς την εποχή εκείνη θέριζαν οι μεταδοτικές ασθένειες και ιδίως η ευλογιά. Στη συνέχεια, από το 1898 και εξής στους χώρους του λειτούργησε νοσοκομείο για τη θεραπεία των αφροδίσιων νοσημάτων, από τα οποία έπασχαν οι κοινές γυναίκες της Λαμίας. Τα έξοδα και η νοσηλεία τους βάρυναν αποκλειστικά το Δήμο (Δαβανέλλος, 1994: 160). Στη Λαμία επέλεξαν να εγκατασταθούν αρκετοί αγωνιστές της Επανάστασης του 1821, δημιουργώντας μια αντιοθωνική εστία. Από τις στρατιωτικές μονάδες, που ήταν εγκατεστημένες στην πόλη, ξεκίνησε μια πληθώρα στρατιωτικών κινημάτων που κατέγραψε η ελληνική ιστορία, όπως του 1848, του 1854, του 1878 και του 1897 (Σταυρόπουλος, 2002: 234). Το 1837 ιδρύθηκαν στην πόλη τυπογραφεία και τυπώθηκαν για κυκλοφορία βιβλία. Το 1856 εκδόθηκαν οι πρώτες εφημερίδες, ενώ την ίδια χρονιά καθιερώθηκε το φθινοπωρινό παζάρι, που άρχισε να λαμβάνει χώρα εφεξής στην πόλη ( Στις αρχές της δεκαετίας του 1840 στην Ελλάδα εντοπίζονταν δεκάξι αλυκές, από τις οποίες λειτουργούσαν μόνο οι έξι. Μία από αυτές ήταν και η αλυκή της Λαμίας (Πετρόπουλος Κουμαριανού, 1996: 103). Το 1842 διορίστηκε στη Λαμία Ειδικός Ανταποκριτής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, η οποία συστάθηκε βάσει Νόμου στις 30 Μαρτίου 1841, διαθέτοντας αρχικό κεφάλαιο δραχμών. Πρώτος Ανταποκριτής της Φθιώτιδας ορίστηκε ο Αναστάσιος Καρέτζης, προϊστάμενος του Ταχυδρομείου. Η πληθυσμιακή αύξηση της Λαμίας, η άνθιση του εμπορίου και των οικονομικών συναλλαγών, αλλά και η εμφάνιση της τοκογλυφίας που απομυζούσε παράνομα τους πολίτες, ώθησαν 50

51 σταδιακά στην ίδρυση υποκαταστήματος της Τράπεζας στη Λαμία τον Απρίλη του διευθυντής του ορίστηκε ο Δημήτριος Βαϊντάνης (Γαλλής, 2002: ). Από το 1846 έως το 1881 λειτούργησε στη Λαμία Τουρκικό Προξενείο, το οποίο αποτέλεσε τη σημαντικότερη διπλωματική υπηρεσία των βορείων συνόρων της Ελλάδας. Από το σημείο αυτό επιδίωκαν συχνά να περάσουν Μακεδόνες, Θεσσαλοί και Ηπειρώτες, που κατέφθαναν στην πόλη, προκειμένου να αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια και να αναζητήσουν μεροκάματο (Νάτσιου, 2007: 463). Η Λαμία και ο Καρβασαράς (Αμφιλοχία), που βρίσκονταν στην ανατολική και τη δυτική Ελλάδα αντίστοιχα, είχαν μετατραπεί σε επαναστατικά κέντρα το Στις περιοχές αυτές δημιουργήθηκαν και στρατόπεδα (Παπαδόπουλος, 1996: 145, 147). Στα μέσα Ιανουαρίου 1854 ολόκληρη η ηπειρωτική Ελλάδα, που βρισκόταν ακόμη υπό τουρκική κυριαρχία επαναστάτησε (Ήπειρος, Άρτα, Μακεδονία) με αφορμή τον Κριμαϊκό πόλεμο, ανάμεσα στην Τουρκία και τη Ρωσία. Εξαρχής, ο βασιλιάς, η ελληνική κυβέρνηση, ο Τύπος, αλλά και πολλές σημαίνουσες προσωπικότητες της χώρας είχαν ταχθεί στο πλευρό των εξεγερθέντων, συμβάλλοντας ηθικά και υλικά στον αγώνα. Η είδηση του ξεσηκωμού επηρέασε και τη Θεσσαλία. Ήδη από το φθινόπωρο του 1853 ήταν μαζεμένοι στη Λαμία αρκετοί εθελοντές επαναστάτες. Η πόλη ήταν ορμητήριο και εστία των οπλαρχηγών των αντάρτικων σωμάτων των ετών , όπως των Καταραχιά, Φαρμάκη, Παπακώστα Τζαμάλα, Ζητουνιάτη, Καραούλη, Θ. Ζιάκα και άλλων. Πολλοί αγωνιστές του 1821, αξιωματικοί του ελληνικού στρατού και εθελοντές από ολόκληρη την Ελλάδα έσπευσαν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, καταφθάνοντας στη Λαμία, όπου συγκεντρωνόταν πολεμικό υλικό (Παπαδόπουλος, 1996: , 163). Ο Γεώργιος Κροκίδας, ο μοίραρχος της Χωροφυλακής Λαμίας, κατόπιν επικοινωνίας με τον Σκαρλάτο Σούτσο, υπουργό των Στρατιωτικών, ήταν επιφορτισμένος με την οργάνωση, τον εφοδιασμό και την παρακολούθηση των επαναστατών, που επρόκειτο να εισβάλλουν στη Θεσσαλία, με σκοπό να διασφαλίσει την αίσια έκβαση του αγώνα. Από τη Λαμία αναχώρησε στις 14 Μαρτίου ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρου, υποστράτηγος και υπασπιστής του Όθωνα, ο οποίος ηγούνταν ενός σώματος 500 αντρών, που επονομαζόταν Αλκιβιάδειον. Προορισμός της στρατιωτικής αυτής δύναμης ήταν η Θεσσαλία. Επιπλέον, από τη Λαμία 51

52 στέλνονταν ενισχύσεις στο μέτωπο, με βάση τις σχετικές εκθέσεις που υπέβαλαν οι επαναστάτες (Παπαδόπουλος, 1996: ). Παρά τις αρχικές επιτυχίες, η επανάσταση απέτυχε, γιατί δεν καταλήφθηκαν από τις ελληνικές δυνάμεις τα στρατιωτικά κέντρα των εχθρών, όπως η Άρτα, ο Δομοκός, ο Αλμυρός ή η Καλαμπάκα, αλλά και γιατί οι Άγγλοι και οι Γάλλοι, τάχθηκαν στο πλευρό της Τουρκίας (Παπαδόπουλος, 1996: 163). Το 1857 ως μέρος της κυβερνητικής πολιτικής για την εσωτερική ανάπτυξη της χώρας, κατασκευάστηκαν δρόμοι προς τα επίνεια, όπως της Λαμίας με τη Στυλίδα. Παράλληλα, εκείνη την εποχή καλλιεργούνταν το βαμβάκι στη Φθιώτιδα και στη Λιβαδειά. Το ίδιο έτος λειτούργησε Τελωνείο στη Λαμία, του οποίου η σημασία ήταν μικρή, όπως και όλων των παραμεθόριων τελωνείων της ξηράς, επειδή το μεγαλύτερο μέρος του εμπορίου διεξαγόταν διαμέσου των θαλασσίων οδών. Το λιμάνι της Στυλίδας χρησιμοποιούνταν από τη Λαμία για τη φόρτωση των εξαγομένων προϊόντων της Φθιώτιδας (Δημητρακόπουλος, 1996: 176, 178, 180. Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 134). Στις 9 Ιανουαρίου 1858 οι δρόμοι της Λαμίας μετονομάστηκαν, αποκτώντας ελληνικά ονόματα και το 1862 με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου άλλαξαν ονομασία και οι πλατείες της πόλης. Την ίδια χρονιά ιδρύθηκαν οι πρώτοι υγειονομικοί σταθμοί, οι Καζάρμες (Δαβανέλλος, 1994: ). Το 1862 ήταν η χρονιά κατά την οποία καταργήθηκε η βασιλεία του Όθωνα (Σταυρόπουλος, 2002: 234). 52

53 Εικ. 7: Λαμιώτισσα αστή ( ) (Δαβανέλλος, 1994: 41). Το 1872 κάποιοι Έλληνες κεφαλαιούχοι σύστησαν μια εταιρεία, που ως μοναδικό της σκοπό είχε την κατασκευή του Λαμιακού Σιδηροδρόμου, που θα ξεκινούσε από τον Πειραιά και θα έφτανε έως τα σύνορα που δεν απείχαν τότε και πολύ από την πόλη. Όμως, η προσπάθειά τους ναυάγησε. Το 1900 η γαλλική εταιρεία Μπατινιόλ ολοκλήρωσε την κατασκευή του σιδηροδρόμου, ο οποίος έφτασε μέχρι τη Λάρισα. Το τρένο εισήλθε στη Φθιώτιδα για πρώτη φορά το 1905 (Δαβανέλλος, 1994: 349). Έως την εποχή του Τρικούπη η περιοχή της σημερινής Φθιώτιδας χαρακτηριζόταν για το υποτυπώδες συγκοινωνιακό της δίκτυο. Η κατάσταση άρχισε να αλλάζει μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας στο ελληνικό κράτος, που πραγματοποιήθηκε το 1881 με τη Διάσκεψη της Κωνσταντινούπολης. Παράλληλα, η κατασκευή έργων υποδομής και ανάπτυξης εκείνη την περίοδο πρόσφεραν στην πόλη την ανάκαμψη που χρειαζόταν. Στις αγροτικές καλλιέργειες ξεκίνησε η εκμηχάνιση της παραγωγής. Κατά την περίοδο αυτή, αρκετές εκτάσεις περιήλθαν στα χέρια των αγροτών είτε με αγοραπωλησίες είτε με την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών. Η κοινωνική και οικονομική υπανάπτυξη της Λαμίας είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας κοινωνικής τάξης, που απαρτιζόταν από πρόσφυγες, άκληρους αγρότες, ανέργους ή μερικώς απασχολούμενους εργάτες, καθώς και από γύφτους, των οποίων η παρουσία στη Λαμία μετρούσε αιώνες. Η τελευταία αυτή ομάδα, μετά την 53

54 αποχώρηση των Τούρκων, εκχριστιανίστηκε και ενσωματώθηκε σταδιακά στο υπόλοιπο κοινωνικό σώμα (Κωφός, 1996: 363. Σταυρόπουλος, 2002: 234). Η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα τα χρόνια πριν από τον πόλεμο του 1897 ήταν ενδεικτική του τι θα επακολουθούσε. Το 1893 η Ελλάδα είχε χρεοκοπήσει και αδυνατούσε να αποπληρώσει τα χρέη από τα δάνεια, που της είχαν παράσχει οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής. Το 1895 ο Χαρίλαος Τρικούπης έχασε τις εκλογές και αποχώρησε από το πολιτικό προσκήνιο. Η χώρα βάδιζε πλέον προς την αστάθεια. Τους Ολυμπιακούς Αγώνες της 5 ης Απριλίου 1896 διαδέχθηκε ο ελληνοτουρκικός πόλεμος, ο πρώτος μετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους (Σούλιος, 2005: 44). Το 1897 ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης σχημάτισε κυβέρνηση, την Εθνική Επιτροπή. Ο λαός με διαδηλώσεις, πορείες και οργανώσεις απαιτούσε πόλεμο με την Τουρκία. Αν και η άλλοτε κραταιά αυτοκρατορία είχε υποστεί ήττες, πολιτικά και στρατιωτικά παρέμενε μια εκτενής χώρα, με περισσότερους αξιόμαχους άντρες και υπερσύγχρονο οπλισμό. Από την άλλη, ο ελληνικός στρατός ήταν ανεκπαίδευτος και ανοργάνωτος (Σούλιος, 2005: 44 45). Στις 15 Μαρτίου του 1897 οι δύο στρατοί παρατάχθηκαν ο ένας απέναντι από τον άλλο στη Λάρισα. Αρχιστράτηγος των Ελλήνων ανέλαβε για την τόνωση του ηθικού ο ίδιος ο Διάδοχος Κωνσταντίνος (Σούλιος, 2005: 45). Οι Οθωμανοί στις 5 Απριλίου έσπευσαν να κηρύξουν τον πόλεμο κατά της Ελλάδας και πέρασαν στην αντεπίθεση. Η έλλειψη οργάνωσης και ικανής διοίκησης στον ελληνικό στρατό φάνηκε άμεσα στις πρώτες αψιμαχίες. Στις 24 Απριλίου, οι Τούρκοι έφτασαν κοντά στο Δομοκό. Οι άσχημες πολεμικές εξελίξεις οδήγησαν στην πτώση της κυβέρνησης Δηλιγιάννη και στο διορισμό νέας υπό τον Ράλλη (Σούλιος, 2005: 46). Στις 5 Μαΐου 1897 ξέσπασε η τελευταία μεγάλη μάχη του ελληνοτουρκικού πολέμου στο Δομοκό. Μια σειρά λαθών οδήγησαν στην ήττα και στην πανωλεθρία. Ο Αρχιστράτηγος και Διάδοχος Κωνσταντίνος έστειλε τηλεγράφημα στην ελληνική κυβέρνηση ότι έπρεπε να υποχωρήσει από τον Δομοκό. Ο πρόεδρος της κυβέρνησης του απάντησε ότι όφειλε να κρατηθεί η κορυφογραμμή της Όθρυος και να εξασφαλιστεί η άμυνα των διαβάσεων Δερβέν Φούρκας Καρυάς Γιανιτσούς. Η υποχώρηση διατάχθηκε, όμως, το απόγευμα της 6 ης Μαΐου οι Έλληνες δέχθηκαν επίθεση από τις δυνάμεις της τουρκικής εμπροσθοφυλακής. Το πρωί της επόμενης ημέρας ο ελληνικός στρατός αναγκάστηκε να συμπτυχθεί στην περιοχή της Ταράτσας στα Βόρεια της Λαμίας, ώστε να οργανώσει νέα άμυνα. Οι συμπλοκές σταμάτησαν, 54

55 εντέλει, λόγω της αναγγελίας της σύναψης ανακωχής (Σούλιος, 2005: Πικρός, 1996: 149, 152). Η οριστική συνθηκολόγηση επήλθε χάρη στη μεσολάβηση του Τσάρου. Οι ξένες δυνάμεις επενέβησαν, για να αποτρέψουν την κάθοδο των Τούρκων έως την Αθήνα, αλλά και για να προστατεύσουν τη βασιλεία. Το Πρωτόκολλο της ανακωχής ανάμεσα στα αντίπαλα στρατεύματα υπεγράφη στις 8 Μαΐου 1897 στην Ταράτσα της Λαμίας. Ακολούθησαν στην Κωνσταντινούπολη συνομιλίες για προσωρινή ειρήνη (6/18 Σεπτεμβρίου 1897) μεταξύ της Τουρκίας και των αντιπροσώπων της Ελλάδας, των Μεγάλων Δυνάμεων, που επέφεραν αλλαγή των συνόρων επιζήμια για την Ελλάδα και επέβαλαν οικονομικό έλεγχο στη χώρα (Σούλιος, 2005: 48. Πικρός, 1996: ). Με τη σύμβαση ειρήνης του 1897 έλαβε τέλος ο πόλεμος, καθώς και η διακυβέρνηση Ράλλη, που ζήτησε από του βήματος ψήφο εμπιστοσύνης. Η Δηλιγιαννική πλειοψηφία τον καταψήφισε και ο βασιλιάς Γεώργιος τον αντικατέστησε με τον Ζαΐμη (Σούλιος, 2005: 48. Πικρός, 1996: ). Όσον αφορά στις οικονομικές δραστηριότητες και στην κοινωνική ζωή της Λαμίας μετά τον πόλεμο, αξίζει να αναφερθεί ότι το 1897 επί της πλατείας Λαού και στην αρχή της οδού Καλύβα Μπακογιάννη, ιδρύθηκε η διάσημη για τα ζαχαρώδη προϊόντα της, όπως οι κουραμπιέδες, βιομηχανία του Δημητρίου Μπούσιου. Το κτήριο γκρεμίστηκε το 1983 και μαζί του έλαβε τέλος και η παραγωγική του δραστηριότητα. Στα τέλη του 19 ου αιώνα έως και το 1968 λειτούργησαν στην πόλη ποινικές φυλακές, σε κτήριο επί της οδού Καποδιστρίου (Δαβανέλλος, 1994: 162, 228. Σταυρόπουλος, 2002: 234). Το 1900 συστάθηκε η «Συνεταιριστική Τράπεζα Λαμίας», η πρώτη που εμφανίστηκε στον ελληνικό χώρο ( Ήδη από τα πρώτα χρόνια της απελευθέρωσης σε ορισμένα κεντρικά σημεία της πόλης υπήρχε μικρό αποχετευτικό δίκτυο. Ο φωτισμός επίσης αποτελούσε αρχικά ιδιωτικό πρόβλημα και μονάχα στους κεντρικότερους δρόμους είχε τοποθετήσει ο Δήμος μερικούς φανοστάτες. Το 1911 ιδρύθηκε από τους Κρόκο, Μουζέλη, Παπαδήμα και Γερογιάννη επί της οδού Λεωνίδου, η Ηλεκτρική Εταιρεία Λαμίας, που ηλεκτροδότησε την πόλη έως το 1951, οπότε και αντικαταστάθηκε από τη Δ.Ε.Η. Σήμερα το οικοδόμημα αυτό έχει γκρεμιστεί και στη θέση του υπάρχει δημοτικός χώρος στάθμευσης (Δαβανέλλος, 1994: 159). 55

56 Το ξέσπασμα των Βαλκανικών πολέμων, μεταξύ των ετών , βρήκε τη Φθιωτική πρωτεύουσα να συμμετέχει ενεργά στα γεγονότα. Το 4 ο Ευζωνικό Σύνταγμα της Λαμίας, οι επονομαζόμενοι και ως «βουνίσιοι» της Φθιώτιδας, υπό τις διαταγές του Συνταγματάρχη Παπακυριαζή από την Υπάτη, εισήλθε πρώτο στη Μακεδονία και μαζί με τον υπόλοιπο ελληνικό στρατό απελευθέρωσαν τη Θεσσαλονίκη και συμμετείχαν στη μάχη του Λαχανά, που έλαβε χώρα στις 20/ κατά την έκρηξη του δευτέρου Βαλκανικού πολέμου (Σούλιος, 2002: 36 37). Στη συνέχεια, στην ίδια μάχη διακρίθηκε και το 2 ο Σύνταγμα Λαμίας, οι περίφημοι «καμπίσιοι» της Φθιώτιδας (Σούλιος, 2002: 37). Μετά τους Βαλκανικούς πολέμους και την προσάρτηση των Νέων Χωρών, η παλαιά Ελλάδα διατήρησε τη διοικητική διαίρεση που είχε πριν το Η Λαμία ορίστηκε πρωτεύουσα νομού (Λεονταρίτης, 1996: 27). Με την προσχώρηση της Ελλάδας στο πλευρό της Entente κατά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο (από τον Ιούνιο του 1917 έως τον Μάιο του 1918), κηρύχθηκε επιστράτευση. Κατά την επιστράτευση αυτή εκδηλώθηκαν αντιδράσεις, όπως ανυποταξίες, λιποταξίες ή και στάσεις, που, ωστόσο, δεν έλαβαν την έκταση που επιθυμούσαν οι φανατικοί οπαδοί του εκθρονισμένου ήδη από το 1917 βασιλιά Κωνσταντίνου ή που φοβόντουσαν ο Βενιζέλος και οι συνεργάτες του (Οικονόμου, 1996: Γαλλής, 2007: ). Η πρώτη αξιοσημείωτη στάση, τα περίφημα «Λαμιακά», εκδηλώθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 1918 κατά την επιστράτευση του 2ου Συντάγματος Πεζικού Λαμίας. Χίλιοι στρατιώτες εγκατέλειψαν τους στρατώνες τους και με επικεφαλής ένα σαλπιγκτή, εισήλθαν στην πόλη, έχοντας καταναλώσει αρκετές ποσότητες αλκοόλ, άρχισαν να πυροβολούν άσκοπα και να τραγουδούν διάφορα φιλοβασιλικά και πατριωτικά τραγούδια. Έπειτα, συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Ελευθερίας, όπου βρίσκονταν τα γραφεία Διοικήσεως της 11 ης Μεραρχίας και της Διοικήσεως της Χωροφυλακής, συνεχίζοντας να τραγουδούν. Δεν προξένησαν ζημιές και σύντομα επέστρεψαν στα χωριά τους. Την επόμενη μέρα ένα τάγμα Κρητών προερχόμενο από τη Λάρισα, έφθασε στη Λαμία, κατέστειλε τη στάση και η τάξη αποκαταστάθηκε. Συνελήφθησαν αρκετοί στρατιώτες και συγκλήθηκε έκτακτο στρατοδικείο για την παραπομπή τους. Οι επτά πρωταίτιοι καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν (Οικονόμου, 1996: Γαλλής, 2007: ). Κατά τη διάρκεια του μικρασιατικού πολέμου, μετά και την υποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων από τον Σαγγάριο, άρχισε να εκδηλώνεται στην Ελλάδα 56

57 κρίση των πολιτικών θεσμών, η οποία διαρκώς εντεινόταν και η οποία συνέχισε αμείωτη και κατά τους πρώτους μήνες του Οι Βενιζελικοί διώκονταν και η κυβέρνηση είχε λάβει πληθώρα αντιδημοκρατικών μέτρων ως αντίποινα (Γιαννουλόπουλος, 1996: 196). Στις 12/25 Φεβρουαρίου 1922 δημοσιεύτηκε σε δύο αθηναϊκές εφημερίδες το «Δημοκρατικό Μανιφέστο», που υπέγραφαν εκ μέρους των Δημοκρατικών Φιλελευθέρων οι Αλέξανδρος Παπαναστασίου, Γ. Βηλαράς, Σπ. Θεοδωρόπουλος, Περ. Καραπάνος, Κ. Μ. Μελάς, Δ. Πάζης και Θρ. Γ. Πετιμεζάς. Παρά το γεγονός ότι το μανιφέστο αυτό είχε λογοκριθεί, οι επτά που το υπέγραψαν συνελήφθησαν και προφυλακίστηκαν, κατηγορούμενοι για εξύβριση του Βασιλέως (Γιαννουλόπουλος, 1996: ). Στις 20 Ιουνίου/3 Ιουλίου στο Κακουργιοδικείο Λαμίας ξεκίνησε η δίκη των συντακτών του προαναφερθέντος μανιφέστου. Οι κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν σε τριετή φυλάκιση, αλλά μετά από αυτό η αντιμοναρχική μερίδα των Φιλελευθέρων ενισχύθηκε περισσότερο. Η «Δίκη της Λαμίας» πρόσφερε νέα ώθηση στη δράση των τοπικών Δημοκρατικών Συλλόγων, που τον Απρίλιο του 1922 προχώρησαν στο σχηματισμό της Δημοκρατικής Ενώσεως. Η κυβέρνηση ανταπάντησε με μια σειρά διοικητικών μέτρων και με τη δημιουργία του παναντιβενιζελικού υπουργείου (Γιαννουλόπουλος, 1996: , 198). Στα χρόνια που ακολούθησαν, η ζωή της πόλης χαρακτηρίστηκε από ηρεμία. Το 1938 ιδρύθηκε το Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Λαμίας (Δαβανέλλος, 1994: 106, 123). Κατά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο, η Λαμία γνώρισε πολλές καταστροφές. Τον Απρίλιο του 1941, τα γερμανικά αεροπλάνα βομβάρδισαν και κατέστρεψαν σχεδόν ολοσχερώς την πόλη. Οι κάτοικοι της πόλης, όπως και η υπόλοιπη Φθιώτιδα, διαδραμάτισαν καίριο ρόλο στα χρόνια της Αντίστασης κατά των Γερμανών κατακτητών. Ως αποκορύφωμα όλων θεωρείται η στιγμή της έκρηξης της γέφυρας του Γοργοποτάμου, που ανέκοψε τον ανεφοδιασμό των στρατιωτών του Άξονα (Παπαναγιώτου, 1971: 79). Το φόβο των αντιποίνων, την αβεβαιότητα και τη δυστυχία γνώρισαν οι κάτοικοι της Λαμίας έως την αποχώρηση των Γερμανών στις 18 Οκτωβρίου 1944, ημέρα της εορτής του Ευαγγελιστή Λουκά, πολιούχου αγίου της πόλης. Στις 20 Οκτωβρίου 1944 ο Άρης Βελουχιώτης εισήλθε θριαμβευτικά στη Λαμία. Από τη στιγμή εκείνη και εξής, η πόλη διετέλεσε υπό την εξουσία του Ε.Α.Μ. και περιήλθε 57

58 σε σημαίνουσα θέση μεταξύ των υπόλοιπων αστικών κέντρων της Στερεάς Ελλάδας, καθώς σε αυτή ήταν εγκατεστημένα το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ, η 13 η Μεραρχία και βρετανικά στρατεύματα. Για τα διάφορα θέματα, που θα ανέκυπταν μετά την απελευθέρωση, συγκροτήθηκαν στη Λαμία ένα συμβούλιο αποτελούμενο από επιφανείς πολίτες, αλλά και ποικίλες επιτροπές. Υπεύθυνη για την τήρηση της τάξης ήταν η Εθνική Πολιτοφυλακή (Παπαναγιώτου, 1971: 79. Λάζου, 2007: 376). Στην περίοδο του Εμφυλίου πολέμου που ακολούθησε, στη Λαμία συνέβησαν πολλά δυσάρεστα γεγονότα (Παπαναγιώτου, 1971: 79). Το 1957 κτίστηκε το Δημοτικό Θέατρο, που το 1961 εγκαινιάστηκε με την παράσταση «Αρχοντοχωριάτης» του Μολιέρου (Δαβανέλλος, 1994, σελ. 123, 106). Κύματα προσφύγων εισέρρευσαν στη Λαμία καθόλη τη διάρκεια της ιστορίας της, ως αποτέλεσμα της δυσμενούς κατάστασης και των ταραγμένων σχέσεων με τις γείτονες της Ελλάδας χώρες. Το 1906 οι διωγμοί των ελληνικών πληθυσμών από την Ανατολική Ρωμυλία προκάλεσε την εγκατάσταση ξεριζωμένων οικογενειών σε ολόκληρη τη Φθιώτιδα. Κατά την περίοδο των Βαλκανικών και εν συνεχεία του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου πρόσφυγες, που προέρχονταν από τη Βόρεια Ήπειρο, την Ανατολική και τη Δυτική Θράκη και τη Μικρά Ασία, βρήκαν καταφύγιο στη Λαμία. Επιπλέον, η πόλη αποτελούσε χώρο υποδοχής και εγκατάστασης, μόνιμης ή προσωρινής, προσφύγων από διάφορες ελληνικές περιοχές, όπως η Θεσσαλία, η Μακεδονία ή και η Κρήτη. Ακόμα και μετά το 1881, οπότε και προσαρτήθηκε στο ελληνικό κράτος η Θεσσαλία, δεχόταν κύματα προσφύγων, όπως συνέβη και μετά τους πολέμους του 1897, του και τη Μικρασιατική καταστροφή (Σταυρόπουλος, 2002: 233. Τζουμέκης, 2005: 178). Οι νεοφερμένοι ήταν ως επί το πλείστον αγρότες και χειρώνακτες, που το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας τους είχε χαθεί μαζί με τις πατρίδες τους. Στη Λαμία αριθμούσαν συνολικά επήλυδες. Πολλοί από αυτούς ήταν καπνοπαραγωγοί και συνέβαλαν σημαντικά στην παραγωγή και την επεξεργασία του καπνού στη νέα τους πατρίδα (Τζουμέκης, 2005: 178). Προσωρινά καταφύγια των προσφύγων αποτελούσαν το Μουστάκειο Γυμνάσιο, το 6 ο Γυμνάσιο, το στρατόπεδο Τσαλτάκη, ένα υφαντουργείο στην περιοχή των Επτά Βρυσών, το Ελασσώνειο Νοσοκομείο, πολλά χάνια της πλατείας Λαού ή και ενοικιαζόμενα δωμάτια, καθώς και το φρούριο. Ο Δήμος, από την πλευρά του, έλαβε μέτρα αντιμετώπισης του προβλήματος, εγκρίνοντας πιστώσεις, αγοράζοντας απολυμαντικούς κλιβάνους και μετατρέποντας αρκετές δημοτικές αποθήκες σε 58

59 αναρρωτήρια και απομονωτήρια. Παράλληλα, έγινε προσπάθεια να επιτευχθεί η οικονομική ένταξη τους στο ελληνικό κράτος με τις προσφυγικές αποζημιώσεις (Τζουμέκης, 2005: 180. Δαβανέλλος, 1994: 260). Οι σχέσεις των προσφύγων με τους υπόλοιπους ντόπιους κατοίκους ήταν δυσάρεστες και ενίοτε εχθρικές, εξαιτίας της αμφισβήτησης της ελληνικότητάς τους ή του επερχόμενου ανταγωνισμού στην αναζήτηση επαγγελματικής αποκατάστασης. Οι επιμιξίες χάρη στους μικτούς γάμους και οι κοινές εμπειρίες από τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο ένωσαν οριστικά πια τους επήλυδες με τους αυτόχθονες (Τζουμέκης, 2005: , 183). 59

60 3. Τα Μνημεία της Λαμίας και οι χώροι πολιτισμού 3.1. Μνημεία των αρχαίων χρόνων Το Κάστρο Ακρολαμία Το Κάστρο της Λαμίας βρίσκεται στο ψηλότερο σημείο, επάνω στο λόφο της Λαμίας, στις νότιες παρυφές της Όθρυος. Πρόκειται για το σπουδαιότερο αρχαιολογικό και ιστορικό μνημείο της πόλης, που προσφέρει μια μοναδική θέα της Λαμίας από ψηλά, των βουνών που την περιβάλλουν, καθώς και της κοιλάδας του Σπερχειού (Παπαναγιώτου, 1971: 79. Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 255. Κακαβάς, 2008: 100). Ο «οδοντωτός» περίβολος του Κάστρου οικοδομήθηκε σταδιακά, με την πάροδο των αιώνων, από τους εκάστοτε κυρίαρχους του οχυρού και της πόλης, βάσει του δομικού και αμυντικού συστήματος της κάθε εποχής. Ωστόσο, βασικός πυρήνας του ήταν τα λείψανα των τειχών της αρχαίας ακρόπολης (Λαζαρίδης, 1962: Παπακωνσταντίνου, 1994: 18. Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 57). Εικ. 8: Ο Πύργος (από το αρχείο της ΙΔ Ε.Π.Κ.Α.). Η πρώτη αναφορά στον οχυρωματικό περίβολο της πόλης γίνεται στα κείμενα του Διόδωρου του Σικελιώτη, με αφορμή τον Πελοποννησιακό Πόλεμο του 4 ου αι. π.χ.(διόδωρος Σικελιώτης XVIII, 12, 4-5). Μνημονεύεται ξανά κατά το Λαμιακό πόλεμο, που επακολούθησε το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και της πολιορκίας 60

61 των τειχών της πόλης από τα στρατεύματα των Μακεδόνων του Αντιπάτρου. Η αρχική φάση της ακρόπολης χρονολογείται στα τέλη του 5 ου αι. π.χ. και ταυτίζεται με το Κάστρο, του οποίου σώζεται σήμερα σε καλή κατάσταση η μεσαιωνική και μεταβυζαντινή οχύρωση (Δακορώνια, 1990: 58. Παπακωνσταντίνου, 1994: 10. Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: 53). Κατ άλλους, το Κάστρο είναι πιθανό να διαδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο στην οχύρωση των κατοίκων της μυκηναϊκής περιόδου και να χρησιμοποιήθηκε από τους Αχαιούς υπηκόους του Αχιλλέα και της «εριβώλου Φθίης» για το σκοπό αυτό. Επίσης, οι δοκιμαστικές τομές, που διενεργήθηκαν στην περιοχή της Ακρολαμίας, έφεραν στο φως ευρήματα που αποδεικνύουν ότι κατοικήθηκε τουλάχιστον από την εποχή του Χαλκού (Παπαναγιώτου, 1971: 80. Δακορώνια, 1990: 58). Η έκταση της ακρόπολης υπολογίζεται γύρω στα 16 στρέμματα, η κλίση της είναι από Βορά προς Νότο και το υψόμετρο εκτιμάται στα 117 μέτρα. Η τοιχοποιία της έχει πλάτος 1,35 μέτρα, ενώ η κορυφή της καταλήγει σε οδοντωτές επάλξεις, με περίδρομο πλάτους 0,90 μέτρων. Κύριος στόχος του αμυντικού αυτού συστήματος ήταν η επόπτευση της πεδιάδας του Σπερχειού, του παράλιου δρόμου και του περάσματος που από το όρος Όθρυς οδηγούσε στη Θεσσαλία. Η αμυντική δυνατότητα του Κάστρου ενισχυόταν από τον απότομο, φυσικά οχυρό βράχο όπου ήταν κτισμένη η Ακρολαμία (Λαζαρίδης, 1962: Παπαναγιώτου, 1971: 93. Παπακωνσταντίνου, 1994: 12). Εικ. 9: Άποψη της οχύρωσης και της σύγχρονης διαμόρφωσης του χώρου. 61

62 Σήμερα, η μορφή του περιβόλου, που είναι κτισμένος κατά το πολυγωνικό σύστημα, με αρκετούς ισόδομους λίθους, διατηρεί την αρχική του εικόνα, καθώς από την αρχαία οχύρωση σώζονται η δυτική πλευρά, αλλά και τμήματα από τη βάση της νοτιοδυτικής και της νοτιοανατολικής γωνίας. Η περίμετρός του αγγίζει τα 600 μέτρα. Ενδιαφέρον είναι ότι φέρει ομοιότητες με τα τείχη που ύψωσαν οι Σταυροφόροι στην Παλαιστίνη. Η κάτοψη έχει σχήμα τριγώνου και διατηρείται σε καλή κατάσταση, εξαιτίας της επαναλαμβανόμενης χρήσης σε διάφορες χρονικές περιόδους, αλλά και των συχνών επισκευών. Λειτουργεί ως αδιάψευστο μνημείο της ιστορίας και του πολιτισμού της Λαμίας (Παπαναγιώτου, 1971: 85. Παπακωνσταντίνου, 1994: 12, 20). Το τείχος που περίκλειε την πόλη, της οποίας η έκταση κάλυπτε τους νότιους και νοτιοδυτικούς πρόποδες του λόφου, ξεκινούσε από τη γωνία στα νοτιοανατολικά της ακροπόλεως και έπειτα προχωρούσε νότια, νοτιοδυτικά και βορειοδυτικά, περιβάλλοντας το λόφο του Αγίου Λουκά και έφτανε έως τα ανατολικά βορειοανατολικά. Η έκταση της οχυρώσεως επιβεβαιώθηκε πρόσφατα, χάρη στις αρχαιολογικές ανασκαφές και τα πορίσματα των επιστημονικών ερευνών, παρέχοντας μια ασφαλή εικόνα της τοπογραφίας της αρχαίας πόλης της Λαμίας (Παπακωνσταντίνου, 1994: 12-15). Εντός των τειχών έχει ανακαλυφθεί πληθώρα δημοσίων και ιδιωτικών οικοδομημάτων. Τα τμήματα των τριών, εκτεταμένων νεκροταφείων πλησίον του μνημείου εντοπίστηκαν εκτός των τειχών. Επίσης, θα πρέπει να υπήρχαν και ισάριθμες πύλες. Η Νοτιοανατολική και κύρια είσοδος, ονομάζεται «Σιδηρά». Το εσωτερικό της ύψος είναι 2,95μ. και το μήκος 2,09μ. Το τοξωτό υπέρθυρο στο εξωτερικό της ήταν κατασκευασμένο από πωρόλιθο και από πάνω του υπήρχε πλίνθινο ανακουφιστικό τόξο. Μια λίθινη κλίμακα συνέδεε την πύλη με τον περίδρομο (Παπαναγιώτου, 1971: Παπακωνσταντίνου, 1994: 12 15, Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 20, 57. Κακαβάς, 2008: 101). Επιπλέον, ανακαλύφθηκαν και διατειχίσματα, τα ενδιάμεσα τείχη, που λειτουργούσαν ως αναλήμματα λόγω της κλίσης του εδάφους (Παπαναγιώτου, 1971: Παπακωνσταντίνου, 1994: 12 15, ). 62

63 Εικ. 10: Άποψη του Κάστρου μέσα από την πόλη της Λαμίας. Κατά την παλαιοχριστιανική και βυζαντινή περίοδο έγιναν εκτεταμένες επισκευές σε διάφορα τμήματα της τοιχοποιίας του Κάστρου. Σύμφωνα με τον ιστορικό Προκόπιο και το έργο του «Περί κτισμάτων» (ΙV, 3), ο αυτοκράτωρ Ιουστινιανός (6 ος αι.) επιδιόρθωσε οχυρώσεις σε περιοχές μεταξύ της Θεσσαλίας και των Θερμοπυλών. Προέβαινε στις αποκαταστάσεις αυτές, προκειμένου να βελτιωθούν η λειτουργικότητα και η αισθητική των κατασκευών. Κάποιες από τις συμπληρώσεις αυτές επικεντρώθηκαν στο ανακουφιστικό τόξο της κεντρικής πύλης, όπου υπήρχε και η κτητορική επιγραφή, στην εσωτερική ενίσχυση των παραστάδων της ανατολικής πύλης ώστε αυτή να υπερβαίνει τα 3 μέτρα, καθώς και στο τόξο και στις κόγχες που είχαν ανοιχθεί σε αυτές για πρακτικούς και αισθητικούς λόγους (Λαζαρίδης, 1962: Παπαναγιώτου, 1971: Σφηκόπουλος, 1981: Παπακωνσταντίνου, 1994: 10. Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: 50, 53. Jokilehto, 1999: 5). Οι οχυρώσεις της ακρόπολης της Λαμίας γνώρισαν, όπως προαναφέρθηκε, εκτενείς επιδιορθώσεις επί Ιουστινιανού. Η τείχιση την περίοδο αυτή πραγματοποιούνταν για την απόκρουση πειρατικών ή άλλων εισβολών, όπως των Γότθων και των Βησιγότθων του Αλάριχου ( ) ή των Ούννων που το 539 λεηλάτησαν ολόκληρη τη Στερεά Ελλάδα. Επιπλέον, η ανέγερση τειχών λάμβανε χώρα σε διαβάσεις και στενά περάσματα, για την αποφυγή συμπλοκών με εισβολείς. Μετά τη βυζαντινή περίοδο, δεν καταγράφηκε καμία κατασκευή οχυρού από τους Φράγκους κατακτητές (Λαζαρίδης, 1962: Παπαναγιώτου, 1971: Σφηκόπουλος, 1981: Παπακωνσταντίνου, 1994: 10. Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: 50, 53). 63

64 Στην καταλανική εποχή χρονολογείται ο μεγαλοπρεπής και επιβλητικός περίβολος που σώζεται μέχρι σήμερα (Παπαναγιώτου, 1971: 85. Σφηκόπουλος, 1981: 11, ). Κατά κύριο λόγο, τα κάστρα στη Στερεά, με εξαίρεση αυτό της Βοδονίτσας που προστάτευε τα στενά των Θερμοπυλών, ήταν πρόχειρες και ασθενείς κατασκευές. Στην πλειοψηφία τους αποτελούσαν οχυρώσεις της Βυζαντινής ή της Φράγκικης εποχής. Οι δεσπότες τους συχνά περιορίζονταν σε συμπληρώσεις ή επιδιορθώσεις των αρχαίων τειχών, με κύριο σκοπό τον έλεγχο των συγκοινωνιών και λιγότερο τη διατήρηση των τοπικών κυριαρχιών (Σφηκόπουλος, 1981: 10). Όπως τα περισσότερα κάστρα της Στερεάς Ελλάδας, έτσι και αυτό της Λαμίας δε διαθέτει τη μεγαλοπρέπεια των πελοποννησιακών κάστρων. Αυτό μπορεί να αποδοθεί στους Φράγκους και Καταλανούς κατακτητές της εποχής της Κουγκέστα που ήρθαν στην περιοχή και οι οποίοι θεωρούνταν κατώτεροι στην ιεραρχία και στο τεχνογνωστικό και πνευματικό επίπεδο από τους αντίστοιχους που είχαν εγκατασταθεί στην Πελοπόννησο (Σφηκόπουλος, 1981: 9 11, 125). Άλλωστε το Δουκάτο της Αχαΐας λειτουργούσε ως προπύργιο στα νότια. Οι διαδοχικοί εισβολείς που πέρασαν από τη Στερεά δεν κατάφεραν να παραμείνουν για καιρό στα μέρη αυτά και δεν είχαν το χρόνο και την ευχέρεια να τελειοποιήσουν το αμυντικό τους σύστημα. Κατά το Μεσαίωνα, το Κάστρο της Λαμίας ήταν γνωστό και ως Castri Sitonis, Sito, La Citon, Gipton, Cytona και Castrum de Situm (Σφηκόπουλος, 1981: 9 11, 125). Στο εσωτερικό του το Κάστρο χωριζόταν σε τρία μέρη χάρη σε δύο εσωτερικά τείχη, που κατασκευάστηκαν την εποχή των Φράγκων ή των Καταλανών κατακτητών. τα τείχη αυτά πρόσφεραν τη δυνατότητα εσωτερικής άμυνας σε περίπτωση κατάληψης του χώρου νοτιοανατολικά της κεντρικής πύλης (Κακαβάς, 2008: 101). Κατά τον Εβλιά Τσελεμπή, το Κάστρο θεωρούνταν καλοχτισμένο και απόρθητο. Ο ίδιος υποστήριζε ότι την εποχή της Βενετικής κυριαρχίας χαρακτηριζόταν ως πρότυπο οχύρωσης και ήταν ξακουστό σε ολόκληρη τη Φράντζα, ενώ μιμούνταν τα κάστρα της Κορώνης και της Μεθώνης (Δαβανέλλος, 1994: 71. Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 15). Πάνω από τη νοτιοανατολική «Σιδηρά Πύλη» ένας περιηγητής του 1705/1706 ο Paul Lucas, είδε ένα εντοιχισμένο ανάγλυφο από λευκό μάρμαρο, που παρίστανε μια μορφή να παίζει πιθανώς λύρα και δίπλα της μια δεύτερη μορφή έτοιμη να 64

65 χορέψει. Το 1860 ο Ιωάννης Βορτσέλας, αρχαιολόγος των αρχών του 20 ου αι., επιβεβαίωσε αυτήν τη μαρτυρία, καθώς υποστήριξε ότι το ανάγλυφο που είδε στο ίδιο σημείο, παρίστανε τον Αχιλλέα να διδάσκεται μουσική ή χορό από τον Χείρωνα ή από τον Φοίνικα. Κατά άλλους, απεικονίζονται ο Αχιλλέας με τον Χείρωνα να αποδίδουν τιμές σε νεκρούς κατά τη διεξαγωγή αγώνων. Ο Φελίξ Μποζούρ (1821), ένας Γάλλος περιηγητής, αναφέρεται επίσης σε ένα ανάγλυφο που είδε μεταξύ άλλων στο τείχος της Λαμίας. Σε αυτό, υποστηρίζει, παριστανόταν ο Κένταυρος Χείρων να διδάσκει τον Ηρακλή, που ήταν παιδί ακόμα, να παίζει λύρα. Ο γιος της Αλκμήνης, μάλιστα, κρατούσε στο ένα χέρι το ρόπαλό του και με το άλλο έπνιγε ένα ερπετό που ετοιμαζόταν να τον καταβροχθίσει. Το ανάγλυφο αυτό δε διατηρείται δυστυχώς σήμερα. Το ίδιο πιθανό είναι στο σημείο αυτό να υπήρχε κάποια κτητορική επιγραφή ή οικόσημο (Παπαναγιώτου, 1971: Παπακωνσταντίνου, 1994: 12 15, Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 20, 57. Κακαβάς, 2008: 101). Ο Λουδοβίκος Ρος (1834, ο πρώτος διευθυντής της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας στην Ελλάδα) ανέφερε ότι κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στη Λαμία δε διέκρινε τοποθεσίες της αρχαιότητας, επιγραφές ή γλυπτά. Την εποχή του σωζόταν μόνο ένα μέρος του αρχαίου τείχους στα βορειοανατολικά του Κάστρου. Τα αρχαία μάρμαρα είχαν παρθεί και χρησιμοποιηθεί από τους Τούρκους στα παλάτια, τα τζαμιά και τους τάφους τους (Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 67 69). Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι επί Τουρκοκρατίας ( ), κατασκευάστηκε, στη μορφή που διατηρείται μέχρι σήμερα, η κεντρική πύλη με το τοξωτό υπέρθυρο, οι ενισχυτικοί πύργοι που υψώνονταν πλησίον των πυλών, των γωνιών του τείχους και όλων των αδύναμων αμυντικά σημείων του, όπως και οι πολεμίστρες στον περίβολο, με τη χαρακτηριστική για την εποχή χρήση του ασβεστοκονιάματος ως συνδετικού υλικού. Ο οχυρωματικός περίβολος, με συμπληρώσεις και επιδιορθώσεις, απέκτησε στην ανώτερη ζώνη του 4 5 μ. πλάτος, ώστε να εξασφαλίζεται η αμυντική επάρκειά του. Επίσης, κοντά στην πύλη, στα Βορειοανατολικά του τείχους, σώζεται σήμερα ένα μικρό κτίσμα με κυλινδρική οροφή και χαμηλή και στενή είσοδο που πιθανόν χρησίμευε ως πυριτιδαποθήκη ή κρατητήριο (Παπαναγιώτου, 1971: Παπακωνσταντίνου, 1994: 21. Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 15, 20. Κακαβάς, 2008: 100). Στα Νοτιοδυτικά του Κάστρου διακρίνεται ένας μιναρές, που αποδεικνύει ότι κατά την οθωμανική περίοδο αυτή λειτουργούσε τζαμί, το οποίο αργότερα χτυπήθηκε από κεραυνό και καταστράφηκε. Προοριζόταν, σύμφωνα με τις μαρτυρίες του 65

66 Τούρκου περιηγητή του αιώνα Εβλιά Τσελεμπή (Evlia Celebi 1668) αλλά και του Γάλλου Paul Lucas (1705/1706), για την εγκατεστημένη μονίμως εκεί τουρκική φρουρά. Οι ίδιοι αναφέρουν ότι ο χώρος εντός του Κάστρου κατοικήθηκε ευρέως από τους μωαμεθανούς, κάτι που επιβεβαιώνεται και από την αρχαιολογική έρευνα. Ο Paul Lucas (αρχαιοθήρας, αρχαιοκάπηλος και ψευτογιατρός μεταξύ άλλων) είναι ο πρώτος περιηγητής που ταύτισε το Ζητούνι με την αρχαία Λαμία χάρη στα κατάλοιπα που ανακάλυψε, π.χ. επιγραφές, ανάγλυφα κ.ά. Παράλληλα, έκανε λόγο και για δύο φρούρια της πόλης, το ένα απέναντι από το άλλο, με το δεύτερο όμως να είναι ήδη στην εποχή του κατεστραμμένο. Επρόκειτο για το φρούριο του λόφου του Αγίου Λουκά από την μία πλευρά, που δε σώθηκε, και για το Κάστρο από την άλλη (Παπαναγιώτου, 1971: Παπακωνσταντίνου, 1994: 21. Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 15, 20. Κακαβάς, 2008: ). Ορισμένοι μελετητές αναφέρουν τις κατασκευές, τις προσθήκες ή τις επιδιορθώσεις όλων των προαναφερθεισών περιόδων ως έργα άπειρων τεχνικά μηχανικών, που ακολούθησαν ένα απλό σχέδιο και τα οποία ήταν αντιπροσωπευτικά μιας πρωτόγονης στρατιωτικής τεχνικής (Σφηκόπουλος, 1981: 11). Επί Όθωνος (1884) εντός του Κάστρου κτίστηκε ένας διώροφος στρατώνας, που χρησιμοποιήθηκε ως το 1940 για τη διαμονή στρατιωτικών μονάδων. Στον ανατολικό τοίχο σώζονται ακόμη οι κρίκοι στους οποίους έδεναν τα άλογα (Λαζαρίδης, 1962: Παπαναγιώτου, 1971: Σφηκόπουλος, 1981: 127. Παπακωνσταντίνου, 1994: 11. Κακαβάς, 2008: 102). Κατά τον 19 ο αιώνα πραγματοποιήθηκαν συμπληρώσεις στο τείχος, που ήταν, όμως, πρόχειρες. Σε αυτή τη συνεχή και αδιάκοπη χρήση και συντήρηση οφείλει το Κάστρο την καλή του κατάσταση. Το 1973 ολόκληρος ο χώρος παραδόθηκε από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας στο Υπουργείο Πολιτισμού (Λαζαρίδης, 1962: Παπαναγιώτου, 1971: Σφηκόπουλος, 1981: 127. Παπακωνσταντίνου, 1994: 11. Κακαβάς, 2008: 102). Το 1984 ο Δήμος της Λαμίας ανάπλασε τον χώρο του στρατώνα, έτσι ώστε σήμερα να φιλοξενεί το Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης (Λαζαρίδης, 1962: Παπαναγιώτου, 1971: Σφηκόπουλος, 1981: 127. Παπακωνσταντίνου, 1994: 11. Κακαβάς, 2008: 102). Το Κάστρο κηρύχθηκε με το Βασιλικό Διάταγμα στις (Φ.Ε.Κ. 28/Α/ ) ως βυζαντινό μνημείο και χαρακτηρίστηκε ως αρχαιολογική θέση. Η χρονική περίοδος όπου ανήκει είναι η αρχαιότητα, το βυζάντιο και οι 66

67 μεταβυζαντινοί χρόνοι. Οι φορείς προστασίας του είναι η ΙΔ ΕΠΚΑ και η 24 η ΕΒΑ Λαμίας (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 255) Το Αρχαίο Γυμνάσιο Κατά τη διάρκεια εκσκαφών για την ανέγερση πολυώροφης οικοδομής, στην ιδιοκτησία της Λαμιακής Δομικής Α.Ε. και στη συμβολή των οδών Θερμοπυλών και Μιαούλη, αποκαλύφθηκε τμήμα από το αρχαίο γυμνάσιο της Λαμίας, που χρονολογείται στα μέσα του 4 ου αι. π.χ. Η χρήση του Γυμνασίου επεκτάθηκε έως και τον 3 ο αι. π.χ. οπότε και καταστράφηκε από σεισμό, ενώ εγκαταλείφθηκε μετά τη δεύτερη καταστροφή του τον 2 ο αι. π.χ. Γύρω στα τέλη του 1 ου αι. π.χ. με αρχές του 1 ου αι. μ.χ. στα ανατολικά της παλαίστρας ανοικοδομήθηκε ένα κτήριο, του οποίου η χρήση παραμένει ακόμη και σήμερα άγνωστη (Δακορώνια, 2000: 323). Εικ. 11: Το αρχαίο Γυμνάσιο (από το αρχείο της ΙΔ ΕΠΚΑ). Τα κατάλοιπα οικοδομικών κατασκευών, που σώζονται στο εν λόγω ακίνητο, ανήκουν στο βόρειο τμήμα της παλαίστρας του Γυμνασίου, το οποίο βρισκόταν εκτός των τειχών που περιέβαλαν την πόλη, καθώς και σε μικρή απόσταση από τη νοτιοανατολική πύλη. Οι αποκαλυφθέντες χώροι της παλαίστρας είναι διατεταγμένοι από τα Ανατολικά προς τα Δυτικά και μπορούν να ταυτιστούν με ασφάλεια. Εντοπίστηκαν η Εξέδρα ή Εφηβείον, το Αποδυτήριον όπου λάμβαναν χώρα συζητήσεις διδακτικού ή φιλοσοφικού περιεχομένου, το Λουτρό και το Ελαιοθέσιον ή Αλειπτήριον. Παράλληλα προς τα προαναφερθέντα δωμάτια αποκαλύφθηκε θεμέλιο, το οποίο θεωρείται ότι επρόκειτο για στυλοβάτη κάποιας στεγασμένης 67

68 στοάς, που περιέβαλε πιθανόν την εσωτερική αυλή και που σε περίπτωση βροχόπτωσης θα λειτουργούσε ως χώρος άθλησης, περιπάτου και αγώνων δρόμου. Η Εξέδρα και η στοά στηρίζονταν προς Νότο σε κιονοστοιχία δωρικών κιόνων. Στα Νότια και πλησίον του στυλοβάτη ήρθε στο φως πώρινος αγωγός, ο οποίος χρησίμευε για την απορροή των ομβρίων υδάτων (από το αρχείο της ΙΔ Ε.Π.Κ.Α.). Εικ. 12: Άποψη του Λουτρού του αρχαίου Γυμνασίου (από το αρχείο της ΙΔ ΕΠΚΑ). Το συγκρότημα ακολουθεί πιστά τον τρόπο κατασκευής των Γυμνασίων, που εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στις αρχές του 4 ου αι. π.χ. και λειτούργησαν ως χώροι σωματικής άσκησης και περισυλλογής. Γυμνάσια διέθεταν σπουδαίες ελληνικές πόλεις και ιερά με πανελλήνια ακτινοβολία. Στην παλαίστρα, τον κλειστό χώρο, οι νέοι ασκούνταν στην πάλη και το παγκράτιο. Συνήθως, περιλάμβανε έναν ανοιχτό, κεντρικό χώρο, την εσωτερική αυλή, η οποία περιβαλλόταν από στοές, γύρω από τις οποίες ανοικοδομούνταν επιμέρους στεγασμένοι χώροι (από το αρχείο της ΙΔ Ε.Π.Κ.Α.). Ένα σημαντικό εύρημα, που προέρχεται από το χώρο αυτό, είναι μια βάση που φέρει δίστιχη επιγραφή «ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΕΡΜΗ», η οποία αποτελούσε ίσως ανάθημα στον Ερμή, προστάτη θεό των Γυμνασίων κατά την αρχαιότητα, από κάποιον Σωκράτη, Γυμνασίαρχο (;), με την ευκαιρία της ανοικοδόμησης του Γυμνασίου κατά τον 3 ο αι. π.χ. Επίσης, κοντά στην είσοδο της Εξέδρας, μαζί με την προαναφερθείσα επιγραφή, βρέθηκε και ένα ακέφαλο άγαλμα ανδρικής μορφής (3 ος αι. π.χ.). Η δεύτερη καταστροφή του συγκροτήματος του Γυμνασίου, που προκλήθηκε και αυτή από σεισμό, χρονολογείται στα τέλη του 2 ου αι. π.χ. Η ανασκαφική έρευνα αποκάλυψε τους σκελετούς τριών αθλητών, που 68

69 καταπλακώθηκαν από το κτήριο κατά τη σεισμική δραστηριότητα (από το αρχείο της ΙΔ Ε.Π.Κ.Α.). Εικ. 13: Μαρμάρινο ακέφαλο άγαλμα ανδρικής μορφής (3 ος αι. π.χ.) (από το αρχείο της ΙΔ ΕΠΚΑ). Κατόπιν γνωμοδοτήσεως του Τοπικού Συμβουλίου Μνημείων Στερεάς Ελλάδας (Τ.Σ.Μ.Σ.Ε.), πραγματοποιήθηκε τροποποίηση της μελέτης του υπό ανέγερση κτηρίου ως προς τη στατικότητά του, ενώ έγινε και πολεοδομική παρέμβαση με αποτέλεσμα τη διατήρηση του μνημείου που αναδεικνύεται με αίθριο και προστατεύεται με άθραυστο γυαλί (Δακορώνια, 2000: 323). Εικ. 14: Άποψη του αρχαίου Γυμνασίου (από το αρχείο της ΙΔ Ε.Π.Κ.Α.). 69

70 Τμήματα του αρχαίου τείχους Επί των οδών Καραϊσκάκη και Καζούλη, στα Νοτιοανατολικά του οικοπέδου ιδιοκτησίας Δ. Παντόπουλου, αποκαλύφθηκε κατά τη διάρκεια εκσκαφικών εργασιών για τη θεμελίωση οικοδομής, τμήμα του αρχαίου τείχους της Λαμίας, καθώς και πύργος ή πύλη αυτού. Και στο παρελθόν (1992), η εκσκαφή για τη διάνοιξη τάφρου για την τοποθέτηση αγωγού απορροής ομβρίων υδάτων, είχε αποκαλύψει κάποια τμήματα του αρχαίου τείχους και του πύργου που προέρχονταν από την αρχαία οχύρωση της πόλης. Το συνολικό σωζόμενο μήκος του σπουδαίου αυτού αρχαιολογικού ευρήματος είναι 11 μέτρα, με κατεύθυνση από Βορρά προς Νότο, ενώ το μέσο πλάτος του είναι 1,40 μέτρα. Τα οικοδομικά κατάλοιπα σχετίζονται με το τμήμα ενός πύργου, που εντοπίστηκε δυτικότερα και κατά μήκος της οδού Καραϊσκάκη κατά τη διάρκεια παλαιότερων ανασκαφών (Δακορώνια, 1997: 184. Δακορώνια, 2001: ). Εικ. 15: Τμήμα του αρχαίου τείχους (από το αρχείο της ΙΔ ΕΠΚΑ). Ένας τετράγωνος χώρος, μήκους περίπου 4,50 μέτρων, θεμελιωμένος στο πρανές του φυσικού βράχου, αποτελεί τον κύριο όγκο της κατασκευής. Το δυτικό τμήμα του σώζεται σε ύψος 1, 90 μέτρων. Οικοδομήθηκε με βάση το ισοδομικό σύστημα, το οποίο αποτελείται από ορθογώνιες κροκαλοπαγείς λίθους, τοποθετημένες δρομικά και μπατικά. Ο πύργος εκτείνεται προς τα ανατολικά και συνεχίζεται κάτω από το σύγχρονο πεζοδρόμιο και τις εκεί οικοδομές. Η εξωτερική όψη των δόμων του τείχους υπέστη φθορά, επειδή στη συγκεκριμένη θέση υψώθηκε 70

71 σύγχρονη οικοδομή, της οποίας η αρχαία κατασκευή αποτέλεσε τμήμα. Επίσης, στον πύργο εντοπίζονται φθορές που προκλήθηκαν από τις διάφορες επεμβάσεις κατά το παρελθόν (Δακορώνια, 1997: 184. Δακορώνια, 2001: ). Ένας αναλημματικός τοίχος από αργολιθοδομή, σωζόμενου μήκους 8,50 μέτρων, πλάτους 0,70 μέτρων και ύψους 0,80 μέτρων, ήρθε στο φως στην εξωτερική όψη της δυτικής πλευράς του τείχους και είχε σκοπό την αντιστήριξη του όγκου της επίχωσης (Δακορώνια, 2001: ). Εικ. 16: Τμήμα του αρχαίου τείχους (από το αρχείο της ΙΔ ΕΠΚΑ). Τα κινητά ευρήματα ήταν λιγοστά και καθόλου ενδεικτικά, ως αποτέλεσμα της μεταγενέστερης διατάραξης των στρωμάτων. Αποκαλύφθηκαν μόνο μερικές αγνύθες. Ωστόσο, η χρονολόγηση του τείχους κατέστη εφικτή, λόγω του τρόπου κατασκευής του, αλλά και εξαιτίας των ανάλογων τμημάτων της οχύρωσης που έχουν αποκαλυφθεί κατά τη διάρκεια σωστικών ανασκαφών σε αλλά σημεία της σημερινής πόλης της Λαμίας. Χρονικά τοποθετείται στο δεύτερο μισό του 4 ου αι. π.χ. (Δακορώνια, 2001: ). Σύμφωνα με τα ανασκαφικά δεδομένα, το τείχος της πόλης ξεκινούσε από τα νοτιοανατολικά του Κάστρου, είχε κατεύθυνση νοτιοδυτική βορειοδυτική και περιέβαλε το ύψωμα του Αγίου Λουκά. Στη συνέχεια, η πορεία του συνέχιζε προς τα ανατολικά και τα βορειοανατολικά και κατέληγε στα βορειοδυτικά του ναού (Κακαβάς, 2008: 102). 71

72 3.2. Βυζαντινά και Μεταβυζαντινά μνημεία Τα μνημεία της βυζαντινής περιόδου Εντός των ορίων της πόλης της Λαμίας δε σώζονται μνημεία (π.χ. Εκκλησίες, κοσμικά κτήρια, οικοδομήματα ποικίλης χρήσης, γεφύρια, κρήνες κ.ά.), που να χρονολογούνται στους βυζαντινούς χρόνους. Κατά το 19 ο αιώνα, άλλωστε, ήταν αποδεδειγμένη η αντιμετώπιση με ασέβεια των αρχαιοτήτων της βυζαντινής εποχής (Φιλιππίδης, 2010: 78) Τα μνημεία της μεταβυζαντινής εποχής Το Ζητούνι, όπως ονομαζόταν η Λαμία εκείνα τα χρόνια, υπαγόταν στον καζά Ζητουνίου, εντός των εδαφικών ορίων του οποίου περιλαμβάνονταν αρκετά χριστιανικά και μουσουλμανικά χωριά (Κακαβάς, 2008: 98). Ο μνημειακός πλούτος αυτής της περιόδου έχει γίνει γνωστός μέσα από χαλκογραφίες, καθώς και από τις διηγήσεις των περιηγητών. Ελάχιστα οικοδομήματα διασώθηκαν και ακόμα λιγότερα εντός των ορίων της Λαμίας. Ο Εβλιγιά Τσελεμπή αναφέρει ότι αν και υπήρχαν δεκατρείς μαχαλάδες (συνοικίες) στην πόλη, τα τεμένη ήταν μόνο οχτώ. Μεταξύ αυτών συγκαταλεγόταν το μολυβδοσκέπαστο τζαμί του Χασάν Μπέη, το κεραμοσκεπές τζαμί του σουλτάνου Μεχμέτ Χαν που κτίστηκε το 1448 μ.χ., τρία μετζίτια (ευκτήριοι οίκοι) στις απόκεντρες γειτονιές, μεντρεσέδες (οθωμανικές ιερατικές σχολές) για τους σπουδαστές του Κορανίου, τεκέδες (μοναστήρια) ντερβίσηδων, χάνια εμπόρων και ένα χαμάμ (οθωμανικό λουτρό) που ίδρυσε ο σουλτάνος Μεχμέτ Χαν. Επίσης, υπήρχαν ένα ιμαρέτ (πτωχοκομείο), από όπου χορηγούνταν το καθημερινό συσσίτιο, αλλά και πέντε καλοκατασκευασμένα πέτρινα γεφύρια, που υψώνονταν επάνω από το ποτάμι που διέσχιζε την πόλη. Τα εμπορεύματα πωλούνταν σε τοπικό παζάρι, αφού δεν υπήρχε μπεζεστένι (αγορά) και τα εμπορικά καταστήματα της πόλης αριθμούσαν τα διακόσια (Κακαβάς, 2008: 98 99). Ο ίδιος περιηγητής μνημονεύει στις σελίδες του ότι το Ιζντίν ήταν χτισμένο στις δύο βραχώδεις πλευρές ενός φαραγγιού. Στην πλευρά κάτω από το Κάστρο βρίσκονταν, ασφυκτικά χτισμένα, τα σπίτια των χριστιανών, με την πρόσοψή τους να είναι στραμμένη προς τα δυτικά. Από την άλλη πλευρά εντοπίζονταν οικίες χριστιανών και Τούρκων, καθώς και σεράγια, με τις προσόψεις τους προς το νότο, με δεξαμενές και συντριβάνια. Μερικές χιλιάδες κεραμοσκεπή, πολυτελή σπίτια, με ωραία διακόσμηση και ακριβά έπιπλα, που χωρίζονταν μεταξύ τους από 72

73 καλοφτιαγμένα καλντερίμια, σχημάτιζαν το βαρόσι (χριστιανική συνοικία) της πόλης (Κακαβάς, 2008: 99). Μετά την απελευθέρωση δεν απαντιόνταν πλέον κανένα ενθύμιο της οθωμανικής εποχής. Μονάχα τρία τεμένη στέκονταν ακόμη, ως αξιόπιστοι μάρτυρες των χρόνων που χάθηκαν. Ένα από αυτά ήταν το Κουρσούμ Τζαμί, που χτίστηκε το 1816 στην ομώνυμη συνοικία, δίπλα από το οποίο εντοπίζονταν το οθωμανικό διοικητήριο και ακόμα παραπέρα το σαράι του Χαλίλ Μπέη, του ίδιου του διοικητή της πόλης. Στο σημείο αυτό, στην οδό Υψηλάντου, εντοπίζεται σήμερα το 6 ο Γυμνάσιο αρρένων Λαμίας. Έως το 1911, οπότε και κατεδαφίστηκε, στους χώρους του λειτούργησε μετεπαναστατικά το Δημοτικό Σχολείο της πόλης. Το δεύτερο τζαμί ήταν μολυβδοσκέπαστο και υψωνόταν στο κέντρο της πόλης, επί της οδού Ρήγα Φεραίου, σημείο όπου σήμερα απαντάται η Στρατιωτική Λέσχη. Στις αρχές του 20 ού αιώνα γκρεμίστηκε, ενώ μέχρι τότε λειτουργούσε στους χώρους του κρατικό και κατόπιν στρατιωτικό νοσοκομείο. Το τρίτο και τελευταίο τέμενος ήταν αυτό του Κάστρου, που καταστράφηκε από κεραυνό στις 10 Αυγούστου του 1871 και το οποίο χρησίμευε για την εκπλήρωση των λειτουργικών αναγκών των Οθωμανών κατοίκων του (Κακαβάς, 2008: 99, 102). Στο Κάστρο, το διαχρονικότερο μνημείο της πόλης, οι ανασκαφές έφεραν στο φως κατάλοιπα της οικοδομικής δραστηριότητας των Οθωμανών, καθώς και βυζαντινό μολυβδόβουλο, μαρμάρινη επιγραφή, πήλινες καπνοσύριγγες, μπάλες κανονιού, χάλκινο βραχιόλι και αρκετές ενεπίγραφες επιτύμβιες στήλες και επιστέψεις αυτών, σε σχήμα τουρμπανιού, ενδεικτικές της οθωμανικής καλλιτεχνικής δραστηριότητας (Κακαβάς, 2008: 99). Οι αρχαιολογικές μαρτυρίες αποκάλυψαν τις επεμβάσεις των Τούρκων κατακτητών στο Κάστρο, όπως τις σιδηρόφρακτες πύλες, την οθωμανική φρουρά, τις πυριτιδαποθήκες, τα πυροβόλα, τις δεξαμενές και τους αποθηκευτικούς χώρους (Κακαβάς, 2008: 99). Στην Ελλάδα, με τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, οι εργασίες συντήρησης και αναστήλωσης επικεντρώθηκαν σε μνημεία, που χρονολογούνταν στην αρχαιότητα ή στη βυζαντινή εποχή, καθώς επιβεβαίωναν την εθνική ταυτότητα και διέθεταν αναμφίβολα εθνική και οικονομική αξία. Τα ρωμαϊκά, ενετικά, φραγκικά ή οθωμανικά κατάλοιπα, θρησκευτικά και κοσμικά κτήρια, πέρασαν στο περιθώριο και σπανίως απασχόλησαν τους ειδικούς (Τουρνικιώτης, 2010: 16, Καρδαμίτση - Αδάμη, Μπίρης, 2010: 262). 73

74 Στις μέρες μας δε σώζεται κανένα τζαμί, που θα μπορούσε να συντελέσει ως μάρτυρας της ιστορίας και της καθημερινότητας της πόλης της οθωμανικής κατοχής. Κάποια μνημεία χάθηκαν ολοκληρωτικά με το πέρασμα του χρόνου (Δαβανέλλος, 1994: 81. Νάτσιος, 1998: 10. Κακαβάς, 2008: 99). Για τους λόγους αυτούς, είναι πιθανό να καταστράφηκαν και τα οθωμανικά της Λαμίας Οι Μεταβυζαντινοί ναοί Τα μνημεία, που χρονολογούνται στα μεταβυζαντινά χρόνια μέσα στην πόλη της Λαμίας είναι ναοί. Οι μεταβυζαντινές εκκλησίες της Λαμίας που ανοικοδομήθηκαν στα χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας, συνέχιζαν τη βυζαντινή παράδοση, μετατρέποντας την εκκλησιαστική αρχιτεκτονική σε έκφραση της εθνικής συνείδησης του επί 400 χρόνια υπόδουλου ελληνικού λαού (Πανουσάκης, Χριστοδουλοπούλου, 1992: 43). Ο 18ος αιώνας στη Φθιώτιδα γενικά και στη Λαμία ειδικότερα, χαρακτηρίζεται από άνθιση της οικοδομικής δραστηριότητας. Κτίζονταν ενοριακοί ναοί, που συνήθως ήταν τρίκλιτες ξυλοστεγείς βασιλικές. Κατασκευάζονταν επίσης ναοί, στους οποίους είχαν επιβιώσει βυζαντινοί τύποι. Σε αυτούς ήταν εμφανείς οι επιδράσεις τόσο από την οθωμανική όσο και από την αστική αρχιτεκτονική (Πανουσάκης, Χριστοδουλοπούλου, 1992: 54). Η προστασία, συντήρηση, στερέωση, αποκατάσταση και ανάδειξη σήμερα των μνημείων της μεταβυζαντινής περιόδου στην πόλη της Λαμίας, κρίνεται επιτακτική, καθώς τα κτηριακά αυτά κελύφη διαθέτουν ακόμα την αρχική τους χρήση και εξακολουθούν να λειτουργούν, συγκεντρώνοντας συχνά πλήθη κόσμου. Όμως, δεν πρέπει να καταστρατηγούνται οι αρχές που διέπουν τις αναστηλωτικές επεμβάσεις, όπως η αυθεντικότητα και η ιστορική και καλλιτεχνική αξία (Θεοχαρίδου, 2010: 193). 74

75 1. Η Αρχοντική Εικ. 17: Η Εκκλησία της Αρχοντικής. Στη νότια κλιτύ του λόφου, όπου βρίσκεται το Κάστρο, εντοπίζεται η Αρχοντική, εκκλησία που είναι αφιερωμένη στα Εισόδια της Θεοτόκου. Πρόκειται, ουσιαστικά, για το δεύτερο σε αρχαιολογική αξία, μετά την Ακρολαμία, μνημείο. Η Αρχοντική είναι ορατή από πολλά και διαφορετικά σημεία της πόλης, εξαιτίας της μορφολογίας του εδάφους. Στη συγκεκριμένη περιοχή βρισκόταν η συνοικία των χριστιανών επί Τουρκοκρατίας και αυτή ήταν η αιτία που ο ναός ανεγέρθηκε εκεί. Το 1760 η Εκκλησία εξυπηρετούσε τις λατρευτικές ανάγκες των χριστιανών του Ζητουνίου μέχρι τα χρόνια της Επανάστασης ( ), οπότε και άρχισε να λειτουργεί ως νεκροταφείο (ιδίως μεταξύ των ετών ). Όλο αυτό το διάστημα πραγματοποιήθηκαν εκτεταμένες επισκευές, επεκτάσεις και προσθήκες (Παπαναγιώτου, 1971: Νικόλαος, Μητροπολίτης Φθιώτιδας, 2003: Νάτσιος, 1982: Νάτσιος, 2005: 257). 75

76 Εικ. 18: Ναός της Αρχοντικής: Η Αποκαθήλωση. Έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς ποικίλες απόψεις σχετικά με την προέλευση του ονόματος Αρχοντική. Ορισμένοι ειδικοί υποστηρίζουν ότι στο ναό αυτό συνήθιζαν τα παλιά χρόνια να εκκλησιάζονται οι άρχοντες και οι προύχοντες της πόλης. Σύμφωνα με άλλους μελετητές, το όνομά της το έλαβε εξαιτίας της αρχοντικής ιδιότητας του ιδιοκτήτη της, αλλά και εκείνων που συνέβαλαν στην ανακαίνισή της, τα πρόσωπα δηλαδή που αναφέρονται στους στίχους της σωζόμενης αγιογραφικής κτητορικής επιγραφής επάνω από τη νότια θύρα. Άλλοι πιστεύουν ότι η συγκεκριμένη ονομασία οφείλεται στο γεγονός ότι η Εκκλησία είναι αφιερωμένη στα Εισόδια της Αρχόντισσας Θεοτόκου. Οι δύο τελευταίες θεωρούνται και οι πιθανότερες εκδοχές (Παπαναγιώτου, 1971: Νάτσιος, 1982: 73. Δαβανέλλος, 1994: 245. Νικόλαος, Μητροπολίτης Φθιώτιδας, 2003: ). 76

77 Εικ. 19: Εικόνα του εσωτερικού του ναού της Αρχοντικής. Εικ. 20: Εικόνα από τον τρούλο της Αρχοντικής. Πρόκειται για μια μονόκλιτη ξυλόστεγη βασιλική, όπως και οι περισσότεροι ναοί που κτίστηκαν επί οθωμανικής κυριαρχίας. Στην κάτοψη ο ναός είναι ορθογώνιος παραλληλόγραμμος. εξωτερικά οι διαστάσεις του είναι 21,60 Χ 6,80 μέτρα (εσωτερικές διαστάσεις 17,00 Χ 6,00 μέτρα). Εσωτερικά στεγάζεται με ξύλινα φατνώματα. Ο κυρίως ναός διαιρέθηκε μεταγενέστερα σε δύο άνισα κλίτη από μία σειρά πέντε λεπτών κτιστών στύλων. Ο νάρθηκας προστέθηκε αργότερα (Λαζαρίδης, 77

78 1962: 162. Παπαναγιώτου, 1971: Νάτσιος, 1982: 76. Νικόλαος, Μητροπολίτης Φθιώτιδας, 2003: ). Εξωτερικά, ο ναός καλύπτεται με ασβεστοκονίαμα (Νάτσιος, 1982: 76). Εικ. 21: Ναός Αρχοντικής: Τοιχογραφίες (χριστολογικός κύκλος). Εικ. 22: Ναός Αρχοντικής: Τοιχογραφίες (Μεταμόρφωση). Η εκκλησία είναι κατάγραφος. Οι τοιχογραφίες της δε σώζονται σε καλή κατάσταση, παρόλα αυτά, ο διάκοσμος είναι πλούσιος με εντυπωσιακά και έντονα 78

79 χρώματα. Ο στόχος του αγιογράφου ήταν να αναπαραστήσει το δόγμα της ενσάρκωσης του θείου Λόγου, τη ζωή και τα θαύματα του Χριστού, καθώς και τους αγώνες της Εκκλησίας. Σκοπός της συγκεκριμένης αγιογράφησης ήταν να επιτελέσει, για διδακτικούς λόγους, ένα είδος κηρύγματος της Ορθοδοξίας μέσα σε μια τουρκοκρατούμενη πόλη (Παπαναγιώτου, 1971: Νικόλαος, Μητροπολίτης Φθιώτιδας, 2003: Νάτσιος, 2005: ). Εικ. 23: Ναός Αρχοντικής: Ο Ιησούς Χριστός. Εικόνα της Ωραίας Πύλης. Χαρακτηριστικές θρησκευτικές αναπαραστάσεις αποτελούν το πλάσιμο του Αδάμ και της Εύας, η επουράνια εξουσία και η συνακόλουθη εκδίωξη των πρωτόπλαστων από τον Παράδεισο, ενώ αποδίδονται και σκηνές από την επίγεια ζωή τους. Επίσης, απεικονίζονται γεγονότα από το χριστολογικό κύκλο, την Παλαιά και Καινή Διαθήκη, μαρτύρια αγίων κ.ά. Οι μορφές απεικονίζονται κυρίως μετωπικά και σπανιότερα κατά κρόταφον. Όλα αυτά αποτελούν εξαίσια δείγματα της τέχνης του 18 ου αιώνα με βυζαντινές επιδράσεις. Μία από τις φορητές εικόνες φέρει επιγραφή (Χείρ Αντωνίου Αγωραστού του Κρητός ΑΨΤ), που διασώζει την ημερομηνία κατά την οποία φιλοτεχνήθηκε, δηλαδή το 1703 (Παπαναγιώτου, 1971:

80 Νικόλαος, Μητροπολίτης Φθιώτιδας, 2003: Νάτσιος, 2005: , 262). Εικ. 24: Ναός Αρχοντικής: Τοιχογραφίες (Υπαπαντή). Η Αρχοντική, όπως φαίνεται και από τη σωζόμενη επιγραφή, κτίσθηκε επάνω σε παλαιότερη Εκκλησία, που καταστράφηκε κατά τα μέσα του 18 ου αιώνα από φωτιά, που έβαλαν οι Τούρκοι. Η αρχική εκκλησία τοποθετείται στα 1703, ενώ ο νεότερος ναός κτίσθηκε το 1760, το έτος ΑΨΞ, χάρη στις φροντίδες του Δημητρίου Παπαδημητρόγλου. Η αγιογράφησή του πραγματοποιήθηκε στις 21 Ιουνίου 1762 (ΑΨΞΒ) κατά την οθωμανική κυριαρχία, γεγονός που είναι αξιοσημείωτο (Παπαναγιώτου, 1971: Νάτσιος, 1982: Δαβανέλλος, 1994: 245. Νικόλαος, Μητροπολίτης Φθιώτιδας, 2003: Κακαβάς, 2008: 102). Εικ. 25: Ναός Αρχοντικής: Τοιχογραφίες (ο τάφος του Μεγάλου Αλεξάνδρου). 80

81 Όσον αφορά στην αναπαράσταση της μορφής του Μεγάλου Αλεξάνδρου, είναι πιθανό να οφείλεται στο γεγονός ότι ο συγκεκριμένος ήρωας είχε μεταβληθεί τότε σε σύμβολο της ενότητας των Ελλήνων. συχνά η εικόνα του ταυτίζεται με τον μεγαλοϊδεατισμό που επικράτησε σε μια ιδιαίτερη χρονικά περίοδο για την Ελλάδα, καθώς στο πρόσωπό του έσμιγαν η Ανατολή και η Ελλάδα. Ο Μέγας Αλέξανδρος ανυψώθηκε στην ελληνική ιδεολογία και κυριάρχησε στη συνείδηση των λογίων της χώρας ως έκφραση, υπαινιγμός και χαρακτηρισμός. Στην ελληνική λαϊκή μνήμη και την ιδεολογική γραμματεία εκείνων των χρόνων ο Μακεδόνας βασιλιάς επέζησε ως θρύλος και μετατράπηκε σε εκφραστή των αλυτρωτικών ιδεών των Ελλήνων. Επιβίωσε ως εθνικό σύμβολο μαζί με άλλες ηρωικές μορφές, όπως ο Αχιλλέας, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο επονομαζόμενος και μαρμαρωμένος βασιλιάς και ο Πύρρος (Δημαράς, 1996: ). Εικ. 26: Ναός Αρχοντικής (κτητορική επιγραφή). Εικ. 27: Ναός Αρχοντικής (η επεξηγηματική επιγραφή της πρωτότυπης κτητορικής). 81

82 2. Ο Ναός της Παναγίας Δέσποινας Πρόκειται για μια τρίκλιτη Βασιλική που χωρίζεται εσωτερικά με κιονοστοιχίες σε κλίτη. Ο ναός έχει κτισθεί επάνω σε μια προγενέστερη εκκλησία, όπως μαρτυρούν τα λείψανα που σώζονται στη νοτιοανατολική αυλή, ένα κορινθιακό κιονόκρανο (ύψους 0,41 μ.) και ένα βυζαντινό θωράκιο (διαστάσεων 0,525 Χ 0,38 μ.), διακοσμημένο με τέσσερις ρόδακες. Είναι πιθανό τα αρχιτεκτονικά αυτά μέλη να χρονολογούνται στην πρώιμη παλαιοχριστιανική περίοδο (Λαζαρίδης, 1962: 162. Παπαναγιώτου, 1971: Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002: 53. Νικόλαος, Μητροπολίτης Φθιώτιδας, 2003: 268.). Εικ. 28: Η Παναγία Δέσποινα. Ανοικοδομήθηκε το 1730 επάνω στον παλαιότερο ναό των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, που κατέστρεψαν οι Τούρκοι κατά την επανάσταση των αρματωλών της γειτονικής πόλης της Υπάτης (Λαζαρίδης, 1962: 162. Παπαναγιώτου, 1971: Νικόλαος, Μητροπολίτης Φθιώτιδας, 2003: 268). 82

83 Εικ. 29: Η οροφή του ναού της Παναγίας Δέσποινας. Το τέμπλο της εκκλησίας είναι ξυλόγλυπτο και επίχρυσο, στο νότιο άνω άκρο του οποίου και μέσα σε πλαίσιο εικόνας έχει βρεθεί επιγραφή με βυζαντινούς χαρακτήρες, που αποκαλύπτει ότι φιλοτεχνήθηκε κατά το πρώτο ήμισυ του 18 ου αιώνα, στις 14 Νοεμβρίου Οι φορητές εικόνες, που διατηρούνται στο επάνω μέρος του τέμπλου, χρονολογούνται στο 18 ο αιώνα και είναι εξίσου αξιόλογες (Παπαναγιώτου, 1971: Νικόλαος, Μητροπολίτης Φθιώτιδας, 2003: 268). Εικ. 30: Το εσωτερικό του ναού της Παναγίας Δέσποινας. 83

84 3.3. Τα Νεώτερα μνημεία Οι Εκκλησίες 1. Ο Ναός του Αγίου Λουκά Ο Ναός του Ευαγγελιστή Λουκά βρίσκεται στα δυτικά της πόλης, επί του ομώνυμου λόφου και χρονικά τοποθετείται στα προεπαναστατικά χρόνια. Κηρύχθηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο το 1988 από το Υπουργείο Πολιτισμού, με την Υ.Α. ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Β1/Φ32/16692/657/ (Φ.Ε.Κ. 483/Β/ ), εξαιτίας της ιστορικής του αξίας και της σύνδεσής του με σημαντικά γεγονότα της πόλης. Ο φορέας προστασίας του είναι η 24 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Λαμίας (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 257). Εικ. 31: Ο Ναός του Αγίου Λουκά. Σύμφωνα με κάποιες γραπτές αρχειακές πηγές, από το 1840 έως και το 1855 ο γύρω από την εκκλησία χώρος χρησιμοποιούνταν για την ταφή των νεκρών. Ο πιθανός συσχετισμός του με το δεύτερο Φρούριο της Λαμίας, που είναι γνωστό ότι υπήρχε στην περιοχή εκείνη κατά τα μετεπαναστατικά χρόνια, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι στις ανατολικές υπώρειες του λόφου του Αγίου Λουκά υπήρχαν χριστιανικές οικογένειες. Η σημερινή Εκκλησία είναι νεότερη και χρονολογείται στα τέλη του 19 ου αιώνα. Πρόκειται για μονόχωρο ναό μικρών διαστάσεων, που ήταν κεραμοσκεπής. Κοσμείται από ελάχιστες τοιχογραφίες και οι φορητές εικόνες που βρίσκονται στο εσωτερικό του, είναι πιθανόν να προέρχονται από τον προγενέστερο 84

85 ναό. Για χρόνια αποτελούσε το εξωκκλήσι της Ευαγγελίστριας, ενώ από το 1974 μετατράπηκε σε ενορία. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς είναι ο πολιούχος της Λαμίας και προ ολίγων ετών ολοκληρώθηκε η ανέγερση ευρύτερου ομώνυμου ναού (Δαβανέλλος, 1994: 253. Νάτσιος, Νάτσιου, 2003: 25. Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 257). Εικ : Εικόνες του Ευαγγελιστή Λουκά, προστάτη Αγίου της Λαμίας. Εικ : Ο νέος Ναός του Αγίου Λουκά και η εικόνα του Ευαγγελιστού που εκτίθεται στη νεόδμητη Εκκλησία. 85

86 2. Ο Μητροπολιτικός ναός της Λαμίας Η Μητρόπολη βρίσκεται στο κέντρο της πόλης και αποτελεί την καθέδρα του Μητροπολίτη. Κτίστηκε στην πλατεία Ελευθερίας, σε οικόπεδο που κατά την Τουρκοκρατία ανήκε στο Χαλήλμπεη, το διοικητή της πόλης. στο σημείο αυτό εντοπίζονταν τα μαγαζιά του. Με την απελευθέρωση το οικόπεδο αγοράστηκε από τον Δημήτριο Κιμπρέκο, που στη διαθήκη του όρισε να δωριθεί στο Δήμο Λαμιέων, προκειμένου εκεί να ανεγερθεί εκκλησία. Για τη Λαμία αποτελεί ιστορικό εκκλησιαστικό μνημείο, χάρη στην ιστορική σημασία του και τη φύλαξη κειμηλίων από ολόκληρη τη Φθιώτιδα (Δαβανέλλος, 1994: 231. Νάτσιος, Νάτσιου, 2003: 9 11, 41, 79, Νικόλαος, Μητροπολίτης Φθιώτιδας, 2003: 204). Εικ. 36: Ο Μητροπολιτικός ναός της Λαμίας. Στο βάθος διακρίνεται το ύψωμα, όπου στέκεται αγέρωχος φύλακας το Κάστρο. Ο ναός αυτός ξεχωρίζει για την αρχιτεκτονική του, την εσωτερική του διακόσμηση και τα σπάνια καλλιτεχνήματα που διαθέτει, καθώς και από τα γεγονότα (κοινωνικά, πολιτικά, πνευματικά, εθνικά) και τα πρόσωπα που συνδέθηκαν μαζί του, όπως οι παρουσίες βασιλέων (Γεώργιος Α, 1903), οι επισκέψεις προκαθημένων (Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, 1999, 2002 και Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, 2002), στρατηγών, πολιτικών, καθώς και ξένων και ντόπιων προσωπικοτήτων. Το όνομα της Εκκλησίας είναι «Ευαγγελισμός». Πρόκειται για μια εκκλησία που θεμελιώθηκε το 1861 επί του Μητροπολίτη Φθιώτιδας Καλλίνικου Καστόρχη ( ) και εγκαινιάστηκε το 1915 από τον Μητροπολίτη Ιάκωβο 86

87 Παπαϊωάννου ( ). Μετά το σεισμό του 1981 και τις εκτεταμένες ζημιές που υπέστη, ανακαινίστηκε το 1985 (Δαβανέλλος, 1994: 231. Νάτσιος, Νάτσιου, 2003: 9 11, 41, 79, Νικόλαος, Μητροπολίτης Φθιώτιδας, 2003: 204). Εικ. 37: Το εσωτερικό της Μητρόπολης Λαμίας. Εικ. 38: Το εσωτερικό της Μητρόπολης Λαμίας. 87

88 Εικ. 39: Ο τρούλος με τον Παντοκράτορα. Η Μητρόπολη είναι μια τρίκλιτη σταυροειδής βασιλική με τρούλο. Διαθέτει αρκετά νεοκλασικά στοιχεία, καλλιμάρμαρο νάρθηκα και κωδωνοστάσιο. Εσωτερικά κοσμείται από εξαιρετικά μωσαϊκά, που εντοπίζονται στο δάπεδο και στα δύο προσκυνητάρια του Χριστού και της Παναγίας, που αποτελούν έργα του Θεόδωρου Μώρη. Το τέμπλο, ο Αρχιερατικός θρόνος, το Σύνθρονο, τα προσκυνητάρια, τα αναλόγια και τα στασίδια είναι ξυλόγλυπτα, ενώ ο άμβωνας είναι μαρμάρινος. Οι τοιχογραφίες του ναού φιλοτεχνήθηκαν από τον αγιογράφο Νικόλαο Ρίζο ανάμεσα στα έτη Τα κλίτη δημιουργούνται από δύο σειρές οκτώ κιόνων και είναι άνισα, καθώς το μεσαίο είναι μεγαλύτερο. Εξωτερικά ο ναός είναι καλυμμένος με ασβεστοκονίαμα. Στην πλατεία Ελευθερίας και στη Μητρόπολη πραγματοποιήθηκε ο εορτασμός της απελευθέρωσης της Λαμίας από τη γερμανική κατοχή τον Οκτώβρη του 1944 (Δαβανέλλος, 1994: 231. Νάτσιος, Νάτσιου, 2003: 9 11, 41, 79, Νικόλαος, Μητροπολίτης Φθιώτιδας, 2003: 204.). 88

89 Εικ. 40: Η εικόνα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Εικ. 41: Χρυσοποίκιλτη ψηφιδωτή εικόνα του Ιησού Χριστού Το Παλαιό Υδραγωγείο Το Παλαιό Υδραγωγείο συμπεριλαμβανομένου και του λιθόκτιστου αγωγού από τις πηγές μέχρι και τη δεξαμενή του κυκλικού φρεατίου, που βρίσκεται στη θέση Αγία Παρασκευή Ταράτσας στη Λαμία, κατατάσσεται μεταξύ των νεώτερων διατηρητέων μνημείων (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 257). 89

90 Ανάμεσα στα έτη , επί δημαρχίας Νίκου Κρίτσα, κτίστηκε το εν λόγω υδραγωγείο, το οποίο τροφοδότησε σταδιακά όλους τους κατοίκους της πόλης. Η Λαμία έως τότε και μέχρι το 1929, ανεφοδιάζονταν με ελάχιστες ποσότητες νερού από πηγές, πηγάδια και στέρνες, ενώ συχνά, οι πολίτες της υπέφεραν από προβλήματα υγείας, εξαιτίας της αμφίβολης ποιότητας του πόσιμου νερού τους. Αν και το θέμα του ανεπαρκούς ανεφοδιασμού με καθαρό, υγιές και άφθονο νερό, δεν καταπολεμήθηκε πλήρως, με το υδραγωγείο αυτό η κατάσταση βελτιώθηκε σημαντικά (Δαβανέλλος, 1994: 291. Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 257). Κηρύχθηκε το 2002 από το Υπουργείο Πολιτισμού με την Υ.Α. ΥΠΠΟ/ΔΙΛΑΠ/Γ/3543/4203/ (Φ.Ε.Κ. 111/Β/ ). Χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, επειδή θεωρήθηκε ότι αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα ειδικής κατηγορίας οικοδομήματος, που κατασκευάστηκε στα τέλη του 19 ου αιώνα και το οποίο ενσωματώνει σημαντικά στοιχεία τεχνικής (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 257). Η κατασκευή του υδραγωγείου έχει συμβάλει στην ανάπτυξη του αστικού χαρακτήρα της πόλης, έχοντας επιφέρει σημαντικές βελτιώσεις στην ποιότητα ζωής των κατοίκων. Για το λόγο αυτό, αποτέλεσε σημαντικό σημείο αναφοράς για την περιοχή (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 257). Προκειμένου να διασφαλιστεί η καλύτερη προστασία και ανάδειξη του μνημείου έχει οριστεί περιβάλλων ελεύθερος χώρος 100 μέτρων περιμετρικά του υδραγωγείου και 25 μέτρων εκατέρωθεν του αγωγού μεταφοράς του ύδατος (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 257) Νεοκλασικά κτήρια Ο νεοκλασικισμός στη Λαμία Η πολεοδομία και η αρχιτεκτονική του 19 ου αιώνα εκφράζουν όσο καμιά άλλη πολιτισμική έκφανση τη δημιουργική δραστηριότητα της Ελλάδας των νεώτερων χρόνων. Στην περίοδο μετά την Τουρκοκρατία και την ελληνική επανάσταση, το χάος και η εικόνα της καταστροφής ήταν εμφανή σε όλη τη χώρα. Για το λόγο αυτό, ξεκίνησε η πολεοδομική χάραξη και η εκτεταμένη ανοικοδόμηση των πόλεων, καθώς και η κατασκευή κτηρίων δημόσιων και ιδιωτικών που συμβάδιζαν με τις επιταγές της κλασικιστικής και ρομαντικής αρχιτεκτονικής, που κυριάρχησε στην Ευρώπη κατά το 18 ο και 19 ο αιώνα. Οι ευρωπαϊκές διδαχές, ωστόσο, εφαρμόστηκαν στην 90

91 Ελλάδα πλήρως αφομοιωμένες στο πνεύμα του νεοσύστατου αυτού μικρού κράτους (Τραυλός, Κόκκου, 1996: 515, 521. Τσακόπουλος, 1997: 32). Γύρω στα τέλη του 18 ου αι. εμφανίζεται μια νέα τάση στην τέχνη της Ευρώπης, ο ρομαντικός νεοκλασικισμός, που χαρακτηρίζεται από την απλότητα, τη σοβαρότητα, την αυστηρότητα και τη μεγαλοπρέπεια. Η καινούρια αυτή μορφή τέχνης προτάσσει το συναίσθημα έναντι της λογικής και η τέχνη έρχεται αντιμέτωπη με την τεχνική. Οι καλλιτέχνες και οι αρχιτέκτονες της νέας εποχής, που εφαρμόζουν τις επιταγές του ρυθμού αυτού, διακρίνονται για τη νοσταλγικότητά τους, που εκδηλώνεται με την επιστροφή στον αρχαίο κόσμο (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 1. Γιωτόπουλος, 1980: 84. Τραυλός, Κόκκου, 1996: ). Με την έλευση του 19 ου αιώνα η νεοκλασικιστική τάση εκδηλώθηκε για πρώτη φορά στους αγγλικούς κήπους και στα αρχαιοπρεπή οικοδομήματα και άρχισε να εξαπλώνεται και να κυριαρχεί σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η Ελλάδα που μόλις είχε απελευθερωθεί από τον τουρκικό ζυγό, έχοντας βιώσει 400 χρόνια σκλαβιάς καθώς και έναν επαναστατικό αγώνα που την είχε καταβάλει, πάλευε να ανασυσταθεί ως κράτος. Οι δοκιμασίες είχαν αφήσει πίσω τους συντρίμμια και ερείπια. Οι πόλεις της Τουρκοκρατίας ήταν περιορισμένης έκτασης, με δρόμους στενούς και ακανόνιστου σχήματος, με κτήρια ταπεινά και φτωχικά, που δεν άρμοζαν στην εικόνα ενός νέου κράτους και που δεν ήταν δυνατόν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες του. Η ρήξη με το οθωμανικό παρελθόν, συνεπώς, ήταν αναπόφευκτη για τις νέες ελληνικές αστικές πόλεις, των οποίων η πολεοδομική μορφή άλλαξε δραστικά μέσα στο 19 ο αιώνα. Η αιτία δεν ήταν άλλη από το γεγονός ότι την εποχή εκείνη εγκαταλείφθηκε το μοντέλο της οθωμανικής πόλης και τη θέση του ήρθε να πάρει το δυτικό πολεοδομικό μοντέλο, που επικράτησε, εξαιτίας των γενικότερων πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών ανακατατάξεων και μετασχηματισμών της εποχής. Για το λόγο αυτό, ο Καποδίστριας, αμέσως μετά την έλευσή του, σήκωσε το βαρύ φορτίο της ανασύστασης του κράτους και του σχηματισμού διοικητικού μηχανισμού για την εφαρμογή της νέας πολεοδομικής πολιτικής (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 1. Γιωτόπουλος, 1980: 84. Τραυλός, Κόκκου, 1996: 515. Τσακόπουλος, 1997: 31 32). Η διοίκηση, η γλώσσα, οι τέχνες, οι ονομασίες και μεταξύ άλλων και η αρχιτεκτονική επηρεάστηκαν από την αρχαία ιστορία και κατ επέκταση από τον νεοκλασικισμό, ένα καλλιτεχνικό ρεύμα που αναβίωνε το παρελθόν και που ήταν 91

92 απόλυτα εναρμονισμένο με την ελληνική πραγματικότητα της εποχής. Ο νεοκλασικισμός αποτελούσε, άλλωστε, ένα αδιάρρηκτο σύνδεσμο της Ελλάδας με το μεγαλειώδες παρελθόν της (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 1. Γιωτόπουλος, 1980: 84. Τσακόπουλος, 1997: 31. Μπούρας, Τουρνικιώτης, 2010: 247). Επί Όθωνα ( ), συστήθηκαν νέες υπηρεσίες με επικεφαλής κυρίως Βαυαρούς, που μετέφεραν στην Ελλάδα τη σύγχρονη ευρωπαϊκή σκέψη και πρακτική στην οργάνωση των χώρων. επρόκειτο για κατακτήσεις της εποχής του Διαφωτισμού, του δεύτερου μισού του 18 ου αιώνα, που στην αρχιτεκτονική και την πολεοδομία εκφράστηκαν με το κίνημα του νεοκλασικισμού. Οι νέες υπηρεσίες ήταν επιφορτισμένες με την τοπογράφηση και τη σύνταξη πολεοδομικών και ρυμοτομικών σχεδίων για την πλειονότητα των ελληνικών πόλεων της Πελοποννήσου, της Στερεάς, της Εύβοιας και των νησιών του Αιγαίου πελάγους. Από τα πρώτα δημόσια έργα ήταν η χάραξη και η διάνοιξη δρόμων, το κτίσιμο γεφυρών και η αποξήρανση των επιβλαβών ελών. Ακολούθησαν έργα οδοποιίας, αλλά και λιμενικά για τη διευκόλυνση των θαλασσίων οδών και την προώθηση του εμπορίου (Τραυλός, Κόκκου, 1996: Τσακόπουλος, 1997: 31). Η χάραξη και ανάπτυξη των πόλεων βασιζόταν στη ρυμοτομική διάρθρωση των παλαιότερων και ήδη υπαρχόντων, επιφέροντας μικρές μόνο διαπλατύνσεις και ευθυγραμμίσεις. Το πολεοδομικό σχέδιο εφαρμόστηκε στις επεκτάσεις της κάθε πόλης. Παράλληλα, δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στην ανάδειξη και στη διατήρηση των επιφανειακών αρχαιοτήτων. Στα τελευταία χρόνια του 19 ου αιώνα, παρόλα αυτά, οι επεκτάσεις και οι τροποποιήσεις των παλαιών πόλεων έγιναν αυθαίρετα, χωρίς την εφαρμογή συγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου (Τραυλός, Κόκκου, 1996: 516, 519). Οι Έλληνες και ξένοι αρχιτέκτονες που εργάστηκαν στην Ελλάδα για την αναδημιουργία της χώρας, σπούδασαν σε βάθος την αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική, μελετώντας τα ίδια τα μνημεία και αποτυπώνοντας σχεδιαστικά κάθε τους λεπτομέρεια. Με τον τρόπο αυτό, κατανόησαν τις λανθάνουσες καμπυλότητες, τις αρμονικές αναλογίες και τη ζωγραφική διακόσμηση του μαρμάρου. στη συνέχεια, άρχισαν να τα εφαρμόζουν στα έργα τους, εγκαινιάζοντας μια αληθινή ελληνική αναγέννηση. Τα πρότυπα δεν ήταν μόνο τα αρχαία ελληνικά και ρωμαϊκά έργα τέχνης, αλλά και τα βυζαντινά και τα αναγεννησιακά καλλιτεχνικά δημιουργήματα (Τραυλός, Κόκκου, 1996: 522, 525). 92

93 Η λαϊκή αρχιτεκτονική, που ανθούσε κατά τα προεπαναστατικά κυρίως χρόνια, ερχόταν σε αντίθεση με την αρχαία και τη βυζαντινή παράδοση, αλλά είχε να επιδείξει αξιόλογες οικίες, αρχοντικές και απλοϊκές. Το νεοκλασικιστικό ρεύμα παραμέρισε τις φόρμες και τις τεχνικές της λαϊκής αρχιτεκτονικής, και καθιέρωσε τα δικά του χαρακτηριστικά γνωρίσματα, που έδεσαν αρμονικά με το τοπίο και τον περιβάλλοντα χώρο των ελληνικών πόλεων, όπως η Αθήνα και το Ναύπλιο. Κτίστηκαν νέα σπίτια και οικοδομήματα. Οι φορείς του νεοκλασικισμού σε μια προσπάθεια να προσεγγίσουν και τα λαϊκά στρώματα δημιούργησαν κτήρια με περισσή χάρη, αν και πολλές φορές γεμάτα αντινομίες (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 1 2. Γιωτόπουλος, 1980: 84 85). Οι επιδράσεις του νέου ρυθμού της πρωτεύουσας, που ήταν το επίκεντρο του νεοκλασικισμού, σε μια μικρή πόλη της επαρχίας ήταν καταλυτικές. Οι οικονομικά εύρωστοι κάτοικοι της Λαμίας, που διατηρούσαν επαφές με τους Αθηναίους, τη μοντέρνα ζωή, τον καινούριο κόσμο και τα κτήριά του, εισήγαγαν πρώτοι τη νέα τεχνοτροπία, θεωρώντας ότι τα σπίτια τους έπρεπε να κτιστούν σύμφωνα με τις επιταγές της μόδας, με τις αναλογίες και με τις αρχιτεκτονικές λεπτομέρειές της. Παράλληλα, οι μεγαλοαστοί αυτοί, πολλοί από τους οποίους ήταν Έλληνες της διασποράς, ρύθμιζαν την πολιτική, οικονομική και κοινωνική κατάσταση της Λαμίας, π.χ. ο Χριστόφορος Περραιβός, ο Αναγνώστης Ζητουνιάτης, ο Τζαχείλας, οι Αινιάνες, ο Παπακώστας, ο Τζαμάλας, ο Κυριάκος Τασίκας από την Αίγυπτο, ο Πέρβελης, ο Ζορμπάς κ.ά. (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 2. Γιωτόπουλος, 1980: 85. Τραυλός, Κόκκου, 1996: 528). Με την έλευση της νέας εποχής, που σηματοδότησε η απελευθέρωση από την οθωμανική κυριαρχία, τέθηκε το ζήτημα της ανασυγκρότησης του έθνους. Η Λαμία, η παραμεθόριος αυτή πόλη, συμβάδιζε. Το αίτημα για ανοικοδόμηση και αναγέννηση ήταν γενικό. Η Ελλάδα κτιζόταν και νέα οικοδομήματα υψώνονταν διαρκώς, εξαφανίζοντας τα ίχνη της οθωμανικής περιόδου. Μετεπαναστατικά οι κατοικίες στη Λαμία (όσες είχαν απομείνει) ήταν κτισμένες σύμφωνα με τη λαϊκή αρχιτεκτονική, η οποία βασιζόταν στους ικανούς κτίστες. Σώζονταν επίσης αρκετά σπίτια και τζαμιά, που αποτελούσαν κατασκευές της Οθωμανικής περιόδου (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 2 3. Γιωτόπουλος, 1980: Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: ). Η απουσία ρυμοτομικού σχεδίου δυσκόλευε την ανοικοδόμηση και τα έργα υποδομής, που ήταν απαραίτητα για τη νέα πόλη. Το πρώτο ρυμοτομικό σχέδιο της 93

94 Λαμίας συντάχθηκε γύρω στο 1834 από τον Εμμανουήλ Μανιτάκη, που ανήκε στο Αρχιτεκτονικό Τμήμα του Υπουργείου Εσωτερικών (Τραυλός, Κόκκου, 1996: 519). Οι χώροι γύρω από τους οποίους αναπτύσσονταν οι καινούριες οικοδομές της Λαμίας εντοπίζονταν στο κέντρο της πόλης και συγκεκριμένα γύρω από τις τέσσερις πλατείες της. Σε εκείνες τις συνοικίες υπήρχαν οι σπουδαιότερες εκκλησίες, η Αρχοντική, η Παναγία Δέσποινα και άλλες. Εξαιτίας της κλίσης του εδάφους, οι δρόμοι εκεί ήταν στενοί και απότομοι. Μετά την απελευθέρωση, η Λαμία επεκτάθηκε σε όλη την πλαγιά του Αγίου Λουκά, στον λόφο του Κάστρου και στην πεδιάδα. Η επέκταση μεταξύ των δύο αυτών λόφων κρίθηκε αναγκαία, προκειμένου οι οικίες να απέχουν όσο το δυνατόν περισσότερο από τις εστίες της ελονοσίας, που προέρχονταν από τον κάμπο και ταλάνιζαν την περιοχή. Μετά το 1920, η πόλη συνέχισε να απλώνεται, κυρίως κατά μήκος των οδικών αξόνων που τη συνέδεαν με τις γειτονικές της, όπως ο Δομοκός, η Στυλίδα, η Αθήνα κ.ά. (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 3 4. Γιωτόπουλος, 1980: 86). Εκτός από τις πολυτελείς κατοικίες των πλουσίων Λαμιωτών, αρκετά νεοκλασικά στοιχεία διέθεταν και τα υπόλοιπα οικοδομήματα, εφόσον ο νέος ρυθμός είχε επικρατήσει ολοκληρωτικά ως τρόπος δόμησης. Ακόμη και τα παλαιότερα σπίτια ανακαινίζονταν και ανανεώνονταν εξωτερικά, διατηρώντας, όμως, την παραδοσιακή λαϊκή τους όψη εσωτερικά. Το αποτέλεσμα ήταν ένα όμορφο πολεοδομικό σύνολο, που διακρινόταν για τη ρυθμική συνοχή του. Χαρακτηριστικές είναι οι αυλές με κήπους και φοίνικες, τα σκαλιστά μαρμάρινα μπαλκόνια, οι ψηλοτάβανοι και ευρύχωροι χώροι στο εσωτερικό, που κοσμούνταν με πολύχρωμες, αρχαΐζουσες ζωγραφικές παραστάσεις και οι εντυπωσιακοί πυλώνες (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 3 4. Γιωτόπουλος, 1980: 86). Το τέλος του νεοκλασικισμού στην Ελλάδα θα σημάνει η έλευση του οπλισμένου σκυροδέματος, που θα προσφέρει νέες κατασκευαστικές δυνατότητες στις αρχιτεκτονικές μορφές. Μετά τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου το μπετόν αρμέ επικράτησε οριστικά, ενώ παράλληλα, εμφανίστηκε το φαινόμενο της αδιάκριτης και με συστηματικό τρόπο κατεδάφισης των δημόσιων και ιδιωτικών κτηρίων του 19 ου αιώνα, για να ικανοποιηθούν οι στεγαστικές ανάγκες του πληθυσμού των νεοελληνικών πόλεων (Τραυλός, Κόκκου, 1996: 528). Ο νεοκλασικισμός εισήχθη στη Λαμία μετά το Μια ενδεικτική χρονολογία, που είναι λαξευμένη στο υπέρθυρο της οικίας Βακαλόπουλου επί της οδού Σατωβριάνδου, είναι το Σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες, καθώς με 94

95 βάση την επιγραφή στο υπέρθυρο της αυλόπορτας του κτηρίου Πλατή στις οδούς Αχιλλέως και Δυοβουνιώτη, ο νέος ρυθμός εισήχθη στις 20 Μαρτίου Παρόλα αυτά, τα δύο χαρακτηριστικότερα σπίτια της νέας τεχνοτροπίας ήταν του Δημητρίου Ελασσόνα στην πλατεία Διάκου και του Αθανασίου Γραμματίκα στην οδό Αινιάνων (το οποίο αργότερα γκρεμίστηκε), τα οποία κτίστηκαν στις αρχές του 20 ού αιώνα (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 3 5. Γιωτόπουλος, 1980: 86. Δαβανέλλος, 1994: 135, 181. Μπίρης, Καρδαμίτση Αδάμη, 2001: 246). Εικ. 42: Η επιγραφή στο υπέρθυρο της οικίας Χατζίσκου Πλατή (Δημοτικό Ωδείο Λαμίας σήμερα) (20 Μαρτίου 1860). Εικ. 43: Η επιγραφή στο υπέρθυρο της οικίας Βακαλόπουλου (1865). 95

96 Ο νεοκλασικισμός στη Λαμία άκμασε κυρίως στις αρχές του 20 ού αιώνα. Τα σπίτια κτίζονταν από Αθηναίους μάστορες, κτιστάδες και αρχιτέκτονες, των οποίων οι επιδράσεις προέρχονταν από την Αθήνα και τη σχολή του αθηναϊκού κλασικισμού. Τα τελευταία οικοδομήματα, που ακολούθησαν το νέο ρυθμό, χρονολογούνται στα 1930 (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 4 5. Γιωτόπουλος, 1980: 86. Δαβανέλλος, 1994: 135, 181. Μπίρης, Καρδαμίτση Αδάμη, 2001: 246). Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου ο νεοκλασικισμός ως καλλιτεχνικό ρεύμα άρχισε να παρακμάζει, ενώ με τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου σταδιακά εγκαταλείφθηκε (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 4 5. Γιωτόπουλος, 1980: 86). Η κατανομή των νεοκλασικών οικιών στη Λαμία είναι ενδεικτική των αντιλήψεων της εποχής. Κάλυπταν τα κεντρικότερα σημεία της πόλης και καταλάμβαναν τον χώρο γύρω από τις τέσσερις σημαντικότερες πλατείες της, π.χ. τις πλατείες Ελευθερίας, Λαού, Πάρκου, Διάκου. Οι ιδιοκτήτες προτιμούσαν το κέντρο, το οποίο τους πρόσφερε δυνατότητες για κοινωνικές και οικονομικές επαφές. Παράλληλα, επιδίωκαν να κτίσουν τα σπίτια τους κοντά στα έργα υποδομής, όπως η ύδρευση και ο φωτισμός, καθώς με τον τρόπο αυτό προστατεύονταν από τις ληστρικές επιδρομές, που μάστιζαν την ύπαιθρο έως το 1900 περίπου. με τον τρόπο αυτό προφυλάσσονταν και από τα κουνούπια που προέρχονταν από τα κοντινά έλη και τους ορυζώνες (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 3 4. Γιωτόπουλος, 1980: 86.). Χαρακτηριστικά στοιχεία της νεοκλασικής οικίας αποτελούσαν η πέτρινη ή μαρμάρινη βάση, τα μαρμάρινα σκαλοπάτια και οι μαρμάρινες πορτοσιές που έφεραν διακόσμηση άλλοτε πλούσια και άλλοτε από απλά κυμάτια. Τα μπαλκόνια ήταν μαρμάρινα και διακρίνονταν για τις φατνωματικές μπαλκονοποδιές με τα ανθεμωτά ή ζωόμορφα φουρούσια. Η διακόσμηση των νεοκλασικό οικοδομημάτων ήταν ιδιαίτερη. Ξεχώριζαν τα ακροκέραμα με παραστάσεις ανθεμίων ή μορφών της ελληνικής μυθολογίας, τα επίκρανα των παραστάδων, τα μικρά φουρούσια στα παράθυρα και στις πόρτες, οι ανάγλυφες πλάκες και ταινίες και τα ολόσωμα αγάλματα, αντίγραφα αντίστοιχων κλασικών δημιουργιών, που ήταν στημένα στις εισόδους ή στα στηθαία των κτηρίων. Η πήλινη διακόσμηση χρησιμοποιήθηκε τόσο στα δημόσια κτήρια όσο και στις ιδιωτικές κατοικίες, αλλά και στη λαϊκή αρχιτεκτονική, που συνέχισε να επιβιώνει παράλληλα με τον νεοκλασικισμό. Στο εσωτερικό τους τα δημόσια και ιδιωτικής χρήσης κτήρια διακοσμούνταν με 96

97 τοιχογραφίες (κυρίως στην οροφή) και πλαστικά κοσμήματα (Τραυλός, Κόκκου, 1996: ). Ο Άγγλος περιηγητής William Martin Leake (1805), που ως στρατιωτικός ανέλαβε πολλές αποστολές στην Ανατολική Μεσόγειο κι επισκέφτηκε και την Ελλάδα μεταξύ των ετών , ανέφερε ότι στη Λαμία οι οικίες ήταν κτισμένες με βάση το ρυθμό που επικρατούσε την εποχή εκείνη στα καλύτερα σπίτια. Το κάτω πάτωμα χρησιμοποιούνταν ως στάβλος και αποθήκη, ενώ το ανώτερο αποτελούνταν από μια σειρά τεσσάρων δωματίων που άνοιγαν σε πλατιά στοά, που χρησίμευε ως ταράτσα εξώστης και ήταν τόσο μεγάλη όσο όλα τα άλλα δωμάτια μαζί. Κάθε δωμάτιο διέθετε παράθυρο ή πόρτα, που έβλεπε προς την πλευρά της στοάς και στο εσωτερικό τους ήταν όλα μαύρα εξαιτίας του καπνού (Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 33). Ανέφερε επίσης ότι οι τοίχοι του κάτω πατώματος ήταν από ξηρότοιχο επιχρισμένο με λάσπη, ενώ οι τοίχοι του επάνω ορόφου με τούβλα ηλιοψημένα και ασβεστωμένα. Σε ορισμένα σπίτια οι τοίχοι και τα πατώματα ήταν σε ακαταστασία, γεγονός που οφειλόταν στη χλωρή ξυλεία και στον ξηρότοιχο της οικοδομής, τα οποία προκαλούσαν την παραμόρφωση του σχήματός τους. Οι περισσότερες οικίες έμοιαζαν έτοιμες να καταρρεύσουν στον παραμικρό σεισμό ή σε σφοδρό άνεμο (Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 33). Πολλά από τα νεοκλασικά οικοδομήματα της πόλης διακρίνονταν για την τυπική χρήση του ισογείου, που το μετέτρεπαν σε καφενεία, εστιατόρια κ.ά. Τα σπίτια της Λαμίας, που συνήθως ήταν διώροφα, διέθεταν αξιόλογη μορφολογία, που ακολουθούσε το συντηρητικό κλασικισμό, ο οποίος ήταν σύμφωνος με την αισθητική παράδοση της Παλαιάς Ελλάδας των πρώτων δεκαετιών του 20 ου αιώνα (Μπίρης, Καρδαμίτση Αδάμη, 2001: ). Διάφοροι περιηγητές, όπως ο Γαβριηλίδης (που πέρασε από τη Λαμία το 1892), ανέφεραν ότι αν και οι νεοκλασικές οικίες της Λαμίας δεν ήταν το ίδιο κομψές, όπως εκείνες της Σύρου ή το ίδιο μεγαλοπρεπείς και αρχοντικές όσο της Ύδρας, αποτελούσαν, ωστόσο, θεατρικότατα οικοδομικά συμπλέγματα, που αναμειγνύονταν με ακανόνιστες δενδροσειρές, δημιουργώντας ένα γλαφυρά γραφικό αποτέλεσμα (Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 164). 97

98 Ιδιοκτήτες, κατασκευαστές και μάστορες Τα ανθεκτικότερα σπίτια στη φθορά του χρόνου αποδείχτηκαν εκείνα που ανήκαν στους οικονομικά εύρωστους κατοίκους της Λαμίας και σήμερα παραμένουν αδιάψευστοι μάρτυρες της εποχής τους. Ήταν μεγαλοπρεπή και εντυπωσιακά. είναι αναμφισβήτητο ότι επρόκειτο για αληθινά πλουσιόσπιτα. Οι ιδιοκτήτες τους ήταν οι μεγαλοκτηματίες και οι μεγαλοαστοί, που συνδύαζαν την οικονομική ισχύ με την κοινωνική επιβολή. Δεν ήταν λίγοι και οι ομογενείς από το εξωτερικό, που αγόραζαν εκτάσεις από τους Τούρκους που έφευγαν. Αυτοί έκτιζαν για ασφάλεια τα σπίτια τους μέσα στην πόλη της Λαμίας. Οι οικίες τούς κόστιζαν πραγματικά μια περιουσία, εφόσον οι μαστόροι δεν αρκούνταν πια σε ένα πιάτο φαί, αλλά αμείβονταν καλά για την εργασία που παρείχαν. Οι σιδεριές, τα μάρμαρα και τα κεραμικά που χρησιμοποιούσαν, στοίχιζαν ακριβά, καθώς αγοράζονταν από μακριά, κυρίως από το Βόλο και την Αθήνα (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 5. Γιωτόπουλος, 1980: 86 87). Οι μαστόροι, που κατέφταναν στη Λαμία, προέρχονταν από την πρωτεύουσα και έφεραν τα χαρακτηριστικά της νέας τεχνοτροπίας, που είχαν διδαχτεί από τους Βαυαρούς και τους Ιταλούς τεχνίτες, από το Πολυτεχνικό Σχολείο, αλλά και από τους Έλληνες και ξένους αρχιτέκτονες, γλύπτες και ζωγράφους, δίπλα στους οποίους είχαν μαθητεύσει. Επρόκειτο για μια νέα τεχνική, που από αρχιτεκτονικής απόψεως είχε να παρουσιάσει στέρεα λίθινα μπαλκόνια με μαρμάρινα φουρούσια, σιδεριές στα στηθαία, νέα φύλλα ασφαλείας που ακολουθούσαν ευρωπαϊκά πρότυπα, δόμηση κατεξοχήν με τούβλο κ.ά. (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 3. Γιωτόπουλος, 1980: Τραυλός, Κόκκου, 1996: 523). Οι μάστορες ήταν εμφανώς εξοικειωμένοι με το νέο ρυθμό, ήταν έμπειροι και ικανοί. Οι περισσότεροι από αυτούς φημολογούνταν ότι ήταν απόφοιτοι του Πολυτεχνείου. Κοσμούσαν τις προσόψεις των κτηρίων με διακοσμητικά στοιχεία. Από την άλλη, αρκετοί διακεκριμένοι αρχιτέκτονες, που προέρχονταν από την πρωτεύουσα, εργάστηκαν σε πολλές επαρχιακές πόλεις, συμβάλλοντας στη δημιουργία σπουδαίων νεοκλασικών οικιών που λειτούργησαν ως πρότυπα. Στη Λαμία, ωστόσο, δεν είναι γνωστό κανένα οικοδόμημα που να σχεδιάστηκε από κάποιο διάσημο αρχιτέκτονα (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 6. Γιωτόπουλος, 1980: 87). Ο αρχιμάστορας που μνημονεύεται κατά κόρον, ήταν ο Μιλτιάδης Μπάλλας ή Αμπελιώτης ή Αμπελακιώτης, που καταγόταν από το Βόλο και ο οποίος είχε 98

99 σπουδάσει στο Πολυτεχνείο. Μεταξύ των έργων του συγκαταλέγονται τα δύο αξιολογότερα κτήρια της εποχής στην πόλη, του Δημητρίου Ελασσόνα στην πλατεία Διάκου και του Αθανασίου Γραμματίκα στην οδό Αινιάνων (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 6. Γιωτόπουλος, 1980: 87.). Το σπίτι του Γραμματίκα επί της οδού Αινιάνων φέρει τις επιρροές των αθηναϊκών σπιτιών, με φανερές επιδράσεις του μνημείου του Λυσικράτη στην Πλάκα (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 5 7. Γιωτόπουλος, 1980: 87, 88). Οι όψεις των οικιών της Λαμίας χαρακτηρίζονταν από συμμετρία. Χαρακτηριστικά ήταν τα μαρμάρινα φουρούσια των μπαλκονιών που συνδύαζαν αρμονικά την αισθητική ομορφιά με τη στατική λειτουργία. Όσον αφορά στην εσωτερική τους διαρρύθμιση, η κάτοψη ήταν απλή και λειτουργική. Η κάτοψη αποτελούνταν, ουσιαστικά, από ένα διάδρομο που εξυπηρετούσε τα δωμάτια που βρίσκονταν αριστερά και δεξιά του, ενώ στο βάθος του η σκάλα οδηγούσε στον επάνω όροφο. Η μπροστινή είσοδος έβγαζε στη μαντρογυρισμένη εσωτερική αυλή. Συχνά, σε αρκετές από αυτές τις αυλές υψωνόταν και ένας χαρακτηριστικός φοίνικας (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 7. Γιωτόπουλος, 1980: 88). Τα δωμάτια της κάθε οικίας, που συνδέονταν μεταξύ τους χάρη στα ανοίγματά τους προς τον κεντρικό διάδρομο, ήταν πολλά και ευρύχωρα, με περισσότερα από 2 μέτρα πλάτος και συνυπήρχαν με διαδρόμους, κουζίνες και πλακόστρωτους χώρους υγιεινής. Αποτελούσαν συχνά τεράστιους χώρους δεξιώσεων και δωμάτια των φιλοξενουμένων και των ενοίκων. τα υπόγεια χρησίμευαν στη φύλαξη και αποθήκευση τροφίμων και καυσόξυλων (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 7. Γιωτόπουλος, 1980: 88). Οι χώροι που θεωρούνταν επίσημοι, διακοσμούνταν με γύψινες κατασκευές και ζωγραφίζονταν με πολύχρωμες παραστάσεις, εμπνευσμένες από αρχαϊκά θέματα ή με ποικίλα διακοσμητικά συμπλέγματα. Στην είσοδο του σπιτιού δεξιά και αριστερά στο διάδρομο, οι τοίχοι ήταν χρωματισμένοι σε ύψος 1,50 μέτρου περίπου, με βαθύ χρώμα που μιμούνταν το μάρμαρο. Η είσοδος που οδηγούσε απευθείας στο διάδρομο, διέθετε και δεύτερη διπλή πόρτα, η οποία λειτουργούσε ως ανεμοφράκτης (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 7 8. Γιωτόπουλος, 1980: 88). Η κατασκευή των νεοκλασικών οικιών της Λαμίας ήταν σύνθετη, συμβαδίζοντας πότε με τους παραδοσιακούς τρόπους δόμησης και πότε με τους 99

100 καινούριους που εισήγαγε η νεόφερτη τέχνη. Αυτό ήταν ιδιαίτερα φανερό, όταν για παράδειγμα στα σπίτια αυτά απαντούσαν συγχρόνως μεταλλικά πατώματα στο ισόγειο και ξύλινα στον όροφο. Οι στέγες ακολουθούσαν βυζαντινά πρότυπα και έφεραν στις άκρες ακροκέραμα (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 8. Γιωτόπουλος, 1980: 88). Ξεκινώντας από τον σκελετό των οικιών αυτών, αξίζει να αναφερθεί ότι η πέτρα πελεκιζόταν στα νταμάρια της πόλης από εργάτες, που αποκαλούνταν πελεκάνοι. Η λάσπη των κατασκευών αποτελούνταν από ασβέστη και χοντρή άμμο προερχόμενη από τη γειτονική περιοχή του Ξηριά, σε αναλογία 1:3. Τα πρέκια σχηματίζονταν από οριζόντια τόξα με συμπαγή τούβλα ή από σιδηροδοκούς που έφεραν σχήμα διπλού ταυ (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 8. Γιωτόπουλος, 1980: 89). Τα μαρμάρινα σκαλιστά φουρούσια, που έφταναν έτοιμα από την Αθήνα και επάνω στα οποία πατούσαν οι μαρμάρινες μπαλκονόπλακες, είχαν το πίσω μέρος τους ως αντίβαρο, χωμένο βαθιά μέσα στον πέτρινο τοίχο. Επάνω στις μπαλκονόπλακες και στους τοίχους, οι σιδεριές του μπαλκονιού, που ήταν χυτές σε βολιώτικα σιδηρουργεία, πιάνονταν με τζινέτια. Η κουπαστή ήταν κατασκευασμένη από ευρωπαϊκό ξύλο και ήταν στερεωμένη στο σίδερο με μικρές βίδες. Τα πατώματα ήταν ξύλινα και κάποιες φορές μεταλλικά στο ισόγειο. Στους τοίχους κάτω από τα παράθυρα υπήρχε οπτοπλινθοδομή, ενώ τα τούβλα ήταν σκαφιδωτά και προέρχονταν από τα τοπικά κεραμοποιεία. Από ευρωπαϊκά ξύλα κατασκευάζονταν τα κουφώματα και τα πατζούρια. Τα κιονόκρανα, τα φουρουσάκια που στήριζαν την κορνίζα, καθώς και τα ακροκέραμα ή οι ανάγλυφες μορφές θεών ή τα κοσμήματα, ήταν φτιαγμένα από πηλό που προερχόταν από την Αθήνα ή από το Βόλο (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 8 9. Γιωτόπουλος, 1980: 89). Στα επιχρίσματα, που συνεχίστηκαν και μεταπολεμικά, χρησιμοποιούσαν άμμο από τον Ξηριά ή από τον Σπερχειό. Οι ραβδώσεις στις προσόψεις γίνονταν τραβηχτές με πηχάκια ή με εργαλείο, γνωστό οικοδομικό όργανο της εποχής, ή ήταν πατητές. Τα δάπεδα και οι αυλές στρώνονταν με πλάκες από το Πήλιο (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 10. Γιωτόπουλος, 1980: 89 90). Η γενική διάρθρωση, αλλά και τα επιμέρους στοιχεία των προσόψεων των νεοκλασικών οικιών μιμούνταν αρχαίες κατασκευές. Τα κτίσματα ήταν κυρίως διώροφα, με υπερυψωμένο ισόγειο, ώστε το υπόγειο να είναι πιο ευρύχωρο (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 10. Γιωτόπουλος, 1980: 90). 100

101 Η όψη διαιρούνταν σε ορόφους με τραβηχτά διαζώματα, που οι λαϊκοί τεχνίτες αποκαλούσαν ζωνάρια ή επιστύλια. Δεξιά και αριστερά από τα ανοίγματα αλλά και στις γωνίες των σπιτιών, υπήρχαν τα υποστυλώματα, οι λεγόμενες λαμπαδιές, που κατέληγαν σε κιονόκρανα και κεφαλοκόλωνα που ήταν είτε ιωνικού είτε κορινθιακού ρυθμού και τα οποία με τη σειρά τους στήριζαν το επιστύλιο που σχηματιζόταν από τραβηχτές ραβδώσεις. Στις πιο πολυτελείς από τις κατασκευές αυτές, επάνω από το επιστύλιο των ανοιγμάτων, υπήρχε ένα μικρό αέτωμα ή όπως αποκαλούνταν αλλιώς, μια τριγωνική πυραμίδα ή ελληνικό ή Δέλτα, που λειτουργούσε ως προεξοχή ενισχυμένη με τούβλα. Στο βάθος της πυραμίδας, στην επιφάνεια που ονομαζόταν και αφαλός, φιλοξενούνταν γλυπτές κεφαλές ή διακοσμητικές φυτικές απομιμήσεις, ενώ εάν το αέτωμα βρισκόταν επάνω από την είσοδο παριστανόταν σε αυτό ένα μάτι, σαν δίκης οφθαλμός (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: Γιωτόπουλος, 1980: 90 91). Επάνω από την πυραμίδα κατασκευαζόταν ένα νέο επιστύλιο ή ζωνάρια ή ζωφόρο ή λαϊκότερα ζωϊφόρα ή ζωφόρα, που εκτεινόταν σε όλο το πλάτος της όψης και βαφόταν σε βαθύ κόκκινο ή μπλε, στο οποίο κατέληγαν και οι γωνιακές λαμπαδιές. Επάνω από τη ζωφόρο αυτή υπήρχαν τα τακάκια, μικροί μιστρισμένοι κύβοι, που απομιμούνταν τις σταγόνες των αρχαίων ναών. Ακόμη ψηλότερα απαντούσε η κορνίζα που εκτεινόταν τραβηχτή στη θέση της αρχαίας κορωνίδας, με το κεφάλι να αποτελεί το επιστέγασμά της (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 11. Γιωτόπουλος, 1980: 90 91). Τα κεραμίδια που κατέληγαν στα περίφημα ακροκέραμα, αποκαλούνταν από τους μαστόρους φιόγια ή κουκουβάγιες. Η κορνίζα στηριζόταν στα φουρουσάκια από πηλό, που αποτελούσαν ομοιώματα των αντίστοιχων μαρμάρινων φουρουσιών που στήριζαν τις μπαλκονόπλακες. Τα φουρούσια έφεραν διακόσμηση φυτικών παραστάσεων και μαζί με τις μαρμάρινες μπαλκονόπλακες μεταφέρονταν έτοιμα από την Αθήνα. Το κάτω μέρος της μπαλκονόπλακας έφερε λαξευμένες γεωμετρικές παραστάσεις, ενώ κάτω από τα παράθυρα, ανάμεσα στις λαμπαδιές, διακρινόταν ένα απλό σχήμα που αποκαλούνταν ξυράφι (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: Γιωτόπουλος, 1980: 90 91). Ο τοίχος του υπογείου, που αποτελούσε το χαμηλότερο τμήμα της όψης των οικιών, είχε διαφορετική οργάνωση από οριζόντιες και κάθετες ραβδώσεις εσοχές, που αναπαριστούσαν ψευδή δόμηση με ογκώδεις ορθογωνισμένους λίθους. Τα ανοίγματα, που βρίσκονταν χαμηλότερα, προστατεύονταν με σιδεριές. Οι 101

102 μαντρότοιχοι ξεχώριζαν για τις εντυπωσιακές αυλόπορτες, που έφεραν ως επιστέγασμα ένα λίθινο τόξο ή αέτωμα. Οι παλαιότερες από αυτές ήταν ξύλινες, ενώ οι νεότερες ήταν μεταλλικές, χυτές σε βολιώτικα σιδηρουργεία (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 12. Γιωτόπουλος, 1980: 90 91). Στα νεοκλασικά σπίτια της Λαμίας υπήρχε μια πολυχρωμία. Τα χρώματα των σπιτιών ποίκιλαν ανάλογα με το τμήμα της οικίας. Το φόντο που βρισκόταν στο τυφλό σημείο της όψης, βαφόταν με υδρόχρωμα της κίτρινης ώχρας, που περιείχε ώχρα, άσπρο, μπλε και φούμο. Σε μια πιο λαδί απόχρωση από ελαιόχρωμα αποδίδονταν οι εξώπορτες και τα μπατζούρια. Το κεφάλι της κορνίζας, οι λαμπαδιές, τα επιστύλια, τα ζωνάρια και οι πυραμίδες βάφονταν λευκά με υδρόχρωμα, που περιείχε άσπρο (ασβέστη), μπλε και φούμο. Η ζωφόρα ή ζωφόρος, που βρισκόταν πριν από την κορνίζα βαφόταν με υδρόχρωμα κόκκινη (κόκκινο βαθύ ή ώχρα ή άσπρο και μπλε). Η κάτω ζωφόρα, που εντοπιζόταν στο ύψος των μπαλκονιών του ορόφου, βαφόταν παρόμοια, αλλά σε πιο βαθύ χρώμα που ήταν ανακατωμένο με ψαρόκολλα λιωμένη στον ατμό (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: Γιωτόπουλος, 1980: 91 92). Η μαρμάρινη μπαλκονόπορτα βαφόταν με μπλε υδρόχρωμα, ανακατωμένο με ελάχιστη ποσότητα ψαρόκολλας λιωμένης στον ατμό. Το μαύρο ελαιόχρωμα χρησιμοποιούνταν στις σιδεριές των μπαλκονιών και της εξώπορτας ή στα κάγκελα της αυλής και των κάτω ανοιγμάτων. Τα διάφορα πήλινα διακοσμητικά, όπως τα ακροκέραμα, τα φουρουσάκια της κορνίζας και τα κεφαλοκόλωνα, βάφονταν ενίοτε στο χρώμα τους (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 14. Γιωτόπουλος, 1980: 91 92). Τα πιο αγαπητά χρώματα για το εσωτερικό των σπιτιών ήταν το μπλε ανοιχτό για τα δωμάτια και η ώχρα, καθώς και το ροζ σε συνδυασμό με την ώχρα. Στο διάδρομο και έως το ενάμιση μέτρο ύψος περίπου, υπήρχε στους τοίχους το βαθύ καφέ χρώμα, με απομιμήσεις μαρμαροθετημάτων (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 14. Γιωτόπουλος, 1980: 91 92). Στη Λαμία υπήρχαν δεκάδες νεοκλασικές οικίες, πολλές από τις οποίες, όμως κατεδαφίστηκαν, όπως το σπίτι του Τσάλη στην οδό Μακροπούλου ή εκείνο του Γραμματίκα. Εντός της σύγχρονης πόλης διατηρούνται ακόμη κάποια οικοδομήματα, που λειτουργούν ως μάρτυρες της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής που άκμασε στην πρωτεύουσα του Νομού Φθιώτιδας (Γιωτόπουλος, 1980: 92). 102

103 Τα διατηρητέα νεοκλασικά κτήρια της Λαμίας Στην καταγραφή αυτή των διατηρητέων νεοκλασικών κτισμάτων της Λαμίας περιλαμβάνονται κυρίως οικίες και δημόσια κτήρια, που έχουν κηρυχθεί ως διατηρητέα μνημεία και έργα τέχνης από το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού. Ωστόσο, δεν είναι λίγες οι φορές, που το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού συνεργάστηκε με το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής σήμερα), προκειμένου να κηρύξουν ως διατηρητέα και να προστατεύσουν από κοινού μνημεία και αξιόλογες αρχιτεκτονικές κατασκευές, που έχρηζαν ειδικής κρατικής προστασίας. Παρόλα αυτά, όσα κτηριακά σύνολα δεν προστατεύονται επαρκώς και από τους δύο φορείς (ΥΠ.ΠΟ.Τ. και Υ.Π.Ε.Κ.Α.), συνήθως γκρεμίζονται, καταρρέουν εγκαταλελειμμένα και η πολιτισμική, καλλιτεχνική και κοινωνική τους αξία και μαρτυρία χάνεται για πάντα. 1) Οικία Ζήση Γαρδίκη. Η οικία στις οδούς Βύρωνος και Καραγιαννοπούλου στη Λαμία, ιδιοκτησίας Ζήση Γαρδίκη, εντάχθηκε στα διατηρητέα κτίσματα το Κηρύχθηκε ως διατηρητέο κτήριο με την Υ.Α. ΥΠΠΕ/ΔΙΛΑΠ/Γ/1488/39020/ (Φ.Ε.Κ. 639/Β/ ). Το νεώτερο αυτό μνημείο χαρακτηρίστηκε ως έργο τέχνης που έχρηζε ειδικής κρατικής προστασίας, γιατί παρουσίαζε αρχιτεκτονικό και μορφολογικό ενδιαφέρον, χάρη στα διακοσμητικά πλαίσια στα ανοίγματα, στις ποδιές των παραθύρων, τις διαμορφωμένες με πήλινες μπουκάλες, στα μαρμάρινα μπαλκόνια και φουρούσια με τη νεοκλασική διπλή έλικα, στις νεοκλασικές παραστάδες, στις διακοσμητικές ταινίες κ.ά. Το κτίριο δέσποζε σε κεντρικό σημείο της Λαμίας και αποτελούσε αξιόλογο δείγμα νεοκλασικού ρυθμού, όπως αυτός αναπτύχθηκε στην ελληνική επαρχία ( 103

104 Εικ. 44: Η οικία του Ζήση Γαρδίκη (δε σώζεται σήμερα) (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 25). Ωστόσο, την ίδια χρονιά αποχαρακτηρίστηκε και, παράλληλα, χορηγήθηκε άδεια κατεδάφισης της οικίας αυτής, γιατί είχε υποστεί σημαντικές φθορές και οι δαπάνες αποκατάστασης θα ήταν πολλές ( Η οικία Ζήση Γαρδίκη ανήκε κάποτε στο Θανάση Στεδόπουλο. Κτίστηκε το 1860 και γκρεμίστηκε το Κατά τον πόλεμο του 1897 είχε μετατραπεί σε Στρατηγείο των ελληνικών στρατευμάτων. Στους χώρους του φιλοξενήθηκε την ίδια χρονιά ο Παύλος Μελάς (Δαβανέλλος, 1994: 145). Στο υπ αριθμ. 8903/ συμβόλαιο του συμβολαιογράφου της Λαμίας Δημητρίου Ρέντζου, αναφέρεται ότι η οικία στις οδούς Καραγιαννοπούλου και Βύρωνος δόθηκε σε πλειστηριασμό από τον ιδιοκτήτη της Αθανάσιο Στεδόπουλο, επειδή δε μπορούσε να αντέξει το οικονομικό βάρος από την κατασκευή της. Στο συμβόλαιο αυτό, επίσης, οι εσωτερικοί χώροι του χαρακτηρίζονταν ως αθηναϊκής καλλονής (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 5 7. Γιωτόπουλος, 1980: 87, 88). 2) Οικία Γ. Πιπιλίγκα. Το Κτίριο στις οδούς Διάκου και Πατρόκλου στη Λαμία, ιδιοκτησίας Γ. Πιπιλίγκα, κηρύχθηκε το 1978 ως διατηρητέο κτήριο και νεότερο μνημείο, με την Υ. Α. ΥΠΠΕ/ΔΙΛΑΠ/Γ/48305/1905/ (Φ.Ε.Κ. 910/Β/ ). Χαρακτηρίστηκε ως έργο τέχνης που χρειαζόταν ειδική προστασία, γιατί αποτελούσε ένα πολύ καλά διατηρημένο, νεοκλασικό κτήριο, που διέθετε αξιόλογα 104

105 αρχιτεκτονικά και μορφολογικά στοιχεία. Τα διακοσμητικά στοιχεία, που διάρθρωναν τις προσόψεις του, ήταν οδοντωτές ταινίες, ενώ τα ανοίγματα πλαισιώνονταν από παραστάδες με θριγκούς και με ψευδοδόμους στη γωνία. Το στέγαστρο στην είσοδο θεωρήθηκε ιδιαίτερα αξιόλογο. Η αετωματική επίστεψη του προεξέχοντος τμήματος ήταν, επίσης, ενδιαφέρουσα. Κρίθηκε σαν αξιόλογο δείγμα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής για την περιοχή, επειδή προσέγγιζε τα αθηναϊκά πρότυπα ( Το 1979 έγινε αποχαρακτηρισμός του και ανακλήθηκε η Υπουργική Απόφαση της κήρυξής του, γιατί θεωρήθηκε ότι δεν αποτελούσε αξιόλογο και αμιγές δείγμα νεοκλασικής οικίας. Η θέση του κτηρίου αυτού, μάλιστα, ανάμεσα και σε επαφή με νεόδμητες οικοδομές, δεν το βοηθούσαν να αναδειχθεί στην κλίμακά του και να θυμίσει το παρελθόν της πόλης ( 3) Το Αρχοντικό Δημητριάδη στην οδό Αινιάνων, κηρύχθηκε ως νεώτερο μνημείο το 1967, με την Υ.Α. 4701/ (Φ.Ε.Κ. 183/Β/ ), και χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο κτήριο και τόπος ιδιαίτερου φυσικού κάλλους. Το Αρχοντικό κρίθηκε εξαιρετικά ενδιαφέρων από απόψεως αρχιτεκτονικής και ιστορικής. Η κατασκευή του τοποθετείται στην τελευταία δεκαετία του 19 ου αιώνα (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 259. Δαβανέλλος, 1994: 143). Ο ιδιοκτήτης το άφησε κληροδότημα στην Παιδαγωγική Ακαδημία Λαμίας. Στους χώρους του φιλοξένησε τον Οίκο του Απόρου Σπουδαστού. Δόθηκε δωρεά στο Δήμο της πόλης μαζί με το διπλανό Αρχοντικό του Τράκα. Στη θέση τους κτίστηκε η Δημόσια Βιβλιοθήκη, η Δημοτική Πινακοθήκη και το Ιστορικό Αρχείο (Δαβανέλλος, 1994: 143). Όταν το Αρχοντικό γκρεμίστηκε και πριν ανεγερθεί το νέο κτήριο, ιδιοκτησίας Δήμου Λαμιέων, το οποίο στεγάζει, σήμερα, τις προαναφερθείσες Υπηρεσίες, εντοπίστηκαν, χάρη σε εκσκαφικές εργασίες, αρχαία οικοδομικά λείψανα πολλών και διαφορετικών φάσεων και εποχών (Παπακωνσταντίνου Κατσούνη, 1990: ). Το Αρχοντικό Δημητριάδη (ή εκείνο του Τσάλη) προτάθηκε το 1967, μετά την αποκατάσταση του, να χρησιμοποιηθεί για τη στέγαση του υπό ίδρυση τότε αρχαιολογικού, ιστορικού και λαογραφικού Μουσείου Λαμίας, τον πυρήνα του οποίου θα αποτελούσε η Συλλογή Αρχαιοτήτων Λαμίας, που φιλοξενούνταν έως τότε 105

106 σε δύο δωμάτια της Δημοτικής Βιβλιοθήκης (Φιλιππάκη, Συμεώνογλου, Φαράκλας, 1968: ). Εικ. 45: Το Αρχοντικό Δημητριάδη πριν από την κατεδάφισή του (Δαβανέλλος, 1994: 143). 4) Κτήριο Π. Κατσούδα. Το Κτήριο στην οδό Κοντοπούλου και Ευαγγελιστρίας 1 στη Λαμία, ιδιοκτησίας Παντελή Δ. Κατσούδα, αποτελεί νεώτερο μνημείο που ανήκει στα διατηρητέα κτήρια. Κηρύχθηκε το 1986, με την Υ. Α. ΥΠΠΟ/ΔΙΛΑΠ/Γ/3272/7 4386/ (Φ.Ε.Κ. 66/Β/ ), και χαρακτηρίστηκε ως έργο τέχνης, μαζί με περιβάλλοντα ελεύθερο χώρο, διότι αποτελεί αντιπροσωπευτικό δείγμα της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής των αρχών του 20 ού αιώνα. Πρόκειται για λιθόκτιστο κεραμοσκεπές κτίσμα, με σχεδόν τετράγωνη κάτοψη, με ημιυπόγειο, ισόγειο και σοφίτα. Η κατοικία βρίσκεται στο ισόγειο, όπου οδηγεί ημικυκλική σκάλα, ενώ προστατεύεται από περίτεχνες σιδεριές. Πλούσιος διάκοσμος στολίζει το εσωτερικό του ισογείου, ενώ η πλακόστρωση κοσμείται με αρχαΐζουσες παραστάσεις. Εξαιρετικής σημασίας είναι και το μαρμάρινο τζάκι της οικίας (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 261). 106

107 Εικ. 46: Η οικία Παντελή Κατσούδα (Ευαγγελιστρίας 1 και Κοντοπούλου). Οι όψεις του κτηρίου φέρουν πλούσια διακόσμηση. Διαθέτουν ψευδοπαραστάδες με κατάληξη πήλινων κορινθιακών κιονοκράνων, κορνίζες που πλαισιώνουν τα διάφορα ανοίγματα, οριζόντια γείσα τοποθετημένα στο επάνω μέρος των παραθύρων που μοιάζουν να στηρίζονται σε πήλινους γεισίποδες, ευθείες και οδοντωτές ταινίες, καθώς και πολλά άλλα αρχιτεκτονικά στοιχεία, που συνδυάζονται αρμονικά προσφέροντας στο κτήριο το χαρακτήρα του έργου τέχνης. Επίσης, η στέγη στολίζεται από ένα μικρό στηθαίο, που φέρει κολονάκια (μπαλούστρες) και τρεις γλάστρες (κρατήρες). Για την πλήρη ανάδειξη του μνημείου η προστασία επεκτείνεται και στο χώρο που το περιβάλλει (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 261). 5) Το Κτήριο του Δικαστικού Μεγάρου, που βρίσκεται στις οδούς Λεωνίδου, Καποδιστρίου και Χατζοπούλου στη Λαμία, κηρύχθηκε το 1980, με την Υ. Α. ΥΠΠΕ/ΔΙΛΑΠ/Γ/4415/187/ (Φ.Ε.Κ. 342/Β/ ), και χαρακτηρίστηκε ως έργο τέχνης χρήζον ειδικής κρατικής προστασίας, γιατί ήταν ένα από τα ελάχιστα εναπομείναντα νεοκλασικά οικοδομήματα του 20 ού αιώνα στην πόλη της Λαμίας. Το είδος του μνημείου αναφέρεται ως διατηρητέο κτήριο και κέντρο εξουσίας (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 263). 107

108 Εικ. 47: Το Δικαστικό Μέγαρο Λαμίας. Το κτήριο κτίσθηκε με δωρεά του Ανδρέα Συγγρού, με προορισμό να χρησιμοποιηθεί εξαρχής ως δικαστήριο. Τα αρχιτεκτονικά και μορφολογικά στοιχεία, που το χαρακτηρίζουν, όπως η συμμετρία στα ανοίγματα και στον όγκο, η επιμελής δόμηση των πλαισίων των ανοιγμάτων του ισογείου και των γωνιών του κτηρίου έως και τον πρώτο όροφο, οι διακοσμητικές απλές παραστάδες με τις ραδώσεις, η επιβλητική διαμόρφωση της κυρίας όψης και ο ενδιαφέρων εσωτερικός χώρος, το κάνουν να ξεχωρίζει από τα υπόλοιπων κτίσματα της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 263). Εικ. 48: Άποψη του Δικαστικού Μεγάρου. 108

109 6) Το Αρχοντικό Τσάλη στην οδό Μακροπούλου στη Λαμία χτίστηκε το 1870 και θεωρούνταν ως το πιο βαρύτιμο αρχοντικό της πόλης. Στο εσωτερικό του φιλοξενήθηκαν υπουργοί, βουλευτές, πρίγκιπες και βασιλείς, όπως το 1881 που διέμεινε σε αυτό ο βασιλιάς Γεώργιος Α. Στο εσωτερικό του κατά την περίοδο της κατοχής στεγάστηκαν σχολεία και αργότερα στους χώρους του φιλοξενήθηκαν οι σπουδαστές της Εκκλησιαστικής και Ιερατικής Σχολής της πόλης (Δαβανέλλος, 1994: 137). Εικ. 49: Το Αρχοντικό Τσάλη πριν την κατεδάφισή του (Δαβανέλλος, 1994: 137). Κηρύχθηκε ως νεώτερο μνημείο το 1967, με την Υ.Α. ΥΠΠΟ/ΔΙΛΑΠ/Γ/4701/ (Φ.Ε.Κ. 183/Β/ ), και χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο από αρχιτεκτονικής και ιστορικής απόψεως. Τον ίδιο χρόνο, ωστόσο, το κτίριο αυτό αποχαρακτηρίστηκε, με την αιτιολογία ότι αποτελούσε νεώτερο τύπο αρχοντικού, που δε διέθετε κάποια ιδιαίτερη καλλιτεχνική αξία (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 265). 7) Οικία Αθ. Μίχου. Το κτήριο στις οδούς Μακροπούλου και Αινιάνων στη Λαμία, φερόμενο ως ιδιοκτησία Αθανασίας Μίχου, κηρύχθηκε διατηρητέο το 1987, με την ΥΠΕΧΩΔΕ ΥΑ Γ /2727/ (ΦΕΚ 634/Δ/ ). Ο τύπος της κήρυξής του ανέφερε ότι επρόκειτο για νεώτερο μνημείο (Διαρκής Κατάλογος μνημείων, 2003: 266,01). 109

110 Εικ.: 50. Διατηρητέο νεοκλασικό (Αθανασίας Μίχου). Χαρακτηρίσθηκε ως διατηρητέο κτήριο από το Υπουργείο Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (νυν Υ.Π.Ε.Κ.Α.), με την εφαρμογή, ωστόσο, αυστηρών κανόνων και όρων. Για παράδειγμα, απαγορεύεται σε αυτό κάθε αφαίρεση, αλλοίωση ή καταστροφή των επί μέρους αρχιτεκτονικών και διακοσμητικών στοιχείων του. Επιτρέπεται η επισκευή, ο εκσυγχρονισμός των εγκαταστάσεων, η ενίσχυση του φέροντα οργανισμού, η εσωτερική διαρρύθμιση, καθώς και επεμβάσεις για λόγους λειτουργικούς, εφόσον δεν αλλοιώνεται ο αρχιτεκτονικός χαρακτήρας του. Επίσης, δεν επιτρέπεται η τοποθέτηση φωτεινών ή μη επιγραφών και διαφημίσεων σε οποιαδήποτε θέση του κτηρίου. Επιτρέπεται μόνο η τοποθέτηση επιγραφών περιορισμένων διαστάσεων που πληροφορούν για τυχόν χρήση του. Συγκεκριμένα, σήμερα, λειτουργεί ως Φροντιστήριο για την προετοιμασία μαθητών, υποψηφίων για τις Πανεπιστημιακές Σχολές (Διαρκής Κατάλογος μνημείων, 2003: 266,01). 8) Το Κτήριο του 6 ου Γυμνασίου Λαμίας, το λεγόμενο «Πέτρινο Γυμνάσιο», βρίσκεται στις οδούς Υψηλάντου και Τσιριμώκου και αποτελεί ιδιοκτησία του Ελληνικού Δημοσίου. Κηρύχθηκε το 1982, με την Υ. Α. 4793/188/ (Φ.Ε.Κ. 120/Β/ ), ως διατηρητέο νεώτερο μνημείο και κτίσμα κοινής ωφελείας (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 267 (α)). 110

111 Εικ. 51: Το κτήριο του 6 ου Γυμνασίου Λαμίας («Πέτρινο» Γυμνάσιο). Χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, επειδή κρίθηκε ότι επρόκειτο για ένα αρκετά ενδιαφέρον κτήριο από αρχιτεκτονικής απόψεως, χάρη στις αναλογίες του. Θεμελιώθηκε από τον Όθωνα και την Αμαλία και υπήρξε το πρώτο Γυμνάσιο της Λαμίας. Χρονικά τοποθετείται στο πρώτο ήμισυ του 19 ου αιώνα (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 267 (α)). Εικ. 52: Το Πέτρινο Γυμνάσιο Λαμίας. Το κτήριο αυτό κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο τόσο από το Υπουργείο Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων όσο και από το Υπουργείο Πολιτισμού, σε μια συντονισμένη προσπάθεια διάσωσης της πολιτισμικής 111

112 κληρονομιάς μιας πόλης με αξιοσημείωτη ιστορία και πολιτισμό (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 267 (α)). Εικ. 53: Το Πέτρινο Γυμνάσιο. Στη θέση του 6 ου Γυμνασίου υψωνόταν κάποτε το Κουρσούμ Τζαμί, το οποίο κτίστηκε το 1816 και από το οποίο πήρε το όνομά της ολόκληρη η γύρω γειτονιά. Δίπλα του κάποτε στεκόταν το Τούρκικο Διοικητήριο και παραδίπλα στεγαζόταν το ίδιο το σεράι του διοικητή της πόλης, του Χαλήλμπεη, ο οποίος είχε παντρευτεί τη Σαϊδέ Χανούμ, κόρη του Βελή πασά, του γιου του Αλή πασά. Το Τζαμί, μετά την απελευθέρωση, φιλοξένησε για μερικά χρόνια στους χώρους του το Δημοτικό Σχολείο Λαμίας (Δαβανέλλος, 1994: 81. Νάτσιος, 1998: 10. Κακαβάς, 2008: 99). Εικ. 54. Το Κουρσούμ Τζαμί (Δαβανέλλος, Σταυρόπουλος, 2005: 112). 112

113 9) Το Κτήριο της Τράπεζας της Ελλάδας βρίσκεται στην πλατεία Αθανασίου Διάκου, στην οδό Δυοβουνιώτη. Είναι ιδιοκτησία της τράπεζας και, επομένως, αποτελεί Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 271). Εικ. 55: Το κτήριο της Τράπεζας της Ελλάδας. Το κτήριο αυτό ανήκε κάποτε στον αγωνιστή του 1821 Δυοβουνιώτη, που ήταν μεγαλοτσιφλικάς (Δαβανέλλος, 1994: 183). Το 1985 χαρακτηρίστηκε, με την Υ. Α. 3282/54472/ (Φ.Ε.Κ. 805/Β/ ), ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο που χρειάζεται ειδική κρατική προστασία, γιατί αποτελούσε ένα αξιόλογο δείγμα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής των αρχών του 20 ού αιώνα, καθώς και σημείο αναφοράς που συνδεόταν με τη μνήμη των κατοίκων της Λαμίας. Επίσης, κρίθηκε σημαντικό για τη μελέτη της εξέλιξης της ιστορίας της αρχιτεκτονικής (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 271). 113

114 Εικ. 56: Το Κτήριο της Τράπεζας της Ελλάδας. Το εν λόγω κτήριο είναι διώροφο και κεραμοσκεπές, ενώ διαθέτει και υπόγειο. Φέρει αρκετά νεοκλασικά στοιχεία, όπως γείσα, ταινίες και κορνίζες που πλαισιώνουν τα ανοίγματα. Εξαιρετικά ενδιαφέροντες είναι και οι εξώστες του, που στηρίζονται σε φουρούσια και προστατεύονται από σφυρήλατες σιδεριές (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 271). 10) Το Κτήριο Δ. Ελασσόνα στην πλατεία Αθανασίου Διάκου, στην οδό Καραγιαννοπούλου, αποτελεί ιδιοκτησία των κληρονόμων του Δημητρίου Ελασσόνα (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 269). Εικ. 57: Οικία Δημ. Ελασσόνα (1912). 114

115 Το νεοκλασικό αυτό χτίστηκε το 1912, με βάση το σχέδιο που εκπόνησε ο Αθηναίος αρχιτέκτονας Τ. Χ. Χέλμης και σώζεται μέχρι σήμερα. Σε αυτό εργάστηκε ως πρωτομάστορας ο Βολιώτης Μιλτιάδης Μπάλλας ή Αμπελιώτης. Από το σχέδιό του απουσιάζουν οι λεπτομέρειες και τα περισσότερα διακοσμητικά στοιχεία που φέρει το κτίσμα στην τελική του μορφή. Τα στοιχεία δηλαδή εκείνα που του προσέδιδαν χάρη, έγιναν στην πράξη από τον αρχιμάστορα ή από τον αρχιτέκτονα (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 6. Γιωτόπουλος, 1980: 87. Δαβανέλλος, 1994: 141). Κηρύχθηκε ως διατηρητέο κτήριο τόσο από το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού όσο και από το Υπουργείο Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων (νυν Υ.Π.Ε.Κ.Α.), με τις Υ.Α. ΥΠΠΕ/ΔΙΛΑΠ/Γ/25/288/ (Φ.Ε.Κ. 329/Β/ ) και Γ/3372/4733/ (Φ.Ε.Κ. 935/Β/ ). Χαρακτηρίστηκε ως έργο τέχνης, που χρειάζεται ειδική κρατική προστασία, διότι παρουσίαζε αρχιτεκτονικό και μορφολογικό ενδιαφέρον. Διαθέτει συμμετρικά ανοίγματα κοσμημένα με παραστάδες, που καταλήγουν (επάνω από κάθε άνοιγμα) σε μικρό αέτωμα, μπαλκόνια που στηρίζονται σε γλυπτά φουρούσια διακοσμημένα με διπλή έλικα, καθώς και ακροκέραμα, ανθέμια και ρόδακες που στολίζουν τις τρεις όψεις του (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 269). Πρόκειται για χαρακτηριστικό δείγμα της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής. Χρησιμεύει σήμερα ως μαρτυρία της περιόδου της αστικής ανάπτυξης και άνθησης της πόλης στις αρχές 20 ού αι. Ο περιβάλλων ελεύθερος χώρος, που ορίστηκε στα όρια της ιδιοκτησίας αυτής, κρίθηκε αναγκαίος για την αισθητική διαφύλαξη του μνημείου αλλά και γιατί ο ίδιος ο κήπος αποτελεί συνέχεια της λειτουργικότητας του κτηρίου (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 269). Το κτήριο ανήκει στους κληρονόμους του Δημητρίου Ελασσόνα (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 269). 115

116 Εικ. 58: Άποψη της οικίας Δημ. Ελασσόνα από την πλατεία Διάκου. Από προφορικές μαρτυρίες κατοίκων της Λαμίας, τα τελευταία χρόνια λειτουργούσε κατάστημα, το οποίο έκλεισε πριν από λίγο καιρό. Τους καλοκαιρινούς μήνες, στην αυλή του λειτουργεί υπαίθριο νυχτερινό κέντρο. 11) Το Κτήριο του Νομαρχιακού Μεγάρου βρίσκεται στην πλατεία Ελευθερίας, στη γωνία με την οδό Υψηλάντου. Αποτελεί ιδιοκτησία του Δημοσίου και συγκεκριμένα της Νομαρχίας Φθιώτιδος. Κηρύχθηκε ως διατηρητέο μνημείο το 1991, με την Υ.Α. ΥΠΠΟ/ΔΙΛΑΠ/Γ/333/10441/ (Φ.Ε.Κ. 132/Β/ ) (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 273). Χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, διότι είναι αξιόλογο και αντιπροσωπευτικό δείγμα αρχιτεκτονικής των αρχών του 20 ού αιώνα. Διακρίνεται για τη μεγαλοπρέπεια και την αξιοθαύμαστη συμμετρία, ενώ αποτελεί συνονθύλευμα διαφόρων ρυθμών, νεοκλασικού, μπαρόκ και ροκοκό. για αυτό το συνδυασμό στοιχείων παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον (Διαρκής κατάλογος μνημείων, 2003: 273). 116

117 Εικ. 59: Το Νομαρχιακό Μέγαρο Λαμίας στην πλατεία Ελευθερίας. Στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στο οίκημα αυτό βρισκόταν το αρχηγείο των κατακτητών, όπου καθημερινά έκαναν έπαρση και υποστολή της σημαίας τους. Προηγουμένως, αποτελούσε κτήριο της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας που έχτισε το 1925 ο μάστορας Αθανάσιος Γρηγορόπουλος. Μετά το 1944, χρονιά κατά την οποία η πόλη αποδεσμεύτηκε από το ζυγό των Γερμανών, εδώ στεγάστηκε ο ΕΛΑΣ και το 1946 φιλοξενήθηκαν τα γραφεία της Στρατιωτικής Διοίκησης Λαμίας. Το 1950 η Τράπεζα το πούλησε στο Δημόσιο και σήμερα λειτουργεί εδώ η Νομαρχία Φθιώτιδος (Δαβανέλλος, 1994: ). 117

118 Εικ. 60: Άποψη των διακοσμητικών στοιχείων του Νομαρχιακού Μεγάρου Λαμίας στην πλατεία Ελευθερίας. 12) Το Αρχοντικό Χατζηχρήστου, που αποτελεί ιδιοκτησία των κληρονόμων της Καλλιόπης Μανούκα, καθώς και της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας του Νομού Φθιώτιδος, βρίσκεται στην πλατεία Ελευθερίας στη γωνία με την οδό Σκληβανιώτου. Κηρύχθηκε διατηρητέο από το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού το 2003, με την ΥΑ ΥΠΠΟ/ΔΙΛΑΠ/Γ/356/32403/ (ΦΕΚ 883/Β/ ). Χαρακτηρίστηκε ως μνημείο, επειδή υπήρξε η κατοικία της οικογένειας Χατζηχρήστου, αρκετά μέλη της οποίας συνδέθηκαν άμεσα με την Επανάσταση του Πρόκειται για εξαιρετικό νεώτερο μνημείο, που συγκαταλέγεται μεταξύ των αστικών κτηρίων της πόλης και το οποίο διαθέτει αξιόλογα νεοκλασικά και νεοαναγεννησιακά στοιχεία, ελάχιστα από τα οποία σώζονται ακόμη σήμερα στη Λαμία. Τα χαρακτηριστικά αυτά κατέστησαν το Αρχοντικό ως ένα από τα σημαντικότερα δείγματα της τοπικής αρχιτεκτονικής ( 118

119 Εικ. 61: Το Αρχοντικό Χατζηχρήστου. Ο Χρήστος Χατζηχρήστος ( ) ήταν σχολάρχης στην Πόλη και καθηγητής της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, ενώ παράλληλα ήταν και ιδρυτής του Ελληνογαλλικού Λυκείου Χατζηχρήστου. Το Αρχοντικό του Χατζηχρήστου κτίστηκε στο δεύτερο μισό του 19 ου αιώνα (Δαβανέλλος, 1994: 202, 217). Σήμερα, στο ισόγειο του κτηρίου αυτού στεγάζεται το Καφενείο του Μάρναρη, που φέρει την ονομασία «Πάνθεον» και το οποίο λειτουργεί από το 1870, σύμφωνα με την επιγραφή στην πρόσοψη του καταστήματος. Εικ. 62: Το Αρχοντικό Χατζηχρήστου. Στο ισόγειό του λειτουργεί το Καφενείο «Πάνθεον». 119

120 13) Η Οικία Πλατή, πρώην οικία Χατζίσκου εντοπίζεται στις οδούς Αχιλλέως και Δυοβουνιώτη. Το 1988 κηρύχθηκε ως διατηρητέο μνημείο από το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. Πρόκειται για διώροφο, πέτρινο κτήριο, που εντυπωσιάζει με το μέγεθος και την εμφάνισή του. Στο υπέρθυρο της αυλόπορτας διασώζεται σκαλισμένη μια επιγραφή, όπου αναγράφεται η χρονολόγηση του οικοδομήματος, σύμφωνα με την οποία ο νεοκλασικός ρυθμός εισήχθη στην πόλη στις 20 Μαρτίου Η όψη του είναι λιτή, ενώ γύρω από τα ανοίγματα υπάρχουν πλαίσια. Στο μπαλκόνι ξεχωρίζουν τα μαρμάρινα φουρούσια και η σκοτία στο γείσο της στέγης. Τα ανοίγματα του κτηρίου διακρίνονται για τη μικρή επιφάνειά τους, σε σύγκριση με την επιφάνεια των τοίχων. Ιδιαίτερα εντυπωσιακή θεωρείται η αυλόπορτά του. Στα ταβάνια του ορόφου εντοπίζονται ενδιαφέρουσες υδατογραφίες. Κτίστηκε προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως κατοικία ( Κάποτε εδώ ήταν η οικία του Αλέκου Χατζίσκου, απογόνου μιας οικογένειας αγωνιστών της Ελληνικής Επανάστασης, από την οποία προήλθαν, επίσης, υπουργοί και πολιτικοί. Την οικία αγόρασε κατόπιν η οικογένεια του δημάρχου και βουλευτή Γεωργίου Πλατή. Σήμερα, στους χώρους της στεγάζεται το Δημοτικό Ωδείο Λαμίας, το οποίο λειτουργεί από το Εικ. 63: Το κτήριο Πλατή, πρώην οικία Χατζίσκου. Το πρώτο δημιούργημα της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής τεχνοτροπίας το ) Η οικία Βακαλόπουλου βρίσκεται στις οδούς Σατωβριάνδου και Πατρόκλου 14. Είναι κηρυγμένη ως διατηρητέο μνημείο από το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. και φιλοξενεί τη 120

121 Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας, η οποία δε στεγάζεται πλέον στο διατηρητέο Αρχοντικό Χατζηχρήστου. Το οικοδόμημα αυτό, όπως προαναφέρθηκε, διασώζει επιγραφή με την ημερομηνία κατασκευής του, το 1865, χρονιά που είναι εξαιρετικά σημαντική για τον προσδιορισμό της απαρχής της κατασκευής νεοκλασικών οικιών στη Λαμία. To 1988 χαρακτηρίστηκε ως διατηρητέο κτήριο από το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. Πρόκειται για διώροφο νεοκλασικό γωνιακό οικοδόμημα, που κατασκευάστηκε με σκοπό να χρησιμοποιηθεί ως κατοικία. Στο ύψος των πρεκιών των ανοιγμάτων και των δαπέδων υπάρχουν ζώνες, ενώ εντοπίζονται πλαίσια γύρω από τα ανοίγματα, καθώς και γείσο στη στέγη ( Εικ. 64: Η οικία Βακαλόπουλου (1865) (οδοί Σατωβριάνδου και Πατρόκλου) Πλατείες και Αγάλματα Η Πλατεία Ελευθερίας Αποτελεί την κεντρική και πιο παλαιά πλατεία της πόλης, που κατά την προεπαναστατική περίοδο και έως το 1852 ονομαζόταν πλατεία «Ωρολογίου». Από το 1852 και για δέκα χρόνια αποκαλούνταν πλατεία Όθωνος, ενώ από το 1862 το 121

122 Δημοτικό Συμβούλιο τη μετονόμασε σε πλατεία Ελευθερίας. Προσωρινά, το 1912 απέκτησε την ονομασία πλατεία Γεωργίου του Α (Δαβανέλλος, 1994: 203. Νάτσιος, Νάτσιου, 2003: 41). Σε αυτή διαδραματίστηκαν μερικά από τα σπουδαιότερα γεγονότα της πόλης, όπως ο εορτασμός της απελευθέρωσης της Λαμίας από τους Τούρκους το 1833, με συμμετοχή 100 μόλις κατοίκων, η υποδοχή του Όθωνα το 1834, αλλά και η αναγγελία της κατάργησης της βασιλείας του Όθωνα και της αντιβασιλείας της Αμαλίας το Σε αυτή στρατοπέδευσαν τα ξένα στρατιωτικά σώματα κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ στο σημείο ετούτο έλαβαν χώρα οι πανηγυρισμοί για την απελευθέρωση της πόλης από τους Γερμανούς στις 19 Οκτωβρίου Στα μετέπειτα χρόνια αποτέλεσε τόπο συγκέντρωσης των κοινωνικά και οικονομικά ανώτερων στρωμάτων, των αρχόντων, των προυχόντων, των τσιφλικάδων και των μεγαλοαστών (Δαβανέλλος, 1994: 203, 205) Δημόσια γλυπτά Πρόκειται για αγάλματα που απεικονίζουν διάσημες προσωπικότητες, οι οποίες συνδέονται άμεσα με την ιστορία της Λαμίας. Οι ανδριάντες αυτοί είναι αφιερωμένοι σε άντρες που προσέφεραν πολλά στην πατρίδα τους, αλλά και τη Λαμία, είτε γιατί κατάγονταν από αυτή είτε γιατί τα γεγονότα έδεσαν άρρηκτα την τύχη τους με την πρωτεύουσα του Νομού Φθιώτιδας. 1. Ο ανδριάντας του Αθανασίου Διάκου Το άγαλμα, που είναι σπουδαίας ιστορικής και εθνικής αξίας για τους κατοίκους της Λαμίας, είναι στημένο στην ομώνυμη πλατεία της πόλης. Τα αποκαλυπτήριά του έγιναν στις 23 Απριλίου 1903 και σε αυτά παραβρέθηκε ο τότε βασιλιάς Γεώργιος Α μαζί με σύσσωμη τη βασιλική οικογένεια (Παπαναγιώτου, 1971: Νικόλαος, Μητροπολίτης Φθιώτιδας, 2003: 304). 122

123 Εικ. 65: Ο ανδριάντας του Αθανασίου Διάκου στην πλατεία Διάκου. Ο Διάκος παριστάνεται στραμμένος προς την Αλαμάνα. Απεικονίζεται γενναίος και ατρόμητος. Το δεξί του πόδι είναι προτεταμένο. Με το δεξί χέρι υψωμένο πάνω από το κεφάλι του κρατά τη λαβή του σπασμένου του σπαθιού, ενώ με το αριστερό κρατά την κάπα του. Η στάση του κορμιού του είναι ορμητική, σα να ετοιμάζεται για το επόμενο χτύπημα. Ο ανδριάντας είναι έργο του καλλιτέχνη Γιάννη Καρακατσάνη, με σκοπό να βασιστεί αρχικά στο πρόπλασμα του γλύπτη Δρόση, το οποίο είχε βραβευθεί το 1867 σε διεθνή έκθεση στο Παρίσι. Παρόλα αυτά, ο Καρακατσάνης φιλοτέχνησε, εντέλει, το άγαλμα του Αθανασίου Διάκου, εμπνευσμένος από το αντίστοιχο του θεού Απόλλωνα Belvedere. ο αγωνιστής του 1821 παρουσιάζεται εξιδανικευμένος, ενώ φέρει κάποιες ομοιότητες με το αρχαίο άγαλμα ως προς την κίνηση (Παπαναγιώτου, 1971: Νικόλαος, Μητροπολίτης Φθιώτιδας, 2003: 304. Δαβανέλλος, 1994: 169). Στην ομώνυμη πλατεία, που φιλοξενεί τον ανδριάντα, εντοπίστηκε κατά τη διάρκεια εκσκαφικών εργασιών για την τοποθέτηση αποχετευτικού αγωγού ύδατος, τμήμα από ψηφιδωτό δάπεδο, διαστάσεων 4Χ2,50 μέτρων, που ανήκε, όπως μαρτυρεί και η σχετική επιγραφή (ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΥΠΕΡ ΕΥΧΕΣ ΕΑΥΤΟΝ), σε μια παλαιοχριστιανική βασιλική αφιερωμένη στους Αγίους Αποστόλους (Συθιακάκη Κριτσιμάλλη, 2002, τ. 1, σελ. 53. Νάτσιος Νάτσιου, 2003, σελ , Λαζαρίδης, 123

124 Α. Δ. 26 (1971): Χρονικά Β 1, 1974, σελ. 286, Παπακωνσταντίνου Κατσούνη, Α. Δ. 42 (1987): Χρονικά Β 1, 1992, σελ. 221). Εικ. 66: Ο ανδριάντας του Αθανασίου Διάκου. 2. Ο ανδριάντας του Ευζώνου Στην πλατεία Πάρκου, που το 1937 διαμορφώθηκε σε χώρο τέρψης και αναψυχής με την τοποθέτηση σιντριβανιών και παρτεριών με λουλούδια, δέντρα και ζαρντινιέρες, στήθηκε ο ανδριάντας του Έλληνα Τσολιά. Τα αποκαλυπτήρια πραγματοποιήθηκαν στις 4 Οκτωβρίου 1964, επί Δημαρχίας Αποστόλη Κουνούπη. Το έργο φιλοτεχνήθηκε στη Φλωρεντία από τους γλύπτες Περαντινό και Τόμπρο. Στήθηκε προς τιμήν των ευζώνων στρατιωτών που έλαβαν μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους, αλλά και στο Μικρασιατικό και τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 (Δαβανέλλος, 1994: 191, 200. Νάτσιος, 1998: 67). 124

125 Πριν τη χάραξή της πλατείας Πάρκου στο σημείο αυτό υπήρχε χωράφι, τα περίφημα Αλώνια. Αρχικά ονομαζόταν πλατεία Αμαλίας, εξ ονόματος της βασίλισσας συζύγου του Όθωνα. Το 1862 με την κατάργηση της βασιλείας και της αντιβασιλείας, η πλατεία μετονομάστηκε σε πλατεία Ομονοίας, όνομα που θα διατηρήσει έως το Την ίδια χρονιά (27 Οκτωβρίου) από το Δημοτικό Συμβούλιο Λαμιέων (επί Σπ. Τράκα) ονομάστηκε πλατεία Βασιλέως Κωνσταντίνου προς τιμή του Διαδόχου. Το όνομα αυτό διατηρεί επισήμως μέχρι σήμερα, αλλά μονάχα στα χαρτιά. Στις δεκαετίες του 1920 και 1930 μετονομάστηκε διαδοχικά σε πλατεία Συντάγματος και πλατεία Σιταγοράς ή Σταροπάζαρο, από τα παζάρια που λάμβαναν χώρα στο σημείο αυτό κάθε εβδομάδα. Το 1936 μετονομάστηκε προσωρινά, επίσης, σε πλατεία Δημοκρατίας (Δαβανέλλος, 1994: , 200). Εικ. 67: Το άγαλμα του Ευζώνου. 125

126 3. Το άγαλμα του Αχιλλέα Βρίσκεται στην ομώνυμη πλατεία του Αγίου Λουκά, στην οδό Τυμφρηστού. Επί του δημάρχου Αντωνίου Φίλη στήθηκε το 1982 το άγαλμα του Αχιλλέα, στη βάση του οποίου υπάρχει επιγραφή όπου είναι γραμμένα τα εξής: «Αχιλλέα, ο Όμηρος σε ύμνησε, η Λαμία σε τίμησε». Κοντά στη μικρή και καινούρια αυτή πλατεία υψώνονται τόσο ο παλαιός όσο και ο νεώτερος ναός του Αγίου Λουκά (Νάτσιος, 1998: 198). Εικ. 68: Το άγαλμα του Αχιλλέα. 126

127 Εικ. 69: Η επιγραφή στη βάση του αγάλματος. Αρχικά, επρόκειτο για μια κατηφόρα, που σχημάτισε μια αλάνα και στη συνέχεια για ένα χώρο, που επιχωματωνόταν για πολλά χρόνια πριν μετατραπεί σε πλατεία, πνιγμένη στο πράσινο (Νάτσιος, 1998, σελ. 198). Επάνω στις ακαθόριστου σχήματος πλάκες και τα περιμετρικώς τοποθετημένα πεζούλια, υψώνεται περήφανα το άγαλμα του ήρωα, που η Λαμία διεκδικεί ως γέννημα θρέμμα της γης της. 4. Το έφιππο άγαλμα του Άρη Βελουχιώτη Η πλατεία Λαού, που ανεπίσημα ονομαζόταν πλατεία Ερμού, απέκτησε το όνομά της στις 29 Ιανουαρίου 1897, οπότε και άλλαξαν τα ονόματα των δρόμων και των πλατειών της πόλης που διατηρούσαν από την οθωμανική περίοδο. Η νέα της επωνυμία θεωρήθηκε απόλυτα ταιριαστή, καθώς σε αυτή την πλατεία συναθροίζονταν οι απλοί, χαμηλόμισθοι άντρες, του μόχθου και του μεροκάματου, τους οποίους αναζητούσαν από την κοντινή πλατεία των πλουσίων, αυτή της Ελευθερίας, προκειμένου να τους πάρουν στη δούλεψή τους (Δαβανέλλος, 1994: 221). 127

128 Εικ. 70: Ο ανδριάντας του Άρη Βελουχιώτη. Στο κέντρο της στήθηκε το άγαλμα του αγωνιστή κατά των Γερμανών, Άρη Βελουχιώτη, του αρχικαπετάνιου από το 1943 του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ. Μετά την αναχώρηση των Γερμανών από τη Λαμία στις 19 Οκτωβρίου 1944, απηύθυνε στο πλήθος των συγκεντρωμένων κατοίκων της Λαμίας τον λόγο της Απελευθέρωσης από το μπαλκόνι οικίας, από τον εξώστη της οποίας κρεμόταν πανό με το σύνθημα «Λαοκρατία». Στα δεξιά του στεκόταν ο Τάκης Φίτσος, ο γραμματέας του ΕΑΜ Στερεάς Ελλάδας, ενώ αριστερά του βρισκόταν ο καθηγητής Γεώργιος Σημίτης, ο Γενικός Διοικητής της ΠΕΕΑ Ρούμελης (Φλάισερ, 1996: 21, 55. Λάζου, 2007: 376). 128

129 Εικ : Δύο επιγραφές στη βάση του αγάλματος του Άρη Βελουχιώτη. Στη βάση του αγάλματος διασώζεται το όνομα του καλλιτέχνη που το φιλοτέχνησε. Πρόκειται για τον Φάνη Δημούση (Αγρίνιο, 1999). 5. Το Κενοτάφιο του Αθανασίου Διάκου Στην οδό Καλύβα Μπακογιάννη (εμπορικό πεζοδρομημένο δρόμο), σε ένα μικρό οικόπεδο κοντά στην πλατεία Λαού, βρίσκεται το ηρώο κενοτάφιο του Αθανασίου Διάκου, στο σημείο όπου διαδραματίστηκε το μαρτύριο του αγωνιστή της Επανάστασης. Πρόκειται, ουσιαστικά για Γολγοθά του ήρωα, που ονομάστηκε έτσι εφόσον δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια συσσώρευση μεγάλων λίθων, στην κορυφή των οποίων υψώνεται μαρμάρινος σταυρός που περιβάλλεται από φύλλα δάφνης. Στην πρόσοψη του Γολγοθά είναι εμφανής η αρχική επιγραφή, αλλά και η μεταγενέστερη πλάκα, που τοποθετήθηκε το 1930, με την ευκαιρία της συμπληρώσεως 100 χρόνων από την απελευθέρωση της Λαμίας και στην οποία είναι γραμμένοι οι ακόλουθοι στίχοι από τον μεγάλο ποιητή Κωστή Παλαμά: 129

130 «Και των ηρώων το καύχημα στη δόξα του Κυρίου Θανάση Διάκο σ έφερε ο δαρμός του μαρτυρίου και ενώ σου σπάραζε κακή φωτιά το τίμιο σώμα τραγούδι αγγελικό φιλί σου μύρωνε το στόμα». (Παπαναγιώτου, 1971: Νάτσιος, 1998: 89. Νικόλαος, Μητροπολίτης Φθιώτιδας, 2003: 304). Εικ. 73: Η αφιερωματική επιγραφή στη μνήμη του Αθανασίου Διάκου. Η πόλη τίμησε τον ήρωά της. Το μνημείο στήθηκε στο δρόμο που είναι αφιερωμένος στα δύο πρωτοπαλίκαρα του Διάκου, τον Καλύβα και τον Μπακογιάννη. Ξεκίνησε να κατασκευάζεται αρχικά το 1886 με πρωτοβουλία του ταγματάρχη Ρούβαλη. Το 1899 επί του Δημάρχου Σκληβανιώτου το μνημείο ολοκληρώθηκε, σε ανάμνηση της θυσίας και του ένδοξου θανάτου του ήρωα της Αλαμάνας στις 23 Απριλίου ο Διάκος γνώρισε στα 33 του χρόνια το θάνατο με ανασκολοπισμό. Στο κενοτάφιο καίει άσβεστο νυχθημερόν ένα καντήλι, ενώ το έδαφος που βάφτηκε από το αίμα του ήρωα στολίζεται από άνθη. Γύψινο εκμαγείο αναπαριστά σε προτομή τη μορφή του Αθανασίου Διάκου και βρίσκεται σε κόγχη επάνω σε ψηλό τοίχο πίσω από τον Γολγοθά. Η είσοδος είναι μαρμάρινη και σε κάθε κολώνα αναπαρίστανται δύο 130

131 πυρσοί (Παπαναγιώτου, 1971: Νάτσιος, 1998: 89. Νικόλαος, Μητροπολίτης Φθιώτιδας, 2003: 304). Εικ. 74: Το Κενοτάφιο του Αθανασίου Διάκου. Εικ. 75: Άλλη άποψη του Κενοταφίου του Αθανασίου Διάκου. 131

132 Κρήνες Οι Επτά Βρύσες Βρίσκονται στα ανατολικά της Μητρόπολης της Λαμίας. Από το σημείο αυτό περνούσε κάποτε χείμαρρος, στον οποίο αναφέρθηκε το 1668 ο Τούρκος περιηγητής Εβλιά Τσελεμπή, λέγοντας ότι εντός της πόλης και επάνω από τον ποταμό που τη διέρρεε (αν και δε σώζεται στις πηγές αναφορά σε αυτό το ποτάμι), υπήρχαν πέντε πέτρινες γέφυρες, που αποτελούσαν πρωτότυπα έργα (Νάτσιος, Νάτσιου, 2003: 41). Εικ. 76: Οι Επτά Βρύσες. Το 1877 με δαπάνη του Δήμου Λαμιέων κατασκευάστηκαν οι μαρμάρινες βρύσες, που είναι επισκέψιμες και εντοπίζονται κοντά στην πλατεία Λαού. Εικ. 77: Οι Επτά Βρύσες κατασκευάστηκαν το 1877 με δαπάνη του Δήμου Λαμιέων. 132

133 Οι "Εφτά Βρύσες" και τρεις με τέσσερις πηγές ακόμα, που βρίσκονταν μέσα στα όρια της πόλης, έδιναν λύση για χρόνια στο πρόβλημα ύδρευσης και άρδευσης. Άλλες πηγές ήταν του Αγίου Γεωργίου (κοντά στο φρούριο), των Πηγαδουλίων, της Ταράτσας και του Αγίου Λουκά. Το 1928 το πρόβλημα της υδρεύσεως της πόλης έλυσε οριστικά ο Γοργοπόταμος (Δαβανέλλος, 1994: 291). Εικ. 78: Μία από τις Επτά Βρύσες της Λαμίας Τα Μουσεία της Λαμίας Το Αρχαιολογικό Μουσείο Λαμίας Στον αρχαιολογικό χώρο του Κάστρου της Λαμίας, στον ανακαινισμένο στρατώνα που κατασκευάστηκε επί Όθωνα, στεγάζεται πλέον το Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης (Δακορώνια, 1999: 101). Φιλοξενεί εκθέματα, που ανάγονται στην απώτατη αρχαιότητα, από την αρχαιότερη Νεολιθική έως και τη ρωμαϊκή περίοδο, καλύπτοντας ένα ευρύ χρονικά φάσμα του πολιτισμού που αναπτύχθηκε στην περιοχή της Φθιώτιδας. Τα ευρήματα, που εκτίθενται στους χώρους του μουσείου προέρχονται από ολόκληρο το Νομό και αποτελούν αντιπροσωπευτικά δείγματα του πολιτισμού, που άκμασε στα γεωγραφικά όρια του κεντρικότερου σημείου της Ελλάδας. Ανακαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια ανασκαφικών εργασιών, σωστικών ή συστηματικών, που διενεργήθηκαν τα τελευταία χρόνια από την υπεύθυνη για την περιοχή, ΙΔ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων (Δακορώνια, 1999: 101). 133

134 Εικ. 79: Άποψη του Στρατώνα όπου, σήμερα, φιλοξενείται το Αρχαιολογικό Μουσείο Λαμίας και στεγάζεται η ΙΔ ΕΠΚΑ. Εικ. 80: Η πρόσοψη του Αρχαιολογικού Μουσείου Λαμίας, που στεγάζεται στο Στρατώνα της εποχής του Όθωνα (Δακορώνια, 1999: 101). Στον εκσυγχρονισμένο στρατώνα έχει την έδρα και τα γραφεία της η ΙΔ Ε.Π.Κ.Α. (στο ισόγειο του κτηρίου), ενώ στον πρώτο όροφο βρίσκονται οι προθήκες με τα ποικίλα ευρήματα. Από τη Νεολιθική περίοδο εκτίθενται λίθινα εργαλεία, κεραμικά είδη και σκεύη, κοσμήματα, σφονδύλια και πήλινα ειδώλια. Από την εποχή του Χαλκού προέρχονται όπλα, εργαλεία, εξαρτήματα ενδυμασίας ανδρών και γυναικών, τα οποία τοποθετούνται σε ομοιώματα ανθρώπινων μορφών για 134

135 διδακτικούς λόγους, σκεύη καλλωπισμού, όπως κτένες, τριχολαβίδες ή βελόνες ραπτικής, είδη κεραμικής που ακολουθούν τους δύο χαρακτηριστικούς της εποχής τύπους, όπως η αμαυρόχρωμη και η μινυιακή κεραμική και κοσμήματα, π.χ. περίαπτα από στεατίτη ή χάλκινα ενώτια (Δακορώνια, 1999: ). Εικ. 81: Αναθηματικό ανάγλυφο που αναπαριστά την Άρτεμη Ειλειθυία, την προστάτιδα θεά των επιτόκων γυναικών (4 ος αι. π.χ.) (Δακορώνια, 1999: 102). Από τους μυκηναϊκούς χρόνους παρατίθενται επίσης αντικείμενα εντοπισμένα σε ανασκαφές, όπως ένα χρυσό διάδημα προερχόμενο από τη Λαμία (το βορειότερο τμήμα της Ελλάδας όπου εντοπίστηκε μυκηναϊκό διάδημα), ένα όστρακο από κρατήρα που φέρει παράσταση πολεμικού πλοίου από τον Κύνο Λιβανατών, πήλινα ειδώλια, σφραγιδόλιθοι, περίαπτα από στεατίτη που βρέθηκαν στην Ελάτεια και διάφορα προϊόντα της κεραμικής (Δακορώνια, 1999: 103). Από την πρωτογεωμετρική περίοδο εκτίθενται κεραμικά αντικείμενα, των οποίων η ποιότητα είναι αρκετά καλή και τα οποία ακολουθούν τη χρονολογική εξέλιξη και τους τύπους, που αναπτύχθηκαν στην περιοχή και όπου είναι εμφανείς επιρροές από τη Θεσσαλία και την Εύβοια. Για μια ακόμη φορά υπάρχουν ομοιώματα ανδρικών και γυναικείων μορφών που φέρουν αντικείμενα, όπως όπλα, εργαλεία, εξαρτήματα ενδυμασίας ή κοσμήματα. Παράλληλα, βρίθουν τα είδη της μεταλλοτεχνίας, που είναι ενδεικτικά της εποχής, όπως διαδήματα, περίαπτα, φιάλες, ομφάλιο ασπίδας, καθώς και μια χάλκινη σφραγίδα σε σχήμα αντρικού κεφαλιού και γοργόνειο στην επιφάνεια. Εντυπωσιακά είναι σε αριθμό και σημασία τα αγγεία με γεωμετρική διακόσμηση που σώζονται. πολλά από αυτά είχαν ταφική χρήση (Δακορώνια, 1999: ). 135

136 Εικ. 82. Προθήκη με αγγεία κεραμικής παραγωγής της γεωμετρικής εποχής (Δακορώνια, 1999: 102). Επίσης, από τα ιερά της περιοχής εκτίθενται στους χώρους του μουσείου ορισμένα αρχιτεκτονικά μέλη ή αφιερώματα. Από τον αρχαϊκό ναό της Αρτέμιδος, που εντοπίστηκε στο Καλαπόδι Φθιώτιδας, έχουν μεταφερθεί στους χώρους του μουσείου η στέγη και τα κιονόκρανα, ο βωμός, χάλκινοι τρίποδες και άλλα αφιερώματα, όπως αγγεία, χάλκινα ειδώλια, χάλκινοι κρίκοι, περόνες, πόρπες και περίαπτα, καθώς και όπλα, με χαρακτηριστική την ιλλυρικού τύπου χάλκινη περικεφαλαία από την περιοχή της Ευρυτανίας. Από άλλα ιερά της Φθιώτιδας ήρθαν στο φως ποικίλα αντικείμενα, όπως ένα αγαλματίδιο από τη Μελιταία που αναπαριστά τη θεά Άρτεμη, περίτμητα χάλκινα ελάσματα από την Γκρεμίνα Λιβανατών, καθώς και τμήματα χάλκινων αγαλμάτων, χάλκινα δαχτυλίδια που φέρουν σφραγίσματα, σιδερένια όπλα κ.ά. από την Πυρά του Ηρακλέους. Από το ιερό της Δήμητρας Προερνίας, σημερινή περιοχή του Νέου Μοναστηρίου, προέρχεται το τμήμα από κορμό μαρμάρινου αγάλματος της θεάς (Δακορώνια, 1999: 104). Από την κλασική και ελληνιστική περίοδο σώζονται και παρουσιάζονται στο κοινό προϊόντα της κεραμικής, με ανάγλυφη ενίοτε διακόσμηση (π.χ. μεγαρικοί σκύφοι) του τύπου της δυτικής κλιτύος, αλλά και μια ελληνιστική θερμοφόρα. Τα αγγεία προέρχονται από την Αττική, τη Βοιωτία και την Κόρινθο και είναι μελανόμορφου ή ερυθρόμορφου ρυθμού, όπως λήκυθοι λευκού χρώματος ή μια αττική λήκυθος σε σχήμα ανδρικής κεφαλής, βοιωτικές κύλικες, κορινθιακές κοτύλες ή πινάκια. όλα διασώζουν τη χαρακτηριστική του είδους τους διακόσμηση. Στη συλλογή έχουν προστεθεί και γυάλινα αντικείμενα από τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους. Επιπλέον, απαντούν ειδώλια και αγάλματα θεοτήτων, ερώτων και ζώα (Δακορώνια, 1999: 104). 136

137 Εικ. 83. Προθήκη με αντικείμενα κοροπλαστικής τέχνης, που χρονολογούνται στην κλασική ελληνιστική περίοδο (Δακορώνια, 1999: 103). Αξιοσημείωτα είναι και τα άλλα εκθέματα, όπως για παράδειγμα κοσμήματα, σκεύη, όπλα, εργαλεία, τμήματα αγαλμάτων από χαλκό ή σίδηρο που χρονικά εντάσσονται στην κλασική και στην ελληνιστική περίοδο, καθώς και χάλκινα πυκτά κάτοπτρα που φέρουν ανάγλυφες αναπαραστάσεις. Επιπροσθέτως, μεταξύ των εκθεμάτων συγκαταλέγονται πήλινες μάσκες του Διονύσου και της Περσεφόνης (από τάφους της Παναγίτσας στην Ελάτεια), επιτύμβιες στήλες, ένας αττικός ερυθρόμορφος καλυκόσχημος κρατήρας του 5 ου αι. π.χ. με παράσταση του ορφικού κύκλου, χάλκινο τεφροδόχο αγγείο της κλασικής εποχής, κεραμικά σκεύη καθημερινής χρήσης (πιάτα, ποτήρια, αποθηκευτικά αγγεία), ψηφιδωτό δάπεδο ελληνιστικής οικίας, όπου αναπαριστώνται οι Τρεις Χάριτες, και μια μικρή μαρμάρινη τράπεζα με σκεύη φαγητού. Ενδιαφέροντα είναι και τα χρυσά κοσμήματα των ελληνιστικών χρόνων, αλλά και διάφορα αρχιτεκτονικά μέλη, όπως στέγη στολισμένη με κορινθιακές κεραμίδες, αγωγοί ύδρευσης και αποχέτευσης, πήλινος λουτήρας, καρφιά, μεντεσέδες και κλειδαριές. Η προθήκη που είναι αφιερωμένη στην οικονομία, όπως αναφέρεται εντός του μουσείου, φιλοξενεί διάφορα εκθέματα, όπως προνομισματικές μορφές χρήματος, νομίσματα κομμένα σε φθιωτικές ή ξένες πόλεις, χρυσές δανάκες, ένα ρωμαϊκό σταθμό σε μορφή κεφαλής Αθηνάς και πολλά νομίσματα (Δακορώνια, 1999: 104) Η Δημοτική Πινακοθήκη Λαμίας Η Δημοτική Πινακοθήκη της Λαμίας «Αλέκος Κοντόπουλος», που στεγάζεται σήμερα στο χώρο που άλλοτε υψωνόταν το Αρχοντικό Δημητριάδη, φιλοξενεί μόνιμη και περιοδικές εκθέσεις έργων καλλιτεχνών, που επιθυμούν να συνομιλήσουν πνευματικά με το κοινό της Λαμίας (Δήμος Λαμιέων). 137

138 Εικ. 84: Η Πινακοθήκη Λαμίας (στη θέση του Αρχοντικού Δημητριάδη). Στους χώρους της μόνιμης έκθεσης παρουσιάζονται τα έργα του σπουδαίου Λαμιώτη καλλιτέχνη Αλέκου Κοντόπουλου, που γεννήθηκε στην πόλη το 1904 και πέθανε στην Αθήνα το Ο Κοντόπουλος σπούδασε αγιογραφία σε διάφορα εργαστήρια και κατόπιν φοίτησε στη Σχολή Καλών Τεχνών. Στο Παρίσι έκανε μεταπτυχιακές σπουδές, ενώ όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, πήρε μέρος σε πολλές εκθέσεις, ατομικές και ομαδικές τόσο στη χώρα όσο και στο εξωτερικό. Κατά την περίοδο της Κατοχής μετείχε στην Εθνική Αντίσταση, ενώ από το 1941 έως και το 1969 εργάστηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών, δίνοντας διαλέξεις. Επίσης, έγινε ιδρυτικό μέλος της καλλιτεχνικής ομάδας «Ακραίοι», ασκώντας μεταπολεμικά επίδραση στην παιδευτική ζωή της χώρας. Κάποιες πηγές αναφέρουν ότι χάρη στον Αλέκο Κοντόπουλο εισήχθη η μοντέρνα τέχνη στην Ελλάδα (Δήμος Λαμιέων). Μέσα από τα έργα του αποκαλύπτει και αποδίδει καλλιτεχνικά τις ακαδημαϊκές τάσεις των καθηγητών του, αλλά και τις αρχαίες ελληνικές φόρμες, με τις οποίες διαμόρφωσε την προσωπική του τεχνοτροπία. Η τέχνη του χαρακτηρίζεται από την υπέρβαση των κανόνων της οπτικής πραγματικότητας και των αναπαραστάσεών της, εμβαθύνοντας σταδιακά στις αρχές και τις θεωρήσεις της αφαιρετικότητας. Αναγνωρίστηκε ως ένας από τους πρωτοπόρους της αφαιρετικής τέχνης, στην προσπάθειά του να συλλάβει τον εαυτό του (κατά τα λεγόμενά του) και να βρει τις μορφές της ανθρώπινης ελευθερίας, της μόνης που μπορεί να κατακτηθεί (Δήμος Λαμιέων). 138

139 Εικ. 85: Νίκη. Έργο του Λαμιώτη ζωγράφου Αλέκου Κοντόπουλου (1962) Το Λαογραφικό Μουσείο Φθιώτιδας Μετά τη Μεταπολίτευση και για εικοσιπέντε αδιάλειπτα χρόνια, λειτούργησε στην πόλη ο Εξωραϊστικός και Εκπολιτιστικός Σύλλογος Γυναικών Λαμίας, που ανέπτυξε αξιόλογη δραστηριότητα, η οποία αποσκοπούσε στη βελτίωση της ποιότητας ζωής της πόλης, στη διεκδίκηση της γυναικείας ισοτιμίας και στην προάσπιση των δικαιωμάτων της στο νομικό, πολιτικό, κοινωνικό, πολιτιστικό και οικονομικό τομέα. Παράλληλα, αγωνίστηκε για την επίλυση σημαντικών προβλημάτων, που μάστιζαν την κοινωνία, όπως ο αναλφαβητισμός, η προστασία του περιβάλλοντος, η διασφάλιση του καταναλωτή απέναντι στις αυθαιρεσίες, ενώ πρόσβλεπε στη συνεργασία με το Κράτος μέσω των διαφόρων φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, με σκοπό τη δημιουργία ιδρυμάτων και χώρων που θα ωφελούσαν τον πολίτη, όπως βρεφοκομεία, παιδικές χαρές κ.ά. (Θεοδώρου, 2002: 254). 139

140 Εικ. 86: Το Λαογραφικό Μουσείο Φθιώτιδας. Η δράση του Συλλόγου υπήρξε πολυποίκιλη και σημαντική και συνέβαλε καθοριστικά στη δημιουργία του Λαογραφικού Μουσείου Λαμίας, παραχωρώντας στο Δήμο το μεγαλύτερο μέρος του υλικού που σήμερα εκτίθεται σε αυτό. Ο Σύλλογος των Γυναικών της Λαμίας ήδη από το 1976, συνειδητοποίησε την ανάγκη της διάσωσης και της προβολής της πολιτισμικής κληρονομιάς των διαφόρων περιοχών του Νομού Φθιώτιδας. Τα αντικείμενα, που σήμερα αριθμούν τα κομμάτια, αποτελούν δωρεές προς το Δήμο Λαμιέων των κατοίκων και των φορέων των πόλεων, των οικισμών και των χωριών του Νομού και αποσκοπούν στη συντήρηση, διατήρηση, μελέτη, προστασία και ανάδειξη του παραδοσιακού πολιτισμού τους (Θεοδώρου, 2002: 254. Δήμος Λαμιέων, 2010). 140

141 Εικ. 87: Αντικείμενα από το βίο των τσοπάνηδων (Λαογραφικό Μουσείο). Εικ. 88: Γεωργικά εργαλεία (Λαογραφικό Μουσείο). Εικ. 89: Ένα αποστακτήριο (Λαογραφικό Μουσείο). 141

142 Εικ. 90: Αντικείμενα από τον καθημερινό βίο της Λαμίας (Λαογραφικό Μουσείο). Το Λαογραφικό Μουσείο στεγάζεται στην οδό Καλύβα Μπακογιάννη 6 και βρίσκεται απέναντι από το Κενοτάφιο του Αθανασίου Διάκου. Ιδρύθηκε το Οι συλλογές του φιλοξενούνται σε δύο ορόφους και σχετίζονται με τη βιοτεχνική παραγωγή, με τα ποικίλα επαγγέλματα που άνθισαν στην περιοχή, με την αγροτική και ποιμενική δραστηριότητα, με την ενδυμασία, με τα κοσμήματα, με την υφαντική, με τα οικιακά σκεύη, με τα έπιπλα, καθώς και με τα πάσης φύσεως αντικείμενα του καθημερινού βίου των ανθρώπων μιας εποχής όχι και πολύ μακρινής (Δήμος Λαμιέων, 2010). Εικ. 91: Αντικείμενα του επαγγέλματος του ποτοποιού (Λαογραφικό Μουσείο). 142

143 Εικ. 92: Αντικείμενα του επαγγέλματος του βαρελοποιού (Λαογραφικό Μουσείο). Στη συλλογή του περιλαμβάνει τοπικές φορεσιές, υφαντά, κεντήματα αργαλειού, οικιακά σκεύη, έπιπλα, εργαλεία και πολλά άλλα είδη. Σημαντική υπήρξε επίσης η οικονομική ενίσχυση του Ηλία Θεοδοσίου (Δαβανέλλος, 1994: 435). Εικ. 93: Παραδοσιακές φορεσιές (Λαογραφικό Μουσείο). 143

144 Εικ. 94: Οι εσωτερικοί χώροι του Λαογραφικού Μουσείου. Οι θεματικές ενότητες αναπτύσσονται στους δύο πρώτους ορόφους, όπως προαναφέρθηκε, ενώ στον τρίτο και τελευταίο ο επισκέπτης βρίσκεται μπροστά σε μια αίθουσα συνεδριάσεων, καθώς και σε μία μικρών διαστάσεων βιβλιοθήκη, που αποτελείται από λαογραφικά και ιστορικά βιβλία. Η αγάπη για την λαογραφία και την παράδοση οδήγησε τους ιθύνοντες του Μουσείου στην έκδοση βιβλίων, τα οποία είναι αποτέλεσμα λαογραφικής έρευνας και μελέτης, όπως «Παραδοσιακές Συνταγές Ρούμελης» και «Λαογραφικά της Φθιώτιδας». Παράλληλα, ο φορέας αυτός έχει αναλάβει τη διοργάνωση εκδηλώσεων και την έκδοση εντύπων που σχετίζονται με τις παραδοσιακές γεύσεις της περιοχής, π.χ. «Ελληνικές παραδοσιακές γεύσεις στη Λαμία» (Δήμος Λαμιέων, 2010). 144

145 Εικ. 95: Εσωτερικό υπνοδωματίου (Λαογραφικό Μουσείο). Εικ. 96: Εσωτερικό υπνοδωματίου (Λαογραφικό Μουσείο). Εικ. 97: Ο αργαλειός (Λαογραφικό Μουσείο). 145

146 Εικ : Αντικείμενα του καθημερινού βίου στη Λαμία (Λαογραφικό Μουσείο). Από το 1920 άρχισε να λειτουργεί στη Λαμία το βιβλιοπωλείο και τυπογραφείο του Κώστα Καραπατάκη, που βρισκόταν στην πλατεία Λαού. Τα πιεστήρια και τα τυπογραφικά στοιχεία που αγοράστηκαν από τον ιδιοκτήτη του στη Λειψία, με το κλείσιμο του τυπογραφείου, δωρίστηκαν στο Δήμο Λαμιέων, προκειμένου να εμπλουτίσουν τη συλλογή του Λαογραφικού Μουσείου (Δαβανέλλος, 1994: 433). 146

147 Εικ : Διακοσμητικά αντικείμενα από το εσωτερικό νοικοκυριών της Λαμίας (Λαογραφικό Μουσείο). 147

148 Εικ : Ενδυμασίες από τη Φθιώτιδα (Λαογραφικό Μουσείο). 148

149 4. Προτάσεις προστασίας και ανάδειξης των μνημείων της Λαμίας Στη σημερινή κοινωνία καταστρέφεται η πολιτισμική κληρονομιά, αλλά λατρεύεται παράφορα η απεικόνισή της. Η ρήξη με το παρελθόν γίνεται πιο εμφανής από ποτέ, το αυθεντικό και το αληθινό θυσιάζονται στο βωμό της προόδου, αλλά η εικόνα του πρωτοτύπου μετατρέπεται σε αντικείμενο λατρείας, π.χ. φωτογραφίες, πίνακες ζωγραφικής κ.ά. Αν και ο άνθρωπος καταστρέφει τα δημιουργήματα παλαιότερων εποχών, επειδή τα θαυμάζει, τα σέβεται και τα εκτιμά ως αξεπέραστα, φτιάχνει νέα αντικείμενα που τα μιμούνται ως προς το στυλ, την τεχνοτροπία, τη μορφή και τη δομή, καθώς τα αντιλαμβάνεται ως έργα τέχνης, που πέτυχαν να μετουσιώσουν και να καθρεφτίσουν τη συλλογική συνείδηση και να λειτουργήσουν ως μέσο επικοινωνίας των ανθρώπων μεταξύ τους και διαμέσου των αιώνων (Βούζα, 2001: 78). Αδιαμφισβήτητο γεγονός παραμένει η φθοροποιός δύναμη του χρόνου. Τα μνημεία, φορείς της συλλογικής μνήμης, υψώνονται για να θυμίζουν αυτό που ο άνθρωπος ξεχνά με το πέρασμα των ετών. Όσα πολιτισμικά αγαθά έρχονται στο φως πρέπει να συντηρηθούν και να διαφυλαχθούν από φθορές και καταστροφές. Το ενδιαφέρον για την προστασία τους από αυτούς τους καταστροφικούς παράγοντες αναδύθηκε κατά τον 19 ο αιώνα, υπό την επίδραση του ρομαντισμού, του κινήματος που διακήρυσσε την επιστροφή στις ρίζες. Άλλωστε, το 19 ο αιώνα διαφάνηκαν για πρώτη φορά και οι σημαντικότεροι κίνδυνοι που απειλούσαν τα μνημεία, το φυσικό περιβάλλον και τις ιστορικές πόλεις. Αυτοί οι κίνδυνοι ήταν η βιομηχανική επανάσταση και η συνεπακόλουθη εμφάνιση της αστυφιλίας και της δημογραφικής έκρηξης, που οδήγησαν σε συγκέντρωση πληθυσμιακών στοιχείων στα μεγάλα αστικά κέντρα και στην εμπορευματοποίηση της γης. Τα φαινόμενα αυτά προκάλεσαν την καταστροφή των παλαιών κτηρίων και το κτίσιμο καινούργιων στη θέση τους, τα οποία θα στέγαζαν εκείνους που είχαν εγκαταλείψει τις εστίες τους και τους πατρογονικούς, παραδοσιακούς οικισμούς (Μητούλα, 1999: 69). Η Ελλάδα, από την πλευρά της, διαθέτει πολιτισμικά αγαθά που καλύπτουν χρονικά τέσσερις χιλιετίες, οι οποίες άφησαν στο πέρασμά τους ανυπέρβλητα δημιουργήματα. Κατά την αποκατάσταση των μνημείων προέκυψε ένα απαιτητικό πρόβλημα που σχετιζόταν με τη δυσκολία να αντιμετωπιστούν με τον ίδιο τρόπο μεμονωμένα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, κτήρια και σύνολα, που χρονολογούνταν σε διαφορετικές περιόδους της ιστορίας και τα οποία κτίστηκαν με διαφορετικά υλικά, 149

150 άλλαξαν χρήσεις κατά τους αιώνες και υπέστησαν φθορές ή επεμβάσεις διατήρησης (Τουρνικιώτης, 2010: 20). Το ενδιαφέρον των ειδικών στα θέματα της προστασίας και της διαχείρισης των μνημείων στράφηκε σταδιακά προς τα δημιουργήματα του αρχαιοελληνικού και ρωμαϊκού παρελθόντος, προς τα βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία, αλλά και προς τη νεοκλασική και ανώνυμη αρχιτεκτονική παράδοση, τα ιστορικά κέντρα και τους παραδοσιακούς οικισμούς (Συμεών, 2004: 90. Τουρνικιώτης, 2010: 16). Οι αρχαιολογικοί χώροι πριν από τα μέσα του 20 ού αιώνα, θεωρούνταν ότι απευθύνονταν σε ελάχιστους ειδικούς, π.χ. αρχαιολόγους, μηχανικούς, τοπογράφους κ.ά., ενώ ο κόσμος δεν ενδιαφερόταν για την προστασία, τη διατήρηση και την ανάδειξή τους. Οι περισσότεροι αρχαιολογικοί χώροι παρέμεναν, άλλωστε, αποκομμένοι από το κοινό πίσω από περιφράξεις (Χλέπα, 2009: 179). Μεταξύ των ετών οι επεμβάσεις σωστικού χαρακτήρα στα μνημεία, που χρονολογούνταν στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή περίοδο, ήταν περιορισμένες και εστίαζαν κυρίως στην ανάδειξη των καλλιτεχνικών τους αξιών. Επρόκειτο για εργασίες συντήρησης, στερέωσης, ευπρεπισμού και απαλλαγής από νεώτερες προσθήκες, που συχνά σήμαιναν την καταστροφή των διαδοχικών φάσεών τους. Οι τοιχογραφίες και τα ψηφιδωτά έμοιαζαν εγκαταλελειμμένα (Μπούρας, 2010: 40 41). Μετά το 1975, η Αρχαιολογική Υπηρεσία και τα αρμόδια Υπουργεία, Πολιτισμού και Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., δραστηριοποιήθηκαν. Θεσπίστηκαν ζώνες προστασίας (αδόμητες ή με ελεγχόμενη δόμηση) γύρω από τους αρχαιολογικούς χώρους και ξεκίνησαν οι κηρύξεις διατηρητέων κτισμάτων και παραδοσιακών οικισμών. Παρόλα αυτά, τα αποτελέσματα αυτών των επεμβάσεων δεν ήταν πάντα τα αναμενόμενα, λόγω των καθυστερήσεων στην εφαρμογή αλλά και της συνεχιζόμενης ανέγερσης νέων οικοδομημάτων (Μπούρας, 2010: 44 45). Η κατάσταση έπρεπε να αλλάξει δραστικά, για να αξιοποιηθούν οι χώροι και τα μνημεία του μακρινού παρελθόντος. Ο αντικειμενικός σκοπός ήταν να αναδειχθούν όλες οι ιστορικές φάσεις τους και η αρχική ακεραιότητά τους. Για το λόγο αυτό, η κρατική πολιτική και μέριμνα στράφηκε προς τα σημαντικότερα και πιο γνωστά μνημεία, όπως ήταν οι αρχαίοι ναοί και τα θέατρα αλλά και οι μεγάλων διαστάσεων βυζαντινές εκκλησίες. Τα αξιοποιήσιμα αρχαία και βυζαντινά μνημεία θα επέφεραν οικονομικά και τουριστικά οφέλη και θα έλκυαν το ενδιαφέρον του κόσμου. για το λόγο αυτό προβλήθηκαν επαρκώς και χρησιμοποιήθηκαν πολιτισμικά. 150

151 Σήμερα, τα αρχαιολογικά ευρήματα, οι αρχαιολογικοί χώροι και τόποι ενσωματώνονται στη σύγχρονη κοινωνία, χρησιμοποιούνται με τη διοργάνωση πολιτισμικών εκδηλώσεων ή θεατρικών παραστάσεων, εντάσσονται στην καθημερινότητα των πολιτών με τη σχεδίαση και εφαρμογή των αρχαιολογικών περιπάτων και των πεζοδρομήσεων (που τα ενώνουν), ενώ, παράλληλα, συνεισφέρουν καθοριστικά στην οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική εξέλιξη ενός τόπου (Χλέπα, 2009: Μπούρας, 2010: 32). Όσον αφορά στις νεώτερες αρχιτεκτονικές κατασκευές, από τα μέσα της δεκαετίας του 1930 άρχισαν οι πρώτες κατεδαφίσεις ιστορικών κτισμάτων. Το φαινόμενο ξεκίνησε από την Αθήνα και πήρε δραματικές διαστάσεις, καθώς εξαπλώθηκε σε ολόκληρη τη χώρα. Άρχισαν να γκρεμίζονται τα παλαιά κτήρια, τα νεοκλασικά, τα εκλεκτικιστικά, τα art nouveau, τα Jugenstil κ.ά., καθώς και όλα όσα δεν εντάσσονταν στο μοντέρνο κίνημα. Στη θέση τους ανεγείρονταν πολυώροφες κατοικίες και ξενοδοχεία. Σε περιπτώσεις γνωστών κτηρίων, όπως το Μέγαρο Ράλλη στην πλατεία Κλαυθμώνος, έργο του Σταμάτη Κλεάνθη ή το Δημοτικό Θέατρο, απέναντι από το Δημαρχείο Αθηνών, έργο του Ερ. Τσίλλερ, ο τύπος δυναμίτιζε το κοινό που αφυπνιζόταν και αντιδρούσε. Οι επιχειρηματίες, από την πλευρά τους, τα θεωρούσαν οικόπεδα προς εκμετάλλευση και χρησιμοποιούσαν προς όφελός τους τους συντελεστές δόμησης και ύψους. Γραφεία, εστιατόρια, καφενεία και καταστήματα, που συχνά καταλάμβαναν το ισόγειο πολυκατοικιών, αντανακλούσαν την καθημερινότητα και την ακμάζουσα αστική τάξη της κοινωνίας της εποχής. Η οπτική μνήμη μιας πόλης χανόταν ή αλλοιωνόταν αισθητά, εξαιτίας των κατεδαφίσεων, των επεμβάσεων και των αλλαγών στον πολεοδομικό ιστό (Συμεών, 2004: 90. Καρδαμίτση Αδάμη, Μπίρης, 2010: ). Τα μνημεία, εξάλλου, σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη, δε διαθέτουν χρηστική αξία, καθώς η παλαιότητά τους δεν τους επιτρέπει να χρησιμοποιούνται στην καθημερινότητα. Ωστόσο, επειδή στα πολιτισμικά αγαθά συμπεριλαμβάνονται και αρχιτεκτονικές κατασκευές πιο ευτελείς αλλά σε συνεχή χρήση, η περίπτωση επανάχρησής τους φάνηκε επιτακτική. Η ανάγκη για την ικανοποίηση των οικιστικών αναγκών των ολοένα αναπτυσσόμενων πόλεων, καθώς και η δυσχερής οικονομική κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει το νεοσύστατο ελληνικό κράτος, επέβαλε την επανάχρηση ως φυσική συνέπεια. Το γεγονός αυτό οδήγησε στην επικράτηση του φαινομένου των αντιπαροχών, στην αλόγιστη ανοικοδόμηση πολυώροφων κτισμάτων που υψώνονταν εκεί όπου κάποτε έστεκαν τα ενθυμήματα του πρόσφατου 151

152 μετεπαναστατικού παρελθόντος της χώρας, καθώς και στην ποιοτική υποβάθμιση των πόλεων και στην καταστροφή των ιστορικών τους πυρήνων. Το μοναδικό πρόβλημα που παρουσιαζόταν, σχετιζόταν με το νέο περιεχόμενο του κτηρίου, αφού αυτό θα εκκενωνόταν από την παλαιά του χρήση. Κάτι ανάλογο συνέβη με τα οθωμανικά μνημεία που ακόμη σώζονται στον ελληνικό χώρο, τα οποία θεωρήθηκε χρήσιμο να διατηρηθούν με την επιβολή μετατροπών σε αυτά, π.χ. το τζαμί στο Μοναστηράκι που στέγασε, τελικά, το μουσείο χειροτεχνημάτων. Συχνά, η ιδιωτική πρωτοβουλία συμβάδιζε με την κρατική, μετατρέποντας παλαιά κτήρια σε παραθεριστικά θέρετρα ή ξενώνες (Συμεών, 2004: 90. Φιλιππίδης, 2010: Καρδαμίτση Αδάμη, Μπίρης, 2010: 249). Από ορισμένους εκφράζεται η άποψη ότι τα κτήρια που επαναχρησιμοποιούνται εξαπατούν τον κόσμο, καθώς το εξωτερικό τους μένει ανέπαφο, ενώ το εσωτερικό υπόκειται αλλαγές, μετασκευές και προσθήκες που θα ικανοποιήσουν τη νέα χρήση, αλλά θα καταστήσουν δύσκολη τη διάκριση των νεώτερων επεμβάσεων. Κάποιες φορές, όμως, σε ό,τι αφορά κτήρια ξεχασμένα, η επανάχρηση εξασφαλίζει την επιβίωσή τους από την κατάρρευση και την αλόγιστη οικιστική ανάπτυξη (Φιλιππίδης, 2010: Καρδαμίτση Αδάμη, Μπίρης, 2010: 249). Μέχρι σήμερα, η επανάχρηση των διατηρητέων υπήρξε, σε αρκετές περιπτώσεις, μια εμπειρία απογοητευτική, καθώς συνέβαλε στην ανάσχεση της ισορροπίας της οικονομικής ανάπτυξης, απορύθμισε τον κοινωνικό ιστό των ιστορικών πυρήνων των πόλεων και οδήγησε στη δημιουργία γκέτο, όπως η Πλάκα όπου ζουν οι εύπορες κοινωνικές ομάδες ή η περιοχή του Ψυρρή στην Αθήνα και τα Λαδάδικα στη Θεσσαλονίκη, τόποι που εκμεταλλεύτηκαν εκτεταμένα οι βιομηχανίες διασκέδασης. Το πρόβλημα δεν είναι δυνατό να λυθεί εύκολα. Η αποκατάσταση, η επανάχρηση και η επανένταξη των διατηρητέων σε ιστορικούς διατηρητέους ή νεώτερους οικισμούς πρέπει να γίνει πιο ολοκληρωμένα, με τη σύνταξη μελετών οικονομικής αναζωογόνησης και ανάπτυξης, κοινωνικής εξυγίανσης και πολεοδομικής αναβάθμισης, όπου τα μέτρα και οι παρεμβάσεις θα είναι συντονισμένα. Σημαντική είναι επίσης η εμπλοκή των αρμοδίων φορέων του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα καθώς και των κατοίκων. Μονομερείς επεμβάσεις με στόχο τον εξωραϊσμό ή τη βελτίωση της τεχνικής υποδομής έχουν συχνά αρνητικά αποτελέσματα. Απαιτείται ρύθμιση του ελέγχου των χρήσεων γης, καθώς και η 152

153 οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική ανάπτυξη των ιστορικών κτηρίων (Μαΐστρου, 2002: Συμεών, 2004: 92. Λούβη, 2009: 8 9). Η επίσημη θέσπιση της επανάχρησης θα προκαλέσει, ωστόσο, δεοντολογικά προβλήματα στο μέλλον, όπως η ταυτόχρονη ύπαρξη σε ένα κτίσμα δύο ιδιοτήτων, της μνημειακής και της λειτουργικής, που θα έχει σαν αποτέλεσμα το ξέσπασμα αντιπαραθέσεων, π.χ. τα εκκλησιαστικά αρχιτεκτονήματα, θα αποτελέσουν λατρευτικούς και μουσειακούς χώρους συγχρόνως ή οι φθορές που θα επιφέρει σε αυτά η χρήση (Φιλιππίδης, 2010: 80). Για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, αναδύθηκε η ανάγκη προστασίας των τελευταίων εναπομεινάντων νεοκλασικών κτισμάτων, που στόχευε στο χαρακτηρισμό μεμονωμένων διακριτών κτηρίων, κυρίως των νεοκλασικών, ως διατηρητέων μνημείων καθώς και ορισμένων οικισμών ως παραδοσιακών. Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και κυρίως κατά τη δεκαετία του 1960, ξεκίνησαν τα προγράμματα συντήρησης των επιλεγμένων μνημείων, αλλά και αρκετών παλαιών οικοδομικών κατασκευών, ποικίλης αρχιτεκτονικής και ιστορικής αξίας. Παράλληλα, προέκυψε η ενασχόληση με τους ελεύθερους χώρους και τα οικιστικά σύνολα. Το ενδιαφέρον στράφηκε προς τα έργα εκείνα που ανέτρεψαν την πολιτισμική συνέχεια μιας πόλης και αναπροσάρμοσαν την ταυτότητα των κατοίκων της (Καραβασίλη, 1997: 72, 74. Συμεών, 2004: 90. Φιλιππίδης, 2010: 75. Τουρνικιώτης, 2010: 16). Ένα μεγάλο μέρος του νεότερου μνημειακού πλούτου της Ελλάδας κατέληξε να είναι σήμερα κατεστραμμένο, επειδή οι συντονισμένες ενέργειες των αρμοδίων φορέων καθυστέρησαν στην ανάληψη πρωτοβουλιών για τη σωτηρία του. Οι αιτίες ήταν πολλές. Τα διατηρητέα νεοκλασικά κτήρια ήταν συχνά ευτελούς κατασκευής, μικρών διαστάσεων και έμοιαζαν με κελύφη που φαινόταν αδύνατον να καλύψουν τις ανάγκες της νέας χρήσης. Η αντικατάστασή τους, επομένως, από νεότερα οικοδομήματα κρίθηκε επιτακτική. Από την άλλη, σε ορισμένες περιπτώσεις εφαρμόστηκαν λανθασμένες πρακτικές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η παθητική προστασία των διατηρητέων κτηρίων, η οποία τα διασώζει μεν από την κατεδάφιση, αλλά δεν αποτρέπει τη σταδιακή αποσύνθεσή τους ούτε και την τελική κατάρρευσή τους, και η οποία συχνά περιορίστηκε στην αποκατάσταση των ιστορικών κελυφών των κτισμάτων. δε λάμβανε υπόψη ούτε την ένταξή των μνημείων στο σύγχρονο οικιστικό περιβάλλον. Τα διατηρητέα και όλος ο εξοπλισμός τους, έπιπλα, αντικείμενα κ.ά., άρχισαν σταδιακά να εξαφανίζονται. Αντίθετα, η ενεργή προστασία των μνημείων, όπου εφαρμόστηκε, σχετίστηκε με την επανάχρησή 153

154 τους και κρίθηκε ως η επιτυχέστερη μέθοδος αντιμετώπισης των νεοκλασικών κτισμάτων (Συμεών, 2004: 90. Howard, 2003: 200. Συμεών, 2004: Λαμπρινουδάκης, 2008: 150. Θεοχαρίδου, 2010: 194). Επιπλέον, στις επεμβάσεις συντήρησης επιδιώκεται να προστατεύεται και να διατηρείται η χειροτεχνική ποιότητα της πρωτότυπης κατασκευαστικής δημιουργίας. Τα τελευταία χρόνια έχει καθιερωθεί και εφαρμόζεται στον ελληνικό χώρο μια συγκροτημένη αντίληψη για την αναστήλωση ή την αποκατάσταση των μνημείων, που στηρίζεται στην τεκμηρίωσή τους, ασχολείται με το πρωτότυπο οικοδομικό υλικό, αναγνωρίζει τη διαχρονικότητα των αρχιτεκτονικών οικοδομημάτων και προκρίνει τη συναναστήλωση των διαδοχικών φάσεών τους, εστιάζοντας στη διδακτικότητα και στην αναστρεψιμότητα που θα επιτρέψει την επαναφορά στην αρχική μορφή τους στο μέλλον (Συμεών, 2004: 90. Howard, 2003: 200. Συμεών, 2004: Λαμπρινουδάκης, 2008: 150. Θεοχαρίδου, 2010: 194. Τουρνικιώτης, 2010: 21). Με τον τρόπο αυτό, γίνεται δυνατή μια πολύπλευρη αποκατάσταση των κτηριακών συνόλων, όπου με τη χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας επιτυγχάνεται η προσθήκη δομικής και λειτουργικής υποστήριξης, η διάκριση του παλαιού από το νέο υλικό αλλά και η κατασκευή ενός οικοδομήματος, το οποίο δεν υπήρξε ποτέ στο παρελθόν με τη μορφή που απέκτησε στο παρόν. Το νέο κτήριο μεταφέρει τη συσσωρευμένη γνώση, που έχει αποκτήσει η κοινωνία γύρω από τη μορφή και την ιστορία του, μέσα στα όρια που έχουν θέσει η επιστήμη, η τεχνογνωσία και οι αρχιτεκτονικές αξίες, π.χ. το υλικό, ο τρόπος δόμησης, η λειτουργία και η αρχιτεκτονική μορφολογία (Τουρνικιώτης, 2010: 23). Η αρχιτεκτονική κληρονομιά έχει διευρυνθεί ως προς το εννοιολογικό περιεχόμενό της και ως κριτήρια καθορισμού της δεν είναι μόνο η καλλιτεχνική και ιστορική αξία των μνημείων. Συνεξετάζονται οι χρηστικές και οι περιβαλλοντικές ιδιαιτερότητες τους. Συνεπώς, βασικό κριτήριο αξιολόγησης των αρχιτεκτονικών κατασκευών είναι η ιδιότητά τους ως μεμονωμένων κτηρίων, καθώς και η ένταξή τους στο οικιστικό σύνολο. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με τη θέσπιση οικοδομικού κανονισμού, που θα διασφαλίζει τη μορφολογική συμβατότητα των καινούργιων κατασκευών με το παραδοσιακό στοιχείο, αλλά και θα προβλέπει την ενσωμάτωσή τους στο περιβάλλον (Δωροβίνης, 1992: 94. Συμεών, 2004: 91). Ο καθορισμός των κριτηρίων για τον χαρακτηρισμό των διατηρητέων κτηρίων προβλέπει, μεταξύ άλλων, ότι κάθε αντικείμενο διαθέτει ιδιαιτερότητες και 154

155 αξίες που το καθιστούν μοναδικό. Πρέπει, επομένως, να διαθέτει τέσσερις κατά το δυνατόν υποστάσεις, την αρχιτεκτονική θεώρηση που δίνει έμφαση στα αισθητικά, στα μορφολογικά και στα τυπολογικά κριτήρια, την ιστορική θεώρηση, τη χρηστική θεώρηση και την περιβαλλοντική θεώρηση που προβλέπει την επέκταση των κριτηρίων αξιολόγησης στα παραδοσιακά σύνολα και στους ιστορικούς πυρήνες των πόλεων. Συγκεκριμένα, η αρχιτεκτονική θεώρηση εξετάζει την απόδοση του ρυθμού ή του στυλιστικού ιδιώματος. Η μορφή, ως τεκμήριο της δημιουργικής έκφρασης, διακρίνεται για τις στυλιστικές διαμορφώσεις της, π.χ. την τοπική ή την έντεχνη μορφολογία, το νεοκλασικισμό, το μικτό μορφολογικό χαρακτήρα, τον αστικό εκλεκτικισμό κ.ά. Επίσης, η αρχιτεκτονική θεώρηση μελετά την ποιοτική στάθμη, η οποία εξετάζει τη συνολική σύνθεση και την επιμέρους καλλιτεχνική επεξεργασία των μορφολογικών στοιχείων. Ο εσωτερικός χώρος συγκροτείται τόσο από την πλευρά της τυπολογίας όσο και των κατόψεων. Κάθε κτηριακός τύπος αποτελεί ένδειξη και τεκμήριο της οικιστικής και της χωρικής οργάνωσης, βάσει των κοινωνικών, πολεοδομικών και λοιπών δεδομένων μιας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. Η διάρθρωση, η κλίμακα αλλά και η ποιότητα του εσωτερικού χώρου προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες για τις κοινωνικές απαιτήσεις κάθε εποχής, όπως η λειτουργικότητα, η ποιότητα ζωής κ.ά. (Δωροβίνης, 1992: 94. Κορρές, 2002: Παυλογεωργάτος, 2008: 22, 25). Οι ποιοτικές ιδιαιτερότητες είναι εξίσου σημαντικές. Είναι δυνατόν να ανακαλυφθούν σε ασήμαντα κτήρια επιμέρους στοιχεία εξαιρετικά ενδιαφέροντα, όπως ο ζωγραφικός διάκοσμος των ταβανιών, τα κεραμοπλαστικά κοσμήματα, η μαρμαρογλυπτική, η ξυλουργική, τα τζάκια, τα μεταλλικά στέγαστρα, τα κιγκλιδώματα κ.ά. Η πρωτοτυπία είναι ένας ακόμη σημαντικός παράγων. Πολλές φορές, επιλύει μορφολογικά και τυπολογικά προβλήματα και υπερβαίνει τη συνηθισμένη καλλιτεχνική, στυλιστική και ποιοτική αξιολόγηση. Η ιστορική θεώρηση, από την άλλη, αντιμετωπίζει ζητήματα, όπως είναι η σχέση ενός ιστορικού προσώπου με ένα κτίσμα, καθώς και αν ο ιδιοκτήτης ή ο χρήστης του εκάστοτε κτίσματος υπήρξε προσωπικότητα ιστορικής σημασίας σε οποιαδήποτε χρονική στιγμή. Συνακόλουθα, εξετάζεται κατά πόσο είναι σημαντική η όποια σχέση του κτίσματος με ένα ιστορικό γεγονός, καθώς και αν ένα κτήριο αποτελεί αναγνωρισμένο έργο επώνυμου αρχιτέκτονα ή πρωτότυπη αρχιτεκτονική δημιουργία (Δωροβίνης, 1992: 94. Κορρές, 2002: 11-13). 155

156 Η σχέση του δημιουργού με το αρχιτεκτόνημα είναι αδιαμφισβήτητα αμφίδρομη. Συνεπώς, η προσφορά ενός δημιουργού ή μιας ολόκληρης εποχής συνεκτιμώνται ορθότερα μέσα από την πρακτική της διατήρησης των κτισμάτων που αποτελούν δημιουργίες τους. Συχνά, τα αρχιτεκτονήματα μαρτυρούν την εξελικτική πορεία ενός οικισμού, συμβάλλοντας στην πολεοδομική μελέτη μιας περιοχής. Κάποια κτήρια, μάλιστα, εντάσσονται μέσα σε τόπους ιστορικής σημασίας. Επιπλέον, ως τεκμήριο της ιστορικότητας ενός κτίσματος θεωρείται η παλαιότητά του, που συνδυάζεται με την κοινωνική πραγματικότητα της εποχής (Δωροβίνης, 1992: Κορρές, 2002: 11-13). Επιπροσθέτως, ανεξάρτητα από την ιστορική σημασία των χρήσεων ή των λειτουργιών των παλαιών κτηρίων, η χρηστική θεώρηση αποτελεί ένα βασικό κριτήριο, που εξετάζει την υφιστάμενη λειτουργική σημασία τους και αποφαίνεται για τη διατήρηση του ιστορικού κελύφους και για την ένταξή του σε μια διαδικασία προστασίας και οικιστικής ανάπτυξης. Ουσιαστικά, η χρηστική είναι μια πρακτική θεώρηση, που εξετάζει αν ένα διατηρητέο κτίσμα στη σημερινή του κατάσταση είναι ένα «ζωντανό» ή ένα «νεκρό» κέλυφος (Δωροβίνης, 1992: 95. Κορρές, 2002: 11-13). Τα «ζωντανά», δηλαδή τα εν λειτουργία, οικοδομήματα αξιολογούνται και κρίνονται με βάση τη χρήση τους ως αντικείμενα διατηρήσεως. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται παραδοσιακές βιοτεχνίες, εργαστήρια, μαγαζιά, καφενεία κ.ά. και κατά προτεραιότητα οι κατοικίες (Δωροβίνης, 1992: 95. Κορρές, 2002: 11-13). Για τα «νεκρά» κτήρια το κριτήριο χρήσεως είναι σημαντικό, εφόσον ισχύουν δύο παράγοντες, η επαναφορά της αρχικής τους χρήσης, καθώς και αν προβλέπεται νέα χρήση. Το κριτήριο διατήρησής τους, επομένως, δεν είναι μόνο ιστορικό όσον αφορά στο κέλυφος αλλά είναι συγχρόνως και χρηστικό (Δωροβίνης, 1992: 95. Κορρές, 2002: 11-13). Η περιβαλλοντική θεώρηση εξετάζει δύο κατηγορίες κριτηρίων, εκείνα που αφορούν στη σχέση μεμονωμένων κτηρίων και περιβάλλοντος και εκείνα που αφορούν σε ενότητες κτηρίων, σε οικισμούς κ.ά. (Δωροβίνης, 1992: 95. Κορρές, 2002: 11-13). Τα κριτήρια για τη διατήρηση των μεμονωμένων κτισμάτων και της αλληλεπιδραστικής σχέσης τους με το περιβάλλον, σχετίζονται με την κλίμακα και την προστασία του ελεύθερου χώρου, καθώς και του πρασίνου γύρω από αυτά. Επεκτείνονται, επίσης, στην προστασία των διάφορων συνοδευτικών κατασκευών, που εντοπίζονται στην εγγύτερη του κτηρίου περιοχή, π.χ. μάνδρες, αυλόθυρες, 156

157 πλακοστρώσεις κλπ. και οι οποίες είναι δυνατόν να αναδείξουν το χαρακτήρα του (Δωροβίνης, 1992: 95). Η ύπαρξη αρκετών κτηρίων που ανήκουν στην ίδια κατηγορία, τα οποία μεμονωμένα πιθανόν να μη θεωρούνταν ιδιαίτερης σημασίας, δημιουργούν ένα σύνολο και μια οπτική συνέχεια που είναι δυνατό να συμβάλει στην ανάδειξη της εικόνας του οικιστικού ή αστικού τοπίου και στην επίτευξη της συνέχειας της ζωής της πόλης. Στην περίπτωση αυτή το κριτήριο μπορεί να είναι ευνοϊκό για την κήρυξη και την αξιολόγηση ακόμη και των αδιάφορων κτισμάτων, ιδίως αν αυτά εγγράφονται στην παραδοσιακή πολεοδομική εικόνα (Δωροβίνης, 1992: 95. Καρδαμίτση Αδάμη, Μπίρης, 2010: 253). Ως ενδεικτικό παράδειγμα αναφέρεται η πόλη της Βουδαπέστης, που το 1987 εγγράφηκε στον Παγκόσμιο Κατάλογο Μνημείων της Unesco. Τα κτήρια της πόλης αυτής εντάχθηκαν συνολικά στον Κατάλογο, καθώς κανένα από τα οικοδομήματα δεν κρίθηκε άξιο να καταγραφεί από μόνο του. Αντίθετα, η αξία τους εντοπίζεται στη συνολική εικόνα που δημιουργούν, καθώς καταδεικνύουν με τον τρόπο αυτό την εξέλιξη και τη διαχρονική συνέχεια της πόλης (Puczko, Ratz, 2006: ). Κτήρια με μικρή καλλιτεχνική αξία, τα οποία αποκαλούνται και «κτήρια συνοδείας», μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενα διατήρησης εντός των πλαισίων προστασίας ευρύτερων συνόλων, με την προϋπόθεση ότι η γειτνίασή τους με αξιόλογα οικοδομήματα, διατηρητέα ή παραδοσιακά, θα συμβάλλει στην πολεοδομική ανάκτηση και στην οικιστική συνέχεια των ιστορικών πυρήνων και των παραδοσιακών οικισμών, καθώς και στην αναγνώριση της αρχιτεκτονικής φυσιογνωμίας της ευρύτερης περιοχής (Μπούρας, 1975: 162. Δωροβίνης, 1992: 95). Η Ελλάδα καλείται σήμερα να διαχειριστεί τα πολιτισμικά αγαθά της. Η έννοια της διαχείρισης των μνημειακών αντικειμένων συνδέεται άμεσα με την προστασία και ανάδειξη της πολιτισμικής κληρονομιάς, καθώς σχετίζεται με τον τρόπο που μεταχειρίζεται η κοινωνία τα μνημεία της και τα καθιστά κοινωνικά αγαθά, αναγνώσιμα και αντιληπτά από το κοινό. Η διαχείριση των πολιτισμικών αντικειμένων είναι γνωστή με τον όρο ολοκληρωμένη προστασία των μνημείων και περιλαμβάνει συγκεκριμένες δράσεις. Μερικές από αυτές είναι η στερέωση και η συντήρηση του μνημειακού πλούτου, η αποκατάσταση, η αναστήλωση, η ανάδειξη, η διάθεση, καθώς και η διαμόρφωσή του για νέα χρήση και η συνακόλουθη απόδοσή του στην κοινωνία. πρόκειται για μια δράση που είναι εφικτό να πραγματοποιηθεί στα νεότερα μνημεία. Ο όρος διαχείριση περιλαμβάνει επιπλέον τη διαδικασία 157

158 διαμόρφωσης του χώρου των μνημείων, με τη δημιουργία προσβάσεων, διαδρόμων και υποδομών για τους επισκέπτες, π.χ. χώρους στάθμευσης, εκδοτήρια εισιτηρίων, φυλάκια κ.ά., τη σχεδίαση και παροχή κατανοητού εποπτικού υλικού, όπως πινακίδες, χάρτες πληροφόρησης κ.ά., αλλά και τη διεπιστημονική αντιμετώπιση των προβλημάτων που πιθανόν να ανακύψουν κατά την προστασία των μνημείων, τη διάχυση του νοήματος και της αξίας τους στο κοινό και τη διασφάλιση της αυθεντικότητας κατά τις επεμβάσεις (Λαμπρινουδάκης, 2008: 149, 151, 159. Worthing, Bond, 2008: 1 6. Λαμπρινουδάκης, 2010: 273) Προτάσεις επανάχρησης και διαχείρισης των μνημείων Σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν προηγουμένως, υπάρχουν κριτήρια διεθνώς θεσπισμένα, τα οποία εξετάζουν αν τα μνημεία που μια πόλη καλείται να αξιολογήσει, χρήζουν προστασίας και ανάδειξης, με βάση την προσφορά τους στο κοινωνικό και οικιστικό σύνολο. Η περίπτωση της Λαμίας είναι ενδεικτική. Διαθέτει αρκετά μνημεία, που χρονολογούνται σε διάφορες περιόδους της ιστορίας, π.χ. αρχαία, μεταβυζαντινά κ.ά., δημόσια αγάλματα, εκκλησίες, καθώς και οικοδομήματα, νεοκλασικά ή εκλεκτικιστικά κ.ά., χρονολογούμενα έως τα μέσα του 20 ού αιώνα. Ένα σημαντικό μέρος από αυτά καταχώστηκε μετά την ολοκλήρωση των ανασκαφικών ερευνών και τη μελέτη του ανάλογου υλικού ή κατεδαφίστηκε με την πρόφαση της οικιστικής ανάπτυξης και στο όνομα της προόδου. Τα εναπομείναντα νεοκλασικά διατηρητέα μνημεία της Λαμίας προστατεύονται μέσω της κήρυξής τους από ένα μόνο φορέα (το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού ή το Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής) και χωρίς τη συμμετοχή των ντόπιων κατοίκων στην όλη διαδικασία. Σαν επακόλουθο, κτήρια, δημόσιοι χώροι, πλατείες και αγάλματα χαίρουν περιορισμένης προστασίας και ακόμη λιγότερο εκτίμησης και αναγνώρισης. Οι προτάσεις που εκτίθενται στη συνέχεια, έχουν σαν στόχο τους τη γνωριμία με τον αρχιτεκτονικό και καλλιτεχνικό μνημειακό πλούτο μιας πόλης, που έως σήμερα η συνεισφορά της στην ιστορία δεν εκτιμήθηκε επαρκώς από τους ειδικούς. 1 η Πρόταση: Τα μνημεία, που χρονολογούνται στην κλασική, ελληνιστική ή ρωμαϊκή περίοδο της ιστορίας της Λαμίας, είναι πολλά και αξιοσημείωτα. Ωστόσο, εντός των ορίων του κέντρου της πόλης σώζονται ορατά και προσβάσιμα μόνο δύο αρχαιολογικοί χώροι, το αρχαίο γυμνάσιο και τα τμήματα του τείχους που την 158

159 περιέκλειε κατά την αρχαιότητα. Όπως προαναφέρθηκε, προβάλλονται μέσα από γυάλινη άθραυστη τζαμαρία, ώστε να εξασφαλίζεται η επισκεψιμότητά τους από το κοινό. Το σημαντικό είναι να εξακολουθήσουν οι εργασίες συντήρησης, αποκατάστασης, στερέωσης, καθαρισμού και ευπρεπισμού τους, προκειμένου η αναγνωσιμότητά τους να μη διακυβευτεί μελλοντικά. 2 η Πρόταση: Μια ακόμη πρόταση για την καλύτερη συντήρηση, διάσωση, ανάδειξη και προβολή της εκκλησίας της Παναγίας της Αρχοντικής, θα ήταν μια πράξη χαρακτηρισμού της ως αρχαίου μνημείου (εφόσον χρονολογείται πριν από το 1830), σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου 3028/2002. Ο σκοπός θα ήταν να προστατευτεί από τις όποιες επεμβάσεις θα ήταν δυνατό να επιφέρουν βλάβες στο ναό και στον περιβάλλοντα χώρο του. 3 η Πρόταση: Η ίδια πράξη χαρακτηρισμού ως αρχαίου μνημείου θα μπορούσε να ισχύσει και στην περίπτωση της Παναγίας Δέσποινας, που αποτελεί έναν ακόμη αξιόλογο μεταβυζαντινό ναό. Οι επεμβάσεις για την προστασία των μεταβυζαντινών αυτών ναών θα πρέπει να είναι ήπιες και να περιλαμβάνουν επισκευή στεγών ή συντήρηση του τοιχογραφικού διακόσμου, στερεωτικές εργασίες των φερόντων οργανισμών που θα στηρίζονται στα παραδοσιακά υλικά και τους τρόπους δόμησης των αρχικών κατασκευών, καθώς και αποστραγγιστικές και στεγανωτικές εργασίες, όπως έχει διδάξει η εμπειρία από ανάλογες εργασίες σε μεταβυζαντινές εκκλησίες. Άλλωστε, η προστασία ενός μνημείου σημαίνει την προστασία της ιστορικότητάς του, που επιτυγχάνεται με τη διερεύνηση και τη συνακόλουθη ανάδειξή της (Κόρκα, 2009: 162. World Heritage Sites, 2009: 309. Πολυβίου, 2010: ). 4 η Πρόταση: Στο κέντρο της Λαμίας στέκουν αναλλοίωτες στο χρόνο αρκετές νεοκλασικές οικίες, που έχουν κηρυχθεί ως μνημεία από το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (νυν Υ.Π.Ε.Κ.Α.). Επί της οδού Ρήγα Φεραίου στο σημείο όπου σήμερα στεγάζεται η Στρατιωτική Λέσχη, υψωνόταν άλλοτε το μολυβδοσκέπαστο τζαμί που κατεδαφίστηκε στις αρχές του 20 ού αιώνα (Κακαβάς, 2008: 99). Το τζαμί αυτό γκρεμίστηκε και μαζί του χάθηκε το τελευταίο μέρος της ιστορίας της πόλης και ιδίως της οθωμανικής της παράδοσης. Το ουσιαστικό είναι να προστατευθούν από ανάλογη κατάληξη και άλλα μνημεία της πόλης, όπως οι κατοικίες που χτίστηκαν με βάση το νεοκλασικό αρχιτεκτονικό ρυθμό, που εκτείνονται κατά μήκος και των δύο πλευρών της οδού Ρήγα Φεραίου, και είναι κηρυγμένες ως διατηρητέες από το 159

160 Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. Το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού καλείται στην προκειμένη περίπτωση να κηρύξει τα κτήρια κατά μήκους του δρόμου αυτού ως διατηρητέα μνημεία, αν πληρούνται οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια που αναφέρθηκαν παραπάνω. Εικ. 105: Άποψη της οδού Ρήγα Φεραίου. Δεξιά διακρίνεται η Στρατιωτική Λέσχη Λαμίας. 5 η Πρόταση: Η οδός Ρήγα Φεραίου, άλλωστε, ένας από τους κεντρικότερους και εμπορικότερους δρόμους της Λαμίας, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ιστορικός τόπος, εφόσον είναι ήδη πλακοστρωμένος και δε διέρχονται από αυτόν αυτοκίνητα ή άλλα μέσα μεταφοράς. Το άρθρο 16 του Νόμου 3028/2002, συγκεκριμένα, προβλέπει σαφώς τη διαδικασία κηρύξεως των ιστορικών τόπων, οι οποίοι, όπως και οι αρχαιολογικοί χώροι, μπορεί να βρίσκονται εντός ή εκτός οικισμών ή να είναι ενάλιοι (Νόμος 3028/2002. Παπαπετρόπουλος, 2006: 86 87). Άλλωστε, τα σημαντικότερα νεοκλασικά μνημεία εντοπίζονται γύρω από τις τέσσερις μεγαλύτερες πλατείες της πόλης και η οδός Ρήγα Φεραίου ενώνει τις δύο από αυτές, την πλατεία Πάρκου και την πλατεία Ελευθερίας. Η ενοποίηση αυτή θα μπορούσε να λάβει μια πιο εκτενή και ουσιαστική μορφή από το Δήμο Λαμιέων, με την ένταξη του δρόμου στα σχέδια μιας πολεοδομικής ανάπλασης ή με την εκπόνηση σχετικής μελέτης που θα περιλαμβάνει τα νεοκλασικά κτίσματα, τα αγάλματα και τις εκκλησίες. 160

161 Εικ. 106: Άποψη της οδού Ρήγα Φεραίου, που οδηγεί προς την πλατεία Πάρκου. Είναι πλακοστρωμένος και ο πιο εμπορικός δρόμος της πόλης. Εικ. 107: Νεοκλασικό σπίτι στην οδό Ρήγα Φεραίου. 6 η Πρόταση: Επιπλέον, θα ήταν δυνατό να χαρακτηρισθούν ως διατηρητέα και μεμονωμένα στοιχεία του πολεοδομικού ιστού ή των δικτύων της Λαμίας, όπως οι πλατείες της (οι πλατείες Ελευθερίας, Διάκου, Πάρκου ή Λαού που καθεμία έχει τη δική της ιστορία), οι κρήνες (π.χ. οι Επτά Βρύσες κοντά στην πλατεία Λαού) ή τα λιθόστρωτα (π.χ. η πεζοδρομημένη οδός Ρήγα Φεραίου). Είναι σημαντικό να διατηρηθούν και να προστατευτούν όλα εκείνα τα έργα και τα στοιχεία που 161

162 συνθέτουν τη διαχρονική εικόνα μιας πόλης, η οποία δεν αποτελείται μόνο από τα αξιόλογα ή μη κτήρια αλλά και από καλντερίμια, τοίχους, βρύσες, πεζούλια, δέντρα, δημόσιους χώρους κ.ά. (Συμεών, 2004: 91). Πρόκειται για μία ακόμη περίπτωση που προβλέπεται από τις διατάξεις του ισχύοντος Νόμου, του 3028/2002 «για την Προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς», (άρθρα 47 και 48). Η σχετική Απόφαση, μάλιστα, είναι δυνατό να ληφθεί από τον Υπουργό Πολιτισμού ή από τον αρμόδιο κατά περίπτωση Υπουργό, που μπορεί να χαρακτηρίσει ως διατηρητέα μεμονωμένα κτήρια ή τμήματα κτηρίων ή συγκροτήματα κτηρίων ή και στοιχεία του περιβάλλοντος χώρου αυτών, καθώς και μεμονωμένα στοιχεία πολεοδομικού, αστικού ή αγροτικού εξοπλισμού ή δικτύων και να καθορίσει ειδικούς όρους προστασίας, καθώς και περιορισμούς δόμησης και χρήσης (Νόμος 3028/2002, άρθρα 47, 48. Παπαπετρόπουλος, 2006: ). 7 η Πρόταση: H επόμενη πρόταση σχετίζεται με την οικία Βακαλόπουλου, που βρίσκεται στις οδούς Σατωβριάνδου και Πατρόκλου 14. Το νεοκλασικό αυτό κτήριο είναι κηρυγμένο από το Υπουργείο Ενέργειας, Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (πρώην Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.), στεγάζει τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας και χρονολογείται το Τα δύο Υπουργεία, Πολιτισμού και Τουρισμού και Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (νυν Υ.Π.Ε.Κ.Α.), θα μπορούσαν, με την εφαρμογή ενός ενιαίου θεσμικού πλαισίου, να συνεργαστούν, για να προστατέψουν και να αναδείξουν το αξιόλογο αυτό οικοδόμημα, ένα από τα ελάχιστα εναπομείναντα νεοκλασικά κτήρια που υψώνεται στην πόλη σήμερα. 8 η Πρόταση: Επίσης, η πρώην οικία Χατζίσκου, σημερινή Πλατή, επί των οδών Αχιλλέως και Δυοβουνιώτη, που σύμφωνα με επιγραφή που διασώζεται σκαλισμένη στο υπέρθυρο της αυλόπορτας, χρονολογείται στις 20 Μαρτίου 1860, είναι ένα ακόμη αξιόλογο κτήριο και ένα από τα παλαιότερα δείγματα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής στην πόλη. Το κτήριο αυτό δεν είναι κηρυγμένο από το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού, τον κατεξοχήν αρμόδιο φορέα για τη διάσωση της πολιτισμικής κληρονομιάς. Και στην περίπτωση αυτή τα δύο Υπουργεία, Πολιτισμού και Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., θα μπορούσαν από κοινού να προστατέψουν, να ανακαινίσουν, να διαχειριστούν και να αναδείξουν το νεοκλασικό αυτό κτήριο. 9 η Πρόταση: Η αλόγιστη ανοικοδόμηση και οι αντιπαροχές συνέβαλαν στην εκτεταμένη αλλοίωση του ιστορικού πυρήνα της πόλης που κοσμούνταν από όμορφα 162

163 νεοκλασικά κτίσματα. Η οικία Ξηρού, η οποία βρίσκεται απέναντι από εκείνη του Βακαλόπουλου, στις οδούς Σατωβριάνδου και Πατρόκλου 15 και όπου σήμερα στεγάζεται ένα κατάστημα ρούχων, σώζεται σε αρκετά ικανοποιητική κατάσταση, άλλα προστατεύεται μόνο από το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. Η παρέμβαση του Υπουργείου Πολιτισμού κρίνεται και εδώ αναγκαία, προκειμένου να προστατευτεί, να ανακαινισθεί και να ανακηρυχθεί ως διατηρητέο μνημείο από τον κατεξοχήν αρμόδιο φορέα. Εικ. 108: Η οικία Ξηρού (Σατωβριάνδου και Πατρόκλου, στο κέντρο της Λαμίας). 10 η Πρόταση: Μερικά ακόμη αξιόλογα διατηρητέα νεοκλασικά κτήρια, που κοσμούν το κέντρο της πόλης και είναι κηρυγμένα μόνο από το ΥΠΕΧΩΔΕ, βρίσκονται στην πλατεία Πάρκου. Πρόκειται για το κτήριο Καρανάσιου στην οδό Καποδιστρίου, το κτήριο Τομαρά στην οδό Καραγιαννοπούλου και το κτήριο Αθανασίου επίσης επί της οδού Καραγιαννοπούλου, στο οποίο στεγάζονται τα γραφεία ιδιωτικής Τράπεζας. 163

164 Εικ. 109: Το κτήριο Καρανάσιου στην οδό Καποδιστρίου, στην πλατεία Πάρκου. Εικ. 110: Το κτήριο Τομαρά Ταξιαρχόπουλου Αθανασίου στην οδό Καραγιαννοπούλου, στην πλατεία Πάρκου. Εικ. 111: Το κτήριο Αθανασίου στην οδό Καραγιαννοπούλου, στην πλατεία Πάρκου. 164

165 Τα κτήρια που έχει χαρακτηρίσει και κηρύξει ως διατηρητέα μόνο το Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., θα ήταν χρήσιμο να τα εξετάσει και να τα κηρύξει, αν αυτό είναι εφικτό, και το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού, προκειμένου να διασφαλιστεί η προστασία και η ανάδειξή τους. Με τον τρόπο αυτό, θα αποφευχθεί και οποιαδήποτε επιβλαβής ενέργεια, όπως αναπαλαίωση ή κατεδάφιση, που θα κατέληγε σε καταστροφή ενός σημαντικού μέρους της υλικής πολιτισμικής κληρονομιάς της πόλης. Είναι ενδεικτικό, άλλωστε, ότι πολλά από τα νεοκλασικά διατηρητέα κτήρια, που σε κάποια χρονική περίοδο είχε κηρύξει το ένα μόνο από τα δύο αρμόδια Υπουργεία (Πολιτισμού ή Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε.), γκρεμίστηκαν, κατέρρευσαν ή υπέκυψαν στην οικιστική ανάπτυξη, που θυσίασε στο βωμό της λειτουργικότητας την ιστορικότητα και τη διαχρονικότητα. Ανάλογα παραδείγματα από το σχετικά πρόσφατο παρελθόν της Λαμίας αποτελούν το Αρχοντικό Τσάλη, ένα από τα σημαντικότερα της πόλης, η οικία Πιπιλίγκα, η οικία του Ζήση Γαρδίκη στην οδό Βύρωνος 21, η οικία Αθανασίου Ν. στις οδούς Πατρόκλου 49 και Διάκου, που κατεδαφίστηκε το 1976, και η οικία Γραμματίκα, στην οδό Αινιάνων 5, που κτίστηκε κατά τα αθηναϊκά πρότυπα και υπό την επίδραση του μνημείου του Λυσικράτη στην Πλάκα και η οποία επίσης κατεδαφίστηκε τότε (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 3 7, 22, 25, 27). Εικ. 112: Η οικία Γραμματίκα στην οδό Αινιάνων 5 (κατεδαφίστηκε) (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 27). 165

166 Εικ. 113: Η οικία Αθανασίου στην οδό Πατρόκλου 49 (κατεδαφίστηκε) (Γιωτόπουλος, Αργυρόπουλος, Ανδρέου, Καντάς, 1976: 25). 11 η Πρόταση: Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η ανάπτυξη διαφόρων δραστηριοτήτων στα μνημεία. Η Οικία Δημ. Ελασσόνα, που βρίσκεται στην πλατεία Πάρκου, παραμένει ανεκμετάλλευτη. Θα μπορούσε να μετατραπεί σε ξενώνα για τη στέγαση επισκεπτών της πόλης ή σε αρχαιολογικό ξενώνα που θα φιλοξενεί υπαλλήλους της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας (π.χ. αρχαιολόγους, μηχανικούς, εργάτες, σχεδιαστές, τοπογράφους, κ.ά.). Όπως προβλέπεται, άλλωστε, από τις διεθνείς συμβάσεις που έχει υπογράψει και η Ελλάδα (π.χ. ο Χάρτης της Βενετίας, του 1964), με τη συνακόλουθη ενσωμάτωσή τους στις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας, είναι σημαντικό ένα μνημείο να προσαρμόζεται ανάλογα, ώστε να γίνεται κατάλληλο να φιλοξενήσει νέες χρήσεις (Δωροβίνης, 1995: 35). Το σπουδαίο αυτό νεοκλασικό κτίσμα θα μπορούσε επίσης να επιπλωθεί με αντικείμενα ενδεικτικά της εποχής κατά την οποία κατασκευάστηκε. Κάτι αντίστοιχο λαμβάνει χώρα σήμερα με επιτυχία στην πόλη των Αβδήρων, κοντά στην Ξάνθη 3. 3 Προσωπική παρατήρηση της συγγραφέως της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας. 166

167 Εικ. 114: Διατηρητέο νεοκλασικό κτήριο στα Άβδηρα, όπου διαμένουν οι υπάλληλοι της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας που εργάζονται στην πόλη. Εικ. 115: Το εσωτερικό του νεοκλασικού, επιπλωμένο με παραδοσιακά έπιπλα (Άβδηρα). 167

168 12 η Πρόταση: Το ανώτατο Δικαστήριο έχει δεχθεί ότι μαζί με την κήρυξη ενός κτηρίου ως διατηρητέου, νόμιμα κηρύσσονται ως διατηρητέα και τα έπιπλα και γενικά τα κινητά αγαθά, που συνδέονται με τη χρήση του ακινήτου καθώς και η χρήση αυτού. Έτσι κηρύχθηκαν κατά καιρούς στην Ελλάδα φαρμακεία ως διατηρητέα, ένα στην Κέρκυρα και ένα άλλο στην Πλάκα, καθώς και το καφενείο Λουμίδη. Επίσης, έχουν ήδη κηρυχθεί πολλοί θερινοί κινηματογράφοι μαζί με τη χρήση τους (Νόμος 3028/2002. Παπαπετρόπουλος, 2006, σελ. 53). Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου 3028/2002, και με το Καφενείο του Μάρναρη, που βρίσκεται στο ισόγειο του Αρχοντικού Χατζηχρήστου και το οποίο φέρει την ονομασία «Πάνθεον». Σύμφωνα με την επιγραφή στην πρόσοψή του λειτουργεί από το Μια ενδεικτική πρόταση για τη διαφύλαξη και τη διατήρηση της τωρινής του χρήσης θα ήταν η κήρυξή της ως διατηρητέας. Σύμφωνα με τις διατάξεις του ισχύοντος Νόμου, υπάρχει το κατάλληλο νομικό έρεισμα για την κήρυξη διατηρητέων ακινήτων, τα οποία εκτός από τη χρήση τους θα συνοδεύονται και από τα απαραίτητα για τη χρήση αυτή κινητά πράγματα, όπως έπιπλα και σκεύη (Νόμος 3028/2002. Παπαπετρόπουλος, 2006: 54). 13 η Πρόταση: Επιπλέον, στη Λαμία θα ήταν δυνατό τα διατηρητέα κτήρια να οργανωθούν, προκειμένου να μεταβληθούν σε επισκέψιμα μνημεία ή να λειτουργήσουν ως συνεδριακοί και πολιτισμικοί χώροι, πολιτιστικά κέντρα, χώροι αναψυχής και πολιτιστικών εκδηλώσεων και αίθουσες πολλαπλών χρήσεων. Το νεοκλασικό κτήριο των Τομαρά Ταξιαρχόπουλου Αθανασίου ή το κτήριο Καρανάσιου θα μπορούσαν να μετατραπούν σε τέτοιους πολυχώρους πολιτισμού, καθώς σήμερα παραμένουν άδεια και εγκαταλελειμμένα (Μανούσου Ντέλλα, 2001: 98 99). Μια τέτοια παρέμβαση, όπως οι πολυχώροι πολιτισμού, εξισορροπούν τους δύο στόχους της πολιτισμικής διαχείρισης, τη συντήρηση και προστασία της φυσικής και της πολιτισμικής κληρονομιάς και την ανάδειξή της μέσα από ένα οικονομικά εφικτό αναπτυξιακό μοντέλο, που θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, θα προσελκύσει επισκέπτες κ.ά. Στους ανακαινισμένους χώρους, ανοιχτούς ή κλειστούς, θα μπορούν να λαμβάνουν χώρα δραστηριότητες επιμορφωτικού χαρακτήρα, με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα εκπαιδευτικά προγράμματα, σεμινάρια και πολιτιστικές εκδηλώσεις. 168

169 14 η Πρόταση: Όσον αφορά στην οικία Ξηρού θα ήταν δυνατό να εξεταστεί η περίπτωση μελλοντικά να λειτουργήσει ως χώρος διοργάνωσης συνεδρίων ή να μετατραπεί σε ξενώνα, όπου θα διαμένουν οι σύνεδροι. 15 η Πρόταση: Μια άλλη αξιόλογη πρόταση εκμετάλλευσης των νεοκλασικών κτηρίων Ξηρού ή Τομαρά Ταξιαρχόπουλου Αθανασίου είναι η λειτουργία τους ως εικαστικών χώρων (ή art galleries), στους οποίους θα λαμβάνουν χώρα περιοδικές εκθέσεις ζωγράφων. Διάφορες αίθουσες θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως χώροι συνεδριάσεων και πολιτιστικών εκδηλώσεων, όπου οι καλλιτέχνες θα μπορούν να παρουσιάσουν και να εκθέσουν το έργο τους. Επίσης, μπορούν να διοργανώνονται λογοτεχνικές βραδιές ή άλλες πολιτιστικές εκδηλώσεις. Παράλληλα, θα ήταν δυνατό να λειτουργήσουν βιβλιοθήκες σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους των νεοκλασικών κτισμάτων. Με την επανάχρηση των διατηρητέων κτηρίων της Λαμίας με τους τρόπους που παρουσιάστηκαν προηγουμένως, δίνεται η δυνατότητα συντήρησής τους, καθώς και ανανέωσης του εξοπλισμού τους. Μπορεί επίσης να γίνει δυνατή η ανάπτυξη του τουρισμού. Ο πολιτισμικός τουρισμός δε σχετίζεται μόνο με την περιήγηση σε μουσεία, μνημεία και σε ό,τι συνδέεται με τον πολιτισμό ενός τόπου, αλλά έχει να κάνει και με την άμεση επαφή και συμμετοχή στη σύγχρονη πολιτισμική δημιουργία αλλά και στα ήθη και στα έθιμα μιας περιοχής (Καραβασίλη, 1997: 78. Παυλογεωργάτος, 2008: 40). 16 η Πρόταση: Το ίδιο σημαντική για τη διατήρηση, διάσωση, προβολή και ανάδειξη της πολιτισμικής κληρονομιάς της Λαμίας θεωρείται η ιδιωτική πρωτοβουλία. Το κτήριο Ξηρού, όπου σήμερα λειτουργεί ιδιωτικό κατάστημα είναι ενδεικτικό. Η οικία Δημ. Ελασσόνα ή το κτήριο Καρανάσιου θα μπορούσαν να ακολουθήσουν αυτό το παράδειγμα και να φιλοξενήσουν τα γραφεία τράπεζας, να μετατραπούν σε καταστήματα, να στεγάσουν εταιρικά ιδιωτικά γραφεία κ.ά. 17 η Πρόταση: Επιπλέον, κάθε σπουδαία δραστηριότητα, σχετιζόμενη εγκατάσταση ή οποιαδήποτε παραγωγική και πολιτιστική δράση που άλλαξε τη μορφή της Λαμίας, θα μπορούσε να κηρυχθεί ως διατηρητέα και να ισχύσουν και για αυτή όλες οι διατάξεις προστασίας και διάσωσής της (Καραβασίλη, 1997: 76 77). Για παράδειγμα, θα μπορούσε να δημιουργηθεί στη Λαμία ένα Ιστορικό Μουσείο, το οποίο θα φιλοξενεί αναμνηστικά αντικείμενα, προσωπικά ή συλλογικά, λάβαρα, κειμήλια, όπλα καθώς και ποικίλα άλλα εκθέματα, προερχόμενα από την 169

170 Ελληνική Επανάσταση του 1821 και από τους ήρωες της πόλης, που είτε έδρασαν απλώς σε αυτή, π.χ. ο Αθανάσιος Διάκος, είτε γεννήθηκαν εντός των συνόρων της, όπως οι Δυοβουνιώτης και Πανουργιάς. Το μουσείο αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει σε ένα διατηρητέο κτήριο της πόλης, πιθανόν στο Αρχοντικό Χατζηχρήστου, καθώς η οικογένεια αυτή σχετίστηκε με την Ελληνική Επανάσταση. Το κτίσμα αυτό δε σώζεται σε πολύ καλή κατάσταση και θα ήταν επιθυμητό να εκπονηθούν μελέτες, που θα προσβλέπουν στη βελτίωση της υφιστάμενης μορφής του. 18 η Πρόταση: Στα μνημεία, που προαναφέρθηκαν, μπορούν να εφαρμοστούν επεμβάσεις που θα αποσκοπούν στη διατήρηση της υλικής υπόστασης και της αυθεντικότητας τους. Με τον τρόπο αυτό μια πόλη, που διαθέτει πολιτισμικά αγαθά άξια διατήρησης, προστασίας και ανάδειξης, μπορεί να παραμείνει ζωντανή και να πληροί της προϋποθέσεις διαβίωσης με βάση τις απαιτήσεις της σύγχρονης ζωής. Οι ενδεικνυόμενες εργασίες στα μνημεία (κλασικά, ελληνιστικά, βυζαντινά, μεταβυζαντινά και νεώτερα) είναι η συντήρηση, η στερέωση, η αποκατάσταση, η αναστήλωση, η ανάδειξη, η τοποθέτηση προστατευτικών στεγών, η διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου, καθώς και εκείνες που αποβλέπουν στην απόδοση χρήσεως ή σε φιλοξενία χρήσεων. Οι επεμβάσεις θα πρέπει να συμβαδίζουν με την αρχή της ολοκληρωμένης προστασίας, έτσι όπως διατυπώθηκε στη Συνθήκη της Γρανάδας (1985). Σε κάθε περίπτωση, όμως, πρέπει προηγουμένως να έχει τεκμηριωθεί ο μνημειακός χαρακτήρας του ακινήτου και να έχει προηγηθεί η ερμηνεία του, που προϋποθέτει την κατανόηση του αντικειμένου από την ομάδα, η οποία το αναδεικνύει και το διαμορφώνει, καθώς και τη μεταβίβαση της γνώσης αυτής στο κοινωνικό σύνολο (Ντέλλας, 2002: 84. Νόμος 3028/2002. Παπαπετρόπουλος, 2006: Buhalis, Owen, Pletinckx, 2006: 128. Λαμπρινουδάκης, 2010: 276. Καλλιγάς, Καλλιγά, 2010: 230). 19 η Πρόταση: Όσον αφορά στα διατηρητέα νεοκλασικά και παραδοσιακά κτήρια της Λαμίας, που κατοικούνται ή χρησιμοποιούνται και το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς είναι ιδιωτικό (π.χ. η οικία Π. Κατσούδα κ.ά.), θα μπορούσε να εφαρμοστεί σειρά κινήτρων, τα οποία θα θεσπίσει η Πολιτεία προς όφελος των ιδιοκτητών τους, προκειμένου να διασφαλιστεί η διατήρηση και η διάσωσή τους. Μερικά από αυτά, είναι τα χαμηλότοκα δάνεια, οι φορολογικές ελαφρύνσεις, η μεταφορά του συντελεστή δόμησης, η επιχορήγηση, η οικονομική ενίσχυση ή η παροχή άλλων 170

171 κινήτρων στους ιδιοκτήτες για την επισκευή και αποκατάσταση των κηρυγμένων και διατηρητέων μνημείων, η έκπτωση από φόρο μεταβίβασης ή κληρονομιάς, η απαλλαγή ή ο περιορισμός του φόρου ακίνητης περιουσίας κ.ά. Με τον τρόπο αυτό, οι ιδιοκτήτες ακίνητων μνημείων θα είναι σε θέση να ανταποκριθούν στο κόστος των επεμβάσεων, όπως έχει συμβεί στη μεσαιωνική πόλη της Ρόδου, η οποία είναι εγγεγραμμένη στον Παγκόσμιο Κατάλογο Μνημείων της Unesco από το 1988, στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης πολεοδομικής αποκατάστασής της. Το γεγονός αυτό θα διασφαλίσει την προστασία των μνημείων αλλά και την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της Λαμίας (Δωροβίνης, 1992: 95. Dornic, 1997: 136. Μανούσου Ντέλλα, 2001: 83. Νόμος 3028/2002, άρθρο 47. Ντέλλας, 2002: 87. Howard, 2003: Παπαπετρόπουλος, 2006: World Heritage Sites, 2009: 324. Καρδαμίτση Αδάμη, Μπίρης, 2010: 253). Θα ήταν χρήσιμο να εξεταστεί κατά πόσον τα κίνητρα, που προαναφέρθηκαν, έχουν συμβάλλει σημαντικά προς τη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο, από την καθημερινή εμπειρία καθίσταται σαφές ότι δεν επαρκούν, καθώς το ύψος των δανείων και η επιδότηση των επιτοκίων δεν είναι αρκετά, για να πραγματοποιηθούν επισκευές και εργασίες συντήρησης, που θα οδηγήσουν σε οικιστική αναβάθμιση των περιοχών (Δωροβίνης, 1992: 95. Νόμος 3028/2002, άρθρο 47. Παπαπετρόπουλος, 2006: ). 20 η Πρόταση: Επιπλέον, αξίζει να σημειωθεί ότι ένας επισκέπτης, που έρχεται στη Λαμία για πρώτη φορά και δε γνωρίζει τίποτα για την ιστορία ή τα μνημεία της, είναι εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι σχεδόν ακατόρθωτο, να ανακαλύψει από μόνος του τα σημαντικά αξιοθέατα. Και αυτό, γιατί η σήμανσή τους είναι ελλιπής, οι χάρτες δεν κάνουν καμία μνεία στα περισσότερα από αυτά, ενώ οι ντόπιοι κάτοικοι στην πλειοψηφία τους αγνοούν ποια είναι ή πόσο αξιόλογα είναι. Για το σκοπό αυτό και προκειμένου να διασφαλιστεί ο εντοπισμός, η προβολή και η ανάδειξη των μνημείων, θα ήταν δυνατό να τοποθετηθούν έξω από τα αρχαία μνημεία, τις μεταβυζαντινές εκκλησίες και τα διατηρητέα νεοκλασικά κτίσματα ενημερωτικές πινακίδες, που θα στέκονται επάνω σε αναλόγια, ή εκθετικές επιφάνειες. Σε κάθε πινακίδα ή εκθετική επιφάνεια θα υπάρχουν πληροφορίες, που θα προσφέρονται στο ενδιαφερόμενο κοινό, έκτασης περίπου 50 λέξεων και οι οποίες θα περιλαμβάνουν στοιχεία σχετικά με το πότε κτίστηκε η μνημειακή κατασκευή, από ποιον δημιουργό ή αρχιτέκτονα, ποια είναι τα κύρια διακοσμητικά και καλλιτεχνικά χαρακτηριστικά του, κ.ά. Το ίδιο χρήσιμες είναι και οι οδικές σημάνσεις στους 171

172 δρόμους που οδηγούν προς τα μνημεία της πόλης ή στους χώρους στάθμευσης. Οι πληροφορίες που θα περιλαμβάνουν θα πρέπει να είναι ξεκάθαρες. Ανάλογες ενημερωτικές πινακίδες είναι τοποθετημένες σε ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της Μεγάλης Βρετανίας, το Stonehenge, που είναι εγγεγραμμένο στον Παγκόσμιο Κατάλογο Μνημείων της Unesco από το Σύμφωνα με τους επισκέπτες του, ένας από τους λόγους που ελκύει τόσο κόσμο είναι οι εύληπτες ενημερωτικές πινακίδες, που είναι τοποθετημένες σε διάφορα σημεία και δρόμους, που καταλήγουν στο μνημείο (Mason, Ling Kuo, 2006: 183, 190. World Heritage Sites, 2009: 254). 21 η Πρόταση: Κατά τη διάρκεια της νύχτας θα ήταν δυνατό κάθε διατηρητέο κτήριο ή κάθε μνημειακός χώρος να αναδεικνύεται μέσω διακριτικού φωτισμού. το ίδιο μπορεί να ισχύσει και για τις οδούς όπου βρίσκονται. Μια άλλη χρήσιμη πρόταση θα ήταν η τοποθέτηση κάδων απορριμμάτων πλησίον των μνημείων, που θα διασφαλίζουν την καθαριότητα των ίδιων ή του περιβάλλοντα χώρου τους (Μανούσου Ντέλλα, 2001: 70). 22 η Πρόταση: Επίσης, το ίδιο ουσιαστική κρίνεται και η χάραξη ενός ιστορικού και πολιτισμικού χάρτη για τη Λαμία, τον οποίο ήδη διαθέτει η πόλη των Αθηνών και ο οποίος εκδόθηκε από το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων (Ιστορικός χάρτης της Αθήνας, Ιστορικό κέντρο, Αρχαιολογικοί χώροι, μνημεία κτήρια, ΥΠ.ΠΟ., Τ.Α.Π.Α., Αθήνα 2004). Σταδιακά, μάλιστα, θα κληθεί να αντικαταστήσει τους απλούς χάρτες, στους οποίους δε μνημονεύονται τα πολιτισμικά αγαθά της πόλης. 23 η Πρόταση: Όλα τα κατάλοιπα της πολιτισμικής κληρονομιάς, όπως τα αρχιτεκτονικά μνημεία, τα δημόσια κτήρια, οι δημόσιοι χώροι και τα δημόσια έργα τέχνης μπορούν να οδηγήσουν στην ανάδειξη και προβολή του ιστορικού και πολιτισμικού πλούτου της πόλης, καθώς και στην προβολή της τοπικότητας και των συμβολισμών της. Όλα αυτά τα επιμέρους στοιχεία μιας πόλης, με τις σωστές επεμβάσεις και παρεμβάσεις, μπορούν να αποτελέσουν ένα ενιαίο αντιληπτό και νοηματικό σύνολο, όπου την κύρια θέση θα κατέχουν το τοπίο, τα μνημεία και ο δημόσιος χώρος (Συμεών, 2004: 93). Στο πλαίσιο αυτό θα μπορούσε να εφαρμοστεί ακριβής τεκμηρίωση των μνημείων, καθώς και του πολεοδομικού ιστού της Λαμίας. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την τοπογραφική, αρχιτεκτονική και φωτογραμμετρική αποτύπωση της πόλης και του ιστορικού της κέντρου. Οι ενέργειες αυτές μπορούν να συμβάλουν στη 172

173 δημιουργία νέας γνώσης στον τομέα της συντήρησης και των επεμβάσεων, ενώ σχετίζονται άμεσα με τα έργα της αποκατάστασης που πρέπει να εκπονηθούν για τη βελτίωση της εικόνας της Λαμίας και για τη διατήρηση του μνημειακού της πλούτου (Μανούσου Ντέλλα, 2001: 72 74). 24 η Πρόταση: Σημαντικό έργο για την προώθηση της αρχαιολογικής έρευνας, καθώς και για την αναβάθμιση του οικιστικού συνόλου, κρίθηκε η ανάπλαση των ελεύθερων και των αρχαιολογικών χώρων της Λαμίας, γεγονός που θα αναδείξει αισθητικά τα μνημεία και τους μνημειακούς χώρους και θα τους συνδέσει με τη σημερινή δομή και τις λειτουργίες της πόλης. Εξίσου σημαντική κρίνεται επίσης η ακριβής οριοθέτηση των τμημάτων εκείνων που χρειάζονται προστασία (Μανούσου Ντέλλα, 2001: 87, 103. Μαΐστρου, 2002: 66). 25 η Πρόταση: Είναι χρήσιμο να σημειωθεί ότι η ανάδειξη και η αξιοποίηση των ιστορικών κτηρίων, των μνημείων και των αρχαιολογικών χώρων επιτυγχάνεται με την ενοποίησή τους μέσω δικτύου πεζοδρόμων, καθώς και μέσω πολεοδομικών και αρχιτεκτονικών παρεμβάσεων, που θα δημιουργήσουν ένα ενιαίο σύνολο, το οποίο θα αναδείξει αισθητικά και τουριστικά την πόλη. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται και η θέσπιση ειδικών κυκλοφοριακών ρυθμίσεων στο κέντρο της Λαμίας όπου εντοπίζονται τα σημαντικότερα από τα μνημεία της, καθώς και η επίλυση τυχόν προβλημάτων φθορών, που επιφέρουν στα μνημεία ο θόρυβος και η ρύπανση. Με τον τρόπο αυτό θα ελαττωθούν οι κίνδυνοι που μπορεί να προκληθούν στα πολιτισμικά αγαθά, εξαιτίας της μόλυνσης, αλλά και να αποφευχθεί η υποβάθμιση της πόλης. Στο πρόγραμμα περιλαμβάνεται επίσης η πεζοδρόμηση των κεντρικών σημείων της Λαμίας, η οργάνωση χώρων στάθμευσης, καθώς και η αποκατάσταση των οδοστρωμάτων, που θα βελτιώσουν την ποιότητα ζωής των κατοίκων της πόλης, όπως συνέβη στην Πλάκα, το ιστορικό κέντρο της Αθήνας στο πλαίσιο των αρχών της ολοκληρωμένης προστασίας, καθώς και στο Stonehenge μετά τα μέσα του (Μανούσου Ντέλλα, 2001: 85, Μαΐστρου, 2002: Mason, Ling Kuo, 2006: ). 26 η Πρόταση: Πρέπει να διερευνηθεί, επιπλέον, η οργάνωση αρχαιολογικών περιπάτων μεταξύ των αρχαιολογικών χώρων που διατηρούνται στην πόλη έστω και αποσπασματικά, και των υπόλοιπων μνημείων που χρονολογούνται σε διάφορες περιόδους της ιστορίας της (νεοκλασικά κτήρια, μεταβυζαντινοί και ιστορικοί ναοί κ.ά.). Οι αρχαιολογικοί περίπατοι θα οδηγήσουν στην κατανόηση της ιστορίας της 173

174 Λαμίας, καθώς και στην ευαισθητοποίηση των πολιτών σε θέματα σχετικά με την προστασία των μνημείων και την αναγνώρισή τους ως σημείων αναφοράς της σύγχρονης πόλης (Μανούσου Ντέλλα, 2001: 100, 108). 27 η Πρόταση: Εξίσου σημαντική κρίνεται η εκπόνηση σχετικών μελετών (π.χ. πολεοδομικών, χωροταξικών, τοπογραφικών, αρχιτεκτονικών, περιβαλλοντικών επιπτώσεων και διαγνωστικών) για την πόλη της Λαμίας, καθώς και η υπογραφή προγραμματικών συμφωνιών με τον Οργανισμό Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) της περιοχής, που θα καθιστά υπεύθυνο το Δήμο Λαμιέων για τη διαχείριση των πολιτισμικών αγαθών της πόλης και του ιστορικού της κέντρου. 28 η Πρόταση: Ένα άλλο επιτακτικό πρόβλημα, που χρήζει άμεσης αντιμετώπισης, είναι το γεγονός ότι η υλική πολιτισμική κληρονομιά απειλείται από τη μόλυνση του περιβάλλοντος, από τη θερμοκρασία (υψηλή ή χαμηλή), από την υγρασία, από την εναλλαγή των καιρικών φαινομένων, από τους σεισμούς, από τις πλημμύρες, από τη φωτιά ή από την καθίζηση του εδάφους θεμελίωσης. Οι μνημειακές κατασκευές, επομένως, υπόκεινται διάφορες αλλαγές, εξαιτίας των φθορών από τη χρήση, των κλιματικών αλλαγών ή των σημαδιών που αφήνει γενικά το πέρασμα του χρόνου. Το ίδιο καθοριστικοί είναι και οι βιολογικοί παράγοντες ή η ανθρώπινη παρέμβαση, όπως οι ρίζες των φυτών, τα ζώα, οι μικροοργανισμοί, η κυκλοφορία οχημάτων, η υψηλή επισκεψιμότητα των μνημείων ή οι αδέξιες και αποτυχημένες επισκευές και προσθήκες, καθώς και η αλλοίωση του περιβάλλοντα χώρου (Jokilehto, 1999: 2. Παυλογεωργάτος, 2008: 19, 34-35). Χρειάζεται επίσης η ευαισθητοποίηση των κατοίκων και των επισκεπτών της πόλης, σε σχέση με την προστασία των μνημείων (Καραβασίλη, 1997: Jokilehto, 1999: 2). Προτείνεται να αρχίσει από τα σχολεία η παρουσίαση στα παιδιά των μνημείων της πόλης, καθώς και η συνακόλουθη οργάνωση επισκέψεων με ενημερωτικό χαρακτήρα σε ορισμένα από αυτά στο πλαίσιο της ευέλικτης ζωής. 29 η Πρόταση: Βασική προϋπόθεση για την επίτευξη όσων προτάσεων αναφέρθηκαν προηγουμένως αποτελεί η συμμετοχή και η συντονισμένη δράση της κυβέρνησης και όλων των συναρμοδίων υπηρεσιών και φορέων, καθώς και η ενεργή εμπλοκή του κοινωνικού συνόλου, που είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί με την παροχή οργανωμένης ενημέρωσης εκ μέρους των επίσημων φορέων. Αυτό έχει, άλλωστε, αποδείξει η εμπειρία του παρελθόντος, όπως στη Ρόδο ή στο μνημείο Machupicchu στο Περού, το οποίο εγγράφηκε στον Παγκόσμιο Κατάλογο Μνημείων 174

175 της Unesco το 1983 (Μανούσου Ντέλλα, 2001: Regalado - Pezua, Arias - Valencia, 2006: 196, 202. World Heritage Sites, 2009: 172. Μαΐστρου, 2002: 67). Οι πολιτισμικές διαδρομές μπορούν επίσης να συντελέσουν στην ανάδειξη των μνημείων μιας πόλης. Για το θέμα αυτό θα αναφερθούμε εκτενέστερα παρακάτω Προτάσεις για πολιτισμικές διαδρομές Οι πολιτισμικές διαδρομές: γενικό θεωρητικό πλαίσιο και νέες τεχνολογίες Οι πολιτισμικές διαδρομές συμβάλλουν στην προβολή και ανάδειξη του περιβάλλοντος και της ιστορικής φυσιογνωμίας μίας πόλης. Παράλληλα, διαθέτουν διδακτική λειτουργία. Ευαισθητοποιούν τόσο τους επισκέπτες όσο και τους πολίτες, που σταδιακά αρχίζουν να συμμετέχουν στην προστασία και ανάδειξη των μνημείων, καθώς και να προβαίνουν σε ενέργειες αποκατάστασης και ορθολογικής επανάχρησης των πολιτισμικών αγαθών που μετατρέπονται έτσι σε ενεργά και ζωτικά στοιχεία της πόλης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η μείωση των φαινομένων βανδαλισμού ή η εξάλειψη των φαινομένων της ρύπανσης των μνημείων (Παταργιάς, Δανιήλ, Πουλούδης, Αντωνοπούλου, 2003: 93 94, 96. Λούβη, 2009: 8 9). Οι πολιτισμικές διαδρομές προκαθορίζουν την πορεία και την επίσκεψη στα μνημεία της φυσικής και πολιτισμικής κληρονομιάς μέσα σε ένα συγκεκριμένο θεματικό, ιστορικό ή εννοιολογικό πλαίσιο. Αποδίδουν τη σημασία ενός τόπου στους επισκέπτες, καταδεικνύοντας την ανάγκη προστασίας του. Εκφράζουν ένα μήνυμα και ερμηνεύουν έναν τόπο, ενώ, συγχρόνως, παρέχουν εκπαίδευση, ενημέρωση και ψυχαγωγία. Με τον τρόπο αυτό, προάγεται η ευαισθητοποίηση του κόσμου, καθώς και η καλλιέργεια συνείδησης, ιδεών και συμπεριφορών, που αποτελούν χαρακτηριστικά της ήρεμης διαχείρισης (Καραβασίλη, Μικελάκης, 1999: 82, 86. Τουρνικιώτης, 2010: 14). Επίσης, συμβάλλουν στην ανάπτυξη του πολιτισμικού τουρισμού. Αντίθετα από ό,τι συμβαίνει με το μαζικό τουρισμό, ο πολιτισμικός τουρισμός όπως και άλλες ήπιες μορφές τουρισμού έχουν ως κοινό χαρακτηριστικό την πολιτισμική διάσταση. Συνεισφέρουν στην αναψυχή και στην αρμονική ένταξη του ανθρώπινου στοιχείου στο περιβάλλον. χαρακτηριστική είναι η έμφαση που αποδίδουν στον άνθρωπο. Επιπλέον, στοχεύουν στην προβολή των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του τοπικού πολιτισμού μιας πόλης και συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξή της. Χρειάζεται, 175

176 ωστόσο, προσοχή ώστε να μην υποβαθμιστεί το τοπίο μιας περιοχής, να μη σπαταληθούν οι φυσικοί πόροι και να μην αλλοιωθούν τα παραδοσιακά χαρακτηριστικά και ο ιστορικός χαρακτήρας μιας πόλης, προκειμένου να αναπτυχθεί ο τουρισμός. Ως παραδοσιακά χαρακτηριστικά μιας περιοχής νοούνται τα ήθη και έθιμα, η αρχιτεκτονική, οι χώροι αρχαιολογικής και ιστορικής αξίας κ.ά. Ο πολιτισμικός τουρισμός εξασφαλίζει την επαφή, την απόκτηση γνώσης και τη διαδραστική σχέση μεταξύ πολιτισμών διαφορετικών περιοχών και πόλεων (Καραβασίλη, 1997: 78. Καραβασίλη, Μικελάκης, 1999: 82. Μανούσου Ντέλλα, 2001: 104. Παυλογεωργάτος, Κωνστάντογλου, 2005: Παυλογεωργάτος, 2008: 34 35, Mason, Ling Kuo, 2006: 183. Winter, 2010: ). Παράλληλα, οι πολιτισμικές διαδρομές αποτελούν αξιόλογο οικονομικό και διαχειριστικό εργαλείο για την ανάπτυξη του τουρισμού μιας πόλης. Στην περίπτωση της Λαμίας μπορούν να συμβάλουν στην περαιτέρω τουριστική ανάπτυξή της, καθώς και στη δημιουργία των αναγκαίων υποδομών για την υποδοχή των επισκεπτών. Οφείλουν να είναι λειτουργικές και αποτελεσματικές. Για τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και οι παιδαγωγικές μέθοδοι, όπως η συμμετοχή, η παρατήρηση, η εξερεύνηση, οι παύσεις και οι σιωπές, οι «ελεύθερες ζώνες ερμηνείας» όπως αποκαλούνται, που ωθούν στην επιτυχημένη ερμηνεία της γνώσης που προσφέρεται και που παρέχουν στον επισκέπτη τη δυνατότητα να σκεφτεί, να φανταστεί και να ανακαλύψει μόνος του τα νοήματα, τις ιδέες και τα γεγονότα (Καραβασίλη, Μικελάκης, 1999: 83. Τουρνικιώτης, 2010: 14). Ο σχεδιασμός μιας πολιτισμικής διαδρομής αποτελεί μια επιλεκτική διαδικασία, που προβλέπει μελέτη του αντικειμένου, παρατήρηση, στοχοθεσία, θεωρία και γνώση. Πρέπει να διαθέτουν προσδιορισμένο περιεχόμενο και συγκεκριμένο πλαίσιο (Καραβασίλη, Μικελάκης, 1999: 82. Λούβη, 2009: 9). Κατά το σχεδιασμό και την υλοποίηση των πολιτισμικών διαδρομών πρέπει να αναλύονται η ιστορική εξέλιξη της πόλης, καθώς και οι αλλαγές και οι μεταβολές που έχουν επέλθει. Το ίδιο σημαντικό είναι να πραγματοποιείται αναγνώριση, καταγραφή και αξιολόγηση των μνημείων συνολικά, καθώς και του ρόλου ή της λειτουργίας τους εντός του αστικού περιβάλλοντος. Επιπλέον, οι πολιτισμικές διαδρομές μπορούν να οργανωθούν με βάση τις ιστορικές εποχές ή τη χρήση των μνημείων. Για τη διευκόλυνση των επισκεπτών τους κρίνεται αναγκαίο να εκδοθεί και πληροφοριακό υλικό, που θα διατίθεται από ειδικά διαμορφωμένα περίπτερα τοποθετημένα σε καίρια σημεία. Οι οδηγοί αυτοί πρέπει να περιλαμβάνουν χάρτες 176

177 των διαδρομών, επισημάνσεις, σχολιασμούς, εικονογραφήσεις των μνημείων και πίνακες με πληροφορίες. Ο τίτλος τους, οι γνώσεις που παρέχονται, τα φυλλάδια και οι επιγραφές πρέπει να πείθουν και να ελκύουν τον κόσμο (Παταργιάς, Δανιήλ, Πουλούδης, Αντωνοπούλου, 2003: Λούβη, 2009: 9). Η πορεία ανάμεσα σε δύο διαδοχικούς τόπους των πολιτισμικών διαδρομών πρέπει να είναι ευχάριστη, ασφαλής και άνετη και να ικανοποιεί τις ανάγκες των επισκεπτών. Αυτό επιτυγχάνεται με τη σήμανση των διαδρομών, την ελεύθερη πορεία και τον καθαρισμό των χώρων. Η προβολή και η ανάδειξη των πολιτισμικών διαδρομών χρειάζονται συντονισμένες ενέργειες, που θα διασφαλίσουν την επιτυχία τους. Τέτοιες είναι αδιαμφισβήτητα η συντήρηση των δημόσιων γλυπτών μνημείων (π.χ. δημόσια αγάλματα), οι αναστηλώσεις, οι στερεώσεις των κελυφών των κτηρίων, η αποκατάσταση των μνημείων (που περιλαμβάνονται στις πολιτιστικές διαδρομές) και η ανάδειξη του περιβάλλοντα χώρου τους με επεμβάσεις ήπιας μορφής, όπως η απομάκρυνση πινακίδων, διαφημίσεων, περιπτέρων, στύλων, καθώς και η καθαριότητα, ο εμπλουτισμός των χώρων φύτευσης κ.ά. Επιπλέον, οι πολιτισμικές διαδρομές δεν πρέπει να έχουν μεγάλο εύρος, ώστε να μπορεί ο κάθε επισκέπτης να τις ολοκληρώσει χωρίς να κουραστεί. Η πορεία και η εξέλιξη του θέματος πρέπει να αποτυπώνονται καθόλη τη διάρκεια της διαδρομής (Καραβασίλη, Μικελάκης, 1999: 83. Παταργιάς, Δανιήλ, Πουλούδης, Αντωνοπούλου, 2003: Λούβη, 2009: 8 9). Βασική παράμετρος στο σχεδιασμό μιας πολιτισμικής διαδρομής είναι ο επισκέπτης, τον οποίο διακρίνουν διάφορα χαρακτηριστικά γνωρίσματα, π.χ. το επίπεδο της μόρφωσης. Συνήθως υπάρχουν δύο τύποι επισκεπτών, οι συνηθισμένοι επισκέπτες των πολιτισμικών χώρων που δεν είναι ειδικευμένοι σε θέματα πολιτισμού και οι ειδικοί πολιτισμικοί επισκέπτες. Και οι δύο κατηγορίες παρακινούνται να επισκεφτούν τα μνημεία ή να ακολουθήσουν μια πολιτισμική διαδρομή για ποικίλους λόγους, όπως εκπαιδευτικούς, πολιτισμικούς, κοινωνικούς ή ψυχολογικούς. Άλλα κριτήρια διάκρισης των επισκεπτών είναι ο τόπος προέλευσης, π.χ. οι εσωτερικοί ή εξωτερικοί επισκέπτες ή τουρίστες, ο χρόνος της επίσκεψης (θερινός ή χειμερινός τουρισμός), ο τύπος του ταξιδιού (ατομικός ή οργανωμένος), το κίνητρο της δραστηριότητας κ.ά. (Καραβασίλη, Μικελάκης, 1999: Παυλογεωργάτος, Κωνστάντογλου, 2005: 63. Buhalis, Owen, Pletinckx, 2006: 127). Καθοριστικό ρόλο στη διασφάλιση της επιτυχίας των πολιτισμικών διαδρομών παίζει η συντονισμένη δράση των αρμοδίων φορέων, της κυβέρνησης, της 177

178 δημοτικής αρχής κ.ά. Η τοπική κοινωνία πρέπει να ενεργοποιείται κατά το σχεδιασμό τους. Οι τοπικοί φορείς πρέπει να διατηρούν τον τοπικό πολιτισμό και να προστατεύουν τα μνημεία (Καραβασίλη, Μικελάκης, 1999: Παταργιάς, Δανιήλ, Πουλούδης, Αντωνοπούλου, 2003: 96. Παυλογεωργάτος, 2008: 46. Λούβη, 2009: 8 9). Συμπερασματικά, οι πολιτισμικές διαδρομές πρέπει να διαμορφώνονται με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα, π.χ. οδικό δίκτυο, υποδομή, πολιτισμικοί και φυσικοί πόροι μιας πόλης. Οδηγούν στην ανάπτυξη και στην αναζωογόνηση του πρασίνου και συνεισφέρουν στην ανάπλαση διαφόρων σημείων και περιοχών. Δεν ακολουθούν στερεότυπα, αλλά ερμηνεύουν πολιτισμικά το τοπίο (Καραβασίλη, Μικελάκης, 1999: Παταργιάς, Δανιήλ, Πουλούδης, Αντωνοπούλου, 2003: 96. Παυλογεωργάτος, 2008: 46. Λούβη, 2009: 8 9) Προτεινόμενες πολιτισμικές διαδρομές για τη Λαμία Όσον αφορά στη Λαμία, προτείνουμε τις ακόλουθες πολιτισμικές διαδρομές «Η αρχαία Λαμία» Η πρώτη πολιτισμική διαδρομή που προτείνεται περιλαμβάνει μνημεία που είναι αντιπροσωπευτικά του αρχαίου παρελθόντος της πόλης. Πάνω από τις σιδηροδρομικές γραμμές που περνούν μέσα από την πόλη, βρίσκεται η οδός Θερμοπυλών. Στη διασταύρωση με την οδό Μιαούλη εντοπίζεται ο αρχαιολογικός χώρος του αρχαίου Γυμνασίου της Λαμίας, που χρονολογείται στους κλασικούς, ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους, εξαιτίας των πολλών επισκευών που υπέστη. Στη συνέχεια, ο επισκέπτης συναντά την οδό Καποδιστρίου και στρίβει δεξιά. Στη διασταύρωση με την οδό Όθωνος στρίβει και πάλι, αυτή τη φορά αριστερά. Στο τέρμα της οδού Όθωνος συναντά την πλατεία Λαού. Έπειτα, ακολουθώντας την οδό Καραϊσκάκη, φτάνει στη διασταύρωση με την οδό Καζούλη, όπου εντοπίζονται τα τμήματα του αρχαίου τείχους της πόλης. Με ένα αυτοκίνητο ή με εκδρομικό λεωφορείο, ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να επισκεφτεί το Κάστρο της Λαμίας, καθώς και το Αρχαιολογικό Μουσείο της, το οποίο στεγάζεται εντός του Κάστρου, στο στρατώνα. Στο μουσείο αυτό εκτίθενται ευρήματα, χρονολογούμενα στους αρχαίους χρόνους (προϊστορικούς, 178

179 γεωμετρικούς, κλασικούς, ελληνιστικούς ή ρωμαϊκούς). Τα εκθέματα του Αρχαιολογικού Μουσείου προέρχονται από τις ανασκαφές, που διεξήχθησαν σε περιοχές ολόκληρης της Φθιώτιδας. «Η αρχαία Λαμία» Υπόμνημα Το αρχαίο Γυμνάσιο Το Κάστρο Τμήματα του αρχαίου τείχους 179 Το Αρχαιολογικό Μουσείο

180 «Γνωρίζοντας τις εκκλησίες της Λαμίας» Η δεύτερη διαδρομή έχει σκοπό να παρουσιάσει στον επισκέπτη το θρησκευτικό βίο των κατοίκων της Λαμίας με την οργάνωση μιας πορείας στους σημαντικότερους ναούς της. Η περιήγηση αρχίζει από το Μητροπολιτικό ναό της Λαμίας. Ο επισκέπτης ανηφορίζει την οδό Λεωνίδου, όπου υπάρχει χώρος για στάθμευση. Στη συνέχεια, ακολουθώντας την οδό Καποδιστρίου φτάνει στην πλατεία Πάρκου. Η οδός Ρήγα Φεραίου οδηγεί στην πλατεία Ελευθερίας, όπου βρίσκεται ο ναός της Μητροπόλεως, ο οποίος είναι αφιερωμένος στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Συνεχίζοντας την πορεία του, ο επισκέπτης συναντά την οδό Υψηλάντου, που στη διασταύρωση με την Καζούλη, στρίβει δεξιά. Ανεβαίνοντας την οδό Παναγίας Δέσποινας, βρίσκεται ενώπιον του ομώνυμου μεταβυζαντινού ναού, που κτίστηκε το 1730 επάνω στον παλαιότερο ναό των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Με ένα αυτοκίνητο ή εκδρομικό λεωφορείο, ο επισκέπτης μπορεί να επισκεφτεί, κατόπιν, το μεταβυζαντινό ναό της Αρχοντικής, που βρίσκεται κοντά στο Κάστρο και ο οποίος επίσης κτίστηκε το 1760, αν και η αρχική εκκλησία τοποθετείται στα Η τελευταία στάση σε αυτή τη διαδρομή είναι ο ναός του Ευαγγελιστή Λουκά, που βρίσκεται στον ομώνυμο λόφο και ο οποίος κατασκευάστηκε στα τέλη του 19 ου αιώνα. 180

181 «Γνωρίζοντας τις εκκλησίες της Λαμίας» Υπόμνημα Ο Μεταβυζαντινός ναός της Παναγίας της Αρχοντικής Ο Μητροπολιτικός ναός της Λαμίας Ο Μεταβυζαντινός ναός της Παναγίας Δέσποινας Ο ναός του Αγίου Λουκά 181

182 «Περιδιαβαίνοντας τη νεοκλασική Λαμία» Η συγκεκριμένη πολιτισμική διαδρομή στοχεύει να αποκαλύψει στον επισκέπτη της Λαμίας τον αρχιτεκτονικό πλούτο της, που χρονολογείται στην περίοδο της νεότερης ιστορίας, στα χρόνια του νεοκλασικισμού που άκμασε στην πόλη από το 1860/5 έως το 1930 περίπου. Τα μνημεία, που περιλαμβάνονται στις πολιτισμικές διαδρομές, είναι αντιπροσωπευτικά της νεοκλασικής αρχιτεκτονικής στην πόλη, ώστε να αποδίδουν χαρακτηριστικά την εξέλιξή της. Η κατάταξή τους γίνεται βάσει της εποχής, της τυπολογίας, του είδους, της ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας, της χρήσης και της λειτουργίας τους (Παταργιάς, Δανιήλ, Πουλούδης, Αντωνοπούλου, 2003: 92). Μια ορθά σχεδιασμένη διαδρομή, που θα φέρει για πρώτη φορά τον επισκέπτη σε επαφή με τη Λαμία, πρέπει να αρχίζει κατά τη γνώμη μας από την οδό Καποδιστρίου. Το ταξίδι ξεκινά, λοιπόν, από την οδό Καποδιστρίου, όπου υψώνονται το Δικαστικό Μέγαρο και το κτήριο Καρανάσιου. Μπροστά στον επισκέπτη απλώνεται η πλατεία Πάρκου, την οποία διασχίζει, θαυμάζοντας και το άγαλμα του Ευζώνου, που στέκεται στο κέντρο της. Στη συνέχεια, είναι σε θέση να παρατηρήσει δύο ακόμη νεοκλασικά διατηρητέα κτήρια, την οικία Ταξιαρχόπουλου Τομαρά Αθανασίου και το κτήριο Αθανασίου, στο ισόγειο του οποίου λειτουργεί ένα φαρμακείο. Έπειτα, στα δεξιά, εκτείνεται η πεζοδρομημένη εμπορική οδός Ρήγα Φεραίου, που περικλείεται από πληθώρα νεοκλασικών οικοδομημάτων και η οποία οδηγεί στην πλατεία Ελευθερίας, τη μεγαλύτερη της πόλης, που φιλοξένησε μερικά από τα σημαντικότερα ιστορικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν στη Λαμία. Γύρω από την πλατεία υψώνονται το Αρχοντικό Χατζηχρήστου, το κτήριο της Νομαρχίας και η Μητρόπολη, η σημαντικότερη εκκλησία της πόλης που διαθέτει πολλά νεοκλασικά στοιχεία. Μετά, ο επισκέπτης, ακολουθώντας μια ακόμη κεντρική οδό, την Υψηλάντου, μπορεί να συναντήσει το 6 ο Γυμνάσιο, περίφημο για την πέτρινη κατασκευή του. Επιστρέφοντας από την οδό Βαλαωρίτου, του δίνεται, παράλληλα, η ευκαιρία να παρατηρήσει την νεοκλασική οικία Κατσούδα, στις οδούς Ευαγγελιστρίας και Κοντοπούλου. Κατόπιν, στην πορεία της οδού Μακροπούλου θα συναντήσει την οδό Αινιάνων, όπου μπορεί να επισκεφτεί την Πινακοθήκη της πόλης, στην οποία εκτίθεται η μόνιμη συλλογή έργων ενός από τους πιο σημαντικούς νεοέλληνες 182

183 ζωγράφους του 20 ού αιώνα Αλέκου Κοντόπουλου, εισηγητή της μοντέρνας ζωγραφικής στην Ελλάδα, ο οποίος γεννήθηκε στη Λαμία. Η οδός Διάκου οδηγεί επίσης στην πλατεία Διάκου, όπου είναι στημένο το άγαλμα του ομώνυμου ήρωα και όπου στέκουν και άλλα νεοκλασικά κτίσματα. Πρόκειται για την οικία Ελασσόνα, ένα εξαίρετο δείγμα νεοκλασικής αρχιτεκτονικής, το κτήριο της Τράπεζας της Ελλάδας και η οικία Χατζίσκου, το σημερινό κτήριο Πλατή, το παλαιότερο νεοκλασικό κτήριο της Λαμίας (1860). Τέλος, ο επισκέπτης κατέρχεται την οδό Πατρόκλου και στο ύψος που διασταυρώνεται με την Σατωβριάνδου, συναντά δύο ακόμη διατηρητέα, το κτήριο Βακαλόπουλου και την οικία Ξηρού. Σαν επιστέγασμα, προτείνεται, τέλος, με τη χρήση οχήματος, μια επίσκεψη στο Κάστρο της Λαμίας, που δεσπόζει στην πόλη και αποτελεί το διαχρονικότερο από τα πολιτισμικά αγαθά της, καθώς χρονικά καλύπτει όλες τις περιόδους της λαμιακής ιστορίας, από την αρχαία έως και τη νεότερη. Παράλληλα, με τον τρόπο αυτό η πολιτισμική διαδρομή κλείνει με μια επίσκεψη στο αρχαιολογικό Μουσείο που λειτουργεί εντός του Κάστρου, στους χώρους του αλλοτινού στρατώνα του Όθωνα. Με το πέρας της διαδρομής αυτής, ο επισκέπτης θα έχει αποκομίσει μια ξεκάθαρη ιδέα για την Λαμία, τη διάρθρωσή της, τους δρόμους, τις πλατείες και τα αγάλματά της, καθώς και για τα ενθυμήματα της νεότερης ιστορίας της, τα νεοκλασικά διατηρητέα κτήρια, συνειδητοποιώντας ότι είναι σε θέση να κατανοήσει την πορεία και την εξέλιξη της αρχιτεκτονικής αυτής τεχνοτροπίας, που άκμασε σε μια πόλη τόσο κοντά και συγχρόνως τόσο μακριά από την Αθήνα, την πηγή έμπνευσης κάθε νέας καλλιτεχνικής έξαρσης και εξέλιξης. Η διαδρομή ολοκληρώθηκε, αλλά η μαγεία δεν τελειώνει εδώ. Η Λαμία περιμένει να αποκαλύψει και άλλα μνημεία στο πρόθυμο κοινό, αρκεί να υπάρχει και η θέληση. 183

184 «Περιδιαβαίνοντας τη νεοκλασική Λαμία» Το Κάστρο Το σημαντικότερο μνημείο της πόλης, που πρέπει να το επισκεφτούν όλοι, γιατί είναι διαχρονικό (Από τον 5 ο αι. π.χ. έως τον 19 ο αι. μ.χ.) Υπόμνημα Το Δικαστικό Μέγαρο Το κτήριο Καρανάσιου Το κτήριο Τομαρά Το κτήριο Αθανασίου Τα διατηρητέα της οδού Ρήγα Φεραίου Το Αρχοντικό Χατζηχρήστου Η Νομαρχία της Φθιώτιδας 184

185 Η Μητρόπολη που διαθέτει αρκετά νεοκλασικά στοιχεία Το 6ο Γυμνάσιο Λαμίας Η οικία Π. Κατσούδα Το Αρχοντικό Δημητριάδη Η Πινακοθήκη Λαμίας Το κτήριο Ελασσόνα Το κτήριο της Τράπεζας της Ελλάδος Η οικία Πλατή (1860) Η οικία Βακαλόπουλου (1865) Η οικία Ξηρού 185

186 «Τα Μουσεία, οι πλατείες και τα δημόσια αγάλματα της Λαμίας» Η τέταρτη πολιτισμική διαδρομή φέρνει τον επισκέπτη σε επαφή με την πλούσια πολιτισμική κληρονομιά της πόλης, που φυλάσσεται στους χώρους των μουσείων της. Τα εκθέματα των τριών μουσείων, που κοσμούν την πόλη, καλύπτουν ένα ευρύ χρονικό πλαίσιο, καθώς ξεκινούν από τους αρχαίους χρόνους και φτάνουν έως την πρόσφατη ιστορία και το λαϊκό βίο των κατοίκων της πόλης. Η γνώση για την ιστορία και τον πολιτισμό της Λαμίας διανθίζεται, καθώς ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να επισκεφτεί επίσης τις πλατείες της και να θαυμάσει τα δημόσια γλυπτά που τις κοσμούν. Η περιήγηση ξεκινά από την οδό Λεωνίδου όπου μπορούν να σταθμεύσουν όσοι επιλέγουν να επισκεφτούν το κέντρο της Λαμίας. Στην οδό Καποδιστρίου ο επισκέπτης στρίβει δεξιά, προκειμένου να φτάσει στην πλατεία Πάρκου, όπου βρίσκεται ο ανδριάντας του Τσολιά. Στη συνέχεια, ανηφορίζοντας την οδό Καραγιαννοπούλου, συναντά την πλατεία Διάκου και το ομώνυμο άγαλμα του αγωνιστή της Ελληνικής Επανάστασης. Ακολουθώντας την οδό Μακροπούλου, στη διασταύρωση με την Αινιάνων απαντά την οικία της Αθανασίας Μίχου και στη συνέχεια, τη Δημοτική Πινακοθήκη της πόλης (πρώην Αρχοντικό Δημητριάδη), όπου μπορεί να επισκεφτεί τη μόνιμη έκθεση με τα έργα του ζωγράφου Αλέκου Κοντόπουλου. Η οδός Διάκου οδηγεί στην πλατεία Ελευθερίας, τη μεγαλύτερη και σημαντικότερη πλατεία της πόλης, ενώ από την οδό Κουνούπη ο επισκέπτης φτάνει στην πλατεία Λαού, όπου εκτίθεται ο ανδριάντας του Άρη Βελουχιώτη. Κατηφορίζοντας την οδό Μπακογιάννη συναντά μπροστά του το Λαογραφικό Μουσείο της Λαμίας, όπου εκτίθενται αντικείμενα του καθημερινού βίου της πόλης, καθώς και το Κενοτάφιο του Αθανασίου Διάκου, μνημείο αφιερωμένο στη θυσία του ήρωα. Με ένα αυτοκίνητο ή με εκδρομικό λεωφορείο, ο επισκέπτης μπορεί, έπειτα, να επισκεφτεί το Κάστρο της Λαμίας, όπου βρίσκεται το Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης, στο οποίο εκτίθενται ευρήματα, προερχόμενα από τους αρχαίους χρόνους (προϊστορικούς, κλασικούς, ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς) και τα οποία εντοπίστηκαν σε αρχαιολογικούς χώρους όλης της Φθιώτιδας. Με το ίδιο μεταφορικό μέσο είναι σε θέση να φτάσει στο λόφο του Αγίου Λουκά, όπου είναι στημένο το άγαλμα του Αχιλλέα. 186

187 «Τα Μουσεία, οι πλατείες και τα δημόσια γλυπτά της πόλης» 187

188 Υπόμνημα Το Αρχαιολογικό Μουσείο της Λαμίας Η πλατεία Πάρκου και το άγαλμα του Τσολιά Το Λαογραφικό Μουσείο Η Δημοτική Πινακοθήκη (Αρχοντικό Δημητριάδη) Η πλατεία Διάκου και ο ανδριάντας του Αθ. Διάκου Η πλατεία Ελευθερίας Η πλατεία Λαού και ο ανδριάντας του Άρη Βελουχιώτη Το Κενοτάφιο του Αθανασίου Διάκου Το άγαλμα του Αχιλλέα 188

189 «Περιήγηση στην πόλη του σήμερα με τα μνημεία του χθες» Η πέμπτη και τελευταία πολιτισμική διαδρομή καλύπτει χρονικά ολόκληρη την ιστορική πορεία που διένυσε η Λαμία ανά τους αιώνες. Ο επισκέπτης που θα επιλέξει να την ακολουθήσει, θα γνωρίσει από κοντά τη φυσιογνωμία, τον πολιτισμό και τον χαρακτήρα της πόλης, που αφομοίωσε δημιουργικά στους κόλπους της το βορρά και το νότο της Ελλάδας. Επάνω από τις σιδηροδρομικές γραμμές, που συνδέουν το Λιανοκλάδι με τη Λαμία καθώς και με την παραθαλάσσια πόλη της Στυλίδας, ξεκινά η οδός Θερμοπυλών. Στη διασταύρωση με την οδό Μιαούλη εντοπίζεται το πρώτο μνημείο της διαδρομής, που ανάγεται χρονικά στους κλασικούς, ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους, το αρχαίο Γυμνάσιο. Ανακαλύφθηκε κατά τη διάρκεια ανασκαφών και διατηρήθηκε ακέραιο, μετά τον καθαρισμό και τη μελέτη του χώρου. Η σπουδαιότητα και μοναδικότητα του ευρήματος αυτού οδήγησαν στη μετατροπή του σε επισκέψιμο χώρο και στην έκθεσή του στο κοινό μέσα από άθραυστη τζαμαρία, στο ισόγειο πολυώροφης κατοικίας που υψώθηκε από επάνω του. Συνεχίζοντας την πορεία, ο επισκέπτης συναντά την οδό Καποδιστρίου. Στρίβοντας αριστερά, με κατεύθυνση προς την πλατεία Πάρκου, απαντώνται δύο κτήρια, αντιπροσωπευτικά της μετεπαναστατικής περιόδου στην ιστορία της Λαμίας. Πρόκειται για τα Δικαστήρια και για την οικία Καρανάσιου. Σύντομα, ο ανοιχτός χώρος της πλατείας προβάλλει, με το άγαλμα του Τσολιά να δεσπόζει κυρίαρχο στο κέντρο της. Τα κτήρια Τομαρά και Αθανασίου στέκουν στην άλλη πλευρά της πλατείας. Ανεβαίνοντας την οδό Καραγιαννοπούλου, ο επισκέπτης συναντά την οικία Ελασσόνα, το κτήριο της Τράπεζας της Ελλάδας, την πλατεία Διάκου και το ομώνυμο άγαλμα του ήρωα, καθώς και το κτήριο Πλατή, το παλαιότερο νεοκλασικό της πόλης. Ακολουθώντας την οδό Μακροπούλου, στη διασταύρωση με την οδό Αινιάνων, θα συναντήσει την οικία της Αθανασίας Μίχου και στην ίδια ευθεία λίγο πιο κάτω, την Πινακοθήκη της πόλης, όπου εκτίθενται τα έργα του καλλιτέχνη, Αλέκου Κοντόπουλου και όπου κάποτε υψωνόταν το Αρχοντικό Δημητριάδη. Στο τέρμα της οδού Αινιάνων βρίσκεται η Διάκου. Η πορεία προς τα αριστερά οδηγεί στην πλατεία Ελευθερίας, όπου βρίσκονται το Αρχοντικό Χατζηχρήστου, η Νομαρχία Φθιώτιδας, πίσω από την οποία στέκει η οικία Κατσούδα, και η 189

190 Μητρόπολη, πίσω από την οποία, επίσης, εντοπίζονται οι Επτά Βρύσες, οι μοναδικές κρήνες της πόλης. Η οδός Υψηλάντου φτάνει έως το 6 ο Γυμνάσιο. Στρίβοντας δεξιά, στη διασταύρωση με την οδό Καζούλη, ο επισκέπτης, αφού προχωρήσει λίγα μέτρα, μέχρι την Καραϊσκάκη, βρίσκεται μπροστά στον αρχαιολογικό χώρο, όπου πίσω από άθραυστη βιτρίνα εκτίθενται τμήματα της οχύρωσης της πόλης, χρονολογούμενα στους κλασικούς και ελληνιστικούς χρόνους. Έπειτα, ανεβαίνοντας την οδό Παναγίας Δέσποινας, απαντά τον ομώνυμο μεταβυζαντινό Ιερό Ναό, από όπου μπορεί να απολαύσει μια πανοραμική θέα της πόλης. Κατηφορίζοντας την οδό Μακρυγιάννη και κατόπιν την Καραϊσκάκη, ανοίγεται μπροστά του η πλατεία Λαού, όπου υψώνονται αιωνόβια πλατάνια, των οποίων τα φύλλα στεφανώνουν τον ανδριάντα του Άρη Βελουχιώτη, του ήρωα της αντίστασης κατά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Διασχίζοντας, στη συνέχεια, την οδό Μπακογιάννη, ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να επισκεφθεί το Λαογραφικό Μουσείο της πόλης και να περιηγηθεί στις συλλογές του, καθώς και το Κενοτάφιο του Αθανασίου Διάκου. Η οδός Μπακογιάννη οδηγεί στην οδό Ρήγα Φεραίου, που πλαισιώνεται από νεοκλασικές οικίες, καθώς και από τη Στρατιωτική Λέσχη. Ο δρόμος αυτός ενώνει τις δύο μεγαλύτερες πλατείας της Λαμίας, την Ελευθερίας και την Πάρκου. Με ένα εκδρομικό λεωφορείο ή με ένα αυτοκίνητο είναι εύκολο να ολοκληρώσει τη διαδρομή του, επισκεπτόμενος τους δύο λόφους, στην παρυφή των οποίων απλώνεται η Λαμία. Μπροστά στα μάτια του θα ξεδιπλωθούν τα μνημεία που φιλοξενούν, όπως ο Άγιος Λουκάς και το άγαλμα του Αχιλλέα στον ένα και το Κάστρο, το διαχρονικότερο δημιούργημα της διανοίας των ανθρώπων αυτού του τόπου, στον άλλο. 190

191 «Περιήγηση στην πόλη του σήμερα με τα μνημεία του χθες» Υπόμνημα Το Κάστρο Λαμίας Η Παναγία Δέσποινα Η Παναγία Αρχοντική Αρχοντικό Χατζηχρήστου Τμήματα αρχαίου τείχους Το 6 ο Γυμνάσιο 191

192 Η οικία Κατσούδα Οικία Αθ. Μίχου Η Νομαρχία Η Μητρόπολη Ανδριάντας Α. Βελουχιώτη Επτά Βρύσες Αρχοντικό Δημητριάδη - Πινακοθήκη Κενοτάφιο Αθανασίου Διάκου Λαογραφικό Μουσείο Ο Άγιος Λουκάς Ανδριάντας Αχιλλέα Τράπεζα της Ελλάδας Οικία Πλατή Οικία Ελασσόνα Ανδριάντας Αθ. Διάκου Κτήριο Τομαρά Νεοκλασικές οικίες στην οδό Ρήγα Φεραίου Ανδριάντας Τσολιά Κτήριο Αθανασίου Δικαστήρια Κτήριο Καρανάσιου Οικία Ξηρού Οικία Βακαλόπουλου Αρχαίο Γυμνάσιο 192

193 5. Ψηφιοποίηση της πολιτισμικής κληρονομιάς της Λαμίας Σήμερα, υπάρχει πληθώρα γραπτών πονημάτων, που σχετίζονται με την καταγραφή, την ανάλυση και την αξιοποίηση της πολιτισμικής κληρονομιάς διαφόρων περιοχών της Ελλάδας. Η ανάγνωση τέτοιων εργασιών, όσο εποικοδομητική ή ενδιαφέρουσα και αν θεωρείται, δε μπορεί να συγκριθεί με την εύκολα προσβάσιμη και ελκυστική παρουσίαση, που μπορούν να προσφέρουν τα νέα μέσα της τεχνολογίας, αλλά ούτε και με τη συστηματική οργάνωση της πολιτισμικής πληροφόρησης. Στη σημερινή εποχή, άλλωστε, είναι εμφανής η τάση να προτιμάται η εικόνα αντί του γραπτού ή προφορικού λόγου κατά τη διάχυση της γνώσης, της πληροφορίας και της ενημέρωσης. Ανέκαθεν ήταν προτιμότερη η θέαση και η εικόνα του αντικειμένου από την απλή περιγραφή του. Η χρήση των δυνατοτήτων, που παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία, εξασφαλίζει την αναγνωρισιμότητα των μνημείων, και στην προκειμένη περίπτωση της πολιτισμικής κληρονομιάς της Λαμίας, αλλά και την πρόσληψη του περιεχομένου, του νοήματος και του μηνύματός τους από πλατιές μάζες του κοινού (Λαμπρινουδάκης, 2010: 275). Στη σημερινή εποχή, εξάλλου, η τεχνολογική ανάπτυξη προσφέρει νέες προοπτικές στα θέματα της διαχείρισης και της προβολής της πολιτισμικής κληρονομιάς. Η καταγραφή, η κατηγοριοποίηση και η καταχώρηση σε ηλεκτρονική μορφή των υλικών πολιτισμικών αγαθών και ιδιαίτερα των φθαρτών, καθώς και η απεικόνιση και η ψηφιακή αναπαράστασή τους, τα διασώζει, τα καθιστά προσβάσιμα σε όλους και παρέχει τη δυνατότητα στους χρήστες των ηλεκτρονικών υπολογιστών και των άλλων τεχνολογικών μέσων να έρθουν σε επαφή μαζί τους, με το δικό τους προσωπικό τρόπο. Η ψηφιακή οπτικοποίηση υλικών αντικειμένων και η μεταφορά τους στο νέο τρισδιάστατο κόσμο είναι μια ενδιαφέρουσα διαδικασία, που παράλληλα φαίνεται ότι έχει απήχηση στο κοινό και κυρίως στις νεαρότερες ηλικίες, που δείχνουν εξοικειωμένες με την τεχνολογία. Βασική προϋπόθεση, ωστόσο, για τη σωστή χρήση των δυνατοτήτων της ψηφιακής εποχής είναι η διεξαγωγή έρευνας, καθώς και η τεκμηρίωση του πολιτισμικού υλικού, προκειμένου να αποφευχθεί η μετάδοση ανιστόρητων και λανθασμένων γνώσεων και αντιλήψεων (Παυλογεωργάτος, 2008: 18. Kalay, Kvan, Affleck, 2008: 1 6). Το υλικό που συγκεντρώθηκε κατά τη συγγραφή της διπλωματικής αυτής εργασίας κρίθηκε σκόπιμο και αναγκαίο να αποκτήσει ηλεκτρονική μορφή. Ο αντικειμενικός σκοπός ήταν η επίτευξη μιας μορφής επικοινωνίας ανάμεσα στην 193

194 ψηφιοποιημένη παρουσίαση της υλικής πολιτισμικής κληρονομιάς της Λαμίας και στον επισκέπτη ή χρήστη των σύγχρονων τεχνολογιών, που θα ενδιαφερθεί να γνωρίσει τον πολιτισμό, την κουλτούρα και τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της πόλης, που τοποθετείται γεωγραφικά στο κεντρικότερο σημείο της Ελλάδας. Παράλληλα, τα πολυμέσα προσφέρουν τη δυνατότητα υποστήριξης και ανάπτυξης κάθε είδους έρευνας, αρχαιολογικής, επιστημονικής κ.ά. Με τον τρόπο αυτό, ένα ευρύτερο φάσμα ατόμων αποκτά πρόσβαση σε δεδομένα και στοιχεία, που έως σήμερα απευθύνονταν σε εξειδικευμένο κοινό, που διακρινόταν από μία ιδιαίτερη κλίση προς τις επιστήμες της διαχείρισης, της προβολής, της ανάδειξης και της αξιοποίησης των πολιτισμικών αγαθών διαφορετικών περιοχών και πόλεων. Στο συγκεκριμένο αποθηκευτικό μέσο, που είναι ένα DVD, έχουν συμπεριληφθεί στοιχεία, πληροφορίες και φωτογραφίες σχετικά με την υλική πολιτισμική κληρονομιά της Λαμίας. Το υλικό είναι πρωτότυπο και εμπεριστατωμένο και προέρχεται από τις βιβλιογραφικές παραπομπές, που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη συγγραφή του κειμένου αυτού. Σχεδιάστηκε με γνώμονα την παροχή τεκμηριωμένης πληροφόρησης, που θα καλύπτει τις ανάγκες διαφορετικών ομάδων κοινού. Είναι το ίδιο εύκολο ένας μαθητής Γυμνασίου ή Λυκείου, ένας τουρίστας ή ένας ειδικός στα θέματα της διαχείρισης και ανάδειξης πολιτισμικών αγαθών, να χειριστούν, να προσπελάσουν και να χρησιμοποιήσουν το περιεχόμενό του. Το εν λόγω αποθηκευτικό μέσο, επομένως, που είναι συμβατό με τους περισσότερους σύγχρονους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, θα μπορούσε να αποδειχθεί ένα χρήσιμο υλικό εκπαιδευτικών προγραμμάτων σε σχολεία της Πρωτοβάθμιας ή της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, να καθοδηγήσει τουρίστες σε μια πορεία στις άγνωστες πτυχές της πόλης της Λαμίας και να συμβάλει, τελικά, στη διάδοση γνώσεων επάνω σε πολιτισμικά ζητήματα, προσιτών, μέχρι πρόσφατα, σε μια μικρή μερίδα κοινού. Επίσης, επιδιώκεται και η ικανοποίηση των αναγκών πληροφόρησης του κοινωνικού συνόλου, καθώς και η εισαγωγή του σε μια προβληματική γύρω από την πολιτισμική κληρονομιά και την ανάγκη διατήρησης, προβολής και προστασίας της. Το περιβάλλον εργασίας του DVD είναι φιλικό προς τον χρήστη. Παρουσιάζει τα δεδομένα με τρόπο εύληπτο, ευχάριστο και αντικειμενικό. Οι πληροφορίες οργανώνονται θεματικά, σε ποικίλου περιεχομένου κατηγορίες, όπως αγάλματα, 194

195 κρήνες, ναοί, λαογραφικό μουσείο, αρχαία ευρήματα, νεοκλασικές οικίες, κενοτάφια, οχύρωση και χάρτης Λαμίας, ο οποίος αποτελεί και την κεντρική σελίδα (index). Εικ. 116: Απεικόνιση της σελίδας του DVD, όπου αναπαρίσταται το Κενοτάφιο του Αθανασίου Διάκου. Ανήκει στη θεματική ενότητα Κενοτάφιο. Εικ. 117: Απεικόνιση της σελίδας του DVD, όπου αναπαρίσταται η Νομαρχία Φθιώτιδας, επί της πλατείας Ελευθερίας και η οποία ανήκει στη θεματική ενότητα των νεοκλασικών οικιών. Κατά τη σχεδίαση του εν λόγω περιβάλλοντος εργασίας, επιλέχθηκαν παρόμοιες μορφοποιήσεις ως προς τη γραμματοσειρά, που είναι μαύρου χρώματος, μεγέθους 14/12/11 στίχων και τύπου Τimes New Roman/Book Antiqua αντίστοιχα. Το υπόβαθρο των θεματικών ενοτήτων είναι αυτό που έλκει το μάτι του επισκέπτη, καθώς για καθεμία ξεχωριστά επιλέχθηκαν διαφορετικά χρώματα, π.χ. η συλλογή των αγαλμάτων απεικονίζεται σε πετρόλ φόντο και των νεοκλασικών οικιών σε καφέ, ενώ έχουν αποφευχθεί οι διαγραμμίσεις, οι έντονες αποχρώσεις, οι αντιθέσεις και οι διακυμάνσεις, προκειμένου το τελικό αποτέλεσμα να είναι ευχάριστο οπτικά. 195

Περιήγηση στην πόλη του σήμερα με τα μνημεία του χθες

Περιήγηση στην πόλη του σήμερα με τα μνημεία του χθες Περιήγηση στην πόλη του σήμερα με τα μνημεία του χθες Περίληψη Στην ηλεκτρονική διεύθυνση του Δήμου Λαμιέων φιλοξενείται ένα μεγάλο μέρος της μεταπτυχιακής εργασίας, που εκπονήθηκε από την Αντωνίου Δήμητρα

Διαβάστε περισσότερα

ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ

ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΣ: 3028/2002 ΦΕΚ: Α 153/28.06.2002 ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΘΡΟ 1: ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ 1. Στην προστασία που παρέχεται

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ

Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ ΕΛΕΝΗ ΜΑΙΣΤΡΟΥ 1 Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΩΣ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

Η σχέση και η αλληλεπίδραση της ΚΔΒΚ με τους επιστημονικούς φορείς της περιοχής

Η σχέση και η αλληλεπίδραση της ΚΔΒΚ με τους επιστημονικούς φορείς της περιοχής Η σχέση και η αλληλεπίδραση της ΚΔΒΚ με τους επιστημονικούς φορείς της περιοχής ημήτριος Μαυροματίδης, Πρόεδρος ιοικούσας Επιτροπής ΤΕΕ/Τ Μ Παρασκευή Χριστοπούλου, Πρόεδρος Αντιπροσωπείας ΤΕΕ/Τ Μ Forum

Διαβάστε περισσότερα

[Το μετόχι ως συνιστώσα παραγωγής του αγροτικού χώρου στην Κρήτη.

[Το μετόχι ως συνιστώσα παραγωγής του αγροτικού χώρου στην Κρήτη. [Το μετόχι ως συνιστώσα παραγωγής του αγροτικού χώρου στην Κρήτη. Η περίπτωση του μετοχιού Ησυχάκη στον Αλικιανό.] Σκοπός της εργασίας είναι η διερεύνηση ιδιαιτεροτήτων στην εξέλιξη του αγροτικού χώρου

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΕΣ ΟΙΚΟΔΟΜΕΣ: ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΟΡΑΜΑ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ. που γέννησες και ανάθρεψες τους γονείς και τους παππούδες μας.

ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΕΣ ΟΙΚΟΔΟΜΕΣ: ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΟΡΑΜΑ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ. που γέννησες και ανάθρεψες τους γονείς και τους παππούδες μας. ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΕΣ ΟΙΚΟΔΟΜΕΣ: ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΟΡΑΜΑ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ Λεμεσός, πόλη μας αγαπημένη. Η πόλη που γεννηθήκαμε, η πόλη που μεγαλώνουμε. Πόλη που γέννησες και ανάθρεψες τους γονείς και τους παππούδες

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΛΕΝΗ ΜΑΙΣΤΡΟΥ ΤΡΙΠΟΛΗ - ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2016 1ο ερώτημα Γιατί και με ποιους όρους η προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς ενός

Διαβάστε περισσότερα

Υπεύθυνος µαθήµατος : Β. Λαµπρινουδάκης Εισήγηση Βαγγέλης Παπούλιας ( )

Υπεύθυνος µαθήµατος : Β. Λαµπρινουδάκης Εισήγηση Βαγγέλης Παπούλιας ( ) Υπεύθυνος µαθήµατος : Β. Λαµπρινουδάκης Εισήγηση Βαγγέλης Παπούλιας (24-10-2016) Η διαχείριση της πολιτισµικής κληρονοµιάς αποτελεί πεδίο ιδιαίτερης επιστηµονικής βαρύτητας και σύγχρονη αντίληψη προστασίας

Διαβάστε περισσότερα

Η ιστορική εξέλιξη των μουσείων από την Αρχαία Ελλάδα έως και τον 20ο αιώνα

Η ιστορική εξέλιξη των μουσείων από την Αρχαία Ελλάδα έως και τον 20ο αιώνα 1 Απριλίου 2014 Η ιστορική εξέλιξη των μουσείων από την Αρχαία Ελλάδα έως και τον 20ο αιώνα Πολιτισμός / Μουσεία Αναστασία Ματσαρίδου, Εικαστικός Νέο μουσείο Ακρόπολης Αθηνών Το μουσείο χαράζει μια μακραίωνη

Διαβάστε περισσότερα

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο Σχολή ΣΑΚΕ Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών Πρόγραμμα Σπουδών ΕΛΠΟΛ Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό Θεματική Ενότητα ΕΛΠ42

Διαβάστε περισσότερα

Αποτυπώσεις Μνημείων και Αρχαιολογικών Χώρων

Αποτυπώσεις Μνημείων και Αρχαιολογικών Χώρων ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Αποτυπώσεις Μνημείων και Αρχαιολογικών Χώρων Ενότητα 1 : Εισαγωγή Τοκμακίδης Κωνσταντίνος Τμήμα Αγρονόμων & Τοπογράφων Μηχανικών Άδειες

Διαβάστε περισσότερα

THE CASTLE OF SERVIA HISTORICAL DOCUMENTATION, ARCHITECTURAL DESCRIPTION, PATHOLOGY, PROPOSED REPAIR WORKS

THE CASTLE OF SERVIA HISTORICAL DOCUMENTATION, ARCHITECTURAL DESCRIPTION, PATHOLOGY, PROPOSED REPAIR WORKS FORTMEDEC project - Aristotle University of Thessaloniki - 5th Framework Programme 1 st European workshop: Restoration and Use of the Medieval Fortifications in the Mediterranean Countries Veria, 27-29

Διαβάστε περισσότερα

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΔΡΟΛΙΑ 7 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία Αγιάς. Ανάδειξη και αξιοποίηση.

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΔΡΟΛΙΑ 7 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία Αγιάς. Ανάδειξη και αξιοποίηση. ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΔΡΟΛΙΑ 7 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων Αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία Αγιάς. Ανάδειξη και αξιοποίηση. Στρατηγική θέση της Αγιάς Η περιοχή της Αγιάς χαρακτηρίζεται κυρίως από την εύφορη κοιλάδα

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Θέμα: «ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΤΟΥ ΚΙΛΚΙΣ». Φοιτητές:

Διαβάστε περισσότερα

Β2. β) Πρώτα απ όλα: Αρχικά παράλληλα: ταυτόχρονα εξάλλου: άλλωστε

Β2. β) Πρώτα απ όλα: Αρχικά παράλληλα: ταυτόχρονα εξάλλου: άλλωστε ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Α.1 Το συγκεκριμένο κείμενο αναφέρεται στην ανάγκη προσέγγισης των αρχαίων χώρων θέασης και ακρόασης από τους Νεοέλληνες. Επρόκειτο για τόπους έκφρασης συλλογικότητας. Επιπλέον, σ αυτούς γεννήθηκε

Διαβάστε περισσότερα

H πόλη των Κορινθίων εποίκων και το λιµάνι τους, καθώς και τα αρχαιολογικά ίχνη όλων των προηγούµενων από αυτούς πολιτισµούς,

H πόλη των Κορινθίων εποίκων και το λιµάνι τους, καθώς και τα αρχαιολογικά ίχνη όλων των προηγούµενων από αυτούς πολιτισµούς, H πόλη των Κορινθίων εποίκων και το λιµάνι τους, καθώς και τα αρχαιολογικά ίχνη όλων των προηγούµενων από αυτούς πολιτισµούς, H αγορά της πόλης που ενέπνευσε στον Θουκυδίδη την παθολογία του πολέµου, H

Διαβάστε περισσότερα

Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης (676)

Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης (676) Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης (676) Το Τμήμα Το Τμήμα με το νόμο 4521/2018 εντάχτηκε στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής μετά την κατάργηση του ΤΕΙ Αθήνας. Το Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων

Διαβάστε περισσότερα

ΟΜΙΛΟΣ UNESCO ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΟΜΙΛΟΣ UNESCO ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΟΜΙΛΟΣ UNESCO ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Προστετευόμενα μέρη της Unesco στην Ελλάδα: πολιτιστική κληρονομιά του σήμερα... ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 2009 Η UNESCO (United Nations Educational and Cultural Organization)

Διαβάστε περισσότερα

Τέλος, η µετάφραση του ελληνικού κειµένου στα Αγγλικά έγινε από : Elizabeth Fowden Tim Cullen

Τέλος, η µετάφραση του ελληνικού κειµένου στα Αγγλικά έγινε από : Elizabeth Fowden Tim Cullen Το Σχέδιο ιαχείρισης της Παλιάς Πόλης της Κέρκυρας συντάχθηκε µε πρωτοβουλία του ΤΕΕ / Τµήµατος Κέρκυρας και του ήµου Κερκυραίων, από τους αρχιτέκτονες : Μαίρη Μητροπία, συντονιστή της Προγραµµατικής Σύµβασης

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΝΤΡΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ. Το πρόγραμμα «Ελευσίνα, αστικό μονοπάτι για μύστες της αειφορίας»

ΚΕΝΤΡΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ. Το πρόγραμμα «Ελευσίνα, αστικό μονοπάτι για μύστες της αειφορίας» ΚΕΝΤΡΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ Το πρόγραμμα «Ελευσίνα, αστικό μονοπάτι για μύστες της αειφορίας» Δημιουργία: Ιωάννα Παπαλεξίου, ΠΕ06, MEd, Νάντια Γαλανοπούλου, ΠΕ12, MSc Παρουσίαση: Ιωάννα

Διαβάστε περισσότερα

185 Πλαστικών Τεχνών και Επιστημών της Τέχνης Ιωαννίνων

185 Πλαστικών Τεχνών και Επιστημών της Τέχνης Ιωαννίνων 185 Πλαστικών Τεχνών και Επιστημών της Τέχνης Ιωαννίνων Το Τμήμα Επιστημών της Τέχνης αποτελεί ανεξάρτητο Τμήμα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και λειτουργεί από το ακαδημαϊκό έτος 2000-01. Το Τμήμα ιδρύθηκε

Διαβάστε περισσότερα

Ανακαλύπτοντας την άυλη πολιτιστική κληρονομιά με αφορμή ένα έθιμο (Το παράδειγμα του εθίμου των Μωμόγερων στην περιοχή της Κοζάνης)

Ανακαλύπτοντας την άυλη πολιτιστική κληρονομιά με αφορμή ένα έθιμο (Το παράδειγμα του εθίμου των Μωμόγερων στην περιοχή της Κοζάνης) Ανακαλύπτοντας την άυλη πολιτιστική κληρονομιά με αφορμή ένα έθιμο (Το παράδειγμα του εθίμου των Μωμόγερων στην περιοχή της Κοζάνης) Σχέδιο Μαθήματος 1: Εισαγωγή στην έννοια της πολιτιστικής κληρονομιάς

Διαβάστε περισσότερα

Πρόγραμμα επικαιροποίησης γνώσεων αποφοίτων ΑΕΙ στην οργάνωση, διοίκηση τουριστικών επιχειρήσεων και στην προώθηση τουριστικών προορισμών

Πρόγραμμα επικαιροποίησης γνώσεων αποφοίτων ΑΕΙ στην οργάνωση, διοίκηση τουριστικών επιχειρήσεων και στην προώθηση τουριστικών προορισμών ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ Πρόγραμμα επικαιροποίησης γνώσεων αποφοίτων ΑΕΙ στην οργάνωση, διοίκηση τουριστικών επιχειρήσεων και στην προώθηση τουριστικών προορισμών 11 Η Ι ΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΑ ΣΥΓΧΡΟΝΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΚΑΛΩΝ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ ΤΕΧΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΚΑΛΩΝ ΤΕΧΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΚΑΛΩΝ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ ΤΕΧΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΚΑΛΩΝ ΤΕΧΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΚΑΛΩΝ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ ΤΕΧΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΚΑΛΩΝ ΤΕΧΝΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ Αφήγηση και εθνική ταυτότητα: Η Κυπριακή Συλλογή στο Εθνικό

Διαβάστε περισσότερα

Πολιτιστικό απόθεμα της Εύβοιας: καταγραφή της υφιστάμενης κατάστασης

Πολιτιστικό απόθεμα της Εύβοιας: καταγραφή της υφιστάμενης κατάστασης Πολιτιστικό απόθεμα της Εύβοιας: καταγραφή της υφιστάμενης κατάστασης Παρή Καλαμαρά Διευθύντρια της Εφορείας Αρχαιοτήτων Εύβοιας Εμπορικό Επιμελητήριο - Χαλκίδα, 7-6-2015 Τα κάστρα στα χρόνια του Βυζαντίου

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ. Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ

ΣΧΕΔΙΟ. Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ 2014-2019 Δήμος Σοφάδων ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ 79 ΕΝΤΥΠΟ ΕΠ_08: ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ 2.1. ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΣΟΦΑΔΩΝ Ο Δήμος Σοφάδων, όπως διαμορφώθηκε μετά

Διαβάστε περισσότερα

Οι παραδοσιακοί οικισμοί Η ανάδειξή τους και η Χάρτα του Πολιτιστικού Τουρισμού

Οι παραδοσιακοί οικισμοί Η ανάδειξή τους και η Χάρτα του Πολιτιστικού Τουρισμού ΤΕΕ. Επιστημονικές ημερίδες για την προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς Οι παραδοσιακοί οικισμοί Η ανάδειξή τους και η Χάρτα του Πολιτιστικού Τουρισμού Αικ. Δημητσάντου Κρεμέζη, Δρ. Αρχιτέκτων, Καθηγήτρια

Διαβάστε περισσότερα

ICOM και ΜΟΥΣΕΙΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

ICOM και ΜΟΥΣΕΙΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ICOM ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ Αγ.Ασωμάτων 15 ΑΘΗΝΑ 105 53 Τηλ./Fax: 210 3219414 www.otenet.gr/icom Email icom@otenet.gr ICOM και ΜΟΥΣΕΙΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ Το Διεθνές Συμβούλιο Μουσείων ιδρύθηκε

Διαβάστε περισσότερα

Διαχείριση Πολιτισμικών Δεδομένων

Διαχείριση Πολιτισμικών Δεδομένων Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα στο ΤΕΙ Ιονίων Νήσων Διαχείριση Πολιτισμικών Δεδομένων Ενότητα 3β: Πολιτισμικός Τουρισμός και Βιώσιμη Ανάπτυξη Αριστοτέλης Μαρτίνης Το περιεχόμενο του μαθήματος διατίθεται με

Διαβάστε περισσότερα

Διαχείριση Πολιτισμικών Δεδομένων

Διαχείριση Πολιτισμικών Δεδομένων Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα στο ΤΕΙ Ιονίων Νήσων Διαχείριση Πολιτισμικών Δεδομένων Ενότητα 1: Εισαγωγή στη πολιτισμική διαχείριση Το περιεχόμενο του μαθήματος διατίθεται με άδεια Creative Commons εκτός

Διαβάστε περισσότερα

Μελέτη Περίπτωσης Νέο Μουσείο Ακρόπολης

Μελέτη Περίπτωσης Νέο Μουσείο Ακρόπολης Μελέτη Περίπτωσης Νέο Μουσείο Ακρόπολης Μελέτη Περίπτωσης Νέο Μουσείο Ακρόπολης Χαρακτηριστικό Παράδειγµα της Πολιτιστικής Πολιτικής της Ελλάδας Γενικές Αρχές: Α. Η πολιτιστική πολιτική της χώρας µπορεί

Διαβάστε περισσότερα

þÿ¼ ½ ±Â : ÁÌ» Â Ä Å ÃÄ ²µ þÿä Å ÃÇ»¹º Í Á³ Å

þÿ¼ ½ ±Â : ÁÌ» Â Ä Å ÃÄ ²µ þÿä Å ÃÇ»¹º Í Á³ Å Neapolis University HEPHAESTUS Repository School of Economic Sciences and Business http://hephaestus.nup.ac.cy Master Degree Thesis 2015 þÿ ½»Åà Äɽ µ½½ ¹Î½ Ä Â þÿ±¾¹»ì³ à  º±¹ Ä Â þÿ±à ĵ»µÃ¼±Ä¹ºÌÄ Ä±Â

Διαβάστε περισσότερα

Προστασία και αειφόρος ανάπτυξη ορεινών οικισμών. Η περίπτωση του αγίου Λαυρεντίου

Προστασία και αειφόρος ανάπτυξη ορεινών οικισμών. Η περίπτωση του αγίου Λαυρεντίου Προστασία και αειφόρος ανάπτυξη ορεινών οικισμών. Η περίπτωση του αγίου Λαυρεντίου Ελένη Μαΐστρου, αρχιτέκτων, ομ. καθηγήτρια ΕΜΠ Προστασία και αειφόρος ανάπτυξη ορεινών οικισμών. Τα στοιχεία που συγκροτούν

Διαβάστε περισσότερα

Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση στην πόλη της Κέρκυρας με εστίαση στην πολιτιστική & δημιουργική οικονομία

Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση στην πόλη της Κέρκυρας με εστίαση στην πολιτιστική & δημιουργική οικονομία ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Π.Ι.Ν. Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση στην πόλη της Κέρκυρας με εστίαση στην πολιτιστική & δημιουργική οικονομία εισήγηση στην 1 η συνάντηση για την ΟΧΕ πόλης Κέρκυρας -ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙΚΟΜΟΥΣΕΙΑ - ΜΙΑ ΜΟΥΣΕΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ. Το παράδειγμα του προτεινόμενου Οικομουσείου στα Μαντεμοχώρια της Χαλκιδικής

ΟΙΚΟΜΟΥΣΕΙΑ - ΜΙΑ ΜΟΥΣΕΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ. Το παράδειγμα του προτεινόμενου Οικομουσείου στα Μαντεμοχώρια της Χαλκιδικής ΟΙΚΟΜΟΥΣΕΙΑ - ΜΙΑ ΜΟΥΣΕΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΣΗ Το παράδειγμα του προτεινόμενου Οικομουσείου στα Μαντεμοχώρια της Χαλκιδικής Υπαίθρια μουσεία, Οικομουσεία, Στόχος τους open air, site museums η διάσωση - διατήρηση

Διαβάστε περισσότερα

Προστατευόμενα μνημεία και χώροι, στην Υπάτη και την ευρύτερη περιοχή

Προστατευόμενα μνημεία και χώροι, στην Υπάτη και την ευρύτερη περιοχή Προστατευόμενα μνημεία και χώροι, στην Υπάτη και την ευρύτερη περιοχή Στη στήλη αυτή σας παρουσιάζουμε μνημεία και χώρους, ευρισκόμενα στην Υπάτη και την ευρύτερη περιοχή, τα οποία η Πολιτεία επισήμως

Διαβάστε περισσότερα

Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση στην πόλη της Κέρκυρας με εστίαση στην πολιτιστική & δημιουργική οικονομία

Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση στην πόλη της Κέρκυρας με εστίαση στην πολιτιστική & δημιουργική οικονομία ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Π.Ι.Ν. Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση στην πόλη της Κέρκυρας με εστίαση στην πολιτιστική & δημιουργική οικονομία εισήγηση στην 1 η συνάντηση για την ΟΧΕ πόλης Κέρκυρας -ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

Σύγχρονη Ελλάδα. Άρτεμις Νικολάου

Σύγχρονη Ελλάδα. Άρτεμις Νικολάου Σύγχρονη Ελλάδα Άρτεμις Νικολάου Οι αλλαγές που έχουν συντελεστεί σε παγκόσμιο επίπεδο τα τελευταία χρόνια, καθώς και η οικονομική κρίση, που έχει επηρεάσει πολλούς λαούς, έχει επιφέρει μεταβολές στον

Διαβάστε περισσότερα

Δομή και Περιεχόμενο

Δομή και Περιεχόμενο Υπουργείο Παιδείας & Πολιτισμού Διεύθυνση Δημοτικής Εκπαίδευσης Δομή και Περιεχόμενο Ομάδα Υποστήριξης Νέου Αναλυτικού Προγράμματος Εικαστικών Τεχνών Ιανουάριος 2013 Δομή ΝΑΠ Εικαστικών Τεχνών ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

Κ.Π.Ε. Κισσάβου Ελασσόνας Όλυμπος, από το Μύθο και την Ιστορία στην Αειφορική Διαχείριση Διήμερο Σεμινάριο Ενηλίκων Παρασκευή 13 Σάββατο 14 Ιουνίου

Κ.Π.Ε. Κισσάβου Ελασσόνας Όλυμπος, από το Μύθο και την Ιστορία στην Αειφορική Διαχείριση Διήμερο Σεμινάριο Ενηλίκων Παρασκευή 13 Σάββατο 14 Ιουνίου Κ.Π.Ε. Κισσάβου Ελασσόνας Όλυμπος, από το Μύθο και την Ιστορία στην Αειφορική Διαχείριση Διήμερο Σεμινάριο Ενηλίκων Παρασκευή 13 Σάββατο 14 Ιουνίου 2014 Πολιτιστική Διαδρομή Σύνολο επισκέψιμων τόπων σε

Διαβάστε περισσότερα

Η έννοια και η ανάπτυξη του τουρισμού

Η έννοια και η ανάπτυξη του τουρισμού Η έννοια και η ανάπτυξη του τουρισμού ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2016 Βελισσαρίου Ευστάθιος Καθηγητής Τουριστικής Οικονομίας 1 Εισαγωγή Ο τουρισμός παγκοσμίως θεωρείται ένας από τους ταχύτερα αναπτυσσόμενους κλάδους

Διαβάστε περισσότερα

Α. Δράσεις που αναπτύσσονται στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης «Πάφος 2017»

Α. Δράσεις που αναπτύσσονται στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης «Πάφος 2017» ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Γ ΣΤΟΧΟΣ 3 ος : Η αξιοποίηση του πολιτιστικού πλούτου του συνόλου των κατοίκων της Ευρώπης και η ανάδειξη των κοινών στοιχείων και της πολυμορφίας των ευρωπαϊκών πολιτισμών, μέσα από πολιτιστικές

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 2015

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 2015 Α1 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ 2015 Ο συγγραφέας αναφέρεται στα μνημεία της ελληνικής αρχαιότητας και κυρίως στους χώρους θέασης και ακρόασης. Τους θεωρεί εξαιρετικής σημασίας καθώς συνδέονται με

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΤΗΡΗΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ & ΕΡΓΩΝ ΤΕΧΝΗΣ

ΣΥΝΤΗΡΗΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ & ΕΡΓΩΝ ΤΕΧΝΗΣ ΣΥΝΤΗΡΗΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ & ΕΡΓΩΝ ΤΕΧΝΗΣ ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ Δεν έχει καταχωρηθεί κωδικός επαγγέλματος από την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ Αντικείμενο του ισχύοντος προγράμματος

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑΧΥΡΡΥΘΜΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΤΩΝ ΞΕΝΑΓΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

ΤΑΧΥΡΡΥΘΜΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΤΩΝ ΞΕΝΑΓΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΤΑΧΥΡΡΥΘΜΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΤΩΝ ΞΕΝΑΓΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ Δευτέρα 27 Μαΐου 2013 Βασικές έννοιες και αρχές της τουριστικής βιομηχανίας/ Η ελληνική

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή..2. - Iστορική αναδρομή...3-4. - Περιγραφή του χώρου...5-8. - Επίλογος...9. - Βιβλιογραφία 10

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή..2. - Iστορική αναδρομή...3-4. - Περιγραφή του χώρου...5-8. - Επίλογος...9. - Βιβλιογραφία 10 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Γενική Εισαγωγή..2 - Iστορική αναδρομή....3-4 - Περιγραφή του χώρου.....5-8 - Επίλογος...9 - Βιβλιογραφία 10 1 Γενική Εισαγωγή Επίσκεψη στο Επαρχιακό Μουσείο Πάφου Το Επαρχιακό Μουσείο της

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΝΈΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΝΈΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΝΈΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ «Δικτυακές πόλεις και αναπαραστάσεις» ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΑ ΔΙΚΤΥΑ ΚΑΙ ΧΩΡΟΣ Δώρα Μονιούδη-Γαβαλά

Διαβάστε περισσότερα

Ιστορία της πόλης και της πολεοδομίας

Ιστορία της πόλης και της πολεοδομίας Ιστορία της πόλης και της πολεοδομίας Ενότητα 1: Aντικείμενο και εννοιολογικοί προσδιορισμοί Δώρα Μονιούδη-Γαβαλά Σχολή Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων Τμήμα Διαχείρισης Πολιτισμικού Περιβάλλοντος

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ Επιβλέπων Καθηγητής: Δρ. Νίκος Μίτλεττον Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ ΜΗΤΡΙΚΟΥ ΘΗΛΑΣΜΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΣΑΚΧΑΡΩΔΗ ΔΙΑΒΗΤΗ ΤΥΠΟΥ 2 ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ Ονοματεπώνυμο: Ιωσηφίνα

Διαβάστε περισσότερα

Περίληψη (Executive Summary)

Περίληψη (Executive Summary) 1 Περίληψη (Executive Summary) Η παρούσα διπλωματική εργασία έχει ως αντικείμενο την "Αγοραστική/ καταναλωτική συμπεριφορά. Η περίπτωση των Σπετσών" Κύριος σκοπός της διπλωματικής εργασίας είναι η διερεύνηση

Διαβάστε περισσότερα

Η Παγκόσμια Κληρονομιά της Κύπρου

Η Παγκόσμια Κληρονομιά της Κύπρου Η Παγκόσμια Κληρονομιά της Κύπρου Η Συνθήκη για την Προστασία της Παγκόσμιας Πολιτιστικής και Φυσικής Κληρονομιάς, που υιοθετήθηκε από την UNESCO το 1972, σηματοδότησε μια νέα εποχή στη διατήρηση των πολιτιστικών

Διαβάστε περισσότερα

ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ 10 ΧΡΟΝΩΝ

ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ 10 ΧΡΟΝΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΜΗΤΡΙΚΟΣ ΘΗΛΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ 10 ΧΡΟΝΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Ονοματεπώνυμο Κεντούλλα Πέτρου Αριθμός Φοιτητικής Ταυτότητας 2008761539 Κύπρος

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΝΑΥΤΙΛΙΑ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΝΑΥΤΙΛΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΝΑΥΤΙΛΙΑ ΝΟΜΙΚΟ ΚΑΙ ΘΕΣΜΙΚΟ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΚΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΠΛΟΙΟΥ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ που υποβλήθηκε στο

Διαβάστε περισσότερα

<< ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΤΩΝ ΜΥΚΗΝΩΝ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΣ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΩΦΕΛΕΙΕΣ >>

<< ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΤΩΝ ΜΥΚΗΝΩΝ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟΣ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΩΦΕΛΕΙΕΣ >> 1 Ο ΕΠΑΛ ΝΑΥΠΛΙΟΥ ΤΑΞΗ Α ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ 2014 : > ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΜΥΚΗΝΩΝ Από τους πιο σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους στην Ελλάδα. Χτισμένη πάνω

Διαβάστε περισσότερα

ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Ονοματεπώνυμο: Τουφεξή Ασπασία Σειρά: 12 Επιβλέπων καθηγητής: Ιωαννίδης Α. Διευθυντής ΠΜΣ: Σιώμκος Γεώργιος Ο ρόλος του μουσείου

Διαβάστε περισσότερα

Μεταπτυχιακή διατριβή. Ανδρέας Παπαευσταθίου

Μεταπτυχιακή διατριβή. Ανδρέας Παπαευσταθίου Σχολή Γεωτεχνικών Επιστημών και Διαχείρισης Περιβάλλοντος Μεταπτυχιακή διατριβή Κτίρια σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης :Αξιολόγηση συστημάτων θέρμανσης -ψύξης και ΑΠΕ σε οικιστικά κτίρια στην

Διαβάστε περισσότερα

«ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ» ANAPARASTASIS - rendering - animation - VR - stereoscopic presentation

«ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ» ANAPARASTASIS - rendering - animation - VR - stereoscopic presentation Harvard Center for Hellenic Studies Κώδικας VENETUS A Studio Παράλληλο Κύκλωμα Ψηφιοποίηση, Τεκμηρίωση και Ανάδειξη κινηματογραφικών συλλογών από το αρχείο του STUDIO-παράλληλο κύκλωμα - Διάδοση της κινηματογραφικής

Διαβάστε περισσότερα

Καταστροφή της Πολιτιστικής Κληρονομιάς

Καταστροφή της Πολιτιστικής Κληρονομιάς Καταστροφή της Πολιτιστικής Κληρονομιάς «Η πρόκληση βλάβης στα πολιτιστικά αγαθά οποιουδήποτε λαού σημαίνει βλάβη στην πολιτιστική κληρονομιά ολόκληρης της ανθρωπότητας» Σύμβαση της Χάγης για την Προστασία

Διαβάστε περισσότερα

ΣΕΝΑΡΙΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: ΙΣΤΟΡΙΑ

ΣΕΝΑΡΙΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΕΝΑΡΙΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΑΞΗ: Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ, Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Μυκηναϊκός Πολιτισμός ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΚΑΛΛΙΑΔΟΥ ΜΑΡΙΑ ΘΕΜΑ: «Η καθημερινή ζωή στον Μυκηναϊκό Κόσμο» Οι μαθητές

Διαβάστε περισσότερα

Πολιτιστική κληρονομιά και τουρισμός. Μια πρόσκληση πρόκληση!

Πολιτιστική κληρονομιά και τουρισμός. Μια πρόσκληση πρόκληση! Πολιτιστική κληρονομιά και τουρισμός Μια πρόσκληση πρόκληση! Βασικές αρχές: Τα μνημεία, οι αρχαιολογικοί χώροι, όλα τα αρχαία ερείπια ως φορείς πανανθρώπινης μνήμης συνιστούν απόλυτη αξία a value per

Διαβάστε περισσότερα

«Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)»

«Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)» «Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)» Εισαγωγικά Στη σημερινή πρώτη μας συνάντηση θα επιχειρήσουμε να παρουσιάσουμε με απλό και ευσύνοπτο τρόπο

Διαβάστε περισσότερα

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΒΑΛΕΝΤΙΝΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ Α.Μ.: 09/061. Υπεύθυνος Καθηγητής: Σάββας Μακρίδης

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΒΑΛΕΝΤΙΝΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ Α.Μ.: 09/061. Υπεύθυνος Καθηγητής: Σάββας Μακρίδης Α.Τ.Ε.Ι. ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΑΡΓΟΣΤΟΛΙΟΥ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η διαμόρφωση επικοινωνιακής στρατηγικής (και των τακτικών ενεργειών) για την ενδυνάμωση της εταιρικής

Διαβάστε περισσότερα

1 ο ΦΥΛΛΟ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΑΣΤΙΚΕΣ ΠΥΛΕΣ ΠΕΙΡΑΙΑ(Σκυλίτση και Πυλών)

1 ο ΦΥΛΛΟ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΑΣΤΙΚΕΣ ΠΥΛΕΣ ΠΕΙΡΑΙΑ(Σκυλίτση και Πυλών) 1 ο ΦΥΛΛΟ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΑΣΤΙΚΕΣ ΠΥΛΕΣ ΠΕΙΡΑΙΑ(Σκυλίτση και Πυλών) Α. Η ταυτότητα του μνημείου -Θέση που βρίσκεται: -Το μνημείο είναι: Χώρος λατρείας τεχνικό έργο κοινωφελές έργο άλλο - Το μνημείο ανήκει:

Διαβάστε περισσότερα

«Ανακαλύπτοντας τους αρχαιολογικούς θησαυρούς της Επαρχίας Ελασσόνας»- Μια διδακτική προσέγγιση

«Ανακαλύπτοντας τους αρχαιολογικούς θησαυρούς της Επαρχίας Ελασσόνας»- Μια διδακτική προσέγγιση «Ανακαλύπτοντας τους αρχαιολογικούς θησαυρούς της Επαρχίας Ελασσόνας»- Μια διδακτική προσέγγιση Μαρία Θ. Παπαδοπούλου, PhD Σχολική Σύμβουλος 6 ης Περιφέρειας Π.Ε. ν. Λάρισας Ελασσόνα, 7 Νοεμβρίου 2015

Διαβάστε περισσότερα

Τα κτήρια λένε την ιστορία τους. 48o Γυμνάσιο Αθηνών ΔΑΝΣΜ. Διεύθυνση Αναστήλωσης Νεότερων και Σύγχρονων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού

Τα κτήρια λένε την ιστορία τους. 48o Γυμνάσιο Αθηνών ΔΑΝΣΜ. Διεύθυνση Αναστήλωσης Νεότερων και Σύγχρονων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού Διεύθυνση Αναστήλωσης Νεότερων και Σύγχρονων Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού ΔΑΝΣΜ 48o Γυμνάσιο Αθηνών Τα κτήρια λένε την ιστορία τους 1 Συμμετέχοντες Σχολείο: 48 ο Γυμνάσιο Αθηνών Τάξη / Τμήμα: Γ Γυμνασίου

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΠΑΑ )

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΠΑΑ ) ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΓΕΩΡΓΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Η Ευρώπη επενδύει στις Αγροτικές περιοχές ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 2014-2020 (ΠΑΑ 2014-2020) ΜΕΤΡΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ. Της Μαρίας Αποστόλα

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ. Της Μαρίας Αποστόλα ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ Της Μαρίας Αποστόλα Η Ελλάδα υπήρξε από τους πρώτους δέκτες του Χριστιανισμού και τα μνημεία της ελληνικής ορθοδοξίας αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της εθνικής κληρονομιάς, αποτελώντας

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος

Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος [IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πηγές και μέθοδοι (συνέχεια) Ο κλασικός αρχαιολόγος ταξινομεί το υλικό του: Κατά χρονική

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑΧΥΡΡΥΘΜΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΤΩΝ ΞΕΝΑΓΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

ΤΑΧΥΡΡΥΘΜΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΤΩΝ ΞΕΝΑΓΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΤΑΧΥΡΡΥΘΜΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ ΤΩΝ ΞΕΝΑΓΩΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2014 Βασικές έννοιες και αρχές της τουριστικής βιομηχανίας/ Η

Διαβάστε περισσότερα

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης;

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης; Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης; Μέρος της οχύρωσης Οι αρχαιολογικές ανασκαφές που διενεργούνται στην περιοχή της La Bastida (Totana, Murcia στην Ισπανία) έχουν αποκαλύψει ένα επιβλητικό οχυρωματικό

Διαβάστε περισσότερα

«Η ευρωπαϊκή ταυτότητα του μέλλοντος»

«Η ευρωπαϊκή ταυτότητα του μέλλοντος» «Η ευρωπαϊκή ταυτότητα του μέλλοντος» 1 Είναι σημαντική προϋπόθεση για τη δημοκρατία και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης η καλλιέργεια της ευρωπαϊκής ταυτότητας δίπλα στις εθνικές ταυτότητες των πολιτών

Διαβάστε περισσότερα

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης» ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΚΑΝΙΑΤΣΑΣ' Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης» Α. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ Το θέμα του συνεδρίου, Ήέες πόλεις πάνω σε παλιές", είναι θέμα με πολλές

Διαβάστε περισσότερα

Αρχαιολογική διαχείριση μνημείων,

Αρχαιολογική διαχείριση μνημείων, Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Διαχείριση Μνημείων: Αρχαιολογία, Πόλη και Αρχιτεκτονική Αρχαιολογική διαχείριση μνημείων, ιδιαίτερα σε αστικό και περιαστικό χώρο Διδάσκοντες: Β. Λαμπρινουδάκης

Διαβάστε περισσότερα

Διαλέξεις θεωρίας, Εκπόνηση Εργασίας ΔΙΜΕΛΛΗ ΔΕΠΟΙΝΑ

Διαλέξεις θεωρίας, Εκπόνηση Εργασίας ΔΙΜΕΛΛΗ ΔΕΠΟΙΝΑ ΣΙΣΛΟ ΜΑΘΗΜΑΣΟ Έτος Εξάμηνο Κατηγορία Σομέας Προαπαιτούμενα Είδος Διδασκαλίας Διδάσκοντες: υντονιστής Μέλη: Γλώσσα διδασκαλίας ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟ ΦΕΔΙΑΜΟ ΙΙ 4 ο Έτος - 8 ο Εξάμηνο Τποχρεωτικό ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ ΚΑΙ ΧΩΡΟΣΑΞΙΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΟΣ ΘΕΜΑΤΙΚΟΣ ΑΤΛΑΝΤΑΣ ΤΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟ ΝΕΟ ΣΧ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΔΙΑΙΡΕΣΗΣ ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ

ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΟΣ ΘΕΜΑΤΙΚΟΣ ΑΤΛΑΝΤΑΣ ΤΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟ ΝΕΟ ΣΧ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΔΙΑΙΡΕΣΗΣ ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΣΕΡΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ & ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ Υπεύθυνη Δήλωση Η παρακάτω υπογράφουσα δηλώνω ότι είμαι συγγραφέα τη παρούσα πτυχιακή εργασία. Κάθε τη, είναι πλήρω αναγνωρισμένη

Διαβάστε περισσότερα

Θέμα: Παχυσαρκία και κύηση:

Θέμα: Παχυσαρκία και κύηση: ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΜΗΜ Α ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Θέμα: Παχυσαρκία και κύηση: επιπτώσεις στην έκβαση της κύησης και στο έμβρυο Ονοματεπώνυμο: Στέλλα Ριαλά Αριθμός

Διαβάστε περισσότερα

Συντάχθηκε απο τον/την Άννα Φραγκουδάκη - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 26 Σεπτέμβριος :28

Συντάχθηκε απο τον/την Άννα Φραγκουδάκη - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 26 Σεπτέμβριος :28 Άννα Φραγκουδάκη Η ευρωπαϊκή ταυτότητα του μέλλοντος (Και το απαραίτητο μεσογειακό περιεχόμενό της) Είναι σημαντική προϋπόθεση για τη δημοκρατία και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης η καλλιέργεια της ευρωπαϊκής

Διαβάστε περισσότερα

108 Ιστορίας και Εθνολογίας Θράκης (Κομοτηνή)

108 Ιστορίας και Εθνολογίας Θράκης (Κομοτηνή) 108 Ιστορίας και Εθνολογίας Θράκης (Κομοτηνή) Το Τμήμα ιδρύθηκε το 1990 και άρχισε να λειτουργεί το ακαδημαϊκό έτος 1991-1992. Δέχεται κατ' έτος 200 περίπου φοιτητές. Σκοπός Σκοπός του Τμήματος είναι:

Διαβάστε περισσότερα

Προσχέδιο έργου Ανάδειξης των Καταλόγων και της Βιβλιοθήκης της Ιεράς Μονής Καρακάλλου (Δεκέμβριος 2008)

Προσχέδιο έργου Ανάδειξης των Καταλόγων και της Βιβλιοθήκης της Ιεράς Μονής Καρακάλλου (Δεκέμβριος 2008) Προσχέδιο έργου Ανάδειξης των Καταλόγων και της Βιβλιοθήκης της Ιεράς Μονής Καρακάλλου (Δεκέμβριος 2008)

Διαβάστε περισσότερα

Γιώργος Τζεδόπουλος, Κλεοπάτρα Φέρλα

Γιώργος Τζεδόπουλος, Κλεοπάτρα Φέρλα ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ ΣΗΜΕΙΟ ΔΡΑΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΡΩΠΑΪΚΟ ΕΤΟΣ ΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ Σεμινάρια, εργαστήρια, ανάπτυξη τοπικής ιστορίας και διαγενεακής επικοινωνίας Γιώργος Τζεδόπουλος, Κλεοπάτρα Φέρλα Til Mette,

Διαβάστε περισσότερα

Πρόγραμμα Εκδηλώσεων. Τόποι/ταυτότητες/ φυσική και πολιτιστική κληρονομιά: κρίσι-μα θέματα στρατηγικού σχεδιασμού

Πρόγραμμα Εκδηλώσεων. Τόποι/ταυτότητες/ φυσική και πολιτιστική κληρονομιά: κρίσι-μα θέματα στρατηγικού σχεδιασμού ΠΜΣ ΜΟΥΣΕΙΑΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ Τόποι/ταυτότητες/ φυσική και πολιτιστική κληρονομιά: κρίσι-μα θέματα στρατηγικού σχεδιασμού Εορτασμός Ευρωπαϊκών Ημερών Πολιτιστικής Κληρονομιάς «Κρίσεις: συνέχειες

Διαβάστε περισσότερα

Ομιλία Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη Έναρξη λειτουργίας Γραφείου Ενημέρωσης ΑΜΕΑ

Ομιλία Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη Έναρξη λειτουργίας Γραφείου Ενημέρωσης ΑΜΕΑ Ομιλία Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη Έναρξη λειτουργίας Γραφείου Ενημέρωσης ΑΜΕΑ Κυρίες και κύριοι Αγαπητοί εργαζόμενοι Φίλες και φίλοι Θέλω να σας ευχαριστήσω για την παρουσία σας σήμερα εδώ, στο

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Ιωάννα Καταπίδη, PhD, Research Fellow, University of Birmingham

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Ιωάννα Καταπίδη, PhD, Research Fellow, University of Birmingham ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ Ιωάννα Καταπίδη, PhD, Research Fellow, University of Birmingham Περιεχόμενο Ορισμοί Παραδοσιακοί οικισμοί στην Ελλάδα Κριτήρια επιλογής και δημιουργίας των οικισμών

Διαβάστε περισσότερα

Ανοικτή Πρόσβαση και αρχαιολογικά Δεδομένα.

Ανοικτή Πρόσβαση και αρχαιολογικά Δεδομένα. Ανοικτή Πρόσβαση και αρχαιολογικά Δεδομένα. Εισηγήτριες: Κανελλοπούλου Μπότη Μαρία, Δικηγόρος, Επίκουρη Καθηγήτρια του Ιονίου Πανεπιστημίου Βουλιγέα Ελένη, Αρχαιολόγος της Η Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών

Διαβάστε περισσότερα

Πτυχιακή Εργασία ΓΝΩΣΕΙΣ KAI ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ HIV. Στυλιανού Στυλιανή

Πτυχιακή Εργασία ΓΝΩΣΕΙΣ KAI ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ HIV. Στυλιανού Στυλιανή ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία ΓΝΩΣΕΙΣ KAI ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟΝ HIV Στυλιανού Στυλιανή Λευκωσία 2012 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΣΤΙΚΗΣ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΕΜΕΣΟΥ

ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΣΤΙΚΗΣ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΕΜΕΣΟΥ Σχολή Γεωτεχνικών Επιστημών και Διαχείρισης Περιβάλλοντος Μεταπτυχιακή διατριβή ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΔΕΙΚΤΩΝ ΑΣΤΙΚΗΣ ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΡΧΙΑ ΛΕΜΕΣΟΥ Παρασκευή Νταϊλιάνη Λεμεσός, Μάιος, 2017 TΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΣτΕ 2107/2010 [Παράνομη ανάκληση απόφασης για χαρακτηρισμό μνημείου]

ΣτΕ 2107/2010 [Παράνομη ανάκληση απόφασης για χαρακτηρισμό μνημείου] ΣτΕ 2107/2010 [Παράνομη ανάκληση απόφασης για χαρακτηρισμό μνημείου] Περίληψη -Ως νεότερα θρησκευτικά μνημεία, που προστατεύονται από τη Διεύθυνση και τις Εφορείες Βυζαντινών και μεταβυζαντινών αρχαιοτήτων

Διαβάστε περισσότερα

ΟΙΚΟΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΝΟΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΑ ΑΥΤΟΝΟΜΟΥ ΝΗΣΙΟΥ ΜΕ Α.Π.Ε

ΟΙΚΟΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΝΟΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΑ ΑΥΤΟΝΟΜΟΥ ΝΗΣΙΟΥ ΜΕ Α.Π.Ε Τμήμα Ηλεκτρονικών Μηχανικών Τ.Ε. ΟΙΚΟΝΟΜΟΤΕΧΝΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΕΝΟΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΑ ΑΥΤΟΝΟΜΟΥ ΝΗΣΙΟΥ ΜΕ Α.Π.Ε Πτυχιακή Εργασία Φοιτητής: Γεμενής Κωνσταντίνος ΑΜ: 30931 Επιβλέπων Καθηγητής Κοκκόσης Απόστολος Λέκτορας

Διαβάστε περισσότερα

Η πολιτιστική κληρονομιά ως κοινωνικό κατασκεύασμα. Ιωάννα Καταπίδη, PhD, MSc Research Fellow, Birmingham University

Η πολιτιστική κληρονομιά ως κοινωνικό κατασκεύασμα. Ιωάννα Καταπίδη, PhD, MSc Research Fellow, Birmingham University Η πολιτιστική κληρονομιά ως κοινωνικό κατασκεύασμα Ιωάννα Καταπίδη, PhD, MSc Research Fellow, Birmingham University Περιεχόμενο διάλεξης Εννοιολογική προσέγγιση Κληρονομιά και αξίες Περιεχόμενο Ιστορική

Διαβάστε περισσότερα

ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΒΙΑ)

ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΒΙΑ) 11 0 ΓΕΛ ΠΑΤΡΑΣ Σχ.2014-15 Τμήμα Α1 ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΒΙΑ) 1.Κριτήρια επιλογής θέματος Ενδιαφέρον περιεχόμενο Μας αρέσει αυτό το θέμα Είχαμε συνεργαστεί τα προηγούμενα χρόνια γι αυτό

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ. Ελληνική Πλατφόρμα για την Έρευνα και Τεχνολογία στην Κατασκευή. 19 Οκτωβρίου 2005

ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ. Ελληνική Πλατφόρμα για την Έρευνα και Τεχνολογία στην Κατασκευή. 19 Οκτωβρίου 2005 ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ Ελληνική Πλατφόρμα για την Έρευνα και Τεχνολογία στην Κατασκευή 19 Οκτωβρίου 2005 Εκπαιδευτικές - Ερευνητικές προτεραιότητες και στρατηγική για την προστασία των μνημείων Ε.

Διαβάστε περισσότερα

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ

Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ Η ανάλυση των στοιχείων στο Παρατηρητήριο στο αρχαίο θέατρο ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ ΝΕΑΣ ΠΛΕΥΡΩΝΑΣ. βασίσθηκε στην εργασία που εκπόνησε ειδική επιστημονική ομάδα υπό τους κ.κ. Λάζαρο Κολώνα τ. γενικό Διευθυντή Αρχαιοτήτων

Διαβάστε περισσότερα

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΠΛΗΡΟΤΗΤΑΣ

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΠΛΗΡΟΤΗΤΑΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην παρούσα διπλωµατική εργασία µε τίτλο «Η πόλη της Καστοριάς ως τουριστικός προορισµός», µελετάται η σχέση τουρισµού και πόλης, εξετάζοντας αν η αλλαγή που παρατηρείται σήµερα στη φυσιογνωµία

Διαβάστε περισσότερα

Τμήμα Πολιτικών και Δομικών Έργων

Τμήμα Πολιτικών και Δομικών Έργων Τμήμα Πολιτικών και Δομικών Έργων Πτυχιακή Εργασία: Τοπογραφικό διάγραμμα σε ηλεκτρονική μορφή κεντρικού λιμένα Κέρκυρας και κτιρίου νέου επιβατικού σταθμού σε τρισδιάστατη μορφή και σχεδίαση με AutoCAD

Διαβάστε περισσότερα

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ. Ονομασία Φορέα: ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΦΙΛΙΠΠΩΝ - ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ - ΘΑΣΟΥ - ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΠΑΥΛΟΥ - ΚΑΒΑΛΑ

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ. Ονομασία Φορέα: ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΦΙΛΙΠΠΩΝ - ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ - ΘΑΣΟΥ - ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΠΑΥΛΟΥ - ΚΑΒΑΛΑ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ Ονομασία Φορέα: ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΦΙΛΙΠΠΩΝ - ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ - ΘΑΣΟΥ - ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΠΑΥΛΟΥ - ΚΑΒΑΛΑ Όνομα συντάκτη: Δρ. Αντώνιος Κώστας Στοιχεία επικοινωνίας: (τηλέφωνο, e-mail)

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΥΓΕΙΑΣ Πτυχιακή Εργασία Η ΣΧΕΤΙΖΟΜΕΝΗ ΜΕ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΝΕΑΝΙΚΗ ΙΔΙΟΠΑΘΗ ΑΡΘΡΙΤΙΔΑ Όνομα Φοιτήτριας: Μαρία Θωμά Αριθμός φοιτητικής ταυτότητας:2010221455

Διαβάστε περισσότερα

Τσικολάτας Α. (2012) Μουσεία και προσβασιμότητα: ανάδειξη και αξιοποίηση της διαφοράς. Αθήνα

Τσικολάτας Α. (2012) Μουσεία και προσβασιμότητα: ανάδειξη και αξιοποίηση της διαφοράς. Αθήνα ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΑΓΩΓΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ Εργασία για το μάθημα: Διεπιστημονικό Σεμινάριο: Κοινωνικές

Διαβάστε περισσότερα

þÿš ź ÍÄÃ, Éĵ¹½ Neapolis University þÿ Á̳Á±¼¼± ¼Ìù±Â ¹ º à Â, Ç» Ÿ¹º ½ ¼¹ºÎ½ À¹ÃÄ ¼Î½ º±¹ ¹ º à  þÿ ±½µÀ¹ÃÄ ¼¹ µ À»¹Â Æ Å

þÿš ź ÍÄÃ, Éĵ¹½ Neapolis University þÿ Á̳Á±¼¼± ¼Ìù±Â ¹ º à Â, Ç» Ÿ¹º ½ ¼¹ºÎ½ À¹ÃÄ ¼Î½ º±¹ ¹ º à  þÿ ±½µÀ¹ÃÄ ¼¹ µ À»¹Â Æ Å Neapolis University HEPHAESTUS Repository School of Economic Sciences and Business http://hephaestus.nup.ac.cy Master Degree Thesis 2017 þÿ ¹ º à µºà±¹ µåä¹ºî½ ¼ ½ É þÿç±á±ºä Á¹ÃĹº Ä Å µºà±¹ µåä þÿ ³

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ ΑΘΗΝΑ : ΓΝΩΡΙΖΩ ΤΗΝ ΠΟΛΗ ΠΟΥ ΑΓΑΠΩ

ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ ΑΘΗΝΑ : ΓΝΩΡΙΖΩ ΤΗΝ ΠΟΛΗ ΠΟΥ ΑΓΑΠΩ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2013 2014 ΑΘΗΝΑ : ΓΝΩΡΙΖΩ ΤΗΝ ΠΟΛΗ ΠΟΥ ΑΓΑΠΩ Κατά το τρέχον σχολικό έτος, οι μαθητές των Δ1 και ΣΤ τάξεων του σχολείου μας, στα πλαίσια της υλοποίησης προγραμμάτων σχολικών δραστηριοτήτων,

Διαβάστε περισσότερα