Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης"

Transcript

1 Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Διατμηματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Διεργασίες και Τεχνολογία Προηγμένων Υλικών ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Σύγκριση μη καταστροφικών ελέγχων σε συγκολλήσεις εξοπλισμού διυλιστηρίου» ΠΥΞΑΡΑΣ ΜΑΡΙΝΟΣ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ: Καθηγητής Σ. Σκολιανός ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2016

2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Περίληψη Εισαγωγή Διεισδυτικά Υγρά Ιστορία της μεθόδου Το τριχοειδές φαινόμενο Εξόλκηση και εμφανιστής Φυσική της μεθόδου Τα βήματα της μεθόδου Προκαθαρισμός και ξήρανση της επιφάνειας Εφαρμογή διεισδυτή χρόνος διείσδυσης Αφαίρεση του επιφανειακού διεισδυτή ξήρανση Εφαρμογή εμφανιστή ξήρανση εξόλκηση Παρατήρηση των ενδείξεων καταγραφή Μετακαθαρισμός Ερμηνεία ενδείξεων Ψευδείς ενδείξεις Πλεονεκτήματα και περιορισμοί της μεθόδου Μαγνητικά Σωματίδια Μαγνήτες και μαγνητισμός Πόλοι του μαγνήτη Στοιχειώδης μαγνήτες μαγνητικές περιοχές Το μαγνητικό πεδίο οι μαγνητικές δυναμικές γραμμές Πλεονεκτήματα και περιορισμοί της μεθόδου Ανιχνευσιμότητα ασυνεχειών Μέθοδοι ελέγχου σε μαγνητικά σωματίδια Παραμένουσα και συνεχής μέθοδος Διαμήκης και κυκλική μαγνήτιση Υγρή και ξηρή μέθοδος Το υλικό των μαγνητιζόμενων σωματιδίων Υγρή συνεχής μέθοδος Ορατά και φθορίζοντα σωματίδια Άμεση και έμμεση μαγνήτιση Μετωπική επαφή Πεταλοειδής ηλεκτρομαγνήτης Το μαύρο φώς Παρατήρηση ενδείξεων φθοριζόντων σωματιδίων Λάμπες μαύρου φωτός Ερμηνεία ενδείξεων Ασυνέχειες και ελαττώματα Εικόνα των ασυνεχειών Ραδιογραφία Φυσική της μεθόδου Ιδιότητες των ακτίνων Χ και γ Απορρόφηση των ακτίνων Χ και γ Σκέδαση των ακτίνων Χ και γ Ακτινοβολία γ....38

3 5.6 Βιομηχανικά ισότοπα ακτίνων γ Το Ιρίδιο Το Κοβάλτιο Ενεργότητα πηγής γ Ειδική ενεργότητα πηγής γ Χρόνος υποδιπλασιασμού Πάχος υποδιπλασιαμού Πηγές ισοτόπων Συσκευή ακτίνων γ Κατασκευή του φιλμ Πυκνότητα του φιλμ Παρατήρηση του φιλμ Μέτρηση της πυκνότητας Αντίθεση ραδιογραφικής εικόνας Εύρος ραδιογραφικής εικόνας Ευκρίνεια ραδιογραφικής εικόνας Έκθεση νόμος αντιστοιχίας συντελεστής έκθεσης Γεωμετρική δυσκρίνεια Χρησιμότητα Εμφάνιση Διακοπή της εμφάνισης Στερέωση Ξέπλυμα του φιλμ Στέγνωμα του φιλμ Ραδιογραφική εικόνα ασυνεχειών συγκολλήσεων Υπέρηχοι Ελαστικό κύμα και ιδιότητες Ήχος και υπέρηχος Τύποι κυμάτων Συχνότητα μήκος κύματος ταχύτητα διάδοσης κύματος Υπολογισμός ταχύτητας διάδοσης Ένταση του ήχου Ανάκλαση και διάθλαση του ηχητικού κύματος Παραγωγή υπερήχων Κεφαλές υπερήχων Συσκευή υπερήχων Υλικό σύζευξης Μέθοδοι σάρωσης Σημείο εξόδου και γωνία δέσμης γωνιακών κεφαλών Νεκρή ζώνη Ευαισθησία και συχνότητα Σύνοψη σχέσης χαρακτηριστικών κεφαλής και καταλληλότητας Μέθοδοι ελέγχου Τεχνικές ελέγχου Καμπύλη διόρθωσης απόστασης έντασης Έλεγχος συγκολλήσεων Υπέρηχοι Τεχνική Phased Array Εισαγωγή Τεχνολογικά στοιχεία της τεχνικής Δημιουργία δέσμης υπερήχων με κεφαλές phased array Χαρακτηριστικά των κεφαλών phased array Παπουτσάκια κεφαλών Κατεύθυνση της δέσμης... 85

4 7.7 Εστίαση της δέσμης Γραμμική σάρωση Σάρωση τομέα Σάρωση τύπου C Συσκευές phased arrays Βαθμονόμηση συσκευών Σημαντικές παράμετροι κατά τον έλεγχο Πειραματική Διαδικασία Γενικά στοιχεία Διεισδυτικά υγρά Μαγνητικά σωματίδια Ραδιογραφία Υπέρηχος Phased Array Αποτελέσματα Συζήτηση Αποτελέσματα διεισδυτικών υγρών Αποτελέσματα μαγνητικών σωματιδίων Αποτελέσματα ραδιογραφίας Αποτελέσματα υπερήχου Αποτελέσματα phased array Συζήτηση αποτελεσμάτων Συμπεράσματα Βιβλιογραφία. 114 Παράρτημα

5 1.ΠΕΡΙΛΗΨΗ Όλες οι τεχνικές συγκόλλησης μπορούν να προκαλέσουν σφάλματα, τα οποία αποδυναμώνουν τη συγκόλληση γεγονός το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε αστοχία της συγκολλημένης δομής με καταστρεπτικά αποτελέσματα. Προκειμένου να είναι δυνατή η ανίχνευση σφαλμάτων στις συγκολλήσεις, χωρίς να επηρεάζεται η χρηστικότητα του προϊόντος, απαιτείται η χρήση μη καταστρεπτικών δοκιμών (ΜΚΔ). Η ΜΚΔ περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα διαφορετικών τεχνικών που βασίζονται σε διαφορετικές αρχές της φυσικής, η κάθε μια από τις οποίες έχει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά της. Η συνεχής αυξανόμενη τάση στη βιομηχανία για μείωση του βάρους των κατασκευών για περιβαλλοντολογικούς και οικονομικούς λόγους οδηγεί στη χρήση υλικών μικρότερου πάχους. Αυτό οδηγεί σε νέες απαιτήσεις για τις ΜΚΔ, όπως την ανάγκη αυτοματοποίησης τόσο της εκτέλεσης όσο και της ανάλυσης των αποτελεσμάτων των ΜΚΔ. Είναι απαραίτητο λοιπόν μια συγκριτική αποτίμηση των ΜΚΔ για να διαπιστωθούν οι δυνατότητές τους και οι περιορισμοί τους σε κρίσιμες εφαρμογές και η πιθανή μετεξέλιξή τους. Μια τέτοια εφαρμογή αποτελεί ο εξοπλισμός των διυλιστηρίων (δοχεία πίεσης, πύργοι καύσης κ.λπ) στον οποίο πραγματοποιείται μια σειρά από συγκολλήσεις η αστοχία των οποίων θα προκαλούσε μεγάλη καταστροφή. Η εφαρμογή επομένως ΜΚΔ είναι ζωτικής σημασίας για τις κατασκευές αυτές. Στην παρούσα εργασία εξετάσθηκαν πέντε διαφορετικές τεχνικές ΜΚΔ για τον εντοπισμό σφαλμάτων σε συγκολλήσεις που πραγματοποιήθηκαν σε δοχεία πίεσης διυλιστηρίου από χάλυβα SA 516 Gr 70N. Οι ΜΚΔ που εφαρμόστηκαν είναι: 1) Διεισδυτικά υγρά, 2) Μαγνητικά σωματίδια, 3) Υπέρηχοι, 4) Phased array, 5) Ραδιογραφία. Από τη συγκριτική μελέτη προέκυψε ότι ο έλεγχος με Ραδιογραφία σε συνδυασμό με τον έλεγχο με Μαγνητικά Σωματίδια είναι ο πληρέστερος για τον εντοπισμό εσωτερικών και επιφανειακών σφαλμάτων, παρότι είναι πιο δαπανηρός. Έπονται οι έλεγχοι Υπερήχων και Phased Array οι οποίοι αν και κατάφεραν να εντοπίσουν σφάλματα ατελούς τήξης, που δεν εντοπίστηκαν με τη Ραδιογραφία, η μεγάλη επίδραση που έχει η ικανότητα του χειριστή στο τελικό αποτέλεσμα τους καθιστούν λιγότερο προτιμητέους. Τέλος είναι ο έλεγχος με Διεισδυτικά Υγρά που από μόνος του δεν εξασφαλίζει την ακεραιότητα της συγκόλλησης αφού εντοπίζει μόνο επιφανειακά σφάλματα. ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Καθηγητή κ. Στέφανο Σκολιανό για την ανάθεση της παρούσας διπλωματικής εργασίας καθώς και για την καθοδήγηση και τις πολύτιμες συμβουλές του καθ ολη τη διάρκειά της. Επίσης θα ήθελα να ευχαριστήσω την εταιρία Γενικές Εφαρμογές Τεχνολογίας και Επιστήμης (Γ.Ε.Τ.Ε. ΕΠΕ) για την παραχώρηση του εξοπλισμού και των αναλώσιμων για τη διεξαγωγή των ελέγχων. 1

6 2. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η συγκόλληση είναι μια διαδικασία με ιδιαίτερη σημασία για την ένωση μεταλλικών κατασκευών. Οι περισσότερες συγκολλήσεις πραγματοποιούνται με τοπική τήξη των μεταλλικών κομματιών που πρόκειται να ενωθούν, τα οποία ενώνονται καθώς η συγκόλληση στερεοποιείται στη διάρκεια της ψύξης. Σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιείται πρόσθετο υλικό ως συγκολλητικό υλικό. Λόγω του δυσμενούς περιβάλλοντος που αναπτύσσεται στη διάρκεια της διαδικασίας συγκόλλησης, το οποίο περιλαμβάνει υψηλές θερμοκρασίες, γρήγορη θέρμανση και ψύξη, καθώς και διάφορα αέρια που μπορούν να επηρεάσουν το μέταλλο, δεν είναι ασυνήθιστο να δημιουργηθούν σφάλματα στη συγκόλληση. Επειδή τα σφάλματα είναι εξ ορισμού ανεπιθύμητα, έχουν αναπτυχθεί διάφορες μέθοδοι για τον έλεγχο των συγκολλήσεων. Τα περισσότερα σφάλματα μπορούν να ανιχνευθούν χρησιμοποιώντας καταστρεπτικές τεχνικές, π.χ. με κοπή της συγκόλλησης σε κομμάτια ή με έλεγχο της αντοχής τους. Αυτές οι τεχνικές ενδείκνυνται στην περίπτωση που το προς έλεγχο εξάρτημα είναι φθηνό και ο αριθμός των εξαρτημάτων που ελέγχονται είναι σχετικά μικρός. Σε πολλές βιομηχανίες όμως το κόστος ενός μόνο προϊόντος καθιστά τις καταστροφικές δοκιμές πάρα πολύ ακριβές και επομένως ασύμφορες. Σήμερα πολλές βιομηχανίες κινούνται προς την κατεύθυνση μείωση του πάχους των προϊόντων τους, προκειμένου να μειωθεί το βάρος και το κόστος τους. Αυτό όμως έχει σαν αποτέλεσμα το περιθώριο σφάλματος να γίνεται μικρότερο. Προκειμένου λοιπόν να διασφαλιστεί η δομική ακεραιότητα του τελικού προϊόντος, υπάρχει μια συνεχώς αυξανόμενη τάση για την επιθεώρηση ενός μεγάλου μέρους ή του συνόλου των συγκολλήσεων. Αυτό σημαίνει ότι οι μη καταστροφικές δοκιμές (ΜΚΔ) είναι συχνά μια απαίτηση, όταν αναφερόμαστε σε έλεγχο των συγκολλήσεων. Οι ΜΚΔ περιλαμβάνουν μια μεγάλη ποικιλία από διαφορετικές τεχνικές, που βασίζονται σε διαφορετικές αρχές της Φυσικής, η κάθε μια με διαφορετικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Αυτό όμως που όλες έχουν κοινό είναι ότι κάνουν δυνατή την ανίχνευση σφαλμάτων χωρίς να επηρεάζουν τη μελλοντική χρηστικότητα του προϊόντος. Χαρακτηρίζονται δηλαδή από μη αλλαγή των φυσικών, χημικών, μηχανικών ή διαστατικών ιδιοτήτων των προϊόντων στα οποία εφαρμόζονται. Η καταστροφή δηλαδή που επιφέρουν στο προϊόν είναι μηδενική ή ασήμαντη. Στόχος των ΜΚΔ για τις συγκολλήσεις είναι η ανίχνευση ασυνεχειών σε αυτές χωρίς την καταστροφή τους. Να προσδιορίσουν δηλαδή τη θέση, τον προσανατολισμό, το μέγεθος και τον τύπο του ασυνεχειών έτσι ώστε να καθορισθεί η ποιότητα των συγκολλήσεων, με βάση τα αποτελέσματα της μελέτης και τη σοβαρότητα των σφαλμάτων. Το κύριο μειονέκτημά τους σε σύγκριση με τις καταστρεπτικές μεθόδους είναι ότι σε γενικές γραμμές, η ΜΚΔ παρέχουν μικρότερη ακρίβεια. Όλες οι τεχνικές ΜΚΔ έχουν κάποια όρια στην εφαρμογή τους, όταν πρόκειται για την ανίχνευση διαφόρων τύπων σφαλμάτων και συνεπώς η μέθοδος που χρησιμοποιείται, επιλέγεται συνήθως λαμβάνοντας υπόψη τα αναμενόμενα σφάλματα. Η συγκριτική αποτίμησή των τεχνικών αυτών υπό το πρίσμα της όλο και αυξανόμενης απαίτησης για εφαρμογή τους 2

7 στο σύνολο των συγκολλήσεων κρίνεται απαραίτητη προκειμένου να διαπιστωθούν οι δυνατότητές και οι περιορισμοί τους έτσι ώστε να βελτιστοποιηθεί η ποιότητα των συγκολλήσεων αλλά και να προσδιορισθεί η δυνατότητα εξέλιξής τους ώστε να γίνουν περισσότερο αποδοτικές με απώτερο στόχο την αυτοματοποίησή τους. Μόνο μερικές εργασίες που αφορούν τις συγκρίσεις των διαφόρων ΜΚΔ έχουν βρεθεί στη βιβλιογραφία. Συχνά αυτές οι συγκρίσεις καλύπτουν μόνο δύο ή τρεις τεχνικές και πολλές φορές πραγματοποιούνται σε διαφορετικά δοκίμια. Ο P. Kah et al [1] συνέκρινε τρεις από τις πιο αποδοτικές ΜΚΔ, τη ραδιογραφία, τους υπερήχους και τα ρεύματα Eddy ώστε να είναι δυνατή η επιλογή της κατάλληλης μεθόδου για κάποιες εφαρμογές συγκολλήσεων. Η εργασία πραγματοποιήθηκε με τη μορφή βιβλιογραφικής ανασκόπησης βασισμένη σε πρόσφατα άρθρα σε περιοδικά, πρακτικά συνεδρίων και βιβλία που συνδέονται με μη καταστροφικές δοκιμές. Ανάλογη μεθοδολογία χρησιμοποιήθηκε και σε άλλες μελέτες [2-6]. Ο Carvalho et al. [7] συνέκρινε τη ραδιογραφία, με τους υπέρηχους (χειροκίνητα και αυτόματα) σε τρεις τύπους τεχνητών σφαλμάτων συγκόλλησης προκειμένου να αξιολογήσει την αξιοπιστία τους στον έλεγχο των συγκολλήσεων σωληνώσεων. Η σύγκρισή τους έδειξε ότι ο αυτόματος έλεγχος με υπερήχους είναι ανώτερος από τις άλλες μεθόδους. Ο Reigert et al. [8] εξέτασε διάφορες τεχνικές για τον έλεγχο των σύνθετων δομών, συμπεριλαμβανομένων υπερήχων, ρευμάτων Eddy και ηλεκτρονική συμβολομετρία χρησιμοποιώντας πραγματικές και τεχνητές ατέλειες. Στην μελέτη τους, εξέτασαν κάθε σφάλμα με μόνο μία ή δύο μεθόδους. Όλες οι μέθοδοι που μελετήθηκαν βρέθηκαν να είναι χρήσιμα για την ανίχνευση ελαττωμάτων, όπως αποκολλήσεις, σε σύνθετα υλικά. Στην εργασία αυτή συγκρίνονται πέντε μέθοδοι ΜΚΔ εξετάζοντας τις ίδιες συγκολλήσεις. Οι τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν ήταν: διεισδυτικά υγρά, μαγνητικά σωματίδια, υπέρηχοι, phased array, ραδιογραφία Τα σφάλματα που ανιχνεύθηκαν ήταν πραγματικά. Η συγκριτική αποτίμηση των μεθόδων έδειξε ότι όλοι ο κάθε έλεγχος έχει κάποια πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα έναντι κάποιου άλλου όπως πχ ο εντοπισμός μόνο επιφανειακών σφαλμάτων για τα διεισδυτικά υγρά ή ο εντοπισμός πολύ μικρών σφαλμάτων για τη ραδιογραφία. Η αξιολόγηση και η ταξινόμηση αυτών των αποτελεσμάτων μπορούν να αποτελέσουν ένα βοήθημα για να επιλέξει ο υπεύθυνος μηχανικός την κατάλληλη μέθοδο για τον έλεγχο των συγκολλήσεων.(παραρτημα Α) 3

8 3. ΔΙΕΙΣΔΥΤΙΚΑ ΥΓΡΑ 3.1 Ιστορία της Μεθόδου Η μέθοδος Διεισδυτικών Υγρών (ορθότερα ίσως Διεισδυτικών Βαφών - Dye Penetrants) έχει σαν πρόδρομό της τη μέθοδο Λαδιού και Κιμωλίας (Oil and Whiting), που εφαρμοζόταν για την εύρεση μεγάλων επιφανειακών ασυνεχειών στη βιομηχανία σιδηροδρόμων της Αμερικής ήδη από το Η σύγχρονη μέθοδος βασίζεται στην εργασία του De Forest της Magnaflux Corporation (1938) και του R. Switzer (που προσέφερε τα δικαιώματα στην Magnaflux Corp. το 1942). Η πρώτη εμπορική εμφάνιση της μεθόδου έγινε από την ανωτέρω εταιρεία τον Ιούλιο του 1942 και αφορούσε Υδατοαφαιρούμενα Φθορίζοντα Διεισδυτικά, με την εμπορική ονομασία Zyglo. 3.2 Το Τριχοειδές Φαινόμενο Η μέθοδος Διεισδυτικών Υγρών βασίζεται στο τριχοειδές φαινόμενο, που περιγράφουμε κατωτέρω: Εάν ένας στενός σωλήνας βυθιστεί σε ένα υγρό, τότε ενδέχεται η στάθμη του υγρού στο σωλήνα να ανέβει πάνω από την επιφάνεια του υγρού (θετικό τριχοειδές) ή να κατέλθει κάτω από αυτήν (αρνητικό τριχοειδές). Παραδείγματα θετικού τριχοειδούς φαινομένου υπάρχουν πολλά και στην καθημερινή ζωή, όπως το λάδι που διαποτίζει το φυτίλι του καντηλιού, τα φυσικά και τεχνητά σφουγγάρια, τα βαμβακερά εσώρουχα που απορροφούν τον ιδρώτα αλλά ακόμη και η κυκλοφορία του νερού και των χυμών στα φυτά και τα δέντρα. Η τριχοειδής δράση (capilary action, capilarity) εξαρτάται από: α. Την επιφανειακή τάση του υγρού-διεισδυτή. Θεωρούμε ότι υγρά με μικρή επιφανειακή τάση παρουσιάζουν υψηλότερη τριχοειδή δράση, αν και η πραγματικότητα είναι κάπως πολύπλοκη. β. Τη γωνία επαφής του υγρού. Όσο μικρότερη είναι η γωνία επαφής, τόσο μεγαλύτερη και η τριχοειδής δράση. Η γωνία επαφής καθορίζει την διαβρεκτική ικανότητα (wetting ability) του υγρού, δηλαδή την ικανότητά του να διαβρέχει μία επιφάνεια (να απλώνεται πάνω σε αυτήν). Παρόλο που γωνία επαφής μικρότερη από 90 σημαίνει θετικό τριχοειδές, οι σύγχρονοι διεισδυτές έχουν γωνία μικρότερη από 5, άρα το φαινόμενο πρακτικά σήμερα εξαρτάται από την επιφανειακή τάση του διεισδυτή. γ. Τη διάμετρο του σωλήνα. Όσο μικρότερη είναι, τόσο μεγαλύτερη η τριχοειδής δράση. Η πίεση του τριχοειδούς φαινομένου στην περίπτωση διεισδυτή-ρήγματος, μπορεί να εκφραστεί από τη σχέση: P=2S x cosθ/w, όπου S η επιφανειακή τάση του υγρού διεισδυτή, θ η γωνία επαφής και W το πλάτος του ρήγματος. Η πίεση αυτή είναι μεγαλύτερη της μιας ατμόσφαιρας, οπότε η μέθοδος εφαρμόζεται άνετα και σε κατακόρυφες ή ανεστραμμένες θέσεις. 4

9 Σημείωση: Η επιφανειακή τάση S έχει μονάδες Δυνάμεως προς Μήκος: [P] = [F] / [L] Μεγάλη σημασία όμως στο φαινόμενο έχει και η καθαρότητα του εσωτερικού του σωλήνα, η επιφανειακή τραχύτητα και η μεγάλη συνάφεια (πρόσφυση, adhesion) μεταξύ του διεισδυτή και του σωλήνα. δ. Το ιξώδες του διεισδυτή έχει να κάνει μόνο με την ταχύτητα διείσδυσης. Μικρό ιξώδες σημαίνει λεπτόρρευστο υγρό και μεγάλη ταχύτητα διείσδυσης. Οι σημερινοί διεισδυτές έχουν γενικά ιξώδες μικρότερο από 5 centistokes (σε θερμοκρασία 20 C). Πολύ μικρό ιξώδες όμως ενδεχόμενα σημαίνει υπερβολική έκπλυση του διεισδυτή που εισήλθε στην ασυνέχεια, στη φάση της αφαίρεσης του επιφανειακού διεισδυτή. Γενικά απαιτείται συνδυασμός πολλών ιδιοτήτων για να έχουμε έναν καλό διεισδυτή, όπως μικρή συνοχή (cohesion) μεταξύ των μορίων του, (μεγάλη συνάφεια (adhesion) μεταξύ μορίων διεισδυτή-δοκιμίου, υψηλό σημείο αναφλεξης(flash point), χημική αδράνεια με το υλικό του δοκιμίου, υψηλή διαβρεκτική ικανότητα, μικρή πτητικότητα, μικρό ειδικό βάρος (για να μην κατακαθίζει στη δεξαμενή), υψηλή διαλυτότητα βαφής, μη τοξικότητα κ.ά. 3.3 Εξόλκηση και εμφανιστής Το τριχοειδές φαινόμενο, προκειμένου για εφαρμογή διεισδυτικών υγρών σε επιφανειακές ασυνέχειες, είναι αντιστρέψιμο. Πολλοί διεισδυτές έχουν την τάση (ειδικά εάν γεμίσουν όλη την ασυνέχεια) να «έρπουν» προς τα έξω και να επανεμφανίζονται στην επιφάνεια. Η δράση αυτή λέγεται εξόλκηση (απορρόφηση, blotting action) και βεβαίως ενισχύεται πάντα με την εφαρμογή του εμφανιστή, δηλαδή ενός μέσου στο οποίο το τριχοειδές φαινόμενο είναι ισχυρότερο από ό,τι στην ασυνέχεια. Οι καλύτεροι εμφανιστές είναι πάντοτε (στην τελική τους μορφή στρώματα ελαφρός και πτητικής (fluffy) σκόνης (παράβαλε το ταλκ ή την πούδρα για την αφαίρεση υγρασίας από την επιδερμίδα). Συνιστάται να γίνεται πάντοτε χρήση εμφανιστή, για το σωστό έλεγχο της εξόλκησης. 3.4 Φυσική της Μεθόδου Ο διεισδυτής είναι μίγμα διεισδυτικού υγρού και βαφής (ορατής ή φθορίζουσας). Εισέρχεται σε μία ασυνέχεια, βάσει του τριχοειδούς φαινομένου, εφόσον αυτή είναι ανοικτή εξωτερικά και σχετικά καθαρή εσωτερικά. Μετά το χρόνο διείσδυσης λαμβάνει χώρα το τριχοειδές φαινόμενο στην αντίθετη διεύθυνση (εξόλκηση) και ο διεισδυτής, μαζί με τη βαφή, βγαίνουν στην επιφάνεια. Με κατάλληλη αντίθεση (π.χ. άσπρο υπόστρωμα και ορατή βαφή ή σκοτεινό περιβάλλον και φθορίζουσα βαφή) σχηματίζεται μια ορατή ένδειξη, που αντιπροσωπεύει την ασυνέχεια. 5

10 3.5 Τα βήματα της μεθόδου 1. Προκαθαρισμός της επιφάνειας - Ξήρανση 1. Εφαρμογή διεισδυτή- Χρόνος διείσδυσης 2. Αφαίρεση του επιφανειακού διεισδυτή - Ξήρανση 3. Εφαρμογή εμφανιστή - Ξήρανση - Εξόλκηση 4. Παρατήρηση των ενδείξεων Καταγραφή 5. Μετα-καθαρισμός της επιφάνειας 3.6 Προκαθαρισμός και Ξήρανση της επιφάνειας Η ασυνέχεια πρέπει οπωσδήποτε να είναι ανοικτή στην επιφάνεια, προκειμένου να έχουμε διείσδυση μέσω τριχοειδούς φαινομένου. Πρέπει επομένως να είναι καθαρή από άλατα, χαλαρή σκουριά και ανόργανες ύλες αλλά και από υγρά (λάδια, νερό ή υγρασία). Τα σταγονίδια του νερού/υγρασίας μπορούν πολύ εύκολα να εμποδίσουν τη διείσδυση και γι αυτό η εφαρμογή του διεισδυτή γίνεται πάντοτε σε ξηρή επιφάνεια. Η αφαίρεση οργανικών ουσιών γίνεται με διαλύτες (solvents, cleaners) ή απορρυπαντικά ή γαλακτωματόποιητές. Η σχετική δόνηση που προσφέρει ένα λουτρό διαλύτη ή απορρυπαντικού με ταυτόχρονη εφαρμογή υπερήχων, βοηθά στον καλύτερο καθαρισμό. Χρησιμοποιούνται υπέρηχοι χαμηλής συχνότητας, αλλά πάντως πάνω από 20 khz. Η αφαίρεση ανόργανων ρύπων (σκουριές, άλατα κ.λπ.) γίνεται με μηχανικό τρόπο ή με χημικά μέσα (χημική προσβολή-etching με μίγμα οξέων ή προσβολή με αλκάλια). Χρειάζεται μεγάλη προσοχή σε ορισμένα μηχανικά μέσα (π.χ. αμμοβολή, τρόχισμα), διότι είναι πιθανό να «κλείσουν» τα χείλη της ασυνέχειας στην επιφάνεια (peening), ιδίως αν το υλικό του δοκιμίου είναι μαλακό, είτε απλώς να «γεμίσουν» με προϊόντα του καθαρισμού (από την αμμοβολή ή τα ρινίσματα του τροχίσματος) και να εμποδιστεί η διείσδυση. Παρόμοιοι προκαθαρισμοί είτε απαγορεύονται από τις προδιαγραφές είτε ακολουθούνται από χημική προσβολή (etching) για να καθαρίσουν τα χείλη της ασυνέχειας και πάντως μειώνουν την ευαισθησία της μεθόδου. Επιφανειακός ρυπαντής θεωρείται και κάθε όξινο υλικό (π.χ. χρωμικά, δηλ. οξείδια του Χρωμίου), διότι όλα τα οξέα βλάπτουν την ικανότητα φθορισμού των φθοριζόντων διεισδυτών. Είναι ενδιαφέρον ότι καλός προκαθαρισμός (ιδίως λείανση με λεπτό σμυριδόχαρτο και χημική προσβολή-etching) μπορεί να καταστήσει ορατά πολλά επιφανειακά ρήγματα, χωρίς περαιτέρω διαδικασία. 6

11 3.7 Εφαρμογή Διεισδυτή Χρόνος Διείσδυσης Στη μέθοδο Δ.Υ. υπάρχουν πολλές και διάφορες αντιξοότητες και μόνον ένας «σύμμαχος»: ο χρόνος διείσδυσης. Η συντριπτική πλειοψηφία των προδιαγραφών δίνει μόνον κάτω όρια (ελάχιστο χρόνο διείσδυσης), συνήθως μεταξύ 10 και 30 λεπτών. Εάν η ασυνέχεια περιέχει ξένες ουσίες (όπως π.χ. προϊόντα διάβρωσης σε ασυνέχειες δυναμοδιάβρωσης ή περικρυσταλλικής διάβρωσης), ο χρόνος διείσδυσης προδιαγράφεται εξαιρετικά υψηλός (4 ώρες τουλάχιστον). Σε περιπτώσεις ρηγμάτων κοπώσεως συνιστάται χρόνος μεγαλύτερος των 30 λεπτών. Συχνά υπάρχει ο αβάσιμος φόβος να «στεγνώσει» ο διεισδυτής μέσα στην ασυνέχεια ιαη να μην είναι δυνατή η εξόλκηση. Αυτό είναι μεγάλο λάθος, ιδιαίτερα εάν η θερμοκρασία περιβάλλοντος δεν είναι πολύ υψηλή ή εάν το δοκίμιο δεν έμεινε για πολλές ώρες κάτω από καυτό ήλιο. Αρκεί να θυμηθούμε ότι όλοι σχεδόν οι διεισδυτές είναι ελαιώδους βάσεως και περιέχουν μίγμα υγρών, μεταξύ των οποίων ορισμένα δεν είναι καθόλου πτητικά ούτε ξηραίνονται εύκολα Αντίθετα, το να ελαττωθούν τα πτητικά από τον διεισδυτή. σημαίνει μεγαλύτερη συγκέντρωση βαφής και άρα εντονότερη ένδειξη. Το βασικό πρόβλημα, στην περίπτωση μεγάλων χρόνων διείσδυσης (ώρες πάντως και όχι λεπτά), είναι ότι γίνεται πιο δύσκολη η αφαίρεση του επιφανειακου διεισδυτή (επόμενο στάδιο της μεθόδου). Αρκεί όμως η εφαρμογή νέου διεισδυτή στην επιφάνεια για 1-2 λεπτά, οπότε και αυτή η δυσκολία παύει να υπάρχει (αλλά και προσφέρονται λεπτόρρευστα και πτητικά υγρά, που θα βοηθήσουν τη γρήγορη εξόλκηση). Οι διεισδυτές εφαρμόζονται με πολλούς τρόπους, όπως βύθιση, ψεκασμό ή πινέλο. Συναστούμε να αποφεύγεται ο ψεκασμός (διότι λερώνει τον περιβάλλοντα χώρο) και να προτιμάται η εφαρμογή με πινέλο/βούρτσα. Ο αποτελεσματικότερος τρόπος εφαρμογής διεισδυτή είναι με βύθιση και «στράγγιση» (dip and drain), όπου το δοκίμιο βυθίζεται για λίγο σε λουτρό διεισδυτή και κατόπιν τοποθετείται σε σχάρα για να «στραγγίσει». Το στράγγισμα αυτό βοηθά στην απομάκρυνση των πλέον πτητικών ουσιών, άρα στην αύξηση του ποσοστού βαφής στο διεισδυτή και οδηγεί στην εμφάνιση πιο έντονων ενδείξεων. Η θερμοκρασία του δοκιμίου, κατά την εφαρμογή του διεισδυτή αλλά και στη συνέχεια, δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 50 C. Η θέση του δοκιμίου δεν παίζει κανένα απολύτως ρόλο, μια και η πίεση από το τριχοειδές φαινόμενο είναι μεγαλύτερη της μιας ατμόσφαιρας (10 m νερού) και η βαρύτητα δεν έχει κανένα ρόλο στη διείσδυση (εκτός ίσως από το να παράγει ανεπιθύμητες ψευδείς ενδείξεις). Οι βαφές που περιέχει ο διεισδυτής είναι είτε ορατές (συνήθως κόκκινου χρώματος) είτε φθορίζουσες (κιτρινοπράσινες, κάτω από το μαύρο φως). Υπάρχουν και βαφές διπλής ευαισθησίας (dual sensitivity), κόκκινες στο ορατό και κίτρινες-πορτοκαλί στο μαύρο φως, με σαφώς όμως μικρότερη ευαισθησία από τις φθορίζουσες. Η θερμοκρασία του δοκιμίου, κατά το χρόνο διείσδυσης, πρέπει να είναι μεταξύ 10 C και 50 C. Χαμηλότερες θερμοκρασίες σημαίνουν πολύ σημαντική αύξηση του χρόνου διείσδυσης (περίπου διπλασιασμό για κάθε -10 C). Μικρή θέρμανση του δοκιμίου, πριν την εφαρμογή του διεισδυτή, βοηθά τη διείσδυση, διότι ανοίγει ελαφρά τα χείλη της ασυνέχειας, χαλαρώνει τους ρυπαντές στην εσωτερική επιφάνεια και διώχνει την υγρασία και τυχόν πτητικούς ρυπαντές. Δεν συνιστάται όμως το αντίστροφο, δηλαδή χρήση θερμού διεισδυτή. 7

12 3.8 Αφαίρεση του Επιφανειακού Διεισδυτή - Ξήρανση Μετά το τέλος του χρόνου διείσδυσης ξεκινά η διαδικασία αφαίρεσης του πλεονάζοντας επιφανειακού διεισδυτή. Η συντριπτική πλειοψηφία των διεισδυτών είναι ελαιώδους βάσεως και επομένως η αφαίρεσή τους γίνεται είτε με διαλύτη είτε με απορρυπαντικά (γαλακτωματοποιητές ή σάπωνες). Οι σάπωνες είναι άλατα νατρίου λιπαρών οξέων και δεν χρησιμοποιούνται στη μέθοδο Δ.Υ. Οι γαλακτωματοποιητές (αλλά και οι σάπωνες) είναι ουσίες με το ένα μέρος του μορίου τους ελαιοδιαλυτό και το άλλο υδατοδιαλυτό. Έτσι τα έλαια/λίπη διαλύονται στο κατάλληλο τμήμα του μορίου, ενώ το υπόλοιπο τμήμα διαλύεται στο νερό, άρα «ξεπλένοντας» με νερό απομακρύνουμε και τα λάδια / διεισδυτές της επιφάνειας. Μετά την αφαίρεση του πλεονάζοντος διεισδυτή ακολουθεί στέγνωμα / ξήρανση της επιφάνειας, διότι ο εμφανιστής πρέπει να εφαρμοστεί σε ξηρή επιφάνεια (εξαίρεση αποτελεί ο συνδυασμός υγρού υδατικού εμφανιστή και υδατοαφαιρούμενου διεισδυτή). Γενικά, από άποψη αφαίρεσης πλεονάζοντος διεισδυτή, έχουμε τρεις μεθόδους: Αφαίρεση με διαλύτη, αφαίρεση με νερό και μεταγαλακτωματοποίηση. 3.9 Εφαρμογή Εμφανιστή - Ξήρανση - Εξόλκηση Μόλις το δοκίμιο ξηρανθεί, είναι πολύ πιθανό η εξόλκηση να γίνει αυτόματα και να έχουμε τις πρώτες ενδείξεις (ιδιαίτερα στην περίπτωση φθοριζόντων διεισδυτών). Συχνά μάλιστα, απλά θερμαΐνοντας το δοκίμιο, έχουμε αρκετά καλή εξόλκηση. Είναι όμως πάντοτε απαραίτητο να εφαρμόζουμε εμφανιστή (developer), για τον έλεγχο της εξόλκησης και για τους εξής λόγους: α. Ο εμφανιστής ανασύρει μεγάλο μέρος του διεισδυτή από την ασυνέχεια, μέσω του αντίστροφου τριχοειδούς φαινομένου. β. «Απλώνει» την ασυνέχεια κατά πλάτος, κάνοντάς την πιο εύκολα ορατή. γ. Αυξάνει την ένταση της φωτεινότητας της ένδειξης (στα φθορίζοντα διεισδυτικά), λόγω των πολλαπλών στρωμάτων σκόνης που παρέχει. δ. Προσφέρει χρωματική αντίθεση (στα ορατά διεισδυτικά). ε. Εάν ο εμφανιστής περιέχει διαλύτη, βοηθά ακόμη περισσότερο την εξόλκηση (περίπτωση υγρού μη υδατικού εμφανιστή και πλαστικού φιλμ). Λόγω ελάττωσης του ιξώδους και αύξησης του όγκου του διεισδυτή που έρχεται σε επαφή με τον διαλύτη, βοηθάται η αυτόματη εξόλκηση. Οι εμφανιστές είναι ξηροί (ξηρές σκόνες), υγροί υδατικοί (αιώρημα ή διάλυμα σε νερό), υγροί μή υδατικοί (αιώρημα σε διαλύτη) και τύπου πλαστικού φιλμ. Το στερεό μέρος του εμφανιστή αρχικά ήταν σκόνη κιμωλίας είτε ταλκ, σήμερα όμως αποτελείται από διάφορα συστατικά, μεταξύ των οποίων και άμορφα πυριτικά άλατα. Οι ξηροί εμφανιστές είναι οι λιγότερο ευαίσθητοι αλλά βρίσκουν εξαιρετική χρήση στην περίπτωση τραχιάς επιφάνειας (χυτά ή σπειρώματα), όπου οι υγροί εμφανιστές μπορεί να «λιμνάσουν». Οι υγροί υδατικοί χρησιμοποιούνται σπάνια, καθώς έχουν εκτοπιστεί από τους μή υδατικούς. Οι υγροί μή 8

13 υδατικοί (τα συνήθη σπρέι) δίνουν την καλύτερη ευαισθησία (λόγω της επιπλέον εξόλκησης από τον διαλύτη) και εφαρμόζονται πάντοτε με σπρέι, αφού αναδευτούν πολύ καλά. Στην περίπτωση υγρού μη υδατικού εμφανιστή, συνιστάται η εφαρμογή του σε επάλληλα λεπτά στρώματα (αφήνοντας χρόνο για να στεγνώσει το προηγούμενο). Ο ψεκασμός πρέπει να γίνεται από μακριά (τουλάχιστον 30 cm) και αφού το δοκίμιο έχει κρυώσει. Στην περίπτωση των υγρών υδατικών εμφανιστών ακολουθεί ξήρανση, κατά τα προηγούμενα, ενώ για τους υγρούς μή υδατικούς αρκεί να περιμένουμε λίγο ή να φυσήξουμε ελαφρά ή ακόμα καλύτερα να στεγνώσουμε με ελαφρό ρεύμα θερμού αέρα. Παλαιά υπήρχε η σύσταση για χρόνο εμφάνισης περίπου το μισό του χρόνου διείσδυσης. Σήμερα όμως αρκεί μισό έως ένα λεπτό, για ικανοποιητική εμφάνιση, και σπάνια απαιτείται μεγαλύτερος Παρατήρηση των ενδείξεων - Καταγραφή Στην περίπτωση ασυνεχειών μεγάλου όγκου ή στην περίπτωση με όλων χρόνων διείσδυσης, οι ενδείξεις σχηματίζονται πολύ γρήγορα αλλά και χαλούν γρήγορα (απλώνοντας). Είναι καλή τεχνική να σκουπίζουμε αμέσως το πρώτο στρώμα (ξηραμένου) εμφανιστή και να απλώνουμε το δεύτερο. Η διαδικασία αυτή μπορεί να επαναληφθεί ορισμένες φορές, έως ότου πάρουμε ενδείξεις απόλυτα αντιπροσωπευτικές της ασυνέχειας (ιδιαίτερα μάλιστα εάν υποψιαζόμαστε ότι οι ενδείξεις είναι ψευδείς ή μή σχετικές). Χρειάζεται όμως προσοχή στην περίπτωση μικρών/αβαθών ασυνεχειών, για να μη χαθούν τελείως. Προκειμένου να σχηματίσουμε άποψη για το βάθος (όγκο μάλλον) μιας ασυνέχειας, μια άλλη τεχνική είναι η εφαρμογή επάλληλων στρωμάτων, χωρίς να σκουπιστεί το προηγούμενο. Οι ασυνέχειες μεγάλου όγκου θα συνεχίσουν να φαίνονται, ενώ οι μικρές γρήγορα θα χαθούν (το ίδιο και οι ψευδείς ή μή σχετικές). Η παρατήρηση των ενδείξεων γίνεται άμεσα, με την εφαρμογή του εμφανιστή (και μετά την ξήρανσή του). Κανένα επιπλέον στρώμα δεν τοποθετείται εάν δεν δούμε τις ενδείξεις στο προηγούμενό του. Μπορούμε να επιτύχουμε καταγραφή των ενδείξεων με τους εξής τρόπους: α. Με κατάλληλο σχέδιο/σκίτσο. Απαιτείται η θέση και οι διαστάσεις τους, καθώς αυτά τα δύο θα καθορίσουν την αποδοχή ή την απόρριψη του δοκιμίου, βάσει της χρησιμοποιούμενης προδιαγραφής αποδοχής-απόρριψης. β. Με φωτογράφηση (έγχρωμη είτε ασπρόμαυρη). Απαιτείται ειδική τεχνική και φιλμ, ιδιαίτερα μάλιστα για φθορίζοντες διεισδυτές. γ. Με χρήση εμφανιστή τύπου πλαστικού φιλμ (plastic film developer). Έχει εξαίρετες ιδιότητες εξόλκησης, λόγω της δράσης του διαλύτη που περιέχει. Επίσης δεν επιτρέπει τη διάχυση της ένδειξης στην επιφάνεια και επομένως δίνει εξαιρετικά ευκρινή εικόνα της ασυνέχειας. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί απλά σαν εμφανιστής υψηλής απόδοσης-ευαισθησίας είτε, με ειδική τεχνική, ώστε να δημιουργηθεί ένα στερεό φιλμ που αποκολλάται από το δοκίμιο, φέροντας επάνω του την ένδειξη. 9

14 δ. Με ψεκασμό ειδικού «στερεωτή» πάνω στην ένδειξη και κατόπιν αποκόλληση της ένδειξης, χρησιμοποιώντας διαφανή κολλητική ταινία. ε. Με άλλες, πολύ εξειδικευμένες τεχνικές, όπως με χρήση σιλικόνης για εσωτερικά σπειρώματα Μετα-καθαρισμός Πρόκειται ουσιαστικά για τις ίδιες διεργασίες με τον προ-καθαρισμό, αφού σκουπίσουμε και ξεπλύνουμε με νερό ή διαλύτη το στρώμα εμφανιστή. Και πάλι η μέθοδος απολίπανσης με ατμό (vapor degreasing) είναι η πλέον αποτελεσματική, ιδιαίτερα εάν πρόκειται να ξαναελέγξουμε το δοκίμιο με Διεισδυτικά Υγρά. Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι επαναληπτικός έλεγχος, αφού βεβαίως προηγηθεί μετα-καθαρισμός, δεν μπορεί να δώσει την ίδια ευαισθησία με τον πρώτο έλεγχο, διότι αναπόφευκτα θα παραμείνουν ίχνη διεισδυτή στην ασυνέχεια. Αν επιθυμούμε επανάληψη υψηλής ευαισθησίας, συνιστάται θέρμανση του δοκιμίου (αν επιτρέπεται από τον κατασκευαστή) σε κλίβανο θερμοκρασίας άνω των 100 C, αφού προηγηθεί πολύ καλός καθαρισμός Ερμηνεία Ενδείξεων Στη μέθοδο Δ. Υ. η ερμηνεία έχει δύο στάδια: α) Την απόφαση για το εάν η ένδειξη είναι αληθής ή ψευδής, σχετική ή μή σχετική. β) Τη συσχέτιση της ένδειξης με την πραγματική ασυνέχεια (π.χ. ρήγμα, πόρος, επιφανειακή ατελής τήξη κ,λπ.). Για πολλές προδιαγραφές αποδοχής-απόρριψης αρκεί μόνο να χαρακτηριστεί η ένδειξη σαν γραμμική ή στρογγυλόμορφη, παρά να προσδιοριστεί ακριβώς η φύση της ασυνέχειας. Γραμμική θεωρείται η ένδειξη της οποίας η μία διάσταση είναι μεγαλύτερη από το τριπλάσιο της άλλης Ψευδείς Ενδείξεις Πρόκειται για ενδείξεις που δεν έχουν σχέση με το τριχοειδές φαινόμενο, ουσιαστικά δηλαδή για ύπαρξη επιφανειακού διεισδυτή, είτε λόγω κακού προκαθαρισμού (που επέτρεψε στη συνέχεια τον εγκλωβισμό διεισδυτή στην επιφάνεια) είτε κυρίως για κακή αφαίρεση του πλεονάζοντος διεισδυτή. Εάν το υπόβαθρο ψευδών ενδείξεων είναι ισχυρό (έστω και τοπικά), μπορεί να σκεπάσει αληθείς ενδείξεις και άρα επιβάλλεται μετα-καθαρισμός και επανάληψη του ελέγχου από την αρχή. Η πρώτη φορά είναι και η πιο ευαίσθητη, όσον αφορά τα Δ.Υ., διότι δεν είναι δυνατόν να καθαριστεί πλήρως η τυχόν ασυνέχεια από όλα τα κατάλοιπα της μεθόδου και άρα η επόμενη διείσδυση δεν θα είναι τόσο επιτυχής. Γι αυτό και πρέπει να αποφεύγονται οι ψευδείς ενδείξεις, με καλό προ-καθαρισμό και καλή 10

15 αφαίρεση του πλεονάζοντος διεισδυτή. Από την άλλη πλευρά, πολλές φορές (ιδιαίτερα στη μεταγαλακτωματοποίηση ή στα φθορίζοντα διεισδυτικά) επιθυμούμε ένα πολύ ελαφρό υπόβαθρο ένδειξης επιφανειακού διεισδυτή, για να σιγουρευτούμε ότι δεν έχουμε κάνει υπερβολική έκπλυση διεισδυτή (άρα δεν αφαιρέσαμε διεισδυτή από την ασυνέχεια) Πλεονεκτήματα και Περιορισμοί της Μεθόδου Η μέθοδος Δ.Υ. παρουσιάζει αρκετά και σημαντικά πλεονεκτήματα, έναντι των άλλων μεθόδων ΜΚΔ, όπως: Απαιτεί εύκολη και απλή τεχνική, αρκεί μόνον να τηρηθούν ορισμένοι ουσιώδεις κανόνες Δεν απαιτεί πολύπλοκο ή πολυδάπανο εξοπλισμό Είναι πολύ εύκολα εφαρμόσιμη στο εργοτάξιο (ιδίως με χρήση ορατών και υδατοαφαιρούμενων ή διαλυτοαφαιρούμενων διεισδυτών) Δεν χρειάζεται παροχή ηλεκτρικού ρεύματος (στην περίπτωση ορατών διεισδυτών και επαρκούς φυσικού φωτισμού) Είναι σχετικά γρήγορη αλλά και μη κουραστική μέθοδος ελέγχου Είναι φθηνή στην εφαρμογή της Δεν παρουσιάζει ιδιαίτερους κινδύνους υγιεινής και ασφάλειας Μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο σε αγώγιμα όσο και σε μη αγώγιμα υλικά, σιδηρομαγνητικά είτε μη σιδηρομαγνητικά Δεν υπάρχουν ουσιαστικοί περιορισμοί πάχους είτε μεγέθους είτε γεωμετρίας του ελεγχόμενου υλικού Η ερμηνεία των ενδείξεων είναι εξαιρετικά απλή Ανιχνεύει ταυτόχρονα ασυνέχειες διαφορετικού προσανατολισμού Δεν έχει απαιτήσεις βαθμονόμησης του εξοπλισμού Παρουσιάζει όμως και σημαντικούς περιορισμούς, όπως: Δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε φυσικώς πορώδη υλικά (π.χ. ανοδιωμένες επιφάνειες, ορισμένα χυτά αλουμινίου κ,λπ.) ούτε πάνω από επίστρωση χρώματος Ανιχνεύει μόνον ασυνέχειες ανοικτές στην επιφάνεια και σχετικά καθαρές στο εσωτερικό τους Η ευαισθησία της εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, ενίοτε μη γνωστούς, όπως η φύση 11

16 της ασυνέχειας και η καθαρότητα του εσωτερικού της Είναι μέθοδος που χάνει εύκολα την ευαισθησία της, αν δεν ακολουθήσουμε με αυστηρότητα τα απαραίτητα βήματα, ιδίως μάλιστα τον καλό προκαθαρισμό και τον επαρκή χρόνο διείσδυσης. Στην προκειμένη περίπτωση, η ευκολία εφαρμογής της μεθόδου γίνεται μειονέκτημα, διότι ο καθένας θεωρεί ότι μπορεί να την εφαρμόσει χωρίς ιδιαίτερη εκπαίδευση και εμπειρία Δεν είναι εντελώς ελεύθερη κινδύνων ασφάλειας/υγιεινής, κυρίως λόγω της χρήσης οργανικών ουσιών (αλλά και ιδιαίτερα στην περίπτωση υγρού μη υδατικού εμφανιστή) Γενικά, είναι λιγότερο ευαίσθητη από τα Μαγνητικά Σωματίδια αλλά και από τα Δινορρεύματα Στις συνήθεις εφαρμογές της, δεν παράγει αυτόματα μόνιμη καταγραφή της ένδειξης Χρησιμοποιούνται υλικά που ενδεχόμενα είναι επιβλαβή για το δοκίμιο ελέγχου, ακόμη και ως κατάλοιπα της μεθόδου Δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί αυτοματοποιημένη τεχνική (π.χ. με χρήση Η/Υ) και βασίζεται εξαιρετικά στη συνεχή ανθρώπινη επίβλεψη Κάθε επανέλεγχος στο ίδιο δοκίμιο είναι σημαντικά μικρότερης ευαισθησίας από τον προηγούμενο, είτε απαιτεί δύσκολες και αμφίβολης επιτυχίας τεχνικές μετακαθαρισμού. Έτσι, ουσιαστικά, ο ελεγκτής έχει μία μόνο καλή «ευκαιρία», τον πρώτο έλεγχο Επανέλεγχος με φθορίζοντα Δ.Υ. σημείων που στο παρελθόν ελέγχθηκαν με φθορίζοντα, δεν συνιστάται. Έτσι, δεν είναι δυνατόν να ελεγχθεί πρώτα ένα υλικό με μικρής ευαισθησίας τεχνική (ορατά Δ.Υ.) και, εάν υπάρχουν ευρήματα, να επανελεγχθεί με τεχνική υψηλότερης ευαισθησίας (φθορίζοντα). Επίσης, για σημεία που ελέγχονται σε διάφορες χρονικές στιγμές, πρέπει να καταγράφεται αν ελέγχθηκαν με ορατά Δ.Υ ή με φθορίζοντα.[9] Εικόνα 1: Εμφάνιση Τριχοειδούς Φαινομένου[9] 12

17 Εικόνα 2.α : Στενός σωλήνας εντός χρωματισμένου νερού Θετικό Τριχοειδές[9] Εικόνα 2.β : Στενός σωλήνας εντός υδραργύρου Αρνητικό Τριχοειδές[9] 13

18 Εικόνα 3: Γωνία επαφής δύο διαφορετικών υγρών[9] 14

19 Εικόνα 4: Γενικά Βήματα της Μεθόδου[9] 1. Προκαθαρισμός 2. Εφαρμογή διεισδυτή 3. Αφαίρεση επιφανειακού διεισδυτή 4. Εφαρμογή εμφανιστή 5. Εξόλκηση - Παρατήρηση ενδείξεων 6. Μετα-καθαρισμό 15

20 Α. Εφαρμογή Διεισδυτή Β. Εφαρμογή γαλακτωματοποιητή Γ. Γαλακτωματοποίηση Δ. Αφαίρεση με νερό Ε. Εφαρμογή εμφανιστή και εξόλκηση ΣΤ.Παρατήρηση ενδείξεων Εικόνα 7: Στάδια ελέγχου με Δ.Υ. [9] 16

21 Εικόνα 8: Ερμηνεία και Αξιολόγηση Ενδείξεων[9] 17

22 4 ΜΑΓΝΗΤΙΚΑ ΣΩΜΑΤΙΔΙΑ 4.1 Μαγνήτες και Μαγνητισμός Μαγνήτης (magnet) ονομάζεται το σώμα που έχει την ικανότητα να έλκει μικρά κομματάκια σιδήρου, ενώ η σχετική ιδιότητα καλείται μαγνητισμός. Υλικά τα οποία έλκονται από ένα μαγνήτη γίνονται και τα ίδια μαγνήτες (έλκουν ρινίσματα σιδήρου), όταν τριφτούν πάνω σε άλλο μαγνήτη ή έστω βρεθούν κοντά του, διατηρώντας μάλιστα μέρος από τις μαγνητικές τους ιδιότητες και στο μέλλον. Πρώτα οι Κινέζοι παρατήρησαν τις μαγνητικές ιδιότητες ενός φυσικού ορυκτού, του οξειδίου του σιδήρου (Fe 3 Ο 4 ). Οι Έλληνες ανακάλυψαν το ορυκτό αυτό στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας και το ονόμασαν «μαγνητίτη», από όπου προέρχεται και η λέξη μαγνήτης. Οι Αγγλοσάξωνες, ονομάζουν το ίδιο ορυκτό «lodestone». Ο μαγνητίτης (μόνιμος φυσικός μαγνήτης) έχει αποκτήσει τις μαγνητικές του ιδιότητες υπό την επίδραση του γήινου μαγνητικού πεδίου, με την πάροδο των αιώνων. 4.2 Πόλοι του Μαγνήτη Αν βυθίσουμε (ή πλησιάσουμε αρκετά) ένα ραβδόμορφο μαγνήτη σε ρινίσματα σιδήρου, παρατηρούμε ότι αυτά συγκεντρώνονται στις δύο άκρες του μαγνήτη. Αυτές οι άκρες ονομάζονται «πόλοι» (pole) και το ενδιάμεσο διάστημα «ουδέτερη ζώνη». Αν ο ραβδόμορφος μαγνήτης μπορεί να περιστραφεί ελεύθερα (π.χ. στηριζόμενος μόνο στο μέσον του), τότε θα προσανατολιστεί προς τη διεύθυνση μαγνητικού βορρά - μαγνητικού νότου. Ο πόλος που δείχνει προς το γεωγραφικό βορρά ονομάζεται «βόρειος πόλος του μαγνήτη» και συμβολίζεται με το λατινικό γράμμα «Ν», ενώ ο άλλος «νότιος πόλος του μαγνήτη» και συμβολίζεται με το γράμμα «S». Εάν πλησιάσουμε δύο μαγνήτες, παρατηρούμε ότι οι ομώνυμοι πόλοι απωθούνται (Ν-Ν, S- S) ενώ οι ετερώνυμοι έλκονται (N-S). Η δύναμη έλξης ή άπωσης μεταξύ των πόλων είναι ανάλογη του γινομένου των ποσοτήτων μαγνητισμού των δύο μαγνητών και αντίστροφος ανάλογη του τετραγώνου της μεταξύ τους απόστασης (Νόμος του Coulomb). 4.3 Στοιχειώδης Μαγνήτες Μαγνητικές Περιοχές Εάν τεμαχίζουμε ένα ραβδόμορφο μαγνήτη συνεχώς, θα φθάσουμε τελικά σε ένα «στοιχειώδη» ή «μοριακό» μαγνήτη ή «στοιχειώδη μαγνητική περιοχή» (magnetic domain). Οι μαγνητικές ιδιότητες του στοιχειώδη μαγνήτη οφείλονται σε κυκλικά ηλεκτρικά ρεύματα που δημιουργούνται μέσα στα άτομα, λόγω της περιφοράς των ηλεκτρονίων γύρω από τον πυρήνα καθώς και γύρω από τον άξονά τους (ιδιοπεριστροφή, spin). Εάν ένα υλικό που μπορεί να μαγνητιστεί βρεθεί σε ένα μαγνητικό πεδίο, οι στοιχειώδεις μαγνήτες προσανατολίζονται προς τη διεύθυνση του πεδίου και επομένως θεωρούμε ότι οι μαγνητικές περιοχές αυξάνουν σε μέγεθος και ελαττώνονται σε αριθμό. Στην περίπτωση του μαγνητικού κορεσμού (magnetic saturation) θεωρούμε ότι όλο το υλικό έχει γίνει μια μαγνητική περιοχή και επομένως δεν μπορεί να μαγνητιστεί περαιτέρω. 18

23 Εικόνα 9: Στοιχειώδεις Μαγνήτες Μαγνητικές Περιοχές[10] 4.4 Το Μαγνητικό Πεδίο Οι Μαγνητικές Δυναμικές Γραμμές Εάν τοποθετήσουμε κάτω από μία γυάλινη πλάκα ένα ραβδόμορφο μαγνήτη, ρίξουμε ρινίσματα σιδήρου πάνω σ αυτήν και χτυπήσουμε ελαφρά την πλάκα (ώστε να ανακινηθούν τα ρινίσματα), θα παρατηρήσουμε ότι αυτά λαμβάνουν θέση σε κανονικές γραμμές, οι οποίες βαίνουν από τον ένα πόλο στον άλλο. Θεωρούμε ότι αυτές οι γραμμές εξέρχονται από το υλικό στο βόρειο πόλο του μαγνήτη και εισέρχονται πάλι στο νότιο πόλο. Μέσα δε στο υλικό, θεωρούμε ότι οι γραμμές βαίνουν από το νότιο προς το βόρειο μαγνητικό πόλο. Το σύστημα αυτών των γραμμών ονομάζεται «μαγνητικό φάσμα»» και οι γραμμές «μαγνητικές δυναμικές γραμμές» (magnetic lines of force). Αν τοποθετήσουμε μικρές μαγνητικές βελόνες πάνω στη γυάλινη πλάκα, κάθε βελόνα θα διαταχθεί σε διεύθυνση εφαπτομένη μίας δυναμικής γραμμής. Συνάγεται λοιπόν ότι και τα ρινίσματα του σιδήρου, μαγνητιζόμενα υπό την επίδραση του μαγνήτη, διατάσσονται κατά την εφαπτομένη μιας δυναμικής γραμμής. Στο χώρο γύρω από το μαγνήτη έχει σχηματιστεί ένα δυναμικό πεδίο που καλείται «μαγνητικό πεδίο» (magnetic field). Μαγνητικό πεδίο καλείται ο χώρος εντός του οποίου ασκούνται μαγνητικές δυνάμεις και το μαγνητικό φάσμα είναι μία απεικόνιση αυτού του πεδίου. Κάθε ποσότητα μαγνητισμού (εφόσον δεν υπάρχει αντίσταση/τριβή) θα κινηθεί κατά μήκος μιας δυναμικής γραμμής και θα πάρει θέση στον πλησιέστερο πόλο. Οι δυναμικές γραμμές δεν είναι δυνατό να διακοπούν ούτε να τέμνονται μεταξύ τους. Ένας ραβδόμορφος μαγνήτης είναι ένα μαγνητικό δίπολο. Τα ρινίσματα σιδήρου δίνουν τη μορφή των δυναμικών γραμμών.[10] 19

24 Εικόνα 10: Μαγνητικές Δυναμικές Γραμμές[10] 4.5 Πλεονεκτήματα και περιορισμοί της μεθόδου 1.Η πλέον κατάλληλη και ευαίσθητη μέθοδος εντοπισμού επιφανειακών ασυνεχειών. Είναι πολύ περισσότερο ευαίσθητη από τα Διεισδυτικά Υγρά και ελαφρά περισσότερο ευαίσθητη από τα Δινορρεύματα. 2.Γρήγορη και απλή στην εφαρμογή της. 3.Οι ενδείξεις είναι σαν ένας μαγνητικός χάρτης των ασυνεχειών. 4.Οι χρήστες μπορούν να μάθουν εύκολα και γρήγορα τη μέθοδο. 5.Δεν υπάρχουν περιορισμοί στο μέγεθος και στο σχήμα του προς έλεγχο κομματιού. 6.Εντοπίζει ασυνέχειες που είναι γεμάτες από ξένα σώματα (σε αντίθεση με τα Διεισδυτικά Υγρά). 7.Δεν χρειάζεται επιμελής προκαθαρισμός. 8.Δεν υπάρχει πρόβλημα από τυχόν επικαλύψεις βαφών ή μη μαγνητικών επιστρώσεων, προκειμένου για μικρά πάχη (πρακτικά έως 0.3 mm, ενίοτε και περισσότερο). 9.Είναι εξαιρετικά επιδεκτική στην αυτοματοποίηση. 10.Είναι σχετικά φθηνή μέθοδος 20

25 11.Σε σχέση με τα Διεισδυτικά Υγρά, είναι ευκολότερη και γρηγορότερη μέθοδος (με εξαίρεση πολύ μεγάλες επιφάνειες) και με λιγότερους κινδύνους υγιεινής. 12.Μπορεί να εντοπίσει ασυνέχειες μή ανοικτές στην επιφάνεια αλλά και ελαφρά υποεπιφανειακές. Παρουσιάζει όμως και σημαντικούς περιορισμούς, όπως: 1.Εφαρμόζεται μόνο σε σιδηρομαγνητικά υλικά. 2.Δε μπορεί να εντοπίσει ασυνέχειες που είναι βαθειά υποεπιφανειακές. 3.Απαιτεί δύο τουλάχιστον μαγνητίσεις διαφορετικού προσανατολισμού. 4.Πολλές φορές χρειάζεται απομαγνήτιση, πριν και μετά την εφαρμογή της μεθόδου. 5.Πολλές φορές απαιτούνται ισχυρά ηλεκτρικά ρεύματα, για μεγάλα χυτά και σφυρήλατα. 6.Απαιτείται προσοχή για την αποφυγή καψιμάτων και υπερθέρμανσης στα σημεία επαφής. 7.Σε μεγάλους αριθμούς μικρών κομματιών είναι χρονοβόρα η ατομική μαγνήτιση, όπως και στην περίπτωση πολύ μεγάλων επιφανειών ή μηκών. 8.Απαιτείται γνώση και εμπειρία για την ερμηνεία των ενδείξεων (όχι όμως τόση όσο στην περίπτωση της ραδιογραφίας, των υπερήχων και των δινορρευμάτων). 4.6 Ανιγνευσιμότητα Ασυνεχειών Την ευαισθησία της μεθόδου Μαγνητικών Σωματιδίων επηρεάζει πλήθος παραγόντων, όπως η χρησιμοποιούμενη μέθοδος και τεχνική, το είδος και οι ιδιότητες των σωματιδίων και η μαγνητική διαπερατότητα του υλικού. Συνήθως απαιτείται σχετική μαγνητική διαπερατότητα του δοκιμίου τουλάχιστον ίση με 250 (και για καλή ευαισθησία άνω του 500) ενώ συχνά αυτή λαμβάνει τιμές άνω του Όσον αφορά τις ίδιες τις ασυνέχειες, υπάρχει επίσης σειρά παραγόντων που καθορίζουν την ανιχνευσιμότητά τους. Κατωτέρω παραθέτουμε τους κυριότερους: α) Το μέγεθος, το σχήμα και ο προσανατολισμός της ασυνέχειας. Είναι σημαντικό να διακόπτεται μεγάλος αριθμός δυναμικών γραμμών, ώστε το διαρρέον μαγνητικό πεδίο να είναι αρκετά ισχυρό. «Ευνοούνται» ασυνέχειες με μεγάλο μήκος, επιμήκεις (μεγάλου λόγου ύψους προς πλάτος) και τοποθετημένες υπό ορθή γωνία προς τη διεύθυνση του πεδίου. Επίσης ασυνέχειες μεγάλου ύψους (βαθιές), β) Το άνοιγμα της ασυνέχειας στην επιφάνεια, το οποίο δεν 21

26 πρέπει να είναι αρκετά μεγάλο. «Στενές» ασυνέχειες παράγουν ισχυρότερη ένδειξη, γ) Η αιχμηρότητα των άκρων της ασυνέχειας, ιδιαίτερα προκειμένου για υποεπιφανειακές ασυνέχειες. «Ευνοούνται» ασυνέχειες αιχμηρών άκρων παρά στρογγυλευμένων. δ) Το βάθος της ασυνέχειας, κάτω από την επιφάνεια του δοκιμίου (προκειμένου για υποεπιφανειακές ασυνέχειες), παρότι δεν είναι ο κρισιμότερος παράγοντας, ε) Η μαγνητική διαπερατότητα του υλικού που περιέχουν (ευνοούνται ασυνέχειες με παραμαγνητικό ή διαμαγνητικό υλικό). 4.7 Μέθοδοι ελέγχου σε Μαγνητικά Σωματίδια Η μέθοδος ελέγχου με Μαγνητικά (η μαγνητιζόμενα) Σωματίδια (Magnetic Particle Testing) βασίζεται στις εξής αρχές: -Μαγνήτιση του δοκιμίου που θα ελεγχθεί -Εφαρμογή μαγνητικών σωματιδίων -Σχηματισμός ένδειξης στη θέση διαρροής του μαγνητικού πεδίου Ωστόσο, έχουν αναπτυχθεί πολλές επιμέρους τεχνικές, ανάλογα με τον τρόπο μαγνήτισης, τον τρόπο εφαρμογής αλλά και το είδος των μαγνητικών σωματιδίων. 4.8 Παραμένουσα και Συνεχής Μέθοδος Η παραμένουσα μέθοδος (residual method) βασίζεται στο παραμένουσα μαγνήτιση, μετά την απομάκρυνση της μαγνητίζουσας δύναμης (ή, γενικότερα, του αιτίου μαγνήτισης) και εφαρμόζεται μόνο σε μαγνητικώς σκληρά υλικά. Το δοκίμιο που θα ελεγχθεί πρέπει να έχει αρκετά μεγάλη συγκρατησιμότητα και τα μαγνητικά σωματίδια εφαρμόζονται μετά την αφαίρεση της μαγνητίζουσας δύναμης. Παρότι η παραμένουσα μέθοδος είναι σχετικά απλή, εκτός από τον περιορισμό των υλικών στα οποία μπορεί να εφαρμοστεί (κυρίως σκληροί χάλυβες), παρουσιάζει σαφώς μειωμένη ευαισθησία σε σχέση με τη συνεχή μέθοδο και απαιτεί πολύ μεγαλύτερες τιμές μαγνητίζουσας δύναμης (ιδίως για υποεπιφανειακές ασυνέχειες). Κατά τη συνεχή μέθοδο (continuous method) στο δοκίμιο εφαρμόζεται μαγνητίζουσα δύναμη ενόσω υπάρχουν επάνω του μαγνητικά σωματίδια (δηλαδή τα μαγνητικά σωματίδια εφαρμόζονται είτε ααέσωε πριν είτε κατά τη διάρκεια της μαγνήτισης). Η συνεχής μέθοδος παρουσιάζει μεγαλύτερη ευαισθησία από την παραμένουσα, απαιτεί πολύ μικρότερες τιμές μαγνητίζουσας δύναμης και πολύ μικρότερους χρόνους μαγνήτισης (συνήθως μερικά κλάσματα του δευτερολέπτου, για κάθε ένα από τα λίγα αλλεπάλληλα «σοκ» που απαιτούνται). 22

27 4.9 Διαμήκης και Κυκλική Μαγνήτιση Υπάρχουν δύο κυρίως είδη μαγνητικού πεδίου: α) Το «διάμηκες» (longitudinal), όπου οι δυναμικές γραμμές σχηματίζουν κλειστό βρόχο εξερχόμενες από το δοκίμιο στο βόρειο μαγνητικό πόλο και εισερχόμενες πάλι σ αυτό στο νότιο πόλο. β) Το «κυκλικό» (circular), στο οποίο οι δυναμικές γραμμές σχηματίζουν ομόκεντρους κύκλους, χωρίς να υπάρχουν μαγνητικοί πόλοι. Τα δύο είδη πεδίου δεν είναι δυνατόν να συνυπάρχουν. Εάν ένα δοκίμιο μαγνητιστεί κατά το ένα πεδίο και εφαρμοστεί μαγνητίζουσα δύναμη του άλλου πεδίου, εάν μεν η μαγνήτιση είναι λιγότερο ισχυρή από την υπάρχουσα, το πρώτο πεδίο εξακολουθεί να υπάρχει ενώ δεν εμφανίζεται καθόλου το δεύτερο. Αν όμως είναι ισχυρότερη, τότε το πρώτο αναιρείται και υπάρχει μόνο το δεύτερο. Εάν εφαρμοστούν διαδοχικά μαγνητίσεις του ίδιου είδους πεδίου, επειδή η μαγνητική επαγωγή είναι διανυσματικό μέγεθος, το συνιστάμενο πεδίο ταυτίζεται με το διάνυσμα της συνισταμένης των δύο μαγνητικών επαγωγών. Εξαίρεση της συνύπαρξης των δύο διαφορετικών πεδίων είναι η περίπτωση ταυτόχρονης μαγνήτισης με κυκλικό και διαμήκες πεδίο. Τότε παράγεται μια σύνθετη μαγνητική επαγωγή ίση κατά διεύθυνση, φορά και μέγεθος με το διανυσματικό άθροισμα των δύο επαγωγών. Η κυκλική μαγνήτιση έχει το πλεονέκτημα, έναντι της διαμήκους, ότι δεν παράγει πόλους (σε ιδανικές καταστάσεις) και επομένως δεν εμφανίζει συγκέντρωση μαγνητικών σωματιδίων, που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν προβλήματα ερμηνείας. Η μέγιστη διαρροή μαγνητικού πεδίου παρουσιάζεται όταν η τυχόν ασυνέχεια είναι κάθετη προς τις δυναμικές γραμμές, δηλ. κάθετη προς τη διεύθυνση της μαγνητικής επαγωγής. Πρακτικά μπορούν να ανιχνευθούν ασυνέχειες με γωνία 90 έως 45 ως προς τη διεύθυνση του πεδίου. Επομένως είναι απαραίτητη η μαγνήτιση σε δύο κάθετες διευθύνσεις, προκειμένου να ανιχνευθούν ασυνέχειες οποιασδήποτε διεύθυνσης. Έτσι, συχνά επιλέγεται πρώτα μία κυκλική μαγνήτιση και, μετά τον πρώτο έλεγχο, μία διαμήκης, για να ανιχνευθούν και ασυνέχειες της άλλης διεύθυνσης. Εικόνα 11: Ανίχνευση ασυνεχειών με κυκλική μαγνήτιση[11] 23

28 Εικόνα 12: Ανίχνευση ασυνεχειών με διαμήκη μαγνήτιση[11] 4.10 Υγρή και Ξηρή Μέθοδος Τα μαγνητικά (μαγνητιζόμενα) σωματίδια είναι δυνατόν να εφαρμοστούν ως έχουν, δηλ. ως ξηρή σκόνη - ρινίσματα, οπότε μιλούμε για «ξηρή μέθοδο» (dry method). Είναι όμως δυνατόν να βρίσκονται μέσα σε υγρό φορέα (συνήθως πετρελαιοειδές / λάδι είτε νερό), οπότε μιλούμε για «υγρή μέθοδο» (wet method). Αντίστοιχα, μιλούμε για «ξηρή σκόνη/πούδρα» (dry powder) ή για «μαγνητική μελάνη» (magnetic ink). Η υγρή μέθοδος είναι, εν γένες περισσότερο ευαίσθητη από την ξηρή, διότι παρέχει πρακτικά μεγαλύτερη δυνατότητα «κινητικότητας» (mobility) στα σωματίδια, πάνω στο δοκίμιο. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις (π.χ. έλεγχος συγκολλήσεων με ακροδέκτες και ημιανορθωμένο ρεύμα) όπου προτιμάται η ξηρή. Τα ξηρά μαγνητιζόμενα σωματίδια εφαρμόζονται με κατάλληλα μέσα, όπως φούσκες (bulbs) ή πιστόλια πεπιεσμένου αέρα. Η ιδανική εφαρμογή θα ήταν να φθάνουν στο δοκίμιο σαν ένα ομοιόμορφο νέφος και με ελάχιστη ταχύτητα. Στην υγρή μέθοδο χρησιμοποιείται έγχυση, εμβάπτιση ή ψεκασμός. Εάν ο υγρός φορέας είναι νερό (φθηνότερο και ασφαλέστερο από τα πετρελαιοειδή), συνήθως απαιτούνται αντιδιαβρωτικά πρόσθετα, διαβρεκτικοί παράγοντες (wetting agent), πρόσθετα για το μη σχηματισμό αφρού (antifoaming) και άλλα υλικά ειδικής χρησιμότητας. Η χρήση εναλλασσόμενου ή ημιανορθωμένου ηλεκτρικού ρεύματος, για την μαγνήτιση του δοκιμίου, προσφέρει μεγαλύτερη κινητικότητα στα μαγνητιζόμενα σωματίδια επάνω στο δοκίμιο, προκειμένου να σχηματιστεί ένδειξη. Ετσι, πρακτικά ποτέ δεν χρησιμοποιούνται ξηρά σωματίδια με συνεχές ή πλήρως ανορθωμένο ρεύμα, διότι η κινητικότητά τους πάνω στο δοκίμιο θα ήταν απαγορευτικά μικρή. Η ξηρή μέθοδος είναι η πρώτη που αναπτύχθηκε (Doane και de Forest, 1929) ενώ ή υγρή άργησε να ακολουθήσει (μέσα της δεκαετίας 1930). Η ξηρή μέθοδος είναι ιδανική για πλήρως υποεπιφανειακές ασυνέχειες και μάλιστα σε βάθος λίγο μεγαλύτερο από μερικά χιλιοστά της ίντζας. Χρησιμοποιείται πάντα με AC είτε ημιανορθωμένο ρεύμα, για να παρέχεται καλύτερη κινητικότητα στα σωματίδια. Είναι απλούστερη (σε εξοπλισμό και τρόπο εφαρμογής) από την υγρή και δε λερώνει τόσο όσο αυτή. 24

29 Αντίθετα, η υγρή μέθοδος (και μάλιστα με συνεχή μαγνήτιση και όχι παραμένουσα) είναι η πλέον ευαίσθητη, ιδιαίτερα για μικρές, λεπτές και αβαθείς ασυνέχειες. Η υγρή συνεχής μέθοδος με φθορίζοντα σωματίδια είναι η πλέον ευαίσθητη για ανίχνευση μικρών ρηγμάτων κόπωσης. Επίσης, η υγρή συνεχής μέθοδος απαιτεί μαγνήτιση για κλάσματα του δευτερολέπτου, ενώ η ξηρή μεγαλύτερης διάρκειας. Ο φορέας των σωματιδίων στην υγρή μέθοδο είναι συνήθως παράγωγο απόσταξης πετρελαίου, με χαμηλό ιξώδες (βασικότατο χαρακτηριστικό), χαμηλής περιεκτικότητας σε θείο και υψηλού σημείου ανάφλεξης. Το νερό χρησιμοποιείται επίσης, ιδίως σε περιπτώσεις κινδύνων ανάφλεξης του λαδιού, αφού εμπλουτιστεί με διαβρεκτικούς παράγοντες (wetting agent), αντιδιαβρωτικά υλικά, παράγοντες για το μη σχηματισμό αφρού και αρκετά άλλα, που βεβαίως ανεβάζουν πολύ το κόστος του. Τα μαγνητιζόμενα σωματίδια της υγρής μεθόδου διατίθενται είτε σε μορφή πάστας (ιδιαίτερα στις ΗΠΑ) είτε σαν ξηρές σκόνες. Έχουν χρώμα μαύρο, κόκκινο ή φθορίζον. Προκειμένου για μικρές ποσότητες και για εργοταξιακές εφαρμογές, συνήθως διατίθενται υπό μορφή σπρέι. Για μεγάλες όμως ποσότητες και για εργοστασιακή ή εργαστηριακή εφαρμογή, γίνεται παρασκευή του λουτρού, σύμφωνα με κατάλληλες προδιαγραφές. Το σημαντικότερο σημείο είναι η ποσότητα των στερεών σωματιδίων, πράγμα που ελέγχεται μέσω ογκομετρικού σωλήνα, όπου καθιζάνουν (Sutherland tube). Καθιζάνουν επίσης και οι τυχόν ακαθαρσίες και μάλιστα σαν ξεχωριστό επιπλέον στρώμα, οπότε εύκολα ελέγχεται η ποιότητα του λουτρού. Είναι χαρακτηριστικό ότι η συγκέντρωση των φθοριζόντων σωματιδίων είναι πολύ μικρότερη (της τάξης του 1/10) από αυτή των ορατών, κυρίως λόγω της μεγαλύτερης αντίθεσης και ευαισθησίας που προσφέρουν (και επομένως και του πολύ ισχυρού υποβάθρου). Εξάλλου, ακριβώς λόγω της μεγάλης ευαισθησίας και του ισχυρού υποβάθρου, δεν χρησιμοποιείται υγρή φθορίζουσα μέθοδος όταν αναζητούνται μεγάλες σχετικά ασυνέχειες είτε όταν υπάρχει βεβαιότητα εκτεταμένων μη σχετικών ενδείξεων (π.χ. ακατέργαστα χυτά, ατρόχιστες συγκολλήσεις κλπ). Εικόνα 13: Σύγκριση ευαισθησίας διαφόρων μεθόδων με ΜΣ[11] 25

30 Εικόνα 14: Απιοειδής ογκομετρικός σωλήνας[11] 4.11 Το Υλικό των Μαγνητιζόμενων Σωματιδίων Τα μαγνητικά σωματίδια έχουν διάφορα σχήματα (κυρίως επιμήκη και σφαιρικά), διαστάσεις και χρώματα. Για κάθε εφαρμογή, είναι απόλυτα κρίσιμο το εύρος (και η αναλογία) των διαστάσεων αλλά και η αναλογία επιμήκων προς σφαιρικών σωματιδίων. Οι ξηρές σκόνες περιέχουν αρκετά μεγαλύτερα μαγνητικά σωματίδια από ό,τι οι μελάνες και αποτελούνται κυρίως από επιμήκη σωματίδια. Τα σωματίδια των μελανών έχουν μικρότερο εν γένει μέγεθος από ό,τι αυτά της ξηρής σκόνης και περιέχουν μεγαλύτερο αριθμό σφαιρικών σωματιδίων (για να διακόπτεται η «αλυσίδα» της ένδειξης, διότι τα επιμήκη σωματίδια, μαγνητιζόμενα, συμπεριφέρονται σαν μικροί ραβδόμορφοι μαγνήτες). Τα άνω όρια μεγέθους των σωματιδίων που χρησιμοποιούνται σε μελάνες είναι 40 έως 60 μικρά, ενώ υπάρχουν (σε μικρή αναλογία) και σωματίδια μήκους έως 1/8 του μικρού (χιλιοστού του χιλιοστόμετρου). Το ειδικό βάρος των μαγνητιζόμενων σωματιδίων κυμαίνεται μεταξύ 5 και 8 kg/lt. Τα μαγνητιζόμενα σωματίδια που χρησιμοποιούνται ως ξηρή σκόνη συνήθως προέρχονται από μαλακό σίδηρο ενώ αυτά της υγρής μεθόδου από οξείδια του σιδήρου. Η μαγνητική διαπερατότητα των μαγνητιζόμενων σωματιδίων είναι αρκετά υψηλή, χωρίς όμως αυτό να αποτελεί τον κύριο παράγοντα ευαισθησίας. Εξ άλλου, η μαγνητική διαπερατότητα κάθε υλικού εξαρτάται από την κατάσταση μαγνήτισης. Συνήθως, σαν τιμή της μαγνητικής διαπερατότητας, για κάθε υλικό, δίνεται η μέγιστη, ενώ είναι σαφές ότι, στην περίπτωση των μαγνητιζόμενων σωματιδίων, μας ενδιαφέρει κυρίως η αρχική, διότι το διαρρέον μαγνητικά πεδίο είναι ασθενές. Συχνά, υλικά υψηλής μέγιστης διαπερατότητας παρουσιάζουν μικρότερη αρχική διαπερατότητα από άλλα υλικά, με σχετικά μικρότερη μέγιστη διαπερατότητα. Όσον αφορά τη συνέχουσα δύναμη (συνεκτικό πεδίο) και τη συγκρατησιμότητα των μαγνητιζόμενων σωματιδίων, απαιτούνται χαμηλές τιμές για πολλούς και εύκολα κατανοητούς λόγους. Ωστόσο, μία μικρή τιμή συγκρατησιμότητας είναι επιθυμητή, τόσο στην ξηρή όσο και στην υγρή μέθοδο, προκειμένου να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη κινητικότητα των σωματιδίων. 26

31 4.12 Υγρή Συνεχής Μέθοδος Κατά την υγρή συνεχή μέθοδο (continuous wet method), η μαγνητίζουσα δύναμη εφαρμόζεται ενόσω τα σωματίδια είναι επάνω στο δοκίμιο. Άρα, τα σωματίδια εφαρμόζονται είτε πριν εΐτε/και κατά τη μαγνήτιση, πάντως όμως ποτέ μετά τη λήξη της. Συνιστώνται πολύ μικροί χρόνοι μαγνήτισης και μερικά αλλεπάλληλα «σοκ». Ένα ελαφρό φύσημα πάνω στο δοκίμιο και σε διεύθυνση διαγώνια προς το μαγνητικά πεδίο, μπορεί να βοηθήσει στο σχηματισμό της ένδειξης. Ένα δυνατό φύσημα βοηθά στο να γίνουν περισσότερο έντονες και σταθερές οι ενδείξεις επιφανειακών ασυνεχειών Ορατά και Φθορίζοντα Σωματίδια Εν γένει, τα μαγνητιζόμενα σωματίδια που χρησιμοποιούνται τόσο στην ξηρή όσο και στην υγρή μέθοδο, έχουν επικαλυφθεί από τον κατασκευαστή με ορατή είτε φθορίζουσα βαφή. Το συνηθέστερο ορατό χρώμα είναι το μαύρο, αν και χρησιμοποιούνται (ιδίως στις ΗΠΑ) και γκρι, κίτρινα και κόκκινα σωματίδια. Ιδιαίτερα στην Ευρώπη, πριν από την εφαρμογή των ορατών σωματιδίων, συνηθίζεται να επικαλύπτεται το δοκίμιο με ένα λευκό υπόστρωμα (white contrast), προκειμένου να αυξηθεί η χρωματική αντίθεση των ενδείξεων. Η αντίθεση ένδειξης-υποβάθρου γίνεται μέγιστη στην περίπτωση των φθοριζόντων μαγνητικών σωματιδίων. Απαιτείται βεβαίως μαύρο φως (black light, UV-A) για να ενεργοποιηθεί η φθορίζουσα βαφή, καθώς και συνθήκες σχετικού σκότους κατά την εξέταση. Όμως, λόγω ακριβώς της μεγάλης αντίθεσης φωτεινής ένδειξης - σκοτεινού υποβάθρου, η ευαισθησία της μεθόδου είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη από εκείνη των ορατών σωματιδίων. Ακριβώς γι'αυτό το λόγο (και παρότι η συγκέντρωση σωματιδίων στις φθορίζουσες μελάνες είναι πολύ μικρότερη από ό,τι στις ορατές), η μέθοδος των φθοριζόντων μαγνητικών σωματιδίων εφαρμόζεται μόνο σαν υγρή μέθοδος και για την περίπτωση που αναζητούνται μικρές ασυνέχειες. Παρότι υπάρχουν φθορίζουσες βαφές διαφόρων χρωμάτων, για ακόμη μεγαλύτερη ευαισθησία χρησιμοποιούνται βαφές που φθορίζουν στο πράσινο-κίτρινο χρώμα (μήκος κύματος περίπου nm), όπου το ανθρώπινο μάτι είναι περισσότερο ευαίσθητο, σε συνθήκες σκότους Άμεση και Έμμεση Μαγνήτιση Μιλούμε για άμεση μαγνήτιση (direct magnetization) στην περίπτωση που παράγεται μαγνητική επαγωγή στο δοκίμιο λόγω ηλεκτρικού ρεύματος το οποίο περνά μέσα σ αυτό. Αντίθετα, στην έμμεση μαγνήτιση (indirect magnetization), το δοκίμιο τίθεται μέσα σε ένα μαγνητικό πεδίο που έχει δημιουργηθεί έξω από αυτό. 27

32 4.15 Μετωπική Επαφή Κατά τη μετωπική επαφή (headstock-tailstock) το δοκίμιο διαρρέεται από ηλεκτρικό ρεύμα που εισέρχεται από το ένα άκρο του και εξέρχεται από το άλλο. Επάγεται κυκλικό μαγνητικό πεδίο με διεύθυνση κάθετη προς αυτή του ηλεκτρικού ρεύματος. Επομένως, αφού ανιχνεύονται ασυνέχειες κάθετες προς τη διεύθυνση της μαγνητικής επαγωγής, η τεχνική αυτή καταδεικνύει ασυνέχειες παράλληλες και μέχρι γωνία 45 προς τη διεύθυνση του ηλεκτρικού ρεύματος. Οι αμερικάνικες προδιαγραφές συνήθως απαιτούν τουλάχιστον 800 Amps ρεύματος (peak) ανά ίντζα (25,4mm) διαμέτρου του δοκιμίου, αν και συχνά στην πράξη η τιμή αυτή αποδεικνύεται πολύ μεγάλη. Οι σχετικές βρετανικές προδιαγραφές απαιτούν 7,5 Amps ρεύματος (peak) ανά mm διαμέτρου του δοκιμίου, που αντιστοιχεί σε μαγνητική επαγωγή τουλάχιστον ίση με 0,72 Tesla, στην επιφάνεια του δοκιμίου. Η μετωπική επαφή συνιστάται κυρίως για επιμήκη δοκίμια και εφαρμόζεται σε ειδικές μονάδες πάγκου (bench unit). Χρησιμοποιείται AC για επιφανειακές ασυνέχειες και ημιανορθωμένο ή πλήρως ανορθωμένο ρεύμα για υποεπιφανειακές ασυνέχειες. Εικόνα 15: Τεχνική μετωπικής επαφής[11] Εικόνα 16: Άμεση μαγνήτιση με μετωπική επαφή ενός δακτυλοειδούς δοκιμίου[11] 28

33 4.16 Πεταλοειδής Ηλεκτρομαγνήτης Το συνηθέστερο μέσο μαγνήτισης είναι οι πεταλοειδείς ηλεκτρομαγνήτες (yoke). Εχουν σπαστούς βραχίονες (συνήθως με δύο αρθρώσεις έκαστος) ώστε να μεταβάλλεται η απόσταση μεταξύ των πόλων αλλά και να μπορούν να τοποθετηθούν σε σημεία που δε βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο. Οι δυναμικές γραμμές οδεύουν από πόλο προς πόλο του yoke και οι ανιχνευόμενες ασυνέχειες έχουν διεύθυνση 45 έως 90 ως προς τη γραμμή που ενώνει τους πόλους. Ο ηλεκτρομαγνήτης αποτελείται από ένα πηνίο με πυρήνα μαλακού σιδήρου. Ορισμένες φορές υπάρχει ρύθμιση της έντασης του ρεύματος, άρα και της μαγνητικής ροής. Συνήθως χρησιμοποιείται AC, αλλά υπάρχουν ηλεκτρομαγνήτες ημιανορθωμένου ή πλήρως ανορθωμένου ρεύματος. Συχνά απαιτείται ανυψωτική δύναμη 4.5kg για ηλεκτρομαγνήτες AC και 18 kg (401bs) για ηλεκτρομαγνήτες DC ή πλήρως ανορθωμένου ρεύματος. Εικόνα 17: Πεταλοειδής ηλεκτρομαγνήτης[11] 4.17 Το Μαύρο Φως To ορατό φως έχει μήκη κύματος μεταξύ 400 και 700 nm (4000 έως 7000 Angstrom). Σε μικρότερα μήκη κύματος (100 έως 400 nm) βρίσκεται το υπεριώδες φως (ultraviolet). Το υπεριώδες χωρίζεται σε τρεις ζώνες : UV-A ( nm), UV-B ( nm) και UV-C ( nm). Το τμήμα UV-A ονομάζεται και «μαύρο φως» (black light). Ενώ τα τμήματα UV-B και UV-C θεωρούνται βλαπτικά για τους ζωντανούς ιστούς και οργανισμούς, το μαύρο φως θεωρείται ακίνδυνο, ακόμα και με άμεση όραση. 29

34 Εικόνα 18: Το φάσμα του υπεριώδους και του ορατού φωτός[11] 4.18 Παρατήρηση Ενδείξεων Φθοριζόντων Σωματιδίων Γενικά συνιστάται πολύ χαμηλός φωτισμός περιβάλλοντος (10-32 lux, ανάλογα με τη χρησιμοποιούμενη προδιαγραφή). Το απόλυτο σκοτάδι, αν και επιθυμητό από άποψη ελέγχου, πρέπει να αποφεύγεται για λόγους ασφαλείας. Η ένταση του μαύρου φωτός πάνω στο δοκίμιο πρέπει να ελέγχεται. Οι προδιαγραφές απαιτούν ένταση τουλάχιστον 800 pw/cm 2 (συνήθως 1000), συχνά 1500 και ενίοτε 3000 pw/cm 2. Συνιστάται παραμονή στο σκοτεινό θάλαμο τουλάχιστον 5 λεπτών, πριν αρχίσει ο έλεγχος, ώστε να υπάρξει προσαρμογή των ματιών στις συνθήκες σκότους. Συνιστάται επίσης η χρήση γυαλιών που απορροφούν το μαύρο φως (π.χ. sodium type), για να μη κουράζονται τα μάτια και να βελτιώνονται οι συνθήκες όρασης. Πρέπει επίσης να αποφεύγουμε τα άσπρα ρούχα (ιδίως πουκάμισα), διότι συνήθως τα απορρυπαντικά περιέχουν και φθορΐζουσες βαφές στην περιοχή του μπλε (για επίπλαστη αίσθηση καθαρότητας, λόγω φθορισμού από το υπεριώδες φως του ήλιου και των λαμπτήρων). Εάν κοιτάζουμε απευθείας τη λάμπα μαύρου φωτός, ενδέχεται να «βλέπουμε» φωτεινά σημάδια αλλά και να φαίνονται τα μάτια μας «φωτεινά» από τους παρευρισκόμενους (λόγω φθορισμού ουσιών μέσα στο μάτι). Το φαινόμενο είναι αβλαβές και προσωρινό, μπορεί όμως να φέρει αμηχανία και παροδικά ομιχλώδη όραση στον παθόντα. Κατά την παρατήρηση, πρέπει να έχουμε πάντα υπόψη μας ότι ένδειξη αποτελεί όχι ό,τι απλώς φαίνεται, αλλά ό,τι μας δίνει την αίσθηση πως ακτινοβολεί Λάμπες Μαύρου Φωτός Λάμπες μαύρου φωτός υπάρχουν είτε πυρακτώσεως (incandescent) είτε σωληνοειδείς (όπως οι λάμπες φθορισμού) είτε Ατμών Υδραργύρου. Οι δύο πρώτες κατηγορίες δίνουν μικρές εντάσεις και μόνο βοηθητικά ή πολλές μαζί μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Ας σημειωθεί ότι οι συνήθεις τύπου πυρακτώσεως πρέπει να τοποθετούνται οριζόντια και όχι κάθετα (όπως οι κοινές λάμπες πυρακτώσεως), διότι εκπέμπουν από το πλάι τους. Και αυτές επίσης έχουν ιδιαίτερο τρόπο 30

35 έναυσης, οπότε σβήσιμο της λάμπας (επίτηδες είτε λόγω αύξησης της θερμοκρασίας) σημαίνει αναμονή λίγων λεπτών, προκειμένου να αποκατασταθεί το φως. Οι περισσότερο χρησιμοποιούμενες λάμπες μαύρου φωτός είναι αυτές των Ατμών Υδραργύρου. Παράγουν υπεριώδες αλλά και ορατό φως, της τάξης των nm, με μέγιστη ένταση στα 365 nm. Το φίλτρο όμως που φέρουν απορροφά τα μικρά μήκη κύματος καθώς και το περισσότερο ορατό και αφήνει μόνο μήκη κύματος nm (δηλαδή μαύρο φως αλλά και ελάχιστο ορατό ιώδες). Για λόγους ασφαλείας, το φίλτρο πρέπει να ελέγχεται τακτικά για πιθανά γδαρσίματα, και βεβαίως να μη χρησιμοποιείται αν ραγίσει ή σπάσει. Για λόγους απόδοσης, το φίλτρο πρέπει να καθαρίζεται τακτικά από σκόνες είτε άλλους ρύπους. Η ακτινοβολία μέγιστης έντασης που περνά από το φίλτρο παρουσιάζεται στα 365 nm, δηλαδή εκεί που είναι και η μέγιστη ένταση παραγωγής φωτός αλλά και το σημείο ενεργοποίησης των φθοριζόντων βαφών. Το τόξο υδραργύρου δημιουργείται ανάμεσα σε δύο ηλεκτρόδια τοποθετημένα σε κρυστάλλινη κάψα γεμάτη με αέριο Νέον, όπου υπάρχει και το βοηθητικό ηλεκτρόδιο για την έναυση του τόξου, μέσω θέρμανσης και εξάτμισης του υδραργύρου. Το βοηθητικό ηλεκτρόδιο τροφοδοτείται με ρεύμα μέσω ηλεκτρικής αντίστασης. Το όλο σύστημα τροφοδοτείται από μετασχηματιστή, ώστε να περιορίζεται η τιμή της έντασης του ρεύματος στα βασικά ηλεκτρόδια. Η κάψα με τα προαναφερθέντα τρία ηλεκτρόδια είναι τοποθετημένη σε γυάλινο περίβλημα. Το εμπρόσθιο μέρος του περιβλήματος έχει κατάλληλη κυρτότητα, ώστε να εστιάζεται το φως της λάμπας. Η επιλογή του εκπεμπόμενου φάσματος γίνεται κύρια μέσω κατασκευαστικής ρύθμισης της πίεσης στην εσωτερική κρυστάλλινη κάψα. Υψηλή πίεση (100 atm) δίνει συνεχές φάσμα, ενώ μέση πίεση (1-10 atm) δίνει το σωστό φάσμα φωτός, δηλ. υπεριώδες και κυρίως μαύρο φως. Γι αυτό το λόγο οι πλέον χρησιμοποιούμενες λάμπες είναι μέσης πίεσης (συνήθως 10 atm). Οι συνηθέστερα χρησιμοποιούμενες λάμπες Ατμών Υδραργύρου είναι τύπου Spot, 100 Watt. Εάν υπερθερμανθεί, η λάμπα σβήνει (γι αυτό και συνιστάται αφαίρεση του φίλτρου και καθαρισμός τόσο του φίλτρου όσο και της λάμπας). Κάθε σβήσιμο της λάμπας (επίτηδες είτε λόγω υπερθέρμανσης) έχει μεγάλες συνέπειες στη διάρκεια ζωής της, καθώς για κάθε άναμμα καταναλώνεται υλικό των ηλεκτροδίων. Επίσης, υψηλή τάση δικτύου μπορεί να φέρει μεγάλη ελάττωση της ζωής της λάμπας. Χαμηλή τάση θα έχει συνέπεια το σβήσιμό της. Μία λάμπα, από τη στιγμή που ανάψει, χρειάζεται πέντε τουλάχιστον λεπτά για να φθάσει στην πλήρη απόδοσή της. Εάν σβύσει, τότε χρειάζεται τουλάχιστον 10 λεπτά, για να έχει πάλι πλήρη απόδοση. Αυτός είναι και ένας άλλος λόγος για τον οποίο δε σβύνουμε τη λάμπα, παρά μόνο στο τέλος της εργασίας Ερμηνεία Ενδείξεων Oι ενδείξεις (indications) της μεθόδου Μαγνητικών Σωματιδίων δεν είναι παρά συγκεντρώσεις μαγνητιζόμενων σωματιδίων στην επιφάνεια του ελεγχόμενου δοκιμίου. Απαιτείται λοιπόν ερμηνεία (interpretation) αυτών των ενδείξεων, προκειμένου να βρεθεί η προέλευση τους, για να είναι δυνατόν να αξιολογηθεί η σημασία τους. Οι ενδείξεις διακρίνονται σε αληθείς (true) και ψευδείς (false indications). Οι αληθείς ενδείξεις προέρχονται από διαρρέον μαγνητικό πεδίο 31

36 (λόγω διαφοράς μαγνητικής διαπερατότητας σε διαφορετικά σημεία του υλικού) ενώ οι ψευδείς είναι αποτέλεσμα αιτίων που δεν έχουν σχέση με τη μαγνήτιση. Ψευδείς, για παράδειγμα, είναι οι ενδείξεις (συγκεντρώσεις σωματιδίων) λόγω βαρύτητας σε κοιλότητες η επικλινή σημεία του δοκιμίου είτε λόγω συγκράτησής τους από επιφανειακό λάδι, γράσο, χαλαρά οξείδια κλπ. Η ύπαρξη ψευδών ενδείξεων σχεδόν πάντοτε σημαίνει κακό προκαθορισμό του δοκιμίου. Οι αληθείς ενδείξεις διακρίνονται σε σχετικές (relevant) και μη σχετικές (non-relevant). Οι μη σχετικές ενδείξεις προέρχονται από αναμενόμενη διαρροή του μαγνητικού πεδίου, π.χ. σε ακμές, σπειρώματα, σφηνοδρόμους κλπ. Επίσης από προϋπάρχουσα διαφορά μαγνητικής διαπερατότητας (π.χ. κατά τη συγκόλληση δύο δοκιμίων με αρκετά διαφορετικές τιμές μαγνητικής διαπερατότητας). Περίπτωση μη σχετικής ένδειξης είναι και η μαγνητική γραφή (magnetic writing). Εάν ένα σιδηρομαγνητικό υλικό (ιδιαίτερα μάλιστα εάν είναι μαγνητικώς σκληρό) τριφτεί ή έστω πλησιάσει αρκετά ένα μαγνήτη, τότε, μαγνητιζόμενο τοπικά το ίδιο, παρουσιάζει αλλαγή της μαγνητικής διαπερατότητας στην περιοχή μόνιμης μαγνήτισης. Εάν, κατόπιν, το υλικό αυτό ελεγχθεί με Μαγνητικά Σωματίδια, τότε παρουσιάζεται διαρροή του μαγνητικού πεδίου στην περιοχή αυτή και επομένως και εμφάνιση ένδειξης. Άλλες κατηγορίες μη σχετικών ενδείξεων είναι ή ένδειξη στα άκρα υπάρχουσας επιφανειακής οξείδωσης αρκετού πάχους και ισχυρά συνδεδεμένης με το δοκίμιο καθώς και η ένδειξη στα σημεία υποκοπής (undercut) συγκολλήσεων (όπου απαιτείται αρκετή προσοχή και εμπειρία, για να μην ερμηνευτεί σαν ένδειξη ρήγματος είτε ατελούς τήξης- ψυχρής επικάλυψης). Μη σχετική ένδειξη είναι επίσης και ή συσσωμάτωση (furring), που προέρχεται από πολύ μεγάλες τιμές μαγνητίζουσας δύναμης. Γι αυτό το λόγο, ή μαγνητίζουσα δύναμη (είτε ή ένταση του ηλεκτρικού ρεύματος που επιφέρει τη μαγνήτιση) πρέπει να είναι τόσο μεγάλη, όσο μόνον απαιτείται για το σχηματισμό ένδειξης. Κάθε μεγαλύτερη τιμή μπορεί να προκαλέσει μη σχετικές ενδείξεις, δυσκολεύοντας την παρατήρηση και την ερμηνεία των λοιπών ενδείξεων. Οι μη σχετικές ενδείξεις, συγκριτικά με τις σχετικές, εν γένει είναι περισσότερο φαρδιές, άτονες και χαλαρές ενώ οι σχετικές είναι περισσότερο λεπτές, οξείες (έντονες, πυκνές) και σφικτές πάνω στο δοκίμιο (απομακρύνονται δυσκολότερα). Δυστυχώς όμως και οι σχετικές ενδείξεις που προέρχονται από εντελώς υποεπιφανειακές ασυνέχειες είναι επίσης φαρδιές, άτονες και χαλαρές, συγκριτικά με τις προερχόμενες από επιφανειακές ασυνέχειες. Άλλη κατηγορία μη σχετικής ένδειξης είναι αυτή στην περίπτωση ψυχρής έλασης ή εν γένει ψυχρής διαμόρφωσης του υλικού (πλαστική παραμόρφωση σε θερμοκρασία κατώτερη από αυτή της ανακρυστάλλωσης). Εάν υπάρξει τοπική ψυχρή διαμόρφωση, η μαγνητική διαπερατότητα αλλάζει επίσης τοπικά και μπορεί να οδηγήσει σε μη σχετικές ενδείξεις, κατά τον έλεγχο. Αυτές οι ενδείξεις εξακολουθούν να υπάρχουν, ακόμη και στην περίπτωση απομαγνήτισης και επανελέγχου, ενώ με την ίδια διαδικασία, οι ενδείξεις μαγνητικής γραφής εξαφανίζονται. Ενδείξεις τέτοιας κατηγορίας έχουν παρουσιαστεί στην κατασκευή ελατηρίων αλλά και προϊόντων που έχουν τύχει μηχανουργικής κατεργασίας με κακώς τροχισμένα εργαλεία. Στην προηγούμενη κατηγορία θα πρέπει να ενταχθούν και οι ενδείξεις των επιπέδων ολίσθησης (γραμμές Luder), σε ελάσματα που έτυχαν ψυχρής έλασης ή κάμψης (π.χ. ελάσματα δοχείων) και δεν έλαβε χώρα αποτακτική ανόπτηση (stress-relieving). Μη σχετική ένδειξη παράγεται επίσης στην περίπτωση μπρουντζοκόλλησης δύο υλικών (ακόμη και εάν αμφότερα είναι σιδηρομαγνητικά, μιά και η ίδια η κόλληση είναι μη σιδηρομαγνητική). 32

37 Ενίοτε, στην περίπτωση συγκολλήσεων, μπορεί να παρατηρηθεί μη σχετική ένδειξη στην περιοχή μεταξύ του λουτρού της κόλλησης και του μετάλλου βάσεως, λόγω απότομης αλλαγής της μαγνητικής διαπερατότητας των δύο υλικών, χωρίς τούτο να οδηγεί οπωσδήποτε σε περαιτέρω διερεύνηση των αιτίων. Προκειμένου για αληθείς σχετικές ενδείξεις, αυτές οφείλονται σε υπάρχουσες ασυνέχειες μέσα στο υλικό. Γενικά ταξινομούνται σε γραμμικές (διάσταση μήκους μεγαλύτερη από το τριπλάσιο της διάστασης πλάτους) είτε στρογγυλόμορφες. Ενίοτε η ερμηνεία των ενδείξεων μπορεί να προχωρήσει σε ένα περαιτέρω βήμα, δηλαδή, στην εύρεση της φύσης της ασυνέχειας που προκαλεί την ένδειξη (ραφή, επίμηκες έγκλεισμα, ρήγμα κάποιου επιμέρους είδους κλπ.). Οι αληθείς σχετικές ενδείξεις χρειάζονται αξιολόγηση (evaluation), προκειμένου να αποφανθούμε εάν βλάπτουν την μελλοντική χρήση του δοκιμίου και άρα πρέπει να αφαιρεθούν είτε εάν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί το δοκίμιο ως έχει. Παρότι πλήρης αξιολόγηση μπορεί να γίνει μόνο με κριτήρια καταλληλότητας για τη συγκεκριμένη χρήση (fitness for purpose) του δοκιμίου και επειδή τούτο είναι εξαιρετικά δύσκολο, χρονοβόρο και δαπανηρό, συνήθως χρησιμοποιούνται κατάλληλες προδιαγραφές αποδοχής-απόρριψης (accept-reject procedures), ανάλογα με το είδος του δοκιμίου, τη χρήση του και βέβαια την επιλογή του πελάτη-χρήστη (και πάντως ποτέ αυθαίρετα από τον ελεγκτή). Η εύρεση της φύσης μίας ασυνέχειας προϋποθέτει καλή γνώση της μεθόδου κατασκευής του δοκιμίου και των ασυνεχειών που αυτή η μέθοδος μπορεί να παράγει. Προϋποθέτει επίσης (προκειμένου για δοκίμια που δεν είναι αχρησιμοποίητα) γνώση των συνθηκών φόρτισης και των εξωτερικών συνθηκών λειτουργίας (π.χ. διαβρωτικό ή όχι περιβάλλον), καθώς και σχετικές γνώσεις μηχανολογίας και ενδεχόμενα μεταλλουργίας. Η πραγματική αιτία της ασυνέχειας μπορεί να βρεθεί με βεβαιότητα μόνο με κρυσταλλογραφικό έλεγχο του υλικού Ασυνέχειες και Ελαττώματα Μία ασυνέχεια (discontinuity, flaw) μπορεί να θεωρηθεί ελάττωμα (defect), μόνο εάν μπορεί να βλάψει την μελλοντική χρησιμότητα του δοκιμίου. Όπως αναφέραμε, η απόφαση λαμβάνεται είτε με μελέτη καταλληλότητας για τη συγκεκριμένη χρήση (fitness for purpose) είτε μέσω προδιαγραφών αποδοχής-απόρριψης. Γενικά όμως μπορούν να διατυπωθούν κάποιοι σχετικοί όροι για την επικινδυνότητα μιάς ασυνέχειας (αρκεί να θυμόμαστε ότι είναι σχετικοί και όχι απόλυτοι και ότι με κανένα τρόπο δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την προδιαγραφή αποδοχής-απόρριψης είτε τη μελέτη καταλληλότητας). α) Μία ασυνέχεια ανοικτή στην επιφάνεια είναι περισσότερο επικίνδυνη από μία πλήρως υποεπιφανειακή. Τούτο είτε διότι οι μέγιστες καμπτικές τάσεις παρουσιάζονται στην επιφάνεια (όπου επίσης και οι ρωγμές κόπωσης) είτε διότι στην επιφάνεια ενδεχόμενα θα παρουσιαστούν συνθήκες διάβρωσης. β) Μία ασυνέχεια είναι περισσότερο επικίνδυνη όσο μεγαλύτερη γωνία (έως 90 ) σχηματίζει με τη διεύθυνση φόρτισης, διότι ελαττώνει περισσότερο τη χρήσιμη διατομή του υλικού. 33

38 γ) Μία ασυνέχεια με αιχμηρά άκρα (π.χ. σημάδια από κοπτικό εργαλείο τόρνευσης) είναι περισσότερο επικίνδυνη από μία ασυνέχεια με στρογγυλευμένα άκρα. Τούτο διότι μπορεί να οδηγήσει σε ρηγμάτωση κόπωσης είτε να λειτουργήσει σαν σημείο συγκέντρωσης τάσεων (stress raiser). δ) Ot επιμήκεις-γραμμικές ασυνέχειες θεωρούνται περισσότερο επικίνδυνες από τις στρογγυλόμορφες-σφαιρικές. ε) Προκειμένου για συγκολλήσεις, τα ρήγματα, ή ατελής διείσδυση και ή ατελής τήξη θεωρούνται πολύ περισσότερο επικίνδυνες από τους πόρους και τα στερεά εγκλείσματα. στ)προκειμένου για χυτά, τα ρήγματα και οι διακενώσεις συστολής θεωρούνται περισσότερο επικίνδυνα από τους πόρους, τα εγκλείσματα σκωρίας και τα εγκλείσματα άμμου Εικόνα των Ασυνεχειών Συχνά αρκεί να προσδιοριστεί εάν μία ασυνέχεια είναι γραμμική (η μία διάσταση μεγαλύτερη του τριπλασίου της άλλης) ή στρογγυλόμορφη. Όμως είναι χρήσιμο να αναφέρουμε τις βασικές ασυνέχειες υλικών και τις συνήθεις εικόνες των ενδείξεων που προκαλούν. Ρήγματα από θερμότητα καθώς και ρήγματα τροχίσματος. Γραμμικές ενδείξεις, συχνά διακλαδούμενες (δικτυωτές). Δυναμοδιάβρωση (SCC) : Μικρές, λεπτές, πολύ ευκρινείς και συχνά «οδοντωτές» (jagged) γραμμές. Συχνά αρκετές μαζί, επίσης συχνά ξεκινούν από σημείο τμηματικής διάβρωσης (pitting). Κρυόπηγμα χυτού (cold shut) : Ευθείες ή πολύ ελαφρά καμπύλες «λείες» γραμμές, συνεχείς ή διακεκομμένες. Αναδίπλωση σφυρήλατου (forging lap): Λεπτές συνεχείς (σπανιότερα διακεκομμένες) γραμμές. Ρήγματα γενικά: Συνεχείς (ή σπανιότερα διακεκομμένες) γραμμές, συχνότατα «οδοντωτές» (jagged). Ραφή σε προϊόν εξέλασης/διέλασης (seam) είτε επίμηκες έγκλεισμα (stringer): Συνεχής ή διακεκομμένη «λεία» γραμμή (ευθεία ή πολύ ελαφρά καμπύλη), κατά τη διεύθυνση της εξέλασης. Ρήγματα κρατήρα συγκολλήσεων : Γραμμική, απλή είτε αστεροειδούς μορφής (αναζητείστε τον κρατήρα). Πόροι χυτών: Μεγάλοι υποεπιφανειακοί πόροι είναι ενδεχόμενο να ανιχνευθούν με μαγνητικά σωματίδια (π.χ. blowholes). 34

39 Ατελής διείσδυση συγκόλλησης: Ενδέχεται να γίνει αντιληπτή σαν φαρδιά, αραιή και χαλαρή συγκέντρωση σωματιδίων. Ατελής τήξη συγκόλλησης: Παρουσιάζει σχετικά έντονη ένδειξη, λιγότερο ή περισσότερο συνεκτική (σφικτή), ανάλογα με το βάθος της ασυνέχειας κάτω από την επιφάνεια. Σκάσιμο σφυρήλατου (forging burst): Εμφανίζεται σαν απλό είτε αστεροειδές ρήγμα, κοντά στο μέσο της διατομής. [11] Εικόνα 19: Ερμηνεία ενδείξεων[11] 35

40 5 ΡΑΔΙΟΓΡΑΦΙΑ 5.1 Φυσική της Μεθόδου Η βιομηχανική ραδιογραφία (Radiography Testing - RT) είναι η παλαιότερη από τις σύγχρονες μεθόδους Μη Καταστρεπτικών Δοκιμών (ΜΚΔ). Οι ακτίνες - X ανακαλύφθηκαν το 1895 από τον W.C. Roentgen και οι ακτίνες -γ (όπως ονομάστηκαν αργότερα) από τον Becquerel το Οι πρώτες εφαρμογές των ακτινών -X (σε φωτογραφικό φιλμ αλλά και ως φθοροσκοπία) ξεκίνησαν ήδη το 1896 (από τον Roentgen) αλλά βρήκαν μεγάλη εφαρμογή κατά την διάρκεια και μετά τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Παρότι έχουν ανακαλυφθεί πολλές άλλες μέθοδοι ΜΚΔ και παρά τα αρκετά μειονεκτήματα της ραδιογραφίας, εξακολουθεί να είναι η πιο διαδεδομένη μέθοδος, ειδικά μάλιστα για νέες και κρίσιμες κατασκευές. 5.2 Ιδιότητες των ακτινών -X και -γ 1.Πρόκειται για ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, αποτελούμενη από το μέρος του ηλεκτρομαγνητικού φάσματος που περιλαμβάνει μήκη κύματος μικρότερα από αυτά της υπεριώδους ακτινοβολίας και μεγαλύτερα από αυτά της κοσμικής. Μπορούν να θεωρηθούν είτε σαν ηλεκτρομαγνητικό κύμα είτε σαν εκπομπή φωτονίων (πακέτων ενέργειας). Το μήκος κύματος και η συχνότητα σχετίζονται με την ταχύτητα μετάδοσης με τον τύπο ο=λχί, όπου c η ταχύτητα του φωτός, λ και f το μήκος κύματος και η συχνότητα του κύματος αντίστοιχα. Η ενέργεια κάθε φωτονίου δίνεται από τον τύπο c=h x f, όπου h η σταθερά του Planck και f η συχνότητα. Οι ακτίνες -X έχουν μήκος κύματος μεταξύ 10 και A(1 Angstrom = 0.1 nm) και οι ακτίνες -γ μεταξύ ΙΑ και 0.00ΙΑ. 2.Ταξιδεύουν με την ταχύτητα του φωτός και σε ευθεία γραμμή. 3.Δεν μπορούν να ανιχνευθούν από τις ανθρώπινες αισθήσεις (όραση, ακοή, αφή κλπ). 4.Προκαλούν ιονισμό στο μέσο που ταξιδεύουν (αέρας, χάλυβας, φωτογραφικό γαλάκτωμα κλπ). 5.Επιδρούν στο φωτογραφικό φιλμ. 6.Είναι βλαβερές για τους ζωντανούς ιστούς. 7.Διασχίζουν πολλά υλικά (π.χ. μέταλλα) και απορροφώνται εν μέρει από αυτά, ανάλογα με το υλικό και το μήκος κύματος της ακτινοβολίας. Η ανάκλαση και η διάθλαση, παρότι είναι θεωρητικά δυνατό να συμβούν, δεν είναι σημαντικές. 8.Σαν ακτινοβολία, οι ακτίνες -X και η -γ είναι της ίδιας φύσεως και διαφέρουν μόνο ως προς τον τρόπο παραγωγής τους. 36

41 5.3 Απορρόφηση των ακτίνων -X και -γ Οι ακτίνες -X και -γ απορροφώνται από την ύλη που διασχίζουν κατά την εξίσωση: I t =I 0 exp(-μt), είτε I t =I 0 x e( -μt ) όπου I t η ένταση της εξερχόμενης ακτινοβολίας, Ι 0 η ένταση της προσπίπτουσας, t το πάχος του υλικού και μ ο συντελεστής γραμμικής απορρόφησης (σταθερός για δεδομένο μήκος κύματος, ατομικό αριθμό υλικού και πυκνότητα του υλικού). Ο νόμος της απορρόφησης είναι εκθετικός, που σημαίνει ότι μικρή διαφορά πάχους στο ραδιογραφούμενο αντικείμενο μπορεί να δώσει σημαντική διαφορά στην ένταση της εξερχόμενης ακτινοβολίας. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με την ευθεία μετάδοση της ακτινοβολίας, καθιστά δυνατή τη μέθοδο της ραδιογραφίας. Επομένως η ραδιογραφική εικόνα μπορεί να δείξει διαφορές πάχους είτε ύπαρξη διαφορετικού υλικού κατά την διεύθυνση και μόνο της ακτινοβολίας. Αυτό καθιστά τη μέθοδο εξαιρετικά ευαίσθητη σε τρισδιάστατα (ογκομετρικά) σφάλματα υλικών (π.χ. πόροι/αέρια, εγκλείσματα/ξένες ύλες, διακενώσεις/κενό) αλλά και στην περίπτωση επίπεδων σφαλμάτων που η διεύθυνση τους δεν αποκλίνει σημαντικά από τη διεύθυνση της ακτινοβολίας (π.χ. ατελής τήξη συγκόλλησης και ρήγματα κατάλληλου προσανατολισμού). Η μέθοδος όμως είναι προβληματική στην περίπτωση επίπεδων σφαλμάτων με απόκλιση (πρακτικά πάνω από 8 μοίρες) από τη διεύθυνση της ακτινοβολίας. Μία σημαντική επομένως «παρεξήγηση» είναι η προτίμηση της χρήσης ραδιογραφίας για ανεύρεση ατελούς τήξης συγκολλήσεων (ενδείκνυται ο υπέρηχος) αλλά και ρηγμάτων (συνιστάται υπέρηχος είτε μαγνητικά/διεισδυτικά για επιφανειακά ρήγματα). Εικόνα 20: Φυσική της ραδιογράφησης[12] 37

42 5.4 Σκέδαση των ακτινών -X και -γ Οι ακτίνες -X και -γ, καθώς διασχίζουν την ύλη, απορροφώνται προκαλώντας ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα φαινόμενα: α) Φωτοηλεκτρικό φαινόμενο (ή φωτοηλεκτρική απορρόφηση). Εμφανίζεται σε ακτίνες χαμηλής ενέργειας. Απορροφάται ένα φωτόνιο ακτινοβολίας εξωθώντας ένα ηλεκτρόνιο έξω από το άτομο του. β) Σκέδαση (ή φαινόμενο Compton). Απορροφάται ένα φωτόνιο και εκπέμπεται ένα φωτόνιο μικρότερης ενέργειας και ένα ηλεκτρόνιο. Εμφανίζεται σε ακτίνες μέσης ενέργειας και η δευτερογενής ακτινοβολία έχει διεύθυνση διαφορετική από την προσπίπτουσα (και γι' αυτό ο όρος σκέδαση), γ) Δίδυμη γένεση (παραγωγή ζευγών). Παρουσιάζεται σε ακτίνες υψηλής ενέργειας και η απορρόφηση ενός φωτονίου συνεπάγεται την εκπομπή από το άτομο ενός ηλεκτρονίου και ενός ποζιτρονίου (ίδιο σωματίδιο με το ηλεκτρόνιο αλλά με θετικό φορτίο). Τα εκπεμπόμενα ποζιτρόνια σχεδόν ακαριαία αντιδρούν με άλλα ηλεκτρόνια και αλληλοεξουδετερώνονται- εξαϋλώνονται παράγοντας φωτόνια. Στη βιομηχανική ραδιογραφία το συχνότερο φαινόμενο είναι το Compton. Οι ανωτέρω μηχανισμοί είναι οι βασικοί μηχανισμοί απορρόφησης των ακτινών -X και -γ από την ύλη και συνεπάγονται τα εξής: α) Αλλαγή της διεύθυνσης της προσπίπτουσας ακτινοβολίας. Γι' αυτό το λόγο ονομάζονται συνοπτικά «σκέδαση». β) Παραγωγή ιόντων λόγω της απελευθέρωσης ηλεκτρονίων από τα άτομα στα οποία προσπίπτει η αρχική ακτίνα -X ή -γ. Γι' αυτό το λόγο οι ακτίνες -X και -γ ονομάζονται ιονίζουσες (ή ιοντίζουσες) ακτινοβολίες. Όλα τα φαινόμενα που σχετίζονται με τη ραδιογραφία (επίδραση στο φωτογραφικό γαλάκτωμα, επικινδυνότητα για τον άνθρωπο κ.α.) έχουν να κάνουν με τον ιονισμό που προκαλούν, κατά την απορρόφησή τους από την ύλη. 5.5 Ακτινοβολία -γ Εξ ορισμού, πρόκειται για ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία που εκπέμπεται από ραδιενεργά υλικά. Ακολουθεί συνήθως την εκπομπή ακτινών α ή β και έχει υψηλή διεισδυτική ικανότητα (ανάλογη με τις ακτίνες -X υψηλών και πολύ υψηλών kv) και υψηλή δράση ιονισμού στο μέσο που διαδίδεται. Η ενέργεια της ακτινοβολίας -γ (όπως και των ακτινών υψηλών κιλό βολτ) δίνεται σε ev. 500 kev ακτίνες -γ (ή -X) έχουν περίπου την ίδια διεισδυτική ικανότητα ακτινών -X τάσεως 500 kv. 38

43 5.6 Βιομηχανικά ισότοπα ακτινών -γ Αν και αρχικά χρησιμοποιήθηκαν φυσικά ραδιενεργά υλικά, σήμερα χρησιμοποιούνται τεχνητά ασταθή ισότοπα, παραγόμενα με μία εκ των δύο κατωτέρω μεθόδων, α) Με βομβαρδισμό βαρέων πυρήνων φυσικών υλικών με νετρόνια, μέσα σε πυρηνικούς αντιδραστήρες. Το ραδιενεργό ισότοπο 27Co60 παράγεται από το φυσικό μη ραδιενεργό 27Co59.(περίπου μετά ένα χρόνο συνεχούς βομβαρδισμού) και το Μ92 από το επίσης φυσικό και μη ραδιενεργό Irl91 (σε λίγους μήνες). β) Με διάσπαση ραδιενεργών υλικών. To Csl37 και το Tml70 παράγονται από τη διάσπαση U235. Τα ραδιενεργά υλικά κατασκευάζονται σε σφαιρίδια (pellets) συνήθως κυλινδρικής μορφής με μήκος ίσο προς τη διάμετρο (συχνότατα 2x2 και 4x4 nun). 5.7 Το Ιρίδιο 192 Το Ir192 εκπέμπει 12 χαρακτηριστικές ακτινοβολίες (12 διαφορετικά μήκη κύματος) ενέργειας ως MeV (Μεγαηλεκτρονιοβόλτ) και άρα αντιστοιχεί σε διεισδυτική ικανότητα με ακτίνες -X 500 έως 600 kv. Εκτός από ακτινοβολία -γ, εκπεμπει και β. Έχει ημιπερίοδο ζωής 74.3 ημέρες (πρακτικά 75) και πάχος υποδιπλασιασμού 4.8 mm μολύβδου και 48 mm σκυροδέματος (μπετόν). Ο ρυθμός δόσης στο 1 μέτρο απόστασης από την πηγή είναι 0.55R/Ci/H. (Roentgens ανά Curie ανά ώρα). Συνιστάται για ραδιογράφηση χάλυβα πάχους 1/4 ως 3 1/2 ίντσες, αν και πολλές προδιαγραφές απαγορεύουν τη χρήση του για χάλυβα πάχους μικρότερου από 3/4 (19mm), λόγω κακής αντίθεσης της εικόνας. Έχει πολύ υψηλή ειδική ενεργότητα (Ci/gr) και συνήθως παράγεται με αρχική ενεργότητα πηγής 50 Ci (στην Ελλάδα φθάνει έχοντας «πέσει» στα 40 Ci ή λιγότερο). 5.8 Το Κοβάλτιο 60 To Co60 εκπέμπει 2 χαρακτηριστικές ακτινοβολίες ενέργειας 1.17 και 1.33 MeV (που αντιστοιχούν σε διεισδυτική ικανότητα αντίστοιχη με ακτίνες -X 2000 kv περίπου). Η ημιπερίοδος ζωής του είναι μεγάλη (5.3 χρόνια) και το πάχος υποδιπλασιασμού του είναι mm μολύβδου και 66 mm σκυροδέρματος (μπετόν). Ο ρυθμός δόσης στο lm είναι 1.35 R/Ci/H (Roentgens ανά Curie ανά ώρα). Συνιστάται για ραδιογράφηση χάλυβα πάχους 2"ως 8" και πολλές προδιαγραφές απαγορεύουν τη χρήση του για πάχη μικρότερα από 1.5" (38mm), λόγω κακής αντίθεσης της ραδιογραφικής εικόνας. Στην Ελλάδα δεν επιτρέπεται η χρήση του από ιδιώτες, για συνήθεις βιομηχανικές ραδιογραφικές εφαρμογές. 39

44 5.9 Ενεργότητα πηγής γ Ως ενεργότητα πηγής -γ (activity) ορίζεται ο αριθμός διασπάσεων του ραδιενεργού υλικού στην μονάδα του χρόνου. Η παλιά μονάδα ήταν το Curie (Ci), που αντιστοιχεί σε 37 δισεκατομμύρια (37x109) διασπάσεις ανά δευτερόλεπτο. Η μονάδα του Διεθνούς Συστήματος (S.I) είναι το Becquerel (Bq) που αντιστοιχεί σε μία διάσπαση ανά δευτερόλεπτο Ειδική ενεργότητα πηγής -γ Είναι η ενεργότητα της πηγής ανά μονάδα μάζας του ραδιενεργού υλικού και εκφράζεται συνήθως σε Ci/gr (Curie ανά γραμμάριο). Μειώνεται με το χρόνο με το ίδιο τρόπο που μειώνεται η ενεργότητα (Ci) της πηγής (διότι η μάζα του υλικού παραμένει πρακτικά σταθερή). Από τα συνήθη ισότοπα, το Irl92 παρουσιάζει τη μεγαλύτερη ειδική ενεργότητα Χρόνος υποδιπλασιασμού Το ραδιενεργό υλικό διασπάται στο χρόνο με εκθετικό ρυθμό και ισχύει η μαθηματική έκφραση: Ν t =Ν o exp (-λt) είτε N t =N o x e -λt, όπου N t η ενεργότητα της πηγής μετά την παρέλευση χρόνου t (από τη στιγμή της αρχικής ενεργότητας N o ) και λ η σταθερά διάσπασης. Επειδή ο νόμος είναι εκθετικός, σε κάθε σταθερό χρονικό διάστημα ο λόγος τελικής προς αρχική ενεργότητα είναι επίσης σταθερός. Έτσι, προκειμένου να έχουμε υποδιπλασιασμό της ενεργότητας (κάθε φορά) απαιτείται χρονικό διάστημα ίσο με Τ=0.693 / λ (όπου ο φυσικός λογάριθμος του 2). Ο χρόνος αυτός ονομάζεται χρόνος υποδιπλασιασμού είτε ημυιερίοδος ζωής (Half Life) και είναι ίσος με 74 περίπου ημέρες για το Irl92, 5.3 χρόνια για το Cο60 και 30.1 χρόνια για το Csl37. Ο νόμος της διάσπασης στο χρόνο μπορεί να γραφεί και ως: N o /N t =2 t/t, όπου Τ η ημιπερίοδος ζωής του ισοτόπου Πάχος υποδιπλασιασμού (-γ και -X) Το πάχος υποδιπλασιασμού (πάχος ημίσειας τιμής, Half Value Layer) αντιστοιχεί στο πάχος ενός υλικού που χρειάζεται για να απορροφηθεί η μισή από την προσπίπτουσα ακτινοβολία. Είναι σταθερό για κάθε μήκος κύματος και για κάθε υλικό, καθώς ο νόμος της απορρόφησης της ακτινοβολίας -X και -γ από την ύλη είναι εκθετικός. Ο νόμος της απορρόφησης, εκτός από τη γνωστή έκφραση I t =I 0 x exp( -μt ), όπου μ ο συντελεστής γραμμικής απορρόφησης και t το πάχος του υλικού, μπορεί να γραφεί και ως I 0 /I t =2 t/hvl, όπου HVL το πάχος ημίσειας τιμής του υλικού. Για το Ir-192 το πάχος ημίσειας τιμής είναι 4.82 mm μολύβδου ή 48.2 mm σκυροδέματος και για το Co60 αντίστοιχα mm και 66 mm. 40

45 Προκειμένου για ακτίνες -X, τα πάχη υποδιπλασιασμού μολύβδου και σκυροδέματος έχουν ως κατωτέρω: 100kV: 0.24 mm και 18 mm αντίστοιχα 200kV: 0.5 mm και 25.4 mm 250kV: 0.8 mm και 28 mm 300 kv: 1.5 mm και 30.5 mm 400kV: 2.2 mm και 33 mm To πάχος ενός υλικού που απορροφά το ένα δέκατο από την προσπίπτουσα ακτινοβολία, καλείται «πάχος τιμής ενός δεκάτου» Πηγές ισοτόπων Τα σφαιρίδια (pellet) ισοτόπου τοποθετούνται από τον προμηθευτή του ισοτόπου σε μία στεγανή κάψουλα, συνήθως από ανοξείδωτο χάλυβα. Η κάψουλα δεν παρέχει προστασία από ακτινοβολία και προκειμένου να μεταφερθεί, πρέπει να τοποθετείται μέσα σε άλλο υλικό ή δοχείο. Η κάψουλα με το σφαιρίδιο ισοτόπου ονομάζεται "πηγή" (source) Συσκευές ακτινών -γ Οι συσκευές ακτινών -γ (κάμερες) πρέπει αφενός να παρέχουν ασφάλεια, εφόσον δεν χρησιμοποιούνται για ραδιογράφηση, και αφετέρου να επιτρέπουν τον χειρισμό από αρκετή απόσταση. Οι συσκευές παρέχουν ασφάλεια μέσω θωράκισης με υλικό υψηλής απορρόφησης, (μόλυβδο, κράμα βολφραμίου ή συνηθέστερα αδρανές ουράνιο - depleted uranium, δηλαδή ουράνιο από το οποίο έχει αφαιρεθεί σχεδόν όλο το ραδιενεργό U235 και έχει μείνει σχεδόν καθαρό U238). Το αδρανές ουράνιο είναι ελαφρά ραδιενεργό και επομένως ή συσκευή εκπέμπει μια χαμηλή δόση ακτινοβολίας, ακόμη και όταν δεν περιέχει πηγή ισοτόπου. Όταν περιέχεται ισότοπο στη συσκευή, ενδέχεται να επιτρέπεται ρυθμός δόσεως έως 200mR/h πάνω σ αυτήν είτε 10mR/h σε απόσταση lm. Υπάρχουν 4 βασικοί τύποι κάμερας ισοτόπων, ανάλογα με το πώς επιτυγχάνεται η αποκάλυψη της πηγής, ώστε να επιτραπεί η ραδιογράφηση: α) Συσκευές από τις οποίες απομακρύνεται ένα μέρος της θωράκισης (μπροστά από την πηγή). Η πηγή μπορεί επίσης να βγει τελείως από τη θωράκιση, ώστε να υπάρχει πανοραμική λήψη.β) Συσκευές όπου ένα μέρος της θωράκισης (που περιέχει και την πηγή) απομακρύνεται από υπόλοιπη θωράκιση και μεταφέρεται στο ακριβές σημείο έκθεσης, γ) Συσκευές που περιλαμβάνουν ένα άνοιγμα στην εξωτερική θωράκιση. Η πηγή είναι προσαρμοσμένη σε ένα κύλινδρο από υλικό θωράκισης που μπορεί να περιστραφεί, φέροντας την πηγή στην θέση του 41

46 ανοίγματος. δ) Οι πλέον χρησιμοποιούμενες κάμερες είναι αυτές με εύκαμπτο καλώδιο προέκτασης, του οποίου το ένα άκρο είναι συνδεδεμένο με την πηγή και το άλλο τυλίγεται σε ειδικό "καρούλι". Εκτυλίσσοντας το καλώδιο, απομακρύνεται η πηγή από τη θωρακισμένη συσκευή και οδηγείται στο άκρο ενός σωλήνα, που έχει ήδη τοποθετηθεί στο σημείο έκθεσης. Τυλίγοντας το καλώδιο, η πηγή επιστρέφει στη συσκευή. Εναλλακτικά, η απομάκρυνση και επιστροφή της πηγής από την συσκευή μπορεί να γίνει με πνευματικό ή ηλεκτρικό τρόπο. Είναι απαραίτητο η συσκευή να περιλαμβάνει τουλάχιστον 3 φωτεινές σηματοδοτήσεις, μία ως ένδειξη ότι η πηγή βρίσκεται μέσα στην συσκευή, μία ότι βρίσκεται εκτός και μία ότι βρίσκεται στο άκρο του σωλήνα. Σύγχρονες συσκευές προσφέρουν απευθείας ανάγνωση της απόστασης της πηγής από την συσκευή. Εικόνα 21: Πηγές ακτίνων γ[12] Εικόνα 22: Συσκευή ισοτόπου[12] 42

47 Εικόνα 23: α)πηγή εντός συσκευής, β)πηγή εκτός συσκευής, γ)πηγή σε θέση ραδιογράφησης[12] 5.15 Κατασκευή του φιλμ Τα σύγχρονα ραδιογραφικά φιλμ αποτελούνται από μία λεπτή, εύκαμπτη και διαφανή πλαστική βάση, συνήθως μπλε απόχρωσης (κυρίως για αισθητικούς παρά για τεχνικούς λόγους). Η βάση επιστρώνεται με πολύ λεπτό στρώμα συγκολλητικής ουσίας, πάνω στην οποία τοποθετείται στρώμα αιωρήματος αλογονούχου (συνήθως βρωμιούχου) αργύρου σε ζελατίνη (το λεγόμενο γαλάκτωμα - emulsion). Επιστρώνεται γαλάκτωμα και στις δύο πλευρές της βάσης, προκειμένου να επιτυγχάνονται μικρότεροι χρόνοι έκθεσης για την ίδια αμαύρωση (πυκνότητα) του φιλμ. Τέλος, τοποθετείται ένα λεπτό προστατευτικό επίστρωμα ζελατίνης και στις δύο πλευρές του φιλμ. Το πάχος της πλαστικής βάσεως είναι συνήθως 0.007"ενώ το συνολικό πάχος επιστρώσεων σε κάθε πλευρά (συγκολλητική ουσία, γαλάκτωμα και προστατευτικό στρώμα ζελατίνης) δεν υπέρ βαίνει το 0.001". Όταν το γαλάκτωμα εκτεθεί σε ακτίνες -X και -γ είτε φως, συμβαίνει μία αλλαγή στους κρυστάλλους και σχηματίζεται η λεγάμενη "λανθάνουσα εικόνα" (latent image). Η λανθάνουσα εικόνα δεν μπορεί να ανιχνευθεί με την όραση ούτε με καμία άλλη συνήθη φυσική μέθοδο. Όταν το φιλμ τοποθετηθεί σε λουτρό εμφάνισης, μέσω χημικής αλλαγής οι εκτεθειμένοι κρύσταλλοι βρωμιούχου αργύρου διασπώνται και δίνουν μαύρο μεταλλικό άργυρο, ο οποίος σχηματίζει την εικόνα πάνω στο φιλμ - ραδιογράφημα. Τα 43

48 ραδιογραφικά φιλμ διαφέρουν αρκετά από τα φωτογραφικά φιλμ, παρότι οι φυσικές αρχές είναι ακριβώς οι ίδιες Πυκνότητα του φιλμ Ως πυκνότητα (Density - D) ραδιογραφικού φιλμ ονομάζεται ο δεκαδικός λογάριθμος του λόγου προσπίπτοντος ορατού φωτός προς το εξερχόμενο ορατό φως, όταν το (εμφανισμένο) φιλμ τοποθετηθεί μπροστά από μία πηγή φωτός, όπως π.χ. είναι η οθόνη ραδιογραφημάτων (viewer). D=log(I 0 /I l ) όπου Ι 0 η ένταση του φωτός που προσπίπτει στο φιλμ και I l η ένταση του φωτός που εξέρχεται από το φιλμ. Η πυκνότητα ενός φιλμ είναι παράγοντας που καθορίζει την ποιότητα του ραδιογραφήματος. Για τις ίδιες συνθήκες ραδιογράφησης, μεγαλύτερη πυκνότητα σημαίνει και μεγαλύτερη ευαισθησία (καλύτερη ποιότητα). Γι αυτό το λόγο όλες οι σχετικές προδιαγραφές ορίζουν κατώτερο αποδεκτό όριο πυκνότητας ραδιογραφήματος (συνήθως 1.8 για ραδιογραφήσεις συγκολλήσεων με ακτίνες -X και 2.0 για ραδιογραφήσεις συγκολλήσεων με ακτίνες -γ). Το ανώτερο όριο πυκνότητας καθορίζεται επίσης από τις προδιαγραφές (συνήθως 4.0) αλλά έχει κυρίως να κάνει με τα χαρακτηριστικά της οθόνης ραδιογραφημάτων (viewer). Πυκνότητα φιλμ ίση με 3.0 σημαίνει ένταση προσπίπτοντος φωτός κατά χίλιες φορές πολλαπλάσια της ελάχιστης έντασης που μπορεί να δει τον ανθρώπινο μάτι, κατά συνέπεια υπάρχουν δύο προβλήματα: α) Παραγωγή εξαιρετικά έντονου αλλά ομοιόμορφου φωτός β)απαγωγή της παραγόμενης θερμότητας, ώστε να μη βλαφτεί το φιλμ (αλλά και το ηλεκτρικό κύκλωμα της οθόνης). Εάν λάβουμε υπόψη μας τη σχετική σύσταση για λαμπρότητα φωτισμένου φιλμ ίση με 30 cd/m 2, φιλμ πυκνότητας 3.0 απαιτεί λαμπρότητα οθόνης cd/m Παρατήρηση του φιλμ Η παρατήρηση του ραδιογραφικού φιλμ γίνεται μέσα σε σκοτεινό θάλαμο. Για λόγους ασφαλείας (αλλά και ευαισθησίας του ανθρώπινου οφθαλμού, όπως έχει δείξει η εμπειρία), συνιστάται ένας διάχυτος λευκός φωτισμός χαμηλής έντασης (της τάξεως του εξερχόμενου από τη ραδιογραφία φωτός, ή μικρότερης). Πριν από την παρατήρηση του φιλμ πρέπει να προηγηθεί χρόνος προσαρμογής των ματιών μας (συνήθως ως 5-10 min) και βέβαια να αποφεύγεται η απευθείας όραση (έστω και μέρους) της ακάλυπτης από το ραδιογράφημα οθόνης (ειδάλλως χρειάζεται πάλι χρόνος προσαρμογής και εξάλλου επέρχεται κόπωση των ματιών). Απαιτείται καλή όραση από τον παρατηρητή και πάντως είναι γεγονός ότι διαφορετικοί άνθρωποι (της ίδιας εμπειρίας), βλέπουν τις λεπτομέρειες σε διαφορετικό βαθμό. Είναι εξαιρετικά αποτελεσματικό να χρησιμοποιούμε μεγεθυντικό φακό (Χ4 ως Χ8) για την παρατήρηση των λεπτομερειών. Είναι επίσης καλή τεχνική ή ελαφρά μετακίνηση του φιλμ (δεξιά -αριστερά είτε κοντά - μακριά), όταν παρατηρούμε κάποια λεπτομέρεια. 44

49 5.18 Μέτρηση της πυκνότητας Η πυκνότητα μετράται με ειδικά όργανα (πυκνόμετρα/ντενσιτόμετρα, densitometer), αναλογικά ή ψηφιακά Τα πλέον σύγχρονα είναι τύπου μολυβιού (pencil type). To πυκνόμετρο πρέπει να ελέγχεται τακτικά, με σύγκριση πιστοποιημένου φιλμ κλιμακωτού σφήνα (certificated stepwedge density strip) και να βαθμονομείται κανονικά όποτε παρουσιάζει σημαντική απόκλιση (συνήθως ±10%) και πάντως τουλάχιστον μία φορά κάθε 12 μήνες, από εξουσιοδοτημένο άτομο ή εταιρία. Η μέτρηση της πυκνότητας μπορεί επίσης να γίνει έμμεσα με σύγκριση πυκνοτήτων, χρησιμοποιώντας φιλμ κλιμακωτού σφήνα Αντίθεση ραδιογραφικής εικόνας Ως αντίθεση ραδιογραφικής εικόνας ονομάζεται η διαφορά πυκνοτήτων του φιλμ, σε γειτονικές περιοχές του ραδιογραφήματος. Η αντίθεση (contrast) είναι ένας εκ των δύο βασικών παραγόντων ποιότητας της ραδιογραφικής εικόνας (ο άλλος είναι η ευκρίνεια). Αύξηση της αντίθεσης, με οποιονδήποτε τρόπο, σημαίνει βελτίωση της ποιότητας/ευαισθησίας της ραδιογραφικής εικόνας. Η συνολική αυτή αντίθεση διακρίνεται σε αντίθεση αντικειμένου και σε αντίθεση φιλμ. Η «αντικειμενική» αυτή αντίθεση (διαφορά πυκνοτήτων) είναι μετρήσιμη (με πυκνόμετρο/ντενσιτόμετρο) ενώ η υποκειμενική αντίθεση (οπτική εντύπωση της αντικειμενικής αντίθεσης) εξαρτάται από τον άνθρωπο-παρατηρητή και τις συνθήκες παρατήρησης Εύρος ραδιογραφικής εικόνας Ορίζεται ως το εύρος παχών αντικειμένου που μπορούν να ραδιογραφηθούν (με μία λήψη) μέσα στο αποδεκτό εύρος πυκνοτήτων (π.χ. από 1.8 ως 4.0). Άρα, εξ ορισμού, είναι το αντίστροφο της αντίθεσης και αύξηση της αντίθεσης σημαίνει ελάττωση του εύρους (και το αντίστροφο). Το εύρος μπορεί να αυξηθεί είτε μέσω ελάττωσης της αντίθεσης (π.χ. με χρήση "σκληρότερης" ακτινοβολίας, δηλαδή μεγαλύτερης συχνότητας-μικρότερου μήκους κύματος) είτε με χρήση φίλτρων (που πρακτικά "σκληραίνουν" την ακτινοβολία και ελαττώνουν την αντίθεση) είτε με τοποθέτηση διπλού φιλμ (διαφορετικών ταχυτήτων) μέσα στην ίδια κασέτα. Το ταχύτερο φιλμ θα αποτυπώσει (σε αποδεκτές πυκνότητες) τα μεγαλύτερα πάχη και το αργότερο τα μικρότερα Ευκρίνεια ραδιογραφικής εικόνας Ως ραδιογραφική ευκρίνεια (definition, sharpness) ορίζεται η απότομη μετάβαση από περιοχή μιας πυκνότητας σε περιοχή διαφορετικής πυκνότητας, είτε η ευκρίνεια των ορίων μιας περιοχής συγκεκριμένης πυκνότητας σε σχέση με διπλανές άλλης πυκνότητας. Είναι ένας εκ των δύο βασικών παραγόντων ποιότητας / ευαισθησίας της ραδιογραφικής εικόνας και αποδίδεται σε 45

50 παράγοντες γεωμετρικής δυσκρίνειας (αντίστροφο της ευκρίνειας) που εξαρτάται από τη γεωμετρία της λήψης και σε παράγοντες εγγενούς (inherent) δυσκρίνειας που εξαρτώνται από το φιλμ, την ακτινοβολία και τη χρήση ενισχυτικών πλακών Έκθεση Νόμος αντιστοιχίας - Συντελεστής Έκθεσης Ως ραδιογραφική έκθεση ορίζεται το γινόμενο ma χ χρόνο έκθεσης (ραδιογραφία - X) είτε Ci χ χρόνο έκθεσης (ραδιογραφία -γ). Για το ίδιο ραδιογραφικό αποτέλεσμα (αντίθεση, ευκρίνεια, πυκνότητα) και υπό σταθερές όλες τις άλλες συνθήκες ραδιογράφησης (γεωμετρία, ενισχυτικές πλάκες, kv ή είδος ισοτόπου, συνθήκες και χρόνους εμφάνισης κλπ), το γινόμενο πρέπει να παραμένει σταθερό (νόμος της αντιστοιχίας, reciprocity law): Ε1=Ε2, άρα ma1xmin1=ma2xmin2 είτε Ci1xmin1=Ci2xmin2. Εάν αλλάζει η απόσταση πηγής-φιλμ ο νόμος γίνεται: El/D1 2 = E2/D2 2. Το μέγεθος E1/D1 2 ορίζεται σαν συντελεστής έκθεσης (exposure factor). Ο νόμος δεν ισχύει όταν χρησιμοποιούνται φθορίζουσες ενισχυτικές πλάκες, όπως δεν ισχύει και στα συστήματα φθοροσκοπίας Γεωμετρική δυσκρίνεια Επειδή η πηγή ακτινών -X είτε -γ δεν είναι σημειακή (έχει διαστάσεις), ούτε είναι τοποθετημένη στο άπειρο αλλά σε κοντινή σχετικά απόσταση με το δοκίμιο και το φιλμ, έχουμε το σχηματισμό παρασκιάς (penumbra) γύρω από την σκιά (umbra). Η παρασκιά ονομάζεται και γεωμετρική δυσκρίνεια (geometric unsherpness), συμβολίζεται ως Ug και αποτελεί παράγοντα που χαλά την ευκρίνεια της εικόνας (άρα και την ποιότητα). Το μέγεθος της γεωμετρικής δυσκρίνειας δίνεται από τον τύπο: Ug = F x t/d. όπου F η διάσταση του εστιακού σημείου (προβαλλόμενη διάσταση της πηγής), t η απόσταση αντικειμένου-φιλμ (OFD, object - film distance) και d η απόσταση πηγής-αντικειμένου (SOD, source - object distance). Για τη βελτίωση της ευκρίνειας, πρέπει το φιλμ να τοποθετείται σε επαφή με το αντικείμενο (οπότε η διάσταση t γίνεται ίση με το πάχος του αντικειμένου), η απόσταση πηγής - αντικειμένου να είναι αρκετά μεγάλη και η διάσταση της πηγής να είναι μικρή. Οι διάφορες προδιαγραφές δίνουν τη μέγιστη επιτρεπόμενη Ug, ανάλογα με το πάχος του ραδιογραφούμενου υλικού (συνήθως για πάχη μικρότερα από 50mm προδιαγράφεται μέγιστη επιτρεπτή Ug ίση με 0.5mm), Εξάλλου, για να αποφεύγεται παραμόρφωση (distortion) της εικόνας του αντικειμένου, πρέπει ο κεντρικός άξονας της ακτινοβολίας να είναι κατά το δυνατόν κάθετος προς το φιλμ, το φιλμ να είναι παράλληλο προς το επίπεδο του αντικειμένου και βεβαίως να μη μετακινείται η πηγή, το αντικείμενο ή το φιλμ, κατά την διάρκεια της ραδιογράφησης. 46

51 Εικόνα 24: Σχηματισμός παρασκιάς (Ug) [12] Εικόνα 25: Επίδραση της απόστασης πηγής-αντικειμένου στο μέγεθος της παρασκιάς[12] Εικόνα 26: Επίδραση της διάστασης της πηγής στο μέγεθος της παρασκιάς[12] 47

52 5.24 Χρησιμότητα Κατά την πρόσπτωση των ακτίνων -X και -γ στο ραδιογραφικό φιλμ μόνο πολύ μικρό ποσοστό (της τάξης του 1%) της ενέργειας της ακτινοβολίας απορροφάται από το φιλμ, σχηματίζοντας τη λανθάνουσα εικόνα (latent image). Προκειμένου να χρησιμοποιηθεί μεγαλύτερο ποσοστό της ενέργειας για την αύξηση της πυκνότητας της εικόνας (άρα ελάττωση της απαιτούμενης έκθεσης για να επιτύχουμε συγκεκριμένη πυκνότητα), χρησιμοποιούμε τις λεγάμενες "ενισχυτικές πλάκες" (intensifying screens). Διακρίνονται σε δύο βασικά είδη, στις μεταλλικές ενισχυτικές πλάκες ή ενισχυτικές πλάκες μολύβδου, και στις φθορίζουσες ενισχυτικές πλάκες ή πλάκες αλάτων (salt screens). Υπάρχει ακόμη ένας ενδιάμεσος τύπος, οι φθορομεταλλικές ενισχυτικές πλάκες Εμφάνιση Όταν εκτεθεί το φιλμ φέρει επάνω του το αποτύπωμα της ακτινοβολίας όπως αυτή έχει εξέλθει από το ραδιογραφούμενο αντικείμενο, υπό την μορφή επίδρασης στους κρυστάλλους βρωμιούχου αργύρου. Το αποτύπωμα αυτό, που ονομάζεται λανθάνουσα εικόνα (latent image) ούτε αναγνώσιμο είναι αλλά ούτε και αποτελεί μόνιμη καταγραφή, αφού μία νέα έκθεση (σε ακτίνες -X, -γ ή και φως), μπορεί να το αλλοιώσει ή καταστρέφει. Προκειμένου να έχουμε αναγνώσιμη και μόνιμη ένδειξη απαιτείται η επεξεργασία του φιλμ, με πρώτο στάδιο την εμφάνιση. Οι εμφανιστές (οργανικές ενώσεις όπως η hydroquinone) διασπούν τους εκτεθειμένους κρυστάλλους βρωμιούχου αργύρου αποδίδοντας μαύρο μεταλλικό άργυρο, ενώ αφήνουν ανέπαφους τους μη εκτεθειμένους. Πωλούνται σαν διάλυμα μεγαλύτερης συγκέντρωσης ή και σαν σκόνη που αναμιγνύεται με νερό, σύμφωνα με τις οδηγίες, του κατασκευαστή. Το διάλυμα είναι ελαφρά αλκαλικό (περιέχει και πολλά άλλα συστατικά, εκτός από τον κυρίως εμφανιστή) και κατά συνέπεια οξειδώνεται στον ελεύθερο αέρα. Συνιστάται επομένως να σκεπάζουμε όσο γίνεται καλύτερα το λουτρό εμφάνισης, εφόσον δεν χρησιμοποιείται (παρότι περιέχει και ουσίες που το προστατεύουν από την οξείδωση). Ο βαθμός αμαύρωσης (πυκνότητα) του φιλμ, εξαρτάται και από το χρόνο που θα μείνει στο λουτρό εμφανιστή. Αύξηση του χρόνου (η της θερμοκρασίας) οδηγεί το φιλμ να συμπεριφέρεται ως ταχύτερο, αυξάνοντας την αμαύρωση, και ως μεγαλύτερης αντίθεσης, αυξάνοντας την αντίθεση και ελαττώνοντας το εύρος. Ταυτόχρονα όμως αυξάνεται και η ενυπάρχουσα δυσκρίνεια Uf. Μετά από ορισμένες χρήσεις του λουτρού απαιτείται «αναγέννηση» (replenishment) του διαλύματος, προσθέτοντας μικρή ποσότητα από το αρχικό πυκνότερο διάλυμα ή συνηθέστερα από ειδικό διάλυμα που παρέχουν οι εξειδικευμένες εταιρείες. Μετά από αρκετές προσθήκες αναγεννητή (2-3 φορές το συνολικό όγκο του λουτρού) επιβάλλεται πλήρης αντικατάσταση με αρχικό διάλυμα. Η ανάδευση της ραδιογραφίας επάνω-κάτω στο λουτρό εμφάνισης είναι απόλυτα απαραίτητη, προκειμένου να επιτευχθεί ομοιόμορφη εμφάνιση. Συνιστάται ακόμη μετακίνηση της ραδιογραφίας και δεξιά-αριστερά. Μια καλή τεχνική επίσης είναι να βγάζουμε το φιλμ έξω από το λουτρό και να το κρατάμε λοξά, χτυπώντας το ελαφρά στα άκρα, ώστε να 48

53 φεύγουν οι φυσαλίδες αέρα και να τρέχει το διάλυμα από την μία γωνία της ραδιογραφίας (και επαναλαμβάνουμε από την άλλη). Τελικά, αφήνουμε το φιλμ να στραγγίσει, όχι όμως επάνω από το λουτρό εμφάνισης. Εκείνο που αποτελεί ουσιαστικό σημείο για την εμφάνιση του φιλμ (αλλά και για τα άλλα στάδια επεξεργασίας του), είναι η θερμοκρασία του λουτρού. Επιβάλλεται να κρατούμε σταθερή θερμοκρασία, προκειμένου να έχουμε το ίδιο αποτέλεσμα κάθε φορά (για τις ίδιες συνθήκες έκθεσης του φιλμ). Αύξηση της θερμοκρασίας σημαίνει επιτάχυνση της εμφάνισης (και το αντίθετο) και αν η θερμοκρασία του λουτρού δεν είναι σταθερή (συνήθως 68 βαθμούς Φαρενάϊτ ή 20 βαθμούς Κελσίου), πρέπει να αυξήσουμε ή μειώσουμε το χρόνο εμφάνισης, ανάλογα με τις σχετικές οδηγίες του κατασκευαστή. Θερμοκρασία μεγαλύτερη από 74 βαθμούς Φαρενάϊτ (24 βαθμούς Κελσίου), μπορεί να προκαλέσει θολότητα (fog) αλλά και άλλα προβλήματα. Εννοείται βεβαίως ότι και ο χρόνος εμφάνισης πρέπει να είναι σταθερός, για συγκεκριμένη θερμοκρασία και πυκνότητα (συγκέντρωση) του εμφανιστή. Συνήθως είναι 3-5 min. Ουσιαστικό είναι επίσης (όπως και για όλα τα υπόλοιπα στάδια) η καθαριότητα και η τάξη στον θάλαμο εμφάνισης, η μη ανάμειξη των διαφόρων λουτρών και η αποφυγή εκτίναξης σταγόνων οποιουδήποτε υγρού πάνω στο φιλμ (σε οποιοδήποτε στάδιο). Ακόμη, βασικό είναι ο φωτισμός ασφαλείας (συνήθως κόκκινος) να είναι κατάλληλος (χαμηλής έντασης και χωρίς διαφυγές άσπρου φωτός), προκειμένου να μην εκτίθεται και πάλι το φιλμ (προκαλώντας θολότητα - fog) Διακοπή της εμφάνισης Γίνεται είτε με εκτεταμένη έκπλυση της ραδιογραφίας σε τρεχούμενο νερό είτε με σύντομη εμβάπτιση σε ειδικό λουτρό (stop bath), συνήθως διάλυμα οξικού οξέος, για να εξουδετερωθεί ο αλκαλικός εμφανιστής. Στη δεύτερη περίπτωση χρειάζεται προσοχή κατά την προετοιμασία του λουτρού, ώστε πάντοτε να προσθέτουμε οξύ στη δεξαμενή με νερό και ποτέ αντίστροφα. Η έκπλυση με νερό πρέπει να διαρκεί τουλάχιστον 2 λεπτά, ενώ η εμβάπτιση σε όξινο λουτρό τουλάχιστον 0.5 λεπτά και να συνοδεύεται από ελαφρά ανάδευση. Συνδυασμός έκπλυσης και όξινου λουτρού βοηθά στην επιμήκυνση της ζωής του όξινου λουτρού. Η ραδιογραφία μεταφέρεται στο επόμενο λουτρό (σταθεροποιητή) χωρίς να αφεθεί να στραγγίσει. Ξέπλυμα ή λουτρό διακοπής εμφάνισης χρειάζονται επίσης και τα μεταλλικά στηρίγματα του φιλμ, διότι από εκεί μπορεί να τρέξει επιπλέον εμφανιστής στο φιλμ ή τουλάχιστον να μεταφερθεί εμφανιστής στο λουτρό σταθεροποίησης. Το στάδιο διακοπής δεν χρησιμοποιείται στην αυτόματη εμφάνιση, διότι αντικαθίσταται από την πίεση του φιλμ μεταξύ των μεταφορικών κυλίνδρων της συσκευής Στερέωση (fixing) Είναι επίσης όξινο διάλυμα και εξυπηρετεί δύο σκοπούς: 49

54 1)Απομακρύνει τους μη εκτεθειμένους κρυστάλλους βρωμιούχου αργύρου, διότι ειδάλλως θα μπορούσαν να εκτεθούν στο φως και να συμβεί αργή μεν αλλά σίγουρη εμφάνιση, στον ατμοσφαιρικό αέρα. 2)Σκληραίνει το γαλάκτωμα του φιλμ (αιώρημα βρωμιούχου αργύρου σε ζελατίνη), προσδίδοντας σ αυτό μεγαλύτερη μηχανική αντοχή αλλα και ταχύτερο και ασφαλέστερο στέγνωμα. Όταν το φιλμ μπαίνει στο λουτρό στερέωσης (fixer), η ραδιογραφική εικόνα έχει μία θολότητα που χάνεται γρήγορα και σύντομα αποκαθίσταται πλήρης ευκρίνεια. Ο χρόνος καθαρισμού της εικόνας (clearing time) είναι ο μισός (ή λιγότερος) από τον συνολικά απαιτούμενο χρόνο στερέωσης. Απαιτείται βίαιη ανάδευση του φιλμ για τουλάχιστον τα πρώτα δύο λεπτά και κάθε δύο επόμενα λεπτά. Χρόνοι στερέωσης μεγαλύτεροι από 15 λεπτά πρέπει να αποφεύγονται, διότι υπάρχει απώλεια των λεπτομερειών χαμηλής αμαύρωσης αλλά και ενδέχεται να δημιουργηθούν και άλλα προβλήματα. Το χρησιμοποιούμενο διάλυμα σταθεροποίησης περιέχει αρκετή ποσότητα αργύρου και ενίοτε είναι εκμεταλλεύσιμο. Η παρακολούθηση της δραστικότητας του λουτρού στερέωσης και η αντικατάστασή του στους κανονικούς χρόνους είναι πολύ σημαντική για τη σωστή στερέωση Ξέπλυμα του φιλμ Πρέπει όλα τα χημικά να απομακρυνθούν καλά τόσο από το φιλμ όσο ακόμη και από τα μεταλλικά στηρίγματα που χρησιμοποιήσαμε. Εάν δεν απομακρυνθεί όλος ο στερεωτής, μετά από μακρό χρονικό διάστημα το φιλμ θα αποκτήσει ένα χαρακτηριστικό καφέ χρώμα. Η έκπλυση πρέπει να γίνεται σε τρεχούμενο νερό με θερμοκρασία βαθμούς Φαρενάιτ (15-21 βαθμούς Κελσίου) και για λεπτά. Συνιστάται επίσης η εμβάπτιση του φιλμ σε νερό με διαβρεκτικό παράγοντα (wetting agent, ειδικό διάλυμα απορρυπαντικής δράσης), ώστε να αποφεύγεται η παραμονή σταγόνων νερού στο φιλμ, διότι αυτές θα οδηγήσουν σε σχηματισμό κηλίδων κατά το επόμενο στάδιο (στέγνωμα του φιλμ). Κατά την αυτόματη εμφάνιση, ή εμβάπτιση του φιλμ σε διαβρεκτικό παράγοντα δεν είναι απαραίτητη, διότι πάλι αντικαθίσταται από την πίεση του φιλμ στους μεταφορικούς κυλίνδρους Στέγνωμα του φιλμ Μπορεί να γίνει στον ελεύθερο αέρα, σε ρεύμα αέρα ή σε ειδικό ξηραντήριο (με ρεύμα θερμού αέρα). Το φιλμ πρέπει να αναρτάται με απλά κλιπς και όχι στα συρταρωτά στηρίγματα που ενδεχόμενα χρησιμοποιήθηκαν κατά την εμφάνιση του. Επίσης δεν πρέπει να κρεμιέται λοξά (από την μια γωνία του). Μετά το πλήρες στέγνωμα συνιστάται να κόβονται οι αιχμηρές γωνίες του και οι πλευρές εκείνες που φέρνουν σημάδια από την ανάρτησή του. Σε όλα τα στάδια επεξεργασίας του φιλμ, συνιστάται η αποφυγή επαφής (και ιδιαίτερα τριβής) μεταξύ των φιλμ. 50

55 Εικόνα 27: Τυπική διάταξη εμφανιστηρίου[12] 5.30 Ραδιογραφική Εικόνα Ασυνεχειών Συγκολλήσεων Κατωτέρω αναφέρονται ορισμένα τυπικά γνωρίσματα της ραδιογραφικής εικόνας των κοινότερων ασυνεχειών (ατελειών) χαλύβδινων δοκιμίων. Υπενθυμίζεται όμως ότι η εικόνα της ίδιας ασυνέχειας μπορεί να είναι πολύ διαφορετική, ανάλογα με το υλικό (είδος και πάχος), την ακτινοβολία και τις λοιπές συνθήκες έκθεσης αλλά και εμφάνισης του φιλμ. Πόροι (pore, porosity) Πρόκειται για εγκλωβισμένα αέρια, προϊόντα της τήξης του μετάλλου. Σχηματίζουν σχετικά στρογγυλόμορφες ενδείξεις, με υψηλή αντίθεση και υψηλή ευκρίνεια. Οι σκωληκοειδείς οπές (wormholes) είναι επιμήκεις πόροι, που συχνά έχουν μία μικρή μαύρη κηλίδα στο ένα άκρο τους, μοιάζοντας έτσι με μικροσκοπικούς γυρίνους ή σπερματοζωάρια. Ορισμένες φορές παίρνουν ειδική διάταξη παράλληλα προς τον άξονα της συγκόλλησης, δίνοντας την εντύπωση ψαροκόκκαλου. Επιμήκεις πόροι μπορούν να πάρουν και άλλες ασυνήθιστες μορφές αλλά πάντα διακρίνονται εύκολα λόγω υψηλής αντίθεσης και ευκρίνειας. Στερεά εγκλείσματα (light inclusion) Πρόκειται συνήθως για εγκλείσματα βόρακα (από το ηλεκτρόδιο) ή ενίοτε οξειδίων/σκουριάς. 51

56 Έχουν αντίθεση και ευκρίνεια χαμηλότερη από εκείνες των πόρων και συχνά είναι επιμήκη, κατά τον άξονα της συγκόλλησης. Το περίγραμμά τους είναι ακανόνιστο και παρότι συνήθως έχουν πλάτος, ενίοτε παρουσιάζουν αιχμηρό (σημειακό) άκρο. Ειδική περίπτωση αποτελούν τα wagon tracks, που εμφανίζονται σαν δύο λωρίδες εγκλεισμάτων σχετικά παράλληλες μεταξύ τους αλλά και προς τον άξονα της συγκόλλησης. Τα εγκλείσματα βόρακα συνήθως δίνουν την εντύπωση φυκιού ή κορδέλας, παρότι μπορεί ενίοτε να είναι μικρά και διάσπαρτα. Επιμήκη εγκλείσματα σε ευθεία σχεδόν διάταξη είναι πολύ χαρακτηριστικά (tramlines). Πυκνά εγκλείσματα (dense inclusion) Πρόκειται για εγκλείσματα με βαθμό απορρόφησης της ακτινοβολίας μεγαλύτερο από το χάλυβα, που επομένως εμφανίζονται σαν λευκότερες περιοχές πολύ μικρής πυκνότητας. Τα κοινότερα είναι το βολφράμιο και ο χαλκός. Το βολφράμιο απαντάται σε περιπτώσεις συγκολλήσεως TIG (Argon) και τείνει να σχηματίσει κηλίδες με σχήμα τετραγωνικό ή γενικά πολυγώνου. Ο χαλκός συνήθως προέρχεται από το ορειχάλκινο άκρο της τσιμπίδας σύρματος (αναλώσιμο εξάρτημα που προστατεύει το τόξο) στην περίπτωση MIG-MAG και τείνει να σχηματίσει πιο στρογγυλόμορφες κηλίδες. Ατελής διείσδυση (incomplete penetration) Όταν η συγκόλληση έχει μορφή V και εκτελείται από τη μια πλευρά μόνον, είναι δυνατόν το ηλεκτρόδιο να μη διεισδύσει αρκετά, ώστε να λειώσει τα άκρα της ρίζας και να τα συγκολλήσει. Στη ραδιογραφία τότε παρουσιάζονται τα εξής χαρακτηριστικά: α) Διακόπτεται η εμφάνιση του κορδονιού της ρίζας (εφόσον αυτό φαίνεται αλλού). β) Εμφανίζεται απόλυτα ευθεία γραμμή υψηλότατης αμαύρωσης, λεπτότερη ή πλατύτερη (ανάλογα με την απόσταση των δύο τεμαχίων), στον άξονα της συγκόλλησης. Εναλλακτικά, είναι δυνατόν να μη συγκολληθεί το ένα μόνο άκρο της ρίζας, δίνοντας έτσι μια λεπτή και ελαφρά έκκεντρη προς τον άξονα μαύρη γραμμή (missed edge). Στις περιπτώσεις διπλού V, μπορεί να εμφανιστεί ατελής διείσδυση στο κέντρο της συγκόλλησης, ως χαρακτηριστική ευθεία και υψηλής αμαύρωσης γραμμή. Σημείωση: Για λόγους απλούστευσης της ερμηνείας των ενδείξεων και για λόγους διευκόλυνσης της αντιλήψεως και της συνεννόησης μεταξύ των ραδιογράφων, ο συγγραφέας του παρόντος 52

57 συνιστά να μη χρησιμοποιείται ο όρος ατελής τήξη ρίζας (root lack of fusion), τουλάχιστον για τις συγκολλήσεις V. Υψηλό -χαμηλό (High-Low) και σχετική ατελής διείσδυση Υπάρχουν περιπτώσεις όπου τα δύο συγκολλούμενα υλικά δεν είναι ισόπαχα ή που δεν έχουν τοποθετηθεί ευθυγραμμισμένα. Το ραδιογράφημα έχει πολύ χαρακτηριστική εικόνα, δείχνοντας δύο διαφορετικές πυκνότητες στο ένα μισό από ότι στο άλλο, που διαχωρίζονται από τον άξονα της συγκόλλησης, όχι όμως με απόλυτα διακεκριμένο τρόπο. Το υψηλό -χαμηλό μπορεί να οδηγήσει τον ηλεκτροσυγκολλητή σε σφάλμα ατελούς διείσδυσης, οπότε οι δύο πυκνότητες διαχωρίζονται ευκρινώς με μία ευθεία, παράλληλη και επάνω (ή πολύ κοντά) στον άξονα της συγκόλλησης, που αντιστοιχεί στο μη συγκολλούμενο άκρο της ρίζας. Η περίπτωση αυτή ονομάζεται ατελής διείσδυση λόγω υψηλού-χαμηλού. Πορώδης ρίζα (hollow bead) Αποτελεί συνήθως τον πρόδρομο της ατελούς διείσδυσης. Εμφανίζονται στρογγυλόμορφοι είτε επιμήκεις πόροι επί ευθείας, ακριβώς στον άξονα της συγκόλλησης. Ατελής τήξη (lack of fusion) Πρόκειται για αδυναμία σύντηξης ηλεκτροδίου και μετάλλου βάσεως (πλευρική ατελής τήξη, side-wall lack of fusion) ή μεταξύ δύο διαδοχικών κορδονιών (inter-run lack of fusion). Δεν είναι εύκολο να ανιχνευθεί με ραδιογραφία, ειδικά μάλιστα η δεύτερη περίπτωση, διότι πρέπει η δέσμη να είναι σχεδόν παράλληλη με το επίπεδο του ελαττώματος. Αντίθετα, ανιχνεύεται πολύ εύκολα με υπερήχους. Η πλευρική ατελής τήξη μπορεί να πάρει διάφορες μορφές: α) Ευθεία μαύρη γραμμή (λεπτή ή μεγαλύτερου πλάτους) έκκεντρα προς τον άξονα της συγκόλλησης. Η πυκνότητα κατά μήκος της γραμμής ενδέχεται να αυξομειώνεται. β)επιμήκης πλατειά ένδειξη, έκκεντρη και σχετικά παράλληλη προς τον άξονα της συγκόλλησης. Η πυκνότητα της ένδειξης συνήθως αυξομειώνεται σημαντικά. Σχεδόν απόλυτα ενδεικτικά είναι τα κατωτέρω χαρακτηριστικά (παρατηρείται ένα εκ των δύο ή και τα δύο μαζί): α) Η μία πλευρά της λωρίδας είναι ευθεία (συνήθως αυτή προς το μέταλλο βάσεως) και η άλλη κυματοειδής (συνήθως αυτή προς τον άξονα της συγκόλλησης). β)από τη μία πλευρά της λωρίδας (συνήθως την ακανόνιστη ή αυτή προς τον άξονα) βγαίνουν χαρακτηριστικές μικρές τριγωνικές μαύρες ενδείξεις. 53

58 Ρήγματα Διακρίνονται κυρίως σε ρήγματα στερεοποίησης (solidification cracking/hot cracking) και ψυχρορωγμές (cold cracking/stress cracking). Τα ρήγματα στερεοποίησης είναι περικρυσταλλικά (σπάζουν τα όρια των κόκκων) και συμβαίνουν κατά η αμέσως μετά τη στερεοποίηση, όταν το υλικό της συγκόλλησης βρίσκεται σε ημιπλαστική κατάσταση. Η εμφάνισή τους σχετίζεται με τη χημική σύσταση των συνδεόμενων υλικών και των αναλωσίμων (ηλεκτροδίων/σύρματος) της συγκόλλησης, με την παρουσία S και Ρ στο τήγμα, με τις εσωτερικές τάσεις που προκύπτουν από τον περιορισμό της σύνδεσης και με το μετασχηματισμό των φάσεων κατά την στερεοποίηση. Η ραδιογραφική τους εικόνα δείχνει λεπτές ή ελάχιστου πλάτους μαύρες γραμμές, συνεχείς ή διακεκομμένες, συχνά με ελαφριά αλλά ποτέ πολύ απότομη καμπύλη (αλλαγή διευθύνσεως). Ρήγματα στερεοποίησης συχνά αναπτύσσονται πάνω στη συγκόλληση ή στη ρίζα. Οι ψυχρορωγμές δίνουν επίσης λεπτή ή πολύ μικρού πλάτους γραμμική ένδειξη, συνεχή συνήθως αλλά μεταβλητής πυκνότητας κατά το μήκος της, που δεν αλλάζει κατεύθυνση. Με μεγεθυντικό φακό ενδέχεται να δούμε μια πριονωτή εικόνα, καθώς το ρήγμα προχωρεί σπάζοντας τον επόμενο ασθενέστερο κόκκο (ενδοκρυσταλλική θραύση) με κίνηση ζικ-ζακ. Πολύ συχνά, οι ψυχρορωγμές εμφανίζουν βρόχους (loop). Οι ψυχρορωγμές συμβαίνουν κυρίως σε φερριτικά υλικά και μετά το πέρας της στερεοποίησης, σε θερμοκρασία μικρότερη των 160 C. Παρατηρούνται συνήθως στο ίδιο το μέταλλο βάσεως ή στον πόδα (toe, χείλος) της συγκόλλησης. Προκαλούνται κατά κύριο λόγο από διάχυση υδρογόνου σε μαρτενσιτικές δομές, τις οποίες καθιστούν εύθραυστες και άρα ανίκανες να φέρουν τα φορτία των εσωτερικών θερμικών τάσεων που έχουν αναπτυχθεί. Για την αποφυγή τους, είναι σημαντική η επιλογή χάλυβα και αναλωσίμων που οδηγούν σε κράμα χαμηλής εμβαπτότητας και η αποφυγή σχηματισμού ατομικού υδρογόνου (με κατάλληλα και ξηρά ηλεκτρόδια, προθέρμανση και έλεγχο της απόψυξης της συγκόλλησης κλπ). Κρατήρας και ρήγμα κρατήρα (crater, crater crack) Κατά την έναρξη ενός κορδονιού ή συνηθέστερα στο τελείωμά του, μπορεί να μην αποτεθεί αρκετό υλικό συγκόλλησης, για να αντισταθμιστεί η συστολή του υγρού μετάλλου κατά τη στερεοποίηση και ψύξη του. Δημιουργείται έτσι εμφανής (και οπτικά) κρατήρας, περίπου στο μέσο του πλάτους της συγκόλλησης, στρογγυλόμορφος ή ωοειδής, με πυκνότητα που ελαττώνεται όσο πηγαίνουμε στα άκρα του. Στις θέσεις κρατήρα, ακριβώς λόγω των εσωτερικών τάσεων που αναπτύσσονται κατά τη συστολή, είναι δυνατό να δημιουργηθεί το χαρακτηριστικό ρήγμα κρατήρα, συχνά σχήματος X ή και αστεροειδές. Εσωτερική κοιλότητα, κοιλότητα στη ρίζα (internal concavity, root concavity) 54

59 Όταν δεν αποτίθεται αρκετό υλικό συγκόλλησης στο κορδόνι της ρίζας, είναι δυνατόν να παρουσιαστεί έλλειψη υλικού λόγω συστολής, παρότι δεν υπάρχει ατελής διείσδυση και τα άκρα της ρίζας είναι συγκολλημένα. Η εσωτερική κοιλότητα έχει μεγαλύτερη πυκνότητα από τη ρίζα, ως ραδιογραφική εικόνα. Παρουσιάζει επίμηκες και ενίοτε ελλειπτικό έως ελαφρά ωοειδές σχήμα, με όχι απόλυτα καθαρό περίγραμμα. Υπερβολική διείσδυση (excess penetration) και σχετικές ασυνέχειες Εάν το κορδόνι της ρίζας εξέχει περισσότερο από όσο πρέπει (excess penetration), η αντίστοιχη περιοχή έχει πολύ χαμηλή πυκνότητα και παρουσιάζει τη χαρακτηριστική εικόνα που ονομάζουμε «κρέμασμα της ρίζας». Όταν η κατάσταση αυτή είναι διακεκομμένη, συχνά χρησιμοποιούμε τον όρο «σταφύλια» (icicle). Κοντά στο κέντρο της περιοχής υπερβολικής διείσδυσης ενίοτε παρατηρείται κοιλότητα συστολής (shrinkage cavity), εμφανιζόμενη σαν στρογγυλόμορφη είτε ελαφρά επιμήκης ραδιογραφική εικόνα μεγάλης πυκνότητας. Η δεύτερη ασυνέχεια που σχετίζεται με την υπερβολική διείσδυση είναι οι αυλακώσεις συστολής (shrinkage groove). Σ αυτήν την περίπτωση παρατηρείται συστολή του μετάλλου στα δύο άκρα της ρίζας. Η ραδιογραφική εικόνα μοιάζει πολύ με την περίπτωση της υποκοπής στις ίδιες θέσεις. Η τρίτη ασυνέχεια που επίσης σχετίζεται με την υπερβολική διείσδυση είναι η διαμπερής τήξη (burn through). Παρουσιάζεται το αντίστροφο φαινόμενο, δηλαδή έλλειψη υλικού στη θέση της ρίζας και εξαιρετικά ανώμαλη εμφάνισή της, με εξοχές αλλά και πολύ βαθιές εσοχές. Υποκοπή (undercut) Πρόκειται για τήξη του άκρου (ακμής) του συγκολλούμενου τεμαχίου, χωρίς εκεί να αποτεθεί υλικό συγκολλήσεως. Συχνά αναφέρεται και σαν κάψιμο ή σκάψιμο. Παρουσιάζει πολύ μεγάλη πυκνότητα και το χαρακτηριστικό της ένδειξης είναι ότι ακολουθεί ακριβώς την διαδρομή του άκρου του κορδονιού, προς τη μεριά του μετάλλου βάσεως. Εξετάζοντας προσεκτικά τη θέση της ένδειξης, είναι δύσκολο να την ερμηνεύσουμε λανθασμένα, ακόμη και εάν βρίσκεται στην πλευρά της ρίζας (root undercut). Εξωτερικές ατέλειες Πρόκειται για σημάδια από τρόχισμα (grinding marks), πιτσιλίσματα υλικού συγκόλλησης (spatter), σημάδια από έναρξη του ηλεκτροδίου (strikes, κακή συνήθεια πολλών ηλεκτροσυγκολλητών). Συνήθως όλα βρίσκονται στο μέταλλο βάσεως και δεν είναι δύσκολο να ανιχνευθούν και να ερμηνευτούν. Lead pick up 55

60 Αν παρεμβληθεί μεταλλικό ρίνισμα ανάμεσα στο φιλμ και τη μεταλλική ενισχυτική πλάκα, παρουσιάζεται στη ραδιογραφική εικόνα σαν λευκότερη και συνήθως μικρή κηλίδα. Διακρίνεται από τα πυκνά στερεά εγκλείσματα λόγω του σχήματος και ιδιαίτερα διότι παρουσιάζεται και έξω από τη συγκόλληση. [12] Εικόνα 28: Ατελής διείσδυση[12] Εικόνα 29: Ατελής διείσδυση συγκόλλησης διπλού V[12] Εικόνα 30: Ατελής διείσδυση λόγω υψηλού-χαμηλού[12] Εικόνα 31: Ατελής τήξη στη ρίζα και στον πόδα[12] 56

61 Εικόνα 32: Εσωτερική ατελής τήξη[12] Εικόνα 33: Τυπικές θέσεις ρηγμάτωσης Υδρογόνου[12] Εικόνα 34: Αυλακώσεις συστολής[12] 57

62 6. ΥΠΕΡΗΧΟΙ 6.1 Ελαστικό Κύμα και Ιδιότητες Όλοι μας έχουμε φυσικές εντυπώσεις ελαστικών κυμάτων και διάδοσής τους (π.χ. θαλάσσια κύματα, σημαίες που κυματίζουν, χορδές που πάλλονται κ.λπ.). Για τη δημιουργία ελαστικού κύματος, πρέπει να προϋπάρξει μία ελαστική διαταραχή σε κάποιο σημείο ενός μέσου (π.χ. ρίψη ενός βότσαλου στη θάλασσα ή το χτύπημα του διαπασών είτε μιας χορδής). Τα μόρια του μέσου αρχίζουν να ταλαντώνονται αλλά ταυτόχρονα να μεταδίδουν την ταλάντωση αυτή σε γειτονικά τους μόρια, με συγκεκριμένη μάλιστα ταχύτητα. Κύμα (ελαστικότητας) λοιπόν λέγεται η διάδοση μιας (ελαστικής) διαταραχής, μέσα σε ένα ελαστικό μέσο, με ορισμένη ταχύτητα. Είναι επομένως η ενέργεια εκείνη που διαδίδεται και μεταφέρεται (μέσω των ταλαντώσεων των μορίων) και όχι η ύλη. Κάθε κύμα ελαστικότητας έχει τρία χαρακτηριστικά: α) Την ταχύτητα διάδοσής του (c) β) Τη συχνότητα του κάματος, δηλαδή το πόσες φορές στη μονάδα του χρόνου ένα ταλαντούμενο μόριο περνά από το αρχικό σημείο (ή το ίδιο σημείο) (f) Η περίοδος (Τ) είναι το αντίστροφο της συχνότητας, δηλ. ο χρόνος μιας πλήρους ταλάντωσης ενός μορίου (T=l/f) γ) Το μήκος κύματος, δηλαδή την απόσταση που διανύει ένα κύμα, στο διάστημα που ενα μόριο εκτελεί μια πλήρη ταλάντωση (λ) Άρα προκύπτει ότι η ταχύτητα διάδοσης είναι το γινόμενο της απόστασης που διανύει το κύμα σε κάθε ταλάντωση ενός μορίου επί τον αριθμό των ταλαντώσεων που συντελούνται στη μονάδα του χρόνου, δηλαδή ταχύτητα διάδοσης = μήκος κύματος x συχνότητα (c=λ x f). Η εικόνα που ακολουθεί αποτελεί στιγμιότυπο ενός κύματος, όπου μπορεί να παρασταθεί η ταλάντωση των μορίων και το μήκος κύματος. Εικόνα 35: Μήκος κύματος[13] 58

63 Πάντως, σε ένα ομογενές σώμα στο οποίο μεταδίδεται ελαστικό κύμα, όλα τα μόρια έχουν την ίδια συχνότητα ταλάντωσης και παρουσιάζουν την ίδια ταχύτητα μετάδοσης του κύματος (δηλ. η συχνότητα, το μήκος κύματος και η ταχύτητα μετάδοσής του είναι σταθερά για το συγκεκριμένο σώμα και κύμα). 6.2 Ήχος και Υπερήχος Τα ηχητικά κύματα (ήχος) δεν είναι τίποτε άλλο παρά κύματα ελαστικότητας που μεταδίδονται στον αέρα κυρίως και έχουν κατάλληλη συχνότητα και ένταση ώστε να μας προκαλούν το αίσθημα της ακοής. Ο ήχος, σαν ελαστικό κύμα που είναι, μεταδίδεται σε στερεά, υγρά και αέρια σώματα, αλλά όχι στο κενό (σε αντίθεση με το φως). Ο ήχος μεταδίδεται υπό μορφή ζωνών συμπίεσης (compression zone) και υποπίεσης (rarefied zone) των μορίων του σώματος που τον μεταφέρει. Για να ακούγεται ένας ήχος από το ανθρώπινο αυτί, πρέπει να έχει συχνότητα 16 Hz έως Ηz (20 khz ) και βέβαια κατάλληλη ένταση. Για το δελφίνι, τα όρια γίνονται 150 Hz έως 150kHz και για τη νυχτερίδα 1 khz έως 120 khz. Ήχοι με συχνότητα μικρότερη των 16 Ηz λέγονται υπόηχοι και με συχνότητα μεγαλύτερη των 20 khz υπέρηχοι. Οι υπέρηχοι βρίσκουν μεγάλη εφαρμογή σε πλήθος επιστημών (όπως π.χ. η Ιατρική) αλλά χρησιμοποιούνται επίσης σαν μέθοδος Μή Καταστρεπτικής Δοκιμής (Non- Destructive Testing), για την εύρεση ασυνεχειών μεταλλικών και άλλων προϊόντων, τη μέτρηση του πάχους υλικών και άλλες εφαρμογές. Οι υπέρηχοι χρησιμοποιούνται σε ΜΚΔ σε συχνότητες από Hz (100kHz) έως Ηz (25 ΜΗz). Οι περισσότερο χρησιμοποιούμενες όμως συχνότητες κυμαίνονται μεταξύ 1 και 6 ΜΗz. 6.3 Τύποι κυμάτων(wave modes) 1. Διαμήκη κύματα ή κύματα συμπίεσης (longitudinal/compression waves) Η διεύθυνση της ταλάντωσης είναι η ίδια με τη διεύθυνση της μετάδοσης του κύματος. Μεταδίδονται σε στερεά, υγρά και αέρια σώματα. Η ταχύτητα μετάδοσης δίνεται από τον τύπο : C L = όπου Ε το μέτρο ελαστικότητας του υλικού και ρ η πυκνότητά του. Έχουν τη μεγαλύτερη ταχύτητα διάδοσης από όλους τους τύπους κυμάτων. Άρα, για δεδομένη συχνότητα και υλικά διάδοσης προκύπτει από τον τύπο c=λxf ότι έχουν το μεγαλύτερο, μήκος κύματος, και επομένως (όπως θα δούμε παρακάτω) τη μικρότερη αποδυνάμωση του ήχου αλλά και τη μικρότερη (χειρότερη) ευαισθησία. Παρουσιάζουν επίσης την μικρότερη εγγύς ζώνη Ν και τη μεγαλύτερη γωνία απόκλισης δέσμης (για δεδομένη διάμετρο κρυστάλλου, υλικό και συχνότητα διάδοσης). 59

64 2. Εγκάρσια ή διατμητικά κύματα (transverse/shear waves) Η διεύθυνση της ταλάντωσης είναι κάθετη προς τη διεύθυνση της μετάδοσης του κύματος. Μεταδίδονται μόνο σε στερεά σώματα, διότι τα υγρά και αέρια δεν παρουσιάζουν ελαστικότητα σε εγκάρσια φόρτιση. Έχουν ταχύτητα διάδοσης περίπου τη μισή των διαμήκων (στο ίδιο υλικό) και επομένως, για την ίδια συχνότητα, έχουν τη διπλάσια περίπου ευαισθησία και πολύ μεγαλύτερη αποδυνάμωση. Για την ίδια διάμετρο κρυστάλλου, έχουν μεγαλύτερη εγγύς ζώνη Ν και μικρότερη γωνία απόκλισης δέσμης. Η ταχύτητα μετάδοσης δίνεται από τον τύπο: C Τ = όπου G το εγκάρσιο μέτρο ελαστικότητας του υλικού και ρ η πυκνότητά του. 3. Επιφανειακά κύματα (surface) ή κύματα Rayleigh Πρόκειται για κύματα που μεταδίδονται μόνο στην επιφάνεια των στερεών, σε βάθος ενός περίπου μήκους κύματος. Τα επιφανειακά κύματα μπορούν να αποσβεσθούν (dampen) θέτοντας νερό, ορυκτέλαιο ή απλώς ένα δάκτυλο πάνω στην επιφάνεια που μεταδίδονται. Παραγωγή επιφανειακών κυμάτων γίνεται με κατάλληλη γωνία πρόσπτωσης (2η κρίσιμη γωνία), ώστε το διαθλώμενο εγκάρσιο κύμα να σχηματίζει γωνία 90 με τον κάθετο στη διεπιφάνεια άξονα. Τα επιφανειακά κύματα ταξιδεύουν στην επιφάνεια ακόμη και αν αυτή παρουσιάζει ελαφρά καμπυλότητα και ανακλώνται όπου συναντούν ακμές ή γωνίες. Τα δονούμενα σωματίδια που μεταδίδουν επιφανειακά κύματα κινούνται σε ελλειπτική τροχιά. Η ταχύτητα των επιφανειακών κυμάτων είναι περίπου ίση με το ενενήντα τοις εκατό (0.9) της ταχύτητας των εγκαρσίων κυμάτων στο ίδιο υλικό. 4. Κύματα ελασμάτων (Plate) ή κύματα Lamb Όταν υπερηχητικές δονήσεις μεταδίδονται σε σχετικά λεπτά ελάσματα (πάχους μερικών μόνο μηκών κύματος), η μετάδοση ενέργειας παίρνει τη μορφή κυμάτων ελασμάτων. Η τροχιά των μορίων ομοιάζει κάπως με την ελλειπτική τροχιά των επιφανειακών κυμάτων αλλά είναι αρκετά πιο πολύπλοκη. Υπάρχουν δύο κύριοι τύποι κυμάτων (συμμετρικά - symmetrical και ασύμμετρα - asymmetric) και πολλοί δευτερεύοντες (1ος, 2ος, 3 ' κ.λπ.). Χαρακτηριστικό των κυμάτων Lamb είναι ότι όλο το λεπτό έλασμα δονείται σαν ένα σώμα. Η ταχύτητά τους εξαρτάται ΚΑΙ από τη συχνότητα. 60

65 Εικόνα 36: Διαμήκη κύματα[13] Εικόνα 37: Διαμήκη κύματα[13] Εικόνα 38: Εγκάρσια κύματα[13] Εικόνα 39: Επιφανειακά κύματα[13] 61

66 Εικόνα 40: Κύματα ελασμάτων[13] 6.4 Συχνότητα - Μήκος κύματος Ταχύτητα διάδοσης κύματος Στο Διεθνές Σύστημα (S.I.) η συχνότητα f ενός κύματος (άρα και του ήχου/ υπέρηχου) μετράται σε κύκλους ανά δευτερόλεπτο (cps) ή Hertz(Hz). 1 Hz : 1 κύκλος/δευτερόλεπτο (1 Χέρτζ) 1 khz= 1000 κύκλοι/δευτερόλεπτο = 10 3 Hz (1 Κιλοχέρτζ) 1 MHz = κύκλοι/δευτερόλεπτο = 103 khz= 10 6 Hz (1 Μεγαχέρτζ) Το μήκος κύματος λ μετράται σε μέτρα (m) και επειδή είναι πολύ μικρό, συνήθως σε χιλιοστά του μέτρου (mm). Η ταχύτητα μετάδοσης c μετράται σε μέτρα ανά δευτερόλεπτο (m/sec). Η σχέση μεταξύ συχνότητας, μήκους κύματος και ταχύτητας διάδοσης είναι c=λ x f. Η κύρια συχνότητα του υπέρηχου εξαρτάται από τη χρησιμοποιούμενη κεφαλή (και αναγράφεται πάνω σε αυτήν), η ταχύτητα μετάδοσης εξαρτάται από το υλικό και επομένως το μήκος κύματος προκύπτει από τα ανωτέρω, για κάθε χρησιμοποιούμενη κεφαλή και μέσο διάδοσης του υπέρηχου.το μήκος κύματος μας ενδιαφέρει, διότι το μικρότερο ανιχνεύσιμο σφάλμα θεωρείται πρακτικά ίσο με το ήμισυ του μήκους κύματος. 6.5 Υπολογισμός ταχύτητας διάδοσης Η ταχύτητα διάδοσης εξαρτάται από την πυκνότητα ρ του μέσου διάδοσης (σε kg/m 3 ) και το μέτρο ελαστικότητας Ε του υλικού (σε N/m 2 ), σύμφωνα με τη σχέση: C L = Για τον χάλυβα (Ε=210 x 10 9 N/m 2, ρ=7,85 x 10 3 kg/m 3 ) προκύπτει ταχύτητα διάδοσης πρακτικά ίση με 6000 m/sec, για τα διαμήκη κύματα, ενώ για το αλουμίνιο περίπου m/sec. 62

67 Για τον υπολογισμό της ταχύτητας εγκάρσιων κυμάτων, ο τύπος γίνεται C Τ = όπου G το μέτρο ελαστικότητας σε διάτμηση. Ο χάλυβας παρουσιάζει τη μεγαλύτερη ταχύτητα διάδοσης εγκαρσίων κυμάτων (3.230 m/sec), ενώ στο αλουμίνιο η αντίστοιχη ταχύτητα είναι m/sec. Πρακτικά, η ταχύτητα του εγκάρσιου (transverse/shear) κύματος θεωρείται περίπου η μισή του διαμήκους στο αυτό μέσο. Επειδή τα υγρά και τα αέρια δεν παρουσιάζουν ελαστικότητα σε διάτμηση, μεταδίδουν μόνο διαμήκη κύματα (κύματα πιέσεως) (longitudinal waves / compression waves). Η ταχύτητα των επιφανειακών κυμάτων (surface/rayleigh) πρακτικά θεωρείται ίση με το 90% της ταχύτητας των(εγκάρσιων) Η ταχύτητα κυμάτων Lamb (ή plate waves) εξαρτάται από πολλούς παράγοντες (υλικό διάδοσης, συχνότητα, γωνία πρόσπτωσης, πάχος ελάσματος). Το γινόμενο της πυκνότητας ρ επί την ταχύτητα διάδοσης c καλείται ακουστική αντίσταση (acoustic impedance), μετράται σε kg/m 2 /sec και συμβολίζεται με Ζ 6.6 Ένταση του ήχου Ο ήχος (και ο υπέρηχος), εφόσον προσδιορίστηκε σαν κύμα που μεταφέρει ενέργεια πιέσεως, έχει σαν χαρακτηριστικό και την ένταση. Για τη σύγκριση της ηχητικής έντασης (ή ηχητικής πίεσης) δύο ήχων, χρησιμοποιείται λογαριθμική κλίμακα με βάση το 10 και σαν μονάδα το Bell. Στην πράξη, σαν μονάδα χρησιμοποιείται το ένα δέκατο (0,1) του Bell, δηλαδή το 1 db (ντεσιμπέλ). Η σχέση σε db μεταξύ δύο ήχων πίεσης Ρι και Ρ2 δίνεται από τον τύπο I = 10 log (Ρ 2 2 / Ρ 1 2 ) ή απλούστερα I = 20 log(p 2 /P 1 ) Ο λόγος P 2 /P 1 καλείται και συντελεστής αύξησης (gain factor). Επειδή στην οθόνη της συσκευής υπερήχων η πίεση (πλάτος του κύματος) μεταφράζεται σε ύψος του σήματος, προκύπτει ότι διπλασιασμός του ύψους σήματος σημαίνει αύξηση (gain) 6 db και δεκαπλασιασμός του αύξηση 20 db. Λόγω των μαθηματικών ιδιοτήτων των λογαρίθμων, ισχύει επίσης ότι υποδιπλασιασμός του σήματος σημαίνει -6dB και υποδεκαπλασιασμός -20dB. 6.7 Ανάκλαση και διάθλαση του ηχητικού κύματος. Νόμος του Snell Οταν ένα ηχητικό κύμα προσπίπτει σε μία επιφάνεια διαφορετικής ακουστικής αντίστασης (acoustic impedance), τότε συμβαίνουν ταυτόχρονα ανάκλαση (reflection), διάθλαση (refraction) και μετατροπή τύπου (mode conversion). Οι σχετικές γωνίες πρόσπτωσης (incidence), ανάκλασης και διάθλασης συσχετίζονται σύμφωνα με το νόμο του Snell (Snell s law), που 63

68 αναλύεται όπως κατωτέρω: Δείκτης L για διαμήκη κύματα, Τ για εγκάρσια κύματα, δείκτες 1 και 2 για τα μέσα διάδοσης 1 και 2. C: Η ταχύτητα μετάδοσης του κύματος (στο μέσο 1 ή 2 με δείκτη L για διάμηκες και Τ για εγκάρσιο κύμα). Εικόνα 41: Ανάκλαση διαμήκους σε διαμήκες κύμα[13] Εικόνα 42: Ανάκλαση διαμήκους σε εγκάρσιο κύμα[13] = Αν λάβουμε υπόψη μας ότι CL1=2CT1, προκύπτει ότι ημθl1=2ημθτ1 και άρα θτ1<θl1. = Εικόνα 43: Διάθλαση διαμήκους σε διαμήκες κύμα[13] Όταν CLI<CL2 (π.χ. από νερό είτε ακρυλικό σε χάλυβα) τότε θl1<θl2 64

69 Υπενθυμίζουμε ότι αυξανόμενης της γωνίας αυξάνεται και το ημίτονό της και το αντίστροφο. Αν η θl1 αυξηθεί κατάλληλα, ώστε η θl2 να γίνει ίση με 90, τότε η θl1 ονομάζεται πρώτη κρίσιμη γωνία: ημθl1= Εάν η γωνία πρόσπτωσης γίνει μεγαλύτερη από την 1η κρίσιμη, στο υλικό 2 διαδίδεται μόνο το εγκάρσιο κύμα. Εικόνα 44: Διάθλαση διαμήκους σε εγκάρσιο κύμα[13] Εάν CL1<CT2 (π.χ. από ακρυλικό σε χάλυβα), τότε ΘΤ2>ΘL1. = Εάν η γωνιά πρόσπτωσης γίνει περίπου ίση με τη 2η κρίσιμη, συμβαίνει μετατροπή τύπου και το εγκάρσιο κύμα μετατρέπεται σε επιφανειακό. Εάν η γωνία πρόσπτωσης γίνει αρκετά μεγαλύτερη από τη 2η κρίσιμη, στο υλικό 2 δεν μεταδίδεται κανένα ηχητικό κύμα. 6.8 Παραγωγή Υπερήχων Υπέρηχοι παράγονται: 1. Με το πιεζοηλεκτρικό φαινόμενο (Curie, 1880) 2. Με το φαινόμενο μαγνητο-συστολής (Magneto-strictive, Joule 1847) Στη μέθοδο υπερήχων χρησιμοποιείται σχεδόν πάντα το πιεζοηλεκτρικό φαινόμενο: Όταν εφαρμόζεται (εναλλασσόμενη) ηλεκτρική τάση σε ένα στοιχείο (κρύσταλλο) τότε αυτό διαστέλλεται και συστέλλεται, παράγοντας δόνηση υψηλής συχνότητας (άρα λειτουργεί ω1 πομπός υπερήχων). Όταν, αντίστροφα, το στοιχείο δέχεται κύματα πίεσης (υπέρηχο), παράγεται 65

70 ηλεκτρική τάση (άρα το στοιχείο λειτουργεί σαν δέκτης). Μία κεφαλή υπερήχων μπορεί να έχει ένα μόνο στοιχείο (πομπό + δέκτη) είτε δύο (δίδυμη κεφαλή). Τα πιεζοηλεκτρικό στοιχεία (συνήθως αποκαλούμενα κρύσταλλοι ) είναι σήμερα 3 ειδών κυρίως: Α) Κρύσταλλοι χαλαζία(quartz). Πρόκειται για το κρυσταλλικό οξείδιο του Πυριτίου(SiO 2 ). Το κλασσικό πιεζοηλεκτρικό στοιχείο, με υψηλή χημική, ηλεκτρική και θερμική σταθερότητα, αδιάλυτο, σκληρό και υψηλής αντίστασης σε φθορά. Είναι όμως πομπός πολύ μικρής απόδοσης αλλά και δέκτης χωρίς ιδιαίτερα ικανοποιητικά χαρακτηριστικά. Οι κρύσταλλοι χαλαζία μπορούν να κοπούν κάθετα προς τον άξονα -X, οπότε παράγουν διαμήκη κύματα, είτε κάθετα προς τον άξονα -Ψ, οπότε παράγουν εγκάρσια κύματα. Αυτό όμως δεν είναι τόσο σημαντικό, διότι τα εγκάρσια κύματα παράγονται με μετατροπή τύπου μέσω κατάλληλης γωνίας πρόσπτωσης διαμήκους κύματος (μεγαλύτερη από την 1η και μικρότερη από την 2η κρίσιμη). Το πάχος του κρυστάλλου επιδρά άμεσα στο παραγόμενο μήκος κύματος (Τ=λ/2) και γι αυτό λεπτοί κρύσταλλοι μεγάλων συχνοτήτων (π.χ.10-15μηz), χρησιμοποιούνται μόνο στη μέθοδο βύθισης, διότι στη μέθοδο επαφής είναι εύκολο να σπάσουν. Β) Πολωμένα κεραμικά (polarized ceramics). Πρόκειται για προϊόντα πυροσυσσωμάτωσης, που παρουσιάζουν εξαιρετικές ιδιότητες πομπού (πολύ μεγάλη απόδοση). Είναι αδιάλυτα αλλά γηράσκουν γρήγορά και γίνονται ψαθυρά. Αντικαθιστούν ολοένα και περισσότερο τους κρυστάλλους χαλαζία. Τα κοινότερα κεραμικά για υπέρηχους είναι: Barium titanate, Lead metaniobate, Lead zirconate και Lead zirconate titanate. Γ) Στοιχεία από Lithium Sulphate. Είναι οι αποτελεσματικότεροι δέκτες και μέτριοι ως πομποί, αλλά δυστυχώς διαλυτοί στο νερό και θραύονται εύκολα. 6.9 Κεφαλές Υπερήχων Ο κρύσταλλος τοποθετείται σε κατάλληλο περίβλημα και σε απόλυτη επαφή με υλικό υποστήριξης (backing material), για να επιτυγχάνεται μικρή διάρκεια παλμού. Το υλικό υποστήριξης είναι συνήθως epoxy (πλαστικό με ισχυρή απορρόφηση). Μπροστά από τον κρύσταλλο υπάρχει ακρυλικό υλικό (perspex), προκειμένου να διαφυλάσσεται ο κρύσταλλος από τριβή/φθορά είτε σπάσιμο. Αυτό το ακρυλικό υλικό μπορεί να έχει και μορφή σφήνας, ώστε να δίνεται η κατάλληλη γωνία πρόσπτωσης στη διεπιφάνεια perspex-δοκιμίου (γωνιακές κεφαλές). Προκειμένου να έχουμε καλύτερη επαφή κεφαλής-δοκιμίου, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ειδικά παπουτσάκια από ακρυλικό (contact shoes), με καμπυλότητα ίδια με αυτή του δοκιμίου. Μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε επίσης στοιχεία από ακρυλικό σαν φακούς εστίασης (focus lenses), κυλινδρικούς ή σφαιρικούς (γραμμική εστίαση και σημειακή εστίαση αντίστοιχα). Στην περίπτωση της μεθόδου βύθισης, εκτός από τις κλασσικές κεφαλές βύθισης, έχουμε και τις περιπτώσεις συνδυασμού κεφαλής-στήλης νερού (bubbler) ή κεφαλήςακροφυσίου (squirter/water jet) ή ακόμη και κεφαλής-ελαστικής ρόδας (wheel transducer). Το 66

71 ηλεκτρικό σήμα από και προς τον κρύσταλλο οδηγείται μέσω ομοαξονικού καλωδίου (coaxial cable), για αποφυγή παρεμβολών και ηλεκτρικών θορύβων Συσκευή Υπερήχων Η σκανδάλη (trigger/timer) δίνει το έναυσμα για κάθε παλμό σε μία γεννήτρια παλμών (Pulse generator/pulser), ο οποίος με τη σειρά του ενεργοποιεί (για ελάχιστο χρόνο σε κάθε παλμό) τον πομπό ραδιοσυχνοτήτων (που προκαλεί το πιεζοηλεκτρικό φαινόμενο στο κρύσταλλο της κεφαλής και άρα έχουμε εκπομπή υπερήχων). Ταυτόχρονα η σκανδάλη ενεργοποιεί τη ρύθμιση χρονικής βάσης του Παλμογράφου Καθοδικών ακτινών (CRT) αλλά και προξενεί την εμφάνιση του αρχικού παλμού (initial pulse) στην οθόνη του παλμογράφου. Εάν επιστρέφει ήχος στην κεφαλή, μετατρέπεται από το πιεζοηλεκτρικό στοιχείο σε ηλεκτρική τάση, η οποία ενισχύεται και οδηγείται στις πλάκες Υ του παλμογράφου (οπότε εμφανίζεται ύψος σήματος ανάλογα με την ένταση του επιστρέφοντος ήχου). Το χρονικό διάστημα που παρήλθε από το έναυσμα ως την επιστροφή του ήχου, μέσω των πλακών X, τοποθετεί το σήμα στην οριζόντια κλίμακα. Η ταχύτητα του ήχου στο δοκίμιο λαμβάνεται υπόψη μέσω της βαθμονόμησης της χρονικής βάσης (οριζόντια κλίμακα της οθόνης), ώστε να απεικονίζονται πάχη υλικού παρά χρόνος. Το σήμα στην οθόνη μπορεί να είναι υπό μορφή ραδιοσυχνότητας (οπότε και διατηρεί περισσότερες πληροφορίες από το επιστρέφον ακουστικό σήμα) ή ανορθωμένο μορφής video (ημι- είτε πλήρως ανορθωμένο). Το ηλεκτρικό σήμα πριν τον ενισχυτή είναι της τάξεως χιλιοστών του Volt και η ενίσχυση είναι λογαριθμική. Ο ηλεκτρικός παλμός είναι της τάξεως μερικών εκατοντάδων Volts. Η συχνότητα επανάληψης παλμών (pulse repetition rate) πρέπει να είναι μεγάλη, για να έχουμε ενισχυμένα (φωτεινά) σήματα στον παλμογράφο αλλά και δυνατότητα μεγάλης ταχύτητας σάρωσης (V < DxPRR). Εξαιρετικά μεγάλη συχνότητα επανάληψης όμως μπορεί να δημιουργήσει μή σχετικές ή ψευδείς ενδείξεις. Εικόνα 45: Γωνιακή κεφαλή[13] 67

72 Εικόνα 46: Απλή κάθετη κεφαλή[13] Εικόνα 47: Κάθετη δίδυμη κεφαλή[13] 6.11 Υλικό Σύζευξης (Couplant) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η διάδοση του υπέρηχου από την κεφαλή στο εξεταζόμενο δοκίμιο, πρέπει να παρεμβληθεί ένα Υλικό Σύζευξης (Couplant), για τους εξής λόγους: 1) Ο κυριότερος λόγος είναι η απομάκρυνση του αέρα (ακόμα και σε μορφή μικρών φυσαλίδων), ο οποίος έχει χαμηλή ακουστική αντίσταση. Μια διεπιφάνεια με αέρα ανακλά παρά επιτρέπει τη συνέχιση της διάδοσης του υπέρηχου. 2) Το υλικό σύζευξης πρέπει να γεμίζει όλες τις επιφανειακές ανωμαλίες ή τραχύτητες και έτσι να επιτρέπει το ομαλό γλίστρημα της κεφαλής πάνω στο δοκίμιο στην μέθοδο με επαφή (contact test) και επιπλέον να μη προκαλείται γρήγορα φθορά στην κεφαλή. Αρα το υλικό, στη μέθοδο επαφής, πρέπει να έχει και κάποιες λιπαντικές ιδιότητες. Οι κυριότερες ιδιότητες ενός καλού υλικού σύζευξης είναι οι εξής: α. Ακουστική αντίσταση ενδιάμεση εκείνη της κεφαλής και του δοκιμίου (και μάλλον πιο κοντά προς το δοκίμιο). 68

73 β. Εύκολη εφαρμογή του πάνω στο δοκίμιο, χωρίς να φεύγει (ή να τρέχει ) πολύ εύκολα, αλλά επιπλέον να είναι σχετικά εύκολη η απομάκρυνσή του. γ. Να μην είναι διαβρωτικό. δ. Να μην είναι τοξικό ή επικίνδυνο για την υγεία, γενικά. ε. Να διαβρέχει καλά όλες τις επιφάνειες (του δοκιμίου και της κεφαλής) και να μην επιτρέπει τη δημιουργία ακόμα και πολύ μικρών φυσαλίδων. Στη μέθοδο με βύθιση (immersion method) χρησιμοποιείται νερό σαν μέσο σύζευξης (ενδεχόμενα με διαβρεκτικό παράγοντα/ wetting agent και αντιδιαβρωτικό). Στην μέθοδο με επαφή (contact method) χρησιμοποιείται λάδι, λίπος, γλυκερίνη, νερό μαζί με διαβρεκτικό παράγοντα. Ενδεχόμενα χρησιμοποιούνται άλλα υλικά, για την επιλογή των οποίων μεγάλο ρόλο παίζει η κατάσταση της επιφάνειας του δοκιμίου. Όσο πιο ανώμαλη ή τραχιά είναι η επιφάνεια του δοκιμίου, τόσο πιο παχύρρευστο (ή μεγαλύτερου ιξώδους) πρέπει να είναι το υλικό σύζευξης. Υλικό σύζευξης υπάρχει ακόμα σε μορφή γέλης (gel) ή πάστας αλλά, για πολύ τραχιές επιφάνειες, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και λεπτό φύλλο ελαστικού. Οποιοδήποτε και αν είναι το υλικό σύζευξης κατά τη μέθοδο με επαφή, το στρώμα του υλικού σύζευξης πρέπει να είναι λεπτό και ομοιόμορφου πάχους, για να αποφεύγεται απώλεια ηχητικής ενέργειας ή παραμόρφωση του σήματος και δημιουργία μή σχετικών (nonrelevant) ενδείξεων Μέθοδοι Σάρωσης (Απεικόνισης) Η πιο συχνή είναι η Α σάρωση (A scan), όπου στην οριζόντια κλίμακα της οθόνης (πλάκες X) απεικονίζεται η θέση του ανακλαστήρα και το ύψος του σήματος (πλάκες Υ) απεικονίζει τη σχετική ένταση της ηχούς. Η Β σάρωση (απεικόνιση) δίνει μία τομή του δοκιμίου (πλάκες X για θέση μήκους ή πλάτους, πλάκες Υ για θέση βάθους). Η C σάρωση δίνει κάτοψη του δοκιμίου (πλάκες X και Υ για τις δύο διευθύνσεις του επιπέδου του δοκιμίου). Η σάρωση C εκτελείται συνήθως με ηλεκτρική/αυτόματη διάταξη και μέθοδο βύθισης. Το στήριγμα της κεφαλής επιτρέπει την αλλαγή γωνίας αλλά και τη μετατόπιση της κεφαλής καθ ύψος. Το στήριγμα αυτό τοποθετείται πάνω σε φορείο, που επιτρέπει τη μετακίνησή του (άρα και της κεφαλής) κατά πλάτος του δοκιμίου. Το φορείο στηρίζεται σε γέφυρα, που μετακινείται κατά μήκος του δοκιμίου. Άρα, με αλλεπάλληλες σαρώσεις κατά πλάτος του δοκιμίου και σε διαφορετικές θέσεις του μήκους του, επιτυγχάνεται (μέσω απομνημόνευσης των σημάτων από τη συσκευή) η αποτύπωση της κάτοψης της ασυνέχειας. 69

74 Εικόνα 48: Α-σάρωση (απεικόνιση), τεχνική Παλμού-Ηχούς[13] Εικόνα 49: Α-σάρωση (απεικόνιση), τεχνική Διάβασης[13] 70

75 Εικόνα 50: Εικόνα Β-σάρωσης[13] Εικόνα 51: Εικόνα C-σάρωσης[14] Εικόνα 52: Α, Β και C σάρωση[13] 71

76 6.13 Σημείο Εξόδου και Γωνία Δέσμης Γωνιακών Κεφαλών Πριν από τη χρήση μιας γωνιακής κεφαλής υπερήχων, είναι απαραίτητο να βρεθεί το σημείο εξόδου του κεντρικού άξονα της δέσμης από την κεφαλή (index point), καθώς και η γωνία αυτού του άξονα με την κάθετο στην επιφάνεια του δοκιμίου. Οι έλεγχοι αυτοί πρέπει να γίνονται τακτικά, διότι με τη φθορά του ακρυλικού στη βάση της κεφαλής μπορεί να αλλάξει τόσο το σημείο εξόδου όσο και η γωνία της δέσμης. Είναι βέβαια προφανές ότι η γωνία της δέσμης εξαρτάται από το εξεταζόμενο υλικό. Έτσι μια εγκάρσια κεφαλή με ονομαστική γωνία 60, έχει σχεδιαστεί ώστε να δίνει γωνία διάθλασης του εγκάρσιου κύματος χάλυβα ίση με 60. Εικόνα 53: Σημείο εξόδου και γωνία δέσμης γωνιακής κεφαλής[13] 6.14 Νεκρή Ζώνη (Dead Zone) Κατά τη μέθοδο εξέτασης με επαφή (contact method) η περιοχή του υλικού πολύ κοντά στον κρύσταλλο δε μπορεί να εξεταστεί, λόγω του ότι τα σήματα από τις ασυνέχειες κοντά στην επιφάνεια βρίσκονται στην οθόνη μέσα στο εύρος του αρχικού παλμού (initial pulse). Με τη μέθοδο βύθισης (immersion method) ο αρχικός παλμός που παράγεται από την ίδια τη συσκευή μπορεί να απομακρυνθεί από τα σήματα της ελεύθερης επιφάνειας του εξεταζόμενου υλικού, με ανάλογο πάχος νερού. Το φαινόμενο της νεκρής ζώνης μπορεί επίσης να εξουδετερωθεί με χρήση δίδυμων κεφαλών, οπότε η νεκρή ζώνη είναι μηδενική Ευαισθησία και συχνότητα Η ευαισθησία (sensitivity) μιας κεφαλής υπερήχων χαρακτηρίζεται από τη μικρότερη ασυνέχεια (ανακλαστήρα) που μπορεί να ανιχνεύσει. Η διακριτική ικανότητα (resolution) είναι η ικανότητα διάκρισης μεταξύ δύο πολύ κοντινών ασυνεχειών. 72

77 Από τη σχέση : Ν=D 2 f / 4 c Προκύπτει ότι όσο μεγαλώνει η διάμετρος (για σταθερή συχνότητα), τόσο μεγαλώνει η εγγύς ζώνη, άρα η ευαισθησία και η διακριτική ικανότητα για ασυνέχεια κοντά στην επιφάνεια περιορίζονται. Η ευαισθησία και η διακριτική ικανότητα για περιοχές μετά την εγγύς ζώνη είναι μεγαλύτερες, όσο μικρότερο είναι το μήκος κύματος. Από τη σχέση : ημθ = Προκύπτει ότι όσο μεγαλώνει η διάμετρος είτε η συχνότητα, τόσο μικραίνει η γωνία απόκλισης και επομένως η δέσμη είναι στενότερη προσφέροντας καλύτερη ευαισθησία και διακριτική ικανότητα. Το φαινόμενο όμως αυτό αντίκειται στο ότι η αποδυνάμωση του ήχου είναι μεγαλύτερη όσο μεγαλύτερη είναι η συχνότητα (ή όσο μικρότερο είναι το μήκος κύματος), λόγω της σκέδασης. Πάντως για υλικά που παρουσιάζουν έντονο πρόβλημα αποδυνάμωσης του ήχου(πχ χονδρόκοκκα υλικά όπως ανοξείδωτοι χάλυβες και χυτά αλουμίνια), προτιμούμε μεγάλη διάμετρο κεφαλής και χαμηλή συχνότητα. Για εξέταση κοντά στην επιφάνεια του υλικού προτιμούμε μικρή διάμετρο (για μικρή εγγύς ζώνη), δίδυμη κεφαλή (για μηδενική νεκρή ζώνη) και μεγάλη συχνότητα (για μεγάλη ευαισθησία). Όσο μεγαλώνει το πάχος του υλικού, προτιμούμε μικρότερη συχνότητα, για μικρή γεωμετρική αποδυνάμωση του ήχου και μεγαλύτερη κεφαλή (για στενότερη δέσμη). Γενικά όποτε είναι δυνατόν προτιμούμε μεγάλη συχνότητα για καλύτερη ευαισθησία και διακριτική ικανότητα. Όσον αφορά τις γωνιακές κεφαλές συνήθως χρησιμοποιούμε εγκάρσια κύματα για μεγαλύτερη ευαισθησία (μικρότερο μήκος κύματος, μικρότερη γωνία απόκλισης-γεωμετρική αποδυνάμωση). Όταν όμως η αποδυνάμωση λόγω σκέδασης γίνει πολύ μεγάλη (λόγω χονδρόκοκκου υλικού), τότε χρησιμοποιούμε γωνιακή δέσμη διαμήκων κυμάτων Σύνοψη σχέσης χαρακτηριστικών κεφαλής και καταλληλότητας - Μεγάλη συχνότητα Καλή ευαισθησία και διακριτική ικανότητα Στενή δέσμη (μικρή γωνία απόκλισης) Μεγάλη εγγύς ζώνη Μικρή διείσδυση / μεγάλη αποδυνάμωση λόγω σκέδασης 73

78 - Μεγάλη διάμετρος κεφαλής Μεγάλη διείσδυση / ισχυρότερο σήμα Αρχικά φαρδιά δέσμη αλλά κατόπιν στενότερη (μικρότερη γωνία απόκλισης, άρα καλή ευαισθησία και διακριτική ικανότητα σε σχέση με μικρή κεφαλή και μεγάλα βάθη, αλλά κακή κοντά στην επιφάνεια). Μεγάλη εγγύς ζώνη - Δίδυμη κεφαλή Μηδενική νεκρή ζώνη, ιδανική για έλεγχο κοντά στην επιφάνεια του δοκιμίου -Κεφαλές μεγάλου εύρους (broad banded) Σύντομος παλμός και, άρα μικρή νεκρή ζώνη, υψηλή διακριτική ικανότητα κοντά στην επιφάνεια Μικρός συντελεστής Q, υψηλή ευαισθησία σε βάθος και πιστή απόκριση σήματος Μικρή διείσδυση Υψηλός θόρυβος 6.17 Μέθοδοι Ελέγχου Η πιο διαδεδομένη μέθοδος είναι η μέθοδος επαφής, με άμεση επαφή της κεφαλής πάνω στο δοκίμιο (αφού παρεμβληθεί λεπτό και ομοιόμορφο στρώμα υλικού σύζευξης). Σε αντιδιαστολή, υπάρχει η μέθοδος βύθισης, όπου τόσο η κεφαλή όσο και το δοκίμιο βρίσκονται μέσα στο υλικό σύζευξης (νερό με ενδεχόμενους διαβρεκτικους και αντισκωριακούς παράγοντες). Παραλλαγές της μεθόδου βύθισης είναι της στήλης νερού (bubbler), ακροφυσίου (squirter) και ελαστικής ρόδας (wheel). Η μέθοδος βύθισης είναι ιδανική για μικρού μεγέθους και συμμετρικά δοκίμια, ιδιαίτερα μάλιστα σε αυτοματοποιημένες διατάξεις ελέγχου και Β ή C σάρωση Τεχνικές Ελέγχου Η μέθοδος παλμού-ηχούς χρησιμοποιεί την επιστρεφόμενη ηχώ (πίσω ηχώ είτε ηχώ από ασυνέχεια στο δοκίμιο). Η μέθοδος διάβασης χρησιμοποιεί τον ήχο που διαπερνά το δοκίμιο (απουσία σήματος σημαίνει ύπαρξη ασυνέχειας σε άγνωστο βάθος μέσα στο δοκίμιο). Όταν χρησιμοποιείται άλλη κεφαλή ως πομπός και άλλη ως δέκτης αλλά από την ίδια πλευρά του δοκιμίου, η μέθοδος λέγεται pitch-catch (π.χ. tandem για κεντρική πέριοχή υλικών ή συγκολλήσεων μεγάλου πάχους). [13] 74

79 Εικόνα 54: Μέθοδος επαφής[13] Εικόνα 55: Μέθοδος βύθισης[13] Εικόνα 57: Τεχνική pitch-catch (tandem) [13] Εικόνα 58: Τεχνική ακροφυσίου[13] 75

80 6.19 Καμπύλη Διόρθωσης Απόστασης Έντασης (Καμπύλη DAC) Στην περίπτωση της Α σάρωσης η ένταση του ανακλώμενου ήχου είναι τόσο μικρότερη, όσο βαθύτερα στο υλικό βρίσκεται ο ανακλαστήρας (λόγω αποδυνάμωσης). Προκειμένου να μπορούμε να συγκρίνουμε μεγέθη ανακλαστήρων (ποιοτικά και όχι ποσοτικά) που βρίσκονται σε διαφορετικά βάθη, κατασκευάζουμε την καμπύλη DAC, χρησιμοποιώντας είτε οπές επίπεδου πυθμένα (flat bottomed holes), στην περίπτωση των κάθετων κεφαλών, είτε πλευρικές οπές (side drilled holes) στην περίπτωση των γωνιακών κεφαλών. Το υψηλότερο σήμα (συνήθως από την κοντινότερη οπή) τοποθετείται στο 80% της οθόνης και κατόπιν, με σταθερή ενίσχυση, σημειώνουμε το ύψος των υπόλοιπων οπών. Η καμπύλη αυτή ονομάζεται 100% καμπύλη DAC ενώ με μετάθεσή της στο ήμισυ έχουμε την ομόλογη καμπύλη 50% (-6 db). Οι καμπύλες DAC (ξεχωριστή για κάθε συσκευή, κεφαλή και υλικό) χρησιμοποιούνται για την αποδοχή ή απόρριψη σφάλματος, βάσει των σχετικών οδηγιών της χρησιμοποιούμενης προδιαγραφής (π.χ. απορρίπτουμε ότι υπερβαίνει την καμπύλη 100% DAC ή την 50% DAC). Εικόνα 59: Βαθμονόμηση καμπύλης DAC[14] Εικόνα 60: Καμπύλη DAC[13] 76

81 6.20 Έλεγχος συγκολλήσεων Οι συγκολλήσεις ελέγχονται σε τρία διακεκριμένα βήματα: 1. Έλεγχος με κάθετη κεφαλή για εύρεση ανακλαστήρων στο βασικό μέταλλο, σε ολη τη ζώνη του υλικού που θα περάσει η γωνιακή δέσμη. 2. Έλεγχος της ρίζας της συγκόλλησης, σε απόσταση μισού βήματος και προ σεχοντας για σήματα που έρχονται λίγο πρίν την πλήρη διαδρομή δέσμης. Μισό βήμα ½ skip= t x tanθ, όπου το πάχος του υλικού και θ η γωνία διάθλασης της δέσμης στο υλικό. Διαδρομή δέσμης S=t / cosθ. Ο έλεγχος γίνεται και από δεξιά και από αριστερά της συγκόλλησης 3. Έλεγχος του σώματος της συγκόλλησης. Γίνεται σε απόσταση μισού βήματος εώς ενός βήματος (πλέον το μισό του ανοίγματος-πλάτους της συγκόλλησης) και προσέχοντας για σληματα που έρχονται μεταξύ ενός και δύο πλήρων διαδρομών δέσμης. Ο έλεγχος επαναλαμβάνεται από δεξιά και αριστερά και εκτελείται με δύο τουλάχιστον κεφαλές. Για λεπτά και μεσαία πάχη, αρκούν μια ή δύο το πολύ ευθείες σαρώσεις, παράλληλες στον άξονα της συγκόλλησης σε διαφορετικές αποστάσεις από τον άξονα, ώστε να σαρωθεί ολόκληο το σώμα συγκόλλησης.[14] Εικόνα 61: Έλεγχος συγκολλήσεων με γωνιακή κεφαλή[14] 77

82 6.21 Ηχοδυναμικό ίχνος και ερμηνία σήματος συγκολλήσεων Είναι δυνατό να ερμηνευτεί ένα σήμα προερχόμενο από ασυνέχεια συγκολλήσεων από την εμφάνιση του σε A-scan και την αλλαγή του, καθώς γίνεται σάρωση σε διαφορετικές διευθύνσεις. Θα ακολουθήσουν τρείς σαρώσεις, αφού βρούμε τη θέση κατά μήκος αλλά και εγκάρσια του άξονα της συγκόλλησης στην οποία έχουμε μέγιστο παλμό στην οθόνη, με τη δέσμη κάθετη στον άξονα της συγκόλλησης. Σάρωση Ν 1: Παράλληλα στον άξονα της συγκόλλησης Σάρωση Ν 2: Πλησιάζοντας ή απομακρυνόμενοι απο τον αξονα της συγκόλλησης Σάρωση Ν 3: Μικρή περιστροφή της κεφαλής. [13] Εικόνα 62: Είδη σαρώσεων συγκόλλησης[13] 1. Μεμονωμένος σημειακός ανακλαστήρας, π.χ. μεμονωμένος σφαιρικός πόρος. Το στιγμιότυπο της Α-σάρωσης απεικονίζει έναν οξύ παλμό. Και στις τρεις σαρώσεις ο φάκελος του σήματος περιέχει έναν μόνο παλμό ο οποίος εμφανίζει μέγιστο για λίγο διάστημα και κατόπιν πεφτει ομαλα και μάλλον γρήγορα. Εάν πρόκειται για επιμήκη πόρο παράλληλο στο άξονα της συγκόλλησης τότε ο παλμός κρατά μέγιστο ύψος για αρκετό διάστημα, κατά τη σαρωση. 78

83 Εικόνα 63: Στιγμιότυπο Α-σάρωσης[13] Εικόνα 64: Σάρωση 1, 2, 3[13] 2. Επίπεδη ασυνέχεια κάθετη στη δέσμη, π.χ. ατελής τήξη. Το στιγμιότυπο της Α-σάρωσης απεικονίζει έναν οξύ παλμό μεγάλου σχετικά ύψους. Και στις τρεις σαρώσεις ο φάκελος του σήματος περιέχει έναν παλμό, ο οποίος εμφανίζει μέγιστο για αρκετό χρόνο, κριν πέσει ομαλά. Σπάνια, εμφανίζεται και δεύτερος παλμός κατα την σαρωση Νο1. Εικόνα 65: Στιγμιότυπο Α-σάρωσης[13] Εικόνα 66: Σάρωση 1, 2, 3[13] 3. Ασυνέχεια με πολλαπλά επίπεδα, π.χ.,ρήγμα. Το στιγμιότυπο της Α-σάρωσης απεικονίζει πολλούς κοντινούς οξείς παλμούς ενωμένους, δηλαδή είναι εμφανείς κορυφές σε διάφορα ύψη του παλμού. Και στις τρεις σαρώσεις στο φάκελο του σήματος ο ένας παλμός διαδέχεται άμεσα τον άλλο, ώστε κάθε κορυφή να γίνεται μέγιστη για λίγο διάστημα. Χαρακτηριστική είναι η σάρωση 3, όπου, με κατάλληλη γωνία της κεφαλής, είναι δυνατό να δούμε δύο, τρεις η και τέσσερεις κορυφές στο ίδιο ύψος. Εικόνα 67: Στιγμιότυπο Α-σάρωσης[13] Εικόνα 68: Σάρωση 1, 2, 3[13] 79

84 Εικόνα 69: Στιγμιότυπο ρήγματος κατά τη σάρωση 3[13] 4. Συγκέντρωση πόρων Είναι εμφανής η υπέρθεση των σημάτων της περιπτώσεως μεμονωμένου πόρου. Έτσι, κατά τη σάρωση 1 παρατηρούμε μεμονωμένους παλμούς να διαδέχονται ο ένας τον άλλο (περισσότερο χωρισμένοι από ότι στην περίπτωση ρήγματος). Κατά τη σάρωση 2 (και εφόσον πρόκειται για πραγματική συγκέντρωση πόρων και όχι για γραμμικούς πόρους), παρατηρούμε επίσης δύο, τρεις ή και τέσσερις παλμούς να διαδέχονται ο ένας τον άλλο. Κατά τη σάρωση 3 θα παρατηρήσουμε επίσης διαδοχή παλμών, με κορυφές σχετικά πιο απομακρυσμένες μεταξύ τους, από ότι στην περίπτωση ρήγματος. Το στιγμιότυπο της Α-σάρωσης σε αρκετές θέσεις απεικονίζει δυο εως τρεις παλμούς συγκρίσιμου ύψους και σε μικρή απόσταση μεταξύ τους. Εικόνα 70: Στιγμιότυπο Α-σάρωσης[13] Εικόνα 71: Σάρωση 1, 2, 3[13] 5. Εγκλείσματα βόρακα Κατά τη σάρωση 1 θα δούμε δύο ή τρεις παλμούς να διαδέχονται ο ένας τον άλλο. Κατά τη σάρωση 2 θα παρατηρήσουμε στις περισσότερες θέσεις ένα και σε λιγότερες θέσεις δύο παλμούς. Στη σάρωση 3 θα παρατηρήσουμε ένα μόνο παλμό και σπανιότερα δύο, εκτός εάν περιστρέψουμε αρκετά την κεφαλή. 80

85 Εικόνα 72: Στιγμιότυπο Α-σάρωσης[13] Εικόνα 73: Σάρωση 1, 2[13] 6. Ατελής διείσδυση Στην περίπτωση που ή ρίζα έχει ενίσχυση (δεν είναι τροχισμένη), είναι βασικό να παρατηρούμε συνεχώς το σήμα της ενίσχυσης. Εάν υπάρχει ατελής διείσδυση, τότε το σήμα της ενίσχυσης θα πέφτει σταδιακά, ενώ ταυτόχρονα θα εμφανίζεται μεγιστοποιούμενος ένας οξύς παλμός, αρκετά νωρίτερα από το σήμα της ενίσχυσης. Το φαινόμενο αυτό ενδέχεται να παρατηρηθεί και από τις δύο πλευρές του άξονα της συγκόλλησης (κλασσική περίπτωση ατελούς διείσδυσης) είτε μόνο από τη μία πλευρά, οπότε ή ρίζα έχει μείνει ακόλλητη μόνο στην μία ακμή τηςίηύεεοά edge, μονόπλευρη ατελής διείσδυση). Κατά την σάρωση Ν 1 ο φάκελος σήματος ατελούς διείσδυσης περιέχει ένα έως δύο παλμούς, ενώ κατά τη σάρωση 2 και 3 συνήθως εμφανίζεται ένας μόνον παλμός. Συχνά παρατηρούμε να εμφανίζεται ένα σήμα νωρίτερα από το σήμα της ενίσχυσης της ρίζας, χωρίς όμως να μεγαλώνει αρκετά και κυρίως χωρίς να πέφτει σημαντικά ο παλμός της ενίσχυσης. Τότε πρόκειται συνήθως για υποκοπή (undercut) στο πάσο της ρίζας. Επίσης συχνά παρατηρούμε τον παλμό της ενίσχυσης της ρίζας να αλλαζει και βέβαια να μεταβάλλεται σε ύψος. Τούτο είναι απλώς αποτέλεσμα είτε αλλαγής ηλεκτροδίων (σταμάτημα-ξεκίνημα πάσου) είτε θέμα μορφής του πάσου της ρίζας. Εικόνα 74: Στιγμιότυπα Α-σάρωσης ατελούς διείσδυσης και υποκοπής ρίζας[13] 81

86 7 ΥΠΕΡΗΧΟΙ ΤΕΧΝΙΚΗ PHASED ARRAY 7.1 Εισαγωγή Τις τελευταίες δεκαετίες ο Μη Καταστροφικός Έλεγχος μεταλλικών υλικών με Υπερήχους βασιζόταν αποκλειστικά στις κεφαλές μονού κρυστάλλου και στις κεφαλές δίδυμων κρυστάλλων όπου ο ένας λειτουργούσε ως πομπός και ο άλλος ως δέκτης. Ωστόσο, στην Ιατρική, η χρήση της τεχνολογίας Phased Array για την απεικόνιση ζωτικών οργάνων ήταν ήδη ευρέως διαδεδομένη. Η εισαγωγή της στις βιομηχανικές εφαρμογές ξεκίνησε τη δεκαετία του 80 με ογκώδη και δύσκολα στον χειρισμό σύστημα για ελέγχους κυρίως σε εγκαταστάσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Η χρήση των Phased Array επεκτάθηκε σταδιακά και σε άλλες εφαρμογές αυξάνοντας το ενδεχόμενο ανίχνευσης ασυνεχειών σε κρίσιμα εξαρτήματα. Φορητές συσκευές Phased Arrays για βιομηχανική χρήση άρχισαν να χρησιμοποιούνται στις αρχές του Από τότε βελτιώνονται συνεχώς και γίνονται πιο φιλικές στον χειρισμό, ώστε σήμερα να χρησιμοποιούνται ακόμα και για απλές εφαρμογές ελέγχων. Εικόνα 75: Χρήσεις phased array[15] 7.2 Τεχνολογικά στοιχεία της τεχνικής Phased Array Η ετοιμολογία του όρου Array είναι «συστοιχία», «παράταξη». Μία τυπική κεφαλή Phased Array αποτελείται από 16 έως 256 πιεζοηλεκτρικά στοιχεία τα οποία μπορεί να είναι παρατεταγμένα με διαφορετικούς τρόπους (σε σειρά, κυκλικά κ.α.) σχηματίζοντας μια συνισταμένη δέσμη υπερήχων. Οι συνήθεις συχνότητες των κεφαλών είναι 2ΜΗζ με 10ΜΗζ. Επίσης, ένα σύστημα Phased Array περιλαμβάνει τη συσκευή που «οδηγεί» τη δέσμη υπερήχων με ηλεκτρονικό τρόπο και μετατρέπει τα δεδομένα σε απεικόνιση. Η διαφορά με τον συμβατικό έλεγχο με υπερήχους είναι ότι η δέσμη υπερήχου μπορεί να μεταβάλλει τα χαρακτηριστικά της, δηλαδή την γωνία του ανοίγματος της καθώς και το σημείο εστίασης της ώστε να λειτουργεί σαν πολλαπλές συμβατικές κεφαλές διευκολύνοντας σημαντικά τον έλεγχο. Διακρίνουμε σχηματικά τους πιο κάτω τύπους κεφαλών phased array. 82

87 Εικόνα 76: Τύποι κεφαλών 1)Linear, 2)Annular, 3a,3b)Matrix, 4)Cilcular[15] 7.3 Δημιουργία δέσμης υπερήχων με κεφαλές Phased Array Η δημιουργία της συνισταμένης δέσμης υπερήχων βασίζεται στην αρχή της διαφοράς φάσης (Phasing). Δηλαδή, στην ενεργοποίηση των στοιχείων της κεφαλής με μια μικρή χρονική υστέρηση του ενός ως προς το άλλο. Έτσι οι μεμονωμένοι πιεζοηλεκτρικοί κρύσταλλοι παράγουν ηχητικά κύματα σε διαφορετικές χρονικές στιγμές. Τα παραγόμενα ηχητικά κύματα αλληλεπιδρούν μεταξύ τους δημιουργώντας μια δέσμη με συγκεκριμένη γωνία και συγκεκριμένη εστίαση μέσω της πρόσθεσης των επί μέρους κυμάτων (συμβάλλονται τα μέτωπα τον κύριων λοβών και δημιουργείται ένα ενιαίο μέτωπο). Έτσι, στην δέσμη η οποία παράγεται από μία κεφαλή πολλαπλών κρυστάλλων η κατανομή ενέργειας είναι σαφώς πιο ομοιόμορφη σε σχέση με μία δέσμη που παράγεται από κεφαλή μονού κρυστάλλου. Η διαδικασία αυτή γίνεται με προκαθορισμένο τρόπο ώστε να επιτρέπει τη βέλτιστη κατεύθυνση και μορφή της δέσμης ανάλογα με την εφαρμογή. Συνήθως τα στοιχεία διεγείρονται σε ομάδες των 4 έως 32 ή ακόμα και ανά 1 στοιχείο. Εικόνα 77: Μορφολογία ευθείας δέσμης Phased arrays[15] 83

88 Εικόνα 78: Μορφολογία γωνιακής δέσμης Phased arrays[15] 7.4 Χαρακτηριστικά των κεφαλών Phased Array Οι κεφαλές Phased Array κατηγοριοποιούνται με βάση τα πιο κάτω λειτουργικά τους χαρακτηριστικά. Τύπος: Οι περισσότερες κεφαλές Phased Array είναι γωνιακής δέσμης με «παπουτσάκι» για έλεγχο με γωνιακή δέσμη η παπουτσάκι κάθετης δέσμης 0 μοιρών. Επίσης υπάρχουν και κεφαλές απευθείας επαφής ή για τεχνική Immersion. Συχνότητα: Οι περισσότερες κεφαλές Phased Array έχουν συχνότητες μεταξύ 2ΜΗz με 10ΜΗz,ωστοσο υπαρχουν κεφαλες με χαμηλοτερη η υψηλότερη συχνότητα. Οπως και στις συμβατικές κεφαλές, όσο χαμηλότερη είναι η συχνότητα τόσο αυξάνεται η ικανότητα διείσδυσης και όσο αυξάνεται η συχνότητα, αυξάνεται η διακριτική ικανότητα και η ακρίβεια της εστίασης. Αριθμός στοιχείων: Οι περισσότερες κεφαλές διαθέτουν 16 έως 64 στοιχεία αλλά υπάρχουν και συστήματα που υποστηρίζουν κεφαλές έως και 256 στοιχείων. Όσα περισσότερα στοιχεία έχει μια κεφαλή τόσο μεγαλύτερη είναι η ενεργή διάμετρος της δέσμης και τόσο μεγαλύτερη είναι η περιοχή κάλυψης κατά τον έλεγχο (κυρίως για έλεγχο σε μεγάλα πάχη). Επίσης, ο μεγαλύτερος αριθμός στοιχείων βελτιώνει την δυνατότητα οδήγησης και μορφοποίησης της δέσμης αλλά και αυξάνει σημαντικά το κόστος του εξοπλισμού. Μέγεθος στοιχείων: Όσο μικρότερα είναι τα στοιχεία που συνθέτουν την κεφαλή, τόσο καλύτερα κατευθύνεται η δέσμη των υπερήχων, αλλά απαιτούνται και περισσότερα στοιχεία για την κάλυψη ευρύτερης περιοχής, αυξάνοντας το κόστος του εξοπλισμού. 84

89 Εικόνα 79: Διαστασιολογικοί παράμετροι της κεφαλής phased arrays[15] 7.5 Παπουτσάκια κεφαλών Phased Array (Probe Wedges) Τα παπουτσάκια των κεφαλών Phased Array παίζουν τον ίδιο ρόλο με αυτά των συμβατικών κεφαλών. Έχουν ως στόχο τη δημιουργία της επιθυμητής γωνίας εξόδου της δέσμης υπέρηχων απο την κεφαλή και του καταλληλου τύπου κύματος βάση του νόμου του Snell. Εικόνα 80: Παπουτσάκι κεφαλής 7.6 Κατεύθυνση της δέσμης κεφαλών Phased Array Όπως εξηγήθηκε προηγουμένως, τα χαρακτηριστικά της δέσμης υπερήχων στις κεφαλές Phased Array, καθορίζονται από πολλούς παράγοντες. Εκτός από τη διάσταση των στοιχείων, τη συχνότητα και την απόσβεση που διέπουν τη συμβατική απόδοση κάθε μεμονωμένου στοιχείου, η συμπεριφορά της «συστοιχίας» επηρεάζεται από το πώς τα επιμέρους στοιχεία έχουν τοποθετηθεί, και πως ομαδοποιούνται για να δημιουργήσουν ένα αποτελεσματικό πλάτος δέσμης που θα ισοδυναμεί με το συμβατικό αντίστοιχό του. Για τις κεφαλές Phased Array, η μέγιστη γωνία απόκλισης της δέσμης, προκύπτει από την εξίσωση της μέγιστης γωνίας κατεύθυνσης δέσμης. Μπορεί εύκολα να φανεί από το σχήμα, ότι μικρά στοιχεία έχουν 85

90 μεγαλύτερη ημιγωνία απόκλισης και ως εκ τούτου υψηλότερη ενέργεια σε μεγαλύτερες γωνίες. Καθώς μειώνεται το μέγεθος των στοιχείων, περισσότερα στοιχεία θα πρέπει να ενεργοποιηθούν ταυτόχρονα για να διατηρηθεί η ίδια ευαισθησία. sinθ st =0.514 όπου sinθ st : μέγιστη γωνία πρόσπτωσης λ : μήκος κύματος υλικού e : πάχος δοκιμίου Εικόνα 81: Γωνίες μεγιστοποίησης δέσμης[15] 7.7 Εστίαση της δέσμης κεφαλών Phased Array Από την ημιγωνία της δέσμης, μπορεί να υπολογιστεί η διάμετρος της δέσμης υπερήχων σε οποιαδήποτε απόσταση από τον κρύσταλλο. Στην περίπτωση μιας κεφαλής Phased Array με ορθογωνική διάταξη στοιχείων, χωρίς εστίαση τα παραπάνω μεγέθη θα είναι ανάλογα όπως και σε μία συμβατική κεφαλή. Στην περίπτωση των κεφαλών Phased Array η εστίαση μπορεί να μεταβληθεί ηλεκτρονικά τόσο ως προς το βάθος όσο και ως προς το εύρος της συνισταμένης δέσμης στο σημείο εστίασης. Η εγγύς ςωνη για ενα συγκεκριμένο υλικό μας δίνει τη μεγίστη διαδρομή δέσμης στην οποία μπορεί να εστιάσει η δέσμη των υπερήχων. Το μήκος της εγγύς ζώνης βρίσκεται από τον παρακάτω τύπο: Ν=D 2 / 4 λ ή N=D 2 f / 4 c 86

91 Όπου: N = Εγγύς Ζώνη (mm) D = Διάμετρος Κρυστάλλου (mm) λ = Μήκος Κύματος (mm) c = Ταχύτητα Διάδοσης Κύματος (mm/s) f = Συχνότητα (Hz) Η εγγύς ζώνη μπορεί να μειωθεί, μειώνοντας τη διάμετρο του κρυστάλλου ή μειώνοντας την συχνότητα της δέσμης και το αντίστροφο. Σε κάθε περίπτωση η δέσμη δεν μπορεί να εστιάσει σε μήκος μεγαλύτερο από αυτό της Εγγύς Ζώνης. Στις κεφαλές Phased Array αυτό μπορεί να επιτευχθεί αυξάνοντας τον αριυμο των στοιχείων που μετέχουν στη οιαμορφωση της οεσμης. Αντίστοιχα, η εγγύς ζώνη (ΝΡΑ) της παραγόμενης δέσμης στις κεφαλές phased array προσδιορίζεται από την σχέση: N PA = ( ) ( ) Όπου Η = μήκος του στοιχείου (elevation) A = ενεργό άνοιγμα (active aperture) λ = μήκος κύματος Προσεγγιστικά στην πράξη προκύπτει από τον πιο κάτω τύπο: Ν PA = 0.25 x A 2 / λ Στην πιο κάτω εικόνα φαίνεται πως μεταβάλλεται η εστίαση για διαφορετικό αριθμό στοιχείων. 87

92 Εικόνα 82: Εστίαση κεφαλών[15] 7.8 Γραμμική σάρωση Phased Array Το σύστημα Phased Array ενεργοποιεί μια γραμμικά διατεταγμένη συστοιχία κρυστάλλων για τη δημιουργία της τομής του υλικού χωρίς να απαιτείται κίνηση της κεφαλής. Ομάδες στοιχείων της κεφαλής ενεργοποιούνται διαδοχικά και έτσι η δέσμη υπερήχων μετακινείται κατά μήκος της επιφάνειας ελέγχου. τα αντίστοιχα σήματα Α-σαρωσης ψηφιοποιούνται, συνθέτονται και απεικονίζεται χρωματικά στην οθόνη η τομή του υλικού. Εικόνα 83: Σάρωση Phased Array[15] 88

93 7.9 Σάρωση τομέα με Phased Array (S-scan) Ο τύπος αυτός σάρωση είναι μοναδικός για την τεχνική phased array και την διαφοροποιεί από τις υπόλοιπες τεχνικές ελέγχου. Σε αντίθεση με την γραμμική σάρωση όπου η γωνία της δέσμης είναι σταθερή και μεταβάλλεται το πλάτος της, στη σάρωση τύπου S (sector), το άνοιγμα της δέσμης (στοιχεία που ενεργοποιούνται) είναι σταθερό και μεταβάλλεται η γωνία της σάρωσης. Η σάρωση αυτή μπορεί να γίνει με παπουτσάκια 0 μοιρών για την οδήγηση διαμηκών κυμάτων από -30 έως +30 μοίρες για την ανίχνευση διαστρωματώσεων και ασυνεχειών με μικρή κλίση κάθετα προς τον άξονα της δέσμης. Η δεύτερη περίπτωση είναι με τη χρήση γωνιακών wedges για σάρωση περίπου από 35 έως 75 μοίρες με εγκάρσια κύματα. Ο τρόπος αυτός σάρωσης είναι αντίστοιχος μsσ αρε την χρήση διαφορετικών γωνιακών κεφαλών στον συμβατικό έλεγχο με υπερήχους. Μεταβάλλοντας τη γωνία σάρωσης με σταθερό βήμα, ελέγχουμε όλο τον όγκο του υλικού χωρίς να απομακρύνουμε την κεφαλή π.χ. από τον άξονα της συγκόλλησης όπως στον έλεγχο με κεφαλές 45, 60 και 70 μοιρών. Αυτό επιτρέπει σε αρκετές περιπτώσεις τον έλεγχο με ένα πέρασμα κατά μήκος της ραφής, και οδηγεί στην «αυτοματοποίηση» της διαδικασίας, ταχύτερο έλεγχο και υψηλότερο ενδεχόμενο ανίχνευσης πιθανών ασυνεχειών. Όπως και προηγουμένως η κυματομορφή για κάθε γωνία, ψηφιοποιείται, κωδικοποιείται χρωματικά και απεικονίζεται στην οθόνη της συσκευής. Η σύνθεση των απεικονίσεων αυτών για κάθε γωνία (κυματομορφή) δίνει τελικά την εικόνα της τομής του υλικού. Στην πραγματικότητα η γωνιακή μεταβολή της δέσμης γίνεται σε πραγματικό χρόνο μερικών nsec παρέχοντας συνεχή εικόνα της τομής του υλικού. Εικόνα 84: S-σάρωση[15] 7.10 Σάρωση τύπου-c (Phased Array C-Scan) Αυτός ο τύπος σάρωσης είναι παρόμοιος με τον αντίστοιχο του συμβατικού ελέγχου και μας δίνει την κάτοψη της επιφάνειας σαρώσεως, δείχνοντας τα ελαττώματα σαν περιοχές διαφορετικής χρωματικής αποτύπωσης, που συγχρονίζονται με την κίνηση της κεφαλής καθώς 89

94 αυτή διατρέχει την επιφάνεια του υλικού. Για την απεικόνιση της κάτοψης απαραίτητη είναι η χρήση encoder Συσκευές Phased Array Εικόνα 85: C-σάρωση[15] Για την κάλυψη των αναγκών των ελέγχων με την τεχνική Phased Array απαιτείται η υποστήριξη των διαφορετικών κεφαλών από τα κατάλληλα όργανα με τα απαραίτητα τεχνικά χαρακτηριστικά. Υπάρχουν φορητές συσκευές για manual, ημι-αυτόμτοποιημένο ή αυτόματο έλεγχο (AUT) και συστήματα για έλεγχο σε γραμμή παραγωγής. Εικόνα 86: Συσκευές Phased Arrays[15] Για την αξιολόγηση μιας συσκευής Phased Array συνήθως λαμβάνουμε υπόψιν ορισμένα τεχνικά χαρακτηριστικά όμοια με αυτά των συμβατικών συσκευών όπως τα χαρακτηριστικά του πομπού και του δέκτη, τις πύλες, τα alarms, τις διαθέσιμες τεχνικές διαστασιολόγησης κτλ, αλλά και ορισμένα επιπρόσθετα τεχνικά χαρακτηριστικό. Αριθμός πομπών (Number of Pulsers): Καθορίζει τον μέγιστο αριθμό στοιχείων που μπορούν να ενεργοποιηθούν ταυτόχρονα (σαν ομάδα) ώστε να σχηματίσουν την ενεργό οιαμετρο οεσμης. Αριθμός δεκτών: (Number of 90

95 Recievers): Καθορίζει τον συνολικό αριθυό των στοιχείων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν διαδοχικά σε ομάδες. Π.χ. 16, 64, 128, 256 ΧΧ:ΥΥ : Είναι ο συνδυασμός των δύο ανωτέρω αριθμών. Π.χ. 16:16, 16:64 ή σε πιο προηγμένες συσκευές 32:128 κτλ. Ο δεύτερος αριθμός είναι πάντα μεγαλύτερος ή ίσος από τον πρώτο. Όσο μεγαλύτεροι είναι οι δύο αυτοί αριθμοί τόσο περισσότερες δυνατότητες παραμετροποίησης των χαρακτηριστικών της δέσμης υπερήχων (αριθμός ενεργών στοιχείων, γωνία, εστιακή απόσταση) έχει το όργανο και τόσες περισσότερες είναι οι εφαρμογές ελέγχων που μπορεί να ικανοποιήσει υποστηρίζοντας τις αντίστοιχες κεφαλές. Στον πιο κάτω πίνακα βλέπουμε τον αριθμό των διαφορετικών συνδυασμών (#Laws) από την ενεργοποίηση ομάδων στοιχείων (4,8,16) από το σύνολο των στοιχείων. Εικόνα 87: Συνδυασμοί στοιχείων[15] Pulse Repetition Frequency, PRF: Η συχνότητα επανάληψης των παλμών είναι σημαντικό μέγεθος για την συχνότητα ανανέωσης της εικόνας στην οθόνη και για την τεχνική Phased Array ισχύει ότι όσο μεγαλύτερη είναι η συχνότητα επανάληψης των παλμών για ένα συγκεκριμένο αριθμό συνδυασμών στοιχείων, τόσο πιο καλή είναι η ανανέωση της εικόνας. Αναγνώριση κεφαλών: Η αυτόματη αναγνώριση των κεφαλών που συνδέονται στο όργανο επιτρεπει την αυτόματη Ληψη δεδομένων που αφορούν τα χαρακτηριστικά της κεφαλής, μειώνοντας τον χρόνο που πρέπει να δαπανήσει ο χειριστής για τον σκοπό αυτό. Τύποι απεικόνισης: Εκτός από τη γραμμική σάρωση και την σάρωση τομής που διαθέτουν τα όργανα Phased Array μπορεί να υποστηρίζουν και απεικονίσεις C-Scan και συνδυασμένες απεικονίσεις. 91

96 Encoder: Η δυνατότητα χρήσης encoder επιτρέπει τη διασύνδεση της θέσης της κεφαλής κατα τον έλεγχο με τα δεδομένα του ελέγχου. Σε όργανα που αποθηκεύουν τα βασικά δεδομένα (τις κυματομορφές τύπου A-scan), η χρήση encoder επιτρέπει την αναπαραγωγή της εικόνας με ταυτόχρονο προσδιορισμό της θέσης των ενδείξεων. Πύλες αναφοράς: Είναι «εργαλεία» που διαθέτουν τα όργανα στο λογισμικό τους και επιτρέπουν τη διαστασιολόγηση των ενδείξεων Βαθμονόμηση των συσκευών Phased Array Η βαθμονόμηση των συσκευών γίνεται με τη χρήση ειδικών πρότυπων δοκιμίων και αφορά διαφορετικές γωνίες δέσμης σε όλο το εύρος της, για τη βελτιστοποίηση της εικόνας και την ακριβέστερη διαστασιολόγηση των ενδείξεων. Η βαθμονόμηση αφορά τόσο την χρονική υστέρηση από στοιχείο σε στοιχείο όσο και την ευαισθησία κάθε στοιχείου ξεχωριστά. Εικόνα 88: Δοκίμιο βαθμονόμησης[15] Εικόνα 89: Δοκίμιο βαθμονόμησης[15] 92

97 7.13 Σημαντικές παράμετροι κατά τον έλεγχο με Phased Array Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, υπάρχουν πολλοί παράγοντες που πρέπει να προσδιοριστούν, έτσι ώστε να εκτελεστεί σωστά κάθε έλεγχος με υπερήχους. Υπάρχουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του υλικού και της κεφαλής που απαιτούνται για την ορθή βαθμονόμηση του οργάνου και τη σωστή επιθεώρηση. Χαρακτηριστικά του Υλικού: -Η ταχύτητα του υλικού που πρόκειται να ελεγχθεί πρέπει να ρυθμιστεί προκειμένου να μετρηθεί σωστά η διαδρομή της δέσμης. -Πάχος του υλικού. Αυτό είναι ιδιαίτερα χρήσιμο κατά τη διαστασιολόγηση. -Η ακτίνα καμπυλότητας πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά τον έλεγχο μη επίπεδων τεμαχίων για ακριβέστερη διαστασιολόγηση. Χαρακτηριστικά της κεφαλής: -Η συχνότητα της κεφαλής πρέπει να είναι γνωστή εκ των προτέρων για την ορθή παραμέτροποίηση του πομπού και του δέκτη. -To Zero Offset (μηδενισμός της κεφαλής) πρέπει να πραγματοποιηθεί προκειμένου να αντισταθμίσει τις χρονικές υστερήσεις που προκύπτουν από τη σύζευξη, τα ηλεκτρονικά κτλ. -Σήματα αναφοράς από γνωστούς ανακλαστήρες απαιτούνται για τη ρύθμιση της χρονικής βάσης - σχετικής έντασης. -Γωνία εισόδου της δέσμης στο υλικό που πρόκειται να ελεγχθεί. -Για κεφαλές Phased Array πρέπει επίσης να είναι γνωστός ο αριθμός των στοιχείων και το βήμα. Παπουτσάκι (wedge) -Ταχύτητα διάδοσης του ήχου μέσω της σφήνας -Γωνία πρόσπτωσης της σφήνας. -Index point Στον συμβατικό έλεγχο με υπερήχους, όλα τα παραπάνω βήματα πρέπει να πραγματοποιηθούν πριν από την επιθεώρηση για να επιτευχθούν σωστά αποτελέσματα. Κάθε φορά που μια κεφαλή ή παπουτσάκι της έχει αλλάξει, μια νέα βαθμονόμηση πρέπει να εκτελείται. Χρησιμοποιώντας την τεχνική των phased array, ο χρήστης πρέπει κατ αντιστοιχία να ακολουθεί τις ίδιες αρχές. Το κύριο πλεονέκτημα της τεχνικής phased arrays είναι η δυνατότητα να μεταβάλλεται δυναμικά το πλάτος της δέσμης, το βάθος εστίασης και η γωνία, ουσιαστικά επιτρέποντας τη 93

98 χρήση πολλών κεφαλών σε ένα χρόνο. Αυτό προσδίδει την πρόσθετη προϋπόθεση της επέκτασης της βαθμονόμησης σε κάθε συνδυασμό στοιχείων ξεχωριστά. Μια από τις σημαντικότερες διαφορές μεταξύ των συμβατικών υπερήχων και των Phased array αφορά τον έλεγχο γωνιακής δέσμης. Στον συμβατικό έλεγχο, η εισαγωγή μιας λανθασμένης γωνίας δέσμης ή ταχύτητας του υλικού οδηγεί σε λανθασμένο υπολογισμό της θέσης μιας ασυνέχειας αλλά δεν αλλοιώνει την αρχική πληροφορία, την κυματομορφή η οποία είναι αποτέλεσμα μηχανικού φαινομένου (παλμού-ηχούς). Αντιθέτως, η εισαγωγή λανθασμένων παραμέτρων σε ένα σύστημα Phased array οδηγεί στη δημιουργία μιας δέσμης με χαρακτηριστικά ακατάλληλα για τον έλεγχο, αφού αυτή διαμορφώνεται ηλεκτρονικά. Γι αυτό οι σύγχρονες συσκευές phased arrays αντλούν αυτόματα όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για τις κεφαλές από βιβλιοθήκες που διαθέτει το λογισμικό τους. [15] 94

99 8. ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ 8.1 Γενικά στοιχεία Η περιοχή ελέγχου προέρχεται από συγκόλληση δοχείου πίεσης υδρόθειου. To υδρόθειο (αγγλικά ΗΠΑ hydrogen sulfide και αγγλικά Ηνωμένου Βασιλείου hydrogen sulphide) είναι ανόργανη χημική ένωση, που περιέχει υδρογόνο και θείο, με χημικό τύπο H 2 S. Το χημικά καθαρό υδρόθειο, στις συνηθισμένες συνθήκες, δηλαδή σε θερμοκρασία 25 C και υπό πίεση 1 atm, είναι άχρωμο αέριο, με τη χαρακτηριστική οσμή των κλούβιων αυγών. Είναι βαρύτερο από τον αέρα, πολύ δηλητηριώδες, διαβρωτικό, εύφλεκτο και εκρηκτικό. Μικρές ποσότητες υδροθείου βρίσκονται στο αργό πετρέλαιο και στο φυσικό αέριο. Ιδιαίτερα το τελευταίο μπορεί να περιέχει υδρόθειο σε περιεκτικότητα ως και 90%. Τα ηφαίστεια και κάποιες μεταλλικές πηγές, τόσο θερμές όσο και ψυχρές, εκλύουν επίσης κάποιες ποσότητες υδροθείου, πιθανότατα ως προϊόν υδρόλυσης κάποιων θειούχων ορυκτών: MS + H 2 O MO + H 2 S Ένα (άγνωστο) ποσοστό των συνολικών παγκόσμιων εκπομπών υδροθείου είναι ανθρωπογενούς προέλευσης. Κυριότερη αιτία γι' αυτό είναι τα διυλιστήρια, τα οποία αποθειώνουν κάποια θειούχα συστατικά του αργού πετρελαίου, με τη χρήση υδρογόνου, οπότε το αποτέλεσμα είναι η παραγωγή υδροθείου με αναγωγή, μέσω της διεργασίας Κλάους (Claus process), που είναι πλέον και η κύρια (σύγχρονη) πηγή παραγωγής στοιχειακού θείου.[16] Το βασικό υλικό της κατασκευής είναι χάλυβας ASTM A516 Grade 70 ο οποίος έχει την χημική σύσταση και τις μηχανικές ιδιότητες που φαίνονται στους παρακάτω πίνακες[17]: Στοιχείο C Si Mn P S Al Cr Cu Ni Mo Nb Ti V Περιεκτ% Όριο Διαρροής(N/mm 2 ) Όριο Θραύσης(N/mm 2 ) Ο χάλυβας προμηθεύεται σε μορφή πλακών και στη συνέχεια με διαμόρφωση σε ράουλα λαμβάνει το κυλινδρικό σχήμα των δοχείων. Το δοχείο στο οποίο πραγματοποιήθηκαν οι έλεγχοι είχε διαστάσεις μήκος 5m και διάμετρο 1,65m. Ο τύπος των ηλεκτροδίων που χρησιμοποιήθηκαν είναι ο φ4 Phoenix 7018/E /E 42 5 B με συνθήκες συγκόλλησης 180 A και 24 V. Ο τύπος της μηχανής συγκόλλησης είναι ο FastMig KMS400 της εταιρίας Kemppi. Οι διαστάσεις του τμήματος της συγκόλλησης που ελέγχθηκε είναι μήκος 250mm και πλάτους 30mm και βρίσκεται στην κόκκινη περιοχή όπως φαίνεται στην Εικόνα

100 Η τεχνική που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή της συγκόλλησης είναι η συγκόλληση τόξου με επενδεδυμένα ηλεκτρόδια (SMAW)με διαδοχικά πάσα και μετακαθαρισμούς μετά από κάθε ένα πέρασμα. Εικόνα 90: Δοχείο πίεσης υδρόθειου Τμήμα ελέγχου συγκόλλησης (κόκκινη περιοχή) 96

101 8.2 ΔΙΕΙΣΔΥΤΙΚΑ ΥΓΡΑ Στοιχεία ελέγχου: Τύπος Διεισδυτή : KD-Check RDP-1 Χρόνος Διείσδυσης : 10min Τύπος Εμφανιστή : Fluxo R175 Φωτεινότητα : 1000 lux Διαδικασία εκτέλεσης ελέγχου: Αρχικά πρέπει να υπάρχει προσεκτικός καθαρισμός της συγκόλλησης είτε με λειαντικό τροχό είτε με συρματόβουρτσα ώστε να μην υπάρχουν ξένα σώματα στην επιφάνεια της συγκόλλησης τα οποία θα δημιουργήσουν ψευδείς ενδείξεις και θα αλλοιώσουν τα αποτελέσματα της μεθόδου. Μετά τον καθαρισμό εφαρμόζεται ο διεισδυτής ο οποίος βρίσκεται σε φιάλες των 500 ml σε μορφή σπρέι (κόκκινο χρώμα). Αφού παραμείνει επάνω στη συγκόλληση για το χρόνο που προτείνει ο κατασκευαστής (τουλάχιστον 10 min), ξεπλένεται με νερό και στεγνώνεται με καθαρό πανί το οποίο πρέπει να έχει όσο το δυνατόν λιγότερο χνούδι. Αφού βεβαιωθούμε ότι η συγκόλληση πλέον είναι στεγνή και χωρίς καθόλου υγρασία, εφαρμόζεται ο εμφανιστής ο οποίος επίσης βρίσκεται σε φιάλες των 500 ml σε μορφή σπρέι (άσπρο χρώμα). Χρειάζεται προσοχή στην εφαρμογή του εμφανιστή ώστε να απλώνεται ομοιόμορφα στην επιφάνεια της συγκόλλησης και να δημιουργείται ομοιόμορφη πούδρα και όχι να συσσωρεύεται περισσότερος σε μία περιοχή και λιγότερος σε άλλη. Αφού περάσουν τουλάχιστον 5 λεπτά αλλά όχι περισσότερα από 30 γιατί μπορεί να δημιουργηθούν ψευδής ενδείξεις βεβαιωνόμαστε με τη βοήθεια φωτόμετρου ότι η ένταση του φωτός στο χώρο του ελέγχου είναι μεγαλύτερη από την ελάχιστη που επιτρέπει το πρότυπο ελέγχου (τουλάχιστον 700 lux). Στη συνέχεια γίνεται η αξιολόγηση των όποιων ενδείξεων εμφανιστούν σύμφωνα με το πρότυπο ελέγχου που επιθυμεί ο κατασκευαστής. 8.3 ΜΑΓΝΗΤΙΚΑ ΣΩΜΑΤΙΔΙΑ Στοιχεία Ελέγχου: Τύπος Λευκού Υποστρώματος : Fluxo 7 Τύπος Μαγνήτη : Electro-spect Testing Systems inc. Model ES-X Τύπος Μαύρων Σωματιδίων : Fluxo 3 Φωτεινότητα : 1000 lux Διαδικασία εκτέλεσης ελέγχου: Αρχικά πρέπει να υπάρχει προσεκτικός καθαρισμός της συγκόλλησης είτε με λειαντικό τροχό είτε με συρματόβουρτσα ώστε να μην υπάρχουν ξένα σώματα στην επιφάνεια της συγκόλλησης 97

102 τα οποία θα δημιουργήσουν ψευδείς ενδείξεις και θα αλλοιώσουν τα αποτελέσματα της μεθόδου. Μετά τον καθαρισμό εφαρμόζεται το λευκού χρώματος υπόστρωμα επάνω στη συγκόλληση. Το χρώμα βρίσκεται σε φιάλες των 500 ml σε μορφή σπρέι. Στη συνέχεια μαγνητίζεται η περιοχή ελέγχου με τη βοήθεια του ηλεκτρομαγνήτη χειρός και ταυτόχρονα εφαρμόζεται το σπρέι που περιέχει τα μαύρα σωματίδια. Το μαγνητικό πεδίο που δημιουργεί ο ηλεκτρομαγνήτης θα συγκεντρώσει τα σωματίδια αυτά στις περιοχές οπού θα υπάρχει κάποιο σφάλμα. Θα πρέπει όμως η μαγνήτιση να γίνει σε δύο κάθετες μεταξύ τους κατευθύνσεις γιατί τα σφάλματα που θα εμφανίζονται πάντα θα είναι κάθετα στη διεύθυνση του μαγνητικού πεδίου (ή υπό κάποια γωνία) και τυχών παράλληλα σφάλματα θα χαθούν, γι αυτό και πρέπει να περιστραφεί ο μαγνήτης για να καλυφθεί και αυτό το ενδεχόμενο. Παράλληλα με τη μαγνήτιση και την εφαρμογή των μαύρων σωματιδίων γίνεται και η αξιολόγηση της περιοχής, σύμφωνα με το πρότυπο ελέγχου που επιθυμεί ο κατασκευαστής., αφού εάν δε μαγνητίζεται η περιοχή τα σωματίδια δε θα παραμένουν στις προβληματικές περιοχές και αφού προηγουμένως έχουμε βεβαιωθεί με τη βοήθεια του φωτόμετρου ότι η ένταση του φωτός στο χώρο του ελέγχου είναι μεγαλύτερη από την ελάχιστη που επιτρέπει το πρότυπο ελέγχου (τουλάχιστον 700 lux). 8.4 ΡΑΔΙΟΓΡΑΦΙΑ Στοιχεία Ελέγχου : Τύπος Ραδιενεργού Ισοτόπου : Ιρίδιο 192 Ενεργότητα : 20 Curie Χρόνος έκθεσης : 35 sec Τύπος Φιλμ : Kodak T200 (D5) Διαδικασία εκτέλεσης ελέγχου: Αρχικά υπάρχει μια προετοιμασία για τη διεξαγωγή του ελέγχου της ραδιογραφίας στην οποία συναρμολογείται το χειριστήριο (το οποίο επιτρέπει τον χειριστή να βρίσκεται σε μία ασφαλή απόσταση τουλάχιστον 10 m), με τη συσκευή του ραδιενεργού ισότοπου και στη συνέχεια το ραδιενεργό ισότοπο με τον ακροδέκτη που τελικά καταλήγει το ραδιενεργό ισότοπο όταν απομακρυνθεί από τη συσκευή του. Στην προετοιμασία του ελέγχου είναι και η σωστή σήμανση και απαγόρευση εισόδου στο χώρο του ελέγχου με κορδέλες σήμανσης και πινακίδες προειδοποίησης χρήσης ραδιενεργής ακτινοβολίας στο χώρο. Αφού έχει επιλεγεί το κατάλληλο μέγεθος φιλμ το οποίο να καλύπτει το μέγεθος της συγκόλλησης (υπάρχουν φιλμ διάφορων μεγεθών όπως 100, 160, 240, 320, 400 και 480 mm) το τοποθετούμε επάνω στην επιφάνεια της συγκόλλησης. Για τη συγκόλληση της εργασίας το φιλμ τοποθετήθηκε από τη μέσα πλευρά της συγκόλλησης (περιοχή ρίζας). Στη συνέχεια τοποθετούμε από την άλλη πλευρά της συγκόλλησης τον ακροδέκτη σε μία απόσταση από την επιφάνεια τουλάχιστον όσο και το μήκος της συγκόλλησης (250 mm δηλαδή) και στη συνέχεια υπολογίζεται ο χρόνος έκθεσης της ακτινοβολίας λαμβάνοντας υπόψη το πάχος της συγκόλλησης, την απόσταση του ακροδέκτη 98

103 από την επιφάνεια και την ενεργότητα του ραδιενεργού ισοτόπου. Με τη βοήθεια του χειριστηρίου απομακρύνουμε το ισότοπο από τη συσκευή του και το μεταφέρουμε στον ακροδέκτη και το αφήνουμε στο σημείο αυτό για το χρόνο που υπολογίσαμε. Μετά το πέρας του χρόνου αυτού το επαναφέρουμε μέσα στη συσκευή του. Αποσύρουμε το φιλμ, το οποίο στη συνέχεια εμφανίζεται μέσα σε σκοτεινό θάλαμο σε ειδική εμφανιστική μηχανή και ο χρόνος εμφάνισης είναι 4,5 λεπτά. Όταν εμφανιστεί το φιλμ η αξιολόγηση γίνεται σε συσκευές viewer στις οποίες υπάρχουν ισχυροί λαμπτήρες για να γίνουν εμφανή τα όποια σφάλματα που φαίνονται σαν άσπρα σημεία σε μαύρο υπόστρωμα. Στη συνέχεια γίνεται η αξιολόγηση των όποιων ενδείξεων εμφανιστούν σύμφωνα με το πρότυπο ελέγχου που επιθυμεί ο κατασκευαστής. 8.5 ΥΠΕΡΗΧΟΣ Στοιχεία Ελέγχου : Τύπος Συσκευής : Krautkrammer USM 35X Τύπος Κεφαλής : Krautkrammer 70 o Τύπος Μέσου Σύζευξης : γέλη υπερήχου Διαδικασία εκτέλεσης ελέγχου: Αρχικά πρέπει να βαθμονομηθεί η συσκευή του υπερήχου μαζί με την κεφαλή. Η διαδικασία αυτή μπορεί να γίνει ακόμα και πριν βρεθεί ο χειριστής στο χώρο του ελέγχου. Με τη χρήση πρότυπων δοκιμίων βαθμονόμησης (πχ Calibration Blocks ASTM V1, ASTM V2 κτλ) βεβαιωνόμαστε ότι για τη συγκεκριμένη γωνία κεφαλής οι ενδείξεις που εμφανίζονται στην οθόνη της συσκευής έχουν τις σωστές αποστάσεις. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται ότι εάν εντοπιστεί κάποια ένδειξη κατά τη διάρκεια διεξαγωγής του ελέγχου ο χειριστής ανάλογα με το σημείο στο οποίο θα εμφανίζεται η ένδειξη αυτή θα κρίνει σωστά εάν είναι όντως σφάλμα ή αν είναι κάποια ανάκλαση του ήχου σε κάποιο γεωμετρικό στοιχείο του βασικού μετάλλου. Πριν τον έλεγχο με γωνιακή κεφαλή γίνεται και ένας έλεγχος με ευθεία δίδυμη κεφαλή 4 MHz στο σημείο όπου θα πατήσει η γωνιακή για να βεβαιωθούμε ότι στο σημείο αυτό δεν υπάρχει lamination. Τοποθετείται γέλη υπερήχου και στη συνέχεια σκανάρεται με τη γωνιακή κεφαλή η συγκόλληση και από τις δύο πλευρές της ώστε να ελεγχθούν και οι δύο φρέζες που δημιουργήθηκαν στο βασικό μέταλλο που στη συνέχεια θα γεμίσουν με το πρόσθετο υλικό του ηλεκτροδίου. Σε ότι αφορά την αξιολόγηση, η πιο διαδεδομένη μέθοδος είναι με τη βοήθεια της καμπύλης DAC. Η καμπύλη αυτή έχει δημιουργηθεί με τη χρήση τεχνητών σφαλμάτων (πχ οπών διαμέτρου 3,2 mm), επάνω σε δοκίμια παρόμοιου πάχους με το πάχος της συγκόλλησης και οι οποίες προσομοιώνουν τα σφάλματα που θέλουμε να εντοπίσουμε. Οποιοδήποτε σφάλμα (τα οποία εμφανίζονται με τη μορφή peaks) κατά τη διάρκεια του πραγματικού ελέγχου ξεπεράσει την καμπύλη αυτή θεωρείται μη αποδεκτό και πρέπει να επιδιορθωθεί. Η αξιολόγηση βάση των κριτηρίων απόρριψης γίνεται σύμφωνα με το πρότυπο ελέγχου που επιθυμεί ο κατασκευαστής. 99

104 8.6 PHASED ARRAY Στοιχεία Ελέγχου : Τύπος Συσκευής :GE Inspection Technologies Phasor XS Τύπος Κεφαλής : GE με βήμα 1 Τύπος Μέσου Σύζευξης : γέλη υπερήχου Διαδικασία εκτέλεσης ελέγχου: Η διαδικασία ελέγχου είναι ακριβώς ίδια με τη διαδικασία του απλού υπερήχου. Η διαφορά είναι ότι η κεφαλή της συσκευής είναι σε θέση την ίδια στιγμή να σκανάρει ταυτόχρονα σε γωνίες με βήμα γωνίας 1 και να παρουσιάζει τις ενδείξεις σε μια ψευδο-τρισδιάστατη απεικόνιση στην οθόνη της συσκευής. Κατά τα άλλα η βαθμονόμηση γίνεται με τον ίδιο τρόπο σε πρότυπο δοκίμιο βαθμονόμησης, όπως επίσης και η αξιολόγηση, απλά σε αυτή την περίπτωση η οπτική βοήθεια δίνει μια πιο ξεκάθαρη εικόνα της γεωμετρίας του σφάλματος. 100

105 9. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ - ΣΥΖΗΤΗΣΗ 9.1 Αποτελέσματα Διεισδυτικών Υγρών Στον έλεγχο με διεισδυτικά υγρά δεν εντοπίστηκε κανένα σφάλμα/ασυνέχεια στην επιφάνεια της συγκόλλησης (Εικόνα 91). Εικόνα 91: Αποτέλεσμα ελέγχου ΔΥ 9.2 Αποτελέσματα Μαγνητικών Σωματιδίων Στον έλεγχο με μαγνητικά σωματίδια δεν εντοπίστηκε κανένα σφάλμα/ασυνέχεια στην επιφάνεια της συγκόλλησης (Εικόνα 92). Εικόνα 92: Αποτέλεσμα ελέγχου ΜΣ 101

106 9.3 Αποτελέσματα Ραδιογραφίας Στον έλεγχο με ραδιογραφία εντοπίστηκαν οι εξής ενδείξεις: Εικόνα 93: Αποτέλεσμα Ραδιογραφικού ελέγχου Γραμμική ένδειξη 1 στο σημείο 5mm Γραμμική ένδειξη 2 στο σημείο 30mm Γραμμική ένδειξη 3 στο σημείο 40mm Γραμμική ένδειξη 4 στο σημείο 55mm Γραμμική ένδειξη 5 στο σημείο 65mm Σφαιρική ένδειξη 6 στο σημείο 130mm 102

107 9.4 Αποτελέσματα Υπερήχου Στον έλεγχο με υπερήχους εντοπίστηκαν οι εξής ενδείξεις: Ένδειξη σε βάθος 8,24mm στο σημείο 5mm Εικόνα 94: Ένδειξη σε βάθος 8,24 Ένδειξη σε βάθος 8,55mm στο σημείο 30mm Εικόνα 95: Ένδειξη σε βάθος 8,55 103

108 Ένδειξη σε βάθος 10,29mm στο σημείο 40mm Εικόνα 96: Ένδειξη σε βάθος 10,29 Ένδειξη σε βάθος 11,59mm στο σημείο 55m Εικόνα 97: Ένδειξη σε βάθος 11,59 104

109 Ένδειξη σε βάθος 9,05mm στο σημείο 65mm Εικόνα 98: Ένδειξη σε βάθος 9,05 Ένδειξη σε βάθος 8,85mm στο σημείο 130mm Εικόνα 99: Ένδειξη σε βάθος 8,85 105

110 Ένδειξη σε βάθος 7,03mm στο σημείο 190mm Εικόνα 100: Ένδειξη σε βάθος 7,03 Ένδειξη σε βάθος 7,26mm στο σημείο 210mm Εικόνα 101: Ένδειξη σε βάθος 7,26 106

111 9.5 Αποτελέσματα Phased Array Στον έλεγχο με phased array εντοπίστηκαν οι εξής ενδείξεις: Ένδειξη σε βάθος 8,23mm στο σημείο 5mm Εικόνα 102: Ένδειξη σε βάθος 8,23 Ένδειξη σε βάθος 8,45mm στο σημείο 30mm Εικόνα 103: Ένδειξη σε βάθος 8,45 107

Μη Καταστροφικός Έλεγχος

Μη Καταστροφικός Έλεγχος Μη Καταστροφικός Έλεγχος Μέθοδος Μαγνητικών Σωματιδίων 1 Διδάσκων: Καθηγητής Θεοδουλίδης Θεόδωρος Επιμέλεια Παρουσιάσεων: Κουσίδης Σάββας Γενικά για το μαγνητισμό Όλα τα υλικά αποτελούνται από άτομα και

Διαβάστε περισσότερα

Μη Καταστροφικός Έλεγχος

Μη Καταστροφικός Έλεγχος Μη Καταστροφικός Έλεγχος Μέθοδος Διεισδυτικών Υγρών 1 Διδάσκων: Καθηγητής Θεοδουλίδης Θεόδωρος Επιμέλεια Παρουσιάσεων: Κουσίδης Σάββας Γενικά χαρακτηριστικά της μεθόδου Αποτελεί την πιο ευρέως χρησιμοποιούμενη

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ 4 ο ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΩΡΙΑ 2017

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ 4 ο ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΩΡΙΑ 2017 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ 4 ο ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΩΡΙΑ 2017 Εξοπλισμός και Υλικά Σε ένα σιδηρομαγνητικό υλικό, το μαγνητικό πεδίο που επάγεται πρέπει να βρίσκει την ασυνέχεια υπό γωνία 90 ο ή 45 ο μοίρες.

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ 3 ο ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΩΡΙΑ 2017

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ 3 ο ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΩΡΙΑ 2017 ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ 3 ο ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΩΡΙΑ 2017 Χαρακτηριστικά: Γρήγορη και σχετικά εύκολη μέθοδος Χρησιμοποιεί μαγνητικά πεδία και μικρά μαγνητικά σωματίδια Προϋπόθεση το υπό-εξέταση δοκίμιο

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΘΕΩΡΙΑ ο ΜΑΘΗΜΑ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΘΕΩΡΙΑ ο ΜΑΘΗΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΘΕΩΡΙΑ 2017 9 ο ΜΑΘΗΜΑ Τα (ΔΥ) είναι μία μη καταστροφική μέθοδος που βασίζεται στην οπτική παρατήρηση. Τα ΔΥ αυξάνουν την πιθανότητα παρατήρησης ενδείξεων επιφανειακής

Διαβάστε περισσότερα

Μη καταστροφικοί έλεγχοι συγκολλήσεων (NDT)

Μη καταστροφικοί έλεγχοι συγκολλήσεων (NDT) Μάθημα 9.2 Μη καταστροφικοί έλεγχοι συγκολλήσεων (NDT) 15.1 Εισαγωγή Ο έλεγχος των ηλεκτροσυγκολλήσεων ολοκληρώνεται μετά από 48 ώρες τουλάχιστον από την εκτέλεσή τους, επειδή η διαπίστωση τυχόν ρηγμάτωσης,

Διαβάστε περισσότερα

Μη Καταστροφικός Έλεγχος

Μη Καταστροφικός Έλεγχος Μη Καταστροφικός Έλεγχος Εισαγωγή 1 Διδάσκων: Καθηγητής Θεοδουλίδης Θεόδωρος Επιμέλεια Παρουσιάσεων: Κουσίδης Σάββας Τι είναι οι Μ.Κ.Ε. (NDT); Ορισμός: Μη Καταστροφικός Έλεγχος θεωρείται η εξέταση και

Διαβάστε περισσότερα

ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ NON DESTRUCTIVE TESTING NDT Methods

ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ NON DESTRUCTIVE TESTING NDT Methods ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ NON DESTRUCTIVE TESTING NDT Methods RadiographicTesting - Magnetic Particle Testing - Penetrant Testing - Ultrasonic Testing - Eddy Current Testing - Neutron Radiographic Testing-

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΘΕΩΡΙΑ ο ΜΑΘΗΜΑ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΘΕΩΡΙΑ ο ΜΑΘΗΜΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΘΕΩΡΙΑ 2017 7 ο ΜΑΘΗΜΑ Εισαγωγή Κύμα είναι η διάδοση των περιοδικών κινήσεων (ταλαντώσεων) που κάνουν τα στοιχειώδη σωματίδια ενός υλικού γύρω από τη θέση ισορροπίας

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΩΡΙΑ ΜΑΓΝΗΤΙΚΑ ΣΩΜΑΤΙΔΙΑ

ΘΕΩΡΙΑ ΜΑΓΝΗΤΙΚΑ ΣΩΜΑΤΙΔΙΑ ΘΕΩΡΙΑ ΜΑΓΝΗΤΙΚΑ ΣΩΜΑΤΙΔΙΑ Δρ. Βουλγαράκη Χαριτίνη ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΑΣ & 2016 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Μέθοδος Μαγνητικών Σωματιδίων 3 1.1. Βασικές Αρχές 3 1.1.1. Μαγνητισμός 4 1.1.2. Τύποι Μαγνητισμού 4 1.2.Βρόχος

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΠΑΧΟΥΣ ΚΑΙ ΑΤΕΛΕΙΩΝ ΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΜΕ ΥΠΕΡΗΧΟΥΣ

ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΠΑΧΟΥΣ ΚΑΙ ΑΤΕΛΕΙΩΝ ΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΜΕ ΥΠΕΡΗΧΟΥΣ Άσκηση 1 ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΠΑΧΟΥΣ ΚΑΙ ΑΤΕΛΕΙΩΝ ΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΜΕ ΥΠΕΡΗΧΟΥΣ 1.1. Γενικά 1.2. Αρχή λειτουργίας 1.3. Μέτρηση πάχους εξαρτημάτων 1.4. Εντοπισμός ελαττωμάτων 1.5. Πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 9: Έλεγχος με Μαγνητικά Σωματίδια

Κεφάλαιο 9: Έλεγχος με Μαγνητικά Σωματίδια Κεφάλαιο 9: Έλεγχος με Μαγνητικά Σωματίδια Σύνοψη Το κεφάλαιο αναφέρεται στην ενίσχυση της ευκρίνειας επιφανειακών ατελειών με χρήση μαγνητικού πεδίου και σκόνης μετάλλου που συγκεντρώνεται στο σημείο

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΕΣ ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΣΗΣ. Δρ. Φ. Σκιττίδης, Δρ. Π. Ψυλλάκη

ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΕΣ ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΣΗΣ. Δρ. Φ. Σκιττίδης, Δρ. Π. Ψυλλάκη ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΕΣ ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΣΗΣ Δρ. Φ. Σκιττίδης, Δρ. Π. Ψυλλάκη ΔΙΕΡΓΑΣΙΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ Ορυκτά Πρώτες ύλες Κεραμικά Οργανικά υλικά (πετρέλαιο, άνθρακας) Μέταλλα (ελατά και όλκιμα) Μεταλλικός δεσμός Κεραμικά

Διαβάστε περισσότερα

ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΜΑΓΝΗΤΙΚΩΝ ΦΑΚΩΝ. Ηλεκτροστατικοί και Μαγνητικοί Φακοί Βασική Δομή Μαγνητικών Φακών Υστέρηση Λεπτοί Μαγνητικοί Φακοί Εκτροπές Φακών

ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΜΑΓΝΗΤΙΚΩΝ ΦΑΚΩΝ. Ηλεκτροστατικοί και Μαγνητικοί Φακοί Βασική Δομή Μαγνητικών Φακών Υστέρηση Λεπτοί Μαγνητικοί Φακοί Εκτροπές Φακών ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΜΑΓΝΗΤΙΚΩΝ ΦΑΚΩΝ Βασική Δομή Μαγνητικών Φακών Υστέρηση Λεπτοί Μαγνητικοί Φακοί Εκτροπές Φακών ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗ ΟΠΤΙΚΗ ΓΥΑΛΙΝΟΙ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΙ ΦΑΚΟΙ Οι φακοί χρησιμοποιούνται για να εκτρέψουν μία

Διαβάστε περισσότερα

Επιστήμη και Τεχνολογία Συγκολλήσεων

Επιστήμη και Τεχνολογία Συγκολλήσεων Επιστήμη και Τεχνολογία Συγκολλήσεων Ενότητα 8: Καταστρεπτικός έλεγχος Γρηγόρης Ν. Χαϊδεμενόπουλος Πολυτεχνική Σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες

Διαβάστε περισσότερα

Μαγνητισμός μαγνητικό πεδίο

Μαγνητισμός μαγνητικό πεδίο ΜΑΓΝΗΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ Μαγνητισμός μαγνητικό πεδίο Ο μαγνητισμός είναι κάτι τελείως διαφορετικό από τον ηλεκτρισμό; Πριν 200 χρόνια ο μαγνητισμός αποτελούσε ένα τελείως ξεχωριστό κεφάλαιο

Διαβάστε περισσότερα

Άσκηση 9. Μη καταστροφικοί έλεγχοι υλικών Δινορεύματα

Άσκηση 9. Μη καταστροφικοί έλεγχοι υλικών Δινορεύματα Άσκηση 9 Μη καταστροφικοί έλεγχοι υλικών Δινορεύματα Στοιχεία Θεωρίας Η αναγκαιότητα του να ελέγχονται οι κατασκευές (ή έστω ορισμένα σημαντικά τμήματα ή στοιχεία τους) ακόμα και κατά τη διάρκεια της λειτουργίας

Διαβάστε περισσότερα

ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ

ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ 1. ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ Διασφαλίστε το επαγγελματικό σας μέλλον Η πιστοποίηση επαγγελματιών αποτελεί μια σύγχρονη και διεθνώς αναγνωρισμένη

Διαβάστε περισσότερα

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΝΤΟΧΗΣ ΣΤΗ ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΤΟΥ ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΥ ΑΝΟΔΙΩΣΗ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΝΤΟΧΗΣ ΣΤΗ ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΤΟΥ ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΥ ΑΝΟΔΙΩΣΗ Εισαγωγή ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΝΤΟΧΗΣ ΣΤΗ ΔΙΑΒΡΩΣΗ ΤΟΥ ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΥ ΑΝΟΔΙΩΣΗ Το γαλβανικό κελί (γαλβανική διάβρωση) είναι μια ηλεκτροχημική αντίδραση οξείδωσης-αναγωγής (redox), η οποία συμβαίνει όταν δύο ανόμοια μέταλλα

Διαβάστε περισσότερα

Μη Καταστροφικοί Έλεγχοι Η μέθοδος των δινορρευμάτων

Μη Καταστροφικοί Έλεγχοι Η μέθοδος των δινορρευμάτων Μη Καταστροφικοί Έλεγχοι Η μέθοδος των δινορρευμάτων Θεόδωρος Θεοδουλίδης Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών Πολυτεχνική Σχολή Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας meander.uowm.gr Αναγνωρισμένες μέθοδοι Μη Καταστροφικών

Διαβάστε περισσότερα

ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ NON DESTRUCTIVE TESTING NDT Methods

ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ NON DESTRUCTIVE TESTING NDT Methods ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ NON DESTRUCTIVE TESTING NDT Methods RadiographicTesting - Magnetic Particle Testing - Penetrant Testing - Ultrasonic Testing - Eddy Current Testing - Neutron Radiographic Testing-

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΜΕΤΑΛΛΩΣΕΙΣ. Τεχνικές εφαρμογής και μέτρησης. Οι βασικοί τρόποι επιμετάλλωσης είναι:

ΕΠΙΜΕΤΑΛΛΩΣΕΙΣ. Τεχνικές εφαρμογής και μέτρησης. Οι βασικοί τρόποι επιμετάλλωσης είναι: Από το Θεόδωρο Τσαγκάρη Ηλεκτρολόγο Μηχανικό ΕΜΠ Μηχανικό Πωλήσεων για το Τεχνικό Γραφείο Δ. Βρέκοσις ΕΠΙΜΕΤΑΛΛΩΣΕΙΣ Τεχνικές εφαρμογής και μέτρησης p a g e 22 Η επιμετάλλωση γίνεται με τη δημιουργία ενός

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΕΝΘΕΤΟ σελ. 1. Ηλεκτρικά φορτία

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΕΝΘΕΤΟ σελ. 1. Ηλεκτρικά φορτία ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΕΝΘΕΤΟ σελ. 1 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΟ ΕΝΘΕΤΟ 1.1 Θεωρητικό Μέρος Ηλεκτρικά φορτία Τα ηλεκτρισμένα σώματα χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: Θετικά Ηλεκτρισμένα: Είναι τα σώματα που εμφανίζουν συμπεριφορά όμοια

Διαβάστε περισσότερα

ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ

ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΙ ΕΛΕΓΧΟΙ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ 2017 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Μη Καταστροφικός Έλεγχος..3 1. Η μέθοδος των Διεισδυτικών Υγρών 4 2. Η μέθοδος των Μαγνητικών Σωματιδίων 5 3. Η μέθοδος των

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΔΙΕΙΣΔΥΤΙΚΑ ΥΓΡΑ Δρ. Βουλγαράκη Χαριτίνη & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ 2016 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Εισαγωγή 3 1.1. Οπτική Οξύτητα 3 1.2. Βασικές Εφαρμογές των Διεισδυτικών

Διαβάστε περισσότερα

Από πού προέρχεται η θερμότητα που μεταφέρεται από τον αντιστάτη στο περιβάλλον;

Από πού προέρχεται η θερμότητα που μεταφέρεται από τον αντιστάτη στο περιβάλλον; 3. ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ Ένα ανοικτό ηλεκτρικό κύκλωμα μετατρέπεται σε κλειστό, οπότε διέρχεται από αυτό ηλεκτρικό ρεύμα που μεταφέρει ενέργεια. Τα σπουδαιότερα χαρακτηριστικά της ηλεκτρικής ενέργειας είναι

Διαβάστε περισσότερα

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΦΘΟΡΑΣ 1.Φθορά επιφανειών φθοράς 2. Μηχανισμοί φθοράς Φθορά πρόσφυσης (adhesive wear)

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΦΘΟΡΑΣ 1.Φθορά επιφανειών φθοράς 2. Μηχανισμοί φθοράς Φθορά πρόσφυσης (adhesive wear) ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΦΘΟΡΑΣ 1.Φθορά επιφανειών Οι επιφανειακές ανωμαλίες στερεών σωμάτων που έρχονται σε επαφή «καταστρέφονται», υπό την επίδραση των δυνάμεων τριβής, με διάφορους μηχανισμούς. Το είδος και το μέγεθος

Διαβάστε περισσότερα

PROTECT 321. Τεχνικό Φυλλάδιο. ΣΧΕΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ Καταλύτης Κανονικός & Γρήγορος ΗARD 10 ΤΗΙΝ 50. Ακρυλικό διαλυτικό Κανονικό, Γρήγορο & Αργό

PROTECT 321. Τεχνικό Φυλλάδιο. ΣΧΕΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ Καταλύτης Κανονικός & Γρήγορος ΗARD 10 ΤΗΙΝ 50. Ακρυλικό διαλυτικό Κανονικό, Γρήγορο & Αργό Τεχνικό Φυλλάδιο Ακρυλικό Αστάρι ΗARD 10 ΤΗΙΝ 50 ΣΧΕΤΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ Καταλύτης Κανονικός & Γρήγορος Ακρυλικό διαλυτικό Κανονικό, Γρήγορο & Αργό ΧΡΗΣΗ Μέσα Μεταφοράς Μηχανήματα & Εξοπλισμός ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΥΔΡΕΥΣΗΣ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ ΧΑΝΙΩΝ Δ.Ε.Υ.Α.Χ. ΔΙΕΥΘΥΝΟΥΣΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑ : Τ.Υ. Δ.Ε.Υ.Α. ΧΑΝΙΩΝ

ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΥΔΡΕΥΣΗΣ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ ΧΑΝΙΩΝ Δ.Ε.Υ.Α.Χ. ΔΙΕΥΘΥΝΟΥΣΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑ : Τ.Υ. Δ.Ε.Υ.Α. ΧΑΝΙΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΥΔΡΕΥΣΗΣ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ ΧΑΝΙΩΝ Δ.Ε.Υ.Α.Χ. ΔΙΕΥΘΥΝΟΥΣΑ ΥΠΗΡΕΣΙΑ : Τ.Υ. Δ.Ε.Υ.Α. ΧΑΝΙΩΝ ΕΡΓΟ : ΕΚΣΥΧΡΟΝΙΣΜΟΣ ΚΤΙΡΙΩΝ ΚΑΙ ΔΕΞΑΜΕΝΩΝ Ε.Ε.Λ. ΧΑΝΙΩΝ ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ ΒΑΦΗΣ ΜΕΤΑΛΛΙΚΩΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

Μη Καταστροφικός Έλεγχος

Μη Καταστροφικός Έλεγχος Μη Καταστροφικός Έλεγχος Ραδιογραφικός Έλεγχος 1 Διδάσκων: Καθηγητής Θεοδουλίδης Θεόδωρος Επιμέλεια Παρουσιάσεων: Κουσίδης Σάββας Ραδιογραφία Η Ραδιογραφία (RT) είναι μια από τις πρώτες και βασικότερες

Διαβάστε περισσότερα

Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης. ΕΠΙΣΗΜΟ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ της ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΣΗΣ

Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης. ΕΠΙΣΗΜΟ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ της ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΣΗΣ Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης Παράρτημα F1A/12 του Πιστοποιητικού Αρ. 159-4 ΕΠΙΣΗΜΟ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ της ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΣΗΣ του Εργαστηρίου Μη Καταστροφικών και Μηχανικών Δοκιμών της "T.C.L. Co. - Test & Control

Διαβάστε περισσότερα

Μέθοδοι και εφαρµογές Μη Καταστροφικού Ελέγχου βασισµένες στον Ηλεκτροµαγνητισµό

Μέθοδοι και εφαρµογές Μη Καταστροφικού Ελέγχου βασισµένες στον Ηλεκτροµαγνητισµό Μέθοδοι και εφαρµογές Μη Καταστροφικού Ελέγχου βασισµένες στον Ηλεκτροµαγνητισµό Από το Θεόδωρο Τσαγκάρη Ηλ.Μηχανικό ΕΜΠ & Μηχανικό Πωλήσεων του Τεχνικού Γραφείου.Βρέκοσις Στην κατηγορία αυτή περιλαµβάνονται

Διαβάστε περισσότερα

Απορρόφηση του φωτός Προσδιορισμός του συντελεστή απορρόφησης διαφανών υλικών

Απορρόφηση του φωτός Προσδιορισμός του συντελεστή απορρόφησης διαφανών υλικών Ο11 Απορρόφηση του φωτός Προσδιορισμός του συντελεστή απορρόφησης διαφανών υλικών 1. Σκοπός Η εργαστηριακή αυτή άσκηση αποσκοπεί α) στην μελέτη του φαινομένου της εξασθένησης του φωτός καθώς αυτό διέρχεται

Διαβάστε περισσότερα

ΤΥΠΟΛΟΓΙΟ-ΒΑΣΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

ΤΥΠΟΛΟΓΙΟ-ΒΑΣΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ ΦΥΣΙΚΗ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ 3.3 ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΣΜΟΣ ΤΥΠΟΛΟΓΙΟ-ΒΑΣΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ Οι μαγνητικοί πόλοι υπάρχουν πάντοτε σε ζευγάρια. ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΜΑΓΝΗΤΙΚΑ ΜΟΝΟΠΟΛΑ. Οι ομώνυμοι πόλοι απωθούνται, ενώ οι

Διαβάστε περισσότερα

διατήρησης της μάζας.

διατήρησης της μάζας. 6. Ατομική φύση της ύλης Ο πρώτος που ισχυρίστηκε ότι η ύλη αποτελείται από δομικά στοιχεία ήταν ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Δημόκριτος. Το πείραμα μετά από 2400 χρόνια ήρθε και επιβεβαίωσε την άποψη αυτή,

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Ηλεκτρικών Μηχανών

Εργαστήριο Ηλεκτρικών Μηχανών Εργαστήριο Ηλεκτρικών Μηχανών Βασικές αρχές ηλεκτρομαγνητισμού Παλάντζας Παναγιώτης palantzaspan@gmail.com 2013 Σκοπός του μαθήματος Στο τέλος του κεφαλαίου, οι σπουδαστές θα πρέπει να είναι σε θέση να:

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΦΥΣΙΚΗ Γ.Π. Γ Λυκείου / Το Φως 1. Η υπεριώδης ακτινοβολία : a) δεν προκαλεί αμαύρωση της φωτογραφικής πλάκας. b) είναι ορατή. c) χρησιμοποιείται για την αποστείρωση ιατρικών εργαλείων. d) έχει μήκος κύματος

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 2 ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΗ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 2 ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΗ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 2 ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΚΗ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ 1. Εισαγωγή. Η ενέργεια, όπως είναι γνωστό από τη φυσική, διαδίδεται με τρεις τρόπους: Α) δι' αγωγής Β) δια μεταφοράς Γ) δι'ακτινοβολίας Ο τελευταίος τρόπος διάδοσης

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΩΘΕΡΜΙΑΣ

ΤΕΧΝΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΩΘΕΡΜΙΑΣ ΤΕΧΝΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΩΘΕΡΜΙΑΣ Η αξιοποίηση της γεωθερμικής ενέργειας συναντά ορισμένα τεχνικά προβλήματα, Τα προβλήματα αυτά είναι: (α) ο σχηματισμός επικαθίσεων (ή καθαλατώσεις

Διαβάστε περισσότερα

Παρασκευαστικό διαχωρισμό πολλών ουσιών με κατανομή μεταξύ των δύο διαλυτών.

Παρασκευαστικό διαχωρισμό πολλών ουσιών με κατανομή μεταξύ των δύο διαλυτών. 1. ΕΚΧΥΛΙΣΗ Η εκχύλιση είναι μία από τις πιο συνηθισμένες τεχνικές διαχωρισμού και βασίζεται στην ισορροπία κατανομής μιας ουσίας μεταξύ δύο φάσεων, που αναμιγνύονται ελάχιστα μεταξύ τους. Η ευρύτητα στη

Διαβάστε περισσότερα

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο 4. ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟ γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο /Ελληνικός χώρος Τα ελληνικά βουνά (και γενικότερα οι ορεινοί όγκοι της

Διαβάστε περισσότερα

Βασικές διαδικασίες παραγωγής πολωμένου φωτός

Βασικές διαδικασίες παραγωγής πολωμένου φωτός Πόλωση του φωτός Βασικές διαδικασίες παραγωγής πολωμένου φωτός πόλωση λόγω επιλεκτικής απορρόφησης - διχρωισμός πόλωση λόγω ανάκλασης από μια διηλεκτρική επιφάνεια πόλωση λόγω ύπαρξης δύο δεικτών διάθλασης

Διαβάστε περισσότερα

Φύλλο Εργασίας 4 Μετρήσεις Θερμοκρασίας-Η βαθμονόμηση

Φύλλο Εργασίας 4 Μετρήσεις Θερμοκρασίας-Η βαθμονόμηση Φύλλο Εργασίας 4 Μετρήσεις Θερμοκρασίας-Η βαθμονόμηση Οι άνθρωποι προσπαθούν να εκτιμήσουν κατά προσέγγιση ή να μετρήσουν με ακρίβεια τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος, των διαφόρων σωμάτων ή και τη θερμοκρασία

Διαβάστε περισσότερα

Προσανατολισμός. Γιώργος Τσεβεκίδης. Υπεύθυνοι Καθηγητές: Σμυρλή Ιωάννα. Πιτένη Αναστασία. Καραγιάννης Στέργιος

Προσανατολισμός. Γιώργος Τσεβεκίδης. Υπεύθυνοι Καθηγητές: Σμυρλή Ιωάννα. Πιτένη Αναστασία. Καραγιάννης Στέργιος Προσανατολισμός Γιώργος Τσεβεκίδης Υπεύθυνοι Καθηγητές: Σμυρλή Ιωάννα Πιτένη Αναστασία Καραγιάννης Στέργιος ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΣ Προσανατολισμός είναι η διαδικασία με την οποία καθορίζουμε τη θέση του Βορρά

Διαβάστε περισσότερα

0 Φυσική Γενικής Παιδείας Β Λυκείου Ηλεκτρομαγνητισμός Ηλεκτρομαγνητισμός. Κώστας Παρασύρης - Φυσικός

0 Φυσική Γενικής Παιδείας Β Λυκείου Ηλεκτρομαγνητισμός Ηλεκτρομαγνητισμός. Κώστας Παρασύρης - Φυσικός 0 Φυσική Γενικής Παιδείας Β Λυκείου Ηλεκτρομαγνητισμός - 3.3 Ηλεκτρομαγνητισμός 1 Φυσική Γενικής Παιδείας Β Λυκείου Ηλεκτρομαγνητισμός - 1. Μαγνητικό πεδίο Βασικές έννοιες Μαγνητικά φαινόμενα παρατηρήθηκαν

Διαβάστε περισσότερα

πάχος 0 πλάτος 2a μήκος

πάχος 0 πλάτος 2a μήκος B1) Δεδομένου του τύπου E = 2kλ/ρ που έχει αποδειχθεί στο μάθημα και περιγράφει το ηλεκτρικό πεδίο Ε μιας άπειρης γραμμής φορτίου με γραμμική πυκνότητα φορτίου λ σε σημείο Α που βρίσκεται σε απόσταση ρ

Διαβάστε περισσότερα

Τμήμα Φυσικής Πανεπιστημίου Κύπρου Χειμερινό Εξάμηνο 2016/2017 ΦΥΣ102 Φυσική για Χημικούς Διδάσκων: Μάριος Κώστα

Τμήμα Φυσικής Πανεπιστημίου Κύπρου Χειμερινό Εξάμηνο 2016/2017 ΦΥΣ102 Φυσική για Χημικούς Διδάσκων: Μάριος Κώστα Τμήμα Φυσικής Πανεπιστημίου Κύπρου Χειμερινό Εξάμηνο 2016/2017 ΦΥΣ102 Φυσική για Χημικούς Διδάσκων: Μάριος Κώστα ΔΙΑΛΕΞΗ 17 Εισαγωγή στον Μαγνητισμό Μαγνητικό πεδίο ΦΥΣ102 1 Μαγνήτες και μαγνητικά πεδία

Διαβάστε περισσότερα

SUPER THERM ΘΕΩΡΙΑ ΜΕΤΑΔΟΣΗΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ

SUPER THERM ΘΕΩΡΙΑ ΜΕΤΑΔΟΣΗΣ ΘΕΡΜΟΤΗΤΑΣ Αυτό το σεμινάριο έχει απλώς ως στόχο να δώσει μερικά από τα βασικά της Θερμοδυναμικής, και πως σχετίζεται με τη μόνωση και με τη μόνωση με κεραμικά επιχρίσματα. Η θερμότητα μεταφέρεται με τους παρακάτω

Διαβάστε περισσότερα

Ηλεκτρομαγνητισμός. Μαγνητικό πεδίο. Νίκος Ν. Αρπατζάνης

Ηλεκτρομαγνητισμός. Μαγνητικό πεδίο. Νίκος Ν. Αρπατζάνης Ηλεκτρομαγνητισμός Μαγνητικό πεδίο Νίκος Ν. Αρπατζάνης Μαγνητικοί πόλοι Κάθε μαγνήτης, ανεξάρτητα από το σχήμα του, έχει δύο πόλους. Τον βόρειο πόλο (Β) και τον νότιο πόλο (Ν). Μεταξύ των πόλων αναπτύσσονται

Διαβάστε περισσότερα

ΤΡΟΠΟΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΘΕΡΜΟΜΟΝΩΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ KORUND - ΟΔΗΓΙΕΣ ΧΡΗΣΗΣ -

ΤΡΟΠΟΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΘΕΡΜΟΜΟΝΩΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ KORUND - ΟΔΗΓΙΕΣ ΧΡΗΣΗΣ - ΤΡΟΠΟΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΘΕΡΜΟΜΟΝΩΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ KORUND - ΟΔΗΓΙΕΣ ΧΡΗΣΗΣ - 1. Συνιστάμενος μηχανικός εξοπλισμός (Μηχανή ψεκασμού χωρίς αέρα Airless) 2. Εφαρμογή με πινέλο με μακριά μαλακιά φυσική τρίχα ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Διαβάστε περισσότερα

Υπολογισµοί του Χρόνου Ξήρανσης

Υπολογισµοί του Χρόνου Ξήρανσης Η πραγµατική επιφάνεια ξήρανσης είναι διασπαρµένη και ασυνεχής και ο µηχανισµός από τον οποίο ελέγχεται ο ρυθµός ξήρανσης συνίσταται στην διάχυση της θερµότητας και της µάζας µέσα από το πορώδες στερεό.

Διαβάστε περισσότερα

Γκύζη 14-Αθήνα Τηλ :

Γκύζη 14-Αθήνα Τηλ : Γκύζη 14-Αθήνα Τηλ : 10.64.5.777 ΘΕΜΑ Α ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β ) ΤΡΙΤΗ 10 ΙΟΥΝΙΟΥ 014 ΦΥΣΙΚΗ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΥΟ ΚΥΚΛΩΝ)

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΩΝ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΩΝ Εκτοξευόμενο Σκυρόδεμα Συγκολλήσεις Παλαιών-Νέων Ράβδων Οπλισμού Στέφανος Δρίτσος Αναπλ. Καθηγητής Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών, Πανεπιστήμιο Πατρών Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, Τμήμα

Διαβάστε περισσότερα

Μέθοδοι έρευνας ορυκτών και πετρωμάτων

Μέθοδοι έρευνας ορυκτών και πετρωμάτων Μέθοδοι έρευνας ορυκτών και πετρωμάτων Μάθημα 9 ο Φασματοσκοπία Raman Διδάσκων Δρ. Αδαμαντία Χατζηαποστόλου Τμήμα Γεωλογίας Πανεπιστημίου Πατρών Ακαδημαϊκό Έτος 2017-2018 Ύλη 9 ου μαθήματος Αρχές λειτουργίας

Διαβάστε περισσότερα

Φυσική ΘΕΜΑ 1 ΘΕΜΑ 2 ΘΕΜΑ 3

Φυσική ΘΕΜΑ 1 ΘΕΜΑ 2 ΘΕΜΑ 3 Φυσική ΘΕΜΑ 1 1) Υπάρχουν δύο διαφορετικά είδη φορτίου που ονομάστηκαν θετικό και αρνητικό ηλεκτρικό φορτίο αντίστοιχα. Τα σώματα που έχουν θετικό φορτίο λέμε ότι είναι θετικά φορτισμένα (π.χ. μια γυάλινη

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΩΣΗ ΚΥΠΡΙΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ

ΕΝΩΣΗ ΚΥΠΡΙΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ 5 Η ΠΑΓΚΥΠΡΙΑ ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ ΦΥΣΙΚΗΣ B ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ Κυριακή, 17 Μαΐου 2009 Ώρα: 10:00 12:30 Προτεινόμενες Λύσεις θεμα - 1 (5 μον.) Στον πίνακα υπάρχουν δύο στήλες με ασυμπλήρωτες προτάσεις. Στο τετράδιο των απαντήσεών

Διαβάστε περισσότερα

Άσκηση Η15. Μέτρηση της έντασης του μαγνητικού πεδίου της γής. Γήινο μαγνητικό πεδίο (Γεωμαγνητικό πεδίο)

Άσκηση Η15. Μέτρηση της έντασης του μαγνητικού πεδίου της γής. Γήινο μαγνητικό πεδίο (Γεωμαγνητικό πεδίο) Άσκηση Η15 Μέτρηση της έντασης του μαγνητικού πεδίου της γής Γήινο μαγνητικό πεδίο (Γεωμαγνητικό πεδίο) Το γήινο μαγνητικό πεδίο αποτελείται, ως προς την προέλευσή του, από δύο συνιστώσες, το μόνιμο μαγνητικό

Διαβάστε περισσότερα

Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας. Μονάδες 5

Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας. Μονάδες 5 2002 5. Να γράψετε στο τετράδιό σας τη λέξη που συµπληρώνει σωστά καθεµία από τις παρακάτω προτάσεις. γ. Η αιτία δηµιουργίας του ηλεκτροµαγνητικού κύµατος είναι η... κίνηση ηλεκτρικών φορτίων. 1. Ακτίνα

Διαβάστε περισσότερα

ΖΗΚΟΣ ΝΙΚΟΣ ΠΑΛΟΥΜΠΙΩΤΗΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΤΡΙΓΚΑΣ ΝΙΚΟΣ

ΖΗΚΟΣ ΝΙΚΟΣ ΠΑΛΟΥΜΠΙΩΤΗΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΤΡΙΓΚΑΣ ΝΙΚΟΣ ΖΗΚΟΣ ΝΙΚΟΣ ΠΑΛΟΥΜΠΙΩΤΗΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΤΡΙΓΚΑΣ ΝΙΚΟΣ Φυσικά φαινόμενα και τεχνολογία Το λευκό φως Το ουράνιο τόξο Το πολικό σέλας Το χρώμα του ουρανού Το ηλιοβασίλεμα Οι επιγραφές ΝΕΟΝ Το χρώμα στους υπολογιστές

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ ΑΡΧΗ ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΕΣΠΕΡΙΝΩΝ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Δ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β ) ΤΡΙΤΗ 0 ΙΟΥΝΙΟΥ 04 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΦΥΣΙΚΗ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΥΟ ΚΥΚΛΩΝ)

Διαβάστε περισσότερα

Β. ποια είναι η κατεύθυνση της μαγνητικής βελόνας (μαγνητικής πυξίδας) πάνω σε ένα ιστιοφόρο πλοίο

Β. ποια είναι η κατεύθυνση της μαγνητικής βελόνας (μαγνητικής πυξίδας) πάνω σε ένα ιστιοφόρο πλοίο ΕΝΩΣΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΑΣ (Ε.Φ.Β.Ε.) ΣΤ τάξη Δημοτικού 14/4/2019 Θέμα 1 ο Να εξηγήσετε στον παρακάτω πίνακα από πού παίρνουν ενέργεια και σε ποια μορφή την μετασχηματίζουν οι συσκευές- κατασκευές που

Διαβάστε περισσότερα

1η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Ηλεκτρικά πεδία

1η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Ηλεκτρικά πεδία 1η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ Ηλεκτρικά πεδία Ηλεκτρισμός και μαγνητισμός Κλάδος της Φυσικής που μελετάει τα ηλεκτρικά και τα μαγνητικά φαινόμενα. (Σχεδόν) όλα τα φαινομενα που αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας οφείλονται

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ KAI ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΣΤOYΣ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΕΠΤΙΚΟΥΣ ΕΛΕΓΧΟΥΣ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ KAI ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΣΤOYΣ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΕΠΤΙΚΟΥΣ ΕΛΕΓΧΟΥΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ KAI ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΣΤOYΣ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΕΠΤΙΚΟΥΣ ΕΛΕΓΧΟΥΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ KAI ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΣΤOYΣ ΜΗ ΚΑΤΑΣΤΡΕΠΤΙΚΟΥΣ ΕΛΕΓΧΟΥΣ EN

Διαβάστε περισσότερα

A4. Η δύναμη επαναφοράς που ασκείται σε ένα σώμα μάζας m που εκτελεί

A4. Η δύναμη επαναφοράς που ασκείται σε ένα σώμα μάζας m που εκτελεί ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β ) ΤΡΙΤΗ 0 ΙΟΥΝΙΟΥ 04 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΦΥΣΙΚΗ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΥΟ ΚΥΚΛΩΝ) ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: ΕΞΙ

Διαβάστε περισσότερα

Η ΓΗ ΣΑΝ ΠΛΑΝΗΤΗΣ. Γεωγραφικά στοιχεία της Γης Σχήµα και µέγεθος της Γης - Κινήσεις της Γης Βαρύτητα - Μαγνητισµός

Η ΓΗ ΣΑΝ ΠΛΑΝΗΤΗΣ. Γεωγραφικά στοιχεία της Γης Σχήµα και µέγεθος της Γης - Κινήσεις της Γης Βαρύτητα - Μαγνητισµός Η ΓΗ ΣΑΝ ΠΛΑΝΗΤΗΣ Γεωγραφικά στοιχεία της Γης Σχήµα και µέγεθος της Γης - Κινήσεις της Γης Βαρύτητα - Μαγνητισµός ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Γεωγραφικά στοιχεία της Γης Η Φυσική Γεωγραφία εξετάζει: τον γήινο

Διαβάστε περισσότερα

1η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Ηλεκτρικά φορτία, ηλεκτρικές δυνάμεις και πεδία

1η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ. Ηλεκτρικά φορτία, ηλεκτρικές δυνάμεις και πεδία 1η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ Ηλεκτρικά φορτία, ηλεκτρικές δυνάμεις και πεδία Ηλεκτρισμός και μαγνητισμός Κλάδος της Φυσικής που μελετάει τα ηλεκτρικά και τα μαγνητικά φαινόμενα. (Σχεδόν) όλα τα φαινομενα που αντιλαμβανόμαστε

Διαβάστε περισσότερα

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΜΙΚΡΟΣΚΟΠΙΑ

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΜΙΚΡΟΣΚΟΠΙΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΜΙΚΡΟΣΚΟΠΙΑ ΔΡ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΜΠΙΝΑΣ Τμήμα Φυσικής, Πανεπιστήμιο Κρήτης Email: binasbill@iesl.forth.gr Thl. 1269 Crete Center for Quantum Complexity and Nanotechnology Department of Physics, University

Διαβάστε περισσότερα

ΟΡΟΣΗΜΟ ΓΛΥΦΑΔΑΣ. 7.1 Τι είναι το ταλαντούμενο ηλεκτρικό δίπολο; Πως παράγεται ένα ηλεκτρομαγνητικό

ΟΡΟΣΗΜΟ ΓΛΥΦΑΔΑΣ. 7.1 Τι είναι το ταλαντούμενο ηλεκτρικό δίπολο; Πως παράγεται ένα ηλεκτρομαγνητικό ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ηλεκτρομαγνητικά κύματα. Ηλεκτρομαγνητικά κύματα 7. Τι είναι το ταλαντούμενο ηλεκτρικό δίπολο; Πως παράγεται ένα ηλεκτρομαγνητικό κύμα; 7.2 Ποιες εξισώσεις περιγράφουν την ένταση του ηλεκτρικού

Διαβάστε περισσότερα

NOVAKRYL 2+1 H.S Technical Data Sheet LT

NOVAKRYL 2+1 H.S Technical Data Sheet LT Technical Data Sheet LT-03-02 10.06.2013 ΤΕΧΝΙΚΟ ΦΥΛΛΑΔΙΟ NOVAKRYL 2+1 HS - ΑΚΡΥΛΙΚΟ ΒΕΡΝΙΚΙ 2+1 H.S ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Το NOVAKRYL 2+1 HS είναι ακρυλικό βερνίκι υψηλής περιεκτικότητας σε στερεά. Προσφέρει

Διαβάστε περισσότερα

Κυματική οπτική. Συμβολή Περίθλαση Πόλωση

Κυματική οπτική. Συμβολή Περίθλαση Πόλωση Κυματική οπτική Η κυματική οπτική ασχολείται με τη μελέτη φαινομένων τα οποία δεν μπορούμε να εξηγήσουμε επαρκώς με τις αρχές της γεωμετρικής οπτικής. Στα φαινόμενα αυτά περιλαμβάνονται τα εξής: Συμβολή

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΔΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

ΕΙΔΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΕΙΔΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ Ενότητα 2: Βασικές Κατασκευαστικές Τεχνολογίες Ι. Γιαννατσής Τμ. Βιομηχανικής Διοίκησης & Τεχνολογίας Πανεπιστήμιο Πειραιώς Διαδικασίες Κατασκευής Επεξεργασία

Διαβάστε περισσότερα

Τυποποίηση ηλεκτροδίων Ηλεκτροσυγκόλλησης

Τυποποίηση ηλεκτροδίων Ηλεκτροσυγκόλλησης Τυποποίηση ηλεκτροδίων Ηλεκτροσυγκόλλησης Τα ηλεκτρόδια έχουν χωριστεί σε κατηγορίες και για την καθεμιά από αυτές ισχύουν διαφορετικά πρότυπα. Οι κατηγορίες που θα μας απασχολήσουν είναι: Ανθρακούχων

Διαβάστε περισσότερα

Εισαγωγή στις Μεθόδους μη Καταστροφικού Ελέγχου

Εισαγωγή στις Μεθόδους μη Καταστροφικού Ελέγχου Εισαγωγή στις Μεθόδους μη Καταστροφικού Ελέγχου Θεόδωρος Τσαγκάρης Ηλεκτρολόγος Μηχανικός ΕΜΠ Μηχανικός Πωλήσεων ΤΕΧΝΙΚΟΝ ΓΡΑΦΕΙΟΝ Δ. ΒΡΕΚΟΣΙΣ 64 Ο μη Καταστροφικός Έλεγχος (ΜΚΕ) ανήκει στις πιό σημαντικές

Διαβάστε περισσότερα

Κεφάλαιο 20. Θερμότητα

Κεφάλαιο 20. Θερμότητα Κεφάλαιο 20 Θερμότητα Εισαγωγή Για να περιγράψουμε τα θερμικά φαινόμενα, πρέπει να ορίσουμε με προσοχή τις εξής έννοιες: Θερμοκρασία Θερμότητα Θερμοκρασία Συχνά συνδέουμε την έννοια της θερμοκρασίας με

Διαβάστε περισσότερα

Τα πάντα για τις ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΘΕΡΜΑΝΣΕΙΣ 106

Τα πάντα για τις ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΘΕΡΜΑΝΣΕΙΣ 106 Τα πάντα για τις ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΘΕΡΜΑΝΣΕΙΣ 106 Ή διάβρωση του χαλκού. Για σημαντική μερίδα του τεχνικού κόσμου η απάντηση στην ερώτηση τρυπάει ο χαλκός από διάβρωση? είναι αρνητική. Κάποιοι λίγοι γνωρίζουν

Διαβάστε περισσότερα

Εξετάσεις Φυσικής για τα τμήματα Βιοτεχνολ. / Ε.Τ.Δ.Α Ιούνιος 2014 (α) Ονοματεπώνυμο...Τμήμα...Α.Μ...

Εξετάσεις Φυσικής για τα τμήματα Βιοτεχνολ. / Ε.Τ.Δ.Α Ιούνιος 2014 (α) Ονοματεπώνυμο...Τμήμα...Α.Μ... Εξετάσεις Φυσικής για τα τμήματα Βιοτεχνολ. / Ε.Τ.Δ.Α Ιούνιος 2014 (α) Ονοματεπώνυμο...Τμήμα...Α.Μ... Σημείωση: Διάφοροι τύποι και φυσικές σταθερές βρίσκονται στην τελευταία σελίδα. Θέμα 1ο (20 μονάδες)

Διαβάστε περισσότερα

Σύνθετα Υλικά: Χαρακτηρισμός και Ιδιότητες

Σύνθετα Υλικά: Χαρακτηρισμός και Ιδιότητες Σύνθετα Υλικά: Χαρακτηρισμός και Ιδιότητες Εργαστηριακή Άσκηση 6: Ποιοτικός Έλεγχος Σύνθετων Υλικών Διδάσκοντες: Α. Παϊπέτης, Αν. Καθηγητής, Δρ. Μηχ/γος Μηχανικός Εργαστηριακή Υποστήριξη: Τ. Μπέκας, Υποψήφιος

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Τεχνολογίας Υλικών

Εργαστήριο Τεχνολογίας Υλικών Εργαστήριο Τεχνολογίας Υλικών Εργαστηριακή Άσκηση 08 Έλεγχος Συγκολλήσεων Διδάσκοντες: Δρ Γεώργιος Ι. Γιαννόπουλος Δρ Θεόδωρος Λούτας Δρ Χρήστος Κατσιρόπουλος Τμήμα Μηχανολογίας ΑΤΕΙ Πατρών Πάτρα 2011

Διαβάστε περισσότερα

Τυποποιημένη δοκιμή διεισδύσεως λιπαντικών λίπων (γράσσων)

Τυποποιημένη δοκιμή διεισδύσεως λιπαντικών λίπων (γράσσων) 6 η Εργαστηριακή Άσκηση Τυποποιημένη δοκιμή διεισδύσεως λιπαντικών λίπων (γράσσων) Εργαστήριο Τριβολογίας Μάιος 2011 Αθανάσιος Μουρλάς Λιπαντικό λίπος (γράσσο) Το λιπαντικό λίπος ή γράσσο είναι ένα στερεό

Διαβάστε περισσότερα

Q=Ne. Συνοπτική Θεωρία Φυσικής Γ Γυμνασίου. Q ολ(πριν) = Q ολ(μετά) Η αποτελεσματική μάθηση δεν θέλει κόπο αλλά τρόπο, δηλαδή ma8eno.

Q=Ne. Συνοπτική Θεωρία Φυσικής Γ Γυμνασίου. Q ολ(πριν) = Q ολ(μετά) Η αποτελεσματική μάθηση δεν θέλει κόπο αλλά τρόπο, δηλαδή ma8eno. Web page: www.ma8eno.gr e-mail: vrentzou@ma8eno.gr Η αποτελεσματική μάθηση δεν θέλει κόπο αλλά τρόπο, δηλαδή ma8eno.gr Συνοπτική Θεωρία Φυσικής Γ Γυμνασίου Κβάντωση ηλεκτρικού φορτίου ( q ) Q=Ne Ολικό

Διαβάστε περισσότερα

Χαρακτηρισμός και μοντέλα τρανζίστορ λεπτών υμενίων βιομηχανικής παραγωγής: Τεχνολογία μικροκρυσταλλικού πυριτίου χαμηλής θερμοκρασίας

Χαρακτηρισμός και μοντέλα τρανζίστορ λεπτών υμενίων βιομηχανικής παραγωγής: Τεχνολογία μικροκρυσταλλικού πυριτίου χαμηλής θερμοκρασίας Χαρακτηρισμός και μοντέλα τρανζίστορ λεπτών υμενίων βιομηχανικής παραγωγής: Τεχνολογία μικροκρυσταλλικού πυριτίου χαμηλής θερμοκρασίας Υποψήφιος Διδάκτορας: Α. Χατζόπουλος Περίληψη Οι τελευταίες εξελίξεις

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΑΡΧΗ ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β ) ΤΡΙΤΗ 0 ΙΟΥΝΙΟΥ 04 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΦΥΣΙΚΗ ΘΕΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΥΟ

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΗΛΕΚΤΡΙΚO ΡΕΥΜΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΗΛΕΚΤΡΙΚO ΡΕΥΜΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΗΛΕΚΤΡΙΚO ΡΕΥΜΑ 1 ΗΛΕΚΤΡΙΚΟ ΡΕYΜΑ ΚΑΙ ΣYΓΧΡΟΝΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Συσκευές όπως: Ο ηλεκτρικός λαμπτήρας, ο ηλεκτρικός ανεμιστήρας, ο ηλεκτρικός θερμοσίφωνας, το ηλεκτρικό ψυγείο, η τηλεόραση, ο ηλεκτρονικός

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΔΕΥΣΕΙΣ-ΓΕΩΡΓΙΚΗ-ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΑ ΠΑΝΤΕΛΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ. Εξάμηνο Διδασκαλίας: Ε (Εδαφική Υγρασία)

ΑΡΔΕΥΣΕΙΣ-ΓΕΩΡΓΙΚΗ-ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΑ ΠΑΝΤΕΛΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ. Εξάμηνο Διδασκαλίας: Ε (Εδαφική Υγρασία) ΑΡΔΕΥΣΕΙΣ-ΓΕΩΡΓΙΚΗ-ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΑ ΠΑΝΤΕΛΑΚΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Δρ. Γεωπόνος Εγγείων Βελτιώσεων, Εδαφολογίας και Γεωργικής Μηχανικής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Εξάμηνο Διδασκαλίας: Ε (Εδαφική Υγρασία)

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Συνθέτων Υλικών

Εργαστήριο Συνθέτων Υλικών Εργαστήριο Συνθέτων Υλικών Εργαστηριακή Άσκηση 03 ΔΟΚΙΜΕΣ(TEST) ΤΩΝ ΠΟΛΥΜΕΡΩΝ Διδάσκων Δρ Κατσιρόπουλος Χρήστος Τμήμα Μηχανολογίας ΑΤΕΙ Πατρών 2014-15 1 Καταστροφικές μέθοδοι 1. Τεχνική διάλυσης της μήτρας

Διαβάστε περισσότερα

Spectral UNDER 385. Τεχνικό Φυλλάδιο. ΠΡΟΪΟΝΤΑ Εποξικό Αστάρι Σκληρυντής Χρωστική Μαύρη. Spectral UNDER 385 Spectral H 6985 Spectral Extra 745

Spectral UNDER 385. Τεχνικό Φυλλάδιο. ΠΡΟΪΟΝΤΑ Εποξικό Αστάρι Σκληρυντής Χρωστική Μαύρη. Spectral UNDER 385 Spectral H 6985 Spectral Extra 745 Τεχνικό Φυλλάδιο Δύο Συστατικών Εποξικό Αστάρι Spectral H 6985 Spectral Extra 745 ΠΡΟΪΟΝΤΑ Εποξικό Αστάρι Σκληρυντής Χρωστική Μαύρη ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ Γρήγορο Στέγνωμα Πολύ καλή πρόσφυση σε μεταλλικές επιφάνειες

Διαβάστε περισσότερα

Φυσική για Μηχανικούς

Φυσική για Μηχανικούς Φυσική για Μηχανικούς Εικόνα: Το Σέλας συμβαίνει όταν υψηλής ενέργειας, φορτισμένα σωματίδια από τον Ήλιο ταξιδεύουν στην άνω ατμόσφαιρα της Γης λόγω της ύπαρξης του μαγνητικού της πεδίου. Μαγνητισμός

Διαβάστε περισσότερα

Επιστήμη και Τεχνολογία Συγκολλήσεων. Ενότητα 2: Μέθοδοι Συγκόλλησης Γρηγόρης Ν. Χαϊδεμενόπουλος Πολυτεχνική Σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών

Επιστήμη και Τεχνολογία Συγκολλήσεων. Ενότητα 2: Μέθοδοι Συγκόλλησης Γρηγόρης Ν. Χαϊδεμενόπουλος Πολυτεχνική Σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών Επιστήμη και Τεχνολογία Συγκολλήσεων Ενότητα 2: Μέθοδοι Συγκόλλησης Γρηγόρης Ν. Χαϊδεμενόπουλος Πολυτεχνική Σχολή Μηχανολόγων Μηχανικών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης

Διαβάστε περισσότερα

Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΕΣ ΡΟΠΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΕΠΑΓΩΓΙΚΩΝ ΚΙΝΗΤΗΡΩΝ

Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΕΣ ΡΟΠΗΣ ΤΑΧΥΤΗΤΑΣ ΕΠΑΓΩΓΙΚΩΝ ΚΙΝΗΤΗΡΩΝ Ένας που κατασκευάζεται ώστε να παρουσιάζει μεγάλη αντίσταση δρομέα η ροπή εκκίνησης του είναι αρκετά υψηλή αλλά το ίδιο υψηλή είναι και η ολίσθηση του στις κανονικές συνθήκες λειτουργίας Όμως επειδή Pconv=(1-s)PAG,

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΓΝΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΣΜΟΣ

ΜΑΓΝΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΝΗΤΙΣΜΟΣ ΜΑΓΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΜΑΓΗΤΙΣΜΟΣ 1. α εξηγήσετε τι είναι ο μαγνήτης. 2. α αναφέρετε τρεις βασικές ιδιότητες των μαγνητών. 3. Πόσους πόλους έχει ένας μαγνήτης και πώς ονομάζονται; 4. Τι θα συμβεί αν κόψουμε

Διαβάστε περισσότερα

Μαγνητικά φαινόµενα: Σύντοµη ιστορική αναδροµή

Μαγνητικά φαινόµενα: Σύντοµη ιστορική αναδροµή Μαγνητικά φαινόµενα: Σύντοµη ιστορική αναδροµή 13ος αιώνας π.χ.: Οι Κινέζοι χρησιµοποιούσαν την πυξίδα. Η πυξίδα διαθέτει µαγνητική βελόνα (πιθανότατα επινόηση των Αράβων ή των Ινδών). 800 π.χ.: Έλληνες

Διαβάστε περισσότερα

Τμήμα Φυσικής Πανεπιστημίου Κύπρου Χειμερινό Εξάμηνο 2016/2017 ΦΥΣ102 Φυσική για Χημικούς Διδάσκων: Μάριος Κώστα

Τμήμα Φυσικής Πανεπιστημίου Κύπρου Χειμερινό Εξάμηνο 2016/2017 ΦΥΣ102 Φυσική για Χημικούς Διδάσκων: Μάριος Κώστα Τμήμα Φυσικής Πανεπιστημίου Κύπρου Χειμερινό Εξάμηνο 2016/2017 ΦΥΣ102 Φυσική για Χημικούς Διδάσκων: Μάριος Κώστα ΔΙΑΛΕΞΗ 11 Εισαγωγή στην Ηλεκτροδυναμική Ηλεκτρικό φορτίο Ηλεκτρικό πεδίο ΦΥΣ102 1 Στατικός

Διαβάστε περισσότερα

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΑΥΤΟΜΑΤΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΣΑΕ ΙΙ. Αισθητήρια θερμοκρασίας Εισαγωγή

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΑΥΤΟΜΑΤΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΣΑΕ ΙΙ. Αισθητήρια θερμοκρασίας Εισαγωγή ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΑΥΤΟΜΑΤΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΣΑΕ ΙΙ Εργαστηριακή Άσκηση 1 Αισθητήρια θερμοκρασίας Εισαγωγή Η μέτρηση της θερμοκρασίας είναι μια σημαντική ασχολία για τους μηχανικούς παραγωγής γιατί είναι, συνήθως,

Διαβάστε περισσότερα

ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΕΣ ΚΟΠΗΣ ΜΕΤΑΛΛΩΝ «ΤΟΞΟΥ ΠΛΑΣΜΑΤΟΣ»

ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΕΣ ΚΟΠΗΣ ΜΕΤΑΛΛΩΝ «ΤΟΞΟΥ ΠΛΑΣΜΑΤΟΣ» ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΕΣ ΚΟΠΗΣ ΜΕΤΑΛΛΩΝ «ΤΟΞΟΥ ΠΛΑΣΜΑΤΟΣ» Τα χαρακτηριστικά του τόξου Πλάσματος Το Πλάσμα ορίζεται ως «το σύνολο από φορτισμένα σωματίδια, που περιέχει περίπου ίσο αριθμό θετικών ιόντων και ηλεκτρονίων

Διαβάστε περισσότερα

Όλα τα θέματα των εξετάσεων έως και το 2014 σε συμβολή, στάσιμα, ηλεκτρομαγνητικά κύματα, ανάκλαση - διάθλαση ΑΝΑΚΛΑΣΗ ΔΙΑΘΛΑΣΗ

Όλα τα θέματα των εξετάσεων έως και το 2014 σε συμβολή, στάσιμα, ηλεκτρομαγνητικά κύματα, ανάκλαση - διάθλαση ΑΝΑΚΛΑΣΗ ΔΙΑΘΛΑΣΗ ΑΝΑΚΛΑΣΗ ΔΙΑΘΛΑΣΗ Ερωτήσεις Πολλαπλής επιλογής 1. To βάθος µιας πισίνας φαίνεται από παρατηρητή εκτός της πισίνας µικρότερο από το πραγµατικό, λόγω του φαινοµένου της: α. ανάκλασης β. διάθλασης γ. διάχυσης

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ-ΘΕΡΜΟΤΗΤΑ

ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ-ΘΕΡΜΟΤΗΤΑ ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ-ΘΕΡΜΟΤΗΤΑ Όλη η ύλη αποτελείται από άτομα και μόρια που κινούνται συνεχώς. Με το συνδυασμό τους προκύπτουν στερεά, υγρά, αέρια ή πλάσμα, ανάλογα με κίνηση των μορίων. Το πλάσμα είναι η πλέον

Διαβάστε περισσότερα

Είδη μαγνητών ΜΑΓΝΗΤΙΣΜΟΣ

Είδη μαγνητών ΜΑΓΝΗΤΙΣΜΟΣ 1 Είδη μαγνητών Χάλυβας Φτιαγμένοι από σίδηρο με 6% χρώμιο και με σχήμα πετάλου ή κυλίνδρου. Σίδηρος Φτιαγμένοι από σίδηρο με 15% κοβάλτιο και με σχήμα ράβδου. Κράματα Ραβδόμορφοι μαγνήτες φτιαγμένοι από

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΙ Καβάλας, Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος Μάθημα Μετεωρολογίας-Κλιματολογίας Υπεύθυνη : Δρ Μάρθα Λαζαρίδου Αθανασιάδου

ΤΕΙ Καβάλας, Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος Μάθημα Μετεωρολογίας-Κλιματολογίας Υπεύθυνη : Δρ Μάρθα Λαζαρίδου Αθανασιάδου 2. ΗΛΙΑΚΗ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ ΤΕΙ Καβάλας, Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος Μάθημα Μετεωρολογίας-Κλιματολογίας Υπεύθυνη : Δρ Μάρθα Λαζαρίδου Αθανασιάδου ΗΛΙΑΚΗ ΑΚΤΙΝΟΒΟΛΙΑ Με τον όρο ακτινοβολία

Διαβάστε περισσότερα

Σχέσεις εδάφους νερού Σχέσεις μάζας όγκου των συστατικών του εδάφους Εδαφική ή υγρασία, τρόποι έκφρασης

Σχέσεις εδάφους νερού Σχέσεις μάζας όγκου των συστατικών του εδάφους Εδαφική ή υγρασία, τρόποι έκφρασης Γεωργική Υδραυλική Αρδεύσεις Σ. Αλεξανδρής Περιγραφή Μαθήματος Σχέσεις εδάφους νερού Σχέσεις μάζας όγκου των συστατικών του εδάφους Εδαφική ή υγρασία, τρόποι έκφρασης Χαρακτηριστική Χ ή καμπύλη υγρασίας

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Τεχνολογίας Υλικών

Εργαστήριο Τεχνολογίας Υλικών Εργαστήριο Τεχνολογίας Υλικών Εργαστηριακή Άσκηση 04 Επιμετάλλωση Διδάσκοντες: Δρ Γεώργιος Ι. Γιαννόπουλος Δρ Θεώνη Ασημακοπούλου Δρ Θεόδωρος Λούτας Τμήμα Μηχανολογίας ΑΤΕΙ Πατρών Πάτρα 2011 Διάβρωση Διάβρωση

Διαβάστε περισσότερα