Ιςτορία Πολιτιςμοφ. Ενότητα 2. Σημειώςεισ Μαθήματοσ. τοπική κουλτοφρα και μεταφορά τεχνολογίασ: εργαλεία καταςκευζσθεςμοί. Διδάςκων: Κ.
|
|
- Ἀμήνὄφις Βιλαέτης
- 7 χρόνια πριν
- Προβολές:
Transcript
1 Ιςτορία Πολιτιςμοφ Ενότητα 2. Σημειώςεισ Μαθήματοσ τοπική κουλτοφρα και μεταφορά τεχνολογίασ: εργαλεία καταςκευζσθεςμοί Διδάςκων: Κ. Θεολόγου
2 Άδεια Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται ςε άδειεσ χρήςησ Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπωσ εικόνεσ, που υπόκειται ςε άδεια χρήςησ άλλου τφπου, αυτή πρζπει να αναφζρεται ρητώσ. Χρηματοδότηση Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό ζχει αναπτυχθεί ςτα πλαίςια του εκπαιδευτικοφ ζργου του διδάςκοντα. Το ζργο «Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα» του ΕΜΠ ζχει χρηματοδοτήςει μόνο την αναδιαμόρφωςη του υλικοφ. Το ζργο υλοποιείται ςτο πλαίςιο του Επιχειρηςιακοφ Προγράμματοσ «Εκπαίδευςη και Δια Βίου Μάθηςη» και ςυγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ζνωςη (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο) και από εθνικοφσ πόρουσ.
3 ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ & ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ & ΔΙΚΑΙΟΥ Κώστας Θεολόγου Σημειώσεις ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Σχολή Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών τοπική κουλτούρα και μεταφορά τεχνολογίας εργαλεία κατασκευές θεσμοί ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥΠΟΛΗ ΕΜΠ
4 1 ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ & ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ & ΔΙΚΑΙΟΥ Κώστας Θεολόγου Σημειώσεις ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ Σχολής Αγρονόμων Τοπογράφων Μηχανικών τοπική κουλτούρα και μεταφορά τεχνολογίας εργαλεία κατασκευές θεσμοί Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 1/180
5 2 Πληροφορίες για το μάθημα: Επικοινωνία με τον διδάσκοντα: ΣΕΜΦΕ, Τομέας ΑΚΕΔ, Γεν. Ε. Κτ. Ε, 1 ος όρ. Τηλ ktheolog@central.ntua.gr Οι σημειώσεις διανέμονται από την Γραμματεία του Τομέα Ανθρωπιστικών, Κοινωνικών Επιστημών και Δικαίου της Σχολής ΕΜΦΕ, στα κτήρια Γενικών Εδρών, Ε, 1 ος όρ. Αυτό το σώμα σημειώσεων βρίσκεται σε διαρκή εξέλιξη. Εμπλουτίζεται και μεταβάλλεται (ανάλογα προς την διαντίδραση που αναπτύσσεται με τους φοιτητές την ώρα της διδασκαλίας. Ευχαριστώ τους φοιτητές που προσέρχονται στη διδασκαλία και συζητούν αυτές τις έννοιες ή ακόμη γονιμότερα τις αμφισβητούν. Κώστας Θεολόγου Σεπτέμβριος 2012 Στο εξώφυλλο: Το χέρι του ζωγράφου Άλκη Πιερράκου, 2007, φωτογραφία του Κ. Θεολόγου. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 2/180
6 3 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Εισαγωγή Η ταυτότητα του μαθήματος 05 Α Πρώτο Μέρος: προσεγγίζοντας τα εργαλεία Προοίμιο 07 1 Οι απαρχές Τα λίθινα εργαλεία Η Παλαιολιθική Εποχή Παρέκβαση για τις γεωλογικές περιόδους Αγροτικό Σύστημα Νεολιθικός Πολιτισμός 16 3 Προϊστορία και Ιστορία 20 4 Από τη γραφή στον αστεακό πολιτισμό 23 5 Επισκόπηση της Αρχαιότητας 29 6 Συστημική προσέγγιση του αντικειμένου 35 7 Για την χρονολόγηση 36 8 Ο Πολιτισμικός Σχετικισμός 43 Β Δεύτερο Μέρος: Από τα ασιατικά τεχνολογικά επιτεύγματα στον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό 50 Εισαγωγικά στην ιστορία της τεχνολογίας 57 1 Η ασιατική τεχνολογία Η τεχνολογία επιβίωσης: οι Μόγγολοι και οι άλλοι 72 3 Οι κινήσεις προς Δυσμάς Νέος Κόσμος και ασιατικό εμπόριο 97 5 Οι αυτοκρατορίες της πυρίτιδας Έννοιες στην τεχνολογία Βιομηχανικά Ρεύματα Παρέκβαση για τα ορυκτά καύσιμα και το περιβάλλον Πυροβόλα και Σιδηρόδρομοι: Ασία, Βρετανία και Αμερική Αυτοκρατορίες στις ράγες Επιλεγόμενα για την ιστορία και τον πολιτισμό 177 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 3/180
7 4 Η ανθρώπινη μνήμη είναι πολύ παλιότερη από την γραφή, και η ιστορία του ανθρώπου δεν μπορεί να αρχίζει με ένα κατάλογο βασιλέων, επειδή αυτός είναι το πρώτο γραπτό απομνημόνευμα Δημήτρης Ρ. Θεοχάρης, 1976 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 4/180
8 5 Εισαγωγικά Η ταυτότητα του μαθήματος Το μάθημα αποτελεί συνοπτική επισκόπηση ορισμένων βασικών περιόδων της ιστορίας του παγκόσμιου πολιτισμού χωρίς να υπεισέρχεται σε λεπτομέρειες των τεχνικών ή τεχνολογικών εξελίξεων, ούτε σε διεξοδικές αναφορές στους ανθρώπους, που βρίσκονται στην απαρχή ή στην έμπνευση μιας τεχνολογικής προόδου και εξέλιξης όμως, αναγνωρίζει και προβάλλει την αξία τους. Γίνονται, επίσης, ιδιαίτερες αναφορές στις παράλληλες κοινωνικές επαναστάσεις και στις καινοτομικές εξελίξεις των εν λόγω περιόδων. Τα θέματα που συζητούνται στις διδακτικές σημειώσεις αναφέρονται τις απαρχές της Προϊστορίας, στις εξελίξεις στο αγροτικό σύστημα της Νεολιθικής εποχής, στην γραφή, στον «αστεακό» (urban) πολιτισμό, στις έννοιες παράδοση διάχυση πολιτισμός, στις μεθόδους χρονολόγησης, στην κοινωνική μνήμη, στην διαλεκτική σχέση της μνήμης με την Ιστορία και στη θεωρία του Πολιτισμικού Σχετικισμού. Εν συνεχεία τα θέματα που συζητούνται αναφέρονται πιο συγκεκριμένα στο νόημα και στο περιεχόμενο της τεχνολογίας, επισκοπώντας την μεταφορά τεχνολογίας (εργαλεία, κατασκευές κτλ) και ανιχνεύοντας την σχέση της με την τοπική κουλτούρα και τους κοινωνικούς και πολιτικούς θεσμούς. Η αφήγηση του μαθήματος γίνεται υπό το σύνθετο πρίσμα της περιβαλλοντικής επιβάρυνσης και της σχέσης της τεχνολογικής προόδου με την οικολογική κρίση. Οι επιστημονικές επαναστάσεις και πόλεμοι του 20 ου αι και η τεχνική/τεχνολογία ως συνδετικός κρίκος της επιστήμης με την κοινωνία αποτελούν τα επιλεγόμενα της αφήγησης. Οι φοιτητές καλούνται να εμπλακούν στην συζήτηση με θέμα τη σχέση Κοινωνίας και Ενέργειας και την πρόσληψη του πολίτη ως καταναλωτή. Απώτερος στόχος είναι να διερευνηθούν εν κατακλείδι οι δυνατότητες της συμβολής ή παρέμβασης των μηχανικών στη διαμόρφωση μιας νέας αντίληψης για τον καθημερινό πολιτισμό και την επιβίωση του πλανήτη. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 5/180
9 6 Σκοπός του μαθήματος Ο σκοπός του μαθήματος είναι να προσφέρει μια θεώρηση του τρόπου με τον οποίο η τεχνική, η τεχνολογία και το κοινωνικό φαινόμενο συνυφαίνονται ιστορικά στην εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού. Η οπτική της διδασκαλίας αξιοποιεί έννοιες και εργαλεία της Κοινωνικής Ιστορίας και Θεωρίαςˑ δανείζεται στοιχεία από το πεδίο της Κοινωνικής Φιλοσοφίας, της Ιστορίας και Κοινωνιολογίας της Τεχνολογίας και του Πολιτισμού. Κοντολογίς, εγκιβωτίζει την αφήγηση στο πλαίσιο μιας Ιστορίας του Πολιτισμού με φιλοσοφικές ενατενίσεις και μιας διαλεκτικής σχέσης των μνημονικών κοινωνιακών ιχνών του ανθρώπου με την Ιστορία. Οι γνώσεις αυτές συντελούν στην εξοικείωση των φοιτητών με το φαινόμενο και τα επιτεύγματα της τεχνικής, συντροφεύουν την επαγγελματική εξέλιξή τους και εμβαθύνουν την κοινωνική συνείδηση ενός μηχανικού. Κείμενα, Βιβλιογραφία και Περαιτέρω αναγνώσεις Χάρτες και πίνακες που διανέμονται στο μάθημα διευκολύνουν την παρακολούθηση της αφήγησης του διδάσκοντα στο χώρο και στο χρόνο. Διανέμονται και αυτές οι σημειώσεις που θεωρούνται αναπόσπαστες της διδασκόμενης και εξεταστέας ύλης. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 6/180
10 7 Α. Πρώτο μέρος Προσεγγίζοντας τα εργαλεία Σε αυτό το πρώτο μέρος των συνοπτικών σημειώσεων μας θα αναφερθούμε στις δραστηριότητες των πρώτων ανθρώπων, θα προσδιορίσουμε τις έννοιες που αφορούν στον πολιτισμό, στα εργαλεία, στις τεχνικές, στην τεχνολογία. Στην τεχνολογία θα αναφερθούμε αρκετά εξετάζοντας τις διαθέσιμες μεθόδους χρονολόγησης. Σε αυτή τη γραμμή αναζήτησης μνημονικών ιχνών, θα συζητήσουμε την έννοια της μνήμης. Εξετάζουμε τη σημασία της κοινωνικής μνήμης και τη διαλεκτική σχέση της με την Ιστορία. Θα προσδέσουμε τη μνήμη στις σύγχρονες κοινωνιακές (societal) αξίες. Εντέλει, θα ολοκληρώσουμε το πρώτο μέρος με αναφορές στα διδάγματα και στη διεύρυνση της αντίληψης που προσφέρει η θεωρία του Πολιτισμικού Σχετικισμού. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 7/180
11 8 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 8/180
12 9 Προοίμιο Κατά τον εισηγητή του ορθολογισμού Réné Descartes (Καρτέσιος) η ικανότητα για σκέψη είναι μια προκείμενη, που στοιχειοθετεί την ύπαρξή μας. Είναι όμως ικανή η σκέψη από μόνη της, ώστε να υπάρχουμε ως άνθρωποι; Αιτιολογεί η ικανότητα για σκέψη από μόνη της την ιδιότητα τού ανθρώπου; Η ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού είναι μια περιπέτεια αυτογνωσίας, που ξεκίνησε ως μια απόπειρα του ανθρώπου να επικοινωνήσει με το περιβάλλον του και με τον συνάνθρωπο αργότερα. Έτσι, επικοινωνιακά, ερμηνεύω την πέτρα και την χρήση της από τον πρώτο άνθρωπο. Η αξιοποίηση και η εξέλιξη των εργαλείων, εκ μέρους του ανθρώπου, που προήγαγαν τον πολιτισμό, διεύρυναν δηλαδή τις δυνατότητες επικοινωνίας του, βασίστηκαν σε μια άλλη εξαιρετική δεξιότητά του: στη δυνατότητα να στοχάζεται, να πειραματίζεται, να προβαίνει σε διορθώσεις. Με λίγα λόγια, η εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού βασίστηκε στην ικανότητα του ανθρώπου αφενός να σκέπτεται και αφετέρου να διορθώνει, να τροποποιεί προς το καλύτερο, να βελτιώνει. Η ιστορία του πολιτισμού αποτελεί συνάμα και μια ιστορία των τεχνικών. Αναδεικνύει τους δεσμούς, που υπάρχουν από τους πυριτόλιθους που λάξευσαν οι πρώτοι άνθρωποι, μέχρι τα σύγχρονα (και πολλές φορές) άυλα εργαλεία που κατέχουμε στα χέρια μας, και υφαίνουν τεχνική και την τεχνολογία με κοινωνικές πρακτικές, την τεχνογνωσία με τις καλές τέχνες, την καινοτομία με τη μετάδοση της γνώσης και της πληροφορίας και κοντολογίς με το σύγχρονο τρόπο ζωής. Η προσωπική ιστορία δεν συμπίπτει αναγκαστικά με τη συλλογική, την κοινωνική, εκείνη της ευρύτερης ομάδας. Η ατομική ιστορία επικοινωνίας, σκέψης, βελτίωσης και εντέλει εξέλιξης ενός προσώπου σε μια τόσο απαιτητική εποχή ραγδαίων εξελίξεων και σύνθετων φαινομένων απαιτεί συνάμα από τον άνθρωπο μια ικανότητα για διάκριση. Η διάκριση είναι μια πνευματική ικανότητα, που μας διευκολύνει να αναπτύσσουμε και να αξιοποιούμε καλύτερα τις δεξιότητες και τα ταλέντα μας. Η διάκριση θα μας καθοδηγήσει με περισσότερη ασφάλεια στην κατάλληλη σκέψη, στον ολοκληρωμένο συλλογισμό, στην αναγκαία διόρθωση, στην καλή αλλοίωση, στη βελτίωσή μας. Αυτές οι μικρές θεωρητικές έννοιες, που αναφέρονται σε τόσο μεγάλα θέματα, όπως ο ανθρώπινος πολιτισμός, δεν είναι αμελητέες. Μπορούν να εκλαμβάνονται ως χρήσιμοι καταλύτες μιας διαδικασίας που μπορεί να συμπυκνώνεται στη διατύπωση: σκέπτομαι, άρα αλλάζω. Η αλλαγή, βέβαια, ως απαραίτητο στοιχείο της ύπαρξής μας θεμελιώνεται επί της ικανότητας του ανθρώπου για σκέψη, για διόρθωση και για βελτίωσή του. Ως άνθρωποι δεν αρκεί να υπάρχουμε, αλλά οφείλουμε να βελτιωνόμαστε. Δεν αρκεί να βελτιωνόμαστε ατομικά ή προσωπικά, αλλά να επιδιώκουμε συγχρόνως και τη συλλογική βελτίωση. Προτού να ανατραπεί στις μέρες μας συθέμελα η αφήγηση της ιστορίας των τεχνικών και τεχνολογικών εξελίξεων, καθώς η τεχνολογία της επικοινωνίας και πολλών επιστημονικών πεδίων επέφερε ραγδαίες μεταβολές, ας έχουμε υπόψη μας πως παραδοσιακά η ιστορία τους καθοριζόταν από δύο βασικούς τομείς. Ο ένας αξιοποιούσε τους φυσικούς πόρους, την κτηριοδομία και τις στρατιωτικές τεχνικές, αποδίδοντας έτσι μεγάλες κατασκευές και έργα, ενώ ο άλλος επιδόθηκε στην εξέλιξη λεπτών τεχνικών, όπως τη μηχανική, τους αργαλειούς, τα ρολόγια κοκ, που προορίζονταν να τον βοηθήσουν στις δραστηριότητες παραγωγής. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 9/180
13 10 1. Οι απαρχές τα λίθινα εργαλεία Η Παλαιολιθική Εποχή Σχεδιάζοντας μια ιστορία του ανθρώπου και του πολιτισμού του είναι αναπόφευκτα δύο πράγματα: το πρώτο είναι να φθάσουμε πίσω στο χρόνο, πολύ βαθιά, ώς και ένα εκατομμύριο χρόνια, 1 και το δεύτερο είναι να αναφερθούμε στα εργαλεία του, διότι αυτά μαζί με τα επιτεύγματα τής τεχνικής και της τεχνολογία που τα συνοδεύουν, αποτελούν τα βασικά χνάρια που αφήνει στο διάβα του ο ανθρώπινος πολιτισμός. Εκεί στην μακρά Παλαιολιθική Εποχή του ανθρώπου ανακαλύπτουμε το πρώτο εργαλείο το chopper, τον πρώτο κατεργασμένο λίθο των πρωτ ανθρώπων. 2 Σε μια πιο εξελιγμένη φάση κατασκευής εργαλείων ο άνθρωπος χτυπούσε γύρω γύρω το βότσαλο και απέδιδε πιο αιχμηρή ακμή (κοφτερή λεπίδα) στην πέτρα. 3 [Chopper. Πηγή: André Leroi Ghouran, 1985] Η κατασκευή εργαλείων σχετίζεται με την όρθια στάση του ανθρώπου, η οποία απελευθέρωσε το χέρι ως άκρο μετακίνησης. Το χέρι προηγήθηκε του εγκεφάλου, μολονότι ο πρώτος άνθρωπος που κατασκεύασε εργαλεία (homo habilis) διέθετε μια στοιχειώδη νοημοσύνη. 1 Υπολογίζεται ότι ο Αυστραλάνθρωπος κατασκεύασε προ 2 3 εκ. χρόνων το πρώτο εργαλείο από πέτρα (chopper). Δεν είχε βέβαια συνείδηση ότι φτιάχνοντας τούτο το στοιχειώδες κοπτικό ή έστω ξυστικό εργαλείο εγκαινίασε μια «σειρά» εργαλείων, που μεταδίδονταν από γενιά σε γενιά και συγχρόνως εξελίσσονταν. Ονομάστηκε chopper, επειδή χρησιμοποιήθηκε για να κόψει κρέας. Πρβλ. Bruno Jacomy, 1995, Συνοπτική Ιστορία των Τεχνικών, μτφρ. Χ. Αγριαντώνη, Αθήνα: Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ, σελ. 27 και Χτυπώντας μια πέτρα με μια άλλη (ένα βότσαλο με κάποιο άλλο) δημιουργούνται λιθο τρίμματα και με αυτό τον τρόπο ο άνθρωπος κατασκεύαζε ένα εργαλείο με το οποίο μπορεί κάποιος να ξύνει. Πρβλ. Bruno Jacomy, 1995, στο ίδιο, σελ στο ίδιο, σελ. 28 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 10/180
14 11 Η απελευθέρωση του χεριού και η κατασκευή εργαλείων, μια πρώτη απόπειρα του ανθρώπου να επικοινωνήσει με το περιβάλλον του (αν εκλάβουμε το εργαλείο ως προέκταση του χεριού ή των αισθήσεων). 4 Το αρχέγονο κατεργασμένο βότσαλο παραχώρησε τη θέση του σε ένα λίθο πιο κατεργασμένο και πιο περίτεχνο, με λοξά χτυπήματα για ευθυγράμμιση της αιχμής (ακμής) του, το διμέτωπο βότσαλο. Η πρώτη βασική κατάκτηση (η όρθια στάση), που είναι συνυφασμένη με τη φύση του ανθρώπου, 5 έπεται από δυο σπουδαίες κατακτήσεις, που τον καθοδηγούν τρόπο τινά προς τους πρώτους «πολιτισμούς». [Το διμέτωπο βότσαλο. Πηγή: A. Leroi Ghouran, 1985] Η δεύτερη σημαντική κατάκτηση του ανθρώπου, σχετικώς καθυστερημένο επίτευγμα του ανθρώπου, είναι η φωτιά, που αξιοποιήθηκε μόλις πριν από χρόνια. Το τρίτο σπουδαίο επίτευγμα είναι η γεωργία, που διανοίγει, από την όγδοη χιλιετία κι έπειτα, το μονοπάτι προς τη νεότερη ιστορία, μέσω των εννοιών της μόνιμης εγκατάστασης (settled life) και της εγγείου ιδιοκτησίας (property). Η εμφάνιση των λίθινων εργαλείων, πριν από 2 3 εκ. χρόνια, σηματοδοτεί τη γέννηση του «τεχνικού πολιτισμού». 6 Εκείνος ο άνθρωπος μαζί με το κατασκευαστικό 4 Τα παλαιότερα εργαλεία αποτελούσαν κατά κύριο λόγο προέκταση των χεριών και των ποδιών μας. Τα νεότερα εργαλεία αποτελούν προέκταση των αισθήσεων και κατά μία έποψη του ίδιου του εγκεφάλου. Όλα, όμως, αποτελούν σαφή εμπλουτισμό της επικοινωνιακής δυνατότητάς μας. Πρβλ. και Bruno Jacomy, στο ίδιο, Εισαγωγή, σελ Θυμίζουμε την πιθανή ετυμολογική παραγωγή της λέξης άνθρωπος ως ο «άνω θρώσκων», αυτός που κοιτάζει προς τα πάνω. 6 Η γεωλογική περίοδος που διανύουμε τώρα είναι το Ολόκαινο. Η προτελευταία γεωλογική περίοδος είναι το Πλειστόκαινο (Pleistocene) και τοποθετείται χρονικά μεταξύ του και χρόνια πριν από την εποχή μας. Αν συνυπολογιστεί μαζί με το Πλειστόκαινο και το αποκαλούμενο «βασικό Πλειστόκαινο», τότε η αρχή του φτάνει ίσως και στα χρόνια. Το Πλειστόκαινο μαζί με το Ολόκαινο αποτελούν από κοινού Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 11/180
15 12 αποτέλεσμα μετέδιδε και μια τεχνογνωσία που θεμελίωνε σταδιακά τα μελλοντικά τεχνικά και τεχνολογικά επιτεύγματα. Η αλληλοδιάδοχη εξέλιξη από τότε, από κοινού με τις νομαδικές μεταναστεύσεις, τις πληθυσμιακές μετακινήσεις, τις κλιματολογικές μεταβολές, και ολοένα συνθετότερες κοινωνικο οικονομικές παραμέτρους, οδήγησε ευλόγως στην επινόηση του αρότρου, του νερόμυλου, της ατμομηχανής, του υπερ αγωγού. 7 Η όρθια στάση του ανθρώπου επέφερε αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες και στον τρόπο ζωής μας. Ο εγκέφαλός μας εμπλουτίστηκε με περισσότερη πρωτεΐνη, μεγάλωσε, κατέκτησε την ομιλία και την αφηρημένη σκέψη. 8 Τα κατεργασμένα βότσαλα και πυριτόλιθοι δεν αποτελούσαν τα μοναδικά αντικείμενα που χρησιμοποιούσαν οι προϊστορικοί άνθρωποι. Κανένα από τα φθαρτά υλικά, όπως ήσαν τα ξύλα, τα κέρατα ή τα δέρματα, δεν διασώθηκαν ως τις μέρες μας. Οι μελετητές της προΐστορίας εκτός από τα λίθινα εργαλεία τους για κοπή κρέατος, χρησιμοποιούσαν κέρατα αντιλόπης ή ελαφιού ως ρόπαλα, για να κυνηγούν τα μεγάλα θηλαστικά και για να τα κόβουν. 9 Τον άνθρωπο του Νεάντερταλ διαδέχτηκε ο άνθρωπος του Κρομανιόν, 10 που έζησε μεταξύ του και , ο οποίος τελειοποίησε, τηρουμένων των αναλογιών, την κατασκευαστική τεχνική για τσεκούρια, μαχαίρια, τρυπάνια, πελέκεις κτλ. Οι εικασίες που έχουν διατυπωθεί περί της ικανότητας του Νεάντερταλ να ομιλεί, συνδέονται με το υοειδές οστούν που διέθετε ώστε να στηρίζεται ανατομικά η γλώσσα και να επέτρεπε μεγάλο φάσμα κινήσεων του λάρυγγα. Κρανιακά ευρήματα αποκαλύπτουν ευρύ υπογλώσσιο αγωγό, στον οποίο διέτρεχαν τα νεύρα που έφθαναν στη γλώσσα και ευρήματα στη δομή του έσω αυτιού αποδεικνύουν υψηλή ευαισθησία των προγονικών ειδών μας σε συχνότητες, που συνδέονται με την δυνατότητα για ομιλία. Εν τέλει, πάντως, τα συμπεράσματα για το γονίδιο FOXP2 ισχυρίζονται ότι δεν πρόκειται για το «γονίδιο της γλώσσας». 11 Λέγεται πως η ιδέα ότι οι μακρινοί πρόγονοι μας μπορούσαν τον «Τεταρτογενή Αιώνα». Βλ. Δ. Ρ. Θεοχάρης, , Νεολιθικός Πολιτισμός, Αθήνα: ΜΙΕΤ, σελ και 173 σ.1. 7 Οι μελετητές της προϊστορίας αξιοποιούν τα επίπεδα της τεχνικής ανάπτυξης ώστε να οριοθετήσουν τις τεράστιες χρονικές διαιρέσεις. Ονομάζουμε παλαιολιθική την εποχή της λαξευτής πέτρας, νεολιθική την εποχή της λειασμένης πέτρας κτλ. Έτσι, πολύ αργότερα, και σχετικά πρόσφατα η Βιομηχανική Επανάσταση ως όρος μας δηλώνει μέσα από το πεδίο του τεχνικού και τεχνολογικού επιτεύγματος κυρίως την εξέλιξη στην κοινωνικο οικονομική σφαίρα, και όχι μια ακραιφνώς τεχνολογική πρόοδο. Βλ. B. Jacomy, στο ίδιο, σελ Αναφερόμαστε στον homo sapiens, τον θεωρούμενο επί μακρόν ως τον πρώτο πρόγονό μας, επειδή σκεπτόταν. Βλ. B. Jacomy, στο ίδιο, σελ Η τροφή και οι τεχνικές κατανάλωσης αποτελούσαν την εστία της κοινωνικής ζωής. Η φωτιά διαδραμάτισε εξίσου σπουδαίο ρόλο και η ανακάλυψή της (γύρω στα πριν) είχε ως κίνητρο το ψήσιμο των θηραμάτων. Βλ. B. Jacomy, στο ίδιο, σελ Ο άνθρωπος του Νεάτερνταλ είχε πιθανόν ήδη κατακτήσει κάποιου είδους «ομιλία», που τον διευκόλυνε στην επικοινωνία τουλάχιστον στην εκτέλεση κάποιων τεχνικών εργασιών. Μαζί με τον άνθρωπο του Κρομανιόν εμφανίστηκε και μια μορφή καλλιτεχνικής έκφρασης (τέχνη των σπηλαίων), που μπορεί να προσδιοριστεί και ως μορφή έκφρασης δια του λόγου, που προσεγγίζει την τωρινή έκφραση μας! Βλ. B. Jacomy, στο ίδιο, σελ Πότε άραγε οι άναρθρες κραυγές των πρώτων ανθρώπων διαμορφώθηκαν σε συλλαβές και λέξεις; Ο ερευνητής Svante Pääbo του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για την Εξελικτική Ανθρωπολογία στη Λειψία εξήγαγε και ανέλυσε ανθρώπινο DNA από απολιθώματα. Το περιοδικό Economist ( , σελ. 102) αναφέρεται στα συμπεράσματα του ερευνητή από την μελέτη του γονιδίου FOXP2, που εντόπισε σε ίχνη ανθρώπων του Νεάντερταλ στην Ισπανία. Το συγκεκριμένα γονίδιο φέρεται να έχει άμεση σχέση με την ομιλία. Από μια Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 12/180
16 13 να μιλήσουν καταποντίζει την αντίληψη περί της γλώσσας ως γενεσιουργού δύναμης του σύγχρονου πολιτισμού. Παραβλέπουν, όμως, αυτοί οι χαριεντισμοί ότι για τη δημιουργία ενός πολιτισμού δεν προαπαιτείται μονάχα γλώσσα και ομιλία, αλλά και συγκεκριμένες άλλες συνθήκες ως προϋποθέσεις για την άνθισή του. Μετά από την παρέκβαση στο θέμα της «ομιλίας» του ανθρώπου του Νεάντερταλ, επιστρέφουμε στην αφήγηση μας και στην τεχνική της θραύσης των πυριτόλιθων, η οποία έφτασε σε μια ωριμότητα, που διευκόλυνε την κατασκευή μιας ευρείας ποικιλίας εργαλείων: βελόνια, μαχαίρια, ξέστρες κτλ. Ένας σημαντικός Γάλλος εθνολόγος κοινωνικός ανθρωπολόγος, ο Αντρέ Λερουά Γκουράν, σημειώνει ότι ο Νεάτερνταλ προέβη σε ένα βήμα εξίσου σημαντικό με την κατάκτηση της γεωργίας και των τεχνητών κινητήριων δυνάμεων, επειδή η «βιοτεχνία» του πυριτόλιθου κορυφώθηκε, έτσι ώστε να οδηγηθεί ο άνθρωπος στη μεταλλοτεχνία. Ας σημειώσουμε, κάπως πρώιμα, ότι οι Αιγύπτιοι κατείχαν από τη δεύτερη χιλιετία τις τεχνικές τήξης του καθαρού χαλκού, ενώ οι Μεσοποτάμιοι μας έδωσαν το πρώτο χρηστικό κράμα χαλκού και κασσίτερου (τον μπρούτζο, ορείχαλκο). Από πολιτιστική σκοπιά, σημειώνει ο Δ. Ρ. Θεοχάρης, οι όροι «Παλαιολιθική», «Μεσολιθική» ή «Νεολιθική» δεν έχουν ουσιαστικό περιεχόμενο, και χρησιμοποιούνται ακόμη επειδή είναι εύκολοι και πασίγνωστοι. 12 Η Εποχή του Λίθου δεν είναι ενιαία, ούτε ομοιογενής πολιτισμικά, ώστε να διακριθεί σε τρία χωριστά μέρη. 13 Οι διαδοχικές αλλαγές που σημειώνονται στον εργαλειακό εξοπλισμό μοιάζουν επιφανειακές συγκρινόμενες με τις πολύ σημαντικότερες εσωτερικές μεταβολές, που χαρακτηρίζουν την τελευταία υποδιαίρεση, τη Νεολιθική. Η Νεολιθική Εποχή, ενώ αποτελεί χρονικά τον επίλογο της μακράς Εποχής του Λίθου, κατ ουσία συνιστά τον πρόλογο ενός καινούργιου και πολλαπλά σημαντικού οικονομικού και πολιτιστικού σταδίου, που ονομάζεται «Παραγωγικό». Τούτο το καινούργιο στάδιο υπήρξε τόσο πολύ διαφορετικό από το προηγηθέν «Θηρευτικό και Συλλεκτικό», ώστε η εξέλιξη που προκάλεσε θεωρήθηκε ευλόγως η μεγαλύτερη επανάσταση (The food producing revolution) στην ιστορία του ανθρωπίνου γένους. Παρακάτω θα δούμε την μετάβαση στα μέταλλα και την εξάπλωση του σιδήρου στην Ευρώπη. Η μετάβαση στη μεταλλουργία του σιδήρου συνιστά θεμελιώδη εξέλιξη στην πορεία της τεχνικής και της τεχνολογίας, αλλά τον δρόμο διάνοιξε κατ αρχάς η κατάκτηση της μεταλλουργίας του χαλκού. μελέτη στα μέλη μιας οικογένειας στη δεκαετία του 1990, εξαιτίας κάποιας κληρονομικής ανωμαλίας της (Verbal Dyspraxia) ανιχνεύτηκε αυτό το γονίδιο. Η διεξοδική μελέτη του το συνέδεσε με το κελάηδισμα των πτηνών και με τους υπερήχους των ποντικιών. Είναι γονίδιο συντηρητικού τύπου χωρίς εντυπωσιακές αλλαγές από είδος σε είδος. Ωστόσο, υπέστη δύο μεταβολές από τότε που διαφοροποιηθήκαμε εξελικτικά από τους χιμπατζήδες πριν από 6 εκ. χρόνια. Ο ερευνητής υποστηρίζει ότι το γονίδιο είναι κοινό στον άνθρωπο του Νεάντερταλ και στον σύγχρονο απόγονό του. 12 Πρβλ. Δ. Ρ. Θεοχάρης, 1981 ( ), Νεολιθικός Πολιτισμός, Αθήνα: ΜΙΕΤ, σελ Οι όροι «Εποχή του Λίθου», «του Ορειχάλκου» και «του Σιδήρου» για τον χαρακτηρισμό των βασικών περιόδων της εξέλιξης, προτάθηκαν από τον Δανό Thomsen (γύρω στα 1812) και επικράτησαν γενικά. Δανός επίσης, ο Lubbock, εισηγήθηκε αργότερα τους όρους «Παλαιολιθική» και «Νεολιθική» για την υποδιαίρεση της Εποχής του Λίθου, πού υιοθετήθηκαν γρήγορα. Πολύ υστερότερος είναι ό όρος «Μεσολιθική». Θεοχάρης Δ., 1981 (1976), όπ. παρ. σελ. 174, σ. 4. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 13/180
17 14 Παρέκβαση για τις Γεωλογικές Περιόδους Ανάλογα τα πετρώματα της Γης χωρίζουμε την ιστορία της σε Περιόδους Αιώνας Περίοδος Εποχή Εκ. Έτη Πριν Ολόκαινο 0,01 ΚΑΙΝΟΖΩΙΚΟΣ ΜΕΣΟΖΩΙΚΟΣ ΠΑΛΑΙΟΖΩΙΚΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΓΕΝΕΣ ΤΡΙΤΟΓΕΝΕΣ Πλειστόκαινο 1,6 Πλειόκενο 6,3 Μειόκενο 23 Ολιγόκαινο 36,6 Ηώκαινο 53 Παλαιόκενο 66 ΚΡΗΤΙΔΙΚΟ 135 ΙΟΥΡΑΣΙΚΟ 205 ΤΡΙΑΔΙΚΟ 250 ΠΕΡΜΙΟ 290 ΛΙΘΑΝΘΡΑΚΟΦΟΡΟ 355 ΔΕΒΟΝΙΟ 410 ΣΙΛΟΥΡΙΟ 438 ΟΡΔΟΒΙΣΙΟ 510 ΚΑΜΒΡΙΟ 570 Πολλά θηλαστικά πεθαίνουν από τις εναλλασσόμενες παγετώδεις περιόδους. Ενώνεται η Βόρεια με τη Νότια Αμερική. Τα σπονδυλωτά εξελίσσονται ταχύτατα καθώς το περιβάλλον αλλάζει περιοδικά. Εμφανίζεται ο σύγχρονος άνθρωπος (Homo sapiens). Εμφανίζονται τα μεγάλα θηλαστικά. Αναπτύσσονται τα πουλιά και τα θηλαστικά. Τα πρωτεύοντα θηλαστικά εξελίσσονται ενώ εξαπλώνονται και τα λιβάδια. Σχηματίζονται τα Ιμαλάια και το Γκραν Κάνιον. Οι ήπειροι αρχίζουν να παίρνουν το σημερινό τους σχήμα. Εμφανίζονται τα ανθόφυτα και τα πρώτα μικρά χερσαία θηλαστικά. Οι δεινόσαυροι εξαφανίζονται. Σχηματίζονται οι αποθέσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου. Αφθονούν οι δεινόσαυροι. Η Αρχαιοπτέρυγα, το αρχαιότερο γνωστό πτηνό, εξελίσσεται από τα ερπετά. Η Παγγαία διαμελίζεται. Εμφανίζονται τα θηλαστικά. Τα σποριόφυτα επικρατούν. Η Βόρεια Αμερική και η Ευρώπη είναι τροπικές χώρες. Τα κωνοφόρα αντικαθιστούν τις φτέρες. Πολλαπλασιάζονται τα ερπετά. Επεκτείνονται οι έρημοι. Απέραντα ελώδη δάση αναπτύσσονται στις εκβολές των ποταμών. Από τα δάση αυτά σχηματίζονται τα αποθέματα λιθάνθρακα. Τα αμφίβια αφθονούν. Τα πρώτα ερπετά εξελίσσονται από τα αμφίβια. Παγετώδης περίοδος στην Γκοντβάνα. Οι καρχαρίες και πολλά άλλα είδη αφθονούν στις θάλασσες. Τα πρώτα έντομα και αμφίβια, όπως ο Ιχθυόστεγος, κάνουν την εμφάνιση τους. Σχηματίζονται τα πρώτα δάση από σποριόφυτα, όπως οι γιγαντιαίες φτέρες και τα βρύα. Σχηματίζονται οι πρώτοι ψαμμίτες στις έρημους. Ανάπτυξη των πρώτων απλών φυτών, όπως η Κουκσόνια, κατά μήκος των ακτών ή σε εκβολές ποταμών. Εμφανίζονται τα πρώτα οδοντοφόρα ψάρια. Ψάρια εμφανίζονται επίσης σε λίμνες και ποτάμια. Οι ήπειροι αρχίζουν να μετακινούνται και να πλησιάζουν μεταξύ τους. Εμφανίζονται τα καρκινοειδή μαζί με τα πρώτα ιχθυόμορφα σπονδυλωτά. Κοραλλιογενείς ύφαλοι αρχίζουν να σχηματίζονται στους ωκεανούς, ενώ οι νότιες ήπειροι μετατοπίζονται προς τους Πόλους. Παγετώδης περίοδος στη Σαχάρα. Δεν υπάρχει χερσαία ζωή. Μια ποικιλία φυκών και ασπόνδυλων ευημερεί στους ωκεανούς Εμφανίζονται τα μαλάκια και αρθρωτά oστρακοφόρα ασπόνδυλα, όπως οι τριλοβίτες. Έχουμε τον σχηματισμό της Γης, τα πρώτα ιζηματογενή πετρώματα, ΠΡΟΚΑΜΒΡΙΟ αναερόβια βακτήρια και μικροσκοπικά φύκη. Ελάχιστες όμως καταγραφές απολιθωμάτων υπάρχουν από την περίοδο αυτή, αλλά ξέρουμε ότι εμφανίστηκαν τότε οι πρώτοι μονοκύτταροι οργανισμοί, όπως τα κυανοφύκη. Αργότερα εμφανίστηκαν και πολυκύτταρο, οργανισμοί με μαλακά μέρη, όπως οι μέδουσες και τα σκουλήκια. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 14/180
18 15 Ποιος δίνει τα ονόματα στις γεωλογικές περιόδους; Η Διεθνής Επιτροπή Στρωματογραφίας, που αποτελεί τμήμα της Διεθνούς Ένωσης των Γεωλογικών Επιστημών, αναλαμβάνει να δίνει τις ονομασίες των διαφόρων Γεωλογικών Περιόδων και Αιώνων. Πρόσφατα, ονόμασε την περίοδο που ξεκίνησε πριν 600 εκατομμύρια χρόνια και τελείωσε πριν 542 εκατομμύρια χρόνια, Ediacaran. Το νέο όνομα προέρχεται από τα όρη Ediacara στην οροσειρά Flinders της Νότιας Αυστραλίας, όπου βρέθηκαν άριστα διατηρημένα θαλάσσια μαλάκια, από μια εποχή πριν 550 εκατομμύρια χρόνια. Η περίοδος αυτή βρίσκεται ανάμεσα της Κρυογενούς (όταν η Γη ήταν λίγο πολύ μια χιονομπάλα) και της Κάμβριας, όταν απογειώθηκαν πραγματικά οι σύνθετες μορφές της ζωής. Και οι ειδικοί χρειάστηκαν, περίπου, 15 χρόνια για να πάρουν αυτή την απόφαση. Οι επιστήμονες, που πριν δύο αιώνες ξεκίνησαν τη γεωλογία, έδωσαν τα ονόματα τους στα στρώματα που μελέτησαν. Για παράδειγμα η Περίοδος Δεβόνιο δόθηκε προς τιμήν του Devon. Η Κάμβριος από το ρωμαϊκό όνομα της Ουαλία (Cambria), η Πέρμιαν και η Ιουρασσική από τη Ρωσία και τις Άλπεις αντίστοιχα. Αντιστοιχία των Αιώνων με το 24 ωρο Για να καταλάβουμε πότε δημιουργήθηκε ο άνθρωπος και έγιναν οι διάφορες Περίοδοι και Αιώνες, θα κάνουμε μία αντιστοίχιση. Συγκεκριμένα τα εκατομμύρια χρόνια της Γης θα αντιστοιχηθούν με 24 ώρες. Έτσι, αν σήμερα θεωρήσουμε ότι το ρολόι μας δείχνει ακριβώς, τότε οι Αιώνες εμφανίστηκαν και τελείωσαν πριν από ορισμένα λεπτά: ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΑΙΩΝΑ ΠΡΙΝ (Σε λεπτά της ώρας) ΠΡΙΝ εκατομμύρια χρόνια ΑΠΟ ΕΩΣ ΑΠΟ ΕΩΣ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙΝΟΖΩΙΚΟΣ 20,2 min ΣΗΜΕΡΑ 64,5 ΤΩΡΑ Η Σύγχρονη Εξαφάνιση των ειδών ΜΕΣΟΖΩΙΚΟΣ 77 min 20,2 min ,5 Πριν 65 εκατ. χρόνια η Κρητιδική Εξαφάνιση (Δεινόσαυροι κλπ) ΠΑΛΑΙΟΖΩΙΚΟΣ 170,3 76, Πριν 245 εκατομ. χρόνια η Πέρμιαν Μεγάλη Εξαφάνιση των ειδών ΝΕΟΠΡΩΤΕΡΟΖΩΙΚΟΣ 281,7 170, ΜΕΣΟΠΡΩΤΕΡΟΖΩΙΚΟΣ 500,9 281, ΠΑΛΑΙΟΠΡΩΤΕΡΟΖΩΙΚΟΣ 782,6 500, ΑΡΧΑΙΟΖΩΙΚΟΣ ΚΑΤΑΡΧΑΙΟΖΩΙΚΟΣ Η καταγεγραμμένη ανθρώπινη ιστορία υπάρχει τα 2,5 τελευταία δευτερόλεπτα ή τα τελευταία χρόνια. Ο πρώτος Homo Sapiens εμφανίστηκε πριν 37 δευτερόλεπτα ή πριν χρόνια. Ο Καινοζωικός Αιώνας άρχισε πριν 20,2 λεπτά ή 64,5 εκατομμύρια χρόνια. Η Κρητιδική Περίοδος που στο τέλος της έγινε η Μεγάλη Εξαφάνιση άρχισε πριν 45,7 λεπτά και τελείωσε πριν 20,2 λεπτά ή άρχισε πριν 146 και τελείωσε πριν 64,5 εκατομμύρια χρόνια. Η Ιουρασσική Περίοδος που κυριαρχούσαν οι δεινόσαυροι άρχισε πριν 65 λεπτά έως πριν 45,7 λεπτά ή άρχισε πριν 208 έως πριν 146 εκατομμύρια χρόνια. Τα πρώτα ψάρια εμφανίστηκαν όταν το ρολόι έδειχνε 21:22 και οι δεινόσαυροι κατά τις 22:50. Κανένα από αυτά τα ζώα δεν θα μπορούσε να εμφανιστεί μέχρι η Γη να γίνει ένας ευνοϊκός βιότοπος για τη ζωή. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 15/180
19 16 2. Αγροτικό σύστημα Νεολιθικός Πολιτισμός Δεν είναι επακριβώς γνωστοί οι λόγοι, αλλά γνωρίζουμε ότι από το τέλος της μεσολιθικής εποχής, γύρω στην 8 η χιλιετία, επιταχύνθηκε δραστικά ο ρυθμός των τεχνικών επιτευγμάτων του ανθρώπου. 14 Η περιοχή που εκτείνεται από τη Μεσόγειο Θάλασσα και φτάνει στον Εύξεινο Πόντο, που περιλαμβάνει τον ελλαδικό και μικρασιατικό χώρο, 15 αποδείχτηκε γόνιμο λίκνο του καινούργιου πολιτισμού. Η γεωργία στο νεολιθικό κόσμο. Πηγή: B. Jacomy, Με την αυγή της Νεολιθικής Εποχής εμφανίστηκαν οι τελευταίες μορφές λίθινων εργαλείων με την ανάπτυξη ενός πρωτόγνωρου τεχνικού συστήματος που βασιζόταν στην γεωργία και στις τεχνικές της φωτιάς, δηλαδή στην αγγειοπλαστική, κατόπιν στην υαλουργία και εντέλει στη μεταλλουργία Ο άνθρωπος μέχρι τότε διατρεφόταν συλλέγοντας (κατά μικρές ομάδες συνήθως) καρπούς, κυνηγώντας, ψαρεύοντας. Ο «τεχνικός» εξοπλισμός του, ας πούμε, αποσκοπούσε στην επιβίωση, αποκλειστικά. Βλ. B. Jacomy, στο ίδιο, σελ Τα κλωνάρια αυτής της πολιτισμικής κοιτίδας, που φτάνουν στη Συρία, στην Παλαιστίνη, στη Μεσοποταμία (Περσία Ιράκ). Στο χάρτη με τις πρώτες εστίες της γεωργίας στη Δυτική Ασία κατά τη Νεολιθική Εποχή σημειώνονται προϊστορικές θέσεις (Τζάρμο, Τσατάλ Χοϊγιούκ, Σανιντάρ κτλ). Εκεί υπάρχουν σαφείς μαρτυρίες πως μεταξύ της 8 ης και 6 ης χιλιετίας πραγματοποιήθηκε η μετάβαση από την πρωτόγονη οικονομία στην καλλιέργεια του σταριού και στην κτηνοτροφία. Βλ. B. Jacomy, στο ίδιο, σελ Όταν στην Ανατολική Μεσόγειο αναδυόταν η μεταλλουργία, οι πελέκεις και τα σκεπάρνια από πέτρα λειασμένη ολοκλήρωναν την μακρά ιστορία της «βιοτεχνίας» της πέτρας στην Δύση. Αυτή η βιοτεχνία απέδωσε εξελιγμένες κατασκευές, μεγάλων διαστάσεων μάλιστα, με χειρολαβές για την διευκόλυνση του χρήστη, προσαρμοσμένες στο νέο αγροτικό σύστημα. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο Λίθινος Πολιτισμός με τον εξοπλισμό του θα επιβιώσει μέχρι την Αναγέννηση. Μάλιστα σε ορισμένα απομονωμένα σημεία της Υδρογείου ο αρχαίος κόσμος (του λίθου) επιβίωσε και ως τις μέρες μας. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 16/180
20 17 Κατά την διάρκεια της νεολιθικής εποχής εμφανίστηκαν εστίες πολιτισμού στις οποίες οι άνθρωποι εξημέρωσαν ζώα και καλλιέργησαν φυτά. Στη Δυτική Αφρική (στο Σουδάν γύρω στα 3500) καλλιεργήθηκε το κεχρί κτλ. Από την Ινδονησία εξαπλώθηκε στην Ανατολική Ασία η καλλιέργεια τροπικών φυτών και στους πολιτισμούς των μεγάλων ποταμιών (Ινδός, Γάγγης, Νείλος, Τίγρης, Ευφράτης, Κίτρινος Ποταμός, Γαλάζιος Ποταμός κτλ), εμφανίστηκαν οι πρώτες φυτείες. Εκεί συγκεντρώθηκαν πληθυσμοί που καλλιεργούσαν παραλλαγές κεχριού και ρυζιού. Να μην λησμονούμε και τις αντίστοιχες κοιτίδες πολιτισμού στη Νότια Αμερική (στο Μεξικό ήταν η κυριότερη με τους Αζτέκους) όπου αναπτύχθηκε η καλλιέργεια φυτών (μανιόκ, γλυκοπατάτα) με ρίζες που ήσαν βρώσιμες. Η γεωργία, οπωσδήποτε, οδήγησε σε έναν άλλο τρόπο ζωής, που άλλαζε ταχύτερα σε σχέση με τις προηγούμενες εποχές. Οδήγησε, όμως, και σε έναν εργαλειακό εξοπλισμό που αποτελούσε προσαρμογή ενός παλαιότερου. Αναφερόμενοι στην ταχύτητα μεταβολής του τρόπου ζωής και της κοινωνικής οργάνωσης οφείλουμε να σημειώσουμε ότι ο ρυθμός εξέλιξης και προόδου δεν ήταν ίδιος σε όλες τις περιοχές του κόσμου. Όταν, λόγου χάρη, στο σημερινό Ιράκ η μεταλλουργία αποτελούσε ήδη μια τέχνη αναπτυγμένη σε μεγάλο βαθμό και ιδρύονταν οι πρώτες πολιτείες, άλλες περιοχές όπως η σημερινή Βόρεια και Δυτική Ευρώπη πάλευαν με τον τεχνικό εξοπλισμό της μεσολιθικής εποχής, αγνοώντας τα περί την γεωργία επιτεύγματα. Σε άλλες ζώνες οι άνθρωποι μόλις δοκίμαζαν τη σχέση τους με τη φωτιά. Αυτός ο αγροτικός τρόπος οργάνωσης των πληθυσμών αναμφίβολα οδήγησε σε καινούργιες κοινωνικές πρακτικές, καθώς προέκυψε η ανάγκη προστασίας της αγροτικής περιουσίας της κοινότητας. Η διαμόρφωση «κοινωνίας» είχε ξεκινήσει από πολύ νωρίτερα, βέβαια, γύρω από την φωτιά. Η κατάκτηση της φωτιάς ( περίπου) τροποποίησε την αντίληψη των ανθρώπων για τον χρόνο και για τον χώρο. Το ψήσιμο επέβαλε κατανομή του χρόνου, ώστε να μπορούν τα μέλη της ομάδας να τρώγουν μαζί και οι εργασίες που αναλάμβαναν τους δίδαξαν κατά κάποιο τρόπο να αντιλαμβάνονται τον χώρο γύρω τους: κατεργασία της πέτρας, προετοιμασία του φαγητού κοκ. Η μετάβαση στη γεωργία συνυφαίνεται με την εξέλιξη της κοινωνικής οργάνωσης στο κατάλληλο φυσικό περιβάλλον Εργαλεία που έπαιξαν σπουδαίο ρόλο σε αυτή την γεωργική οργάνωση υπήρξαν η τσάπα και το σκεπάρνι. Σκαπάνες (τσάπες) βρέθηκαν στη ΝΑ Ασία και χρησιμοποιούνταν για τις εργασίες προετοιμασίας του εδάφους προς καλλιέργεια. Διαφοροποιείται ο σκαπτικός πάσσαλος, που χρησιμοποιούσαν οι Βουσμάνοι της Ν. Αφρικής και οι Ινδιάνοι της Ν. Αμερικής για τη σπορά και το όργωμα του εδάφους. Αυτός ο σκαπτικός πάσσαλος αποτελεί μια πρώιμη μορφή φτυαριού και από τη στιγμή που άρχισε να σύρεται το αιχμηρό άκρο Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 17/180
21 18 Με την καλλιέργεια των φυτών και την είσοδο των εξημερωμένων κατοικίδιων ζώων στη ζωή του ανθρώπου διαμορφώθηκαν συμπληρωματικές δραστηριότητες που είχαν σχέση με την καλαθοπλεκτική (για κουβάλημα και μεταφορές προϊόντων), την ύφανση (για την ένδυση), την ξυλουργία (για τα έπιπλα) κοκ. Ένας σπουδαίος νεολιθικός οικισμός της 5 ης χιλιετίας είναι το Σέσκλο (Θεσσαλία). Σημειώνεται μάλιστα στον προηγούμενο χάρτη. Εδώ σε μια σχεδιαστική αναπαράσταση του Μ. Κορρέ. Πηγή: Δ. Ρ. Θεοχάρης, Οι πληθυσμοί, λοιπόν, άρχισαν να δημιουργούν μόνιμες εγκαταστάσεις (settled life) και να οργανώνουν αγροτικές κοινωνίες. Επιμέριζαν τις εργασίες και κατένειμαν τον χρόνο βάσει της αποθήκευσης της τροφής τους και των εποχών στις οποίες κατ ανάγκη υπακούει η γεωργία. Έτσι, έμεινε χρόνος εργασίας ελεύθερος για τεχνίτες που εξειδικεύτηκαν σε νέες δραστηριότητες, ιδιαίτερα σε τομείς που είχαν σχέση με τη φωτιά. Η φωτιά επέτρεψε την εμφάνιση και εξάπλωση της κεραμικής. Αγαλματίδια από ψημένο πηλό εμφανίστηκαν ήδη από το 6000 και στην 5 η χιλιετία εμφανίστηκε η κεραμοποιία. 18 Η τεχνική της πλινθοκατασκευής άρχισε να αξιοποιείται στην κατασκευή κατοικιών και τούτο συνιστά σημαντικό σταθμό στην διαδρομή των τεχνικών επιτευγμάτων του πολιτισμού, η οποία βασίστηκε στον ορυκτό πλούτο. Εκκινώντας από τα λίθινα εργαλεία οδηγήθηκε στην κορύφωση της τεχνογνωσίας των Αιγυπτίων με τις μεθόδους οικοδόμησης των μνημειακών έργων τους. Η παραγωγή γύψου προϋπέθετε, όπως και η κεραμική, την κυριαρχία των ανθρώπων στη φωτιά, δηλαδή θερμοκρασία μεταξύ 500 ο και 700 ο C, και στη σύνθεση των πρώτων υλών. Η ασβεστοποιία και η κεραμοποιία αποτέλεσαν την κατάλληλη υποδομή για την εμφάνιση της μεταλλουργίας. Η μετάβαση από την κεραμοποιία στη μεταλλουργία είχε και μια «ψυχολογική» διάσταση. Το μέταλλο σπανίως βρίσκεται στη φύση σε κατάσταση καθαρή (αμιγή) και λαμβάνεται από το μετάλλευμα, που απαντάται σε μορφή ορυκτού (πέτρας). Η σύλληψη να του (βλ. εικόνα) οδήγησε στην επινόηση του αρότρου (υνί) με όλες τις παραλλαγές του. Βλ. B. Jacomy, στο ίδιο, σελ Η ιδιότητα του πηλού να στερεοποιείται με το ψήσιμο αποτελεί μια τυχαία ανακάλυψη, αλλά η αξιοποίηση της σε «βιοτεχνική κλίμακα» προϋπέθετε εξειδικευμένη τεχνογνωσία, μαζί με την ύπαρξη δοχείων για τη διατήρηση και μεταφορά των προϊόντων της γης, αλλά και την μόνιμη εγκατάσταση του πληθυσμού ώστε να στεγνώνει με σταθερότητα το σύνολο της παραγωγής των πήλινων αντικειμένων. Βλ. B. Jacomy, στο ίδιο, σελ. 41. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 18/180
22 19 λιώσει κάποιος το πέτρωμα για να αφαιρέσει το ευμάλακτο μέταλλο, δεν είναι προφανής, ούτε αυτονόητη. Οι πρώτοι μεταλλουργοί διαμόρφωσαν μια ξεχωριστή μυθολογία ως προς τον ρόλο τους σε μια κοινωνία. Ο τεχνίτης του μετάλλου (κατόπιν ο σιδηρουργός της κοινότητας) ζούσε στην άκρη του οικισμού, έλεγχε τη φωτιά και μετέτρεπε την ύλη. Αυτό ήδη είναι μια εξουσία, θεϊκής προέλευσης. Ο τεχνίτης εκείνος ήταν ο κυρίαρχος του τότε πολιτισμού, εφόσον κυριαρχούσε στις τέχνες της φωτιάς. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 19/180
23 20 3. Προϊστορία και Ιστορία Ιστορία σημαίνει γνώση και όσο προχωράει η αρχαιολογική και ιστορική έρευνα, εμπλουτίζεται η γνώση του απώτερου ανθρώπινου παρελθόντος και «ιστορείται» με τρόπο πληρέστερο η άγραφη ιστορία (προϊστορία) των προ φιλολογικών περιόδων. Από τον καιρό που οι ανθρώπινες ομάδες της Προϊστορίας διαμορφώθηκαν σε κοινωνίες, υποθέτουμε με κάποια βεβαιότητα τη συνέχεια της κοινής (συλλογικής) μνήμης. Επειδή δεν μας άφησε γραπτά μνημεία δεν σημαίνει ότι η ιστορική σημασία της αχανούς Προϊστορίας πρέπει να υποτιμάται: υπάρχουν και άλλου είδους μνημεία, καθώς και άλλοι τρόποι ανθρώπινης έκφρασης. Πάντως, ακόμη και για την ανασύνθεση της πολιτισμικής εξέλιξης κάποιων ιστορικών περιόδων οι γραπτές μαρτυρίες είναι αμυδρές και δεν διευκολύνουν ούτε επιτρέπουν μια «διαυγή» αναπαράσταση. Ο κυριότερος δρόμος για την Ιστορία και την Προϊστορία διατρέχει τα μνημεία, δηλαδή τα έργα τέχνης και της τεχνικής, τα κάθε λογής ανθρώπινα δημιουργήματα, τα οποία πολλές φορές μιλούν πιο εύγλωττα (και με περισσότερη ειλικρίνεια) από ορισμένα γραπτά κείμενα. 19 Οι ιστορικοί χρόνοι αρχίζουν με το τέλος της 4 ης χιλιετίας, καθώς παράλληλα οριοθετείται και το τέλος της νεολιθικής εποχής. Έχει συμβατικά ορισθεί το 3000 π.χ. ως ένα χρονολογικό όριο για την «ιστόρηση» του ανθρώπινου παρελθόντος. Η Ιστορία έχει ως αφετηρία της την γραπτή μαρτυρία. Οπότε, θεωρητικά, δεν μπορούμε να έχουμε απόλυτες χρονολογίες στην Προϊστορία. 20 Θα αναφερθούμε παρακάτω στην προσπάθεια των επιστημόνων να δαμάσουν τον χρόνο. 21 Ενώ το παρελθόν της ανθρώπινης παρουσίας επί Γης φτάνει σχεδόν στα χρόνια, το «ιστορημένο» κομμάτι αυτής της παρουσίας (δηλαδή το τμήμα που τεκμηριώνεται με γραπτά κείμενα) δεν φτάνει ούτε τα 2 χιλιοστά του συνόλου της. Πολύ αργά, δηλαδή, επινόησε τη γραφή ο άνθρωπος, ώστε να απομνημονεύει τα γεγονότα, που συνέβαιναν παράλληλα με τη δραστηριότητά του. Οι κλιματολογικές αλλαγές που ξεκίνησαν στη μεσολιθική εποχή προκάλεσαν μετακινήσεις πληθυσμών από ζώνες ξηρασίας προς τις εύκρατες περιοχές, που τις ευεργετούσε το υγρό στοιχείο των ποταμιών. Οι πρώτοι πολιτισμοί αναπτύχθηκαν σε περιοχές του κόσμου, που μεταξύ τους παρουσιάζουν αναλογίες γεωμορφολογικές. 22 Οι συγγενικοί πολιτισμοί της Μεσοποταμίας 19 Πρβλ. τη Γενική Εισαγωγή στην Προϊστορία (Κεφάλαιο Α ), στο: Δ. Ρ. Θεοχάρης, 1981, ( ), Νεολιθικός Πολιτισμός, όπ. παρ., σελ Η χρονολόγηση με C 14 παρουσιάζει βασική σημασία στην εύρεση της χρονολογικής σειράς των γεγονότων, ιδιαίτερα για τα προϊστορικά που εμφανίστηκαν πριν από την ύπαρξη γραπτών μνημείων. Πράγματι, τα προϊστορικά γεγονότα μπορούν τώρα να χρονολογηθούν, με ακρίβεια μερικών δεκαετιών, εάν η ραδιοχρονολόγηση υποβοηθείται με στοιχεία από τους δακτυλίους από δέντρα και συνδυασμένη με στατιστικά πρότυπα που ενσωματώνουν τις στρωματογραφικές πληροφορίες. Παραδείγματος χάριν, τώρα ξέρουμε ότι η τάφρος που περικυκλώνει το Stonehenge στη Μεγάλη Βρετανία σκάφτηκε κατά τη διάρκεια της αρχικής φάσης κατασκευής μεταξύ του π.χ. βλ. περισσότερα παρακάτω στο κεφ. 7. περί χρονολόγησης 21 Πρβλ. Δ. Ρ. Θεοχάρης, 1981 ( ), στο ίδιο, σελ Ατυχής (και μάλλον χωρίς ουσιαστικό περιεχόμενο) υπήρξε η επιλογή των όρων imperial ή metropolitan culture, όταν αναφέρονται στην Προϊστορία. Πρώτον, επειδή μεταφέρουν στην Προϊστορία καταστάσεις μεταγενέστερες και δεύτερον διότι ο αληθινά υψηλός Πολιτισμός δεν άρχισε με τις αυτοκρατορίες και τις μητροπόλεις, αλλά πολύ νωρίτερα. Όσο για τον όρο palatial θα είχε κάποια σημασία και έννοια για τη Μινωική Κρήτη, όχι όμως για την Ανατολή. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 20/180
24 21 και της Αιγύπτου αναδύθηκαν ανάμεσα στον Τίγρη και στον Ευφράτη, αφενός και δίπλα στο Νείλο αφετέρου. 23 Πιο πέρα από την κοντινή Ανατολή, ανατολικά, εμφανίστηκε ο πολιτισμός στον Ινδό ποταμό και ακόμη ανατολικότερα αναπτύχθηκε στην κοιλάδα του Κίτρινου Ποταμού (Χουάνγκ Χο) ο πυρήνας του σπουδαίου κινεζικού πολιτισμού. Ο ινδοευρωπαϊκός πολιτισμός αποτέλεσε τη σύμμειξη των δυο εύφορων κοιτίδων του αρχαίου κόσμου, που τον γονιμοποίησαν, της ελληνικής και της ρωμαϊκής. Οι μεσογειακοί πολιτισμοί έχουν αφήσει πλούσια κατάλοιπα, κυρίως μνημονικά ίχνη σπουδαίας αρχιτεκτονικής. Έργα μεγάλης εμβέλειας παρατηρήθηκαν για πρώτη φορά στην 4 η χιλιετία. Οι γεωλογικές και κλιματικές συνθήκες στην Αίγυπτο και στη Μεσοποταμία προσφέρονταν για μια πλούσια και ποικίλη αγροτική παραγωγή. Προϋπόθεση ήταν να μπορεί ο άνθρωπος να αντιμετωπίζει τις πλημμύρες στα λεκανοπέδια που διαμορφώνονταν δίπλα στα ποτάμια. Κατά συνέπεια, η ανάπτυξη τούτων των πολιτισμών συνδέεται με τη δημιουργία μιας σημαντικής υποδομής σε υδραυλικά έργα (φράγματα, αποστραγγιστικά και γενικότερα εγγειοβελτιωτικά έργα). Τούτα τα έργα κατέστησαν εφικτά με ένα σύστημα αυστηρής διαχείρισης των υδάτων (αποθήκευση υδάτινων πόρων, ρύθμιση απορροής κτλ.) Αυτό με τη σειρά του προϋπέθετε μια ισχυρή κεντρική και συγκεντρωτική εξουσία, ώστε σε επίπεδο χώρας να λαμβάνονται οι κατάλληλες και εφαρμόσιμες αποφάσεις. Η παγίωση, λοιπόν, τέτοιων δομών προκάλεσε τη ευημερία του πληθυσμού και τον πλουτισμό των κεντρικών διοικήσεων. Η τεχνογνωσία κατασκευής αναχωμάτων, φραγμάτων και διωρύγων αξιοποιήθηκε και για την ανοικοδόμηση τάφων, ναών, ανακτόρων, αλλά και ολόκληρων αστικών δικτύων ύδρευσης και αποχέτευσης. 24 Οι οικοδομικές τεχνικές των δύο πολιτισμών αναπτύχθηκαν παράλληλοι. Τα υλικά της περιοχής αξιοποιήθηκαν από τον καθένα η λάσπη του Νείλου αφενός και οι πετρελαϊκές ιδιότητες αφετέρου. Πράγματι η περιοχή του σημερινού Ιράκ δεν μπορούσε να προβλέψει τις ενεργειακές ή χημικές χρήσεις εκείνου του ορυκτού, αλλά εκμεταλλευόταν από τότε τις ιδιότητές του. Οι 23 Υπάρχει συσχετισμός ανάμεσα στον αστικό πολιτισμό, που εμφανίστηκε στις κοιλάδες του Νείλου και της Μεσοποταμίας, και στον πολιτισμό της κοιλάδας του Ινδού ποταμού. Ο ανατολικότερος τούτος πολιτισμός εμφανίστηκε στα μέσα της 3 ης χιλιετίας και οικοδομήθηκε όπως οι πολιτισμοί της Αιγύπτου και της Μεσοποταμίας γύρω από μια κεντρική εξουσία, που εισήγαγε μια προωθημένη πολεοδομία, με υδραυλικά δίκτυα (για τις ανάγκες της δημόσιας υγείας) σε μια γεωγραφική ζώνη που την καθιστούσαν ανθυγιεινή οι πλημμύρες και οι υπαναχωρήσεις των υδάτων του Ινδού. Περισσότερα βλ. B. Jacomy, στο ίδιο, σελ Εκτός από την Αίγυπτο και τη Μεσοποταμία, σε μεταγενέστερη φάση έχουμε στην Ελλάδα τα αντίστοιχα δείγματα του Μινωικού Πολιτισμού. Πάντως, κατά μήκος του Νείλου διέθετε σημαντικά λατομεία (ψαμμολίθου, ασβεστολίθου, γρανίτη) που προσέφεραν τα υλικά με τα οποία κατασκευάστηκαν οι πυραμίδες και οι ναοί που διασώθηκαν μέχρι σήμερα. Η Μεσοποταμία από την άλλη, περιοχή φτωχή σε πετρώματα, υποχρεώθηκε να χτίσει τα ιερά της (τους βαθμιδωτούς ναούς ζιγκουράτ) με άψητες πλίνθους. Η πέτρα χρησιμοποιήθηκε για διακόσμηση και εισαγόταν από τον Βορρά μεταφερόμενη με πλωτά και χερσαία μέσα, και τούτο συνέβαλε στην ανάπτυξη καινούργιων τεχνικών μεταφοράς, δηλαδή σε οχήματα με 2 ή 4 τροχούς, που έλκονταν από άλογα ή βόδια. Αυτό με τη σειρά του απαίτησε την χάραξη ενός οδικού δικτύου. Για την Αίγυπτο υπάρχει άφθονη τεκμηρίωση (μέσω των επιγραφών σε τάφους ή σε πέτρες ναών), κάτι που μας λείπει από τη Μεσοποταμία. Οι βασικότερες μαρτυρίες περί σουμερικών ή ασσυριακών τεχνικών παρέχονται από αναθηματικά αντικείμενα και πλάκες που βρέθηκαν, από ανασκαφές που γίνονται εκεί τα τελευταία 100 χρόνια. Αυτές είναι και οι μαρτυρίες που αποδίδουν στους Σουμέριους την ανακάλυψη του τροχού γύρω στα 3500 π.χ. Βλ. B. Jacomy, στο ίδιο, σελ και την σχετική εικόνα από την ίδια πηγή. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 21/180
25 22 υδρογονάνθρακες στην εδαφική επιφάνεια προσέφεραν πίσσα για στεγανοποιήσεις στεγών και αναχωμάτων στα ποτάμια, για το καλαφάτισμα των πλοίων, αλλά και υγρό για φωτισμό ή πρόσθετο υλικό στην παραγωγή κονιάματος για τη συναρμολόγηση πλίνθων για οικοδομικούς σκοπούς. 25 Τις οικοδομικές τεχνικές των προηγούμενων αξιοποίησαν ως κληρονομιά οι κάτοικοι του ελλαδικού χώρου και στη συνέχεια οι Ρωμαίοι, που εξέλιξαν πολύ σημαντικά το αμμοκονίαμα δίνοντας εξαίρετα κατασκευαστικά δείγματα. 26 Εν πάση περιπτώσει, το κονίαμα έφτασε σε βαθμό κάποιας τελειότητας κατά τον 3 ο αι. στη Μικρασία, ενώ νωρίτερα οι Έλληνες έχτιζαν με ξερολιθιά, αλλά συνάμα με μια εντυπωσιακή ανάπτυξη της αρχιτεκτονικής της λαξευτής πέτρας. Οι Ρωμαίοι με το κονίαμα τους είχαν τη δυνατότητα να αξιοποιούν ένα στέρεο και στεγανό τσιμέντο, ταχείας πήξεως, και έτσι ανέπτυξαν τα υδραυλικά δίκτυα (όπως είναι τα περίφημα υδραγωγεία τους) και άλλα τεχνικά έργα, που ακόμη στέκουν όρθια. Οι αψίδες και οι θόλοι, που εμφανίστηκαν κατά τον 4 ο αι. στην Ελλάδα, ως τεχνικές υιοθετήθηκαν και στα δημόσια κτήρια. 27 Τα αστικά δίκτυα ύδρευσης συνιστούν σύνθετο επίτευγμα πολλών κατακτήσεων εκ μέρους των αρχαίων οικοδόμων. Η γεωμετρία στη χάραξη ομαλών κλίσεων, η διάνοιξη σηράγγων, τα τόξα στην κατασκευή γεφυριών, το αμμοκονίαμα για στεγανοποίηση κτλ. Τέτοια δαπανηρά και σπουδαία έργα μπορούν να χρηματοδοτηθούν μονάχα από μια ισχυρή και οικονομικά ανθοφορούσα κεντρική εξουσία. Ό,τι ονομάζεται «Προϊστορία» (δηλαδή το χρονικό διάστημα που προηγείται των γραπτών ιστορικών κειμένων) είναι σε κάθε περιοχή διαφορετικό, άνισο, και κατά συνέπεια σχετικό. Συνιστά όμως χρονολογικά είναι μείζονος σημασίας. Όπως στη φυσική (βιολογική) υπόσταση του ανθρώπου βαραίνουν τα κληρονομημένα στοιχεία του από μια τεράστια αλυσίδα προγόνων, έτσι και στην εξέλιξη του πολιτισμού ο ρόλος της Προϊστορίας είναι θεμελιώδης: αντιπροσωπεύει τη μέγιστη (σε διάρκεια) περίοδο της ανθρώπινης δραστηριότητας Πρβλ. B. Jacomy, στο ίδιο, σελ Το κονίαμα των Ρωμαίων αποτελεί μια μείζονα συνεισφορά τους, που παρείχε την δυνατότητα κατασκευής στέρεων οικοδομημάτων με μικρότερα χαλίκια πιο ακανόνιστου σχήματος και με κόστος χαμηλότερο. Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο ξεχάστηκαν οι αιγυπτιακές τεχνικές έλξης ογκωδών σωμάτων και αντίστοιχα κατά τον Μεσαίωνα ξεχάστηκε η τεχνική παρασκευής κονιάματος. Βλ. B. Jacomy, στο ίδιο, σελ Το πρώτο ρωμαϊκό υδραγωγείο είναι η Aqua Appia (312 μ. Χ.) και κατασκευάστηκε για την υδροδότηση της Ρώμης. B. Jacomy, στο ίδιο, σελ Πρβλ. Δ. Ρ. Θεοχάρης, 1981 ( ), στο ίδιο, σελ Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 22/180
26 23 Στην Ελλάδα, κείμενα με ιστορική αξία δεν έχουν ανακαλυφθεί πριν από την εποχή των ομηρικών επών (8 ος αι. π.χ.) Το ιστορημένο παρελθόν μας δεν μετράει ούτε χρόνια. 29 Ας υπογραμμίσουμε ότι σε πολλές περιοχές της Ευρώπης η Προϊστορία φτάνει μέχρι τα χρόνια της ρωμαϊκής εποχής. Σε άλλους τόπους της γης η προϊστορία φτάνει μέχρι και την βιομηχανική εποχή! Συμβατική, λοιπόν, η διάκριση της ιστορίας της ανθρωπότητας σε ιστορημένη και «ανιστόρητη». Ανθρώπινη πολυσήμαντη δράση υπήρξε και τεκμηριώνεται (έμμεσα) πολύ πριν από την αποκαλούμενη «ιστορική» περίοδο. Η ανθρώπινη μνήμη είναι πολύ παλιότερη από την γραφή, και η ιστορία του ανθρώπου δεν μπορεί να αρχίζει με ένα κατάλογο βασιλέων, επειδή αυτός είναι το πρώτο γραπτό απομνημόνευμα (Δ. Ρ. Θεοχάρης, 1981). 4. Από την γραφή στον αστεακό πολιτισμό H γραφή αναμφίβολα αποτελεί σπουδαιότατα και κεντρικό ορόσημο στην ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού. Ωστόσο, η εμφάνιση πραγματικών ιστορικών κειμένων συνέβη πολύ αργότερα από την πρώτη αξιοποίηση της γραφής στη ζώνη των «υψηλών» πολιτισμών της Μέσης Ανατολής, τους οποίους ήδη αναφέραμε, λίγο πριν από το 3000 π.χ. (θεωρητικό ορόσημο «έναρξης» της Ιστορίας). 30 Περίπου 5000 χρόνια πριν από τη σημερινή εποχή μας ανέτειλε στη Μέση Ανατολή η ιστορική περίοδος. Τότε έκανε την εμφάνιση του στον ελλαδικό χώρο το μέταλλο. Γύρω στο 3000 άρχισε στην Ελλάδα η Εποχή του Χαλκού ή Ορείχαλκου, απλώς Χαλκοκρατία. Η προϊστορική έρευνα στην Ελλάδα μετράει έναν αιώνα, που ξεκίνησε ως απόπειρα επαλήθευσης του Έπους και του Μύθου, των στοιχείων δηλαδή που είχαν σπουδαία παιδευτική αξία στην κλασική εποχή του ελλαδικού χώρου, και κατά συνέπεια (ή κατ αντανάκλαση) τεράστια σημασία για τη σύγχρονη ιστορική σκέψη. 31 Αναφερόμενοι στην πολιτιστική παράδοση και στην πολιτιστική δημιουργία εννοούμε το ίδιο πράγμα, που απλούστερα ονομάζουμε «πολιτισμό». Ο Πολιτισμός είναι αποκλειστικό προνόμιο του Ανθρώπου, και τούτο είναι αδιαμφισβήτητο. Ένας γνωστός ορισμός διατυπώνει ότι ο πολιτισμός αποβλέπει στην κάλυψη βασικών οργανικών αναγκών του ανθρώπου. Αλλιώς, ο πολιτισμός ορίζεται ως μια κοινωνική προσαρμογή στο φυσικό περιβάλλον. Νομίζουμε, έτσι θίγεται το ουσιαστικό περιεχόμενο του όρου. Οπωσδήποτε, πρόκειται για κατ εξοχή «κοινωνικό φαινόμενο», εφόσον χωρίς κοινωνική συγκρότηση δεν είναι νοητή πολιτιστική δημιουργία ουδεμιάς 29 Ο Θεοχάρης μας παραπέμπει στον Γερμανό αρχαιολόγο Ματζ (Matz F., 1954), ο οποίος ορίζει τη γενική χρονολόγηση της Νεολιθικής στην Ελλάδα ως εξής: «Σέσκλο» ή Νεολιθική Α = προ του /2200 π.χ. «Διμήνι» ή Νεολιθική Β = π.χ. όπ. παρ. σελ Η προσπάθεια του ανθρώπου να εκφραστεί με σύμβολα και με εικόνες ή και να απομνημονεύει ακόμη φαίνεται πως είναι πολύ παλαιότερη αφού βεβαιώνεται στη Νεολιθική Εποχή. Κατάληξη αυτής της προσπάθειας αποτελεί η γραφή. Άρα και σε τούτο σημείο αλληλοϋφαίνονται η Ιστορία με την Προϊστορία. Ο διαχωρισμός της Ιστορίας από την προηγούμενη «ανιστόρητη» περίοδο της ανθρώπινης παρουσίας είναι σχεδόν απλοϊκός και τεχνητός, «όσο και η φοβία της ανωνυμίας, που κατατρύχει τον αμύητο περιπατητή της Προϊστορίας». Βλ. Δ. Ρ. Θεοχάρης, 1981, στο ίδιο, σελ Βλ. Δ. Ρ. Θεοχάρης, 1981, στο ίδιο, σελ. 17 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 23/180
27 24 μορφής. Η σχέση, όμως, με την φύση (το φυσικό περιβάλλον) που είναι ασφαλώς πολυσήμαντη, μπορεί να προσδιοριστεί πιο εύστοχα, αν ειπωθεί ότι ο πολιτισμός είναι ένα τεχνητό πλαίσιο που φτιάχνει ο ίδιος ο άνθρωπος. Αυτό το «εσωτερικό» πλαίσιο επιδρά εξίσου ισχυρά με το φυσικό περιβάλλον μέσα από μια κοινωνική διεργασία, που ονομάζεται παράδοση (tradition) και αποτελεί το εσωτερικό αντίστοιχο της διάδοσης (diffusion). Η κινητικότητα καθώς και η μεταδοτικότητα είναι θεμελιώδη συστατικά του πολιτισμού, που δεν είναι στατικό φαινόμενο, αλλά απεναντίας αποτελεί οργανικό σύνολο υλικών και πνευματικών επιτευγμάτων. Πρόκειται, δηλαδή, για ένα ζωντανό οργανισμό, που προοδευτικά μεταβάλλεται, αλλάζει και κινείται, ακατάπαυστα, χωρίς να βιάζεται. Η κινητικότητα ονομάζεται «πρόοδος» και συνιστά για το ανθρώπινο γένος ό,τι η εξέλιξη για τον ζωικό κόσμο. Η διαφορά έγκειται στο ότι τα φαινόμενα πολιτιστικής εξέλιξης δεν ερμηνεύονται σε όλη την εμβέλειά τους βάσει των νόμων της βιολογίας και της εξελικτικής. 32 Η πολιτιστική ιστορία, συνεπώς, δεν αποτελεί συνέχεια της φυσικής ιστορίας. 32 Σημαντική, κατά τη γνώμη μας, συμβολή σε μια απόπειρα ερμηνείας του πολιτισμού και των πολιτισμών αποτελεί το βιβλίο του Clifford Geertz, 2003, H ερμηνεία των πολιτισμών, μτφρ. Θ. Παραδέλλης, Αθήνα: Αλεξάνδρεια [Πρωτότυπη έκδοση: 1973, The Interpretation of Cultures, London: Basic Books, Inc.] Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 24/180
28 25 Ο πολιτισμός ξεκινά από τη στιγμή που διαπιστώνεται ο σχηματισμός κοινωνίας. Από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα μπορεί κάποιος να κάνει λόγο, ασφαλέστερα, για πολιτισμό με την πιο απλή και πιο ουσιαστική έννοια του όρου. 33 Άρα, έτσι, πρέπει να αποδεχτούμε, και τούτο είναι σωστό, την ύπαρξη πολιτισμού ακόμη και από τα αρχαιότερα χρόνια της Παλαιολιθικής Εποχής, άσχετα από το είδος του ανθρώπου ως φορέα εξέλιξης. Σύγχρονο σπίτι βοσκού στη Θεσσαλία. Τα νεολιθικά σπίτια δεν πρέπει να ήσαν πολύ διαφορετικά. Αποτελεί ένα χαρακτηριστικό ίχνος επιβίωσης της παράδοσης. Πηγή: Θεοχάρης, Δ. ΜΙΕΤ, 1976: σελ. 11 Με την κατοπινή εξέλιξη (στη Μέση Παλαιολιθική Εποχή), την περίοδο που έδρασε ο «έμφρων» Άνθρωπος του Νεάντερταλ (Homo sapiens Neanderthalensis), τα ευρηματικά περιστατικά καθεαυτά καταστούν αναγκαία την αποδοχή της παρουσίας πολιτισμού, επειδή, πέραν των αξιόλογων εργαλείων που βρέθηκαν, εντοπίζονται ίχνη του άγνωστου ανθρώπινου ψυχισμού (ταφές κτλ). Μετά από την αποδοχή της ύπαρξης πολιτισμού από τα παλαιολιθικά χρόνια ερχόμαστε στο σημείο στο οποίο οφείλουμε να διακρίνουμε τον Πολιτισμό (με κεφαλαίο αρχικό γράμμα), 34 που δημιουργήθηκε στη Μέση Ανατολή λίγο πριν από την 3 η χιλιετία και χαρακτηρίζεται συνήθως «υψηλός». Στο μεγάλο λεκανοπέδιο της Μεσοποταμίας και στην παραποτάμια κοιλάδα της Αιγύπτου η Εποχή του Χαλκού αναδύθηκε με μια σημαντικότατη σε συνέπειες οικονομική και πολιτιστική μεταβολή, που σχετίζεται με την ίδρυση μεγάλων πόλεων, και γι αυτό την χαρακτήρισαν ως Επανάσταση των Άστεων (Urban Revolution) Η δυσκολία ενός τέτοιου προσδιορισμού ξεπερνιέται με τη βοήθεια κάποιων ασήμαντων «φαινομενικών» υλικών ιχνών και μόνον αφού εξακριβώνεται η ύπαρξη εργαλειακών κατάλοιπων σε συγκεκριμένους τύπους, δηλαδή με προκαθορισμένο σχήμα, που επαναλαμβάνεται σταθερά και τροποποιείται εξελικτικά. Το ίδιο το εργαλείο δεν συνιστά ενστικτώδες κατασκεύασμα όπως η χελιδονοφωλιά ή η μυρμηγκοφωλιά ή το φράγμα που φτιάχνουν οι κάστορες στις λίμνες. Το εργαλείο συνιστά ένα κοινωνικό προϊόν που επιβεβαιώνει συνάμα την λειτουργία της παράδοσης. Το εργαλείο θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ως το «απολίθωμα της πολιτιστικής δράσης». Πρβλ. Δ. Ρ. Θεοχάρης, 1981, στο ίδιο, σελ Στα ελληνικά δεν υπάρχει ξεχωριστή λέξη για την απόδοση των όρων civilization και culture). 35 Πρβλ. Δ. Ρ. Θεοχάρης, 1981, στο ίδιο, σελ. 20. Εδώ να αποδοθεί η χρήση του όρου «αστεακός» ή αστεακός (urban, χωρικό) σε αντιδιαστολή με τον όρο αστικός (bourgeois, ταξικό), που σημαίνει κάτι διαφορετικό στην Κοινωνική Επιστήμη. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 25/180
29 26 Ο αστικός πολιτισμός που εμφανίστηκε στη Μεσοποταμία (Ευφράτης και Τίγρης), αλλά επίσης στις κοιλάδες του Νείλου στην Αίγυπτο και στην κοιλάδα του Ινδού την οποία καταλαμβάνει σήμερα το Πακιστάν αναδύθηκε κατά τρόπο παρόμοιο. Ο πολιτισμός στον Ινδό ποταμό (στα μέσα της τρίτης χιλιετίας) συγκροτήθηκε γύρω από μια κεντρική εξουσία, που εισήγαγε μια πολεοδομία πρωτοποριακή με δίκτυα ύδρευσης και διαχείρισης των αναγκών της δημόσιας υγείας, που ήταν ευάλωτη σε ασθένειες λόγω των πλημμυρών και των αποσύρσεων των υδάτων του Ινδού. Στην περιοχή του σημερινού Παντζάμπ, 36 στη Χαράπα, ανέδειξαν μια αστική χωροταξία με ευθείς δρόμους, πλατείες, αγωγούς για λουτρά, σκεπαστές αποχετεύσεις για τα λύματα και τεχνικές κατασκευής εν γένει παρόμοιες με εκείνες που συναντάμε στη Μεσοποταμία A historical region of the northwest Indian subcontinent bounded by the Indus and Yamuna rivers. It was a centre of the prehistoric Indus Valley civilization and after c B.C. the site of early Aryan settlements. Muslims occupied the western part of the region by the 8th century, introducing Islam, and although they later conquered the eastern part, Hinduism remained entrenched there. The Moguls brought the region to cultural eminence until their empire declined in the 18th century. The Punjab (from Persian panj āb: five rivers, The Persian and Hindi words are descended from Indo European *penk w e, which appears in Greek as pente) was controlled by Sikhs from 1799 to 1849, when it was annexed by Great Britain. It was partitioned between India and Pakistan in 1947, βλ. διαδίκτυο: 37 Αυτό σημαίνει συναρμολόγηση πλίνθων (άψητων) με κονίαμα και ασβέστη και στεγανοποίηση των λουτρών με επικάλυψη πίσσας. Αντίστοιχες τεχνικές αξιοποίησαν οι Ρωμαίοι 2000 χρόνια αργότερα. Βλ. Β. Jacomy, όπ. παρ., σελ. 49 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 26/180
30 27 Η κοιλάδα του Ινδού αποτελούσε το σύνδεσμο της Μέσης Ανατολής με την Ινδία και μακρύτερα με την Κίνα, και αυτό το ρόλο διατήρησε για μεγάλο διάστημα αφού κατέρρευσε για ανεξακρίβωτες αιτίες αυτός ο σπουδαίος πολιτισμός και εξαφανίστηκε γύρω στα 1800 π.χ. Πριν από τη γραφή υπήρξε «γραπτή» (ζωγραφιστή ή εγχάρακτη έκφραση) του ανθρωπου. Ας κάνουμε, ολοκληρώνοντας, μια περιεκτική παρέκβαση για την προϊστορική τέχνη. Ένας ορισμός της τέχνης πρέπει να διευκρινίζει ζητήματα που αναφέρονται σε τεχνήματα (artifacts) ή έργα που διαθέτουν σκόπιμα από τους δημιουργούς κατασκευαστές τους σημαντικό βαθμό αισθητικού ενδιαφέροντος, που υπερβαίνουν την αισθητική σημασία των καθημερινών αντικειμένων, όπως αυτή ανέκαθεν αποτυπώνεται στα περισσότερα πολιτισμικά συστήματα των ανθρώπων. Τέτοια αυτοτελή έργα, και οι ανάλογες παραδόσεις που τα περιβάλλουν, ενδεχομένως να υπάρχουν και σε άλλους πιθανούς κόσμουςˑ ενίοτε έχουν μη αισθητικές ή τελετουργικές/ θρησκευτικές ή προπαγανδιστικές λειτουργίες και άλλες φορές όχι. Κατά παράδοση, τα έργα τέχνης διαθέτουν σκόπιμα από τους δημιουργούς τους ιδιότητες, αντιληπτικές συνήθως, που περιέχουν σημαντικό βαθμό αισθητικού ενδιαφέροντος. Από τα έργα τέχνης ορισμένα έχουν πολιτισμική ιδιαιτερότητα και κάποια άλλα είναι πιο συμπαντικά. Με αφετηρία τον προαναφερθέντα γενικό ορισμό θεωρούμε ότι τα εργαλεία που χρησιμοποίησαν οι δημιουργοί τους συνυφαίνονται σε μεγάλο βαθμό με την τεχνοτροπία του τελικού προϊόντος. Από την παλαιολιθική τέχνη της εποχής των σπηλαίων η επιλογή των εργαλείων σχεδιασμού, εγχάραξης και ζωγραφικής εξαρτάται κατά πολύ από τις «μηχανικές» ιδιότητες και τα μορφολογικά χαρακτηριστικά του τοίχου. Μπορεί να είναι λευκός ανθρακίτης με τραχιά επιφάνεια (σαγρέ) και διευκολύνει τον καλλιτέχνη να ζωγραφίσει, παρά να χαράξει. Σε άλλα σημεία η διάβρωση του ασβεστόλιθου μπορεί να έχει καταστήσει το τοίχωμα εύθρυπτο και έτσι η επιλογή του χαρακτικού εργαλείου να είναι αυτόματη σε σχέση με την χρήση πινέλου ή σπόγγου. Επικρατεί πλέον η άποψη ότι τα έργα δεν έγιναν σε πλήρες σκότος, αλλά ότι υπήρχε είδος φορητού φωτισμού (δάδες ή λαξεμένοι ασβεστόλιθοι που περιείχαν το υγρό καύσης). Ως προϊστορική τέχνη μπορούμε να χαρακτηρίσουμε πολλά πράγματα, από μεγάλιθους (megaliths, όπως στο Stonehenge της Ν. Αγγλίας) και μικρά λίθινα ειδώλια μέχρι τη ζωγραφική των σπηλαίων (Lascaux, ΝΔ Γαλλία) ή τα γεωγλυφικά (Nasca, Ν. Περού). Ο όρος «προϊστορική» σηματοδοτεί χρονολογικά ότι ο πολιτισμός που παρήγαγε την τέχνη δεν διέθετε γραπτή γλώσσα. Μιλώντας, ωστόσο, για την προϊστορική τέχνη, άθελά μας, κατασκευάζουμε μια ψευδαίσθηση ισότητας ανάμεσα σε αυτήν και στην τέχνη των πιο πρόσφατων ακόμη και των νεότερων χρόνων. Οι διατυπώσεις που χρησιμοποιούνται ευρέως στην τεχνοκριτική ορολογία υιοθετούνται αντιστοίχως και όταν προσεγγίζουμε ερμηνευτικά τις αρχαίες απεικονίσεις («αισθητικές νόρμες και αρχές», «το μήνυμα της τέχνης», «αντανάκλαση της του βίου», «σύνθεση», «πρόσληψη του ωραίου» κτλ), αλλά μας παρασύρουν και μας εκτοπίζουν από την κατανόηση του συγκεκριμένου χαρακτήρα της προϊστορικής τέχνης. Η χρωματική παλέτα των καλλιτεχνών του Lascaux, λ.χ., είναι περιορισμένη με κυρίαρχο το μαύρο και κάποιες θερμές αποχρώσεις σκούρου καφέ, ερυθρού και κίτρινου. Η θεματογραφία της είναι περιορισμένη σε τρεις ενότητες: ζώα (άλογα, ελάφια, αγριοκάτσικα, βίσωνες, αρκούδες, αιλουροειδή κτλ), ανθρωπόμορφες εικόνες (κυρίως σε Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 27/180
31 28 ιερά) και σήματα (βούλες, γραμμές, λωρίδες, τετραγωνικά και πενταγωνικά σχήματα κτλ). Δεν εντοπίζονται αναπαραστάσεις του έξω τοπίου, ούτε κάποια είδη χλωρίδας. Η τέχνη πλέον αποτελεί συγκεκριμένο πεδίο της κουλτούρας μας με όρια και εξειδίκευση που γίνεται σαφώς αντιληπτή από τους δημιουργούς και τους «χρήστες» της τέχνης, παρόλο που στο παρελθόν οι εν λόγω έννοιες ήσαν πιο ασαφείς. Κατά την αντίληψη του πρωτόγονου ανθρώπου η τέχνη δεν ξεχώριζε ως ειδική δραστηριότητα. Ορισμένοι μονάχα είχαν την ικανότητα να δημιουργούν απεικονίσεις, όπως και σήμερα. Σε αυτούς αποδίδονταν ορισμένες υπερφυσικές ιδιότητες, όπως αργότερα στους σαμάνους και στους σιδηρουργούς, που καταγίνονταν με την επεξεργασία των μετάλλων (Jacomy, 1995: 66). Ενδεχομένως, αυτό τους τοποθετούσε σε ειδικό κοινωνιακό πλαίσιο, αλλά δεν μπορούμε να έχουμε τεκμηριωμένη εικόνα. Ο τρόπος που άρχισε να γίνεται αντιληπτός ο ανεξάρτητος ρόλος της τέχνης στις διαφορετικές εκδοχές του στην κοινωνία εντοπίζεται στην ύστερη αρχαιότηταˑ συμφυρόταν για κάποιους αιώνες και δεν ολοκληρώθηκε εννοιολογικά νωρίτερα από την Αναγέννηση. Συνεπώς, μόνο αλληγορικά μπορούμε να μιλήσουμε περί πρωτόγονου «δημιουργικού έργου». Το σύνολο του πνευματικού βίου των πρωτόγονων ανθρώπων μετέβη σε ένα ενιαίο πολιτιστικό περιβάλλον, και όχι κατακερματισμένο σε ειδικές σφαίρες. Είναι μωροπιστία να δεχόμαστε ότι υπήρχαν καλλιτέχνες και θεατές στην πρωτόγονη τέχνη, όπως συμβαίνει στις μέρες μας, ή ότι όλοι οι άνθρωποι ήσαν καλλιτέχνες ερασιτέχνες και συγχρόνως θεατές. Ούτε η αντίληψη ότι οι ώρες της σχόλης γέμιζαν με είδη καλλιτεχνικής έκφρασης είναι αληθής. Εξάλλου η αντίληψη της έννοιας του χρόνου δεν υπήρχε ως έννοια ή ως μέγεθος, οπότε δεν διακρινόταν η «σχόλη», όπως την αντιλαμβανόμαστε τώρα, από την «εργασία». Ποια τέχνη θεωρείται προϊστορική; Μέχρι πρόσφατα σχετικά η μαρξιστική φιλοσοφία της ιστορίας θεωρούσε ως προϊστορική την τέχνη των πρωτόγονων κοινωνιών της Παλαιολιθικής, της Νεολιθικής και της Εποχής του Χαλκού. Αλλά η ανάπτυξη πολιτισμού ήταν άνιση. Όταν στις ευρω ασιατικές στέπες κυριαρχούσε μια πρωτόγονη οργάνωση, σχηματίζονταν στη Μεσόγειο, στη Μεσοποταμία, στην Κοιλάδα του Νείλου και σε άλλες περιοχές με πρόσφορες φυσικές συνθήκες οι αρχαϊκοί πολιτισμοί. Η ανισότητα του πολιτισμικού ρυθμού ανάπτυξης σε διαφορετικές περιόδους και σε διαφορετικές περιοχές απαιτεί κατάλληλα κριτήρια για να ταξινομήσουμε ευρηματικά μνημεία στην προϊστορική τέχνη ή, λόγου χάρη, στην κουλτούρα των πρώιμων πολιτισμών. Οι βασικές πτυχές του πολιτισμού, όπως η αστική κουλτούρα, η γραφή, οι τοιχογραφίες και τα επιτοίχια ανάγλυφα του δομημένου περιβάλλοντος και των λατρευτικών κτηρίων κτλ μπορούν να συγκροτήσουν ένα τέτοιο κριτήριο, αν και όχι εντελώς απόλυτο, επειδή τα απόλυτα κριτήρια δεν μπορούν να υπάρξουν στην ιστορία του πολιτισμού. Η κατάσταση εξακολουθεί να είναι ασαφής. Η Αίγυπτος της Πρώιμης ή της Ύστερης Βασιλείας υπήρχε υπό τις συνθήκες της Χαλκολιθικής, δηλαδή με εργαλεία λίθινα κατά βάση όπως στην προϊστορική κοινωνία. Παράλληλα, όμως, οι καλλιτεχνικές εκφάνσεις ήσαν λαμπρές και ποικίλες. Και πως άραγε να ταξινομήσουμε τις τοιχογραφίες σε καταλύματα και ιερά της πρωτο αστικής κουλτούρας όπως του Chatal Huyuk ή τα αγαλματίδια από την Ιεριχώ, το Khadgilar κτλ; Μπορούμε να θεωρήσουμε ως πρωτόγονη τέχνη την σκυθική ζωική τεχνοτροπία, που φέρει τα χαρακτηριστικά της Χαλκολιθικής (Aeneolithic) τέχνης της Νότιας Σιβηρίας, την επιρροή της ελληνικής τέχνης στην κορύφωση της αθηναϊκής δημοκρατίας και τις επιδράσεις της Περσίας την περίοδο των Αχαιμενιδών; Με ποιο κριτήριο να Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 28/180
32 29 αιτιολογήσουμε την τέχνη των Ερυθρόδερμων της Βορειοδυτικής ακτής των ΗΠΑ και του Καναδά, που είναι πράγματι αρκετά σύγχρονη, ή την τέχνη των πολυάριθμων ιθαγενών της Ασίας, της Αυστραλίας και της Λατινικής Αμερικής; Η ευρηματική τέχνη αυτών των λαών, αλλά και η τέχνη των αυτοχθόνων της Σιβηρίας, της Κεντρικής Ασίας και Ευρώπης διατηρούν πολλά στοιχεία και πολλές υφολογικές ιδιαιτερότητες της προϊστορικής τέχνης. Δεν θα ήταν κατά συνέπεια άτοπο να αποκαλέσουμε μια τέτοια τέχνη ως «ευρηματική λαϊκή τέχνη» (folklore). Η στενή διαντίδραση της προφορικής και της ευρηματικής παράδοσης καθώς και άλλων πτυχών της συμβολικής συμπεριφοράς, όπως ο χορός, η μίμηση, ο έμμετρος λόγος κτλ, στην προϊστορική τέχνη θεμελιώνεται σε κοινές φυσικές ψυχοσωματικές αρχές. Η γλώσσα και η εικόνα αποτελούν από την εμφάνιση του σύγχρονου ανθρώπου μέχρι σήμερα μέσα επίγνωσης και απεικόνισης του έξω κόσμου που λειτουργούν μεταξύ τους παραπληρωματικά. Εάν ο αλληλοσυμπληρωματικός κανόνας είναι υπαρκτός στις Ανθρωπιστικές επιστήμες με τον ίδιο τρόπο, όπως στην Φυσική, μπορεί να εφαρμοστεί και στην εξήγηση της διάδρασης του λογικού και φαντασιακού στοχασμού. Τα κύρια λαογραφικά χαρακτηριστικά είναι ορατά στην προϊστορική τέχνη. Είναι δύσκολο, λόγου χάρη, να διακρίνουμε τις ατομικές τεχνοτροπίες στις παλαιολιθικές ζωγραφιές και στα νεολιθικά πετρογλυφικά, παρόλο που φαίνεται καθαρά το ύφος της εποχής τους. Το ίδιο ισχύει και με τη λαογραφία. Η αρχαία ελληνική γραμματεία, εξαίσια καθώς ήταν, δεν συνιστά γραμματεία ή λογοτεχνία με την σύγχρονη σημασία της λέξης. Καθώς η λεκτική τέχνη του συγγραφέα εστιάζεται στους αναγνώστες και τυπώνεται γι αυτούς εμφανίστηκε μόλις την ελληνιστική εποχή και το ενδιαφέρον για τον συγγραφέα εμφανίστηκε ακόμη αργότερα. 5. Επισκόπηση της Αρχαιότητας Στα μεγάλα κέντρα εκείνα των περιοχών εμφανίστηκαν καινοφανείς οικονομικές και πολιτιστικές σχέσεις ή θεσμοί και επιτεύγματα, όπως πόλεις με μνημειακό, θρησκευτικό και διοικητικό κέντρο, με ιερατείο, με γραφή, με μνημειακή αρχιτεκτονική, με ειδικευμένους εργάτες, με μεταλλουργία, με μεγάλης κλίμακας εμπόριο κοκ. Το φαινόμενο δεν αποτελεί, βέβαια, κάποιο θαύμα που αποδίδεται στα πλεονεκτήματα του περιβάλλοντος ή του λαού που κατοικούσε εκεί. Το αίτιο αυτής της αλλαγής δεν σχετιζόταν με το περιβάλλον, αφού οι άνυδρες πεδιάδες της Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου δεν αποτελούσαν προνομιούχους τόπους. Η άρδευση, που επιτεύχθηκε με την υλοποίηση μεγάλων τεχνικών και δημόσιων έργων, υπό τον έλεγχο και την εποπτεία ενός αυστηρού διοικητικού συστήματος άλλαξε τη φυσιογνωμία αυτών των άγονων εκτάσεων γης και προσέφερε το οικονομικό υπόβαθρο της νέας τάξης πραγμάτων. Η αλλαγή δεν θα είχε πραγματοποιηθεί χωρίς τα τεράστια αποθέματα γεωργοκτηνοτροφικής παραγωγής. Τις προϋποθέσεις αυτής της μεταβολής τις είχε δημιουργήσει μια άλλη προγενέστερη επανάσταση (η παραγωγική την οποία ήδη αναφέραμε), και είχε ξεκινήσει στα περίχωρα της κεντρικής Μέσης Ανατολής πριν από το 8000 π.χ. Η νέα παραγωγική οικονομία έθεσε σε κίνηση ένα νέο μηχανισμό για την οργάνωση και την εξασφάλιση της γεωργοκτηνοτροφικής παραγωγής. Προώθησε έτσι νέους θεσμούς και νέες Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 29/180
33 30 ιδέες. Αυτή η αργόσυρτη και μακρά κοινωνική οικονομική προεργασία κατέστησε δυνατή (υπό προϋποθέσεις) την επίτευξη του επιπέδου της αστικοποιημένης ζωής (urban life). 38 Ο Πολιτισμός (Civilization) προέκυψε από τον πολιτισμό (culture). 39 Η σημασία της γραφής (ή κάποιου γραπτού γλωσσικού κώδικα) καθίσταται προφανής στην περίπτωση της τεκμηρίωσης των πολιτισμών. Έτσι, η Αίγυπτος με τις άφθονες επιγραφές που βρέθηκαν σε τάφους και σε λίθινες πλάκες ναών μπορεί να αναπαρασταθεί και αν ερμηνευθεί σαφέστερα σε σχέση με τη Μεσοποταμία. Οι επινοήσεις και οι κληρονομιές της παράδοσης των αρχαίων πολιτισμών δεν περιορίζονται μόνο σε τέτοιες τεχνικές προόδους, αλλά εγκαινίασαν και αρχιτεκτονικές καινοτομίες. Οι οικοδομικές τεχνικές των πολιτισμών εκείνων αξιοποίησαν τους πόρους που προσφέρονταν από το περιβάλλον τους και είχαν παράλληλη ανάπτυξη. Οι Αιγύπτιοι χρησιμοποίησαν υγρό γύψο για τις ολισθήσεις των ογκόλιθων που μετέφεραν, 40 και τους συναρμολογούσαν με συνδέσμους. 38 Οι δημιουργοί της Παραγωγικής Επανάστασης δεν ξεκίνησαν από το πουθενά. Ήταν οι ίδιοι φορείς των παραδόσεων της Εποχής του Λίθου και υπήρξαν συλλέκτες και κυνηγοί προτού γίνουν καλλιεργητές, γεωργοί και κτηνοτρόφοι. Πρβλ. Δ. Ρ. Θεοχάρης, 1981, όπ. παρ., σ Για το πρόβλημα «Πολιτισμός» υπάρχει τεράστια βιβλιογραφία. Για τον κοινωνικό προβληματισμό βασικό είναι το έργο του Bronislaw Μalinowski, 1944, A Scientific Theory of Culture and Other Essays, Univ. of North Carolina. Ιδιαίτερα χρήσιμα τα βιβλία του Gordon Childe, 1952, Social Evolution, και Graham Clark, 1937/1960, Archaeology and Society. Διαφωτιστικά για το ίδιο θέμα είναι τα εισαγωγικά κεφάλαια του έργου του Colin Renfrew, 1972, The Emergence of Civilisation: The Cyclades and the Aegean in The Third Millennium BC. London: Methuen. 40 Χρησιμοποιούσαν βέβαια μοχλούς και κεκλιμένα επίπεδα. Η μηχανική γνώρισε άνθιση με τους Έλληνες κατά τον 5 ο και 4 ο αι. οπότε αναπτύχθηκε η αρχιτεκτονική της λαξευτής πέτρας και τα επιβλητικά έργα που δημιούργησαν. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 30/180
34 31 Ωστόσο, η Αίγυπτος ανέπτυξε περισσότερο την ακτοπλοΐα για τις μεταφορικές και συγκοινωνιακές ανάγκες των πληθυσμών που βρίσκονταν κυρίως εγκατεστημένοι παρόχθια. 41 Αμφότεροι οι πολιτισμοί, πάντως, αξιοποίησαν τον σαντούφ, ένα σύστημα μεταφοράς ύδατος για αρδευτικούς σκοπούς των χωραφιών. Τον 7 ο αι. βρίσκουμε και μεγάλα υδραγωγεία. 42 Αυτές οι οικοδομικές τεχνικές παραδόθηκαν στους Έλληνες, κι έπειτα στους Ρωμαίους, που χρησιμοποίησαν πέτρες και ανυψωτικά μηχανήματα. Μάλιστα, οι Ρωμαίοι με το αμμοκονίαμά τους προώθησαν κατασκευαστικά τις γέφυρες και τα υδραγωγεία, που σώζονται και στις μέρες μας. Αυτή η ρωμαϊκή καινοτομία αποτελεί και τη σημαντική συμβολή τους, διότι προσέφερε τη δυνατότητα να στερεοποιούνται αποτελεσματικά τα οικοδομήματα και να κατασκευάζονται φθηνότερα και γρηγορότερα, εφόσον χρησιμοποιούνταν ακανόνιστα σε σχήμα και μικρότερα χαλίκια. Η πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας παρέσυρε στη λήθη του Μεσαίωνα αυτή την καινοτομική τεχνική. Το ρωμαϊκό σκυρόδεμα ξεπεράστηκε σαν επίτευγμα κατά τον 19 ο αι. με τα υδραυλικά τσιμέντα. Αναφέραμε την αξιοποίηση του Νείλου από τους Αιγύπτιους. Η κάθοδος του ποταμού με τις φελούκες ήταν εύκολη, αλλά η άνοδος ήταν δυσχερής: έπρεπε να κωπηλατήσεις σκληρά, να σε τραβήξουν με σκοινιά από την ακτή ή να διαθέτεις πανιά. 43 Πηγή Β. Jacomy, Η ανάγκη ανάπτυξης χερσαίων μεταφορών, κατά συνέπεια, ώθησε τους Σουμέριους της Μεσοποταμίας να ανακαλύψουν τον τροχό. 42 Το υδραγωγείο της Νινεβί 80 χλμ. διέσχιζε μια κοιλάδα μέσω γέφυρας πέντε τόξων, με μήκος 270 μ. και ύψος που έφτανε τα 9 μ. Βλ. Β. Jacomy, σελ Την αιολική βοήθεια για την πρόωση των σκαφών εξέλιξαν αποτελεσματικά οι Έλληνες. Η ναυσιπλοΐα των ακτών του Αιγαίου αποτελεί τον πρόγονο των δυτικών θαλάσσιων τεχνικών. Οι Ρωμαίοι τελειοποίησαν αυτές τις τεχνικές δανειζόμενοι στοιχεία και από τις παραδόσεις των Φοινίκων και των Κελτών. Πρβλ. Β. Jacomy, σελ. 63. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 31/180
35 32 Στον Μεσογειακό κόσμο, όπως είναι φυσικό, το νερό διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο. Οι ασσυριακές βαρκούλες έμοιαζαν πρωτόγονες σε σύγκριση με τις ποντοπόρες ρωμαϊκές γαλέρες. Η χωρητικότητα μεταφοράς ή η εμβέλεια δράσης και η ταχύτητα εκείνα των σκαφών ήταν εντυπωσιακή. Τα ποτάμια και οι θάλασσες, λοιπόν, υπήρξαν πρόσφορες επιφάνειες για τις μεταφορικές ανάγκες του μεσογειακού κόσμου, οπότε εύλογα προβάλλει και η σημασία των παράλιων αστικών συγκεντρώσεων. Η ανάδειξη των χερσαίων μεταφορών στη Μεσοποταμία αποτελεί μεν εξαίρεση και ερμηνεύεται χάρη στην ευνοϊκή μορφολογία του εδάφους, ωστόσο παρέμεινε στοιχειώδης. 44 Το άλογο προερχόμενο από τη Μεσοποταμία κατέκτησε το Μεσογειακό λεκανοπέδιο και έγινε το ζώο που τραβούσε τα «οχήματα». Ο άνθρωπος ιππέας του αλόγου εμφανίστηκε στα μέσα του 11 ου αι. και διένυσε άλλους έξι αιώνες μέχρι να αντικαταστήσει το στρωσίδι στη ράχη του αλόγου με μια σέλα. Ακόμη και σήμερα διακρίνονται οι γεωπολιτικές και γεωμορφολογικές «σημασίες» της σχέσης Μεσογείου Μέσης Ανατολής Μεσοποταμίας. Οι Ρωμαίοι διαμόρφωσαν εκτεταμένο αμαξιτό οδικό δίκτυο, που αποτελεί βασική υποδομή για την πολιτική, στρατιωτική και διοικητική διαχείριση μιας αχανούς αυτοκρατορίας. 45 Pocket Atlas, Philip publ. 2007: 36 Δεν είναι, όμως, μόνο οι μεταφορές και η οικοδομική που γνώρισαν ανάπτυξη κατά την Αρχαιότητα. Σπουδαίες υπήρξαν και οι εξελίξεις στην τεχνολογία των υλικών, που προϋπέθεταν τη χρήση φωτιάς. Στις τέχνες της φωτιάς οφείλει την γέννησή της η μεταλλουργία. Αναφερθήκαμε ήδη στη σημασία του σιδηρουργού και στον προμηθεϊκό μύθο. 44 Ούτε οι Αιγύπτιοι, ούτε οι Έλληνες και ελάχιστα οι Μινωίτες επιδόθηκαν σε κατασκευή οδικού δικτύου. Οι μικρού μήκους λιθόστρωτοι δρόμοι που εντοπίζονται προορίζονταν για θρησκευτικές τελετές. Η Ιερά Οδός που συνέδεε την Αθήνα με την Ελευσίνα είχε μια τέτοια χρήση (Ελευσίνια Μυστήρια.) 45 Οι αριθμοί είναι εντυπωσιακοί: χλμ. βασικών αρτηριών και χλμ. δευτερευουσών οδών. Το ρωμαϊκό οδόστρωμα παρουσίαζε υψηλό βαθμό ικανότητας για αντίσταση και ευκαμψία, που οφειλόταν στα επάλληλα στρώματα της δομής του. Βλ. B. Jacomy, σελ. 65. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 32/180
36 33 Ο αγγειοπλάστης είναι ο αρχαιότερος ειδικευμένος τεχνίτης και παρέδωσε τη σκυτάλη του στον σιδηρουργό. Αυτό αποτελεί την καταγωγική εξέλιξη και μια παράλληλη γραμμική αφήγηση των φάσεων του πολιτισμού, από τον Λίθο στον Πλίνθο και στο Μέταλλο. Μεσολάβησε η εμφάνιση του γυαλιού, που ήταν γνωστό από την 3 η χιλιετία στη Μεσοποταμία και στην Αίγυπτο, διότι διασώζονται γυάλινες χάντρες και γυάλινα κοσμήματα. 46 Η υαλουργία, λοιπόν, προηγείται της κεραμικής. Από την 6 η χιλιετία χρονολογούνται τα πρώτα κατασκευασμένα αγγεία από ψημένη γη. Όλοι οι παλαιοί πολιτισμοί χρησιμοποίησαν ευρέως στις καθημερινές ανάγκες τους τα προϊόντα της κεραμικής. Οι πρώτοι κεραμουργοί ανακάλυψαν πως στο καμίνι τους έλιωναν τα μεταλλεύματα του χαλκού και του χρυσού και μέσω της «διάχυσης» ανέλαβαν οι πρώτοι χαλκουργοί να κατασκευάσουν σφυρήλατα κοσμήματα. 47 Η μεταλλουργία του χαλκού (καθώς αναδυόταν η 3η χιλιετία) και του χρυσού είχε διαδοθεί σε πολλές περιοχές του αρχαίου κόσμου. Η ευκαμψία των μετάλλων αυτών δεν τα καθιστούσε κατάλληλα για εργαλεία και όπλα. Πρώτοι οι λαοί της Μεσοποταμίας αξιοποίησαν το κράμα χαλκού και κασσίτερου (τον ορείχαλκο ή μπρούτζο), κράμα που τελειοποίησαν και πάλι οι Ρωμαίοι και στα πνευστά όργανα που εμψύχωναν τους λεγεωνάριους στις μάχες. Από τη Μεσοποταμία η χρήση του πέρασε πρώτα στην Αίγυπτο και μετά στα μινωικά βασίλεια. Πρώιμο «γραπτό αγγείο» της Αρχαιότερης Νεολιθικής (Σέσκλο) Το πέρασμα στη μεταλλουργία του σιδήρου υπήρξε θεμελιώδες για την ιστορία του πολιτισμού, περιλαμβάνοντας σπουδαίες εξελίξεις στην πρόοδο της τεχνικής. 48 Η δυσκολία που έπρεπε να ξεπεραστεί ήταν η «αναγωγή» δια της οποίας το μετάλλευμα (μικτό υλικό) 46 Στη Συρία εμφανίστηκε πρώτη φορά το φυσητό γυαλί, αλλά το οδήγησαν σε υψηλό τεχνικό επίπεδο οι αριστοτέχνες Ρωμαίοι. Κατόρθωσαν να επιτύχουν όχι μόνο συνθήκες υψηλής θερμοκρασίας ( C) αλλά και επανάψυξης αποδίδοντας υλικό ημιδιαφανές και διάφανο σε μετέπειτα φάση. Τον 3 ο αι. το γυαλί (τζάμι) αντικατέστησε στα παράθυρα τις πλάκες από μαρμαρυγία, τα δέρματα, τα υφάσματα και τις σανίδες (στα μεγάλα κτήρια) Βλ. B. Jacomy, σελ Τα δυο εν λόγω μέταλλα παρουσίαζαν κοινές ιδιότητες και ήσαν αμφότερα προσιτά σε φυσική κατάσταση. Οι Αιγύπτιοι και οι Μεσοποτάμιοι γνώριζαν να χυτεύουν αυτά τα μέταλλα και να φτιάχνουν κοσμήματα, ενώ οι Κρήτες της Μινωικής εποχής και άλλες φυλές της Βαλκανικής τα κατεργάζονταν με σφυρηλασία. B. Jacomy, όπ. παρ. σελ Πιθανολογούμε ότι πρώτα χρησιμοποιήθηκε ο σίδηρος από τους μετεωρίτες που ράντιζαν τη γη και κατ ουσία επρόκειτο για αμιγή σίδηρο. Εννοείται πως η χρήση του ήταν περιορισμένη ένεκα των μικρών διαθέσιμων ποσοτήτων. Η καταγωγή του σιδήρου είναι «ουράνια» καθώς περιλαμβάνει στην ετυμολογία της τη λέξη sidus (άστρο στα λατινικά). Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 33/180
37 34 μετατρέπεται σε χρηστικό (καθαρό) μέταλλο. Στα νότια του Καυκάσου (στη σημερινή Αρμενία, βλ. χάρτη) βρίσκονταν εγκατεστημένοι οι Χάλυβες και αυτοί πρώτοι κατέκτησαν την «αναγωγή» των μεταλλευμάτων περί το 1500 π.χ. Οι κυρίαρχοι της περιοχής εκείνης Χετίτες αξιοποίησαν αυτή την τεχνική πρόοδο για να κατασκευάσουν σιδερένια όπλα για τον εξοπλισμό της κατακτητικής αυτοκρατορίας τους. Από τους Χετίτες ο σιδηρουργία μεταδόθηκε στους Δωριείς που επεκτάθηκαν στον ελλαδικό χώρο γύρω στα 1100 π.χ. 49 Σε σχέση με τον ορείχαλκο ο σίδηρος πλεονεκτεί σε δυο σημεία: είναι ελαφρύτερος και φθηνότερος. Ως ελαφρύτερος είναι πιο πρόσφορος στην κατασκευή εργαλείων για αγροτική χρήση (δρεπάνια, τσάπες κτλ.) Τα κοιτάσματά του είναι περισσότερα και έτσι είναι προσιτό υλικό που δεν χρειάζεται αναγωγή, άρα δεν έχει το ακριβότερο κόστος του μπρούτζου. Όπως συμβαίνει λοιπόν ανέκαθεν έτσι και με το σίδηρο, εξαιτίας της αποφασιστικής συμβολής του στην αναβάθμιση του μέχρι τότε τεχνικού συστήματος, οι τεχνίτες του οι σιδεράδες αναβαθμίστηκαν επίσης. 50 Αναδείχτηκαν σε εξειδικευμένους τεχνίτες με ιδιαίτερο επίπεδο τεχνογνωσίας. Στο κύλισμα του χρόνου, για πολλούς αιώνες, την ανακάλυψη της σιδηρουργίας δεν την ακολούθησαν σημαντικές καινοτομίες, παρά μόνο βελτιώσεις σε τεχνικές λεπτομέρειες. Η εμφάνιση της υψικαμίνου στο Μεσαίωνα προώθησε τη σιδηρουργία σε ένα «εκσυγχρονισμό» της. Για τα μεταλλεία της Αρχαιότητας (Ρωμαϊκή περίοδος και Μεσαίωνας) δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα. Τα σημαντικότερα γνωστά μεταλλεία βρίσκονται στην ΝΑ Αττική, στο Λαύριο. Εκεί μεταξύ 5 ου και 2 ου αι. οι Αθηναίοι εξόρυσσαν μόλυβδο και άργυρο Στη Μινωική Κρήτη ο σίδηρος είχε διαδοθεί έναν αιώνα νωρίτερα (περί το 1200 π.χ.) μέσω των θαλάσσιων συναλλαγών της με τους ανατολικούς λαούς. Ανάπτυξη στη σιδηρουργία γνώρισαν οι περιοχές με πλούσια δάση και ξυλεία (για καύσιμα στα καμίνια), οπότε λόγω έλλειψης σε τέτοιους πόρους η Αίγυπτος και η Μεσοποταμία δεν ακολούθησαν παράλληλα με τους άλλους λαούς αυτή την εξέλιξη. 50 Οι Έλληνες δεν θεωρούνται σπουδαίοι σιδηρουργοί. Χρησιμοποίησαν ωστόσο τον σίδηρο στην αρχιτεκτονική τους (στην οικοδομική, στις λιθοδομές.) 51 Τα πλούσια κοιτάσματα σε χρυσάφι που διέθεταν οι Αιγύπτιοι στα μεταλλεία τους τα αντλούσαν με στοιχειώδη μέσα και κοπιώδεις διαδικασίες, ενώ οι Έλληνες πραγματοποίησαν αξιοσημείωτη πρόοδο σε αυτό τον τομέα. Για τα μεταλλεία Λαυρίου υπάρχουν μελέτες αναλυτικές του αείμνηστου καθηγητή του Πολυτεχνείου Κωνσταντίνου Κονοφάγου, που συνδέουν μάλιστα τη σημασία της λειτουργίας των μεταλλείων αργύρου στη Λαυρεωτική με την θεσμική υπόσταση της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Βλ. Κωνσταντίνου Κονοφάγου, 1980, Το Αρχαίο Λαύριο, Αθήνα: ΕΜΠ, [στα γαλλικά το ίδιο έργο: Conophagos C. E., 1980, Le Laurium Antique] και το πιο πρόσφατο Κωνσταντίνου Κονοφάγου, 1997, Η Δημοκρατία της Αθήνας και οι παραχωρήσεις στους πολίτες της των μεταλλείων αργύρου της Λαυρεωτικής κατά τον 4 ο αι. π.χ. Αθήνα: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις ΕΜΠ. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 34/180
38 35 6. Συστημική προσέγγιση του αντικειμένου Από τα πρώτα βήματα της γεωργίας και τις πρώτες καλλιέργειες, ή από τα πρώτα βήματα της μεταλλουργίας μέχρι τις πιο πρόσφατες ανακαλύψεις, η ιστορία των τεχνικών αποτελεί μια αδιάκοπη αλυσίδα βημάτων. Σ αυτήν καθεμιά τεχνική εξελίσσεται στη βάση μιας προϋπάρχουσας κουλτούρας, επιφέροντας διαδοχικές και συσσωρευτικές καινοτομίες. Ας συγκρατήσουμε τον όρο «καινοτομία» (innovation) για όσες εφευρέσεις έφτασαν στo στάδιο ενός νέον προϊόντος, πού κατασκευάστηκε πραγματικά, ήταν βιώσιμο οικονομικά και παράχθηκε σε περισσότερα ή λιγότερα αντίτυπα. O Papin εφηύρε τη χύτρα ατμού και ο Seguin τον αυλακωτό λέβητα, όμως εκείνα που θα χαρακτηρίζαμε ως μεγάλες καινοτομίες είναι αφενός η ατμομηχανή του Watt και η ατμάμαξα του Trevithick. Φυσικά, τα όρια δεν είναι πάντοτε τόσο σαφή, εφόσον η πραγματικότητα εκτυλίσσεται πάντα πιο περίπλοκη απ όσο επιλέγει να την προσλαμβάνει ο νους μας. Η Ιστορία των Τεχνικών και των πολιτισμικών επιτευγμάτων μπορεί να παρουσιάζεται με μια θεώρηση ουσιαστικά χρονολογική, δηλαδή μέσω μιας αφήγησης γραμμικής. Πάντως, εμείς επιλέγουμε να την αντιλαμβανόμαστε μέσω μιας δυναμικής οπτικής, στο πλαίσιο της οποίας τα «αντικείμενα» εντάσσονται σε ένα σύνθετο σύστημα. Το «αντικείμενο», δηλαδή, εντάσσεται στην κομβική εστία ενός δικτύου σχέσεων (συστημική προσέγγιση) τις οποίες διατηρεί με το ιδιαίτερο περιβάλλον του. Δανειζόμαστε τις τέσσερις «οπτικές γωνίες» πού εισηγείται ο Υves Deforge (Υβ Ντεφόρζ), 52 όταν πρόκειται να εξετάσουμε ένα βιομηχανικό αντικείμενο. Κατ αρχάς το θεωρούμε ως προϊόν εντός ενός συστήματος παραγωγής. Όταν λόγου χάρη μελετάμε την Βιομηχανική Επανάσταση και την τεχνική της ήλωσης που αναπτύχθηκε στη διάρκειά της, οφείλουμε να εξετάσουμε τον τρόπο της εξέλιξης αυτής σε συνάρτηση με την 52 Yves Deforge, 1985, Technologie et Génétique de l objet industriel, Paris : Maloine. Προσφέρεται για τη μεθοδολογία της θεώρησης τεχνικών αντικειμένων στην προοπτική μιας γενετικής εξέλιξης της τεχνικής ή των τεχνικών. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 35/180
39 36 οργάνωση της εργασίας και με την «μηχανοποίηση» των επιμέρους εργασιών. Παράλληλα, θα εξετάσουμε τους οικονομικούς, τους κοινωνικούς ή τους εκπαιδευτικούς παράγοντες. Ως εμπόρευμα θα το εντάξουμε σε ένα σύστημα κατανάλωσης. Στο ίδιο σύστημα ιδεών θα διαπιστώσουμε ότι ορισμένα αντικείμενα, όπως ό οβελίσκος, δεν έχουν παρά μόνο συμβολική λειτουργία. Οι μηχανικές κατασκευές όπως ο νερόμυλος (η νορία) ή η καλτσομηχανή μπορούν, άλλωστε, να εκληφθούν ως στοιχεία ενός συστήματος χρήσεων, στο πλαίσιο του οποίου πειθαρχούν σε τυπικούς νόμους εξέλιξης, δηλαδή προσανατολίζονται προς την απλοποίηση τους, τη συγκεκριμενοποίησή τους, στην αυτοματοποίησή τους κοκ. Μπορούμε, εντέλει, να το εξετάσουμε το αντικείμενο ως «ον καθεαυτό», εφόσον τα αντικείμενα εξελίσσονται κατά γενεές, δηλαδή κατά σύνολα που απαρτίζονται από αντικείμενα του ίδιου τύπου, έχουν την ίδια χρήση και διέπονται από ίδιες αρχές λειτουργίας. Έτσι, με τα παραδείγματα της νορίας και του υδρόμυλου, διατρέχουμε τον τρόπο που ανιχνεύονται εν γένει όλες οι τεχνικές δυνατότητες για ένα συγκεκριμένο αντικείμενο, προτού να αναδυθεί και επικρατήσει ο πιο ανθεκτικός τύπος. 53 Συχνά συναντούμε ένα άλλο φαινόμενο: τον κορεσμό ενός δεδομένου τεχνικού γενεαλογικού κλάδου. Ως γενεαλογικός κλάδος ορίζεται το σύνολο των αντικειμένων, που έχουν την ίδια χρηστική λειτουργία και κατά συνέπεια μπορούν να ανήκουν σε πολλές γενεές Για την χρονολόγηση Στο γύρισμα της νέας χιλιετίας φαίνεται να υπάρχει μια εμμονή σχετικά με την διερεύνηση του παρελθόντος. Ίσως η μοναδική σημαντικότερη ανάπτυξη για την Αρχαιολογία στον 20 ο αι. προήλθε από την ανακάλυψη της ραδιοχρονολόγησης και της χρονολόγησης C 14 ειδικότερα. Το 1946 ο Willard Libby του Πανεπιστημίου του Σικάγο πρόβλεψε ότι όλα τα ζώντα φυτά και ζώα απορροφούν ένα ισότοπο από την ατμόσφαιρα, τον ασθενώς ραδιενεργό C 14. Η διαδικασία σταματά όταν τα φυτά ή τα ζώα πεθαίνουν και οι πυρήνες του C 14 αρχίσουν να αποσυντίθενται με ένα γνωστό ρυθμό χρόνου ημιζωής 5730 έτη. Οι 53 Από αυτές τις γενεές, πολλές εγκαταλείπονται, επειδή αδυνατούν να ευδοκιμήσουν στο δεδομένο τεχνικό σύστημα μιας κοινωνίας και μιας εποχής. Αυτό, ας πούμε, συμπυκνώνεται παραδειγματικά στην περίπτωση των ιπτάμενων μηχανών των μηχανικών της Αναγέννησης. Άλλες λησμονήθηκαν και άλλες αναβίωσαν μερικά χρόνια ή μερικούς αιώνες αργότερα (στον ελληνικό ή στον ισλαμικό κόσμο). Β. Jacomy, όπ. παρ. σελ Σύγχρονο τέτοιο παράδειγμα αποτελεί ο κλάδος των υπολογιστών ο οποίος τείνει προς τον κορεσμό, αναφορικά με τις επιδόσεις του, όπως η ταχύτητα, η χωρητικότητα, το μικροσκοπικό μέγεθος κτλ., και ότι στις περιπτώσεις αυτές είναι απαραίτητο να επιστρέψουμε σε μια τεχνική που για ένα διάστημα είχε εγκαταλειφθεί, ώστε να εξελιχθούμε. Έτσι, οι σημερινές έρευνες προσανατολίζονται προς τους υπολογιστές παράλληλης αρχιτεκτονικής. Ο Gille Bertrand χρησιμοποιεί αυτή την έννοια του κορεσμένου γενεαλογικού κλάδου στο σφαιρικότερο επίπεδο του τεχνικού συστήματος μιας εποχής και ενός συγκεκριμένου τύπου, αναφερόμενος σε συστήματα «σε αδιέξοδο». Τυπική περίπτωση είναι το κινεζικό τεχνικό σύστημα, πού έφτασε σε τέτοιο αδιέξοδο γύρω στον 15 ο αι. Βλ. Bertrand G., 1978, Histoire des techniques, Paris: Gallimard. Εδώ ο Μπερτράν προβαίνει σε μια διεπιστημονική προσέγγιση (πολιτικά, οικονομικά, τεχνικά κοκ) της ιστορίας των τεχνικών. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 36/180
40 37 μετρήσεις της υπόλοιπης ραδιενέργειας ενός δείγματος παρέχουν έτσι μια εκτίμηση της ηλικίας του δείγματος, υπό τον όρο ότι είναι λιγότερο από ετών. Ο Libby και οι συνάδελφοί του υπήρξαν οι πρώτοι που υπολόγισαν την ηλικία των αρχαιολογικών δειγμάτων κατ αυτόν τον τρόπο, μια εργασία για την οποία κέρδισε ο Libby το βραβείο Νόμπελ για τη Χημεία το Η Αρχαιολογία, λοιπόν, γίνεται όλο και περισσότερο δημοφιλής, γεγονός που απηχεί το μεγάλο αριθμό τηλεοπτικών προγραμμάτων και αναγνωσμάτων στις εφημερίδες σχετικά με αυτό το θέμα. Αυτή η γοητεία της προσπάθειας ν ανακαλύψουμε πώς ο ανθρώπινος χαρακτήρας έχει εξελιχθεί από την προ ανθρώπινη προέλευση μέχρι το πρόσφατο παρελθόν είναι κατανοητή. Μελετώντας το παρελθόν ικανοποιούμε «την ανάγκη μας να ξέρουμε». Κερδίζουμε επίσης μια μεγαλύτερη αίσθηση της ταυτότητας και μιας προοπτικής υπό το πρίσμα των οποίων ατενίζουμε το μέλλον και κάνουμε σχέδια γι αυτό. Μέσω αυτών των μεθόδων επιτυγχάνεται, με αρκετή ασφάλεια, η απόλυτη χρονολόγηση της Προϊστορίας και ιδιαίτερα εκείνων των εποχών πού αμεσότερα ενδιαφέρουν την Αρχαιολογία, την Ανθρωπολογία και την Ιστορία του Πολιτισμού. Πρόκειται για μια χρονολόγηση που δεν περιορίζεται στα αρχαιολογικά ή άλλα δεδομένα ούτε στηρίζεται σε υποθέσεις ή πολιτιστικές συγκρίσεις. Αυτή η χρονολόγηση είναι αυστηρά επιστημονική θεμελιωμένη σε μαθηματικούς τύπους. Από αυτές τις μεθόδους η Προϊστορική Αρχαιολογία ενδιαφέρεται για όσες αποβλέπουν στο σχετικά πρόσφατο προϊστορικό παρελθόν: Η Δενδροχρονολόγηση (Dendrochronology) θεωρείται ασφαλέστερη από όλες, ωστόσο τα όριά της είναι πολύ περιορισμένα, και για την ώρα τουλάχιστον δεν ξεπερνούν την 5η χιλιετία π.χ. 55 Αντίθετα, η Ραδιοχρονολόγηση (Radiocarbon Dating ή και C 14 Chronology), 56 η οποία είναι ευρύτερα γνωστή αλλά συνάμα και αμφισβητούμενη σε μεγάλο βαθμό μπορεί να προεκταθεί χρονολογικά μέχρι τα χρόνια. 57 Τούτη η μέθοδος, ακολουθώντας ένα σύστημα «εμπειρικής», ας την πούμε, χρονολόγησης, άρχισε να εφαρμόζεται στον τομέα της αρχαιολογικής έρευνας εδώ και μισό αιώνα, προσδιόρισε χρονολογίες πολύ υψηλότερες από εκείνες πού άλλοτε αποδέχονταν οι μελετητές. H δραστική αναθεώρηση του παλαιού χρονολογικού συστήματος (πάνω στο οποίο είχαν στηριχτεί συσχετισμοί και συγκρίσεις ή θεωρίες για τη διάδοση του πολιτισμού) ήταν επόμενο να προκαλέσει κάποια αναστάτωση Πιο πρόσφατα, ένας συνδυασμός ραδιοχρονολόγησης, με μαθηματικά πρότυπα και μετρήσεις δένδροδακτυλίων, έχει χρησιμοποιηθεί για να χρονολογήσει τον περίεργο κύκλο σε μια παραλία του Norfolk, μεταξύ του Απριλίου και του Ιουνίου του 2049 π.χ. ακριβώς! 56 Για μια «τεχνική» βιβλιογραφία στο ζήτημα των μεθόδων χρονολόγησης βλ.: Bronk Ramsey, C Radiocarbon calibration and analysis of stratigraphy: the OxCal program, Radiocarbon 37: Kromer, B., S. W. Manning, P. I. Kuniholm, M. W. Newton, M. Spurk & I. Levin Regional 14CO 2 offsets in the troposphere: magnitude, mechanisms, and consequences. Science 294: Kuniholm, P. I The Prehistoric Aegean: Dendrochronological Progress as of 1995, Acta Archaeologica 67: Kuniholm P. I., S. L. Tarter, M. W. Newton & C.B. Griggs Preliminary report on dendrochronological investigations at Porsuk/Ulukisla, Turkey Syria 69: Manning, S. W., B. Kromer, P. I. Kuniholm & M. W. Newton Anatolian tree rings and a new chronology for the east Mediterranean Bronze Iron Ages, Science 294: Stuiver, M., P. J. Reimer, E. Bard, J. W. Beck, G. S. Burr, K. A. Hughen, B. Kromer, G. McCormac, J. van der Plicht & M. Spurk INTCAL98 radiocarbon age calibration, 24,000 0 cal BP, Radiocarbon 40: Καλύπτει δηλαδή το πιο καίριο τμήμα της ανθρώπινης Προϊστορίας. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 37/180
41 Αρχαιολογία και χρονολόγηση Η Αρχαιολογία έχει αναπτυχθεί σε μια ακμάζουσα επαγγελματική ενασχόληση, που υποβοηθείται αρκετά από τις θετικές επιστήμες. Η «Αρχαιολογική Επιστήμη» έχει αναδειχθεί σε ένα πλήρως αναγνωρισμένο διεπιστημονικό αντικείμενο, με την υποστήριξη ακαδημαϊκών περιοδικών και Πανεπιστημιακών τμημάτων. Όλες οι σημαντικότερες επιστήμες έχουν μια συμβολή, θα μπορούσαμε εξίσου καλά να αποδώσουμε έμφαση στο ρόλο που παίζει η Μοριακή Βιολογία, η Βοτανική, η Γεωχημεία, η Φυσική Ανθρωπολογία και η Αστρονομία. Μαζί με αυτές τις επιστήμες, η Φυσική διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στη χρονολόγηση των αντικειμένων και στην ανακάλυψη των νέων αρχαιολογικών περιοχών. 59 Η τεχνική αυτή συνεχίζει την προσπάθειά της να ρίξει φως στη διατροφή και τον τρόπο ζωής των προγόνων μας. Εν τω μεταξύ οι αρχαιολόγοι έχουν ανακαλύψει πρόσφατα τα υπολείμματα του μεγαλύτερου ξύλινου ναού στο Ηνωμένο Βασίλειο, με την ανίχνευση μικροσκοπικών μεταβολών στο γήινο μαγνητικό πεδίο, παρά με το σκάψιμο. Ο αντίκτυπος τέτοιων τεχνικών στην Αρχαιολογία, δεν πρέπει λοιπόν καθόλου να υποτιμηθεί. Θεωρητικά, καμιά χρονολογία δεν μπορεί να είναι απόλυτη στην Προϊστορία, εφόσον δεν υπάρχουν «ιστορικά» γεγονότα και πρόσωπα. Αλλά αυτή η αρχή, η οποία φαίνεται να εκμηδενίζει τις δυνατότητες χρονολόγησης του ανθρώπινου παρελθόντος πέρα από το 3000 π.χ., δεν είναι και αυτή απόλυτη. Οι φυσικοί επιστήμονες επιδόθηκαν σ έναν επικό αγώνα για να δαμάσουν το χρόνο οι προσπάθειές τους για τη χρονολόγηση των 58 H επίμονη όσο και αστήριχτη επιστημονικά πίστη για την πρωιμότητα του πολιτισμού στην Αίγυπτο (απόστολος της θεωρίας ο Λόρδος Εdwin Smith), επηρέασε για μεγάλο διάστημα και τη χρονική αποτίμηση της ελληνικής Προϊστορίας. Πηγή: Οι όψεις vi & vii του ιατρικού πάπυρου του Edwin Smith, που σήμερα εκτίθεται στο Rare Book Room, στην Ιατρική Ακαδημία της Νέας Υόρκης. Για να μην ξεπεραστεί το όριο του 3000 π.χ. (δηλαδή η έναρξη των ιστορικών δυναστειών της Αιγύπτου), έπρεπε να συμπτυχθούν οι φάσεις της εξέλιξης στην Ελλάδα έτσι, ή αρχή του «Πολιτισμού του Σέσκλου» μόλις ανέβαινε πάνω από το 3000 π.χ., ενώ ή ραδιοχρονολόγηση δίνει κατά δύο χιλιετίες πιο ψηλή χρονολόγηση. 59 Μια φημισμένη εφαρμογή αυτής της τεχνολογίας, δηλαδή της χρονολόγησης με ραδιοϊσότοπα, το 1989, απέδειξε ότι το ύφασμα του σαβάνου του Τορίνο ήταν μεσαιωνικό και χρονολογήθηκε μεταξύ 1220 και 1280 μ.χ, και όχι από τον καιρό του Χριστού Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 38/180
42 39 Γεωλογικών Αιώνων, ιδιαίτερα του Πλειστοκαίνου (3 εκατομμύρια έως χρόνια), 60 απέδωσαν εντέλει μια σειρά μεθόδων Χρονολόγηση με άνθρακα 14 (C 14 ) Η χρονολόγηση με άνθρακα είναι κυρίαρχη μέθοδος στη Γεωλογία και την Αρχαιολογία, αλλά μια τεράστια αύξηση που ανακαλύφθηκε στην ποσότητα του C 14 της ατμόσφαιρας, που συνέβη μεταξύ και χρόνια πριν, ρίχνει μια σκιά αμφιβολίας στον βιολογικό κύκλο του άνθρακα, ο οποίος και αποτελεί τη βάση της μεθόδου. Οι ζωντανοί οργανισμοί και μερικοί γεωλογικοί σχηματισμοί απορροφούν C 12, που είναι σταθερός, καθώς και ραδιενεργό C 14. Αμφότεροι βρίσκονται στην ατμόσφαιρα σε τελείως καθορισμένη και σταθερή, όπως υποθέταμε μέχρι τώρα, αναλογία. Αυτό αποτελεί μέρος του κύκλου του άνθρακα, δηλαδή της ανακύκλωσης του άνθρακα στους ωκεανούς, την ατμόσφαιρα, τα φυτά και τα ζώα. Οι επιστήμονες χρησιμοποιούν τη μέθοδο χρονολόγησης με άνθρακα, για να βρουν πότε κάποιο αντικείμενο έπαψε ν απορροφά άνθρακα, και συνεπώς, αν ήταν οργανικό, πότε έπαψε να ζει. 61 Ο επικεφαλής μιας ερευνητικής ομάδας του Πανεπιστημίου της Αριζόνα ισχυρίζεται ότι η αναλογία του σταθερού και του ραδιενεργού άνθρακα στην ατμόσφαιρα μπορεί να έχει αλλάξει δραματικά κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων, διατυπώνοντας ερωτηματικά για την ακρίβεια της μεθόδου χρονολόγησης πολύ παλαιών αντικειμένων. 62 Οι γαλαξιακής προέλευσης κοσμικές ακτίνες δημιουργούν το μεγαλύτερο ποσοστό του C 14 στην ατμόσφαιρά μας, ενώ οι ηλιακές κοσμικές ακτίνες δημιουργούν μικρότερο ποσοστό. Η Γη είναι εν μέρει θωρακισμένη από τις γαλαξιακές κοσμικές ακτίνες με το μαγνητικό της πεδίο και το ηλιακό μαγνητικό πεδίο το οποίο κυμαίνεται ακολουθώντας τον ηλιακό κύκλο. Ωστόσο, αυτά τα φαινόμενα είναι προβλέψιμα και θεωρούμε ότι έχουν 60 Το Πλειστόκαινο (Pleistocene) ή αλλιώς προτελευταία γεωλογική περίοδος (διότι η τελευταία πού διανύουμε τώρα είναι το Ολόκαινο), τοποθετείται χρονικά μεταξύ χρόνια πριν από την εποχή μας. Αν όμως συνυπολογιστεί και το λεγόμενο «βασικό» Πλειστόκαινο, τότε η αρχή του φτάνει ίσως στα χρόνια. Πλειστόκαινο και Ολόκαινο μαζί αποτελούν τον «Τεταρτογενή αιώνα», βλ. Δ. Θεοχάρης, 1976: Αυτό επιτυγχάνεται μετρώντας πόσος C 14 που έχει χρόνο ημιζωής 5730 χρόνια έχει διασπαστεί. Άλλα ραδιενεργά ισότοπα με πιο μακροχρόνιες ημιζωές, όπως το κάλιο 40 (που διασπάται σε αργό 40) και το ουράνιο 238 (που διασπάται σε θόριο 230) επεκτείνουν τη ραδιομετρική χρονολόγηση, αρκετά πέρα από τα έτη με τη μέτρηση της συγκέντρωσης των προϊόντων της διάσπασης. Τέτοιες μέθοδοι έχουν αποδειχθεί ζωτικής σημασίας στην έρευνα της εξέλιξης των πρώτων ανθρώπων και την ακόλουθη αποίκιση της Ευρασίας κατά τη διάρκεια των τελευταίων 2 εκατομμυρίων ετών. 62 Ο Beck και οι συνεργάτες του πήραν φέτες από ένα σταλαγμίτη μήκους ενός μέτρου που αναπτύχθηκε μεταξύ στην περίοδο πριν από έως χρόνια σ ένα σπήλαιο στις Μπαχάμες. Οι σταλαγμίτες είναι ιζήματα ανθρακικού ασβεστίου που αποθέτονται, όταν το διοξείδιο του άνθρακα εξατμίζεται από τα νερά εντός των σπηλαίων. Βρήκαν λοιπόν ότι οι συγκεντρώσεις του διοξειδίου του άνθρακα εκείνη την περίοδο ήταν διπλάσιες από τις σημερινές. Οι σύγχρονες καταγραφές των επιπέδων του άνθρακα 14 κάλυπταν μόνο την περίοδο των τελευταίων ετών και η ανακάλυψη αυτή επεκτείνει τα όρια των καταγραφών κατά χρόνια πίσω. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 39/180
43 40 αλλάξει ελάχιστα κατά τα τελευταία χρόνια, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορούν να εξηγήσουν την αύξηση των επιπέδων του C 14 εκείνης της περιόδου. 63 Η ίδια ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου της Αριζόνα συμπεραίνει πως είτε συνέβη ένα άλμα στην ροή της κοσμικής ακτινοβολίας είτε συνέβη μια θεμελιώδης μεταβολή στον κύκλο του άνθρακα και παράχθηκε αυτή η ξαφνική αύξηση του C Μετά από μια περίοδο αμφισβητήσεων και μιας πολεμικής που εν μέρει αναδύεται από καιρού εις καιρό η πλειονότητα των ερευνητών έχει υιοθετήσει τις ραδιοχρονολογίες και πιστεύει πως «η παλαιά μέθοδος της κατ εικασία χρονολόγησης δεν είναι πλέον αποδεκτή στην επιστημονική αρχαιολογία». 65 Είναι αυτονόητο ότι για τη χρονολόγηση της ελλαδικής Νεολιθικής ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται στη σειρά των ραδιοχρονολογήσεων από την πιο γνωστή και την πιο σπουδαία νεολιθική θέση της Ελλάδας, το Σέσκλο Συνδυασμός και άλλων τεχνικών χρονολόγησης Προς το τέλος της δεκαετίας του 70 οι αρχαιολόγοι στράφηκαν στη φασματογραφία μαζών με χρήση επιταχυντών (AMS) μια τεχνική καλά γνωστή στη πυρηνική φυσική για να βελτιώσουν τη χρονολόγηση με C Ενδείξεις που έχουμε από ευρήματα στον Βόρειο Ατλαντικό δείχνουν ότι το μαγνητικό πεδίο της γης μπορεί να γνώρισε μια μείωση γύρω στα χιλιάδες χρόνια πριν, αλλά αυτή θα μπορούσε να είναι υπεύθυνη στην πιο ευνοϊκή περίπτωση για την μισή μόνο από την παρατηρηθείσα αύξηση της συγκέντρωσης του C 14. Πρβλ. άρθρο των Andrew David και Neil Linford, αρχαιολόγων στο English Heritage Centre for Archaeology, Fort Cumberland, Fort Cumberland Road, Eastney, Portsmouth PO4 9LD, UK στην ιστοθέση: 64 Η ομάδα εικάζει ότι ένα κύμα ύλης από κάποιον supernova θα μπορούσε να γεννήσει έναν κατακλυσμό κοσμικών ακτίνων. Μια ασθενέστερη κυκλοφορία των ωκεανών, οι οποίοι είναι και η κύρια αποθήκη άνθρακα στη Γη, θα μπορούσε επίσης να εξηγήσει την περίσσεια του C 14. Αν ο C 14 μεταφέρεται πιο αργά από την επιφάνεια προς το βυθό των ωκεανών, εξηγεί ο ίδιος, η ποσότητα του C 14 στην ατμόσφαιρα θα αυξηθεί. Η ανακάλυψη έχει επίσης επιπτώσεις στην κατανόησή μας για το περιβάλλον ως σύνολο. Θα πρέπει να την θεωρήσουμε ως μια προειδοποίηση ότι η αλλαγή του κλίματος μπορεί να επηρεάσει τον κύκλο του άνθρακα κατά τρόπο που δεν υποψιαζόμαστε πριν. Βλ. στην ίδια ιστοθέση. 65 Βλ. Mellaart J., 1970, Excavations at Hacilar, British Institute of Archaeology, Ankara, Edinburgh. Αυτή την άποψη του Mellaart αποδέχεται και ο Θεοχάρης με ορισμένες επιφυλάξεις: «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ραδιοχρονολόγηση είναι μια επιστημονική μέθοδος και δεν μπορεί να κριθεί ή να επικριθεί από αρχαιολόγους. Αλλά φαίνεται ότι είναι ακόμη ατελής, αν κρίνουμε από μερικές αντιφάσεις, καμιά φορά και μεγάλες διαφορές από το ένα εργαστήριο στο άλλο, ή «παράλογες» χρονολογίες στο ίδιο το εργαστήριο για το ίδιο δείγμα. Για τις ανωμαλίες αυτές ίσως δεν είναι υπεύθυνη η μέθοδος, αλλά ό τρόπος με τον οποίο συλλέγονται τα δείγματα. Εντούτοις, πριν από λίγα χρόνια αποδείχθηκε ότι οι ραδιοχρονολογίες δεν αποδίδουν ημερολογιακά έτη, άλλα «ραδιοχρονολογικά» ή συμβατικά (Conventional C 14 years). H σύγκριση δηλαδή των ραδιοχρονολογιών με τα πορίσματα της δενδροχρονολογίας όπου ήταν δυνατή απέδειξε ότι οι πρώτες είναι κατά πολύ χαμηλότερες από τις πραγματικές τιμές πού δίνει η δεύτερη μέθοδος. Γύρω στο 1500 π.χ. η διαφορά είναι μικρή, αλλά στο 4500 π.χ. περίπου γίνεται 800 χρόνια, και πιο πάνω μεγαλώνει ακόμη περισσότερο. Εξάλλου, στην αρχή της Μεταπαγετώδους περιόδου (περίπου χρόνια πριν) η διαφορά μειώνεται πολύ ή ίσως μηδενίζεται. Αυτό σημαίνει ότι οι αρχές στις όποιες στηρίχτηκε η μέθοδος ήταν ως ένα σημείο εσφαλμένες: η περιεκτικότητα, δηλαδή, της ατμόσφαιρας κατά το παρελθόν σε ραδιενεργό άνθρακα (C 14 ) δεν ήταν σταθερή, όπως πίστευε ό πρώτος θεωρητικός της μεθόδου, ο Libby, αλλά ανώμαλα ποικίλη κατά περιόδους. Έτσι τώρα έχουμε δύο ραδιοχρονολογίες: μία «συμβατική», πού δίνουν τα εργαστήρια, και άλλη αναθεωρημένη σύμφωνα με τα δεδομένα της δενδροχρονολογίας (dendrochronologically calibrated date) «αληθινή» ηλικία, όπως τη χαρακτηρίζουν τελευταία». Θεοχάρης, Δ. 1976: 164 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 40/180
44 41 Στο AMS το δείγμα μετατρέπεται αρχικά σε γραφίτη και βομβαρδίζεται έπειτα από ιόντα καισίου, το οποίο αναγκάζει τα ιόντα του άνθρακα να απελευθερωθούν. Τα ιόντα του άνθρακα επιταχύνονται έπειτα σε υψηλές ταχύτητες και περνούν μέσα από ένα μαγνητικό πεδίο, το οποίο τα εκτρέπει κατά μια γωνία που είναι ανάλογη με το ατομικό βάρος τους. Αυτό σημαίνει ότι τα ισότοπα, C 14, C 13 και C 12 μπορούν να ανιχνευθούν ξεχωριστά. Eπειδή με τη μέθοδο αυτή μπορούν να μετρηθούν τα μεμονωμένα άτομα C 14, η μέθοδος AMS επιτρέπει σε πολύ μικρότερα δείγματα να αναλυθούν από ότι ήταν προηγουμένως δυνατόν. Αυτό σημαίνει ότι μικροσκοπικά στοιχεία όπως οι μεμονωμένοι σπόροι μπορούν να χρονολογηθούν. Εν τω μεταξύ η χρονολόγηση πολύτιμων αντικειμένων, μπορεί να επιτευχθεί με την αφαίρεση μικρών δειγμάτων χωρίς σημαντική ή προφανή ζημία. Ένα πιο πεζό και πρόσφατο παράδειγμα με χρονολόγηση με AMS, έχει δείξει ότι τα απορρίμματα απανθρακωμένης οργανικής ύλης που ανακτήθηκε από ένα κοίλωμα που ανασκάφθηκε κοντά την Οξφόρδη, είναι τα πιο πρώιμα παραδείγματα ψημένου ψωμιού στο Ηνωμένο Βασίλειο. Έφτιαχναν άραγε οι πρόγονοί μας tost μεταξύ π.χ.; Πειράματα με ακόμα μεγαλύτερη ευαισθησία χρησιμοποίησαν το AMS για να χρονολογήσουν τις μεμονωμένες κέρινες και ελαιούχες ενώσεις που συντηρούνται σε προϊστορικά δοχεία. Τα αποτελέσματα θα παράσχουν πληροφορίες και για τη διατροφή και για τη χρονολογία των προγόνων μας. Άλλες μέθοδοι χρονολόγησης που εξαρτώνται έμμεσα από τη ραδιενέργεια είναι η χρονολόγηση με «θερμοφωταύγεια» και ο «συντονισμός του ηλεκτρονικού spin». Η χρονολόγηση θερμοφωταύγειας στηρίζεται στη μέτρηση της ενέργειας των ηλεκτρονίων που είναι παγιδευμένα στη κρυσταλλική δομή του αρχαιολογικού αντικειμένου. Αυτά τα ηλεκτρόνια έχουν εγκαταλείψει τα άτομα τους με την ακτινοβολία που έχουν δεχθεί από τα ραδιενεργά στοιχεία στο δείγμα, ή στο περιβάλλον του δείγματος, και έχουν παγιδευτεί ύστερα στις ατέλειες του δικτυωτού πλέγματος του κρυστάλλου. Τα ηλεκτρόνια απελευθερώνονται από τις παγίδες, με τη θέρμανση του δείγματος παραδείγματος χάριν όταν ένα δοχείο μπαίνει στη φωτιά ή όταν μια τσακμακόπετρα ανάβει ή και με την έκθεση στο φως. Με άλλα λόγια, η θέρμανση επαναφέρει το «ρολόι θερμοφωταύγειας» στο μηδέν. Ο αριθμός παγιδευμένων ηλεκτρονίων συναθροίζεται με ρυθμό που ελέγχεται από την τοπική πηγή ακτινοβολίας. Προκειμένου να χρονολογηθεί το αντικείμενο, το δείγμα αρχικά θερμαίνεται εκ νέου και η ενέργεια ηλεκτρονίων καθορίζεται με τη μέτρηση του φωτός που εκπέμπεται, όταν συνδυάζονται εκ νέου τα ηλεκτρόνια με τα αποκαλούμενα κέντρα φωταύγειας στον κρύσταλλο. Εάν το τοπικό επίπεδο της ακτινοβολίας από το δείγμα και το περιβάλλον στα οποία θάφτηκε είναι γνωστό, η αντίστοιχη συσσωρευμένη θερμοφωταύγεια, μπορεί να παράσχει μια εκτίμηση της ηλικίας του αντικειμένου δεδομένου ότι το «ρολόι» τέθηκε στο μηδέν. Αν και λιγότερο ακριβής από την χρονολόγηση με C 14, η θερμοφωταύγεια μπορεί να βοηθήσει στην χρονολόγηση υλικών που θερμαίνονται όπως τα κεραμικά, η τσακμακόπετρα και μερικά βιομηχανικά προϊόντα. Η μέθοδος υπερβαίνει σημαντικά το όριο των ετών της χρονολόγησης με C 14. Στη μέθοδο συντονισμού του spin των ηλεκτρονίων η παρουσία παγιδευμένης ενέργειας σε ένα δείγμα μετριέται από την απόκριση της στην υψηλής συχνότητας ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, με την παρουσία ενός μαγνητικού πεδίου. Αυτή η μέθοδος είναι χρήσιμη για τα υλικά, όπως το σμάλτο δοντιών, το οποίο αποσυντίθεται εάν Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 41/180
45 42 θερμανθεί. Ο συντονισμός του spin των ηλεκτρονίων έχει αποδειχθεί πολύτιμος για τη χρονολόγηση των υπολειμμάτων ανθρωποειδούς στη Μέση Ανατολή, στην κρίσιμη περίοδο όταν ο Νεάντερταλ και ο σύγχρονος άνθρωπος συνυπήρχαν περίπου χρόνια πριν. 66 Κατά διαστήματα η πολικότητα του Γήινου μαγνητικού πεδίου έχει αντιστραφεί. Η υπογραφή τέτοιων αντιστροφών έχει καταγραφεί σε ορισμένους τύπους ιζηματογενών και ηφαιστειακών βράχων. Ο Παλαιομαγνητισμός έχει χρησιμοποιηθεί μέχρι σήμερα σε απολιθωμένα υπολείμματα των πιο πρόωρων ειδών σχετικών με τα ανθρώπινα όντα. 67 Η χρονολόγηση επιτρέπει την παρακολούθηση των μνημονικών ιχνών του ανθρώπου. Ας αναφερθούμε λοιπόν στη μνήμη. 66 Το γήινο μαγνητικό πεδίο διαδραματίζει ποικίλους ρόλους στην αρχαιολογική επιστήμη, ένας από τους οποίους είναι η «αρχαιομαγνητική χρονολόγηση». Αυτό εξαρτάται από τη σφραγίδα του γήινου περιβαλλοντικού μαγνητικού πεδίου στα μαγνητικά υλικά όπως ψύχθηκαν κάτω από τη θερμοκρασία Curie τους. 67 Το 1998, παραδείγματος χάριν, χρησιμοποιήθηκε για να χρονολογήσει έναν πλήρη σκελετό ανθρωποειδούς που βρέθηκε στο Sterkfontein στη Νότια Αφρική. Οι μετρήσεις αποκάλυψαν ότι τα υπολείμματα χρονολογούνταν μεταξύ 3,22 και 3,58 εκατομμυρίων ετών εξαιτίας της θέσης τους μεταξύ των στρωμάτων του βράχου, για τα οποία γνωρίζαμε τις αντιστροφές πολικότητας που είχαν υποστεί. Όπ. Παρ. στην ίδια ιστοθέση. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 42/180
46 43 8. Ο Πολιτισμικός Σχετικισμός Η ηθικότητα διαφέρει σε κάθε κοινωνία και είναι ένας βολικός όρος για τα κοινωνικώς χρηστά ήθη Ρουθ Μπένεντικτ, Patterns of Culture, 1934 Η επιχειρηματολογία του Πολιτισμικού Σχετικισμού (cultural relativism) διδάσκει ότι οι διαφορετικοί πολιτισμοί έχουν απλώς διαφορετικούς ηθικούς κώδικες όχι καλύτερους και ανώτερους ή χειρότερους και κατώτερους. Ο Tζέιμς Ρέιτσελ, 68 από σύγγραμμα του οποίου μεταφράσαμε το παρακάτω κεφάλαιο, ξεκινάει και ολοκληρώνει το συλλογισμό του με αναφορά στις Ιστορίες του Ηρόδοτου. Οι διαφορές μεταξύ των διαφόρων πολιτισμών είναι αξιοσημείωτες. Οι παραδεκτοί τρόποι συμπεριφοράς διαφέρουν πολύ από τον έναν πολιτισμό στον άλλον, αντιδιαστελλόμενοι συχνά ριζικά προς αυτούς που τα μέλη των δυτικών κοινωνιών θεωρούν «κανονικούς». Για παράδειγμα, στη σύγχρονη Δύση, θεωρούμε την παιδοκτονία από προμελέτη ως ένα από τα χειρότερα εγκλήματα. Στην παραδοσιακή, όμως, Κίνα στραγγάλιζαν συχνά τα νεογέννητα κορίτσια, διότι τα θεωρούσαν βάρος παρά πλεονέκτημα για την οικογένεια. Στην Δύση τρώμε στρείδια, αλλά δεν τρώμε γατάκια ή κουτάβια, που θεωρούνται και τα δύο ωραίοι μεζέδες σε μερικά μέρη του κόσμου. Οι Εβραίοι δεν τρώνε χοιρινό, ενώ οι Ινδοί τρώνε χοιρινό, αλλά αποφεύγουν το βοδινό. Οι Δυτικοί θεωρούν το φιλί ως ένα κανονικό μέρος της σεξουαλικής συμπεριφοράς, ενώ σε πολλούς άλλους πολιτισμούς η πρακτική αυτή είτε είναι άγνωστη είτε θεωρείται αποκρουστική. Όλα αυτά τα διαφορετικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα συμπεριφοράς αποτελούν μορφές ευρύτερων πολιτιστικών διαφορών, που διακρίνουν τις διάφορες κοινωνίες την μία από την άλλη. Οι μικρές κοινωνίες (όπως οι «θηρευτικές και συλλεκτικές» κοινωνίες) τείνουν να είναι πολιτισμικά ομοιογενείς. Οι βιομηχανικές, όμως, κοινωνίες είναι πολιτιστικά διαφοροποιημένες, περιλαμβάνοντας διάφορους υποπολιτισμούς (subcultures). Στις σύγχρονες πόλεις, για παράδειγμα, ζούνε πολλές υποπολιτισμικές κοινότητες η μια δίπλα στην άλλη Δυτικοί Ινδοί, Πακιστανοί, Ινδοί, Μπαγκλαντεσιανοί, Έλληνες και Κινέζοι σε μερικές περιοχές του σημερινού κεντρικού Λονδίνου. Όλοι αυτοί μπορεί να έχουν τις δικές τους περιοχές και τους δικούς τους τρόπους ζωής. 69 Το ενδιαφέρον του Δαρείου, που ήταν αρχαίος βασιλιάς της Περσίας, είχε εξαφθεί από την ποικιλία πολιτισμών τους οποίους είχε συναντήσει ταξιδεύοντας. Είχε βρει, π.χ. ότι μια φυλή Ινδών, οι Καλλατίες, σύμφωνα με την παράδοσή τους έτρωγαν τα πτώματα των νεκρών συγγενών τους. Οι Έλληνες, βέβαια, δεν ασκούσαν αυτή την πρακτική, διότι τους αποτέφρωναν και θεωρούσαν αυτή την καύση ως τον φυσικό και δέοντα τρόπο διευθέτησης τους. Ο Δαρείος θεωρούσε ότι μια εκλεπτυσμένη κατανόηση του κόσμου θα έπρεπε να αναγνωρίζει τέτοιου είδους διαφορές ανάμεσα στους πολιτισμούς. Μια μέρα, 68 Rachels, James, , The Elements of Moral Philosophy, New Yorlk London etc: McGraw Hill, κεφ. 2 The Challenge of Cultural Relativism σελ Βλ. Anthony Giddens, 2002, Κοινωνιολογία, μτφρ. Δ. Τσαούσης, Αθήνα: Gutenberg, σελ. 74 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 43/180
47 44 θέλοντας να διδάξει αυτή την εκτίμησή του, κάλεσε κάποιους Έλληνες, που βρίσκονταν τότε συμπτωματικά στην αυλή του και τους ρώτησε με ποιο αντίτιμο θα έτρωγαν τα πτώματα των νεκρών συγγενών τους. Εκείνοι έμειναν κατάπληκτοι, όπως ήξερε ο Δαρείος ότι θα συμβεί, και αποκρίθηκαν ότι κανένα χρηματικό ποσό θα τους έπειθε να προβούν σε μια τέτοια πράξη. Ύστερα ο Δαρείος κάλεσε κάποιους Καλλατίες και αυτήκοων των Ελλήνωντους ζήτησε με ποιο αντίτιμο θα αποτέφρωναν τα πτώματα των νεκρών συγγενών τους. Οι Καλλατίες φρίκιασαν και είπαν στο βασιλιά να μην ξανασκεφτεί καν κάτι τόσο απαίσιο. Η ιστορία αυτή, που μας την διασώζει ο Ηρόδοτος στην Ιστορία του, 70 απεικονίζει γλαφυρά ένα επαναλαμβανόμενο θέμα στη βιβλιογραφία της κοινωνικής επιστήμης: διαφορετικοί πολιτισμοί έχουν διαφορετικούς ηθικούς κώδικες. Κάτι που εκλαμβάνεται ως ορθό στο πλαίσιο μιας ομάδας μπορεί να φαίνεται ιδιαζόντως αποτρόπαιο για τα μέλη μιας άλλης ομάδας και το αντίστροφο. Πρέπει να τρώμε τα πτώματα των συγγενών μας ή να τα αποτεφρώνουμε; Για τους Έλληνες θα ξεχώριζε προφανώς ή μία απάντηση, αλλά για τους Καλλατίες, θα φαινόταν εξίσου προφανής η εντελώς αντίθετη απόκριση. Εύκολα μπορεί κανείς να βρει κι άλλα τέτοια παραδείγματα. Οι Εσκιμώοι αποτελούν ένα άλλο αντίστοιχο παράδειγμα. Είναι ένας λαός απομονωμένος και απροσπέλαστος. Αριθμούν μονάχα περί τις ψυχές. 71 Ζουν εγκατεστημένοι σε ολιγάριθμους, απομονωμένους οικισμούς κυρίως κατά μήκος των βορείων παρυφών της Βορείου Αμερικής και της Γροιλανδίας. Μέχρι τις αρχές του 20 ου αιώνα ο υπόλοιπος κόσμος γνώριζε ελάχιστα για αυτούς. Εν συνεχεία οι εξερευνητές άρχισαν να εμπλουτίζουν τις γνώσεις μας με παράξενες διηγήσεις. Τα έθιμα των Εσκιμώων αποδείχτηκαν πολύ διαφορετικά από τα δικά μας. Οι άντρες συχνά είχαν πάνω από μια συζύγους και ήσαν πρόθυμοι να τις μοιραστούν με τους καλεσμένους τους, παραχωρώντας τες για μια νύχτα ως εκδήλωση φιλοξενίας. Σε μια κοινότητα, ένα κυρίαρχο αρσενικό μπορούσε να απαιτήσει και να έχει τακτική συνουσία με συζύγους άλλων αντρών. Οι γυναίκες, ωστόσο, είχαν τη δυνατότητα να διαρρήξουν τα δεσμά τέτοιων συμφωνιών παρατώντας τους άντρες τους και ζευγαρώνοντας με καινούργιους συντρόφους. Δηλαδή, είχαν τη συγκεκριμένη δυνατότητα στο βαθμό που ο σύζυγός τους δεν προέβαλε αντιρρήσεις. Κοντολογίς, η πρακτική των Εσκιμώων αποτελούσε ένα ρευστό θεσμό που ελάχιστα προσομοίαζε με ό,τι εμείς ονομάζουμε γάμο. 70 Για την ακρίβεια ο Ηρόδοτος αναφέρεται παρεμπιπτόντως στον Δαρείο (Ιστορίαι 3:38, 11 19) γράφοντας για τον Καμβύση και επιχειρηματολογώντας υπέρ του ότι οι λαοί θεωρούν καλύτερους τους δικούς τους νόμους (και έθιμα) ο καθένας καταλήγοντας στον ποιητή Πίνδαρο. 71 Eskimo σημαίνει «άνθρωπος που τρώει ωμό κρέας». Αυτοί οι ιθαγενείς της Αρκτικής ανήκουν στην ίδια φυλή. Έχουν την ίδια γλώσσα και μοιράζονται τον ίδιο πολιτισμό, αλλά παρ όλα αυτά είναι διάσπαρτοι σε τέσσερα διαφορετικά εθνικά κράτη. Στη Ρωσία, στις ΗΠΑ, (Alaska), στον Καναδά, και στη Γροιλανδία, αυτοδιοικούμενη επαρχία της Δανίας. Αναζητώντας πληροφορίες για τους Εσκιμώους σημειώνουμε ότι στη γλώσσα τους δεν αυτοαποκαλούνται «Εσκιμώοι» και αριθμούν πολύ περισσότερους από Ο μεγαλύτερος πληθυσμός τους ( ) κατοικεί κυρίως στη Βόρειο Αμερική ζουν στη Γροιλανδία, στον Καναδά (Inuit) και στην Αλάσκα (Inupiat και Yupik). Στη Σιβηρία (1.500 άτομα) ονομάζονται Yuit. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 44/180
48 45 Αλλά δεν διέφεραν μόνο οι γάμοι και οι σεξουαλικές συνήθειές τους. Οι Εσκιμώοι έμοιαζαν να έχουν και σε λιγότερη εκτίμηση την ανθρώπινη ζωή. Συνηθιζόταν, επί παραδείγματι, η βρεφοκτονία. Ο Knud Johan Victor Rasmussen (Κνουντ Ράσμουσεν, ) υπήρξε Γροιλανδός εξερευνητής των πόλων και ανθρωπολόγος, 72 πατέρας της Εσκιμωλογίας και ο πρώτος που διέσχισε το Βορειοδυτικό Πέρασμα με έλκηθρο σκύλων. Πασίγνωστος στη Γροιλανδία, στη Δανία και στους Ινουΐτ ως ένας από τους επιφανέστερους πρώτους εξερευνητές. Κατέγραψε, λοιπόν, ότι γνώρισε μια γυναίκα που είχε γεννήσει δώδεκα παιδιά, αλλά είχε σκοτώσει τα δέκα από αυτά μόλις τα γέννησε. Διαπίστωσε ότι εύκολα θανάτωναν τα θηλυκά μωρά και αυτό εναπόκειτο στην προαίρεση των γονέων τους χωρίς να τους στιγματίζει κοινωνικά αυτή η πράξη. Τους ηλικιωμένους, εξάλλου, που έφθαναν σε μεγάλο στάδιο αδυναμίας ώστε να συνεισφέρουν στην οικογένειά τους, τους άφηναν να πεθάνουν στα χιόνια. Έτσι, φαινόταν ότι σε αυτή την κοινωνία ότι επικρατούσε μια αξιοσημείωτα χαμηλή εκτίμηση για την ανθρώπινη ζωή. Αυτές οι αποκαλύψεις υπήρξαν ενοχλητικές για το ευρύ κοινό. Ο δικός μας τρόπος ζωής φαίνεται τόσο φυσικός και ορθός ώστε οι περισσότεροι αδυνατούμε να συλλάβουμε τρόπους ζωής τόσο διαφορετικούς από τον δικό μας. Κι όταν μαθαίνουμε για τέτοιες καταστάσεις, έχουμε αμέσως την τάση κατηγοριοποιήσουμε εκείνους τους άλλους λαούς ως «οπισθοδρομικούς» και «πρωτόγονους». Όμως, για τους ανθρωπολόγος και τους κοινωνιολόγους, οι αποκαλύψεις για τους Εσκιμώους δεν αποτέλεσαν κάποια ιδιαίτερη έκπληξη. Από τη στιγμή του Ηρόδοτου, οι πεφωτισμένοι παρατηρητές έχουν συνηθίσει στην ιδέα ότι οι αντιλήψεις περί ορθού και λάθους διαφέρουν από τον ένα πολιτισμό στον άλλο. Αν υποθέσουμε ότι οι δικές μας ιδέες περί ορθού και λάθους θα ισχύουν εσαεί για όλους τους άλλους λαούς είμαστε απλώς αφελείς H έννοια του Πολιτισμικού Σχετικισμού Σε πολλούς στοχαστές αυτή η παρατήρηση «οι διαφορετικοί πολιτισμοί έχουν διαφορετικούς ηθικούς κώδικες» φαίνεται πώς αποτέλεσε το κομβικό σημείο, ώστε να κατανοήσουν την ηθικότητα. Είναι μύθος, λένε, η ιδέα περί μιας γενικής και παγκόσμιας αλήθειας στην ηθική. Υπάρχουν μονάχα τα ήθη των διαφορετικών κοινωνιών. Αυτά τα ήθη δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν ως «σωστά» ή «λάθος», διότι τούτο θα υποδήλωνε πως διαθέτουμε ένα ανεξάρτητο πρότυπο, ώστε να αποφαινόμαστε περί ορθού και λάθους. 72 Ο Rasmussen γεννήθηκε στο Ilulissat στη Γροιλαδία, γιος του Δανού ιεραπόστολου Christian Rasmussen και μιας Εσκιμώας Inuit Δανέζας μάνας της Lovise Fleischer. Πέρασε τα πρώτα χρόνια του στη Γροιλανδία με τους Kalaallit (Inuit) κι έμαθε την γλώσσα, το κυνήγι, το έλκηθρο, αλλά και την σκληρή ζωή σε αρκτικές συνθήκες, που τις διαχειριζόταν ως ευχάριστη ρουτίνα. Σπούδασε στο Lynge της Δανίας. Ανάμεσα στο 1898 και στο 1900 επεδίωξε ανεπιτυχώς να εξελιχθεί σε ηθοποιό και τραγουδιστή της όπερας. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 45/180
49 46 Αλλά όμως δεν διαθέτουμε ένα τέτοιο ανεξάρτητο πρότυπο, διότι οποιοδήποτε τέτοιο πρότυπο είναι συνυφασμένο με τον πολιτισμό. Ο μέγας πρωτοπόρος κοινωνιολόγος Γουΐλλιαμ Γκρέιχαμ Σάμνερ, γράφοντας το 1906, 73 έθεσε το ζήτημα ως εξής: Ο «σωστός» τρόπος είναι ο τρόπος των προγόνων και μας κληροδοτήθηκε. Εγγυητής του είναι η ίδια η παράδοση. Δεν υπόκειται σε επαλήθευση μέσω πειράματος. Η έννοια του ορθού ελλοχεύει στα λαϊκά έθιμα. Δεν βρίσκεται έξω από αυτά, ούτε έχει ανεξάρτητη προέλευση και εμφανίζεται για να τα δοκιμάσει. Στα λαϊκά έθιμα, ό,τι υπάρχει είναι σωστό. Αυτό συμβαίνει επειδή αποτελούν μέρος της παράδοσης και επομένως περικλείουν εντός τους την εξουσία των προγονικών φαντασμάτων. Από τη στιγμή που φτάνουμε στα λαϊκά ήθη βρισκόμαστε και στο τέλος της αναλυτικής απόπειράς μας. Αυτή η σκέψη πιθανόν να έπεισε περισσότερους ανθρώπους να αντιμετωπίσουν την ηθική με σκεπτικισμό από οποιαδήποτε άλλη παρέμβαση. Ο Πολιτισμικός Σχετικισμός, όπως τον αποκάλεσαν, προκαλεί την καθημερινή πεποίθησή μας περί της αντικειμενικότητας και οικουμενικότητας της ηθικής αλήθειας. Διατυπώνει, πράγματι, πως δεν υπάρχει κάτι που να χαρακτηρίζεται ως γενική και οικουμενική αλήθεια στην ηθική υπάρχουν μονάχα οι πολιτισμικοί κώδικες και τίποτε άλλο. Επιπλέον, μάλιστα, ο δικός μας ηθικός κώδικας δεν έχει κάποιο ιδιαίτερο καθεστώς: πρόκειται απλώς για ένα κώδικα μεταξύ άλλων. Όπως θα δούμε παρακάτω, αυτή η βασική ιδέα αποτελεί όντως ένα συνδυασμό διαφορετικών σκέψεων. Έχει σημασία να ξεχωρίσουμε τα ποικίλα στοιχεία της θεωρίας επειδή, κατά την ανάλυση, ορισμένα στοιχεία της θεωρίας αποδεικνύονται ορθά, ενώ άλλα φαίνονται λανθασμένα. Για να ξεκινήσουμε, λοιπόν, θα μπορούσαμε να διακρίνουμε τους παρακάτω ισχυρισμούς, που άπαντες έχουν διατυπωθεί από πολιτισμικούς σχετικιστές. 1. Διαφορετικές κοινωνίες έχουν διαφορετικούς πολιτισμικούς κώδικες. 2. Δεν υπάρχει αντικειμενικό πρότυπο που μπορεί να αξιοποιηθεί ώστε να προκρίνουμε κάποιο κοινωνιακό (societal) κώδικα ως καλύτερο από ένα άλλο. 3. Ο ηθικός κώδικας της δικής μας κοινωνίας δεν χαίρει κάποιου ιδιαίτερου καθεστώτος είναι απλώς ένας μεταξύ πολλών. 4. Δεν υπάρχει «γενική και οικουμενική αλήθεια» στην ηθική δηλαδή δεν υπάρχουν ηθικές αλήθειες που ισχύουν για όλους τους λαούς σε όλες τις εποχές. 5. Ο ηθικός κώδικας μιας κοινωνίας καθορίζει ποιο είναι το σωστό στο πλαίσιο εκείνης της κοινωνίας. Αυτό σημαίνει ότι εάν ο ηθικός κώδικας μιας κοινωνίας χαρακτηρίζει ως 73 Ο William Graham Sumner ( ) υπήρξε ακαδημαϊκός και καθηγητής στο Yale College, στο οποίο απέκτησε μεγάλη φήμη ως επιφανής δάσκαλος. Ήταν πολυμαθής, με πολλά βιβλία και δοκίμια περί την Αμερικανική Ιστορία, την Οικονομική Ιστορία, την Πολιτική Θεωρία, την Κοινωνιολογία και την Ανθρωπολογία. Είναι ο εισηγητής του όρου εθνοκεντρισμός (ethnocentrism), που επεξεργάστηκε στο βιβλίου του Folkways (1906) και αφορούσε στα βασικά μέσα δικαιολόγησης των επεκτατιστών (imperialists). Υπήρξε ο πρώτος που δίδαξε μάθημα Κοινωνιολογίας στις ΗΠΑ, πριν ακόμη ο Émile Durkheim καθιερώσει το επίσημο γνωστικό αντικείμενο στην Ευρώπη. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 46/180
50 47 σωστή μια συγκεκριμένη ενέργεια, τότε η συγκεκριμένη ενέργεια είναι σωστή τουλάχιστον εντός αυτής της κοινωνίας. 6. Με κάθε απόπειρά να κρίνουμε τη διαγωγή άλλων λαών απλώς εκδηλώνουμε την άγνοιά μας. Οφείλουμε να υιοθετήσουμε μια στάση ανοχής απέναντι σε πρακτικές που εκπορεύονται από άλλους πολιτισμούς. Μολονότι μπορεί να φαίνεται ότι αυτές οι παραπάνω έξι προτάσεις συνυφαίνονται φυσικά, αποτελούν και ανεξάρτητες μεταξύ τους προκείμενες, υπό την έννοια ότι κάποια από αυτές μπορεί να είναι αληθής έστω κι αν άλλες είναι ψευδείς. Παρακάτω θα προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε τι είναι σωστό στον Πολιτισμικό Σχετικισμό, αλλά θα φροντίσουμε να αποκαλύψουμε και κάθε λανθασμένη αντίληψη περί αυτού Η επιχειρηματολογία περί Πολιτισμικών Διαφορών Πολιτισμικός Σχετικισμός είναι μια θεωρία περί της φύσης της ηθικότητας. Με μια πρώτη συστολή, μας φαίνεται αρκετά ευλογοφανής. Ωστόσο, όπως και με όλες αυτές τις σχετικές θεωρίες, μπορεί να αποτιμηθεί, αν την υποβάλουμε σε μια ορθολογική ανάλυση και όταν αναλύουμε τον Πολιτισμικό Σχετικισμό διαπιστώνουμε ότι δεν είναι και τόσο ευλογοφανής όσο μας φαίνεται αρχικά. Το πρώτο που πρέπει να σημειώσουμε είναι ότι στον πυρήνα του Πολιτισμικού Σχετικισμού υπάρχει μια συγκεκριμένη μορφή επιχειρηματολογίας. Η στρατηγική που ακολουθείται από τους πολιτισμικούς σχετικιστές είναι να επιχειρηματολογήσουν εκ των γεγονότων αναφορικά με τις διαφορές ανάμεσα στις πολιτισμικές απόψεις ως προς ένα συμπέρασμα σχετικά με την υπόσταση της ηθικότητας. Έτσι, προσανατολιζόμαστε να αποδεχτούμε αυτό το συλλογισμό: (1) Οι Έλληνες πίστευαν ότι ήταν λάθος να τρως τα πτώματα των νεκρών, ενώ αντιθέτως οι Καλλατίες πίστευαν ότι ήταν σωστό να τρως τους νεκρούς. (2) Συνεπώς, η βρώση των νεκρών δεν είναι αντικειμενικά ορθή ούτε αντικειμενικά λανθασμένη. Είναι απλώς ένα ζήτημα γνώμης, που διαφέρει από τον ένα πολιτισμό στον άλλο. Ή εναλλακτικά: (1) Οι Εσκιμώοι δεν διακρίνουν κάποιο σφάλμα στην βρεφοκτονία, ενώ αντιθέτως οι Ευρωπαίοι πιστεύουν ότι η βρεφοκτονία είναι ανήθικη. (2) Συνεπώς, η βρεφοκτονία δεν είναι αντικειμενικά ορθή ούτε αντικειμενικά λανθασμένη. Είναι απλώς ένα ζήτημα γνώμης, που διαφέρει από τον ένα πολιτισμό στον άλλο. Σαφώς, αυτά τα επιχειρήματα αποτελούν παραλλαγές της θεμελιακής ιδέας. Είναι αμφότερες ειδικές περιπτώσεις ενός γενικότερου επιχειρήματος που διατυπώνεται ως εξής: (1) Οι διαφορετικοί πολιτισμοί έχουν διαφορετικούς ηθικούς κώδικες. (2) Συνεπώς δεν υπάρχει κάποια αντικειμενική «αλήθεια» στην ηθικότητα. Το σωστό και το λάθος είναι απλώς ζητήματα γνώμης και οι γνώμες διαφέρουν από τον ένα πολιτισμό στον άλλο. Θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε αυτή την επιχειρηματολογία Επιχείρημα των Πολιτισμικών Διαφορών. Για πολλούς ανθρώπους είναι πολύ πειστικό επιχείρημα. Αλλά από μια λογική οπτική, είναι άραγε ένα επιχείρημα έγκυρο; Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 47/180
51 48 Δεν είναι έγκυρο. Το πρόβλημα έγκειται στο ότι το συμπέρασμα δεν προκύπτει πράγματι από την προκείμενη: δηλαδή, ακόμη κι αν η προκείμενη είναι αληθής το συμπέρασμα θα μπορούσε να ήταν και πάλι ψευδές. Η προκείμενη αφορά σε αυτό που πιστεύουν οι άνθρωποι: σε ορισμένες κοινωνίες οι άνθρωποι πιστεύουν κάτι, ενώ σε άλλες κοινωνίες οι άνθρωποι πιστεύουν κάτι άλλο. Τι συμπέρασμα, ωστόσο, αφορά στην αλήθεια της περίστασης. Το πρόβλημα λοιπόν έγκειται στο ότι αυτή η μορφή συμπεράσματος δεν προκύπτει λογικώς από αυτό το είδος προκείμενης. Ας εξετάσουμε πάλι το παράδειγμα των Ελλήνων και των Καλλατιών. Οι Έλληνες πίστευαν πως ήταν λάθος η βρώση των νεκρών οι Καλλατίες πίστευαν πως ήταν σωστό. Προκύπτει άραγε, από το απλό γεγονός της διαφωνίας τους, πως δεν υπάρχει αντικειμενική αλήθεια στο εν λόγω ζήτημα; Όχι δεν προκύπτει διότι, μπορούσε να ισχύει ότι η πρακτική ήταν αντικειμενικά ορθή (ή λάθος) και ότι ο ένας ή ο άλλος εξ αυτών απλώς έκανε λάθος. Για να καταστήσουμε σαφέστερο αυτό που υποστηρίζουμε, ας μεταφέρουμε τη σκέψη μας σε ένα πολύ διαφορετικό θέμα. Σε κάποιες κοινωνίες οι άνθρωποι πιστεύουν ότι η γη είναι επίπεδη. Σε άλλες κοινωνίες, όπως είναι η δική μας, οι άνθρωποι πιστεύουν ότι η γη είναι (grosso modo) σφαιρική. Προκύπτει άραγε, από το απλό γεγονός της διαφωνίας τους, πως δεν υπάρχει «αντικειμενική αλήθεια» στην γεωγραφία; Φυσικά και όχι δεν θα καταλήγαμε ποτέ σε ένα τέτοιο συμπέρασμα, διότι αντιλαμβανόμαστε ότι οι πεποιθήσεις κάποιων ανθρώπων σε ορισμένες κοινωνίες απλώς μπορεί να είναι λανθασμένες. Δεν υπάρχει λόγος για να θεωρούμε ότι εάν ο πλανήτης είναι στρογγυλός, τότε όλοι οφείλουν να το γνωρίζουν. Παρομοίως, δεν υπάρχει λόγος να θεωρούμε ότι αν υπάρχει ηθική αλήθεια τότε όλοι οφείλουν να την γνωρίζουν. Το θεμελιακό σφάλμα του Επιχειρήματος του Πολιτισμικού Σχετικισμού έγκειται στο ότι αποπειράται να εξάγει ένα συμπέρασμα ενυπόστατο σχετικά με ένα θέμα (την ηθικότητα) από το απλό γεγονός ότι οι άνθρωποι διαφωνούν περί αυτής. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τη φύση αυτού του ισχυρισμού που διατυπώνουμε εδώ. Δεν ισχυριζόμαστε (τουλάχιστον, όχι ακόμη) ότι το συμπέρασμα του επιχειρήματος είναι λάθος. Δεδομένου ότι όσα αναφέρουμε εδώ μας ενδιαφέρουν, εξακολουθεί να παραμένει ανοικτό το ζήτημα κατά πόσο το συμπέρασμα είναι αληθές. Διατυπώνουμε όντως έναν αμιγώς λογικό ισχυρισμό και λέμε ότι το συμπέρασμα δεν προκύπτει από την προκείμενη. Αυτό είναι σημαντικό, επειδή για να καθορίσουμε κατά πόσο ένα συμπέρασμα είναι αληθές, χρειαζόμαστε επιχειρήματα που το υποστηρίζουν. Ο Πολιτισμικός Σχετικισμός προτείνει αυτό το επιχείρημα, αλλά δυστυχώς αυτό το επιχείρημα αποδεικνύεται εσφαλμένο. Άρα, δεν αποδεικνύει κάτι Οι συνέπειες της υιοθέτησης του Πολιτισμικού Σχετικισμού Ακόμη κι αν είναι άκυρο το Επιχείρημα του Πολιτισμικού Σχετικισμού, ο ίδιος ο Πολιτισμικός Σχετικισμός θα μπορούσε να είναι αληθής. Πώς θα είχαν, λοιπόν, τα πράγματα αν ήταν αληθής; Στο χωρίο που παραθέσαμε ο Γουΐλλιαμ Γκρέιχαμ Σάμνερ συνοψίζει την ουσία του Πολιτισμικού Σχετικισμού. Μας λέει πως δεν υπάρχει μέτρο περί ορθού ή λάθους πέραν των προτύπων της κοινωνίας ενός ατόμου: «Η έννοια του ορθού ελλοχεύει στα λαϊκά έθιμα. Δεν βρίσκεται έξω από αυτά, ούτε έχει ανεξάρτητη προέλευση και εμφανίζεται για να τα δοκιμάσει. Στα λαϊκά έθιμα, ό,τι υπάρχει είναι σωστό.» Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 48/180
52 49 Ας πούμε, λοιπόν, ότι αυτό τα παίρνουμε υπόψη μας σοβαρά. Ποιες θα ήσαν οι συνέπειες; 1. Δεν θα μπορούσαμε πλέον να πούμε ότι τα έθιμα των άλλων κοινωνιών είναι ηθικώς κατώτερα από τα δικά μας. Αυτό, βεβαίως, αποτελεί ένα από τα βασικά σημεία που υπογραμμίζει ο Πολιτισμικός Σχετικισμός. Οφείλουμε να πάψουμε να κατακρίνουμε άλλες κοινωνίες, απλώς και μόνο επειδή είναι «διαφορετικές». Εφόσον επικεντρωνόμαστε σε συγκεκριμένα παραδείγματα, όπως λόγου χάρη οι νεκρώσιμες τελετές στους Έλληνες και στους Καλλατίες, πιθανόν τούτο να φαίνεται ως μια εξεζητημένη, διαφωτιστική συνήθεια. Πάντως, μπορούμε να σταματήσουμε να επικρίνουμε άλλες λιγότερο καλοήθεις πρακτικές. Ας υποθέσουμε ότι μια κοινωνία κήρυξε πόλεμο στους γείτονές της με σκοπό να αιχμαλωτίσει σκλάβους ή ας υποθέσουμε ότι μια κοινωνία επεδείκνυε βίαιο αντισημιτισμό και οι ηγέτες της επεδίωκαν να καταστρέψουν τους Εβραίους. Ο Πολιτισμικός Σχετικισμός θα μας απέτρεπε από το να υποστηρίξουμε ότι η πρώτη ή η δεύτερη από αυτές τις πρακτικές ήταν εσφαλμένη. Αντιστοίχως, δεν θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι μια κοινωνία ανεκτική στους Εβραίους είναι καλύτερη από την αντισημιτική κοινωνία, διότι κάτι τέτοιο θα υπονοούσε ένα είδος διαπολιτισμικού κριτηρίου σύγκρισης. Η αδυναμία να κατακρίνουμε αυτές τις πρακτικές δεν φαίνεται και πολύ «διαφωτιστική» απεναντίας, η δουλεία και ο αντισημιτισμός φαίνονται λάθος οπουδήποτε συμβαίνουν. Ωστόσο, αν λάβουμε σοβαρά υπόψη μας τον Πολιτισμικό Σχετικισμό, οφείλουμε να παραδεχτούμε πως αυτές οι κοινωνικές πρακτικές παραμένουν ομοίως απρόσβλητες από την επίκρισή μας. 2. Θα μπορούσαμε να αποφασίσουμε κατά πόσο οι πράξεις είναι σωστές ή λανθασμένες σταθμίζοντας τες απλώς βάσει των προτύπων της δικής μας κοινωνίας. Ο Πολιτισμικός Σχετικισμός προτείνει μια απλή δοκιμή ώστε να καθορίζουμε τί είναι σωστό και τι είναι λάθος: το μόνο που έχει να κάνει κάποιος είναι να αναρωτηθεί κατά πόσο η ενέργειά του βρίσκεται σε συμφωνία με τον κώδικα της κοινωνίας του. Ας πάρουμε έναν κάτοικο της Νοτίου Αφρικής, που αναρωτιέται αν η πολιτική της χώρας του περί το apartheid δηλαδή έναν άκαμπτο φυλετικό διαχωρισμό είναι ηθικώς ορθή. Μπορεί απλώς να αναρωτηθεί κατά πόσο αυτή η πολιτική συμφωνεί με τον ηθικό κώδικα της κοινωνίας του. Εάν η απάντηση είναι καταφατική, τότε δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας, τουλάχιστον από ηθική άποψη. Αυτό το ενδεχόμενο του Πολιτισμικού Σχετικισμού είναι ενοχλητικό, επειδή ελάχιστοι ημών θεωρούν ότι ο κώδικας της κοινωνίας μας είναι τέλειος: μπορούμε να προτείνουμε τρόπους για να βελτιωθεί. Εντούτοις, ο Πολιτισμικός Σχετικισμός δεν θα μας απαγόρευε απλώς από το να επικρίνουμε τους κώδικες των άλλων κοινωνιών θα μας απέτρεπε από το να επικρίνουμε και τον δικό μας. Εντέλει, εάν το σωστό και το λάθος είναι σχετικό με τον πολιτισμό, τότε αυτό πρέπει να ισχύει για τον δικό μας πολιτισμό εξίσου με τους υπόλοιπους. 3. Θα ετίθετο υπό αμφισβήτηση η ιδέα περί ηθικής προόδου. Συνήθως θεωρούμε πως τουλάχιστον κάποιες αλλαγές στην κοινωνία μας έχουν επέλθει προς το καλύτερο. (Ορισμένες, βέβαια, υπήρξαν αλλαγές προς το χειρότερο.) Ας αναλογιστούμε αυτό το παράδειγμα: σ όλη την έκταση της δυτικής ιστορίας η θέση των γυναικών στην κοινωνία περιγράφεται ως λίαν περιορισμένη. Δεν είχαν δικαίωμα να κατέχουν ιδιοκτησία δεν είχαν δικαίωμα να ψηφίζουν ή να κατέχουν πολιτικό αξίωμα εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων δεν τις επιτρεπόταν να εργάζονται ως μισθωτές και, γενικώς, υπόκειντο σχεδόν στον απόλυτο Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 49/180
53 50 έλεγχο των αντρών συζύγων τους. Προσφάτως, πλέον, όλο αυτό έχει αλλάξει και οι περισσότεροι άνθρωποι το αντιλαμβάνονται ως πρόοδο. Εάν, λοιπόν, ο Πολιτισμικός Σχετικισμός είναι σωστός, νομιμοποιούμαστε άραγε να το εκλάβουμε αυτό ως πρόοδο; Πρόοδος σημαίνει να αντικαθιστούμε ένα τρόπο που κάνουμε κάτι με έναν καλύτερο τρόπο. Όμως, βάσει τίνος κριτηρίου κρίνουμε ότι οι καινούργιοι τρόποι μας είναι καλύτεροι; Εάν οι παλαιοί τρόποι ήσαν εναρμονισμένοι με τα κοινωνικά πρότυπα της εποχής τους, τότε ο Πολιτισμικός Σχετικισμός θα μας έλεγε ότι είναι λάθος να τους κρίνουμε με τα πρότυπα μιας άλλης εποχής. Η κοινωνία του 18 ου αι. ήταν, όντως, μια κοινωνία διαφορετική από αυτή που έχουμε σήμερα. Ο ισχυρισμός ότι έχουμε κάνει πρόοδο υπονοεί μια κρίση ότι η σημερινή κοινωνία είναι καλύτερη, οπότε αυτό συνιστά μια διαπολιτισμική κρίση, η οποία σύμφωνα με τον Πολιτισμικό Σχετικισμό είναι ανεπίτρεπτη. Η ιδέα που έχουμε περί κοινωνικής μεταρρύθμισης θα πρέπει εξίσου να αναθεωρηθεί. Ένας μεταρρυθμιστής όπως ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ ο νεότερος, αποζητά να αλλάξει την κοινωνία του προς το καλύτερο. Στο πλαίσιο των περιορισμών που επιβάλλει ο Πολιτισμικός Σχετικισμός, μόνο ένας δρόμος υπάρχει ώστε να επιτευχθεί κάτι τέτοιο. Εάν μια κοινωνία δεν δικαιώνει τα ιδανικά της, τότε ο μεταρρυθμιστής μπορεί να θεωρηθεί ότι ενεργεί για το καλύτερο: τα ιδανικά μιας κοινωνίας αποτελούν το πρότυπο βάσει του οποίου εμείς κρίνουμε εάν αξίζουν ή όχι όσα εκείνος εισηγείται. Όμως, ο «μεταρρυθμιστής» μπορεί να μην προκαλεί τα ιδανικά καθεαυτά, διότι αυτά τα ιδανικά είναι εξ ορισμού σωστά. Σύμφωνα, πάντα, με τον Πολιτισμικό Σχετικισμό, η αντίληψη περί κοινωνικής μεταρρύθμισης έχει νόημα μόνον κατ αυτό τον άκρως περιορισμένο τρόπο. Αυτές οι τρεις προϋποθέσεις του Πολιτισμικού Σχετικισμού έχουν οδηγήσει πολλούς στοχαστές να τον απορρίψουν ως αβάσιμο φαινομενικά του. Υποστηρίζουν ότι έχει νόημα να καταδικάζουμε ορισμένες πρακτικές, όπως είναι η δουλεία και ο αντισημιτισμός, όποτε διαπιστώνονται. Έχει νόημα, επίσης, να στοχαζόμαστε ότι η κοινωνία μας έχει κάπως προοδεύσει ηθικά, ενώ παραδεχόμαστε ότι εξακολουθεί να είναι ατελής και χρήζει μεταρρύθμισης. Επειδή ο Πολιτισμικός Σχετικισμός υποστηρίζει ότι αυτές οι κρίσεις δεν έχουν νόημα, συνεχίζει η επιχειρηματολογία τους, δεν μπορεί κατά συνέπεια να είναι σωστός Η διάσταση είναι μικρότερη από όση φαίνεται Η αρχική κινητήρια δύναμη του Πολιτισμικού Σχετικισμού προέρχεται από την παρατήρηση ότι οι πολιτισμοί διαφέρουν δραματικά ως προς τις απόψεις τους περί ορθού και λάθους. Αλλά πόσο πολύ διαφέρουν; Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν διαφορές. Ωστόσο, είναι εύκολο να υπερεκτιμήσουμε το εύρος αυτών των διαφορών. Συχνά, όταν εξετάζουμε τί μοιάζει να αποτελεί μια δραματική διαφορά, εντοπίζουμε ότι οι πολιτισμοί δεν διαφέρουν σχεδόν τόσο όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Ας πάρουμε, λόγου χάρη, έναν πολιτισμό στον οποίο οι άνθρωποι πιστεύουν ότι είναι λάθος να τρως αγελάδες. Αυτός μπορεί να είναι κιόλας ένας φτωχός πολιτισμός, στον οποίο δεν υπάρχει αφθονία τροφής και πάλι εξακολουθούν να πιστεύουν ότι είναι λάθος να αγγίζουν τις αγελάδες. Μια τέτοια κοινωνία θα φαινόταν να έχει πολύ διαφορετικές αξίες από τις δικές μας. Αλλά ισχύει αυτό; Δεν έχουμε ακόμη διατυπώσει το ερώτημα γιατί αυτοί οι άνθρωποι δεν τρώνε τις αγελάδες. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 50/180
54 51 Ας υποθέσουμε ότι αυτό συμβαίνει επειδή πιστεύουν ότι μετά θάνατο οι ψυχές των ανθρώπων κατοικούν σε σώματα ζώων, ιδιαίτερα μάλιστα σε αγελάδες, έτσι ώστε μια αγελάδα θα μπορούσε να είναι η γιαγιά κάποιου. Θέλουμε τώρα να πούμε οι δικές τους αξίες είναι διαφορετικές από τις δικές μας; Όχι, διότι η διαφορά έγκειται αλλού. Η διαφορά έγκειται στα συστήματα των πεποιθήσεων μας, όχι των αξιών μας. Συμφωνούμε ότι δεν πρέπει να φάμε τη γιαγιά διαφωνούμε απλώς ως προς το κατά πόσο η αγελάδα είναι (ή θα μπορούσε να είναι) η γιαγιά μας. Ο γενικός ισχυρισμός είναι αυτός. Πολλοί παράγοντες συνεργάζονται ώστε να παραχθούν τα έθιμα μιας κοινωνίας. Οι αξίες της κοινωνίας αποτελούν έναν από αυτούς. Έχουν σημασία και άλλα επίσης ζητήματα, όπως οι θρησκευτικές και αντικειμενικές πεποιθήσεις των μελών της και οι υλικές συνθήκες στις οποίες πρέπει να διαβιώνουν. Δεν μπορούμε, συνεπώς, να συμπεράνουμε, επειδή απλώς διαφέρουν τα έθιμα, ότι υπάρχει διχογνωμία σχετικά με τις αξίες. Η διαφορά στα έθιμα μπορεί να πρέπει να αποδοθεί σε κάποια άλλη πτυχή της κοινωνικής ζωής. Κατ αυτόν τον τρόπο μπορεί να υπάρχει λιγότερη διαφωνία ως προς τις αξίες από ό,τι φαίνεται πως υπάρχει. Ας ξανασκεφτούμε την περίπτωση των Εσκιμώων. Συχνά θανατώνουν απολύτως κανονικά νεογνά, ιδίως κορίτσια. Δεν εγκρίνουμε αυτή τη συνήθεια καθόλου ένας γονιός που θα έκανε κάτι τέτοιο στη δική μας κοινωνία, θα φυλακιζόταν. Έτσι, φαίνεται πως υπάρχει μια τεράστια διαφορά στις αξίες των δύο πολιτισμών. Αλλά, ας πούμε πως αναρωτιόμαστε γιατί το κάνουν αυτό οι Εσκιμώοι. Η εξήγηση δεν είναι ότι διαθέτουν λιγότερη στοργή για τα τέκνα τους ή μειωμένο σεβασμό για την ανθρώπινη ζωή. Μια οικογένεια Εσκιμώων θα προστάτευε σε κάθε περίπτωση τα νεογνά της, εάν το επέτρεπαν οι περιστάσεις. Όμως, ζούνε σε αντίξοες περιβαλλοντικές συνθήκες, στις οποίες η τροφή συχνά είναι δυσεύρετη. Ένα θεμελιώδες πρόταγμα της σκέψης των Εσκιμώων είναι το εξής: «Η ζωή είναι σκληρή, και τα περιθώρια της ασφάλειας μικρά». Μια οικογένεια ενδεχομένως να επιθυμεί να θρέψει τα μωρά της, αλλά να μην είναι σε θέση να το κάνει. Όπως συμβαίνει σε πολλές «πρωτόγονες» κοινωνίες, οι μητέρες στους Εσκιμώους θηλάζουν τα μωρά τους για πολύ μακρύτερο χρονικό διάστημα σε σχέση με τις μάνες του δικού μας πολιτισμού. Το παιδί θα τραφεί από τον μαστό της μάνας του επί τέσσερα ολόκληρα χρόνια, ίσως και περισσότερο. Οπότε, ακόμη και στην καλύτερη περίπτωση υπάρχουν όρια στον αριθμό μωρών που μπορεί να αντέξει μια μάνα. Επιπλέον, οι Εσκιμώοι είναι λαός νομαδικός και επειδή είναι ανίκανος να καλλιεργήσει είναι υποχρεωμένος να περιφέρεται εις αναζήτηση τροφής. Τα νήπια πρέπει να μεταφέρονται και μια μάνα μπορεί να μεταφέρει μονάχα ένα μωρό στην πάρκα της καθώς ταξιδεύει και περιφέρεται στις καθημερινές εργασίες της. Βεβαίως, μπορούν να συνδράμουν στη μεταφορά μωρών κι άλλα μέλη της οικογένειας, αλλά κάτι τέτοιο δεν είναι πάντα εύκολο. Απαλλάσσονται ευκολότερα από τα θηλυκά μωρά επειδή, πρώτον, σε αυτή την κοινωνία τα αρσενικά είναι οι βασικοί κουβαλητές της τροφής είναι οι κυνηγοί σύμφωνα με την παραδοσιακή κατανομή της εργασίας και προφανώς είναι σημαντικό να διατηρηθεί ένας επαρκής αριθμός τροφοσυλλεκτών. Υπάρχει, όμως, κι ένας εξίσου σημαντικός δεύτερος λόγος: επειδή οι κυνηγοί παρουσιάζουν και υψηλή συχνότητα σε απώλειες, οι ενήλικοι άντρες που πεθαίνουν πρόωρα ξεπερνούν κατά πολύ σε αριθμό τις γυναίκες που φεύγουν νωρίτερα από τη ζωή. Έτσι, στην περίπτωση που επιβίωναν ισάριθμα αγόρια και Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 51/180
55 52 κορίτσια, τότε ο πληθυσμός ενήλικων γυναικών θα υπερέβαινε σημαντικά τον αριθμό των ενηλίκων γυναικών. Εξετάζοντας τα διαθέσιμα στατιστικά δεδομένα, ένας μελετητής συμπέρανε ότι «εάν δεν υπήρχε η πρακτική της βρεφοκτονίας των θηλυκών...τότε θα υπήρχαν σχεδόν μιάμιση φορά περισσότερες γυναίκες σε μια μεσαία ομάδα Εσκιμώων, συγκριτικά με τους συλλέκτες και παραγωγούς τροφής αρσενικούς». Άρα λοιπόν για τους Εσκιμώους η βρεφοκτονία δεν σημαίνει κάποια θεμελιωδώς διαφορετική στάση απέναντι στα παιδιά. Αντ αυτού, συνιστά μια αναγνώριση του γεγονότος ότι ορισμένες φορές τα δραστικά μέτρα είναι απαραίτητα για την επιβίωση της οικογένειας. Ακόμη και τότε, ωστόσο, η θανάτωση ενός μωρού δεν αποτελεί την πρώτη σκέψη που περνά από το μυαλό τους. Είναι πολύ κοινή ας πούμε η πρακτική της υιοθεσίας: τα άτεκνα ζευγάρια χαίρονται ιδιαιτέρως, όταν αναλαμβάνουν το «περίσσευμα» ενός πιο καρπερού ζευγαριού. Η θανάτωση αποτελεί απλώς την τελευταία λύση. Αυτό το υπογραμμίζω, ώστε να δείξω ότι τα ακατέργαστα δεδομένα των ανθρωπολόγων μπορεί να είναι παραπλανητικά μπορούν ενίοτε να κάνουν τις αξιακές διαφορές ανάμεσα σε πολιτισμούς να φαίνονται μεγαλύτερες από όσο είναι. Οι αξίες των Εσκιμώων δεν είναι καθόλου διαφορετικές από τις δικές μας. Απλώς και μόνο η ζωή τους επιβάλλει επιλογές τις οποίες δεν είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε εμείς Όλοι οι πολιτισμοί έχουν κοινές ορισμένες αξίες Δεν πρέπει να μας εκπλήττει το γεγονός ότι, παρά τα φαινόμενα, οι Εσκιμώοι είναι προστατευτικοί με τα παιδιά τους. Πώς αλλιώς θα συνέβαινε δηλαδή; Πώς θα επιβίωνε μια ομάδα που δεν εκτιμούσε τα νεαρά άτομά της; Αυτό παραπέμπει σε ένα συγκεκριμένο επιχείρημα, που μας αποδεικνύει ότι όλες οι πολιτισμικές ομάδες οφείλουν να είναι προστατευτικές με τα νεογνά τους: (1) Τα ανθρώπινα βρέφη είναι απροστάτευτα και δεν μπορούν να επιβιώσουν εάν δεν τους αποδοθεί πολλή φροντίδα για κάποια χρόνια. (2) Συνεπώς, εάν μια ομάδα δεν ενδιαφέρεται για τα νεογνά της, τα νεαρά άτομα δεν θα επιβιώσουν, και τα ηλικιωμένα άτομα δεν θα αντικατασταθούν από τα νεότερα. Μετά από κάποιο διάστημα η ομάδα θα πάψει να υφίσταται. (3) Συνεπώς, κάθε πολιτισμική ομάδα που εξακολουθεί να υφίσταται πρέπει να νοιάζεται για τα νεαρά άτομά της. Τα βρέφη, λοιπόν, στα οποία δεν αποδίδεται η δέουσα μέριμνα πρέπει να είναι η εξαίρεση παρά ο κανόνας. Ένας παρόμοιος συλλογισμός μας δείχνει ότι άλλες αξίες πρέπει να είναι περισσότερο ή λιγότερο γενικές. Ας φανταστούμε πως θα ήταν μια κοινωνία αν δεν εκτιμούσε καθόλου το να λες την αλήθεια. Όταν μιλούσε κάποιος σε κάποιον θα ήταν αδύνατο να υποθέσουμε πως λέει την αλήθεια διότι θα μπορούσε κάλλιστα να λέει και ψέμματα. Σε μια τέτοια κοινωνία δεν θα υπήρχε λόγος να προσέχουμε ο ένας τι λέει ο άλλος. (Σας ρωτάω τι ώρα είναι και μου απαντάτε «τέσσερις». Αλλά δεν υπάρχει έρεισμα για να υποθέσω ότι λέτε την αλήθεια θα μπορούσατε κάλλιστα να μου έχετε πει το πρώτο πράγμα που σας πέρασε από το μυαλό. Άρα, δεν έχω λόγο να προσέξω την απάντησή σαςκαι μάλιστα, δεν υπήρχε καν λόγος να σας ρωτήσω!) Θα δυσχεραινόταν, λοιπόν, η επικοινωνία σε εξαιρετικό βαθμό, για να μην πούμε ότι θα γινόταν αδύνατη. Επειδή οι Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 52/180
56 53 σύνθετες κοινωνίες δεν μπορούν να υπάρξουν χωρίς κανονικές συνθήκες επικοινωνίας μεταξύ των μελών τους, τότε ούτε η κοινωνία καθεαυτήν θα ήταν δυνατό να υπάρξει. Συνεπάγεται ότι σε κάθε σύνθετη κοινωνία πρέπει να υπάρχει ένα τεκμήριο φιλαλήθειας. Φυσικά, θα μπορούσαν να υπάρχουν εξαιρέσεις σε αυτό τον κανόνα: πιθανόν να υπάρχουν περιστάσεις στις οποίες να σκεφτόμαστε πως θα ήταν επιτρεπτό να πούμε ψέμματα. Ωστόσο, αυτές θα αποτελούσαν εξαίρεση ενός κανόνα που ισχύει στην κοινωνία. Ας αναφέρουμε ακόμη ένα παράδειγμα του ιδίου τύπου. Θα μπορούσε να υπάρξει κάποια κοινωνία στην οποία δεν θα υπήρχε απαγόρευση του φόνου; Πώς θα έμοιαζε άραγε; Ας πούμε ότι οι άνθρωποι ήσαν ελεύθεροι να σκοτώνουν άλλους ανθρώπους κατά βούληση και να μην περνούσε από κανενός το μυαλό ότι αυτό ήταν λάθος. Σε μια τέτοια «κοινωνία» ουδείς θα ένιωθε ασφαλής. Όλοι θα έπρεπε ανά πάσα στιγμή να βρίσκονται σε επιφυλακή. Οι άνθρωποι που θα ήθελαν να επιβιώσουν θα έπρεπε να αποφεύγουν τους άλλους ανθρώπους όσο το δυνατό περισσότερο. Αυτό θα είχε ως αναπόφευκτη συνέπεια να προσπαθούν τα άτομα να γίνουν όσο το δυνατό περισσότερο αυτάρκη εν πάση περιπτώσει η συναναστροφή με άλλα άτομα θα ήταν πολύ επισφαλής. Η κοινωνία υπό οποιαδήποτε μορφή της σε μακροκλίμακα θα κατέρρεε. Βέβαια, ορισμένοι άνθρωποι θα μπορούσαν να συνυπάρξουν σε ολιγομελείς ομάδες με άλλους στη βάση ότι θα μπορούσαν να τους πιστέψουν ότι δεν θα τους κάνουν κακό. Σημειώστε όμως τι σημαίνει αυτό: θα σχημάτιζαν μικρότερες κοινωνίες που θα αναγνώριζαν όντως ένα κανόνα κατά του φόνου. Η απαγόρευση του φόνου λοιπόν αποτελεί απαραίτητη πτυχή για όλες τις κοινωνίες. Εδώ έγκειται ένα ευρύτερο θεωρητικό συμπέρασμα, δηλαδή ότι υπάρχουν ορισμένοι ηθικοί κανόνες τους οποίες όλες οι κοινωνίες αποδέχονται, διότι αυτοί οι κανόνες είναι απαραίτητοι ώστε να υπάρξει η κοινωνία καθεαυτήν. Οι κανόνες που απαγορεύουν να λέμε ψέμματα και να σκοτώνουμε αποτελούν δύο παραδείγματα. Και πράγματι εντοπίζουμε αυτούς τους κανόνες να εφαρμόζονται σε όλους τους ισχύοντες πολιτισμούς. Οι πολιτισμοί μπορούν να διαφέρουν σε σχέση με τις αντιλήψεις τους περί νομιμοποιημένων εξαιρέσεων στους κανόνες, αλλά αυτή η διάσταση υπάρχει σε ένα ευρύτερο πλαίσιο συμφωνίας στα σημαντικότερα ζητήματα. Κατά συνέπεια, είναι σφάλμα να υπερεκτιμούμε το ποσοστό διαφωνίας μεταξύ πολιτισμών. Δεν είναι δυνατό να διαφέρει κάθε ηθικός κανόνας από τη μια κοινωνία στην άλλη Τι μας διδάσκει ο Πολιτισμικός Σχετικισμός Στην αρχή δήλωσα ότι πρόκειται να εντοπίσουμε τόσο τα σωστά όσο και τα λάθη του Πολιτισμικού Σχετικισμού. Μέχρι τώρα ανέφερα μονάχα τα λάθη του: είπα ότι βασίζεται σε ένα άκυρο επιχείρημα, ότι έχει συνέπειες που τον καθιστούν αβάσιμο φαινομενικά του και ότι η έκταση της πολιτισμικής διαφωνίας και διάστασης είναι πολύ μικρότερη από όσο αφήνεται να εννοηθεί. Αυτό όλο συνοψίζεται σε μια αρκετά ενδελεχή απόρριψη της θεωρίας του. Οπωσδήποτε όμως, εξακολουθεί να αποτελεί μια γοητευτική ιδέα και ο αναγνώστης μπορεί να αισθάνεται πως όλο αυτό είναι λίγο άδικο. Αυτή θεωρία πρέπει να έχει κάτι υπέρ αυτής, αλλιώς γιατί είχε μια τόσο μεγάλη επήρεια; Πράγματι, θεωρώ ότι υπάρχει κάτι σωστό σχετικά με τον Πολιτισμικό Σχετικισμό και τώρα θέλω να το καταθέσω. Υπάρχουν δυο μαθήματα που οφείλουμε να μάθουμε από αυτή τη θεωρία, ακόμη κι αν την απορρίψουμε εντελώς. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 53/180
57 54 1. Ο Πολιτισμικός Σχετικισμός μας προειδοποιεί, αρκετά εύλογα, περί του κινδύνου να θεωρήσουμε ότι όλες οι προτιμήσεις μας βασίζονται σε ένα ορισμένο ορθολογικό πρότυπο. Δεν βασίζονται. Πολλές (μα όχι όλες) οι πρακτικές μας αποτελούν απλώς ιδιαιτερότητες για την δική μας κοινωνία και είναι εύκολο να παραβλέψουμε αυτό το γεγονός. Εφόσον μας υπενθυμίζει αυτή τη σπουδαία παράμετρο, η θεωρία όντως προσφέρει μια σπουδαία εξυπηρέτηση. Οι ταφικές τελετές είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Οι Καλλατίες σύμφωνα με τον Ηρόδοτο ήσαν «άνθρωποι που έτρωγαν τους προγόνους τους» μια προκλητική ιδέα τουλάχιστον για μας. Αλλά η βρώση της σάρκας των νεκρών μπορούσε να εννοείται ως ένδειξη σεβασμού. Μπορούσε να εκληφθεί ως μια πράξη συμβολική που λέει: επιθυμούμε το πνεύμα αυτού του ανθρώπου να κατοικήσει εντός μας. Ίσως κάτι τέτοιο να αντιλαμβάνονταν ο Καλλατίες. Λαμβάνοντας υπόψη ένα τέτοιο σκεπτικό ο ενταφιασμός των νεκρών θα μπορούσε να γίνει αντιληπτός ως πράξη απόρριψης και η καύση του πτώματος σίγουρα ως περιφρόνηση. Αν είναι δύσκολο να το φανταστούμε αυτό, τότε ίσως χρειαζόμαστε λίγη εξάσκηση φαντασίας. Βέβαια, ίσως να νιώθουμε ένα ανακάτεμα στα σωθικά με την ιδέα της βρώσης ανθρώπινης σάρκας υπό οποιεσδήποτε συνθήκες. Αλλά και τι μ αυτό; Αυτή η απέχθεια μπορεί να είναι, όπως υποστηρίζουν οι σχετικιστές, απλώς ένα ζήτημα του τι συνηθίζεται εθιμικά στην δική μας ιδιαίτερη κοινωνία. Υπάρχουν και πολλά άλλα ζητήματα τα οποία έχουμε την τάση να τα σκεφτόμαστε υπό όρους αντικειμενικού σωστού ή λάθους, τα οποία όμως δεν αποτελούν στην πραγματικότητα τίποτα άλλο από κοινωνικές συμβάσεις. Πρέπει άραγε οι γυναίκες να καλύπτουν τα στήθη τους; Ένα στήθος υπό κοινή δημόσια θέα αποτελεί σκάνδαλο στην κοινωνία μας, ενώ σε άλλες κοινωνίες περνάει απαρατήρητο. Μιλώντας αντικειμενικά, δεν είναι ούτε σωστό ούτε λάθος εφόσον δεν υπάρχει αντικειμενικός λόγος γιατί είναι καλύτερο το ένα έθιμο από το άλλο. Ο Πολιτισμικός Σχετικισμός αρχίζει με την πολύτιμη επίγνωση ότι πολλές από τις πρακτικές μας υπάγονται σε ένα τέτοιο πλαίσιο υπάρχουν απλώς ως πολιτισμικά προϊόντα. Εν συνεχεία στραβώνει καθώς εξάγεται το συμπέρασμα ότι επειδή ορισμένες πρακτικές εντάσσονται σε ένα τέτοιο πλαίσιο τότε αυτό ισχύει για όλες. 2. Το δεύτερο μάθημα έχει σχέση με την διατήρηση μιας ευρύτητας πνεύματος. Στην πορεία προς την ενηλικίωση ο καθένας μας έχει αποκτήσει κάποια έντονα συναισθήματα: έχουμε μάθει να θεωρούμε κάποιους τύπους συμπεριφοράς ως αποδεκτούς και άλλους έχουμε μάθει να τους θεωρούμε απλώς ως απαράδεκτους. Κατά καιρούς ίσως να βρίσκουμε ότι αυτά τα συναισθήματά μας τίθενται υπό αμφισβήτηση. Ίσως να συναντήσουμε κάποιον που ισχυρίζεται ότι αυτά τα συναισθήματά μας είναι λανθασμένα. Μπορεί επί παραδείγματι να μας έχουν διδάξει ότι η ομοφυλοφιλία είναι ανήθικη και πιθανόν να αισθανόμαστε αρκετά άβολα ανάμεσα σε ανθρώπους γκέι και να τους αντιμετωπίζουμε ως ξένους και «διαφορετικούς». Έρχεται κάποιος λοιπόν που μας λέει ότι κάτι τέτοιο είναι απλώς μια προκατάληψη και ότι δεν υπάρχει κάτι σατανικό στην ομοφυλοφιλία ότι οι γκέι είναι κι αυτοί άνθρωποι, όπως όλοι, που συμβαίνει χωρίς κάποια δική τους επιλογή να έλκονται από άλλους του ιδίου φύλου. Επειδή όμως εμείς έχουμε τόσο έντονα συναισθήματα για το εν λόγω ζήτημα πιθανόν να δυσκολευόμαστε να πάρουμε στα σοβαρά έναν τέτοιο ισχυρισμό. Ακόμη κι αφού ακούσουμε τα επιχειρήματα πιθανόν να εξακολουθούμε να έχουμε την ακλόνητη αίσθηση ότι οι ομοφυλόφιλοι πρέπει κατά κάποιον τρόπο να αποτελούν μιαν απεχθή μερίδα ανθρώπων. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 54/180
58 55 Ο Πολιτισμικός Σχετικισμός υπογραμμίζοντας ότι οι ηθικές απόψεις μας πιθανόν αντανακλούν τις προκαταλήψεις της κοινωνίας μας προσφέρει ένα αντίδοτο για τέτοιου είδους δογματισμούς. Όταν μας αφηγείται την ιστορία περί Ελλήνων και Καλλατιών ο Ηρόδοτος προσθέτει: Διότι εάν κάποιος, οποιοσδήποτε, είχε την ευκαιρία να επιλέξει από όλα τα έθνη του κόσμου το σύνολο πίστεων που νόμιζε σωστές, αναπόφευκτα μετά από προσεκτική θεώρηση των σχετικών πλεονεκτημάτων θα επέλεγε τις πίστεις της δικής του χώρας. Όλοι ανεξαιρέτως θεωρούν ως καλύτερα τα έθιμα της δικής τους χώρας και την θρησκεία με την οποία έχουν ανατραφεί. Αν το συνειδητοποιήσουμε αυτό θα αποκτήσουμε μεγαλύτερο πνευματικό εύρος. Θα φθάσουμε να κατανοήσουμε ότι τα συναισθήματά μας δεν αποτελούν απαραίτητα αντιλήψεις της αλήθειας εφόσον μπορεί να μην είναι τίποτα άλλο παρά το αποτέλεσμα μιας πολιτισμικής προπαίδειας. Έτσι λοιπόν, όποτε ακούμε να υποβάλλεται η ιδέα κάποιο στοιχείο του κοινωνικού κώδικά μας δεν είναι πραγματικά το καλύτερο και διαπιστώνουμε ότι ενστικτωδώς αντιδρούμε σε μια τέτοια εισήγηση πρέπει να σταθούμε και να θυμηθούμε ό,τι είπαμε παραπάνω. Τότε ίσως να είμαστε πιο ανοικτοί στο να ανακαλύψουμε την αλήθεια οποιαδήποτε κι αν είναι αυτή. Είμαστε τότε σε θέση να κατανοήσουμε την επίδραση του Πολιτισμικού Σχετικισμού ακόμη κι αν η θεωρία του παρουσιάζει σοβαρές αδυναμίες. Είναι μια θεωρία ελκυστική επειδή βασίζεται σε μια γνήσια επίγνωση: ότι πολλές από τις πρακτικές και τις συμπεριφορές που εμείς θεωρούμε ως τόσο φυσικές αποτελούν απλώς πολιτισμικά προϊόντα. Επιπλέον, έχει μεγάλη σημασία να έχουμε πάντα σταθερά υπόψη μας αυτή την επίγνωση, αν επιθυμούμε να αποφύγουμε την αλαζονεία αφενός και να έχουμε ανοικτό μυαλό αφετέρου. Όλα αυτά είναι σημαντικά συμπεράσματα και καλό είναι να μην τα παίρνουμε αψήφιστα. Μπορούμε όμως να αποδεχτούμε αυτά τα πορίσματα χωρίς να πρέπει να ασπαστούμε ολόκληρη τη θεωρία. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 55/180
59 56 Β. Δεύτερο Μέρος Από τα ασιατικά τεχνολογικά επιτεύγματα στον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό Σε αυτό το μέρος βασιστήκαμε σε εγχειρίδια του Arnold Pacey (πρβλ. κείμενα, βιβλιογραφία και περαιτέρω αναγνώσεις) Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 56/180
60 57 Εισαγωγικά στην ιστορία της Τεχνολογίας Ένας γρίφος που αποτελεί πρόκληση για οποιονδήποτε μελετητή της εξέλιξης της τεχνολογίας σε ολόκληρο τον κόσμο είναι το γεγονός ότι, κάθε τόσο και σε διαφορετικά μέρη του κόσμου, παρόμοιες εφευρέσεις εμφανίζονται σχεδόν ταυτόχρονα (για παράδειγμα η ανέμη) ή σε διαφορετικούς χρόνους, αλλά χωρίς να υπάρχει προφανής σχέση μεταξύ τους (η τυπογραφία εμφανίστηκε πρώτα στην Κίνα και έξι αιώνες αργότερα στην Ευρώπη). Μερικές φορές, οι εφευρέσεις αυτές είναι απόλυτα ανεξάρτητες. Άλλες φορές, υπάρχουν σαφείς ενδείξεις μεταβίβασης πληροφοριών από μέρος σε μέρος (όπως στην περίπτωση της χαρτοποιίας). Πολύ συχνά, όμως, ο σημαντικότερος παράγων είναι το γεγονός ότι τα επιτεύγματα μιας συγκεκριμένης κοινωνίας παρακινούν τους ανθρώπους σε άλλα μέρη να πραγματοποιήσουν διαφορετικές, αλλά συγγενικές εφευρέσεις. Οι συνέπειες τέτοιων υποκινήσεων υπήρξαν σημαντικές στην ιστορία και με άλλους τρόπους. Η πυρίτιδα και μερικά στοιχειώδη πυροβόλα εφευρέθηκαν στην Κίνα. Αλλά, όταν έφτασαν στην Ευρώπη οι σχετικές με αυτά πληροφορίες, προκάλεσαν μια νέα και τρομακτικότερη εφεύρεση, το κανόνι. Οι κρυσταλλολυχνίες (τρανζίστορς) και πολλές άλλες ηλεκτρονικές επινοήσεις εφευρέθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά οδήγησαν στην ανάπτυξη νέου είδους καταναλωτικών προϊόντων στην Ιαπωνία. Η συζήτηση παρόμοιων σημερινών εξελίξεων τείνει να επικεντρώνεται σε καταστάσεις στις οποίες οι πληροφορίες και συχνά τα αντικείμενα του μηχανικού εξοπλισμού μεταφέρονται κατευθείαν από τη μια κοινωνία στην άλλη. Στο τρέχον ειδικό λεξιλόγιο, αυτό ονομάζεται «μεταφορά τεχνολογίας» [technology transfer]. Αλλά, στις περισσότερες σχετικές συζητήσεις, δεν ανακύπτει το θέμα της υποκίνησης, η οποία μπορεί να προκληθεί από την εξάπλωση γνώσεων ή ακόμη και από απλές φημολογίες για την ύπαρξη μιας ασυνήθιστης τεχνικής. Σχετικό παράδειγμα προσφέρει η ινδική υφαντουργική τεχνολογία, η οποία είχε βαθιά επίδραση στη Βρετανία στη διάρκεια της βιομηχανικής επανάστασης, μολονότι οι «μεταβιβάσεις τεχνολογίας» ήσαν λιγοστές. Μόνη η γνώση πως οι Ινδοί ήσαν σε θέση να στρίβουν βαμβακερά νήματα, να υφαίνουν υφάσματα μεγάλης λεπτότητας με αυτά και να τα βάφουν με ζωηρά και ανεξίτηλα χρώματα αποτέλεσε αρκετό έναυσμα για τους Βρετανούς εφευρέτες να επινοήσουν δικούς τους τρόπους για την επίτευξη των ίδιων αποτελεσμάτων. Χαρακτηριστικά, οι διαντιδράσεις που οδήγησαν σε τέτοια αποτελέσματα μοιάζουν με διαλογική συζήτηση, στην οποία η ανεπάρκεια σχετικών πληροφοριών πυροδοτεί νέες ιδέες και εκείνες πού μπορούμε να ονομάσουμε «ανταποκριτικές» εφευρέσεις. Μερικές φορές, μοιάζουν με διάλογο ή μια διαλεκτική, στην οποία οι παραλήπτες ενός νέου σώματος πληροφοριών και τεχνικής το υποβάλλουν σε «εξεταστική ανάκριση» με βάση τις δικές τους εμπειρίες και τη γνώση των δικών τους τοπικών συνθηκών. Σ αυτές τις περιπτώσεις, η αρχική «μεταβίβαση τεχνολογίας» δεν είναι παρά το πρώτο μόνο στάδιο μιας ευρύτερης διαδικασίας. Αν δεν εκτιμηθεί σωστά αυτή η διαλεκτική στην τεχνολογία, η άποψη της ιστορίας των εφευρέσεων είναι δυνατό να περιοριστεί σημαντικά. Αλλά, πράγμα σοβαρότερο, αυτή η παράλειψη έχει οδηγήσει σε αποτυχημένες εφαρμογές επιλεγμένων μεθοδεύσεων στον σύγχρονο κόσμο. Προγράμματα ανάπτυξης, που σχεδιάστηκαν με σκοπό να ενθαρρύνουν τη μεταφορά τεχνολογίας από τα βιομηχανικά έθνη σε «λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες», συχνά αποδείχτηκαν αναποτελεσματικά, επειδή δεν είχαν περιλάβει πρόβλεψη για τις Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 57/180
61 58 ανταποκριτικές εφευρέσεις των χωρών, για τις οποίες προορίζονταν. Η επιτυχία τους περιορίστηκε στην επιβολή της μεταφερόμενης τεχνολογίας, η οποία μπορεί, βέβαια, να διατηρήσει κάποια λειτουργικότητα για ένα χρονικό διάστημα, ιδιαίτερα εφόσον διαχειρίζονται την εφαρμογή της μηχανικοί και διοικητικοί ιθύνοντες από τη χώρα της προέλευσης της. Είναι ακόμη δυνατό οι κατά τόπους αποδέκτες της τεχνολογίας να υποχρεωθούν να αναδομήσουν τη ζωή τους γύρω από αυτήν. Όμως, η πείρα έχει δείξει ότι, συχνά, η τεχνολογία δυσλειτουργεί και τελικά εγκαταλείπεται. Από αυτόν ακριβώς τον κύκλο έχουν περάσει οι απόπειρες να εισαχθεί η χρήση αγροτικών μηχανημάτων, υδραντλιών, αποχετευτικών έργων και εργοστασίων σε πολλές αφρικανικές χώρες, καθώς επίσης και στην Ασία και τη Νότια Αμερική. Ο τρόπος για να αποφεύγονται τέτοια αρνητικά αποτελέσματα είναι να επιλέγεται μια ελαστικότερη μορφή για την εισαγωγή της νέας τεχνολογίας και να περιλαμβάνει δυνατότητες για τοπικό διάλογο, ο οποίος μπορεί να οδηγήσει σε τροποποιήσεις και προσαρμογές πιθανώς του μηχανικού εξοπλισμού, αλλά ειδικότερα των κοινωνικών ρυθμίσεων πού επηρεάζουν τη χρήση της σε μια χώρα. Ωστόσο, ενώ θέμα μας είναι ο διάλογος ή η διαλεκτική στην τεχνολογία, υπάρχουν πολλά άλλα ζητήματα που πρέπει να εξετάζει μια ιστορία των τεχνολογικών αλλαγών. Για παράδειγμα, εξηγώντας τον τρόπο με τον οποίο υποκινούνται πολλές φορές οι εφευρέσεις, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι τα μηχανήματα και άλλα τεχνουργήματα (ιδιαίτερα τα πυροβόλα) μπορεί να είναι φορείς ενός προκλητικού συμβολισμού. Αντίθετα, μελετώντας την επιφυλακτικότητα με την οποία αντιμετωπίζονται άλλου είδους εφευρέσεις, πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας το γεγονός πως, όταν διακυβεύονται οι βασικές ανάγκες επιβίωσης ενός λαού και ειδικά οι προμήθειες των ειδών διατροφής του, οι άνθρωποι τείνουν να προσεγγίζουν τις προτεινόμενες σχετικές καινοτομίες με αυξημένο συντηρητισμό. 74 Άλλα θέματα που θίγονται με τρόπο περιεκτικό λόγω του εισαγωγικού, ας πούμε, χαρακτήρα της προσέγγισής μας, περιλαμβάνουν τις θεσμικές συνθήκες, στο πλαίσιο των οποίων αναπτύσσεται η τεχνολογία, καθώς και τις αντίθετες με τον νεοτερισμό επιρροές κυβερνητικών, στρατιωτικών, εμπορικών και άλλων μορφών οργάνωσης Μερικά από τα ερωτήματα πού προκύπτουν σε σχέση με τον συμβολισμό και την «τεχνολογία επιβίωσης» αναφέρονται σε κεφάλαια που θα μας απασχολήσουν παρακάτω, αλλά δεν συζητούνται εξαντλητικά. 75 Εξάλλου, σχεδόν τίποτε δεν αναφέρεται για τις πεποιθήσεις που οι διάφορες κοινωνίες συνδέουν με την τεχνολογία, όπως η άλλοτε ευρύτατα διαδεδομένη δοξασία πως μερικές τεχνικές ή μηχανήματα ήσαν ικανά να κινήσουν υπερφυσικές ή «μαγικές» δυνάμεις. Ακόμη, δεν υπάρχει εδώ συζήτηση για την εμπειρική γνώση πού χρησιμοποιείται από τους ειδικευμένους τεχνίτες και που ίσως έχει θέση «πρωτοεπιστήμης». Μερικά από αυτά τα ζητήματα καλύπτονται με μεγαλύτερη πληρότητα στο βιβλίο του Arnold Pacey, Τhe maze of Ingenuity [O λαβύρινθος της εφευρετικότητας], που καλύπτει την χρονική περίοδο από τον 8 ο αι. μέχρι τον 20 ο (όπως και του ιδίου Technology in World Civilization A Thousand Year History, Oxford: Blackwell, 1990 [Η τεχνολογία στον Παγκόσμιο Πολιτισμό, Μια ιστορία χιλίων ετών, Αθήνα: ΕΤΒΑ, 1995], αλλά αναφέρεται σε εξελίξεις πού πραγματοποιήθηκαν ολοκληρωτικά μέσα σε κουλτούρες της Δύσης. Η υποκίνηση τους από μη δυτικές κουλτούρες υπήρξε ανέκαθεν σημαντική για την Ευρώπη, αλλά η απευθείας μεταφορά τεχνολογίας από εκείνες τις κουλτούρες δεν ήσαν αριθμητικά συχνή, όσο συνήθως υποστηρίζεται. Οι Ευρωπαίοι τεχνολόγοι είχαν αξιοπρόσεκτα ευφάνταστη προσέγγιση, για την οποία ο συμβολισμός των μηχανών και δομών και των ιδεών περί μαγείας ήταν μερικές φορές σημαντικός. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 58/180
62 59 Συζητώντας τις πιο πρακτικές πλευρές αυτών των θεμάτων, πρέπει να αποφύγουμε παρεξηγήσεις πού πιθανό να προκύψουν από την πολύ διαδεδομένη συνήθεια εξίσωσης της έννοιας «τεχνολογία» με το αντικείμενο της επαγγελματικής αρμοδιότητας των «μηχανικών». Για παράδειγμα, είναι πολύ εύκολο να υποτιμήσουμε την κοινωνία μιας ξερής τροπικής χώρας, η οποία έχει οξυδερκή αντίληψη των οικολογικών συσχετισμών για την καλλιέργεια αγροτικών προϊόντων χωρίς μεγάλες αρδευτικές κατασκευές. Πολύ συχνά, η απουσία αρδευτικών έργων σε μια τέτοια χώρα δεν υποδηλώνει την έλλειψη τεχνολογίας, αλλά το άκρο αντίθετο. Και πρέπει να προσθέσουμε ότι, όταν κάνουμε λόγο εδώ για τις αρμοδιότητες του «μηχανικού», αναφερόμαστε στις τεχνικές για την κατασκευή χωματουργικών έργων, μηχανημάτων, διωρύγων, γεφυρών και κτηρίων. Δεν διακρίνουμε τους «πολιτικούς» από τους «μηχανολόγους» μηχανικούς με τη σύγχρονη έννοια, αλλά αναφερόμαστε σε οποιονδήποτε συνδυασμό αυτών των επαγγελματικών ειδικοτήτων, ο οποίος μπορεί να υπήρχε στη συζητούμενη κοινωνία (και ο οποίος συχνά περιλάμβανε και την αρχιτεκτονική ειδικότητα). Μια άλλη αναγκαία αποσαφήνιση για τις συζητήσεις μας είναι ότι η λέξη «βιομηχανία» περιγράφει εδώ οποιονδήποτε πυρήνα βιομηχανικής παραγωγικής δραστηριότητας ή τήξης μετάλλων, ακόμη και αν το πλαίσιο της αναφοράς μας μπορεί, σε μερικές περιπτώσεις, να ονομαστεί «προβιομηχανική» κοινωνία. Συχνά, ο όρος μπορεί να εννοηθεί ότι σημαίνει «χειροτεχνική παραγωγική δραστηριότητα» με περιορισμένο βαθμό μηχανικού εξοπλισμού, αλλά, σε ορισμένα μέρη του κόσμου υπήρξαν κατά καιρούς και για εκπληκτικά μεγάλα χρονικά διαστήματα μερικές βιομηχανίες μεγάλης κλίμακας και πλήρους απασχόλησης που ήταν απόλυτα χωριστές από τη γεωργία. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 59/180
63 60 1. Η ασιατική τεχνολογία Οι Κινέζοι Πριν από χίλια περίπου χρόνια, σε ορισμένες περιοχές του κόσμου υπήρξε μια περίοδος εντυπωσιακών εφευρέσεων και τεχνικών βελτιώσεων στη γεωργία, στην τήξη μετάλλων και σε μερικούς τομείς της αρμοδιότητας των μηχανικών. Οι εξελίξεις αυτές υπήρξαν πιο προφανείς στην Κίνα και σε χώρες της Δυτικής Ασίας, οι οποίες (μαζί με το Ιράν, το Ιράκ και τη Συρία) είχαν μόλις περιέλθει στην κυριαρχία του Ισλάμ. Παρόμοια επιτεύγματα πραγματοποιήθηκαν και σε άλλες περιοχές, ακόμη και στην Ευρώπη. Μπορεί να υποστηριχτεί πειστικά ότι τα προβλήματα που προκύπτουν από την αύξηση πληθυσμών συχνά οδηγούν σε τεχνολογικές καινοτομίες, ιδίως μάλιστα όταν παρουσιαστεί η ανάγκη ώστε μια δεδομένη έκταση γης να αποδώσει αυξημένη ποσότητα ειδών διατροφής και άλλων χρειωδών. Ίσως αυτό να αποτέλεσε έναν από τους παράγοντες που δημιούργησαν την «περίοδο φάση» για την οποία κάνουμε λόγο, επειδή τότε παρατηρήθηκε ραγδαία αύξηση πληθυσμών σε πολλές από τις αναφερόμενες χώρες. Ήδη από το 700 μ. Χ., αν όχι από νωρίτερα, υπάρχουν ενδείξεις νέων καλλιεργειών και νέων τρόπων συγκομιδής γεωργικών προϊόντων στην Κίνα, στη Δυτική Ασία και στην Ευρώπη, καθώς και εξελίξεων που επιδρούσαν στον αγροτικό εξοπλισμό και, με εξαίρεση την Ευρώπη, βελτιώσεων στις αρδευτικές μεθόδους. Οι αλλαγές αυτού του είδους αποτελούσαν μέρος της «τεχνολογίας επιβίωσης», η οποία είναι συναφής με τη βασική συντήρηση αυξανόμενων αριθμών ανθρώπων. Οι εμπορικές ανταλλαγές ειδών πολυτελείας, όμως, μεταξύ της Κίνας και της Δυτικής Ασίας υπήρξε πολύ διαφορετικός παράγων υποκίνησης τεχνολογικών αλλαγών. Είναι σαφές ότι η εξαγωγή κινέζικων μεταξωτών αποτέλεσε το κίνητρο για τις υφαντουργικές βιομηχανίες στη Δύση, καθώς και ότι οι τεχνικές της κινέζικης χαρτοποιίας διαδόθηκαν με τις επαφές κατά μήκος των εμπορικών δρομολογίων. Προς την αντίθετη κατεύθυνση, οι ανεμόμυλοι του Ιράν έγιναν γνωστοί στην Κίνα και με τον καιρό οδήγησαν τους Κινέζους στην εφεύρεση ενός διαφορετικού, αλλά συγγενικού τύπου ανεμόμυλου. Η φάση εκείνη έμοιαζε με την έναρξη διαλόγου που παρακινούσε προς την εφεύρεση και τη βελτίωση τεχνικών που απέρρεαν από την ανταλλαγή τεχνουργημάτων και ιδεών. Οι εμπορικές διασυνδέσεις σήμαιναν επίσης ότι η εμπορική ευημερία σε έναν τόπο μπορούσε να επηρεάσει τις οικονομικές συνθήκες σε άλλες, πολύ μακρινές περιοχές. Η κύρια μελέτη του ιστορικού W. Η. ΜcNeill (The Pursuit of Power, 1983) ειδικά για την επέκταση του εμπορίου, αφορά στη βιομηχανία σιδήρου της Κίνας, η οποία παρήγαγε όπλα, αγροτικά εργαλεία και ιδιαίτερες ποιότητες σιδήρου για ειδικές χρήσεις. 76 Για παράδειγμα, ο χυτοσίδηρος, ο οποίος θεωρείται ακατάλληλο υλικό για καμπάνες ή για υνία αρότρων, χρησιμοποιήθηκε με επιτυχία από τους Κινέζους για την κατασκευή και των δύο αυτών τεχνουργημάτων (artifact). Ένας εξαιρετικά προσεκτικός έλεγχος ποιότητας ήταν προϋπόθεση για την κατασκευή μεγάλων κωδώνων ναών από «λευκό» χυτοσίδηρο και οι πρώτοι από αυτούς χρονολογούνται από το 1079 μ.χ. Πολλοί άλλοι κατασκευάστηκαν κυρίως σε χυτήρια μετάλλου της επαρχίας Σανξί. 76 Ο ΜcNeill υποστηρίζει ότι η ανάπτυξη του εμπορίου της Κίνας στους αιώνες «πριν και μετά από το 1000 μ. Χ.» ήταν τέτοια, ώστε να «γείρει αποφασιστικά την πλάστιγγα στην παγκόσμια ιστορία» (McNeill, 1983:25) Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 60/180
64 61 Τα μεγαλύτερα καμίνια εκείνης της εποχής παρήγαγαν περίπου δύο τόνους σιδήρου την ημέρα, αλλά τα περισσότερα ήσαν πολύ μικρότερα. 77 Πολύς από τον σίδηρο που παραγόταν στην επαρχία Σανξί τηκόταν σε χωνευτήρια καμίνων που θερμαίνονταν με άνθρακα. Είναι, όμως, πολύ πιθανό πως η ραγδαία αύξηση της παραγωγής χυτοσιδήρου μεταξύ του 998 και 1078 μ.χ. οφειλόταν μάλλον στη χρήση υψικαμίνων. Αν κρίνουμε από μεταγενέστερες εικονογραφήσεις, μια τυπική υψικάμινος εκείνης της εποχής είχε ύψος 3 4 μέτρων και σχήμα βαρελιού ή στρογγυλό, το οποίο στένευε πολύ στο πάνω μέρος του, από όπου ετροφοδοτείτο με οπτάνθρακα (κωκ), γαιάνθρακα, μετάλλευμα σιδήρου και κατά πασά πιθανότητα με ασβεστόλιθο (βλ. εικ. 1). 78 Σε μικρή απόσταση προς τα βόρεια αυτής της περιοχής επεξεργασίας σιδήρου, εκτεινόταν η λεγόμενη Αυτοκρατορία Λιάο. Ο πληθυσμός της περιλάμβανε πολλές νομαδικές ομάδες τρομερών πολεμιστών και ιππέων και τα σύνορα παραβιάζονταν συχνά από επιδρομές. Από άλλες απόψεις, ο πολιτισμός και η τεχνολογία αυτής της αυτοκρατορίας μπορούσε να συγκριθεί με της ενδοχώρας της Κίνας, στην οποία βασίλευε η δυναστεία Σινγκ. Για την αντιμετώπιση της απειλής των Λιάο, η Κίνα των Σινγκ οργάνωσε έναν τεράστιο στρατό, ο οποίος αριθμούσε περισσότερους από ένα εκατομμύριο ενόπλους στη δεκαετία του Ωστόσο, η βιομηχανία σιδήρου της Κίνας εξαπλωνόταν ταχύτερα πιο ανατολικά, σε μια περιοχή που εκτείνεται σήμερα στα σύνορα ανάμεσα στις επαρχίες Χεμπέι και Χενάν. Δεν υπήρχαν εκεί μόνο μεταλλεύματα σιδήρου, αλλά και γαιάνθρακας. Τα καυσόξυλα και ο ξυλάνθρακας για τα καμίνια γίνονταν ολοένα σπανιότερα εξαιτίας της αποψίλωσης των δασών και η ανάπτυξη της βιομηχανίας σιδήρου εξαρτιόταν από την αύξηση της χρήσης του άνθρακα, του οπτάνθρακα και, στην περίπτωση του Σανξί, του ανθρακίτη, ανάλογα με τον τύπο του καμινιού. Τα στατιστικά στοιχεία για την επαρχία Χεμπέι και τις γειτονικές περιοχές δείχνουν ότι τα πολύ χαμηλά επίπεδα παραγωγής σιδήρου του 998 μ.χ. αυξήθηκαν το 1078 μ.χ. σε περισσότερους από τόνους ετησίως. Βλ. R. Hartwell, 1966, Journal of Economic History, 26, σελ οι αναφερόμενες ποσότητες παραγωγής δηλώνουν την ύπαρξη πολυάριθμων καμινιών. Αναπτύχθηκαν μεγάλες επιχειρήσεις από ανεξάρτητους επιχειρηματίες, αν και ή τήξη μετάλλων σε άλλες περιοχές της Κίνας ήταν περιοδικό πάρεργο των χωρικών σε εποχές μειωμένης απασχόλησης στον γεωργικό τομέα. Μολαταύτα, η παραγωγή σιδήρου μεγάλωνε στις άλλες περιοχές όσο και στο Χεμπέι και η συνολική ποσότητα που κατέγραψαν οι φορολογικοί υπάλληλοι αυξήθηκε, από τόνους το 998 μ.χ. σε τόνους το 1064 και σε το βλ. Arnold Pacey, 1997, H Τεχνολογία στον παγκόσμιο πολιτισμό. σελ Όταν το καμίνι ανοιγόταν κοντά στη βάση του, το ξασπρισμένο από την πυράκτωση λιωμένο μέταλλο πού έτρεχε από την οπή, μπορούσε να διοχετευτεί σε καλούπια και να στερεοποιηθεί σε χελώνες χυτοσιδήρου. Μπορούσε επίσης να διοχετευτεί σε μία μεγάλη τετράγωνη γούρνα για να αρχίσουν τα πρώτα στάδια της διαδικασίας της μετατροπής του σε καθαρό σίδηρο. Το ισχυρό ρεύμα αέρα, πού ήταν απαραίτητο για τη διατήρηση της χημικής αντίδρασης μέσα στον κλίβανο, προερχόταν χαρακτηριστικά από δύο πελώριους αρθρωτούς φυσητήρες, οι όποιοι κινούνταν εναλλακτικά σε έναν κοινό άξονα, και το συμπίεζαν ό ένας μετά τον άλλον προς την εστία. Οι φυσητήρες αυτοί λειτουργούσαν με τη δύναμη υδροκίνητων τροχών, αλλά, συχνά, με τη χειρωνακτική απασχόληση τετραμελών ή εξαμελών ομάδων πού εργάζονταν με βάρδιες. Οι στατιστικές παραγωγής δείχνουν πώς υπήρχε εκτεταμένη αγορά για σίδηρο και, πραγματικά, μπορούσε να τροφοδοτείται μεγάλη περιφέρεια, επειδή ή περιοχή επεξεργασίας σιδήρου συνδεόταν με διώρυγες με τις πολυάνθρωπες περιοχές προς τα νότια, καθώς και με το Καϊφένγκ που ήταν τότε η πρωτεύουσα (εικ. 2). 79 Το σημαντικότερο όπλο τους ήταν η βαλλίστρα, αλλά διέθεταν επίσης μερικά εμπρηστικά όπλα, τα οποία ήσαν κατασκευασμένα με πυρίτιδα. Η παραγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού απορροφούσε μεγάλο μέρος της παραγωγής σιδήρου της περιοχής του Χεμπέι. Τα κρατικά εργοστάσια κατασκεύαζαν πολλές χιλιάδες πανοπλίες κάθε χρόνο και ήταν σε θέση να προμηθεύουν στους τοξότες δεκάξι εκατομμύρια αιχμές βελών. Βλ. Pacey, όπ. παρ., σελ. 18 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 61/180
65 62 Όλες, όμως, αυτές οι στρατιωτικές προετοιμασίες ήσαν κατά κάποιο τρόπο μάταιες. Το 1125, μια άλλη ομάδα νομάδων πολεμιστών κατέλαβε την περιοχή των Λιάο στα βόρεια. Επρόκειτο για τους Ταρτάρους Τζίν (ή Τζούρτσεν), οι οποίοι πολύ σύντομα άρχισαν να εισβάλουν στην επικράτεια των Σινγκ. Οι διώρυγες έκλεισαν, η δραστηριότητα επεξεργασίας του σιδήρου αποδιοργανώθηκε και, το 1126, το Καϊφένγκ, η πρωτεύουσα, εκκενώθηκε κάτω από την απειλή επίθεσης. Η κυβέρνηση μεταφέρθηκε πιο νότια, στο Χανγκτσού. Μολονότι η πολεμική βιομηχανία απορροφούσε το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής σιδήρου, οι υψικάμινοι του Χεμπέι προμήθευαν και πολυάριθμους άλλους καταναλωτές, μεταξύ των οποίων ήσαν και οι ιερείς των βουδιστικών ναών που έδειχναν μεγάλο ενθουσιασμό για τη χρησιμοποίηση χυτοσιδήρου στις οικοδομές και στην κατασκευή κωδώνων. Τα πλακίδια για την κάλυψη των οροφών των ναών και ακόμη και ολόκληρες μικρές παγόδες φτιάχνονταν από σίδερο. Πολύ πιο σημαντική, όμως, ήταν η χρησιμοποίηση του σιδήρου στα άροτρα και σε άλλα αγροτικά εργαλεία. Ο πρώτος κινέζικος πολιτισμός είχε αναπτυχθεί στα βόρεια της χώρας, στη λεκάνη του Κίτρινου Ποταμού. Η περιοχή αυτή έχει δροσερό κλίμα και η οικονομία της ήταν περισσότερο εξαρτημένη από την καλλιέργεια σιταριού και κεχριού παρά ρυζιού. Από το 700 μ.χ., όμως, διακρίνουμε μια μετακίνηση των αγροτών προς τις θερμότερες και υγρότερες νότιες περιοχές. Μετά το 907, αυτή η κίνηση επιταχύνθηκε κάτω από την απειλή των επιδρομών από τα βόρεια. Στη δεκαετία πια του 1080, αντί το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού να κατοικεί στη λεκάνη του Κίτρινου Ποταμού, δυο φορές περισσότεροι άνθρωποι ζούσαν στον Νότο. Εκεί, μια μικρότερη επιφάνεια γης έπρεπε να συντηρεί τον αυξανόμενο πληθυσμό και, ταυτόχρονα, να τροφοδοτεί τον στρατό. Οι προσπάθειες για τη λύση αυτών των προβλημάτων είχαν αποτέλεσμα μια εντυπωσιακή σειρά καινοτομιών στον τομέα της ορυζοκαλλιέργειας, οι οποίες κορυφώθηκαν σε εξαιρετικά υψηλά παραγωγικά επίπεδα, σε αναλογία με τη διαθέσιμη έκταση γης. Η κυβέρνηση ανέλαβε δράση για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης και δοκίμασε να αυξήσει την καλλιεργούμενη γη, βάζοντας σε εφαρμογή διάφορα σχέδια για εγγειοβελτιωτικά έργα εκχέρσωσης. Το ουσιαστικότερο, όμως, επίσημο σχετικό πρόγραμμα ήταν η εισαγωγή μιας νέας ποικιλίας ρυζιού από το Τσάμπα που σήμερα βρίσκεται στο Βιετνάμ. Το ρύζι αυτό αναπτυσσόταν ταχύτατα και, αν φυτευόταν νωρίς, η συγκομιδή του άφηνε περιθώρια χρόνου για μια δεύτερη σοδειά. Δείγματα του σπόρου διανεμήθηκαν ευρύτατα στους αγρότες της Νότιας Κίνας το 1012 και σύντομα η καλλιέργεια ρυζιού αυτού του τύπου γενικεύτηκε. Ένα πρόσθετο πλεονέκτημα του ήταν ότι μπορούσε να αναπτυχθεί σε εδάφη χωρίς επάρκεια νερού για την καλλιέργεια ρυζιού κοινού τύπου. Η εισαγωγή του ρυζιού τύπου Τσάμπα ήρθε να επιστεγάσει δυο αιώνες αγροτικής ανάπτυξης, της οποίας μια άλλη πλευρά ήσαν οι νεοτερισμοί στα αγροτικά μηχανήματα και η προσαρμογή τους στην ορυζοκαλλιέργεια. Βελτιωμένα άροτρα με σιδηρά υνία και αυλακωτές είχαν ήδη εισαχθεί πριν από το 880 μ.χ Υπήρχαν ακόμη βωλοκόποι με σιδερένια εξαρτήματα που σύρονταν από υποζύγια, νέα εργαλεία χειρός για το ξερίζωμα των ζιζανίων, καλύτερα δρέπανα, ένα μηχάνημα λικνίσματος των σπόρων μετά το αλώνισμα και μύλοι για την αποφλοίωση και στίλβωση τους. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 62/180
66 63 Τα υδραυλικά έργα Άλλες εξελίξεις εκείνης της εποχής εντοπίζονται στις διάφορες βελτιώσεις του συστήματος διωρύγων. Τα σκάφη που έπλεαν στις διώρυγες μετέφεραν δημητριακά για την τροφοδότηση της πρωτεύουσας και του στρατού, καθώς και δημητριακά που είχαν περισυλλεχθεί ως φόροι από τους αγρότες και τους κτηματίες. Αλλά, με την αύξηση της γεωργικής παραγωγής και της ανάγκης για μεταφορές σιδήρου από τα αναπτυσσόμενα χωνευτήρια, πυκνώθηκε αναπόφευκτα και η κυκλοφορία στις διώρυγες. Οι ετήσιες μεταφορές δημητριακών έφτασαν τους τόνους στη διάρκεια του 11 ου αι. Η πρωτεύουσα των Σινγκ στο Καϊφένγκ βρισκόταν κοντά στο σημείο όπου οι κυριότερες διώρυγες ενώνονταν με τον Κίτρινο Ποταμό. Μετά, όμως, από την κατάκτηση της Κίνας από τους Μογγόλους στη δεκαετία του 1260, η εγκατάσταση της νέας πρωτεύουσας στο Πεκίνο κατέστησε αναγκαία την κατασκευή νέας διώρυγας, της Μεγάλης Διώρυγας, ώστε το Πεκίνο να συνδεθεί με τον Νότο. Πολλές από τις διώρυγες δεν ήσαν τίποτε περισσότερο από βελτιωμένες κοίτες παραποτάμων ή τεχνητές διασυνδέσεις ποταμών. Μέχρι την κατασκευή της Μεγάλης Διώρυγας, δεν υπήρχαν διώρυγες με «ανώτατη στάθμη», οι οποίες να απαιτούν ανεξάρτητη παροχή νερού. Οι περισσότερες είχαν κατασκευαστεί σε μάλλον ομαλό έδαφος και οι διαφορές επιπέδου και στάθμης ήσαν λιγοστές. Εκεί όπου υπήρχαν, τα σκάφη σύρονταν από το ένα επίπεδο στο άλλο πάνω σε αμφίδρομα βάθρα ολίσθησης (γλίστρες). 81 Πολλές φορές, τα σκάφη πάθαιναν ζημιές πάνω στις γλίστρες και τα φορτώματα τους ήταν εκτεθειμένα στην κλοπή. 82 Κάτι που πρέπει να παρατηρηθεί σχετικά με την εφεύρεση της πρωτόγονης δεξαμενής εξισορρόπησης στάθμης είναι ότι, όπως και η εισαγωγή του ρυζιού τύπου Τσάμπα, φανερώνει τη δυνατότητα να γίνουν ενεργητικοί καινοτόμοι οι αξιωματούχοι κεντρικών ή τοπικών κυβερνήσεων. Υπάρχουν πολλά ακόμη παραδείγματα τεχνολογικών νεοτερισμών, οι οποίοι ξεκίνησαν από τους κόλπους της γραφειοκρατίας στα χρόνια που η δυναστεία των Σινγκ κυβερνούσε στο Καϊφένγκ ( μ.χ.), μερικοί σε σχέση με τα ωρολόγια και άλλοι με τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς. 81 Συγκεκριμένα, στο τέλος μιας διώρυγας βρισκόταν τοποθετημένη μια επικλινής ράμπα, πάνω στην οποία το σκάφος συρόταν έξω από το νερό με σχοινιά και βαρούλκα (βίντσια). Η κορυφή της ράμπας οδηγούσε σε ένα βάθρο ολίσθησης, το οποίο επέτρεπε την καθέλκυση του σκάφους στο επόμενο τμήμα της διώρυγας, όπου ή στάθμη του νερού ήταν διαφορετική. 82 Το 983 μ.χ., ο κυβερνητικός επίτροπος συγκοινωνιών με το όνομα Τζιάο Γουέι γιε, ο οποίος δυσαρεστημένος ων από αυτή την κατάσταση, διέταξε την αντικατάσταση πέντε διπλών βάθρων ολίσθησης μιας διώρυγας που ενωνόταν με τον Ποταμό Χουάι (βλ. εικ. 2) με ισάριθμα συστήματα διπλών υδατοφρακτών. Ανάμεσα σε κάθε ζεύγος υδατοφρακτών υπήρχε ένα μήκος διώρυγας, της οποίας η στάθμη του νερού μπορούσε να αυξομειώνεται, ώστε να εξισώνεται με το επίπεδο «ανόδου» ή «καθόδου». Έτσι, χωρίς κοπιαστικές ανελκύσεις και καθελκύσεις, τα σκάφη μπορούσαν να κατέβουν πλέοντας αδιάκοπα τα πέντε διαφορετικά επίπεδα από τη διώρυγα μέχρι τον ποταμό. Αυτές είναι οι παλαιότερες δεξαμενές για την εξισορρόπηση της στάθμης και είναι ενδιαφέρον το ότι είναι γνωστό το όνομα του εφευρέτη τους. Αλλά, η δεξαμενή εξισορρόπησης στάθμης υστερούσε των συγχρόνων συστημάτων ανύψωσης και καθόδου της στάθμης, επειδή το κομμάτι της διώρυγας μεταξύ των δύο υδατοφρακτών αργούσε πολύ να γεμίσει και χρειαζόταν γι αυτό μεγάλη ποσότητα νερού. Έτσι, τα βάθρα ολίσθησης εξακολούθησαν να χρησιμοποιούνται σε πολλά μέρη, αν και αντικαταστάθηκαν μεταξύ του 1023 και 1031 μ.χ. στη Νέα Διώρυγα του Μπιαν. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 63/180
67 64 Υπήρχε επίσης και έντονη εμπορική δραστηριότητα στις περιοχές επεξεργασίας σιδήρου και, μερικές φορές, τεχνολογικές καινοτομίες προήλθαν από βουδιστικά μοναστήρια. Ώστε, αν λάβουμε υπόψη μας όλα τα δεδομένα, η περίοδος αυτή υπήρξε ιδιαίτερα δημιουργική για την κινέζικη τεχνολογία. Αναμφισβήτητα, το 1100 η Κίνα ήταν η πιο «προηγμένη» περιοχή του κόσμου από τεχνική άποψη και ιδιαίτερα στον τομέα της χρησιμοποίησης οπτάνθρακα στην τήξη σιδήρου, στις πλωτές μεταφορές από διώρυγες και στον γεωργικό εξοπλισμό. Ο σχεδιασμός γεφυρών και τα υφαντουργικά μηχανήματα επίσης εξελίσσονταν ραγδαία. Σ όλους αυτούς τους τομείς, στην Κίνα του 11 ου αι. εφαρμόζονταν τεχνικές, για τις οποίες δεν υπήρχαν εφάμιλλες στην Ευρώπη μέχρι το 1700 περίπου. Χάρτης του Νότιου και του Δυτικού Ιράκ, όπου φαίνονται οι θέσεις μεγάλων υδραυλικών έργων, τα οποία χρησιμοποιούνταν τον 10 ο αι. Μερικά από αυτά κατασκευάστηκαν πολύ νωρίτερα στην Περσική Αυτοκρατορία. Στις σημειωμένες θέσεις υδροτροχών, συχνά υπάρχουν τροχοί που κινούν μύλους διαφόρων τύπων και είναι επίσης πιθανό να υπήρχαν και τροχοί ανύψωσης νερού. Ενώ η κινέζικη τεχνολογία εξακολουθούσε να προοδεύει κάτω από τις μεταγενέστερες δυναστείες, η ισορροπία των κοινωνικών και οικονομικών δυνάμεων, οι οποίες είχαν καλλιεργήσει την καινοτομία κατά την πρώτη περίοδο των Σινγκ, διαταράχτηκε σημαντικά από την εισβολή των Ταρτάρων Τζιν το 1126 και ακόμη πιο σοβαρά από την καταστρεπτική κατάκτηση των Μογγόλων έναν αιώνα αργότερα. Εξάλλου, ενώ οι λειτουργοί των κυβερνητικών υπηρεσιών πιστώνονται για πολλές και διάφορες καινοτομίες κάτω από τη δυναστεία των Σινγκ, η γραφειοκρατία πιο συχνά χρεώνεται με την παρεμπόδιση της τεχνολογικής ανάπτυξης στους επόμενους αιώνες. Παρ όλα αυτά, θα ήταν λάθος να θεωρηθεί η Κίνα ως νησίδα λαμπρών νεοτερισμών σε έναν τεχνολογικά πρωτόγονο κόσμο. Τόσο από την ξηρά με τον «δρόμο της μετάξης», όσο και από τη θάλασσα, η Κίνα είχε λειτουργικές εμπορικές διασυνδέσεις με το Ιράν και την περιοχή του Περσικού Κόλπου, καθώς επίσης και επαφές και με τη Νοτιοανατολική Ασία και την Ινδία. Η εξαγωγή κινέζικων προϊόντων υποδαύλισε εξελίξεις σε αυτές τις Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 64/180
68 65 χώρες, αλλά και η Κίνα οφείλει πολλά σε αυτές τις χώρες για τις γεωργικές και άλλες τεχνολογικές βελτιώσεις της. Το ρύζι τύπου Τσάμπα και νέα είδη λαχανικών εισήχθησαν στην Κίνα από τον Νότο και η καλλιέργεια και επεξεργασία του βαμβακιού είχε αποκτηθεί από την Ινδία κάπως νωρίτερα (γύρω στο 600 μ.χ.) Ένα κατατοπιστικό παράδειγμα για τον τρόπο με τον οποίο εξαπλώνονταν οι ιδέες, μας προσφέρεται από τις μεθόδους για τη διύλιση του ακατέργαστου πετρελαίου σε μέρη όπου ανάβλυζε από το έδαφος, και τη χρησιμοποίηση του για την κατασκευή εμπρηστικών όπλων. Η στρατιωτική αξιοποίηση αυτής της ουσίας για την παραγωγή του ελληνικού «υγρού πυρός» υπήρξε αρχικά έργο των Βυζαντινών, ίσως τον 7 ο αι. Από αυτούς πέρασε στον ισλαμικό πολιτισμό. Αργότερα, εμπορευόμενοι Άραβες ναυτικοί, ταξιδεύοντας από τον Περσικό Κόλπο στη Χερσόνησο της Μαλαισίας και την Ινδονησία, εισήγαγαν τη σχετική τεχνική στις περιοχές που επισκέπτονταν, και οι ντόπιοι τη χρησιμοποίησαν ταχύτατα στη Σουμάτρα, όπου το πετρέλαιο ήταν ευπρόσιτο καθώς ανάβλυζε στην επιφάνεια του εδάφους της. Οι Κινέζοι πληροφορήθηκαν την ύπαρξη του «υγρού πυρός» το 917 μ.χ. ή λίγο νωρίτερα, από επαφές με τη Νοτιοανατολική Ασία και σύντομα χρησιμοποίησαν το «πύρινο έλαιο» σε νέα όπλα δικής τους επινόησης. Έχοντας στο νου μας αυτά τα παραδείγματα, μπορούμε ίσως να φανταστούμε έναν «τεχνολογικό διάλογο» ή μια «διακίνηση εφευρετικότητας» μεταξύ διαφόρων περιοχών της Ασίας, μέσα από τις οποίες όχι μόνο «μεταφέρθηκαν» τεχνικές από το ένα στο άλλο μέρος, αλλά υποκινήθηκαν εφευρέσεις ως συνέπεια των μεταβιβασμένων τεχνικών. Στην περίπτωση της υφαντουργίας, φυτικών καλλιεργειών και ορυκτών, ο ρόλος της Ινδίας στον διάλογο υπήρξε ιδιαίτερα σημαντικός. Στον τομέα, όμως, των υδραυλικών έργων και μηχανημάτων, οι σημαντικότερες ανταλλαγές πραγματοποιήθηκαν μεταξύ της Κίνας και του Ιράν (ή του ισλαμικού κόσμου, γενικά). Στο Ιράν και στο Ιράκ, τα υδραυλικά έργα εξέχουν ως τομέας της τεχνολογίας, ο οποίος είχε προοδεύσει πολύ πριν από τον 11 ο αι. (όπως επίσης και στην Κίνα). Υδατοφράγματα, δεξαμενές, διώρυγες και αρδευτικά έργα είχαν αναπτυχθεί ιδιαίτερα σε αυτή την περιοχή, όταν αποτελούσε τμήμα της παλιάς Περσικής Αυτοκρατορίας. Κατά ένα μέρος, η υποκίνηση της δραστηριότητας αυτής οφειλόταν στους Ρωμαίους μηχανικούς. Σε μία πασίγνωστη περίπτωση, μια ολόκληρη ρωμαϊκή στρατιά αιχμαλώτων υποχρεώθηκε να εργαστεί για την κατασκευή ενός φράγματος. Αυτός ήταν ο τρόπος εκμετάλλευσης της εργασίας, αλλά και της αξιοποίησης των γνώσεων των στρατευμένων μηχανικών. Από τότε, η διακυβέρνηση της περιοχής μετασχηματίστηκε εξαιτίας της εμφάνισης του Ισλάμ. Μετά τον θάνατο του προφήτη Μωάμεθ το 632 μ.χ., οι μουσουλμανικές στρατιές κινήθηκαν προς τα βόρεια και προς τα ανατολικά της Αραβίας και ολοκλήρωσαν την κατάκτηση της Συρίας το 636 και της Περσικής Αυτοκρατορίας μέχρι το 649. Μεταγενέστερες κατακτήσεις περιέλαβαν ολόκληρη τη βόρεια Αφρική, μεγάλο μέρος της Ισπανίας και τη Σικελία, μέχρις ότου η επικράτεια του Ισλάμ έφτασε να εκτείνεται από τον Ατλαντικό Ωκεανό μέχρι τις βορειοδυτικές παρυφές της Ινδίας. Επειδή όλα αυτά τα εδάφη είχαν σχετικά ξηρό κλίμα, η άρδευση ήταν ζωτική για τη γεωργία στα μέρη όπου υπήρχαν συγκεντρωμένοι πληθυσμοί που έπρεπε να συντηρηθούν. Αναφέρεται συχνά, όμως, ότι τα υδρομηχανικά έργα σημείωσαν μικρή πρόοδο κάτω από τον ισλαμικό ζυγό και με αυτό υπονοείται ότι απλώς επισκευάστηκαν τα περσικά υδατοφράγματα και αρδευτικά έργα ή ότι τα σχέδιά τους προσαρμόστηκαν σε νέες Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 65/180
69 66 τοποθεσίες χωρίς να σημειωθεί τεχνική πρόοδος στην κατασκευή τους. Οι μηχανικοί του Ισλάμ γνώριζαν για τις μηχανικές επινοήσεις απ τις περιγραφές του Ρωμαίου συγγραφέα Βιτρούβιου και των Ελλήνων συγγραφέων της Αλεξάνδρειας, αλλά έχει υποστηριχτεί ότι τα μηχανήματα που κατασκεύασαν δεν τις ξεπέρασαν. Μια θετικότερη ερμηνεία θα ήταν ότι ο ισλαμικός πολιτισμός προσάρμοσε τις κληρονομημένες αρχαίες τεχνικές στις ανάγκες της νέας εποχής και, ιδιαίτερα, ότι διεύρυνε σε τεράστιο βαθμό τις εφαρμογές της ειδικότητας των μηχανικών και της υδραυλικής τεχνολογίας Στη Βαγδάτη, με σχεδόν ένα εκατομμύριο κατοίκους, οι συμβατικοί μύλοι ή οι υδροτροχοί δεν θα επαρκούσαν για να αντισταθμίσουν τους ρυθμούς ζήτησης. Την άλεση του καλαμποκιού εξασφάλιζε μια σειρά πλωτών υδρόμυλων, που λειτουργούσαν συνεχώς, μέρα νύχτα, στην επιφάνεια του Πόταμου Τίγρη. Στη Βασόρα υπήρχαν μύλοι που κινούνταν με τη δύναμη των ρευμάτων της παλίρροιας. Και στις δύο πόλεις, οι υδροτροχοί ήσαν του τύπου που λειτουργούσε βυθιζόμενος κάτω από την επιφάνεια του νερού και μετέδιδαν την κίνηση στις μυλόπετρες με τη βοήθεια ξύλινων οδοντωτών τροχών. 84 Η ναυτιλία στον Ινδικό Ωκεανό Aπό το 750 μ. Χ. η ναυτιλία των Αράβων κυριαρχούσε ως τα πέρατα του Ινδικού Ωκεανού. Έμποροι από τον Περσικό Κόλπο ταξίδευαν ακόμη και μέχρι την Κίνα. Με το πέρασμα του χρόνου, τα δίκτυα των εμπορικών συναλλαγών έγιναν πολύ πολύπλοκα και, μετά το 1100 μ. Χ. τα ινδικά βαμβακερά και η κινέζικη πορσελάνη έφταναν σε πολύ απόμακρα νησιά της Ινδονησίας (που είχαν ως εξαγωγικά προϊόντα κυρίως τα μπαχαρικά) και σε μακρινά λιμάνια της Αφρικής (από όπου προέρχονταν ο χρυσός και το ελεφαντόδοντο). 85 Η γνώση των βαφών, της ύφανσης βαμβακερών υφασμάτων και της χαλυβουργίας εξαπλώθηκε στο μεγαλύτερο μέρος της περιοχής, ώστε, παρά τις τοπικές παραλλαγές, υπήρχαν πολλές ομοιότητες στις βασικές τεχνικές από το Ιράν μέχρι την Ινδονησία. Για παράδειγμα, οι μέθοδοι κατασκευής λεπίδων ξιφών από «δαμασκηνό ατσάλι» (κεφάλαιο V) ήταν ευρύτατα διαδεδομένες στη Συρία, το Ιράν και την Ινδία. Μετά το 1300, ανάλογες τεχνικές εφαρμόζονταν και στην Ιάβα. Τα κατασκευαστικά έργα άρδευσης επίσης παρουσιάζουν ομοιότητες σε ολόκληρη την περιοχή και μπορεί κανείς να συγκρίνει υδατοφράγματα, που χτίστηκαν στο Ιράκ και στο 83 Σχετικό παράδειγμα προσφέρει μια παλιά περσική τεχνική για την άντληση νερού με τη διάνοιξη σήραγγας στην πλαγιά ενός λόφου και με γεωτρήσεις για την εξασφάλιση εξαερισμού και προσβάσεων. Τέτοιες σήραγγες ή κανάτ είχαν χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν μόνο στο Ιράν και σε κοντινές του περιοχές. Αλλά, με την ισλαμική κατοχή, η τεχνική υιοθετήθηκε ευρύτατα όπου προσφερόταν το είδος του εδάφους σε μέρη της Βόρειας Αφρικής και μέχρι το Μαρόκο. Βλ. D. Hill, 1984, A History of Engineering in Classical and Medieval Times. 84 Αντίθετα, στις αγροτικές και ιδιαίτερα στις ορεινές περιοχές, υπήρχε ένας τύπος μικρότερου υδρόμυλου με οριζόντιο, στροβιλιζόμενο (σαν τουρμπίνα) τροχό, με τη μυλόπετρα στερεωμένη στον ίδιο άξονα, αμέσως από πάνω. Το έτος 1000 πια, οι οριζόντιοι τροχοί αυτού του τύπου χρησιμοποιούνταν ευρύτατα σε ολόκληρο τον ευρασιατικό ηπειρωτικό χώρο, από τη δυτική Ευρώπη ως το Ιράν και την Κίνα και, κατά πάσα πιθανότητα, στις ορεινές περιοχές της Βόρειας Ινδίας και του Νεπάλ. Βλ. Α. Pacey, όπ. παρ., σελ Για τη ναυτιλία στον Ινδικό Ωκεανό αντλούνται στοιχεία από το χρήσιμο βιβλίο του C. G. F. Simkin, 1968, The Traditional Trade of Asia, Oxford University Press. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 66/180
70 67 Ιράν ως επιχωματώσεις με χωμάτινα φράγματα σε διάφορα μέρη της Ινδίας και στο νησιώτικο βασίλειο της Λάνκα (σήμερα Σρι Λάνκα). 86 Στη Νοτιοανατολική Ασία, ανάλογα μηχανικά έργα πραγματοποιήθηκαν στον περίφημο ναό του Άνγκορ Βατ, στην περιοχή όπου βρίσκεται σήμερα η Καμπότζη. Το πρόβλημα εκεί ήταν πως αν και οι βροχοπτώσεις ενός μέρους του έτους ήσαν υπεραρκετές για τις γεωργικές ανάγκες, υπήρχε και μια παρατεταμένη περίοδος ξηρασίας. Με την κατασκευή δεξαμενών για την αποθήκευση νερού από τις πλημμύρες και με τη χρησιμοποίηση ενός περίπλοκου δικτύου διωρύγων, έγινε δυνατή η άρδευση που επέτρεπε μια πρόσθετη συγκομιδή ρυζιού. 87 Αλλά, οι εμπορικές ανταλλαγές δεν αποτελούσαν το μόνο τρόπο διάδοσης των γνώσεων. Ένας σημαντικός αριθμός Ινδών είχε εγκατασταθεί μόνιμα στη Νοτιοανατολική Ασία και είχε συνδεθεί με γάμους με εξέχουσες τοπικές οικογένειες. Πρέπει να συμπεριληφθούν στην επισκόπηση της τεχνολογίας της περιοχής και τα πλοία και η κατασκευή τους, αφού το θαλάσσιο εμπόριο, τα διπλωματικά ταξίδια και οι μεταναστεύσεις ήταν όλα πολύ σημαντικά. Ως παράδειγμα των τελευταίων, πρέπει να σημειώσουμε μια μείζονα θαλάσσια μετακίνηση πληθυσμού από τον Ινδικό Ωκεανό στη Μαδαγασκάρη γύρω στο 500 μ. Χ., η οποία είχε μεγάλη σημασία για την εισαγωγή νέων καλλιεργειών και ειδικά της μπανάνας στην Αφρική. 88 Ο ναυπηγός της εποχής εκείνης κατασκεύαζε το κέλυφος πριν από τον σκελετό του σκάφους και έπειτα στερέωνε στο εσωτερικό του τους νομείς (στραβόξυλα), τις διαμήκεις ενισχύσεις και τους πάγκους (σέλμες), που ήσαν αναγκαίοι για την ενίσχυση του σκάφους. 89 Εξαιτίας της έλλειψης καλής ποιότητας ξυλείας στην περιοχή του Περσικού Κόλπου και της Ερυθράς θαλάσσης, τα τοπικά ναυπηγεία εισήγαγαν ξύλο τικ από τη Νότια Ινδία και οι Άραβες ναυπηγοί κατασκεύαζαν επίσης στις Μαλδίβες Νήσους πολλά πλοία, τα οποία 86 Μερικά από αυτά τα υδατοφράγματα είναι πανάρχαια, αλλά η κατασκευαστική δραστηριότητα εξακολούθησε να αναπτύσσεται τον 11 ο αι., τόσο στη Λάνκα, όσο και στο Βασίλειο Τσόλα της Νότιας Ινδίας. Ένα δείγμα είναι η δεξαμενή που χτίστηκε στη Λάνκα μεταξύ του 1157 και του 1186, η οποία είναι γνωστή ως Γιγαντιαία Δεξαμενή. 87 Επειδή το έδαφος ήταν αρκετά επίπεδο, χρειάζονταν μακριά αναχώματα για τον σχηματισμό αυτών των δεξαμενών, οι οποίες ήσαν μάλλον ρηχές. Αλλά η πολιτεία του Άνγκορ είχε τη δυνατότητα να οργανώνει κατασκευές μεγάλης κλίμακας και στην ακμή της, γύρω στο 1150, περίπου εκτάρια αρδεύονταν με αυτό τον τρόπο. Η επιρροή της ινδικής αρχιτεκτονικής είναι ολοφάνερη στον ναό του Άνγκορ Βατ και μάλλον το ίδιο θα ίσχυε και γι αυτά τα τοπικά κατασκευαστικά έργα. 88 Στο Μπορομποντούρ της Κεντρικής Ιάβας υπάρχει ένα πελώριο σύμπλεγμα βουδιστικού ναού που χτίστηκε τρεις αιώνες αργότερα και του οποίου τα πέτρινα ανάγλυφα περιλαμβάνουν επτά απεικονίσεις πλοίων. Ανάμεσα σε αυτά υπάρχουν πολλά σκάφη, που ήσαν αξιόπλοα ώστε να διασχίσουν τον Ινδικό Ωκεανό (εικ. 6). 89 Στοιχεία σε αυτά τα ανάγλυφα καθώς και πληροφορίες από άλλες πηγές δείχνουν πως ένα βασικό γνώρισμα των πλοίων του Ινδικού Ωκεανού ήταν το ότι κατασκευάζονταν με συρραφή των μαδεριών του πλευρικού πετσώματος (επηγκενίδων) μεταξύ τους με φυτικές ίνες (όπως του ρατάν από ινδικό καλάμι). Ο κατασκευαστής τοποθετούσε τα μαδέρια το ένα δίπλα στο άλλο και περνούσε τις φυτικές ίνες μέσα από τρύπες πού είχε προηγουμένως ανοίξει στις άκρες τους. Αργότερα, σφράγιζε τις τρύπες με ένα υδατοστεγές μείγμα στόκου από ασβέστη και ρητίνη ή λάδι. Πολλά και διάφορα είδη σκαφών, πού κυμαίνονταν από μεγάλα αραβικά καΐκια τύπου ντόου έως μικρές βάρκες, ναυπηγούνταν με αυτό τον τρόπο. Μολονότι, καθώς φαίνεται, τα πλοία ινδικής κατασκευής και ιδιαίτερα του Γκουτζαράτ ήσαν συνήθως μεγάλα, όταν τα κινέζικα ιστιοφόρα τύπου τζόγκας (τα οποία είχαν καρφωτό και όχι ραφτό πλευρικό πέτσωμα) επισκέπτονταν τα λιμάνια της Ινδίας, δέσποζαν πάνω από τα τοπικά πλεούμενα «σαν βουνά με φτερά», όπως περιγράφονταν το βλ. Α. Pacey, όπ.παρ. σελ.33 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 67/180
71 68 ταξίδευαν από εκεί στις αραβικές χώρες, φορτωμένα με ξυλεία και ίνες από ινδικό κοκκοκάρυο για την κατασκευή σχοινιού. Αυτές οι δραστηριότητες προσέφεραν συχνές ευκαιρίες για γονιμοποιές τεχνολογικές ανταλλαγές μεταξύ Ινδών και Αράβων. 90 Οι Ινδοί ταξιδιώτες, οι οποίοι έφερναν στην Ιάβα και στο Άνγκορ ιδέες για την αρχιτεκτονική και την άρδευση, είναι πολύ πιθανό πώς συχνά επέστρεφαν στη χώρα τους μεταφέροντας σπόρους και φυτά με ασυνήθιστους καρπούς. Ένα από τα αποτελέσματα αυτών των ταξιδιών ήταν πως η Ινδία έπαιξε ουσιαστικό ρόλο στη διάδοση των φυτών της Νότιας Ασίας στον υπόλοιπο κόσμο. Οι αγρότες της Ινδίας ανέπτυξαν ιδιαίτερη ικανότητα να επιλέγουν ποικιλίες καρποφόρων φυτών που εγκλιματίζονταν πιο εύκολα στα δροσερότερα κλίματα της χώρας τους και καλλιεργούσαν πολλά από αυτά για φαρμακευτική χρήση ή για διατροφή. Ένα ακόμη βήμα στη διάδοση πολλών χρήσιμων ειδών έγινε όταν ταξιδιώτες από τον κόσμο του Ισλάμ αναζήτησαν φαρμακευτικά βότανα στην Ινδία ή επιστρέφοντας συναποκόμισαν διακοσμητικά φυτά για να τα δοκιμάσουν στους αμέτρητους κήπους της Βαγδάτης. 91 Μολονότι ένας αριθμός σημαντικών αγροτικών ειδών, όπως το ρύζι και το ζαχαροκάλαμο, είχαν ήδη διαδοθεί από την Ινδία στο Νότιο Ιράκ, η ισλαμική περίοδος χαρακτηρίζεται από τη ζωηρή ανάπτυξη αυτών των ειδών, με νέες ποικιλίες που είχαν επιλεγεί για άλλες περιοχές στο Ιράν και στο Ιράκ, καθώς και την Αφρική και την Ισπανία. Οι καλλιεργητές, λοιπόν, του Ισλάμ ήταν εκείνοι πού έφεραν το ρύζι, τα πορτοκάλια, το ζαχαροκάλαμο και το βαμβάκι στην Ισπανία. Εκείνοι εισήγαγαν το ζαχαροκάλαμο στην Αιθιοπία και έκαναν ξακουστό το νησί Ζανζιβάρη της Ανατολικής Αφρικής για τη ζάχαρη εξαιρετικής ποιότητας. Μερικές φορές, οι νέες καλλιεργήσιμες ποικιλίες εισάγονταν μαζί με τα ειδικά γι αυτές αγροτικά εργαλεία και αρδευτικές μεθόδους. Αυτές οι εξελίξεις μπορούν, πραγματικά, να θεωρηθούν ως τεχνολογικός διάλογος, στον οποίο η συνεισφορά πολλών γνώσεων πρέπει να αποδοθεί στους Ινδούς γεωργούς και βοτανολόγους. Στους κηπουρούς, τους αγρότες και τους μηχανικούς αρδευτικών έργων πρέπει να αναγνωριστούν οι προσαρμογές και οι επιλογές ποικιλιών και τεχνικής για την εναρμόνιση με τα νέα περιβάλλοντα. Βουδιστική Τεχνολογία & Τυπογραφία Στο μεταξύ, ένας ολότελα διαφορετικός τεχνολογικός διάλογος ανάμεσα στην Ινδία και στην Κίνα διεξαγόταν κάτω από τη βουδιστική μάλλον επιρροή παρά την ισλαμική. Μολονότι ο βουδισμός είχε έρθει στην Κίνα πολύ νωρίτερα, ανέπτυξε βαθιές ρίζες από το 500 μ. Χ. περίπου και εκείνη την εποχή εξαπλώθηκε και στην Ιαπωνία. Τον 7 ο αι. ιδιαίτερα, πολλοί προσκυνητές ταξίδεψαν στην Ινδία και επέστρεψαν με κείμενα για μετάφραση. Αυτοί οι άνθρωποι πραγματοποίησαν επίσης τη μετάδοση διαφόρων τεχνικών πληροφοριών. Αλλά και οι μοναχοί της Ινδίας ταξίδεψαν στην Κίνα και, το 664, ένας Ινδός κατάφερε να αναγνωρίσει εκεί χώματα πού περιείχαν νιτρική ποτάσα και να δείξει την ιώδη φλόγα πού προκαλείται όταν αυτή ή ουσία ρίχνεται στη φωτιά. Μεταγενέστερες κινέζικες μελέτες της 90 Κατά τρόπο παρόμοιο, υπήρχαν στενές επαφές μεταξύ της Ινδίας και των κυριοτέρων βασιλείων της Ινδονησίας, αλλά τα πλοία που ναυπηγούνταν εκεί ήσαν σχεδιασμένα με ιδιαίτερο τρόπο. Ήσαν εξοπλισμένα με πλωτήρες στις δύο πλευρές τους και είχαν και άλλα χαρακτηριστικά που αντανακλούσαν την καταγωγή τους από τις μονόξυλες πιρόγες. βλ. Α. Pacey, όπ.παρ. 91 Παράδειγμα είναι μια νέα ποικιλία πορτοκαλιού που έφτασε στην πόλη το 932 μ. Χ. και φυτεύτηκε σε κήπο, ο οποίος ανήκε στον χαλίφη. Βλ. Pacey, όπ. παρ. σελ. 35 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 68/180
72 69 χημείας του νίτρου εμφανίζουν πρόσθετες ενδείξεις ινδικής επιρροής, από την οποία φαίνεται ότι ξεκίνησαν οι κινέζικες έρευνες που οδήγησαν στις πρώτες συνταγές παρασκευής της πυρίτιδας. 92 Μια άλλη τεχνολογία που απασχολούσε τους Κινέζους βουδιστές ήταν η κατασκευή ή η επισκευή γεφυρών, πράγμα πού ενδιέφερε περισσότερο για τα χερσαία δρομολόγια εκείνων που ταξίδευαν στην Ινδία και που κατέληξε να γίνει «ευλαβικό καθήκον». 6 Στις ορεινές περιοχές που διέσχιζαν οι ταξιδιώτες, και ιδιαίτερα στο Κασμίρ και στη Δυτική Κίνα, υπήρχαν επισφαλείς γέφυρες από σχοινιά που ένωναν φαράγγια και είναι ίσως ενδεικτικό το ότι οι κρεμαστές γέφυρες που είναι κατασκευασμένες από σιδερένιες αλυσίδες χρονολογούνται από εκείνη την εποχή. Η σπουδαιότερη, όμως, εφεύρεση πού σχετίζεται με τον βουδισμό είναι το τυπωμένο βιβλίο. Ένας Κινέζος μοναχός, που έμεινε στην Ινδία για ένα διάστημα από το 671 μ.χ. περίπου, έγραψε ότι «οι κληρικοί και οι λαϊκοί στην Ινδία αποτυπώνουν την εικόνα του Βούδα επάνω σε μετάξι ή σε χαρτί». 93 Ο μοναχός αναφερόταν στην ινδική τεχνική εκτύπωσης σχεδίων σε ύφασμα με τη χρήση εγχάρακτων ξύλινων πλακών, η οποία όμως ποτέ δεν εξελίχτηκε εκεί σε τεχνική εκτύπωσης βιβλίων. Η καταγωγή αυτής της τεχνικής ανάγεται στην εποχή που το χαρτί χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά ως γραφική ύλη στην Κίνα, κατά πάσα πιθανότητα πριν από το 100 μ. Χ. Τότε, τα σημαντικά έγγραφα χαράσσονταν συχνά πάνω σε πέτρινες πλάκες ώστε να εξασφαλιστεί η διατήρηση τους. Όταν υπήρχε ανάγκη αντιγράφων, αντί να ξαναγράφονται με το χέρι (με τον κίνδυνο να περιληφθούν σε αυτά αβλεψίες), στρωνόταν ένα χαρτί πάνω στην πλάκα και τριβόταν με μια μελανωμένη γραφίδα. Με αυτό τον τρόπο εξασφαλιζόταν η ακριβής και γρήγορη αντιγραφή κειμένων. Η τεχνική αυτή είχε εξελιχθεί σε διαδικασία εκτύπωσης με τη βοήθεια εγχάρακτων πλακών ξύλου μάλλον πριν από την επαφή με την Ινδία, η οποία αναφέρεται παραπάνω. Μεσολάβησε, όμως, πολύς χρόνος μεταξύ της σύλληψης της ιδέας της χάραξης σε ξύλο ολοκλήρων σελίδων γραπτών και, από την άλλη μεριά, της εκτύπωσης από τις ξύλινες πλάκες και της εξέλιξης της σε κανονική μέθοδο παραγωγής βιβλίων. Όταν αυτό έγινε πραγματικότητα κάτω από την πολιτιστικά λαμπρή δυναστεία των Τανγκ, ένα από τα κυριότερα κέντρα εκτύπωσης ήταν το Σετσουάν, η σημαντικότερη περιοχή χαρτοποιίας. Τυπωμένα έγγραφα αναφέρονται συχνά από το 800 μ. Χ. και, το 868, πραγματοποιήθηκε η αρχαιότερη εργασία τμήμα βουδιστικών γραφών σε μέγεθος βιβλίου, η οποία επιζεί ακόμη. Τότε πλέον, η τυπογραφία ήταν ήδη γνωστή στην Κορέα καθώς και στην Ιαπωνία, όπου η σχέση της με τον βουδισμό ήταν τόσο στενή, ώστε, μέχρι τα τέλη του 1590, η εκτύπωση ήταν περιορισμένη στα μοναστήρια και αφιερωμένη στην παραγωγή θρησκευτικών έργων. Η κινέζικη τυπογραφία δεν διέθετε πιεστήριο, όπως στη Δύση. Οι Κινέζοι τοποθετούσαν την κατάλληλα χαραγμένη επιφάνεια ενός κομματιού ξύλου 92 Ένας άλλος τύπος ερεθίσματος, αμεσότερα συνδεόμενος με τη βουδιστική θρησκεία, γεννήθηκε από το έθιμο να κατασκευάζονται ογκώδη αγάλματα του Βούδα. Στην Ινδία και στην Κίνα, τα αγάλματα αυτά ήταν συνήθως πέτρινα. Στην Ιαπωνία, όμως, μερικά ήταν φτιαγμένα από χυτό ορείχαλκο. Το 743, για παράδειγμα, άρχισε στη Νάρα η κατασκευή ενός τεράστιου μπρούντζινου Βούδα που τελείωσε δεκατρία χρόνια αργότερα. Είχε ύψος 13 μέτρων και για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκαν 380 τόνοι ορείχαλκου. Για να αποφευχθούν οι πολλές συγκολλήσεις και ενώσεις στην κατασκευή, σαράντα ως εξήντα τόνοι λιωμένου μετάλλου χύνονταν κάθε φορά στο καλούπι που είχε φτιαχτεί γύρω από έναν λόφο χώματος. Αυτός ο τρόπος εργασίας απαιτούσε το χτίσιμο και, ταυτόχρονα, τη λειτουργία κοντά στον χώρο κατασκευής του αγάλματος πολλών μικρών χωνευτηρίων, που το καθένα τους μπορούσε να λιώσει έναν τόνο μετάλλου. 93 Βλ. J. Needham (ed.), 1985, Science and Civilization in China, t. V, σελ. 149 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 69/180
73 70 σε ένα τραπέζι, τη μελάνωναν, άπλωναν πάνω της μία σελίδα χαρτιού και έπειτα βούρτσιζαν απαλά το πίσω μέρος του χαρτιού. Η τεχνική αυτή εξελίχθηκε περισσότερο κάτω από τη δυναστεία των Σινγκ. Τα κινητά τυπογραφικά στοιχεία από ξύλο ή από κεραμικά υλικά εμφανίστηκαν γύρω στο 1050, κάνοντας άχρηστη τη χάραξη ολόκληρων σελίδων κειμένου, οι οποίες μπορούσαν πια να στοιχειοθετούνται με χαρακτήρες πολλαπλής χρήσης. Σύντομα, άρχισαν να τυπώνονται πολλά βιβλία για τεχνικά ζητήματα, εργασίες για τη γεωργία (960 και 1018 μ. Χ.), για την αριθμητική και για ποικίλα ιατρικά θέματα (1026 και 1074 μ.χ.). Ασιατικές προοπτικές Τον 11 ο αι. το έντυπο ήταν ήδη σημαντικό μέσο διάδοσης τεχνικών πληροφοριών και γνώσεων στην ενδοχώρα της Κίνας, επειδή η τυπογραφία είχε πια καθιερωθεί στη χώρα. Δεν είχε, όμως, υιοθετηθεί στην Ινδία ή στον κόσμο του Ισλάμ, όπου δεν κυκλοφορούσαν κινέζικα βιβλία. Αν και το εμπόριο έφερνε σε επαφή την Κίνα με το Ιράν, οι εξειδικευμένες τεχνικές και πνευματικές ανταλλαγές μεταξύ Κινέζων και Δυτικών σπάνια επεκτείνονταν πέρα από τους βουδιστές της Ινδίας. Το γεγονός αυτό σήμαινε πως η Ινδία βρισκόταν σε οριακό σημείο διαχωρισμού των υδάτων, ας πούμε, καθώς διατηρούσε επαφή με τον ισλαμικό κόσμο, όσο και με την Κίνα. Οι ινδικές ιατρικές ιδέες [ayurveda] είχαν επίδραση ακόμη και στην Ευρώπη, στην οποία διαβάστηκαν με τα κείμενα ενός Άραβα συγγραφέα που έγινε γνωστός με το όνομα Ραζής. Από την άλλη πλευρά, ο ισλαμικός κόσμος υιοθέτησε τους ινδουϊστικούς αριθμούς και μερικές από τις ιδέες Ινδών αστρονόμων. Έτσι, γίνεται εύλογη η αίσθηση πως η Ασία ήταν χωρισμένη σε δύο στρατόπεδα διαλεγομένων, το ισλαμικό και το βουδιστικό, με την Ινδία να συμμετέχει και στα δύο. Αλλά, οι ιστορικοί της τεχνολογίας δεν αποδίδουν έμφαση στον κερματισμό της Ασίας όσο στην ενότητα των θεμάτων της. Συγκεκριμένα, υπογραμμίζουν ότι οι μηχανικοί ανέπτυξαν ζωηρή δραστηριότητα στην κατασκευή υδραυλικών έργων σε όλους τους μείζονες πολιτισμούς της ηπείρου, εξαιτίας κυρίως της σπουδαιότητας της άρδευσης. Πραγματικά, μπορεί κανείς να σχηματίσει την εντύπωση ότι οι σημαντικές διαφορές της ευρωπαϊκής με την ασιατική τεχνολογία ανέκυψαν από την έμφαση που έδωσε η Δύση στις εφευρέσεις μηχανών σε αντιδιαστολή με τη σημασία πού δόθηκε στα υδραυλικά έργα μεγάλης κλίμακας στο μεγαλύτερο μέρος της Ασίας. Ανάμεσα σε εκείνους, που έφεραν στο προσκήνιο τη σπουδαιότητα των υδρομηχανικών έργων μεγάλης κλίμακας, ο Karl Wittfogel είναι γνωστός για την ανάλυση αυτών που ονόμασε «υδραυλικές κοινωνίες». Σύμφωνα με τις θεωρίες του Γερμανο Αμερικανού ιστορικού Karl A. Wittfogel, μια κουλτούρα που διαθέτει αγροτικό σύστημα παραγωγής εξαρτάται από μεγάλης κλίμακας δίκτυα, που τα διαχειρίζεται η κρατική εξουσία. Πρόκειται για δίκτυα ύδρευσης παραγωγής (όταν είναι αρδευτικά) και προσταυετικά (για τον έλεγχο της τροφής). Ο Wittfogel εισηγήθηκε τον όρο στο βιβλίο του Oriental Despotism (1957). Πίστευε ότι τέτοιοι πολιτισμοί της Ανατολής ήταν πολύ διαφορετικοί από εκείνους που διαμορφώθηκαν στη Δύση, παρόλο που ούτε όλοι οι πολιτισμοί της Ανατολής ούτε όλες οι κοινωνίες της Ανατολής διέθεταν αντίστοιχα χαρακτηριστικά. Υπογράμμισε την πολύ μεγάλη εργατική δύναμη που ήταν απαραίτητη για την κατασκευή διωρύγων και υδατοφρακτών με τη χρήση εργαλείων χειρός και συζήτησε το πώς εξελίχτηκαν τα Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 70/180
74 71 συστήματα αγγαρείας ή «καταναγκαστικής εργασίας», ώστε τέτοιες εργασίες να διεκπεραιώνονται με τη στρατολόγηση ανθρώπων για πολλές εβδομάδες κάθε χρόνο. Στην Κίνα, όλες οι οικογένειες, εκτός των αξιωματούχων και των αριστοκρατών, όφειλαν να προσφέρουν εργασία όποτε τους εζητείτο. 94 Σήμερα, πιστεύεται γενικά πώς τα επιχειρήματα, με τα οποία στηρίζει την άποψη του ο Wittfogel, είναι πολύ γενικά και πολύ αιτιοκρατικά. Αντί να λέγεται ότι ισχυρές γραφειοκρατικές κυβερνήσεις προέκυψαν από την ανάγκη κατασκευής μεγάλων κατασκευαστικών έργων, είναι εξίσου εύλογο να υποστηριχτεί ότι ο σχεδιασμός μεγάλων διωρύγων στην Κίνα και υδατοφραγμάτων στο Ιράκ ξεκίνησε, επειδή οι τοπικές κυβερνήσεις είχαν προηγουμένως αναπτύξει την απαιτούμενη οργανωτική και διοικητική ικανότητα για τη διεκπεραίωση τέτοιων εγχειρημάτων. Τίποτε δεν ήταν αναπόφευκτο στην επιλογή της κλίμακας των κατασκευών στις περισσότερες περιπτώσεις. Για παράδειγμα, στις περιοχές ορυζοκαλλιέργειας της Νότιας Ασίας, συχνά οι αγρότες ήσαν εκείνοι που διεκπεραίωναν την κατασκευή αρδευτικών έργων με δικά τους μέσα ή εργαζόμενοι σε μικρές ομάδες. Για τα έργα αυτά, σπάνια χρειάστηκαν ογκώδεις οργανώσεις σχεδιασμού, επίβλεψης ή διάθεσης εργατικής δύναμης. Ίσως οι ιδέες του Wittfogel για τις «υδραυλικές κοινωνίες» να μην είναι άκρως πειστικές. Η θεωρία του, όμως, συνιστά μια απολύτως χρήσιμη υπογράμμιση της στενής σχέσης της τεχνολογίας με τους θεσμούς. Το είδος τεχνολογίας που αναπτύσσει οποιαδήποτε χώρα πρέπει να βασίζεται στην ικανότητα της να κινητοποιεί εργατική δύναμη, να υιοθετεί τις απαιτούμενες ειδικές ικανότητες και να ενθαρρύνει την καινοτομία. Στη συνέχεια, η αξιοποίηση τέτοιων δυνατοτήτων εξαρτάται από την αποτελεσματική λειτουργία των εμπορικών, βιομηχανικών και κυβερνητικών θεσμικών πλαισίων. 95 Όμως, το θέμα μας είναι η Κίνα του 11 ου αι. όπου υπήρχαν κυβερνητικοί θεσμοί, ανεξάρτητοι επιχειρηματίες και βουδιστικά μοναστήρια και όλα αυτά είχαν έναν ρόλο να διαδραματίσουν, ιδιαίτερα στις τεχνικές επεξεργασίας μετάλλων και στην εξέλιξη της τυπογραφίας. Μια αναπόφευκτη συνέπεια αυτής της κατάστασης ήταν ότι, όταν οι θεσμοί παρήκμαζαν ή όταν διαταράσσονταν από μια κατακτητική δύναμη, υπήρχε συχνά και κάποια απώλεια στην τεχνολογία. Το γνωστότερο σχετικό παράδειγμα πριν από τη συζητούμενη περίοδο ήταν η κατάρρευση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τον 5 ο αι. Τότε, οι ειδικές ικανότητες και γνώσεις των μηχανικών εξαφανίστηκαν μαζί με τους θεσμικούς φορείς, οι οποίοι είχαν οργανώσει τη χρήση τους. Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους η Δύση ήταν σχετικά καθυστερημένη κατά την περίοδο που καλύπτεται σε αυτή τη χρονική διαδρομή μας. Μεταξύ άλλων, υπάρχει το παράδειγμα της παρακμής της Βαγδάτης από το 1050 μ. Χ. περίπου, και της Βόρειας Ινδίας κατά τη 94 Σε μερικές άλλες χώρες, ο νόμος όριζε πόση εργασία μπορούσε να απαιτηθεί (περίπου σαράντα ημέρες κάθε χρόνο σε μία περίπτωση). Ισχυρές, κυριολεκτικά «δεσποτικές», κυβερνήσεις ήταν σε θέση να επιβάλουν αυτό το σύστημα και, όταν διέθεταν αυτή την παντοδυναμία, έτειναν να τη χρησιμοποιούν, τόσο για την οργάνωση της οικοδόμησης ναών και ανακτόρων, όσο και για τον έλεγχο και τη φορολόγηση του εμπορίου (και, στην Κίνα, της σιδηρουργίας). 95 Δεν θα υπάρξει χώρος στα επόμενα κεφάλαια για να δοθεί η δέουσα έμφαση σε αυτά τα θέματα, αλλά ασφαλώς θα διαπιστώσουμε μεγάλες αντιθέσεις ανάμεσα στα μέρη του κόσμου όπου οι στρατιωτικοί θεσμοί ασκούσαν δεσπόζουσα επίδραση στην τεχνολογία, και στις περιοχές όπου η αγροτική γραφειοκρατία ή οι εμπορικοί θεσμοί ήσαν περισσότερο σημαντικοί. Θα αντιμετωπίσουμε τον πειρασμό να σκεφτούμε ότι οι δημιουργικότερες κοινωνίες ήσαν εκείνες στις οποίες λειτουργούσαν πολλοί τύποι θεσμικών φορέων, που βρίσκονταν σε διάλογο μεταξύ τους. Ίσως αργότερα να απέκτησε αυτόν τον χαρακτήρα και η Ευρώπη. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 71/180
75 72 δεκαετία του 1190, όπως θα συζητήσουμε παρακάτω. Ως ένα βαθμό, η ιστορία της ασιατικής τεχνολογίας στους τελευταίους αιώνες αποτελεί πραγματικά μια ιστορία ανάσχεσης και απώλειας σε περιόδους θεσμικών διαταραχών ή μαρασμού Η τεχνολογία επιβίωσης: οι Μόγγολοι και οι άλλοι Ασιατικές συγκρούσεις και αντιθέσεις Αναφερθήκαμε ήδη σε εισαγωγικό επίπεδο στην έννοια του τεχνολογικού διαλόγου, της τεχνολογίας επιβίωσης και της μεταφοράς τεχνολογίας στην Ασία του 8 ου 11 ου αι. Εκκινώντας σε αυτό το μέρος της αφήγησης από τον 11 ο αι. θα περιηγηθούμε στα χαρακτηριστικά του νομαδικού πολιτισμού και θα γνωρίσουμε καλύτερα την έννοια της τεχνολογίας επιβίωσης. Ένα από τα μείζονα θέματα της ασιατικής ιστορίας είναι η διαντιδραστική σχέση μεταξύ των νομαδικών λαών των βορείων λειμώνων της ηπείρου και των μόνιμα εγκατεστημένων πολιτισμών της Κίνας, της Ινδίας και του περσικού υψιπέδου. Μολονότι οι νομάδες δεν διέθεταν αξιόλογες γνώσεις και ικανότητες στα μηχανολογικά η κατασκευαστικά θέματα ούτε πολυάριθμες βιοτεχνίες, ή σημασία τους για την ιστορία της τεχνολογίας είναι υπολογίσιμη. Το γεγονός αυτό έχει ήδη εξηγηθεί στην περίπτωση της Κίνας, όπου οι προσπάθειες να ελεγχθούν οι νομαδικές διεισδύσεις από τα βόρεια οδήγησαν στην εντυπωσιακή ανάπτυξη της παραγωγής οπλών και της χρήσης του σιδήρου. Ακόμη σημαντικότερο είναι το γεγονός ότι οι νομαδικές εισβολές οδήγησαν βαθμιαία στις κατακτήσεις, από τη δεκαετία του 1030 μ.χ. στο Ιράν, από το 1126 στη Βόρεια Κίνα και από τη δεκαετία του 1190 στην Ινδία. Ακολούθησαν οι Μογγόλοι, ή τρομερότερη από όλες τις νομαδικές δυνάμεις. Οι εισβολές τους στο Ιράν όσο και στην Κίνα επεκτάθηκαν στη δεκαετία του 1260 και σημάδεψαν δυο ολόκληρους αιώνες αναταραχής. Αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως το τέλος της γονιμότε ρης φάσης της «εποχής της ασιατικής τεχνολογίας», της οποίας το αποκορύφωμα περιγράψαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο. Οι νομάδες εξασφάλιζαν τη συντήρηση τους με την εκτροφή προβάτων και αλόγων. Είχαν πολύ περιορισμένη αντίληψη για τα αρδευόμενα γεωργικά συστήματα των χωρών που κατακτούσαν. Καθώς αναλάμβαναν την εξουσία στο Ιράν και στο Ιράκ και αργότερα στη Βόρεια Ινδία, προξενούσαν συχνά αδικαιολόγητες ζημιές στις τοπικές διώρυγες άρδευσης και ακόμη συχνότερα παραμελούσαν τη συντήρηση τους. Η γεωργία παρήκμασε εντυπωσιακά στο Ιράν, όπου το φράξιμο των αποχετευτικών διωρύγων προξένησε τη συσσώρευση αλατιού στο χώμα. Με τη μείωση της παραγωγής ειδών διατροφής, ό πληθυσμός της Βαγδάτης μειώθηκε κατακόρυφα. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που μας επιτρέπουν να θεωρήσουμε τις νομαδικές εισβολές ως ορόσημο της εποχής, κατά την οποία τα υδραυλικά κατασκευαστικά έργα υπήρξαν Καθοριστικά για πολλά άλλα είδη τεχνολογίας. Ένας άλλος παράγων υπήρξε η αποδιοργάνωση των κέντρων συσσωρευμένης εμπειρογνωμοσύνης και η καταστροφή βιβλιοθηκών, ιδιαίτερα στη Βαγδάτη κα στην Ινδία. Πιο μακροχρόνιο επακόλουθο των 96 Τα κυριότερα παραδείγματα είναι η Κίνα από τα μέσα του 13 ου αι. και πάλι κατά τον 19 ο αι., καθώς και η Ινδία σε ολόκληρη τη διάρκεια του 19 ου αι. Προς το τέλος αυτής της περιόδου, η Ιαπωνία διακρίνεται πια ως έθνος, στο οποίο η ταχεία εξέλιξη νέων και υπαρχόντων θεσμών είχε επιτρέψει τον αποτελεσματικό χειρισμό και την αξιοποίηση τεχνολογιών πού γίνονταν συνεχώς περιπλοκότερες. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 72/180
76 73 εισβολών ήταν το ότι οι ηγετικές ομάδες του ισλαμικού κόσμου καθώς και της Κίνας έγιναν συντηρητικότερες στη νοοτροπία, στην ιδεολογία και στα τεχνολογικά θέματα. Από την παρακμή της Βαγδάτης το 1050 μ.χ. και μετά, μερικοί μελετητές και εμπειρογνώμονες μετανάστευσαν προς τα δυτικά και η Ισπανία κατέστη το μεγαλύτερο κέντρο ισλαμικής μάθησης και τεχνικών γνώσεων. Έτσι, οι δυο αιώνες αναταραχής, που τερμάτισαν τη νεοτεριστική φάση στην ασιατική τεχνολογία, είδαν επίσης και τη μεταφορά ενός μέρους της ασιατικής εμπειρογνωμοσύνης σε δυτικότερους τύπους. Αυτή η εξέλιξη θα μας απασχολήσει διεξοδικά παρακάτω, αλλά σκοπός του παρόντος είναι να ανασκοπήσει την ποικιλία της ασιατικής τεχνολογίας μόλις πριν και κατά τη διάρκεια της περιόδου της αναταραχής. Μέχρι εδώ, δηλαδή, εξετάσαμε κοινά θέματα της περιοχής και τεχνικές πλατιά χρησιμοποιούμενες στην Ασία, όπως τα υδραυλικά έργα. Αλλά, ο θεμελιακά διαφορετικός τρόπος ζωής των νομάδων πολεμιστών, οι οποίοι καταλαμβάνουν τώρα το προσκήνιο, μας υποχρεώνει να παρατηρήσουμε μερικές σημαντικές αντιθέσεις. Οι άνθρωποι πού εισέβαλαν στο Ιράν και αργότερα στην Ινδία κατά τον 11 ο και 12 ο αι. μιλούσαν κυρίως τουρκικές γλώσσες και μερικοί από αυτούς είχαν ασπαστεί την ισλαμική πίστη. Μετά από μια μακριά περίοδο καταπατήσεων της Βόρειας Ινδίας, πραγματοποίησαν ολοκληρωμένη εισβολή το Μεγάλες περιοχές, οι οποίες βρίσκονταν γύρω από το Δελχί και εκτείνονταν στην περιφέρεια της Βεγγάλης, κατακτήθηκαν μέσα σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα και ιδρύθηκε ένα νέο ισλαμικό κράτος που έγινε γνωστό ως το Σουλτανάτο του Δελχί. Μόνο μετά από αυτά τα γεγονότα, το έτος 1206 μ.χ., οι μογγο λικές φυλές αποφάσισαν να ενωθούν κάτω από έναν μοναδικό ηγέτη. Τότε, ο επικεφαλής τους υιοθέτησε τον τίτλο του Τσίνγκιζ (ή Γκένγκις) Χαν. Επειδή σχεδόν όλοι οι ενήλικες άντρες ήσαν έμπειροι ιππείς, ικανότατοι τοξότες και ασκημένοι κυνηγοί, το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργήσουν μια τρομερή στρατιωτική δύναμη, της οποίας η ισχυρή σύγκρουση με την Κίνα, το Ιράν και την Ευρώπη θα συζητηθούν στο επόμενο κεφάλαιο. Για τους κατακτητικούς σκοπούς τους, τουλάχιστον, είναι σαφές πως οι Τούρκοι και Μογγόλοι νομάδες διέθεταν πολύ αποτελεσματική τεχνολογία. Ο τρόπος ζωής τους, όμως, υπήρξε κατά βάση απλός και σχεδόν ολοκληρωτικά δεμένος με τα κοπάδια τους. Τα πρόβατα αποτελούσαν βασική πηγή της τροφής, με το κρέας και το γάλα τους. Οι προβιές τους χρησιμοποιούνταν για τον ρουχισμό των νομάδων και το μαλλί τους υφαινόταν σε αργαλειό, για να γίνει ένα ύφασμα, που έμοιαζε με πίλημα (τσόχα) από το οποίο έραβαν τα αντίσκηνα όπου ζούσαν. Οι αργαλειοί που κατασκεύαζαν αυτά τα υφάσματα έπρεπε να είναι φορητοί και γι αυτό ο σκελετός τους ήταν τελείως υποτυπώδης. Τα αντιά και οι κύλινδροι (ρολά) περιτύλιξης τους στερεώνονταν στα δάπεδο με πασσάλους και για τη στήριξη των άλλων μερών τους (ιδιαίτερα, των τελάρων των μιταριών) χρησιμοποιούταν ένα τρίποδο. 97 Ωστόσο, οι νομάδες δεν ήσαν τελείως αυτάρκεις. Για να μπορούν να προμηθεύονται σιτηρά, τσάι, υφάσματα και ιδιαίτερα το σίδερο, για να κατασκευάζουν ξίφη, μύτες για τα 97 Το αντί(ον) είναι το ξύλινο κυλινδρικό εξάρτημα του παραδοσιακού αργαλειού, στο οποίο τυλίγεται το στημόνι ή το ύφασμα. Το μπρος /πίσω σε οριζόντιο αργαλειό και το πάνω /κάτω σε κατακόρυφο αργαλειό. Το στημόνι (υποκοριστικό του στήμων) είναι το σύνολο των κατά μήκος του αργαλειού παράλληλα τοποθετημένων νημάτων, ανάμεσα στα οποία πλέκεται κάθετα το υφάδι. Να μη συγχέεται με τον όρο της βοτανολογίας (στήμονας) που συνιστά το αρσενικό αναπαραγωγικό όργανο του άνθους. Βλ. αντίστοιχα λήμματα στο: Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, ΑΠΘ, Ινστιτούτο Ν.Σ., Θεσσαλονίκη, , σελ. 134, Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 73/180
77 74 βέλη και αναβολείς για την ιπποσκευή τους, πουλούσαν άλογα στην Κίνα και στην Ινδία. Τα άλογα, συνεπώς, αποτελούσαν ουσιαστικό στοιχείο της νομαδικής οικονομίας για εξαγωγή, ως μεταφορικό μέσο, για το γάλα τους (με το όποιο παρασκεύαζαν ένα οινοπνευματώδες ποτό μετά από ζύμωση) αλλά, το σημαντικότερο, ως μέσο μετακίνησης για τη βοσκή των προβάτων και για τα κυνήγι (το οποίο ήταν συχνά ζωτική πηγή τροφής). Η θεμελιακή μορφή τεχνολογίας σε σχέση με τα άλογα των νομάδων ήταν το είδος σαγής, που επέτρεπε να αξιοποιούνται με πολλαπλούς τρόπους αυτά τα ζώα. Το βασικό στοιχείο ήταν οι αναβολείς που, σε συνδυασμό με την κατάλληλη σέλα, επέτρεπαν στον αναβάτη να διατηρεί την ισορροπία του, ενώ χρησιμοποιούσε και τα δύο χέρια του για να τοξεύει στο κυνήγι ή στον πόλεμο. Αν και ο αναβολέας είχε επινοηθεί στην Κίνα και στη Μογγολία πέντε αιώνες νωρίτερα, εντούτοις δεν είχε γενικευτεί η χρήση του. Αυτός εξασφάλισε στους νομαδικούς στρατούς με τους ιππείς τοξότες τους το πλεονέκτημα που έκρινε το αποτέλεσμα σε πολλές συγκρούσεις. Όταν οι Τούρκοι εισέβαλαν στη χώρα τους, οι Ινδοί αμυνόμενοι διέθεταν λιγότερα άλογα, με πιο πρωτόγονους ξύλινους αναβολείς ή, ίσως, χωρίς αναβολείς. 98 Το τόξο που χρησιμοποιούσαν οι Τούρκοι και οι Μόγγολοι τοξότες ήταν σύνθετο κατασκεύασμα από ζωικά υλικά, όπως τα κέρατα και τα νεύρα, και είχε ξύλινο πλαίσιο. Αν και χρησιμοποιούταν ενώ ο τοξότης ίππευε, ήταν λιγότερο ευλύγιστο από το πολύ μακρύτερο μεσαιωνικό αγγλικό τόξο. Το βεληνεκές του ήταν υπολογίσιμο και η αποτελεσματικότητά του θανάσιμη. Μετά από την άλωση της Βαγδάτης από τους Μογγόλους, το Δελχί έγινε για ένα χρονικό διάστημα η σημαντικότερη ισλαμική πρωτεύουσα στα ανατολικά της Μεσογείου. Πολλοί μελετητές και επιστήμονες βρήκαν εκεί καταφύγιο. Αλλά, καθώς είχαν χάσει τις βιβλιοθήκες τους, δεν μπορούσαν να ξαναζωντανέψουν τη λαμπρότητα της Βαγδάτης ως έδρας μάθησης. Έστω και έτσι, ωστόσο, τα ελληνικά μαθηματικά διδάσκονταν στο Δελχί και, σύμφωνα με τον διαπρεπή ιστορικό της ινδικής τεχνολογίας Ιρφάν Χαμπίμπ, διαδόθηκαν επίσης νέες τεχνικές στην περιοχή. Ως παράδειγμα, αναφέρει ότι τότε χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά σε ινδικά πλοία η μαγνητική πυξίδα και ότι αναπτύχθηκαν νέα κέντρα χαρτοποιίας. Μερικά ινδικά γραπτά πάνω σε χαρτί επιζούν από πολύ πιο πριν, αλλά ο αριθμός τους είναι πολύ μεγαλύτερος από τον 13 ο αι. κι έπειτα. Παρ όλες τις θετικές πλευρές που μπορεί να είχε η Ισλαμική κυριαρχία στη Βόρεια Ινδία, η αρχική κατάκτηση από τουρκόφωνα στρατεύματα στη δεκαετία του 1190 προκάλεσε τεράστιες ζημιές στον τομέα της ινδικής μάθησης, τόσο στα τεχνικά θέματα, όσο και γενικότερα. Η κατάκτηση υπήρξε ιδιαίτερα καταστρεπτική στο Μπιχάρ και στη Βεγγάλη, όπου οι βουδιστικές μονές λεηλατήθηκαν και πολλοί μοναχοί έχασαν τη ζωή τους. Μια από τις συνέπειες του γεγονότος ήταν η σχεδόν ολοκληρωτική εξάλειψη του βουδισμού από την περιοχή, από την οποία είχε ξεκινήσει επτά αιώνες νωρίτερα. Το 1194, το μεγάλο κέντρο ινδικής γνώσης, η Μπενάρες, υπέστη επίθεση και καταστράφηκαν πολυάριθμα μνημεία, βιβλία, αρχεία και, κατά πάσα πιθανότητα, ένα αστεροσκοπείο. Το μέγεθος αυτού του βανδαλισμού ήταν τέτοιο, ώστε να προκαλέσει ανάσχεση μεγάλης διάρκειας για την ινδική επιστήμη. Η σοβαρή μελέτη της αστρονομίας σταμάτησε ουσιαστικά μέχρι τον 15 ο αιώνα! Ο τελευταίος, ονομαστός για πολύ καιρό, Ινδός 98 Habib Irfan, 1982, Technological changes and society, στο: D. Chattopadhyana (ed.), Studies in the History of Science in India, vol. II, σελ Ειδικότερα για την καταγωγή του αναβολέα βλ. L. White, 1962, Medieval Technology and Social Change, London: Oxford U. P. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 74/180
78 75 αστρονόμος ήταν ο Μπασκάρα, που εργάστηκε στη δεκαετία του 1150 και άφησε γραπτά που είχαν κάποια επίδραση στη Δύση. Μηχανήματα περιτύλιξης νημάτων Μία επίμαχη πλευρά της ιστορίας της τεχνολογίας στη Βόρεια Ινδία αφορά στο ροδάνι. 99 Επειδή τα βαμβακερά υφάσματα κατάγονται από την Ινδία, λαμβάνεται ως δεδομένο ότι και το ροδάνι, 100 καθώς συνδέεται με την επεξεργασία του βαμβακιού, πρέπει να επινοήθηκε σε εκείνη την αχανή περιοχή. Η εφεύρεσή του πραγματοποιήθηκε ίσως μεταξύ του 500 και του 1000 μ.χ., αλλά, οι παλαιότερες αναφορές στη νηματουργία του βαμβακιού είναι τόσο ασαφείς ώστε, σύμφωνα με τον Ιρφάν Χαμπίμπ, καμία να μην επιτρέπει την αναμφισβήτητη αναγνώριση πραγματικής κλωστικής μηχανής. Όπως είναι διατυπωμένες οι αναφορές αυτές, δεν αποκλείεται να περιγράφουν αρχέγονες μεθόδους χειροποίητης κατασκευής νήματος. Η πρώτη ξεκάθαρη καταγραφή βρίσκεται σε ένα γραπτό χρονολογημένο στα 1350 περίπου και η οποία αναφέρει ότι οι γυναίκες χρησιμοποιούσαν μηχανικά ροδάνια τον προηγούμενο αιώνα. Ο Χαμπίμπ σημειώνει επίσης πώς, επειδή το πιο συνηθισμένο όνομα για το ροδάνι είναι τσάρχα και προέρχεται από την περσική γλώσσα, είναι εύλογο να θεωρήσουμε πως το μηχάνημα αυτό εισήχθη στην Ινδία από το Ιράν τον 13 ο αιώνα. [πηγή: J. Needham, Cambridge U.P, εικ.409: σελ (Pacey, 1995:49)] Αν το ροδάνι δεν είναι ινδική εφεύρεση, από πού κατάγεται; Οι αρχαιότερες σαφείς εικονογραφήσεις του προέρχονται από τη Βαγδάτη (σχεδιασμένες το 1237 μ.χ.), την Κίνα (γύρω στο 1270) και την Ευρώπη (γύρω στο 1280). Αυτό μας επιτρέπει να υποθέσουμε ότι το ροδάνι εμφανίστηκε ταυτόχρονα στην Κίνα και στην Ευρώπη και μπορεί να μας βάλει 99 Ως προς το συγκεκριμένο ο Ιρφάν Χαμπίπ (όπ. παρ.) έχει αντίθετη γνώμη από τον W. Born, 1939, The Indian hand spinning wheel and its migration to East and West στο: CIBA Review, Basel, n Ροδάνι είναι ο μικρός τροχός που παίρνει κίνηση από ένα μεγαλύτερο κι έτσι περιστρέφεται με μεγαλύτερη ταχύτητα και κινεί το αδράχτι πάνω στο οποίο τυλίγεται το νήμα. [από το ελνστ. ροδάνη], στο: Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, όπ. παρ. σελ (λήμμα.) Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 75/180
79 76 στον πειρασμό να σκεφτούμε πως οι κατακτήσεις των μογγολικών στρατευμάτων στην Ανατολική Ευρώπη και στην Κίνα είχαν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για εξαιρετικά ταχεία διάδοση νέων τεχνικών. Όπως θα δείξει το επόμενο κεφάλαιο, αυτό μπορεί να είναι αληθές για μερικές εφευρέσεις, αλλά δεν είναι πειστικό στην παρούσα περίπτωση, επειδή απλούστερες μορφές τροχών για την περιτύλιξη μπομπινών ήσαν σε χρήση πολύ νωρίτερα και επειδή η χρήση μηχανημάτων για την επεξεργασία της μετάξης ήταν επίσης διαδεδομένη πριν αρχίσουν οι μογγολικές κατακτήσεις. Μαζί με αυτά τα μηχανήματα, υπάρχουν ενδείξεις ότι ροδάνια κάποιου είδους μπορεί να είχαν χρησιμοποιηθεί ήδη στον 11 ο αι., τόσο στην Κίνα, όσο και στον ισλαμικό κόσμο. Καθώς οι υπάρχουσες ενδείξεις είναι αόριστες, δεν είναι εύλογο να επιμείνει κανείς σε οποιαδήποτε άποψη για πιθανές καταγωγές. Ίσως είναι χρησιμότερο να επιστρέψουμε στη βάση ενός τεχνολογικού διαλόγου, στο πλαίσιο του οποίου η διάδοση της (μετάξης από την Κίνα στη Δύση και των βαμβακερών υφασμάτων από την Ινδία προκάλεσε πολυάριθμες τοπικές ανταποκρίσεις. Ίσως οι ανταποκρίσεις αυτές να περιέλαβαν πολλές δευτερεύουσες καινοτομίες και είναι πιθανότατο, αφότου έγινε γνωστή η χρήση του ροδανιού, διάφοροι άνθρωποι σε διάφορα μέρη να συνέλαβαν την ιδέα κάποιας μορφής μηχανικού μέσου για την κλώση νήματος. Είναι ακόμη μεγαλύτερη η πιθανότητα πως πραγματοποιήθηκαν ανεξάρτητες τοπικές εφευρέσεις, εξαιτίας των χαρακτηριστικών των υφασμάτων πού κατασκευάζονταν στα διάφορα μέρη. Για παράδειγμα, τα σωζόμενα δείγματα μεταξωτών υφασμάτων δείχνουν ότι τα νήματα πού κατασκευάζονταν στις ισλαμικές χώρες (και στην Ευρώπη) ήσαν πάντοτε στριμμένα για μεγαλύτερη στερεότητα, ενώ οι Κινέζοι υφαντουργοί φαίνεται ότι απέφευγαν αυτή τη διαδικασία, επειδή το στρίψιμο έκανε τα υφάσματα σκληρότερα και λιγότερο στιλπνά. Γι αυτόν τον λόγο, τα μηχανήματα για το στρίψιμο του νήματος είναι πιθανότερο πως εφευρέθηκαν στη Δύση μάλλον παρά στην Κίνα. Και, πραγματικά, υπάρχει μία ισλαμική περιγραφή μηχανής στριψίματος μετάξης, η οποία χρονολογείται από το τέλος της δεκαετίας του 1020 μ.χ. Η εμπειρία που προσέφερε αυτή η μηχανή θα μπορούσε να έχει οδηγήσει σε ιδιαίτερη προσέγγιση της κλώσης άλλων υφαντουργικών ινών και, απώτερα, να έχει συμβάλει στην ανακάλυψη ενός συγκεκριμένου ευρωπαϊκού τύπου ροδανιού που είναι γνωστό ως Ροδάνι της Σαξονίας. Είναι δικαιολογημένο να δοθεί κάποια έμφαση στις επεξεργασίες της μετάξης, επειδή μερικοί ιστορικοί έχουν την άποψη πως οι μηχανοποιημένες τεχνικές στην Κίνα αναπτύχθηκαν πρώτα στα εργαστήρια μετάξης κι έπειτα υποβλήθηκαν σε μετατροπές για να χρησιμοποιηθούν στο βαμβάκι και σε άλλες ίνες. 101 Αν αυτό αληθεύει, το πρώτο που πρέπει να εξεταστεί είναι η διαδικασία της αναπήνισης, δηλαδή της απόσπασης της μακριάς, συνεχούς ίνας από το κουκούλι (βόμβυξ) του μεταξοσκώληκα Βλ. William Willets, 1958, Chinese Art, vol. 1, Harmontswerth: Penguin, sel Η εργασία αυτή γινόταν με το βούτηγμα των κουκουλιών σε καυτό νερό, το όποιο σκότωνε τον μεταξοσκώληκα που βρισκόταν στο εσωτερικό τους, ενώ ταυτόχρονα χαλάρωνε τις ίνες στο εξωτερικό τους. Σε πολύ παλαιούς καιρούς, ασφαλώς πριν από το 1090 μ.χ., στην Κίνα χρησιμοποιούνταν μηχανήματα αναπήνισης του νήματος του μεταξιού, τα όποια είχαν στο ένα άκρο ένα δοχείο με καυτό νερό, όπου τοποθετούσαν τα κουκούλια, και στο άλλο μια μεγάλη ανέμη, γύρω από την οποία τυλιγόταν το νήμα [εικ. 8 Μια κινέζικη μηχανή αναπήνισης νήματος μετάξης, που σχεδιάστηκε το 1843, αλλά, σε όλες τις μηχανικές λεπτομέρειές της, ανταποκρίνεται σε μία περιγραφή μηχανής αυτού του τύπου, η οποία συντάχθηκε γύρω στο Η κλώστρια ξετυλίγει κουκούλια μεταξοσκωλήκων σε έναν θερμαινόμενο κάδο νερού, ενώ περιστρέφει αργά την ανέμη περιτύλιξης με έναν ποδοκίνητο μηχανισμό με στρόφαλο (εικονιζόμενο σε ατελή προοπτική). Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 76/180
80 77 Άλλες δυο εργασίες συνιστούν απαραίτητες προϋποθέσεις προετοιμασίας της μεταξωτής κλωστής ή του νήματος για ύφανση. Πρώτα, έπρεπε να ενωθούν πολλές ίνες για να σχηματίσουν ανθεκτικό νήμα. Σ αυτό το στάδιο, οι κλωστές του Ισλάμ είχαν επιλέξει να στρίβουν μαζί τις πολυάριθμες ίνες της κλωστής. Στην Κίνα, η κλωστή φτιαχνόταν συχνά χωρίς στρίψιμο, επειδή η φυσική κόλλα του βόμβυκα εθεωρείτο αρκετή για την ενίσχυση καθεμιάς ίνας και μπορούσε να συγκρατήσει ενωμένες τις συνεχείς ίνες, από τη στιγμή που θα έρχονταν σε επαφή μεταξύ τους επάνω σε έναν κύλινδρο περιτύλιξης ειδικά τροποποιημένο για το «δικλώνιασμα» των νημάτων. 103 Μολονότι υπήρχαν κινέζικα μηχανήματα, τα οποία βασίζονταν σε ξύλινους οδοντωτούς τροχούς για τη μετάδοση της κίνησης, πρέπει να σημειωθεί η κινέζικη προτίμηση για τη μετάδοση κινητήριας δύναμης με σχοινιά ή ιμάντες και τροχαλίες. 104 Η τεχνολογία επιβίωσης Η τεχνική των μηχανημάτων έφτασε σε υψηλό επίπεδο εξειδίκευσης στο πλαίσιο του ισλαμικού πολιτισμού και στην Κίνα, ιδιαίτερα σε σχέση με τις εφαρμογές των υδροτροχών, ενώ η Ινδία παρουσιάζει διαφορετική εικόνα. Οι εντυπώσεις μας γι αυτή τη χώρα είναι Οι μετάξινες συνεχείς ίνες που αποσπώνται από τα κουκούλια περνούν επάνω από καρούλια στο άνω μέρος του μηχανήματος και έπειτα στην ανέμη περιτύλιξης μέσα από νηματοδηγούς (Α). Ένας ατέρμονας ιμάντας στον άξονα της ανέμης περιστρέφει μια τροχαλία (Β) σε κατακόρυφο άξονα. Ο στρόφαλος που είναι στερεωμένος στην τροχαλία κινεί τις ράβδους από πάνω του κι έτσι οι νηματοδηγοί παλινδρομούν αργά, λίγα εκατοστά προς τα δεξιά και προς τα αριστερά. Έτσι, το μετάξι περιτυλίγεται στην ανέμη στρωτά και με ομοιόμορφη διάταξη δεσμών (τσιλές).] 103 Η κόλλα προστάτευε και ενίσχυε την κλωστή στη διάρκεια της ύφανσης, αλλά αργότερα αφαιρούταν με το βούτηγμα του τελειωμένου υφάσματος σε νερό. Η τελική εργασία πριν από την ύφανση ήταν η περιτύλιξη της κλωστής σε μασούρια κατάλληλου μεγέθους για χρήση στον αργαλειό. Γι αυτόν ακριβώς τον σκοπό και ίσως σε πολύ παλιά εποχή, οι κλωστοϋφαντουργοί ανακάλυψαν τον τροχό περιτύλιξης μπομπίνας (μασουρίστρα.) 104 Αναφέραμε προηγουμένως αυτή τη διαδικασία ως πρόγονο του ροδανιού. Μια εντυπωσιακή μεταγενέστερη εξέλιξη ήταν η κατασκευή μηχανημάτων από τους Κινέζους, τα οποία λειτουργούσαν με βάση την αρχή του τροχού περιτύλιξης, αλλά ήσαν ικανά να περιστρέφουν ταυτόχρονα δέκα ή και περισσότερες μπομπίνες. Τελικά, λίγο πριν από το 1300 μ.χ., κατασκεύασαν το μηχάνημα που λειτουργούσε με τη δύναμη υδροτροχού. Πρόκειται για μηχάνημα πολύ συγγενικό με τον τροχό περιτύλιξης δέκα μπομπινών. Το 1313, ο κόσμος το ονόμαζε «μεγάλη υδροκίνητη κλωστική μηχανή» και το χρησιμοποιούσε για την κάνναβη ή την ραφία (ραμί), δύο φυτικές ίνες πού είχαν κάποια σπουδαιότητα στην Κίνα. Η ερμηνεία των διασωσμένων αποτυπώσεων αυτής της μηχανής παρουσιάζει πολλά προβλήματα. Περιέχονται στα υπάρχοντα αντίτυπα ενός βιβλίου του Γουάνγκ Ζεν για τη γεωργία και έχουν τυπωθεί με τη μέθοδο των μελανωμένων ξύλινων πλακών, που οι γραμμές των σχεδίων τους έχουν αντιγραφεί από κάποιον που δεν καταλάβαινε τι ακριβώς αντιπροσώπευαν. Οι μπομπίνες στο κατώτατο μέρος της μηχανής περιστρέφονταν από ένα ατέρμον σχοινί και, καθώς γυρνούσαν, η κλωστή από την επάνω ανέμη τυλιγόταν γύρω τους. Αλλά η κλωστή περνούσε από νηματοδηγούς κάποιου είδους, που βρίσκονταν μεταξύ ανέμης και μπομπίνας, ίσως παρόμοιους με τους οδηγούς της μηχανής περιτύλιξης. Εξάλλου, αν πραγματικά αυτό το μηχάνημα έκλωθε νήμα από ίνες όπως της ραφίας, θα έπρεπε να ήταν εφοδιασμένο με μηχανισμό που έδινε στρίψιμο στο νήμα. Τέτοιες λεπτομέρειες δεν φαίνονται στην εικονογράφηση του Γουάνγκ Ζεν και απουσιάζουν από την αναπαράσταση τής εικ. 10, η οποία επίσης χρησιμοποιεί ενδεικτικά στοιχεία από φωτογραφίες μηχανημάτων που ήσαν παρόμοια με αυτά που λειτουργούσαν στην Κίνα τον 19 ο αι. Έτσι, η εικ. 10 παρουσιάζει μια μηχανή περιτύλιξης νήματος και όχι μια πραγματική κλωστική μηχανή. Ο Γουάνγκ Ζεν είχε περιλάβει στο βιβλίο του ένα χωριστό σχέδιο του υδροτροχού και του σχοινιού και της τροχαλίας για την κίνηση του, ώστε, από αυτή την άποψη, η αναπαράσταση δεν αφήνει απορίες ή αμφιβολίες. Εικ. 10. Αναπαράσταση της «μεγάλης υδροκίνητης κλωστικής μηχανής» που φαίνεται στην εικ. 9, μαζί με τον υδροτροχό, ο οποίος την κίνησε. Το βιβλίο του Γουάνγκ Ζεν δίνει λεπτομέρειες του υδροτροχού, αλλά δεν αναφέρει τον αριθμό των μηχανών πού έθετε σε κίνηση. Έτσι, αυτό το μέρος του σχεδίου αφήνεται ανοιχτό στην εικασία. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 77/180
81 78 πιθανόν στρεβλωμένες ένεκα της ασάφειας του μεγαλύτερου μέρους των πληροφοριών που έφτασαν στην εποχή μας. Τούτο ίσως οφείλεται στην καταστροφή αρχείων και μηχανημάτων κατά την «τουρκική» εισβολή της δεκαετίας του Πάντως, φαίνεται πως ήταν σχετικά περιορισμένη η χρήση των μηχανών στην Ινδία και τη Νότια Ασία. Ασφαλώς, υπήρχαν υδροτροχοί για την ανύψωση νερού και οι καλλιεργητές ρυζιού στην Ιάβα και στο Μπαλί επινόησαν δική τους μηχανή γι αυτόν το σκοπό. Το κατασκεύασμα τους είχε έναν κύλινδρο από μπαμπού ή έναν κάδο στερεωμένο σε άξονα. Ο κάδος ή το μπαμπού γέμιζε από το νερό ενός ρεύματος και μετά ανυψωνόταν. Γέρνοντας από το βάρος του νερού που περιείχε ανατρεπόταν και άδειαζε μια ποσότητα νερού στον αγρό που βρισκόταν σε υψηλότερο επίπεδο. Αλλά, ακόμη και στην Ινδία δεν υπάρχουν πληροφορίες για μηχανήματα με οδοντωτούς τροχούς, τροχαλίες, εκκεντροφόρους άξονες ή χειροστρόφαλους πριν από το 1200 μ.χ. εφόσον είναι διακριβωμένο ότι ούτε το ροδάνι ούτε ο οδοντωτός τύπος υδροτροχού ανύψωσης νερού (ο «περσικός τροχός») είχαν εμφανιστεί πριν από αυτή τη χρονολογία. Δεν μπορούμε, όμως, να πούμε ότι στην Ινδία απουσίαζε η τεχνολογία, αφού η συνεισφορά της μεγάλης αυτής χώρας στις καλλιέργειες ειδών διατροφής, στα υφάσματα, στα ορυκτά και στα μέταλλα υπήρξε κατάδηλα σημαντική, όπως συζητήσαμε παραπάνω. Η απουσία μηχανών από τη χώρα εκείνη δεν σήμαινε «καθυστερημένη» τεχνολογία. Μάλλον, η ινδική επιλογή στόχων ήταν διαφορετική από αυτή που οδήγησε στις τυπικές μορφές τεχνολογικής ανάπτυξης της Κίνας και του Ιράν. Ένας τρόπος για να αναλύσουμε τις διαφορές αυτού του είδους είναι η σύγκριση των γεωργικών μεθόδων δύο περιοχών της Κίνας από τη Francesca Bray. 105 Στα Βόρεια, η σιτοκαλλιέργεια είχε αναπτυχθεί το 1000 μ.χ. σε σημείο ώστε να χρησιμοποιούνται άροτρα που σύρονταν από υποζύγια, βολοκόποι, σπαρτομηχανές και μηχανήματα εκσκαφής σε εκτεταμένους αγρούς. Τα άροτρα είχαν σιδερένια υνιά και σπάθες (αυλακωτές) για το σκάψιμο χαντακιών και οι βολοκόποι είχαν σιδερένια δόντια. Συγκρινόμενη με αυτά, η ορυζοκαλλιέργεια της Νότιας Κίνας θα μπορούσε να θεωρηθεί λιγότερο προηγμένη, αφού οι καλλιεργούμενες εκτάσεις ήταν μικρές και συχνά οι εργασίες εκτελούνταν με εργαλεία χειρός. 106 Η Bray, όμως, παρατηρεί ότι υπήρχε εκεί ένα πολύ περίτεχνο συγκρότημα επιτηδευμένων εργαλείων, στο οποίο περιλαμβάνονταν ειδικά εργαλεία χειρός για το ξερίζωμα ζιζανίων, καθώς και μηχανήματα διαχωρισμού και μύλοι για την επεξεργασία της σοδειάς μετά τη συγκομιδή. Στην πραγματικότητα, λοιπόν, η Νότια Κίνα δεν θα χαρακτηριζόταν «αναχρονιστική» σε σύγκριση με τη Βόρεια. Αντίθετα, είχε προσαρμοστεί με ανάλογη οξυδέρκεια σε μια πολύ διαφορετική καλλιέργεια και σε ένα διαφορετικό περιβάλλον. Η Bray χαρακτηρίζει την κατάσταση λέγοντας ότι κάθε περιοχή είχε το δικό της διακριτό συγκρότημα εργαλείων και, υιοθετώντας μια ευρύτερη άποψη, ότι είναι δυνατό να αναφερόμαστε στο τεχνολογικό συγκρότημα μιας συγκεκριμένης περιοχής. Ένας τρόπος για να αρχίσουμε την ανάλυση των τεχνολογικών συγκροτημάτων είναι να κοιτάξουμε τις τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν από διαφορετικούς λαούς για τον πορισμό τροφής και άλλων βασικών ειδών ανάγκης. Για παράδειγμα, είναι αξιοσημείωτη η απόλυτη εξάρτηση από τα ζώα για μια ποικιλία ειδών διατροφής, ρουχισμού και 105 Fr. Bray, 1984, Agriculture, στον J. Needham (ed.) Science and Civilization in China, vol. VI, σελ Fr. Bray, 1984, Agriculture, όπ. παρ. σελ Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 78/180
82 79 καταλύματος των νομαδικών λαών που αναφέραμε νωρίτερα. Από την άλλη πλευρά, οι λαοί της Νότιας Ινδίας και της Νοτιοανατολικής Ασίας ήσαν σχεδόν το ίδιο επιτήδειοι στην αξιοποίηση καλλιεργειών και δέντρων για την παραγωγή τροφής, καυσίμων, φαρμάκων, ρουχισμού (από βαμβάκι) και καταλύματος (από ξύλο με σκεπή από φυλλώματα φοινικόδεντρων.) Τεχνολογία επιβίωσης Πέντε ασιατικά τεχνολογικά συγκροτήματα Περιοχή Τεχνολογία Μηχανήματα Τεχνικά έργα επιβίωσης Μεσοποταμία: Ιράν και Ιράκ Βόρεια Κίνα Νότια Κίνα Νότια Ινδία και ΝΑ. Ασία Αρδευόμενη γεωργία Ξηρά γη και αρδευόμενη γεωργία Υγρή ορυζοκαλλιέργεια Υγρή ορυζοκαλλιέργεια και δενδροκομία Εκτεταμένη χρήση: νόριες, υδροτροχοί, ανεμόμυλοι, ροδάνι, μηχανισμοί μετάδοσης κίνησης, έκκεντρα, τροχαλίες Εκτεταμένη χρήση: υδροτροχοί, ροδάνι, έκκεντρα, οδοντωτοί τροχοί μετάδοσης κίνησης, χειροστρόφαλοι, τροχαλίες Παρόμοιες, αλλά λιγότερο εκτεταμένες (διαδεδομένες) από τη Β. Κίνα, Πολύ περιορισμένες εφαρμογές μηχανημάτων ανύψωσης νερού Μεγάλης κλίμακας: υδατοφράγματα, διώρυγες Μεγάλης κλίμακας: αντιπλημμυρικά έργα, διώρυγες Μικρής κλίμακας δεξαμενές ή υδαταποθήκες για άρδευση ρυζιού Μικρής κλίμακας [εκτός Λάνκα και Βατ Άνγκορ] υδαταποθήκες ή δεξαμενές άρδευσης ρυζιού Λειμώνες Κτηνοτροφία Μόνο φορητοί αργαλειοί Κεντρικής Ασίας Μερικές φορές, η δενδροκομία και οι γεωργικές καλλιέργειες ήσαν συνυφασμένες, ιδιαίτερα σε περιοχές με τροπικά δάση, όπου η διατήρηση δέντρων βοηθούσε να προστατευτεί το χώμα από τη διάβρωση εξαιτίας των μεγάλων βροχοπτώσεων. Σε υγρά μέρη της Ιάβας όπου υπήρχαν ορυζώνες, για παράδειγμα, φυτεύονταν δέντρα σε αγρούς που χρησιμοποιούνταν επίσης και για την καλλιέργεια λαχανικών ή ζαχαροκάλαμου. Έτσι, η γη έδινε συγκομιδή σε δύο επίπεδα: από τις καλλιέργειες λαχανικών και κηπευτικών στο επίπεδο του εδάφους και από τους καρπούς ή τα καρυκεύματα των υπερυψωμένων δέντρων. Εδώ, ο όρος πολυώροφη γεωργία είναι προσφυής και αναπτύχθηκαν με διάφορους τρόπους συστήματα αυτού του είδους στη Νότια Ινδία. Μερικές φορές, οι υγρές, ανοιχτές εκτάσεις για ορυζοκαλλιέργεια περικλείνονταν με δεντροστοιχίες. Άλλες φορές, ενσωματώνονταν και τα δέντρα που έδιναν το γαρίφαλο, το κυριότερο εξαγώγιμο είδος των νησιών της Ινδονησίας. Αντίθετα, μερικές κοινότητες των μικρότερων νησιών εξαρτιόνταν ζωτικά από την αλιεία και, συνεπώς, τα πλοία είχαν ζωτική σημασία για το βασικό τεχνολογικό τους συγκρότημα. Συγκρίνοντας, συνεπώς, τους νομάδες ιππείς (horsemen) και βοσκούς με τους αγρότες της Νότιας Ασίας και αντιπαραθέτοντας την ορυζοκαλλιέργεια της Νότιας Κίνας στη σιτοκαλλιέργεια της Βόρειας, αναγνωρίσαμε γρήγορα τέσσερα διαφορετικά τεχνολογικά συγκροτήματα που συνδέονται με την παραγωγή ειδών διατροφής και άλλων βασικών χρειωδών. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 79/180
83 80 Δεν υπάρχουν, όμως, διαφορές μόνο ανάμεσα στους κτηνοτροφικούς και στους αγροτικούς λαούς, που επιδίδονται σε καλλιέργειες διαφορετικών ειδών, αλλά και μεταξύ κλιμάκων των εργασιών και του βαθμού χρησιμοποίησης μηχανών ως μέσων. Σε κοινότητες που ασχολούνταν με την ορυζοκαλλιέργεια ή άλλες μορφές γεωργικής παραγωγής, μεμονωμένα αγροκτήματα μπορούσαν να αποδώσουν μεγάλες ποσότητες ειδών διατροφής ακόμη κι αν το μέγεθος τους ήταν πολύ μικρό. Ακόμη, για μικρά αγροκτήματα σε μέρη με υγρό κλίμα, τα αναγκαία κατασκευαστικά έργα για την άρδευση των ορυζώνων απαιτούσαν μικρή μόνο εργατική δύναμη. Στη Βόρεια Κίνα, αντιθέτως, τα αγροκτήματα ήσαν μεγαλύτερα και ήταν προσφορότερη η χρησιμοποίηση εργαλείων που σύρονταν από ζώα. Για την άρδευση ξηρών περιοχών και, ειδικότερα, για τον έλεγχο των πλημμυρών του τρομερού Κίτρινου Πόταμου, συχνά οι μηχανικοί κατασκεύαζαν έργα μεγάλης κλίμακας. Ανάλογο τεχνολογικό συγκρότημα υπήρχε και στο Ιράν και στο Ιράκ. Ας μη μας εκπλήσσει το γεγονός ότι το περιεχόμενο των κατασκευαστικών έργων ήταν μεγαλύτερο στα τεχνολογικά συγκροτήματα της Βόρειας Κίνας και του Ιράν σε σχέση με τη Νότια Ασία. Εκεί τα έργα μεγάλης κλίμακας, όπως του Άνγκορ, ήσαν από μερικές απόψεις μια μορφή ανωμαλίας. Ήταν ο αναπόφευκτος αντικατοπτρισμός των διαφορετικών περιβαλλοντικών συνθηκών. Πέρα, όμως, από τις συνθήκες κλίματος, εδάφους και οικολογίας, πρέπει να εξεταστούν και δυο άλλοι παράγοντες. Πρώτον, οι σχετικοί με την ιδιοκτησία γης θεσμοί ήσαν σαφώς σημαντικοί. Τα μεγάλα αγροκτήματα ή τσιφλίκια (Βόρεια Κίνα) και η άσκηση προνομίων ιδιοκτησίας από βασιλιάδες (Άνγκορ) αποτέλεσαν καθοριστικό παράγοντα για τη μεγάλη κλίμακα των κατασκευαστικών έργων σε ορισμένα μέρη. Δεύτερον, η πυκνότητα του πληθυσμού είχε πάντοτε καθοριστική σημασία. Όποτε χρειαζόταν να συντηρηθούν μεγάλοι αριθμοί ανθρώπων από μια μικρή έκταση γης, ήταν δυνατό να προκύψει η ανάγκη κατασκευής πιο πολυσύνθετων αρδευτικών έργων από εκείνα που θα αρκούσαν για έναν μικρό αριθμό ανθρώπων στην ίδια έκταση. Ασφαλώς, οι μεγάλοι πληθυσμοί μπορούσαν να προσφέρουν την ανάλογη εργατική δύναμη. [πηγή: Pacey, 1995:59, Hazel Cotterell] Αυτές οι παρατηρήσεις αναφέρονται κυρίως στην τεχνολογία για την παραγωγή ειδών διατροφής και βασικών χρειωδών, δηλαδή στην «τεχνολογία επιβίωσης». Άλλες πλευρές του τεχνολογικού συγκροτήματος μιας περιοχής εξαρτιόνταν από θεσμικά ιδρύματα, όπως τα βουδιστικά μοναστήρια στην Κίνα και στην Ιαπωνία. Τα μοναστήρια αυτά διαδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη της τυπογραφίας και ορισμένων ειδών μεταλλουργίας, όπως συζητήσαμε παραπάνω. Πολύ σημαντικότεροι ήσαν συχνά οι θεσμοί που είχαν σχέση με την κυβέρνηση, τις αγορές και τον στρατό. Τα παραπάνω είναι αρκετά για να κάνουν σαφές πως είναι ατελές να εξετάζουμε τη μεταφορά τεχνολογίας (technology transfer) από μια κουλτούρα σε μια άλλη χωρίς να αναγνωρίζουμε τις τεχνικές τροποποιήσεις που ακολουθούν συνήθως, καθώς και τις Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 80/180
84 81 ολοκληρωτικά νέες εφευρέσεις, οι οποίες προκύπτουν συχνά ως ανταπόκριση και αντιπροσωπεύουν την προσαρμοστική κινητοποίηση του αποδέκτη της μεταφερόμενης τεχνολογίας. Στις περιπτώσεις τεχνολογίας επιβίωσης, νέες περιβαλλοντικές συνθήκες είναι πιθανό να αποδείξουν άσχετες πολλές εισαγόμενες ξένες τεχνικές και να υπαγορεύσουν τη σημαντική τροποποίηση άλλων από αυτές. 107 Οι ιδιαίτερες απαιτήσεις των τοπικών θεσμών μπορούν επίσης να επιδράσουν με ανάλογο τρόπο. Η εκλεπτυσμένη τεχνολογία Όταν μελετά κανείς τις λεπτομέρειες του θεσμικού πλαισίου που επηρέασε την τεχνολογική ανάπτυξη, πρέπει να σημειώνει τις περιπτώσεις κηδεμόνευσης των τεχνιτών μιας συγκεκριμένης ειδικότητας από πλούσια και ισχυρά άτομα, και να λαμβάνει επίσης υπόψη του τον ρόλο που διαδραμάτισαν τα αστεροσκοπεία, όπως της Βαγδάτης και του Καϊφένγκ, με τις επιστημονικές και τεχνικές συμβουλές που προσέφεραν στις κυβερνήσεις. Τα αστεροσκοπεία μπορούσαν να προσφέρουν ουσιαστική πρακτική βοήθεια στη χαρτογραφία ή στους ελέγχους για την τήρηση ενός αξιόπιστου ημερολογίου. Η ημερολογιακή ακρίβεια ήταν σημαντική για την τακτική είσπραξη φόρων και για την τέλεση θρησκευτικών εορτών στις σωστές ημερομηνίες. Αλλά, ο ρόλος των αστεροσκοπείων δεν είχε πάντοτε τόσο πρακτικό χαρακτήρα. Η τεχνολογία ανέκαθεν αποτελούσε ως έναν βαθμό στοιχείο στα όνειρα και στις φαντασιώσεις των διαφόρων κοινωνιών και των αρχόντων τους. Συχνά, επρόκειτο για φαντασιώσεις κυριαρχίας και δύναμης, όπως το όραμα των Μογγόλων για την κατάκτηση ολόκληρου του κόσμου, που ξεκίνησε με τον Τσίνγκιζ Χάν. Μερικές, όμως, φαντασιώσεις συνδέονταν με την πολιτική θεωρία, όπως η ιδέα ότι η εξουσία του Κινέζου αυτοκράτορα ήταν «προσταγή από τον ουρανό». Καθώς οι αστρονόμοι εθεωρούντο ως αρμόδιοι να καταλαβαίνουν τους ουρανούς και τα κελεύσματα τους, ο αυτοκράτορας είχε έναν ακόμη λόγο να διατηρεί αστεροσκοπείο. Υπήρχαν επίσης ευγενή όνειρα και στον ισλαμικό κόσμο, για τα οποία έγραφαν οι ποιητές και τα οποία υποκίνησαν εφευρέσεις, ιδιαίτερα στον τομέα που ο μηχανικός και ιστορικός Donald Hill ονομάζει εκλεπτυσμένη τεχνολογία. Ο όρος προσδιορίζει μικρά, αλλά σχετικά επιτηδευμένα τεχνουργήματα: ένα για την κηπουρική και ένα άλλο για την αστρονομία. Σχετικά με την πρώτη κατηγορία, έχει σημασία το γεγονός ότι τα ποιήματα που αναφέρουν κήπους απέκτησαν ιδιαίτερο χαρακτήρα στην ισλαμική φιλολογία, ο οποίος είχε ομοιότητες με παλαιότερες περσικές παραδόσεις. Είναι ευνόητο πως, για ανθρώπους που ζούσαν σε περιβάλλον ζεστών και ανύδρων ερήμων, οι κήποι με οπωροφόρα δέντρα, σκιερά μέρη και τρεχούμενα νερά ήσαν θελκτικό θέμα και συχνά παρουσιαζόταν στη σοβαρή ποίηση και σε πιο εκλαϊκευμένα φιλολογικά έργα, όπως Οι Χίλιες και μια Νύχτες, 107 Εικ. 11. Μεγάλα λιθόκτιστα υδατοφράγματα, τα οποία παροχέτευαν νερό σε αρδευτικές διώρυγες και οι υδροκίνητοι μύλοι για την άλεση αραβοσίτου, όπως αυτός πού βλέπουμε να κατασκευάζεται εδώ, ήταν σημαντικές πλευρές της «τεχνολογίας επιβίωσης» στο Ιράν και το Ιράκ. Το εικονιζόμενο υδατόφραγμα είναι αντιπροσωπευτικό για πολλά παρόμοια πού κατασκευάστηκαν από τον 8ο μέχρι τον 11ο αιώνα. Κατά μήκος της κορυφής του υπάρχει γέφυρα, της οποίας τα κωνικά τόξα είναι πολύ χαρακτηριστικά της ισλαμικής αρχιτεκτονικής. Ό μικρός μύλος κινείται με τη δύναμη ενός οριζόντιου υδροτροχού πού επιλεγόταν συνήθως για ορεινές περιοχές με μικρά ρεύματα και υδατοπτώσεις, αλλά είναι γνωστό ότι χρησιμοποιούταν και σε υδατοφράγματα στο Ιράν. Το νερό του υδατοφράγματος για να κινηθεί ο τροχός διοχετευόταν από τον μεγάλο ξύλινο σωλήνα που βλέπουμε στα αριστερό της εικόνας. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 81/180
85 82 που ολοκληρώθηκε το 850 μ.χ. Χαρακτηριστικά, οι αναφορές σε κήπους και ήσυχες αυλές συχνά εστιάζονταν στις κρήνες τους και τα κείμενα για τεχνικά θέματα έδιναν επίσης ασυνήθιστη έμφαση στις κρήνες και στον τρόπο λειτουργίας τους. 108 Πολύ αργότερα, το 1206, ένας τεχνίτης του Ισλάμ που λεγόταν Αλ Τζαζαρί έγραψε ένα βιβλίο για «μηχανικές επινοήσεις» κάτω από την κηδεμονία ενός τοπικού ηγεμόνα στο Βόρειο Ιράκ. 109 Η άλλη πλευρά τής «εκλεπτυσμένης τεχνολογίας» που πρέπει να προσέξουμε ήταν σχετική με την κατασκευή αστρονομικών οργάνων και μηχανημάτων για αριθμητικούς υπολογισμούς. Η κεντρική ιδέα που βρισκόταν πίσω από αυτή την εργασία ήταν πως οι κινήσεις των πλανητών υπαγορεύονταν από ένα πολύπλοκο σύστημα κύκλων. Ήταν μια μαθηματική έννοια που χρησίμευε για υπολογισμούς και προερχόταν από ένα βιβλίο του Κλαύδιου Πτολεμαίου ( μ. Χ.), του τελευταίου μεγάλου συγγραφέα αστρονομικών έργων τής ελληνικής παράδοσης. Αλλά οι μαθηματικοί κύκλοι του Πτολεμαίου ήταν δυνατό να αποτυπωθούν ως ορατά σχήματα με τη μορφή μεγάλων τροχών που περιστρέφονταν ο ένας μέσα στον άλλο. Έτσι έχουν περιγραφεί στην περίφημη σειρά τετράστιχων ποιημάτων, που είναι γνωστά ως «Τα Ruba iyat του Ομάρ Καγιάμ». 110 Η περίοδος της αναταραχής Πολλές από τις εξελίξεις που συζητήσαμε εδώ διακόπηκαν ή τερματίστηκαν από τις νομαδικές εισβολές. Το Ιράν είχε κατακτηθεί από τους Σελτζούκους Τούρκους μόλις πριν από την γέννηση του Ομάρ Καγιάμ, που μεγάλωσε σε συνθήκες με τα ενδεικτικά χαρακτηριστικά της οικονομικής παρακμής. Ίσως ο απαισιόδοξος τόνος της ποίησής του να αντανακλά την ατμόσφαιρα αυτού του περιβάλλοντος. 108 Ένα από τα παλαιότερα δείγματα είναι ένα βιβλίο των αδελφών Μπάνου Μούσα που γράφτηκε επίσης γύρω στο 850. Στις σελίδες του οι συγγραφείς εξηγούν τον ρόλο των ιδρυμάτων που είχαν σχέση με κυβερνητική κηδεμονία, επειδή οι ίδιοι ήσαν μέλη μιας ακαδημίας που είχε ιδρυθεί από τον χαλίφη της Βαγδάτης και συνδεόταν με τη λειτουργία ενός αστεροσκοπείου. Μια από τις πολλές κρήνες που περιέγραφαν είχε έναν πίδακα που το νερό του περιέστρεφε έναν μικρό οριζόντιο τροχό, χτυπώντας τις ακτινωτές λάμες που είχε στο κάτω μέρος του. Arnold Pacey, όπ. παρ. σελ Εικ. 12. Σχέδιο κρήνης του Αλ Τζαζαρί με έναν μοναδικό κεντρικό πίδακα (πάνω), περιστοιχισμένο από έξι μικρότερους και (κάτω) ή δεξαμενή πού τροφοδοτεί την κρήνη. Οι σωλήνες και τα βυτία ήσαν μάλλον κατασκευασμένα από συγκολλημένα φύλλα χαλκού. Το νερό διοχετευόταν στο χωνί του κέντρου της δεξαμενής που συνδεόταν με έναν σωλήνα. Ο σωλήνας μπορούσε να μετακινείται και να τροφοδοτεί πρώτα το ένα βυτίο και μετά το άλλο, ώστε να εκτοξεύονται εναλλακτικά διαφορετικοί πίδακες. Στη φάση που δείχνει η εικόνα, το δεξιό βυτίο γεμίζει και, στη συνέχεια, ένα δοχείο που θα ανατραπεί θα μετακινήσει τον σωλήνα προς το αριστερό βυτίο, ώστε να το γεμίσει. (Από το βιβλίο του Donald R. Hill, 1984, Α History of Engineering in Classical and Medieval Times, Beckenham: Croom Helm. 110 Ο Ομάρ Καγιάμ, ο οποίος έγραψε τα έργα του στο Βόρειο Ιράν γύρω στο 1100, ήταν αστρονόμος και μαθηματικός. Στα ποιήματά του αναφέρθηκε συχνά στον «τροχό των ουρανών», τον οποίο τοποθετούσε με τη φαντασία του σε ένα σκοτεινό δωμάτιο με «τον ήλιο το κερί» και «εικόνες που περιστρέφονται στους τοίχους». Εδώ, πρόκειται για παρομοίωση με ιδιαίτερη σημασία επειδή, εκείνη την εποχή, κατασκευάζονταν πολλές μηχανολογικές επινοήσεις που είχαν συλληφθεί με παρόμοιο τρόπο. Μια από αυτές ήταν ένα ωρολόγιο πάνω από μια πύλη των τοίχων της Δαμασκού. Έδειχνε την ώρα με ένα ομοίωμα του ήλιου που τροχιοδρομούσε στον ουρανό. Δεν ήταν το μοναδικό ρολόι του 12 ου αιώνα που αναπαρίστανε τον ήλιο με τόσο άμεσο τρόπο. Άλλα, τα οποία αναπαρίσταναν ουράνια σώματα όπως στο ποίημα του Καγιάμ, είχαν κεριά ή λάμπες τις νυχτερινές ώρες. Ήταν διασκεδαστικό να βλέπει κανείς αυτά τα ωρολόγια με τα μηχανικά ζώα, τα πουλιά και τους φάντες, που έκαναν διάφορες κινήσεις κάθε ώρα. Αντίθετα, για τη σοβαρή παρατήρηση των ουράνιων σωμάτων για αστρολογική χρήση και για τον προσανατολισμό των ταξιδιωτών που διέσχιζαν τις ερήμους ή τις θάλασσες, κατασκευάζονταν πολυάριθμα όργανα μεγάλης ακρίβειας. Όχι σπάνια, όμως, και αυτά ακόμη τα όργανα επινοούνταν ως ομοιώματα του τροχού του στερεώματος. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 82/180
86 83 Στην Κίνα, το ρολόι του Σου Σονγκ αποσυναρμολογήθηκε το 1126, όταν οι εισβολείς κατέκτησαν το Καϊφένγκ. Τα κομμάτια του αποθηκεύτηκαν και διασώθηκαν μέχρι την εμφάνιση της δυναστείας των Μινγκ. Δυο αιώνες αργότερα, μετά την πολύ καταστρεπτικότερη μογγολική κατάκτηση, ο Γουάνγκ Ζέν ανέφερε τις καταστροφές ως λόγο για τη συγγραφή του βιβλίου του για τη γεωργία σε αυτό περιέχεται η περιγραφή του για τη μεγάλη κλωστική μηχανή. Το έγραψε με την ελπίδα το βιβλίο του να συμβάλει στην ανάκαμψη της οικονομίας θα μπορούσε επίσης να είχε αναφέρει και την παρακμή της μεταλλουργίας. Το 1260, η παραγωγή στην περιοχή του Χεμπέι είχε συρρικνωθεί στο ένα τέταρτο μόνο της ανώτατης απόδοσής της τον 11 ο αι. και το σίδερο χρησιμοποιούταν σχεδόν αποκλειστικά από τους Μογγόλους για την κατασκευή όπλων. Μια άλλη συνεισφορά στην οικονομική ανόρθωση την εποχή του Γουάνγκ Ζεν έκανε η Χουάνγκ Ντάο Πο, μια γυναίκα που ταξίδεψε στην ύπαιθρο διδάσκοντας τη χρήση «βελτιωμένων μηχανημάτων για νηματουργία και την ύφανση» και πιθανόν και εκκοκκιστήρων βαμβακιού. Η εργασία της εκτιμήθηκε σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αναγερθεί μνημείο προς τιμήν της το Μια σχετική ιστορία αναφέρει έναν δρυμό που κατασκευάστηκε το 1315 στην επαρχία του Φουτζιάν με γυναίκα ως μηχανικό. 111 Αναρωτιέται κανείς αν τo γεγονός αυτό αποκαλύπτει το μέτρο επιτακτικής ανάγκης για εξισορρόπηση της απώλειας ειδικευμένων αντρών σε εκείνη την ταραγμένη εποχή. Αν, όμως, λάβουμε υπόψη μας τις ενδείξεις που αναφέρθηκαν νωρίτερα και προέρχονται από ποικίλες κοινωνικές ομάδες (συμπεριλαμβανομένων βουδιστών μοναχών και κυβερνητικών λειτουργών), δεν αποκλείεται καθόλου να ήταν τακτική η συνεισφορά γυναικών σε μερικούς τομείς της τεχνολογίας. Είναι μάλιστα πολύ πιθανή σε σχέση με υφαντουργικά μηχανήματα, αφού οι γυναίκες ήσαν οι κυριότεροι χειριστές ροδανιών και μετείχαν σε πολλές άλλες υφαντουργικές διαδικασίες. Όπως κι αν έχουν τα πράγματα, αυτές οι ιστορίες ανήκουν σε εποχή κατά την οποία οι θεσμοί μεταβάλλονταν ριζικά κάτω από την πίεση της μογγολικής διακυβέρνησης και όταν, μετά από μια περίοδο καταστρεπτικών πολέμων, η οικονομία της περιοχής εκείνης αναλάμβανε με μεγάλη δυσκολία. Οι ευρύτερες συνέπειες που είχαν αυτές οι πολιτικές και κοινωνικές αναταραχές θα συζητηθούν παρακάτω. 3. Οι κινήσεις προς Δυσμάς Η σχέση του Ισλάμ με την Αφρική Τρεις καινοτομίες που εμφανίστηκαν στην Ευρώπη λίγο μετά το 1150 ήταν το χαρτί, η μαγνητική πυξίδα και ένας νέος τύπος αργαλειού. Μερικά χρόνια νωρίτερα, είχε παρασκευαστεί για πρώτη φορά βαμβακερό ύφασμα στη Δυτική Αφρική. Οι εξελίξεις αυτές δείχνουν ότι τα γεγονότα στην Ισπανία ιδιαίτερα, καθώς και στις κοντινές περιοχές της Αφρικής, έφερναν ομάδες «συνδιαλεγόμενων» από νέες περιοχές στη διαδικασία του τεχνολογικού διαλόγου στον οποίο έχουμε αναφερθεί. Η Ευρώπη, βέβαια, είχε ήδη αναπτύξει ζωηρή και τεχνικά νεοτεριστική κουλτούρα, της οποίας τα επιτεύγματα θα συζητήσουμε παρακάτω. Στα νότια της Σαχάρας, είχαν ση 111 J. Needham, όπ. παρ., 1971, Mechanical Engineering, 3, σελ. 32 και Goodrich L.C., , Cotton in China στο περ. Isis, n. 34, σελ Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 83/180
87 84 μειωθεί πολύ πιο περιορισμένες, ωστόσο σημαντικές, μεταλλουργικές και γεωργικές εξελίξεις. Η τεχνολογία εξαπλωνόταν προς τα εκεί με αργό ρυθμό, επειδή η περιοχή είχε μικρό και διάσπαρτο πληθυσμό, του οποίου τα κύρια κέντρα ήταν αποκομμένα μεταξύ τους από αχανείς έρημους και αδιαπέραστα δάση. Ο ισλαμικός πολιτισμός στη Βόρεια Αφρική είχε τα προγεφυρώματα του στην Ισπανία και, από τη δεκαετία του 1070, στη Σικελία. Είχε επίσης επεκτείνει εμπορικές δραστηριότητες διαμέσου της ερήμου της Σαχάρας σε περιοχές οι όποιες διέθεταν χρυσό. Σε αυτά τα μέρη της Αφρικής, η παραγωγή γεωργικών προϊόντων ήταν σχετικά ποικίλη, με κυριότερες καλλιέργειες το σόργο και το κεχρί στις ξηρότερες περιοχές και έναν εγχώριο τύπο ρυζιού σε περιφέρειες με επάρκεια νερού για άρδευση. Αντίθετα, οι περιοχές με πυκνά δάση κοντά στην ακτή της Δυτικής Αφρικής ήταν αραιοκατοικημένες και δεν ήταν πολλά τα γεωργικά προϊόντα πού προσφέρονταν για καλλιέργεια στο πολύ υγρό κλίμα τους μέχρι την εισαγωγή της μπανάνας και της ασιατικής γλυκοπατάτας μετά το 500 μ.χ. Η μετανάστευση ανθρώπων με ειδικές γνώσεις και ικανότητες έχει προταθεί ως μια εξήγηση για την εξάπλωση της τεχνικής για την εκμετάλλευση των ορυχείων και την επεξεργασία των μετάλλων. Το βορειοανατολικό τμήμα της Αφρικής, με τις επαφές του με την Αραβία στα χρόνια πριν από το Ισλάμ, θεωρείται πηγή πολλών τεχνικών. Αρχικά, οι άνθρωποι αυτής της περιοχής κινήθηκαν κυρίως προς τα δυτικά και συνέβαλαν στην επέκταση των εξαγωγών χρυσού διαμέσου της Σαχάρας. Ακολούθησαν μεταναστεύσεις προς τα νότια για την εκμετάλλευση της ζώνης χαλκού της Κατάνγκας και του χρυσού, χαλκού, ψευδάργυρου και σίδηρου της περιοχής του ποταμού Ζαμπέζι. Ισχυρά και εκτεταμένα βασίλεια αναπτύχθηκαν, όπου δόθηκε η ευκαιρία σε δεσπόζουσες ομάδες να φέρουν κάτω από τον έλεγχό τους το εμπόριο μετάλλων και οι ηγεμόνες συχνά αναγνωρίστηκαν συμβολικά ως εξειδικευμένοι μεταλλουργοί. Η περιοχή ενός από αυτά τα βασίλεια συνέπιπτε περίπου με αυτή που καταλαμβάνει σήμερα η Ζιμπάμπουε και άλλα, αναλόγου μεγέθους και σπουδαιότητας, ονομάστηκαν Γκάνα (στα βόρεια της σημερινής Γκάνας) και Κάνεμ (στην περιφέρεια γύρω από τη Λίμνη Τσαντ). Μέχρις ότου καθιερώθηκαν τακτικές επαφές με Ισλαμικά κέντρα της Βόρειας (ή Ανατολικής) Αφρικής, ο χρονολογικός προσδιορισμός αυτών των εξελίξεων είναι ασαφής. Το 1076, εισέβαλαν στην Γκάνα τα στρατεύματα της ισλαμικής Δυναστείας των Αλμοραβίδων (ή Μουραμπίτ), που κυβέρνησε το Μαρόκο και αργότερα κατέλαβε τη Νότια Ισπανία. Αυτό είχε συνέπεια την εισροή νομάδων της ερήμου με μεγάλα κοπάδια που κατέστρεψαν τους αγρούς στους οποίους κάτοικοι της Γκάνας είχαν καλλιεργήσει το κεχρί τους. Εξαιτίας αυτής της καταστροφής, όταν ιδρύθηκε ένα νέο βασίλειο με το όνομα Μάλι πού περιλάμβανε την άλλοτε περιοχή της Γκάνας, το κέντρο του μεταφέρθηκε νοτιότερα. Από τότε, οι οικογένειες μαύρων που κυβερνούσαν το Μάλι και το Κάνεμ ασπάστηκαν την ισλαμική πίστη επειδή αυτό τους προσέδιδε έναν βαθμό κύρους στις συναλλαγές τους με τους εμπόρους από τη Βόρεια Αφρική. Ακόμη, ιδρύθηκαν μερικά ισλαμικά σχολεία και σχηματίστηκε μια μικρή τάξη μορφωμένων, που μπορούσε να διεκπεραιώνει την αλληλογραφία και να τηρεί τα λογιστικά πού ήταν αναγκαία για τη διεξαγωγή του εμπορίου. Οι κάτοικοι της Δυτικής Αφρικής ταξίδευαν πια για προσκύνημα στη Μέκκα, διασχίζοντας το Κάιρο. Στον δρόμο τους έβλεπαν τα άροτρα, τα τροχοφόρα οχήματα και πολλές άλλες πρακτικές όψεις της ισλαμικής τεχνολογίας. Αλλά, το άροτρο δεν προχώρησε μακρύτερα από την κοιλάδα του Νείλου και την Αιθιοπία. Οι μετακινήσεις, εξάλλου, με Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 84/180
88 85 τροχοφόρα δεν ήσαν και τόσο ελκυστική ιδέα επειδή η καμήλα ήταν πολύ ικανοποιητικό ταξιδιωτικό μέσο για τις έρημους. Υπήρξαν, όμως, καινοτομίες στη γεωργία της Δυτικής Αφρικής. Οι νέες καλλιέργειες που εισήχθησαν περιλάμβαναν τα εσπεριδοειδή και τις ασιατικές ποικιλίες ρυζιού. Ένας βασιλιάς του Κάνεμ πραγματοποίησε πειράματα για τον εγκλιματισμό της καλλιέργειας ζαχαροκάλαμου. Ο ενστερνισμός της μωαμεθανικής πίστης και η οικοδόμηση τζαμιών έφερε και την εισαγωγή νέων αρχιτεκτονικών ιδεών και μια πραγματική ενδυματολογική επανάσταση της κοινωνίας. Το ισλαμικό έθιμο απαιτούσε από τους πιστούς και των δύο φύλων να φορούν ενδύματα που κάλυπταν το σώμα από τον λαιμό μέχρι τους αστραγάλους. Σε μερικές περιοχές, όπου μόνο οι εύποροι ασπάστηκαν το Ισλάμ, οι φτωχοί συνέχισαν να περιφέρονται σχεδόν γυμνοί όπως πριν. Ο αλ Ιντρισί, που έγραψε ένα βιβλίο για τη Δυτική Αφρική και την Ισπανία γύρω στο 1100, παρατηρούσε ότι στην περιοχή του ποταμού Σενεγάλη «οι πλούσιοι φορούν ρούχα από βαμβακερό ύφασμα, οι κοινοί άνθρωποι ντύνονται με μάλλινα». 112 Αυτό οφειλόταν στο ότι το βαμβακερό ύφασμα ήταν ακόμη ακριβό είδος εισαγωγής. Αλλά, εκείνη την εποχή πρωτοεμφανιζόταν η καλλιέργεια βαμβακιού και οι κλωστοϋφαντουργικές τεχνικές. Δεν υπάρχουν πληροφοριακά στοιχεία για τα μηχανήματα που χρησιμοποιούνταν, αλλά μπορούμε να οδηγηθούμε σε μερικά συμπεράσματα από έναν χάρτη κατανομής διαφορετικών τύπων αργαλειών στην Αφρική, τον οποίο σχεδίασε ένας ειδικός στις διάφορες εθνικές υφαντουργικές παραδόσεις. 113 Αν παρατηρήσουμε τους αργαλειούς για την ύφανση βαμβακερών νημάτων και αποκλείσουμε τους τύπους που πιστεύεται ότι προέρχονται από μετέπειτα ευρωπαϊκές επιδράσεις, η κατανομή συμπίπτει σχεδόν απόλυτα με τις περιοχές που βρίσκονταν στην ισλαμική σφαίρα επιρροής ήδη από το 1150 ή λίγο αργότερα. Επιπλέον, ο κάθετος αργαλειός στην περιοχή του Μάλι της Δυτικής Αφρικής (τον οποίο χειρίζονταν μόνο οι γυναίκες) ανήκε στον τύπο που συναντιόταν επίσης και στη Βόρεια Αφρική. Είναι πιθανό πως οι αργαλειοί αυτού του τύπου ήσαν ήδη σε χρήση από το 1150 και ότι τότε περίπου είχαν εισαχθεί στο Μάλι στο πλαίσιο των εμπορικών ανταλλαγών με τη Βόρεια Αφρική. Σ όλες τις ισλαμικές περιοχές αν και μερικά υφάσματα εισάγονταν φαίνεται πως καλλιεργήθηκε, κλώστηκε και υφάνθηκε επιτόπου το βαμβάκι. Η σχέση του Ισλάμ με την Ευρώπη Και στην Ευρώπη, επίσης, έγιναν καινοτομίες στην υφαντουργία. Στις Κάτω Χώρες εμφανίστηκε ένας νέος τύπος οριζόντιου αργαλειού για την ύφανση μαλλιού. Το μεγάλο πλεονέκτημά του, σε σύγκριση με προγενέστερους ευρωπαϊκούς τύπους, ήταν πως οι επιμέρους λειτουργίες του (π.χ. τα ανεβοκατέβασμα των μιταριών) μπορούσαν να ελέγχονται από ποδομοχλούς, αφήνοντας ελεύθερα τα χέρια για να περνούν τη σαΐτα από τη μια πλευρά στην άλλη. Η ιδέα της ποδοκίνητης λειτουργίας μπορεί να ήρθε στην ευρωπαϊκή υφαντουργία από το Ισλάμ. Αλλά, όταν χρησιμοποιούνταν ποδομοχλοί στο Ιράν, στη Συρία και σε μέρη της Ανατολικής Αφρικής, ο χειριστής (συνήθως άντρας) καθόταν με τα πόδια του μέσα σε ένα κοίλωμα κάτω από αργαλειό χαμηλού ύψους. Στη Δύση, όλος ο μηχανισμός ήταν ανυψωμένος από το έδαφος πάνω σε μεγαλύτερο σκελετό. Ήδη από το 1177, οι αργαλειοί αυτού του τύπου χρησιμοποιούνταν ευρύτατα στο ισλαμικό τμήμα της Ισπανίας και από εκεί, κατά πάσα πιθανότητα, πέρασαν και υιοθετήθηκαν για πρώτη φορά 112 Πρβλ. Α. Μ. Watson, 1983, Agricultural Innovation in the Early Islamic World, Cambridge: Cambridge UP, σελ H. L. Roth, 1977 (ανατύπωση από έκδοση του 1918), Studies in Primitive Looms, Bedford: Ruth Beam, σελ. 63 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 85/180
89 86 από τη χριστιανική Ευρώπη. Διαμέσου της Ισπανίας ήρθε στην Ευρώπη και η χαρτοποιία τον ίδιο καιρό. Το χαρτί προερχόταν από τις ίδιες φυτικές ίνες που κατασκευαζόταν και το λινό ύφασμα (από υπολείμματα λινού, συνήθως) και που έπρεπε πρώτα να χτυπηθούν στο νερό μέχρι να γίνουν πολτός. Η διαδικασία αυτή είχε επινοηθεί στην Κίνα πριν πολλά χρόνια για να αντικαταστήσει μιαν ακόμη παλαιότερη μέθοδο παραγωγής ενός υλικού από φλούδα μουριάς που έμοιαζε με χαρτί. Η γνώση αυτής της τεχνικής πέρασε στον ισλαμικό κόσμο το 751 μ.χ., μετά από μια μάχη στην Κεντρική Ασία μεταξύ κινέζικων δυνάμεων και ενός στρατού με αραβική ηγεσία. Οι Κινέζοι αιχμάλωτοι πολέμου, οι οποίοι είχαν ειδικευτεί στην παρασκευή χαρτιού, άνοιξαν ένα κατάστημα στη Σαμαρκάνδηˑ114 από εκεί άλλοι εργάτες πήγαν στη Βαγδάτη. Το χαρτί, όμως, που κατασκευαζόταν με την κινέζικη μέθοδο για τη γραφή με πινέλο, δεν ικανοποιούσε εκείνους που έγραφαν με πένα. Έτσι, οι χαρτοποιοί που προμήθευαν την αγορά της Βαγδάτης άρχισαν να επεξεργάζονται το προϊόν τους με αμυλόκολλα για να επιτύχουν να του δώσουν λεία επιφάνεια, όπως της περγαμηνής. Η παραγωγή χάρτου σήμανε την ευρύτερη διάθεση βιβλίων. Ήδη το 900 μ.χ., υπήρχαν πάνω από εκατό καταστήματα στη Βαγδάτη, τα οποία απασχολούσαν έμμισθους γραφείς και βιβλιοδέτες για την παραγωγή και εμπορία βιβλίων και, σύντομα, ιδρύθηκαν ακόμη μερικές δημόσιες βιβλιοθήκες. 115 Με την αυξανόμενη πώληση βιβλίων σε άλλα μέρη, η χαρτοποιία εξαπλώθηκε προς τα δυτικά (δείτε τον πίνακα). Με την πάροδο του χρόνου, το χαρτί κατασκευαζόταν στο Φεζ του Βασιλείου της Δυναστείας των Αλμοραβίδων του Μαρόκου, όπου μπορούμε να υποθέσουμε ότι η ύπαρξη του ισλαμικού πανεπιστημίου ενθάρρυνε τη ζήτηση. Το 1085, η Δυναστεία των Αλμοραβίδων εκλήθη να μεταφέρει στρατεύματα από το στενό του Γιβραλτάρ στην Ισπανία, για να υποστηρίξει την εκεί Ισλαμική κοινότητα που αντιμετώπιζε κρίση, επειδή ένας χριστιανικός στρατός είχε καταλάβει την πόλη του Τολέδου και απειλούσε να κινηθεί προς τα νότια. Η άφιξη των μαροκινών στρατευμάτων αναχαίτισε την προέλαση αυτή και εγκαινίασε έναν αιώνα σχετικής σταθερότητας. Η Ισπανία ήταν πόλος έλξης για τους ισλαμικούς μελετητές από άλλες πιο ταραγμένες περιοχές, και το Τολέδο κατέληξε να γίνει κέντρο συνεργασίας Ισλαμικών και Εβραίων 114 ΣΑΜΑΡΚΑΝΔΗ είναι η Περσία του Ομάρ Καγιάμ, μεγαλοφυούς αστρονόμου, ελεύθερου στοχαστή, ποιητή του κρασιού και του έρωτα, που τα ρουμπαγιάτ του έχουν γίνει κομμάτι του πολιτισμού μας, αλλά είναι και η Περσία του Χασάν Σεμπάχ, ιδρυτή του Τάγματος των Δολοφόνων, της πιο τρομερής αίρεσης της ιστορίας. Σαμαρκάνδη είναι η Ανατολή του 19 ου και των αρχών του 20 ου αι., το ταξίδι σ ένα σύμπαν όπου τα όνειρα ελευθερίας καταφέρνουν πάντα να αψηφούν τους φανατισμούς. Πόλη του Ουζμπεκιστάν στα σύνορα με το Τατζικιστάν. Η Σαμαρκάνδη βρίσκεται μέσα στη μεγάλη όαση του Ζεραβχάν και έχει κατοίκους. Είναι η αρχαία πόλη Μαρακάνδη, που κατέλαβε ο Μέγας Αλέξανδρος το 329 π.χ. Η Σαμαρκάνδη αργότερα καταλήφθηκε από τους Άραβες και τους Μογγόλους του Τζένγκις Χαν κι από τον Ταμερλάνο. Κατά το 15 ο αιώνα έγινε μουσουλμανικό πνευματικό κέντρο της κεντρικής Ασίας. Οι Ρώσοι κατέλαβαν την περιοχή από το 1868 και τη διατηρούν μέχρι σήμερα. Η Σαμαρκάνδη διατηρεί τα ερείπια ωραιότατης ακρόπολης της περιόδου της ακμής της. Έχει τεμένη και μιναρέδες της εποχής του Ταμερλάνου. Το πιο αξιόλογο μνημείο είναι το τέμενος του Σαχ ι Ζίντεχ, που περιλαμβάνει οικοδομήματα του 14 ου και του 15 ου αιώνα. Η πόλη σήμερα έχει βιομηχανίες τροφίμων. Σαμαρκάνδη είναι η φανταστική ιστορία του χειρογράφου των ρουμπαγιάτ, χειρογράφου που γεννήθηκε στον 11 ο αι., χάθηκε κατά τις εισβολές των Μογγόλων και ξαναβρέθηκε έξι αιώνες αργότερα. Οδηγώντας μας από το δρόμο του μεταξιού στις μαγευτικές πόλεις της Ασίας και μιλώντας μας για όνειρα και πάθη, ο συγγραφέας Αμιν Μααλούφ μάς συναρπάζει με το πηγαίο ταλέντο του Ανατολίτη αφηγητή, που έδωσε καινούργια φρεσκάδα στη σύγχρονη λογοτεχνία. 115 Βλ. A. Y. Hassan D. R. Hill, 1986, Islamic Technology: an illustrated history, σελ. 192 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 86/180
90 87 μελετητών με χριστιανούς Ευρωπαίους. Συνέπεια ήταν η αύξηση της ζήτησης χαρτιού και δεν είναι συμπτωματικό το γεγονός ότι ήδη από το 1151 λειτουργούσε στην Ισπανία εργοστάσιο χαρτοποιίας. Όταν η χαρτοποιία εξαπλωνόταν από την Ισπανία σε αλλά μέρη της Ευρώπης, η επίπονη εργασία πολτοποίησης των ινών με σφυροκόπημα γινόταν πάντοτε μηχανικά, με τη χρήση ενός υδροτροχού που περιέστρεφε έναν άξονα με έκκεντρα, ο οποίος κινούσε σφύρες σε αρθρωτούς μοχλούς. Άλλοτε επικρατούσε η πεποίθηση πως επρόκειτο για ευρωπαϊκή εφεύρεση, αλλά σήμερα γνωρίζουμε με βεβαιότητα πως υπήρχαν πολυάριθμα εργοστάσια στην περιφέρεια της Βαγδάτης και ότι η κινητήρια δύναμη του νερού χρησιμοποιόταν στη χαρτοποιία εκείνης της περιοχής δυο ή τρεις αιώνες πριν από την Ευρώπη. Η ανάκτηση του Τολέδου το 1085 είχε πολύ μεγάλη σημασία για τη χριστιανική Ευρώπη, επειδή η πόλη αυτή ήταν σπουδαίο κέντρο μάθησης, όπου οι Ευρωπαίοι είχαν πρόσβαση στα τεχνικά Ισλαμικά βιβλία, στις ιατρικές πληροφορίες και τους αριθμούς της Ινδίας και στις αραβικές επεξεργασίες των μαθηματικών έργων των Ελλήνων. Οι άνθρωποι που συνέβαλαν περισσότερο για να γίνουν προσιτά στην Ευρώπη αυτά τα σπουδαία αποθέματα γνώσης ήταν, κατά πασά πιθανότητα, ο Αβελάρδος του Μπαθ (ο οποίος εργάστηκε κυρίως επάνω στη γεωμετρία του Ευκλείδη και την ισλαμική τριγωνομετρία) και ο Γεράρδος της Κρεμόνας. Στο Τολέδο, όπου έζησε από το 1150 μέχρι τον θάνατό του το 1187, ο Γεράρδος φαίνεται ότι οργάνωσε μια κανονική ομάδα Εβραίων μεταφραστών και Λατίνων γραφέων, οι οποίοι μετέφρασαν κάπου ενενήντα βιβλία από τα αραβικά στα λατινικά. Έγιναν και άλλες μεταφράσεις στη Σικελία και σε αλλά μέρη της Ισπανίας, αλλά το Τολέδο αναδείχτηκε το πιο σημαντικό κέντρο για τη διάδοση τεχνολογικών γνώσεων. Ανάμεσα στα Ισλαμικά βιβλία που μελετήθηκαν ή μεταφράστηκαν στο Τολέδο, υπήρχαν πολλά που πραγματεύονταν μηχανήματα, αστρονομικά όργανα και διάφορους τύπους ωρολογίων που λειτουργούσαν με νερό. Ο αλ Μουραντί, ένας από τους συγγραφείς που έγραψαν γι αυτό το θέμα, περιέλαβε στο βιβλίο του εικόνες πολύπλοκων συστημάτων για τη μετάδοση της κίνησης, μερικά από τα οποία είχαν επικυκλικούς οδοντωτούς τροχούς. 116 Είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο το ότι εργαζόταν σχεδόν την ίδια εποχή που ο Σου Σινγκ κατασκεύαζε το μεγάλο ρολόι του στην Κίνα. Πραγματικά, ένα από τα σχέδια του αλ Μουραντί εικόνιζε ένα ωρολόγιο που λειτουργούσε, όπως και του Σου Σινγκ, με τη δύναμη υδροτροχού. Οποιαδήποτε, όμως, σύνδεση των δύο τεχνουργημάτων φαίνεται πολύ απίθανη. Μια πιο εύλογη σύνδεση μπορεί να γίνει μεταξύ του ωρολογίου του Σου Σινγκ και δυο υδροκίνητων με απλούστερο σχεδιασμό, τα οποία λειτουργούσαν στο Τολέδο στη δεκαετία του Εκείνη περίπου την εποχή, Ευρωπαίοι που ενδιαφέρονταν για μηχανολογικά θέματα άρχιζαν να στρέφουν την προσοχή τους στους μηχανισμούς ωρολογίων και, στους επόμενους δύο αιώνες, έμαθαν πολλά από Ισλαμικές πηγές. Αυτό φαίνεται σε μία ανθολόγηση αποσπασμάτων Αράβων συγγραφέων, η οποία συντάχτηκε στην αυλή του χριστιανού βασιλέα Αλφόνσο Χ το Στις σελίδες της περιλάμβανε το σχέδιο ενός ρολογιού που λειτουργούσε με αντίβαρα και ρυθμιζόταν από έναν κοίλο τροχό που περιείχε υδράργυρο. Εδώ, μπορεί κανείς να βρει ίχνη ιδεών που προέρχονται από τον αλ Μουραντί και, ίσως, ακόμη και από τον Bhaskara ( ), τον σπουδαίο Ινδό 116 όπ. παρ. σελ. 62 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 87/180
91 88 μαθηματικό και συγγραφέα που αναφέραμε παραπάνω. Όταν κατασκευάστηκαν στην Ευρώπη μετά το 1300 τα πρώτα επιτυχημένα ωρολόγια που λειτουργούσαν με αντίβαρα, είχαν ενσωματωθεί σε αυτά πολλές ιδέες από ισλαμικές επινοήσεις και μάλιστα σχετικές με τη χρήση οδοντωτών τροχών μετάδοσης κίνησης (και, μερικές φορές, ακόμη και επικυκλικών τροχών). Η αυθεντικά πρωτότυπη ευρωπαϊκή επινόηση ήταν ο μηχανισμός διαφυγής που ρύθμιζε τον χρόνο περιστροφής των τροχών και εξασφάλιζε τη λειτουργική ακρίβεια του ρολογιού. Καινοτομίες πιο πρακτικής, καθημερινής χρήσης ήρθαν στην Ευρώπη με τις Σταυροφορίες. Από το 1096 και έπειτα, αυτές οι εκστρατείες στην Ανατολική Μεσόγειο έδωσαν στους Ευρωπαίους νέες εμπειρικές γνώσεις για τα οχυρωματικά έργα και τα εμπρηστικά όπλα. Άγνωστα είδη τροφής (και συνταγές που έγιναν γνωστές από τη μετάφραση βιβλίου μαγειρικής από τη Βαγδάτη) οδήγησαν στην υιοθέτηση νέων τεχνολογιών για την επεξεργασία της τροφής και ειδικά για την παρασκευή ζυμαρικών. Νέα καρυκεύματα εισήχθησαν και νέες καλλιέργειες άρχισαν, ιδιαίτερα στην Ιταλία. Για να γίνει κατανοητή αυτή η εισροή ισλαμικών γνώσεων και τεχνικών στην Ευρώπη, πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η ευρωπαϊκή τεχνολογία εξελισσόταν ήδη ταχύτατα με σημαντικό βαθμό τοπικής αυτοτέλειας. Ο λαός μιας χώρας δεν μπορεί να υιοθετήσει τεχνολογίες από άλλους πολιτισμούς αν δεν έχει αποκτήσει προηγουμένως τις κατάλληλες γνώσεις και ικανότητες για να τις τροποποιεί, να τις προσαρμόζει και να τις αναπτύσσει για να εξυπηρετήσουν τους δικούς του σκοπούς. Έτσι, η ικανότητα των Ευρωπαίων να μαθαίνουν τόσο γρήγορα από τις επαφές τους με τον ισλαμικό κόσμο ήταν συνέπεια προηγούμενων καινοτομικών εμπειριών στη γεωργία και στη χρήση μηχανικών επινοήσεων. Αυτό έχει υποστηριχτεί πειστικά από έναν αριθμό ιστορικών, 117 ώστε να μπορούμε να πούμε ότι οι προϋποθέσεις της μετέπειτα ευρωπαϊκής επιτυχίας στην οικονομία και στην τεχνολογία πρέπει να αναζητηθούν στον Μεσαίωνα, καθώς και ότι τοποθετούνται σε μια περίοδο που προηγείται τουλάχιστον κατά δύο αιώνες από αυτή που συζητείται εδώ. Τα πλοία των Βίκινγκς, το τροχοφόρο άροτρο και οι καινοτομίες στην οικοδομική τεχνολογία είναι δεδομένα που αποδεικνύουν αυτή την υπόθεση. Αλλά, το εξαιρετικότερο χαρακτηριστικό της τότε κατάστασης στην Ευρώπη υπήρξε η έκταση της χρησιμοποίησης μηχανημάτων και όχι πηγών ανθρώπινου εργατικού δυναμικού. Οι υδροτροχοί, όχι μόνο κινούσαν μεγάλο αριθμό μύλων αραβοσίτου, αλλά και μύλους για νεροτριβή υφασμάτων και, όπως έχουμε δει, για την πολτοποίηση των υλικών της χαρτοποιίας. Επίσης, εφευρέθηκε ένας νέος τύπος ανεμόμυλου λίγο μετά το Αλλά, οι εξελίξεις αυτές δεν θα συζητηθούν εδώ. 118 Σ αυτό το σημείο, είναι αρκετό να πούμε ότι, αν θεωρούμε αποφασιστική τη χρήση μη ανθρώπινων πηγών ενέργειας για την τεχνολογική ανάπτυξη, η Ευρώπη του 1150 ήταν το αντίστοιχο του ισλαμικού και του κινέζικου πολιτισμού. Από άποψη, όμως, επιτήδευσης σε συγκεκριμένα μηχανήματα και μάλιστα υφαντουργικά όπως και από άποψη ευρύτητας έκτασης της τεχνολογίας της, η Ευρώπη ήταν ακόμη μια καθυστερημένη περιοχή, η οποία είχε πολλά να κερδίσει από τις επαφές της με το Ισλάμ. 117 ειδικότερα βλ. J Gimbel, 1977, The Medieval Machine: the Industrial Revolution of the Middle Ages, 118 εξετάζονται από τον Arnold Pacey στο βιβλίο του The Maze of Ingenuity, κεφ. 1 και 2 (1976). Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 88/180
92 89 Η πυρίτιδα Με την Κίνα, τις ισλαμικές χώρες και τη Δυτική Ευρώπη, ο κόσμος του 1150 είχε να παρουσιάσει τρεις πολιτισμούς με εξαιρετικά έντονο «μηχανολογικό προσανατολισμό». Αν και από αυτή την άποψη η Ευρώπη ήταν η λιγότερο προηγμένη, το 1450 πια η ευρωπαϊκή τεχνολογία αναπτυσσόταν ταχύτερα από όσο στις άλλες χώρες και προς νέες κατευθύνσεις. Οι κοινωνικοί και πολιτικοί θεσμοί της Ευρώπης είχαν σταθεί ευνοϊκοί για τον «πολλαπλασιασμό εστιών δημιουργίας» στα πολλά μικρά κράτη, στα οποία ήταν διαιρεμένη η ήπειρος. Εξίσου σημαντικό ήταν και το γεγονός ότι, όπως έχει ήδη αναφερθεί παραπάνω, ο ισλαμικός κόσμος και η Κίνα είχαν πληγεί από μεγάλες καταστροφές, με επακόλουθο τη δημιουργία μιας συντηρητικής και επιφυλακτικής παράδοσης. Ένας ιδιαίτερα οξυδερκής ιστορικός της ευρωπαϊκής βιομηχανίας συγκρίνει αυτά τα γεγονότα με την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τον 5 ο αιώνα, μια καταστροφή που «σήμανε την οπισθοδρόμηση σχεδόν χιλίων ετών για την Ευρώπη». Με ανάλογο τρόπο, οι μογγολικές εισβολές του 13 ου αιώνα τερμάτισαν τον κλασικό ισλαμικό πολιτισμό και ακολούθησε ένας νέος «Αιώνας σκότους». 119 Μογγολική εισβολή υπέστη και η Ανατολική Ευρώπη, αλλά η συνολική επίδραση της στη Δύση υπήρξε ευνοϊκή, διότι η Μογγολική Αυτοκρατορία προσέφερε το μέσο για καλύτερη επικοινωνία με την Κίνα. Το 1237, τα μογγολικά στρατεύματα είχαν αρχίσει την κατάκτηση τής Νότιας Ρωσίας και, το 1241, άρχισαν μια διμέτωπη επίθεση κατά της Πολωνίας και της Ουγγαρίας. Μετά, όμως, από μια σύντομη κατοχή, η είδηση του θανάτου του Μεγάλου Χάνου Ογκεντέι, γιου και διαδόχου του Τσίνγκιζ Χαν, δημιούργησε αίσθημα αβεβαιότητας για το μέλλον στους Μογγόλους στρατιωτικούς ηγέτες στην Ουγγαρία, οι οποίοι αποσύρθηκαν στο εσωτερικό της Ρωσίας. Όλα αυτά γέννησαν στους Ευρωπαίους την επιθυμία να προσεγγίσουν τα τεκταινόμενα στη μακρινή Ανατολή. Τέσσερα χρόνια μετά την εισβολή του 1241, ο Πάπας έστειλε πρεσβευτή στη μογγολική πρωτεύουσα του Μεγάλου Χάνου. Ακολούθησαν και άλλοι ταξιδιώτες, από τους οποίους μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο Γουλιέλμος του Ρούμπρουκ, που επέστρεψε το 1257 και, τον επόμενο χρόνο, έχουμε πληροφορίες για πειράματα με πυρίτιδα και ρουκέτες στην Κολωνία. Αργότερα, ο Roger Bacon, φίλος του Γουλιέλμου, έδωσε για πρώτη φορά στην Ευρώπη μια περιγραφή της πυρίτιδας και της χρήσης της στην πυροτεχνουργία....αλλά, ακόμη κι αν δεν είχαν κατασκευαστεί πυροβόλα πριν από το 1280, τα δυο βασικά στοιχεία για την απαραίτητη τεχνολογία ήταν ήδη παρόντα: η πυρίτιδα με μεγάλη περιεκτικότητα νιτρικού άλατος και οι κυλινδρικές μεταλλικές κάνες, μέσα στις οποίες μπορούσε να πυροδοτηθεί. Πρέπει να θυμηθούμε ότι τα πρώτα μείγματα πυρίτιδας, για χρήση στην παρασκευή εμπρηστικών, σπάνια περιείχαν περισσότερο από 50 τα εκατό νιτρικού άλατος. Μια σκόνη υψηλής περιεκτικότητας, ικανή να προωθήσει βλήμα με την έκρηξη της, πρέπει να περιέχει περίπου 70 με 75 τα εκατό νιτρικού άλατος. Κατά πάσα πιθανότητα, η παρασκευή της είχε επιτευχθεί στην Κίνα ήδη από την εποχή της πολιορκίας του Καϊφένγκ, το Η παλαιότητα των ευρωπαϊκών πυροβόλων σχήματος φιάλης και η απουσία ανάλογων κινέζικων δειγμάτων έγινε αιτία να πιστευτεί για ένα χρονικό διάστημα πως το 119 D. S. Landes, 1969, The Unbound Prometheus, σελ Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 89/180
93 90 πυροβόλο ήταν εφεύρεση η οποία προκλήθηκε ως ευρωπαϊκή ανταπόκριση στην εισαγωγή τής πυρίτιδας και πως τα παρόμοια κινέζικα όπλα ήσαν μεταγενέστερα. Όταν, όμως, ανακαλύφτηκαν στην Κίνα κάνες πυροβόλων που χρονολογούνταν από το 1288 και το 1332, αυτή η πεποίθηση έπαψε να είναι αποδεκτή. Πρέπει, λοιπόν, να λάβουμε σοβαρά υπόψη την κινέζικη παράδοση, σύμφωνα με την οποία η γνώση των όπλων πέρασε από την Κίνα στην Ευρώπη μέσα από τη Ρωσία Σ άλλα μέρη της Ευρώπης, η εξέλιξη του κανονιού ήταν ταχύτατη. Ένα φλωρεντινό έγγραφο του 1326 αναφέρει με μεγάλη φυσικότητα ότι οι αρχές της πόλης προμηθεύονταν «μεταλλικά κανόνια» και σιδερένια βλήματα, σαν να ήταν κάτι πολύ συνηθισμένο. Αυτό έχει σημασία γιατί τότε ακόμη δεν είχαν εμφανιστεί στην Κίνα πυροβόλα τόσο μεγάλου μεγέθους ώστε να ονομάζονται κανόνια. Μπορεί, λοιπόν, το κανόνι, αν όχι το πυροβόλο, να ήταν αρχικά δυτική καινοτομία και να έχει προκύψει από τα μικρότερα πυροβόλα, που φαίνεται ότι έφτασαν στην Ευρώπη από την Ανατολή. Η εξάπλωση της τεχνολογίας Ενώ υπήρξε ταχεία εξάπλωση νέας τεχνολογίας στον κόσμο όπου κυριαρχούσαν οι Μογγόλοι, στους ίδιους δεν μπορεί να αποδοθεί σχεδόν καμία καινοτομία. Για τη διεξαγωγή του πολέμου, εξακολούθησαν να σκέπτονται με βάση τα άλογα και τους αναβάτες τους που ήσαν έμπειροι τοξότες. Τα πρώτα πυροβόλα όπλα ήσαν πολύ άβολα και άστοχα για να αξιοποιηθούν από το ιππικό. Έτσι, οι Μογγόλοι στη Ρωσία, στην Κίνα, καθώς και η Περσία, η οποία ήταν παραδοσιακά προσκολλημένη στο ιππικό, δίσταζαν να αναπτύξουν και να χρησιμοποιήσουν πυροβόλα. Κατά την κατάκτηση της Κίνας, όπλα πολιορκίας που εκτόξευαν εμπρηστικά από πυρίτιδα ή βόμβες είχαν προσφέρει μεγάλη βοήθεια στα στρατεύματα των Μογγόλων, αλλά η εξέλιξη των πυροβόλων καθυστέρησε κάτω από την κυριαρχία τους. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του τρόπου ζωής των Μογγόλων ήταν το ότι λίγοι από αυτούς είχαν κάποια πείρα στα διοικητικά ή σε θέματα της αρμοδιότητας των μηχανικών. Γι αυτόν τον λόγο, εμπιστεύονταν σε άλλους τη διακυβέρνηση των περιοχών που κυρίευαν. Στο Ιράν, οι κατακτητές ήταν γενικά ικανοποιημένοι με την άσκηση της διοίκησης από τους αξιωματούχους του τόπου. Υπήρξαν, όμως, περιπτώσεις όπου έφεραν εκεί Κινέζους τεχνίτες, ιδιαίτερα όταν έγιναν προσπάθειες για την επισκευή των παραμελημένων αρδευτικών συστημάτων. Στο πλαίσιο αυτών των εργασιών, κατασκευάστηκε κοντά στο Κουμ ένα νεοτεριστικό τοξωτό υδατόφραγμα, ύψους περίπου 26 μέτρων. Στη Ρωσία, χρησιμοποιήθηκαν πιθανότατα Κινέζοι αξιωματούχοι για τη διενέργεια απογραφών και τη συλλογή φόρων. Αυτά τα καθήκοντα πρέπει να έφεραν έναν αριθμό Κινέζων στη Μόσχα και στο Νοβγκορόντ που ήσαν πόλεις φόρου υποτελείς στο Μογγολικό Χανάτο. Στην ίδια την Κίνα, ανησυχούσε πολύ τον Κουμπιλάι Χαν η ανάθεση της διοίκησης σε Κινέζους. Γι αυτόν τον λόγο, προσέλαβε ξένους για να αναλάβουν τα σημαντικά αξιώματα και ανάμεσά τους Πέρσες, Άραβες, άτομα τουρκικής προέλευσης και τον Ιταλό Μάρκο Πόλο. Εκτός από αυτούς, έγιναν απόπειρες να πειστεί ο Πάπας να του στείλει εκατό εκπαιδευμένους άνδρες από την Ευρώπη Βλ. J. Needham, 1986, όπ. παρ. σελ. 229, 293 και 329 (για την πύρινη λόγχη, το πυροβόλο όπλο του 1288 και το όπλο με σχήμα μπουκάλας αντιστοίχως.) 121 Βλ. C. G. F Simkin, 1968, The Traditional Trade of Asia, σελ. 140 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 90/180
94 91 Στον βαθμό που τα ταξίδια και η δράση τέτοιων ανθρώπων προώθησαν τη μετάδοση γνώσεων και τεχνικών από τη Δύση στην Κίνα ή αντίστροφα, μπορούμε να μιλήσουμε για μεταβίβαση μεταφορά τεχνολογίας. Στις περισσότερες περιπτώσεις, όμως, οι πληροφορίες μας γι αυτούς είναι ελλιπείς. Η εμφάνιση νέων τεχνικών στην Ευρώπη, λοιπόν, που προηγουμένως ήσαν γνωστές μόνο στην Κίνα ή στο Ισλάμ, μόνο αόριστα μπορεί να συνδεθεί με εμπορικές συναλλαγές ή υποτιθέμενες μετακινήσεις τεχνιτών. Η χαρτοποιία είναι ένα από τα λίγα παραδείγματα στα οποία υπάρχουν σαφείς ενδείξεις συσχετισμού: έμπειροι Κινέζοι εισήγαγαν την τεχνική στη Σαμαρκάνδη και στη Βαγδάτη και, αργότερα, εργάτες από το Ισλάμ την έφεραν στην Ισπανία. Μια άλλη σαφής περίπτωση είναι η μεταβίβαση ειδικών υαλουργικών γνώσεων και ικανοτήτων από την ισλαμική Συρία στη Βενετία, μετά από μία συμφωνία μεταξύ του τοπικού ηγεμόνα και του δόγη της Βενετίας το Ένα από τα ακατέργαστα υλικά για την παρασκευή γυαλιού ήταν γνωστό στη Συρία ως «αλ Καλί». Επρόκειτο για ποτάσα και το γεγονός πως το όνομα πέρασε στις ευρωπαϊκές γλώσσες ως «αλκάλι» είναι ενδεικτικό σύμπτωμα της μεταβίβασης υπολογίσιμου σώματος γνώσεων από το Ισλάμ, 122 με βιβλία και με διαδικασίες όπως αυτή της υαλουργίας. Παραδείγματα όπως το παραπάνω επαληθεύουν τον όρο της μεταβίβασης τεχνολογίας, που δηλώνει τη χοντρική μετακίνηση τεχνικών και γνώσεων από έναν περιφερειακό πολιτιστικό χώρο σε έναν άλλο. Το ελάττωμα, όμως, αυτής της φράσης είναι ότι επιτρέπει να εννοηθεί πως μία νέα τεχνική μεταβιβάζεται και υιοθετείται από τους αποδέκτες της χωρίς τροποποιήσεις. Στην πραγματικότητα, οι «μεταφορές» της τεχνολογίας ακολουθούνται σχεδόν πάντοτε από τροποποιήσεις για την προσαρμογή σε νέες συνθήκες και συχνά υποκινούν πρωτότυπες τοπικές καινοτομίες. Το προφανές σχετικό παράδειγμα είναι πως η μεταβίβαση συνταγών παρασκευής πυρίτιδας και μερικών φορητών πυροβόλων όπλων από την Κίνα υποκίνησε την εφεύρεση του κανονιού στην Ευρώπη, πιθανότατα στη δεκαετία Έτσι, η εφεύρεση του κανονιού μπορεί να θεωρηθεί ως συμπέρασμα της διαλεκτικής ή έκβαση του διαλόγου μεταξύ του ανατολικού και του δυτικού μέρους του Παλαιού Κόσμου, ο οποίος προκλήθηκε από τη μεταβίβαση της τεχνολογίας της πυρίτιδας και των πρώτων πυροβόλων όπλων από την Κίνα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η μεταβίβαση τεχνολογίας είναι απλώς μέρος μιας πιο περίπλοκης διαδικασίας, η οποία περιλαμβάνει ανταποκρίσεις εφευρετικότητας από τους αποδέκτες της τεχνολογίας. Μερικές φορές, το μεταβιβαζόμενο είναι ελάχιστο. Και αυτό συμβαίνει όταν αόριστες πληροφορίες από μια χώρα, ή κάποιο ασυνήθιστο τεχνούργημα, αρκεί για να υποκινήσει καινοτομίες στην παραλήπτρια χώρα. Μερικοί σχολιαστές περιγράφουν την περίπτωση ως «εξάπλωση κινήτρων». Αλλά, η έννοια ενός τεχνολογικού διαλόγου, μιας διαλεκτικής ή μιας «διακίνησης εφευρετικότητας» είναι αρκετά περιεκτική, ώστε να περιλάβει όλους εκείνους τους τρόπους με τους οποίους μπορούν να εξαπλωθούν και να αναπτυχθούν οι ιδέες. Συζητώντας τη διάδοση της τεχνολογίας, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ή δυνατότητα της ανεξάρτητης εφεύρεσης. Ο ανεμόμυλος, που πρωτοεμφανίστηκε στην Ευρώπη λίγο μετά το 1150, ήταν τόσο πολύ διαφορετικός από τον περσικό ανεμόμυλο, ώστε πρέπει να θεωρηθεί ανεξάρτητη εφεύρεση. Το ίδιο ισχύει μάλλον και για άλλες εφευρέσεις, που ο Joseph Needham ισχυρίζεται ότι μεταβιβάστηκαν από την Κίνα και περιλαμβάνουν την 122 όπ. παρ. σελ. 137 Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 91/180
95 92 υψικάμινο και πολλές πλευρές της τυπογραφίας. Αν δεν υπάρχουν άλλες ενδείξεις, μια γενική και αόριστη ομοιότητα μεταξύ τεχνικών δεν αρκεί για να στοιχειοθετήσει μια διασύνδεση. Μόνο όταν οι ομοιότητες της εξεταζόμενης τεχνικής εκτείνονται σε ιδιομορφίες ή εξαιρετικά συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, όπως το περίεργο σχήμα φιάλης των πρώτων πυροβόλων όπλων της Κίνας και της Ευρώπης, μπορούμε εύλογα να ισχυριστούμε ότι πρόκειται για μεταβιβασμένη τεχνολογία.... Άλλο ένα θέμα πού πρέπει να τεθεί σχετικά με την υποδοχή ασιατικών τεχνικών στην Ευρώπη δεν είναι μόνο το γεγονός ότι υποκίνησαν τοπικές καινοτομίες που κατέληξαν στο κανόνι (αν αυτό δεν είναι ισλαμική εφεύρεση) και στη μηχανή επεξεργασίας για το στρίψιμο της μεταξωτής κλωστής. Πρέπει κανείς, πέρα από αυτά, να ερευνήσει την ασυνήθιστη ζωηρότητα, με την οποία αναπτύχθηκαν μερικές εφευρέσεις. Μια μερική εξήγηση της συνδέεται με τους κοινωνικούς θεσμούς. Η Ευρώπη ήταν ένα συνονθύλευμα κρατιδίων και αυτοκυβερνώμενων πόλεων. Μερικές ιταλικές πόλεις, όχι μόνο επιστράτευαν τους δικούς τους εθελοντές στρατιώτες, αλλά παράγγελναν και βελτιωμένους τύπους όπλων. Μετά το 1300 στην Ιταλία, μια κατάσταση ανταγωνισμών που δεν διέφερε από τη σημερινή «κούρσα εξοπλισμών» οδήγησε σε βελτιώσεις της βαλλίστρας, των μεταλλικών θωράκων και των πυροβόλων. Ωστόσο, παρόλο που οι απαιτήσεις ενός ανταγωνισμού εξοπλισμών και εμπορίου μπορούν να εξηγήσουν σε μεγάλο βαθμό την ενεργητική εφευρετική δραστηριότητα της συζητούμενης περιόδου, υπήρχε και το στοιχείο ενός είδους φαντασίας στα τότε επιτεύγματα, το οποίο είναι ένδειξη υποκινήσεων και από άλλες αιτίες. Σ αυτές πρέπει ίσως να περιληφθούν και οι κοσμολογικές και θρησκευτικές ιδέες. Είναι φανερό πως μερικές οργανωμένες δραστηριότητες είχαν ισχυρά θέλγητρα για τους ανθρώπους πού απασχολούνταν σε αυτές, επειδή, πιθανώς, ήσαν δεσμευμένοι σε ιδέες αυτού του είδους. Αυτό είχε συμβεί και σε προηγούμενες γενεές, όταν οι Ευρωπαίοι χριστιανοί έχτιζαν μεγαλοπρεπείς καθεδρικούς ναούς, αντιμετωπίζοντας τα πολύπλοκα τεχνικά προβλήματα κατασκευής τους. Εύκολα μπορεί κανείς να καταλάβει πως οι καθεδρικοί ναοί ενσωμάτωναν ιδέες για τη σχέση ουρανού και γης, ώστε να γίνουν σύμβολα που εξέφραζαν τα όνειρα των κατασκευαστών τους. Με παρόμοιο τρόπο, ο οφθαλμοφανής συμβολισμός του ωρολογίου ως άμεσης αναπαράστασης του ηλίου και των αστέρων συνδέεται με το ισχυρό θέλγητρο που είχαν αυτοί οι μηχανισμοί για μερικούς ανθρώπους. Και αυτό βοηθά να εξηγηθεί η πελώρια προσπάθεια που αφιερώθηκε από το 1330 περίπου στην Ευρώπη για την ανάπτυξη των ωρολογίων που λειτουργούσαν με αντίβαρα. Το ερώτημα που τίθεται στη συνέχεια είναι αν κάποιο από τα ίδια σύμβολα και θέματα φαντασίας εκτεινόταν και στην άλλη οργανωμένη δραστηριότητα της περιόδου: την ανάπτυξη των πυροβόλων. Έχουν διατυπωθεί γνώμες για τον σεξουαλικό συμβολισμό της εξωτερικής εμφάνισης και λειτουργίας των πυροβόλων και θα μπορούσαμε να μιλήσουμε και για τον σεξουαλικό συμβολισμό των μηχανών και του σχεδιασμού των καθεδρικών ναών. Αλλά, η σύγχρονη πληροφόρησή μας γι αυτή την πλευρά του θέματος δεν θα έπρεπε να μας κάνει να παραβλέψουμε το ισχυρό φαντασιακό θέλγητρο του κοσμολογικού συμβολισμού. Για την κατανόηση του, είναι αναγκαίο να σκεφτούμε τους θορύβους που κάνουν τα πυροβόλα και όχι τα φαλλικά τους σχήματα και πρέπει να λάβουμε υπόψη και τη στάση των Κινέζων προς τα πυροβόλα. Στην Κίνα, δόθηκαν σε μερικά όπλα ονομασίες που αναφέρονταν άμεσα σε υπερκόσμιες και στοιχειακές δυνάμεις. Υπήρχε ένα «κανόνι που ενέπνεε απροσμέτρητο δέος με την πύρινη πνοή του» και διάφορα «κεραυνοβόλα Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 92/180
96 93 κανόνια». Υπήρχε ακόμη μια πύρινη λόγχη «με μαγικά αποτελέσματα». Και οι ιδέες για τη μαγεία, η οποία περιέχει την έννοια του αφύσικου και της δύναμης, συνδέονται επίσης με τη χρήση της πυρίτιδας και στην Ευρώπη. Οι κάνες των κανονιών χυτεύονταν με την ίδια τεχνική και από το ίδιο κράμα ορείχαλκου (αν και συχνά περιείχε λιγότερο ψευδάργυρο) όπως και οι καμπάνες. Ο εμπειρογνώμονας της ακουστικής Murray Schaffer παραλληλίζει τους συμβολισμούς. Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούσαν για να προειδοποιήσουν για την έναρξη μιας μάχης ή για να γιορτάσουν το τέλος της, όπως ακριβώς πυροβολούσε το κανόνι για να σημειώσει τα ίδια γεγονότα. Επιπλέον, οι καμπάνες και τα κανόνια ήταν μέσα για τη δημιουργία θορύβων, τους οποίους ο Schaffer περιγράφει ως «θεϊκούς κεραυνούς», εννοώντας ότι είχαν υπερκόσμιες προεκτάσεις. Από την άλλη πλευρά, καθώς χτυπούσαν για να σημάνουν τις ώρες που ρύθμιζαν τη ζωή μιας πύλης, οι καμπάνες αναβίβαζαν «όλα τα πράγματα σε μία σφαίρα τάξης», ενώ τα κανόνια συμβόλιζαν την αταξία. Τίποτε από όλα αυτά δεν θα είχε πολλή σημασία, αν τα κανόνια δεν χρησιμοποιούνταν συχνά με τρόπο, ώστε ο συμβολισμός του θορύβου τους να είναι πιο σημαντικός από οποιαδήποτε υλική ζημιά θα μπορούσαν να προξενήσουν. Ο κρότος των βολών ενός κανονιού μπορούσε να τρομοκρατήσει τον εχθρό και να δώσει την αίσθηση δύναμης και εμπιστοσύνης στον επιτιθέμενο, όπως είχαν κάνει τα τύμπανα, ακόμη κι όταν τα κανόνια ήσαν τόσο ατελή και ακατάλληλα για αποτελεσματική σκόπευση, ώστε να είναι περιορισμένη η πρακτική τους χρήση. Αρχικά, τα κανόνια χρησιμοποιήθηκαν ως πολιορκητικά όπλα, επειδή μπορούσαν να γκρεμίζουν τα τείχη φρουρίων. Είναι, όμως, πιθανότερο πως «το πυροβολικό είχε μόνο ψυχολογικό αποτέλεσμα», όταν οι μάχες γίνονταν σε ανοιχτό πεδίο. Στην Κίνα, τα πυροβόλα χρησιμοποιούνταν κυρίως στην αρχή μιας μάχης για να εντυπωσιάσουν τον αντίπαλο και, στη συνέχεια, η μάχη διεξαγόταν με τις πολύ ακριβέστερες και θανατηφόρες βαλλίστρες. Εκτός, λοιπόν, από τις περιπτώσεις πολιορκίας, ο ρόλος του νέου όπλου ήταν να κάνει πολύ θόρυβο, επειδή ο θόρυβος συνδέεται με τον συμβολισμό της δύναμης. Συνεπώς, έχει βαρύτητα η φράση πως «αν τα κανόνια ήσαν σιωπηλά, δεν θα είχαν χρησιμοποιηθεί ποτέ στη διεξαγωγή πολέμου». 123 Η πληγή του 14 ου αι. στην Ευρώπη Τα πυροβόλα όπλα θα είχαν αναπτυχθεί πολύ βραδύτερα αν οι συχνοί πόλεμοι δεν είχαν υποκινήσει τη ζήτησή τους και δεν είχαν προκαλέσει την εξάπλωση τους. Όπως και στην Ευρώπη, αυτή ήταν η περίπτωση της Κίνα και της εξέγερσής της κατά του μογγολικού ζυγού, η οποία συνασπίστηκε σε ενιαία εκστρατεία γύρω στο 1356 και πέτυχε να αποτινάξει την κυριαρχία του Μογγόλου αυτοκράτορα το Δεν είναι συμπτωματικό το γεγονός πως τα αρχαιότερα κανόνια που βρέθηκαν στην Κίνα χρονολογούνται από το προηγούμενο έτος και κατασκευάστηκαν για λογαριασμό μιας ομάδας επαναστατών. Οι Μογγόλοι είχαν αγνοήσει αυτό τον τεχνολογικό τομέα, ενώ διάφορες ομάδες αξιωματούχων της κατεχόμενης χώρας είχαν εξακολουθήσει να επιδιώκουν καινοτομίες. Τα πρώτα ευρωπαϊκά κανόνια κατασκευάστηκαν πιθανώς σαράντα περίπου χρόνια νωρίτερα και εξελίχτηκαν περισσότερο στη διάρκεια του Εκατονταετούς Πολέμου, από το 1337 και μετά. 123 Για τις ψυχολογικές επιπτώσεις των κανονιοβολισμών βλ. C. M. Cippola, 1970, European Culture and Overseas Expansion, σελ. 36 και R. M. Schafer, 1980, The Tuning of the World, Philadephia: Pennsylvania UP. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 93/180
97 94 Στις καταστροφές του πολέμου ήρθε να προστεθεί και η βουβωνική πανώλη που εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την Ασία και την Ευρώπη την ίδια εποχή. Είναι πιθανό ότι τα πρώτα κρούσματα σημειώθηκαν ανάμεσα σε Μογγόλους στρατιώτες στην Ορεινή Νοτιοδυτική Κίνα και από εκεί η επιδημία μεταδόθηκε σε όλη την έκταση της χώρας το Ένα μογγολικό στράτευμα ήταν επίσης παρόν όταν εμφανίστηκαν το 1347 στα νότια της Ρωσίας κρούσματα της πανούκλας, η οποία σάρωσε την Ευρώπη, που ονομάστηκε Μαύρος θάνατος. Η Κίνα υπέστη άλλο ένα κύμα της επιδημίας το Τα συνδυασμένα πλήγματα της πανούκλας και του πολέμου υπήρξαν καταστρεπτικά. Μια απογραφή στην Κίνα κατέγραψε πληθυσμό 123 εκατομμυρίων το 1200, ενώ το 1393 οι κάτοικοι της ίδιας περιοχής είχαν μειωθεί στα 65 εκατομμύρια. Στην Ευρώπη, πιστεύεται ότι ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 20 ως 30 τα εκατό στα μέσα του 14 ου αιώνα. Και στις δύο περιοχές, η τρομερή απώλεια ανθρώπων άφησε ψυχολογικές ουλές και οικονομική αναστάτωση. Ήταν συνηθισμένη αντίδραση η καταφυγή στις παραδοσιακές αξίες σε αναζήτηση κάποιας διαβεβαίωσης. Ο θρησκευτικός μυστικισμός και η βαθιά μετάνοια για φανταστικές αμαρτίες αναφέρονται ως χαρακτηριστικά της ευρωπαϊκής στάσης, ενώ στην Κίνα εκδηλώθηκε αργότερα ένα είδος ενδοσκοπικού νεοκομφουκιανισμού ως αντίδραση. Συχνά γεννήθηκαν σκοτεινές υποψίες για τον ένοχο ρόλο ξένων ιδεών και μειονοτικών ομάδων. Στην Κίνα, οι ξένοι μουσουλμάνοι ήσαν ήδη ύποπτοι και αντιπαθείς ως εγκάθετοι αξιωματούχοι που είχε διορίσει η μογγολική κυβέρνηση. Στην Ευρώπη έγιναν διωγμοί Εβραίων. Αυτές οι καταθλιπτικές τάσεις δεν είχαν παρατεταμένη επίδραση στην πνευματική ζωή και στον τεχνικό νεοτερισμό της Ευρώπης και ιδιαίτερα της Ιταλίας. Στην Κίνα, όμως, οι εξελίξεις πήραν άλλες κατευθύνσεις. Οι στάσεις των ντόπιων κυμαίνονταν μεταξύ της εγκατάλειψης στον μογγολικό ζυγό και της αποχώρησης από τη δημόσια ζωή με απέχθεια για τον τρόπο με τον οποίο οι μη Κινέζοι αξιωματούχοι οικειοποιούνταν μεγάλα κτήματα. Αγρότες της υπαίθρου υποχρεώνονταν συχνά να δουλεύουν καταναγκαστικά στα ίδια τα κτήματα τους που είχαν χάσει ή άλλοτε αφήνονταν να λιμοκτονούν. Οι πρώην αξιωματούχοι Κινέζοι, αγανακτισμένοι από αυτή την κατάσταση, έτειναν να ξαναδίνουν έμφαση στην παραδοσιακή κομφουκιανή προσήλωση στην ευημερία της αγροτικής κοινότητας, πάνω στην οποία εθεωρείτο ότι βασίζεται η κινέζικη ζωή. Αυτός ο τύπος ανθρώπων ήταν συχνά συντηρητικός στις απόψεις του για το εμπόριο και την τεχνολογία και διατηρούσε ισχυρό ενδιαφέρον για τη γεωργία και την παραγωγή των βασικών ειδών. Η αποτίναξη, ωστόσο, του μογγολικού ζυγού και η ίδρυση τής δυναστείας των Μινγκ το 1368 δεν σήμανε την άμεση επικράτηση αυστηρής κομφουκιανής συμπεριφοράς. Η επιτυχία της εκστρατείας κατά των Μογγόλων είχε βασιστεί στα πυροβόλα και στα πλοία. Μετά την εγκατάσταση της πρωτεύουσας των Μινγκ στο Πεκίνο, η ακτοπλοΐα έγινε απαραίτητη για τη μεταφορά σιτηρών από τον Νότο. Γι αυτόν και για άλλους λύγους, τα ναυπηγεία της κυβέρνησης κατασκεύασαν 2100 ποντοπόρα σκάφη μέσα σε δεκάξι χρόνια από το 1403 και μετά. Η πρώτη, λοιπόν, περίοδος των Μινγκ, η οποία ξεκίνησε με την κατασκευή κανονιών το 1356, θα μπορούσε να θεωρηθεί ως εποχή ενεργού τεχνολογικής καινοτομίας. Αν και τα πυροβόλα στην απλούστερη μορφή τους είχαν εφευρεθεί στην Κίνα και στη συνέχεια είχαν εξελιχτεί σε μεγάλα κανόνια στα χέρια των Ευρωπαίων, τα κινέζικα κανόνια του 1356 ήταν τα πρώτα που είχαν κάνες από χυτοσίδηρο και όχι από μπρούντζο. Άλλες ενδείξεις Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 94/180
98 95 ανανεωμένου σφρίγους στη σιδηρουργία, μετά την παρακμή της στα χρόνια της μογγολικής κατοχής, εμφανίστηκαν με την ανακατασκευή πολλών αιωρούμενων γεφυρών από σιδερένιες αλυσίδες, στις νοτιοδυτικές επαρχίες της χώρας. Υπήρξαν και άλλες καινοτομίες στο πρόγραμμα ναυπηγήσεων των ετών μετά το 1403, καθώς και στα κατασκευαστικά έργα στη Μεγάλη Διώρυγα το 1411, τα οποία βελτίωσαν την εισροή υδάτων ώστε η στάθμη τους να φτάσει στο ύψος της κορυφής της διώρυγας. Αυτή η φάση τεχνολογικών καινοτομιών που ενθάρρυνε η κυβέρνηση δεν κράτησε πολύ. Αφότου οι διώρυγες εξασφάλισαν τη μεταφορά σιτηρών στο Πεκίνο, ήταν πια συζητήσιμη η χρησιμότητα διατήρησης μεγάλης ναυτικής δύναμης. Οι στόλοι συνδέονταν με καταστρεπτικές περιπέτειες και με τις αποσταθεροποιητικές εμπορικές συναλλαγές με τους ξένους. Επιπλέον, πολλοί από τους αρμόδιους αξιωματούχους του ναυτικού ήσαν μουσουλμάνοι. Ένας μάλιστα από αυτούς ήταν ο περίφημος ναύαρχος Ζενγκ Χε που ο πατέρας του είχε κάνει προσκύνημα στη Μέκκα. Τέτοια άτομα ήσαν δυσάρεστη ανάμνηση των ξένων διοικητικών αξιωματούχων που είχαν διοριστεί από τους Μογγόλους. Μετά το 1415, το ναυπηγικό δυναμικό διοχετεύτηκε στην κατασκευή σκαφών που ήταν κατάλληλα για τις διώρυγες και, αργότερα το 1419, η κρατική ναυπηγική δραστηριότητα σταμάτησε ολοκληρωτικά. Τέλος, το 1435, τα υπερπόντια ταξίδια και οι ναυτιλιακές δραστηριότητες, με ελάχιστες εξαιρέσεις, διακόπηκαν. Έτσι, δεν υπήρχε πια κίνητρο για τεχνικές καινοτομίες στη ναυπηγική. 124 Πολλές άλλες τεχνολογικές δραστηριότητες, οι οποίες επιχορηγούνταν παραδοσιακά από το κράτος, ατόνησαν εξαιτίας της άσκησης αυστηρών ελέγχων ή της έλλειψης ενδιαφέροντος, και περιορίστηκαν στο ελάχιστο οι εξελίξεις της οπλοποιίας ή των μαθηματικών και της ωρολογοποιίας. Είναι δύσκολο να εξηγηθούν με λεπτομέρειες αυτές οι στάσεις. Τα ψυχολογικά τραύματα, όμως, από την πανούκλα και την μογγολική κατοχή κατά τον προηγούμενο αιώνα κάνουν κατανοητή την εφαρμογή μερικών πολιτικών αποφάσεων. Δεν είχε εκλείψει ακόμη η μογγολική απειλή και αυτό έχει σημασία. Μολονότι μεγάλος αριθμός ενόπλων Κινέζων στρατοπέδευε κατά μήκος των βορείων συνόρων της χώρας, ο αυτοκράτορας έπεσε στα χέρια μογγολικών και ταρταρικών στρατευμάτων, ενώ επισκεπτόταν την περιοχή το Δεν είναι, λοιπόν, παράξενο πως αφιερώθηκε μεγάλη προσπάθεια για την ενίσχυση και ανοικοδόμηση του Σινικού Τείχους κατά μήκος πολύ παλαιότερων και μάλλον πιο περιορισμένων οχυρωματικών έργων. Ίσως ο προγραμματισμός αυτού του γιγάντιου έργου να επαύξησε τις αρνητικές επιδράσεις στην τεχνολογική ανάπτυξη, απορροφώντας τεράστιο δυναμικό χωρίς να υποκινήσει σημαντικές καινοτομίες. Αυτή η συντηρητικότερη προσέγγιση της τεχνολογίας μπορεί να συνδεθεί με τη λήψη, από το 1415 και έπειτα, μάλλον εσκεμμένων αποφάσεων στην Κίνα. Σε μια εποχή που τα όπλα και τα πλοία και όχι τα στατικά οχυρωματικά έργα ήσαν πια τα μέσα διαφόρων κρατών για την επίτευξη κάποιου βαθμού παγκόσμιας κυριαρχίας (που ήταν δυσανάλογος προς τους πληθυσμούς και το παραγωγικό δυναμικό τους), οι παραπάνω αποφασισμένες επιλογές της Κίνας είχαν μεγάλη σημασία στην πορεία της ιστορίας της. Μια από τις σπουδαιότερες εξελίξεις της περιόδου υπήρξε η ευρωπαϊκή επινόηση του τρικάταρτου ιστιοφόρου που έγινε πρότυπο για τα ποντοπόρα πλοία της Δύσης, καθώς και η (συγγενική με αυτό) ιδέα της μικρής, αλλά ευέλικτης πορτογαλικής καραβέλας. Από τις 124 Βλ. Needham, 1971, όπ. παρ., τ. IV (part 3), σελ , 526. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 95/180
99 96 πιο πολλές απόψεις, τα κινέζικα πλοία που είχαν ναυπηγηθεί πριν από το 1419 ήσαν περισσότερο εξελιγμένα, αλλά αποσύρονταν από την υπηρεσία πριν οι καραβέλες χρησιμοποιηθούν για πρώτη φορά σε ταξίδια κατά μήκος της ατλαντικής ακτής της Αφρικής. Θα ήταν λάθος να υποτεθεί ότι αποτελματώθηκαν όλες οι πλευρές της κινέζικης τεχνολογίας από εκείνη την εποχή, επειδή απλώς περιορίστηκαν στο ελάχιστο οι τεχνολογικές δραστηριότητες, όπως η ναυπηγική, την οποία επιχορηγούσε το κράτος. Στα επόμενα κεφάλαια, θα σημειώσουμε πολλούς νεοτερισμούς στην αγροτική και υφαντουργική βιομηχανία και υπολογίσιμη επέκταση της σύντηξης μετάλλων. Στην ανθούσα τυπογραφική δραστηριότητα, για παράδειγμα, μία μεγάλη καινοτομία ήταν τα κινητά μεταλλικά τυπογραφικά στοιχεία που η χρήση τους απείχε πολύ από προγενέστερες μεθόδους εκτύπωσης με τη χρήση ξύλινων πλακών. Η Κορέα είναι η χώρα στην οποία τα μεταλλικά στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά, ίσως ήδη το 1234, αλλά, η αρχή που έγινε εκεί ήταν απομονωμένο και πειραματικό γεγονός. Μόνο από το 1402 κι έπειτα υπάρχουν ενδείξεις συνεχούς ανάπτυξης των μεταλλικών τυπογραφικών στοιχείων στην Κορέα. Εκείνο το έτος εμφανίστηκαν καινούργιες γραμματοσειρές, καθεμιά αποτελούμενη από τουλάχιστον 100,000 τυπογραφικά στοιχεία και, αργότερα, το 1420, το 1434, το 1436 κ.ο.κ. Στην Κίνα, εγκαινιάστηκε ένα παρόμοιο σύστημα τυπογραφίας με τη χρήση μετάλλου γύρω στο 1490, αφού προηγήθηκαν πειράματα με κινητά στοιχεία από αλλά υλικά (όπως τα κεραμικά). Υπάρχουν υποψίες για μεταφορά τεχνολογίας από την Κορέα στην Κίνα, συμπεριλαμβανομένης και της γνώσης των ιδιοτήτων της μελάνης και του χαρτιού, τα οποία ήσαν κατάλληλα για χρησιμοποίηση με μεταλλικά στοιχεία. Οι σχετικές, όμως, ενδείξεις δεν είναι σαφείς. 125 Αυτό που δεν μπορούμε να αμφισβητήσουμε είναι ότι η πρώτη χρησιμοποίηση μεταλλικών στοιχείων στην Ευρώπη, το 1450 περίπου, αποτελούσε ανεξάρτητη εφεύρεση. Το διαφορετικό είδος τυπογραφικών χαρακτήρων των Ευρωπαίων απαιτούσε διαφορετική προσέγγιση στη χύτευση των στοιχείων, με μεγαλύτερη έμφαση στην ποσοτική παραγωγή κομματιών μάλλον μικρού μεγέθους. Οι Κορεάτες κατάφερναν να χυτεύουν τα ορειχάλκινα στοιχεία τους σε μικρά καλούπια από άμμο, αλλά οι Ευρωπαίοι καινοτόμοι έπρεπε να δημιουργήσουν ειδική μεταλλική μήτρα για αυτόν τον σκοπό. Από μερικές απόψεις, ωστόσο, η πορτογαλική καραβέλα και όχι η τυπογραφία ήταν αυτή που είχε πιο άμεσες επιπτώσεις. Αυτό το μικρό πλοίο δημιουργήθηκε μετά από ώριμη σκέψη, πιθανότατα για την εξερεύνηση των αφρικανικών ακτών. Ένα από τα βασικά προβλήματα που παρουσίαζε αυτός ο σκοπός ήταν πως οι άνεμοι και τα θαλάσσια ρεύματα που επικρατούσαν στα ανοιχτά του Νότιου Μαρόκου έρχονταν από τα βόρεια. Για να μπορέσει να επιστρέψει ένα ιστιοφόρο, μετά από ένα ταξίδι στη Δυτική Αφρική, έπρεπε να είναι ικανό να πλεύσει με αντίθετη κατεύθυνση προς τον άνεμο. Η πλοήγηση αυτού ακριβώς του είδους ήταν η πρόοδος που αντιπροσώπευε η ναυπήγηση της καραβέλας. Τα περίφημα εξερευνητικά ταξίδια, που ξεκίνησαν από την Πορτογαλία με διαταγή του πρίγκιπα Ερρίκου του θαλασσοπόρου, ήσαν σχεδιασμένα με σύνεση και σύστημα βασίζονταν στην προσεκτική καταγραφή πληροφοριών και χαρτογραφικών δεδομένων 125 Διαφορετικές, ωστόσο, είναι οι απόψεις του Sang Woon Jeon, 1974, Science and Technology in Korea, και των ιστορικών Liu Guojun και Zheng Rusi, 1985, The Story of Chinese Books. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 96/180
100 97 πλοήγησης. Το 1443, πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες επαφές με κοινότητες μαύρων κοντά στο Ακρωτήριο Κάπο Βέρντε κι έγιναν σκέψεις για τη δημιουργία μεσόγειας εμπορικής οδού μέχρι το Μάλι. Τριάντα χρόνια αργότερα, όταν πια η ακτή της Δυτικής Αφρικής είχε εξερευνηθεί πλήρως και είχαν εγκατασταθεί οχυρά σε στρατηγικά σημεία της, ο χρυσός ερχόταν στην Ευρώπη από την ακτή όπου σήμερα βρίσκεται η Γκάνα. Προ αγγέλλοντας απειλητικά τις μελλοντικές μορφές εκμετάλλευσης ανθρώπων, σύντομα άρχισε η βίαια απαγωγή και μαζική αποστολή μαύρων σκλάβων στην Πορτογαλία και στη Μαδέρα για καταναγκαστική αγροτική εργασία. 126 Μόλις το 1488 έφτασαν στο Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδος οι θαλασσοπόροι της εποχής και χρειάστηκε να περάσουν άλλα δέκα χρόνια για να καταφέρει να το περιπλεύσει ο Βάσκο ντα Γκάμα και να φτάσει στη Μοζαμβίκη. Εκεί, ο ντα Γκάμα συνάντησε Άραβες ναυτικούς και εξασφάλισε τις υπηρεσίες ενός Άραβα πλοηγού, ο οποίος τον οδήγησε στη Μομπάσα και το Μαλίντι, πλέοντας κατά μήκος της ακτής της Ανατολικής Αφρικής. Από το τελευταίο εκείνο λιμάνι, ένας άλλος πιλότος βοήθησε τα πορτογαλικά πλοία να διασχίσουν τον ωκεανό και να φτάσουν στη Νότια Ινδία. Είναι ειρωνικό το γεγονός πως οι κινέζικοι στόλοι, οι οποίοι είχαν επισκεφτεί αυτά τα λιμάνια πριν από εξήντα χρόνια, τώρα είχαν αποσυρθεί ολοκληρωτικά από τη θαλασσοπορία. Από την άλλη πλευρά, όταν διαμορφώθηκε η ναυτιλιακή πρόκληση του Ισλάμ προς τους Πορτογάλους, αποδείχτηκε αναποτελεσματική. Έτσι, ο δρόμος της Δυτικής Ευρώπης για την Ασία ήταν πια ανοιχτός. Στο μεταξύ, άλλοι εξερευνητές πραγματοποίησαν υπερωκεάνια ταξίδια, αλλά, εφοδιασμένοι με λιγότερο προσεγμένες πληροφορίες από το ερευνητικό υλικό των πληρωμάτων του πρίγκιπα Ερρίκου, πίστεψαν πως έφτασαν στην Ασία, διασχίζοντας με δυτική κατεύθυνση τον Ατλαντικό Ωκεανό. Στη συνέχεια θα μας απασχολήσουν οι συνέπειες των γεγονότων αυτών, αλλά και των επιπτώσεων που είχαν και άλλα υπερατλαντικά ταξίδια. 4. Νέος Κόσμος και ασιατικό εμπόριο Ανεξάρτητες εφευρέσεις Οι Ευρωπαίοι συνειδητοποίησαν σταδιακά την πραγματική ύπαρξη της Αμερικής. Οι Σκανδιναβοί (οι Vikings), που είχαν αποικίσει τη Γροιλανδία, επισκέπτονταν την ήπειρο τακτικά, από το 990 μ.χ. μέχρι λίγο πριν από το 1400, για να προμηθεύονται ξυλεία. Οι Πορτογάλοι, Δανοί και Άγγλοι θαλασσοπόροι χρησιμοποίησαν πληροφορίες σκανδιναβικής προέλευσης για τα ταξίδια τους στο Λαμπραντόρ και τη Νιουφάουντλαντ το 1476 και το Στο μεταξύ, Πορτογάλοι ποντοπόροι είδαν, κατά πάσα πιθανότητα, την ακτή της Βραζιλίας από μακριά και ο Χριστόφορος Κολόμβος έφτασε μέχρι την Κούβα το 1492, αλλά νόμισε πως βρέθηκε στις «Ινδίες». Οι θαλασσοπόροι είχαν έρθει σε επαφή με αντιπροσωπευτικούς τύπους των λαών του «νέου κόσμου», όπως τους Ινουΐτ (Εσκιμώους) στα βόρεια της Αμερικανικής Ηπείρου και ο Κολόμβος είχε συναντηθεί με μερικούς ντόπιους κατοίκους. Η πραγματικότητα, όμως, της ύπαρξης εξαιρετικά ανεπτυγμένων γηγενών πολιτισμών δεν έγινε αντιληπτή πριν από το 126 Όπως ο πρίγκιπας Ερρίκος της Πορτογαλίας που ζήτησε να του φέρουν κλήματα από την Κρήτη για να τα φυτέψει στη Μαδέρα που είχε αποικισθεί από τους Πορτογάλους το 1421 (R. Pasheley B σελ. 47). Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 97/180
101 , όταν έφτασε στο Μεξικό ο Κορτές, ο οποίος έμεινε εκστατικός μπροστά στα μεγαλεία του Τενοχτιτλάν (σήμερα, Πόλη του Μεξικού), αλλά ένιωσε φρίκη με τις ανθρωποθυσίες που τελούνταν εκεί. Το καταπληκτικό με τους λαούς του Νέου Κόσμου είναι ότι οι περισσότεροι από αυτούς δεν διέθεταν σιδερένια εργαλεία (με εξαίρεση ελάχιστα από σίδερο μετεωρόλιθου) και δεν χρησιμοποιούσαν τον τροχό. Εντούτοις, είχαν αναπτύξει πολύπλοκα «τεχνολογικά συγκροτήματα» που διέφεραν σημαντικά μεταξύ τους, ανάλογα με τον περιβάλλοντα χώρο, ώστε να εξασφαλίζουν τα χρειώδη για την επιβίωση. Από αυτά, το πιο εξειδικευμένο ήταν το «συγκρότημα» των Ινουΐτ στην Αρκτική και υπήρχαν κι άλλες κυνηγετικές και αλιευτικές κοινότητες, που διαβίωναν σε πολυποίκιλες συνθήκες. Εκείνοι, όμως, πού εντυπωσίασαν περισσότερο τους Ευρωπαίους του 16 ου αιώνα ήσαν οι γεωργοί της Αμερικής. Τα δύο ιδιαίτερα γνωρίσματα της δραστηριότητας τους εστιάζονται στις καλλιέργειες που είχαν εγκλιματίσει και μερικές από τις τεχνικές τους για την αποθήκευση νερού. Μια ξεχωριστή και εντυπωσιακή τεχνική του τόπου ήταν η δημιουργία τεχνητών νησίδων σε λίμνες γλυκού νερού, όπως αναπτύχθηκε πρώτα στον πολιτισμό των Μάγια πριν από το 1000 μ.χ. και χρησιμοποιήθηκε αργότερα από τους Αζτέκους στην περιφέρεια του Τενοχτιτλάν. Αυτές οι νησίδες ή «ανυψωμένοι αγροί» διαμορφώνονταν με την εκσκαφή διωρύγων γύρω από στενές λωρίδες βαλτώδους γης κοντά σε λίμνες. Το επίπεδο αυτών των καλλιεργούμενων χωραφιών ανερχόταν με τον καιρό, καθώς άπλωναν επάνω τους περιοδικά την κατακαθισμένη λάσπη των βυθών των λιμνών για να διατηρούν γόνιμο το χώμα τους. Γύρω από το Τενοχτιτλάν, σχηματίστηκε ένα ολόκληρο πλέγμα από διώρυγες με ορθογώνιους κήπους ανάμεσα τους. Ένα χαρακτηριστικό τέτοιο χωράφι μπορούσε να έχει μήκος εκατό μέτρα, αλλά πλάτος μόνο έξι, ώστε να αρδεύεται εύκολα από το νερό που το περιέβρεχε. Με τέτοιες προϋποθέσεις, ήταν δυνατό να αποδώσει τρεις σοδειές ετησίως. Η ειδική αυτή προσαρμογή στις τοπικές συνθήκες ήταν ασυνήθιστη. Και πολλά άλλα, όμως, αμερικανικά γεωργικά συστήματα είχαν παρεμφερείς εφαρμογές σε διάφορα μέρη της ηπείρου. Στις κατάξερες εκτάσεις που περιλαμβάνει σήμερα η Αριζόνα, οι αγροί περικλείνονταν συχνά από χαμηλά αναχώματα για να διατηρείται όλο το υπάρχον βρόχινο νερό και χτίζονταν μικρά υδατοφράγματα για να συγκρατούνται τα νερά από τις πλημμύρες των θυελλωδών βροχών. Σε μία τοποθεσία, το Πόιντ οφ Πάινς (Point of Pines), οι αρχαιολόγοι βρήκαν ενδείξεις αυτών των τεχνικών όπως εφαρμόζονταν γύρω στο 1000 μ.χ. Παρόμοια χωματουργικά έργα πραγματοποιούνταν για την αποθήκευση νερού σε μέρη της Αραβίας και της Αφρικής (τόσο στα νότια, όσο και στα βόρεια της Έρημου της Σαχάρας). Ο πολιτισμός των Μάγια στην Κεντρική Αμερική είναι πασίγνωστος για τους μεγαλοπρεπείς ναούς του, για το ιερογλυφικό σύστημα γραφής του και για το εξελιγμένο ημερολόγιο του. Αλλά, για πολύ καιρό επικρατούσε η αντίληψη ότι η γεωργία του είχε βάση της την καλλιέργεια του αραβοσίτου και των φασολιών με μεγάλα χρονικά διαστήματα αγρανάπαυσης, όταν τα χωράφια εξαντλούνταν. Τώρα, όμως, οι αρχαιολόγοι έχουν αποδείξει ότι, στο απόγειο του πολιτισμού των Μάγια μεταξύ 600 μ.χ. και 900, οι άνθρωποι που ζούσαν γύρω από τους ναούς ήσαν πολύ περισσότεροι από όσους θα μπορούσε να θρέψει μια τόσο στοιχειώδης αγροτική μέθοδος. Εξάλλου, έχουν βρεθεί απομεινάρια κατασκευαστικών έργων, όπως υπόνομοι για άρδευση ή για αποχέτευση. Η αγροτική τεχνολογία διέφερε από περιοχή σε περιοχή, ανάλογα με τις οικολογικές συνθήκες. Σε εδάφη με χαμηλό υψόμετρο και εποχιακές πλημμύρες, η στάθμη του εδάφους υψωνόταν τεχνητά, όπως στα παραδείγματα χρησιμοποίησης νερού στο Τε νοχτιτλάν. Σε αγρούς με καλή Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 98/180
102 99 αποχέτευση, όπου υπήρχαν τροπικά δάση, φυτεύονταν δέντρα που έδιναν πλούσιες σοδειές καρυδιών και είναι πολύ πιθανό πως κάτω από τα δέντρα καλλιεργούνταν λαχανικά και κασάβα (ταπιόκα) με τρόπο ανάλογο με τα συστήματα «πολυώροφης γεωργίας» της Ινδονησίας, τα οποία αναφέρθηκαν παραπάνω. Τα δέντρα προστάτευαν το χώμα από τη διάβρωση και, με τα φύλλα τους που έπεφταν, βοηθούσαν να διατηρείται γόνιμο και να μην εξαντλείται όπως με την καλλιέργεια αραβοσίτου. Το αποτέλεσμα έχει συγκριθεί με τα «τεχνητά τροπικά δάση» και ίσως αυτό το είδος εκμετάλλευσης της γης να εξασφάλιζε δεκαπλάσια παραγωγή τροφής από εκείνη που θα απέδιδε η εναλλαγή καλλιέργειας και αγρανάπαυσης. Στο Περού, πριν από την άνοδο των Ίνκας, η άρδευση από τους ποταμούς Τσικάμα και Μότσε αξιοποιήθηκε με μακριές διώρυγες που υδροδοτούνταν από υδατοφράγματα παροχέτευσης. Μια τέτοια διώρυγα είχε μήκος 110 χιλιομέτρων και ο σχεδιασμός της είχε υπολογιστεί με τόση ακρίβεια, ώστε να διατηρείται ομοιόμορφη κλίση στα 1200 μέτρα της καθοδικής ροής της. Ένας ιστορικός συγκρίνει αυτό το κατασκευαστικό έργο υψηλής ποιότητας με τα επιτεύγματα του ισλαμικού κόσμου την ίδια περίπου εποχή και παρατηρεί ότι «εικονογραφεί το πόσο βασική τεχνολογία είναι η άρδευση». Το θέμα εδώ, όπως και στην περίπτωση της διατήρησης του νερού στην Αριζόνα και ανάλογων τεχνικών στην Αφρική, είναι ότι συμβαίνει συχνά οι άνθρωποι με παρόμοια προβλήματα περιβάλλοντος να καταφεύγουν σε παρεμφερείς εφευρετικές λύσεις, οι οποίες δεν σχετίζονται μεταξύ τους. Για τον Joseph Needham, όμως, η χωριστή και ανεξάρτητη εφεύρεση δεν είναι επαρκής εξήγηση για τις ομοιότητες ανάμεσα στις κλιμακωτές καλλιέργειες στο Περού και στην Κίνα. Ούτε δικαιολογεί τις ομοιότητες, τις οποίες παρατηρεί στις αιωρούμενες γέφυρες από σχοινί στην Αμερική και στην Κίνα, ή τις αντιστοιχίες ανάμεσα στο ημερολόγιο των Μάγια και των Κινέζων. Υποστηρίζει, λοιπόν, κάποια μορφή αρχαίας επαφής της Ασίας με την Αμερική.... Πηγές βιολογικών πόρων Μια περισσότερο κατατοπιστική σύγκριση των πολιτισμών της Κεντρικής Αμερικής και της Κίνας περιέχεται στο σημαντικό βιβλίο της Έστερ Μπόουζραπ (Ester Boserup, Population and Technology). Σ αυτό η συγγραφέας παρατηρεί ότι, γύρω στο 900 μ.χ., οι πληθυσμοί των δυο περιοχών ήσαν ασυνήθιστα πυκνοί σε σύγκριση με άλλα μέρη του κόσμου εκείνη την εποχή. Το γεγονός συνδέει τους δύο πολιτισμούς με την άποψη της Boserup ότι, στην ιστορία, ο παράγων της πυκνότητας πληθυσμών επηρέαζε ανέκαθεν και ίσως υπαγόρευετην εξέλιξη στην τεχνολογία. Με αυτή την έννοια, ο πολιτισμός των Μάγια στο μεσουράνημά του, και της Κίνας κατά την ίδρυση της δυναστείας των Σονγκ διέθεταν και οι δύο πολύ αποδοτικές μορφές γεωργίας με ποικίλες και πολύ ανεπτυγμένες κατασκευαστικές τεχνικές για την αξιοποίηση των υδάτων. Η ουσιαστική διαφορά ήταν πως, στην κουλτούρα των Μάγια απουσίαζαν τα σιδερένια εργαλεία, ο τροχός και τα ζώα που μπορούσαν να σύρουν άροτρο. Το άροτρο δεν είχε μεγάλη σχέση με τις μορφές της γεωργίας τους, αλλά η θέση της Boserup είναι ότι οι Μάγια δεν είχαν εναλλακτικές δυνατότητες αντικατάστασης της απαραίτητης μεγάλης εργατικής δύναμης με τη χρήση μηχανημάτων, ζώων ή βελτιωμένων εργαλείων. Η σχετική έλλειψη κατοικίδιων ζώων μπορεί ίσως να δηλώνει επίσης πως ήταν αναγκαία πρόσθετη εργασία για τη λίπανση της γης. Σύμφωνα με την ιδέα της Boserup, ότι τα «τεχνολογικά επίπεδα» προσδιορίζονται από τον βαθμό χρησιμοποίησης εργαλείων και Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 99/180
103 100 ενεργειακών πηγών, η τεχνολογία των Μάγια ήταν πολύ χαμηλού επιπέδου. Χρησιμοποιούσαν, όμως, έναν βιολογικό τρόπο για την αντικατάσταση μεγάλων εργατικών αναγκών. Μερικά από τα φυτά που είχαν εγκλιματιστεί στην Αμερική απέδιδαν μεγαλύτερη ποσότητα ειδών διατροφής κατά εκτάριο από οποιαδήποτε ασιατική καλλιέργεια (εκτός από ορισμένα είδη ρυζιού), ιδιαίτερα όταν αναπτύσσονταν σε ανυψωμένα χωράφια ή με τεχνητές συνθήκες τροπικού δάσους. Σε τροπικές περιοχές, η ταπιόκα, το καλαμπόκι καθώς και το αράπικο φιστίκι ήταν σημαντικά. Στα υψίπεδα του Περού, βασική καλλιέργεια τροφής ήταν η πατάτα. Τέτοια ήταν τα καλλιεργούμενα είδη που, παρά την έλλειψη εξοπλισμού για την εξοικονόμηση ενέργειας, επέτρεπαν την αύξηση πυκνότητας των πληθυσμών χωρίς να επωμίζονται δυσβάστακτα βάρη εργασίας οι αγρότες. Θα ήταν, όμως, λάθος να πιστέψουμε πως είχαν επιλυθεί όλα τα προβλήματα για την υποστήριξη ενός πολύπλοκου πολιτισμού. Στην περιοχή των Μάγια, υπήρξε μια κατακόρυφη μείωση πληθυσμού λίγο μετά το 900 ή 950 μ.χ. Μεγάλο μέρος της γης έγινε δάσος ή θαμνότοπος και ο πολύ μικρότερος αριθμός ανθρώπων εξασφάλιζε τη διατροφή του από το καλαμπόκι, επιστρέφοντας στην εναλλαγή καλλιέργειας και αγρανάπαυσης. Στο Περού, η Αυτοκρατορία των Ίνκας που αναπτύχθηκε πέντε αιώνες αργότερα, είχε διαφορετικό χαρακτήρα. Παρά την απουσία γραπτών αρχείων, η διακυβέρνηση της ήταν εξαιρετικά ικανή. Κατασκευάστηκαν αξιοπρόσεκτα πέτρινα κτίσματα και το λάμα (προβατοκάμηλος) έπαιζε μεγαλύτερο ρόλο στην οικονομία από οποιοδήποτε άλλο κατοικίδιο ζώο της Αμερικής, προσφέροντας κρέας και μαλλί καθώς και μέσο για μεταφορές. Μέταλλα, όπως ο χαλκός, ο χρυσός, ο ψευδάργυρος και ο άργυρος, εξορύσσονταν στις Άνδεις ακόμη και πριν από την ίδρυση της Αυτοκρατορίας των Ίνκας και χρησιμοποιούνταν μερικές φορές με απροσδόκητα πρωτότυπους τρόπους. Για παράδειγμα, παρασκευαζόταν εκεί το τονμπάγκα (ένα κράμα χρυσού και χαλκού), που ήταν σχεδόν όσο σκληρό και ο ορείχαλκος κασσιτέρου. Η άφιξη των Ευρωπαίων στην ηπειρωτική Κεντρική Αμερική το 1513 και πιο μόνιμα το 1519, έγινε αιτία καταστροφών που δεν έχουν όμοιες στην ιστορία οποιουδήποτε άλλου μεγάλου πολιτισμού. Ο συνδυασμός στρατιωτικής κατάκτησης και επιδημιών είχε αποτρόπαια αποτελέσματα για έναν λαό πού ποτέ πριν δεν είχε πληγεί από ευλογιά (η οποία έφτασε στο Μεξικό το 1520) ή ιλαρά (το ) κι έτσι δεν είχε φυσική ανοσία σε αυτές τις δύο νόσους. Η πρώτη έκρηξη ευλογιάς έπληξε μια ένοπλη δύναμη Αζτέκων, που μόλις είχε αναγκάσει τους Ισπανούς να υποχωρήσουν από το Τενοχτιτλάν. Παρέλυσε κάθε παραπέρα αντίσταση τους. Οι αριθμοί των θυμάτων ήταν πολύ μεγάλοι και ο κόσμος έχασε το ηθικό του, επειδή η δεισιδαιμονία ανέλαβε να εξηγήσει τα αίτια της επιδημίας. Η απώλεια της «θέλησης για ζωή» πολλών ανθρώπων οδήγησε σε αυτοκτονίες και στην παραμέληση νεογέννητων, ώστε η θνησιμότητα να ξεπεράσει τα αναπόφευκτα όριά της. Πιστεύεται ότι το Μεξικό είχε πληθυσμό είκοσι πέντε ως τριάντα εκατομμυρίων το Μέχρι το 1568, μόνο τρία περίπου εκατομμύρια είχαν απομείνει και οι αριθμοί τους εξακολουθούσαν να μειώνονται. Δεν είναι δυσκολονόητο το γεγονός ότι τέτοια καταστρεπτική πτώση πληθυσμού υπονόμευσε την εμπιστοσύνη των ιθαγενών στην κουλτούρα και τους θεσμούς τους, με αποτέλεσμα να δεσπόζει ταχύτατα η γλώσσα και ή θρησκεία των Ισπανών κατακτητών. Επιπλέον, χάθηκαν και πολλές ειδικές γνώσεις και ικανότητες του τόπου. Στις περιοχές, όμως, προς τα βόρεια του Μεξικού, όπου δεν είχαν ακόμη εισδύσει οι ευρωπαϊκές Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 100/180
104 101 δυνάμεις, υπήρχαν μερικοί λαοί των οποίων η κουλτούρα εξακολούθησε να εξελίσσεται ανεξάρτητα, αλλά πλέον με μερικές μεταφορές τεχνολογίας από την Ευρώπη. Η σπουδαιότερη εισαγωγή ήταν το άλογο και, αργότερα, τα σιδερένια εργαλεία και τα πυροβόλα όπλα. Με την παρακμή των ειδικών γνώσεων και ικανοτήτων και με τα λιγοστά εργαλεία που διέθετε η Κεντρική Αμερική ακόμη και πριν από την κατάκτησή της, ίσως να γεννηθεί η εντύπωση ότι δεν υπήρχε πια προοπτική για μεταβίβαση τεχνολογίας από εκεί στον υπόλοιπο κόσμο. Ωστόσο, το κληροδότημα των εγκλιματισμένων φυτών της Αμερικής είχε πελώρια σημασία για την Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική, διότι υποκίνησε ένα είδος «γεωργικής επανάστασης» στη μια χώρα μετά την άλλη και βοήθησε να υποστηριχτεί η αύξουσα τάση του πληθυσμού της γης από τα μέσα του 17 ου αι. Όπως είπε ένας ιστορικός, «η συνεισφορά των ιθαγενών της Αμερικής στο μέλλον» δεν ήταν οι τεχνικές γνώσεις, ικανότητες και θεσμοί τους πού εξαφανίστηκαν ολοκληρωτικά, αλλά προέκυψε από «συγκεχυμένες, άδηλες ανακαλύψεις πρωτόγονων καλλιεργητών, οι οποίοι πρώτοι ανακάλυψαν τον τρόπο εκμετάλλευσης των προγόνων του καλαμποκιού [και] της πατάτας έκαναν, χωρίς να το γνωρίζουν, μια πελώρια προσθήκη στους πόρους της ανθρωπότητας». Εκτός από τις καλλιέργειες ειδών διατροφής, όπως το αράπικο φιστίκι, την ταπιόκα, τις πιπεριές τσίλι, τις τομάτες, δύο ειδών πατάτες (πού δεν έχουν βοτανική συγγένεια) και το καλαμπόκι, η αμερικανική κληρονομιά περιλάμβανε επίσης φαρμακευτικά φυτά και τον καπνό. Ανάμεσα στις ουσίες που αξιοποιήθηκαν από τους Ευρωπαίους γιατρούς ήταν το αιλάκι (σμίλαξ), μια ρίζα πού υπήρχε στο Μεξικό και στο Περού, από την οποία παρασκευαζόταν ένα τονωτικό από τη δεκαετία του 1570 στην Ευρώπη, καθώς και ο φλοιός κίνας (κιγχόνης) από τις Άνδεις που χρησιμοποιούταν από τον 17 ο αιώνα για την θεραπεία της ελονοσίας και ο οποίος τελικά έγινε ή βάση για την παρασκευή του κινίνου. Υπήρχαν επίσης και άλλες καλλιέργειες που η σπουδαιότητά τους για τη βιομηχανία θα αποκαλυπτόταν στο μέλλον. Οι βαφές από μπακάμι (αιματόξυλο) χρησιμοποιήθηκαν κι αυτές από τον 17 ο αιώνα, αλλά η μεγάλη σημασία του ελαστικού αναγνωρίστηκε πολύ αργότερα. Μερικές από τις καλλιέργειες ειδών διατροφής προσέφεραν τόσο ουσιαστικά πλεονεκτήματα, ώστε εξαπλώθηκαν ταχύτατα. Το 1593, για παράδειγμα, φτωχές σοδειές και έλλειψη τροφίμων στην κινέζικη επαρχία του Φουτζιάν ανάγκασαν τον κυβερνήτη της να στείλει μια αποστολή στις Φιλιππίνες σε αναζήτηση φυτών που θα μπορούσαν να βελτιώσουν την παραγωγή ειδών διατροφής τα επόμενα χρόνια. Η αποστολή επέστρεψε το 1594 με μια άγνωστη μέχρι τότε καλλιεργήσιμη ρίζα, τη γλυκοπατάτα. Την είχε φέρει από την Αμερική στην Ισπανία ο ίδιος ο Κολόμβος και οι Ισπανοί την είχαν εισαγάγει στις Φιλιππίνες. Εγκλιματίστηκε τόσο επιτυχημένα στο Φουτζιάν, ώστε να γίνει σύντομα η σημαντικότερη καλλιεργούμενη ρίζα στη Νότια Κίνα. Από εκεί διαδόθηκε στην Ταϊβάν (λίγο μετά το 1605) και στην Ιαπωνία (1698). Η ονομαζόμενη ιρλανδική ή λευκή πατάτα διαδραμάτισε τον ίδιο ρόλο στην Ευρώπη, αλλά δεν ήρθε από την Αμερική παρά μόνο μετά το Οι Μόγγολοι των Θαλασσών Αν και φαίνεται απίθανο να επισκέφτηκαν ποτέ κινέζικα πλοία την Αμερική πριν από εκείνη την περίοδο ή και πολύ καιρό αργότερα, είναι βέβαιο ότι οι Κινέζοι πραγματοποίησαν Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 101/180
105 102 μερικά σημαντικά εξερευνητικά ταξίδια τον 15 ο αιώνα. Κατά την περίοδο της μεγάλης ναυπηγικής δραστηριότητας των ετών μεταξύ μ.χ., κατασκευάστηκαν πολλά και ασυνήθιστα μεγάλα πλοία, μήκους ίσως εκατό μέτρων και ειδικού σχεδιασμού για παρατεταμένα ταξίδια. Χρησιμοποιήθηκαν για μια σειρά αποστολών στον Ινδικό Ωκεανό, κάτω από τις διαταγές του ναυάρχου Ζενγκ Χε. Σκοπός των αποστολών ήταν η σύναψη διπλωματικών σχέσεων με τους ηγεμόνες άλλων κρατών, η ενθάρρυνση εμπορικών συναλλαγών και η περισυλλογή πληροφοριών για τη ναυσιπλοΐα, γεωγραφία και φυσική ιστορία. Ο κινέζικος στόλος έφτασε σ όλες σχεδόν τις ασιατικές χώρες, ανεξάρτητα από το είδος ακτής της καθεμίας, χρησιμοποιώντας ως βάσεις πρώτα την Μαλάκκα, έπειτα ένα λιμάνι της Σρι Λάνκα κι αργότερα στην Καλκούτα, στη Νότια Ινδία. Στα πλοία επέβαιναν ένοπλα αγήματα, αλλά στα περισσότερα μέρη, η σύναψη σχέσεων επιτυγχανόταν με την ανταλλαγή δώρων που αποστέλλονταν στο Πεκίνο ως «δηλωτικά υποτέλειας». Σε σπάνιες μόνο περιπτώσεις, όπως στη Σρι Λάνκα, χρειάστηκε να ασκηθεί πίεση με στρατιωτικά μέσα, αλλά, παρ όλα αυτά, ανεγέρθηκε εκεί αναμνηστικό μνημείο φιλίας το 1411, με επιγραφή στην κινέζικη γλώσσα. Γραπτά στη γλώσσα των Περσών και των Ταμίλ αναφέρουν δώρα σε τοπικά θρησκευτικά ιδρύματα, τα οποία έφεραν οι Κινέζοι σε ένα από αυτά τα ταξίδια. Ο κινέζικος στόλος εξερεύνησε επίσης την ακτή της Ανατολικής Αφρικής, η οποία συναλλασσόταν με την Κίνα με τη βοήθεια Αράβων και Ινδών μεσαζόντων. Η Κίνα έκανε εισαγωγές αφρικανικού ελεφαντοστού και οι μεσάζοντες του Γκουτζαράτ μετέφεραν καμιά φορά την κινέζικη εξαγόμενη πορσελάνη μέχρι τη Ζιμπάμπουε. Το τελευταίο από αυτά ταξίδια, στο οποίο ο Ζενγκ Χε διέσχισε τον Ινδικό Ωκεανό, πραγματοποιήθηκε μεταξύ του 1431 και Σύντομα, μετά από την επιστροφή του, οι πολιτικές αλλαγές στην Κίνα, που συζητήσαμε παραπάνω, οδήγησαν στον οριστικό τερματισμό των θαλάσσιων ταξιδιών. Μόνο εικασίες μπορούν να διατυπωθούν για το τι θα είχε γίνει αν τα κινέζικα πλοία περιπολούσαν ακόμη στον Ινδικό Ωκεανό όταν έφτασαν εκεί οι Πορτογάλοι. Υπήρξε βαρυσήμαντη η απόφαση της Κίνας να αποσύρει από εκεί τον στόλο της, όχι μόνο για τις συνέπειες της στην ανάπτυξη της ίδιας, αλλά επίσης και για την απήχησή της στις διεθνείς εξελίξεις, επειδή «αφέθηκε ανοιχτή η πόρτα» του Ινδικού Ωκεανού. Ο ηγεμόνας της Καλκούτας, του πρώτου λιμανιού στο οποίο έφτασε ο Βάσκο ντα Γκάμα το 1498, αναγνώρισε σύντομα τον κίνδυνο της ξένης παρουσίας στα ύδατα της περιοχής και ο ισλαμικός κόσμος δεν άργησε να διαπιστώσει την απειλή για τις εμπορικές του συναλλαγές. Το 1507, ένας μεγάλος στόλος ξεκίνησε από τα λιμάνια της Ερυθράς Θαλάσσης για να αντιμετωπίσει δυναμικά τους παρείσακτους. Το επόμενο έτος, με τη βοήθεια Ινδών συμμάχων, ανάγκασε μερικά πορτογαλικά πλοία να αποσυρθούν από την περιοχή. Αλλά, το 1509, ηττήθηκε οικτρά από μια μικρή μοίρα πορτογαλικών σκαφών στα ανοιχτά της Ινδίας. Μολονότι η ναυτική δύναμη της Ερυθράς θαλάσσης ήταν εξοπλισμένη με πυροβόλα, οι κυβερνήτες των πλοίων της δεν είχαν αναθεωρήσει τη στρατηγική τους τακτική, ώστε να επωφεληθούν από αυτά τα όπλα. Έτσι, εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν γαλέρες, με αντικειμενικό σκοπό τον εμβολισμό των εχθρικών πλοίων και την κατάληψη τους με ρεσάλτο. Και οι Πορτογάλοι είχαν μερικές γαλέρες, αλλά βασίζονταν κυρίως στην ευελιξία των ιστιοφόρων πλοίων τους, ώστε να διατηρούν απόσταση από τον εχθρό και να χρησιμοποιούν τα πυροβόλα τους για να βυθίζουν τα πλοία του. Στην προσπάθεια να κατανοηθούν οι λόγοι που επέτρεψαν στους Ευρωπαίους να κυριαρχήσουν στον Ινδικό Ωκεανό, είναι χρήσιμη η σύγκριση με τους Μογγόλους, των Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 102/180
106 103 οποίων το πλεονέκτημα στις χερσαίες μάχες ήταν ο συνδυασμός μεγάλης ευελιξίας και κινητικότητας (των εφίππων), καθώς και ενός αποτελεσματικού όπλου (του τόξου με σύνθετα υλικά κατασκευής). Μπορεί να ήταν απλή η τεχνολογία των μογγολικών τόξων και των αναβολέων, αλλά λίγα άλλα έθνη ήταν τόσο καλά εξοπλισμένα αν και, από άλλες απόψεις, οι μογγολικές τεχνικές ήσαν πιο χονδροειδείς από ό,τι των χωρών που κατέκτησαν. Οι Ευρωπαίοι είχαν περίπου την ίδια πλεονεκτική θέση στη θάλασσα. Τα πλοία τους ήσαν εξαιρετικά ευέλικτα και, με την κατάλληλη στρατηγική, αυτή η ιδιότητα γινόταν αποφασιστικό πλεονέκτημα. Με αυτή την έννοια, λοιπόν, η Ασία υποβλήθηκε σε άλλη μια κατάκτηση μογγολικού τύπου, η οποία άρχισε από τα λιμάνια και τη ναυτιλία. Τα αραβικά ή τα ασιατικά πλοία που έκαναν μεγάλα ταξίδια, σύντομα άρχισαν να υποχρεώνονται να πληρώνουν κάτι που αντιστοιχούσε με ρήτρα για προστασία ή να διακινδυνεύουν να τους κατασχεθούν τα φορτία τους. Ο Αλφόνσος της Αλμπουκέρκης κατέλαβε το λιμάνι της Γκόα ( ) και εγκατέστησε εκεί την κύρια πορτογαλική βάση στη δυτική ακτή της Ινδίας. Τον επόμενο χρόνο, κατέλαβε το λιμάνι της Μαλάκκας της ανεξάρτητης Μαλαισίας. Η μόνη επιτυχία των ισλαμικών στόλων ήταν να κρατήσουν για πολύ καιρό έξω από την Ερυθρά θάλασσα τους Πορτογάλους, οι οποίοι αποπειράθηκαν στη δεκαετία του 1520 να εγκαταστήσουν εκεί βάση και να περιορίσουν τις προσβάσεις στο μεγαλύτερο μέρος του Περσικού Κόλπου. Συμπερασματικά, διαπιστώνουμε πως ό,τι αντιπροσώπευαν για τους Μογγόλους οι αναβολείς και τα τόξα ήσαν για τους Ευρωπαίους οι τεχνικές πρόοδοι στον σχεδιασμό των πλοίων. Οι βασικότερες από αυτές ήσαν η ανθεκτικά κατασκευασμένη γάστρα, το σταθερό πηδάλιο στην πρύμνη και ο συνδυασμός διαφόρων τύπων ιστίων στους τρεις ιστούς των πλοίων που ήταν πλέον στερεότυποι. Το μεγάλο κατάρτι ήταν πάντοτε αρματωμένο με τραπεζοειδή πανιά, η μετζάνα (το πρυμναίο κατάρτι) είχε συνήθως λατίνι (τριγωνικό ιστίο). Ο πλωριός ιστός ήταν επίσης αρματωμένος με τραπεζοειδή πανιά και είχε και φλόκους μέχρι το ακρόπρωρο. Ο συνδυασμός διαφορετικών τύπων πανιών επέτρεπε στο πλοίο να εκμεταλλεύεται ανέμους από οποιαδήποτε σχεδόν κατεύθυνση, ώστε να είναι ικανό να πλέει «κλειστά στον άνεμο». Ένα πλοίο με τέτοιο εξοπλισμό είχε τεράστια πλεονεκτήματα απέναντι σε σκάφη που η προώθησή τους ήταν περισσότερο εξαρτημένη από ευνοϊκούς ανέμους. Σ αυτό το σημείο, πρέπει να υπενθυμίσουμε το ότι τα κινέζικα πλοία που είχαν αποσυρθεί από τον Ινδικό Ωκεανό ήσαν, πιθανότατα, πολύ περισσότερο εξελιγμένα από τα πορτογαλικά. Ασφαλώς, ήσαν μεγαλύτερα και, αν και υπάρχει κάποια αβεβαιότητα για τις πραγματικές διαστάσεις τους, φαίνεται ότι το εκτόπισμα τους ξεπερνούσε τους 1000 τόνους σε σύγκριση με τη ναυαρχίδα 300 τόνων του Βάσκο ντα Γκάμα. Οι γάστρες τους ήταν πολύ στερεά κατασκευασμένες και, βέβαια, το σταθερό πηδάλιο είχε καθιερωθεί από τους Κινέζους πολύ πριν εισαχθεί στην Ευρώπη. Ο σχεδιασμός της ιστιοφορίας τους ήταν πολύ διαφορετικός και είναι πολύ δύσκολο να σχολιαστεί ο βαθμός στον οποίο μπορούσαν να πλεύσουν ενάντια στον άνεμο (όρτσα). Τα αραβικά και τα ινδικά πλοία είχαν συνήθως το ίδιο μέγεθος με τα ευρωπαϊκά, αλλά η κατασκευή τους ήταν ελαφρύτερη. Αυτό τα έκανε τρωτά στα εχθρικά πυροβόλα. Ναυπηγική Τεχνολογία Ένας βασικός παράγων πού επηρέαζε τη στερεότητα της γάστρας των πλοίων ήταν η χρήση σιδερένιων καρφιών στα ευρωπαϊκά και τα κινέζικα πλοία, πράγμα που έλειπε από τα Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 103/180
107 104 αραβικά και τα ινδικά. Η ναυπήγηση των πλοίων της Νοτιοανατολικής Ασίας βασιζόταν στην αρμολόγηση των πλευρικών μαδεριών με ξυλόκαρφα, ξύλινους πείρους ή ραφές με ίνες ρατάν. Η γάστρα είχε σχεδιαστεί αρχικά και κατασκευαζόταν σαν κέλυφος και οι νομείς προσαρμόζονταν αργότερα στο εσωτερικό της ως ενίσχυση και ήταν υποδιαιρεμένη από βαρείς μπουλμέδες. Αντίθετα, τα ευρωπαϊκά πλοία κατασκευάζονταν πάνω σε σκελετό νομέων και η χρήση σιδερένιων καρφιών επέτρεπε τη στερεά συναρμογή των εξωτερικών μαδεριών με τους σκελετούς των μπουλμέδων. Αυτό απέδιδε μια λιγότερο ευλύγιστη γάστρα, η οποία ήταν μειονέκτημα μόνο όταν το πλοίο που είχε κατασκευαστεί με αυτή τη μέθοδο συρόταν συχνά έξω από το νερό. Για την αντιμετώπιση της θαλασσοταραχής, όμως, ήταν πραγματική εγγύηση και αποδεικνυόταν λιγότερο εύθραυστη όταν πληγόταν από μπάλες κανονιού. Οι Ινδοί ναυπηγοί κατάφεραν να τροποποιήσουν τις κατασκευαστικές μεθόδους τους πολύ γρήγορα, αξιοποιώντας τις εμπειρίες που απέκτησαν από τα ευρωπαϊκά πλοία (ίσως επειδή τα κινέζικα πλοία, που επισκέπτονταν τα ίδια λιμάνια πριν από εβδομήντα χρόνια, είχαν ήδη φέρει νέες ιδέες). Τα καρφιά χρησιμοποιήθηκαν σύντομα από τους ναυπηγούς στην περιοχή όπου είχε φτάσει από το 1501 για πρώτη φορά ο Βάσκο ντα Γκάμα και, όταν ο Αλφόνσος της Αλμπουκέρκης κατέλαβε την Γκόα για λογαριασμό των Πορτογάλων το 1509, βρήκε αποθηκευμένες εκεί μεγάλες ποσότητες καρφιών. Τον ίδιο περίπου καιρό καθελκύστηκε από ένα ναυπηγείο του Γκουτζαράτ ένα τρικάταρτο «γαλιόνι», το οποίο είχε κατασκευαστεί για Άραβα έμπορο και είχε ενσωματωμένα πολλά ευρωπαϊκά γνωρίσματα. Προηγουμένως, η παραγωγή σιδήρου στην Ινδία ήταν μικρής κλίμακας και φαίνεται πως, όταν οι ναυπηγοί άρχισαν να χρησιμοποιούν καρφιά, υπήρχε κάποια δυσκολία στην προμήθεια επαρκούς ποσότητας. Μέχρι τη δεκαετία του 1590, όμως, όχι μόνο είχε αυξηθεί η παραγωγή ώστε να ικανοποιεί τη ζήτηση καρφιών, αλλά μπορούσε επίσης να τροφοδοτεί και την οπλοποιία. Κατασκευάζονταν ακόμη σιδερένιες άγκυρες αντί των πέτρινων που χρησιμοποιούνταν μέχρι τότε. Με όλα τα προφανή πλεονεκτήματα τους, τα ευρωπαϊκά πλοία παρουσίαζαν μερικές σοβαρές ατέλειες και είχαν ανάγκη συχνών επισκευών. Τα δρύινα πλευρικά πετσώματά τους προσβάλλονταν από «σκουλήκι», ενώ οι σανίδες από ξύλο τικ που προτιμούσαν οι Ινδοί ναυπηγοί διατηρούνταν καλύτερα. Παρουσίαζαν ακόμη και μερικά προβλήματα εξαιτίας της χρήσης σιδερένιων καρφιών. Τα προβλήματα αυτά επιδεινώνονταν όταν τα σκάφη έπλεαν σε θερμότερα νερά. Τα σιδερένια καρφιά οξειδώνονταν πολύ σε τέτοιο περιβάλλον και προκαλούσαν την αποσύνθεση του ξύλου γύρω τους. Τα πλοία ευρωπαϊκής κατασκευής δεν ήταν δυνατό να χρησιμοποιηθούν για περισσότερα από δύο ή τρία χρόνια στις θάλασσες γύρω από τη Νοτιοανατολική Ασία και ένα από τα σκάφη του Μαγγελάνου κράτησε μόνο οκτώ μήνες. Οι Κινέζοι γνώριζαν το πρόβλημα και σπάνια έστελναν τα μεγάλα πλοία τους σε εκείνη την περιοχή. Τα εμπορικά τους προϊόντα μεταφέρονταν από πλοία κατασκευασμένα στις Φιλιππίνες ή στην Ινδονησία, χωρίς τη χρήση σιδήρου στη συναρμογή τους. Αργότερα, οι Ευρωπαίοι βρήκαν τρόπους να αποφεύγουν να εκθέτουν στη φθορά τα σιδερένια μέρη των πλοίων τους, αλλά χρησιμοποιούσαν σε μεγάλο βαθμό και πλοία τοπικής κατασκευής. Η αποστολή του Μαγγελάνου χρησιμοποίησε σκάφος που είχε κατασκευαστεί στο νησί Μπάντα το Και, όταν οι Ισπανοί άρχισαν από το 1570 την αποίκηση των Νήσων Βισάγια στις Φιλιππίνες, οι Πορτογάλοι έφτασαν να χρησιμοποιούν Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 104/180
108 105 τοπικά σκάφη και Φιλιππινέζους ναυπηγούς σε μεγάλη κλίμακα. Την εποχή, δηλαδή, που οι Ευρωπαίοι εδραίωναν τον έλεγχο τους πάνω στην εμπορική ναυτιλία της Ασίας, τα ναυπηγεία της Ινδίας και της Νοτιοανατολικής Ασίας έγιναν σημαντικά κέντρα καινοτομίας και μεταβίβασης τεχνολογίας. Οι Ισπανοί, έχοντας να διανύουν πολύ μεγάλες αποστάσεις θαλάσσιας συγκοινωνίας, διότι συνήθιζαν να ταξιδεύουν στις Φιλιππίνες από το Μεξικό, εξαρτώνταν από την ασιατική ναυπηγική τεχνολογία περισσότερο από άλλους Ευρωπαίους. Πολλά από τα πλοία τους είχαν ανάγκη επισκευής ή ανεφοδιασμού μετά από το μακρύ ταξίδι διαμέσου του Ειρηνικού και η ισπανική αποικιοκρατία επιβλήθηκε στις Φιλιππίνες μόνο επειδή οι αποικιστές βρήκαν εκεί μια ήδη υπάρχουσα ναυπηγική βιομηχανία, που ήταν ικανή να φροντίζει τα πλοία τους και την οποία ανέλαβαν αργότερα οι ίδιοι. Μετά από αυτό, ο λαός των Νήσων Βισάγια υποχρεώθηκε να κόβει και να μεταφέρει ξυλεία, να την πελεκάει σε ασυνήθιστα σχήματα και να φτιάχνει σχοινιά και πανιά. Ήδη πριν από το 1587, όταν η αποστολή του Φράνσις Ντρέικ είδε ένα από αυτά, κατασκευάζονταν στην περιοχή ισπανικά γαλιόνια και, περίπου ογδόντα χρόνια αργότερα, ο Ιησουΐτης ιερέας Αλσίσκο Αλσίνα ανέφερε έναν Φιλιππίνο καραβομαραγκό που λεγόταν Πολακάι και που είχε εργαστεί για την κατασκευή είκοσι περίπου μεγάλων γαλιονιών. Οι προφανέστερες μεταβιβάσεις τεχνολογίας που προέκυψαν από αυτά ήσαν οι ευρωπαϊκές τεχνικές για την κατασκευή σκελετών πλοίων και τη συναρμογή των μαδεριών, αν και χρησιμοποιούνταν για αυτό ξύλινα καρφιά ώστε να αποφεύγονται οι φθορές από τα σιδερένια. Άλλες επινοήσεις των Δυτικών που υιοθετήθηκαν από την τοπική ναυτιλία ήσαν τα καταστρώματα, νέοι τύποι καταρτιών (ο τοπικός τρίποδος ιστός εξαφανίστηκε) και το σταθερό πρυμναίο πηδάλιο (αντί κουπιών πηδαλιούχησης). Υπήρξε, όμως, και μεταβίβαση τεχνολογίας από τους Φιλιππινέζους καραβομαραγκούς στους Ισπανούς σχεδιαστές σε σχέση με την εγχώρια ξυλεία και τις μεθόδους για τη συναρμογή των μαδεριών με ξυλόκαρφα (πείρους). Ακόμη σημαντικότερο ήταν πως οι Ισπανοί διατηρούσαν μεγάλους αριθμούς πλοίων τοπικού σχεδιασμού στον στόλο τους και τα χρησιμοποιούσαν για στρατιωτικές επιχειρήσεις στα ύδατα της περιοχής καθώς και για εμπορικούς σκοπούς. Η μεγάλη ταχύτητα που μπορούσαν να αναπτύξουν με τα κουπιά τα καθιστούσε εξαιρετικά χρήσιμα για τη μεταφορά μηνυμάτων. Τον 17 ο αιώνα, όταν ο ισπανικός έλεγχος των Νήσων Βισάγια αμφισβητήθηκε από έναν τοπικό ηγεμόνα, όλες οι ναυμαχίες που ακολούθησαν διεξήχθησαν με μικρά γαλιόνια ή πλοία τοπικού τύπου καρακόα. Οι Ισπανοί, όμως, προτιμούσαν βαρύτερα και μεγαλύτερα από τα συνηθισμένα σκάφη, με αποτέλεσμα ένας παρατηρητής να σχολιάσει ότι «τα καρακόα του Φιλιππίνου εχθρού μας... κάνουν παρωδία τα δικά μας διότι είναι ταχύτερα». Στην Ινδία, πολλά ναυπηγεία έμειναν έξω από τον ευρωπαϊκό έλεγχο κι έτσι οι περισσότερες καινοτομίες (ή προσαρμογές ευρωπαϊκών τεχνικών) πραγματοποιήθηκαν από τις πρωτοβουλίες Ινδών καραβομαραγκών. Είναι αξιόλογη η συγκέντρωση ναυπηγείων μέσα και γύρω από το Μασουλαπατάμ στην ακτή Κορομαντέλ στα ανατολικά, όπου κατασκευάζονταν πλοία εκτοπίσματος 600 τόνων ήδη από το Για την καθέλκυση τους χρησιμοποιούνταν ελέφαντες. Η άλλη σπουδαιότατη περιοχή ναυπηγείων ήταν γύρω από το Σουράτ στα βορειοδυτικά, όπου κατασκευάζονταν ακόμη μεγαλύτερα σκάφη. Η πλειονότητα των μεγαλυτέρων σκαφών συμμορφωνόταν στον ευρωπαϊκό σχεδιασμό με τρεις ιστούς, αλλά είχε και πολλά ινδικά χαρακτηριστικά, ανάλογα με το εάν ο πελάτης ήταν Ινδός έμπορος η ευρωπαϊκή εταιρία. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 105/180
109 106 Μερικές ινδικές τεχνικές ήσαν καταφανώς καλύτερες από τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές. Ήδη από τις αρχές του 18 ου αιώνα, οι αξιωματούχοι της British East India Company ανέφεραν ότι «τα σκάφη που κατασκευάζονται εδώ, από ξυλεία τικ και σύμφωνα με τη μέθοδο του Σουράτ για τη συναρμογή των μαδεριών με αυλακώσεις, είναι περισσότερο ανθεκτικά» στις τοπικές συνθήκες από όσο είναι τα πλοία που στέλνονται από την Αγγλία. Η μέθοδος του Σουράτ ήταν η αυλάκωση του σημείου επαφής (σόκορου) ενός μαδεριού, ώστε να εισχωρήσει σε αυτό η προεξοχή του σόκορου του διπλανού του. Σύμφωνα με μία περιγραφή της εποχής, οι ξυλουργοί του Σουράτ και της Βομβάης «στερεώνουν τα μαδέρια, το ένα μέσα στο άλλο, με βαμβάκι και πίσσα» (ή κατράμι) για να σφραγιστεί ή ένωση τους. Αυτό, εκτός του ότι εξασφάλιζε τη αντοχή στον καιρό, καταργούσε το καλαφάτισμα με στουπί, τη συνηθισμένη ευρωπαϊκή μέθοδο στεγανοποίησης των ενώσεων των μαδεριών, η οποία απαιτούσε πολύωρη και δαπανηρή απασχόληση μεγάλης εργατικής δύναμης. Εξαιτίας, ως έναν βαθμό, αυτής της εξοικονόμησης έργου και χρόνου, η East India Company διαπίστωσε ότι η κατασκευή πλοίων στην Ινδία κόστιζε 30 έως 50% φτηνότερα. Άλλοι νεοτερισμοί των πλοίων ινδικής κατασκευής ήταν η επεξεργασία του ξύλου με ασβέστη για μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στο «σκουλήκι» και η ενσωμάτωση σταθερών δεξαμενών πόσιμου νερού, οι οποίες έπαιρναν πολύ μικρότερο χώρο από τα βαρέλια που μετέφεραν γι αυτόν τον σκοπό τα ευρωπαϊκά πλοία. Αν κανείς σκεφτεί τις προκαταλήψεις που επικράτησαν αργότερα, θα απορήσει όταν αναλογιστεί με πόση προθυμία είχαν ανταλλάξει γνώσεις και εμπειρίες Ινδοί και Ευρωπαίοι. Για τους Πορτογάλους, αυτό αποτελούσε παράδοση που είχε ξεκινήσει με τον πρίγκιπα Ερρίκο τον θαλασσοπόρο και τον ενθουσιασμό του για την περισυλλογή πληροφοριών από οποιαδήποτε πηγή Δανούς ναυτικούς, Άραβες εμπόρους, Εβραίους χαρτογράφους. Και στον Ινδικό Ωκεανό είχαν υιοθετήσει την πρακτική αναζήτησης κάθε διαθέσιμης πληροφορίας για την πλοήγηση και τη ναυπηγική. Ο Βάσκο ντα Γκάμα έμαθε καινούριες τεχνικές πλοήγησης από τον Αχμέντ Ιμπν Ματζίντ, τον οποίο είχε χρησιμοποιήσει ως πιλότο του στο ταξίδι από την ακτή της Ανατολικής Αφρικής μέχρι τη Νότια Ινδία και προμηθεύτηκε πολλά δείγματα των οργάνων που χρησιμοποιούσαν οι Άραβες θαλασσοπόροι. Με παρόμοιο τρόπο, ο Αλφόνσος της Αλμπουκέρκης, ο επικεφαλής πολλών πορτογαλικών αποστολών μετά το 1507, συνέλεγε από την Ιάβα χάρτες ξηράς και θαλάσσης. Η εξάρτηση, λοιπόν, των Ευρωπαίων από τους Ινδούς και Φιλιππινέζους ναυπηγούς ανήκε ως έναν βαθμό σε ένα σχήμα δυτικής εκμετάλλευσης των ασιατικών γνώσεων και δεξιοτήτων. Και πάλι έρχεται στον νου ο παραλληλισμός με τους Μογγόλους, αν αναλογιστούμε τον τρόπο με τον οποίο κι εκείνοι εξαρτήθηκαν πολλές φορές από τις υπηρεσίες Περσών διοικητικών στην κατακτημένη Κίνα και από τους Κινέζους μηχανικούς στο Ιράν. Ένα πρόβλημα που αντιμετώπιζαν οι Ευρωπαίοι σε σχέση με την Ασία ήταν το γεγονός πως οι εμπορικές ανταλλαγές τους ήταν χρόνια ετεροβαρείς, επειδή δεν ήταν πολλά τα αγαθά ευρωπαϊκής κατασκευής και προέλευσης που ενδιέφεραν τους Ασιάτες αγοραστές. Τα ευρωπαϊκά προϊόντα ήσαν κατώτερης ποιότητας ή άσχετα με τις ασιατικές ανάγκες. Ασφαλώς, υπήρχε ζήτηση για πυροβόλα όπλα, αλλά τα μουσκέτα και τα κανόνια πού κατασκευάζονταν στις Ισλαμικές χώρες ή στην Ταϊλάνδη ήσαν συχνά πολύ ικανοποιητικής ποιότητας. Έτσι, οποιαδήποτε εμπορεύματα αγοράζονταν από τους Ευρωπαίους στην Ινδία ή στην Κίνα, έπρεπε να πληρώνονται σε χρυσό ή σε ασήμι, συχνά σε Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 106/180
110 107 μορφή νομισμάτων. Λίγα μετρητά κέρδιζαν τα ευρωπαϊκά πλοία με τη διακίνηση εμπορευμάτων ανάμεσα σε ασιατικά λιμάνια ή από την απόσπαση ποσών για την παροχή «ασφαλείας» στην εμπορική ναυτιλία της περιοχής. Αλλά, τα παραπάνω ποσά δεν ήσαν αρκετά για να καλύψουν την πελώρια ανισότητα, επειδή η βιομηχανία των Ευρωπαίων δεν ήταν ακόμη ανταγωνιστική. Η λύση ήταν να δημιουργηθούν πηγές πορισμού χρυσού και αργύρου στην Αμερική και να χρησιμοποιηθούν για την ενιαία διεξαγωγή των συναλλαγών της εμπορικής ναυτιλίας. Ενώ η Ασία διακρινόταν για ανώτερη βιομηχανική τεχνολογία, οι Ευρωπαίοι διέθεταν τουλάχιστον κάποιες γνώσεις για την εκμετάλλευση ορυχείων και άρχιζαν τότε να πραγματοποιούν προόδους στη χρήση μηχανών για την αποχέτευση των ορυχείων, για την ανέλκυση των μεταλλευμάτων και για τη θραύση τους. Μέσα στα σύνορα της ηπείρου, τα σπουδαιότερα ορυχεία βρίσκονταν στις ορεινές περιοχές της Γερμανίας και στην Ανατολική Ευρώπη, όπου τα μεταλλεύματα του χαλκού, του αργύρου και του μολύβδου βρίσκονταν συχνά ανάμεικτα. Η ζήτηση χαλκού για την κατασκευή ορειχάλκινων κανονιών ήταν σε άνοδο και, στη διάρκεια του 15 ου αιώνα, γίνονταν μεγάλες προσπάθειες βελτίωσης των μεθόδων για την εξαγωγή μικρών ποσοτήτων αργύρου από τις πολύ μεγαλύτερες ποσότητες άλλων μετάλλων. Αποτέλεσμα αυτών των προσπαθειών ήταν η διαδικασία διαχωρισμού που ονομαζόταν «ρευστοποίηση», κατά την οποία μεταλλεύματα χαλκού που περιείχαν αργυρό τήκονταν με μόλυβδο. Το ασήμι διαλυόταν πιο γρήγορα μέσα στον ρευστό μόλυβδο από όσο μέσα στον χαλκό και μπορούσε να εξαχθεί πιο εύκολα από τον μόλυβδο. Η επιτυχία αυτής της διαδικασίας, όπως και οι εξελίξεις των μηχανών της εποχής εκείνης, βοήθησαν πάρα πολύ στον πολλαπλασιασμό των ορυχείων στη Γερμανία. Από την άλλη πλευρά, μεγάλα φορτία χρυσού και αργύρου άρχισαν να διασχίζουν τον Ατλαντικό στη δεκαετία του 1530 και, μέχρι το 1600, η Ισπανία εισήγαγε πιθανότατα περίπου δέκα φορές περισσότερο ασήμι από όσο παρήγαγαν τα ευρωπαϊκά ορυχεία. Ακόμη, οι Ισπανοί μετέφεραν άργυρο από το Μεξικό στη βάση τους στις Φιλιππίνες διαμέσου του Ειρηνικού Ωκεανού. Το πολύτιμο μέταλλο εξυπηρετούσε σε τόσο μεγάλη κλίμακα τις χρηματικές συναλλαγές, ώστε το μεξικανικό δολάριο αναγνωρίστηκε σύντομα ως τρέχον εμπορικό νόμισμα στις παραλιακές επαρχίες της Κίνας. Αυτές οι εξελίξεις υπήρξαν, ως ένα βαθμό, αποτέλεσμα της μεταβίβασης ευρωπαϊκής τεχνολογίας στο Μεξικό και στο Περού και της αξιοποίησής της στην επέκταση της εκεί παραγωγής αργύρου. Μια ιδιαίτερα σημαντική τεχνική ήταν η εξαγωγή αργύρου από μεταλλεύματα χαμηλής περιεκτικότητας με την αμαλγαμάτωση με υδράργυρο. Αυτή η διαδικασία είχε μελετηθεί στην Ευρώπη λίγο μετά τη διαχωριστική τεχνική «υγροποίησης» του μολύβδου και είχε βρεθεί εξαιρετικά κατάλληλη για τον τύπο των κοιτασμάτων αργύρου που βρίσκονταν στο Μεξικό. Αφού μεταβιβάστηκε εκεί το 1554, εξελίχτηκε περισσότερο από τον Βαρθολομαίο της Μεδίνα και μέχρι το 1566 είχε γενικευτεί η χρήση της. Στην Ισπανία, υπήρχαν κοιτάσματα κιννάβαρης (μεταλλεύματος υδραργύρου) και ο αναγκαίος υδράργυρος μεταφερόταν από εκεί στο Μεξικό με τακτικά δρομολόγια πλοίων. Λέγεται ότι τα ορυχεία του Μεξικού απασχολούσαν περισσότερους από δέκα χιλιάδες εργάτες το Αν λάβουμε υπόψη ότι χρειάζονταν και πολλοί άλλοι για εργασία στα κτήματα ή χασιέντας που ανήκαν στους Ισπανούς αποίκους, καθώς και τη μείωση του πληθυσμού της χώρας, είναι βέβαιο πως θα υπήρχαν προβλήματα έλλειψης εργατικού δυναμικού. Οι νέοι άρχοντες του Μεξικού δίσταζαν να υποδουλώσουν απροσχημάτιστα Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 107/180
111 108 τους λαούς που είχαν κατακτήσει, αλλά εφάρμοσαν ένα σύστημα υποχρεωτικής παροχής εργασίας στους τοπικούς κτηματίες, το οποίο τους έκανε ουσιαστικά δουλοπάροικους. Η κατάκτηση της Αυτοκρατορίας των Ίνκας στο Περού ολοκληρώθηκε από τους Ισπανούς μεταξύ 1532 και Οι εξερευνήσεις που ακολούθησαν αποκάλυψαν τόσο πλούσια κοιτάσματα αργύρου στο Ποτόσι, ώστε ο κόσμος να μιλάει για ένα «ασημένιο βουνό». Αυτή ήταν ασφαλώς η μεγαλύτερη πηγή του πολύτιμου μετάλλου στην Αμερική κατά τους δύο επόμενους αιώνες. Το Ποτόσι βρισκόταν στις Άνδεις, σε υψόμετρο 4000 μέτρων. Αρχικά, η εξόρυξη του ντόπιου ασημιού δεν απαιτούσε περίπλοκη τεχνολογία. Αλλά, σύντομα άρχισε στο Περού η επεξεργασία μεταλλευμάτων μικρής περιεκτικότητας και εισήχθη η διαδικασία αμαλγαμάτωσης υδραργύρου το Τον ίδιο περίπου καιρό, άρχισαν να κατασκευάζονται υδροκίνητοι μύλοι για τη σύνθλιψη του μεταλλεύματος. Κατασκευάστηκε ένα υδατόφραγμα που έφερνε νερό σε μια διώρυγα και αργότερα προστέθηκαν πολλά μικρά γύρω από το Ποτόσι για να τροφοδοτούν με νερό τους υδροτροχούς. Η επέκταση ανάλογων έργων εξακολούθησε μέχρι το 1626, όταν η κατάρρευση ενός υδατοφράγματος προκάλεσε τόσες ζημιές, ώστε να μην λειτουργήσει πια πλήρως το σύστημα ξανά. Ορυχεία στην Αφρική Απασχολημένοι με την ανάπτυξη των θαλάσσιων δρομολογίων προς την Ασία και έχοντες εστιάσει τα αμερικανικά ενδιαφέροντα τους μόνο στη Βραζιλία, οι Πορτογάλοι είχαν πολύ περιορισμένες δυνατότητες για ανάμειξη στην εξόρυξη μεταλλευμάτων της Αμερικής. Ωστόσο, για πολλούς αιώνες, μεγάλο μέρος του χρυσού που κυκλοφορούσε στην Ευρώπη και στον ισλαμικό κόσμο προερχόταν από την Αφρική και μεταφερόταν με καραβάνια με καμήλες, που διέσχιζαν την Έρημο της Σαχάρας. Με τον καιρό, οι Πορτογάλοι βρήκαν τρόπους να κατευθύνουν μέρος αυτής της εμπορικής δραστηριότητας στα πλοία τους. Εγκατέστησαν ένα οχυρό στην Ελμίνα, στην ακτή της Δυτικής Αφρικής και στα δυτικά του Ποταμού Βόλτα, επειδή εκεί γίνονταν οι συναλλαγές τους για την προμήθεια χρυσού. Τα ορυχεία βρίσκονταν σε κάποια απόσταση από τα παράλια και οι Πορτογάλοι δεν μπορούσαν να ανακαλύψουν την τοποθεσία τους. Για πολλά χρόνια, οι Αφρικανοί χρυσωρύχοι είχαν καταβάλει κοπιώδεις προσπάθειες, ώστε να αποκλείσουν το ενδεχόμενο να επισκεφθούν τα ορυχεία τους οι Άραβες έμποροι. Αυτό ακριβώς έκαναν και με τους Πορτογάλους, στους οποίους είπαν γύρω στο 1500 ότι τα ορυχεία ήταν «βαθιά χωμένα» στο έδαφος, αν και είναι σαφές πως ένα μέρος του χρυσού προερχόταν επίσης από το κοσκίνισμα χρυσοφόρου άμμου από τα ποτάμια. Περιγραφές μεταγενέστερων ορυχείων στην περιοχή (ιδιαίτερα κοντά στο Μπούρε) αφήνουν να αντιληφθούμε ότι είχαν στενά φρέατα που περνούσαν τα σκληρά επιφανειακά στρώματα λατερίτη του εδάφους και έφταναν στα πιο κάτω προσχωσιγενή στρώματα αμμοχάλικων. Τα φρέατα αυτά είχαν βάθος μέτρων και από τον πυθμένα τους ξεκινούσαν προς κάθε κατεύθυνση στοές, από τις οποίες πολλές συνδέονταν με αλλά φρέατα. Αυτές οι στοές είχαν ύψος μόνο ενός μέτρου και οι χρυσωρύχοι εργάζονταν εκεί μέσα καθιστοί και χρησιμοποιώντας σκαπάνες με κοντό στιλιάρι. Επειδή τα ορυχεία πλημμύριζαν με τις βροχοπτώσεις, η εξόρυξη μετάλλου γινόταν μόνο στη διάρκεια της ξηράς εποχής του έτους. Τα σιδερένια εργαλεία είχαν ουσιαστική σημασία για τους χρυσωρύχους. Γι αυτόν τον λόγο, οι σιδηρουργοί που τα κατασκεύαζαν συχνά ενδιαφέρονταν άμεσα για την απόκτηση ελέγχου των ορυχείων και ήσαν έμπειροι γνώστες Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 108/180
112 109 όλων των πλευρών της σχετικής διαδικασίας. Μερικοί εργάτες στα ορυχεία ήταν ίσως σκλάβοι που είχαν φέρει οι Πορτογάλοι από άλλα μέρη της αφρικανικής ακτής. Στην επιφάνεια του εδάφους, το ξέπλυμα της άμμου των ορυχείων για τον διαχωρισμό του χρυσού γινόταν κυρίως από γυναίκες. Οι έμποροι της περιοχής έπαιρναν τη χρυσόσκονη και, χωρίς άλλη επεξεργασία, τη χρησιμοποιούσαν ως νόμισμα για τις συναλλαγές τους. Γι αυτόν τον σκοπό, είχαν μικρές ζυγαριές και τη ζύγιζαν, χρησιμοποιώντας ισλαμικές μονάδες μέτρησης βάρους. Ο χρυσός που εξαγόταν διαμέσου της Σαχάρας καλουπωνόταν πολλές φορές σε σχήμα πλακών, αλλά συχνά το καλούπωμά του γινόταν όταν έφτανε στο Μαρόκο ή στην Τύνιδα.... Όταν ήρθαν οι Πορτογάλοι, όρισαν ως στόχο τους να αποκλείσουν τους Σουαχίλι μεσάζοντες και τους Άραβες ναυτιλιακούς μεταφορείς. Το 1505 εγκαταστάθηκαν στη Σοφάλα, το πλησιέστερο λιμάνι στη Ζιμπάμπουε και αργότερα στο Τέτε, ένα λιμάνι στον Ποταμό Ζαμπέζι. Αρχικά, μπορεί να προμηθεύονταν γύρω στα πενήντα κιλά χρυσό κάθε χρόνο, αλλά αυτή η ποσότητα σύντομα μειώθηκε. Αυτό, μάλλον, οφειλόταν στην αδεξιότητα των προσπαθειών τους να ελέγξουν το εμπόριο. Ένας άλλος παράγοντας μπορεί να ήταν η εξάντληση των πιο προσιτών κοιτασμάτων χρυσού. Πιθανόν, μια βελτιωμένη τεχνολογία θα μπορούσε να είχε επιτύχει την εξόρυξη από δυσκολότερα κοιτάσματα, αλλά μόνο το 1635 μαθαίνουμε για την επίσκεψη στην περιοχή μιας επιτροπής Ευρωπαίων εμπειρογνωμόνων. Ωστόσο, η εξαγωγή χρυσού από τη Ζιμπάμπουε εξακολούθησε να μειώνεται μέχρι το 1693, όταν οι ηγεμόνες Τσανγκαμίρε στα νότια της χώρας απέκτησαν αρκετή δύναμη, ώστε να καταφέρουν να εκτοπίσουν τους Πορτογάλους από τα υψίπεδα όπου βρίσκονταν τα ορυχεία. Τότε, η εξαγωγή χρυσού διεκόπη ολοκληρωτικά. Η μόνη χρήσιμη μεταβίβαση τεχνολογίας που μπορεί να συνδεθεί με τις πορτογαλικές δραστηριότητες στην περιοχή είναι άσχετη με την εκμετάλλευση ορυχείων και πραγματοποιείται με την εισαγωγή δύο καλλιεργειών από την Αμερική, του αράπικου φιστικιού και του αραβοσίτου. Οι Αφρικανοί αγρότες της κοιλάδας του Ζαμπέζι δεν άργησαν να αντιληφθούν την αξία τους και πολύ σύντομα το καλαμπόκι καλλιεργήθηκε ευρύτατα. Οποιαδήποτε καταγραφή «υψηλών τεχνολογιών» του 16 ου αιώνα θα περιλάμβανε αναμφίβολα τη ναυπηγική, την εκμετάλλευση ορυχείων και τη μεταλλουργία. Για να μελετηθεί το επίπεδο αυτών των τεχνολογιών, θα μπορούσαμε εύλογα να εστιάσουμε την προσοχή μας στην Ευρώπη και να εξετάσουμε τα υπολείμματα ορυχείων, τα αρχεία επιχειρήσεων και βιβλία, όπως το περίφημο κείμενο του Agricola για τα ορυχεία που δημοσιεύτηκε το Αυτό, όμως, θα ήταν δουλειά για ένα άλλο βιβλίο. Στον παρόντα τόμο, αντί μιας συζήτησης για την πιο επιτηδευμένη μεταλλουργική και ναυπηγική εμπειρογνωμοσύνη, είχαμε ως στόχο να εξετάσουμε τη γεωγραφική έκταση του τεχνολογικού διαλόγου, δηλαδή τη δημιουργική ανταλλαγή εφευρετικών ιδεών μεταξύ του ευρωπαϊκού και άλλων πολιτισμών, στο πλαίσιο της οποίας εμφανίζεται και η αρκετά συχνή εξάρτηση της Ευρώπης από τις γνώσεις και τις ικανότητες που πρώτα αποκτήθηκαν στην Ασία, στην Αφρική και στην Αμερική. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 109/180
113 Οι αυτοκρατορίες της πυρίτιδας Η τουρκική άνοδος Το 1500, οι κάνες για κανόνια από ορείχαλκο κασσίτερου παράγονταν σε τέτοιες ποσότητες και σε τόσο πολλές χώρες, ώστε ένας ιστορικός να ονομάσει την περίοδο «δεύτερη εποχή του Ορείχαλκου». Η παραγωγή τους σε μεγάλη κλίμακα δεν περιοριζόταν μόνο στην Ευρώπη, στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, στην Ινδία και στην Κίνα. Ήδη πριν από το 1650, κατασκευάζονταν πυροβόλα στην Κορέα, στην Ιαπωνία, στο Σιαμ, στο Ιράν και κατά καιρούς σε άλλα μέρη, όπως στο περίφημο κέντρο χύτευσης μπρούντζου του Μπενίν της Δυτικής Αφρικής. Επειδή αυτό το είδος ορείχαλκου ήταν κράμα χαλκού και μικρής ποσότητας κασσίτερου, η εξόρυξη αυτών των μετάλλων γνώρισε τεράστια εξάπλωση. Ο χαλκός εξαγόταν από την Ιαπωνία στην Ανατολή και από τη Σουηδία στη Δύση, ενώ η εξόρυξη κασσίτερου αναπτυσσόταν ταχύτατα στη Μαλαισία. Όλα αυτά ξεκίνησαν με τα μικρά φορητά πυροβόλα όπλα που κατασκευάζονταν στην Κίνα πριν από το 1288, τα οποία υποκίνησαν την ανάπτυξη μεγάλων κανονιών στην Ευρώπη (πριν από το 1320), στον ισλαμικό κόσμο (στη δεκαετία του 1330) και στην ίδια την Κίνα (το 1356). Πέρα από αυτά, η απόκτηση πυροβόλων από την Κορέα στη δεκαετία του 1370 παρουσιάζει ενδιαφέρον ως άρτια τεκμηριωμένη μεταφορά τεχνολογίας από την Κίνα. Αφού υπέστησαν πολλές επιθέσεις ιαπωνικών πλοίων, οι Κορεάτες ζήτησαν από τη νέα κινέζικη κυβέρνηση των Μινγκ να τους βοηθήσει να αποκτήσουν όπλα. Οι Κινέζοι ήταν αρχικά απρόθυμοι να μοιραστούν την εμπειρογνωμοσύνη τους, αλλά όταν άρχισαν να δέχονται κι εκείνοι επιθέσεις ιαπωνικών πλοίων, προμήθευσαν πρώτα μία μικρή ποσότητα νιτρικού καλίου και άλλων υλών στους Κορεάτες κι αργότερα έδωσαν άδεια σε έναν ειδικευμένο Κινέζο τεχνίτη να πάει στην Κορέα. Τα πρώτα κορεάτικα πυροβόλα εξόπλισαν πλοία και χρησιμοποιήθηκαν για την εκτόξευση πύρινων ακοντίων (όχι σφαιρών) εναντίον εχθρικών σκαφών. Είτε με αυτή τη μορφή, ή χρησιμοποιώντας πιο συμβατικά πυρομαχικά, τα όπλα αυτά αποδείχτηκαν πολύ επιτυχημένα και τα οπλοστάσια όπου κατασκευάζονταν επεκτάθηκαν το Το βασίλειο της Ταϊλάνδης χρησιμοποιούσε, κατά πάσα πιθανότητα, κινέζικες μεθόδους χύτευσης για την κατασκευή πυροβόλων. Όταν οι Ευρωπαίοι κατέλαβαν ένα φρούριο στη χερσόνησο της Μαλαισίας, το βρήκαν εξοπλισμένο με σημαντικό αριθμό ταϊλανδέζικων κανονιών. Δεν είναι γνωστό αν άλλες χώρες παρέλαβαν οπλική τεχνολογία από την Κίνα, όπου οι σχετικές μέθοδοι και ο σχεδιασμός χαρακτηρίζονταν από συντηρητισμό και προστατεύονταν από μυστικότητα, αλλά πολλά έθνη απέκτησαν πυροβόλα ή γνώσεις για την κατασκευή τους από επαφές με τους Πορτογάλους. Ένας άλλος προμηθευτής πυροβόλων, ειδικά για τις ισλαμικές χώρες, ήταν η Τουρκική ή Οθωμανική Αυτοκρατορία. Στη Νοτιοανατολική Ασία, προμηθεύτηκαν τουρκικά πυροβόλα όπλα οι μουσουλμάνοι ηγεμόνες στη Σουμάτρα και οι εξαγωγές οθωμανικών πυροβόλων έφτασαν επίσης στην Κεντρική Ασία, στην Ινδία και σε μερικά μέρη της Αφρικής. Δεν επρόκειτο μόνο για το μεγαλύτερο σε κλίμακα εξαγωγικό εμπόριο πυροβόλων στον κόσμο, αλλά και από άποψη ποιότητας μερικά από αυτά τα όπλα ήσαν εξαιρετικά. Για να καταλάβουμε πώς αναπτύχθηκε αυτή η κατασκευαστική εμπειρογνωμοσύνη, πρέπει να θυμηθούμε το αδιάπτωτο ενδιαφέρον του ισλαμικού κόσμου για τα όπλα πυρίτιδας. Από το 1280, πολλά βιβλία σχολίαζαν τα όπλα αυτού του είδους και είναι σαφές ότι δεν επαναλάμβαναν μόνο Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 110/180
114 111 πληροφορίες που είχαν αποκτηθεί από την Κίνα ή την Ευρώπη, αλλά αντανακλούσαν και την δική τους εμπειρία. Για παράδειγμα, αν και οι ρουκέτες είχαν εφευρεθεί στην Κίνα, τεχνίτες του Ισλάμ είχαν σχεδιάσει νέους τύπους, μεταξύ των οποίων και μια που μπορούσε να μεταφέρει εκρηκτικά μισού κιλού, καθώς και μιαν άλλη που χτυπούσε πλωτούς στόχους, γλιστρώντας στην επιφάνεια της θάλασσας. Ήδη στη δεκαετία του 1360, οι στρατοί της Αιγύπτου και της Τουρκίας είχαν εξοπλιστεί με κανόνια και πειραματίζονταν με όργανα για τον προσδιορισμό του βεληνεκούς τους. Με σπάνιες εξαιρέσεις, οι ιστορικοί έχουν παραμελήσει τις ενδείξεις τέτοιων ερευνών και έτσι δεν έχει αποσαφηνιστεί επαρκώς το γεγονός ότι ο ισλαμικός κόσμος διέθετε δικές του πηγές εμπειρογνωμοσύνης και συνεισέφερε πολλά στην εξέλιξη του μουσκέτου και ίσως κι άλλων πυροβόλων όπλων. Το 1364, όταν οι Τούρκοι άρχισαν να κατασκευάζουν κανόνια, η οθωμανική κυριαρχία επεκτεινόταν προς την ευρωπαϊκή ακτή του Βοσπόρου και υπάρχουν πληροφορίες πως τα τουρκικά στρατεύματα είχαν χρησιμοποιήσει πυροβόλα στις εκστρατείες του 1387 και του Η περιφανέστατη νίκη των οθωμανικών πυροβόλων είναι, βέβαια, η άλωση της Κωνσταντινούπολης το Πολλές είναι οι ιστορίες που αναφέρονται στον Ούγγρο ειδικό για τη χύτευση κανονιών και τις υπηρεσίες που προσέφερε τότε στους Τούρκους, αλλά εκείνοι ήταν ήδη εξοπλισμένοι με πυροβόλα πριν από την εμφάνισή του. Αυτό, βέβαια, δεν αναιρεί το γεγονός ότι, όποτε τους δινόταν η ευκαιρία, οι Οθωμανοί προσλάμβαναν Ευρωπαίους κατασκευαστές κανονιών. Επιπλέον, καθώς πλήθαιναν οι κατακτήσεις τους στην Ανατολική Ευρώπη, αυξάνονταν οι νέες δυνατότητές τους να επωφελούνται από την ευρωπαϊκή εμπειρογνωμοσύνη. Τέτοιες περιπτώσεις υπήρξαν στο Ντουμπρόβνικ που βρισκόταν κάτω από τον έλεγχο των Τούρκων από το 1526, και στα κέντρα εκμετάλλευσης ορυχείων στην Τρανσυλβανία και στην Ουγγαρία, τα οποία ενσωματώθηκαν στην αυτοκρατορία τους στη δεκαετία του Τα μεταλλευτικά κέντρα έκαναν περισσότερο προσιτά στους Τούρκους τα μέταλλα που τους ήταν απαραίτητα για την κατασκευή κανονιών και τους εξασφάλισαν και την προμήθεια μικρών ποσοτήτων αργύρου και χρυσού. Η πτώση της Κωνσταντινούπολης έδειξε με πειστικότητα πόσο αποτελεσματικό πολιορκητικό όπλο ήταν πια το κανόνι. Επίσης την ίδια εποχή, αναπτύσσονταν στη Γαλλία ελαφρύτερα και πολύ πιο ευκίνητα πεδινά πυροβόλα, ενώ κατασκευάζονταν βελτιωμένα φορητά πυροβόλα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και σε δυτικές χώρες. Το πρακτικό πρόβλημα χειρισμού των πρώτων φορητών όπλων ήταν πως ο σκοπευτής έπρεπε, ενώ σκόπευε, να μπορεί επίσης να ακουμπάει ένα φλεγόμενο φιτίλι στην οπή πυροδότησης. Μέχρι το 1450, είχαν ήδη επινοηθεί ποικίλοι τρόποι για τη στερέωση ενός βραδυφλεγούς φιτιλιού ή σπίρτου, καθώς και μηχανισμοί σκανδάλης που το έφερναν σε επαφή με την πυρίτιδα. Το μουσκέτο με πυροδότηση από ίσκα προήλθε από τέτοιες επινοήσεις και εμφανίστηκε σχεδόν ταυτόχρονα στον τουρκικό χώρο και στη Δυτική Ευρώπη γύρω στο Μολονότι οι Οθωμανοί οπλουργοί ήσαν καλά πληροφορημένοι για τα ευρωπαϊκά όπλα, φαίνεται ότι πραγματοποίησαν επίσης μερικές πολύ σημαντικές καινοτομίες, ιδιαίτερα στον μηχανισμό σκανδάλης που έγινε γνωστός ως «σερπαντίνα». Το 1500, ο κανονικός οπλισμός των τουρκικών μονάδων πεζικού περιλάμβανε μουσκέτα πυροδοτούμενα με σπίρτο ή φιτίλι, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν σε νικηφόρες εκστρατείες στο Ιράν και στην Αίγυπτο. Σε όλη εκείνη την περιοχή, η εμφάνιση των πυροβόλων όπλων υπήρξε παράξενη πρόκληση για τις παλιές στρατιωτικές παραδόσεις που συνδέονταν με το άλογο, που είχε Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 111/180
115 112 αποδειχτεί τόσο μεγάλης σημασίας για τα αραβικά στρατεύματα. Η πρόκληση ήταν ακόμη πιο παράξενη για τους νομάδες προγόνους των Τούρκων. Η ιππική ικανότητα έπαιζε ακόμη σπουδαίο ρόλο στη ζωή των ανωτέρων τάξεων τους και, πάντως, η επίλεκτη μονάδα οποιουδήποτε στρατού ήταν το ιππικό. Αντίθετα, οι στρατιώτες του πυροβολικού ή οι χειριστές φορητών πυροβόλων όπλων επιστρατεύονταν από τα κατώτερα στρώματα της κοινωνίας και ήταν δυνατά να είναι ακόμη και σκλάβοι. Τον 14 ο αιώνα, τα πυροβόλα είχαν χρησιμοποιηθεί πριν ακόμη γίνουν αποτελεσματικά, επειδή ήταν σύμβολο δύναμης και μπορούσαν να επιδράσουν στο ηθικό των εχθρών με τον θόρυβό τους. Είναι ειρωνικό το γεγονός ότι, όταν τα πυροβόλα είχαν εξελιχτεί πια σε πανίσχυρα όπλα, η πλήρης αξιοποίησή τους εξακολουθούσε να δυσχεραίνεται συχνά επειδή ο έφιππος πολεμιστής ήταν πιο ισχυρό σύμβολο αριστοκρατικής ανδρείας και ανδρικής αρετής. Οι Τούρκοι κατάφεραν να υπερπηδήσουν αυτή τη δυσκολία πιο εύκολα από άλλα ισλαμικά κράτη. Εκπαίδευσαν μια επίλεκτη δύναμη πεζικού με δικές της χωριστές παραδόσεις και σύμβολα, αλλά και σιδερένια πειθαρχία. Οι στρατιώτες της, οι οποίοι είχαν αρχικά υπηρετήσει κυρίως ως τοξότες, έγιναν γνωστοί ως γενίτσαροι. Διαχωρίζονταν από την ισλαμική ηγετική τάξη καθώς στρατολογούνταν σε πολύ μικρή ηλικία από γιους χριστιανών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Από νομοτυπική άποψη, ήταν σκλάβοι. Αλλά το στρατιωτικό κύρος τους ήταν μεγάλο και η σταδιοδρομία τους ήταν τόσο καλή, ώστε πολλές χριστιανικές οικογένειες έβλεπαν με μεγάλη χαρά τα παιδιά τους να υποβάλλονται στην αυστηρή πειθαρχία και εκπαίδευση στην ισλαμική πίστη που περιλάμβανε η ζωή των γενίτσαρων. Αυτοί, λοιπόν, ήσαν οι στρατιώτες που χειρίζονταν τα πυροβόλα ή που επάνδρωναν μονάδες εξοπλισμένες με μουσκέτα και που έκαναν τα τουρκικά στρατεύματα του 16 ου αιώνα τόσο τρομερά. Μια αποφασιστική αναμέτρηση με την αναστημένη Περσική Αυτοκρατορία έγινε το Οι Πέρσες είχαν στη διάθεση τους μερικά κανόνια, αλλά δεν τα αξιοποίησαν γιατί τα περισσότερα βρίσκονταν πολύ μακριά από το πεδίο της μάχης. Ο στρατός τους απαρτιζόταν κυρίως από ιππείς. Αντιμετώπισε τα τουρκικά κανόνια και αποδεκατίστηκε. Τα στρατεύματα των Μαμελούκων της Αιγύπτου στάθηκαν εξίσου ανίσχυρα μπροστά στην τουρκική δύναμη πυρός το 1516 και το 1517, με αποτέλεσμα να ενσωματωθεί η Αίγυπτος και η Συρία στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Πυρίτιδα και Κοινωνία Η Περσική Αυτοκρατορία παρέμεινε ανεξάρτητη μολονότι έχασε εδάφη σε αυτούς τους πολέμους. Χρειάστηκε, όμως, να πολεμήσει τους Τούρκους πολλές φορές πριν συμφωνηθεί η ειρήνη του Μετά από αυτή και ιδιαίτερα μετά την άνοδο στον θρόνο του Σάχη Αμπάς το 1587, το Ιράν έγινε η σκηνή μιας λαμπρής άνθισης της περσικής κουλτούρας. Η Περσία επέδρασε έντονα στην τέχνη της Τουρκίας και της Βόρειας Ινδίας. Κατά την εισβολή του 1514, οι Τούρκοι κατέκτησαν το Ταμπρίζ, την άλλοτε πρωτεύουσα των Μογγόλων στο Ιράν. Τότε, όπως αναφέρεται, χίλιοι καλλιτέχνες και τεχνίτες της πόλης υποχρεώθηκαν ή ενθαρρύνθηκαν να μεταναστεύσουν στην Κωνσταντινούπολη. Η παρουσία τους εκεί ενίσχυσε τους καλλιτεχνικούς δεσμούς μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Περσίας και υπήρξε σημαντική για μερικά είδη τεχνολογίας και ειδικά των υφασμάτων. Η περσική επιρροή στη Βόρεια Ινδία συνδέθηκε με την ίδρυση της Αυτοκρατορίας των Μουγκάλ (Μογγόλων) το 1526 και μεγάλωσε εντυπωσιακά μετά την ανάρρηση στον θρόνο του αυτοκράτορα Άκμπαρ τριάντα χρόνια αργότερα. Οι Μουγκάλ αυτοκράτορες απέδιδαν Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 112/180
116 113 την καταγωγή τους στον Τσίνγκιζ Χαν και είχαν τα ανάλογα στρατιωτικά ενδιαφέροντα, αλλά η γλώσσα και η κουλτούρα τους ήσαν περσικές και προσέλκυσαν πολλούς Πέρσες τεχνίτες στο Δελχί και στην Άγκρα. Η οθωμανική Τουρκία, η Ινδία των Μουγκάλ και η Περσία έζησαν μια εποχή μεγάλης δύναμης και ευημερίας τον 16 ο αιώνα. Στην ξηρά, αν όχι στη θάλασσα, η Τουρκία υπήρξε η τρομερότερη στρατιωτική δύναμη στον κόσμο για το μεγαλύτερο μέρος του αιώνα. Και στις τρεις παραπάνω αυτοκρατορίες, τα πυροβόλα όπλα και άλλα όπλα πυρίτιδας αποτελούσαν σπουδαίο παράγοντα για την εδαφική τους επέκταση. Γι αυτόν τον λόγο, ο διακεκριμένος Αμερικανός ιστορικός του Ισλάμ Marshall Hodgson αναφέρθηκε στην Τουρκία και στην Περσία ως «αυτοκρατορίες της πυρίτιδας» και περιέλαβε στον όρο και την Ινδία των Μογγόλων. Η άποψη του ήταν ότι το πυροβολικό, τα φορητά όπλα και μερικές φορές οι ρουκέτες, όχι μόνο είχαν επιτρέψει σε αυτές τις αυτοκρατορίες να επεκταθούν, αλλά είχαν επίσης οδηγήσει σε πιο συγκεντρωτικές μορφές διακυβέρνησης. Αυτό οφειλόταν στο ότι η απόκτηση και ανάπτυξη των πυροβόλων απαιτούσε μεγαλύτερα μέσα και καλύτερη διοίκηση από ό,τι μπορούσαν να επιτύχουν οι τοπικοί ηγεμόνες. Όταν η διεξαγωγή του πολέμου εξαρτιόταν από τα αλόγα, οι ιδιοκτήτες γης και κοπαδιών προμήθευαν στις κυβερνήσεις τους πιο στοιχειώδεις στρατιωτικούς πόρους τους και αντιπροσώπευαν μιαν αριστοκρατία με υπολογίσιμη επιρροή. Όταν οι κυβερνήσεις προσανατολίστηκαν στις αγορές χαλκού και κασσίτερου, στον έλεγχο της κατασκευής όπλων και στη διατήρηση τακτικών μονάδων πεζικού εκπαιδευμένων στη χρήση φορητών όπλων, η παραδοσιακή ανώτερη τάξη έγινε λιγότερο σημαντική. Η έννοια της «αυτοκρατορίας της πυρίτιδας» έχει συζητηθεί από διάφορους ιστορικούς και φαίνεται ότι άσκησε την ίδια περίπου επιρροή με την ιδέα των «υδραυλικών πολιτισμών» του Wittfogel. Και οι δύο ιδέες αναφέρονται σε πλευρές της τεχνολογίας, των οποίων η χρήση επέδρασε ουσιαστικά σε κυβερνητικούς θεσμούς και κοινωνικές δομές. Αλλά, ενώ ο Hodgson προσδιόρισε την «αυτοκρατορία της πυρίτιδας» με κάποια προσοχή και χρησιμοποίησε τον όρο για να περιγράψει μια μικρή ομάδα ισλαμικών κρατών, άλλοι χρησιμοποίησαν τη φράση για να περιγράψουν όλες τις μείζονες αυτοκρατορίες του 16 ου αιώνα, των οποίων η επέκταση οφειλόταν στα όπλα. Παρ όλη την έλλειψη ακρίβειας, αυτή η διεύρυνση της βασικής ιδέας είναι χρήσιμη, γιατί φέρνει στην επιφάνεια την εντυπωσιακή επέκταση διαφόρων αυτοκρατοριών στην Ασία, συμπεριλαμβανόμενης και της Ρωσίας και της Κίνας. Η ιδέα της «αυτοκρατορίας της πυρίτιδας» δεν ταιριάζει πολύ στην περίπτωση της Ιαπωνίας (την οποία συζητάμε παρακάτω) ούτε της Ευρώπης και κρίνεται λανθασμένη, επειδή αποδίδει πάρα πολλά στον κατασκευαστικό μηχανολογικό παράγοντα και πολύ λίγα στο εκάστοτε θεσμικό πλαίσιο. Η οθωμανική Τουρκία, η Ινδία των Μογγόλων και η Περσία μπορούν εύλογα να ομαδοποιηθούν ως κράτη πυρίτιδας, όχι μόνο εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο χρησιμοποίησαν τα πυροβόλα, αλλά και εξαιτίας της ομοιότητας της κουλτούρας και των θεσμών τους ιδιαίτερα των στρατιωτικών θεσμών και της σχέσης τους με την αυλική ζωή των χωρών αυτών. Η εξέλιξη και διαμόρφωση των θεσμών σε άλλες αυτοκρατορίες εκείνης της εποχής δεν έφερε στην ίδια θέση υπεροχής τους στρατιωτικούς και, συνεπώς, δεν πρέπει να χαρακτηρίζονται και εκείνες τόσο αβασάνιστα με βάση την πυρίτιδα. Για παράδειγμα, όταν ο W. Η. ΜcΝeil χαρακτηρίζει την Κίνα ως αυτοκρατορία της πυρίτιδας, έχει στον νου του την κατάσταση μετά το 1644, όταν η δυναστεία των Μαντσού Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 113/180
117 114 ή των Κίνγκ (Τσίνγκ) ήρθε στην εξουσία. Η Κίνα τότε αντέδρασε στον δυτικό και στον ρωσικό ιμπεριαλισμό, κάνοντας χρήση των ισχυρών στρατευμάτων και των πυροβόλων της, για να κατοχυρώσει την παλαιά σύνδεσή της με το Θιβέτ και για να προσαρτήσει μεγάλο τμήμα του Ξινγιάνγκ και της Μογγολίας. Η κινέζικη επέκταση συνεχίστηκε μέχρι το 1700, όταν συνάντησε τα σταθερά επεκτεινόμενα σύνορα της Ρωσίας. Μια πρώτη συνθήκη που όριζε τα σύνορα των δύο χωρών υπογράφτηκε το Στη διάρκεια, όμως, του 16 ου και του 17 ου αιώνα, η Κίνα διέφερε ριζικά από τις ισλαμικές αυτοκρατορίες της πυρίτιδας. Οι ηγετικές ομάδες της δεν αποτελούσαν στρατιωτική τάξη, αλλά σώμα επαγγελματιών της διοίκησης, των οποίων τα ερασιτεχνικά ενδιαφέροντα ήσαν προσανατολισμένα στην ιδιοκτησία γης και στη φιλολογία. Έτσι, καθώς η χώρα έπρεπε να διατηρεί έναν μεγάλο στρατό, οι πολιτικοί αξιωματούχοι της φρόντιζαν να τον κρατούν πάντοτε υπό τον έλεγχό τους. Το ενδιαφέρον τους για τη γη και τη γεωργία τους ενέπνεε μια φορολογική πολιτική που μετρίαζε τις οικονομικές υποχρεώσεις συνεισφοράς των καλλιεργητών στα έξοδα εξοπλισμών. Οι άνθρωποι αυτοί ενθάρρυναν τις νεοφερμένες καλλιέργειες του αραβοσίτου και της γλυκοπατάτας από την Αμερική. Αλλά, περισσότερο από όλα, διάβαζαν. Λέγεται ότι το 1600 στην Κίνα τυπώνονταν περισσότερα βιβλία από όσα οπουδήποτε αλλού στον υπόλοιπο κόσμο. Η Κίνα, λοιπόν, δεν θα έπρεπε να συνδέεται με την πυρίτιδα, αλλά με την τυπογραφία, αν πρέπει να χαρακτηρίσουμε τις διάφορες αυτοκρατορίες σύμφωνα με την τεχνολογία πού χρησιμοποιούσαν περισσότερο οι ηγετικές ομάδες τους. Μια τελευταία παρατήρηση για την Κίνα και τη Ρωσία σε σχέση με τις ισλαμικές αυτοκρατορίες είναι ότι η εδαφική επέκτασή τους κατέστη δυνατή, επειδή υπήρχε κενό δύναμης στις στέπες της Κεντρικής Ασίας. Ο ρόλος των Μογγόλων νομάδων εξασθενούσε για πολλά χρόνια, ίσως εξαιτίας της μείωσης του πληθυσμού τους από την πανώλη, αλλά περισσότερο επειδή οι στρατιωτικές τους τακτικές εξακολουθούσαν να επικεντρώνονται στο άλογο και επειδή δεν χρησιμοποίησαν ποτέ αποτελεσματικά τα πυροβόλα όπλα. Έτσι, οι επεκτεινόμενες αυτοκρατορίες της Κίνας, της Περσίας και της Ρωσίας απέσπασαν σημαντικά τμήματα της άλλοτε Μογγολικής Αυτοκρατορίας. Τα πιο σημαντικά τα απέσπασε η Ρωσία, της οποίας το μεγαλύτερο ευρωπαϊκό τμήμα είχε ζήσει κάτω από την κατοχή των Μογγόλων. Ο «ταρταρικός ζυγός» είχε αποδειχτεί πολύ βαρύς για τη χώρα.... Κατασκευή πυροβόλων όπλων Μερικοί ιστορικοί αφήνουν να εννοηθεί ότι η ινδική επίδοση στην τεχνολογία της πυρίτιδας υπήρξε μηδαμινή. Παρατηρούν ότι πολλοί Τούρκοι και Ευρωπαίοι μισθοφόροι είχαν προσληφθεί από τους Ινδούς για την κατασκευή ή τον χειρισμό πυροβόλων όπλων, τα οποία είχαν εισαχθεί σε πολύ μεγάλους αριθμούς. Ασφαλώς, οι εισαγωγές ήταν αρκετά συχνές και υπήρξαν πολύ ουσιαστικά πεδία μεταφοράς τεχνολογίας από τους Τούρκους. Ένα μεγάλο μέρος, όμως, από τα πυροβόλα που χρησιμοποιούνταν στην Ινδία είχαν κατασκευαστεί στην ίδια τη χώρα, που είχε πραγματοποιήσει και καινοτομίες... Στην Ευρώπη, καθώς οι υψικάμινοι εξελίσσονταν αργά τον 15 ο αιώνα, ο χυτοσίδηρος χρησιμοποιήθηκε στην αρχή για σφαιρικά βλήματα για τα κανόνια. 127 Έτσι, οι Ολλανδοί 127 Το 1490, πραγματοποιήθηκαν στην Αγγλία μερικά πειράματα χύτευσης κανονιών, αλλά η παραγωγή τους σε μεγάλους αριθμούς δεν επιχειρήθηκε παρά μόνο το Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 114/180
118 115 πραγματοποίησαν τη μεταφορά της σχετικής τεχνολογίας στις χώρες με τις οποίες είχαν εμπορικές συναλλαγές, και συγκεκριμένα στη Σουηδία και στη Ρωσία στις δεκαετίες του 1570 και 1630 αντίστοιχα. 128 Σε σχέση με τα φορητά πυροβόλα, σημειώθηκαν στην Τουρκία, στο Ιράν και στην Ινδία μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες εξελίξεις. Από πολλές απόψεις, τις τρεις αυτές αυτοκρατορίες πυρίτιδας ένωνε μια μοναδική κουλτούρα τεχνολογίας με Τούρκους ή Πέρσες τεχνίτες που συχνά εργάζονταν στην Ινδία. Το 1740, μια μέθοδος παρασκευής χάλυβα με τήξη του μετάλλου επινοήθηκε στο Σέφιλντ της Αγγλίας από τον Benjamin Huntsman. Σύντομα χρησιμοποιήθηκε και στη Γαλλία μία παρεμφερής διαδικασία. Εμπόριο, υφάσματα και κεραμικά Ο C. G. F. Simkin έχει παρατηρήσει ότι οι χειροτεχνίες της Ινδίας και της Κίνας αποτελούσα τα δίδυμα βάθρα του ασιατικού εμπορίου. Τα βαμβακερά υφάσματα ήταν τα κυριότερα είδη εξαγωγής της Ινδίας, αλλά και σε αυτόν τον τομέα υπήρχε κοινότητα τεχνολογίας με το Ιράν και την Τουρκία. Επιπλέον, υπήρχαν μικρότερες χειροτεχνικές βιοτεχνίες στη Σρι Λάνκα, τη Βιρμανία, την Ταϊλάνδη και την Ιάβα, που απορροφούσαν ακατέργαστα εξαγώγιμα υλικά της Ινδίας (ακατέργαστο βαμβάκι και χρωστικές ουσίες), της Κίνας (μετάξι) και της Ιαπωνίας (χαλκό). Στα τέλη του 16 ου αιώνα, τα ευρωπαϊκά πλοία εκτελούσαν μεγάλο μέρος των θαλασσίων μεταφορών εμπορευμάτων, αλλά το μεγαλύτερο μέρος αυτών των εμπορικών ανταλλαγών διεξαγόταν μεταξύ ασιατικών χωρών. Οι εξαγωγές στην Ευρώπη ήταν μικρό μόνο ποσοστό αυτού του εμπορίου. Και η Ρωσία επίσης είχε εκτεταμένες εμπορικές συναλλαγές με τους Ασιάτες γείτονες της. Τον 17 ο αιώνα, υπήρχαν Ινδοί έμποροι στη Μόσχα και στο Αστραχάν και τα καραβάνια πηγαινοέρχονταν μεταξύ Μόσχας και Κίνας. Για να κατανοήσουμε τη βιομηχανική παραγωγή στις αυτοκρατορίες της πυρίτιδας, πρέπει να θυμηθούμε μια προηγούμενη αναφορά στο πώς οι κυβερνήσεις των διαφόρων χωρών αποκτούσαν μεγαλύτερη και πιο συγκεντρωμένη δύναμη επειδή απλώς διέθεταν όπλα πυρίτιδας. Σε πολλές περιπτώσεις, τομείς της βιομηχανικής παραγωγής βρίσκονταν επίσης κάτω από κυβερνητικό έλεγχο. Αιτία για αυτό δεν ήταν η επιθυμία προαγωγής του εμπορίου. Το ενδιαφέρον για την επίβλεψη της παραγωγής υφασμάτων και επίπλων υψηλής ποιότητας οφειλόταν στην επιθυμία των ηγεμόνων να διατηρούν μεγαλοπρέπεια στην αυλική ζωή τους. Η κατάσταση αυτή οδήγησε σε μία μορφή βιομηχανικής δραστηριότητας με χαρακτηριστικό της τα βασιλικά εργοστάσια ή καρχάνας στην Ινδία των Μουγκάλ και τα «αυτοκρατορικά εργαστήρια» στην οθωμανική Τουρκία. Σε τέτοιες χώρες, το σύστημα κυβερνητικής επίβλεψης, που λειτούργησε αρχικά στην παραγωγή οπλών για τον στρατό, εφαρμόστηκε και σε άλλα βιομηχανικά προϊόντα, όπως το μετάξι. Γνωρίζουμε μερικές τεχνικές λεπτομέρειες για τους αργαλειούς του 16 ου αιώνα, αλλά μπορούμε επίσης να συμπεράνουμε πολλά γι αυτούς από αργαλειούς που Το σχετικά χαμηλό κόστος ενδιέφερε πολύ τους Ολλανδούς, επειδή τους χρειάζονταν πάρα πολλά κανόνια από χυτοσίδηρο για τον εξοπλισμό του μεγάλου στόλου τους και για τη διεξαγωγή των πολέμων τους με την Ισπανία. 128 Το ρωσικό χυτήριο βρισκόταν στην Τούλα, στα νότια της Μόσχας, και τα πρώτα κανόνια που κατασκευάστηκαν εκεί ήταν κακής ποιότητας. Με τον καιρό, όμως, η κατασκευή κανονιών από χυτοσίδηρο έγινε σπουδαία βιομηχανία στη Ρωσία. Μετά από την ανάπτυξη μεταλλουργίας στα Ουράλια κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Μεγάλου Πέτρου, εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα. Μέχρι το 1715, περίπου κανόνια είχαν κατασκευαστεί στα χυτήρια της Ρωσίας. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 115/180
119 116 χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα στην Κίνα και, μέχρι πρόσφατα, στην Τουρκία και στο Ιράν....Πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν για τις πιθανές επιδράσεις των παραπάνω συνθηκών στον νεωτερισμό. Είχαν, όμως, γίνει και σημαντικές μεταναστεύσεις εργατών, συχνά με βασιλική διαταγή, όπως στα τέλη του 16 ου αιώνα, όταν Τούρκοι και Πέρσες στρατολογήθηκαν για να εργαστούν στην Ινδία. Αυτές οι μετακινήσεις οδήγησαν σε αξιόλογες τεχνολογικές εξελίξεις. Αν πάρουμε ως παράδειγμα τα βαμβακερά υφαντά και τις βαφικές μεθόδους, μολονότι η Ινδία ήταν μητέρα πολλών σημαντικών επεξεργασιών, οι τεχνικές σε άλλες χώρες είχαν αναπτυχθεί με διαφορετικούς τρόπους. 129 Φαίνεται ότι οι περισσότερες από αυτές τις τεχνικές ξεκίνησαν από την Ινδία πολύ νωρίς και διαδόθηκαν σε όλα τα μέρη όπου υφαίνονταν βαμβακερά υφάσματα. Στην Ιάβα, η διαδικασία κάλυψης σχεδίων με κερί για τη βαφή με λουλάκι έγινε η βάση των πασίγνωστων σχεδίων μπατίκ, τα οποία αποτυπώνονταν σε πολλούς άλλους χρωματισμούς. 130 Ο τεχνολογικός νεωτερισμός σε αυτές τις χειροτεχνίες ήταν αποτέλεσμα προσεκτικής παρατήρησης και κοπιαστικών δοκιμών και απέδωσε πολύ μικρές βελτιώσεις σε πολύ μεγάλη χρονική περίοδο. 131 Αισθάνεται κανείς τον πειρασμό να υποθέσει ότι αυτές οι εξελίξεις ήταν συμπτώματα των συνθηκών, κάτω από τις οποίες οι ριζοσπαστικές καινοτομίες αποθαρρύνονταν και μόνο βελτιώσεις στις λεπτομέρειες των διαφόρων τεχνικών πραγματοποιούνταν. Η αλήθεια είναι ότι η τεχνική πρόοδος στην Ινδία του 16 ου αιώνα είχε υποκινηθεί πολύ έντονα από την εμφάνιση των ευρωπαϊκών πλοίων και όπλων στην περιοχή. Σε εντυπωσιακά σύντομο χρονικό διάστημα, τα ινδικά οπλοστάσια άρχισαν να κατασκευάζουν πυροβόλα ποιότητας. Ταυτόχρονα, η εισροή Περσών υφαντουργών μπορεί να αναζωπύρωσε μερικές πλευρές της παραδοσιακής βιομηχανία βαμβακερών της Ινδίας. Η εξαγωγική της απόδοση στον 17 ο αιώνα και στην αρχή του 18 ου ήταν πραγματικά καταπληκτική Δύο χρωστικές ουσίες είχαν ιδιαίτερη σημασία: το λουλάκι (βαφική ινδικοφόρος) και το αλιζάρι (βαφικό ερυθρόδανο). 130 Σε ισλαμικές περιοχές της Δυτικής Αφρικής, όπου επίσης παράγονταν βαμβακερά υφάσματα, η βαφή με λουλάκι γινόταν σε πελώριους κάδους χωμένους στη γη. Στο Ιράν, το τύπωμα υφάσματος αναπτύχθηκε πολύ έντονα και, στην περίοδο των Μουγκάλ από το 1550 περίπου, οι Πέρσες ειδικευμένοι τεχνίτες μεταβίβασαν τις τεχνικές τους πάλι στην Ινδία, εισάγοντάς τες σε νέες περιοχές, όπου μέχρι τότε τα υφάσματα ζωγραφίζονταν στο χέρι. Η κατασκευή ξυλογραφικών πλακών ήταν χωριστή επαγγελματική δραστηριότητα, που περιλάμβανε καλλιτεχνική εργασία με τοξωτά δρέπανα χειρός (γούζες) και σκαρπέλα (σμίλες). Από το 1700, αν όχι πιο νωρίς, κέντρο αυτής της δραστηριότητας στην Ινδία ήταν το Άχμενταμπάντ με την ευνοϊκή θέση του για την εξυπηρέτηση των κέντρων εκτύπωσης υφασμάτων του Γκουτζαράτ. Στο μεταξύ, οι Τούρκοι τεχνίτες είχαν αφοσιωθεί στην προσπάθεια να αποδώσουν πιο έντονο το κόκκινο χρώμα του αλιζαριού και είχαν καταλήξει σε μία περίτεχνη διαδικασία με δεκάξι βασικά στάδια προετοιμασίας υφασμάτων, με τη χρήση λαδιού και τανίνης (δεψικού οξέος) καθώς και διαβρωτικής στύψης. Αυτή η διαδικασία παραγωγής του «κόκκινου της Τουρκίας» επίσης επέστρεψε στην Ινδία. 131 Κάτω από τέτοιες συνθήκες, ήταν δυνατό να συνυπάρχουν πολυάριθμες παραλλαγές βασικά παρόμοιων τεχνικών. Έτσι, σε ένα παλιό ιατρικό βιβλίο της περιόδου των Μουγκάλ που ανέφερε φυτικές χρωστικές ουσίες, ο συγγραφέας απαριθμούσε 77 διαφορετικές διαδικασίες για την απόδοση 45 αποχρώσεων χρωμάτων. Στη χαλυβουργία, καθώς και σε άλλα είδη τεχνολογίας, η συγκέντρωση εμπειρικών γνώσεων εκδηλώθηκε με παρόμοιο τρόπο σε πολλές λεπτομερειακές παραλλαγές τεχνικής και προϊόντων. 132 Υπήρχαν σημαντικές εξελίξεις και στην Περσική Αυτοκρατορία, όπου ο σάχης Αμπάς δεν ίδρυσε μόνο «βασιλικά εργοστάσια» στην περιφέρεια του Ισπαχάν. Ενθάρρυνε επίσης την υαλουργία και την αγγειοπλαστική, αποσκοπώντας στην εμπορική και πρακτική εκμετάλλευσή τους. Για πολλούς αιώνες παρασκευάζονταν εξαιρετικά κεραμικά στο Ιράν. Τα κεραμικά πλακάκια κατασκευάζονταν για την κάλυψη Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 116/180
120 117 Επειδή το Ιράν βρισκόταν πάνω στον παλαιό εμπορικό δρόμο της Κίνας, οι κινέζικες πορσελάνες που περνούσαν από εκεί δεν μπορούσαν παρά να αποσπάσουν το τοπικό ενδιαφέρον. Με τον καιρό, οι Πέρσες κατάφεραν να απομιμηθούν πολύ καλά μερικά κινέζικα είδη, όχι όμως και την πραγματική πορσελάνη. Αλλά και σ αυτόν τον τομέα, όπως και σε πολλούς άλλους, σε συνδυασμό με την απομίμηση υπήρξε και διάλογος. Η εφυάλωση (γκλασάρισμα) κυανού χρώματος του κοβαλτίου για τα κεραμικά ήταν περσική καινοτομία και, από το 1360, τα υλικά για την παρασκευή αυτού του είδους υαλώδους επίστρωσης εξάγονταν στην Κίνα. 133 Ιαπωνικά μουσκέτα Ενώ το εμπόριο της Κίνας με την Περσική Αυτοκρατορία ανθούσε, οι περιορισμοί και οι περικοπές, που είχε διατάξει η κυβέρνηση των Μινγκ τον 15 ο αιώνα σε όλες τις μορφές ναυτιλιακής δραστηριότητας, παραχωρούσαν στην πράξη το θαλάσσιο κινέζικο εμπόριο στα Ιαπωνικά πλοία, που συχνά και παράνομα πια εργάζονταν για λογαριασμό Κινέζων εμπόρων. Όταν, στη δεκαετία του 1530, οι Πορτογάλοι άρχισαν να παίρνουν στα χέρια τους το εμπόριο στην περιοχή, αναμείχτηκαν πολύ γρήγορα στην παράνομη διακίνηση εμπορευμάτων μεταξύ Κίνας και Ιαπωνίας. Οι πρώτοι τρεις Πορτογάλοι που επισκέφτηκαν την Ιαπωνία έφτασαν εκεί το 1542 ή 1543, με ένα σκάφος κινέζικης πλοιοκτησίας, το οποίο είχε παρασυρθεί από τους ανέμους. Οι ντόπιοι που συνάντησαν έδειξαν αμέσως ζωηρό ενδιαφέρον για τα ασυνήθιστα όπλα τους. Οι Πορτογάλοι επισκέπτες παρακλήθηκαν να κάνουν επίδειξη των μουσκέτων τους κι έπειτα τους ζητήθηκε να επιτρέψουν στους τοπικούς τεχνίτες να τα αντιγράψουν. Οι περιγραφές αυτής της περιπέτειας ενθάρρυναν τους Πορτογάλους να στείλουν ένα δικό τους πλοίο στην Ιαπωνία μετά από ένα ή δύο χρόνια. Το 1549, έφτασε στην Ιαπωνία ο ιεραπόστολος Φρανσίς Χαβιέρ, φέρνοντας μαζί του ένα ρολόι και μερικά δυτικά αστρονομικά βιβλία, που απέσπασαν μεγάλο ενδιαφέρον. Πριν τελειώσει ο αιώνας, οι Ιάπωνες τεχνίτες κατασκεύαζαν ρολόγια σε μικρούς αριθμούς. Στην αρχή αντέγραφαν εισαγόμενα δείγματα, αλλά αργότερα επινόησαν έναν ρυθμιστικό μηχανισμό διπλής διαφυγής που είχε σχεδιαστεί για να υπολογίζει τις άνισες ώρες πράγμα που αποτελούσε ιαπωνική ιδιομορφία στη μέτρηση του χρόνου της ημέρας και της νύχτας. Η παραγωγή ρολογιών και μουσκέτων αναπτύχθηκε ταχύτατα, επειδή η Ιαπωνία διέθετε τότε πια πολλούς τεχνίτες με μεταλλουργική πείρα και ικανότητες. Πολλές από τις βασικές τοίχων, είτε ως πλακάκια με αυτοτελή σχέδια, είτε τεμαχισμένα ως ψηφίδες. Πιο πρακτικής αξίας κεραμικά προϊόντα ήταν οι σωλήνες για αρδευτικά συστήματα και οι βαρείς πήλινοι δακτύλιοι για την ενίσχυση των τοιχωμάτων των σηράγγων τύπου κανάτ, όταν περνούσαν μέσα από μαλακά στρώματα γης. Η σπουδαιότητα αυτών των ενισχυτικών δακτυλίων μπορεί να αξιολογηθεί αν λάβουμε υπόψη πως, σύμφωνα με υπολογισμούς, περισσότερη από τη μισή ποσότητα νερού για άρδευση ή για αστική υδροδότηση στο Ιράν προερχόταν από τέτοιου είδους σήραγγες. Υπήρχαν ακόμη και μερικοί υπόγειοι υδρόμυλοι που είχαν κατασκευαστεί για την εκμετάλλευση της ροής του νερού των σηράγγων. 133 Στη δεκαετία του 1580, ο σάχης Αμπάς ενδιαφέρθηκε πολύ ζωηρά για την ενίσχυση της αγγειοπλαστικής βιοτεχνίας και, με δεδομένη την παλαιά διασύνδεση με την Κίνα, ήταν φυσικό το ότι σκέφτηκε να καλέσει τριακόσιους Κινέζους αγγειοπλάστες για να εκπαιδεύσουν τους τοπικούς τεχνίτες. Το εμπορικό δαιμόνιο του φάνηκε από το ότι ενθάρρυνε την εισαγωγή κινέζικης πορσελάνης με απώτερο σκοπό να προωθήσει μεγάλο μέρος της στην Ευρώπη. Με αυτόν τον τρόπο, οι Πέρσες έμποροι δεν είχαν ανάγκη από τις μεταφορικές υπηρεσίες της ευρωπαϊκής εμπορικής ναυτιλίας του Ινδικού Ωκεανού και καρπώνονταν το σύνολο των κερδών που διαφορετικά θα μοιράζονταν με τους Δυτικούς. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 117/180
121 118 μεθόδους τους κατάγονταν από την Κίνα, όπως άλλωστε και το μεγαλύτερο ποσοστό της αρχαιότερης ιαπωνικής τεχνολογίας. 134 Μια συμφωνία που εγκαινίαζε μια «μεγάλη ειρήνη» επιτεύχθηκε τελικά το , όταν ήρθε στην εξουσία το πρώτο από τα μέλη της οικογένειας Τοκουγκάουα που πήρε τον τίτλο του σογκούν του αντιβασιλέα που ασκούσε την πολιτική εξουσία στο όνομα του αυτοκράτορα. Για να εμποδίσουν τη συνέχιση των εμφυλίων ερίδων και πολεμικών συγκρούσεων, οι σογκούν της οικογένειας Τοκουγκάουα υιοθέτησαν μια ολόκληρη ποικιλία πολιτικών τεχνασμάτων και μέσων, όπως την υποχρέωση των τοπικών φεουδαρχών να στέλνουν συγγενείς τους ως ομήρους στην αυλή για να εξασφαλίζεται έτσι η νομιμοφροσύνη της οικογένειάς τους. 135 Στον βαθμό που η εμφάνιση των μουσκέτων υπήρξε ουσιαστικός παράγοντας για τον τερματισμό των «φεουδαρχικών πολέμων», επιτρέποντας στους Τοκουγκάουα να εδραιώσουν μια ισχυρή εθνική κυβέρνηση στη χώρα, η Ιαπωνία μπορεί πολύ εύλογα να συμπεριληφθεί στο σχήμα των άλλων «αυτοκρατοριών της πυρίτιδας». Αλλά διαφέρει από τις άλλες αυτοκρατορίες από διάφορες απόψεις και ιδιαίτερα εξαιτίας 134 Ωστόσο, υπήρχε μια ιδιαίτερη χαλυβουργική τεχνική (η «επεξεργασία Τατάρα»), που φαίνεται ότι αναπτύχθηκε στην Ιαπωνία για την αξιοποίηση σιδηρούχων αμμοχάλικων που βρίσκονταν εκεί. Αυτές οι πρώτες ύλες τήκονταν σε ένα χαμηλό και ορθογώνιο καμίνι, που γέμιζε με «σιδηρούχο άμμο» και κρατιόταν αναμμένο για τρεις ημέρες, με συνεχή εισροή αέρα από χειροκίνητους φυσητήρες που τον συμπίεζαν προς το εσωτερικό του. Όταν η διαδικασία αυτή κρινόταν ολοκληρωμένη, άφηναν το καμίνι να κρυώσει, έσπαζαν τα τοιχώματα του και αποκάλυπταν μιαν ανώμαλη μάζα σιδήρου. Η μάζα ήταν ποιοτικά ανόμοια διότι μόνο στο κέντρο του καμινιού αναπτυσσόταν αρκετή θερμοκρασία για να λιώσει τελείως το περιεχόμενό του. Στη συνέχεια, η μάζα συντριβόταν σε μικρά κομμάτια και η πείρα των ειδικευμένων τεχνιτών τους επέτρεπε να διακρίνουν τους διάφορους τύπους σιδήρου με το μάτι και να τους ξεχωρίσουν για σφυρηλάτηση ή για χύτευση. Οι τυπικές αναλογίες μιας τέτοιας διαδικασίας ήταν 1,7 τόνος χυτοσιδήρου για χελώνες, που διακρινόταν εύκολα εξαιτίας της ευθραυστότητας του, 0,8 τόνος ατσάλι και ίδια περίπου ποσότητα μαλακού σιδήρου που μπορούσε να σφυρηλατηθεί σε ράβδους. Από το 1600 και στους τρεις αιώνες που ακολούθησαν, το μεγαλύτερο μέρος σιδήρου και χάλυβα παρασκευάστηκε στην Ιαπωνία με αυτόν τον τρόπο. Σημαντικό ποσοστό της παραγωγής ατσαλιού της Ιαπωνίας χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή σπαθιών, τα όποια έγιναν περιώνυμα για την εξαιρετική τους ποιότητα. Ήταν εφάμιλλα των καλυτέρων «δαμασκηνών λεπίδων» και μερικά από αυτά εξάγονταν. Γι αυτόν τον λόγο, υπήρχαν πολλοί τεχνίτες με την κατάλληλη ικανότητα και πείρα που απαιτούσε η κατασκευή πυρο βόλων όπλων και πρέπει επίσης να προστεθεί ότι πολλοί Ιάπωνες είχαν κάθε λόγο να επιθυμούν να ανοίξουν κερδοφόρα οπλουργικά εργαστήρια, επειδή η χώρα μαστιζόταν επί πολλά χρόνια από πολιτική αναστάτωση και οι διάφοροι τοπικοί φεουδάρχες εξόπλιζαν και διατηρούσαν ιδιωτικούς στρατούς, οι οποίοι συχνά εμπλέκονταν σε εμφύλιους πολέμους. 135 Οι σογκούν ανησυχούσαν επίσης πολύ για τις πιθανές ανατρεπτικές επιδράσεις παραγόντων όπως οι ιεραπόστολοι, τους οποίους είχαν θέσει εκτός νόμου, και οι Ευρωπαίοι έμποροι που με τον καιρό αποκλείστηκαν από τη χώρα (εκτός από τους Ολλανδούς, στους οποίους επετράπη για τις συναλλαγές τους μόνο μία μικρή περιοχή σε μια νησίδα στο λιμάνι του Ναγκασάκι). Στο μεταξύ, η οικονομία ανθούσε. Η αποξήρανση των ελών διπλασίασε το καλλιεργήσιμο έδαφος. Εισήχθησαν νέες καλλιέργειες, όπως του καπνού. Η παραγωγή ρυζιού είχε αυξηθεί κατά 30% πριν από το 1700, είχε βελτιωθεί η άρδευση με διώρυγες και είχε μεταβιβαστεί από την Κίνα υδραυλική τεχνολογία καθώς και ποδοκίνητες μηχανές ανύψωσης νερού. Η παραγωγή υφασμάτων είχε επίσης μεγαλώσει με την κλωστοϋφαντουργική δραστηριότητα κυρίως ως οικοτεχνική δραστηριότητα. Περισσότερη γη είχε διατεθεί για την καλλιέργεια βαμβακιού και λουλακιού (βαφικής ινδικοφόρου). Περισσότερες μουριές φυτεύονταν για την υποστήριξη της επέκτασης της σηροτροφίας. Η εκμετάλλευση ορυχείων αυξανόταν σταθερά και πολύς χαλκός και άργυρος εξαγόταν στην Κίνα για την κοπή νομισμάτων. Ολλανδικά πλοία εμπορεύονταν χαλκό στην Ινδία για την κατασκευή μπρούντζινων ή χάλκινων κανονιών και μετέφεραν και στη χώρα τους σημαντικές ποσότητες αυτών των μετάλλων για τη χύτευση πυροβόλων. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 118/180
122 119 της λιγότερο συγκεντρωτικής μορφής της κυβερνητικής εξουσίας της. Η εθνική ενότητα δεν σήμαινε εθνική γραφειοκρατία κινέζικου τύπου και οι φεουδάρχες εξακολουθούσαν να έχουν σημαντική δύναμη στις ιδιαίτερες επαρχίες τους. Πρέπει επίσης να τονιστεί πως, μολονότι είχε απαγορευτεί στους Ευρωπαίους εμπόρους (εκτός από τους Ολλανδούς) να συναλλάσσονται με την Ιαπωνία, οι θαλάσσιες εμπορικές συναλλαγές κυρίως με την Κορέα και την Κίνα ήταν αξιόλογες και συντηρούσαν μια ευημερούσα τάξη εμπόρων. Επιπλέον, η επιτυχία αυτής της εμπορικής δραστηριότητας δεν αναχαιτιζόταν, όπως πολλές φορές στην Τουρκία ή στην Ινδία των Μουγκάλ, από βαριά φορολογία για την εξασφάλιση πόρων για στρατιωτικές επιχειρήσεις, ούτε από τη μεταφορά εμπείρων παραγωγικών τεχνιτών σε μη κερδοφόρα βασιλικά εργοστάσια. Ακόμη, αντίθετα από τις άλλες «αυτοκρατορίες της πυρίτιδας», η Ιαπωνία των Τοκουγκάουα διατηρούσε τους στρατιωτικούς θεσμούς της σε αυστηρά περιορισμένα όρια και προξενεί κατάπληξη το γεγονός ότι η παραγωγή όπλων υπήρξε ένας τεχνολογικός κλάδος που αποτελματώθηκε ή και παρήκμασε μετά το Έννοιες στην τεχνολογία, Εξελίξεις στην Τυπογραφία Η πληρέστερη εργασία για την τυπογραφία στην Ασία υπάρχει στο Paper and Printing του Τσιεν Τσουέν Χσουΐν, στον τόμο V (part 1), Science and Civilization in China, 1985, J. Needham, & D. Chibbett, 1977, The History of Japanese Printing and Book Illustration. Η τεχνική της τυπογραφίας είχε αποφασιστική σημασία για πολλούς άλλους κλάδους της τεχνολογίας, εξαιτίας του ρόλου της στη διάδοση πληροφοριών και ιδεών. Αλλά, ενώ όλα τα μεγάλα βασίλεια και οι αυτοκρατορίες της Ασίας κατασκεύαζαν πυροβόλα όπλα ήδη από το 1600, η τυπογραφία δεν είχε ακόμη υιοθετηθεί στις ισλαμικές χώρες. Το γεγονός φαίνεται παράξενο γιατί η τεχνική ήταν γνωστή σε εκείνες τις περιοχές από το 1294, όταν Κινέζοι τυπογράφοι χρησιμοποιήθηκαν στο Ιράν για τη χάραξη και παραγωγή χαρτονομισμάτων με σκοπό την πειραματική έκδοση χάρτινου χρήματος. Παρ όλη την ευημερία και την άνθηση των τεχνών στον 16 ο αιώνα, η τυπογραφία δεν είχε ακόμη υιοθετηθεί εκεί. Μια αιτία γι αυτό ήταν πως η ζήτηση για βιβλία αντιμετωπιζόταν επαρκώς από τα χειροποίητα αντίγραφα και, από την άλλη πλευρά, συνέβαλε σ αυτό και η αντίδραση των συντηρητικών θρησκευτικών κύκλων. Πιστευόταν έργο ευλαβικό να κάνει κανείς με τα χέρια του ένα νέο αντίγραφο του Κορανίου και η καλλιγραφία εθεωρείτο καλή τέχνη. Στην Τουρκία, πολλοί εξέχοντες άνθρωποι ακόμη και βεζίρηδες ή και σουλτάνοι αντέγραφαν το Κοράνιο γι αυτόν τον λόγο κι ένας επαγγελματίας καλλιγράφος ήταν σε θέση να κάνει 50 περίπου αντίγραφα στη ζωή του. Για την ίδρυση του πρώτου τουρκικού τυπογραφείου και τη χρησιμοποίηση του για την εκτύπωση μεταφράσεων δυτικών βιβλίων, χρειάστηκε η αποφασιστική πρωτοβουλία ενός μεταρρυθμιστή βεζίρη. Στην Ινδία, οι Πορτογάλοι εγκατέστησαν ένα τυπογραφείο στην Γκόα, όπου τυπώθηκε βιβλίο στη γραφή των Ταμίλ το Αλλά, η αριστοκρατική κοινωνία του τόπου δεν έδειξε ενδιαφέρον. Και σ αυτή την περίπτωση, αιτία ήταν ως ένα σημείο το γεγονός πως το σύνολο των βιβλίων, που απορροφούσε μια αριθμητικά μικρή λόγια τάξη, παρασκευαζόταν σε συμφέρουσες τιμές από πολυάριθμους επαγγελματίες καλλιγράφους. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 119/180
123 120 Θα μπορούσε κανείς να περιμένει διαφορετική κατάσταση στη Ρωσία, αλλά, παρά το γεγονός ότι η τυπογραφία έκανε την εμφάνιση της εκεί το 1524 με τη βοήθεια Δανών τεχνιτών, η χρήση της αξιοποιήθηκε κυρίως από την εκκλησία για την παραγωγή υλικού περιορισμένης ποικιλίας. Η αντίθεση ανάμεσα στην ταχεία αποδοχή πυροβόλων όπλων και τη βραδεία υιοθέτηση της τυπογραφίας σ αυτές τις χώρες έχει ιδιαίτερη σημασία. Το πυροβόλο εξυπηρετούσε τις βλέψεις των υπαρχουσών ηγετικών ομάδων οι όποιες τότε απαρτίζονταν κυρίως από επίλεκτες στρατιωτικές προσωπικότητες διότι τους εξυπηρετούσε στην εδραίωση τής εξουσίας τους ή στην επέκταση των συνόρων τους. Όμως, η κατάσταση στην Κίνα ήταν πολύ διαφορετική. Την αυτοκρατορική δημόσια υπηρεσία επάνδρωνε μια αριστοκρατία λογίων, της οποίας τα μέλη ενδιαφέρονταν για τις τέχνες, τη φιλοσοφία του Κομφούκιου και τα αγροκτήματά τους. Οι ανάγκες τους για βιβλία ήταν ακόρεστες και υποκίνησαν καινοτομίες, όπως η έγχρωμη τυπογραφία. Οι πρώτες εκδόσεις με χρωματιστή εικονογράφηση παρασκευάστηκαν στην Κίνα κατά την δεκαετία του Για την εκτύπωσή τους χρησιμοποιήθηκε ένα σύστημα πέντε χρωμάτων. Όμως, πειράματα εκτύπωσης με δύο χρώματα (κόκκινο και μαύρο) είχαν γίνει ήδη από το Παρόλο που ο προφορικός λόγος τους διέφερε πάρα πολύ, η Κορέα και ή Ιαπωνία χρησιμοποιούσαν βασικά τους ίδιους με την Κίνα γραπτούς χαρακτήρες και, έτσι, η τελευταία έκανε εξαγωγή τυπωμένων βιβλίων στις δύο χώρες. Στην Κορέα, υπήρχαν τυπογραφικά εργαστήρια που λειτουργούσαν από πολλά χρόνια, αλλά, στην Ιαπωνία, η ξυλοτυπία γινόταν μόνο στα βουδιστικά μοναστήρια. Γύρω στο 1590, ιησουίτες ιεραπόστολοι έφεραν ένα πιεστήριο δυτικού τύπου, με κινητά τυπογραφικά στοιχεία. Αυτό ενθάρρυνε την ίδρυση εμπορικών καταστημάτων τυπογραφίας, τα οποία δεν ήσαν εξαρτημένα από τα μοναστήρια. Ένα μέρος του εξοπλισμού και των τυπογραφικών στοιχείων αποκτήθηκε από την Κορέα μετά από μια εισβολή το 1592 κι έτσι στοιχειοθετήθηκαν τα πρώτα κλασικά βιβλία τής κοσμικής (μη θρησκευτικής) ιαπωνικής φιλολογίας, που μέχρι τότε είχαν αγνοηθεί από τους βουδιστές τυπογράφους. Μέχρι το 1640, όμως, τα κινητά τυπογραφικά στοιχεία, τόσο της κορεατικής, όσο και της δυτικής ποικιλίας είχαν πέσει σε αχρηστία. Οι Ιάπωνες τυπογράφοι είχαν στραφεί στην ξυλοτυπία. Τα κινητά τυπογραφικά στοιχεία δεν εξυπηρετούσαν το πολύ ελεύθερο σχήμα βιβλίων ενός μεγάλου μέρους της λαϊκής φιλολογίας. Αλλά, μεγαλύτερη σπουδαιότητα από τις χρησιμοποιούμενες τυπογραφικές μεθόδους είχε το γεγονός ότι παρασκευάζονταν στην Ιαπωνία τα νέα βιβλία για τεχνικά θέματα, που συμπεριλάμβαναν έργα για την πλοήγηση (1618) και για τα μαθηματικά (στη δεκαετία του 1620). Σε μερικά από αυτά τα βιβλία, χρησιμοποιούταν σε περιορισμένο βαθμό η κινέζικη μέθοδος έγχρωμης εκτύπωσης, επειδή απέδιδε σαφέστερα διαγράμματα. Η εκτύπωση βιβλίων τέχνης και έγχρωμων εικόνων απέκτησε πολύ μεγαλύτερη σημασία στην Κίνα και στην Ιαπωνία μετά το Κατά τον 16ο και 17ο αιώνα, τυπώθηκαν και στην Κίνα μερικά καλά τεχνικά βιβλία για θέματα όπως τα πυροβόλα όπλα και η τήξη των μετάλλων, αλλά αποτελούν μικρό μόνο μέρος τής συνολικής παραγωγής βιβλίων. Μερικοί ιστορικοί έχουν διατυπώσει την άποψη ότι η κομφουκιανή ηγετική τάξη δεν ενδιαφερόταν για τα μαθηματικά ή για τα φυσικά φαινόμενα και ότι τέτοια θέματα ασφαλώς συγκέντρωναν λιγότερη προσοχή εκεί από ό,τι στην Ιαπωνία. Υπήρχε, ίσως, κάποια βασικά πραγματιστική τάση να αναζητείται η επίλυση πρακτικών προβλημάτων με μέσο την καλή οργάνωση και αποτελεσματική διακυβέρνηση. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 120/180
124 121 Η τεχνολογία είχε αφεθεί στους τεχνίτες και στους επιχειρηματίες. Αυτή η στάση προς τα πράγματα πρέπει να φαινόταν απόλυτα δικαιολογημένη καθώς η Κίνα διέθετε ισχυρή οικονομία με αυξανόμενη αγροτική παραγωγή και πολλές ανθηρές βιομηχανίες (υφαντουργία, κεραμική, μεταλλουργία και, βέβαια, τυπογραφία). Ο λόγος, όμως, που ώθησε τους ιστορικούς να συζητούν για «στασιμότητα» στην κινέζικη επιστήμη και τεχνολογία ήταν πως εκείνη την περίοδο εξελισσόταν η επιστημονική επανάσταση στην Ευρώπη και ήταν επίσης περίοδος ραγδαίας ανάπτυξης για τα ευρωπαϊκά όπλα, πλοία και στρατιωτικές τεχνικές. Μια ιεραποστολή Ιησουϊτών στο Πεκίνο κρατούσε τις κινέζικες αρχές ενήμερες γι αυτά τα θέματα και τους πρόσφερε ακόμη και κάποιο μέτρο οπλουργικής εμπειρογνωμοσύνης κατά την περίοδο κρίσης, που οδήγησε στην πτώση της δυναστείας των Μινγκ το Ωστόσο, ανάλογη επιστημονική κίνηση δεν αναπτύχθηκε στην Κίνα. Για να εκτιμήσουμε τα θέματα που εγείρονται από αυτό, είναι αναγκαίο να αποσαφηνίσουμε τους τρόπους, με τους οποίους μπορεί η επιστημονική επανάσταση να συνέβαλε στα τεχνολογικά πλεονεκτήματα που εξασφάλισε αργότερα η Δύση σε σύγκριση με άλλους πολιτισμούς. Αυτό το κεφάλαιο υποστηρίζει την άποψη πως εκείνο που είχε ουσιαστική σημασία δεν ήταν κάποια ιδιαίτερη ανακάλυψη η εφεύρεση, αλλά, μάλλον, μια σειρά νέων μεθόδων επεξεργασίας τεχνικών πληροφοριών και διατύπωσης τεχνολογικών (και διοικητικών) ιδεών με τη χρήση ανάλυσης που βασιζόταν στη μέτρηση, στην ταξινόμηση δεδομένων, στην κατάταξη ή υποδιαίρεση, ή ακόμη και στην χρησιμοποίηση σχεδιασμάτων και φυσικών μοντέλων. Τροχοπεδισμένα τεχνικά συστήματα; Μια δυτική καινοτομία, της οποίας η υιοθέτηση σε άλλες κουλτούρες έχει προκαλέσει ιδιαίτερα σχόλια από διάφορους ιστορικούς, είναι το εκκρεμές ρολόι. Ενώ τα ρολόγια που λειτουργούσαν με νερό ήσαν ακόμη σε χρήση στην Κίνα και στην Ινδία, η Ιαπωνία ήταν η μοναδική ασιατική χώρα όπου κατασκευάζονταν ρολόγια δυτικού τύπου τον 17 ο αιώνα και όπου διαμορφώνονταν νέα σχέδια. Η απουσία εργαστηρίων ωρολογοποιίας σε άλλα μέρη αναφέρεται μερικές φορές ως ένδειξη της στασιμότητας τής ασιατικής τεχνολογίας, εξαιτίας τροχοπεδισμένων τεχνικών συστημάτων, όπως τα περιγράφει ο B. Gille, 1986, The History οf Techniques, t. I, p Εκ πρώτης όψεως, τέτοια περιγραφή δεν έχει νόημα. Σε μεγάλο μέρος της Ασίας, η τεχνολογική εξέλιξη συνεχιζόταν αδιάκοπα, όπως στον τομέα της ναυπηγικής και της υφαντουργίας στην Ινδία και σε ένα ευρύ φάσμα κινέζικων βιομηχανιών που έχουν ήδη συζητηθεί. Επίσης, μπορεί κανείς να αναφέρει ξεχωριστές εφευρέσεις, όπως η έγχρωμη τυπογραφία και η εισαγωγή νέων καλλιεργειών, για παράδειγμα, του αραβοσίτου και της γλυκοπα τάτας. Σε μια μεγαλύτερη χρονική περίοδο που κορυφώθηκε γύρω στο 1650, νέοι εξοπλισμοί παρουσιάστηκαν στην κινέζικη υφαντουργία για την αντιμετώπιση της αυξημένης χρησιμοποίησης βαμβακιού στη θέση άλλων ινών (κάνναβης και ραφίας). Μηχανήματα, που είχαν χρησιμοποιηθεί για την επεξεργασία άλλων ινών, αχρηστεύτηκαν ή προσαρμόστηκαν στην εξυπηρέτηση άλλων σκοπών. Οι μηχανές που πήραν τη θέση τους περιλάμβαναν τον εκκοκιστήρα βαμβακιού, μια νέα κλωστική μηχανή με τρία αδράχτια και κυλίνδρους λείανσης του υφάσματος Η λείανση λέγεται καλαντράρισμα και εφαρμοζόταν σε μεγάλες επιχειρήσεις, που ειδικεύονταν στην τελική επεξεργασία ή «φινίρισμα» υφασμάτων. Σε μια περιοχή όπου υπήρχε συγκέντρωση αυτής της δραστηριότητας, ο αριθμός των απασχολούμενων στη βιομηχανία καλαντραρίσματος αυξήθηκε από Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 121/180
125 122 Από αυτές τις απόψεις, λοιπόν, είναι σαφές πως το τεχνικό σύστημα της Κίνας δεν ήταν τροχοπεδισμένο. Οι εφευρέσεις και οι επεκτάσεις συνεχίζονταν και ανταποκρίνονταν αποτελεσματικά στις πιέσεις που ανέκυπταν λόγω έλλειψης πόρων (πράγμα που ενθάρρυνε την καινοτομία) και από τον ολοένα μεγαλύτερο αριθμό εργατών, που ήταν περιοριστικός για τη χρησιμοποίηση μηχανημάτων, που θα μπορούσαν να εξοικονομήσουν δύναμη εργασίας. Παρ όλα αυτά, μπορεί να δικαιολογηθεί κατά έναν τρόπο μια έννοια «τροχοπέδησης», ικανής να αναχαιτίσει την εξέλιξη της τεχνολογίας ορισμένων πολιτισμών σε σύγκριση με άλλους, επειδή, στην περίπτωση πολλών τομέων τεχνικής, υπάρχει όριο στις βελτιώσεις που είναι δυνατό να επιτύχουν μόνες οι μέθοδοι τεχνιτών. Για παράδειγμα, είναι γνωστό πως οι χρωστικές ουσίες, οι οποίες παρασκευάζονται από αλιζάρι που φύεται σε ασβεστούχο έδαφος, δίνουν ιδιαίτερα βαθιά απόχρωση κόκκινου. Παραδοσιακά και χωρίς να υπάρχουν οι αναγκαίες γνώσεις σχετικά με το ασβέστιο και τις επιδράσεις του, οι τεχνικές προσαρμόζονταν εμπειρικά στα διάφορα είδη αλιζαριού, ώστε να επιτυγχάνεται η επιθυμητή απόχρωση. Αλλά, η εμπειρική εξέλιξη με αυτούς τους όρους μπορούσε να φτάσει ως ένα σημείο, πέρα από το οποίο η πρόοδος τροχοπεδιζόταν από την έλλειψη θεωρητικής αντίληψης. Αυτό το είδος τροχοπέδησης ήταν δυνατό να εμφανιστεί και στη μεταλλουργία ή στον σχεδιασμό μηχανημάτων, και ο τρόπος παράκαμψής της εξαρτιόταν συνήθως από τη σαφέστερη ανάλυση μιας διαδικασίας, ώστε να διαμορφωθεί μια αντίληψη των παραγόντων της. Για να επιτευχθεί αυτό, συχνά ήταν αναγκαίο να καταγραφούν τα δεδομένα της, να πραγματοποιηθεί χημική ανάλυση ή να σχεδιαστεί στο χαρτί ένας μηχανισμός. Το πλεονέκτημα που πρόκυψε έγινε ορατό στη δεκαετία του 1740, μετά την εισαγωγή τής τουρκικής μεθόδου βαφής με αλιζάρι στη Γαλλία. Ο Γάλλος χημικός Duhamel De Morceau γρήγορα αναγνώρισε τον ρόλο του οξειδίου του ασβεστίου στην παρασκευή του κόκκινου χρώματος κι έτσι δημιούργησε πιο συγκεκριμένη βάση προτάσεων για βελτιώσεις. Στην κατασκευαστική και μηχανολογική τεχνολογία, μια ανάλογη διαδικασία ανάλυσης και εννοιολογικής αντίληψης συχνά εξαρτιόταν από τις μετρήσεις και τον σχεδιασμό υπό κλίμακα. Η τελευταία αυτή τεχνική λέγεται ότι «εφευρέθηκε» από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Filippo Brunelleschi λίγο πριν από το Είναι βέβαιο ότι από τότε περίπου οι αρχιτέκτονες και οι χαρτογράφοι επεξεργάζονταν σχέδια υπό κλίμακα και ότι τους μιμήθηκαν πολύ σύντομα οι ναυπηγοί, όπως ό Άγγλος Matthew Baker. Μια άλλη τεχνική για τον σχεδιασμό πλοίων ήταν η κατασκευή τρισδιάστατων υποδειγμάτων (μοντέλων υπό κλίμακα) και ο μεγάλος Ιταλός μαθηματικός Γαλιλαίος έγραψε σχετικά με την αντοχή των υποδειγμάτων, σε σύγκριση με τις κατασκευές φυσικού μεγέθους. Αυτό συνέβη το 1638 και έδωσε άλλη μια αναλυτική προσέγγιση. Η θεωρία του Γαλιλαίου χρησιμοποιήθηκε κατά καιρούς (στις δεκαετίες του 1670 και του 1790), όταν πραγματοποιήθηκαν δοκιμές με μοντέλα σωλήνων, δοκών και γεφυρών για να εφαρμοστούν τα αποτελέσματα σε κατασκευές φυσικού μεγέθους. Σ αυτό το κεφάλαιο τονίζεται η τυπογραφία, επειδή η διαθεσιμότητα των βιβλίων υπήρξε ένα από τα ερεθίσματα της ανάπτυξης συνηθειών αφηρημένης σκέψης, συχνά γύρω στο 1700, σε το 1730 και οι άλλοι τομείς στις μονάδες παραγωγής βαμβακερών αυξήθηκαν αντίστοιχα. Στη μεταξουργία, εξελιγμένοι αργαλειοί για την ύφανση πολύπλοκων σχεδίων ήταν σε κοινή χρήση στην περίοδο των Μινγκ και συνδέονταν μάλλον με παρόμοιους αργαλειούς της Περσίας. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 122/180
126 123 αναλυτικής, στην Κίνα και στην Ιαπωνία, όσο και στη Δύση. Αλλά, ενώ υπήρχαν πολλοί Ευρωπαίοι του 17 ου αιώνα, οι οποίοι εφάρμοζαν αυτό το είδος ανάλυσης σε προβλήματα χαρτογραφίας ή μηχανισμών σε τροχούς, μοχλούς και χημικές ουσίες, εκείνοι που είχαν τις ίδιες ροπές σκέψης στην Κίνα τις εφάρμοζαν στην ανάλυση τεκμηριωμένων ενδείξεων ή γλωσσολογικών προβλημάτων. Ένα σύμπτωμα αυτών των διαφορετικών προσανατολισμών ήταν η στάση προς τα ρολόγια. Στη Δύση, θεωρήθηκαν εξαιρετικά σημαντικά, επειδή παρίσταναν πολύπλοκες κινήσεις των πλανητών με τη μορφή υποδειγμάτων (μοντέλων) με απλά μέρη. Υπάρχει, όμως, διαφορά ανάμεσα στα μοντέλα ως άμεσες αναπαραστάσεις υλικών αντικειμένων και ως σύμβολα κάποιας βαθύτερης πραγματικότητας. Θεωρούμενο ως υπόδειγμα, το ρολόι ενθάρρυνε την κατασκευή άλλων μηχανικών μοντέλων, από τα οποία μερικά ήσαν απλώς παιγνίδια με μηχανισμό ρολογιού και με προορισμό τη διασκέδαση του κατόχου τους. Θεωρούμενο ως σύμβολο, το ρολόι αντιπροσώπευε την ενισχυόμενη πεποίθηση ότι το σύμπαν διεπόταν από κάποια μορφή μηχανικής τάξης. Αυτό ενθάρρυνε τους ανθρώπους να αντιλαμβάνονται τις φυσικές διαδικασίες με βάση μαθηματικές σχέσεις που ήσαν γνωστές ως εφαρμόσιμες σε μηχανές, όπως τα ρολόγια. Το διανοητικό ενδιαφέρον για τα αστρονομικά ρολόγια στην Κίνα και στον ισλαμικό κόσμο τον 11 ο και τον 12 ο αιώνα αναφέρθηκε στο κεφάλαιο 2 και μπορούμε να το θεωρήσουμε ως ένδειξη πως γίνονταν ήδη προσπάθειες για τη διαμόρφωση κάποιας έννοιας μιας «μηχανικής τάξης». Και στους δυο αυτούς πολιτισμούς υπήρχαν τότε ταυτόχρονες σημαντικές εξελίξεις στα μαθηματικά και ειδικά με την τριγωνομετρία και την άλγεβρα στον ισλαμικό κόσμο. Αλλά μέχρι το 1601, όταν ο ιησουΐτης Ιερέας Matteo Ricci παρουσίασε ένα ευρωπαϊκό ρολόι στον Κινέζο αυτοκράτορα, η φιλολογική και γεωργική έμφαση στην κινέζικη κουλτούρα ήταν τόσο ισχυρή, ώστε, όπως σημείωσε ο Ρίτσι, κανένας άνθρωπος με ουσιαστικές ικανότητες δεν ασχολήθηκε με τα μαθηματικά και καμιά νέα εργασία δεν πραγματοποιήθηκε. Τα σπουδαία ρολόγια που είχαν κατασκευαστεί πριν από το 1100 δεν υπήρχαν πια και μαζί τους είχαν ξεχαστεί και οι σκέψεις που κρύβονταν πίσω από αυτά. Έτσι, τα ευρωπαϊκά ρολόγια που εισάγονταν τώρα δεν αναγνωρίζονταν ως σύμβολα συνδεδεμένα με κοσμολογικές ιδέες. Απλώς συλλέγονταν μαζί με άλλα νεοτεριστικά προϊόντα σαν «περίπλοκα αξιοπερίεργα». Ο Κινέζος συγγραφέας που χρησιμοποίησε αυτή τη φράση τα χαρακτήρισε «ελκυστικά για τις αισθήσεις», αλλά πρόσθεσε ότι «δεν ικανοποιούν καμιά βασική ανάγκη». Έχει σημασία το γεγονός ότι η αστρονομία υπήρξε ισχυρό ερέθισμα γι αυτό το είδος εργασίας και ότι τα αστεροσκοπεία υπήρξαν τα πιο χαρακτηριστικά ιδρύματα για τη διάδοση των ιδεών για τα μαθηματικά, τα ρολόγια και μερικούς τύπους τεχνικού σχεδίου (ιδιαίτερα των χαρτών υπό κλίμακα). Σε προηγούμενα κεφάλαια, σημειώσαμε την ύπαρξη αστεροσκοπείων στην Ινδία, στον ισλαμικό κόσμο και στην Κίνα. Η συζήτηση για τους λόγους που οι μηχανισμοί ρολογιών ή τα μαθηματικά δεν αναπτύχθηκαν τόσο ζωηρά στην Ασία, όσο στην Ευρώπη, συνδέεται με το ερώτημα γιατί τα περισσότερα από αυτά τα αστεροσκοπεία καταστράφηκαν ή εγκαταλείφτηκαν στην περίοδο των νομαδικών εισβολών. Στη διάρκεια του 16 ου αιώνα και πιθανότατα της βασιλείας του Ακμπάρ, το αρχαίο παρατηρητήριο του Μπενάρες αναστηλώθηκε. Αργότερα, με την επίδραση της ευρωπαϊκής αστρονομίας, κατασκευάστηκαν ή επανεξοπλίστηκαν και άλλα παρατηρητήρια στην Ινδία και την Κίνα. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 123/180
127 124 Μεταξύ 1575 και 1577, υπήρξε στον ισλαμικό κόσμο μια μικρή αλλά σημαντική αναζωογόνηση του ενδιαφέροντος για τις φιλοσοφικές πλευρές των ρολογιών, για τα σχέδια και για τα μαθηματικά, όταν ιδρύθηκε ένα αστεροσκοπείο στην Κωνσταντινούπολη. Δεν ήταν μόνο εξοπλισμένο με αστρονομικά όργανα, άλλα είχε οργανωθεί και για γεωγραφική εργασία, διαθέτοντας χάρτες και ένα ομοίωμα της υδρογείου σφαίρας. Ανάμεσα στους χάρτες, θα υπήρχαν πιθανώς και εργασίες του Τούρκου αξιωματικού του ναυτικού Πίρι Ρεΐς, ο οποίος είχε χαρτογραφήσει πριν από το 1521 τα λιμάνια της Μεσογείου και του Ατλαντικού. Ο Τακί αλ Ντιν, ο αρμόδιος για το παρατηρητήριο, γνώριζε τις εργασίες προγενέστερων ισλαμικών συγγραφέων για θέματα μηχανών και συνέταξε δικό του σχετικό σύγγραμμα, επηρεασμένος από την εργασία του 13 ου αιώνα του αλ Τζαζαρί. Το 1565, ο Τακί έγραψε επίσης για μηχανισμούς ρολογιών και συζήτησε όλους τους πρόσφατους τότε δυτικούς τύπους. Κατασκεύασε ένα ρολόι για το αστεροσκοπείο, αλλά, σημειώνοντας τις χαμηλές τιμές των ρολογιών που εισάγονταν από την Ολλανδία και τη Γερμανία, εξέφρασε αμφιβολία για το αν οι Τούρκοι τεχνίτες θα μπορούσαν να τα συναγωνιστούν. Το αστεροσκοπείο της Κωνσταντινούπολης δεν έζησε πολύ. Έκλεισε κάτω από την πίεση των ίδιων περίπου συντηρητικών στοιχείων πού αντιστρατεύτηκαν την εισαγωγή της τυπογραφίας. Αποτέλεσμα ήταν πως δεν βρέθηκαν πολλοί να συνεχίσουν τις χαρτογραφικές εργασίες του Πίρι Ρεΐς και τη συγγραφή των τεχνικών βιβλίων του Τακί αλ Ντιν. Έτσι, η αυτοκρατορία που διαδραμάτισε ηγετικό ρόλο στην εξέλιξη των πυροβόλων όπλων δεν κατόρθωσε να θρέψει τις ρίζες, από τις οποίες θα μπορούσε να είχε αναπτυχθεί νέα τεχνολογική σκέψη. Αυτό που είχε ουσιαστική σημασία για το μέλλον δεν ήταν μόνο τα μηχανήματα, αλλά και το είδος σκέψης που εκφράζεται στα σχέδια, στους πίνακες, στους αριθμούς και στα τυπωμένα βιβλία. Από αυτές τις απόψεις, οι πιο σημαντικές εξελίξεις στην Ασία ήσαν τα τεχνικά βιβλία που δημοσιεύτηκαν στην Ιαπωνία τον 17 ο και 18 ο αιώνα, πολύ λίγες κινέζικες επιστημονικές εργασίες και περιστασιακά μόνο επεισόδια στην Ινδία, όπως η χρησιμοποίηση μοντέλων για τον σχεδιασμό του Ταζ Μαχάλ στη δεκαετία του 1630 και η συστηματική χρήση σχεδίων υπό κλίμακα από μερικούς ναυπηγούς στο τέλος του 18 ου αιώνα. Αυτά, όμως, ήσαν λιγοστές και ασύνδετες μεταξύ τους εξαιρέσεις. Η μεγάλη υπεροχή του νέου τεχνολογικού δυναμικού, το οποίο αναπτύχθηκε από την αυξανόμενη ικανότητα εννοιολογικής αντίληψης των τεχνικών προβλημάτων, συσσωρευόταν στη Δύση. Έννοιες Οργάνωσης Οι συμβατικές ερμηνείες της αλλαγής νοοτροπίας που σημειώθηκε στην Ευρώπη μεταξύ του 15 ου και 17 ου αιώνα τείνουν να συσκοτίζουν τη σχέση της με την τεχνολογία, καθώς αναφέρονται μόνο σε μια «επιστημονική» επανάσταση. Ο συχνά στενός προσδιορισμός της παραλείπει να αναγνωρίσει τους νέους τρόπους σκέψης για πρακτικά προβλήματα, τα οποία αναφύονταν σε σχέση με τη διοίκηση, την οργάνωση και την τεχνολογία. Ωστόσο, γίνεται γενικά δεκτό ότι τα γραπτά του Άγγλου νομικού Francis Bacon συνέλαβαν σημαντικές πλευρές του πνεύματος της νέας προσέγγισης. Και ο Bacon δεν έγραψε μόνο για το πώς θα έπρεπε να γίνεται η μελέτη της επιστήμης με βάση τη συλλογή, ταξινόμηση και ανάλυση πραγματικών δεδομένων. Πρότεινε επίσης ιδέες για την οργάνωση της επιστημονικής εργασίας και την προαγωγή της με τη συλλογική προσπάθεια και την ολοκληρωμένη κατανομή εργασίας. Γι' αυτόν τον λόγο, τα ερωτήματα που μπορούν να Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 124/180
128 125 τεθούν για την επίδραση της επιστημονικής επανάστασης στην τεχνολογία δεν αφορούν μόνο στην εφαρμογή επιστημονικών ανακαλύψεων σε πρόσφατες τεχνικές εφευρέσεις. Τα σχετικά παραδείγματα είναι λιγοστά. Το σημαντικότερο είναι η αξιοποίηση ανακαλύψεων για την ατμοσφαιρική πίεση από τους εφευρέτες της ατμομηχανής. Πιο σημαντικά είναι τα ερωτήματα που υποδεικνύει η εργασία του Bacon για το πώς πρέπει να αναλύονται τα προβλήματα και πώς να οργανώνονται τα εγχειρήματα. Για παράδειγμα, ο συνηθισμένος τρόπος σκέψης του 17 ου αιώνα για τις διάφορες διαδικασίες, που βασιζόταν στις μηχανές, πέρασε από τις ιδέες για τα ρολόγια και το σύμπαν στη μελέτη του ανθρώπινου σώματος (η καρδιά εθεωρείτο αντλία), έπειτα στη μελέτη των διανοητικών διεργασιών (με την εφεύρεση υπολογιστικής αριθμομηχανής από τον Πασκάλ) και, τελικά, στις ιδέες για την ανθρώπινη συμπεριφορά και την οργάνωση. Όπως γράφει η Carolyn Merchant στην επανερμηνεία της τής επιστημονικής επανάστασης, «η μηχανή... λειτουργούσε συμβολικά ως εικόνα της δύναμης της τεχνολογίας». Ενώ το ρολόι προσφερόταν ως «ένα σύμβολο τής τάξης του σύμπαντος», η Μέρτσαντ καταγράφει ένα ευρωπαϊκό απόσπασμα του 17 ου αιώνα, όπου αναφέρεται ότι οι βαρέου τύπου γερανοί λιμανιών, που λειτουργούσαν με χειροκίνητα μάγγανα, «συμβολίζουν τον ρόλο της μηχανής στην οργάνωση της ανθρώπινης ζωής». Κάθε τόσο, στην Ευρώπη εκείνης της εποχής, βρίσκουμε ανθρώπους να αναλύουν τον τρόπο λειτουργίας διαφόρων «μηχανών», συμπεριλαμβανόμενων και των μουσκέτων, του τοπογραφικού εξοπλισμού και των ροδανιών. Σε καθεμία περίπτωση, η ανάλυση περιλάμβανε τις κινήσεις των χεριών και των δαχτύλων του χειριστή, είτε με σκοπό να ξανασχεδιαστεί η μηχανή, είτε με την ιδέα τής αναδιοργάνωσης της εργασίας, ώστε να εργάζεται γρηγορότερα ο χειριστής. Αυτή η αναδιοργάνωση μπορούσε να σημαίνει την εκπαίδευση του χειριστή σε αποδοτικότερους τρόπους εργασίας ή την κατανομή της εργασίας σε διάφορα άτομα. Μπορούμε να θεωρήσουμε ως παράδειγμα την εργασία του στρατάρχη της Ολλανδίας Μαυρίκιου του Νασσάου γύρω στο 1600, όταν οι Ολλανδοί πολεμούσαν εναντίον της ισπανικής κυριαρχίας των Κάτω Χωρών. Ο Μαυρίκιος είχε μελετήσει μαθηματικά και τους κλασικούς και είχε αναπτύξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις στρατιωτικές διαδικασίες των Ρωμαίων. Στην εκτέλεση των πολεμικών καθηκόντων του, έφερε τρεις καινοτομίες που βασίζονταν σε ρωμαϊκά προηγούμενα. Η μια πραγματοποιήθηκε με τη διαταγή του να εφοδιαστούν οι στρατιώτες του με φτυάρια για να μπορούν να σκάβουν χαρακώματα για την προστασία τους. Μια άλλη ήταν να χωρίσει τον στρατό του σε μικρότερες από τις συνηθισμένες μονάδες, ώστε μια μόνο φωνή να είναι ικανή να δίνει διαταγές που θα ακούγονταν από ολόκληρη τη μονάδα και έτσι να ελέγχει άμεσα τις κινήσεις της. Η τρίτη καινοτομία του Μαυρίκιου ήταν η επιβολή συστηματικής άσκησης, τόσο στην πορεία, όσο και στη χρήση των όπλων. Ο Μαυρίκιος μελέτησε τις μάλλον πολύπλοκες ενέργειες που απαιτούνταν για το γέμισμα και πυροδότηση του μουσκέτου, τις ανέλυσε ως σαράντα δύο χωριστές διαδοχικές κινήσεις και, αφού απεικόνισε την καθεμιά με ένα σχέδιο, της έδωσε μια ειδική λέξη ως πρόσταγμα. Οι στρατιώτες μπορούσαν έτσι να μάθουν να εκτελούν τις κινήσεις ταυτόχρονα και ομαδικά, υπακούοντας στα προστάγματα τού επικεφαλής τους. Διαπίστωσε πως οι στρατιώτες έκαναν λιγότερα λάθη μετά από πολλές επαναλήψεις των κινήσεων και μπορούσαν να πυροβολούν πιο γρήγορα. Εξάλλου, η ταυτόχρονη επανάληψη των κινήσεων έκανε δυνατό τον συγχρονισμό καταστρεπτικών ομοβροντιών. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 125/180
129 126 Η τελευταία από αυτές τις καινοτομίες προαναγγέλλει μία προσέγγιση, η οποία έμελλε να αποτελέσει χαρακτηριστικό των ευρωπαϊκών δραστηριοτήτων σε πολλούς τομείς στους επόμενους δύο αιώνες. Η ανάλυση μιας διαδικασίας, όπως το γέμισμα όπλου, είχε ομοιότητες με την προσέγγιση του William Perry στη χαρτογράφηση της Ιρλανδίας στη δεκαετία του Σ εκείνη την περίπτωση, έπρεπε να αναλυθεί η χρήση των χαρτογραφικών οργάνων και η καταγραφή των πληροφοριών που έδιναν. Ο Πέρι διαίρεσε ολόκληρη τη διαδικασία σε πολλές μικρές εργασίες που μπορούσαν να κατανεμηθούν ως χωριστά καθήκοντα σε ανειδίκευτους στρατιώτες. Η μέθοδος αυτή αναφέρεται συχνά ως πρωτοποριακή εφαρμογή της συστηματικής κατανομής εργασίας. Τον επόμενο αιώνα, το ίδιο είδος αναλυτικής σκέψης εφαρμόστηκε και στην κλώση με τροχό για την παρασκευή βαμβακερού νήματος. Παρατηρήθηκε ότι οι γυναίκες που χειρίζονταν τα ροδάνια έκαναν πολύ σημαντικές κινήσεις με τα δάχτυλά τους, καθώς τροφοδοτούσαν το μηχάνημα με ελαφρώς στριμμένο πρόνημα βαμβακιού και ότι εκτελούσαν επίσης και μια δεύτερη λειτουργία με τις κινήσεις των βραχιόνων τους. Ο σκοπός της ανάλυσης αυτών των κινήσεων δεν ήταν η αύξηση της αποτελεσματικότητας των χειριστριών, αλλά α αντικατάστασή τους από μηχανές. Ο Lewis Paul διαπίστωσε γύρω στο 1738 ότι, στη θέση της κλώστριας, θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν δύο ζεύγη κυλίνδρων για να τροφοδοτούν το βαμβάκι στο μηχάνημα με τον τρόπο που χρησιμοποιούσε η κλώστρια τα δάχτυλά της. Στη συνέχεια, δοκιμάστηκαν διάφοροι τρόποι για την απόδοση από μηχανή των κινήσεων των βραχιόνων της κλώστριας. Αποτέλεσμα ήταν η εφεύρεση δυο χωριστών, αλλά εξίσου επιτυχημένων μηχανών από τον Arkwright και τον Hatgreaves στη δεκαετία του Οι οπλικές ασκήσεις, η κατανομή εργασίας και ο σχεδιασμός βιομηχανικών μηχανημάτων, λοιπόν, απαιτούσαν παρόμοια προσέγγιση, η οποία περιλάμβανε ανάλυση των πολύπλοκων κινήσεων των βραχιόνων, των χεριών και των δαχτύλων σε πολλές απλούστερες μηχανικές κινήσεις. Αυτή η προσέγγιση επέτρεπε την αναδιοργάνωση της διεκπεραίωσης μιας εργασίας με τρόπο ώστε να συνεργάζονται καλύτερα και πιο συντονισμένα οι άνθρωποι που την εκτελούσαν. Οι οπλίτες στα καλά εκπαιδευμένα στρατεύματα του Μαυρίκιου πυροβολούσαν ταυτόχρονα, ώστε οι βολές τους να είναι συγχρονισμένες ομοβροντίες και όχι ακατάστατοι ατομικοί πυροβολισμοί. Εκείνο τον καιρό, δεν υπήρχαν μουσκέτα μεγάλης ακριβείας και, αντί να αφήνονται οι στρατιώτες να πυροβολούν όποτε εστίαζαν τη σκόπευσή τους, ήταν πολύ αποτελεσματικότερο να πυροβολούν ομαδικά και σε τακτικά διαστήματα. Θα ήταν λάθος να υποστηρίξουμε ότι ο πολύς κόσμος είχε πλήρη συνείδηση των νέων αρχών οργάνωσης, αν και αυτό είναι πολύ πιθανό για τους αναγνώστες των εργασιών του Bacon. Ίσως οι στάσεις των ανθρώπων να εξέφραζαν μάλλον μια διαισθητική αντίδραση σ ένα περιβάλλον, όπου ήταν συχνότερο το θέαμα και οι συζητήσεις για τις μηχανές, οι οποίες χρησιμοποιούνταν πολλές φορές ως αναλογίες κοινωνικής ή βιολογικής δραστηριότητας. Μια συνοπτική περιγραφή του τρόπου, με τον οποίον έβλεπαν οι Γερμανοί ιστορικοί τις σχέσεις μεταξύ στρατιωτικών οργανώσεων και μηχανοποίησης, αναφέρεται στην αντίληψη μιας μονάδας ιππικού ως μάχιμη «μηχανή». Αυτή η τελευταία λέξη κατέληξε να χρησιμοποιείται συχνά σε σχέση με στρατιωτικές και άλλες οργανώσεις και, από όλες τις μηχανές που είχαν στο μυαλό τους οι άνθρωποι, το ρολόι παρουσίαζε τον αντιπροσωπευτικότερο συμβολισμό. Είχε γίνει μοντέλο καλής οργάνωσης και, επιπρόσθετα, Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 126/180
130 127 χρησιμοποιείτο ως εργαλείο για τη ρύθμιση οργανώσεων, καθώς οι εργάσιμες ώρες προσδιορίζονταν ολοένα περισσότερο από το ρολόι. Ακόμη και οι στρατιωτικές ασκήσεις πορείας ή βολής μπορούσαν να εκτελούνται σε προσδιορισμένα χρονικά πλαίσια. Έχει βαρύτητα το γεγονός ότι οι Γερμανοί ιστορικοί θεώρησαν τη νέα προσέγγιση στη στρατιωτική εκπαίδευση ως ανάλογη προς την κατανομή εργασίας και ως ισχυρή επίδραση στην κουλτούρα της Ευρώπης, ιδιαίτερα από τον «αποφασιστικό» 17 ο αιώνα κι έπειτα. Η αυξημένη χρήση μουσκέτων στην Ολλανδία πριν από το 1600, όταν εγκαταλείφτηκαν τα δόρατα και οι λογχοπελέκεις (στην Αγγλία, τα παραδοσιακά μεγάλα τόξα), μπορούσε να συγκριθεί με τη μετάβαση της βιομηχανικής παραγωγής «από μια χειροτεχνική απασχόληση στον τρόπο συναρμολόγησης προϊόντων επάνω σε κυλιόμενο διάδρομο». Μπορεί ακόμη να υποστηριχτεί ότι το νέο σχήμα «καπιταλιστικής παραγωγής», το οποίο αναπτυσσόταν στα ευρωπαϊκά εργοστάσια πριν από το 1800, είχε εκδηλωθεί νωρίτερα στους ευρωπαϊκούς στρατούς. Έτσι, η εξέλιξη της στρατιωτικής οργάνωσης επηρέασε τη μετέπειτα ανάπτυξη της πολιτικής βιομηχανίας. Εργοστάσια και φυτείες Η ιδέα πως η στρατιωτική οργάνωση επέδρασε στην εξέλιξη της παραγωγής των εργοστασίων είναι πολύ σημαντική άποψη, αλλά είναι ένα μόνο τμήμα του θέματος. Ο κοινωνιολόγος και ιστορικός Peter Worsley έχει αναγνωρίσει τη γεωργική δραστηριότητα στις φυτείες ως πηγή ιδεών για την οργάνωση τής παραγωγής. Την άποψή του βασίζει στις πορτογαλικές φυτείες ζαχαροκάλαμου στο νησί Μαδέρα γύρω στο 1420, όπου χρησιμοποιούνταν σκλάβοι εργάτες (αρχικά μερικοί λευκοί και, από το 1450, Αφρικανοί). Πολύ πριν από το 1600, είχε αναπτυχθεί προσεκτικά σχεδιασμένη κατανομή εργασίας με αυστηρή πειθαρχία. Ο Worsley υποστηρίζει ότι τέτοιες φυτείες ήταν «μοντέλο ή το πρωτότυπο της μετέπειτα οργάνωσης... των παρασκευαστικών μονάδων που λέγονταν εργοστάσια... τα οποία απασχολούσαν αμειβόμενους εργάτες κάτω από συνθήκες τόσο εντατικής εργασίας και με τέτοια απώλεια ελέγχου [στον τρόπο εκτέλεσης] της εργασίας τους, ώστε οι εργάτες να την αποκαλούν αμειβόμενη δουλεία». Πρέπει να σημειωθεί ειδικά πως το νεοτεριστικό στοιχείο ήταν η οργάνωση των φυτειών ζαχαροκάλαμου εκείνη την εποχή. Οι μέθοδοι καλλιέργειας και η τεχνολογία επεξεργασίας του ζαχαροκάλαμου, που χρησιμοποιούσαν οι Ευρωπαίοι στη Μαδέρα και αργότερα στα νησιά της Καραϊβικής, είχαν αποκτηθεί από τον ισλαμικό κόσμο και από τη Σικελία. Το Μαρόκο διέθετε σημαντική βιομηχανία ζάχαρης τον 15 ο αιώνα. Οι Πορτογάλοι είχαν εισβάλει στην πόλη Ceuta του Βόρειου Μαρόκου το 1415, λίγα μόνο χρόνια πριν αρχίσει ο αποικισμός της Μαδέρας, και το Μαρόκο ήταν πιθανότατα μια από τις πηγές πληροφοριών για την τεχνολογία της ζάχαρης, όπως οι μύλοι σύνθλιψης του ζαχαροκάλαμου. Οι φυτείες της Μαδέρας αποδείχτηκαν εξαιρετικά αποδοτικές και γρήγορα επεκτάθηκαν οι εξαγωγές από εκεί στην Ευρώπη. Μέχρι το 1493, υπήρχαν ογδόντα «διευθυντές εργοστασίων» που είχαν την ευθύνη της παραγωγής ζάχαρης στο νησί. Όταν αναπτύχθηκαν οι φυτείες ζαχαροκάλαμου στην περιοχή της Καραϊβικής, χρησιμοποιήθηκε πάλι τεχνολογία που προερχόταν από ισλαμικές πηγές. Αργότερα, στη δεκαετία του 1690, έγινε άλλη μια μεταφορά τεχνολογίας από την Αφρική στον Νέο Κόσμο. Η περιοχή που την παρέλαβε ήταν η Νότια Καρολίνα και το αντικείμενο ήταν η καλλιέργεια του ρυζιού. Νωρίτερα, Άγγλοι άποικοι είχαν καλλιεργήσει ρύζι στη Βιργινία, ίσως χρησιμοποιώντας τις μεθόδους που επικρατούσαν στην Ιταλία. Ο Αμερικανός ιστορικός D. C. Littlefield έχει Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 127/180
131 128 αναφέρει ότι, για τα ελώδη εδάφη της Νότιας Καρολίνας, κρίθηκε κατάλληλος ένας άλλος τύπος ρυζιού που, σύμφωνα με μια πηγή της εποχής, εισήχθη από τη Μαδαγασκάρη το Αν και αυτό μπορεί να έχει κάποια δόση αλήθειας, ο Littlefield ισχυρίζεται με αρκετή πειστικότητα ότι πολλοί σκλάβοι, που εργάστηκαν σ αυτό το μέρος της Αμερικής, είχαν έρθει από μια περιοχή της Δυτικής Αφρικής κοντά στο σημερινό Conakry, της Γουϊνέας, όπου καλλιεργούσαν ρύζι αρδευόμενο από μικρές υδαταποθήκες ή μικρές τεχνητές λίμνες. Οι σκλάβοι από εκείνη την περιοχή είχαν χρήσιμη πείρα και ικανότητες για τις ανάγκες των Αμερικανών αγροτών και ιδιαίτερα οι γυναίκες, των οποίων η επιδεξιότητα στη μεταφύτευση ρυζιού («πενήντα ρίζες το λεπτό») είχε συγκεντρώσει την προσοχή των επισκεπτών της Αφρικής. Γύρω στα 1700, οι τεχνολογικές ομοιότητες της Δυτικής Αφρικής και της Νότιας Καρολίνας εκτείνονταν και σε λεπτομέρειες ακόμη της λίπανσης του εδάφους (με στάχτες) και με τη χρησιμοποίηση κούφιων κορμών δέντρων για αγωγούς ροής και αποχέτευσης. Όλα αυτά, λοιπόν, κάνουν πιθανότατη τη μεταφορά τεχνολογίας από την Δυτική Αφρική. Και σε αυτήν την περίσταση, όπως και σε τόσες άλλες εκείνο τον καιρό, η χαρακτηριστική συνεισφορά των Ευρωπαίων στην τεχνολογία βασιζόταν στην οργάνωση με στόχο την αύξηση της παραγωγής και με μέσο τον έλεγχο της εργατικής δύναμης. Ταυτόχρονα, υιοθετούνταν πρακτικές τεχνικές από οποιαδήποτε πηγή μπορούσε να τις προσφέρει. Η κατανομή εργασίας ήταν μια από τις πλευρές των νέων οργανωτικών εννοιών που κυκλοφορούσαν στην Ευρώπη, αλλά οι ταξιδιώτες στην Ασία διαπίστωναν ότι η διαίρεση παραγωγικών δραστηριοτήτων σε πολλές τμηματικές εργασίες ήταν ήδη χαρακτηριστικό γνώρισμα των τοπικών χειροτεχνιών. Λεγόταν ότι, πριν παραδοθεί έτοιμο, ένα πορσελάνινο πιάτο ή κούπα περνούσε από τα χέρια εβδομήντα εργατών που ο καθένας τους ήταν εξειδικευμένος σε κάποια λεπτομέρεια επεξεργασίας του πηλού, θέρμανσης του καμινιού, διακόσμησης ή στιλπνής επίστρωσης (εφυάλωσης) του προϊόντος. Η σκοπιμότητα, όμως, αυτής της κατανομής εργασίας διέφερε κάπως από αυτήν που επικρατούσε στην Ευρώπη. Ο στόχος δεν ήταν τόσο η επιτάχυνση τής παραγωγικής διαδικασίας, όσο η παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιότητας από τεχνίτες με πείρα και ικανότητα που αποκτούσαν με την εξειδίκευση. Στην Ινδία του 18 ου αιώνα, Βρετανοί παρατηρητές σημείωναν ότι πολλές φορές τέσσερις διαφορετικοί άνθρωποι επεξεργάζονταν ένα βαμβακερό ύφασμα, ενώ ένας μόνο έκανε όλη τη δουλειά στη Βρετανία και ότι τα εξαιρετικά νήματα μουσελίνας που παράγονταν στη Βεγγάλη ήταν προϊόντα πολλών λεπτομερειακών διαδικασιών, που δεν ήταν δυνατό να αναπαραχθούν στη Δύση. Ωστόσο, μία άλλη εμπειρία των Ευρωπαίων εμπόρων στην Ασία ήταν πως μπορούσαν να παραγγείλουν την παραγωγή βαμβακερών υφασμάτων με καθορισμένα διακοσμητικά σχέδια, αλλά ότι δεν μπορούσαν να προβλέψουν τον χρόνο που χρειάζονταν οι Ινδοί τεχνίτες για να παραδώσουν την παραγγελία. Οι έμποροι έμεναν με την αίσθηση ότι τους ξέφευγε ο έλεγχος της κατάστασης και ενοχλούνταν ιδιαίτερα, όταν είχαν δώσει χρηματικές προκαταβολές. Οι εμπορικοί σταθμοί της British East India Company στην Ινδία και σε άλλα μέρη έγιναν γνωστοί ως factories (εργοστάσια ή σταθμοί επιστασίας εργασιών), διότι ήσαν κέντρα, από τα οποία ανέπτυσσαν τις δραστηριότητες τους οι factors (πράκτορες ή υπεύθυνοι εργασιών) της Εταιρίας. Οι σταθμοί αυτοί είχαν αποθήκες, αλλά σπάνια διέθεταν χώρους παραγωγικής δραστηριότητας. Ωστόσο, ήσαν τα κέντρα από τα όποια η Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 128/180
132 129 Εταιρία προσπαθούσε να ελέγχει την παραγωγή υφασμάτων που αγόραζε και ίσως η λέξη έγινε αντιληπτή με αυτή την έννοια από τους υπερπόντιους παραλήπτες εμπορευμάτων, οι οποίοι τη χρησιμοποίησαν σε μύλους και εργαστήρια της Βρετανίας. Αυτή η ετυμολογική εξήγηση είναι εύλογη, επειδή μερικά από τα πρώτα εργοστάσια στη Βρετανία δεν φιλοξενούσαν μόνο παραγωγικές διαδικασίες, άλλα ήσαν και κέντρα, από τα οποία οργανώνονταν οι δραστηριότητες για την παραγωγή χειροποίητων υφαντών ή άλλων βιοτεχνικών προϊόντων. Με το πέρασμα του χρόνου, αναμείχτηκαν περισσότερο στις διαδικασίες παραγωγής μερικοί από τους εμπορικούς σταθμούς που αρχικά ήσαν «εργοστάσια» με την έννοια της επιστασίας εργασιών στην Ινδία. Ήδη πριν από τη δεκαετία του 1670, η British East India Company πλήρωνε τακτικές αμοιβές σε πολλούς υφαντουργούς και διέθετε μερικές παραγωγικές μονάδες με 300 εργάτες στην καθεμία, οι οποίες απασχολούνταν στο τύπωμα υφασμάτων με το χέρι ή στην κλώση μεταξωτού νήματος. Στόχος ήταν πάντοτε η επιβολή κάποιου είδους εργασιακής πειθαρχίας και η εξασφάλιση καλύτερου ελέγχου τής παραγωγής. Πρέπει, πάντως, να σημειωθεί ότι αν και η ώθηση γι' αυτές τις εξελίξεις προήλθε από τις ευρωπαϊκές εταιρίες και την επιθυμία τους να αγοράζουν βαμβακερά και μεταξωτά υφάσματα για μεταπώληση στην Ευρώπη, υπήρχαν πολυάριθμα σχετικά προηγούμενα στην Ινδία. Έτσι, αν και το μεγαλύτερο μέρος της ινδικής παραγωγής υφασμάτων προερχόταν από οικοτεχνική εργασία ανθρώπων της υπαίθρου, υπήρχαν συγκεντρωμένες ομάδες ειδικευμένων εργατών στα βασιλικά εργοστάσια (που εξακολούθησαν να λειτουργούν μέχρι τη δεκαετία του 1780) και σε επιχειρήσεις που διευθύνονταν από Ινδούς εμπόρους ή υφαντουργούς. Οι τελευταίες ομάδες βρίσκονταν κυρίως στη Βεγγάλη που ήταν το κέντρο της καλύτερης παραγωγής βαμβακερών (μουσελίνας) και της βιομηχανίας μεταξωτών. Οι κορυφαίοι υφαντουργοί διέθεταν συχνά αξιόλογα κεφάλαια, ήσαν ιδιοκτήτες πολυάριθμων αργαλειών και προσλάμβαναν άλλους εργάτες ως «μαθητευόμενους». Στη δεκαετία του 1750, περισσότεροι από εκατό μαθητευόμενοι απασχολούνταν πολλές φορές από έναν εργοδότη, αν και σπάνια εργάζονταν όλοι στο ίδιο κτίριο. Και, επειδή εκείνο τον καιρό οι Ινδοί έμποροι εξακολουθούσαν ακόμη να διαχειρίζονται τα δύο τρίτα των εξαγωγών υφασμάτων από τη Ντάκα, το σημαντικότερο εμπορικό κέντρο τής Βεγγάλης, θα ήταν λάθος να υποθέτουμε ότι οι Ευρωπαίοι ήσαν εκείνοι που αναλάμβαναν όλες τις πρωτοβουλίες. Μηχανές εργοστασίων Δεν υπήρχαν μόνο μεγάλα εργαστήρια στη Βρετανία εκείνη την εποχή, αλλά και εξελίξεις στις μηχανές των εργοστασίων. Η κατάσταση, όμως, ήταν ανάλογη με αυτή που συζητήσαμε σε σχέση με τις καλλιέργειες στις φυτείες, όπου, ενώ διαγράφονταν νέα σχήματα οργάνωσης, οι χρησιμοποιούμενες τεχνικές ήσαν συχνά παλιές και μερικές φορές μεταβιβασμένες από άλλες χώρες. Στη Βρετανία, το πρωτοποριακό εργαστήριο με μηχανικό εξοπλισμό ήταν ένα εργοστάσιο παρασκευής μεταξωτού νήματος για την παραγωγή γυναικείων καλτσών, που ιδρύθηκε στο Ντέρμπι το Για τη συστροφή ή το «στρίψιμο» του μεταξιού, το εργοστάσιο αυτό διέθετε ολλανδικά μηχανήματα, κινούμενα από έναν υδροτροχό με διάμετρο 3 4 μέτρων. Αλλά, το εργοστάσιο έγινε αποδοτικό ως επιχείρηση μόνο όταν, λίγα χρόνια αργότερα, το ανέλαβαν οι John & Thomas Lombe. Οι άνθρωποι αυτοί χρη Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 129/180
133 130 σιμοποίησαν καλύτερο μηχανικό εξοπλισμό μετά την επιστροφή του John Lombe από την Ιταλία, όπου είχε περάσει πολλούς μήνες, αντιγράφοντας κρυφά τις μηχανές που χρησιμοποιούνταν στα εκεί εργοστάσια για το μετάξι. Όταν επέστρεψε, ο Τόμας Λομπ εξασφάλισε τα αποκλειστικά δικαιώματα για τη χρησιμοποίηση στη Βρετανία μηχανών που κατασκευάζονταν με ιταλικό σχεδιασμό και, στη συνέχεια, μεταξύ 1718 και 1721, προχώρησε στην επέκταση του εργοστασίου του Ντέρμπι. Ένας άλλος κλάδος παραγωγής μεταξωτών, όπου υπήρχαν βρετανικά συμφέροντα, βρισκόταν στην Ινδία. Η East India Company είχε ένα εργοστάσιο στη Βεγγάλη, που αγόραζε μετάξι από τοπικούς παραγωγούς. Η απόσπαση των μεταξωτών ινών από τα κουκούλια ήταν πολύ αργή διαδικασία που περιόριζε τη συνολική παραγωγική απόδοση και, για να επιταχυνθεί η εργασία, εισήχθησαν κλωστικές μηχανές αναπήνισης από την Ιταλία το Για να διδάξουν τη χρήση των μηχανημάτων στην Ινδία, προσλήφθηκαν και αρκετοί Ιταλοί ειδικευμένοι εργάτες. Αρχικά, όλες οι μηχανές ανήκαν στην British East Indian Company, αλλά η επιτυχία τους ήταν τόσο μεγάλη, ώστε ήδη από το 1800 ήταν σε χρήση πολλές άλλες που ανήκαν σε Ινδούς έμπορους. Τα αποκλειστικά δικαιώματα του Τόμας Λομπ κάλυπταν τρεις συγκεκριμένους τύπους μηχανών, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν και οι κλωστικές. Αν και το εργοστάσιο μετάξης του Ντέρμπι επεξεργαζόταν κυρίως εισαγόμενο ακατέργαστο μετάξι από την Ιταλία, όχι κουκούλια, διέθετε οκτώ κλωστικά μηχανήματα, πιθανότατα του τύπου που αργότερα εστάλη στη Βεγγάλη. Πρέπει να θυμηθούμε από προηγούμενες αναφορές μας ότι οι κλωστικές μηχανές αυτού του τύπου τύλιγαν τις μεταξωτές ίνες σε μια μπομπίνα, όπως αφαιρούνταν από τα κουκούλια. Και υπάρχει κι ένας μηχανισμός με έκκεντρο που μετακινεί δεξιά και αριστερά τους οδηγούς, οι οποίοι είναι στερεωμένοι για την κάθε περίπτωση σε έναν γωνιαίο στύλο του πλαισίου της μηχανής (σημειωμένοι αντίστοιχα με Β και β στις εικ. 8 και 22). Οι ομοιότητες ορισμένων μηχανών μπορούν να εξηγηθούν με διάφορους τρόπους και δεν θα έπρεπε να βιαστεί κανείς να υποθέσει πως έχουν άμεση καταγωγική σχέση. Δεν αποκλείεται καθόλου να έχουμε να κάνουμε με άλλη μία περίπτωση ανεξάρτητων εφευρέσεων. Επίσης, αν σκεφτούμε πως και οι δύο αυτές εικόνες είναι τού 19ου αιώνα, μπορεί να απεικονίζουν μία διασταύρωση γονιμοποιητικών επιρροών μεταξύ Ευρώπης και Κίνας. Από ομοιότητες που παρατηρούνται ανάμεσα σε μηχανές στην Ινδία και στο Ντέρμπι, που είναι πολύ στενές, δεν διακρίνουμε περιθώρια για να πιθανολογήσουμε ότι πρόκειται για ανεξάρτητες εφευρέσεις και παραπέμπουν σε πρακτικές συνήθειες του 19 ου αιώνα ανταποκρίνεται επίσης και σε μία περιγραφή που χρονολογείται από το Συνεπώς, είναι δύσκολο να αποφύγουμε το συμπέρασμα ότι υπήρξε μεταφορά τεχνολογίας από την Κίνα στην Ιταλία σε σχετικά παλαιά εποχή, ίσως όταν ο Μάρκο Πόλο και άλλοι Ιταλοί επισκέφτηκαν την Κίνα τον 13 οι αιώνα. Από την άλλη πλευρά, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι τα μηχανήματα επεξεργασίας μεταξωτού νήματος άλλαξαν ελάχιστα στη διάρκεια της μακριάς διαδικασίας της εισαγωγής της καλλιέργειας του μεταξιού στη Δύση διαμέσου του βυζαντινού και του ισλαμικού πολιτισμού. Αξίζει ακόμη να σημειωθεί ότι υπάρχουν ομοιότητες ανάμεσα στις ευρωπαϊκές μηχανές στριψίματος της μεταξωτής κλωστής και του κινέζικου ροδανιού για τις ίνες κάνναβης. Η κύρια διαφορά είναι ότι η μηχανή στριψίματος ενσωματώνει μηχανισμό μπομπίνας και πτερυγίου (flyer), ο οποίος είναι πιθανό να έχει εφευρεθεί στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού ή του ισλαμικού πολιτισμού. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 130/180
134 131 Όπως συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις μεταφοράς τεχνολογίας, η εισαγωγή ιταλικών μηχανών επεξεργασίας μεταξιού στην Αγγλία υποκίνησε τοπικές καινοτομίες και, για άλλη μια φορά, διαπιστώνουμε πως η εφευρετικότητα που εμπεριέχεται στα μηχανήματα μιας κουλτούρας προκάλεσε κινητοποίηση της εφευρετικότητας ενός άλλου μέρους, όπως συμβαίνει σε έναν διάλογο. Σ αυτή την περίπτωση, τα μηχανήματα επεξεργασίας μετάξης του Ντέρμπι ενδιέφεραν ιδιαίτερα εκείνους που ασχολούνταν με την κλώση βαμβακερού ή λινού νήματος και, όταν ο Λομπ έκανε αίτηση για επέκταση των δικαιωμάτων αποκλειστικής εκμετάλλευσης του το 1732, οι βιομήχανοι βαμβακιού πρόβαλλαν αντιρρήσεις επειδή «ήθελαν να χρησιμοποιήσουν τις μηχανές του Λομπ για τις δικές τους ίνες». Αυτό φανερώνει ότι γίνονταν προσπάθειες να σχεδιαστούν κλωστικά μηχανήματα για βαμβάκι, που να βασίζονται στον εξοπλισμό του Ντέρμπι. Το σαφέστερο σχετικό παράδειγμα είναι η κλωστική μηχανή που εφευρέθηκε από τον Lewis Paul, του οποίου η ιδέα να χρησιμοποιήσει κυλίνδρους που να «απομιμούνται» τις κινήσεις των δακτύλων σε ένα ροδάνι του χεριού έχει ήδη αναφερθεί. Η μηχανή του Πωλ είχε τις μπομπίνες και τους κυλίνδρους της στερεωμένους σε ένα κυκλικό πλαίσιο και όλα περιστρέφονταν από έναν μεγάλο τροχό, ο οποίος γύριζε μέσα στο πλαίσιο. Αυτή η ασυνήθιστη διάταξη τμημάτων του μηχανήματος το έκανε να μοιάζει πολύ με τις μηχανές στριψίματος στο εργοστάσιο του Ντέρμπι, το οποίο είχε επίσης κυκλικό πλαίσιο. Κλωστήρια με μηχανήματα αυτού του τύπου ιδρύθηκαν από τον Lewis Paul και τον συνεταίρο του John Wyatt το 1739, το 1743 και το Το σημαντικότερο από αυτά ήταν στο Νορθάμπτον. Ως ένα βαθμό, η επιτυχία των μηχανημάτων δεν κράτησε πολύ καιρό επειδή, με ένα μόνο ζευγάρι κυλίνδρων, η ποιότητα νήματος πού απέδιδαν δεν ήταν ικανοποιητική. Οι μεταγενέστερες και αποτελεσματικότερες μηχανές του Richard Arkwright είχαν τρία ζεύγη κυλίνδρων, που τραβούσαν το νήμα μερικά σχηματισμένο πριν η περιστροφή του πτερυγίου της μπομπίνας του δώσει το τελικό του στρίψιμο. Ωστόσο, φαίνεται ότι η απώτερη αποτυχία των εργοστασίων του Paul και του Wyatt ήταν, στον μεγαλύτερο βαθμό, αποτέλεσμα των προβλημάτων εργασιακής πειθαρχίας και οργάνωσης. Ένα γράμμα στον Λιούις Πωλ αναφέρει ότι μόνο οι μισοί υπάλληλοι του είχαν παρουσιαστεί για δουλειά εκείνη την ημέρα. Έτσι, ο Richard Arkwright αναγνωρίστηκε ως ο πρωτοπόρος της βιομηχανικής νηματουργίας, όχι μόνο επειδή είχε καλύτερο μηχανικό εξοπλισμό, αλλά και επειδή ήταν αποτελεσματικότερος στην αντιμετώπιση προβλημάτων πειθαρχίας και οργάνωσης. Δεν χάνει, όμως, τη σημασία του το γεγονός ότι τα πρώτα μηχανήματα του Arkwright βρίσκονταν στο Νότινγκαμ και στο Ντέρμπισάιρ, σε μικρή απόσταση από το εργοστάσιο επεξεργασίας μετάξης του Ντέρμπι. Το Ντέρμπι, λοιπόν, ήταν «ο πρόγονος» του είδους εργοστασίου που συνδέεται με τον Arkwright και αυτό όχι μόνο εξαιτίας των ομοιοτήτων στον σχεδιασμό του μηχανικού εξοπλισμού και της χρήσης της ενέργειας υδροτροχών για την κίνηση του, αλλά και επειδή τα εργοστάσια του Ντέρμπι ήσαν επίσης παραδείγματα εργοστασιακής οργάνωσης που ακολούθησαν πολλοί άλλοι. Καταθέτοντας ως μάρτυρας σε μια κοινοβουλευτική έρευνα το 1816, ένας προϊστάμενος του εργοστασίου του Ντέρμπι είπε ότι οι μύλοι κλώσης μεταξιού και βαμβακιού λειτουργούσαν δώδεκα ώρες την ημέρα. Οι υπάλληλοι εργάζονταν έξι ώρες πριν και έξι ώρες μετά από το μεσημεριανό διάλειμμα. «Αυτό ήταν το αμετάβλητο πρόγραμμα εργασίας στο αρχικό εργοστάσιο επεξεργασίας μετάξης στο Ντέρμπι... για περισσότερα από εκατό χρόνια». Συνεπώς, ήταν πολύ σημαντικό σε σχέση με τις μηχανές που χρησιμοποιούνταν εκείνη την εποχή το ότι Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 131/180
135 132 επέτρεπαν στους ιδιοκτήτες του εργοστασίου να επιβάλουν πολύωρο ημερήσιο πρόγραμμα εργασίας στους εργατοϋπαλλήλους, οι οποίοι αλλιώς θα εργάζονταν στις ώρες και στον ρυθμό της επιλογής τους, αν χρησιμοποιούσαν χειροκίνητες μηχανές στο σπίτι τους. Πολλά έχουν ειπωθεί για την επίδραση που είχαν στον 18 ο αιώνα οι εφευρέσεις υφαντικών μηχανημάτων, αλλά θα γίνει σαφές ότι οι μηχανές που χρησιμοποιήθηκαν στην υφαντουργία μέχρι τη δεκαετία του 1760 όπως και οι μύλοι για τη σύνθλιψη του ζαχαροκάλαμου σε φυτείες της Καραϊβικής, που αναφέρθηκαν νωρίτερα ήσαν πολύ παραδοσιακού τύπου και είχαν πίσω τους πολλούς αιώνες ιστορίας. Αυτό που ήταν πραγματικά καινούργιο ήταν η προσέγγιση στην εργασιακή πειθαρχία και οργάνωση, η οποία είχε το αντίστοιχό της και στις φυτείες και στους στρατούς εκείνης της εποχής. 7. Τρία βιομηχανικά ρεύματα, Προβλήματα πηγών υλικού Μεταξύ του 1500 και του 1750, διπλασιάστηκαν σχεδόν οι πληθυσμοί πολλών περιοχών της Ευρώπης και της Ασίας. Σ αυτές, συμπεριλαμβάνονταν η Δυτική Ευρώπη, η Κίνα, η Ιαπωνία και η Ινδία. Η αύξηση αυτή που ακολούθησε την ανάκαμψη από τις καταστρεπτικές επιδημίες και τους πολέμους του 14 ου αιώνα (κεφάλαιο 3), ανέβασε τους αριθμούς των πληθυσμών σε πρωτοφανή επίπεδα και, πιθανότατα, διπλασίασε και τις βασικές ανάγκες τους για τρόφιμα, καύσιμα και ξυλεία. Σε πολλά μέρη, και ιδιαίτερα στην Ευρώπη και στην Κίνα, οι νέες καλλιέργειες που εισήχθησαν από την Αμερική και ειδικά της πατάτας, της γλυκοπατάτας και του καλαμποκιού βοήθησαν στην ουσιαστική αύξηση των τροφίμων. Πραγματικά, θα μπορούσε εύλογα να υποστηριχτεί ότι η διάδοση της καλλιέργειας αυτών των ειδών ήταν ο παράγων που επέτρεψε να επιταχυνθεί η αύξηση του πληθυσμού της γης. Παράλληλα, οι αγρότες της Δύσης όσο και της Κίνας πραγματοποίησαν αυξημένες σοδειές παραδοσιακών δημητριακών. Μπορεί η απόδοση από την καλλιέργεια ενός μόνο είδους ρυζιού στην Κίνα να διέφερε ανάλογα με την περιοχή, το είδος και τις καιρικές συνθήκες, αλλά, στη διάρκεια του 17 ου αιώνα, κυμαινόταν από έναν έως τρεις τόννους ανά εκτάριο. Στη διάρκεια του επόμενου αιώνα και μέχρι το 1840, οι σοδειές δημητριακών αυξήθηκαν κατά δέκα έως είκοσι τα εκατό κι έφτασαν επίπεδα που δεν ξεπεράστηκαν μέχρι το Αυτές οι αυξήσεις επιτεύχθηκαν με την επένδυση πολλής εργασίας στην άρδευση, τη λίπανση με κοπριά και τη μεταφύτευση βλαστών. Την ίδια εποχή παρατηρήθηκε η τάση σμίκρυνσης των αγροκτημάτων. Στο προηγούμενο κεφάλαιο, σημειώθηκαν ενδείξεις αυξανόμενης απόδοσης διαφόρων κινέζικων βιομηχανιών, που συνεχίστηκε στον 18 ο αιώνα. Ο σίδηρος παραγόταν σε μεγάλες υψικαμίνους που λειτουργούσαν συνεχώς και οι επιχειρήσεις μεγάλωναν σε τέτοιο βαθμό, ώστε μια μόνο σιδηρουργία να απασχολεί χίλια άτομα. Μερικοί ιστορικοί πιστεύουν ότι η παραγωγή σιδήρου στην Κίνα ήταν μεγαλύτερη από οποτεδήποτε άλλοτε στο παρελθόν, πράγμα που σημαίνει πως πρέπει να πλησίαζε και ίσως να ξεπερνούσε τις διακόσιες χιλιάδες τόννους κάθε χρόνο. Μετά το 1700, αναπτύχθηκαν μικρά εργαστήρια, που κατασκεύαζαν τηλεσκόπια και άλλα νέα μηχανολογικά προϊόντα που αντέγραφαν από δυτικές εισαγωγές. Αυξανόταν επίσης και η παραγωγή υφασμάτων και κεραμικών. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 132/180
136 133 Παρόλο τον νεωτερισμό και το τολμηρό επιχειρηματικό πνεύμα που δηλώνουν τα παραπάνω, ήδη το 1800 η κινέζικη οικονομία αντιμετώπιζε δυσκολίες. Το 1844, η έκθεση προς την αυτοκρατορική κυβέρνηση ενός επαρχιακού κυβερνήτη, ο οποίος είχε μεγάλες γνώσεις για τα θέματα κατεργασίας χαλκού και αργύρου στο Γιουνάν, σχολίαζε τις γραφειοκρατικές παρεμβάσεις στα ορυχεία. Ωστόσο, είναι πολύ πιθανό πως το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν ότι, καθώς συνεχιζόταν η αύξηση του πληθυσμού και της παραγωγής της αναγκαίας τροφής, χρησιμοποιούταν ολοένα περισσότερη γη για την καλλιέργεια ειδών διατροφής και λιγότερη για την παραγωγή βαμβακιού, ξυλείας ή ζωοτροφών. Το ακατέργαστο βαμβάκι εισαγόταν σε ολοένα μεγαλύτερες ποσότητες από την Ινδία, αλλά οι ελλείψεις ξυλείας δεν αντιμετωπίζονταν ικανοποιητικά, μολονότι η εκτεταμένη κατεργασία μετάλλων γινόταν συχνά με άνθρακα ως καύσιμη ύλη. Υπήρχαν πρακτικές δυσκολίες για την ολοκληρωτική απεξάρτηση από τον ξυλάνθρακα, αλλά, από την άλλη πλευρά, είναι ίσως χαρακτηριστικό μιας κοινωνίας με τόσο περίτεχνη γεωργία και τέτοια κλίση των μορφωμένων μελών της προς τη φυτοκομία το ότι η πρόοδος της χώρας για την αντιμετώπιση των ελλείψεών της εκδηλώθηκε πιο πολύ με την αύξηση της παραγωγής τροφίμων και λιγότερο με βιομηχανικές μεθόδους. Πέρα από τις πληρωμές σε είδος και το εμπόριο με ανταλλαγές ειδών, μπορεί κανείς να υπολογίσει πως αποτέλεσμα αυτών των συνθηκών ήταν η διατήρηση των τροφίμων σε συγκριτικά μάλλον χαμηλές τιμές, πράγμα που σήμαινε πως και οι εργατικές αμοιβές ήταν δυνατό να διατηρούνται σε χαμηλά επίπεδα. Αντίθετα, έγινε σχετικά δαπανηρότερη η αγορά καροτσιών, η κατασκευή μηχανημάτων ή η διατήρηση ζώων για το όργωμα και τις μεταφορές. Έτσι, μετά το 1800, μπορεί να εμφανίστηκε κάποια τάση να χρησιμοποιείται περισσότερο η εργασία ανθρώπων για την καλλιέργεια της γης, την άντληση νερού, την παραγωγή υφασμάτων και ακόμη και για τη μεταφορά προϊόντων. Υδροκίνητες μηχανές, όπως εκείνες που είχαν φτιαχτεί για την υφαντουργία του 13 ου αιώνα, τώρα κατασκευάζονταν λιγότερο συχνά. Ένας από τους παράγοντες που έκαναν την κατάσταση στην Ευρώπη πολύ διαφορετική ήταν το ότι οι τιμές των ειδών διατροφής και οι αμοιβές δεν υπήρξαν ποτέ τόσο χαμηλές σε σύγκριση με άλλα είδη και ότι τα κίνητρα για τη χρησιμοποίηση μηχανών ήσαν πολύ μεγαλύτερα. Πιο θεμελιακά, όμως, οι καινοτομίες στη χρήση του άνθρακα μαζί με την εισαγωγή της ατμομηχανής επέτρεψαν την εκμετάλλευση νέων πηγών υλικών και αυτό συνιστά την πρώτη από τρεις βιομηχανικές κινήσεις της περιόδου εκείνης. Μέσα από αυτά τα τρία ρεύματα, η Δύση κέρδισε αποφασιστικά πλεονεκτήματα σε σχέση με την παραγωγή προϊόντων. Οι περιορισμοί της ανάπτυξης, που αποτελούσαν συνέπεια της εξάρτησης από έγγειους (ανανεώσιμους) πόρους, βαθμιαία εξουδετερώθηκαν. Πριν ολοκληρωθεί η μεταβατική φάση αυτή, συχνά η σπανιότητα καυσόξυλων ή ξυλείας αποτελούσε την πιο κρίσιμη έλλειψη υλικών πόρων. Ο ξυλάνθρακας ήταν το ουσιαστικότερο καύσιμο για πολλές βιομηχανίες, όπως η τήξη μετάλλων. Και η κοπή δέντρων και απανθράκωση της ξυλείας σε κλειστούς σωρούς ήταν σημαντική δραστηριότητα σε πολλές βιομηχανικές περιοχές. Στην Αγγλία, η αποψίλωση των δασών είχε φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο, αλλά η εικόνα τής εκεί κατάστασης ήταν περίπλοκη. Μολονότι η έλλειψη μεγάλων κορμών δέντρων για τη ναυπήγηση πλοίων ήταν αναμφίβολα οξεία στη διάρκεια του 18 ου αιώνα, ο ξυλάνθρακας ως καύσιμη ύλη εξασφαλιζόταν με την κοπή δενδρυλλίων από περιοδικά ξυλευόμενα δάση. Τα δέντρα αυτά ξαναμεγάλωναν σε λιγότερα από δέκα χρόνια, ώστε η ξύλευση δασικών εκτάσεων εκ περιτροπής εξασφάλιζε την απεριόριστη προμήθεια Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 133/180
137 134 καυσίμων. Συνεπώς, το πρόβλημα δεν ήταν τόσο η έλλειψη ξυλάνθρακα για τη θέρμανση υπαρχόντων καμινιών, όσο η δυσκολία στην εξεύρεση πρόσθετων δασότοπων για την τροφοδοσία των νέων καμινιών που απαιτούσε η επεκτεινόμενη βιομηχανία. Ο τρόπος για την παράκαμψη αυτής της δυσχέρειας βρέθηκε με την αυξανόμενη χρησιμοποίηση γαιάνθρακα αντί καυσόξυλων, ή του κοκ αντί του ξυλάνθρακα. Ένα μέρος της έλλειψης μεγάλων κορμών δέντρων για τη ναυπήγηση πλοίων αντιμετωπίστηκε με την εισαγωγή ξυλείας, ένα άλλο με τη ναυπήγηση των πλοίων στο εξωτερικό και, τελικά, από τη δεκαετία του 1830, με τη ναυπήγηση πλοίων από σίδερο. Ατμομηχανές, σίδηρος και γαιάνθρακες Είναι δυνατό να υποστηριχτεί ότι η Βρετανία και η Κίνα, καθώς επίσης και διάφορες άλλες χώρες, αντιμετώπιζαν ανάλογα (αλλά όχι τα ίδια) προβλήματα αύξησης πληθυσμού και έλλειψης υλικών πόρων τον 18 ο αιώνα. Το γιατί μια χώρα σημείωσε μεγαλύτερη επιτυχία στην επίλυσή τους από μιαν άλλη δεν είναι εύκολο να γίνει κατανοητό. Η επιτυχία της Βρετανίας δεν προήλθε αρχικά από πιο «προηγμένη» τεχνολογία, αλλά από μιαν ασυνήθιστα ανοιχτή στάση προς τις ιδέες οποιασδήποτε προέλευσης καθώς και από έναν σφριγηλό τεχνολογικό διάλογο. Σε σχέση με την παραγωγική δραστηριότητα της υφαντουργίας, ο διάλογος αναπτύχθηκε με την Ασία και με τους Ιταλούς παραγωγούς μεταξιού. Σε σχέση με την εφεύρεση της ατμομηχανής, οι κεντρικές ιδέες προήλθαν από την Ιταλία και τη Γερμανία (ιδιαίτερα οι ανακαλύψεις για την ατμοσφαιρική πίεση) και από τον Γάλλο Denis Papin, ο οποίος εφεύρε μια μορφή ατμομηχανής στη δεκαετία του 1680 (αλλά δεν την τελειοποίησε σε τέτοιο σημείο, ώστε να την καταστήσει οικονομικά συμφέρουσα). Αυτές οι ιδέες οδήγησαν σε μεταγενέστερες εφευρέσεις στην Αγγλία με αποκορύφωμα την ατμομηχανή του Newcomen το Ένα σημείο που αξίζει να παρατηρηθεί εδώ είναι ότι οι πρώτες ατμομηχανές της Αγγλίας όχι μόνο έκαιγαν γαιάνθρακα κάτω από τους λέβητές τους αντί ξύλα, άλλα σχεδόν όλες χρησιμοποιούνταν σε ανθρακωρυχεία, κυρίως για την άντληση νερού. Για περισσότερο από έναν αιώνα, η τιμή των καυσόξυλων στην Αγγλία αυξανόταν με διπλάσια ταχύτητα από ό,τι οι περισσότερες άλλες και ο γαιάνθρακας χρησιμοποιούταν ολοένα ευρύτερα ως καύσιμη ύλη. Οι σχάρες και οι καπνοδόχοι των σπιτιών είχαν προσαρμοστεί στην καύση γαιάνθρακα και γινόταν προσπάθεια να προσαρμοστούν σε αυτή και οι βιομηχανικές διαδικασίες. Σε μερικές περιπτώσεις, ο γαιάνθρακας ήταν κατάλληλος ως καύσιμο αν προηγουμένως μετατρεπόταν σε κοκ. Και το 1709, ο Abraham Darby διαπίστωσε πως το κοκ μπορούσε να χρησιμοποιηθεί αντί του ξυλάνθρακα για την τροφοδοσία υψικαμίνων. Όταν ξεπεράστηκαν οι τεχνικές δυσκολίες σχετικά με αυτή την καινοτομία, έγινε φανερό πως οι υψικάμινοι που έκαιγαν κοκ θα ελευθέρωναν τη βρετανική σιδηρουργία από μια κατάσταση που θα ήταν αλλιώς πολύ περιοριστική, δηλαδή την εξάρτηση από τον γαιάνθρακα. Η εισαγωγή, λοιπόν, της τήξης μετάλλων με κοκ στην Αγγλία θεωρείται σημαντικός σταθμός και το μέρος όπου καθιερώθηκε, το Κόουλμπρουκντέιλ της κομητείας του Σρόπσαϊρ, έχει ανακηρυχτεί «γενέτειρα της βιομηχανικής επανάστασης». Επειδή, όμως, ο ποιοτικός έλεγχος αποδείχτηκε δυσχερής, χρειάστηκε να περάσει αρκετός καιρός μέχρις ότου η υψικάμινος με κοκ καθιερωθεί τόσο θριαμβευτικά, όσο δηλώνει αυτός ο τίτλος. Μόνο μετά το 1760 περίπου αναγνωρίστηκε γενικά η επιτυχία του χυτοσιδήρου που είχε παρασκευαστεί με τη χρησιμοποίηση κοκ και από τότε αυτός ο βιομηχανικός κλάδος αναπτύχθηκε ταχύτατα. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 134/180
138 135 Και στην Κίνα, πριν από αρκετούς αιώνες, η χρήση υψικαμίνων με κοκ στην περιοχή του Χεμπέι είχε επίσης επιτρέψει τη γρήγορη αύξηση της παραγωγής σιδήρου. Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι η υψικάμινος με κοκ που διαμόρφωσε ο Abraham Darby το 1709 ήταν μια απόλυτα ανεξάρτητη εφεύρεση. Ο Darby ήταν αδύνατο να έχει οποιαδήποτε γνώση της ανάλογης κινέζικης διαδικασίας. Κοινός παρονομαστής ήταν ότι οι δύο επινοήσεις είχαν προκύψει επειδή το πρόβλημα της προμήθειας γαιάνθρακα περιόριζε την παραγωγή σιδήρου και στις δυο χώρες. Όπως, λοιπόν, συμβαίνει τόσο συχνά στις ανεξάρτητες εφευρέσεις, η ίδια συγκεκριμένη πίεση περιβαλλοντικών συνθηκών προκάλεσε παρόμοιες δημιουργικές προσπάθειες και λύσεις σε πολύ διαφορετικά μέρη και σε διαφορετικές εποχές. Ένας προφανής λόγος για το γεγονός πως η υψικάμινος με κοκ είχε μικρότερη «επαναστατική» απήχηση στην Κίνα είναι το ότι δεν συμπληρωνόταν από την ατμομηχανή, όπως στην Αγγλία. Ήδη μέχρι το 1734, λειτουργούσαν ίσως εκατό τέτοια μηχανήματα για την άντληση νερού από τα ορυχεία, στις ανθρακοφόρες περιοχές της Αγγλίας. Μερικά στρώματα γαιάνθρακα, τα οποία ήσαν απρόσιτα εξαιτίας πλημμυρών, τώρα μπορούσαν να αξιοποιηθούν. Ήταν, ασφαλώς, ευτύχημα για την ανάπτυξη της μηχανής ο ζωτικός ρόλος της στα ορυχεία επειδή, αρχικά, μόνο στα ανθρακωρυχεία ήταν συμφέρουσα η λειτουργία της. Η θερμική απόδοση της μηχανής του Νιούκαμεν ήταν μόνον 0,5% και κατανάλωνε τεράστιες ποσότητες καυσίμων. Ένας άλλος περιορισμός ήταν πως είχε σχεδιαστεί αποκλειστικά ως μηχάνημα άντλησης νερού και έτσι οι λιγοστές μηχανές που δεν χρησιμοποιούνταν σε ορυχεία λειτουργούσαν σε υδρευτικά έργα διαφόρων ειδών, ειδικά στο Λονδίνο και σε ένα ανάκτορο στη Βιέννη. Παρ όλους αυτούς τους περιορισμούς, πολύ σύντομα αναπτύχθηκε στενή σχέση με τη βιομηχανία σιδήρου. Μια από τις απαιτητικότερες πλευρές της ολοκλήρωσης μιας ατμομηχανής ήταν η κατασκευή του κυλίνδρου της, που έπρεπε να χυτευτεί με μέταλλο και παρουσίαζε μερικές από τις δυσκολίες της χύτευσης κωδώνων ή μεγάλων κανονιών που αρχικά κατασκευάζονταν από ορείχαλκο και μόνο αργότερα από σίδερο. Με τον ίδιο τρόπο, οι κύλινδροι των ατμομηχανών φτιάχνονταν αρχικά από ορείχαλκο ψευδάργυρου, αλλά το 1718 κατασκευάστηκε στο Κόουλμπρουκντέιλ ένας κύλινδρος από χυτοσίδηρο. Στη δεκαετία του 1720 κατασκευάστηκαν πολλοί άλλοι και, ήδη από το 1731, η χύτευση σιδερένιων κυλίνδρων εντάχθηκε στις κανονικές εργασίες στο Κόουλμπρουκντέιλ. Σε αυτή την ίδια περιφέρεια επίσης, η αντλητική λειτουργία της ατμομηχανής χρησιμοποιήθηκε αρχικά για την παροχή ισχυρού ρεύματος αέρα στα καμίνια. Πρέπει να θυμηθούμε ότι οι κινέζικες υψικάμινοι εξαρτιόντουσαν από χειροκίνητους φυσητήρες και μόνο σποραδικά από υδροτροχούς. Επειδή στη Βρετανία επικρατούσε η χρήση υδροκίνητων φυσητήρων για την παροχή αέρα, συχνά η λειτουργία των υψικαμίνων αναγκαζόταν να διακοπεί εξαιτίας ξηρασίας. Στο Κόουλμπρουκντέιλ, χρησιμοποιήθηκε το 1742 μια ατμομηχανή για την αδιάκοπη άντληση νερού που τροφοδοτούσε υδροκίνητους φυσητήρες ασχέτως καιρικών συνθηκών. Στα χρόνια που ακολούθησαν, εισήχθησαν αεραντλίες με κυλίνδρους από χυτοσίδηρο για να αντικαταστήσουν τους φυσητήρες. Και από το 1776, πάλι στο Σρόπσαϊρ, υπήρχαν μηχανήματα αυτού του είδους που έπαιρναν κατευθείαν την κίνηση τους από ατμομηχανές. Αυτά τα μηχανήματα ελευθέρωσαν τις υψικαμίνους από την υδροκίνηση και απάλειψαν ένα ακόμη εμπόδιο στην αύξηση της παραγωγής σιδήρου. Έτσι, η ατμομηχανή αναπτύχθηκε σε συνδυασμό με τη Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 135/180
139 136 σιδηροβιομηχανία και με την εξόρυξη γαιάνθρακα. Ήταν απαραίτητη για την επέκταση και των δύο αυτών βιομηχανιών και αυτές, ταυτόχρονα, συνέβαλαν στην πρόοδό της. Στα μέσα του 18 ου αιώνα, ενώ εξετάζονταν οι ατέλειες των πρώτων προσπαθειών για τη θέρμανση υψικαμίνων με κοκ και πριν ο James Watt αρχίσει τη ριζοσπαστική του εργασία πάνω στην ατμομηχανή, οι ελλείψεις ξυλείας και καυσίμων της Βρετανίας αντιμετωπίζονταν αναγκαστικά με εισαγωγές από χώρες με μεγαλύτερη αφθονία των αναγκαίων υλικών. Περίπου το μισό σίδερο που χρησιμοποιούταν στη Βρετανία προερχόταν από τη Σουηδία και τη Ρωσία. Η Ρωσία είχε αναπτύξει σημαντική σιδηροβιομηχανία για αρκετά χρόνια και, γύρω στο 1780, ήταν η πρώτη εξαγωγική πηγή σιδήρου στον κόσμο. Στο μεταξύ, η ανεπάρκεια ξυλείας για ναυπηγικούς σκοπούς αντιμετωπιζόταν κατά ένα μέρος από εισαγωγές μεγάλων κορμών από τη Σουηδία και τη Ρωσία καθώς και από την Αμερική, ενώ μερικοί πλοιοκτήτες κατασκεύαζαν τα πλοία τους στο εξωτερικό. Το 1774 αναφέρθηκε ότι το ένα τρίτο των καινούργιων βρετανικών πλοίων είχε ναυπηγηθεί στην ανατολική ακτή της Αμερικής, αν και την πρακτική αυτή διέκοψε λίγο αργότερα η έκρηξη του Αμερικανικού Πολέμου της Ανεξαρτησίας. Την ίδια εποχή, η British East Indian Company κατασκεύαζε τακτικά πολλά από τα εμπορικά πλοία της στην Ινδία όπου, στη διάρκεια των Ναπολεοντείων Πολέμων, άρχισε να κατασκευάζει και πολεμικά. Με ποικίλους, λοιπόν, τρόπους, είτε με τεχνικές καινοτομίες, είτε με την ανάμειξη άλλων χωρών, ξεπεράστηκαν οι δυσκολίες, οι οποίες θα μπορούσαν να είχαν πλήξει την ανάπτυξη της Βρετανίας εξαιτίας των περιορισμένων της πόρων σε εγχώρια υλικά, αν και έχει υποστηριχτεί ότι η ανεπάρκεια διαφόρων πρώτων υλών ήταν αισθητή μέχρι το 1820 περίπου. Μόνο μετά από αυτή τη χρονολογία αναβαθμίστηκε αποφασιστικά το βιοτικό επίπεδο του μεγαλύτερου μέρους του αυξανόμενου πληθυσμού της Βρετανίας. Για να καταδειχτεί η εντυπωσιακή άνοδος σε υψηλότερα επίπεδα παραγωγής, τα οποία έγιναν εφικτά όταν η βιομηχανία του σιδήρου απελευθερώθηκε από τους περιορισμούς της εξάρτησης από τον ξυλάνθρακα ως καύσιμο και της εξάρτησης από την κινητήρια δύναμη του νερού, έχουν χρησιμοποιηθεί στατιστικοί κατά προσέγγιση υπολογισμοί της παραγωγής σιδήρου κατά κεφαλή (δηλαδή, ανά ένα άτομο του συνολικού πληθυσμού). Ενώ οι προβιομηχανικές οικονομίες παρήγαγαν λιγότερο από δυο κιλά σιδήρου κατά κεφαλήν κάθε χρόνο, η Δυτική Ευρώπη με τη Βρετανία προηγούμενη από άλλες χώρες είχε υπερβεί κατά πολύ αυτή την ποσότητα πριν από το Τα στατιστικά στοιχεία της Ρωσίας αποδεικνύουν τι μπορεί να κατορθώσει μια έντονα παραδοσιακή βιομηχανία, που διαθέτει άφθονο ξυλάνθρακα και την κινητήρια δύναμη του νερού. Δεν πρέπει, όμως, να λησμονηθεί ότι μεγάλο μέρος αυτής της παραγωγής σιδήρου εξαγόταν. Η Βρετανία και η Γαλλία παρήγαγαν σίδηρο σε ανάλογη κλίμακα για δική τους χρήση. Ένα δεύτερο βιομηχανικό ρεύμα Η απήχηση αυτής της αλλαγής στις πηγές πρώτων υλών, από τις όποιες είχε εξαρτηθεί η παραγωγή σιδήρου, ήταν τόσο δραματική, ώστε να δικαιολογεί τον τίτλο τιμής της μικρής περιοχής στο Σρόπσαϊρ, όπου γεννήθηκαν τόσες καθοριστικές καινοτομίες. Αλλά, το περιεχόμενο της βιομηχανικής επανάστασης ήταν πολύ ευρύτερο από τη μετάβαση από τον ξυλάνθρακα στον γαιάνθρακα, από την ξύλινη στη σιδερένια κατασκευή και από τους υδροτροχούς στη χρήση της δύναμης του ατμού. Υπήρχε κι ένα δεύτερο βιομηχανικό ρεύμα Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 136/180
140 137 τεράστιας σημασίας, το οποίο αφορούσε στις Ιδέες για την οργάνωση της παραγωγής που αναφέρθηκε στο προηγούμενο κεφάλαιο. Αυτές οι ιδέες είχαν ασφαλώς επηρεάσει τις εξελίξεις στο Σρόπσαϊρ, όπου επεβλήθησαν «νέα σχήματα εργασιακής πειθαρχίας» από ρυθμιστικούς παράγοντες της παραγωγής σιδήρου, όπως οι αρχισιδηρουργοί και οι κρατικοί λειτουργοί της δικαιοσύνης, και ενθαρρύνθηκαν από το ευαγγελικό θρησκευτικό δόγμα. Ωστόσο, το νέο σύστημα κανόνων βρήκε την κλασική έκφρασή του στον χώρο της βρετανικής υφαντουργίας και παρουσιάζεται εδώ με την παρασκευή βαμβακερών νημάτων, τη βαφή και την τυποβαφία των υφασμάτων τύπου κάμποτ. Στα εργοστάσια νηματουργίας, ιδιαίτερα, τα αυστηρά ωρολογιακά προγράμματα και οι ρυθμοί εργασίας με μηχανική ακρίβεια αλληλοσυμπληρώνονταν. Η καταγωγή του υφαντουργικού εργοστασίου, όταν συζητήθηκε παραπάνω σημειώθηκε ότι τα πρώτα βρετανικά παραδείγματα περιλάμβαναν τα μηχανήματα για την επεξεργασία του μεταξιού στο Ντέρμπι και τα πρώτα μηχανήματα του Richard Arkwright στο ίδιο περίπου μέρος. Έτσι, αν το Σρόπσαϊρ ήταν το λίκνο ενός είδους βιομηχανικού ρεύματος που αφορούσε προβλήματα πηγών πρώτων υλών, το Ντέρμπισαϊρ υπήρξε το λίκνο ενός άλλου που αφορούσε πολύ περισσότερο στα θέματα εργοστασιακής οργάνωσης. Αυτά τα δυο πρέπει να εξετάζονται ως δυο τελείως χωριστά βιομηχανικά «ρεύματα», επειδή μεσολάβησε αρκετός χρόνος πριν συνενωθούν για να δημιουργήσουν τη «Βιομηχανική Επανάσταση». Η διαφορά ανάμεσα στα δυο ρεύματα γίνεται πολύ πιο εμφανής, αν παρατηρήσουμε πόσο παραδοσιακά ήταν τα πρώτα εργοστάσια σε σχέση με τις πηγές υλικού, από το οποίο εξαρτιόντουσαν αμφότερα για τη λειτουργία τους (υδροτροχοί και κατακόρυφοι τροχοί που περιστρέφονταν από άλογα) και την κατασκευή των μηχανημάτων τους (ξύλινα με μερικά σιδερένια μέρη, φτιαγμένα από σιδηρουργούς ή, όπου χρειάζονταν οδοντωτοί τροχοί, από ωρολογοποιούς). Πραγματικά, η κατασκευή αυτών των εργοστασίων ήταν τόσο παραδοσιακή, ώστε δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το ότι τμήματα του εξοπλισμού που περιείχαν δεν διέφεραν πολύ από πολύ αρχαιότερα κινέζικα και ισλαμικά μηχανήματα. Αν εξαιρέσουμε το τεράστιο μέγεθος και την οργάνωση τους, τίποτε από τα πρώτα μηχανήματα κατεργασίας μεταξιού και βαμβακιού δεν θα εντυπωσίαζε ή θα προβλημάτιζε έναν τεχνίτη μηχανημάτων του μεσαιωνικού πολιτισμού του Ισλάμ ή της Κίνας. Το 1782 και το 1784, ο James Watt κατοχύρωσε τα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας και εκμετάλλευσης των θεμελιακών εφευρέσεων που επέτρεψαν για πρώτη φορά στην ιστορία να χρησιμοποιηθούν ικανοποιητικά οι ατμομηχανές για την κίνηση εργοστασιακών μηχανημάτων. Και, στην ίδια δεκαετία, χρησιμοποιήθηκαν σιδηροδοκοί από χυτοσίδηρο για την υποστήριξη πατωμάτων που υποχωρούσαν κάτω από το βάρος ολοένα μεγαλύτερων μηχανημάτων επεξεργασίας βαμβακιού. Το 1796, χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά σιδηροδοκοί σε εργοστάσιο και, μέχρι το 1800, η χρήση του σιδήρου έγινε ολοένα συχνότερη στην κατασκευή τροχών, αξόνων και πλαισίων των μηχανών. Οι υδροτροχοί εξακολουθούσαν ακόμη να είναι σημαντική πηγή κινητήριας δύναμης, αλλά η σιδηρουργία έκανε εφικτή την κατασκευή μεγαλύτερων και πιο αποδοτικών τροχών. Έτσι, ενώ το βρετανικό εργοστάσιο υφαντουργίας στα πρώτα χρόνια του αντιπροσώπευε κυρίως μια επανάσταση στις μεθόδους παραγωγής, μετά το 1785 αντικατόπτριζε βαθμιαία την επανάσταση στις πηγές υλικών και ενέργειας. Επιπρόσθετα, η συνεχώς ενισχυόμενη κυριαρχία του βαμβακιού στη βρετανική υφαντουργία αντικατόπτριζε ένα άλλο είδος επανάστασης. Τα λινά και τα βαμβακερά παράγονταν στις Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 137/180
141 138 Βρετανικές Νήσους και για πολλά χρόνια υπήρχε εκεί υφαντουργική δραστηριότητα για την κατεργασία των ινών αυτού του είδους. Αλλά το βαμβάκι δεν ευδοκιμούσε στο κλίμα της Βόρειας Ευρώπης και η αναπτυσσόμενη βιομηχανία βαμβακιού ήταν ολοκληρωτικά εξαρτημένη από τις εισαγωγές ακατέργαστης πρώτης ύλης και τις ασυνήθιστες αναπροσαρμογές βασικών υφαντουργικών τεχνολογιών για τη νηματουργία, τη βαφή υφασμάτων και άλλων διαδικασιών. Αν και μια ποσότητα ακατέργαστου βαμβακιού προερχόταν από την Ινδία και άλλα μέρη, η καλλιέργειά του στις φυτείες της Αμερικής αναπτύχθηκε σε στενή συνάρτηση με την ανάπτυξη της βρετανικής βιομηχανίας. Το πώς, όμως, οι Βρετανοί απέκτησαν την κατάλληλη τεχνολογία για να επεξεργαστούν αυτές τις σχετικά ασυνήθιστες ίνες είναι πολύπλοκη ιστορία. Για το μετάξι, όπως είδαμε, η τεχνολογία μπορούσε να αντιγραφεί αυτούσια από την Ιταλία. Μετά, τα μηχανήματα για το στρίψιμο του μεταξωτού νήματος έδωσαν κάποια ώθηση στην ανάπτυξη του εξοπλισμού για την επεξεργασία του βαμβακερού νήματος. Ένα άλλο στοιχείο της ιστορίας είναι, αναμφίβολα, η εφευρετικότητα μερικών ανθρώπων με μηχανολογικό προσανατολισμό σκέψης στον χώρο της υφαντουργίας, οι παρατηρήσεις τους για τη συμπεριφορά του βαμβακιού στην επεξεργασία με παραδοσιακούς τροχούς και η συναίσθηση που είχαν για την αυξανόμενη ζήτηση βαμβακερού νήματος, που απορροφούσαν οι υφαντουργοί σχεδόν πιο γρήγορα από όσο παρασκευαζόταν. Μια εφεύρεση, η οποία μπορεί να προέκυψε από τέτοιες συνθήκες, ήταν η κλωστική μηχανή Jenny του Hargreaves στη δεκαετία του Ασιατικά ερεθίσματα και το δεύτερο βιομηχανικό ρεύμα Μια ακόμη πλευρά της βιομηχανικής ανάπτυξης στον τομέα της παραγωγής υφασμάτων ήταν η πρόκληση που παρουσίασε στους Βρετανούς παραγωγούς το εισαγόμενο ινδικό ύφασμα, τόσο με τη λεπτή ποιότητα της μουσελίνας της Βεγγάλης, όσο και με τα ζωηρά χρώματα και σχέδια άλλων υφασμάτων. Ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακό το γεγονός ότι τα χρώματα δεν ξεθώριαζαν με το πλύσιμο του υφάσματος, όπως συνέβαινε τόσο συχνά με τα ευρωπαϊκά υφάσματα. Το βαμβακερό νήμα βρετανικής παραγωγής, ακόμη και με τις μηχανές του Arkwright, δεν ήταν ποτέ αρκετά λεπτό ή ανθεκτικό για την ύφανση μουσελίνας. Αλλά, οι Βρετανοί παραγωγοί κλωστής δεν πολυενδιαφέρονταν για το πώς πετύχαιναν αυτή την υψηλή ποιότητα οι Ινδοί ομόλογοί τους. Αν είχαν το ενδιαφέρον να ερευνήσουν, θα διαπίστωναν πως η επιτυχία αυτή οφειλόταν κυρίως στην κοπιαστική και επίπονη χειροκλωστική διαδικασία. Έτσι, μολονότι δεν υπήρχε μεταβίβαση κλωστικής τεχνολογίας, υπήρχε κάποιος διάλογος υπό την έννοια ότι το ινδικό προϊόν έδειχνε τι ήταν κατορθωτό και παρουσίαζε αδιάκοπο ερέθισμα στους εφευρέτες μηχανών. Αυτό το ερέθισμα βρήκε την πραγμάτωσή του στην εφεύρεση της υβριδικής κλωστικής μηχανής (του «κλωστικού μουλαριού») του Samuel Crompton στο τέλος του 18 ου αιώνα και οδήγησε τελικά στην παραγωγή ανταγωνιστικής ή και ανώτερης ποιότητας νήματος από το ινδικό, το οποίο την είχε προκαλέσει. Μερικά από τα πιο ωραία χρωματισμένα και ελκυστικά διακοσμημένα με σχέδια ινδικά υφάσματα που πουλήθηκαν στην Ευρώπη πριν από το 1700 και πριν η Αγγλία και η Γαλλία επιβάλουν περιορισμούς στην εισαγωγή τους προέρχονταν από την ανατολική ακτή της Ινδίας και ειδικά από το Ποντιτσέρι. Εκεί, το ύφασμα ζωγραφιζόταν στο χέρι, με χρωστικές ουσίες ή με διαβρωτικό για τη στερέωση των χρωμάτων και οι διαδικασίες της βαφής ήσαν συχνά πολύ περίπλοκες. Όταν έγινε προσπάθεια αντιγραφής αυτών των Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 138/180
142 139 διαδικασιών στην Ευρώπη, γεννήθηκε αμέσως η ανάγκη για μια ταχύτερη μέθοδο παραγωγής. Έτσι, ενώ υπήρχε το ισχυρό ερέθισμα των υφασμάτων υψηλής ποιότητας της περιοχής του Ποντιτσέρι, οι τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν στην Ευρώπη δεν βασίζονταν στο ζωγράφισμα αλλά στην τυποβαφία με τη χρήση «περσικών» ξύλινων πλακών εκτύπωσης ή με τη χρησιμοποίηση των πολύ συναφών ξυλοτυπικών μεθόδων του Γκουτζάρατ. Οι ιστορικοί της υφαντουργικής τεχνολογίας σημειώνουν ότι οι Ευρωπαίοι «διατήρησαν πολλά χαρακτηριστικά της τεχνικής της Ανατολής», η οποία περιλάμβανε τα διαβρωτικά για τη βαφή αλιζαριού και την τυποβαφία του λουλακιού με τη χρήση κεριού για την αδιαβροχοποίηση σχεδιασμάτων σε ύφασμα. Η ξυλοτυπία σε ύφασμα υπήρχε σε περιορισμένη κλίμακα στην Ευρώπη για πολλούς αιώνες. Το νέο στοιχείο ήταν η προσαρμογή της τεχνικής στα ζωηρά χρώματα και στις ανεξίτηλες βαφές της Ινδίας και της Περσίας. Οι πρώτες επιτυχημένες προσπάθειες απομίμησης των ινδικών εισαγωγών έγιναν ταυτόχρονα στη Βρετανία, την Ολλανδία, τη Γαλλία και την Ελβετία στη δεκαετία του Ένα σημαντικό τυποβαφείο υφασμάτων ήταν η επιχείρηση του William Sherwin στην όχθη του ποταμού Lee του Βόρειου Λονδίνου. Ήδη πριν από τη δεκαετία του 1740, είχε συσσωρευτεί τόσο πολλή επαγγελματική πείρα, ώστε ο ιδιοκτήτης ενός τυποβαφείου της ελβετικής Βασιλείας να σχολιάζει την περιγραφή ινδικών τεχνικών βαφής με την παρατήρηση ότι οι περισσότερες από αυτές ήσαν ήδη σε χρήση στην πόλη του, σαν η Ασία να μην είχε πια τίποτε να διδάξει στην Ευρώπη. Στη δεκαετία που ακολούθησε, η γαλλική κυβέρνηση απέσυρε προηγούμενες απαγορεύσεις για τα τυπωμένα υφάσματα, με αποτέλεσμα να αναπτυχθούν πολλά νέα εργοστάσια. Ένα από τα μεγαλύτερα ήταν στην Οράγγη, όπου τυπώθηκαν κομμάτια υφάσματος το Άλλα βρίσκονταν στην Τρουά και στη Ρουέν. Σε όλα χρησιμοποιούνταν τεχνικές παρόμοιες με τις ινδικές, συχνά τροποποιημένες για την εξοικονόμηση εργασίας. Αλλά, εξακολουθούσε να υπάρχει δυσαρέσκεια επειδή δεν επιτυγχανόταν η αναπαραγωγή των ζωηρών αποχρώσεων του κόκκινου χρώματος που έβλεπε κανείς στα ινδικά υφάσματα. Επειδή οι τουρκικές μέθοδοι βαφής υφασμάτων, οι οποίες συγγένευαν με τις ινδικές, θεωρούνταν ικανές να αποδώσουν τις επιθυμητές κόκκινες αποχρώσεις, ένας βαφέας από το Μάντσεστερ που ονομαζόταν John Wilson, έστειλε έναν νεαρό συνεργάτη του στη Σμύρνη για να «αποσπάσει... το μυστικό της βαφής κόκκινου Τουρκίας». Ο Γουΐλσον, πρώιμος βιομηχανικός κατάσκοπος, ξόδεψε σημαντικό χρηματικό ποσό διαμένοντας αρκετό διάστημα στη Σμύρνη για να μάθει και τούρκικα. Όταν τον δέχτηκαν να εκπαιδευτεί σε ένα βαφείο διαπίστωσε ότι η εκμάθηση ήταν κοπιώδης και αργόσυρτη. Έτσι στράφηκαν για συμβουλές σε Γάλλους βαφείς υφασμάτων υψηλής ποιότητας. Αλλά και η τεχνογνωσία των Γάλλων προερχόταν από Έλληνες και Τούρκους που είχαν μεταναστεύσει από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στη Γαλλία, στη Ρουέν, στα μέσα του 18 ου αι. Διαδραματιζόταν, κοντολογίς, ένας ζωηρός τεχνολογικός διάλογος μεταξύ Γάλλων, Ελβετών και Βρετανών βαφέων και τυποβαφέων, που γέννησε πολλές καινοτομίες. Πάντως, οι Βρετανοί δεν είχαν αποκωδικοποιήσει το μυστικό του άλικου χρώματος, έως ότου Γάλλοι επιχειρηματίες εγκαταστάθηκαν στο Μάντσεστερ με Τούρκο τεχνίτη και ίδρυσαν βιομηχανία βαφής ειδικά για το κόκκινο (1781) Βορειότερα, στη Γλασκόβη, ένας σκοτσέζος συνεργάτης του Άρκράιτ δημιούργησε μια επιχείρηση βαφής κόκκινου της Τουρκίας με τον Γάλλο Papillon. Άρχισε, λοιπόν, να αυξάνεται στη Βρετανία η παραγωγή υφάσματος calico (κάμποτ στα ελληνικά). Προέρχεται από το όνομα του λιμανιού του Καλικούτ στην Νοτιοδυτική ακτή της Ινδίας (να μη συγχέεται με την Καλκούτα στη Βορειοανατολική) και αναφέρεται σε ένα Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 139/180
143 140 Για την παρασκευή του αποδείχτηκε κατάλληλο το νήμα που έκλωθαν τα μηχανήματα του Arkwright, ο οποίος, μετά από πολλές πιέσεις, είχε πείσει την κυβέρνηση να μειώσει τον φόρο επιτηδεύματος για το ύφασμα κάμποτ στη Βρετανία. Το 1775, το πρώτο έτος μετά τη μείωση του φόρου, εισήχθησαν 2 περίπου εκατομμύρια μέτρα κάμποτ κυρίως από την Ινδία, ενώ μόνο μέτρα παρήχθησαν στη Βρετανία. Μέχρι το 1783, οι εισαγωγές είχαν πέσει στον ένα τρίτο, ενώ η βρετανική παραγωγή είχε αυξηθεί εντυπωσιακά. Συνέπεια ήταν η τεράστια αύξηση του βαμβακερού υφάσματος που χρειαζόταν βαφή και ήταν φυσικό να ιδρυθούν εργοστάσια βαφής και τυποβαφίας κοντά στις περιοχές του Λάνκασαϊρ και της Σκοτίας, όπου παραγόταν κάμποτ. Μια άλλη πηγή καινοτομίας σε αυτόν τον κλάδο βιομηχανίας ήταν η επιστημονική μελέτη. Πολλοί Γάλλοι χημικοί είχαν διατυπώσει αδόκιμες θεωρίες για τη βαφή και μια ανακάλυψη μικρής σημασίας που είχε προκύψει ήταν ο ρόλος των ασβεστούχων ορυκτών στη διαδικασία του αλιζαριού, όπως αναφέρθηκε παραπάνω. Ο σπουδαιότερος από αυτούς τους χημικούς ήταν ο Berthollet, που ανέπτυξε τη διαδικασία λεύκανσης με χλωρίνη στη δεκαετία του Οι ιστορικοί, οι οποίοι αμφιβάλλουν για τον ρόλο της επιστήμης στη Βιομηχανική Επανάσταση, παρατηρούν ότι η Χημεία βρισκόταν σε υποτυπώδες στάδιο εκείνη την εποχή και εκφράζουν την άποψη ότι μόνη της ουσιαστική συνεισφορά ήταν η λεύκανση με τη χρήση χλωρίνης. Αλλά, η συνήθεια καταγραφής πειραματικών αποτελεσμάτων και η τάση να συλλαμβάνονται διαδικασίες με τη διατύπωση θεωριών, όσο και αν ήσαν ανεπαρκείς, έφεραν στην επιφάνεια νέες προσεγγίσεις και οδήγησαν στη συσσώρευση περισσότερων και καλύτερα ταξινομημένων εμπειρικών γνώσεων. Έτσι, διαδικασίες που είχαν χρησιμοποιηθεί για αιώνες στην Ινδία, το Ιράν και την Τουρκία επεκτάθηκαν πολύ γρήγορα και με πολλές νέες εφαρμογές. Ένα τρίτο βιομηχανικό ρεύμα Μολονότι το ινδικό εμπόριο βάμβακος διαφαίνεται αόριστα στο βάθος πολλών ιστορικών μελετών για τη Βιομηχανική Επανάσταση, ο Fernand Braudel είναι ένας από τους ελάχιστους συγγραφείς της περιόδου, ο οποίος έχει αναγνωρίσει το γεγονός ότι η Ινδία είχε σημαντική δημιουργική επιρροή στη βρετανική τεχνολογία. Μια πλευρά αυτής της επιρροής ήταν το χαμηλό κόστος και η υψηλή ποιότητα των Ινδικών υφασμάτων. Τα εργατικά χέρια αφθονούσαν στις υφαντουργικές περιοχές της Ινδίας και οι αμοιβές ήσαν χαμηλές. Συνεπώς, το κίνητρο των Ινδών εμπόρων για μηχανοποίηση της παραγωγής ήταν ασήμαντο. Όπως το διατυπώνει ο Braudel, το κίνητρο «λειτουργούσε αντίστροφα». Τα νέα μηχανήματα εφευρέθηκαν στη Βρετανία στην προσπάθεια ανταγωνισμού σε κόστος και σε ποιότητα των ινδικών υφασμάτων και υπήρχαν και οι μεταβιβάσεις βαφικής τεχνικής, τις οποίες μόλις εξετάσαμε. Παρ όλα αυτά, στην Ινδία υπήρξαν τεχνολογικές αλλαγές, οι οποίες συνδέονταν με τις συνέπειες του βρετανικού εμπορίου. Ακόμη, οι διασυνδέσεις ήσαν αρκετά ισχυρές, ώστε να μπορούμε να μιλήσουμε για ένα τρίτο βιομηχανικό ρεύμα που ήταν εντοπισμένο στην Ινδία, αλλά συνδεόταν με τα δύο βρετανικά ρεύματα που ήδη περιγράψαμε. Περιλάμβανε την επέκταση των υφαντουργικών, των χημικών και των ναυπηγικών βιομηχανιών. Στον τομέα των υφαντών, παρ όλη την έλλειψη γενικής μηχανοποίησης, εισήχθησαν στη Βεγγάλη οι κλωστικές μηχανές μετάξης, μερικοί τύπο υφάσματος λιγότερο λεπτού από τη μουσελίνα. Βλ. περισσότερα στο: Arnold Pacey, 1996, Η Τεχνολογία στον Παγκόσμιο Πολιτισμό, όπ. παρ. σελ Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 140/180
144 141 προϊστάμενοι υφαντουργικών επιχειρήσεων στην ίδια περιοχή έκαναν επενδύσεις σε πρόσθετους αργαλειούς και αναπτύχθηκαν κάποιες μεγάλες υφαντουργίες. Η παραγωγή υφασμάτων εξαρτιόταν από ποικίλες χημικές ουσίες, που περιλάμβαναν φυτικές βαφές και ορυκτές ύλες που χρησιμοποιούνταν ως στερεωτικά βαφών. Από άποψη όγκου απόδοσης, η παραγωγή μπορεί να ήταν υπολογίσιμη, αλλά, πάλι με πολύ μικρά επενδυτικά κεφάλαια. Εκείνος ο κλάδος της τεχνολογίας που ωφελήθηκε από την τάση να επενδύονται κεφάλαια στο εμπόριο μάλλον παρά στις παραγωγικές επιχειρήσεις ήταν ο ναυπηγικός. Έτσι, η «βιομηχανική κίνηση» εκείνη την εποχή στην Ινδία συνδέθηκε ιδιαίτερα με τα κύρια ναυπηγικά κέντρα. Τα πλοία κατασκευάζονταν για τριών ειδών πελάτες: εμπόρους, τοπικούς ηγεμόνες και ευρωπαϊκές εταιρίες. Ενώ ο σχεδιασμός των μικρών σκαφών για το παράκτιο εμπόριο είχε τοπικό χαρακτήρα, η ιστιοφορία και η γάστρα των περισσότερων μεγάλων πλοίων του 18 ου αιώνα είχε κάποιες ομοιότητες με τα ευρωπαϊκά, αν και ήσαν χαρακτηριστικές οι διαφορές σχεδιασμού της μάσκας της πλώρης και άλλων λεπτομερειών. Επίσης, υπήρχε σημαντική διαφορά στην ξυλουργική τεχνική αυλακωτής σύνδεσης (ραμποτέ) των σανίδων του πλευρικού πετσώματος. Αυτή η συγχώνευση ινδικής ξυλουργικής τεχνικής και ευρωπαϊκού σχεδιασμού αντικατοπτρίζει μια κοσμοπολίτικη προσέγγιση, η οποία ήταν πολύ χαρακτηριστική της τεχνολογίας στην Ινδία για μεγάλο χρονικό διάστημα. Για παράδειγμα, διάφορες ιστορικές εκτιμήσεις της ανάπτυξης των Μουγκάλ τον 16 ο αιώνα τείνουν να παρουσιάζουν ως προοδευτική την πολιτική ενθάρρυνσης του εμπορίου και της βιομηχανίας του αυτοκράτορα Ακμπάρ. Τον θεωρούν, όμως, κοντόφθαλμο επειδή δεν συνειδητοποίησε την ανάγκη εκπαίδευσης τεχνιτών και μηχανικών. Οι ηγεμόνες της Ινδίας παρέβλεψαν αυτή την ανάγκη, επειδή τους ήταν πολύ εύκολη η στρατολόγηση εκπαιδευμένων ανθρώπων από άλλες χώρες, συχνά ως μισθοφόρων στα στρατεύματά τους. Υπήρχαν επίσης πολλοί Αρμένιοι και Πέρσες στο εμπόριο υφασμάτων, και Άραβες στη ναυτιλία. Παρόμοια, όταν οι Ινδοί έμποροι έκαναν επενδύσεις στη ναυτιλία, συχνά ναυτολογούσαν Ευρωπαίους ως κυβερνήτες των πλοίων ή ως αξιωματικούς των πυροβόλων, με τα οποία ήσαν πάντοτε εξοπλισμένα για να αμύνονται κατά των πειρατών. Όταν όμως επρόκειτο για ναυπήγηση σκαφών, η Ινδία διέθετε τεράστια πείρα και δεν χρειαζόταν την ανάμειξη Ευρωπαίων. Αυτό γίνεται φανερό από την ιστορία του ναυπηγείου της Βομβάης, όπου, αντί να βασίζονται οι Ινδοί έμποροι στην ευρωπαϊκή ειδική πείρα και ικανότητες, μπορούμε να παρατηρήσουμε μια ευρωπαϊκή εταιρία να εξαρτάται από την εμπειρογνωμοσύνη των Ινδών. Το ναυπηγείο ανήκε στην British East India Company, η οποία είχε εγκαταστήσει στη Βομβάη την έδρα της δραστηριότητας της στη Δυτική Ινδία το Μόνο μικρά σκάφη ναυπηγούνταν εκεί στην αρχή, αλλά το 1736, όταν προτάθηκε μια επέκταση του ναυπηγικού προγράμματος, η βρετανική εταιρία αντιμετώπισε το πρόβλημα έλλειψης καραβομαραγκών προσλαμβάνοντας ειδικευμένους εργάτες από το Σουράτ. Επί τέσσερα χρόνια εργάστηκαν κάτω από τη διεύθυνση του Robert Baldry, αλλά, όταν εκείνος πέθανε, αντικαταστάθηκε από τον Λοουτζίι Γουάντια, έναν από τους καραβομαραγκούς του Σουράτ που ανέλαβε πολύ ευρείες αρμοδιότητες. Όταν κατασκευάστηκε μια σχάρα νεωλκείου για την επισκευή πλοίων το 1750, ο Λοουτζίι ήταν εκείνος που επέλεξε την τοποθεσία. Η δεξαμενή της είχε μήκος 64 μέτρων και διευρύνθηκε δυο φορές κάτω από την επίβλεψή του. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 141/180
145 142 Μετά τον θάνατό του, τον Λοουτζίι διαδέχτηκε ως αρχιμαραγκός ο μεγαλύτερος γιος του, που προσέλαβε έναν από τους αδελφούς του ως βοηθό. Από τότε και μέχρι το 1885, όλοι οι αρχιμαραγκοί στη Βομβάη ήταν μέλη της οικογένειας Γουάντια. Αρχικά, το καρνάγιο αυτό χρησίμευε κυρίως για επισκευές και κατασκευάζονταν εκεί μόνο μικρά σκάφη. Το 1768, όμως, άρχισε η κατασκευή ενός πλοίου πεντακοσίων τόννων. Το 1778, καθελκύστηκε ένα άλλο 749 τόννων, το οποίο ταξίδεψε ως το Λονδίνο τον επόμενο χρόνο και τόσο εντυπωσίασε τη διεύθυνση της εταιρίας, ώστε να παραγγείλει ένα ακόμη με το ίδιο σχέδιο. Στη δεκαετία πια του 1790, η έλλειψη ξυλείας στη Βρετανία υπαγόρευε την κατασκευή ολοένα μεγαλύτερων πλοίων στη Βομβάη. Εξάλλου, ενώ διαρκούσαν οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι, το Βασιλικό Ναυτικό της Βρετανίας χρειαζόταν περισσότερα σκάφη και ζήτησε από τη Βομβάη να υποβάλει προϋπολογισμούς για τη ναυπήγηση πολεμικών πλοίων. Ο ναύαρχος Sir Thomas Trowbridge έγραψε ο ίδιος στον Τζαμσέτζι Γουάντια το 1802 για να τον πληροφορήσει ότι είχε λάβει προϋπολογισμούς και από τη Βεγγάλη, αλλά ότι «δεν είχε γνώμη» για τους εκεί τεχνίτες. Προφανώς, η απάντηση του Τζαμσέτζι ενέπνεε εμπιστοσύνη στον ναύαρχο όσο δείχνει και η απόφαση του Βασιλικού Ναυτικού να αγοράσει το 1804 ένα πλοίο κατασκευασμένο στη Βομβάη. Έτσι, έγινε άχρηστη η αρχική συνήθεια να στέλνεται Άγγλος ναυπηγός για να επιβλέπει την κατασκευή πλοίων. Το Βασιλικό Ναυτικό έστελνε απλώς τα σχέδια για να εργαστεί με αυτά η ομάδα του Τζαμσέτζι. Στα επόμενα είκοσι και πλέον χρόνια κατασκευάστηκαν 22 πλοία του βρετανικού βασιλικού ναυτικού στη Βομβάη. Απέκτησαν μεγάλη φήμη για την ανθεκτικότητά τους. Τον χειμώνα του , ένα από αυτά, το HMS Salsette, ήταν το μόνο πλοίο που δεν συνεθλίβη από τον πάγο όταν μια μοίρα σε αποστολή παγιδεύτηκε («καταψύχτηκε») στα παγωμένα νερά της Βαλτικής Θάλασσας. Εξίσου εντυπωσιακή είναι η ιστορία του HMS Trincomalee, που πλέει ακόμη και σήμερα με το όνομα Foudroyant μετά από 170 χρόνια στη θάλασσα. Οι στατιστικές για τα πλοία που ναυπηγήθηκαν στη Βομβάη μεταξύ 1736 και 1859 παρουσιάζονται στον σχετικό πίνακα. Ένα μεγάλο ποσοστό από αυτά κατασκευάστηκε για την British East India Company, αφού αυτή ήταν η ιδιοκτήτρια εταιρία των ναυπηγείων, καθώς και για τη θυγατρική της υπηρεσία πλοηγών Bengal Pilot Service. Το υπόλοιπο κατασκευαστικό δυναμικό των ναυπηγείων χρησιμοποιήθηκε για παραγγελίες του Βασιλικού Ναυτικού, για το ναυτικό του αραβικού Σουλτανάτου του Μουσκάτ και για ιδιώτες, που πολλοί ήσαν τοπικοί επιχειρηματίες, όπως τρεις Παρσί έμποροι της Βομβάης, για τους οποίους ναυπηγήθηκαν ισάριθμα πλοία στη δεκαετία του Πολλές ήσαν οι τεχνικές εξελίξεις στα πενήντα χρόνια μέχρι το Μια ήταν η εγκατάλειψη της τεχνικής του Σουράτ για τη σύνδεση αυλακωμένων (ραμποτέ) σανίδων πετσώματος πλοίων, πράγμα που οφειλόταν πιθανόν στην εισαγωγή νέων μεθόδων (και εργαλείων) για το πριόνισμα των μαδεριών, αλλά επίσης και στην επιμονή του Βασιλικού Ναυτικού να επιβάλει τις δικές του προδιαγραφές. Τα πλοία χρησιμοποιούσαν συνεχώς περισσότερα σιδερένια μέρη, τα οποία παρασκευάζονταν κυρίως στην Ινδία. Η κατασκευή των πλοίων γινόταν επάνω σε βάθρα, όπως και στη Βρετανία, αλλά μερικές εργασίες σε καινούργια σκάφη γίνονταν στην εξαιρετική δεξαμενή της Βομβάης. Τα μόνα άλλα ινδικά ναυπηγεία, για τα οποία υπάρχουν στατιστικά στοιχεία, είναι εκείνα που βρίσκονταν στον ποταμό Χούγκλι της Βεγγάλης. Και εκεί δέσποζε η British East India Company, αλλά υπήρχαν και σκάφη ιδιωτικής πλοιοκτησίας ικανά να κάνουν δρομολόγια από την κοντινή Καλκούτα σε άλλα λιμάνια της Ασίας και μέχρι το Λονδίνο. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 142/180
146 143 Μερικά από τα μεγαλύτερα σκάφη, τα οποία κατασκευάζονταν σε εκείνη την περιοχή και προορίζονταν για μεγάλα ταξίδια, προσαρμόζονταν στις προδιαγραφές εξοπλισμού του ευρωπαϊκού τύπου γολέτας Χούγκλι- στοιχεία του Μουκέρτζι Βομβάη-στοιχεία του Γουάντια Τα στοιχεία δείχνουν ότι τόσο στη Βομβάη, όσο και στα ναυπηγεία του Χούγκλι, η απόδοση κορυφώθηκε στις πρώτες δυο δεκαετίες του 19 ου αιώνα και εξασθένισε στη συνέχεια. Αυτό αντικατοπτρίζει τον αντίκτυπο της περιόδου των Ναπολεόντειων Πολέμων στην Ευρώπη, όταν η τιμή της ξυλείας για τα ναυπηγεία έφτασε το ανώτατο σημείο της μεταξύ 1806 και Στη διάρκεια αυτών των χρόνων, τα πλοία κατασκευάζονταν στην Ινδία με μέγιστο πλεονέκτημα την τιμή κόστους. Μετά, όμως, από το τέλος των πολέμων το 1815, το Βασιλικό Ναυτικό είχε πολύ μικρότερες ανάγκες για πλοία και, μετά το 1829, διέκοψε ολοκληρωτικά τις παραγγελίες στη Βομβάη. Ωστόσο, αλλαγές της πολιτικής κατάστασης αντανακλά επίσης και η κατακόρυφη μείωση τής ινδικής ναυπηγικής δραστηριότητας μετά το Αποβιομηχανοποίηση Κατά τον 18 ο αι. η Ινδία συμμετείχε στην ευρωπαϊκή βιομηχανική επανάσταση με την επιρροή του υφαντουργικού της εμπορίου και με τις χρηματικές επενδύσεις των Ινδών τραπεζιτών και εμπόρων στη ναυτιλία. Οι εξελίξεις στην υφαντουργία και στη ναυπηγική αποτελούσαν σημαντικό βιομηχανικό ρεύμα, αλλά θα ήσαν λάθος να υποστηριχτεί ότι η Ινδία βρισκόταν στα πρόθυρα της δικής της Βιομηχανικής Επανάστασης. Δεν υπήρχαν ατμομηχανές ή ανθρακωρυχεία στην Ινδία και τα μηχανήματα ήσαν λιγοστά. Ο χάρτης δείχνει επίσης ότι οι αναπτυσσόμενες βιομηχανίες βρίσκονταν κυρίως σε παράκτιες περιοχές. Μεγάλο μέρος της ενδοχώρας ήταν σε παρακμή, με ζημιές στα παραμελημένα αρδευτικά της έργα, εξαιτίας της διάλυσης της Αυτοκρατορίας των Μουγκάλ και των δεινών του πολέμου. Αν και οι πολιτικές αδυναμίες της Αυτοκρατορίας ήσαν ολοφάνερες από το 1707 και μολονότι οι δυνάμεις της είχαν υποστεί συντριπτική ήττα το 1739 στο Δελχί από ένα περσικό στράτευμα, οι Βρετανοί ήσαν εκείνοι που επωφελήθηκαν περισσότερο από την κατάρρευσή της. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 143/180
147 144 Μεταξύ του 1757 και 1803, έφεραν κάτω από τον έλεγχό τους το μεγαλύτερο μέρος της Ινδίας εκτός από το βορειοδυτικό. Αποτέλεσμα ήταν να γίνει ρυθμιστής μεγάλων τομέων της τοπικής οικονομίας η British East India Company, η οποία υποβίβασε γρήγορα τον ρόλο των μεγάλων Ινδών τραπεζιτών με μέσο τη χειραγώγηση της φορολογίας και νέες μεθοδεύσεις για την είσπραξη των φόρων. Στο μεταξύ, οι αγορές της Ινδίας στην Ευρώπη φθείρονταν από τον ανταγωνισμό των νημάτων μηχανής και των υφασμάτων κάμποτ που τυπώνονταν στο Λάνκασαϊρ. Επιβάλλονταν τεράστιοι δασμοί με θύμα τις εισαγωγές από την Ινδία και ψηφίζονταν νόμοι για περιορισμούς στα ταξίδια πλοίων ινδικής κατασκευής στη χώρα. Μετά από το 1812, επιβλήθηκαν πρόσθετοι δασμοί, στην εισαγωγή οποιουδήποτε προϊόντος μετέφεραν στην Αγγλία και αυτός είναι σημαντικός παράγοντας που στοιχειοθετείται με τα υπάρχοντα στοιχεία (βλ. Πίνακα πλοίων που ναυπηγήθηκαν). Ορισμένα ινδικά πλοία εξακολουθούσαν να ταξιδεύουν μέχρι τη Βρετανία και ένα από αυτά το Irrawaddy βρισκόταν στο Λίβερπουλ το 1839, όταν έφτασε ο Χέρμαν Μέλβιλ από την Αμερική. Ο Μέλβιλ είπε ότι «αυτά τα εμπορικά πλοία ήσαν τα μεγαλύτερα στον κόσμο πριν από 40 χρόνια και εξακολουθούν να ξεπερνούν το μέσο όρο...οι γηγενείς μαραγκοί της Ινδίας ξεπερνούσαν σε μαστοριά τους Ευρωπαίους...το σκοινί από ινδική καρύδα για τα ξάρτια ήταν πολύ ελαστικό και χρειαζόταν προσοχή...» Το πλοίο εκείνο στο Λίβερπουλ είχε αλλάξει τα σχοινιά του με υλικό από κάνναβη. Όταν οι Βρετανοί κατέκτησαν την Ινδία από το 1803, έπαψαν να θαυμάζουν τα πολλά τεχνολογικά επιτεύγματά της που εκτείνονταν από τη γεωργία ως τη μεταλλουργία. Μετά, δηλαδή, η αλαζονεία της κατάκτησης επιδεινώθηκε από την ταχεία ανάπτυξη της βρετανικής βιομηχανίας. Αυτή η τροπή πραγμάτων εκδηλωνόταν με το γεγονός ότι οι ινδικές τεχνικές, που ήσαν αξιοσημείωτες πριν μερικά χρόνια, μπορούσαν τώρα να αξιοποιηθούν στα βρετανικά εργοστάσια, προσφέροντας εφάμιλλα προϊόντα με πολύ χαμηλότερο κόστος. Στη συνέχεια, καλλιεργήθηκε η εντύπωση πως η Ινδία ήταν μάλλον πρωτόγονη χώρα. Σύντομα, δημιουργήθηκε η αντίληψη πως ο σωστός για αυτή ρόλος ήταν μόνο να προμηθεύει τη δυτική βιομηχανία με ακατέργαστες πρώτες ύλες, όπως το βαμβάκι και το λουλάκι και να λειτουργεί ως αγορά για τα βρετανικά προϊόντα. Αυτή η πολιτική εκδηλώθηκε το 1813 σε μια νομοθετική χαλάρωση των μονοπωλιακών εμπορικών προνομίων της British East India Company, ώστε να μπορέσουν και άλλες βρετανικές εταιρίες να φέρουν και να πουλήσουν ελεύθερα τα προϊόντα τους στην Ινδία. Με αυτόν τον τρόπο, η τοπική υφαντουργία, η παραγωγή σιδήρου και η ναυπηγική δραστηριότητα εξουθενώθηκαν από τον ανταγωνισμό φτηνών εισαγωγών από τη Βρετανία και από τους περιορισμούς που επιβλήθηκαν στους Ινδούς εμπόρους. Ήδη το 1830, η κατάσταση είχε επιδεινωθεί σε τέτοιο σημείο, ώστε άρχισαν να διαμαρτύρονται για αυτήν ακόμη και Βρετανοί στην Ινδία. Ένας από αυτούς είπε: «Καταστρέψαμε τους βιομηχάνους της Ινδίας» και ζήτησε να υπάρξει κάποια προστασία για τη μεταξουργία, «την τελευταία από τις εκπνέουσες βιοτεχνίες της Ινδίας». Ένας άλλος παρατηρητής εξέφρασε την έντονη ανησυχία του για την «εμπορική επανάσταση», η οποία γεννούσε «τόση δυστυχία σε πολυάριθμες τάξεις στην Ινδία». Αυτό που απομένει είναι το υποθετικό ερώτημα για το ποιες θα μπορούσαν να είναι οι εξελίξεις, αν είχε επιζήσει μια ισχυρή μογγολική κυβέρνηση. Ο Fernand Braudel υποστηρίζει ότι, μολονότι δεν έλειπε ο «καπιταλισμός» από την Ινδία, η οικονομία δεν είχε στραφεί προς την εγχώρια βιομηχανοποίηση. Ο ιστορικός της τεχνολογίας αναπόφευκτα Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 144/180
148 145 σημειώνει την απουσία ανάπτυξης μηχανών, αν και είχε σημειωθεί κάποια αύξηση στη χρήση υδροτροχών τον 18 ο αιώνα, τόσο στη βιομηχανία σιδήρου, όσο και στα εργοστάσια πυρίτιδας. Ωστόσο, είναι επίσης αναπόφευκτο το να εντυπωσιαστεί κανείς από τις επιτυχίες της ναυπηγικής βιομηχανίας της Ινδίας, η οποία απέδωσε ικανότατους και εξειδικευμένους καραβομαραγκούς και ένα μοντέλο οργάνωσης μεγάλης κλίμακας. Εκπαίδευσε επίσης σχεδιαστές και ανθρώπους με ενδιαφέρον για θέματα μηχανών και κατασκευών. Είναι εκπληκτικό το ότι ένα από τα μέλη της οικογένειας ναυπηγών Γουάντια εγκατέστησε φωτισμό με γκάζι στο σπίτι του το 1834 και έχτισε ένα μικρό χυτήριο, στο οποίο κατασκεύαζε ανταλλακτικά για ατμομηχανές. Δεν θα ήταν εκτός πραγματικότητας να υποθέσουμε ότι, αν π Ινδία είχε διατηρήσει την ανεξαρτησία και την ευημερία της, η τοπική ανταπόκριση στο ερέθισμα της βρετανικής βιομηχανοποίησης θα μπορούσε να είχε πάρει τη μορφή εξάπλωσης των ειδικών ικανοτήτων και καινοτομιών των ναυπηγείων και σε άλλες βιομηχανίες. Όπως έγιναν τα πράγματα, οι εξελίξεις αυτού του είδους καθυστέρησαν μέχρι τη δεκαετία του 1850 και αργότερα, όταν άνοιξε το πρώτο εργοτάξιο κατεργασίας βαμβακιού. Έχει σημασία το γεγονός ότι μερικοί από τους επιχειρηματίες που στήριξαν την ανάπτυξη αυτής της βιομηχανίας προέρχονταν από τις ίδιες οικογένειες Παρσί, που είχαν ναυπηγήσει σπουδαία πλοία στη Βομβάη και είχαν κάνει μεγάλες επενδύσεις στο υπερπόντιο εμπόριο του 18 ου αιώνα. 9. Παρέκβαση για τα ορυκτά καύσιμα και το περιβάλλον Η πορεία προς ένα εξαρτημένο από ορυκτά καύσιμα μέλλον ξεκίνησε στην Αγγλία του Εδουάρδο του Α. Ο ίδιος ο βασιλιάς απεχθανόταν τόσο την μυρωδιά του κάρβουνου, ώστε το 1306 απαγόρευσε την καύση του στην επικράτεια του. Υπάρχουν μέχρι και καταγραφές ανθρώπων που βασανίστηκαν, απαγχονίστηκαν ή αποκεφαλίστηκαν, επειδή έκαιγαν κάρβουνα. Παρά την βασιλική απαγόρευση οι Εγγλέζοι αναδείχτηκαν σε πρώτους καταναλωτές κάρβουνου σε μεγάλες ποσότητες μεταξύ των Ευρωπαίων. Οι άνθρωποι τότε δεν είχαν ιδέα τι εστί κάρβουνο. Πολλοί ανθρακωρύχοι θεωρούσαν πως ήταν ουσία ζωντανή, που ευδοκιμούσε στο υπέδαφος και πως θα επιταχυνόταν η ανάπτυξή του εμπλουτίζοντας το χώμα με καβαλίνες. Η μπόχα απ το θειάφι που ενδυόταν από την καύση του, προκαλούσε συνειρμούς για την ύπαρξη της κόλασης που βρισκόταν στα έγκατα. Ο κόσμος τότε είχε συνδέσει το κάρβουνο με την πανώλη που είχε πλήξει τη Ευρώπη. Παρ όλα αυτά το 1700 στην πόλη του Λονδίνου καίγονταν ημερησίως χίλιοι τόνοι. Σύντομα προκλήθηκε ενεργειακή κρίση. Τα ορυχεία της Αγγλίας είχαν αντληθεί σε τέτοιο βάθος, ώστε πλημμύριζαν πλέον με νερό. Έπρεπε να επινοηθεί τρόπος άντλησης των υδάτων από τα φρεάτια. Ένας σιδηρέμπορος από μια κωμόπολη, ο Τόμας Νιούκαμεν, ανακάλυψε την πολύτιμη συσκευή, που καίγοντας κάρβουνο, σχημάτιζε ατμό, που συμπυκνωμένος δημιουργούσε κενό αέρος, το οποίο με τη σειρά του κινούσε ένα έμβολο άντλησης του νερού. Η πρώτη μηχανή του Νιούκαμεν εγκαταστάθηκε στα 1712 σε ένα ανθρακωρυχείο στο Σταφορντσάιρ. Μέσα σε 50 χρόνια λειτουργούσαν εκατοντάδες συσκευές σε όλα τα ορυχεία της χώρας και η παραγωγή κάρβουνου στην Αγγλία είχε αυξηθεί στα 6 εκατομμύρια τόνους ετησίως. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 145/180
149 146 Ο ιδιοφυής Τζέιμς Βατ επέφερε βελτιώσεις στον σχεδιασμό του Νιούκαμεν και το 1784 ο φίλος του ο Γουίλιαμ Μέρντοκ κατασκεύασε την πρώτη κινητή ατμομηχανή. Η εξέλιξη από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα προσδιόρισε τον επερχόμενο αιώνα, τον 19 ο, ως αιώνα του κάρβουνου. Ήταν μια ασυναγώνιστη πηγή για το μαγείρεμα, τη θέρμανση, τη βιομηχανία και τις μεταφορές. Σε αυτό το φάσμα προστέθηκε και η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας όταν το 1882 ο Τόμας Έντισον εγκαινίασε τον πρώτο στον κόσμο σταθμό παραγωγής ηλεκτρισμού στο κάτω Μανχάταν. Σήμερα καίμε περισσότερο άνθρακα από οποιαδήποτε άλλη εποχή. Σε όλο τον κόσμο, προγραμματίζεται για τη δεκαετία η εγκατάσταση 249 θερμοηλεκτρικών σταθμών, από τους οποίους οι μισοί θα λειτουργήσουν στην Κίνα. Θα ακολουθήσουν άλλοι 483 την επόμενη δεκαετία μέχρι το 2019 και μεταξύ 2020 και 2030 θα εγκατασταθούν ακόμη 710. Το 1/3 του συνολικού αριθμού τους θα εγκατασταθεί στην Κίνα και θα παράγουν 710 γιγαβάτ (1 GW= 1 δις βατ). Το CO2, που θα παραγάγουν, θα θερμαίνει τον πλανήτη για αιώνες. Εάν ο 19 ος αι. υπήρξε ο αιώνας του κάρβουνου, ο 20 ος υπήρξε ο αιώνας του πετρελαίου. Στις 10 Ιανουαρίου του 1901, στον λοφίσκο Σπίνλτοπ του Τέξας ο Αλ Χαμίλ άρχισε γεωτρήσεις πετρελαίου. Είχε κατέβει σε βάθος 300 μ. στο ψαμμολιθικό υπέδαφος και στις 10:30 το πρωί απογοητευμένος με την ατυχία του ήταν έτοιμος να τα παρατήσει. Εκείνη τη στιγμή, όμως, με μια εκκωφαντική ορμή και υποχθόνιο μουγκρητό, ξεπετάχτηκαν από το φρεάτιο παχιά σύννεφα μεθανίου. Ύστερα ακολούθησε το υγρό σε πάχος 18 εκατοστών. Εκτοξεύτηκε σε πολλές δεκάδες μέτρα στον ουρανό πριν πέσει καταγής σαν μαύρη βροχή. Η ανακάλυψη πετρελαίου σε τόσο βαθύ στρώμα ήταν πρωτόγνωρη. Το πετρέλαιο εκτόπισε τον άνθρακα από τις μεταφορές και την οικιακή θέρμανση. Το πρόβλημα με το πετρέλαιο έγκειται στο ότι δεν αφθονεί σε μεγάλες ποσότητες και είναι πιο δυσεύρετο. Το πετρέλαιο είναι προϊόν ζωής σε αρχαίους ωκεανούς και στις εκβολές των ποταμών. Αποτελείται βασικά από υπολείμματα πλαγκτόν ιδίως από μονοκύτταρους φυτικούς οργανισμούς που είναι γνωστοί ως φυτοπλαγκτόν. Όταν πεθαίνει το πλαγκτόν τα κατάλοιπά του καταβυθίζονται στα ωκεάνια βάθη, όπου δεν υπάρχει οξυγόνο, οπότε η οργανική ύλη τους συσσωρεύεται χωρίς να καταναλώνεται από βακτήρια. Η γεωλογική διαδικασία για τον σχηματισμό πετρελαίου είναι τόσο συγκεκριμένη όσο η συνταγή για κρέπες. Πρώτα απ όλα τα ιζήματα που περιέχουν φυτοπλαγκτόν πρέπει να θαφτούν και να συμπιεστούν από άλλα πετρώματα. Ύστερα, απαιτούνται απολύτως ευνοϊκές συνθήκες, ώστε να εξαχθεί με πίεση από τα πετρώματα η οργανική ύλη και να μεταφερθεί μέσω σχισμών και κοιλοτήτων σε κατάλληλο στρώμα απόθεσης. Το στρώμα πρέπει να είναι πορώδες, αλλά να καλύπτεται από ανθεκτικού πάχους πέτρωμα, ώστε να αποτρέπεται η διαφυγή του πετρελαίου. Εξάλλου, οι κηροί και τα λίπη που απαρτίζουν τη βάση του πετρελαίου πρέπει να «ψηθούν» στους ο C επί εκατομμύρια χρόνια. Αν η θερμοκρασία αυτή υπερβεί το όριο, θα προκύψει μετατροπή της ύλης σε αέριο με άλλα λόγια θα χαθεί το ορυκτό καύσιμο. Ο σχηματισμός αποθεμάτων πετρελαίου είναι προϊόν καθαρής τύχης, δηλαδή τα σωστά πετρώματα «ψήνονται» με τον σωστό τρόπο για σωστό χρονικό διάστημα. Ο βασιλικός οίκος των Σαούντ, του Σουλτάνου του Κατάρ και λοιπών εύπορων πριγκιπάτων της Μέσης Ανατολής οφείλουν όλοι την ευμάρειά τους σε αυτό το γεωλογικό Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 146/180
150 147 ατύχημα. Οι συνθήκες στα πετρώματα της περιοχής τους ωρίμασαν στη σωστή στιγμή ώστε να αποφέρουν έναν πετρελαϊκό θησαυρό. Πριν εξορυχθεί αυτό το απόθεμα, μια και μόνο πετρελαιοπηγή της Σαουδικής Αραβίας, το Γκαβάρ, συγκέντρωνε το 1/7 των κοιτασμάτων πετρελαίου σε όλο τον πλανήτη. Μέχρι το 1961 οι πετρελαϊκές εταιρείες του κόσμου εύρισκαν ολοένα και περισσότερο πετρέλαιο ετησίως, το περισσότερο στη Μέση Ανατολή. Έκτοτε ο ρυθμός ανεύρεσης φθίνει, ενώ από την άλλη αυξάνεται ο ρυθμός κατανάλωσης πετρελαίου. Μέχρι το 1995 οι άνθρωποι κατανάλωναν κατά μέσον όρο 24 δις βαρέλια ετησίως, αλλά η εξεύρεση ορυκτού ανερχόταν μόλις σε 9,6 δις πετρέλαια. Το 2006 η τιμή του πετρελαίου ξεπερνούσε τα 70 δολάρια το βαρέλι. 138 Το «κάτι άλλο», που πρέπει σύντομα να αντικαταστήσει το πετρέλαιο, πολλοί άνθρωποι της βιομηχανίας θεωρούν ότι είναι το φυσικό αέριο, που έχει κατά 90% ως συστατικό του το μεθάνιο. Πριν από 30 χρόνια το φυσικό αέριο κάλυπτε το 20% των ορυκτών πηγών ενέργειας. Αν συνεχιστούν οι σημερινές τάσεις μέχρι το 2025 θα έχει ξεπεράσει το πετρέλαιο ως σημαντικότερη πηγή καύσιμης πηγής ενέργειας. Τα αποθέματα φυσικού αερίου, αποδεδειγμένα, επαρκούν για 50 χρόνια. Φαίνεται, λοιπόν, ότι αυτός θα είναι ο αιώνας του φυσικού αερίου. Το 1900 ο πληθυσμός αριθμούσε περίπου 1 δις ψυχές. Το 2000 μετράμε πλέον 6 δις άτομα, και ο καθένας μας κατά μέσο όρο απαιτεί τετραπλάσια ενέργεια από εκείνη που κατανάλωναν οι πρόγονοί μας προ 100 ετών. Κατά τον 20 ο αι. η κατανάλωση ορυκτών καυσίμων έχει δεκαεξαπλασιαστεί. Όπως ισχυρίζεται ο ερευνητής Τζέφρι Ντιουκς όλος ο άνθρακας και το υδρογόνο που περιέχουν τα ορυκτά καύσιμα έχουν συλλεγεί μέσω ει μέσω ηλιακής ενέργειας, που δέσμευσαν τα φυτά πριν από πολλά χρόνια από την ατμόσφαιρα. Έχει υπολογίσει ότι σχεδόν 100 τόνοι αρχαίας φυτικής ύλης απαιτούνται για την απόδοση 4 λίτρων πετρελαίου. Αυτό σημαίνει ότι για κάθε ένα έτος της βιομηχανικής εποχής μας οι άνθρωποι για τις ανάγκες της παγκόσμιας οικονομίας κατανάλωσαν πανάρχαια ηλιακή ακτινοβολία πολλών αιώνων. Ο συγκεκριμένος αριθμός για το έτος 1997 είναι ενδεικτικός: 422 έτη «απολιθωμένου» ηλιακού φωτός Σύντομα (2008) η τιμή πετρελαίου θα ξεπεράσει κατά πάσα πιθανότητα τα 100 USD ανά βαρέλι. Οι αναλυτές, εκτός από αυξήσεις, προβλέπουν και έλλειψη, γύρω στα 2010 κάτι που σημαίνει ότι πρέπει να εξευρεθούν άλλοι τρόποι τροφοδοσίας της οικονομίας στον 21 ο αι. [ΣτΜ] 139 Οι ιδέες που εισηγήθηκε ο Ντιουκ μπορούν να αλλάξουν τις απόψεις μας για τον κόσμο. Όταν περπατάμε στα πεζοδρόμια των μεγαλουπόλεων του κόσμου μπορούμε να νιώσουμε την ενέργεια των προ πολλού ξοδεμένων ηλιακών ακτίνων στα ξυπόλυτα πόδια μας. Βλέποντας το πέτρωμα μέσα από ένα νοερό μεγεθυντικό φακό, διακρίνουμε τους κόκκους που χαϊδεύουν με τις στρογγυλεμένες άκρες τους τα ακροδάχτυλά μας... Συνειδητοποιούμε ότι καθένας από αυτούς τους κόκκους φτιάχτηκε από την ηλιακή ενέργεια. Το πέτρωμα αργά αργά θρυμματίστηκε και παρασύρθηκε από ρυάκια μέχρι που ό,τι απέμεινε ήταν απλώς στρογγυλεμένοι κόκκοι χαλαζία. Εκατομμύρια φορές περισσότερη ενέργεια θα πρέπει να καταναλώθηκε για να φτιαχτεί η άμμος σε σχέση με την κατανάλωση όλης της ανθρώπινης δραστηριότητας. Από τις πατούσες των ποδιών μας μέχρι την κορφή του ζεσταμένου από τον ήλιο κεφαλιού μας, με μιας κατανοούμε τι υπονοεί ο Ντιουκ μιλώντας για «απολιθωμένο ηλιακό φως». Το παρελθόν είναι μια χώρα αφθονίας, που τα θαμμένα πλούτη της είναι αμύθητα σε σχέση με την ημερήσια μερίδα ακτινοβολίας που μας μοιράζει ο ήλιος. Είναι δύσκολο να αποχωριστούμε την δύναμη και τη γοητεία των ορυκτών καυσίμων. Αν στραφούμε στη βιομάζα, δηλαδή σε όλους τους ζωντανούς οργανισμούς, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση στα φυτά κυρίως, για να τα αντικαταστήσουμε, θα πρέπει να καταναλώνουμε 50% περισσότερο σε σχέση με το τωρινό ποσοστό χερσαίας παραγωγής μας. Ήδη ξοδεύουμε 20% περισσότερα από όσα μπορεί να μας Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 147/180
151 148 Περισσότερα από 400 χρόνια λαμπρού φωτός από τον Ήλιο και τα καίμε μονοκοπανιά σ ένα χρόνο. Το 1961 υπήρχαν μόνο 3 δις άνθρωποι επί Γης, που ξόδευαν μόνο το μισό των πόρων που μπορούσε να μας διαθέσει το πλανητικό οικοσύστημα. Το 1986 ο πληθυσμός έφτασε στα 5 δις και ξοδεύαμε ήδη όλον τον διαθέσιμο πλούτο της παραγωγής του πλανήτη. Μέχρι το 2050, που ο πληθυσμός προβλέπεται να φθάσει τα 9 δις, θα ξοδεύουμε τους πόρους που θα προσφέρουν σχεδόν δύο πλανήτες. Αλλά, παρά τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσουμε για να βρούμε αυτούς τους πόρους, ο πιο περιοριστικός παράγοντας είναι τα απόβλητα που παράγουμε και ιδιαίτερα τα αέρια του θερμοκηπίου. Από την έναρξη της Βιομηχανικής Επανάστασης άρχισε μια υπερθέρμανση του πλανήτη της τάξης του 0,63 ο C. Η βασική αιτία του εντοπίζεται στην αύξηση του CΟ 2 στην ατμόσφαιρα από περίπου 3 μέρη ανά σε κάτι λιγότερο από 4. Η μεγαλύτερη αύξηση αναφορικά με τα ορυκτά καύσιμα συνέβη τις τελευταίες δεκαετίες. Εννιά στα δέκα θερμότερη έτη που καταγράφηκαν ποτέ κύλησαν μετά το Πυροβόλα και σιδηρόδρομος: Ασία, Βρετανία και Αμερική Η «κατάκτηση» της Ινδίας από τους Βρετανούς δεν μπορεί να αποδοθεί στον ανώτερο πολεμικό εξοπλισμό τους διότι τα ινδικά στρατεύματα ήσαν επίσης πολύ καλά εξοπλισμένα. Πολύ ουσιαστικότερος λόγος υπήρξε η κατάρρευση της κυβέρνησης της χώρας, που προηγήθηκε, καθώς και η συνεργασία πολλών Ινδών με τους κατακτητές. Μερικές βρετανικές πολεμικές νίκες οφείλονταν στην πειθαρχία καί τολμηρή στρατηγική των αποικιακών στρατευμάτων, ιδιαίτερα όταν ήταν επικεφαλής τους ο Arhur Wellesley, αυτός που έγινε αργότερα ο δούκας του Γουέλινγκτον. Η συμβολή του Γουέλσλυ είναι κι αυτή χαρακτηριστική εκδήλωση της δυτικής προσέγγισης στην οργανωτική πλευρά της τεχνολογίας. Αν και τα ινδικά στρατεύματα είχαν καλά όπλα, τα πυροβόλα τους κατασκευάζονταν σέ μεγάλες ποικιλίες διαφορετικών τύπων και μεγεθών, πράγμα που έκανε αδύνατη την ακριβή και ομοιόμορφη οπλική εξάσκηση και υπερβολικά περίπλοκο τον ανεφοδιασμό πυρομαχικών στο πεδίο της μάχης. Αντίθετα, οι δυνάμεις του Γουέλσλυ διέθεταν τρία μόνο μεγέθη πεδινών πυροβόλων και ο ίδιος ο διοικητής επέβλεπε πολύ προσεκτικά τον σχεδιασμό των κιλλιβάντων (τροχοφόρων μετακίνησης) τους και των βοδιών ή άλλων υποζυγίων που τα έσυραν, ώστε το πυροβολικό του να μετακινείται με την ταχύτητα του πεζικού του και χωρίς καθυστερήσεις από τυχόν βλαβών στους τροχούς μεταφοράς. Έχει βαρύτητα το ότι η σημαντικότερη κριτική παρατήρηση για τα ινδικό πυροβολικό είχε στόχο της τον ανεπαρκή σχεδιασμό των κιλλιβάντων. Ιδιαίτερα πριν από το 1760, πολλοί από αυτούς διέφεραν ελάχιστα από στοιχειώδεις τετράγωνοι μεταλλικοί σκελετοί με τέσσερις ρόδες. Αλλά, πολύ συχνά τα ίδια τα πυροβόλα ήσαν προϊόντα εξαιρετικού σχεδιασμού και τεχνικής εκτέλεσης. Αν και μερικά εισάγονταν και άλλα κατασκευάζονταν με τη βοήθεια ξένων τεχνιτών, υπήρχαν πολλά ορειχάλκινα κανόνια και ολμοβόλα καμπύλης τροχιάς που είχαν κατασκευαστεί με εγχώριο σχεδιασμό, καθώς και βαριά μουσκέτα για τυφεκιοφόρους που επέβαιναν σε καμήλες. προσφέρει ο πλανήτης, γι αυτό είναι απαραίτητο να βρούμε βιώσιμους και καινοτομικούς τρόπους για να αντεπεξέλθουμε. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 148/180
152 149 Οι Βρετανοί συχνά χρησιμοποιούσαν οι ίδιοι τα ινδικά πεδινά πυροβόλα που έπεφταν στα χέρια τους και, όταν ο Wellesley λαφυραγώγησε 90 από αυτά σε μια κρίσιμη μάχη, έγραψε ότι επρόκειτο για τα καλύτερα μπρούντζινα πυροβόλα που είδε ποτέ του. Ήσαν πιθανότατα κατασκευασμένα στη Βόρεια Ινδία και, ίσως, στο οπλοστάσιο του Μεγάλου Μογγόλου στην Άγκρα. Οι Ινδοί κατασκεύαζαν πυροβόλα με ορείχαλκο ψευδάργυρου από τον 16 ο αι., αλλά οι Ευρωπαίοι, που δεν κατείχαν την τεχνική της τήξης του ψευδάργυρου, κατάφερναν αρχικά να παραγάγουν το αναγκαίο κράμα μόνο σε σχετικά μικρές ποσότητες. Τον 18 ο αιώνα, όμως, η ευρωπαϊκή παραγωγή ορείχαλκου με ψευδάργυρο απέδιδε μεγάλες ποσότητες και, στο Οπλοστάσιο Γούλιτς κοντά στο Λονδίνο, χυτεύονταν πια κανόνια από αυτό το κράμα. Διάφορες ευρωπαϊκές χώρες εισήγαγαν γι αυτόν τον σκοπό μεταλλικό ψευδάργυρο από την Κίνα. Αλλά, από το 1743, ένας μεταλλουργός κοντά στο Μπρίστολ άρχισε να παρασκευάζει ψευδάργυρο, χρησιμοποιώντας ως καύσιμο το κοκ. Τον ακολούθησαν πολλοί άλλοι στη Γερμανία. Στο τέλος του αιώνα, η ετήσια εισαγωγή ψευδάργυρου από την Άπω Ανατολή στη Βρετανία δεν ξεπερνούσε τους σαράντα τόννους. Ωστόσο, μια ομάδα Βρετανών που επισκέφτηκε την Κίνα το 1797 σημείωσε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις τοπικές μεθόδους τήξης ψευδάργυρου. Έμοιαζαν με την τεχνική εξάτμισης και μετά συμπύκνωσης του μετάλλου, η οποία ήταν σε χρήση στην Ινδία. Υπάρχει η υπόνοια πως οι μέθοδοι τήξης του 1743 στο Μπρίστολ βασίζονταν στην ινδική πρακτική, αν και δεν μπορεί να αποκλειστεί η πιθανότητα να αποτελούσαν ανεξάρτητη επινόηση. Ένα πολύ σαφέστερο δείγμα μεταφοράς τεχνολογίας από την Ινδία παρουσιάστηκε όταν τα βρετανικά στρατεύματα που πολεμούσαν εκεί αντιμετώπισαν ρουκέτες, έναν τύπο όπλου, για το όποιο δεν είχαν προηγούμενη εμπειρία. Η βασική τεχνολογία της ρουκέτας προερχόταν από τους Οθωμανούς Τούρκους ή από τη Συρία πριν από το 1500, μολονότι οι Κινέζοι την είχαν εφεύρει πολύ νωρίτερα. Στη δεκαετία του 1790, μερικά ινδικά στρατεύματα περιλάμβαναν μεγάλες μονάδες πεζικού, οι οποίες ήσαν εξοπλισμένες με ρουκέτες. Γάλλοι μισθοφόροι στρατιώτες στο Μισόρ είχαν μάθει να τις κατασκευάζουν και το βρετανικό υπουργείο εξοπλισμού ζητούσε να εξασφαλίσει τις υπηρεσίες ενός εμπειρογνώμονα στο θέμα. Ο William Congreve, του οποίου ο πατέρας ήταν επικεφαλής του εργαστηρίου του Οπλοστασίου του Γούλιτς, ανέλαβε να σχεδιάσει μια ρουκέτα με βάση τις ινδικές προδιαγραφές. Μετά από μια επιτυχημένη επίδειξη, περίπου διακόσιες από τις ρουκέτες του χρησιμοποιήθηκαν από τους Βρετανούς σε επίθεση εναντίον της Βουλώνης το Εκτοξευμένες από απόσταση μεγαλύτερη του ενός χιλιομέτρου, πυρπόλησαν την αμυνόμενη πόλη. Μετά από αυτή την επιτυχία, οι ρουκέτες υιοθετήθηκαν ευρύτατα από τους ευρωπαϊκούς στρατούς, αν και μερικοί διοικητές ειδικά ο δούκας του Γουέλινγκτον αντιμετώπισαν με περιφρονητικό σκεπτικισμό ένα τόσο αμφίβολης ακριβείας όπλο, που κατέληξε σε αχρηστία στο τέλος του αιώνα. Εκείνο, όμως, που συνέβη στη συνέχεια ήταν χαρακτηριστικό για τη συνολική σχέση Βρετανίας και Ινδίας. Ο William Congreve ίδρυσε ένα εργοστάσιο για την κατασκευή ρουκετών το 1817 κι ένα μέρος της παραγωγής του εστάλη στην Ινδία για τον εξοπλισμό χειριστών, οι οποίοι υπηρετούσαν εκεί κάτω από τις διαταγές των Βρετανών. Μια ακόμη πλευρά της ασιατικής τεχνολογίας, η οποία ενδιέφερε τους Ευρωπαίους του 18 ου αιώνα, ήταν ο σχεδιασμός των αγροτικών εργαλείων και μηχανημάτων. Το 1795, στέλνονταν από την Ινδία στο Βρετανικό Συμβούλιο Γεωργίας αναφορές για σπαρτομηχανές και άροτρα. Έναν αιώνα νωρίτερα, οι Ολλανδοί είχαν βρει πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία σε Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 149/180
153 150 άροτρα και μηχανές επιλεκτικού διαχωρισμού δημητριακών κινέζικου τύπου, τις οποίες είχαν δει στην Ιάβα. Αργότερα, μια ομάδα Σουηδών που επισκέφτηκε το Γκουάνγκζου (Καντώνα) πήρε μαζί της στην επιστροφή μια μηχανή διαλογής. Πολυάριθμες, πραγματικά, τέτοιες μηχανές εισήχθησαν σε διάφορα μέρη της Ευρώπης και, σύντομα, κατασκευάζονταν εκεί πολλά μηχανήματα για τον καθαρισμό των δημητριακών μετά το αλώνισμα. Ο Jonas Norberg, εφευρέτης ενός από αυτά, παραδέχτηκε ότι πήρε «την αρχική ιδέα» από τρεις μηχανές «που μεταφέρθηκαν εδώ από την Κίνα», αλλά συμπλήρωσε ότι υποχρεώθηκε να δημιουργήσει έναν νέο τύπο, επειδή οι κινέζικες μηχανές «δεν ταιριάζουν στα δικά μας δημητριακά». Παρόμοια, οι Ολλανδοί διαπίστωσαν ότι δεν ήταν κατάλληλο για τον δικό τους τύπο εδάφους το κινέζικο άροτρο, το οποίο όμως τους παρακίνησε να δημιουργήσουν νέα σχέδια με κυρτούς μεταλλικούς αυλακωτές, όπως αυτά που χρησιμοποιούνται στην Ευρώπη από εκείνη την εποχή. Στις περισσότερες από αυτές τις περιπτώσεις και ιδιαίτερα της τήξης ψευδάργυρου, της ρουκέτας καί της μηχανής επιλεκτικού διαχωρισμού δημητριακών, έχουμε ξεκάθαρες ενδείξεις λεπτομερών μελετών της ασιατικής τεχνολογίας από Ευρωπαίους. Στις περιπτώσεις της ρουκέτας και της διαχωριστικής μηχανής, αν ίσως όχι του ψευδάργυρου, το στοιχείο απομίμησης υπήρχε στις ευρωπαϊκές εφευρέσεις που επακολούθησαν. Σε άλλες πάλι περιπτώσεις, η πιο συνηθισμένη πορεία που ακολουθούσε ο τεχνολογικός διάλογος μεταξύ Ευρώπης και Ασίας ήταν με την πρόκληση που έθετε η ποιότητα ή η κλίμακα της ασιατικής παραγωγής για την καινοτόμο εφευρετικότητα των Ευρωπαίων, οι οποίοι όμως στρέφονταν προς διαφορετική κατεύθυνση, όπως είδαμε σε πολλούς τομείς της υφαντουργίας. Μερικές φορές, ο διάλογος ήταν ακόμη πιο περιορισμένος και βοηθούσε μόνο για να δώσει αξιοπιστία σε μια ήδη γνωστή τεχνική. Αυτή ήταν η περίπτωση που διαφαινόταν στις όχι σπάνιες αναφορές στην Κίνα που περιείχαν τα γραπτά κείμενα των μηχανικών, οι οποίοι σχεδίαζαν αιωρούμενες γέφυρες στη Βρετανία. Ήταν παλιά η φήμη της Κίνας για τη γεφυροποιία και, ήδη πριν από το 1700, ο Μέγας Πέτρος είχε ζητήσει να του στείλουν Κινέζους κατασκευαστές γεφυρών για έργα στη Ρωσία. Αργότερα, πολυάριθμα βιβλία που εκδόθηκαν στην Ευρώπη έδιναν περιγραφές κάθε είδους κινέζικων γεφυρών και ιδιαίτερα μιας αιωρούμενης πολύ μεγάλου μεγέθους, η οποία είχε κατασκευαστεί με σιδερένιες αλυσίδες. Ανάμεσα σε εκείνους που συνέβαλαν στην ανάπτυξη της αιωρούμενης γέφυρας στη Δύση συγκαταλέγεται ο James Finley στην Αμερική από το 1801 και οι Samuel Brown και Thomas Telford στη Βρετανία. Γύρω στο 1814, ο Μπράουν σχεδίασε έναν επίπεδο κρίκο αλυσίδας από σφυρηλατημένο σίδερο, τον οποίο χρησιμοποίησε αργότερα ο Τέλφορντ για να σχηματίσει τις κύριες δομικές αλυσίδες των αιωρούμενων γεφυρών του. Πέρα, όμως, από τον δανεισμό αυτής της ειδικής τεχνικής, εκείνο που χρειαζόταν ο Τέλφορντ ήταν μια ένδειξη πως η αρχή της αιωρούμενης γέφυρας μπορούσε να εφαρμοστεί για να λύσει πρόβλημα που αντιμετώπιζε τότε. Οι μακρύτερες γέφυρες που είχε κατασκευάσει στις ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες ο Φίνλεϊ είχαν μήκος 74 και 93 μέτρων πάνω από τους ποταμούς Μέριμακ και Σκάιλκιλ αντίστοιχα. Ο Τέλφορντ ήθελε να διπλασιάσει σχεδόν το μήκος της μεγαλύτερης γέφυρας του Φίνλεϊ με τη Γέφυρα του Στενού Μέναϊ στην Ουαλλία, η οποία θα είχε μήκος 176 μέτρων. Τα πειράματα που έγιναν σε ένα σιδηρουργείο του Σρόπσαϊρ ενέπνευσαν εμπιστοσύνη στην ανθεκτικότητα των αλυσίδων. Αλλά, ίσως ο Τέλφορντ να αναζήτησε αλλού πρόσθετες επιβεβαιώσεις. Ένα από τα σημειωματάριά του περιέχει την υπενθύμιση «Εξέτασε κινέζικες γέφυρες». Από τις λέξεις που ακολουθούν, Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 150/180
154 151 γίνεται σαφές ότι είχε δει ένα τότε πρόσφατο βιβλίο που πρότεινε την κατασκευή μιας «γέφυρας από αλυσίδες», μερικά βασισμένης σε κινέζικο υπόδειγμα, για τη γέφυρα που θα συνέδεε τις όχθες των εκβολών του ποταμού Φορθ στη Σκοτία. Οι κινέζικες αιωρούμενες γέφυρες ήσαν απλώς κατασκευασμένες με αλυσίδες από σιδερένιους σφυρηλατημένους κρίκους ή βέργες. Το κατάστρωμα τους ήταν από σανίδες στρωμένες πάνω σε πολλές παράλληλες αλυσίδες και στις πλευρές τους είχαν και άλλες αλυσίδες στο ύψος της κουπαστής τους. Το κατάστρωμα κατηφόριζε προς το κέντρο του μήκους της γέφυρας, πράγμα που επέτρεπε την άνετη διάβαση πεζών και υποζυγίων, αλλά όχι οχημάτων. Τίποτε από αυτές τις κατασκευές δεν θα ήθελε να αντιγράψει ο Τέλφορντ. Το μήκος τους, όμως, αποδείκνυε την εφαρμοσιμότητα της αρχής της αιωρούμενης γέφυρας. Ασφαλώς, ήταν ερέθισμα για τους υποστηρικτές του είδους κατασκευής της γέφυρας που προτεινόταν για τη Γέφυρα του Φόρθ και, πιθανώς, μπορεί και ο Τέλφορντ να βρισκόταν κάτω από μια περιορισμένη «επίδραση ερεθίσματος». Για πιο άμεσες τεχνολογικές μεταβιβάσεις, η Αμερική μάλλον, παρά η Κίνα, ήταν εκείνη που έκανε τη σημαντικότερη συνεισφορά. Η εργασία του James Finley στην Αμερική ήταν γνωστή στον Brown και στον Τέλφορντ από ένα βιβλίο του Thomas Pope, το οποίο είχε εκδοθεί το Η εμφάνιση των σιδηροδρόμων Την εποχή που ολοκληρωνόταν η κατασκευή της μεγάλης γέφυρας του Τέλφορντ πάνω από το Στενό του Μέναϊ το 1826, είχε εμφανιστεί μια νέα μορφή τεχνολογίας για τις μεταφορές: ο ατμοκίνητος σιδηρόδρομος. Ζωτικές γι αυτόν ήσαν οι πρόοδοι της σιδηρουργίας, που είχαν επιτρέψει την κατασκευή ανθεκτικών σιδηροτροχιών. Η πρώτη σιδηροδρομική ατμομηχανή είχε κατασκευαστεί το 1802 στο Κόουλμπρουκντέιλ του Σρόπσαϊρ από τον Ρίτσαρντ Τρέβιθικ. Η πρώτη πειστική επίδειξη λειτουργικής ατμομηχανής ακολούθησε δυο χρόνια αργότερα στο Πένινταρεν της Νότιας Ουαλλίας. Οι ατμομηχανές, όμως, αυτές ήσαν πολύ βαριές για τις γραμμές, πάνω στις οποίες έτρεχαν και τις οποίες συχνά έσπαγαν. Γύρω στο 1812, λειτούργησαν για πρώτη φορά στη Βόρεια Αγγλία ατμομηχανές σε τροχιές μεταφοράς γαιάνθρακα, πάνω στις οποίες άλλοτε σύρονταν αμάξια από άλογα. Ταξίδευαν ικανοποιητικά στις γραμμές από χυτοσίδηρο. Αλλά, μια σημαντική πρόοδος, που έκανε τις σιδηροδρομικές μεταφορές μεγάλων αποστάσεων εφικτές, πραγματοποιήθηκε το 1820 ή 1821, όταν ένα μηχάνημα με κυλίνδρους των σιδηρουργείων του Μπέντλινγκτον του Νορθάμπερλαντ κατασκεύασε ανθεκτικές τροχιές σε κομμάτια των 4,6 μέτρων από σφυρήλατο σίδερο. Αυτές οι σιδηροτροχιές εγκαταστάθηκαν στη Σιδηροδρομική Γραμμή Στόκτον και Ντάρλινγκτον, η οποία εγκαινιάστηκε το Όπως και οι περισσότερες σιδηροδρομικές γραμμές, η νέα κατασκευάστηκε με προορισμό την εξυπηρέτηση των αναγκών ανθρακωρυχείων, αλλά μετέφερε και επιβάτες. Μολονότι χρησιμοποιούνταν άλογα για να σύρουν τα τρένα σε διάφορα διαστήματα της γραμμής, οι ατμομηχανές απέκτησαν σπουδαιότητα χωρίς προηγούμενο. Πολύς κόσμος πήγαινε να δει τον σιδηρόδρομο και ανάμεσα στους περίεργους συγκαταλεγόταν ένας επισκέπτης από την Πενσυλβανία των Ηνωμένων Πολιτειών, δυο Γερμανοί που ήδη υποστήριζαν την ίδρυση σιδηρόδρομων στην Πρωσία και ο Marc Seguin, ένας Γάλλος μηχανικός που είχε κατασκευάσει το 1824 μια αιωρούμενη γέφυρα από σύρμα αντί από αλυσίδα. Οι ιδέες εξαπλώθηκαν γρήγορα και πολλοί σιδηρόδρομοι σχεδιάστηκαν σε διάφορα μέρη, όπου η βραδύτητα και η αναξιοπιστία των μεταφορικών μέσων αποτελούσε εμπόδιο Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 151/180
155 152 για το εμπόριο. Ιδρύθηκαν πολλοί σε άλλα μέρη της Ευρώπης και των Η.Π.Α., όπου η γραμμή Βαλτιμόρης Οχάιο κατασκευάστηκε μεταξύ 1827 και Οι σιδηροτροχιές της τοποθετήθηκαν με πλήρη τεχνογνωσία του Σιδηρόδρομου Στόκτον και Ντάρλινγκτον και ήσαν του ίδιου είδους και εύρους γραμμής. Στο μεταξύ, από το 1828 μέχρι το 1830, οι George και Robert Stephenson κατασκεύασαν μια σειρά από ατμομηχανές, καθώς και την περίφημη Rocket (το όνομα είχε γίνει θέμα συζήτησης τότε εξαιτίας της πολεμικής ρουκέτας που ακόμη ήταν σχετικά νεοτεριστική στη Δύση), η οποία δεν είχε πια σχέση με την ιδέα της ατμομηχανής του Trevithick και καθιέρωνε τη βάση για μια νέα γενεά μηχανών με κυλινδρικούς λέβητες και οριζόντιους κυλίνδρους. Ο πρώτος σημαντικός σχεδιαστής ατμομηχανών στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ο John B. Jervis. Αυτός εισήγαγε μιαν ατμομηχανή τύπου Stephenson για μια γραμμή που κατασκεύαζε μεταξύ του Όλμπανι και του Σενεκτάντι. Όπως όλες οι βρετανικές ατμομηχανές εκείνης της εποχής, είχε και αυτή τέσσερις μόνο τροχούς και ο Jervis διαπίστωσε ότι έχανε δύναμη και απέδιδε πενιχρά και από πολλές άλλες απόψεις στις απότομες στροφές των σιδηροτροχιών που ήσαν χαρακτηριστικό της γραμμής. Μετά από πολλές συζητήσεις, ο Τζέρβις σχεδίασε μια νέα ατμομηχανή που είχε από πίσω ένα ζευγάρι τροχούς κίνησης και ένα τετράτροχο φορείο, το οποίο έφερε το βάρος στο εμπρός μέρος της μηχανής. Η ατμομηχανή αυτή κατασκευάστηκε επί τόπου και, όταν αποδείχτηκε ικανοποιητική στην πράξη, ο Τζέρβις ανακατασκεύασε την ατμομηχανή Στήβενσον το 1833 με τετράτροχο φορείο μπροστά. Η απόδοσή της αυξήθηκε πάρα πολύ και, σύντομα, τα φορεία καθιερώθηκαν στις αμερικανικές ατμομηχανές. Συνεπώς, η ατμομηχανή στις ΗΠΑ δεν ήταν απλώς το αποτέλεσμα μεταβίβασης μιας τεχνολογίας από τη Βρετανία. Όπως συμβαίνει τόσο συχνά, ήταν άλλη μια περίπτωση που έμοιαζε με διάλογο, στον οποίο υπήρξε νεοτεριστική ανταπόκριση στην εισαγόμενη τεχνολογία. Μια άλλη εφεύρεση που έπαιξε ουσιαστικό ρόλο στην ανάπτυξη του σιδηροδρομικού συστήματος μεταφορών ήταν ο ηλεκτρικός τηλέγραφος. Δεν ήταν σημαντικός μόνο επειδή μπορούσε να ειδοποιεί για την προσέγγιση τρένων και να συμβάλει έτσι στην ασφάλεια. Είχε ζωτική σημασία για την αποτελεσματική διοίκηση της λειτουργίας τους. Η λειτουργικότητα του ηλεκτρικού τηλέγραφου έγινε πρακτική δυνατότητα μόνο όταν υπήρξαν σχετικά οικονομικές μπαταρίες, στις οποίες μπορούσε κανείς να έχει εμπιστοσύνη. Στην Αγγλία, τέτοιες μπαταρίες αναπτύχτηκαν με τις έρευνες στο King s College του Λονδίνου από τον James Danilell, του οποίου ο συνεργάτης καθηγητής Wheatstone βοήθησε τον William Cooke να διαμορφώσει τον πρώτο βρετανικό τηλέγραφο. Χαρακτηριστικά, η πρώτη επίδειξη αυτής της εφεύρεσης έγινε στον Σιδηρόδρομο Λονδίνου Μπέρμινγκαμ, μεταξύ του σταθμού Γιούστον και Κάμντεν το 1837 και, μετά από αυτό, στον Great Western Railway. Με αυτόν τον τύπο τηλέγραφου, τα σήματα λαμβάνονταν από μια ή περισσότερες βελόνες που κινούνταν δεξιά και αριστερά, δείχνοντας κάθε φορά διαφορετικά γράμματα του αλφαβήτου. Πριν ακόμη λειτουργήσει αυτή η συσκευή στην Αγγλία, ο Samule Morse πειραματιζόταν με μια διαφορετική μορφή ηλεκτρικού τηλέγραφου στην Αμερική. Κι αυτός ο τύπος εξαρτιόταν από αξιόπιστες μπαταρίες, για τις οποίες τον βοήθησε ο Leonard Gale, ένας καθηγητής από τη Νέα Υόρκη. Ακόμη πιο ζωτική ήταν η βοήθεια που του προσέφερε ο μηχανικός Alfred Vail. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 152/180
156 153 Τo ουσιαστικό πλεονέκτημα του τηλέγραφου των Vail και Morse ήταν αρχικά πως ο δέκτης του σημείωνε σε μια κινούμενη ταινία χαρτιού τις τελείες και παύλες του «Μορσικού Κώδικα», τον οποίον επίσης επινόησαν οι εφευρέτες. Αλλά, ένα μεγαλύτερο πλεονέκτημα φανερώθηκε όταν διαπιστώθηκε πως οι χειριστές αποκρυπτογραφούσαν τους ήχους που έκανε το μηχάνημα πιο γρήγορα από όσο διάβαζαν το μήνυμα από το χαρτί. Με τη βοήθεια μιας συσκευής ήχου ως δέκτη, τα μηνύματα μπορούσαν να καταγράφονται με ταχύτητα 40 ή 50 λέξεων το λεπτό. Με τον καιρό, το σύστημα αυτό υιοθετήθηκε σε ολόκληρο σχεδόν τον κόσμο. Ο Μορς κατοχύρωσε την ευρεσιτεχνία του το 1840 και, ήδη από το 1850, τα τηλεγραφικά συστήματα επεκτείνονταν με μεγάλη ταχύτητα. Πολλά έχουν γραφτεί για τον ρόλο των σιδηρόδρομων στο άνοιγμα της Αμερικανικής Δύσης για την εγκατάσταση αποίκων και τη γεωργία αφού η πρώτη σιδηροδρομική γραμμή διέσχισε τον ποταμό Μισισίπι το Είναι, όμως, επίσης χαρακτηριστικό των πρωτοποριακών σιδηροτροχιών που διέσχιζαν τα λιβάδια της Αμερικής πως παράλληλα με αυτές υπήρχαν τηλεγραφικοί στύλοι. Οι σιδηροδρομικές εταιρίες ήσαν οι πιο σημαντικοί χρήστες του τηλέγραφου και οι δυο αυτές μορφές επικοινωνίας αναπτύχτηκαν μαζί. Σιδηρόδρομος και εκβιομηχάνιση Μολονότι ο ατμοκίνητος σιδηρόδρομος αναπτύχτηκε στις τρεις πρώτες δεκαετίες του 19 ου αιώνα στη Βρετανία, η επέκταση του μετά το 1830 ήταν ταχύτερη στις ΗΠΑ. Μέχρι το 1840 περίπου, χιλιόμετρα σιδηροτροχιών είχαν εγκατασταθεί στην Αμερική σε σύγκριση με στη Βρετανία και στην ηπειρωτική Ευρώπη. Αυτός ο ταχύς ρυθμός της Αμερικής πραγματοποιήθηκε με χαμηλό κατασκευαστικό κόστος και με πιο απότομες στροφές και κλίσεις γραμμών από αυτές που συνηθίζονταν στη Βρετανία. Με την επιτάχυνση του ρυθμού κατασκευής σιδηρόδρομων, χρειάζονταν πρωτοφανείς ποσότητες σιδήρου για τις γραμμές και τις ατμομηχανές. Η τεχνολογική πρόοδος της βιομηχανίας σιδήρου ήταν από πολλές απόψεις ο παράγων που έκανε πραγματικότητα τον σιδηοόδοομο στη Βρετανία. Οι υψικάμινοι που θερμαίνονταν με κοκ απέδιδαν το μεγαλύτερο μέρος της αναγκαίας παραγωγής. Για να γενικευτεί η κατασκευή και χρήση ανθεκτικών σιδηροτροχιών από σφυρήλατο σίδερο, έπρεπε να επινοηθούν νέες μέθοδοι για τη μετατροπή χελωνών σιδήρου σε σφυρήλατο σίδηρο και ξασπρισμένων από τη θερμοκρασία ράβδων σε σιδηροτροχιές. Επειδή αυτές οι καινοτομίες είχαν επιτευχθεί στη Βρετανία, ήταν αναπόφευκτη για τις χώρες που επιθυμούσαν να κατασκευάσουν σιδηρόδρομους η αρχική εισαγωγή των σιδηροτροχιών, αν όχι των ατμομηχανών, από Βρετανούς κατασκευαστές. Ταυτόχρονα, αυτές οι χώρες αναβάθμιζαν γρήγορα τις σιδηροβιομηχανίες τους, αποβλέποντας στην κατασκευή σιδηροτροχιών δικής τους κατασκευής. Στην Ευρώπη, πρώτα το Βέλγιο και έπειτα η Γερμανία και η Γαλλία ακολούθησαν αυτόν τον δρόμο. Η κατάσταση στις ΗΠΑ. ήταν διαφορετική αφού η τοπική βιομηχανική βάση ήταν αρχικά μικρότερη από ό,τι στη Γαλλία ή στη Βρετανία. Ήταν, όμως, μεγαλύτερες οι ανάγκες για σιδηρόδρομους και οι αποστάσεις που έπρεπε να διανυθούν. Έτσι, σύντομα οι ΗΠΑ. άρχισαν να απορροφούν πολύ μεγάλο ποσοστό της βρετανικής εξαγωγής σιδηροτροχιών και η μεγάλη ευημερία της βρετανικής βιομηχανίας σιδήρου συνδέθηκε στενά με την κατασκευή σιδηρόδρομων στην Αμερική. Πραγματικά, προμηθεύοντας σιδηροτροχιές με ευνοϊκούς όρους, μερικοί Βρετανοί παραγωγοί έγιναν σημαντικοί επενδυτές στους Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 153/180
157 154 αμερικανικούς σιδηρόδρομους. Αξίζει νά σημειωθεί πως, στη δεκαετία του 1850, εγκαινιάστηκαν περίπου χιλιόμετρα σιδηροτροχιών στη Βρετανία, ενώ στις ΗΠΑ κατασκευάστηκαν χιλιόμετρα. Οι ατμομηχανές μπορούσαν να κατασκευαστούν από ανθρώπους με πείρα στην παραγωγή άλλων μηχανών, ιδιαίτερα κλωστικών μηχανών για το βαμβάκι, και τα εργαστήρια που χρησιμοποιούνταν για αυτόν τον σκοπό ήταν εξοπλισμένα με πολλά όμοια εργαλεία. Έτσι, στη δεκαετία του 1830, η παραγωγή ατμομηχανών αναπτύχτηκε πολύ στα μηχανουργεία που βρίσκονταν κοντά στα συμπλέγματα υφαντουργικών εργοστασίων του Λόουελ της Μασαχουσέτης και της Φιλαδέλφειας της Πενσυλβανίας, όπου οι εργοστασιακές εγκαταστάσεις των ατμομηχανών Baldwin προέκυψαν από τη μετατροπή μιας επιχείρησης, η οποία προηγουμένως κατασκεύαζε τυποβαφικές μηχανές υφασμάτων. Η επιτυχία που είχαν αυτοί και άλλοι παραγωγοί μηχανών ήταν τέτοια, ώστε δεν εισήχθησαν πια ατμομηχανές μετά το Και το 1839, η πλειονότητα των 450 ατμομηχανών που λειτουργούσαν στις ΗΠΑ είχε κατασκευαστεί στην ίδια τη χώρα. Ωστόσο, η παραγωγή σιδηροτροχιών σε μεγάλη ποσότητα ήταν πιο δύσκολο θέμα. Εξαρτιόταν πολύ περισσότερο από τη μαζική παραγωγή σιδήρου και, συνεπώς, από τις μεταβολές που άρχιζαν στη βιομηχανία σιδήρου της Αμερικής το Ενώ οι υψικάμινοι για την παραγωγή σιδήρου και τα αντανακλαστικά καμίνια επεξεργασίας για τη μετατροπή του σε σφυρήλατο σίδηρο ήσαν παρόμοια με τα βρετανικά, χρειαζόταν κάποιος ανασχεδιασμός, ώστε να αξιοποιηθεί ως καύσιμο ο ανθρακίτης που αφθονούσε στην Πενσυλβανία. Η πρόοδος ήταν τόσο ραγδαία, ώστε, ενώ στη δεκαετία του 1840 εισαγόταν το 80% των σιδηροτροχιών, η τοπική παραγωγή ξεπέρασε τις εισαγωγές τό Μέσα από τέτοιες εξελίξεις, η κατασκευή σιδηρόδρομων έγινε το κίνητρο για την ανάπτυξη της σιδηρουργίας και των μηχανολογικών εργαστηρίων, όχι μόνο στις ΗΠΑ, αλλά και σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Για αυτόν τον λόγο, ο σιδηρόδρομος και οι βιομηχανικές δραστηριότητες που τον στήριξαν αναφέρονται μερικές φορές ως «ο κορυφαίος τομέας» ανάπτυξης στα μέσα του 19 ου αιώνα. Στην ηπειρωτική Ευρώπη, ωστόσο, ο «πυρήνας» που σχημάτιζαν το Βέλγιο, η Γερμανία και η Βόρεια Γαλλία διακρινόταν ουσιαστικά από μια «περιφέρεια» στη Νότια και στην Ανατολική Ευρώπη. Στην περιοχή του πυρήνα, ένα μεγάλο μέρος της βιομηχανικής ανάπτυξης μπορεί να αποδοθεί πειστικά στον σιδηρόδρομο. Στην περιφερειακή περιοχή, για την οποία μπορεί να χρησιμεύσει ως παράδειγμα η Ισπανία, πολλές φορές οι σιδηρόδρομοι δεν ήσαν κερδοφόροι και αποτελούσαν επιβάρυνση για τις τοπικές θεσμικές συνθήκες. Έτσι, ένας ιστορικός παρατήρησε ότι το «όνειρο του σιδηρόδρομου» και η προφανής υπόσχεση για γρήγορο εκσυγχρονισμό που έφερνε μαζί του υπήρξε τόσο πειστικό στην Ισπανία, ώστε, για ένα χρονικό διάστημα, το σύνολο σχεδόν του επενδυτικού δυναμικού της χώρας δεσμεύτηκε στους σιδηρόδρομους, αλλά οι «αυθεντικά παραγωγικές εταιρίες» παραμελήθηκαν. Ενώ, λοιπόν, η Ισπανία απέκτησε εκτεταμένο σιδηροδρομικό σύστημα, δεν ανέπτυξε βιομηχανίες, των οποίων οι πρώτες ύλες και η παραγωγή θα μπορούσαν να μεταφέρονται σιδηροδρομικά. Μερικές από τις σπουδαιότερες γραμμές οδηγούσαν στα λιμάνια, διευκολύνοντας τη μεταφορά ισπανικών μεταλλευμάτων στη Βρετανία για επεξεργασία από εταιρίες, που από τη δεκαετία του 1860 πλήρωναν πλούσια μερίσματα στους μετόχους τους, αλλά δεν πρόσφεραν τίποτε στην ισπανική οικονομία. Τότε πια κατασκευάζονταν σιδηρόδρομοι σε μέρη ακόμη περισσότερο περιφερειακά σε σχέση με τον ευρωπαϊκό πυρήνα και ειδικά στην Αργεντινή. Οι πρώτες γραμμές Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 154/180
158 155 εγκαινιάστηκαν το 1857, με εξοπλισμό που είχε εισαχθεί από τη Βρετανία. Η πρώτη ατμομηχανή είχε κατασκευαστεί για έναν σιδηρόδρομο της Ινδίας και οι τροχοί της ταίριαζαν σε σιδηροτροχιές που απείχαν μεταξύ τους 1,67 μ. Όταν, όμως ακυρώθηκε η παραγγελία αυτή, η διαθέσιμη πια ατμομηχανή εστάλη στην Αργεντινή, όπου κατασκευάστηκαν οι ίδιες με της Ινδίας φαρδιές σιδηροτροχιές. Το επεισόδιο αυτό δείχνει πως μπορούν να επιβληθούν αυθαίρετες τεχνικές αποφάσεις σε «περιφερειακές» χώρες. Κατά τα άλλα, η Αργεντινή αποδείχτηκε επιτυχέστερη από πολλές άλλες χώρες στην αξιοποίηση των σιδηρόδρομων για την προώθηση της εθνικής της ανάπτυξης. Η κυβέρνησή της σκόπιμα αναζήτησε ξένα κεφάλαια για την κατασκευή νέων γραμμών, αλλά έλαβε και μέτρα για την επιλογή εκείνων των διαδρομών που θα εξυπηρετούσαν τις τοπικές ανάγκες και όχι μόνο τα κερδοσκοπικά συμφέροντα των ξένων επενδυτών. Όταν κρινόταν αναγκαία η κατασκευή μιας γραμμής μέσα από περιοχή αραιά κατοικημένη με μικρή αναμενόμενη κυκλοφορία, η κυβέρνηση εγγυόταν στους επενδυτές απόδοση 7% πάνω στο κεφάλαιο. Με αυτόν τον τρόπο, έγινε δυνατό να συνδεθούν σιδηροδρομικά πολλές άδειες περιοχές με σημαντικές γεωργικές δυνατότητες. Έτσι, ο σιδηρόδρομος έγινε μέσο για να κατοικηθούν μερικά τμήματα της χώρας, όπως και στην περίπτωση των ΗΠΑ, και πρόσφερε πρόσβαση σε αγορές και λιμάνια στους αγροκτηματίες και στους καλλιεργητές δημητριακών. Όταν άρχισε η κατακόρυφη άνοδος των σιδηρόδρομων το 1880, επιταχύνθηκε και η κατασκευή σιδηροτροχιών τόσο, ώστε να τοποθετηθούν χιλιόμετρα γραμμών στην Αργεντινή μεταξύ 1882 και Η χώρα έγινε ένας από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς δημητριακών στην Ευρώπη και μερικά από τα παλαιότερα πλοία με ψυκτικά μηχανήματα στην ιστορία δοκιμάστηκαν για μεταφορές κρεάτων μεταξύ 1876 καί Τότε πια, οι εταιρίες της Αργεντινής που εξήγαγαν τρόφιμα ήσαν πολύ επιτυχημένες από εμπορική άποψη, τεχνικά προηγμένες και απολάμβαναν μεγάλα κέρδη. Αλλά, το χρήμα δεν επενδυόταν σε πρόσθετα αναπτυξιακά έργα. Ένα μεγάλο μέρος του επέστρεφε στους ξένους επενδυτές. Οι Αργεντινοί κτηματίες, που πλούτιζαν επίσης, ξόδευαν πολλά χρήματα έξω από τη χώρα τους. Ένα άλλο πρόβλημα ήταν πως οι εξαγωγές τροφίμων ήσαν τόσο κερδοφόρες, ώστε απορροφούσαν δυσανάλογα μεγάλο ποσοστό των περιορισμένων διαθέσιμων επενδυτικών κεφαλαίων. Έτσι, η οικονομική δραστηριότητα δεν διαφοροποιήθηκε. Δεν υπήρξε παράλληλη πρόοδος της σιδηρουργίας και των μηχανολογικών βιομηχανιών, που υπήρξαν άλλοτε τα μέσα με τα οποία οι σιδηρόδρομοι υποκίνησαν τόσο υψηλό βαθμό εκβιομηχανισμού σε άλλα μέρη του κόσμου. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρήθηκε και σε άλλες χώρες, όπως το Μεξικό, όπου αν και κατασκευάστηκαν χλμ σιδηροδρομικών γραμμών μεταξύ 1876 και 1910 και αυξήθηκαν οι εξαγωγές γεωργικών και ορυκτών προϊόντων, δεν σημειώθηκε αξιόλογη βιομηχανική ανάπτυξη. Σε όλες τις ανάλογες περιπτώσεις, το καίριο ερώτημα ήταν κατά πόσον οι επενδύσεις στους σιδηρόδρομους εξισορροπούνταν από επενδύσεις σε άλλες βιομηχανίες. Όταν αυτό δεν γινόταν, οι σιδηρόδρομοι των χωρών αυτών έμεναν τεχνολογικά εξαρτημένοι από τις χώρες του «πυρήνα» και τα κεφάλαιά τους επέστρεφαν από την περιφέρεια στον πυρήνα. Όταν φτάσουμε στο θέμα της ανάπτυξης των σιδηρόδρομων στην Ασία, θα διαπιστώσουμε ότι πραγματοποιήθηκαν μεγάλες επενδύσεις στις βιομηχανίες υποστήριξης της Ρωσίας και της Ιαπωνίας. Στην Κίνα, εγκαινιάστηκε πριν από το 1900 μια μεγάλη χαλυβουργία, η οποία μπορούσε να κατασκευάζει σιδηροτροχιές και άνοιξε ένα νέο ανθρακωρυχείο στην επαρχία του Χεμπέι, αλλά δεν έγινε τίποτε άλλο Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 155/180
159 156 άξιο λόγου. Στην Ινδία, όπου υπήρχαν καλές προοπτικές για επενδύσεις από τοπικούς παράγοντες στις μηχανολογικές κατασκευές και όπου εγκαινιάστηκε μια χαλυβουργία, παρεμβλήθηκαν πολλά εμπόδια στην πρόοδο τέτοιων εξελίξεων. Ναυπηγική και ινδικά πυροβόλα Πριν προχωρήσουμε στη συζήτηση της κατασκευής σιδηρόδρομων, είναι ανάγκη να αναφέρουμε ότι η δύναμη του ατμού έκανε την πρώτη σημαντική εμφάνισή της στην Ασία με τη μορφή κανονιοφόρου σκάφους και όχι σιδηροδρομικής ατμομηχανής. Μεταξύ 1824 και 1825, οι Βρετανοί συνειδητοποίησαν τις στρατηγικές δυνατότητες των ατμοκίνητων ποταμόπλοιων, όταν επιτέθηκαν στη Βιρμανία μέσα από τον ποταμό Ιραουάντι. Εκείνη την εποχή, διέθεταν τρία ατμοκίνητα πλοία σε ινδικά ύδατα και τα κινητοποίησαν για την πολεμική τους επιχείρηση, καταλαβαίνοντας πως τα ιστιοφόρα τους δεν θα μπορούσαν να ελιχθούν στον περιορισμένο χώρο ενός ποταμού, ακόμη και αν επρόκειτο για τον μεγάλο Ιραουάντι. Γι αυτόν το λόγο, μια από τις αποστολές που εκτελούσαν τα ατμόπλοια ήσαν να ρυμουλκούν τα πολεμικά αντίθετα στο ρεύμα του ποταμού. Αποδείχτηκαν, όμως, χρήσιμα και σε μαχητικό ρόλο, οπότε στις επόμενες δυο δεκαετίες σχεδιάστηκαν ποταμόπλοια γι αυτόν ακριβώς τον σκοπό. Η ευκαιρία να χρησιμοποιηθούν τέτοια πλοία σε μεγαλύτερη κλίμακα παρουσιάστηκε στον πρώτο «Πόλεμο του Οπίου» με την Κίνα το Οι Βρετανοί είχαν ενισχύσει την παραγωγή οπίου από παπαρούνες που καλλιεργούνταν στη Βεγγάλη και εξήγαγαν στην Κίνα τεράστιες ποσότητες του προϊόντος για ανταλλαγή με τσάι, που είχε καλή αγορά στη Βρετανία. Οι Κινέζοι είχαν καταθορυβηθεί από το μέγεθος αυτής της διακίνησης ναρκωτικών. Σε επιστολή προς τη Βασίλισσα Βικτωρία, ένας αξιωματούχος έγραφε: «Έχουμε ακούσει ότι στην έντιμη χώρα σας οι άνθρωποι δεν επιτρέπεται να εισπνέουν το ναρκωτικό. Αν πραγματικά θεωρείται τόσο βλαβερό, πως είναι δυνατόν να συμβιβαστεί με τους νόμους του Ουρανού η επιδίωξη κέρδους από την υποβολή άλλων ανθρώπων στις επιβλαβείς δυνάμεις του;» Οι Βρετανοί, βέβαια, προτίμησαν να θεωρήσουν την «ελευθερία του εμπορίου» πιο σημαντική από τήν ηθική συνέπεια. Στις κινέζικες προσπάθειες να αναχαιτιστεί η εισαγωγή οπίου, απήντησαν στέλνοντας στην περίοδο τα πολεμικά πλοία τους σε «αποστολές τιμωρίας» μέσα από τα ποτάμια της Κίνας. Το 1842, αντικειμενικός σκοπός τους ήταν ο αποκλεισμός της Μεγάλης Διώρυγας στο σημείο που συναντά τον ποταμό Τσανγκ Τζιανγκ επειδή ήταν πασίγνωστη η σπουδαιότητα της διώρυγας για την τροφοδότηση του Πεκίνου με σιτηρά. Για τον σκοπό αυτόν, χρησιμοποιήθηκαν διάφορα ατμόπλοια με επικεφαλής ένα βαριά οπλισμένο και σιδηρόφρακτο πολεμικό που λεγόταν Nemesis και είχε κατασκευαστεί λίγο καιρό νωρίτερα στα ναυπηγεία Laird του Μπέρκενχεντ. Το 1850, η Βρετανία χρησιμοποίησε πάλι ατμοκίνητες κανονιοφόρους σε έναν δεύτερο πόλεμο οπίου κατά της Κίνας και ακόμη έναν εναντίον της Βιρμανίας. Μετά από τον δεύτερο, συστήθηκε μια βρετανική διοίκηση στην παράκτια ζώνη της Βιρμανίας για να ενθαρρύνει τον σχηματισμό ιδιωτικής εταιρίας ατμοπλοϊκών εμπορικών υπηρεσιών κατά μήκος του Ποταμού Ιραουάντι. Με τη βελτίωση των μεταφορών αυξήθηκαν και οι εξαγωγές ρυζιού και κατασκευάστηκαν περισσότερα πλοία από συναρτήματα που στέλνονταν από τη Σκοτία. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 156/180
160 157 Από τις προσπάθειες βελτίωσης των συγκοινωνιών μεταξύ Βρετανίας και Ινδίας αναπτύχτηκε μια διαφορετική προσέγγιση στην τεχνολογία των ατμόπλοιων. Η βρετανική κοινότητα της Βομβάης προτιμούσε ταχυδρομική οδό, η οποία θα χρησιμοποιούσε ατμόπλοιο από τη Βομβάη μέχρι το βορειότερο άκρο της Ερυθράς Θαλάσσης, από όπου το ταχυδρομείο θα προχωρούσε από την ξηρά ώς τη Μεσόγειο και από εκεί πάλι από τη θάλασσα ώς τη Βρετανία. Στα ναυπηγεία της Βομβάης, κατασκευάστηκε για την υπηρεσία αυτή ένα σκάφος 400 τόννων. Καθελκύστηκε το 1829 με δυο μηχανές 80 ίππων που εστάλησαν από τα εργαστήρια Maudslay του Λονδίνου. Το πλοίο αυτό υπηρέτησε ικανοποιητικά την αποστολή του, αλλά μόνο μετά τη βίαιη κατάληψη του Άντεν που χρησιμοποιήθηκε ως σταθμός ανεφοδιασμού με κάρβουνο. Η εμπειρία από αυτό το σκάφος υποκίνησε έναν από τους ναυπηγούς της Βομβάης να μελετήσει λεπτομερειακά τις ατμομηχανές και άλλες πλευρές της δυτικής μηχανολογίας. Ο ναυπηγός αυτός ήταν ο Αρντασίρ Κουρσετζί Γουάντια, που αναφέρθηκε νωρίτερα ως κατασκευαστής ενός εργοστασίου φωτισμού με αέριο και ενός χυτηρίου για την παραγωγή ανταλλακτικών για μηχανές. Όταν, γύρω στο 1838, το ναυπηγείο άρχισε να λειτουργεί για την κανονική συναρμολόγηση ατμόπλοιων, η East India Company διόρισε τον Κουρσέτζι Γενικό Επιθεωρητή Μηχανημάτων. Η Εταιρία συνεργαζόταν με τα ναυπηγεία Λέιρντ του Μπέρκενχεντ, τα οποία είχαν κατασκευάσει για πρώτη φορά ποταμόπλοια με σιδερένιες γάστρες και, μέχρι το 1841, ο Κουρσέτζι είχε επιβλέψει τη συναρμολόγηση πέντε τέτοιων σκαφών από τμηματικά συναρτήματα που είχε λάβει από το Μπέρκενχεντ. Ίσως η επίδοση του Κουρσέτζι στις μηχανές να δίνει το μέτρο, στο οποίο θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί αυτή η εργασία ως ανταπόκριση προς τη δυτική τεχνολογία, αλλά, κάτω από τις συνθήκες που επικρατούσαν στην Ινδία εκείνη την εποχή, οι δυνατότητες καρποφορίας από έναν τέτοιο «διάλογο» ήταν μηδαμινές. Με την εξέλιξη των ελίκων στη θέση των τροχών προώθησης πλοίων με πτερύγια και με την κατασκευή σιδερένιων γαστρών στη θέση των ξύλινων, το τεχνολογικό χάσμα μεταξύ Ευρώπης και Ασίας μεγάλωσε. Η έλικα προώθησης ειδικά άνοιξε στα ατμόπλοια το δρόμο της επιτυχίας και στη θάλασσα όπως και στα ποτάμια. Το πρώτο πλοίο, στο οποίο συνδυάστηκε η προπέλα με τη σιδερένια γάστρα ήταν το SS Great Britain που κατασκευάστηκε με σχέδια του Ι.Κ. Brunel τo Από τότε περίπου, η Peninsular and Oriental Company (Ρ&Ο) αναπτύχτηκε και έγινε η μεγαλύτερη εταιρία διαχείρισης μεγάλων ατμόπλοιων στα ινδικά ύδατα. Χαρακτηριστικά, η μόνη εργασία που ανέθετε η Ρ&Ο στους ναυπηγούς της Βομβάης ήταν να κατασκευάζουν μαούνες για την ανθράκευση των πλοίων της. Ο θρίαμβος του ατμόπλοιου ολοκληρώθηκε το 1869 με το άνοιγμα της Διώρυγας του Σουέζ, την οποία δεν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τα ιστιοφόρα πλοία. Ένας τεχνολογικός κλάδος, στον οποίον η ινδική ανταπόκριση προς τη Δύση ήταν πολύ θετική, ήταν η παραγωγή πυροβόλων. Πραγματικά, η τεχνική πρόοδος στην Ινδία μετά το 1800 ήταν η αιτία πολλών προβλημάτων για τα βρετανικά στρατεύματα στις τελευταίες φάσεις της κατάκτησης της χώρας. Τα βορειοδυτικά τμήματα της Ινδίας δεν καταλήφθηκαν μέχρι τους Πολέμους των Σίκ της δεκαετίας του 1840 και εκείνη την εποχή οι δυνάμεις των Σικ ήταν καλύτερα εκπαιδευμένες από προγενέστερα ινδικά στρατεύματα. Επίσης, ο περιφερειακός ηγεμόνας είχε επιδιώξει τον επανεξοπλισμό τους με μεγάλη δραστηριότητα. Το 1810, οι Σικ είχαν οργανώσει νέες μονάδες έφιππου πυροβολικού, εφοδιασμένες με κιλλίβαντες νέου σχεδιασμού και το 1813 εκπαιδευμένοι τεχνίτες είχαν επανδρώσει Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 157/180
161 158 καινούργια εργοστάσια παραγωγής όπλων. Μέχρι το 1821, χυτήρια της περιοχής των Σικ στη Λαχόρη και στο Αμριτσάρ είχαν κατασκευάσει 400 βαριά πυροβόλα και ολμοβόλα και, πριν από το 1831, άλλα 350. Και τα μουσκέτα κατασκευάζονταν τοπικά, αλλά παράλληλα αγοράζονταν και από το εξωτερικό, πράγμα που προσέφερε την ευκαιρία να παρακολουθούνται και να υιοθετούνται οι τελευταίες δυτικές πρόοδοι. Για παράδειγμα, ένα χρόνιο πρόβλημα των μουσκέτων με φυτίλι ή με τσακμακόπετρα (πυρόλιθο) ήταν πως δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν αξιόπιστα σε βροχερό καιρό επειδή μούσκευε η πυρίτιδα. Οι χημικές, όμως, ανακαλύψεις σχετικά με άλλες εκρηκτικές ουσίες επέτρεψαν τον σχεδιασμό ενός πιο αδιάβροχου πυροβόλου με επικρουστήρα. Ο στρατός των Σικ διέθετε τέτοια όπλα το 1825, ενώ μόνο το 1836 ενέκρινε ο βρετανικός στρατός το πρώτο κρουσιφλεγές όπλο του. Το 1843, οι Βρετανοί εισέβαλαν στο Σιντ και δόθηκαν μάχες στο Χαϊντεραμπάντ και στο Μιάνι. Αποτέλεσμα ήταν η εντατικοποίηση των στρατιωτικών προετοιμασιών στην καρδιά της περιοχής των Σικ. Λέγεται ότι ο αριθμός των απασχολούμενων στα οπλουργεία και οπλοστάσια των Σικ έφτασε τους ανθρώπους εκείνη τη χρονιά και ξεπέρασε τους το Είναι πολύ πιθανό πως τα χρηματικά ποσά που ξοδεύτηκαν στον εξοπλισμό ήσαν υπέρογκα, πράγμα που οδήγησε σε «οικονομική κατάρρευση». Έτσι, η τελική κατάληψη της περιοχής από τους Βρετανούς το 1849 οφειλόταν κατά ένα μέρος στην οικονομική εξάντληση των Σικ και όχι σε ατέλειες του εξοπλισμού τους. Αμερικανικά προϊόντα Τα πυροβόλα όπλα αναπτύσσονταν πια ταχύτατα στην Ευρώπη με το τουφέκι Minié στη Γαλλία και τον επανεξοπλισμό του πρωσικού στρατού με οπισθογεμή τουφέκια. Υπήρχε επίσης και μια σειρά σημαντικών καινοτομιών στις ΗΠΑ με το περίστροφο Colt, το επαναληπτικό τουφέκι Smith and Wesson και, στη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, τα πρώτα πολυβόλα. Αυτές οι καινοτομίες έκαναν ακόμη μεγαλύτερο το χάσμα δύναμης μεταξύ της Δύσης και άλλων εθνών, όχι μόνο επειδή τα νέα όπλα ήσαν πιο φονικά, αλλά και επειδή η παραγωγή τους εξαρτιόταν από τις πρόσφατα εξελιγμένες βιομηχανικές τεχνικές στην παραγωγή χάλυβα και στις εφαρμογές μηχανικών εργαλείων. Μέχρι τότε, τα πυροβόλα όπλα είχαν κατασκευαστεί στην Ασία και στην Ευρώπη με μαστορικές κυρίως μεθόδους και ήσαν πάντοτε εφικτό για τους Ασιάτες τεχνίτες να αντιγράφουν δυτικά πυροβόλα ή να επεξεργάζονται δικά τους σχέδια που συχνά ξεπερνούσαν το δυτικό επίπεδο κατασκευαστικής δεξιοτεχνίας. Στην παραγωγή χάλυβα στη Δύση έγινε επανάσταση με την εισαγωγή διαδικασιών, που επέτρεπαν για πρώτη φορά τη μαζική παρασκευή του μετάλλου και μάλιστα με σχετικά χαμηλό κόστος. Αρχικά, οι νέες συνθήκες δημιουργήθηκαν με τη διαδικασία Bessemer που ανέπτυξαν ανεξάρτητα ο Γουΐλλιαμ Κέλλυ στην Πενσυλβανία των ΗΠΑ και στην Αγγλία ο Henry Bessemer, που και την κατοχύρωσε το Αυτή η μέθοδος χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα στην Αμερική, όταν ξεπεράστηκαν οι πρώτες δυσκολίες. Σύντομα ήρθε να προστεθεί στις εξελίξεις και η διαδικασία ανοιχτής εστίας (υποδοχέα) υψικαμίνου Siemens Martin. Έπειτα, ο Gilchrist Thomas και ο εξάδελφος του έδειξαν πως είναι δυνατή η παραγωγή ατσαλιού με μεταλλεύματα, που δεν είχαν χρησιμοποιηθεί στις διαδικασίες Μπέσεμερ ή Ζήμενς Μάρτιν, επειδή περιείχαν φώσφορο. Η ανακάλυψη αυτή μείωσε το κόστος αρκετά, ώστε το καινούργιο ατσάλι να καθιερωθεί γενικά για την κατασκευή καννών στρατιωτικών πυροβόλων όπλων. Έτσι, από το 1875, τα Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 158/180
162 159 ευρωπαϊκά πυροβόλα δεν μπορούσαν πια να αντιγραφούν ή να επισκευαστούν από όπλουργούς μη δυτικών χωρών. Η άλλη νέα προσέγγιση στα πυροβόλα όπλα πραγματοποιήθηκε στις ΗΠΑ στη δεκαετία του 1820, όταν η ομοσπονδιακή κυβέρνηση ίδρυσε πειραματικό εργοστάσιο για την κατασκευή τουφεκιών στο Χάρπερς Φέρι της Πολιτείας Βιρτζίνια. Ο αντικειμενικός σκοπός του ήταν η κατασκευή τμηματικών συναρτημά των όπλων με πολύ ακριβείς προδιαγεγραμμένες διαστάσεις, ώστε το καθένα από αυτά να είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί σε οποιοδήποτε όπλο αυτού του τύπου. Με αυτή την τυποποίηση, τα όπλα θα μπορούσαν να επισκευάζονται γρήγορα με ανταλλακτικά που θα υπήρχαν σε ποσότητες αντί να χρειάζεται να διαμορφώνεται νέο προσαρμόσιμο ανταλλακτικό για κάθε περίπτωση. Και, βέβαια, η συναρμολόγηση καινούργιων όπλων στο εργοστάσιο θα γινόταν πολύ ταχύτερη. Το ομοσπονδιακό υπουργείο εξοπλισμού σύντομα επισημοποίησε την απαίτησή του να προμηθεύεται ανταλλακτικά, είτε από το κύριο Εργοστάσιο Όπλων στη Μασαχουσέτη, είτε από ιδιωτικές οπλουργικές εταιρίες, για όλα τα πυροβόλα όπλα που κατασκεύαζαν για λογαρισμό του. Γι αυτόν τον σκοπό, παρεχόταν στους συμβασιούχους κατασκευαστές πρόσβαση στις τεχνικές που αναπτύσσονταν στο Χάρπερς Φέρι, όπως τα διάφορα διαμετρήματα όπλων και οδηγοί κοπτικών εργαλείων σε συνδυασμό με τόρνους και άλλα μηχανικά εργαλεία, ώστε να εξασφαλίζεται η απόλυτη συμμόρφωση των μεταλλικών και ξύλινων συναρτημάτων και εξαρτημάτων με τις ακριβείς καθιερωμένες προδιαγραφές μεγεθών. Οι Βρετανοί επισκέπτες των ΗΠΑ βρήκαν τη προσέγγιση αυτή χαρακτηριστική και την ονόμασαν το «αμερικανικό σύστημα βιομηχανικών προϊόντων». Η σπουδαιότητά του βρισκόταν στο γεγονός ότι η παραγωγή περίπλοκων μηχανισμών για όπλα ή άλλα κατασκευάσματα μπορούσε πια να οργανωθεί με τρόπο ανάλογο με το εργοστασιακό σύστημα, που είχε παλαιότερα αναπτυχθεί για την παραγωγή υφαντουργικών προϊόντων. Με άλλα λόγια, με λιγότερους ειδικά εκπαιδευμένους εργάτες και με μηχανικούς ρυθμούς εργασίας, ήταν δυνατή η παραγωγή περισσότερων όπλων, ρολογιών, κλειδαριών τύπου Yale (από το 1855) ή οποιουδήποτε άλλου προϊόντος, που μπορούσε να κατασκευάζεται από μηχανές αντί να εξαρτάται από την κατασκευαστική δεξιότητα και τις μεθόδους πεπειραμένων τεχνιτών. Οι ραπτομηχανές (μετά τό 1846), οι γραφομηχανές (από το 1868), οι θεριστικές μηχανές και τα ποδήλατα ήσαν ανάμεσα στα μηχανήματα που κατασκευάζονταν με αυτόν τον τρόπο και η ευρεία χρήση μερικών από αυτά θα ήταν αδιανόητη χωρίς τη δυνατότητα να παράγονται και τυποποιημένα ανταλλακτικά γι αυτά. Η βασική αρχή φαίνεται πολύ απλή. Παρουσιάστηκαν, όμως, πάρα πολλά πρακτικά προβλήματα στην παραγωγή συναρτημάτων και εξαρτημάτων με τόση ακρίβεια, ώστε να συναρμολογούνται ή να προσαρμόζονται εύκολα και χωρίς να χρειάζονται εκπαιδευμένοι εργάτες για να λιμάρουν τα ανόμοια ανταλλακτικά ή να κάνουν άλλες προσαρμογές. Τώρα χρειάζονταν νέα μηχανικά εργαλεία, όπως ο τόρνος με εναλλασσόμενα εργαλεία κοπής («ρεβόλβερ») και η φρέζα γενικής χρήσης που εφευρέθηκαν στη δεκαετία του 1840 και το 1861 αντίστοιχα. Έπρεπε ακόμη να επινοηθούν μέθοδοι αυτόματου ελέγχου, ώστε αυτά τα εργαλεία να αποδίδουν τελειωμένα ανταλλακτικά μηχανημάτων με τον απαιτούμενο βαθμό ακρίβειας. Η σειρά αυτών των διαδοχικών εφευρέσεων δεν είναι απλώς σπουδαία από μόνη της. Έχει υμνηθεί ως τό ιστορικό σημείο, από το οποίο η Αμερική έπαψε να δανείζεται τεχνολογία από άλλα έθνη και έγινε ουσιαστικός πρωταγωνιστής τεχνολογικής αλλαγής. Με Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 159/180
163 160 την έννοια πως το αμερικανικό σύστημα παραγωγής βιομηχανικών προϊόντων αντιπροσώπευε μια ριζικά νέα κατεύθυνση τεχνικής προόδου, αυτή η άποψη εκφράζει ασφαλώς μιαν αλήθεια. Αλλά δεν αποδίδει τη δίκαιη τιμή που οφείλεται στην εφευρετικότητα παλαιότερων Αμερικανών καινοτόμων, όπως ο James Finley, ο Oliver Evans (ένας από τους πρωτοπόρους της ατμομηχανής υψηλής πίεσης), ο John Jervis και οι συνεργάτες του Samule Morse. Κανένας από αυτούς δεν ήταν απλός «χρεοφειλέτης», ούτε εξαρτημένος ολοκληρωτικά από τις τεχνολογίες που «μεταβιβάζονταν» από άλλα μέρη. Αξιοποιούσαν μάλλον τεχνικές ιδέες, οι οποίες αποτελούσαν μέρος μιας παγκόσμιας έλλογης διαδικασίας ή ενός διαλόγου και δημιουργούσαν νέες εφευρέσεις. Ο Τζέιμς Φίνλεϊ ήταν ο πρώτος σοβαρός κατασκευαστής αιωρούμενων γεφυρών από σίδερο έξω από την Κίνα. Τα μηχανήματα του Έβανς και ο τηλέγραφος του Μορς δεν ήσαν ολόιδια με των σύγχρονών τους Βρετανών, αλλά, από πολλές απόψεις, πολύ επιτυχέστερες εφευρέσεις. Παρόμοια, οι ιδέες για τα στερεότυπα ανταλλακτικά και τα μηχανικά εργαλεία ακριβείας αποτελούσαν επίσης τμήμα της παγκόσμιας έλλογης διαδικασίας, αφού είχαν χρησιμοποιηθεί προηγουμένως στη Βρετανία, έστω και μόνο στην παραγωγή ειδικών προϊόντων, όπως τα πολλαπλά ράουλα για τις αρματωσιές πλοίων καα για μερικά υφαντουργικά μηχανήματα. Λίγες είναι οι ριζικά καινούργιες εφευρέσεις χωρίς καμιά σχέση ή εξάρτηση από ήδη κυκλοφορούσες ιδέες και, στην πραγματικότητα, λίγες μεταβιβάσεις τεχνολογίας υπήρξαν μονοδρομημένες προσφορές μηχανών και ιδεών. Η τεχνική πρόοδος είναι πιο συχνά αποτέλεσμα διαλόγου διπλής κατεύθυνσης, μιας ανταλλαγής τεχνικών ιδεών. Ινδικά σιδηρουργεία και χαλυβουργεία Έχει ήδη συζητηθεί ο ρόλος μιας ολόκληρης ποικιλίας ινδικών τεχνικών σε αυτόν τον διάλογο μεταξύ εθνών και έχει διατυπωθεί καθαρά η άποψη πως, αν είχε επιτραπεί η ανάπτυξή τους, τα ινδικά ναυπηγεία θα είχαν ίσως εξελιχθεί σε κέντρα από τα οποία θα μπορούσαν να διαδοθούν «σύγχρονες» ειδικές ικανότητες σε άλλες βιομηχανίες της χώρας. Το ίδιο θα μπορούσε να υποστηριχτεί και για τα εργαστήρια σιδηρόδρομων μετά το Κάτω από τον βρετανικό ζυγό, όμως, οι ναυπηγικές δραστηριότητες έτειναν να συρρικνωθούν και, όταν άρχισε η κατασκευή σιδηρόδρομων, αποκλείστηκε η ινδική συμμετοχή σε οποιοδήποτε έργο απαιτούσε ειδική εκπαίδευση, γνώσεις και ικανότητες. Η Ινδία αναγκάστηκε να υποταχτεί στην πιο αδρή και στενή έννοια της «μεταφοράς τεχνολογίας», όπου η μια πλευρά θεωρείται παθητικός παραλήπτης τεχνικών και όχι δημιουργικός συνδιαλεγόμενος σε αμφίδρομο διάλογο. Το 1902, η βρετανική Ινδία είχε μεγαλύτερο μήκος σιδηροδρομικών γραμμών από όσο όλη μαζί η υπόλοιπη Ασία, αλλά η συνακόλουθη με τους σιδηρόδρομους βιομηχανική ανάπτυξή της ήταν μηδαμινή. Είχαν ανοίξει ανθρακωρυχεία για την τροφοδότηση ατμαμαξών και ατμόπλοιων και, ήδη από το 1900, εξαγόταν μια ποσότητα άνθρακα. Όταν, όμως, ιδρύθηκαν μεγάλα εργοτάξια σιδηρόδρομων στη Βομβάη, η κύρια λειτουργία τους ήταν η συναρμολόγηση ατμομηχανών και υλικών τροχιοδρόμησης από τμηματικά συναρτήματα που κατασκευάζονταν στη Βρετανία και δεν υπήρχε παράλληλη ανάπτυξη μηχανολογικών βιομηχανιών γύρω από αυτά. Πραγματικά, το μόνο μηχανολογικό εργοτάξιο στη Βομβάη στο τέλος του αιώνα ανήκε σε έναν κατασκευαστή γερανών. Οι Βρετανοί θεωρούσαν την Ινδία αγροτική χώρα και χειραγωγούσαν τη νομοθεσία της για τους έγγειους φόρους, ώστε να ενθαρρύνεται η παραγωγή εξαγωγικών προϊόντων, Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 160/180
164 161 όπως το ακατέργαστο βαμβάκι και το λουλάκι. Από τότε που άνοιξε η Διώρυγα του Σουέζ, άρχισε να εξάγεται και σίτος και καλαμπόκι στην Ευρώπη. Ο Simkin απορεί πώς μια χώρα με εξαντλημένους τους πόρους της από δεκαετίες αποβιομηχανοποίησης μπορούσε να πουλάει το 10% της παραγωγής των σιτηρών της. Συνέπεια αυτού του εμπορίου, κατά τον μελετητή αυτόν, ήταν η ακόμη μεγαλύτερη επιδείνωση της φτώχειας της Ινδίας. Ωστόσο, η βρετανική πολιτική οδήγησε και σε μερικές χρήσιμες επενδύσεις σε αρδευτικά έργα, τόσο με απώτερο σκοπό την αύξηση των προϊόντων εξαγωγής, όσο και την αναχαίτιση της απειλής της πείνας μετά τους λιμούς του 1877 και του τέλους της δεκαετίας του Στην αρχή, τα υδραυλικά έργα των Βρετανών περιορίστηκαν στην αναστήλωση παλαιών αρδευτικών συστημάτων που είχαν αφεθεί να καταρρεύσουν. Ανάμεσα σε αυτά τα έργα ήταν η ανακατασκευή του Φράγματος Κόβερι στη Νότια Ινδία και η αναστήλωση των Διωρύγων Τζούμα κοντά στο Δελχί. Μετά από λίγο καιρό, ξεκίνησαν πολλά ολότελα νέα κατασκευαστικά έργα που άνοιξαν στην καλλιέργεια εκτάσεις στο Σιντ (από το 1873) και στο Πουντζάμπ (μεταξύ 1880 και 1901). Οι βρετανικές επενδύσεις στη γεωργία και στους σιδηρόδρομους δεν ήσαν οι μόνες στη χώρα, γιατί υπήρχαν ακόμη μερικοί Ινδοί έμποροι με διαθέσιμα επενδυτικά κεφάλαια. Είχαν επιζήσει από τη χειρότερη περίοδο αποβιομηχανοποίησης, εμπορευόμενοι σε μικρή κλίμακα ή ως μεσάζοντες ανάμεσα σε βρετανικές εταιρίες και τοπικούς παραγωγούς ακατέργαστου βαμβακιού, λουλακιού και οπίου. Έτσι, μολονότι οι Βρετανοί είχαν σκόπιμα απομακρύνει τις επενδύσεις τους από οτιδήποτε θα μπορούσε να βοηθήσει στην προαγωγή βιομηχανικής ανάπτυξης της Ινδίας, υπήρχαν επιχειρηματίες που διατηρούσαν διαφορετικές απόψεις. Η ευκαιρία γι αυτούς παρουσιάστηκε στη δεκαετία του 1850, όταν άρχισε να ακριβαίνει η τιμή του αρχικά φτηνού υφάσματος από το Λάνκασαϊρ, που είχε οδηγήσει στη χρεωκοπία πολλούς Ινδούς. Το 1851, ένας Ινδός επιχειρηματίας άνοιξε το πρώτο εργοστάσιο επεξεργασίας βαμβακιού που ήταν εξοπλισμένο με κλωστικά μηχανήματα. Στη δεκαετία του 1860, οι γενικές συνθήκες βελτιώθηκαν σημαντικά επειδή η βιομηχανία του Λάνκασαϊρ αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα καθώς ο Αμερικανικός Εμφύλιος Πόλεμος είχε διακόψει την προμήθεια ακατέργαστου βαμβακιού. Το 1870, υπήρχαν δώδεκα εργοστάσια επεξεργασίας βαμβακιού στην Ινδία, κυρίως στη Βομβάη και στο Αχμένταμπαντ, που διέθεταν μηχανήματα που ισοδυναμούσαν μέ 0,27 εκατομμύρια αδράχτια. Ο αριθμός αδραχτιών είχε φτάσει στο 1,6 εκατομμύριο το 1887 και 5 εκατομμύρια το Εξαιτίας της έλλειψης τοπικής μηχανολογικής βιομηχανίας, όλα αυτά τα μηχανήματα έπρεπε να εισάγονται και συχνά να εξαρτιώνται από Ευρωπαίους μηχανικούς για τη συντήρησή τους. Στην αρχή, έρχονταν όλα από την Αγγλία, αλλά οι τοπικοί ιδιοκτήτες εργοστασιακών εγκαταστάσεων δεν έμειναν δέσμιοι στη βρετανική τεχνολογία και, σύντομα, έκαναν εισαγωγές πιο προηγμένων αμερικανικών κλωστικών μηχανών τύπου δακτυλιδιού. Το νήμα της γιούτας ήταν άλλη μια ινδική υφαντουργική ίνα που παραγόταν κυρίως στη Βεγγάλη. Από το 1800, η East India Company είχε ενθαρρύνει την εξαγωγή της στη Βρετανία για την παρασκευή υφάσματος που έμοιαζε με χονδροειδές λινό. 140 Ένα 140 Τρεις δεκαετίες αργότερα, οι κλωστές λιναριού του Νταντί της Σκοτίας άρχισαν να χρησιμοποιούν τα μηχανήματά τους για να παρασκευάζουν κλωστές γιούτας και τα εργοστάσια του Νταντί άρχισαν τη βαθμιαία αυξανόμενη εισαγωγή ινών από τη Βεγγάλη για την ύφανση τσουβαλιού, λινάτσας και καμβά. Για πολύ καιρό, η Ινδία χρησιμοποιήθηκε ως προμηθεύτρια ακατέργαστου υλικού, αλλά στο τέλος ιδρύθηκαν εκεί εργοστάσια επεξεργασίας της γιούτας. Το πρώτο που ανήκε ολοκληρωτικά σε Ινδό επιχειρηματία άνοιξε το Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 161/180
165 162 εντυπωσιακό χαρακτηριστικό αυτών των εξελίξεων ήταν πως πολλοί επιχειρηματίες ανήκαν στις ίδιες εθνικές και κοινωνικές ομάδες, στις οποίες ανήκαν και οι έμποροι του Σουράτ και οι ναυπηγοί της Βομβάης του προηγούμενου αιώνα. 141 Το 1875, είχε ξεκινήσει τις εργασίες της μια μικρή, σύγχρονη σιδηροβιομηχανία, αλλά δεν υπήρχε άλλη αξιόλογη ανάπτυξη βαριάς βιομηχανίας μέχρις ότου ο Τζαμσέτζι Τάτα ίδρυσε τη χαλυβουργία του Τζαμσεντπούρ, επενδύοντας μέρος της περιουσίας που είχε αποκτήσει από τα εργοστάσια επεξεργασίας βαμβακιού. 142 Οι Βρετανοί ενθάρρυναν ώς έναν βαθμό την επιχείρησή του, της πρόσφεραν τεχνική υποστήριξη και συμφώνησαν να προμηθεύει τους ινδικούς σιδηρόδρομους με ατσάλινες σιδηροτροχιές κατασκευασμένες από μηχανήματα επεξεργασίας μετάλλων. Δεν χρειάζεται να προσθέσουμε ότι οι βιομηχανίες Τάτα έγιναν στη συνέχεια το μεγαλύτερο βιομηχανικό σύμπλεγμα στην Ινδία, με πελώρια εργοστάσια αυτοκινήτων και μηχανολογικές και μεταλλουργικές δραστηριότητες. Είναι δύσκολο να αποφευχθεί η εντύπωση ότι η εκκίνηση τέτοιων εξελίξεων καθυστέρησε στην Ινδία, επειδή δεν αφέθηκαν οι σιδηρόδρομοι να διαδραματίσουν εκεί τον καταλυτικό ρόλο που είχαν παίξει στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ κι επειδή δεν μπόρεσαν να αναπτύξουν όλο το δυναμικό τους τα ναυπηγεία. Για πολύ καιρό, οι επενδύσεις σε νέες σιδηροδρομικές γραμμές δεν συνοδεύτηκαν από επενδύσεις σε μηχανολογικές βιομηχανίες και καμίνια σιδήρου. Οι χαλυβουργίες και οι υφαντουργικές εγκαταστάσεις, όταν εμφανίστηκαν, δεν προκάλεσαν τον μετασχηματισμό του συνόλου της ινδικής κοινωνίας, όπως είχε συμβεί στις δυτικές κοινωνίες, αλλά παρέμειναν απλώς ως νησίδες «προηγμένης» ανάπτυξης, περικυκλωμένες από μια παραδοσιακά αγροτική οικονομία που μετασχηματιζόταν με πολύ πιο αργό ρυθμό. 10. Αυτοκρατορίες στις ράγες Σιδηροτροχιές στη Ρωσία [J. N. Nestwood, 1964, A History of Russian Railways] Ο πρώτος διηπειρωτικός σιδηρόδρομος στις Η.Π.Α. ολοκληρώθηκε το 1869, μέσα σε μεγάλη δημοσιότητα και συνέδεσε τις πιο πυκνοκατοικημένες ανατολικές πολιτείες με τους αποίκους που είχαν εγκατασταθεί στη μέχρι τότε απόμακρη Δύση. Προς τα βόρεια, η εγκατάσταση της διηπειρωτικής γραμμής του Canadian Pacific το 1885 έδειχνε εύγλωττα πως η επικράτεια της κυβέρνησης του Καναδά εκτεινόταν από την ανατολική ως τη δυτική ακτή της ηπείρου και αποθάρρυνε τις ιδέες των Η.Π.Α. για επέκταση των συνόρων τους προς τα βορειοδυτικά. Ιδρύθηκε από τον Γκ. Μπ. Μπίρλα, που μέχρι τότε είχε ασχοληθεί με το εμπόριο ιδιαίτερα του βάμβακος και όχι με παραγωγικές δραστηριότητες. Βλ. Pacey Arn., 1996, όπ. παρ. σελ Πολλοί από αυτούς (όχι ο Μπίρλα) ήταν Παρσί (περσικής καταγωγής). Ο επιφανέστερος ήταν ο Τζαμσέτζι Τάτα, που ίδρυσε μια εταιρία κλώσης βάμβακα το 1868 και το 1877 εγκαινίασε το τοπικά ονομαστό Εργοστάσιο της Αυτοκράτειρας στο Ναγκπούρ. Άλλοι από αυτούς ήσαν μέλη της οικογένειας Γουάντια. Οι Γουάντια ίδρυσαν την εταιρία Βαφικά, Κλωστικά και Υφαντουργικά Εργαστήρια της Βομβάης, η οποία διέθετε αδράχτια. Βλ. Pacey Arn., 1996, όπ. παρ. σελ Η ιδέα γι αυτή τη βιομηχανία ήταν δική του, διάλεξε ο ίδιος τον χώρο των εγκαταστάσεων και έκανε τα προκαταρκτικά σχέδια, αλλά πέθανε τρία χρόνια πριν αυτή αρχίσει να λειτουργεί τό Βλ. Pacey Arn., 1996, όπ. παρ. σελ Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 162/180
166 163 Οι παλαιές αυτοκρατορίες της Ασίας κατάλαβαν αυτό το δίδαγμα και μερικές χρησιμοποίησαν με ανάλογο τρόπο τους σιδηρόδρομους για να κατοχυρώσουν την επικράτεια τους σε μακρινές περιοχές τους και να ενθαρρύνουν την οικονομική και διοικητική ανάπτυξη τους. Έτσι, οι αποκαλούμενες «αυτοκρατορίες της πυρίτιδας» του 16 ου και του 17 ου αιώνα, όπου επιζούσαν ακόμη, άρχισαν να μετατρέπονται σε «σιδηροδρομικές αυτοκρατορίες». Οι κυβερνήσεις της Ρωσίας, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και αργότερα της Κίνας είδαν τους σιδηρόδρομους ως σπουδαίο όργανο εκσυγχρονισμού. Η Ιαπωνία κατασκεύασε πολλούς σιδηρόδρομους στην προσπάθεια να επεκτείνει την αυτοκρατορία της και, βέβαια, οι σιδηρόδρομοι στην Ινδία κατασκευάστηκαν για να παγιώσουν τη βρετανική κυριαρχία. Μερικοί σιδηρόδρομοι κατασκευάστηκαν στη Ρωσία με παρόμοιους επεκτατικούς σκοπούς για την αυτοκρατορία (όπως η πρώτη γραμμή στην Τασκένδη, η οποία τοποθετήθηκε μετά την προσάρτηση αυτής της περιοχής). Άλλοι, όμως, έγιναν για την προώθηση της πολιτικής για βιομηχανοποίηση ή με σκοπό να δημιουργηθούν οικισμοί σε προηγουμένως ακατοίκητες περιοχές και να αναπτυχθεί το γεωργικό δυναμικό τους (ιδιαίτερα στη Δυτική Σιβηρία). Ο πρώτος σημαντικός σιδηρόδρομος στη Ρωσία ήταν η γραμμή μεταξύ Αγίας Πετρούπολης και Μόσχας που η κατασκευή της άρχισε το 1843 και εγκαινιάστηκε το Είχε προσληφθεί ένας Αμερικανός σύμβουλος, αλλά ο τσάρος επέμενε πως οι σιδηρόδρομοι έπρεπε να είναι έργο Ρώσων μηχανικών και πως οι ράγιες έπρεπε να κατασκευάζονται σε ρωσικά σιδηρουργεία (μερικές ήρθαν από τη Βρετανία). Το άλλοτε χυτήριο όπλων του Αλεξαντρόβσκ κοντά στην Αγία Πετρούπολη έπανε ξοπλίστηκε με αμερικανική βοήθεια για να μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες κατασκευής ατμαμαξών και όλες οι μηχανές και το τροχαίο υλικό παράγονταν εκεί. Πολλές γέφυρες κατασκευάστηκαν αρχικά με ξύλο. Ο μηχανικός Ζουράβσκι σχεδίασε πολλές με ξύλινες αψίδες, των οποίων τα πέτρινα αντερείσματα ήσαν αρκετά ανθεκτικά ώστε να υποστηρίξουν τα μεταλλικά δικτυωτά και τις σιδηροδοκούς που αργότερα αντικατέστησαν τις ξύλινες κατασκευές. Σύντομα ξεκίνησε η κατασκευή και άλλων γραμμών, αλλά, καθώς επεκτεινόταν ο προγραμματισμός νέων έργων, έπαψε να επαρκεί για την εκτέλεσή τους το δυναμικό τής Ρωσίας. Πολλές ατμάμαξες έρχονταν τώρα από τα εργαστήρια Baldwin της Φιλαδέλφειας της Πενσυλβανίας και σιδηροτροχιές και επενδυτικά κεφάλαια εισάγονταν από τη Γαλλία και άλλες δυτικές χώρες. Η ανάμιξη ξένων στη σιδηροδρομική δικτύωση της Ρωσίας δημιούργησε πολλά και σοβαρά προβλήματα. Οι γέφυρες που σχεδιάζονταν από ξένους μηχανικούς δεν άντεχαν στις ανοιξιάτικες πλημμύρες (τις οποίες δεν γνώριζαν οι μηχανικοί) και οι πέτρινες κατασκευές ήσαν συχνά ανεπαρκείς. Έτσι, τα δομικά προβλήματα ήσαν τόσο πολλά όσο και τα οικονομικά, αφού οι ξένες κατασκευαστικές εταιρίες συχνά ξόδευαν αλόγιστα ποσά σε επουσιώδη έργα κι έπειτα διεκδικούσαν χρήματα από το κράτος, εκμεταλλευόμενες τις εγγυήσεις της Ρωσίας για την αποζημίωση των δαπανών τους και την απόδοση των επενδύσεων τους. Ήδη το 1878, το δίκτυο σιδηροδρομικών γραμμών της Ευρωπαϊκής Ρωσίας είχε μήκος χιλιομέτρων και είχε μόλις ανοίξει η πρώτη γραμμή που περνούσε από την Ευρώπη στην Ασία διασχίζοντας τα Ουράλια. Είχε κατασκευαστεί ένας βελτιωμένος τύπος μηχανήματος με κυλίνδρους, το οποίο επέτρεπε την αυξημένη παραγωγή σιδηροτροχιών στη Ρωσία και, από το 1874, οι σιδηροτροχιές κατασκευάζονταν από χάλυβα και όχι από σφυρήλατο σίδερο. Ένα ακόμη πιο εντυπωσιακό βήμα προς την τεχνολογική αυτάρκεια Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 163/180
167 164 ήταν η ίδρυση το 1882 στο Κίεβο ενός εργαστηρίου έρευνας για τον σχεδιασμό ατμαμαξών του πρώτου ιδρύματος αυτού του είδους στον κόσμο. Μπορεί η ατμάμαξα να ήταν «μεταβιβασμένη τεχνολογία» από τη Δύση, αλλά ο πειραματισμός και οι καινοτομίες σε λεπτομέρειες που έγιναν στο Κίεβο, κάτω από τη διεύθυνση ενός μηχανικού που λεγόταν Μποροντίν, οδήγησαν στον σχεδιασμό μιας πολύ χαρακτηριστικής σύνθετης δικύλινδρης ατμομηχανής, η οποία είχε πολύ μικρή κατανάλωση καυσίμων. Μια τέτοια ατμάμαξα για μεταφορές υλικών, η οποία κυλούσε επάνω σε οκτώ ζεύγη τροχών, αποδείχτηκε τόσο κατάλληλη για τις ιδιαίτερες συνθήκες της Ρωσίας, ώστε κατασκευάστηκαν μηχανές αυτού του τύπου. Στο μεταξύ, η Ρωσία είχε αποκτήσει νέες περιοχές στο ανατολικό μέρος της αυτοκρατορίας της, όπου είχε ιδρυθεί το Βλαδιβοστόκ. Η επικοινωνία με αυτή την περιοχή ήταν εξαιρετικά δύσκολη, αλλά η ολοκλήρωση του σιδηρόδρομου Canadian Pacific είχε συγκεντρώσει μεγάλο ενδιαφέρον και το παράδειγμά του ενίσχυσε την αποδοχή της ιδέας πως η τεράστια απόσταση χιλιομέτρων, από τη Μόσχα μέχρι το Βλαντιβοστόκ, θα έπρεπε να συνδεθεί με μια συνεχή σιδηροδρομική γραμμή. Έτσι ξεκίνησε η κατασκευή του Υπερσιβηρικού Σιδηρόδρομου, η οποία άρχισε από το ανατολικό άκρο της το 1891 και λίγο αργότερα απο το δυτικό. Μετά τέσσερα χρόνια, έγινε μια διεθνής συμφωνία για τη συντόμευση της γραμμής μέχρι το Βλαντιβοστόκ με διέλευση του Υπερσιβηρικού μέσα από κινέζικο έδαφος στη Μαντσουρία, όπου ιδρύθηκε σιδηρόδρομος το Η μακρύτερη αρχικά σχεδιασμένη διαδρομή, η οποία διέσχιζε αποκλειστικά ρωσικό έδαφος, εγκαινιάστηκε το Ο σιδηρόδρομος αυτός ήταν κρατική επιχείρηση, αλλά κατασκευάζονταν και άλλοι στη Ρωσία από ιδιωτικές εταιρίες και πολλοί με ξένες επενδύσεις. Η βιομηχανική, όμως, πολιτική της ρωσικής κυβέρνησης στη δεκαετία του 1890 ήταν πολύ αποτελεσματική. Είχαν χαλιναγωγηθεί οι χειρότερες εκδηλώσεις της δραστηριότητας των ξένων συμφερόντων και, με τον λαμπρό υπουργό οικονομικών Σέργιο Βίτε, οι σιδηρόδρομοι αναπτύσσονταν με τρόπο που να ενθαρρύνονται και οι άλλες βαριές βιομηχανίες. Για παράδειγμα, το 1898 λειτουργούσαν διάφορες χαλυβουργίες και υπήρχαν δεκατρία εργοστάσια κατεργασίας χάλυβα, τα οποία παρήγαγαν τροχιές σιδηρόδρομων. Τα μηχανουργεία και τα ανθρακωρυχεία επίσης επεκτείνονταν. Από το 1913, μόνο τέσσερα κράτη είχαν μεγαλύτερη βιομηχανική παραγωγή από αυτή της Ρωσίας οι Η.Π.Α., Γερμανία, Βρετανία και Γαλλία και στο έδαφος της λειτουργούσαν περίπου χιλιόμετρα σιδηροδρομικών γραμμών. Αλλά η υψηλή βιομηχανική παραγωγή δεν αντιπροσώπευε απαραίτητα οικονομική ή στρατιωτική δύναμη για μια τόσο αχανή χώρα. Το 1905, η Ιαπωνία νίκησε τη Ρωσία σε έναν πόλεμο μικρής διάρκειας, ο οποίος διεξήχθη κατά ένα μέρος στη θάλασσα και κατά ένα άλλο σε κινέζικο έδαφος. Ως αποτέλεσμα, πήρε στην κατοχή της τον σιδηρόδρομο που είχαν κατασκευάσει οι Ρώσοι στη Νότια Μαντσουρία. Ιαπωνική τεχνολογία Είναι γενική η πεποίθηση πως η βιομηχανική και στρατιωτική ανάπτυξη της Ιαπωνίας οφείλεται στην ταχεία μεταβίβαση τεχνολογίας από τη Δύση, η οποία άρχισε λίγο μετά την Παλινόρθωση των Μέιτζι του Αυτή η «συντηρητική επανάσταση» έβαλε τέλος στο καθεστώς του Τοκουγκάουα (όπως την αναφέραμε παραπάνω) καιί έδωσε στην Ιαπωνία μια πιο συγκεντρωτική κυβέρνηση με τον αυτοκράτορα στο επίκεντρό της. Η εκσυγχρονιστική δημόσια υπηρεσία που ανέλαβε τη διοίκηση της χώρας πραγματοποίησε Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 164/180
168 165 πολλές μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούσαν σε θεσμικές αλλαγές στο τραπεζικό σύστημα, στους νόμους για τις επιχειρήσεις και στον έγγειο φόρο, ο οποίος απέδωσε έσοδα για κυβερνητικές βιομηχανικές πρωτοβουλίες. Αλλά, τα έσοδα αυτά είχαν ως συνέπεια το ότι ένα μέρος του εκσυγχρονισμού πραγματοποιήθηκε με τίμημα τη συνεχιζόμενη φτώχεια των αγροτών της υπαίθρου. Ωστόσο, παρά τις πολυάριθμες μεταρρυθμίσεις, διατηρήθηκε ένα σημαντικό στοιχείο συνέχειας, ιδιαίτερα στην ισχυρή εμπορική τάξη. Η εταιρία Μιτσούι, για παράδειγμα, είχε ιδρυθεί από το Υπήρξε επίσης συνέχεια στην τεχνολογία, τόσο στο παραδοσιακό ιαπωνικό ενδιαφέρον για τις δυτικές τεχνικές, όσο και στη σημασία που επίμονα απέδιδε η χώρα στην παραδοσιακή τεχνολογία και τις καινοτομίες της. Πρέπει να θυμηθούμε ότι, από τη δεκαετία του 1630, η Ιαπωνία είχε περιορίσει τις εμπορικές της ανταλλαγές με τη Δύση σε έναν μικρό ολλανδικό εμπορικό σταθμό. Το 1720, νομιμοποιήθηκε η εισαγωγή ευρωπαϊκών βιβλίων. Ένας αριθμός Ιαπώνων μελετητών έμαθε την ολλανδική γλώσσα και μελέτησε ιατρικά, γεωργικά και άλλα τεχνικά θέματα από την εισαγόμενη βιβλιογραφία. Οι νόμιμες πια μεταφράσεις κυκλοφόρησαν ευρύτατα σε αυτή την πολύ μελετηρή κοινωνία. Το 1820, υπήρχαν ήδη σχολές «Ολλανδικών σπουδών» ή δυτικών γνώσεων και διακριτικά στέλνονταν μικρές ομάδες νέων να σπουδάσουν τη δυτική τεχνολογία στο εξωτερικό. Η κυβέρνηση των Τοκουγκάουα εκείνης της εποχής δεν ενέκρινε αυτές τις δραστηριότητες, τις οποίες ενθάρρυναν μερικοί τοπικοί ηγέτες, ιδιαίτερα στις επαρχίες Σατσούμα και Τσόσου. Σε αυτές τις περιοχές, ιδρύθηκαν λίγο μετά το 1850 εργαστήρια σιδήρου ενός ολότελα καινούργιου τύπου για την Ιαπωνία. Οι εργοστασιακές εγκαταστάσεις Σατσούμα είχαν δυο αντανακλαστικές καμίνους για την παρασκευή σφυρήλατου σιδήρου και μηχανήματα, ικανά να κατασκευάζουν μεγάλες κάννες πυροβόλων. Η επίσημη απομόνωση της Ιαπωνίας τελείωσε το 1854, όταν έφτασαν εκεί οκτώ αμερικανικά πολεμικά πλοία με αποστολή να επιβάλουν απαιτήσεις ελλιμενισμού και τροφοδοσίας για τα πλοία, οι οποίες είχαν διατυπωθεί τον προηγούμενο χρόνο από τον αρχιπλοίαρχο Perry για λογαριασμό της κυβέρνησης των Η.Π.Α. Ο Perry εξέφρασε την έκπληξή του για το πόσο καλά ήσαν πληροφορημένοι οι Ιάπωνες σχετικά με τη δυτική επιστήμη και μηχανολογία. Οι Ιάπωνες, από την πλευρά τους, ήσαν αποφασισμένοι να κατασκευάσουν πλοία που θα ήσαν ισάξια με τα αμερικανικά. Έτσι, το 1862, άρχισε η κατασκευή του πρώτου ατμοκίνητου πλοίου της Ιαπωνίας σε ένα κρατικό ναυπηγείο και ολοκληρώθηκε το 1866 με κάποια βοήθεια από τη Γαλλία. Θα ήταν άτοπο να νομιστεί πως τα πρώτα στάδια της βιομηχανικής ανάπτυξης στην Ιαπωνία ήταν περιορισμένα στα εργαστήρια σιδήρου και στα ατμόπλοια. Η εξέλιξη αυτών των βιομηχανιών ήταν αργή επειδή, ως ένα βαθμό, η Ιαπωνία δεν διέθετε μεγάλα κοιτάσματα μεταλλευμάτων σιδήρου και επίσης εξαιτίας της ανεπάρκειας τοπικών κεφαλαίων. Οι πρώτες χαλυβουργίες τής Ιαπωνίας ιδρύθηκαν μόνο το 1896, δυο χρόνια μετά την Κίνα. Στην εικοσαετία , όπως παρατηρεί ο Οκίτα και ο Λόκγουντ, ήταν πολύ πιο σημαντικές μερικές παραδοσιακές μορφές τεχνολογίας, ιδιαίτερα της υφαντουργικής βιομηχανίας και της γεωργίας. Τα κέρδη από αυτούς τους τομείς της οικονομίας επανεπενδύθηκαν ευρύτατα, κυρίως διαμέσου της έγγειας φορολογικής νομοθεσίας. Πραγματικά, μια από τις πρώτες ενδείξεις επιτυχίας του προγράμματος εκσυγχρονισμού υπήρξε η μεγάλη αύξηση της αγροτικής παραγωγής, ώς ένα βαθμό με την επέκταση των καλλιεργησίμων εκτάσεων, αλλά και με τη βελτίωση τεχνικών, οι οποίες οδήγησαν στην εντατικότερη εκμετάλλευση της γης. Σε αυτές περιλαμβανόταν η Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 165/180
169 166 προσεκτική μεταφύτευση ρυζιού, η χρήση λιπασμάτων και η άρδευση. Η επιτυχία εξασφάλισε τη διατροφή του αυξανόμενου πληθυσμού και, ταυτόχρονα, δημιούργησε τους οικονομικούς πόρους για τη χρηματοδότηση άλλων δραστηριοτήτων. Σε σχέση με τις υφαντουργικές βιομηχανίες, μπορεί να υποστηριχτεί πειστικά πως ένα πλεονέκτημα της Ιαπωνίας έναντι της Ινδίας ήταν ότι κατάφερε να πραγματοποιήσει άμεση μετάβαση από τή βιοτεχνική παραγωγή στην έκμηχανισμένη βιομηχανία χωρίς ενδιάμεση περίοδο αποβιομηχανοποίησης. Για παράδειγμα, ένα από τα πιο επιτυχημένα εξαγώγιμα προϊόντα της Ιαπωνίας ήταν το ακατέργαστο μετάξι. Από το 1868 μέχρι το 1893, η παραγωγή του αυξανόταν αδιάκοπα και ο κλάδος αυτός απέφερε σταθερά περισσότερα από τα μισά εξαγωγικά κέρδη της Ιαπωνίας. Από το 1905, οι εξαγωγές ακατέργαστου ιαπωνικού μεταξιού εξισώθηκαν με τις αντίστοιχες της Κίνας και κάλυπταν το ένα τρίτο της παγκόσμιας αγοράς. Λίγο αργότερα, η Ιαπωνία ξεπέρασε την Κίνα και έγινε ο μεγαλύτερος προμηθευτής χωρών, όπως η Γαλλία που είχε μεγάλες υφαντουργικές βιομηχανίες μετάξης. Μολονότι βελτιωμένες μηχανές αναπήνισης της μετάξης έπαιξαν ρόλο σε αυτή την επέκταση, οι πιο αποφασιστικές αλλαγές προήλθαν από οργανωτικές, μάλλον, παρά τεχνικές βελτιώσεις. Ο αποτελεσματικότερος ποιοτικός έλεγχος εξασφαλίστηκε με ένα κυβερνητικό σύστημα έκδοσης αδειών για τους παραγωγούς αυγών μεταξοσκωλήκων και εταιρίες, όπως η Μιτσούι, ανέλαβαν τη μεγάλης κλίμακας εμπορία του προϊόντος. Στη βιομηχανία του βάμβακος, σύντομα μετά την Παλινόρθωση των Μέιτζι, ιδρύθηκαν μεγάλα εργοστάσια που ήσαν εξοπλισμένα με κλωστικές μηχανές δυτικής προέλευσης, αλλά η ύφανση εξακολούθησε να είναι οργανωμένη σε μικρά εργαστήρια όπου λειτουργούσαν χειροκίνητοι και ως ένα βαθμό παραδοσιακοί αργαλειοί. Ο Οκίτα έχει αναλύσει ποιες συνέπειες είχε για την εξοικονόμηση δυσεύρετων πόρων κεφαλαίου η κατάσταση αυτή, η οποία σήμαινε επίσης πως γινόταν καλή χρήση των εξειδικευμένων ανθρώπων που περιλαμβάνονταν στην εργατική δύναμη. Αναμφίβολα, οι μεγαλύτερες εξειδικευμένες ικανότητες που κληρονομήθηκαν από την περίοδο πριν από τους Μέιτζι ήσαν οι σχετικές με την οργάνωση και το εμπόριο και εκδηλώθηκαν με τον τρόπο, με τον οποίο οι Ιάπωνες δέχτηκαν, οργάνωσαν και διαχειρίστηκαν την εισαγωγή νέων τεχνολογιών. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της χρησιμοποίησης εισαγόμενων κλωστικών μηχανημάτων σε συνδυασμό με αργαλειούς τοπικής κατασκευής που αναφέρθηκε λίγο παραπάνω. Χαρακτηριστικός, επίσης, είναι ο ποιοτικός έλεγχος στη βιομηχανία του μεταξιού. Ακόμη, ήταν άριστα οργανωμένη η χρησιμοποίηση ξένων τεχνικών συμβούλων. Όλα τα έξοδά τους πληρώνονταν από τους Ιάπωνες, ώστε να αποκλείονται οι αμφιβολίες για το ποιος έλεγχε την κατάσταση. Μια από τις μεγαλύτερες ομάδες ξένων ήσαν οι Βρετανοί μηχανικοί και διοικητικοί των σιδηρόδρομων, οι οποίοι εργάζονταν κάτω από τις διαταγές τουwilliam Cargill, του διευθυντή σιδηρόδρομων και τηλέγραφου μαζί με τον Ιάπωνα Ινούε Μασάρου. Οι Βρετανοί επέβλεψαν την κατασκευή του πρώτου σιδηρόδρομου της Ιαπωνίας, της γραμμής Τόκυο Γιοκοχάμα, η οποία εγκαινιάστηκε το Οι προστριβές, όμως, ανάμεσα στους κυβερνητικούς γραφειοκράτες και στους διευθυντές τών σιδηρόδρομων είχαν τέτοια οξύτητα, ώστε να απειλήσει να παραιτηθεί ο Ινούε Μασάρου. Τελικά, οι Ιάπωνες κατέληξαν στην απόφαση να απαλλαγούν γενικά από τους ξένους τεχνικούς όσο το δυνατό συντομότερα. Έτσι, οι Βρετανοί αναχώρησαν αιφνίδια το 1881, ενώ κατασκευαζόταν η γραμμή Κυότο Ότσου. Μετά από αυτό, οι ιαπωνικοί σιδηρόδρομοι εξακολούθησαν να εξαρτώνται Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 166/180
170 167 από τις εισαγωγές σιδηροτροχιών και έξοπλισμού (μέχρι μετά το 1900), αλλά οι ξένοι μηχανικοί μετακαλούνταν πια μόνο όταν σχεδιάζονταν μεγάλες γέφυρες. Οι σιδηρόδρομοι και τα ναυπηγεία ενθαρρύνθηκαν πολύ έντονα από την κυβέρνηση στην Ιαπωνία και δόθηκε σημαντική κρατική οικονομική ενίσχυση σε αυτές τις δυο βιομηχανίες στην περίοδο Ο Οκίτα παρατηρεί ότι οι σιδηρόδρομοι απορρόφησαν μικρότερα κεφάλαια από εκείνα που θα είχαν απαιτήσει άλλες μορφές συγκοινωνιακών μέσων, εν μέρει εξαιτίας της υιοθέτησης της στενής σιδηροδρομικής γραμμής του 1,08 μ. Υπογραμμίζει τα πολυάριθμα ωφελήματα που προέκυψαν από την ανάπτυξη των σιδηρόδρομων, αλλά χαρακτηρίζει «βιαστικές κατασκευές... για στρατιωτικούς σκοπούς» τα ναυπηγεία και τις βαριές βιομηχανίες. Αναφέρει ότι η παραγωγή πολεμικού εξοπλισμού έφερε στο προσκήνιο τη βιομηχανία των μηχανικών εργαλείων, μολονότι η κατασκευή ατμαμαξών και υφαντουργικών μηχανημάτων θα είχε κάνει αναγκαία, έτσι κι αλλιώς, την ανάπτυξη προς αυτή την κατεύθυνση. Καινοτομία και διάλογος Αναλύοντας τις μεταβιβάσεις τεχνολογίας στην Ιαπωνία, πρέπει να παρατηρήσουμε τέσσερις διόδους, μέσα από τις οποίες λειτούργησε αυτή η διαδικασία: (1) την εισαγωγή μηχανημάτων από τη Δύση, (2) τη χρησιμοποίηση ξένων μηχανικών (για τους σιδηρόδρομους, τον τηλέγραφο και τα μηχανικά εργαλεία ιδιαίτερα), (3) συμφωνίες με ξένες εταιρίες (ειδικά για υφαντουργικά μηχανήματα και εξηλεκτρισμό) και (4) την ταχεία επέκταση της επιστημονικής και τεχνικής εκπαίδευσης με την πρόσληψη ξένου διδακτικού προσωπικού που επάνδρωσε το πανεπιστήμιο του Τόκυο κυρίως, το οποίο ιδρύθηκε το Αλλά οι Ιάπωνες δάσκαλοι εκπαιδεύτηκαν τόσο γρήγορα, ώστε από το 1893 και έπειτα δεν υπήρχαν ξένοι καθηγητές στη χώρα. Ένας από τους ξένους στο πανεπιστήμιο του Τόκυο ήταν ένας νεαρός Σκότος που λεγόταν Alfred Ewing, o oποίος είχε εργαστεί στα υποβρύχια τηλεγραφικά καλώδια ενώ, ταυτόχρονα, επιδιδόταν σε περισσότερο ακαδημαϊκές σπουδές στο Εδιμβούργο. Όταν, το 1878, άρχισε τις εργασίες του στο Τόκυο, επινόησε ένα όργανο για τη μέτρηση των σεισμικών δονήσεων για να ανταποκριθεί στις συγκεκριμένες τοπικές συνθήκες. Για τα ενδιαφέροντα που κυριαρχούσαν εκείνη την εποχή, ήταν τυπικό το γεγονός πως το όργανο αυτό χρησιμοποιήθηκε αργότερα για τη μέτρηση των δονήσεων μιας σιδηροδρομικής γέφυρας και τον έλεγχο της ασφάλειάς της. Ακόμη πιο σημαντικό, ο Ewing και τέσσερις Ιάπωνες συνεργάτες του έκαναν σημαντικές έρευνες για μαγνητικές ύλες, που είχαν μεταξύ άλλων σημασία για τη βελτίωση των ηλεκτρικών κινητήρων. Μετά την αναχώρηση του Ewing με τη λήξη του πενταετούς συμβολαίου του, οι εργασίες αυτού του είδους συνεχίστηκαν στην Ιαπωνία και οδήγησαν, τόσο σε επιστημονικές προόδους, όσο και σε καινοτομίες στα κράματα χάλυβα. Επειδή δεν έχει γραφτεί μια καλή ιστορία της ιαπωνικής τεχνολογίας για την πληροφόρηση του μεγάλου κοινού, συχνά δημιουργείται η εντύπωση ότι η Ιαπωνία «αντέγραφε» απλώς τις δυτικές τεχνικές εκείνη την εποχή. Ασφαλώς, η έρευνα για τις μαγνητικές ύλες δεν ακολούθησε αυτό το σχήμα. Ο δημιουργικός διάλογος ανάμεσα στον Ewing και στους Ιάπωνες συναδέλφους του ξεκίνησε μια ερευνητική πορεία, που συνεχίστηκε ανεξάρτητα και αυτόνομα στην Ιαπωνία μέχρι τις δεκαετίες του 1920 και του Με ανάλογο τρόπο στη βιομηχανία, οι εισαγόμενες μηχανές πυροδότησαν ανεξάρτητες εξελίξεις στα υφαντουργικά μηχανήματα, στον ηλεκτρικό φωτισμό και στον Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 167/180
171 168 σχεδιασμό ατμαμαξών. Έτσι, γίνεται εύλογος ο εντοπισμός ενός τεχνολογικοΰ διαλόγου ακόμη και εκεί όπου δεν υπήρχε προσωπική επαφή και όπου οι εισαγόμενες τεχνικές ή μηχανήματα έγιναν έναυσμα για τοπικές καινοτομίες. Σε προηγούμενα κεφάλαια, παρατηρήσαμε τη διεξαγωγή αυτού του είδους διαλόγου κατά τη μεταβίβαση τεχνολογίας αρχέγονων πυροβόλων όπλων (η οποία προκάλεσε την εφεύρεση του κανονιού στην Ευρώπη) από την Κίνα στην Ευρώπη γύρω στο 1300 και τη μεταβίβαση της σιδηροδρομικής τεχνολογίας της Βρετανίας (η οποία προκάλεσε την εφεύρεση του «φορείου», της τετράτροχης άμαξας που μετέφερε εμπρός το βάρος της μηχανής) στην Αμερική γύρω στο Ένα παρόμοιο παράδειγμα από την Ιαπωνία αφορά στην κατάσταση στην εικοσαετία , όταν εισάγονταν σύγχρονες κλωστικές μηχανές, ενώ χρησιμοποιούνταν ακόμη παραδοσιακές μέθοδοι ύφανσης. Για να αξιοποιηθεί η δυνατότητα ταχύτερης παραγωγής που προσφερόταν από τον νέο νηματουργικό εξοπλισμό, ήταν αναγκαία η βελτίωση της υφαντουργικής διαδικασίας. Μια καινοτομία που έγινε στην Ιαπωνία για να αντιμετωπιστεί αυτή η ανάγκη ήταν ένας αργαλειός που λειτουργούσε με ποδωστήριο. Σαράντα χρόνια αργότερα, όταν πια είχε μηχανοποιηθεί και η ύφανση, οι Ιάπωνες εισήγαγαν αυτόματους αργαλειούς από τον πιο επιφανή Βρετανό κατασκευαστή, τους Platt Brothers του Όλνταμ. Πολύ σύντομα, όμως, οι Ιάπωνες τεχνικοί παρουσίασαν έναν βελτιωμένο αυτόματο αργαλειό, τον Τογιόντα. Τώρα ήταν η σειρά των Βρετανών να αποκομίσουν γνώσεις από τον διάλογο και, το 1929, οι Platts εξασφάλισαν τα αποκλειστικά δικαιώματα κατασκευής αυτού του αργαλειού στην Αγγλία. Οι καινοτομίες τέτοιου είδους είναι συχνά καθρέφτης των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών στη χώρα που δέχεται τη μεταβιβαζόμενη τεχνολογία. Για παράδειγμα, μια σχετική έλλειψη εργατικών χειρών αναφέρεται συχνά ως παράγων στην Αμερική, όπου εισήχθησαν ατμοκίνητοι μηχανικοί εκσκαφείς για τις σιδηροδρομικές κατασκευές της δεκαετίας του Αυτή η τεχνολογία δεν μεταβιβάστηκε στη Βρετανία σε σημαντική κλίμακα μέχρι τη δεκαετία του 1890, επειδή υπήρχε εκεί μεγάλος αριθμός κακοπληρωμένων ανειδίκευτων εργατών (πολλοί από αυτούς προέρχονταν από την Ιρλανδία). Τα ίδια ισχύουν και για την Ιαπωνία. Ο πληθυσμός αυξανόταν γρήγορα και ήταν γενική η μεγάλη απροθυμία δανεισμού επενδυτικών κεφαλαίων ή η σύναψη δανείων από το εξωτερικό, ώστε στο τέλος του αιώνα υπήρχαν άφθονα εργατικά χέρια και ελάχιστα κεφάλαια. Η δραστηριότητα της ύφανσης σε μικρά εργαστήρια και άλλες παραδοσιακές μορφές παραγωγής επέζησαν για πολύ καιρό επειδή απορροφούσαν λίγα κεφάλαια. Ένας οικονομολόγος αναφέρει πολλές καινοτομίες που έγιναν ως «μερικός εκσυγχρονισμός», με στόχο την αυξημένη παραγωγή χωρίς υπερβολικές επενδύσεις. Μια κάπως διαφορετική ανάλυση αναγνωρίζει τις «εγχώριες τεχνικές καινοτομίες» ως παράγοντα για τη μεγιστοποιημένη αξιοποίηση επενδύσεων, αλλά τονίζει επίσης τον ρόλο των οργανωτικών καινοτομιών. Για παράδειγμα, η αναδιοργάνωση της εργασίας με βάση τις βάρδιες, αύξησε την παραγωγή των ακριβών μηχανών. Αυτό πάλι θέτει το ζήτημα της χαρακτηριστικής ιαπωνικής προσέγγισης στην οργάνωση. Δέν μπορούμε να κατανοήσουμε ικανοποιητικά την τεχνολογία μόνο από τις μηχανές και τις τεχνικές. Οι μηχανές χρησιμοποιούνται πάντοτε στο πλαίσιο κάποιας οργάνωσης και διοικητικής διαχείρισης και συχνά υπάρχουν οργανωτικές αλλαγές στην καρδιά σημαντικών τεχνολογικών εξελίξεων. Είδαμε πώς ξεκίνησε η βιομηχανική επανάσταση της βρετανικής υφαντουργικής τεχνολογίας με τεχνικές ιταλικής και ινδικής Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 168/180
172 169 προέλευσης, καθώς και παλαιές παραδοσιακές πρακτικές εφαρμογές στην ίδια τη Βρετανία, που όλες τους αναθεωρήθηκαν και ξανασχεδιάστηκαν για να υπηρετήσουν νέες βαθύτερες αντιλήψεις της οργάνωσης της παραγωγής. Αποτέλεσμα ήταν το «εργοστασιακό σύστημα» με τον χαρακτηριστικό μηχανικό ρυθμό εργασίας. Όταν κάποτε γραφεί μια ώριμη ιστορία της τεχνολογίας για την Ιαπωνία, θα έχουμε ίσως τη δυνατότητα να αποφασίσουμε αν και κατά πόσο οι ξένες τεχνικές μετασχηματίστηκαν για να προσαρμοστούν με τις διάφορες οργανωτικές αντιλήψεις του τόπου που τις δέχτηκε. Ιμπεριαλιστικές διαστάσεις Τα πρώτα βήματα της βιομηχανοποίησης της Ιαπωνίας συνέπεσαν με την περίοδο τής ακμής του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού και του εντεινόμενου ευρωπαϊκού ανταγωνισμού για την ανάπτυξη εξοπλισμών. Μεταξύ του 1884 και 1914 στη Βρετανία, οι κρατικές δαπάνες για το ναυτικό αυξήθηκαν τρεις φορές γρηγορότερα από ό,τι για τον στρατό και η ναυπηγική και μηχανολογία για τον στόλο έγιναν η «πρωτοποριακή υπεροχή» της βρετανικής τεχνολογίας, όπως περίπου ήταν πρωτοποριακός τομέας οι σιδηρόδρομοι πενήντα χρόνια νωρίτερα. Έτσι, μερικά από τα πιο οξυδερκή επιστημονικά πνεύματα ασχολήθηκαν με προβλήματα, όπως ο έλεγχος ακριβείας βολών των κανονιών από πολύ μεγάλη απόσταση και από κινούμενα πλοία. Η εστία της νεωτεριστικής δραστηριότητας βρισκόταν στις μεγαλύτερες εταιρίες παραγωγής όπλων, την Armstrong και (από το 1888) τη Vickers. Μέχρι το 1914, οι δυο εταιρίες μοιράζονταν τεχνικές πληροφορίες και δικαιώματα ευρεσιτεχνίας με την Krupp της Γερμανίας και με τους κορυφαίους Γάλλους κατασκευαστές. Το γεγονός αυτό σήμαινε ότι, παρ όλες τις μεροληψίες της καθεμιάς εταιρίας προς διαφορετικές εθνικές κυβερνήσεις και τον προμηθευτικό ανταγωνισμό για επικράτηση στις ξένες αγορές όπλων, τα εγχειρήματα στην τεχνολογική ανάπτυξη ήταν διεθνής υπόθεση. Σε αυτή την κίνηση συμπεριελήφθη και η Ιαπωνία, αλλά όχι όσο νωρίς αναφέρεται μερικές φορές. Μέχρι το 1896, δεν υπήρχε στη χώρα χαλυβουργία ικανή να στηρίξει τέτοια προσπάθεια και μόλις το 1905 κατασκευάστηκε στην Ιαπωνία η τρόπιδα του πρώτου μεγάλου θωρηκτού. Πριν από αυτό, τα πολεμικά πλοία αγοράζονταν από τη Βρετανία, η οποία επίσης βοηθούσε στην εκπαίδευση των στελεχών του ναυτικού και, το 1902, η συνεννόηση αυτή επισημοποιήθηκε με την υπογραφή Αγγλο Ιαπωνικής ναυτικής συνθήκης. Η Ιαπωνία, βέβαια, είχε ήδη επιδείξει τη στρατιωτική της δεινότητα σε έναν σύντομο πόλεμο με την Κίνα το Αφορμή του ήταν η σύγκρουση συμφερόντων στην Κορέα, η οποία ήταν για πολλά χρόνια υποτελής της Κίνας. Όταν οι Ιάπωνες νίκησαν την Κίνα, λογάριαζαν να μεταβάλουν την Κορέα σε αποικία, έχοντας μάθει από την παρατήρηση της πολιτικής των ευρωπαϊκών δυνάμεων πως οι αποικίες μπορούσαν να παρέχουν ακατέργαστες ύλες για τη βιομηχανία και αγορές για τα βιομηχανικά προϊόντα. Ενώ όμως οι δυτικές δυνάμεις εμπόδισαν την ολοκληρωτική υποδούλωση της Κορέας από την Ιαπωνία μέχρι το 1910, η Ταϊβάν έγινε αποικία και οι ιαπωνικές επιδιώξεις στην Κορέα προωθήθηκαν με την αγορά του πρώτου της σιδηρόδρομου, τον οποίο είχαν αρχίσει Αμερικανοί μηχανικοί το Εκείνο που απασχολούσε κυρίως τη Βρετανία, όταν υπέγραψε τη ναυτική συνθήκη με την Ιαπωνία, ήταν οι δυνατότητες της Ιαπωνίας να αποτελέσει αντίβαρο της αυξανόμενης δύναμης της Ρωσίας. Η Ρωσία δεν είχε μόνο κατασκευάσει σιδηρόδρομο διαμέσου της Μαντσουρίας (τμήματος της Κίνας) για να συνδεθεί με το Βλαντιβοστόκ, αλλά Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 169/180
173 170 είχε νοικιάσει τα κινέζικα λιμάνια του Νταλιάν και του Λούσουν (Πορτ Άρθουρ) που είχαν συνδεθεί με το ρωσικό σιδηροδρομικό σύστημα με γραμμές που τις φρουρούσαν υπολογίσιμες στρατιωτικές δυνάμεις. Φοβούμενοι την αυξανόμενη ρωσική ενοποίηση, οι Ιάπωνες επιτέθηκαν στο «Πορτ Άρθουρ» και, το 1905, νίκησαν τους Ρώσους, τόσο εκεί, όσο και στη θάλασσα. Σύμφωνα με τους όρους της συνθήκης που ακολούθησε την ένοπλη σύγκρουση, κατέλαβαν το λιμάνι και τις σιδηροδρομικές του διασυνδέσεις και σχημάτισαν για τη διοίκησή τους έναν οργανισμό με το όνομα Νότιος Μαντσουριανός Σιδηρόδρομος. Ο οργανισμός έγινε το βασικό πρακτορείο της ιαπωνικής οικονομικής διείσδυσης στην κινέζικη αυτή περιοχή και απέκτησε ιδιαίτερη σπουδαιότητα, εξασφαλίζοντας πρόσβαση σε κοιτάσματα μεταλλευμάτων που η έλλειψή τους ήταν μέχρι τότε υπολογίσιμο μειονέκτημα της Ιαπωνίας. Μια κρίση που διατυπώθηκε είναι ότι «ο Νότιος Μαντσουριανός Σιδηρόδρομος... αξίζει ανάλογη θέση με την East India Company και την Hudson s Bay Company ως ένας από τους μεγάλους ημικρατικούς οργανισμούς της ιστορίας». Επρόκειτο για κλασικό παράδειγμα του σιδηρόδρομου ως μέσου των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για τη λειτουργία βιομηχανιών που αποσκοπούσαν στην απόσπαση φυσικού πλούτου από μια άλλη χώρα. Στην υπόλοιπη Κίνα, μετά από μια καταστρεπτική περίοδο εμφυλίου πολέμου, εξεγέρσεων ( ) και διαφόρων εισβολών από ευρωπαϊκές δυνάμεις, γίνονταν πολλές συζητήσεις για εθνική ανάκαμψη και «εσωτερική ενίσχυση» με την υιοθέτηση της δυτικής τεχνολογίας. Είχε σημειωθεί πρόοδος στην παρασκευή σύγχρονων όπλων (από το 1860), στη λειτουργία μιας κερδοφόρου ατμοπλοϊκής γραμμής (που ιδρύθηκε το 1872) και στην ανάπτυξη μιας τηλεγραφικής εταιρίας (1881). Είχαν επίσης αναπτυχθεί ως ένα βαθμό ανθρακωρυχεία και εργοστάσια σιδήρου κοντά στο Τανγκσάν και, μετά το 1890, εμφανίστηκαν εργοστάσια επεξεργασίας του βαμβακιού και εργαστήρια επισκευής των μηχανημάτων τους, τα οποία διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην υιοθέτηση νέων εξειδικευμένων δραστηριοτήτων. Οι επιχειρήσεις αυτές έξαρτιώνταν ουσιαστικά από μηχανικούς της Βρετανίας (για τα ατμόπλοια), της Δανίας (για τον τηλέγραφο) και άλλων δυτικών χωρών. Ήταν επίσης περιορισμένες από τον τρόπο με τον οποίο είχε συλληφθεί η πολιτική της «εσωτερικής ενίσχυσης» με μόνη βάση την απόκτηση τεχνολογίας και τεχνικής εκπαίδευσης. Δεν είχε αναγνωριστεί η ανάγκη νέων σχημάτων οργάνωσης για την αποτελεσματική αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών και έτσι δεν υπήρχαν θεσμικές μεταρρυθμίσεις, όπως στην Ιαπωνία μετά το Ένα από τα αποτελέσματα αυτής της κατάστασης ήταν η χρόνια δυσκολία πορισμού κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση νέων προγραμμάτων και η αυθαίρετη φορολόγηση των κερδών. Μετά τον πρώτο Πόλεμο του Όπίου του , από την κληρονομιά των διαφόρων ηττών της Κίνας στα χέρια των Ευρωπαίων προέκυψαν και άλλοι καθοριστικοί παράγοντες. Οι ευρωπαϊκές δυνάμεις είχαν απαιτήσει «προνόμια ετεροδικίας» για θύλακες εμπόρων σε κινέζικο έδαφος και διατηρούσαν ναυτικές δυνάμεις σε έναν αριθμό «λιμένων της συνθήκης». Ενώ αυτές οι υποχρεωτικές εμπορικές ανταλλαγές με τους Ευρωπαίους προσέφεραν σε μερικούς Κινέζους εμπόρους την εμπειρία των μεθόδων των δυτικών εμπορικών ανταλλαγών, είχαν και πολλές αρνητικές επιδράσεις. Η ανάπτυξη του σιδηρόδρομου, ιδιαίτερα, προκάλεσε αρχικά έντονη αντίδραση, επειδή όλες οι προτεινόμενες γραμμές τερμάτιζαν σε «λιμένες της συνθήκης» και θεωρήθηκαν (πολύ ορθά) απόπειρα επέκτασης της ευρωπαϊκής οικονομικής εκμετάλλευσης. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 170/180
174 171 Ο πρώτος επιτυχημένος σιδηρόδρομος στην Κίνα ήταν μια μικρή γραμμή που εγκαταστάθηκε το 1882 για την εξυπηρέτηση των ανθρακωρυχείων κοντά στο Τανγκσάν. Έξι χρόνια αργότερα, η γραμμή αυτή προεκτάθηκε μέχρι το λιμάνι του Τιαντζίν, σε απόσταση 145 χιλιομέτρων. Τα πράγματα έδειχναν πως θα υπάρξει αντίθεση σε πρόσθετες προεκτάσεις, αλλά η ήττα της Κίνας από την Ιαπωνία στον πόλεμο του ενθάρρυνε τις σκέψεις για την ανάγκη περισσότερης «εσωτερικής ενίσχυσης» και σύντομα άρχισε ο σχεδιασμός μιας γραμμής μεγάλου μήκους, που θα ξεκινούσε από το Πεκίνο και θα κατευθυνόταν προς τα νότια. Μετά από αυτό, η κατασκευή σιδηρόδρομων προχώρησε με ταχύτητα. Η χρηματοδότηση προήλθε κυρίως από ξένα δάνεια, αν και υπήρξαν μερικές κινέζικες επενδύσεις και διοικητική συμμετοχή στη διαχείριση. Ταυτόχρονα, στα εργοστάσια σιδήρου του Χαν γκιανγκ ξεκίνησαν εργασίες για την εγκατάσταση υψικαμίνων, μιας χαλυβουργίας ανοιχτής εστίας και μηχανημάτων έλασης σιδήρου για την κατασκευή σιδηροτροχιών. Οι επεκτάσεις χρηματοδοτήθηκαν κατά ένα μέρος από Κινέζους μετόχους, αλλά και από δάνεια από μια ιαπωνική τράπεζα και μια γερμανική εταιρία, η οποία πρόσφερε και τεχνική βοήθεια. Η απόδοση της χαλυβουργίας ήταν αρχικά απογοητευτική, αλλά έχει σημασία το γεγονός πως η Κίνα ήταν ικανή να κατασκευάζει τουλάχιστον ένα μέρος των σιδηροτροχιών για τις εγκαταστάσεις των σιδηρόδρομων της λίγο μετά το Ήδη από το 1913, οι αυτοκρατορίες της Ρωσίας και της Ιαπωνίας διέθεταν σημαντικά σιδηροδρομικά συστήματα. Η Κίνα είχε βάλει τα θεμέλια του δικού της και, όπως είδαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, η Ινδία είχε πυκνότατο δίκτυο. Και στις τέσσερις χώρες, υπήρχαν χαλυβουργίες και κάποιες άλλες βιομηχανίες. Σημασία για το μέλλον, όμως, δεν είχε η έκταση αυτών των προόδων, αλλά το ποιος τις είχε κάτω από τον έλεγχό του και το κατά πόσο καθεμία από αυτές τις χώρες είχε αυτάρκεια βασικών δυνατοτήτων για τη διοικητική διαχείριση σιδηρόδρομων. Αυτό ακριβώς είναι το ουσιαστικό στον χάρτη που παρουσιάζει την κατάσταση πραγμάτων το 1940 και αναφέρει τους σιδηρόδρομους ως «δυτικής κατασκευής», εφόσον έχουν κατασκευαστεί κυρίως κάτω από δυτικό έλεγχο και με σκοπό την εξυπηρέτηση δυτικών συμφερόντων. Στην Τουρκία, για παράδειγμα, η ιδέα μιας γραμμής από τον Βόσπορο ως το εσωτερικό του Ιράκ και μετά ώς τη Μπάσρα ήταν ολοκληρωτικά σύλληψη ενός Γερμανού μηχανικού, του Wilhelm von Pressel. Κατασκευάστηκε με γερμανικό έλεγχο και αφέθηκε ημιτελής το Τέτοιες γραμμές δεν υποστηρίζονταν επαρκώς από συναφείς βιομηχανίες, αλλά παρέμεναν εξαρτημένες από τις δυτικές προμήθειες. Αντίθετα, μολονότι οι σιδηρόδρομοι που παρουσιάζονται ως «ρωσικής κατασκευής» ήταν συχνά κατασκευασμένοι με τη χρησιμοποίηση δυτικών ειδικών ικανοτήτων και επενδύσεων, από τις τελευταίες δυο δεκαετίες του 19 ου αιώνα κατασκευάζονταν με σκοπό την εξυπηρέτηση της εθνικής ρωσικής πολιτικής. Υποστηρίζονταν επίσης από την ταχεία ανάπτυξη της μηχανουργικής και κατασκευαστικής βιομηχανίας ακόμη και πριν από το Οι σιδηροδρομικές γραμμές ιαπωνικής κατασκευής απεξαρτήθηκαν σχεδόν τελείως από την εμπειρογνωμοσύνη και τις επενδύσεις της Δύσης μετά την πρώτη δεκαετία των τοπικών κατασκευών, μολονότι συνεχίστηκαν οι εισαγωγές σιδηροτροχιών και ατμαμαξών. Αν και υπήρχε αξιόλογο πρόγραμμα κατασκευής σιδηρόδρομων στην Κίνα από το 1949 ο χάρτης δείχνει καθαρά πως, νωρίτερα στον 20 ο αιώνα, η σχετική πρόοδος ήταν αργή. Το φαινόμενο συνδεόταν με τις εσωτερικές θεσμικές αδυναμίες της Κίνας και δεν οφειλόταν στην έλλειψη επιχειρηματικότητας. Οι Κινέζοι επιχειρηματίες έξω από τη χώρα ήταν πολύ συχνά πιο επιτυχημένοι από εκείνους που δρούσαν στο εσωτερικό της. Μερικοί Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 171/180
175 172 από αυτούς, για παράδειγμα, αγόρασαν και έθεσαν σε λειτουργία στη Μαλαισία ορυχεία ψευδάργυρου που είχαν εγκαταλείψει ως ασύμφορα οι Ευρωπαίοι ιδιοκτήτες τους. Ήδη από το 1913, η παραγωγή ψευδάργυρου της Μαλαισίας, που έφτανε τους τόννους τον χρόνο, προερχόταν κατά το ένα τρίτο από κινέζικες δραστηριότητες εξόρυξης. Η επιτυχία αυτή φαίνεται ότι οφειλόταν στην ορθότερη κρίση και επιλογή της κατάλληλης τεχνολογίας για τις τοπικές συνθήκες. Ήταν συνηθισμένη πρακτική να αντικαθίσταται ο υπερεπιτηδευμένος μηχανικός εξοπλισμός που χρησιμοποιούσαν οι Ευρωπαίοι με μικρές και απλές ατμομηχανές, που κινούσαν αντλίες με υδραυλικούς πίδακες για τη μεταφορά αμμοχάλικων. Κινέζοι συμβασιούχοι έφτιαξαν σιδηρόδρομους στη Μαλαισία, συχνά επενδύοντας κεφάλαια εκεί όπου οι Ευρωπαίοι δεν διακινδύνευαν τα δικά τους. Και σε αυτή την περίπτωση, όπως και για την ίδια την Κίνα μετά το 1914, γίνεται ολοένα επιτακτικότερη η αποσαφήνιση της δήλωσης ότι οι τοπικοί σιδηρόδρομοι ήσαν «δυτικής κατασκευής». Ασημένια Γεωμετρία Η ολοκλήρωση του πρώτου αμερικανικού διηπειρωτικού σιδηρόδρομου το 1869 απαθανατίστηκε ευρύτατα σε φωτογραφίες και χαρακτικά σχέδια που έδειχναν ένα τρένο από την ακτή του Ειρηνικού να συναντιέται στη Γιούτα, όπου τοποθετήθηκαν οι τελευταίες σιδηροτροχιές, με ένα τρένο από τα ανατολικά. Ο συμβολισμός αυτού του γεγονότος και η ολοκλήρωση άλλων διαδρόμων μεγάλου μήκους συνέθεσαν ένα δυνατό και αισιόδοξο δράμα, το οποίο ενθάρρυνε μεγάλη τεχνολογική δραστηριότητα. Τα υποβρύχια τηλεγραφικά καλώδια στο βάθος των ωκεανών ήταν μέρος αυτού του δράματος, όπως γίνεται φανερό από τον γενικό ενθουσιασμό, με τον οποίον ο κόσμος έκανε επενδύσεις στην πρώτη καλωδίωση του Ατλαντικού το Ωστόσο, περιττεύει να αναφερθεί ότι οι περισσότεροι σιδηρόδρομοι κατασκευάστηκαν με πολύ πρακτικούς και συχνά πολύ περιορισμένους στόχους. Σε μεγάλο μέρος της Αφρικής και της Νότιας Αμερικής, οι μόνες γραμμές που κατασκευάστηκαν ήσαν για να συνδέσουν μεταξύ τους ορυχεία ή φυτείες και λιμάνια, από τα οποία μπορούσαν να φορτωθούν και να σταλούν στην Ευρώπη ακατέργαστες ύλες τής τοπικής παραγωγής. Έτσι, δεν αναπτύχθηκαν δίκτυα για τις τοπικές επικοινωνίες. Στη Βραζιλία, για παράδειγμα, οι σιδηρόδρομοι των φυτειών καφέ είχαν γραμμές διαφορετικού πλάτους, ώστε, ακόμη και όταν οι διαδρομές τους συναντιώνταν, τα τρένα δεν μπορούσαν να περάσουν από μια σιδηροτροχιά σε άλλη. Άλλοι σιδηρόδρομοι κατασκευάστηκαν για να ανοίξουν αγορές του εσωτερικού για τη διάθεση ευρωπαϊκών αγαθών, πράγμα που ήταν ένα από τα κίνητρα για πολλές γραμμές της Κίνας και της Ινδίας. Μερικοί σιδηρόδρομοι σχεδιάστηκαν επίσης για μετακινήσεις στρατευμάτων με σκοπό την επέκταση στρατιωτικού ελέγχου, ειδικά στην Ινδία και στην Ανατολική Αφρική. Πολλές τέτοιες γραμμές κατασκευάστηκαν με σιδηροτροχιές μικρού πλάτους για να μειωθούν οι δαπάνες κατασκευής, περιορίζοντας μοιραία και το μέγεθος και τη δύναμη των ατμαμαξών που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε αυτές. Οι προσπάθειες να ξεπεραστεί αυτό το πρόβλημα οδήγησαν σε μερικές εντυπωσιακές καινοτομίες, όπως η μακριά αρθρωτή άτμάμαξα Garratt, η οποία εφευρέθηκε στην Αυστραλία το 1907 και έπειτα κατασκευάστηκε από μια βρετανική εταιρία για σιδηρόδρομους της Αφρικής και της Ινδίας. Μερικές φορές, όμως, υπήρχαν ενδείξεις οραματιστικού σχεδιασμού, εμπνευσμένου από τις αμερικανικές διηπειρωτικές σιδηροδρομικές γραμμές και τον Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 172/180
176 173 τηλέγραφο του Ατλαντικού. Υπήρχαν προοπτικές για έναν σιδηρόδρομο στην Αφρική διαμέσου της Σαχάρας και για μια γραμμή από το Κέιπ Τάουν στο Κάιρο. Ένας μηχανικός στην Ινδία ήθελε να στρώσει σιδηροτροχιές σε όλο το μήκος της απόστασης από την Ευρώπη στην Κίνα. Αργότερα, οι Βρετανοί κατασκεύασαν μια γραμμή μέσα από την ορεινή ενδοχώρα της Βιρμανίας και ονειρεύτηκαν τη σύνδεση με τους σιδηρόδρομους της Κίνας. Κοντά στην κορυφή αυτής της γραμμής υπήρχε μια οδογέφυρα που είχε κατασκευαστεί για τους Βρετανούς το 1899 από την Pennsylvania Steel Company και η οποία περιγράφεται από τον ταξιδιωτικό συγγραφέα Paul Theroux ως ένα τέρας ασημένιας γεωμετρίας μέσα στους τραχείς βράχους και στη ζούγκλα. Μπορεί όλα αυτά να ήσαν σύμβολα αυτοκρατορικών φιλοδοξιών, αλλά ο σχεδιασμός για τη δόμηση σιδηρόδρομων μέσα στα σύνορα της Βρετανίας ήταν συχνά συντηρητικός και είχε τη μεγαλοπρέπεια που άρμοζε σε μια αυτοκρατορική δύναμη, η οποία διατηρούσε ζωηρή την ανάμνηση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αυτό ήταν ολοφάνερο στη γραμμή του Great Western Railway, στο σημείο που πλησίαζε τα ερείπια της ρωμαϊκής πόλης Μπαθ μέσα από μια σήραγγα, της οποίας οι είσοδοι και άλλες λεπτομέρειες είχαν ηθελημένα σχεδιαστεί σε ρωμαϊκό ύφος. Μια γενεά αργότερα, ο σχεδιασμός της γραμμής του Midland Railway ήταν όσο φιλόδοξος και του Great Western του Brunel και ανάλογος ο συμβολισμός που διαφαινόταν στο βαρύ πέτρινο χτίσιμο των οδογεφυρών της γραμμής προς το Κάρλαϊλ που είχε και αυτή ρωμαϊκής έμπνευσης λεπτομέρειες, καθώς και στο πιο απροσχημάτιστα μνημειακό μεγαλείο των τεράστιων σκεπών από σίδερο και γυαλί των σταθμών του στο Λονδίνο (St. Pancras) και στο Μάντσεστερ. Αλλά, o μεγαλύτερος από όλους τους Ευρωπαίους μηχανικούς σιδηρόδρομων ήταν ο Gustave Eiffel, ο οποίος μελέτησε την πίεση του ανέμου σε ψηλές γέφυρες και προχώρησε τα μαθηματικά του δομικού σχεδιασμού πιο μακριά από τους περισσότερους συγχρόνους του. Κατασκεύασε τολμηρές και μεγάλης λεπτότητας οδογέφυρες στη Γαλλία και στην Πορτογαλία και γέφυρες στην Ινδοκίνα. Το αποκορύφωμα, όμως, της σταδιοδρομίας του ήταν η εφαρμογή της ίδιας τεχνικής πλεγμένων σιδηροδοκών που χρησιμοποιούσε στις γέφυρες του για να κατασκευάσει ένα έργο προσχεδιασμένου συμβολισμού και καμίας απολύτως χρησιμότητας: τον Πύργο του Άιφελ το Η Ιαπωνία επεφύλασσε και εκείνη για τους σιδηρόδρομους αυτοκρατορικό ρόλο, όπως και οι ευρωπαϊκές δυνάμεις. Το 1931, ολόκληρη η Μαντσουρία (τμήμα της Βόρειας Κίνας) είχε περιέλθει στον ιαπωνικό έλεγχο. Οι τοπικές στρατιωτικές και βιομηχανικές εξελίξεις βασίζονταν στους σιδηρόδρομους. Νέες γραμμές κατασκευάζονταν για τη μετακίνηση στρατευμάτων στις συνοριακές περιοχές. Η χαλυβουργία Ανσάν, ιδιοκτησία της σιδηροδρομικής εταιρίας, έγινε η μεγαλύτερη της Ιαπωνικής Αυτοκρατορίας, με ετήσια παραγωγή τόννων. Σύντομα, εμφανίστηκαν σχέδια για επέκταση παραγωγής της τάξης των τόννων στην περιοχή και μιας νέας σιδηροδρομικής σύνδεσης με ένα λιμάνι της Κορέας, ώστε να συντομευτεί η απόσταση με την Ιαπωνία. Τα κοιτάσματα της Μαντσουρίας είχαν μικρή περιεκτικότητα μετάλλων και ήταν δύσκολα στην τήξη, αλλά οι Ιάπωνες είχαν εξασφαλίσει δικαιώματα εκμετάλλευσης μιας γερμανικής μεθόδου, η οποία διευκόλυνε αυτή τη διαδικασία. Το 1937, η Ιαπωνία άρχισε έναν πόλεμο με την Κίνα και, μετά από την κατάκτηση πρόσθετων κινέζικων εδαφών, το εθνικό της όνειρο για μια «αυτοκρατορία σιδηρόδρομων» πήρε τόσο οραματιστικό χαρακτήρα, όσο και τα τολμηρότερα που είχαν ονειρευτεί οι Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 173/180
177 174 Βρετανοί ιμπεριαλιστές πενήντα χρόνια πιο πριν. Υπήρχαν ήδη σχέδια για υποβρύχιες σήραγγες, οι οποίες θα επέτρεπαν τη σύνδεση των τριών κυριότερων ιαπωνικών νήσων με ένα ενιαίο σιδηροδρομικό δίκτυο. Η πρώτη από αυτές επέτρεπε στα τρένα να ταξιδεύουν από το Τόκυο στο Ναγκασάκι που βρίσκεται στο νότιο νησί Κιούσου και άνοιξε το Συζητήθηκε μια υποβρύχια σήραγγα 200 χιλιομέτρων ως την Κορέα και μια ασιατική παράκτια γραμμή που θα έφερνε τους κινέζικους και ινδοκινέζικους σιδηρόδρομους στή Βιρμανία διαμέσου της Ταϊλάνδης. Μερικά τμήματα αυτής της γραμμής κατασκευάστηκαν στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Τελικά, το 1942, σχηματίστηκε μια Αυτοκρατορική Σιδηροδρομική Εταιρία με σκοπό την προώθηση της ιδέας μιας σιδηροδρομικής σύνδεσης του Τόκυο και του Βερολίνου, η οποία θα έφτανε στην Ευρώπη, περνώντας από τα βόρεια του Θιβέτ και διαμέσου του Ιράν και της Τουρκίας. Σήμερα, το εκπληκτικό με αυτά τα σχέδια δεν είναι το στοιχείο της φαντασίας τους, αλλά το πόσο κοντά στην πραγματοποίηση έφτασαν μερικά από αυτά. Στη δεκαετία του 1980, έχει ολοκληρωθεί η κατασκευή της δεύτερης από τις προγραμματισμένες υποβρύχιες σήραγγες που αναφέρθηκαν παραπάνω και η Ιαπωνία στέλνει τις εξαγωγές της στην Ευρώπη σιδηροδρομικά όχι με τη γραμμή του Βερολίνου που ονειρεύτηκε άλλοτε, αλλά με εμπορευματοκιβώτια που φορτώνονται στις υπερσιβηρικές αμαξοστοιχίες μετά από ένα σύντομο θαλάσσιο πέρασμα. Στο μεταξύ, άλλες ασιατικές χώρες εξακολούθησαν να αναπτύσσουν τους σιδηρόδρομους τους, με μια νέα σιβηρική γραμμή στη Σοβιετική Ένωση (τη γραμμή ΒΑΜ), με πολλές νέες γραμμές στην Κίνα και με σιδηροδρομικό εξοπλισμό που τώρα εξάγεται από την Ινδία. Παραγωγικός Συμβολισμός Συζητώντας την ιστορία της ατμάμαξας στην Αμερική, ο φιλολογικός μελετητής Leo Marx παρατηρεί ότι δεν επρόκειτο απλώς για έναν παράγοντα αλλαγής, αλλά ότι η κοινή θέα της την καθιστούσε και το «τέλειο σύμβολο» για τα συντελούμενα στην ήπειρο εκείνη. Ο κόσμος δεν είχε παρά να κοιτάξει μιαν ατμάμαξα για να αναγνωρίσει την ύπαρξη μιας «δύναμης εκπολιτισμού» που έκανε εφικτή την εγκατάσταση και εξέλιξη ανθρώπων στους λειμώνες. Και αυτό ενθάρρυνε το δράμα μιας νέας παγκόσμιας τάξης, κάπως πιο καλοκάγαθης από τα ιμπεριαλιστικά όνειρα των Ευρωπαίων. Όπως οι ωκεανοί «ταξιδεύονταν με τα ατμόπλοια», έτσι διασχίζονταν και οι εκτάσεις της γης από τις σιδηροδρομικές γραμμές και το πνεύμα «επικοινωνούσε με τον ηλεκτρισμό». Ο ποιητής Walt Whitman πρόβλεψε πως οι ήπειροι θα μπορούσαν να συνδεθούν με ένα ενιαίο, διασυνδετικό δίκτυο, «καλυμμένο [ντυμένο] ολόκληρο με ορατή δύναμη και ομορφιά». Ίσως ο σιδηρόδρομος να έγινε το σύμβολο του κοινού για τα συντελούμενα της τεχνολογίας του 19 ου αιώνα στον κόσμο. Άτομα, όμως, που εργάζονταν με πολλά άλλα κατασκευάσματα απέδιδαν σε αυτά δικούς τους συμβολισμούς, οι οποίοι μπορούν επίσης να μας πουν πολλά για όσα συνέβαιναν εκείνο τον καιρό. Μερικές φορές, δυσπρόσιτα μέρη μηχανών ήταν διακοσμημένα με τρόπο που έδειχναν ότι, για τους κατασκευαστές τους, σήμαιναν πολύ περισσότερα από όσα έμοιαζε να περιλαμβάνει η χρησιμότητα τους. Στη Βρετανία, για παράδειγμα, και στους μικρότερους μύλους άλεσης καλαμποκιού, κάθε τροχός και κάθε άξονας είχε συμπαγείς και γερές αναλογίες και υπήρχαν εδώ κι εκεί διακοσμητικές καμπύλες και ανάγλυφα σκαλίσματα, κρυμμένα στο βάθος της μηχανής, σε σημεία όπου κανονικά δεν θα έπεφτε το μάτι κανενός εκτός από του μυλωνά. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 174/180
178 175 Ανάλογες λεπτομέρειες βλέπουμε μερικές φορές σε άλλους τύπους παραδοσιακού εξοπλισμού που χρησιμοποιήθηκε στη Βρετανία και την Ευρώπη για παραγωγικές διαδικασίες, σε ανεμόμυλους, σε κλωστικές μηχανές και αγροτικά καροτσάκια. Ακόμη και μετά τη γενική καθιέρωση της εργοστασιακού τύπου παραγωγικής διαδικασίας και της ολοκληρωτικά σιδερένιας κατασκευής των μηχανών, οι βρετανικοί αργαλειοί, οι σκελετοί κλωστικών μηχανών και τα μηχανικά εργαλεία φτιάχνονταν με κάποια υπερηφάνεια, κάποιο μεράκι. Η εμφάνισή τους χαρακτηριζόταν από στιβαρότητα και, συχνά, ήταν επιδεικτικά διακοσμημένα. Από την άλλη πλευρά, είναι ενδιαφέρον ότι στα μέρη της Ινδίας και της Κίνας, τα οποία παρήγαγαν τις καλύτερες ποιότητες υφασμάτων, η χοντροκομμένη κατασκευή των αργαλειών και του μηχανικού εξοπλισμού γενικά σχολιαζόταν συχνά από τους Ευρωπαίους περιηγητές. Ένας Βρετανός ταξιδιώτης, σε επιστολή του του 1873, περιγράφει ένα κλωστικό μηχάνημα τριών ατράκτων που είχε φωτογραφίσει στην Κίνα, τονίζει τον έξυπνο μηχανισμό του, αλλά παρατηρεί την «πολύ πρωτόγονη κατασκευή» ξύλου κακής ποιότητας και της προχειρότητας στα τελειώματα. Τό φαινόμενο ήταν καθρέφτης της φτώχειας των υφαντουργικών εργατών, αλλά αντικατόπτριζε επίσης μια στάση προς τα πράγματα, η οποία απέδιδε σημασία στο τελικό προϊόν και δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τη διαδικασία της παραγωγής. Στην Ινδία, όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενο κεφάλαιο, υφάσματα της καλύτερης ποιότητας ήταν δυνατό να στρώνονται στο έδαφος για να βαφτούν και να τυπωθούν. Η πρακτική αυτή αντανακλούσε μια οικονομική κατάσταση, όπου οι έμποροι θεωρούσαν πιο κερδοφόρες τις επενδύσεις στο εμπόριο παρά στις βελτιωμένες μεθόδους παρασκευής προϊόντων. Οι ίδιες οι μηχανές και ο εξοπλισμός για την παραγωγή νημάτων, υφασμάτων ή άλλων αγαθών παρουσίαζαν ανέκαθεν σημαντικό ενδιαφέρον στο μυαλό των ανθρώπων της Δύσης, ενώ στην Ινδία και την Κίνα θεωρούνταν απλώς μέσα για την επίτευξη ενός σκοπού. Η δυτική ροπή προς τα μηχανολογικά θέματα ήταν ξεκάθαρα ζωτική για τη βιομηχανική επανάσταση στην Ευρώπη, όπου τόσες και τόσες σπουδαίες καινοτομίες συνδέονταν με τα μέσα παραγωγής πρώτα τα υφαντουργικά μηχανήματα, τα καλοφτιαγμένα μηχανικά εργαλεία που χρησιμοποιούνταν στη βρετανική μηχανολογική βιομηχανία και έπειτα οι πολύ ελαφρύτεροι και μεγαλύτερης ακρίβειας τόρνοι και μηχανήματα κατεργασίας μετάλλων του αμερικανικού συστήματος παραγωγής. Ωστόσο, υπήρχε κάτι το παράδοξο σε όλα αυτά: ακόμη και στα τέλη του 19 ου αιώνα, ο ανώτερος παραγωγικός εξοπλισμός της Ευρώπης απέδιδε υφάσματα, χαρτί και άλλα προϊόντα που ήσαν κατώτερης ποιότητας από αυτήν που ήταν ίκανή να επιτυγχάνει η Ασία. Οι γυναίκες της Ινδίας αγόραζαν ύφασμα βρετανικής προέλευσης για να φτιάχνουν τα σάρι τους, επειδή ήταν πιο φτηνό από το ύφασμα που υφαινόταν στη χώρα τους τρεις ρουπίες για το βρετανικό σε σύγκριση με δώδεκα για το ινδικό. Αλλά, σύμφωνα με μια ινδική έκθεση που γράφτηκε το 1890, η βαφή του εισαγόμενου υφάσματος ήταν τόσο κακή, ώστε τα χρώματα να ξεβάφουν στο πλύσιμο και να μην είναι δυνατό να φορεθεί το σάρι μετά από τέσσερεις μήνες. Με παρόμοιο τρόπο, το χαρτί που παρασκευαζόταν στην Ευρώπη δεν κατάφερνε πάντοτε να συγκριθεί με τα καλύτερα προϊόντα της Κίνας και της Ιαπωνίας. Έτσι, στη δεκαετία του 1870, βρίσκουμε έναν από τους σπουδαιότερους εκδότες της Βρετανίας να χρηματοδοτεί έρευνες για την παραγωγή λεπτού και αδιαφανούς χαρτιού, ανάλογης ποιότητας με το εισαγόμενο από την Ανατολή. Η επιτυχία των στόχων της Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 175/180
179 176 έρευνας δεν όφειλε τίποτε στην ασιατική τεχνολογία, αλλά το αρχικό ερέθισμα για τη διεξαγωγή της προκλήθηκε από το είδος «διαλόγου» που αναφέρεται τόσο συχνά στο βιβλίο αυτό. Στα θέματα ποιότητας παραγωγής υπάρχει ένας διάλογος, που η δυτική και η ασιατική τεχνολογία εξακολουθούν να προσεγγίζουν με διαφορετικούς τρόπους. Το ευρωπαϊκό ενδιαφέρον για τον παραγωγικό εξοπλισμό βρήκε την υψηλότερη έκφραση του στη στάση του κόσμου προς τις εργοστασιακές ατμομηχανές. Η σιδηροδρομική ατμάμαξα παρουσιαζόταν στο κοινό σύροντας βαγόνια καθώς περνούσε από αποβάθρες γεμάτες κόσμο και είναι ευνόητη η υπερηφάνεια της εμφάνισης της. Αντίθετα, η βιομηχανική ατμομηχανή λειτουργούσε μέσα σε κτήρια και μακριά από τα μάτια του κόσμου. Ωστόσο, λέγεται ότι, ακόμη και σε μια σιδηρουργία του Σρόπσαϊαρ, όταν εγκαταστάθηκε εκεί μια καινούργια μηχανή το 1801 για να κινεί ένα χαλυβουργείο, ο ιδιοκτήτης της ήταν τόσο ευχαριστημένος, ώστε προσέλαβε μια γυναίκα ειδικά για «να πλένει το οίκημα της μηχανής περισσότερες από μια φορά κάθε μέρα, να γυαλίζει το μηχάνημα για να είναι ζωηρό το μαύρο χρώμα του σίδερου και να διατηρεί τα πάντα καθαρά». Οι ατμομηχανές των βρετανικών υφαντουργιών της εποχής είχαν διακοσμήσεις με σχέδια της ελληνικής και της ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής. Αργότερα, εμφανίστηκαν πιο πολύπλοκες μορφές διακόσμησης και το οίκημα στέγασης της ατμομηχανής ενός εργοστασίου ή ενός αντλιοστασίου συχνά έδινε την εντύπωση μικρής εκκλησίας. Η μηχανή παρουσιαζόταν ως το πιο εκφραστικό «σημάδι» της σύγχρονης ζωής. Ήταν το «κυριαρχικό σύμβολο μιας κουλτούρας νέου είδους». Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 176/180
180 177 Επιλεγόμενα Για την ιστορία και τον πολιτισμό Η Ιστορία έχει μιαν έννοια διπλή: α) η ιστορία ως δράση του ανθρώπου στο παρελθόν και β) η ιστορία ως η γνώση η ιστορική για την δράση αυτή. Αφενός ο κόσμος της Ανάγκης και αφετέρου ο κόσμος της Ελευθερίας. Μετέχοντας και στους δυο, ανάμεσά τους κινείται ο άνθρωπος, κυλάει η ζωή. Ο ίδιος άνθρωπος από τότε που απέκτησε αυτοσυνείδηση συνυφαίνεται σε δυο πραγματικότητες: την εξωτερική και την εσωτερική. Το ίδιο συμβαίνει και με τον πολιτισμό, ως δημιούργημα αμιγώς ανθρώπινο, ολοκληρωτικό και πλήρες: έχει δυο όψεις, του ιδίου νομίσματος. Κατά συνέπεια το βάρος, η σημασία δηλαδή του πολιτισμού συνίσταται στην ολότητά του (στην ολιστική πρόσληψη και αξιολόγησή του), και αφορά στο ίδιο το νόμισμα, όχι σε κάποια από τις δυο όψεις του. Ο πολιτισμός είναι ένα σύμπλεγμα (complex). Πιθανόν να είναι συνατή η διάκρισή του σε υλικό (civilization, Zivilisation) και μη υλικό πολιτισμό (culture, Kultur), αλλά αμφότερες οι πλευρές διέπονται από το ανθρώπινο πνεύμα. Τα εσωτερικά συστήματα ή υποσυστήματα του πολιτισμού είναι: Α1 Η οικονομία ή το οικονομικό σύστημα Α2 Η τεχνική /τεχνολογία ή το τεχνολογικό σύστημα Β1 Οι οργανωμένοι θεσμοί ή το θεσμικό σύστημα Β2 Η ισορροπιστική λατρεία ή το ιδεολογικό σύστημα Το οικονομικό και το τεχνολογικό σύστημα αναφέρονται στις υλικές ανάγκες του ανθρώπου και των κοινωνιών του. Τα άλλα δυο συστήματα, οι θεσμοί και το λατρευτικό αναφέρονται στις μη υλικές ανάγκες του. Όλες, όμως, οι ανάγκες είναι οργανικές. Είναι λανθασμένη η πεποίθηση ότι με την οικονομία και την τεχνική το πνεύμα ή η αξιολογική συνείδηση αφενός αποσκοπεί στην ικανοποίηση βιολογικών ή φυσικών αναγκών και ότι με τις άλλες ενέργειες ικανοποιούνται διαφορετικές ανάγκες ή πραγματώνονται διαφορετικές αξίες. Η ενότητα του πολιτισμού θεμελιώνεται στην οργανική συσχέτιση και την εξισορρόπηση των δύο πλευρών του, που είναι, όπως προαναφέραμε όψεις του ίδιου νομίσματος. Η οικονομία και η τεχνολογία δεν μπορούν να νοηθούν χωρίς το πνεύμα. Ούτε είναι δυνατον να θεωρηθούν άσχετες προς το θεσμικό ή το ιδεολογικό σύστημα, εφόσον το πεηρεάζουν άμεσα. Το ίδιο και οι θεσμοί και η ιδεολογία δεν μπορούν να υπάρξουν (εφόσον ασφαλώς είναι δευτερογενή φαινόμενα) χωρίς την οικονομία και την τεχνική. Το σύνολο των υλικών και πνευματικών επιτευγμάτων μιας περιόδου, ενός πληθυσμικού συνόλου, λέγεται πολιτισμός. Οι αρχές του ανθρώπινου πολιτισμού είναι δυσδιάκριτες, αλλά είμαστε σε θέση να καθορίσουμε (βασιζόμενοι και στα αρχαιολογικά ή άλλα ανθρωπολογικά τεκμήρια) τα διαδοχικά στάδια της εξέλιξης του πολιτισμού ή των πολιτισμών (ακόμα και στην προϊστορία, μια επιστήμη που θεμελιώθηκε στην δεκαετία του 1970). Το εργαλείο μπορούμε να ισχυριστούμε ότι συνιστά την πρώτη αισθητοποίηση του αποχωρισμού του ανθρώπου από τα ζώα. Μπορεί να ξεκίνησε ως ενστικτώδες Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 177/180
181 178 δημιούργημα (όπως το ραβδί ή κάποιο άλλο αντικείμενο που κρατά ο πίθηκος), αλλά το αληθινό εργαλείο δεν είναι άμορφο. Έχει μορφή, σχήμα και μάλιστα σταθερό, ανεπαισθήτως και προοδευτικώς μεταβαλλόμενο (δηλαδή βελτιούμενο). Το σταθερό σχήμα των εργαλείων υποδηλώνει ότι είναι μεν κατασκεύασμα του χεριού, αλλά και έργο (προϊόν) μιας παράδοσης (tradition). Η παράδοση δεν είναι αναμφισβήτητα υλικό έργο. Αυτή φορτίζει το εργαλείο με μιαν ιδιαίτερη αξία για τον ιστορικό του πολιτισμού: είναι το μόνο μήνυμα των δημιουργών του πριν από την τέχνη και πριν από τη γλώσσα. Αλλά, δεν μπορούσε να υπάρξει επ ουδενί κάποια σταθερή παράδοση χωρίς την προϋπόθεση της ύπαρξης κοινωνίας. Κοντολογίς, ο πολιτισμός λειτουργεί μόνο ως οργανικό σύνολο τεσσάρων (4) υποσυστημάτων α) το υποστασιακό (οικονομία), β) το τεχνολογικό, γ) το θεσμικό κοινωνικό και δ) το πνευματικό σύστημα ισορροπίας (οι ιδέες και η τέχνη). Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ως ζώον ο άνθρωπος προσπάθησε από την αρχή να επιζήσει παρασιτικά (επιβίωση). Στο δρόμο της επιβίωσης ο άθρωπος ανακάλυψε το σπουδαιότερο μέσο του: την προσαρμογή στο περιβάλλον. Η προσαρμογή του ανθρώπου στο περιβάλλον δημιούργησε τις προϋποθέσεις ανάπτυξης του τεχνολογικού φαινομένου. Σκοπός της τεχνολογίας είναι η προώθηση του υλικού πολιτισμού μ ετην παρατήρηση και χρήση φυσικών αντικειμένων, φαινομένων και δυνάμεων. Ο πολιτισμός αρχίζει από τις πρώτες προσπάθειες του ανθρώπου να μετερέψει σε εργαλεία τα υλικά που έβρισκε στη φύση. Τα υλικά αυτά συνέβαλαν στην επικοινωνιακή διεύρυνση του περιβάλλοντός του, αλλά και στην εμβάθυνση της αυτογνωσίας του. Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 178/180
182 179 ΟΙ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΕΡΓΑΛΕΙΑ- ΚΑΤΑΣΚΕΥΕΣ- ΘΕΣΜΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΣΤΟΥΣ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΜΕΤΣΟΒΙΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ ΣΕΛΙ ΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ ΤΟ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟ 2012 ΑΚΑ. ΕΤ Κώστας Θεολόγου, ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, Σημειώσεις, Σχολής ΑΤΜ ΕΜΠ , 179/180
Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ. Αν η ζωή στη Γη γεννήθηκε πριν από δώδεκα ώρες.
Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ Η ιστορία της Γης χωρίζεται σε αιώνες, περιόδους και εποχές. Καθεμία από αυτές τις χρονικές περιόδους σηματοδοτείται από σημαντικά γεγονότα για την εξέλιξη της ζωής. Αν η ζωή στη Γη
Θεωρία Χωρικού Σχεδιασμού. 4 ο Μάθημα Χωροθέτηση οικονομικών δραστηριοτήτων
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική ομάδα: Ελένη Ανδρικοπούλου, Γρηγόρης Καυκαλάς 4 ο Μάθημα Χωροθέτηση οικονομικών δραστηριοτήτων Εισήγηση: Γρηγόρης Καυκαλάς Άδειες
Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα
Προϊστορικές Κοινωνίες Νεολιθική εποχή στην Ελλάδα Ντούσκα Ούρεμ-Κώτσου durem@hist.auth.gr Νεολιθική εποχή μόνιμη εγκατάσταση Νεολιθική εποχή Αρχή της παραγωγής της τροφής. Νεολιθική εποχή Αρχή της καλλιέργειας
Με τον Αιγυπτιακό
Με ποιον πολιτισμό θα ασχοληθούμε; Με τον Αιγυπτιακό Η θέση της Αιγύπτου Τι βλέπετε; Αίγυπτος και Νείλος Η Αίγυπτος οφείλει την ύπαρξη της στον Νείλο. Το άγονο έδαφος κατέστη εύφορο χάρη στις πλημμύρες,
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Πειραιά Τεχνολογικού Τομέα. Ιστορία Κατασκευών
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Πειραιά Τεχνολογικού Τομέα Ιστορία Κατασκευών Ενότητα 2.1: Το Δομικό Σύστημα «ΔΟΚΟΣ ΕΠΙ ΣΤΥΛΩΝ» -Η εφαρμογή του συστήματος κατά την Προϊστορία Δρ Σταματίνα
Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης;
Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης; Μέρος της οχύρωσης Οι αρχαιολογικές ανασκαφές που διενεργούνται στην περιοχή της La Bastida (Totana, Murcia στην Ισπανία) έχουν αποκαλύψει ένα επιβλητικό οχυρωματικό
Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ ( π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ. - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή.
Ι. ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β': Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ (3000-1100π.Χ.) 3. Ο ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ - Η Κρήτη κατοικήθηκε για πρώτη φορά τη... εποχή. - Ο σημαντικότερος οικισμός ήταν η... - Κατά τη 2 η και 3 η χιλιετία
Πώς περνάμε τη μέρα μας;
Πώς περνάμε τη μέρα μας; Διδακτική πρόταση 2: Συνοπτικό πλαίσιο καθημερινής ζωής Ερώτημα-κλειδί Πώς περνούμε τη μέρα μας από τα πολύ παλιά χρόνια μέχρι σήμερα; Σύνδεση με το προηγούμενο μάθημα Στο προηγούμενο
Ιστορική αναδρομή!!!
Ιστορική αναδρομή!!! Προϊστορικά χρόνια τροφοσυλλέκτης αρχικά για να βρίσκει την τροφή του να φτιάχνει τα καταφύγιά του σημαντικότεροι σταθμοί στην ιστορία του ανθρώπου μυϊκή ενέργεια αργότερα φτιάχνει
Εχοντας εμφανιστεί στη Γη πριν από τέσσερα
Στην αυγή της ιστορίας Μισοί άνθρωποι, μισοί ζώα, οι θεοί των Αιγυπτίων είναι χιλιάδες. Ο Θεός του Ήλιου, ο Ρα, είναι επίσης και ο πατέρας του φαραώ που κυβερνάει. Εχοντας εμφανιστεί στη Γη πριν από τέσσερα
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ Ι
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ Ι Ενότητα #2: Βασικές Γνώσεις I Εισαγωγή Νικόλαος Καραπιδάκης Τμήμα Ιστορίας Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό
Άδειες Χρήσης. Διδακτική Μαθηματικών I. Ρεαλιστικά Μαθηματικά. Διδάσκων: Επίκουρος Καθ. Κ. Τάτσης
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Άδειες Χρήσης Διδακτική Μαθηματικών I Ρεαλιστικά Μαθηματικά Διδάσκων: Επίκουρος Καθ. Κ. Τάτσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης
Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΑΡΙΑ ΒΕΝΕΤΟΥΛΙΑ, Α1 ΜΑΡΙΑ ΒΟΥΓΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ, Α1 2015-2016 ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΦΟΡΤΣΕΡΑ Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΌΣ ΠΟΥ ΈΜΕΙΝΕ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΊΑ Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΣ ΧΡΟΝΟΣ. Γεωλογικός χρόνος Στρωµατογραφική κλίµακα
ΓΕΩΛΟΓΙΚΟΣ ΧΡΟΝΟΣ Γεωλογικός χρόνος Στρωµατογραφική κλίµακα ρ. Ε. Λυκούδη Αθήνα 2005 Γεωλογικός χρόνος Ηλικία της γης Ηλικία της γης ονοµάζεται το χρονικό διάστηµα που πέρασε από τη στιγµή που η γη αποσπάστηκε
ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑς ΤΟΥς ΕΦΗΒΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Κουσερή Γεωργία
ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑς ΤΟΥς ΕΦΗΒΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Κουσερή Γεωργία Φιλόλογος Δρ. Πανεπιστημίου Θεσσαλίας ΚΕΡΚΥΡΑ ΜΑΙΟΣ 2017 Περιεχόμενα της παρουσίασης Το ιστορικό ερώτημα Το
ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ
1 ENOTHTA 1: ΧΑΡΤΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Μάθημα 1: Οι έννοιες και θέση 1. Τι ονομάζεται σχετική θέση ενός τόπου; Να δοθεί ένα παράδειγμα. Πότε ο προσδιορισμός της σχετικής θέσης
ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος
ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Δημήτρης Πλάντζος Αναπαράσταση του κλασικού: Το κλασικό παρελθόν δεν ανασκάπτεται ώστε να μελετηθεί ως αυτόνομη ιστορική οντότητα,
Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο
Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο Σχολή ΣΑΚΕ Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών Πρόγραμμα Σπουδών ΕΛΠΟΛ Σπουδές στον Ελληνικό Πολιτισμό Θεματική Ενότητα ΕΛΠ42
έ ό ή ΔΑΡΒΙΝΟΣ ΕΞΕΛΙΞΗ & ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ
ΔΑΡΒΙΝΟΣ ΕΞΕΛΙΞΗ & ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ Η βιοποικιλότητα είναι γύρω μας, παντού. «Όλα τα είδη προέρχονται από έναν κοινό πρόγονο. Κάποια αποκλίνουν και δημιουργούν νέα είδη. Οι αποκλίσεις γίνονται μέσω τηςδιεργασίαςτηςφυσικήςεπιλογήςσύμφωναμετηνοποίαένας
Ιστορίας της παιδείας από τα κάτω Α03 06
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ Ιστορίας της παιδείας από τα κάτω Α03 06 Ενότητα #9: Βασικές αρχές μικροϊστορίας κατά Μ. Χατζηϊωάννου Διδάσκων: Χουρδάκης Αντώνιος ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ ΜΕΛΙΟΥ
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ ΜΕΛΙΟΥ Η μέλισσα εμφανίστηκε στον πλανήτη μας την Τριτογενή περιοδο στην αρχή της Καινοζωϊκής εποχής, δηλαδή πριν 65 εκατομμύρια χρόνια, πολύ νωρίτερα από την εμφάνιση του ανθρώπου.
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ Πυραμίδες στην Ελλάδα
ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑΔΑ Πυραμίδες στην Ελλάδα Oι πυραμίδες που έχουν εντοπιστεί στην Ελλάδα, αποτελούν μοναδικά δείγματα πυραμιδικής αρχιτεκτονικής στον ευρωπαϊκό χώρο. Η μορφή τους, η αρχιτεκτονική τους, καθώς
2. Η ΑΙΓΥΠΤΟΣ (Σελ )
2. Η ΑΙΓΥΠΤΟΣ (Σελ. 20-23) 2.1. Η Χώρα. Νείλος : Πηγές από Αιθιοπία και δέλτα. Δυτικά : Η Λιβυκή έρημος. Ανατολικά : Η έρημος του Σινά έως Ερυθρά Θάλασσα. Λάσπη Ευφορία. Άνω Αίγυπτος-Κάτω Αίγυπτος. 2.2.
Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού. 10 η Διάλεξη Όραμα βιώσιμης χωρικής ανάπτυξης Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική ομάδα: Ελένη Ανδρικοπούλου, Γρηγόρης Καυκαλάς 10 η Διάλεξη Όραμα βιώσιμης χωρικής ανάπτυξης Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου Άδειες
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ Ενότητα 10: Αναλυτική Γεωχημεία και Οικολογία Χαραλαμπίδης Γεώργιος Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος και Μηχανικών Αντιρρύπανσης Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται
Ενότητα 2 Η Προϊστορική Ανασκαφή
Ενότητα 2 Η Προϊστορική Ανασκαφή Α.Μουνδρέα-Αγραφιώτη Προϊστορικές ανασκαφές Αφορούν ανθρώπινες εγκαταστάσεις, από 2,3 εκ. χρόνια πριν, μέχρι 1000 π.χ. 2.300.000-5.000 πριν (Παλαιολιθική, Μεσολιθική και
ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ
ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2018 2019 ΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΕ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ- ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ 1 Περιεχόμενα ΕΝΟΤΗΤΑ Α : ΧΑΡΤΕΣ Α1.4 Ποιον χάρτη να διαλέξω;. 3 Α1.3 Η χρήση των χαρτών στην καθημερινή
PROJECT 2017 ΟΜΑΔΑ: ΑΝΕΣΤΗΣ ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΜΙΧΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΝΤΙΝΗ ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΣΧΟΦΙΔΗΣ
PROJECT 2017 ΟΜΑΔΑ: ΑΝΕΣΤΗΣ ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΥ ΧΡΥΣΟΥΛΑ ΜΙΧΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΝΤΙΝΗ ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΣΧΟΦΙΔΗΣ ΑΦΡΙΚΗ Η Αφρική είναι η δεύτερη σε έκταση και πληθυσμό ήπειρος της γης με πληθυσμό περίπου 1 δισ κατοίκους.
Μεταφορά - μεταφορικά μέσα
Μεταφορά - μεταφορικά μέσα Μεταφορά είναι η μετακόμιση πραγμάτων ή προσώπων. Η ανάπτυξη των μεταφορών αποτέλεσε θεμελιώδη παράγοντα για την ανάπτυξη του πολιτισμού και διευκόλυνε αφάνταστα το εμπόριο και
Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων ( π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος
[IA11] ΚΛΑΣΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ Α Αρχαιολογία των γεωμετρικών και αρχαϊκών χρόνων (1100-480 π.χ.). Δημήτρης Πλάντζος Πρώιμοι και Γεωμετρικοί χρόνοι (1100-700 π.χ.) Οι περίοδοι της αρχαίας ελληνικής τέχνης:
Αποτυπώσεις Μνημείων και Αρχαιολογικών Χώρων
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Αποτυπώσεις Μνημείων και Αρχαιολογικών Χώρων Ενότητα 1 : Εισαγωγή Τοκμακίδης Κωνσταντίνος Τμήμα Αγρονόμων & Τοπογράφων Μηχανικών Άδειες
Προέλευση & Εξέλιξη Των Οργανισμών
Προέλευση & Εξέλιξη Των Οργανισμών Εισαγωγή Στην εργασία μας, θα μιλήσουμε για την προέλευση και την εξέλιξη των οργανισμών. Δηλαδή θα εξηγήσουμε το φαινόμενο της δημιουργίας του κόσμου, αλληλένδετα και
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή..2. - Iστορική αναδρομή...3-4. - Περιγραφή του χώρου...5-8. - Επίλογος...9. - Βιβλιογραφία 10
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Γενική Εισαγωγή..2 - Iστορική αναδρομή....3-4 - Περιγραφή του χώρου.....5-8 - Επίλογος...9 - Βιβλιογραφία 10 1 Γενική Εισαγωγή Επίσκεψη στο Επαρχιακό Μουσείο Πάφου Το Επαρχιακό Μουσείο της
Η Γεωμετρία στην Υπηρεσία της Τέχνης και της Τεχνικής: μια ιστορική αναδρομή. Δρ. Κυριακή Τσιλίκα
Η Γεωμετρία στην Υπηρεσία της Τέχνης και της Τεχνικής: μια ιστορική αναδρομή Δρ. Κυριακή Τσιλίκα Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Η απαρχή της Γεωμετρίας Οι Βαβυλώνιοι, για πρώτη φορά,
3.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Ανάλυση θεωρίας
Κεφάλαιο Εξέλιξη 3.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Ανάλυση θεωρίας Πολλές από τις επιστημονικές απόψεις που έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί δεν γίνονται εύκολα αποδεκτές, διότι αντιβαίνουν την αντίληψη που οι άνθρωποι διαμορφώνουν
ΔΥΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ:
ΔΥΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ: Α. Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΙΝΔΟΥ Β. Η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΙΝΑ ΤΩΝ ΝΕΟΛΙΘΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ! ΝΕΟΛΙΘΙΚΗ ΕΠΟΧΗ (7000-3500 π.χ.) Νεολιθική Επανάσταση + αλλαγή τρόπου ζωής ανθρώπων:
Διδακτική της Λογοτεχνίας
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική της Λογοτεχνίας Ενότητα 1: Σκοποί της διδασκαλίας της λογοτεχνίας l Βενετία Αποστολίδου Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΓΕΩΧΗΜΕΙΑ Ενότητα 1: Βασικές Έννοιες, Συχνότητα κατανομής των χημικών στοιχείων Χαραλαμπίδης Γεώργιος Τμήμα Μηχανικών Περιβάλλοντος και Μηχανικών Αντιρρύπανσης Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό
Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει
Η ιστορική πατρότητα του όρου «Μεσόγειος θάλασσα» ανήκει στους Λατίνους και μάλιστα περί τα μέσα του 3ου αιώνα που πρώτος ο Σολίνος τη ονομάζει χαρακτηριστικά «Mare Mediterraneum» ως μεταξύ δύο ηπείρων
«Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)»
«Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)» Εισαγωγικά Στη σημερινή πρώτη μας συνάντηση θα επιχειρήσουμε να παρουσιάσουμε με απλό και ευσύνοπτο τρόπο
ΜΑΘΗΜΑ: Περιβαλλοντικά Συστήματα
ΜΑΘΗΜΑ: Περιβαλλοντικά Συστήματα ΔΙΔΑΣΚΩΝ: Καθ. Γεώργιος Χαραλαμπίδης ΤΜΗΜΑ: Μηχανικών Περιβάλλοντος & Μηχανικών Αντιρρύπανσης 1 Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative
Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»
ΒΑΣΙΛΗΣ ΓΚΑΝΙΑΤΣΑΣ' Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης» Α. ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ Το θέμα του συνεδρίου, Ήέες πόλεις πάνω σε παλιές", είναι θέμα με πολλές
Β. ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΙΣΤΙΚΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ 3. ΚΛΙΜΑΚΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΕΣ
Β. ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΙΣΤΙΚΗΣ ΕΚΦΡΑΣΗΣ 3. ΚΛΙΜΑΚΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΕΣ Η κλίμακα και οι αναλογίες έχουν άμεση σχέση με το μέγεθος των αντικειμένων που περιγράφουν. Φυσικά το μεγάλο και το μικρό μέγεθος είναι σχετικοί
ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται
ΜΑΘΗΜΑ 1 Π. Γ Κ Ι Ν Η Σ 1. Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται 2. Να μπορείς να δώσεις την σχετική γεωγραφική θέση ενός τόπου χρησιμοποιώντας τους όρους
Εξέλιξη των πρωτευόντων
Π. Πάσχου Εξέλιξη των πρωτευόντων Η ιστορία των σπονδυλωτών στη γη διαιρείται σε τρεις εποχές (αιώνες) -Παλαιοζωικό η εποχή της αρχαίας ζωής µε ψάρια, αµφίβια και πρωτόγονα ερπετά -Μεσοζωικό ενδιάµεση
ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ
ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ Κατερίνα Σάλτα ΔιΧηΝΕΤ 2017-2018 Θέματα Διδακτικής Φυσικών Επιστήμων 1. ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ 2. ΤΑ ΜΟΝΤΕΛΑ ΚΑΙ Η ΜΟΝΤΕΛΟΠΟΙΗΣΗ 3. ΤΟ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ & ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑ 4. ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ
ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ
ΝΟΜΟΣ: 3028/2002 ΦΕΚ: Α 153/28.06.2002 ΤΙΤΛΟΣ: ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΝ ΓΕΝΕΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΡΘΡΟ 1: ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ 1. Στην προστασία που παρέχεται
ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ. Αναστασία Στρατηγέα. Υπεύθυνη Μαθήματος
ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ Πηγή: Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και
ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος
ΣΑ88 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Δημήτρης Πλάντζος ΣΑ88: Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης Το σεμινάριο βοηθά τους φοιτητές να εμπεδώσουν
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα
ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Χλωρίδα και Πανίδα ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ Ερωτήσεις της µορφής σωστό-λάθος Σηµειώστε αν είναι σωστή ή λάθος καθεµιά από τις παρακάτω προτάσεις περιβάλλοντας µε ένα κύκλο το αντίστοιχο
Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία. Ιστορική γεωλογία Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας
Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία Ιστορική γεωλογία Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Σκοποί ενότητας Σκοπός της ενότητας είναι η εξοικείωση με τους κλάδους της ιστορικής γεωλογίας.
Η Βιομηχανική Επανάσταση δεν ήταν ένα επεισόδιο με αρχή και τέλος ακόμη βρίσκεται σε εξέλιξη.
ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ Η Βιομηχανική Επανάσταση δεν ήταν ένα επεισόδιο με αρχή και τέλος ακόμη
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ. διαιρεί τη δράση του ανθρώπου σε: (πριν τη χρήση γραφής) Β. Εποχή των μετάλλων. μέταλλα. Εποχή του χαλκού
Σελίδα 1 από 14 η διαιρεί τη δράση του ανθρώπου σε: Α. Εποχή του λίθου ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ (πριν τη χρήση γραφής) ΙΣΤΟΡΙΑ (από την επινόηση και χρήση της γραφής) κατασκευή εργαλείων από λίθο (2.500.000-3.000 π.χ.)
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ 1. Τα πολύ παλιά χρόνια, όταν οι άνθρωποι δημιούργησαν οικισμούς, άρχισαν να καλλιεργούν τη γη και να εκτρέφουν ζώα. Επειδή τα μέταλλα δεν είχαν ανακαλυφθεί ακόμα, οι συναλλαγές τους
Πώς και γιατί μετακινούμαστε;
Πώς και γιατί μετακινούμαστε; Διδακτική πρόταση 1: Συνοπτικό πλαίσιο μετακίνησης και εγκατάστασης Ερωτήματα-κλειδιά Γιατί και πώς μετακινούμαστε από τα πολύ παλιά χρόνια μέχρι σήμερα; Πού μένουμε από τα
II29 Θεωρία της Ιστορίας
II29 Θεωρία της Ιστορίας Ενότητα 5: Αντώνης Λιάκος Φιλοσοφική Σχολή Τμήμα Ιστορίας - Αρχαιολογίας 1. O μετρήσιμος χρόνος Η έννοια του χρόνου, αποτέλεσμα κοινωνικής ανάπτυξης. Συγκεκριμένος και αφηρημένος
Περιβαλλοντική Πολιτική και Εκπαίδευση
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Περιβαλλοντική Πολιτική και Εκπαίδευση Ενότητα 01: Άνθρωπος και Περιβάλλον Πολυξένη Ράγκου Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται
"Στην αρχή το φως και η πρώτη ώρα που τα χείλη ακόμα στον πηλό δοκιμάζουν τα πράγματα του κόσμου." (Οδυσσέας Ελύτης)
"Στην αρχή το φως και η πρώτη ώρα που τα χείλη ακόμα στον πηλό δοκιμάζουν τα πράγματα του κόσμου." (Οδυσσέας Ελύτης) Το σύμπαν δεν υπήρχε από πάντα. Γεννήθηκε κάποτε στο παρελθόν. Τη στιγμή της γέννησης
Αρχιτεκτονική και Οπτική Επικοινωνία 1 - Αναπαραστάσεις
Αρχιτεκτονική και Οπτική Επικοινωνία 1 - Αναπαραστάσεις Ενότητα: ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ Διδάσκων: Γεώργιος Ε. Λευκαδίτης Τμήμα: Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ, ΕΙΚΟΝΑ, ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΗ, ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗ, ΜΕΘΟΔΟΙ
Το μεγαλύτερο μέρος της γης αποτελείται από νερό. Το 97,2% του νερού αυτού
1. Το νερό στη φύση και τη ζωή των ανθρώπων Το μεγαλύτερο μέρος της γης αποτελείται από νερό. Το 97,2% του νερού αυτού βρίσκεται στους ωκεανούς, είναι δηλαδή αλμυρό. Μόλις το 2% βρίσκεται στους πόλους
α. Προς αναζήτηση νέων δρόμων της τουρκικής κατάκτησης που είχε διακόψει την επικοινωνία Ευρώπης Ασίας της έλλειψης πολύτιμων μετάλλων στην Ευρώπη
Σελ. 122 3. Οι ανακαλύψεις α. Προς αναζήτηση νέων δρόμων Η αναζήτηση νέων δρόμων είναι αναγκαία εξαιτίας : της τουρκικής κατάκτησης που είχε διακόψει την επικοινωνία Ευρώπης Ασίας της έλλειψης πολύτιμων
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2Ο. Ενότητα Αγροτική κοινωνία. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος
1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2Ο Ενότητα 2.1.1 Αγροτική κοινωνία 2.1.1 ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ 1/5 Αγροτικές κοινωνίες Αυτές που ζουν από την καλλιέργεια της γης 2 2.1.1 ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ 2/5 Μόνιμη εγκατάσταση Στοιχειώδες εμπόριο
Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ. Τ μαθητ : Σχολικό Έτος:
Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ Τ μαθητ : Σχολικό Έτος: 1 ΜΑΘΗΜΑ 1, Οι έννοιες «γεωγραφική» και «σχετική» θέση 1. Με τη βοήθεια του χάρτη στη σελ.12, σημειώστε τις παρακάτω πόλεις στην
Σελ7: Ο βαρύτερος δεινόσαυρος Σελ8: Ο μικρότερος δεινόσαυρος Σελ9: Ο πιο πνευματώδης δεινόσαυρος
Σελ1:ΤΙΤΛΟΣ Σελ2:ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Σελ3: ΔΕΙΝΟΣΑΥΡΟΙ Σελ4: Ο πρώτος δεινόσαυρος που ονομάστηκε Σελ 12: Ο αρχαιότερος δεινόσαυρος Σελ5: Ο πρώτος δεινόσαυρος που ανακαλύφθηκε στην Αμερική Σελ6:O μακρύτερος δεινόσαυρος
Αγροτική Οικονομία. Ενότητα 1: Εισαγωγή
Αγροτική Οικονομία Ενότητα 1: Εισαγωγή Κοντογεώργος Αχιλλέας Σχολή Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων Τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων Αγροτικών Προϊόντων & Τροφίμων (Δ.Ε.Α.Π.Τ.) Σκοποί ενότητας Σκοπός της
Διδακτική Γλωσσικών Μαθημάτων (ΚΠΒ307)
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ Διδακτική Γλωσσικών Μαθημάτων (ΚΠΒ307) Ενότητα #4: Λειτουργικός και Κριτικός Γραμματισμός Διδάσκων: Κατσαρού Ελένη ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ
Νεοφυτικός αιώνας (περίοδος των Αγγειοσπέρμων)
Νεοφυτικός αιώνας (περίοδος των Αγγειοσπέρμων) Η κυριαρχία των Αγγειοσπέρμων αρχίζει από το Mέσο Kρητιδικό (πριν 100 εκ. χρόνια) και συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Υπάρχουν περίπου 250.000 είδη Αγγειοσπέρμων.
Διδακτική Μεθοδολογία του μαθήματος της Ιστορίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (με εφαρμογές)
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Διδακτική Μεθοδολογία του μαθήματος της Ιστορίας στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (με εφαρμογές) Δημήτρης Κ. Μαυροσκούφης Τμήμα Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής Α.Π.Θ. Θεσσαλονίκη,
Παλαιολιθική και Μεσολιθική εποχή στην Ελλάδα
Προϊστορικές Κοινωνίες Παλαιολιθική και Μεσολιθική εποχή στην Ελλάδα Ντούσκα Ούρεμ-Κώτσου durem@hist.auth.gr Οι περίοδοι της Προϊστορίας στην Ελλάδα: Παλαιολιθική εποχή (800.000-10.500 ΠΣ) Μεσολιθική εποχή
Γράφοντας ένα σχολικό βιβλίο για τα Μαθηματικά. Μαριάννα Τζεκάκη Αν. Καθηγήτρια Α.Π.Θ. Μ. Καλδρυμίδου Αν. Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Γράφοντας ένα σχολικό βιβλίο για τα Μαθηματικά Μαριάννα Τζεκάκη Αν. Καθηγήτρια Α.Π.Θ. Μ. Καλδρυμίδου Αν. Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Εισαγωγή Η χώρα μας απέκτησε Νέα Προγράμματα Σπουδών και Νέα
1. Η σκοπιμότητα της ένταξης εργαλείων ψηφιακής τεχνολογίας στη Μαθηματική Εκπαίδευση
1. Η σκοπιμότητα της ένταξης εργαλείων ψηφιακής τεχνολογίας στη Μαθηματική Εκπαίδευση Στη βασική παιδεία, τα μαθηματικά διδάσκονται με στατικά μέσα α) πίνακα/χαρτιού β) κιμωλίας/στυλού γ) χάρτινου βιβλίου.
Διδακτική πρόταση 4: Συνοπτικό πλαίσιο πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης. Ερώτημα-κλειδί Πώς οργανωνόμαστε από τα πολύ παλιά χρόνια μέχρι σήμερα;
Πώς οργανωνόμαστε; Διδακτική πρόταση 4: Συνοπτικό πλαίσιο πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης Ερώτημα-κλειδί Πώς οργανωνόμαστε από τα πολύ παλιά χρόνια μέχρι σήμερα; Σύνδεση με το προηγούμενο μάθημα Στα
Η ιστορική εξέλιξη των μουσείων από την Αρχαία Ελλάδα έως και τον 20ο αιώνα
1 Απριλίου 2014 Η ιστορική εξέλιξη των μουσείων από την Αρχαία Ελλάδα έως και τον 20ο αιώνα Πολιτισμός / Μουσεία Αναστασία Ματσαρίδου, Εικαστικός Νέο μουσείο Ακρόπολης Αθηνών Το μουσείο χαράζει μια μακραίωνη
ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος
ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος και τον τόνο της αποτίμησης γ) τα στοιχεία της ιστορικής
Τίτλος Μαθήματος: Ημέρες Αειφορίας 2015
Τίτλος Μαθήματος: Ημέρες Αειφορίας 2015 Θεματική ενότητα 7: Ενδεικτικές εργασίες Τίτλος: Κέντρο υποστήριξης Τρίτης Ηλικίας: Εισαγωγή στοιχείων αειφορίας στην λειτουργία και την εκπαιδευτική διαδικασία
ΜΑΘΗΜΑ: Περιβαλλοντικά Συστήματα
ΜΑΘΗΜΑ: Περιβαλλοντικά Συστήματα ΔΙΔΑΣΚΩΝ: Καθ. Γεώργιος Χαραλαμπίδης ΤΜΗΜΑ: Μηχανικών Περιβάλλοντος & Μηχανικών Αντιρρύπανσης 1 Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative
ΚΕΡΑΜΙΚΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΗ
ΚΕΡΑΜΙΚΑ ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΤΕΧΝΗ ΚΕΡΑΜΙΚΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Η κεραμική, μια πανάρχαια τέχνη, χρησιμοποιεί ως πρώτη ύλη το αργιλόχωμα. Όταν αναμείξουμε το αργιλόχωμα με νερό θα προκύψει μία πλαστική μάζα
Πόλεμος και Πολιτική
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Μάθημα 4 ο : Από την Ρωμαϊκή Λεγεώνα στον Μεσαίωνα. 3ος αι. π.χ. 7ος αι. μ.χ. Γεώργιος Μαργαρίτης, Καθηγητής, ΑΠΘ Άδειες Χρήσης Το παρόν
ΧΡΟΝΟΣ ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ & ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΕΠΙΔΟΣΗ
Σελ.1 Μια σύνοψη του Βιβλίου (ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ): Υπάρχει τεράστια διαφορά μεταξύ Νοημοσύνης και Λογικής. Λογική είναι οι γνώσεις και οι εμπειρίες από το παρελθόν. Η Λογική έχει σχέση με το μέρος εκείνο της
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΕΘΝΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΕΘΝΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ Λαογραφία Ορίζεται η επιστήμη που ασχολείται με όλες τις εκφάνσεις του λαϊκού πολιτισμού. Εξετάζει, καταγράφει και ταξινομεί όλα όσα ένας λαός κατά παράδοση
Κοινωνιολογία του Πολιτισμού
Παιδαγωγικό Τμήμα Νηπιαγωγών Κοινωνιολογία του Πολιτισμού Ενότητα 2: Κοινωνιολογία - πολιτισμός - κουλτούρα. Επίκ. Καθηγητής: Νίκος Φωτόπουλος e-mail: nfotopoulos@uowm.gr Τηλ. Επικοινωνίας: 23850-55150
H ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Γεωργία είναι το σύνολο των δραστηριοτήτων που σχετίζονται µε την καλλιέργεια του εδάφους της γης µε σκοπό την παραγωγή φυτ
ΗΓΕΩΡΓΙΚΗΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΒΙΩΣΙΜΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΚΑΡΑΣΑΒΒΑ Α 2 H ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ Γεωργία είναι το σύνολο των δραστηριοτήτων που σχετίζονται µε την καλλιέργεια του εδάφους της γης µε σκοπό την παραγωγή
Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Διδακτική ομάδα: Ελένη Ανδρικοπούλου, Γρηγόρης Καυκαλάς 1η Διάλεξη Α. Τέσσερα Σχέδια για τη Θεσσαλονίκη Χωροταξική Μελέτη (1966-1968)
ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ (μάθημα επιλογής) Α τάξη Γενικού Λυκείου Α) Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών (ΑΠΣ) Στο πλαίσιο της διδασκαλίας του μαθήματος επιλογής «Ελληνικός και Ευρωπαϊκός πολιτισμός»,
1. ΧΗΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΧΗΜΙΚΕΣ ΕΝΩΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΟΜΗ ΤΗΣ ΜΑΖΑΣ
1. ΧΗΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΧΗΜΙΚΕΣ ΕΝΩΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΟΜΗ ΤΗΣ ΜΑΖΑΣ Από τα αρχαιότατα χρόνια, έχουν καταβληθεί σηµαντικές προσπάθειες οι απειράριθµες ουσίες που υπάρχουν στη φύση να αναχθούν σε ενώσεις λίγων
Το περιβάλλον ως σύστηµα
Το περιβάλλον ως σύστηµα Σύστηµα : ηιδέατουστηθεώρησητουκόσµου Το σύστηµα αποτελεί θεµελιώδη έννοια γύρω από την οποία οργανώνεται ο τρόπος θεώρησης του κόσµου και των φαινοµένων που συντελούνται µέσα
Πολιτική, Πόλεμος, Στρατηγική
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 3: Από την ρωμαϊκή λεγεώνα στον Μεσαίωνα Γιώργος Μαργαρίτης Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης
H ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Κατσιφή Βενετία εκπαιδευτικός
H ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Κατσιφή Βενετία εκπαιδευτικός Γιατί; Αν, «Ιστορία είναι κάθε ανθρώπινη παρέμβαση ή δραστηριότητα πάνω στο περιβάλλον», τότε. «ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΜΑΥΡΟΠΟΤΑΜΟΥ ΣΤΟΝ (Ή ΓΙΑ
Διδακτική πρόταση 2 1 : Οι μετακινήσεις ανθρώπων σε άλλες περιοχές της γης κατά την Αρχαϊκή Εποχή
Διδακτική πρόταση 2 1 : Οι μετακινήσεις ανθρώπων σε άλλες περιοχές της γης κατά την Αρχαϊκή Εποχή Ερώτημα-κλειδί 2 Οι άνθρωποι της Αρχαϊκής Εποχής μετακινούνταν για τους ίδιους λόγους και με τον ίδιο τρόπο
356 Γεωγραφίας Χαροκοπείου (Αθήνα)
56 Γεωγραφίας Χαροκοπείου (Αθήνα) Το Τμήμα Γεωγραφίας ιδρύθηκε το 1999 μετά από πρόταση του Πανεπιστημίου. που υποβλήθηκε για πρώτη φορά το 1994. Η πρόταση αυτή. αφού βελτιώθηκε εντάχθηκε το 1997 στο Επιχειρησιακό
ΒΙΟΗΘΙΚΑ ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΒΙΟΗΘΙΚΑ ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ Ενότητα 3: Είναι ο αγέννητος άνθρωπος πρόσωπο; Φιλοσοφικές απόψεις Μιλτιάδης Βάντσος Άδειες
Ε λ Νίνιο (El Niño) ονοµάζεται το θερµό βόρειο θαλάσσιο ρεύµα που εµφανίζεται στις ακτές του Περού και του Ισηµερινού, αντικαθιστώντας το ψυχρό νότιο ρεύµα Humboldt. Με κλιµατικούς όρους αποτελει µέρος
Τα σημαντικότερα γεγονότα της Παλαιάς Διαθήκης εκτυλίσσονται στην περιοχή που. Η Μέση Ανατολή στην αρχαιότητα
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ Τα σημαντικότερα γεγονότα της Παλαιάς Διαθήκης εκτυλίσσονται στην περιοχή που ονομάζεται ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ Η Μέση Ανατολή στην αρχαιότητα Ποια σύγχρονα κράτη αποτελούν την περιοχή
Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία
Αρχαιολογικός κάνναβος και στρωματογραφία Μετά τον εντοπισμό και καθορισμό των αρχαιολογικών θέσεων, καθώς και τη μεταφορά των απαραίτητων υλικών και εργαλείων, το επόμενο σημαντικό στάδιο είναι η ανασκαφή
Θέμα μας το κλίμα. Και οι παράγοντες που το επηρεάζουν.
Θέμα μας το κλίμα. Και οι παράγοντες που το επηρεάζουν. 1 Που συμβαίνουν οι περισσότερες βροχοπτώσεις; Κυρίως στη θάλασσα. Και μάλιστα στο Ισημερινό. Είδαμε γιατί στο προηγούμενο μάθημα. Ρίξε μία ματιά.
ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ Ενότητα 5: Θεωρίες ψυχολογικής ανάπτυξης Gardner και προσχολική αγωγή Διδάσκων: Μανωλίτσης Γεώργιος ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ
ΤΠΕ στη Διδακτική των γλωσσών - Πολύγλωσσα ψηφιακά περιβάλλοντα γλωσσικής διδασκαλίας
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΤΠΕ στη Διδακτική των γλωσσών - Πολύγλωσσα ψηφιακά περιβάλλοντα γλωσσικής διδασκαλίας Ενότητα 1: Γενική Εισαγωγή στο μάθημα Παναγιώτης
Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία Προτεροζωικός Αιώνας. Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας
Στρωματογραφία-Ιστορική γεωλογία Προτεροζωικός Αιώνας Δρ. Ηλιόπουλος Γεώργιος Σχολή Θετικών Επιστημών Τμήμα Γεωλογίας Σκοποί ενότητας Σκοπός της ενότητας είναι η γνωριμία με τα σημαντικότερα γεγονότα που
Κεφάλαιο: Εισαγωγή στη Ευρώπη. Η Ευρώπη είναι μια από τις πέντε κατοικημένες ηπείρους της γης. Γνωρίζεις ποιες είναι οι άλλες τέσσερις ήπειροι;
Κεφάλαιο: Εισαγωγή στη Ευρώπη Η Ευρώπη είναι μια από τις πέντε κατοικημένες ηπείρους της γης. Γνωρίζεις ποιες είναι οι άλλες τέσσερις ήπειροι; Η έκτη ήπειρος, η Ανταρτική, είναι ακατοίκητη γιατί βρίσκεται
Περιβαλλοντική Εκπαίδευση
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ενότητα 6: Πληροφόρηση και ενημέρωση του αγροτικού πληθυσμού στο πλαίσιο της αειφορικής γεωργίας Αφροδίτη Παπαδάκη-Κλαυδιανού Άδειες Χρήσης