ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Άμεσες Ξένες Επενδύσεις: Ελλάδα Ρουμανία, σύγκριση
|
|
- Γολγοθά Μαρής
- 7 χρόνια πριν
- Προβολές:
Transcript
1 ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ (MBA) ΝΕΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ: Άμεσες Ξένες Επενδύσεις: Ελλάδα Ρουμανία, σύγκριση ΕΚΠΟΝΗΣΗ: ΚΑΣΑΠΗ ΚΑΛΛΙΟΠΗ (Α.Μ. 285) ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Kος ΟΙΚΟΝΟΜΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΤΡΑ, ΙΟΥΛΙΟΣ
2 Ευχαριστίες Η παρούσα διπλωματική εργασία ολοκληρώθηκε με επιτυχία χάρη στη πολύτιμη συμβολή των καθηγητών μου κ. Οικονομάκη Γεώργιου και κ. Ανδρουλάκη Γεώργιου. Το προσωπικό ενδιαφέρον που επέδειξαν καθόλη τη διάρκεια εκπόνησης της διπλωματικής καθώς και η καθοδήγηση τους στη μελέτη και στην άντληση των δεδομένων με βοήθησαν στη κατανόηση εννοιών άμεσα συνυφασμένων με τη παρούσα εργασία. Με την ολοκλήρωση της διπλωματικής μου εργασίας, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την οικογένεια μου για την αγάπη και την στήριξη. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω τους φίλους μου για τη συμπαράσταση τους όλο αυτό το διάστημα της ενασχόλησης μου με τη παρούσα διπλωματική. 2
3 Περιεχόμενα Ευχαριστίες... 2 Εισαγωγή... 7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Το Θεωρητικό πλαίσιο για τις Άμεσες Ξένες Επενδύσεις Οι βασικές μορφές των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων Οι βασικές κατηγορίες των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων και εμπόριο Μακροοικονομικές μεταβλητές και η σχέση τους με τις ΑΞΕ ΑΕΠ, κατά κεφαλήν ΑΕΠ και ΑΞΕ Εμπειρικές μελέτες για τη σχέση ΑΞΕ και οικονομικής ανάπτυξης Αρνητικές επιδράσεις των ΑΞΕ στην οικονομική ανάπτυξη Πληθωρισμός και ΑΞΕ Εμπειρικές μελέτες για τη σχέση ΑΞΕ και πληθωρισμού Ανεργία και Άμεσες Ξένες Επενδύσεις Συναλλαγματική ισοτιμία και Άμεσες Ξένες Επενδύσεις Εμπειρικές μελέτες για τη συναλλαγματική ισοτιμία και εισαγωγές- εξαγωγές Οι μισθοί, η παραγωγικότητα της εργασίας και οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις Οι ΑΞΕ και το εμπόριο.28 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 : Ρουμανία- Ελλάδα, ανασκόπηση της πορείας της κάθε χώρας Ρουμανία, κοινωνική και οικονομική πορεία της χώρας Η περίοδος μετάβασης της ρουμανικής οικονομίας στην ελεύθερη αγορά ( ) Η πορεία της ρουμανικής οικονομίας από το 2000 μέχρι και την 3
4 παγκόσμια οικονομική κρίση του Η περίοδος της οικονομικής κρίσης στη ρουμανική οικονομία (2008 και μετά) Ελλάδα, κοινωνική και οικονομική πορεία της χώρας Η πορεία της ελληνικής οικονομίας τη χρονική περίοδο Η πορεία της ελληνικής οικονομίας τη χρονική περίοδο Η πορεία της ελληνικής οικονομίας τη χρονική περίοδο 2000 και μετά 44 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΑΞΕ και βασικά μακροοικονομικά μεγέθη, ρουμανική και ελληνική Οικονομία ΑΞΕ και βασικά μακροοικονομικά μεγέθη της ρουμανικής οικονομίας Οι ΑΞΕ στη Ρουμανία κατά τη χρονική περίοδο Οι εισροές ΑΞΕ στη Ρουμανία κατά τη χρονική περίοδο Ο συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ στη Ρουμανία κατά τη χρονική περίοδο ΑΞΕ, ΑΕΠ και κατά κεφαλήν ΑΕΠ στη Ρουμανία κατά τη χρονική περίοδο ΑΞΕ και πληθωρισμός στη Ρουμανία κατά τη χρονική περίοδο ΑΞΕ και ανεργία στη Ρουμανία κατά τη χρονική περίοδο ΑΞΕ και συναλλαγματική ισοτιμία ρουμανικού lei- leu μεταξύ Το πραγματικό μοναδιαίο κόστος εργασίας και η παραγωγικότητα της εργασίας για τη Ρουμανία τη χρονική περίοδο ΑΞΕ και βασικά μακροοικονομικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας Οι ΑΞΕ στη Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο Οι εισροές ΑΞΕ στην Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο Ο συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ στην Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο ΑΞΕ, ΑΕΠ και κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο ΑΞΕ και πληθωρισμός στην Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο
5 3.2.4.ΑΞΕ και ανεργία στην Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο ΑΞΕ και συναλλαγματική ισοτιμία στην Ελλάδα μεταξύ του Το πραγματικό μοναδιαίο κόστος εργασίας και η παραγωγικότητα της εργασίας για την Ελλάδα μεταξύ Σύγκριση ΑΞΕ και βασικών μακροοικονομικών μεγεθών ρουμανικής ελληνικής οικονομίας..91 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 : Κατανομή ΑΞΕ με βάση τον οικονομικό κλάδο, τη χώρα προέλευσης και μορφές ΑΞΕ σε Ρουμανία και Ελλάδα Κλαδική κατανομή εισροών ΑΞΕ Ρουμανίας μεταξύ Κατανομή εισροών ΑΞΕ Ρουμανίας με βάση τη χώρα προέλευσης μεταξύ Κλαδική κατανομή εισροών ΑΞΕ Ελλάδας μεταξύ Κατανομή εισροών ΑΞΕ Ελλάδας με βάση τη χώρα προέλευσης μεταξύ Σύγκριση της κλαδικής κατανομής εισροών ΑΞΕ σε Ρουμανία και Ελλάδα.105 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 :Εισαγωγές και εξαγωγές της ρουμανικής και ελληνικής οικονομίας Εισαγωγές και εξαγωγές της ρουμανικής οικονομίας Εισαγωγές και εξαγωγές αγαθών της ρουμανικής οικονομίας μεταξύ Εμπορικοί Εταίροι της Ρουμανίας Δομή ρουμανικών εξαγωγών και εισαγωγών αγαθών μεταξύ Δομή ρουμανικών εξαγωγών μεταξύ Δομή ρουμανικών εισαγωγών μεταξύ Δομή ρουμανικών εξαγωγών και εισαγωγών αγαθών ως προς το τεχνολογικό επίπεδο μεταξύ Εισαγωγές και εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών της ρουμανικής οικονομίας 5
6 μεταξύ Εισαγωγές και εξαγωγές ελληνικής οικονομίας Εισαγωγές και εξαγωγές αγαθών της ελληνικής οικονομίας μεταξύ Εμπορικοί εταίροι της Ελλάδας Δομή ελληνικών εξαγωγών και εισαγωγών αγαθών μεταξύ Δομή ελληνικών εξαγωγών μεταξύ Δομή ελληνικών εισαγωγών μεταξύ Δομή ελληνικών εξαγωγών και εισαγωγών αγαθών ως προς το τεχνολογικό επίπεδο μεταξύ Εισαγωγές και εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών της ελληνικής οικονομίας μεταξύ Σύγκριση εμπορικής δραστηριότητας Ελλάδας-Ρουμανίας και ΑΞΕ.157 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 : Συμπεράσματα σύγκρισης Ρουμανικής και Ελληνικής Οικονομίας και ΑΞΕ..160 Reference, Ελληνική βιβλιογραφία.165 6
7 Εισαγωγή Τις τελευταίες δεκαετίες ο τρόπος και ο ρυθμός με τον οποίο οι διάφορες χώρες εντάσσονται στην παγκόσμια οικονομία συγκεντρώνει συνεχώς αυξανόμενο ενδιαφέρον. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες πραγματοποιείται αυτή η ενσωμάτωση, ιδιαίτερα από το 1980 και μετά, περιλαμβάνουν την απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου, τη διεθνοποίηση της παραγωγής καθώς και την άρση περιορισμών στη ροή του κεφαλαίου. Ένα εργαλείο στη διαδικασία ενσωμάτωσης πολλών χωρών στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα είναι οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ), καθώς αποτελούν τρόπο ροής κεφαλαίων στη παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Στη παρούσα εργασία θα προσπαθήσουμε, αρχικά να αξιολογήσουμε τους πιθανούς παράγοντες που καθορίζουν και επηρεάζουν την πραγματοποίηση ή μη άμεσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ) στις δύο εξεταζόμενες χώρες, Ελλάδα και Ρουμανία. Επίσης, θα προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε τις επιπτώσεις που έχει στο εμπορικό ισοζύγιο της κάθε χώρας η εισροή ξένου κεφαλαίου καθώς και πως επηρεάζονται τα εμπορικά ισοζύγια των εξεταζόμενων χωρών με βάση την ευρωπαϊκή τους ολοκλήρωση. Παράλληλα γίνεται και σύγκριση της οικονομικής πορείας των δύο χωρών. Η Ρουμανία και η Ελλάδα είναι δύο χώρες που ακολουθούν, κατά μία έννοια, μία κοινή πορεία με στόχο την ευρωπαϊκή τους ολοκλήρωση, αρχικά με την είσοδό τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ελλάδα από το 1981 ενώ η Ρουμανία το Η Ελλάδα όμως, έχει προχωρήσει και στην Νομισματική Ένωση από το 2001, γεγονός που η Ρουμανία δεν έχει ακόμα πραγματοποιήσει αλλά στοχεύει σε αυτό. Ωστόσο, οι δύο χώρες ακολουθούν αντίστροφες δυναμικές ως χώρες υποδοχής ΑΞΕ επιβεβαιώνοντας την άποψη περί αύξησης των εισροών ΑΞΕ προς την Ανατολική και Κεντρική Ευρώπη. Οι δύο χώρες, αν και παρουσιάζουν κάποια κοινά οικονομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά, έχουν διαφορετικούς αναπτυξιακούς ρυθμούς. Επίσης διαφαίνεται πως η πορεία προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση δεν ευνόησε τις εισροές ΑΞΕ για καμία από τις δύο χώρες ούτε τη βελτίωση των εμπορικών ισοζυγίων τους. Η παρούσα εργασία αποτελείται από έξι κεφάλαια. Στο πρώτο (1 Ο ) κεφάλαιο παρατίθεται το θεωρητικό πλαίσιο στο οποίο θα βασιστούμε για την ερμηνεία των εμπειρικών δεδομένων. Στο δεύτερο (2 Ο ) κεφάλαιο γίνεται μια σύντομη περιγραφή της οικονομικής πορείας της Ρουμανίας και της Ελλάδας. Οι πολιτικές και οικονομικές επιλογές 7
8 της κάθε χώρας συμβάλλουν διαχρονικά στη θέση που έχει η κάθε χώρα ως χώρα υποδοχής ξένου κεφαλαίου. Στο τρίτο (3 ο ) κεφάλαιο παρουσιάζονται βασικά μακροοικονομικά μεγέθη της ρουμανικής και ελληνικής οικονομίας και γίνεται προσπάθεια ερμηνείας τους σε σχέση με τις εισροές ΑΞΕ και εν συνεχεία γίνεται συγκριτική διερεύνηση μεταξύ των χωρών με βάση αυτά τα μεγέθη. Στο τέταρτο (4 Ο ) κεφάλαιο παρουσιάζεται κλαδική ανάλυση των εισροών ΑΞΕ για την κάθε εξεταζόμενη χώρα. Στο πέμπτο (5 Ο ) κεφάλαιο πραγματοποιείται περεταίρω διερεύνηση των ΑΞΕ κάθε χώρας σε σχέση με το εξωτερικό τους εμπόριο και πώς αυτό επηρεάζεται από την πορεία κάθε χώρας στα πλαίσια και της ευρωπαϊκής της ολοκλήρωσης. Επίσης γίνεται σύγκριση αυτών των μεγεθών μεταξύ των δύο χωρών, Ρουμανίας και Ελλάδας. Στο έκτο (6 Ο ) κεφάλαιο παρουσιάζονται τα βασικά συμπεράσματα που προκύπτουν από αυτή την εργασία. 8
9 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 : Το θεωρητικό πλαίσιο για τις Άμεσες Ξένες Επενδύσεις 1.1. Οι βασικές μορφές των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων Οι άμεσες ξένες επενδύσεις, σύμφωνα με το μεγαλύτερο μέρος της βιβλιογραφίας, όταν πραγματοποιούνται λαμβάνουν τρεις βασικές μορφές. Η πρώτη μορφή, η οποία είναι οι επενδύσεις μέσω νέας ίδρυσης (greenfield investments), αναφέρεται στην περίπτωση κατά την οποία ο επενδυτής καθορίζει εξ ολοκλήρου την παραγωγή ή το σύστημα διανομής στη χώρα υποδοχής. Επενδύσεις αυτής της μορφής είναι συνήθως ευπρόσδεκτες από τις τοπικές κυβερνήσεις, με δεδομένο ότι συνήθως δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας και αυξάνουν την προστιθέμενη αξία των τελικών προϊόντων (Socoliuc et.al, 2010). H δεύτερη μορφή ΑΞΕ είναι αυτή των εξαγορών και συγχωνεύσεων (mergers and aquisitions). Μελέτες επισημαίνουν ότι αυτή η μορφή ΑΞΕ ενθαρρύνεται ιδιαίτερα όταν ο επενδυτής θέλει να επενδύσει σε ένα κλάδο που εμφανίζει αργούς ρυθμούς ανάπτυξης και όταν η αγορά χαρακτηρίζεται από ατέλειες ή ακόμα και από οικονομική κρίση (Socoliuc et.al, 2010). Συνήθως, οι πολυεθνικές εταιρείες που έχουν ήδη θυγατρικές στη χώρα υποδοχής προτιμούν να κάνουν εξαγορές τοπικών επιχειρήσεων, επειδή έχουν το πλεονέκτημα να γνωρίζουν την υφιστάμενη αγορά (Socoliuc et.al, 2010). Η τελευταία μορφή που λαμβάνουν οι ΑΞΕ προϋποθέτει μια εταιρική σχέση ανάμεσα σε μια ξένη εταιρεία και μια τοπική επιχείρηση ή ακόμη και με κυβερνητικά ιδρύματα της χώρας υποδοχής (joint ventures or strategic alliances). Συνήθως, ο ξένος εταίρος προσφέρει την τεχνογνωσία και τα κεφάλαια, ενώ ο τοπικός εταίρος συμβάλλει με χρήσιμες γνώσεις που σχετίζονται με τη γραφειοκρατία, τους τοπικούς νόμους ή κανονισμούς και τις ιδιαιτερότητες της εγχώριας αγοράς. Ορισμένοι μελετητές υποστηρίζουν ότι οι στρατηγικές συμμαχίες ευνοούνται από το μέγεθος της αγοράς, το επιτόκιο της φιλοξενούσας χώρας, τις πολιτιστικές διαφορές, τις οικονομίες κλίμακας, ή/και το βαθμό της οικονομικής ελευθερίας (Buckley & Casson, 2000). 9
10 1.2. Οι βασικές κατηγορίες των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων και εμπόριο Στα πλαίσια της έρευνάς μας θα διακρίνουμε τις παρακάτω βασικές κατηγορίες ΑΞΕ, οι οποίες κατηγοριοποιούνται με βάση τον προσανατολισμό, τη στόχευση και τα επιμέρους κίνητρά τους: 1. ΑΞΕ 1 για παραγωγή προϊόντων για την εγχώρια αγορά σε υποκατάσταση της εξαγωγής εμπορευμάτων του επενδυτή ή, ισοδύναμα, σε υποκατάσταση εισαγωγών εμπορευμάτων στη χώρα αποδέκτη των ΑΞΕ ( local suppliers / horizontal investment / market-seeking FDI). Η βασική παραδοχή στην οποία στηρίζεται αυτή η κατηγορία των ΑΞΕ είναι η άποψη ότι η παραγωγή στο εξωτερικό εμφανίζει πολλά πλεονεκτήματα έναντι της εξαγωγής εμπορευμάτων στο ζήτημα της εξασφάλισης και επέκτασης των αγορών διάθεσης. Πιο συγκεκριμένα, υποστηρίζεται ότι οι ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας υποκαθιστούν αντίστοιχες εισαγωγές προϊόντων στη χώρα αποδέκτη. Τα βασικά κίνητρα για τις ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας θεωρείται ότι αφορούν στη μείωση των κοστών προσφοράς του προϊόντος στην εγχώρια αγορά (επομένως στην αύξηση της κεφαλαιακής κερδοφορίας), είτε τα κόστη αυτά οφείλονται στην επιβολή δασμών επί των εισαγομένων προϊόντων ή στην υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, είτε αφορούν στα κόστη μεταφοράς των εμπορευμάτων. Ειδικότερα, για τα τελευταία, υποστηρίζεται ότι οι ΑΞΕ προς μια χώρα (αποδέκτη), ceteris paribus, θα τείνουν να αυξάνονται όσο μεγαλύτερη είναι η απόσταση μεταξύ της χώρας υποδοχής και της εξάγουσας χώρας, καθώς αυξανόμενη απόσταση έπεται αυξανόμενα κόστη μεταφοράς εμπορευμάτων. Εφόσον το μέγεθος της αγοράς, ceteris paribus, συναρτάται θετικά με οικονομίες κλίμακας, άρα με μείωση του μέσου κόστους παραγωγής, επομένως αύξηση της κεφαλαιακής κερδοφορίας, προκύπτει ότι όσο μεγαλύτερη είναι η αγορά τόσο περισσότερο ενθαρρύνονται οι ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας. Στα επιχειρήματα που αφορούν τα κίνητρα αυτής της ερμηνευτικής κατεύθυνσης μπορούν να προστεθούν η καλύτερη ικανοποίηση των απαιτήσεων service που συνεπάγεται η επιτόπια παραγωγή αντί της εισαγωγής εμπορευμάτων και η ευχερέστερη προσαρμογή της επιτόπιας παραγωγής έναντι της εισαγωγής εμπορευμάτων στις 1 Το τμήμα αυτό βασίζεται σε Οικονομάκης κ.α. (2014). 10
11 ιδιομορφίες κάθε εθνικής αγοράς και στις μεταβολές της. Επομένως, ceteris paribus, οι ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας αναμένεται να βελτιώσουν το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας αποδέκτη. 2. ΑΞΕ 2 για παραγωγή προϊόντων για μια τρίτη αγορά ή/και την παγκόσμια αγορά ( bridgehead/export platform investment / vertical investment / production costminimizing / raw material-seeking FDI). Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται οι προσανατολισμένες στα κόστη θεωρίες για τις ΑΞΕ ή οι θεωρίες μετακίνησης/μετατόπισης της παραγωγής για λόγους κόστους. Οι ΑΞΕ της κατηγορίας αυτής υποστηρίζεται ότι συνδέονται με την αποκέντρωση των σταδίων παραγωγής και τη μετάθεση μέρους της αλυσίδας σε μέρη χαμηλού κόστους. Τα βασικά κίνητρα για τις ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας θεωρείται ότι αφορούν στη μείωση του κόστους των εισροών της διαδικασίας παραγωγής: εργασία (χαμηλοί μισθοί), πρώτες ύλες, πρόσβαση σε κάποιες εξωτερικότητες (π.χ. δέσμες ΑΞΕ σε μια τοποθεσία). Και στην περίπτωση των ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας θα πρέπει να συνυπολογιστεί ιδιαίτερα ο παράγοντας κόστος μεταφοράς και η σχέση του με τη γειτνίαση χωρών-αγορών ενώ το μέγεθος της αγοράς της χώρας αποδέκτη δεν εμφανίζεται να παίζει ρόλο. Επομένως, ceteris paribus, και αυτή η κατηγορία ΑΞΕ σχετίζεται θετικά με το βελτιούμενο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας αποδέκτη εφόσον, ως αποτέλεσμα των ΑΞΕ, οι εξαγωγές της χώρας αποδέκτη αυξάνονται. 3. Η τρίτη κατηγορία ΑΞΕ 3 αφορά σε ΑΞΕ που διευκολύνουν την εισαγωγή προϊόντων του ξένου επενδυτή ( market-exploring FDI distributors ) ή αυτές που δημιουργούν δίκτυα διανομής για την εξαγωγή εγχώριων προϊόντων σε μια τρίτη αγορά ή/και την παγκόσμια αγορά. Στην πρώτη εκδοχή αυτής της κατηγορίας, οι ΑΞΕ αποσκοπούν στην κάλυψη της εσωτερικής ζήτησης (όπως στην πρώτη κατηγορία ΑΞΕ) αλλά με την εισαγωγή (και όχι εγχώρια παραγωγή) των προϊόντων/υπηρεσιών του επενδυτή, διαμέσου της δημιουργίας τοπικών δικτύων διανομής. Αυτές οι ΑΞΕ δημιουργούν, επομένως, τη βάση για την προώθηση των εξαγωγών από τη χώρα προέλευσης στην οικονομία υποδοχής. Στη δεύτερη εκδοχή αυτής της κατηγορίας οι ΑΞΕ αποσκοπούν στην κάλυψη της ζήτησης σε άλλες χώρες (πέραν της χώρας υποδοχής των ΑΞΕ), με προϊόντα όμως που παράγονται στη χώρα υποδοχής. Ενώ στην πρώτη εκδοχή της κατηγορίας αυτής οι ΑΞΕ, ceteris paribus, σχετίζονται 2 Το τμήμα αυτό βασίζεται σε Οικονομάκης κ.α. (2014). 3 Το τμήμα αυτό βασίζεται σε Οικονομάκης κ.α. (2014). 11
12 αρνητικά με το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας αποδέκτη, στη δεύτερη εκδοχή η επίδραση των ΑΞΕ στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας υποδοχής εξαρτάται από τις εγχώριες διακλαδικές διασυνδέσεις της χώρας αποδέκτη ΑΞΕ. Και στις δύο εκδοχές αυτής της κατηγορίας, σε αντίθεσή με τις δύο πρώτες κατηγορίες ΑΞΕ, έχουμε επένδυση στην εμπορική σφαίρα και όχι στην παραγωγή. 4. ΑΞΕ 4 στους κλάδους των (πλην εμπορίου) μη-εμπορεύσιμων αγαθών για εγχώρια παραγωγή: Οι κλάδοι των μη-εμπορεύσιμων αγαθών είναι η ενέργεια, οι κατασκευές, οι μεταφορές, η αποθήκευση και οι επικοινωνίες, το χονδρικό και λιανικό εμπόριο και οι υπόλοιπες υπηρεσίες. Στην κατηγορία αυτή, αν εξαιρέσουμε τις ΑΞΕ σε εμπορικά δίκτυα διανομής (ΑΞΕ στην εμπορική σφαίρα, και τις ευρύτερες υπηρεσίες που την υπηρετούν τρίτη κατηγορία), το ξένο κεφάλαιο κατευθύνεται και προς κλάδους μη-εμπορεύσιμων αγαθών μιας εγχώριας αγοράς για εγχώρια παραγωγή με στόχο την κερδοφορία. Πρόκειται για ΑΞΕ που είναι προσανατολισμένες στην παραγωγή εντός της χώρας αποδέκτη ΑΞΕ για την εγχώρια αγορά (πρώτη κατηγορία ΑΞΕ), ωστόσο δεν υποκαθιστούν εξαγωγές προϊόντων της εξάγουσα κεφάλαιο χώρας και δεν προωθούν ευθέως και άμεσα εισαγωγές ή εξαγωγές προϊόντων (όπως οι ΑΞΕ της τρίτης κατηγορίας). Επομένως οι ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας δεν συνδέονται άμεσα με το εξωτερικό εμπόριο και το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας αποδέκτη. Η υπερπήδηση εθνικών φραγμών (επιβολή δασμών ή την υποτίμηση του εθνικού νομίσματος) δεν έχει κάποιο αποτέλεσμα σε αυτή την κατηγορία ΑΞΕ και η γεωγραφική απόσταση δε συνιστά κίνητρο, εφόσον τα κόστη μεταφοράς εμπορευμάτων δεν αφορούν τέτοιου τύπου αγαθά. Το μέγεθος ωστόσο της αγοράς, ceteris paribus, μπορεί να επενεργεί και στην κατηγορία αυτή, στο μέτρο της συμβολής του στη μείωση των κοστών παραγωγής, άρα στην κεφαλαιακή κερδοφορία. Το ίδιο μπορεί να επενεργεί το χαμηλό κόστος εισροών της παραγωγικής διαδικασίας. Συμπερασματικά, εφόσον οι ΑΞΕ της κατηγορίας αυτής δεν προωθούν άμεσα εισαγωγές ή εξαγωγές εμπορευμάτων, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι δε συνδέονται άμεσα με το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας αποδέκτη των ΑΞΕ. 5. ΑΞΕ 5 που κατευθύνονται στη χρηματοπιστωτική διαμεσολάβηση (όπως οι τράπεζες και οι ασφαλιστικές εταιρείες). Οι ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας δεν συνδέονται άμεσα με την 4 Το τμήμα αυτό βασίζεται σε Οικονομάκης κ.α. (2014). 5 Το τμήμα αυτό βασίζεται σε Οικονομάκης κ.α. (2014). 12
13 παραγωγή ή την εμπορική σφαίρα, αλλά είναι συμπληρωματικές εκείνων που πραγματοποιούνται στην παραγωγή ή την εμπορική σφαίρα ή αποτελούν δίαυλο αξιοποίησης επενδυτικών ευκαιριών στο εσωτερικό της χώρας αποδέκτη (π.χ. ακίνητη περιουσία, κατασκευές, εμπόριο) ή φορέα ενίσχυσης της εγχώριας κατανάλωσης, με στόχο την κερδοφορία. Από την άποψη των παραπάνω κινήτρων, οι ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας έχουν ασαφή επίπτωση επί του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας αποδέκτη. Στις τρεις επομένως από τις πέντε βασικές κατηγορίες, οι ΑΞΕ διασυνδέονται άμεσα με το εξωτερικό εμπόριο. Στην πρώτη κατηγορία, οι ΑΞΕ υποκαθιστούν εισαγωγές στη χώρα αποδέκτη ΑΞΕ και στη δεύτερη, οι ΑΞΕ λειτουργούν συμπληρωματικά προς το εμπόριο καθώς δημιουργούν εξαγωγές στη χώρα αποδέκτη ΑΞΕ, και επομένως η εξαγωγή κεφαλαίου δεν αντικαθιστά την εξαγωγή εμπορευμάτων, αντιθέτως την ενισχύει. Επομένως, ceteris paribus, φαίνεται ότι οι ΑΞΕ των δυο πρώτων κατηγοριών βελτιώνουν το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας αποδέκτη. Υπάρχει ωστόσο το ενδεχόμενο οι αυξημένες ΑΞΕ, και των δυο αυτών κατηγοριών, να προκαλούν αύξηση των εισαγωγών λόγω του εξαγωγικού προσανατολισμού των ξένων βιομηχανιών στην προμήθεια των ενδιάμεσων εισροών, εφόσον διασυνδέονται ασθενώς οι κλάδοι όπου συγκεντρώνεται η ξένη επενδυτική δραστηριότητα με τις λοιπές κλαδικές δραστηριότητες στο εσωτερικό της οικονομίας. Σύμφωνα με τον Γιαννίτση (1983: 353) η ανάπτυξη και η δραστηριότητα των πολυεθνικών συμβαδίζει με μια αύξηση των εισαγωγών. Η διερεύνηση αυτής της περίπτωσης απαιτεί να εξεταστεί αν μετά την εγκατάσταση της ξένης επιχείρησης, η χρησιμοποίηση εισαγωγών γίνεται σε εντονότερο βαθμό ή όχι απ ότι π.χ. αν η εταιρία ήταν εγχώρια ή οι συνθήκες της οικονομίας το επιβάλλουν 6. Εννοείται ότι οι ΑΞΕ της τρίτης κατηγορίας επιβαρύνουν ευθέως το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας αποδέκτη εάν προωθούν εισαγωγές προϊόντων του ξένου επενδυτή και το ευνοούν εάν προωθούν εξαγωγές εγχώριων προϊόντων. Αν και οι ΑΞΕ της τέταρτης κατηγορίας δεν διασυνδέονται άμεσα με το εξωτερικό εμπόριο, έμμεσα μπορούν να διασυνδέονται στο μέτρο της χρήσης εισαγόμενων εισροών στην παραγωγική διαδικασία, και από την άποψη αυτή θα μπορούσαν να επιβαρύνουν το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας αποδέκτη. 6 Το τμήμα αυτό βασίζεται σε Οικονομάκης κ.α. (2014). 13
14 Θα πρέπει, ωστόσο, να σημειωθεί ότι η πιο πάνω κατηγοριοποίηση είναι ενδεικτική, και ότι σε πολλές περιπτώσεις τα κίνητρα των ΑΞΕ είναι σύνθετα, αναγόμενα ταυτόχρονα σε πάνω από μία κατηγορίες. Σε κάθε περίπτωση, στόχος του κεφαλαίου που προχωράει σε ΑΞΕ σε μια χώρα είναι η αύξηση της κερδοφορίας του. Δεδομένης της ισχυρής αλληλοσυσχέτισης εξαγωγών εμπορευμάτων και κεφαλαίων (με τη μορφή των ΑΞΕ), που επισημάναμε για τις τρεις από τις πέντε βασικές κατηγορίες ΑΞΕ, προκύπτει ότι κοινή βάση εξαγωγών εμπορευμάτων και κεφαλαίων είναι η καπιταλιστική κερδοφορία Μακροοικονομικές μεταβλητές και η σχέση τους με τις ΑΞΕ ΑΕΠ, κατά κεφαλήν ΑΕΠ και ΑΞΕ Ο σημαντικότερος μακροοικονομικός δείκτης όσον αφορά τη μακροχρόνια ανάπτυξη μιας χώρας θεωρείται το κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Η ενίσχυση του κατά κεφαλήν εισοδήματος μιας χώρας επομένως αποτελεί έναν από τους πρωταρχικούς στόχους μιας οικονομίας (Sandalcilar & Altiner, 2012). Η αύξηση του ΑΕΠ (δηλαδή η αγοραία αξία όλων των προϊόντων και υπηρεσιών που παράγονται ετησίως σε μια χώρα) μπορεί επίσης να οριστεί ως οικονομική ανάπτυξη (Sandalcilar & Altiner, 2012). Οι εγχώριες πηγές εισοδήματος μπορούν να θεωρηθούν ως οι βασικοί συντελεστές της οικονομικής ανάπτυξης. Ωστόσο, στην περίπτωση του χαμηλού επιπέδου των εγχώριων εισοδημάτων, οι ξένες επενδύσεις μπορούν να αποτελέσουν ένα από τα μέσα για την κάλυψη του ελλείμματος κεφαλαίου (Ozun et.al., 2010). Η μετατροπή των παραγωγικών συντελεστών σε προϊόν, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε για κατανάλωση, είτε για αύξηση του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού (επένδυση), αποτελεί την κυριότερη λειτουργία κάθε οικονομίας (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 65-72). Ο υπολογισμός του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) μιας οικονομίας προκύπτει με βάση την ακόλουθη σχέση: ΑΕΠ = C + I + G + (E-M) όπου: C = δαπάνες για κατανάλωση, I = δαπάνες για επένδυση, G = δαπάνες του δημοσίου για αγορά αγαθών και υπηρεσιών ή για επένδυση, Ε = εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών Μ = εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών. 14
15 Όπως φαίνεται από την παραπάνω σχέση οι κυριότεροι παράγοντες του ΑΕΠ είναι η κατανάλωση και η επένδυση (του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα). Σε βραχυχρόνιο επίπεδο η συνολική κατανάλωση μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της παραγωγής και μέσω αυτής σε αύξηση της απασχόλησης. Σε μακροχρόνιο επίπεδο η συνολική επένδυση αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τη διεύρυνση της παραγωγής και άρα της απασχόλησης, τόσο λόγω της αύξησης της κατανάλωσης που συνοδεύει τις διάφορες επενδυτικές κινήσεις, όσο και λόγω της αύξησης του συσσωρευμένου κεφαλαιουχικού εξοπλισμού (Samuelson & Nordhaus, 2010). Αξίζει να σημειωθεί πως για τον υπολογισμό του ΑΕΠ δεν λαμβάνονται υπόψη οι χρηματοοικονομικές επενδύσεις, καθώς οι συναλλαγές αυτές δεν αντιπροσωπεύουν παραγωγή. Από την παραπάνω σχέση φαίνεται ότι οι εξαγωγές επιδρούν θετικά στην παραγωγή, στην απασχόληση και στο εισόδημα μιας οικονομίας ενώ οι εισαγωγές, οι οποίες αποτελούν διαρροή αγοραστικής δύναμης στο εξωτερικό, έχουν αρνητικές επιδράσεις στο ΑΕΠ. (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: ). Οι ΑΞΕ ως τμήμα των δαπανών για επένδυση, σύμφωνα με πολλούς, αποτελούν ένα σημαντικό παράγοντα οικονομικής ανάπτυξης στο σύγχρονο παγκόσμιο περιβάλλον. Επιπλέον, οι ΑΞΕ αποτελούν ένα μηχανισμό ροής κεφαλαίων στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία και τις τελευταίες δεκαετίες ο ρόλος που διαδραματίζουν στην οικονομική μεγέθυνση των χωρών είναι αντικείμενο εκτεταμένης έρευνας (Γρουμπός 2013: 45) Εμπειρικές μελέτες για τη σχέση ΑΞΕ και οικονομικής ανάπτυξης Κατά την εξέταση της σχέσης μεταξύ των ΑΞΕ και της οικονομικής ανάπτυξης των κρατών, η υπάρχουσα βιβλιογραφία μπορεί να χωρισθεί σε δύο ευρύτερες ανταγωνιστικές οπτικές. Από τη μία πλευρά, υπάρχουν μελέτες που τονίζουν τη θετική επίδραση των ροών ΑΞΕ στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας υποδοχής. Από την άλλη, υπάρχουν μελέτες που επισημαίνουν τις αρνητικές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις που μπορούν να προκαλέσουν οι εισροές ΑΞΕ στη χώρα υποδοχής (Moranu, 2013). Σύμφωνα με τη νεοκλασική οικονομική θεωρία, οι ΑΞΕ συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη μέσω της αύξησης του όγκου των επενδύσεων και της αποτελεσματικότητάς τους και βελτιώνουν τη διάχυση της τεχνολογίας από τις αναπτυγμένες οικονομίες προς τις αποδέκτριες χώρες, ιδιαίτερα όταν η χώρα υποδοχής χαρακτηρίζεται από εργατικό δυναμικό 15
16 με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης, το οποίο είναι σε θέση να εκμεταλλευτεί τα spillover effects που συνεπάγονται από τις ΑΞΕ (Borensztein et.al, 1998). Έτσι, σύμφωνα με εμπειρικά αποτελέσματα των ερευνών των Borensztein et.al. (1998), το υψηλότερο επίπεδο δεξιοτήτων του εγχώριου ανθρώπινου δυναμικού μπορεί να προκαλέσει υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης για δεδομένο επίπεδο ΑΞΕ. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε ότι υπάρχουν μελετητές που δεν συμφωνούν με την άποψη αυτή. Πιο συγκεκριμένα οι Blomström et.al. (1994), στις έρευνές τους υποστηρίζουν ότι το επίπεδο της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού δεν είναι καθοριστικής σημασίας για την αποτελεσματική απορρόφηση των ΑΞΕ από τις αποδέκτριες χώρες, ενώ παράλληλα υποστηρίζουν την άποψη ότι οι ΑΞΕ έχουν θετική επίδραση μόνο αν η χώρα υποδοχής είναι αρκετά πλούσια. Συμπληρωματικά, την ίδια αμφισβήτηση σχετικά με το αν οι χώρες υποδοχής χρειάζονται καλά εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό, αλλά και οικονομική σταθερότητα προκειμένου να επωφεληθούν από τις εισροές των ΑΞΕ θέτουν και οι Bengo και Sanchez-Robles (2003), ενώ υποστηρίζουν ότι οι ΑΞΕ συσχετίζονται θετικά με την οικονομική ανάπτυξη ανεξάρτητα από τα παραπάνω. Με τη σειρά τους, οι Alfaro, Chanda, Kalemli-Ozcan and Sayek, (2004) υποστηρίζουν την υπόθεση ότι οι ΑΞΕ προωθούν την οικονομική ανάπτυξη, αλλά σε οικονομίες με επαρκώς ανεπτυγμένες χρηματοπιστωτικές αγορές. Σύμφωνα με τη μελέτη αυτή, οι αυξημένες αλληλεξαρτήσεις που δημιουργούνται μεταξύ των εθνικών αγορών τονώνουν τη διεθνή κινητικότητα κεφαλαίων κυρίως από τις ανεπτυγμένες προς τις αναπτυσσόμενες χώρες. Κατά συνέπεια, η απελευθέρωση των χρηματοπιστωτικών αγορών, σε συνδυασμό με το κύμα της παγκοσμιοποίησης οδηγούν σε μια απότομη αύξηση της κινητικότητας του κεφαλαίου, δημιουργώντας το κατάλληλο περιβάλλον για να επιτευχθούν ψηλότερα ποσοστά οικονομικής ανάπτυξης (Alfaro et al., 2004). Επιπλέον, όπως τονίζεται από τον Shan (2002), οι ροές ξένων επενδύσεων που είναι προσανατολισμένες προς τομείς παραγωγής όπως είναι ο βιομηχανικός τομέας, έχουν μια εξαιρετική συμβολή στην επέκταση των εξαγωγών (Aitken et.al., 1997). Σύμφωνα με την έρευνα που διεξήχθη το 1999 από τους Balasubramanyam, Salisu και Sapsford τονίζεται ότι η απελευθέρωση του εμπορίου είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη των θετικών αποτελεσμάτων των ΑΞΕ. Οι ίδιοι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η επίδραση των ΑΞΕ στα οικονομικά αποτελέσματα της χώρας υποδοχής ποικίλλει ανάλογα με την εμπορική της πολιτική (Balasubramanyam et al.,1999). Η άποψη αυτή ενισχύεται από τον 16
17 Lipsey (2008) που εκτιμά ότι οι εθνικές πολιτικές σχετικά με το διεθνές εμπόριο αποτελούν τη βάση της αλληλεξάρτησης μεταξύ των ΑΞΕ και της οικονομικής ανάπτυξης. Ο Jayasuriya (2011) απέδειξε την ύπαρξη θετικής συσχέτισης μεταξύ των ΑΞΕ και της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας υποδοχής, με τη χρήση μεταβλητών ανάλυσης όπως ο ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, το ποσοστό των επενδύσεων και το επίπεδο του ανθρώπινου κεφαλαίου. Ο πίνακας που ακολουθεί προσφέρει μια συνοπτική παρουσίαση των ερευνών που έχουν γίνει και καταδεικνύουν τη θετική σχέση ανάμεσα στις εισροές ΑΞΕ και την οικονομική ανάπτυξη: Πίνακας 1: Μελέτες & αποτελέσματα για τις επιδράσεις των ΑΞΕ στην οικονομική ανάπτυξη Μελετητές Bloomstrom, Lipsey & Zejan (1994) Balasubramanyam, Salisu & Sapsford (1999) De Mello (1999) Σκοπός της έρευνας Αποτελέσματα και συμπεράσματα θετική, αλλά εξαρτάται από το κατά κεφαλήν εισόδημα στη χώρα υποδοχής, δενβρίσκουν σχέση με το επίπεδο εκπαίδευσης του εργατικού δυναμικού της θετική εάν η χώρα έχει στρατηγική προσανατολισμένη στις εξαγωγές θετική, για τις χώρες υψηλού εισοδήματος Borensztein, Gregorio and Lee (1998) Bosworth and Collins (1999) Carkovic and Levine (2005) Bengoa and Sanchez- Robles (2003) Alfaro, Chanda, Kalemli-Ozcan and Sayek, (2004) Lipsey (2008) De Gregorio (2003) Shan (2002) Επιδράσεις των ΑΞΕ στην οικονομική ανάπτυξη Πηγή : Επεξεργασία βιβλιογραφίας θετική, αλλά εξαρτάται από το επίπεδο της εκπαίδευσης Θετική θετική, εφόσον υπάρχουν ανεπτυγμένες χρηματοπιστωτικές αγορές θετική, αλλά εξαρτάται από τις οικονομικές συνθήκες της χώρας υποδοχής, αμφισβητούν τη σχέση με το επίπεδο εκπαίδευσης θετική, εφόσον υπάρχουν ανεπτυγμένες χρηματοπιστωτικές αγορές θετική, σημάσια το διεθνές εμπόριο Θετική θετική, ενίσχυση εξαγωγών, θετική επίδραση σε τοπικές επιχειρήσεις 17
18 Αρνητικές επιδράσεις των ΑΞΕ στην οικονομική ανάπτυξη Ωστόσο, η θετική σχέση μεταξύ εισροών ΑΞΕ και οικονομικής ανάπτυξης δεν υποστηρίζεται ομόφωνα από όλους τους οικονομικούς ερευνητές. Αρκετοί υποστηρίζουν ότι οι πολυεθνικές εταιρείες προσπαθούν να αξιοποιήσουν τις υψηλότερες τεχνολογίες τους, την τεχνογνωσία και τους οικονομικούς πόρους προκειμένου να αποκτήσουν μονοπωλιακή θέση (Moranu, 2013). Οι Razin, Sadka και Yuen (1999) φέρνουν στο φως μια ενδιαφέρουσα πτυχή που σχετίζεται με την ασύμμετρη πληροφόρηση, η οποία ευνοεί τις πολυεθνικές εταιρείες και τις ενθαρρύνει στη διαδικασία των υπερ-επενδύσεων. Υπό αυτές τις συνθήκες, όπως ο Stiglitz (2002) υπογραμμίζει, ακόμη και αν οι εισροές ΑΞΕ δεν είναι τόσο επιβλαβείς για την οικονομική ανάπτυξης της χώρας υποδοχής, υπάρχει μια βαθιά ανάγκη για ένα σαφές και διαφανές ρυθμιστικό πλαίσιο, προκειμένου να περιοριστούν οι κερδοσκοπικές δραστηριότητες, η αστάθεια και η αβεβαιότητα. Η ανάλυση των επιπτώσεων των ΑΞΕ στην οικονομική ανάπτυξη δεν μπορεί να θεωρηθεί πλήρης, καθώς δεν υπάρχει ένα καθολικά αποδεκτό συμπέρασμα. Τα διαφορετικά αποτελέσματα που λαμβάνονται σε συγκεκριμένες χώρες επηρεάζονται από διάφορους παράγοντες όπως τις υπό εξέταση χρονικές περιόδους καθώς και τις οικονομικές και τεχνολογικές συνθήκες της χώρας υποδοχής (Moranu, 2013). Υπάρχουν μελέτες που δείχνουν ότι οι επιπτώσεις των εισροών ΑΞΕ είναι διαφορετικές από χώρα σε χώρα (Blomstrom et al., 1994; Balasubramanyam et al., 1999). Η συγκεκριμένη ομάδα επιστημόνων επισημαίνει ότι οι ΑΞΕ από τη μία πλευρά προκαλούν έναν υψηλότερο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης στις αναπτυγμένες οικονομίες σε σχέση με τις αναπτυσσόμενες. Διαφοροποιημένα αποτελέσματα για τη σχέση των ΑΞΕ με την οικονομική ανάπτυξη καταδεικνύονται επίσης από έρευνες που λαμβάνουν υπόψη τη θεσμική ποιότητα της χώρας υποδοχής. Από μια τέτοια άποψη, η αποτελεσματικότητα των ΑΞΕ στο να παράγουν θετικά οικονομικά αποτελέσματα εξαρτάται από την αποτελεσματικότητα του θεσμικού πλαισίου. (Socoliuc et al., 2010). Σύμφωνα με τους Rodrik, Subramanian και Trebbi (2002), χώρες που κυριαρχούνται από ένα κακό θεσμικό πλαίσιο, όπως η εκτεταμένη γραφειοκρατία, τα υψηλά επίπεδα διαφθοράς, το ασαφές πλαίσιο των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συχνές αλλαγές νομοθεσίας, βρίσκονται αντιμέτωπες με χαμηλότερη ικανότητα 18
19 προσέλκυσης ΑΞΕ. Συνήθως, αυτά τα κράτη χαρακτηρίζονται από χαμηλότερο επίπεδο παραγωγικότητας, καθώς και ένα μέτριο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης (Rodrik et al., 2002). Η ποιότητα της διακυβέρνησης και οι ρυθμιστικοί κανόνες που κατευθύνουν την οικονομική συμπεριφορά εντός της χώρας υποδοχής, έχουν μεγάλη επίδραση στην αποτελεσματικότητα των ΑΞΕ Πληθωρισμός και ΑΞΕ Η σχέση του πληθωρισμού με την πραγματοποίηση ΑΞΕ, αλλά κυρίως η σχέση του με την οικονομική ανάπτυξη, αποτελεί αντικείμενο θεωρητικής και εμπειρικής έρευνας. Η βιβλιογραφία σχετικά με την επίδραση του πληθωρισμού στην οικονομική ανάπτυξη παρουσιάζει εξαιρετικά διαφορετικές απόψεις. Στη δεκαετία του 1960, πολλοί οικονομολόγοι πίστευαν ότι η μείωση του πληθωρισμού, εφόσον σύμφωνα με τη καμπύλη Phillips, οδηγεί σε αύξηση της ανεργίας, έχει σαν αποτέλεσμα τη μείωση του ΑΕΠ (Omankhanlen, 2011). Θεωρώντας επομένως, σύμφωνα με πολλούς μελετητές, ότι ο ρυθμός ανάπτυξης συνδέεται θετικά με την προσέλκυση ΑΞΕ σε μια οικονομία, η μείωση του πληθωρισμού με βάση την ανάλυση καμπύλης Philips, θα συνδέεται με μια μείωση των εισροών ΑΞΕ. Υπάρχει επίσης η άποψη ότι ο πληθωρισμός οδηγεί σε μειωμένες εισροές ΑΞΕ λόγω του ότι οι επενδυτές γίνονται ανήσυχοι με την αύξησή του, λόγω της ψευδαίσθησης που δημιουργείται για την πραγματική αξία του χρήματος. Το επίπεδο του πληθωρισμού συσχετίζεται θετικά με τη μεταβλητότητα του, δηλαδή η μεγαλύτερη μεταβλητότητα του πληθωρισμού συνήθως συνοδεύει υψηλότερα ποσοστά πληθωρισμού και, ως εκ τούτου αυξάνεται η αβεβαιότητα και αποθαρρύνονται οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις (Romer, 1990). Η άποψη αυτή ενισχύεται από εμπειρικά δεδομένα τα οποία καταδεικνύουν ότι ο αυξημένος πληθωρισμός επιβαρύνει την οικονομική ανάπτυξη και επομένως μειώνει τις εισροές ΑΞΕ σε μια οικονομία (Romer, 1990). Συμπληρωματικά, ο Wong (2005:91) ισχυρίζεται πως η αύξηση του ρυθμού του πληθωρισμού οδηγεί σε μείωση των εισροών ΑΞΕ στηρίζοντας την άποψή του στο ότι ο αυξημένος πληθωρισμός συνδέεται με αυξημένα κόστη παραγωγής. Το Κέντρο Μελετών και Ερευνών για την Παγκόσμια Ανάπτυξη (Centre d' Etudes et de Recherches sur le Developpement International C.E.R.D.I.) υποδεικνύει ότι η 19
20 προσπάθεια τιθάσευσης του πληθωρισμού μέσω στοχευμένων προγραμμάτων από τις κεντρικές τράπεζες των κρατών, οδηγεί στην προσέλκυση ΑΞΕ, λόγω της σταθεροποίησης που φέρνει στο μακροοικονομικό περιβάλλον ο χαμηλός ρυθμός πληθωρισμού. Η ύπαρξη υψηλών ρυθμών πληθωρισμού στη χώρα υποδοχής καθιστά δύσκολη τη λήψη ακόμη και βραχυπρόθεσμων αποφάσεων από μέρους των επενδυτών. Επομένως, όσο χαμηλότερος είναι ο πληθωρισμός μιας χώρας, τόσο μεγαλύτερο αναμένεται να είναι το ύψος των ξένων άμεσων επενδύσεων (όπως παρατίθεται σε Γρουμπός, 2013). Από την άλλη και σε μια κατεύθυνση ανάλυσης με βάση την καμπύλη Philips, με την εφαρμογή των κατάλληλων οικονομικών πολιτικών, μια οικονομία θα μπορούσε να επιτύχει έναν αυξημένο ρυθμό ανάπτυξης και άρα να προσελκύσει ΑΞΕ, αλλά με τίμημα έναν υψηλότερο ρυθμό πληθωρισμού (Κώττη Α. & Κώττη Γ. 2001: 569). Πρόσφατες εμπειρικές έρευνες έχουν εντοπίσει μακροχρόνια μη γραμμικές σχέσεις μεταξύ πληθωρισμού και οικονομικής ανάπτυξης (Omankhanlen, 2011). Το αποτέλεσμα αυτών των εμπειρικών μελετών καταδεικνύει ότι ο πληθωρισμός έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη μόνο αν υπερβαίνει ένα ορισμένο όριο. Σε αντίθετη περίπτωση, ο πληθωρισμός δεν έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη, ούτε επιταχύνει την ανάπτυξη. Το όριο αυτό κυμαίνεται και εξαρτάται από διάφορους παράγοντες όπως η εξεταζόμενη χώρα καθώς και η εξεταζόμενη χρονική περίοδος Εμπειρικές μελέτες για τη σχέση ΑΞΕ και πληθωρισμού Στη μελέτη του Awan και Mahmood (2010) προκύπτει ότι υπάρχει μια θετική και σημαντική επίδραση του πληθωρισμού προς τις εισροές ΑΞΕ στο Πακιστάν. Οι Williams και Wint (2002) στην έρευνά τους για τη σχέση μεταξύ πληθωρισμού και ΑΞΕ συμπέραναν ότι μια σταθερή οικονομία προσελκύει περισσότερες άμεσες ξένες επενδύσεις σε σχέση με μια ασταθή οικονομία, αφού ένα περιβάλλον χαμηλού πληθωρισμού είναι καλύτερο για την προώθηση των εισροών ΑΞΕ. Ο Omankhanlen (2011) εξέτασε την επίδραση του πληθωρισμού στις ΑΞΕ και διαπίστωσε ότι ο πληθωρισμός δεν έχει άμεσες επιπτώσεις στις άμεσες ξένες επενδύσεις. Υπάρχουν επίσης εμπειρικές έρευνες που αμφισβητούν τις θετικές επιδράσεις του στοχευμένου ελέγχου του πληθωρισμού στην προσέλκυση ΑΞΕ. Έρευνα των Brito και Bystedt (2010), έδειξε πως η προσπάθεια μείωσης του πληθωρισμού σε αναπτυσσόμενες χώρες 20
21 οδήγησε σε πτώση του ρυθμού ανάπτυξης, ο οποίος σύμφωνα με τα όσα αναφέραμε νωρίτερα θεωρείται πως επηρεάζει θετικά την πραγματοποίηση ΑΞΕ σε μια οικονομία. Υπάρχουν δηλαδή αντικρουόμενες θεωρίες και εμπειρικά δεδομένα, όσον αφορά στο πώς ο πληθωρισμός επηρεάζει την πραγματοποίηση ΑΞΕ σε μια οικονομία Ανεργία και Άμεσες Ξένες Επενδύσεις Η επίδραση που ασκεί το ποσοστό ανεργίας στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων σε μια χώρα υποδοχής δεν είναι θεωρητικά ξεκάθαρη. Από τη μια πλευρά, το ποσοστό ανεργίας υποδηλώνει ένα δυνητικό και ενδεχομένως φθηνό εργατικό δυναμικό και ως εκ τούτου, η υψηλότερη ανεργία στη χώρα υποδοχής, είναι περισσότερο πιθανόν να σχετίζεται θετικά με τις εισροές ΑΞΕ. Από την άλλη πλευρά, αναμένεται μια αρνητική επίδραση του ποσοστού ανεργίας σχετικά με τις εισροές ΑΞΕ, δεδομένου ότι η υψηλή ανεργία, κατά βάση, συνδέεται συνήθως με εσωτερική οικονομική αστάθεια (Γρουμπός, 2013: 48). Αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο όμως είναι η επίδραση που ασκεί η εισροή ΑΞΕ στο ποσοστό ανεργίας μιας χώρας υποδοχής, καθώς όλο και περισσότερες αναπτυσσόμενες χώρες βλέπουν τις ΑΞΕ ως μοχλό οικονομικής ανάπτυξης. Τα αποτελέσματα μπορεί να διαφοροποιούνται ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της χώρας υποδοχής και τη μορφή με την οποία πραγματοποιούνται οι ΑΞΕ. Σύμφωνα με τον Alfaro et.al., (2004), στην πραγματικότητα η επίδραση που θα έχουν οι ροές ξένων κεφαλαίων στο ποσοστό ανεργίας δεν είναι πάντα ξεκάθαρες. Είναι γενικά αποδεκτό πως οι ΑΞΕ που γίνονται μέσω νέων ιδρύσεων (greenfield investments), αναμένεται να έχουν ένα θετικό αντίκτυπο στην απασχόληση, ενώ οι ΑΞΕ που γίνονται μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών (mergers & acquisitions), αναμένεται να έχουν μηδενική ή ακόμα και αρνητική επίδραση στην απασχόληση (Γρουμπός, 2013: 49). Το αν οι συγχωνεύσεις και εξαγορές θα έχουν θετική ή αρνητική μακροχρόνια επίδραση στο συνολικό ποσοστό ανεργίας, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εγχώριες διακλαδικές διασυνδέσεις της οικονομίας της χώρας υποδοχής (όπως παρατίθεται σε Γρουμπός, 2013: 49). 21
22 1.6. Συναλλαγματική ισοτιμία και Άμεσες Ξένες Επενδύσεις Η οικονομική θεωρία αναφέρει ότι μεταξύ της συναλλαγματικής ισοτιμίας και του ισοζυγίου πληρωμών, υπάρχει μια σχέση ένα προς ένα: η αύξηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας διεγείρει την αύξηση των εξαγωγών, μειώνει τις εισαγωγές και έχει την τάση να σταθεροποιηθεί το ισοζύγιο πληρωμών. Αντίστροφα, η μείωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας αποθαρρύνει τις εξαγωγές, διεγείρει την αύξηση των εισαγωγών και δημιουργεί αστάθεια στο ισοζύγιο πληρωμών (Iavorschi, 2014). Όσον αφορά στη σχέση μεταξύ της μεταβλητότητας των συναλλαγματικών ισοτιμιών και των ΑΞΕ, οι Cushman (1988) και οι Goldberg και Kolstad (1995) υποστηρίζουν ότι υπάρχει θετική σχέση μεταξύ των ΑΞΕ στις ΗΠΑ και της αστάθειας των συναλλαγματικών ισοτιμιών. Η εξέλιξη των ΑΞΕ καθορίζεται σε έναν βαθμό από την ανταγωνιστικότητα κόστους στη χώρα υποδοχής, η οποία επηρεάζεται επίσης από την εξέλιξη της συναλλαγματικής ισοτιμίας. Όταν ένα νόμισμα υποτιμάται έχει δύο πιθανές επιπτώσεις για τις ΑΞΕ. Κατ' αρχάς, η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος, συμβάλλει στη μείωση των πραγματικών μισθών και του κόστους παραγωγής σε σύγκριση με αυτές του εξωτερικού, δημιουργώντας έτσι για τη χώρα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα μέσω του χαμηλότερου κόστους του εργατικού δυναμικού, προσελκύοντας ξένους επενδυτές (Goldberg και Kolstad, 1995). Επιπλέον η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος μπορεί να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα μιας χώρας καθιστώντας τις εξαγωγές της φθηνότερες (Penkova- Pearson, 2011). Η κυμαινόμενη συναλλαγματική ισοτιμία παρέχει επίσης μια ευκαιρία για την εφαρμογή μιας αυτόνομης νομισματικής πολιτικής. Στην πράξη, ωστόσο, υπάρχουν κανάλια μετάδοσης, τα οποία μπορούν να αμβλύνουν ή να εξουδετερώσουν τις βραχυπρόθεσμες θετικές επιπτώσεις της υποτίμησης του νομίσματος και τις δυνατότητες για την εφαρμογή της αυτόνομης νομισματικής πολιτικής. Μεταξύ των παραγόντων που εξουδετερώνουν τα θετικά αποτελέσματα της υποτίμησης του νομίσματος μπορεί να είναι η αύξηση του πληθωρισμού και η αύξηση της τιμής των διάφορων ενδιάμεσων εισαγόμενων βιομηχανικών εισροών. Σε μεσοπρόθεσμη βάση, η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος δηλαδή, μπορεί να μην οδηγήσει σε μια βιώσιμη βελτίωση της ανταγωνιστικής θέσης της χώρας (Penkova-Pearson, 2011). Στην πράξη, τα κανάλια που μπορούν να μετριάσουν τις θετικές επιπτώσεις της υποτίμησης του νομίσματος στις εξαγωγές είναι οι εξής: Πρώτον, η υποτίμηση του εθνικού 22
23 νομίσματος οδηγεί σε ανατίμηση της τιμής των εισαγόμενων ενδιάμεσων προϊόντων, που είναι απαραίτητα για τις παραγωγικές διαδικασίες, οδηγώντας έτσι σε υψηλότερες δαπάνες των εταιρειών και σε επιδείνωση της τελικής τιμής των εξαγωγών. Δεύτερον, η υψηλότερη τιμή εισαγωγής αυξάνει το ποσοστό του πληθωρισμού. Αυτή η αύξηση του πληθωρισμού με τη σειρά της ασκεί πίεση στους ονομαστικούς μισθούς και περαιτέρω άνοδο των δαπανών των επιχειρήσεων. Η σύνδεση μεταξύ της συναλλαγματικής ισοτιμίας και των ΑΞΕ είναι αμφίσημη. Λαμβάνοντας υπόψη ότι αυξημένες ΑΞΕ μπορούν να δημιουργήσουν αύξηση της εσωτερικής παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών, μεγαλύτερη ικανοποίηση της εγχώριας ζήτησης, αύξηση των εξαγωγών, περιορισμό των εισαγωγών, σταθερότητα του εμπορικού ισοζυγίου, μπορούμε να πούμε ότι οι ΑΞΕ έχουν μια θετική επιρροή στη συναλλαγματική ισοτιμία. Γενικότερα όμως, η εξέλιξη της συναλλαγματικής ισοτιμίας θεωρείται ότι είναι αυτή που έχει αντίκτυπο στις ΑΞΕ. Σύμφωνα με ορισμένους (Iavorschi, 2014), όσο πιο ισχυρό είναι το νόμισμα ενός κράτους, τόσο μεγαλύτερη είναι η ροή ΑΞΕ που πραγματοποιείται προς αυτό, λόγω της εικόνας οικονομικής σταθερότητας που αυτό προσδίδει. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, μεταξύ των βασικών κινήτρων της πρώτης κατηγορίας ΑΞΕ είναι οι δασμοί στα εισαγόμενα προϊόντα και η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος. Οι δασμοί, που αποτελούν μέσο εμπορικής προστατευτικής πολιτικής και οι εθνικοί συναλλαγματικοί φραγμοί έχουν ως αποτέλεσμα να διατηρούνται αναμεσά στις χώρες σημαντικές διαφορές στα επίπεδα της παραγωγικότητας της εργασίας. Σύμφωνα με τον Busch, αυτή είναι και η αιτία της αλληλοσυσχέτισης μεταξύ των εξαγωγών εμπορευμάτων μιας χώρας και των ΑΞΕ που δέχεται 7. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη θεωρία του Busch στο διεθνές κλαδικό επίπεδο, η εξίσωση της ζήτησης και της προσφοράς διαμορφώνει τη διεθνή αγοραία τιμή, που είναι η τιμή που καθορίζεται από τους μέσους διεθνείς όρους αυτής της σφαίρας παραγωγής. Αυτή η τιμή καθορίζει πιο παραγωγικό εθνικό κλαδικό κεφάλαιο προσδίδει πρόσθετο κέρδος όταν πουληθεί στην ενιαία διεθνή αγοραία τιμή. Από την άποψη του συνόλου των κεφαλαίων μιας χώρας, προκύπτει ότι η σχετικά περισσότερο αναπτυγμένη χώρα μπορεί να πραγματοποιεί στην παγκόσμια αγορά ένα πρόσθετο κέρδος. Αυτό το πρόσθετο κέρδος έχει ως αποτέλεσμα τη συμπίεση της τιμής ενός ομοιογενούς προϊόντος κάτω από το μέσο διεθνές επίπεδο τιμών (αν και πάνω από το εθνικό ) οδηγώντας 7 H ανάλυση αυτή βασίζεται σε Οικονομάκης κ.ά.,(2014) 23
24 στην αύξηση της ζήτησης για τα προϊόντα της περισσότερο αναπτυγμένης χώρας. Για δεδομένη συναλλαγματική ισοτιμία, η αυξημένη ζήτηση για τα προϊόντα της πιο αναπτυγμένης χώρας οδηγεί σε (αυξανόμενο) πλεόνασμα στο εμπορικό ισοζύγιό της και σε αυξημένης ζήτηση για το συνάλλαγμά της. Ταυτόχρονα, η (σχετικά ) λιγότερο αναπτυγμένη χώρα αντιμετωπίζει (διευρυνόμενο) έλλειμμα στο εμπορικό της ισοζύγιο και αυξημένη προσφορά συναλλάγματος. Σύμφωνα πάντα με τον Busch 8, σε ένα σύστημα ελευθέρα κυμαινομένων τιμών συναλλάγματος, σύντομα το αποτέλεσμα θα είναι η υποτίμηση του νομίσματος της λιγότερο αναπτυγμένης χωράς και η αντίστοιχη ανατίμηση του νομίσματος της περισσότερο αναπτυγμένης. Η μεταβολή των συναλλαγματικών ισοτιμιών, καθιστώντας σχετικά ακριβότερα τα εισαγόμενα προϊόντα της περισσότερο αναπτυγμένης χώρας (και αντιστοίχως σχετικά φθηνότερα της λιγότερο αναπτυγμένης) συρρικνώνει ή εξαλείφει το πλεονέκτημα παραγωγικότητας του πιο αναπτυγμένου κλαδικού εθνικού κεφαλαίου, περιορίζοντας ή και εξαφανίζοντας τα πρόσθετα κέρδη που πραγματοποιούσε έναντι των λιγότερο αναπτυγμένων διεθνών ανταγωνιστών, που παράγουν με χαμηλότερη παραγωγικότητα της εργασίας, έχοντας σαν αποτέλεσμα την αναπαραγωγή του λιγότερο παραγωγικού εθνικού κεφαλαίου. Το γεγονός ότι το πιο παραγωγικό εθνικό κλαδικό κεφάλαιο χάνει τη δυνατότητα να πραγματοποιεί πρόσθετα κέρδη μέσω της εξαγωγής εμπορευμάτων στην παγκόσμια αγορά, οδηγεί στην πραγματοποίηση ΑΞΕ, με σκοπό τη διατήρηση των πρόσθετων κερδών. Όπως επισημαίνει ο Μηλιός, καθώς... το ποσοστό κέρδους σε μια λιγότερο αναπτυγμένη βιομηχανική χώρα είναι συνήθως υψηλότερο, διανοίγεται η δυνατότητα για το κεφάλαιο με την υψηλότερη παραγωγικότητας εργασίας να υπερπηδήσει τους εθνικούςσυναλλαγματικούς φραγμούς και να διατηρήσει τα πρόσθετα κέρδη του μέσα από την άμεση επένδυση στη λιγότερο αναπτυγμένη βιομηχανική χώρα. Πρόκειται για μια κεφαλαιακή κίνηση με ανοικτά επιθετικό χαρακτήρα για την εξασφάλιση ενός πρόσθετου κέρδους (όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α., 2014.). 8 H ανάλυση αυτή βασίζεται σε Οικονομάκης κ.ά.,(2014) 24
25 Εμπειρικές μελέτες για τη συναλλαγματική ισοτιμία και εισαγωγές- εξαγωγές Στην οικονομική βιβλιογραφία η σχέση της συναλλαγματικής ισοτιμίας και των εξαγωγών και εισαγωγών μιας χώρας συζητείται έντονα από τη δεκαετία του 1980, από όταν δηλαδή το διεθνές εμπόριο παρουσίασε σημαντική αύξηση (Gherman & Stefan, 2013). Επιπλέον, το ζήτημα της υποτίμησης ή ανατίμησης της συναλλαγματικής ισοτιμίας, εξετάζεται συχνά σε σχέση με την οικονομική ανάπτυξη, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, την εσωτερική κατανάλωση και τις εξαγωγές των εμπορευμάτων. Οι μελέτες αποκαλύπτουν μια ποικιλία αποτελεσμάτων. Οι Razin et.al (1999) βρήκαν ότι η ανατίμηση ενός νομίσματος μπορεί να εμποδίσει την οικονομική ανάπτυξη ενώ στα ίδια αποτελέσματα κατέληξε και ο Rajan (2005). Αντίθετα, υπάρχουν μελέτες που έχουν δείξει ότι η ανάπτυξη θα μπορούσε να ενισχυθεί με την υποτίμηση του εθνικού νομίσματος (Berg και Miao, 2010). Η σχέση μεταξύ της συναλλαγματικής ισοτιμίας και των εξαγωγών έχει αναλυθεί από ένα πλήθος μελετητών και πιο συγκεκριμένα αυτό που εξετάστηκε ήταν η επίδραση της υποτίμησης ενός νομίσματος στις εξαγωγές. Οι Fang et al. (2006) μελέτησαν την επίδραση που έχουν στις εξαγωγές η υποτίμηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας για μια ομάδα οικονομιών από την Ασία (Μαλαισία, Ταϊλάνδη, Ινδονησία, Ιαπωνία, Φιλιππίνες, Σιγκαπούρη, Δημοκρατία της Κορέας και Κινεζική Ταϊπέι) και βρήκαν ότι η σχέση είναι αδύναμη και ποικίλλει από χώρα σε χώρα (όπως παρατίθεται σε Gherman & Stefan, 2013). Σε άλλη περίπτωση, οι Wang και Ji (2006) κατέληξαν στο συμπέρασμα σχετικά με το διεθνές εμπόριο της Κίνας (κατά τη διάρκεια ), ότι οι διακυμάνσεις της ισοτιμίας του κινεζικού γιουάν δεν είχε καμία επιρροή στις εξαγωγές ή εισαγωγές (όπως παρατίθεται σε Gherman & Stefan, 2013). Ορισμένα ενδιαφέροντα αποτελέσματα έχουν ληφθεί για την τουρκική λίρα και την επίδραση της συναλλαγματικής ισοτιμίας στις εισαγωγές και τις εξαγωγές της Τουρκίας. Αρχικά, οι Aydin κ.α (2004) έχουν μελετήσει την κατάσταση από το 1987 και το 2003 και το συμπέρασμά τους είναι ότι η συναλλαγματική ισοτιμία δεν έχει καμία επιρροή επί των εξαγωγών, αλλά επηρεάζει τις εισαγωγές (όπως παρατίθεται σε Γρουμπός, 2011). Δεύτερον, οι Binatli και Sohrabji (2009) αναλύουν την περίοδο και έχουν βρει ότι μια υποτίμηση της τουρκικής λίρας έχει αρνητικές επιπτώσεις τόσο στις εισαγωγές, όσο και τις εξαγωγές (όπως παρατίθεται σε Γρουμπός, 2011). 25
26 Οι Bernard et al. (2004) έχουν εστιάσει στην οικονομία των ΗΠΑ για την περίοδο και έχουν βρει ότι η μεταβλητότητα της συναλλαγματικής ισοτιμίας ήταν ένας καθοριστικός παράγοντας της αύξησης των εξαγωγών. Οι Lemmers και Vancauteren (2009) ανέλυσαν την ολλανδική οικονομία κατά τη χρονική περίοδο και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η διακύμανση του ευρώ κατά 10% σε σχέση με το αμερικανικό δολάριο οδήγησε σε μείωση των ολλανδικών εξαγωγών κατά 1,8% αλλά δεν είχε οποιαδήποτε αξιοσημείωτη επίδραση επί των εισαγωγών Οι μισθοί, η παραγωγικότητα της εργασίας και οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις Οι μισθοί ακολουθούν λιγότερο ή περισσότερο την εξέλιξη της παραγωγικότητας της εργασίας (Krugman και Obstfeld όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α., 2014). Δεδομένης της υψηλότερης παραγωγικότητας της εργασίας στις αναπτυγμένες χώρες, φαίνεται ότι το κεφάλαιο δεν ελκύεται πρωτίστως από τους χαμηλούς μισθούς. Παρά τους υψηλότερους μισθούς στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, η υψηλότερη παραγωγικότητα της εργασίας σε αυτές, οδηγεί σε υψηλότερο ποσοστό κέρδους έλκοντας τις διεθνείς ροές κεφαλαίου (Οικονομάκης κ.α., 2014). Ως προς την κατηγορία των ΑΞΕ που πραγματοποιούνται κατά βάση στις χώρες με υψηλούς μισθούς, αυτή, σύμφωνα με τον Busch, αφορά στην πρώτη κατηγορία, δηλαδή στις «προσανατολισμένες στην αγορά άμεσες επενδύσεις» σε υποκατάσταση της εξαγωγής εμπορευμάτων (Οικονομάκης κ.α., 2014). Στη βάση αυτή, ο Busch αμφισβητεί τη σπουδαιότητα του κινήτρου χαμηλοί μισθοί για την πραγματοποίηση των ΑΞΕ, την οποία υποστηρίζουν οι θεωρίες περί μετατόπισης της παραγωγής 9. Ωστόσο, για τους σημαντικότερους βιομηχανικούς κλάδους των ανεπτυγμένων χωρών (κλάδοι έντασης ανθρώπινου κεφαλαίου) τις καθοριστικότερες μεταβλητές ανταγωνιστικότητας αποτελούν παράγοντες όπως η υψηλά ειδικευμένη εργατική εργασία, η πρόσβαση σε κέντρα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης και η δυνατότητα χρήσης άρτιου 9 Σύμφωνα με τη θεωρία περί μετατόπισης της παραγωγής ως αποφασιστικός παράγοντας για την ανταγωνιστικότητα μιας επιχείρησης θεωρούνται τα κόστη για ανειδίκευτη εργασία. 26
27 επικοινωνιακού δικτύου, ενώ οι μισθοί των ανειδίκευτων εργατών έχουν δευτερεύουσα σημασία 10. Αυτό για το οποίο γράφει ο Busch δεν είναι παρά η συγκρότηση ενός υψηλά εξειδικευμένου εργαζόμενου καθώς και η ανάπτυξη εξωτερικοτήτων, που αποτελούν προϋποθέσεις υψηλής παραγωγικότητας της εργασίας (και έτσι αύξησης της κεφαλαιακής κερδοφορίας) και επομένως κίνητρο για ΑΞΕ. Όσον αφορά ειδικότερα στις εξωτερικότητες (π.χ. δέσμες ΑΞΕ σε μια τοποθεσία που συναρτώνται με την πρόσβαση σε κέντρα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, τη δυνατότητα χρήσης άρτιου επικοινωνιακού δικτύου και την ύπαρξη ειδικευμένων επιχειρήσεων για παροχή συμβουλών), θα πρέπει να διασαφηνίσουμε ότι δεν συνδέονται αποκλειστικά με τις ΑΞΕ για παραγωγή για μια τρίτη αγορά ή/και την παγκόσμια αγορά αποτελώντας κίνητρό τους: μείωση του κόστους των εισροών της διαδικασίας παραγωγής, μέσω της αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας. Συνεπώς, δεν εντάσσονται ερμηνευτικά μόνο στη δεύτερη κατηγορία ΑΞΕ. Αποτελούν ταυτόχρονα και κίνητρο των προσανατολισμένων στην εγχώρια αγορά ΑΞΕ (πρώτη και τέταρτη κατηγορία), εφόσον σε κάθε περίπτωση η βασική συνθήκη των επενδυτικών επιλογών του κεφαλαίου είναι η αυξημένη κερδοφορία 11. Σύμφωνα με τις θεωρίες μετατόπισης της παραγωγής, οι διεθνείς διαφορές στο επίπεδο του μισθού μπορούν να παίξουν ρόλο όσον αφορά στις επενδυτικές επιλογές του κεφαλαίου, μόνο για χώρες με συγκρίσιμα επίπεδα παραγωγικότητας της εργασίας. Οι χαμηλοί μισθοί μπορούν να αποτελέσουν παράγοντα κερδοφορίας για το κεφάλαιο, και υπό αυτήν την έννοια κίνητρο για ΑΞΕ σε μια χώρα, εφόσον η παραγωγικότητα της εργασίας στη χώρα αυτή είναι σε τέτοια επίπεδα που να μην εξανεμίζεται το πλεονέκτημα του σχετικά χαμηλότερου εργατικού κόστους (Οικονομάκης κ.α., 2014). Η σχέση μισθών - παραγωγικότητας της εργασίας εκφράζει τη σχέση εργατικού κόστους και «ποιότητας» της εργασίας και συμπυκνώνεται στο κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Ανασκοπώντας εμπειρικές έρευνες πάνω στην ειδική σημασία του ύψους του εργατικού κόστους έναντι της «ποιότητας» της εργασίας η μελέτη του Lim προτείνει αυτήν την τελευταία μεταβλητή (κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος) ως τον καλύτερο ενδείκτη των σχετικών επενδυτικών αποφάσεων. Σε πραγματικούς όρους πρόκειται για το πραγματικό μοναδιαίο 10 Η παράγραφος αυτή βασίζεται σε Οικονομάκης κ.α. (2014). 11 Η παράγραφος αυτή βασίζεται σε Οικονομάκης κ.α. (2014). 27
28 κόστος εργασίας, το οποίο και θα διερευνήσουμε στη συνέχεια της ανάλυσης αναφορικά με τη ρουμανική και ελληνική οικονομία. Υπό την έννοια αυτών των προϋποθέσεων οι μισθοί πράγματι δεν μπορούν, αποσυνδεδεμένα από την παραγωγικότητα της εργασίας, να θεωρηθούν ως ένα αυτοτελές κίνητρο για ΑΞΕ εντασσόμενο ειδικά στη δεύτερη κατηγορία ΑΞΕ. Το ξένο κεφάλαιο, ceteris paribus, μπορεί να επιλέξει την επένδυσή του σε μια χώρα όπου οι χαμηλοί μισθοί εν σχέσει προς την παραγωγικότητα της εργασίας του προσφέρουν ένα πρόσθετο κέρδος, ανεξάρτητα από τον παραγωγικό προσανατολισμό και τη στόχευση των επενδύσεών του (Οικονομάκης κ.α., 2014). Ειδικότερα, σε κλαδικό επίπεδο, για δεδομένους τους μισθούς, η υψηλή κλαδική παραγωγικότητα της εργασίας αποτελεί παράγοντα έλξης των ΑΞΕ σε έναν παραγωγικό κλάδο. Δηλαδή, για δεδομένους τους μισθούς, το ξένο κεφάλαιο τείνει να επενδύεται σε χώρες υψηλής παραγωγικότητας της εργασίας, και για δεδομένη τη μέση παραγωγικότητα της εργασίας μιας χώρας σε κλάδους υψηλής παραγωγικότητας της εργασίας εντός αυτής (Οικονομάκης κ.α., 2014) Οι ΑΞΕ και το εμπόριο Μεταξύ των βασικών κινήτρων πραγματοποίησης ΑΞΕ της πρώτης κατηγορίας αναφέρθηκαν οι δασμοί επί των εισαγόμενων προϊόντων. Με την εφαρμογή μέτρων εμπορικής προστατευτικής πολιτικής οι τιμές των εισαγόμενων αγαθών αυξάνονται. Αυτή η πολιτική καθίσταται αναγκαία για την προστασία των λιγότερο παραγωγικών εγχώριων κλαδικών κεφαλαίων, απέναντι σε πιο παραγωγικούς διεθνείς ανταγωνιστές. Η εμπορική προστατευτική πολιτική αποσκοπεί, επομένως, στην αφαίρεση από το πιο παραγωγικό ξένο κλαδικό κεφάλαιο των πρόσθετων κερδών που μπορεί να λαμβάνει (για ένα ομοιογενές προϊόν), το οποίο πωλείται σε μια ενιαία διεθνή αγοραία τιμή. Μέσω της άμεσης επένδυσης το ξένο κεφάλαιο παράγει μέσα στην εγχώρια αγορά υπερπηδώντας τη δασμολογική προστασία 12. Αυτή η διαδικασία υποκατάστασης των εισαγωγών στη χώρα αποδέκτη ΑΞΕ (ή μετατροπής των εξαγωγών εμπορευμάτων σε εξαγωγές κεφαλαίου για τη χώρα που πραγματοποιεί ΑΞΕ), ceteris paribus, μπορεί να δημιουργήσει μια δυναμική διαδικασία εξωτερικοτήτων. Επομένως, οι εξωτερικές οικονομίες όχι μόνο δεν συνδέονται ειδικά με τις 12 Η παράγραφος αυτή βασίζεται σε Οικονομάκης κ.α. (2014). 28
29 ΑΞΕ για παραγωγή για μια τρίτη αγορά ή/και την παγκόσμια, όπως ήδη σημειώσαμε, αλλά αποτελούν αποτέλεσμα και των ΑΞΕ της πρώτης κατηγορίας. Σύμφωνα με αυτή την ερμηνεία των ΑΞΕ, η χώρα υποδοχής των ΑΞΕ πρέπει να παράγει η ίδια εκείνα τα προϊόντα των οποίων η εισαγωγή υποκαθίσταται από τις ΑΞΕ, και μάλιστα σε ένα σχετικά υψηλό επίπεδο παραγωγικότητας της εργασίας υψηλότερο, ακόμα και από τον εθνικό μέσο όρο. Διαφορετικά δεν τίθεται ζήτημα προστασίας από το διεθνή ανταγωνισμό (μέτρα εμπορικής προστατευτικής πολιτικής, υποτίμηση του νομίσματος) ούτε ζήτημα εισροών ΑΞΕ για την παράκαμψη της προστασίας. Επομένως, υπό την οπτική της θεωρίας της τροποποίησης του νόμου της αξίας στην παγκόσμια αγορά, οι ΑΞΕ της πρώτης κατηγορίας πραγματοποιούνται μεταξύ χωρών με μη-ριζικά διαφορετικές παραγωγικές δομές, άρα και μη-ριζικά διαφορετικές δομές διεθνούς εμπορίου (Οικονομάκης κ.α., 2014). Στη περίπτωση όμως μεγάλων διαφορών παραγωγικότητας μεταξύ των χωρών, σύμφωνα με τη θεωρία του Busch τα λιγότερο αναπτυγμένα κράτη μπορούν μεν να συναγωνιστούν στο εξωτερικό εμπόριο τα πιο αναπτυγμένα, αλλά δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν άμεσα επενδύσεις, δεδομένου ότι η παραγωγή στο εξωτερικό δεν θα ήταν ανταγωνιστική (Οικονομάκης κ.α., 2014). Σύμφωνα με τον Busch οι ΑΞΕ σε αναπτυσσόμενες χώρες που προσανατολίζονται στην εσωτερική αγορά έχουν πολύ μεγαλύτερη σημασία από τις επενδύσεις κεφαλαίων που είναι προσανατολισμένες στα κόστη (όπως παρατίθεται στο Οικονομάκης κ.α., 2014). Σύμφωνα επομένως με την προβληματική Busch, ο κύριος όγκος των ΑΞΕ έχει τον χαρακτήρα επενδύσεων για παραγωγή προϊόντων για την εγχώρια αγορά σε υποκατάσταση της εξαγωγής εμπορευμάτων και, αντίστοιχα, ερμηνεύεται από τις προσανατολισμένες στην αγορά θεωρίες για τις ΑΞΕ. Η παγκοσμιοποίηση είναι ένα φαινόμενο το οποίο χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι πραγματοποιείται (εξελίσσεται) ανεξάρτητα από το κατά πόσον οι επιμέρους χώρες συμμετέχουν ή όχι. Οι εξαγωγές για πολλές αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες οικονομίες αποτελούν ένα σημαντικό μονοπάτι για την επίτευξη υψηλότερου ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης. Παρά όμως το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει το εμπόριο στην παγκόσμια αγορά, οι πολυεθνικές εταιρείες σε πολλές περιπτώσεις επιλέγουν την εσωτερίκευση της παραγωγής τους μέσω της πραγματοποίησης άμεσων ξένων επενδύσεων, η οποία καταγράφεται να έχει αύξουσα τάση κατά την τελευταία δεκαετία, ξεπερνώντας την επέκταση του εμπορίου κατά την ίδια περίοδο (Carp, 2014). 29
30 Από τη θεωρητική και εμπειρική βιβλιογραφία προκύπτει ότι μεταξύ των ΑΞΕ, των εξαγωγών και της οικονομικής ανάπτυξης υπάρχει σχέση αλληλεξάρτησης. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν μελέτες που δείχνουν μονόδρομη αιτιότητα μεταξύ των μεταβλητών (Pachero, 2005), ενώ άλλες δεν αναγνωρίζουν αιτιότητα μεταξύ των ΑΞΕ και του εμπορίου. Πιο συγκεκριμένα, διερευνήθηκε η σχέση μεταξύ των ΑΞΕ, του εμπορίου και της οικονομικής ανάπτυξης στην Ινδία κατά την περίοδο , η οποία κατέδειξε θετική σχέση μεταξύ των ΑΞΕ και του εμπορίου, που θεωρούνται σημαντικοί παράγοντες της οικονομικής ανάπτυξης (Jayachandran & Seilan, 2010). Χρησιμοποιώντας στοιχεία από τους δείκτες παγκόσμιας ανάπτυξης της Παγκόσμιας Τράπεζας, για την περίοδο για τις εισροές ΑΞΕ, εξαγωγών και εισαγωγών αποδείχτηκε αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των άμεσων ξένων επενδύσεων και του εμπορίου στο Μπαγκλαντές (Rahman, 2011). Από την άλλη πλευρά, στην τουρκική οικονομία διερευνήθηκε η σχέση μεταξύ της οικονομικής ανάπτυξης, των ΑΞΕ και των εξαγωγών, αποκαλύπτοντας την απουσία αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, των ροών ΑΞΕ και των εξαγωγών για την Τουρκία (Tsamis & Georgantopoulos, 2011). Ο αντίκτυπος των ΑΞΕ στο εμπόριο της χώρας υποδοχής διαφέρει ανάλογα με τα κίνητρα των ΑΞΕ - είτε πρόκειται για efficiency-seeking, market-seeking, resource-seeking ή strategic asset- seeking FDI. Οι ΑΞΕ γενικά θεωρείται πως μπορούν να έχουν συμβολή στην οικονομική ανάπτυξη των αναπτυσσόμενων χωρών υποστηρίζοντας την ανάπτυξη των εξαγωγών τους. Οι efficiency-seeking ΑΞΕ συνήθως προορίζονται για εξαγωγές, και ως εκ τούτου η επίπτωση αυτού του τύπου ΑΞΕ είναι πιθανό, υπό προϋποθέσεις, να οδηγήσει σε βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας υποδοχής. Αν οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται εγχωρίως μεταβάλλουν τα προϊόντα που προορίζονται για εξαγωγές, τότε το τελικό προϊόν που εξάγεται είναι υψηλής προστιθέμενης αξίας. Στις περιπτώσεις όπου τα ενδιάμεσα αγαθά εισάγονται από χώρες εκτός της οικονομίας υποδοχής, οι efficiency-seeking ΑΞΕ πέρα από τις εξαγωγές θα αυξήσουν και τις εισαγωγές. Παρ' όλα αυτά, δεδομένου ότι ορισμένες προστιθέμενης αξίας διεργασίες λαμβάνουν χώρα στο εσωτερικό της οικονομίας υποδοχής, ο συνολικός αντίκτυπος θα είναι συνήθως η βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου σε μακροπρόθεσμη βάση. Στη βιβλιογραφία, η αύξηση των εξαγωγών συνδέεται συχνά με την απελευθέρωση του εμπορίου, αν και αυτό σημαίνει επίσης περισσότερες εισαγωγές (Kastrati, 2013). 30
31 Σύμφωνα με τη νεοκλασική οικονομική θεωρία, η απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου μπορεί να ενισχύσει την οικονομική ανάπτυξη, δίνοντας στις χώρες τη δυνατότητα για πρόσβαση στην παγκόσμια αγορά και την τεχνολογία και την οικειοποίηση ενδιάμεσων κεφαλαιουχικών αγαθών και πρώτων υλών, οφέλη που συνδέονται με τις οικονομίες κλίμακας και τον ανταγωνισμό της αγοράς (Kastrati, 2013). Όσον αφορά το θέμα της θετικής σχέσης ανάμεσα στις εισροές ΑΞΕ και τον όγκο των εξαγωγών, οι χώρες των οποίων οι οικονομίες χαρακτηρίζονται από εξαγωγικό προσανατολισμό θεωρείται ότι απολαμβάνουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα από τις ΑΞΕ (Balasubramanyam et al., 1999). Πιο συγκεκριμένα, οι ΑΞΕ οδηγούν σε εξωτερικότητες και έχουν spillover effects, για αυτό και οι ΑΞΕ μπορούν να αποτελέσουν κινητήρια δύναμη για την αύξηση των εξαγωγών των αναπτυσσόμενων χωρών. Οι Blomstrom et al.(1994) ανέλυσαν τα εμπειρικά στοιχεία σχετικά με τις επιπτώσεις στη χώρα υποδοχής των ΑΞΕ και διαπίστωσαν ότι οι πολυεθνικές εταιρείες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των εξαγωγών σε αρκετές χώρες υποδοχής, αλλά ότι η ακριβής φύση των επιπτώσεων των ΑΞΕ ποικίλλει μεταξύ των διαφόρων οικονομικών κλάδων και χωρών. Σε γενικές γραμμές, οι εισροές ΑΞΕ πέρα από τα κέρδη από το διεθνές εμπόριο θεωρείται ότι προσφέρουν δυναμικά κέρδη και από τη μεταφορά τεχνολογίας η οποία βελτιώνει τις ικανότητες παραγωγής των χωρών υποδοχής. 31
32 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 : Ρουμανία- Ελλάδα, ανασκόπηση της πορείας της κάθε χώρας 2.1. Ρουμανία, κοινωνική και οικονομική πορεία της χώρας Η Ρουμανία αποτελεί την τρίτη μεγαλύτερη οικονομία μεταξύ των οικονομιών σε μετάβαση, ενώ θεωρείται μια χώρα με μεγάλες οικονομικές δυνατότητες: εύφορες γεωργικές εκτάσεις, σημαντική μηχανική παράδοση, διάφορες πηγές ενέργειας (άνθρακας, πετρέλαιο, φυσικό αέριο, υδροηλεκτρική και πυρηνική ενέργεια), ένα καλά εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό με σχετικά χαμηλό μισθολογικό κόστος, ενώ επίσης προσφέρει ευκαιρίες για ανάπτυξη στον τομέα του τουρισμού λόγω της προνομιακής στρατηγικής θέσης της στον Εύξεινο Πόντο και τον Δούναβη (Constantin et al., 2011) Η περίοδος μετάβασης της ρουμανικής οικονομίας στην ελεύθερη αγορά ( ) Το 1990 η Ρουμανία ξεκίνησε τη μετάβασή της από μια κεντρικά οργανωμένη οικονομία έχοντας τα πλεονεκτήματα της έλλειψης εξωτερικών χρεών, προς τον καπιταλισμό και τα δυτικά «πρότυπα» δημοκρατίας (Constantin et al., 2011). Ωστόσο, οι προσπάθειες ένταξης της ρουμανικής οικονομίας στην ελεύθερη αγορά ξεκίνησαν με μια δραστική μείωση του ΑΕΠ στις αρχές της δεκαετίας του 1990 (Constantin et al., 2011). Η Ρουμανία αντιμετώπισε το δύσκολο έργο της αναδιάρθρωσης της παραγωγικής της δομής. Ο ρυθμός της οικονομικής μεταρρύθμισης, συμπεριλαμβανομένων των ιδιωτικοποιήσεων, της επιστροφής των κολεκτιβοποιημένων γεωργικών εκτάσεων στους αρχικούς ιδιοκτήτες της και της κατάργησης των κρατικών επιδοτήσεων για καταναλωτικά αγαθά, υπήρξε βραδύτερος από ό,τι σε άλλες χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (Constantin et al., 2011). Κατ' αρχάς, η μετάβαση της ρουμανικής οικονομίας προς τις οικονομίες της ελεύθερης αγοράς ξεκίνησε χωρίς εξωτερικά χρέη, το οποίο είναι μεγάλο πλεονέκτημα σε σχέση με άλλες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία.To Δεκέμβριο του 1989 πραγματοποιήθηκε επανάσταση εναντίον του τότε ηγέτη της Νικολάε Τσαουσέσκου και ανατροπή της κυβέρνησής του (Constantin et al., 2011). H Ρουμανία γνώρισε μια οδυνηρή μετάβαση στην προσπάθειά της για συμμετοχή στις αγορές. Πολλοί αναλυτές προσφέρουν ως εξήγηση τη σταδιακή διαδικασία 32
33 μετασχηματισμού που πραγματοποιήθηκε, αντί μιας πιο «αποτελεσματικής» θεραπείας σοκ (Constantin et al., 2011). Για ένα μεγάλο μέρος της δεκαετίας του 1990 η ρουμανική οικονομία χαρακτηρίζεται από μεγάλες οικονομικές δυσκολίες, υψηλά ποσοστά ανεργίας, υψηλά επίπεδα πληθωρισμού και ελλείψεις καταναλωτικών αγαθών (Constantin et al., 2011) Η πορεία της ρουμανικής οικονομίας από το 2000 μέχρι και την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 Η οικονομική ανάκαμψη της ρουμανικής οικονομίας ξεκίνησε το 2000, η οποία ήταν και η χρονιά που άρχισαν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ρουμανία τελικά εισέρχεται στην Ε.Ε. την 1η Ιανουαρίου Η Ρουμανία από το 2000 και μετά εμφανίζει αυξανόμενους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης που οδηγούν σε μια περίοδο οικονομικής ευημερίας με αισιόδοξες μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προσδοκίες, παρά τις σοβαρές προειδοποιήσεις για ορισμένες μη βιώσιμες συντεταγμένες ανάπτυξης (Constantin et al., 2011). Από το 2000, η κυβέρνηση της Ρουμανίας έχει δεσμευθεί να συμμετάσχει σε μια μακροοικονομική πολιτική σταθεροποίησης και ένα σταθερότερο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων στα πλαίσια της ενταξιακής διαδικασίας στην Ε.Ε. Επίσης, αποφάσισε να επιδιώξει ενεργά τις συμβουλές και την οικονομική βοήθεια από διεθνείς οργανισμούς, ιδίως το ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανάπτυξης και τον ΟΟΣΑ (OECD report, 2012). Σημαντική ημερομηνία για την πορεία της ρουμανικής οικονομίας αποτέλεσε η 1/1/2007, η ημερομηνία δηλαδή της ένταξης της χώρας στην Ε.Ε. Παρόλα αυτά, πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας ότι η διαδικασία ένταξης της Ρουμανίας στην Ε.Ε., εκτός από σημαντικές ευκαιρίες είχε και σημαντικά κόστη για τη χώρα, τόσο σε οικονομικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο. Η συμμετοχή της Ρουμανίας στην Ε.Ε. θεωρείται γενικά πως είχε θετικό αντίκτυπο στην εισροή ξένου κεφαλαίου στη χώρα, καθώς οι ξένοι επενδυτές θεώρησαν το γεγονός αυτό ως ένδειξη σταθερότητας της ρουμανικής οικονομίας (Vasilescu et.al., 2008). Οι εισροές των ΑΞΕ στη Ρουμανίας έφτασαν το ιστορικά υψηλότερο σημείο τους το 2008, κυρίως ως αποτέλεσμα των ιδιωτικοποιήσεων που πραγματοποιήθηκαν καθώς και των νέων επενδυτικών εγχειρημάτων στους τομείς της χρηματοοικονομικής διαμεσολάβησης και του εμπορίου. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε το πολιτικό και νομικό πλαίσιο της 33
34 Ρουμανίας όσον αφορά την προσέλευσή ΑΞΕ. Πιο συγκεκριμένα, η Ρουμανία ανέπτυξε φιλελεύθερη προσέγγιση ως προς την κατεύθυνση των άμεσων ξένων επενδύσεων και για τo λόγο αυτό δημιούργησε τον κρατικό οργανισμό ARIS (Romanian Agency for Foreign Investment) με σκοπό την προσέλκυση ξένων επενδυτών στη ρουμανική χώρα (OECD report, 2015). Στην εθνική νομοθεσία αποτυπώνεται η χορήγηση επενδυτικών κινήτρων και το ρυθμιστικό πλαίσιο των ιδιωτικοποιήσεων. Με βάση τη ρουμανική νομοθεσία, οι ξένοι επενδυτές εν γένει επιτρέπεται να επενδύουν σε οποιονδήποτε τομέα ή σε οποιαδήποτε νομική μορφή και μπορούν να μετατρέψουν και να μεταφέρουν στο εξωτερικό οποιοδήποτε νόμιμο εισόδημα που προέρχεται από την επένδυση τους (OECD report, 2015). Ένα άλλο σημαντικό βήμα προς την προσέλκυση ξένου κεφαλαίου στη Ρουμανία, ήταν η απόφαση της τότε κυβέρνησης να αναπροσαρμόσει το φορολογικό καθεστώς και να καθιερώσει ένα χαμηλό ενιαίο φορολογικό συντελεστή του 16% από τις αρχές του 2005 (Vasilescu et.al., 2008). Αυτή η αναπροσαρμογή της φορολογίας αύξησε σημαντικά την ανταγωνιστικότητα της χώρας και την κατέστησε ανάμεσα στους πιο δελεαστικούς προορισμούς για πραγματοποίηση ΑΞΕ στην περιοχή της Ανατολικής Ευρώπης (Vasilescu et.al., 2008). Η Ρουμανία μετά το 2000 γίνεται αποδέκτης σημαντικών χρηματικών κεφαλαίων που σκοπό έχουν τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας αλλά και των υποδομών της. Η EBRD (European Bank for Reconstruction and Development) αποτελεί τον μεγαλύτερο επενδυτή στη Ρουμανία καθώς το 2006 συμφωνεί στην πραγματοποίηση 106 επενδυτικών προγραμμάτων στη Ρουμανία, αξίας 3.2 δις. Ευρώ (Vasilescu et.al., 2008). Το 67% αυτών των επενδύσεων αφορούν κυρίως την ανάπτυξη υποδομών, τη βελτίωση των μεταφορών καθώς και την ανάπτυξη του χρηματοπιστωτικού τομέα. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Ένωση παρείχε στη ρουμανική οικονομία, καθόλη τη διάρκεια της προ-ενταξιακής της περιόδου, σημαντικά κονδύλια με σκοπό τη βελτίωση των γενικότερων υποδομών της. Μέχρι το τέλος του 2006, η ρουμανική κυβέρνηση είχε ιδιωτικοποιήσει ένα μεγάλο μέρος της οικονομίας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν : η Romanian Commercial Bank (πουλήθηκε στην Erste Bank το τέλος του 2005), η Petrom, η κρατική εταιρεία πετρελαίου (πουλήθηκε στην OMV το 2004), η Αγροτική Τράπεζα της Ρουμανίας (πουλήθηκε στη Raiffeisen το 2001), η Sidex, μεγάλη χαλυβουργική εταιρεία (πουλήθηκε στη LMN Ispat το 2000), η Romanian Development Bank (πουλήθηκε στη Societe Generale το 1998) και τέλος η κρατική αυτοκινητοβιομηχανία Dacia που πουλήθηκε στη γαλλική Renault το
35 (Vasilescu et.al., 2008). Η αύξηση στις εισροές των ΑΞΕ μειώθηκαν σημαντικά κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2008, αρχικά ως αντίδραση στους εξωτερικούς κραδασμούς της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης (Constantin et al., 2011). Οι δυσκολίες της μετάβασης, οι αδυναμίες και οι οικονομικές, κοινωνικές και θεσμικές ανισορροπίες επηρέασαν τη δυνατότητα αντίδρασης της ρουμανικής οικονομίας στην παγκόσμια κρίση, αποδεικνύοντας ότι η παγκόσμια κρίση επιτάχυνε την αναπόφευκτη εσωτερική κρίση και διόγκωσε τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα Η περίοδος της οικονομικής κρίσης στη ρουμανική οικονομία (2008 και μετά) Η διεθνής οικονομική κρίση άρχισε να επηρεάζει τη ρουμανική οικονομία κατά το τελευταίο τρίμηνο του Η απότομη πτώση των ρουμανικών εξαγωγών προς την υπόλοιπη Ευρώπη, η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση η οποία επηρέασε δραστικά την πρόσβαση σε εξωτερική χρηματοδότηση καθώς και η μειωμένη εισροή ΑΞΕ, συνέτειναν στο να εμφανιστούν δυσκολίες όσον αφορά στη διαχείριση του εξωτερικού χρέους. Ως εκ τούτου, η αφορμή για την εκδήλωση της ύφεσης στη ρουμανική οικονομία εντοπίζεται στον αρνητικό αντίκτυπο της παγκόσμιας κρίσης του 2008 γενικότερα στην Ευρώπη. Οι βασικές αιτίες όμως της ύφεσης που εμφανίστηκε μετά το 2008 στη Ρουμανία, εντοπίζονται στις βαθύτερες οικονομικές αδυναμίες και ανισορροπίες της ίδιας της ρουμανικής οικονομίας, οι οποίες έδρασαν ενισχυτικά πυροδοτώντας μια σειρά από αρνητικές οικονομικές συνέπειες (Constantin et al., 2011). Η βασική αιτία της κρίσης της ρουμανικής οικονομίας πιστεύεται ότι είναι η μη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη πριν από το 2008, που βασίστηκε κυρίως στην κατανάλωση εισαγόμενων εμπορευμάτων που χρηματοδοτούνταν από ξένο κεφάλαιο (Constantin et al., 2011). Η παγκόσμια κρίση απλά επιτάχυνε την αναπόφευκτη εσωτερική κρίση και διόγκωσε τα ήδη υπάρχοντα προβλήματα, αλλά δεν είναι η κύρια αιτία της σοβαρότητας της ύφεσης της ρουμανικής οικονομίας (Constantin et al., 2011). Πριν από την οικονομική ύφεση του 2008 η κατανάλωση στη Ρουμανία είχε ενισχυθεί σημαντικά από δύο βασικούς παράγοντες: το μειωμένο επίπεδο φορολόγησης από το 2005 που οδήγησε σε αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος και τα υψηλά εμβάσματα των Ρουμάνων που εργάζονταν στο εξωτερικό, τα οποία αυξήθηκαν κατά 4% το 2008 (Constantin 35
36 et al., 2011). Τα παραπάνω οδήγησαν σε αύξηση της ζήτησης για εισαγωγές, αυξάνοντας το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών αντιστοιχούσε στο 13,5% του ΑΕΠ το 2007 και στο 12,5% του ΑΕΠ το 2008 (OECD report, 2015). Μετά το ξέσπασμα της κρίσης στη Ρουμανία, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε στο 4,4% του ΑΕΠ (OECD report, 2015). Η αλλαγή αυτή δεν ήταν αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολιτικών για την αντιμετώπιση του ελλείματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, αλλά προέκυψε εξαιτίας της κρίσης: η πτώση της ζήτησης στη Δυτική Ευρώπη οδήγησε σε απότομη πτώση των ρουμανικών εξαγωγών, αλλά η μειωμένη εσωτερική ζήτηση οδήγησε σε ακόμη μεγαλύτερη μείωση των εισαγωγών, οδηγώντας τελικά σε μείωση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου (Constantin et al., 2011). Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε ότι στη μείωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σημαντική συνεισφορά είχε και η ανάπτυξη της εξαγωγικής δραστηριότητας της Ρουμανίας. Η κρίση επιδείνωσε επίσης τα δημόσια οικονομικά και τη δομή του εξωτερικού χρέους. Το συνολικό εξωτερικό ρουμανικό χρέος αυξήθηκε από 54% του ΑΕΠ το 2008 σε 70% το 2010, ενώ το συνολικό δημόσιο χρέος αυξήθηκε από το 20% του ΑΕΠ το 2008 σε 30% του ΑΕΠ το 2009 και περίπου 40% του ΑΕΠ το 2010 (OECD report, 2015). Η αύξηση του χρέους ευνοήθηκε από την απότομη απελευθέρωση της κίνησης κεφαλαίων καθώς και από την αύξηση των στεγαστικών δανείων. Πιο συγκεκριμένα, τα δάνεια του ιδιωτικού τομέα αυξήθηκαν από το 10% του ΑΕΠ το 2001 στο 39% του ΑΕΠ το 2007, ενώ τα δάνεια των νοικοκυριών παρουσίασαν ποσοστιαία αύξηση 200% το 2003, 70% το 2006 και το 2007, ενώ φθάνουν το 2008 να αποτελούν το 70% του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών Καθώς η κρίση αναγκάζει τους μισθούς να προσαρμοστούν προς τα κάτω λόγω της αυξημένης ανεργίας, οι αποπληρωμές των δανείων ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος αυξάνονται, ενισχύοντας την αναντιστοιχία μεταξύ των εσόδων και των δαπανών των νοικοκυριών (Constantin et al., 2011) Μια σημαντική αιτία των μακροοικονομικών ανισορροπιών της ρουμανικής οικονομίας ήταν ότι η δημοσιονομική πολιτική που ακολούθησε η χώρα βασίστηκε σε μη ρεαλιστικές εκτιμήσεις των εσόδων και σε μη βιώσιμες δημόσιες δαπάνες. Παρά την ισχυρή οικονομική ανάπτυξη για οκτώ συναπτά έτη ( ), το έλλειμμα του προϋπολογισμού έφτασε στο 5,2% του ΑΕΠ το 2008 και στο 7,4% το 2009 (Constantin et al., 2011). Οι κυριότερες αιτίες αυτού του μεγάλου ελλείμματος θεωρούνται: οι υπερβολικές δαπάνες 36
37 (αύξηση κατά 30% το 2008 μόνο) που δεν διοχετεύτηκαν σε παραγωγικές δραστηριότητες, η μειωμένη απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων και οι πολλαπλές διορθώσεις του προϋπολογισμού (Glodeanu & Glodeanu, 2009). Επιπλέον λόγος για το μεγάλο έλλειμμα θεωρούνται οι δαπάνες του προϋπολογισμού που αυξάνονταν, ενώ τα έσοδα μειώνονταν σαν συνέπεια της αναποτελεσματικής φορολογικής διοίκησης και της επέκτασης της φοροδιαφυγής (Glodeanu & Glodeanu, 2009). Χαρακτηριστικό της ρουμανικής οικονομίας είναι ότι το μισθολογικό κόστος του δημοσίου διπλασιάστηκε κατά το διάστημα και παράλληλα, το δημοσιονομικό έλλειμμα επιδεινώθηκε το 2009, καθώς τα φορολογικά έσοδα μειώθηκαν λόγω της κρίσης (Glodeanu & Glodeanu, 2009). Ως εκ τούτου, η ανάγκη για αναμόρφωση του δημόσιου τομέα κρίθηκε απαραίτητη: η κυβέρνηση καθιερώνει ενιαίο νόμο μισθών - συντάξεων αναθεώρηση της νομοθεσίας και αναδιοργάνωση των δημόσιων οργανισμών. Οι μισθοί του δημόσιου τομέα για δημοσίων υπαλλήλων μειώθηκαν κατά 25% από τον Ιούλιο του 2010, ενώ οι συντάξεις παρέμειναν σταθερές (Constantin et al., 2011). Όλα αυτά μαζί και με ένα σημαντικό εξωτερικό χρέος, ανάγκασαν τη Ρουμανία να καταφύγει τελικά σε δανεισμό από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Τον Απρίλιο του 2009, η Ρουμανία σύναψε συμφωνία με το ΔΝΤ για δάνειο 20 δισ.ευρώ που θα εξυπηρετούσε κυρίως ως μια προσπάθεια για μακροοικονομική σταθεροποίηση και για να σταματήσει η οικονομική ύφεση (Constantin et al., 2011). Οι δυσκολίες για την ανάκαμψη της Ρουμανικής οικονομίας μεγεθύνονται κατά τα τέλη του 2009, όπου οι εκλογές επιβραδύνουν τις μεταρρυθμίσεις με αποτέλεσμα το ΔΝΤ να καθυστερήσει τις εκταμιεύσεις των δόσεων του δανείου (Constantin et al., 2011). Το ΔΝΤ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απαίτησε από τη Ρουμανία το δημοσιονομικό έλλειμμα να μειωθεί στο 3%, γεγονός που καθυστέρησε μέχρι το 2012 (Constantin et al., 2011). Η ρουμανική κυβέρνηση έπρεπε να λάβει επιπλέον μέτρα λιτότητας, τα οποία άφηναν ελάχιστα μέσα για την τόνωση της κατανάλωσης προκειμένου να αναζωογονηθεί η οικονομία και να αντιμετωπιστεί η κρίση. Κατά το η κρίση συνεχίζει να πλήττει τη ρουμανική οικονομία: αναβάλλονται διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (στην αγορά εργασίας, στη γεωργία, στον ανταγωνισμό, στην ενέργεια), η απορρόφηση των κονδυλίων της Ε.Ε. παραμένει σε χαμηλά επίπεδα και τα συστήματα εκπαίδευσης και έρευνας υπό χρηματοδοτούνται. Η μείωση της ζήτησης στις κύριες εξαγωγικές αγορές της Ρουμανίας, σε συνδυασμό με την πτώση των 37
38 άμεσων ξένων επενδύσεων είχαν σαν αποτέλεσμα μια συνολική μείωση της εγχώριας παραγωγής, λόγω της μείωσης ή ακόμη και της προσωρινής διακοπής της δραστηριότητας σε πολλές από τις μονάδες παραγωγής (Constantin et al., 2011). Η κατασκευαστική δραστηριότητα συνέχισε να επιδεινώνεται στη Ρουμανία το 2009 και περαιτέρω το 2010 καθώς η υψηλή εξάρτηση από ξένους εργολάβους στην ανάπτυξη και υλοποίηση νέων μεγάλων έργων έκανε αυτόν τον κλάδο ιδιαίτερα ευάλωτο στην κρίση. Οι ιδιώτες είχαν γίνει όλο και πιο προσεκτικοί στην απόκτηση ακινήτων, καθώς οι προοπτικές για χαμηλότερο εισόδημα και η αυξανόμενη ανεργία ήταν γεγονός εξαιτίας των μέτρων λιτότητας που είχαν ήδη παρθεί. Το "Prima Casa" ("First House") ήταν ένα κυβερνητικό πρόγραμμα που έδωσε ώθηση στις χορηγήσεις στεγαστικών δανείων, αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για να αποτρέψει την πτώση στον οικιακό οικοδομικό τομέα, δεδομένου ότι επικεντρώθηκε κυρίως στις συναλλαγές έτοιμων, παρά στην κατασκευή νέων κτιρίων (Constantin et al., 2011). Οι εισροές ΑΞΕ μειώθηκαν σημαντικά από εκατ.$ το 2008 σε μόλις εκατ.$ το 2010 (UNCTADstat). Η δυσμενέστερη όμως εξέλιξη για την πορεία της ρουμανικής οικονομίας αποτέλεσε η αποεπένδυση σημαντικού μέρους του ξένου κεφαλαίου. Πολλές ξένες εταιρείες, όπως η Unilever, η Kraft Foods και η Coca Cola μετεγκατέστησαν τις ρουμανικές θυγατρικές τους σε χώρες φθηνότερου εργατικού δυναμικού, όπως η Μολδαβία και η Βουλγαρία, ενώ μόνο λίγες νέες εταιρείες αποφάσισαν να επενδύσουν στη Ρουμανία με σημαντικότερη την PepsiAmericas, μια από τις σημαντικότερες εταιρείες παραγωγής ανθρακούχων ποτών στον κόσμο (Constantin et al., 2011). Όσον αφορά στα προβλήματα της αγοράς εργασίας της Ρουμανίας κατά την εμφάνιση της κρίσης αυτά ήταν: το χαμηλό ποσοστό απασχόλησης, η ύπαρξη μακροχρόνιας ανεργίας, η ανεργία των νέων, το μεγάλο ποσοστό απασχόλησης στην παραοικονομία και η μετανάστευση (Constantin et al., 2011). Η αποκλιμάκωση των δυνατοτήτων παραγωγής εν μέσω της οικονομικής κρίσης οδήγησε σε σοβαρές αναπροσαρμογές της αγοράς εργασίας, η οποία μεταφράζεται σε μαζικές απολύσεις και σε μια σημαντική αύξηση της ανεργίας στο 7,3% το 2009 (UNCTADstat). Οι μεγαλύτερες περικοπές προσωπικού καταγράφηκαν στον τομέα της βιομηχανίας και των κατασκευών. Από την άλλη πλευρά, εξακολουθούν να υπάρχουν ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό σε ορισμένους τομείς, κυρίως λόγω των μεγάλων μεταναστευτικών εκροών. Η αυξανόμενη ανεργία σε σύγκριση με τα προ της κρίσης επίπεδα, είχε αντίκτυπο στην ταχεία ανάπτυξη της παραοικονομίας και στην εμβάθυνση των 38
39 κοινωνικών ανισοτήτων. Μία από τις συνέπειες της ανεργίας ήταν η εκ νέου εσωτερική μετανάστευση, κυρίως από τις μεγάλες πόλεις προς την επαρχία της χώρας. Τον Απρίλιο του 2014 η ρουμανική κυβέρνηση ανακοίνωσε την πρόθεσή της να υιοθετήσει το Ευρώ το 2019, κρίνοντας ότι τότε η οικονομία της χώρας θα πληροί όλα τα κριτήρια του Μάαστριχτ Ελλάδα, κοινωνική και οικονομική πορεία της χώρας Η οικονομική εξέλιξη της Ελλάδας κατά τον 20ό αιώνα παρουσιάζει διακυμάνσεις και ανακατατάξεις που συνδέονται με τα εσωτερικά, διεθνή, πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα της κάθε περιόδου. Η μεταπολεμική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας χαρακτηρίζεται από τη διαδοχή φάσεων μεγέθυνσης του ΑΕΠ αλλά και στασιμότητας κατά τη διαδικασία ενσωμάτωσης του ελληνικού καπιταλισμού στην παγκόσμια αγορά. Χαρακτηριστικές εξελίξεις στην περίοδο αυτή είναι: η διαχρονική υποτίμηση της δραχμής σε σχέση με το δολάριο, τα γενικότερα μέτρα φιλελευθεροποίησης του εξωτερικού εμπορίου, καθώς και προσπάθεια προσέλκυσης ξένου κεφαλαίου. Ο κρατικός παρεμβατισμός διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο καθώς πραγματοποιούνται έργα υποδομής και κρατικές επενδύσεις σε βιομηχανίες εθνικής σημασίας όπως ο ηλεκτρισμός, η ζάχαρη και τα λιπάσματα (Σιούτα, 2010). Κατά τη δεκαετία του 1950 η εισροή ΑΞΕ στην Ελλάδα ήταν περιορισμένη κυρίως λόγω της αρνητικής στάσης των κυβερνήσεων σε οποιεσδήποτε ΑΞΕ δεν είχαν καθαρά εξαγωγικό χαρακτήρα. Σκοπός τους ήταν να προστατεύσουν τις εγχώριες βιομηχανίες οι οποίες επανεκκινούσαν εκείνη την περίοδο μετά από μία μακρά περίοδο διάλυσης της εγχώριας παραγωγικής δραστηριότητας, ως απόρροια του Β Παγκοσμίου Πολέμου και του εμφυλίου που ακολούθησε (Κοτταρίδη και Γιακούλας, 2013). Οι διεθνείς τάσεις εκείνη την περίοδο ήταν οι ΑΞΕ να είναι κυρίως αναζήτησης αγορών (market-seeking FDI) με την Ελλάδα να αποτελεί όμως μία ιδιαίτερα μικρή και χαμηλής ανάπτυξης αγορά. Οι ΑΞΕ που εισέρχονταν στη χώρα κατευθύνονταν κυρίως σε κλάδους στους οποίους το ελληνικό κεφάλαιο είχε πολύ μικρή συμμετοχή όπως τα μεταφορικά μέσα, τα βασικά μέταλλα, το πετρέλαιο, τα χημικά και πλαστικά ελαστικά, παράγοντας προϊόντα για την εγχώρια ζήτηση (Κυρκιλής, 2002). 39
40 Αξίζει να σημειωθεί ότι το δικτατορικό καθεστώς μετά το 1967 ενίσχυσε την εξάρτηση της Ελλάδας από το ξένο κεφάλαιο κυρίως μέσα από τις φοροαπαλλαγές και τις δημόσιες πιστώσεις (Πουλαντζάς, 2006). Οι ξένες επενδύσεις προέρχονταν κυρίως από τις ΗΠΑ και από την ΕΟΚ, κυρίως όμως από τη Γαλλία. Κατά τη δεκαετία του 1960 και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970 η Ελλάδα ήταν ιδιαίτερα ελκυστική για επενδύσεις σε κλάδους της βιομηχανικής παραγωγής αφού το μεγαλύτερο μέρος (περίπου τα 3 4) των ΑΞΕ στην Ελλάδα κατευθυνόταν σε κλάδους όπως τα χημικά, τα βασικά μέταλλα και τα μεταφορικά μέσα (κυρίως ναυπηγεία και αμαξώματα). Παράλληλα όμως, από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 αρχίζει να διαφαίνεται μία τάση μεταστροφής προς βιομηχανίες καταναλωτικών προϊόντων όπως αυτές των τροφίμων και των ηλεκτρικών συσκευών (Βαϊτσος και Γιαννίτσης, 1987). Μετά την πτώση της δικτατορίας το 1974 η Ελλάδα συνέχισε τον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό και στις 12 Ιουνίου του 1975 καταθέτει αίτηση για πλήρη ένταξη στην Ε.Ο.Κ. η οποία γίνεται δεκτή και τίθεται σε ισχύ από την 1 Ιανουαρίου του 1981 (Σιούτα, 2010) Η πορεία της ελληνικής οικονομίας τη χρονική περίοδο Από το 1981 μέχρι το 1990, με την ένταξη της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή κοινότητα, η ελληνική οικονομία καλείται να λειτουργήσει σε ένα εντελώς διαφορετικό ρυθμιστικό πλαίσιο, καθώς προωθείται σταδιακά η φιλελευθεροποίηση των αγορών και η κατάργηση των εθνικών προστατευτικών μέτρων με χαρακτηριστικό της περιόδου αυτής τη φιλελευθεροποίηση του εμπορίου και την κατάργηση δασμών και ποσοστώσεων στα προϊόντα, των εξαγωγικών επιδοτήσεων και του ρυθμιστικού φόρου επί των εισαγωγών (Σιούτα, 2010). Στην περίοδο μετά το 1981, η ελληνική οικονομία αρχίζει να αντιμετωπίζει προβλήματα ανταγωνιστικότητας, γεγονός που αποδίδεται αφενός στην μείωση της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας και αφετέρου στην ταχύτερη αύξηση του πραγματικού μισθού σε σχέση με την παραγωγικότητα (Μηλιός και Ιωακείμογλου, 1990). Επίσης, κατά την περίοδο το ΑΕΠ παρουσιάζει συνεχή μείωση (UNCTADstat). Τα κεντρικά στοιχεία της οικονομικής και αναπτυξιακής πολιτικής που υιοθετείται τα έτη είναι η ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων, ο έλεγχος των 40
41 τιμών σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες, η ανάπτυξη κρατικά υποστηριζόμενων συνεταιρισμών στην διακίνηση και μεταποίηση γεωργικών προϊόντων καθώς και ο πιο ενεργός ρόλος του κράτους στην παραγωγή (κλαδικά προσανατολισμένη βιομηχανική πολιτική) που περιλάμβανε και ευρείας κλίμακας κρατικοποιήσεις (Σιούτα, 2010). Επίσης, το 1983, η τότε κυβέρνηση προχώρησε σε μία πρώτη υποτίμηση της δραχμής που στόχο είχε την τόνωση της ανταγωνιστικότητας της εγχώριας παραγωγής που γινόταν ολοένα και λιγότερο ανταγωνιστική. Τέλος, ο ενεργός ρόλος του κράτους στην οικονομία εκδηλώθηκε μέσω του Οργανισμού για την Ανασυγκρότηση των Επιχειρήσεων (Ο.Α.Ε.), που ιδρύεται με νόμο το 1983, μέσω του οποίου τίθενται υπό τον έλεγχο του κράτους μία σειρά από επιχειρήσεις που δοκιμάζονταν στην αγορά με χαρακτηριστικά παραδείγματα την Πειραϊκή Πατραϊκή και την ΑΓΕΤ-Ηρακλής (Καζάκος, 2009). Αξίζει να σημειωθεί, ότι η Ελλάδα με την ένταξη της στην ΕΟΚ το 1981 κατάφερε να κερδίσει αυξημένες χρηματικές ροές από τα κοινοτικά ταμεία για περιφερειακή ανάπτυξη αλλά και για την ανάπτυξη της ελληνικής γεωργίας και βιομηχανίας. Παρά τις προσπάθειες για οικονομική ανάπτυξη στη δεκαετία του 1980, τα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας είναι αρνητικά. Το 1985 τα δημόσια ελλείμματα και ο πληθωρισμός αυξάνονται χωρίς να υπάρχει παράλληλα μείωση της ανεργίας και τερματισμός της ύφεσης και για αυτό το λόγο γίνεται από το 1985 και μετά, προσπάθεια να αλλάξει το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης το οποίο και πλέον στρέφεται προς τους προσανατολισμούς της ΕΟΚ (Σιούτα, 2010). Πιο συγκριμένα, η Κοινότητα υιοθέτησε τον κανονισμό για τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα, που εγκαινίασαν μια σειρά πολιτικών με στόχο διαρθρωτικές βελτιώσεις στις λιγότερο αναπτυγμένες περιοχές κρατώνμελών ανάμεσα στις οποίες και η Ελλάδα. Σε αυτό το πλαίσιο αλλάζει η κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής και πραγματοποιείται μια σημαντική σταθεροποιητική προσπάθεια με την κυβέρνηση να υιοθετεί περιοριστική πολιτική με κύριο άξονα τη συμπίεση των μισθών (Μηλιός και Ιωακείμογλου, 1990). Έτσι η κυβέρνηση προσπάθησε να συγκρατήσει τη δημόσια κατανάλωση, να περιορίσει τις δημόσιες επενδύσεις. Παρόλα αυτά, η πολιτική λιτότητας που υιοθετήθηκε δεν οδήγησε, όπως δεν οδήγησε και σε μεταγενέστερες περιόδους, σε έξοδο από την ύφεση. Ενώ την περίοδο , οι δράσεις στόχευαν στην στήριξη επενδύσεων έργων υποδομής για αναπτυξιακούς σκοπούς και επενδύσεων στους τομείς της βιομηχανίας, της βιοτεχνίας και των υπηρεσιών, την περίοδο την περίοδο δηλαδή των 41
42 Μεσογειακών Ολοκληρωμένων Προγραμμάτων - πραγματοποιήθηκαν παραγωγικές επενδύσεις, έργα υποδομής και αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού με παρεμβάσεις στη γεωργία, την αλιεία, τη μεταποίηση αγροτικών προϊόντων, στην ενέργεια, τη βιοτεχνία, τις υποδομές, τα δημόσια έργα και τις υπηρεσίες (κυρίως τουρισμός). Παρόλα αυτά, η εφαρμογή των ΜΟΠ στην Ελλάδα ιστορικά δεν κρίνεται ικανοποιητική και κάποιοι από τους λόγους είναι η ανεπαρκής προετοιμασία και η έλλειψη εμπειρίας (Λώλος, 2001). Η περίοδος γενικά χαρακτηρίζεται από μια προσπάθεια σύγκλισης της ελληνικής οικονομίας προς τις περισσότερο αναπτυγμένες οικονομίες της Δυτικής Ευρώπης, αλλά παρά το γεγονός της ένταξης της χώρας στην ΕΟΚ, η ελληνική οικονομία δεν καταφέρνει να πλησιάσει τις υπόλοιπες χώρες της Δυτικής Ευρώπης Η πορεία της ελληνικής οικονομίας τη χρονική περίοδο Παράλληλα με την φιλελευθεροποίηση των αγορών στις αρχές της δεκαετίας του 1990, υπογράφεται το 1992 και η συνθήκη του Μάαστριχτ, με την οποία τα κράτη μέλη της ΕΟΚ προχωρούν στην εμβάθυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη σταδιακή δημιουργία της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ). Στο Μάαστριχτ αποφασίζεται όχι μόνο ένα καινούριο θεσμικό περιβάλλον για την άσκηση οικονομικής πολιτικής στην Ευρώπη, αλλά και ένα συγκεκριμένο πλαίσιο άσκησης μακροοικονομικής πολιτικής, το οποίο θα πρέπει να υιοθετείται από όλα τα κράτη μέλη που επιθυμούν να ενταχθούν στην ΟΝΕ. Ενώ, δηλαδή, μέχρι το 1992, τα κράτη μέλη διατηρούν σχετική ελευθερία κινήσεων στην άσκηση μακροοικονομικής πολιτικής, αυτή σταθερά ακυρώνεται μετά το 1992, μέσω θεσμικών παρεμβάσεων της κοινότητας (Σιούτα, 2010). Η ημερομηνία είναι καθοριστικής σημασίας για την πορεία την ελληνικής οικονομίας, καθώς είναι η ημερομηνία καθιέρωσης της ενιαίας εσωτερικής αγοράς με την οποία καταργούνται όλοι οι τελωνειακοί έλεγχοι στα εσωτερικά σύνορα της Ε.Ε. (Οικονομάκης κ.ά., 2006). Από το 1993 επιτρέπεται η ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων εντός της Ε.Ε. και έτσι πριν ακόμη από τα μέσα της δεκαετίας του 90, καταργούνται πλήρως οι όποιες δυνατότητες εμπορικής προστατευτικής πολιτικής ανάμεσα στις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Οικονομάκης κ.ά., 2006). Για την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ θεσμοθετούνται αυστηροί αντιπληθωριστικοί στόχοι καθώς και η υποχρέωση το έλλειμμα του δημόσιου τομέα να μειωθεί εντός της προ 42
43 ενταξιακής περιόδου στο 3% του ΑΕΠ και ο λόγος του δημόσιου χρέους /ΑΕΠ να προσεγγίζει το στόχο του 60%. Όλα αυτά σε συνδυασμό και με την επιβολή του συναλλαγματικού κριτηρίου από τη συνθήκη Μάαστριχτ - δηλαδή της υποχρεωτικής διατήρησης της συναλλαγματικής ισοτιμίας σταθερής τουλάχιστον για δύο έτη πριν την ένταξη στην ΟΝΕ προσδιορίζουν το μείγμα μακροοικονομικής πολιτικής που ακολούθησε η Ελλάδα από το 1992 και μετά (Σιούτα, 2010). Η Ελλάδα δηλαδή μετά το 1993, βρίσκεται στη δυσμενή θέση να μην μπορεί να χρησιμοποιήσει εμπορική προστατευτική πολιτική, αλλά ούτε και συναλλαγματικούς φραγμούς κατά την άσκηση της οικονομικής πολιτικής της. Ο συνδυασμός της συνεχιζόμενης διαρθρωτικής προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας στη φιλελευθεροποίηση των αγορών, που είχε ήδη σχεδόν ολοκληρωθεί στη δεκαετία του 1980 και της μακροοικονομικής προσαρμογής στις επιταγές της Συνθήκης του Μάαστριχτ, δημιουργούν συνθήκες ύφεσης στην ελληνική οικονομία, τουλάχιστον μέχρι το 1995 (Σιούτα, 2010). Βασικά χαρακτηριστικά της περιόδου είναι η σημαντική διεύρυνση της ανεργίας, χαμηλός μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ (1.45% την περίοδο ) καθώς και σημαντικό έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου (UNCTADstat). Η πολιτική των υψηλών επιτοκίων καθώς και της «σκληρής» δραχμής, επιτυγχάνει να επιφέρει μια σημαντική αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Το γεγονός όμως ότι πολλές επιχειρήσεις έχουν στραφεί σε εξωτερικό δανεισμό ως πηγή άντλησης φθηνότερου κεφαλαίου, καθώς και ότι τα ελληνικά νοικοκυριά έχουν αυξήσει τον τραπεζικό δανεισμό τους για καταναλωτικούς σκοπούς, καθιστούν την ελληνική οικονομία ευάλωτη σε πιθανή κεφαλαιακή αστάθεια και κερδοσκοπική πίεση που θα επέφερε μία ανατροπή της συναλλαγματικής πολιτικής (Σιούτα, 2010). Η απώλεια εργαλείων εθνικής οικονομικής πολιτικής γίνεται ακόμα πιο έντονη όσο προχωρά η ενοποίηση των διεθνών κεφαλαιαγορών και οι χώρες, ιδιαίτερα οι μικρές, επιδίδονται, ολοένα και περισσότερο, σ ένα άτυπο φορολογικό ανταγωνισμό ή και ανταγωνισμό κινήτρων προσέλκυσης ξένου κεφαλαίου και επενδύσεων. Το Μάρτιο του 1998, η δραχμή εντάσσεται στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Συναλλαγματικών Ισοτιμιών. Η αυστηρή νομισματική και δημοσιονομική πολιτική μειώνουν σημαντικά τον πληθωρισμό, που το 1999 καταγράφει το χαμηλότερο ποσοστό του. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη χρονική περίοδο στην Ελλάδα εφαρμόζονται τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης. Πιο συγκεκριμένα, την περίοδο
44 εφαρμόζεται το Α Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης που στόχευε σε συγκεκριμένες προτεραιότητες που θα οδηγούσαν σε ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και σε αύξηση της παραγωγικότητας. Επιπλέον, την περίοδο εφαρμόστηκε στην Ελλάδα το νέο Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, το οποίο εξασφάλισε μέχρι το 1999 μερική χρηματοδότηση επενδυτικών προγραμμάτων της τάξεως 25 δις. ECU (Σιούτα, 2010). Οι άξονες ανάπτυξης του Β Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης ήταν οι μεγάλες υποδομές στις οποίες διατέθηκε το 28% των πόρων, η ποιότητα ζωής (9%), η ανάπτυξη και βελτίωση μέσω καινοτόμων δράσεων της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας (25%), το ανθρώπινο δυναμικό (13%) και η ανάπτυξη των περιφερειών (25%) (Σιούτα, 2010). Μετά το 1996 πραγματοποιούνται στην Ελλάδα σημαντικές διαθρωτικές αλλαγές, όπως η ιδιωτικοποίηση μεγάλου μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η αλλαγή του θεσμικού πλαισίου αγορών χρήματος και κεφαλαίου καθώς και περεταίρω απελευθέρωση της αγοράς. Είναι ενδεικτικό ότι από το 1996 μέχρι και το 1999 τα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις ξεπέρασαν τα 10 δις.$, τοποθετώντας την Ελλάδα ανάμεσα στις χώρεςμέλη της Ε.Ε. με τα μεγαλύτερα έσοδα ιδιωτικοποιήσεων ως ποσοστό του ΑΕΠ, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την περίπτωση της Ολυμπιακής Αεροπορίας (Σιούτα, 2010) Η πορεία της ελληνικής οικονομίας τη χρονική περίοδο 2000 και μετά Τελικά, η Ελλάδα πετυχαίνει την εκπλήρωση των κριτηρίων της Συνθήκης του Μάαστριχτ και εντάσσεται στην ΟΝΕ την 1/1/2001. Αυτή είναι άλλη μία σημαντική ημερομηνία για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, καθώς αυτό σημαίνει ότι τουλάχιστον από την 1/1/2001 δεν τίθεται για την ελληνική οικονομία το όποιο ζήτημα εθνικής συναλλαγματικής πολιτικής ως μέσο αντιμετώπισης του διεθνούς ανταγωνισμού (Οικονομάκης κ.ά., 2006). Η ελληνική οικονομία εισέρχεται στην εποχή του ευρώ με ευνοϊκές προοπτικές καθώς παρατηρούνται υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, αλλά και με το ερώτημα κατά πόσο αυτοί θα κατάφερναν να είναι διατηρήσιμοι, κάτι που εκ του αποτελέσματος δεν κατέστη εφικτό. Πιο συγκεκριμένα, από το 2001 και μετά, ο ρυθμός του πληθωρισμού στην Ελλάδα βρισκόταν σε ανοδική πορεία και σε επίπεδα περίπου διπλάσια από τον μέσο όρων των κρατών-μελών της ΟΝΕ. Από την άλλη, οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης οφείλονταν κυρίως στη δημόσια επενδυτική δαπάνη για την αποπεράτωση μεγάλων έργων υποδομής που σχετίζονταν με 44
45 τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 στην Αθήνα (Σιούτα, 2010). Βασικές κινητήριες δυνάμεις της ελληνικής ανάπτυξης την περίοδο αυτή, η οποία βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στα ολυμπιακά έργα, ήταν η εγχώρια κατανάλωση και οι επενδύσεις, οι οποίες παρέμειναν σε υψηλά επίπεδα (7,7% το 2003) έναντι των αντίστοιχων ποσοστών της ευρωζώνης (1,8% το 2003) (UNCTADstat). Αντίθετα, η παραγωγική (μη κατασκευαστική) ιδιωτική επενδυτική δαπάνη και η ιδιωτική αποταμίευση παρουσιάζουν στασιμότητα και καθοδική τάση αντίστοιχα. Επιπλέον κατά τη διάρκεια της ολυμπιακής προετοιμασίας παραμένουν ως προβλήματα της ελληνικής οικονομίας το αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο, το κρατικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος (Σιούτα, 2010). Επίσης την περίοδο εφαρμόστηκε στην Ελλάδα το Γ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης που προσανατολισμό είχε κυρίως την ανάπτυξη της χώρας δίνοντας έμφαση στις υποδομές (εθνικοί άξονες, ενέργεια, σιδηροδρομικό δίκτυο, τηλεπικοινωνίες) και στην ανταγωνιστικότητα της χώρας (βιομηχανία, έρευνα και τεχνολογία, τουρισμός). Παρά όμως της προσπάθειες της Ελλάδας για σύγκλιση με τις υπόλοιπες χώρες κράτη-μέλη, οι διαθρωτικές δομές της οικονομίας της χώρας εξακολουθούσαν να αποτελούν στοιχείο που περιόριζε την αποτελεσματικότητα της απορρόφησης των πόρων που διατέθηκαν στη χώρα (Σιούτα, 2010). Αξίζει να σημειωθεί παρόλα αυτά ότι κατά την περίοδο , η Ελλάδα αύξησε το μέσο επίπεδο ευημερίας της. Επίσης κατά την περίοδο εισαγωγής του ευρώ και στην προσπάθεια προσαρμογής σε αυτό, παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση των επιπέδου τιμών: στην Ελλάδα από 82.3 το 2001 σε 85.9 το 2003, στη Γαλλία από σε 110 και στην Ιταλία από 99.7 σε την αντίστοιχη χρονική περίοδο (Σιούτα, 2010). Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε ύφεση και κρίση από το Από τον Απρίλιο του 2009 η Ελλάδα έχει υπαχθεί στη Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος καθώς τα ελλείμματα του 2007 και του 2008 υπερέβαιναν την τιμή αναφοράς της Συνθήκης. Οι εξελίξεις αυτές πυροδότησαν μια σειρά υποβαθμίσεων της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας και μεγάλης διεύρυνσης της διαφοράς αποδόσεων μεταξύ ων ελληνικών και των γερμανικών κρατικών ομολόγων, με αποτέλεσμα την επιβάρυνση του κόστους δανεισμού και του κόστους εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους. Αυτό με τη σειρά του, χειροτέρευσε την δημοσιονομική θέση της χώρας και είχε σοβαρές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία και το ελληνικό τραπεζικό σύστημα (Σιούτα, 2010). 45
46 Η άσχημη οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, την οδήγησε στην προσφυγή στο μηχανισμό οικονομικής στήριξης της Ε.Ε. και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου το
47 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΑΞΕ και βασικά μακροοικονομικά μεγέθη, ρουμανική και ελληνική οικονομία 3.1. ΑΞΕ και βασικά μακροοικονομικά μεγέθη της ρουμανικής οικονομίας Οι ΑΞΕ στη Ρουμανία κατά τη χρονική περίοδο Η δυναμική των άμεσων ξένων επενδύσεων στη Ρουμανία από το 1991 μέχρι και την παγκόσμια ύφεση του 2008 καταγράφει γενικά μια θετική τάση. Αυτό οφείλεται κυρίως στις αυξημένες ροές ΑΞΕ από την Ε.Ε. που εν μέρει εξηγούνται με βάση τις οικονομικές επιδόσεις της χώρας (Moraru, 2013). Η αύξηση αυτή μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι οι ξένοι επενδυτές βλέποντας ευκαιρίες κέρδους στη ρουμανική οικονομία, ανέλαβαν είτε επενδύσεις με ίδρυση νέων μονάδων (greenfield), είτε επενδύσεις μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων (M&A) (Moraru, 2013). Στον πίνακα που ακολουθεί φαίνεται η εξέλιξη του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ σε εκατομμύρια $ και ως ποσοστό επί του παγκόσμιου συνόλου, καθώς και οι εισροές ΑΞΕ σε εκατομμύρια $ και ως ποσοστό επί του παγκοσμίου συνόλου για τη ρουμανική οικονομία κατά τη χρονική περίοδο : Πίνακας 2 : Συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ (εκατ.$) & ως % του παγκόσμιου, Εισροές ΑΞΕ (εκατ.$) & ως % του παγκοσμίου για Ρουμανία μεταξύ Συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ (εκατ.$) Εισροές ΑΞΕ(εκατ.$) Συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ ως % του παγκόσμιου Εισροές ΑΞΕ ως % του παγκόσμιου , , , , , , , , , , ,
48 2002 7, , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , Πηγή: UNCTAD Οι εισροές ΑΞΕ στη Ρουμανία κατά τη χρονική περίοδο Η εξέλιξη των εισροών ΑΞΕ στη Ρουμανία ως ποσοστό του παγκοσμίου συνόλου αλλά και σε εκατ.$ μεταξύ κατά τη χρονική περίοδο αποτυπώνεται στα παρακάτω διαγράμματα: 1.00% 0.90% 0.80% 0.70% 0.60% 0.50% 0.40% 0.30% 0.20% 0.10% 0.00% Εισροές/ΑΞΕ/Ρουμανίας/ως/%/του/παγκόσμιου συνόλου/μεταξύ/1991e2014 Πηγή:UNCTAD
49 16, , , , , Εισροές(ΑΞΕ(Ρουμανίας(μεταξύ( (εκατ.$) 6, , Πηγή:UNCTAD 2, Οι εισροές ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία μεταξύ 1991 και 2014 μπορούν να χωριστούν στις εξής τρεις χρονικές περιόδους : α) Η πρώτη περίοδος αφορά σχεδόν όλη τη δεκαετία του Ήταν μια περίοδος που δε χαρακτηρίζεται ως σημαντική όσον αφορά τις εξελίξεις στις ΑΞΕ (Moraru, 2013). β) Η δεύτερη περίοδος αφορά τα χρόνια από το 2000 και μέχρι το 2008, κατά τη διάρκεια των οποίων μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες επένδυσαν στη χώρα, αλλάζοντας ριζικά το τοπίο των ΑΞΕ στη Ρουμανία (Andrei, 2014). Στην πραγματικότητα, η χώρα πέτυχε να προσελκύσει το ενδιαφέρον πολυεθνικών εταιρειών μια δεκαετία αργότερα από ότι οι γειτονικές της χώρες και ενώ κατά τη δεκαετία του 1990 η ρουμανική οικονομία λαμβάνει σχετικά μικρά ποσοστά εισροών ΑΞΕ, το διάστημα λαμβάνει τα υψηλότερα ποσοστά εισροών ΑΞΕ στην Ανατολική Ευρώπη (Andrei, 2014). Ήταν η χρονική περίοδος κατά την οποία οι εισροές ΑΞΕ και η οικονομική ανάπτυξη της Ρουμανίας αυξήθηκαν σημαντικά και ταυτόχρονα (Andrei, 2014). Πιο συγκεκριμένα, κατά τη χρονική περίοδο οι ροές των ΑΞΕ σημείωσαν σταθερή και σημαντική αύξηση από 2.196,30 εκατ.$ σε ,54 εκατ.$, ποσοστό αύξησης που ξεπερνά το 80% (UNCTADstat). Η θετική τάση των εισροών ΑΞΕ οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις ιδιωτικοποιήσεις στον τραπεζικό και στο βιομηχανικό τομέα. Πιο συγκεκριμένα, στο βιομηχανικό τομέα πραγματοποιήθηκαν ΑΞΕ στη βιομηχανία πετρελαίου και πετροχημικών, στη μεταλλουργία και στην κατασκευή μηχανών (Andrei, 2014). Τη χρονική περίοδο οι ιδιωτικοποιήσεις στον τραπεζικό τομέα συνεχίζονται και το 2008 αποτελεί τη χρονιά όπου πραγματοποιούνται οι περισσότερες εισροές ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία, η αξία των οποίων έφτασε τα ,54 εκατ.$ 49
50 (UNCTADstat). γ) Η τρίτη περίοδος αφορά την εξέλιξη των ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία μετά την παγκόσμια κρίση του Ακόμη και αν η Ρουμανία είχε μία μεγάλη δυναμική για επενδύσεις, μέρος αυτής δεν πραγματοποιήθηκε λόγω της κρίσης. Στην πραγματικότητα, αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους που οι εισροές ΑΞΕ της Ρουμανίας μετά το 2008 δεν ενισχύθηκαν (Socoliuc et al., 2010). Αντιθέτως, από το 2008 και μετά οι εισροές ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία ακολούθησαν μια απότομη πτώση φτάνοντας το 2011 να είναι 2.362,92 εκατ.$ (UNCTADstat) Ο συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ στη Ρουμανία κατά τη χρονική περίοδο Η εξέλιξη του συσσωρευμένου όγκου ΑΞΕ στη Ρουμανία ως ποσοστό του παγκοσμίου συνόλου αλλά και σε εκατ.$ μεταξύ 1991 και 2014 αποτυπώνεται στα παρακάτω διαγράμματα: 0.50% 0.45% 0.40% 0.35% 0.30% 0.25% 0.20% 0.15% 0.10% 0.05% 0.00% Συσσωρευμένος,όγκος,εισροών,ΑΞΕ,Ρουμανίας,ως, %,του,παγκόσμιου Πηγή:UNCTAD
51 Συσσωρευμένος,όγκος,εισροών,ΑΞΕ,Ρουμανίας, (εκατ.$),μεταξύ,1991a , , , , , , , , , Πηγή:UNCTAD Παρατηρώντας την πορεία του συσσωρευμένου όγκου ΑΞΕ της ρουμανικής οικονομίας για την εξεταζόμενη περίοδο διαφαίνεται μία συνεχώς ανοδική τάση τουλάχιστον μέχρι και το 2008 όπου και ξέσπασε η παγκόσμια κρίση. Από το 2009 και μετά όμως μειώνεται σημαντικά το ποσοστό της ετήσιας συσσώρευσης των ξένων επενδύσεων, από 0,43% του παγκόσμιου συνόλου σε 0,30% το 2014 (UNCTADstat) γεγονός που δείχνει ότι η Ρουμανία δεν αποτελεί σημαντικό πόλο έλξης ΑΞΕ. Αυτό που επίσης μπορούμε να διαπιστώσουμε και δεν είναι ευοίωνο για την πορεία της ρουμανικής οικονομίας, είναι ότι εκτός από τα χαμηλότερα επίπεδα προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, παρατηρείται και μία τάση αποεπένδυσης και μετανάστευση των υφιστάμενων ξένων επενδυτών εκτός της χώρας (Socoliuc et al., 2010). Επιπρόσθετα, σύμφωνα με το θεωρητικό πλαίσιο και λαμβάνοντας υπόψη ότι ο κύριος όγκος των ΑΞΕ στη Ρουμανία προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από χώρες της Ε.Ε., όπως θα αναλυθεί σε επόμενο κεφάλαιο, δηλαδή από χώρες έναντι των οποίων η ρουμανική οικονομία είχε εμπορικούς φραγμούς μέχρι το 2005, καθώς και τη δυνατότητα συναλλαγματικής προστατευτικής πολιτικής μέχρι το 2014, τότε προκύπτει ότι η αύξηση των εισροών ΑΞΕ από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, μπορεί να ερμηνευτεί εν μέρει με βάση τα δύο βασικά κίνητρα της πρώτης κατηγορίας ΑΞΕ, δηλαδή την παράκαμψη της δασμολογικής και νομισματικής προστατευτικής πολιτικής. 51
52 ΑΞΕ, ΑΕΠ και κατά κεφαλήν ΑΕΠ στη Ρουμανία κατά τη χρονική περίοδο Όσον αφορά το περιεχόμενο της οικονομικής ανάπτυξης γενικά υπάρχει μια ποικιλία απόψεων που οδηγούν σε μια σειρά ορισμών της. Ο όρος ανάπτυξη εκφράζει τις αλλαγές που συμβαίνουν σε ένα δεδομένο χρονικό ορίζοντα που έχουν αποτέλεσμα την αύξηση του μεγέθους των μακροοικονομικών αποτελεσμάτων λαμβάνοντας υπόψη το οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον στο οποίο εντάσσονται (Moraru, 2013). Ένα από τα καλύτερα μέτρα ένδειξης της οικονομικής ανάπτυξης είναι το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ). Ο πίνακας και τα γραφήματα που ακολουθούν αποτυπώνουν την πορεία του ΑΕΠ, του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, καθώς και το ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ και του κατά κεφαλήν ΑΕΠ καθώς και το συσσωρευμένο όγκο ΑΞΕ ως % του παγκόσμιου για τη ρουμανική οικονομία για την περίοδο Πίνακας 3 : ΑΕΠ (εκατ.$), κ.κ. ΑΕΠ ($), ρυθμός ανάπτυξης ΑΕΠ (%), κ.κ.αεπ (%) & συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ ως % του παγκόσμιου για Ρουμανία ΑΕΠ (εκατ.$) Ρυθμός ΑΕΠ(%) ΑΕΠ($) Ρυθμός κ.κ.αεπ(%) , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , Συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ ως % του παγκόσμιου 52
53 , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , Πηγή : UNCTAD 53
54 250, ΑΕΠ$Ρουμανίας$μεταξύ$ $(εκατ.$) 200, , , Πηγή:UNCTAD 50, Το 1990 το ΑΕΠ της Ρουμανίας ήταν ,45 εκατ.$, σημειώνοντας απότομη μείωση κατά την επόμενη περίοδο (UNCTADstat). Η μείωση του ΑΕΠ το 1991 και το 1992, οφείλεται κυρίως στην πολιτική αστάθεια που επικρατούσε κατά την πρώτη περίοδο μετάβασης της ρουμανικής οικονομίας στην ελεύθερη αγορά (Moraru, 2013). Όπως μπορεί να παρατηρηθεί, το ΑΕΠ της Ρουμανίας παρουσιάζει σημαντική ανάπτυξη κατά τη διάρκεια της περιόδου 1999 με 2008, από ,93 εκατ.$ σε ,07 εκατ.$ αντίστοιχα (UNCTADstat). Το έτος 2008 αντιπροσωπεύει το έτος κατά το οποίο το ρουμανικό ΑΕΠ έφτασε στη μέγιστη τιμή του και το οποίο συμπίπτει με τη μέγιστη αύξηση εισροής ΑΞΕ στη χώρα. Από το 2009 και οι δύο μεταβλητές μειώθηκαν σημαντικά εν μέρη ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης που επηρέασε ολόκληρο τον κόσμο. Η ρουμανικής οικονομία παρουσίασε ανάκαμψη μετά το 2011 γεγονός που οφείλεται σημαντικά στον τομέα της βιομηχανίας, στην αύξηση των εξαγωγών και στη βελτίωση της γεωργίας (Moraru, 2013). Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ υπολογίζεται διαιρώντας το ΑΕΠ της χώρας με τον υπάρχοντα πληθυσμό και θεωρείται δείκτης για τη μέτρηση της οικονομικής ανάπτυξης ενός κράτους. Το διάγραμμα που ακολουθεί παρουσιάζει την εξέλιξη του κατά κεφαλήν ΑΕΠ($) και του ρυθμού ανάπτυξης (%) του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ρουμανίας. 54
55 Κατά%κεφαλήν%ΑΕΠ%Ρουμανίας%μεταξύ%1970;2014%($) 10, , , , , , , Πηγή:UNCTAD 3, , , Η ακαθάριστη εγχώρια παραγωγή το 1990 ήταν 1.736,75$ ανά κάτοικο της Ρουμανίας (UNCTADstat). Μετά το 1999 παρατηρείται μια συνεχής αύξηση του ρουμανικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ μέχρι και το 2008 (9,478.05$), τη χρονιά που καταγράφει και.τη μέγιστη τιμή του ως αποτέλεσμα της εξέλιξης και του συνολικού ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της χώρας. Στα γραφήματα που ακολουθούν παρουσιάζονται οι αυξομειώσεις του ρυθμού ανάπτυξης του ΑΕΠ και του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ρουμανίας κατά την χρονική περίοδο ! Ρυθμός'ανάπτυξης'ΑΕΠ'Ρουμανίας'(%)'μεταξύ' 1971< !10!15 Πηγή:UNCTAD 55
56 Ρυθμός'ανάπτυξης'κατά'κεφαλήν'ΑΕΠ'Ρουμανίας'(%)' ! !10 Πηγή:UNCTAD!15 Από την εξέταση της στατιστικής συσχέτισης του ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης του συνολικού και του κατά κεφαλήν ΑΕΠ με το μερίδιο του συσσωρευμένου όγκου εισροών και με το μερίδιο εισροών ΑΞΕ επί του παγκοσμίου συνόλου, προκύπτει: α) Συσχέτιση του ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης του συνολικού ΑΕΠ με το μερίδιο του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ μεταξύ : 0.44 (παρατηρείται θετική συσχέτιση). β) Συσχέτιση του ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης του συνολικού ΑΕΠ με το μερίδιο των εισροών ΑΞΕ μεταξύ : 0.96 (παρατηρείται ισχυρή θετική συσχέτιση). γ) Συσχέτιση του ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ με το μερίδιο του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ μεταξύ : 0.43 (παρατηρείται θετική συσχέτιση). δ) Συσχέτιση του ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ με το μερίδιο των εισροών ΑΞΕ μεταξύ : 0.96 (παρατηρείται ισχυρή θετική συσχέτιση). Συμπερασματικά, παρατηρείται θετική συσχέτιση ανάμεσα στο ΑΕΠ και το συσσωρευμένο όγκο ΑΞΕ αλλά και τις εισροές ΑΞΕ και ισχυρά θετική συσχέτιση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ με τις αντίστοιχες μεταβλητές για τη Ρουμανία κατά τη χρονική περίοδο Στο ίδιο συμπέρασμα κατέληξε και ο Roman (2012) όπου σύμφωνα με την έρευνα που διεξήγαγε για τη ρουμανική οικονομία οι ΑΞΕ συσχετίζονται θετικά με το ΑΕΠ. Σύμφωνα με το θεωρικό πλαίσιο υποστηρίζεται πως υπάρχει μία θετική σχέση ανάμεσα στο ΑΕΠ και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ και τις ΑΞΕ κάτι που φαίνεται να ισχύει 56
57 τουλάχιστον για κάποιες χρονικές περιόδους στη περίπτωση της Ρουμανικής οικονομίας ΑΞΕ και πληθωρισμός στη Ρουμανία κατά τη χρονική περίοδο Η Ρουμανία κατά τη μετάβαση στην οικονομία της ελεύθερης αγοράς έχει περάσει μέσα από αρκετές φάσεις όσον αφορά τα επίπεδα του πληθωρισμού της. Η εξέλιξη του πληθωρισμού καθώς και ο συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ ως ποσοστό του παγκόσμιου κατά τη περίοδο φαίνονται στον πίνακα και το διάγραμμα που ακολουθούν. Πίνακας 4: Συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ ως % του παγκόσμιου, ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού (%) για τη Ρουμανία μεταξύ Ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού(%) Συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ ως % του παγκόσμιου Πηγή: UNCTAD 57
58 Πληθωρισμός3Ρουμανίας3(%)3μεταξύ31991C % % % % % 50.00% 0.00% Πηγή: UNCTAD Κατά την έναρξη της μετάβασης στην οικονομία της ελεύθερης αγοράς, η Ρουμανία αντιμετώπισε δύο σημαντικές αλλαγές στη λειτουργία της εγχώριας αγοράς της: μια σημαντική αύξηση της συνολικής ζήτησης και μια ισχυρή μείωση της συνολικής προσφοράς, η οποία και οδήγησε σε μια ισχυρή εκκίνηση της πληθωριστικής διαδικασίας (Cristescu, 2011). O πληθωρισμός της Ρουμανίας έφτασε το 1993 στο 255% εξαιτίας της υπερβολικής απελευθέρωσης των τιμών, ποσοστό το οποίο έπεσε στο 39% το 1996 (UNCTADstat). Η απελευθέρωση των τιμών των γεωργικών προϊόντων και της ενέργειας το 1997 οδήγησε σε μια νέα έκρηξη του πληθωρισμού, ο οποίος ανήλθε σε ποσοστό 154% (UNCTADstat). Ο πληθωρισμός επιβραδύνθηκε το 1999, φθάνοντας στο ποσοστό του 48% λόγω της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής και της επιβράδυνσης της υποτίμησης του νομίσματος. Το γεγονός αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την επιδείνωση της εξωτερικής ανταγωνιστικότητας των ρουμανικών προϊόντων μέσω της ισχυρής ανατίμησης της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας. Το αρνητικό αυτό γεγονός μαζί και με άλλους παράγοντες οδήγησε σε μία διορθωτική υποτίμηση του εθνικού νομίσματος το 1999 (Cristescu, 2011). Αυτή όμως η συνεχής υποτίμηση του ρουμανικού νομίσματος μπορεί να δικαιολογήσει εν μέρει και τη συνεχή αύξηση των εισροών ΑΞΕ κατά την ίδια χρονική περίοδο σύμφωνα με τη θεωρία του Busch. Κατά τη χρονική περίοδο , η Ρουμανία πέρασε άλλη μία κρίση πληθωρισμού στη διάρκεια της οποίας ο πληθωρισμός υπερέβη το 40% (UNCTADstat). Όμως 58
59 το έτος 2000 αποτελεί την αρχή μιας περιόδου που χαρακτηρίζεται από υψηλή οικονομική ανάπτυξη, μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού, σταθεροποίηση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και μείωση του πληθωρισμού. Κατά την περίοδο στη Ρουμανία παρατηρήθηκε μια πτωτική τάση του πληθωρισμού, η τιμή του οποίου το 2005 έφτασε στο 9% (UNCTADstat). Η εξέλιξη της διαδικασίας αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού έχει σχέση με την ισχυρή αύξηση του ΑΕΠ μέχρι το O πληθωρισμός μειώθηκε κι άλλο μέχρι το 2007, οπότε και έφθασε σε ποσοστό 4,9% ενώ το 2012 υποχώρησε στο 3.3% (UNCTADstat). Αυτή η υποχώρηση αποδίδεται στις παγκόσμιες εξελίξεις των τιμών καθώς και από παράγοντες όπως η χαλάρωση των πιέσεων των τιμών των τροφίμων, η συνετή νομισματική πολιτική που υιοθετήθηκε από την Κεντρική Τράπεζα της Ρουμανίας, η βελτίωση των συναλλαγματικών ισοτιμιών καθώς και η διατήρηση του ελλείμματος του προϋπολογισμού σε χαμηλά επίπεδα (Cristescu, 2011). Η συσχέτιση του ρυθμού μεταβολής του πληθωρισμού με το μερίδιο του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ για τη χρονική περίοδο είναι Παρατηρείται λοιπόν μία αρνητική συσχέτιση μεταξύ του πληθωρισμού και των ΑΞΕ γεγονός που όπως έχει ήδη αναλυθεί επιβεβαιώνεται εν μέρει για τη ρουμανική οικονομία. Σύμφωνα με το θεωρητικό πλαίσιο, τα χαμηλά επίπεδα πληθωρισμού ευνοούν την προσέλκυση ΑΞΕ κάτι που φαίνεται να επιβεβαιώνεται στη περίπτωση της ρουμανικής οικονομίας καθώς από το 2000 μέχρι και το 2008 που αυξάνονται οι εισροές ΑΞΕ τα επίπεδα πληθωρισμού είναι σε χαμηλά επίπεδα. Παρόλα αυτά, αυτή η θετική επίδραση που μπορεί να έχει ο πληθωρισμός στην προσέλκυση ΑΞΕ δεν επιβεβαιώνεται για την Ρουμανία για τη χρονική περίοδο ΑΞΕ και ανεργία στη Ρουμανία κατά τη χρονική περίοδο Το φαινόμενο της ανεργίας προέκυψε στη Ρουμανία μετά τη στροφή της χώρας σε προσπάθεια ένταξης στην ελεύθερη αγορά. Μετά από το 1991, έγιναν μια σειρά από νομοθετικές πράξεις που έφεραν αλλαγές στην αγορά εργασίας. Κάποια από τα χαρακτηριστικά της ρουμανικής αγοράς εργασίας που επηρεάζουν τα επίπεδα ανεργίας αποτελούν ο σχετικά υψηλός αριθμός των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, καθώς και οι μαζικές απολύσεις που πραγματοποιήθηκαν (Herman, 2010). 59
60 Στον πίνακα και το διάγραμμα που ακολουθεί καταγράφεται το ετήσιο ποσοστό της ανεργίας καθώς και το μερίδιο του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ ως ποσοστό του παγκόσμιου για τη χρονική περίοδο για τη Ρουμανία. Πίνακας 5: Συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ επί του παγκοσμίου (%) και ετήσιο ποσοστό (%) ανεργίας για τη Ρουμανία μεταξύ Eτήσιο % ανεργίας Συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ ως % του παγκόσμιου Πηγή: Παγκόσμια τράπεζα 60
61 10.00% 9.00% 8.00% 7.00% 6.00% 5.00% 4.00% 3.00% 2.00% 1.00% 0.00% Eτήσιο'ποσοστό'ανεργίας'Ρουμανίας'μεταξύ' Πηγή:'Παγκόσμια'τράπεζα Παρατηρώντας το παραπάνω διάγραμμα μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η εξέλιξη της ανεργίας στη ρουμανική οικονομία μετά το 1991, χαρακτηρίζεται από συχνές αυξομειώσεις. Έτσι, το ποσοστό ανεργίας παρουσιάζει την πιο χαμηλή τιμή του το 2008 (5.8%), τη χρονιά δηλαδή που όπως έχει ήδη αναφερθεί, οι εισροές ΑΞΕ καθώς και το ΑΕΠ, κατέγραψαν τις πιο υψηλές τιμές τους για τη ρουμανική οικονομία. Η αντίθετη αυτή σχέση θα μπορούσε να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι το υψηλό ποσοστό ανεργίας μπορεί να λειτουργήσει αποτρεπτικά για την πραγματοποίηση ΑΞΕ στη Ρουμανία. Λαμβάνοντας αντίστροφα το βέλος της αιτιότητας και θεωρώντας ότι ο εισροές ΑΞΕ είναι αυτές που επιδρούν στο ποσοστό ανεργίας, το γεγονός ότι το ποσοστό ανεργίας μειώνεται καθώς οι εισροές ΑΞΕ αυξάνονται πιθανόν να υποδηλώνει ότι ένα μέρος των ΑΞΕ στη Ρουμανία δε γίνονται μέσα από τη μορφή συγχωνεύσεων και εξαγορών. Η συσχέτιση του ποσοστού ανεργίας με το μερίδιο του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ κατά τη χρονική περίοδο είναι Παρατηρείται δηλαδή μεταξύ των δύο μεταβλητών αρνητική συσχέτιση. Επιβεβαιώνεται λοιπόν ότι η μείωση του ποσοστού ανεργίας θα μπορούσε να ερμηνεύσει μέχρι κάποιο σημείο μια πιθανή αύξηση των ΑΞΕ για τη ρουμανική οικονομία ΑΞΕ και συναλλαγματική ισοτιμία ρουμανικού lei- leu μεταξύ Η συναλλαγματική ισοτιμία μιας χώρας είναι μια δυναμική μεταβλητή, η μεταβλητότητα της οποίας καθορίζεται από ένα ευρύ φάσμα οικονομικών, πολιτικών και 61
62 κοινωνικών παραγόντων εκ των οποίων τα πιο σημαντικά είναι το ΑΕΠ, ο πληθωρισμός, η προσφορά χρήματος, τα επιτόκια καθώς και το ισοζύγιο πληρωμών (Nucu, 2011). Παρά το γεγονός ότι η αγορά συναλλάγματος στη Ρουμανία έχει δημιουργηθεί από το 1992, οι κρατικοί έλεγχοι της επίσημης συναλλαγματικής ισοτιμίας διατηρήθηκαν μέχρι το τέλος του 1996 ενώ από το 1997, το ρουμανικό leu αποτελεί επίσημα ένα ελεύθερα κυμαινόμενο νόμισμα (Nucu, 2011). Στη μελέτη της συναλλαγματικής ισοτιμίας και πως αυτή επηρεάζει τις υπόλοιπες οικονομικές μεταβλητές αυτό που έχει σημασία είναι η ονομαστική σταθμισμένη ισοτιμία, δηλαδή αυτή που είναι προσαρμοσμένη με βάση το δείκτη των σχετικών τιμών της εγχώριας οικονομίας (Οικονομάκης κ.α., 2006). Για το λόγο αυτό θα χρησιμοποιήσουμε το δείκτη REER (real effective exchange rate) που είναι η ονομαστική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία, δηλαδή ένα μέτρο της αξίας ενός νομίσματος έναντι του σταθμισμένου μέσου όρου των διαφόρων ξένων νομισμάτων (όπως είναι το $, το γεν και το ευρώ) διαιρούμενο με ένα αποπληθωριστή τιμών (IMF, world bank). Μια αύξηση του δείκτη αυτού υποδηλώνει ότι οι εξαγωγές γίνονται πιο ακριβές και οι εισαγωγές της εξεταζόμενης χώρας καθίστανται φθηνότερες και ως εκ τούτου, η αύξηση αυτή υποδεικνύει μια απώλεια ανταγωνιστικότητας του εμπορίου για τη χώρα. Στο διάγραμμα που ακολουθεί παρουσιάζεται η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία του ρουμανικού νομίσματος (δείκτης REER) για τη χρονική περίοδο Συναλλαγματική,Ισοτιμία,σε,πραγματικούς, όρους,ρουμανικού,νομίσματος,με,άλλα, νομίσματα,(reer,rate),μεταξύ,1995d Δείκτης, :,2010 = Πηγή:,IMF
63 Όπως μπορούμε να διακρίνουμε από το παραπάνω διάγραμμα το ρουμανικό νόμισμα κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου , παρουσιάζει μια τάση υποτίμησης σε πραγματικούς όρους. Η πρώτη σημαντική περίοδος υποτίμησης σε πραγματικούς όρους του ρουμανικού lei πραγματοποιήθηκε κατά τη χρονική περίοδο όπου παρατηρείται και η πρώτη σημαντική αύξηση εισροών ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία (βλ. πίνακας 2). Σύμφωνα λοιπόν με τη θεωρία της τροποποίησης του νόμου της αξίας στη παγκόσμια αγορά ένα μέρος της αύξησης των πραγματοποιούμενων ΑΞΕ θα μπορούσε να ερμηνευθεί από την υποτίμηση του ρουμανικού εθνικού νομίσματος. Κατά τη χρονική περίοδο και κυρίως από το 2004 μέχρι και το 2007 παρατηρούνται σημαντικές τάσεις υποτίμησης του lei σε πραγματικούς όρους (Κεντρική Τράπεζα της Ρουμανίας, ετήσιες εκδόσεις). Το 2005, μετά από αρκετά χρόνια συνεχών υποτιμήσεων και υψηλών ρυθμών πληθωρισμού, το παλαιό εθνικό νόμισμα της Ρουμανίας (lei) αντικαθίσταται με το νέο εθνικό νόμισμα (leu), σβήνοντας ταυτόχρονα πλήθος μηδενικών. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε ότι την ίδια χρονική περίοδο η πορεία των εισροών ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία ήταν συνεχώς ανοδική, γεγονός που σύμφωνα με το θεωρητικό πλαίσιο θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως πραγματοποίηση ΑΞΕ με σκοπό την παράκαμψη της συναλλαγματικής προστασίας. Παρατηρώντας το παραπάνω διάγραμμα, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι κατά τη χρονική περίοδο η συναλλαγματική ισοτιμία της Ρουμανίας σε πραγματικούς όρους σημειώνει τάσης ανατίμησης ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι μετά το 2008 παρατηρείται σημαντική μείωση τόσο των εισροών ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία όσο και του συσσωρευμένου όγκου ΑΞΕ (βλ. πίνακα 2). Αν και η μείωση εισροών ΑΞΕ προς τη Ρουμανία μετά το 2008 μπορεί να αποδοθεί και στη παγκόσμια οικονομική ύφεση, η ανατίμηση του ρουμανικού νομίσματος σε πραγματικούς όρους αφαιρεί τη δυνατότητα χρήσης συναλλαγματικής πολιτικής ως μέσο αντιμετώπισης του διεθνούς ανταγωνισμού για τη Ρουμανία. Από το 2009 μέχρι και το 2011, υπό την επίδραση της διεθνούς κρίσης, το ρουμανικό εγχώριο νόμισμα συνέχισε να υποτιμάται σε πραγματικούς όρους έναντι των άλλων νομισμάτων. Πιο συγκεκριμένα, αξίζει να αναφερθεί ότι μέχρι το τέλος του Μαρτίου 2009, το leu υποτιμήθηκε κατά 25% έναντι του ευρώ σε σχέση με το 2007, παρά την αύξηση των επιτοκίων (Κεντρική Τράπεζα Ρουμανίας, ετήσιες εκδόσεις). Παρόλα αυτά για την ίδια χρονική περίοδο παρατηρείται συνεχής μείωση των εισροών ΑΞΕ στη Ρουμανία (βλ. πίνακα 63
64 2). Συμπερασματικά, για τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο, η υποτίμηση σε πραγματικούς όρους του ρουμανικού εθνικού νομίσματος δε φαίνεται να έχει κάποια επίδραση στις πραγματοποιούμενες ΑΞΕ προς τη χώρα. Επιπλέον, παρατηρείται, για την ίδια χρονική περίοδο επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας ως ποσοστό του ΑΕΠ (αναλύεται στο κεφάλαιο 5). Οι δύο τελευταίες διαπιστώσεις θα μπορούσαν να υπονοούν ότι ένα μεγάλο μέρος των ΑΞΕ της Ρουμανία πραγματοποιούνται σε κλάδους των μη εμπορεύσιμων, κάτι το οποίο επαληθεύεται από την κλαδική κατανομή του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ τουλάχιστον για το χρονικό διάστημα (αναλύεται στο κεφάλαιο 3). Θα μπορούσαμε επίσης να υποθέσουμε ότι ένα μέρος των πραγματοποιουμένων ΑΞΕ γίνεται στη δεύτερη κατηγορία ΑΞΕ (παραγωγή για μια τρίτη αγορά ή/και την παγκόσμια αγορά ), οπού όμως οι παραγωγικοί-εξαγωγικοί τομείς της οικονομίας παρουσιάζουν ασθενείς εγχώριες διακλαδικές διασυνδέσεις, κάτι το οποίο επαληθεύεται έμμεσα από τη δομή εξαγωγών - εισαγωγών όπως αναλύεται στο κεφάλαιο 5. Αξίζει να σημειώσουμε πως κατά τη χρονική περίοδο η συναλλαγματική ισοτιμία του ρουμανικού νομίσματος και του ευρώ σε όρους αγοράς (καθώς η Ε.Ε. αποτελεί και τον βασικό εμπορικό εταίρο της Ρουμανίας) παρέμεινε σταθερή έτσι ώστε 4.4 leu να αντιστοιχούν σε ένα ευρώ (Κεντρική τράπεζα Ρουμανίας). Η σταθερή ισοτιμία του ρουμανικού νομίσματος με το ευρώ από το 2014 σηματοδοτεί και το ξεκίνημα της προ ενταξιακής περιόδου της χώρας με την ΟΝΕ καθώς η χώρα επιθυμεί να ενταχθεί στη ζώνη του ευρώ το Η συνεχής υποτίμηση του ρουμανικού νομίσματος από το 1999 έως 2007 με μόνη εξαίρεση την περίοδο , αποδείχτηκε ότι είχε επίδραση στις ρουμανικές εξαγωγές, οι οποίες σημείωσαν αύξηση και ταυτόχρονα μειώθηκαν οι ρουμανικές εισαγωγές με αποτέλεσμα το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας να βελτιωθεί. Σύμφωνα με τον Ghiba (2010), που αναλύει τη σχέση μεταξύ της συναλλαγματικής ισοτιμίας και του διεθνούς εμπορίου για τη Ρουμανία (περίοδος ), η υποτίμηση του leu έχει μια μικρή επίδραση στην αύξηση των εξαγωγών και πιο αδύναμη επίδραση στις ρουμανικές εισαγωγές, κάτι το οποίο συμφωνεί και με τα δικά μας συμπεράσματα, όπως φαίνεται αναλυτικά σε επόμενο κεφάλαιο. Γενικά, το εθνικό νόμισμα της Ρουμανίας για τη συνολική εξεταζόμενη περίοδο εμφανίζει ανά διαστήματα μεγαλύτερες ή μικρότερες τάσεις υποτίμησης. Σε ότι αφορά στην 64
65 πορεία των ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία για την περίοδο αυτή, οι εισροές ΑΞΕ έπειτα από μια ανοδική πορεία μέχρι το 2008 παρουσιάζουν μία σημαντική μείωση. Θεωρητικά, αν οι ΑΞΕ που γίνονται στη Ρουμανία είναι κυρίως της πρώτης κατηγορίας ΑΞΕ (παραγωγή προϊόντων για την εγχώρια αγορά ) και σε κλάδους που παράγει η ίδια εκείνα τα προϊόντα των οποίων η εισαγωγή υποκαθίσταται από τις ΑΞΕ, θα ανέμενε κανείς λόγω της υποτίμησης του εθνικού νομίσματος, το μερίδιο του συσσωρευμένου όγκου ΑΞΕ ή των εισροών ΑΞΕ να έχει κάποια τάση αύξησης, κάτι το οποίο όπως φαίνεται, συμβαίνει για το μεγαλύτερο μέρος της χρονικής περιόδου Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε, ότι σύμφωνα με τον Gherman και Stefan (2015) υπάρχει μια άμεση σχέση μεταξύ της ρουμανικής συναλλαγματικής ισοτιμίας και των εξαγωγών της και μια έμμεση σχέση μεταξύ της συναλλαγματικής ισοτιμίας και των εισαγωγών της. Παρόλα αυτά όμως, θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι στη Ρουμανία ένα μεγάλο ποσοστό πρώτων υλών για την παραγωγή των εξαγόμενων προϊόντων εισάγονται, γεγονός που οδηγεί σε μείωση της συνολικής επίδρασης της συναλλαγματικής ισοτιμίας για τις εξαγωγές (Gherman & Stefan, 2015). Η ανοδική πορεία των εισροών ΑΞΕ για ένα μεγάλο μέρος της εξεταζόμενης περιόδου σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο κύριος όγκος των ΑΞΕ στη Ρουμανία προέρχεται από χώρες της Ε.Ε. καθώς και ότι το εθνικό νόμισμα παρουσιάζει τάσεις υποτίμησης, μπορεί να εξηγηθεί εν μέρει, βάση του θεωρητικού μας πλαισίου, σύμφωνα με τη δυνατότητα συναλλαγματικής προστατευτικής πολιτικής που έχει η Ρουμανία, δεδομένου ότι δεν έχει ακόμα εισέλθει στη ζώνη του ευρώ Αυτή ωστόσο η κατεύθυνση ερμηνείας των ΑΞΕ όπως αναφέρθηκε και στο θεωρητικό πλαίσιο, εδράζεται στη βασική προϋπόθεση ότι η χώρα που δέχεται τις ΑΞΕ παράγει η ίδια εκείνα τα προϊόντα των οποίων η εισαγωγή υποκαθίσταται από τις ΑΞΕ, και μάλιστα σε ένα σχετικά υψηλό επίπεδο παραγωγικότητας της εργασίας. Διαφορετικά δεν τίθεται ούτε ζήτημα προστασίας από το διεθνή ανταγωνισμό (μέτρα εμπορικής προστατευτικής πολιτικής, υποτίμηση του νομίσματος), ούτε ζήτημα εισροών ΑΞΕ για την παράκαμψη της προστασίας. 65
66 Το πραγματικό μοναδιαίο κόστος εργασίας και η παραγωγικότητα της εργασίας για τη Ρουμανία τη χρονική περίοδο Όπως έχει ήδη αναλυθεί, το ξένο κεφάλαιο, ceteris paribus, μπορεί να επιλέξει να επενδύσει σε μια χώρα όπου οι χαμηλοί μισθοί σε σχέση με την παραγωγικότητα της εργασίας προσφέρουν ένα πρόσθετο κέρδος, ανεξάρτητα από τον παραγωγικό προσανατολισμό και τη στόχευση των επενδύσεών του (Οικονομάκης κ.ά., 2014). Επίσης, ειδικά σε συνθήκες εμπορικής και οικονομικής ολοκλήρωσης όπως είναι μια τελωνειακή ένωση, η σχέση μισθών-παραγωγικότητας της εργασίας είναι από τους παράγοντες που μπορούν να ερμηνεύσουν τις επενδυτικές επιλογές του ξένου κεφαλαίου (Οικονομάκης κ.ά., 2014). Το πραγματικό μοναδιαίο κόστος εργασίας συνδέει την αμοιβή της εργασίας με την παραγωγικότητά της και ορίζεται ως ο λόγος της αμοιβής της εργασίας προς την παραγωγικότητα της εργασίας. Στον παρακάτω πίνακα παρουσιάζεται το πραγματικό μοναδιαίο κόστος εργασίας (ULC) για τη Ρουμανία τη χρονική περίοδο Πίνακας 6: Πραγματικό μοναδιαίο κόστος εργασίας σε Ρουμανία μεταξύ Δείκτης (2010 = 100) Ρουμανία
67 Πηγή: AMECO Όπως μπορούμε να παρατηρήσουμε από τον παραπάνω πίνακα η ρουμανική οικονομία παρουσιάζει ένα συνεχώς μειούμενο πραγματικό μοναδιαίο κόστος εργασίας για όλη τη χρονική περίοδο από το 1990 μέχρι και το Όμως από το 2011 μέχρι και το 2015 το ULC της Ρουμανίας είναι πιο χαμηλό όλης της περιόδου. Η πτωτική πορεία του ρουμανικού ULC για τη χρονική περίοδο αποτυπώνεται στο παρακάτω διάγραμμα. Πραγματικό*μοναδιαίο*κόστος*εργασίας*Ρουμανίας* μεταξύ* Δείκτης*(2010*=*100)* Πηγή:*AMECO Η συνολικά πτωτική πορεία του πραγματικού μοναδιαίου κόστους εργασίας της Ρουμανίας από το 2001 μέχρι και το 2007, θα μπορούσε θεωρητικά να ερμηνεύσει σε ένα βαθμό την αύξηση των εισροών ΑΞΕ την ίδια περίοδο. Το πλεονέκτημα του μειούμενου πραγματικού μοναδιαίου κόστους εργασίας που 67
68 παρουσιάζει η ρουμανική οικονομία τα τελευταία χρόνια μπορεί να παίζει κάποιο ρόλο στη βελτίωση της ελκυστικότητας της χώρας ως τόπο προορισμού ΑΞΕ. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η περίπτωση των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων με πολλές ιταλικές εταιρείες να προχωρούν στη μετεγκατάσταση της παραγωγικής τους δραστηριότητας στη Ρουμανία μέσω δικών τους παραγωγικών εγκαταστάσεων ή μέσω συμβάσεων εξωτερικής ανάθεσης, διατηρώντας παράλληλα εμπορική βάση, το σχεδιασμό του προϊόντος τους και άλλες φάσεις της παραγωγής υψηλότερης προστιθέμενης αξίας στην Ιταλία (Vasilescu et.al., 2008). Η πραγματοποίηση αυτού του είδους ΑΞΕ ανήκει σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση των ΑΞΕ που έχει γίνει στο θεωρητικό πλαίσιο, στη δεύτερη κατηγορία ΑΞΕ, που μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα στη χώρα υποδοχής της επένδυσης βελτιώνοντας το εμπορικό της ισοζύγιο. Οι μισθοί όμως δεν μπορούν αποσυνδεδεμένα από την παραγωγικότητα της εργασίας να θεωρηθούν ένα αυτοτελές κίνητρο για ΑΞΕ. Η παραγωγικότητα της εργασίας θεωρείται χρήσιμη μεταβλητή για τις μελέτες της διεθνούς ανταγωνιστικότητας καθώς η υψηλή παραγωγικότητα μπορεί να αποτελέσει παράγοντα έλξης ΑΞΕ. Για λόγους συγκρισιμότητας, παρουσιάζεται το πραγματικό μοναδιαίο κόστος της Γερμανίας καθώς η Γερμανία συνιστά την «ηγεμονική» οικονομική δύναμη της ΕΕ-ΟΝΕ. Στο πίνακα και το διάγραμμα που ακολουθεί παρουσιάζεται η παραγωγικότητα της εργασίας ανά μισθωτό για τη Ρουμανία και τη Γερμανία για τη χρονική περίοδο Πίνακας 7: Παραγωγικότητα της εργασίας ανά μισθωτό σε Ρουμανία και Γερμανία μεταξύ Δείκτης (EΕ-27 = 100) Ρουμανία Γερμανία Πηγή: Eurostat 68
69 Παραγωγικότητα+της+εργασίας+ανά+μισθωτό+ Ρουμανίας+και+Γερμανίας+μεταξύ+2002< Δείκτης+(EΕ<27+=+100) Πηγή:+Eurostat Ρουμανία Γερμανία Από τον παραπάνω πίνακα και από το διάγραμμα μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι η παραγωγικότητα της Ρουμανίας παρουσιάζει μια συνεχώς αυξανόμενη πορεία σε όλη τη χρονική περίοδο από το , υπολείπεται κατά πολύ όμως της αντίστοιχης παραγωγικότητας της Γερμανίας, της οποίας η παραγωγικότητα είναι πάνω και από το μέσω όρο της ΕΕ-27. Μπορούμε να πούμε επομένως ότι με βάση τις τιμές του δείκτη ULC της Ρουμανίας, ο οποίος έχει πτωτική πορεία, καθώς και την αυξανόμενη παραγωγικότητα που επιδεικνύει η ρουμανική οικονομία κατά την εξεταζόμενη περίοδο, οι αυξημένες εισροές ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία από το 2000 μέχρι το 2008, θα μπορούσαν να ερμηνευτούν με βάση τη σχέση μισθών παραγωγικότητας της εργασίας. Παρόλα αυτά, οι ίδιοι παράγοντες δεν φαίνεται να είναι αρκετά ισχυροί ώστε να αντιστρέψουν τη μείωση των εισροών ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία μετά το ΑΞΕ και βασικά μακροοικονομικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας Οι ΑΞΕ στη Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο H πορεία των άμεσων ξένων επενδύσεων στην ελληνική οικονομία παρουσιάζει αυξομειώσεις στο χρονικό διάστημα από το 1980 μέχρι και το Στον πίνακα που 69
70 ακολουθεί φαίνεται η εξέλιξη του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ σε εκαττομύρια $ και ως ποσοστό επί του παγκόσμιου συνόλου, καθώς και οι εισροές ΑΞΕ σε εκατομμύρια $ και ως ποσοστό επί του παγκοσμίου συνόλου για την ελληνική οικονομία κατά τη χρονική περίοδο : Πίνακας 8 : Συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ (εκατ.$) & ως % του παγκόσμιου, εισροές ΑΞΕ (εκατ.$) & ως % του παγκοσμίου για Ελλάδα μεταξύ Συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ (εκατ.$) Εισροές ΑΞΕ(εκατ.$) Συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ ως % του παγκόσμιου Εισροές ΑΞΕ ως % του παγκόσμιου , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , ,
71 , , , , , , , , , , , , , Πηγή: UNCTAD Οι εισροές ΑΞΕ στην Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο Η εξέλιξη των εισροών ΑΞΕ στην Ελλάδα ως ποσοστό του παγκοσμίου συνόλου αλλά και σε εκατ.$ μεταξύ 1980 και 2014 αποτυπώνονται στα παρακάτω διαγράμματα: 6, , , Εισροές(ΑΞΕ(Ελλάδας(μεταξύ( (εκατ.$) 3, , Πηγή:UNCTAD 1,
72 Εισροές(ΑΞΕ(Ελλάδας(ως(%(του(παγκοσμίου(μεταξύ( 1980? % 1.20% 1.00% 0.80% 0.60% 0.40% 0.20% Πηγή:UNCTAD 0.00% Η εξέλιξη των εισροών ΑΞΕ στην Ελλάδα μεταξύ 1980 και 2014 μπορεί να χωριστεί στις εξής τρεις χρονικές περιόδους : α) Τις δεκαετίες του 1980 και του 1990 που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως στάσιμες όσον αφορά τις εισροές ΑΞΕ στην Ελλάδα. Η χρονική αυτή περίοδος αποτελεί μία εποχή που οι διεθνείς ροές κεφαλαίου αυξάνονταν λόγω της εντατικοποίησης της παγκοσμιοποίησης και της εμφάνισης νέων αγορών στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (ΚΑΕ) και της Ασίας, οι οποίες προσπαθούσαν να κερδίσουν τη θέση τους στην παγκόσμια κατανομή της παραγωγής (Κοτταρίδη & Γιακούλας, 2013). Η πολιτική της φιλελευθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας, που είχε ήδη αρχίσει από τη δεκαετία του 1970, περιλάμβανε, μεταξύ άλλων, τη σταδιακή κατάργηση των εμποδίων του εμπορίου, την υποτίμηση του εθνικού νομίσματος καθώς και την εισαγωγή ενός νομοθετικού πλαισίου προστατευτικού για τις ΑΞΕ (Κυρκιλής, 2010). Χαρακτηριστικό της ελληνικής στασιμότητας είναι ότι από το 1981 έως και το 1998 οι εισροές ΑΞΕ στην Ελλάδα παρουσίασαν μέση ετήσια μείωση 1,6% σε αντιδιαστολή με τις παγκόσμιες εισροές, οι οποίες παρουσίασαν μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 17,6% και τις αντίστοιχες των χωρών που αποτελούν σήμερα την Ευρωπαϊκή Ένωση, οι οποίες παρουσίασαν μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 26,5% (UNCTADstat). Επίσης, κατά την περίοδο αυτή παρατηρείται μία τάση μεταστροφής των εισροών ΑΞΕ σε κλάδους υπηρεσιών όπως το εμπόριο, τη χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση και τον τουρισμό, ενώ παράλληλα αυξάνεται ο αριθμός των εξαγορών έναντι των πρωτογενών (greenfield) ΑΞΕ (Κοτταρίδη & Γιακούλας, 2013). 72
73 β) Η δεύτερη περίοδος αφορά τα έτη 1999 με Η κατάσταση φαίνεται να αλλάζει από το 1999 και μετά, όπου η Ελλάδα μπαίνει σε μία εποχή μεγάλης αύξησης των μεταβολών στις ροές ΑΞΕ οι οποίες συνοδεύουν την είσοδό της στη ζώνη του ευρώ και την περαιτέρω απελευθέρωση των κεφαλαιακών ροών. Αντίστοιχες μεγάλες μεταβολές κατά την περίοδο αυτή παρατηρούμε, τόσο σε ευρωπαϊκό, όσο και σε διεθνές επίπεδο. Χαρακτηριστικό είναι ότι κατά την ίδια χρονική περίοδο υπάρχει μεγάλη αύξηση στην κίνηση κεφαλαίου μέσα στην Ε.Ε., η οποία μπορεί να ερμηνευθεί και από την υιοθέτηση του κοινού νομίσματος (Κοτταρίδη & Γιακούλας, 2013). γ) Η τρίτη περίοδος είναι αυτή που αναφέρεται στο χρονικό διάστημα από το 2008 και μετά. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από την έλευση της κρίσης η οποία ήταν ιδιαίτερα σφοδρή για την ελληνική οικονομία. Παρατηρώντας το διάγραμμα που αποτυπώνει τις εισροές ΑΞΕ στην Ελλάδα ως ποσοστό του παγκόσμιου, παρατηρούμε ότι καθόλη την εξεταζόμενη περίοδο το ποσοστό μειώνεται συνεχώς γεγονός που αποδεικνύει ότι η ελκυστικότητα της Ελλάδας ως χώρας αποδοχής ΑΞΕ είναι συνεχώς μειούμενη και καθόλου σημαντική. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2010 η Ελλάδα καταλαμβάνει μόλις το 0.2% των παγκόσμιων εισροών ΑΞΕ (UNCTADstat). Όσον αφορά τους παράγοντες που καθορίζουν τις εισροές ΑΞΕ σε μία χώρα, εκτός από τους καθαρά οικονομικούς, υπάρχουν μελέτες που τονίζουν τον ρόλο των θεσμών και της πολιτικής σταθερότητας σε μια χώρα ως προϋπόθεση προσέλκυσης ξένου κεφαλαίου. Υπάρχουν μελέτες που καταδεικνύουν ότι η κακή ελκυστικότητα των άμεσων ξένων επενδύσεων μιας χώρας μπορεί να οφείλεται σε υψηλά επίπεδα γραφειοκρατίας, αναποτελεσματικό φορολογικό σύστημα, διαφθορά και αναποτελεσματική δομή της αγοράς εργασίας (Παντελίδης και Νικολόπουλος, 2008). Μια πρόσφατη μελέτη το 2011 σχετικά με τους λόγους για την απροθυμία των διεθνών επενδυτών σε όλη την Ελλάδα πραγματοποιήθηκε από το Boston Consulting Group, δείχνει ότι τα κύρια προβλήματα της Ελλάδα είναι: η γραφειοκρατία, το ασταθές νομικό καθεστώς με τις συνεχείς αλλαγές στο φορολογικό σύστημα, οι διοικητικές διαδικασίες και η απονομή της δικαιοσύνης (Boston Consulting Group 2011). 73
74 Ο συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ στην Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο Η εξέλιξη του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ στην Ελλάδα ως ποσοστό του παγκοσμίου συνόλου αλλά και σε εκατ.$ μεταξύ 1980 και 2014 αποτυπώνονται στα παρακάτω διαγράμματα. 60, , , Συσσωρευμένος,όγκος,εισροών,ΑΞΕ,Ελλάδας, (εκατ.$)μεταξύ,1980d , , Πηγή:UNCTAD 10, Συσσωρευμένος,όγκος,εισροών,ΑΞΕ,Ελλάδας,ως,%, του,παγκοσμίου,μεταξύ,1980c % 0.900% 0.800% 0.700% 0.600% 0.500% 0.400% 0.300% 0.200% 0.100% 0.000% Πηγή:UNCTAD Παρατηρώντας τα παραπάνω διαγράμματα διαπιστώνουμε ότι ο συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ σε εκατ.$ παρουσιάζουν μία αυξητική τάση μέχρι και το 2007 που αποτελεί και το έτος όπου καταγράφεται και η μεγαλύτερη τιμή του. Πιο συγκεκριμένα, ο 74
75 συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ για την ελληνική οικονομία αυξήθηκε από εκατ.$ που ήταν το 1999 σε 53, εκατ.$ το 2007, ποσοστό αύξησης δηλαδή 235% (UNCTADstat). Από το 2008 το θετικό κλίμα για τις ΑΞΕ στην Ελλάδα αντιστρέφεται αφού ο συσσωρευμένος όγκος των ΑΞΕ μειώνεται από 53, εκατ.$ που ήταν το 2007 σε 20, το 2014 (UNCTADstat). Η πτώση αυτή του ελληνικού συσσωρευμένου όγκου ΑΞΕ από το 2008 και μετά δείχνει και μια τάση αποεπένδυσης από την Ελλάδα η οποία σχετίζεται άμεσα με το γεγονός ότι η χώρα δεν είναι ελκυστική σε ξένες επενδύσεις. Παρατηρώντας το διάγραμμα με την πορεία του ελληνικού συσσωρευμένου όγκου ΑΞΕ ως ποσοστό του παγκόσμιου παρατηρούμε ότι κατά την περίοδο πέφτει σημαντικά, τα χρόνια που ακολουθούν και μέχρι και το 2008 παρουσιάζει αυξομειώσεις και τάσεις σταθεροποίησης αλλά από το 2008 και μετά μειώνεται δραστικά (UNCTADstat). Αυτή η πορεία επιβεβαιώνει την άποψη ότι η Ελλάδα δεν αποτελεί ελκυστική χώρα πραγματοποίησης ΑΞΕ στο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον. Αν ληφθεί υπόψη ότι ο κύριος όγκος των ΑΞΕ στην Ελλάδα προέρχεται, όπως θα αναλυθεί στο επόμενο κεφάλαιο, σε αυξανόμενο βαθμό από χώρες της Ε.Ε., δηλαδή από χώρες με τις οποίες η ελληνική οικονομία δεν έχει εμπορικούς φραγμούς και δεν διατηρεί δυνατότητα συναλλαγματικής προστατευτικής πολιτικής (υποτίμηση) τουλάχιστον για τις χώρες στη ζώνη του ευρώ, τότε προκύπτει ότι, από τις αρχές της δεκαετίας του 90 τα δύο βασικά κίνητρα της πρώτης κατηγορίας ΑΞΕ, δηλαδή η παράκαμψη των δασμών ή/και η υποτίμηση του εθνικού νομίσματος μέσω ΑΞΕ, δεν ερμηνεύουν το μεγαλύτερο μέρος των ΑΞΕ στην ελληνική οικονομία. Άρα, η θεωρία της τροποποίησης του νόμου της αξίας στην παγκόσμια αγορά (θεωρία Busch) δεν μπορεί να ερμηνεύσει ειδικά και συγκεκριμένα τις ΑΞΕ στην Ελλάδα από τη δεκαετία του 90 και μετά (Οικονομάκης κ.α., 2014). Αν ληφθεί υπόψη το ότι η ελληνική οικονομία δεν συνιστά μεγάλη αγορά τότε ούτε το μέγεθος της αγοράς δεν αποτελεί κίνητρο για ΑΞΕ της πρώτης κατηγορίας στην ελληνική οικονομία. Στο μέτρο, μάλιστα, της σχέσης μεγέθους αγοράς και οικονομιών συγκέντρωσης, οι τελευταίες φαίνεται πως επίσης απουσιάζουν στην έκταση εκείνη που θα μπορούσαν να αποτελούν αυτοτελές κίνητρο έλξης ΑΞΕ. Το ίδιο δεν φαίνεται να επενεργούν ισχυρά και το κόστος μεταφοράς ως κίνητρο της πρώτης κατηγορίας ΑΞΕ αλλά και τα άλλα επιμέρους κίνητρα αυτής της κατηγορίας (Οικονομάκης κ.α., 2014). 75
76 ΑΞΕ, ΑΕΠ και κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο Όπως έχει ήδη αναφερθεί ένα από τα πιο συνηθισμένα μέτρα ένδειξης της οικονομικής ανάπτυξης μιας χώρας είναι το ΑΕΠ. Ο πίνακας και τα γραφήματα που ακολουθούν αποτυπώνουν την πορεία του ΑΕΠ, του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, καθώς και το ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ και του κατά κεφαλήν ΑΕΠ και το συσσωρευμένο όγκο ΑΞΕ ως % του παγκόσμιου για την ελληνική οικονομία για την περίοδο Πίνακας 9 : ΑΕΠ (εκατ.$), κ.κ. ΑΕΠ ($), ρυθμός ανάπτυξης ΑΕΠ(%) & κ.κ.αεπ (%) & συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ ως % του παγκόσμιου για την Ελλάδα μεταξύ ΑΕΠ (εκατ.$) Ρυθμός ΑΕΠ(%) κ.κ.αεπ($) Ρυθμός κ.κ.αεπ(%) Συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ ως % του παγκόσμιου , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , ,
77 , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , Πηγή: UNCTAD 400, , , , , ΑΕΠ$Ελλάδας$μεταξύ$ $(εκατ.$) 150, , Πηγή:UNCTAD 50,
78 Ρυθμός'ανάπτυξης'ΑΕΠ'Ελλάδας'(%)'μεταξύ'1971< ! !10 Πηγή:UNCTAD Το ΑΕΠ της Ελλάδας κατά τη δεκαετία παρουσιάζει μια συνεχώς ανοδική πορεία, γεγονός που αλλάζει από το 1980 μέχρι και το 1985 όπου το ΑΕΠ παρουσιάζει μείωση της τάξεως του 16% (UNCTADstat). Κατά την περίοδο 1986 μέχρι και 2000, το ΑΕΠ της Ελλάδας εμφανίζει ανοδική πορεία με κάποια χρόνια όμως, όπως το έτος 1993 και 1997 που καταγράφει πτωτική τάση. Από το 2001 μέχρι και το 2008, το ΑΕΠ της Ελλάδας καταγράφει την πιο απότομη αύξηση του, όπου από 136, εκατ.$ το 2001 ανέρχεται σε 354, εκατ.$ το 2008, σημειώνοντας αύξηση 160% (UNCTADstat). Αυτή είναι και η χρονική περίοδος που παρουσιάζεται και η μεγαλύτερη αύξηση εισροών ΑΞΕ για την ελληνική οικονομία. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ στην Ελλάδα κατά τα έτη , ήταν υψηλότερος συγκριτικά με τους αντίστοιχους ρυθμούς στις περισσότερες οικονομικά προηγμένες οικονομίες της Ευρώπης (Κοτταρίδη και Γιακούλας, 2013). Το έτος 2008 αντιπροσωπεύει το έτος κατά το οποίο το ελληνικό ΑΕΠ έφτασε στη μέγιστη τιμή του και το οποίο συμπίπτει με τη μέγιστη αύξηση εισροής άμεσων ξένων επενδύσεων (UNCTADstat). Όπως μπορεί να παρατηρηθεί από το παραπάνω διάγραμμα το ΑΕΠ της Ελλάδας από το 2009 και μετά παρουσιάζει μια συνεχώς πτωτική πορεία. Από το 2009 και τόσο το ΑΕΠ όσο και εισροές ξένου κεφαλαίου αποτελούν δύο μεταβλητές που μειώθηκαν σημαντικά εν μέρει και ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης που επηρέασε ολόκληρο τον κόσμο. 78
79 Η εξέλιξη του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας καθώς και ο ρυθμός ανάπτυξής του παρουσιάζονται στα παρακάτω διαγράμματα. 35, , , , Κατά%κεφαλήν%ΑΕΠ%Ελλάδας%μεταξύ% %($) 15, , Πηγή:UNCTAD 5, Ρυθμός'ανάπτυξης'κατά'κεφαλήν'ΑΕΠ'Ελλάδας'(%)' μεταξύ'1971? ! !10 Πηγή:UNCTAD Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας κατά την εξεταζόμενη περίοδο παρουσιάζει παρόμοιες τάσεις με αυτές του ΑΕΠ. Αξίζει να σημειωθεί πως το ΑΕΠ ανά κάτοικο για την Ελλάδα ήταν 29,720$ το 2009 φτάνοντας στη μέγιστη τιμή του (UNCTADstat). Παρατηρώντας το παραπάνω διάγραμμα μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι ο ελληνικός ρυθμός ανάπτυξης του κατά κεφαλήν εισοδήματος εμφανίζεται σε μερικές χρονικές περιόδους ακόμα και αρνητικός, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη και κατακόρυφη μείωσή του σε αρνητικές τιμές από το 2007 και μετά. 79
80 Από την εξέταση της στατιστικής συσχέτισης του ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης του συνολικού και του κατά κεφαλήν ΑΕΠ με το μερίδιο του συσσωρευμένου όγκου εισροών και με το μερίδιο εισροών ΑΞΕ επί του παγκοσμίου συνόλου, προκύπτει: α) Συσχέτιση του ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης του συνολικού ΑΕΠ με το μερίδιο του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ μεταξύ : 0.09 (παρατηρείται θετική συσχέτιση). β) Συσχέτιση του ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης του συνολικού ΑΕΠ με το μερίδιο των εισροών ΑΞΕ μεταξύ : 0.04 (παρατηρείται θετική συσχέτιση). γ) Συσχέτιση του ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ με το μερίδιο του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ μεταξύ : 0.07 (παρατηρείται θετική συσχέτιση). δ) Συσχέτιση του ετήσιου ρυθμού ανάπτυξης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ με το μερίδιο των εισροών ΑΞΕ μεταξύ : 0.01 (παρατηρείται θετική συσχέτιση). Για το χρονικό διάστημα δε φαίνεται να εμφανίζεται κάποια σημαντική στατιστική συσχέτιση μεταξύ του ρυθμού ανάπτυξης του ΑΕΠ και του κατά κεφαλήν ΑΕΠ τόσο με τις εισροές ΑΞΕ όσο και με το συσσωρευμένο όγκο εισροών ΑΞΕ στην ελληνική οικονομία. Σύμφωνα με το θεωρικό πλαίσιο υποστηρίζεται πως υπάρχει μία θετική σχέση ανάμεσα στο ΑΕΠ και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ και τις ΑΞΕ κάτι που φαίνεται να μην ισχύει τουλάχιστον για κάποιες χρονικές περιόδους στη περίπτωση της ελληνικής οικονομίας ΑΞΕ και πληθωρισμός στην Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο Η Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο έχει περάσει μέσα από αρκετές φάσεις όσον αφορά τα επίπεδα του πληθωρισμού της. Η εξέλιξη του πληθωρισμού κατά τη χρονική περίοδο φαίνεται στον πίνακα και το διάγραμμα που ακολουθούν. Πίνακας 10: Συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ ως % του παγκόσμιου, ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού (%) για την Ελλάδα Συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ ως % του παγκόσμιου Ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού (%)
81 Πηγή: UNCTAD 81
82 Πληθωρισμός,Ελλάδας,(%),μεταξύ,1980< % 25.00% 20.00% 15.00% 10.00% 5.00% 0.00% Πηγή: UNCTAD!5.00% Όπως διαφαίνεται από το παραπάνω διάγραμμα ο πληθωρισμός της Ελλάδας το 1980 ήταν στο 25% (UNCTADstat). Από το 1981 ξεκίνησε η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, ο οποίος άρχισε να υποχωρεί αργά για το υπόλοιπο της δεκαετίας του 1980, καταλήγοντας στο 13.7% το Με την έναρξη της δεκαετίας του 1990, ο πληθωρισμός φτάνει πάλι στο 20%, αλλά στη συνέχεια ακολουθεί μια δεκαετία νέας αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού. Το 2000 ο πληθωρισμός φτάνει στο 3.15% και παρέμεινε στα ίδια περίπου επίπεδα για την επόμενη δεκαετία (UNCTADstat). Η μελέτη της πορείας του πληθωρισμού είχε σημασία για την ελληνική οικονομία διότι με την υπογραφή της συνθήκης του Μάαστριχτ ο χαμηλός πληθωρισμός γίνεται το επίκεντρο της οικονομικής πολιτικής στην Ευρώπη και την Ελλάδα (Νικηφόρου κ.α., 2013). Το παραπάνω διάγραμμα αποδεικνύει ότι η Ελλάδα έκανε μια σοβαρή προσπάθεια για να εκπληρώσει το κριτήριο του πληθωρισμού, καθώς με βάση τα ιστορικά πρότυπα κατάφερε να πετύχει ένα χαμηλό ποσοστό πληθωρισμού μετά τα τέλη της δεκαετίας του Ωστόσο, αυτό το ποσοστό πληθωρισμού ήταν υψηλό σε σύγκριση με τον πληθωρισμό του ευρωπαϊκού πυρήνα. Για παράδειγμα, ο γερμανικός πληθωρισμός κατά την περίοδο δεν ξεπέρασε ποτέ το 2%, με τα περισσότερα από αυτά τα χρόνια να βρίσκεται κάτω από το 1% (UNCTADstat). Σύμφωνα με το θεωρητικό πλαίσιο, τα χαμηλά επίπεδα πληθωρισμού ευνοούν την προσέλκυση ΑΞΕ κάτι που φαίνεται να επιβεβαιώνεται στη περίπτωση της ελληνικής οικονομίας καθώς από το 2000 και μετά που αυξάνονται οι εισροές ΑΞΕ τα επίπεδα 82
83 πληθωρισμού είναι χαμηλά. Η συσχέτιση του ρυθμού μεταβολής του πληθωρισμού με το μερίδιο του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ για τη χρονική περίοδο είναι 0,53. Παρατηρείται λοιπόν μία θετική συσχέτιση μεταξύ του πληθωρισμού και των ΑΞΕ για την Ελλάδα. Σε αντίθεση με το θεωρητικό πλαίσιο, τα χαμηλά επίπεδα πληθωρισμού φαίνεται να μην ευνοούν την προσέλκυση ΑΞΕ στη περίπτωση της ελληνικής οικονομίας ΑΞΕ και ανεργία στην Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο Το φαινόμενο της ανεργίας στην Ελλάδα αποτελεί ένα σημαντικό πρόβλημα, το οποίο έχει επιδεινωθεί σημαντικά από το 2008 και μετά, εν μέρει ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης, αλλά και των σημαντικών εσωτερικών προβλημάτων που χαρακτηρίζουν την ελληνική οικονομία. Στον πίνακα και το διάγραμμα που ακολουθεί καταγράφεται το ετήσιο ποσοστό της ανεργίας, καθώς και το μερίδιο του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ ως ποσοστό του παγκόσμιου για τη χρονική περίοδο για την Ελλάδα. Πίνακας 11: Μερίδιο συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ επί του παγκοσμίου (%) και ετήσιο ποσοστό ανεργίας (%) για την Ελλάδα Eτήσιο % ανεργίας Συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ ως % του παγκόσμιου
84 Πηγή: παγκόσμια τράπεζα 30.00% 25.00% Eτήσιο'ποσοστό'(%)'ανεργίας'Ελλάδας'μεταξύ' 1991= % 15.00% Πηγή:'παγκόσμια' τράπεζα 10.00% 5.00% 0.00% Παρατηρώντας τα παραπάνω στοιχεία διαπιστώνουμε ότι η ανεργία στην Ελλάδα από το 2000 μέχρι και το 2008 παρουσίασε μείωση ενώ από το 2008 και μετά το ποσοστό της ανεργίας αυξήθηκε σημαντικά. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2013 το ποσοστό της ελληνικής ανεργίας έφτασε το 27.2% σε σχέση με το 7.7% που είχε το 2008 (Παγκόσμια τράπεζα). Η απότομη αύξηση της ανεργίας μετά το 2008, οφείλεται στην επίδραση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, αλλά και στα γενικότερα εσωτερικά οικονομικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας. Τα υψηλά ποσοστά ανεργίας στην Ελλάδα εμφανίζονται την ίδια χρονική περίοδο που το ΑΕΠ της χώρας μειώνεται σημαντικά και ο ρυθμός μεταβολής του ΑΕΠ καταγράφει αρνητικά νούμερα, με χαρακτηριστικότερο το 2011, όπου το ΑΕΠ κατέγραψε αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης -8,9% (UNCTADstat). Όπως έχει ήδη αναφερθεί στο θεωρητικό πλαίσιο, η επίδραση που ασκεί το ποσοστό 84
85 ανεργίας στην κατεύθυνση προσέλκυσης ΑΞΕ δεν είναι ξεκάθαρη. Στην περίπτωση πάντως της Ελλάδας, τα υψηλά ποσοστά ανεργίας που καταγράφηκαν μετά το 2008, συμπίπτουν με την πτωτική τάση των εισροών ΑΞΕ στην ελληνική οικονομία. Λαμβάνοντας αντίστροφα το βέλος της αιτιότητας και θεωρώντας ότι ο εισροές ΑΞΕ είναι αυτές που επιδρούν στο ποσοστό ανεργίας, το γεγονός ότι το ποσοστό ανεργίας μειώνεται καθώς οι εισροές ΑΞΕ αυξάνονται πιθανόν να υποδηλώνει ότι ένα μέρος των ΑΞΕ στη Ελλάδα τουλάχιστον κατά τις χρονικές περιόδους και , δε γίνονται μέσα από τη μορφή συγχωνεύσεων και εξαγορών. Η συσχέτιση του ποσοστού ανεργίας με το μερίδιο του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ για την Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο είναι Παρατηρείται δηλαδή μεταξύ των δύο μεταβλητών αρνητική συσχέτιση. Επιβεβαιώνεται λοιπόν ότι η μείωση του ποσοστού ανεργίας θα μπορούσε να ερμηνεύσει μέχρι κάποιο σημείο μια πιθανή αύξηση των ΑΞΕ για την ελληνική οικονομία ΑΞΕ και συναλλαγματική ισοτιμία στην Ελλάδα μεταξύ του Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 είχε ήδη αρχίσει να ολοκληρώνεται η φιλελευθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας και με την υπογραφή της συνθήκης του Μάαστριχτ το 1992 η Ελλάδα προχώρησε πιο πολύ σε διαθρωτική προσαρμογή με τη σταδιακή δημιουργία της Οικονομικής Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ). Με τη δημιουργία της ΟΝΕ αποφασίζεται ένα καινούριο θεσμικό περιβάλλον για την άσκηση οικονομικής πολιτικής στην Ευρώπη, τέτοιο ώστε μετά το 1992 τα κράτη μέλη, και η Ελλάδα μέσα σε αυτά, να μην έχουν ελευθερία κινήσεων στην άσκηση της οικονομικής-νομισματικής πολιτικής τους. Όσον αφορά την Ελλάδα η μακροοικονομική πολιτική που μπορούσε να ασκηθεί μετά το 1992 καθίσταται αυστηρά περιοριστική, ως προς το νομισματικό σκέλος, με τη επικράτηση υψηλών πραγματικών επιτοκίων και την ανατίμηση της δραχμής σε πραγματικούς όρους (Σιούτα, 2010). Η απώλεια εθνικών εργαλείων (πχ. υποτίμηση του εθνικού νομίσματος), ιδιαίτερα μετά από την εφαρμογή του ενιαίου νομίσματος κάνει τις χώρες και ιδιαίτερα τις μικρές, όπως είναι η Ελλάδα, να επιδίδονται σε ένα ολοένα και περισσότερο άτυπο φορολογικό ανταγωνισμό ή ανταγωνισμό κινήτρων για την προσέλκυση ξένου κεφαλαίου (Σιούτα, 2010). 85
86 Πιο συγκεκριμένα σε όλη τη δεκαετία του 1990, η «σκληρή» δραχμή, που είχε σαν αποτέλεσμα ακριβές τις εξαγωγές και φθηνές τις εισαγωγές σε συνδυασμό με τις αυξανόμενες εισροές κεφαλαιουχικών αγαθών επιδείνωναν συνεχώς το ελληνικό εμπορικό ισοζύγιο. Στη μελέτη της συναλλαγματικής ισοτιμίας και πως αυτή επηρεάζει τις υπόλοιπες οικονομικές μεταβλητές αυτό που έχει σημασία είναι η ονομαστική σταθμισμένη ισοτιμία, δηλαδή αυτή που είναι προσαρμοσμένη με βάση το δείκτη των σχετικών τιμών της εγχώριας οικονομίας (Οικονομάκης κ.α., 2006). Έτσι λοιπόν, όπως έγινε και για τη Ρουμανία θα χρησιμοποιήσουμε το δείκτη REER (real effective exchange rate). Μια αύξηση του δείκτη αυτού υποδηλώνει ότι οι εξαγωγές γίνονται πιο ακριβές και οι εισαγωγές της εξεταζόμενης χώρας καθίστανται φθηνότερες και ως εκ τούτου, η αύξηση αυτή υποδεικνύει μια απώλεια ανταγωνιστικότητας του εμπορίου για τη χώρα. Η μόνη διαφορά της Ελλάδας με τη Ρουμανία είναι ότι ο δείκτης αυτός έχει αξία για την Ελλάδα μέχρι και το 2001, καθώς από τότε και μετά η χώρα εισέρχεται στη ζώνη του ευρώ και άρα έχει το ίδιο νόμισμα με τους βασικούς εμπορικούς εταίρους της. Στο διάγραμμα που ακολουθεί παρουσιάζεται η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία του ελληνικού νομίσματος (δείκτης REER) για τη χρονική περίοδο Συναλλαγματική,Ισοτιμία,σε,πραγματικούς, όρους,ελληνικού,νομίσματος,(reer,rate), μεταξύ1980e Δείκτης, :,2010 =100 Πηγή:,IMF Όπως μπορούμε να διακρίνουμε από το παραπάνω διάγραμμα το ελληνικό νόμισμα κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου , παρουσιάζει μια τάση ανατίμησης 86
87 σε πραγματικούς όρους σε κάποιες συγκεκριμένες χρονικές περιόδους. Η πρώτη σημαντική περίοδος ανατίμησης σε πραγματικούς όρους της ελληνικής δραχμής πραγματοποιήθηκε κατά τη χρονική περίοδο , γεγονός που μπορεί να ερμηνεύσει τη μη προσέλκυση ΑΞΕ στην ελληνική οικονομία (βλ. πίνακας 8), σύμφωνα με τη θεωρία της τροποποίησης του νόμου της αξίας στη παγκόσμια αγορά. Συμπληρωματικά κατά τη χρονική περίοδο , δηλαδή μία χρονιά πριν η Ελλάδα χάσει το εθνικό της νόμισμα, παρατηρούνται σημαντικές τάσεις ανατίμησης της δραχμής σε πραγματικούς όρους (Οικονομάκης κ.α., 2006). Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε ότι την ίδια χρονική περίοδο τόσο η πορεία των εισροών ΑΞΕ όσο και ο συσσωρευμένος όγκος ΑΞΕ στην ελληνική οικονομία δε παρουσιάζει καμία τάση ανοδικής πορείας, γεγονός που σύμφωνα με το θεωρητικό πλαίσιο θα μπορούσε να ερμηνευθεί ως μη πραγματοποίηση ΑΞΕ με σκοπό την παράκαμψη της συναλλαγματικής προστασίας. Αν και η μη προσέλκυση ΑΞΕ προς την Ελλάδα σχεδόν καθόλη την εξεταζόμενη περίοδο μπορεί να αποδοθεί μέχρι ένα σημείο στις περιόδους ανατίμησης της δραχμής σε πραγματικούς όρους και την αδυναμία χρήσης συναλλαγματικής πολιτικής ως μέσο αντιμετώπισης του διεθνούς ανταγωνισμού, η Ελλάδα αντιμετωπίζει μακροχρόνια διαθρωτικά προβλήματα που την καθιστούν μη ελκυστική στη προσέλκυση ξένου κεφαλαίου. Πιο συγκεκριμένα, τη χρονική περίοδο 1995 με 2000 η δραχμή συνέχισε να ανατιμάται σε πραγματικούς όρους έναντι των άλλων νομισμάτων. Την ίδια χρονική περίοδο οι εισροές ΑΞΕ στη Ελλάδα μειώθηκαν από 1058 εκατ.$ το 1995 σε 562 εκατ.$ το 1999 (UNCTADstat). Επιπλέον, παρατηρείται, για την ίδια χρονική περίοδο επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας ως ποσοστό του ΑΕΠ (αναλύεται στο κεφάλαιο 5). Οι δύο τελευταίες διαπιστώσεις θα μπορούσαν να υπονοούν ότι ένα μεγάλο μέρος των ΑΞΕ της Ελλάδας πραγματοποιούνται σε κλάδους των μη εμπορεύσιμων, κάτι το οποίο επαληθεύεται από την κλαδική κατανομή του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ (αναλύεται στο κεφάλαιο 3). Θα μπορούσαμε επίσης να υποθέσουμε ότι ένα μέρος των πραγματοποιουμένων ΑΞΕ γίνεται στη δεύτερη κατηγορία ΑΞΕ (παραγωγή για μια τρίτη αγορά ή/και την παγκόσμια αγορά), οπού όμως οι παραγωγικοί-εξαγωγικοί τομείς της οικονομίας παρουσιάζουν ασθενείς εγχώριες διακλαδικές διασυνδέσεις, κάτι το οποίο επαληθεύεται έμμεσα από τη δομή εξαγωγών - εισαγωγών όπως αναλύεται στο κεφάλαιο 5. 87
88 Η καθοδική πορεία των εισροών ΑΞΕ για ένα μεγάλο μέρος της εξεταζόμενης περιόδου σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο κύριος όγκος των ΑΞΕ στην Ελλάδα προέρχεται από χώρες της Ε.Ε., καθώς και ότι το εθνικό νόμισμα παρουσιάζει τάσεις ανατίμησης σε πραγματικούς όρους, μπορεί να ερμηνεύσει εν μέρει, βάση του θεωρητικού μας πλαισίου, τη μη προσέλκυση ΑΞΕ στην Ελλάδα. Μετά το 2001 δεν υφίσταται εθνικό νόμισμα βάσει του οποίου να μπορούν να ερμηνευθούν οι ΑΞΕ και δε τίθεται για την ελληνική οικονομία ζήτημα εθνικής συναλλαγματικής πολιτικής ως μέσω αντιμετώπισης του διεθνούς ανταγωνισμού Το πραγματικό μοναδιαίο κόστος εργασίας και η παραγωγικότητα της εργασίας για την Ελλάδα μεταξύ Όπως έχει ήδη αναφερθεί σε συνθήκες εμπορικής και οικονομικής ολοκλήρωσης όπως είναι μια τελωνειακή ένωση, η σχέση μισθών-παραγωγικότητας της εργασίας μπορεί να ερμηνεύσει τις επενδυτικές επιλογές του ξένου κεφαλαίου (Οικονομάκης κ.ά., 2014). Στον παρακάτω πίνακα και διάγραμμα καταγράφεται η πορεία του μοναδιαίου κόστους εργασίας για την περίπτωση της Ελλάδας για τη χρονική περίοδο Πίνακας 12: Πραγματικό μοναδιαίο κόστος εργασίας σε Ελλάδα μεταξύ Δείκτης (2010 = 100) Ελλάδα
89 Πηγή: AMECO Πραγματικό*μοναδιαίο*κόστος*εργασίας*Ελλάδας* μεταξύ*1990:2014 Δείκτης*(2010*=*100)* Πηγή:*AMECO Παρατηρώντας το παραπάνω διάγραμμα μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι το μοναδιαίο κόστος εργασίας για την Ελλάδα παρουσιάζει μείωση από το 1990 μέχρι και το 1996, στη συνέχεια ακολουθεί μία περίοδος αυξομειώσεων, ενώ ανάμεσα στη χρονική περίοδο αυξάνεται για να ακολουθήσει στη συνέχεια μία πτωτική πορεία (Ameco). Από το 2011 μέχρι και το 2014 η μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας της Ελλάδας είναι αρκετά σημαντική. Το μειούμενο ανά μονάδα κόστος εργασίας της ελληνικής οικονομίας θεωρητικά θα μπορούσε να μετατραπεί σε αύξηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου, η οποία είναι προϋπόθεση για την πραγματοποίηση ΑΞΕ στην Ελλάδα, παράγοντας όμως που όπως φαίνεται, για την περίπτωση της Ελλάδας, δεν είναι τόσο ισχυρός ώστε να οδηγήσει σε αύξηση των εισροών ΑΞΕ. Όπως έχουμε ήδη επισημάνει η παραγωγικότητα της εργασίας μπορεί να αποτελέσει παράγοντα έλξης ΑΞΕ. Οι μισθοί δε μπορούν αποσυνδεδεμένα από την παραγωγικότητα της 89
90 εργασίας, να θεωρηθούν ως ένα αυτοτελές κίνητρο ΑΞΕ. Στο πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζεται η παραγωγικότητα της εργασίας ανά μισθωτό για την Ελλάδα και τη Γερμανία για τη χρονική περίοδο Πίνακας 13: Παραγωγικότητα της εργασίας ανά μισθωτό σε Ελλάδα και Γερμανία μεταξύ Δείκτης (EΕ-27 = 100) Ελλάδα Γερμανία Πηγή: Eurostat Παραγωγικότητα+της+εργασίας+ανά+μισθωτό++ Ελλάδας+και+Γερμανίας+μεταξύ+2002< Δείκτης+(EΕ<27+=+100) 20 0 Πηγή:+Eurostat Ελλάδα Γερμανία Όπως μπορούμε να διακρίνουμε από το παραπάνω διάγραμμα η παραγωγικότητα της Ελλάδας παρουσιάζει μια σχετικά πτωτική πορεία στο χρονικό διάστημα 2002 με
91 (Eurostat). Η παραγωγικότητα της εργασίας της Ελλάδας συγκρινόμενη με αυτή της Γερμανίας είναι χαμηλότερη καθόλη την εξεταζόμενη περίοδο. Η πτώση των ΑΞΕ στην ελληνική οικονομία μετά το 1989 δεν αφήνουν κάποιο περιθώριο για ερμηνεία ότι η σχέση μισθών-παραγωγικότητας στην ελληνική οικονομία αποτελούν κίνητρο για πραγματοποίηση ΑΞΕ. Ακόμα και αν υποτεθεί ότι η σχέση μισθώνπαραγωγικότητας της εργασίας είναι ένας παράγοντας έλξης του ξένου επενδυτικού κεφαλαίου στην ελληνική οικονομία, ο παράγοντας αυτός δεν είναι τόσο ισχυρός ώστε να αντιστρέψει την μείωση των ΑΞΕ, ως αποτέλεσμα της ακύρωσης κινήτρων για ΑΞΕ της πρώτης κατηγορίας στο πλαίσιο ΕΕ-ΟΝΕ υπό συνθήκες μικρής αγοράς και απουσίας σοβαρών οικονομιών συγκέντρωσης. Άλλωστε η ελληνική οικονομία στο επίπεδο αυτό έχει να ανταγωνιστεί χώρες του πρώην «υπαρκτού σοσιαλισμού» οι οποίες πλεονεκτούν έναντι της Ελλάδας (Οικονομάκης κ.ά.,2014). Συμπερασματικά για το σύνολο της εξεταζόμενης περιόδου, τόσο το μειωμένο κόστος εργασίας, όσο και η αυξανόμενη παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα, δεν κατάφεραν να αντιστρέψουν την αρνητική δυναμική των εισροών ΑΞΕ στην ελληνική οικονομία Σύγκριση ΑΞΕ και βασικών μακροοικονομικών μεγεθών ρουμανικής- ελληνικής οικονομίας Από την μέχρι τώρα ανάλυση μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η πορεία τόσο της επίδοσης της οικονομίας όσο και των εισροών ΑΞΕ στις δύο εξεταζόμενες χώρες, Ελλάδα και Ρουμανία, δεν είναι κοινή. Η επιδείνωση της θέσης της Ελλάδας ως αποδέκτης ΑΞΕ από την αρχή της δεκαετίας του 90 συμβαδίζει με την ακύρωση των όποιων δυνατοτήτων προστατευτικής πολιτικής και συνοδεύεται από την επιδείνωση ιδιαίτερα μετά από τα μέσα της δεκαετίας του 90 του εμπορικού της ισοζυγίου. Επιπλέον, οι κομβικές μακροοικονομικές μεταβολές αναφορικά με τη διεθνή οικονομική ένταξη της χώρας (ΕΕ-ΟΝΕ) αναιρούν την όποια διαδικασία υποκατάστασης εισαγωγών εμπορευμάτων από τις εισαγωγές κεφαλαίων. Σε σχέση με την τις δεκαετίες του 60 και 70 φαίνεται ότι η σημαντική υποχώρηση της χώρας ως αποδέκτης ΑΞΕ οφείλεται στην υποχώρηση των ΑΞΕ της πρώτης κατηγορίας η οποία δεν αντισταθμίστηκε επαρκώς από ΑΞΕ των άλλων κατηγοριών (κυρίως πέμπτη, τέταρτη και 91
92 τρίτη και δευτερευόντως δεύτερη). Από την άλλη μεριά, για το ίδιο χρονικό διάστημα, η Ρουμανία βελτιώνει συνολικά τη σχετική θέση της ως χώρα υποδοχής ΑΞΕ. Η Ρουμανία, σαν μία χώρα του πρώην ανατολικού μπλοκ, μετά από τη μεταβατική περίοδο σε οικονομία της ελεύθερης αγοράς αποτέλεσε πόλο έλξης του ξένου κεφαλαίου. Παρόλα αυτά, η διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και η ένταξή της στην Ε.Ε. το 2007, καθώς και η οικονομική κρίση του 2008 δημιουργούν ένα αρνητικό κλίμα στη προσέλκυση ξένου κεφαλαίου που η ρουμανική οικονομία λόγω των εσωτερικών διαρθρωτικών προβλημάτων της δεν δείχνει να μπορεί να ξεπεράσει. Η υποχώρηση της Ρουμανίας ως χώρας υποδοχής ΑΞΕ οφείλεται κυρίως στην υποχώρηση ΑΞΕ της πρώτης κατηγορίας. Όσον αφορά την πορεία των βασικών μακροοικονομικών μεγεθών, που και αυτά μπορούν να αποτελέσουν λόγους προσέλκυσης ΑΞΕ, οι δύο χώρες, Ελλάδα και Ρουμανία παρουσιάζουν κάποιες διαφορές. Οι υψηλοί αναπτυξιακοί ρυθμοί πολλών ετών πριν την κρίση του 2008 και οι χαμηλοί ρυθμοί πληθωρισμού, που αποτελούσαν προϋπόθεση για την ένταξη της χώρας στο ενιαίο νόμισμα του ευρώ, συνολικά δεν ευνόησαν τη σχετική θέση της Ελλάδας ως χώρας υποδοχής ΑΞΕ. Αντίθετα, η Ρουμανία την ίδια χρονική περίοδο εμφανίζει αύξηση του ΑΕΠ καθώς και χαμηλά ποσοστά πληθωρισμού και φαίνεται να βελτιώνει τη σχετική της θέση ως χώρα υποδοχής ΑΕΠ. Το ποσοστό ανεργίας για την Ελλάδα, που ήταν μειούμενο μέχρι το 2007 αλλά μετά αυξήθηκε σημαντικά, δε φαίνεται να έχει κάποια επίδραση στις εισροές ΑΞΕ. Το ποσοστό ανεργίας της Ρουμανίας, που παρουσιάζει αυξομειώσεις για την εξεταζόμενη περίοδο, επίσης δε φαίνεται να έχει κάποια επίδραση στη προσέλκυση ξένου κεφαλαίου. Όσον άφορα τη συναλλαγματική ισοτιμία και τη σχέση της με τις ΑΞΕ, για τη Ρουμανία, παρατηρείται κατά τη χρονική περίοδο συνεχής υποτίμηση του νομίσματος σε πραγματικούς όρους. Σύμφωνα λοιπόν με τη τροποποίηση του νόμου της αξίας στη παγκόσμια αγορά, ένα μέρος των ΑΞΕ που πραγματοποιούνται στη Ρουμανία μπορεί να ερμηνευτεί με βάση την υποτίμηση του εθνικού νομίσματος. Αντίθετα, στην Ελλάδα παρατηρείται μια γενικότερη ανατίμηση της δραχμής σε πραγματικούς όρους τη δεκαετία του 1990 και την «προ ευρώ» εποχή, η οποία εν μέρει μπορεί να ερμηνεύσει τη μη προσέλκυση ΑΞΕ στη χώρα. Από το 2001 και μετά δεν υφίσταται εθνικό νόμισμα βάσει του οποίου να μπορούν να ερμηνευτούν οι ΑΞΕ. Η σχέση μισθών-παραγωγικότητας μπορούν σε ένα βαθμό να ερμηνεύσει τη διαφορετική πορεία των ΑΞΕ στις δύο εξεταζόμενες χώρες. Για τη Ρουμανία, το χαμηλό 92
93 εργατικό κόστος σε συνδυασμό με την αυξανόμενη παραγωγικότητα της εργασίας μπορεί να ερμηνεύσει σε ένα βαθμό τις αυξημένες εισροές ΑΞΕ. Για την Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι η παραγωγικότητα της εργασίας είναι πιο υψηλή από αυτή της Ρουμανίας και κινείται σχετικά κοντά στο μέσο όρο της ΕΕ-27, το αρκετά υψηλότερο εργατικό κόστος σε σχέση με το αντίστοιχο της Ρουμανίας μπορεί σε ένα βαθμό να ερμηνεύσει τη μειωμένη εισροή ξένου κεφαλαίου. 93
94 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 : Κατανομή ΑΞΕ με βάση τον οικονομικό κλάδο, τη χώρα προέλευσης και μορφές ΑΞΕ σε Ρουμανία και Ελλάδα 4.1. Κλαδική κατανομή εισροών ΑΞΕ Ρουμανίας μεταξύ Στον πίνακα που ακολουθεί καταγράφεται η κλαδική κατανομή του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία κατά τη χρονική περίοδο , σύμφωνα με τα στοιχεία για τις ΑΞΕ που δημοσιεύονται από την κεντρική τράπεζα της Ρουμανίας. Πίνακας 14: Κλαδική κατανομή συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ (%) Ρουμανίας μεταξύ ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ Α. Ορυχεία Β. Βιομηχανία Μεταλλουργία Τρόφιμα, Ποτά, Καπνός Εξοπλισμός Μεταφορών Τσιμέντο, Γυαλιά, Κεραμικά Προϊόντα Ξύλου, Έπιπλα Κλωστοϋφαντουργία, είδη ένδυσης, δερμάτινα είδη Η/Υ, ηλεκτρολογικός & ηλεκτρονικός εξοπλισμός, επικοινωνίες
95 Εξόρυξη πετρελαίου, χημικά & πλαστικά προϊόντα, καουτσούκ Μηχανολογικός Εξοπλισμός Λοιπά Γ. Ηλεκτρισμός, θέρμανση, φυσικό αέριο, νερό ΤΟΜΕΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Δ. Εμπόριο Ε. Ζ. Η. Χρηματοπιστωτική Διαμεσολάβηση & Ασφάλιση Τηλεπικοινωνίες & υπηρεσίες πληροφορικής Υπηρεσίες προς επιχειρήσεις, ακίνητα, μισθώσεις Θ. Κατασκευές Ι. Μεταφορές Κ. Εστιατόρια & Ξενοδοχεία Λ. Λοιπά Πηγή: Επεξεργασία στοιχείων της Κεντρικής Τράπεζας της Ρουμανίας ( ), ετήσιες εκδόσεις, "Foreign Direct Investment in Romania - Romania's Balance of Payment and International Investment Position" Οι ΑΞΕ στη Ρουμανία κατά τη χρονική περίοδο χαρακτηρίζονται από διαφορετικές τάσεις όσον αφορά στον προσανατολισμό τους προς τους διάφορους οικονομικούς κλάδους. Οι εισροές των ΑΞΕ είναι κυρίως προσανατολισμένες προς τη μεταποιητική βιομηχανία, που κατέχει ένα σημαντικό μερίδιο της ρουμανικής οικονομίας και τον τομέα των υπηρεσιών που από το 2004 παρουσιάζει μια συνεχώς ανοδική πορεία. Ωστόσο, σημειώνονται αλλαγές από το ένα έτος στο άλλο, ανάλογα με τις ευκαιρίες στις οποίες προσβλέπουν οι ξένοι επενδυτές από τις διάφορες οικονομικές δραστηριοτήτες, 95
96 ιδιαίτερα μετά το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2008, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τον επαναπροσανατολισμό των επενδύσεων εντός των οικονομικών κλάδων. Αναλύοντας τον παραπάνω πίνακα μπορούμε να προβούμε σε κάποια σημαντικά συμπεράσματα σχετικά με την κλαδική κατανομή του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία. Πιο συγκεκριμένα: α) Το 2004, ο βιομηχανικός τομέας κατείχε το μερίδιο του 53.8% των προτιμήσεων σε ΑΞΕ ενώ το ποσοστό αυτό μειώθηκε στο 44% μόλις δύο χρόνια αργότερα και σε 41.3% το 2008 (Κεντρική Τράπεζα Ρουμανίας, ετήσιες εκδόσεις). Πιο συγκεκριμένα, ο βιομηχανικόςπαραγωγικός κλάδος στη Ρουμανία, χωρίς να λαμβάνουμε υπόψιν την ενέργεια και τα ορυχεία, φαίνεται να πέφτει σε ελκυστικότητα για πραγματοποίηση ΑΞΕ, παρουσιάζοντας μια σημαντική πτώση από το 45.7% στις συνολικές εισροές ΑΞΕ το 2004, σε 31.1% το 2009, ενώ συνεχίζει να διατηρεί το ίδιο χαμηλό ποσοστό (32%) και το 2014 (Κεντρική Τράπεζα Ρουμανίας, ετήσιες εκδόσεις). Οι ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας συνδέονται άμεσα με την παραγωγή και σύμφωνα με το θεωρητικό μας πλαίσιο, η πτώση τους πιθανόν να έχει αρνητική επίπτωση στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας αποδέκτη. β) Χαρακτηριστικό κλάδου που παρουσιάζει μείωση ελκυστικότητας σε εισροές ΑΞΕ κατά τη χρονική περίοδο , αποτελεί ο κλάδος τροφίμων, ποτών και καπνού που ενώ το 2004 προσέλκυε το 7.4% των ξένων επενδύσεων, φτάνει το 2008 να προσελκύει το 4.6% και δεν παρουσιάζει καμία τάση βελτίωσης, φτάνοντας το 2014 να κατέχει μόλις το 4% των συνολικών εισροών ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία (Κεντρική Τράπεζα Ρουμανίας, ετήσιες εκδόσεις). Την ίδια πτωτική πορεία σε ποσοστά προσέλκυσης ξένων επενδύσεων ακολουθούν και ο κλάδος της μεταλλουργίας, της κλωστοϋφαντουργίας, των ξυλουργικών προϊόντων καθώς και του τσιμέντου, των υαλικών και των κεραμικών. Με βάση το θεωρητικό πλαίσιο που έχουμε θέσει, οι ΑΞΕ αυτών των οικονομικών κλάδων, που αντιστοιχούν σε ΑΞΕ της πρώτης και της δεύτερης κατηγορίας αναμένεται να έχουν βελτιωτική επίδραση στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας αποδέκτη. Δεδομένου ότι για τη Ρουμανία οι ΑΞΕ αυτού του κλάδου έχουν πτωτική τάση είναι πιθανή η επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας. Οι μόνοι κλάδοι της βιομηχανίας που δείχνουν να μπορούν να ανταπεξέλθουν στη γενικότερη τάση μείωσης των εισροών ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία, είναι ο κλάδος της εξόρυξης πετρελαίου, των χημικών και πλαστικών προϊόντων που παρουσιάζει μία αύξηση από 2.6% των συνολικών εισροών ΑΞΕ το 2004 σε 5.7% το 2014 (Κεντρική Τράπεζα Ρουμανίας, ετήσιες εκδόσεις). Επίσης οι εισροές ΑΞΕ στον κλάδο του μηχανολογικού 96
97 εξοπλισμού παρουσιάζουν μια αύξηση από 1.8% των συνολικών εισροών ΑΞΕ το 2004 σε 2.4% το γ) Οι τομείς των υπηρεσιών συνολικά κατέχουν το 2014 περίπου το 49% των ΑΞΕ που προσελκύει η Ρουμανία, παρουσιάζοντας αύξηση σε σχέση με το 2004 που κατείχαν περίπου το 46% επί του συνόλου των ΑΞΕ (Κεντρική Τράπεζα Ρουμανίας, ετήσιες εκδόσεις). Οι τομείς στους οποίους έχει αυξηθεί το ενδιαφέρον για πραγματοποίηση ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία, αφορούν κυρίως τομείς υπηρεσιών, όπως οι υπηρεσίες ασφαλιστικής και χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης, το ποσοστό των οποίο σε προσέλκυση ΑΞΕ αυξήθηκε από 11.4% το 2004 σε 18.5% το 2012, με αποκορύφωμα το 2007 που το ποσοστό φτάνει σε 23.3% (Κεντρική Τράπεζα Ρουμανίας, ετήσιες εκδόσεις). Επίσης, οι κατασκευές και οι συναλλαγές ακίνητης περιουσίας παρουσιάζουν σημαντική αύξηση στην ελκυστικότητά τους από ξένους επενδυτές (από 1.1% των συνολικών εισροών ΑΞΕ το 2004, σε 9.8% το 2014, με αιχμή το 2009 που φτάνουν στο 12,9%). Οι ΑΞΕ αυτής της κατηγορίας δεν συνδέονται άμεσα με την παραγωγή και σύμφωνα με την οικονομική θεωρία έχουν ασαφή επίπτωση στο εμπορικό ισοζύγιο της αποδέκτριας χώρας. Ο προσανατολισμός των ξένων επενδυτών σε αυτούς τους τομείς, εξηγείται από το γεγονός ότι αυτές οι μορφές επενδύσεων προσφέρουν τη δυνατότητα πιο γρήγορης αποεπένδυσης καθώς και μεγαλύτερα κέρδη επειδή μπορούν να ακολουθήσουν μεθόδους κερδοσκοπίας στις χρηματοοικονομικές αγορές. Η σταδιακή μείωση του μεριδίου των ΑΞΕ στον τομέα της μεταποίησης και ο προσανατολισμός τους προς τομείς που εκτίθενται σε κερδοσκοπία και ρίσκο δεν ευνοεί τη σταθερότητα και βιώσιμη ανάπτυξη για τη ρουμανική οικονομία αλλά ούτε και την αύξηση της ανταγωνιστικότητάς της στις αγορές του εξωτερικού. Επιπλέον αξίζει να σημειωθεί ότι οι ελκυστικοί τομείς στους ξένους επενδυτές της μεταποιητικής βιομηχανίας είναι το πετρέλαιο, τα χημικά, η επεξεργασία πλαστικών και ελαστικών, η μεταλλουργία, η βιομηχανία μεταφορών, τροφίμων, ποτών και καπνού και η βιομηχανία τσιμέντου, γυαλιού και κεραμικών. Τα προϊόντα των βιομηχανιών αυτών, δεν ενσωματώνουν υψηλά επίπεδα της ΕΑΚ (έρευνα, ανάπτυξη και καινοτομία) και έχουν ως εκ τούτου μικρή προστιθέμενη αξία με μικρές μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα των ρουμανικών εξαγωγών. Κάτι άλλο που μπορεί να παρατηρήσουμε είναι η μετάβαση της κατανομής των εισροών ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία από κλάδους χαμηλής προστιθέμενης αξίας (κυρίως 97
98 κλωστοϋφαντουργία και δέρματα) σε βιομηχανικούς κλάδους υψηλότερης προστιθέμενης αξίας (Pauwels and Ioniţă, 2008). Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και με το γεγονός ότι και οι εξαγωγές της ρουμανικής οικονομίας (όπως αυτές αναλύονται σε επόμενο κεφάλαιο) αφορούν σταδιακά προϊόντα μεσαίας και υψηλής τεχνολογίας και όχι προϊόντα μεσαίας και χαμηλής τεχνολογίας. Αξίζει να σημειώσουμε ότι υπάρχουν ορισμένοι κλάδοι που είναι υποτιμημένοι στη ρουμανική οικονομία, αλλά παρουσιάζουν μεγάλες δυνατότητες και θα μπορούσαν να συμβάλλουν με επιτυχία στην οικονομική ανάκαμψη της χώρας και στη βιώσιμη ανάπτυξή της δρώντας επικουρικά στους άλλους τομείς που ήδη αναλύθηκαν. Πιο συγκεκριμένα, οι κλάδοι αυτοί είναι η γεωργία, η δασοκομία και η αλιεία, με δεδομένο το γεγονός ότι η Ρουμανία διαθέτει μεγάλες και πολύ καλής ποιότητας εκτάσεις καλλιεργήσιμης γης όπως και ο τομέας των ξενοδοχείων και εστιατορίων, δίνοντας έμφαση στη δυναμική του τουρισμού της χώρας. Τέλος ο τομέας των μεταφορών μπορεί να δώσει συγκριτικό πλεονέκτημα στη Ρουμανία καθώς είναι μία χώρα που διαθέτει όλα τα μέσα μεταφοράς, με το πλεονέκτημα να διασχίζεται από τρεις πανευρωπαϊκές λωρίδες Κατανομή εισροών ΑΞΕ Ρουμανίας με βάση τη χώρα προέλευσης μεταξύ Στον πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζεται η κατανομή των εισροών ΑΞΕ στη Ρουμανία με βάση τη χώρα προέλευσης το χρονικό διάστημα Πίνακας 15 : Κατανομή εισροών ΑΞΕ Ρουμανίας με βάση της χώρα προέλευσης (%) μεταξύ ΕΥΡΩΠΗ Ολλανδία Αυστρία Γαλλία Γερμανία Ελλάδα Ιταλία Κύπρος Ελβετία Σουηδία
99 Ουγγαρία Τουρκία Βέλγιο Τσεχία Λουξεμβούργο Ισπανία Ηνωμένο Βασίλειο Φιλανδία Ιρλανδία Δανία Πορτογαλία Νορβηγία Βουλγαρία 0.2 Πολωνία Γιβλαρτάρ Ισραήλ ΝΟΤΙΑ ΑΦΡΙΚΗ 0.5 ΑΜΕΡΙΚΗ Καναδάς Ολλανδικές Αντίλλες 8.8 Ην.Πολιτείες Αμερικής ΕBRD (European Bank of Reconstruction & Development) ΙFC( International Financial Corporation) 0.6 ΙΑΠΩΝΙΑ ΚΙΝΑ 0.2 ΛΙΒΑΝΟΣ Βρετανικοί παρθένοι νήσοι Λοιπές χώρες Πηγή: Επεξεργασία στοιχείων της Εθνικής Τράπεζας της Ρουμανίας ( ), ετήσιες εκδόσεις, "Foreign Direct Investmet in Romania-Romania's Balance of Payment and International Investment Position" Είναι φανερό από τον παραπάνω πίνακα πως οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κυρίως οι αναπτυγμένες χώρες της Δυτικής Ευρώπης παίζουν το σημαντικότερο ρόλο στην 99
100 πραγματοποίηση ΑΞΕ στη Ρουμανία. Πιο συγκεκριμένα, η Ολλανδία και η Αυστρία καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις στην πραγματοποίηση ΑΞΕ στη Ρουμανική οικονομία κατά τη χρονική περίοδο Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, η Ολλανδία έχει συνεχώς αυξανόμενο ποσοστό πραγματοποίησης ΑΞΕ στη Ρουμανία από 16.3% το 2004 σε 23.6% το 2004 (Κεντρική Τράπεζα Ρουμανίας, ετήσιες εκδόσεις). Σημαντικές εισροές ΑΞΕ πραγματοποιούνται στη Ρουμανία και από άλλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης όπως η Γερμανία (12.4% το 2014) καθώς και η Γαλλία (6.8% το 2014). Οι πιο σημαντικοί τομείς που επενδύεται το γερμανικό ξένο κεφάλαιο είναι ο βιομηχανικός κλάδος και πιο συγκεκριμένα ο τομέας της αυτοκινητοβιομηχανίας, η μεταλλουργία, η βιομηχανία πλαστικών αλλά και ο κλάδος της κλωστοϋφαντουργίας και το εμπόριο (Vasilescu et al., 2008). Η Ιταλία επίσης επενδύει στη Ρουμανία με μικρότερα όμως ποσοστά κυρίως στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας και των υπηρεσιών, αλλά και η Κύπρος και η Ελβετία, ενώ η Ελλάδα ενώ το 2004 κατείχε το 8.2% των ΑΞΕ στη Ρουμανία, έχει φτάσει το 2014 να πραγματοποιεί μόνο το 2.7% των ΑΞΕ προς τη Ρουμανία. 4.2.Κλαδική κατανομή εισροών ΑΞΕ Ελλάδας μεταξύ Στον πίνακα που ακολουθεί καταγράφεται η κλαδική κατανομή του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ στην ελληνική οικονομία κατά τη χρονική περίοδο , σύμφωνα με τα στοιχεία της κεντρικής τράπεζας της Ελλάδας. Πίνακας 16: Κλαδική κατανομή συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ (%) Ελλάδας μεταξύ ΑΓΡΟΤΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΟΣ ΤΟΜΕΑΣ Α. Βιομηχανία Τρόφιμα, Ποτά, Καπνός
101 Εξοπλισμός Μεταφορών Κλωστοϋφαντουργία, είδη ένδυσης & προϊόντα ξύλου Η/Υ, ηλεκτρολογικός & ηλεκτρονικός εξοπλισμός, επικοινωνίες Εξόρυξη πετρελαίου, χημικά & πλαστικά προϊόντα Β. Μηχανολογικός Εξοπλισμός Λοιπά Ηλεκτρισμός, θέρμανση, φυσικό αέριο, νερό ΤΟΜΕΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Γ. Εμπόριο Χρηματοπιστωτική Δ. Ε. Ζ. διαμεσολάβηση & ασφάλιση Τηλεπικοινωνίες & υπηρεσίες πληροφορικής Υπηρεσίες προς επιχειρήσεις, ακίνητα, μισθώσεις Η. Κατασκευές Θ. Μεταφορές Ι. Εστιατόρια & Ξενοδοχεία
102 Κ. Λ. Ψυχαγωγικές, πολιτιστικές & αθλητικές δραστηριότητες, υγεία Επαγγελματικές, επιστημονικές & τεχνικές δραστηριότητες & εκπαίδευση Μ. Λοιπές υπηρεσίες Πηγή: Επεξεργασία στοιχείων της Κεντρικής Τράπεζας της Ελλάδας ( ) Αναλύοντας τον πιο πάνω πίνακα μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι στην Ελλάδα παρατηρείται σε αρκετούς κλάδους της οικονομίας μία σημαντική μείωση του συσσωρευμένου όγκου ΑΞΕ κατά την εξεταζόμενη περίοδο Πιο συγκεκριμένα, με βάση τον πιο πάνω πίνακα παρατηρούμε ότι η μείωση του αποθέματος ΑΞΕ στην Ελλάδα οφείλεται κυρίως στην αποεπένδυση σε δύο κλάδους, έναν που ανήκει στον τομέα τον υπηρεσιών και είναι ο χρηματοπιστωτικός κλάδος και ένας που ανήκει στο βιομηχανικό τομέα και είναι ο κλάδος τροφίμων (Κεντρική Τράπεζα Ελλάδος). Οι εν λόγω κλάδοι πριν την παγκόσμια κρίση ήταν οι δύο πρώτοι όσον αφορά στη συγκέντρωση επενδυμένου κεφαλαίου, με τον κλάδο τον τροφίμων να απορροφά το 22% του συσσωρευμένου όγκου ΑΞΕ το έτος 2007 και το χρηματοπιστωτικό κλάδο να απορροφά το 31% του συσσωρευμένου όγκου των ΑΞΕ την ίδια χρονολογία. Οι ΑΞΕ στους κλάδους αυτούς μειώθηκε σημαντικά μετά το 2008, όχι μόνο ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας κρίσης αλλά και των εσωτερικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας και έτσι το ποσοστό απορρόφησης ΑΞΕ στον κλάδο των τροφίμων ήταν μόλις 13.7% το 2011 και στον χρηματοπιστωτικό κλάδο 12.17%, παρουσιάζοντας μείωση της τάξεως του 59% σε σχέση με το 2007 (Κεντρική Τράπεζα Ελλάδας). Σημαντικές μειώσεις παρουσιάζουν και οι κλάδοι των πλαστικών, της κλωστοϋφαντουργίας και ειδών ένδυσης καθώς και του ηλεκτρολογικού και ηλεκτρονικού εξοπλισμού. Αντίθετα οι κλάδοι που παρουσίασαν σημαντική αύξηση, η οποία όμως δεν 102
103 ήταν ικανή να αντισταθμίσει τις μειώσεις των προηγουμένων ήταν του εμπορίου, της ψυχαγωγίας και της ενέργειας, του αερίου και του νερού (Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδος). Για το 1973, «[τ]ο ποσοστό των άμεσων ξένων επενδύσεων που κατευθύνθηκε στη βιομηχανία σε σχέση με τις συνολικές συσσωρευμένες ξένες επενδύσεις στη χώρα είναι εξαιρετικά υψηλό»: 80%. Για διαθέσιμα στοιχεία μέχρι το 1973 προκύπτει ότι «[ο]ι πέντε κλάδοι στους οποίους κατά κύριο λόγο εισέρευσε το ξένο κεφάλαιο» ήταν η χημική βιομηχανία, η βιομηχανία ελαστικού-πλαστικού, τα προϊόντα πετρελαίου, η βασική μεταλλουργία και τα μεταφορικά μέσα. Οι τρεις από τους πέντε αυτούς κλάδους, χημική βιομηχανία, βιομηχανία ελαστικού-πλαστικού και βασική μεταλλουργία, παρουσιάζουν μια παραγωγικότητα της εργασίας «σαφώς υψηλότερη από τη μέση παραγωγικότητα εργασίας στην ελληνική βιομηχανία» την περίοδο Επιβεβαιώνεται, επομένως, για την περίοδο αυτή, «το βασικό πόρισμα της θεωρίας της τροποποίησης του νόμου της αξίας στην παγκόσμια αγορά. Η εισροή ξένου κεφαλαίου στην Ελλάδα αφορά κυρίως σε κλάδους με παραγωγικότητα της εργασίας πάνω από τον εθνικό μέσο όρο. Οι κλάδοι αυτοί επωφελούνται ιδιαιτέρως από τους συναλλαγματικούς μηχανισμούς μέσα από τους οποίους προστατεύεται η ελληνική βιομηχανία κατά τον ανταγωνισμό της με τις βιομηχανίες των περισσότερο αναπτυγμένων βιομηχανικών χωρών. Οι συναλλαγματικοί μηχανισμοί στερούν από την περισσότερο αναπτυγμένη χώρα τα πρόσθετα κέρδη στην παγκόσμια αγορά» ενώ ταυτόχρονα καθιστούν αυτούς τους πάνω από τη μέση παραγωγικότητα κλάδους της ελληνικής οικονομίας, ικανούς να επεκταθούν διεθνώς σε βάρος των ανταγωνιστών τους (βλ. στα προηγούμενα), κάτι που τους κάνει ιδιαίτερα ελκυστικούς για το ξένο κεφάλαιο, ήτοι αποδέκτες ΑΞΕ (Μηλιός 1985: 68-70, όπως παρατίθεται σε Οικονομάκης κ.α., 2014). 14 Η διαδικασία αυτή, που αφορά στις ΑΞΕ της πρώτης κατηγορίας, έχει πλέον αναιρεθεί ήδη πριν την εισδοχή της χώρας στη ζώνη του ευρώ, δεδομένης της ανατίμησης, σε πραγματικούς όρους, του εθνικού νομίσματος μέσα στη δεκαετία του Σύμφωνα με τον Μηλιό (1985: 70) οι ΑΞΕ, για τη συζητούμενη περίοδο στους άλλους δύο κλάδους, βιομηχανία μεταφορικών μέσων (ναυπηγεία) και προϊόντα πετρελαίου (διυλιστήρια) πιθανόν ερμηνεύονται στα πλαίσια της θεωρίας της «εταιρικής ολοκλήρωσης», καθώς και στις δυο περιπτώσεις «είναι γνωστή η σύνδεση των σημαντικότερων επενδύσεων σε ξένο συνάλλαγμα ( ) με το ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο». 103
104 Έτσι φαίνεται πως η επιδείνωση της θέσης της χώρας ως αποδέκτης ΑΞΕ από την αρχή της δεκαετίας του 90 πάει μαζί με την ακύρωση των όποιων δυνατοτήτων προστατευτικής πολιτικής, αλλά και με τη συναρτώμενη, με αυτήν την ακύρωση, επιδείνωση ιδιαίτερα μετά από τα μέσα της δεκαετίας του 90 του εμπορικού της ισοζυγίου. Με άλλα λόγια, οι κομβικές μακροοικονομικές μεταβολές αναφορικά με τη διεθνή οικονομική ένταξη της χώρας αναιρούν την όποια διαδικασία υποκατάστασης εισαγωγών εμπορευμάτων από τις εισαγωγές κεφαλαίων. Το μερίδιο των ΑΞΕ στη χώρα μειώνεται και το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο επιδεινώνεται Κατανομή εισροών ΑΞΕ Ελλάδας με βάση τη χώρα προέλευσης μεταξύ Στον πίνακα που ακολουθεί παρουσιάζεται η κατανομή των εισροών ΑΞΕ στη Ρουμανία με βάση τη χώρα προέλευσης το χρονικό διάστημα Πίνακας 17 : Κατανομή εισροών ΑΞΕ Ελλάδας με βάση της χώρα προέλευσης μεταξύ ΧΩΡΑ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ * ΣΥΝΟΛΟ 1.354,3 822,3 249, , , , ,9 501, , ,8 ΕΥΡΩΠΗ 1.717,6 455,8 300, , , , ,8 298, , ,4 ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΕΝΩΣΗ 1.715,5 375,6 196, , , , ,7 231, , ,3 ΖΩΝΗ ΕΥΡΩ 1.528,6 224,0 529, , , , ,1-21,9 697,4 953,2 ΑΥΣΤΡΙΑ -47,2-322,5-342,6 182,8-37,2-10,2 48,3 65,6 19,9 6,7 ΒΕΛΓΙΟ 195,2-50,1-73,9-84,1-194,6-34,1 65,6-46,0 1,5-6,6 ΓΕΡΜΑΝΙΑ 303,6 261,1 200,8 670, ,4 267,5-72,9-225,3-220,2-56,9 ΙΣΠΑΝΙΑ 22,7 258,2-58,0 67,5 59,9 255,9 24,5 45,9 3,3 14,8 ΦΙΛΑΝΔΙΑ -6,5 1,2 6,5 4,4 3,2 1,0 1,1 0,3-1,1 0,0 ΓΑΛΛΙΑ 1.073,0 579,0 789,9 426,8-211,2 307, ,3 235,5 309,1 212,3 ΙΡΛΑΝΔΙΑ 19,6 44,1 14,3 43,5 41,9 14,7 13,2 19,4 3,2-10,4 ΙΤΑΛΙΑ -13,3 60,5 19,3-88,2-16,9 17,8 92,8 96,1 72,5 92,0 ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ 86,1-621,2-357,3 245,3 270,0 390,3 147,1 256,8 406,0 506,8 ΟΛΛΑΝΔΙΑ -159,4-198,3-11,7 138,6-79,1 215,1 414,9-565,0 83,9 158,6 ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ 139,0 105,3 0,5 0,0-0,1 0,5 28,7 38,1 0,3 29,2 ΣΛΟΒΕΝΙΑ 18,9 0,0-0,4-0,3 0,0 0,4 0,0 0,0 0,0 0,0 ΚΥΠΡΟΣ -104,8 103,3 340,3-5,5 254,2 253,2 206,2 56,6 19,0 6,7 ΜΑΛΤΑ 0,0 2,3 1,5 0,0 11,5 0,0 0,2 0,0 0,0 0,0 ΣΛΟΒΑΚΙΑ 0,0 0,0 0,0 0,1 0,3 0,1 0,0 0,0 0,0 0,0 ΕΣΘΟΝΙΑ 1,8 1,3 0,3 0,4 1,5 0,2 0,1 0,0 0,0 0,0 104
105 ΜΕΛΗ Ε.Ε. ΕΚΤΟΣ ΖΩΝΗΣ ΕΥΡΩ 186,9 151,5-332,6-40,7-136,6-238,6 748,6 253,8 657,9 707,1 ΔΑΝΙΑ 31,1 10,3 19,5-2,5-31,3 3,7-45,8-5,5-3,3 0,9 ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ 132,3 135,8-366,2-49,8-115,9-268,4 783,2 259,0 648,9 701,8 ΣΟΥΗΔΙΑ 6,6 0,3 5,8 8,7 5,0 8,0 5,3 13,7 10,7 4,6 ΤΣΕΧΙΑ 11,8 0,0 4,5 0,7 0,5 0,1 0,0 0,0 0,1 0,0 ΟΥΓΓΑΡΙΑ 0,0 0,0 0,2 0,0-0,1 7,8 1,3-0,1 3,1 0,0 ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ 1,9 0,3 0,6 0,1 0,0 1,3 0,3-12,3 0,6 0,0 ΛΕΤΟΝΙΑ 1,0 3,1 3,6 1,1 0,8 1,9 0,1 0,1 0,1-0,4 ΠΟΛΩΝΙΑ 0,2 0,6-0,3-0,3 0,8-4,3 2,3-0,7-0,6 0,0 ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ 1,4 0,6-1,6 0,8 5,2 6,0 0,6-0,1-0,8 0,1 ΡΟΥΜΑΝΙΑ 0,6 0,6 1,4 0,5-1,9 5,3 1,3-0,4-0,9 0,1 ΚΡΟΑΤΙΑ 0,0 0,0-0,1 0,0 0,3 0,1 0,0 0,0 0,2 0,0 ΑΛΛΕΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ 2,2 80,2 103,8 63,2 74,1 57,2 165,1 66,3 89,7-273,9 ΑΛΒΑΝΙΑ 0,4-0,2 1,0 0,2 0,2 0,2 0,2 0,2 0,2 1,2 ΣΕΡΒΙΑ ΚΑΙ ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟ 0,1-1,3 1,7 0,0 0,2 0,3-0,4 0,4 0,1 0,1 ΠΡΩHΝ ΓΙΟΥΓΚΟΣΛΑΒΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ -3,9 0,0 0,0 0,0 0,2-0,3 0,1 0,0 0,0-0,1 ΕΛΒΕΤΙΑ 30,7 17,7 29,7 56,1 63,0 37,3 72,3 41,4 69,9-11,5 ΤΟΥΡΚΙΑ 2,5-0,7-0,5-0,2 1,2-0,9 0,0-0,3-0,5-0,1 ΡΩΣΙΑ 10,1 12,8 3,1 4,8 5,6 9,3 0,7 6,4 6,4-4,3 ΑΜΕΡΙΚΗ -144,2 390,2-45,7 30,0 79,2 54,1-373,5 190,6 267,7-11,9 ΗΠΑ 117,8 443,5-41,7 32,8 64,2 41,6 94,9 97,1 215,9 4,6 ΚΑΝΑΔΑΣ -5,2-1,6-1,1-3,5-1,3 0,2 3,4 1,9 1,9-1,0 ΩΚΕΑΝΙΑ 2,8 1,8-0,3-1,9-3,4 0,3 5,0-1,3 0,7-0,9 ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ 2,5 1,1 0,0-2,1-2,9-2,1 4,9-1,4-1,3-0,9 ΑΣΙΑ -189,3-4,2 13,5 124,5 29,4-4,9 400,9 1,4 6,8 2,5 ΚΙΝΑ 0,0 8,0 1,2 0,1 0,0-0,7 0,0 0,0 0,0 0,0 ΧΟΝΓΚ-ΚΟΝΓΚ 16,2 10,2 12,9 1,6-0,2 0,7 3,5 0,0 1,1 5,5 ΙΑΠΩΝΙΑ -15,5 1,4 2,3 6,7 1,0-4,5 0,3 1,2 2,4-4,0 ΑΦΡΙΚΗ -33,0-21,1-18,1-33,0-19,0-3,0 8,0 6,4 2,3 5,7 ΑΙΓΥΠΤΟΣ 0,1-0,1 0,0 0,3-3,6 0,1 0,1 0,0 0,0 0,0 ΜΗ ΚΑΤΑΝΕΜΗΜΕΝΕΣ 0,5-0,1-0,9 9,9 2,9-1,9 4,8 5,9-29,9-251,9 Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος Σύμφωνα με τα στοιχεία του παραπάνω πίνακα διαπιστώνουμε ότι οι χώρες της Ευρώπης αποτελούν τους βασικούς επενδυτές ΑΞΕ της ελληνικής οικονομίας. Συγκεκριμένα το Λουξεμβούργο, η Γερμανία, η Γαλλία και η Αγγλία αποτελούν τους βασικούς επενδυτές 105
106 ΑΞΕ της Ελλάδας για τη χρονική περίοδο Αυτό που παρατηρείται έντονα όσον αφορά την κατανομή των εισροών ΑΞΕ στην Ελλάδα είναι όχι μόνο η μείωσή τους αλλά και η έντονη αποεπένδυση που παρατηρείται, κυρίως από χώρες της Ε.Ε., γεγονός που επιβεβαιώνει το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν αποτελεί ελκυστικό προορισμό για το ξένο κεφάλαιο. Επιπρόσθετα, αν ληφθεί υπόψη ότι ο κύριος όγκος των ΑΞΕ στην Ελλάδα προέρχεται από χώρες της ΕΕ, είναι προφανές ότι η ελληνικη οικονομία ύστερα από την ένταξη της στην ΟΝΕ δεν έχει εμπορικούς φραγμούς (για τις χώρες της ευρωζώνης) και ως εκ τούτου δεν ακολουθεί την πολιτική της συναλλαγματικής προστατευτικής πολιτικής. Έτσι τα δύο βασικά κίνητρα της πρώτης κατηγορίας ΑΞΕ, δηλαδή της παράκαμψης των δασμών ή/και της υποτίμησης του εθνικού νομίσματος μέσω της άμεσης επένδυσης, δεν ερμηνεύουν τις ΑΞΕ που πραγματοποιήθηκαν από το 2000 και έπειτα στην ελληνική οικονομία. Άρα, η θεωρία του Busch περί τροποποίησης του νόμου της αξίας στην παγκόσμια αγορά δεν μπορεί να ερμηνεύσει τις ΑΞΕ στην Ελλάδα για αυτή την περίοδο. Επιπρόσθετα, τα ποσοστά των ΑΞΕ που προέρχονται από χώρες της ευρωζώνης μετά την ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ δεν αυξάνονται σημαντικά, γεγονός που αποδεικνύει ότι η είσοδος της χώρας στην ΟΝΕ δε συνέβαλε στη βελτίωση της θέσης της χώρας ως πόλο έλξης ΑΞΕ Σύγκριση της κλαδικής κατανομής εισροών ΑΞΕ σε Ρουμανία και Ελλάδα Όσον αφορά στην κλαδική κατανομή των ΑΞΕ των δύο χωρών διαπιστώνεται ότι και οι δύο χώρες παρουσιάζουν αυξημένα ποσοστά εισροών ξένου κεφαλαίου κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών. Πιο συγκεκριμένα, για τη Ρουμανία ο τομέας των υπηρεσιών αποτελεί περίπου το 58% των εισροών ΑΞΕ το 2008, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη χρηματοπιστωτική διαμεσολάβηση που αποτελεί από μόνη της το 17% των συνολικών εισροών ΑΞΕ. Παρόμοια εικόνα παρουσιάζει και η Ελλάδα, με τον τομέα των υπηρεσιών να αποτελεί το 68% των εισροών ΑΞΕ το 2008 και τον τομέα της χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης από μόνο του να καταλαμβάνει περίπου το 20,5% των συνολικών εισροών ΑΞΕ. Ο τομέας της χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης, αποτελεί, σύμφωνα με το θεωρητικό μας πλαίσιο ΑΞΕ πέμπτης κατηγορίας και έχουν ασαφή επίπτωση στο εμπορικό ισοζύγιο και τελικά δε φαίνεται να ευνοούν την εμπορική δραστηριότητα των δύο χωρών. 106
107 Ανάμεσα στις δύο χώρες όμως, η Ρουμανία φαίνεται να έχει το πλεονέκτημα όσο αφορά την κλαδική κατανομή των εισροών ΑΞΕ σε σχέση με την αντίστοιχη της Ελλάδας. Η διαφορά αυτή οφείλεται κυρίως στον τομέα της βιομηχανίας, όπου η Ρουμανία έχει το πλεονέκτημα κυρίως λόγο του κλάδου της αυτοκινητοβιομηχανίας και πιο γενικά στο κλάδο του μηχανολογικού εξοπλισμού και εξοπλισμού μεταφορών. Ο κλάδος αυτός αποτελεί τον κλάδο με τις συνεχώς αυξανόμενες εισροές ΑΞΕ αλλά ταυτόχρονα και τον κλάδο με τη μεγαλύτερη συμμετοχή στις εξαγωγές της χώρας. Οι όποιες ΑΞΕ πραγματοποιούνται στον κλάδο αυτό, είναι δεύτερης κατηγορίας και θα μπορούσαν να έχουν θετική επίδραση στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Κάτι άλλο που μπορεί να παρατηρήσουμε είναι η μετάβαση της κατανομής των εισροών ΑΞΕ στη ρουμανική οικονομία από κλάδους χαμηλής προστιθέμενης αξίας (κυρίως κλωστοϋφαντουργία και δέρματα) σε βιομηχανικούς κλάδους υψηλότερης προστιθέμενης αξίας.το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και με το γεγονός ότι και οι εξαγωγές της ρουμανικής οικονομίας αφορούν σταδιακά προϊόντα μεσαίας και υψηλής τεχνολογίας και όχι προϊόντα μεσαίας και χαμηλής τεχνολογίας. Αντίθετα η Ελλάδα παρουσιάζει επενδύσεις της τάξεως του 30% του συνόλου των ΑΞΕ στον τομέα της βιομηχανίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην περίπτωση της Ελλάδας οι ΑΞΕ στον τομέα της βιομηχανίας συγκεντρώνονται κυρίως στον κλάδο των τροφίμων και των μεταλλικών προϊόντων και όχι σε κλάδους βαριάς βιομηχανίας. Το δυσμενές γεγονός για την πορεία της ελληνικής οικονομίας είναι ότι καταγράφεται μείωση του αποθέματος ΑΞΕ και μεγάλη απόσυρση του επενδυμένου κεφαλαίου. Φαίνεται ότι η μείωση του αποθέματος ΑΞΕ στην Ελλάδα οφείλεται κυρίως στην αποεπένδυση στους κλάδους της χρηματοπιστωτικής διαμεσολάβησης και των τροφίμων. Έτσι φαίνεται πως η επιδείνωση της θέσης της χώρας ως αποδέκτης ΑΞΕ από την αρχή της δεκαετίας του 90 πάει μαζί με την ακύρωση των όποιων δυνατοτήτων προστατευτικής πολιτικής, αλλά και με τη συναρτώμενη, με αυτήν την ακύρωση, επιδείνωση ιδιαίτερα μετά από τα μέσα της δεκαετίας του 90 του εμπορικού της ισοζυγίου. Με άλλα λόγια, οι κομβικές μακροοικονομικές μεταβολές αναφορικά με τη διεθνή οικονομική ένταξη της χώρας αναιρούν την όποια διαδικασία υποκατάστασης εισαγωγών εμπορευμάτων από τις εισαγωγές κεφαλαίων. Το μερίδιο των ΑΞΕ στη χώρα μειώνεται και το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο επιδεινώνεται. Όσον αφορά στην εθνική προέλευση των ΑΞΕ και οι δύο χώρες προσελκύουν ΑΞΕ από ευρωπαϊκές κυρίως χώρες. Το γεγονός αυτό εξηγεί, εν μέρη γιατί ύστερα από την κατάργηση 107
108 των μέτρων προστατευτικής πολιτικής (δασμοί, απαλλαγές, απαγορεύσεις, περιορισμοί), είτε μετά την είσοδο τους στην Ε.Ε. (Ελλάδα, Ρουμανία) είτε στη Νομισματική Ένωση (Ελλάδα), οι δύο χώρες έπαψαν να είναι ελκυστικές στην προσέλκυση ΑΞΕ. 108
109 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 : Εισαγωγές και εξαγωγές της ρουμανικής και ελληνικής οικονομίας 5.1. Εισαγωγές και εξαγωγές της ρουμανικής οικονομίας Εισαγωγές και εξαγωγές αγαθών της ρουμανικής οικονομίας μεταξύ Μετά το 1990 και κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, η ρουμανική οικονομία σταδιακά εμφανίζει αναπτυξιακές τάσεις, οι οποίες εν μέρει οφείλονται στις αυξημένες εισροές ΑΞΕ και στην αύξηση του εμπορίου αγαθών (Marinescu & Szeles, 2010). Τη δεκαετία πριν από τη μετάβαση της Ρουμανίας σε οικονομία της αγοράς, η χώρα είχε εξαγωγικό προσανατολισμό (Marinescu & Szeles, 2010). Η κατάρρευση όμως του υπαρκτού σοσιαλισμού στο τέλος της δεκαετίας του 1980 προκάλεσε δραματική πτώση των εξαγωγών, κυρίως λόγω της εγκατάλειψης της συμφωνίας της ΚΟΜΕΚΟΝ 15 (Penkova- Pearson, 2011). Ωστόσο, η απελευθέρωση της συναλλαγματικής ισοτιμίας, που προκαλείται με την είσοδο της χώρας στην ελεύθερη αγορά, μπορεί μέχρι ένα βαθμό, να επιτρέψει το γρήγορο επαναπροσανατολισμό σε εξαγωγικές δραστηριότητες καθώς και την αύξηση του όγκου συναλλαγών και των εισροών ξένου κεφαλαίου στην περίπτωση των υπό μετάβαση χωρών (Penkova-Pearson, 2011). Στη περίπτωση της Ρουμανίας, όπως έχει ήδη αναλυθεί σε προηγούμενο κεφάλαιο, παρατηρήθηκε σε όλη τη χρονική περίοδο συνεχής υποτίμηση του εθνικού της νομίσματος, γεγονός που μπορεί να ερμηνεύσει ένα μέρος του αυξανόμενου όγκου ΑΞΕ. Όσον αφορά όμως το θέμα των ρουμανικών εξαγωγών, μετά από μια σημαντική μείωση κατά τη χρονική περίοδο , άρχισαν μετά σταδιακά να αυξάνονται, χωρίς όμως να καταφέρουν να φτάσουν για αρκετά χρόνια τα επίπεδα της δεκαετίας του Στο σημείο αυτό αξίζει να παραθέσουμε την άποψη του Brenton (1999) σύμφωνα με τον οποίο η εξέλιξη του εξωτερικού εμπορίου για χώρες σε μεταβατικό στάδιο χαρακτηρίζεται από την αύξηση των εμπορικών ελλειμμάτων. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται στη περίπτωση της Ρουμανίας καθώς το εμπορικό της ισοζύγιο 15 Είναι το council for mutual economic assistance (CMEA) που αποτελούσε μία διακρατική μορφή ολοκλήρωσης των τότε σοσιαλιστικών χωρών. 109
110 επιδεινώνεται με τη μετάβαση της χώρας σε οικονομία της ελεύθερης αγοράς (όπως παρατίθεται σε Penkova-Pearson, 2011) Η Ρουμανία ξεκίνησε τις διαδικασίες προς την ένταξη στην Ε.Ε. το 1993 με την υπογραφή μιας συμφωνίας (Europe-Agreement), σκοπός της οποίας ήταν να προετοιμάσει τη χώρα για την ένταξη της στην Ε.Ε. για μια περίοδο δέκα ετών ( ). Η συμφωνία ήταν ασύμμετρη και χωρίζεται σε δύο χρονικές περιόδους. Πιο συγκεκριμένα, η Ε.Ε. επιλέγει την εξάλειψη των εμπορικών φραγμών για τις εξαγωγές της Ρουμανίας κατά το πρώτο μισό της περιόδου ( ) και τη Ρουμανία κάνει το ίδιο για τις ευρωπαϊκές εξαγωγές για το δεύτερο μισό της περιόδου ( ). Η παραχώρηση δόθηκε από την Ε.Ε., συνοδευόμενη με προνομιακό φορολογικό καθεστώς για τους Ρουμάνους εξαγωγείς, οι οποίοι πλήρωναν μειωμένο εταιρικό φόρο - 6% μέχρι το σε σύγκριση με το 25% που αναλογούσε στις υπόλοιπες μη εξαγωγικού χαρακτήρα επιχειρήσεις, γεγονός που οδήγησε σε σταθερή αύξηση των ρουμανικών εξαγωγών (Marinescu & Szeles, 2010). Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι οι ρουμανικές εξαγωγές από το 2001 και μετά έφτασαν στο επίπεδο που ήταν πριν το 1990, αλλά συνοδεύτηκαν με ταυτόχρονη και πολύ μεγαλύτερη αύξηση των εισαγωγών. Μετά το 2000 όπου εφαρμόστηκε το δεύτερο μέρος της συμφωνίας, ο αυξημένος ανταγωνισμός από επιχειρήσεις της Ε.Ε. και κυρίως η κατάργηση των δασμών για τα εισαγόμενα προς τη Ρουμανία εμπορεύματα, δυσκόλεψε πολλές ρουμανικές επιχειρήσεις, ενώ ταυτόχρονα οδήγησε σε επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου γιατί οι εισαγωγές σημείωσαν μεγάλη αύξηση. Στον πίνακα και στα γραφήματα που ακολουθούν παρουσιάζονται οι εισαγωγές και οι εξαγωγές της ρουμανικής οικονομίας σε εκατομμύρια $ και σαν ποσοστό ως προς το ΑΕΠ, καθώς και ο λόγος εξαγωγών προς εισαγωγές αγαθών για το χρονικό διάστημα Πίνακας 16 : Όγκος εξαγωγών & εισαγωγών αγαθών της ρουμανικής οικονομίας (εκατ.$), % ως προς το ΑΕΠ & λόγος εξαγωγών προς εισαγωγές αγαθών μεταξύ Eξαγωγές (Χ) Eξαγωγές/ΑΕΠ(%) Eισαγωγές (Μ) Eισαγωγές/ΑΕΠ(%) X/Μ , , , , , , , ,
111 1974 4, , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , Πηγή: UNCTAD 111
112 100, , Ρουμανικές+εξαγωγές+&+εισαγωγές+αγαθών+(εκατ.$)+ μεταξύ+1970> , , Πηγή:+UNCTAD 20, Eξαγωγές2 (Χ) Eισαγωγές2 (Μ) Παρατηρώντας το παραπάνω διάγραμμα, διαπιστώνουμε ότι πριν από το 1990 και όλη τη δεκαετία του 1980, το ρουμανικό εμπορικό ισοζύγιο ήταν κατά βάση θετικό. Πιο συγκεκριμένα, κατά τη χρονική περίοδο , παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση της ρουμανικής βιομηχανικής δραστηριότητας και βασικό χαρακτηριστικό της ρουμανικής οικονομίας ήταν ο προσανατολισμός της στις εξαγωγές. Μετά από το 1990 και την είσοδο της χώρας στην ελεύθερη αγορά, οι νέοι μηχανισμοί ρύθμισης για το διεθνές εμπόριο οδήγησαν σε επιδείνωση του ρουμανικού εμπορικού ισοζυγίου το οποίο κατέγραψε σοβαρές ανισορροπίες ως αποτέλεσμα του υψηλότερου όγκου εισαγωγών, το οποίο με τη σειρά του οδήγησε στη μείωση των διεθνών συναλλαγματικών αποθεμάτων. Υπό τις συνθήκες αυτές, το 1998 το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου ανήλθε σε εκατομμύρια $ (UNCTADstat). Μετά το 2000, όπου τίθεται σε εφαρμογή το δεύτερο μέρος της συμφωνίας με την Ε.Ε., η ρουμανική οικονομία σημειώνει περεταίρω απότομη αύξηση των εισαγωγών σε σχέση με εκείνη των εξαγωγών, καθώς από το 2000 η Ρουμανία εξαλείφει σταδιακά τους δασμούς για τα εμπορεύματα που εισάγονται από την Ε.Ε., τις χώρες δηλαδή που αποτελούν και τους βασικούς εμπορικούς εταίρους της Ρουμανίας. Κατά τη χρονική περίοδο , οι ρουμανικές εξαγωγές αυξάνονταν αλλά με πολύ πιο χαμηλούς ρυθμούς σε σχέση με τις εισαγωγές δημιουργώντας ένα συνεχώς αυξανόμενο εμπορικό έλλειμμα. Αξίζει να σημειώσουμε ότι για την ίδια χρονική περίοδο 112
113 , ενώ οι εξαγωγές σε απόλυτα νούμερα (εκατ.$) αυξάνονται παρατηρείται μείωση των εξαγωγών ως ποσοστό του ΑΕΠ (πίνακας 16). Όπως έχει ήδη αναλυθεί, αυτή είναι η ίδια χρονική περίοδος που το εθνικό νόμισμα της Ρουμανίας ανατιμάται, γεγονός που σύμφωνα με το θεωρητικό μας πλαίσιο δικαιολογεί τη μείωση των εξαγωγών ως ποσοστό του ΑΕΠ από 30% το 2004 σε 23.8% το 2008 (UNCTADstat). Την ίδια χρονική περίοδο, παρατηρείται για τη ρουμανική οικονομία αύξηση του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ που ερμηνεύεται εν μέρη με την υποτίμηση του εθνικού νομίσματος. Δεδομένου όμως, ότι παράλληλα για την ίδια χρονική περίοδο το έλλειμα του εμπορικού ισοζυγίου μειώνεται, σύμφωνα με το θεωρητικό πλαίσιο, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι ΑΞΕ που πραγματοποιούνται είναι κυρίως της δεύτερης κατηγορίας, δηλαδή παραγωγή προϊόντων για την παγκόσμια αγορά. Το γεγονός ότι οι ρουμανικές εξαγωγές παρουσίασαν υψηλό ρυθμό ανάπτυξης βασίστηκε κυρίως στις χαμηλότερες τιμές των ρουμανικών προϊόντων. Παρόλα αυτά, η αύξηση της εγχώριας ζήτησης για κεφαλαιουχικά και καταναλωτικά αγαθά είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους των εισαγόμενων εμπορευμάτων. Χαρακτηριστική είναι η μείωση του εμπορικού ελλείμματος το 2009, ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης που έπληξε σημαντικά τις ρουμανικές εισαγωγές. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2009 το εμπορικό έλλειμμα ανερχόταν σε 13,757 εκατ. $ και αποτελούσε το 8.5% του ΑΕΠ, σαφώς μειωμένο σε σχέση με το 2008 που αντιστοιχούσε στο 16.37% του ΑΕΠ (UNCTADstat). Το οι εξαγωγές και οι εισαγωγές αρχίζουν και πάλι να αυξάνονται μετά την πτώση που σημειώθηκε το Το 2010, οι εξαγωγές αγαθών καταγράφονται σε 49,579 εκατ.$ αυξημένες κατά 22.5% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά, ως αποτέλεσμα της ανάκαμψης της ζήτησης από το εξωτερικό (UNCTADstat). Αυτή η αύξηση των εξαγωγών προέρχεται από ότι φαίνεται σε μεγάλο βαθμό από την αύξηση στις εξαγωγές αυτοκινήτων και μηχανημάτων, γεγονός που σηματοδοτεί και την μετατόπιση των ρουμανικών εξαγωγών προς προϊόντα μεγαλύτερης προστιθέμενης αξίας και υψηλότερου τεχνολογικού επιπέδου. Η βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια με το εμπορικό έλλειμμα να φτάνει το 2014 στα 8,033 εκατ. $ ή στο 4% του ΑΕΠ (UNCTADstat). Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το θεωρητικό πλαίσιο, η πραγματοποίηση ΑΞΕ μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη των εξαγωγών της χώρας υποδοχής τους ειδικά αν αυτές ανήκουν στην πρώτη και τη δεύτερη κατηγορία. Στη περίπτωση της Ρουμανίας φαίνεται η αύξηση της εξαγωγικής δραστηριότητας της χώρας μετά από το 2011 να συνδέεται με τη 113
114 αύξηση εισροών ΑΞΕ, ιδιαίτερα μετά από την πτώση που παρουσίασαν και τα δύο αυτά μεγέθη εξαιτίας της παγκόσμιας κρίσης του Στο διάγραμμα που ακολουθεί αποτυπώνονται οι εισαγωγές και οι εξαγωγές της Ρουμανίας ως ποσοστό του ΑΕΠ για την εξεταζόμενη περίοδο % 40.00% 30.00% 20.00% 10.00% 0.00% 1970 Ρουμανικές+εξαγωγές+&+εισαγωγές+αγαθών+ως+%+ του+αεπ+μεταξύ+1975> Πηγή:+UNCTAD Eξαγωγές/ΑΕΠ(%) Eισαγωγές/ΑΕΠ(%) Το πιο πάνω γράφημα επιβεβαιώνει όσα έχουν ήδη αναλυθεί. Αυτό που αποτυπώνεται ξεκάθαρα στο πιο πάνω γράφημα είναι το γεγονός ότι από το 1990 και μετά οι εισαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ ξεπερνούν τις εξαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ και με την πάροδο των ετών διευρύνεται η απόκλιση αυτών των μεγεθών. Επίσης χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι και τα δύο αυτά μεγέθη αρχίζουν να συγκλίνουν από το 2013 και μετά. Στο παρακάτω γράφημα απεικονίζεται ο λόγος των εξαγωγών προς τις εισαγωγές αγαθών της ρουμανικής οικονομίας για τη χρονική περίοδο
115 Λόγος&ρουμανικών&εξαγωγών&αγαθών&προς& εισαγωγές&μεταξύ&1970< Πηγή:&UNCTAD Αυτό που αξίζει να σημειωθεί είναι πως από το 2008 και μετά το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου μειώνεται σταδιακά, όπως φαίνεται και από το γράφημα που αποτυπώνει το λόγο εξαγωγών με εισαγωγές, φτάνοντας το 2014 στο 0,90, γεγονός που αποτυπώνει τη βελτίωση της ρουμανικής εξαγωγικής δραστηριότητας, η οποία είναι αποτέλεσμα τόσο της αύξησης των ΑΞΕ κυρίως της δεύτερης κατηγορίας, δηλαδή παραγωγή για την παγκόσμια αγορά, όσο και από τη μείωση των εισαγωγών ως αποτέλεσμα της πολιτικής λιτότητας. Στο πιο κάτω διάγραμμα αποτυπώνεται το εμπορικό ισοζύγιο της Ρουμανίας ως ποσοστό του ΑΕΠ κατά τη χρονική περίοδο % 5% Εμπορικό)ισοζύγιο Ρουμανίας) ως)%)του)αεπ) μεταξύ)1980?2012) 0%!5% !10%!15%!20% Πηγή:)UNCTAD 115
116 Παρατηρώντας το πιο πάνω διάγραμμα φαίνεται πως το ρουμανικό εμπορικό ισοζύγιο ως ποσοστό του ΑΕΠ από το 1989 και μετά, παρά τις κατά περιόδους αυξομειώσεις, παρουσιάζει επιδείνωση. Η περίοδος όμως που έχει τη μεγαλύτερη αρνητική πορεία είναι από το 2000 μέχρι και το Η αρνητική πορεία του ρουμανικού εμπορικού ισοζυγίου ως ποσοστό του ΑΕΠ από το 2000 μέχρι και το 2008 παρατηρείται την ίδια χρονική περίοδο που οι εισροές ΑΞΕ προς τη ρουμανική οικονομία αυξάνονται χαρακτηριστικά. Παρατηρούμε δηλαδή, ότι οι ΑΞΕ δεν έχουν θετική επίδραση στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Ταυτόχρονα μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι ενώ οι εξαγωγές και οι εισαγωγές της Ρουμανίας αυξάνονται, οι εισαγωγές είναι σημαντικά πιο υψηλές από τις εξαγωγές. Δεν φαίνεται επομένως οι ΑΞΕ που πραγματοποιούνται να είναι για υποκατάσταση των εισαγωγών, δηλαδή δεν είναι ΑΞΕ πρώτης κατηγορίας αλλά μάλλον ΑΞΕ για παραγωγή αγαθών για την παγκόσμια αγορά. Αυτό φαίνεται θεωρητικά δικαιολογημένο με βάση τη σχέση μισθών-παραγωγικότητας της ρουμανικής οικονομίας, όπως αυτή έχει ήδη αναλυθεί. Επιπλέον σύμφωνα με την ανάλυση που έχει ήδη γίνει για την κλαδική κατανομή των ΑΞΕ προς την ρουμανική οικονομία, οι ΑΞΕ της χώρας αφορούν κυρίως μη εμπορεύσιμους τομείς οι οποίοι δεν έχουν σημαντικές επιδράσεις στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Το γεγονός ότι οι ΑΞΕ για παραγωγή προϊόντων για την παγκόσμια αγορά δε βελτιώνει τελικά το εμπορικό ισοζύγιο, πιθανόν να σημαίνει ότι η ρουμανική οικονομία εξαρτάται από σημαντικές εισαγόμενες εισροές. Επιπλέον αξίζει να σημειωθεί ότι η κατάργηση των δασμολογικής προστασίας της Ρουμανίας με τις χώρες της Ε.Ε., που αποτελούν και τους κύριους εμπορικούς εταίρους της μετά από το 2000 επιδείνωσε το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Η συσχέτιση που πραγματοποιήθηκε μεταξύ του εμπορικού ισοζυγίου της Ρουμανίας ως ποσοστό του ΑΕΠ και του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ ως ποσοστό του παγκόσμιου έδωσε αποτέλεσμα -0.78, γεγονός που επιβεβαιώνει την αρνητική σχέση των δύο μεταβλητών, η οποία απεικονίζεται και στο διάγραμμα που ακολουθεί. 116
117 Hundreds 10.00% 5.00% 0.00% )5.00% )10.00% )15.00% )20.00% Εμπορικό)ισοζύγιο)Ρουμανίας)ως)%)του)ΑΕΠ)&) συσσωρευμένος)όγκος)εισροών)αξε)ως)%)του) παγκόσμιου Εμπορικό<ισοζύγιο<Ρουμανίας<ως<%<του< ΑΕΠ Πηγή:)UNCTAD Συσσωρευμένος<όγκος<εισροών<ΑΞΕ<ως<%<του<παγκόσμιου<Ρουμανίας % 0.40% 0.30% 0.20% 0.10% 0.00% Από το πιο πάνω διάγραμμα μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι όποιες ΑΞΕ πραγματοποιούνται στους εμπορεύσιμους κλάδους της ρουμανικής οικονομίας δε βελτιώνουν το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας ως ποσοστό του ΑΕΠ. Δεδομένου ότι από το 2000 και μετά υπάρχει αύξηση της εξαγωγικής δραστηριότητας της χώρας, φαίνεται ότι οι ΑΞΕ που πραγματοποιούνται είναι κυρίως δεύτερης κατηγορίας. Συγχρόνως, το γεγονός ότι το εμπορικό ισοζύγιο δε βελτιώνεται πιθανώς να σημαίνει την έντονη εξάρτηση της ρουμανικής οικονομίας από εισαγωγικές εισροές. Πιο αισιόδοξη για την πορεία της ρουμανικής οικονομίας φαίνεται να είναι η χρονική περίοδος από το 2012 και μετά όπου τα εξεταζόμενα μεγέθη δείχνουν να συγκλίνουν Εμπορικοί Εταίροι της Ρουμανίας Η Ευρωπαϊκή Ένωση ξεχωρίζει ως ο κύριος εμπορικός εταίρος της Ρουμανίας απορροφώντας περίπου το 72% των ρουμανικών εξαγωγών (UNCTADstat). Πιο συγκεκριμένα, στα διαγράμματα που ακολουθούν φαίνονται οι ήπειροι εξαγωγής των ρουμανικών εμπορευμάτων, καθώς και οι κύριες ευρωπαϊκές χώρες που απορροφούν τις ρουμανικές εξαγωγές για τη χρονική περίοδο
118 Εταίροι(των(ρουμανικών(εξαγωγών(σε(εκατ.$( μεταξύ( , , , , , , Πηγή: UNCTAD Αφρική Αμερική Ασία Ευρώπη Ωκεανία Οι#5#μεγαλύτεροι#εταίροι#των#ρουμανικών# εξαγωγών#μεταξύ# , , , , , , , , Γερμανία Ιταλία Γαλλία Ουγγαρία Τουρκία Όπως διαφαίνεται από τα παραπάνω διαγράμματα, οι χώρες της Ευρώπης και πιο συγκεκριμένα η Γερμανία αποτελεί τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Ρουμανίας. Σημαντικός εμπορικός εταίρος των ρουμανικών εξαγωγών αποτελεί επίσης η Ιταλία και η Γαλλία και στη συνέχεια ακολουθούν η Ουγγαρία και η Τουρκία. Αξίζει να σημειώσουμε ότι έχει παρατηρηθεί μία θετική σχέση ανάμεσα στη ζήτηση εμπορευμάτων των χωρών της Ε.Ε. και της αύξησης των ρουμανικών εξαγωγών (Gherman και Stefan, 2015). Στα γραφήματα που ακολουθούν παρουσιάζονται οι ήπειροι από τις οποίες η ρουμανική οικονομία κάνει εισαγωγές, καθώς και οι χώρες από τις οποίες οι Ρουμανία εισάγει τη μεγαλύτερη ποσότητα προϊόντων οι οποίες είναι κυρίως ευρωπαϊκές για τη χρονική περίοδο
119 Εταίροι(των(ρουμανικών(εισαγωγών(σε(εκατ.$( μεταξύ( , , , , , , Πηγή: UNCTAD Aφρική Aμερική Aσία Eυρώπη Ωκεανία Οι#μεγαλύτεροι#εταίροι#των#ρουμανικών# εισαγωγών#σε#εκατ.$#μεταξύ#1995: , , Πηγή: UNCTAD 5, Γερμανία Ιταλία Γαλλία Τουρκία Ολλανδία Ουγγαρία Παρατηρώντας τα παραπάνω διαγράμματα, φαίνεται ξεκάθαρα ότι η Ρουμανία εισάγει προϊόντα κυρίως από ευρωπαϊκές χώρες και μάλιστα με σημαντικά αυξανόμενο ρυθμό στην εξεταζόμενη περίοδο. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Γερμανία, η Ιταλία και η Γαλλία αποτελούν τους πιο σημαντικούς εταίρους τόσο των εξαγωγών όσο και των εισαγωγών της Ρουμανίας. 119
120 Δομή ρουμανικών εξαγωγών και εισαγωγών αγαθών μεταξύ Δομή ρουμανικών εξαγωγών μεταξύ Η πορεία των ρουμανικών εξαγωγών παρουσιάζει, μετά από τη σημαντική μείωσή τους τη χρονική περίοδο κατά την είσοδο της χώρας στην ελεύθερη αγορά, ανοδική πορεία, αλλά η δομή τους παρουσιάζει κάποιες αλλαγές. Στο διάγραμμα που ακολουθεί αποτυπώνονται οι κύριοι οικονομικοί κλάδοι των οποίων τα προϊόντα εξάγονται από τη Ρουμανία κυρίως προς τις χώρες της Ε.Ε. 40% Κλαδική(δομή(ρουμανικών(εξαγωγών(ως(%(των( συνολικών(εξαγωγών(μεταξύ(1995; % 20% Πηγή:(UNCTAD 10% 0% Τρόφιμα,4Ποτά,4 Καπνός Καουτσούκ4&4πλαστικά Μηχανολογικός4εξοπλισμός Κλωστοϋφαντουργία Χημικά4προϊόντα Οχήματα,4εξοπλισμός4μεταφορών Παρατηρώντας το παραπάνω γράφημα μπορούμε να παρατηρήσουμε τη συνεχή πτώση των ρουμανικών εξαγωγών σε προϊόντα κλωστοϋφαντουργίας τη χρονική περίοδο από το Όπως έχει ήδη αναφερθεί σε προηγούμενο κεφάλαιο, στο κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας παρατηρείται διαχρονική μείωση και στην εισροή ΑΞΕ στη Ρουμανία, γεγονός που υποδηλώνει ότι κλάδος γενικά δεν παρουσιάζει ελκυστικότητα. Αυτό που πρέπει επίσης να παρατηρηθεί είναι η σημαντική αύξηση των εξαγωγών σε οχήματα και εξοπλισμό μεταφορών. Η αύξηση αυτή στις εξαγωγές φαίνεται να σχετίζεται άμεσα τις ΑΞΕ που έχουν πραγματοποιηθεί στον κλάδο αυτό στη Ρουμανία, τόσο από τη Renault που εξαγόρασε τη ρουμανική αυτοκινητοβιομηχανία Dacia το 1999 όσο και από τη Ford Motor Co. που επένδυσε στη Ρουμανία το Οι ΑΞΕ στον τομέα αυξήθηκαν και 120
121 παράλληλα αυξήθηκαν και οι εξαγωγές σε προϊόντα του κλάδου. Έτσι διαφαίνεται ότι στη Ρουμανία πραγματοποιήθηκαν στον κλάδο αυτό κυρίως ΑΞΕ δεύτερης κατηγορίας, δηλαδή παραγωγή αγαθών για τρίτες χώρες. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε ότι η ισχυρή παρουσία της Ρουμανίας στο κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας φαίνεται από το γεγονός ότι «δεν υπάρχει κυριολεκτικά κανένας παραγωγός αυτοκινήτων στην Ευρώπη που δεν χρησιμοποιεί ανταλλακτικά που παράγονται στη Ρουμανία, με άλλα λόγια, οι γραμμές συναρμολόγησης στην Ευρώπη υποστηρίζονται από τις εξαγωγές της Ρουμανίας» (Dobreanu, 2014, σελ. 86). Αυτή η τάση της μετατόπισης της δομής των ρουμανικών εξαγωγών προς τα οχήματα και το μηχανολογικό εξοπλισμό αποτυπώνεται στο επόμενο γράφημα όσον αφορά το έτος Κλαδική)δομή)ρουμανικών)εξαγωγών,)έτος)2014 Διάφορα) μεταποιημένα) προϊόντα 15% Οχήματα)&) μηχανολογικός) εξοπλισμός 42% Λοιπά 3% Τρόφιμα,)ποτά,) καπνός Εξόρυξη) Προϊόντα) 8% πρώτων)υλών) διύλησης) 5% πετρελαίου 6% Χημικά) προϊόντα 5% Προϊόντα) ξύλου)&) μετάλλου 16% Πηγή:)UNCTAD Παρατηρώντας το πιο πάνω διάγραμμα και την κλαδική δομή των εξαγωγών της Ρουμανίας και λαμβάνοντας υπόψη και την κλαδική κατανομή των ΑΞΕ, όπως έχει ήδη αναλυθεί σε προηγούμενο κεφάλαιο, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι στη περίπτωση της Ρουμανίας επιβεβαιώνεται το γεγονός ότι οι ΑΞΕ κατευθύνονται κυρίως σε εθνικούς κλάδους με τη σχετικά μεγαλύτερη παραγωγικότητα. Πιο συγκεκριμένα, τόσο οι ΑΞΕ όσο και οι εξαγωγές της ρουμανικής οικονομίας κατευθύνονται κυρίως στους κλάδους του μηχανολογικού εξοπλισμού και οχημάτων και στα προϊόντα μετάλλου, που ουσιαστικά αποτελούν και τους σχετικά πιο παραγωγικούς εθνικούς κλάδους της χώρας. 121
122 Δομή ρουμανικών εισαγωγών μεταξύ Η δομή των ρουμανικών εισαγωγών σε κάποιους βασικούς παραγωγικούς κλάδους για τη χρονική περίοδο αποτυπώνεται στο παρακάτω διάγραμμα % Κλαδική(δομή(ρουμανικών(εισαγωγών(ως(%(των( συνολικών(εισαγωγών(μεταξύ(1995; % 20.00% 10.00% 0.00% Τρόφιμα,5ποτά,5 καπνός Προϊόντα5διύλησης5πετρελαίου Προϊόντα5ξύλου5&5μετάλλου Διάφορα5μεταποιημένα5προϊόντα Εξόρυξη5πρώτων5 υλών5 Χημικά5προϊόντα Οχήματα5&5μηχαν/κός5εξοπλισμός Πηγή:(UNCTAD Παρατηρώντας το παραπάνω διάγραμμα μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι το μεγαλύτερο μέρος των ρουμανικών εισαγωγών αφορά τους κλάδους των οχημάτων και του μηχανολογικού εξοπλισμού καθώς και τον τομέα των μεταποιημένων προϊόντων, οι εισαγωγές των οποίων παρουσιάζουν πτωτική τάση από το 2002 και μετά. Όσον αφορά τον κλάδο των οχημάτων και του μηχανολογικού εξοπλισμού, που αποτελεί και το βασικό κλάδο της εξαγωγικής δραστηριότητας της Ρουμανίας παρατηρούμε ότι η χώρα εξακολουθεί να δέχεται σημαντικές εισαγωγές παρά και την αύξηση εισροών ΑΞΕ στον συγκεκριμένο κλάδο στα εξεταζόμενα χρόνια. Το γεγονός αυτό ενισχύει την άποψη ότι οι ΑΞΕ που πραγματοποιούνται αφορούν κυρίως ξένες αγορές αλλά και το γεγονός ότι η χώρα εξαρτάται από σημαντικές εισαγόμενες εισροές, γεγονός που δε βοηθάει τελικά το εμπορικό της ισοζύγιο. Η δομή των ρουμανικών εισαγωγών αποτυπώνεται στο επόμενο γράφημα όσον αφορά το έτος
123 Κλαδική)δομή)ρουμανικών)εισαγωγών,)έτος)2014 Διάφορα) μεταποιημένα) προϊόντα 9% Λοιπά 4% Τρόφιμα,)ποτά,) καπνός 8% Εξόρυξη) πρώτων)υλών) 3% Προϊόντα) διύλησης) πετρελαίου 9% Οχήματα)&) μηχαν/κός) εξοπλισμός 34% Πηγή:)UNCTAD Χημικά) προϊόντα 13% Προϊόντα) ξύλου)&) μετάλλου 20% Σε αυτό το διάγραμμα διαφαίνεται ξεκάθαρα ότι για το έτος 2014, το 34% των ρουμανικών εισαγωγών αφορούσαν οχήματα και μηχανολογικό εξοπλισμό, προϊόντα δηλαδή που κυριαρχούν στη ρουμανική εξαγωγική δραστηριότητα Δομή ρουμανικών εξαγωγών και εισαγωγών αγαθών ως προς το τεχνολογικό επίπεδο μεταξύ Η σύνθεση των ρουμανικών εξαγωγών έχει αλλάξει με την πάροδο του χρόνου. Τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα και τα είδη ένδυσης, που αποτελούν προϊόντα χαμηλής τεχνολογίας, αντιπροσώπευαν τα σημαντικότερα εξαγωγικά προϊόντα κατά τη μεταβατική περίοδο αντιστοιχώντας περίπου στο ένα τέταρτο του συνόλου των εξαγωγών της ρουμανικής οικονομίας (Marinescu & Szeles, 2010). Η Ρουμανία αποτελούσε τον τρίτο μεγαλύτερο εξαγωγέα κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων προς την Ε.Ε., μετά την Κίνα και την Τουρκία, αλλά ο κλάδος κλωστοϋφαντουργίας και της ένδυσης είχε σταδιακά χάσει την ανταγωνιστικότητά του καθώς κινήθηκε προς την Ανατολή, έξω από την Ε.Ε., αξιοποιώντας το πλεονέκτημα του φθηνού εργατικού κόστους (Marinescu & Szeles, 2010). Από το 2007, η υφαντουργία έχασε την πρώτη θέση στις εξαγωγές της Ρουμανίας και την πρώτη θέση κατέλαβαν οι εξαγωγές αφορούν σε μηχανήματα, βιομηχανικά εξαρτήματα καθώς και εξαρτήματα αυτοκινήτων. 123
124 Ο χάλυβας και τα διάφορα μέταλλα, που ανήκουν στην κατηγορία των προϊόντων μεσαίας και χαμηλής τεχνολογίας αποτελούν επίσης μια σημαντική κατηγορία προϊόντων στις εξαγωγές της Ρουμανίας αυξάνοντας σημαντικά το μερίδιο τους μετά το 2000, καταφέρνοντας να ξεπεράσουν τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα. Επίσης, η Ρουμανία εξάγει μεταλλεύματα, που αποτελούν προϊόντα μεσαίας και χαμηλής τεχνολογίας, οι εξαγωγές των οποίων αυξήθηκαν σημαντικά μετά το 2007 (Marinescu & Szeles, 2010). Τα μηχανήματα και ο εξοπλισμός μεταφορών, που είναι προϊόντα μεσαίας και υψηλής τεχνολογίας, έχουν αυξήσει το μερίδιό τους στις εξαγωγές (κεντρική τράπεζα Ρουμανίας). Ραγδαία αύξηση στις εξαγωγές τα τελευταία χρόνια έχουν επίσης τα οχήματα που είναι προϊόντα μεσαίας και υψηλής τεχνολογίας, ειδικά αφότου η Renault εξαγόρασε τη ρουμανική αυτοκινητοβιομηχανία Dacia (Marinescu & Szeles, 2010). Στον πίνακα και τα διαγράμματα που ακολουθούν παρουσιάζονται οι εξαγωγές και οι εισαγωγές αγαθών ως προς το τεχνολογικό επίπεδο για τη ρουμανική οικονομία κατά τη χρονική περίοδο Πίνακας 17 : Κατανομή ρουμανικών εξαγωγών και εισαγωγών αγαθών ως προς το τεχνολογικό επίπεδο (% του συνόλου) μεταξύ Χαμηλής Τεχνολογίας (%) Μεσ. & Χαμ. Τεχν/γίας (%) Μεσ. & Υψ. Τεχν/γίας (%) Υψηλής Τεχν/γίας (%) Εξαγωγές(%) Eισαγωγές(%) Εξαγωγές (%) Eισαγωγές (%) Εξαγωγές (%) Eισαγωγές (%) Εξαγωγές (%) Eισαγωγές (%)
125 Πηγή: UNCTAD Κατανομή(ρουμανικών(εξαγωγών(ως(προς(το( 60% 50% 40% 30% 20% 10% 0% Πηγή:UNCTAD Χαμηλής3Τεχνολογίας3(%) Μεσ.3&3Χαμ.3Τεχν/γίας3(%) Μεσ.3&3Υψ.3Τεχν/γίας3(%) Υψηλής3Τεχν/γίας3 (%) Κατανομή(ρουμανικών(εισαγωγών(ως(προς(το( τεχνολογικό(επίπεδο((%)(μεταξύ(1995a % 40.00% 30.00% 20.00% 10.00% 0.00% Πηγή:UNCTAD Χαμηλής4Τεχνολογίας4(%) Μεσ.4&4Χαμ.4Τεχν/γίας4(%) Μεσ.4&4Υψ.4Τεχν/γίας4(%) Υψηλής4Τεχν/γίας4 (%) Με βάση τη δομή των εξαγωγών και εισαγωγών αγαθών της ρουμανικής οικονομίας ως προς το τεχνολογικό επίπεδο, όπως αυτή αποτυπώνονται στα παραπάνω διαγράμματα, μπορεί να ερμηνευθεί η βελτίωση του λόγου εξαγωγών προς εισαγωγές αγαθών μετά το 125
126 2007. Σύμφωνα με τις εθνικές στατιστικές, οι εξαγωγές μηχανημάτων και οχημάτων αυξήθηκαν από 36% έως 43% επί του συνόλου των εξαγωγών, ενώ οι πρώτες ύλες και τα καύσιμα μειώθηκαν από 15% σε 12% από το 2008 έως το 2009 (Ρουμανική Κεντρικής Τράπεζα, ετήσιες εκδόσεις). Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η Ρουμανία έχει αρχίσει να μετατοπίζει τον εξαγωγικό της προσανατολισμό από προϊόντα χαμηλής προστιθέμενης αξίας (χάλυβας, δέρμα, ανταλλακτικά, καύσιμα, ξυλεία κλπ.) σε προϊόντα μεσαίας και υψηλής τεχνολογίας (ανταλλακτικά αυτοκινήτων, αυτοκίνητα, τηλέφωνα, κλπ.), γεγονός το οποίο πέρα από το ότι βελτιώνει το λόγο εξαγωγών αγαθών προς εισαγωγές, είναι και ένα θετικό σημάδι για την μελλοντική οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Πριν από την είσοδο της Ρουμανίας στην Ε.Ε. το 2007, οι εξαγωγές της σε προϊόντα υψηλής τεχνολογίας στην κατάταξη του ΟΟΣΑ (αεροναυπηγική, τα ηλεκτρονικά, IT & C και φαρμακευτικών προϊόντων) ανερχόταν σε μόλις 1,3% του συνόλου των εξαγωγών, ενώ οι εξαγωγές χαμηλής τεχνολογίας (τρόφιμα, υφάσματα, χαρτί, προϊόντα ξύλου) έφταναν μέχρι και το 32,8% (OECD report, 2012). Η ενταξιακή διαδικασία στην οποία είχε μπει η Ρουμανία από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, σε συνδυασμό με τις αυξημένες εισροές ΑΞΕ της συγκεκριμένης περιόδου, μπορεί να διαδραμάτισε κάποιο ρόλο στην αλλαγή της σύνθεσης των εξαγωγών από τομείς χαμηλότερης σε τομείς υψηλότερης τεχνολογίας. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα όπου οι ΑΞΕ έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στον εξαγωγικό προσανατολισμό της Ρουμανίας είναι ο τομέας της αυτοκινητοβιομηχανίας και ειδικότερα η αυτοκινητοβιομηχανία Dacia και η εξαγορά της από τη Renault (Marinescu & Szeles, 2010). Η Dacia, η ρουμανική εταιρεία παραγωγής αυτοκινήτων, της οποίας η εξαγωγική δραστηριότητα ήταν σχεδόν μηδενική, αφού εξαγοράστηκε το 1999 από τη Renault ξεκίνησε την παραγωγή του μοντέλου Logan στο τέλος του 2004, γεγονός το οποίο αύξησε τις εξαγωγές με γρήγορο ρυθμό από αυτοκίνητα που εξάγονταν το 2004, σε τεμάχια το 2006 και σε αυτοκίνητα το 2008 (Marinescu & Szeles, 2010). Έτσι, λόγω της ΑΞΕ που έκανε η Renault εξαγοράζοντας την Dacia, ο κλάδος της αυτοκινητοβιομηχανίας έγινε ένας από τους σημαντικότερους εξαγωγικούς κλάδους της Ρουμανίας. Στη συνέχεια η πραγματοποίηση ΑΞΕ στη Ρουμανία από την Ford Motors Co. το 2008 ενίσχυσε και άλλο τη ρουμανική αυτοκινητοβιομηχανία. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει ότι οι ΑΞΕ κατευθύνονται κυρίως σε εθνικούς κλάδους με τη μεγαλύτερη παραγωγικότητα. Όπως μπορούμε να συμπεράνουμε από τα παραπάνω υπάρχει μία μετατόπιση των ρουμανικών εξαγωγών προς προϊόντα μεσαίας και υψηλής τεχνολογίας. Για να φανεί ακόμη 126
127 καλύτερα το γεγονός αυτό, ακολουθεί ένας πίνακας και αντίστοιχα διαγράμματα, που παρουσιάζουν τις ρουμανικές εξαγωγές και εισαγωγές αγαθών μεσαίας και υψηλής τεχνολογίας ως προς τις συνολικές εξαγωγές αγαθών μεταξύ Πίνακας 18 : Ρουμανικές εξαγωγές & εισαγωγές αγαθών Μεσαίου & Υψηλού και Υψηλού τεχνολογικού επιπέδου μεταξύ Συνολικές Εξαγωγές (εκατ.$) Εξαγωγές ΗΤ & ΜΗΤ (εκατ.$) Συνολικές Εισαγωγές (εκατ.$) Εισαγωγές ΗΤ & ΜΗΤ (εκατ.$) Εξαγωγές ΗΤ & MHT προς τις συνολικές εξαγωγές (%) (Χ) Εισαγωγές ΗΤ & MHT προς τις συνολικές εισαγωγές (%) (Μ) , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , Πηγή: UNCTAD Χ/Μ 127
128 Ρουμανικές+εξαγωγές+&+εισαγωγές+αγαθών+μεσ.&+ υψηλού+&+υψηλού+τεχνολογικού+επιπέδου+ως+%+ των+συνολικών 60% 40% 20% Πηγή:UNCTAD 0% Εξαγωγές3 3ΗΤ3&3MHT3προς3τις3συνολικές3εξαγωγές3(%)3(Χ) Εισαγωγές3 3ΗΤ3&3MHT3προς3τις3συνολικές3εισαγωγές3(%)3(Μ) Λόγος&ρουμανικών&εξαγωγών&προς&εισαγωγές& αγαθών&μεσ.&υψηλού&&&υψηλού&τεχνολογικου& επιπέδου Πηγή:UNCTAD Όπως έχει ήδη σημειωθεί, από το 2008 παρατηρείται μια γενικότερη μείωση των εισαγωγών, εν μέρει ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας κρίσης, το οποίο οδήγησε σε μείωση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου. Αυτό διαφαίνεται καθαρά και από τον λόγο εξαγωγών αγαθών προς εισαγωγές που είναι συνεχώς αυξανόμενος και το 2014 φτάνει στο 0,90 (UNCTADstat). Στην περίπτωση της Ρουμανίας όμως φαίνεται επίσης, ότι οι εισροές ΑΞΕ, σε ένα βαθμό τουλάχιστον, προκάλεσαν και μεταφορά τεχνολογίας η οποία κατάφερε να μεταφραστεί τελικά σε υψηλότερου τεχνολογικού επιπέδου εξαγώγιμα προϊόντα, γεγονός το οποίο συντελεί στην αύξηση της συνολικής αξίας των εξαγωγών. Σύμφωνα με το θεωρητικό πλαίσιο, οι εισροές ΑΞΕ μπορούν να οδηγήσουν σε εξωτερικότητες και έχουν 128
129 «spillover effects» και να αποτελέσουν κινητήρια δύναμη για την αύξηση των εξαγωγών της χώρας υποδοχής. Επιπλέον, όπως τονίζεται από τον Shan (2002), οι ροές ξένων επενδύσεων που είναι προσανατολισμένες προς τομείς παραγωγής, όπως ο βιομηχανικός τομέας, έχουν μια εξαιρετική συμβολή στην επέκταση των εξαγωγών. Αυτό όμως που αξίζει να σημειώσουμε είναι ότι παρά τη μετατόπιση των ρουμανικών εξαγωγών σε προϊόντα υψηλότερου τεχνολογικού επιπέδου το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας ως ποσοστο του ΑΕΠ δεν έχει βελτιωθεί σημαντικά και πιο συγκεκριμένα, όπως έχει ήδη αναλυθεί ήταν συνεχώς επιδεινούμενο από το 2000 και μετά, όπου ήταν και η χρονιά που εξαλείφονται οι εμπορικοί φραγμοί με την Ε.Ε. Βέβαια από το 2008 και μετά παρουσιάζει σημαντική βελτίωση, που αν εξαιρέσουμε τον λόγο της μείωσης των εισαγωγών λόγω κρίσης, θα μπορούσε να ερμηνευθεί από τη βελτίωση της δομής εισαγωγών εξαγωγών τηςς χώρας ως προς το τεχνολογικό επίπεδο Εισαγωγές και εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών της ρουμανικής οικονομίας μεταξύ Στον πίνακα και στα διαγράμματα που ακολουθούν παρουσιάζονται οι εξαγωγές και εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών της ρουμανικής οικονομίας σε απόλυτα νούμερα, ως ποσοστό του ΑΕΠ, καθώς και ο λόγος εξαγωγών προς εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών για το χρονικό διάστημα Πίνακας 19: Όγκος εξαγωγών & εισαγωγών αγαθών & υπηρεσιών της ρουμανικής οικονομίας (σε εκατ.$), % ως προς το ΑΕΠ & λόγος εξαγωγών προς εισαγωγές αγαθών & υπηρεσιών μεταξύ Εξαγωγές αγαθών & υπηρεσιών (Χ) Εξαγωγές αγαθών & υπηρεσιών/αεπ(%) Εισαγωγές αγαθών & υπηρεσιών (Μ) Εισαγωγές αγαθών & υπηρεσιών/αεπ(%) Χ/Μ , , , , , , , , , , , ,
130 , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , Πηγή : UNCTAD 130
131 , , , , , Ρουμανικές+εξαγωγές+&+εισαγωγές+αγαθών+&+ υπηρεσιών+(εκατ.$)+μεταξύ+1980a2012+ Εξαγωγές1 αγαθών1&1 υπηρεσιών1(χ) Εισαγωγές1 αγαθών1&1υπηρεσιών1(μ) Πηγή:UNCTAD 0.00% 10.00% 20.00% 30.00% 40.00% 50.00% Ρουμανικές+εξαγωγές+&+εισαγωγές+αγαθών+&+ υπηρεσιών/αεπ+(%)+μεταξύ+1980d2012 Εξαγωγές3 αγαθών3&3 υπηρεσιών/αεπ(%) Εισαγωγές3 αγαθών3&3υπηρεσιών/αεπ(%) Πηγή:UNCTAD Λόγος&ρουμανικών&εξαγωγών&/εισαγωγές&αγαθών& &&υπηρεσιών&μεταξύ&1980?2012 Πηγή:UNCTAD
132 Όπως φαίνεται από τα παραπάνω διαγράμματα, τόσο οι εξαγωγές όσο και οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών της ρουμανικής οικονομίας από το 1990 παρουσιάζουν αυξητικές τάσεις. Πιο συγκεκριμένα, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών από 6,380 εκατ.$ που ήταν το 1990 αντιπροσωπεύοντας το 15,72% του ΑΕΠ, αυξήθηκαν σε 16,200 εκατ.$ το 2002, αντιπροσωπεύοντας το 35,98% του ΑΕΠ (UNCTADstat). Ο όγκος των ρουμανικών εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών ακολούθησε την ίδια αυξητική πορεία από εκατ.$ που αντιπροσωπεύει το 24,39% του ΑΕΠ σε 88,912 εκατ.$ και το 42,71% του ΑΕΠ (UNCTADstat). Το ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών επιδεινώθηκε σημαντικά το διάστημα λόγω του υψηλότερου όγκου εισαγωγών αγαθών ως αποτέλεσμα της κατάργησης των δασμών. Το 2009, ως συνέπεια της οικονομικής κρίσης τόσο οι εξαγωγές όσο και οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν σημαντική μείωση. Τη χρονική περίοδο οι εξαγωγές και εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών άρχισαν πάλι να αυξάνονται φτάνοντας το 2013 σε επίπεδα υψηλότερα σε σχέση και πριν από την κρίση. Παρατηρώντας το γράφημα του λόγου εξαγωγών προς εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών διαπιστώνουμε τη βελτίωση του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών στο χρονικό διάστημα καθώς το 2013 ο λόγος είναι 0,98. Αξίζει να σημειώσουμε ότι μετά το 2011 οι εισροές ΑΞΕ στη Ρουμανία παρουσιάζουν αύξηση γεγονός που σύμφωνα με το θεωρητικό πλαίσιο μπορεί να δικαιολογήσει τη βελτίωση του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών. Στο διάγραμμα που ακολουθεί καταγράφεται η πορεία του ρουμανικού ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών ως ποσοστό του ΑΕΠ για τη χρονική περίοδο
133 Ισοζύγιο(αγαθών(&(υπηρεσιών(Ρουμανίας(ως(ποσοστό(του ΑΕΠ μεταξύ(1980b % 5% 0%!5% !10%!15% Πηγή:UNCTAD Όπως διαφαίνεται από το παραπάνω διάγραμμα, η πορεία του ρουμανικού ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών ως ποσοστό του ΑΕΠ ακολουθεί παρόμοια πορεία με αυτή του εμπορικού ισοζυγίου. Το συνεχώς αυξανόμενο έλλειμα του ρουμανικού ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών κατά την περίοδο 2002 με 2008 παρά την σημαντική αύξηση εισροών ΑΞΕ στη χώρα μπορεί να ερμηνευτεί από την έλλειψη δασμολογικής προστασίας της χώρας σε σχέση με τους βασικούς εμπορικούς εταίρους της εντός Ε.Ε. καθώς και από την πραγματοποίηση ΑΞΕ σε κλάδους μη εμπορεύσιμων αγαθών. Η αρνητική πορεία του ρουμανικού εμπορικού ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών ως ποσοστό του ΑΕΠ από το 2000 μέχρι και το 2008 παρατηρείται την ίδια χρονική περίοδο που οι εισροές ΑΞΕ προς τη ρουμανική οικονομία αυξάνονται χαρακτηριστικά. Παρατηρούμε δηλαδή, ότι οι ΑΞΕ δεν έχουν θετική επίδραση στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Η βελτίωση όμως του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών μετά το 2008 δείχνει θετικά σημάδια για τη μελλοντική πορεία της χώρας. 133
134 5.2. Εισαγωγές και εξαγωγές ελληνικής οικονομίας Εισαγωγές και εξαγωγές αγαθών της ελληνικής οικονομίας μεταξύ Σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία, ο βαθμός εμπορικής ολοκλήρωσης αποτελεί σημαντικό παράγοντα που διαχωρίζει τις χώρες με υψηλό βαθμό ανάπτυξης από εκείνες με χαμηλότερο. Σε μακροχρόνιο ορίζοντα, η διατηρήσιμη ανάπτυξη συνδέεται με την υψηλή εξαγωγική επίδοση και την αυξανόμενη εμπορική ολοκλήρωση (Παπάζογλου, 2013). Η ελληνική οικονομία ιστορικά χαρακτηρίζεται από μεγάλα ελλείμματα στο εμπορικό της ισοζύγιο, γεγονός που υπογραμμίζει το έντονο πρόβλημα ανταγωνιστικότητας της χώρας. Εξαίρεση αποτελεί η περίοδος από το 2010 και μετά κατά την οποία η διαφαινόμενη ανάκαμψη των εξαγωγών σε συνδυασμό με τη μεγάλη κάμψη των εισαγωγών, λόγω της ύφεσης και των περιοριστικών μέτρων, έχουν μερικώς αλλάξει την εικόνα του εξωτερικού εμπορίου και έχουν βελτιώσει το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Μετά την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ το 1981, που αποτέλεσε και μία καθοριστική χρονολογία για την πορεία της χώρας, όχι μόνο σε οικονομικό επίπεδο, το έτος 1993 ήταν επίσης μεγάλης σημασίας για την οικονομική πορεία της χώρας. Πιο συγκεκριμένα, η αποτελεί την ημερομηνία καθιέρωσης της ενιαίας εσωτερικής αγοράς, με την οποία καταργήθηκαν όλοι οι τελωνειακοί έλεγχοι στα εσωτερικά σύνορα της Ε.Ε. Πριν από την εγκαθίδρυση της ενιαίας αγοράς δεν είχε υλοποιηθεί η ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων στο εσωτερικό της Κοινότητας και η τελωνειακή νομοθεσία, αν και ήδη εναρμονισμένη, δεν εφαρμοζόταν ομοιόμορφα. Ο εκτελωνισμός στα εσωτερικά σύνορα της Κοινότητας ήταν πολύπλοκος και χρονοβόρος. Εξακολουθούσαν να απαιτούνται πολλές τελωνειακές διατυπώσεις στα σύνορα λόγω π.χ. του τρόπου είσπραξης του ΦΠΑ και των ειδικών φόρων κατανάλωσης. Όλα τα οχήματα των μεταφορικών εταιρειών αναγκάζονταν να σταματούν στα εσωτερικά σύνορα της Κοινότητας για τελωνειακές και φορολογικές διατυπώσεις καθώς και για ελέγχους. Οι σημαντικές καθυστερήσεις των φορτηγών οχημάτων στα τελωνεία εμπόδιζαν το ενδοκοινοτικό εμπόριο και δημιουργούσαν μεγάλο κόστος για τις επιχειρήσεις της Ε.Ε. (Οικονομάκης κ.α., 2006). Την 1η Ιανουαρίου 1993, καταργήθηκαν όλοι οι τελωνειακοί έλεγχοι στα εσωτερικά σύνορα. Η ενιαία αγορά, που τέθηκε σε ισχύ το 1993, αποτελεί μέρος της «Ενιαίας 134
135 Ευρωπαϊκής Πράξης» (Official Journal EE L 169, ) 16, του πυρήνα της διαδικασίας για την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση που καθιστά την Ευρωπαϊκή Ένωση έδαφος χωρίς εσωτερικά σύνορα μέσα στο οποίο η ελεύθερη διακίνηση των αγαθών είναι εγγυημένη. Η εν λόγω ενιαία αγορά κατάργησε το ρόλο των τελωνείων όσον αφορά την είσπραξη ειδικών φόρων κατανάλωσης / ΦΠΑ μεταξύ των κρατών μελών και επέτρεψε να γίνει ορατή σε όλους η πραγματική τελωνειακή ένωση (Οικονομάκης κ.ά, 2006: ). Ενώ η ελεύθερη κυκλοφορία εμπορευμάτων στην Ε.Ε. αποτελεί το εσωτερικό στοιχείο της τελωνειακής ένωσης, το Κοινό Δασμολόγιο αποτελεί το εξωτερικό στοιχείο αυτής. Εφαρμόζεται στις εισαγωγές εμπορευμάτων μέσω των εξωτερικών συνόρων της τελωνειακής ένωσης. Η κοινή εμπορική πολιτική καθορίζει τους δασμούς που επιβάλλονται σε εμπορεύματα, τα οποία εισάγονται στις χώρες της Ε.Ε. και τις απαλλαγές από αυτούς, καθώς και τις απαγορεύσεις ή τους περιορισμούς. Συνεπώς, πριν από τα μέσα της δεκαετίας του 90 καταργούνται πλήρως οι όποιες δυνατότητες εμπορικής προστατευτικής πολιτικής ανάμεσα στις χώρες μέλη της Ένωσης (Οικονομάκης κ.ά, 2006: ). Στον πίνακα και στα γραφήματα που ακολουθούν παρουσιάζονται οι εισαγωγές και οι εξαγωγές αγαθών της ελληνικής οικονομίας σε εκατομμύρια $ και σαν ποσοστό ως προς το ΑΕΠ, καθώς και ο λόγος εξαγωγών προς εισαγωγές αγαθών για το χρονικό διάστημα Πίνακας 20 : Όγκος εξαγωγών & εισαγωγών αγαθών της ελληνικής οικονομίας (εκατ.$), % ως προς το ΑΕΠ & λόγος εξαγωγών προς εισαγωγές αγαθών μεταξύ Eξαγωγές (Χ) Eξαγωγές/ΑΕΠ(%) Eισαγωγές (Μ) Eισαγωγές/ΑΕΠ (%) X/Μ , , , , , , , , , , , , , , , , , Όπως παρατίθεται σε Οικονομάκης κ.α.(2006) 135
136 1980 5, , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , , Πηγή: UNCTAD 136
137 100, , Ελληνικές)εξαγωγές)&)εισαγωγές)αγαθών)(εκατ.$)) μεταξύ)1970> , , Πηγή:)UNCTAD 20, Eξαγωγές2 (Χ) Eισαγωγές2 (Μ) Όπως μπορούμε να παρατηρήσουμε από τον παραπάνω πίνακα και το αντίστοιχο διάγραμμα, η ελληνική οικονομία παρουσιάζει έλλειμμα στο εμπορικό της ισοζύγιο καθόλη τη χρονική περίοδο , το οποίο είναι και συνεχώς διευρυνόμενο, με μόνη εξαίρεση από το 2010 και μετά. Πιο συγκεκριμένα, το εμπορικό ισοζύγιο της ελληνικής οικονομίας είναι συνεχώς ελλειμματικό ανάμεσα στα έτη 1970 και 1990 ενώ τη δεκαετία το εμπορικό έλλειμμα διευρύνεται, εν μέρει ως αποτέλεσμα της κατάργησης των δασμών το Είναι χαρακτηριστική η συνεχής αύξηση των εισαγωγών, που από ,24 εκατ.$ το 1993 έφτασαν το 2008 να είναι ,75 εκατ.$ καταγράφοντας μία αύξηση πάνω από 300% (UNCTADstat). Την ίδια χρονική περίοδο ανοδική είναι και η αύξηση των εξαγωγών αλλά υπολείπονται σημαντικά των εισαγωγών γεγονός που οδηγεί στην επιδείνωση του ελληνικού εμπορικού ισοζυγίου. Στη χρονική περίοδο 2000 με 2008 το ελληνικό εμπορικό ισοζύγιο επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο, φτάνοντας το 2008 σε σημείο όπου οι εισαγωγές της χώρας να αντιστοιχούν σε 92, εκατ.$, ενώ οι αντίστοιχες εξαγωγές για το ίδιο έτος να είναι μόλις 26, εκατ.$ (UNCTADstat). Πιο συγκεκριμένα, την περίοδο , η μεγάλη επιδείνωση του εμπορικού ισοζυγίου οφείλεται στον υψηλό ρυθμό αύξησης των εισαγωγών σε συνδυασμό με τη στασιμότητα της εξαγωγικής επίδοσης. Οι ελληνικές εξαγωγές αυξάνονται μεν κατά τη διάρκεια της περιόδου , αλλά παρά την αύξηση αυτή εξακολουθούν να υστερούν κατά πολύ των εισαγωγών. 137
138 Ένας επιπλέον λόγος που μπορεί να δικαιολογήσει το γεγονός ότι το εμπορικό έλλειμμα στην Ελλάδα γενικά διευρύνεται μετά το 2002, είναι η ένταξη της χώρας στη ζώνη του ευρώ. Μετά το 2001 που υιοθετείται από την Ελλάδα το ενιαίο νόμισμα η χώρα χάνει την οποιαδήποτε δυνατότητα άσκησης νομισματικής πολιτικής και απουσιάζει η δυνατότητα άσκησης νομισματικής προστασίας. Το εμπορικό ισοζύγιο της ελληνικής οικονομίας παρουσιάζει σημάδια ανάκαμψης από το 2010 μέχρι και το 2014, καθώς παρατηρείται αύξηση της εξαγωγής αγαθών με ταυτόχρονη μείωση της εισαγωγής αγαθών. Το γεγονός αυτό εν μέρει οφείλεται στη μειωμένη εγχώρια ζήτηση λόγω των περιοριστικών δημοσιονομικών πολιτικών που εφαρμόζονται στην ελληνική οικονομία από το 2010 (Παπάζογλου, 2013). Πιο αναλυτικά, όσον αφορά την πορεία των ελληνικών εισαγωγών στην εξεταζόμενη περίοδο, παρατηρούμε ότι έχουν συνεχώς ανοδική πορεία μέχρι και το 2008 οπότε και φτάνουν στο υψηλότερο σημείο τους. Μετά το 2008, ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας κρίσης αλλά και των εσωτερικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας, οι εισαγωγές αγαθών παρουσιάζουν σημαντική μείωση. Οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών παρουσιάζουν μια σταθερά ανοδική πορεία από το 1970 μέχρι και το Ανάμεσα στην περίοδο 2002 με 2008 παρατηρείται και η πιο σημαντική ανάπτυξη των ελληνικών εξαγωγών, όπου από 10, εκατ.$ που ήταν το 2002 ανήλθαν σε 26, εκατ.$ το 2008, παρουσιάζοντας αύξηση 153% (UNCTADstat). Μετά το 2008 οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών παρουσίασαν προσωρινή μείωση, ενώ από το 2010 και μετά η εξαγωγική δραστηριότητα της Ελλάδας βελτιώθηκε. Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το θεωρητικό πλαίσιο, η πραγματοποίηση ΑΞΕ μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη των εξαγωγών της χώρας υποδοχής τους ειδικά αν αυτές ανήκουν στην πρώτη και τη δεύτερη κατηγορία. Στη περίπτωση της Ελλάδας φαίνεται η αύξηση της εξαγωγικής δραστηριότητας της χώρας μετά από το 2010 να μη συνδέεται με τις ΑΞΕ που πραγματοποιούνται στη χώρα, καθώς αυτές έχουν μια συνεχώς πτωτική τάση. Στο διάγραμμα που ακολουθεί αποτυπώνονται οι εισαγωγές και οι εξαγωγές αγαθών της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ για τη χρονική περίοδο
139 30% 25% 20% 15% 10% 5% 0% 1970 Ελληνικές)εξαγωγές)&)εισαγωγές)αγαθών)ως)%)του) ΑΕΠ)μεταξύ)1970?2014 Πηγή:)UNCTAD Eξαγωγές/ΑΕΠ(%) Eισαγωγές/ΑΕΠ; (%) Το πιο πάνω γράφημα επιβεβαιώνει όσα έχουν ήδη αναλυθεί. Είναι ξεκάθαρο ότι σε όλη την εξεταζόμενη περίοδο η εξαγωγική δραστηριότητα της χώρας ως ποσοστό του εγχώριου παραγόμενου προϊόντος υπολείπεται σημαντικά από την αντίστοιχη εισαγωγική δραστηριότητα της χώρας ως ποσοστό του ΑΕΠ. Η δυσανάλογη αυτή σχέση των δύο μεγεθών μπορεί να ερμηνεύσει σε μεγάλο βαθμό τη δυσμενή οικονομική θέση της χώρας. Στο παρακάτω γράφημα απεικονίζεται ο λόγος των εξαγωγών προς τις εισαγωγές αγαθών της ελληνικής οικονομίας για τη χρονική περίοδο Λόγος&ελληνικών&εξαγωγών&αγαθών&προς& εισαγωγές&μεταξύ&1970= Πηγή:&UNCTAD
140 Παρατηρώντας το παραπάνω διάγραμμα διακρίνεται η κατά πολύ μεγαλύτερη εισαγωγική δραστηριότητα της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με τις εξαγωγές της. Αυτό που αξίζει να σημειωθεί είναι πως από το 2008 και μετά το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου μειώνεται απότομα, εξαιτίας κυρίως της παγκόσμιας κρίσης του 2008, με τον αντίστοιχο λόγο εξαγωγών προς εισαγωγές αγαθών να βρίσκεται το 2014 στο 0,56 σε σχέση με 0.28 που ήταν το Η βελτίωση του λόγου εξαγωγών προς εισαγωγές από το 2009 και μετά, καταγράφοντας το 2013 την τιμή 0.59, επιβεβαιώνει τη βελτίωση της ελληνικής εξαγωγικής δραστηριότητας, χωρίς φυσικά να αγνοούμε ότι λόγω των περιοριστικών μέτρων έχουν μειωθεί για την Ελλάδα σημαντικά οι εισαγωγές. Η πορεία του εμπορικού ισοζυγίου της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ αποτυπώνεται στο διάγραμμα που ακολουθεί : Εμπορικό)ισοζύγιο)Ελλάδας ως)%)του)αεπ)μεταξύ) 1980?2012)) 0.00%!2.00%!4.00% !6.00%!8.00%!10.00%!12.00%!14.00%!16.00%!18.00%!20.00% Πηγή:UNCTAD Παρατηρώντας το πιο πάνω γράφημα φαίνεται ότι το ελληνικό εμπορικό ισοζύγιο ως ποσοστό του ΑΕΠ καθόλη την εξεταζόμενη περίοδο επιδεινώνεται συνεχώς με μόνα σημεία βελτίωσης από το 2008 και μετά, τη χρονιά δηλαδή που κατέγραψε και τη χειρότερη τιμή του. Το ήδη αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο της Ελλάδας επιδεινώνεται περισσότερο σε δύο φάσεις. Πρώτον μετά το 1993, χρονιά κατά την οποία δημιουργείται η κοινή αγορά με την Ε.Ε. και δεύτερον μετά το 2001, χρονιά κατά την οποία υιοθετείται από την Ελλάδα το ενιαίο νόμισμα. 140
141 Η αρνητική πορεία του ελληνικού εμπορικού ισοζυγίου ως ποσοστό του ΑΕΠ από το 1990 μέχρι και το 2008 παρατηρείται την ίδια χρονική περίοδο που οι εισροές ΑΞΕ προς την ελληνικη οικονομία μειώνονται χαρακτηριστικά. Παρατηρούμε δηλαδή, τόσο οι ΑΞΕ όσο και εμπορικό ισοζύγιο της χώρας καταγράφουν αρνητική πορεία. Ταυτόχρονα μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι ενώ οι εξαγωγές και οι εισαγωγές της Ελλάδας αυξάνονται, οι εισαγωγές είναι σημαντικά πιο υψηλές από τις εξαγωγές. Δεν φαίνεται επομένως οι όποιες ΑΞΕ πραγματοποιούνται να είναι για υποκατάσταση των εισαγωγών, δηλαδή δεν είναι ΑΞΕ πρώτης κατηγορίας σύμφωνα με το θεωρητικό μας πλαίσιο. Επιπλέον σύμφωνα με την ανάλυση που έχει ήδη γίνει για την κλαδική κατανομή των ΑΞΕ προς την ελληνική οικονομία, οι ΑΞΕ της χώρας αφορούν κυρίως μη εμπορεύσιμους τομείς, είναι δηλαδή κυρίως τέταρτης και πέμπτης κατηγορίας, και δεν έχουν σημαντικές επιδράσεις στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Το γεγονός ότι οι όποιες ΑΞΕ για παραγωγή προϊόντων για την παγκόσμια αγορά δε βελτιώνει τελικά το εμπορικό ισοζύγιο, πιθανόν να σημαίνει ότι η ελληνική οικονομία εξαρτάται από σημαντικές εισαγόμενες εισροές. Η συσχέτιση που πραγματοποιήθηκε μεταξύ του εμπορικού ισοζυγίου της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ και του συσσωρευμένου όγκου εισροών ΑΞΕ ως ποσοστό του παγκόσμιου έδωσε αποτέλεσμα 0.09, γεγονός που επιβεβαιώνει την θετική σχέση των δύο μεταβλητών, που ακολουθούν την ίδια πτωτική πορεία, η οποία απεικονίζεται και στο διάγραμμα που ακολουθεί. Εμπορικό)ισοζύγιο)Ελλάδας)ως)%)του)ΑΕΠ)&) συσσωρευμένος)όγκος)εισροών)αξε)ως)%)του) παγκόσμιου 0.00% 1.00% )5.00% )10.00% )15.00% )20.00% Πηγή:)UNCTAD % 0.60% 0.40% 0.20% 0.00% Εμπορικό4ισοζύγιο4Ελλάδας4 ως4%4του4αεπ Συσσωρευμένος4όγκος4εισροών4ΑΞΕ4ως4%4του4παγκόσμιου4Ελλάδας 141
142 Από το πιο πάνω διάγραμμα φαίνεται ξεκάθαρα ότι τόσο ο συσσωρευμένος όγκος εισροών ΑΞΕ στην Ελλάδα ως ποσοστό του παγκοσμίου όσο και το εμπορικό ισοζύγιο της Ελλάδας ως ποσοστό του ΑΕΠ έχουν συνεχώς πτωτική πορεία. Η Ελλάδα δεν αποτελεί χώρα προσέλκυσης για την πραγματοποίηση ΑΞΕ και το ενδιαφέρον για την τοποθέτηση ξένου κεφαλαίου με τη μορφή επενδύσεων είναι συνεχώς μειούμενο. Οι όποιες ΑΞΕ πραγματοποιούνται είναι κυρίως τέταρτης και πέμπτης κατηγορίες, δηλαδή σε κλάδους μη εμπορεύσιμων αγαθών και δε βελτιώνουν το εμπορική της ισοζύγιο. Μετά το 2010, που βελτιώνεται το ήδη αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο της Ελλάδας, κυρίως ως αποτέλεσμα της μείωσης των εισαγωγών, δε φαίνεται η βελτίωση αυτή να συνδέεται με τις ΑΞΕ καθώς οι εισροές ΑΞΕ προς την Ελλάδα συνεχίζουν να έχουν πτωτική τάση Εμπορικοί εταίροι της Ελλάδας Η Ευρωπαϊκή Ένωση ξεχωρίζει ως ο κύριος εμπορικός εταίρος της Ελλάδας απορροφώντας το κύριο μέρος των ελληνικών εξαγωγών. Πιο συγκεκριμένα, στα διαγράμματα που ακολουθούν φαίνονται οι ήπειροι εξαγωγής των ελληνικών εμπορευμάτων, καθώς και οι κύριες ευρωπαϊκές χώρες που απορροφούν τις ελληνικές εξαγωγές. 25, Εταίροι(των(ελληνικών(εξαγωγών(σε(εκατ.$(μεταξύ( 1995:2014( 20, , Πηγή:UNCTAD 10, , Αφρική Αμερική5 Ασία Ευρώπη Ωκεανία 142
143 Οι#5#μεγαλύτεροι#εταίροι#των#ελληνικών#εξαγωγών# σε#εκατ.$#μεταξύ#1995:2014 3, , , , , , Πηγή:UNCTAD Ιταλία Γερμανία Κύπρος Ηνωμένο?Βασίλειο Αίγυπτος Τα παλιά κράτη μέλη της Ευρωπαικής ένωσης (ΕΕ-15) παραμένουν οι μεγαλύτεροι εμπορικοί εταίροι στην Ελλάδα κατά την τελευταία δεκαετία, αλλά το ποσοστό τους στο σύνολο των ελληνικών εξαγωγών μειώνεται, ενώ το μερίδιο των νέων κρατών μελών (ιδίως της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας) αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς. Η Ιταλία, η Γερμανία, η Κύπρος και το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελούν τους μεγαλύτερους εταίρους εξαγωγών της Ελλάδας, καθώς αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μερίδιο των εξαγωγών της χώρας. Στα γραφήματα που ακολουθούν παρουσιάζονται οι ήπειροι από τις οποίες κάνει εισαγωγές η ελληνική οικονομία, καθώς και οι χώρες από τις οποίες οι Ελλάδα εισάγει τη μεγαλύτερη ποσότητα προϊόντων, οι οποίες είναι κυρίως ευρωπαϊκές. Εταίροι(των(ελληνικών(εισαγωγών(σε(εκατ.$(μεταξύ( 1995: , , , , , , , Πηγή:UNCTAD Αφρική Αμερική5 Ασία Ευρώπη Ωκεανία 143
144 Οι#5#μεγαλύτεροι#εταίροι#των#ελληνικών# εισαγωγών#σε#εκατ.$#μεταξύ#1995: , , , , , , , Πηγή:UNCTAD Γερμανία Γαλλία Ρωσία Ιταλία Κίνα Όπως φαίνεται από το πιο πάνω διάγραμμα η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία αποτελούν τους βασικούς εισαγωγικούς εταίρους της Ελλάδας, όλες χώρες της Ε.Ε., χώρες με τις οποίες η Ελλάδα έχει το ίδιο νόμισμα και δεν υπάρχουν δασμοί σε οποιαδήποτε μεταξύ των χωρών συναλλαγή. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα τελευταία χρόνια το Ιράκ και η Ολλανδία επίσης αποτελούν χώρες από τις οποίες η ελληνική οικονομία πραγματοποιεί σημαντικές εισαγωγές. Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι Γερμανία και οι Ιταλία αποτελούν τους βασικούς εμπορικούς εταίρους της Ελλάδας Δομή ελληνικών εξαγωγών και εισαγωγών αγαθών μεταξύ Δομή ελληνικών εξαγωγών μεταξύ Η πορεία των ελληνικών εξαγωγών παρουσιάζει, όπως έχει ήδη αναφερθεί, σταθερά ανοδική πορεία με χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης αλλά η δομή τους παρουσιάζει κάποιες αλλαγές. Στο διάγραμμα που ακολουθεί αποτυπώνονται οι κύριοι οικονομικοί κλάδοι των οποίων τα προϊόντα εξάγονται από τη Ελλάδα κυρίως προς τις χώρες της Ε.Ε. 144
145 60% 40% Κλαδική(δομή(ελληνικών(εξαγωγών(ως(%(των( συνολικων(εξαγωγών(μεταξύ(1995;2014 Πηγή:(UNCTAD 20% 0% Τρόφιμα,4ποτά,4 καπνός Προϊόντα4διύλησης4πετρελαίου Προϊόντα4ξύλου4&4μετάλλου Διάφορα4μεταποιημένα4προϊόντα Εξόρυξη4πρώτων4 υλών4 Χημικά4προϊόντα Οχήματα4&4μηχαν/κός4εξοπλισμός Λοιπά Παρατηρώντας το παραπάνω γράφημα μπορούμε να παρατηρήσουμε τη συνεχή πτώση των ελληνικών εξαγωγών σε μεταποιημένα προϊόντα καθώς και σε προϊόντα ξύλου και μετάλλου τη χρονική περίοδο από το Όπως έχει ήδη αναφερθεί σε προηγούμενο κεφάλαιο, στους κλάδους αυτούς παρατηρείται διαχρονική μείωση και στην εισροή ΑΞΕ στην Ελλάδα, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι συγκεκριμένοι κλάδοι γενικά δεν παρουσιάζουν ελκυστικότητα. Ένας άλλος κλάδος του οποίου η ελληνική εξαγωγική δραστηριότητα μειώνεται σημαντικά είναι ο κλάδος των τροφίμων, ποτού και καπνού. Όσον αφορά το συγκεκριμένο κλάδο, οι ΑΞΕ που πραγματοποιούνται στην Ελλάδα, παρουσιάζουν συνεχείς αυξομειώσεις κατά την εξεταζόμενη περίοδο, με έντονη όμως αύξηση εισροών AΞΕ τη περίοδο 2012 και μετά. Αυτό που πρέπει επίσης να παρατηρηθεί είναι η σημαντική αύξηση των εξαγωγών σε προϊόντα διύλισης πετρελαίου. Η αύξηση αυτή στις εξαγωγές φαίνεται να σχετίζεται και με την αύξηση στις ΑΞΕ που έχουν πραγματοποιηθεί στον κλάδο αυτό στη Ελλάδα. Οι ΑΞΕ στον τομέα αυξήθηκαν και παράλληλα αυξήθηκαν και οι εξαγωγές σε προϊόντα του κλάδου. Έτσι διαφαίνεται ότι στην Ελλάδα πραγματοποιούνται στον κλάδο αυτό ΑΞΕ, που ναι μεν είναι πρώτης και δεύτερης κατηγορίας αλλά το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας δε βελτιώνεται, γεγονός που οφείλεται στη μεγάλη εξάρτηση της Ελλάδας από σημαντικές εισαγόμενες εισροές, κυρίως σε κεφαλαιουχικό εξοπλισμό. Στο γράφημα που ακολουθεί φαίνεται η κλαδική κατανομή των ελληνικών εξαγωγών για το έτος
146 ΚΛΑΔΙΚΗ)ΔΟΜΗ)ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ)ΕΞΑΓΩΓΩΝ,)ΕΤΟΣ)2014 Διάφορα) μεταποιημένα) προϊόντα 7% Οχήματα)&) μηχαν/κός) εξοπλισμός 7% Προϊόντα) ξύλου)&) μετάλλου 14% Χημικά) προϊόντα 10% Λοιπά 3% Πηγή:)UNCTAD Τρόφιμα,)ποτά,) καπνός 16% Εξόρυξη) πρώτων)υλών) 4% Προϊόντα) διύλησης) πετρελαίου 39% Παρατηρώντας το πιο πάνω διάγραμμα και την κλαδική δομή των εξαγωγών της Ελλάδας και λαμβάνοντας υπόψη και την κλαδική κατανομή των ΑΞΕ, όπως έχει ήδη αναλυθεί σε προηγούμενο κεφάλαιο, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι στη περίπτωση της Ελλάδας επιβεβαιώνεται το γεγονός ότι οι ΑΞΕ κατευθύνονται κυρίως σε εθνικούς κλάδους με τη σχετικά μεγαλύτερη παραγωγικότητα. Πιο συγκεκριμένα, τόσο οι ΑΞΕ όσο και οι εξαγωγές της ελληνικής οικονομίας κατευθύνονται κυρίως σε κλάδους προϊόντων διύλισης πετρελαίου και τον κλάδο τροφίμων, που ουσιαστικά αποτελούν και τους σχετικά πιο παραγωγικούς εθνικούς κλάδους της χώρας Δομή ελληνικών εισαγωγών μεταξύ Η δομή των ελληνικών εισαγωγών σε κάποιους βασικούς παραγωγικούς κλάδους για τη χρονική περίοδο αποτυπώνεται στο παρακάτω διάγραμμα. 146
147 50.00% 40.00% Κλαδική(δομή(ελληνικών(εισαγωγών(ως(%(των( συνολικων(εξαγωγών(μεταξύ(1995;2014 Πηγή:(UNCTAD 30.00% 20.00% 10.00% 0.00% Τρόφιμα,5ποτά,5 καπνός Εξόρυξη5πρώτων5 υλών5 Προϊόντα5διύλησης5πετρελαίου Χημικά5προϊόντα Προϊόντα5ξύλου5&5μετάλλου Οχήματα5&5μηχαν/κός5εξοπλισμός Διάφορα5μεταποιημένα5προϊόντα Λοιπά Παρατηρώντας το παραπάνω διάγραμμα μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών εισαγωγών αφορά τους κλάδους των οχημάτων και του μηχανολογικού εξοπλισμού, καθώς η χώρα δεν παράγει η ίδια οχήματα. Παρόλα αυτά, οι εισαγωγές προϊόντων του συγκεκριμένου κλάδου είναι φθήνουσα από το 2008 και μετά, ως αποτέλεσμα κυρίως της οικονομικής κρίσης και της περιοριστικής οικονομικής πολιτικής που διανύει η χώρα. Επίσης μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι οι εισαγωγές της Ελλάδας σε τρόφιμα, ποτά και καπνό καθώς και προϊόντα ξύλου και μετάλλου παραμένουν σταθερές ενώ αντίστοιχα η εξαγωγική δραστηριότητα της χώρας σε αντίστοιχα προϊόνται είναι πτωτική. Όσον αφορά τον κλάδο των προϊόντων διύλισης πετρελαίου, που αποτελεί και το βασικό κλάδο της εξαγωγικής δραστηριότητας της Ελλάδας παρατηρούμε ότι η χώρα εξακολουθεί να δέχεται σημαντικές εισαγωγές παρά και την ταυτόχρονη αύξηση εισροών ΑΞΕ στον συγκεκριμένο κλάδο στα εξεταζόμενα χρόνια. Το γεγονός αυτό ενισχύει την άποψη ότι οι ΑΞΕ που πραγματοποιούνται στην Ελλάδα αφορούν κυριώς την παραγωγή αγαθών για τρίτες χώρες καθώς και το γεγονός ότι η Ελλάδα εξαρτάται από σημαντικές εισαγόμενες εισροές, γεγονός που δε βοηθάει τελικά το εμπορικό της ισοζύγιο. Η δομή των ελληνικών εισαγωγών αποτυπώνεται στο επόμενο γράφημα όσον αφορά το έτος
148 ΚΛΑΔΙΚΗ)ΔΟΜΗ)ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ)ΕΙΣΑΓΩΓΩΝ,)ΕΤΟΣ)2014 Διάφορα) μεταποιημένα) προϊόντα 9% Οχήματα)&) μηχαν/κός) εξοπλισμός 18% Λοιπά 1% Τρόφιμα,)ποτά,) καπνός 12% Εξόρυξη) πρώτων)υλών) 2% Προϊόντα) ξύλου)&) μετάλλου 10% Χημικά) προϊόντα 14% Προϊόντα) διύλησης) πετρελαίου 34% Πηγή:)UNCTAD Σε αυτό το διάγραμμα διαφαίνεται ξεκάθαρα ότι για το έτος 2014, το 34% των ελληνικών εισαγωγών αφορούσαν προϊόντα διύλισης πετρελαίου, προϊόντα δηλαδή που κυριαρχούν στη ελληνική εξαγωγική δραστηριότητα και ταυτόχρονα προϊόντα του κλάδου με τη μεγαλύτερη ελκυστικότητα για την προσέλκυση ΑΞΕ Δομή ελληνικών εξαγωγών και εισαγωγών αγαθών ως προς το τεχνολογικό επίπεδο μεταξύ Η Ελλάδα παρουσιάζει συγκριτικό πλεονέκτημα στους πιο παραδοσιακούς κλάδους της μεταποίησης, όπως τρόφιμα, καπνός, κλωστοϋφαντουργία και ένδυση, βασικά μέταλλα, καθώς και στην επεξεργασία πετρελαίου, όπου τα περισσότερα προϊόντα είναι χαμηλής τεχνολογίας, ενώ ορισμένα εξ αυτών ανήκουν στην κατηγορία της μεσαίας - χαμηλής τεχνολογίας (Παπάζογλου, 2013). Από την άλλη πλευρά, στα περισσότερα προϊόντα υψηλής και μεσαίας - υψηλής τεχνολογίας, όπως υπολογιστές, ηλεκτρονικές συσκευές και οπτικά προϊόντα, φαρμακευτικά προϊόντα, μέσα μεταφοράς, ηλεκτρικές συσκευές, μηχανές και εξοπλισμός και χημικά προϊόντα, η χώρα παρουσιάζει συγκριτικό μειονέκτημα έναντι της ΕΕ-27 (Παπάζογλου, 2013). 148
Επιδράσεις ΑΞΕ & Μέτρα Προσέλκυσης. Χρυσοβαλάντου Μήλλιου Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Επιδράσεις ΑΞΕ & Μέτρα Προσέλκυσης Χρυσοβαλάντου Μήλλιου Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών 1. Επιδράσεις στη Χώρα Υποδοχής Μισθοί Σύμφωνα με τις περισσότερες εμπειρικές μελέτες oι ΠΕ προσφέρουν στην χώρα
ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΩΝ
ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Π.Μ.Σ. ΔΕΣ ερωτήματα στο μάθημα ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΩΝ από το βιβλίο των PAUL R. KRUGMAN & «ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Θεωρία και Πολιτική» MAURICE
Κεφάλαιο 21: Αντιμετωπίζοντας τις συναλλαγματικές ισοτιμίες
Μυρτώ - Σμαρώ Γιαλαμά Α.Μ.: 1207 Μ 075 Διεθνής Πολιτική Οικονομία Μάθημα: Γεωπολιτική των Κεφαλαιαγορών Κεφάλαιο 21: Αντιμετωπίζοντας τις συναλλαγματικές ισοτιμίες 1. Τι είναι η παγκόσμια αγορά συναλλάγματος;
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1. Αξιολόγηση των µακροοικονοµικών επιπτώσεων του ΚΠΣ III
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ 152 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 Αξιολόγηση των µακροοικονοµικών επιπτώσεων του ΚΠΣ III Η εκ των προτέρων αξιολόγηση των µακροοικονοµικών επιπτώσεων του 3 ου ΚΠΣ µπορεί να πραγµατοποιηθεί µε τρόπους οι οποίοι
Α) ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ
ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΛΙΤΟΤΗΤΑΣ Μελέτη του ΔΝΤ για 17 χώρες του ΟΑΣΑ επισημαίνει ότι για κάθε ποσοστιαία μονάδα αύξησης του πρωτογενούς πλεονάσματος, το ΑΕΠ μειώνεται κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες και
ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ
Πρόλογος Ευχαριστίες Βιογραφικά συγγραφέων ΜΕΡΟΣ 1 Εισαγωγή 1 Η οικονομική επιστήμη και η οικονομία 1.1 Πώς αντιμετωπίζουν οι οικονομολόγοι τις επιλογές 1.2 Τα οικονομικά ζητήματα 1.3 Σπανιότητα και ανταγωνιστική
Πρόλογος... 11 Εισαγωγή... 13
Περιεχόμενα Πρόλογος... 11 Εισαγωγή... 13 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Οι διεθνείς συναλλαγές και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα... 17 Ι. Η αρχή των συγκριτικών πλεονεκτημάτων... 17 Α. Κόστος εργασίας και εξειδικεύσεις...
Μάθημα: Διεθνείς Επιχειρήσεις και Επενδύσεις
μήμα Οικονομικής Επιστήμης Μάθημα: Διεθνείς Επιχειρήσεις και Επενδύσεις Ενότητα: Α.Ξ.Ε. και ανταγωνιστικότητα Διδάσκων: Δημήτρης Γιακούλας Ορισμός ανταγωνιστικότητας Σύμφωνα με τους κλασικούς οικονομολόγους
Σύντομος πίνακας περιεχομένων
Σύντομος πίνακας περιεχομένων Πρόλογος 19 Οδηγός περιήγησης 25 Πλαίσια 28 Ευχαριστίες της ενδέκατης αγγλικής έκδοσης 35 Βιογραφικά συγγραφέων 36 ΜΕΡΟΣ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 37 1 Η οικονομική επιστήμη και η οικονομία
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 8 η Μελετη «Εξελιξεις και Τασεις της Αγορας»
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 8 η Μελετη «Εξελιξεις και Τασεις της Αγορας» Το βασικό συμπέρασμα: Η επιβολή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων μετά την ανακήρυξη του δημοψηφίσματος στο τέλος του Ιουνίου διέκοψε την ασθενική
Το όφελος του διεθνούς εμπορίου η πιο αποτελεσματική απασχόληση των παραγωγικών δυνάμεων του κόσμου.
ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Το όφελος του διεθνούς εμπορίου η πιο αποτελεσματική απασχόληση των
Ισορροπία στον Εξωτερικό Τομέα της Οικονομίας
Ισορροπία στον Εξωτερικό Τομέα της Οικονομίας Περιεχόμενα Κεφαλαίου Η έννοια του Ισοζυγίου Πληρωμών Τα επιμέρους ισοζύγια του Ισοζυγίου Πληρωμών Η διαχείριση του ελλείμματος στο Ισοζύγιο Πληρωμών Η «Ολλανδική
ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ
ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Μακροοικονομική Θεωρία Υπόδειγμα IS/LM Στο υπόδειγμα IS/LM εξετάζονται
51. Στο σημείο Α του παρακάτω διαγράμματος IS-LM υπάρχει: r LM Α IS α. ισορροπία στις αγορές αγαθών και χρήματος. β. ισορροπία στην αγορά αγαθών και υπερβάλλουσα προσφορά στην αγορά χρήματος. γ. ισορροπία
Ο Βραχυχρόνιος Προσδιορισμός του Ισοζυγίου Πληρωμών
Ο Βραχυχρόνιος Προσδιορισμός του Ισοζυγίου Πληρωμών Η Σχέση μεταξύ Βραχυχρόνιας Εσωτερικής και Εξωτερικής Ισορροπίας, και το Καθεστώς των Συναλλαγματικών Ισοτιμιών Εσωτερική και Εξωτερική Ισορροπία Η εσωτερική
ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ 1. Οι επενδύσεις σε μια κλειστή οικονομία χρηματοδοτούνται από: α. το σύνολο των αποταμιεύσεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. β. μόνο τις ιδιωτικές αποταμιεύσεις.
Εάν το ποσοστό υποχρεωτικών καταθέσεων είναι 25% και υπάρξει μια αρχική κατάθεση όψεως 2.000 σε μια εμπορική Τράπεζα, τότε η μέγιστη ρευστότητα που μπορεί να δημιουργηθεί από αυτή την κατάθεση είναι: Α.
ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ
ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Σταθεροποιητική πολιτική Πολιτική για τη σταθεροποίηση του προϊόντος
Το όφελος του διεθνούς εμπορίου η πιο αποτελεσματική απασχόληση των παραγωγικών δυνάμεων του κόσμου.
ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Το όφελος του διεθνούς εμπορίου η πιο αποτελεσματική απασχόληση των
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16 Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΖΗΤΗΣΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16 Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΖΗΤΗΣΗ Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΖΗΤΗΣΗ O Υπουργός Οικονομικών ανακοίνωσε στην
ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΜAΚΡΟ
ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΜΚΡΟ 1. Όταν η συνάρτηση κατανάλωσης είναι ευθεία γραµµή και υπάρχει αυτόνοµη κατανάλωση, τότε η οριακή ροπή προς κατανάλωση είναι: α. πάντοτε σταθερή, όπως και η µέση ροπή προς
Διεθνής Οικονομική και Παγκόσμια Οικονομία ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ
Διεθνής Οικονομική και Παγκόσμια Οικονομία ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Διεθνής Οικονομική 1. Διεθνές εμπόριο, Διεθνής Εμπορική Πολιτική και Διεθνείς Εμπορικές Συμφωνίες και Θεσμοί 2. Μακροοικονομική Ανοικτών
Παγκόσμια οικονομία. Διεθνές περιβάλλον 1
Παγκόσμια οικονομία Διεθνές περιβάλλον 1 Επιλεγμένοι δείκτες ασιατικών χωρών Διεθνές περιβάλλον 2 Αλλαγές στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον Πρωτεύον ρόλος της κίνησης στην κίνηση των κεφαλαίων σε σχέση
Η Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου
Η Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου 1. Περιεχόμενα Κεφαλαίου Α. Εισαγωγικά: Οι κατευθύνσεις του Σύγχρονου Εμπορίου B. Η Παραδοσιακή Θεωρία του Διεθνούς Εμπορίου Οι Εμποροκράτες Adam Smith: Απόλυτο Πλεονέκτημα
Η δυναμική στο Εμπορικό Ισοζύγιο κατά την κρίση και οι συνθήκες για ένα εξωστρεφές αναπτυξιακό πρότυπο
Η δυναμική στο Εμπορικό Ισοζύγιο κατά την κρίση και οι συνθήκες για ένα εξωστρεφές αναπτυξιακό πρότυπο 28.5.2014 Των Νικόλαου Βέττα, Καθηγητή Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και Γενικού Διευθυντή Ιδρύματος
1.1 Εισαγωγή. 1.2 Ορισμός συναλλαγματικής ισοτιμίας
Κεφάλαιο 1: Αγορά Συναλλάγματος 1.1 Εισαγωγή Η αγορά συναλλάγματος (foreign exchange market) είναι ο τόπος ανταλλαγής νομισμάτων και στα πλαίσια αυτής συμμετέχουν εμπορικές τράπεζες, ιδιώτες, επιχειρήσεις,
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 1η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς»
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 1η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς» Εισαγωγή: Η 1η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς» εκπονήθηκε από το Κέντρο Στήριξης Επιχειρηματικότητας του Δήμου Αθηναίων τον Ιούλιο
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ... 7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ 1.1. Γενικά... 21 1.2. Η σχέση της οικονομικής με τις άλλες κοινωνικές επιστήμες... 26 1.3. Οικονομική Περιγραφή και Ανάλυση...
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23
ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Πρόλογος...21 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ 23 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Εισαγωγικές Έννοιες... 25 1.1 Η Οικονομική Επιστήμη και οι Σχολές Οικονομικής
Διεθνής Οικονομική. Paul Krugman Maurice Obsfeld
Paul Krugman Maurice Obsfeld Διεθνής Οικονομική Κεφάλαιο 21 Η Διεθνής Αγορά Κεφαλαίου και τα κέρδη από το Εμπόριο Διεθνής Τραπεζική Λειτουργία και Διεθνής Κεφαλαιαγορά Φιλίππου Ευαγγελία Α.Μ. 1207 Μ069
4. Τιμές και συναλλαγματική ισοτιμία μακροχρόνια
4. Τιμές και συναλλαγματική ισοτιμία μακροχρόνια 1. Ο νόμος της μιας τιμής και η ισοδυναμία των αγοραστικών δυνάμεων (ΙΑΔ) 2. Η νομισματική προσέγγιση της συναλλαγματικής ισοτιμίας 3. Ερμηνεύοντας τα εμπειρικά
21 Δημοσιονομική και νομισματική πολιτική σε α- νοικτή οικονομία
21 Δημοσιονομική και νομισματική πολιτική σε α- νοικτή οικονομία Σκοπός Σκοπός αυτού του κεφαλαίου είναι η εξέταση της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής σε ανοικτή οικονομία με ελεύθερα κυμαινόμενη
Αν. Καθ. Μαρία Καραμεσίνη ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Ημερίδα ΕΙΕΑΔ,«Η αγορά εργασίας σε κρίση», Αθήνα, 9 Ιουλίου 2012
Αν. Καθ. Μαρία Καραμεσίνη ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Ημερίδα ΕΙΕΑΔ,«Η αγορά εργασίας σε κρίση», Αθήνα, 9 Ιουλίου 2012 Ιστορική κρίση της αγοράς εργασίας ύψος της ανεργίας χωρίς ιστορικό προηγούμενο (22.6%) πολύ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΩΝ ΑΝΟΙΧΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΩΝ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11 ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΩΝ ΑΝΟΙΧΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΩΝ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΟΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΡΟΕΣ ΑΓΑΘΩΝ ΚΑΙ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ Μια ανοιχτή οικονομία δημιουργεί δύο ειδών αλληλεπιδράσεις με τις άλλες οικονομίες: Πρώτον, αγοράζει
ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ
ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΟΣ Ι ΒΑΣΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ 25 Κεφάλαιο 1 ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ 27 Κεφάλαιο 2 ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ 43 Κεφάλαιο 3 ΟΙ
5. Tο προϊόν και η συναλλαγματική ισοτιμία βραχυχρόνια
5. Tο προϊόν και η συναλλαγματική ισοτιμία βραχυχρόνια 1. Οι προσδιοριστικοί παράγοντες της συνολικής ζήτησης 2. H βραχυχρόνια ισορροπία στην αγορά προϊόντος 3. Η βραχυχρόνια ισορροπία στην αγορά περιουσιακών
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος... 9
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος... 9 ΜΕΡΟΣ Ι ΒΑΣΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ... 27 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΤΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ...29 1.1. Εισαγωγή...30 1.2. Βασικές Έννοιες και Ορισμοί... 30 1.2.1. Οικονομικά
Οι αυξανόµενες οικονοµικές σχέσεις µε τη ΝΑ Ευρώπη τροφοδοτούν την ανάπτυξη της ελληνικής οικονοµίας
ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ (008) ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ Οι αυξανόµενες οικονοµικές σχέσεις µε τη ΝΑ Ευρώπη τροφοδοτούν την ανάπτυξη της ελληνικής οικονοµίας 12 10 8 6 4 2 0-2 % 1999 Η δυναµική ανάπτυξη
ΜΕΡΟΣ Β Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών
ΜΕΡΟΣ Β Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών Στις παρακάτω 10 ερωτήσεις, να γράψετε τον αριθμό της κάθε ερώτησης στην εργασία σας και δίπλα του το γράμμα που αντιστοιχεί στη σωστή απάντηση. Η κάθε σωστή απάντηση
1. ΑΝΟΙΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ
1. ΑΝΟΙΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ Το διάγραμμα κυκλικής ροής της οικονομίας (κεφ. 3, σελ. 100 Mankiw) Εισόδημα Υ Ιδιωτική αποταμίευση S Αγορά συντελεστών Αγορά χρήματος Πληρωμές συντελεστών
Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική. Ισοζύγιο Πληρωμών, Συναλλαγματικές Ισοτιμίες, Διεθνείς Χρηματαγορές και το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα
Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική Ισοζύγιο Πληρωμών, Συναλλαγματικές Ισοτιμίες, Διεθνείς Χρηματαγορές και το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα 1 Αντικείµενο Διεθνούς Μακροοικονοµικής Η διεθνής µακροοικονοµική
ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΡΟΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΞΕΝΕΣ ΑΜΕΣΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ (ΞΑΕ) (Foreign Direct Investment, FDI)
ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΡΟΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΞΕΝΕΣ ΑΜΕΣΕΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ (ΞΑΕ) (Foreign Direct Investment, FDI) Οι ροές των ΞΑΕ καταγράφονται στο ισοζύγιο πληρωμών (ΙΠ) των χωρών υποδοχής. Διαφ. 11 Τα στοιχεία όμως του ΙΠ δεν
Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική.! Καθ. ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική! Καθ. ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Αντικείμενο Διεθνούς Μακροοικονομικής Η διεθνής μακροοικονομική ασχολείται με το προσδιορισμό των βασικών μακροοικονομικών
20 Ισορροπία στον εξωτερικό τομέα
20 Ισορροπία στον εξωτερικό τομέα Σκοπός Σκοπός αυτού του κεφαλαίου είναι η εξέταση της συνθήκης ισορροπίας του εξωτερικού τομέα. Στο προηγούμενο κεφάλαιο εξετάσαμε τον προσδιορισμό της τιμής του συναλλάγματος
Επιδράσεις εκροών ΑΞΕ στις χώρες προέλευσης 1
Copyright 2014 Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής & Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ) Λεωφ. Βασιλ. Σοφίας 49, 106 76 Αθήνα Τηλ.: +30 210 7257 110 Fax: +30 210 7257 114 www.eliamep.gr eliamep@eliamep.gr ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ
Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 5 η. Αποτίμηση Στοιχείων Κόστους και Οφέλους
Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 5 η Αποτίμηση Στοιχείων Κόστους και Οφέλους Ζητήματα που θα εξεταστούν: Ποια θεωρούνται στοιχεία κόστους και ποια οφέλους στην αξιολόγηση ενός έργου ή
Το Υπόδειγμα Mundell Fleming και Dornbusch
Το Υπόδειγμα Mundell Fleming και Dornbusch Καθ. Γιώργος Αλογοσκούφης Το Υπόδειγμα Mundell Fleming Το υπόδειγμα Mundell Fleming αποτελεί επί δεκαετίες τη βάση πάνω στην οποία στηρίζεται ένα μεγάλο μέρος
Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Τμήμα: Μάρκετινγκ και Διοίκηση Λειτουργιών
Πανεπιστήμιο Μακεδονίας Τμήμα: Μάρκετινγκ και Διοίκηση Λειτουργιών Μακρο-οικονομική: Εισαγωγή στην Μακροοικονομία Διδάσκων: Μποζίνης Η. Αθανάσιος Οικονομική παγκοσμιοποίηση και άνιση ανάπτυξη Οικονομική
ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ
ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Μακροοικονομική Θεωρία Τι σημαίνει "οικονομική ολοκλήρωση"; Ο βαθμός
Οι οικονομολόγοι μελετούν...
Οι οικονομολόγοι μελετούν... Πώς αποφασίζουν οι άνθρωποι. Πώς αλληλεπιδρούν μεταξύ τους οι άνθρωποι. Ποιες δυνάμεις επηρεάζουν την οικονομία συνολικά. Ποιο είναι το αντικείμενο της μακροοικονομικής; Μακροοικονομική:
ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ 1. Σε περίπτωση κατά την οποία η τιμή ενός αγαθού μειωθεί κατά 2% και η ζητούμενη ποσότητά του αυξηθεί κατά 4%, τότε η ζήτησή του είναι: α) ανελαστική. β) ελαστική. γ)
Η Θεωρία των Διεθνών Μετακινήσεων Εργατικού Δυναμικού
Η Θεωρία των Διεθνών Μετακινήσεων Εργατικού Δυναμικού Περιεχόμενα Κεφαλαίου Α. Θεωρητική Προσέγγιση των Αιτίων των Μετακινήσεων Εργατικού Δυναμικού Η Κλασική Οικονομική Σκέψη και η Μετανάστευση Η Μαρξιστική
Νικόλαος ΡΟΔΟΥΣΑΚΗΣ Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ)
Υποτίμηση Μισθού έναντι Υποτίμησης Νομίσματος, Τιμές και Κατανομή Εισοδήματος: Συγκριτική Ανάλυση Εισροών- Εκροών της Ελληνικής και Ιταλικής Οικονομίας Θεόδωρος ΜΑΡΙΟΛΗΣ Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης, Πάντειο
Σχετικά Επίπεδα Τιμών και Συναλλαγματικές Ισοτιμίες. Μακροχρόνιοι Προσδιοριστικοί Παράγοντες των Συναλλαγματικών Ισοτιμιών
Σχετικά Επίπεδα Τιμών και Συναλλαγματικές Ισοτιμίες Μακροχρόνιοι Προσδιοριστικοί Παράγοντες των Συναλλαγματικών Ισοτιμιών 1 Ισοτιµία Δολαρίου Στερλίνας, 1870-2011 $6.00$$ $5.00$$ $4.00$$ $3.00$$ $2.00$$
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ MBA ΝΕΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ MBA ΝΕΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ: Άμεσες Ξένες Επενδύσεις : Ελλάδα Σλοβακία Συγκριτική Μελέτη
«Η αγορά Εργασίας σε Κρίση»
«Η αγορά Εργασίας σε Κρίση» Θέμα: «Εξελίξεις και προοπτικές στην Ανταγωνιστικότητα» Παναγιώτης Πετράκης Καθηγητής Τμήματος Οικονομικών Επιστημών, ΕΚΠΑ 9 Ιουλίου 2012 1 Περιεχόμενα Διάλεξης 1. Η εξέλιξη
Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη ΙΙ. 17 Πληθωρισμός και Ανεργία
Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη ΙΙ 17 Πληθωρισμός και Ανεργία Ανεργία και πληθωρισμός: Μια ανταγωνιστική σχέση; Πολλοί πιστεύουν ότι η σχέση πληθωρισμού και ανεργίας είναι ανταγωνιστική Η ιδέα πρωτοεμφανίστηκε
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2013 Μάθημα: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Ημερομηνία και ώρα εξέτασης: Δευτέρα, 3 Ιουνίου 2013
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 7 η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς»
ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ 7 η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς» Εισαγωγή: Η 7η Μελέτη «Εξελίξεις και Τάσεις της Αγοράς» εκπονήθηκε από το Κέντρο Στήριξης Επιχειρηματικότητας του Δήμου Αθηναίων τον Οκτώβριο
Κεφάλαιο 5 Πόροι και διεθνές εμπόριο: Το υπόδειγμα Heckscher- Ohlin
Κεφάλαιο 5 Πόροι και διεθνές εμπόριο: Το υπόδειγμα Heckscher- Ohlin Copyright 2015 Pearson Education, Inc. All rights reserved. 5-1 Περίγραμμα Παραγωγικές δυνατότητες Επιλέγοντας την αναλογία των εισροών
ΘΕΩΡΙΑ ΔΙΑΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ
ΘΕΩΡΙΑ ΔΙΑΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ Βασική υπόθεση: Διαφορετική παραγωγική διάρθρωση Ειδίκευση Περιφερειών Αρχή Συγκριτικού Πλεονεκτήματος Η κάθε Περιφέρεια ειδικεύεται σε προϊόντα και υπηρεσίες που παράγει
ΟΙΚΟΝOMIKA ΓΙΑ ΔΙΕΥΘΥΝΤΙΚΑ ΣΤΕΛΕΧΗ
Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών «Διοίκηση και Διαχείριση Οικονομικών Μονάδων & Οργανισμών (ΔΔΟΜΟ)» με κατεύθυνση τη "Στρατηγική Διοίκηση" Θεματική Ενότητα 2 ΟΙΚΟΝOMIKA ΓΙΑ ΔΙΕΥΘΥΝΤΙΚΑ ΣΤΕΛΕΧΗ Ακαδημαϊκό
Νομισματική και Συναλλαγματική Πολιτική σε μια Μικρή Ανοικτή Οικονομία. Σταθερές ή Κυμαινόμενες Ισοτιμίες;
Νομισματική και Συναλλαγματική Πολιτική σε μια Μικρή Ανοικτή Οικονομία Σταθερές ή Κυμαινόμενες Ισοτιμίες; Καθ. Γ. Αλογοσκούφης, Διεθνής Οικονομική και Παγκόσμια Οικονομία, 2014 Ένα Βραχυχρόνιο Υπόδειγµα
Εξετάσεις Θεωρίας και Πολιτικής Διεθνούς Εμπορίου Ιούλιος 2007. Όνομα: Επώνυμο: Επιθυμώ να μην περάσω το μάθημα εάν η βαθμολογία μου είναι του
Εξετάσεις Θεωρίας και Πολιτικής Διεθνούς Εμπορίου Ιούλιος 2007 Α Όνομα: Επώνυμο: Αριθμός Μητρώου: Έτος: Επιθυμώ να μην περάσω το μάθημα εάν η βαθμολογία μου είναι του 1. Η χώρα Α έχει 10.000 μονάδες εργασίας
Μακροοικονομική. Μακροοικονομική Θεωρία και Πολιτική. Αναπτύχθηκε ως ξεχωριστός κλάδος: Γιατί μελετάμε ακόμη την. Μακροοικονομική Θεωρία και
Μακροοικονομική Θεωρία και Πολιτική Εισαγωγή: με τι ασχολείται Ποια είναι η θέση της μακροοικονομικής σήμερα; Χρησιμότητα - γιατί μελετάμε την μακροοικονομική θεωρία; Εξέλιξη θεωρίας και σχέση με την πολιτική
Επαναληπτικές Ερωτήσεις - ΟΣΣ5. Τόμος Α - Μικροοικονομική
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ Πρόγραμμα Σπουδών: Διοίκηση Επιχειρήσεων & Οργανισμών Θεματική Ενότητα: ΔΕΟ34 Οικονομική Ανάλυση & Πολιτική Ακαδ. έτος: 2013-2014 Επαναληπτικές Ερωτήσεις - ΟΣΣ5 Τόμος Α -
Ερώτηση Α.1 (α) (β) www.arnos.gr info@arnos.co.gr
Ερώτηση Α.1 Σε μια κλειστή οικονομία οι αγορές αγαθών και χρήματος βρίσκονται σε ταυτόχρονη ισορροπία (υπόδειγμα IS-LM). Να περιγράψετε και να δείξετε διαγραμματικά το πώς θα επηρεάσει την ισορροπία των
ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ. Ισοζύγιο Πληρωμών & Συναλλαγματική ισοτιμία. 2 Ο εξάμηνο Χημικών Μηχανικών
ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ 2 Ο εξάμηνο Χημικών Μηχανικών Γιάννης Καλογήρου, Καθηγητής ΕΜΠ Άγγελος Τσακανίκας, Επ. Καθηγητής ΕΜΠ Ισοζύγιο Πληρωμών & Συναλλαγματική ισοτιμία Άδεια Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό
26. Υποθέστε ότι μια οικονομία περιγράφεται από τις ακόλουθες συναρτήσεις κατανάλωσης, επενδύσεων, φορολογίας και δημοσίων δαπανών αντίστοιχα: C = 2000 +0,8d, I = 500 14r, T = 0,1, και G = 300. Επιπρόσθετα,
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ της. Σύστασης για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 2.3.2015 COM(2015) 99 final ANNEX 1 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ της Σύστασης για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τους γενικούς προσανατολισμούς των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών
ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2019/0000(INI)
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2019-2024 Επιτροπή Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής 2019/0000(INI) 19.8.2019 ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ σχετικά με τις οικονομικές πολιτικές της ζώνης του ευρώ (2019/0000(INI)) Επιτροπή
Οικονομική Πολιτική Ι: Σταθερές Συναλλαγματικές Ισοτιμίες χωρίς Κίνηση Κεφαλαίου
Κεφάλαιο 6 Οικονομική Πολιτική Ι: Σταθερές Συναλλαγματικές Ισοτιμίες χωρίς Κίνηση Κεφαλαίου 6.1 Σύνοψη Στο έκτο κεφάλαιο του συγγράμματος ξεκινάει η ανάλυση της μακροοικονομικής πολιτικής. Περιγράφονται
9. ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΕ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΥΠΟ ΟΧΗΣ ΚΑΙ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ
9. ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΠΕ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΥΠΟ ΟΧΗΣ ΚΑΙ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ 9.1 ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΥΠΟ ΟΧΗΣ Ποιες είναι οι κυριότερες επιπτώσεις των ΑΞΕ στη χώρες στις οποίες πραγµατοποιούνται; Σε αυτό το ερώτηµα
SEE Economic Review, Αύγουστος 2012 Recoupling Fast. Περίληψη στα Ελληνικά
SEE Economic Review, Αύγουστος 2012 Recoupling Fast Περίληψη στα Ελληνικά Αν ποτέ υπήρχε ένα επιχείρημα που υποστηρίζει την αποσύνδεση των αναδυόμενων οικονομιών από τις αναπτυγμένες χώρες, σίγουρα αυτό
Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών
Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών B1. Ποια από τις παρακάτω πολιτικές θα αυξήσει το επιτόκιο ισορροπίας και θα μειώσει το εισόδημα ισορροπίας; A. Η Κεντρική τράπεζα πωλεί κρατικά ομόλογα, μέσω πράξεων ανοικτής
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (Μακροοικονομική) Mankiw Gregory N., Taylor Mark P. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 30 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (Μακροοικονομική) Mankiw Gregory N., Taylor Mark P. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 30 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ Η συνολική οικονομική δραστηριότητα είναι ένας σημαντικός παράγοντας που
Καθοδηγόντας την ανάπτυξη: αγορές εναντίον ελέγχων. Δύο διαφορετικά συστήματα καθοδήγησης της ανάπτυξης εκ μέρους της αγοράς:
Καθοδηγόντας την ανάπτυξη: αγορές εναντίον ελέγχων Δύο διαφορετικά συστήματα καθοδήγησης της ανάπτυξης εκ μέρους της αγοράς: 1) Το πρώτο σύστημα είναι η καπιταλιστική οικονομία ή οικονομία της αγοράς:
Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ
Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ Ι. ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ; Η πορεία που πρέπει να ακολουθηθεί για την πραγματοποίηση των αντικειμενικών
ΔΙΕΘΝΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ
Ενότητα 2: Η Θεωρία της Διεθνούς Τραπεζικής Λόγοι Διεθνοποίησης Τραπεζών Μιχαλόπουλος Γεώργιος Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό,
5 Ο προσδιορισμός του εισοδήματος: Εξαγωγές και εισαγωγές
5 Ο προσδιορισμός του εισοδήματος: Εξαγωγές και εισαγωγές Σκοπός Στο προηγούμενο κεφάλαιο εξετάσαμε τον προσδιορισμό του εισοδήματος μίας οικονομίας χωρίς διεθνές εμπόριο, δηλαδή χωρίς να λάβουμε υπ όψιν
(1 ) (1 ) S ) 1,0816 ΘΕΜΑ 1 Ο
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Α ΤΟΜΟΥ ΘΕΜΑ 1 Ο Α. Για τον υπολογισμό της τρέχουσας συναλλαγματικής ισοτιμίας του ( /$ ) θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε τη σχέση ισοδυναμίας των επιτοκίων. Οπότε: Για
Αποτυχία των Προγραμμάτων Λιτότητας στην Ελλάδα
Αποτυχία των Προγραμμάτων Λιτότητας στην Ελλάδα Γιώργος Αργείτης, Αν. Καθηγητής ΕΚΠΑ, Research Associate Levy Economics Institute Συνέδριο: «Η Κρίση στην Ευρωζώνη και την Ελλάδα και η Εμπειρία με τις Πολιτικές
Σύντομα περιεχόμενα. Μέρος Ι Εισαγωγή στην οικονομική επιστήμη 37
Σύντομα περιεχόμενα Μέρος Ι Εισαγωγή στην οικονομική επιστήμη 37 Κεφάλαιο 1 Οι αρχές και η πρακτική της οικονομικής επιστήμης 37 Κεφάλαιο 2 Οικονομικές μέθοδοι και οικονομικά ερωτήματα 57 Κεφάλαιο 3 Αριστοποίηση:
ΔΟΜΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ:
Θέματα Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης 24 ος Διαγωνισμός Εξεταζόμενο μάθημα: Μικροοικονομική Μακροοικονομική και Δημόσια Οικονομική Θέμα 3ο (κληρώθηκε) α) Ποια μέσα διαθέτει η Ευρωπαϊκή
Η Θεωρία της Νομισματικής Ενοποίησης
Η Θεωρία της Νομισματικής Ενοποίησης Περιεχόμενα Κεφαλαίου Έννοια και Στάδια Νομισματικής Ενοποίησης. Τα προσδοκώμενα αποτελέσματα της Νομισματικής Ενοποίησης. Η Διαδικασία της Μετάβασης προς τη Νομισματική
Κεφάλαιο 5. Αποταμίευση και επένδυση σε μια ανοικτή οικονομία
Κεφάλαιο 5 Αποταμίευση και επένδυση σε μια ανοικτή οικονομία Περίγραμμα κεφαλαίου Ισοζύγιο Πληρωμών Ισορροπία της αγοράς αγαθών σε μια ανοικτή οικονομία Αποταμίευση και επένδυση σε μια μικρή ανοικτή οικονομία
ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΙΙ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΙΙ Ενότητα 7: Η Ανοικτή Οικονομία Κουτεντάκης Φραγκίσκος Γαληνού Αργυρώ Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ
1 ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 218 Χορηγός: 8 Νοεμβρίου 218 2 Το ΙΟΒΕ διεξάγει κάθε μήνα από το 1981 Έρευνες
7. Τα διεθνή οικονομικά συστήματα: Μια ιστορική ανασκόπηση
7. Τα διεθνή οικονομικά συστήματα: Μια ιστορική ανασκόπηση 1. Το σύστημα του Bretton Woods: 1944 1973 2. Επιχειρήματα υπέρ των κυμαινόμενων συναλλαγματικών ισοτιμιών 3. Η πραγματική εμπειρία σχετικά με
«καθορισμός μακροχρόνιων στόχων και σκοπών μιας επιχείρησης και ο. «διαμόρφωση αποστολής, στόχων, σκοπών και πολιτικών»
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΜΑΝΑΤΖΜΕΝΤ Ε.ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ - 1 ΤΟΜΟΣ A ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΜΑΝΑΤΖΜΕΝΤ Τι είναι η στρατηγική; «καθορισμός μακροχρόνιων στόχων και σκοπών μιας επιχείρησης και ο προσδιορισμός των μέσων για την επίτευξη τους»
Εξωτερική ανάθεση και Πολυεθνικές Επιχειρήσεις
Εξωτερική ανάθεση και Πολυεθνικές Επιχειρήσεις Πολυεθνικές επιχειρήσεις και εξωτερική ανάθεση Ο όρος άμεσες ξένες επενδύσεις αναφέρεται σε μια επένδυση με την οποία μια επιχείρηση αποκτά άμεσο έλεγχο ή
Η Θεωρία των Διεθνών Νομισματικών Σχέσεων
Η Θεωρία των Διεθνών Νομισματικών Σχέσεων Περιεχόμενα Κεφαλαίου Α. Η Αγορά Συναλλάγματος Η ζήτηση και η προσφορά συναλλάγματος Η μετατρεψιμότητα και η ισοτιμία των νομισμάτων Β. Συστήματα Συναλλαγματικών
ΤΥΠΟΛΟΓΙΟ ΔΕΟ34 Μακροοικονομική Θεωρία
1 ΤΥΠΟΛΟΓΙΟ ΔΕΟ34 Μακροοικονομική Θεωρία Mάθημα 6 : To ισοζύγιο πληρωμών Ισοζύγιο πληρωμών Το ισοζύγιο πληρωμών περιλαμβάνει το 1. Εμπορικό ισοζύγιο 2. Ισοζύγιο άδηλων συναλλαγών 3. Ισοζύγιο Κίνησης Κεφαλαίων
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ
ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΓΚΥΡΙΑΣ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΜΑΡΤΙΟΣ 218 Χορηγός: 18 Απριλίου 218 1 Το ΙΟΒΕ διεξάγει κάθε µήνα από το 1981 Έρευνες Οικονοµικής
ΤΟΣ Εφοδιαστική Αλυσίδα (Logistics)
ΕΠΑνΕΚ 2014-2020 ΤΟΣ Εφοδιαστική Αλυσίδα (Logistics) Τομεακό Σχέδιο Αθήνα, 03.04.2014 Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί μια σύνθεση των απόψεων που μέχρι τώρα διατυπώθηκαν από Υπηρεσίες, Κοινωνικούς Εταίρους
Συναλλαγματικές ισοτιμίες και αγορά συναλλάγματος
Συναλλαγματικές ισοτιμίες και αγορά συναλλάγματος 1. Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες και οι τιμές των αγαθών 2. Περιγραφή της αγοράς συναλλάγματος 3. Η ζήτηση νομισμάτων ως ζήτηση περιουσιακών στοιχείων 4.
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Βασικές αρχές. Εφαρµογές στην Ελληνική Οικονοµία. Ασκήσεις.
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Βασικές αρχές. Εφαρµογές στην Ελληνική Οικονοµία. Ασκήσεις. Κεφάλαιο 1 Η Μακροοικονοµική Επιστήµη 1.1. Μικροοικονοµική και Μακροοικονοµική 1.2. Μακροοικονοµικά Υποδείγµατα 1.3.
ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ
Σύντομα Περιεχόμενα Μέρος Ι. Εισαγωγή στην οικονομική επιστήμη Κεφάλαιο 1 Οι αρχές και η πρακτική της οικονομικής επιστήμης Κεφάλαιο 2 Οικονομικοί μέθοδοι και οικονομικά ερωτήματα Κεφάλαιο 3 Αριστοποίηση:
Πρότυπο Ανταγωνιστικό Υπόδειγμα Διεθνούς Εμπορίου
Πρότυπο Ανταγωνιστικό Υπόδειγμα Διεθνούς Εμπορίου Συνδυάζοντας το Υπόδειγμα του Ricardo με τα Υποδείγματα των Εξειδικευμένων Συντελεστών και Hechscher Ohlin Καθ. Γ. Αλογοσκούφης, Διεθνής Οικονομική και
ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΤΙΣ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΑΓΓΕΛΟΣ ΚΟΤΙΟΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΜΗΜΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ