Τ.Ε.Ι.ΚΑΒΑΛΑΣ. Βασίλης Παπαπαναγιώτου ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2012 ΕΠΟΠΤΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ. Δρ. Κοσμίδης Κοσμάς

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "Τ.Ε.Ι.ΚΑΒΑΛΑΣ. Βασίλης Παπαπαναγιώτου ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2012 ΕΠΟΠΤΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ. Δρ. Κοσμίδης Κοσμάς"

Transcript

1 Τ.Ε.Ι.ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ Η μέτρηση του πιστωτικού κινδύνου υπό το πρίσμα της συνθήκης της Βασιλείας ΙΙ. Ανάπτυξη υποδείγματος πρόβλεψης ατομικής αθέτησης πληρωμών με την μέθοδο των Εσωτερικών Διαβαθμίσεων Βασίλης Παπαπαναγιώτου ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2012 ΕΠΟΠΤΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ Δρ. Κοσμίδης Κοσμάς Εκπονηθείσα πτυχιακή εργασία απαραίτητη για την κτήση του πτυχίου

2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΠΟΥ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΥΝ ΤΑ ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ Η ίδρυση και η σύνθεση της Επιτροπής της Βασιλείας Οι Κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν τα Τραπεζικά Ιδρύματα Ο κίνδυνος μεταβολής των επιτοκίων Ο κίνδυνος ρευστότητας Ο κίνδυνος συναλλαγματικών ισοτιμιών Ο πιστωτικός κίνδυνος Ο κίνδυνος των εκτός Ισολογισμού στοιχείων Ο κίνδυνος χώρας Ο τεχνολογικός και ο λειτουργικός κίνδυνος Διάφοροι Κίνδυνοι Οι λοιποί Κίνδυνοι ΒΑΣΙΛΕΙΑ Ι Το Σύμφωνο της Βασιλείας Ι Δείκτες Κεφαλαιακής Επάρκειας Σταθμίσεις των στοιχείων του Ενεργητικού Ελλείψεις και αδυναμίες του υφιστάμενου Συμφώνου Κριτική του Συμφώνου της Βασιλείας Ι ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΙΙ Το Σύμφωνο της Βασιλείας ΙΙ Οι στόχοι του Συμφώνου της Βασιλείας ΙΙ Το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο της Επιτροπής της Βασιλείας Πρώτος Πυλώνας Ελάχιστες Κεφαλαιακές απαιτήσεις ( Minimum Capital Requirements ) Δεύτερος Πυλώνας Διαδικασία εποπτικής αξιολόγησης ( Supervisory Review Process ) Περιεχόμενα και βασικές έννοιες που σχετίζονται με τη Διαδικασία Εποπτικής Αξιολόγησης στον Πυλώνα Τρίτος Πυλώνας Πειθαρχία της Αγοράς ( Market Discipline ) Κριτικές όσον αφορά την Βασιλεία ΙΙ Το Σύμφωνο της Βασιλείας ΙΙΙ Τι προβλέπει το σύμφωνο της Βασιλείας ΙΙΙ Σελίδα 1 από 117

3 Εκτίμηση των επιπτώσεων στην πραγματική οικονομία Η άποψη των εκπροσώπων του Τραπεζικού τομέα Τράπεζες : Τα θετικά και αρνητικά της Βασιλείας ΙΙΙ Η ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΔΙΑΒΑΘΜΙΣΗΣ ( Π.Ε.Δ. Ή I.R.B. APPROACH ) Προσέγγιση της Εσωτερικής Διαβάθμισης ( Π.Ε.Δ.) : Η νέα κατηγοριοποίηση των στοιχείων του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών Κατηγορία ( τραπεζικών ) απαιτήσεων έναντι επιχειρήσεων ( corporate risk ) Κατηγορία ( τραπεζικών ) απαιτήσεων έναντι κρατών ( sovereign risk ) Κατηγορία ( τραπεζικών ) απαιτήσεων έναντι εμπορικών τραπεζών (bank risk ) αλλά και εταιριών του χρηματοπιστωτικού τομεά Κατηγορία ( τραπεζικών ) απαιτήσεων έναντι λιανικής τραπεζικής ( retail risk ) Κατηγορία ( τραπεζικών ) απαιτήσεων έναντι χρηματοοικονομικών αξιών ( equity risk ) Η προσέγγιση της Εσωτερικής Διαβάθμισης ( Π.Ε.Δ. ή I.R.B. approach ) Ορισμοί των παραμέτρων πιστωτικού ρίσκου Προϋποθέσεις για την εφαρμογή της μεθόδου Π.Ε.Δ Ο υπολογισμοός των κεφαλαιακών απαιτήσεων στην Π.Ε.Δ. ( κατά κατηγορία ) ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ Εισαγωγή Δημογραφικά Στοιχεία Οικονομικά Στοιχεία Διαχωριστική Ανάλυση (discriminant analysis ) ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Σελίδα 2 από 117

4 ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΙΚΟΝΩΝ Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα Εικόνα ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΙΝΑΚΩΝ Πίνακας Πίνακας Πίνακας Πίνακας Πίνακας Πίνακας Πίνακας Πίνακας Πίνακας Πίνακας Πίνακας Πίνακας Πίνακας Πίνακας Σελίδα 3 από 117

5 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η παρούσα πτυχιακή εργασία αναπτύσσει την μέτρηση του πιστωτικού κινδύνου σύμφωνα με τη Συνθήκη της Βασιλέιας ΙΙ. Αναλύεται το φαινόμενο μέσω του υποδείγματος ατομικής αθέτησης πληρωμών και εστιάζει κυρίως στους παράγοντες που είναι υπεύθυνοι για την αθέτηση. Στο 1 ο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν τα τραπεζικά ιδρύματα και γίνεται μια σύντομη περιγραφή τους και ποιοι θεωρούνται στις μέρες οι ποιο επιβλαβείς για τον τραπεζικό κλάδο. Στο 2 ο κεφάλαιο αναλύουμε τη δημιουργία της Συνθήκη της Βασιλείας Ι και ποιος ο σκοπός της, της ελλείψεις και αδυναμίες που είχε με την πάροδο του χρόνου καθώς και την κριτική του Συμφώνου από τον τραπεζικό τομέα. Στο 3 ο κεφάλαιο αναλύουμε τη συνέχεια της δημιουργίας του Συμφώνου της Βασιλείας ΙΙ το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο της αλλαγές που έγιναν σε σχέση με την προηγούμενη συνθήκη και τις κριτικές που έλαβε από τον τραπεζικό τομέα, στη συνέχεια παρουσιάζουμε και τις αλλαγές από το νέο Σύμφωνο της Βασιλείας ΙΙΙ, τι προβλέπει, ποιο είναι το καταστατικό του και τις εκτιμήσεις των επιπτώσεων στην πραγματική οικονομία. Στο 4 ο κεφάλαιο παρουσιάζουμε την ανάλυση του πιστωτικού κινδύνου σύμφωνα με την Μέθοδο Εσωτερικών Διαβαθμίσεων, αναλύουμε τη συγκεκριμένη μέθοδο και βλέπουμε που είναι ικανή για εφαρμογή και ποιες είναι οι προϋποθέσεις της. Στο 5 ο κεφάλαιο είναι η έρευνα που έχουμε κάνει μέσω των ερωτηματολογίων σε ερωτηθέντες από τους πελάτες στον τραπεζικό τομέα και παρατηρούμε την ατομική αθέτηση πληρωμών και που οφείλεται αυτή. Σελίδα 4 από 117

6 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΠΟΥ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΥΝ ΤΑ ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ 1.1 Η ίδρυση και η σύνθεση της Επιτροπής της Βασιλείας Η ίδρυση της Επιτροπής της Βασιλείας το 1974 αποτέλεσε, όπως είναι γνωστό, απάντηση στην κατάρρευση της τράπεζας Herstatt και της Franklin National. Η αναθεώρηση του Concordat το 1983 ήταν η αντίδραση στην πτώση της Banco Ambrosiano. Κατά τον ίδιο τρόπο, το Σύμφωνο της Βασιλείας για τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις του 1988 ήταν μια αργοπορημένη αντίδραση στη διακοπή των πληρωμών χρέους από τη μεξικανική κυβέρνηση. Δεν θα ήταν δύσκολο να διευρύνουμε αυτόν τον κατάλογο κρίσεων/αντιδράσεων. Ακόμη και η πιο πρόσφατη ασιατική κρίση των ετών είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία του Financial Stability Forum, που ιδρύθηκε με σκοπό τη βελτίωση των εποπτικών κανόνων και μηχανισμών σε όλο τον κόσμο. Η Επιτροπή της Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία ( Basel Committee on Banking Supervision, στη συνέχεια η «Επιτροπή της Βασιλείας» συστάθηκε το 1974 από τους διοικητές των κεντρικών τραπεζών των κρατών μελών της Ομάδας των 10 ( Group of Ten, γνωστής με το ακρωνύμιο G-10 ). Μέλη της είναι οι κεντρικές τράπεζες και οι λοιπές τραπεζικές εποπτικές αρχές από τα κράτη μέλη του G-10, την Ελβετία, το Λουξεμβούργο και από το 2001 την Ισπανία. Όπως προκύπτει από τον παρατιθέμενο Πίνακα 1 : ( α ) Σε ορισμένες χώρες η κεντρική τράπεζα είναι αρμόδια και για την άσκηση προληπτικής εποπτείας στις τράπεζες. Αυτό ισχύει στην περίπτωση της Ισπανίας, της Ιταλίας και της Ολλανδίας. ( β ) Στις υπόλοιπες χώρες η προληπτική εποπτεία των τραπεζών ανήκει στην αρμοδιότητα διοικητικών αρχών εκτός της κεντρικής τράπεζας. ( γ ) Ειδικά στις ΗΠΑ εποπτικές αρμοδιότητες στον τραπεζικό τομέα έχουν αφ ενός μεν η κεντρική τράπεζα, αφ ετέρου δε το Υπουργείο Οικονομικών ( Office of the Comtroller of Currency ) και ο φορέας διαχείρισης του συστήματος εγγύησης καταθέσεων. Η Επιτροπή της Βασιλείας λειτουργεί και επεξεργάζεται τις θέσεις που αποτυπώνονται στο έργο της μέσω διαφόρων τεχνικών επιτροπών και ομάδων εργασίας, όπως το Capital Group, to Risk Management Group, το Transparency Group, το Electronic Banking Group, το Working Group on Cross-border Banking, το Highly Leveraged Insitutions Working Group, το Models Task Force και το Task Force on Accounting Issues. Σελίδα 5 από 117

7 Πίνακας 1. Μέλη της Επιτροπής της Βασιλείας Πηγή : Ένωση Ελληνικών Τραπεζών Β-Γ Τρίμηνο 2001 Η Επιτροπή συνεδριάζει τέσσερις φορές ετησίως, ενώ διαθέτει και τέσσερις υποεπιτροπές που συνεδριάζουν επίσης σε τακτά χρονικά διαστήματα. Στην παρακάτω Εικόνα 1. βλέπουμε το οργανόγραμμα της Επιτροπής και στην Εικόνα 2. βλέπουμε τον Οργανισμό της Επιτροπής. Εικόνα 1. Οργανόγραμμα Επιτροπής Βασιλείας Πηγή : Σελίδα 6 από 117

8 Εικόνα 2. Οργανισμός Πηγή : Ειδικότερα οι οδηγίες της Επιτροπής επικεντρώνονται σε πρωτοβουλίες οι οποίες έχουν να κάνουν με: Τον καθορισμό ενός συγκεκριμένου ρόλου για τις εποπτικές αρχές, ειδικά για την αντιμετώπιση κρίσιμων διατραπεζικών διαφορών. Τη διαβεβαίωση και τεκμηρίωση ότι οι διεθνείς τράπεζες ή οι τράπεζες που εμπεριέχονται σε εταιρίες συμμετοχών (holding) δεν μπορούν να ξεφύγουν από τις εποπτικές αρχές της χώρας που εδρεύουν. Την προαγωγή ομοιογενών κεφαλαιακών απαιτήσεων σε διεθνές επίπεδο, έτσι ώστε να εξισωθούν διεθνώς οι όροι τραπεζικού ανταγωνισμού. Η διαχρονική συνεργασία των κεντρικών τραπεζών σε θέματα εποπτείας βοήθησε σημαντικά και σε θέματα όπως: 1. Τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με την εποπτεία σε διάφορες χώρες των εγκατεστημένων σε αυτές ξένων τραπεζικών ιδρυμάτων. 2. Τον εντοπισμό των όποιων εμποδίων που δημιουργούνται από τους διαφορετικούς κανόνες απορρήτου στις διάφορες χώρες και που επηρεάζουν την αποτελεσματική εποπτεία. Σελίδα 7 από 117

9 3. Τη μελέτη των διαδικασιών παροχής άδειας εγκατάστασης τραπεζών στις διάφορες χώρες αναφοράς. 1.2 Οι Κίνδυνοι που Αντιμετωπίζουν τα Τραπεζικά Ιδρύματα Τα τραπεζικά ιδρύματα, προκειμένου να διασφαλίζουν την εύρυθμη λειτουργία τους, επιδιώκουν την ελαχιστοποίηση μιας σειράς από διαφορετικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουν κατά την άσκηση της λειτουργίας τους. Πριν γίνει αναφορά στα κείμενα της Βασιλείας I και II και στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν αυτούς τους κινδύνους, κρίνεται σκόπιμο να γίνει ένας διαχωρισμός. Οι κίνδυνοι αυτοί είναι οι εξής: Ο κίνδυνος της αγοράς (market risk) που περιλαμβάνει κυρίως: τον κίνδυνο των επιτοκίων τον κίνδυνο ρευστότητας τον κίνδυνο συναλλαγματικών ισοτιμιών Ο πιστωτικός κίνδυνος (credit risk) που περιλαμβάνει κυρίως: τον κίνδυνο που προέρχεται από τα εντός Ισολογισμού στοιχεία των τραπεζών (on-balance sheet items) τον κίνδυνο που προέρχεται από τα εκτός Ισολογισμού στοιχεία των τραπεζών (off-balance sheet items) τον κίνδυνο χώρας Τον τεχνολογικό και λειτουργικό κίνδυνο (operational risk). Τους λοιπούς κινδύνους. Τους εν λόγω κινδύνους ταξινόμησε με αυτόν τον τρόπο αρχικά η Βασιλεία I και αργότερα, πιο εμπεριστατωμένα και αναλυτικά, η Βασιλεία II. Ακολουθεί μια συνοπτική παρουσίαση των παραπάνω κινδύνων Ο Κίνδυνος μεταβολής επιτοκίων Τα στοιχεία ενεργητικού και παθητικού μιας τράπεζας δεν έχουν πάντοτε την ίδια διάρκεια. Η έλλειψη ταύτισης στις διάρκειες των απαιτήσεων και υποχρεώσεων ενός πιστωτικού ιδρύματος συχνά τις εκθέτει στον κίνδυνο των επιτοκίων. Για παράδειγμα, έστω ότι μία τράπεζα έχει εκδώσει τίτλους (π.χ. καταθέσεις) διάρκειας ενός έτους για να χρηματοδοτήσει απαιτήσεις (π.χ. δάνεια) με διάρκεια δύο ετών. Υποθέτουμε ότι το κόστος των υποχρεώσεων της είναι 9% και η απόδοση του ενεργητικού της 10% ετησίως. Στη διάρκεια του πρώτου έτους η τράπεζα θα κερδίσει 1%. Στο δεύτερο όμως έτος σε περίπτωση που τα επιτόκια αυξηθούν στο 11% η τράπεζα θα αναγκαστεί να δανειστεί με αυτό το επιτόκιο, γράφοντας ζημία 1%. Το συμπέρασμα είναι ότι, όποτε μια τράπεζα διατηρεί πιο μακροπρόθεσμες απαιτήσεις σε σχέση με τις υποχρεώσεις, εκτίθεται στον κίνδυνο του κόστους επαναχρηματοδότησης του χρέους της. Αλλά και στην περίπτωση που η τράπεζα διατηρεί μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις υφίσταται ο κίνδυνος επανεπένδυσης. Αν για παράδειγμα δανειστεί για δύο χρόνια με επιτόκιο 9% και έχει δανείσει για ένα χρόνο με επιτόκιο 10%, τον πρώτο χρόνο θα πραγματοποιήσει κέρδος 1%. Τα χρήματα από τις επενδύσεις της θα επιστραφούν και πρέπει να επενδυθούν για ένα χρόνο ακόμη. Εάν εν τω μεταξύ τα επιτόκια έχουν μειωθεί στο 8%, η τράπεζα θα γράψει ζημία 1% αντισταθμίζοντας το κέρδος του πρώτου χρόνου. Επιπρόσθετα στους κινδύνους επαναχρηματοδότησης και επανεπένδυσης, η τράπεζα αντιμετωπίζει και τον κίνδυνο αγοράς, δηλαδή τον κίνδυνο που δημιουργείται λόγω της μεταβολής των επιτοκίων στην αποτίμηση των στοιχείων του Ισολογισμού της. Σελίδα 8 από 117

10 Ο Κίνδυνος Ρευστότητας Ο κίνδυνος ρευστότητας ξεκινά τη στιγμή που οι καταθέτες μιας τράπεζας ζητούν άμεσα να αποσύρουν τα χρήματά τους. Όταν συμβαίνει αυτό, η τράπεζα, για να ικανοποιήσει την αυξημένη ζήτηση καταθέσεων, είναι αναγκασμένη να προσφεύγει σε δανεισμό ή στην πώληση ίδιων περιουσιακών στοιχείων της. Όταν όλες οι τράπεζες αντιμετωπίζουν παρόμοιες αυξημένες ζητήσεις καταθέσεων (για παράδειγμα λόγω έλλειψης εμπιστοσύνης στις τράπεζες εξαιτίας μιας οξείας οικονομικής κρίσης), τότε αναμένεται το κόστος τραπεζικού δανεισμού να αυξηθεί κατακόρυφα και η προσφορά χρήματος να μειωθεί. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι τράπεζες αναγκάζονται να πωλούν λιγότερο ρευστά περιουσιακά στοιχεία και μάλιστα με κίνδυνο οι τιμές πώλησής τους να είναι πολύ μικρότερες από τις τιμές αγοράς, με αποτέλεσμα να προκαλείται σοβαρή ζημία ή ακόμα και χρεοκοπία. Ο κίνδυνος ρευστότητας αναφέρεται σε πιθανή αδυναμία της τράπεζας να ανταποκριθεί στις ταμειακές τις υποχρεώσεις. Μπορεί να πάρει διάφορες μορφές. Συγκεκριμένα, μπορεί να προκύψει από απόσυρση ποσού καταθέσεων μεγαλύτερου του αναμενόμενου ή λόγω αδυναμίας των ρευστοποιήσιμων στοιχείων του ενεργητικού να καλύψουν τις άμεσες υποχρεώσεις του τραπεζικού ιδρύματος. Επιπρόσθετα, υπάρχουν κατηγορίες κινδύνων που δεν μπορούν να επιμετρηθούν ποσοτικά όπως ο στρατηγικός κίνδυνος και ο κίνδυνος φήμης, αλλά πρέπει και αυτοί να αξιολογούνται. Ο κίνδυνος ρευστότητας δημιουργείται από διαφορές στα μεγέθη στοιχείων του Ενεργητικού και του Παθητικού σε συνδυασμό με ασυμφωνίες σχετικά με τις ημερομηνίες ωρίμανσης τους (αναμενόμενες χρηματοροές) Είναι από τις βασικές εργασίες της διαδικασίας διαχείρισης Ενεργητικού Παθητικού. Αναγκαία η εξέταση των αναγκών ρευστότητας κάτω από διάφορα σενάρια Ο κίνδυνος συναλλαγματικών ισοτιμιών Όλο και περισσότερες τράπεζες πραγματοποιούν απευθείας επενδύσεις στο εξωτερικό και διατηρούν τίτλους εξωτερικού στο χαρτοφυλάκιο τους προκειμένου να επεκτείνουν τα κέρδη τους. Ωστόσο, με αυτό τον τρόπο οι τράπεζες εκτίθενται στον κίνδυνο συναλλαγματικών ισοτιμιών. Για παράδειγμα, ας υποθέσουμε ότι μια ελληνική τράπεζα εκταμιεύει ένα δάνειο για λογαριασμό αγγλικής εταιρίας σε λίρες Αγγλίας. Αν η στερλίνα υποτιμηθεί στο μεταξύ διάστημα σε σχέση με το ευρώ (ή ανατιμηθεί το ευρώ σε σχέση με το ξένο νόμισμα), τότε οι πληρωμές κεφαλαίου και τόκων που θα γίνουν προς την τράπεζα από την αγγλική εταιρία θα μετατρέπονται σε λιγότερα ευρώ από ό,τι αρχικά είχε υπολογισθεί, πράγμα που μεταφράζεται σε ζημία Πιστωτικός Κίνδυνος Πιστωτικός Κίνδυνος - Credit Risk είναι ο κίνδυνος που διατρέχει μια επιχείρηση ή ένας οργανισμός να μην εισπράξει έγκαιρα τις απαιτήσεις του ή ακόμα, σε μερικές περιπτώσεις, να μην τις εισπράξει ποτέ. Ο Πιστωτικός Κίνδυνος δημιουργείται όταν η Πιστοληπτική Ικανότητα της χρηματοδοτούμενης επιχείρησης είναι χαμηλή, και άρα ευπρόσβλητη ακόμη και από ασήμαντες μεταβολές του οικονομικού περιβάλλοντος. Έτσι, ενδεχόμενες αλλαγές στο μικροοικονομικό ή και μακροοικονομικό περιβάλλον μπορεί εύκολα να οδηγήσουν τις συγκεκριμένες επιχειρήσεις σε αδυναμία αποπληρωμής των υποχρεώσεών τους. Αποτελεί αναμφισβήτητη διαπίστωση ότι η μέτρηση και η διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι σημαντικές, καθώς επηρεάζουν το κόστος παροχής του χρήματος, την ανταγωνιστικότητά τους και την κεφαλαιακή τους επάρκεια. Στο συμπέρασμα αυτό άλλωστε καταλήγουν, μεταξύ άλλων, τόσο η Επιτροπή της Βασιλείας όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Νέο Σύμφωνο της Βασιλείας, Οδηγία CRD της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) μέσα από τις οδηγίες τους για αναβάθμιση του πλαισίου υπολογισμού της Σελίδα 9 από 117

11 κεφαλαιακής επάρκειας των πιστωτικών ιδρυμάτων. Η χώρα μας έχει ήδη υιοθετήσει τις συγκεκριμένες οδηγίες μέσω πρόσφατης πράξης του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος (ΠΔΤΕ αριθμ. 2577/ ). Για τη μέτρηση και τη διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου, δηλαδή την υλοποίηση μίας εκ των δύο προσεγγίσεων (Τυποποιημένης, κατά την οποία η μέτρηση του Πιστωτικού Κινδύνου βασίζεται σε Εξωτερικούς Οργανισμούς Πιστοληπτικής Αξιολόγησης, ή Εσωτερικής, όπως η μέτρηση αναπτύσσεται σε εσωτερικά μοντέλα), είναι απαραίτητη η λειτουργία ενός Συστήματος Πληροφορικής. Αυτό υποστηρίζει αποτελεσματικά τόσο την επιχειρησιακή στρατηγική όσο και την ασφαλή επεξεργασία και αποθήκευση πληροφοριών που αφορούν τη μέτρηση του πιστωτικού κινδύνου και καλύπτει τις παρακάτω κύριες ενότητες: Την τροφοδότηση του Οργανισμού με τις απαραίτητες πληροφορίες. Την ανάλυση και την αξιολόγηση των πληροφοριών αυτών. Την ιστορικότητα των πληροφοριών. Την ομαδοποίηση των πληροφοριών με ακριβή και εύκολο τρόπο Ο κίνδυνος των εκτός Ισολογισμού στοιχείων Ένα παράδειγμα εκτός Ισολογισμού στοιχείου είναι οι εγγυητικές επιστολές με τις οποίες οι τράπεζες εγγυώνται για τους πελάτες πιστούχους τους. Αν οι πελάτες αυτοί εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, τότε οι εγγυητικές επιστολές λήγουν αχρησιμοποίητες. Κατ' επέκταση τίποτα δε θα εμφανιστεί στον Ισολογισμό της τράπεζας πέρα από τις προμήθειες τις οποίες είσπραξε η τράπεζα από την έκδοση των εγγυητικών επιστολών. Αν όμως η εταιρία για την οποία εκδόθηκε η εγγυητική επιστολή χρεοκοπήσει, τότε η τράπεζα υποχρεούται να καταβάλλει το ποσό της εγγυητικής επιστολής για να αποζημιώσει τον παραλήπτη της. Άλλα παραδείγματα εκτός Ισολογισμού στοιχείων είναι οι θέσεις σε προαγορές ή προπωλήσεις συναλλάγματος, τα swaps, οι συμβάσεις προαγοράς και άλλα παράγωγα προϊόντα, τα οποία οι τράπεζες διαθέτουν στα χαρτοφυλάκιά τους. Παρ' όλο που κάποια από αυτά τα προϊόντα έχουν ως στόχο να μειώσουν τον πιστωτικό κίνδυνο, τον κίνδυνο των επιτοκίων, τον κίνδυνο των συναλλαγματικών ισοτιμιών κ.λπ., μια κακή διαχείρισή τους μπορεί να προκαλέσει πολύ μεγάλες ζημίες στις τράπεζες Ο κίνδυνος χώρας Πρόκειται για μια μορφή κινδύνου που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες με δραστηριότητα εκτός της χώρας τους. Η τράπεζα που αντιμετωπίζει την περίπτωση χρεοκοπίας μιας εγχώριας επιχείρησης την οποία έχει δανείσει μπορεί να καταφύγει στα δικαστήρια για να ανακτήσει μέρος ή και το σύνολο της οφειλής. Η περίπτωση της επιχείρησης στο εξωτερικό όμως είναι διαφορετική, καθώς η επιχείρηση μπορεί να επιθυμεί την τακτοποίηση της υποχρέωσής της αλλά η κυβέρνηση του κράτους μπορεί να το απαγορεύει για συναλλαγματικούς ή πολιτικούς λόγους. Στο παρελθόν, χώρες όπως η Αργεντινή, το Περού και η Βραζιλία έχουν επιβάλει περιορισμούς διαφόρων ειδών στις αποπληρωμές χρεών σε εξωτερικούς επενδυτές σε νομίσματα όπως π.χ. το δολάριο. Στις περιπτώσεις αυτές η προσφυγή σε τοπικά ή διεθνή δικαστήρια δεν θα είχε κανένα αποτέλεσμα. Η μόνη πιθανότητα μιας διεθνούς τράπεζας να αυξήσει την πιθανότητα αποπληρωμής των οφειλών είναι να ελέγξει τη μελλοντική προσφορά δανείων στη χώρα αυτή. Ακόμη και αυτή η πιθανότητα όμως γίνεται εξαιρετικά ασθενής σε χώρες που βρίσκονται στο χείλος της οικονομικής ή και νομισματικής κατάρρευσης Ο τεχνολογικός και ο λειτουργικός κίνδυνος Η τεχνολογική αναβάθμιση είναι κύριο μέλημα των τραπεζών τα τελευταία χρόνια. Παραδείγματα αποτελούν τα Α.Τ.Μ. (Αυτόματες Ταμειολογιστικές Μηχανές), το Web Banking, Σελίδα 10 από 117

12 τα αυτόματα γραφεία συμψηφισμού κ.λπ. Ο αντικειμενικός στόχος της τεχνολογικής αυτής επέκτασης είναι η μείωση των λειτουργικών εξόδων και η αύξηση των κερδών μέσω της εκμετάλλευσης των οικονομιών κλίμακας και σκοπού. Οι οικονομίες κλίμακας βοηθούν στη μείωση του μέσου κόστους με την επέκταση των προσφερόμενων χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Από την άλλη πλευρά, οι οικονομίες σκοπού τονίζουν την ικανότητα των τραπεζών να παράγουν συνέργειες από την παραγωγή περισσότερων του ενός προϊόντος.ο τεχνολογικός κίνδυνος προκύπτει όταν η επένδυση σε τεχνολογία δεν παράγει τις αναμενόμενες οικονομίες κόστους ή σκοπού και μπορεί να οδηγήσει σε ζημίες. Αιτία για αυτό αποτελεί συνήθως η γραφειοκρατία, η οποία πολλαπλασιάζεται με τη μεγέθυνση και ανάπτυξη ενός πιστωτικού ιδρύματος. Ο λειτουργικός κίνδυνος σχετίζεται εν μέρει με τον τεχνολογικό κίνδυνο και μπορεί να γεννηθεί εξαιτίας δυσλειτουργιών στα τεχνολογικά συστήματα. Επίσης ο λειτουργικός κίνδυνος αναφέρεται στην ενδεχόμενη οικονομική ζημιά λόγω ανεπαρκών εσωτερικών διαδικασιών, συστημάτων ή εξωγενών παραγόντων. Ο λειτουργικός κίνδυνος δεν περιλαμβάνει το στρατηγικό κίνδυνο και τον κίνδυνο φήμης(reputation risk) Διάφοροι κίνδυνοι 1. Κίνδυνος εκκαθάρισης- διακανονισμού: Πρόκειται για τον κίνδυνο να μην ολοκληρωθεί ομαλά ο διακανονισμός των συναλλαγών επί χρηματοπιστωτικών μέσων ειδικά εάν ο αντισυμβαλλόμενος δεν καταβάλει χρήματα ή δεν παραδίδει τίτλους έγκαιρα σε εκπλήρωση της υποχρέωσής του για την εκκαθάριση συναλλαγών. Σε περίπτωση που η επένδυση αφορά προϊόντα που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε οργανωμένες αγορές, ο κίνδυνος αυτός είναι περιορισμένος λόγω της αυστηρής εποπτείας των οργανωμένων αγορών. Ο κίνδυνος αυτός αυξάνεται σε περίπτωση που η επένδυση γίνεται σε εξωχρηματιστηριακά παράγωγα. 2. Κίνδυνος θεματοφυλακής: Ο κίνδυνος αυτός στην απώλεια χρηματοπιστωτικών μέσων που κατέχονται για λογαριασμό σας από Θεματοφύλακα, λόγω πράξεων ή παραλείψεων του θεματοφύλακα ή ακόμη λόγω απάτης σε περίπτωση που ο θεματοφύλακας ή κάθε τρίτο πρόσωπο στο οποίο έχει ανατεθεί η φύλαξη επί μέρους χρηματοπιστωτικών μέσων, καταστεί αφερέγγυος. Αυτός ο κίνδυνος είναι μηδαμινός, επειδή ο θεματοφύλακας του αμοιβαίου κεφαλαίου υπόκειται σε κανόνες αυστηρής εποπτείας, επιλέγει δε τους υπο-θεματοφύλακες με βάση ανάλογα κριτήρια. 3. Κίνδυνος διασποράς: Είναι ο κίνδυνος που αναλαμβάνει επενδυτής που επενδύει όλα τα χρηματικά του διαθέσιμα σε ένα μόνον χρηματοπιστωτικό μέσο. Βρίσκεται στον αντίποδα της διαφοροποίησης του κινδύνου, όταν ο επενδυτής τοποθετεί τα διαθέσιμά του σε περισσότερα χρηματοπιστωτικά μέσα και δη διαφορετικών χαρακτηριστικών, που έχουν και στοιχεία παραπληρωματικότητας. 4. Κίνδυνος απόδοσης: Πρόκειται για τον κίνδυνο ο οποίος σχετίζεται με τη διακύμανση της απόδοσης των στοιχείων του ενεργητικού της επένδυσης. Σε περίπτωση συναλλαγών σε παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα όπως π.χ. σε συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης ή δικαιώματα προαιρέσεως από τα οποία απορρέουν υποχρεώσεις, είναι δυνατή η υποχρέωση παροχής μιας ελάχιστης αξίας ως ασφάλειας (Περιθώριο ασφάλισης, margin) από τον επενδυτή. Μπορεί επίσης να παρασχεθεί εγγύηση επί του συνόλου ή μέρους του ενεργητικού της επένδυσης από πιστωτικό ίδρυμα. 5. Κίνδυνος πληθωρισμού: Πρόκειται για τον κίνδυνο ο οποίος σχετίζεται με τη μείωση της απόδοσης του επενδυτικού προϊόντος σε σταθερές τιμές λόγω της ανόδου του γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή. 6. Κίνδυνος κράτους: Ο κίνδυνος αυτός σχετίζεται με το θεσμικό και το κανονιστικό πλαίσιο του κράτους στο οποίο επενδύονται στοιχεία του ενεργητικού της επένδυσης σε αυτές τις αγορές. Η ύπαρξη τυχόν πολιτικής ή οικονομικής αστάθειας στο κράτος της επένδυσης Σελίδα 11 από 117

13 μπορεί να έχει δυσμενείς συνέπειες για τον επενδυτή. Ιδίως όσον αφορά τις επενδύσεις σε αναδυόμενες αγορές απώλειες μπορεί να προέλθουν από το γεγονός ότι δεν υπάρχει άμεση διασύνδεση με αποτέλεσμα να υπάρχουν καθυστερήσεις κατά την εκτέλεση των εντολών ή λόγω του ότι είναι δύσκολο να γνωστοποιούνται άμεσα οι τρέχουσες τιμές ή ακόμα και λόγω των διαφορετικών ορών λειτουργίας των αγορών αυτών. Κατόπιν αίτησής σας η εταιρεία μπορεί να σας παράσχει συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας και τους κινδύνους των αναδυομένων αγορών. 7. Κίνδυνος μειωμένης εποπτείας: Σχετίζεται με τον κίνδυνο κράτους και αναφέρεται στο ότι σε ορισμένα κράτη η εποπτεία της παροχής επενδυτικών υπηρεσιών στην αγορά καθώς και των φορέων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών μπορεί να είναι αποσπασματική και αναποτελεσματική. 8. Φορολογικός Κίνδυνος: Αναφορικά με τους κινδύνους που σχετίζονται με τη φορολογία των προσόδων από επενδύσεις σε χρηματοπιστωτικά μέσα, καθώς και τυχόν μεταβολές στη φορολογική νομοθεσία, θα ενημερωθείτε από τον επενδυτικό σας σύμβουλο αναφορικά με το εκάστοτε επενδυτικό προϊόν στο οποίο επιθυμείτε να επενδύσετε. 9. Κίνδυνος Μόχλευσης : Για τους επενδυτές μόχλευση είναι η αγορά με περιθώριο ασφαλείας ή η χρήση παραγώγων (όπως τα δικαιώματα προαίρεσης), για την αύξηση της απόδοσης της επένδυσής τους χωρίς να χρειαστεί να την αυξήσουν. Η επένδυση μέσω μόχλευσης μπορεί να αποβεί εξαιρετικά επικίνδυνη διότι μπορεί να χάσει κανείς όχι μόνο τα χρήματά του, αλλά και τα χρήματα που δανείστηκε Οι λοιποί κίνδυνοι Εκτός από τους παραπάνω κινδύνους που αναφέρθηκαν υπάρχουν και διάφοροι άλλοι, για παράδειγμα μια ξαφνική τροποποίηση του φορολογικού νόμου που επηρεάζει όλες τις τράπεζες ή κάποιες απροσδόκητες αλλαγές στις χρηματαγορές εξαιτίας πολέμων, επαναστάσεων ή κατάρρευσης των χρηματιστηριακών αγορών. Γενικοί μακροοικονομικοί κίνδυνοι, όπως η ανεργία και ο πληθωρισμός, μπορούν επίσης να επηρεάσουν άμεσα ή έμμεσα τις τράπεζες. Οι διάφορες κατηγορίες και υποκατηγορίες κινδύνων παρατίθενται συνοπτικά στον Πίνακα 2. που ακολουθεί: Σελίδα 12 από 117

14 Πίνακας 2. Κατηγορίες Κινδύνων Πηγή : Σελίδα 13 από 117

15 2.1 Το σύμφωνο της Βασιλείας Ι ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΒΑΣΙΛΕΙΑ Ι Το έργο της Επιτροπής της Βασιλείας αναφορικά με τη διεθνή σύγκλίση του περιεχομένου των κανόνων ουσιαστικού δικαίου που αφορούν στην προληπτική εποπτεία των διεθνών τραπεζών έχει επικεντρωθεί στους κανόνες κεφαλαιακής επάρκειας. Βάση αυτού του ρυθμιστικού πλαισίου αποτελεί το Σύμφωνο της Βασιλείας για την Κεφαλαιακή Επάρκεια του 1998 ( Basel Capital Accord ). Οι ρυθμίσεις του αναφέρονται σε δύο συναφή θέματα : Στη μέθοδο υπολογισμού των κεφαλαιακών απαιτήσεων των διεθνών τραπεζών για κάλυψη έναντι της έκθεσής τους στον πιστωτικό κίνδυνο ( και τον κίνδυνο της χώρας ) από στοιχεία ενεργητικού και εκτός ισολογισμού, Στον καθορισμό των στοιχείων των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων με τα οποία οι τράπεζες έχουν δικαίωμα να εκπληρώνουν τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για κάλυψη έναντι του πιστωτικού κινδύνου και, κατά κανόνα των κινδύνων αγοράς. Ο βασικός παράγοντας που οδήγησε στο γνωστό ως Σύμφωνο της Βασιλείας του 1988 ήταν η ανησυχία των κεντρικών τραπεζών των κρατών της Ομάδος G10, ότι τα κεφάλαια των διεθνών τραπεζών είχαν μειωθεί σε χαμηλά επίπεδα, εξ αιτίας του έντονου ανταγωνισμού και της διεθνοποιήσεως των αγορών. Η επιτυχία του Συμφώνου ήταν πραγματικά μεγάλη αν αναλογιστεί κανείς ότι κατόρθωσε να καταστεί το παγκόσμιο πρότυπο της τραπεζικής εποπτείας σε περισσότερες από 100 χώρες κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του Το Σύμφωνο αυτό έγινε γνωστό ως Σύμφωνο της Βασιλείας για την Κεφαλαιακή Επάρκεια (Basel Capital Accord ή Basel I) και αντιμετωπίζει δύο βασικά θέματα. Το πρώτο θέμα αφορά τον υπολογισμό των κεφαλαιακών απαιτήσεων των τραπεζών για την κάλυψη έναντι της έκθεσής τους στον πιστωτικό κίνδυνο. Δεύτερον, εξετάζεται ο καθορισμός των στοιχείων των ιδίων εποπτικών κεφαλαίων, που πρέπει να διατηρούν οι τράπεζες, ώστε να εκπληρώνουν τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις. Για την επίτευξη των στόχων αυτών το Σύμφωνο της Βασιλείας επέβαλε ένα ελάχιστο ενιαίο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας 8% ο οποίος είναι σχεδιασμένος να καλύπτει τον κίνδυνο μη εκπλήρωσης της υποχρέωσης του αντισυμβαλλόμενου σε όλες τις μορφές. Τα πιστωτικά ιδρύματα με αυτόν τον τρόπο, θα εξασφαλίζουν ότι διαθέτουν κεφάλαια, τα οποία επαρκούν για τους κινδύνους τους οποίους έχουν αναλάβει ή θα αναλάβουν μελλοντικά. Τα πρακτικά αποτελέσματα επί των τραπεζών δεν άργησαν να εμφανιστούν και ήταν η αύξηση των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων καθώς και η δημιουργία εποπτικών συνθηκών ισότιμου ανταγωνισμού. Έτσι, η αύξηση των πτωχεύσεων σε Πιστωτικά Ιδρύματα των ΗΠΑ τη δεκαετία του 1970 οδήγησε τις Εποπτικές Αρχές να εισάγουν για πρώτη φορά το θεσμό των Κεφαλαιακών Απαιτήσεων έναντι του Πιστωτικού Κινδύνου, επειδή τα προβλήματα εκείνη την περίοδο προήλθαν, κατά κύριο λόγο, από έλλειψη σωστής διαχείρισης του δανειακού χαρτοφυλακίου των ιδρυμάτων αυτών. Ο πιστωτικός κίνδυνος απορρέει από την πιθανότητα αθέτησης των υποχρεώσεων των δανειοληπτών, δηλαδή, την πιθανότητα μη αποπληρωμής των δανείων τους προς την τράπεζα. Σε ένα χρηματοπιστωτικό ίδρυμα αντανακλά τον κίνδυνο που μπορεί να προκύψει από την μη επαρκεί ανταπόκριση του ιδρύματος στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων του προς τους πιστωτές του. Ο κίνδυνος ταυτίζεται με την έννοια της αβεβαιότητας και όχι της απώλειας. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ακόμα και δύο δεκαετίες πριν (στην Ελλάδα μερικώς ισχύει ακόμα) οι τράπεζες αξιολογούσαν τους πελάτες τους υποκειμενικά, με βάση την εμπειρία τους και τα γενικά στοιχεία που μπορούσαν να συλλέξουν όπως οι εγγυήσεις, η πρόθεση συνέπειας, το κεφάλαιο αλλά και τις εκάστοτε οικονομικές συγκυρίες Σελίδα 14 από 117

16 Ο ακρογωνιαίος λίθος της τραπεζικής εποπτείας που τέθηκε τη δεκαετία εκείνη είναι η Κεφαλαιακή Επάρκεια ( Capital Adequacy ), η οποία στοχεύει να θέσει ένα ελάχιστο επίπεδο Ιδίων Κεφαλαίων που απαιτούνται να έχει κάθε Πιστωτικό Ίδρυμα σε συνάρτηση με τον αναλαμβανόμενο Πιστωτικό Κίνδυνο. Τα ίδια κεφάλαια που αναφέρονται στον δείκτη φερεγγυότητας, δηλαδή ο αριθμητής του κλάσματος, είναι διαφοροποιημένα από τα λογιστικά ίδια κεφάλαια. Για αυτό αποκαλούνται εποπτικά ίδια κεφάλαια, δηλαδή Tier 1(Βασικά, τουλάχιστον 50%) και Tier 2 (συμπληρωματικά). Όπου Tier 1αποτελείται από το μετοχικό και τα αποθεματικά κεφάλαια και Tier 2 αποτελείται από κάποιες μορφές ξένων κεφαλαίων π.χ. ομολογιακά δάνεια μειωμένης εξασφάλισης. Για πρώτη φορά το ύψος των Ιδίων Κεφαλαίων συνδέεται με τον Πιστωτικό Κίνδυνο και ο «συντελεστής του Cookie» ( Cookie Ratio ) καθιερώνεται το 1988 για την αντιμετώπιση του Πιστωτικού Κινδύνου ( Credit Risk ). Στην ελληνική του μορφή, νομοθετημένη με τις ΠΔΤΕ2054 του 1992, ονομάστηκε Συντελεστής Φερεγγυότητας και ορίστηκε ως ο λόγος των Ιδίων Κεφαλαίων του Πιστωτικού Ιδρύματος προς τα στοιχεία του Ενεργητικού και τα εκτός ισολογισμού στοιχεία «σταθμισμένα κατά τον κίνδυνο τους». Όπως αναφερθήκαμε και παραπάνω η ελάχιστη τιμή του καθορίστηκε ως 8 % και σχεδιάστηκε να καλύπτει τον κίνδυνο από μη εκπλήρωση της υποχρέωσης του αντισυμβαλλόμενου σε όλες της τις μορφές ( π.χ. χορηγήσεις αλλά και εγγυητικές επιστολές, πιστώσεις έναντι φορτωτικών αλλά και συμβάσεις επί επιτοκίων και τιμών συναλλάγματος ). Η δεκαετία του 1980 χαρακτηρίστηκε από μεγάλη μεταβλητότητα στις παραμέτρους της αγοράς χρήματος και συναλλάγματος, και ιδιαίτερα στα επιτόκια, με αποτέλεσμα αρνητικές επιπτώσεις στην κερδοφορία των Πιστωτικών Ιδρυμάτων αλλά και χρεοκοπία ενός αριθμού στεγαστικών τραπεζών ( Savings and Loans Institutions, S & L ) στις ΗΠΑ. Με έναυσμα τη νέα αυτή κρίση, οι Εποπτικές Αρχές επέκτειναν την εφαρμογή των Κεφαλαιακών Απαιτήσεων και στον Κίνδυνο Αγοράς ( Market Risk ) με την επιβολή του Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας ( Capital Adequacy Directive Ratio, CAD ). Για τον υπολογισμό του, που ακολουθεί τις γενικές αρχές του παλαιότερου Συντελεστή Φερεγγυότητας, προστέθηκαν στον παρανομαστή ( δηλ. στο Σταθμισμένο Ενεργητικό ) και στοιχεία από το χαρτοφυλάκιο συναλλαγών ( trading book ), ώστε να συμπεριλαμβάνεται και ένα ποσό που θα αντιπροσωπεύει τον Κίνδυνο Αγοράς επιπλέον του ήδη υπάρχοντος. Τα στοιχεία αυτά σταθμίζονται ανάλογα με τον κίνδυνο που προέρχεται από τη μεταβολή τιμών συναλλάγματος, μετοχών, επιτοκίων και άλλων παραμέτρων της αγοράς. Η ΠΔΤΕ 2397/1996 καθορίζει τους συντελεστές στάθμισης και τις μεθόδους που τα Πιστωτικά Ιδρύματα επιβάλλεται να χρησιμοποιήσουν. 2.2 Δείκτες Κεφαλαιακής Επάρκειας Ο συντελεστής αυτός έγινε γνωστός ως Δείκτης Φερεγγυότητας (Solvency Ratio) και στοχεύει στην προστασία των πιστωτικών ιδρυμάτων από τον αναλαμβανόμενο πιστωτικό κίνδυνο. Αποτελεί ταυτόχρονα διεθνές μέτρο σύγκρισης της φερεγγυότητας των τραπεζών αλλά και το ελάχιστο αποδεκτό επίπεδο κεφαλαιακής κάλυψης των αναλαμβανόμενων κινδύνων από τα πιστωτικά ιδρύματα. Ο συντελεστής διαμορφώθηκε αρχικά από το λόγο των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων της τράπεζας με τον πιστωτικό κίνδυνο στοιχεία του Ενεργητικού (εντός και εκτός ισολογισμού) ως παρανομαστή, ως ακολούθως Σελίδα 15 από 117

17 Η πρώτη μέτρηση του δείκτη φερεγγυότητας σχετιζόταν αποκλειστικά με τον πιστωτικό κίνδυνο. 2.3 Σταθμίσεις των στοιχείων του Ενεργητικού Οι σταθμίσεις των στοιχείων του Ενεργητικού, δηλαδή ο παρανομαστής του κλάσματος, οι οποίες είναι τυποποιημένες και ενιαίες για όλα τα πιστωτικά ιδρύματα, αναφέρονται στον αναλαμβανόμενο από αυτά πιστωτικό κίνδυνο. Πίνακας 3. Στάθμιση Στοιχείων Ενεργητικού Πηγή : Ένωση Ελλήνων Τραπεζών Σελίδα 16 από 117

18 Πίνακας 4. Στάθμιση Στοιχείων Εκτός Ισολογισμού Πηγή : Ένωση Ελλήνων Τραπεζών Ωστόσο, σύμφωνα με την Βασιλεία Ι, το σύνολο του ενεργητικού των τραπεζών κατηγοριοποιούνταν μόνο σε τέσσερις κατηγορίες κινδύνου (risk-weighted assets-rwa) : Μηδενική στάθμιση σε περιουσιακά στοιχεία μηδενικού κινδύνου όπως τα κρατικά ομόλογα. 20% στάθμιση σε δάνεια με χαμηλό επίπεδο κινδύνου. 50% στάθμιση για στεγαστικά δάνεια με υποθήκη πάνω σε περιουσιακά στοιχεία. Πλήρη 100% στάθμιση για δάνεια στον ιδιωτικό τομέα, συμπεριλαμβανομένων και των δανείων ανακυκλούμενης πίστης όπως είναι οι πιστωτικές κάρτες. Έτσι, σύμφωνα με το πλαίσιο κεφαλαιακής επάρκειας της Βασιλείας Ι, στοιχεία του ενεργητικού με εντελώς διαφορετικά επίπεδα κινδύνου κατατάσσονταν στην ίδια κατηγορία κινδύνου. Επιπλέον, οι σταθμίσεις δεν αποτελούσαν αντιπροσωπευτικά μεγέθη έναντι των κινδύνων που αντιστοιχούσαν στα διάφορα τραπεζικά προϊόντα. Για παράδειγμα, τα στεγαστικά δάνεια απαιτούσαν την μισή ποσότητα κεφαλαίου για κάθε ευρώ δανεισμού σε σχέση με τις πιστωτικές κάρτες και άλλου παρόμοιο τύπου δάνεια. Με αυτό τον τρόπο, μπορεί το μεγάλο πλεονέκτημα της Βασιλείας Ι να ήταν η απλότητα ως προς την εφαρμογή της, κατακρίθηκε όμως για την απλουστευτικότητα της στην κατηγοριοποίηση των διαφόρων στοιχείων του ενεργητικού των τραπεζών. 2.4 Ελλείψεις και αδυναμίες του υφιστάμενου Συμφώνου Μερικές από τις βασικές ελλείψεις και αδυναμίες του υφιστάμενου Συμφώνου της Βασιλείας είναι οι εξής : 1. Η ομαδοποίηση στις κατηγορίες στάθμισης για τον πιστωτικό κίνδυνο ήταν πολύ συγκεντρωτική και ως ένα βαθμό αυθαίρετη, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει επαρκής διαφοροποίηση με βάση τον πραγματικό πιστωτικό κίνδυνο κάθε χρηματοδοτικού ανοίγματος. 2. Δεν λαμβάνονταν υπόψη οι λοιποί κίνδυνοι και ειδικότερα, ο λειτουργικός κίνδυνος, δηλαδή κίνδυνος από ανεπάρκεια των πληροφορικών συστημάτων, λάθη κατά τη διεκπεραίωση των συναλλαγών, κατάχρηση κλπ, αλλά εμμέσως εθεωρείτο ότι οι κεφαλαιακές απαιτήσεις για τον πιστωτικό και τον κίνδυνο αγοράς κάλυπταν και τους λοιπούς κινδύνους. Σελίδα 17 από 117

19 3. Η εποπτική αντιμετώπιση ορισμένων τεχνικών και προϊόντων δεν ήταν επαρκώς εξειδικευμένη. Ενδεικτικά αναφέρω την τιτλοποίηση απαιτήσεων και τα πιστωτικά παράγωγα, τεχνικές που έχουν σημειώσει σημαντική ανάπτυξη ως μέσα μεταφοράς πιστωτικού κινδύνου στην αγορά ή σε άλλες εταιρίες, κυρίως τράπεζες και ασφαλιστικές. 4. Το Σύμφωνο όχι μόνο δεν παρείχε κίνητρα στις τράπεζες να αναπτύξουν βελτιωμένα συστήματα διαχείρισης κινδύνων αλλά, αντίθετα, αφενός ενθάρρυνε σε ορισμένες περιπτώσεις την τυπική μόνο συμμόρφωση προς τις διατάξεις και, αφετέρου, υποχρέωνε τις τράπεζες που είχαν αξιόπιστα συστήματα υπολογισμού του πιστωτικού κινδύνου και των απαιτουμένων για την κάλυψή του κεφαλαίων να προβαίνουν σε διπλό υπολογισμό κεφαλαιακών απαιτήσεων, ένα για εσωτερική χρήση και ένα για συμμόρφωση με τις εποπτικές διατάξεις. Η συνειδητοποίηση των αδυναμιών του υφιστάμενου Συμφώνου αλλά και η πίεση της αγοράς οδήγησε στην έναρξη των εργασιών για την αναθεώρησή του από την Επιτροπή Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία όφειλε να αναθεωρήσει τις Οδηγίες περί κεφαλαιακής επάρκειας οι οποίες σε αντίθεση με τις συστάσεις της Επιτροπής της Βασιλείας είναι υποχρεωτικές Κριτική του συμφώνου της Βασιλείας Ι Το αναθεωρημένο σύμφωνο της κεφαλαιακής επάρκειας του 1988,δηλ.το σύμφωνο της Βασιλείας 1, αποτέλεσε κατά το παρελθόν αντικείμενο έντονης κριτικής. Η εν λόγω κριτική προερχόταν τόσο από τις εποπτικές αρχές, όσο και από τις εποπτευόμενες τράπεζες. (α) Η κριτική των εποπτικών αρχών εστίαζε στα εξής σημεία: στην απουσία κεφαλαιακών απαιτήσεων για άλλους κινδύνους πέραν του πιστωτικού και του κινδύνου αγοράς, και στην παροχή δυνατότητας αποφυγής κεφαλαιακών απαιτήσεων (regulatory capital arbitrage). Η απουσία σημαντικών διαφοροποιήσεων των κεφαλαιακών απαιτήσεων, ανάλογα με το ύψος του κινδύνου, οδήγησε πολλές τράπεζες στη χρήση του «εποπτικού arbitrage». Σε αυτή την περίπτωση επιτυγχάνεται η αύξηση των περιθωρίων κέρδους των επιχειρηματικών δανείων χαμηλής διαβάθμισης, χωρίς την ταυτόχρονη αύξηση των απαιτούμενων κεφαλαίων. Έτσι, η ποιότητα του χαρτοφυλακίου δανείων μιας τράπεζας υποβαθμίζεται, χωρίς την παράλληλη αύξηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων και των προβλέψεων. (β) Η κριτική των τραπεζών αφορούσε τα εξής: - την περιορισμένη «ευαισθησία» των συντελεστών στάθμισης πιστωτικού κινδύνου σε σχέση με τον πραγματικά αναλαμβανόμενο κίνδυνο, - την, ως απόρροια του προηγούμενου, μη σύγκλιση του ύψους των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων (regulatory capital) με τα ίδια κεφάλαια που παρακρατούν οι τράπεζες για προληπτικούς λόγους, και - τη μη ευρεία αναγνώριση των αποτελεσμάτων των τεχνικών μείωσης του πιστωτικού κινδύνου. Σελίδα 18 από 117

20 3.1 Το σύμφωνο της Βασιλείας ΙΙ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΙΙ Η Συνθήκη της Βασιλείας Ι πέτυχε τη δημιουργία μιας ενιαίας μεθοδολογίας αξιολόγησης της κεφαλαιακής επάρκειας. Διαπιστώθηκε, όμως, η ανάγκη βελτίωσης των μεθοδολογιών μέτρησης του πιστωτικού κινδύνου, αναγνώρισης και μέτρησης του λειτουργικού κινδύνου καθώς και συστηματικότερης εποπτείας, η οποία οδήγησε στην αναθεώρηση του παρόντος πλαισίου.το νέο πλαίσιο της Βασιλείας ΙΙ αποτελεί βελτίωση του υφιστάμενου πλαισίου, έχοντας εντοπίσει την ανάγκη τροποποίησης των διατάξεων του αρχικού Συμφώνου, προβλέπει μια προσέγγιση αρτιότερη και περισσότερο προσαρμοσμένη στη φύση των αναλαμβανόμενων κινδύνων. Εισάγει εξελιγμένες και ευέλικτες μεθόδους μέτρησης του πιστωτικού κινδύνου, μεθόδους για αποτελεσματική μείωση του πιστωτικού κινδύνου, μέθοδο μέτρησης του λειτουργικού κινδύνου καθώς και αρχές δημοσιοποίησης στοιχείων και πληροφοριών προς τις εποπτικές αρχές και τους μετόχους. Επιπλέον, το νέο πλαίσιο εποπτείας απομακρύνεται από την ιδέα ότι οι κανόνες πρέπει να είναι ίδιοι για όλα τα τραπεζικά ιδρύματα και αναγνωρίζει ότι όσο πιο προηγμένα συστήματα εσωτερικού ελέγχου διαθέτει μια τράπεζα τόσο λιγότερα κεφάλαια απαιτούνται για την ίδια δραστηριότητα. Παράλληλα, οι νέες προτάσεις επιχειρούν να αμβλύνουν και το πρόβλημα του «εποπτικού arbitrage» που δημιούργησε το πρώτο Σύμφωνο της Βασιλείας και συνδέεται με την έλλειψη διαφοροποιήσεων των κεφαλαιακών απαιτήσεων ανάλογα με το ύψος του κινδύνου. Ωστόσο, η ενισχυμένη διαχείριση του κινδύνου θα συμβάλει στη σταθερότητα των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων, θα εμπνεύσει εμπιστοσύνη στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και θα ενισχύσει την προστασία του καταναλωτή. Οι τράπεζες καλούνται να αντιμετωπίσουν μια μεγάλη πρόκληση, υιοθετώντας μια πληθώρα κανονιστικών και θεσμικών οδηγιών που θα ενισχύσουν τη διαφάνεια και την σταθερότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος, αλλά και να δημιουργήσουν νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες αυξάνοντας όμως και τον ανταγωνισμό. 3.2 Οι στόχοι του Συμφώνου της Βασιλείας ΙΙ Οι βασικοί στόχοι του νέου πλαισίου είναι οι εξής: Ο προσδιορισμός βασικών αρχών και κριτηρίων που θα διέπουν τη διαδικασία αξιολόγησης από τις εποπτικές αρχές της πολιτικής και των μηχανισμών των τραπεζών για τη διασφάλιση της κεφαλαιακής τους επάρκειας. Η αξιολόγηση αυτή θα λαμβάνει υπόψη τη φύση και το εύρος των δραστηριοτήτων των εποπτευόμενων πιστωτικών ιδρυμάτων και το είδος και το ύψος των σχετικών κινδύνων που αναλαμβάνουν. Ενίσχυση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος κυρίως με τη δημιουργία μιας ισχυρής κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών, ικανής να αντιμετωπίσει μείζονες κινδύνους του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Απόδοση έμφασης στη διαφάνεια της αγοράς και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των τραπεζών με στόχο την άριστη χρήση και αποτελεσματική κατανομή των κεφαλαίων τους. Επαρκή κάλυψη του συνόλου των χρηματοοικονομικών και μη κινδύνων βάσει των διατάξεων του 1ου και 2ου ΠΥΛΩΝΑ. Η αντιστοίχηση, κατά το δυνατόν, των ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών με τον πιστωτικό κίνδυνο, που εμπεριέχεται σε κάθε χρηματοδοτικό άνοιγμα. Καθώς επίσης, ο προσδιορισμός του κινδύνου που εμπεριέχουν στις συναλλαγές με τους αντισυμβαλλόμενους και κατά συνέπεια το κόστος δανεισμού και το επιτόκιο. Η χρήση των εποπτικά αναγνωριζόμενων μέσω και τεχνικών αντιστάθμισης ή μεταφοράς των πιστωτικών κινδύνων. Σελίδα 19 από 117

21 Η ενθάρρυνση των τραπεζών για τη χρήση εσωτερικών συστημάτων μέτρησης και διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου. Επίτευξη μεγαλύτερης ευαισθησίας ως προς τον κίνδυνο των μεθόδων υπολογισμού των κεφαλαιακών απαιτήσεων, να μην έχει ως αποτέλεσμα τη μείωσή τους, αλλά την ορθότερη ανακατανομή τους. Ειδικότερα, η όποια μείωση των κεφαλαιακών υποχρεώσεων για τον πιστωτικό κίνδυνο, αντισταθμίζεται από τη νέα απαίτηση για τον λειτουργικό κίνδυνο. Η ενίσχυση της αρχής της πειθαρχίας που η αγορά επιβάλει στα πιστωτικά ιδρύματα μέσω της υποχρεωτικής δημοσιοποίησης ποιοτικών και ποσοτικών στοιχείων που να επιτρέπουν την αντικειμενική αξιολόγηση της κεφαλαιακής επάρκειας και της αποτελεσματικότητας των συστημάτων διαχείρισης κινδύνων. Η αξιολόγηση αυτή από την αγορά προσδιορίζει και το κόστος δανεισμού των τραπεζών και κατά συνέπεια και την επιτοκιακή πολιτική έναντι των πελατών. Ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών αντιπροσωπεύει την αναλογία μεταξύ των ιδίων κεφαλαίων της τράπεζας και των στοιχείων του ενεργητικού (εντός και εκτός ισολογισμού),τα οποία έχουν αντισταθμιστεί ανάλογα με τον κίνδυνο που έχει αποφασιστεί ότι τους αντιστοιχεί. Σελίδα 20 από 117

22 Τον Ιούνιο του 1999, η Επιτροπή της Βασιλείας εξέδωσε ένα συμβουλευτικό κείμενο με τίτλο: «Α New Capital Adequacy Framework>(ένα νέο πλαίσιο για την κεφαλαιακή επάρκεια), αναθεωρημένο σχέδιο του οποίου υποβλήθηκε για σχολιασμό τον Ιανουάριο του 2001 με τίτλο: «The New Basle Capital Accord(το νέο Σύμφωνο της Βασιλείας για την κεφαλαιακή επάρκεια). Οι προτάσεις που περιέχονται στο εν λόγω κείμενο, οι οποίες αναμένεται να οριστικοποιηθούν το 2002 (μετά την έκδοση ενός τρίτου σχεδίου συμβουλευτικού κειμένου που εκτιμάται ότι θα εκδοθεί τον Ιανουάριο) και να τεθούν σε εφαρμογή τον Ιανουάριο του 2005, αφορούν σε τρεις πυλώνες : (α) Ο πρώτος πυλώνας αφορά στη μερική τροποποίηση και μερική ενδυνάμωση των κανόνων που αφορούν στον τρόπο υπολογισμού των κεφαλαιακών απαιτήσεων που επιβάλλονται στις τράπεζες για την κάλυψή τους έναντι του πιστωτικού κινδύνου και στην επιβολή κεφαλαιακών απαιτήσεων - για πρώτη φορά - για κάλυψη των τραπεζών έναντι της έκθεσής τους στο λειτουργικό κίνδυνο: (i) Σε ό,τι αφορά τον πιστωτικό κίνδυνο, το νέο Σύμφωνο της Βασιλείας προτείνει δύο τρόπους υπολογισμού των εν λόγω κεφαλαιακών απαιτήσεων: > την τυποποιημένη μέθοδο (standardised approach), η οποία υπήρχε και στο Σύμφωνο του 1988, αλλά συμπληρώνεται και γίνεται περιεκτικότερη στο νέο Σύμφωνο, > τη μέθοδο υπολογισμού βάσει των εσωτερικών συστημάτων διαβάθμισης του κινδύνου (internal ratings-based approach), σύμφωνα με δύο εναλλακτικές μεθόδους υπολογισμού: τη θεμελιώδη μέθοδο (foundation approach) και την προηγμένη (advanced approach). (ii) Αναφορικά με το λειτουργικό κίνδυνο, η Επιτροπή της Βασιλείας προτείνει την καθιέρωση τριών εναλλακτικών μεθόδων υπολογισμού των κεφαλαιακών απαιτήσεων: > τη μέθοδο του βασικού δείκτη, την τυποποιημένη μέθοδο, και > τη μέθοδο της εσωτερικής μέτρησης. (B) Ο δεύτερος πυλώνας αφορά στην καθιέρωση διαδικασιών για το διαρκή έλεγχο της επάρκειας των ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών από τις εποπτικές αρχές, καθώς στην αναγκαιότητα εδραίωσης εσωτερικών μηχανισμών ελέγχου που θα παρακολουθούν και θα αξιολογούν την κεφαλαιακή επάρκεια της τράπεζας και την εγκυρότητα των μεθόδων υπολογισμού. (γ) Τέλος, ο τρίτος πυλώνας αφορά στην ενδυνάμωση της πειθαρχίας που μπορεί να επιβάλλει η αγορά στις τράπεζες αναφορικά με την κεφαλαιακή τους επάρκεια μέσω κανόνων δημοσίευσης αναλυτικότερων οικονομικών στοιχείων και κανόνων που αφορούν στις δομές εταιρικής διακυβέρνησης και διοικητικού ελέγχου. Σελίδα 21 από 117

23 Δομή της Συνθήκης της Βασιλείας ΙΙ Εικόνα 3. Δομή της Συνθήκης της Βασιλείας ΙΙ Πηγή : Το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο της Επιτροπής της Βασιλείας Α. Πυλώνας Ι Υπολογισμός κεφαλαιακών απαιτήσεων 1. Πιστωτικός κίνδυνος Τυποποιημένη μέθοδος Μέθοδος εσωτερικών συστημάτων διαβάθμισης Αναγνώριση των αποτελεσμάτων των τεχνικών άμβλυνσης κινδύνου Τιτλοποίηση απαιτήσεων 2. Λειτουργικός κίνδυνος Η έννοια του λειτουργικού κινδύνου Μέθοδοι υπολογισμού κεφαλαιακών απαιτήσεων για το λειτουργικό κίνδυνο (α) Μέθοδος του Βασικού Δείκτη (Basic Indicator Approach) (β) Τυποποιημένη Μέθοδος (STΑ) (γ) Προηγμένοι Μέθοδοι Μέτρησης (AMA) Σελίδα 22 από 117

24 Β. Πυλώνας ΙΙ- Η διαδικασία εποπτικής εξέτασης 1. Βασικές αρχές του Πυλώνα ΙΙ 2. Σύστημα Εσωτερικής Αξιολόγησης Κεφαλαιακής Επάρκειας (ICAAP) 3. Διαδικασία Εποπτικής Εξέτασης (SRP) Ειδικά θέματα στα οποία πρέπει να εστιάζουν οι εποπτικές αρχές Λοιπές πτυχές Γ. Πυλώνας ΙΙΙ Πειθαρχία μέσω της αγοράς 1. Η έννοια της πειθαρχίας μέσω της αγοράς 2. Το περιεχόμενο της δημοσιοποίησης στοιχείων 3. Επιμέρους διαστάσεις Η διάδραση με άλλες υποχρεώσεις υποβολής στοιχείων Το κριτήριο της σπουδαιότητας των προς γνωστοποίηση στοιχείων (materiality) Η συχνότητα δημοσιοποίησης στοιχείων Το ζήτημα των πληροφοριών εμπιστευτικού χαρακτήρα Σελίδα 23 από 117

25 ΜΕΘΟΔΟΙ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ Basel II Βαθμός ευαισθησίας στον κίνδυνο ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ χαμηλός Τυποποιημένη (Standardised) Βασικού δείκτη (Basic Indicator) μέτριος Θεμελιώδης εσωτερικών διαβαθμίσεων (IRB foundation) Τυποποιημένη (Standardised) Εναλλακτική Τυποποιημένη υψηλός Προηγμένη βάσει εσωτερικών διαβαθμίσεων (IRB Advanced) Προηγμένη (Advanced Measurement approaches) Πίνακας 5. Μέθοδοι Κεφαλαιακών Απαιτήσεων Πηγή: Ελληνικό Ινστιτούτο Τραπεζών Σελίδα 24 από 117

26 Εικόνα 4. Οι τρεις Πυλώνες της Βασιλείας ΙΙ Πηγή: Ελληνικό Ινστιτούτο Τραπεζών 3.4 Πρώτος Πυλώνας Ελάχιστες Κεφαλαιακές απαιτήσεις ( Minimum Capital Requirements ) Αναπτύσσει και επεκτείνει τους κανόνες της Capital Accord του 1998 (Βασιλεία I). Διακρίνεται για την ουσιαστική βελτίωση στον υπολογισμό του παρανομαστή της κεφαλαιακής αναλογίας μιας τράπεζας που αναφέρεται στα στοιχεία ενεργητικού και τα εκτός ισολογισμού στοιχεία σταθμισμένα κατά τον κίνδυνο με στόχο να αντανακλά καλύτερα το προφίλ κινδύνου κάθε τράπεζας. Ο ορισμός των εποπτικών κεφαλαίων (ο αριθμητής του κλάσματος) παραμένει βασικά όπως ήταν και στη Βασιλεία I. Η γενική ελάχιστη κεφαλαιακή απαίτηση (τουλάχιστον 8% των σταθμισμένων κατά τον κίνδυνο στοιχείων του ενεργητικού) παραμένει αμετάβλητη. Ποιο συγκεκριμένα, οι τροποποιήσεις αφορούν τη μέτρηση του πιστωτικού κινδύνου, παρεμβαίνοντας στα σταθμισμένα στοιχεία του ενεργητικού, στις σταθμίσεις αυτών και κυρίως στις μεθόδους στάθμισης. Παράλληλα προσθέτει στον παρονομαστή τον λειτουργικό κίνδυνο, διαμορφώνοντας τον δείκτη φερεγγυότητας ως εξής : Σελίδα 25 από 117

27 Εικόνα 5. Πυλώνας 1 Ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις Πηγή: Ελληνικό Ινστιτούτο Τραπεζών Η νέα Συνθήκη δεν μεταβάλλει την αντιμετώπιση των κινδύνων αγοράς, παρά μόνο τον τρόπο υπολογισμού για καθέναν από τους άλλους δύο κινδύνους Πιστωτικός Κίνδυνος Ο πιστωτικός κίνδυνος μπορεί να μετρηθεί είτε: Χρησιμοποιώντας την τυποποιημένη μέθοδο (standardized approach), η οποία διατηρεί τα κυριότερα στοιχεία της υφιστάμενης μεθόδου, βάσει της πρώτης συνθήκης, με τις δεδομένες, σταθερές και ενιαίες σταθμίσεις των στοιχείων του ενεργητικού. Με τις μεθόδους των εσωτερικών συστημάτων διαβάθμισης (internal ratings-based approach, δηλαδή IRB). Σ' αυτή τη μέθοδο η τράπεζα είναι εκείνη που υπολογίζει τον κίνδυνο των διαφόρων θέσεων που αναλαμβάνει. Ωστόσο, για να αποφευχθεί υποεκτίμηση των κινδύνων από τις τράπεζες κάποιες απ' τις σταθμίσεις των κινδύνων παρέχονται απ' τις εποπτικές αρχές βασισμένες σε συγκεκριμένα μοντέλα. Σελίδα 26 από 117

28 Κίνδυνος αγοράς Ο κίνδυνος αγοράς μετριέται όπως έχει καθοριστεί στη Βασιλεία Ι. Λειτουργικός κίνδυνος Η επιτροπή ορίζει το λειτουργικό κίνδυνο ως τον κίνδυνο πιθανής ζημιάς, οφειλόμενης σε ελλιπείς ή ανεπιτυχείς εσωτερικές στην τράπεζα διαδικασίες ελέγχου, σε ανθρώπινες ενέργειες (λάθη ή απάτη), σε ανεπαρκή συστήματα διοίκησης και πληροφορικής και σε εξωτερικά γεγονότα. Προτείνει τρεις εναλλακτικές μεθόδους υπολογισμού των κεφαλαιακών απαιτήσεων αναφορικά με αυτόν τον κίνδυνο, τις εξής: Προσέγγιση του βασικού δείκτη (Basic Indicator Approach -BAA ). Η προσέγγιση αυτή χρησιμοποιεί έναν μόνο δείκτη ο οποίος λειτουργεί σαν προσέγγιση της συνολικής έκθεσης στον κίνδυνο της τράπεζας. Για παράδειγμα, εάν οριστεί ως δείκτης τα ακαθάριστα έσοδα των τριών τελευταίων χρήσεων, κάθε τράπεζα θα πρέπει να διατηρεί κεφάλαια έναντι του λειτουργικού κινδύνου ίσα με ένα σταθερό ποσοστό (15%) του μέσου όρου των ακαθαρίστων εσόδων των τριών τελευταίων χρήσεων. ΚΒΙΑ = GI * 15%, όπου KBIA είναι οι κεφαλαιακές απαιτήσεις στην Basic Indicator Approach και GI ο μέσος όρος των ακαθάριστων εσόδων των τριών τελευταίων χρόνων. Τυποποιημένη Μέθοδος (Standardized Approach). Χρησιμοποιείται από τράπεζες που πληρούν κάποιες ελάχιστες προϋποθέσεις. Σ' αυτή τη μέθοδο, γίνεται διαχωρισμός των τραπεζικών δραστηριοτήτων σε οκτώ τμήματα, για καθένα από τα οποία υπάρχει ήδη ένας προϋπολογισμένος συντελεστής beta (Πίνακας 1 ος ). Τα απαιτούμενα κεφάλαια για κάθε τμήμα υπολογίζονται πολλαπλασιάζοντας τον δείκτη του λειτουργικού κινδύνου με τον συντελεστή beta. Τα συνολικά απαιτούμενα κεφάλαια έναντι του λειτουργικού κινδύνου θα είναι το άθροισμα των κεφαλαίων που υπολογίστηκαν για κάθε τμήμα. Σελίδα 27 από 117

29 Business Lines Beta Factors Corporate Finance 18% Trading and sales 18% Retail Banking 12% Commercial Banking 15% Payment and Settlement 18% Agency services 18% Asset management 18% Retail brokerage 12% Πίνακας 6 : Συντελεστές beta για τις τραπεζικές δραστηριότητες Πηγή: Εναλλακτική Τυποποιημένη Μέθοδος (Advanced Measurement Approach -AMA). Για τις 6 κατηγορίες των 8 παραπάνω, εφαρμόζεται η μεθοδολογία της τυποποιημένης μεθόδου. Για τις υπόλοιπες δύο - Retail Banking και Commercial Banking- εφαρμόζεται η μεθοδολογία: [(Μέσος όρος 3 τελευταίων ετών χρηματοδοτήσεων Retail)+0,035*P3] + [(Μέσος όρος 3 τελευταίων ετών χρηματοδοτήσεων Commercial)*P4] 3.5 Δεύτερος Πυλώνας Διαδικασία εποπτικής αξιολόγησης ( Supervisory Review Process ) Με την παρούσα Εγκύκλιο, κατά το άρθρο 144 της Οδηγίας 2006/48/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, το Ν.3601/2007 και σύμφωνα με το Κεφ. ΙΙΙ της ΠΔ/ΤΕ 2595/ , παρέχεται διαφανής και περιεκτική περιγραφή των κριτηρίων και της μεθοδολογίας που θα χρησιμοποιεί η Τράπεζα της Ελλάδος (Διεύθυνση Εποπτείας Πιστωτικού Συστήματος) για την εφαρμογή της διαδικασίας εποπτικής αξιολόγησης στα πλαίσια της εφαρμογής του Πυλώνα 2.Ο δεύτερος πυλώνας, που αφορά την διαδικασία εποπτικής αξιολόγησης, αποτελεί αναγκαίο συμπλήρωμα του πρώτου πυλώνα. Η Επιτροπή της Βασιλείας έκρινε ότι οι ιδιαιτερότητες της κάθε τράπεζας που σχετίζονται με το είδος και εύρος των εργασιών της, τους αναλαμβανόμενους τραπεζικούς κινδύνους και την αποτελεσματικότητα της πολιτικής καθορισμού των απαιτούμενων ιδίων κεφαλαίων χρήζουν εξειδικευμένης αξιολόγησης. Αυτό σημαίνει ότι σε ορισμένες περιπτώσεις τραπεζών τα ίδια κεφάλαια που ικανοποιούν τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις του πρώτου πυλώνα δεν προσφέρουν επαρκές περιθώριο ασφαλείας, ιδίως σε ένα ευμετάβλητο οικονομικό περιβάλλον. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι εποπτικές αρχές θα πρέπει να έχουν την ευχέρεια, με βάση τα συμπεράσματα της εποπτικής αξιολόγησης, να καθορίζουν συντελεστή κεφαλαιακής επάρκειας υψηλότερο του ελαχίστου. Πάντως, θα πρέπει να αναφερθούμε ότι η αύξηση των ιδίων κεφαλαίων δεν αναιρεί αυτονόητα την ανάγκη βελτίωσης της πολιτικής και των εσωτερικών συστημάτων των τραπεζών προκειμένου να αποτρέπεται η διάβρωσή τους από ελαστικές πολιτικές, ιδίως από ανεπαρκή τιμολόγηση των κινδύνων που η πίεση του ανταγωνισμού μπορεί να επιβάλει. Σελίδα 28 από 117

30 Εικόνα 6. Πυλώνας 2 Πλαίσιο εποπτείας Πηγή : Ελληνικό Ινστιτούτο Τραπεζών Περιεχόμενα και βασικές έννοιες που σχετίζονται με τη Διαδικασία Εποπτικής Αξιολόγησης (Πυλώνας 2) Το νέο πλαίσιο για την Κεφαλαιακή Επάρκεια (Οδηγίες 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ, Ν.3601/2007, οι σχετικές ΠΔ/ΤΕ 2588/ έως και 2596/ ), καθώς και η ΠΔ/ΤΕ 2577/ , που ορίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις και τα κριτήρια αξιολόγησης των Συστημάτων Εσωτερικού Ελέγχου (ΣΕΕ) συμπεριλαμβανομένων των Συστημάτων Διαχείρισης Κινδύνων, αποτελούν τη βάση της προληπτικής εποπτείας. Στο πλαίσιο του Πυλώνα 1, καθορίζεται νέος τρόπος μέτρησης των κινδύνων που σκοπεύει στην ευθυγράμμιση των κεφαλαιακών απαιτήσεων με το ύψος των κινδύνων που αναλαμβάνονται από τα πιστωτικά ιδρύματα. Παράλληλα προσφέρεται η δυνατότητα στα πιστωτικά ιδρύματα να επιλέξουν μεταξύ διαφόρων μεθόδων για τη μέτρηση του πιστωτικού κινδύνου, του κινδύνου αγοράς και του λειτουργικού κινδύνου. Οι ανωτέρω κανόνες συμπληρώνονται από τον Πυλώνα 2, με τον οποίο τίθενται οι απαιτήσεις για την παρακολούθηση, την αξιολόγηση και τον έλεγχο του συνόλου των κινδύνων στους οποίους εκτίθενται τα πιστωτικά ιδρύματα. Οι απαιτήσεις αυτές συνδέονται με τη Διαδικασία Αξιολόγησης της Επάρκειας του Εσωτερικού Κεφαλαίου (ΔΑΕΕΚ), κατά την έννοια της ΠΔ/ΤΕ 2595/ , που διενεργείται από τα πιστωτικά ιδρύματα και την αξιολόγηση της επάρκειας των Εποπτικών Ιδίων Κεφαλαίων και Συστημάτων Διαχείρισης Κινδύνων που διενεργείται από την Τράπεζα της Ελλάδος, με στόχο να ανταποκρίνονται στο επίπεδο και τα χαρακτηριστικά των κινδύνων που αναλαμβάνουν. Τέλος, ο Πυλώνας 3 προωθεί και βελτιώνει τη διαφάνεια απαιτώντας από τα πιστωτικά ιδρύματα να δημοσιοποιούν τις αναγκαίες πληροφορίες ώστε να αξιολογείται το προφίλ κινδύνου και η κεφαλαιακή τους επάρκεια. Σελίδα 29 από 117

31 Ο Πυλώνας 2, σε σχέση με την εποπτεία έχει τους ακόλουθους στόχους: - να παροτρύνει τα πιστωτικά ιδρύματα να αναπτύξουν τεχνικές για την παρακολούθηση και διαχείριση των αναλαμβανομένων κινδύνων και του κεφαλαίου τους, - να επιτρέψει στις εποπτικές αρχές, μέσω μιας τυποποιημένης διαδικασίας εποπτικής αξιολόγησης, να διασφαλίσουν ότι τα πιστωτικά ιδρύματα διαθέτουν ένα επίπεδο κεφαλαίου και ένα Σύστημα Διαχείρισης Κινδύνων συνεπή με τους αναλαμβανομένους από αυτά κινδύνους. Στην περίπτωση που διαπιστώνονται αδυναμίες, οι εποπτικές αρχές μπορούν να επιβάλλουν, μεταξύ άλλων, τη λήψη διορθωτικών μέτρων, συμπεριλαμβανομένης και της αύξησης των κεφαλαίων. Η Τράπεζα της Ελλάδος θεωρεί ότι τα Ίδια Κεφάλαια δεν αποτελούν το μοναδικό μέσο για την κάλυψη των κινδύνων, καθώς σημαντική επίσης θεωρείται η χρήση ενεργητικών και αποτελεσματικών πολιτικών και συστημάτων ανάληψης, μέτρησης και διαχείρισης των κινδύνων. Η Διαδικασία Εποπτικής Αξιολόγησης (ΔΕΑ) στηρίζεται στις πιο κάτω 4 βασικές αρχές (άρθρα 123, 124 και 136, Παράρτημα ΧΙ της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ, τις Κατευθυντήριες Γραμμές The Application Of Supervisory Review Process Under Pillar II της CEBS και την ΠΔ/ΤΕ 2595/ ): Βασική Αρχή 1: Τα πιστωτικά ιδρύματα πρέπει να διαθέτουν διαδικασίες αξιολόγησης της επάρκειας του εσωτερικού τους κεφαλαίου σε σχέση και με το επίπεδο των αναλαμβανομένων κινδύνων, καθώς και στρατηγική για τη διατήρησή του. Βασική Αρχή 2: Οι εποπτικές αρχές θα αξιολογούν τις εκτιμήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων για την κεφαλαιακή τους επάρκεια, τις στρατηγικές τους, καθώς και την ικανότητά τους να παρακολουθούν και να διασφαλίζουν τη συμμόρφωσή τους με τα εποπτικά ελάχιστα όρια κεφαλαιακής επάρκειας. Οι εποπτικές αρχές θα λαμβάνουν συγκεκριμένα μέτρα εάν κρίνουν ότι οι ανωτέρω διαδικασίες είναι ανεπαρκείς. Βασική Αρχή 3: Οι εποπτικές αρχές αναμένουν από τα πιστωτικά ιδρύματα να λειτουργούν με επίπεδο κεφαλαίων υψηλότερο από τα ελάχιστα εποπτικά όρια κεφαλαιακής επάρκειας και διατηρούν το δικαίωμα να τους επιβάλλουν κεφάλαια πέραν των ελάχιστων απαιτουμένων. Βασική Αρχή 4: Οι εποπτικές αρχές θα επεμβαίνουν έγκαιρα ώστε να αποτρέπεται η μείωση των κεφαλαίων κάτω από το επίπεδο που απαιτείται για την κάλυψη του συνόλου των κινδύνων που έχει αναλάβει το πιστωτικό ίδρυμα και θα απαιτούν τη λήψη διορθωτικών μέτρων στις περιπτώσεις που οι κεφαλαιακές απαιτήσεις δεν τηρούνται ή δεν επανέρχονται ή εκτιμάται ότι δεν θα επανέλθουν έγκαιρα στα προβλεπόμενα όρια. Σύμφωνα με τη Βασική Αρχή 1, τα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να αναπτύξουν Διαδικασία Αξιολόγησης της Επάρκειας του Εσωτερικού τους Κεφαλαίου (ΔΑΕΕΚ - Internal Capital Adequacy Assessment Process - ICAAP). Επομένως θα πρέπει να θέτουν στόχους για επίπεδα κεφαλαίων εναρμονισμένα με τα επίπεδα και τα χαρακτηριστικά των αναλαμβανομένων κινδύνων. Σύμφωνα με τη Βασική Αρχή 2, η εποπτική αρχή θα πρέπει να αναπτύξει Διαδικασίες Εποπτικής Αξιολόγησης (ΔΕΑ Supervisory Review and Evaluation Process - SREP) της ΔΑΕΕΚ που υποστηρίζονται από το Σύστημα Εγκαίρου Προειδοποίησης και Αξιολόγησης Κινδύνων (ΣΕΠΑΚ - Risk Assessment System - RAS). Σελίδα 30 από 117

32 3.6 Τρίτος Πυλώνας Πειθαρχία της Αγοράς ( Market Discipline ) Αποτελεσματική χρήση της διαφάνειας με την ενίσχυση της πληροφόρησης του κοινού για τα μεγέθη και την πορεία των τραπεζών. Στόχος του τρίτου πυλώνα είναι η βελτίωση της πειθαρχίας της αγοράς με την εισαγωγή απαιτήσεων πληροφόρησης που θα υποχρεώνει τις τράπεζες να δημοσιεύουν λεπτομερή ποιοτικά και ποσοτικά δεδομένα σχετικά με τους κινδύνους και τη διαχείριση των κεφαλαίων και των κινδύνων. Οι απαιτήσεις αυτές δεν καλύπτουν μόνο τον τρόπο με τον οποίο μία τράπεζα υπολογίζει την κεφαλαιακή της επάρκεια αλλά επιπρόσθετα τις τεχνικές που χρησιμοποιεί για την αξιολόγηση των κινδύνων. Ο βασικός πυρήνας των υποχρεωτικών δημοσιεύσεων περιλαμβάνει ειδικές και λεπτομερείς διατάξεις για την εποπτική αναγνώριση των εσωτερικών μεθοδολογιών σχετικά με τον πιστωτικό κίνδυνο, τις τεχνικές μείωσης του πιστωτικού κινδύνου και την τιτλοποίηση των στοιχείων του ενεργητικού. Εικόνα 7. Πυλώνας 3 Πειθαρχεία αγοράς Πηγή: Ελληνικό Ινστιτούτο Τραπεζών Σκοπός του πυλώνα είναι συμπληρώσει τα θέματα κεφαλαιακής επάρκειας του πρώτου πυλώνα και τα θέματα εποπτείας του δεύτερου πυλώνα. Πιο συγκεκριμένα, η επιτροπή με αυτόν τον πυλώνα, επιδιώκει να ενθαρρύνει την πειθαρχία μέσω της αγοράς, ούτως ώστε να συνεχιστεί η προσπάθεια ενίσχυσης της κεφαλαιακής επάρκειας αλλά και η προώθηση της ασφάλειας και σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ουσιαστικά, η επιτροπή δεν αρκείται δεν έλεγχο των τραπεζών από τις εποπτικές αρχές. Μέσω των παρακάτω διατάξεων, που καλύπτουν τέσσερις περιοχές, τους υποχρεώνει να δημοσιοποιούν ποσοτικά και ποιοτικά στοιχεία σχετιζόμενα με τους αναλαμβανόμενους χρηματοοικονομικούς και λοιπούς κινδύνους (International Convergence of Capital Measurement and Capital Standards A Revised Framework, Basel Committee on Banking Supervision June 2004). Σελίδα 31 από 117

33 Απαιτήσεις σε κεφάλαια: Θα πρέπει να καταγράφεται και να εξηγείται ο τρόπος με τον οποίο οι επενδύσεις συμμετέχουν στον υπολογισμό του κινδύνου και στις υποχρεώσεις κεφαλαίου. Δομή κεφαλαίων: Θα πρέπει να υπάρχει λεπτομερής αναφορά της φύσης και του σκοπού όλων των στοιχείων του κεφαλαίου και των υποχρεώσεων που απορρέουν από τα κεφάλαια. Έκθεση στον κίνδυνο: Θα πρέπει να υπάρχει απόλυτη διαφάνεια όσον αφορά στην έκθεση των τραπεζών στους κινδύνους αλλά και όσον αφορά στην διαχείριση του κινδύνου αυτού από τις τράπεζες. Κεφαλαιακή επάρκεια: Θα πρέπει να είναι γνωστό το επίπεδο κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών, τόσο για το σύνολο των δραστηριοτήτων όσο και για μεμονωμένες περιοχές δραστηριότητας που εμπεριέχουν ρίσκο. Σε περίπτωση που κάποια τράπεζα δεν συμμορφώνεται με τις συστάσεις που αφορούν στις γνωστοποιήσεις που υπαγορεύει ο τρίτος πυλώνας, πρέπει να αναμένεται η λήψη μέτρων από τις εποπτικές αρχές για τη διόρθωση αυτής της κατάστασης. Η ισχύς των μέτρων αυτών εξαρτάται από τη φύση, τις επιπτώσεις και τη διάρκεια της μη συμμόρφωσης. Επιπλέον, θέμα που ανακύπτει μέσα από τον τρίτο πυλώνα είναι η συχνότητα των γνωστοποιήσεων. Οι ετήσιες γνωστοποιήσεις κρίνονται ανεπαρκείς ενώ οι γνωστοποιήσεις σε εξαμηνιαία ή και τριμηνιαία βάση είναι καταλληλότερες. Σε περίπτωση που κάποια τράπεζα δεν συμμορφώνεται με τις συστάσεις που αφορούν στις γνωστοποιήσεις που υπαγορεύει ο τρίτος πυλώνας, πρέπει να αναμένεται η λήψη μέτρων από τις εποπτικές αρχές για τη διόρθωση αυτής της κατάστασης. Η ισχύς των μέτρων αυτών εξαρτάται από τη φύση, τις επιπτώσεις και τη διάρκεια της μη συμμόρφωσης. Επιπλέον, θέμα που ανακύπτει μέσα από τον τρίτο πυλώνα είναι η συχνότητα των γνωστοποιήσεων. Οι ετήσιες γνωστοποιήσεις κρίνονται ανεπαρκείς ενώ οι γνωστοποιήσεις σε εξαμηνιαία ή και τριμηνιαία βάση είναι καταλληλότερες. Δημοσιοποίηση Στοιχείων Ο τρίτος πυλώνας επιχειρεί την επιβολή κανόνων στη διαφάνεια. Εκχωρείται δηλαδή στις ίδιες τις αγορές σημαντικό μέρος του εποπτικού έργου. Η Γενική Αρχή Δημοσιοποίησης αναφέρει ότι τα Πιστωτικά Ιδρύματα θα πρέπει να έχουν επίσημη πολιτική δημοσιοποίησης στοιχείων, εγκεκριμένη από τα διοικητικά τους συμβούλια. Επιπλέον θα πρέπει να έχουν διαδικασίες αξιολόγησης της καταλληλότητας των δημοσιοποιούμενων στοιχείων, της επαλήθευσής τους και της συχνότητας δημοσιοποίησης αυτών. Σελίδα 32 από 117

34 Δημοσιοποίηση στοιχείων /παράδειγμα Πεδίο εφαρμογής : Μητρική εταιρεία Μέθοδος ενοποίησης Εποπτικά Ίδια : Κεφάλαια Κεφαλαιακή : Επάρκεια Διάρθρωση εποπτικού κεφαλαίου Όροι έκδοσης στοιχείων κεφαλαίου Υπολογισμός κεφαλαιακής επάρκειας ανά κατηγορία κινδύνου Εποπτικά αποδεκτό κεφάλαιο και ελάχιστα απαιτούμενο κεφάλαιο Παράγοντες που επιδρούν στην κεφαλαιακή θέση Πιστωτικός : Κίνδυνος Σταθμισμένα και αστάθμιστα ανοίγματα πριν και μετά τις μεθόδους μείωσης πιστωτικού κινδύνου Γεωγραφική / κλαδική κατανομή Ληκτότητα και συγκέντρωση Απαιτήσεις σε καθυστέρηση / επισφαλείς απαιτήσεις Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις Πλαίσιο διαχείρισης πιστωτικού κινδύνου Ανάλυση υποδειγμάτων credit scoring Μέθοδοι μείωσης πιστωτικού κινδύνου ανά συντελεστή στάθμισης Σημαντικότεροι εγγυητές Κίνδυνοι αγοράς : Κεφαλαιακές απαιτήσεις ανά κατηγορία κινδύνου Ανάλυση μεθόδου Μέγιστης δυνητικής Ζημιάς (VaR) Αποτελέσματα δοκιμαστικού εκ των υστέρων ελέγχου(backtesting) Προσομοίωση καταστάσεων κρίσης (Stress testing) Λειτουργικός : Κίνδυνος Κεφαλαιακές απαιτήσεις ανά τομέα δραστηριότητας Πλαίσιο διαχείρισης λειτουργικού κινδύνου Λειτουργικές ζημιές ανά τομέα δραστηριότητας Επιτοκιακός : Κίνδυνος Μέγεθος και επίπτωση στα κέρδη μεγάλων και απροσδόκητων μεταβολών στα επιτόκια ανά νόμισμα Εσωτερικά όρια Πλαίσιο διαχείρισης επιτοκιακού κινδύνου Σελίδα 33 από 117

35 3.7 Κριτικές όσον αφορά την Βασιλεία ΙΙ Η Βασιλεία 2 είχε ως στόχο να ενδυναμώσει τα κίνητρα των τραπεζών να ελέγχουν τον κίνδυνο των ανοιγμάτων τους σχετικά με την Βασιλεία Ι.Το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο έχει ως στόχο να μειώσει το εποπτικό arbitrage. Επιπλέον η Βασιλεία ΙΙ εκμεταλλεύεται αποτελεσματικά πληροφορίες για την πιστωτική αξιοπιστία των δανειστών της,η οποία είναι γνωστή εσωτερικά στις τράπεζες, επιτρέποντας στα πιστωτικά ιδρύματα που εκπληρούν κάποιες απαιτήσεις να εφαρμόζουν την μέθοδο εσωτερικών διαβαθμίσεων (IRB).Συνεπώς,από πολλές απόψεις η Βασιλεία ΙΙ υπερτερεί της Βασιλείας Ι. Από την άλλη πλευρά κάποιοι οικονομολόγοι και policy makers εξέφρασαν ανησυχίες ότι παρόλο που η Βασιλεία ΙΙ διορθώνει πολλά σοβαρά ελαττώματα της Βασιλείας Ι,μπορεί να δημιουργεί νέα δικά της τα οποία κατηγοριοποιούνται σε τρεις ομάδες: Πρώτη, πολλοί οικονομολόγοι αναρωτιούνται αν η Βασιλεία ΙΙ προωθεί πράγματι την χρηματοοικονομική σταθερότητα. Η πιο ευαίσθητη στον κίνδυνο προσέγγιση για τον υπολογισμό των εποπτικών κεφαλαίων προωθεί την χρηματοοικονομική σταθερότητα στο βαθμό που οι μετρήσεις κινδύνου που χρησιμοποιούνται είναι ακριβείς. Οι μετρήσεις κινδύνου ωστόσο έχουν πολλούς σοβαρούς περιορισμούς.για παράδειγμα, οι Morris και Shin (1999) υποστήριξαν ότι τα VALUE-AT-RISK (VAR) μοντέλα δεν λαμβάνουν υπόψη την ενδογενής φύση του κινδύνου, έτσι παράγουν ανακριβείς μέτρα μεταβλητότητας (π.χ. ανακριβείς τυπικές αποκλίσεις).αυτό συμβαίνει επειδή η υπόθεση που «κρύβεται» κάτω από τα υπάρχοντα μοντέλα διαχείρισης κινδύνου όπως το VAR είναι ότι η τιμή ενός αξιόγραφου πέφτει σε ένα πολύ χαμηλό επίπεδο με συγκεκριμένη εξωγενώς προσδιορισμένη πιθανότητα,ενώ στην πραγματικότητα, βραχυπρόθεσμες μεταβολές των τιμών εξαρτώνται από τις πράξεις των συμμετεχόντων στην αγορά. Από την στιγμή που τέτοια μοντέλα μέτρησης κινδύνου δεν λαμβάνουν υπόψη την στρατηγική φύση του κινδύνου θα μπορούσαν να καταστήσουν τους συμμετέχοντες στην αγορά ανεπαρκώς προετοιμασμένους για μια κατάσταση κρίσης όπου όλοι οι συναλλασσόμενοι προσπαθούν να «χαλαρώσουν» τις θέσεις τους παράλληλα. Τοιουτοτρόπως αν οι μετρήσεις κινδύνου είναι ανακριβείς τότε και ο υπολογισμός εποπτικών κεφαλαίων που βασίζεται σε αυτές πιθανών να αποτύχει να προωθήσει την χρηματοοικονομική σταθερότητα. Η δεύτερη ανησυχία είναι ότι η νέα τυποποιημένη μέθοδος ίσως αλλοιώσει τα κίνητρα των επιχειρήσεων στην χρήση εξωτερικών διαβαθμίσεων πιστωτικής ποιότητας. Οι εξωτερικοί οργανισμοί πιστωτικής αξιολόγησης (Ε.Ο.Π.Α.) εξέφρασαν ανησυχίες ότι η χρήση πιστωτικών διαβαθμίσεων στο πλαίσιο κεφαλαιακής επάρκειας μπορεί να παρακινήσει τις επιχειρήσεις να «ψωνίσουν» υψηλότερες διαβαθμίσεις έτσι ώστε να μειώσουν το κόστος δανεισμού τους κάτι τέτοιο μπορεί να πιέσει τις Ε.Ο.Π.Α. να «φουσκώσουν» τις αξιολογήσεις-διαβαθμίσεις τους με συνέπεια την υπονόμευση της αξιοπιστίας τους. Επιπλέον υπάρχει φόβος ότι όλες μαζί οι επικίνδυνες επιχειρήσεις ίσως παραιτηθούν της διαδικασίας αξιολόγησης από Ε.Ο.Π.Α. από τη στιγμή που ανοίγματα σε αδιαβάθμιστες επιχειρήσεις λαμβάνουν χαμηλότερη στάθμιση κινδύνου(100%) από αυτές που έχουν χαμηλή διαβάθμιση (150%) σύμφωνα με την Επιτροπή της Βασιλείας. Κάτι τέτοιο θα μειώσει τον βαθμό διαφάνειας. Η τρίτη ανησυχία θα λέγαμε είναι αν η Βασιλεία ΙΙ θα μπορούσε να έχει ανεπιθύμητες επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία μέσω της επίδρασή της στον τραπεζικό δανεισμό. Δηλαδή τις μακροοικονομικές επιπτώσεις της Βασιλείας ΙΙ. Συγκεκριμένα πως το πλαίσιο κεφαλαιακής επάρκειας επηρεάζει α) την προσφορά τραπεζικών πιστώσεων και β) την επίδραση αυτών στον νομισματικό μηχανισμό μετάδοσης. Αναλυτικότερα αν ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας γίνει πολύ χαμηλός τότε το πιστωτικό ίδρυμα θα πρέπει :α) είτε να αυξήσει το κεφάλαιο του ή β) να περικόψει τον δανεισμό του ή γ) Σελίδα 34 από 117

36 να αλλάξει τα αξιόγραφα του χαρτοφυλακίου του ώστε να ενέχουν χαμηλότερο κίνδυνο. Επειδή η αύξηση του κεφαλαίου κοστίζει τα πιστωτικά ιδρύματα καταφεύγουν στην περικοπή του δανεισμού. Αν πολλές τράπεζες δράσουν με αυτόν τον τρόπο την ίδια στιγμή αυτό θα οδηγήσει σε μείωση της συνολικής προσφοράς δανείων. Αυτό δεν θα έχει επίδραση στο Α.Ε.Π. της χώρας από την στιγμή που οι επιχειρήσεις βρούν διαφορετικό τρόπο χρηματοδότησης των επενδύσεων τους. Η ύπαρξη ασύμμετρης πληροφόρηση όμως στην χρηματοοικονομική αγορά μπορεί να καταστήσει ανέφικτο κάτι τέτοιο με μόνη επιλογή των επιχειρήσεων την μείωση των επενδύσεων τους.αυτονόητο είναι ότι πλήττονται περισσότερο οι μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις που έχουν μικρή πρόσβαση στις χρηματοοικονομικές αγορές. Η μείωση των επενδύσεων σαφώς έχει ως αποτέλεσμα και την μείωση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος μιας χώρας. Ο κανονισμός κεφαλαιακής επάρκειας μπορεί να επηρεάζει τον νομισματικό μηχανισμό μετάδοσης. Ο βαθμός ανταπόκρισης της προσφοράς δανείων σε αλλαγές της νομισματικής πολιτικής καθορίζει την δύναμη του νομισματικού μηχανισμού μετάδοσης.mια σφικτή νομισματική πολιτική μειώνει τα κεφάλαια των τραπεζών και περιορίζει την ικανότητά τους να δανείζουν αν υπόκεινται στο πλαίσιο κεφαλαιακής επάρκειας (Chami & Cosimano,2001&Van den Heuvel,2002). Σε ένα απλό στατικό μοντέλο αποδείχτηκε ότι αν ο κανονισμός κεφαλαιακής απαίτησης είναι δεσμευτικός, τα τραπεζικά δάνεια μπορεί να μην αυξηθούν καθόλου σε μια νομισματική επέκταση( Kashyap &Stein,1994). Ο Van den Heuvel δείχνει ότι οι επιπτώσεις είναι πιο αμυδρές.συγκεκριμένα μπορεί αρχικά μια τράπεζα να μην αυξήσει την προσφορά δανείων της σε μια επεκτατική νομισματική πολιτική αλλά τείνει να υπεραντιδρά μετά το πρώτο τρίμηνο. Αυτό συμβαίνει επειδή τα χαμηλότερα επιτόκια αυξάνουν τα κέρδη των τραπεζών και κατά συνέπεια μειώνει την πιθανότητα ο κανονισμός κεφαλαιακών απαιτήσεων να τις εμποδίσει να αυξήσουν την παροχή δανείων στο μέλλον. Συνεπώς, αν οι τράπεζες έχουν λίγα κεφάλαια, η προσφορά δανείων δεν θα ανταποκριθεί αρχικά στην επεκτατική νομισματική πολιτική αλλά μακροχρόνια η ανταπόκρισή της θα είναι πιο δυνατή. Δεδομένου ότι η αντίδραση των πιστωτικών ιδρυμάτων όσον αφορά την παροχή δανείων στην νομισματική πολιτική που ασκείται έρχεται με μια χρονική καθυστέρηση αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μη επιθυμητά αποτελέσματα(π.χ αύξηση δανείων σε οικονομική άνθηση και περιορισμός τους σε οικονομική ύφεση) στην διάρκεια ενός οικονομικού κύκλου. Την παραπάνω εικόνα ενισχύει η άποψη ότι ο μετρήσιμος πιστωτικός κίνδυνος τείνει να πέφτει σε οικονομική άνθηση και να αυξάνεται σε περιόδους ύφεσης άρα η στάθμιση κινδύνου στα αξιόγραφα κάτω από την Βασιλεία ΙΙ πιθανών να υφίσταται αντικυκλικές διακυμάνσεις έτσι ώστε οι τράπεζες να είναι πιο «capital-constrained» κατά την διάρκεια υφέσεων και λιγότερο «capital-constrained» κατά την διάρκεια οικονομικών ανθήσεων. Τέτοια δανειοδοτική συμπεριφορά μπορεί με την σειρά της να επιδεινώσει την κυκλική μεταβλητότητα του Α.Ε.Π. Σελίδα 35 από 117

37 Σύμφωνα με τον Andrew Crokett οι πέντε πιο σημαντικές κριτικές που αποδίδονται στην Βασιλεία ΙΙ είναι: a) Είναι πολύ περίπλοκη b) Ενισχύει την προκυκλικότητα (procyclicality) του οικονομικού συστήματος c) Δίνει πολύ βαρύτητα στην αξιολόγηση των Ε.Ο.Π.Α. d) «Τιμωρεί» τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (και κάποιες αναπτυσσόμενες χώρες ) e) Πιο γενικά δεν λαμβάνει επαρκώς υπόψη την ειδική κατάσταση και τις ανησυχίες των αναδυόμενων χωρών. Η απάντηση στην πρώτη κριτική είναι ότι η ίδια η τραπεζική έγινε πιο περίπλοκη. Η διαχείριση κινδύνου είναι πολύ περίπλοκη και η αντιμετώπιση ότι όλα τα δάνεια έχουν τον ίδιο συντελεστή κινδύνου(πράγμα που ποτέ δεν σήμαινε ότι οι τράπεζες θα τα αντιμετώπιζαν ως ίσου κινδύνου),σύμφωνα με την Βασιλεία Ι,έγινε μη ρεαλιστική. Σύμφωνα με τον πυλώνα 1 του νέου πλαισίου οι κεφαλαιακές απαιτήσεις υπολογίζονται στην βάση πιο διαφοροποιημένων εκτιμήσεων του κινδύνου των ανοιγμάτων. Κανείς δεν είπε ότι η απλότητα και η μεγαλύτερη ευαισθησία κινδύνου είναι αμοιβαίως συμβατές έννοιες. Η δεύτερη κριτική είναι ότι η Βασιλεία ΙΙ ίσως ενισχύει την προκυκλικότητα στην χρηματοοικονομική συμπεριφορά.αν οι κεφαλαιακές απαιτήσεις είναι πιο ευαίσθητες στην μέτρηση του κινδύνου και ο μετρούμενος κίνδυνος τείνει να ανεβαίνει στις οικονομικές πτώσεις (downturns) οι τράπεζες μπορεί να ενθαρρυνθούν να σταματήσουν τον δανεισμό ακριβώς την στιγμή που η οικονομία είναι πιο ευάλωτη. Μια πρώτη απάντηση σε αυτήν την κριτική είναι ότι αυτή η προκυκλική συμπεριφορά είναι ενδημική (endemic) στα οικονομικά συστήματα και όχι απλά το αποτέλεσμα των εποπτικών κεφαλαιακών απαιτήσεων. Φυσικά είναι σημαντικό το νέο πλαίσιο να μην αμβλύνει τον οικονομικό κύκλο. Πολλές προσεγγίσεις μπορούν να βοηθήσουν εδώ που έχουν ενσωματωθεί από την Επιτροπή της Βασιλείας.Πρώτο οι ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις είναι μόνο αυτό ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ απαιτήσεις.οι τράπεζες θα πρέπει να έχουν επαρκή κεφάλαια για κάθε περίσταση. Αναμένεται λοιπόν να δημιουργήσουν ένα απόθεμα κεφαλαίου τις καλές οικονομικές περιόδους το οποίο να χρησιμοποιήσουν ως απόθεμα ασφαλείας στις κακές οικονομικές περιόδους.δεύτερο, δεν θα πρέπει οι κεφαλαιακές απαιτήσεις κάτω από τον πυλώνα 1 να εφαρμόζονται τυφλά ή μηχανικά. Ο πυλώνας 2,η Εποπτική Επίβλεψη και ο πυλώνας 3,η πειθαρχία της αγοράς είναι εξίσου σημαντικά για να εκτιμήσουμε την κεφαλαιακή θέση μιας τράπεζας ενισχύοντας το κίνητρο να διατηρούν ένα απόθεμα κεφαλαίου πάνω από το ελάχιστο. Τρίτο,είναι επιθυμητό να χρησιμοποιούνται μέτρα μέτρησης του πιστωτικού κινδύνου που δεν είναι εξαιρετικά «ευάλωτα» σε βραχυπρόθεσμες αναθεωρήσεις. Όσον αφορά την κριτική για τον ρόλο των Ε.Ο.Π.Α. πολλά αναδυόμενα κράτη εστιάζουν στην περιορισμένη διείσδυση της διαβάθμισης στις οικονομίες τους και εκφράζουν ανησυχίες για την ποιότητα των αξιολογήσεων τους. Στον βαθμό που το καινούργιο πλαίσιο ενθαρρύνει την ανάπτυξη πιο εύρωστων εσωτερικών διαβαθμίσεων πιστωτικού κινδύνου κάνει καλό. Ο Andrew Crokett δεν δίνει πολύ έμφαση στο ότι η Βασιλεία ΙΙ τιμωρεί δυσανάλογα τους δανειστές που έχουν χαμηλή ή και καθόλου διαβάθμιση καθώς θεωρεί ότι οι τράπεζες μπορούν να αξιολογήσουν πολύ καλά τον πιστωτικό κίνδυνο και η αλλαγή στην χρέωση του εποπτικού κεφαλαίου δεν θα αλλάξει πολλά πράγματα στο κόστος των δανειστών. Σελίδα 36 από 117

38 Όσον αφορά την κριτική ότι τιμωρεί τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις πάλι υπάρχει μια δόση υπερβολής.καταρχήν ο στόχος του νέου πλαισίου ήταν να «ευθυγραμμίσει» τα κεφαλαιακά διαθέσιμα με τον κίνδυνο και όχι να : προωθήσει συγκεκριμένο τομέα της οικονομίας. Η Επιτροπή της Βασιλείας ανταποκρίθηκε στις αντιδράσεις των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με αποτέλεσμα να τροποποιήσει αρκετά την αρχική της πρόταση που αφορούσε τον δανεισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Τέλος όσον αφορά την πέμπτη κριτική ότι η Βασιλεία ΙΙ επικεντρώνεται περισσότερο στις βιομηχανοποιημένες χώρες και δεν δίνει αρκετή σημασία στις συνθήκες των αναδυόμενων οικονομιών ο Andrew Crokett αναγνωρίζει κάποια αλήθεια σε αυτό καθώς η Βασιλεία Ι δημιουργήθηκε αρχικά με σκοπό να εφαρμοστεί στις διεθνώς δραστηριοποιημένες τράπεζες της ομάδας των G10 κρατών. Είναι οι βασικές αρχές της τραπεζικής εποπτείας που αναπτύχθηκε το 1997 από μια αντιπροσωπευτική ομάδα βιομηχανοποιημένων και αναδυόμενων αγορών οικονομιών που αντιπροσωπεύει την βάση της τραπεζικής εποπτείας της Βασιλείας πιο γενικά. Παρόλα αυτά είναι γεγονός ότι οι κατευθύνσεις της Βασιλείας έχουν αξιοσημείωτη δύναμη και για αυτό θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ανησυχίες όλων των κρατών. Το πλαίσιο της Βασιλείας ΙΙ απορρίφθηκε από μια ακολουθία Αμερικάνικων Ρυθμιστικών Τραπεζών οι οποίες επιμένουν στην εφαρμογή ενός πιο σκληρού μέτρου που πρωτοεμφανίσθηκε στην Αμερική για πρώτη φορά το 1991 με την κρίση των στεγαστικών δανείων, το λεγόμενο «leverage ratio».το μέτρο αυτό εγγυάται ότι τα ίδια κεφάλαια των τραπεζών είναι τουλάχιστον το 3% των στοιχείων του ισολογισμού της εκάστοτε τράπεζας ανεξάρτητα της ποιότητας των δανείων της και των συστημάτων διαχείρισης που διαθέτει. Έγιναν προσπάθειες το «leverage ratio»να εξαχθεί και σε άλλες δικαιοδοσίες κυρίως όταν τέσσερις βασικές Αμερικάνικες Εταιρίες που επιθεωρούν τράπεζες εξέδωσαν ένα σημείωμα προτεινόμενου τρόπου δημιουργίας κανόνων που θα ισχύει για τις Αμερικάνικες τράπεζες αλλά και για τις θυγατρικές Ευρωπαϊκών που βρίσκονται στην Αμερική. Το σημείωμα αυτό προκάλεσε αντιδράσεις και δυσαρέσκειες τόσο στις Ευρωπαϊκές όσο και στις Αμερικάνικες τράπεζες. Σελίδα 37 από 117

39 3.8 Το Σύμφωνο της Βασιλείας ΙΙΙ Χρονοδιάγραμμα εφαρμογής του Συμφώνου Βασιλείας ΙΙΙ Οι επικεφαλείς των κυβερνήσεων των χωρών της ομάδας G-20 επιφόρτισαν την Επιτροπή Βασιλείας με την οριστικοποίηση των κανόνων του Συμφώνου Βασιλείας ΙΙΙ πριν από τη συνάντηση τους στη Σεούλ της Νότιας Κορέας στις 11 και 12 Νοεμβρίου Η διαδικασία αυτή ξεκίνησε με την έκδοση του συμβουλευτικού εγγράφου του Δεκεμβρίου του 2009, που ήδη παρουσιάστηκε, και στο οποίο περιγράφονταν οι προτεινόμενες αλλαγές του ρυθμιστικού πλαισίου για την κεφαλαιακή επάρκεια και τη ρευστότητα των τραπεζών. Το κείμενο δόθηκε σε δημόσιο σχολιασμό ως τα μέσα Απριλίου του 2010 και τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν την ευκαιρία να παρουσιάσουν και τις δικές τους απόψεις. Παράλληλα η Επιτροπή Βασιλείας σε συνεργασία με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών και το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας διεξήγαγε ποσοτικές μελέτες για τις πιθανές επιπτώσεις που θα έχει η εφαρμογή του νέου ρυθμιστικού πλαισίου στις χρηματοοικονομικές αγορές και την οικονομία γενικότερα. Πρόθεση της Επιτροπής είναι να εφαρμοστούν οι αναθεωρημένες προτάσεις έως το τέλος του 2012, παρόλο που είναι ξεκάθαρο ότι θα υπάρξουν μεταβατικές περίοδοι, περίοδοι επιτήρησης και φάσεις σταδιακής ενσωμάτωσης των ρυθμίσεων. Όλα αυτά σκοπό έχουν να μειώσουν τις επιπτώσεις από την μετάβαση στο νέο κανονιστικό πλαίσιο οι οποίες αναμένονται αρκετά μεγάλες όταν ολοκληρωθεί η εφαρμογή τους Παρόλη την περί του αντιθέτου φημολογία, δεν αναμένεται απόρριψη των προτάσεων της Επιτροπής Βασιλείας, ούτε τροποποίηση του αρχικού χρονοδιαγράμματος εφαρμογής του Συμφώνου με εξαίρεση ίσως τις προβλέψεις για τη ρευστότητα. Η μοναδική περίπτωση που θα μπορούσε να δημιουργήσει αναβολή της εφαρμογής είναι η εκδήλωση μιας νέας ύφεσης ή μιας ακόμη σφοδρής χρηματοοικονομικής κρίσης όπως είναι η επαπειλούμενη κρίση του Euro. Οι ηγέτες των χωρών του G-20 δεν θα θελήσουν να ριψοκινδυνεύσουν μια πρόσθετη οικονομική επιβράδυνση δεδομένου της ήδη επιβαρημένης κατάστασης της διεθνούς οικονομίας. 3.9 Τι προβλέπει το σύμφωνο της Βασιλείας ΙΙΙ Η Συνθήκη Βασιλείας III είναι ένα σύνολο προτεινόμενων αλλαγών επί των διεθνών κανόνων που αφορούν στην κεφαλαιακή επάρκεια και στη ρευστότητα των τραπεζών καθώς και σε κάποια άλλα θέματα που σχετίζονται με την τραπεζική εποπτεία. Πρόκειται για τη δεύτερη σημαντική αναθεώρηση ενός αρχικού συνόλου κανόνων τραπεζικής εποπτείας γνωστού ως Συνθήκη Βασιλείας Ι το οποίο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά το 1988 από την Επιτροπή Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία. Η μεταρρυθμιστική αυτή προσπάθεια αποτελεί τον «ακρογωνιαίο λίθο» των μέτρων που υιοθέτησε η διεθνής κοινότητα για να αντιμετωπίσει την πρόσφατη χρηματοοικονομική κρίση και η επικύρωση της από το εποπτικό σώμα της Βασιλείας άνοιξε το δρόμο για την τελική της έγκριση από τη σύνοδο κορυφής του G-20 στη Σεούλ το Νοέμβριο του Η εφαρμογή των κανόνων της Συνθήκης Βασιλείας ΙΙΙ αναμένεται να έχει μεγάλες επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία. Η θετική πλευρά τους είναι ότι αυτοί οι νέοι αυστηρότεροι κανόνες για την κεφαλαιακή επάρκεια και την ρευστότητα των τραπεζών θα καταστήσουν ασφαλέστερες τις οικονομίες των διαφόρων χωρών και συνολικά το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Δυστυχώς όμως αυτή η αυξημένη ασφάλεια έχει κόστος διότι οι τράπεζες θα αναγκαστούν να δεσμεύσουν επιπλέον κεφάλαια και να διατηρούν υψηλότερα επίπεδα ρευστότητας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τόσο ο τραπεζικός δανεισμός όσο και οι άλλες τραπεζικές υπηρεσίες θα γίνουν ακριβότερες και πιο δυσπρόσιτες. Το θέμα δεν είναι αν θα αυξηθεί το κόστος των τραπεζικών υπηρεσιών, αλλά κατά πόσο θα αυξηθεί. (Elliot, 2010) Σελίδα 38 από 117

40 Η Επιτροπή της Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία εξέδωσε τον Δεκέμβριο του 2009 ένα συμβουλευτικό έγγραφο με τον τίτλο Strengthening the Resilience of the Banking Sector, το οποίο έδωσε σε δημόσιο σχολιασμό έως τις 16 Απριλίου του Σε αυτό περιγράφονται οι προτάσεις της Επιτροπής Βασιλείας για την αναθεώρηση των διεθνών κανόνων ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας που επιδιώκουν τη δημιουργία ενός πιο εύκαμπτου τραπεζικού τομέα σε παγκόσμιο επίπεδο. Στόχος είναι να βελτιωθεί η ικανότητα του τραπεζικού συστήματος να απορροφά οικονομικές κρίσεις ανεξαρτήτως προελεύσεως τους και να αποτρέπει την εξάπλωση τους από τον χρηματοπιστωτικό τομέα στην πραγματική οικονομία. Παράλληλα οι προσπάθειες της Επιτροπής στρέφονται και προς τη βελτίωση των διαδικασιών διαχείρισης του κινδύνου, εταιρικής διακυβέρνησης, διαφάνειας και δημοσιοποίησης των πληροφοριών. Για να μπορέσει η Επιτροπή Βασιλείας να διευθετήσει τις αδυναμίες του συστήματος που αποκαλύφθηκαν από την πρόσφατη κρίση εισήγαγε μια σειρά από αλλαγές στο διεθνές ρυθμιστικό πλαίσιο. Οι αλλαγές αυτές κινούνται σε μικρό-προληπτικό επίπεδο (micro prudential) δηλαδή αποβλέπουν στην ενδυνάμωση της ελαστικότητας των τραπεζικών ιδρυμάτων ξεχωριστά σε περιόδους έντασης. Παράλληλα όμως κινούνται και σε μακρό-προληπτικό (macro prudential) επίπεδο και εστιάζουν στην αντιμετώπιση συστημικών κινδύνων αλλά και της ενίσχυσης της προ-κυκλικότητας που αυτοί οι κίνδυνοι εμφανίζουν με την πάροδο του χρόνου. Είναι φανερό πως αυτές οι δύο προσεγγίσεις δηλαδή η μικρό- και η μακρό- προληπτική αλληλοσυνδέονται, καθώς υψηλότερη ελαστικότητα σε επίπεδο τραπεζικού ιδρύματος μειώνει τον κίνδυνο εκδήλωσης συστημικής κρίσης. Τα βασικά σημεία των προτάσεων της Επιτροπής Βασιλείας συνοψίζονται στα παρακάτω: 1. Η ποιότητα, η συνέπεια και η διαφάνεια της κεφαλαιακής βάσης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων πρέπει να αυξηθεί. Έτσι θα διασφαλιστεί καλλίτερα η ικανότητα μεγάλων τραπεζών που λειτουργούν σε διεθνές επίπεδο να απορροφούν κραδασμούς. 2. Το πλαίσιο κεφαλαιακής επάρκειας που αφορά στην κάλυψη του κινδύνου θα ενισχυθεί. Η Επιτροπή προτείνει την ενίσχυση των κεφαλαιακών απαιτήσεων για έκθεση σε πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου που προέρχεται από παράγωγα, repos, και από δραστηριότητες που χρηματοδοτούνται από αξιόγραφα. Αυτές οι βελτιώσεις στοχεύουν να μειώσουν τον κίνδυνο μετάδοσης των προβλημάτων μεταξύ των τραπεζών μέσω των παραγώγων ή άλλων χρηματοδοτικών δραστηριοτήτων. Οι αυξημένες κεφαλαιακές απαιτήσεις για κίνδυνου αντισυμβαλλομένου αναμένεται να δώσουν κίνητρα για μετάβαση της έκθεσης από μη οργανωμένες αγορές παραγώγων (over the counter) σε οργανωμένες (exchanges). 3. Η Επιτροπή προτείνει την καθιέρωση ενός _είκτη Μόχλευσης (leverage ratio) των τραπεζικών ιδρυμάτων, σαν συμπληρωματικό μέτρο στο υφιστάμενο ρυθμιστικό πλαίσιο του Πυλώνα 1 της Συνθήκης Βασιλείας ΙΙ. Αυτό το μέτρο θα αποτρέψει τη δημιουργία υπερβολικής μόχλευσης στο τραπεζικό σύστημα και θα βελτιώσει το μοντέλο υπολογισμού του κινδύνου. Για να επιδέχεται σύγκρισης, θα υπάρξει εναρμόνιση των λεπτομερειών του δείκτη σε διεθνές επίπεδο και βαθμονόμηση του ώστε να αποτελέσει αξιόπιστο συμπληρωματικό μέτρο καθορισμού των κεφαλαιακών απαιτήσεων έναντι του κινδύνου. Σελίδα 39 από 117

41 4. Η Επιτροπή προτείνει την υιοθέτηση μιας σειράς μέτρων για τη δημιουργία ειδικών σταθεροποιητικών κεφαλαιακών αποθεμάτων (capital buffers) σε καλές περιόδους τα οποία θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε περιόδους κρίσης. Η αντί-κυκλικότητα αυτών των κεφαλαίων αναμένεται να συνεισφέρει στη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος και να μετριάσει αντί να ενισχύσει τις επιπτώσεις των κρίσεων. Παράλληλα η Επιτροπή προωθεί ένα μοντέλο προβλέψεων που βασίζεται στις αναμενόμενες απώλειες και όχι στις πραγματοποιηθείσες ζημίες το οποίο είναι λιγότερο προ-κυκλικό και αναμένεται να απεικονίζει τις πραγματικές ζημίες με μεγαλύτερη διαφάνεια από το προηγούμενο. 5. Τέλος η Επιτροπή καθιερώνει ένα ελάχιστο απαιτούμενο επίπεδο ρευστότητας για τράπεζες που δραστηριοποιούνται σε διεθνές επίπεδο. Σε αυτό περιλαμβάνεται μια απαίτηση για κάλυψη ρευστότητας με χρονικό ορίζοντα 30 ημερών υποστηριζόμενη από έναν άλλο δείκτη ρευστότητας με πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα.. Επίσης περιλαμβάνεται μια δέσμη μέτρων που υποβοηθά τις εποπτικές αρχές να παρακολουθεί τις τάσεις της ρευστότητας τόσο σε επίπεδο μεμονωμένης τράπεζας όσο και σε επίπεδο συστήματος. Στη συνέχεια θα γίνει μια πιο αναλυτική παρουσίαση των παραπάνω σημείων για να διευκρινιστούν οι αιτίες, οι στόχοι και οι επιδιώξεις όλων αυτών των αλλαγών και των αναθεωρήσεων που προωθεί η Επιτροπή Βασιλείας. (α) Αύξηση της ποιότητας, συνέπειας και διαφάνειας της κεφαλαιακής βάσης Είναι πολύ σημαντικό η έκθεση των τραπεζών σε κίνδυνο να καλύπτεται από υψηλής ποιότητας ίδια κεφάλαια. Όπως έχει ήδη προαναφερθεί σύμφωνα με τα ισχύοντα οι τράπεζες επιτρεπόταν να διατηρούν μόλις 2% των κοινών μετοχών τους για κάλυψη στοιχείων του ενεργητικού εκτεθειμένων σε κίνδυνο. Μάλιστα ορισμένες τροποποιήσεις όπως η απομείωση της «φήμης και πελατείας» δεν καλύπτονταν από τις παρούσες ελάχιστες απαιτήσεις. Κατά συνέπεια κάποιες τράπεζες είχαν τη δυνατότητα υπό το παρόν ρυθμιστικό πλαίσιο, να εμφανίζουν ισχυρό δείκτη κεφαλαίων Tier 1 ενώ είχαν περιορισμένα ίδια κεφάλαια. Όμως η κρίση απέδειξε ότι οι ζημίες και οι διαγραφές τους αφαιρούνται από παρακρατηθέντα κέρδη τα οποία συναπαρτίζουν τα ίδια κεφάλαια των τραπεζών. Επίσης αποκάλυψε την ασυνέπεια στον ορισμό του κεφαλαίου μεταξύ των διαφόρων εθνικών νομοθεσιών και την έλλειψη δημοσιοποίησης στοιχείων που θα βοηθούσαν στην εκτίμηση και σύγκριση της ποιότητας των κεφαλαίων μεταξύ των διαφόρων πιστωτικών ιδρυμάτων. Για τους παραπάνω λόγους λοιπόν, θα πρέπει το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων Tier 1 να αποτελείται από κοινές μετοχές και παρακρατηθέντα κέρδη. Διάφορες προσαρμογές που γίνονται για εποπτικούς λόγους στις κοινές μετοχές (ή στα ισοδύναμα τους στην περίπτωση εταιριών που δεν εκδίδουν κοινές μετοχές) αναμένεται να εναρμονιστούν πλήρως σε διεθνές επίπεδο πριν τεθούν σε εφαρμογή. Το υπόλοιπο των κεφαλαίων Tier 1 θα πρέπει να αποτελείται από δευτερεύοντα κεφάλαια που προβλέπουν διανομή με δικαίωμα επιλογής μη συσσωρευμένων μερισμάτων ή κουπονιών και δεν έχουν ούτε ημερομηνία ωρίμανσης ούτε κάποιο κίνητρο εξαγοράς. Διάφορα καινοτόμα προϊόντα που με το σημερινό πλαίσιο μπορούσαν να αποτελούν έως και 15 % των κεφαλαίων Tier 1 δεν θα συμπεριλαμβάνονται σε αυτά με τις νέες ρυθμίσεις. Οι ελάχιστες απαιτήσεις για το συνολικό ύψος των ρυθμιστικών κεφαλαίων καθώς και η δεσπόζουσα μορφή των κεφαλαίων Tier 1 θα καθοριστούν από την Επιτροπή. Τα κεφάλαια Tier 2 θα εναρμονιστούν ενώ τα λεγόμενα κεφάλαια Tier 3 που αποσκοπούσαν μόνο στην κάλυψη του κινδύνου αγοράς θα καταργηθούν. Σελίδα 40 από 117

42 Η Επιτροπή προτείνει την εισαγωγή αυτών των αλλαγών κατά τρόπο σταδιακό που να μην διαταράσσει τη λειτουργία των υφιστάμενων κεφαλαιακών προϊόντων. Ακόμη η Επιτροπή ενδέχεται να συμπεριλάβει και το κριτήριο της μετατρεψιμότητας των κεφαλαίων για τον χαρακτηρισμό τους ως Tier 1 ή Tier 2 ώστε να εξασφαλίσει μεγαλύτερη απορροφητικότητα των απωλειών.έτσι η τελική προτεινόμενη δομή των ενισχυμένων ρυθμιστικών κεφαλαίων ως ποσοστό επί τοις εκατό του σταθμισμένου ενεργητικού που προβλέπει η συνθήκη της Βασιλείας ΙΙΙ είναι οι εξής: (σε παρένθεση οι αντίστοιχες απαιτήσεις της Βασιλείας ΙΙ) (Caruana, 2010). ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ Κοινές μετοχές Ελάχιστα 4,5% (2%)* Σταθεροποιητικά κεφάλαια (conservation buffer) 2,5% (0%) Συνολικά απαιτούμενα 7% (0%) Κεφάλαια Tier 1 Ελάχιστα 6% (4%)* Συνολικά απαιτούμενα 8,5% Συνολικά Κεφάλαια Ελάχιστα 8% (8%) Απαιτούμενα 10,5% ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ Αντικυκλικά Σταθεροποιητικά Κεφάλαια Εύρος 0-2,5% (0%) Επιπλέον κεφαλαιακή υποχρέωση για συστημικά σημαντικά Χρηματοπιστωτικά ιδρύματα : υπό διαμόρφωση (*) αντιστοιχούν στο μισό των κεφαλαιακών απαιτήσεων βάσει του νέου ορισμού και της νέας βαθμονόμησης σύμφωνα με τη συνθήκη Βασιλείας ΙΙΙ, για μια μέση τράπεζα που δραστηριοποιείται σε διεθνείς αγορές. Ελάχιστα Όρια Τα ποσοστά των παραπάνω κατηγοριών κεφαλαίων θα πρέπει πάντα να ξεπερνούν κάποια ελάχιστα όρια που προκύπτουν από τα σταθμισμένα για τον κίνδυνο στοιχεία του ενεργητικού. Σελίδα 41 από 117

43 (β) Ενίσχυση της Κάλυψης του Κινδύνου Ένα από τα σημαντικότερα ευρήματα της πρόσφατης κρίσης ήταν η ανάγκη για ενίσχυση της κάλυψης του κινδύνου που προέρχονταν από στοιχεία εντός και εκτός ισολογισμού των τραπεζών αλλά και από έκθεση σε παράγωγα που υπήρχαν στα χαρτοφυλάκια τους. Η απάντηση στις αδυναμίες αυτές περιλαμβάνει τη χρήση ενός πιο αυστηρού value at risk μοντέλου που βασίζεται σε στοιχεία 12μήνου για την μέτρηση της έκθεσης σε κίνδυνο από τιτλοποιήσεις και τον υπολογισμό των αντίστοιχων κεφαλαιακών απαιτήσεων για τράπεζες που δραστηριοποιούνται διεθνώς. Οι αλλαγές προβλέπουν επίσης αύξηση των standards του Πυλώνα 2 της διαδικασίας εποπτικής αξιολόγησης και ενίσχυση της διαφάνειας του Πυλώνα 3. Η εφαρμογή των αλλαγών που αφορούν στους Πυλώνες 1 και 3 πρέπει να εφαρμοστούν ως το τέλος του 2010, ενώ αυτές του Πυλώνα 2 είναι άμεσες. (Wellink, N. 2009). Έτσι οι τράπεζες είναι πλέον υποχρεωμένες να ορίσουν τις κεφαλαιακές τους απαιτήσεις έναντι του πιστωτικού κινδύνου αντισυμβαλλομένου χρησιμοποιώντας πιοαυστηρά δεδομένα. Αυτό θα αποτρέψει τη μείωση των κεφαλαιακών απαιτήσεων κατά τη διάρκεια περιόδων αστάθειας στην αγορά και θα καταπολεμήσει την τάση για προκυκλικότητα. Η παραπάνω προσέγγιση προσομοιάζει με την αντίστοιχη της διαχείρισης του κινδύνου αγοράς. Οι τράπεζες θα υποχρεούνται σε επιπρόσθετες κεφαλαιακές χρεώσεις σε περίπτωση επιδείνωσης της πιστοληπτικής ικανότητας ενός αντισυμβαλλομένου. Οι ισχύουσες ρυθμίσεις της Βασιλείας ΙΙ προβλέπουν κάτι τέτοιο μόνο για την περίπτωση αθέτησης πληρωμής από τον αντισυμβαλλόμενο. Η διαχείριση των εγγυήσεων και του αρχικού χρονικού περιθωρίου αλλάζει για τράπεζες οι οποίες είναι πολύ εκτεθειμένες σε παράγωγα δύσκολα ρευστοποιήσιμα έναντι αντισυμβαλλομένων. Στο εξής θα πρέπει να χρησιμοποιούν πιο μακροχρόνια περιθώρια για τον υπολογισμό των ρυθμιστικών κεφαλαίων τους. Για να διευθετήσει το συστημικό κίνδυνο που προκύπτει από την διασύνδεση των τραπεζών με άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα μέσω της αγοράς παραγώγων, η Επιτροπή Βασιλείας θέτει νέα κριτήρια σε συνεργασία με την Επιτροπή Συστημάτων Διακανονισμού και Πληρωμών. Όσες από τις εγγυήσεις των τραπεζών πληρούν τα κριτήρια αυτά θα βαθμολογούνται με μηδενικό συντελεστή στάθμισης του κινδύνου. Ακόμη αυξάνει τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για έκθεση σε διμερή over the counter παράγωγα προσφέροντας έτσι κίνητρο για μεταφορά αυτών των συναλλαγών σε οργανωμένες αγορές και ανταλλακτήρια. Ακόμη, για να καταπολεμήσει το συστημικό κίνδυνο εντός του χρηματοπιστωτικού τομέα, αυξάνει τους συντελεστές στάθμισης κινδύνου για έκθεση έναντι άλλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών σε σύγκριση με την έκθεση έναντι μη χρηματοπιστωτικών οργανισμών, μιας και αποδείχθηκε ότι οι πρώτοι εμφανίζουν πολύ υψηλό βαθμό συσχέτισης μεταξύ τους. Τέλος η Επιτροπή Βασιλείας εξέτασε μια σειρά μέτρων που αποβλέπουν στην άμβλυνση της εξάρτησης από τις αξιολογήσεις των Εξωτερικών Οίκων Πιστοληπτικής Αξιολόγησης, προτρέποντας τις τράπεζες να προβαίνουν οι ίδιες σε δικές τους αξιολογήσεις για την έκθεση τους σε κινδύνους. Σελίδα 42 από 117

44 (γ) Εισαγωγή του δείκτη Μόχλευσης Η δημιουργία υπερβολικής μόχλευσης στο τραπεζικό σύστημα ήταν μια από τις γενεσιουργές αιτίες της πρόσφατης κρίσης. Το ίδιο φαινόμενο είχε παρατηρηθεί και κατά τη διάρκεια παλαιότερων κρίσεων όπως αυτή του Σεπτεμβρίου του Στην πιο έντονη φάση της κρίσης, οι τράπεζες αναγκάστηκαν από την αγορά να μειώσουν τη μόχλευση τους κατά τρόπο που δημιουργούσε πτωτικές πιέσεις στις αξίες στοιχείων του ενεργητικού τους. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τη τροφοδότηση ενός φαύλου κύκλου ζημιών, μειώσεων των κεφαλαίων τους και μείωσης της ικανότητας για νέες χορηγήσεις. Η εισαγωγή και χρήση του δείκτη μόχλευσης αποβλέπει σε δυο στόχους και συγκεκριμένα να δημιουργήσει ένα κάτω όριο δανεισμού εντός του τραπεζικού τομέα και να εισάγει επιπλέον χαρακτηριστικά ασφαλείας στα χρησιμοποιούμενα μοντέλα μέτρησης του κινδύνου και των λαθών. Ο δείκτης μόχλευσης θα χρησιμοποιείται κατά τρόπο που να είναι συγκρίσιμος στις διάφορες εθνικές νομοθεσίες με προσαρμογές των λογιστικών προτύπων για εξομάλυνση των υπαρχόντων διαφορών. Στο παραπάνω πλαίσιο, ο δείκτης μόχλευσης είναι το κλάσμα των ιδίων κεφαλαίων προς το σύνολο των μη σταθμισμένων στοιχείων του ενεργητικού. Το μειονέκτημα στην περίπτωση αυτή είναι ότι όσο κεφάλαιο απαιτείται ως εγγύηση για ένα ομόλογο της κυβέρνησης των Η.Π.Α., άλλο τόσο απαιτείται και για ένα δάνειο υψηλού ρίσκου. Αποφεύγονται όμως έτσι προβλήματα από χρήση πολύ χαμηλών συντελεστών στάθμισης του κινδύνου και ο δείκτης λειτουργεί ως δίχτυ ασφαλείας. (δ) Μείωση της προκυκλικότητας και καθιέρωση αντικυκλικών σταθεροποιητικών κεφαλαίων Ένας από τους πιο αποσταθεροποιητικούς παράγοντες της πρόσφατης κρίσης υπήρξε η προκυκλική ενίσχυση των κραδασμών εντός του τραπεζικού συστήματος, των χρηματοοικονομικών αγορών και της ευρύτερης οικονομίας. Η τάση των συμμετεχόντων στην αγορά να επιδεικνύουν προκυκλική συμπεριφορά ενισχύεται με διάφορους τρόπους όπως μέσω λογιστικών προτύπων ή με τη δημιουργία πίστωσης μεταξύ τραπεζών, εταιριών και καταναλωτών. Η Επιτροπή Βασιλείας εισάγει μια σειρά μέτρων με σκοπό να κάνει τον τραπεζικό τομέα πιο ευπροσάρμοστο απέναντι σε τέτοια προκυκλική δυναμική συμπεριφορά. και να τον κάνει πιο ικανό στο να απορροφά κραδασμούς αντί να μεταδίδει τους κινδύνους στο χρηματοοικονομικό σύστημα και την ευρύτερη οικονομία. Έτσι η Επιτροπή μεταξύ άλλων επιδιώκει τη μείωση της υπέρμετρης τάσης για προκυκλικότητα που δημιουργείται από τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις και την προώθηση ενός μοντέλου προβλέψεων με μακρύτερο χρονικό ορίζοντα. Ακόμη στους στόχους της είναι η συγκέντρωση κεφαλαίων για δημιουργία σταθεροποιητικών αποθεματικών τόσο σε επίπεδο τράπεζας, όσο και σε επίπεδο τραπεζικού τομέα, τα οποία θα χρησιμοποιηθούν σε περιόδους έντασης και η επίτευξη του ευρύτερου μακρό- προληπτικού στόχου της προστασίας του τραπεζικού τομέα σε περιόδους υπερβολικής πιστωτικής επέκτασης. Σελίδα 43 από 117

45 Ι. Προκυκλικότητα των ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων Το πλαίσιο της Βασιλείας ΙΙ αύξησε την ευαισθησία έναντι του κινδύνου και την κάλυψη του από τις απαιτήσεις των ρυθμιστικών κεφαλαίων κάτι το οποίο σε δεδομένη χρονική στιγμή οδήγησε σε αύξηση της κυκλικότητας των ελάχιστων απαιτήσεων για ρυθμιστικά κεφάλαια. Η Επιτροπή λοιπόν εισάγει μια σειρά ασφαλιστικών δικλείδων για διευθέτηση αυτής της τάσης όπως η χρήση δεδομένων μακροπρόθεσμου χαρακτήρα για τον υπολογισμό της πιθανότητας αθέτησης πληρωμής (probability of default), και η βαθμολόγηση (calibration) των συναρτήσεων ρίσκου οι οποίες μετατρέπουν εκτιμήσεις ζημιών σε κεφαλαιακές απαιτήσεις. Ακόμη η Επιτροπή απαιτεί από τις τράπεζες να διεξάγουν τεστ αντοχής (stress tests) τα οποία θα λαμβάνουν υπόψη τους την πτωτική τάση των δανειακών χαρτοφυλακίων τους σε περιόδους ύφεσης. ΙΙ. Προβλέψεις με μακροχρόνιο ορίζοντα Η Επιτροπή ευνοεί την υιοθέτηση ισχυρότερων πρακτικών προβλέψεων μέσα από τρεις σχετικές πρωτοβουλίες. Πρώτον, συνηγορεί υπέρ μιας αλλαγής στα λογιστικά πρότυπα προς μια προσέγγιση που βασίζεται στον υπολογισμό της εκτιμώμενης ζημιάς (expected loss). Δεύτερον, επικαιροποιεί τις οδηγίες της προς τις εποπτικές αρχές ώστε να είναι συνεπείς με την νέα προσέγγιση της εκτιμώμενης ζημίας. Τρίτον, προσπαθεί να άρει εμπόδια προς αυτή την κατεύθυνση που τυχόν υπάρχουν στο ρυθμιστικό πλαίσιο. ΙΙΙ. Σχηματισμός σταθεροποιητικών κεφαλαίων Η Επιτροπή προτείνει ένα πλαίσιο κανόνων και ρυθμίσεων που θα ευνοεί τη συγκέντρωση σταθεροποιητικών κεφαλαίων αρκετά υψηλότερων από τα ελάχιστα απαιτούμενα τα οποία θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε περιόδους κρίσης. Στο ξεκίνημα της χρηματοοικονομικής κρίσης, ένας μεγάλος αριθμός τραπεζών συνέχιζε να κάνει μεγάλες διανομές κερδών με τη μορφή μερισμάτων, επαναγοράς ιδίων μετοχών και γενναιόδωρων προγραμμάτων αποζημίωσης των στελεχών τους παρόλο που τόσο η ατομική τους οικονομική κατάσταση όσο και η κατάσταση του κλάδου χειροτέρευαν διαρκώς. Η συμπεριφορά αυτή οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στη συλλογική πεποίθηση που υπήρχε στον τραπεζικό χώρο σύμφωνα με την οποία κάθε μείωση στα διανεμόμενα κέρδη ισοδυναμούσε με εκπομπή σήματος αδυναμίας της τράπεζας. Τέτοιου είδους συμπεριφορές όμως είχαν σαν αποτέλεσμα να καταστούν οι τράπεζες και ο συνολικά ο τραπεζικός τομέας λιγότερο ελαστικοί. Πρόσφατα πολλές τράπεζες έχουν επιστρέψει στην κερδοφορία, όμως δεν έχουν κάνει ουσιαστικά πράγματα για να συγκεντρώσουν τα απαιτούμενα σταθεροποιητικά κεφάλαια που θα στηρίξουν την πιστωτική τους δραστηριότητα. IV. Αντιμετώπιση Υπερβολικής Πιστωτικής Επέκτασης Όπως έγινε ορατό κατά τη διάρκεια της χρηματοοικονομικής κρίσης οι ζημίες που καταγράφηκαν στον τραπεζικό τομέα κατά την περίοδο ύφεσης όταν είχε προηγηθεί μια περίοδος υπερβολικής πιστωτικής επέκτασης, ήταν πολύ μεγάλες. Τέτοιου μεγέθους ζημίες μπορούν να αποσταθεροποιήσουν τον τραπεζικό τομέα και αυτό με τη σειρά του να επιτείνει την ύφεση στην πραγματική οικονομία η οποία ενδέχεται να αποσταθεροποιήσει τον τραπεζικό χώρο ακόμη περισσότερο. Αυτές οι εσωτερικές διασυνδέσεις υπογραμμίζουν την ιδιαίτερη σημασία που έχει για τον τραπεζικό τομέα, η δημιουργία «αμυντικών» κεφαλαίων σε περιόδους που η πιστωτική επέκταση έχει φτάσει σε υπερβολικά επίπεδα. Επιπλέον, επειδή τα ίδια κεφάλαια είναι μια ακριβή μορφή χρηματοδότησης, η συσσώρευση τους έχει το επιπρόσθετο πλεονέκτημα ότι βοηθά στο μετριασμό της πιστωτικής ανάπτυξης. Σελίδα 44 από 117

46 Οι προτάσεις της Επιτροπής Βασιλείας αποσκοπούν στο να προσαρμόζουν όσο το δυνατό πιο άμεσα το εύρος των σταθεροποιητικών κεφαλαίων κάθε φορά που υπάρχουν σημάδια για υπερβολική πιστωτική επέκταση. Έτσι εξασφαλίζεται η δημιουργία αντικυκλικών σταθεροποιητικών κεφαλαίων και αυξάνεται η ικανότητα των τραπεζών να απορροφούν ζημιές σε περιόδου οικονομικής ύφεσης. Τα τέσσερα μέτρα που παρουσιάστηκαν ως εδώ, είναι σχεδιασμένα για να λειτουργούν συμπληρωματικά. Έτσι οι πρωτοβουλίες που εστιάζουν στις μελλοντικές προβλέψεις ενδυναμώνουν τον τραπεζικό τομέα στην αντιμετώπιση αναμενόμενων ζημιών, ενώ τα μέτρα κεφαλαιακής ενίσχυσης στοχεύουν στην αντιμετώπιση των μη αναμενόμενων ζημιών. Τα μέτρα που αφορούν στην κεφαλαιακή ενίσχυση διακρίνονται σε αυτά που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση της κυκλικότητας που προκαλείται από τις ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις του ρυθμιστικού πλαισίου και σε αυτά που αποσκοπούν στη δημιουργία σταθεροποιητικών κεφαλαίων πάνω από την ελάχιστη απαίτηση. Η παρουσία των δεύτερων αποδεικνύεται κρίσιμη ακόμη και χωρίς την ύπαρξη των πρώτων. Τέλος η Επιτροπή προτείνει ότι η απαίτηση για κεφάλαια που θα δρουν αντισταθμιστικά σε περιόδους μεγάλης πιστωτικής επέκτασης να είναι μηδενική σε ομαλές περιόδους και να αυξάνεται μόνο σε περιόδους πιστωτικής έκρηξης. Όμως οι εποπτικές αρχές ακόμα και σε περιόδους που δεν υπάρχει πιστωτική φούσκα αναμένουν από τις τράπεζες να συγκεντρώνουν τέτοιου είδους σταθεροποιητικά κεφάλαια για αντιμετώπιση κινδύνων που μπορεί να προέρχονται από άλλες πηγές. (ε) Αντιμετώπιση του Συστημικού Κινδύνου και των Διασυνδέσεων μεταξύ των Χρηματοπιστωτικών Οργανισμών Όπως είδαμε, η προκυκλικότητα ενισχύει τους κραδασμούς στο τραπεζικό σύστημα με την πάροδο του χρόνου. Από την άλλη πλευρά οι διασυνδέσεις μεταξύ πολλών μεγάλων τραπεζών και άλλων χρηματοπιστωτικών οργανισμών δημιουργούν αρνητικές δονήσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα και την πραγματική οικονομία.. Η κατάρρευση ή φθορά συγκεκριμένων χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες για άλλα ιδρύματα και την οικονομία εν γένει. Μια τράπεζα λοιπόν μπροστά στην προοπτική της κατάρρευσης μπορεί να πάρει μέτρα που θα μετριάσουν τα προβλήματα της αλλά θα επιβαρύνουν με κόστος άλλες τράπεζες. Στο πλαίσιο της Συνθήκης Βασιλείας ΙΙ και μέχρι πριν από την κρίση, δεν υπήρχε πρόβλεψη στις κεφαλαιακές απαιτήσεις, η οποία να ενσωματώνει τον κίνδυνο που αντιπροσωπεύει μια τράπεζα για το χρηματοπιστωτικό σύστημα και την πραγματική οικονομία.. Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή προωθεί μια δέσμη πρακτικών μέτρων που θα βοηθήσουν τις εποπτικές αρχές να μετρούν τη σημασία που έχει κάθε τράπεζα για τη σταθερότητα του συστήματος και της πραγματικής οικονομίας. Έτσι καθορίζονται οι τράπεζες που είναι σημαντικές για τη σταθερότητα του συστήματος και γίνεται προσπάθεια να μειωθούν τόσο η πιθανότητα κατάρρευσης τους όσο και οι επιπτώσεις από κάτι τέτοιο. Στην παρούσα φάση εξετάζεται η επιβολή μιας πρόσθετης κεφαλαιακής επιβάρυνσης αλλά και πρόσθετης επιβάρυνσης για τη ρευστότητα, στις τράπεζες που αποδεικνύονται συστημικά σημαντικές. Μια άλλη προσέγγιση είναι να γίνουν διορθώσεις στους συντελεστές στάθμισης του κινδύνου που προβλέπονται από το πλαίσιο της Συνθήκης Βασιλείας ΙΙ για τους κινδύνους που προέρχονται από συστημικά σημαντικές τράπεζες.. Για παράδειγμα θα μπορούσε να αυξηθεί ο συντελεστής συσχέτισης για έκθεση σε μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έναντι έκθεσης σε μη χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς ή να γίνει πιο αυστηρή η αντιμετώπιση παραγώγων που διαπραγματεύονται σε μη οργανωμένες αγορές και δεν εκκαθαρίζονται μέσω ενός κεντρικού συστήματος συμψηφισμού. Σελίδα 45 από 117

47 (στ) Καθιέρωση ενός Παγκοσμίου Standard για τη Ρευστότητα Η ύπαρξη αυξημένων κεφαλαιακών απαιτήσεων αποτελεί μια αναγκαία συνθήκη για τη σταθερότητα του τραπεζικού τομέα όχι όμως και ικανή. Μια ισχυρή βάση ρευστότητας η οποία ενισχύεται από εποπτικούς κανόνες είναι εξίσου μεγάλης σημασίας. )ς σήμερα όμως δεν υπάρχουν standards για τη ρευστότητα που να είναι εναρμονισμένα σε διεθνές επίπεδο. Η Επιτροπή Βασιλείας λοιπόν προχωρά στην καθιέρωση τέτοιων standards για τη ρευστότητα κατ αντιστοιχία με την καθιέρωση των διεθνώς εναρμονισμένων standards για την κεφαλαιακή επάρκεια με τη φιλοδοξία να δημιουργηθεί ένα ομοιογενές τοπίο που θα ευνοεί τον υγιή ανταγωνισμό των τραπεζών σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην αρχική φάση της κρίσης πολλές τράπεζες- παρά την ισχυρή κεφαλαιακή τους βάση- αντιμετώπισαν δυσκολίες επειδή δεν έκαναν συνετή διαχείριση της ρευστότητας τους. Πριν από την κρίση οι αγορές ήταν ανοδικές και η χρηματοδότηση ήταν εύκολα διαθέσιμη σε χαμηλό κόστος. Η απότομη αντιστροφή των συνθηκών της αγοράς έδειξε πόσο εύκολα εξαφανίζεται η ρευστότητα και πόσο πολύ μπορεί να διαρκέσει η έλλειψη της. Η Επιτροπή Βασιλείας δημιουργεί δυο ελάχιστες απαιτήσεις ρευστότητας. Η πρώτη είναι ένας δείκτης κάλυψης βραχυπρόθεσμης ρευστότητας 30 ημερών η οποία αποβλέπει στην καλλίτερη ανταπόκριση του τραπεζικού τομέα σε πιθανές διακυμάνσεις της ρευστότητας. Ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας εξασφαλίζει ότι, οι τράπεζες που δραστηριοποιούνται σε παγκόσμιο επίπεδο έχουν επαρκή ρευστοποιήσιμα περιουσιακά στοιχεία υψηλής ποιότητας ώστε να αντεπεξέλθουν επιτυχώς σε ένα σενάριο αδυναμίας χρηματοδότησης τους το οποίο θα οριστεί από τις εποπτικές αρχές. Η δεύτερη απαίτηση έχει τη μορφή ενός πιο μακροπρόθεσμα δομημένου δείκτη για την αντιμετώπιση προβλημάτων ρευστότητας. Ταυτόχρονα παρέχει κίνητρο στις τράπεζες να χρησιμοποιούν σταθερές πηγές χρηματοδότησης των δραστηριοτήτων τους. Ένα συμπληρωματικό στοιχείο του ρυθμιστικού πλαισίου της ρευστότητας αποτελεί μια δέσμη μέτρων για τη βελτίωση της διασυνοριακής συνεργασίας των εποπτικών αρχών. Τα μέτρα αυτά βοηθούν τις εποπτικές αρχές να εντοπίσουν τις τάσεις της ρευστότητας τόσο για μεμονωμένα τραπεζικά ιδρύματα όσο και για το σύνολο του τραπεζικού τομέα Εκτίμηση των επιπτώσεων στην πραγματική οικονομία Η άποψη της Επιτροπής Βασιλείας Το Συμβούλιο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας (Financial Stability Board) και η Επιτροπή Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία δημοσίευσαν στις 18 Αυγούστου 2010 δυο αναφορές. Τα συμπεράσματα τους θα χρησιμοποιηθούν για τον καθορισμό των νέων standards ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών και για πληροφόρηση των μεταβατικών διευθετήσεων ως την εφαρμογή τους. Η πρώτη επιγράφεται An assessment of the long-term economic impact of stronger capital and liquidity requirements και πραγματοποιήθηκε από την Επιτροπή Βασιλείας. Η δεύτερη φέρει τον τίτλο Assessing the macroeconomic impact of the transition to stronger capital and liquidity requirements και είναι μια ενδιάμεση αναφορά της Επιτροπής Βασιλείας, του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και του Macroeconomic Assessment Group (MAG). Συνδυαστικά, οι δυο αναφορές δίνουν μια εκτίμηση των καθαρών οικονομικών επιπτώσεων από την εφαρμογή των νέων ενισχυμένων ορίων κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας μετά την ολοκλήρωση της εφαρμογής τους. Ταυτόχρονα όμως παρουσιάζουν και τις μακροοικονομικές επιπτώσεις κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου ως την πλήρη εφαρμογή τους. Σελίδα 46 από 117

48 Τα συμπεράσματα της πρώτης αναφοράς είναι ότι υπάρχουν σαφή και καθαρά μακροπρόθεσμα οικονομικά οφέλη από την αύξηση των απαιτήσεων κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας από τα ισχύοντα επίπεδα, που συντελούν στη δημιουργία ενός πιο εύρωστου και υγιούς παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος. Τα πλεονεκτήματα απορρέουν από τη μείωση της πιθανότητας εμφάνισης κρίσεων και από τη μείωση των ζημιών που ενδέχεται να συσσωρεύσουν αυτές οι κρίσεις αν τελικά εμφανιστούν. Επιπλέον, τα οφέλη ξεπερνούν κατά πολύ τα κόστη που πιθανώς να δημιουργεί η επιβολή των ενισχυμένων απαιτήσεων του νέου ρυθμιστικού πλαισίου. Η ενδιάμεση αναφορά της εκτίμησης του κόστους μετάβασης στο νέο ρυθμιστικό καθεστώς, προετοιμάστηκε με συνεργασία των φορέων που αναφέρθηκαν και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Αυτή αναφέρει το ενδεχόμενο να υπάρξουν μέτριες επιπτώσεις στη συνολική παραγωγή από την εφαρμογή των νέων ρυθμίσεων. Συγκεκριμένα αν οι ρυθμίσεις εφαρμοστούν με χρονικό ορίζοντα προσαρμογής άνω των 4 ετών, τότε κάθε ποσοστιαία μονάδα αύξησης που θα επιβληθεί στο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών θα επιφέρει μείωση στο ΑΕΠ κατά 0,19%- 0,20% μετά την ολοκλήρωση της εφαρμογής του νέου πλαισίου. Η ελάχιστη τιμή του ΑΕΠ εμφανίζεται στα τεσσεράμισι χρόνια από την έναρξη εφαρμογής των νέων αναθεωρημένων ορίων και μετά ανακάμπτει σταδιακά. Αν αναφερθούμε σε όρους ρυθμούς ανάπτυξης, τότε αναμένουμε ότι ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης θα μειωθεί κατά μέσο όρο κατά 0,04 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το προσδοκώμενο για διάρκεια μεταβατικής περιόδου πάνω από τεσσεράμισι χρόνια. Επίσης αύξηση κατά 25% των διαθέσιμων ρευστών αναμένεται να έχει επίπτωση στη συνολική οικονομία που δεν θα ξεπερνά το μισό της επίπτωσης που θα επιφέρει αύξηση κατά μια μονάδα στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας. Μια διετής μεταβατική περίοδος προσαρμογής δίνει ελαφρά μεγαλύτερες μειώσεις με τη χαμηλότερη τιμή να εμφανίζεται μετά από δυόμισι χρόνια. Αν όμως εκτείνουμε την περίοδο εφαρμογής πέρα από τα τέσσερα χρόνια τότε η διαφορά είναι ασήμαντη. Οι αναμενόμενες επιπτώσεις προέρχονται από το γεγονός ότι οι τράπεζες θα μετακυλήσουν τα αυξημένα κόστη στους δανειστές με αποτέλεσμα να υπάρξει επιβράδυνση των επενδύσεων. Η σχετική αύξηση στα τραπεζικά επιτόκια θα κυμανθεί στις 15 μονάδες βάσης για κάθε μια ποσοστιαία μονάδα αύξησης στα απαιτούμενα κεφάλαια. Τα κόστη αυτά αναμένεται να εξανεμιστούν μετά τη φάση εφαρμογής. Σε κάθε περίπτωση το ΑΕΠ επιστρέφει στην προσδοκώμενη πορεία του σε μεταγενέστερα έτη. Οι επιπτώσεις από την επιβολή του νέου ρυθμιστικού πλαισίου αναμένεται να είναι διαφορετικές για τις διάφορες εθνικές οικονομίες που θα κληθούν να τις εφαρμόσουν και θα εξαρτηθούν από τα τρέχοντα επίπεδα ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας που αυτές διαθέτουν. Επίσης θα επηρεαστούν από τις αποκλίσεις που υπάρχουν στους ορισμούς βάσει των οποίων θα υπολογίζονται οι νέοι δείκτες για κεφαλαιακή επάρκεια και ρευστότητα. Τα παραπάνω αποτελέσματα δείχνουν ότι οι προτεινόμενες αλλαγές της Επιτροπής Βασιλείας θα έχουν στη χειρότερη περίπτωση μέτριες επιπτώσεις στη συνολική παραγωγή με την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει η κατάλληλη μεταβατική περίοδος στην εφαρμογή τους. (Ceccheti, S. 2010). Σελίδα 47 από 117

49 3.9.2 Η άποψη των εκπροσώπων του Τραπεζικού τομέα Διαφορετική φαίνεται να είναι η άποψη των τραπεζιτών, όπως αυτή εκφράστηκε σε συνέδριο που διοργανώθηκε τον Οκτώβριο του 2010 στη Νέα Υόρκη υπό την αιγίδα του Ινστιτούτου Διεθνών Χρηματοοικονομικών (I.I.F.), ενός ιδρύματος που εκπροσωπεί πάνω από 400 διεθνώς δραστηριοποιούμενα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. δια στόματος του επικεφαλής της Deutsche Bank Joseph Ackerman ο οποίος είναι και πρόεδρος του I.I.F., εκφράστηκε η έντονη ανησυχία για το συντονισμό των κρατών με στόχο τη λήψη επιπλέον μέτρων σε μονομερή βάση πέραν των διεθνών ορίων. «Οι τράπεζες θα υπαχθούν σε νέο ρυθμιστικό πλαίσιο σε κάθε περιφέρεια όπου δραστηριοποιούνται ανεξαρτήτως έδρας. Αυτό θα στερήσει δάνεια από τις εταιρίες και θα πλήξει άμεσα θέσεις εργασίας», δήλωσε ο William Dudley κεντρικός τραπεζίτης της Νέας Υόρκης συμπληρώνοντας παράλληλα πως θα υπάρξουν συνέπειες από τη συρρίκνωση των περιθωρίων δανεισμού. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχουν 5 σημεία έντονης διαφωνίας των εκπροσώπων του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος ως προς τις αλλαγές που προωθεί το νέο Σύμφωνο της Βασιλείας ΙΙΙ τα οποία παρουσιάζονται στη συνέχεια. Ο δείκτης καθαρής σταθερής χρηματοδότησης (net stable funding ratio). Οι τράπεζες θεωρούν ότι οι αλλαγές στον τρόπο χρηματοδότησης τους θα είναι ακριβές ενώ τα οφέλη που θα προκύψουν στην ασφάλεια του συστήματος θα είναι οριακά. Στο θέμα αυτό έχουν και τη σύμφωνη γνώμη ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων αλλά και μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας. Οι υψηλότεροι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας. Οι τράπεζες θεωρούν ότι δεν πρέπει να υπάρξουν παρά μόνο μέτριες αυξήσεις στις τιμές των δεικτών, δεδομένων όλων των αλλαγών που επιβάλλονται στην ποιότητα και τη σύνθεση των εποπτικών κεφαλαίων. Η χρήση του Δείκτη Μόχλευσης. Υπάρχει έντονη διαφωνία εντός του διεθνούς τραπεζικού κλάδου για τη χρησιμότητα και τον τρόπο εφαρμογής του. Η αμερικανική πλευρά κυρίως θεωρεί ότι θα έπρεπε να είναι η υποχρεωτική και δεσμευτική η χρήση του, ώστε οι ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις για κάθε τράπεζα να προκύπτουν ως το μέγιστο μεταξύ της τιμής που δίνει ο δείκτης και της τιμής που υπολογίζεται με βάση τον κίνδυνο. Άλλοι και κυρίως η γαλλική πλευρά θεωρούν ότι αποτελεί ένα χρήσιμο εργαλείο, η εφαρμογή του όμως θα πρέπει να είναι στη διακριτική ευχέρεια της κάθε χώρας. Η απαλοιφή κάποιων ηπιότερων μορφών κεφαλαίων από τα ρυθμιστικά κεφάλαια. Όλοι συμφωνούν ότι η πιο ισχυρή μορφή ιδίων κεφαλαίων αλλά συγχρόνως και η πιο ακριβή είναι οι κοινές μετοχές. Έτσι οι τράπεζες αντιδρούν στη απαλοιφή από τα ρυθμιστικά κεφάλαια ηπιότερων και φθηνότερων μορφών κεφαλαίου ή/ και ζητά μεγαλύτερες μεταβατικές περιόδους για την εφαρμογή του μέτρου. Οι ευρωπαϊκές και οι ιαπωνικές τράπεζες εμφανίζουν την μεγαλύτερη αντίδραση στο θέμα διότι περιλαμβάνουν περισσότερα τέτοιου είδους κεφάλαια στους ισολογισμούς τους από τις αμερικανικές. Εξαίρεση συγκεκριμένων στοιχείων του ισολογισμού από τα κεφάλαια. Οι ευρωπαϊκές τράπεζες ανησυχούν για την εξαίρεση από τα κεφάλαια, επενδύσεων σε ασφαλιστικές εταιρίες και δικαιώματα μειοψηφίας. Οι αμερικανικές από την πλευρά τους αντιδρούν στην εξαίρεση δικαιωμάτων από εξυπηρέτηση υποθηκών και στοιχείων ενεργητικού που επιτρέπουν την χρονική μετάθεση της φορολόγησης τους. Σύμφωνα με έρευνα του I.I.F., οι οικονομίες των ισχυρότερων χωρών του πλανήτη θα είναι κατά 3% μικρότερες ύστερα από 5 χρόνια από την εφαρμογή του Συμφώνου της Βασιλείας ΙΙΙ, ενώ έρευνα της Ένωσης Γαλλικών Τραπεζών υποστηρίζει πως το πλήγμα στη γαλλική οικονομία για αντίστοιχο χρόνο εφαρμογής θα έφτανε σε μείωση της τάξης του 6% ( ). Ακόμη παραμένουν σε εκκρεμότητα ορισμένα ζητήματα όπως η αποσαφήνιση των νέων κανόνων της Επιτροπής Βασιλείας για τα μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Ήδη στην Ελβετία έχει συσταθεί επιτροπή εμπειρογνωμόνων που προτείνει την επιβολή ακόμα αυστηρότερων κανόνων σε ορισμένες τράπεζες όπως η U.B.S. και η Credit Suisse λόγω της υψηλής τους σπουδαιότητας για το συστημικό κίνδυνο. Σελίδα 48 από 117

50 Βάσει της Βασιλείας ΙΙΙ, το ποσοστό των κοινών μετοχών μιας τράπεζας ως προς το σταθμισμένο ενεργητικό της, όπου γίνεται αποτίμηση σε όλο το εύρος του δανειακού χαρτοφυλακίου, θα πρέπει να φτάνει το 7% ενώ στην Ελβετία η πρόταση είναι να γίνει 10% ( Bloomberg, ) Τράπεζες : Τα θετικά και αρνητικά της Βασιλείας ΙΙΙ Οι αντιδράσεις των διεθνών οίκων, σε ό,τι αφορά τους νέους κανόνες της Βασιλείας ήταν πάρα πολύ μεγάλη. Η πλειοψηφία τους χειροκροτούσε κυρίως λόγω της μείωσης της αβεβαιότητας γύρω από τον τραπεζικό κλάδο. Όμως, αν και οι αγορές δέχθηκαν με ενθουσιασμό τα νέα, μία δεύτερη σκέψη γύρω από τη Βασιλεία ΙΙΙ, δείχνει πως οι πανηγυρισμοί ίσως αποδειχθούν βιαστικοί. Τουλάχιστον μέχρι να γίνουν γνωστές οι λεπτομέρειες, γύρω από την αντιμετώπιση των τραπεζικών κολοσσών, κάτι το οποίο θα συζητηθεί κατά τη συνάντηση των 20 πλουσιότερων οικονομιών του κόσμου που θα γίνει στη Σεούλ τον ερχόμενο Νοέμβριο, ίσως θα πρέπει να πέσουν κάπως οι τόνοι. Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΙΙΙ ΜΕ ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ Με βάση τις μέχρι στιγμής ανακοινώσεις, ζητούνται από τις τράπεζες τελικά εποπτικά κεφάλαια (Core Tier 1) 7% την 1η Ιανουαρίου του 2019, τα οποία θα περιλαμβάνουν έναν ελάχιστο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας 4,5% και ένα «μαξιλάρι» 2,5%. Ομως, το «έργο» της Επιτροπής, δεν ολοκληρώνεται εκεί. Έχει κι άλλο. Κάποιες τράπεζες, οι ονομαζόμενες τράπεζες «συστημικής σημασίας» θα υπαχθούν σε πιο αυστηρό καθεστώς, καθώς θα τις επιβληθούν υψηλότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις από τις ελάχιστες που ορίζει η Βασιλεία. Επίσης, στην περίπτωση των λεγομένων «too big to fail» τραπεζών, οι Αρχές θα προσπαθήσουν να καταλήξουν σε μία συμφωνία, όπου σε περίπτωση χρεοκοπίας τους να μην οδηγήσουν την οικονομία σε κατάρρευση. ΘΑ ΕΙΧΑΝ ΜΕΙΝΕΙ ΣΤΑ STRESS TESTS Έχει ενδιαφέρον, σε αυτό το σημείο, να δούμε ποιες ευρωπαϊκές τράπεζες θα «έμεναν» στα τεστ κοπώσεως, εάν ο κανόνας για τα εποπτικά κεφάλαια ήταν αυτός που ορίζει σήμερα η Βασιλεία. Ρίχνοντας λοιπόν μία γρήγορη ματιά στα αποτελέσματα των stress tests, τα οποία τελικά, όπως αποδεικνύεται, δεν είχαν το... stress που χρειαζόταν, αφού το ελάχιστο αποδεκτό επίπεδο για το Core Tier 1 ήταν το 6%, βλέπουμε πως εάν είχε επιβληθεί το μίνιμουμ του 7%, η εικόνα θα ήταν εντελώς διαφορετική. Τότε, άλλες...17 τράπεζες θα είχαν μείνει μετεξεταστέες κι έτσι το σύνολο θα έφτανε το 24% ή το 26% του συνόλου. Πιο συγκεκριμένα, εκτός από τις 7 που απέτυχαν - Hypo Real Estate, Diada, Cajasur, Espiga, Unnim, Banca Civica και ΑΤΕBank, θα είχαν μείνει και οι: Πειραιώς, Caja Sol, Banco Pastor, Banco Guipuzcoano, Cai, Monte Dei Paschi Di Siena, Colonya, Norddeutsche Landesbank, Jupiter, Nova Ljubljanska Banka, Allied Irish Banks, Deutsche Postbank, Caja De Ahorros De Zaragoza, Caja De Ahorros De Ontingent, Bankinter, Unione Di Banche Italiane και Espirito Santo. ΠΟΛΛΑ ΤΑ ΟΚΤΩ ΧΡΟΝΙΑ Ο βασικός λόγος του χειροκροτήματος που... έριξαν οι αγορές την πρώτη μέρα μετά την ανακοίνωση των νέων αυτών κανόνων, ήταν - εκτός του ότι το 7% ως «μίνιμουμ» θεωρείται ένα «εύκολο» επίπεδο για τις περισσότερες τράπεζες - πως ο τραπεζικός κλάδος έχει μία μακρά περίοδο χάριτος για να συμμορφωθεί με τους νέους αυτούς κανόνες και πως δεν είναι αναγκασμένος να είναι έτοιμος αύριο. Όπως όμως πολύ χαρακτηριστικά τονίζει η Credit Suisse, κατά τη διάρκεια αυτής της πολύ μακράς περιόδου προσαρμογής στους κανόνες, τα οκτώ έτη, είναι πολύ πιθανό ο τραπεζικός κλάδος να έχει δεχθεί πολύ σημαντικές Σελίδα 49 από 117

51 δομικές αλλαγές κι έτσι οι ρυθμιστικοί κανόνες που είχαν τεθεί οκτώ χρόνια πριν, θα είναι εντελώς ασήμαντοι. Για να μας δώσει μία ιδέα του τι μπορεί να συμβεί μέσα σε οκτώ χρόνια, ο διεθνής οίκος πολύ περιληπτικά αναφέρει κάποια πολύ σημαντικά πράγματα που συνέβαιναν στις αγορές τον Σεπτέμβριο του 2002, τα οποία σήμερα έχουν πάρει μία εντελώς διαφορετική τροπή:η Credit Agricole το 2002 ήταν μόλις έναν χρόνο εισηγμένη στο Χρηματιστήριο.H αγορά των ETFs ήταν στα... βρεφικά της χρόνια. Οι Banca di Roma, BIPOP, Capitalia και BNL ήταν οι μεγαλύτερες τράπεζες στην Ιταλία και από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη.Με λίγα λόγια, οι τράπεζες μπορεί να αυξηθούν ή να μειωθούν σε μέγεθος (κι έτσι να επηρεάσουν τις αγορές χρηματοδότησης) πολύ γρήγορα. Και εν τω μεταξύ, φέρνουν νέα τεχνολογία στην αγορά, όπως τα πιστωτικά παράγωγα και τα ETFs, η οποία τις βοηθά να έχουν μεγαλύτερη και φθηνότερη πρόσβαση σε χρηματοδότηση. ΤΑ «ΠΑΡΑΘΥΡΑΚΙΑ» Όπως ο κ. Stephen Lewis της Monument Securities παρατηρεί, η Βασιλεία ΙΙΙ έχει ένα σημαντικό ελάττωμα ως προς το πού έχει δοθεί έμφαση τελικά. Οπως πολύ χαρακτηριστικά, σχολιάζει ο κ. Lewis, όπως ακριβώς κάνουν οι στρατηγοί που μάχονται στο τέλος του πολέμου, που δεν αναγνωρίζουν τους κινδύνους, οι εποπτικές αρχές φρόντισαν απλά να βεβαιωθούν πως η πρόσφατη «ντροπιαστική» ιστορία δεν θα επαναληφθεί. Στην κορυφή της χρηματοπιστωτικής κρίσης, υπήρχαν κάποιοι κεντρικοί τραπεζίτες που θεωρούσαν απίθανο οι τράπεζες να κάνουν και πάλι το λάθος να αναμειχθούν σε ανάλογες τακτικές υψηλού κινδύνου, οι οποίες και συνέβαλαν στη δημιουργία της κρίσης. Όμως, οι τράπεζες είναι καλές στο να βρίσκουν παραθυράκια και διεξόδους από τις νομοθετικές ρυθμίσεις. Όπως σημειώνει ο αναλυτής, οι τράπεζες που είναι αντίθετες με τους νέους κανόνες - για παράδειγμα - μπορεί να βρουν ένα σημαντικό στο να κάνουν τις business υψηλού ρίσκου, μέσω αγορών που δεν αντιπροσωπεύονται στην Επιτροπή της Βασιλείας και άρα δεν «υπάγονται» στους κανόνες της. «ΞΕΚΑΘΑΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΤΟΠΙΟΥ» Όπως και να έχει, σίγουρα οι νέοι κανόνες της Βασιλείας τουλάχιστον αποτελούν ένα σημαντικό βήμα στη μείωση της αβεβαιότητας γύρω από τον τραπεζικό κλάδο και βοηθούν στο «ξεκαθάρισμα του τοπίου», όπως σχολιάζουν οι διεθνείς αναλυτές. Οι νέοι κανόνες της Βασιλείας θα βοηθήσουν στην ώθηση τη οικονομίας, αυξάνουν την αξιοπιστία του ρυθμιστικού περιβάλλοντος, μειώνουν τον κίνδυνο επανακεφαλαιοποίησης (recapitalization) των τραπεζών και ενδέχεται να επιταχύνουν και τη διανομή κεφαλαίων ανάμεσα στις τράπεζες που έχουν καλή κεφαλαιακή θέση, τονίζει η UBS σε report της. Όπως επισημαίνει, η αγορά αναμένεται να αντιδράσει θετικά στα νέα αυτά και στο βραχυπρόθεσμο διάστημα αναμένεται ο τραπεζικός κλάδος να οδηγηθεί σημαντικά υψηλότερα. Οι τράπεζες με χαμηλούς κεφαλαιακούς δείκτες μπορεί να δεχθούν άμεσα rerating από την αγορά, καθώς ο κίνδυνος άντλησης κεφαλαίων άμεσα, έχει μειωθεί. Σε αυτό το πλαίσιο, η UBS προτιμά τράπεζες με καλή κεφαλαιακή βάση και καλές πλατφόρμες χρηματοδότησης, καθώς αυτές είναι που θα μπορέσουν να επωφεληθούν το περισσότερο από τους νέους κανόνες, αφού βρίσκονται σε καλύτερη θέση να προχωρήσουν πιο επιθετικά σε δανεισμό. Τα top picks του οίκου είναι οι Akbank, ANZ Banking Group, Banco Santader Brasil, Bank of Nova Scotia, DnB NOR, HSBC, Lloyds, Punjab Νational Bank, RBC Financial, Sberbank και US Bancorp, ενώ αποφυγή συστήνει στις: Βanco de Sabadell, BBVA, Commerzbank, Credit Agricole, PNC Financial Services, Santader, Sun Trust Banks και Swedbank. Ξεκαθάρισμα του τοπίου αποτελούν σύμφωνα και με την Σελίδα 50 από 117

52 Goldman Sachs, οι νέοι κανόνες της Βασιλείας, οι οποίοι ευτυχώς απέφυγαν το να είναι υπερβολικοί και ήταν σύμφωνοι πάνω-κάτω με αυτά που ανέμενε η αγορά, ενώ η περίοδος χάριτος που αγγίζει τα οκτώ έτη ενδυναμώνει τον παράγοντα «ορατότητα» και βοηθά στο να γίνουν πιο ξεκάθαρα τα πράγματα στον τραπεζικό κλάδο. Όπως σημειώνει, η αβεβαιότητα γύρω από τη μόχλευση και τη ρευστότητα κάποιων τραπεζών παραμένει. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της, τέσσερις ευρωπαϊκές τράπεζες δεν πληρούν μέχρι το 2012, τον όρο για του Core Tier 1 του 7% και αυτές είναι η ΑΤΕΒank, η Banca Popolare SC, η Credito Valtellinese και η Banca Monte dei Pasche di Siena. Βασιλεία: Αυστηρότεροι κανόνες με μακρά περίοδο χάριτος για τις τράπεζες Υπερδιπλάσια εποπτικά κεφάλαια καλούνται πλέον να διατηρούν οι τράπεζες σύμφωνα με τους νέους κανόνες της Βασιλείας, έχοντας, ωστόσο, διορία οκτώ χρόνια να συμμορφωθούν. Σε αυτό κατέληξαν στις 12/9/2010 οι ρυθμιστικές αρχές σε μία προσπάθεια να μειώσουν τους κινδύνους που προκάλεσε η χρημαοτοοικονομική κρίση στο τραπεζικό σύστημα.πιο συγκεκριμένα, η επιτροπή τραπεζικής εποπτείας της Βασιλείας απαιτεί πλέον από τις τράπεζες να διαθέτουν κεφάλαια που να αντιστοιχούν τουλάχιστον στο 7% του ενεργητικού τους, συμπεριλαμβανομένου ενός «μαξιλαρίου» (capital buffer) της τάξης του 2,5%, έτσι ώστε να μπορούν να αντιμετωπίσουν τυχόν νέες κρίσεις. Σύμφωνα με τους νέους αυτούς κανόνες, οι τράπεζες που δεν ικανοποιούν τα νεά κριτήρια δεν είναι αναγκασμένες να προχωρήσουν σε αυξήσεις κεφαλαίων, όμως δεν θα μπορούν να διανέμουν μερίσματα.οι τράπεζες έχουν λιγότερο από μία πενταετία να συμμορφωθούν με τα κατώτερα όρια του 4,5%( από 2% που ήταν μέχρι σήμερα) για τα ίδια κεφάλαια και του 6% για το Tier 1 ( από 4% σήμερα), ενώ εχουν περίοδο χάριτος μέχρι και την 1η Ιανουαρίου του 2019 ανταποκριθούν σταδιακά στον κανόνα του «μαξιλαριού» του 2,5%. Αξίζει να σημειώσουμε πως η «ομάδα» της Βασιλείας επίσης εργάζεται για τη θέσπιση επιπλέον προϋποθέσεων για τις μεγάλες παγκόσμιες τράπεζες που έχουν μεγάλη συστημική σημασία ( Systemically Important Banks). Οι βασικοί κανόνες της Βασιλείας ΙΙΙ και οι διαφορές με το ισχύον καθεστώς, με μια ματιά: Tier 1 Βασιλεία ΙΙ : Δείκτης Tier 1 = 4% Δείκτης Core Tier 1 = 2% Βασιλεία ΙΙΙ: Δείκτης Tier 1 = 6% Δείκτης Core Tier 1 = 4,5% (πριν το 2013 το Core Tier 1 = 2%, την 1η Ιανουαρίου 2013 = 3,5%, την 1η Ιανουαρίου 2014 = 4% και την 1η Ιανουαρίου 2015 = 4,5%) Capital Conservation Buffer ( «μαξιλάρι» ) Βασιλεία ΙΙ : Δεν υπάρχει μαξιλάρι Σελίδα 51 από 117

53 Βασιλεία ΙΙΙ: Ενα περαιτέρω 2,5% στο Τier 1 ( πριν το 2016 =0%, την 1η Ιανουαρίου 2016 = 0,625%, την 1η Ιανουρίου 2017 = 1,25%, την 1 Ιανουαρίου 2018 = 1,875%, την 1η Ιανουαρίου 2019=2,5% ) Countercyclical Capital Buffer ( αντικυκλικά κεφαλαιακά αποθέμάτα ) Βασιλεία ΙΙ : Δεν υπάρχει CCB Βασιλεία ΙΙΙ: Eνα περαιτέρω μαξιλάρι της τάξης του 0%-2,5% των ιδίων κεφαλαίων, θα πρέπει να τηρείται εάν το «ζητούν» οι συνθήκες της αγοράς. Οταν για παράδειγμα, οι πιστωτικές αγορές βρίσκονται σε άνθηση, τότε οι τράπεζες οφέείουν να κτίσουν ένα ξεχωριστό μαξιλάρι, το «countercyclical buffer». Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές είναι υπέυθυνες να αποφασίσουν πότε η οικονομία έχει μπει σε τέτοια φάση, και αυτό αποτελεί μία προσπάθεια επιβράδυνσης του δανεισμού όταν οι πιστωτικές αγορές απειλούνται με υπερθέρμανση, έτσι ώστε να αποφευχθει η δημιουργία φούσκας. ( πριν το 2016 = 0%, την 1η Ιανουαρίου 2016= 0,625%, την 1η Ιανουρίου 2017 = 1,25%, την 1 Ιανουαρίου 2018= 1,875%, την 1η Ιανουαρίου 2019=2,5% )". Αυστηρότεροι κανόνες για τις τράπεζες Η Βασιλεία ΙΙΙ τους δίνει χρόνο προσαρμογής, αλλά απαιτεί ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια, Οι τράπεζες μπορεί να έχουν μεγαλύτερα χρονικά περιθώρια για να προσαρμοστούν στους νέους κανόνες κεφαλαιακής επάρκειας, που ανακοινώθηκαν την Κυριακή από την Eπιτροπή της Βασιλείας, αλλά δεν θα μπορούν να καταβάλουν μερίσματα στους μετόχους εάν δεν ικανοποιούν συγκεκριμένες προϋποθέσεις, ακόμη και κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου. Αυτές αναμένεται να είναι αυστηρότερες προκειμένου να αποφευχθεί μια νέα κατάρρευση τράπεζας, που θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Όπως δήλωσε ο Μάριο Ντράγκι, κεντρικός τραπεζίτης στην Ιταλία, «δεν έχουμε τελειώσει με τη Βασιλεία ΙΙΙ. Εισερχόμαστε στο δεύτερο στάδιο των διαβουλεύσεων». Η Βασιλεία ΙΙ, η οποία έθεσε χαλαρές προϋποθέσεις για την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, θεωρήθηκε ένας από τους βασικούς λόγους που προκάλεσαν την τελευταία χρηματοπιστωτική κρίση. Οι τράπεζες, έως το 2019, θα πρέπει να έχουν εξασφαλίσει τόσες κοινές μετοχές ώστε να αντιστοιχούν στο 7% του σταθμισμένου ενεργητικού τους. Δεν είναι τυχαίο ότι η Επιτροπή της Βασιλείας τόνισε, στην επίσημη ανακοίνωση, ότι οι μεγάλες τράπεζες θα χρειαστεί να προχωρήσουν σε σημαντικές αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου. Αντίθετα, «οι μικρότερες τράπεζες και ειδικότερα αυτές που χορηγούν δάνεια σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις πληρούν τις προϋποθέσεις της Βασιλείας ΙΙΙ, στο μεγαλύτερο, τουλάχιστον, μέρος τους». Η πρώτη προθεσμία της σταδιακής προσαρμογής στη Βασιλεία ΙΙΙ ορίζεται στον Ιανουάριο του 2013, και η τελική τον Ιανουάριο του 2019, οπότε θα έχουν τεθεί σε εφαρμογή όλοι οι κανόνες, συμπεριλαμβανομένων των νέων ορίων της ρευστότητας και της μόχλευσης των τραπεζών. Αναλυτικότερα, οι τράπεζες θα πρέπει,, μέχρι τον Ιανουάριο του 2015, να έχουν αυξήσει το ελάχιστο όριο των κοινών μετοχών ως προς το σταθμισμένο ενεργητικό δηλαδή το ενεργητικό όπως αποτιμάται από το κίνδυνο του χαρτοφυλακίου δανείων από το ισχύον 2% στο 3,5% το 2013 και στο 4,5% το Σελίδα 52 από 117

54 Ο δείκτης κεφαλαίων πρώτης διαβάθμισης (Tier 1), δηλαδή οι κοινές μετοχές αλλά και τίτλοι όπως είναι ομόλογα των τραπεζών, θα πρέπει να έχει ενισχυθεί στο 6% έως τον Ιανουάριο του Το ποσοστό των συνολικών κεφαλαίων (συμπεριλαμβανομένου του Tier 2) θα ενισχυθεί στο 8%. Σε κάθε περίπτωση, όλες οι τράπεζες υποχρεούνται μέχρι τον Ιανουάριο του 2019 να έχουν αντλήσει ένα επιπλέον 2,5% σε κοινές μετοχές που θα λειτουργούν ως εφεδρικά κεφάλαια, δηλαδή θα αξιοποιούνται σε περιόδους κρίσεων. Η Επιτροπή διευκρινίζει ότι εάν μια τράπεζα δεν έχει αυξήσει το συνολικό ποσοστό κοινών μετοχών στο 7%, δηλαδή 4,5% για το ελάχιστο όριο και 2,5% σε εφεδρικά κεφάλαια, τότε θα στερείται του δικαιώματος καταβολής μερισμάτων στους μετόχους της. Τέλος, ο πρόεδρος της επιτροπής, επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας στην Ολλανδία, Νουτ Βέλικ, τόνισε ότι «ο συνδυασμός ενός αυστηρότερου ορισμού και ελάχιστου ορίου τραπεζικών κεφαλαίων με την εισαγωγή εφεδρικών κεφαλαίων θα καταστήσουν τις τράπεζες ισχυρότερες να αντέξουν αντίξοες συνθήκες στην οικονομία και τις αγορές, στηρίζοντας την ανάπτυξη». Σελίδα 53 από 117

55 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. Η ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΔΙΑΒΑΘΜΙΣΗΣ ( Π.Ε.Δ. Ή I.R.B. APPROACH ) 4.1. Προσέγγιση της Εσωτερικής Διαβάθμισης (Π.Ε.Δ.): Η νέα κατηγοριοποίηση των στοιχείων του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών Σύμφωνα με τη Βασιλεία II, τα χρηματοοικονομικά στοιχεία του τραπεζικού δανειακού χαρτοφυλακίου μπορούν να κατανεμηθούν σε 5 βασικές κατηγορίες, οι οποίες συνήθως παρουσιάζουν διαφορετικά χαρακτηριστικά πιστωτικού κινδύνου. Ορισμένες μάλιστα από τις βασικές κατηγορίες χωρίζονται περαιτέρω σε υποκατηγορίες. Η Κατηγοριοποίηση αυτή γίνεται με κάποιο Σύστημα Διαβάθμισης. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την πράξη διοικητή αριθμού 2589/ , ως Σύστημα Διαβάθμισης νοείται το σύνολο των μεθοδολογιών, διαδικασιών, ελέγχων, συστημάτων πληροφορικής και βάσεων δεδομένων που υποστηρίζουν την αξιολόγηση του πιστωτικού κινδύνου και την ταξινόμηση των χρηματοοικονομικών στοιχείων (ανοιγμάτων) σε βαθμίδες κινδύνου ή σε ομάδες με ομοειδή χαρακτηριστικά κινδύνου. Με βάση τα παραπάνω, οι βασικές κατηγορίες είναι οι ακόλουθες: 1. Κατηγορία (τραπεζικών) απαιτήσεων έναντι επιχειρήσεων (corporate risk). 2. Κατηγορία (τραπεζικών) απαιτήσεων έναντι κρατών (sovereign risk). 3. Κατηγορία (τραπεζικών) απαιτήσεων έναντι εμπορικών τραπεζών (bank risk) αλλά και εταιρειών του χρηματοπιστωτικού τομέα. 4. Κατηγορία (τραπεζικών) απαιτήσεων έναντι λιανικής τραπεζικής (retail risk). 5. Κατηγορία (τραπεζικών) απαιτήσεων έναντι χρηματοοικονομικών αξιών (equity risk) Κατηγορία (τραπεζικών) απαιτήσεων έναντι επιχειρήσεων (corporate risk). Ξεκινώντας από την πρώτη κατηγορία απαιτήσεων (έναντι επιχειρήσεων- corporate risk), θα μπορούσαμε να πούμε ότι περιλαμβάνει μια σειρά από υποκατηγορίες, ο διαχωρισμός των οποίων γίνεται τόσο με βάση τη νομική τους μορφή όσο και με βάση την οικονομική τους ουσία: Χρηματοδοτήσεις μεγάλων έργων (Project finance) Η συγκεκριμένη τραπεζική απαίτηση αναφέρεται στη χρηματοδότηση μεγάλων επιχειρηματικών προσπαθειών όπως, για παράδειγμα, κατασκευή μεγάλων εγκαταστάσεων Σελίδα 54 από 117

56 και έργων υποδομής (π.χ. τηλεπικοινωνιακές υποδομές, ανθρακωρυχεία, εργοστάσια ηλεκτροδότησης, υποδομές μεταφορών κ.λπ.). Συνήθως οι αποπληρωμές της χρηματοδότησης τέτοιων σχεδίων γίνεται μέσω των χρηματορροών (cash flows) των συγκεκριμένων επενδύσεων με τις απαιτήσεις αυτών των εταιρειών να παίζουν τον ρόλο των εγγυήσεων για την τράπεζα. Χρηματοδοτήσεις παγίων περιουσιακών στοιχείων (Object finance) Η συγκεκριμένη τραπεζική απαίτηση αναφέρεται στη χρηματοδότηση αγοράς παγίων στοιχείων, η αποπληρωμή των οποίων προέρχεται από τις χρηματορροές που παράγονται από τη χρήση τους (π.χ. πλοίων, αεροσκαφών, δορυφόρων κ.λπ). Χρηματοδοτήσεις εμπορευμάτων (Commodities finance) Σε αυτή την περίπτωση αναφερόμαστε σε τραπεζική χρηματοδότηση αποθεματικών ή πωληθέντων εμπορευμάτων που η χρηματική τους αξία δεν έχει ακόμα εισπραχθεί. Ως τέτοια μπορούμε να θεωρήσουμε τα διάφορα χρηματιστήριακώς διαπραγματεύσιμα «προϊόντα» όπως πετρέλαιο, μέταλλα, κάποια γεωργικά προϊόντα κ.λπ. Η έκθεση που προκαλεί στην τράπεζα η συγκεκριμένη χρηματοδότηση αναμένεται να αποπληρωθεί από την πώληση των εμπορευμάτων και δεν υπάρχει ανεξάρτητη δυνατότητα πληρωμής του χρέους με άλλο τρόπο από τη δανειζόμενη εταιρεία. Μιλάμε δηλαδή για περιπτώσεις όπου η δανειζόμενη εταιρεία δεν έχει άλλα περιουσιακά στοιχεία για να αποπληρώσει τον δανεισμό της παρά μόνο τα ίδια τα εμπορεύματα της. Χρηματοδοτήσεις εμπορικών ακινήτων Σε αυτή τη μορφή τραπεζικής χρηματοδότησης υπάγεται ο δανεισμός του real estate. Αναφερόμαστε δηλαδή στον δανεισμό για την ανέγερση επαγγελματικών γραφείων, ξενοδοχείων, επαγγελματικών αποθηκών κ.λπ. Η αποπληρωμή του δανείου προέρχεται από τις χρηματορροές που δημιουργεί η επινοικίαση ή η πώληση των συγκεκριμένων εμπορικών ακινήτων. Στη συγκεκριμένη περίπτωση τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία έχουν και τον χαρακτήρα της χρηματοοικονομικής εγγύησης για την τράπεζα. Χρηματοδοτήσεις εμπορικών ακινήτων υψηλού κινδύνου Η μορφή αυτή τραπεζικής χρηματοδότησης αναφέρεται σε επενδύσεις σε εμπορικά ακίνητα που η μελλοντική απόδοση των χρηματορροών τους είναι αρκετά αβέβαιη. Αντιμετωπίζει δηλαδή η τράπεζα μια υψηλή πιθανότητα αθέτησης της συμφωνίας από τον αντισυμβαλλόμενο. Υπάρχει δηλαδή αμφιβολία αν θα πωληθούν ή θα επινοικιασθούν τα ακίνητα, έτσι ώστε να έχουμε ανταπόδοση της χρηματοδότησης στην τράπεζα. Παράδειγμα Σελίδα 55 από 117

57 τέτοιου είδους τραπεζικής χρηματοδότησης είναι και η απόκτηση γης από κάποια εταιρεία με δανεισμό. Χρηματοδοτήσεις-επενδύσεις αγοράς «επιχειρηματικών απαιτήσεων» εταιρειών Αναφέρεται κυρίως σε τραπεζικές χρηματοδοτήσεις/επενδύσεις πάνω σε «επιχειρηματικές απαιτήσεις» εταιρειών. Ο κύριος λόγος μίας τέτοιας αγοράς είναι η χρήση των «απαιτήσεων» αυτών για την υλοποίηση μιας μελλοντικής τιτλοποίησης από μέρους της τράπεζας. Μπορεί όμως και να ληφθεί και απλά ως μια απλή εναλλακτική επενδυτική κίνηση της τράπεζας Κατηγορία (τραπεζικών) απαιτήσεων έναντι κρατών (sovereign risk). Η δεύτερη κατηγορία τραπεζικών απαιτήσεων περιλαμβάνει απλά: Χρηματοδοτήσεις κρατών και κεντρικών τραπεζών Η συγκεκριμένη κατηγορία απαιτήσεων με τον όρο «κράτη» περιλαμβάνει και επιχειρήσεις δημοσίου συμφέροντος αλλά και μεγάλους οργανισμούς όπως, για παράδειγμα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (I.M.F.), την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (Ε.Κ.Τ.) κ.λπ. Όλες αυτές οι περιπτώσεις καλύπτονται από αυτό που ονομάζεται sovereign risk και έχουν μηδενικό (0%) ρίσκο (στην Τυποποιημένη προσέγγιση) για την τράπεζα που επενδύει Κατηγορία (τραπεζικών) απαιτήσεων έναντι εμπορικών τραπεζών (bank risk) αλλά και εταιρειών του χρηματοπιστωτικού τομέα. Η τρίτη κατηγορία τραπεζικών απαιτήσεων περιλαμβάνει μόνο: Χρηματοδοτήσεις άλλων εμπορικών τραπεζών και εταιρειών του χρηματοπιστωτικού τομέα Σε αυτή την κατηγορία η Βασιλεία II συμπεριλαμβάνει εκτός από τις εμπορικές τράπεζες και τις επιχειρήσεις δημοσίου συμφέροντος οι οποίες δεν καλύπτουν τις προδιαγραφές για μηδενικό ρίσκο (στην Τυποποιημένη προσέγγιση), καθώς επίσης και λοιπές εταιρείες που παρέχουν χρηματοπιστωτικές επενδυτικές υπηρεσίες Κατηγορία (τραπεζικών) απαιτήσεων έναντι λιανικής τραπεζικής (retail risk). Η τέταρτη κατηγορία τραπεζικών απαιτήσεων περιλαμβάνει: Χρηματοδοτήσεις λιανικής τραπεζικής Στη συγκεκριμένη κατηγορία εμπεριέχονται οι κάτωθι υποκατηγορίες: Σελίδα 56 από 117

58 1. Ατομικές και μικρού κόστους χρηματοδοτήσεις λιανικής τραπεζικής: - Για ατομικά δάνεια (π.χ. αγορά αυτοκινήτου, σπουδαστικά, προσωπικής εν γένει χρηματοδότησης κ.λπ,), ανεξαρτήτως του μεγέθους δανεισμού. - Για ατομικά στεγαστικά δάνεια όπου ο δανειζόμενος είναι και ο ιδιοκτήτης του οικήματος. Ο επιθεωρητής κάθε τέτοιας κατηγορίας δανείων καλείται να θέσει όρια στον αριθμό σπιτιών σε περίπτωση ατομικού δανεισμού. - Για επιχειρήσεις όπου η έκθεση της τράπεζας δεν ξεπερνά το ένα εκατομμύριο ευρώ. 2. Υψηλού κόστους χρηματοδοτήσεις λιανικής τραπεζικής Σύμφωνα με τη Βασιλεία II, η συγκεκριμένη περίπτωση αναφέρεται σε μικρές επιχειρηματικές χρηματοδοτήσεις που οι εμπορικές τράπεζες δεν τις μεταχειρίζονται ατομικά αλλά συλλογικά στα πλαίσια του χαρτοφυλακίου τους. Έτσι οι χρηματοδοτήσεις αυτές αντιμετωπίζονται σαν να έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά ρίσκου. Αυτό βέβαια δεν αποκλείει στις τράπεζες τη δυνατότητα να αντιμετωπίζουν κάθε περίπτωση ξεχωριστά. Επιπροσθέτως στα πλαίσια των χρηματοδοτήσεων λιανικής τραπεζικής- η Βασιλεία II διαχωρίζει τρεις κατηγορίες χρηματοδότησης, με βάση την υπάρχουσα κάλυψη που παρέχεται από τον αντισυμβαλλόμενο. Συγκεκριμένα, η λιανική τραπεζική κατηγοριοποιείται επίσης με το: α) αν και κατά πόσο το οίκημα που χρηματοδοτείται ή όποια άλλη κατοικία μπορεί να παίξει τον ρόλο της εγγύησης του δανείου, β) αν υπάρχουν ανανεώσιμες πιστωτικές απαιτήσεις λιανικής τραπεζικής και γ) όλες τις εναπομείνασες περιπτώσεις. Χρηματοδοτήσεις ανανεώσιμων πιστωτικών απαιτήσεων λιανικής τραπεζικής (Q.R.R.E.) Η συγκεκριμένη περίπτωση μπορεί να θεωρηθεί είτε ειδική ανεξάρτητη κατηγορία είτε απλά μια υποκατηγορία της λιανικής τραπεζικής. Αναφέρεται στον καθορισμό ενός υποχαρτοφυλακίου από μέρους της τράπεζας με χρηματοδοτήσεις λιανικής οι οποίες ακολουθούν ορισμένες αρχές. Συγκεκριμένα: - Η ανανέωση των δανείων του υπο-χαρτοφυλακίου θα βασίζεται σε προκαθορισμένα πιστωτικά όρια αποπληρωμής και επαναδανεισμού που δεν θα παραβιάζονται από τους πελάτες. - Οι χρηματοδοτήσεις (δάνεια) θα είναι ατομικού χαρακτήρα. - Το μέγιστο ποσό χρηματοδότησης ενός πελάτη του υπο-χαρτοφυλακίου δεν θα υπερβαίνει τα ευρώ. Σελίδα 57 από 117

59 - Η τράπεζα -μέσω των επιθεωρητών- θα πρέπει συστηματικά να ελέγχει τη χαμηλή μεταβλητότητα των συγκεκριμένων δανειακών υπο-χαρτοφυλακίων σε σχέση με τη μέση μεταβλητότητα των υπολοίπων επιμέρους δανείων Κατηγορία (τραπεζικών) απαιτήσεων έναντι χρηματοοικονομικών αξιών (equity risk). Τέλος, η πέμπτη κατηγορία τραπεζικών απαιτήσεων περιλαμβάνει: Χρηματοδοτήσεις-επενδύσεις σε χρηματοοικονομικές αξίες Σε ό,τι αφορά τον όρο χρηματοοικονομικές αξίες αναφερόμαστε κυρίως σε έμμεσες ή άμεσες συμμετοχές της τράπεζας σε κάποιες εταιρείες. Οι συγκεκριμένες τοποθετήσεις έχουν τη μορφή επενδύσεων από μέρους της τράπεζας και συνήθως αναφέρονται σε μη εισηγμένες στο χρηματιστήριο περιπτώσεις. Μπορούν όμως κάλλιστα να περιλαμβάνουν και τοποθετήσεις σε εισηγμένες μετοχές ή ομόλογα εταιρειών που δεν έχουν τον χαρακτήρα άμεσης αγοραπωλησίας από την τράπεζα και έτσι δεν ανάγονται, ως αξίες, στο χαρτοφυλάκιο αγοραπωλησιών της τράπεζας. Μετά την ανάλυση των κατηγοριών, στην επόμενη ενότητα προχωρούμε στην παρουσίαση των τρόπων μέτρησης των πιστωτικών κινδύνων που αντιστοιχούν σε αυτές με βάση την προσέγγιση της Εσωτερικής Διαβάθμισης (Π.Ε.Δ. ή I.R.B. approach). Η παρουσίαση αυτή είναι άμεσα συνδεδεμένη με τις διαφορετικές σταθμίσεις (R. W.A.) που αποδίδονται στις επιμέρους κατηγορίες των απαιτήσεων του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών στα πλαίσια της Π.Ε.Δ. 4.2 Η προσέγγιση της Εσωτερικής Διαβάθμισης (Π.Ε.Δ. ή Ι.R.B. approach) Σε αυτή την ενότητα θα συζητήσουμε την πιο εξελιγμένη μέθοδο υπολογισμού των σταθμισμένων απαιτήσεων του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών κάτω από πιστωτικό κίνδυνο. Η μέθοδος αυτή ονομάζεται προσέγγιση Εσωτερικής Διαβάθμισης (Π.Ε.Δ. ή I.R.E. approach). Τα πιστωτικά ιδρύματα μπορούν να χρησιμοποιούν την Π.Ε.Δ. για τον υπολογισμό των σταθμισμένων κατά κίνδυνο χρηματοδοτικών ανοιγμάτων, κατόπιν ειδικής άδειας από την Τράπεζα της Ελλάδος. Η εν λόγω άδεια παρέχεται μόνον εφόσον η Τράπεζα της Ελλάδος πιστοποιήσει ότι τα συστήματα που εφαρμόζει το πιστωτικό ίδρυμα για τη διαχείριση και τη Σελίδα 58 από 117

60 διαβάθμιση των ανοιγμάτων, που υπόκεινται σε πιστωτικό κίνδυνο, είναι έγκυρα και εφαρμόζονται με ακεραιότητα. Τα πιστωτικά ιδρύματα που επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν την Π.Ε.Δ. θα πρέπει να υποβάλλουν αίτηση στην Τράπεζα της Ελλάδος, στην οποία αίτηση το πιστωτικό ίδρυμα θα αιτείται την έγκριση χρήσης των μεθόδων, θα περιγράφει και θα τεκμηριώνει τα προτεινόμενα συστήματα διαβάθμισης, θα έχει ένα πρόγραμμα εφαρμογής και θα κάνει την αυτοαξιολόγηση του. Ως προς το πρόγραμμα εφαρμογής που θα υπάρχει στην αίτηση, τα πιστωτικά ιδρύματα τα οποία προτίθενται να χρησιμοποιήσουν την Π.Ε.Δ. θα πρέπει να έχουν ένα πρόγραμμα υλοποίησης, το οποίο θα περιλαμβάνει την πολιτική διαδοχικής εφαρμογής και την πολιτική μόνιμων παρεκκλίσεων. Το πρόγραμμα εφαρμογής είναι ένα δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα που περιλαμβάνει όλες τις ημερομηνίες κατά τις οποίες το πιστωτικό ίδρυμα σκοπεύει να εφαρμόσει όλα τα συστήματα διαβάθμισης για τα οποία κάνει αίτηση. Το χρονοδιάγραμμα αυτό είναι απαραίτητο μέρος της αίτησης. Επιπλέον, σχετικά με την αυτοαξιολόγηση, το πιστωτικό ίδρυμα θα πρέπει να έχει πραγματοποιήσει αξιολόγηση για την κατάσταση ετοιμότητας με βάση τα πρότυπα και τις ελάχιστες απαιτήσεις που προβλέπονται. Πρέπει να έχει αναπτύξει σχέδιο δράσης για να καλύψει τα κενά και τις ανεπάρκειες που λεχει διαπιστώσει και ένα πρόγραμμα για την επίτευξη συμμόρφωσης προς τους κανόνες. Επίσης θα πρέπει να υποβληθούν ενδεικτικά στοιχεία και αποτελέσματα δοκιμαστικής εφαρμογής της Π.Ε.Δ. Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η συγκεκριμένη μέθοδος μπορεί να υποδιαιρεθεί σε δύο επιμέρους προσεγγίσεις: τη Θεμελιώδη και την Εξελιγμένη προσέγγιση. Οι δύο αυτές επιμέρους προσεγγίσεις διαφοροποιούνται ουσιαστικά στον τρόπο υπολογισμού της σταθμισμένης απόδοσης του ρίσκου που αντιστοιχεί σε κάθε τραπεζική απαίτηση και κατ' επέκταση στην κεφαλαιακή χρέωση. Πιο συγκεκριμένα, εάν ακολουθήσουμε τη Θεμελιώδη προσέγγιση, τότε η τράπεζα μπορεί μεν να χρησιμοποιήσει τις δικές της εκτιμήσεις σε ό,τι αφορά την πιθανότητα αθέτησης του αντισυμβαλλομένου (Probability of Default - P.D..), αλλά βασίζεται σε υπολογισμούς των νομισματικών αρχών για την εκτίμηση των υπόλοιπων στοιχείων που συνεισφέρουν στον προσδιορισμό του πιστωτικού κινδύνου (δηλαδή των E.A.D. (την έκθεση του αντισυμβαλλομένου σε περίπτωση αθέτησης της υποχρέωσης του και L.G.D. (αναμενόμενη ζημιά σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης του αντισυμβαλλομένου)). Από την άλλη πλευρά, στην περίπτωση της Εξελιγμένης προσέγγισης, η τράπεζα μπορεί να χρησιμοποιήσει τις δικές της εκτιμήσεις για όλα τα προαναφερόμενα επιμέρους στοιχεία που Σελίδα 59 από 117

61 συνεισφέρουν στη διαμόρφωση του σταθμισμένου πιστωτικού κινδύνου της απαίτησης αλλά και της κεφαλαιακής χρέωσης (δηλαδή P.D., L.G.D. και E.A.D.). Πριν όμως προχωρήσουμε στην αναλυτική παρουσίαση του τρόπου εκτίμησης της κεφαλαιακής επάρκειας στο πλαίσιο της μεθόδου Π.Ε.Γ., θα δώσουμε συνοπτικά τους ορισμούς που η Βασιλεία II παραθέτει για τα επιμέρους στοιχεία των συγκεκριμένων παραμέτρων μέτρησης του πιστωτικού ρίσκου Ορισμοί των παραμέτρων πιστωτικού ρίσκου Γενικές Προϋποθέσεις για την εκτίμηση των παραμέτρων κινδύνου Τα πιστωτικά ιδρύματα διασφαλίζουν ότι κατά την εσωτερική εκτίμηση των παραμέτρων κινδύνου PD, LGD, συντελεστή μετατροπής και EL, τα οποία θα αναλυθούν παρακάτω, έχουν ληφθεί υπόψιν όλα τα σχετικά δεδομένα, πληροφορίες και μέθοδοι. Οι εκτιμήσεις υπολογίζονται λαμβάνοντας υπόψη τα ιστορικά δεδομένα και τις εμπειρικές ενδείξεις και δεν στηρίζονται αποκλειστικά σε υποκειμενικές κρίσεις, καθώς και είναι εύλογες και βασίζονται στους κυριότερους παράγοντες που προσδιορίζουν τις παραμέτρους κινδύνου. Όσα λιγότερα δεδομένα διαθέτει το πιστωτικό ίδρυμα τόσο πιο συντηρητικές πρέπει να είναι οι εκτιμήσεις του. Η πιθανότητα αθέτησης του αντισυμβαλλομένου (Probability of Default P.D.) Ως «Αθέτηση Υποχρέωσης» του αντισυμβαλλομένου ορίζεται η επέλευση ενός ή και των δύο από τα παρακάτω γεγονότα: Το πιστωτικό ίδρυμα θεωρεί ότι ο αντισυμβαλλόμενος είναι ευλόγως πιθανό να μην εκπληρώσει στο σύνολό τους τις υποχρεώσεις πληρωμών προς το πιστωτικό ίδρυμα ή οποιαδήποτε εταιρία του ομίλου στον οποίο ανήκει το πιστωτικό ίδρυμα. Ο αντισυμβαλλόμενος έχει εμφανίσει ουσιαστική καθυστέρηση άνω των 90 ημερών στην αποπληρωμή κάποιας εκ των υποχρεώσεων του προς το πιστωτικό ίδρυμα ή οποιαδήποτε εταιρία του ομίλου στον οποίο ανήκει. Όπως μας αναφέρουν οι Stefanou και Mendoza (2005), η πιθανότητα αθέτησης του αντισυμβαλλομένου παράγεται είτε ακολουθώντας εμπειρικά μοντέλα (π.χ. Z-score προσέγγιση ή Logit/Probit προσέγγιση) είτε με μία προσέγγιση αγοράς. Η πρώτη περίπτωση που έγινε γνωστή από τον Altman (1968) είναι μια διακριτή ανάλυση της χρεοκοπίας και Σελίδα 60 από 117

62 βασίζεται σε μια σειρά από επεξηγηματικούς όρους. Με αντίστοιχη φιλοσοφία κινείται και η Logit/Probit προσέγγιση, με τη διαφορά ότι σε αυτή την περίπτωση έχουμε ανάλυση παλινδρόμησης με εξαρτώμενη μεταβλητή τη λογαριθμισμένη σχέση χρεοκοπίας προς τη μηχρεοκοπία [π.χ. Ln(P.D./(1-P.D.)] και ανεξάρτητες μεταβλητές μια σειρά από επεξηγηματικούς όρους. Στην αλγεβρική της διατύπωση έχουμε ένα μοντέλο της κάτωθι μορφής για την αναζήτηση της P.D.: Li = Ln [(P.D.i /(1-P.D.i)] = β1χ βnxn ( Εξίσωση 1 ) όπου Χ, αποτελούν τους επεξηγηματικούς όρους που χρησιμοποιούνται για την εμπειρική διερεύνηση της πιθανότητας χρεοκοπίας, P.D., μιας εταιρείας (π.χ. μιας τράπεζας). Ο Πίνακας 9 που ακολουθεί μας παρουσιάζει αναλυτικά τους προ -αναφερόμενους επεξηγηματικούς όρους που συνήθως χρησιμοποιούνται στην αναζήτηση του P.D. τόσο σε ό,τι αφορά τις εταιρείες αλλά και όσον αφορά τα νοικοκυριά. Είδος αντισυμβαλλόμενου Κατηγορία πληροφορίας για τον Επεξηγηματικοί όροι (Μεταβλητές) Εταιρεία αντισυμβαλλόμενο Είδος εταιρείας Βιομηχανικό συγκρότημα, Ηλικία της εταιρείας, Συνολικές απαιτήσεις, Συνολικές πωλήσεις, Συνολικά ίδια κεφάλαια. Νοικοκυριό (Άτομα) Χρηματοοικονομικοί δείκτες Κερδοφορία Market data Ατομικές πληροφορίες Ίδια/Απαιτήσεις, Υποχρεώσεις/Ιδια, Πωλήσεις/ Απαιτήσεις. Ιστορική κερδοφορία, Ρυθμός μεγέθυνσης της, Κέρδη/Απαιτήσεις, Κέρδη/Κόστος. Διακύμανση χρηματιστηριακής τιμής της εταιρείας, Πιστωτική διαβάθμιση εταιρείας. Εισόδημα, Ηλικία, Αξία σπιτιού, Δουλεία. Σελίδα 61 από 117

63 Χρηματοοικονομικές πληροφορίες Αριθμός δανείων, Αριθμός πιστωτικών καρτών, Υπόλοιπο στις πιστωτικές κάρτες, Προηγούμενες πτωχεύσεις. Πίνακας 9. Οι επεξηγηματικοί όροι στην αναζήτηση της P.D. στις εμπειρικές προσεγγίσεις Πηγή : Marisson (2002). Η χρήση των Logit μοντέλων στην ανεύρεση της P.D. θεωρείται ιδιαίτερα διαδεδομένη από τους χρηματοοικονομικούς οίκους στη διαβάθμιση τραπεζών (ως εταιρειών) ανά τον κόσμο. Στη δεύτερη περίπτωση -της προσέγγισης της αγοράς- η αλγεβρική διατύπωση για την ανεύρεση της P.D., που βασίζεται στη μεθοδολογία του Merton (1974), έχει την κάτωθι μορφή: D.D. = (A - D) / σε ( Εξίσωση 2 ) όπου: Α: η αξία του Ενεργητικού (ή του δανειακού χαρτοφυλακίου στην περίπτωση μας) D: η προσδοκώμενη μελλοντική αξία των Υποχρεώσεων σ ε : η διακύμανση του Ενεργητικού D.D.: η απόσταση μέχρι την αθέτηση συμφωνίας του αντισυμβαλλομένου Στην παραπάνω εξίσωση όταν D > Α οδηγούμαστε σε πιθανότητα αθέτησης του αντισυμβαλλομένου (P.D.). Βέβαια, σημαντικό στοιχείο είναι και ο τρόπος που αποτιμάται η αξία του Ενεργητικού. Για παράδειγμα, σε κάποιες περιπτώσεις η αποτίμηση του Ενεργητικού και κατ' επέκταση η εκτίμηση της P.D. μιας εταιρείας (εκτός των τραπεζών) γίνεται με βάση τη χρηματιστηριακή κεφαλαιοποίηση ή με βάση τη χρήση Συμβολαίων ανταλλαγής πιστωτικού κινδύνου (credit default swaps). Όμως, λόγω της ευαισθησίας στην αποτίμηση της αξίας του Ενεργητικού, Α, με την παραπάνω μέθοδο, προτιμάται η προηγηθείσα εμπειρική προσέγγιση της P.D. Η αναμενόμενη ζημιά σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης του αντισυμβαλλομένου (Loss Given Default - L.G.D.) Σελίδα 62 από 117

64 Ως ζημία ορίζεται η οικονομική ζημία που περιλαμβάνει σημαντικές μειωτικές επιδράσεις και σημαντικές άμεσες και έμμεσες δαπάνες που συνδέονται με την είσπραξη ποσών στο πλαίσιο ενός χρηματοοικονομικού μέσου. Η ποσοστιαία ζημία προκύπτει από το ποσοστό ανάκτησης της αξίας του χρηματοοικονομικού στοιχείου κατά τη στιγμή της αθέτησης. Η αναμενόμενη ζημιά, σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης του αντισυμβαλλομένου, εκφράζεται συνήθως ως ποσοστό (%) και έχει τρεις διαφορετικούς τρόπους παρουσίασης. Ο πρώτος τρόπος έχει την κάτωθι αλγεβρική διατύπωση: L.G.D. = (E.A.D. - A.A. + κ.δ.) /E.A.D. ( Εξίσωση 3 ) όπου: E.A.D.: η έκθεση έναντι του αντισυμβαλλομένου σε περίπτωση αθέτησης της υποχρέωσης του Α,Α.: η Ανακάμπτουσα Αξία για την τράπεζα μετά από την αθέτηση του αντισυμβαλλομένου κ.δ.: τα κόστη διαχείρισης για την αποκομιδή της Ανακάμπτουσας Αξίας από την τράπεζα. Ο δεύτερος τρόπος υπολογισμού του L.G.D. έχει την κάτωθι αλγεβρική διατύπωση Αξία πριν (default) - Αξία μετά (default) L.G.D. = ( Εξίσωση 4 ) Αξία πριν (default) Τέλος, ο τρίτος τρόπος αλγεβρικού υπολογισμού της L.G.D. γίνεται από τις τιμές των προϊόντων σταθερού εισοδήματος και πιστωτικών παραγώγων που παράγονται από ένα Asset Pricing μοντέλο αποτίμησης. Η L.G.D. στη Θεμελιώδη προσέγγιση Όπως αναφέραμε, στη Θεμελιώδη προσέγγιση ο προσδιορισμός της L.G.D. για κάθε τραπεζική απαίτηση είναι εξωγενής. Παρ' όλα αυτά, στον εξωγενή αυτό προσδιορισμό του ποσοστού που θα αποδοθεί στην L.G.D.. σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η ύπαρξη και το είδος των χρηματοοικονομικών εγγυήσεων που συνοδεύουν την εξεταζόμενη απαίτηση. Έτσι, για παράδειγμα, στην αξιολόγηση μιας ζημιάς παραγόμενης από εταιρικό ή τραπεζικό ρίσκο που δεν συνοδεύεται από αναγνωρισμένες χρηματοοικονομικές εγγυήσεις θα αναγνωρίζεται - σύμφωνα με τη Βασιλεία II- ποσοστό ζημιάς της τάξης του 45% της έκθεσης της τράπεζας Σελίδα 63 από 117

65 στην απαίτηση. Με απλά λόγια, η τράπεζα θα καταγράφει τη δυνατότητα να πάρει πίσω το 55% της επένδυσης της σε περίπτωση αθέτησης της συμφωνίας εκ μέρους του αντισυμβαλλομένου. Σε ό,τι αφορά τις τραπεζικές απαιτήσεις χωρίς χρηματοοικονομικές εγγυήσεις (αναγνωρισμένες ή μη) ως κάλυψη σε ό,τι αφορά αναμενόμενες ζημιές από εταιρικό ή τραπεζικό ή κίνδυνο χώρας, η τράπεζα θα αναγνωρίζει ζημιές της τάξης του 75% της έκθεσης της. Αν τώρα θελήσουμε να υπολογίσουμε, σε πρακτικό επίπεδο, την αναμενόμενη ζημιά σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης του αντισυμβαλλομένου από μια εταιρικού ρίσκου έκθεση της τράπεζας (π.χ. ένα δάνειο) και εφόσον υπάρχουν εγγυήσεις, τότε τα πράγματα είναι λίγο πιο πολύπλοκα. Στην περίπτωση αυτή, το τραπεζικό δάνειο (Ε) χωρίζεται σε δύο τμήματα: το τμήμα αυτό που είναι καλυμμένο με εγγύηση (Ε ) και αυτό που δεν είναι (Ε υ ). Επιπροσθέτως, έχει σημασία εάν οι εν λόγω εγγυήσεις είναι χρηματοοικονομικές ή όχι. Έτσι έχουμε: Περίπτωση 1: Αν οι εγγυήσεις του τραπεζικού δανείου είναι χρηματοοικονομικές (και μάλιστα αναγνωρισμένες). Σε αυτή την περίπτωση για τον προσδιορισμό της «αποτελεσματικής» L.G.D. (L.G.D. c ) -και επαγωγικά ολόκληρης της L.G.D. - θα χρησιμοποιείται η κάτωθι αλγεβρική εξίσωση: όπου: L.G.D. c = L.G.D. u x (E c /E) (με L.G.D. = L.G.D. u + L.G.D. c ) ( Εξίσωση 5 ) L.G.D. c : η αναμενόμενη ποσοστιαία ζημιά της τράπεζας, σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης του αντισυμβαλλομένου, για το μέρος εκείνο του δανείου που καλύπτεται από εγγυήσεις- L.G.D. u : η αναμενόμενη ποσοστιαία ζημιά της τράπεζας, σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης του αντισυμβαλλομένου, για το μέροςεκείνο του δανείου που δεν καλύπτεται από εγγυήσεις (όπως έχει ήδη οριστεί το ποσοστό αυτό είναι 45%) E: η έκθεση (π.χ. δάνειο) της τράπεζας από την απαίτηση πριν την αντιστάθμιση της με τις χρηματοοικονομικές εγγυήσεις E c : το μέρος εκείνο της έκθεσης (π.χ. του δανείου) της τράπεζας που είναι καλυμμένο με γρηματοοικονομική εγγύηση (ουσιαστικά η Ε.Α^.). Σελίδα 64 από 117

66 Σε ό,τι αφορά την τιμή της Ε (δηλαδή της E.A.D.) στην εξίσωση 5, η Βασιλεία II αναφέρει ότι, εάν εφαρμόζεται η Θεμελιώδης Π.Ε.Γ. προσέγγιση από τις τράπεζες, τότε ο υπολογισμός της Δ θα προέρχεται από την εφαρμογή της εξίσωσης 6, όπως αυτή αναγράφεται στην Τυποποιημένη (περιεκτική) προσέγγιση. Τα υπόλοιπα στοιχεία ε.ναι ήδη δεδομένα για τον τελικό υπολογισμό της «αποτελεσματικής» L.G.D. δηλαδή της L.G.D. c ). Ei f = max {0,[Ei x (1 + H e ) - CO x (1 - Hi C0 - Hi fx )]} ( Εξίσωση 6 ) όπου: E i f : η έκθεση (ως ποσό) της τράπεζας από μια συγκεκριμένη απαίτηση, C, του Ενεργητικού (ή πιο συγκεκριμένα του δανειακού χαρτοφυλακίου) μετά την τελική αντιστάθμιση με τις υπάρχουσες εγγυήσεις Ε: η έκθεση (ως ποσό) της συγκεκριμένης απαίτησης του Ενεργητικού πριν από την τελική αντιστάθμιση με τις εγγυήσεις Ην ο αποδιδόμενος συντελεστής (%) διακύμανσης (haircut) της συγκεκριμένης απαίτησης του Ενεργητικού της τράπεζας (εάν αυτό υπάρχει) CO: το ποσό της συγκεκριμένης χρηματοοικονομικής εγγύησης για αντιστάθμιση Η 0 : ο αποδιδόμενος συντελεστής (%) διακύμανσης (haircut) της συγκεκριμένης χρηματοοικονομικής εγγύησης για αντιστάθμιση H fx : ο αποδιδόμενος συντελεστής (%) διακύμανσης (haircut) της συγκεκριμένης χρηματοοικονομικής εγγύησης μετά την όποια συναλλαγματική της αναπροσαρμογή. Εν συνεχεία, αφού έχει υπολογισθεί η έκθεση E i της τράπεζας (ως ποσό) από τη συγκεκριμένη απαίτηση του Ενεργητικού, Ci, μετά την τελική αντιστάθμιση με τις όποιες χρηματοοικονομικές εγγυήσεις (collateral), προχωρούμε στον υπολογισμό της αντιστοιχούσας κεφαλαιακής χρέωσης για αυτό. Συγκεκριμένα, πολλαπλασιάζουμε την έκθεση E i f της τράπεζας, όπως υπολογίστηκε στην εξίσωση (6), με το σταθμισμένο ποσοστό της συγκεκριμένης απαίτησης του Ενεργητικού, R.W.A.( C), και έχουμε: Ei f (ως ποσό) x R.W.A., (ως %) = R..W.A., (ως ποσό) στη συνέχεια υπολογίζουμε: R. W.A. i (ποσό) x 8% = προσδοκώμενη ζημιά (E.L.) = κεφαλαιακή χρέωση ( Εξίσωση 7) Με αυτό τον τρόπο φθάνουμε τελικά στον υπολογισμό της προσδοκώμενης ζημιάς (E.L.), η οποία και προσδιορίζει το ελάχιστο ποσό που θα διακρατηθεί ως κεφαλαιακή χρέωση στα Tier I και II από την τράπεζα» Περίπτωση 2: Αν οι εγγυήσεις του τραπεζικού δανείου υπάρχουν αλλά δεν είναι χρηματοοικονομικές αλλά άλλης μορφής. Σελίδα 65 από 117

67 Σε αυτή την περίπτωση για τον προσδιορισμό της «αποτελεσματικής» L.G.D. και επαγωγικά ολόκληρης της L.G.D. - θα ακολουθείται μια διαφορετική προσέγγιση. Καταρχήν να αναφέρουμε ότι για τον σκοπό αυτό η Βασιλεία II μάς παρέχει βοηθητικά τον Πίνακα 8 που ακολουθεί. Η πρώτη γραμμή του πίνακα αναφέρεται σε αποδεκτές χρηματοοικονομικές εγγυήσεις (π.χ. μετρητά), οπότε προσομοιάζει με την Περίπτωση 1. Το ζητούμενο είναι ο υπολογισμός της τιμής της L.G.D. στις υπόλοιπες κατηγορίες παρεχομένων εγγυήσεων. Μορφή χρηματοοικονομικής εγγύησης Αποδεκτή χρηματοοικονομική Min L.G.D. Απαιτούμενο Minimun level 0% 0% Collateralisation Minimun over- Collateralisation level εγγύηση Receivables 35% 0% 125% Εμπορικά/Στεγαστικά 35% 30% 140% Real estates Άλλο είδος εγγυήσεων 40% 30% 140% Πίνακας 7. Ελάχιστο επίπεδο ( Min % ) για CollaterliseL.G.D. στη Θεμελιώδη προσέγγιση Πηγή : Basel Committee on Banking Supervision (2006) Για να γίνουμε λίγο πιο κατανοητοί σε ό,τι αφορά τον υπολογισμό της τιμής της L.G.D. και στον τρόπο αξιοποίησης του παραπάνω πίνακα, θα δώσουμε ένα παράδειγμα. Υποθέτουμε την ύπαρξη ενός δανείου 200 προς μια εταιρεία που «καλύπτεται» από προσημειωμένο στεγαστικό ακίνητο ύψους 120. Στην περίπτωση αυτή η τράπεζα γνωρίζει ότι είναι «καλυμμένη με εγγυήσεις» σε επίπεδο 60% (=120 /200 ). Το ποσοστό αυτό είναι μεγαλύτερο από το επιτρεπόμενο Minimum collateralisation level του Πίνακα 8 (τρίτη στήλη) για την περίπτωση των στεγαστικών ακίνητων (30%). Εάν η «κάλυψη» του δανείου της τράπεζας ήταν κάτω από το ποσοστό αυτό, τότε η εγγύηση θα κρινόταν ανεπαρκής και ως τιμή της L.G.D. θα λογίζονταν η ex ante αντιστοιχούσα σε μια μη αντισταθμισμένη δανειακή περίπτωση. Με άλλα λόγια, θα είχαμε: L.G.D. = 75% για την εν λόγω τραπεζική έκθεση. Εν συνεχεία η τράπεζα πρέπει να διαιρέσει το ύψος της εγγύησης (120 ) με τον αντίστοιχο συντελεστή που ο Πίνακας 8 δίνει για υπερκάλυψη της έκθεσης της τράπεζας από την Σελίδα 66 από 117

68 υπάρχουσα εγγύηση (βλέπε τετάρτη στήλη. Έχουμε δηλαδή 87,51 = 120 /1,40. Αυτό θεωρείται πλέον ως το κύριο μέρος του δανείου της τράπεζας που είναι καλυμμένο με αναγνωρισμένη εγγύηση. Σε ποσοστιαία έκφραση, ως Δ θεωρείται το 42,85% του δανείου (= 85, ). Εν συνεχεία, η τράπεζα μπορεί εύκολα πλέον να υπολογίσει την τιμή της L.G.D. c που -σύμφωνα με τη Βασιλεία II-θα είναι το γινόμενο της Min L.G.D. (από τη δεύτερη στήλη του Πίνακα 8) με το παραπάνω ποσοστό της Δ (δηλαδή L.G.D. c = 42,85% x 35% = 15%). Αντίστοιχα, ο υπολογισμός της L.G.D. υ θα είναι απλά το γινόμενο για την ποσοστιαία ακάλυπτη πλευρά του δανείου (Ε υ ) επί το ποσοστό που η Βασιλεία II ορίζει για ακάλυπτα από εγγυήσεις μέρη δανείων (δηλαδή 45%). Έτσι στο παράδειγμα μας θα έχουμε: L.G.D 1 ' = 57,15% x 45% = 25,71% (όπου 57,15% = 1-42,85%). Αθροίζοντας τώρα τα δύο μέρη έχουμε τη συνολική τιμή της L.G.D. = 25,71% + 15% = 40,71%. Τέλος, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι στην περίπτωση επιχειρήσεων με κύκλο εργασιών μικρότερο των 5 εκατομμυρίων ευρώ, η Βασιλεία II παρουσιάζει έναν έτοιμο πίνακα για την τιμή της L.G.D. ανά κατηγορία δανείου, που είναι ο πίνακας 9 που ακολουθεί». Κατηγορία Εταιρική Στεγαστική Λιανική Ποιοτικά απαίτησης ανανεώσιμων Q.R.R.E. Ποσοστό 45% 25% 85% 85% Πίνακας 8. Συντελεστές L.G.D. στις απαιτήσεις έναντι Μ.Μ.Ε. ( < 5 εκατ. ) κατά κατηγορία όταν δεν υπάρχουν εγγυήσεις Πηγή : Basel Committee on Banking Supervision (2006). Η L.G.D. στην Εξελιγμένη προσέγγιση Στην περίπτωση αυτή παρέχεται από τη Βασιλεία II στις τράπεζες η δυνατότητα να προχωρήσουν στην εσωτερική εκτίμηση της L.G.D. τους σε ό,τι αφορά την έκθεση σε επιχειρηματικό, τραπεζικό ή κίνδυνο χώρας. Στην ουσία αναφερόμαστε στη δυνατότητα που έχουν οι τράπεζες να χρησιμοποιήσουν τις εξισώσεις 3 ή 4 εσωτερικά για να υπολογίσουν την L.G.D. τους. Τέλος, η αναμενόμενη ζημιά (L.G.D.), σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης του αντισυμβαλλομένου, θα πρέπει να καταγράφεται ως ποσοστό (%) της έκθεσης έναντι του αντισυμβαλλομένου σε περίπτωση αθέτησης της υποχρέωσης του (Exposure at default - E.A.D.). Η έκθεση έναντι του αντισυμβαλλομένου σε περίπτωση αθέτησης της υποχρέωσης του (Exposure at default - E.A.D.) Σελίδα 67 από 117

69 «Η έκθεση σε περίπτωση αθέτησης (Ε.Α^.) είναι το αρνητικό χρηματικό αποτέλεσμα το οποίο θα προκληθεί στα ίδια κεφάλαια μιας τράπεζας, εάν η απαίτηση από τη συγκεκριμένη τοποθέτηση της διαγραφεί (περίπτωση write off) συμψηφίζοντας και τις όποιες καταγεγραμμένες προβλέψεις για αυτήν. Η συγκεκριμένη αρχή επιβάλλεται από τη Βασιλεία II τόσο στα εκτός όσο και στα εντός Ισολογισμού στοιχεία (on- και off- balance sheet items) της τράπεζας. Μπορούμε μάλιστα εδώ να παραθέσουμε ότι η γενική αλγεβρική διατύπωση της καταγραφής της έκθεσης (μιας τράπεζας) έναντι του αντισυμβαλλομένου, σε περίπτωση αθέτησης της υποχρέωσης του, δίδεται από τους Stefanou και Mendoza (2005). Συγκεκριμένα: E.A.D. = E i = Τρέχουσα έκθεση της τράπεζας λόγω της «τοποθέτησης» της + Συντελεστής πιστωτικής ισοδυναμίας x Εγκεκριμένο μη χρησιμοποιηθέν τμήμα πίστωσης από τον αντισυμβαλλόμενο που όμως επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί πριν τη χρεοκοπία του. Σε ό,τι αφορά τις εντός Ισολογισμού απαιτήσεις, η Βασιλεία II αναφέρει. ότι θα πρέπει να ακολουθείται η μεθοδολογία της Τυποποιημένης Προσέγγισης στον υπολογισμό της έκθεσης, E f i, της τράπεζας (ειδικά στις συμφωνίες συμψηφισμού τύπου repos). Στις εκτός Ισολογισμού πιστωτικές απαιτήσεις, για να προσδιορισθεί η έκθεση της τράπεζας, απαιτείται η χρήση ενός δείκτη πιστωτικής μετατροπής (C.C.F.). Έτσι σε αλγεβρικούς όρους θα είχαμε την κάτωθι μετατροπή: j jon-balcmce sheet C C F X E ff-balance sheet (Εξίσωση 8 ) Επιπροσθέτως όμως, όπως και στην περίπτωση του υπολογισμού της L.G.D, η Βασιλεία II προτείνει δύο τρόπους για την εκτίμηση της προαναφερθείσας παραμέτρου (Ei f ) είτε για τις εντός είτε για τις εκτός Ισολογισμού απαιτήσεις: α) τη Θεμελιώδη προσέγγιση και β) την Εξελιγμένη προσέγγιση». Σελίδα 68 από 117

70 Η Ε.Α.D. στη Θεμελιώδη προσέγγιση Όπως αναφέραμε προηγουμένως, η E.A.D. στις εντός Ισολογισμού απαιτήσεις ακολουθεί τη μεθοδολογία της Τυποποιημένης προσέγγισης. Έτσι το μόνο σημείο που μένει να παρουσιάσουμε εδώ, στο πλαίσιο της θεμελιώδους Π.Ε.Δ., είναι η E.A.D. στις εκτός Ισολογισμού απαιτήσεις. Για την ακρίβεια η μετατροπή των εκτός Ισολογισμού απαιτήσεων (ή εκθέσεων) σε εντός. ( Εξίσωση 8 ). Στον Πίνακα 9 περιγράφονται συνοπτικά ποια είναι τα σημαντικότερα είδη εκτός Ισολογισμού διευκολύνσεων (απαιτήσεις του Ισολογισμού), που προσφέρονται από τις εμπορικές τράπεζες, καθώς επίσης και οι αντίστοιχοι δείκτες πιστωτικής μετατροπής τους (C.C.F) όπως παρατίθενται από την Βασιλεία II. Οι δείκτες αυτοί χρησιμοποιούνται στην εξίσωση 8 για την τελική «μετατροπή» που προαναφέραμε. Έτσι ολοκληρώνεται και η εικόνα της τράπεζας σχετικά με τη συνολική έκθεση του Ισολογισμού της. Είδος στοιχείου εκτός Ισολογισμού Ποσοστό (%) Credit commitments από μέρους της τράπεζας προς τους 75 αντισυμβαλλομένους Un-committed διευκολύνσεις της τράπεζας προς τους αντισυμβαλλομένους Βραχυχρόνια trade letters of credit για κίνηση αγαθών 20 Δανεισμός των τραπεζικών μετοχών ή τοποθέτηση 100 μετοχών ως collateral Πίνακας 9. Δείκτης πιστωτικής μετατροπής ( C.C.F. ) για τον υπολογισμό της Ε.Α.Ό. στις εκτός Ισολογισμού απαιτήσεις. Πηγή : Basel Committee on Banking Supervision (2006). 0 Η Ε.Α.D. στην Εξελιγμένη προσέγγιση Οι τράπεζες που θα χρησιμοποιήσουν τις δικές τους μεθόδους εκτίμησης της έκθεσης έναντι του αντισυμβαλλομένου σε περίπτωση αθέτησης της υποχρέωσης τους (E.A.D.) έχουν επίσης και τη δυνατότητα να υπολογίζουν εσωτερικά και τους δείκτες πιστωτικής μετατροπής (C.C.F.) στις εκτός Ισολογισμού απαιτήσεις τους. Ουσιαστικά δηλαδή καλούνται να εκμαιεύσουν επαγωγικά τα αντίστοιχα ποσοστά του Πίνακα 10 με βάση την καταγεγραμμένη ιστορική τους εμπειρία. Μοναδικός περιορισμός που τίθεται από τον νομοθέτη είναι το εκτός Σελίδα 69 από 117

71 Ισολογισμού στοιχείο να μην έχει δείκτη πιστωτικής μετατροπής (C.C.F.), στη Θεμελιώδη προσέγγιση, ίσο με 100%. Υπολειπόμενη αξία μέχρι τη λήξη της απαίτησης (Effective Maturity-Μ) Η σημασία της ύπαρξης της υπολειπόμενης αξίας μέχρι τη λήξη της τραπεζικής απαίτησης έχει να κάνει με το γεγονός ότι όσο μεγαλύτερη/μικρότερη είναι αυτή, τόσο μεγαλύτερος/μικρότερος είναι ο πιστωτικός κίνδυνος που εσωκλείει. Αν ακολουθήσουμε τη Θεμελιώδη Π.Ε.Γ. στην καταγραφή της υπολειπόμενης αξίας της απαίτησης μέχρι τη λήξη της τότε -σύμφωνα με τη Βασιλεία II-αυτή θα υπολογίζεται εξωγενώς στα 2,5 έτη ειδικά για τις εταιρικές εκθέσεις της τράπεζας. Εξαίρεση θα αποτελούν οι συναλλαγές τύπου repos που θα υπολογίζονται στους 6 μήνες. Στην περίπτωση όμως που χρησιμοποιηθεί η Εξελιγμένη Π.Ε.Δ. για τον υπολογισμό της υπολειπόμενης αξίας μιας απαίτησης, τα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να εφαρμόσουν την πραγματική διάρκειά της. Σε αυτή την περίπτωση η τιμή της υπολειπόμενης αξίας θα υπολογίζεται από τον κάτωθι αλγεβρικό τύπο: Μ = Σ t x CF/ZJCFt ( Εξίσωση 9 ) οπού: CF t : οι χρηματορροές που πληρώνονται από τον αντισυμβαλλόμενο (π.χ. την εταιρεία) σε χρόνο t. Παρ' όλα αυτά παρέχεται από τη Βασιλεία II η δυνατότητα να μην εοαρμόζεται η συγκεκριμένη μεθοδολογία όταν αναφερόμαστε σε ομίλους που οι καταγεγραμμένες πωλήσεις τους δεν ξεπερνούν τα 500 εκατομμύρια ευρώ. Οι συγκεκριμένες εταιρείες θα πρέπει να είναι εγχώριες για να εφαρμοστεί η εξαίρεση. Αυτό βέβαια θα συνεπάγεται την επιστροφή σε σταθερή υπολειπόμενη αξία των 2,5 ετών όπως και στη Θεμελιώδη προσέγγιση. Τέλος, ανεξαρτήτως των όποιων εξαιρέσεων η υπολειπόμενη αξία (Μ) μιας απαίτησης θα πρέπει να είναι μεγαλύτερη του ενός έτους και μικρότερη των 5 ετών Προϋποθέσεις για την εφαρμογή της μεθόδου Π.Ε.Δ. Το κρισιμότερο σημείο της Π.Ε.Δ. είναι η δυνατότητα που παρέχεται σε κάθε τράπεζα να «παράγει» τις δικές της εκτιμήσεις σε σχέση με την πιθανότητα αθέτησης του αντισυμβαλλομένου (P.D.) τόσο στην περίπτωση που ακολουθεί τη Θεμελιώδη όσο και στην Σελίδα 70 από 117

72 περίπτωση που ακολουθεί την Εξελιγμένη μέθοδο. Σε περίπτωση όμως που η τράπεζα αποτύχει να αποδείξει την ικανοποιητική εφαρμογή των μεθόδων εκτίμησης της P.D. οι αρμόδιοι ελεγκτές μπορούν να προχωρήσουν -σύμφωνα και με τις αρχές του Πυλώνα II- και στην επιβολή επιπρόσθετης χρέωσης κεφαλαίων στα ίδια κεφάλαια της. Αν αυτή η «αποτυχία» είναι προσωρινή, η τράπεζα θα πρέπει να είναι σε θέση να πείσει τους επιθεωρητές της κεντρικής τράπεζας για αυτό, έτσι ώστε να της επιτραπεί να συνεχίσει να χρησιμοποιεί τη συγκεκριμένη μέθοδο αξιολόγησης του πιστωτικού κινδύνου. Όπως είδαμε και παραπάνω, το πιστωτικό ίδρυμα που επιθυμεί να χρησιμοποιήσει την Π.Ε.Δ υποβάλλει μια επίσημη αίτηση στην Τράπεζα της Ελλάδος. Πέρα από τα στοιχεία που αναλύθηκαν παραπάνω, σημαντική είναι η περιγραφή και τεκμηρίωση των προτεινόμενων συστημάτων διαβάθμισης. Συγκεκριμένα, απαιτείται ένας κατάλογος των συστημάτων διαβάθμισης, συνοδευόμενος από μια σύντομη περιγραφή του περιεχομένου τους καθώς και τις καταγεγραμμένες εσωτερικές διαδικασίες λειτουργίας τους. Η σύντομη περιγραφή περιλαμβάνει για κάθε σύστημα το είδος των δεδομένων που χρησιμοποιούνται, τους ορισμούς, την κατηγοριοποίηση και τις μεθοδολογίες που χρησιμοποιούνται, καθώς και κάποιες ποσοτικές και ποιοτικές αξιολογήσεις. Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί να ζητήσει πιο λεπτομερείς πληροφορίες, είτε κατά την αρχική αίτηση είτε σε μεταγενέστερο στάδιο, ώστε να επιτύχει καλύτερη αξιολόγηση της αίτησης. Γενικά χαρακτηριστικά του συστήματος διαβάθμισης στην Π.Ε.Δ. Η Βασιλεία II κρίνει ως πολύ σημαντικό τον τρόπο που γίνεται η διαβάθμιση των τραπεζικών πιστώσεων κατά κατηγορία. Δηλαδή ένα αξιόπιστο σύστημα διαβάθμισης, στο πλαίσιο κυρίως της Εξελιγμένης Π.Ε.Δ. προσέγγισης, θα πρέπει να είναι ικανό να ανιχνεύει τόσο τον κίνδυνο αθέτησης του δανειζομένου (ουσιαστικά την P.D.), όσο και τους επιμέρους παράγοντες που επηρεάζουν τη συναλλαγή. Συγκεκριμένα, τη σχέση μεταξύ τράπεζας και δανειζομένου, το είδος της απαίτησης, τις υπάρχουσες χρηματοοικονομικές εγγυήσεις, την κυριότητα της συναλλαγής κ.λπ. (ουσιαστικά δηλαδή ό,τι επηρεάζει την L.G.D.). Τα παραπάνω στοιχεία και ο τρόπος αξιολόγησής τους είναι σημαντικά για τον σωστό υπολογισμό των προσδοκώμενων ζημιών (ΕΧ.) της τράπεζας. Έτσι οδηγούμαστε στην ανάγκη ύπαρξης ενός συνεπούς τρόπου αξιολόγησης του ρίσκου, από μέρους των τραπεζών, με σκοπό τη σωστή εκτίμηση των προσδοκώμενων ζημιών (ΕΧ.) που θα διακρατηθούν στα ίδια κεφάλαιά τους. Σελίδα 71 από 117

73 Για τα standards του συστήματος διαβάθμισης, στο πλαίσιο της Εξελιγμένης Π.Ε.Δ. για τον υπολογισμό των ποσοστών της P.D. και της L.G.D., η Βασιλεία II υποστηρίζει/προτείνει την ύπαρξη μιας τετραβάθμιας κλίμακας αξιολόγησης και μίας κλίμακας για αθέτηση συμφωνίας του αντισυμβαλλομένου. Έτσι, ως γενικό παράδειγμα, σε ό,τι αφορά τις υπο-κατηγορίες εταιρικής έκθεσης των εμπορικών τραπεζών (π.χ. για χρηματοδοτήσεις μεγάλων έργων, εμπορευμάτων, real estate κ.λπ.), συνιστάται η ύπαρξη κατ' ελάχιστον μίας τετραβάθμιας κλίμακας αξιολόγησης και μίας κλίμακας για αθέτηση. Ειδικότερα, στο Annex 5 της Βασιλείας II (2006), υπάρχουν οι εξής τέσσερις βαθμίδες αξιολόγησης: Strong, Good, Satisfactory, Weak. Για την κατάταξη στην καθεμία από αυτές εξετάζονται οι κάτωθι ιδιότητες του αντισυμβαλλομένου: Financial strength, Political and legal environment, Transaction characteristics, Asset characteristics, Strength of sponsor, Security package. Η υιοθέτηση αυτών των γενικών γραμμών από τις τράπεζες, στην εφαρμογή της Εξελιγμένης Π.Ε.Δ. για τις διαβαθμίσεις του ρίσκου, τις φέρνει κατά κάποιο τρόπο πιο κοντά με τις Εξωτερικές μορφές διαβάθμισης. Τέλος, για τις τράπεζες που χρησιμοποιούν μαθηματικά εσωτερικά μοντέλα για την εκτίμηση των P.D., L.G.D. και E.A.D., σε ό,τι αφορά τις απαιτήσεις των δανειακών χαρτοφυλακίων τους, τα παραγόμενα αποτελέσματα πρέπει να ταξινομούνται στις προαναφερθείσες διαβαθμίσεις. Εν συνεχεία ο νομοθέτης απαιτεί τη συνεχή και συνεπή αξιολόγηση αυτών των πιστωτικών μοντέλων, έτσι ώστε να μην οδηγούν σε λάθος αποτελέσματα και κατ' επέκταση λάθος διάρθρωση της κεφαλαιακής επάρκειας της τράπεζας. Προαπαιτούμενα για τον υπολογισμό της P.D. Η Βασιλεία II αναφέρει ότι για τον σωστό υπολογισμό της πιθανότητας αθέτησης του αντισυμβαλλομένου (P.D.) προσφέρονται σε μία τράπεζα τρεις εναλλακτικές μέθοδοι: με βάση την εσωτερική γνώση και εμπειρία περί default, με βάση ένα σχεδιασμό και οργανωτική εκμετάλλευση των εξωτερικών στοιχείων και τέλος με βάση στατιστικά μοντέλα αθέτησης του αντισυμβαλλομένου. Επιπλέον, προτείνεται ότι ανεξάρτητα από τη μεθοδολογία υπολογισμού της P.D. η χρονική περίοδος των δεδομένων να είναι τουλάχιστον 5 ετών. Τέλος, η υπολογισθείσα διάρκεια της P.D. (με εξαίρεση τις περιπτώσεις της λιανικής τραπεζικής) να μην υπερβαίνει το ένα έτος. Επίσης, σε ό,τι αφορά τα στοιχεία της λιανικής τραπεζικής, η Βασιλεία II παρέχει τη δυνατότητα στις τράπεζες να χρησιμοποιούν τις μακροχρόνιες μέσες εκτιμήσεις τους σχετικά με την L.G.D. ως μέθοδο για την εκτίμηση της P.D. (αλλά και το αντίστροφο). Σελίδα 72 από 117

74 Προαπαιτούμενα για τον υπολογισμό της L.G.D. Για τον σωστό υπολογισμό της L.G.D. οι τράπεζες θα πρέπει να εξετάσουν προσεκτικά την όποια υπάρχουσα σχέση μεταξύ του κινδύνου που ο αντισυμβαλλόμενος (ή δανειζόμενος) φέρει και των υπαρχουσών για τον σκοπό αυτό χρηματοοικονομικών εγγυήσεών του. Επίσης, η Βασιλεία II προτρέπει τις τράπεζες για το κάθε εξεταζόμενο στοιχείο έκθεσης τους να μην παρουσιάζουν υπολογισμούς της L.G.D. μικρότερους από τους μέσους μακροχρόνιους, καθώς επίσης να είναι προσεκτικές σε ό,τι αφορά την επιρροή των οικονομικών διακυμάνσεων πάνω στη] διαμόρφωση της L.G.D. Παρεμπιπτόντως, στα προαπαιτούμενα για τον υπολογισμό της L.G.D. συγκαταλέγεται και ο έλεγχος οποιασδήποτε συσχέτισης μεταξύ του αναλαμβανόμενου κινδύνου της τράπεζας και των παρεχόμενων χρηματοοικονομικών εγγυήσεων του πελάτη. Αν κάτι τέτοιο ισχύει, ο υπολογισμός της L.G.D. θα πρέπει να γίνεται κατά τρόπο συντηρητικό. Με τον ίδιο τρόπο θα πρέπει να αντιμετωπιστεί και οποιαδήποτε χρονική δυσαρμονία ωριμότητας μεταξύ της απαίτησης της τράπεζας και της όποιας χρηματοοικονομικής εγγύησης του πελάτη. Σημαντική επίσης, για τον ακριβή προσδιορισμό της L.G.D. κρίνεται και η ανακάμπτουσα αξία μετά από την αθέτηση του αντισυμβαλλομένου. Πολλές φορές μάλιστα ο ρόλος της είναι σημαντικότερος και από το ίδιο το μέγεθος των χρηματοοικονομικών εγγυήσεων, μιας και στον πραγματικό κόσμο η ρευστοποίηση και απολαβή των εγγυήσεων είναι δυσχερής και χρονοβόρα. Για τον λόγο αυτό μάλιστα η Βασιλεία II προτείνει, στα πλαίσια της εύρυθμης λειτουργίας των τραπεζών, την ύπαρξη διαδικασιών αποτελεσματικού management των χρηματοοικονομικών εγγυήσεων των πελατών, ώστε να αποφεύγεται το συχνό γεγονός οι πραγματοποιηθείσες (με βάση την L.G.D.) ζημιές ως ποσό να ξεπερνούν τις εκτιμώμενες (όπως αυτές εκφράζονται στα επονομαζόμενα αποθεματικά των Tier II). Τέλος, προαπαιτούμενο για τον σωστό και αποδεκτό τρόπο υπολογισμού της L.G.D., ειδικά για θέματα εταιρικού, τραπεζικού και κινδύνου χώρας, είναι τα στοιχεία της εξεταζόμενης έκθεσης να μην είναι λιγότερα των 7 ετών. Από την άλλη πλευρά, σε ό,τι αφορά ζητήματα λιανικής τραπεζικής, απαιτείται η ύπαρξη δεδομένων 5 ετών τουλάχιστον. Σελίδα 73 από 117

75 Προαπαιτούμενα για τον υπολογισμό της E.A.D. Σε ότι αφορά τον σωστό υπολογισμό της αθέτησης της υποχρέωσής του (E.A.D.) υπάρχουν τα προαπαιτούμενα για τις εντός αλλά και τις εκτός Ισολογισμού απαιτήσεις. Για τις εντός Ισολογισμού απαιτήσεις, ο υπολογισμός του ποσού θα πρέπει να απορρέει από αυτά που αναφέρθηκαν στην παρουσίαση της K.A.D. και ειδικά στη Θεμελιώδη ανάλυση. Το ευαίσθητο κομμάτι σε αυτή την ενότητα είναι τα προαπαιτούμενα στην περίπτωση των εκτός Ισολογισμού απαιτήσεων στην Εξελιγμένη προσέγγιση. Ειδικότερα, για τον σωστό υπολογισμό της συνολικής K.A.D., οι τράπεζες θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους και τα επιπλέον χρήματα που μπορούν να εκταμιευθούν από τον δανειζόμενο πελάτη τους ακόμα και μετά από την κήρυξη του σε χρεοκοπία. Έτσι, για τον όσο το δυνατό καλύτερο υπολογισμό του ποσού της αθέτησης της υποχρέωσης K.A.D., ειδικά στην Εξελιγμένη προσέγγιση, προτείνεται από τη Βασιλεία II η χρήση μιας μακροχρόνιας μέσης K.A.D. που θα αναφέρεται σε ομοιογενή ομάδα πελατών. Μάλιστα σε περίπτωση που η τράπεζα αναγνωρίσει την ύπαρξη κάποιας συσχέτισης μεταξύ της συχνότητας των χρεοκοπιών και του μεγέθους της K.A.D. τότε θα πρέπει να ακολουθηθεί μία πιο συντηρητική προσέγγιση στις εκτιμήσεις της. Επίσης, συνιστάται στις τράπεζες να είναι σε θέση όσο μπορούν να αποσυνθέτουν τις επιμέρους ενότητες που συνθέτουν την εκτίμηση της Ε.ΑΌ. Για παράδειγμα, να έχουν τέτοια συστήματα και διαδικασίες, ώστε να μπορούν να υπολογίζουν ευαίσθητα στοιχεία όπως τον λόγο της τρέχουσας υποχρέωσης ενός πελάτη ως προς τις ανοικτές πιστωτικές γραμμές προς αυτόν κ.λπ. Σε ό,τι αφορά τη χρονική διάρκεια των στοιχείων για τον υπολογισμό της K.A.D., η Βασιλεία II ζητά να ακολουθηθεί η ίδια διαδικασία με την εκτίμηση της L.G.D. Δηλαδή, στην περίπτωση της έκθεσης της τράπεζας σε εταιρικό, τραπεζικό ή σε κίνδυνο χώρας, απαιτείται η ύπαρξη στοιχείων επτά ετών τουλάχιστον, ενώ για τα ζητήματα λιανικής τραπεζικής απαιτείται η ύπαρξη δεδομένων πέντε ετών τουλάχιστον. Προχωρούμε τώρα -στο πλαίσιο της Π.Ε.Δ.- στον υπολογισμό της σταθμισμένης έκθεσης της τράπεζας, κατά κατηγορία τραπεζικής απαίτησης. καθώς επίσης και της απορρέουσας κεφαλαιακής της χρέωσης. Σελίδα 74 από 117

76 Ο υπολογισμός των κεφαλαιακών απαιτήσεων στην Π.Ε.Δ. (κατά κατηγορία) Η περίπτωση της έκθεσης σε εταιρικό, τραπεζικό και κίνδυνο χώρας Στην εξελιγμένη Π.Ε.Δ. «Στην ενότητα αυτή, με τη βοήθεια των εσωτερικά υπολογισθεισών παραμέτρων (P.D., L.G.D., E.Α.D.), προχωρούμε στην παρουσίαση του τρόπου με τον οποίο η Βασιλεία II υπολογίζει το σταθμισμένο ρίσκο (R.W.A.) και την απορρέουσα κεφαλαιακή χρέωση (στα Tier I και II), για επενδύσεις-εκθέσεις μιας τράπεζας σε δάνεια εταιρειών, σε άλλες τράπεζες ή και σε ομόλογα διαφόρων χωρών. Αναλυτικότερα, μέσα σε ένα μαθηματικό σύστημα εξισώσεων, θα έχουμε: Εξίσωση 10α Εξίσωση 10β Εξίσωση 10γ Εξίσωση 10δ Εξίσωση 10ε όπου: Ν( χ ): η αθροιστική συνάρτηση κατανομής μιας τυποποιημένης κανονικής τυχαίας μεταβλητής. Η πιθανότητα δηλαδή να είναι μια κανονική τυχαία μεταβλητή, με μέσο 0 και διακύμανση 1, μικρότερη ή ίση με x και G(z): η αντίστροφη αθροιστική συνάρτηση κατανομής μιας τυποποιημένης κανονικής τυχαίας μεταβλητής, δηλαδή η τιμή του x, ώστε N( x ) = z. Σελίδα 75 από 117

77 Η πιθανότητα αθέτησης του αντισυμβαλλομένου, P.D., στην περίπτωση του επιχειρηματικού ή του τραπεζικού ρίσκου, λαμβάνει πάντοτε την υψηλότερη εναλλακτική τιμή (ως %) που παράγεται μεταξύ της μεγαλύτερης τιμής που μπορεί να έχει ένας αντισυμβαλλόμενος μιας τράπεζας -με βάση το εσωτερικό σύστημα αξιολόγησής της- για την πιθανότητα αθέτησης των υποχρεώσεων του κατά το χρονικό διάστημα ενός έτους και ενός ελαχίστου ποσοστού της τάξης του 3% (ή 0,03). Για την περίπτωση των κρατών, με βάση το προαναφερόμενο εσωτερικό σύστημα αξιολόγησης, αποδίδεται χωρίς κάποιο περιορισμό στον υπόχρεο η μεγαλύτερη δυνατή ποσοστιαία τιμή για διάστημα ενός έτους. Επίσης, αξίζει εδώ να αναφέρουμε ότι οι «κεφαλαιακές απαιτήσεις» που εκτιμούνται στην εξίσωση (10γ) εκφράζονται ως ποσοστό (%), ενώ η «κεφαλαιακή χρέωση» της εξίσωσης (10.δ) ως ποσό. Επιπλέον, είναι σημαντικό να επισημάνουμε εδώ ότι η παραγόμενη, από το παραπάνω σύστημα εξισώσεων, κεφαλαιακή χρέωση των ^er I και II αναφέρεται σε μη προσδοκώμενες ζημιές. Στη Θεμελιώδη Π.Ε.Δ. Εάν οι τράπεζες που δανείζουν σε άλλες τράπεζες, σε εταιρείες ή σε κράτη χρησιμοποιήσουν τη Θεμελιώδη Π.Ε.Δ. για τον υπολογισμό της κεφαλαιακής τους χρέωσης, αυτό θα σημαίνει ότι είναι σε θέση να υπολογίσουν την PD της συγκεκριμένης έκθεσής τους. Αν βέβαια τα συνοδευτικά εχέγγυα της εν λόγω έκθεσης δεν είναι αναγνωρισμένα, οι τράπεζες αυτές είναι υποχρεωμένες στο μαθηματικό σύστημα εξισώσεων 10.α 10.δ να χρησιμοποιήσουν L.G.D. = 45%. Αν όμως τα συνοδευτικά εχέγγυα είναι αναγνωρισμένα, τότε η L.G.D. υπολογίζεται όπως την παρουσιάσαμε στην ενότητα 4.2.1». Η υπο-περίπτωση της έκθεσης σε ειδικό εταιρικό κίνδυνο Υπάρχει βέβαια και η περίπτωση που οι τράπεζες αν και δανείζουν σε επιχειρήσεις δεν έχουν τη δυνατότητα εσωτερικού υπολογισμού της P.D. Σε μια τέτοια περίπτωση δεν εφαρμόζεται ούτε η Θεμελιώδης ούτε η Εξελιγμένη Π.Ε.Δ. Πιο συγκεκριμένα η Επιτροπή της Βασιλείας II μάς προμηθεύει τον κάτωθι πίνακα σταθμισμένου ρίσκου ο οποίος και εφαρμόζεται σε αυτές τις περιπτώσεις. Κατηγορία Strong Good Satisfactory Weak Default Σταθμισμένο ρίσκο ΒΒΒ- ΒΒ+ ΒΒ-έως Β+ Β έως Μη (αξιολόγηση) ή έως C- διαθέσιμα καλύτερα ΒΒ Σταθμισμένο ρίσκο 70% 90% 115% 250% 0% (%) Σελίδα 76 από 117

78 Πίνακας 10. Σταθμισμένο ρίσκο ( R.W.A. ) για υπολογισμό μη προσδοκώμενων ζημιών σε ειδικό εταιρικό ρίσκο Πηγή : Basel Committee on Banking Supervision (2006). Με τα στοιχεία του παραπάνω πίνακα και το συνολικό ποσό ειδικής εταιρικής έκθεσης μπορούμε να οδηγηθούμε σε απευθείας υπολογισμό της αντιστοιχούσας κεφαλαιακής χρέωσης για την τράπεζα. Για παράδειγμα, εάν βαθμολογήσουμε έναν δανεισμό σε μια εταιρεία ως Good, τότε σύμφωνα με τον Πίνακα 10, θα του αποδώσουμε R.W. = 90%. Εν συνεχεία για να φθάσουμε στην κεφαλαιακή χρέωση που παράγεται πρέπει να πολλαπλασιάσουμε το ποσοστό αυτό (90%) με το ποσό της έκθεσης της τράπεζας και το παραγόμενο αποτέλεσμα με τον συντελεστή κεφαλαιακής επάρκειας (8%). Το τελικό ποσό είναι αυτό που θα διακρατείται στα ίδια κεφάλαια της τράπεζας ως Tier I ή/και II. Σε απλή αλγεβρική μορφή θα έχουμε: (90%) x (8%) x υπολογισμένο ποσό της έκθεσης = κεφαλαιακή χρέωση της τράπεζας. Τέλος, σε περίπτωση που υπάρχει χρεοκοπία στην εξεταζόμενη επένδυση της τράπεζας, τότε έχουμε R. W.A. = 0% και δεν μιλάμε πλέον για απροσδόκητες ζημίες αλλά για πραγματοποιηθείσες και άρα η τράπεζα πρέπει να έχει όλο το ποσό στα ίδια κεφάλαια της. Η υπο-περίπτωση της έκθεσης σε υψηλής διακύμανσης εμπορικά real estate Για τη συγκεκριμένη περίπτωση της έκθεσης της τράπεζας όπου η τράπεζα δεν έχει τη δυνατότητα υπολογισμού της P.D., η Βασιλεία II προτείνει τον κάτωθι πίνακα εξωγενούς σταθμισμένου ρίσκου για ενεργοποίηση του μηχανισμού που θα επιτρέψει τον υπολογισμό των μη προσδοκώμενων ζημιών. Κατηγορία Strong Good Satisfactory Weak Default 95% 120% 140% 250% 0% Σταθμισμένο ρίσκο (%) Πίνακας 11. Σταθμισμένο ρίσκο ( R.W.A. ) για υπολογισμό μη προσδοκώμενων ζημιών σε ρίσκο emporiko;y ρεαλ εστατε Πηγή : Basel Committee on Banking Supervision (2006). Η διαδικασία υπολογισμού τόσο του RWA ως ποσού, όσο και της κεφαλαιακής χρέωσης που θα διακρατείται στα ίδια κεφάλαια της τράπεζας, είναι η ίδια που περιγράψαμε παραπάνω. Σελίδα 77 από 117

79 Μάλιστα ρητώς επισημαίνεται από τη Βασιλεία II ότι οι τράπεζες εκείνες οι οποίες δεν είναι σε θέση να υπολογίσουν εσωτερικά τις παραμέτρους E.A.D. και L.G.D. οφείλουν να ακολουθήσουν τους εξωγενώς παρεχόμενους τρόπους υπολογισμού της κεφαλαιακής επάρκειας. Η περίπτωση της έκθεσης σε λιανική τραπεζική Στην περίπτωση της έκθεσης σε λιανική τραπεζική δεν παρέχεται η δυνατότητα διαχωρισμού σε Θεμελιώδη και Εξελιγμένη Π.Ε.Δ. Εφαρμόζεται απλώς (με βάση την εξεταζόμενη υποκατηγορία) κάποια τροποποιημένη έκφραση του συστήματος των εξισώσεων (10α-10δ). Η κατηγορία έκθεσης της τράπεζας έναντι λιανικής τραπεζικής περιλαμβάνει την υποκατηγοριοποίηση σε μικρού και μεγάλου κόστους τραπεζικές χρηματοδοτήσεις, καθώς επίσης και την ειδική ανεξάρτητη κατηγορία της χρηματοδότησης ανανεώσιμων πιστωτικών απαιτήσεων λιανικής τραπεζικής. Παρ' όλα αυτά στην Π.Ε.Δ. υπάρχει μια μικρή απόκλιση από την παραπάνω κατηγοριοποίηση. Πιο συγκεκριμένα, αναλύονται οι υποκατηγορίες των στεγαστικών δανείων, των ποιοτικά ανανεώσιμων πιστωτικών απαιτήσεων λιανικής τραπεζικής και, τέλος, των λοιπών προϊόντων λιανικής τραπεζικής. Αξιοσημείωτο είναι να αναφέρουμε εδώ ότι σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις σε ό,τι αφορά την Εξελιγμένη Π.Ε.Δ. δεν υπάρχει εξίσωση για την προσαρμογή ωριμότητας (Maturity adjustment)(10β). Η υπο-περίπτωση της έκθεσης της τράπεζας σε στεγαστικά δάνεια Σε περίπτωση έκθεσης της τράπεζας σε στεγαστικά δάνεια που δεν βρίσκονται σε χρεοκοπία, οι εξισώσεις (10.α) και (10.γ), της «συσχέτισης» και των «κεφαλαιακών απαιτήσεων» του αρχικού μαθηματικού μοντέλου εμφανίζουν κάποιες διαφοροποιήσεις, οι οποίες παρουσιάζονται παρακάτω: Correlation (R) = 0,15 και ( Εξίσωση 10αβ) G(P.D.) R (L.G.D. x N ( ( ) 0,5 x G (0,999)) - P.D. x L.G.D. ( Εξίσωση 10γβ) (1-R) 0,5 (1-R) Οι υπόλοιπες εξισώσεις παραμένουν ως έχουν για τον υπολογισμό της κεφαλαιακής χρέωσης στη συγκεκριμένη υποκατηγορία. Σελίδα 78 από 117

80 Η περίπτωση της έκθεσης σε χρηματοοικονομικές αξίες Στην ενότητα αυτή αναζητούμε τον υπολογισμό της κεφαλαιακής χρέωσης της τράπεζας λόγω της τοποθέτησης της σε χρηματοοικονομικές αξίες. Όπως αναφέραμε και στην παράγραφο 4.1, μια τέτοια τοποθέτηση καλύπτει συμμετοχές της τράπεζας σε κάποιες μη εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες αλλά και τοποθετήσεις της τράπεζας σε εισηγμένες μετοχές ή ομόλογα εταιρειών που όμως δεν έχουν τον χαρακτήρα άμεσης αγοραπωλησίας από την τράπεζα και έτσι ως αξίες δεν ανάγονται σε αυτό το χαρτοφυλάκιο της. Το ζητούμενο σε αυτή την κατηγορία απαιτήσεων είναι ο υπολογισμός τόσο του σταθμισμένου τους ρίσκου όσο και της αντιστοιχούσας κεφαλαιακής χρέωσης. Σύμφωνα με τη Βασιλεία II, υπάρχουν δύο μέθοδοι με τις οποίες μπορεί να προσδιορισθεί το σταθμισμένο ρίσκο της τράπεζας σε αυτή την κατηγορία απαιτήσεων: η market based και η P.D./L.G.D. μέθοδος. Στην πρώτη περίπτωση (market based) έχουμε δύο επιμέρους τρόπους προσδιορισμού του σταθμισμένου ρίσκου: την απλή και την μέθοδο των εσωτερικών μοντέλων. Η market based μέθοδος «Η απλή προσέγγιση είναι κάτι αντίστοιχο με αυτό που περιγράψαμε στις προηγούμενες κατηγορίες ως Θεμελιώδη Π.Ε.Δ. Αναλυτικότερα, για μεν τις χρηματιστηριακές αξίες τους αποδίδεται ένα ex ante ποσοστό σταθμισμένου ρίσκου της τάξης του 300%, για δε τις όποιες υπόλοιπες (μη εισηγμένες) αξίες το ποσοστό αυτό γίνεται 400%. Το ποσοστό αυτό πολλαπλασιαζόμενο με τον συντελεστή κεφαλαιακής επάρκειας (π.χ. C.R. = 0,08 ή 8%) μας δίνει μια ποσοστιαία έκφραση (%) των κεφαλαιακών απαιτήσεων που θα πρέπει να διακρατούνται στα ίδια κεφάλαια της τράπεζας (αντίστοιχο αυτού που στην εξίσωση (10.γ) ονομάζεται «κεφαλαιακές απαιτήσεις (Κ)»). Εν συνεχεία τον συντελεστή αυτό θα πρέπει να τον πολλαπλασιάζουμε με το συνολικό ποσό που τοποθετήσαμε στη συγκεκριμένη επένδυση (δηλαδή την K.A.D.). Για παράδειγμα, στην περίπτωση επενδυτικής τοποθέτησης της τράπεζας σε μία χρηματιστηριακή μετοχή, η ποσοστιαία έκφραση των κεφαλαιακών απαιτήσεων από μέρους της τράπεζας θα είναι: 300% x 8% = 24% (ή 0,24) = Κ. Από το σημείο αυτό και μετά μπορούμε να υπολογίσουμε τις εξισώσεις (10.γ) και (10.δ), αφού έχουμε όλες τις αναγκαίες παράμετρους, γεγονός που θα μας επιτρέψει να φθάσουμε στο τελικό ποσό κεφαλαιακής Σελίδα 79 από 117

81 χρέωσης που θα πρέπει να διακρατείται στα ίδια κεφάλαια της τράπεζας για την εν λόγω μετοχή. Σε πιο πρακτικό επίπεδο, γνωρίζοντας ότι οι «κεφαλαιακές απαιτήσεις (Κ)» από μέρους της τράπεζας (=24%), τις πολλαπλασιάζουμε με το ποσό της επένδυσης (π.χ σε αυτή τη μετοχή) και βρίσκουμε το ποσό που αντιστοιχεί στην κεφαλαιακή χρέωση των ίδιων κεφαλαίων της τράπεζας (24% (0,24) χ = 7.200, κεφαλαιακή χρέωση). Η δεύτερη μέθοδος -των εσωτερικών μοντέλων- έχει να κάνει με τη χρήση της Value at risk (VaR) μεθοδολογίας στον υπολογισμό της χρέωσης των ιδίων από μία τοποθέτηση της τράπεζας σε συγκεκριμένες χρηματοοικονομικές αξίες. Πιο αναλυτικά, μέσω της VaR προσέγγισης η τράπεζα υπολογίζει τη δυνητική ζημιά που θα προκύψει από την έκθεση της σε κάποια αξία, μετρώντας σε ποσοστό 99% (one tailed), επί της διαφοράς των αποδόσεων της απαίτησης αυτής από την risk free απόδοση. Με αυτό τον τρόπο προσδιορίζει την K.A.D. της τράπεζας (και μέσω της εξίσωσης (9) και την L.G.D.) την οποία θα χρησιμοποιήσει εν συνεχεία στην εξίσωση (10.δ), για τον υπολογισμό της σταθμισμένης της έκθεσης ως ποσό. Τέλος, με τη χρήση της εξίσωσης (10.ε) οδηγούμαστε και στην αντιστοιχούσα κεφαλαιακή χρέωση για τη συγκεκριμένη απαίτηση (στην περίπτωση αυτή τα equities της τράπεζας). Επισημαίνεται εδώ ότι, σύμφωνα με τη Βασιλεία II, στη μέθοδο των εσωτερικών μοντέλων υπάρχει ο περιορισμός (πλαφόν) ότι ο προκύπτων συντελεστής των «κεφαλαιακών απαιτήσεων (Κ)» της εξίσωσης (10.γ), που υπολογίζεται μέσω της χρήσης της μεθόδου των εσωτερικών μοντέλων (VaR) δεν μπορεί να είναι μικρότερος από αυτόν που θα προέκυπτε από την απλή μέθοδο, εάν χρησιμοποιούσαμε ένα ex ante ποσοστό σταθμισμένου ρίσκου της τάξης του 200% για τις εισηγμένες χρηματιστηριακές αξίες και 300% για τις υπόλοιπες αξίες». Η P.D./L.G.D. μέθοδος Η συγκεκριμένη μέθοδος, σε ό,τι αφορά την έκθεση της τράπεζας σε χρηματοοικονομικές αξίες, είναι αντίστοιχη με την περίπτωση της έκθεσης σε εταιρικό ρίσκο στα πλαίσια μιας Π.Ε.Δ. Όμως, εφόσον η τράπεζα δεν έχει δανείσει την εξεταζόμενη εταιρεία αλλά απλώς έχει αγοράσει μετοχές της (π.χ. συμμετοχή στα ίδια της), θα πρέπει να πολλαπλασιάσει το ποσό του σταθμισμένου ρίσκου που θα προέκυπτε από την εξίσωση (10.δ), αν εφαρμόζαμε τη μαθηματική φόρμουλα της περίπτωσης των εταιρικών δανείων με 1,5. Επίσης στην εφαρμογή του μαθηματικού συστήματος (10α-10.ε) για τον υπολογισμό της κεφαλαιακής χρέωσης από την τράπεζα υπάρχουν και κάποιοι επιπλέον περιορισμοί. Σελίδα 80 από 117

82 Συγκεκριμένα στην εφαρμογή της εξίσωσης (10.γ) η παράμετρος L.G.D, σε ό,τι αφορά την έκθεση της τράπεζας σε χρηματοοικονομικές αξίες, θα παίρνει την ex ante τιμή του 90%. Επιπλέον, η Βασιλεία II θεωρεί ότι υπάρχει και ένα Maturity adjustment (b) που στη συγκεκριμένη μεθοδολογία θα φτάνει ex ante τα 5 έτη. Επιπροσθέτως, η υπολογισθείσα, με την παραπάνω μέθοδο, κεφαλαιακή χρέωση δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερη από αυτή που θα παίρναμε εάν οι εξεταζόμενες χρηματοοικονομικές αξίες είχαν ένα ex ante σταθμισμένο ρίσκο ίσο με 100%. Σημειωτέον ότι ελάχιστο σταθμισμένο ρίσκο 100% ορίζεται ρητώς για: 1. Εισηγμένες μετοχές για τις οποίες υπάρχει εμπιστοσύνη και στις οποίες δεν υπάρχει περίπτωση κεφαλαιακών κερδών -με την έννοια της χρηματιστηριακής υπερτίμησης- στο άμεσο μέλλον, αλλά και μακροχρόνια τα όποια κεφαλαιακά κέρδη δεν ξεφεύγουν από τη γενική τάση. Μη-εισηγμένες ιδιωτικές μετοχές, η αξία των οποίων καθορίζεται από καθορισμένης περιοδικότητας χρηματορροές, ανεξάρτητα από κεφαλαιακά κέρδη, και μακροχρόνια τα κέρδη αυτά δεν ξεφεύγουν από τη γενική τάση. Για όλες τις υπόλοιπες χρηματοοικονομικές αξίες (π.χ. θέσεις σε παράγωγα) η «κεφαλαιακή τους χρέωση», χρησιμοποιώντας τη μέθοδο P.D./L.G.D., δεν μπορεί να είναι μικρότερη της «χρέωσης» που προκύπτει με βάση την απλή μέθοδο, εάν χρησιμοποιήσουμε ένα σταθμισμένο ποσοστό ρίσκου της τάξης του 200%, για εισηγμένες αξίες, και ένα ποσοστό 300% για τις υπόλοιπες χρηματοοικονομικές αξίες. Τέλος, σύμφωνα με τη συγκεκριμένη μέθοδο, δεν επιτρέπεται να προκύψει επαγωγικά (δηλαδή από το γινόμενο των «κεφαλαιακών απαιτήσεων (Κ)» επί 12,5) για κάποια χρηματοοικονομική αξία ένα σταθμισμένο ρίσκο που να φθάσει ή να υπερβεί το 1.250%. Μια τέτοια τιμή θα ισοδυναμούσε ουσιαστικά με ολική αφαίρεση του ποσού της απαίτησης -σαν να επρόκειτο για write off ή αλλιώς για προσδοκώμενες ζημίες - από τα ίδια κεφάλαια της τράπεζας. Μάλιστα η αφαίρεση αυτή θα γινόταν 50% από τα Tier I και 50% από τα Tier II. Σελίδα 81 από 117

83 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ Σε αυτήν την ενότητα θα παρουσιαστεί το ερωτηματολόγιο που απευθύνθηκα σε τράπεζες στο Νομό Καβάλας στην πόλη Καβάλα και οι ερωτηθέντες είναι πελάτες από τις τράπεζες. Σελίδα 82 από 117

84 Αριθμός : Ενότητα Α : Δημογραφικά Στοιχεία 1. Φύλο 2. Ηλικία Άντρας Γυναίκα Άνω των Οικογενειακή Κατάσταση Άγαμος/η Έγγαμος/η Διαζευγμένος/η Χήρος/α 4. Μηνιαίο Εισόδημα Μέχρι και άνω 5. Επάγγελμα Φοιτητής Σπουδαστής Ελεύθερος Επαγγελματίας Ιδιωτικός Υπάλληλος Δημόσιος Υπάλληλος Έμπορος Συνταξιούχος Οικιακά Άνεργος 6. Μόρφωση Δημοτικό Γυμνάσιο Λύκειο Τ.Ε.Ι. Α.Ε.Ι. 7. Από ποια τράπεζα έχετε πάρει κάποιο προϊόν της; (δάνειο,συνταξιοδοτικό,ασφάλεια κτλ) Alpha Bank Aspis Bank ( Tbank ) Citibank EFG Eurobank Ergasias Marfin Bank Millenium Probank Αγροτική Τράπεζα Γενική Τράπεζα Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος Εμπορική Τράπεζα Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Τράπεζα Κύπρου Τράπεζα Πειραιώς Άλλη 8. Πόσο ικανοποιημένοι είστε από τη συνεργασία με την τράπεζά σας σήμερα; Καθόλου Λίγο Αρκετά Πολύ Πάρα πολύ 9. Πόσες κάρτες ανάληψης μετρητών (cash cards) διαθέτετε; Περισσότερες από 3 καμία 10. Πόσες πιστωτικές κάρτες διαθέτετε; Περισσότερες από 3 καμία 11. Τι είδους καταθετικό λογαριασμό διατηρείτε στη τράπεζα που συνεργάζεστε; Λογαριασμό Ταμιευτηρίου Λογαριασμό Τρεχούμενο/Όψεως Λογαριασμό Προθεσμίας Σελίδα 83 από 117

85 12. Έχετε χρησιμοποιήσει ποτέ το δικαίωμα υπερανάληψης (overdraft); Ναι Όχι 13. Έχετε προβεί σε κάποια Ασφάλεια; Ασφάλεια Ζωής Ασφάλεια Απώλεια Εισοδήματος Αποταμιευτικό Συνταξιοδοτικό Καμία 14. Πόσες φορές έχετε πάρει δάνειο για προσωπική χρήση; Ποτέ 1 3 φορές 4 6 φορές Πάνω από 6 φορές Ενότητα Β : Οικονομικά Στοιχεία 15. Αν έχετε πάρει κάποιο δάνειο, τι είδους ήταν αυτό; Αν στη προηγούμενη ερώτηση απαντήσατε «Ποτέ», παρακαλώ αγνοείστε αυτή την ερώτηση. Στεγαστικό Δάνειο Καταναλωτικό Δάνειο Εορταστικό Διακοπών Αυτοκινήτου Επιχειρηματικό Άλλο 16. Ποσόν δανείου που έχετε πάρει Αν δεν έχετε πάρει ποτέ δάνειο, παρακαλώ αγνοείστε αυτή την ερώτηση. Έως Πάνω από Είχατε στο παρελθόν καθυστερημένες οφειλές για δάνειο; Ναι Όχι 18. Για πόση διάρκεια; Αν δεν έχετε πάρει ποτέ δάνειο, παρακαλώ αγνοείστε αυτή την ερώτηση. λιγότερο από 6 μήνες έως 1 χρόνο από 1 3 χρόνια από 3 5 χρόνια πάνω από 5 χρόνια από 5 10 χρόνια από χρόνια Πάνω από 20 χρόνια 19. Έχετε καθυστερήσει σε κάποια δόση του δανείου; Αν δεν έχετε πάρει ποτέ δάνειο, παρακαλώ αγνοείστε αυτή την ερώτηση. Ναι Όχι 20. Το χρονικό διάστημα ήταν : Αν δεν έχετε πάρει ποτέ δάνειο, παρακαλώ αγνοείστε αυτή την ερώτηση. 1 3 μήνες 3 6 μήνες 6 12 μήνες Πάνω από 12 μήνες 21. Αν από την τράπεζα που πήρατε το δάνειο και το έχετε εξοφλήσει υπάρχει πρόθεση για συνεργασία με την ίδια τράπεζα; Ναι Όχι 22. Αν για τη χορήγηση δανείου έχει διασφαλιστεί οποιαδήποτε παροχή εγγύησης Εκχώρησης απαιτήσεων Υποθήκη ακινήτου Ενέχυρο επί κινητών αξιών Καμία Σελίδα 84 από 117

86 5.1 Εισαγωγή Έχοντας πραγματοποιήσει μία πρωτογενής έρευνα σε 200 άτομα, η συγκεκριμένη ενότητα περιλαμβάνει τα αποτελέσματα που προέκυψαν από αυτήν σχετικά με τις καθυστερημένες οφειλές των δανείων των πελατών προς τις τράπεζες. Αρχικά παρουσιάζονται τα δημογραφικά στοιχεία των ατόμων που συμμετείχαν στην έρευνα ( φύλλο, ηλικία, απασχόληση, μορφωτικό επίπεδο) και στη συνέχεια, τα αποτελέσματα της διαδικασίας που χρησιμοποιήθηκε για την μελλοντική πρόβλεψη για τις καθυστερημένες οφειλές των δανείων προς στις τράπεζες. Τέλος αναλύονται και ερμηνεύονται τα αποτελέσματα της έρευνας τα οποία απαντούν στα ερευνητικά ερωτήματα της παρούσας έρευνας και δημιουργούν νέες βάσεις για περαιτέρω έρευνα και διερεύνηση. 5.2 Δημογραφικά στοιχεία Ο αριθμός των ερωτηθέντων ήταν 200 άτομα από τα οποία τα 100 ήταν άνδρες και 100 γυναίκες Πίνακα Η συμμετοχή και των δυο φύλλων λοιπόν, είναι ίση στο σύνολο του δείγματος, έτσι ώστε αυτό να χαρακτηρίζεται από υψηλό βαθμό αντιπροσωπευτικότητας. Από τα 200 άτομα των ερωτηθέντων oι 34 είναι από ετών, οι 47 είναι ηλικίας ετών, οι 28 είναι από ετών, οι 52 είναι από ηλικίες από και τέλος οι 39 είναι από ηλικίες 55 και άνω ( πίνακας 14.2 ). Όπως φαίνεται υπάρχει μια σχετική ομοιομορφία στις ηλικίες του δείγματος με μεγαλύτερη συμμετοχή στις νεότερες και μεσαίες ηλικίες πράγμα λογικό αφού η έρευνα αφορά σε άτομα που μπορούν να ανταποκριθούν για την παροχή κάποιου δανείου ή άλλου χρηματοοικονομικού προϊόντος από τις τράπεζες. Φύλο Συχνότητα Ποσοστό Άνδρας ,0 Γυναίκα ,0 Σύνολο ,0 Πίνακας 14.1 Ηλικία Ηλικία άνω των 55 Πίνακας 14.2 Σελίδα 85 από 117

87 Όσο αφορά την κατανομή των ερωτηθέντων με βάση την οικογενειακή τους κατάσταση παρατηρούμε η πλειοψηφία είναι Έγγαμοι ( 82.5 % ), άγαμοι είναι το 13% και διαζευγμένοι το 4.5% ( πίνακας ) Οικογενειακή Κατάσταση Συχνότητα Ποσοστό Άγαμος/η 26 13,0 Έγγαμος/η ,5 Διαζευγμένος/η 9 4,5 Σύνολο ,0 Πίνακας 14.3 Αξιοσημείωτη είναι η κατανομή των ερωτηθέντων με βάση το μηνιαίο εισόδημα ( πίνακας 14.4 ) όπου οι πλειοψηφία των ερωτηθέντων ( 31.5%) είναι μεταξύ ευρώ και ( 35%) από ευρώ. Υπάρχουν και περιπτώσεις που υπερβαίνει το εισόδημά τους τα 1501 ευρώ σε ποσοστό 20% και φυσικά ένα (13,5% ) που είναι μέχρι τα 500 ευρώ. Μηνιαίο Εισόδημα Συχνότητα Ποσοστό Μέχρι , , , ,0 Σύνολο ,0 Πίνακας 14.4 Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζεται στις απαντήσεις των ερωτηθέντων σχετικά με το επάγγελμα τους ( πίνακας 14.5 ) όπου το ( 29.5 % ) είναι Δημόσιοι Υπάλληλοι ακολουθούν με ποσοστό ( 21 % ) οι ιδιωτικοί υπάλληλοι ενώ το χαμηλότερο ποσοστό ( 2.5% ) είναι άνεργοι. Επάγγελμα Άνεργος Συνταξιούχος Δημόσιος Υπάλληλος Ελεύθερος Επαγγελματίας Επάγγελμα Πίνακας 14.5 Στον παρακάτω πίνακα ( πίνακας 14.6 ) παρατηρούμε ότι το μεγαλύτερο ποσοστό ( 35% ) έχει τελειώσει κάποιο ΤΕΙ και ΑΕΙ σε ποσοστό ( 22.5% ). Υπάρχουν βέβαια περιπτώσεις ατόμων με βασική εκπαίδευση ( 10% ) και σε συνολικό ποσοστό άτομα ( 32.5% ) που έχουν τελειώσει το γυμνάσιο και το λύκειο. Σελίδα 86 από 117

88 Μόρφωση Συχνότητα Ποσοστό Δημοτικό 20 10,0 Γυμνάσιο 32 16,0 Λύκειο 33 16,5 ΤΕΙ 70 35,0 ΑΕΙ 45 22,5 Σύνολο ,0 Πίνακας 14.6 Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζεται στις απαντήσεις των ερωτηθέντων ( πίνακας 14.7 ) σχετικά με ποια τράπεζα έχουν συνάψει συνεργασία με το μεγαλύτερο ποσοστό ( 34%) να δηλώνει την Τράπεζα Citibank, ακολουθώντας η Τράπεζα Probank με ποσοστό ( 32%) καθώς και η Τράπεζα Κύπρου με ποσοστό ( 27% ) διατηρώντας ελάχιστη διαφορά από την Γενική Τράπεζα ( 26 %). Οι τράπεζες με τις μικρότερες προτιμήσεις των ερωτηθέντων είναι η Eurobank με ποσοστό ( 2% ) μαζί με τις Millenium ( 2% ) και Τράπεζα Πειραιώς (2%). Πίνακας 14.7 Συνεργασία με Τράπεζες Πίνακας 14.7 Σελίδα 87 από 117

89 Όσο αφορά την κατανομή των ερωτηθέντων με βάση τ αν είναι ικανοποιημένοι από τη συνεργασία τους με την τράπεζα που έχουν επιλέξει ( πίνακας 14.8 ) παρατηρούμαι ότι σε ποσοστό ( 39%) είναι λίγο ικανοποιημένοι και ακολουθεί με ποσοστό ( 32%) Αρκετά, ενώ μόλις το ( 3%) των ερωτηθέντων είναι Πάρα πολύ ικανοποιημένοι με τη συνεργασία με την τράπεζα της επιλογής τους. Ικανοποίηση με την Τράπεζα Πάρα πολύ 3% Πολύ 7% Καθόλου 19% Αρκετά 32% Λίγο 39% Πίνακας 14.8 Στον παρακάτω πίνακα ( πίνακας 14.9) παρατηρούμε ότι οι 78 από τους 200 ερωτηθέντες έχουν 2 κάρτες ανάληψης μετρητών, ακολουθούν οι 63 από τους 200 με 3 κάρτες ανάληψης μετρητών από την άλλη 14 άτομα από τα 200 δηλώνουν ότι έχουν περισσότερες από 3 κάρτες ανάληψης μετρητών ενώ μόλις 6 άτομα δηλώνων ότι δεν έχουν καμία κάρτα ανάληψης μετρητών. Κάρτες Ανάληψης Μετρητών Περισσότερες από 3 Πίνακας καμία Σελίδα 88 από 117

90 Όσο αφορά την κατανομή των ερωτηθέντων με βάση την κατοχή πιστωτικών καρτών ( πίνακας ) παρατηρούμε ότι οι περισσότεροι 91 άτομα από τους 200 έχουν στην κατοχή τους 1 πιστωτική, ακολουθώντας 39 άτομα από τα 200 να έχουν στην κατοχή τους 2 πιστωτικές κάρτες, από την άλλη 13 άτομα από τα 200 δηλώνουν ότι έχουν περισσότερες από 3 πιστωτικές κάρτες και τέλος 30 άτομα δηλώνουν ότι δεν έχουν στην κατοχή τους καμιά πιστωτική κάρτα Πιστωτικές Κάρτες Περισσότερες από καμία 30 Πίνακας Αξιοσημείωτη είναι η κατανομή των ερωτηθέντων με βάση τι είδους καταθετικό λογαριασμό κατέχουν με την τράπεζα που συνεργάζονται το ( 66%) των ερωτηθέντων διαθέτουν λογαριασμό Τρεχούμενο / Όψεως, ακολουθώντας με ποσοστό ( 19%) των ερωτηθέντων που έχουν λογαριασμό Προθεσμίας ενώ το ( 15%) των ερωτηθέντων έχει λογαριασμό Ταμιευτηρίου. ( πίνακας 14.11). Είδος καταθετικού λογαριασμού Λογαριασμό Προθεσμίας 19% Λογαριασμό Ταμιευτηρίου 15% Λογαριασμό Τρεχούμενο/Όψε ως 66% Πίνακας Σελίδα 89 από 117

91 Στον παρακάτω πίνακα ( πίνακας 14.12) παρατηρούμε ότι οι περισσότεροι ερωτηθέντες 142 από τους 200 δεν έχουν χρησιμοποιήσει το δικαίωμα υπερανάληψης ενώ οι 58 ερωτηθέντες από τους 200 το έχουν χρησιμοποιήσει. Δικαίωμα Υπερανάληψης Δικαίωμα Υπερανάληψης Ναι Όχι Πίνακας Όσο αφορά την κατανομή των ερωτηθέντων με βάση αν έχουν αγοράσει κάποιο ασφαλιστικό προϊόν ( πίνακας ) παρατηρούμε ότι το ( 35%) έχει προβεί σε κάποιο αποταμιευτικό συνταξιοδοτικό πρόγραμμα, ακολουθώντας το ( 31% ) σε πρόγραμμα Απώλειας εισοδήματος, το ( 24% ) σε πρόγραμμα ασφάλειας ζωής ενώ το (10%) των ερωτηθέντων δεν έχει προβεί σε κανένα ασφαλιστικό πρόγραμμα. Ασφαλιστικό Προϊόν Ασφάλεια Ζωής Αποταμιευτικό Συνταξιοδοτικό Ασφάλεια Απώλεια Εισοδήματος Καμία 24% 10% 31% 35% Πίνακας Σελίδα 90 από 117

92 Αξιοσημείωτη είναι η κατανομή των ερωτηθέντων ( πίνακας )με βάση αν έχουν πάρει κάποιο δάνειο για προσωπική χρήση με το ( 67% ) να έχει πάρει δάνειο από 1-3 φορές, για 4-6 φορές το ( 12% ), πάνω από 6 φορές μόλις το ( 6%) των ερωτηθέντων ενώ το ( 15% ) των ερωτηθέντων δεν έχει πάρει πότε δάνειο για προσωπική χρήση. Δάνειο για προσωπική χρήση Ποτέ 1 3 φορές 4 6 φορές Πάνω από 6 φορές 12% 6% 15% 67% Πίνακας Οικονομικά Στοιχεία Σε αυτήν την ενότητα θα αναλύσουμε τι είδος δάνειο έχουν λάβει οι ερωτηθέντες, το σχετικό πόσο του δανείου όπως επίσης και αν έχουν καθυστερημένες οφειλές στο παρελθόν. Το κύριο μέρος της έρευνας εστιάζεται και στο αν έχουν καθυστερήσει σε κάποια δόση του δανείου και για πόσο χρονικό διάστημα και τέλος αν υπάρχει πρόθεση συνεργασίας με την ήδη υπάρχουσα τράπεζα που έχουν λάβει το δάνειο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζεται στις απαντήσεις των ερωτηθέντων σχετικά με το είδος του δανείου που έχουν πάρει ( πίνακας ) παρατηρούμε ότι οι περισσότεροι ερωτηθέντες ( 83 από τους 200 ) έχουν πάρει στεγαστικό δάνειο, ακολουθώντας οι ( 44 από τους 200 ) ερωτηθέντες για καταναλωτικό δάνειο, επίσης οι ( 27 από τους 200 ) ερωτηθέντες έχουν πάρει δάνειο για διακοπές όπως επίσης οι ( 10 από τους 200 ) εορταστικό δάνειο κλείνοντας οι ( 11 από τους 200 ) επιχειρηματικό δάνειο και οι ( 11 από τους 200 ) για κάποιο άλλο σκοπό. Είδος Δανείου Άλλο Επιχειρηματικό Αυτοκινήτου Διακοπών Εορταστικό Καταναλωτικό Δάνειο Στεγαστικό Δάνειο Είδος δάνειου Πίνακας Σελίδα 91 από 117

93 Όσο αφορά την κατανομή των ερωτηθέντων με βάση το ποσό του δανείου ( πίνακας ) παρατηρούμε ότι οι περισσότεροι ερωτηθέντες ( 48 από τους 200 ) πήραν ανάμεσα σε ακολουθώντας οι ( 37 από τους 200 ) ερωτηθέντες για ποσό , μαζί με τους ( 36 από τους 200 ) ερωτηθέντες για ποσό ενώ οι ( 20 από τους 200 ) ερωτηθέντες έχουν πάρει δάνειο για ποσό όπως και οι ( 14 από τους 200 ) ερωτηθέντες για ποσό και τέλος οι ( 8 από τους 200 ) ερωτηθέντες για ποσό μαζί με τους ( 5 από τους 200 ) ερωτηθέντες για ποσό και άνω. Ποσό δανείου Πάνω από Έως Πίνακας Στον παρακάτω πίνακα ( πίνακας 14.17) παρατηρούμε ότι το μεγαλύτερο ποσοστό ( 83 %) δεν είχε καθυστερημένες οφειλές στο παρελθόν ενώ το ( 17 % ) των ερωτηθέντων είχε καθυστερημένες οφειλές. Καθυστερημένες οφειλές στο παρελθόν Ναι 17% Όχι 83% Πίνακας Σελίδα 92 από 117

94 Όσο αφορά την κατανομή των ερωτηθέντων με βάση την διάρκεια του δανείου που έχουν λάβει ( πίνακας ) παρατηρούμε ότι οι ( 65 από τους 200 ) η διάρκεια είναι πάνω από 20 χρόνια. Οι ( 37 από τους 200 ) ερωτηθέντες έχουν πάρει δάνειο από 3-5 χρόνια, ακολουθώντας οι ( 30 από τους 200 ) ερωτηθέντες σε διάρκεια από χρόνια, στη συνέχεια οι ( 22 από τους 200 ) ερωτηθέντες σε διάρκεια από 5-10 χρόνια ενώ οι λιγότεροι ( 5 από τους 200 ) ερωτηθέντες έχουν λάβει δάνειο από 5-6 χρόνια. Διάρκεια Δανείου λιγότερο από 6 μήνες έως 1 χρόνο από 1 3 από 3 4 χρόνια χρόνια 5 από 5-6 χρόνια από 5 από χρόνια 20 χρόνια Πάνω από 20 χρόνια Πίνακας Αξιοσημείωτη είναι η κατανομή των ερωτηθέντων με βάση την καθυστέρηση πληρωμής της δόσης του δανείου ( πίνακας ) με το μεγαλύτερο ποσοστό των ερωτηθέντων ( 83 % ) να μην έχει καθυστερήσει τη δόση του δανείου που έχουν λάβει, ενώ το ( 17 % ) των ερωτηθέντων έχουν καθυστερήσει τη δόση του δανείου. Καθυστέρηση δόσης δανείου Ναι 17% Όχι 83% Πίνακας Σελίδα 93 από 117

95 Όσο αφορά την κατανομή των ερωτηθέντων με βάση το χρονικό διάστημα καθυστέρησης της δόσης του δανείου ( πίνακας ) παρατηρούμε ότι οι ( 10 από τους 35 ) ερωτηθέντες που έχουν καθυστερήσει 1-3 μήνες για την πληρωμή του δανείου που έχουν λάβει και οι άλλοι ( 10 από τους 35 ) ερωτηθέντες που έχουν καθυστερημένες οφειλές από 6-12 μήνες. Άλλοι ( 9 από τους 35 ) ερωτηθέντες που έχουν καθυστερημένες οφειλές πάνω από 12 μήνες και τέλος οι ( 7 από τους 35 ) έχουν καθυστερήσει την καταβολή του δανείου που έχουν λάβει 3-6 μήνες Χρονικό διάστημα καθυστέρησης δόσης μήνες 3 6 μήνες 6 12 μήνες Πάνω από 12 μήνες 10 9 Πίνακας Στον παρακάτω πίνακα ( πίνακας 14.21) παρατηρούμε ότι το μεγαλύτερο ποσοστό ( 67%) των ερωτηθέντων είναι αρνητικοί να συνεργαστούν με την τράπεζα που έχουν λάβει το δάνειο ενώ το ( 33% ) των ερωτηθέντων είναι ικανοποιημένο με τη συνεργασία του με την τράπεζα και θα συνέχιζε την ήδη υπάρχουσα συνεργασία που υπάρχει. Πρόθεση συνεργασίας με την τράπεζα ποθ έχει παρθεί το δάνειο Όχι 67% Ναι 33% Πίνακας Σελίδα 94 από 117

96 Όσο αφορά την κατανομή των ερωτηθέντων με βάση αν έχουν προβεί σε κάποια διασφάλιση παροχής εγγύησης για παροχή δανείου ( πίνακας ) παρατηρούμε ότι οι ( 100 από τους 200 ) ερωτηθέντες έχει βάλει υποθήκη κάποιου ακινήτου, οι ( 44 από τους 200 ) έχουν εκχώρηση απαιτήσεων, οι ( 29 από τους 200 ) δεν έχουν καμία παροχή και τέλος οι ( 27 από τους 200 ) έχουν ενέχυρο επί κινητών αξιών ). Διασφάλιση παροχή εγγύησης για παροχή δανείου Καμία 29 Ενέχυρο επί κινητών αξιών 27 Υποθήκη ακινήτου 100 Εκχώρησης απαιτήσεων Πίνακας Σελίδα 95 από 117

97 5.3 Συνδυασμός ερωτήσεων Σε αυτήν την ενότητα θα παρατηρήσουμε τις καθυστερημένες οφειλών των δόσεων του δανείου που έχουν λάβει οι ερωτηθέντες σε σχέση με τα δημογραφικά και οικονομικά στοιχεία από το ερωτηματολόγιο. Στον παρακάτω πίνακα ( πίνακας ) παρατηρούμε ότι από τους 100 άνδρες έχουν καθυστερημένες οφειλές οι 26 ενώ από τις 100 γυναίκες έχουν καθυστερημένες οφειλές οι 9 σε σύνολο οι 35 από τους 200 ερωτηθέντες. Καθυστέρηση Δόση Δανείου ( Φύλο) ΚαθυστέρησηΔόσηςΔανείου Ναι ΚαθυστέρησηΔόσηςΔανείου Όχι Άνδρας Φύλο Γυναίκα Πίνακας Σελίδα 96 από 117

98 Όσο αφορά την κατανομή των ερωτηθέντων με βάση την ηλικία που έχουν καθυστερημένες οφειλές ( πίνακας ) παρατηρούμε ότι οι 29 βρίσκονται στις ηλικίες από χρονών και οι υπόλοιποι βρίσκονται στις ηλικίες χρονών, ενώ στις άλλες ηλικίες δεν έχουν καθυστερημένες οφειλές του δανείου που έχουν λάβει από την τράπεζα της επιλογής τους. Καθυστέρηση Δόση Δανείου ( Ηλικίες ) Καθυστέρηση Δόσης Δανείου Ναι Καθυστέρηση Δόσης Δανείου Όχι Άνω των 55 Ηλικία Πίνακας Σύνολο Αξιοσημείωτη είναι η κατανομή των ερωτηθέντων ( πίνακας ) με βάση την οικογενειακή τους κατάσταση όπου οι 26 είναι άγαμοι που έχουν καθυστερημένες οφειλές και οι υπόλοιποι 9 είναι έγγαμοι. Καθυστέρηση Δόση Δανείου ( Οικογενειακή Κατάσταση) Καθυστέρηση Δόσης Δανείου Ναι 156 Καθυστέρηση Δόσης Δανείου Όχι Άγαμος/η Έγγαμος/η Διαζευγμένος/η Οικογενειακή Κατάσταση Πίνακας Σύνολο Σελίδα 97 από 117

99 Μηνιαίο Εισόδημα Πτυχιακή Εργασία του Βασίλειου Παπαπαναγιώτου Οι ερωτηθέντες με βάση το μηνιαίο τους εισόδημα ( πίνακας ) που έχουν καθυστερημένες οφειλές βρίσκονται μέχρι τα 500 ενώ οι υπόλοιποι 11 ερωτηθέντες βρίσκονται ανάμεσα στα 501 μέχρι τα Καθυστέρηση Δόση Δανείου ( Μηνιαίο Εισόδημα) Καθυστέρηση Δόσης Δανείου Όχι Καθυστέρηση Δόσης Δανείου Ναι Μέχρι Πίνακας Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζεται στις απαντήσεις των ερωτηθέντων σχετικά με το επάγγελμα που έχουν σε σχέση με τις καθυστερημένες οφειλές ( πίνακας ) οι περισσότεροι από τους 35 ερωτηθέντες που έχουν καθυστερημένες οφειλές οι 22 είναι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι υπόλοιποι 13 είναι φοιτητές σπουδαστές. Καθυστέρηση Δόσης Δανείου Ναι Όχι Σύνολο Επάγγελμα Φοιτητής-Σπουδαστής Ελεύθερος Επαγγελματίας Ιδιωτικός Υπάλληλος Δημόσιος Υπάλληλος Έμπορος Συνταξιούχος Οικιακά Άνεργος Σύνολο Πίνακας Στον παρακάτω πίνακα ( πίνακας ) παρατηρούμε ότι ο μεγαλύτερος αριθμός των ερωτηθέντων που έχει καθυστερημένες οφειλές έχει ολοκληρώσει την εκπαίδευση του Σελίδα 98 από 117

100 Alpha Bank Εθνική Τράπεζα Εμπορική Τράπεζα Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Τράπεζα Κύπρου Τράπεζα Πειραιώς Aspis Bank Citibank Eurobank Marfin Bank Millenium Bank Probank Αγροτική Τράπεζα Γενική Τράπεζα Πτυχιακή Εργασία του Βασίλειου Παπαπαναγιώτου δημοτικού σχολείου, ακολουθούν 12 ερωτηθέντες που έχουν τελειώσει την εκπαίδευση του γυμνασίου και τέλος οι υπόλοιποι 9 έχουν τελειώσει την εκπαίδευση του λυκείου. Καθυστέρηση Δόση Δανείου ( Μόρφωση ) Καθυστέρηση Δόσης Δανείου Ναι Καθυστέρηση Δόσης Δανείου Όχι Δημοτικό Γυμνάσιο Λύκειο Μόρφωση 0 ΤΕΙ 70 0 ΑΕΙ 45 Πίνακας Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζεται στις απαντήσεις των ερωτηθέντων σχετικά με τις τράπεζες που έχουν τις καθυστερημένες οφειλές τους ( πίνακας ) οι περισσότεροι ερωτηθέντες έχουν οφειλές στην τράπεζα Citibank 16 ερωτηθέντες από τους 35, ακολουθούν 12 ερωτηθέντες στην τράπεζα Alpha bank και τέλος οι υπόλοιποι 7 έχουν καθυστερημένες οφειλές στην τράπεζα Aspis bank. Καθυστέρηση Δόση Δανείου ( Τραπεζική Συνεργασία) Καθυστέρηση Δόσης Δανείου Ναι 27 Καθυστέρηση Δόσης Δανείου Όχι Τραπεζική Συνεργασία Πίνακας Σελίδα 99 από 117

Χ. Βλ. Γκόρτσος. Επίκουρος Καθηγητής ιεθνούς

Χ. Βλ. Γκόρτσος. Επίκουρος Καθηγητής ιεθνούς Το Νέο Πλαίσιο για την Κεφαλαιακή Επάρκεια (Basel II) Χ. Βλ. Γκόρτσος Γενικός Γραµµατέας Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Επίκουρος Καθηγητής ιεθνούς Οικονοµικού ικαίου, Πάντειο Πανεπιστήµιο Αθηνών ΗΕπιτροπή

Διαβάστε περισσότερα

March 14, 2006. H εμπειρία από τη διαδικασία εφαρμογής της Βασιλείας ΙΙ στις τράπεζες

March 14, 2006. H εμπειρία από τη διαδικασία εφαρμογής της Βασιλείας ΙΙ στις τράπεζες Μάρτιος 2006 0 ΒασιλείαΙΙ H εμπειρία από τη διαδικασία εφαρμογής της Βασιλείας ΙΙ στις τράπεζες Λεωνίδας Χατζηκωνσταντής, Senior Manager, Ernst & Young South Eastern Europe Περιεχόμενα Επισκόπηση πλαισίου

Διαβάστε περισσότερα

Μάθημα: Διαχείριση Ρίσκου

Μάθημα: Διαχείριση Ρίσκου Μάθημα: Διαχείριση Ρίσκου Ενότητα 1: Διαχείριση Ρίσκου Διδάσκων: Συμεών Καραφόλας Τμήμα: Λογιστικής και Χρηματοοικονομικών 2 Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΔΑΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ.

ΜΙΔΑΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ. ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΤΟΣ 2010 ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ 9/459/27.12.2007 ΤΟΥ Δ.Σ. ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ Αθήνα, 17.2.2011 1. Στόχοι και πολιτικές διαχείρισης κινδύνων Η ΜΙΔΑΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ.

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΔΑΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΕΠΕΥ ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ 9/459/ ΤΟΥ Δ.Σ. ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ

ΜΙΔΑΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΕΠΕΥ ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ 9/459/ ΤΟΥ Δ.Σ. ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ 9/459/27.12.2007 ΤΟΥ Δ.Σ. ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ Αθήνα, 26.2.2009 1. Στόχοι και πολιτικές διαχείρισης κινδύνων Η ΜΙΔΑΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ ΑΕΠΕΥ (στο εξής η Εταιρία)

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ. ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΙΑΧΕΙΡiΣΗ ΤΟΥΣ. 31/12/2011

ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ. ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΙΑΧΕΙΡiΣΗ ΤΟΥΣ. 31/12/2011 ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΙΑΧΕΙΡiΣΗ ΤΟΥΣ. 31/12/2011 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Εισαγωγή.. 2. Στόχοι και πολιτικές διαχείρισης κινδύνων

Διαβάστε περισσότερα

ALPHA BANK CYPRUS LTD

ALPHA BANK CYPRUS LTD ALPHA BANK CYPRUS LTD ΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟΝ ΠΥΛΩΝΑ 3 ΤΟΥ ΣΥΜΦΩΝΟΥ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΙΙ ΕΤΟΣ 2009 ΑΠΡΙΛΗΣ 2010 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 2 2. ΠΛΑΙΣΙΟ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝ ΥΝΩΝ... 3 3. ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΒΑΣΗ... 4 4.

Διαβάστε περισσότερα

ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Β01: ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΠΟΠΤΙΚΩΝ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ 1 ΣΥΝΟΛΟ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΟΥ Δ.Κ.Ε. 1.1 ΒΑΣΙΚΑ ΙΔΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ 1.1.1 Κεφάλαια (εποπτικά

Διαβάστε περισσότερα

Δηµοσιοποιήσεις σύµφωνα µε το Παράρτηµα 1 της Απόφασης 9/459/2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως τροποποιήθηκε µε την Απόφαση 9/572/23.12.

Δηµοσιοποιήσεις σύµφωνα µε το Παράρτηµα 1 της Απόφασης 9/459/2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως τροποποιήθηκε µε την Απόφαση 9/572/23.12. Δηµοσιοποιήσεις σύµφωνα µε το Παράρτηµα 1 της Απόφασης 9/459/2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως τροποποιήθηκε µε την Απόφαση 9/572/23.12.2010 και την Απόφαση 26/606/22.12.2011 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς

Διαβάστε περισσότερα

Δημοσιοποιήσεις σύμφωνα με το Παράρτημα 1 της Απόφασης 9/459/2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως τροποποιήθηκε με την Απόφαση 9/572/23.12.

Δημοσιοποιήσεις σύμφωνα με το Παράρτημα 1 της Απόφασης 9/459/2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως τροποποιήθηκε με την Απόφαση 9/572/23.12. Δημοσιοποιήσεις σύμφωνα με το Παράρτημα 1 της Απόφασης 9/459/2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως τροποποιήθηκε με την Απόφαση 9/572/23.12.2010 και την Απόφαση 26/606/22.12.2011 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς

Διαβάστε περισσότερα

ALPHA BANK CYPRUS LTD

ALPHA BANK CYPRUS LTD ALPHA BANK CYPRUS LTD ΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟΝ ΠΥΛΩΝΑ ΙΙΙ ΤΟΥ ΣΥΜΦΩΝΟΥ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΙΙ 31 ΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2010 Απρίλιος 2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 1 2. ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΩΝ... 2 3. ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

Asset & Wealth Management Α.Ε.Π.Ε.Υ.

Asset & Wealth Management Α.Ε.Π.Ε.Υ. Asset & Wealth Management Α.Ε.Π.Ε.Υ. Πληροφορίες εποπτικής φύσεως σχετικά με την κεφαλαιακή επάρκεια της NEW MELLON ASSET AND WEALTH MANAGEMENT Α.Ε.Π.Ε.Υ., τους κινδύνους που αναλαμβάνει καθώς και τη διαχείρισή

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΕΘΝΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

ΔΙΕΘΝΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ενότητα 6: Διαχείριση Διεθνούς Δραστηριότητας Τραπεζών Μιχαλόπουλος Γεώργιος Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπως εικόνες,

Διαβάστε περισσότερα

TRIPLE A EXPERTS ΑΕΠΕΥ

TRIPLE A EXPERTS ΑΕΠΕΥ TRIPLE A EXPERTS ΑΕΠΕΥ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΟΠΤΙΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ 31/12/2011 1.Στόχοι και πολιτικές διαχείρισης κινδύνων Οι στόχοι και οι πολιτικές διαχείρισης κινδύνων

Διαβάστε περισσότερα

Δημοσιοποίηση στοιχείων Πυλώνα ΙΙΙ για τη χρήση που έληξε

Δημοσιοποίηση στοιχείων Πυλώνα ΙΙΙ για τη χρήση που έληξε Δημοσιοποίηση στοιχείων Πυλώνα ΙΙΙ για τη χρήση που έληξε 31.12.2013 Συνεταιριστική Τράπεζα Καρδίτσας Συν. Π. Ε. 1 / 6 Κεφαλαιακή Επάρκεια και Αναλαμβανόμενοι Κίνδυνοι Α. Το παρόν κείμενο αποτελεί τμήμα

Διαβάστε περισσότερα

Το Νέο Πλαίσιο για την Κεφαλαιακή Επάρκεια. (Basel II)

Το Νέο Πλαίσιο για την Κεφαλαιακή Επάρκεια. (Basel II) Το Νέο Πλαίσιο για την Κεφαλαιακή Επάρκεια (Basel II) Χ. Βλ. Γκόρτσος Γενικός Γραμματέας Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Επίκουρος Καθηγητής Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου, Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών Η αιτιολογική

Διαβάστε περισσότερα

ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ 1 ΣΥΝΟΛΟ ΙΔΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΟΥ Δ.Κ.Ε. 1.1 ΒΑΣΙΚΑ ΙΔΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ 1.1.1 Κεφάλαια (εποπτικά αναγνωριζόμενα) 1.1.1*** εκ των οποίων:

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ Αποτελέσματα Ομίλου ΕΤΕ: Γ Τρίμηνο 2015

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ Αποτελέσματα Ομίλου ΕΤΕ: Γ Τρίμηνο 2015 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ Αποτελέσματα Ομίλου ΕΤΕ: Γ Τρίμηνο 205 Δείκτης κύριων βασικών ιδίων κεφαλαίων CET σχεδόν αμετάβλητος σε τριμηνιαία βάση παρά την πίεση στα εγχώρια έσοδα λόγω της εκτεταμένης τραπεζικής αργίας

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ: 31.12.

ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ: 31.12. ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ: 31.12.2014 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2015 Τα παρόντα στοιχεία δημοσιοποιούνται

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2009

Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2009 Αποτελέσματα Εννεαμήνου Καθαρά κέρδη 111εκ. το Γ τρίμηνο, αυξημένα κατά 26,6% έναντι του Β τριμήνου Αύξηση προ προβλέψεων κερδών στο τρίμηνο κατά 6,4% σε 414εκ., ιστορικά τα υψηλότερα σε τριμηνιαία βάση

Διαβάστε περισσότερα

Στρατηγικές και διαδικασίες για τη διαχείριση κινδύνων.

Στρατηγικές και διαδικασίες για τη διαχείριση κινδύνων. Πληροφορίες εποπτικής φύσεως σχετικά με την κεφαλαιακή επάρκεια του Ομίλου της Εταιρίας THETIS CAPITAL Α.Ε.Π.Ε.Υ., τους κινδύνους που αναλαμβάνει καθώς και τη διαχείρισή τους, δημοσιοποιούμενες σε εφαρμογή

Διαβάστε περισσότερα

Οι Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις στο περιβάλλον της Βασιλείας ΙΙ

Οι Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις στο περιβάλλον της Βασιλείας ΙΙ Οι Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις στο περιβάλλον της Βασιλείας ΙΙ Το νέο εποπτικό πλαίσιο Νίκος Ζαγορήσιος, MBA, CFA Διευθυντής, Διεύθυνση Θεμάτων Capital Management & Τραπεζικής Εποπτείας, Alpha Bank Εποπτικό

Διαβάστε περισσότερα

ΟΔΗΓΙΕΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΩΝ Γ02Α ΚΑΙ Γ02Β: ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

ΟΔΗΓΙΕΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΩΝ Γ02Α ΚΑΙ Γ02Β: ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΟΔΗΓΙΕΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΩΝ Γ02Α ΚΑΙ Γ02Β: ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ Η σκίαση αφορά τις γραμμές οι οποίες δεν θα συμπληρώνονται από τα πιστωτικά ιδρύματα.

Διαβάστε περισσότερα

ΟΜΙΛΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΜΗΝΙΑ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 30 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

ΟΜΙΛΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΜΗΝΙΑ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 30 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΥΝΟΨΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ Βασικά oικονοµικά στοιχεία Ιουν-08 Ιουν-07 Μεταβολή '000 '000 % Σύνολο καθαρών εσόδων 149.660 163.075 (8%) Σύνολο εξόδων 78.363 77.649 1% Μερίδιο από συνδεδεµένη εταιρεία -- 1.575

Διαβάστε περισσότερα

Οι βασικές αρχές διαχείρισης των παραπάνω κινδύνων είναι οι ακόλουθες :

Οι βασικές αρχές διαχείρισης των παραπάνω κινδύνων είναι οι ακόλουθες : ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ Ν. ΚΟΜΝΗΝΟΣ Α.Ε.Π.Ε.Υ ΒΑΣΕΙ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 9/459/27.12.2007 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ, ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ,ΤΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΠΟΥ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΕΙ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΥΤΩΝ.

Διαβάστε περισσότερα

ΜΙΔΑΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ.

ΜΙΔΑΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ. ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΤΟΣ 2011 ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ 9/459/27.12.2007 ΤΟΥ Δ.Σ. ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ Αθήνα, 29.2.2012 1. Στόχοι και πολιτικές διαχείρισης κινδύνων Η ΜΙΔΑΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ.

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ 8/335/ του ιοικητικού Συµβουλίου. Θέµα : Απλοποιηµένο ενηµερωτικό δελτίο αµοιβαίων κεφαλαίων του ν. 3283/2004.

ΑΠΟΦΑΣΗ 8/335/ του ιοικητικού Συµβουλίου. Θέµα : Απλοποιηµένο ενηµερωτικό δελτίο αµοιβαίων κεφαλαίων του ν. 3283/2004. ΑΠΟΦΑΣΗ 8/335/6.4.2005 του ιοικητικού Συµβουλίου Θέµα : Απλοποιηµένο ενηµερωτικό δελτίο αµοιβαίων κεφαλαίων του ν. 3283/2004. Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ Αφού έλαβε υπόψη: 1. Τα άρθρα 30 και 32 του ν. 3283/2004

Διαβάστε περισσότερα

Διαχείριση Κινδύνου Risk Management

Διαχείριση Κινδύνου Risk Management Διαχείριση Κινδύνου Εισαγωγικές Παρατηρήσεις Ο κίνδυνος είναι εμφανής σε όλες τις δραστηριότητες, όλων των οργανισμών ανεξάρτητα από το σκοπό και από την διάρθρωση των λειτουργιών του Οι επιχειρήσεις είναι

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΟΛΟ (Α) 7,577.808 Β. ΜΕΙΟΝ: ΣΥΝΟΛΟ ΑΦΑΙΡΟΥΜΕΝΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ (Β) 2,681.978 Γ. ΣΥΝΟΛΟ ΒΑΣΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ (Α-Β) 4,895.830

ΣΥΝΟΛΟ (Α) 7,577.808 Β. ΜΕΙΟΝ: ΣΥΝΟΛΟ ΑΦΑΙΡΟΥΜΕΝΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ (Β) 2,681.978 Γ. ΣΥΝΟΛΟ ΒΑΣΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ (Α-Β) 4,895.830 ΚΥΠΡΟΥ Α.Ε..Α.Κ ΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝ ΥΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥΣ 31/12/2008 ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ν.3601/1.8.2007 ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ 9/459/27.12.2007

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΕΘΝΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

ΔΙΕΘΝΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ενότητα 10: Αποτυχία Τραπεζών στη Διεθνή Τραπεζική και το Πρόβλημα της Τραπεζικής Εποπτείας Μιχαλόπουλος Γεώργιος Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons.

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ Εισαγωγή Ο σκοπός της διαχείρισης του ενεργητικού και παθητικού μιας τράπεζας είναι η μεγιστοποίηση του πλούτου των μετόχων. Η επίτευξη αυτού

Διαβάστε περισσότερα

Λειτουργικός Κίνδυνος Τραπεζών Ορισμός- Υπολογισμός των ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων για την κάλυψη έναντι του λειτουργικού κινδύνου:

Λειτουργικός Κίνδυνος Τραπεζών Ορισμός- Υπολογισμός των ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων για την κάλυψη έναντι του λειτουργικού κινδύνου: Λειτουργικός Κίνδυνος Τραπεζών Ορισμός- Υπολογισμός των ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων για την κάλυψη έναντι του λειτουργικού κινδύνου: Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1990 δεν είχε καθιερωθεί στην

Διαβάστε περισσότερα

Π Λ Α Ι Σ Ι Ο Οι εποπτικές αρμοδιότητες της Τράπεζας της Ελλάδος στο νέο χρηματοοικονομικό περιβάλλον

Π Λ Α Ι Σ Ι Ο Οι εποπτικές αρμοδιότητες της Τράπεζας της Ελλάδος στο νέο χρηματοοικονομικό περιβάλλον Π Λ Α Ι Σ Ι Ο Οι εποπτικές αρμοδιότητες της Τράπεζας της Ελλάδος στο νέο χρηματοοικονομικό περιβάλλον Με βάση το άρθρο 55Α του Καταστατικού της, η Τράπεζα της Ελλάδος ασκεί την εποπτεία στα πιστωτικά ιδρύματα,

Διαβάστε περισσότερα

Όμιλος ATEbank - Αποτελέσματα A Τριμήνου2010

Όμιλος ATEbank - Αποτελέσματα A Τριμήνου2010 1 Όμιλος ATEbank - Αποτελέσματα A Τριμήνου2010 27 Μαΐου 2010 ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ & ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ ΒΑΣΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ Ενισχυμένα οργανικά κέρδη προ προβλέψεων Ομίλου: 79 εκ. (+64% σεσχέσημετοαντίστοιχο

Διαβάστε περισσότερα

Επιπλέον, το ιοικητικό Συµβούλιο, ορίζει Υπεύθυνο ιαχείρισης Κινδύνων µε συγκεκριµένες αρµοδιότητες.

Επιπλέον, το ιοικητικό Συµβούλιο, ορίζει Υπεύθυνο ιαχείρισης Κινδύνων µε συγκεκριµένες αρµοδιότητες. ηµοσιοποίηση πληροφοριών εποπτικής φύσεως της ΠΕΝΤΕ ΕΚΑΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ., σε εφαρµογή της απόφασης 9/459/27.12.2007 του.σ. της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Σύµφωνα µε το Άρθρο 3 της Απόφασης 9/459/27.12.2007

Διαβάστε περισσότερα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΝΕΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΝΕΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ Ενότητα κύκλου «Η Βασιλεία ΙΙ στο ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα» 5-6 Δεκεμβρίου 2007 Το πλαίσιο κεφαλαιακής επάρκειας διαμορφώθηκε από την Επιτροπή της Βασιλείας σταδιακά από το 1988. Το 1999 ξεκίνησε

Διαβάστε περισσότερα

Κατευθυντήριες γραμμές

Κατευθυντήριες γραμμές EBA/GL/2015/20 03/06/2016 Κατευθυντήριες γραμμές Όρια για τα ανοίγματα έναντι οντοτήτων του σκιώδους τραπεζικού συστήματος που εκτελούν τραπεζικές δραστηριότητες εκτός ρυθμιζόμενου πλαισίου σύμφωνα με

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ

ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ Δεκέμβριος 2006 TPAΠEZIKO AΦIEPΩMA: Tο νέο πλαίσιο κεφαλαιακής επάρκειας των πιστωτικών ιδρυμάτων (Βασιλεία ΙΙ) ΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ

Διαβάστε περισσότερα

12o Συνέδριο Αριστοτέλης ReBuilding Sucess. Νοέμβριος 2014

12o Συνέδριο Αριστοτέλης ReBuilding Sucess. Νοέμβριος 2014 12o Συνέδριο Αριστοτέλης ReBuilding Sucess Νοέμβριος 2014 Κεφαλαιακή επάρκεια Η σημασία των «κόκκινων» δανείων Μια ένδειξη του μέτρου της σημασίας στην επιτυχή διαχείριση των κόκκινων δανείων.. Πρωταρχικό

Διαβάστε περισσότερα

Argus Stockbrokers Limited

Argus Stockbrokers Limited Argus Stockbrokers Limited ΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ Ο ΗΓΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ ΤΩΝ ΕΠΕΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ 31 Η ΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2010 ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 3 2.

Διαβάστε περισσότερα

Κεφαλαιακή Επάρκεια και Αναλαμβανόμενοι Κίνδυνοι

Κεφαλαιακή Επάρκεια και Αναλαμβανόμενοι Κίνδυνοι Κεφαλαιακή Επάρκεια και Αναλαμβανόμενοι Κίνδυνοι Α. Το παρόν κείμενο αποτελεί τμήμα της γενικότερης πολιτικής Διαχείρισης Κινδύνων της Συνεταιριστικής Τράπεζας Καρδίτσας Συν.Π.Ε., το οποίο δημοσιεύεται

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ:

ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ: ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΝΑΦΟΡΑΣ: 31.12.2017 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2018 www.versal.gre-mail:info@versal.gr

Διαβάστε περισσότερα

Όμιλος ATEbank - Αποτελέσματα Έτους 2009

Όμιλος ATEbank - Αποτελέσματα Έτους 2009 1 Όμιλος ATEbank - Αποτελέσματα Έτους 2009 23 Μαρτίου 2010 ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΟΜΙΛΟΥ Η ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΚΑΙ Η ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ Σημαντική ενίσχυση των προβλέψεων κατά 825,3εκ. (2008 204,2εκ.)

Διαβάστε περισσότερα

ΟΜΙΛΟΣ MARFIN POPULAR BANK ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΝΙΑΜΗΝΙΑ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ

ΟΜΙΛΟΣ MARFIN POPULAR BANK ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΝΙΑΜΗΝΙΑ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΟΜΙΛΟΣ MARFIN POPULAR BANK ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΝΙΑΜΗΝΙΑ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ 30.09. Καθαρά κέρδη που αναλογούν στους μετόχους 82,7 εκατ. Αύξηση χορηγήσεων κατά 8%

Διαβάστε περισσότερα

Εργαστήριο Εκπαίδευσης και Εφαρμογών Λογιστικής. Εισαγωγή στην Χρηματοοικονομική Ανάλυση

Εργαστήριο Εκπαίδευσης και Εφαρμογών Λογιστικής. Εισαγωγή στην Χρηματοοικονομική Ανάλυση Εργαστήριο Εκπαίδευσης και Εφαρμογών Λογιστικής Εισαγωγή στην Χρηματοοικονομική Ανάλυση 1 Χρηματοοικονομική ανάλυση Χρηματοοικονομική Ανάλυση είναι η ανάλυση που σκοπός της είναι: ο προσδιορισμός των δυνατών

Διαβάστε περισσότερα

ΗΛΙΑΣ Α. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΑΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΟΠΤΙΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ

ΗΛΙΑΣ Α. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΑΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΟΠΤΙΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΗΛΙΑΣ Α. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΑΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ. ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΟΠΤΙΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ σχετικά με την κεφαλαιακή επάρκεια της Εταιρίας μας, τους κινδύνους που αναλαμβάνει καθώς και τη διαχείρισή τους. ( δημοσιοποιούμενες

Διαβάστε περισσότερα

ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΝΕΑΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ THN. 30 Σεπτεμβρίου 2006

ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΝΕΑΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ THN. 30 Σεπτεμβρίου 2006 ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΝΕΑΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ THN 30 Σεπτεμβρίου 2006 Γενική Τράπεζα της Ελλάδος Μεσογείων 109 111 Αθήνα 115 26 AMAE 6073/06/B/86/12 www.geniki.gr Τηλ: +30 210

Διαβάστε περισσότερα

C 120/2 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 120/2 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης C 120/2 EL Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 13.4.2017 ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 4ης Απριλίου 2017 σχετικά με την εφαρμογή κοινών προδιαγραφών κατά την άσκηση από τις εθνικές

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ. ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: κ. ΣΧΟΙΝΙΩΤΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ: ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΚΗ ΑΝΤΙΓΟΝΗ

ΤΕΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ. ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: κ. ΣΧΟΙΝΙΩΤΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ: ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΚΗ ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: κ. ΣΧΟΙΝΙΩΤΑΚΗΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ: ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΚΗ ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: Εισαγωγή... 4 Κεφάλαιο Πρώτο ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΙΙ 1.1 Η διαχείριση του Λειτουργικού Κινδύνου... 6 1.2 Η Επιτροπή της Βασιλείας...8

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2010

Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2010 Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2010 Βελτίωση δεικτών ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας του Ομίλου παρά τη δυσμενή συγκυρία Καθαρά κέρδη 105εκ. 1 το εννεάμηνο του 2010, μειωμένα κατά 62% έναντι της αντίστοιχης

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΙΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 2006

ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΙΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 2006 ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΙΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 2006 Βάσει των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης Οι Ενδιάμεσες Συνοπτικές Ενοποιημένες

Διαβάστε περισσότερα

Επίπτωση στις Κεφαλαιακές Απαιτήσεις των Τραπεζών βάσει του Νέου Εποπτικού Πλαισίου (Βασιλεία ΙΙ) ως προς τις Μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις

Επίπτωση στις Κεφαλαιακές Απαιτήσεις των Τραπεζών βάσει του Νέου Εποπτικού Πλαισίου (Βασιλεία ΙΙ) ως προς τις Μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις Επίπτωση στις Κεφαλαιακές Απαιτήσεις των Τραπεζών βάσει του Νέου Εποπτικού Πλαισίου (Βασιλεία ΙΙ) ως προς τις Μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις ΜΑΡΤΙΟΣ 2007 1 Εισαγωγή στις Μ.Μ.Ε. Οι Μ.Μ.Ε αποτελούν θεμελιώδη

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ 05/11/2008 ΓΙΑ ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΝΝΙΑΜΗΝΟΥ 2008

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ 05/11/2008 ΓΙΑ ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΝΝΙΑΜΗΝΟΥ 2008 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ 05/11/2008 ΓΙΑ ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΝΝΙΑΜΗΝΟΥ 2008 Η αναπτυξιακή πορεία της Τράπεζας και του Ομίλου της συνεχίστηκε και το τρίτο τρίμηνο του 2008 παρά τη διεθνή κρίση, η οποία έχει ως συνέπειες

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΟΜΙΛΟΥ Για την εξαµηνία που έληξε στις 30 Ιουνίου 2009 ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΟΜΙΛΟΥ Για την εξαµηνία που έληξε στις 30 Ιουνίου 2009 ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ 27 Αυγούστου 2009 1. ΣΥΝΟΨΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ Βασικά oικονοµικά στοιχεία Ιουν-09 Ιουν-08 Μεταβολή '000 '000 % Σύνολο καθαρών εσόδων 125.348 149.660 (16%) Σύνολο εξόδων 86.626 78.363 11% Κέρδος από συνήθεις

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα Έτους 2011

Αποτελέσματα Έτους 2011 Αποτελέσματα Έτους 2011 Ικανοποιητικά Λειτουργικά Αποτελέσματα (- 29εκ.) το 2011, παρά τη βαθιά ύφεση της ελληνικής οικονομίας Συνολικές Ζημιές Μετά από Φόρους 5,5δισ., εκ των οποίων 4,6δισ. από το PSI

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενα 9. Περιεχόμενα

Περιεχόμενα 9. Περιεχόμενα Περιεχόμενα 9 Περιεχόμενα Εισαγωγή... 15 1. Οικονομικές και Χρηματοπιστωτικές Κρίσεις... 21 2. Χρηματοπιστωτικό Σύστημα... 31 2.1. Ο Ρόλος και οι λειτουργίες των κεντρικών τραπεζών... 31 2.2. Το Ελληνικό

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 111/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 111/ ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 111/31.01.2017 Θέμα: Ερμηνεία των διαφόρων περιστάσεων όπου ένα ίδρυμα θεωρείται ότι τελεί σε κατάσταση αφερεγγυότητας ή επαπειλούμενης αφερεγγυότητας για την εφαρμογή της

Διαβάστε περισσότερα

Οικονομικά Στοιχεία Γ Τριμήνου 2018

Οικονομικά Στοιχεία Γ Τριμήνου 2018 Οικονομικά Στοιχεία Γ Τριμήνου Καθαρά Κέρδη 1 αυξημένα κατά 6,1% το Γ τρίμηνο ( 59εκ.) και 29,6% το εννεάμηνο ( 172εκ.) Κέρδη προ προβλέψεων υψηλότερα κατά 4,4% το Γ τρίμηνο και 1,5% το εννεάμηνο Λειτουργικές

Διαβάστε περισσότερα

Συνεδρίαση 114/4.8.2014

Συνεδρίαση 114/4.8.2014 Συνεδρίαση 114/4.8.2014 ΘΕΜΑ: 1 Μεταβατικές διατάξεις για τον υπολογισμό των Ιδίων Κεφαλαίων των πιστωτικών ιδρυμάτων που έχουν την έδρα τους στην Ελλάδα βάσει του Κανονισμού 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ, ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΤΜΗΜΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ & ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ: Ο ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΚΑΙ

ΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ, ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΤΜΗΜΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ & ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ: Ο ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΚΑΙ ΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ, ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΤΜΗΜΑ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ & ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ: Ο ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΙΙ ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: κ. Λεμονάκης Χρήστος ΦΟΙΤΗΤΡΙΕΣ: Μπουγκά

Διαβάστε περισσότερα

1.3. Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές απευθύνονται στις εποπτικές αρχές κατά την οδηγία Φερεγγυότητα II.

1.3. Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές απευθύνονται στις εποπτικές αρχές κατά την οδηγία Φερεγγυότητα II. EIOPA-BoS-14/174 EL Κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την αντιμετώπιση των ανοιγμάτων σε κίνδυνο της αγοράς και σε κίνδυνο αθέτησης αντισυμβαλλομένου στο πλαίσιο του τυποποιημένου μαθηματικού τύπου EIOPA

Διαβάστε περισσότερα

Συνολικά Βασικά Ίδια Κεφάλαια (Tier 1) Συνολικό Σταθμισμένο Ενεργητικό ,10% ανοιγμάτων έναντι επιχειρήσεων (%) 1

Συνολικά Βασικά Ίδια Κεφάλαια (Tier 1) Συνολικό Σταθμισμένο Ενεργητικό ,10% ανοιγμάτων έναντι επιχειρήσεων (%) 1 Παράρτημα 1 Όνομα Τράπεζας ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ Στοιχεία 31 Δεκεμβρίου 2009 Εκατ. ευρώ Συνολικά Βασικά Ίδια Κεφάλαια (Tier 1) 1.263 Συνολικά Εποπτικά Κεφάλαια 1.385 Συνολικό Σταθμισμένο Ενεργητικό

Διαβάστε περισσότερα

Iolcus Investments ΑΕΠΕΥ

Iolcus Investments ΑΕΠΕΥ Iolcus Investments ΑΕΠΕΥ Δημοσιοποίηση πληροφοριών εποπτικής φύσεως σχετικά με την κεφαλαιακή επάρκεια, τους κινδύνους που αναλαμβάνει η Εταιρεία και τη διαχείρισή τους με ημερομηνία αναφοράς 31.12.2015.

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΗΓΙΕΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ

Ο ΗΓΙΕΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ Ο ΗΓΙΕΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗΣ ΕΠΑΡΚΕΙΑΣ Με το Ν. 3601/2007 και τις Αποφάσεις 1 έως 9/459/27.12.2007 της Κεφαλαιαγοράς (9 Αποφάσεις) θεσπίστηκαν νέοι κανόνες κεφαλαιακής επάρκειας για

Διαβάστε περισσότερα

Οικονομικά Στοιχεία Α Τριμήνου 2017

Οικονομικά Στοιχεία Α Τριμήνου 2017 Οικονομικά Στοιχεία Α Τριμήνου 2017 Καθαρά Κέρδη 37εκ. το Α τρίμηνο 2017, εκ των οποίων 29εκ. από τις διεθνείς δραστηριότητες Οργανικά κέρδη προ προβλέψεων αυξημένα κατά 9,6% σε ετήσια βάση Νέα μη εξυπηρετούμενα

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα B Τριμήνου 2009

Αποτελέσματα B Τριμήνου 2009 Αποτελέσματα B Τριμήνου 2009 Αύξηση καθαρών κερδών σε 88εκ., 9% υψηλότερα σε σχέση με το Α τρίμηνο Διπλασιασμός οργανικών κερδών σε 61εκ. το Β τρίμηνο, από 33εκ. το Α τρίμηνο Αύξηση χορηγήσεων Ομίλου προς

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΤΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΤΩΝ ΕΠΙΤΟΚΙΩΝ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΤΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΤΩΝ ΕΠΙΤΟΚΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΗΣ ΤΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΤΩΝ ΕΠΙΤΟΚΙΩΝ Εισαγωγή Αν μια τράπεζα θέλει να μειώσει τις διακυμάνσεις των κερδών που προέρχονται από τις μεταβολές των επιτοκίων θα πρέπει να έχει ένα

Διαβάστε περισσότερα

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Πρόταση Ο ΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση της οδηγίας 89/647/ΕΟΚ του Συµβουλίου όσον αφορά την αναγνώριση από τις εποπτικές αρχές των συµβάσεων ανανέωσης οφειλής

Διαβάστε περισσότερα

Μεταβατική περίοδος για τον μετριασμό των επιπτώσεων από την εισαγωγή του ΔΠΧΑ 9. Πρόταση κανονισμού (COM(2016)0850 C8-0158/ /0360B(COD))

Μεταβατική περίοδος για τον μετριασμό των επιπτώσεων από την εισαγωγή του ΔΠΧΑ 9. Πρόταση κανονισμού (COM(2016)0850 C8-0158/ /0360B(COD)) 23.11.2017 A8-0255/ 001-001 ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ 001-001 κατάθεση: Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής Έκθεση Peter Simon A8-0255/2017 Μεταβατική περίοδος για τον μετριασμό των επιπτώσεων από την εισαγωγή

Διαβάστε περισσότερα

ALPHA BANK CYPRUS LTD

ALPHA BANK CYPRUS LTD ALPHA BANK CYPRUS LTD ΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟΝ ΠΥΛΩΝΑ ΙΙΙ ΤΟΥ ΣΥΜΦΩΝΟΥ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΙΙ 31 ΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2011 ΑΠΡΙΛΗΣ 2012 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 1 2. ΠΛΑΙΣΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΩΝ... 2 3. ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ Ενότητα 8: ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΙΙ. ΚΥΡΙΑΖΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Τμήμα ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ Ενότητα 8: ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΙΙ. ΚΥΡΙΑΖΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Τμήμα ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ Ενότητα 8: ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΙΙ ΚΥΡΙΑΖΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Τμήμα ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες

Διαβάστε περισσότερα

GUARDIAN TRUST ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ.

GUARDIAN TRUST ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ. GUARDIAN TRUST ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ. ΔΗΜΟΣΙΟΠΟΙΟΥΜΕΝΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΕΠΟΠΤΙΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΟΥΣ ΣΕ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ Δ.Σ. ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΡΙΘΜ. 123/

ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΡΙΘΜ. 123/ ΠΡΑΞΗ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΡΙΘΜ. 123/16.10.2017 Θέμα: Υιοθέτηση των κατευθυντήριων γραμμών της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών σχετικά με τον καθορισμό ορίων για ανοίγματα έναντι οντοτήτων του σκιώδους τραπεζικού

Διαβάστε περισσότερα

για περισσότερες πληροφορίες καλέστε στο

για περισσότερες πληροφορίες καλέστε στο Το παρόν έγγραφο παρέχει βασικές πληροφορίες σχετικά με το επενδυτικό προϊόν. Δεν είναι υλικό εμπορικής προώθησης. Οι πληροφορίες απαιτούνται βάσει του νόμου για να σας βοηθήσουν να κατανοήσετε τη φύση,

Διαβάστε περισσότερα

Συνέπειες της Εφαρμογής του πλαισίου της Βασιλείας ΙΙ για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις

Συνέπειες της Εφαρμογής του πλαισίου της Βασιλείας ΙΙ για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις Συνέπειες της Εφαρμογής του πλαισίου της Βασιλείας ΙΙ για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις Παναγιώτης Θ. Καπόπουλος ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΩΝ Emporiki Bank Κανονιστικό πλαίσιο κεφαλαιακής επάρκειας

Διαβάστε περισσότερα

Ομιλία «Economist» 11/05/2015. Κυρίες και Κύριοι,

Ομιλία «Economist» 11/05/2015. Κυρίες και Κύριοι, Ομιλία «Economist» 11/05/2015 Κυρίες και Κύριοι, Μετά από 6 χρόνια βαθιάς ύφεσης, το 2014, η Ελληνική οικονομία επέστρεψε σε θετικούς ρυθμούς, οι οποίοι μπορούν να ενισχυθούν. Παράλληλα, διαφαίνονται προοπτικές

Διαβάστε περισσότερα

Η λειτουργία των τραπεζών 1. Περιεχόμενα. Ιούλιος 2012

Η λειτουργία των τραπεζών 1. Περιεχόμενα. Ιούλιος 2012 1 του Σαράντη Λώλου Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης Περιεχόμενα 1. Εισαγωγή... 1 2. Ο ισολογισμός της τράπεζας... 2 3. Ο Λογαριασμός Αποτελεσμάτων Χρήσης... 4 4. Μεγιστοποίηση του κέρδους...

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα α τριμήνου 2011 του Ομίλου Marfin Popular Bank

Αποτελέσματα α τριμήνου 2011 του Ομίλου Marfin Popular Bank Δελτίο τύπου 26 Μαΐου Αποτελέσματα α τριμήνου του Ομίλου Marfin Popular Bank Τα καθαρά κέρδη του α τριμήνου διαμορφώθηκαν σε 71 εκατ. Τα καθαρά έσοδα από τόκους ανήλθαν σε 181.5 εκατ. το α τρίμηνο, ενισχυμένα

Διαβάστε περισσότερα

ECB-PUBLIC ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 4ης Απριλίου 2017

ECB-PUBLIC ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ. της 4ης Απριλίου 2017 EL ECB-PUBLIC ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ της 4ης Απριλίου 2017 σχετικά με την εφαρμογή κοινών προδιαγραφών κατά την άσκηση από τις εθνικές αρμόδιες αρχές ορισμένων δικαιωμάτων και διακριτικών

Διαβάστε περισσότερα

Marfin Popular Bank: Οικονομικά αποτελέσματα εννεαμήνου 2010

Marfin Popular Bank: Οικονομικά αποτελέσματα εννεαμήνου 2010 Δελτίο τύπου 25 Νοεμβρίου Marfin Popular Bank: Οικονομικά αποτελέσματα εννεαμήνου Τα καθαρά κέρδη εννεαμήνου του Ομίλου διαμορφώθηκαν σε 90.9 εκατ. (1), ως αποτέλεσμα της 18% αύξησης σε ετήσια βάση των

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΧΡΗΣΗΣ 2008 ΤΟΥ ΟΜΙΛΟΥ ATTICA BANK. Κέρδη 12,61 εκατ. ευρώ μετά από φόρους Σύνολο ενεργητικού 4,52 δις.

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΧΡΗΣΗΣ 2008 ΤΟΥ ΟΜΙΛΟΥ ATTICA BANK. Κέρδη 12,61 εκατ. ευρώ μετά από φόρους Σύνολο ενεργητικού 4,52 δις. ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΧΡΗΣΗΣ 2008 ΤΟΥ ΟΜΙΛΟΥ ATTICA BANK Κέρδη 12,61 εκατ. ευρώ μετά από φόρους Σύνολο ενεργητικού 4,52 δις. ευρώ Ο Όμιλος Attica Bank παρά τις πρωτοφανείς συνθήκες που

Διαβάστε περισσότερα

ΚΥΡΙΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΟΔΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΞΑΜΗΝΟ ΤΟΥ 2015

ΚΥΡΙΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΟΔΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΞΑΜΗΝΟ ΤΟΥ 2015 ΚΥΡΙΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ ΚΑΙ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΟΔΟΥ ΣΧΕΔΙΟΥ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΤΟΜΕΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΕΞΑΜΗΝΟ ΤΟΥ 2015 A. Κύριοι Δείκτες Απόδοσης Μετά από διαβούλευση με την Κεντρική Τράπεζα της

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΙΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 2006

ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΙΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 2006 ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΙΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 2006 Βάσει των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης Οι Ενδιάμεσες Συνοπτικές Οικονομικές Καταστάσεις

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2008

Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2008 Αθήνα, 30 Οκτωβρίου Αποτελέσματα Εννεαμήνου Αύξηση Καθαρών Κερδών Ομίλου κατά 4,6% σε 647εκ., παρά τις αντίξοες συνθήκες στο παγκόσμιο τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα Ενίσχυση Οργανικών Κερδών κατά

Διαβάστε περισσότερα

λειτουργίες της Δρ. Β. Μπαμπαλός ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ & ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΤΕΙ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

λειτουργίες της Δρ. Β. Μπαμπαλός ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ & ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΤΕΙ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ Κεντρική Τράπεζα Ρόλος και λειτουργίες της Δρ. Β. Μπαμπαλός ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ & ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΤΕΙ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ Εισαγωγή Η κορυφή της πυραμίδας του τραπεζικού συστήματος. Επιτελεί διαφορετικό ρόλο από

Διαβάστε περισσότερα

ΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝ ΥΝΟΥΣ. ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΑΧΕΙΡiΣΗ ΤΟΥΣ. 31/12/2014

ΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝ ΥΝΟΥΣ. ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΑΧΕΙΡiΣΗ ΤΟΥΣ. 31/12/2014 ΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝ ΥΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΑΧΕΙΡiΣΗ ΤΟΥΣ. 31/12/2014 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Εισαγωγή.. 2. Στόχοι και πολιτικές διαχείρισης κινδύνων

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2009

Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2009 Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2009 Καθαρά κέρδη 81εκ. έναντι 5εκ. το προηγούμενο τρίμηνο Αύξηση χορηγήσεων κατά 12% και καταθέσεων κατά 17% σε ετήσια βάση Βελτίωση δείκτη χορηγήσεων προς καταθέσεις στο 114%

Διαβάστε περισσότερα

Iolcus Investments ΑΕΠΕΥ

Iolcus Investments ΑΕΠΕΥ Ilcus Investments ΑΕΠΕΥ Δημοσιοποίηση πληροφοριών εποπτικής φύσεως σχετικά με την κεφαλαιακή επάρκεια, τους κινδύνους που αναλαμβάνει η Εταιρεία και τη διαχείρισή τους με ημερομηνία αναφοράς 31.12.2013.

Διαβάστε περισσότερα

BLACKROCK GLOBAL FUNDS. Αριθμός Εμπορικού Μητρώου Λουξεμβούργου B 6317

BLACKROCK GLOBAL FUNDS. Αριθμός Εμπορικού Μητρώου Λουξεμβούργου B 6317 ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΙΝΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΚΑΙ ΧΡΗΖΕΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ ΣΑΣ. Εάν έχετε οποιαδήποτε αμφιβολία σχετικά με το περιεχόμενό του, συμβουλευτείτε το στέλεχος που έχει αναλάβει τη διαχείριση των υποθέσεών σας

Διαβάστε περισσότερα

ΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝ ΥΝΟΥΣ. ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΑΧΕΙΡiΣΗ ΤΟΥΣ. 31/12/2013

ΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝ ΥΝΟΥΣ. ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΑΧΕΙΡiΣΗ ΤΟΥΣ. 31/12/2013 ΗΜΟΣΙΟΠΟΙΗΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΗ ΕΠΑΡΚΕΙΑ, ΤΟΥΣ ΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΟΥΣ ΚΙΝ ΥΝΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΑΧΕΙΡiΣΗ ΤΟΥΣ. 31/12/2013 1 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Εισαγωγή.. 2. Στόχοι και πολιτικές διαχείρισης κινδύνων

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΕΚΘΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΧΡΗΣΕΩΣ 2005

ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΕΚΘΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΧΡΗΣΕΩΣ 2005 ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΕΚΘΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΧΡΗΣΕΩΣ 2005 ΑΘΗΝΑΙ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2006 Ο Όµιλος Alpha Bank Κατά τη διάρκεια της χρήσεως 2005 συνεχίσθηκε η κερδοφόρος πορεία του Οµίλου και αξιοποιήθηκαν

Διαβάστε περισσότερα

Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2012

Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2012 Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2012 Ανακεφαλαιοποίηση 4δισ. από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας με το Δείκτη Συνολικής Κεφαλαιακής Επάρκειας να διαμορφώνεται στο 9,0% και αντίστοιχη βελτίωση της ρευστότητας

Διαβάστε περισσότερα

GROUPAMA ΦΟΙΝΙΞ MONETAIRE

GROUPAMA ΦΟΙΝΙΞ MONETAIRE ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΜΕΤΑΒΛΗΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ GROUPAMA ΦΟΙΝΙΞ MONETAIRE ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΜΕΤΑΒΛΗΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ Άρθρο 1ο: ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1. Το εσωτερικό μεταβλητό κεφάλαιο με την ονομασία «GROUPAMA ΦΟΙΝΙΞ MONETAIRE»

Διαβάστε περισσότερα

ΟΔΗΓΙΕΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΩΝ Δ01 - Δ20, Δ29, Δ30: ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΓΟΡΑΣ - ΠΔ/ΤΕ

ΟΔΗΓΙΕΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΩΝ Δ01 - Δ20, Δ29, Δ30: ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΓΟΡΑΣ - ΠΔ/ΤΕ ΟΔΗΓΙΕΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ ΤΩΝ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΩΝ Δ01 - Δ20, Δ29, Δ30: ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΚΩΝ ΑΠΑΙΤΗΣΕΩΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΑΓΟΡΑΣ - ΠΔ/ΤΕ 2646/9.9.2011, όπως ισχύει 1. ΓΕΝΙΚΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ - Μόνο τα λευκά πεδία κάθε

Διαβάστε περισσότερα

ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ & ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ & ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕYΡΩΣYΣΤΗΜΑ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ & ΕΠΙΛΟΓΗ ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ ΜΑΚΡΟΠΡΟΛΗΠΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ Νοέμβριος 2015 Λεωφόρος Κέννεντυ 80, 1076 Λευκωσία Τ.Θ. 25529,

Διαβάστε περισσότερα

Όροι Χρεωστικού Υπολοίπου σε Χρήματα DEGIRO

Όροι Χρεωστικού Υπολοίπου σε Χρήματα DEGIRO Όροι Χρεωστικού Υπολοίπου σε Χρήματα EIRO Περιεχόμενα Άρθρο 1. Ορισμοί... 3 Άρθρο 2. Συμβατική Σχέση... 3 Άρθρο 3. Καταχώρηση Πιστώσεων... 4 Άρθρο 4. Χρεωστικό Υπόλοιπο σε Χρήματα... 4 Άρθρο 5. Απλή Εκτέλεση...

Διαβάστε περισσότερα

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ Σύστηµα Αξιολόγησης Κινδύνων Στα πλαίσια της πρακτικής εφαρµογής της ιαδικασίας Εποπτικής Εξέτασης και Αξιολόγησης (SREP), όπως προκύπτει από την οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Διαβάστε περισσότερα

ATHOS ASSET MANAGEMENT ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΜΟΙΒΑΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ

ATHOS ASSET MANAGEMENT ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΜΟΙΒΑΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ATHOS ASSET MANAGEMENT ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΜΟΙΒΑΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ Πληροφορίες Εποπτικής Φύσεως Κεφαλαιακή Επάρκεια και Διαχείριση Κινδύνου Ημερομηνία αναφοράς: 31.12.2018 (Απ. 9/459/27.12.2007 Επιτροπής

Διαβάστε περισσότερα

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ 27/08/2008

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ 27/08/2008 ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΤΗΣ 27/08/2008 Attica Bank: Σημαντική αύξηση μεγεθών και αποτελεσμάτων το α εξάμηνο 2008 Παρά τη διεθνή κρίση, τη σημαντική αύξηση των επιτοκίων και την ιδιαίτερη αστάθεια στις χρηματαγορές

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ 19.9.2015 L 244/1 II (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/1555 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 28ης Μαΐου 2015 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού

Διαβάστε περισσότερα