ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΑI ΤΗΣ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΕΤΡΑΜΗΝΙΑ ΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΙΣ Β ΡΑΒΕΙΟΝ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΑI ΤΗΣ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΕΤΡΑΜΗΝΙΑ ΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΙΣ Β ΡΑΒΕΙΟΝ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ"

Transcript

1 ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΑI ΤΗΣ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΕΤΡΑΜΗΝΙΑ ΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΙΣ Β ΡΑΒΕΙΟΝ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΕΙΣ ΙΩΑΝΝΏΝ ΚΑΛΙΤΣΟΥΝΑΚΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΠΙ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΣ f Ό Αάμπης και Σφακίων ΕΥΜΕΝΙΟΣ ΦΑΝΟΥ ΡΑ- ΚΗΣ. ΝΙΚ. ΠΛΑΤΩΝ ΜΕΝ. Γ. ΠΑΡΛΑΜΑΣ. ΚΩΝ. ΛΑΣΙΘΙΩΤΑΚΗΣ. ΙΩΝ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ. ΕΚΔΟΤΗΣ ΑΝΔΡΕ ΑΣ Γ. ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟ'Ν ΚΡΗΤΗΣ ΕΤΟΣ Tl'k ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1953 ΤΕΥΧΟΣ III

2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΟΥ Γ' ΤΕΥΧΟΥΣ ΚΩΝΣ. I. ΒΟΥΡΒΕΡΗ: Πλάτων καί Κρήτη... σ. 323 ΑΝ, Κ. ΟΡΛΑΝΔΟΥ : Ή παλαιοχριστιανική βασιλική τής Συίας... σ. 337 JOH. IRMSCHER : Das Bonner Corpus und die Berliner Akademie σ. 360 f EYMENIOY ΦΑΝΟΥΡΑΚΗ: Πατριαρχικόν έν μεμβράναις συγιλλιον τής έν Ρεθ-ύμνψ Ί. Μονής Μυριοκεψάλου... σ 889 Κ. ΡΩΜΑΙΟΥ : Ή κρητική παραλλαγή τοΰ «Θανάτου του Διγενή».. σ. 394 I. Θ. ΚΑΚΡΙΔΗ : 'Ερμηνευτικά στον Άπόκοπο τοΰ Μπεργαδή... σ. 409 Ν. Π, ΑΝΔΡΙΩΤΗ: Συντακτικά τής μεσαιωνικής καί νέας ελληνικής σ 414 ΧΑΡΙΤ. ΧΑΡ1ΤΩΝΙΔΗ: Varia ad Varios...σ 419 NIK. ΒΛΑΧΟΥ : Λόγος έπί τή έπετείφ τής δλοκαυτώσεως τής μονής τοΰ Άρκαδίου καί τών υπερασπιστών της...σ. 422 ΝΙΚ. ΠΛΑΤΩΝΟΣ: Έπιγραφαί έκ Κρήτης. I. Λατοΰς πρός Καμάραν. σ. 436 Σ. Γ. ΚΑΨΩΜΕΝΟΥ : 'Ετυμολογικά τής Κρητικής διαλέκτου.... σ. 446 Ν. Α. ΒΕΙΙ (Bees) : Τό «Κακόν ορος» τής Κρήτης καί τά παράλληλα τοπωνύμια αύτοΰ... σ. 451 MAX VASMER : Zu den Slavischen lehnwortern im NeugriecMschen...σ. 454 FRANZ BABINGFR : Zur lebensgesshickte des Calixtus Ottomanus (Bajezid Osman)...σ. 457 ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ I. ΚΟΝΙΔΑΡΗ : Αί επίσκοποί τής Κρήτης μέχρι καί τοΰ Γ αίώνος...σ. 462 ΧΡΟΝΙΚΑ ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ ΤΟΥ Ζ' ΤΟΜΟΥ 2 ΠΙΝΑΚΕΣ ΕΚΤΟΣ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

3 «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΜΑΝΟΛΗ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗ ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΑI ΤΗΣ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΤΕΤΡΑΜΗΝΙΑΙΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΙΣ ΒΡΑΒΕΙΟΝ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΕΙΣ ΙΩΑΝΝΗΝ ΚΑΛ1ΤΣ0ΥΝΑΚΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΠΙ ΤΗΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΣ f Ό Λάμπης και Σφακίων ΕΥΜΕΝΙΟΣ ΦΑΝΟΥΡΑ- ΚΗΣ. ΝΙΚ. ΠΛΑΤΩΝ. ΜΕΝ. Γ. ΠΑΡΛΑΜΑΣ. ΚΩΝ. ΛΑΣΙΘΙΩΤΑΚΗΣ. ΙΩΝ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ. ΕΚΔΟΤΗΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Γ. ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟΣ ΗΡΑΚΛΕΙΟΝ ΚΡΗΤΗΣ ΕΤΟΣ Ζ'+ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ -ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 1953 ΤΕΥΧΟΣ III

4 ΟΡΟΙ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ Εις τα «Κρητικά Χρονικά» γίνονται δεκταϊ προς δήμοσίευσιν μελέται, κείμενα και β ιβλιοκρισίαι, εφ3 όσον άνταποκρίνονται προς τους σκοπούς του.περιοδικού, ώς έκτίθενται ούτοι εις το προλογικόν σημείωμα του πρώτου τόμου. Πάντα τα δημοσιεύματα ϋπόκεινται εις την κρίσιν τής Συντακτικής 3Επιτροπής, ή οποία καθορίζει τον χρόνον τής δημοσιεύσεως άναλόγως του διαθεσίμου έκάστοτε χώρου και αναλαμβάνει την ευθύνην τής επιμελούς εκδόσεως αυτών. *0 συγγραφευς δύναται αυτοπροσώπως να επιμεληθή μιας των διορθώσεων των τυπογραφικών δοκιμίων, εφ3 όσον εξασφαλίζεται ή ταχεία επιστροφή των. Εις περίπτωσιν καθυστε ρήσεως ή * Επιτροπή επιφυλάσσει εις εαυτην το δικαίωμα τής άμεσον εκτυπώσεως. Δ ικαιοϋται επίσης ό συγγραφευς να ζητήση την εκδοσιν μέχρι τριάκοντα, κατ3 άνώτατον δριον, ανατύπων εκάστης εργασίας αυτόν. *Η παράδοσις τών ανατύπων συντελειται μετά παρέλευσιν διμήνου από τής ημέρας τής κυκλοφορίας του αντιστοίχου τεύχους του περιοδικού. At συνεργασίαι δημοσιεύονται κατά σειράν λήψεως. Ίά δημοσιευόμενα χειρόγραφα δεν έπιστρέφονται. Χειρόγραφα και έπιστολαι άφορώσαι την σύνταξιν τον περιοδικού δέον ν3 αποστέλλωντα\ προς τον κ. Ν. Πλάτωνα, Μονσεΐον Ηρακλείου. 3Εμβάσματα και έπιστολαι άφορώσαι την εκδοσιν (διορθώσεις δοκιμίων κλπ.) προς τον κ. 9Ανδρέαν Ι\ Καλοκαιρινόν, Ηράκλειον Κρήτης.

5 ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΙ ΚΡΗΤΗ ΕΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ «μηδε τοϋΰ15 ημάς λανΰανέτω περί τόπων ώς ούκ εισιν άλλοι τίνες διαφέροντες άλλων τόπων προς τό γεννάν ανθρώπους ά- μεΐνονς καί χείρονς». (Πλάιων «Νόμοις» Ε 747 ά). Ή συγκέντρωσις και ερμηνευτική σύνθεσις ε ις Ινιαίαν εικόνα των πληροφοριών, γνωμών καί αποφάνσεων τοΰ κορυφαίου τών 'Ελλήνων φιλοσόφων Πλάτωνος περί τής Κρήτης είναι εν επί μέρους θέμα τής γενικωτέρας έρεύνης τής σχέσεως τοΰ Πλάτωνος προς τον βαρβαρικόν καί ελληνικόν κόσμον καί τον κόσμον τής εμπειρίας καί ιστορίας, έρεύνης, εις την οποίαν έχομεν άφ ικανού χρόνου στρέψει τάς επιστημονικός προσπάθειας μας1. Επειδή δέ υπολείπεται νΰν ή δημοσίευσις τού τρίτου μέρους τών σχετικών μελετών μας, δηλαδή τοΰ άναφερομένου εις τήν σχέσιν τοΰ Πλάτωνος προς τήν υπόλοιπον Ελλάδα, πλήν τών 'Αθηνών - τούς λοιπούς Ίωνας, τούς Δωριείς καί δή καί τήν Σπάρτην καί τήν Κρήτην, τήν Θεσσαλίαν, τήν Μακεδονίαν καί τον Ελληνισμόν τής Δύσεως, έκρίναμεν σκόπιμον, όπως προτάξωμεν τής έπικειμένης δημοσιεύσεως, οίονεΐ πρόδρομον άνακοίνωσιν, τήν παρούσαν πραγματείαν, ήτις ατενώς συνδέεται τόσον προς τήν εύανδρον γενέτειραν, οσον καί προς τά φιλολογικά διαφέροντα καί επιτεύγματα 2 τοΰ τιμωμένου εξαίρετου Κρητός. 'Ο Πλάταιν εκφράζεται περί τής Κρήτης εις πέντε διαλόγους του: *) *) Βλέπε: Κωνστ. I. Βουρβέρη, Αί ίστορικαί γνώσεις τοΰ Πλάτωνος, Α' Βαρβαρικά, Άθήναι, Τοΰ αύτοΰ, Platon nnd die Barbaren, Athen, Τοΰ αύτοΰ, Ή εθνική συνείδησις τοΰ Πλάτωνος, Άθήναι, Τ ο ΰ α ύ τ ο ΰ, Συμβολή εις τήν ερμηνείαν τοΰ «Μενεξένου» τοΰ Πλάτωνος (Έπιστ. Έπετ. Φιλοσ Σχολής Πανεπ. Θ)νίκης, τόμος 6ος, Μνημόσυνον Ν. Παππαδάκι), Τοΰ αύτοΰ, Πλάιων καί Άθήναι (ώς Β' τόμ., Ιον μέρ. τών «'Ιστορικών γνώσεων τοΰ Πλάτωνος»), Άθήναι, Βλ. προς τούτοις καί τά ήμέτερα άρθρα : «Πλάτων», (Βίος, έργα, πλατωνική έρευνα), «Μενέξενος», «Νόμοι» τοΰ Πλάτωνος, «Πολιτεία», «Πολιτικός», «Πρωταγόρας» κ.λ.π. έν τφ Έγκυκλοπαιδικφ Λεξικφ τοΰ περιοδικού «"Ηλιος». ) Τάς πλατωνικάς εργασίας τοΰ καθηγητοΰ Ίω. Καλιτσουνάκη βλ. έν τή βιβλιογραφία του όπ αριθμόν 96, 109, 118 (Πλάτων), 127, 156 καί 181.

6 324 Κωνοτ. I. Βουρβέρη τον «Κρίτωνα» 3, τον «Πρωταγόραν» 4,* τον * * «Φαίδωνα» *, την «Πολιτείαν» 8 καί ιδίως εις τό πρεσβυτικόν εργον του, τούς «Νόμους»', διάλογον, οστις πσρίστατοιι γινόμενος εν Κρήτη, επ εύκαιρίφ τής ίδρυσεως μιας νέας κρητικής πόλεως καί μέ Κρήτα, τον Κλεινίαν, εν εκ των τριών διαλεγομένων προσώπων. Εις την Κρήτην, καί δη καί τον παλαιόν βασιλέα αυτής Μίνων, άναφέρεται καί απόσπασμα τοϋ ψευδοπλατωνικοϋ διαλόγου «Μίνωος»*. Των αποφάνσεων τούτων περί Κρήτης, τό περιεχόμενον είναι ποικίλον : γεωγραφικόν, πολιτειολογικόν, ήθικοπαιδαγωγικόν, ιστορικόν8. Έκ τοΰ ύλικοΰ τούτου εις την προκειμένην μελέτην μας ερμηνευομεν τάς άν&ρωπογεωγραφικάς παρατηρήσεις τοΰ Πλάτωνος περί τής Κρήτης, τάς οποίας εύρίσκομεν εις έν μόνον έργον του, τούς «Νόμους». Σκοποΰμεν να άπεικονίσωμεν τον τρόπον, καθ 8ν οΰτος είδε την σχέσιν τής θέσεως, τοΰ εδάφους καί τής γεωγραφικής ιδιοσυστασίας τής νήσου μέ τον βίον των κατοίκων *) Κρίι. 52 e. 4) Πρωτ. 342α κ.έ. *) Φαίδων 58α. «) Πολιτ. Ε 452c, Θ 575d. ') Μνεία συχνή τής Κρήτης καί τών Κρητών έν Νόμοις πολλαχοΰ, ίδίφ δέ εις τά 8 πρώτα βιβλία. 8) *Μίν. 318d κ. έ. Πρβλ. καί Γοργ. 523e κ. έ. καί * Επιστ. Β 311α κ.έ. 8) Ό Henri van Effenterreei?t0 βιβλίον του «L,a Crete et le mande grec de Platon a Polybe», Paris, 1948 (έν τή Bibliotheque des Bcoles Fran9aises d Athenes et de Rome, ύπ άριδ. 163), εξετάζει τά τής Κρήτης καί τών σχέσεων αυτής πρός τόν ελληνικόν κόσμον κατά τούς κλασσικ >ύς καί ελληνιστικούς χρόνους, μίαν όλιγώτερον γνωστήν περίοδον τοΰ ιστορικού βίου τής νήσου. Ιδιαίτερον κεφάλαιον τοΰ βιβλίου υπό τόν τίτλον «Πλάτων καί Κρήτη» (σελ ) άφιεροΰται εις τήν ιστορικήν αξίαν (έν συγ κρίσει καί πρός τά επιγραφικά ευρήματα τής Γόρτυνος κ.λπ.) καί τήν προέ λευσιν τών περί Κρήτης αποφάνσεων τοΰ Πλάτωνος, τών συναφών πρός τήν νομοθεσίαν, τά ήδη, τούς πολιτικούς δεσμούς καί τόν βίον έν γένει τής μεγάλο νήσου. Ή έργασία, οΰσα πληροίς ένημερωμένη από βιβλιογραφικής άπόψεως, έςετάζει καί τό «τοπικόν χρώμα» τής σκηνογραφίας τών «Νόμων» τοΰ Πλάτωνος, χωρίς δμως καί νά άσχολήται περαιτέρω μέ τό άνδρωπογεωγραφικόν περιεχόμενον τών πλατωνικών αποφάνσεων. Θά ήτο δέ αναμφίβολος πληρέστερα, &ν είς τήν συνδετικήν δεώρησιν τοΰ θέματός της έστηρίζετο έπί προεργασίας ερμηνευτικής πάντων τών περί Κρήτης άποσπασμάτιον τοΰ πλατωνικού κειμένου, πληρούσης δλας τάς συγχρόνους απαιτήσεις μιας φιλολογικής, φιλοσοφικής καί ιστορικής ερμηνείας αΰτοΰ. Πρόκειται περί τής αυτής έλλείψεως, τήν οποίαν παρουσιάζει καί ή άλλως όξυνουστάτη πραγματεία τον G. Rohr, Platons Stellung zur Gesehichte, Berlin, Άπό τής άπόψεως αυτής ΰπήρ- Ιεν εύιυχεστέρα ή Jula Kerschensteiners^ro βιβλίον της: Platon und der Orient, Stuttgart, 1945.

7 Ιΐλάτων καί Κρήτη 825 της, Ινί λόγφ την σχέσιν φΰσεως και ιστορίας τής Κρήτης εν τφ άπαραιτήτφ πλαισίφ τής δλης πλατωνικής και ελληνικής άνθρωπογεωγρα- φικής σκέψεως. * * * Αι ανθρωπογεωγραφικαί παρατηρήσεις τών «Νόμων» 10 εξηγούνται από την εν τω διαλόγφ τοότφ έκδηλον στροφήν τοΰ γέροντος Πλάτωνος προς την πραγματικότητα καί την εμπειρίαν. Ώς γνωστόν εν τή εξελίξει τής φιλοσοφικής σκέψεως τών Ελλήνων οί «Νόμοι» αποτελούν μεταβατικόν σταθμόν από τοΰ Πλάτωνος εις τον Αριστοτέλη. Τά άνθρωπογεωγραφικά στοιχεία τής πραγματείας μας εΰρηνται εις δΰο κυρίως μέρη τών «Νόμων» : α) εις τήν σκηνογραφίαν τοΰ διαλόγου εν τφ Α' βιβλίφ (625 b κ. έ.) και β) εις τήν εισαγωγήν τοΰ γενικοΰ προοιμίου τής νομοθεσίας έν τή αρχή τοΰ Δ'βιβλίου (704a - 707e). Συν-,0) Τής βιβλιογραφίας τών «Νόμων» σημειοΰμεν τά εξής: 1) Γενικά έργα περί Πλάτωνος: C. Ritter i(a' 1910, Β 1923), Wilamowitz (A- Β' 1920'), Ρ. Friedlander (A' 1928, Β' 1930), A, Ε. Taylor (1927 ), Ρ. Shorey (1933), A. Dies (1930), L. Robin (1935). 2) "ΆρΟ-ρα: Ίω Καλιτσουνάκη, «Πλάτων» έν τή Μεγάλη Έλλην. Εγκυκλοπαίδεια, τόμ. 20, οελ. 302 κέ. Η. Leisegang, «Platon» έν τή RB Κωνστ. I. Βουρβέρη «Πλάτων» (Α'. Βίος, Έργα, Πλατωνική έρευνα, ό Πλάτων καί ή εποχή μας) έν τφ Εγκυκλοπ. Λεξική) τοΰ περιοδ. «Ήλιος». 3) Ειδικά άρθρα: Κωνστ. I. Βουρβέρη, άρορον διεξοδικόν «Νόμοι τοΰ Πλάτωνος» έν τφ Εγκυκλοπ. Λεξικφ τοΰ «Ήλιου». 4) 'Ερμηνευτικοί έκδόσεις «Νόμων» : C. Ritter, Platons Gesetze, τόμ. 2 Inhaltsdarstellung, Kommentar, 1896 E. B. England, The Laws of Platon, 1921 A. E. Taylor, The Laws of Platon, 1934 E. des Places, A. Dies, L Gernet, Platon, Les lois (τόμ. 2, βιβλ. 1-6) Paris, 1951 (έν τή Βιβλιοθήκη Bu. de). 5) Μεταφράσεις τών «Νόμων» : Ο. Apelt (εις τήν γερμανικήν μετ ε ισαγωγής, σημειώσεων καί ειδικών κατά διαλόγους πινάκων, ώς καί γενικοΰ πί νακος) 1918 κ. έ R. G. Bury (είς τήν αγγλικήν τόμ 2 έν τή Loeb Classical Library, 1926) A. E. Taylor (είς τήν αγγλικήν έν τή έρμην. έκδόσει τών «Νόμων») Ε. des Places κ.λπ. (είς τήν γαλλικήν έν τή Βιβλ. Bude) L Robin (είς τήν γαλλικήν έν Platon Oevres completes, 1942, La Pleiade). 6) Συνθετικά έργα, έρευναι: W. Jaeger Paideia, τόμος Γ', Berlin, 19i7 Κωνστ. I. Βουρβέρη, Πλάτων καί Άθήναι, 1950 (κείμενον, ερμηνεία καί έρευνα διεξοδικών αποσπασμάτων τών «Νόμων») G. Muller, Der Aufbau der Bucher II und VII von Platons Gesetzen, 1935 G. Rohr, Platons Stellung zur Geschichte, 1932 J. Bisinger, Der Agrarstaat in PI. Gesetzen, E. Kirsten, Die Insel Kreta, 1936 M. Guarducci, Inscriptiones creticae opera et consilio Friderici Halbherr collectae, Ρώμη, A' 1935, B' 1938, Γ' Τήν λοιπήν βιβλιογραφίαν βλ. εις τάς ήμετέρας βιβλιογραφικής έπισκοπήσεις έν τφ περιοδ. «Πλάτων» 1950 καί 1951, είς τό μνημονευθέν έργον τοΰ Η. van Effenterre καί είς τήν βιβλιογραφικήν έπετηρίδα «L Annee philologique», έκδιδομένην υπό J. Ernst, τόμ XX - XXII, Paris.

8 320 Κωνστ, I, Βουρβέρη αφεΐς δέ προς ταϋτα είναι καί άλλαι τινές μικρότεροι παρατηρήσεις 11 τοΰ Πλάτωνος, εν αίς καί ή τής προμετωπίδος τής μελέτης. Α'. Ό διάλογος των «Νόμων» διεξάγεται μεταξύ τριών προσώπων, ένός Κρητός, ενός Λακεδαιμονίου και ενός Αθηναίου ξένου, κατά την διάρκειαν κοινής θερινής πορείας αυτών από τής Κνωσού εις τό άντρον καί τό ιερόν τοΰ Διάς. Το τοπίον, διά μέσου τοΰ οποίου όδεύουσιν οί διαλεγόμενοι, περιγράφεται12 μέ τέχνην, άποδεικνύουσαν, δτι 6 Πλάτων δεν επαυσεν ούτε κατά τό γήρας νά είναι ποιητής καί πλάστης εικόνων εφάμιλλων προς την σκηνογραφικήν δημιουργίαν τοΰ «Φαιδρού»18. Εις την έξαρσιν τών φυσικών καλλονών τής περιοχής τής Κνωσού δ ξένος επισκέπτης άμιλλάται μέ τον εγχώριον συνομιλητήν του, καθ ον: «καί μην έστιν,... προϊόντι κυπαρίττων τε εν τοΐς άλσεσιν νψη καί κάλλη θαυμάσια καί λειμώνες, iv οΐσιν αναπαυόμενοι διατρίβοιμεν &ν» 14. Αί συχναί άνάπαυλαι κατά την μακράν οδόν εις τά άλση τών περιφήμων κρητικών κυπαρίσσων καί τούς χλοερούς λειμώνας ένδείκνυνται λόγιρ τής ώρας τοΰ έτους μέ τον πνιγηρόν καύσωνα καί τής ηλικίας τών δδοιπορούντων, ώστε «(τούτους) λόγοις άλλήλους παραμνΰου μένους την όδόν απασαν μετά ραστώνης διαπερατοί» (625b). Εντός τοΰ σκηνογραφικοΰ αυτού διακόσμου μέ τό έντονον «τοπικόν χρώμα» 18 ανοίγει τον διάλογον μέ κρητικής ώσαύτως άποχρώσεως έρώτησιν δ Αθηναίος ξένος: «κατά τί τά συσσίτιά τε υμϊν συντέταχεν δ νόμος καί τά γυμνάσια καί την τών οπλών ίξιν;» (625c). Ζητείται λοιπόν τό νόημα καί δ σκοπός τών χαρακτηριστικών τούτων κρητικών θεσμών. Ή μακρά άπάντησις τοΰ Κρητός Κλεινίου παρέχει την άνθρωπογεωγραφικήν έξήγησιν τής απορίας τοΰ ξένου. Ή Κρήτη, λέγει δ Κλεινίας, δέν είναι πεδιάς, δπως ή Θεσσαλία' δι αυτό οί μεν Θεσσαλοί κινούνται μάλλον έφιπποι, ημείς δέ πεζοί Ή ανώμαλος φύ- *) Β 666 d κ. έ., Ε 747 d, Η 831b, 847c 2. la) A 625 b - c. ) 230 b κ. έ. Πρβλ. καί Κριτί. Ill b κ. έ. 4) 625 b.,5) Πινδ. Παιάν 4, 42 (εκδ. Τ ury η, 1952, σελ Βλ. αΰτ. καί Σχολ. Όξυρ.: <τήν Κρήτην, έπεί πολλα'ι εκεί ^κυ^πάρισοοι γίνονται» καί Πλούτ. Περί φυγής 9,5 ( Ηθικά, 602, {). 1β) "Αν τοΰτο οφείλεται εις αναμνήσεις έκ προσωπικής έπισκέψεως τοΰ Πλάτωνος εις Κρήτην ή εις πασιγνώστους έν Άθήναις πληροφορίας περί τής νήσου, βλ. κατωτέρω. ) Τήν πρός συγκρίσεις τάσιν τοΰ Πλάτωνος καί τάς εκδηλώσεις αυτής έξετάζομεν έντή μελέτη ημών: «Ιστορικοί συγκρίσεις παρά Πλάτωνι, (περιοδ. 'Ελληνικά, τόμ. 11, σ. 5 κ. έ. 1939). Ό Πλάτων δέν αποκλείει τε-

9 Πλάτων καί Κρήτη 327 σις τής χώρας μας άπαιτεί κατά κανόνα πεζοπορίαν. Κατά συνέπειαν και τά δπλα μας είναι ελαφρά, ϊνα μή βαρύνουν τους όπλίτας είς τους δρόμους των' άρμόζοντα και κατάλληλα δι ημάς δπλα είναι τά ελαφρά τόξα 1S.* * * 19 Ή μετάβασις εις τό δεύτερον καί κυριώτερον επακολούθημα τοΰ ορεινού κα'ι ανωμάλου εδάφους τής Κρήτης γίνεται αμέσως διά τής δηλώσεως τού Κρητός : «ταΰζ ονν πρός τον πόλεμον ήμιν απαντα ίξήρτνται, και πάνϋ ' S νομοΰέτης ως γ έμο'ι φαίνεται, προς τόϋτο βλεπων αυνετάττετο' ΙπεΙ κα'ι τά σνοσίτια κινδυνεύει συναγαγεΐν, ορών ώς πάντες, δπόταν οτρατεύωνται, τό& νπ αύτοΰ τοΰ πράγματος αναγκάζονται φυλακής αυτών ενεκα ονοσιτεϊν τούτον τον χρόνον» (625 d - e). Ή στενή αύτη σύναψις τοΰ σκοπού τής κρητικής νομοθεσίας μέ την γεωγραφικήν Ιδιοσυστασίαν τής νήσου άφίνει νά διαφαίνεται, αν καί δεν δηλούται ρητώς, ή μεταξύ αυτών αιτιώδης σχέσις. Εις τήν φυσικήν δηλαδή κατάτμησιν τής χώρας, κατά τήν εποχήν εκείνην τής πρωτογόνου συγκοινωνίας, οφείλεται ή άνάπτυξις τοπικιστικού, άτομιστικού, φιλέριδος καί φιλοπόλεμου πνεύματος- ούτω δ εξηγούνται καί οί συχνοί εμφύλιοι πόλεμοι τών κρητικών πόλεων προς άλλήλας 10. Καί ή κρητική νομοθεσία λοιπόν δεν ήτο δυνατόν νά Ικφύγη τοΰ γενικού αύτοΰ πνεύματος, διό καί αποβλέπει είς τήν προς πόλεμον παρασκευήν καί διαπαιδαγώγησιν τών πολιτών. Δημόσιοι καί ιδιωτικοί θεσμοί τής Κρήτης, εν οίς καί τά συσσίτια, τά γυμνάσια καί ή φύσις τών οπλών καί άσκησις είς αύτά, έχουν έν κοινόν τέλος: τήν εν πολέμφ νίκην, δι ής δλα τά αγαθά τών νικωμένων περιέρχονται είς τούς νικητάς. Τούτο δέ ευρίσκει 6 απολογητής τής κρητικής νομοθεσίας Κλεινίας καί ορθόν, ώς άνταποκρινόμενον προς τήν μόνιμον καί φυλείως τήν ίπποτροφίαν έν Κρήτη (πρβλ. καί A 625d : «πρός τήν τών πεζή δρόμων άοκηοιν μάλλον σύμμετρος*). Ούτως έν Νόμ. Η 834 β κ. έ. ορίζει νομοθετικές τά τών περιωρισμένης μορφής ιππικών αγώνων τής νέας πόλεως: «ίππων δε ήμιν χρεία μεν ούτε τις πολλών ούτε πολλή, κατά γε δή Κρήτην, ώστε αναγκαΐον και τας οπονδάς ελάττονς γίγνεο&αι τάς τε έν τί] τροφή καί τάς περί αγωνίαν αυτών...*. Έν συνεχεία ορίζονται αί λεπτομέρειαι τών ιππικών αγώνων, τής «ιππικής παιδιας» τών πολιτών τής νέας πόλεως. Πρβλ. καί Έφορον παρά Στράβ. X, 4, 18.,8) "Ισως είναι συναφής πρός τό πλήθος καί τήν εΰδοκίμησιν τών Κρητών τοξοτών καί ή έν Νόμ. Δ 706 a παραβολή πρός τοξότην τοΰ καλόΰ νομοθέτου, τοΰ έκάστοτε στοχαζομένου μόνον τοΰ όρθοΰ. 19) Τά συναφή πρός τήν κρητικήν ενότητα καί τούς διασπώντας αυτήν έμφυλίους πολέμους βλ. έν τφ περί Κρήτης έκτενεϊ άρθρφ τοΰ G. Karo, RE, τόμ. 11 (στ καί ίδίφ έν στήλη 1793 κ.έ.)καί Η. van Eff enterr e, ε. άν., σ. 26 κ. έ. Πρβλ. Kirsten, Die Insel Kreta, 1936,,.

10 828 Κωνστ. ΐ. Βουρβέρη σικήν μορφήν του κοινωνικού βίου τών ανθρώπων, τουτέστι τον πόλεμον. 'Η λεγομένη ειρήνη, τονίζει ό Κλεινίας, είναι λόγος μόνον είς την πραγματικότητα υπάρχει «πάσαις προς πάσας τάς πόλεις άεΐ πόλεμος άκήρνκτος κατά φνσιν» (626a). Καί τελειώνει εδώ ή άνθρωπολογική άπόφανσις τής σκηνογραφίας τών «Νόμων». Β'. Έρχόμεθα τώρα είς τά άνθρωπογεωγραφικά στοιχεία τοΰ Δ' βιβλίου (704a - 707e). Έν αρχή τοΰ βιβλίου τοΰτου περιγράφονται ή θέσις καί οί τοπογραφικοί καί οικονομικοί δροι τής υπό ΐδρυσιν πόλεως. Επειδή δέ διά τής πολιτειολογικής συζητήσεως τών προηγουμένων τριών βιβλίων (Α' Γ') επεβλήθη καί άνεγνωρίσθη καί υπό τών Δωριέων ομιλητών ή θεμελιώδης αρχή, ότι ή νομοθεσία πρέπει νά άποβλέπη είς τήν δλην αρετήν καί οΰχί είς εν «μόριον» (μέρος) αυτής, λ. χ. τήν ανδρείαν20 μόνον, τήν γεωγραφικήν περιγραφήν συνεχίζει δ άνθρωπολογικός έλεγχος τών περιγραφέντων δρων, διά νά φανή κατά πόσον οΰτοι πληροϋσι τήν εϊρημένην βασικήν αρχήν. Ή νέα πόλις21 θά ίδρυθή εις θέσιν, μή άλλως καθοριζομένην άκριβέστερον ουδέ κατονομαζομένην, εΐμή διά τής δηλώσεως, δτι έχει καλόν λιμένα καί απέχει όγδοήκοντα σταδίους (περίπου 16 χιλιόμετρα) από τής θαλάσσης. Ή περί τήν πόλιν χώρα, όμοια εδαφολογικώς προς τήν υπόλοιπον Κρήτην, είναι «πάμφορος» καί «σχεδόν ουδενδς έπιδεης» (Δ 704 c), δηλαδή σχεδόν αυτάρκης από άπόψεως παραγωγής πάσης φυσεως προϊόντων. Τά χαρακτηριστικά ταΰτα άρκοϋν διά μίαν κατ αρχήν ευμενή διαπίστωσιν, δτι, υπό τάς ανωτέρω γεωφυσικός συνθήκας, δεν είναι αδύνατος ή «κτήσις της άρετής», ή διά τής παιδαγωγοΰσης νομοθεσίας διαμόρφωσις ενάρετου ήθους τών κατοίκων - πολιτών. Είναι ευτύχημα, συνεχίζει ό Πλάτων, δτι ή νέα πόλις δεν είναι εντελώς παράλιος καί, σχεδόν αυτάρκης ουσα, δεν έχει ανάγκην εισαγωγής αγαθών έκ τοΰ Ιξωτερικοΰ' διότι, εν εναντίφ περιπτώσει, θά ύπέκειτο είς δλους τούς κατωτέρω έκτιθεμένους ηθικούς κινδύνους τών ναυτικών πολι-,0) Ό Πλάτων, διά στόματος τοϋ Αθηναίου ξένου, αναγνωρίζει μέν τόν στρατιωτικόν καί πολεμικόν χαρακτήρα τών πολιτειών τής Σπάρτης (πρβ. Λάχ. 182 κ. έ.) καί τής Κρήτης, ών πολλαχοΰ τών διαλόγων του επαινεί τήν ευνομίαν (Κρίτ. 52 e, Ίππ. μ. 283 e, 284 b, Πολιτ. Η 544 c1 πρβλ. Στράβ. 1C 477, Ξεν. Άπ. 3, 5, 4), νομίζει όμως αυτόν μονομερή καί μονόπλευρον. Διότι ή αληθής πρόοδος καί ευδαιμονία μιας πολιτείας έγκειται κατά τόν Πλάτωνα όχι είς τήν καλλιέργειαν μιας μόνον πλευράς τής άρειής, ώς είναι ή ανδρεία, άλλ είς τήν σύμμετρον καί αρμονικήν θεραπείαν όλων τών πλευρών τής άρετής, δηλ τής σοφίας, τής σωφροσύνης, τής δικαιοσύνης καί τής ανδρείας, ή οποία μάλιστα έχει τήν τελευταίαν θέσιν είς τήν ιεραρχίαν τών μορίων τής άρετής. Πρβλ. καί Άριστοτ. Πολιτικ. Β 1271 b 1 κ. έ. 21) Τά γενεσιουργά αίτια τοΰ άποικισμοΰ αυτής βλ. εν Δ 707 e κ. ί.

11 Πλάτων καί Κρήτη 38t τειών και τής μετά των ξένων Επικοινωνίας καί επιμειξίας. 'Από τούτων δέ τών δεινών τότε μόνον θείος τις νημοθέτης και σωτηρ θά ήδύνατο νά την άπαλλάξη. Ή σχετική από τής θαλάσσης άπόστασις αντής είναι «παραμν&ιον» (704 d 9) «ντίδοτον κατά τών κακών τής γείτονας θαλάσσης, ήτις, παρά τάς τέρψεις, που παρέχει είς την καθημερινήν ζωήν, κατ' ουσίαν είναι «μάλα όντως αλμυρόν και πικρόν γειτόνημα» (70ό a 3). 'Ως πορατηροΰμεν, ή νέα πόλις παρίσταται ως πραγματοποιούσα γεωγραφικιΐις τό «μηδέν άγαν», ιό μέτρον, την μεσότητα. Είναι «,πάμφορος», όχι όμως και «πολύφορας» (705b, πρβλ. καί Η 847 c 2), πσράγει δηλαδή όλα τά αναγκαία προϊόντα, χωρίς όμως νά εχη τον όλβον καί τήν αφθονίαν τής υπερπαραγωγής' διότι είναι εδαφολογικώς «τραχντέρα» παρά «πεδιει> οτέρα» (704 d). Δένδρα δεν έχει πολλά: «ονκ εοτιν οντε τις έλάτη λόγου αξία οϋτ αν πεύκη, κνπάριττός τε ου πολλή' πίτυν τ αν και πλάτανον όλίγην αν εϋροι τις» (705 ο)' επομένως έχει έλλειψιν ναυπηγήσιμου ξυλείας* * Δύσκολον * * * * * * * * * * * είναι νά δεχθώμεν, ότι ή τοπογραφική αύτη εικών τής ανωνύμου νέας πόλεως άνταποκρίνεται εις συγκεκριμένην τινά πραγματικότητα' είναι μάλλον πλάσμα34 πλατωνικόν, ποίημα τού φιλοσόφου πρεσβύτου, συν- ί3) Πρβλ. καί Νόμ. Γ 691 d a, ένθα ό λόγος περί τής νομοθεσίας τής Σπάρτης. 2S) Εκ του παρά Πλουτ. Συμπ. Προβλ. 1, Β, 5, 21 κ. έ. : «ουδέ ό ναυπηγός προτάττει τήν Ιαθμικήν πίτυν ή τήν κρητικήν κυπάριττον δέν φαίνεται έλλειψις έν Κρήτη ναυπηγήσιμου ξυλείας. Ώς πρός τήν διά τού; Αθηναίους πολιτικήν σημασίαν τής ναυπηγήσιμου ξυλείας καί τής έξωθεν, καί ιδίως έκ Μακεδονίας, εισαγωγής αυτής είς τήν Αττικήν βλ. Θουκ. IV, 108, 1. Ξενοφ. Έλλ. VI, 1, 11. *Δημοσθ. Π. Τιμόθ. 26, 29. Διόδ. XX, 46, 4. Ιίλούτ. Δημητρ. 10, 1. Κατά τόν Ξενοφώντα (Έλλ- V, 2, 16) ώς λόγοι τής ναυτικής ισχύος τής Όλύνθου προβάλλονται : «ξύλα μεν ναυπηγήσιμα εν αυτή τή χώρα, εσιί, χρημάτων δε πρόσοδοι εκ πολλών μεν λιμένων, πολλών δ εμπορίων, πολυανθρωπία γε μήν διά τήν πολυσιτίαν υπάρχει». 3*) Άντιθέτως ή έν τή σκηνογραφία (A 624a κ. έ.) εικών τής περιοχής τής Κνωσού, έν συνδυασμφ πρός τήν έντύπωσιν τού χωρίου Η 834 a κ. έ., δέν άπομακρύνετιη τής πραγιιατικότητος, ώστε καί διά τούτο νά υποστηρίζεται παρά τινων (λ. χ. τού C. Ritter, Platon Α, σ. 88 καί ιδίως τού Η. van Εί fenterre, έ ά., σ. 66 κ. έ., έξετάζοντος διά μακρών τό ζήτημα έπί τή βάσει πλήρους γνώσεως τής σχετικής βιβλιογραφίας) ή εικασία, δτι 6 Πλάτων κατά τι ταξίδιόν του (ίσως τό είς Αίγυπτον καί Κυρήνην, δπερ όμως δέν δέχονται πάντες ώς πραγματικόν) έστάθμευσεν έπ ολίγον χρόνον είς τήν Κρήτην. Ταξίδιον τού Πλάτωνος είς Κρήτην ύπ οΰδενός αρχαίου βιογράφου του παραδίδεται. Τό πρόβλημα ευλόγως δέν έ'τοπίζεται μόνον είς τήν περί τής φύσεως τής Κρήτης πηγήν τών γνιύσεων τού Πλάτωνος, άλλ έπεκτείνεται είς τήν δλην ένημέρωσιν αυτού, ώς πρός τε τήν χώραν καί τόν ιδιωτικόν καί δημόσιον βίον τής νήσου. Ή πιθανωτέρα δέ γνώμη είναι, δτι ή παρά Πλάτωνι είκών τού βίου

12 580 Κωνστ. I. Βουρβέρη τεθέν!κ πασίγνωστων " στοιχεία» τής κρητικης χοδρας καί φύσεως, κατασκεύασμα γεωγραφικόν, προσηρμοσμένον προς την επακολουθούσαν άνθρωπολογικην ερμηνείαν, περί ής δ Πλάτων κυρίως ενδιαφέρεται. 'Η σχετική από της θαλάσσης άπόστασις, ή παραγωγική αύτάρκεια και η έλλειψις ναυπηγήσιμου ξυλείας είναι κατά τον Πλάτωνα τρία προτερήματα, κωλυοντα την έξέλιξιν της υπό ιδρνσιν πόλεως εις πολιτείαν εμπορικήν καί ναυτικήν 38 καί άποτρέποντα την άνάπτυξιν ηθών «παλιμβόλων», «απίστων» καί «άφιλων» (70δ a)31. Αυτή ακριβώς είναι ή αλμυρά καί πικρά γειτονία της θαλάσσης διά τούς κατοίκους μιας παραλίου πόλεως, έχοΰσης περίσσειαν παραγωγής αγαθών : δημιουργεΐται κίνησις εξαγωγής τών προϊόντων τούτο» εις τήν αλλοδαπήν, στροφή τών κατοίκων προς τήν ναυτιλίαν, τήν εμπορίαν καί τον χρηματισμόν, καθιστώσα αυτούς ασταθείς τον χαρακτήρα, φιλοχρημάτους, χωρίς εμπιστοσύνην προς άλλήλους καί προς τούς ά'λλους ανθρώπους καί μέ γνώμονα τό συμφέρον αντί τής φιλίας. Έναντι τών εξαγομένων προϊόντων, ή πόλις «νομίσματος άργυρον καί χρυσόν πάλιν άντεμπίμπλαιτ αν, ου μεΐζον κακόν ώς έπος είπεΐν πόλει άνθ ένός εν ουδόν άν γίγνοιτο είς γενναίων και δικαίων ή&ών κτήαιν» (705 b). "Εν άλλο μειονέκτημα τής παραλίου πόλεως είναι ή ηθική διαφθορά τών πολιτών διά τής μιμήσεως ξένων πονηρών ηθών καί θεσμών. τής Κρήτης περιέχει, πλήν τών είς τήν κρητικήν πραγματικότητα άνταποκρινομένων στοιχείων, ατινα ελέγχονται καί διά τής αντιπαραβολής πρός τά νεώτερα επιγραφικά ευρήματα, καί πολλά στοιχεία έκ τής προφορικής παραδόσεως καί έκ τής αττικής καί δή καί τής σπαρτιατικής νομοθεσίας, τήν όποιαν πολλαχοϋ δέν χωρίζει τής κρητικής. "Ισως δ υπάρχει καί οχέσις μεταξύ τής συνθέσεως τών «Νόμων» καί τών έν Σικελίφ περιπετειών τοΰ Πλάτωνος.,s) Βλ. Wilamowitz, Platon, Α', σ. 661 κ. έ. Άλλως ό Ρ. Friedlander, Platon A', β) Ό Θουκυδίδης (I, 8, 2 κ. έ.) παρατηρεί περί τών έπακολουθημάτων τής ναυτικής ισχύος τοΰ Μίνιο : «εφιέμενοι γάρ των κερδών ογ is ηοοους νπεμενον τών κρεισοόνων δουλείαν, ογ τε δυνατότεροι περιουσίας εχοντες προοεποιονντο υπηκόους τάς ελάασους πόλεις». Τήν έξέλιξιν τών Αθηνών από κράτους ηπειρωτικού εις ναυτικόν ό Πλάτων θεωρεί ως μίαν τών κυριωτέρων αίτιο» τής διαφθοράς τών πολιτικών ηθών καί τής καθόλου παρακμής τής πόλεως. Διά ιόν αυτόν λόγον ό Πλάτων κατακρίνει καί τό θαλάσσιον κράτος τοΰ Μίνωος, ένφ έπαινε! τό νομοθετικόν του εργον. Κριτικήν τών ανωτέρω γνωμών τοΰ Πλάτωνος περί τής «πρός την θάλασσαν κοινωνίας» καί άλλων σχετικών βλ. παρ Ά- ριστοτ. Πολιτικ. VII, 4, 1327a, 10 κ. έ. *') Ώς πρός τήν αξίαν τής φιλίας τών πολιτών πρός άλλήλους βλ. Νόμ. A 708c, Γ 678e, 694b, 698c.

13 Πλάτων και Κρήτη 331 'Ιδού δέ μία ειδική περίπτωσις τοιαύτης επικίνδυνου μιμήσεοις : Οταν μία πόλις παράλιος παρενοχλήται υπό εχθρών, αναγκάζεται προς καλυτέραν άμυνάν αυτής νά μιμηθή τους αντιπάλους της εις τά μέσα τοΰ πολέμου. 'Ως συγκεκριμένου δέ παράδειγμα τής περιπτώσεως αυτής ό Πλάτων παραθέτει τό κατωτέρω, δπερ δεν είναι μέν πραγματικόν γεγονός, θά ήδύνατο όμως νά πραγματοποιηθή και νά επιβεβαίωση ως ιστορική πράξις, δσα ενταύθα λέγονται θεωρητικώς περί ναυτικής μιμήσεως : 'Όταν οί Αθηναίοι, λέγει ό Πλάτων, ύπεχρεώθησαν υπό τοΰ Μίνωος εις τήν καταβολήν, τήν «χαλεπήν φοράν δασμόν», τοΰ αιματηρού φόρου τών 7 νέων καί 7 νεανίδων, υπήρχε κίνδυνος, πρός αποτροπήν τοΰ ζυγοΰ καί τοΰ φόρου τούτου καί πρός αποτελεσματικήν άντιμετώπισιν τών Κρητών, νά στραφοΰν πρός τήν θάλασσαν καί νά μετατραποΰν από τότε εΐς ναυτικήν δύναμιν κατά μίμησιν τής Κρή. της. Επειδή δμως δεν είχον πλοία καί ναυπηγήσιμου ξυλείαν, διέφυγον τότε τον κίνδυνον. Τοΰτο υπήρξε μέγα ευτύχημα διά τους Αθηναίους, έστω καί αν τό έπλήρωνον μέ τον αιματηρόν φόρον τών 14 ψυχών. Τήν βραδύτερου πραγματοποιηθεΐσαν διά τής πολιτικής τοΰ Θεμιστοκλέους μετατροπήν τοΰ βίου τής πόλεως από χερσαίου εις ναυτικόν 88 δ Πλάτων, διαφωνών ριζικώς καί πεισμόνως εις τό σημεΐον αυτό πρός τήν επίσημον ιστορικήν89 άντίληψιν, θεωρεί τόσον πολύ δλεθρίαν διά τά ήθη τών πολιτών και τής πόλεως, ώστε παρατηρεί: «ετ«γάρ αν πλεονάκις έπτά άπολέααι παΐδας αντοις συνήνεγκεν, πρίν άντι πεζών οπλιτών μονίμων ναυτικούς γενομένους Ιθισθήναι, πυκνά άποπηδώντας, δρομικώς εις τάς ναϋς ταχύ πάλιν άποχοτρεΐν, και δοκεΐν μηδέν αισχρόν ποιεϊν μη τολμώντας άποθνησκειν μένοντας έπιφερομένοτν πολεμίων, άλλ εικυίας αυτοΐς γίγνεσθαι προφάσεις και σφοδρά Ιτοίμας όπλα τε άπολλνσιν και φεΰγουσι δή τινας ονκ αίσχράς, ως φααιν, φυγάς» (706 b - c). Κατά τήν γνώμην δηλαδή τοΰ Πλάτωνος θά ήτο προτιμοτέρα διά τούς Αθηναίους ή εις τον Μίνω καταβολή κσί πολλαπλασίου ακόμη φόρου (ή : ή συχνοτέρα καταβολή τοΰ φόρου) παρά ή αποτελεσματική άμυνα κατά τοΰ Μίνωος διά τής ναυτικής μιμήσεως τών Κρητών υπό τών Αθηναίων. Καί τοΰτο, διότι ή μίμησις αύτη θά είχε διά τούς Αθηναίους δεινά ηθικά επακόλουθα, αυτά δηλαδή τά όποια συνέβησαν βραδύτερου, άφότου αί Άθήναι έγιναν ναυτική δύναμις. Ή πόλις αντί πεζών βαρέως ωπλισμένων καί μονί- ) Βλ. Θουκ. I, 14, 2.80,3. 121,3. 142,5 κ. I. II, 39,3. 62,2. 87,4. V, VI, 82,3. Έν Θουκ. I, 49 περιγραφή τής περί τά Σύβοτα ναυμαχίας, γτνομίνης τψ παλατφ τρόπου καί προαφεροϋς πεζομαχιρ». ) Λ. χ. τοΰ Θουκυδίδου, καθ δν *μέγα το τής ΰαλάσοης κράτος».

14 382 Κωνστ. Τ. Βουρβέρη μων οπλιτών θά ειχεν έκτοτε αύτοιίς, τούς οποίους ήρχισε νά εχη από τοΰ Θεμιστοκλέους : ευκινήτους ναύτας, έπιχειροΰντας συχνάς αιφνιδιαστικά; αποβάσεις εις εχθρικός χώρας καί δρομαία»; πάλιν ύποχωροΰντας εις τά πλοΐά των Κατά την τακτικήν καί ηθικήν τοΰ ναυτικού πολέμου δεν θεωρείται αισχρόν πράγμα ή μη μέχρι θανάτου μμονή είς τήν τεταγμένην θέσιν' τουναντίον δικαιολογούνται δι εύσχημων καί προχείρων προφάσεων ή απώλεια των οπλών, ή εγκατάλειψις τής θεσεως καί ή αισχρά φυγή προ τοΰ εχθρού!,η. Μή άρκούμενο; δέ ό Πλάτων εις τό εκ τής παλαιοτέρας κρητικής ιστορίας ανώτερα) δυνητικόν παράδειγμα, καταφεύγει καί εις τήν λογοτεχνίαν, ΐνα έπικυρώση καί δι αυτής τά κατά τούς ηθικούς κινδύνους, τούς συνδεόμενου; μέ τήν θάλασσαν καί τον ναυτικόν πόλεμον. Επικαλείται τον "Ομηρον καί ιδίως τούς λόγους τοΰ Όδυσσέως προς τον Άγαμέμνονα (Ίλιάδ. Ξ 95 κ. έ.): «δ; κέλεαι πολέμοιο ουνεαταότος και αυτής νήας ευοέλμους αλαδ ελκειν, δφρ ετι μάλλον ΤρωοΙ μεν ευκτά γένηται έελδομένοιοί περ εμηης, ήμϊν δ αΐπ'υς δλεέλρος έπιρρέπτf οϋ γαρ Αχαιοί σχήοουοιν πολέμου, νηών αλαδ έλκομενάων, αλλ άποπαπτανέουσιν, έρωήηουσι δε χάρμης' ενϋα κε σή βουλή δηλήσεται, οϊ αγορεύεις» 5Ι. Ό συνετός βασιλεύς τής Ιθάκης θεωρεί ως φοβερόν απερισκεψίαν τήν πρότασιν τοΰ Άγαμεμνονος, δπως οί υπό των Τρώων δεινώς πιεζόμενοι Αχαιοί καθελκύσουν τά κινδυνεύοντα πλοία είς τήν θάλασσαν' ούτοι όμως εν τοιαύτη περιπτώσει δεν θά έπιμείνουν πλέον εις τον σκληρόν άγώνά των, αλλά θά κοιτάξουν πώς νά φύγουν, εγκαταλείποντες αυτόν καί ριπτόμενοι εύχερώ; είς τά πλοία' τοιαΰται προτά-,0) Τά τοϋ τρόπου, καθ δν ό Πλάτων ένυφαίνει είς τούς διαλόγους του ιστορικά παραδείγματα πρός έποπτικοποίησιν ή έπικύρωσιν τών θεωρητικών ήθικοπολιτικών καί παιδαγωγικών αρχών του, έρμηνεύομεν είς τάς ανωτέρω σημειωθείσας εργασίας μας Ενταύθα είναι δλως ιδιότυπος ή χρήσις τού 'ιστορικού παραδείγματος διότι ώς παράδειγμα παρατίθεται μία περίπτωσις, ήτις 6έν είναι ιστορική, έφόσον δέν έπραγματοποιήθη, θά ήτο δμως δυνατόν νά πραγματοποιηθώ καί νά επικύρωση ίσιορικώς τά θεωρητικώς λεγάμενα περί ναυτικής μιμήσεως, άν ύπήρχον αί συναφείς ευμενείς προϋποθέσεις (πλοία καί Ιπάρκεισ ναυπηγήσιμου ξυλείας). *') Ή πλατωνική γραφή τοΰ ανωτέρω ομηρικού κειμένου παρουσιάζει απο. κλίσεις τινάς άπό τού κειμένου τών κωδίκιυν. Βλ. κριτ. υπόμνημα έκδόσεως Monro -A lien ( Οξφόρδης) καί J. Labarbe, 1/ Hotnere de Platon, σ, 243 κ. έ (παρά Ε. de Places, Platon, L,es lois, B', 3-6, 1951, σ. 52).

15 Πλάιων καί Κρήτη 333 σεις αποτελούν εκδηλώσεις ολέθριας ηττοπάθειάς, παραλυούσας τδ ηθικόν των οπλιτών κατά τάς σκληράς πεζομαχίας. Τών πεζομαχιών άκρος θιασώτης είναι καί ό Πλάτων. Πιστεύει, δτι αύται βελτιώνουν τά άνίίρώπινα ήθη, ως καλλιεργούσαι τό πνεύμα τής καρτερίας καί τής εμμονής είς την τεταγμένην θέσιν μέχρι ιθανάτου' άντιθέτως αί ναυμαχίαι συντελούν είς την χαλάρωσιν τών ηθών, διότι έπιτρέποιιν εγκατάλειψην τής θέσεισς καί αίσχράν φυγήν προ τού εχθρού. Την πίστιν του ταΰτην περί τής διαφόρου ηθικής αξίας τού ηπειρωτικού καί τού ναυτικού πολέμου εκφράζει ό Πλάτων διά στόματος τού Αθηναίου ξένου είς τό τέλος τής δλης άνθρωπογεωγραφικής συζητήσεως τού Δ' βιβλίου (707 b - d). Έξ αφορμής τής ένστάσεως τού Κρητός, δτι την Ελλάδα έσωσεν από την βαρβαρικήν επιδρομήν ή εν Σαλαμΐνι ναυμαχία, ό Αθηναίος ξένος, συμφωνούντος εν τφ προκειμένφ σημείφ καί τού Αακεδαιμονίου συνομιλητοΰ του, άντιπαρατηρεΐ, δτι ή σωτηρία τής Ελλάδος οφείλεται είς τάς δυο πεζομαχίας τών Μηδικών : τήν εν Μαραθώνι, ήτις «ήρξε τής οοπηρίας» τής Ελλάδος, καί τήν έν Πλαταιαΐς, ήτις «έπέϋηκε τέλος» αυτής. Αί δυο ναυμαχίαι τών Μηδικών, ή έν Σαλαμΐνι καί ή περί τό Αρτεμίσιαν, υστερούν τών πεζομαχιών δχι μόνον ως προς τά πολεμικά, άλλα καί ως προς τά ηθικά αποτελέσματα *2, περί ών έγένετο λόγος ανωτέρω. Ή προκειμένη διαφωνία μεταξύ τού Κρητός άφ ενός καί τού Λακεδαιμονίου καί Αθηναίου άφ ετέρου εξηγείται ως προς τούς δτίο πρώτους από τόν οίκεΐον είς έκάτερον τρόπον βίου. Ό μέν Κλεινίας, ο παράλιος καί ναυτικός Κρής, τιμά τό κράτος τής θαλάσσης, εντός τού οποίου ζή, διό καί έξαίρει τάς ναυμαχίας' ό δέ Λακεδαιμόνιος συνηγορεί υπέρ τών πεζομαχιών διά τήν ηπειρωτικήν μορφήν τής σπαρτιατικής πολιτείας. Ό τρίτος δμως ομιλητής, ό Αθηναίος, δεν είναι φορεύς τού ναυτικού πνεύματος τής πατρίδος του, αλλά τού πλατωνικού πνεύματος- διά τούτο δέ καί εκφράζεται συνεπής προς τήν θεμελιώδη άντίθεσιν τού φιλοσόφου προς τό θαλάσσιον κράτος τών Αθηνών. Ό Πλάτων τάς άνθρωπογεωγραφικάς παρατηρήσεις τής εισαγωγής του είς τό γενικόν προοίμιον τής νομοθεσίας κατακλείει μέ τήν εξής άνακεφαλαίωσιν (Δ 707 d) : «άλλα γάρ άποβλέποντες ννν προς πολιτείας αρετήν, καί χώρας φύοιν οκοπούμεΰα και νόμο)ν τάξιν, ον 52) "Αλλο δυσμενές ήθικόν επακολούθημα τοϋ βίου τών ναυτικών πολιτειών είναι ή ΰπ αυτών καλλιεργούμενη τάαις πρός συνάγεις καινοτοιιίας. βλ. τά κατά τών καινοτομιών έν ΙΙολιτ. Δ 424c κ. έ. Νόμ Β 656c κ. έ. Γ 700a κ. έ. Ζ797 ά κ. έ. Έπιστ. Ζ 324b κ. έ

16 384 Κωνστ. I. Βουρβέρη το σφζεσϋαί τε και είναι μόνον άν&ρώποις ημιώτατον ήγονμενοι, κα&άπερ οί πολλοί, το δ ώς βελτίοτους γίγνεο&αί τε και είναι τοσοντον χρόνον, δουν 3)' ώσιν». * * * Ή ανωτέρω κατακλείς παρέχει την φιλοσοφικήν θεμελίωσιν καί ερμηνείαν τών άνθρωπογεωγραφικών παρατηρήσεων τοΰ Πλάτωνος. Εις την γενικωτέραν δέ κατανόησίν των συντελεί και ή διά βραχέων ενταξις αυτών εις το ευρυτερον πλαίσιον τής δλης άνθρωπογεωγραφικής σκέψεως των Ελλήνων. Ό Πλάτων, συνάπτων εις τ«τς έρμηνευθείσας ανωτέρω αποφάνσεις του στοιχεία φυσικά γεωγραφικά μετά ήθικοπολιτικών άνθρωπολογικών, εύρίσκεται άναμφιβόλως έν ομοφωνία προς τάς σχετικάς δοξασίας τοΰ 'Ιπποκράτους καί τής σχολής του, ώς αυται έκταθενται ιδία εις τό υπό το όνομα τοΰ 'Ιπποκράτους παραδοθέν σύγγραμμα «Περί αέρων, ύδάτων, τόπων». Προς τάς γνώμας τοΰ 'Ιπποκράτους ωσαύτως στοιχει καί ό τρόπος, καθ δν χειρίζονται τά κλιματολογικά καί συναφή ζητήματα ό Ηρόδοτος, ό Έκαταΐος καί διεξοδικώτερον ό Αριστοτέλης. Τοϋτο παρετήρησσν ήδη καί οί Αρχαίοι, ώς μαρτυρεί, πλήν άλλων, καί τοΰ Γαληνού τό έργον «Περί τών καθ 'Ιπποκράτην καί Πλάτωνα δογμάτων» **, Οί νεώτεροι έρευνηταί εκινήθησαν μεταξύ δύο άκρων απόψεων, έξ ών μνημονεύομεν την τού Fr. Poschenrieder δεχομένου ώς σημαντικήν τήν από τοΰ 'Ιπποκράτους έξάρτησιν, καί τήν τοΰ L. Edelstein'5, καθ δν ό 'Ιπποκράτης δεν ήτο διά τον Πλάτωνα 16 καί τον Άρισιοτέλην 37 ή αλάθητος ιατρική αυθεντία, οΐα εθεωρεΐτο κατά τούς χρόνους τοΰ Γαληνού. Όρθότερον ό W. Jaeger επεξέτεινε τό θέμα εις μίαν εύρυτέραν έρευναν τών σχέσεων ελληνικής ιατρικής καί φιλοσοφίας, εϊδικώτερον δέ τής πλατωνικής38. Ό Πλάτων έλαβε τήν ιατρικήν τέχνην ώς πρότυπον εν τή ιδρύσει τής ηθικής - πολιτικής επιστήμης του. Κατά τον Γαληνόν (Ε 440, 4 *) Έκδ. Muller, Λιψία, **) Die platonischen Dialoge in ihrem Verhaltnisse zu den hippokra" tischen Schriften, Programm Metten, Dandshut, ) Περί αέριον und die Sammlung der hippokratischen Schriften, Berlin, * ) Πολλών συζητήσεων υποκείμενον έγένοντο τά δυο χωρία, εις α ό Πλάτων ρητώς μνημονεύει τόν Ιπποκράτην (Ιίρωτ. 311b c καί Φαίδρ. 270c). * ) Εϊδικώτερον ή άπό τοΰ Ίπποκράτους έξάρτησις τοΰ Άριστοτέλους διαπιστοΰται συνήθως έν Πολιτικ. VII, 4, 1326α 15 κ. έ.,r) Βλ. Paideia, τόμ. Β', 1944 καί ίδίρ τό κεφάλαιον «Ή ελληνική ιατρική ώς παιδεία».

17 Πλάτων καί Κρήτη 885 X. έ.) «ώσπερ γάρ νγίεια σώματός Ιστιν ή συμμετρία τών άπλονστάτων αυτού μορίων, 3 δη καϊ στοιχεία προσαγορεύομεν, τον θερμού, λέγω, και ψυχρόν και ξηρού καϊ υγρού, κατά τον αυτόν τρόπον εχη δν, οϊuat, και ή τής ψυχής ΰγίεια συμμετρία τις τών άπλών αυτής μορίων...καϊ δη καϊ ή νόσος ή τής ψυχής ώσαντως άσνμμετρία τις εσται και στάσις προς αλληλα τών αυτών τούτων μορίων (επιθυμητικού, θυμοειδούς, λογιστικού)». At εννοιαι τής νγιείας και τής νόσου άπαντώσιν εν τε τή φυσική και ψυχική περιοχή, εκφράζουσαι εκείνη μέν τήν συμμετρίαν, την αρμονίαν και τό κάλλος, αΰτη δε τήν άσυμμετρίαν, τήν πλημμέλειαν και τό αίσχος τοΰ τε σώματος και τής ψυχής**. Εντεύθεν καθίσταται ευνόητος ό κοινός «κανονικός», κανονιστικός κα'ι δεοντολογικός, παιδευτικός άρα χαρακτήρ τής τε πολιτικής ηθικής και τής Ιατρικής. Ή κλασσική ιατρική τού Ε' κα'ι Δ' π. X. αιώνος, προεξαρχούσης τής σχολής τοΰ Ίπποκράτους 4<ι, αληθή μέθοδον έθεώρει και ήσκει ε κείνην, ήτις ουδέποτε χωρίζει τό μέρος από τό δλον, βλέπει δε τό μέρος πάντοτε έν τή άμοιβαίςι άλληλεπιδράσει και εξαρτήσει αυτού από τών λοιπών μερών και τού δλου. Κατά ταΰτα ή άνθρωπογεωγραφική σκέψις τών Ελλήνων και τού Πλάτωνος, ή έρευνώσα καί έρμηνεόουσα τήν συμβολήν τών «τόπων» καί τοΰ φυσικού έν γένει περιβάλλοντος εις τήν γέννησιν ανθρώπων ήθικωτέρων ή φαυλοτέρων, «προς τό γένναν ανθρώπους άμείνους καi χείρους» κατά τήν ρήσιν τής προμετωπίδας τής παρούσης μελέτης, είναι απόρροια τής ιδέας τής ένότητος, ύφ ήντό Ελληνικόν πνεύμα έβλεπε φυσιν άμα καί άνθρωπον, χώραν καί κατοίκους αυτής. Καί τών περί Κρήτης * 41 * άνθρωπογεωγραφικών * ιδεών τοΰ Πλάτωνος4* **) Πρβλ. καί τήν σκηνογραφίαν τοΰ πλατωνικού διαλόγου «Χαρμίδου». 4 ) Διά τάς λοιπάς ελληνικός ιατρικός σχολάς βλ. J. Ilberg, Die Arzteschule von Knidos (Πρακτ. Σαξ. Άκαδημ. 1924) καί Μ. Wellmann, Die Fragmente der sikelischeti Arzte, Berlin, Βλ. καί τό βιβλίον τοΰ Werner Jaeger, Diokles von Karystos, ) *0 καθηγητής καί ακαδημαϊκός κ. Β α σ. Α ί γ ι ν ή τ η ς, όρμώμενος έκ τής σταθερότητος τής περιόδου τών βροχών από τής εποχής τοΰ Μίνωος, θέματος, όπερ ήρεύνησεν Ιδίςτ εις τήν μελέτην του «Περί τών μετεωρολογικών περιόδων» (Έπετηρίς Πανεπιστ. Αθηνών, 1947), άνεζήτησε καί τήν σταθερότητα ολοκλήρου τοΰ κλίματος τής Κρήτης άπό τής αυτής εποχής μέχρι σήμερον. Τήν σταθερότητα ταύτην όποδεικνΰει εις δευτέραν εργασίαν του υπό τόν τίτλον «Τό κλίμα τής Κρήτης κλπ.», άνακοινωθείσαν είς τήν Ακαδημίαν Αθηνών (1953). Τής άνακοινώσεως ταύτης, δι ής, πλήν άλλων, διαφωτίζεται λίαν πειστικώς καί ή έννοια τοΰ ομηρικού «έκκέωρος» (Όδυσ. τ, 179 καί αλλαχού, πρβλ. καί Πλατ *Μίν. 320e κ. έ., Νόμ. Δ 706a κ, έ ), περίληψις έδημοσιεύθη είς τό περιοδ,

18 336 Κωνστ. I. Βουρβέρη αφετηρία είναι ή αυτή 'Ελληνική ιδέα τής ενότητας και ή παιδαγωγική αγωνία τοΰ πολίτικου δημιουργού, όσης, παρά τήν συνήθη έξασφάλι* σιν τής υλικής ύπάρξεως καί έπαρκείας τής υπό ΐδρυσιν πόλεαις, κατατείνει εις το «ώς βέλτιστους γίγνεο&αί τε και εΐιαι τους πολίτας» αυτής, συναπτών ούτω γεωγραφίαν, ιατρικήν καί ηθικήν εις τήν ύπερτέραν ενότητα τής φιλοσοφικής ανθρωπολογίας. ΚΩΝΣΤ I ΒΟΥΡΒΕΡΗΣ * 45 «Ήλιος», τεύχη 448 καί 449 τού 1953 Συναφώς πρβλ. καί Σπυρ. Μαρινάτου, Διογενεις βοσιλήες (έν Studies presented to David Moore Robinson) καί Τοΰ αϋτοϋ, Έννέωρος Μίνοις (άρθρον είς τό περιοδ. «^Ηλιος», τεΰχ. 457, 1953). 45) "Αλλας, εκτός των περί Κρήτης, άνθρωπογεωγραφικάς αποφάνσεις τοΰ Πλάτωνος βλέπε: Πολιτ. Δ 435e κ. ί., Τίμ. 24c, Κριτί. 109c, llle, * Επινομ. 987d. Πρβλ. καί Ήρόδ. Ill, 106, 1. I, 142, IV, 28, Άριστοτ. Πολιτικ. VII, 1327b 23 κ. έ. 'Ερμηνείαν αυτών βλ έν τω ήμετέρφ βιβλίω: Ή εθνική συνείδησις τοΰ Πλάτωνος σ. 15 κ. έ.

19 Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΙΑΣ Δεν είναι ολίγα τα παραδείγματα επιμόνων κατ δναρ εμφανίσεων, εις γυναίκας ιδίως, θείων η και κοσμικών προσώπων έπιτασσόντων την είς ωρισμένον μέρος ενέργειαν σκαφής προς άνεΰρεσιν κεκρυμμένου χριστιανικοί) ναοΰ η κατακεχωσμένης θαυματουργοί) είκόνος, ουδέ σπανία ή έπαλήθευσις της επιταγής'. Οΰτω προσφάτως ακόμη ή χριστιανική αρχαιολογία έπλουτίσθη χάρις εΐς θήλ<=α media ιιέ το' άΐι 5 λογά παραδείγματα παλαιοχριστιανικών βασιλικών, ήιυι ; ) ΐμν ι<.. Δαφνουσίων τής Λοκρίδος* 2, (3) τήν παρά τό 'Ηράκλειον τής Νεμέας, άδημοσίευτον είσέτι, τρίκλιτον επαρχιακήν βασιλικήν καί γ) τήν κατωτέρω δημοσιευομένην βασιλικήν τής Συίας (σημερινής Σουγιάς)'κειμένης επί τής προς τό Λιβυκόν πέλαγος ακτής τής Κρήτης καί συγκεκριμένως εις τά δρια των επαρχιών Σέλινου καί Σφακίων. Ιδού πώς περιγράφει τήν ευρεσιν τοΰ μνημείου εις τήν εφημερίδα «Παρατηρητήν» τών Χανίων τής 2ας Ιουλίου 1952 (άρ. φυλ. 1156) δ Επιθεωρητής τών Δημοτικών Σχολείων κ. Παν. Κασιμάτης, δστις καί πρώτος έπέσυρε τήν προσοχήν τών επιστημόνων καί τών αρμοδίων αρχών επί τής ύπάρξεως τοΰ άξιολόγου ναοΰ τής Σουγιάς καί τών ψηφιδωτών αύτοΰ : «Ή άνακάλυψις τοΰ ναοΰ οφείλεται εις επανειλημμένα δνειρα τής Αντωνίας, συζύγου Ματθαίου Καναντολέων (sic) έκ Λιβαδά, μαγειρίσσης σήμερον τοΰ οικοτροφείου Σουγιάς, εις τό όποιον φιλοξενοΰνται οί μαθηταί τών έκ θεμελίων καταστραφέντοον σχολείων καί χατ ρίων : Μονής, Κουστογεράκου καί Λιβαδά. Μετά τήν ήτταν καί άναχώρησιν τών Γερμανών από τήν Σοόγιαν, ή Αντωνία ειδεν εις τό δνειρόν της κάποιον, δ όποιος τήν παρεκίνησε νά σκάψουν βαθειά εις ύποδεικνυόμενον ωρισμένον τμήμα ενός άγροΰ, μέχρι τότε καλλιεργου- *) Πολλά είναι καί από τήν βυζαντινήν εποχήν τά παραδείγματα εύρέσεως ναοΰ ή είκόνος κατά θείαν άποκάλυψιν. 'Αναφέρω προχείρως τό τοΰ ναοΰ τοΰ Άγ. Άνδρέου τής Μ. Περιστερών ύπό Άγ. Εύάυμίου τοΰ Νέου (Ε Petit Vie et office de St Euthyme le Jeune, Paris 1904 σ 38) καί τό τής είκόνος τοΰ Μ. Σπηλαίου ύπό τών αδελφών μοναχών Συμεών καί Θεοδώρου, διαταχάέντων πρός τούτο ύπό τής Παναγίας φανερωθείσης εις αυτούς καθ ύπνους (Ο ί- κονόμου τοΰ έξ Οικονόμων, Κτητορικόν ή Προσκυνητάριον.,τής Μ. Μεγάλου Σπηλαίου, ΆΟήνησιν 1840 σ. 44). 2) A. Orlandos, Une basilique paleochretienne en Eocride Byzantion V (1929) a ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ Z. 22

20 338 Άν. Κ. Όρλάνδου μένου, ευρισκομένου είς τό δυτικόν όίκρον τοϋ συνοικισμού και εις άπόστασιν 125 μέτρων από τής θαλάσσης, διότι εκεΐ υπήρχε «παληά εκκλησία», την όποιαν πρέπει να κτίσουν εκ νέου. Επειδή τό ίδιον όνειρον έπανελήφθη, έπίεσε τον σύζυγόν της να αρχίσουν την άνασκαφήν, διότι είναι «θέλημα τού Θεού». Πεισθε'ις τέλος ό Ματθαίος, τή βοηθείφ κα'ι τής συζύγου του ήρχισε την άνασκαφήν. Ευθύς από τής δευτέρας ημέρας διέκριναν σημεία πείθοντα, ότι εκεί ό'ντως ύπήρχον θαμμένα τα ερείπια ναού». Καί έως μεν εδώ τα πράγματα έβαινον καλώς, οΰχί όμως και περαιτέρω' διότι αντί νά είδοποιηθή αμέσως ή Αρχαιολογική υπηρεσία περί τής εύρέσεως αρχαίου κτηρίου, ό Ματθαίος ένήργησεν εράνους, Ιλαβε τήν άδειαν τού θεοφιλεστάτου Επισκόπου καί επί τών ερειπίων τοϋ παλαιού άνήγειρε νέον ναόν, μήκους 13 μ. καί πλάτους 5 μ., κατεσκεύασε θύρας κλπ. καί παρήγγειλε ξυλόγλυπτον τέμπλον αντί 9 περίπου εκατομμυρίων δραχμών. Είναι άξιος παντός επαίνου ό Επιθεωρητής κ. Κασιμάτης διότι κατιδών τον κίνδυνον περαιτέρω καταστροφής συνέστησεν, ως γράφει περαιτέρω, θερμώς εις τούς διδασκάλους καί τον Αστυνομικόν Σταθμάρχην νά διαφυλάξουν τα άνακαλυφθέντα ψηφιδωτά ολοκλήρου τοϋ δαπέόου τού ναού εις οΐαν κατάστασιν εύρέθησαν, μέχρις ου ειδοποιηθούν αί άρχαί. Άνεφέρθη δέ πράγματι ό κ. Κασιμάτης εις τε τον επιμελητήν Βυζ. Αρχαιοτήτων Κρήτης κ. Κ. Καλοκύρην καί είς τ ΎπουργεΙον Παιδείας. Επειδή δέ συνέπεσε τότε ό κ. Καλοκύρης νά ετοιμάζεται δι αποδημίαν εις Έσπϊρίαν καί δεν ήδύνατο, τούτου ένεκα, νά μεταβή είς Σούγιαν, έθεώρυσα καλόν, επ εύκαιρίφ καί τών εργασιών άναστηλώσεως τοϋ Ναού "Αϊ - Κυργιάννη Άλυκιανοϋ, άς διηύθυνον, νά έπιληφθώ ου μόνον τής έξετάσεως αλλά καί τής προστασίας τών ψηφιδωτών τής Συίας, δπερ καί έγένετο κατ Ιούλιον τοϋ Ή έπίσκεψίς μου εις Σούγιαν υπήρξε πλήρης απογοητεύσεων' διότι οί χωρικοί, εν τή άγνοια των, είχον κτίσει τον νέον ναόν επί τών στυλοβατών τοϋ μέσου κλιτούς τής παλαιάς βασιλικής, είχον δέ μάλιστα καλύψει αυτόν καί διά κυλινδρικής καμάρας εκ σιδηροπαγούς σκυροκονιάματος, τον δέ δυτικόν αυτού τοίχον εστήριξαν επί τών ψηφιδωτών. Ευτυχώς διά τής εγκαίρου παρεμβάσεως μου κατώρθωσα νά άποτρέψω περαιτέρω καταστροφάς τής αρχαίας βασιλικής, τάς οποίας ήτοιμάζοντο νά συντελέσουν οί εντόπιοι, ως π. χ. τήν άπομάκρυνσιν τής σωζομένης βάσεως τής 'Αγίας Τραπέζης, τήν διάνοιξιν δπών επί τών ψηφιδωτών προς στερέωσιν τοϋ νέου ξυλίνου τέμπλου κλπ. Δι είδικής δέ πιστώσεως, ήν επέτυχον παρά τοϋ Υπουργείου, εφρόντισα διά τήν στερέωσιν τών φθαρεισών παρυφών τών ψηφιδωτών, ήν εξε.

21 Ή παλαιοχριστιανική βασιλική τής Συίας χέλεσί, μετά τής συνήθους αΰτφ Ικανότητος, δ άρχιτεχνίτης τοϋ Μου* σείου 'Ηρακλείου κ. Ζαχ. Κανάκης. Α' Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΟΥ ΝΑΟΥ Ας ελθωμεν ήδη είς την λεπτομερή εξέτασιν τοΰ άποκαλυφθέντος μνημείου, δπερ κείται κατά τό δυτικόν άκρον τοΰ εξ ολίγων οικογενειών απαρτιζόμενου σημερινού χωρίου τής Σουγιάς *. *) Τό σημερινήν δνομα Σούγια είναι προφανώς παραφθορά τοϋ αρχαίου Συία, τοΰ αρχαίου Υ συνηθέστατα τραπέντος είς ου υπό των μεταγενεστέρων πβλ. τρύπα - τρούπα, άχυρών - αχούρι κλπ. Περί τοϋ Υ έν τή νεωτέρφ ελληνική βλ. Γ. Ν. Χατζιδάκι, Μεσαιωνικά καί Νέα ελληνικά τ. Β' έν Άθήναις 1907 σ Κατά Στέφανον τόν Βυζάντιον (έκδ. Meineke, Βερολΐνον 1849 σ. 590) ή Συία ήτο «πόλις μικρά τής Κρήτης, έπίνειον οδσα τής Έλύρου», κατά δέ τόν άνοόνυμον συγγραφέα τοΰ Σταδιασμοΰ των μεγάλων θαλασσών παρ. 331 (Geographi Graeci Minores τ. II σ. 496 τής έκδόσεως Gail) «είς Συβάν (= Συίαν;) πόλις έστί καί λιμένα καλόν έχει». Έκειτο δ ή πόλις 6 στάδια δυτικώς τής Ποικιλασσοϋ, ήτις τοποθετείται άνατολικώτερον, πρός τά Σφακιά, έν φ ή Έλυρος ήτο ιδρυμένη παρά τό πρός βορράν τής Σούγιας κεί" μενον χωρίον Ροδοβάνι. Σήμερον ό λιμήν τής Συίας έχει έξαφανισθή λόγω σημαντικής άνυψώσεως τής άκτής, ήτις είχεν αρχίσει ήδη άπό τής άρχαιότητος (Bursian, Geographic von Griechenland II Leipzig 1868, σ. 548). Λείψανα αρχαίων κτηρίων διατηρούνται άφθονα μέχρι σήμερον έν Συίφ' είναι δέ ταΰτα άς έπί τό πολύ τείχη, τάφοι καί θεμέλια οικιών υστέρων ρωμαϊκών χρόνων.^0 R. Pashley (Travels in Crete II, London 1837 σ. 98) είδε «λείψανα τοΰ τείχους τής πόλεως καί δημόσιον κτήριον οΰχί άρχαιότερον τών ρωμαϊκών αΰτοκρατορικών χρόνων». Έσημείωσε δ έπίσης καί τάφους έπί τής κλιτύος τοΰ πρός τά Ν.Α. λόφου καί δή άναγλύφους σταυρούς έπί τεμαχίων λευκοΰ μαρμάρου, έξ ών συμπεραίνει τήν ϋπαρξιν τής πόλεως κατά τούς χριστιανικούς χρόνους πράγμα τό όποιον, ώς λέγει, συνάγεται καί έκ τής μνείας τής Έλύρου' έν τώ Συνέκδημοι τοΰ Ίεροκλέους (έκδ. Honigmann 1937, 605, 15 σ. 19) μεταξύ τών Κρητικών πόλεων, αΐτινες τότε είχον περιορισθή μόνον είς είκοσι καί δύο. Άναμφιβόλως δέ ύπαρχούσης τής Έλύρου κατά τούς Χριστ. χρόνους καί ό μικρός αυτής λιμήν, δηλ. ό τής Συίας, θά υπήρχε κατά τούς αύτούς χρόνους. Άργότερον ό S p r a 11 (Travels and researches in Crete II, London 1865 a. 242) αναφέρει έπίσης, on είδεν έν Συίςι «λείψανα οίκήσεων υστέρων χρόνων ώς καί έρείπια έκκλησιών τινων καί υδραγωγείου». Τά ρωμαϊκά λείψανα τής Συίας αναφέρει καί ό Γάλλος L. The no η έν Revue Ar cheol. τοΰ 1866 σ , έκ δέ τών νεωτέρων ό Ιταλός L Savignoni έν Monumenti Antichi dei Lincei τ. XI (1901) στ , δστις παρέχει καί σχέδια τών αυτόθι θερμών (στ. 444), τάφων καί βωμών (στ ). Λμφότεροι όμως οί τελευταίοι οΰδέν περί χριστιανικών λειψάνων τής Συία λέγουσιν.

22 340 *Av. K. Όρλάνδου Ώς βλέπει τις εκ τής παρατιθέμενης κατόψεως (είκ. 2) ή βασιλική έχει το σΰνηθες σχήμα έπιμήκους ορθογωνίου φέροντος κατά την έτέ- Είκ. 2. Γενική κάιοψις τής βασιλικής τής Συίας. ραν τών στενών αυτού πλευρών προσκεκολλημένην ήμικυκλικήν κόγχην ίεροϋ (έσωτ. διαμ, 4,30 μ,) διαιρούμενου δέ δγ εγκαρσίου τοίχου

23 *ί1 παλαιοχριστιανική βασιλική τής Συίας 341 εϊς κυρίως ναόν (Α) (εσωτερικών διαστάσεων 16,75X12,40 μ.) και εις νάρθηκα (Β) (έσωτερ. διαστάσεων 12,30X3,55 μ.) Κατά την βόρειον πλευράν τοϋ ναοϋ κα'ι τοΰ νάρθηκος είναι προσκεκολλημένα καί τινα ορθογώνια προσκτίσματα (Γ, Δ, Ε) εκτεινόμενα προς δυσμάς κατά 10 δλα μέτρα πέραν τής εξωτερικής παρειάς τοϋ νάρθηκος. Ό ναός δεν είναι ακριβώς προς άνατολάς έστραμμένος' διότι δ μέγας άξαιν αϋτοΰ αποκλίνει κατά 12 μοίρας προς βορράν, άντιθέτως προς την κρατούσαν εις τάς πλειστας των παλαιοχριστιανικών βασιλικών συνήθειαν τής προς νότον άποκλίσεως4. Οί τοίχοι του είναι κατεσκευασμένοι διά μικρών μάλλον καί ακανόνιστων άσβεστολιθικών πετρών καί άφθονου υδραυλικού κονιάματος, διατηρούνται δ ενιαχού μέχρις ύψους 0.80 μ. Τών εξωτερικών τοίχων τό πάχος κυμαίνεται μεταξύ 0,70 καί 0,75 (ανατολικός τοίχος). Ή αναλογία τοΰ εσωτερικού,,,,, ,, 0 μήκους προς το πλάτος του κυρίως ναού =1.35 τάσσει την βασιλικήν τής Συίας είς την 4ην κατηγορίαν ήτοι τών μέ αναλογίαν 3:45. Ό κυρίως ναός έχωρίζετο έσωτερικώς είς τρία κλίτη διά δυο κιονοστοιχιών, τών οποίων διετηρήθη δ στυλοβάτης, πλάτους 0,70 0,75 μ. ΰψοόμενος κατά 0.23 υπέρ τό ψηφιδωτόν δάπεδον τοϋ μέσου κλιτούς, όλιγώτερον δε υπέρ τό δάπεδον τών πλαγίων κλιτών, τά δποΐα δέν έφερον ψηφιδωτόν έδαφος. Τό πλάτος τοϋ μέσου κλιτούς μετρούμενον έσωτερικώς από στυλοβάτου είς στυλοβάτην είναι παρά μέν την αψίδα τοϋ ιερού 5.10 μ., παρά δέ τον νάρθηκα 4,96 μ. Τό δέ πλάτος τών πλαγίων κλιτών ποικίλλει από 2.92 μ. (Ν.Δ. γωνία) μέχρι 3.00 μ. (Ν.Α. γωνία). Κατά ταΰτα ή αναλογία τοϋ πλάτους τοϋ μέσου κλιτούς προς τό πλάτος τών πλαγίων είναι, κατά μέσον δρον, 1 : 1,70. Τέλος τό ελεύθερον πλάτος τοϋ νάρθηκος (3.55 μ.) ήτο καί ενταύθα, ως συνήθως, μεγαλύτερον μέν τοϋ πλάτους τών πλαγίων κλιτών, μικρότερον δέ τοϋ τοΰ μέσου κλιτούς. Πόσοι κίονες ΐσταντο εφ εκατέρου τών στυλοβατών δέν κατέστη δυστυχώς δυνατόν νά εξακριβωθή' διότι, ως ήδη είπον, οί νεώτεροι Συιάται έκτισαν τον νέον ορθογώνιον ναόν των χρησιμοποιήσαντες ως θεμέλιον διά μέν τάς μακράς αυτού πλευράς τούς στυλοβάτας τών εσωτερικών κιονοστοιχιών, διά δέ την ανατολικήν καί τήν αψίδα τοΰ ιερού τά αντίστοιχα παλαιά θεμέλια καί τέλος τον δυτικόν τοίχον τοϋ νέου ναοϋ έστήριξαν επί τοϋ καλύπτοντος τό μέσον κλιτός ψηφιδωτού *) Όρα σχετικώς Α. Όρλάνδου, Ή ξυλόστεγος παλαιοχριστιανική βασιλική τής μεσογειακής λεκάνης τ. Α. Άθήναι 1952 σ ) "Ορα τόν σχετικόν πίνακα είς τό ανωτέρω μνημονευθέν περί παλαιοχρ. βασιλικών έργον μου σ. 205.

24 849 Αν. Κ. Ορλάνδου δαπέδου, τοποθετήσαντες αΰιόν είς άπόστασιν 3,20 μ. άπό τοϋ θεμελίου τοΰ νάρθηκος τής παλαιός βασιλικής, ως έν τφ σχεδίψ (είκ. 2) δι εσιιγμένης γραμμής έμφαίνεται. Τ t^j-ienan TeXHMUJN goh^-h 'ο Ο ---Ί U... <2,33 ΕΙκ. 3. Οί διασωφέντες κορμοί κιόνων ιών έσωτερικών κιονοστοιχιών τής βασιλικής.

25 Ή παλαιοχριστιανική βασιλική τής 2υ(ας m Τό λυπηρόν είναι, δτι κατά ιήν κτίσιν τών μακρών τοίχων τοϋ νέου ναοΰ οί αδαείς νεώτεροι τεχνιται έξηφάνισαν δι έντειχισμοΰ των καί τάς μαρμαρίνας βάσεις τών έπί τών αντιστοίχων στυλοβατών βαινόντων κιόνων, τούτο δ= έξηγεΐ καί διατί οΰδεμία τοιαΰτη βάσις άνευρέθη είς τα πέριξ. Εις αντιστάθμισμα εν τουτοις τής απώλειας ταύτης διεσώθησαν ευτυχώς τέσσαρα εκ λευκού μαρμάρου τεμάχια κυλινδρικών κορμών κιόνων (είκ. 3) οΐτινες ήσαν, ως συνήθως, άρράβδωτοι. Δύο τών κορμών τούτων τό ύψος διεσώθη ευτυχώς ακέραιον, είναι δ άντιστοίχως 2.06 μ. καί 2.02 μ., έν < > τά 2 υπόλοιπα τεμάχια διετηρήθησαν είς μήκος μόνον 0,55 καί 0,19 μ. Καί κάτω μέν φέρουσιν οί κορμοί ταινίαν μετ άποθέσεως, άνω δ έτέραν ταινίαν μετά τριγωνικής Ιγκοπής (είκ. 3). Έπί τής άνω δ5 έπιφανείας υπάρχει κυκλική οπή txhtdan JirMitluJN βοηίηϊ -farlfahmhtpi kohgihmjnf Είκ. 4. Ai έπί τών κορμών τών κιόνων έπιγραφαί. γομφιόσεως τοϋ κιονοκράνου, διαμέτρου 0,032 μ. καί βάθους 0.05 μ. Αφ ετέρου αισθητή είναι ή μείωσις, ήν παρουσιάζουσιν οί κορμοί, τών οποίων ή άνω διάμετρος (0,26) ϊσοΰται προς τά 5/6 τής κάτω (0.32 μ.). Αξία ιδιαιτέρα σημειώσεως είναι ή επ άμφοτέρων τών κορμών καί είς ύψος άντιστοίχως 0,83 καί 0,98 από τής βάσεως χάραξις επικλήσεων βοήθειας, ών ή μέν αποτείνεται προς τον "Αγιον Παντελεήμονα (είκ. 4) : f "Αγιε Παντελεήμων βοή&ι f (ύψ. γρ μ.) ή δέ προς τον "Αγιον Δημήτριον (είκ. 4) f "Αγιε Δημήτρι βοήΰι ήμΐν f. (ύψ. γρ μ.). Έάν δέ υπολογίσω μεν τό ύψος τών βάσεων τών κιόνων είς 0.15 τότε, προστιθεμένου καί τοϋ ύψους τοϋ στυλοβάτου υπέρ τό ψηφιδωτόν δάπεδον (0.230) εύρίσκομεν, δτι αί έπιγραφαί εύρίσκοντο είς ύψος 1.50 μ. ήτοι ολίγον κατωτέρω τοϋ ύψους τών οφθαλμών ενός μέσου αναστήματος ατόμου. Αί μνημονευθεΐσαι έπιγραφαί ύποδηλοϋσιν άρα γε τούς αγίους είς όνομα τών οποίων έτιμάτο ή βασιλική ή μήπως ύπήρχον καί εις άλλους κίονας άλλαι, προς άλλους αγίους αποτεινόμενοι έπικλήσεις; Πάν τως πρέπει νά σημειωθή, δτι επικλήσεις χαρασσόμεναι έπί κιόνων τοϋ κυρίως ναοΰ ή τοϋ νάρθηκος καί αποτεινόμενοι προς ρητώς κατονο-

26 841 Άν. Κ. Όρλάνδου μαζομένους αγίους είναι σπάνιαι κατά την παλαιοχριστιανικήν Ιποχήν,.εν φ τουναντίον πολύ συνηθέστεραι είναι αί αναθηματικοί έπιγραφαί, αί άρχόμεναι συνήθως διά τής φράσεως «υπέρ ευχής καί σωτηρίας» και μνημονεύουσαι είτε εν αρχή είτε εν συνεχεία τό δνομα τοΰ άναθέσαντος. Τοιαΰτας έπ'ι κιόνων έπιγραφάς έχομεν π. χ. εις Θεοτόκου τοΰ Πηλίου έπ'ι τής άνω ταινίας κίονος τοΰ έξωνάρθηκος6, έν δέ τή βασιλική Άφαντου τής Ρόδου 7 πλείονας επί τής άνω ταινίας των επιθημάτων των κιονόκρανων, καί τέλος άλλας όμοιας επί κιονόκρανων τοΰ μουσείου τής Αϊγίνης8 καί τίνος έν Θάσφ9. Εκ τών κιονόκρανων τών έσωτερικών κιόνων διετηρήθη εν έκ λευκοΰ μαρμάρου εντειχισθέν υπό τών κτιστών τοΰ νέου ναοΰ είς τό παράθυρον τής άψΐδος τοΰ ίεροΰ. Είναι δέ τοΰτο ιωνικόν μετά συμφυοΰς έπιθήματος (είκ. δ). Έπί τών στενών αΰτοΰ πλευρών φέρει τό κιονόκρανον άνά έν ιωνικόν ωόν παρεμβαλλόμενον μεταξύ τών γωνιαίων ελίκων, έπί δέ τής κεκλιμένης πλευράς τοΰ έπιθήματος εΰρηται άνάγλυπτος «λατινικός σταυρός». Ή κάτω διάμετρος τοΰ κιονοκράνου είναι μ. αντιστοιχεί επομένως τελείως προς την άνω διάμετρον τοΰ τρίτου τεμαχίου κίονος, ήτις μετρεΐ 0.21 μ. Κατά ταΰτα τό ολικόν ΰψος τοΰ κίονος θά ήτο: 0.23 (ΰψος στυλοβάτου) 0,15; (ΰψ. βάσεως) -f (ΰψ. κορμοΰ) 0,17 (ΰψ. κιονοκράνου) = 2.61 μ. Τό ΰψος τοΰτο φαίνεται βεβαίως μικρόν έν συγκρίσει προς τό ΰψος τών κιόνων τών γνωστών μεγάλων βασιλικών. Δέν είναι έν τούτοις ασυνήθες εις μικροτέρας κλίμακος, επαρχιακός ή αγροτικός, βασιλικός τής κυρίως Ελλάδος καί ιδία τής Αττικής. Οΰτω π, χ. οί κίονες τής βασιλικής τών Καλυβιών Κουβαρά10 είχον ολικόν ΰψος 2,71 μ. οί δέ τής βασιλικής τής Γλυφάδας 3, Είναι δ ή λεπτότης τών κιόνων τών βασιλικών τούτων, ως καί τών τής ήμετέρας, ένδεικτική, ότι δέν ΰπήρχον είς αΰτάς ύπερφα ή γυναικωνίτης, τοΰθ δπερ έπικυροΰται καί έκ τής ανυπαρξίας κλιμακοστασίου. Κατά ταΰτα την βασιλικήν τής Συίας πρέπει νά φαντασθώμεν μέ άπλάς τοξοστοιχίας ΰποστηριζοΰσας φωταγωγόν έκ μονολόβων παραθύρων ύψούμενον ΰπεράνω τών στεγών τών πλαγίων κλιτών. ο) Wace - Droop, B.S.A. XIII (1906-7) σ ) Όρλάνδος, Άρχεϊον τών Βυζαντινών μνημείων τής Ελλάδος τ. " (1948) σ. 26, είκ ) Όρλάνδος, αυτόθι σ. 26, σημ. 1. 9) Όρλάνδος, Άρχεϊον τών Βυζ. Μνημείων τής Ελλάδος τ. Ζ' (1951) σ. 63, είκ ) Όρλάνδος, Έπετ. Έτ. Βυζ. Σπουδών τ. Θ' (1932) σ, 442. ) Όρλάνδος, Πρακτικά τής 'Ακαδημίας 'Αθηνών τοΰ έτους 1930 σ. 262, είκ. 3.

27 Ή παλαιοχριστιανική βασιλική τής 2υίας 345 "Οσον δ αφορά την επικοινωνίαν τοϋ κυρίως ναού προς τον νάρθηκα τά διασωθέντα θεμέλια άποκλείουσι την ΰπαρξιν τριβήλου κατά τό μέσον κλίτος, επιτρέπουσι δέ μόνον την ΰπαρξιν άνά μιας θΰρας επικοινωνίας εκάστου κλιτούς πρός τον νάρθηκα (εΐκ. 2). Άφ ετέρου Β Είκ. 5. Κιονόκρανον ιών κιόνων τών κιονοστοιχιών (άνω αριστερά), βάσις τοϋ κιβωρίου (κάτω δεξιά) καί κιονίσκος τής Άγ. Τραπέζης (αριστερά). λόγφ τής μεγάλης καταστροφής τών εξωτερικών τοίχων τοΰ νάρθηκος δεν είναι εΰκολον νά όρισθή πώς έπετυγχάνετο ή πρός την αυλήν επικοινωνία τοΰ νάρθηκος, είναι αμως πιθανόν, οτι θυραι θά ΰπήρχον εφ εκατέρας τών στενών πλευρών τοϋ νάρθηκος, έξ ών ή βόρειος θά συνέδεε τον νάρθηκα πρός τό συνεχόμενον έπίμηκες διαμέρισμα Γ (εσωτ. διαστ. 4.05X7,10) έπέχον πιθανώς τόπον βαπτιστηρίου Ι2, συγκοινω- ) Ή μή άνεύρεσις έν ιφ μέσφ τοϋ δωματίου τούτου κολυμβήθρας δέν

28 346 Άν. K. Όρλάνδου νοϋν δέ διά θύρας προς ετερον άνατολικώς κείμενον μικρότερον χώρον (Δ) (έσωτ. διηστ. 2,40 X 4.05) ϊσως τό δωμάτιον τοΰ χρίσματος, Ιν φ τό προς δυσμάς ετερον έπίμηκες διαμέρισμα (Ε) (έσωτ. διαστ X 4.25) δυνατόν νά έχρησίμευεν ώς φωτιστήριον η ώς προθάλαμος τοΰ βαπτιστηρίου η ακόμη και ως διακονικόν. Τό 'Ιερόν διετηρήθη σχετικώς καλώς εις τας λεπτομέρειας του. Ούτω έσωτερικώς μέν τής ήμικυκλικής άψΐδος ύπήρχεν ήμικυκλικόν συνθρονον, δπερ εν μέρει κατεστράφη, λόγφ τής αδαημοσύνης τών άνασκαψάντων. Τό συνθρονον τοΰτο άπετελεΐτο πιθανώς εκ τεσσάρων ομοκέντρων βαθμιδών, έκ τών οποίων σαφώς διετηρήθησαν τά ίχνη τής άνωτάτης (πλάτους 0.80 μ.) καί τής κατωτάτης (είκ. 2). Προ τής άψΐδος τοΰ ίεροϋ καί εις άπόστασιν 1.10 από τής χορδής αυτής διετηρήθη ή ορθογώνιος (1.54 X 0.87) πώρινη βάσις τής 'Αγίας Τραπέζης (εΐκ. 2), συνισταμένη έκ δυο πλακών εξεχουσών κατά μ. υπέρ τήν στάθμην τοΰ ψηφιδωτού δαπέδου. Έπί τής άνω επιφάνειας τής βάσεως ταΰτης υπάρχουσι, παρά τάς 4 γωνίας, άνά μία ορθογώνιος (0.11 X 0.14 μ.) εγκοπή, βάθους 0.04 μ. πέμπτη δέ τετράγωνος εγκοπή εΰρηται καί εις τό κέντρον, διαστάσεων 0.15 X 0,15 μ. Είναι προφανές, δτι αί έγκοπαί αΰται εχρησίμευον προς υποδοχήν καί Ινσφήνωσιν τών 5 ποδιών τής 'Αγίας Τραπέζης. 'Ως δ έκ διασωθέντος τεμαχίου (είκ. 5) συνάγεται οί πόδες οΰτοι ειχον, ώς συνήθως, τήν μορφήν κιονίσκου μετά βάσεως καί κιονοκράνου. Εύρέθη δέ μάλιστα έν τεμάχιον τής μετά πλίνθου βάσεως τοιούτου κιονίσκου, πλευράς καί ύψους 0,14, ώς καί 2 τεμάχια μετά κορινθιάζοντος κιονοκράνου ύψους (είκ. 5). Τό ολικόν ύψος τών κιονίσκων τούτων δεν δΰναται ακριβώς νά όρισθή, ή έκ τής 'Αγίας Τραπέζης δμως προέλευσίς των είναι αναμφισβήτητος, ου μόνον λόγιο τής μικράς αυτών κλίμακος άλλα καί λόγφ τής μορφής, ήν παρουσιάζουσιν, ήτις είναι τυπική διά πόδας 'Αγίας Τραπέζης18. * 1 συνεπάγεται καί τόν αποκλεισμόν τοΰ χαρακτηρισμού αϋτοϋ ώς βιιπτιστηοίοι^ καθόσον εις πολλάς βασιλικός, ένθα δέν ήτο δυνατή ή αγωγή πηγαίου υδατος διά σωλήνων, τό βάπτισμα έγίνετο διά ραντισμοϋ, τοΰ βαπτιζομένου ίσταμένου εντός πηλίνης φορητής λεκάνης πβλ. σχετικώς Lemerle, Philippes σ Τό δωμάτιον Γ θεωρώ ώς βαπτιστήριον διότι, ώς έπί τό πλεΐστον, τά βαπτιστήρια κατεσκευάζοντο παρά τήν ΒΔ γωνίαν τοΰ νάρθηκος, ώς π χ. είς Φιλίππους (Lemerle, Philippes πίν. XV-XVI), Επίδαυρον (ΔΕ 1929 σ. 200, είκ. 32), Νικόπολιν A (Α.Ε, 1929 σ. 206, είκ. 37), Ελευσίνα κλπ. 1S) "Ομοια παραδείγματα : Θάσου (Ό ρ λ ά ν δ ο ς, Άρχ. But. Μνημ. Έλλ, Ζ' (1951) σ. 25, είκ. 16) Φθιωτίδων Θηβών Α καί Β (Σωτηρίου, Α.Ε σ. 24, είκ. 24 καί σ. 125 είκ. 170), Φιλίππων A (Lemerle, Philippes, πίν. XXXII άρ. 10), Άφεντέλλη Λέσβου, (Ό ρ λ ά ν δ ο ς, Άρχ. Δελτ σ. 57 είκ. 62) κλπ.

29 Ή παλαιοχριστιανική βασιλική τής 2υίας 347 Πέριξ τής 'Ανίας Τραπέζης διετηρήθησαν τά ίχνη τριών βάσεων καί μία ολόκληρος βάσις κατά χώραν άνήκουσα εις ένα τών κιόνων τοϋ στεγάζοντος άλλοτε την 'Αγίαν Τράπεζαν κιβωρίου (είκ. 2). Αί βάσεις αύται σχηματίζουσιν ακριβές τετράγωνον, πλευράς 1.87 από άξονος εις άξονα κίονος. Ή σωζομένη κατά χώραν βάσις τής Ν. Α. γωνίας έχει ολικόν ύψος μ. συνίσταται δέ έκ χαμηλής τετραγώνου πλίνθου, πλευράς 0.27 μ. φεροΰσης άνωθεν πεπλατυσμένην κυκλικήν σπείραν καί τέλος συμφυές τμήμα τοΰ κυλινδρικού κορμού τού κίονος (ύψ καί διαμ. 0 22). Τού κορμού όμως τού κίονος λείψανα δυστυχώς δέν άνευρέθησαν. Ή διασωθεΐσα βάσις φέρει εν τφ κέντρφ κυκλικόν τόρμον γομφώσεως τού κορμού, διαμ καί βάθους 0.03 μ. Τέλος τού άποκλείοντος το πρεσβυτέριου από τού υπολοίπου μέσου κλιτούς τέμπλου αρχιτεκτονικά μέλη δέν διετηρήθησαν κατά χώραν. Εύρέθη δμως έξω τού ναού εις ωραίος έκ λευκού μαρμάρου πεσσίσκος (είκ. 6) πλευράς μ. καί ύψ μ. φέρων άνω συμφυά την Ιωνικήν βάσιν τού ύπερθεν, μή σωζομένου πλέον, κιονίσκου. Έπί τής πρόσθιας έπιφα νείας τοΰ πεσσίσκου υπάρχει εντός ορθογωνίων εγκοπών ή συνήθης κυρτή γλυφή (είκ. 6), έν φ ή ό'πισθεν επιφάνεια είναι ανώμαλος, λόγφ θραύσεως. Πού ακριβώς εύρίσκετο τό μαρμάρινου τέμπλον μάς διδάσκει τό ψηφιδωτόν δάπεδον, δπερ εις άποστασιν 5.50 μ. από τής χορδής τής άψΐδος τού ιερού παρουσιάζει ό'χι μόνον αλλαγήν σχεδίου, αλλά καί διακοπήν τής ψηφώσεως κατά μίαν ταινίαν πλάτους 0.25 μ. Είκ. 6. Πεσσίσκος τοΰ τέμπλου. Επειδή δ έν τφ μέσφ καί προς δυσμάς τής ακόσμητου ταύτης ταινίας παρατηρεΐται καί άλλο κανονικόν άκόσμητον ορθογώνιον, πλάτους 1.63 καί εξοχής 1.37 μ. συμπεραίνομεν, οτι καί εις τό τέμπλον τής Συίας θά υπήρχε τό καί εις άλλας παλαιοχριστιανικός βασιλικάς 14 παρατηρούμενου τετρακιόνιον, τό κατασκευαζόμενον ενταύθα, προφανώς χάριν μεγαλυτέρας έξάρσεως τής 'Ωραίας Πύλης. u) "Ορα τά σχετικά παραδείγματα έν Ό ρ λ ά ν δ ο υ, Άρχ. Βυζ. Μν. Έλλ. Ζ", σ. 30, σημ. 1.

30 848 ΕΙκ. 7. Γενική κάτοψις τοΰ ψιιψιδωιοΰ δαπέδου.

31 Ή παλαιοχριστιανική βασιλική τής Συίας 349 Β' Η ΨΗΦΙΔΩΤΗ ΔΙΑΚΟΣΜΗΣΙΣ ΤΟΥ ΝΑΟΥ Εξαιρέσει των πλαγίων κλιτών και τών προσκτισμάτων δλη ή υπό-,οιπος επιφάνεια τοΰ άποκαλυφθέντος ναοΰ, ήτοι το μέσον κλίτος και A Β Γ Εΐκ. 8. Λεπτομέρεια τής ψηφιδωτής δια*οσμήσειος τοΰ πρεσβυτερίου. ό νάρθηξ, εχει τό δάπ;δον αντής κεκαλυμμένον διά ψηφιδαηών γεω μετρικών και ζωϊκών παραστάσεων (εΐκ. 7). Θά άρχίσωμεν την περί

32 850 Αν. Κ. Ορλάνδου γραφήν τω\ από τοϋ μέσου κλιτούς. Τούτου ή διακόσμησις διαιρείται είς δύο σαφώς διακεκριμένα τμήματα, ήτοι α) τοϋ ανατολικού, δηλ. τοϋ πρεσβυτερίου, εκτεινόμενου από τής χορδής τής άψΐδος, τοϋ ίεροΰ μέχρι τοϋ τέμπλου και β) τοϋ δυτικού, εκτεινομένου από τοϋ τέμπλου μέχρι τοϋ χωρίζοντος τον κυρίως ναόν από τοϋ νάρθηκος εγκαρσίου τοίχου. α) Ή ψηφιδωτή διακόσμησις τοϋ πρεσβυτερίου φέρει κατά τάς τρεις αυτής πλευράς (Β.Δ καί Ν) πλαίσιον (πλάτους μ ) έκ δια- ΕΙκ. 9. Παράστασις τοϋ συμβολικού ιχθύος δεξιά τής Άγ. Τραπέξης. τεμνομένων ημικυκλίων, μελανών επί λευκού βάθους (εικ. 7). Ευθύς μετά τό πλαίσιον τούτο υπάρχει έσωτερικώς δεύτερον πλαίσιον, πλάτους 0.50 μ. άποτελούμενον εξ αλυσοειδούς πλέγματος ταινιών εναλλάξ φαιών και ερυθρών καί λευκών κόμβων (εικ. 8, Β). Τό δεύτερον όμως τοΰτο πλαίσιον δεν εκτείνεται μέχρι τής χορδής τής άψΐδος' διότι παρεμβάλλονται προς άνατολάς τρία μεγάλα ορθογώνια πεδία έκ τών οποίων τά μέν δύο άκρα κοσμούνται διά τοϋ γνωστού φολιδωτού κοσμήματος (είκ. 8, Α), τό δε μέσον διά κυανών άτρακτοειδών σχημάτων προκυπτόντων εκ διατεμνομένων κύκλων (είκ. 8,Γ). Τά μεταξύ 5 τών^άτρακτοειδών σχημάτων καμπυλόγραμμα τετράπλευρα συνετέ*

33 Ή παλαιοχριστιανική βασιλική τής Συίας 851 Είκ. 10. Ψηφιδωτή παράστασις έλάφου και άμφορέως ν τφ πρεσβυτερίφ (σχέδιον).

34 85a *Av. K. Όρλάνδου θησαν εκ ψηφίδων σιτοχρόων. 'Η δυτικώς των 3 ανατολικών πεδίων επιφάνεια τού πρεσβυτερίου διηρέθη εις πέντε ορθογώνια πεδία, η διάχωρα, έκ τών οποίων τά δυο ανατολικά εύρίσκονται άνά εν εκατέρωθεν τής 'Αγίας Τραπέζης καί είκονίζουσι τό μέν προς Β. σταυροειδές τι γεωμετρικόν κόσμημα εγγεγραμμένου εντός ρόμβου, τό δέ προς νότον μέγαν ιχθΰν (εικ. 9) διευθυνόμενον απ Α. προς Δ καί περιβαλλόμενου υπό ομολόγων ορθογωνίων πλαισίων. 'Η παρά την 'Αγίαν Τράπεζαν παρόστασις τοΰ συμβολικού ιχθύος ευρηται καί εις οίλλας EU. 11. Ψηφιδωτή παράστασις έλάφου έν τφ πρεαβυτεραρ (φωτογραφία/. βασιλικάς. Έκ δέ τών υπολοίπων τριών όρθογα)νίων διαχώρων τό μέν κοσμούμενου διά διαιεμνομένων κύκλων χρησιμεύει ώς ζόίνη χωρισμού, τά δέ δύο άλλα φέρουσι συμβολικός καί πάλιν παραστάσεις ήτοι έλαφον μέν τό βόρειον (πβλ. Ψαλμόν 41,2) παγώνια δέ τό νότιον ύπεράνω μεγάλου άμφορέως (πβλ. Αυγουστίνον, De civitate Dei DXXI. 4). Καί ή μέν μακρόκερως έλαφος (είκ. 10 καί 11) είκονίζεται βαδίζουσα προς τ αριστερά εντός φυλλωμάτων κισσού καλυπτόντων διά τών κυματιστών μίσχων των ολόκληρον την επιφάνειαν, πλήν τών δύο κάτω γωνιών, εν αις είκονίσθη εις μικροτέραν κλίμακα, άνά έν φτηνόν. Τά δέ παγώνια (εικ. 12 καί 13) είκονίσθησαν άντωπά καί βα(-

35 Ή παλαιοχριστιανική βασιλική τής Συίας 353 Είκ. 12. Ψηφιδωτή παράστασις παγωνιών επί άμφορέως (οχέδιον). ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ Ζ. 23

36 864 Άν. Κ. Όρλάνδου νοντα έπι μεγάλου άμφορέως έχοντος την κοιλίαν ερραβδωμένην διά 10 ραβδώσεων εξ εναλλάξ ερυθρών καί λευκών γραμμών. 'Ως δ εις τό άλλο διάχωρον, οΰτω καί ενταύθα άπλοΰνται κισσόφυλλα μετά κυματιστών βλαστών πληρούντα τά κενά τού ορθογωνίου. Έπί τών δυο περιγραφέντων διαχώρων είχον τεθή αϊ δύο δυτικαί βάσεις τού κιβω ρίου, ή μέν επί τού σώματος της έλάφου, ή δέ Ιπί τού εκ τού άμφορέως εκφυόμενου βλαστού (είκ. 10 καί 12). Ας έλθωμεν τώρα εις την έξέτασιν τού εξω τού ιερού δευτέρου τμήματος τού μέσου κλιτούς. Είκ 13. Ψηφιδωτή παράστασις παγωνίων έπί άμφορέως (φωτογραφία). 'Ως τό πρώτον ούτω καί αυτό πλαισιούται κατά τάς τρεις αυτού πλευράς διά πλαισίου εκ διατεμνομένων ημικυκλίων. Τό εντός τού πλαισίου τούτου ορθογώνιον διαιρείται εις πολλά ορθογώνια διάχω ρα, εξ ών πάλιν δύο μεγαλύτερα προς άνατολάς ευρισκόμενα εκατέρωθεν τού προ της 'Ωραίας Πύλης τού τέμπλου τετρακιονίου, κοσμούνται διά τού γνωστού φολιδωτού κοσμήματος (είκ. 8, Α) εν φ τό αμέσως προ τού τετρακιονίου στενόμηκες κοσμείται διά διατεμνομένων κύκλων, είναι δέ κατά μέγα μέρος κατεστραμμένον. Άλλο δέ πάλιν στενόμηκες ορθογώνιον, εκτεινόιιενον κατά τον άξονα τού ναού, εν εΐδει διαδρόμου (είκ. 7), κοσμείται ωσαύτως διά φολιδωτού κοσμήματος. Έκ τώιν εκατέρωθεν αυτού τεσσάρων τετραγώνων διαχώρων τά μέν πρός άνατολάς κοσμούνται διά κυκλικών άλύσεων περιβαλλουσών εγ- γεγραμμένον τετράγωνον (είκ. 14), τά δέ πρός δυσμάς διά μεγάλων άμ

37 Ή παλαιοχριστιανική βασιλική τής Συίας 355 Εΐ*. 14. Διάχωρον μετά κυκλικής άλύσεως περιβαλλούσης τετράγωνον. Είκ. 15. Διάχωρον μετά παραστάσεως άμφορέως έ οΰ εκφύονται κισσόφυλλα

38 356 Άν. Κ. Όβλάνδοο φορέων από τοΰ στομίου των οποίων εκφύονται πολλαχώς διακλαδούμενοι βλαστοί μετά κισσοφΰλλων (είκ. 15). Τό θέμα τοϋτο ήτο λίαν αγαπητόν εις την παλαιοχριστιανικήν διακοσμητικήν. Αμέσως κάτωθεν των τελευταίων τούτων διαχώρων άκολουθοϋσιν άλλα ορθογώνια, εκατέρωθεν τοΰ διαδρόμου διατεταγμένα, περικλείοντα δε κΰκλους μετά σταυρών (είκ. 7) και περαιτέρω άλλα μετά διατεμνομένων κύκλων, κατά τό πλεΐστον κατεστραμμένα. Τέλος τό δυτικόν τέρμα τοΰ μέσου κλιτούς κοσμείται διά φολιδωτοΰ κοσμήματος εις τρία ή τέσσαρα διά- Εΐκ. 16. Ψηφιδωτή διακόσμησις τοΰ δυτικού τμήματος τού μέσου κλιτούς. χωοα κατανεμημένου, έξ ών σήμερον σώζονται μόνον τά δύο προς βορράν (είκ. 7 καί 16) λόγφ τής έξω τοΰ σημερινοΰ ναοΰ θέσεώς των, ένεκα τής οποίας είναι εκτεθειμένα εις τάς βροχάς καί τούς παγετούς. Οσον αφορά τό ψηφιδωτόν δάπεδον τοΰ ορθογωνίου νάρθηκος, δπερ σώζεται σήμερον μόνον κατά τό βόρειον αύτοΰ ήμισυ (είκ. 7), τοΰτο φέρει πέριξ αέν πλαίσιον έκ διατεμνομένων κύκλων, εσωτερικούς δ5 αύτοΰ αλλά κατά τάς τρεις μόνον πλευράς (Β,Δ καί Ν.) έτερον στενώτερον πλαίσιον εκ διατεμνομένων κύκλων. Εντός τοΰ εν σχήματι Π πλαισίου τούτου ύπήρχον τετράγωνα διάχωρα, έξ ών διεσώθησαν δύο (είκ. 7). Τούτων τό μέν προς βορράν φέρει κυκλικόν αλυσοειδές κόσμημα περιβάλλον τετράγωνον πλήρες κισσοφΰλλων, τό δέ γειτονικόν αύτοΰ διαιρείται εις τετράγωνα εγγεγραμμένα εντός έφαπτομένων

39 Ή παλαιοχριστιανική βασιλική τής Συίας 357 κύκλων κα'ι περιβάλλοντα άλλοτε μέν κισσόφυλλα εκφυόμενα άπό των γωνιών των, άλλοτε δέ άτρακτοειδή σχέδια, ώς ή είκών 17 δεικνύει. Καί τά μέν τετράγωνα, οΐ κύκλοι καί τα κισσόφυλλα είναι έκτελεσμένα διά λευκών ψηφίδων, το δέ βάθος ό κάμπος διά μελανών. Είκ. 17. Τό σωζόμενυν τμήμα τής ψιμριδωτοϋ διακοομήσεως τοϋ δαπέδου τοΰ νάρδηκος. Γ' Η ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ Ελλείψει συγκεκριμένου τίνος χρονολογικού τεκμηρίου θά στηριχθώμεν διά την χρονολόγησιν τής βασιλικής εις καθαρώς τεχνοτροπικά κριτήρια. Καί δη: α) ή μορφή τοϋ μόνου διασωθέντος κιονοκράνου τών στοών (είκ. 5), τό οποίον παρουσιάζει υψηλόν επίθημα καί πεπιεσμένον έχΐνον είργασμένα έξ ενός καί τοϋ αύτοΰ τεμαχίου μαρμάρου, είναι δηλωτική τοΰ 6ου μ. X. αι. οπότε εις επαρχιακός βασιλικάς τά κιονόκρανα φέρουσιν έν μόνον ωόν μετά κελύφους έν τφ μέσφ> τοΰ εχίνου 16. Ιουστινιάνειους επίσης χρόνους ύποδηλοΐ καί ή έν τψ

40 358 Άν. Κ. Όρλάνδου ίερφ υπαρξις σύνθρονού εξ ομολόγων ήμικυκλικών δακτυλίων. Εις τούς αυτούς τέλος χρόνους μέσα 5) δεύτερον ημισυ τοΰ 6ου αί. τάσσει τον ναόν καί ή τεχνοτροπία της ψηφιδωτής αύτοΰ διακοσμήσεως, ίδίςι τής έλάφου (είκ. 10 και L1) και των παγωνίων (είκ. 12 καί 13), άτινα παρουσιάζουσιν ακαμψίαν καί ίσχυράν σχηματοποίησιν μέ τό αύστηρώς γραμμικόν των σχέδιον καί παντελή έλλειψιν πλαστικότητος εις τον όγκον τών σωμάτων, αντί τής οποίας κυριαρχεί ενταύθα ή διακοσμητική έπιπεδότης, ή τόσον χαρακτηριστική διά τον 6ον μ. X. αιώνα. Πλήν τών ανωτέρω περιγραφέντων γλυπτών τεμαχίιον διασώζονται εις την βασιλικήν, είτε ελεύθερα, είτε εντειχισμένα εις τούς τοίχους τοΰ νεωτέρου ναοϋ, καί τα εξής 3 τεμάχια (είκ. 18). ΕΙκ. 18. Κινητά γλυπτά εκ Συίας έντετειχισμένα ή υποκείμενα εν τη βασιλική. α) Κολοβόν τεμάχιον πλακός μαρμάρου (πάχους 0,07) φέρον κεχα ραγμένον τό Ιν τή είκόνι 18 σχεδιαζόμενον συμπίλημα, οπερ δυναται ίσως ν άναγνωσθή Ύπατίον. Τό τεμάχιον τοΰτο ανήκει πιθανώς εις την καλΰπτουσαν την 'Αγ. Τράπεζαν πλάκα. Όμοια μετά συμπιλήματος πλάξ παλαιοχριστιανικής 'Αγίας Τραπέζης σώζεται εΐς τό Μου- σεΐον Χίου18. β) Ήμικυκλική πωρίνη πλάξ διαμέτρου 0,57 μ. φέρουσα άνάγλυπτον σταυρόν καί εκατέρωθεν αύτοΰ κάτω τά αποκαλυπτικά γράμματα Α καί Ω. ιί) "Ορα σχετικώς Kautzsch, Kapitellstudien σελ. 176 καί Α. Ό ρ- λάνδον, Ή ξυλόστεγος παλαιοχρ. βασιλική τ. Β'(1954) σ ) A. Orlandos, Monuments byzantins de Chios II πίν. 2, κ.

41 Ή παλαιοχριστιανική βασιλική τής Σ»ίας 35Θ γ) Πώρινος περίοπτος σταυρός, διαστάσεων 0,415X0.26 μ., φέρων κεχαραγμένας τάς εξής επιγραφάς: α) 1C XC ΝΙ Κ(Α) ήτοι Ιησοΰς Χριστός Νικρ και β) Έτους ttωκγ', δπερ αντιστοιχεί προς τό σωτήριον έτος Κατά την βεβαίωσιν τών Ιγχωρίων ό σταυρός οΰτος μετηνέχθη άλλοθεν εις την εκκλησίαν, και τούτο είναι φυσικόν, άφ οΰ ή βασιλική τής Συίας δεν φαίνεται νά διετηρήθη δρθία πέρα τοΰ 7ου μ. X. αιώνος. ΑΝ. Κ. ΟΡΛΑΝΔΟΣ

42 DAS BONNER CORPUS UND DIE BERLINER AKADEMIE Uber das Bonner Corpus der byzantinisehen Geschichtsschreiber ist, und zwar nicht ohne Berechtigung, von seinen Anfangen an sehr viel Kritisches gesagt worden das scharfste Urteil sprach sein Initiator B. G. Niebuhr selber, der wenige Monate vor seinem Tode «die Ausgabe der Byzantiner» als untiber legtes Beginnen 1 bezeichnete, und trotzdem stellt die Sammlung, die ja bekanntlich zu einem wesentiiehen Teil noch in J.-P. Mignes Patrologia Graeca unverandert nachgedruckt wurde, auch in unserer Gegenwart ein Arbeitsmittel der Byzantinistik dar, uber dessen Bedeutung, wie erst in jiingster Zeit wieder konstatiert wurde, «kein Wort zu verlieren» ist2. Dem Werdegang des Corpus nachzugehen, diirfte daher nicht ohne Nutzen sein, gilt es doch, die Ursachen festzustellen, warum das Unternehmen nicht, wie es Niebuhr erhofft hatte, zu einem «fur die Philologie und Geschichte hochst erheblichen, fur unsere Nation ruhmvollen» 3 Werke geworden ist, und sodann aus solchen Feststellungen fiir die Planung, Anlage und Durchfiihrung ahnlicher gelehrter Kollektivarbeiten die notwendigen Behren zu ziehen. Dabei wird sich die Darstellung auf jene Periode beschranken, wahrend deren das Corpus unter den Auspizien der Berliner Akademie stand; sie griindet sich auf die im Archiv der Deutschen Akademie der Wissenschaften zu Berlin verwahrten «Acta der wissenschaftlichen Unternehmungen der historisch - philologischen Klasse, Vol. 9,1 ; Herausgabe des Corpus scriptorum historiae Byzantinae, 1831 ff.»4. Nachdem Barthold Georg Niebuhr endgiiltig aus dem preussischen Staatsdienst ausgeschieden war, liess er sich in Bonn nieder, um sich ganz der gelehrten Tatigkeit zu widmen. Im ') Rdmische Geschichte, 2, 2. Aufl. Berlin 1830, IV. 3) Georg Ostrogorsky, Geschichte des byzantinisehen Staates, 2. Auflage, Miinchen 1952, 5. 3) Vgl. unten S. 9. *) Ich danke dem Direktor der Deutschen Akademie der Wissenschaften zu Berlin fiir die Erlaubnis zur Benutzung des akademischen. Archivs fiir die vorliegende Arbeit.

43 Das Bonner Corpus und die Berliner Akademie 361 Zentrum stand dabei die Umarbeitung des ersten und zweiten und die Herausgabe des dritten Bandes seiner «Romischen Geschichte»; ferner hielt Niebuhr vom Sommer 1825 ab in freier Verbindung zur Universitat Vorlesungenδ, 1827 erschien der erste Band des von ihm ins Leben gerufenen «Rheinischen Museums fiir Jurisprudenz, Philologie, Gesehichte und griechische Philosophic», und schliesslich wandte sich der rastlos Tatige der Verwirklichung eines lange gehegten5 6 Gedankens zu, der Erneuerung des Pariser Corpus der byzantinischen Historiker. Als Verleger fiir diese Unternehmungen gewann Niebuhr den jungen Bonner Buchhandler Eduard Weber7. Was das Corpus anlangt, so waren dessen Grenzen durchaus eng gezogen; es sollte, wie sich Weber in einem am 22. Juni 1851 an die Preussische Akademie der Wissenschaften gerichteten Schreiben ausdriickt, «nur ein korrekter Wiederabdruck der alten Ausgaben» sein der im Pariser Corpus erschienenen sowie der in Einzeleditionen daruberhinaus zuganglichen Texte ; jeder weitergehende Plan ware nicht zuletzt dadurch, dass seine Durchfiihrung allein auf die finanziellen Moglichkeiten des Verlegers gestellt war, von vornherein utopisch gewesen8! Mit der Ausgabe des Agathias, die Immanuel Bekker gewidmet ist, «ut apud posteros amicitiae monumentum exstet et nova Byzantinorum editio fausto omine prodeat»9, leitete der Herausgeber selber 1828 das Corpus ein, und die nachsten Bande erschienen in rascher Folge. Als Niebuhr am 2. Januar 1831 starb, lagen 10 Bande ausgedruckt vor, und eine grossere Anzahl weiterer war in Bearbeitung, wie eine im Archiv der Deutschen Akademie der Wissenschaften verwahrte Aufstellung Eduard Webers beweist. 5) Heinrich Nissen in: Allgemeine Deutsche Biographie, 23, Leipzig 1886, 657. e) So sein Schuler Johannes Classen in der Gedenkschrift «Barthold Georg Niebuhr», Gotha 1876, 18. ) Eduard Weber hatte als Freiwilliger an den Freiheitskriegen teilgenommen und 1818 in Bonn, das zum geistigen Zentrum des befreiten Rheinlands geworden war, sein Verlagshaus gegriindet; er starb am 28. Februar 1868, also noch vor Abschluss des Bonner Corpus (vgl. Karl Hessel in: Hundert Jahre A. Marcus und E. Webers Verlag 1818 bis 1918, Bonn 1919, 8). 8) Vgl. auch die Bemerkung Ulrich von Wilamowitz - Moellendorffs, Gesehichte der Philologie, Leipzig und Berlin 1921, 54. 8) S. V.

44 362 Job. Irmscher Diese zeigt ferhiei den von Niebuhr ins Auge gefassten Umfattg des gesamten Corpus und macht dessen Abhangigkeit von der Pariser Sammlung vollends deutlich. Ihr Inhalt soil daher im folgenden wiedergegeben und durch Hinweise auf die spatere Verwirklichung des urspiinglichen Planes erganzt werden,0. Webers Inhaltsangabe Webers Bemerkungen dazu Meine Bemerkungen P. I Labbei Protrepticon. Quae supersunt e Dexippo, Eunapio, Petro, Prisco, Maleho, Candido, Olympiodoro, Nonnoso, Prisciani Panegyricus. 1st als Pars I bereits erschienen.labbei Protrepticon zur Pariser Edition ist, als eine fur die j e t z i g e Ausgabe nicht geeignete Arbeit, weggelassen worden. Erschienen 1829, enthalt «Dexippi, Eunapii, Petri Petricii, Prisci, Malchi, Menandri, Olympiodori, Candid^ Nonnosi et Theophanis historiarum reliquiae, Procopii et Prisciani panegyrici», also mehr als der auf der Grundlage der'pariser Sammlung aufgestellte Plan voisah(vgl- S. IX der Praefatio). P. II Procopius. Ist von Herrn Prof. W. Dindorf zur Bearbeitung ubernommen worden und soli nocb im Lauf d.j erseheinen. Erschien in 3 Banden und P. Ill Agatbias. Ist erschienen. Erschien 1828 (siehe o- ben S. 2) P. IV Silentiarius. Eydus. Vom Silentiarius ist eine vorlaufige Bearbeitung Niebuhrs vorhanden. Der Lydus sollte, nur mit den Fussscben Nachtragen vermehrt, unverandert abgedruckt werden. Paulos Silentiarios Geschichte tiber die Sophienkirche und ihre Kanzel veroffentlichte Bekker 1837 zusatnmen mit den Gedichten des Georgios Pisides und dem Breviarium desnikephorospa- 10) Hier wie auch bei alien folgenden Bezugnahmen auf die Akten werden Orthographie und Interpunktion auf den Usus der Gegenwart umgestellt.

45 Das Bonner Corpus und die Berliner Akademie 363 Webers Inhaltsanqabe Webers Bemerkunqen dazu Meine Bemerkunqen P. V P. VI P. VII P. VIII P. IX P. X Corippi Iohannis et Pa- Ist Hrn. Prof. Schopen negyrici. iibergeben worden. Menandri Protectoris quae supersunt, Georgius Pisida-iFragm. Io. Epiphaniensis. Theopylactus Simocatta. Genesius. Scriptores post Theophanem. Leo Diaconus. Psellus. P. XI Io. Scylitzes. Nicephorus Bryennius. Der Menander ist nun bereits in Pars I abgedruekt erschienen. Ist von Herrn Professo -'Imm. Bekker tibernommen worden. triarches,ohne Hinweis auf Niebuhrsche Vorarbeiten.Im Sinne von Webers Notiz brachte Bekker, ebenfalls 1837, jedocb als gesonderten Band, den Johannes Lydos heraus. Erschien, von Bekker besorgt, 1836 zusammen mit Merobaudes ; eine Mitwirkung Schopens an der Ausgabe wird in der Praefatio nicht erwahnt. tjber Georgios Pisides vgl. zu P. IV.Das Fragment des Johannes von Epiphania ist ins Bonner Corpus nicht aufgenommen worden. Erschien 1834 zusammen mit Lachmanns Genesios. liber Genesios vgl. zu P. VII. Die Scriprores post Theophanem erschienen, herausgegeben von Bekker, 1838 als selbstandiger Band unter dem Titel «Theophanes continuatus». Leo Diaconus ist nach- Namlich im Jahre i8;8. her als Pars XI erschienen. Psellos wurde ins Corpus nicht aufgenommen. Die Auszuge des Pariser Corpus aus Johannes Skylitzes finden sich im 2. Band der

46 864 Joh. Irmscher Webers Inhaltsangabe Webers Bemerkungen dazu Meine Bemerkungen P. Xlf Anna Comnena. 1st Hrn. Prof. Schopen zugeteilt worden. P. ΧΙΠ Cinnamus. 1st Hrn. Direktor Meineke zugeteilt worden. P. XIV Nicetas Choniates. 1st von Hrn. Prof. I. Bekker iibernommen worden. Ausgabe des Georgios Kedrenos, 639 ff. Nikephoros Bryennios besorgte Meineke 1836 im Anschluss an Johannes Kinnaiuos. Band 1 erschien 1830, Band 2, besorgt von August Reiffersch'id, Erschien Erschien P. XV Georgius Acropolita. Besorgte 1836 Immanuel Bekker im Anschluss an Konstantin Manasses. P. XVI Georgius Pachymeres. Edierte Bekker in 2 Banden 1833 P. XVII Nicephorus Gregoras. 1st nachher als Pars XIX erschienen. P. XVIII Cantacuzenus. P. XIX Ducas. Io. Cananus - alia. 1 1st nachher als Pars XX erschienen. 1st von Herrn Prof. I. Bekker iibernommen worden. P. XX Phrantzes. Herr Prof. Nake hat sich zur liberuahme geneigt erklart. Namlich 1829 und 1830, und schliesslich Band 3, von Bekkcrbesorgt, 1S55. Namlich in 3 Banden 1828, 1831 und Die Ausgabe des Dukas erschien 1834; Johannes Kananos gab Bekkerl838 zusammen mit Georgios Phrantzes und Johannes A- nagnostes in einem besonderen Band heraus. Vgl. zu P. XIX. Nake hat offensichtlich schon bald auf eine libernab me verzichtet. P. XXI Chalcocondyles. Wurde von Bekker 1843 herausgegeben.

47 Das Bonner Corpus und die Berliner Akademie 365 Webers Inhaltsangabe Webers Bcmerkunqen dazu Meine Bemerkungen P. XXII Historia bellorum in j\iorea gestorum. Gerrnstas de ordinanda Peloponneso. P. XXIII Ville Hardouin et Ducangii Constantinopolis sub Francis. P XX'V Kusebii chronicon. P XXV Georgius Syncellns. 1st nachher o h n e An gabe der Teilzahl erschienen. P XXVI Chronicon Alexandrinum. 1st von Herrn Ludwig Dindorf iibernommen worden und bereits unter der Presse, um noch im Laufe d. J zu erscheinen. P. XXVII NicephorusPatriarchs. 1st nur noch zum Teil zu edieren, da seine Chronographia cotnpendiaria als Anhang zum Syncellus geliefert worden ist. Ins Corpus nicht aufgenommen. Ins Corpus nicht aufgenommen. Ins Corpus nicht aufgenommen. Erschien in 2 Banden 18'9 Die Bandzahl geinass dem urspriinglichen Plan wurde nach Niebuhrs Tode, als die Undurchfiihrbarkeit des alten Pro. jekts.zunehmend deutlicher wurde, fast immer.bei einzelnen Banden auch schon vorher, weggelassen; vgl.s.u. Erschien Uber die Ausgabe des Breviarium des Nikephoros vgl. zu P. IV. Theophanes. P. XXVIII Georgius Cedrenus. P. XXIX loannes Zonaras. Ist Herrn Dr. Classen iibergeben worden. Die Edition des Theophanes erschien in 2 Banden 1839 und Gab Bekket in 2 Banden 1838/39_heraus. Erschien in'3 Banden 1811,1844 und 1897.besorgt νρη M. Pinder

48 366 Joh. Irmscher Webers Inhaltsangabe Webers Bemerkungen dazu Meine Bemerkungen undth.biittner-wobst. P. XXX Michael Glycas 1836 von Bekker herausgebracht. P. XXXI Io. Malalas. 1st nachher o h n e Angabe der Teilzahl erschienen. Erschien P. XXXII Constantinus manas- Besorgt von Bekker ses. Ioel zusammen mit Ioel und Georgios A- kropolites. P. XXXIII Chronicon orientale. Ins Corpus nicht aufgenommen. P. XXXIV Constantinus Porphy- Wurde 1840 von Bekrogenitus. De themati- ker als Band 3 der Ausbus et aiministrando gabe des Konstantin imperio. Porphyrogennetos herausgebracht. P XXXV Constantinus Porphy- 1st nachher ohne An- Erschien zweibandig rogenitus De cerimo- gabe der Teilzahl er- 1829/30. niis aulae Byzamiuae. schinenen. P. XXXVI Codinus. Bekker brachte 1839 unter dem Namen Codinus Curopalates die Schriften. De officialibus palatii Constantinopolitani et de officiis magnae ecclesiae und 1843 unter dem Namen Georgius Codinus die Excerpta de antiquitatibus Constantinopolitanis heraus. P. XXXVII Historia Sulei et Chro Bekker gab 1849 die nica Epirotica. Historia politica et patriarchica Constantinopoleos und die Epirotica heraus; die Historia Sulei wurde nicht aufgenommen. Neudruck ist nicht er- folgt P.XXXVIII Ducangii Familiae Byzantinae et Constant!-

49 Das Bonner Corpus uud die Berliner Akademie 867 Webers Inhaltsangabe Webers Bemerkungen dazu Meine Bemerkungen nopolis Christiana. P. XXXIX Banduri Imperium orientale. P. XL Anastasius Bibliothecarius. Am Schlus- Ducanges Glossarium, se: vervollkommnet. Neudruck ist nicht erfolgt. Erscheint itn 2. Band der Ausgabe des Theophanes ex recensione Immanuelis Bekkeri. Eine Neubearbeitung von Ducanges Glossar ist bis auf den heutigen Tag Desiderat geblieben. Das Corpus enthalt dariiberhinaus eine Anzahl von Texten, die in der urspriinglichen Planung nicht vorgesehen waren. Die Versclironik des Ephram (1840), deren Editio princeps 1828 Angelo Mai geschaffen hatte, die den Namen des Leon Grammatikos tragende Chronographie (1842) unter Heranziehung der von J. A. Cramer, Anecdota Graeca e codd. manuscriptis bibliothecae regiae Parisiensis, 2, Oxford 1839, 243 ff. zuganglich gemachten Redaktion (zusammen mit Eustathios5 Geschichte der Eroberung Salonikes, auf der Grundlage von E. Fr. Tafels 1832 erschienenen Ausgabe), das hier erstmals gedruckte Geschichtswerk des Michael Attaliates (1853) und schliesslich das im Pariser Corpus nicht enthaltene Geschichtswerk des Zosimos (1837). Der Tod Niebuhrs war ein schwerer Schlag fur das Unternehmen, dessen Leitung beinahe ausschliesslich auf seinen Schultern gelegen hatte. Aber noch von anderer Seite her stellten sich triibe Perspektiven fur den Fortgang des Corpus. Als dieses vorbereitet wurde, stand die Philhellenenbewegung in voller Bltite, und in vielen, die mit heissem Herzen den Freiheitskampf des griechischen Volkes verfolgten, wurde auch das Interesse fur das griechisch - byzantinische Mittelalter geweckt; seit dem Erfolg der Griechen in der Seeschlacht von Navarino (20. Oktober 1827) l'ess Jene Anteilnahme jedoch sichtbar nach, und mit den Byzantinern mochte mancher die gleiche Einttatr

50 368 Joh. Irmscher schung erlebt haben wie mit den Neugriechen: Hier ist nicht das klassisehe Hellas, nach dem man suchte, hier beginnt eine neue WeltHinzu kam die politische Erregung der Zeit, deren die Metternichsche Reaktion vergebens Herr zu werden versuchte, und mit ihr die wirtschaftlichen Schwankungen, welche das Vordringen der kapitalistischen Produktionsweise notwen dig mit sich braehte. Die sinkende Subskribentenzahl wurde zum sichtbaren Gradmesser solcher Entwicklungen. Diese schwierige Situation veranlasste den Verleger Eduard Weber, der bis zum Friihjahr 1835, lediglieh auf Niebuhrs Autoritat gestiitzt, zwolf Baende des Corpus herausgebracht hatte, sich nach neuer Hilfe umzusehen. Der Bonner Philosoph Christian August Brandis, der mit Niebuhr gemeinsam das «Rheinische Museum» gegriindet und offensichtlich aucli an seinem Corpusplan Anteil genommen hatte, schlug eine Anlehnung an die Preussische Akademie der Wissensehaften vor und iibernahm die ersten Verhandlungen ; Brandis war fur diesen Scliritt die bestgeeignete Personlichkeit, wahlte ihn doch jenes Gremium bereits im Jahre nach Niebuhrs Tode, am 12. April 1832, zum korrespondierenden und am 21. Mai 1862 zum auswartigen Mitglied 12. Seine Bemfihungen ffihrten am 25. Januar 1831 zu einem Beschluss der philosophisch - historischen Klasse der Akademie, wonach diese «der allgemeinen Eeitung dieses Unternehmens sich unterziehen, deshalb dem Plenum Vortrag halten und nach erfolgter Genehmigung eine Kommission fur diese Angelegenheit niedersetzen» sollte. Noch ohne Kenntnis dieses Beschlusses wandte sich am 31. Januar desselben Jahres Weber in einem an Immanuel Bekker gerichteten Schreiben an die Akademie : «Ich erkenne in seiner vollen Grosse den ausserordent - lichen Wert, den es fur die fernere gediegene Ausfuhrung dieses Unternehmens haben wurde, wenn die Konigliche Hohe Akademie der Wissensehaften sich hochstgeneigtest bewogen finden sollte, dieses Werk von jetzt an ihres unmittelbaren Schutzes zu wilrdigen und * * ) ) Novus incipit orbis: G. L. Fr. Tafel, Gelehrte Anzeigen, hgg. von Mitgliedern der K. bayer. Akademie der Wissensehaften, 39, 1854, 152. * ) Erik Amburger, Die Mitglieder der Deutschen Akademie der Wissensehaften zu Berlin , Berlin 1950, 115 und 92; vgl. im. iibrigen Adolf Trendelenburg, Zur Erinnerung an Christian August Brandis, Berlin 1868.

51 Das Bonner Corpus und die Berliner Akademie 869 fur die wissenschaftliche obere Leitung desselben die Stette einzunehmen, welche Niebuhr zu seinem unverganglichen Ruhme erfiollte, in der durch ihn und Him befreundete hochberuhmtc Gelehrte in kurzer Zeit so Ausgezeichnetes geleistet wurde, dass dieses Unternehmen, wenngleich erst bis zum ersten Viertel seiner Vollendung gelangt, dennoch bereits jetzt durch den glanzendsten Beifall von ganz Europa hochgeehrt dasteht. Wir empfinden es mil tie fern Schmerze, dass sein unvergesslicher Urheber nicht begliickt sein sollte, der Vollendung desselben sich zu freuen : wer aber, wenn es sich durum handelt, eine so grossartige und ruhmvolle. Verlassenschaft anzutreten, duerfte so vollkommen die innigen Wunsche und Bitten aller far sich teilen, als der vor alien Nationen hochstralilende Verein der ersten in der Wissenschaft, dem aucli Niebuhr anzugehoren stolz war? Wie konnte sein bei Erscheinen des Agathias...der Well gegebenes Wort: «Es ist mir zu angelegen, ein Unternehmen, welches icli nicht anstehe fur Philologie unci Ceschichte hochst erheblich, fuer unsere Nation ruhmvoll zu nennen, geziemend zu Ende gefuehrt zu sehen, um davon abzutreten, wenn cs nicht an solche Ifande uebergehen kann, die es wohl noch besser als die meinigen herausfuehren». herrlicher gelost wer den, als indem diehohe Akademie der Wissensehaflen selber dafuer eintrate? Durchdrungen von einer so hock belebenden Hoffnung erdreiste ich mich dciher, Euer Hochwohlgeboren personliches Wohlwollen fuer das grosse Unternehmen hiermit vertrauensvoll und gehorsamst zu erbitten, indem ich durch Euer Hochwohlgeborenen guetige Vermittlung der Koniglichen Hohen 'Akadenne das ganz gehorsamste Gesiich zu stellen wuensche,dass es ihr zn Niebuhrs Eh re and zum Gewinn fuer die Wissenschafien gefallen mdge, an die Spitze dieses Werkes Zur For derung seiner gediegeneu Vollendung zu treten, unter hbchstgeneigler A nwendung ihres erleuchteten iind hochbelebenden Einflusses sowie der Mittel und, Verbindungen, uber welche sie zur Erreichung wissenschaftlicher Zwecke in so ausgezeichnetem Masse zu gebieten hat. Die hochstgeneigte Gewahrung dieses \\ unsches wuerde selbst im fernsten A usland von alien Gebildeten mit lebhafter Teilnahme, von der gelehrten Welt aber mit holier Freude, von mir mit unausloschlichem, verehrungsvollem Danke erlumnt werden. Sie wuerde fuer fcphtjka ΧΡΟΝΙΚΑ Z.

52 'TVt Ο Joh. Irmscher -die Vollendung des UrUernehmens, indem sie zugleich die zweckmassige Anwendung alter geeigneten Miltel verbuergte, eine Sieherheil bitten, die kein Einzelner in dem Masse zu leisten im Stande ist; ja schon die blosse Anhuendigung, dass dem Unter- «4*ehmen so unschatzbare Gunst zuteil werden solle, wird die Ge- <mueter aller, die an edlen literarischen Bestrebungen ueberhaupt. Anted nehmen, mil inniger Beruhigung erfuellen Ich erhalte jetzt -in dieser Beziehung von alien Seiten die dringlichsten Anfragen». Bereits am io Februar gab die Klasse an Weber einen Zwisclienbescheid auf seinen Antrag und forderte von ihm eini- : ge Detailangaben als Unterlage fiir die weiteren Beratungen. Aus Webers Antwort von 19. Februar ergeben sich unter anderem felgende Aufschliisse: 1) Da der urspriingliche Plan lediglich einen «korrekten Wiederabdruck der friiheren Ausgaben» vorsah, der Honorare allenfalls fiir die Herstellung von Indices erforderte, war entsprechend kalkuliert und ein diesem Sachverhalt angemessener Subskriptionspreis festgelegt worden. Diesen behielt man auch spater bei, als in einigen Fallen Neueditionen sich als unerlasslich notwendig erwiesen; die zusatzlichen Kosten fiir Handschriftenkollationen und-kopien gingen zu Fasten des Verlegers. Dessen Kalkulation setzte fiir die Deckung der Kosten einen Absatz von 562 Exemplaren voraus, eine Zahl, die bis 1831 nur -bei einigen Banden erreicht war. Es machte sich im Gegenteil -seit Niebuhrs Tode ein Rtickgang der Subskriptionen fiihlbar, wshrend auf nene kaum noch zu rechnen schien. 2) Der Anlageplan, wie er im vorangegangenen mitgeteilt wnrde; -sah fiir jeden Band eine Kennziffer vor. Von einer solchen -Bezifferung wurde jedrch bald abgesehen, um Interessenten nicht durch eine Vielzahl zu erwartender Bande von vornherein «bzuschrecken. Lediglich die folgenden Autoren sind in dieser Form numeriert: Agathias (3), Dexippus etc. (1), Ioannes Cantacttzenus I - III (20), Leo Diaconus (11), Nicephorus Gregoras I - II (19), Procopius 1-111(2); iibrigens zeigt der Vergleich dieser Ziffern mit dem urspriinglichen Anlageplan, das letzterer schon zu Niebuhrs Lebzeiten preisgegeben wurde, ohne dass freilich iiber die Veranlassung dieser Anderungen noch iiber das sich dadurch neuergebende Editionsprogramm Niiheres bekannt

53 t)as Bonner Corpus usd die Berliner Akademie 3T1 Das Plenum der Akademie befasste sich niit der Bortfiihrung des Corpus Bonnense in seiner Sitzung vom 31. Maerz. Es be*- schloss, die Sammlung «als ein Unternehmcn der Akademie det- Wissensehaften zu iibernehmen, jedocli auf Kosteit desverlegers». Am 12 April konstituierte darauf die Klasse eine -Kom* mission, welcher neben den beiden Sekrctaren '* Schleieftnaeherund Friedrich Wilhelm Wilken 14 die Akademiker Boeekh, Bek-^ ker, Meineke und Lachmann angehorten. Wilken begegiiet- in-*- der Korrespondenz mit Weber als Repraesentant der Akademie. In diesem Sehriftwechsel stehen die finanziellen Nbte des-urr* ternehmens an erster Stelle. Schon am 8. Juni 1831 fuhrt We* ber mit beredten Worten Klage : «Die Zahl der Subskribenten hat sich so merklich verringert, dass ich jetzt zwisehen 30 bis 40 weniger zaehle als noch zu Anfang dieses Jahres. Hierbei sind allein sechs bloss von Berliner Handlungen (Diimmler.c Nicolai, Laue, EnSlin) mir aufgekiindigt..., was bei der fur Berlin ohne* dies ungewohnlich und in der Tat unbegreiflieh geringen Zahl der teilnehmenden Subskribenten wirklich betrubend ist*>. Da *^ durch sieht sich def Verleger genotigt, eine Senkung-der Aufld" ge auf 2/3 der bisherigen Hohe (von 1550 auf 1075 Exemplars laut Brief von 28. Juli) ins Auge zu fassen und die Ak-adefflieiunr Obernahme der Honorare anzugehen. Auch verspricht ef sich einiges von dem neuen Untertitel, der auf alien nach :i8gl* herausgekommenen Baenden erscheint: Corpus scriptorum histo*- riae-byzantinae. Editio emendatior et copiosior, consilio Bi Qv- Niebuhrii C. f. instituta, auctoritate academiae litterafum re* giae Borussicae continuata15. Chronicon paschale I ist der. 1. Band, der auf die tibernahme der Eeitung des UnteroehtaCfts dutch die Akademie hinweist; ein Vorwort beizugeben erachbetediese jedoch Webers dringender Bitte ungeachtet nicht fiir notig. ia) 1830 waren die vormals vier Klassen def Akademie zu-zweien verschmolzen, die Vierzahl der Sekretare wurde jedoeh bcibehalten fatti*; burger, a.. Ο., VIII).,4) Geboren Ratzeburg 23 Mai 1777, gestorben Berlin 24. Dezembir 1840; ordentlicher Professor fiir Geschichte an der- UniversitSt Berlin und Oberbibliothekar (Direktor) der Koniglichen BibliothekT ordentlidh» Mitglied der Akademie seit 1. Januar i8rg (Amburger, a. ar-o., 24V. u) In Webers Vorschlag heisst es «a B. G. Niebuhrio instituta» und feirtt def Zusntz «C. f»; ferner findet sich die -Fdrmulierting;*afe aeedeimia regia Borussica continuata».

54 372 Job. Irmscher Trotz allem hatten sich die materiellen Schwierigkeiten gesteigert. In seinem vschreiben vom 8. Juni 1831 legte Weber eine Kalkulation fiir die reduzierte Auflage vor. Die Herstellungskosten ausschliesslich der Honorare und Gemeinkosten belaufen Sich danach «fuer das Alphabet von 23 Bogen» auf 655 Taler 150 Silbergroschen bei einer Auflage von 1550 Exemplaren, bei der reduzierten Ausgabe von 1075 Exemplaren auf 615 Taler 19 Silbergroschen ; im ersten Fall werden' sie durch einen Absatz νόη 562, im zweiten durch einen solchen von 528 Exemplaren gedeckf Durch die S'ubskription vermochte jedoch selbst die verminderte Zahl nicht mehr erreicht zu werden ; ganz im Gegenteil meldete Frankreich, wie aus einer Mitteilung Webers vom 20. Januar 1832 hervorgeht, einen Rueckgang der Abnehmerzahl von 33 auf 24, Mailand von 4 auf x, Belgien den Ruecktritt von 5 Subskribenten - insgesamt sank die Zahl der Festbezieher innerhalb von vier Monaten um fast 30. Immer dringender werden darum Webers Bitten um eine ueber die wissenschaftliche Leitung hinausgehende finanzielle Unterstuetzung von seiten der Akademie und des ihr vorgesetzten Ministers von Altenstein,s; Hilfsarbeiten an den Registern usw. mochten tunlichst nach Bonn vergeben werden, wo gewisse Stipendienmittel fuer solche Zwecke zur Verfuegung stuenden 17 und eine Beaufsichtigung der herangezogenen Krafte durch Gelehrte wie Brandis, Nake, Sehopen u. a. gegeben ware schliesslich wird eine staerkere Mitarbeit der Akademie erbeten mit dem Hinweis, «dass die sehr verehrten Mitglieder der hohen Akademie jedenfalls sehr viel geringere Forderungen machen werden als Herr Dindorf in Eeipzig»,s. Dagegen erweist sich die tfbernahme des Druckes eines Teils oder der ganzen Auflage durch die *) Karl Freiherr von Stein zum Altenstein, geboren Ansbach 1. O- ktober 1770, gestorben Berlin 14. Mai 1840, war preussischer Kultusminister von 1817 bis 1840, (F. Bosse in : Realencyklopaedie fiir protestantische Theologie und Kirche, 3. Auflage, 1, Leipzig 1896, 404). ) Dafiir hatte Niebuhr selbst Sorge getragen (vgl. Friedrich von Bezold, Geschiehte der Rheinischen Friedrich Wilhelms Universitaet, Bonn 1920, 266I. 18) Da beide Briider Dindorf am Bonner Corpus beteiligt waren und in Leipzig wirkten, ist schwer auszumachen, auf welchen sich diese Betnerkung bezieht.

55 Das Bonner Corpus und die Berliner Akademie m Akademische Offizin, wie sie zur Unterstuetzung des Verlegers in Aussicht genommen war, als unzweckmaessig. In der Akademie zeigt man alles Verstandnis fiir Webers Eage, jedoch sind ihre Moglichkeiten zu helfen begrenzt. Ihre philosophiscli - historische Klasse erklart sich am 6. Marz 1832 fiir die LJbernahme der Nebenkosten, jedoch nicht generell, sondern nur von Fall zu Fall, bereit; sie vsrpflichtet sich, das Unternehmen anderen gelehrten Gesellschaften zu empfehlen und dem Minister eine zusatzliche Subskription nahe zu legen. Dazu stellt der Geldverwendungsausschuss freilich in seiner Sitzung vom 17. Mai 1832 ausdriicklich fest, dass «die Akademie eine Verbindlichkeit zu einer Geldunterstiitzung fiir dieses Unternehmen weder anerkennt noch iibernommen hat»; trotzdem wird der Beschaffung der fiir den dritten Band des Nikephoros Gregoras 19 und die Chronik von Morea 20 notwendigen Abschriften in der Pariser Nationalbibliothek zugestimmt und dafiir ein Betrag von je 300 Franken bereitgestellt. Fur ein paar Monate ruhen nuumehr Webers Klagen. Am 5. Marz 1833 wendet er sich indessen erneut an Wilken. «Der Anted des Publikums an diesem Unternehmen», stellt er fest, «erschlafft auf eine wahrhaft erschreckende Weise und in einer so reissenden Progression, dass mir der Mut, welchen icli bisher, den mannigfachen mir eroffneten Aussichten vertrauend, stets aufrecht zu erhalten bemiiht war, jetzt tief gesunken ist». Ein bestaendiger Riickgang der Subskribentenzahl wird durch die Beifiigung der originalen Abbestellungen der Kommissionaere und ausliefernden Buchhandlungen dokumentiert. Grosse Hofnungen habe man schliesslich auf eine zusaelzliche Subskription des Konigs gesetzt, fiir die sich Alexander von Humboldt, damals Kammerherr am preussischen Hof21, verwendet habe; doch sei fiber einen erfolgreichen Fortgang der Angelegenheit nichts bekannt geworden. Wenn eine Intervention der Akademie nicht zu greifbaren Ergebnissen fiihre, sei das Schlimmste fiir die Weiterfiihrung des Unternehmens zu befiirchten. Noch ehe Wilken auf diesen Brief antwortete, wandten sich ls) Vgl. dazu S ) Vgl. dazu S ) Alfred Dove in: Allgemeine Deutsche Biographic, 13, Leipzig 1881, 381.

56 374 Joh. Irmscher die Dinge zum besseren. Am 15. Maerz richtete Alexander von Humboldt an Friedrich Gottlieb Welcker, damals Professor und Oberbibliothekar in Bonn 22, der sich in der Saehe warm verwendet hatte, folgendes Schreiben23 : «Es muss Ihnen, verehrungswerter Herr Professor, mehr als fabelhaft scheinen, dass icli einem Manne, dessen Name bei mir so hoch steht und dem mein alterer Bruder die freundschaftlichste Achtung gewidmet hat, in so vielen Monaten keine Nachricht ueber den Erfolg des byzantinischen Gesuchs des Herrn Weber gegeben habe. Wenn Sie aber die Lage der Verhaltnisse hier-ganz kennten, so wuerden Sie mir Ihre Nachsicht schenken. Denn ununterbrochen habe icli alles getan, was dieses schone Unternehmen, das Niebuhrs gefeierten Namen an der Spitze traegt, fordern konnte. Das Gesuch fuer den Koenig ist erst spat ueberreicht worden, well der Geheime Kabinettsrat Albrecht, der das lebhafteste Interesse fuer das Unternehmen aussert und auck mein Bruder glaubten,man duerfe das Ueberreichen des schon Erschienenen nicht von dem Gesuche um Unterstuetzung trennen. Nun war aber~ wahrend der Besorgnis, die die Katastrophe des Marsches auf Antwerpen erregte 2\ auf keine reichliche Spendung zu rechnen: Sobald der Zeitpunkt guenstig schien, habe ich selbst seiner Majestaet eine Note ueber die Wichtigkeit des Werkes und die Notwendigkeit eingereicht, ein das Vaterland ehrendes Unternehmen reichlich zu unterstuetzen. Dem Urteil des Geheimen Oberregie- ) fiber die Beziehungen Welckers zu Alexander von Humboldt vgl- Reinbold Kekule, Das Leben Friedrich Gottlieb Welckers, Leipzig 1880, 186 und 331. s') Zitiert nacli einer Kopie Webers.. a4) Daniel Ludwig Albrecht, geboren Berlin 7. Juni 1765, gestorben daselbst 27. Mai 1835, wurde 1808 Vortragender Rat im preussiscken Kabinett und 1810 geheimer Kabinettsrat; er war ein einflussreicher Ver' mittler zwischen dem Konig und der preussisclien Reformpartei (Der Grost se Brockhaus, 1, 1928, 250). ss) Wie schwer die franzosische Aktion gegen Antwerpen im Herbst 1832 iu Preussen empfunden wurde, zeigt Heinrich von Treitschke, Deutsche Geschichte in 19. Jahrhundert, 4, 4. Auflage Leipzig 1897, 94 f- Dort wird auch fiber die preussischen Truppenkonzentrationen berichtet, die angesichts der gegebenen Kriegsgefahr eine strenge Bewirtschaitung der Staatsmittel notig machten.

57 Das Bonner Corpus und die Berliner Akademie 375 rungsrats Schulze gem ass Melt der Geheime Kabinettsrat Albrecht es fuer nuetzlich, die Zahl der zu nehmenden Exemplare von dem Departementdes Herrn von Altemtein vorschlagen zu lassen. Die gegenwaertige Lage der Kassen macht darin leider eine grosse Maessigung zur Pflicht. Der Antrag ist von dem Herm Minister seit wenigen Tagen in das Kabinett ziirueckgegangen und lautet auf 30 bis 40 Exemplare. Ich glaubte,jetzt bloss, um mich von dem unverdienten Verdacht der Barbarei gcgen Sie und Herm Weber zu rechtfertigen, ihnen diese vorlacufige Anzeige machen zu muessen». So verstummen denn Webers Klagen fur die naechsten Monate, und unsere obige Aufsteliung beweist ebenso wie die Akten der Akademie, dass neue Baende in so dichter Folge herauskamen, wie es die Aufnahmefaehigkeit fiir ein derartiges Werk iiberhaupt nur zuliess. Bei einem solchen Fortgang konnte man durchaus schon an den Abschluss des Unternehmens denken, und in der Tat wurden im Fruhjahr 1835 auf Immanuel Bekkers Geheiss die Pariser Ausgaben samt eventuell hergestellter Handschriftenkopien von alien jenen Autoren nach Berlin gesandt, fiir die ein Bearbeiter noch nicht gefunden war. Bekkers Name taucht denn auch in der Folgezeit am haeufigsten unter den Herausgebern der Corpusbaende auf, zur Freude des Verlegers. der am 6. September 1836 feststellen kann, dass es ihm «durch die erfreuliche Taetigkeit des Herrn Professor Bekker» niemals an Manuskripten gebraeche, weniger dagegen zum Nutzen der Wissenschaft, die es und zwar mit Recht an harten Urteilen fiber eine so wenig griindliche Arbeit nicht fehlen liess 2f. Die!,1 Der Padagoge Johannes Scliulze (geboren Bruel 15. Januar 1786, gestorben Berlin 20. Februar 1869) war am 18. November 1818 zum Geheirnen Oberregierungsrat und Vortragendem Rat im preussischen Kultusministerium ernannt worden; im Jahre 1849 wurde er Direktor der Unterrichtsabteilung (M. Hertz in : Allgemeine Deutsche Biographic, 33, Leipzig 1891, 9). a:) Ausser auf die von Karl Krumbacher, Geschichte der byzantiriisehen Litteratur, 2. Auflage Munchen 1897, 222, erwahnten Beurteilun. gen sei noch auf Conrad Bursian, Geschichte der classischen Philologie in Deutschland, 1, Munchen und Leipzig 1883, 653, Wilamowitz, a.a. O, and schkesslich auf Gyula Moravcsik, Byzantinoturcica, 1, Budapest 1942, 75, verwiesea.

58 376 Joh. Irmscher Riickschlaege Hessen daher auch nicht auf sich warten. In dem bereits erwaehnten Brief vom 6. September 1836 muss Weber der Akademie zur Kenntnis bringen, dass der Ttibinger Professor G. L,. Fr. Tafel die Materialieu zur Ausgabe des Konstantin Manasses zuriickgesandt habe, weil «seine wankende Gesundheit wie andere Engagements ihn an der Vollendung dieser Arbeit hinderten». Man wird dieser Begriindung jedoch nur bedingt Glauben schenken, wenn man weiss, dass Tafel spaeter das Bonner Corpus mehrfach als nicht mehr als «eine tiichtige Druckrevision» der Pariser Texte herausstellte, die lateinische Ubersetzungen biete, welche ungeachtet der sich dabei dem griechischen Texte gegeniiber ergebenden Divergenzen zumeist nicht einmal revidiert wurden, und die in der Verwendung der Pariser Kommentare durchaus «stationaer geblieben» sei2s. Doch nicht nur Mitarbeiter, die wirklicli Gutes zu bieten gehabt haetten28 29, gingen dem Unternehmen verloren, sondern auch die Abnehmer, so dass die kaufmaennischen Schwierigkeiten, die schon in der vorangegangenen Zeit nur mit Miihe hatten iiberbriickt werden konnen, aufs neue Gegenstand ernster Besorgnis wurden, Weber schreibt daruber am 6. September 1836 wort- lich : «Waehrend von meiner Seiie fortwaehrend das Mogliche geschieht, um die byzantinische Sammlung zu immer weiterer Vollendung zu bringen, erkaltet die Teilnahme des Publikums dafuer auf eine wahrhaft erschreckende Weise, gehen, ich rnochte sagen, taeglich die anfaenglichen Subskribenten ab. Teils lichtet der Tod Hire Reihen, teils wirkt schon lange nicht mehr der erste Enthusiasmus fuer dieses Unternehmen, dass vielen auf die Laenge zu beilaeufig, zu kostspielig werden mag. Man schickt mir die neuen Baende zuriick, ohne auch eben einmal einen Grund anzugeben, kurz, man faellt auf alien Seiten ab. Rezensionen erscheihen nicht, Oder es stehen dann iibelwollende in den Berliner Jahrbu- 28) Komnenen und Normannen, Stuttgart 1852, XXI ff.,9) fiber Tafels Bedeutung, vor allern auch fur das Bonner Corpus, vgl. Carl Neumann in: Allgemeine Deutsche Biographie, 37, Beipzig, 1894, 342 ff. und Ernst Gerland, Das Studiun der byzantinischen Geschichte vom Humanismus bis zur Jetztzeit, Athen 1934, 44 f. Bei Gerland, a.a.o., 44 Anmerkung 58 und 45 Anmerkung 60 finden sich ferner Hinweise auf Niebuhrs Bemiihungen um Fallmerayers Mitarbeit.

59 Das Bonner Corpus und die Berliner Akadetnie 377 chern80; meine Anzeigen helfen natuerlicherweise nicht, um auch nur einen neuensubskribenten zu gewinnen. Es sindseit der Ostermesse 1835 bis die sen Aug enblick 68 Subskribenten abgegangen! Wobei ich ausdruecklich nur solche zaehle, von deren Abgang ich geiuiss bin. Denn von vielen, die nicht pilnktlich zahlen, weiss ich es selbst noch nicht, kahn es aber nicht besser vermuten und habe einstweilen keine Ursache, mich Hires Stillschweigens zu freuen». Auf Grand dieser Darlegungen Webers fasste die philosophischhistorische Kiasse am 6. Februar 1837 auf Antrag Wilkens und Bekkers den Beschluss, fiir den Verleger eine einmalige Unterstutzung in Hohe von 300 Reichstalern zu beantragen. «Dieser Antrag wird» laut Protokoll «mit aeht Stimmen gegen eine angenommen; die Stimme des neunten Anwesenden ging namlich dahin, dem p. Weber eine noch grossere Unterstiitzung zu gewahren». Nachdem jedoeb bereits am 25. Januar 1836 die Oberreehnungskammer gelegentlich einer Revision Auskunft dariiber verlangt hatte, was die Akademie berechtige, ein Privatunternehmen des Verlegers Weber zu subsidiieren, vermochte sich der Geldverwendungsausschuss der Akademie in seiner Sitzung vom 16. Februar 1837 keineswegs auf den Standpunkt der philosophisch - historischen Kiasse zu stellen; das Protokoll berichtet fiber den Gang der Beratungen folgendermassen : «Herr Weber befindet sich also in demselben Fall tvie jeder Buchhandler, der auf Gewinn und Verlust ein Werk in Verlag genommen hat, und wenn daher die Wichtigkeit dieser Unternehmung in wissenschaftlicher Hinsicht ein Motiv zur Unterstiitso) Webers Auffassung ist in diesem Punkt einigermassen unverstandlich. In den Jahrbiichern fiir wissensckaftliche Kritik, hgg. von der Societat fiir wissenschaftliche Kritik zu Berlin, sin! dem Bonner Corpus bis zum Jahre 1837 zwei Sammelbesprecliungen aus der Feder Gottfried Bernhardys gewidmet, namlich Jahrgang 1831, 2, 320 ff., und Jahrgang. 1832, 2, 121 ff. Jn beiden Besprechungen werden die wissenschaftliche Bedeutung des Corpus und Niebuhrs Verdienste um dieses gebiihrend hervorgehoben und an den Editionen selbst nur sehr bescheidene AUSstellungen gemacht. Freilich schatzte Bernhardy seiner wissenschaftlichen Einsicht gemass einige der edierten byzantinischen Autoren nicht hoeh ein und sprach das auch offen aus; aber dadurch diirfte der Absatz des Corpus doch wohl kaum beeintrachtigt vvorden sein. 240

60 878 Job. Irmscher zung fur die Akademie sein sollte, so warden sich daraus sogleich Exemplifikationen ohne Zahl ableiten lassen. Nachstdem fanden verschiedene Mitglieder des Geldverwendungsausschusses noch zu bemerken, dass Herr Weber als Verleger uber den zunehmenden Mangel an Absatz uiohl Klage fuhren konne, ohne deshalb den Beweis gefuhrt zu haben, dass er uberhaupt bei der Herausgabe des Corpus historiae Byzantinae im Nachteil stehe. Endlich konnte auch nicht unerwahnt bleiben, dass die Summe von 300 Talern mil dem dadurch zu erreichenden Zweck ausser allern Verhaltnisse stehe und dass die Bewilligung oder die Zuruckweisung derselben, den Herrn Weber nicht veranlassen werde, das Unternehmen fortzusetzen Oder liegen zu lassen, dass die Beivilligung der Summe von 300 Beichstalern daher als ein zwecklos verwendetes Geschenk der Akademie an Herrn Weber betrachtet werden musse. Der Beschluss fiel dahin aus, der philosophisch - historischen Klasse den Antrag zu einer Outerstutzung von 300 Talern an den Buchhandler Weber zu Bonn zuruckzugeben, um dsnselben, im Falle es notig erachtet werden sollte, genuegend zu motivieren und den Geldverwendungsausschuss dadurch in den Stand zu selzen, sich dem Antrage der Klasse anschliessen zu konnen». Als jedoch die Klasse in ihren Sitzungen am 6. Marzund 17. April auf ihrein Antrage beharrte, einigte man sich schliesslich in der Session des Geldverwendungsausschusses vom 27. April auf eine zusatzliche Subskription von ftinf Exemplaren unter Einschluss der bereits erschienenen Bande. Obgleich dafxir der Akademie hoherekosten erwachsen als nach der urspriinglichen Form des Antrags, namlicb 5X90 Reichstaler 16 Silbergroschen = 433 Reichstaler 18 Silbergroschen, erklaren sich dennoch das Plenum (am 8. Juni) und das Kultusministerium (am 19. Juni) mit dieser Losung einverstanden. Trotz solcher Hilfe setzt indes sehr bald eine sichtbare Stagnation ein. Wahrend von Beginn des Corpus bis zum Jahre 1830 zehn Vollbande81 und bis zum Jahre 1837 weitere 19 Vollbande im Druck erschienen, bedurfte es fur die daruberhinaus noch ersch- *') Ieh spreche von Vollbanden, um zu verdeutlichen, dass Ausgaben, die von vornhereiu an andere angebunden waren wie z B. die des loel, des Georgios Akropolites, des Georgios Pisides u. a., obgleich sie ein eigenes Titelblatt haben, nicht als selbstandige Bande gezahlt wer-

61 Das Bonner Corpns und die Berliner Akademie m cinenden 21 Vollbande ganzer 52 Jahre obgleich der grosste Teil dieser Ausgabe von Immanuel Bekker selbst «betorgt» wurde82. * * 8 So werden dehn aucli in den nachsten Jahren die akademi* schen Akten fiber das Corpus sparlicher. Beachtung verdienen k- diglich zwei Hinweise. Am 29. Oktober 1838 stellt die Klasse fest, dass sie mit einer Abschrift des Pariser Textes der ChrQ* nik von Morea, die Wladimir Brunet liefern sollte, nicht mehf rechne, und unter dem 2. Marz 1840 wird ein Antrag des am 14. Marz 1839 in die Akademie gewahlter Kirchenhistoriker August Neander38 notifiziert, «dass die Akademie als Zugabe zu dem Corpus scriptorum historiae Byzantinae eine Sammlung von wichtigen Eebensbeschreibungen griechischer Heiliger, besonders solcher, welche von Zeitgenossen oder Schfilern der Heiligen verfasst waeren veranstalten moge, indem solche L,ebensbeschreibungen aucb fur die politische Gesehiehte des griechischen Reiches wichtige Nachrichten enthalten». Die Klasse bat Neander, seinen Antrag «schriftlich zu wiederholen- und naeher zu motivieren», das ist jedoch offensichtlich nicht geschehen. Erst im Jahre 1848 kam die Edition wieder in Fluss. Das Protokoll der Klassensitzung vom 13. Maerz jenes Jahres enthaelt folgende Notiz : «Hr. Meineke trug darauf mundlicli an, den Verleger der Scriptores historiae Byzantinae zur Fortsetzung und zum Abschluss der Herausgabe anzuregen, da doch die Akademie das Un ternehmen in ihren Schutz genommen habe. Herr Bekker unterstiitzte den Antrag. Es wurde besehlossen, an den Verleger zu 8i) Bekkers Verdienste uin die Philologie, die sich in einer Vielzahl anderer Editionen dokumentieren, (vgl. z. B. die Wurdigungen bei Bursian,a.a.O., 1, 658; Adolf Harnack Gesehiehte der Koniglich Preussischen Akademie der Wissensehaften zu Berlin, I 2, Berlin 1900, 857 f ; Alfred Gudeman, Grundriss der Gesehiehte der klassischen Philologie, 2. Auflage Eeipzig und Berlin 1909, 226), sollen damit in keiner Weise geschmalert sein, seine Arbeit am Corpus ist jedoch ein schlagender Beweis fur Wilamowitz Feststellung (a a.o., 54), «dass man noch dachte, fiir die Byzantiner ware» mit einer so nachlassigen philologischen Be handlung «genug getan». 8S) Amburger, a. a. O. 26.

62 890 Joh. Irtnscher Schreiben, und HerrBekker iibernahm es, den Entwurf des Briefes durchzusehen, da er den Gang des Unternehmens durch eigene Teilnahme am genauesten kennt». Die Revolutionsereignisse verhinderten die Ausftihrung dieses Beschlusses. Ausdriicklich wird im Protokoll der Sitzung voin xo. April folgendes festgestellt: «In der vorigen Sitzung war beschlossen, Herrn Weber in Bonn, Verleger des Corpus scriptorum historiae Byzantinae, zur Fortfiihrung der seit fiinf Jahren stockenden Herausgabe in geeigneter Weise anzuregen. Die stiirmische Zeit, die unmittelbar nach dem letzten Sitzungstage der Klasse eingetreten war, hatte die Absendung eines solchen Schreibens verzogert. Der unterzeichnete Sekretar [Trendelenburg] legte nunmehr einen Entwurf vor, teilte aber mit Herrn Bekker das Bedenken, ob die letzten Ereignisse den rechten Zeitpunkt bildeten, um an die Fortsetzung eines lange zuriickgehaltenen kostspieligen Unternehmens zu mahnen. Es wiirde sich in jetziger Zeit eine unerwiinschte Antwort voraussehen lassen. Die Klasse beschloss, die Sache einstweilen ruhen zu lassen. Der Entwurf des Schreibens an Herrn Weber soli nach Ablauf von sechs Monaten wieder vorgelegt werden, damit dann nach Lage der Umstande das N6- tige zur Erwagung komme». Doch auch am 5. Marz 1849, als das Thema erneut zur Verhandlung stand, kam es nicht znr Absendung des beschlossenen Mahnschreibens an Weber, vielmehr wurde zunachst Eachmann gebeten festzustellen, wieviel liberhaupt noch herauszugeben sei. Diese Priifung zog sich langer hin, so dass erst im Mai 1850 wieder fiber das Corpus verhandelt wurde. Ohne dass Eachmanns Stellungnahme vorlag, richtete der Sekretar Trendelenburg, einem Antrage Immanuel Bekkers naclikommend, folgendes Schreiben an Weber, das am 18. Mai abgesandt wurde ; «Der tatige Anted, den die Konigliche Akademie der Wissenschaften an der Ausgabe des Corpus scriptorum historiae Byzantine genommen hat, wird die folgende Frage und Bitte der unterzeichneten philosophisch - historischen Klasse rechtfertigen. Seit dem Jahre 1832 tragt der Titel der Sammlung den Namen der Akademie als der Fortsetzerin nach Niebuhrs Tode. Die Akademie leistete fiir Vergleichung von Handschriften nicht unbedeutende Zuschiisse. Sie unterstutzte das Unternehmen im Jahre 1837 durch den Ankauf von fiinf Exemplaren der erschie-

63 Das Bonner Corpus und die Berliner Akademie 381 nenen Baende und durcli Unterzeichnung auf eine gleiche Anr zahl aller folgenden. Die Akademie wiinscht daher lebhaft, dass das Unternehmen seiner Beendigung entgegengefiihrt werde, und es hat ihr zur Freude gereicht, dass sie nach einem Zwischenraum von fast sieben Jahren, in welchem das Werk beinahe zu stoeken schien, im Dezember vorigen Jahres zwei neu erschienene Baende der Sammlung empfing. Es muss ihr indessen besonders daran liegen, dass die jenigen Teile der byzantinischen Historiker gefordert werden, welche bisher noch nicht herausgegeben sind. Zu den wichtigeren Sehriften dieser Art gehoren die unedierten Bucher der byzantinischen Geschichte des Nicephorus Gregoras. Schon im Jahre 1832 wurden sie fiir das Corpus auf Kosten der Akademie abgeschrieben; aber sie sind bis jetzt nicht erschienen, wahrend der 2. Band des Nicephorus Gregoras, der die friiher herausgegebenen Bucher seiner Geschichte zu Ende fiihrt, bereits im Jahre 1830, von Professor Schopen bearbeitet, herauskam. Die unterzeichnete pliilosophisch historische Klasse bittet daher Euer Wohlgeboren ergebenst um gefallige Auskunft, welche weiteren Aussichten auf Forde rung des ganzen Unternehmens vorhanden seien und was namentlich fiir die Herausgabe der bezeichneten Bucher des Nicephorus Gregoras geschehen sei oder geschehe». In Gegensatz zu seinen friiheren Gepflogenheiten Hess Weber mit der Antwort auf sich warten. Da auch mehrfaclie Erinnerungen vergebens blieben, wandte sich die Klasse zunachst an Schopen und, als dieser ebenfalls schwieg, an Welcker mit der Bitte um Vermittlung. Schliesslich bequemte sich Weber am 22. Juni 1852 zu einer Antwort, die freilich mit seinen friiheren Verhandlungsformen nicht ganz in Einklang stand. Die 46 er schiencnen Bande sprachen «nicht eben fiir Verzagtheit» auf seiner Seite. Dass der Druck 1843 aussetzte, liege einmal an der Ungunst der Zeiten, zum anderen an dem schlechten Eingang der Manuskripte (Zonaras III, ed. Pinder; Anna Comnena II, ed. Schopen). Den Band Nicephorus Gregoras III werde Ludwig Schopen infolge seiner starken Inanspruchnahme als Gymnasialdirektor nicht besorgen konnen; ob nicht Bekker wie es denn spater auch geschah dazu bereit sei? Dann schliessen sich Vorschlage fiir die Gestaltung des Corpus an: Fiir Kiirzeres mochte ein Supplementband vorgesehen werden, fiir das Gesamtwerk ein «vollstandiger sprachlicher und sachlicher Index»

64 m Joh. Irmscher alsoeine Art eimeuerter Du Cange sowie eine «wissenschaftliche Abhandlung iiber alles, was in dem Zyklus der byzantinischen Geschichte und deren Erzaehler einschlaegt» also eine Art Bibliotheca Byzantina. Dass Webers Schreiben mit der schon fast stereotypen Bitte um finanzielle Unterstiitzung endet, wird man auf Grund der Kenntnis des Vorangegangenen nicht anders erwarten. Webers Brief bewirkte zunachst einmal eine Regeneration der byzantinischen Kommission, die seit ihrer Begriindung im Jahre 1831 Rachmann am 13. Marz 1851 durch den Tod verloren, sonst aber ihren Mitgliederbestand unverandert gewahrt hatte. Auf Vorschlag Bekkers wurden in der Klassensitzung am 12. Juli der Numismatiker Moritz Pinder, Mitglied der Akademie seit 24. Mai 1851s4, sowie der Historiker Georg Heinrich Pertz, Mitglied der Akademie seit 23. Januar 1843 s6, zu der Kommission hinzugewahlt. Die so erweiterte Kommission trat nunmehr am 30. Juli 1851 zur Beratung zusammen, das Ergebnis ihrer Verhandlungen formulierte Pinder in einem Bericht an die philosophisch - historische Klasse. Darin heisst es unter anderem: «Es sind bis jetzt 46 Bande erschienen, welche bis auf einen geringen Rest alles wichtige enthalten, was in die Pariser und venezianische Sammlung aufgenommen war. Manches ist in der Bonner Sammlung mehr geliefert worden, wie Zosimus, Merobaudes et Corippus, Ephraemius, wogegen anderes, als jetzt zum Wiederabdruck nicht geeignet, ausgeschlossen wurde. Die Zahl der notwendig noch zu liefernden Bande beschrankt sich auf vier. 1) Anna Comnena Band II; wird nach Mitteilung des Verlegers von Herrn Sehopen noch im Raufe dieses Sommers in Druck gegeben werden. Sobald dieser Druck beendigt ist, wird sich 2) der dritte Band der Ansgabe des Zonaras von Pinder sogleich anschliessen. 3) Der unedierte Teil des Nicephorus Gregoras, Buch 25 bis 38, ist von Herrn Bekker iibernommen. Die schon friiher auf Kosten der Akademie in Paris besorg. te Abschrift der Bucher 27 bis 38 liegt nebst der lateinischen ijbersetzung bereits vor; die noch fehlenden Bucher 25 und 26 werden hoffentlich aus einer vatikanischen Handschrift (No. * *4) Amburger, a. a. O., 28.,s) Amburger, a. a. O., 27 f.

65 Das Bonner Cerpus nnd die Berliner Akademie m 1095) beschafft werden konnen88, oder aus einem Manuskript des Escurial, welches 29 Biicher enthalten soli (Millers Katalog, letzte Seite). 4) Michael Attaliota, bisher ungedruckt. Die aui Kosten der Akademie gemachte Abschrift befindet sich in den Handen des Herrn Weber, welcher die Starke auf 20 Druckbogen schatzt. Herr Bekker will die Herausgabe ubernehmen. Diese vier Bande, welche unmittelbar nacheinander geffihrt werden konnen, sind alles, was zum Abschluss des Corpus historiae Byzantinae notwendig ist. Dasselbe konnte zwar viel weiter ausgedehnt werden, doch scheint es zweckmaessig, bei den Klagen des Verlegers fiber ungeniigenden Absatz, die Sammlung auf das Notwendige zu beschraenken». Aus ebendiesem Grunde wird auch von einer eingehenderen Erorterung der Weberschen Vorschlaege Abstand genommen, lediglich den Plan einer kurzen libersicht sowohl der «Autoren mit Angabe der in ihnen behandelten Zeitdauer als der einzel- nen Regierungen des byzantinischen Kaiserturas mit Beifiigung der ftir eine jede vorhandenen byzantinischen Geschichtsquel- len» greift Pinder als durchffihrbar auf. Im iibrigen wird die Moglichkeit spaeterer Supplementbaende keineswegs ausgeschlossen. Diesem Votum schloss sich die Klasse in ihrer Session vom ir. August 1851 voll an. Man draengte auf raschen Abschluss und disponierte auf einen Zuschussbetrag von 500 Reichstalern, der sich fiber die Jahre 1852 und 1853 verteilen sollte. «Zur leichteren libersicht des Ganzen» wurde der Verleger aufgefordert, «der friiheren Absieht gemaess am Schlusse numerierte Titel zu den einzelnen Abteilungen nachzuliefern». Die Abfassung der Autorenubersichl ubernahm Pinder. Im Sinne dieses Beschlusses sclirieb der Sekretar Trendelemburg am 14. August 1851 an Weber, der am 8. September sein Einverstaendnis mit den Wtinschen der Klasse kundgab, Man ist geneigt anzunehmen, dass nach so klaren Entschei- dungen nunmehr das Corpus innerhalb weniger Monate seinen Abschluss haette finden konnen. In Wirklichkeit dauerte es se) Die Kopie besorgte Heinrich Brunn; sie ging am 3. Mai 1852 ip Berlin ein.

66 384 Joh. Irmscher jedoch viereinhalb Jahrzehnte, bis der letzte der vorgesehenen vier Baende vorlag. Zunaechst ging es, nachdem einer Mitteilung Webers zufolge mit dem Bande Anna Comnena II vorerst nieht zu rechnen war, um die Ausgabe des Michael Attaliota, deren Manuskript dem Verleger seit laengerer Zeit vorlag. In der Klassensitzung vom 23. Oktober 1852 wurde dazu festgestellt: «Die Akademie habe sich beeifert, das Ihre zur Forderung des Werkes zu tun, und wiirde dringend wiinsehen, dass dies nieht vergeblich geschehen sei». Bereits am 31. Oktober trafen jedoch die ersten Aushaengebogen ein, die freilich eine solche Vielzahl von Druckfehlern entliielten, dass Trendelenburg in einem Schreiben vom 26. November 1852 namens der Klasse eine sorgfaeltige Beaufsichtigung des Druckes forderte. Weber konnte in seiner Antwort von 24 Februar 1853 darauf aufmerksam machen, dass er zur Hilfeleistung auf Empfehlung Schopens den Dr. phil. Johannes Vahlen (geboren in Bonn am 27. April 1830), den nachmaligen Berliner Professor und Akademiker, herangezogen habe ; die Klasse beschloss darauf am 28. Februar 1853, die Sache auf sich beruhen zu lassen. Schwierig gestaltete sich dagegen die Auseinandersetzung mit Wladimir Brunet,.der in einem Schreiben vom 28. Oktober 1852 gegen die Angabe «ex rec. Imm. Bekkeri» protestierte, da er den Autor entdeckt und die Abschrift seines Werkes freilich bereits im Jahre 1836 und im Auftrage der Akademie besorgt habe und somit auch als der Editor anzusehen sei. Brunets Schreiben zirkulierte bei den Mitgliedern der byzantinischen Kommision, von diesem machte Boeckh den ausser von Bekker allseits akzeptierten Vorschlag, man moge Brunets Wunsch entsprechen und auf den Titel neben Brunets Namen den Zusatz «cum emendationibus Imm. Bekkeri» stellen. Bekkers energischer Einspruch gegen eine solche Eosung fuhrte zu neuen Verhandlungen, in deren Ergebnis bei Stimmenthaltung Boeckhs am 2. Dezember 1852 beschlossen wurde, das auswaertige Mitglied der Akademie Benedikt Hase um eine Vermittlung bei Brunet anzugehen. Hases Bemuhungen batten Erfolg, bereits am 20. Dezember teilte Brunet mit, dass er mit einer vor der Akademie vorgeschlagenen Entschaedigung seiner Eeistung und folgender Titelfassung einverstanden sei: «Michaelis Attaliotae historiae, Opus a Vladim. Bruneto de Presle Instituti Imp. Gallici Socii inventum descriptum correctum ] recognovit ] Imm. Bekker». So konnte

67 Das Bonner Corpus und die Berliner Akademie 385 denn die Ausgabe noch 1853 erscheinen; ihr folgte zwei Jahre spater der Abschluss des Nikephoros Gregoras, dessen Druck von den unaufhorlichen finanziellen Klagen des Verlegers begleitet war. Der Aktenfaszikel des akademischen Archivs schliesst mit einer unterm 31. Januar 1856 gefertigten Aufstellung «samtlicher Bewilligungen ftir die byzantinischen Gesehichtsschreiber», welche sieh auf 1601 Reichstaler 10 Silbergroschen beliefen, nicht jedoch war zu diesern Zeitpunkt bereits auch das Corpus selbst zum Abschluss gebracht. Immer noeh standen zwei Baende aus, die Schriften von Autoren enthielten, deren Gesamtedition bereits eingeleitet war, naemlich Band II der Ausgabe der Anna Komnena und Band III der Ausgabe des Zonaras. Die Anna Komnena Edition fand schliesslich 1878 ihren Abschluss, ohne dass dariiber in der Akademie viel gesprochen wurde; Sehopens Schuler August Reifferscheid 31 hatte sich des Bandes, fiir den bereits gute Vorarbeit geleistet war, mehr aus Pietaet als weil er seinem wissenschaftlichen Interessengebiet angehorte, angenommen. Dagegen musste sieh die philosophisch - historisehe Klasse mehrfach mit dem dritten Zonarasband beschaeftigen. In ihrer Sitzung vom 20. Ianuar 1879 beschloss sie, Alfred Schone fiir die Ausgabe zu gewinnen. Dieser nahm zunaechst auch an, trat dann aber im Oktober 1883 von dem Auftrag zuriick. liber Friedrich Hultsch wandte man sich darauf an den Dresdner Gymnasiallehrer J. R. Theodor Biittner Wobst, der sich nichs nur durch die Edition, sondern auch durch die sie begleitenden Abhandlungen um die Zonaras Forschung verdient machte. 1897, im vierzehnten Jahr nach der Beauftragung Biittner Wobsts, lag der Band vor 3S. Damit fand das Bonner Corpus fiir die Berliner Akademie seinen Abschluss, ohne dass die zur Betreuung des Unternehmens eingesetzte Kommission waehrend der letzten Dezennien auch nur ein einziges Mai zusammentrat, ohne dass sein Anlageplan je wieder zur Diskussion kam, ja ohne dass iiberhaupt des erreichten Abschlusses auch nur Erwaehnung getan wurde. * *,r) Vgl. Georg Wissowa, Biographisches Jahrbuch fiir die Alterthumskunde, 12. Jahrgang 1889, 47. *e) Vgl. Franz Poland, Biographisches Jahrbuch fiir die Altertumswissenschaft, 32. Jahrgang 1909, 138, sowie Patzig, Byzantinische Zeitschrift 15, 1906, 513. ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ Z, 25

68 386 Job. Irmscher Das beginnende 19, Jahrhundert, in dem die waehsenden Produktivkraefte den alten Handwerksbetrieb zunehmend durch die Manufaktur mit ihrer Arbeitsteilung und der dadurch moglichen Produktionssteigerung ablosten, hat auch auf dem Gebiete der Wissenschaft zu neuen Arbeitsformen gefiihrt. Auf dem naturwissenschaftlich techniselien Bereich mit seinen Forschungsinstituten Und Grosslaboratorien ist das ganz augenscheinlich, doch blieb auch der philologiscli - historische Bezirk davon nicht ausgeschlossen. Gerade die Berliner Akademie mit ihren Gemeinschaftsunternehmungen, die von Kommissionen getragen wurden, weil sie ihrem Umfang nach Arbeitskraft und Eebenszeit eines einzelnen Gelehrten uberschritten, beweist eine solche Entwicklung. Es war also nicht von ungefaehr, wenn Niebuhr den Plan eines Corpus Byzantinum aufgriff, und durchaus folgerichtig, dass sich die Akademie des Unternehmens nach seinem Tode annahm. Worin aber liegen die Ursachen, dass diese Sammlung, die zweifelsohne aus einem akuten wissenschaftlichen Bediirfnis erwuchs, dennoch unzulaenglich blieb und die Erwartungen ihrer Interessenten enttauschte? Die Grunde, scheint mir, sind aus unseren vorangegangenen. Darlegungen deutlich geworden. Sie liegen einmal in der Sache selbst und sind zum anderen technischer Natur. Fragen wir zunaechst nach den Ursachen der erstgenannten Art! Das Corpus entsprach einem wissenschaftlichen Bediirfnis insofern, als einmal die altertumswissenschaftliche Forschung fiir ihre eigenen Arbeiten die Byzantiner zunehmend weniger entbehren konnte, und es trug ferner darin wissenschaftlichen Erfordernissen Rechnung, dass der griechische P'reiheitskampf und das Interesse, das man in Europa daran nahm, zu einer Beschaftigung auch mit dem mittelalterlichen Griechenland anreizten. Auf diese Bediirfnisse hatten die Fferausgeber des Corpus bei der Aufstellung seines Anlageplanes jedoch viel starker Rucksicht nehmen miissen, indem sie diesen unter den Fachgenossen zur Diskussion stellten und nach den dabei sich ergebenden Kritiken korrigierten; stattdessen legte man ein Programm zugrunde, das zwei Jahrhunderte vorher unter ganz anderen inneren und ausseren Voraussetzungen seine Richtigkeit gehabt haben mochte, und kam schliesslich zu einer Sammlung, die weder in Hinblick auf Vollstandigkeit noch auf wissenschaftliche Aktualitat den gegebenen Notwendigkeiten geniigte. Diese fehlende Orientierung an den

69 Das Bonner Corpus und die Berliner Akademie 387 Problemen, fur welche das Corpus Quellenmaterial bereitstellen konnte, zeigt sich auch in der Festlegung seines Umfangs. Noch langst ehe der Plan auch nur zu wesentlichen Teilen erfiillt war, erlahmte das Interesse am Corpus nicht nur bei seinen Abnehmern, sondern auch bei seinen Herausgebern. Von solcher Interesselosigkeit zeugt die unzulangliche Konstitution der Texte, von ihr zeugen vor allem die von Tafel immer wieder herausgestellten Mangel S!\ von ihr zeugt die Tatsache, dass man die Korrektur, ja nicht selten sogar die Auswahl der Bearbeiter von Indizes und lateinischen Versionen und ihre Beaufsichtigung dem Verleger uberliess. Die Akademie hat auch bei anderen Arbeiten solches Lehrgeld zahlen mussen, ehe sie fur ihre Grossunternehmen feste Arbeitsstellen mit angestellten Mi tarbeitern schuf, welche die Tatigkeit der im freien Vertrag arbeitenden Gelehrten koordinierten und fur eine Vereinheitlichung der zum Druck kommenden Manuskripte sorgten. Fur diese Drucklegung aber muss und damit beriihren wir den Kreis der ausseren Ursachen von vornherein eine Kalkulation zur Verfiigung stehen, die einen eventuell notigen Zuschussbetrag eindeutig nachweist und so die gelehrte Gesellsehaft, die das Unternehmen tragt, vor spateren unliebsamen LTberraschungen bewahrt. Es ist jederzeit vertretbar, wenn bei derartigen wissenschaftlichen Werken aus Griinden der Sparsamkeit die Ausstattung schlicht und einfach gehalten wird; wenn dagegen wegen fehlender Mittel Konzessionen hinsichtlich der wissenschaftlichen Qualitat erforderlich werden, ist es besser, auf das Unternehmen ganz zu verzichten als Unzulaengliehes zu bieten. Ein Verleger lcann den Nachdruck eines Standardwerkes veranlassen und wird sich damit nicht selten ein Verdienst um die Wissenschaft erwerben; eine Akademie dagegen ist verpflichtet, nur solche Veroffentlichungen zu bringen, die in alien Punkten dem letzten Stand der Forscliung entsprechen und iliren Notwendigkeiten in alien Stricken geniigen. Man wird unter solchem Aspekt Mignes Vorgehen, das sich von vornherein auf den Nachdruck von Alterem beschraenkte, als verdienstlicli anselien mussen, waehrend das Bonner Corpus fur ein blosses Verlagsunternehmen zu viel, fur ein Akademie Unternehmen zu we- S9) Vgl. oben S. 15.

70 888 Joh. Irmscher nig bietet. Moge d'e Deutsche Akademie der Wissenschaften zu Berlin als Nachfolgerin der Preussichen Akademie des vergangenen jahrhunderts die mit deni Bonner Corpus begonnene byzantinistisehe Tradition wieder aufnehmen und orientiert an den Aufgaben der Gegenwart und gestutzt auf die Erfahrungen der Vergangenheit, diese Studien in ihren Mauern zu neuer Bliite fiihren. JOH. IRMSCHER

71 ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΝ ΕΝ ΜΕΜΒΡΑΝΑΙΣ Σ1ΠΛΛΙΟΝ ΤΗΣ ΕΝ ΡΕΘΥΜΝΩ' I. ΜΟΝΗΣ ΜΥΡίΟΚΕΦΑΛΟΥ Σιγιλλιώδες εν μεμβράνη γράμμα τοΰ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ανθίμου Δ' (τό β'.) περί άποσπάσεως τοΰ Μοναστηριού Μυριοκεφάλων από τής Μονής Ρουσπ'κων και άνακηρύξεως αΰ* τοΰ εις Σταυροπήγιον. Διαστάσεις τοΰ εγγράφου τό μέ*.' ύψος μετά της ουράς 0,65, τό δέ πλάτος 0,52μ. Ή γενική κατάστασις οΰχί καλή, μέ πολλάς φθοράς λόγφ διαβρώσεως των ύδατων κσί μάλιστα είς τάς πτυχιόσεις διπλώσεως. Τό σιγίλλιον εις ήν κατάστασιν εύρίσκεται σήμερον διεσώάη υπό τοΰ Κ. Δρανδάκη, καθηγητοΰ έν τω Γυμνασίω θηλέων Ρεθυμνης, κατά τινα έπίοκεψίν του εϊς την Μονήν Μυριοκεφάλων. Μετά τάς συνοδικάς ϋπυγραφάς έπικρέμαται διά κυανής μετάξης άποχρωματισμένης βοΰλλα έκ μυλΰβδου εχουσα διάμετρον 0,07. Επί τής μιας δψεως τής βούλλας υπάρχει επιγραφή: «Άνάψος ελέφ Θεοΰ Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης και Οικουμενικό; Πατριάρχης 1848*. Έπί δέ τής άλλης δψεως ή είκών τής Θεοτόκου φέρουσα έν χερσί τον Χριστόν μέ τάς μεγαλογραμμάτους συντομογραφίας ΜΗ ΘΥ IC XC. Ανθιμος 1 ελέφ Θεοΰ Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης και Οικουμενικός Πατριάρχης. ΟΙ δε μέν πολλαχώς η καθ ήμας τον Χρίστον Μεγάλη Εκκλησία χεΐρα βοήθειας όρέγειν τοΐς χρείαν έχι,νσι, καί πολνιρόπως άντιλααβάνεσθαι των προστρεχόντων τη Πατριαρχική περιωπή και /ιεγαλειότητι, θεραπείαν τε των σφών έπιδεομένων παθών καί δεινών παντοίων απαλλαγήν επάγειν. Τοΐς πασι γάρ τά πάντα γίνεσθαι δει τον τής κοινής προστασίας τοΰ χριστεπώνυμου πληοώμαζος είληχότα προς καταρτισμόν των απάντων κατά την άποστολικήν υποτύπωσιν, οΰχ ήττον δ'ε καί διά τής σταυροπηγιακής φιλοτιμίας τά πολλά των άπανταχοΰ θείων καί ιερών καταγωγίων κρατννονσα, τό άνενόχλητον καί ακίνδυνου και άζήμιον αυτοϊς έπιμνηστεύεται, δι ών ανςεται και καλλΰνεται ταΰτα, καί θεοΰ ελε οΰντος καί βοηθοΰντος εις μακράν διαμονήν περισώζεται. Επειδή τοιγαροΰν ανηνέχθη ήδη τή ήαών Μειριότητι προκαθήμενη Συνοδικώς καί έδηλώθη από τε Άρχιερατικοΰ γράμματος τον Ίερωτάτου Μητροπολίτου Κρήτης ύπερτίμου καί Έξάρχον Ευρώπης άγαπητοΰ ήιιϊν εν Χριστφ αδελφοΰ καί συλλειτουργοΰ κυρ Αιονυσίουκαί από κοινής αναφοράς συνυπογεγραμμένης παρά τοΰ Όσιωτάτου κυρ Χ(ατζ)ή Ματθαίου*, Ηγουμένου τοΰ έκεΐσε ήμετέρου Πα-

72 390 Εύμενίου Φανουράκη rριαρχικον καί Σταυροπηγιακόν Μοναστηριού Ρονστίκον έπιλεγομένον, και των Ιν Σφακίοις προκρίτων χριστιανών Καπιτατανίων, δτι το εν τη Νήσφ ταντη Κρήτη κατά την έπαρχίαν Ρεϋύμνης παρά τφ Μελοπο τάμφ κείμενον ιερόν Μονήδριον τιμώμενον \ επί τφ ένδόξφ γενε&λίφ τής Ύπεραγίας Θεοτόκον, και επιλεγόμενου Μυριοκέφαλον, οπερ ό είρημένος χ(ατζ)ή Ματθαίος ήγουμενενων του ρηΰέντος Ιερόν Μοναστηριού τον Ρονστίκον άνωκοδόμησε καί άνήγειρε* μετά πολλών κόπων καί διά τής συν \ δρομής των είρηιιένων εν Σφακίοις χριστιανών Καπιτανίων, αυτό φαμέν, τό ιερόν Μοναστήριον διατελοΰν καί υποκείμενον εις δεύρο υπό την προστασίαν τής ρη&είσης 'ιερός Μονής του Ρονστίκον6, καί υπό των άποστελλομένων έξ αυτόν πάτε ρων διοικονμενον, ού μόνον ονδεμιας ετυχε τής ανξήσεως καί προόδου, αλλά τουναντίον ώφίλη δπισϋοβατούν καί όκλλζον καί εις ά&λίαν καί ελεεινήν κατάστασιν έκβιαζόμενον, ενεκα τής κακής οικονομίας καί των πολλών καταχρήσεων \ τών εκ του Ρονστίκον δωριζόμενων ηγουμένων, οΐτινες ούχ ώς άληϋεΐς ποιμένες, αλλά μιο&ωτών δίκην άμελώς διακείμενοι καί πόσης μοναστηριακής ευταξίας καταφρονούντες, καταχρώμενοί τε Ιδιοτελώς τών προσόδαιν αυτού, καί παντός νποστα τικοΰ τής ύπάρξεως αυτού κατά μικρόν άπογνμνονντες κατέστησαν αντικείμενου λύπης ον μικρός καί οδύνης τφ τε είρημένω χ(ατζή) Ματϋ αίφ καί τοις είρημένοις χριστιανούς, τοΐς [...] του γενομένον, οΐ δι αιτίαν καί αφορμήν τής τοιαύτης παραλύσεως τον μονηδρίου τούτον προβάλλοντες την σχέσιν καί υπαλληλίαν αυτόν προς τό ρηϋεν τοΰ Ρονστίκον Ιερόν Μοναστήριον, καί δτι ήν μή ταντης άπαλλαγίν καί άποσπα&έν, δπως [...] \ καί αί έπιφερόμεναι αύτω καταχρήσεις, αναδειχ&ή ίδιον Μοναστήριον έλεύϋερον, καί αυτόνομον, ώσπερ καί τά λοιπά τών σταυροπηγίων, οϊχεται, πάντως, καί εις παντελή ερήμωσιν καταντήσει. Ταυ τα τοίνυν προβαλλόμενοι οι τήν ενρ ρνίλμίαν καί διάσωσιν τοΰ μονηδρίου επιποϋούντες είρημένοι κτήτορες αυτόν έξητήσαντο ύλερμώς καί έπιμόνως τήν 'Αγίαν τοΰ Χριατοΰ Εκκλησίαν άντιλαβέοΰαι αυτόν κινδυνεύοντος, καί χεΐρα αύτω στοργικήν όρέξασίλαι, καί τής μεν δλείλρίου τέως από τών πραγμάτων άποδειχ&είσης, καί καταχρεωτικής μονονου υποταγής αυτού προς τό τοΰ Ρονστίκον 'Ιερόν Μοναστήριον άποσπασαι καί άπολυτρώσαι, καί τάς πρόσίΐεν επιγενομένας άποκλεΐσαι κακώσεις, διά δέ τής σταυροπηγιακής αξίας άνασπάσαι αύτφ τής παντελούς έξοντώσεως άναδεικνύμενον ίδιον αύτοδέσποτον Μοναστήριον τή παροχή τών σταυροπηγιακών προνομίων, κατοχνρωίλήναι δέ ταΰτα δι* έκδόσεως ήμετέρου Πατριαρχικού καί Συνοδικού Σιγιλλιώδους εν Μεμβράναις Γράμματος. Ένϋεν τοι σκεψάμενοι έκκληαιαατικώς καί τήν προ-

73 ίίατριαρχικόν εν μεμβράναις Σιγίλλιον Οαχθεϊσαν αίτηση> κατιδόντες ον μόνον τό εύλογον καί δίκαιον φέρονσαν, άτε κτητορικοϊς δικαιώμασι συνιστωμένην, άλλα καί τήν Αξιόχρεων πρόνοιαν της Εκκλησίας άναγκαίως νπαγορενονοαν εν προϋπτφ τφ κινδννω τοΰ ίεροΰ αϋτοΰ Καταγωγίου, καί προς τοντοις κατιδόντες δτι ονδεμία εκ της άποσπάσεως προσγίγνεται ζημία τφ τοΰ Ρονστίκου Μοναστηρίφ, εΐγε προς ιδίαν των καταχρωμένων ωφέλειαν ή πρός έκεΐνο υποταγή σννετέλει, καί τώ δνόματι μόνον ρουστίκειον, τφ πράγματι δε καί έκλειψόμενον παντελώς προϊόντος τοΰ χρόνον, ώς Αποδέδεικται, διά ταΰτα έγνωμεν \ Συνοδική διαγνώσει άποδέξασθαι τάς προσενεχθείσας παρακλήσεις, καί την Αρχιερατικήν άξίωαιν καί μεαι τείαν, περιβαλέσθαι δηλαδή εν τοΐς έκκλησιαστικοΐς κόλποις τό δεινοπαθονν 'Ιερόν Μονήδριον, καί τής σταυροπηγιακής έλευ&ερίας αυτό άξιώσαι, έπιρρωνυ μένους τον ζήλον, καί τήν θεάρεστον υπέρ αύτοΰ προσπάθειαν των είρημένων συνδρομητών αύτοΰ, καί οϋτω τήν ποθεινήν βελιίωσιν, καί ανξησιν συν Θεφ έκπληρώααι. Καί δή γράφοντες άποφαινόμε θα Συνοδικώς μετά των περί ημάς ίερωτάτων Άρχιε ρέων καί υπερτίμων, των εν άγίω Πνενματι Αγαπητών ημών Αδελφών καί Συλλειτουργών, ΐνα τό διαληφθέν κατά τήν [νήσον] Κρήτην εν τη Επισκοπή Ρεθύμνης παρά τφ Μυλοποτάμφ κείμενον 'Ιερόν Μυνήδριον τής Ύπεραγίας Θεοτόκου, καί επιλεγόμενον Μυριοκέφαλον, ϋπάρχη Από τοΰ νυν καί διά παντός Απηλλοτριωμένον, καί Απεσπασμένον τάλεον Από τον έκεϊσε 'Ιερόν Μοναστηριού τοΰ Ρου στίκου [ελεύθερον] πάσης προς εκείνο [...] υποταγής τε καί υπαλληλίας, νπάρχη δέ καί γνωρίζηται καί παρά πάντων γινώσκηται μετά πάντων τών Ιδίων αύτοΰ κτημάτων τε καί πραγμάτων, καί τών είσέπειτα έλέφ Θευΰ [προακτησομένων...] ίδιον καί αυτόνομον ήμέτερον Πατριαρχικόν καί σταυροπηγιακόν Μοναστηριού, ελεύθερον παντός [...] καί ανεπηρέαστον παρ[αμένον...] προσώπου Ιερωμένου ή λαϊκού καί μηδενί αλλω υποκείμενον ει μ ή μόνω τφ καθ ημάς άγιωτάτω ΙΙατριαρχικφ καί [Οίκουμεν] ικφ Θρόνω καί προς αυτόν εχη τήν σχέσιν καί αναφοράν, νπ αύτοΰ μόνον κρινόμενον καί Ανακρινόμενον, ώσπερ καί τά λοιπά Απανταχού κείμενα σταυροπήγια, μνημονευόμενου έν αντώ άεννάως τοΰ κανονικού Πατριαρχικού ονόματος, ώ; νε νόμισται, αποστέλλη δε κατ έτος προς τό Κοινόν τής καθ ήαάς τοΰ Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας τό ήδη Συνοδικώς προσδιορισθεν έτήσιον γρόσια έκατόν πεντήκοντα Αριθ. : 150 εις σημειον υποταγής καί γνώρισμα τής Σταύρο πηγιακής αύτοΰ Κλήσετυς, καί μήτε οί κατά τόπον έκεϊσε Αρχιερείς, μήτε οί τοΰ Ρονστίκου ή άλλης τίνος Μονής Πατέρες, μήτε άλλος τις τών Απάντων έχη έπ άδειας επεμβήναι αντφ, καί εις δον-

74 392 Εύμενίου Φανουράκη λείαν νπαγαγεΐν, ή των κπ; [ μάτων αντον καί πραγμάτων καί άφιερω μάτων Αντιποιηθήνατ, ή δλως αναμιχθήναι τή διοικήσει καί διεξαγωγή αντον. Καί ήδη μεν νπάρχη καί διατελή ηγούμενος αντον δ κοινή γνώμη καί έγκρίσει τον τε ίερωτάτον Μη τροπολίτον Κρήτης κυρ Διοννσίον, καί τον όσιωτάτου ηγούμενον- Χ(ατζ)ή Ματθαίον (ου καί Ανάστημα υπάρχει, ώς εγνωμεν) εκλεγείς όοιώτατος εν ΊερομονΑτχοις κυρ Εύλόγιος, ώς άξιος καί αρμόδιος, καί διά τοϋ ένόντος αντφ ζήλου καί τής φρονήοεως ικανός διακωλϋσαι [...] καί επί τα χείρω φέρειν καί την πρόοδον καί βελτίωοιν κατορθώσαι. εφεξής δε χρείας 'Ηγούμενον προκυψάσης, οΐ ενασκούμενοι εν αντφ πατέρες κατά τάς τάξεις των σταυροπήγια \ κών Μοναστηρίων έχοναιν έκλέγειν έλ.ενθέρως ώς ηγούμενον αυτών τον κοινώς έγκριθησόμενον άξιον, καί τούτον [... ] τή καθ ημάς τον Χρίστον Μεγάλη Έκκλησίρ επί τφ άναδεικνύεσθαι καί Αποκαθίστασθαι 'Ηγούμενον δι εγγράφου \ Πατριαρχικής έπινεύσεως καί άναγνωρίσεως. Έν χρεία δε χειροτονίας γενόμενοι οι ενασκούμενοι πατέρες εχουσι πρόσφορου δν άν βούλωνται των έν τή νήσφ Κρήτη Αρχιερέων επί τφ έπιτελ,είν τάς χειροτονίας αυτών μετά τής δφειλο μένης κανονικής παρατηρήσεως. Ταντα άπεφάνθη καί κεκύρωται οννοδικώς. "Ως δ άν καί όποιος των [ ] γνώμης σκαιότητι καί Ανευλάβειά καί κακοβουλία κεκινημένος τολμήση ποτέ κρυφίως ή φανερώς, αμέσως ή εμμέσως την [......] καί ελευθερίαν τον 'Ιεροϋ τούτον Μονηδρίου, καί εις δουλείαν αυτό έπαναγαγεΐν, καί ταϊς προτέραις ή άλλαις καθυποτάξαι καταχρήσεσιν, ή τους έν αντφ ασκούμενους πατέ ρας ένοχλήσαι καί έπηρεάσαι καθ ο'ιονδήποτε τρόπον προαχθείς, καί των κτημάτων καί Αφιερωμάτων αντον Αποξένωσιν διανοηθείη καί δλως βονληθή Ανα τρέψαι μέχρι κεραίας τα έν τφ παρόντι Συνοδικώς έπι [ [κεκυρωμένα] ό τοιοΰτος οποίας άν ή τάξεως καί βαθμόν, άφωρισμένος νπάρχη παρά τής 'Αγίας καί 'Ομοουσίον καί Ζωοποιού καί αδιαιρέτου Μακαρίας Τριάδος τον ενός τή φύσει δντος Θεού, κατηραμένος καί ασυγχώρητος \ καί μετά θάνατον άλυτος καί τυμπανιαΐος καί πάοαις ναι πατρικαΐς καί Σννοδικαΐς άραις υπεύθυνος, καί ένοχος τοϋ πυρός τής γεέννης, καί τφ αΐωνίφ άναθέματι υπόδικος. "Οθεν είς ένδειξιν καί διηνεκή την Ασφάλειαν έγένετο καί τό παρόν [Πατριαρχικόν] καί Συ νοδικόν Σιγιλλιώδες έν μεμβράναις Γράμμα, καταστρυτθεν έν τφ 'Ιερφ Κώδικι τής καθ ημάς τον Χρίστον Μεγάλης Εκκλησίας καί έδόθη τφ διαληφθένιι 'Ιερφ Μονηδρίφ τής Ύπεραγίας Θεοτόκου, Μυριοκεφάλφ [...] καί κειμένφ έν τή Νήσφ Κρήτη κατά την Επισκοπήν Ρεθύμνης παρά τφ Μελοποτάμφ. Έν έτει,αωνβ' κατά μήνα Ιανουάριον έπινεμήσεως I

75 Πατριαρχικόν Ιν μεμβράναις Σιγίλλιον... 35Μ! f "Αν&ιμ&ς &ίφ θεόν Αρχιεπίσκοπος Κτονοταντινουπόλετης Νέας Ρώμης καί Οικουμενικός Πατριάρχης 'Έπονται ενδεκα υπόγραφα! Συνοδικών Μητροπολιτών δνσανά* γνωστοί, μεταξύ τών οποίων διακρίνονται : f ό Καισαρείας Παίσιυς f ό Δέρκιον Νεόφυτος f δ.., Διδυμοτείχου Μελέτιος f ό Δράμας Μελέτιος f ό Βιδυνίον Παίσιος (;) f ό Δρνοτρας Διονύσιος f δ... Γρηγόριος ΣΗΜΕΙΏΣΕΙΣ ') 'Ο "Ανθιμος Δ' έπατριάρχευσε τό δεύτερον από τοϋ 1848 μέχρι τοΰ 1852 (Μ. Γεδεών, II. Π, σελ. 698). Τήν αρχήν τής δευτέρας Πατριαρχείας ούτοΰ δεικνύει ή βοΰλλα μέ τήν χρονολογίαν Τό δέ συγιλλιώδες γράμμα χρονολο- γεϊιαι τό 1852 κατά μήνα Ιανουάριον, τής Πατριαρχείας τοΰ Ανθίμου παρα- ταθείσης μέχρι 30ης Οκτωβρίου ) Ό Κρήτης Διονύσιος, ό λεγόμενος Βυζάντιος, άνήλθεν είς τόν θρόνον τόν Δεκέμβριον 1850 ήτο μητροπολίτης μέχρι τοϋ Νοεμβρίου 1856 (βλ. Τω. μαδάκη σελ. 131, Σάρδεων Γερμανού σελ. 11). ) Περί Χατζή Ματθαίου καί Μονής Ρουοτίκου προχείρω; βλ «Χριστιανική Κρήτη» Β', σελ , ένθα ό Χατζή Ματθαίος φέρεται μέ τό έπώ. νυμον Κιρμιζάκης. *) Ή αρχική ϊδρυσις τής Μονής Μυριοκεφάλων άποδίδεται είς τόν πολόν Ίωάννην Κυργιάννην τόν λεγόμενον 'Ερημίτην καί Ξένον (διά τούς ταυτίζοντας τούτους κατά ιόν 11ον αιώνα) Περί τούτων προχείρως καί γενικώς (βλ. α) Ανθίμου Λ ε λ ε δ ά κ η, Επισκόπου Κισάμου καί Σέλινου, Ακολουθία άσμα- τική τού 'Οσίου καί Θεοφόρου πατρός ημών κύρ Ίωάννου τοΰ έν Κρήτη λάμ- ψαντος μετά βίου καί τής πολιτείας αΰτοΰ, β) Τωμαδάκη, Ό "Αγιος Ιωάννης ό Ξένος καί ή διαθήκη αυτού, «Κρητικά Χρονικά» Β, σελ *) Περί τής υποταγής καί έξαρτήσεως τής Μονής τού Μυριοκεφάλου εκ τής Μονής τών Ρουστίκων δέν γνοιρίζομει. Ή Μονή αδτη άπό τοΰ 1900 έπαυσεν ύφισταμένη διαλυθεΐσα συμφώνως τφ ύπ άριθ. 276 Νόμφ. "Εκτοτε καί μέχρι σήμερον διατηρείται ώς προσκύνημα μέ συρροήν πολλών προσκυνητών (ταξιμά- ρων), διευθυνομένη ύπό τής Επισκοπής Ρεθύμνης. to ΛΑΜΠΗΣ ΚΑΙ ΣΦΑΚΙβΝ ΕΥΜΕΝΙΟΣ ΦΑΝΟΥΡΑΚΗΣ

76 Η ΚΡΗΤΙΚΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ «ΘΑΝΑΤΟΥ ΤΟΥ ΔΙΓΕΝΗ» Ιδιόρρυθμη, μέ έντονη τη σφραγίδα της δικής της ξεχωριστής τεχνικής, στέκει παράμερα απ όλες τις άλλες Άκριτικές μια παραλλαγή από την Κρήτη για τό «Θ άνατο τοΰ Διγεν ή». Δεν υπάρχει σχετική μελέτη, πού νά έξηγή τό ύφος και τό χαρακτήρα της και ν άναλΰη τον τρόπο πού άρχισε και όλοκληρώθη ή σύνθεσή της. Τό έργο τούτο φιλοδοξεί νά τό επιχειρήση ή παρούσα διατριβή. Ή Κρητική παραλλαγή αρχίζει μέ τον επιβλητικό στίχο «'Ο Διγενης ψυχομαχεί κι ή γη τόνε τρομάοαει» καί περιέχεται μέσα στις Εκλογές τού Ν. Πολίτη (Π. Ε. άρ. 78 Α'), απ δπου καί έχει γίνει πολύ γνωστή. Π. χ. από τον Πολίτη παίρνουν όλα τά περιοδικά, τά σχολικά "Αναγνωστικά, καθώς καί οί διάφορες νεώτερες ανθολογίες. Ό δανεισμός προχωρεί καί έμμεσος : Έτσι από εκεί παίρνει δ Π. Καλονάρος (Βασίλειος Διγενής Ακρίτας 2, 253) καί από τον Καλονάρο παίρνει αργότερα τήν παραλλαγή ό Άπ. Μελαχρινός (Δημοτικά Τράγο ιί δια 1946, σελ. 100 άρ. 118). Τό γεγονός έξ άλλου δτι ή παραλλαγή αυτή περιέχεται στις Εκλογές τοΰ Πολίτη δεν είναι μειονέκτημα, δπως πολλοί γιά πολλά τραγουδιστής συλλογής αυτής υποστηρίζουν, ούτε σημαίνει δτι έχει στο κείμενό της άλλαχτή από τον σοφό Λαογράφο. Ή Κρητική παραλλαγή έχει δημοσιευθή, άτόφυα δπως παραδίδεται, αρχικά στον Κρητικό Λαό 1909 σελ. 15, από εκεί έχει άναδημοσιευθή από τον Πολίτη στή Λαογραφία (1, 253 άρ. 42 μαζί μέ χρήσιμες γλωσσικές επεξηγήσεις) καί από εκεί μεταφέρεται στις Εκλογές (βλέπε σχετικά: Π. Ε. Κεφάλαιο Πηγαί άριθμ. 78 Α). Μερικοί από τούς πρώτους στίχους της έχουν δημοσιευθή καί παλαιότερα: α) Στοΰ Jeannaraki, Ά-σματα Κρητικά 1876, σελ. 104 άρ. 93. β) Στοΰ Άντ. Μηλιαράκη, Βασίλειος Διγενής Ακρίτας 1881 σελ. 16. Ας ίδοΰμε λοιπόν τό κείμενο τής Κρητικής αυτής παραλλαγής, βέβαιοι από πριν γιά τή γνησιότητά του ως προς τή λαϊκή του προέλευση : 'Ο Διγενής ψυχομαχεί κι ή γή τόνε τρομάοαει. Βροντά κι αστράφτει δ ουρανός και σειέτ δ απάνω κόσμος, κι δ κάτω κόσμος άνοιξε και τρίζουν τά ϋεμέλια, κι ή πλάκα τον άνατριχιά πώς θά τόνε σκεπάοη,

77 Ή κρητική παραλλαγή τοϋ «Θανάτου τοΰ Διγενή πώς ϋά σκεπάση τον αητό τσή γης τον άντρειωμένο. Σπίτι δεν τον έοκέπαζε, απήλιο δεν τον έχώρει, τά δρη έδιαοκέλιζε, βουνον κορφές επήδα, χαράκι' αμαδολόγανε καί ριζιμιά ξεκοννειε. Στο βίτοιμά πιάνε πουλιά, ατδ πέταμα γεράκια, 10 στο γλάκιο καί οτδ πήδημα τά λάφια καί τ αγρίμια. Ζηλεύγει ό Χάρος με χωσιά μακρά τόνε βιγλίζει, κι ελάβωσέ του την καρδιά καί την ψυχή του πήρε. Για ευκολία σωστό είναι νά χωρίσωμε τό τραγούδι σέ μικρότερες ενότητες. Τέτοιες είναι τρεις πού μας περιγράφουν : α) Πώς είναι ή σκηνή τοΰ θανάτου τοΰ ήρωα (στίχοι 1-5). β) Πώς ήταν ό Διγενής όταν ζοΰσε κα'ι ποιες οί ασχολίες του κγ οί δεξιότητες του (στίχοι 6-10). γ) Πώς συνέβη και δ Διγενής έπεσε βαρεία άρρωστος για νά πεθάνη (στίχοι 11-12). Α' Αρχίζομε μέ την εξέταση τής πρώτης ενότητας (στίχ. 1-5) : Οί στίχοι 1 κα'ι 4 μοΰ φαίνεται δτι αποτελούσαν αρχικά ενιαίο δίστιχο πού αργότερα έχει διασπασθή μέ την παρεμβολή τών στίχων 2 καί 3. Γιά νά στερεωθή δμως ή υπόθεση αυτή, θά πρέπη ν αποδείξω δυο πράγματα: α) "Οτι πράγματι οί στίχοι 1 καί 4 μποροΰν ν αποτελούν οργανική μεταξύ τους ενότητα, β) Γιά ποιούς λόγους έγινε ή διείσδυση τών στίχων 2 καί 3 ανάμεσα στο αρχικό δίστιχο. Καί μόνο μια προσεκτική ματιά αν ρίξουμε στούς πρώτους τέσσερους στίχους, αμέσως θά βεβαιωθούμε δτι κάτι νοσεί στο ύφος τους, γιατί ανεξήγητη προβάλλει ή αντινομία σύμφωνα μέ τήν οποία δ πρώτος στίχος τελειώνει απότομα σέ τελεία, έχοντας ένα ύφος υπερβολικά δογματικό, ενώ αμέσως κατόπι αρχίζει μιά πρόταση υπερβολική σέ άλλο είδος ύφους, προχωρώντας τώρα σέ μεγάλο μάκρος (σέ τέσσερους δλόκληρους δεκαπεντασύλλαβους) καί σέ μεγάλη ποσότητα αλλεπάλληλων επαναλήψεων τοΰ ίδιου προσθετικού συνδέσμου. Κανονικά έπρεπε δ στίχος 2 νά άρχίζη μέ τό σύνδεσμο «κ α ί», καί όχι ασύνδετα. "Οπως επίσης κανονικά δεν έπρεπε, μετά τό ασύνδετο τέλος τοϋ πρώτου στίχου, αμέσως ν ακόλουθή ή παράταξη από πέντε αλλεπάλληλους ουνδέσμους «κ α ί». Έκτος από τήν αναταραχή τούτη στο ύφος, υπάρχει αναταραχή καί στήν ουσία τών εννοιών πού συνδέονται μεταξύ τους. "Αν πραγματικά υπήρχαν ως αρχική οργανική ενότητα ή γή καί δ ουρανός καί δ Απάνω Κόσμος καί δ Κάτω Κόσμος πού βροντούν

78 m Κ. Ρωμαίοι) κι αστράφτουν και χρίζουν, τότε είναι Ιντελώς περιττή νά ξεφυτρώνη τελικά και ή πλάκα που θά σκεπάση ιό νεκρό Διγενή. Έχουν προη- γηθή τόσα σπουδαία και τρανά ονόματα, ώστε ή πλάκα είναι κατώτερη, και είναι παράξενο νά υποστήριξή κανείς δτι μπορούσε ν άπο- κορυφώνη ποιοτικά τήν ενότητα. "Αν δμως αδιαφορήσουμε για τους στίχους 2 καί 3 και πάρουμε ενωμένους σέ δίστιχο τους δυο στίχους 1 καί 4, τότε αυτόματα δλες οί προηγούμενες δυσχέρειες παραμερίζονται. "Ας ίδοΰμε μονάχο του τώρα το νέο τούτο δίστιχο: Ό Διγενής ψυχομαχεί κι ή γή τόνε τροαάααει, xi ή πλάκα τον άνατριχιά πώς #ά τόνε σκεπάση. Αμέσως εξαφανίζεται το μειονέκτημα τού πρώτου στίχου, πού έμενε δογματικός απομονωμένος καί ασύνδετο?, γιατί τώρα ό επόμενος στίχος μέ τό «καί» στην αρχή του δένεται ομαλά μέ τον προηγούμενο. Οί δυο στίχοι παρουσιάζονται σάν μια Κρητική ομοιοκατάληκτη μαντινάδα, πού ήταν πρόσφορη σάν τυπική εισαγωγή τοΰ τραγουδιού. Ή αρχή τού δίστιχου εκφράζει ένταση μέ τό νά βάνη πρώτα τό ήρωϊκό ό'νομα «Διγενής» καί τό φοβερό νέο δτι «ψυχομαχεί», ενώ παράλληλα τά δυο επόμενα υποκείμενα ή γή καί ή πλάκα ενώνονται τώρα μέ ουσιαστικό μεταξύ τους σύνδεσμο. Ή πλάκα είναι ή γνωστή πλάκα τοΰ τάφου, αλλά καί γ ή δέν είναι εδώ ολόκληρη ή γή αλλά είδικά ή συγκεκριμένη γή τοΰ τάφου, αυτή ή ίδια πού σέ πλήθος άλλες περιπτώσεις ονομάζεται πιο συγκεκριμένα «μαύρη γ ή». Τά δυο τούτα ουσιαστικά «γή καί πλάκα» αποτελούν έτσι τό τυπικό ζευγάρι πού υποδέχεται κάθε νεκρό καί πού φυσικά θά ύποδεχτή καί τό Διγενή, πού ψυχομαχεί. Ή μαύρη γή είναι τό στρώμα τοΰ νεκρού, ή πλάκα είναι το σκέπασμά του. "Οταν 6 νεκρός είναι άντρας, καί μάλιστα ξενιτεμένος ή πολεμιστής, παραγγέλνει στούς δικούς του δτι δέν πέθανε αλλά παντρεύτηκε. Στή συνέχεια δίνει τις εξής λεπτομέρειες για τό «γάμο» του, πού ουσιαστικά δέν είναι τίποτε άλλο από μια παραβολική περιγραφή τοΰ θανάτου του καί τής ταφής του : Πήρα την πλάκα πεϋερά, τή μαύρη γή γυναίκα. Αυτές οί δυό, ή γή καί ή πλάκα, πού υποδέχονται σά σύζυγος καί σάν πεθερά δλους τούς νεκρούς νέους άντρες, εδώ τρομάζουν καί άνα- τριχιάζουν μέ τήν ιδέα πώς θά υποδεχτούνε τό νέο γαμπρό, τον άντρει- ωμένο Διγενή. Καί νά μήν είχαμε καμιά παραλλαγή πού νά Ιπιβεβαιώνη αύτή μας τήν ΰπόθεση δτι πρόκειται γιά αρχική οργανική ενότητα των δυό στίχων 1 καί 4 σέ ένα δίστιχο, καί πάλι δέ θά έπρεπε νά διστάσουμε

79 Ή κρητική παραλλαγή τοΰ «Θανάτου τοΰ Διγενή 397 στην αποδοχή τής λύσης αυτής. Θέλησα δμως ερευνώντας μέσα στ'ις γνωστές παραλλαγές, δημοσιευμένες και αδημοσίευτες, νά έλέγξω τό πράγμα. Τό αποτέλεσμα ήτιτν να άποδειχθή σάν σίγουρα αληθινή ή πιο πάνω ερμηνεία. 'Γούτο συμβαίνει διότι ή ενότητα μέ τους πρώτους 4 μαζί στίχους τής παραλλαγής, πού εξετάζομε, είναι σπανιώτατη, ενώ τό ενιαίο και ιδιαίτερο δίστιχο, πού άποτελεΐται από τον 1 καί 4 στίχους, τό συναντούμε αδιάσπαστο πάρα πολλές φορές καί σέ ποικίλες παραλλαγές, Κρητικές καί άλλες. Στήν υποσημείωση 1 παρατί- ') Τό νέο δίστιχο, άποτελούμενο από τούς στίχους 1 καί 4 τής παραλλαγής Π. Ε, 78 Α, άπαντά αδιάσπαστο πάρα πολλές φορές, ενώ στή μορφή τοΰ τετραστίχου τό συνάντησα μόνο στό κείμενο Π. Ε. 78 Α καί στό πρότυπό του στόν Κρητικό Λαό 1909 σελ. 15, καθώς καί στό χειρόγραφο Λ.Α σελ. 31 οπού παραλλαγή από τό Ρέθυμνο Αδιάσπαστο, μέ μικρές γλωσσικές ή άλλες δευτερεόουσες μεταβολές, τό συναντούμε σέ ποικίλες παραλλαγές, Κρητικές καί μή, όπως π. χ. 1) Άντ. Μ η λ ι α ρ ά κ η, Βασίλειος Διγενής Ακρίτας 1881 σελ ) Μ. Λελέκου, Έπιδόρπιον 1888 σελ. 188 στίχ, 4-5, άπ όπου αναδημοσιεύεται στή Λαογραφία 1, 254 άρ. 43 καί Ά π. Μ έ λα χρινοΰ, Δημοτικά Τραγούδια 1946 σελ. 88 άρ ) Περιοδικό Άπ όλα δ ι όλους, Άθήναι 1907, Δ' σελ. 60, άπ όπου άναδημοσιεύεται στή Λαογραφία, 1, 255 άρ. a4. 4) Ό Κ ρ η τ ι κ ό ς Λαός 1909 σελ. 15, άπ όπου άναδημοσιεύεται στή Λαογραφία 1, 242 άρ. 32 καί άπ έκεϊ στοΰ Άπ Μελαχρινού, Δημοτικά τραγούδια σελ. 99 άρ ) Λαογραφία 1, 216 άρ. 5 άπό τή Ρόδο καί αναδημοσιεύεται στοΰ Άπ. Μελαχρινού σελ. 101 άρ ). Μ. Δ. Χαβιαρδς στα Βυζαντινά Χρονικά Πέτρο υ πό λεως 12 (1905) σελ. 499, παραλλαγή άπό τή Σύμη, καί άναδημοσιεύεται στή Λαογραφία, 1, 222 άρ. 8. Παράβαλλε τόν ίδιο στή μελέτη του στή Λαογραφία 1, 276 Επίσης γιά τό ίδιο άδιάσπαστο δίστιχο βλέπε Λαογραφ ί α 2, 179 (παραλλαγή Καλύμνου), Γερ. Δρακίδου, Ροδιακά 1937 σελ. 92, Νεοελληνικόν Άρχεΐον Α' σελ. 125 άρ. 3 (Κυδωνιών), Ώδεΐον Κρήτη 1930 σελ. 62, καθώς καί τις άνέκδοτες άπό τά χειρόγραφα Λ. Α. 172, 35 (Τήλου), Λ. Α. 462 σελ. 89 καί Λ. Α. 1568, σελ. 384,3 (Ρόδου καί οί δυό) καί Λ Α. 1109, Α σελ. 57, Λ.Α Α σελ. 135 καί Λ. Α Γ σελ. 70 (Κρήτης καί οί τρεις). Πολλές είναι καί. οί παραλλαγές, όπου ό πρώτος στίχος παρουσιάζεται τώρα μονάχος του σάν τυπική εύκολη εισαγωγή σέ μιά μορφή περίπου : Ό Διγενής ψνχομαχάει κι ή γης άνατρομάζει. Βλέπε σχετικά: Άντ. Μανούσου, Τραγούδια Εθνικά, Κέρκυρα 1850, Β' σελ. 86. Σ π. Ζ α μ π ε λ ί ο υ, ".Ασματα Δημοτικά 1852 σελ. 700, 135. Pas- sow, Carmina Popularia 1861 σελ. 37! άρ Τ h. Kind, Anthologie Neugr. Volkslieder 1861 σελ Κ. Σάθα, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη 1873 τόμ. Β' σελ. μη'. Περιοδ. Βύρων 1 (1874) σελ Ά γ ι Θέρου, Δημοτικά Τραγούδια 1909 σελ. 99. Λαογραφία 1, 230 άρ. 20 καί σελ. 231 άρ. 21. Ά π. Μελαχρινού, Δημοτικά Τραγούδια σελ. 100 άρ Ό ίδιος στίχος παρουσιάζεται καί στις μεγάλες παραλλαγές, πότε στήν

80 398 Κ. Ρωμαίου θενται οι σχετικές παραπομπές. Από τη γεωγραφική εξάπλωση τοΰ δίστιχου συνάγεται δτι έχει επίκεντρο την Κρήτη και από εκεί προχώρησε ώς την Πελοπόννησο από το ένα μέρος καί ώς τά Δωδεκάνησα από τ άλλο. Από το γεγονός πάλι δτι μόνο το δίστιχο τούτο έχει ρίμα, ενώ ή συνέχεια των επόμενων στίχων είναι ανομοιοκατάληκτη, συνάγεται δτι στην Κρήτη πήρε τούτο νωρίς τη μορφή ανεξάρτητης ομοιοκατάληκτης μαντινάδας πού θεωρήθηκε κατάλληλη νά χρησιμεΰη σαν ή τυπική εισαγωγή τραγουδι'δύ μέ ιό ίδιο θέμα. Β' Βεβαιωθήκαμε έως τώρα δτι το δίστιχο των στίχων 1 καί 4 είναι σταθερό καί αρχικό. Θά πρέπη δμως νά έξηγηθή καί πώς συνέβη ν άναπτυχθή καί νά διείσδυση άνάμεσά του το άλλο δίστιχο τών στίχων 2 καί 3, οι όποιοι έχουν ώς έξης : 2 Βροντά κι αστράφτει δ ουρανός καί αειέτ δ απάνω κόσμος, 3 κι δ κάτω κόσμος άνοιξε καί τρίζουν τά θεμέλια. Ό νέος σύνδεσμος πρέπει ν άναζητηθή ανάμεσα στις λέξεις γ ή (τού στίχ. 1) καί ουρανός (τού στίχ. 2). Ό αρχικός σύνδεσμος ήταν γη (=ή γή τού τάφου) καί πλάκα. Τώρα ή γη μέ τήν ειδική εκείνη σημασία της (=γή τού τάφου) μέ τον καιρό μετατοπίσθηκε προς τήν άλλη σημασία της, τήν πιο γνωστή (γ ή = ή δλη γή, πάνω στήν οποία ζοΰμε). Αμέσως τότε παρουσιάστηκε ή ανάγκη νά συμπληρωθή ή παρουσία τού τυπικού ζευγαριού «γ ή καί ουρανός». Είναι δυο έννοιες πού ολοκληρώνουν ή μια μέ τήν άλλη τή γενική έννοια τού σύμάρχή του; (βλέπε Λαογραφία 1, 216 άρ. 5, δπου ακολουθούν 79 στίχοι, παραλλαγή Ροδιακή) καί πότε στή μέση, γιά νά κλείση τό προηγούμενο κομμάτι τής πάλης Χάρου καί Διγενή (βλέπε Λαογραφία 1, 213 άρ. 2 στίχ. 48 τής Κυπριακής παραλλαγής, οπού συνεχίζονται οί στίχοι μέ τά κατορθώματα τοΰ Διγενή). Μερικές φορές ό πρώτος στίχος άπαντά μονάχος του, παρουσιάζει δμιος μερικές παραλλαγές στό δεύτερο ημιστίχιο. Παίρνει τότε τή μορφή «ό Δ ιενης ψυχομαχεί σε σίδερό κρεββάτ ή <σέ οίερα παλάδκισ.» ή «κρ ονλος δ κόσμος κλαίει> κλπ. Βλέπε σχετικά : ί). Eegrand, Recueil de Chansons Populaires Grec" ques 1874, σελ. 196 άρ 90. Λαογραφία 1, 232 άρ. 22 Ξ ε ν. Φ α ρ μ α- κ ί δο υ, Κύπρια Έπη σελ. 1. Λ.Α σελ. 301=Κρήτη. Λ ν. Βροντή, Ρόδος 1930 σελ. 87 άρ. 5. Γ ε ρ. Δ ρ α κ ί δ ο υ, Ροδιακά L937 σελ. 93. C. Wescher, Δωρικόν Ψήφισμα Καρπάθου 1878 σελ. 80. Μανωλικάκη, Καρπαθιακά 1896 σελ. 234 άρ. 27. Λαογραφία 1, 228 άρ. 17. Μ. Μ ι χ α η λ ί δ ο υ Νουάρου, Δημοτικά Τραγούδια Καρπάθου 151 άρ. 1Q.

81 Ή κρητική παραλλαγή τοΰ «Θανάτου του Διγενή 399 παντός. Έτσι προβάλλει ό «ουρανός», πού γίνεται ή βάση, πάνω στην οποία στηρίζεται τό νέο παρείσακτο δίστιχο. Το φαινόμενο τοΰτο δεν είναι τό μόνο. Πλάι στα ζεύγη «γη και πλάκα» και «γ ή καί ουρανός», υπάρχει στην καθημερινή χρήση των δυο λέξεων καί έ'να άλλο τυπικό ζευγάρι, ή «γ ή καί ή θάλασσα» (γή=ή στεριά, ή ξηρά). Ιδού λοιπόν δτι ούτε καί τό τρίτο τοΰτο ζευγάρι λείπει από τίς παραλλαγές τοΰ τραγουδιού. 'Η παρουσία του συμβαίνει κυρίως σέ Ροδιακές παραλλαγές. Στο επόμενο παράδειγμα δεν προβάλλουν μόνο τά δυο ουσιαστικά τοΰ τρίτου τούτου ζευγαριού άλλα καί συνδέονται μέ τό κοινό θέμα των δυό ρημάτων πού τά συνοδεύουν : Ό Διενης ψυχομαχεί κι" ή γης άναβρουχαται, κ ι ή θάλασσα βρονχίζεται κι* δ κόσμος τό(ν) φοαται. (Βλέπε Γερ. Δρακίδου, Ροδιακά 1937 σελ. 89. Παράβαλλε επίσης Λ. Α σελ. 385,4 καθώς καί Λ. Α σελ. 14, καί Άν. Βροντή, Ρόδος 1930 σελ. 86). Αντιστροφή στή σειρά τών δυό υποκειμένων «γή καί θάλασσα» βρίσκομε σέ έ'να άλλο, επίσης Ροδια- κό, δίστιχο (βλέπε Λαογραφία 1, 257 δπου ή μελέτη τοΰ Μ. Δ. Χαβιαρά για τά «Ροδιακά μνημεία τοΰ Άκριτικοΰ κύκλου») : Ο Διενης ψυχομαχεί κι ή θάλασσα βρονχάται, κι ή γης ανατινάσσεται και δ κόσμος τηφ φοαται. Νομίζω δτι έχει έρμηνευθή ικανοποιητικά γιά ποιούς λόγους πραγματοποιείται τό τριπλό ζευγάρι (γή καί πλάκα, γή καί ουρανός, γή καί θάλασσα), πού ξεκινάει από μιά νέα κάθε φορά μετατόπιση στή σημασία τοΰ ονόματος «γ ή». Εκείνο δμως, πού πρέπει ακόμη νά συνε- χισθή τώρα, είναι ή ερμηνεία γιά τήν παρουσία καί δλων τών άλλων στοιχείων, πού πλήν τοΰ ούρανοΰ περιλαμβάνονται μέσα στους δυό παρείσακτους στίχους 2 καί 3. Είναι αλήθεια δτι οί εικόνες γιά τό σεισμό τοΰ Απάνω Κόσμου καί γιά τό άνοιγμα τοΰ Κάτω Κόσμου καί τό τρίξιμο τών θεμελιών του είναι εικόνες εξαίρετες στή σύνθεσή τους, γεμάτες τραγικό μεγαλείο. Ή δύναμη, ή πρωτοτυπία, καί ή έξαρση στή σύλληψη καί στή σύνθεση τών ζωηρών αυτών περιγραφών, πού συγκλονίζοντας τό σύμπαν συνοδεύουν τό ψυχομαχητό τοΰ ήρωϊκοΰ Διγενή, δ'χι μόνο δικαιώνουν τον άγνωστο Κρητικό ποιητή πού τόλμησε νά διασπάση τό αρχικό δίστιχο καί νά παρεμβάλη τούς δυό νέους στίχους, αλλά καί ανυψώνουν τό ύφος τοΰ σημερινοΰ Κρητικοΰ τραγουδιοΰ ώς τό μεγαλειώδες ύφος τού Αισχύλου. Τέτοιες τολμηρές εικόνες σέ κάνουν νά νομίζης δτι πρό-

82 400 Κ. Ρωμαίου κειται για στίχους πού τούς έφτιαξαν δχι σημερινοί ανώνυμοι άοιδοί άλλα ένας μεγαλόστομος Αισχύλος πού περιγράφει την ένταση τής ναυμαχίας στη Σαλαμίνα ή το πώς μετέχει ό άψυχος κόσμος την ώρα πού δεμένος στον Καύκασο πάσχει ό Προμηθέας Δεσμώτης. Άπό ποϋ όμως προέρχονται οι σπουδαίες αυτές εικόνες ; Τ'ις ενε- πνεύσθη μονάχος του ό άγνωστος λαϊκός ποιητής ή μήπως είχε υπόψη του κάποιο παρόμοιο πρότυπο ; Νομίζω δτι μπορώ νά προτείνω την ορθή ερμηνεία, πού έχει κατά τή γνώμη μου ώς εξής: Οΐ λεπτομέρειες τοΰ γενικού αυτού συγκλονισμού τού σύμπαντος, πού συνοδεύουν τό ψυχομαχητό τοΰ Διγενή, μάς έρχονται άπό ένα ά'λλο ψυχορράγημα, πού επιβλητικό περιγράφεται ό'χι για θνητόν αλλά γιά έναν Θεό. Πηγή είναι τά Ευαγγέλια, πού έχει τήν ευκαιρία κάθε χρόνο και μέ ανέκφραστη εύλάβεια καί προσοχή νά τά άκούη ξανά ολος ό λαός κατά τή Μεγάλη Πέμπτη. «Άπό δέ έκτης ώρας σκότος έγένετο επί πάσαν τήν γην... Ό δε Ίησονς πάλιν κράξας φωνή μεγάλη άφήκε τό πνενμα. και Ιδού, τό καταπέτασμα τον ναόν έσχίβδη είς δύο, άπό άνωθεν εως κάτω, και ή γη εσείσ&η, και αΐ πέτραι έσχίοοησαν, και τά μνημεία άνεώχέληπαν, και πολλά σώματα των κεκοιμηιιένων 'Αγίων ήγέρϋη» (Μ ατθαΐος 27, 45 ~ 53). Άπό τά πολλά Ιξ άλλου σχετικά τροπάρια τής Μ. Πέμπτης καί Μ. Παρασκευής παραθέτω μόνο δύο δείγματα, άπό τά Άπόστιχα πού ψάλλονται μετά τό ενδέκατο Ευαγγέλιο τής Μ. Πέμπτης: «Πάσα ή Κτίσις ήλλοιοντο φόβφ, ύεωροναα σε εν Στανρφ κρεμάμενον, Χριστέ. Ο ήλιος εακοτίζετο, και γης τά έέεμέλια οννεταράττετο' τά πάντα συνέπασχον τφ τά πάντα κτίσαντι». «Κύριε, άναβαίνοντός σου εν τφ Στανρφ, φόβος και τρόμος έπέπεσε τη Κτίσει». Αρκεί καί άπλή άντιπαραβολή μερικών σημείων τών κειμένων γιά νά βεβαιωθούμε ότι μόνο άπό τά γεγονότα πού συνοδεύουν τό ψυχορράγημα τοΰ Ιησού έμπνέεται δ Κρητικός ποιητής τούς εξαίρετους στίχους του: α) «Και σειέτ' ό άπάνω κόσμος, κι 6 κάτω κόσμος άνοιξε και τρίζονν τά θεμέλια», β) «Και ή γή έοείσ&η, και τά μνημεία άνεώ- χ&ησαν, και γης τά θεμέλια οννεταράττετο». Γ' Ερχόμαστε τώρα στήν εξέταση τής δεύτερης ενότητας τού τραγουδιού, πού τήν άποτελούν οί εξής πέντε στίχοι (στίχ. 6-10) : 6 Σπίτι δεν τον έσκέπαζε, σπηλιό δέν τον έχώρει, τά δρη έδιαακέλιζε, βοννον κορφές έπήδα, χαράκι' αμαδολόγανε καί ριζιμιά ξεκοννειε.

83 Ή κλητική παραλλαγή τοΰ «Θανάτου τοΰ Διγβνή 401 Στο βίχσιμά πιάνε πουλιά, ατό πέταμα γεράκια, 10 ατό γλάκιο και ατό πήδημα τά λάφια και τ άγρίμια. Σπονδυλική στήλη και των δυο ενοτήτων (στίχ. 1-5 καί στίχ. 6-10) είναι τό ρήμα σκεπάζω πού επιμένει στους στίχ. 4 και 5 και έπίμονα επαναλαμβάνεται τρίτη φορά στον στίχ. 6 («πώς θά τόνε σκε- πάση, πώς θά σκεπάση τον αητό... Σπίτι δεν τον έσκέπαζε»), 'Ο φόβος κα'ι τό άνατρίχιασμα τής πλάκας έχουν αιτίες ποιοτικές, προκαλοΰνται από τη συναίσθησή της πώς θά τολμήση να σκεπάση τον αητό, Στη συνέχεια παρατηρεί κανείς μια μετατόπιση στη.σκοπιά και εξέλιξη σέ νέα κριτήρια μέ τά όποια ό ποιητής άντικρύζει τό Διγενή. Ή ποιότητα τής αντρείας, πού προκαλει τό άνατρίχιασμα γιά τό πώς ή πλάκα θά τον σκεπάση, τώρα παραχωρεί τή θέση της σέ άλλην αιτία, στήν έκταση καί στον όγκο τοΰ σιοματος τοΰ Διγενή. Ό νέος συλλογισμός ξεκινάει από τό ρήμα «σκεπάζω» καί διαμορφώνεται ώς εξής: «Πώς θά τον σκεπάση ή πλάκα, άφοΰ δεν τον έσκέπαζε σπίτι ολόκληρο ούτε σπηλιά τον χωρούσε;» Στήν παράσταση αυτή τοΰ ήρωα, δπως εμφανίζεται ατούς τρεις στίχους 6-8,6 Διγενής αυτός δεν είναι πλέον ό κοντός, κοντούτσικος καί χ α μ η λ ο β ρ α κ ά τ ο ς, ό στιβαρός Άκριτης πού μέσα στις Κυπριακές παραλλαγές, τον δείχνει ό Χάρος καί τον ονομάζει ώς «τον κάλλιο» τών άντρειωμένων. Αντί τοΰ κοντού καί στιβαροΰ Ά κριτη εμφανίζεται τώρα ένας υπερφυσικός γίγας, πού μέσα στήν Άκρι- τική ποίηση βρίσκει τούς δμοιους του μόνο στον πελώριο Σαρακηνό, τό βλεπάτορα τοΰ Ευφράτη στις Κυπριακές παραλλαγές, καί στον πελώριο "Ελληνα Ξάντινον στις Ποντιακές. Ό Κρητικός όμως αυτός Δι- γενής δέν προέρχεται ούτε από τον έ'ναν ούτε από τον άλλον. Είναι ή έμμετρη διασκευή ντόπιοτν Κρητικών παραδόσεων γιά τό Διγενή, δπου ό ήρωας περιγράφεται περίπου δπως καί στούς στίχους εδώ. "Εχει πάρει τις γνώριμες διαστάσεις πού έχουν στις παραδόσεις οι Άντρειωμένοι, οί Ελληνες, οί Γίγαντες, καί οϊ Κρητικοί Σαραντάπη- χοι. "Οπως σωστά παρατηρεί ό Ν. Πολίτης (ΈκλογαΙ άρ. 78 πρόλογος) «ό γενναίος Άκριτης προσέλαβεν εν Κρήτη τάς διαστάσεις Τι- τανος, σχεδόν ούδέν διατηροΰντος πλέον τό ανθρώπινον». Είπαμε πριν δτι ή αιτία γιά νά μεγεθυνθοΰν οί σωματικές διαστάσεις τοΰ Διγενή ξεκινάει από τήν εξέλιξη τοΰ ρήματος «σκεπάζω», πού τρεις φορές χρησιμοποιείται πιο πριν. Παράλληλα άλλη αφορμή έδωσε καί ή λέξη «άντρειωμένος» τοΰ στίχ. 5, πού δημιουργούσε τήν ευκαιρία νά συνδεθή ό ήρωας τοΰ τραγουδιού μέ τούς Άντρειωμένους τών παραδόσεων. ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 2. 2

84 402 Κ. Ρωμαίου Προσέχοντας πιο πολύ τούς στίχους 6-10 μπορούμε νά διακρίνω με τα έξης : 'Όπως υπάρχει μια εσωτερική αντινομία ανάμεσα στούς στίχους l-f-4 και 2-4 3, δπου σΐ ομάδες «γη και πλάκα» και «γη καί ουρανός καί Απάνω Κόσμος κλπ.» δεν ταιριάζουν άμεσα μεταξύ τους, έτσι καί στούς στίχους 6-10 υπάρχει δεύτερη εσωτερική αντινομία. Δηλ. ενώ καί οί πέντε στίχοι περιγράφουν έξακερικά τον ήρωα καί τίς ιδιότητές του, οι δυο ξεχωριστές περίοδοι (ή μια των στίχ. 6-8 καί ή άλλη των στίχ. 9-10) περιγράφουν ξεχωριστούς σωματικούς τύπους. Οι στίχοι 6-8 εμφανίζουν τόν ό'γκο: Τονίζουν δηλ. δτι ό Διγενής δέ χωράει πουθενά (στίχ. 6), δτι πηδάει πάνω από ολόκληρα βουνά σαν τό Διγενή των παραδόσεων τής Κρήτης καί τής Κύπρου καί σάν τόν ώργισμένο Απόλλωνα στο Α τής Τλιάδας (στίχ. 7), καί δτι πετάει μακριά βράχους μεγάλους (στίχ. 8), όπως κάνουν οί Άν- τρειωμένοι καί οί Γίγαντες, γιά τούς οποίους δείχνουν βράχους πού μέσα στις διάφορες τοπικές παραδόσεις λέγεται δτι κάποτε ένας Άν- τρειωμένος τούς πέταξε από τό άντικρυνό βουνό. Ό άλλος τύπος προβάλλει στούς επόμενους στίχους (9-10): Στο βίτπιμά πιάνε πουλιά, στο πέταμα γεράκια, στο γλάκιο και στο πήδημα τά λάφια και τ αγρίμια. Ό σωματικός αυτός τύπος είναι ποιοτικά διαφορετικός από τόν προηγούμενο, σχεδόν αντίθετος, διότι οί ιδιότητες του δεν ανήκουν στον ογκώδη Γίγαντα, καί άς διασκελίζη από βουνό σέ βουνό. Οί δρασκελιές εκείνου προέρχονται από τό υπερφυσικό ανάστημα, όχι από κανονικό πού είναι σβέλτο. Έδώ όμως (στίχ. 9-10) τά μικρά θηράματα πού άναφέρονται πουλιά, γεράκια, λάφια, αγρίμια, δπως ειδικά στην Κρήτη λέγεται είδος αιγάγρου (βλ. 'Ιστορικόν Λεξικόν λ. αγρίμι 2 β) όλα άντιπαραβάλλονται μέ τόν ήρωα καί νικοϋνται απ αυτόν πάνω στά ίδια κριτήρια πού τονίζουν τό είδος τής υπεροχής τους. Νικοϋνται δηλ. δχι διότι 6 Διγενής είναι πελώριος, πού δεν τόν χωράει σπηλιά, αλλά διότι έχει ευκινησία καί ταχύτητα. Ή ευκινησία όμως, ιδίως γιά πουλιά καί άλάφια, εννοείται ώς ιδιότητα ενός μικρού καί ευκίνητου, ποτέ δμως ενός πελώριου Γίγαντος. Σ αυτόν θά προσέξωμε τη σωματική δύναμη (βλέπε π.χ. τόν πελώριο Σαρακη- νό, ή τόν Ξάντινον, ή καί τόν Τσαμαδό), ενώ στον μικρόσωμο Διγε- νή, τόν κοντό καί στιβαρό, θά προσέξωμε τήν τόλμη τής ψυχής καί τή σβελτοσύνη τού κορμιού. Μερικά κατορθώματά του, ίσως τά σπουδαιότερα, δ Διγενής δεν τά κατόρθωσε μέ τή δύναμή του μόνο άλλα καί μέ τήν ετοιμότητα καί ταχύτητα σέ δράση. "Οτι καί ή ένωση αυτή τών στίχων 6-8 καί 9-10 δεν είναι φυ

85 Ή κρηχική παραλλαγή χοΰ «Θανάτου χοΰ Διγενή 403 σική και οτι οί δυο διαφορετικές ενότητες προτιμούν νά βρίσκωνται ανεξάρτητες ή μια από την άλλη, τοΰτο τό δείχνει τό γεγονός δτι δε βρίσκονται άλλου μαζί παρά μόνο στο τραγούδι τοΰτο, ενώ αντίθετα μαρτυροϋνιαι χωρισμένες. "Ετσι στις παραδόσεις, δ'που δρά δ τύπος τοΰ Γίγαντος, ευκινησία δεν υπάρχει. Αντίθετα, σέ τραγούδια πού υμνείται ή ευκινησία δεν υπάρχει τό πελώριο κορμί. Έτσι σέ ένα τραγούδι πού είναι εγκώμιο ενός νέου υπάρχει μόνο εγκώμιο συγγενικό προς τούς στίχους 9-10 τοΰ Θανάτου τοΰ Διγενή. Λέγεται εκεί (βλέπε Λ. Α Β' σελ , παραλλαγή από τό ;\ασήθι) : Στον πήδο πιάνει τό λαγό, στην ασκελιά τ αγρίμι, την πέρδικα την πλουμιστή εις τό φτερό την παίρνει. Θά μποροΰσε λοιπόν νά υποστήριξή κανείς δτι ή ενότητα των στίχ περιέχει δυο ισοδύναμα μοτίβα, πού εκφράζουν δυο έννοιες αληθινές, υπαρκτές στη λαϊκή παράδοση, αλλά πού είναι παράλληλες καί δέν μπορεί νά συνυπάρξουν ώς ιδιότητες ενός καί τοΰ αύτοΰ προσώπου. Ό Γιάννης Άποστολάκης (Τα Δημοτικό Τραγούδια 1929, σελ ) εξετάζει διάφορα παραδείγματα ισοδύναμων μοτίβων, πού δέν συνυπάρχουν σέ γνήσιες παραλλαγές αλλά τά ενοποίησε ό Ν. Πολίτης, κάνοντας τοΰτο κινημένος από λανθασμένα, κατά τον Άποστολάκη, αισθητικά κριτήρια. Ιδού δμως δτι τό σφάλμα πού κατηγορούν στο σοφό Ν. Πολίτη προϋπάρχει ως σφάλμα πού τό έχει κάμει παλαιότερα δ ανώνυμος λαϊκός ποιητής. Από τά δύο ισοδύναμα τούτα μοτίβα νομίζω δτι τό παλαιότερο στην Κρητική παραλλαγή είναι τό δεύτερο πού περιγράφει τον ευκίνητο καί ταχύ κυνηγό, διότι τό μοτίβο τοΰτο ταιριάζει γενικά στη λαϊκή ποίηση, διότι υπάρχει μέ κάποιες μεταβολές καί σέ άλλα τραγούδια καί ήρωες, καί επίσης διότι συμφωνεί ειδικά μέ τις αντίστοιχες μα- κρές παραλλαγές τοΰ Θανάτου τοΰ Διγενή (Κυπριακές κλπ.), δπου δ άρρωστος Διγενής στο ίδιο σημείο τοΰ θέματος περιγράφει μέ λεπτομέρειες τά τολμηρά του κυνήγια στις όχθες τοΰ Ευφράτη. 'Η νεώτερη προσθήκη τοΰ τρίστιχου 6-8 πού περιέχει τό μοτίβο τοΰ πελώριου Άκριτη είναι δικαιολογημένη κατά τοΰτο, διότι αντιστοιχεί μέ την άλλη προσθήκη πού μόλις λίγο πριν (στίχ. 2-3) προηγήθηκε καί δπου συμβαίνει ή άλλη μεγέθυνση διαστάσεων τοΰ τόπου τής σκηνής, ώστε ή «γή καί πλάκα» νά αναπτυχθούν σέ «γή, ουρανό καί σύμπαν». Ίσως μάλιστα σαν συνέπεια τής πρώτης μεγέθυνσης νά παρουσιάστηκε εξακολουθητικά ή ανάγκη καί μιας δεύτερης τέτοιας. Πραγματικά, θά ήταν αφύσικη ή εκδοχή νά μεγεθύνεται δ χώρος (από μικρός τάφος νά γίνεται σύμπαν ολόκληρο μέ γή, ουρανό καί υποχθόνια) καί νά μή με-

86 404 Κ. Ρωμαίου γεθΰνεται παράλληλα και δ πρωταγωνιστής σέ βαθμό πού να δρασκελιά) βουνά ολόκληρα. Αν γιά τη μεγέθυνση τοΰ χώρου προϋπήρχε διευκολυντικό τό τθέμα τοΰ Εσταυρωμένου, παράλληλα για τη μεγέθυνση τοΰ πρωταγωνιστοΰ προϋπήρχαν επίσης διευκολυντικοι οί Άντρειωμένοι των πεζών παραδόσεων τής Κρήτης. Δ' Προχωρούμε τώρα στήν εξέταση τής τρίτης ενότητας (στίχ ): Ζηλεύγει ό Χάρος μέ χωσιά μακριά τόνε βιγλίζει, κι ελάβθ)σέ του την καρδιά καί την ψυχή του πήρε. Τό αρχικό μοτίβο των άλλων παραλλαγών τοΰ Θανάτου τοΰ Διγε- νή, ήρωϊκώτατο αυτό καθεαυτό, εκφράζεται μέ την τόλμη τοΰ θνητού νά μην ύπακούση στήν παντοδύναμη μοίρα τοΰ Θανάτου, αλλά νά συγ- κρουσθή μαζί της σώμα προς σώμα. Τό νεοελληνικό τούτο πάλεμα θνητοΰ καί Χάρου έχει τό ταίρι του στήν αρχαία πάλη Ήρακλέους και Θανάτου πού έγινε πλάι στήν Αλκηστη, τής οποίας τό θέμα συμβαίνει κατά περίεργο τρόπο νά παρουσιάζεται καί στο σημερινό κύκλο τοΰ Διγενή 2. Στήν Κρητική παραλλαγή, πού τώρα εξετάζομε, ή προέκταση τής υπερβολής, πού πιο πάνω άρχισε μέ τή μεγέθυνση τών σωματικών διαστάσεων τοΰ Διγενή, συνεχίζεται τώρα μέ τό νά παριστάνεται 0 Χάρος ό'χι νά παλεΰη αλλά ού'τε καί νά τολμά νά πλησιάση. Τώρα δ Χάρος στέκεται μακριά, κάνει χωσιά καί μόνο τολμά κρυμμένος νά σαϊτεύη. Προέλευση τοΰ μοτίβου : Θά νόμιζε κανείς ότι ή νέα αυτή υπερβολή γίνεται ή κατά τύχη ή από νέα επεξεργασία τοΰ θέματος και προσθήκη τής υπερβολής. Αλλά ούτε τό ένα συμβαίνει, οΰτε τό άλλο. Άπλούστατα παραλείπεται σιν δευτερώτερη ή όλη σκηνή τής αρχικής πάλης καί διατηρείται μην ίχα δ επίλογός της, όπως οργανικά δεμένος μέ τό πάλεμα προϋπάρχει καί περιγράφεται μέσα σέ διάφορες μακρές παραλλαγές. Εκεί δ Χάρος, άφοϋ νικιέται στο πάλεμα πρώτα, στή συνέχεια καταφεύγει στο δόλο, πότε βάνοντας τρικλοποδιά τοΰ Διγενή, πότε άρπάζοντάς τον άπό τά μαλλιά, πότε μέ τό νά γίνη πουλί καί νά a) Γιά ιή σύμπτωση τών δυό τούτων θεμάτων Ηρακλή καί Θανάτου καί Άλκηστης, πού έπιβιοΰν ενωμένα μέσα στον κύκλο τοΰ Θανάτου τοΰ Διγενή, δπου έχομε πάλεμα Διγενή μέ Χάρο καί προσφορά τής γυναίκας του νά πεθά- \η εθελοντικά στή θέση τοΰ άντρα της, βλέπε δσα παρατηρώ σχετικά στή μελέτη μου «τά Άκριτικά τραγούδια τοΰ Πόντου» Άρχεΐον Πόντου 17, 1952, σελ , Ιδίως σελ

87 Ή κρητική παραλλαγή τοΰ «Θανάτου τοϋ Διγενή» 405 πετάξη μακριά καί από εκεί εξασφαλισμένος νά προκαλή το θάνατο τοΰ Διγενή μέ διάφορους κάθε τόσο τρόπους. Ή χωσιά εδώ καί ή σαϊτιά από μακριά (βλέπε στίχ. 11) ανήκει στήν ίδιαν ομάδα τοΰ δόλου, που νικημένος χρησιμοποιεί ό Χάρος. Αυτή νομίζω ότι είναι ή αιτία που προκάλεσέ το δίστιχο Τό περιστατικό δμω; αύτοΰ τοΰ λαβώματος τού Διγενή άπό το Χάρο χρονολογικά προηγείται από τό κατοπινό ψυχομαχητό πού κάνει ό ή- ρωας στο σπίτι του. Γιατί λοιπόν έγινε αυτή ή αντιστροφή, ώστε τό λάβωμα, πού προηγείται, νά μπή otov τελευταίο στίχο τής Κρητικής παραλλαγής, ενώ τό ψυχομαχητό, πού κατόπι ακολουθεί, νά μπαίνη στον πρώτο στίχο τής ίδιας παραλλαγής ; Ή νέα τακτική, πού δεν τηρεί την ομαλή κατά παράταξη διήγηση τών περιστατικών σύμφωνα μέ τη χρονολογική τους σειρά, είναι επηρεασμένη από την τεχνική τών άλλων, τών μικρών σέ έκταση, π ριλλαγών τοΰ Θανάτου τοΰ Διγενή. Αλλά εκεί τό πράγμα είναι ευνόητο καί δικαιολογημένο, διότι υπάρχει καί δρά εκεί ή παρέμβαση τοΰ άφηγουμένου προσώπου. Εκεί, π. χ. στίς Κυπριακές καί Δωδεκανησιακές παραλλαγές, τό θέμα προχωρεί σύμφωνα μέ την ίδια τεχνική, πού λαϊκή στήν ουσία την έχει στέρεη β ίση του καί 6 "Ομηρος ι'ίταν πιάνη νά μάς διηγηθή τις περιπέτειες τοΰ Όδυσσέα: Βρισκόμαστε χρονικά στο τέλος τών περιπετειών καί τότε αρχίζει 6 Όδυσσέας νά διηγήται στούς Φαίακες τίς περιπέτειές του όπως έγιναν από τήν πρώτη στιγμή πού ξεκίνησε από την Τροία. Ανάλογο συμβαίνει καί μέ τό Διγενή : Βρισκόμαστε καί εδώ στο τέλος τής ζωής του, όταν δέν υπάρχει πιά χρόνος γιά νέους άθλους, καί μόνο τότε ό ίδιος ό ήρωας μάς διηγείται τίς δικές του περιπέτειες καί τά κατορθώματα. Διγενής άρρωστος, μέ τούς φίλους του συμποσιάζοντες γύρω, καί από τ άλλο μέρος Όδυσσέας στην αυλή τοΰ Αλκίνοου μέ τούς Φαίακες συμποσιάζοντες γύρω του, τά δυο αυτά περιστατικά είναι σκηνές πολύ αντίστοιχες. Καθένα; από ιούς δυο ήρωες αρχίζει νά διηγήται μέ πολλά τίς προσωπικές του περιπέτειες. "Ενας νεώτερος Κύπριος ποιητής μπορούσε νά έπεκτείνη σέ λεπτομέρειες τό θέμα τών περιπετειών καί νά δημιουργήση ένα έμμετρο έπος, μιάν άλλη Όδύσσεια, μιά λαϊκή Άκριτηίδα, μέ ήρωά της τό Διγενή, πού νά διηγήται σέ συμπόσιο όσα ό ίδιος έπαθε καί είδε. Έκεΐ, μέσα στής Αραβίας τούς κάμπους, θρασομανάει άγριος καί βαθύς ο καλαμιώνας τοΰ «Άφράτη» καί ένέδρα σέ κάθε βήμα στήνουν λιοντάρια, δράκοι, κάβουρας κλπ. Κάθε περιπέτεια (μέ τό λιοντάρι, μέ τό δράκοντα, μέ τό σιοιχειωμένο άλάφι) μπορούσε νά γίνη καί από μιά ραψωδία. Καί ό Διγενής μπορούσε νά είναι ένας άλλος αφηγητής Όδυσσέας, πού θά μάς λέη σέ πρώτο πρόσωπο τά πάθη του, τι έπαθε

88 406 Κ. Ρωμαίου στή χώρα εκείνη πού συνδνό δέν περπατούν, αυντρεις δέν κουβεντιάζουν, παρά πενήντα κι εκατό και πάλε φόβον έχουν. Μονάχος τόλμησε κα'ι πήγε παντού εκεί ό Διγενής, επιχειρώντας ακόμη και στον "Αδη να κατέβη (για το τελευταίο βλέπε παραπομπές στη μελέτη μου «Άκριτικά τραγούδια τού Πόντου» Αρχει ον Πόντου 17, 1952, ιδίως σελ. 171), δπως μονάχος, χωρ'ις τούς συντρόφους του, κατέβηκε στον τρομερό "Αδη και ό Όδυσσέας και μονάχος επίσης αντιμετώπισε τη μανία των κυμάτων. Άπό την τεχνική αυτή, αφού όμως λησμονήθηκε ή παρέμβαση τού άφηγουμένού προσώπου, προήλθε κατόπι ή ανάλογη τεχνοτροπία σύμφωνα μέ την οποία βλέπομε νά μπαίνη στην Κρητική παραλλαγή πρώτα τό ψυχομαχητό (στίχ. 1) και ύστερα τό πώς έγινε ή συνάντηση μέ τό Χάρο καί τό λάβωμα (στίχ. τελευταίος). Έγινε τούτο έτσι, επειδή καί σέ δλες τις άλλες αντίστοιχες παραλλαγές (Κυπριακές κλπ.) τού ίδιου τραγουδιού τηρείται ή ίδια σειρά στά γεγονότα. Ό Κρητικός ποιητής δέν πρόσεξε δτι εκεί δικαιολογείται τούτο., διότι πρόκειται γιά αφήγηση πού γίνεται αναδρομικά, ενώ εδώ δέν ταιριάζει καί τόσο πολύ, διότι δέν άναφέρεται αφηγητής πού νά παρεμβαίνη καί δικαιωματικά ν άλλάζη τή χρονική σειρά τών περιστατικών. Ή δυσχέρεια αυτή επιτείνεται άπό τό γεγονός δτι 6 στίχ. 11 έχει τά ρήματα σέ ενεστώτα σά νά συνεχίζη τούς στίχους 1-5 καί οχι τούς στίχ πού έχουν τά ρήματά τους σέ χρόνους παρωχημένους. Ε' Ανακεφαλαίωση: Πριν προχωρήσουμε για τό τελικό άντί- κρυσμα τής Κρητικής παραλλαγής ώς συνόλου, χρήσιμο είναι νά κάνουμε μια σύντομη ανακεφαλαίωση τών πορισμάτων πού αποκομίσαμε εξετάζοντας τις τρεις ξεχωριστές ενότητες τής παραλλαγής (στίχους 1-5, 6-10 καί 11-12): 'Υπάρχει στήν αρχή τού τραγουδιού μιά διάσπαση ενός παλαιότε- ρου δίστιχου, πού τό αποτελούν οί στίχοι 1 ) 4 καί πού τό συναντούμε σέ πολλές παραλλαγές σάν τυπική εισαγωγή τους. Είναι δίστιχο πού περιέχει ουσιαστική ενότητα πραγμάτων, καθώς καί ομοιοκαταληξίας, καί πού βεβαιώνεται άπό πλήθος παραλλαγές, Κρητικές καί άλλες. Αιτία στή διάσπαση τού άρχικοΰ δίστιχου είνσι ή μετάπτωση τής ειδικής σημασίας τού ουσιαστικού γ ή, πού πήρε τήν κοινότερη καί πασίγνωστη σημασία της καί έτσι προκάλεσε νεώτερη οργανική ένωσή της μέ τό πιο συνηθισμένο συμπληρωματικό της ταίρι (γη-(- ουρανός, ή και γή -(- θάλασσα). Κατά τον τρόμο τής γής αρχίζουν νά προστίθενται καί νέες ανάλογες εικόνες καί γιά τον ουρανό καί τό άλλο σύμ-

89 Ή κρητική παραλλαγή τοΰ «Θανάτου τοΰ Αιγβνή» 407 παν. Νέο δίστιχο αναπτύσσεται έτσι τώρα, διασπά τό προηγούμενο και ενώνει γή, ουρανό καί υποχθόνια. Ή νέα Αισχύλεια σύνθεση προέρχεται από τά συμβάντα στο άλλο εκείνο πασίγνωστο σ δλον τον κόσμο ψυχορράγημα, κατά τό όποιο επίσης «ή γή έσείσθη» και ό κά' τω κόσμος «άνεφχθη» και «γης τά θεμέλια συνεταράττετο». Στη δεύτερη ενότητα (στίχ. 6 * 10) έχομε δυο παραλλαγές περιγραφής τοΰ Διγενή, κατά βάθος ασυμβίβαστες μετα ύ τους. Ή μιά, πού τον παραστένει μέ τεράστιες διαστάσεις νά πετά βράχους καί νά όρασκελά τά βουνά, έρχεται από τις Κρητικές παραδόσεις. Ή άλλη έχει σχέση μέ σβέλτους κυνηγούς, νέους χωρίς όμως υπερφυσικό ανάστημα. Παρ δλο πού οί δυο τύποι είναι διαφορετικοί καί ασυμβίβαστοι, δμως οί διαφορές τους κατορθώνουν καί περνούν απαρατήρητες. Από τά δυο αυτά «ισοδύναμα μοτίβα» παλαιότερο στην Κρητική παραλλαγή είναι τό δεύτερο, έ.νώ τό άλλο τό σχετικό μέ τις γιγάντιες σωματικές διαστάσεις τοΰ Διγενή είναι νεώτερο καί ή παρείσακτυ αυτή μεγέθυνση τοΰ ηρώα πιθανώτατα είναι συνέπεια τής άλλης, πού προηγήθηκε λίγους στίχους πριν, παρείσακτης μεγέθυνσης τοΰ χώρου. Στήν τρίτη ενότητα (στίχ ) έχομε την εικόνα τοΰ Χάρου πού δειλός δέν τολμά νά πλησιάση, δπως πλησιάζει καί παλεύει στις άλλες παραλλαγές, αλλά τώρα τοξεύει από μακριά καί μέ χωσιά. Φαίνεται τούτο σάν εικόνα πρωτότυπη. Προσεκτική δμως άντιβολή μέ τις άλλες παραλλαγές Κύπρου καί άλλων ελληνικών τόπων μάς βεβαιώνει ότι ή σκηνή προέρχεται από τον επίλογο τοΰ γνωστοΰ επεισοδίου τής πάλης Διγενή καί Χάρου, όπου στο τέλος ό νικημένος Χάρος καταφεύγει στήν απάτη καί στο δόλο. 'Ως προς τή χρονική άνακυλουδία των γεγονότων, πού υπάρχει μέσα στήν Κρητική παραλλαγή, τούτο συμβαίνει επειδή διατηρείται ή αυτή σειρά τών γεγονότων, δπως μάς τά διηγείται ό ετοιμοθάνατος Διγενής μέσα στους στίχους τών μακρών Κυπριακών παραλλαγών. 'Η τεχνική αυτή, σύμφωνα μέ τήν οποία ό λαϊκός ποιητής περιγράφει τό τέλος τών γεγονότων καί ύστερα βάνει τον ίδιο τον ήρωά του νά διηγήται αναδρομικά δλες τίς προηγούμενες περιπέτειές του, μάς έδωσε τήν ευκαιρία νά διαπιστώσουμε πόσο βαθύς καί ουσιαστικός είνσι ό σύνδεσμος τών τραγουδιών για τό Θάνατο τοΰ Διγενή μέ τήν τεχνική πού ύπόκειται ως στέρεη βάση στή διάταξη τής Οδύσσειας. Ή εξέταση τών στίχων ξεχωριστά τής κάθε ενότητας έδειξε δτι τό θέμα τής Κρητικής παραλλαγής προέρχεται από σύντμηση τοΰ δέματος τών αντίστοιχων Κυπριακαιν. Έτσι δμο>ς, παράλληλα μέ τήν αισθητική ανάλυση, σταθεροποιείται τώρα καί τό χρονολογικό ζήτημα.

90 408 Κ. Ρωμαίου Προκύπτει έτσι δτι άπό ένα μεγάλο τραγούδι προέρχεται ένα άλλο λιγόστιχο. Από ενα αφηγηματικό, άρα επικό, προέρχεται ένα νέό τραγούδι, αυτή τη φορά περισσότερο λυρικό. Τά κατορθώματα, οι Ιδιότητες, ό ήρωας ό ίδιος, δλα περιγράφονται μέ δραματικότητα και ιιέ προσωπική μέθεξη τοΰ τραγουδιστή, δς πρόκειται για ήρωϊκούς ά- θλους. Τό τραγούδι έτσι τό επικό γίνεται μικρότερο, περιέχει πολλές ιδέες έντονα συμπυκνωμένες, λυρικώτερο καί δραματικώτερο. Άποχτά δηλ. δ,τι αποτελεί τό κυριώτερο γνώρισμα καί στο Κλέφτικο τραγούδι. Αυτή νομίζω δτι είναι ή μεγαλύτερη προσφορά τής Κρητικής παραλλαγής, πού δέ μοιάζει μέ τά άλλα, τά πολύστιχα καί δ'χι λίγες φορές μονότονα ιστορικά τραγούδια τής Κρήτης: Είναι τό γεγονός, δτι παρουσιάζεται στήν Κρήτη, δπου δέν άνθισε τό Κλέφτικο τραγούδι, καί δμως ενώνει άμεσα σέ τεχνική τό Άκριτικό τής Κύπρου μέ τό Κλέφτικο τής Ρούμελης καί τοΰ Μόριά. Είναι τό μόνο, δσο ξέρω, Ά- κριτικό τραγούδι, πού μάς φέρνει τόσο κοντά μέ τά Κλέφτικα στο ύφος, στον αέρα καί στήν ψυχική ατμόσφαιρα. Αυτό είναι σημαντικό μας κέρδος δτι δηλ. ό Διγενής δέν υψώνεται μόνο σέ επική μορφή τοΰ αναστήματος Γιγάντων αλλά παράλληλα μετασχηματίζεται καί σέ λυρικό σύμβολο πού περιβάλλεται μέ τήν αγάπη καί αέ τον παλμό τοΰ λαϊκοΰ τραγουδιστή. Ή Ιξέταση πού έκάμαμε τής Κρητικής παραλλαγής δέν άποσκοποΰσε στή διάλυση τοΰ τραγουδιοΰ σέ κατακερματισμένες μικροενότητες, πού άλλες ιθά τις εξοβελίζαμε ως νόθες καί άλλες θά τις έγκρίναμε ως δόκιμες, δπως μέ ακαμψία καί κάποια σκληρότητα κάνει ό Άποστολάκης. Ή έρευνα άποσκοποΰσε νά γνωρίσωμε κάθε στίχο καί κάθε φράση ξεχωριστά, μέ τις αρετές του ή τά μειονεκτήματά του, καί ύστερα, μέσα απ δλες αυτές τις λεπτομέρειες, νά προχωρήσουμε στήν ενοποίησή τους καί τήν αντάξια εκτίμηση τοΰ αισθητικού συνόλου πού οϊ διαφορετικοί αυτοί χρωματισμοί κατορθώνουνε νά τό δημιουργήσουν. "Οτι τό δημιουργούν άξιο, δέ μάς αφήνει αμφιβολία ή συνέχεια τής ζωής τοΰ τραγουδιού στήν Κρήτη καί ή προτίμηση πού κάθε φορά τοΰ δείχνουν δσοι θέλουν νά αναφέρουν εκλεκτά δείγματα από Άκριτικά τραγούδια. Ή Κρητική παραλλαγή πού έξετάζομε στερείται βέβαια άπό αφήγηση, παράλληλα δμως έχει άποχτήσει τήν άδρότητα τοΰ Ιπιβλητικοΰ καί τοΰ μεγάλου, έχοντας πάρει κάτι σημαντικό άπό τή μορφή καί τό ύφος τών βράχων τοΰ Ψηλορείτη, άπό τά αίώνια καί ιστορικά «χαράκια καί τά ριζιμιά» τής Κρητικής γής, πού τά «άμαδολόγανε καί τά ξεκούνειε» δ Διγενής τής Κρητικής παραλλαγής. Κ. ΡΩΜΑΙΟΣ

91 ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΑ ΣΤΟΝ ΑΠΟΚΟΙΙΟ ΤΟΥ ΜΠΕΡΓΑΔΗ Τό κείμενο τού Άπόκοπου, δπως μας έχει παραδοθει, παρουσιάζει δυσκολίες μεγάλες για την αποκατάστασή του Γι* αύτό στη μικρή αυτή μελέτη προτίμησα νά εξετάσω μερικά ερμηνευτικά πιο πολύ ζητήματα από τό σημαντικό αυτό έργο τής κρητικής λογοτεχνίας. 12 έτρεχα, ώστε και τζάκιοε τό σταύρωμα ή μέρα. Ό Legrand γράφει ήμερα. Τον αλώβητο τΰπο τής λέξης τον χρησιμοποιεί 6 Μπεργαδής (206), δπως όμως στο στ. 58, έτσι κτ εδώ τό άρθρο είναι απόλυτα αναγκαίο (πρβλ. πιο κάτω τά παραδείγματα). Και σε άλλα χωρία τό άρθρο χρειάζεται νά προστεθεί, άν καί πολλές φορές στην κρητική διαλεχτό ό αρσενικός τύπος δέν άκούγεται, έτσι πού συγχωνεύεται μέ τό άρχτικό φωνήεντο τής ακόλουθης λέξης. 'Οπωσδήποτε, καί αν ακόμα δ μελλοντικός εκδότης αποφασίσει νά μη βάλει τό άρθρο παντού στο κείμενο, ό ερμηνευτής πρέπει νά τό συνακούσει: 24 ήτον τον λιβαδιού <^<5^> ύφαλός, 86 αν κρατεί <^όζ> ουρανό;, 92 <ό> αυγερινός άστέρας, λείποντα <^ογβμ υίοί τους. ουρανός κρατεί. Πρβλ. 'Η έκφραση τσάκισε τό σταύρωμα ή μέρα αποτελεί συμφυρμό από δύο λαϊκές φράσεις: έτσάκισε (τσακίζει) ή μέρα (πήρε νά νυχτόίνει) [πρβλ. τσάκισε δ ήλιος (πήρε νά βασιλέψει), ή κάψα (πέρασε ή μεγάλη ζέστη τοΰ μεσημεριού), τσακίσαν τά μεσάνυχτα, τσακίζει (άπόλ.)] -f- τό σταύρωμα τής μέρας [ή τοΰ μεσημεριού] (ακριβώς τό μεσημέρι) [πρβλ. τό σταύρωμα τής νύχτας (τά μεσάνυχτα), τον χρόνον (ή επέτειος ημέρα)]. 'Η πρώτη έκφραση, άν καί τήν αγνοεί, δσο ξέρω, ή αστική δημοτική, είναι, δπως φαίνεται άπό τό αρχείο τού 'Ιστορικού Λεξικού τής Ακαδημίας, γνωστή στο λαό δλου σχεδόν τού ελληνικού χώρου ( Ήπ., Μακεδ., Στερ. Έλλ., Θεσσαλ., ΙΙελοπόνν., Κύπρ., Σκίαθ., Εΰβ., Ζάκυνθ.). Τό σταύρωμα τού μεσημεριού ή τής ήμέρας λέγεται στην Κρήτη, τής νύχτας στην Κύθνο, τού χρόνον στην Κεφαλληνία. ) Πρβλ. Λίνου Πολίτη, Παρατηρήσεις στον «Άπόκοπο» τοΰ Μπερχαδή, Προσφορά είς Στίλπ. Π. Κυριακίδην, 'Ελληνικά, Παράρτ. 4 (1963) 546κκ. *) Άπό λογοτέχνες πού τή χρησιμοποιούν τό αρχείο τού Λεξικοί σημειώνει μόνο τό Μωραϊτίδη (Διηγήματα 3, 3 εταάκιζεν ή ημέρα) καί τόν Ξενόπουλο (Άναδυομένη 111 αμα τσακίσει ό ήλιος). Τήν έχει καί ό Βλαστός στο λεξικό του 364.

92 410 ί, Θ. Κακριδή ; 1 ι ί i f Ή σύμφυρση πού έχουμε στον Άπόκοπο δεν ξέρω όίν είναι λαϊκή κι5 αυτή ή ανήκει στον ποιητή μας: ώστε τζάκισε τό σταύρωμα ή μέρα. Τή φράση δεν είναι δυνατό να τη συντάξουμε (το σταύρωμα δεν μπορεί νά είναι αντικείμενο, γιατί τό τσακίζει στην περίπτωση αυτή είναι αμετάβατο) γι αυτό καί μιλούμε για σύαφυρση, τό νόημα όμως είναι απόλυτα καθαρό: έτρεχα ώς τήν ώρα πού πέρασε τό μεσημέρι. 'Ο αφηγητής έχει χωρίσει τήν ημέρα σε τρία, τό πρωί, τό μεσημέρι καί τό δειλινό (πρβλ. 11 πουρνόν τοϋ τρέχειν ηρχισα..., ώστε και τζάκισε τό σταύρωμα ή μέρα..., 15 λοιπόν τό τρέχειν έπαυσα..., (17) καί αγάλι αγάλι επήγαινα... (19) καί προς την δείλην έσωσα...). 117 καί τό ταχύ την Κυριακήν την όψιν τους νά νίβγουν καί σκολινά νά βάνουσι, στην εκκλησίαν παγαίνουν. "Ετσι δ βιενναΐος κώδικας καί ή βενετική έκδοση. Ή ομοιοκαταληξία δμως, κανονική σέ δλο τό έργο, απαιτεί ένα από τα δυο τελικά ρήματα, πού δίνουν νόημα τό μόνο μάλιστα δυνατό, ν άντικατασταθεΐ μ ένα συνώνυμό του. Έτσι ό Πολίτης* στή θέση τοϋ νίβγουν έβαλε τό πλένουν, προσθέτοντας τήν παρατήρηση δτι δ τύπος νίβγω είναι στήν Κρήτη σπάνιος, ενώ τό πλένω πολύ συνηθισμένος. 'Ωστόσο, καθώς μέ πληροφορεί δ φίλος Μανοΰσακας, οί Κρητικοί λένε πάντα πλύνω, καί ό'χι πλένω. Έπειτα υπάρχουν καί άλλοι λόγοι πού επιβάλλουν, νομίζω, τήν ανάγκη, τό λάθος νά τό ίδοΰμε στο δεύτερο καί ό'χι στο πρώτο ρήμα: πρώτα πρώτα δ τύπος παγαίνω είναι κι αυτός άγνωστος στήν Κρήτη. Έπειτα ή πρόταση στην εκκλησία παγαίνουν, όπως δείχνει τό νόημα, είναι εξαρτημένη από τήν προηγούμενη, όχι ίσότιμή της, ώστε νά μπορεί νά εξηγηθεί ή παράλειψη τοϋ νά: νά βάζουν σκολινά (γιά) νά πάνε στήν εκκλησία. Καί όχι μόνο χο νά είναι κατά τή γνώμη μου αναγκαίο' είναι καί ό αόριστος (νά πάνε, όχι: νά πηγαίνουν). Γιά τούς λόγους αυτούς υποπτεύομαι πώς στή γραφή παγαίνουν λανθάνει τό νά-)-ένα δισύλλαβο ρήμα στήν ύποταχτική τοϋ αορίστου. Προτείνω τό νά φύγουν, μέ πολύ δισταγμό, γιατί δεν δμοιοκαταληχτεΐ απόλυτα μέ τό νίβγουν (ανάλογη ατέλεια στήν δμοιοκαταληξία π. χ. στο μέσην - πεζεύσειν). Αντικατάσταση τής λέξης πού χρησιμοποίησε δ ποιητής μέ συνώνυμή της από τον άντιγραφέα βρίσκουμε καί σέ πάπυρο τής Σαπφώς (Pap. Berol [= «π. 98 Ό.,στ. 8): μήνα αντί σελάννα, πού α παιτεί τό μέτρο. ) Ο. π. 555.

93 Ερμηνευτικά στόν Άπόκοπο χοΰ Μπεργαδή καί αν προτιμεύγονν χέροντες μικροί καί κοδεσπότες, ώσάν επροτιμεύγοντα δντεν έζοΰμεν τότες. Προχιμεύγω σημαίνει δείχνω προτίμηση, τιμώ πάνω από τούς άλλους. Δέχομαι λοιπόν τό γέροντες αντικείμενο ίσως μάλιστα ό ποιητής έγραψε γέροντας και εξηγώ : άν μικροί καί μεγάλοι (κυδεσπότες, δηλ. νοικοκύρηδες κατ αντίθεση με τούς νέους) τιμούν τούς γέροντες, δπως (οί γέροντες) τιμόντουσαν τότε πού ζούσαμε εμείς. Ή αδήλωτη αλλαγή τού υποκειμένου δείχνει κάποιαν -αδεξιότητα άν καί ό λαϊκός λόγος τή συνηθίζει, τό νόημα δμως δεν μπορεί να παρεξηγηθεΐ. Γιατί ή μετάβαση από τον ενεργητικό τύπο στον παθητικό τού ίδιου ρήματος (προτιμεύγονν - επροτιμεύγοντα) υποδηλώνει κάί τή μεταβολή τού αντικειμένου σέ υποκείμενο. 301,Ητον αντίθετον σκαμν'ιν τής βασιλείας τής Ρώμης, καί τής αλαζονείας άγγειόν και τής διπλής τής γνώμης. 'Η περιγραφή τής πατρίδας τών δύο νέων παρουσιάζει τεράστιες δυσκολίες, κριτικές καί ερμηνευτικές. Τό πρώτο δίστιχο 291 Εμάς είν ή πατρίδα μας οπού ναι το λογάρι ώς από φύσιν και λουτρού έγεύγοντα τό ψάριν, είναι ακατανόητο, τό ίδιο καί οί φρ. (295) τοΰ κόσμου την στρατιάν ενίκησεν τό πάλών, (298) καί ώσάν τά ζάρια έ'βανεν τα εξι και κράτειν τό να καί (300) τής στρατιάς ιππάριν. Οί ερμηνείες πού πρότειναν για τό δίστιχο ό Κουκούλες καί για τό στ. 295 δ Πολίτης κγ εγώ δ ίδιος δεν ικανοποιούν4. Για ν αρχίσουμε νά προχωρούμε προς τή λύση τών προβλημάτων τής περικοπής αυτής αν κάποτε κατορθώσουμε νά τά λύσουμε, πιστεύω πώς πρέπει νά προχωρήσουμε πολύ μεθοδικά. Καί πρώτα πρώτα διαβάζοντας τήν περιγραφή έχουμε στήν αρχή τήν εντύπωση πώς στή χώρα αυτή αρετές καί κακίες πάνε μαζί μαζί: ή πατρίδα τών νέων είναι καθρέφτης τ ουρανού, εικόνα τοΰ κόσμου, κρίσις τής σοφίας, φεγγάρι τής βασιλείας, μάνα τής πλουσιότητας, αλλά καί τόπος άγριος 4) Πολίτης, δ.π. 557 κ. Ίσως εχει δίκιο ό Πολίτης, πού στή λ. πάλιον (ό IvCgrand πάληο) ανακαλύπτει τό pallium=o^(pio Ιερατικό. Στή φράση δμως τοΰ κόσμον τήν στρατιάν δέν νομίζω δτι πρέπει νά εννοήσουμε τήν κοσμική στρατιά ( εξουσία,) πού νικήθηκε τάχα άπό τήν εκκλησιαστική. Γιατί στήν υπόλοιπη περιγραφή τίποτε δέ δείχνει πώς εχουμε νά κάνουμε μέ θεοκρατική πολιτεία.

94 412 I. Θ. Κακριδή καί αδιάβατος, σκεύος Αλαζονείας καί Ανειλικρίνειας (της αλαζονείας άγγειόν και τής διπλής τής γνώμης), γεμάτη περιιριά καί θράσος. Κατά τή γνώμη μου μια τέτοια Αμφιπρόσωπη εικόνα της πολιτείας πρέπει νά την Αποκλείσουμε κατηγορηματικά. Ή συνέχεια τοΰ έργου δέν μπορεί νά τή δικαιολογήσει μέ κανένα τρόπο. Τό μόνο φυσικό είναι οί δυο νέοι νά παινέσουν την πατρίδα τους, για νά φανεί Ακόμα πιο μεγάλο τό πάθημά τους, πού τόσο γρήγορα τή στερήθηκαν μέ τό θάνατό τους. "Αλλωστε, πώς γίνεται ό πατέρας τους, πού έφεγγε ώς ήλιος τό πονρνόν καϊ ώς φέγγος εις τό σκότος, νά κυβερνάει σέ μιά πολιτεία αρκετά ύποπτη; Μέ τήν προϋπόθεση αυτή αποτολμώ νά δώσω μιάν ερμηνεία τών στ πρώτα : ήταν σκαμνί αντίθετο τής βασιλείας τής Ρώμης καί σκεύος (άγγειόν) αντίθετο τής Αλαζονείας καί τής διπλογνω- μίας. Οί γεν. αλαζονείας καί τής διπλής τής γνώμης Ανήκουν στο επίθετο αντίύετον, πού εξυπακούεται καί εδώ, όχι στο ούσ. άγγειόν. Μέ δυο λόγια: ή πολιτεία είναι ορθόδοξη4, Αντίθετη μέ τον Αλαζονικό καί διπρόσωπο καθολικισμό. Ή έκφραση είναι βέβαια στριφνή καί παρεξηγήσιμη, γιά τό σωστό όμως νόημα δέν νομίζω πώς χωρεϊ Αμφιβολία. Καί στο στ. 294 οί λ. περιψιά καί ΰράσος πρέπει νά χρησιμοποιήθηκαν μέ καλή σημασία. Περιψιά (<^ύπεροψία, Από παρετυμολογία προς τήν περί. "Η μήπα)ς Αναλογική επίδραση Από τήν περηγάνεια ;) σημαίνει εδώ: (Αντρική) περηφάνεια, Αξιοπρέπεια, όχι Αλαζονεία. Θράσος είναι γιά τον ποιητή μας ταυτόσημο μέ τό &άρρος. Πρβλ. στ. 9 έδιωχνα μέ θράσος έλαφίνα, 122 κι αν έναι ϋάορος είς αυτές καϊ ϋπεριψιά είς εκείνους β. Γιά τούς άλλους στίχους τής περιγραφής δέν έχω δυστυχώς νά παρατηρήσω τίποτα- μόνο γιά τον 293 θά ήθελα νά πώ πώς Αναφέρεται στήν τοποθεσία τής πολιτείας ήταν τριγυρισμένη Από δάση Αδιάβατα καί δέν έχει σχέση μέ τήν ηθική της 7. * *) *) Έτσι καί ό Πολίτης 558. *) 121 Νά χουν οί άρχόντιααες αυλές, παλάτια κα τρίκλινους, κι αν εναι θάρρος είς αυτούς καί ϋπεριψιά είς εκείνους. Αύτή είναι ή παράδοση. Ή αντίθεση δμως αυτούς - εκείνους απαιτεί δύο δμά- 8ες προσώπων: αρχόντισσες - τρίκλινοι. ("Η μήπως πρέπει νά γυρίσουμε στό στ. 114 καί νά δεχτούμε τήν αντίθεση νέοι - λυγερές;) Όπως καί νά εχει τό πράγμα, πρέπει νά γράψουμε αύτες. ) Ό Πολίτης 558 γυρεύοντας νά ταυτίσει τήν πολιτεία αύτή, αμφιβάλλει άν πρόκειται γιά τήν Κωνσταντινούπολη" και γιά τήν Κρήτη διστάζει. Κατά τή γνώμη μου πρόκειται γιά έντελώς φανταστική πολιτεία καί είναι μάταιος κόπος νά ζητάμε νά τή βρούμε στό χάρτη.

95 'Ερμηνευτικά στον Άπόκοπο τοΰ Μπεργαδή 413 Στο τέλος λίγες παρατηρήσεις πού δε χρειάζονται μεγάλη ανάπτυξη: 38 Ή κανονική σειρά είναι: καί έκά&ιζα στό<^ν^> τόπον όπου ηβλεπα την μέλισσαν. Ή πρόταξη τής αναφορικής, συνδυασμένη μέ τούς παρατατικούς έκάίηζα, ηβλεπα, νά μην παρασύρει κανέναν στη γνώμη πώς έχουμε αόριστη επανάληψη στο παρελθόν, όπως π. χ. στο παράδειγμα: όπου έβλεπε ό παπάς κερί πηδούσε. 87 Γράφε αστράφτει, πέ μας, καί βροντά (ή παράδοση: η ). 112 λίγο φωτιά 3ς προβάλει. Φωτιά μέ τη σημασία: φώς, λυχνάρι, δαδί αναμμένο, ά παντά σε πολλά μέρη τής Ελλάδας. Πρβλ. και Κορν. Έρωτόκρ. 1, 1035 κιαμιά φωτιά ας μου φέρει, 5, Γράφε κι έχουν και λόγον μέσα τους (ή παράδοση : λόγου ). Πρβλ. 70, (182). 290 Γράφε και ποιά ν πατρίδα άς έρωτας...στο ν πού πρέπει νά προ" φερθεί υγρόιερο (ν') λανθάνει όχι μόνο τό είναι, άλλα και τό άρθρο ή. Και σήμερα π. χ. λέγεται ποιά ν μάνα σου; ( ποιά είναι ή μάνα σου;), 471 Γράφε είδα διακόνους σ εκκλησίες (ή παράδοση : κι έκκλησιές). Τό νόημα : πού υπηρετούσαν άλλοτε σ εκκλησίες. (Πρβλ. 472 κι εις τον παστόν αντρόγυνα, πού ήταν, πρ'ιν πεθάνουν, στον παστό, νιόπαντρα). Εκκλησίες δεν μπορούσε νά ιδεΐ ό αφηγητής στη συγκέντρωση τών νεκρών, πού έρχονται γιά νά τού παραδώσουν γράμματα για τον Απάνω Κόσμο. Άξιοπρόσεχτη είναι ή συχνή σχετικά χρήση ενεργητικού τύπου τής μετοχής σέ ρήματα αποθετικά: 96 κρατώντα από τό χέριν (= κρατούμενα), 384 κι είπε μας έξενίζοντα (=άπορώντας. Πρβλ. 18 έξενίζουμαν), 397 έρχοντας, 425 κοίτοντα στο κρεβάτι μου (ό ακόλουθος στίχος είναι παρενθετικός. Ή απόδοση τού κοίτοντα= καθώς κοιτόμουν είναι τό έφάνη μου), 457 μη δύνοντα τό άποκριϋήν. Έχουμε νά κάνουμε μέ γνήσια λαϊκή χρήση (πρβλ. τά σημερινά πηγαίνοντας κι έρ χόντας, κοιμώντας κιλ.), πού πήγασε από τήν ανάγκη τά ρήματα αυτά νά σχηματίσουν μετοχή ενεστώτα, πού δέν είχαν (οί μτχ. σέ -όμενος είναι άχρηστες). Ακριβώς τό ίδιο έκαναν και οί Ρωμαίοι: hortans, verens, fungens, partiens κτλ. Ή νεοελληνική γλώσσα έχει τόσο λίγους συνθετικούς τύπους, πού είναι κρίμα πώς οί λογοτέχνες μας παραμέρισαν τή χρήση αυτή, άν καί δέν είχαν παρά ν ακολουθήσουν τό παράδειγμα τοΰ Σολωμού (και διηγώντας τα νά κλαϊς) καί τού Κάλβου (ποιος ποτέ τον τ)κονσε παραπονονντα;). I. Θ. ΚΑΚΡΙΔΗΣ

96 ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΑ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΝΕΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ 1. Ένώ στην κοινή Νεοελληνική ή έννοια «άλγώ» εκφράζεται μέ πρόταση που έχει τό πάσχον μέλος τοΰ σώματος ως υποκείμενο, π. χ. μον πονει τό κεφάλι to χέρι τό πόδι ', πολλά περιφερειακά νεοελληνικά Ιδιώματα εκφράζουν τήν έννοια αύιή μέ πρόταση πού έχει ώς υποκείμενο εκείνον πού υποφέρει, καί ώς αντικείμενο τό μέλος τοΰ σώματος δπου εντοπίζεται ό πόνος, π. χ. πονώ τό κεφάλι μου τό χέρι μου τό πόδι μου. Ή χρήση αυτή συνηθίζεται στούς εξής τόπους: Ίμβρος: Τί ποννεΐς; Ποννώ τον κεφάλι μ του χέρι μ τον κονρμί μ. Καππαδοκία (Φάρασα) : Πονώ την τοοιλία τη ράση μον, Κύπρος: Πονώ την τσεφαλή μον την τσοιλιάν μον, Έπόνεσεν τά μάδκια του, Χάμνα με, Χάρε, π τα μαλλιά, πονώ την τσεφαλή μον, Μέ 'ίχως τοεφαλόπονον την τσεφαλην πονονσι2, Επκιανα τά βνζονδ- κια της κ ελάλεμ μου «πονώ τα» *. Λέσβος: Γή γριγιά τοΰ πόνει λάλει (ή γριά εκείνο πού τής πο- νοϋσε έλεγε) παροιμία. Νίσυρος : Κι αν δεν μιλώ, καρδιάν πονώ, κι αν δεν μιλώ, συκώτι. Λ υ κ ί α (Λιβύσσι): Πουνον τον κεφάλι μου. 'Ο τρόπος αυτός γιά τήν έκφραση τής έννοιας «άλγώ» παρουσιάζεται καί σέ δημοτικά κείμενα τής μεσαιωνικής Ελληνικής, πού δείχνουν δ'τι ήταν καί τότε συνηθισμένος καί μάλιστα σέ ευρύτερη γεωγραφική έκταση από τή σημερινή : Τό παιδίον μου, δέσποτα, αιφνιδίως τους διδύμους αυτού έπόνε- σεν. Α. Παπαδοπούλου - Κεραμέως Varia gr. sacra, σ. 12, πάτεο, τον πόδα μου μον πονώ, ν' ανάβω εις τον ξενώνα Πρόδρ. 3,334α (έκδ. Hesseling - Pernot), έπόνεσα τον γονργονρον εκ της πολυφωνίας Πρόδρ. 2,612, καί σφίξη τά μέρια του καί την καρδιάν πόνεση Πρόδρ. 3,372. Αλλά ούτε τής μεσαιωνικής Ελληνικής νεωτερισμός είναι τό φαι- Α. Τζαρτζάνου, Νεοελληνική σύνταξις 1,125. *) Λαογραφία 2, 61. *) Δελτίον Ίστορ. Έθνολ, Έιαιρ. 5, 383.

97 Συντακτικά Τής μεσαιωνικής καί νέας ελληνικής 415 νόμενο, γιατί παρουσιάζεται και στην αρχαία Ελληνική σέ χρήση ακόμα πιο ευρύτερη : πόνων πλευράν πικρή. γλωχϊνι Σοφ. Τρ. 680, πε- πόνηκα κομιδή τώ σκέλη Άριστοφ. Εϊρ. 820, διατι ποτέ εν τοΐς οδοΐς ιών μηρών το μέσον μάλιστα πονονμεν Άριστοτ. Προβλ. 5,20. Επειδή ή αρχική σημασία τοϋ πονώ ήταν «κοπιάζω», και ή σημασία «άλγώ» διαμορφώθηκε αργότερα, πρέπει νά δεχτούμε ότι ή σύνταξη αυτή τού πονώ οφείλεται σέ αναλογική επίδραση τοϋ συνώνυμου άλγώ, άφότου συνέπεσαν σημασιολογικά. Δηλ. κατά τό άλγώ τάς γνάθους Άριστοφ. Εϊρ. 237, ό άνθρωπος τον δάκτυλον άλγει Πλάτ. ΓΓολιτ. 462d, είπαν καί πονώ την κεφαλήν -τους πόδας τους νεφρονς Ή άλλη σύνταξη πού συνηθίζεται στήν κοινή Νεοελληνική : μου πονεΐ τό κεφάλι τό χέρι κ.τ.ο. ούτε αρχαία είναι ούτε καν μεσαιωνική. Καί επειδή παρουσιάζει αντιστοιχία μέ τή λατιν. mihi dolet digitus, είναι πιθανό νά οφείλεται σέ ξένη επίδραση, χοιρ'ις νά αποκλείεται ότι διαμορφώθηκε στήν νέα Ελληνική αύτοτελώς. 2. Ένώ στήν κοινή Νεοελληνική τό επίθετο γεμάτος συντάσσεμέ απλή αιτιατική, π. χ. στέρνα γεμάτη νερό, σπίτι γεμάτο παιδιά, πλατεία γεμάτη κόσμο, ή μέ εμπρόθετη αιτιατική, π.χ. ζωή γεμάτη από φαρμάκια, στρώμα γεμάτο μέ μαλλί*, πολλά περιφερειακά ιδιώματα τής νέας Ελληνικής συντάσσουν τό επίθετο αυτό, κατθώς καί τά ρήματα γέμω, γεμίζω, μέ έναρθρη αιτιατική πού εκφράζει τήν ύλη από τήν οποία είναι γεμάτο κάτι. Ή γεωγραφική έκταση τού φαινομένου, όσο μπόρεσα νά Ιξακριβώσω, είναι ή εξής: Αστυπάλαια: Ιέμει η πλώρη του τούς νιονς, τα ή πρύμνη τον κοπέλτες *. Καππαδοκία: Γεμώννει τα τον κόλφον του, κλαίει και παραμένει11. Κάρπαθος: Τέμου τά 'όντια του τό κριάς καί τά φτερά τον τό 'μα1, Νά κάμναν οι ακατομπαμποϋλοι μέλι, ό κόσμος ήθελε τό γέμει*. *) Α. Τζαρτζάνου, οπού παραπ. 1, 89 κ. εξ. 5) Κ. Dieterich, Sprache und Volksiiberliefertmgen der sudlichen Sporaden, a e) P. La garde, Neugriechisches aus Kleinasien, σ. 37. ) Ζωγράφειος Αγών 1, 298. ) E. Μανωλακάκη, Καρπαθτακά, σ. 114.

98 416 Ν Π. Άνδριώτη Κως: Ποϋναι τά φυλλοκάρδια της γεμάτα το φαρμάκι*. Νάξος (Άπείρανθος) : Μια gaooa εμάτη τσι λίρες, ένα πιίλάρι 'εμάτο το λάδι, εμάτα ναι τά μόίηλα τη σκόνη, έβγα νά δής τον ουρανό πονναι εμάτος τ άστρα. Ρόδος: Έγέμωσάν άης ένα χεϊπέν άες λίρες ', πά λίμνη λάμνω τό νερό, τους φορτακλούς γεμάτη". Σύμη: Εγεμε ό δράκος τά μακριά μαλλιά. Δεν είναι όμως της νέος Ελληνικής νεοηερισμός ή σύνταξη αυτή στα παραπάνω_ίδιώματα, άλλα λείψανο παλαιότερης μεσαιιονικής χρή σης, π'ού, όπως φαίνεται από τά ακόλουθα παραδείγματα, είχε τότε γεωγραφική έκταση πολύ μεγαλύτερη από τή σημερινή : Κι είδαν τους κάμπους εκείνους γεμάτους τά φουασάτα Χρον. Μορ (έκδ. J. Schmitt), και οί) κοιμάσαι είς τό ψαθί και γέμεις και τάς φϋεϊρας Πρόδρ. 3,79 (έκδ. Hesseling-Pernot), (δ κόλπος του) τά νπέρπνρα γέμει τά μανοηλάτα, στο ίδιο 4,12, και βλέπω χαρτοσάκκονλα γεμάτα τά χαρτία στο ϊδιο 4,30, και σκουτελλίτσιν μ έίληκεν γεμάτον την λαπάραν στο ϊδιο 4,248, δ κόσμος δλος γέμει την και πάντες την ηξεύρουν Λίβιστρ. Ροδ. 571, κούπαν δρ&ήν, δλόχρυσην, γεμότην τά δουκάτα Φλώρ. Πλατζ. 1475, αλλά την δρόσον τής φλογδς τής έρωτοκαμίνου τά χείλη του την γέμουαιν, τό σώμά τον την γέμει Καλλίμ. Χρυσ (έκδ. S. Lambros), δ κάμπος δλος έγεμεν τάς τέντας τον φονασάτου Άχιλλ. 375 (έκδ. Hesseling), άν ενρης άβουλλον ρογ'ιν νά γέμη τό έλάδι Διήγ. τετραπ. 138 (έκδ. Wagner), γομάτες νά ναι τά φλουριά, τά κοκκινοχρυσέα Βελισαρ. 494 (έκδ. Wagner), τά ροΰχά του ναιν άτσαλα και γέμουαιν την ψείραν Σαχλίκ. 179 (έκδ. Wagner), να γέμονσι τά χείλη τους τό άδολον φαρμάκι Περί ξενιτ. 81 (έκδ. I. Καλιτσουν.), δύσβατον δυσκολόδροιιον, νά γέμη τήν πικρίαν Περί δυστυχ. 250 (έκδ. S Hambros). Και σέ κείμενα μεταβυζαντινά: μά βλέποντας τή θάλασσα τά κύματα γεμάτη Έρωτόκρ. Β 474 (έκδ. Στ. Ξανθουδ.), σ ποιάν κατοικιά πορενγεται τ'ες άτζαλιες γεμάτη ατό ίδιο Ε 517». ) Κ D i e t e r i c h, όπου παραπ. σ Πβ. καί σ. 31δ. ' ) A. Tsopanakis, Essai sur la phonetique des parlers de Rhodes σ ") A. Βρόντη, τής Ρόδου παραδόσεις καί τραγούδια,'σ. 68. ) Πβ. Ε. Κριαρά στην Έπειηρ. Μεσαίων. Αρχείου 1,35. Από αναλογία ίσως παρουσιάζεται ή ίδια σύνταξη καί σε άλλα έπίο-ετα συγγενικής ση-

99 Συντακτικά τής μεσαιωνικής καί νέας ελληνικής 417 Από τά μεσαιωνικά αυτά παραδείγματα, πού θά ήταν εύκολο νά πολλαπλασιαστοϋν, έχει κάνεις την εντύπωση δτι ή εναρθρη χρήση πού μάς απασχολεί ήταν κυρίαρχη καί αποκλειστική. Αλλά αυτό δεν συμβαίνει. Παράλληλα χρησιμοποιούνταν καί ή ά'ναρθρη, πού δείχνει δτι καί οί δυο τρόποι τής συντακτικής εκφοράς τού επιθ. γεμάτος καί τού ρ. γέμω ήταν στο μεσαίωνα θεμιτοί, καί δτι ή προτίμηση τού ενός ή τού άλλου τρόπου υπαγορεύονταν στούς ποιητάς από λόγους μετρικής ευκολίας. Ιδού μερικά παραδείγματα : ον μη ηνοιγα το άρμάριν μου καί ηϋρισκα δτι γέμει ψωμίν, κρασίν πληθυντικόν και θυννομαγειρίαν Πρόδρ. 4,26, και τσίκναν γέμισαν πολλην τ άρθούνια μου 'ς την στράταν στο ίδιο 4,228, πολλά δάκρυα σε γέμισεν καί στεναγμούς μεγάλους στο ίδιο 4,260, νά γέμη δλο γράμματα, καί άκονοε τί έλαλοϋσαν Λίβιστρ. Ροδ. Ε 230 (έκδ. Lambert). To ίδιο φαίνεται δτι συμβαίνει καί στη νέα Ελληνική. Καί εκεί πού επικρατεί ή εναρθρη χρήση δεν είναι άγνωστη ή άναρθρη, καί έτσι οί ποιηταί μπορούν νά χρησιμοποιούν, ανάλογα μέ τις μετρικές τους ανάγκες, και τη μιά καί την άλλη, δπως δείχνουν τά παραδείγματα από την Κρήτη : σώπα κι δ κόσμος γιατρικά καί τά βοτάνια γέμει, καί από την Αστυπάλαια γέμει ή πλώρη του τους νιούς, τσ ή πρύμνη του κοπέλτες. Πάντως καί οί δυο συντάξεις είναι μεσαιωνικές, δ'χι αρχαίες. Ή αρχαία Ελληνική συνέτασσε τό ρ. γέμω μέ γενική, π. χ. πόλις ό δ- μου μέν θυμιαμάτων γέμει, δμου δε παιάνων τε καί στεναγμάτων Σοφ. Οίδ. Τύρ. 4, άσυμμετρίας τε καί αίσχρότητος γέμουσαν την ψυχήν Πλατ. Γοργ. 525α, εις κώμας αγαθών πολλών γεμονσας Ξεν. Κυρ. άνάβ. 4, 6, 17. Όταν ή σύνταξη μέ γενική άρχισε νά ύποχαιρή στή σύνταξη μέ αιτιατική (πβ. ακούω σου ακούω σε), συντάχθηκε καί τό γέμω μέ άναρθη αιτιατική, δπως παρατηρεί δ συντάκτης τού Θησαυρού «cum accusative» iunxerunt infimae aetatis scriptores», καί παραδείγματα τής σύνταξης αυτής συναντούμε στον Μαλάλα 395, 10 (Bonn) θησαυρόν γέμοντα τοιαϋτα ζώδια, καί στον Ίωάννην Μοναχόν (Anecd. Boissonade, ι, 24) ev άλαβάστρω γέμοντι δξος κ. ά. Από τή σύνταξη μέ άναρθρη αιτιατική διαμορφώθηκε ή σύνταξη μέ έναρ- θρη, ίσως από επίδραση άλλων συνώνυμων εκφράσεων : τό δοχείο περιέχει, φυλάσσει, εχει μέσα τό λάδι καί κατ αυτά γέμει τό λάδι καί είναι γεμάτο τό λάδι Μέ δλη της δμως τή διάδοση ή χρήση αυτή, μασίας : περιβολίτσιν έμορφον τά ρόδα φυτεμένον, γλυκομηλιά μου κόκκινη, τά μήλα φορτωμένη Έρωτοιταίγν. 270 (εκδ. Hesseling - Pernot). ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ Ζ. 27

100 418 Ν. Π. Άνδριώτη δεν μπόρεσε νά σβήση την άναρίίρη χρήση από παντού, ούτε στο μεσαίωνα οΰτε σήμερα, οπότε πια περιορίστηκε στα περιφερειακά Ιδιώματα ποί) είδαμε, δπως δεν μπόρεσε νά εξαφανίση εντελώς καί την αρχαία σύνταξη μέ γενική, ή οποία, ενισχυμένη καί από τη λόγια παράδοση, άπαντά σποραδικά σέ μεσαιωνικά ποιήματα: και περπατούν αιχμάλωτοι και γέμονν και τής ψώρας Βελισαρ. 973, παλάτια... γέμοντα τών χαρίτων Άκριτ. 56 (εκδ. Μηλιαρ.), καί στά σημερινά τραγούδια τής Κύπρου : άνθρωπος είμαι, Χάροντα, γεμάτος πάοης χάρης Ν. Π ΑΝΔΡΙΩΤΗΣ * ) Πανδώρα 19, 41^.

101 V A R I A AD VARIOS Λουκιαν. Θε. Διαλ. 4,1. Ζευς : Άγε, ώ Γαννιιηδες ήχομεν γάρ ένέλα έχρήν φίλησόν με ήδη, όπως ειδής οίικέτι ράμφος αγκύλον έχοντα ουδ δννχας οξείς ουδέ πτερά, οϊος έφαινόμην οοι πτηνδς είναι δοκών. Γ«ν. : Ανθρωπε, ούκ αίειός άρτι ήσ&α και καταπτάμε- νος ήρπαοάς με από μέσου τον ποιμνίου; πώς οϋν τά μεν πτερά σοι εκείνα έξερρύηκε, ουδέ άλλος ήδη άναπέφηνας; Ζευς: Άλλ ούτε άνθρωπον δρας, ώ μειράκιου, ούτε αίετόν, δ δέ πάντων βασιλεύς των ϋεών ουτός εΐμι προς τον καιρόν άλλάξας έμαντόν. 'Ο Γανυμήδης ίδών την αίφνιδίαν μεταβολήν τοΰ άετοΰ έρωτά' άν ϋ ρ ω π ε, ούκ αίετός άρτι ήσϋα- πώς ούν τά μέν πτερά οοι εκείνα έξερρύηκε, ουδέ άλλος ήδη άναπέφηνας; ήτοι διάφορος. Άλλα τά έπόμενα «άλλ ούτε άνθρωπον δρας, ώ μειράκιου, οντε αίετόν» κινοΰσι την υποψίαν δτι χό «άλλος ήδη άναπέφηνας» δεν έχει όράώς και ταράσσει την συνέπειαν. Μόνον έαν γράψωμεν «συ δέ ΑΝΟΣ ήτοι άν&ρωπος ήδη άναπέφηνας ευοδεί ή συνέπεια, ήτοι συνάπτονται άπρο- σκόπτως τά ηγούμενα προς τα επόμενα. Διόδωρ. ΙΑ', 40,1 «ονν ελα μ β άν ον τ ο δέ των έργων οι'τε παϊδες και αί γυναίκες κτέ.» καί ΙΗ', 11,3 «εξής δέ αυνελά βοντο τοΰ πολέμου Καρνοτιος μέν έξ Εύβοιας, τελευταίοι δέ κτε,». Γράφε συνεπελάμβανοντο καί ουνεπελάβοντο. Πρβ. ΙΒ', 10,3 «4- ξιοϋντες σννεπ ιλαβέαϋαι τής κα&όδου καί κοινωνήσαι τής άποικίας» καί ΙΓ\ 43,2. 53,2. 109,5. ΙΔ', 3,4. 7,6. 8,2. 45,4. Άριστείδ. τόμ. Β', σελ. 665,13 Dind. «ημείς δ ίσοι καί παραπλήσιοι διά πάντων οφειλώντες είναι καί ταύιά διά τέλους φρονείν, έπειτ άμέλει κατά τον Φάριον έ&ελήσομεν έξαλλάιτειν Πρωτέα καί προς τους άλλους χρήσϋαι γνώμαις». Τό άδιανόητον «προς τούς άλλους χρήαύαι γνώμαις» μετατυποϋμεν εις τό «άλλοπροσάλλοις χρήσ&αι γνώμαις». ΙΙρβ. Όρφικ. Η' 60,12 «δός δ άγα&ήν διάνοιαν έχει ν παύουσα πανεχϋεΐς γνώμας, ούχ δσίας, πανυπέρφρονας άλλοπροσάλλα;» (γρ. άλλοπροσάλλονς)». Δ ί. Χρυσόστ. Η', 27 «καί τούς μέν έπί κάλλει, τούς δέ έπί πλουτφ έ&αύμαζον, κα&άπερ Ίάοονα καί Κιννραν». Άνευ δκνου ό Bude ώφειλε νά καταχώριση εις τό κείμενον την διόρθωσιν τοΰ Pfjugk Ίασίωνα αντί τοΰ Ιάοονα. Πρβ. ΚΗ\ 18,

102 420 Χαρίτωνος Χαριιωνίδη «περί δέ Άδώνιδος ή Ίασίωνος ή των όμοιων ονδέν δτι μη περί τού κάλλ.ονς άκονομεν», ένθα ό Bude παρέλαβε την διόρθωσιν τοϋ Emper. Ίασίωνος αντί Ίάαονος καί Σχολ. Θεοκρ. 19 (σ. 230,11, Teubn ), ένθα ό Brubach εγραψεν Ίασίωνος αντί Ίάσονος. Σχολ. εις Όδύσσ. α. 346 «τινές φρονέεις γράφουοιν άντι τον φρονείς, διδάσκεις» καί «γράφεται δέ και φρονέεις αντί τοϋ συνετίζεις». Πάντως ταϋτα εσφαλμένους έχοντα φρενώσεως δέονται. Έν τφ πρώτφ μέρει γραπτέον αντί τοϋ «φ ρ ε ν οΐ ς, διδάσκεις» η «φ ρ ο ν ε ϊ ν διδάσκει ς», ως παρ Ήσυχίφ άναγινώσκεται «φ ρ ε ν ο ϋ ν ; φ ρ ο- ν ειν δ ι δ άσ κε ιν, νου&ετεΐν», έν δέ τφ δευτέρφ μέρει άναγνω- βτέον «γράφεται δε καί φρενοϊς αντί τοϋ συνετίζεις». Διογέν. Λαέρτ. 7,130 «είναι <5έ τον έρωτα επιβολήν φιλευ- ποιίας διά κάλλος έμφαινόμενον», άνθ οΰ ή Κοβήτειος έκδοσις έχει φιλοποιίας. Τοϋ φιλευποιία έχομεν ημείς μαρτϋριον εκ Θεοδώρου τοϋ Στουδίτου τόμ. 99, σελ Μί. «έκ τής ΰπερβαλλούαης σου φ ι λε υ πό ιί ας καί φιλομονάχου καρδίας». Τοϋ φιλευποιία έποιήσατο χρή- σιν καί δ Φίλιππος Ίωάννου εν έτει 1849, ως μανθάνομεν εκ τής Συναγωγής Ν. Λέξεων τοϋ Κουμανοΰδη. Νικήτ. πρεσβϋτερος Βί. Άνδρ. τοϋ Σαλοϋ τόμ. 111, «άρα τό ϋδωρ, τό εκ των νεφών βροχητημόνως εκ τον ουρανοί κατέρχεται;» Γραπτέον βροντήμόνως, δπερ είναι επίρρημα τοϋ βροντήμων έκ τοϋ βροντάω. Πρβ. νεμεσήμων έκ τοϋ νεμεσάω, πενίλήμων έκ τοϋ πεν- ΰέω ("Ιδε Κριτ. Ι'ραμμ. σελ. 162). Λέων Διάκον, σελ. 135,24 Bonn' «άγχοΰ δε γενόμενος τής έ- πάλξεως κ α τ Ασ το χ ή σ ας τοϋ προκνπτοντυς Σκΰ&ου παίει κατά τοϋ τένοντος». *0 νοϋς απαιτεί τό κατευοτοχήσας. Γεωργ. Φραντζής σελ. 284,20 Bonn, «καί τις Ιανίτζαρις τον- νομα Χασάνης (έκ τοϋ Λοπαδίου ό γιγαντώδης ώρμητο Λένδρος) υπέρ κεφαλής τή αριστερά χειρί τό ίλυρεόν βαλών, τή δέ δεξιά τό ξίφος άαπασά μένος, επί τό τείχος έχώρησεν». Εύκολώτατυν υπάρχει τό άσπασάμενος να μεταβάλωμεν εις τό σπα- αάμενος, άλλ οΰδαμώς τολμώμεν να πράξωμεν τοϋτο, νομίζομεν δτι τό αρχικόν Α είναι πρόσθετον, ώς έν παπύρφ (L,ouvre άριθ. 23,7) «άσπασάμενος την μάχαιραν». "Αξιόν μνείας είναι τό παρά Πισίδη έν Ιμμέτρφ λόγφ άπαντών Ήρακλ. Β', 207 «εί μή καθ αυτών άσπά- ο ο ιν τ ο τ ά ξίφη», ένθα ουδεμία μεταβολή χωρεί. Περί τοϋ προσθέτου τούτου Α ίδέ W Schmid έν Attic, τόμ, Δ', σελ. 243,

103 Varia ad Varios 421 Schulze Q u a e s t. Ep. σελ. 44,511 και Χατζιδάκιν εν Άκαδ. Άναγν. τόμ. Β', σελ Έν προσθήκης μέρει λεκτέον και τοΰτο Ό Ευστάθιος σελ. 1456,15 ύπελάμβανεν δ'τι τό άσπάζεσΰαι έσχηχιατίσθη εκ τοΰ οπάπϋαι κατά πλεονασμόν τοϋ Α, άλλ έτυμολόγατν παΐδες διαφόρως κρίνουσιν. Ισατς δε εν τφ Λένδος κρύπτεται ό Λένδρος ήτοι Λέανδρος, ήρως Άκριτικός, προς δν παραβάλλεται ό Χασάνης. Έν τή έκδόσει τοΰ Ακρίτα τοΰ Μηλιαράκη στ λέγεται «ρ Λέανδρος μη ύπολαβών πείραν κμής ανδρείας, Σύρειν οπα&ίν έτόλμηαεν, επάνω μου κατήλϋεν. Καί ώρμηοε τον δούναι με ς την κεφαλήν α πάνω». ΧΑΡΙΤΩΝ ΧΛΡΙΤΩΝΙΔΗΣ

104 ΛΟΓΟΣ ΕΠΙ ΤΗ' ΕΠΕΤΕΙΩ' ΤΗΣ ΟΛΟΚΑΥΤΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΑΡΚΑΔΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΩΝ ΤΗΣ ΕΝ ΡΕΘΥΜΝΩ' ΤΗ' 7 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ Θεοφιλέστατε, κ. 'Υπουργέ, κυρίαι κα! κύριοι, Δεν θά σάς απασχολήσω με τάς λεπτομέρειας τής μεγάλης κρητικής έπαναστάσεως των ετών και ειδικούς τής όλοκαυτώσεως τής μονής τοΰ Άρκαδίου καί των υπερασπιστών της. Σας είναι γνωστά! από τούς πατέρας κα! τούς παππούς σας, αλλά και θά μείνουν ζωντανα! εν τή συνηδείσει παντός Κρητός μεταδιδόμεναι από τής μιας γενεάς εις την άλλην, διότι ή έπανάστασις τοΰ έτους 1866 δεν είναι απλώς ή μακροχρονιωιέρα κα! ή αιματηρότερα τών επαναστάσεων τής Κρήτης από τής ίδρύσεως τοΰ έλληνικοΰ κράτους, άλλα και ή μάλ λον ευθαρσής κα! έντονος διαμαρτυρία λαοΰ άπομεμονωμένου έν νήσφ κα! άγρύπνως έπιτηρουμένου υπό τής κυριάρχου Δυνάμεως εναντίον τής άπολεσθείσης πολιτικής ανεξαρτησίας του, ή δέ δλοκαΰτωσις τής μονής τοΰ Άρκαδίου κα! τών υπερασπιστών της, δυναμένη νά παραβληθή μόνον προς τό υπερφυές δράμα τοΰ Μεσολογγίου, θά παραμείνη μοναδικόν παράδειγμα αύταπαρνήσεως κα! εθελοθυσίας, έφ ο- σον έν τφ κόσμφ τούτφ εις την ανδρείαν κα! την αγάπην προς την ε λευθερίαν θά άπονέμεται ό δίκαιος έπαινος. Απλώς θά σάς εκθέσω εντός τών στενών ορίων τοΰ χρόνου, τον όποιον έχω εις την διάθεσίν μου, τό διεθνές περιβάλλον, εντός τοΰ οποίου έγεννήθη καί έξειλίχθη ή έπανάστασις τοΰ έτους 1866 κα! την πολιτείαν τών ευρωπαϊκών Δυνάμεων κατά την διάρκειαν αυτής, διότι, ως δεν διαφεύγει την προσοχήν σας, ή κρητική έπανάστασις τοΰ έτους 1866 είναι στενώς συνδεδεμένη μετά τής διεθνοΰς καταστάσεως καί υπό ταύτης επηρεάζεται κατά τάς έπ! μέρους φάσεις τής έξελίξεώς της, ή δέ άξιοποίησις τοΰ άφθόνως χυθέντος αίματος και τών ανυπολογίστων ζημιών εις υλικά αγαθά υπό την εύλογον κα! δικαιολογημένην άντίστασιν τής κυριάρχου Δυνάμεως έξηρτάτο κυρίως έκ τών διαθέσεων κα! τών συμφερόντων τών Μ. Δυνάμεων, αΐτινες είναι οί ρυθμιστα! Ιδιοτελεϊς κα! άδικοι πολλάκις τής τύχης τών μικρών λαών. Κατά τό θέρος τοΰ έτους 1866 ή διεθνής κατάστασις ήτο ανώμαλος : Ή ΙΙρωσσία, άφ ου έξησφάλισε τήν ουδετερότητα τής Γαλλίας κατά τήν συνάντησιν τοΰ Ναπολέοντος τοΰ Γ κα! τοΰ Bismarck κατά Οκτώβριον 1865 εις τήν κατά τά σύνορα τής Γαλλίας κα! τής 'Ισπα-

105 Αόγος επί χή Ιπεχείφ της όλοκαυχώσεως χής μονής Άρκαδίου νιας λουτρόπολιν Biarritz επί τη άσαφεΐ καί άορίστιρ ύποσχέσει τοϋ Bismarck «περί μεγαλειώδους συνεργασίας» τών δυο κρατών εν τφ μέλλοντι, την οποίαν δ Ναπολέων ό Γ' έξέλαβεν ώς ΰπόσχέσιν περί έπεκτάσεως τών συνόρων τής Γαλλίας προς άνατολάς και τήν συμμαχίαν τής Ιταλίας κατ4 Απρίλιον 1866, έκήρυξε τον πόλεμον κατά τής Αυστρίας κατά τό θέρος τοϋ έτους Ο πόλεμο: οΰτος είχε σκοπόν διά μέν τήν Ιταλίαν τήν άπελευθέρωσιν τών ενετικών Ιπαρχιών, αϊτινες διετέλουν υπό τήν κυριαρχίαν τής Αυστρίας, διά δέ τήν Πρωσσίαν τήν εδαφικήν έπέκτασίν της εις βάρος δευτερευόντων γερμανικών κρατών, τήν έκπτωσιν τής Αυστρίας από τής προνομιούχου θέσεώς της εν τη ομοσπονδία τών γερμανικών κρατών και τήν άνοργάνωσιν αυτής επί νέων βάσεων υπό τήν προεδρίαν τής Πρωσσίας. Αμφότεροι οί σκοποί οΰτοι τοϋ πολέμου επετευχθησαν μετά τήν αποφασιστικήν μάχην παρά τήν Sadova έν Konigsgratz τής Βοημίας διά τής προκαταρκτικής και κατόπιν τής οριστικής συνθήκης τής ειρήνη; τής Πράγας τής 23 Αϋγοΰστου 1866 : Ή Αυστρία συγκατετίθετο εις τήν διάλυσιν τής ομοσπονδίας τών γεριιανικών κρατών και τήν άνοργάνωσιν αυτής επι νέων βάσεων εις τήν Πρωσσίαν περιήρχοντο τά πρώην δανικά δουκάτα τοϋ Schlewig και τοϋ Holstein, επί πλέον δέ ηυξάνετο διά τής προσαρτήσεως εδαφών μέ πληθυσμόν έκ 4 εκατ. περίπου άνηκόντων εις τά γερμανικά κράτη, τά οποία ειχον συμπράξει μετά τής Αυστρίας κατά τον πόλεμον, τοϋ βασιλείου τοϋ 'Αννοβέρου, τής έλευθέρας πάλεως Φραγκφοΰρτης κ.λ.π.' εις τήν Ιταλίαν άπεδίδοντο αι ένετικαί έπαρχίαι. Τά αποτελέσματα δμως έκ τοϋ αϋστροπρωσσικοϋ πολέμου καί τής έπισφραγισάσης αυτόν συνθήκης τής ειρήνης τής Πράγας έξεδηλώθησαν από γενικωτέρας άπόψεως κατά τέσσαρας κυρίως διευθύνσεις: α) Εις τήν θέσιν τής διαλυθείσης ομοσπονδίας τών γερμανικών κρατών ίδρύθη ή ομοσπονδία τών βορείων γερμανικών κρατών (Norddeutscher Bund) υπό τήν κληρονομικήν προεδρίαν τοϋ βασιλέως τής Πρωσσίας, τά δέ κράτη τής νοτίου Γερμανίας ήναγκάσθησαν νά συνάψουν μετ αυτής συνθήκας συμμαχίας έπιθετικοϋ καί αμυντικοϋ χαρακτήρος. Επί τούτοις οόργανώθη επί νέων βάσεων ή υφιστάμενη τελωνιακή ένωσις (Zollverein) κατά τρόπον συνδέοντα στενώτερον προς άλληλα τά γερμανικά κράτη. Οϋτω ή πολιτική ένωσις τής Γερμανίας κατ ουσίαν είχε συντελεσθή, δέν υπελείπετο παρά ή τυπική μεταβολή αυτής εις ένιαΐον εθνικόν ομοσπονδιακόν κράτος, ή προς τούτο δέ ευκαιρία παρεσχέθη ολίγα έτη άργότερον, κατά τον γαλλογερμανικόν πόλεμον τοϋ έτους β) Η Αυστρία άποκλεισθεΐσα όριστικώς τών γερμανικών υποθέσεων έστράφη προς άνατολάςκαί κατέστη έκτοτε Δόναμις

106 424 Νικ. Βλάχου κατ εξοχήν βαλκανική μέ αντικειμενικόν σκοπόν τήν ένίσχυσιν τής θέσεώς της μέχρι των ακτών τοΰ αίγαίου πέλαγους υπό τήν μορφήν είτε τής κατακτήσεως, είτε τής οικονομικής επιρροής. Μωσαϊκόν ξένων εθνοτήτων μάλλον παρά κράτος εθνικόν και διά τον λόγον ιοΰτον αποτελούσα προσβολήν κατά τής αρχής των εθνοτήτων, ήτις απαιτεί κρατικήν ύπόστασιν δι έκαστον έθνος και εθνικήν βάσιν δι έκαστον κράτος, ήθέλησε διά τής προς άνατολάς έπεκτάσεως τής επιρροής της νά διάνοιξη ευρύ στάδιον εις τήν οικονομικήν δραστηριότητα των πολυαρίθμων ξένων υπηκόων της, ινα έξουδετερώση τάς ήδη έκδηλωθεί- σας κεντρόφυγας τάσεις αυτών, γ) Ανήσυχος ή Τουρκία έκ τής προσθήκης νέας Δυνάμεως επίβουλου τής εδαφικής άκεραιότητος και τής ανεξαρτησίας της έν τή άπογνώσει έζήτησε νά έξουδετερώση διά τοΰ κινδύνου τον κίνδυνον στραφεΐσα προς τήν 'Ρωσίαν, τήν μόνην Δύ- ναμιν, ήτις ήδύνατο νά άντιρροπήση και έν ανάγκη νά έξουδετερώση τάς φιλοδόξους βλέψεις τής Αυστρίας έν τή έγγύς Ανατολή, δ) Δια- ψευσθείς ό Ναπολέων ό Γ' εις τάς έλπίδας του περί παραχωρήσεως υπό τής Πρωσσίας παραρρηνίων τινων έπαρχιών εις αντάλλαγμα τής τηρηθείσης ούδετερότητος κατά τήν διάρκειαν τοΰ πολέμου και θορυβηθείς έκ τής πολιτικής καί τής στρατιωτικής υπεροχής τοΰ ηγουμένου τής νέας ομοσπονδίας τών γερμανικών κρατών κράτους παρεσκευάζετο προς άναζήτησιν αντισταθμίσματος εις βάρος τοΰ Βελγίου ή τοΰ Λουξεμβούργου, ή προς πόλεμον κατά τής Πρωσσίας, δ'στις έπραγματοποι- ήθη ολίγα έτη βραδύτερου. Τάς εύνοϊκάς ταύτας περιστάσεις από διεθνούς άπόψεως έξεμεταλ- λεύθησαν οϊ διαψευσθέντες εις τάς έλπίδας των Κρήτες περί έκτελέ- σεως υπό τής οθωμανικής κυβερνήσεως τών υπεσχημένων μεταρρυθμίσεων έν τφ πνεύματι τοΰ χάρτου τοΰ Γκιούλ - Χανέ τοΰ έτους 1839 καί τοΰ χάτι χουμαγιούν τοΰ έτους Συνελθόντες εις γενικήν συ- νέλευσιν έν Μπροσνέρφ» τής έπαρχίας Άποκορώνου περί τό τέλος Αύγουστου 1866 προεκήρυξαν τήν έ'νωσιν τής νήσου μετά τής Ελλάδος καί ανέθεσαν τήν έκτέλεσιν τής άποφάσεώς των «εις τήν πίστιν καί τήν ανδρείαν τοΰ κρητικοΰ λαοΰ, εις τήν κραταιάν μεσολάβησιν τών προστατίδων καί έγγυητριών τής Ελλάδος Δυνάμεων καί είς τήν παντοδυναμίαν τοΰ Ύψίστου». Έκ τών τριών Δυνάμεων, αιτινες ένδιεφέρθησαν διά τήν ύπόθε- σιν τής Κρήτης καί είναι κατά σύμπτωσιν αϊ προστάτιδες καί έγγυή- τριαι τής ανεξαρτησίας τοΰ ελληνικού κράτους, ή Ρωσία έδείχθη ευμενής έξ αρχής εις τήν έξέγερσιν τών Κρητών καί ένεθάρρυνε τήν ελληνικήν κυβέρνησιν προς ύποστήριξιν αυτής κατά λόγον τών ειδικών σχέσεων καί συμφερόντων της, έκ τών τριών άλλων Δυνάμεων τής έπο-

107 Λόγος Ιπί τή έπετείφ τής όλοκαυτώσεως τής μονής Άρκαδίου χής ή μέν Αυστρία και ή ΙΙρο)σσία ήσαν έξηντληιιέναι καί απησχολημέναι εσωτερικώς εκ τοΰ προσφάτου πολέμου καί τών εξ αύτοΰ γεννηθέντων ζητημάτων, ή δέ Ιταλία δεν είχεν αποκτήσει ακόμη επαρκές διεθνές κϋρος. Είχε τερματισθή προσφάτως ό κριμαϊκός πόλεμος διά τής συνθήκης τών Παρισίων τής 18)30 Μαρτίου 1856, ήτις είχεν ώς αποτέλεσμα την προσωρινήν χρεοκοπίαν τοΰ προγράμματος τής ανατολικής πολιτικής τής 'Ρωσίας, τής διεξόδου της εις ανοικτήν καί θερμήν θάλασσαν είτε διά τών παρά τήν Κωνσταντινοΰπολιν στενών τοΰ Βοσπόρου καί τοΰ Ελλησπόντου, είτε διά τών δρέων τής Αρμενίας καί τοΰ κόλπου τής Άλεξανδρέττας, τής Άλεξανδρείας τής κατ Ισσόν τών αρχαίων. Έν τή Ευρώπη άπεμακρύνθη, αντί νά πλησιάση εις τον Βόσπορον, έφ ό'σον ή μαύρη θάλασσα έκηρύχθη ουδετέρα στρατιωτικώς, δέν έπετρέπετο δηλ. εις τα παράκτια κράτη νά διατηρούν ναυστάθμους καί πολεμικά πλοία, αί δέ παραδουνάβιοι ήγεμονίαι καί ή Σερβία, ήμιανεξάρτητα κράτη υπό τήν επικυριαρχίαν τοΰ σουλτάνου, έτέθησαν υπό τήν προστασίαν τών ύπογραψάντων τήν συνθήκην τών Παρισίων επτά κρατών, τό έδαφος των δηλ. θά έθεωρεΐτο τρόπον τινά ουδέτερον στρατιωτικώς, ένφ μέχρι τοΰδε διετέλουν υπό τήν αποκλειστικήν προστασίαν τής Ρωσίας. Έν δέ τή Άσίφ άπεμακρύνθη τοΰ υψιπέδου τής Αρμενίας, έφ δοον ύπεχρεώθη νά έπιστρέψη εις τήν Τουρκίαν τά κατά τήν διάρκειαν τοΰ πολέμου καταληφθέντα φρούρια τοΰ Κάρς, τοΰ Άρδαχάν καί τοΰ Βιαγιαζίτ, άτινα άποτελοΰν τήν πύλην τής Αρμενίας. Τρόπον τινά δμως προς Ιπανόρθωσιν τών ζημιών έκ τής προσωρινής χρεοκοπίος τοΰ προγράμματος τής ανατολικής πολιτικής τής Ρωσίας κατ ακολουθίαν τής ήττης κατά τον κριμαϊκόν πόλεμον καί τών έπιβληθέντων περιορισμών υπό τής συνθήκης τών Παρισίων κατ άντανάκλασιν έλαβε τήν αρχήν της ή κίνησις τοΰ πανσλαβισμοΰ, ήτις κατ ουσίαν είναι συνέχεια άλλης κινήσεως χρονολογούμενης από τών αρχών τοΰ παρελθόντος σίώνος, τής κινήσεως τών σλαβόφιλων. Κατά τό πρόγραμμα δέ τοΰ πανσλαβισμού, τοΰ οποίου τήν πληρεστέραν περιγραφήν μάς παρέχει δ ρώσος Danilewsky εν τφ έκδοθέντι κατά τό έτος 1871 βιβλίφ του «ή 'Ρωσία καί ή Ευρώπη», ή 'Ρωσία έν όνόματι τής φυλής κηρύσσεται αλληλέγγυος προ; τά σλαβικά κράτη τής χερσονήσου τοΰ Αίμου καί τους αλυτρώτους σλαβικούς λαούς τής οθωμανικής αυτοκρατορίας καί τής αύστροουγγρικής μοναρχίας, τούς Σέρβους τούς Μαυροβουνίους, τούς Βουλγάρους, τούς Τσέχους, τούς Πολωνούς, τούς Κροάτας, τούς Σλοβένους καί τούς Σλοβάκους, τούς οποίους διατηροΰντας τήν αυτοτέλειαν καί τήν ανεξαρτησίαν των ζητεί νά περιλάβη εις τούς κόλπους της ως ή μεγάλη καί φιλόστοργος μήτηρ. Οί

108 ίύύ Νικ. Βλάχου ώσοι πανσλαβισταί εζήτησαν νά προσδώσουν εις ιό πρόγραμμά των έρεισμα ίδεαλιστικόν παριστάνοντες, δτι ή 'Ρωσία, της οποίας ή έ- πιρροή διά τής προστασίας των σλαβικών κρατών τής χερσονήσου τοϋ Αίμου και τών αλυτρώτων σλαβικών λαών τής οθωμανικής αυτοκρατορίας καί τής αυστροουγγρικής μοναρχίας θά έξετείνετο από τοϋ αϊγαίου πέλαγους προς άνατολάς μέχρι τής νοητής γραμμής προς δυσμάς, ήτις αναχωρούσα από τής βαλτικής θαλάσσης καταλήγει εις την άδριατικήν θάλασσαν, δηλ. μέχρι τής καρδίας τής Ευρώπης, ήτο προωρισμένη νά έξυγιάνη καί νά μετοχέτευση νέαν ζωήν εις την Ευρώπην έκτεθειμένην εις τον όλεθρον τοϋ προτεσταντισμού, τοϋ κομμουνισμού καί τοϋ αναρχισμοί. Όπισθεν όμως τοϋ ίδεαλιστικοΰ τουτου περικαλύμματος δεν είναι δΰσκολον νά άνακαλύψη τις ώμον καί ασυγκάλυπτον τό ρωσικόν συμφέρον. Ή 'Ρωσία κηρύσσεται αλληλέγγυος προς τούς εγγύς καί τούς μακράν οικοΰντας σλαβικούς λαούς τής οθωμανικής αυτοκρατορίας καί τής αυστροουγγρικής μοναρχίας, καθώς καί προς τά σλαβικά κράτη τής χερσονήσου τοϋ Αίμου, ΐνα διά λοξοδρομίας διευκολύνη την πραγματοποίησιν τοϋ προγράμματος τής ανατολικής πολιτικής της, τής διεξόδου δηλ. εις τό αίγαΐον πέλαγος καί την μεσόγειον θάλασσαν διά τών παρά την Κωνσταντινοΰπολιν στενών ή διά τών δρέων τής Αρμενίας καί τοϋ κόλπου τής Άλεξανδρέττας, έφ όσον ή άπ ευθείας καί κατά μέτωπον πραγματοποίησις αύτοϋ δεν ήτο δυνατή επί τοϋ παρόντος ένεκα τών έπιβληθέντων περιορισμών υπό τής συνθήκης τών Παρισίων. Πράγματι οί ρώσοι πανσλαβισταί καί ή ύπ αυτών επηρεαζόμενη ρωσική κυβέρνησις εν τή επιθυμία; των, όπως έπανορθωθοΰν αί ζημίαι έκ τής προσωρινής χρεοκοπίας τοϋ προγράμματος τής ανατολικής πολιτικής τής 'Ρωσίας, έζήτησαν νά έκμεταλλευθοΰν εν τφ πνεύματι καί επ ώφελεία τοϋ πανσλαβιστικοΰ προγράμματος τήν ευκαιρίαν, ήτις παρείχετο εκ τής κρητικής επαναστάσεως. Θά ύπεστηρίζετο ή έ'νωσις τής Κρήτης μετά τής Ελλάδος κατά τήν αρχήν, τήν οποίαν ήκολού θησε πάντοτε ή 'Ρωσία από τής ίδρΰσεως τοϋ ελληνικοϋ κράτους πρωτοστατήσασα καί ύπερμαχήσασα υπέρ τής εδαφικής έπεκτάσεως αύτοϋ, εφ όσον επρόκειτο περί τής προσθήκης εδαφών ευρισκομένων μακράν τής σφαίρας τών σλαβικών συμφερόντων, ένφ παραλλήλως θά ύπεκινοΰντο εις έξέγερσιν κατά τής οθωμανικής κυριαρχίας οί αλύτρωτοι σλαβικοί λαοί τής χερσονήσου τοϋ Αίμου. Έάν δέ ήθελε πραγματοποιηθή ή ένωσις τής νήσου μετά τής Ελλάδος, πλήν τής ζημίας τής κατ εξοχήν αντιπάλου έν τφ άνατολικφ ζητήματι Δυνάμεως, τής Αγγλίας, ήτις ένδιεφέρετο διά τήν διατήρησιν τής νήσου εις τάς χείρας τής δλονέν παρακμαζούσης καί φθινοΰσης Τουρκίας χάριν τής προ-

109 Λόγος επί τη έπετείφ τής όλοκαυτώσεως τής μονής Άρκαδίου στασίας τής θαλασσίας όδοϋ προς τάς Ινδίας, θά ήτο εύκολώτερον νά έξασφαλισθοϋν εις αντάλλαγμα πλεονεκτήματα ηθικής φύσεονς υπέρ των αλυτρώτων σλαβικών λαών τής χερσονήσου τοϋ Αίμου και συγκεκριμένως υπέρ πάντων ή εισαγωγή διοικητικών μεταρρυθμίσεων προωρισμένων νά συντελέσουν εις την βελτίωσιν τής θέσεως αυτών υπό την κυριαρχίαν τοϋ σουλτάνου και είδικώς υπέρ τών Βουλγάρων ή ϊδρυσις ανεξαρτήτου από τής Μ. Εκκλησίας τής Κωνσταντινουπόλεως βουλγαρικής Εκκλησίας. Συνεδύαζον δηλ. οί ρώσοι πανσλαβισταί καί μετ αυτών ή ρωσική κυβέρνησις μετά τής ενόίσεως τής Κρήτης μετά τής Ελλάδος τήν προστασίαν τών συμφερόντων τών αλυτρώτων σλαβικών λαών τής χερσονήσου τοϋ Αίμου καί εμμέσως τής 'Ρωσίας, έφ δσον αί είσαχθησόμεναι διοικητικά! μεταρρυθμίσεις εις τάς ΰπ αυτών κατοικουμένας ευρωπαϊκός επαρχίας τής Τουρκίας θά άπετέλουν τήν απαρχήν τής διοικητικής καί κατόπιν τής πολιτικής αυτονομίας αυτών, είδικώτερον δέ ή ϊδρυσις ανεξαρτήτου από τής Μ. Εκκλησίας τής Κωνσταντινουπόλεως βουλγαρικής Εκκλησίας θά παρείχε τό μέσον προς πύκνωσιν τών τάξεων τοϋ βουλγαρισμοΰ διά τής άναζητήσεως προσήλυτων τής νεαράς Εκκλησίας καί εμμέσως τής βουλγαρικής εθνικής ιδέας μεταξύ τών σλαβόφωνων κατοίκων τής Μακεδονίας, τής Θράκης καί τοϋ βιλαετιού Κοσσυφοπεδίου. Μόνη δμως ή διπλωματική συνδρομή ή ή άσκησις πιέσεως επί τής οθωμανικής κυβερνήσεως υπό τής 'Ρωσίας δεν ήτο επαρκής προς λΰσιν τοϋ κρητικοΰ ζητήματος. Ήτο απαραίτητος ή σύμπραξις ιδίως τών δυτικών Δυνάμεων, τών οποίων αί διαθέσεις δεν ήσαν απολύτως ευμενείς. Έφ δσον ή Αγγλία δεν ειχεν Ιγκατασταθή ακόμη εις τήν Αίγυπτον ή τουλάχιστον εις τήν Κύπρον, ή Γαλλία συνηγωνίζετο τήν επιρροήν της είς τήν Αίγυπτον εις βαθμόν επικίνδυνον, ή Ρωσία, παρά τήν ήττάν της κατά τον κριμαϊκόν πόλεμον καί τούς Ιπιβληθέντας περιορισμούς υπό τής συνθήκης τών Παρισίων, δεν είχε παραιτηθή τής πολιτικής τής διεξόδου είς τό αίγαΐον πέλαγος καί τήν μεσόγειον θάλασσαν διά τών παρά τήν Κωνσταντινούπολή σοενών τοϋ Βοσπόρου καί τοϋ Ελλησπόντου καί διά τών ορέων τής Αρμενίας καί τοϋ κόλπου τής Άλεξανδρέττας, ή δέ προστασία τοϋ περί τον ινδικόν ωκεανόν άγγλικοϋ άποικιακοϋ κράτους άπήτει πλήν τής κυριαρχίας τών θαλασσών καί τήν έλευθέραν διάθεσιν τής όδοϋ προς τάς Ινδίας συνέφερε τήν Αγγλίαν, ίνα μή ώρισμένα στρατηγικά σημεία παγκοσμίου σπουδαιότητος, τά παρά τήν Κωνσταντινούπολή στενά, τά δρη τής Αρμενίας, τό Σουέζ, ή Κρήτη καί ή Κύπρος διατελοϋντα υπό τήν κυριαρχίαν τοϋ όθωμανοϋ σουλτάνου καί δεσπόζοντα τής θαλασσίας

110 42$ Νικ. Βλάχου δδοΰ προς τάς Ινδίας, περιέλθουν εις τάς χεΐρας άλλης Δυνάμεως, ή οποία περισσότερον άγρυπνος και ^αδυσώπητος φρουρός των κυριαρχικών δικαιωμάτων της παρά ή Τουρκία θά ήδύνατο νά παρεμβάλη εμπόδια εις την μετά των Ινδιών επικοινωνίαν και ίνα μή δυσαρεστηθοϋν οί μωαμεθανοί υπήκοοι τοΰ περί τον ινδικόν ωκεανόν αποικιακού κράτους της, οί όποιοι άνερχόμενοι εις 50 ενατ. περίπου άνεγνώριζον καί έτίμων εν τφ προσώπιρ τού όθωμανοΰ σουλτάνου τον θρησκευτικόν αρχηγόν των, τον καλίφην. Ή άλλως ή Αγγλία ήτο υποχρεωμένη νά έμμείνη εις τό πρόγραμμα τής ανατολικής πολιτικής της, τής διατηρή- σειος δηλ. τής εδαφικής άκεραιότητος καί τής ανεξαρτησίας τής οθωμανικής αυτοκρατορίας, τό όποιον ειχεν υιοθετήσει από τοΰ τέλους τοΰ 18 αίώνος, επί τοΰ Pitt τοΰ νεωτέρου καί έκτοτε ειχεν άναγάγει εις δόγμα αμετάθετου τής ανατολικής πολιτικής της ακριβώς χάριν τής διατηρήσεως καί τής προστασίας τών Ινδιών, αϊ όποΐαι μετά την α πώλειαν τής Νέας Αγγλίας μεταβληθείσης εις την δημοκρατίαν τών 'Ηνωμένων Πολιτειών τής βορείου Αμερικής ένεκα τής γεωγραφικής θέσεως καί τοΰ πλούτου των άπετέλεσαν την πηγήν τής δυνάμεως, αλλά καί τής αδυναμίας συγχρόνως τοΰ παγκοσμίου βρεταννικοΰ κράτους. 'Υπό τάς περιστάσεις ταύτας αν καί ή αποδιδόμενη εις την Αγγλίαν πρόθεσις περί καταλήψεως τής Κρήτης επί τή ευκαιρία: τής έπα- ναστάσεως τοΰ έτους 1866 δεν άνταπεκρίνετο προς την πραγματικότητα, ή τό πολύ άνταπεκρίνετο προς την επιθυμίαν περιωρισμένης μερί- δος τής κοινής γνώμης καί ευαρίθμων άγγλων πολιτικών, έν τούτοις είναι βέβαιον, ότι επί τοΰ παρόντος τουλάχιστον δεν ήτο διατεθειμένη νά συναινέση εις την άπόσπασιν από τής όλονέν φθινούσης καί καταρ- ρεούσης οθωμανικής αυτοκρατορίας τής νήσου, ήτις άπετέλει σπουδαίου στήριγμα εν τή ανατολική λεκάνη'τής μεσογείου θαλάσσης καί κατά την θαλασσίαν οδόν προς την διανοιγομένην τότε διώρυγα τοΰ Σουέζ καί τάς Ινδίας. Έξ άλλου είναι αληθές, ότι ή ανατολική πολιτική τής Γαλλίας από τής ήττης τοΰ Ναπολέοντος άπομακρυνθεΐσα τών τολμηρών καί μεγα- λεπηβόλων σχεδίων του κατέτεινεν απλώς εις τήν κυριαρχίαν τής άνα χολικής λεκάνης τής μεσογείου θαλάσσης, ως περί τούτου μαρτυρούν ή προσπάθεια προς ένίσχυσιν τής επιρροής της εις τήν Αίγυπτον καί τό νεαρόν ελληνικόν κράτος καί ή έγκατάστασίς της εις τό Άλγέριον κατά τό έτος 1830 καί κατ ακολουθίαν έκήδετο δλιγώτερον παρά ή Αγγλία τής εδαφικής άκεραιότητος καί τής άνεξαρτησίας τής οθωμανικής αυτοκρατορίας. Παρά ταΰτα ό μως ή υπέρμετρος ένίσχυσις τής θέσεως τής Πρωσσίας εν τή ηπειρωτική Ευρώπη ένεκα τής εδαφικής αύξή- σεώς της καί τής εξασφαλίσεως τής ηγεμονίας εν τή όμοσπονδίςι τών

111 Λόγος επί τή έπετείφ τής όλοκαυτώσεως τής μονής Άρκαδίου βορείων γερμανικών κρατών κατόπιν τής ευτυχούς έκβάσεως τοΰ αύστροπρωσσικοΰ πολέμου, ώς καί ή αρνησίς της προς παραχώρησιν εις την Γαλλίαν εις αντιστάθμισμα παραρρηνίων τινων επαρχιών άπερρόφουν την προσοχήν τοΰ αυτοκράτορος καί τής κυβερνήσεως τής Γαλλίας. Ι^σθάνοντο, δτι τό έδαφος τής Γαλλίας δεν ήτο έκτοιε ασφαλές καί προέβλεπον, δτι αργά ή γρήγορα θά περιήρχετο εις πόλεμον προς την νέαν Δύναμιν, ήτις διεξεδίκει υπέρ εαυτής πρωτεύουσαν θέσιν έν ΐή ηπειρωτική Ευρώπη. Ή μέριμνα δέ αΰτη τοΰ αυτοκράτορος καί τής κυβερνήσεως τής Γαλλίας υπέρ τοΰ ίδιου οίκου εν Ευρώπη, ώς είναι φυσικόν, έβάρυνεν επί τής ανατολικής πολιτικής τής χώρας καί ύπεχρέωνεν αυτούς εις την άναζήτησιν παντός είδους συμβιβασμών τής ασφαλείας καί τοΰ γοήτρου της εν τή ηπειρωτική Ευρώπη καί τής προστασίας τών συμφερόντων της έν τή ανατολική λεκάνη τής μεσογείου θαλάσσης. Έν τφ πνεΰματι τής γενικωτέρας πολιτικής καί τών ειδικών συμφερόντων τών τριών Δυνάμεων, αΐτινες ενδιεφέροντο κατ εξοχήν διά τάς τύχας τής εγγύς Ανατολής, ερρυθμίσθη ή πολιτεία των ευθύς μετά τήν έξέγερσιν τών Κρητών καί τήν προκήρυξιν τής ένώσεώς των μετά τής μητρός Ελλάδος καί κατηυθύνθησαν κατόπιν αί μακραί καί εργώδεις διαπραγματεύσεις των περί τής τύχης τής νήσου, καθ δν χρόνον τό έδσφός της έβάπιετο άφθόνως μέ τό αιμα τών τέκνων της καί τών έκ τής έλευθέρας Ελλάδος εθελοντών, γυναίκες δέ καί παιδία έπλανώντο άστεγοι καί άσιτοι εις τά δρη, τά σπήλαια καί τάς όπάς τής γής, ή έν πενία καί άθλιότητι εζήτουν άσυλον καί προστασίαν εις τό ελληνικόν έδαφος. Αι δύο δλιγώτερον κηδόμεναι τής εδαφικής ακεραιότητας καί τής ανεξαρτησίας τής οθωμανικής αυτοκρατορίας Δυνάμεις, ή 'Ρωσία καί ή Γαλλία, δέν άπέστεργον τήν έ'νωσιν τής νήσου μετά τής Ελλάδος, ή τήν παραχώρησιν εις αυτήν εύρυτάτης αυτονομίας υπό τήν επικυριαρχίαν τοΰ σουλτάνου υπό τήν προϋπόθεσιν δμως ή μεν Ρωσία, δτι θά έξησφαλίζετο ή σύμπραξις τής Γαλλίας προς προστασίαν τών συμφερόντων τών άλυτρόπων σλαβικών λαών τών ευρωπαϊκών επαρχιών τής Τουρκίας εν τή έννοια τής εισαγωγής εις τήν ύπ αυτών κατοικουμένην χώραν διοικητικών μεταρρυθμίσεων υπό τήν κυριαρχίαν τοΰ σουλτάνου, αΐτινες θά άπετέλουν τήν απαρχήν τής πολιτικής χειραφετήσεως καί ανεξαρτησίας αυτών, ή δέ Γαλλία, οτι θά εξησφαλίζετο ή στρατιωτική συνδρομή ή τουλάχιστον ή οΰδετερότης τής 'Ρωσίας κατά τήν προσπάθειαν της προς άναζήτησιν αντισταθμίσματος εναντίον τής ύπερμέιρου ένισχύσεως τής θέσεως τής ΓΙρωσσίας έν τή ηπειρωτική Ευρώπη εις βάρος τοΰ Βελγίου ή τοΰ Λουξεμβούργου, ή εις ενδεχόμενον πόλεμον κατά τής Πριοσσίας. Ή δέ κηδομένη τής

112 430 Νικ. Βλάχου εδαφικής άκεραιότητος και τής ανεξαρτησίας τής οθωμανικής αυτοκρατορίας και άναγαγοϋσα αυτήν εις δόγμα άπαρασάλευτον τής ανατολικής πολιτικής της κατά τον 19. αιώνα καί μέχρι τής έγκαταστάσεώς της εις την Αίγυπτον Αγγλία εκ λόγων φιλανθρωπίας ένετόπιζε την πρόνοιαν καί τό ενδιαφέρον της υπέρ τής νήσου απλώς εις την εισαγωγήν διοικητικών μεταρρυθμίσεων καί τον μετριασμόν των πληρωνομένων φόρων υπό τήν κυριαρχίαν τοΰ σουλτάνου. Έφ όσον δμως αι μεταξύ τής Ρωσίας καί τής Γαλλίας διαπραγματεύσεις, αϊτινες άπεσκόπουν εις τήν άπομόνωσιν τής Αγγλίας, δεν κατέληξαν εις πρακτικόν αποτέλεσμα, διότι ή μέν 'Ρωσία δεν ήθελε να δέσμευση τήν ελευθερίαν ένεργείας της έν περιπτώσει πολέμου τής Γαλλίας κστά τής Πρωσσίας, έκ τοΰ οποίου θά ήδύναντο να προέλθουν παντός είδους επιπλοκαί, ή δε Γαλλία έδίσταζε νά προχωρήση μέχρι τής εισαγωγής διοικητικών μεταρρυθμίσεων εις τάς υπό τών αλυτρώτων σλαβικών λαών κατοικουμένας ευρωπαϊκός επαρχίας τής Τουρκίας, αϊτινες θά κατέληγον εν τφ πρόσεχε! μέλλοντι εις τήν δημιουργίαν αυτονόμων κρατών, δεν ήτο δύσκολον εις τήν Αγγλίαν νά έπιβάλη τάς απόψεις της. Ή οθωμανική κυβέρνησις περιφρουροΰσα τήν ακεραιότητα τοΰ εδάφους τής αυτοκρατορίας διά μίαν φοράν ακόμη κατά τήν μακράν ιστορικήν σταδιοδρομίαν της χάρις εις τήν κρατούσαν ασυμφωνίαν μεταξύ τών ευρωπαϊκών Δυνάμεων μάλλον παρά εις τήν δύναμιν τών οπλών καί τάς ύφισταμένας διεθνείς συνθήκας δεν έβράδυνε νά άντιληφθή τό πραγματικόν συμφέρον της. Κατ εϊσήγησιν τοΰ αυτοπροσώπως κατελθόντος εις τήν έπαναστατημένην νήσον μεγάλου βεζίρου Άαλή πασά διά διατάγματος τής 27 Δεκεμβρίου/10 Ιανουάριου 1868 συνήνεσεν εις τάς ακολούθους παραχωρήσεις προς τούς Κρήτας, αϊτινες έκτοτε είναι γνωσταϊ είς τήν διπλωματικήν γλώσσαν ως «δ οργανικός νόμος τής Κρήτης τοΰ έτους 1868» ή «δ νόμος τοΰ Άαλή πασά τού έτους 1868». 'Ο γενικός διοικητής τής νήσου δθωμανός θά συνήνου εφεξής μετά τής πολιτικής καί τήν στρατιωτικήν εξουσίαν, παρ αύτφ δέ θά ύπήρχον δύο ύπαρχηγοί, δ εις χριστιανός καί δ άλλος μωαμεθανός. 'Ο διοικητής έκάστου τών πέντε νομών, είς ούς διηρεΐτο ή νήσος, θά ήτο μωαμεθανός ή χριστιανός, θά υπήρχε δέ παρ αύτφ υποδιοικητής χριστιανός, εάν δ διοικητής ήτο μωαμεθανός καί μωαμεθανός, Ιάν δ διοικητής ήτο χριστιανός. Αϊρετά μεικτά έκ χριστιανών καί μωαμεθανών συμβούλια θά παρήδρευον παρά τφ γενικφ διοικητή τής νήσου καί τοΐς διοικηταις τών πέντε νομών αυτής. Γενική συνέλευσις άποτελουμένη έκ τεσσάρων αντιπροσώπων έξ εκάστης τών 19 επαρχιών καί τών τριών μεγαήυτέ-

113 Λόγος επί τή έπειείφ τής όλοχαυτώσεως τής μονής Άρκαδίου ρων πόλεων τής νήσου, οΐτινες θα έξελέγοντο υπό τοϋ συμβουλίου τών γερόντων εκάστης Ιπαρχίας καί τών τριών μεγαλύτερων πόλεων, θά συνήρχετο απαξ τοΰ έτους καί επί τεσσαράκοντα ημέρας έν Χανίοις προς έξέτασιν τών γενικής φυσεως ζητημάτων. Νέοι φόροι δεν θά έπεβάλλοντο, οί δέ υφιστάμενοι ενδημοι φόροι ώρίζοντο εις τούς φόρους τής δέκατης επί τών καρπών τής γής, τοϋ καπνού, τοϋ οίνου καί τών οινοπνευματωδών ποτών, τον φόρον προς απαλλαγήν από τής στρατιωτικής υπηρεσίας καί τα τέλη τών ωνίων. Ό οργανικός νόμος τής Κρήτης τοϋ έτους 1868 ουδέποτε κατ ουσίαν εφαρμοσθεις εν τή νήσφ οίονεί προς χλευασμόν τοϋ χυθέντος άφθονου αίματος καί τής ϊδιοτελοϋς προνοίας τών Δυνάμεων προς βελτίωσιν τής τύχης τών χριστιανών κατοίκων αυτής έχρησίμευσε τουλάχιστον τό πρότυπον τών διατάξεων τών ά'ρθρων 23 καί 60 τής συνθήκης τοϋ Βερολίνου, διά τών οποίων προεβλέπετο ή εισαγωγή διοικητικών μεταρρυθμίσεων εις τάς υπό χριστιανών κατοικουμένας ευρωπαϊκός επαρχίας τής Τουρκίας. Εις τήν πολιτικήν τών ευρωπαϊκών Δυνάμεων επί τή ευκαιρία τής εξεγέρσεως τών Κρητών καί τής προκηρύξεως τής ένώσεώς των μετά τής μητρός Ελλάδος κατά τό έτος 1866 καί συγκεκριμένους εις τήν ενθάρρυνσιν υπό τής 'Ρωσίας τής ελληνικής κυβερνήσεως προς ένίσχυσιν τής κρητικής επαναστάσεως οφείλεται ή πρώτη συμμαχία τοΰ ελληνικού κράτους από τής ίδρόσεώς του μετά ομόρου χριστιανικού κράτους τής χερσονήσου τοΰ Αίμου, περί τής οποίας θά μοϋ επιτρέψητε νά προσθέσω όλίγας λέξεις, διότι συνδέεται προς τήν Κρήτην κατά δυο διευθύνσεις, προς τήν έπαναστατημένην Κρήτην τοΰ έτους 1866 καί προς τήν Κρήτην κατά τάς παραμονάς τής έπιβραβεΰσεως τών μακροχρονίων μόχθων καί θυσιών της, οπότε τάς τύχας τής ελευθέρας Ελλάδος διηΰθυνε αντάξιον τής Κρήτης καί τών ιστορικών παραδόσεών της τέκνον καί εκ τών μεγαλοφυεστέρων καί ίκανωτέρων συγχρόνων πολιτικών, ό Ελευθέριος Βενιζέλος. Έκ τών τριών ελληνικών κυβερνήσεων, αϊτινες διεχειρίσθησαν τήν κρητικήν ύπόθεσιν κατά τα έτη , άντεμετοόπισεν αυτήν μετά μεγαλύτερου σθένους καί αποφασιστικότητας ή κυβέρνησις τοΰ Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, εις τήν οποίαν μετείχε διά πρώτην φοράν ως υπουργός τών εξωτερικόίν ό Χαρίλαος Τρικοΰπης. 'Η κυβέρνησις τοϋ Αλεξάνδρου Κουμουνδούρου ακολουθούσα τήν αρχήν, τήν οποίαν διετύπωσεν ουτος διατελών έν τή άντιπολιτεύσει διά τοΰ από 19)31 Αύγούστου 1866 υπομνήματος του προς τον βασιλέα «τό άποτελεσματικώτερον μέσον, δπως καταστήσωμεν εφεκτικωτέραν τήν πολιτικήν τής Τουρκίας, είναι νά περιαγάγωμεν αυτήν εις τήν πε-

114 432 Νικ. Βλάχου ποίθησιν, δτι υ προς την Ελλάδα πόλεμος συνεπάγεται άφεύκτως πόλεμον γενικώτερον και δτι Ελλάς ώς προς την άμυναν καί την έπίθε- σιν δεν είναι μόνη της», εκτός της φροντίδος της προς συμπλήρωσιν των στρατιωτικών εξοπλισμών της χώρας κατά ξηράν καί κατά θάλασσαν, άνεζήτησε συμμάχους δι ενδεχόμενον πόλεμον κατά της Τουρκίας, δστις έφαίνετο αναπόφευκτος, εάν οί Κρήτες θά επόμενον εϊς την άπόφασίν των περί ενώσεως τής νήσου μετά τής Ελλάδος, θά έξηκο- λούθει δέ ή αποστολή εκ τής ελεύθερος Ελλάδος εθελοντών καί πολεμικού ΰλικοϋ. Διά τοϋ Χαριλάου Τρικοόπη έστράφη προς την Αίγυπτον, τάς παραδουνάβιους ηγεμονίας καί την Σερβίαν, ήμιανεξάρτητον ακόμη κράτος υπό την επικυριαρχίαν τοΰ όθωμανοΰ σουλτάνου. Περί τής τύχης τών διαπραγματεύσεων μετά τής αιγυπτιακής κυβερνήσεως δεν εχομεν μέχρι τής σήμερον ακριβείς πληροφορίας. Φαίνεται όμως, ότι έναυά- γησαν, διότι εξ ακριτομυθίας περιήλθε το πράγμα εις γνώσιν τής οθωμανικής κυβερνήσεως. Επίσης αί διαπραγματεύσεις μετά τών παραδουνάβιων ιήγεμονιών δεν κατέληξαν εις πρακτικόν αποτέλεσμα. 'Ο ή- γεμών καί ή κυβέρνησίς του άνεγνώρισαν μέν την ανάγκην τής συμ- πήξεως βαλκανικής συμμαχίας, άπέφυγον δμως νά άναλάβουν ώρισμέ- νας υποχρεώσεις μέ την δικαιολογίαν, ότι ενεκα εσωτερικών περισπασμών δεν εθεώρουν εύθετον την περίσιασιν νά περιπλακοϋν εις πόλεμον κατά τής Τουρκίας. Αί μετά τής Σερβίας όμως διαπραγματεύσεις διεξαχθεΐσαι κατ άρχάς έν Κωνσταντινουπόλει κατέληξαν μετά μακράς καί εργώδεις προσπάθειας εις την υπογραφήν τής συνθήκης συμμαχίας τής 14)26 Αύγουστου 1867 εν τή παρά την Βιέννην λουτροπόλει Voeslau υπό τοΰ σέρβου υφυπουργού τής δικαιοσύνης Petronievitch καί τού ελληνος πρεσβευτού εν Κωνσταντινουπόλει καί εκ τών εμπίστων τού Τρικούπη Πέτρου Ζάννου. Έάν παρίδωμεν τάς διατάξεις τής συνθήκης, αϊτινες προβλέπουν, ότι τά δύο κράτη θά εντείνουν τάς πολεμικός παρασκευάς των, ώστε νά είναι εις θέσιν νά παρατάξουν κατά Μάρτιον 1868 ή μέν Ελλάς 30, ή δέ Σερβία 60 χιλ. μαχηιάς καί καθορίζουν τάς λεπτομέρειας τής συμπράξεως τών δύο κρατών, έάν προ τού Μαρτίου 1868 τό έτερον έξ αυτών ήθελε προσβληθή υπό τής Τουρκίας άνευ προκλήσεως, έκ τών υπολοίπων διατάξεων τής συνθήκης είναι άξιαι Ιδιαιτέρας προσοχής αί ακόλουθοι, διότι μαρτυρούν περί τής υφιστάμενης αλληλεγγύης μεταξύ τών ανεξαρτήτων καί τών ήμιανεξαρτήτων κρατών τής χερσονήσου τού Αίμου καί τών αλυτρώτων χριστιανών τής ευρωπαϊκής Τουρκίας καί προβλέπουν περί συνενώσεως εις ομοσπονδίαν τών υφισταμένων καί τών ίδρυθησομένων χριστιανικών κρατών τής χερσονήσου τού

115 Λόγος επί τή έπβτείψ τής όλοκαυτώσεως τής μονής Άςκαδίου Αίμου χάριν τής διατηρήσεως των κεκτημένων, ως ώνειροπόλησεν αυτήν περί το τέλος τοϋ 18. αϊώνος ό Ρήγας δ Φεραΐος : Τά δυο συμβαλλόμενα κράτη θά έπεδίωκον από κοινού την απελευθέρωση από τοϋ τουρκικού ζυγοΰ όχι μόνον των ιδίων ομοεθνών τή: ευρωπαϊκής Τουρκίας και των νήσων τοΰ αϊγαίου πέλαγους και τής Κρήτης, άλλα καί των άλλων αλυτρώτων χριστιανικών λαών, τών Βουλγάρων και τών Αλβανών (άρθρον 2). Έάν ένεκα ανυπερβλήτων δυσχερειιϋν θά ήτο αδύνατος ή ολοσχερής πραγματοποίησης τοΰ σκοποΰ τής συμμα- χίας, τά δυο συμβαλλόμενα κράτη εδικαιούντο νά καταθέσουν τά δ'πλα μόνον, εάν ήθελον έξασφαλισθή εις μέν την Ελλάδα ή Ήπειρος, ή Θεσσαλία καί ή Κρήτη εις δέ την Σερβίαν ή Βοσνία καί ή Ερζεγοβίνη (άρθρον 4). Κατά την τελευταίαν περίπταισιν ή συμμαχία τών δυο κρατών θά διατηρηθή αμετάβλητος καί θά άναλάβουν εκ νέου τόν αγώνα, ευθύς ως επιτρέψουν τοΰτο αί περιστάσεις, ΐνα επιδιώξουν τήν ολοσχερή πραγματοποίησιν τοϋ σκοποΰ τής συμμαχίας (άρθρον δ). Έάν τά προβλεπόμενα αποτελέσματα έκ τής συνθήκης συμμαχίας ήθελον έπιτευχθή ή ύπερακοντισθή, τά δυο συμβαλλόμενα κράτη έπεφυ- λάσσοντο νά συνάψουν ειδικήν συμφωνίαν προς τόν σκοπόν τοΰ καθορισμού τών συνόρων των καί τής έξασφαλίσεως τοϋ έργου τών κοινών προσπαθειών των (άρθρον 6). Ή Ελλάς καί ή Σερβία θά σεβασθοΰν τήν θέσιν τών άλλων χριστιανικών λαών τών Βουλγάρων κοί τών Αλβανών οϊτινες, άφ ου λάβουν τά δπλα κατά τόν αγώνα, ήθελον εκφράσει τήν ευχήν είτε νά προσαρτηθοΰν εις τήν Ελλάδα καί τήν Σερβίαν, είτε νά άποτελέσουν ίδια κράτη υπό τύπον ομοσπονδιακόν. Έν τή τελευταία περιπτώσει ή Ελλάς καί ή Σερβία θά καθορίσουν από κοινοΰ μετά τών νεοσυστάτων κρατών τήν οριστικήν μορφήν, τήν οποίαν θά προσελάμβανεν ή ίδρυθησομενη ομοσπονδία (άρθρον 7). Τά δύο συμβαλλόμενα κράτη θά προσπαθήσουν νά καταστήσουν σεβαστήν τήν αρχήν, δτι ή χριστιανική Ανατολή ανήκει εις έαυτήν. Θά έναντιωθοΰν δέ από κοινοΰ εις πάντα διαμελισμόν τής ευρωπαϊκής Τουρκίας, δυνάμει τοΰ οποίου τμήμα τοϋ εδάφους της θά περιήρχετο είς τήν εξουσίαν ξένου κυριάρχου. Προς τόν σκοπόν δέ τοΰτον ουδέτερον τών δύο κρατών θά συνάψη συμμαχίαν μετά ξένης Αυνάμεωτ, άλλα θά προσπαθήσουν νά προσελκύσουν είς τήν συμμαχίαν των τά χριστι ανικά κράτη καί τούς αλυτρώτους χριστιανικούς λαούς τής χερσονήσου τοΰ Αίμου, ή Σερβία τό Μαυροβούνιον καί τούς Βουλγάρους, ή δέ Ελλάς καί ή Σερβία από κοινοΰ τούς Αλβανούς καί τήν 'Ρουμανίαν (άρθρα 8, 11 καί 13). Προς έκτέλεσιν δέ τής συνθήκης συμμαχίας ύπεγράφη έν Άθή- ναις τή 16)28 Φεβρουάριου 1868 στρατιωτική συμφωνία καθορίζουσα ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ Ζ 31

116 434 Νικ. Βλάχου έν ταΐς λεπτομερείαις τα της κοινής συμπράξεως ιών στρατών τών δυο κρατών. Έάν δμως εις τον Χαρίλαον Τρικούπην δεν έπέτρεψαν αί περιστάσεις κατά την διάρκειαν τής έπαναστάσεως τής Κρήτης τοΰ έτους 1866 και κατά την μετέπειτα πολιτικήν σταδιοδρομίαν του νά έφαρμόση εν τή πράξει την μετά τής Σερβίας συνθήκην συμμαχίας τής 14)26 Αύγουστου 1867, ήτις υπήρξε κυρίως τό έργον τών χειρών του, ευτυχέστερος ύπήρξεν ό Ελευθέριος βενιζέλος. Έπ'ι τά ίχνη τοΰ Τρικουπη, αλλά υπό δλως μεταβεβλημένας σχέσεις διεθνώς κα'ι είδικώς έν τή χερσονήσφ τοΰ Αίμου χωρήσας ό Ελευθέριος Βενιζέλος δεν ύπήρξεν απλώς εκ τών έπιμονωτέρων και ένθουσιωδεστέρων πρωτεργατών τής συμμαχικής ένιόσεως τών τεσσάρων χριστιανικών κρατών τής χερσονήσου τοΰ Αίμου τοΰ έτους 1912, την ο ποίαν κατέστησεν άναγκαίαν ή υπό τοΰ νεοτουρκικού κομιτάτου «έ'νωσις - πρόοδος» έφαρμοσθεΐσα ευθύς από τής έπικρατήσεώς του δι έπα ναστάσεως κατά τό θέρος τσΰ έτους 1908 και υπό την σκέπην τοΰ συνταγματικού πολιτεύματος πολιτική τής τουρκοποιήσεως τών μή μωαμεθανικών - τουρκικών εθνοτήτων τής οθωμανικής αυτοκρατορίας, αλλά και ηύτύχησε νά ΐδη αυτήν επί τών ημερών του πραγματοποιουμένην και συντελούσαν εις τον διπλασιασμόν τοΰ εδάφους τών τεσσάρων χριστιανικών κρατών διά τής άπελευθερώσεως τών υποδούλων ομοεθνών των κατά τον νικηφόρον πόλεμον εναντίον τής Τουρκίας τών ετών 1912 καί Καίτοι δέ κατά τό γράμμα καί τό πνεύμα τών συνδεουσών τά τέσσαρα χριστιανικά κράτη συνθηκών συμμαχιών δεν προεβλέπετο ή διατήρησις τής συμμαχικής ένώσεως αυτών μετά ενδεχόμενον πόλεμον, είχε τήν έμπνευσιν καί τήν πρωτοβουλίαν νά εισηγηθή ευθύς μετά τάς πρώτας άποφασιστικάς νίκας τών συμμάχων στρατών τήν συνίνωσιν εις ομοσπονδίαν τών τεσσάρων νικηφόρων χριστιανικών κρατών, άτινα ηύξημένα εδαφικώς διά τής διανομής τής κληρονομιάς τών ευρωπαϊκών κτήσεων τής Τουρκίας καί δυνάμενα νά παρατάξουν έν ανάγκη στρατόν έξ ενός έκατ. περίπου, ή κατά τήν έκφρασιν τοΰ γερμανοΰ αύτοκράτορος Γουλιέλμου τοΰ Β' νά άποτελέσουν «τήν εβδόμην μεγάλην Δύναμιν» τοΰ ευρωπαϊκού συστήματος, ώς κύριον μέλημα και σκοπόν θά ειχον, πλήν τής άρσεως τών υφισταμένων μεταξύ των οικονομικών φραγμών διά τής καθιερώσεως ενιαίου καί επί ίσιας καί όμοίοις δροις δασμολογίου, νά Ιναντιωθοΰν άπό κοινού κατά πάσης επιβουλής τών κεκτημένων, ή κατά πάσης προσπάθειας προς υπαγωγήν αυτών εν τφ συνόλφ των ή έν μέρει υπό τήν ξενικήν πολιτικήν ή οικονομικήν δουλείσν ή κηδεμονίαν. Χάριν δέ τής επιτυχίας τοΰ γενικωτέρου τούτου σκοπού δεν έδίστασεν, ύπό

117 Λόγος επί τή έπεχείφ τής όλοκαυτώσεως τής μονής Άρκαδίου την προϋπόθεσιν τής διατηρήσεως εις την Ελλάδα των νήσων τοΰ αί- γαίου πέλαγους καί τής Κρήτης, τής Ηπείρου καί τής δυτικής καί τής κεντρικής Μακεδονίας μετά τής Θεσσαλονίκης καί τοΰ Μοναστηριού, να προβή εις σημαντικός παραχωρήσεις προς την Βουλγαρίαν εν τή ανατολική Μακεδονία καί τή Θράκη άρκεσθείς εις στενήν εδαφικήν λωρίδα μεταξύ τής χαλκιδικής χερσονήσου καί τοΰ στρυμονικοΰ κόλπου προς νότον των Σερρών καί τής Δράμας. Ή προσπάθεια τοΰ Ελευθερίου Βενιζελου προς συνένωσιν των νικηφόρων χριστιανικών κρατών τής χερσονήσου τοΰ Αίμου εις ομοσπονδίαν κρατών εναυάγησε προσκρούσασα εις τήν πλεονεξίαν καί τήν αδιαλλαξίαν τής βουλγαρικής κυβερνήσεως, ή οποία ήξίωσεν εκ τής διανομής τής κληρονομιάς τών ευρωπαϊκών κτήσεων τής Τουρκίας μοίραν αδικαιολόγητον εκ τών ιστορικών καί τών εθνολογικών δικαι- μάτων της καί δυσανάλογον προς τήν συμβολήν καί τό μέγεθος τών θυσιών της κατά τον πόλεμον εναντίον τής Τουρκίας καί διά τής επι μονής της ώδήγησεν εις τον νέον, τον άδελφοκτόνον πόλεμον τοΰ έτους Τά χριστιανικά δμως κράτη, τα υπεύθυνα καί τά μή υπεύθυνα τής αποτυχίας, έπλήρωσαν ακριβά καί έδικαίωσαν τάς προβλέψεις τοΰ Ελευθερίου Βενιζελου, ζώντος καί μετά τον θάνατόν του, κατά τον πρώτον καί κατά τον δεύτερον παγκόσμιον πόλεμον, οπότε εύρέθησαν διηρημένα καί έρίζοντα ερμαιον τής θελήσεως ή μάλλον τής αυθαιρεσίας τών ισχυρών τής γής. Ν1Κ. ΒΛΑΧΟΣ

118 ΕΠΙΓΡΑΦ A I ΕΚ ΚΡΗΤΗΣ I. Λ ΑΤΟΥΣ ΠΡΟΣ ΚΑΜΑΡΑΝ Κατά την διάρκειαν άνασκαφικής εργασίας ιιου παρά τον "Αγιον Νικόλαον τού Νομοΰ Λασηθίου, οπού, ώς γνωστόν, εκειτο ή αρχαία πόλις Λατώ προς Καμάραν εσχον την ευκαιρίαν νά συγκεντρώσω εις την νεωστί ίδρυθεΐσαν Συλλογήν με την βοήθειαν τοΰ φιλοπροόδου Δημάρχου τής πόλεως κ. Πιταροκοίλη και τοΰ εκτάκτου επιμελητοΰ καθηγητοΰ Δημ. Άμαριωτάκη ένεπιγράφους τινας λίιθους μεταξύ των οποίων ήτο ή κατωτέρω δημοσιευόμενη επιγραφή συνθήκης *. Ή δημοσιευόμενη επιγραφή (Πίν. Ε') άνευρέθη τυχαίως κατά οίκ»δομικάς εργασίας εις την οικίαν τοΰ κ. Μιχ. Κοζυρη, Διευθυντοΰ τής Έφημερίδος «Ανατολή», δστις καί παρέδωσε τούτην ΐνα κατατεθή είς την Συλλογήν. Πρόκειται περί τμήματος πλακός έκ λευκού μαρμάρου, σωζομένου είς διαστάσεις μεγ. μήκους 0,205 μ., μεγ. πλάτους 0,19 μ. καί πάχους 0,085 μ. Διασφζεται μέρος τής άριστεράς πλευράς τής αρχικής πλακός καί επίσης τής κάτω πλευράς- τό ά'νω καί τό δεξιόν ενεπίγραφων τμήμα τής πλακός άπεκροΰσθησαν. Άπέμειναν έν συνόλφ 13 στίχοι κειμένου, τοΰ οποίου εχομεν καί τό τέλος. Τά γράμματα είναι έπιμελώς κεχαραγμένα καί έχουν ύψος 0,007-0,008 μ. Χρονολογοΰν την επιγραφήν εις τον λήγοντα Γ' ή άρχόμενον Β' π. X. αιώνα3. Σαφής είναι ή πάχυνσις των άκρων τών κεραιών είς τά γράμματα, αποτελούσα προστάδιον τοΰ σχηματισμού άκρεμόνων. Ή κατάστασις διατηρήσεως είναι καλή. Ευκρινής είναι ή διά λεπτοΰ εργαλείου υπό τοΰ λιθοξόου λάξευσις τής επιφάνειας τοΰ λίθου καί ή ) Μίαν άλλην λίαν έκτεταμένην επιγραφήν περιέχουσαν συνθήκην τής Λατοΰς προς Καμάραν καί τής Ίεραπύινης είχεν ήδη περισυλλέξει ό ανωτέρω καθηγητής καί καταθέοει είς τήν Συλλογήν, διασώσας άπδ βεβαίαν καταβτροφήν, διότι ό λίθος εΐχεν ήδη τεμαχισθή υπό τών άνευρόντων. Τήν επιγραφήν ταύτην, ήτις λόγιρ τής φθοράς της είναι λίαν δυσανάγνωστος, θά δημοσιεύσω προσεχώς. *' Ό Ε. Kirsten είς τό λίαν έμπεριστατωμένον άρθρον του Lato έν Pauly - Wissowa, Realetic. παρατηρεί δτι είς τόν Γ' αιώνα ανήκουν μόνον δύο έπιγραφυί, τών οποίων ή μία είναι προξενική καί ή άλλη επιτύμβια. Ή ακμή τής πόλεως Λατώ πρός Καμάραν άπό τό τέλος τοΰ Γ' αίώνος αποδίδεται είς τόν ρόλον τόν όποιον επαιξεν ώς λιμήν κατά τήν άνάπτυξιν τοΰ διά θαλάσσης εμπορίου καί ώς κέντρον αποστολής μισθοφόρων είς τάς κατά τούς χρόνους τούτους ίσχυρώς διαμαχομένας δυνάμεις,

119 Επιγραφαί έκ Κρήτης 437 Λροετοιμασία διά την χάραξιν τής επιγραφής διά λεπτότατων παραλλήλων γραμμών μόλις δκικρινομένων. Τα γράμματα δεν έχαράχιθησαν στοιχηδόν, είναι δμως δυνατόν νά υπολογιστή μέ ακρίβειαν ή μέση πυκνότης των γραμμάτων. Εις εν σημεΐον των δύο τελευταίων στίχων ό χαράκτης λόγψ μικράς φθοράς τοΰ λίθου άφήκε μικρόν κενόν. 'Ο χώρος έκ τοΰ οποίου προέρχεται ή επιγραφή, όχι μακράν τοΰ σημερινού Διοικητηρίου, ανήκει, φαίνεται, εις την περιοχήν τής αρχαίας αγοράς, διότι κατά τάς πληροφορίας τάς οποίας συνεκέντρωσα Ικ τής αυτής περιοχής, νουυμένης βεβαίως μέ ακτίνα άνεπτυγμένην, προέρχονται και πολλαί άλλαι έπιγραφα'ι και ή ανωτέρω εν υποσημειώσει μνημονευθεΐσα νέα συνθήκη Λατοΰς - Ίεραπύτνης. Φυσικά άνευ άνα- σκαφικής έρεύνης δεν είναι δυνατόν νά καθορισθή άκριβέστερον ή θέσις τής αρχαίας αγοράς*. Τό κείμενον τής επιγραφής έχει ως ακολούθως : I AM ΥΟΜΕΝΔΙ / ΙΝΑΝΑΡΕΙΑΝΚ ΛΛΟΥΣΘΕΟΥΣι δ ΜΕΝΕΝΤΗ ΙΦΙΛΙ Αι I ΜΕΘΑΤΕΡΟΣΒΑΣ ΕΚΓΟΝΟΥΣΑΥΤΟΥΚ ΜΕΘΑΕΜΜΕΝΟΝΤΟΣ ΚΑΙΤΩΝΕΚΓΟΝΩΝΑΥ ίο ΝΟΙΣΟΥΤΕΑΛΛΩΙΕΓΤΙ ΤΙΕΙΣΔΥΝΑΜΙΝΤΗΝ Ν Η Μ I Ν Γ I Ν Ο I Τ0Τ70Λ/ ΜΕΝΤΑΝΑΝ ΤΙΑ Και έκ πρώτης όψεως είναι φανερόν ότι πρόκειται περί συνθήκης πόλεως ή πόλεων μετά τίνος βασιλείας (ΒΑΣ...), μελλούσης νά Ισχύση καί διά τούς απογόνους αυτού, συνθήκης τής οποίας ή τήρησις εξασφαλίζεται δι όρκου υπό την φυσικήν προϋπόθεσιν τής άμοιβαιότη τος (ΕΛΙΜΕΝΟΝΤΟΣ [τοΰ βαοιλέίυς] ΚΑΙ ΊΩΝ ΕΚΓΟΝΩΝ ΑΥΤΟΥ). Είναι φυσικόν νά υπόθεση τις ότι ή συνάπτουσα την συνθήκην πόλις ήτο αυτή ή πόλις Λατώ, αφού ή έπιγραφή εύρέθη εις τον "Αγιον Νικόλαον. Κατά τάς ύπαρχούσας ενδείξεις ή πόλις Λατώ ή Έτέρα*, κει- *) *0 Kirsten, αΰτόάι σ. 974 κ. έξ., δέν προσδιορίζει τήν θεσιν τ^ς αρχαίας αγοράς. 4) Ο Kirsten, ένθ- ανωτέρω, διημφεσβήτησε τήν ονομασίαν ταύτην διά τήν μεσόγειον πόλιν.

120 438 Ν. Πλάτωνος μένη ώς γνωστόν εις θέσιν Γουλάς τής περιοχή; τοϋ χωρίου Κρητσςί Μεραμβέλλου, και τό επίνειόν της Λατώ προς Καμάραν άπετέλεσα- μίαν και μόνην πολιτείαν εμφανιζομένην εις τάς επιγραφάς μέ τό όνον μα Λατώ5 Επομένως τό τμη&ατέρος» τοϋ στίχ. 8 δεν δύναται νά άναφέρεται εις έκάστην των δυο τούτοτν πόλεων, άλλ εις την πολιτείαν Λατώ καί εις άλλην μετ αυτής πολιτικώς συνεργαζομένην πόλιν. Ή τελευταία δεν είναι δυνατόν νά είναι άλλη άπό την πλησιόχωρον Ό- λοϋντα. Την πολιτικήν συνεργασίαν αυτής και τής Λατοΰς, παρά τάς ύφισταμένας εξ αφορμής των διαμφισβητουμένων ορίων αντιθέσεις των, βλέπομεν μαρτυρουμένην υπό των επιγραφών6, 7μάλιστα δέ κατα- σφαλιζομένην διά τής μεταξύ των πόλεων συνθήκης συμμαχίας καί διακανονισμοί τών μεταξύ των ορίων περί τό τέλος τοϋ Β' π. Χ αίώνος (IC I, XVI 5). Διά τής συνθήκης τούτης αι δύο γειτονικοί πόλεις είχον άναλάβει την ΰποχρέωσιν «φίλος καί σύμμαχος άλλήλοις ν- πομενήν άπλόως και άδόλως ες τον πάντα χρόνον καί τον αυτόν φίλον και εχϋρδν έξην» (στίχ. 3-4), καί «αί κα πολεμίωντι έκάτεραι πόλεις από χώρας μηξεστα> μηδατέρω σπονδάς άγεν μήτ εΐρήναν τιθεσθαι, αγ κα μη κοινή, αι πόλεις βωλεναωνται» (στίχ ). Καί όταν προσ- κλήσει τών Κνωσίων αί πόλεις αποφασίζουν νά λύσουν τάς διαφοράς των, ή άπόφασις τής άναθέσεως τής διαιτησίας λαμβάνεται άπό κοινοί (εδοξε Λατίοις και Ολονντίοις κοινά, βωλενσαμένοις : IC I, XVI, 3 στιχ. 9,4 Λ στίχ. 4 καί 4Β στίχ. 51). Ή αρχή λοιπόν τής δημοσιευ- ομένης συνθήκης φιλίας κα! συμμαχίας πιθανώς περιείχε τήν φράσιν : «εδοξε Λατίοις καί Όλονντίοις κοινβ βονλενσαμένοις*. Διά τον καθορισμόν νϋν τοϋ πλάτους τοϋ άποκρουστθέντος τμήματος ΐνα καταστή δυνατή ή συμπλήρωσις βοηθούν οί δύο τελευταίοι στίχοι, περιέχοντες τήν γνωστήν καί έξ άλλων δ'ρκων συνθηκών ευχήν: «εϋορκοΰσι με]ν ήμϊν γίνοιτο πολλ[ά άγαϋύ επιορκοϋσι δ η]μεν τά- καντια». Τό πλάτος τοϋτο έπιβεβαιοΰται διά τής συμπληρώσεως τοϋ αμέσως προηγουμένου στίχου διά τής επίσης εξ άλλων αναλογών επιγραφών γνωστής φράσεως: «είς δνναμιν την ήμετέραν» 8. Κατά τά λοιπά ή συμπλήρωσις τήν οποίαν παρέχομεν ως πιθανήν στηρίζεται εις τά ανάλογα εξ άλλων κρητικών συνθηκών, εις τήν πα- ρατήρησιν δτι ή γλώσσα είναι ή κοινή εξαιρέσει ελάχιστων τύπων (μεδ) Βλ. Μ argil. Guard.ucci, Ιν Inscr. Creticae I, XVI Praef. 6) IC I, XVI. 7) Πβλ. π.χ. IC II, XVII, I στ : ευορκωαι μεν πολλά κάγα& ή μεν, εφιορκώοι δε ταναντία, καί IV, 185 στ. 5 : ευορκίοντι μεν αγα&ά ήμεν, επιορ- κίοντι δέ τά εναντία. s) Βλ. κατωτέρω.

121 Έπιγραψοί έκ Κρήτης 439 ΰατέρος, ημεν), εις την σκέψιν δτι εις τον όρκον άναφέρονται τά ονόματα τών κυρίων λατρευομένων υπό τών δύο πόλεων θεοτήτων, τέλος δε είς την προσπάθειαν τής λογικής συνδέσεως τών επί μέρους εις κείμενον συνθήκης μη ούσιαστικώς άφιστάμενον τών καθιερωμένων τύ- Όμνίύομεν Δί[α Ταλλαιον και "Ηραν και Άρην και Άϋ ]ηναε Άρείαν κ[αί Λατώ και Ελεν&υιαν και του ς] άλλους ΰεους πβάντας και πάσας η μην έοαε'ι 5 η]μεν εν τψ φιλίαι [και σνμμαχίαι και έπιβουλεύ ει]ν μεδατέρος βασι[λέα Ευμενήν Άτιάλον και τους εκγόνονς αύτοΰ κ[αι εμμένειν εν οίς πννε&έ μεϋα εμμένοντος [εν τούιοις τοΰ βασιλεως και τών εκγόνων αν [τον και ούτε πολεμεϊν εκεί 10 νοις οντε άλλωι επι[τρέπειν rαντ επιχειρούν τι εις δύναμιν την [ή/ιετέραν ενορκονσι με ν ήμιν γίνοιτο πολλ[ά ταγαϋά, επιορκοναι δ η μεν τάναντία. Ή χρησιμοποίησις τής κοινής είς την παρούσαν συνθήκην δεν δύ- ναται νά άποτελέση ένδειξιν πολύ χαμηλής χρονολογίας τής επιγραφής. 'Ο τύπος τών γραμμάτων σαφώς άποδεικνύει χρονολογίαν όχι άφιστα- μένην σημαντικώς τού τέλους τού Γ' π. X. αΐώνος, καί είναι γνωστόν ότι είς κείμενα τής Λατοϋς καί τοΰ τέλους τοΰ Β' π. X. σίώνος χρησιμοποιείται εϊσέτι σχεδόν καθαρά δωρική διάλεκτος9. Παρετηρή- θη όμως ότι συνθήκαι κρητικών πόλεων συναφθείσαι μέ βασιλείς ή πόλεις έξω τής Κρήτης ενίοτε είνσι συντεταγμένοι είς την κοινήν18, ως π. χ, ή συνθήκη τών Έλευθερναίων καί τοΰ βασιλεως Αντιγόνου (IC II, XII, 20) τοΰ Γ' π. X. αίώνος ενώ ή συνθήκη τών 'Ιερά πυτνίων προς τον αυτόν βασιλέα IC III, I είναι εις δωρικήν διάλεκτον,ή συνθήκη Άντιόχου τοΰ Β'. καί τών Λυττίων (IC I, XVIII, 8) τών μέσων τοΰ Γ' αίώνος, ή τών Γορτυνίων καί τοΰ Βασιλέως Δη- μητρίου τοΰ Αντιγόνου (IC IV, 167) τοΰ Γ' π. X. αίώνος, ή τών 9) Οΰιω εις τάς ήδη μνημονευθείσας ανωτέρω έπιγραφάς τής Λατοΰς τοΰ τέλους τοΰ Β' π. X. αίώνος.,0) Βλ. καί Άνδρ. 2 κ ι ά, Περί τής Κρητικής Διαλέκτου, Άθήναι σ. 20, όπου μνημονεύεται ή συνθήκη τοΰ Εύμένους Β" τής Περγάμου καί ψηφίσματα τινα (Λαππαίων καί Μαλλαίων) περί τής ασυλίας τής Τέω ώς παραδείγματα χρήσεως τής κοινής καί άλλα όπου βεβαιοΰται ή χρήσις μικτϋς διαλέκτου είς τούς μεταγενεστέρους χρόνους.

122 440 N. Πλάτωνος Κρητικών πόλεων και τοϋ Εύμένους τοϋ Β' (IC IV, 179). Μία άνάμιξις τύπων παρατηρεΐται εις τάς επιγραφάς ταΰτας και οΰτω δεν δυνατοί νά ξενίση ή έμφάντσις ενταύθα τόπων ώς οί ημεν καί με&ατέρος (τό: μεϋάτερος δεν είναι πιθανόν λόγο) τών απαρεμφάτων τά όποια περαιτέρω συμπληροϋμεν και τά όποια ό υπάρχων χώρος επιβάλλει). Δεν είναι εϋκολον νά καθορισθή πόσον μέρος της όλης συνθήκης έχει άποκρουσθή εις τό άνώτερον τμήμα τοΰ λίθου. Συνήθως ό όρκος ακολουθεί εις τό τέλος τής διατυπωθείσης συνθήκης, ήτις περιλαμβάνει πλείστους όσους όρους. Ενταύθα όμως ό όρκος είναι ατενώς συνδεδεμένος μέ τό θέμα τής συνθήκης, την μετά τοϋ βασιλέως δηλαδή φιλίαν καί συμμαχίαν, ώστε είναι σχεδόν βέβαιον ότι εκ τής αρχής άπεκροΰσθη μόνον τό προεισαγωγικόν μέρος, άρχόμενον ίσως, ώς εΐπομεν, μέ την γνωστήν φράσιν : «Έδοξε Λατίοις και Όλουντίοις xoirfj βονλενσαμένοις». Δεν καθίσταται όμως δυνατή ή συμπλήρωσις τοΰ πρώτου ελλιπούς στίχου, τοΰ οποίου τρία μόνον γράμματα ΙΑΜ ή ΤΑΜ διακρίνονται. Εις τούς στίχ. 2-3 συνεπλήρωσα τά ονόματα τών ιδιαιτέρως είς τήν Όλοΰντα λατρευομένων θεοτήτων Διός τοϋ 'Γαλλαίου καί Άρεος καί τών εις τήν πόλιν Λατώ Ιξόχως τιμωμένων Λατοΰς καί Έλευθυίας". Τά ονόματα τούτων απαντούν μεταξύ άλλων εις τον όρκον τής μνημονευθείσης συνθήκης Λατίων - Όλουντίων (1C I, XVI, 5, στιχ ). Προφανώς δεν ύπήρχεν ή πρόθεσις νά περιληψθοΰν εις τόν όρκον τα ονόματα πάντων τών κυρίων θεών, διά τούτο δέ προ τοϋ Διός δεν εμφανίζεται ή συνήθως άπαντώσα Εστία Διά τούτο προετίμησα είς τήν συμπλήρωσιν τόν Δία Ταλλαΐον καί τήν Ήραν ",* * * * 1!) Διά τήν λατρείαν τών θεοτήτων τούτων είς τήν Όλοΰντα καί τήν Λατώ βλ. Kirsten, έ. ά. Lato καί Olus καί Guarducci IC, I Praef. Res Sacrae XVI καί XXII.Ή έπιγραφή τής Όλοΰντος XXII, 2 αναφέρει ναόν τοΰ Άρεως καί αί άνασκαφαί τής Γαλλικής Άρχαιολ. Σχολής έν Όλοΰντι ( ) άπεκάλυψαν τόν δίδυμον ναόν τοΰ Άρεως καί τής Αφροδίτης, τό καί έκ τών πηγών γνωστόν Αφροδίσιον (BCH LXII, 1938 σσ ). ls) Βλ. έν Blass, Die Kret. Inschriften 4952 (δρκος Δρηρίων), 5024 A καί Β (συνθήκη Γορτυνίων - Ίεραπυτνίων - Πριανσιέων), 5039 (Ίεραπυτνίων - άποίκων έν Άρκάσιν), 6041 (Ίεραπυτνίων - Λυττίων), 5075 (Αατίων - Όλουντίων), 5147 (Λυττίων Όλουντίων). Είς τόν δρκον δμως τών Ίτανίων (6058) καί είς τήν συνθήκην Πραισίων καί Σταλιτών (5120) ό Ζεύς Δικταίος προηγείται, ώς ένταΰθα προτάσσεται είς τήν συμπλήρωσιν ό Ζεύς Ταλλαΐος έκ*ΐ άναφέρονται έπίσης οί τοπικοί, οί «εν Αίκχΐ} #εοί». 'Ομοίως ό δρκος τών Αρκάδων (5023) άρχεται: «ναι Γάνα και Ταν ΜχοραΓον». 1Β) Ή "Ηρα ακολουθεί τόν Δία Δικταϊον είς τόν δρκον τών Ίτανίων (5058).

123 Έπιγραφαί έκ Κρήτης 441 αντί τοΰ Κρηταγενοΰς Διός και τής Γης. Ή Αθήνα Άρεία δεν εμφανίζεται ούδαμοΰ επί τής Κρήτης. Καί δεν θά ήτο βεβαίως ορθόν νά εξαγάγη τις ως argumentum ex silentio δη υπό τό όνομα τούτο δεν ελατρεΰειο ή 5Αθήνα εν Κρήτη (όπου ή πολεμική θεά εμφανίζεται μέ τό όνομα Σκυλία14), πιθανώτερον όμως φαίνεται ότι, αν εν τφ δρκφ περιλαμβάνονται οί κυρίως λατρευόμενοι εις τάς δυο πόλεις θεοί, θά μνημονεύεται καί τό όνομα τής θεότητος ήτις ετΰγχανεν ιδιαιτέρας λατρείας εις τήν έδραν τοΰ βασιλέως μετά τοΰ οποίου συνάπτεται ή συνθήκη. Έξακρίβωσις τής έδρας ταΰτης θά έβοήθει προφανώς εις τον προσδιορισμόν τοΰ ονόματος τοΰ βασιλέως. Έκτος τών Αθηνών, τών Πλαταιών, τής Σμύρνης καί τής Εφέσου 15 * ή * λατρεία τής Αθήνας Άρείας έχει διαπιστωθή εις τήν Πέργαμον, όπου καί εις έπιγραφάς άναφέρεται καί εις νομίσματα εμφανίζεται18. Οτίτω εις τήν συνθήκην μεταξύ Εύμένους τοΰ Α' τής Περγάμου καί τής Φρουράς τής Φιλεταιρείας καί Αττάλειας, συναφθεισαν τό έτος 263 π. X., άναφέρε- ται εις τον όρκον ή Αθηνά Άρεία αμέσως μετά τον Άρην. Οϋτω εμφανίζεται ως πολύ πιθανόν ότι έχομεν προ οφθαλμών συνθήκην τών Λατίων καί Όλουντίων μετά τίνος τών βασιλέων τής Περγάμου. Είναι γνωστόν ότι ή Κρήτη από τάς άρχάς τής ελληνιστικής περιόδου έρχεται εις στενωτέραν πολιτικήν επαφήν μέ τάς νέας έλλη νικάς δυνάμεις τής Ανατολής καί τής Αίγυπτου, επαφήν τήν οποίαν μαρτυρούν πολυάριθμοι συνθήκαι καί τιμητικά ψηφίσματα18' μεταξύ αυτών ήτο ή Πέργαμος. Άν ή σειρά τών σκέψεων τήν οποίαν ήκο- ) G u a r d u c c i, IC I, έν πίνακι nomina deorum, dearum, heroum : Αθαναία (an Σκυλήτρια vel Χκυλία?). *5) Βλ. εν Pauly - Wissowa', Areia xai Roscher s Lexicon d. Mythologie, Athene S Εις τήν συνθήκην τοΰ Χρεμιονιδείου πολέμου του 266/5 (Dittenb8, I, 434-5) : Ομνύω Δία Γην "Ηλιον Αρη Άΰηναν Αρβίαν Ποαειδω Δήμητρα, 1β) Head, Hist. Nium. 463.,7) I ns c h r i f t e n von Pergamon, nr, 19 στ. 24 καί 52, (πρβλ. καί Larfield, Griech. Epigraphik σ. 311): Ομνύω Δία, Γην, Ηλιον, Ποαειδω, Άπόλλω, Δήμητρα, Αρη, Α&ηναν Άρείαν, καί τήν Ίανροπόλον καί ΰεούς πάντας καί πάσας. 1S) G. C a r d i n a 1 i, Creta e le grandi potenze ellenistiche sino alia guerra di Ritto, «Rivista di Storia Antica» IX σ. 69. Τοΰ αΰτοΰ, Creta nel tramonto dell Ellenismo, «Riv. di Filologia, XXXV. Otkco ή Κρήτη ερχεται εις σχέσεις κατά τήν μαρτυρίαν τών επιγραφών μέ τούς ακολούθους βασιλείς : Αντίπατρον, Δημήτριον Αντιγόνου, Αντίγονον τόν Δώσωνα, Φίλιππον τόν Ε', Αντίοχον τόν Α', τόν Β καί τόν Γ', Άτταλον τόν Α' ή τόν Β'( Εΰμένην τόν Β', πάντας σχεδόν τούς Πτολεμαίους, μέ τόν Νικομήδην τόν Β, καί τόν Προυσίαν τόν Β.

124 442 Ν. Πλάτωνος λουθήσαμεν είναι ορθή, δτίο βασιλείς θά ήτο δυνατόν νά ειχον συνάψει συμμαχίαν μέ την Λατώ και την Όλοΰντα, ό Άτταλος Α' ( ) και δ Ευμενής Β' ( ) (τοΰ Εΰμένους Α' και τοϋ Άττάλου Β αποκλεισμένων λόγφ της υψηλής ή χαμηλής αυτών χρονολογίας). Τον πρώτον 19 βλέπομεν τιμώμενον ιδιαιτέρως διά στεφάνου και χαλκού άνδριάντος υπό τής πόλεως των Άπτεραίων διότι «φίλος υπάρχων διά προγόνων πρόνοιαν ποηιαι περί τφ κοινω των Κρηταιέων καί Ιδία τας των Άπταραιών πόλεος, καί τοΐς παραγινομένοις ποτ αυτόν ταμ πασαν φιλανθρωπίαν ενδείκννται» (IC II, III, 4). Ούδαμό- θεν μαρτυρεΐται ρητώς orι αί σχέσεις του μέ την Κρήτην ειχον πολιτικόν κίνητρον. Τό ψήφισμα των Άπτεραίων τοΰ εξασφαλίζει την διά θαλάσσης μετά τής πόλεως έλευθέραν κοινωνίαν «καί εν τοΐς λιμενοις καί ξενολογηοθαι καί όρμίζεσθαι καί αντφ καί τοΐς εκγόνοις», και εις τοϋτο γίνεται εμφανές τό είδος των σχέσεων τοΰ βασιλέως τούτου μέ παραλίους πόλεις τής Κρήτης. Κατά τον πόλεμον τοΰ Άττάλου προς τον Φίλιππον τον Ε' καί την άνάμιξίν του εις τά ελληνικά πράγματα εδίδετο βεβαίως εις τούτον ή ευκαιρία νά εξασφάλιση τήν ύποστήριξιν ώρισμένων κρητικών, μάλιστα παραθαλασσίων πόλεων, ως έξησφάλισε συμμαχίαν μετά των Ροδίων 20' μέχρι σήμερον δμως δεν έχομεν άπό- δειξιν δτι κατέβαλε μίαν τοιαύτην προσπάθειαν 21. Άντιθέτως διά τον διάδοχόν του Εύμένην τον Β' έχομεν ακριβείς πληροφορίας περί των σχέσεων του μέ κρητικάς πόλεις. Τό έτος 183 συνήψε συνθήκην φιλίας καί συμμαχίας (IC IV, 179) μέ 31 κρητικάς πόλεις, άνηκοόσας εις τό άνασυσταθέν μεσολαβήσει τών Ρωμαίων τό 184 π. X. Κοινόν των Κρητών, θέλων, ως φαίνεται, νά εξασφάλιση την βοήθειαν τών κρητικών πόλεων διά μισθοφόρων εις τον επικείμενον πόλεμον μέ τον βασιλέα τοΰ Πόντου Φαρνάκην. Μεταξύ τών άπαριθμουμένων πό- 19) Ένώ οί Haussoulier, Michel, Blass, Scrinzi καί Σκιάς έδέχθησαν oil πρόκειται περί τοΰ Άττάλου τοϋ Β', ό Dittenberger καί ή Guardticci ΰπεστήριξαν, όρθώς καθώς φαίνεται, οτι πρόκειται περί τοϋ Άττάλου τοΰ Α'. 20) Βλ. Attalos I έν Pauly Wissowa, Realenc. σ κ. έξ. 21) Παρά ταΰτα ή μαρτυρία τοΰ Παυσανίου (I, 36) δτι οι Αθηναίοι υπό τον Κηφισόδωρον, ήναντιώθησαν καί μάλιστα κατά τοΰ Φιλίππου τοϋ Β' Ιπαγαγόντες ώς συμμάχους τόν Άτταλον, τον Πτολεμαίον, τού; Ροδίους καί τούς Κρήτας καθιστά δχι άπίθανον δτι ό βασιλεύς τής Περγάμου έπεζήτησε τόν προσεταιρισμόν τών Κρητών. 2ί) IC IV, 179 σ Τήν μή συμμειοχήν τών Κυδωνιατών ε ις τήν συνθήκην ήρμήνευσαν ικανοποιητικούς ή Guarducci, καί ό Cardinal!, Creta nel tramonto dell Elen., ένθ άνωτ. σ. 21, μέ τό γεγονός δτι οί Κυ" δωνιάται καί οί Φαλασαρναίοι, ώς μαρτυρεί ό Πολύβιος, άφέθησαν υπό τών Ρωμαίίον ελεύθεροι νά συμμετάσχουν ή μή τοΰ Ιίοινοΰ, μέ τό Κοινόν δέ τούτο

125 Έπιγραφαί έκ Κρήτης 443 λεαιν είναι καί ή Λατώ. Ή έπιγραφολόγος Guarducci πιστεύει δτι ή στενή σχέσις τοϋ Εΰμένους μετά τών Ρωμαίων διηυκόλυνε την σύναψιν τής συμμαχίας μέ τό άνασυσταθέν υπό τών τελευταίων Κοινόν, καί δτι ή υποψία τοΰ βασιλέως περί ενδεχόμενης διαλύσεως τοΰ Κοινού έφερεν είς την αναγραφήν εκάστης τών πόλεων κεχωρισμένως. Έν τοιαύτη περιπτώσει θά ήδύνατο νά ΰποτεθή δτι'και κεχωρισμέναι συνθήκαι συνήφθησαν μέ τάς πόλεις, τουλάχιστον έκείνας αΐτινες άμεσώτερον ένδιέφερον τον Εΰμένην. Τούτο δεν θά ήτο απροσδόκητον αφού ό Πολύβιος (XXIX, 10,6 κ. εξ.) αναφέρει δτι οι Ρόδιοι έστειλαν πρεσβευτάς άφ ενός είς τό Κοινόν («πάντα? Κρηταιεϊς») καί άφ ετέρου «και κατ Ιδίαν προς τάς πόλεις». Θά ήδύνατο λοιπόν ή επιγραφή μας νά θεωρηθή ώς τμήμα τής μεταξύ Λατοΰς καί Ολοϋντος άφ ενός καί τοΰ Εΰμένους τού Β' άφ ετέρου κατ ιδίαν συναφθείσης συνθήκης. Δεν αποκλείεται δμως ή συνθήκη αυτή νά προηγήθη έν ή δύο έτη τής έπακολουθησάσης συνθήκης μέ τό Κοινόν. Θεωρώ άπίθανον δτι θά ήδύνατο νά συναφθή πολύ μετά τό 180, διότι, ως φαίνεται, ολίγα μόνον έτη από τήν σύναψιν τής συνθήκης τού Εΰμένους καί των 31 κρητικών πόλεων τό Κοινόν είχεν ήδη διαλυθή καί ό εμφύλιος πόλεμος ειχεν έκ νέου αρχίσει28. 'Ο Εΰμένης μάλιστα δεν εδίστασε νά σιείλη βοήθειαν είς τήν Κυδωνιάν τό 169 π. X. εναντίον τής Γόρτυνος καί τών συμμάχων της, ενώ ή Κυδωνιά καί ή έξ αυτής έξαρτωμένη Φαλάσαρνα δεν είχον συμμετάσχει είς τήν συνθήκην τοΰ 183 π X. καί ενώ ή πρώτη διά τής ολοκληρωτικής καταστροφής τής πόλεως Απολλωνίας είχε προκαλέσει τήν έπίθεσιν τών άλλων πόλεων. Ή συμπλήρωσις: Μνμένην Άττάλον, τήν οποίαν διά ιστορικούς λόγους έθεωρήσαμεν πιθανωτέραν, προσαρμόζεται καλύτερον είς τον υπάρχοντα χώρον τού ελλιπούς έκτου στίχου, παρά ή συμπλήρωσις : Άττάλον (οΰτω απλώς άπαντα τό δνομα καί είς τήν μνημονευθεϊσαν επιγραφήν τής Άπτέρας δπου θά ήτο μάλλον άναγκαΐον τό πατρωνυμικόν, αν έπρόκατο περί τοΰ Άττάλου τού Β'). Διά τήν συμπλήρωσιν τών στίχ. 4 καί 5 έθεώρησα διι ή σύντομος καί προσαρμοζομένη εις τον στενόν χώρον 5-6 γραμμάτων φράσις ες άε'ι είναι απολύτως ισοδύναμος προς τον συνήθη τύπον : είς τον άπαντα χρόνον, ότι τό η μην έχει πολλά άνάλογα είς τούς δρκους καί δτι τό ηαεν είναι ή μόνη δυ συνήψε τήν συνθήκην ό Εΰμένης. Τήν μή συμμετοχήν τών Ίτανίων ή Guarducci αποδίδει εις τάς στενάς σχέσεις τής Ίτάνου μέ τούς Πτολεμαίους. Ή αυτή δμως ερμηνεία (πβλ. Kirsten, Olus έ'νίκ άνωτ) δέν είναι δυνατόν νά έρμηνεύση τήν απουσίαν τής Όλοϋντος άπό τήν συνθήκην, νΰν μάλιστα όπόιε άποδεικνύεται ή κοινή πολιτική Όλοϋντος Λατοΰς. 2ί) Βλ Cardinal!, αυτόθι σ. 22 καί Guarducci, *νθ ανωτέρω.

126 444 Ν. Πλάτωνος νατή συμπλήρωσις τής αρχής τοϋ στιχ. 4, Το : ίπιβονλενειν είναι επίσης σύνηθες εις τάς συνθήκας καί ενταύθα προτιμότερον τού : άδικειν, και λόγφ τοϋ ύπάρχοντος χώρου. Ή κατ ενεστώτα διαρκείας χρησιμοποίησή ενταύθα τών απαρεμφάτων : ήμεν, ίπιβονλεύειν, οϋιε πολε- μεΐν οντε επιτρέπειν είναι βεβαίως προτιμότερα τής κατά μέλλοντα, επιβάλλεται δέ διά τούς στίχ λόγιο τού χώρου. Τά απαρέμφατα εξ άλλου επιβάλλουν την άνάγνωσιν : με&ατέρος (όχι : μείλάτερος), καί- τοι όμολογουμένως τοιοΰτος δωρικός τύπος ξενίζει εις κείμενον συν- τεταγμένον εν τή Κοινή 24. Διά την άνάγνωσιν τού στίχ. 8 έδοκίμασα ίκανάς δυσκολίας επειδή κατά την σχεδιαγράφησιν, ήτις εγένετο υπό δυσμενή φωτισμόν, ει- χον άναγνώσει ΝΕΘΛΕΜΜΕΕΟΝΙΟΙΣ. Ή φωτογραφία όμως την ο ποίαν ακολούθως έλαβον άπέδειξεν εύκρινώς την άνάγνωσιν ΜΕΘΑΕΜ- ΜΕΝΟΝΤΟΣ. Κατά ταϋτα καί έχοντες ύπ όψιν τά άντίστοιχα εις άλ- λας συνθήκας πβλ. συνθήκην 'Ιεραπυτνίων Λυκτίων (IC III, 3, στιχ. 17 : εμμενώ εν τοΐς συγκείμενοι; εμμενόντων και τών 'Ιεραπυτνίων' στιχ. 23: εμμενώ εν τοϊς συγκείμενοις εμμενόντων και Λυκτίων, συνεπλήρωσα" καί εμμένειν εν οίς ουνεάεμεάα εμμενοντος εν τούτοι; τοϋ βααιλέω;' το: έν τοΐς δρκοις ή εν ταις αυνδήκαις δεν θά προσηρμόζετο εις τον άπομένοντα χώρον. Τέλος διά την συμπλήρωσιν τών στίχων 9, 10 καί 11 έλαβον ύπ όψει τά άνάλογα εις άλλας συνθήκας : Ουτιο εις την συνθήκην Πραι- σίων - Σταλιτών (IC III, VI, 7 στ ) αναγράφεται : «ατ τι κα άλλος τις άφαιρήται ονκ επιτρέψομεν κατά δύναμιν τάν αμάν», το όποιον συνεπλήρωσεν δ Muttelsee26: «ή πολεμήσω αυτοί;». Εις δέ την συνθήκην Λυττίων καί Όλουντίων (IC I, XVIII, 9 στίχ δ όρκος τών Λυττίων παρέχει: «καί οϋ πόκα προλειψίω το; Βολοεντίος αλλά βοα&ηοίο) πανιί σδένει ώσπερ εμίν αύτώ...καί ούδεν κακοτεχν ησίω καϋ ώ; κα αυνδιώμεδα καί όμολογήσωμεν καί ονδενί * *,4) Διά τήν άνάμιξιν δωρικών τύπων εις κείμενα τής Κοινής καί αντιστρόφους τύπων τής Κοινής είς δωρικά κείμενα επιγραφών πβλ. πλήν τοϋ Σκιά, ένθ ανωτέρω (βλ. ΰποσ. 10) παρά Blass, άρ καί *5) Πρβλ. αντίστοιχον άνάλη-ψιν υποχρεώσεων κατά τήν σΰνα-ψιν συνθηκών κρητικών πόλεων μέ βασιλείς είς τήν συνθήκην τής Ίεραπύτνης μέ τόν "Αντίγονον τδν Δώσωνα (jc III, III, I στ 18-19) : κατά δε τά αυτά μηδε Αντίγονον μηδε ιός εγγόνος αντοϋ μηδε ουντίδεσ&αι, καί τής Έλευθέρνης μέ τόν αΰ τόν βασιλέα (IC II, XII, 20 στ. 4-7): κατά δε τά αυτά μηδε βααιλέα Αντίγονον μηδε τους εκγόνονς αΰτοΰ μηδε Μακεδονίαν μηόένα εναντίον συμμαχίαν τί&εοάαί προς αυτούς. se) Mutt els ee, Verfassungsgesch. Kreta s II, σημ. 2.

127 Έπιγραφαί έκ Κρήτης 445 αλλω έκων καί γινώακων έπιτραψίω παρενθέσει ούδεμιά ουδέ τρόπο.> οϋδενί». Εις τήν μνημονευθεΐσαν συνθήκην μεταξύ Εύμένους τοϋ Α' και τής Φρουράς τής Φιλεταιρείας και Αττάλειας παρέχεται ή διαβεβαίωσις: «εάν τέ ηνα αίσ&άνωμαι επιβονλενοντα Ευμένει τφ Φιλεταί- ρου ή άλλο τι πράσσοντα εναντίον έκείνω ή τοΐς πράγμααιν αυτοϋ ονκ επιτρέψω εις δνναμιν είναι την έμην» (Inschr. ν. Perg. 13) στίχ ). Θα ήδυνατο νά συμπληρώση τις εις τήν ήμετέραν επιγραφήν: «οΰτε αλλω ίπιτρέπειν αυτόΐς έπιβουλενοντι» κατά τό : «ονδε τφ έπι- βυνλενοντι έπιτρεψώ» τοΰ όρκου των εν Ταυρική Χερσοννησιτών (Dit- tenl. Syll.9 I, άρ. 360 στ ), έπροτίμησα δμως τό : ταυτ ίπι- χειρονντι ώς μάλλον προσαρμοζόμενον εις τον χώρον και διότι τό πρώτον θά άπήτει αντί τοΰ : οντε πολεμεϊν τοΰ στιχ. 9 τό : οϋτ έπιβον- λενεινι οπερ δμως πάλιν θά απέκλειε τήν δοθεΐσαν συμπλήρωσιν τοΰ στιχ. 5 ώς ταυτολογίαν. Ή προταθεΐσα συμπλήρωσις τής συνθήκης ασφαλώς δεν δΰναται νά θεωρηθή ώς άποκαθιστώσα πλήρως εις τήν αρχικήν μορφήν τό ά- τυχώς ΐσχυρώς ήκρωτηριασμένον κείμενον. Παρέχει δμως τήν δυνατότητα τής χρησιμοποιήσεώς του προς διαφώτισιν μιας σελίδος τής πολιτικής ιστορίας τής Μεγαλονήσου. Ν. ΠΛΑΤΩΝ

128 ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΚΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΙΚΗΣ ΔΙΑΛΕΚΤΟΥ 1. ΖΙΓΩΝΩ ΖΙΓΩΧΝΩ Τό ρήμα αυτό, όπως κα'ι το σύνθετο άποζιγώνω, έχουν στην νεώ- τερη διάλεκτο τής Κρήτης την σημασία «άποδιώκω» ή «καταδιώκω». Παράλληλα προς αυτό ή κοινή νέα 'Ελληνική χρησιμοποιεί ρήμα ζυγώνω μέ τήν σημασία «πλησιάζω». Επειδή οι δυο σημασίες φαίνονται νά αποκλείουν τήν κοινή προέλευση, ό Βλάχος στον Θησαυρό του και ό Γιάνναρης στο Γλωσσάριο τοΰ Έρωτοκρίτου σχετίζουν τό κρη- τικό ζιγώνω προς τό ϊταλ. segno «ακολουθώ» (βλ. Σ. Ξανθουδίδου, Γλωσσάριου Έρωτοκρίτου σ. 554 λ. ζυγώνω). Οί περισσότεροι όμως στηριζόμενοι στο ομόηχο των δυο ρημάτων, τοΰ κρητικοΰ και τοΰ κοι- νοΰ, τά ορθογραφούν τό ίδιο και είτε παρακάμπτουν τήν σημασιολο- γική διαφορά είτε ζητούν νά τήν δικαιολογήσουν. Για νά γεφυρώση τήν απόσταση ανάμεσα στις δυο σημασίες, ό Χατζιδάκις (ΜΝΕ 1,143) δέχεται τά εξής : «έκ τοΰ ζυγόν παραγόμενον τό ρήμα ζυγόω έδήλου «υπάγω υπό ζυγόν, συζεύγνυμι, συνάπτω, συνδέω», έπειτα καθόλου «προσεγγίζω», μτβτ. και άμτβ., εντεύθεν λέγεται μή μου ζυγώνΐ]ς, ζύγωσε μου εκείνο το ξύλο = φέρε μου εγγύς κλπ. Άλλ επειδή είναι δυνατόν, καθ όν χρόνον προσεγγίζει τίς τινι, ό προς όν ή προσέγγι- σις γίνεται νά μη έπιθυμή αυτήν καί δη καί ν άπομακρυνηται τοΰ προσεγγίζοντος, διά τοΰτο εν Ήπείρω ζυγώνω δηλοΐ «πλησιάζω τον απερχόμενον», έν Κρήτη δ ετι περαιτέρω «επιθυμώ νά πλησιάσω τον φεύγοντα», όθεν «διώκω». Εντεύθεν λέγεται μή με ζυγώνης, μά δεν είμαι ς τδ σπίτι σου, ζύγωξε τδ(ν) σκύλλο, νά μή με δακάσι/, ζυγώνει ό σκύλλος τό(ν) λαγώ, μά δεν τόνε πιάνει κλπ. Πρβλ. καί τί κάθεσαι όρθιος ;...» Καί αν όμως άδιαφορήσωμε στην αρχή γιά τήν σημασιολογική διαφορά, εκείνο πού ευθύς αμέσως εγείρει τήν υπόνοια ότι τό ζιγώνω «διώχνω» τής Κρήτης δεν προέρχεται από τό ζυγόω είναι ότι ό τύπος τοΰ αορίστου σχηματίζεται, αντίθετα μέ ό,τι συμβαίνει στο κοινό ζυγώνω (άόρ. ζύγωσα), αποκλειστικά σέ -ξα (εζίγωξα) καί ό ενεστώτας κάνει όχι μόνο ζιγώνω, αλλά καί ζιγώχνω. Τό -ξα τοΰ αορίστου θά μπορούσε φυσικά νά θεωρηθή ως εξέλιξη από τό -σα κατ αναλογία άλλων αορίστων πού έχουν τό δωρικό ξα (καί λέγεται πράγματι στην Κρήτη λ. χ. άόρ. εατέγνωξα τοΰ στεγνώνω' πβ G. Hatzidakis, Einl. in die neugr. Grammatik 135 έξξ.), αλλά ό ενεστώτας σέ -χνω (ζι-

129 'Ετυμολογικά τής κρητικής διαλέκτου 447 γώχνω) δείχνει μάλλον orι τό ξ ιοϋ αορίστου είναι αρχικό, όχι αναλογικό. Επειτα από αυτό και ή σημασιολογική διαφορά παίρνει τις διαστάσεις πού έχει. Γιατί ενώ ή εξέλιξη από τό «ζευγνύω, συνδέω», πού αρχικά σημαίνει τό ζυγόω, στο «πλησιάζω» τοϋ κοινού ζυγώνω είναι αυτονόητη καί έχει τό ανάλογο της στην εξέλιξη τοϋ λατινικού jungere στο γαλλικό joindre καί τό ίταλ. giungere «φθάνω», ή απόσταση από τό ζυγόω «συνδέω, ενώνω» η ζυγώνω «πλησιάζω» ως τό ζιγώνοο «άποδιώκω, άπομακρύνω» η «καταδιώκω» είναι νομίζω, τόσο μεγάλη, ώστε νά φαίνεται απίθανη (τό παράδειγμα τί κά&εσαι δρ&ιος, πού θεωρεί όμοιο ό Χατζιδάκις, είναι διάφορο, γιατί τό κά&ημαι είχε προσλάβει ήδη στην αρχαία Ελληνική την σημασία «μένω» [βλ. τον Θησαυρό τοϋ Στεφάνου λ. κά&ημαι]' το ίδιο καί τό παράδειγμα σβησμένο; ασβέστη;, πού επίσης θεωρείται ανάλογο από τον ίδιον). Οι δύο αυτές δυσκολίες, ή μορφολογικη καί ή σημασιολογικη, μέ κάνουν νά σκεφθώ μήπως τό νεώτερο ζιγώχνω εζίγωξα της Κρήτης δεν είναι παρά εξέλιξη τοϋ ίδιου τοϋ συνωνύμου του διώκω - διώχνω έδιωξα. Είναι γνωστό ότι τό δ] εξελίχθηκε σποραδικά στην αρχαία Ελληνική καί στην Κοινή σε ζ (Διόν(ν)υσος ζ>ζόνννσος διώρνξ ~ζ>ζώρυξ) καί ότι καμιά φορά μάλιστα τό ι άποκαταστάθηκε έκ τών υστέρων (Ζιο- νύαιος κορζία «καρδία»' βλ. Κ Schwyzer, Griech. Grammatik *, Miinchen 1939, 330). Ή εξέλιξη αυτή τοϋ <5/ σε ζ παρατηρεΐται καί στήν νέα Ελληνική, κανονικά στήν Τσακωνική (ζαλέχου «διαλέγω» βαννίζα «άρνίδια» κττ." βλ. Μ. Δέφνερ, Λεξικόν τής τσακων. διαλ. σ. 137), σποραδικά όμως καί άλλοϋ. Έτσι από τό διώχνω μποροϋσε νά προέλθη *ζώχνω (πβ. τον διαλεκτικό τύπο ζώχτω «διώχνω»), από όπου τό ζ ήταν εύκολο νά περάση στον αόριστο ίδίωξα καί νά σχημα- τισθή τύπος άόρ. εζίωξα καί ένεστ. ζϊώχνω καί μέ ανάπτυξη γ γιά τήν αποφυγή τής χασμωδίας (πβ. κλαίω ~ζ>κλαίγω κττ.) έζίγωξα καί ζιγώχνω - ζιγώνω. "Οτι παράλληλα προς τον αλλοιωμένο αυτόν τύπο σώθηκε στήν Κρήτη καί ό κοινός διώχνω, δεν πρέπει νά μάς φανή παράξενο. Δυο λόγια ακόμη γιά τό σύνθετο άποζιγώνω, πού χρησιμοποιείται στήν Κρήτη όπως καί τό απλό ζιγώνω (ενώ, ας σημειωτθή, τό κοινό ζυγώνω αγνοεί, όσο ξέρω, τέτοια σύνθεση, πράγμα πού ενισχύει τήν άποψη ότι είναι διάφορο τοϋ κρητικοΰ ομοήχου του ζιγώνω). Αν τό ζιγώνω προέρχεται, όπως γίνεται παραπάνω δεκτό, από τό διώκω, τότε είναι φυσικό νά σκεφθή κανείς ότι τό άποζιγώνω είναι τό αρχαίο άποδιώκω. Καί στήν περίπτωση όμως αυτή είναι πιθανό ότι τουλάχιστο σιήν σημασία «καταδιώκω» αφομοιώθηκε προς τό άποδιώκω τό αρχαίο επιδιώκω' πβ. Θεμιστοκλέης μεν νυν γνώμην άπεδείκνυτο διά

130 448 Σ. Γ. Καψωμένου νήσων τραπομένους καί έπιδιώξαντας τας νέας πλέειν Ιδέως Ιπί τον Ελλήσποντον 'Ηρόδ. 8, 108' λόχος δέ τις των Κοριν&ίοτν έπιβοήσας τφ εύωννμω κέρα έαντών έτρεψε των Αθηναίων το δεξιόν κεράς καί έπεδίωξεν ες την θάλασσαν Θουκ. 4, 43,4. Για την διείσδυση τής από στα σύνθετα στην θέση τής επί πβ. επιζητώ - άποζητώ, επιθυμώ - απο&νμώ κτν, 2. Ο Ν Τ I Μ Ο Σ Ή λέξη αυτή, συνήθως με τον καί (κιόντιμος), χρησιμοποιείται σήμερα στην Κρήτη μέ την σημασία «αλλά, δμως, καί δμως». Πα- λαιότερος τύπος της δτιμος παραδίδεται στον Φορτουνάτο τοϋ Φωσκό- λου στην στιχομυθία μεταξύ δασκάλου καί Φορτουνάτου στην Α' πρά- ξη στ. 415 (έκδ. Σ. Ηανθουδίδου, Άθήναι 1922, σ. 61): Δάσκ. : Cur ergo έτσι assidue σαν πρώτα στο σκολειό σου δεν έρχεσαι; Φορτουν. : Γιατί αν ερθώ κ ευρώ σε μοναχό σου, πάραυτας βάνεις σ δρδινιά τοϋ Πρίαπου την ντοτρίνα νά θά μου δείχνης' καί δτιμος έδιάβησαν αντήνα, έδιάβη έκεΐνος δ καιρός καί βλέπεσαι, νά ζήσω, α μέ μαλώση αφέντης μου, μην τοϋ τό μολοήσω. Ό Ξανθουδίδης μεταγράφει την λέξη: δτοιμος καί σημειώνει στο λεξιλόγιο (σ. 249): «δτοιμος, καί δτοιμος έπιρ. Α 415 καί δμως, εν τούτοις' σήμερον ακούεται έν Κρήτη δντοιμος, κιόντοιμος». Έτσι, μόλο πού δεν παρατηρεί τίποτε για την ετυμολογία, είναι φανερό ότι σχετίζει την λέξη προς τό έπίθ. δτοιμος, τύπο τοΰ έτοιμος, γιά τον όποιο ό Du Cange (λ. δτοιμος) σημειιόνει τα εξής: «δτοιμος, Sue- cintus, διεζωσμένος, ειοιμος. Ότοιμα, Confestim, παραχρήμα, αύ- τίκα». Πιθανότερο μοΰ φαίνεται δτι ή λέξη σχετίζεται ό'χι προς τό έτοιμος - δτοιμος, άλλα προς τό ό τι μή (δ τιμή' βλ. Kidd ell - Scott-Jones λ. ό τι or δτι II.) ή δτε μή, παράλληλο καί συνώνυμο προς τό εΐ μή «εκτός, παρά (μόνο)». Πβ. οντε τεω σπένδεσκε θεών, δτε μ ή Διί πα- τρί "Ομ. Π 227 (μέ διάφορη γραφή δτι μή)' οϋδαμοί..., δτι μ ή Χΐοι μοννοι Ήροδ. 1, 18 ου γάρ ήν κρήνη δτι μ ή μία έν αυτή τή ακροπόλει τής Πύλου Θουκ. 4, 26, 2' διέφυγε μέν ούδείς, δτι μ ή διέλα&έ τις Άρριαν. Άνάβ. 1, 16, 2 κτλ. Είναι γνωστό δτι καί τό ει μή από την χρήση του στην σημασία «εκτός, παρά (μόνο)» κατήντησε νά σημάνη απλώς «άλλα» (ήδη στον Αριστοφάνη: μά τά> θεώ, ε! μ ή Κρίτνλλά γ(ε) «(όχι ή Θεονόη),

131 ΠΙΝΑΞ Δ* Επιγραφή συνθήκης εκ Λαιοϋς πρός Καμάραν.

132 ΓΠΝΑΞ Ε' Χαρτογράφημα τοϋ «Κακού Όρους» ΐ/. τοΰ περί Κρήνης βιβλίου ιοϋ Marco Boschini.

133 Ετυμολογικά τής κρητικής διαλέκτου 449 αλλά ή Κρίτυλλα» Θεσμ. 898' πβ. και Ίππ. 186, Λυσ. 942 και Καιν. Διαθ. Προς Γαλ. 1, 7) και σώθηκε ως σήμερα υπό τους τόπους άμη άμε άμα και μά στην σημασία αυτή (βλ. Σ. Ψάλτην : Άθηνά 28 [1916] Λεξικογρ. Άρχ. 38 εξξ.). Κατά τον ίδιο τρόπο λοιπόν φαίνεται ότι και τό ότι μη προσέλαβε την σημασία «αλλά, όμως» και διατηρήθηκε στον τύπο δτιμος τοΰ Φορτουνάτου καί τον σημερινό δντιμος. Την προέλευση αυτή τοΰ οι τιμος από τό orι μη καθιστά σαφέστερη ό τύπος όντεμής, πού χρησιμοποιείται σήμερα επίσης στην Κρήτη καί μπορεί μάλιστα νά συνάπτεται είδικώτερα προς τό παραδεδομένο στο κείμενο τοΰ 'Ομήρου δτε μη. Γιά τήν ανάπτυξη τοΰ έρρινου (οτε μη ^>όντεμης δτι μη ^>δντιμος) πβ. δταν ^μδνταν καί δσα σημειώνω κατωτέρω γιά τό έρρινο τοΰ ομπανέ. "Οσο γιά τό -μος αντί -μη(ζ) τοΰ τύπου δντιμος, μπορεί νά οφείλεται σ επίδραση τοΰ συνωνύμου όμως, πού επίσης χρησιμοποιείται με προτασσόμενο και (κι δμως), αλλά πβ. τήν δμοια περίπτωση τοΰ κρητικοΰ πάντη(σ) μος από τό πάντως (πάν- τΐΐ) (βλ. Σ. Ξανθουδίδου, Γλωσσάριον Έρωτοκρίτου σ. 650 λ. πάντηομ ). 3. ΟΜΠΑΝΕ Ό επιρρηματικός αυτός τύπος, πού χρησιμοποιείται σήμερα στήν Κρήτη μέ τήν σημασία «τό βράδυ, τούτο τό βράδυ», φαίνεται δτι ά παντά γιά πρώτη φορά στό τρίτο ϊντερμέδιο τοΰ Φορτουνάτου στ. 104: Λοιπό με δίχως αργιτα ΰέλετε μπη στην χώρα νά φνλακτήτε, κι δ μ πάνε δώ τόνε βάνει ή ωρα. Ό εκδότης Ξανθουδίδης (βλ. Λεξιλόγιον σ. 248) αναγνώρισε δτι τό ομπανέ εδώ σημαίνει «ταχέως, δσον οΰπω» (πβ. τήν συνώνυμη έκφραση πού ακολουθεί τόνε βάνει ή ώρα). Γιά τήν προέλευση δμως τοΰ νεωτέρου αύτοΰ επιρρήματος παρατηρεί δτι τοΰ είναι άγνωστη. Ή παραπάνω χρήση τοΰ ομπανέ νομίζω δτι οδηγεί στήν παραγωγή του από τήν φράση δπον αν έ'(νι), πού καί σήμερα υπό τήν κοινή της νεοελληνική μορφή δπον νά ναι χρησιμοποιείται στήν σημασία «εντός ολίγου, δσον ουπω». Αρχικά ή φράση δπον νά ναι ή δπον και νά ναι (δπον κι άν είναι) έχει τοπική σημασία (δπον [καί]» ά vat, ϋά βρε&ή κττ. «σέ δποιον τόπο καί αν είναι κτλ.») καί μιά τέτοια χρήση της μαρτυρεί 6 Rohlfs (Grammatik der unteritalienischen Grazitat, Miinchen 1950, σ. 160) καί γιά τούς τύπους ποννάναι πουναέ πονκανένε δπονκανένε στις διαλέκτους των Ελλήνων τής Μεσημβρινής Ιταλίας, μέ τήν διαφορά δτι αντί «tiberall», δηλ «παντού», ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ Ζ. ί9

134 450 Σ. Γ. Καψωμένου δ'πως τό ερμηνεύει, περιμένει κάνεις μάλλον την σημασία «οπουδήποτε καί αν είναι» (ό Morosi, Studi sui dialetti greci della Terra d Otranto, Lecce 1870, 160 ερμήνευε «in ogni luogo»). Άλλα από την τοπική σημασία μετέπεσε, δπως και τόσα άλλα τοπικά επιρρήματα (λ. χ. ενϋα, ενταΰ&α, δπίσω, πρόσω κττ.), στην χρονική «σέ οποίον χρόνο και αν είναι», από δπου περαιτέρω «σέ λίγο» (και τέλος «τό βράδυ»). Μια αρκετα πρώιμη μαρτί'ρια απο την χρονική αυτή χρηση μάς προσφέρει πιθανώς Ιδιωτική επιστολή από τήν Αίγυπτο τοΰ 4./5. αιώνα μ. X., πού μάς έσωσε ό πάπυρος Fouad I 82' εκεί ό επιστολογράφος κάνει λόγο για τις δυσκολίες πού συναντά για νά στείλη στον αποδέκτη τής επιστολής αρώματα και προσθέτει (στ. 12/3) : βον- λενόμεΰα άποστΐλαί σε ( σοι) δπου αν fj, δηλ., δπως εικάζω, «σκεπτόμαστε νά σοΰ στείλωμε σύντομα». "Ωστε τό δμπανέ, ή μάλλον όμπανέ, προέρχεται από τήν φράση δπου αν ενι. Γιά τήν χρήση τοΰ ενι υστερ από τον δυνητικό αν στον τύπο δμπανε αντί τοΰ f) πού έχομε κανονικά στό παραπάνω χωρίο αρκεί νά παραβάλη κανε'ς τούς κατωιταλικούς τύπους (ό)πονκανένε (δπου κ<χν ενε) καί ποννα'ε (δπου νά ενι) καί νά θυμηθή δτι στην Κοινή οριστική καί υποτακτική συνέπεσαν γενικώτερα καί ιδιαίτερα στό ρήμα είμι (βλ. Σ. Καψωμένου, Συμβολή στην ιστορία τοΰ ρήματος είμί: Προσφορά εις Στίλπ. Κυριακίδην, Θεσσαλονίκη 1953, σ. 316 έξξ.). "Οσο γιά τό έρρινο τοΰ δμπανε αντί δπανε (απ άν ε) πβ. τά ποντιακά εΐμπαν «δπου» από τό ει πη αν, εϊνταν «δ,τι» από τό εΐ τι αν 1 και τό κοινό δνταν από τό Star. Πρόκειται πιθανώς γιά ανάπτυξη έρρινου από επίδραση τής επομένης συλλαβής (δ-ταν ζ>δν-ταν). Πανεπιστήμιον Θεσοαλονίκης Σ Γ. ΚΑΨΩΜΕΝΟΣ *) *) Ή γνιόμη πού έχει διατυπωθώ, ou στά εΐμπάν εϊνταν τοΰ Πόντου διασώθηκε δ αρχαίος τύπος ΰποθειικυϋ συνδέσμου ην, δέν φαίνεται πιθανή, γιατί ό τύπος αυτός δέν έχει αφήσει, οσο ξέρω, αλλα ίχνη στην νέα Ελληνική.

135 ΤΟ «ΚΑΚΟΝ ΟΡΟΣ» ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΤΟΠΩΝΥΜΙΑ ΑΥΤΟΥ '0 Marco Boschini εν τφ βιβλίφ αΰτοΰ περί της Κρήτης παραθέ τει1 χαρτογράφημα έπιγραφόμενον : CACCO NOROS. = Κακόν Όρος2. Τοΰ αυτού χαρτογραφήματος πανομοιότυπον παρέχομεν καί ημείς κατωτέρω : Τοΰ Κρητικού Κακού Όρους (ευρισκομένου μεταξύ τής τοποθεσίας τής αρχαίας πόλεως Άμνισού, επινείου τής Κνωσού, κα'ι τοΰ σημερινού χωρίου Γούρνες) εχομεν τα εξής παράλληλα τοπωνύμια:3 Α': Καλόν Όρος έν Κρήτη: άπαντα ήδη έν κειμένφ οΰ δ τίτλος λέγει: Κόπια εύγαμένη από άλλην κόπια και εκείνη ενγαμένη από τό άουτεντικόν πρεβελέγιον τό παλαιόν άποϋ τον καιρόν τής βασιλείας των Ρωμαίων», εν&α κεΐται : «να ύπάγη στο Καλόν Όρος»'. Β' Καλόν Όρος='Η Ά λ άγια τής Παμφυλίας. Ό κάτοι- ') Marco Boschini: «II regno tutto di Candia delineato a parte, a parte, et intagliato da Marco Boschini Venetiano. A1 se- renissimo prencipe e regal collegio di Venetian. Έν Βενετία 1651, σελ. 29 (έχρησιμοποίησα τό άντίτυπον τής Πρωσσικής Κρατική; Βιβλιοθήκης τοΰ Βερολίνο», οπού εναπόκειται τό περί οΰ δ λόγος άντίτυπον ύπό επίσημα: Uh ) Τό χρητικόν Κακονόρος αναφέρει καί ό Konrad Bursian, Geographic von Griechenland, τόμ Β. έν Λειψία , σελ. 545, 595 : Kakonoros. 8) Κωνστ. *Α μαντού, Παρατηρήσεις τινές είς τήν Μεσαιωνικήν Γεωγραφίαν (Άνατυπωσις έκ τής Έπετηρίδος τής Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών). Τόμ. Α' (1924) σελ. 51. *) Τό πρώτον άπεγράφη ύπό τοΰ C. Hopf έκ τών εγγράφων τής έν Κέρκυρα οικογένειας Βάλβη-Σκορδίλη. Τό έγγραφον είναι κεχρονισμένον : <f Έν μην'ι όκτωβρίφ... έτους,κχήβ' (=1183). Ασφαλώς τό έγγραφον τοϋτο είναι πλαστόν. Προσγράφεται είς τόν Αλέξιον Κομνηνόν Α'. 'Γοιοΰτα έγγραφα πλαστά έπ όνόματι τών λεγομένων Άρχοντοπούλων τής Κρήτης καί άλλων εΰ- γενών οίκων τής αυτής Μεγιιλονήσου κυκλοφοροΰσι άπό αιώνων μάλιστα έν Έπτανήσφ καί άλλαχοΰ. Βλ. πρό πάννων Ε. Gerland, Histoire de la noblesse Cretoise au moyen age [=Extrait de la «Revue de Γ Orient Latin», τόμ. XXI, Paris 1907, σελ. τής άνατυπώσεως, 16 κ. έ. Παρβλ. καί Σ τε" φάνου Ξανθουδίδου, Ή Ενετοκρατία έν Κρήτη καί οί κατά τών 'Ενετών αγώνες τών Κρητών [=Texte und Forschungen zur byzantinisch neu- griechischen Jahrbuchern, herausg. von Nik os A. Bees (Βέης) Nr. 34. Εν Άθήναις 1939, σελ. 16 κ. έ., 125 κ, έ. καί ίδίρ. Μανούοου Μανού-

136 452 N. A. Βέη (Btet) xoc αυτής: Καλορίτης και : Καλορηνός. 'Ο συνάδελφος κ. Κ. "Αμαντος έσημείωσε τά εξής : «Έν Χίφ υπάρχει τοπωνυμιον Κ α- λορήνα, το όποιον πάντως προήλθεν εκ τίνος Καλορηνοΰ5. Επίσης εν Χίφ ύπήρχεν άλλοτε ναός τής Παναγίας τής Καλοριτίσσης, τής άνηκουσης δηλαδή εις τινα Καλορίτην. Τά εθνικά ταΰτα ονόματα διεδόθησαν ευρύτερα, δταν τό Καλόν Ορος (τής Μικράς Ασίας) κατελήφθη υπό τών Τούρκων, Σελδτσουκων των κτισάντων άντ αΰτοΰ την Άλάγιαν»6. Τρίτον Καλόν Όρος άπαντα, εν τή Συνεχείς τοΰ Θεοφάνους (102, 14) τοΰτο δεν πρέπει νά ταυτίζεται προς τό τοΰ Κωνσταντίνου τοΰ Πορφυρογέννητου, αλλά ζητητέον εις τάς περί την Προποντίδα χώρας 7. Κατά τάς παρατηρήσεις τής ταπεινότητός μου καί τέταρτος τόπος εκ τών μέσων Αιώνων φέρει τό όνομα Καλόν Ορος. Τοΰτο κεΐται εν τφ Πόντφ, έν τή Τραπεζουντίςι χώρα, άναφέρεται έν πα- λαιοις Πορτολάνοις, μάλιστα δέ Ίταλικοΐς. Ό δέ περίφημος γεωγράφος καί ιστορικός Karl Ritter, έν τφ πολυτόμφ καί πολυτίμφ έργφ του περί τής Ασίας, γράφει τά εξής σχετικώς προς τό Ποντικόν Καλόν Ορος: «Auch fiir das im Osten der Thalmiindung kuehn ins Meer tretende Vorgebirge, welches diegriechen Καλόν Ορος, den schonen Berg, haben die Tiirken einen besonderen Neben- namen, Ajan Dagh (wol von den griechischen «heilig» abge- leitet». Μεγανόρος, κορυφή σημαντική επί τής Λευκάδος, ΰψ. 1010*. Ώς γνωστόν ή Αευκάς κεΐται πλησιέστατα προς τήν Ακαρνανίαν, άφ σ α κ α, Ή παρά Trivan άπογραφή τής Κρήτης (1614) καί «δ δήθεν κατάλογος τών Κρητικών οίκων Κέρκυρας» έν «Κρητικοΐς Χρονικοΐς» τόμ. Γ' (1949) σ*λ. 36 κ. έ. δ) ΓΙρβλ. Κωνσταττίνον Πορφυρογέννητο ν, τόμ. Α', 654, 12, R e i s k e, Β γ3ο W. Tomaschek, Zur historischen Topographie von Kleinasien im Miltelalter (Sitzungsbericte der Wiener Academie der Wissenschaften, τόμ, ΡΚΔ'οελ. 57). N. Banescu, έν cbyzantinisch-neu- griechischen Jahrbiichern, τόμ. Γ' (1923) σελ Βλ. πρό πάντων Κ. "Αμα ντον, ενθ ανωτέρω, σελ. 51, καί S. Merc at i, επίσης έν «Byzanti nisch - Neugrieckischen Jahrbiichern τόμ. Δ' (1923/4) σελ. 9. β) Βλ. ανωτέρω. 7) Κατά τόν Κ. Αμάν τον, ένθ ανωτέρω. 8) Κ. Ritter, Erdkunde, τόμ. IX, σελ. 911 κ. έ. 8) Σπυρίδωνος Βλαντή, Ή νήσος Αευκάς καί αί πόλεις αυτής άνά ιούς αιώνας, έν τή «Έπετηρίδι τοΰ Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσού», τόμ ΙΑ' (1915) οελ Επί πδσι: Eugen Oberhumer, Akarnanien, Ambrackia, Amphilochien, Leukas im Altertum. Εν Μονάχψ Σελ. XVIII (Διατριβή έπί διδακτορίρ.).

137 Τό «Κακόν "Ορος* τής Κρήτης καί τα παράλληλα τοπωνύμια αΰτοΰ 453 ής χωρίζεται διά τεχνητού πορθμού. Κατά την αρχαιότητα ή σημερινή επαρχία Βάλτου έπεϊχε περίπου την χώραν τών Άμφιλοχίων. Τού Βάλτου όρος υψηλόν είναι τό Μ α κ ρ υ ν ό ρ ο (ν). Αυτόθι κατά τον 'Ιερόν 'Αγώνα τών Πατέρων ημών καί δη μην! Ίουνίφ τού 1821 συνεπλάκησαν οΰτοι έπανειλημμένως μετά τών Τούρκων' Ουτοι υπό τον Ισμαήλ Πλιάστον πασδν έπεχείρισαν νά διέλθωσι τά στενά τού Μ α κρυνόρου, άλλ άπεκρουσθησαν εις τάς θέσεις Γ υ φ τ ο π ή δ η μ α τήςλαγκάδας καί τής Παλαιοκουλιας. Καί πάλιν τη 18 Ιουνίου 1821 (π. ή.) οί ήμέτεροι άπεκρουσιτν τάς επιθέσεις τών Τούρκων, οΐτινες ύπέστησαν πολλάς ζημίας. Άρχηγόςτών Ελλήνων κατά τάς προμνημονευθείσας συμπλοκάς διέπρεψε κατ εξοχήν ό έκ Δοΰνιτσας τού Βάλτου καταγόμενος οπλαρχηγός Ά ν δ ρ έ α ς Ί σ κ ο ς, ό άλλως καί Κ α ρ α ΐ σ κ ο ς επιλεγόμενος. Ειχεν ό Άνδρέας Ίσκος νέος θητευσει εις τήν αυλήν τού Άλή πασά καί μετά τού Όμέρ Βρυώνη συνεκστρατεύσει κατά τού πασά τού Βερατίου. Μετά δέ τάς έν τώ Μακρυνόρψ ανδραγαθίας του προήχθη ό Άνδρέας Ίσκος είς στρατηγόν. Τά καθ δλου στρατικά επιτεύγματα τού άνδρός αναγράφονται έν τφ Άρχιίφ τών Αγωνιστών φακ. 544 καί 391 καί έν τφ Άρχείφ Άγων. άριθ καί >. Σπαρτόνορος καλείται εν τφ Νεο - Άκαρνανικφ ίδιώματι ό Θύαμος τών Αρχαίων, «όρος τής Αμφιλοχίας κατά τον νότον τού Άμφιλοχικού Άργους» ΝΙΚΟΣ Α. ΒΕΗΣ (Bees) 10) Άλλοτε, περί τό 1850, επί τοΰ Μακρυνόρου, ΰπήρχεν καί ΰποτελωνεϊον. Βλ. Ιακώβου Ρ. Ραγκα βή, Τά Ελληνικά. Τόμ Α. Έν Άθήναις 1853, σελ u) Ό προς βορράν τοΰ Άργους κλάδος τοΰ Σπαρτόν όρου κοινώς καλείται: Μακρυνόρος, βλ. Ιακώβου Ρ. Ραγκαβή, Τά Ελληνικά, ενθ. άνωτ. Τό Θΰαμον τούτον λέγει Σπαρτοβούνι ό Pape - Benselor έν λ., καί ό Classon έν τή έκδ. τοΰ Θουκυδίδου (3,106).

138 ZU DEN SLAVISCHEN LEHNWORTERN IM NEUGR1ECHISCHEN Bekanntlich ist die reichhaltigste Zusammenstellung der sla- vischen Behnworter im Neugriechischen diejenige von Gustav Meyer in seinen Neugriechischen Studien II: Die slavischen, albanischen und rumanischen Behnwbrter des Neugriechischen, Wien 1895 (= Sitzungsberichte der Wiener Akademie der Wis- senschaften, Philos. - histor. Klasse Bd. 130 Nr. 5). Beider ist seitdem nichts Zusammenfassendes iiber diesen Gegenstand mehr geschrieben worden, obgleich die neugriechischen Dialektstu- dien auch neues lexikalisches Material ans Tageslicht befdrdert haben. Die Berliner Bibliotheksverhaltnisse erlauben mir nicht, auf die Frage im allgemeinen einzugehen. Ich mochte aber im folgenden einige Beispiele aus dem Glossar zu Stam. Psaltis Θρρικικά, Athen 1905 beibringen, um zu zeigen, dass das The- ma der slavischen Behnworter noch nicht erschopft ist. 1. dk βέρος' παράγαμβρος (Psaltis 176). Das in Σαράντα Έκ κλησίαι verbreitete Wort ist entlehnt aus bulg. dever* «Schwa- ger, Mannesbruder», skr. djever. 2. άρουβάνι «Butterfass» (Psaltis 177). Als Quelle betra- chte ich altbulg. druvenu «aus Holz», bulg. durven dass. Das Wort begegnete auch als δρουβάνι, δουρβάνι in Ophis, Tra- pezunt (Σύλλογος i8, 132) und als δοονβανωτόν οξύγαλα bei Theo- doros Prodromos. Das a ftir bulg. e erklart sich durch die a Aussprache des bulgarischen Bautes. 3. ioba' υπόγειον (Psaltis 179) ist entlehnt aus bulg. izba «Keller, in die Erde gegrabene Hiitte», dessen altere Form in altbulg. i s t u b a vorliegt. 4. κάσα a" φαγητον αγαν αλμυρόν (Psaltis 180) ist bulg. kasa «Brei, Griitze». G. Meyer Neugriech. Studien 2, 30 kennt nur das zusammengesetze καοιόπηττα «Art Kuchen aus Weizenmehl», Epirus. *) Δι ελλειψιν καταλλήλων τυπογραφικών στοιχείων τά γράμματα c, i, u, s, καί e δέν ήτο δυνατόν δυστυχώς νά αποδοθούν εις τάς σλαβικός λέξεις μέ τά κατάλληλα στοιχεία τών σλαβικών κειμένων. (Σημ. έκδ.)

139 Zu den Slavischen Lehnwortern im Neugriechischen κλάκα' ή δρνις ή έπφάζονσα τα φά της (Psaltis 182). Aus bulg. kloka «Gluckhenne», klocka dass. tjber das slavische Wort handelt ansfiihrlich Berneker Slav, etymol. Worterbuch 1, κολνβα καλύβη (Psaltis 182). Wegen des 0 und des b des griechischen Wortes muss es entlehnt sein aus bulg. koliba «Hirtenhutte», das seinerseits entlehnt ist aus griech. καλύβη, nicht aus dem osmanischen, wie Berneker Slav, etymol. Worterbuch 1,546 meint. 7. κοτάρα' στάβλος τών χοίρων (η λέξις σλαυικη Sagt Psaltis 183) Die Quelle ist bulg. kotara «Hurde», skr. kotar «Ge- biet Grenze», verwandt mit altbulg. kotici κέλλα νοσαία, s. Berneker c. 1. 1, κούκερος' είδος φαντάσματος (Psaltis 183). Aus bulg. kuker, kukir «Sehreckgespenst, Verkleideter» (urspr. *kukyr-), zur Btymologie s. Mladenov Etimologic. Recnik κούλκα' ινδική δρνις (Psaltis 183: δ αλλαχού λεγόμενος γάλ λος η κούρκος). Aus bulg. kurka «Truthenne», altbulg. kuru «Hann». Das l ist hyperkorrekt naeh dem Verhaltnis von άδερφός : αδελφός, χάρκωμα : χάλκωμα u. a. 10. κ ου πάνα' ξύλινη μικρά σκάφη (Psaltis 184) entspricht κοπάνα dasselbe in Kesani (Thrakien). Rs ist bulg. kopanj a, kopanka «Trog», s. G. Meyer Neugriech. Studien 2, μ ώ μ τ σ ε ς' άνθρωπος ονδενδς άξιος (Psaltis 191) Aus bulg. momce n. «Knabe», von momuk «Bursche, Diener». 12. πρίτσος τράγος (Psaltis 199). Entlehnt aus bnlg. pruc «Ziegenbock, Schafbock», das dialektisch aueh als προϋτσος dasselbe entlehnt worden ist (s. G. Meyer Neugriech. Studien 2,53). 13. τπιβρίκα' βοτάνη τις (Psaltis 208) ist wohl entlehnt aus einem slav. *cembr-, russ. caber «Satureia hortensis» und «Thymus serpyllum», tschech. cabr «Satureia». 14. στονβίζω' πτίσσω (Psaltis 204), ist gebildet von bulg. stupa «Morserkeule» aus *s t o m p a, das zusammen mit seinen slavischen Verwandten entlehnt ist aus einer altgermanischen Entsprechung von deutsch Stampfe, angelsachsisch s t a m p e. ι^.ρονδι' κόκκινον χρώμα (Psaltis 200). Aus bulg. ruda «Erz», nid, -a, -0 «rot». 16. μάζαλ(η)' νδωρ μετά πιτύρων βεβρασμένον, εν ω εμβάπτου-

140 456 Max Vasmer σι τά νήματα, ΐνα καταστήσωσιν αυτά λειότερα (Psaltis 188). Etwa bulg. *mazalo «Salbe, Schmiere» zu altbulg. mazati «schtnieren, salben, einfetten». 17. ο τ a χ τ ο πέ πε λ ς' ό επί τής τέφρας δίαιτά),ιιενος (Psaltis 204) Zusammengesetzt aus στάχτη «Asche» und bulg. pe p e 1 «Asche». 18. πεπεροί^α' «Regenmadchen», παιδίσκη κεκαλνμμένη καϋ ο λοκληρίαν υπό χόρτων καί περιερχομένη τάς δδονς εν καιρφ ανομβρίας. Ταντην οι οίκοδεσπόται των οικιών, πλησίον των όποιων διέρχεται, καταβρέχοναι δι" &ψϋ όνον νδατος, νομίζοντες δτι ουιω ϋ ά παύση ή ανομβρία. Τδ είλιμον τούτο είναι εν χρήσει καί εν "Ρουμανία' (so Psaltis 196 ff ). Das Wort stammt aus bulg. peperuga «Regenmadchen», auch «Schmetterling». Dieses ist aber nach Mladenov Etimol. Recnik 41S eine Umgestaltung eines Rehnwortes aus griech. πεταλούδα, vgl. aber noch andere Moglichkeiten bei G. Meyer Neugriech. Studien 2, 86, Alb. Wb Bedenkt man die weit nach Norden vorgeschobene Stellung des neugriechischen Dialekts von Saranda - Ekklisia, aus dem alle die oben erwahnten Worter stammen, dann muss der Einfluss der bulgarischen Sprache dort als sehr geringfiigig bezeichnet werden. Es sind, wie auch die bereits fruher von Gustav Meyer gesammelten Rehnworter, lauter Ausdriicke, die der bauerlichen Sprache angehoren, typische Restworter einer zuriickweichenden Bevolkerung. Ganz anders sieht der umgekehrte Einfluss aus, den das Bulgarische von Seiten des Griechischen erfahren hat, das entsprechend seiner kulturellen Bedeutung den nordlichen Nachbarn viele Kulturworter gegeben hat. Diesen Einfluss zn schildern, muss ich mir hier versagen, da das den Rahmen einer Festschrift ganz erheblich iiberschreiten wiirde. Der verehrte Herr Jubilar moge mir die Geringfiigigkeit dieses Beitrages nachsehen und ihn als eine δόσις ολίγη τε φίλη τε hinnehmen, die ihn an die Zeiten erinnern soil, als er in dem alten Berlin den fiir die griechische Kultur empfanglichen Deutschen die Riebe zu seiner Muttersprache beibrachte. Berlin - Nikolassee. MAX VASMER

141 ZUR LEBENSGESCHICHTE DES CALIXTUS OTTOMANUS (B A J K Z I D OSMAN) Im III. Jahrgang der Zeitschrift La Nouvelle Clio (Brussel 1951) wurde auf den Seiten der Versuch unternommen, den merkwurdigen Lebenslauf eines angeblichen Turkenprinzen Bajezid Osman, der nach seiner Taufe (8. Marz 1456 zu Rom) den cbristlichen Namen Calixtus annahm, ohne freilich in der Folge sich hartnackig auf ilm zu versteifen, zu verfolgen. Er ist bis zum heutigen Tag von einem Geheimnis umwittert, das jener selfsame Ritter Giovanni T o r c e 11 o (Torselo = Torsello?), allem Anschein nacli, ein kretischer Burger von Venedig, als er auf dem Weiler Ligortynos 1 bei Heraklion vermutlich seine Tage beschloss, ins Grab genommen hat. Er war es, der den Knaben als Sohn Murads II. aus Adrianopel nach Venedig und spater zu Papst Calixtus III. brachte und diesem weiszumachen verstand, dass er als Faustpfand gegenuber dem Eroberer von Konstantinopel, seinem «Stiefbruder» Mehmed II., einmal mit Nutzen zu verwenden oder auszuspielen sei. Es ist kein Zweifel erlaubt, dass sich aus Archiven und Bibliotheken Deutschlands und Italiens, vielleicht auch Ungarns noch wichtige Anhaltspunkte zur Lebensgeschichte des seltsamen «Prinzen», der im Herbst 1496 auf Schloss Prugg zu Bruck an der Leitha klaglich endete, werden gewinnen lassen. Im folgenden soil als weiterer Beitrag hiezu ein Fund erortert werden, den der Schreiber dieser Zeilen vor zwei Jahren auf der Bayerischen Staatsbibliothek zu Miinchen machen konnte. In dem so verdienstlichen nachgelassenen Werk von Richard S t a u b e r, Die Schedelsche Bibliothek, lirsg. von Otto H a r t i g (=Studien und Darstellungen aus dem Gebiete der Geschichte, VI. Bd., 2. und 3. Heft, Freiburg im Br. 1908) wird auf S 220 als zum «jetzigen Bestand» der Schedelschen Biicherei gehorig ein Abdruck des bekannten Tractatus de moribus, condicionibus * S. ') Vgl. F. Babinger in La Nouvelle Clio, III (Brussel 1951), S. 363, Anm. 6, wo die gesamte, damals erreichbare Literatur fiber die. sen seltsamen kretischen «Ritter» und seine Tatigkeit auf italischem Boden zusammengetragen und ausgewertet wird.

142 458 Franz Babinger et nequitia Turcorum (o. O. u. J.) des sog. Miihlenbacher5, genauer des Dominikaners Georg ins aus Muhlenbach in Sie- benbiirgen, der am 3. Juli 1502 zu Rom im Geruche der Heilig- keit etwa 8ojahrig aus dem Dasein schied, aufgefiihrt. Daneben wird der teilweise Wortlaut eines «interessanten Eintrags» von Hartmann SchedeFs ( ) Hand auf dem zweiten Vorsatzblatt bekannt gemacht Es liandelt sicli urn den Wiegen- druek mit der Standnummer 40 Inc. s. a. 1847a ( H a i n 15672) der Bayerischen Staatsbibliothek zu M line hen. Aus den Ausfiihrungen R. S t a u b e Es ergibt sich jedoch mit Sieherheit, dass er Sinn und Bedeutung dieses Vorsatzblat- tes nicht erkannt hat. Dass zur Biographie und wohl auch zur Charakteristik des Calixtus Ottomanus das hier (Abb. 1) wie- dergegebene Blatt einen schatzbaren Beitrag darstellt, diirfte sich aus dem Folgenden ergeben. Das zvveite Vorsatzblatt, das offensichtlich im Jahre 1487 dem Wiegendruck beigeheftet wurde, zeigt ganz oben eine unbestimm- bare Raugkrone, deren Form und Aufmachung freilich eher einem deutschen Ffirstenhut jener Tage zu ahneln scheint. Da. runter stehen, gleichsam als Zueignung, die Worte: ORCHAN-BEG TVRCOR- IM PE RA TO R DE DOMO OTMANORVM Dann folgt ein Steehschild mit dem bereits (vgl. La Nou- velle Clio, III [1951], S. 375, Anm. 2) bekannten Wappen, das in blauem Feld in den vier Ecken je einen goldenen Stern, in der Mitte eine aufrechte, nach rechts offene Mondsichel zeigt. Rechts daneben liest man, offenbar von H. SchedeFs Hand, die nachstehende Eintragung : Iste fait f[rate]r machometi imp[erat]oris turcor[um]. In iuue[n]ili etate ex turchia eductus ob metum fratris. Unter dem Wappen steht die Jahreszahl 1487, deren Anbrin- J) Ueber den «Miihlenbacher» vgl. jetzt die grundlegenden Abhatidlungen von Florio Banfi, Fra Giorgio di Settecastelli 0. P., detto Georgius de Hungaria = Memorie Dominicane, LVI. Jahrg. (Florenz 19.59), S und S , sowie J. A.B. Palmer, Fr. Georgius de Hungaria, Ο. P and the Tractatus de Moribus Condicionibus et Nequicia Tur. corum Bulletin of the John Rylands Library, XXXIV. Bd. (Manchester 1951), S

143 Zur Eebensgeschichte des Calixtus Ottomanns 459 gung erst aus dem am untern Blattende befindlichen weiteren Eintrag Hartmann Schedel s verstandlich wird: Anno Dmic [=jesu cliristi] Mcccclxxxvii' In fine Autumpni Idem Turcus fuit in domo Sebaldi Stromeirs cui hu[n]c librufm] concessi' qui post.qm perlegit omnia vera esse dixit. Nuremberg». Darunter, deutlich als spaterer Zusatz kenntlieh, finden sich die Worte: Iterate fuit Nn,r[ember g]e Anno Mit diesem Vor- satzblatt wird mit Si- cherheit der Anhalts- punkt fiir den Aufen tlialt des Calixtus Ottomanus ftir das Herb- stende 1487 gewon- nen. Um eben diese Zeit hielt sich Konig Maximilian nach der Abdankung seines Veters Friedrich III. tat- sachlich in Niirnberg' auf, wo er einen Rei chstag abhielt. Calixtus Ottomanus, der hier auf einmal als Orchan - Beg und /fvcham be TVi\COf^ IpipeaA TD&hE tome ormnonv^ir Wrrcrirrjrv».»> fee»-. ps#* W %wnm mr- P*fKr*t>f*** f., <h4, ΤΤΤ» - T. Abb 19.Zweites Vorsatzblatt des Miihlenbacher s Tractatus de moribus, condicionibus et nequitia Turcorum. nicht wie bisher manchmal als Prinz oder gar als Imperator Bajezid aufzutreten scheint, muss sich seinem Gefolge angehort haben. Dass er im Marz 1491 in Maximilians Begleitung zu 4 8) Die Abkiirzungen der Vorlage warden aus Mangel an geeigneten Typen aufgelost. 4) Calixtus Ottomanus, der sich geraume Zeit am Hofe des Konigs Matthias Corvinus in Ungarn aufgehalten hatte, scheint diesen nach seinem Einzug in Wien (1485) verlassen und sich auf die Seite Friedrichs III. und seines Sohnes Maximilian gesehlagen zu haben. Nach der KrS- nung Maximilians durfte er ausschliesslich in dessen Umgebung verweilt haben.

144 460 Franz Babinger Niirnberg verweilte, war bereits bekannt (vgl. La Nouvelle Clio, III, 381 oben). Das Buch hat sich zweifellos in den Handen des Calixtus Ottomanus befunden, als er im Spatherbst 1487 zu Niirnberg im Hause des Patriziers Sebald Stromer untergebracht wur- de. Das Gebaude hiess «zur giildnen Rose» und gab einem langst erloschenen Zweige der B'amilie Stromer (v. Reichenbach) den Beinamen «zur goldenen Rose»5 6. 7Der Hausherr war zusammen mit seinem ledig verstorbenen Bruder Sigmund (II.) der letzte dieser einst sehr wohlhabenden Linie und muss zwischen verschieden sein6. Das Haus «zur giildenen Rose» (There, sienstrasse 7) wurde 1506 an Jakob Welser verkauft, der es abreissen und an seiner Stelle eines der herrlichsten Patrizier- hauser der alten Reichsstadt errichten liess. E)s wurde Anfang 1945 durch englisehe Bomben fast vollig zerstort und seine Pracht ist nur noch in zahlreichen alten Abbildungen erhalten geblieben. Der Wiegendruck wurde vermutlich von seinem Besitzer Hartmann Schedel, der damals als Arzt und Ratsherr in seiner Vaterstadt Niirnberg wirkte8, dem seltsamen Gast iiberlas- sen und zu diesem Behufe mit dem hier abgebildeten (Abb.19) Vorsatzblatt versehen. Wenn H. Schedel erklart Calixtus Ottomanus habe versichert, der Inhalt des Biichleins beruhe ganz auf Wahrheit, omnia vera esse, so hat dieser, der doeh als Kind die Tiirkei verliess, ganz sicher mehr als er verantworten durfte behauptet. Das er Latein verstand, wird von Johannes Cuspi- nian, der ihn zu Wien kennen lernte, freilich beteuert: Lati- nam linguam egregie calluit9. Was Sebald Stromer oder Hartmann Schedel veranlasste, den angeblichen Tiirkenprinzen als «Orchan - Beg» zu bezeichnen, bleibt in Dunkel gehiillt. So hiess bekanntlich jener Tschelebi, der sich in byzantinischen Gewahr- 5) Vgl. dariiber Fr. Traug. Schulz, Niirnberger Burgerhauser, I. Bd. (Wien ), S ) Frl. Mitteilungen von Hon. Prof. Dr. Ernst Frh. Stromer v Reichenbach ( ), Verf. der Schrift Unsere Ahnen in der Reichsstadt Nurnberg ISOS (Grunsberg bei Niirnberg 1951), wo auf S. 18 ganz kurz iiber die Linie «zur goldenen Rose» gehaudelt wird. 7) Abbildungen im Werke von F. Traugott Schulz, a.ao. 8) Vgl. Rich. S t a u b e r, a.a O., S. 70 f. ) Vgl. La Nouvelle Clio, III (1951), S.384.

145 Zur Lebensgeschichte des Calixtus Ottomanus 461 sam befand und bei der Ersturmung Konstantinopels im Mai 1453 ein jammerliches Ende nehmen musste 10. Ob sich Calixtus Ottomanus etwa zur Abwechslung damals so benannte, ist heute schwer zu entscheiden. Fest aber dtirfte stehen, dass das merkwiirdige Vorsatzblatt, mit dem man in Stromer3 schen Hause demfremdling zu huldigen suchte, diesen aufs neue in ein Zwielicht riickt und die reichlich dunkle Gestalt des Calixtus Ottomanus und seines kretishen Betreuers noch unklarer und verschwommener als Bisher erscheinen lasst. FRANZ BABINGER 10) Vgl. dariiber Fr. B a b i n g e r, Mehmed der Eroberer und seine Zeit (Muncben 1951), Ss. 73 f., 94 und 100.

146 ΑΙ ΕΠΙΣΚΟΠAI ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΤΟΥ Γ ΑΙΩΝΟΣ ΠΡΟΛΟΓΟΣ Μετέχων ευχαρίστως τοΰ, επί τη 75ετηρίδι τής γονίμου ζωής τοϋ διακεκριμένου καθηγητοΰ καί ακαδημαϊκού κ. Ίωάννου Καλιτσουνάκη, παρατιθέμενου πνευματικοί) συμποσίου, υπό των μαθητών καί φίλων, προσφέρω την ακόλουθον εργασίαν, άφιερωμένην εΐς τά δυσχερή προβλήματα τής έξακριβώσεως τοΰ κατά έποχάς αριθμού καί επισκοπών τής Εκκλησίας τής Κρήτης μέχρι καί τοΰ Τ αϊώνος συμπεριλαμβανομένου. Γνωρίζω βεβαίως, ότι ή εργασία αΰτη είναι ατελής, άλλ είμαι βέβαιος δτι ή μικρά αυτή συμβολή προστιθέμενη εις εκείνην τοΰ φίλου συναδέλφου κ. Νικ. Τωμαδάκη (Ειδήσεις καί έγγραφα τής Εκκλησίας τής Κρήτης επί Τουρκοκρατίας εν Έπετ. τής Έταιρ. Βοζ. Σπουδών τόμ. I 1933 σελ ) καί τών άλλων (ΐδε βιβλιογραφίαν αυτόθι σ ) είναι δυνατόν ν άποτελέση τήν βάσιν διά τάς αρχαιολογικός έρευνας, μετά τής οποίας θά είναι δυνατόν νά γραφή ή οριστική πραγματεία υπό τον τίτλον «Έπισκοπαί κ«ί Επίσκοποι Κρήτης από τοΰ Τίτου μέχρι τών καθ ημάς χρόνων». Τό υλικόν διά τους 7 πρώτους αιώνας είχε κατ αρχήν συλλέξει ή Ακαδημία τών Επιστημών τής Πρωσσίας, ής ή Kirchenvaterkommission εσχεδίαζε τήν έκδοσιν τής αρχαίας Χριστ. προσωπογραφίας, ήτις θ αντικαθιστά τό γνωστόν έργον Christian Biography. Δεν γνωρίζω νΰν εάν σώζονται τά δελτία, άτινα άπέστελλον οί γερμανοί καθηγηταί καί λόγιοι. Πάντως τά δελτία τά άψορώντα εις τήν Ελλάδα αντέγραψα ά δεια καί προτροπή τοΰ αειμνήστου, καθηγητοΰ μου καί ακαδημαϊκού Hans Iyietzmann, εργασθείς επί 1 έτος καί πλέον έν τή εΐρημένη Άκαδημίφ. Ή αντιγραφή ήτο λίαν δυσχερής, διότι ή γραφή ήτο λίαν δυσανάγνωστος καί διά τούς Γερμανούς. Παρά τήν βοήθειαν τοϋ συναδέλφου (1932-3) κ. Walter Kltester, συνεργάτου τοΰ καθηγητοΰ καί τοΰ αειμνήστου Hans Georg Opitz (f 1943) μαθητου του καί είτα καθηγητοΰ τής Έκκλ. 'Ιστορίας εις τό ΠανεπιστήμιΟν τής Βιέννης, τά άντιγραφέντα ύφ ημών είσίν εν πολλοϊς ατελή. Διά τάς επίσκοπός τής Κρήτης κατά τον ια' καί ιβ'. αιώνα έλπίζομεν νά ασχοληθώ μεν προσεχώς.

147 ΑΙ επίσκοποί τής Κρήτης μέχρι καί τοϋ ι' αίώνος 463 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΑΙ ΠΗΓΑΙ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ Αναμφιβόλους από τά πλέον ενδιαφέροντα ζητήματα τής 'Ιστορίας τοΰ αρχικοί Χριστιανισμού καί τής ειδικής Εκκλησιαστικής Ιστορίας τής Ελλάδος είναι το τοΰ χρόνου καί τρόπου διαδόσεως τοΰ Χριστιανισμού έν Κρήτη καί των μετά ταΰτα δημιουργηθεισών επισκοπών έν τή μεγαλονήσορ. Τό ενδιαφέρον προκύπτει όχι μόνον από την επιθυμίαν των ιστορικών νά γνωρίσωσιν άκριβέστερον τούς τόπους, εις οΰς διεδόθη ό Χριστιανισμός, αλλά καί, προ πάντων εκ τοΰ γεγονότος, διι ή Εκκλησιαστική 'Ιστορία τών τριών πρώτων αιώνων φέρει εις πολλά σημεία αποσπασματικόν (fragmentarischen) χαρακτήρα. Είναι άλλως τε γνωστόν, διι μετά τό ιστορικόν έργον τοΰ Λουκά «Πράξεις Αποστόλων» καί τάς περιστατικάς έπιστολάς τοΰ Αποστόλου τοΰ Ελληνισμού καί τής Οικουμένης τοΰ θείου Παύλου, αί πηγαί είναι όλίγιστοι. Έν σχέσει προς την Άποστολικήν εποχήν (34-70 μ. X.) ή Μεταποστολική περίπου μ. X.) είναι πολύ άιυχεστέρα, διότι ένφ εκείνη έχει εν έργον μαρτυρούν, κσθ ημάς, τήν πρώτην γένεσιν τής ιστορικής συνειδήσεως έν τή Εκκλησία τοΰ Χριστού, καθ ον χρόνον αί ενθουσιαστικοί τάσεις ήρξανιο οΰσιωδώς μειουμεναι, αυτή οΰδέν άνάλογον έργον έχει. Από τήν Μειαποστολικήν εποχήν δεν διεσώθησαν παρά μόνον 1) έπιστολαί - ήθικαί τινες πραγματεΐαι (καί έν μικρόν κήρυγμα1) 2) έν ιεραποστολικόν μετακατηχητικόν εγχειρίδιου, (εννοώ τήν Διδαχήν) 3) τό μαρτύρων τού Πολυκάρπου (156 μ. X.) 4) τό προφητικόν βιβλίον τοΰ Έρμα ( μ. X.), ήτοι πηγαί φέρουσαι κατ εξοχήν αποσπασματικόν - περιστατικού πρακτικόν καί εποικοδομητικόν χαρακτήρα. Οίιδεμία πηγή φέρει ιστορικόν χαρακτήρα, καίτοι υπό έποψιν βεβαίως ιστορικήν αί πηγαί αΰται είναι πρώτης τάξεως. Κατά συγκυρίαν δμως αί πηγαί αΰται καλύπτουσι, διά μικρά δμως χρονικά διαστήματα, τήν Συρίαν, τήν Μ. Ασίαν, τήν Άν. Μακεδονίαν (τούς Φιλίππους), τήν Κόρινθον, τήν 'Ρώμην καί κατά τινα τρόπον λίαν περιωρισμένον τήν Αίγυπτον. Κατ ακολουθίαν στερούμεθα πόσης είδήσεως διά τήν Θεσσαλονίκην, τήν Στερεάν Ελλάδα καί τήν Κρήτην, διά τό μέχρι τού 170 μ. X. περίπου χρονικόν διάστημα, διε εμφανίζεται επί τής ιστορικής σκηνής τής Εκκλησίας τής Ελλάδος μία άξιολογωτάιη φυσιογνοτμία 6 Διονύσιος ό Κορίνθου, δστις φαίνεται άλληλογραφών προς τάς Εκκλησίας τής Ανατολής καί ) Εννοώ τήν λεγομενην Δ. Κλήμεντος. Πρβλ. Petrum Apostolicorum Opera, εκδ. 6η minor ύπό Gebhard, Zabn καί Harnack

148 464 Γερασίμου I. Κονιδάρη τής Δύσεως, μέ κύρος καθολικόν, εργαζόμενος δια την ειρήνην και την ενότητα των Εκκλησιών εις κρίσιμον διά την Εκκλησίαν εποχήν (Γνωστικισμός, Μαρκιωνιτιομός, Μοντανισμός, διωγμοί), δγ ήν έγραψε βεβαίως τά 'Υπομνήματα αυτού ό Ήγίσιππος. Ταΰτα άτυχώς άπωλέσθησαν. 'Ο Διονύσιος λοιπόν ό Κόρινθου έγραψεν έπιστολάς, τών οποίων περίληψιν ευτυχώς διέσωσεν ό Ευσέβιος2 (Έκκλ. 'Ιστορία IV, 23, 4-12), κατά δέ τον Τερτυλλιανόν (Prax. ι) φαίνεται, δτι ό Κόρινθου Διονύσιος έξέδωκε και εγκύκλιον κατά τών Μοντανιστών. 'Ο σύγχρονος τοϋ επισκόπου 'Ρώμης Σωτήρης (; ) Κόρινθου Διονύσιος γράφει προς μέν τον 'Ρατμης μετά σεβασμού, πρός τούς Αθηναίους και Λακεδαιμονίους οίονεί ως μητροπολίτης, πρός δέ την Κρήτην και τον Πόντον ως ίσος πρός ίσους 3 Επειδή ή πηγή αυτή τυγχάνει λίαν σύντομος, αλλά είναι και ή πρώτη ήν έχομεν περί τής έν Κρήτη Καθολικής Εκκλησίας, μετά τήν πρός Τίτον επιστολήν τού Παύλου, παραθέτω ταύτην ολόκληρον4. «Καί τή Εκκλησία τή παροικονση Γόρτνναν ana ταϊς λοιπαζς κατά Κρήτην παροικίαις επιστείλας (ένν. ό Διονύσιος), Φίλιππον επίσκοπον αυτών αποδέχεται, ατε δή επί πλείσταις μαρτυρονμένης άνδραγαάίαις τής νπ αυτών Εκκλησίας, τής τε τών αιρετικών διαστροφήν υπομιμνήσκει φυλάττεσ&αι.,.τανταις (έν ταΐς έπιστολαΐς)- άλλη έγκαταλέλεκται πρός Κνωσίους επιστολή, έν ή Πινυτόν τής παροικίας επίσκοπον παρακαλεί μη βαρύ φορτίον έπάναγκες το περί άγνοιας τοΐς άδελφοΐς έπιτιϋέναι, τής δε τών πολλών καταστοχάζεσ&αι άσ&ενείας' πρός ήν Πινντός αντιγράφων, ίίαυμάζει μέν καί αποδέχεται τον Διονύσιον, άντιπαρακαλει δέ στερροιέρας ήδη ποτέ μεταδιδόναι τροφής, τελειοτέροις γράμμασιν εις αυ&ις τον παρ αύτω λαόν ύπο&ρέψαντα, ώς μη διά τέλους τοΐς γαλακτώδεαιν ενδιατρίβοντες λόγοις τή νηπιώδει αγωγή λάάοιεν καταγηράσαντες' δ ι ής επιστολής καί ή τοϋ Πινυιον περί τήν πίατιν Ορθοδοξία τε καί φροντίς τής τών υπηκόων ώφελείας 5) Τήν πλήρη άξιοποίησιν τής βραχύτατης άλλα λίαν χαρακτηριστικής πε ριλήψεως τοΰ Ευσεβίου όφείλομεν εις τόν Ad. von Harnack: Die Briefsammlung Dionysios von Korinth. Πρβλ. τοϋ ίδιου : Mission und Ausbreitung der Christentumes in der drei ersten Jahrhunderten. Εκδ. 4η Leipzig 1924 σ. 219 (Πρβλ. καί Apost. Const. VII, 45). B) Κατά τόν Harnack, έν τή άνωτέριρ μνημονευθείση μικρά μελέτη του. Βεβαίως δέν δύναται νά γίνη λόγος περί «μητροπολιτών» κατά τόν β- μ. X. αιώνα, άλλά περί οίονεί έμφανίσεως άρχικώς τού λειτουργήματος καί προπαρασκευής τής διαμορφώσεως μητροπολιτικών περιφερειών. *) Ε ΰ σ ε β. Έκκλ. Ιστορία έκδ. Schwarz : Kleine Ausgabe 1922 βιβλ. ΙΙΙΙ, κεφ (σελ ).

149 A' ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΞ ΚΑΤΑΛΟΓΩΝ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΠΟΛΕΩΝ ΚΡΗΤΗΣ ΑΠΟ Δ' ΜΕΧΡΙ ΤΟΥ Η' ΑΙΩΝΟΣ Σύνοδος Σαρδικής Γ Οίκουμ Σύνοδος Δ' Οίκουμ. Σύνοδος Επιστολή Πολιτική Γεωγραφία Ε' Οίκουμ.Σύνοδος Στ' Οίκ. Σύνοδος Πενύέκτη Παρισινόν τακτικόν πρός Λέοντα A' Ίεροκλέους Γραμμ. Οίκουμ. Σύνοδος 1555Α (Δέοντος Γ' καί 342/3 431* /8 528/35* 553 έν Κ)πόλει 680/1 691/2 Κ)τίνου Ε') * ια' Επαρχία Κρήτης Έπαρχ α Κρήτης νήσου υπό Κονσιλάριον, πόλεις έχει πόλεις ιβ' κβ' ό Γορτύνης ό Γορτύνης* ό Γορτύνης* 4) μητρόπολις Γορτύνα 5) "Ινατος 6) Βιέννα δ Γορτύνης α) δ Γορτύνης μητρ. β) ό Ίεραπύτνης β) ό Ίεράπυδνας 7) Ίεραπύδνα 650,1, Καμάρα 2) "Αλυγγος στ) Γηρπέτρας α) 6 Χερρονήσου Η ε) δ Χερρονήσου 3) Χερσόνησος α) δ Χερρονήσου δ) ό Χερονήσου 'Ρ Ό* ε) ό Σιτίας Μ 4) Λύκτος Ν 5) Αρκαδία β) ό Αρκαδίας γ) 6 Κνωσ(σ)οΰ α) ό Κνωσσοΰ 7) ό Κνωσσοΰ 6) Κόνοσος γ) δ Κνωσσοΰ γ) ό Σουβρίτου α) δ Σουβρίτου 71 Σούβριτος X Ο ζ) δ Σουάριτος δ) Άπολλωνιάδος 8) Όάξιος "Οι ε) ό Έλευύερνών <ρ Ελευϋ ερνώ ν> ** 9) Έλευθ-έρνα? ιβ) δ Ελευθέρου β) ό Λάμπης β) ό Λάμπης δ) δ Λάπης 10) Λάμπαι D Ρ η) δ Λάπης 11) Άπτερα Ο γ) ο Κυδωνιάς ζ) ό Κυδωνιάς 12) Κυδωνέα α> β) ό Κυδωνιάς ια) δ Κυδωνιάς δ) ό Κισσάμου 13) Κίσαμος γ) δ Κισσάμου ι) δ Κισάμου στ) ό Καντάνου στ) ό Καντάνου 14) Καντανία ό Καντάνου 6 ) δ Κατάνου 15) "Ελυρος 16) Λίσσος 651, 1, Φοινίκη ήτοι Άραδένα 2, νήσος Κλαϋδος -Ο) <3 (ό Ηρακλείου); * Corpus Noti- * Schwarz:Acta * Mansi, 7, 622. * "Εκδοσις Burckhard * Κείμενον παρά De arum Episcopa- Con. A. pars I.C. **Ύπόθεσις ήμε- καί Honigmann. Boor, έν Zeit. fur Kirtuum σ. 26, 63. M. Vat. a. 1, 4, τέρα δτι διετέλει chengeschichte 1891 σ. 9, 11, 28 κλπ. έν χηρεία. 525.

150 Αί έπισκοπαί τής Κρήτης μέχρι καί τοΰ ι' αίώνος 465 τό τε λόγιον και ή περί τά ιϊεΐα οννεαις ώς όι ακριβέστατης άναδει- κνύεται εικόΐ'ος». Εις τας πηγάς τής Έκκλ. ιστορίας μνημονεύεται εδώ καί εκεί ή Κρήτη ιδίως εις τά μαρτυρολογία5, τον Ευσέβιον καί τον Ιερώνυμον (αντλούντο πιθανώς εκ τοΰ Ευσεβίου), άλλα πασαι αί πηγαί αύται φέ- ρουσιν ωσαύτως αποσπασματικόν χαρακτήρα. Τά Πρακτικά τών Συνόδων είναι ή κυρία πηγή διά τους εφεξής χρόνους καί δ ή μέχρι τοΰ 731, διότι μέχρι τής εποχής τούτης ή Κρήτη ΰπήγετο έκκλησιαστικώς εις τό υπό την Δύσιν τελούν Ανατολικόν Ιλλυρικόν. Καί μέχρι μέν τοΰ τέλους τού δ' αίώνος, ή Εκκλησία τής Κρήτης διετέλει, ώς καί πάσαι αί μητροπόλ»ις, έν ανεξαρτησία;. "Εκαστος τών μητροπολιτών αυτοκέφαλος ών προήδρευε τής επαρχιακής αυτού Συνόδου6. Άλλ από τής εποχής τών Ρώμης Σιρικίου (384-98) καί Ίν- νακεντίου Α' ( ) ή ηθική επιβολή τοΰ Ρώμης μετεβλήθη εις κανονικήν επί τοΰ Ανατολικού Ιλλυρικού, εις ό ΰπήγετο καί ή Κρήτη. Ή περιοχή αύτη ύπήχδη πολιτικώς όριστικώς εις τήν Ανατολήν από τού 39ό (τφ 379 προσωρινώς)7, άλλ ή εκκλησιαστική αυτής θέ σις δεν ήτο δυνατόν νά καθορισθή έφ όσον ο Κ)πόλεως, διά τού γ' κανόνος τής Β' Οικουμενικής Συνόδου (381), έλαβε μέν «τά πρεσβεία τής τιμής μετά τον τής Ρώμης επίσκοπον διά τό είναι αυτήν νέαν Ρώμην»8, 9αλλά μόλις τφ 451 διά τού περιφήμου κη' κανόνος ήδυνή θη νά έπιβληθή όριστικώς επί τών 3 μεγάλων εξαρχιών: Πόντου (Καισαρείας), Ασίας ( Εφέσου) καί Θράκη; ( Ηράκλειας), τού δικαι- ώματος χειροτονίας έπεκταθέντος καί εις τά βαρβαρικά (τ. έ. τάς έκτος τών Συνόρων τού Ρωμ. Κράτους περιοχάς). Είναι λοιπόν εύλογον, δτι, ή άρξαμένη διά τού Σιρικίου κανονική επιβολή τού Ρώμης επί τού Άν. Ιλλυρικού, ( ) νά στερεωθή, έφ όσον δ Θρόνος τής Κ)πόλεως ήσχολεΐτο μέ τήν στερέωσιν τής δικαιοδοσίας του επί τών Διοικήσεων, αΐτινες άπετέλουν τό κύριον σώμα, έφ οΰ έστηρίζετο ή Ανατολική Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. 5) *0 Άθ. Παπαδόπουλος - Κεραμεΰς εις τά Άνάλεκτα Ίεροσολυμιτικής Σταχυολογίας έδημοσίευσε (τόμ. Λ', σελ ;17) τό μαρτύρων τών Αγίων Δέκα, έξ οΰ αντλούνται πληροφορίαι περί τοΰ γ' αίώνος. (Πετράκη : Ιστορία της έν Κρήτη Εκκλησίας, σελ ), άλλα ή πηγή είναι τοΰ θ' αίώνος (;). ) Γερ. I. Κονιδάρη: Επίτομος Έκκλ. Ιστορία τής Ελλάδος. Έν Άθήναις 1938, σελ. 227 (έ ιίκειται ή β' έ'κδοσις). ) Ε Stein: Untersuchungen zur Spatrotnischeii Vervvaltungs ge- schichte. Έν Reihnisches Museum. 9) Πρβλ. A. Άλιβιζάτου: 'Ιερούς Κανόνας εκδ. Β' ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ Ζ. 36

151 466 Γερασίμου I. Κονιδάρη Άπό την εποχήν λοιπόν ταΰτην, ήτοι από τού δ' α ιώνος, μέχρι τού 7319 δεν έ χομεν εις τούς καταλόγους των μητροπόλεων, αυτοκέφαλων άρχ)πών και επισκοπών των Πατριαρχείων και δη τοΰ Οικουμενικού (Notitias Episcopatuum), την αναγραφήν τών μητροπόλεων τοΰ Άνατολ. Ιλλυρικού και κατ ακολουθίαν καί τής Κρήτης. "Ενεκα τούτου εΐμεθα υποχρεωμένοι νά έξετάσωμεν τάς κατεσπαρμένας ε ιδή- σεις περί τών επισκοπών τής Κρήτης, τάς ευρισκόμενός εις τα πρακτικά τών Οικουμενικών Συνόδων, παραβάλλοντες προς τον κατάλογον τών πόλεων τής πολιτικής Γεωγραφίας τού 'Ιεροκλέους τοΰ Γραμματικού (528-35), δι ών πηγών εΐμεθα, κατά τινα τρόπον, εις θέσιν νά εχωμεν εικόνα τινά τής διαρθρώσεως τής Εκκλησίας τής Κρήτης, ήτις διατηρεί μέχρι τού νύν τό άρχαϊον σύστημα τής Μητροπολιτικής διοι κήσεως μετά τής επαρχιακής Συνόδου του 910.* ΡΙύτυχώς όμως έχομεν άπό τό τον πρώτον κατάλογον τών επισκοπών τής αρχαίας Καθολικής Εκκλησίας τής Κρήτης τοΰ περιφήμου κωδικός 1555Α τών Παρισίων, ον πρέπει νά προσθέσωμεν εις τον α' συγκριτικόν πίνακα υποβοηθητικούς. Ενταύθα θέλω νά διαδηλώσω, δτι ο! εναντίον τής γνησιότητος τού ανωτέρω Παρισινού τακτικού τών χρόνων τού Δέοντος Γ' και τοΰ Κ)τίνου Ε' προσαγόμενοι λόγοι (Eaurent), προβληθέν- τες τό πρώτον υπό τού Duchesne, δεν δύνανται νά κλονίσουν τήν θέσιν τής έκκλ. ταύτης αναγραφής, δεδομένου δ'τι ήτο πολύ φυσικόν δ'ταν έγένετο ή βιαία άπόσπασις τών Μητροπόλεων τοΰ Ιλλυρικού και τής Κάτω Ιταλίας άπό τής δικαιοδοσίας τοΰ 'Ρώμης 12 (ενεκα τής στάσεως αυτού εις τήν είκονομαχικήν πολιτικήν τοΰ Λέοντος) και ή υπαγωγή υπό τον Κ)πόλεως, ήτο λέγομεν φυσικόν, νά σχηματισθή νέα «τάξις» διά τής βιαίας συγχωνεύσεως (ε!ς τούτο συμφωνώ μετά τοΰ Eaurent) τής «τάξεως» * τών θρόνων τοΰ Ιλλυρικού προς τήν «τά- 9) Fr. D δ 1 g e r : Regesten der Kaiserurkunden des ostromischen Reiches (Corpus der Griechischen Urkundeti des Mittelalters und der neu- ereu Zeit. Reihe A. Abt. Π. Teil. I : 56ό μέχρι Miinchem Ίδε καί Βιβλιογρ ufiav εις τήν Έκκλ Ιστορίαν τής Ελλάδος τομ. Α'. υπό Γ Κονιδάρη.,α) Περί τών επαρχιακών Συνόδων έγραψαν ό Κ. Ράλλης καί ό Χρυσ. Π α π α δ ό π ο υ λ ο ς. ") Έκδοσις τού De Boor, έν Zeit. fur Kirchengesckichte καί 1891 καί παρά Γ. Κονιδάρη, Αί Μητροπόλεις καί Άρχ)παί τοΰ Οίκ. Πατριαρχείου τόμ. Α' τεϋχ. α (Παράρτημα) 1934,2) Αβτη ήτο κανονική καί κρατικώς επιβεβλημένη, διότι αί πολιτικώς ύπα- γόμεναΐ εις τό Βυζάντιον άπό τοΰ 895 (καί τών χρόνων τοΰ Ιουστινιανού αί τελευταίοι) δέν ήτο έπιτετραμένον \ά ύπάγωνται έκκλησιαστικώς εις τήν Δύσιν.,Β) Πρβλ. Γ Κονιδάρη, ενθ άνρη. σ ,

152 ΑΙ επίσκοποί τής Κρήτης μέχρι καί τοΰ ι' αΐώνος 467 ξιν» τών μητροπόλεων τοΰ Οικουμενικού Πατριαρχείου. Θεωρώ δέ ώς όίκρως ενδεικτικόν τών εν Κ)πόλει αντιρωμαϊκών τάσεων την τοποθέ- τησιν τοΰ Κρήτης εις την Θ' θέσιν καί προ τοΰ Θεσσαλονίκης (Γ. Κο- νιδάρη, Αί Μητροπόλεις σελ. 89 καί 104), οστις ειχεν άναδειχθή διά τών περιστάσεων τοΰ δ' αίώνος καί τών γραμμάτων τών 'Ρωμαίων επισκόπων, οίτινες εχορήγουν (εύφυώς πράττοντες) τά δικαιώματα τοΰ Βικσρίου προσωπικώς εις ενα έκαστον νέον μητροπολίτην τής Μακεδονίας Α, τ.έ. τον Θεσσαλονίκης τον και αρχιεπίσκοπον τοΰ Ιλλυρικού. Ή πράξις τοΰ Λέοντας, ή οποία φυσικόν ήτο νά μή έπιβληθή τελικώς, ως προς την «τάξιν», μαρτυρεί, καθ ημάς, πρόθεσιν ταπεινώσεως τοΰ Θεσσαλονίκης καί άνύψωσιν τοΰ Κρήτης εις την «τάξιν» προκαθεδρίας τών θρόνων. Τώρα, διατΐ ό Κρήτης καί οΰχί άλλος τις τών αρχαίων μητροπολιτών τοΰ Ιλλυρικού έτοποθετήθη πρώτος δεν δυνάμεθα νά γνωρίζωμεν. Πάντως ή Εκκλησία τής Κρήτης έθεωρεΐτο ως μία τών μεγάλων αρχαίων Άποστολικών Εκκλησιών καί άπ αυτών τών πρώτων χριστιανικών χρόνων κατέλαβε τιμητικήν θέσιν μεταξύ τών Εκκλησιών τοΰ Ίλλυρικοΰ14. Είς την έξύψωσιν τής θέσεως ταύτης συνε- τέλεσε πιθανώς τόσον ή προσωπικότης τών επισκόπων αυτής, δπως ή σπουδαιότης αυτής διά τό Κράτος. Υψηλήν θέσιν φαίνεται κατέχων ό μοναδικός μητροπολίτης τής Νήσου Γορτύνης έν τοϊς πρακτικοΐς τών Συνόδων δ', ε', στ' καί πενθέκτης15. Έν τή ΣΤ' μάλιστα Οικουμενική, τη έν Κ)πόλει (680), ό Κρήτης εμφανίζεται (εκτάκτως ;) ως απεσταλμένος τής 'Ρωμαϊκής Συνόδου, ένφ έν τή Πενθέκτη προηγείται αυτού ό Κορίνθου. Βαρυσήμαντου δμως διά τό πρόβλημα τής γνησιό- τητος τοΰ ΙΙαρισινοΰ τακτικού καί την θέσιν τοΰ Κρήτης είναι τό γεγονός, ότι καθ δλον τον Η' αιώνα ό Κρήτης φαίνεται κατέχων τήν υψηλήν θέσιν, ήν εχει έν τφ Παρισινή) τακτική). "Οθεν δ Παρισινός κατάλογος είναι άξιος τής προσοχής μας καί χρήσιμος, δπως καί οί κατάλογοι τών επισκοπών τής Θρόίκης, ως εδειξα άλλαχοΰ 16. * * * Αλλά πρέπον είναι ενταύθα νά σημειώσω, δτι ή διαλευκανσις τών προβλημάτων, άτινα προκύπτουν έντεΰθεν, δύναται νά επιτευχθή έν,4) Γ. Κονιδάρη, ενθ άνωτ. σ. 40 έξ. ένθα καί αί σχετικαί παραπομπαί. ιδ) Mansi, Sacrorum Consiliorum nova et ampl. Collectio καί Schwarz, Acta Conciliorum vol. I,pars alt. σ tom. alter vol. I pars tertia a. 38. Ή επιστολή πρός Αέοντα Mauri 7, β) "Αρθρον: Άδριανούπολις, έν τή «Θρησ. καί Χριστ. Εγκυκλοπαίδεια» καί Κωνσταντοπούλου Έν «Θρακικοΐς» τόμοις 8ος σελ. 420 έξ.

153 468 Γερασίμου I. Κονιδάρη μέρει διά τής αρχαιολογικής έρευνης, ήν φαίνεται έπιχειρήσας ό φίλος έφορος αρχαιοτήτων Κρήτης κ. Νικόλαος Πλάτων, δστις έκαμε σχετικώς περιληπτικήν άνακοίνωσιν εις τό κατ Απρίλιον συνελθόν έν Θεσσαλονίκη Θ' Διεθνές Συνέδρων Βυζαντ. Σπουδών (άναμένομεν την δημοσίευσιν). Από τοΰ η' μέχρι τοΰ ι' αιώνος συμπεριλαμβανομένου έχομεν τά τακτικά τοΰ Θ' αιώνος (παρά Parthey: Hieroclis Syn. κ.λ.π. Βερολϊνον 1866) και τά τακτικά Λέοντος τοΰ ΣΤ', Κωνσταντίνου Ζ' τοΰ Πορφυρογεννήτου και Τσιμισκή, (δημοσιευθέντα υπό τοΰ Η. Gelzer) και Βασιλείου Β' τοΰ Βουλγαροκτόνου (980 μ. X. παρά Parthey). *Η παρούσα λοιπόν βραχεία μελέτη δεν θέλει νά είναι πλήρης, αλλά νά θέση τά προβλήματα, ώς ανακόπτουν εκ τών πηγών, μετά τινων παρατηρήσεων, ώστε οί αρχαιολόγοι κα'ι ιστορικοί νά εχωσι τά εκ τής εκκλησιαστικής καί πολιτικής γεωγραφίας προκυπτοντα πορίσματα. Α' ΑΠΟ ΤΟΥ ΤΙΤΟΥ ΜΕΧΡΙ ΤΟΥ 731 Μ. X. Ή διάδοσις τοΰ Χριστιανισμοί' εις την Κρήτην συνδέεται προς την δράσιν τοΰ Άπ. Παύλου κατά την δ' λεγομένην 'Ιεραποστολικήν του οδοιπορίαν εις την Ανατολήν, μετά την άποφυλάκισιν αΰτοΰ έν 'Ρώμη (62 μ. X. περίπου), χωρίς νά δυνατοί νά άποκλεισθή, οτι καί πρότερον έγένετο γνωστός ό Χριστιανισμός έν τη νήσιρ, διότι Κρήτες Ιουδαίοι προσήλυτοι παρευρέθησαν έν 'Ιεροσολυμοις κατά την ημέραν τής Πεντηκοστής. (Πράξ. 2,11). Από τό χωρίον 1,5 τής πρός Τίτον επιστολής τοΰ Άπ. Παύλου προκύπτει άριδήλως, ότι δ Παΰλος καί ό Τίτος είργάσθησαν ιεραποστολικούς έν Κρήτη και ότι είτε ίδρυσαν είτε εΰρον χριστιανικός κοινότητας αυτόθι. Αΰται αί έκκλησίαι - κοινότητες ειχον ανάγκην περαιτέρω όργανώσεως, άφοΰ μάλιστα ήρξατο δράσις αιρετικών παραδοξολόγων (1,10 καί 3,9 έξ ). "Οθεν δ Παΰλος ρητώς καθορίζει την αποστολήν τοΰ συνεργάτου του Τίτου, ώς εκτάκτου άποστολικοΰ άπεσταλ" μένου 17 μέ μονιμωτέραν διαμονήν έν Κρήτη, λέγων : «Τούτον χάριν απέλιπόν σε εν Κρήττ/, ί'να τά λείποντα επιδιόρθωσές καί καταστήσΐ]ς κατά πόλη πρεσβυτέρυνς, ώς εγώ σε διεταξάμην». ) Ρρβλ Ίω. Εΰταξίου: Περί ιερατικής εξουσίας, έν Αθήναις II άρίστη συτη πραγματεία καίτοι έκδοθεΐσα προ της πλήρους άνακαλύψεως τών κειμένων τής Μεταποστολικής εποχής περιέχει παρατηρήσεις καί σκέψεις αξίας πολλής προσοχής.

154 At έπισχοπαί τής Κρήτης μέχρι καί τοϋ ι αΐώνος 469 Έκ τής φράσεως ταύτης προκύπτουν, φρονώ, δυο τινά' πρώτον οτι κατά τό τέρμα τής Άποστολικής εποχής (60-70 μ. X.) υπήρχον περισσότεροι τής μιας Χριστιανικοί Κοινότητες εν Κρήτη και ό Τίτος είχεν την εντολήν νά «κ α τ ασ τ ή σ η» κατά πόλιν «πρεσβυτέρους». Εντεύθεν προκύπτει, δεύτερον, δτι «πρεσβύτεροι» ήτοι πρεσβυτέριον, ώς εν Κιλικία (Πράξ. 14,23), θά άναλα'μβανον την διοίκησιν τών νέων Εκκλησιών τής Κρήτης. Ό πληθυντικός «πρεσβυτέρους», ό χαρακτηριστικός διά την πρώτην εποχήν, δέον νά διακρίνεται από τον δρον «ό πρεσβύτερος», ό όποιος είναι τόσον σπάνιος εις την Κ. Δ. (β' και γ' Ίωάννου έπιστολαί και Λ' Τιμ. δ,19), ό όποιος σημαίνει άφ ενός μέν, παρ Ιωάννη, πιθανώτατα δ,τι και ό δρος «ό επίσκοπος», άφ ετέρου δε έ'να έκ τού πρεσβυτερίου. Επειδή όέ οϊ πρεσβύτεροι, οί εις τάς ελληνικός περιοχάς ονομαζόμενοι καί επίσκοποι, ήσαν πάντοτε πλείονες διά τούτο καί ό πληθυντικός είναι χαρακτηριστικός. Κατ α κολουθίαν ή εντολή τού Παύλου περί «καταστάσεως» κατά πόλιν πρεσβυτέρων σημαίνει κατ αρχήν τήν έγκατάστασιν πρεσβυτερίου εις έκάστην κοινότητα καί ούχί ενός επισκόπου. Οτι επί κεφαλής τού πρεσβυτερίου θά ετίθετο εις τών πρεσβυτέρων, ό όποιος θά ήτο ό κατ εξοχήν πρεσβύτερος (δ πρεσβύτερος), ό επισκοπών, κεΐται εντός τών πραγμάτων καί τών αναγκών τής ένότητος τού τε κολλεγίου τών πρεσβυτέρων καί τής'εκκλησίας. Δεν δυνάμεθα όμως ελλείψει αμέσων ή εμμέσων μαρτυριών νά καθορίσωμεν, εάν ουτος άπετέλει, ζώντων τών αποστόλων, ανακλητόν τι πρόσωπον τού αποστόλου (έν εύρυτέρφ έννοια) Τίτου ή τήν απαρχήν τού επισκοπικού βαθμού, δπερ είναι έξ ίσου πιθανόν. Ε ις τήν περίπτωσιν τήν πρώτην ό «πρεσβύτερος», ό επί κεφαλής τού πρεσβυτερίου, θά ήτο περίπου αρχιερατικός επίτροπος, ό δε Τίτος ό μόνος έν Κρήτη απόστολος καί οίονεί επίσκοπος, εις δέ τήν δευτέραν ό Τίτος θά ήτο ό πρώτος οίονεί μητροπολίτης - «έξαρχος» τού Αποστόλου Παύλου. Χρησιμοποιούμεν δρους ειλημμένους έκ μεταγενεστέρων σχέσεων, διά νά καταστήσωμεν τό πράγμα σαφές. Εν πάση όμως περιπτώσει πρέπει νά εΐπωμεν, δτι είτε τό πρώτον συνέβη είτε τό δεύτερον πόλεις τινές, αί κοινότητες, θ άπετέλεσαν τήν βάσιν τών επισκοπών18. Αί πολιτικοί συνθήκαι καί ή σημασία τών κέντρων άπετέλεσαν τον λόγον τής διαμορφώσεως έν τή Ελληνική Ανατολή 18) "Οιι έν τω προσώπιρ ιοΰ Τίτου έν Κρήτη κ«ί τοΰ Τιμοθέου καί τοΰ Ίωάννου έν Έφέσφ, όπως καί τοΰ Ιακώβου έν Ίεροσολύμοις έχομεν τήν σαφή αρχήν τοΰ έπισκοπικοϋ λειτουργήματος κεΐται έκτος αμφιβολίας. "Οτι δέ περί τόν ή Αντιόχεια καί αί πόλεις τής Συρίας καί Μ. Άσιας είχον έπι σκοπός τυγχάνει ωσαύτως άναμφισβήτητον, διότι τό μαρτυρούν αί πηγαί (Ά ο κάλυψις Ίωάννου, Έπιστολαί Ιγνατίου, Πολύκαρπος).

155 470 Γερασίμου I. Κονιδάρη τών έπισκοπών και μητροπόλεων. Έν Κρήτη ή πρωτεύουσα Γόρτυνα άπέβη και ή έδρα τής πρώτης καί μοναδικής Μητροπόλεως εν τή με- γαλονήσφ. Πρέπει λοιπόν νά ύποθέσωμεν, δτι ύφίσταντο έπισκοπαί από τοΰ α' μ. X. αιώνος καί δτι ή φράσις τοΰ Παύλου «κατά πόλιν» άνταπο- κρίνεται προς την εΐδησιν τοΰ Ευσεβίου περί τών επιστολών τοΰ Διονυσίου τοΰ Κορίνθου- «τή Εκκλησία τή παροικούση Γόρτυναν αμα ταις λ ο ι παΐ ς κατά Κρήτην παροικίαις έττισ τείλας». Ευτυχώς δέ δ δρος «παροικία» χρησιμοποιείται καί περαιτέρω, προκειμένου περί τής Κνωσοΰ, έν ή ύπήρχεν επίσκοπος δ Πινυτός. Αί παροικίαι λοιπόν τών κυριωτέρων πόλεων άπέβησαν μεταξύ τοΰ , ήτοι κατά τήν σκοτεινήν εποχήν, επισκοπαί, έχουσαι επί κεψαλής τον «επίσκοπον τής μητροπόλεως» Γορτύνης, (επίσκοπος Φίλιππος περί τό μ. X.), ήτις προ τοΰ 200 ήτο κατ ουσίαν μητρόπολις τών Εκκλησιών τής νήσου 19. Δεν έχομεν λοιπόν αμφιβολίαν, δτι καί άλλαι επισκοπαί εκτός τής Κνωσοΰ ύπήρχον κατά τούς χρόνους προ τοΰ Μ. Κωνσταντίνου. Άτυ- χώς δεν έσώθησαν καθόλου ονόματα επισκόπων Κρήτης, διότι δεν παρέστησαν εις τήν Α' Οικουμενικήν Σύνοδον. Ή πρώτη μνεία επισκόπων Κρήτης υπάρχει εις τά Πρακτικά τής έν Σαρδική Τοπικής Συνόδου τών Ορθοδόξων Δυτικών επισκόπων. Παραθέτω πίνακα έν συγκρίσει πρός τήν Έκκλ Γεωγραφίαν τοΰ 'Ιεροκλέους καί τό τακτι κόν Λέοντος Γ' - Κ)τίνου Ε' (731-46), διά νά εχωμεν πλήρη τήν εικόνα τοΰ ύλικοΰ καί τήν δυνατότητα κρίσεως επί τών ζητημάτων τοΰ ήμετέρου θέματος. Ή συγκριτική έξέτασις τοΰ ανωτέρω πίνακος επιτρέπει κατ αρχήν τήν έξαγωγήν ενδιαφερόντων συμπερασμάτων περί τοΰ άριθμοΰ τών επισκοπών τής Εκκλησίας τής Κρήτης. Ή συγκριτική έξέτασις τών τεσσάρων πρώτων στηλών τοΰ πίνακος επιτρέπει κατ αρχήν τήν διατύπωσιν τής άπόψεως, δτι αί έν Κρήτη επισκοπαί ήσαν περισσότεραι εκείνων αΐτινες έμφανίζονταε εις τά Πρακτικά τών Συνόδων. Ώς παράδειγμα προσάγομεν τό γεγονός, δτι από τών χρόνων τοΰ Πινυτοΰ (170 μ. X.) επισκόπου Κνωσοΰ μέχρι τής Γ' Οίκ. Συνόδου (431) δεν εμφανίζεται ή Κνωσός ως έπισκυπή. Εάν δεν ύπήρχεν ή τυχαίως διασωθεΐσα εΐδησις περί Πινυτοΰ θά ετεινέ τις ν άποδεχθή τήν εσφαλμένην γνώμην, δτι ή επισκοπή Κνω- 19) Πρβλ. Χέρτσβεργ, Ιστορία τής 'Ελλάδος τόμος Α' καί Β' καί άρ- θρον Gortyna, έν Pauly - Wissowa, Realencyclopadie. 14 ήμίτομος Stuttgart 1912 στ Ή πτώσις της ήρξατο κατά τόν 7 μ. X. αιώνα.

156 At επίσκοποί τής Κρήτης μέχρι καί τοΰ ι' αίώνος 471 ϋοΰ ΰπήρξεν δημιούργημα των χρόνων τής ακμής τής αρχαίας Καθολικής Εκκλησίας, πού είναι και χρόνος ένάρξεως τής ραγδαίας έπι- κρατήσεως τοΰ Χριστιανισμού εν τή Ευρωπαϊκή Έλλάδι (ε' - στ' αΐών) Πιστευω λοιπόν, δ'τι από τοΰ γ' και δ' αίώνος ό αριθμός των επισκοπών τής Κρήτης δυνατόν να έπλησίαζε τον αριθμόν 8. Ή παρουσία των επισκόπων εις τας Συνόδους έξηρτάτο εκ ποικίλων παραγόντων 2Ι, ώστε ή μή παρουσία επισκόπου εις τινα Σύνοδον δεν σημαίνει και την μή ΰπαρξιν επισκοπής. Ουιω π. χ. ή επισκοπή Κυδωνιάς εμφανίζεται τφ 342 καί τφ 457)8, καί ή επισκοπή Κισσάμου τφ 343 καί τφ 691)2, διό καί δόναται να λεχθή μετά σχετικής ασφαλείας, οτι πιθανώς μετά τά μέσα τοΰ γ' καί προ τών αρχών τοΰ δ' αΐώνο; εκτός τής Πρωτευουσης Μητροπόλεως Γόρτυνος22 καί τής επισκοπής 1) Κνω- σοΰ υπήρχον αί έπισκοπαί 2) 'Ιεραπέτρας23, 3) Χερρονήσου, 4) Σου- βρίτου, 5) Έλευθερνών, 6) Λάμπης, 7) Κυδωνιάς, 8) Κισσάμου, 9) Καντάνου. Πιστεύομεν κατ' ακολουθίαν, δτι επί συνόλου 20 περίπου πόλεων τοΰ ε' καί στ' αίώνος ή αποδοχή 9 10 ως επισκοπών δεν είναι υπερβολική, δεδομένου, δτι αί πρώται Έκκλησίαι έν τή 'Ελληνική Ανατολή (πλήν τής Αίγυπτου), ήδη από τών χρόνων τοΰ Ιγνατίου (f 110) φαίνεται νά ήκολουθουν τήν αρχήν τής άποκτήσεως επισκόπου. "Οπου ό επίσκοπος, τό πρεσβυτάριον καί οί διάκονοι εκεί καί ή Εκκλησία είναι πλήρως ωργανωμένη. Αυτή ήτο ή άποψις τοΰ Ιγνατίου (Σμυρν. κεφ. 8ον). Καί τήν άποψιν ταυτην έπικυροΰν τά γεγονότα, τά μαρτυρούμενα τοΰτο μεν από τάς έπισιολάς του καί τήν Ά- ποκάλυψιν (1,11 εξ.), καθ ά'ς, πηγάς, έν Μ. Ασία πυκνόν υπήρχε τό δίκτυον τών επισκοπών ( Έφεσος, Μαγνησία, Τράλλεις, Φιλαδέλφεια, Σμύρνη, Θυάτειρα, Πέργαμος, Σάρδεις, Λαοδίκεια), έν δέ τή Συρία 20) Από τάς άρχάς της ε' έκατονταετηρίδος προέρχεται ή ε ίδησις, ή κωμικοτραγική, ή άναφερομένη υπό τού Έκκλ. 'Ιστορικού Σωκράτους (βιβλ. Σ. κεφ. 88θ'), καθ ον «Πολλοί τών εν Κρήτη Ιουδαίων εχριατιάνιοαν*, διότι έξαπατη&εντες από απατεώνα τινά, δστις νπεκρίνετο τον Μωϋαήν, τον άποβταλεντα εζ ουρανών, «όπως αν τούς τήν vfjoov οίκοϋνιας Ιουδαίους έκβάλη διά &αλάοοης άλ.αγώνν, ώς επραξεν άλλοτε εν τή ερυθρά ό Μωνοής, καί πολλάς συμφοράς παϋόντε; αντελήφδηααν «τήν άκριτον αυτών πίοτιν». 21) Τό σπουδαΐον αυτό σημεϊον εξετάζω είς τήν πραγματείαν μου περί τών Βορείων Συνόρων τοΰ Ελληνισμού (υπό έκτύπωσιν). 22) Χέρτσβεργ: Ιστορία τής Ελλάδος έπί Ρωμ. Κυριαρχίας, μεταφρ, Καρολίδου τόμ Γ'. έν Άθήναις 1902 σ 28S 9. Παραπομπή είς Ζώοιμον Β Ruf. Bursian: Geographie Griechenlands τόμ. II, 3 σ 535. Bockh καί C. I. Graec. άριθ καί τόμ 2, άρ σ. 420 καί 94 σ. 432 καί Kuhn 21) Περί Ίεραπύδνης ή Ιεραπέτρας C. I. G καί 2593.

157 472 Γερασίμου I. Κονιδάρη ωσαύτως (Ίγν. πρός Φιλαδελφοΐς κεφ. ΙΟην, ένθα λέγεται, δτι «αί έγγισται» τής Αντιόχειας «Έκκλησίαι Ζπεμηιαν επισκόπους, αΐ δε πρεσβυτέρονς και διακόνους»). Καί ό Harnack24 έξετάζων το πρόβλημα τού αριθμού των επισκοπών (εις άντίθεσίν του πρός τον Duchesne) παρατηρεί, δτι έχ τής φράσεως τού Διονυσίου τής Κορίνθου «ή Εκκλησία τής Κορίνϋον ή παροικούσα Γόρτυναν αμα ταΐς λοιπαϊς κατά Κρήτην παροικίαι» προκύπτει δτι ύπήρχον περισσότεραι Έκ- κλησίαι έν Κρήτη 25. Έαν λοιπόν ύπήρχον τον β' αιώνα εν Κρήτη περισσότεροι των δύο επισκοπών (Γορτύνης καί Κνωσού) διατί δεν είναι έπιτετραμμένον νά δεχθώμεν δτι μετά 100 έτη ύπήρχον τουλάχιστον 8 έ'ως 9 ; Εις τά πορίσματα του περί τής ποσοτικής διαδόσεως τού Χριστιανισμού κατά τά τέλη τού γ' αϊώνος δ Harnack (αυτόθι σελ. 416) κατατάσσει τάς Έλληνικάς επαρχίας εις έκείνας, έν αις καί ή Κρήτη, εις την 2αν κατηγορίαν, ήτοι εις τάς επαρχίας έν αΐς ό Χριστιανισμός άπετέλει «σημαντικόν ποσοστόν» (αυτόθι σελ ) τού πληθυσμού τής Κνωσού. Τό γεγονός δε δτι αί πρώται, δλως τυχαιαι παραστάσεις επισκόπων έν τή Συνόδιρ τής Σαρδικής (342/3), ειδήσεις περί τών έν Κρήτη έπισκοπών προέρχονται από τε τού Κέντρου καί τών άκρων περιοχών αυτής συνηγορεί ύπέρ τής γνώμης, δτι αί κύριαι πόλεις τής Κρήτης είχον προ χρόνου αρκετού αποκτήσει έπισκοπάς. Περί τού αριθμού λοιπόν τών έπισκοπών τού ε αϊώνος, δτε ήρξατο ή ραγδαία έπικράτησις τού Χριστιανισμού έν Έλλάδι, θά ήδύνατο νά λεχθή, δτι θά πρέπει νά ήτο περίπου διπλάσιος τών τού εις την τε- τάρτην στήλην άναφερομένου (Δ Οικουμ. Σύνοδος έπιστολή πρός Λέοντα). Δεν έχομεν άτυχώς έπαρκεΐς ειδήσεις περί τής Κρήτης κατά τον ε' αιώνα2*, αλλά δεν είναι άνευ σημασίας τό γεγονός, δτι περί τά τέλη τού δ' καί τάς άρχάς τού ε' αϊώνος ή νήσος ως καί μεγάλα μέρη τής ηπειρωτικής Ελλάδος βαρείας ύπέστησαν συμφοράς έκ σεισμών2. Μεγάλοι σεισμοί συνέβησαν καί περί τό 531, δτε κατεστράφησαν πολλά μέρη τής Κρήτης, ειτα δέ λοιμός (πιθανώς πανώλης) έπληξε την Κρήτην. Ποιος ήτο δ αριθμός τών πόλεων κατά τούς χρόνους τού Ίουστι- **) **) Mission und Ausbreitung der Cristentums, εκδ. 4η 1924 σ s ) Αυτόθι σελ. 627 (τομ. 2ος) καί 785 εξ. 2ί) Διά τούς επισκόπους της Κρήτης καί τήν Εκκλησίαν της σημαντικά είναι τά έργα be Quien, Oriens Christianus, τόμ. B'. Gams - Series Episco- porum καί G. Gerola: Monument! Veneti nell* isola di Creta Vol. II (πίναξ σ. 100). Cornelius: Creta Sacra. Μετάφρασις παρέχεται νϋν εις τό περιοδικόν τής Μητροπόλεως Κρήτης «Απόστολος Τίτος» υπό Ν. ΙΙλάτωνος.

158 Β' ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΞ ΚΑΤΑΛΟΓΩΝ ΤΩΝ ΕΠΙΣΚΟΠΩΝ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥ Η' ΜΕΧΡΙ ΚΑΙ ΤΟΥ Γ ΑΙΩΝΟΣ Τακτικόν Λέοντος Γ' καί Κων)τίνου Ε' (731-46) Παρόντες κατά Ζ' Οίκου μ. Σύνοδον 787 * Τακτικόν 8ον αρχών Θ' * αϊώνος Τακτικόν 9ον αρχών Θ' * αϊώνος Τακτικά: Λέοντος ΣΤ', Κ)τίνου Ζ', καί Τσιμισκή ( ) Τακτικόν 3* Βασιλείου Βουλγαροκτό- νου 980 μ. X. Επαρχία Κρήτης νήσου Επαρχία Κρήτης "Επαρχία Κρήτης Τφ τής νήσου Κρήτης** έχει πόλεις ιβ' * α) ό Γορτύνης μητρ. α) δ Γορτύνης 1} ό Γορτύνης 1) * ό Γορτύνης α) ό Γορτύνης 2) ό Βιέννης 2) ό Βιέννης. 3) δ Κάναρος 3) ό Καμάρας Ο 05 β) ό Αρκαδίας γ) ό Αρκαδίας 5) ό Αρκαδίας 5) ό Αρκαδίας 1 γ) δ Αρκαδίας γ) 6 Κνωσσοΰ β) ό Κνωσσοΰ 15) ό Κονοσσού 15) δ Κονοσσοϋ GO β) ό Κνωσσοΰ 16) ό Άξιου 16) ό Άξιου CC δ) ό Χερονήσου ζ) δ Χερρονήσου 4) ό Χερσονήσου 4) ό Κερσονήσου GO δ) δ Χερρονήσου a ε) ό Αύλοποταμοΰ ε) ό Σιτίας a ια) ό Σιτείας κ ο στ) δ τοΰ Αγρίου στ) ό Γηρπέτρας 12) ό Ίεραπύδνης 12) ό Ίεραπίδνης a θ) ό Ίεράς 13) ό Άλύγγου 13) δ Άλύγγου ι) ό Πέτρας 14) δ Λύκτος 14) δ Λέκτος ' -? " ζ) δ Σουάριτος ε) ό Σουβρίτου 6) δ Συβριτου 6) ό Σουβρίτου Η η) ό Λάπης δ) ό Λάμπης 17) δ Λάμπων 17) δ Λάμπων ζ) ό Λάμπης 6 ) δ Κατάνου ι) ό Καντάνου 19) δ Καντανίας 19) 6 Καντανίας 20) ό Λίοσου 20) ό Λίοσου a l-> ι) ό Κισάμου θ) ό Κισσάμου 9) ό Κισάβου 9) δ Κισάμου to ιβ) ό Κισσάμου Q- 10) δ Έλύρου 10) ό Έλύρου ^a Q> 11) δ Φοινίκης, ήτοι Α- 11) δ Φοινήκης, ήτοι Ά- a ραδένης ριάδνης ια) ό Κυδωνιάς η) ό Κυδωνιάς 18) δ Κυδωνέας 18) ό Κυδονέας > -CU < ιβ) δ Ελευθέρου στ) ό Έλευθερνών 7) δ Έλευθέρνης 7) δ Έλευθέρρης 8) δ Άπτέρης 8) ό Άπτέρνης 21) δ νήσου Καύδου 21) ό νήσου Κλαύδου η) ό Κυδωνιάς I (Έκδ. De Boor: Zeit. * Mansi. 13, 136, 365, * Parthey σελ. 170, * Parthey 185 ό Κρή- * Παρά Parthey σελ. fur Kirchengeschichte 384 καί 12, 1013 κ. ά. ένθα ό Κρήτης χαρακτη- της αρχιεπίσκοπος σελ. 525 ρίζεται άρχ)πος. 1 ** εννοείται: μητροπολίτη. * Οί αραβικοί αριθμοί είναι ήμέτεροι, ώς καί ή ελληνική άρίθμησις τών παραστάντων εις τήν Ζ' Οικουμενικήν Σύνοδον.

159 At επίσκοποί τής Κρήτης μέχρι καί τοΰ ι' αίώνος m νιανοϋ πληροφορεί ή πολιτική Γεωγραφία τοΰ Ιεροκλέους (έκδοσις νΰν Honigmann: Corpus historiae Byzantinae Bruxellensis) συν- ταχθεϊσα μεταξύ τών ετών (στήλη 5η). Τινές ύπηθέτουσιν, δτι δπόκειται τοΰ καταλόγου τούτου εν γένετ κα'ι εκκλησιαστική τις τάξις, όπερ ημείς άποκρούομεν, διότι 1) ή τάξις των πόλεων τοΰ Ιεροκλέους είναι διάφορος εκείνης των έκκλ. «τάξεων», 2) ή φιλολογική μορφή, ύφ ήν έκφέρονται (το δνομα άνευ άρθρου), έν άντιθέσει προς τά εκκλησιαστικά τακτικά, άτινα κατ αρχήν έκφέρουσι τό δνομα τής επισκοπής έν γενική μετά τοϋ άρθρου, π. χ. ό Κρήτης) καί 3) διότι ό αριθμός των πόλεων ή έστω κωμοπόλεων είναι μεγαλύτερος εκείνου τών επισκοπών, ών ή συντήρησις θά ήτο προβληματική. Λέγομεν δέ προβληματική, διότι είναι γνωστόν, δτι ή πτωχεία τής χώρας, ένεκα τών ανωτέρω συμφορών, ένετάθη 2S. Αί κακαί συνθήκαι αί δημιουργηθεισαι διά τε τό Βυζάντιον καί την Ευρωπαϊκήν Ελλάδα από τών μέσων τής στ' μέχρι τών μέσων τής Γ έκατονταετηρίδος, ένεκα τών επιδρομών τών Σλάβων 27 29, 28 Αβαρών καί Αράβων ήτο φυσικόν νά επηρεάσωσι καί τήν Κρήτην 30. Ένεκα τοΰ λόγου τούτου φρονώ δτι δικαιολογούνται τά κενά, τά όποια βλέπομεν εις τον πίνακα Α\ Μεταξύ τών ετών 553 καί 691 δλίγιστοι τών επισκόπων Κρήτης έτόλμων να ταξειδεύσωσι προς τήν Κ)πολιν ινα μετά- σχωσι τών Συνόδων. Πιστεύομεν λοιπόν δτι ύπήρχον αί έπισκοπαί, τάς οποίας μνημονεύει τό Παρισινόν τακτικόν τοϋ κώδικος 1555Α31. Έν τφ> τακτικοί τούτη) εμφανίζεται ό Κρήτης εις λίαν υψηλήν θέ- 27) Χέρτβεργ, ένθ. άνωτ. σ. 413 καί 555 σημ. Μετά τό 115 οί σεισμοί έπέφεραν μεγάλας καταστροφάς είς Γόρτυναν. "Οθεν εις τήν «έρήμωσιν» ήλθε γενναίος αρωγός καί σωτήριος ό Θεοδόσιος δ Β'. (Μεγάλη έκδ. Λεον. ΙΑ' σ. 359). Π. Κ ρ ι ά ρ η : Ιστορία τής Κρήτης Α' 1930 σ. 79 καί 82, ένθα ό λόγος περί σεισμών, ϊδε καί Ε. Πλατάκη, Οί σεισμοί τής Κρήτης, «Κρητ. Χρονικά» τόμ. Δ', σελ ) Κ. Παπαρρηγοπούλου, 'Ιστορία τοϋ Έλλ. "Εθνους, τόμ. 29) Από τοϋ 649 ό στόλος τών Αράβων τοϋ Μωαβια ήρξατο τών επιδρομών κατά τών παραλίων καί τών νήσων, τφ δέ 654 έλεηλάτησε τήν Κρήτην, Ostrogorsky: Gesch. des Byz. Staates σελ ) Περί τής πιθανολογούμενης ύπό τών Σλάβων καί σλαβόφιλων ιστορικών αποβάσεων Σλάβων έκ Πελοποννήσου είς Κρήτην, πρβλ. Τωμαδάκην είς Έπ. Κ Σ. Α' 1938, σ καί Β' Ι) ΙΙρβλ. Γ. Κονιδάρη: Αί Μητροπόλεις Άρχ)παί τοΰ Οίκ. Π)χείου Α' Εναντίον τών αντιρρήσεων τών έκφρασθεισών κατά τής γνησιότητος υπό τοϋ Duchesne ίδε αυτόθι. Διά τάς αορίστους αντιρρήσεις τοΰ V. haurent, ϊδε νΰν τήν περί Βορείων Συνόρων πραγματείαν μου καί Στ. Κ υ ρ ι α κ ί δ η ν Βυζ. Μελέται VI.

160 474 Γερασίμου I. Κονίδοφη σιν, υψηλότερου τής δοθείσης, ευθύς μετά την βιαίαν συγχώνευσή τών Εκκλησιών τοΰ Άν. Ιλλυρικού, της Κάτο) Ιταλίας καί τής Ί- σαυρίας μετά τού Π)χείου Κ)πόλεως, εις τον αρχιεπίσκοπον Θεσσαλονίκης. 'Η σύγκρισις τού καταλόγου τών πόλεων τού 'Ιεροκλέους και τού καταλόγου τών επισκοπών τοΰ Παρισινού τακτικού δεν παρουσιάζει μόνον τάς διαφοράς, ας κατ αρχήν έσημειώσαμεν ανωτέρω, άλλα καί αριθμητικήν διαφοράν 10 επί έλαττον, εις τάς επίσκοπός. Αλλά υπέρ τής γνησιότητος τού Παρισινού καταλόγου συνηγορούν προ πάντων αί γλωσσικοί διαφοραί τών δυο κειμένων καί ή διάφορος εντελώς «τάξις προκαθεδρίας» τών θρόνων, εξεταζόμενης εν σχέσει προς τήν σειράν τών πόλεων τού 'Ιεροκλέους. Έχει δέ σπουδαιότητα το πράγμα διά τήν έκκλ. τάξιν, δεδομένου δντος, δτι ό πρώτος επίσκοπος, ό μνημονευόμενος μετά τον μητροπολίτην, εις πάντα επισκοπικόν κατάλογον είναι ό πρωτόθρονος. 'Ο Αρκαδίας λοιπόν εμφανίζεται ώς πρωτόθρονος ένφ ή πόλις εις τον κατάλογον τού 'Ιεροκλέους έχει άλλην θέσιν. Δεν γνωρίζομεν βεβαίως εάν υπήρξε τάξις τις πολιτική τών πόλεων, άλλ έν πάσει περιπτώσει δεν δύναται νά ύποστηριχθή ή αντιγραφή τού καταλόγου τυύ παρισινού κώδικος από τον 'Ιεροκλέα. Τούτο έπι- στοποίησα πολλάκις. Άλλ άς στρέψωμεν ήδη τήν προσοχήν προς τήν μετά το 731 εποχήν. Β' ΑΠΟ TOV 731 ΜΕΧΡΙ ΤΟΥ 980 Ή συγκριτική εξέτασις τών εις τον κατωτέρω Β' πίνακα προσαγομένων μαρτυριών περί τών Ιν Κρήτη επισκοπικών εδρών παρουσιάζει πολλάκις δυσχερείας, επειδή αί μεν εκ τών έκκλ. γεωγραφικών κειμέ νων ειδήσεις είναι δαψιλέστεραι εκείνων τής λοιπής Ελλάδος (σκοτεινοί είναι οί αιώνες στ' - θ'), άλλ έλλείπουσιν αί έξωθεν επαρκείς μαρτυρίαι διά τόν η", θ', ι' αιώνα προς σύγκρισιν, ιδίως τών παρά τφ Perthey δημοσιευθέντων έκκλ. τακτικών ύπ' άριθ. 8 καί 9. Είναι δμως ευτύχημα, δτι δ αριθμός τών παρόντων Κρητών επισκόπων κατά τήν Ζ' Οίκ. Σύνοδον είναι εκπληκτικούς μέγας, έν άντιθέσει προς τούς παρόντας έξ άλλων περιοχών τής Ελλάδος. 'Όθεν έκ τοΰ γεγονότος τούτου έπιβεβαιούται ή γνησιότης τού καταλόγου τού Παρισινού τακτικού καί βεβαιούμεθα περί τής σχετικής ακμής τής Εκκλησίας τής ελληνικής μεγαλονήσου τών χρόνων τοΰ Άνδρέου Κρή

161 AS επίσκοποί τής Κρήτης μέχρι καί τοΰ ι' αίώνος 475 της ( ) 2. Δεν εχομεν λοιπόν αμφιβολίαν περί τοΰ γεγονότος, δτι ή απουσία τών επισκόπων Σιτείας καί Ίεραπέιρας ύπήρξεν τυχαία (ίσως δια γήρας άπουσίαζον η διότι αί εδραι ήσαν τυχαίως κεναί). Σημειοΰμεν την ουσιώδη διαφοράν μεταξύ τών δύο πρώτων στηλών, την άναφερομένην εις την «τάξιν». Ένφ δηλα δη κατά τόν κατάλογον τον παραδοθέντα η καταρτισθέντα εν Κ)πόλει ό Αρκαδίας ήτο πρωτόθρονος κατά τό 787 είναι πρωτόθρονος ό Κνωσού, δπως καί τφ 980. Ή μεταβολή είναι εΰκολον νά έρμηνευθή εκ τού γεγονότος, δτι νέος τις επίσκοπος Κνωσού μεταξύ τού επέτυχε ν άναγνω ρισθή ως πρωτόθρονος ή έδρα του, ώς μαρτυρουμένη από τών χρόνων τού Διονυσίου τού Κορίνθου (170 μ. X.). Τοιουτοτρόπως ό Αρκαδίας κατέστη τρόπον τινά δευτερόθρονος. Ή διαφορά εις την τάξιν τιπογραφής τών πρακτικών τής Ζ' Οίκ. καί τής φιλολογικής μορφής τών τοπωνυμίων ενέχουσιν αποφασιστικήν σπουδαιότητα διά την άπό- κρουσιν τής γνώμης περί αντιγραφής, έκ μέρους τοΰ δήθεν συμπιλη- τού τού Παρισινού τακτικού, τών πρακτικών τής Ζ' Οικουμενικής. Ή αντιγραφή αφορά εϊς τό τέλος τής αναγραφής ( Ηπείρου α') καί προ- ήλθεν πιθανόν έκ τής ανάγκης συμπληρώσεως κατεστραμένου σημείου τού χειρογράφου, δπερ άντέγραφεν νεώτερος άντιγραφεύς. Δεν θ άπε- μακρυνόμεθα δε τής αλήθειας ίσχυριζόμενοι, δτι ό άντιγραφεύς έγνώ- ριζεν, δτι ή «τάξις προκαθεδρίας» τών θρόνων, ήν άντέγραφεν εΰρε τήν εφαρμογήν της κατά τό πλεΐστον εις τά πρακτικά τής Ζ' Οικουμενικής. Βραδύτερον άνετράπη ή ειρημένη «τάξις» τού Αέοντος Γ' καί εύρέθη αποτρόπαιος, επειδή προήρχετο από τούς είκονομάχους καί άν- τικατεστάθη τελικώς τφ Ή σύγκρισις λοιπόν τών δύο πρώτων στηλών έν μερικφ συνδυα- σμφ καί προς τήν εκτην επιβεβαιώνει δσα ίσχυρίσθημεν περί τής γνησιότητος τού κωδικός, έξ αφορμής καί άλλων περιπτώσεων καί δή τής μητροπόλεως Άδριανουπόλεως (ΐδε Α' τόμον τής Θρησκ. καί Χριστ. Εγκυκλοπαίδειας). Άλλ έκτος τών γενικωτέρας σπουδαιότη- τος παρατηρήσεων τούτων πρέπει νά προστεθώσιν Ιον) μέν δτι κατά τόν η' καί μέχρι τών χρόνων τής κατακτήσεως τής Νήσου Κρήτης υπό τών Αράβων τό δίκτυον τής πολιτικής καί έκκλ. ιεραρχίας τής νήσου φαίνεται έν πλήρει ακμή καί 2ον) δτι τό γεγονός τούτο ενέχει μεγά- λην βαρύτητα διά τήν κατάστασιν τής Ελλάδος κατά τούς χρόνους τής υποτιθέμενης κατακτήσεώς της υπό τών Σλάβων!! 32 32) Χρήστου: Άνδρέας ό Κρήτης. Ίδε βιβλιογραφίαν έν Θρησκ. Χριστ Εγκυκλοπαίδεια τόμ. Α'. Παποδοπούλου - Κεραμέως Άνάλεκτα τόμ. Ε'.

162 476 Γερασίμου ί. Κονιδάρή Ή σύγκρισις των δύο ταυτοσήμων Not. 8 και 9 (στήλη 3η καί 4η) οδηγεί και πάλιν εις την έξέτασιν τής σπουδαιότητος καί θέσεως των λεγομένων τακτικών τοϋ θ' αίώνος (ύπ άριθ. 6, 8, 9 καί 1 παρά Parthey' το ύπ άριθ. 1 επανεξοδόθη κριτικώς υπό τοΰ Η. Gelzer33). Ήδη ό De Boor34 παρετήρησεν, δ'τι τα Not. VIII-f- V-f-VI IX (άτινα άριθμοΰμεν δγ αραβικών αριθμών ανωτέρω) ώς καί τό κατά τι νεώτερον Not. I36 αποτελούν αντιγραφήν κατά τό πλεΐστον τοΰ παλαιοτέρου τακτικού τοΰ λεγομένου «Έπιφανίου» (στ' σιών). Δεν δύναμαι ουδέ επιθυμώ νά εισέλθω ενταύθα εις την έρευναν των λίαν διαφερόντων φιλολογικοϊστορικών προβλημάτων δ'σα συνέχονται προς τα Not. τοΰ θ' αίώνος, άτινα άλλως θεωρώ τρόπον τινά φιλολογικήν παραγωγήν, ιδιωτικού άρα χσρακτήρος, στηριζομένην εις επεξεργασίαν τής Not. VII (παρά Parthey), ήτις παριστά τήν κατάστασιν τής τάξεως «προκαθεδρίας τών θρόνων» τής Ανατολής τών χρόνων τού Ιουστινιανού καί τού Ηρακλείου, ήτοι προ τής άποσπάσεως τών Εκκλησιών τής Δύσεως από τήν υψηλήν έποπτείαν τής Ρώμης καί την υπαγωγήν των υπό τό Οικουμενικόν Πατριαρχείον 36. Δεν θά είσέλθω δέ είς τήν έξέτασίν των διά τούς εξής λόγους : Ιον) διότι εις τήν αναγραφήν ύπ άριθ. 6 ούδέν λέγεται περί Κρήτης' 2ον) διότι είς τήν αναγραφήν 1 (Βασιλείου τού έξ Ίαλιμβάνων) μνημονεύεται μεν ο Κρήτης μόνον υπό τινων κωδίκων, ως εις τών μητροπολιτών τών άποσπασθέντων «έκ τής Ρωμαϊκής διοικήσεως», τελών υπό τον θρόνον τής Κωνσταντινουπόλεως «διά τό υπό τών εθνών κατέχεσθαι τον Πάπαν τής Πρεσβυτέρας Ρώμης» (Gelzer, Georg. Cyprii ένθ. άνωτ. σελ. 27), άλλ άνευ τής μνείας επισκοπών καί 3ον) διότι οί κατάλογοι τών επισκοπών Κρήτης τών Not. 8 καί 9 είναι ταυτόσημοι * 1 2,3)Georgii Cyprii: Descriptio orbis Romani, Lipsiae 1890 σελ_ Τό τακτικόν 1 ανήκει είς τόν Βασίλειον τών έξ Ίαλιμβάνων (σελ. 49). Περί τούτου ϊδε Ε. Honigmann: Die Notitia des Basileios von J a- limbana, Extrait de Byzantion tom. IX. fasc. I (1934). B4) Ενθ. άνωτ. a *0 H. Gelzer έθεώρει τά μέν 3 πρώια ώς αναγόμενα είς τούς χρόνους τοϋ Πατριάρχου Νικηφόρου ( ) τό δέ τοΰ Βασι. λείου ώς κατά τι νεώτερον. 3Ι>) *0 Honigmann (ένθ. άνωτ. σελ. 222) πιστεύει δτι ό Βασίλειος έπε. ξειργάσθη τήν πολιτικήν γεωγραφίαν Γεωργίου τοϋ Κυπρίου περί τό 886. se) Τό ατελές κείμενον VII άντικατεστάθη δι άλλων πληρέστερων κωδίκων, άτινα έςέδωκεν ό Η. G e 1 ζ e r είς τήν πραγματείαν του, τήν δημοσιευθεΐσαν είς τά Πρακτικά τής Ακαδημίας τοΰ Μονάχου υπό τόν τίτλον: u.ngedruckte und uugeniigend veroffentlicbte Texte der Not. Episcopatuum Πρβλ. καί Corpus Notitiarium Episcopatuum Ecclesiae Orientalis Graecae τεύχη 2 (άχρις ώρας).

163 Αί επίσκοποί τής Κρήτης μέχρι καί τοΰ ι' αΐώνος 477 και δίδουσιν αριθμόν επισκοπών 21, της μητροπόλεως Κρήτης συμπεριλαμβανομένης, δν θεωρούμεν ώς έσφαλμένον. Δεν θεωροΰμεν δε δτι ήτο δυνατόν να ειχεν ή Κρήτη κατά τον θ' αιώνα τόσας επίσκοπός, δσας παρουσιάζει τό τακτικόν. Έν προκειμένιρ δέ δ De Boor31 κρίνων την γνώμην τοΰ Η. Gelzer, καθ δν 6 κατάλογος ταιν επισκόπων Κρήτης παριστα ιάς εν τή νήσω σχέσεις πρό τής εισβολής τών Αράβων, ενώ τά μεταγενέστερα την μετά την έπανάκτησιν τής νήσου υπό τών Βυζαντινών (961), παρατηρεί όρθώς, δτι εκ τών 20 επισκοπών αιτινες άριθμοΰνται υπό τον μητροπολίτην Γορτύνης 9 ουδέποτε εμφανίζονται. Ό L,e Quien έκ τών πρακτικών τών συνόδων συνήγαγε 13. Έκ τούτων 11 εύρίσκονται έν τφ ως άνω καταλόγιρ, ή Απολλωνία δέ (γνωστή μόνον από τά πρακτικά τής Χαλκηδόνος) και ή Ήρακλειόπολις (μόνον έκ τών πρακτικών τής Ζ' Οίκουμ.) ήδύναντο, δπως συμβαίνει συχνά, νά έμφανίζωνται υπό διάφορα ονόματα. Έν πόση περιπτώσει θά έμενον 7 ονόματα, δι άπερ ελλείπει κάθε ίχνος. 'Ο De Boor συνεχίζει, δτι από τον κατάλογον τοΰ Παρισινού τακτικού (στήλη 1η), τον περιλαμβάνοντα 11 επίσκοπός, ωσαύτως ελλείπουν ή Απολλωνία και ή Ήρακλειουπολις και Φοινίκη ένφ» εισέρχεται μία έκ τών νεωτέρων καταλόγων γνωστή επισκοπή Σιτίας. Περαίνων τάς παρατηρήσεις του 6 De Boor παρατηρεί δτι «είναι ένεκα τούτου άπίθανον δτι ή Κρήτη είχε ποτέ περισσότερός επίσκοπός, και δτι ή κατάστασις πρό και μετά τήν Σαρακινήν κατάκτησιν παρουσίασε ουσιαστικός διαφοράς. Έφ δσον λοιπόν ό κατάλογος τών Not. 8 και 9 σχεδόν καλύπτεται μέ έκεϊνον τοΰ 'Ιεροκλέους, ελλείπει μόνον τό όνομα τής πόλεως Ίνατος (Πίναξ Α' στήλη 5η), είναι φανερόν, δτι ό έπεξεργασθεις τό τακτικόν είχε πρό αυτού ούχΐ κατάλογον εκκλησιαστικόν αλλά κοσμικόν». Θά πρέπει δέ άκριβέστερον νά ε ίπωμεν, δτι ένεκα τών διαφορών «τάξεως», και τής φιλολογικής μορφής έκ τών τοπωνυμίων α ποκλείεται ή αντιγραφή τού 'Ιεροκλέους. Τοιουτοτρόπως δυνάμεθα νά εΐπωμεν δτι ό κατάλογος τοΰ Παρισινού κωδικός έν συνδυασμό) πρός τον κατάλογον τών παρόντων κατά τήν Ζ' Οικουμενικήν Σύνοδον παριστοΰν τήν κατάστασιν τής διοικητικής διαμορφώσεως τής Εκκλησίας τής Κρήτης μέχρι και τής Αραβικής κατακτήσεως (823/8 961) 38. 8Ι) Ενθ. άνωτ. ελ β) Κ. Άμάντου, Ιστορία τοΰ Βυζαντινού Κράτους Τόμ. Β'. V a s i* liev: Byzance et les Arabes I, 49 ές. Ό Ostrogorsky (evil. άνωτ. σελ' 167) παρατηρεί, δτι ή ακριβής χρονολογία τής καιαλήψεω; τής Κρήτης δέν δύναται νά εξακριβωθή. Αί καταβολαί έν τή ειδική γραμματεία άμφιταλαντεΰονταιμεταζύ τών έτών Καί ή ειδική ερευνά τοΰ I. Παπαδοπο ύ*

164 478 Γερασίμου I. Κονιδάρη "Ενεκα τής Αραβικής κατακτήσεως είναι εύλογον διατί κατά την τακτοποίησιν τής εκκλησιαστικής «τάξεως», την γενομένην υπό τοΰ Δέοντος τοΰ ΣΤ' καί τοΰ Πατριάρχου Νικολάου τοΰ Μυστικού ( ) *9, ή Κρήτη δεν περιελήφθη εις τάς μητρόπολης τοΰ Οικ. Θρόνου, διότι ετέθη ως αρχή νά περιληφθοΰν έκεΐναι αί μητροπόλεις, αιτινες πράγματι ΰφίσταντο υπό Βυζαντινήν εξουσίαν. Εις τά Νέα τακτικά10 τοΰ Κ)τίνου τοΰ Πορφυρογέννητου (f 959) ήτο ωσαύτως φυσικόν νά μή περιληφθή ή μητρόπολις Κρήτης, είναι όμως παράδοξον, ότι είς το τακτικόν των χρόνων τοΰ Τσιμισκή, δπερ διέσωσεν χειρόγραφον τής Εθνικής Βιβλιοθήκης τής Ελλάδος, δημοσιευθέν εν μέρει υπό τοΰ Η. Gelzer (ungedruckfe κλπ.) καί οπερ ήρευνήσαμεν, ώς προς τό ανέκδοτον αυτού τμήμα, δεν περιελήφθη ή υπό τοΰ Νικηφόρου τοΰ Φωκά ήδη από Ιίετίας ( ) * 4140 ελεύθερα Εκκλησία τής Κρήτης Πάντως ή πλήρης άποκατάστασις τής Εκκλησίας τής Κρήτης φαίνεται συντελεσθεΐσα περί τό 980, ήτοι κατά τό έτος, μέ τό όποιον ό Η. Gelzer (ungendruckte σελ. 375) χρονολογεί τό τακτικόν ύπ άριθ. 3 παρά Parthey (στήλη τελευταία τοΰ Β πίνακος). Είναι άξιοσημείω- τον, ότι ό Κνωσού 42 43εμφανίζεται και πάλιν πρωτόθρονος καί μετ αυτόν έρχεται ό Αρκαδίας. Έκ των παλαιών επισκοπών εξαφανίζονται: ή Σουβρίτου, ή Καντάνου καί ή Έλευθερνών καί άντ αυτών δημιουρ- γοΰνται νέαι επισκοπαι ή Αΰλοποτάμου, ή Αγρού καί ή Πέτρας, περί ών ΐδε Ν. Τωμαδάκην ένθ. άνωτ. σελ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ I. ΚΟΝΙΔΑΡΗΣ λ ου: Ή Κρήτη υπό τούς Σαρακηνούς ( ), δημοσ. είς τάς Texte und Forschungen zur byz. Neugriech. Phil. 43, έν Άθήναις 1948, σελ. 58 έξ., δέν οδηγεί προφανώς είς ασφαλές συμπέρασμα. *9) Η. Gelzer: ungedruckte κλπ. 40) Georg. Cyprii: σελ ) Περί τής καταστάσεως τής Κρήτης κατά τήν επαύριον τής απελεύθεροι" σεως παρέχει πληροφορίας ό βίος τοΰ «Νίκωνος τοΰ Μετανοείτε», δν έδημοσίευσεν ό Σπυρίδων Λάμπρος, έν Νέιρ Έλληνομνήμονι τόμος Γ' σελ Ιδε καί νέαν έκδοσιν υπό Μιλ. Γσλανοποΰλου Βίος καί Πολιτεία τοϋ Όσιου Νίκωνος. Έν Άθήναις 1933, σελ. 16, καί 1, Παπαδοπούλου ένθ άνωτ 4a) Ή Κνωσός κατέλαβε τήν πρωτόθρονον θέσιν, όχι μόνον δι ους λόγους εϊπομεν ανωτέρω, αλλά καί διότι έπρώτευε έπί Ρωμαίυιν καί άντηγωνίζετο τήν Γόρτυναν. 43) Πρβλ. καί Μ. Κ ρ ι α ρ ά : Ιστορικά τής Εκκλησίας τής Κρήτης έπί Τουρκοκρατίας, «έν Έλληνικοΐς» τομ. Η' σελ (Άθ' 1935). Διά τήν Ενετοκρατίαν υπάρχουν αρκετοί μελέται. Ή έν τω Θ' διεθνεϊ συνεδρίιο άνοκοίνωσις τοϋ φίλου Εφόρου Άρχ. Κρήτης κ. Πλάτωνος άφεώρα είς παλαιοχριστιανικός βασιλικός, αϊτινες έχρησίμευσαν ώς καθολικά τών έπισκοπών τής Κρήτης. Άρα έχει έμμεσον σχέσιν πρός τό ήμέτερον θέμα.

165 ΧΡΟΝΙΚΑ Ο ΤΟΜΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΑΛΙΤΣΟΥΝΑΚΗ Μέ τό παρόν τεύχος συμπληρούται ό τόμος Ίωάννου Καλιτσουνάκη. Τά «Κρητικά Χρονικά» εκφράζονται τήν χαράν των, διότι οονέβαλον εις τήν άπότισιν τού πνευματικού τούτου χρέους πρός διαπρεπές τέκνον τής Κρήτης, οφείλουν συγχρόνως νά έξάρουν τήν συμβολήν τής πρός τόν σκοπόν τούτον συστα- θ'όίοης Επιτροπής έκ τού Θεοφ. 'Επισκόπου Λάμπης καί Σφακίων κ. Εΰμενίου καί τών κ. Ν Τωμαδάκη, Ε. Κριαρά, Μ. I. Μανούσακα, Ν. Ε. Πλάτωνος καί Γ. Κ. Σπυριδάκη, ίδια δέ τού Γραμματέως αυτής κ. Τωμαδάκη, δ όποιος έν συνεχει επαφή μετά τού εκδότου τών «Κρητικών Χρονικών» έμερίμνησε διά τε τήν συγκέντρωσιν τής δηιιοσιευ&είσης ύλης καί τήν θεώρησιν τών πλείστων τυπογραφικών δοκιμίων. ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ «ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ» Τό Ύπουργεΐον Θρησκευμάτων καί Εθνικής Παιδείας παρέσχεν οικονομικήν ένίσχυσιν πρός τά «Κρητικά Χρονικά» έκ δραχμών. Διά τήν αρωγήν τούτην, προϊόν τής φιλεπιστήμονος μερίμνης τού Υπουργού κ Καλλία, τά «Κρητικά Χρονικά» ευχαριστούν θερμώς Τό ώς άνω ποσόν κατετέθη υπό τού εκδότου εις ιό ταμεϊον τής Εταιρίας Κρητικών Ιστορικών Μελετών. Η ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΙΝΗΣΙΣ ΕΝ KPHTIJ ΚΑΤΑ ΤΟ ΕΤΟΣ 1953 Τό έτος 1953 δέν ήτο όλιγώτερον ευτυχές τού προηγουμένου διά τήν καθόλου αρχαιολογικήν κίνησιν έν Κρήτη, παρά τό γεγονός ότι καί τά διατεθέν- τα μέσα ήσαν μάλλον περιωρισμένα καί τό άπασχοληθέν μέ τά αρχαιολογικά έργα επιστημονικόν καί τεχνικόν προσωπικόν δέν ήτο επαρκές. Διά τήν άποπεράτωσιν τού κτηρίου τού Μουσείου Ηρακλείου διετέθησαν εξακόσια εκατομμύρια. Κατεσκευάσθησαν ευρύχωροι υπόγειοι άποθήκαι διά τήν ταξινόμησιν τών παμπληθών αρχαιοτήτων, αΐτινες δεν προορίζονται δι έκθε- σιν, καί ήδη άποπερατοΰται ή ημιτελής νέα πτέρυξ, περιλαμβάνουσα οκτώ αίθουσας. Θά γίνουν επίσης απαραίτητοι βελτιώσεις έξαστραλίζουσαι τό Μουσεϊον από τά όμβρια ϋδατα και έπαυξάνουσαι τήν ασφάλειαν αυτού' ό φωτισμός τών αιθουσών τόσον ό φυσικός όσον καί ό τεχνητός έμελετήθη ιδιαιτέρως. Μετά το πέρας τών εργασιών θά καταστή δυνατόν νά λειτουργήση τό Μουσεϊον εις τήν νέαν του μορφήν, μέ είκοσιν αίθουσας έπιδείξεως (δώδεκα τής τουριστικής έκθέσεως καί οκτώ τών επιστημονικών συλλογών) Έπί τού παρόντος τό Μουσεϊον Ηρακλείου εξακολουθεί νά διέρχεται ενδιάμεσον στάδιον, τό όποιον είναι τό προτελευταΐυν τής τελικής έκθέσεως. Ηδη έχρησιμοποιήθησαν 70 έκ τών νέων μεταλλικών καί κρυσταλλικών προθηκών, αΐτινες άφίχθησαν έξ Αγγλίας διά τήν τουριστικήν έκθεσιν τών αντικειμένων τού νεολιθικού, ύπονεολιθικοΰ, προανακτορικοΰ καί παλαιοανακτορικοΰ μινωι- κοΰ πολιτισμού, ώς καί έκθεμάτων προερχομένων έκ τών τριών νεωτέρων μι-

166 480 Χρονικά νωικών 'Ανακτόρων τής Κνωσοΰ, Φαιστού καί Μαλίων, τοΰ Παλαιοκάστρου καί Ζάκρου καί τής βασιλικής Έπαύλεως 'Αγίας Τριάδος. Επίσης έξετέθησαν εντός αυτών αί ώραιότεραι τών πολύχρωμων καλπών τής άνατολιζούσης ελληνι_ κής περιόδου, τά χαλκά μικροτεχνήματα, τά χρυσά κοσμήματα τών ελληνικών, ελληνιστικών καί έλληνορρωμαϊκών χρόνων, οί δακτυλιόλιθοι καί τά κρητικά νομίσματα" τέλος έβελτιώθη ή έκθεσις τών σαρκοφάγων καί πίθων. Έκ παραλλήλου ήρχισεν ή έθεσις τών επιστημονικών Συλλογών, μάλιστα τής κερά μεικής, εντός τών παλαιών προθηκών τοΰ Μουσείου, ριζικώς πρός τον σκοπόν τούτον άνακαινισθεισών, λόγφ έλλείψεως χώρου προσωρινώς εντός τής μεγάλης αιθούσης τών ελληνικών καί έλληνορραιμαϊκών γλυπτών. Συστηματική εργασία τουριστικής έκθέσεως έγένετο εις τήν αίθουσαν τών αρχαϊκών, όπου έξετέθη- σαν συμπληρωθέντα τά θαυμάσια γλυπτά τοΰ Πρινιά, αΐ ασπίδες τοΰ Ίδαίου "Αντρου, οί άρχαϊκοί πίθοι, τά μικροτεχνήματα τής χαλκουργίας καί μικρό- πλαστικής, τά πήλινα αρχιτεκτονικά μέλη τοΰ Ναοΰ τοΰ Διός έκ Παλαιοκάστρου κλπ. Εις τήν αίθουσαν τών γλυποών έτοποθετήθη τό ώραϊον μωσαϊκόν δάπεδον τοΰ Άπολλινάρι, άποκολληθέν καί μετακομισθέν έκ Κνωσοΰ, πρόκειιαι δέ νά έκτεθοΰν καί άλλα μωσαϊκά προερχόμενα έκ τής Έπαύλεως Διονύσου, επίσης έκ Κνωσοΰ. Ωραία εργασία ζωγραφικής άποκαταστάσεως έγένετο εις τά καμαραϊκά καί νατουραλιστικά μινωικά άγγεϊα διά δύο λίαν εύδοκίμως έργα- σθέντων ζωγράφων, τοΰ Θωμά Φανουράκη καί τοΰ Ίωάννου Μιγάδη. Εις τά εργαστήρια τοΰ Μουσείου έγένετο εντατική εργασία άποκαταστάσεως τών νέων ευρημάτων διά τοΰ αρχιτεχνίτου τοΰ Μουσείου Ζαχαρία Κανάκη καί τοΰ βοη- θοΰ του Ίωάννου Μεραμβελλιωτάκη. Επί πλέον είργάσθησαν άλλοι τεχνίται διά λογαριασμόν τών Ξένων Σχολών διά τήν άποκατάστασιν τών ευρημάτων των έκ Φαιστοΰ, Κνωσοΰ καί Μαλίων. Οΰτω κατέστη δυνατόν τό μεγαλύτερον μέρος τοΰ προσφάτως άνευρεθέντος αρχαίου ύλικοΰ νά είναι έτοιμον διά τουριστικήν ή έπιστημονικήν έκθεσιν έν τώ Μουσείφ τοΰ Ηρακλείου Καταβάλλεται νΰν έντονος προσπάθεια όπως ή όλη εργασία τής οριστικής έκθέσεως τοΰ Μουσείου περατωθή έντός τοΰ επομένου έτους, άλλ είναι αυτονόητον ότι ή πραγματοποίησις αποτελεί συνάρτησιν πολλών παραγόντων, οί όποιοι έλπίζετσι ότι θά καταστή δυνατόν νά έξααφαλισθοΰν. Συντελεστική διά τήν έξασφάλισιν ταύτην φαίνεται δτι ΰπήρξεν ή έκ μέρους τοΰ Ύπουργοΰ τής Παιδείας κ. Καλ- λία γενομένη έπίσκεψις εις τούς άρχαιολ. χώρους καί μουσεία τής Κρήτης καί ή έκ μέρους αΰτοΰ έκ τοΰ σύνεγγυς έξέτασις τών διαφόρων προβλημάτων. Ή βυζαντινή καί μεσαιωνική Συλλογή τοΰ Μουσείου Ηρακλείου, ώς είναι γνωστόν, έστεγάσθη κατόπιν έγκρίσεως τοΰ Υπουργείου Παιδείας εις τό νεω- στί ίδρύθέν "Ιστορικόν Μουσεϊον Κρήτης. Ή έν Ήρακλείφ άρ- χαιολ. υπηρεσία συνέβαλλε σημαντικώς εις τήν ταξινόμησιν καί έκθεσιν τοΰ Μουσείου τούτου. Περί τής γενομένης εργασίας εις τό Μουσεϊον τούτο ακολουθεί ιδιαιτέρα έκθεσις. Τών τοπικών Μουσείων καί Συλλογών δέν κατωρθώθη νά πραγματοποιηθή, ώς είναι εύνόητον, λόγω τής έλλείψεως μέσων καί προσωπικού, ή οριστική έκθεσις. Τό Μουσεϊον Χανιών στεγαζόμενον εις τό α κατάλληλον διά τήν υγρασίαν του Μικρό ΐζαμάκι (έντός τοΰ παλαιοΰ ένετικοΰ λιμένος) δέν παρουσιάζει καθόλου ευμενείς όρους έκθέσεως, άν καί είναι προσιτόν εις τό κοινόν. Ήναγκάσθημεν νά έκκενώσωμεν κατά τό πλεΐστον τήν έσωτερικήν αίθουσαν, έκ τών εόαισθήτων αντικειμένων τοποθειηθέντων εις τήν μεγάλην. Έγένετο έπιδιόρθωσις τής μεγάλης αιθούσης καί στερέωσις έσα'τερι-

167 Χρονικά 481 κή τοΰ θολού της. Διά τήν έκθεαιν τού Μουσείου Ρεθύμνης έξησφα- λίσθη πλέον ιό κτήυιον, διά τής άποπερατώσεως τοΰ μαρμάρινου δαπέδου καί ιής κλίμακος προσβάσεως ιής δι αυτό προοριζομένης Ένετικής Λέσχης. "ΡΙ έκδεσις τοΰ Μουσείου πρόκειται νά πραγματοποίησή συντόμως. Διά τήν αρχαιολογικήν Συλλογήν Νεαπόλεως φκοδομήθη είς όροφος είσέτι είς τό δημοτικόν οίκημα ένθα στεγάζεται. Ή αρχαιολογική Συλλογή τοΰ Άγιου Νικολάου έπλουτίσθη διά τών ευρημάτων έκ διαφόρων νεκροταφείων αρχαίων πόλεων τής περιοχής (Y.V11II τάφων Κρητσάς, μεσομινωϊκοΰ τάφου Άγ. Νικολάου, Ελληνιστικού τάφου Άγιου Νικολάου) καί διά τής περισυλλογής ικανού αριθμού αρχαιοτήτων. Κατασκευάζονται προθήκαι διά τήν έκθεσιν, ήτις πρόκειται προσεχώς νά πραγματοποίησή. Έπερατώθη ή οικοδομή τού προοριζομένου διά τήν Συλλογήν Ίεραπέτρας κτηρίου καί κατασκευάζονται αί αναγκαίοι διά τήν έκθεσιν προθήκαι. Τά ΰελώματα των προ. σηκών των δύο Συλλογών παρεχώρησε τό 'Υπουργεϊον Παιδείας. Διά τήν άποκατάστασιν καί συντήρησιν ιών αρχαιολογικών χώρων διετέθησαν μάλλον περιωρισμέναι πιστώσεις, ώς εκ τούτου δέ δεν κατέστη δυνατόν νά έκτελεσθοΰν τά άρχικώς προγραμματισθέντα έργα. Είς τήν Κνωσόν αί έργασίαι στερεώσεως, γενόμεναι διά τής ελληνικής Αρ- χαιολ. "Υπηρεσίας, περιωρίσθησαν είς τήν προσωρινήν στερέωσιν τού μεγάλου κλιμακοστασίου τού Ανακτόρου, τοΰ οποίου έβάφησαν έκ νέου οί κίονες καί αί Αποκατασταθείσαι δοκοί. Είς τό άνάκτορον τής Φαιστού ή Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή έαυνέχισε τάς εργασίας άντικαταστάσβω; των φθαρεντων πλακόστρωτων έκ γυψολίθου μέ νέον υλικόν, τό όποιον έξήγαγεν έκ τών τ/ργσίων λατομείων καί έτοποθέτησεν 6 τεχνικός Τότι. Οϋτω Απεκατεοιάθη ό προθάλαμος" τοΰ δωματίου ιού λουτρού. Αί διά τσΰ καθηγητοϋ κ. Μαρινάτου γενόμεναι είς ιό μινωικόν μέγαρον Βαθυπέτρου στερεωτικοί έργασίαι Απέβλε- ψαν είς τό νά εξασφαλίσουν τά ερείπια από τά πανταχόθεν κατακλύζοντα όμβρια υδατα καί νά προφυλάξουν από τήν διάλυσιν τού: κινδυνεύοντας τοίχους, μάλιστα τοΰ τριμερούς ίεροΰ. Εκτενέστεροι υπήρξαν αί έργασίαι στερεώσεως καί Αποκαταστάσεως τών τριών μινωικών μεγάρων τής Τ υ λ ί σ ο υ, έκτελεσθεΐσαι διά τού Εφόρου καί τοΰ "Αρχιτεχνίτου τού Μουσείου. Συνεπληρώθησαν τά πρό ετών γενόμενα έργα είς τάς οικίας Α καί Β καί έπερατώθη ή προπέρυσιν άρξαμένη στερέωσις τής Οικίας Γ τών οδών προσπελάσεως καί τής Πλατείας τοΰ Βωμού Διά τών εργασιών τούτων ή είσοδος μέ τό πλακόστρωτον προαύλιον καί τήν έσωτερικήν στοάν τής Οικίας Β Απεκατεστάθη είς τήν αρχικήν μορφήν καί έστερεώθηααν πολλά δάπεδα, παραστάδες, παράθυρα, κλιμακοστάσια τής αυτής οικίας επίσης άπεκατεστάθησαν άπαντα τά πλακόστρωτα τής οικίας Γ, τό πολύθυρον μέ τό τριπλοΰν παράθυρον, αί κλίμακες Ανόδου, μιας τών οποίων Απεκαλύφθη διά πρώτην φοράν τό άνω σκέλος, ή πλακόστρωτος οδός προσπελάσεως, διευκρινί- σθη δέ δι Ανασκαφής τό ίδιότυπον σύστημα αποχωρητηρίου τά έπί τής οικίας ταύτης θεμελιωθέντα κτήρια ΥΜΙΙΙ χρόνων έγένοντο πολύ σαφέστερα διά τής στερεώσεως ενός πολυδώρου καί Αρχιτεκτονικών τινων μελών. Ίδιιιιτέρα όμως προσοχή έδόθη διά τήν στερέωσιν τοΰ μακροΰ πλακοστρώτου δρόμου προσπελάσεως, τού διερχομένου δυτικώς τής Οικίας Γ, οστις κατέληγεν είς τήν Πλατείαν τού Βωμού. Διά ταύτης όχι μόνον έξησφαλίσθησαν άπό τήν καταστροφήν τά πλακόστρωτα, άλλά διηυκρινίσθησαν πολλά προβλήματα σχετιζόμενα μέ τήν χρονολογίαν ιών διαδοχικών εγκαταστάσεων. Επάλληλα πλακόστρωτα (ΜΜ1 ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ Ζ 31

168 482 Χρονικά II, ΥΜΐ, ΥΜΙΙΙ καί κλασσικών ελληνικών χρόνων) διακρίνονται νΰν σαφώς εις διάφορα σημεία Έδόθη επίσης ή ευκαιρία νά χρονολογηθούν ακριβώς τά διάφορα κχίσματα καί διά μικράς άνασκαφής νά έξακριβωθή ή ακριβής μορφή ώρισμενων έξ αυτών. Νέα πλήρη σχέδια ιών μεγάρων καί χών πλακοσιρώχω οδών έξεπονήθησαν, ώσχε νά καθίσταται δυνατή μία συμπληρωμαχική δημοσίευσις χοΰ δλου άρχαιολ. χώρου. Ή ελληνική άρχαιολ. 'Υπηρεσία έμερίμνησεν επίσης διά χήν σχερέωσιν χών μωσαϊκών ενός χών δωμαχίων χής Έπαύλεως Διονύσου εν Κνωσφ, διασώσασα χοϋιο άπό βεβαίαν καχασχροφήν. Τέλος έφρόνιισε νά εξασφάλιση χούς κινδυνεύοντας πρωτομινωικούς θολούς τοΰ Π λ αχ όνου Μεσαρας διά περιφράξεως. "Εντονος έκ παραλλήλου διεξήχθη αγών διά χήν διάσωσιν χών κινδυνευόνχων μεσαιωνικών μνημείων χών πόλεων Ηρακλείου, Χανίων καί Ρεθύμνης καί διά χήν άποκατάσχασιν χινών χών μάλλον άξιολόγων. Άπουσιάζοντος χοΰ Έπιμελητοϋ Βυζαντινών καί Μεσαιωνικών Αρχαιοτήτων κ. Καλοκύρη δι* εΰρυτέρας σπουδάς εις χήν Εσπερίαν ή έν Ήρακλείψ Εφορεία Αρχαιοτήτων έσυνέχισε τάς προσπάθειας της διά χήν απαλλαγήν χής Κρήνης Μπέμπο άπό χά προσκιίσμαχα καί διά χήν άποκατάσχασιν χής προσόψεως χής Πύλης Πανχο κράχορος. "Αν ή προσπάθεια δέν έσχέφθη υπό έπιχυχίας τούτο οφείλεται είς χό δτι δέν έπεδείχθη ανάλογος κατανόησις υπό χών πλείσχων τοπικών άρχών τής πόλεως 'Ηρακλείου. Έλπίζεται δμως ή άποκαιάστασις νά πραγματοποιηθή προσεχώς. Ή γλυπτή πύλη χοΰ Μεγάρου Ίτχάρ, ήχις κατέστη ετοιμόρροπος, καθηρέθη διά νά έπανοικοδομηθή υπό χής χεχνικής υπηρεσίας τοΰ Μουσείου Ηρακλείου. Μακρός άγων διεξάγεται ΰπό χοΰ Δήμου διά νά έπιχραπή ή κατεδάφισις χοΰ έναντι χής Κρήνης Μοροζίνη τμήματος χοΰ βυζαντινού - παλαιοενεχχκοϋ τείχους ώρισμένα τόξα κατεδαφίσθησαν κατά χήν άνέγερσιν χοΰ Μεγάρου χής Διυικήσεως Χωροφυλακής, ή Αρχαιολογική Υπηρεσία δμως επέτυχε χήν διαχήρησιν τοΰ υπολοίπου. Ώρισμέναι παραχωρήσεις έγένοννο έκ μέρους τής τελευταίας διά χήν έξυπηρέτησιν επιτακτικών πολεοδομικών αναγκών χής πόλεως Ηρακλείου καί έθυσιάσθη οΰτω τμήμα τοΰ βορείου παλαιοτέρου ένετικοΰ τείχους καί μια: ιών ένετικών πυριτιδαποθηκών. Επίσης ιό Άρχαιολ. Συμβούλιον έδωκεν άδεια; κατεδαφίσεως τμημάτων τοΰ κεντρικού παλαιού τείχους, είς τό σημεϊον όπου πέρυσιν είχον άποκαλυφθή ενδιαφέροντα σιοιχεΐα τής αραβικής καί βυζαντινής περιόδου. Πρό τής κατεδαφίσεως έγένετο φωχογράφησις καί άποχύπωσις χών άναφανένχων λειψάνων. Δέν κατέστη επίσης δυναχή ή διατήρησις ώρισμένων ιδιωτικών δεξαμενών ένετικών χρόνων, αΐτινες άπεκαλύφθησαν ένιός τής πόλεως 'Ηρακλείου κατά τάς εργασίας θεμελιώσεως διαφόρων κτηρίων Καί τούτων δμως έλήφθησαν τά αναγκαία στοιχεία. Δαπάναις τοΰ Λιμενικού Ταμείου 'Ηρακλείου έσυνεχίσθησαν αί έργασίαι άποκαταστάσεω; τού Ένετικοΰ Φρουρίου Λιμένος (Μεγάλου Κοΰλε) καί κατεσκευάσθη ολόκληρος ή προς άνατολάς καί νότον σειρά των επάλξεων. Αί έργασίαι πρόκειται νά συνεχισθοϋν. Είς χήν Ένεχικήν Λέσχην Ρεθύμνης αί έργασίαι άποκαταστάσεως ούσια στικώς έτερμαχίσθησαν, καχασκευασθέντος χοΰ έκ μαρμάρινων πλακών δαπέδου μετά πών περιθωρίων του καί τής κλίμακος προσβάσεως. Ή άπαλλοτρίωσις τοΰ χώρου ιόν όποιον καταλαμβάνουν τά προσκεκολλημένα καχασχήμαχα έχει ούσιασιικώς είσέλθει είς τό τελειωτικόν στάδιον. Αί έργασίαι πρόκειται νά συ-

169 Χρονικά 488 νέϋισθ οδν διά τήν έξασφάλισιν τοΰ κτηρίου άπό τά όμβρια ΰδατα καί διά χήν βελτίωσιν τοΰ περιβόλου του. Ή Άρχαιολ. 'Υπηρεσία διά τής ΔιευΦύνσεως Λναστηλώσεως έξετελεσεν εργασίας διά τήν στερέωσιν καί άποκαιάστασιν τών τοιχογραφιών τοΰ μικρού βυζαντινού Ναού τής Παναγίας Λαμπινής εις τό χοιρίον Λαμπινή τοΰ Αγίου Βα σιλείου. Τήν εργασίαν έξετέλεσε λίαν φιλοτίμως ό αρχιτεχνίτης τοΰ Μουσείου Ηρακλείου Ζαχαρίας Κανάκης. ΆφηοέΦησαν τά μεταγενέστερα κονιάματα καί οί κρύσταλλοι των αλάτων οί προελφόντες από τά διεισδύοντα όμβρια ΰδατα καί έστερεώφησαν αί τοιχογροτρίαι, όπου έκινδύνευον τά καταπέσουν. Λαμπρά σειρά τοιχογραφιών εις δύο επαλλήλους στρτόσεις άνηκούσας εις δύο περιόδους ήλφεν οΰτω εις φως. Έκαθ-αρίσθ-η επίσης δ τροϋλλος τοΰ Ναοΰ καί ή κόγχη. Οΰτω άπεκαλύφφη τοιχογραφία τοΰ Παντοκράτορος κυί τής ΙΙαναγίας Λαμπινής μεταξύ Αγγέλων. Αί έργασίαι πρόκειται νά συνεχισφοΰν διά τήν προστασίαν τοΰ Ναοΰ από τά είσρέοντα ΰδατα καί τήν βελτίωσιν τής έμφανίσεως ιών τοιχογραφιών. Ή Διεύθ-υνσις Άναστηλώσεως έσυνέχισεν επίσης διά τού Διευ- Φυντοΰ της κ. Άναστ. Όρλάνδου τάς εργασίας εις τήν ώραίαν Βυζαντινήν Εκκλησίαν τού Άη Κυργιάννη παρά τό χ. Άλυκιανοΰ Χανιών. Ή Εταιρία τών Κρητικών 'Ιστορικών Μελετών έκτελεΐ εργασίας στερεώ σεως τοΰ αναβρυτηρίου μετά μωσαϊκών εις τό χωρίον Χερσόννησος διά τοΰ Έ. φόρου Αρχαιοτήτων καί τοΰ ειδικού τεχνίτου μωσαϊκών Δημ. Σκόρδου. Κατά τήν διάρκειαν τών εργασιών τούτων άπεδείχφη ό τρόπος τής λειτουργίας τού αναβρυτηρίου, τοΰ όποιου άπεκαλύφφη ή όλη διάταξις (τροφοδοτήσεως, μαρμάρινων μικρών καταρρακτών, τετραγώνων πέριξ αγωγών ΰδατος, υπογείου δεξαμενής κλπ). Τά τουριστικά έργα εις τούς αρχαιολογικούς χώρους υπήρξαν περιορισμένα διότι ό 'Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού δέν διέφεσε τά αναμενόμενα κονδύλια. Τό Τουριστικόν Περίπτερον Φαιστού εύρίσκεται εις όχι καλήν κατάστασιν καί ή δεξαμενή τού ΰδατος διερράγη. ΆνηγγέλΦη δμως ότι έπίκειται ή διάφεσις τοΰ άναγκαιοΰντος ποσοΰ διά τήν έπέκτασιν καί εξοπλισμόν του. Ή οδός ανόδου επί τοΰ λόφου έχαράχφη διά μηχανικών μέσων τοΰ Στρατού, πρόκειται δέ νά άποτελειώση κατσσκευαζομένης τής έπιστρώσεως καί τών τεχνικών έργων δαπάναις τοΰ Τουρισμού. Τέλος τό άναπαυτήριον τής Κνωσού συμπληροΰται ήδη διά τής κατασκευής διαφόρων έξωραϊστικών έργων. Εκκρεμές παραμένει πάντοτε τό ζήτημα τής υπό τής Αγγλικής Σχολής δωρηφείσης εις τήν 'Ελλην. Άρχαιολ Υπηρεσίαν Έπαύλεως «Αριάδνη» έν Κντοσφ, λόγφ τών ατελεύτητων γρρψειοκρατικών διατυπώσεων, αί όποϊαι όμως φαίνεται ότι είσήλφον είς τό τελειωτικόν στάδιον. Έλπίζεται νά καταστή προσεχής ή πραγματοποίησις τοΰ προγράμματος χρησιμοποιήσεως τής Έπαύλεως ως Ξενώνος διά τούς μελετητάς τοΰ κρητικον πολιτισμού. Τό γνωστόν μέ τό όνομα Βασιλείου Μέλαθρον κτήριον τοΰ χωρίου Αγιοι Δέκα (αρχαίας Γόρτυνος) έπεσκευάσφη ριζικώς υπό τής Ιταλικής Άρχαιολ. Σχολής, παρακληφείσης ύπό τής Τοπικής Επιτροπής Τουρισμοΰ Ηρακλείου. Οΰτω έλπίζεται ότι από τό επόμενον έτος Φά δόναται νά χρησιμοποιηφή ώς τουριστικός ξενών έξυπηρετών τούς έπισκεπτομένους τήν άρχαίαν Γόρτυνα. Όχι όλιγώτερον σημαντικά τών τοΰ παρελθόντος έτους υπήρξαν τά αποτελέσματα τών άνασκαφών παρά τό γεγονός ότι διετέφησαν σχετικώς μέτρια ποσά. Ή έν ΆΦήναις Αρχαιολογική Εταιρία έχρημοτοδότησε τάς άνασκαφάς

170 484 Χρονικά Βαθυπέτρου, Σητείας καί Κατσαμπά 'Ηρακλείου. Ό καθηγητής κ. Μαρινάτος έσυνέχισε μέ ικανοποιητικά αποτελέσματα τήν άνασκαφήν τοΰ μινωικοΰ μεγά. ρου Βαθυπέτρου, έπεκτείνας αυτήν έτι άνατολικώτερον είς άναζήτησιν τοΰ χώρου τοΰ κεραμευτικού κλιβάνου, διά τόν όποιον προέκυψαν ήδη θετικαί ενδείξεις. Πράγματι άνευρέθησαν πολλοί παράλληλοι μικροί αγωγοί πυρίκαυστοι καί έπενδεδυμένοι διά πηλοκονιάματος καί ευρύτατος περιφερικός τοΐχοςι δστις κατά τόν άνασκάψαντα είναι μέρος αότοΰ τοΰ κλιβάνου. Ή όλη διάταξις πρόκειται νά διασυφηνισθή διά τής έν τφ προσέχει μέλλοντι συνεχίσεως τής άνασκαφής. Ώρισμέναι εξακριβώσεις έγένοντο είς ολόκληρον τόν χώρον κατά τήν πρόοδον τών εργασιών στερεώσεως τών κτηρίων καί άποχετεύσεως των όμ. βρίων ύδάτων (βλ. ανωτέρω). Ελλείψει χρόνου ό άνασκαφεΰς δέν ήδυνήθη νά πραγματοποίηση τήν πρόθεσίν του νά άνασκάψη τό ιερόν επί τού γειτονικού όρους Γιούκτα, όπου πέρυσιν άπεκαλύφθησαν πήλινα άφιερτόματα (βλ. «Κρητ. Χρονικά» ΣΤ, σ. 480). Ό υποφαινόμενος έσυνέχισε τάς πέρυσιν άρξαμένας άνασκαφάς του είς τήν περιοχήν Σητείας. Ή κυριωτέρα εργασία έγένειο είς τήν μεταξύ Σητείας καί Πισκοκεφάλου κατά τήν δημοσίαν οδόν άνακαλυφθείσαν μινοιικήν έπαυλιν Ταύτης άνεσκάφη ολόκληρος ή πρόσοψις, διασώζουσα πολλούς επαλλήλους δόμους πελωρίων κυβολίθων, επίτηδες ίσχυρώς κατεσκευασμένη, ϊνα προστατεύση τό κτήριον από τόν παραρρέοντα ποταμον, όστις καί σήμερον, αν καί εχη κα. ταοτή χείμαρρος, πλημμυρεΐ.ολόκληρον τήν περιοχήν. Παρά τήν μακράν κλίμακα ανόδου είς τό μέγαρον σχηματίζεται είς τήν πρόσοψιν προεξέχον δωμάτιον, έν εϊδει προμαχώνος. Έν συνεχείρ. ιών πέρυσι άποκαλυφθεισών αποθηκών ά νευρέθη έν είσέα αρκετά εύρύχωρον δωμάτιον οδτω τό σύνολον των δωματίων τού κατωτέρου επιπέδου είναι πέντε. Απροσδόκητος ήτο ή άνακάλυψις καί άλλης μακρας κλίμακος, άποτελούσης, φαίνεται, τό νότιον οριον τής Έπαύλεως, περιλαμβάνει δύο σκέλη κατά συνέχειαν, τών όποιων τό άνω διασώζει μόνον λαξευτά; είς τόν βράχον βαθμίδας, τό κάττο όμως πελεκητός ως ή βόρεια κλί- μαξ οδτω καί ή νοτία έκ τριάκοντα βαθμιδών διακόπτεται άποτόμως είς τό κάτω μέρος καί ή βαθεια εκεί έπίχωσις μαρτυρεί ότι ώδήγει πρός τόν πο" ταμόν. Ακριβώς άντιστοίχως μέ τήν άλλην κλίιτακα σχηματίζεται θυρωρεΐον έκ δύο δωματίων έπικοινωνούντων πρός άλληλα είς άνισα επίπεδα. Άνεσκάφη- σαν επίσης διαμερίσματα τινα είς ύψηλότερον επίπεδον τής κλιτύος, ύπεράνω τής σημερινής δημοσίας οδού δύο ημιυπόγεια δωμάτια συνδέονται διά χαμηλής θύρας, ήτις διατηρεί τό ύπέρθυρον' φαίνεται ότι τά κύρια διαμερίσματα ήσαν είς τόν άνώτερον όροφον, είς τόν όποιον φέρει μικρά καί στενή κλίμαξ διασώ- ζουσα δλίγας βαθμίδας. Άλλ ή άνασκαφή είς τό τμήμα τούτο δέν έπερατώθη Τά κινητά ευρήματα, λόγφ τής εκτεταμένης καταστροφής τοΰ κτηρίου, ύπήρξαν πολύ ολίγα, κυρίως πήλινα αγγεία τής ΥΜΙ περιόδου. Εντός τής πόλεως Σητείας άνεκαλύφθη μινωική έγκατάστασις, τής ό ποιας δέν κατωρθώθη είσέτι νά διακριβωθή ό χαρακτήρ, διότι ή δοκιμαστική άνασκαφή δέν έπεξετάθη. Παρατηρούνται πολλοί τοίχοι μινωικών κτηρίων, δια- σωζόμενοι κατά τό μάλλον καί ήττον καλώς, διότι έκεί πλησίον φκοδομήθησαν νεώτερα κτήρια. Έκεϊθεν προέρχεται μικρόν είδώλιον σχεδόν ακέραιον λα- τρευτρίας άνήκον ακριβώς είς τήν εποχήν είς τήν οποίαν ανήκουν τά αναθήματα τού Ιερού Πισκοκεφάλου. Άνευρέθησαν έπίσης χακρατηριστικά ΥΜΙ όστρα* κα. Εκεί πλησίον άνεσκάφη σπηλαιώδης ΜΜΙΙΙα τάφος, όστις περιείχε ταφάς εντός πίθου καί σαρκοφάγου, τών οποίων μόνον τεμάχια περισυνελέγησαν,

171 Χρονικά 485 διότι κατεσιράφησαν κατά την θεμελίωσιν νεωτερικϋς οικίας. Επίσης εντός τής πόλεως Σητείας καί εις τήν αυτήν περιοχήν είς τήν οποίαν άνευρέθησαν πρό ετών καί άλλοι τάφοι, άνεσκάφη ΥΜΙ1Ι τάφος μέ λουτηροειδή λάρνακα, διακοσμουμένην μέ σπείρας. Άτυχώς καί αΰτη δέν ήτο είς καλήν κατάστασιν. Πολύ σημαντικωιέρα άπέβη ή άνασκαφή τού πέρυσιν άνυκολυφθέντος είς τήν περιοχήν Π ι σ κ ο κ ε φ ά λ ο υ δευτέρου σπηλαιο'ιδους τάφου πρωτογεωμετρικών χρόνων. Μία παραστάς τής εισόδου είχε διαμορφωθή δι ενός πελεκητού λίθου, δστις φαίνεται προέρχεται έκ μινωικοϋ οικήματος καί αποτελεί χαμηλόν κάθισμα γναιστοΰ τύπου Είς τήν σπηλαιώδη κοιλότητα όπήρχον τουλάχιστον δέκα ταφαί συνοδευόμεναι ύπό πλήθους αγγείων, τών οποίων περί τά όγδοήκοντα άνευρέθησαν άθικτα σχεδόν είς τήν θεσιν των. "Αλλο κοίλωμα είς τήν βραχώδη κλιτόν παρά τόν πέρυσι άνασκαφέντα είς Μπεράτι ΓΙισκοκεφάλου σπη- λαιιόδη πρωτογεωμετρικόν τάφον δέον νά χαρακτηρισθή μάλλον ως αποθέτης. Έδωσε μεγαλην αφθονίαν οστράκων καί αγγείων διαφόρων σχημάτων, τών πλείστων μελαμβαφών, άνηκόντων είς τόν ΣΤ' π. X. αιώνα. Έκ τού αυτού αποθέτου περισυνελέγη πίθος είς τεμάχια. Μικρόν έκ κτιστών λίθων περίφραγμα κατά τήν μίαν γωνίαν τού άποθέιου άπετέλεοε κρύπτην αγγείων. Έπ ευκαιρία τυχαίων ευρημάτων άνεσκάφησαν δύο γεωμετρικών άνατολι- ζόντων χρόνων τάφοι είς τήν άρχαιαν Π ρ α ι σ ό ν, είς τήν αυτήν περιοχήν όπου άνευρέθησιτν οί ύπό τής Αγγλικής Σχολής προ πολλών ετών άνασκαφέν- τες τάφοι. Άμφόιεροι οί τάφοι ήσαν συλημένοι παλαιόθεν. ΙΙερισυνελέγησαν όμως άφθονώτατα λίαν χαρακτηριστικά καί ενδιαφέροντα όστρακα, μικρά τινα πήλινα άγγεϊα καί πολυάριθμα τεμάχια άξιολόγων σιδηρών όπλων, μάλιστα δο. ράτων. Μία άβαθής καί πλατεία λεκάνη έχει οόραιοτάτην διακόσμησιν άνατολίζουσαν. Θολωτοί πρωτογεωμετρικών χρόνων τάφοι άνεσκάφησαν επίσης ύπό τού υποφαινομένου είς τήν περιοχήν τής Κρητσάς, είς θέσιν Στους Λάκκους. Το νε- κροταφεΐον προφανώς περιελάμβανε περισσοτέρους, αλλά μόνον δύο άνεσκάφησαν, οΐτινες είναι έξωτερικώς τετράγωνοι καί έσωτερικώς κυψελοειδείς, επίσης τετράγωνοι' ό θάλαμός των είναι μάλλον στενόχωρος καί ή θύρα τής εισόδου πολύ χαμηλή. Ό είς έχει καί δρόμον, κατέρχεται δέ πρός τήν είσοδον δι ολίγων βαθμιδών. Παρά τήν γενομένην διατάραξιν ύπό τών αυλητών περισυνε- λέγησαν αρκετά μικρά άγγεϊα, χαλκαί τινες πόρπαι καί περόναι, σιδηρά τινα εργαλεία, ψήφοι, εϋμέγεθες πήλινον φλασκίον καί μέγα κυλινδρικόν διακοσμημένο άγγεϊον, τό όποιον πιθανώιατα ήτο ό ταφικός πίθος. Είς τόν δρόμον άνευρέθη πρόχους καί πλήθος μικρών κυπέλλων δι ών έγένοντο αί χοαί είς τόν νεκρόν. Εις τόν δεύτερον τάφον άνεκαλύφθησαν, άθικτοι σχεδόν, δύο ταφαί, συνοδευόμεναι ύπό τινων αγγείων, πόρπης καί μαχαιριού. "Οχι όλιγώτε- ρον ενδιαφέρουσα είναι ή σειρά τών πρωτογεωμετρικών τάφων, ή άνασκαφεΐ- σα παρά τό χωρίον Μόδι τής περιοχής Χανίων ύπό τού ύποφαινομένου, βοη- θουμένου ύπό τού έκτ. έπιμελητοΰ κ. Δημ. Μαρουλάκη. Ή συστάς περιελάμβα- νεν επτά λαξευτούς είς τόν μαλακόν βράχον τάφους, τών όποιων δύο θαλαμωτοί, είς μορφής κοιλώματος ύπό τόν βράχον οί δέ λοιποί τύπου ορθογωνίων σκαμμάτων. Πλήν τούτων άνευρέθησαν καί μεμονωμένοι ταφαί πίθων. Έκ τών τάφων τούτων προήλθε λίαν ενδιαφέρουσα σειρά αγγείων, όπλων σιδηρών καί εργαλείων, πορπών καί άλλων μικρών κτερισματικών αντικειμένων, έκ τών ο ποίων διά πρώτην φοράν διδασκόμεθα τήν μορφήν τού πρωτογεωμετρικού πολιτισμού είς τήν Δυτ. Κρήτην. Τά σχήματα τών αγγείων, τά όποια δέν είναι

172 486 Χρονικό όλιγώτερα τών πεντήκοντα, είναι ποικίλα: κρατηρίσκοι, σκύφοι, λαπάδια, πυξίδες, προχοΐσκαι, κύαθοι, μεγάλαι πρόχοι, τεφροδόχοι κάλπαι, πίθοι, αμφορείς κλπ. Τά σιδηρά δπλα ήσαν αφθονα, άλλα δεν διασώζονται εις πολύ καλήν κατάστασιν. Ιίλήν τών πρωτογεωμετρικών τάφων ό υποφαινόμενος άνέσκαψεν είς Αγιον Νικόλαον καί είς θέσιν Τίμιος Σταυρός ενδιαφέροντα τάφον τών ύστερων ελληνιστικών χρόνων (Β' αίών π. X.), δστις απέδωσε σειράν ενδιαφερόντων ειδωλίων γυναικών, τών πλείστων εΰμεγέθων, μέ ωραίας έσθήτας καί κομμώσεις' τά μετά τών ειδωλίων άνευρεθέντα αγγεία είναι κοινά, κατά τό πλεΐστον πυξίδες, δακρυδόχα καί αμφορείς ή πρόχοι. Τά ευρήματα περιήλθον είς την Συλλογήν τοΰ Αγίου Νικολάου. Ή άνασκατρή τών Γουλεδιανών Ρεθύμνης ελλείψει χρόνου άνε- βλήθη διά τό επόμενον έτος. Ό επιμελητής τοΰ Μουσείου Ηρακλείου Στυλ. Αλεξίου έσυνέχισε τήν έξε- ρεύνησιν τοΰ ύστερομινωικοΰ νεκροταφείου τής περιοχής Κατσαμπά Ήρα' κ λ ε ί ο υ. Άνεκαλύφθησαν τέσσρες είσέτι ^λαξευτοί τάφοι. Τούτων ό πρώτος ήτο υουυη. ι.κ.ονος, άλλ απέδωσε δυο κύπελλα καί μίαν κυλίκα τοΰ έφυραϊ- κοϋ τύπου. Ό δεύτερος περιείχε δύο ταφάς συνοδευομένας ύπό ολίγων κτερι- σμάτων, πηλίνων αγγείων χαρακτηριστικών διά τήν ανακτορικήν περίοδον (ΥΜΙΙ) σχημάτων (τρίωτος α.μφορεύς, δύο άρτόσχημα, θυμιατήριον, κύλιξ καί πρόχους). *0 τρίτος περιείχε δύο επίσης ταφάς συνοδευομένας ύπό τριών τρι- ώτων, μικρών ανακτορικών αμφορέων καί αλαβάστρου, πάντων πηλίνων, ως καί χαλκών τινων αντικειμένων. Ό τέταρτος ήτο ό πλουσιώτερος δλων καί περιείχε δύο ταφάς εντός ξύλινων φερέτρων, άτυχώς διαλυθέντων, καί ωραιότατα αγγεία τοΰ ανακτορικού ρυθμοϋ μεταξύ τών όποιων αμφορείς τρίωτοι μέ δισ- κόσμησιν περικεφαλαιών καί πτηνών καί πρόχους μέ παπυροειδή φυτά. Πάν- τες οί τάφοι έχουν μακρόν δρόμον διανοιγόμενον πρός τά έξω καί μέ κεκλιμένα πρός τά άνω τοιχώματα. Πεζούλια ύπάρχουν κατά μήκος τών δρόμων καί είς τόν ένα τούτων ύπάρχει κόγχη. Επίσης θρανία ύπάρχουν εντός τών θαλάμων, οΐτινες είναι πεταλοειδείς καί τετραγωνικοί. Τούτων ή οροφή κα τέπεσεν, αλλά τοΰ τετάρτου διασώζεται ολόκληρος ή θύρα. Τά έκ λίθων φράγματα εύρέθησαν είς τήν θέσιν των (εκτός τοΰ συληθέντος). Λίαν ενδιαφέροντα ήσαν τά νεολιθικά εύρήματα τής αυτής περιοχής, άποδεικνύοντα τήν ύπαρξιν νεολιθικού συνοικισμού καί νεκροταφείου επί τοΰ αμέσως ύπεράνω τών ύστε- ρομινωικών τάφων ύψιόματος. Εύρεΐα σπηλαιώδης κοιλότης έκάλυψε νεολιθικός ταφάς, αΐτινες όμως είχον ίσχυρώς διαταραχθή. Περισυνελέγησαν λίαν ενδιαφέροντα όστρακα, πολλά μέ χαρακτήν διακόσμησιν, τεμάχια έκ τών λαβών, πελέκεις καί ρόπαλα τοΰ συνήθους τύπου. "Εν εκ τών τελευταίων είναι θαυμαστής όντως κατασκευής. Τοΰ συνοικισμού άνεσκάφη μία εκτεταμένη μέ πολλά δωμάτια οικία, ήτις έδωσεν επίσης χαρακτηριστικήν κεραμεικήν καί εργαλεία. Δυστυχώς οί τοίχοι είναι πολύ επιφανειακοί καί ύπέστησαν καταστροφήν καί διατάραξιν. Εξαιρετικήν επίσης επιτυχίαν έσημείωσαν αί άνασκαφαί τών τριών έν Κρήτη άνασκαπτουσών ξένων Αρχαιολογικών Σχολών, τής Αγγλικής, τής Ιταλικής καί τής Γαλλικής. Ή Αγγλική αρχαιολογική Σχολή διά τοΰ κ Hood καί μαθητών τής Σχολής έσυνέχισε τήν έξερεύνησιν τοΰ μεσομινωικοϋ νεκροταφείου επί τοΰ απέναντι καί άνατολικώς τού ανακτόρου Κνωσοΰ λόφου τοΰ Προφήτου Ήλία. Δύο ευρύχωροι τάφοι περιφερικοί άνεσκάφησαν, λα-

173 Χρονικά 487 ξευθέντες εις ιόν βράχον τής κλιτύος. Αί ταφαί είναι λίαν πυκναί (τοΰ πρώτου άνω των 50) καί εντός πίθων ή σαρκοφάγων. Ό πρώτο; των τάφων (τάφος VI) περιείχε κυρίως ταφικούς πίθους, ενώ δ δεύτερος σαρκοφάγους ελλειψοειδούς σχήματος μέ κυρτά καλύμματα Έκάτερος των τάφων είχε κτιστόν έσιοτερικόν διαχώρισμα, είς τον δεύτερον έσχηματίζετο καί χωριστόν διαμέρισμα χρήσιμοποιηθέν ώς δστεοφυλακειον έκλείετο δέ διά φράγματος λίθων. Τά άνευρεθέντα άγγεΐα δέν είναι πολλά, χρονολογούν δμως τούς τάφους είς τήν ΜΜΙΙ καί τήν ΜΜΙΤΙα εποχήν. Πολύ ενδιαφέροντα είναι τά μικρά ευρήματα, ιδίως οΐ σφρα γιδόλιθοι, των όποιων ευρέθησαν περίπου δέκα, δύο χρυσοί δακτύλιοι μέ σφενδόνην τών οποίων ό είς φέρει παράστασιν κρίνου, μικρά χρυσή άλυσος, εξαρτήματα εκ μετεωρίτου καί χαλκηδονίου, τό πρώτον τών οποίων παρτοτα όκλάζοντα άνθρωπον, τό δέ δεύτερον πτηνόν άνευρέθησαν άφθονα φύλλα χρυσού, πλήθος ψήφων έκ περιδέραιων (σαρδίου, κρυστάλλου, αίματίτου, άμεθύστου, φαγεντιανής, στεατίτου, χαλκού κλπ.) καί ολόκληρος σειρά μικρών χαλκών κοσμηματικών αντικειμένων. Έξ αφορμής τεμαχίων χαλκών δπλων, τά όποια εργάτης προσεκόμισεν είς τό Μουσεΐον, ή ελληνική Άρχαιολ. 'Υπηρεσία καθοόρισε τήν θέσιν μινωικοΰ λαξευτού τάφου είς "Α γ. Ί ω ά ν ν η ν Ηρακλείου καί έκάλεσε τήν Αγγλικήν Σχολήν νά τόν άνασκάψη. Ό κ. Hood διεπίστωσεν δτι μέρος τοΰ θαλάμου καί ό δρόμος τοΰ τάφου είχον ήδη καταστροφή κατά τήν διάνοιξιν τής έκεϊσε παρερχομένης νέας οδού. Ο τάφος έδωσε λίαν ενδιαφέροντα ευρήματα» κτερίσματα νεκρών. Τά κυριώτερα έξ αυτών είναι κύαθος μόνωτος έξ ωχρού χρυσού ή ήλέκτρου διακοσμούμενη μέ έκτύπους συνδεόμενος σπείρας μετά τής έκ Ζάκρου χρυσής λοπάδος τής Συλλογής Γιαμαλάκη. είναι τά μόνα χρυ ά έν Κρήτη άνευρεθέντα άγγεΐα, δύο ωραίοι σφραγιδόλιθοι καί πολλά χαλκά δπλα ήτοι ξίφος μέ σταυρόσχημον λαβήν, τρία εγχειρίδια, τέσσαρες αίχμαί δοράτων καί πέντε αίχμαί βελών. Οί σφραγιδόλιθοι ήσαν ό εις φακοειδής έξ αχάτου δνυχος μέ παράστασιν λέοντος έπιπίπτοντος έπί ταύρου, δ δέ έτερος ά- μυγδαλ.οειδής μέ παράστασιν κατακεκλιμένου λέοντος. Ή διακόσμησις τοΰ χρυσού κυπέλλου είναι πολύ όμοια τής άργυράς πρόχου τοΰ V ορθογωνίου βασιλικού τάφου τής Κνωσού καί χρονολογείται είς τήν ΥΜΙβ εποχήν. Τά δπλα άνήκουν μάλλον είς τήν ΥΜΙΙ εποχήν, είς ήν ανήκει καί τό μόνον πήλινον άγγεΐον τοΰ τάφου, λύχνος μέ πολύχρωμον διακόσμησιν λευκήν, έρυθράν, κυανήν. Υπάρχουν ενδείξεις δτι ό νεκρός ήτο εντός ξυλίνου φερέτρου (σαρκοφάγου) κεχρωσμένου κυανού. 'Ορισμένα λείψανα πείθουν δτι άπετέθη επίσης είς τόν τάφον ή άσπίς καί ή περικεφαλαία τού νεκρού' τούτων δμως έλάχιστα λείψανα διεσώθησαν. Ή Αγγλική Σχολή άνέσκαψεν έπί πλέον είς τήν αυτήν περιοχήν τοΰ Ά γ. Ίωάννου Ηρακλείου διά τοΰ κ. J. Boardman είς τήν πλευράν σκάμματος άνορυχθέντος ύπό τών Γερμανών κατά τόν πόλεμον, τό υπόλοιπον ενός τάφου, τόν δρόμον δευτέρου, καί τόν δρόμον μέ τόν πλάγιον θάλαμον τρίτου τάφου πρωτογεωμετρικών χρόνων. Έκ τοΰ πρώτου προήλθε μικρός ψευδόστομος άμφορεύς. Ό δεύτερος άνευρέθη κενός, ό δέ τρίτος άπέδωσε 15 άγγεΐα, συνοδεύοντα δύο ταφάς καύσεως, καί πόρπας, χαλκοΰν δακτύλιον καί σιδηροΰν μαχαίριον, κτερίσματα άλλου ένταφιασθέντος νεκρού. Ό διευθυντής τής Αγγλικής Σχολής κ. J. Cook έξηρεύνησε δύο άρχαίους βόθρους είς τήν άνατολικήν πλευράν τοΰ γηπέδου τού Βενιξελείου Σανατορίου έν Κνωσφ, είς τόν ένα τών οποίων άνευρε λείψανα ρωμαϊκών κτη

174 488 Χρονικά ρίων καί κίονα έκ πωρόλιθου. Επίσης ά νέα κάψε μίαν συστάδα πέντε τάφων, τεσσάρων κιβωτιόσχημων πλινθόκτιστων καί λιθοκ.τίστων καί ενός λαξευτού εις τόν μαλακόν βράχον. Ό είς ιών κιβωτιοσ/ήμων ήτο μικρού παιδιού. Τα εύρε- θέντα κιερίσματα είναι πήλινα καί ύάλινά τινα δοχείο, καί χαλκοί δίσκοι κλείθρου πυξίόος. Εκ τοΰ τάφου τοΰ παιδιού προήλθαν μαρμάρινοι πλάκες μέ ένδιαφέρουσαν διοκόσμησιν ελίκων. Οί τάφοι ανήκουν είς τήν ύστερον ρωμαϊκήν εποχήν. Πολύ μεγαλύτερος κλίμακος, γενόμεναι μέ μεγαλύτερα μέσα καί μέ λαμπρά αποτελέσματα, υπήρξαν αί άνοοκαφαί τής Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής έν Φαιστφ. Ή Σχολή διά τοΰ διευθυντοΰ αυτής κ. Doro Levi, τοΰ αρχαιολόγου Moricone, τοΰ τεχνικού Toti καί ίκανοΰ αριθμού μαθητών έσυνέ- χισε τό πρόγραμμα τής άποκαλύψεως των βαθύτερων στρωμάτων τοΰ πρώτου ανακτόρου εις τήν νοτιανατολικήν περιοχήν τής δυτικής αυλής, νοτίως τοΰ προ- πυλαίου. Ή έρευνα έπροχώρησε εις τό δυτικώ; τοΰ πέρυσιν άνασκαφέντος δωματίου διαμέρισμα, άποκληθέν Δωμάτιον 1/ έπεβεβαιώθη δτι τρεις διαδοχικοί φάσεις αντιπροσωπεύονται μέ κτήρια εις τρία διαφορετικά επίπεδα, καί δτι τά κτήρια ταΰτα ανήκουν εις άνάκτορον και δχι εις ιδιωτικός οικίας. "Υπό τό σκληρότατου έκ κεραμασβέστου δάπεδον τής τρίτης φάσεως (ήτις έγένετο γνωστή διά των άνασκοφών τοΰ Pernier) άνεζητήοη καί εύρέθη τό δάπεδον, έξ ωραίου αλαβάστρινου γυψολίθου καί επί τούτου στηριζόμενον θρανίον καλυ- πτόμενον επίσης διά πλακών γυψολίθου καί συνεχόμενον μέ τόν βόρειον τοίχον τοΰ δωματίου, δστις σο'ιζει όρθομαρμάρωσιν έκ γυψολίθου. Υπό τό πλακόστρωτου τούτο τοΰ Δωματίου L, τό όποιον έπαθε καθίζησιν είς τό βόρειον αΰτοΰ τμήμα, άνεκαλύφθη είς διάδρομος επίσης πλακόστρωτος μέ γυψόλιθον, φέρων πρός θύραν, άνήκων δέ είς τήν πρώτην φάσιν τοΰ παλαιοτέρου ανακτόρου "Εν μικρόν έρμάριον τοίχου περιείχε δεκάδα όιραιοτάτων καμαραϊκών αγγείων καί τινα λίθινα. Είς άλλος αακρός διάδρομος δ:ευθύνεται πρός τήν ΒΔ θύραν τοΰ δωματίου L, αλλά τής δευτέρτς περιόδου τοΰ πρώτου ανακτόρου. Είς τό δωμάτιον XXVII είχε γίνει μια δοκιμή ηρό πεντήκοντα περίπου ετών ύπό τοΰ Pernier, καί ήλθον είς φως σημαντικά αγγεία τής δευτέοας φάσεως' νΰν ή άνασκαφή έπεξετάθη καί απέδειξε τήν νπ ιρξιν ενός δωματίου κα- ταλαμβάνοντος τόν χώρον των ύπεράνω δωματίων XXVII καί XXVIII. Εις πολύχρωμος πίθος ακέραιος, ίσως ό ωραιότερος μέχρι σήμερον πολύχρωμος πίθος τής παλαιοτέρας μινωικής εποχής, εύρέθη μέ άλλα ενδιαφέροντα αγγεία. "Ανω τών εκατόν αντικειμένων, κυρίως αγγείων καμαραϊκών, άνευρέθησαν είς τό κατώτερον οτρώμα τής πρώτης φάσεως επί τοΰ πλακοστρώτου τοΰ διαμερίσματος τούτου. Αλλά τά πλουσιώτερα ευρήματα έγένοντο είς τά βαθύτερα στρώματα τοϋ δωματίου LT είς τό δάπεδον τής δευτέρας φάσεως, είς έν έρμάριον καί έπί ενός θρανίου, άνευρέθησαν δώδεκα μεγάλα και ώραϊα αγγεία, μεταξύ τών οποίων διακρίνεται θαυμάσιον πολυχρωμικόν καί άνάγλυφον άνθο- δοχεΐον ή άγγεΐον σπονδών, ιδιόρρυθμον θυμιατηριού, έν άλαβάστρινον ποτή- ριον καί πλήθος άλλων ποικίλων αγγείων, μεταξύ τών όποιων διακρίνονται α λαβάστρινα αγγεία καί μέγα ποτήριον μέ πεσσούς παιχνιδιού. Είς τό κατοιτε- ρον στρώμα τής πρώτης φάσεως τού αύτοΰ δωματίου άνεκαλύφθη χαμηλόν θρανίον ή περίφραγμα έκ λίθων δι εστίαν όπου εύρέθησ.ιν μαγειρικά τινα σκεύη καί εις τυροτρίπτης. Ή άνασκαφή τών επαλλήλων τούτων στρωμάτων ύπήρξεν έξαιρετικά δύσκολος καί έχρειάσθμ συνεχή στερέωσιν τών τοίχων, ήτις έγένετο υποδειγματικώς ύπό τοΰ τεχνικού κ. Τότι,

175 Χρονικά 489 Αί άνασκαφαί τής Γαλλικής Άρχαιολ. Σχολής εις Μ ά λ ι α έδωσαν επίσης αξιόλογα αποτελέσματα, αν καί δέν έλαβον τήν εκτασιν ήτις προεβλέπετο, μάλιστα συμπληρωματικής έρεύνης εις τό άνάκτορον, έξ αιτίας τής απροόπτου άσθενείας τοϋ καθηγητοΰ κ. Fern. Chapouthier. Συμμετέσχον οί κ. κ. Des Hayes, Dessenne καί De Riddes, τών οποίων ό δεύτερος έσυνέχισε τήν άνα- σκαφήν τής Οικίας Ε, ό δέ τρίτος προέβη εις σειράν δοκιμών τής περιοχής Οικιών Ζ καί εις άνίχνευσιν τής παρά τήν Οικίαν Ε όδοΰ. Άνεκαλύφθη πρός βορράν τής Οικίας Ε ή οδός, ήτις αποτελεί τό όριον αυτής, παρηκολουθήθη δέ είς μήκος πεντήκοντα μέτρων' αί άποκαλυφθεϊσαι είς τήν ΒΔ γωνίαν άπο- θήκαι ανήκουν είς τήν πρώτην περίοδον περιείχον δύο πίθους, μήτραν χύσεως χαλκών πελέκεων καί εγχειριδίων, βάσιν διπλού πελέκεως έκ στεατίτου κ. ά. Τό ανατολικόν τμήμα είχεν ϊσχυρώς διαταραχθή άπό τά; εποικοδομήσεις τής περιόδου Άνακαταλήψεως (ΥΜΙΙΙ)" υπάρχουν μάλιστα εκεί καί λείψανα τής ύπομινωικής καί πρωτογεωμετρικής εποχής. Τό όριον τής οικίας πρός άνατο- λάς δέν άπεκαλύφθη, αλλά φαίνεται ότι έβαινε μέχρι μιας θλαστής παρόδου. Τά ευρήματα ήσαν μαρμάρινος λύχνος επί ποδός, δύο πήλιναι οίνοχόαι μέ δια κόσμησιν «πτερών», έξ σφραγιδόλιθοι, δύο διπλοί πελέκεις καί μικρά χαλκα εργαλεία, μήτρα κοσμημάτων καί ψευδόστομοι τινες αμφορείς. Πέραν τής παρόδου άνευρέθησαν προσόψεις οικιών. Βαθεΐαι δοκιμαί απέδειξαν τήν παρουσίαν λειψάνων τής πρώτης περιόδου. Λξιόλογον εύρημα είναι μικρόν άγγεϊον μέ μακράν κολουροκωνικήν πρόχυσιν καί διακόσμησιν λευκού ρόδακος επί φλσ- γωτοΰ βάθους. Άνατολικώς τής Οικίας Ε άπεκαλύφθη ή είσοδος καί τινα διαμερίσματα μιας νέας οικίας. Έξ άλλου είς τήν περιοχήν τών Οικιών Ζ δοκι- μαί άπεκάλυψαν τείχος διερχόμενον υπό τήν Οικίαν Ζβ καί προεκτεινόμενον είς τήν άντιπέραν οδόν, ίσως τμήμα τοϋ περιβόλου τής παλαιοτέρας πόλεως. Τήν πλακόστρωτον οδόν οί άνασκαφεϊς παρηκολούθησαν επί εκατόν μέτρα. Περαιτέρω άνευρέθησαν λείψανα οικιών άποδεικνύοντα έπέκτασιν τής πόλεως μέχρι τής γραμμής τοϋ παρεκκλησίου Άγ. Βαρβάρας. Εκτός τών άνασκαφών, διά διαφόρων εκδρομών τοϋ Εφόρου Αρχαιοτήτων διεπιστώθη ή ΰπαρξις αρχαιοτήτων τέως άγνωστων. Οΰτω είς τήν Πραι- σόν καθωρίσθη ή θέσις διαφόρων ελληνικών τάφων καί ίσως ενός ίεροϋ υπαιθρίου. Είς τήν τοποθεσίαν «τά ραβδιά τοϋ Διγενή» ή Κιόνια άπεδεί- χθη ή υπαρξις άρχαίου λατομείου είς τό όποιον κατά χώραν είναι διεσκορπι- σμένον λατομημένον υλικόν πελωρίων άρραβδώτων κιόνων, κιονοκράνων, τετραγώνων στύλων, παραστάδων καί κυβολίθων. Τό λατομεΐον φαίνεται ότι ήτο εν χρήσει άπό τήν άρχαϊκήν ελληνικήν εποχήν, διότι πλησίον άπεκαλύφθησαν πίθοι τοϋ Ζ' καί τοϋ ΣΤ' π. X. αίώνος, διασωξόμενοι επί τόπου είς τεμάχια. Είς ύψωμα εκεί πλησίον (Κεφάλα) διακρίνονται κτίσματα κυκλοτερή, πιθανώς παλαιοθολωτά, μεσομινωικών ή ίσως πρωτομινωικών χρόνων. Ή κατά χώραν παρατηρουμένη άφθονος κεραμεική είναι όμοια τής προερχόμενης έκ Χαμαι- ζίου, τό οποίον άπέχει έκείθεν μίαν καί ήμισείαν ώραν. Είς τήν περιοχήν τοϋ χωρίου Άδρόμυλοι Σητείας δ υποφαινόμενος έπεσκέφθη δύο μικρά σπήλαια τό έν γνωστόν μέ τό όνομα "Αγιος Αντώνιος, έκ τής είς τήν είσοδόν του οίκοδομηθείσης έκκλησίας, έντός τών οποίων περισυνελέγησαν ικανά όστρακα χρονολογούμενα είς τήν υστέραν μεσαιωνικήν έποχήν. Εκεί πλησίον υπάρχει έκτεταμμένον νεκροταφεϊον, τό οποίον, φαίνεται, ύπέστη έντατικήν σύλησιν υπό τών χωρικών. Διακρίνονται δύο συστάδες τάφων, ή πρώτη γνωστή μεταξύ τών έπιχωρίων μέ τό όνομα «οί τάφοι τών 3ΐα

176 490 Χρονικά μεγιστάνων» άποτελεϊται έκ λαξευτών θαλάμων είς ιήν παρυφήν χαμηλού υψώματος' λέγεται δτι εντός αυτών άνευρέθησαν αξιόλογα αντικείμενα, μεταξύ τών οποίων χρυσά κοσμήματα. Πιθανώς χρονολογούνται είς τούς ελληνικούς χρόνους. Ή δεύτερα δμάς άποτελεϊται από κτιστούς, τάφους πρωτογεωμετρικών χρόνων, όμοιους μέ εκείνους οί όποιοι άνεκολύφθησαν αλλαχού τής Κρήτης (Κοΰρτες, Καρφί Λασηθίου, Κρητσά κλπ.). Έξωτερικώς είναι ορθογώνιοι καί φαίνονται ώς κορυφούμενος σωρός λίθων έσωτερικώς έχουν θολωτόν θάλαμον. Οί χωρικοί διηγούνται δτι τά κτερίσματα αυτών είναι άποκλειστικώς «φτωχά λαδικάκια» (πήλινα μικρά αγγεία). 'Αξίζει νά γίνη επί τόπου έρευνα. Είς άπό" στάσιν έκεΐθεν ήμισείας ώρας πρός βορράν υπάρχει θολωτός τάφος κατά τάς διαβεβαιώσεις τού έπισκεφθέντος αυτόν κ. Φυγετάκη, δστις έχρησίμευσεν ώς οδηγός είς τάς περιηγήσεις μας. Ελλείψει χρόνου δμως δέν έγένετο έπίσκεψις τού χώρου. Κατά γενομένην εκδρομήν τού υποφαινομένου είς Λύττο ν έδόθη ή ευκαιρία νά γίνη άνίχνευσις ολοκλήρου τού χοίρου τής αρχαίας πόλεως, ώστε νά καθορισθοΰν ικανά σημεία είς τά όποια υπάρχουν αξιόλογα κτήρια. Είς τήν εκδρομήν ταύιην συμμετέσχον καί ό Διευθυντής τής Ίταλ. Σχολής κ. Doro Levi καί ό τεχνικός κ. Toti. Διά μικράς δοκιμής έξηκριβώθη δτι τό προ καιρού άποκαλυφθέν μωσαϊκόν ανήκει είς έκτεταμένην χριστιανικήν Βασιλικήν, ήτις κεϊται κάτω καί πέριξ τής σημερινής εκκλησίας Σταυρωμένου καί παρά τήν άρχαίαν αγοράν, όπου πρό πολλών έιών ό κ. Levi εϊχεν άποκαλύψει ίκανά βάθρα μέ τιμητικός έπιγραφάς είς Ρωμαίους αύιοκράτορας. 'Εκ τού χώρου τούτου είχον περισυλλεγή πρό τής εκδρομής πέντε έκ τών βάθρων, τών όποιων τινα ήλθον διά πρώτην φοράν είς φώς. Δύο άλλα παραμένουν έπί τόπου, έτοιμα διά περισυλλογήν. Επίσης περισυνελέγησαν δύο έπιτύμβιοι έπιγραφαί. Τά τυχαία ευρήματα υπήρξαν καί κατά τό λήξαν έτος άφθονα καί αξιόλογα. Κατά τήν διαπλάιυνσιν αμαξιτής οδού τής περιοχής Θρόνου Άμαρίου (αρχαίας Συβρίτου) άνεκαλύφθη σειρά πωρίνων πλακών, μέ γλυπτά τρίγλυφα άνω, προφανώς προερχομένων έκ δημοσίου οικοδομήματος ελληνικών χρόνων' έξ τούτων φέρουν προξενικάς έπιγραφάς. Τόν χώρον έπεσκέφθη κατ έντολήν τού Εφόρου ό Επιμελητής Αρχαιοτήτων, δστις καί περισυνέλεξε τάς ένεπι- γράφους πλάκας, καιαθέσας αύιάς είς τό Μουσεϊον Ρεθύμνης. Έν Ρεθύμνψ καί έντός τής Πλατείας Κιουλούμπαση άπεκαλύφθη κο- τά τάς έργασίας τοποθετήσει»; αγωγών ϋδατος τμήμα οικοδομήματος, τού ο ποίου διεκρίνετο κατά χώραν μόνον είς μέ κοχλιωτάς ραβδώσεις κίων διασώ- ζων τήν βάσιν καί τμήμα τού κορμού, καί τμήμα κρηπίδος έκ πωρολίθου. Τό κτήριον φαίνεται δτι ανήκει είς τούς υστέρους ρωμαϊκούς χρόνους. Παρά τό χωρίον Κεραμωτά Μυλοποτάμου κατά τήν άνόρυξιν βόθρου άνευρέθησαν δύο τάφοι μέ σκελετούς έκτάδην κειμένους, ό είς είς βάθος δύο μέτρων καί ό άλλος τεσσάρων. Εκτός ιών οστράκων θραυσθέντων αγγείων πε- ρισυνελέγη φιάλη μέ κυρτόν χείλος άκεραία ιού Δ' π. X. αίώνος. Έντός τής πόλεως τών X α ν ί ω ν, νοιίως τού κτηρίου τών Δικαστηρίων, άνεκαλύφθη κατά τήν ίσοπέδωσιν χαμηλού λόφου, δπου καί άλλοτε πολλοί ά νευρέθησαν τάφοι, λαξευτός τάφος ύστερομινωικών III χρόνων, μέ τετραγωνι- κόν θάλαμον καί δρόμον πρός βορράν. Είς σκελετός άνευρέθη έπί τόπου καί τρεις μικροί βόθροι χρησιμοποιηθέντες ώς όσιεοθήκαι 8-10 ατόμων. Περι- συνελέγησαν ΰπό τού Έπιμελητοϋ κ. Δ. Μαρουλάκη, καθηγητού, έξ ενδιαφέρον-

177 Χρονικά 491 ία διά τήν διακόσμησίν τυ>ν άγγεϊα, εϊδώλιον πήλινον μέ τάς χεΐρας έπι τοΰ στήθους καί χαλκοΰν ξυράφιον. Εις τήν περιοχήν τοΰ Σανατορίου τής Κνωσού άνεκαλύφθη τυ- χαίως κατά τήν κατασκευήν τών σηπτικών βόθρων έκτεταμένον μωσαϊκόν με διακοσμητικά θέματα. Ή Αγγλική Σχολή κληθεΐσα υπό τοΰ 'Εφόρου διεπί- στωσε διά δοκιμαστικής άνασκαφής ότι πρόκειται περί εκτεταμένης Βασιλικής μέ λίαν ενδιαφέροντα καί εκτεταμένα μωσαϊκά. Ό διαχωριστικός τοίχος δύο κλιτών καί τμήμα τοΰ νάρθηκος ήλθον εις φώς. Τμήματα μαρμάρινου θωρακίου καί τμήμα έπιστυλίου απέδειξαν ότι ό ναός χρονολογείται εις τόν Ε' μ. X. αιώνα. Ή άνασκαφή δέν έπροχώρησε. Εις μικράν άπόστασιν από τό Μέγαρον Νίρου άνεκαλύφθη τάφος ΰστερομινωικών III χρόνων, έκ τοΰ οποίου προήλθεν έδιαφέρον πλαστικόν άγ- γεϊον μορφής νήσσης. Άτυχώς άπεκόπη καί άπωλέσθη ή κεφαλή. Δέν ήρευνή- θη είσέιι δ χώρος. Εις θέσιν Μουρί τής περιφέρειας Μ ο χ ο ΰ άνευρέθη καί έκομίσθη υπό χωρικοΰ λίθινον όλμοειδές καλυκόσχημον μινωικόν άγγείον. Ό ευρών βέβαιοί δτι πολλαί άρχαιότητες, αγγεία, δπλα καί σφραγιδόλιθοι άνευρέθησαν κατά καιρούς έπί τόπου. Παρά τό χωρίον Ξένιά κω Πεδιάδος καί είς θέσιν Άτάμπαχη άνευρέθησαν λίθινα κοινά δλμοειδή άγγεΐσ μινωικών χρόνων. Ό Επιμελητής κ. Αλεξίου διηκρίβωσε δι αυτοψίας δτι πρόκειται περί τάφων είς στεγάσματα βράχων. Είς θέσιν Χαλέπα ή Τρόχαλος τοΰ χωρίου Β α ρ β ά ρ ω χωρικός άνεΰρε θησαυρόν χάλκινων μινωικών έργαλείων, τά όποια καί έπώλησεν. Ό άγοράσας προσεκόμισεν είς τό Μουσεΐον Ηρακλείου τέσσαρας σμίλας, πέντε πελέκεις καί έτερον έργαλεϊον. Αυτοψία γενομένη είς τόν τόπον τής εύρέσεως υπό τοΰ Έπι- μελητοΰ κ. Αλεξίου διεπίστωσε τήν δπαρξιν μινωικών κτηρίων ΥΜΙ - II χρόνων, τών όποιων πολλοί μεγάλοι πελεκητοί λίθοι διεκρίνοντο. Είς θέσιν Σκαφιδαρά τής περιοχής Γάζι Ηρακλείου ήλθον είς φώς τεμάχια αρχαϊκών ελληνικών πίθων μέ διακόσμησίν μεταλλίων. Είς θέσιν Ιίορακιές τοΰ χωρίου Βιτσιλιά παρά τά Πάρτιρα Ηρακλείου άπεκαλήφθη έντός κοιλότητος τοΰ άποκρήμνου βράχου σπηλαιώδης τάφος μέ ταφάς νεολιθικών, ώς φαίνεται έκ τών οστράκων, χρόνων. Ό χώρος πρόκειται νά έξερευνηθή προσεχώς. Παρά τό χωρίον Τζίγκουνας τής περιοχής Καστελλίου Πεδιάδος καί είς θέσιν Χωμστόλακος άνεκαλύφθη σαρκοφάγος ΰστερομινωικών 111 χρόνων, συνοδευομένη υπό ολίγων κοινών άγγείων. Ή σαρκοφάγος δέν έκρίθη άξια περισυλλογής. Εκ τοΰ χωρίου Ίν ι Μονοφατσίου προέρχεται σφενδόνη χρυσοΰ δακτυλίου μέ δακτυλιόλιθον έκ πρασίνου ίάσπιδος φέροντα πσράστασιν γυμνής γυναικείας μορφής κρατούσης άντικείμενον ίσως εϊδώλιον. Είς τήν γνωστήν καί έξ άλλων μινωικών ευρημάτων θέσιν Τροΰλος τών "Ανω Άρχανών άνευρέθησαν τυχαίως άφθονιότατα όστρακα μεσο- μινωικής έποχής καί ολίγα άγγεϊα χαρακτηριστικά τής παλαιοτέρας άνακτορι- κής περιόδου. Έν όλμοειδές λίθινον άγγείον μέ έλισσομένας ραβδώσεις περι- συνελέγη έπί τόπου. Πρόκειται πιθανώς περί άποθετών είς κοιλότητας τοΰ κατά τήν περιοχήν ταύτην έπιπολάζοντος βράχου. Κατά τάς εργασίας περιφράξεως τοΰ πρωτομινωικού θολωτοΰ τάφου Α πα

178 492 Χρονικά ρά τό χωρίον Πλάτανος άνευρέθη αποθέτης λίθινων αγγείων, καθ δλά όμοιων μέ τά άνευρεθέντα ύπό τοΰ Ξανθουδίδου. Περισυνελέγη μία δωδεκάς, άλλα προφανώς υπάρχουν καί άλλα καί χρειάζεται μικρά επί τόπου έξερεύνησις. Μικρόν μολύβδινον ειδώλων άνδρός μέ στρεβλούμενον λαιμόν, πιθανότατα χρησιμοποιηθέν άς κατάδεσμος κατά τήν έλληνορρωμαϊκήν εποχήν, κατε- σχέθη επί τοϋ άρχαιοχαπήλου Τηλεμάχου Παπαδάκη. Προέρχεται έκ τής περιοχής τής Πεδιάδος Μεσαράς. Μικρά μαρμάρινη κεφαλή έλληνορρωμαϊκών χρόνων άνευρέθη παρά τό χωρίον Πισκοπιανώ Πεδιάδος εις χώρον δστις εμφανίζει πολλά αρχαία λείψανα. Εις θέσιν Σελλί Βασιλικής Ίεραπέτρας άνεκαλύφθη τάφος εντός τοϋ οποίου άνευρέθησαν τέσσαρα συντετριμμένα πήλινα αγγεία, τά όποια κατετέ- θησαν εις τήν Συλλογήν Ίεραπέτρας. Ή χρονολογία τοΰ τάφου δέν έξηκριβώ- θη είσέτι, άλλά έκ τοΰ γεγονότος ότι υπάρχει έπί τόπου ήμικατεστραμμένη πηλίνη σαρκοφάγος φέρουσα διακόσμησιν συνάγεται ότι ό τάφος δέον νά άνή- κη είς τήν ΥΜΙΙΙ εποχήν. Οδτω διά πολλοστήν φοράν άποδεικνύεται ότι τό έδαφος τής Κρήτης δέν παύει νά είναι αποδοτικόν αρχαιολογικών ευρημάτων πασών των προϊστορικών ή ιστορικών περιόδων καί έμπεδοϋται ή βεβαιότης ότι έρευνα γινομένη διά μεγαλύτερων μέσων καί μάλλον ώργανωμένου επιστημονικού καί τεχνικού προσωπικού θά άποδώση άπαραμίλλους αρχαιολογικούς θησαυρούς. Δεκέμβριος 1953 Ν. ΠΛΑΤΩΝ Η ΕΤΑΙΡΙΑ ΚΡΗΤΙΚΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ Κατά τήν Γ' έτησίαν Γενικήν Συνέλευσιν τών εταίρων, γενομένην τήν 24ην Ίανουαρίου 1954, ενεκρίθη ό απολογισμός τής οικονομικής διαχειρίσεως τοΰ παρελθόντος έτους, έψηφίσθη ό προϋπολογισμός διά τό έτος 1954 και εξελέγη τό νέον Διοικητικόν Συμβούλων, τό οποίον άπετελέσθη έκ τών κ. Μ. Γ. Παρλαμά, προέδρου, Ί. Παπαϊωάννου, αντιπροέδρου, Α. Γ. Καλοκαιρινού, γραμματέως, I. Ρασιδάκη, ταμίου, καί Ν. Πλάτωνος, Κ. Λασιθιωτάκη καί Σ. Αλεξίου, μελών. Κατωτέρω δημοσιεύεται ή έκθεσις πεπραγμένων τοϋ Διοικητικού Συμβουλίου κατά τό «Κατά κοινήν άντίληψιν ή δράσις τής Εταιρίας κατά τό παρελθόν έτος ύπήρξεν ανάλογος πρός τήν σοβαρότητα τοΰ τίτλου της καί τών σκοπών της. Τό κΰρος της ως έκ τούτου έκραταιώθη έτι περισσότερον παρά τε τή κοινή γνώμη καί ταΐς έπισήμοις άρχαΐς, χαρακτηριστικήν δέ έκδήλωσιν τής κραταιώσεως ταύτης αποτελεί άπό μέρους μέν τοϋ κοινού ή έμπιστοούνη μεθ ής παραχωρεί πολύτιμα αντικείμενα πρός πλουτισμόν τοϋ Ιστορικού Μουσείου, άπό μέρους δέ τών έπισήμων διοικητικών καί πνευματικών αρχών ή προθυμία μεθ ής παρέχουν τήν ηθικήν καί ύλικήν αρωγήν των πρός τήν 'Εταιρίαν. Τοΰτο ήδη είναι έν μέγα κεφάλαιον, ή όρθή χρήσις τοϋ όποιου ύπό τοΰ μετ ολίγον εκλεγησομένου Διοικητικού Συμβουλίου θά άποφέρη έτι μείζονα τών μέχρι σήμερον έπιτευχθέντων κερδών.

179 Χρονικά 493 Εις τέσσαρας κυρίως τομείς κατενεμήθη ή δλη δρασις τοϋ Διοικητικοί) Συμβουλίου κατά τό παρελθόν έτος. Α' είς τήν όργάνωσιν, λειτουργίαν κα, βελτίωσιν τοϋ 'Ιστορικού Μουσείου, Β' είς τήν προοδοποίησιν των Κρητικών1 ιστορικών μελετών, Γ' είς τήν προστασίαν καί συντήρησιν τών μνημείων καί Δ' είς τήν έξασφάλισιν τών διά πάντα τά ανωτέρω άναγκαιούντων χρημάτων. Α' Ιστορικόν Μ ο υ σ ε ί ο ν. Ή από τοϋ 1952 άρξαμένη έκθεσις τών γλυπτών συνεπληρώθη κατά τούς δύο πρώτους μήνας τοϋ 1953, έν συνεχείφ δε ήρχισεν ή έκθεσις τών άλλων συλλογών είς τάς επί τούτω εγκαίρως παραγγελ- θείσας προθήκας, ή οποία καί έπερατώθη τήν 20ήν Μαΐου. Παραλλήλως καί συμφώνως πρός τόν υπό τής Β' Γενικής Συνελεύσεως ψηφισθένια 'Οργανισμόν συνεκροτήθη ή Εφορεία τοϋ Μουσείου έκ τριών μελών, ήτοι τών Μενελάου Παρλαμά ως εκπροσώπου τής 'Εταιρίας, Νικολάου Πλάτωνος ώς εκπροσώπου τής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας καί Άνδρέου Καλοκαιρινού ώς εκπροσώπου τών Φιλανθρωπικών Ιδρυμάτων Άνδρέου καί Μαρίας Καλοκαιρινού. Είσηγή- σει ταύτης έγένετο δι άποφάσεως τοϋ Δ. Σ. ή πρόσληψις προσωπικού πρός πλήρωσιν ώρισμένων εκ τών ύπό τοϋ Οργανισμού προβλεπομένων θέσεων, ήτοι τής κ. Αναστασίας Πλάτωνος ώς Έπιμελητρίας καί τών κ. Χαραλάμπου Πα- παδάκη καί Παναγιώτου Γκιαουράκη ώς ημερομισθίων φυλάκων. Άφ ετέρου ή Εφορεία άνέθηκε τήν διεύθυνσιν τοϋ Μουσείου είς τόν έκ τών μελών της κ. Άνδρέαν Καλοκαιρινόν μή οΰσης απαραιτήτου έν τφ παρόντι τής προσλή- ψεως τοϋ ύπό τοϋ 'Οργανισμού προβλεπομένου τακτικού εμμίσθου διευθυντοΰ. Συγκροτηθέντος ουτω από πάσης άπόψεως τοϋ Μουσείου έγένοντο τήν 24ην Μαΐου τά έγκαίνια αυτού, ή έκ τών όποιων άγαθωτάτη έντύπωσις είναι γνωστή είς πάντας ημάς. Τό νέον Μουσεϊον πράγματι ένεφανίσθη ανθεκτικόν καί είς τών πλέον εμπείρων τάς κρίσεις, ΰφ όλων δέ γενικώς, άπό τού άπλουστέ- ρου συμπολίτου μέχρι τών είδικωτέρων ήμετέρων καί ξένων μουσειοφίλων, έχαρακτηρίσθη σχεδόν ώς άποκάλυψις. Χαρακτηριστικός έν προκειμένφ ύπήρ- ξεν ό ενθουσιασμός τοϋ Υπουργού τής Εθνικής Παιδείας κ. Κ. Καλλία, ό όποιος, παρά τήν εΰνόητον στενότητα τοϋ χρόνου δν διέθετε, κατηνάλωσεν ύπέρ τάς δύο ώρας διά τήν έπίσκεψιν τού Μουσείου, τήν έπομένην δέ καί έκάλεσε τούς αντιπροσώπους τού εγχωρίου τύπου, πρός τούς οποίους προέβη είς εγκωμιαστικός διά τό έ'ργον τής ήμετέρας Εταιρίας δηλώσεις. Άπό τής 24ης Μαΐου τό Μουσεϊον λειτουργεί κανονικώς ύπό τήν άμεσον παρακολούθησιν τής Εφορείας. Τόσον ή Έπιμελήτρια όσον καί οί φύλακες είργάσθησαν κατά τό διαρρεΰσαν οκτάμηνον μετά ζήλου. Ή Έπιμελήτρια πλήν τής φροντίδος συντηρήσεως τού μουσειακού υλικού καί πλήν τής άλλης τρεχούσης εργασίας έπεμελήθη τής καταγραφής απάντων τών είς τό Μουσεϊον είσαχθέν- των αντικειμένων συντάξασα τά πρωτόκολλα παραλαβής τού ύπό τού Αρχαιολογικού Μουσείου παραχωρηθέντος ύπό μορφήν παρακαταθήκης υλικού καί κα- ταρτίσασα τόσον τόν Γενικόν Κατάλογον (είς 8ν κατεγράφησαν περί τά 1150 αντικείμενα), όσον καί τούς Ειδικούς Καταλόγους τών συλλογών, τού Αρχείου καί τής Βιβλιοθήκης. Δύο περίπου μήνας μετά τά έγκαίνια έξετυπώθη καί έκυκλοφόρησεν ό 'Οδηγός τού Ιστορικού Μουσείου Κρήτης συνταχθείς μέν ύπό τού κ. Στυλιανού Αλεξίου, έκδοθείς δ έπιμελεία τού κ. Άνδρέου Καλοκαιρινού. Παραλλήλως συντάσσεται καί ξενόγλωσσος τοιοΰτος ύπό τού κ. Αλεξίου, ιδιαιτέρως δέ πρέπει να μεριμνήση τό νέον Δ. Σ. διά τήν έγκαιρον έκτύπωσιν καί κυκλοφορίαν του, ώστε άπό τής ερχόμενης άνοίξεως νά τεθή είς τήν διάθεσιν τών ξένων.

180 494 Χρονικά Έξετυπώθησαν επίσης προς πώλησιν είς τούς έπισκέπτας 700 δελτάρια εικονογραφημένα μέ 8 θέματα ειλημμένα έκ τών μνημείων τής Κρήτης καί των συλλογών τοΰ Μουσείου, διετέθησαν δέ περί τά 300 προτιμηθέντων κατά μέγιστον ποσοστόν τών λαογραφικών θεμάτων. Διά τήν προσέλκυσιν δέ δσφ τό δυνατόν μείζονος άριθμοΰ επισκεπτών έξετυπώθησαν καί έστάλησαν είς δλα τά τουριστικά κέντρα καί πρακτορεία διαφημιστικοί πινακίδες, έγένοντο συνεννοήσεις μετά τών πρακτορείων, ΐνα είς τό πρόγραμμα επισκέψεων τών ξένων περιληφθή καί ή έπίσκεψις τοΰ Ιστορικοί Μουσείου, καί έδημοσιεύθησαν είς τε τόν αθηναϊκόν καί τόν έγχοτριον τύπον άρθρα έξαίροντα τήν σημασίαν τοΰ γενομένου έργου. Παραλλήλως τό Μουσεϊον έπλουτίζετο είτε διά δωρεών καί παρακαταθηκών είτε δι αγορών καί περισυλλογής ένεργουμένων μερίμνη τής Εφορείας καί τοΰ Δ. Σ. Δωρεάς προσήνεγκον οί: Μαρία Τσουδεροϋ, Στυλιανός Γιαμα- λάκης, Γεώργιος ΙΊαπαχατζάκης, Γεώργιος Ζουρίδης, Γ. Μαστοράκης, Έμμ. Δημητριάδης, Δ. Κικυβαράκης, Κ. Βιτούρης, Εΰαγ. Άνωγειανάκης, Μύρων Χατζηδάκης, Ιωάννα Χατζηδάκη, Ζαχαρίας Τσικριτσής, Άθαν. Σφακιανάκης, Νικόλαος Ζουδιανός, Ανδροκλής Ξανθουδίδης, Άριστ. Μπουρνέλος, Αικατερίνη Άλεξάκη καί Εμμανουήλ Παπαϊωάννου. Παρακατέθεντο δέ αντικείμενα πρός έ'κθεσιν είς τήν αίθουσαν τής λαογραφικής συλλογής αί κ. Μαρίκα Θαλασσινοί, Ναυσικδ Ξηρουδάκη, Ραλλοί Μουρέλλου, Βικτωρία Καλλιατάκη, άδελφαί Βιδάκη, Μαρία Ρασιδάκη, Αδαμαντία Βουλγαράκη καί ό κ. Αριστείδης Βλάσσης. Πρός πάντας τούτους σημαντικώς βελτιώσαντας τάς συλλογάς τοΰ Ιστορικοί Μουσείου καί δλως αυθόρμητον ζήλον χάριν τούτου έπιδειξα- μένους έκφράζομεν καί εντεύθεν θερμοτάτας ευχαριστίας. Ήγοράσθησαν δέ ή περισυνελέγησαν δαπανηθεισών πρός τοίτο 7 περίπου εκατομμυρίων δραχμών καί άλλα ποικίλα αντικείμενα, δι' ών έπληρώθησαν ουσιώδη κενά τοΰ Μουσείου. Εκ τούτων μνημονευτέα. τά έκ τοί ναοί τοί 'Αγίου Φανουρίου Βαλσα- μονέρου μεταφερθέντα άδεια τής Ίεράς Μητροπόλεως Κρήτης ξυλόγλυπτα τοί ΙΖ' αίώνος, δεκάς επιγραφών καί άλλων γλυπτών, τά όποια περισυνελέγησαν έκ διαφόρων σημείων τής πόλεως καί τών προαστείων, ως καί μικρός αριθμός τεμαχίων τοιχογραφιών. Έγένοντο έπίσης ένέργειαι καί χάρις είς τήν πρόθυμον συνηγορίαν τής ένταίθα Εφορείας Αρχαιοτήτων παρεσχέθη υπό τοί 'Υπουργείου Παιδείας ή άδεια άποκολλήσεως τοιχογραφιών έξ ήμιερειπωμένων καταγράφων ναών τής υπαίθρου, έλπίζεται δ ουτω δτι σύν τφ χρόνφ θά συγκροτηθώ έν τφ Μουσείφ αξιόλογος συλλογή δειγμάτων τοί σπουδαίου τούτου είδους τής κρητικής τέχνης, έφ δσον βεβαίως πρός τήν κατεύθυνσιν ταύτην ήθελε κινηθή δραστηρίως τό νέον Συμβούλιον. Ιδιαιτέρα έπεδείχθη μέριμνα διά τήν συγκρόιησιν τών υπό τοΰ Οργανισμοί τοί Ιστορικοί Μουσείου προβλεπομένων Βιβλιοθήκης καί Αρχείου. Καί ή μέν βιβλιοθήκη άποτελεϊται ήδη άπό 225 έκλεκτοΰς καί σπανίους τόμους, έκ τών όποιων 179 παρεχωρήθησαν έκ τής βιβλιοθήκης τοί αειμνήστου Άν- δρέου Λυσ. Καλοκαιρινοί ύπό τών ομωνύμων Φιλανθρωπικών Ιδρυμάτων, 20 ύπό τοΰ Γραμματέως τής Εταιρίας κ. Ά. Γ. Καλοκαιρινοί, 3 ύπό τοί κ. Στυλιανού Γιαμαλάκη καί 1 ύπό τοί κ. Εμμανουήλ Πετράκη. Οί λοιποί ήγοράσθησαν δαπάναις τής Εταιρίας διαθείσης πρός τοίτο τό ποσόν τών δραχμών. Εκτός τούτων έδώρησαν ανάτυπα επιστημονικών έργασιών των ο αν- τεπιστέλλων εταίρος κ. Γ. Σπυριδάκης καί ό κ Δημ. Σ. Λουκάτος. Εσχάτως δ έγένετο ενέργεια παρά ταϊς Έταιρίαις Μακεδονικών καί Βυζαντινών Σπου

181 Χρονικά 495 δών πρός ανταλλαγήν των εκδόσεων αυτών μέ άναλόγους τόμους των «Κρητι' κών Χρονικών». Τό δέ Ιστορικόν Άρχεΐον περιλαμβάνει σημαντικόν αριθμόν άξιολόγων εγγράφων καί φωτογραφιών κατειλεγμένων καϊ τάξινομημένων με- ρίμνη τής έπιμελητρίας. Εκτός τών κατά τό παρελθόν έτος άγορασθεισών σειρών υπάρχουν ήδη έν αύτφ καί αί εξής: 1) Τό ΰπό τοΰ δικηγόρου Κωνσταντίνου Κοκκινάκη δωρηθέν άρχεΐον τοΰ πατρός του Γεωργίου, αρχηγού τής επαρχίας Πεδιάδας κατά τήν έπανάστασιν τοΰ ) Τό ύπό τού Γεωργίου Σφα- κιανάκη επίσης δωρηθέν άρχεΐον τοΰ παιρός του Δράκου, διατελέσαντος άρχι- γραμματέως τοΰ Αρχηγείου τής έπαναστάσεως τοΰ 1878 έν ταΐς 6 άνατολικαΐς έπαρχίαις καί διαφυλάξαντος ύπό τήν ιδιότητά του τούτην πολύτιμα επίσημα έγγραφα τής ιστορικής ταύτης περιόδου, 3) Σειρά εγγράφων άφορώντων είς τήν ιστορίαν τών Σφακίων τών ετών προελθοΰσα εξ αγοράς καί δημοσιευοεϊσα προσφάτως είς τά «Κρητικά Χρονικά», 4) Σειρά μεσαιωνικών σχεδιαγραμμάτων καί φωτογραφιών δωρηθεΐσα ύπό τοΰ κ. Εμμανουήλ Τσου- δεροΰ καί 5) Σειρά ιστορικών εγγράφων αναγόμενων είς τά έτη δωρηθεΐσα ύπό τοΰ κ. Άριστείδου Άνδρουλάκη. Κατεβλήθησαν δέ προσπά- θειαι παρά ίδιώταις κεκτημένοις ιστορικής σημασίας έγγραφα, ΐνα παραδώσουν ταΰτα είς τό Άρχεΐον, καί ύπάρχουν βάσιμοι ελπίδες δτι αί προσπάθειαι αύται δέν θά μείνουν άτελεσφόρητοι. Άφ ετέρου έπιχειρεϊται ή κατάρτισις αρχείου φωτογραφιών τών μνημείων τής νήσου τής σχετικής προσπάθειας εύ- ρισκομένης ήδη έν σημαντική εξελίξει. "Ινα δέ τό Άρχεΐον τοΰτο έξελιχθή είς άξιόλογον κέντρον ιστορικών περί τήν Κρήτην μελετών, άπεφασίσθη ή προμήθεια μικροταινιών χειρογράφων άποκειμένων είς ξένα μουσεία καί βιβλιοθήκας, διά τήν έκτέλεσιν δέ τής άποφάσεως ταύτης πρέπει νά μεριμνήση τό νέον Συμβούλιον. Ώς έκ τών ανωτέρω ένδείκνυται εργώδης ύπήρξεν, νομίζομεν, ή προσπάθεια διά τήν άρτίωσιν τοΰ νεοπήκτου Μουσείου, λαμβανομένης δέ ύπ δψει καί τής όσημέραι αύξανομένης στοργής καί έκημήσεως τοΰ κοινού πρός τοΰτο είναι εύλογον νά έλπίζωμεν, ότι πολλφ πλείονα θά συντελεσθοΰν κατά τό άρχό- μενον έτος είς τόν τομέα τοΰ έμπλουτισμοΰ του. Παρά ταΰτα ή κίνησις τών επισκεπτών τοΰ Μουσείου κατά τό διαρρεΰσαν από τών εγκαίνια»» του έπτάμηνον δέν ύπήρξεν οΐα άνεμένετο. Συνολικώς από τής 24ης Μαΐου μέχρι 31ης Δεκεμβρίου έδέχθη 2700 έπισκέπτας, έξ ών 1498 επί πληρωμή εισιτηρίου. Τό σχετικώς πενιχρόν τοΰ άριθμοΰ τούτου άποδοτέον καθ ημάς είς τό γεγονός δτι μή οΰσης ευρέως γνωστής τής έπικειμένης ίδρύ- σεως τοΰ Μουσείου δέν συμπεριελήφθη ή έπίσκεψίς του είς τό ύπό τών πρακτορείων καταρτιζόμενον κατά τάς άρχάς τοΰ τουριστικού έτους πρόγραμμα επισκέψεων τών ξένων περιηγητών. Κατά πόσον δέ ή ύπό τών ξένων έκτίμησις τοΰ Ιστορικού Μουσείου θά συμβάλη είς τήν αΰξησιν τοΰ άριθμοΰ τών επισκεπτών του, είναι εΰκολον νά έννοήσωμεν, δταν συγκρίνωμεν τόν αριθμόν τών επισκεπτών τοΰ Αύγούστου πρός τόν τοιοΰτον τοΰ Δεκεμβρίου. Κατά μέν τόν Αύγουστον, μήνα κινήσεως τών περιηγητών, οί έπισκέπται άνήλθον είς 519, κατά δέ τόν Δεκέμβριον, νεκρόν τουριστικώς μήνα, είς 45' δγ ο καί έγένοντο αί δέουσαι πρός τήν κατεύθυνσιν ταύτην ένέργειαι, είναι δέ βέβαιον δτι ή έπί- οκεψις τοΰ Μουσείου περιελήφθη είς τά τουριστικά προγράμματα τοΰ έτους. Β Προοδοποίησις τής περί τήν Κρήτην επιστημονικής ερεύνη ς. Είς τόν τομέμ τούτον συνετελέσθησαγ πολλά καί σημαντικά

182 496 Χρονικά παρά τό μέγεθος τής περί τό Μουσεΐον μερίμνης. Κρίνομεν δέ έπάναγκες νά τονισθή τούτο, διότι δλως παραδόξως εις πολλούς καί δή καί μέλη τής 'Εταιρίας έγεννήθη ή έντύπωσις, δτι μετά τό Μουσεΐον ή Εταιρία ούδέν άλλο είχε νά έπιτελέση. Έκ των κατωτέρω έκτιθεμένων θά φανή, νομίζομεν, ό Ογκος τής έκτελεσθείσης καί προκειμένης έτι εργασίας καί τό καθήκον τών μελών νά εντείνουν τό διά τήν Εταιρίαν ενδιαφέρον των ϊνα αίίτη δυνηθή νά έπε- κτείνη ετι περαιτέρω τήν δράσιν της. Αμέσως από των αρχών τοΰ παρελθόντος έτους καί ενώ αί προετοιμασίαι διά τήν έναρξιν τής λειτουργίας τοΰ Μουσείου ένετείνοντο, τό Συμβούλιον άπε" φάσισε νά επιχείρηση τήν συλλογήν τοΰ τοπωνυμικού υλικού τής Κρήτης. Ή άπόφασις αυτή έλήφθη έν γνώσει των μεγάλων δυσχερείων, αί όποϊαι θά άντε- μετωπίζοντο, αλλά καί έν έπιγνώσει τής σημασίας τοΰ έπιχειρουμένου έργου διά τήν προοδοποίησιν τής περί τήν Κρήτην ιστορικής έρεύνης. Τή πρόθυμη) βοηθείςι τών έν τή Νήση) Επιθεωρητών Στοιχειώδους Έκπαιδεύσεως, πρός τούς οποίους καί έντεϋθεν έκφράζομεν θερμοτάτας ευχαριστίας, ήλθομεν είς έπαφήν μέ τούς άνά τήν Κρήτην δημοδιδασκάλους ύπερχιλίους τόν αριθμόν, πρός ους έστείλαμεν εντύπους οδηγίας καί υποδείγματα τοπωνυμικών πινάκων πρός τοΰτο συνταχθέντα, μέ τήν παράκλησιν νά συλλέξουν καί νά άποστείλουν πρός τήν Εταιρίαν τό τοπωνυμικόν υλικόν τής περιοχής των. Εύνόητον είναι δτι αί όδηγίαι δεν κατενοήθησαν πλήρως άπό σημαντικόν ποσοστόν διδασκάλων, μή δντων είθισμένων είς παρόμοιας εργασίας, δι δ παρέστη ανάγκη νά έπανέλθωμεν μετά νέων λεπτομερεοτέρων οδηγιών δημιουργηθέντος οϋτω απίστευτου δγκου αλληλογραφίας (άριθ. διεκπ. 2592). Τό αποτέλεσμα πάντως υπήρξε λίαν σημαντικόν. Συνελέγησαν υπέρ τάς 30 χιλιάδας τοπωνύμια έξ δλης τής Νήσου άντιστοιχοΰντα πρός 619 σχολικάς περιφερείας έκ συνόλου 748 τοιούτων. Παρά τάς έπανειλημμένας οχλήσεις μας 129 διδάσκαλοι ουδόλως άπήντησαν. Πρός τούτους τό νέον Συμβούλιον πρέπει καί αΰθις νά έπα- νέλθη μέσω τών κ. Επιθεωρητών, ώστε κατά τό τέλος τοΰ παρόντος έτους νά έχη συντελεσθή ή περισυλλογή. Έν τφ μεταξύ τίποτε δέν έμποδίζει νά άρχίση αμέσως ή άποδελτίωσις τών πινάκων τά άναγκαιοΰντα δελτία ετοιμάζονται ήδη ώστε δση> τό δυνατόν ταχύτερον ή ήμετέρα Εταιρία νά δυνηθή νά έκ- δώση τό Τοπωνυμικόν Λεξικόν τής Κρήτης, έργον τό όποιον γενεαί επιστημόνων ώνειρεύθησαν καί διά τό όποιον ή Εταιρία μας θά είναι ίσως πολλή) μάλλον υπερήφανος ή διά τό 'Ιστορικόν Μουσεΐον. Παραλλήλως πρός τήν συλλογήν τών τοπωνυμίων έσυνεχίσθη ή κατά τό παρελθόν έτος άρξαμένη συλλογή στοιχείων παρά τών Κοινοτήτων πρός σύνταξιν πλήρους καταλόγου τών άνά τήν νήσον έσπαρμένων μνημείων. Έκ τών 544 Κοινοτήτων εΐχον απαντήσει κατά τό παρελθόν έτος 115. Είς τάς άλλας έπα- νήλθομεν μέση) τών οικείων Νομαρχών πάνυ προθύμως συνδραμόντων ημάς, δι δ καί εντεύθεν θερμοτάτας τοΐς έκφράζομεν ευχαριστίας, μέ αποτέλεσμα νά λάβωμεν 296 έτι απαντήσεις. Διά τήν ΰπολειπομένην μικράν σχετικώς έργασ αν πρέπει έπίσης νά μεριμνήση τό νέον Συμβούλιον. Τό Συμβούλιον έπίσης άπεφάσισε κατόπιν δηλώσεως πρός αυτό τού κ. Άνδρέου Γ. Καλοκαιρινού, δτι προτίθεται νά χρηματοδοτήση δύο διαγωνισμούς προκηρυχθησομένους υπό τής Εταιρίας είς μνήμην τών γονέων του Γεωργίου καί Χρυσής Κατεχάκη διά τήν συγγραφήν έπιστημονικών πραγματειών άναγομένων είς τήν κρητικήν ιστορίαν καί λαογραφίαν, τήν προκήρυξιν τών

183 Χρονικά 497 βραβείων Γεωργίου Α. Κατεχάκη καί Χρυσής Γ. Κατεχάκη, έκ δραχμών έκαστου, καί έδημοσίευσεν ήδη άπό τοΰ παρελθόντος Σεπτεμβρίου τάς σχετικά; προκηρύξεις. Εν συνεχεία, κατόπιν δηλώσεω; τοΰ κ. Άνδροκλέους Ξαν- θουδίδου διι προτίθεται νά χορηγή κατ' έτος δραχμών πρός χρήμα- τοδότησιν λαογραφικοΰ διαγωνισμού προκηρυσσομένου υπό τής Εταιρίας εις μνήιιην τοΰ θείου του Στεφάνου Ξανθουδίδου, προεκήρυξε τό έξ 1.COOOOO Ξανθουδίδειον λαογραφικόν βραβεΐον διά τό τρέχον έτος καί έδημοσίευσε τήν σχετικήν προκήρυξιν. Πρός άμφοτέρους τούς χορηγούς έκφράζομεν και εντεύθεν θερμοτάτας ευχαριστίας διά τε τήν ήθικήν καί υλικήν αρωγήν, ήν διά τής χορηγίας των παρέσχον πρός τήν Εταιρίαν. Κατά τήν 18ην τοΰ παρελθόντος Σεπτεμβρίου, 25ην επέτειον τοΰ θανάτου τοΰ Στεφάιου Ξανθουδίδου, μερίμνη τοΰ Συμβουλίου έτελέσθη έν τή μεγάλη αιθούση τής Λέσχης Ηρακλείου, λίαν προφρόνως άποδεχθείσης τήν σχετικήν αίτησιν, επιστημονικόν μνημόσυνον τοΰ αειμνήστου άνδρός, είς δ παρέστησαν περί τούς 500 άκροατάς. Ύπό τών όρισθέντιον πρός τούτο ομιλητών έξήρθη ή προσωπικότης καί τό έργον τοΰ κρητός έπιοτήμονος, γενική δέ ΰπήρξεν ή έν- τύπωσις δτι διά τοΰ μνημοσύνου τούτου ή Εταιρία μας έπλήρωσεν έπιβαλλό- μενον χρέος πρός τόν επιστημονικόν θεμελιωτήν της. Τό Συμβούλιον παρά τάς οικονομικά; δυσχερείας, τάς οποίας άντεμετώ- πιζεν, έκρινε, συχωδά καί τφ άρθρω 1, παραγρ ε' τοΰ Κατασιατικοΰ τής 'Εταιρίας, δτι έπρεπε νά ένισχύση τήν προσπάθειαν τοΰ λίαν φιλότιμου καί αποδοτικού εκδότου τών Μνημείων τής Κρητικής 'Ιστορίας κ. Στεργίου Σπανάκη καί διέθεσε πρός τοΰτο, ώς ένδειξιν μάλλον τιμής, τό μικρόν ποσόν τοΰ δραχμών. Επειδή δέ παραλλήλως πρός τήν μελέτην τών ένετικών πηγών πρέπει νά έξασφαλισθή διά τό άπώτερον μέλλον καί ή μελέτη τών τουρ κικών τοιούτων έξευρισκομένου έγκαίρως τοΰ διαδόχου τοΰ σοφοΰ καί φιλοπό νου ιστοριοδίφου καί τουρκομαθούς κ. Νικολάου Σταυρινίδου, άνευ τοΰ οποίου ή έν Κρήτη έρευνα τών τουρκικών πηγών, τό γε νΰν έχον, είναι αδύνατος, έκρίθη σκόπιμον νά καταβληθή προσπάθεια πρός αποστολήν κρητός φιλολόγου είς Κωνσταντινούπολή προ; έκμάθησιν τής παλαιός τουρκικής. Τά στενά δμως οικονομικά πλαίσια, έντός τών οποίων κινείται ή 'Εταιρία, δέν επιτρέπουν τήν ύπ αυτής άνάληψιν τής σχετικής δαπάνης, δγ δ καί άπηυθύνθημεν πρός τήν έν Άθήναις τουρκικήν Πρεσβείαν παρακαλοΰντες αυτήν νά μάς πλη- ροφορήση, έάν ή τουρκική Κυβέρνησις θά ήτο διατεθειμένη νά χορηγήση πρός τόν σκοπόν τοΰτον ΰποτροφίαν. Μέχρι σήμερον όμως δέν έτύχομεν άπαντή- σεως. Δέν πρέπει παρά ταΰτα ή αποτυχία τής πρώτης ταύτης προσπάθειας νά άποτρέψη τήν 'Εταιρίαν άπό τήν έπιδίωξιν τοΰ ώς άνω σκοποΰ, ή έπίτευξις τοΰ οποίου θά άποφέρη, ώς είναι εΰνόητον, μέγα διά τήν ιστορίαν τής Κρήτη; κέρδος. Αλλά καί είς τόν τομέα τής πνευματικής καθόλου προαγωγής τοΰ κοινού τό Συμβούλιον έκρινεν δτι δύναται νά συμβάλη ή ήμετέρα 'Εταιρία. ΔΓ δ ά- πεφάσισε τήν έκδοσιν τής Κρητικής 'Ανθολογίας, περιλαμβανούσης χαρακτηριστικά αποσπάσματα τών κειμένων τών κρητών ποιητών τοΰ 16ου καί 17ου αίώνος μετ έπεξηγηματικών σχολίων καί τών απαραιτήτων βιβλιογραφικών πληροφοριών, ΐνα διά ταύτης άποκατασταθή ή έπαφή τοΰ κοινοΰ καί δή τών μαθητών καί τών διδασκάλων μέ τήν γεραράν κρητικήν πνευματικήν παράδο- σιν. Τήν συγκρότησιν τής Ανθολογίας άνέλαβεν ό κ. Στυλ Αλεξίου, ή δαπάνη δέ τής έκδόσεω; αυτής αναγράφεται είς τόν προϋπολογισμόν τοΰ παρόντος έτους. ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ Ζ. S3

184 498 Χρονικά Γ' Προστασία καί συντήρησις Μ ν η μ ε ί ων. Διά τήν προ στασίαν καί συντήρησιν τών μνημείων, άπαιτούσας, ώς είκός, υλικήν δαπάνη - σημαντικήν, ολίγα ήδυνήθη νά έπιτελέση τό Συμβούλιον. Διετέθησαν έν όλφ Έκ τούτων μικρόν ποσόν έδαπανήΰη διά τήν άφαίρεσιν και τήν έν τφ Ίστορικφ Μουσείφ προσωρινήν άποθήχευσιν τοϋ θυρώματος τοϋ Μεγάρου Ίττάρ μέχρι οριστικής άποκαταστάσεώς του κατά χώραν. Τήν προσωρινήν τούτην άφαίρεσιν έπέβαλεν δ άμεσος κίνδυνος, τόν όποιον διέτρεχε τό μνημεϊον. Διετέθησαν επίσης δραχμών διά τήν κατά χώραν άποκατάστασιν τοΰ μωσαϊκού Χερσονήσου. Ή άποκατάστασις δέν συνεπληρώθη λόγφ τής πενιχρότητος τοΰ διατεθέντος ποσοϋ, δ έπισκεφθείς όμως τοΰτο μετά τήν γενομένην εργασίαν Διευθυντής Άναστηλώσεων καθηγητής κ. Όρλάνδος άναγνωρίσας πλήρως τό σκόπιμον τής άρξαμένης άποκαταστάσεώς καί ύπογραμμίσας τήν μοναδικότητα τοϋ μνημείου τούτου ύπεσχέθη τήν υπό τοΰ Κράτους παροχήν τοΰ άναγκαιοϋντος διά τήν συμπλήρωσιν τής άποκαταστάσεώς ποσοΰ. ΓΙαραλλήλως πρός τάς εργασίας ταύτας άπεφασίσθη καί ήρχισεν ή κατάρτισις Αρχείου φωτογραφιών Μεσαιωνικών Μνημείων, διετέθησαν δέ μέχρι τοΰδε πρός τόν σκοπόν τοΰΐον δρχ. Τοιοϋτο ύπήρξεν έν γενικαϊς γραμμαΐς τό έργον τοϋ Συμβουλίου ώς πρός τάς καθαρώς έπιστημονικάς επιδιώξεις τής ήμετέρας 'Εταιρίας. Ίσως ή σύναξις αυτή τών γενομένων εργασιών νά δημιουργή τήν έντύπωσιν δτι πολλά καί σημαντικά έπετελέσθησαν καί νά έμβάλη εις τε τά μέλη καί τό κοινόν τήν αναπαυτικήν άλλά καί λίαν έπικίνδυνον σκέψιν, δτι έπέοτη ή ώρα τής άναπαύσεως. Διά τοΰτο καί πάλιν πρέπει νά τονισθή ώς έν έπιλόγφ, δτι εις όλους τούς τομείς τών έπιδιώξεων τής Εταιρίας πολλφ πλείονα τών έπιτελεσθέντων υπολείπονται, ιδιαιτέρως δέ εις τόν τομέα τής συμπληρώσεως καί βελτιώσεως τοΰ Ίστορικοΰ Μουσείου. Δέν πρέπει καθόλου νά μας άπατά ό ενθουσιασμός τών έπισκεπτών του. "Οπως έτονίσθη καί κατά τήν τέλεσιν τών έγκαινίων του, τό Μουσεϊον δέν έχει άκόμη ικανοποιητικήν πληρότητα. Πολύς μουσειακός πλοΰτος κινδυνεύει ή παραμένει άνεκμετάλλευτος. Διά τήν περισυλλογήν καί τήν κατάλληλον εκθεσιν τούτου ή Εταιρία πρέπει νά διαθέση άκόμη καί μόχθον πολΰν καί δαπάνην ού μικράν. Ιδίως πρέπει νά σημειωθή ή πενιχρότης τής συλλογής τών φορητών εικόνων, έλλειψιν τήν οποίαν, παρ δλας τάς σχετικός προσπάθειας του, τό Δ. Σ. δέν ήδυνήθη νά θεραπεύση. Δ' Ο ί κ ο ν ο μ ι κ ά Τά πραγματοποιηθέντα κατά τήν διάρκειαν τοΰ έτους έσοδα ύπερέβησαν, όπως άλλωστε προσεδοκατο, τά εις τόν προϋπολογισμόν άναγεγραμμένα, δι δ καί παρέστη ή άνάγκη τής κατ Ιούλιον συγκλη- θείσης εκτάκτου Γενικής Συνελεύσεως πρός άναμόρφωσιν αύτοϋ. "Εξ εισφορών είσεπράχθησαν έν συνόλφ δραχμών, ήτοι δραχ. τής έν Άθήναις Αρχαιολογικής Εταιρίας, δραχ. τής Διευθύνσεως Κρατικών Λαχείων, τοΰ Ταμείου Εφέδρων Πολεμιστών Ν. Ηρακλείου, τών Φιλανθρωπικών Ιδρυμάτων Άνδρέου καί Μαρίας Καλοκαιρι- νοΰ, τοΰ Δήμου Ηρακλείου, τοΰ Έμπορικοΰ καί Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Ηρακλείου καί τών μελών τοΰ Δ. Σ. τής Εταιρίας. Εις τό ποσόν τοΰτο προσθετέα: Ιον, δραχμαί , έσοδα τοΰ Ίστορικοΰ Μουσείου, έξ ών δρχ έκ τής διαθέσεως 1498 εισιτηρίων δρχ έκ τής πωλήσεως 293 επιστολικών δελταρίων καί δρχ έκ τής πωλήσεως 94 άνιιτύπων τοΰ Όδηγοΰ' 2ον, δραχμαί έκ καθυ"

185 Χρονικά 499 'στερούμενων συνδρομών τοΰ ον, δραχμαί έκ συνδρομών καί Εγγραφών τοΰ 1953, έναντι αΐτινες είχον αναγραφή εις τόν προϋπολογισμόν καί 4ον, εκ τόκων καταθέσεων. Ουτω τό σύνολον τοΰ ένεργη- τικοΰ τής παρελθούσης χρήσεως, συνυπολογιζομένου καί τοΰ έκ δρχ περισσεύματος τής 31ης Δεκεμβρίου 1952, άνήλθεν είς δραχμάς Έκ τοΰ ποσού τούτου έδαπανήθησαν έν συνόλφ δρχ , έξ ών διά τό Μουσείον (κατασκευή προθηκών, έγκαοάστασις καί έκθεσις συλλογών, αμοιβή προσωπικού καί έκδοσις εντύπων), περί τά διά τόν πλουτισμόν τών συλλογών καί τήν συγκρότησιν τοΰ Αρχείου καί τής Βιβλιοθήκης, περί τά διά γενικά έξοδα διοικήσεως καί διαχειρίσεως, περί τά διά τήν προστασίαν καί συντήρησιν τών μνημείων καί δι επιχορηγήσεις κ.λ.π. ΙΙαρέμεινεν οϋτω υπόλοιπον είς τό Ταμεΐον τήν 31ην Δεκεμβρίου 1953 εκ δραχμών Παραλλήλως κατεβλήθη πάσα δυνατή προσπάθεια κατά τό παρελθόν έτος νά έξασφαλισθοΰν οί πόροι τής Εταιρίας καί διά τό άρχόμενον. Ή προσοχή μας έστράφη κυρίως είς τόν τομέα τών εισφορών καί είς τάς εισπράξεις τοΰ Μουσείου. Καί είσφοραί μέν έχουν έξασφαλισθή αί εξής : 1) τής Διευθύνσεως Κρατικών Λαχείων, 2) τοΰ Δήμου 'Ηρακλείου καί 3) τών Φιλανθρωπικών 'Ιδρυμάτων Καλοκαιρινοΰ, ήτοι έν συνόλφ πο- σόν δρχ 'Ως πρός τάς εισπράξεις τοΰ Μουσείου έκτος τών τακτικών τοιούτων έμελετήθη ή ΐδρυσις έν αΰτφ πρατηρίου υφαντών. Πρός τοϋτο ήλθο- μεν είς συμφωνίαν μετά τών Βασιλικών Σχολών Νεαπόλεως, καθ ήν ή μέν Εταιρία θά παραδίδη είς αΰτάς τά άναγκαιοϋντα υλικά καί τά υποδείγματα έκ τής λαογραφικής της συλλογής, αύται δέ θά κατασκευάζουν «αντίγραφα» τούτων, τά όποια θά πωλώνται έν τφ ίδρυθησομένφ πρατηρίφ. Έάν αί άρξάμ- εναι ήδη δοκιμαί έπιτύχουν, τά έκ τοΰ Πρατηρίου έσοδα δέον νά προϋπολο- γισθοΰν ώς αξιόλογα. Έλπίζομεν προσέτι οτι μέ τήν εκδοσιν τοΰ ξενόγλωσσου Όδηγοΰ καί τήν εύρυτέραν διάδοσιν τών υπό τής 'Εταιρίας έκτυπουμένων δελταρίων αί έκ τοΰ Μουσείου εισπράξεις θά αύξηθοΰν ούχί βεβαίως είς όριον καλύπτον τάς δαπάνας τοΰ Ιδρύματος τοιαύτη ελπίς έπί τοΰ παρόντος είναι λίαν υπερβολική, άλλ οπωσδήποτε κατά ποσόν ικανόν νά ανακούφιση τάς αντιστοίχους δαπάνας τής Εταιρίας. Γενικώς δυνάμεθα νά εϊπωμεν, ότι καί κατά τό άρχόμενον έτος ή 'Εταιρία έχει έξασφαλίσει τούς άναγκαιοΰντας αυτή πόρους, αλλά καί σχεδόν μόνον αυτούς. Τό προβλεπόμενον περίσσευμα είναι άσήμαντον, όπως θά άκούσητε μετ ολίγον κατά τήν άνάπτυξιν τοΰ προϋπολογισμού, δγ δ καί πρέπει ή μέριμνα τοΰ νέου Συμβουλίου νά έκδηλωθή έντονος διά τήν έξασφάλισιν τών πόρων τοΰ επομένου έτους. Κατά τό παρελθόν έτος έπηνέχθησαν αί εξής μεταβολαί είς τό Μητρφον τής Εταιρίας. *0 κ Ευάγγελος Μαρκογιαννάκης διεγράφη τή αιτήσει του, ένεγράφησαν δέ ώς τακτικά μέν μέλη οί κ. Ευριπίδης Τξωρτζακάκης, Γρηγό- ριος Ζερβουδάκης, Αντώνιος Μανασάκης καί Νικόλαος Λιαναντωνάκής, ώς άντεπιστέλλον δέ ό κ. Ίδομενεύς Παπαγρηγοράκης. Κατά τό αυτό διάστημα ή 'Εταιρία άπώλεσε δύο άπό τά πλέον διακεκριμένα μέλη της, τόν δικηγόρον Γεώργιον Παπαχατξάκην καί τόν Γυμνασιάρχην Κωνσταντίνον Φασουλάκην. Άμφότεροι συνετέλεσαν σημαντικώς είς τε τήν ϊδρυσιν καί τήν πρόοδον τής 'Εταιρίας, μετέσχον δέ καί είς τήν διοίχησιν αϋ-

186 500 Χρονικά τής, δ μέν πρώτος ώς αντιπρόεδρος τοϋ Δ. Σ., ό δέ δεύτερος ώς μέλος τής Εξελεγκτικής Επιτροπής. Ό Γ. Παπαχατζάκης, έπιστήμων μέ κύρος ευρύ καί μέ πνευματικός μέριμνας έξικνουμένας πολύ πέραν τής επιστήμης του, εΐχενέργασθή μέ ζήλον διά τήν επιτυχίαν τών σκοπών τής Εταιρίας, χαρακτηριστικόν δέ είναι δτι κατά τάς επιθανάτιους ώρας του παρήγγελλεν είς τούς οικείους του νά έκτελέσουν μίαν σημαντικήν πρός τό Μουσεϊον δωρεάν του, τήν οποίαν δέν είχεν ό ίδιος προλάβει νά έκτελέση. Τόν Κωνσταντίνον Φασουλάκην συνδυάζοντα τήν θεραπείαν τής καθαρός επιστήμης μέ έντονον εκπαιδευτικήν καί κοινωνικήν δράσιν, τήν θετικότητα τού στοχασμού μέ μίαν ίδιότυπον άλλα θερμοτάτην αγά πην πρός τά γράμματα καί τάς τέχνας, τό τραχύ έν τή πράξει μέ τό τρυφερόν έν τή ψυχή, ένδακρυς ακόμη αναπολεί πάντων τών εταίρων ή μνήμη. Η ΣΥΛΛΟΓΗ ΓΙΑΜΑΛΑΚΗ ΚΑΤΑ ΤΟ 1953 Τό λήξαν έτος ΰπήρξεν έξαιρετικώς ευτυχές διά τήν Αρχαιολογικήν Συλλογήν τού Ιατρού κ. Στυλιανού Γιαμαλάκη, ή οποία έπλουτίσθη μέ σημαντικά αντικείμενα. Ουτω καί αί γενόμεναι κατά τό 1953 δι1 άνασκαφών ανακαλύψεις καί τά τυχαία ευρήματα, διά μέρους τών οποίων έπλουτίσθη ή Συλλογή, άπο- δεικνύουν ακόμη μίαν φοράν δτι ανεξάντλητα είναι τά λείψανα τών παλαιών μεγάλων πολιτισμών τών διαδεχθέντων άλλήλους επί τού εδάφους τής Κρήτης. Τά νέα άποκτήματα τής Συλλογής, κρητικά τά πλεϊστα εκτός δύο ή τριών τε. μαχίων, είναι τά ακόλουθα : α) Χρυσά κοσμήματα: 1. Ζεύγος ενωτίων έκ Κνωσού είς σχήμα περιστερών μέ λεπτήν συρματίνην καί κοκκιδωτήν εργασίαν καί λυχνίτας, Δ' ή Γ' αίώνος π. X. 2. Ζεύγος ενωτίων έκ Γόρτυνος έχον κάτωθεν ροδάκων Νίκας πτερωτός. Αί Νϊκαι ϋψωνον διά τής χειρός άντιθετικώς στεφάνους. Χρονολογείται κατά τόν Γ' αιώνα π. X. (Πβ. άνάλογον ζεύγος τού Μουσείου 'Ηρακλείου έξ Ό- λοΰντος). 3. Πέντε λεπτά φυλλάρια χρυσού στρογγύλα έκ Μεσαρας, έπί τών οποίων έχει άποτυπωθή παράστασις έκ νομίσματος αρχαίου ("Ομοιον φύλλον χρυσού κσλύπτον νόμισμα άπεκτήθη τελευταίως καί παρά τού Μουσείου Ηρακλείου). 4. Ένώτιον έκ Κνωσού είς σχήμα παιδαρίου Γ' π. X. αίώνος- 5. Ένώτιον έκ Κνωσού είς σχήμα κεφαλής αίγός Γ' π. X. αίώνος, ώς τά τού Catalogue of the jewellery in the British Museum πίν. XXXI άριθ Ζεύγος ένωτίων έκ Ρεθύμνης μετά παπυροειδούς θέματος. 7. Ρομβοειδές έλασμα, ώς τά καλούμενα mouthpieces τού Βρεταννικού Μουσείου (αύτ. πίν. III), έχον έκκρουστον διακόσμησιν ρόδακος καί ανθεμίων, έξ Αθηνών, μυκηναϊκών χρόνων. β) Χαλκά: 1. Ύστερομινωικόν III σκεύος μετά προχύσεως (tan- card) έκ Μαλίων. 2. Ψέλιον στρεπτόν έξ Άξοϋ αρχαϊκών χρόνων. 3. Μικρότατον κοχλιάριον χειρουργικής άποξέσεως κατά τόν Συλλογέα, αδήλων χρόνων. 4. Πλατεία ΥΜ λεπίς εγχειριδίου κάλλιστα σωζομένη καί διατηρούσα

187 Χρονικά 601 Ιπ αυτής τρεις χαλκούς ήλους, διά τών όποιων προσηλώνετο ή λαβή. Προέρχεται έκ Φαιστού. 5. Όμάς ύστερομινωική έκ πέντε μικρών εργαλείων λεπτουργού, ενός λύχνου μέ κάθετον έλικοειδή λαβήν, ενός άκρου διπλού λατρευτικού πελέκεως, καί μιας λεκάνης άτελώς σωζομένης μέ χαρακτηριστικάς λαβάς. 6. Μέγας μινωικός κοπεύς έκ Πεδιάδος. 7. Λεπίς χαλκή μετά κοίλης υποδοχής τής λαβής διακοσμημένης, αδήλων χρόνων. 8. Όμάς έκ πέντε διπλών πελέκεων καθημερινής χρήσεως καί ενός κοπέως, άγνωστου προελεύσεως, πρυσκομισθεΐσα υπό χαλκουργού, εις τόν οποίον είχον παραδοθή πρός τήξιν! 9. Άγγεΐον μετά διακεκριμένου στομίου άωτον έξ Άξοΰ. γ) Π ή λ ι ν α : 1. Μικρά κεφαλή ΜΜ ειδωλίου έκ Κνωσού. 2. Όμάς έκ τριών αξιόλογων ΠΜ I αντικειμένων, περί τών οποίων λέγεται, δυστυχώς όχι μετά βεβαιότητος, ότι προέρχονται άπό Άπεσωκάρι, περι- λαμβάνουσα έν κάλυμμα διπλού αγγείου (κέρνου;) έκ δύο κυλινδρικών σωμάτων συνδεόμενων δι* έπιμήκους έλλειψοειδοΰς πλακιδίου διακοσμημένου μέ λεύκάς τεμνομένας γραμμάς, β) εν μέλαν τροπιδωτόν άγγεΐον μέ δύο καθέτους τρητάς λαβάς καί υψηλόν στόμιον έχον διακόσμησιν παραλλήλων αόλάκων, καί γ) ο- μοιον πρός τό ανωτέρω άλλά χονδροειδές, μετά οριζόντιας τρητής λαβής (Πβ Κρητ. Χρονικά Ε', πίν. ΙΔ' άριθ. 3). Έξ Άπεσωκάρι προήλθον καί τέσσαρες λεπίδες οψιδιανού. 3. ΠΜ I όμάς έκ δύο αγγείων μέ γραπτήν έρυθράν κόσμησιν, ήτοι μία πρόχους, ής έλλείπει τό στόμιον, έχουσα τεμνομένας έπί τού πυθμένος λεπτάς γραμμάς, καί εν τριποδικόν άγγεΐον μέ σωληνωτήν πλαγίαν προχοήν καί τοξοειδή λαβήν άνωθεν. Ή όμάς ομοιάζει πρός άγγεϊα τού έξερευνηθέντος ύπ έμοΰ σπηλαιώδους τάφου τού Κυπαρισσιού (Πβ. «Κρητικά Χρονικά», Ε'. 1951, σ. 275, έξ., καί είδικώς διά τά παρόντα α ύ τ. πίν. ΙΓ', 1, άριθ. 1 καί πίν. ΙΔ', 2, άριθ. 4). Πιθανώς τά δύο αγγεία Γιαμαλάκη προέρχονται άπό τάφους τής αυτής περιοχής. 1. Ευμεγέθης ΥΜ III χονδροειδής ψευδόστομος άμφορεϋς έκ Κνωσού. 5. Όμάς έκ πέντε γεωμετρικών αγγείων αττικών, άτινα λέγονται προερχόμενα έξ Άδελε Ρεθύμνης, (όπόθεν καί μία ένδιαφέρουσα κάλπη παλαιόν κτήμα τής Συλλογής). "Ισως πρόκειται περί εισαγωγής. Ή όμάς περιλαμβάνει δύο άνοικτά καλαθοειδή αγγεία μέ κυματειδεΐς λαβάς, δύο πρόχους μέ υψηλόν, στρογγύλον, εύρΰ στόμιον καί λαβήν ύπερυψουμένην τού στομίου καί έν κάλυμμα κάλπης. Διακοσμητικά θέματα, μαίανδρος, ημικύκλια, ραβδοίσεις, ρόδαξ, ρόμβος, τριγωνίδια, ζατρίκιον. 6. Δίωτον εϋμέγεθες άγγεΐον έκ Μεσαράς μετά σιγμοειδούς θέματος εις τούς ώμους, άνατολιζούσης έποχής. 7. Ευμεγέθης μελανόμορφος κρατήρ έξ Άξού μέ παράστασιν αρμάτων καί ιππέων. 8. Μελανόμορφος πυξίς κρητικοΰ έργαστηρίου έξ Ίεραπέτρας, μέ παρά- στάσιν πτερωτής μορφής φερούσης στεφάνους (Νίκης;). 9. Δύο σκύφοι μελανόμορφοι τής αυτής προελεύσεως καί έργαστηρίου (Ίεραπέτρας) μέ παράστασιν άντινώτων γονυπετών Σιληνών. Ανθέμια.

188 602 Χρονικά 10. ',Μικρά πλαγγών έξ ΆξοΟ μετά προσθέτων άκρων, έξαρτωμένων διά νήματος. 11. Μικρόν ομοίωμα μάσκας Σιληνοΰ έκ Κνωσού, ρωμαϊκών χρόνων. 12. Τριποδικόν πτηνόμορφον πρωτογεωμετρικόν άγγεϊον (πάπια) μέ έξί τηλον γραπτήν διακόσμησιν. δ) Σ φ ρ α γ ΐ δ ε ς κ. λ.: Ή Συλλογή Γιαμαλάκη έπλουτίσθη μέ δωδεκάδα σφραγιδόλιθων, τών πλείστων φακοειδών καί άμυγδαλοειδών ώς καί τινων τρι πλευρών καί κυλίνδρων, έκ τών οποίων άναφέρω ένα ευμεγέθη σκαραβαίον έξ αμέθυστου άνευ πσραστάσεως έκ Σιλάμου, μίαν κομβιόσχημον μεσομινωικήν σφραγίδα έκ Μαλίων μέ τρεις άνθρωπίνας μορφάς, ένα άμυγδαλοειδή έκ πρασίνου στεατίτου μέ παράστααιν πτερωτού θηρίου έπιπίπτοντος έπί ζώου (έκ Μακρυτοίχου) εν σφραγίδιον είς σχήμα νεοσσίου όπνώττοντος μέ παράστασιν βουκρανίου, κ.λ. Επίσης εν δίπλευρον σφράγισμα έκ Ψυχρού μέ άποτΰπωσιν τριαίνης καί φοίνικος. ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΑΛΕΞΙΟΥ

189 ΕΥΡΕΤΗΡΙΑ

190

191 ΠΙΝΑ ΚΥΡΙΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ, ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΟΠΩΝΥΜΙΩΝ (ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ. ΣΤΕΡΓΙΟΥ Γ. ΣΠΑΝΑΚΗ) [Οί άρι&μοί παραπέμπουν εις τάς σελίδας τον τόμον. Αι πανλαι ( ) δηλοΰν επανάληψιν τοϋ λήμματος εί; την προοήκονσαν πτώοιν. ΙΙρο; ενχερεοτέραν ενρεσιν πολλά ονόματα λημματογραφοϋνται νπο πλείονας ταξινομικάς λέξεις. Ίά ξενόγλωσσα ονόματα λήμματογραφοϋνται καιά το λατινικόν αλφαβήταν, έκαστον γράμμα τοϋ οποίον άκολου&εγ ιό άντίαιοιχον γράμμα τοϋ ελληνικόν]. 'Αβγολόχι, φυτ άβόρατος, φυτ άγγέλαμος, φυτ Άγια Βαρβάρα, τπν 'Αγία Τριάς, Χανιών 22, Ίεροδιδα- σκαλεΐον 15. Μεσαρας έπαυλη 480. Άγιος Άνδρέας, αρχιεπίσκοπος Κρήτης 63, Μονή Περιστερών 337. Άγιοι Δέκα «Βασιλείου Μέλαθρον» μαρτύριον 465. Άγιος Ιωάννης Ηρακλείου, λαξευτός τάφος 487. Αγίου Νικολάου (Λασιθίου) άρχαιολ. Συλλογή 181, τάφοι 481, 486. Άγιος Στέφανος Μετεώρων, ναός 41. άγιοταφίτικον μετόχιον Κων)λεως 164, 168, 173. άγκάραθος, φυτ άγκρουστας, φυτ Άγνώ, νύμφη 265. άγούδουρας, φυτ αγρίμι 402. άγριοβάρσαμος, φυτ Άγροϋ επισκοπή 478. Άδριανουπόλεως μητροπολ Άδρόμυλοι Σητείας, τπν Άερία (Κρήτη) 119. Άερόπη 125. άζόγυρος, φυτ άθαστος, φυτ Άθηνά Άρεία 441. Άϊ Κυργιάννης Άλυκιανοϋ 338. Αίτωλός Γεώργιος 47, 51, 52. άκονιζά, φυτ Άκρωτήρι (Χανίων), εκδρομή εις 22 Άλάγια, τπν. Παμφυλίας 451, 452. 'Αλέξιο; Κομνηνός Α' 451. Άλιφιεράκης 254. Αλμυρός τπν Άλυκιανός τπν βυζαντινή εκκλησία Άϊ Κυργιάννης 483. άμαδολογώ 395. άμανίτης, φυτ Αμάριον 254. Άμνισός 258, 451. άμπελιτσά, φυτ Άμυκλών θρόνος 258, 2C3, 264. Άνδρέας Κρήτης 474, 475, βλ. καί Άγ. Άνδρέας. άνελυτός 58. άνέριξη, ή 248. Άνθιμος Δ' Πατριάρχης Κων)λεως 389, 393. άνονίδα, φυτ αντέτι, τό 244. Αντίγονος βασιλεύς 439, 441. Αντικύθηρα (Συγγελιό) 255, 257. Άντίοχος 434, 441. Αντίπατρος 441. Άντρον Διός 326. Άπέραθος Νάξου 110 άπεραθίτικο γλωσσικό ιδίωμα 113. άποζιγώνο) 447. Άπόκοπος τοϋ ΜπερΥαδή, ερμηνευτικά 404 κ. έξ. 32α

192 508 Πίναξ κυρίων ονομάτων, πραγμάτων καί τοπωνυμίων Άποκόρωνας 246, 247. Άπολλινάρι μωσαϊκόν δάπεδον έπαύ- λεως Διονύσου 480. Απολλωνίας επισκοπή 477. Άπτεραίων ψήφισμα 442. Άπτουσαμέτ, Μουτεβελής Σφακίοιν 249, 250. 'Αράβων έπιδρομαί 473. άραγιάδες 252. αραλίκι (αραιός - άραλίκ) 256. Αργος, Ήραΐον 259. άρδοχτίλινας, φυτ Αριάδνη 125, επαυλις 483. άρισμαρί, φυτ Αρκαδίας επίσκοπος 474, 475, 478 Άρκαδίου μονή. Λόγος πανηγυρικός επί τή έπετείφ τής όλοκαυτώσεως 442 κ. εξ. Άρκαδίου μονή (Έπανωσήφη), ηγούμενος Νικοφόρος 47. Αρτέμιος, επίσκοπος Κυδωνιάς καί Κισάμου 93, 95. Άρτεμίσιον τής Εφέσου 258, 263. άρτζουχάλι, τό 252. άρτικας, φυτ Άρχάνες Άνω, όστρακα μεσομινωικ εποχής 491. άσής 251. Ασίας (Εφέσου) εξαρχία 465. Άσκύφου, τπν άσπραγκάοί, φυτ Άσσος, τπν άστοιβίδα, φυτ Αστυπάλαια 415. άσφένταμος, φυτ άσφεντυλιά, φυτ. 316 Άτάμπαχη τπν. εις Ξενιάκω Πεδιάδος 491. άτζιγκνίδα, φυτ άτοΰ 248. Άτταλος 441, 442. Αύλοποτάμου επισκοπή 478. Άφάντου Ρόδου βασιλική 344. Άφεντέλλη Λέσβου 346. Άφεντούλιεφ, αρμοστής Κρήτης 240, 241, 243, 244. άφίστακας, φυτ Άχεντριδς, έτυμολ Agathias 362. Acropolita Georgius 364, 366. Anagnostes Johannes 364. Anastasius bibliothecarius 367. Asso, τπν. 81. βαθυκλής 258, 262, 263. Βαθυπέτρου μινωικόν μέγαρον 481, σ,νασκαφαί 484. Βάμος τπν βαπτηστήρια 346. Βαρβάρου, τπν. Πεδιάδος, χάλκινα μινωικά εργαλεία 491. Βαρδαλής Διονύσιος (Σπανός) Πατριάρχης οίκουμεν Βάσης Σπ. 14. Βασίλειος Β' Βουλγαροκτόνος 468. «Βασιλείου ΜέλαΟρον> 483. Βασιλική τπν. Ίεραπέτρας, τάφος υ στερομιν. εποχής 492. βάτσουνο, φυτ Βεζΰρ Κιαγιασής 252. βιγλίζω 395, 404. Βιδυνίου μητροπολίτης Παίσιος 393. βιζίτρις (; visitris) φυτ Βιτσιλιά, τπν. παρά τά Πάρτηρα 491. βίτσισμα 395, 401. Βλαστός Μελέτιος 37, 166, 193. Βουρδουμπάδων οικογένεια 235. απόγονοι Σκορδιλών 238. Βουρδουμπάς Ροΰσος 237, 238, 239, 241, 243, 244, 247, 250. Βουρδουμπάς Στρατής 237, 238, 239, 240, 241. Βουρδουμπάς X' Στρατής 239, 254, 255. Βουρδουμπάς Σήφης 239, 247, 248, 251. Βουρδουμπάς Χαράλαμπος 247. Βούσιρις 261, 264. Βρόκαστρον 262. Βροντησίου ηγούμενος Λαυρέντιος 47. Βρουλιά, τπν. Σέλινου 255. Βρυέννιος 'Ιωσήφ 38. Βρύσσαις Άμαρίου 254. Βυζάντιος Διονύσιος μητροπολ. Κρήτης 389, 393. Βλ. καί Διονύσιος- Bajezid Osman 457.

193 ίίίναξ κυρίων ονομάτων, πραγμάτων καί τοπωνυμίων 507 Bembo βλ. Μπέμπο. Bryennius Nicephorus 363, 364. Ραβριήλ Καλικάντζαρος μητροπολ. Χίου 42, 43. Γαβριήλ Σεβήρος. μητροπολ. Φιλαδέλφειας 36, 38, 50, 61. Γάζι τπν. Ηρακλείου, αρχαϊκοί ελληνικοί πίθοι 491. γαλατσίδα, φυτ γαλιότα 255. γεμάτος 415. Γεμιστός Γεώργιος 314. γέμω 417. Γερακάκης Κωνσ Γερμανών ψυχολογία 27. Γερμανία διά τήν Ανατολήν 27. γέρματα ήλίου 256. Γεωργακάκης Δημ. 14. Γιάνναρης Άντ. 14, 23, 92. Γιούχτας, Ιερόν 484. Γκιριτλής, Χουσεΐν Μουσταφά Πασάς 246. γλάκιο, τό 395. γλακώ 56. γλεϋκος (κρητ. οίνος) 121. Γλινιάς Γιώργης 251. Γλυφάδας βασιλική 344. γοργογιάννης, φυτ Γόρτυς 439, 478,483. μεγάλη έπι γραφή 75. επιγραφικά ευρήματα 324. Μητροπολίτης Φίλιππος 470. μητρόπολις 471, 472. γούδουρας, φυτ. βλ. άγούδουρας. Γοϋρνες τπν Γουδελιανά Ρεθύμνης, άνασκαφή 486. Γρηγοράς Νικηφόρος 314. «Γύπαρης», ύφος 301, 302. Calixtus Ottomanus 457. Candido 362. Cantacuzerras 364. Cadrenus βλ. Kedrenos. Cinnamus 364. Clialcocondyles 364. Choniates Nicetas 364. Codinus Georg. Curopalates 366. Comnena Anna 364. Corippi Johannis 363. Creticus 127. Cydonia, επίγραμμα 84, 87. Δαίδαλος 125. Δαμβέργης X' Ιωάν Δαμιλάς Νείλος 38. Δανιήλ ό άπό Διαυλίας καί Ταλαν- τίου μητροπολίτης Αθηνών 183. δ Κεραμεύς, διδάσκαλος Σχολής Πάτμου 94. Δασκαλογιάννης 237. Δαφνούσια Λοκρίδος 337. Δεληγιαννάκης βλ. Ντεληγιαννάκης. Δελφοί 262. δεξαμεναί 'Ηρακλείου 482. Δέρκων μητροπολίτης Νεόφυτος 393. Δημήτριος ό Αντίγονος 439. διασκελίζω 395. Διγενής, ή κρητική παραλλαγή τοϋ θανάτου τοΰ 394. Τά Ραβδιά τοΰ τπν. εις Σητείαν 489. «Διγενής Ακρίτας» Ι'πος 306. Διδυμοτείχου μητροπολίτης Μελέτιος 393. «Διήγησις Άχιλλέως» 306. Δίκτη, Δικταίον 120. Διονύσιος Δ' Βυζάντιος, Μουσελίμης ή Κομνηνός, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως 179. Διονύσιος ό Γ' δ Ιξ Άνδρου Βαρδα λής, οίκουμ. Πατριάρχης 177, 178, 179. μητροπολίτης Λαρίσ- σης 179, 180. Διονύσιος μητροπ. Ήρακλείας 95. Διονύσιος Βυζάντιος μητροπολίτης Κρήτης 389, 392, 393. Διονύσιος μητροπολίτης Κορίνθου 464, 475. Διονύσιος μητροπολίτης Δρύστρα 393 Διονύσου έπαυλις έν Κνωσφ 480, 482. Διός τάφος έν Κνωσφ 120. Δοσίθεος, Πατριάρχης 'Ιεροσολύμων 93, 164, 166, 180, 188. Δούκας Ιωάννης, βοεβόδας Μολδοβλαχίας 93, 186, δ Αρβανίτης 187. Δράμας μητροπολίτης Μελέτιος 393.

194 508 Πίναξ κυρίων ονομάτων, πραγμάτων καί τοπωνυμίων Δρύστρας μητροπολίτης Διονύσιος 393. [)έβερος 454. Delbriick Β. 14. Dexippo 362. Dolger Franz 18. άρουβάνι 454. Ducas I Έδά 252. Έλαφονήσι 255. Έλεαβοΰρκος Παπά Μιχαήλ 45, 54. Έλεύ-δερνα 439. Έλευδερνών επισκοπή 471, 478. Έλεύδυια 439, 440. Ελευσίς 346. Έλυρος 339. Έπανωσήφη μονή (Άρκαδίου) 47. Επίδαυρος 346. Επιμενίδης 126. Έργοτέλης, επιγραφή 138 κ. εξ. Ερημίτης "Αγ. Ιωάννης Ξένος 393. Έρταϊοι (Κρήτες) 88. Έρωτόκριτος έν Άπεράθφ Νάξου 110, βαστιπτικόν είς Κυκλάδας 110, french and italian elements 201 κ. έ. Έκδοσις Ξανδουδ. βιβλιοκρισία 26. ύφος 301, 305. Εταιρία Κρητικών Ιστορικών Μελετών, εκδεσις πεπραγμένων 492 κ. έξ. Εΰμένης ό Β' Περγάμου 439, 441, 442. «Εύμορφη Βοσκοποϋλα» 114. "Εφεσος 465, επισκοπή 471. Eucken Rudolf 14. Eunapio 362. Eusebius 365. Ζάκρου άνάκτορον 480. χρυσή λοπάς 487. ζάφτι βλ. τζάπτι. Ζευς Ταί.λαϊος 439, 440. Δικταΐος 440. Θενάτας 258, 266. Λυ καίου 264, 265. «Ζήνων» τραγωδία, λαϊκά στοιχεία 126, 302. ζιγώνω, ξιγώχνω 446. Ζυγομαλάς Θεοδόσιος 41,42,43,44,48 Zonaras Johannes 365. ~1ρακλείας μητροπολίτης Διονύσιος 95 εξαρχία 465. 'Ηράκλειον Νεμέας 337. 'Ηρακλείου μεσαιωνικά Μνημεία 482 Πύλη Παντοκράτορος 482, Πύλη μεγάρου Ίττάρ 482, δε ξαμεναί 482, Κοΰλες 482. Ήρακλειούπολις 477. Harnack A. 14. Hase Καρολ. Βενεδ. καί Κοραής 30. Heisenberg Aug. 18. άσος 344, 346. Θεισόα νύμφη 265. Θενάτας Ζευς 258. Θεοδούλη μοναχή 179. Θεόληπτος Πατριάρχης 45. Θεσσαλονίκης επίσκοπος Συμεών 92. μητρόπολις 177, 467. Θράκης (Ήρακλείας) εξαρχία 465. Θρόνος, τπν. Άμαρίου 490. Θύαμος όρος (Σπαρτονόρος) 453. Θυατείρων επισκοπή 471. Θυμιανή Παναγία, μονύδριον 240, 243. Θυσία Αβραάμ» 112, 302, 309. δωρώ 32. Foy Κάρολος 22, 23. Qaetringen, Hiller von 18. Goetz Georg 14. Gelzer Heinrich 14. Genesius 363. Glycas Michael 366. Gregoras Nicephorus 364. Ίδαΐον Αντρον 262. άσπίδες 480. Ίδη Κρήτης 120. Ίεράπυτνα 436, 444. Ίεραπέτρας επισκοπή 471,475. άρχαιολ Συλλογή 481. Ιερεμίας ό Β' Πατριάρχης 37, 43, 44, 45, 46. Ίεροδιδασκαλεΐον Άγ. Τριάδος Χανιών 15. 'Ιεροσολύμων Πατριάρχης Δοσίδεος

195 Πίναξ κυρίων ονομάτων, πραγμάτων καί τοπωνυμίων , 164, Νεκτάριος 163. Χρύσανθος δ Νοταράς 165. "Ιλλυρικού 'Ανατολικού μητροπολίτης 467. εκκλησία 465, 466, 474. Ίμβρος 414. «Ίμπέριος καί Μαργαρώνα» 306, 307. Ίνατος 477. Ίνι, τπν. Μονοφατσίου, σφενδόνη χρυσού δακτυλίου 491. Ίννοκέντιος Α' αρχιεπίσκοπος Ρώμης 465. ίντιβάν τεσκερέ 248. Ιοβίου Παύλου συγγραφή 26. Ιουδαίοι έν Κρήτη 471. 'Ιππόλυτος Χίου Κρής 36, μητροπολίτης Μηθύμνης 39, Χίου 43. Ίσαυρίας εκκλησία 474. Ίσκος Άνδρέας (Καραΐσκος) 453. ϊσμπα 454. Ιστορικόν Μουσεΐον Κρήτης 235, 493. ιστός 28. "Ιταλίας Κάτω εκκλησία 474. Ίτανος, επίγραμμα 84, 443. Ίττάρ μεγάρου Πύλη 482. "Ιωάννης τής Κλίμακος 314.» "Ιταλός 314. Ίωαννίκιος Διόδιος, Πατριάρχης "Αλεξάνδρειάς 182. Ίωάσαφ Παυλάκης επίσκοπος Κυδωνιάς 93, 94, 95. Jaeger W. 15. Καβάζης 252. καβάκα 26. Καβάσιλας Νικόλαος 314. καθαείς 56. Καισαρεία 465, μητροπολίτης 43, Παΐσιος 393. Κακόν "Όρος τπν καλάθρωπος, φυτ Καλαϊσάκης Γεώργ. Ίακ 25. Καλικάντζαρος Γαβριήλ μητροπολ. Χίου 42. Καλόγνωμος Β. 253, 254. Καλόν Όρος τπν Καλορήνα τπν Καλόρρουμα τπν καλοσύκι, φυτ Καλυβιών Κουβαρά βασιλική 344 καμπαέτι, τό 244. κάνστριον, τό 40. Καντάνου επισκοπή 471. Καντανολέων Ματθαίος 337. Καπαδοκία 414, 415. καπιταλιστής 254. Καραΐσκος 453. Καρολίδης Παύλος 14. Κάρπαθος 415. Καρφί, πρωτογεωμ. τάφοι 490. Κασιμάτης Παναγ κάσσα, φαγητόν 454. Καστοριανός Μανολάκης "Αρχών 173. καστρίνσιος,όφφίκιον 30, Δούκας 41. "Ιωάννης 41. κατζίβελος 292. Κατσαμπάς Ηρακλείου, άνασκαφαί 484, 486. κατσοπρίνι, φυτ καυκάρσ, ή 59. κάψα, ή 409. Κέπενικ, ό λοχαγός τοΰ 22. Κεραμωτά, τπν. Μυλοποτάμου τάφοι 490. Κήθυρα, (Κηνθύρα) 39. Κιζίλ Τάμπια 'Ηρακλείου 196. Κιόνια, τά, τπν. Σητείας 489. κιόντιμος 448. Κιρμιζάκης Χατζή Ματθαίος, ηγούμενος Μονής Ρουστίκου 393. Κισάμου επισκοπή 471. επίσκοπος "Αρτέμιος 93, 95. κιχιλαντίζω 254. Κλόντζας Γεώργ. καί ή συγγραφή Π. "Ιοβίου 26. κλώκα, (κλιόσα) 455. Κνιδίων θησαυρός 262. Κνωσός 262, 326, 329 τάφος Διός 120, άνάκτορον 480 έργασίαι στε- ρεώσεως481. άναπαυτήριον 483. νεκροταφείον 486. Βασιλικός τάφος 487. Βενιζέλειον Σανατό- ριον 487, 491. επίσκοπος Πινυ- τός 470. επισκοπή 471,472,475, 478. επίγραμμα 87. κολιτσάνι, φυτ. 317.

196 510 Πίναξ κυρίων ονομάτων, πραγμάτων καί τοπωνυμίων κολύβη (καλύβη) 455. Κομνηνός βλ. Διονύσιος Βυζάντιος Ιίόντος Κωνσ. 14. Κοραής καί Hase 30. Κορακιές τπν. 22. Κορέσης Ίωάν., χΐος ιατρός 44. Κορέσσιος Γεώργιος 183, 184, 185. Κορυδαλεύς Θεόφιλος, άθηναίος φιλόσοφος 166, 169. κοτάρα, (σταύλος χοίρων) 455. κουβέντα (κόμβενδος, conventus) 31. κουζουλάδα 56. κούκερος (είδος φαντάσματος) 455. κούκλα, ινδική δρνις 455. Κουλές 'Ηρακλείου 482. Κουμουνδοΰρος Άλεξ 248. Κούνενη τπν Κουντουράκης 239, 250. κουπάνα, ξύλινη σκάφη 455. Κουρήτις (Κρήτη) 119. Κοΰρτες, πρωτογεωμ. τάφοι 490. Κουστογέρακο τπν Κρήτη έκατόμπολις 119. νήσος Διός 120. κύνες 129. χορός 122. μέτρον 122. μουσική 122. νόμοι 123. Μινώταυρος 123. Λαβύρινθος 124. κάτοικοι Δαίδαλος 125. Τάλως 125. Ραδάμανθυς 125. Αριάδνη 125. Ά- ερόπη 125. Φαίδρα 125. Πασιφάη 125. Πόλεμος πρός Ρωμαίους 125. Metellus 125. ρωμαϊκή επαρχία 125. creticus 126. Επιμενίδης 126. τυπογραφία 303. ζωγραφική 305. ό πλα 327. ξυλεία ναυπηγήσιμος 329. βροχές 335. κλίμα 335. μητροπολίτης Διονύσιος 389, 392, 393. επίσκοποί 462 κ. έξ. μητροπολίτης 467. σεισμοί 472. λοιμός (πανώλης) 475. εκκλησίας διάρθρωσις 466, 478. εκκλησία άποστολική 467. κατάκτησις υπό των Αράβων 475, 477. οίνος 121. διάλεκτος 147. κρητίζειν τό ψεύδεσθαι 126. κρητικόν πέλαγος 121. Κρητσά Μεραμβέλλου 438. πρωτογεωμετρ. τάφοι 481, 485, 490. Κριτόπουλος βλ. Μητροφάνης Κριτ. Κροίσου ναός 263. Κυδωνιά 125, 442, 443. επισκοπή 92, 94, 471. επίσκοπος Ίωάσαφ Παυλόκ:ς 93, 95. Αρτέμιος 93. Ίωάσαφ άπό Χίου 94. Κυθήρων επίσκοπος Μάξιμος Μαρ- γούνιος 50, 51, 195. Κυκλάδες 147. κύνες Κρήτης 122. κυπάρισσος κρητική 326, 329. Κύπριος Γρηγόριος 314. Κύπρος 147, 414 Κυργιάννης Ιωάννης 6 Ξένος 393. Κωνσταντίνος Ε' 466. Ζ' Πορφυρογέννητος 468, 478. Κώς 416. Konanos Johannes 364. Kedrenos Georgios 364, 365. Kinnamos Johannes 364. Kretiches Schulmesen 22 Λαβύρινθος 124. λαβώνω 404. Λάμπης επισκοπή 471. Λαμπινή Άγ. Βασιλείου, βυζαντινός ναός Παναγίας 483. Λάμπρος Σπ. 13, 14. Λαοδικείας επισκοπή 471. λάπαθο, φυτ Λάππα 439. Λαρίσης μητρόπολις 44, μητροπολίτης Διονύσιος Βαρδαλής 179. Λατότ πρός Καμάραν, επιγραφή 436, 442, 443. Λειμώνος Λέσβου μονή 38. Λέσβος 38, 414- Λέων Γ' "Ισαυρος 64, 466 ΣΤ' 468. Λιβαδάς τπν Λίβυστρος Μητροφάνης μητροπολίτης Χίου 46. λιγιά, φυτ λιόπρινος, φυτ «Λόγος παρηγορητικός» 306. Λογοτεχνίας Κρητικής δ λαϊκότροπος χαρακτήρας 298 κ. έξ. λοιμός έν Κρήτη 92.

197 Πίναξ κυρίων ονομάτων, πραγμάτων καί τοπωνυμίων 511 Λοκρός Γερμανός 173. Λούκαρις Κωνσταντίνος 49, 52. Λούκαρις Κύριλλος 39, 37. λουκιά, φυτ Λοϋμας, τπν. Μεραμβέλλου, έτυμολ. 194 κ. έξ. Λουτρά τπν. Ρεθύμνης 197. Λουτράκι, τπν. Βιάννου 197. Λοΰτρες τπν. Κυδωνιάς 197. Λουτρό τπν. Σφακίων 197, 255. Λυκαίου Ζευς 264, 265. Λυκία 414. Λΰττος 439, 444. επίγραμμα 83, 125, χριστιανική βασιλική 490. Leo Diaconus 363. Ligortinos τπν Lydus 362. ]ν\ γκυτος 292. Μαγνησία έπ'ι Μαιάνδριρ 258. επισκοπή 471. μάζαλη 455. Μάκαρος ή Μακαρόνησος (Κρήτη) 119. μάκιος, μάκοι 248. Μακρής Μακάριος 63. Μακρυνόρος Βάλτου 453. Μαλανδράκης X Τζούρης 255, 257. Μάλια, άνάκτορον 480. άνασκαφα'ι 489. Μανουήλ Μάξιμος βλ. Μάξιμος. Μάξιμος Μανουήλ χΐος 42, 48. Μαργούνιος Μάξιμος επίσκοπος Κυθήρων 36, 37, 38, 50, 51, 52. Μαρής Μελέτιος 193. μαριφέτι, τό 249. Μαρκαντωνάκη Ελένη 16. Μεγάλου Σπηλαίου μονή 337. Μεγανόρος, δρος Λευκάδος 452. Μελέτιος Πηγάς βλ. Πηγάς. μητροπολίτης Διδυμοτείχου 373. Δράμας 393. Μελιδόνης 'Αντώνιος, Αρχηγός Μύλο ποτάμου, φόνος, 242, μελικούκια, φυτ μελισσαντροϋ, φυτ Μεραμβέλλον 245. Μεσαρά έπαρχος Βουρδουμπάς Στρατής 241. Μεσορροΰμα 199. Μεταγένης 258, 263. Μετέλλος 125, 126. Μεχμέτ Άλής 257. Μηθύμνης Λέσβου μητροπολίτης Ιππόλυτος 36, 37, 39, 43. έπίσκο. πος 42. Νεόφυτος 43. Μητρόπολις, τπν. Μεσαράς 76. Μητροφάνης ό Γ' πατριάρχης 43, 44, μητροπολίτης Καισαρείας 43. ό Λίβυστρος, μητροπολίτης Χίου 46 Κριτόπουλος πατριάρχης Αλεξάνδρειάς 182. Μίνωος θαλάσσιον κράτος 330' νομοθετικόν εργον 330. Μινοκαυρος 123, 125. Μιξόρρουμα, τπν Μιτσοτάκης Ιωάννης 15. Μόδι, χωρίον Χανίων, πρωτογεωμ. τάφοι 485. Μολδοβλαχίας βοεβόδας 'Ιωάννης Δούκας 93. Μονή, χωρίον 337. Μοροζίνι Κρήνη 482. Μουρί, τπν Μουσεΐον Άρχαιολ. Ηρακλείου, άπο- περάτωσις 479. Μουσεΐον 'Ιστορικόν Κρήτης 480, 493.» Χανίων 480.» Ρεθύμνης 481. Μουσελίμης ή Κομνημός βλ. Διονύσιος. Μουσοΰρος Μάρκος 19. Μουσταφάς Πασάς 255, 257. μούτζαις 273. «Μουτζοκουρεμένος» 273. μουχούρι, τό, 250. Μοχός χωρίον, μινωικόν άγγεΐον 491. μπαμπεσά, ή 244. (μ)παστάρδι 291. μπεζεργιάννης 289, 295. Μπελιβανάκης X' Στρατής 246, 253, Πώλος 254, 255. Μπέμπο κρήνη 482. Μπεράτι, τπν. Πισκοκεφάλορ 2η- τείας 485.

198 512 Πίναξ κυρίων ονομάτων, πραγμάτων καί τοπωνυμίων Μπέργκμαν, Έρ. Φόν θάνατος 22. μποντικιά, φυτ μπουμπασίρης 252. Μπουρδουμπάκης βλ. Βουρδουμπάκης. Μπραός Καπετάν 256. Μπρόσγιαλος, τπν. 243, άρχοντες Στρατίκοι 238. Μύλλερ, αί έορταί προς τιμήν τοϋ ποιητοΰ Γουλ. 29. Μυλοπόταμον, τπν. 245, 390, 391. αρχηγός Α. Μελιδόνης 242. Μυριοκεφάλων μονή 389, 390, 391. Μυστράς, Περίβλεπτος 305. Μωαβιά, έλεηλάτησε τήν Κρήτην 473. μώμτσες, άνθρωπος ούδενός άξιος 455. Malalas Ιο Malcho 362. Manasses Konstantin 364, 366. Menandri 362, 363. Meyer Ed. 14. Mitlwoch E. 15. mileos, φυτ Murad II 457. Nikephoros Patriarch.es 362, 365. Nonnoso 362. Norden Ε. 15, 18. ΞαΘΥ υτοΰ 252. Ξενιάκω, τπν. Πεδιάδος μινωικά αγγεία 491. ξερονομή, φυτ Όβρια, τά, φυτ Οικονόμος Ν. 253, 254. οίνος κρητικός 121. Όλους, ή, 440, 442, 443. Όλυμπεϊον Αθηνών 262. όμπανέ 449. δντιμος 448. Όρθιας τέμενος 259. όρντινιά, ή 254. Όσμάν Πασάς 243. δψος καί όψάριον 28. Olympiodoro 362. Orlando Furioso, ύφος 301. Ostia, epigrafe metriche 97. Νάξος 110, 416. Ναξίων Σφίγγες 262. Νεάπολις Μεραμβ., άρχ. Συλλογή 481. Νέδα, νύμφη 265. Νεκταρίου 'Ιεροσολύμων όμιλίαι 163 κ. έξ. Νεόφυτος μητροπολ. Μηθύμνης 43. μητροπολίτης Δέρκων 393. Νιβγορίτης, τπν. Σφακίων 251. νίβγω 410- Νικηφόρος Φωκάς 478. Νικόλαος ό Μυστικός, Πατριάρχης Κων)λεως 478. Νικομήδης 441. Νικόπολις 346. Νίρου Μέγαρον 491. Νίσυρος 414. Νοταράς Χρύσανθος, Πατριάρχης 'Ιεροσολύμων 165. Νουρεντίμπεης 247. Νταμουλάκης Ν Ντελιγιαννάκης Στρατής 255, 257. ντιβάντεσκερέ 251. Νυρεμβέργης έορταί 27. Παΐσιος, Πατριάρχης Αλεξάνδρειάς 182. Πατριάρχης 'Ιεροσολύμων 188. μητροπολίτης Καισαρείας 393. Βιδυνίου 393. Παλαιοκάστρου άνάκίορον 480. Παλαμάς Γρηγόριος 314. Παλιεράκης Νικ. 13, 14. πάλιον καί pallium 411. Παντοκράτορος Πύλη (Χάνδακος) 482. πανώλ,ης είς Κρήτην 472. (1718) 93, 95. Πάουλσεν Φριδερ. 23. Παπαδάκης Μιχαλάκης 254. Παρθένιος Α' ό Γέρων, Οίκουμεν. Πατριάρχης 176. Πασιφάη 125. Πάτμος 94. Παυλάκης Ίωάσαφ, επίσκοπος Κυδωνιάς 93, 94, 95 Παύλος απόστολος 468. Πελιβανάκης βλ. Μπελιβανάκης πεπερού α, παιδίσκη κεκαλυμμένη υπό χόρτων 456. Περγάμου επισκοπή 471.

199 Πίναξ κυρίων ονομάτων, πραγμάτων καί τοπωνυμίων 513 Περδικάρης Ίω.ν 14. περδικοΰλι, φυτ Περιστερών μονή 337. περιψιά, ή 412. Πέτρας επισκοπή 478. Πετρίτζης Κωνσ., ίερεϋς καί καστρίν σιος Χίου 39. Πηγάς Μελέτιος 36, 38, 46, 47, 50, 52, 166, 193. Πινυτός, επίσκοπος Κνωσού 470. Πιπάκη Ελένη, μήτηρ Ιω. Κολιτσου- νάκη 13. Πισκοκέφαλο Σητείας 484, 485. Πισκοπιανό τπν Πεδιάδος μαρμάρινη κεφαλή έλληνορ. χρόνων 492. Πλατάνου Μεσαράς πρωτομινωικοί θολοί 482, 492. Πλάτων καί Κρήτη 323 κ. έξ. Πλιάστος Ισμαήλ 453. Ποικιλασσός τπν Πολενάκης Γεώργης 254. πολιτική 291, 295. Πομπήιος 125. Πονιικάκης Δημ. πρωθιερ. Χαλέπας 31. Πόντου (Καισαρείας) εξαρχία 465. πονώ 414. «Πουλολόγος» 267. Πραισίων Σταλιτών συνθήκη 444. Πραισός, τάφοι γεωμετρικών χρόνων 485. ελληνικοί 489. Πρινιά γλυπτά 480. πρίτσος, (τράγος) 456. προτιμεύγω 411. Προυσίας ό Β' 441. Προφήτης Ήλίας, νεκροταφείον Κνωσού 486. Πτολεμαίος 441. Πτωχολέοντος ιστορία 267 κ. έξ. γλώσσα 273. μέτρον 275. συγ- γραφεύς, τόπος καί χρόνος συγγραφής 275. πυρίχιος 122. «Πωρικολόγος» 267. Pachymeres Georgius 364. Petro 362. Pisides Georgios 362, 363. ΚΡΗΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ Z. Phrantzes Georgios 364. Porphyrogenitus Constantinus 366. Prisciani 362. Prisco 362. Procopius 362. Psellus 363. Ραδάμανθυς 125. Ραδουλας (Στριδάς) βοεβόδας Βλαχίας 186, 187. Ρεθΰμνης μουσεΐον 481, 490, ένετι- κή Λέσχη 481, 482, μεσαιωνικά μνημεία 482, κίων ρωμαϊκών χρόνων 490, Πορθητής Γαζή Χουσεΐν Πασάς 237. ρίχνω 252. ρογδιά, φυτ Ροδοβάνι τπν Ρόδος 416. ρόκα, φυτ ροΰδι (κόκκινον χρώμα) 455. Ροΰμα, Ρουματα, τπν. 198, 199. Ρουμάτσια, τπν Ρουσάκης Χοΰρδος 245 Ρουστίκων μονή 389. ηγούμενος Χατζή Ματθαίος 389, 390, 391- Peiti Wilhelm 14. Rodenwaldt G. 18. Rohlfs Gerhard 18. Σάλβου χήρα 253. Σάμος 261, 263. σαραντάπηχοι 401. Σάρδεων επισκοπή 471. Σαχλίκης Στέφ. 55. Σεβήρος Γαβριήλ, μητροπολ. Φιλαδέλφειας 36, 38, 50, 52. σεισμοί Κρήτης 92, 93, 95, 472. Σέλινον 255. Σεμιτέλος Δημ, βιογρ. 29. Σερίφ Πασάς 244. σερμαγιά, ή 254. Σητείας επισκοπή 475, 477, άνασκα- φαί 484, 485. Σιρίκιος, επίσκοπος Ρώμης 465. Σιφνίων θησαυρός 262. σίφουνας, φυτ

200 514 Πίναξ κυρίων ονομάτων, πραγμάτων καί τοπωνυμίων Σκαφιδαρά, τπν. είς Γάζι 'Ηρακλείου είιρήματα 491. σκαράθρωπος βλ. καλάθραιπος. σκαρναμιλίδια, φυτ σκουδέρνω 252. Σκυλία, Σκυλήτρια 441. Σλάβων έπιδρομαί 473. κατάκτησις "Ελλάδος 475. Σμίλις, γλύπτης 263 Σμύρνης επισκοπή 471. Σουβρίτου επισκοπή 471, 478 Σούγια, τπν. 337, 339. σούλφηδες 249. Σοφιανός Μιχ. 51. «Σπανέας» 268. Σπανός βλ. Διονύσιος Βαρδαλής. Σπαρταλιώτης Γεράσιμος Πατριάρχ. Αλεξάνδρειάς 182. Σπαρτονόρος (Θύαμος) 453. «Στάθης» 302. σταλαϊτός, ό 57. σταυρόχορτο, φυτ σταύρωμα, τό 409. σταφυλίνακας, φυτ σταχτοπέπελς, ό επί τής τέφρας διαι- τώμενος 456. στίφνος, φυτ. 317 στουβίξω (πτίσσω) 455. Στραβοράχη, τπν Στρατίκοι, άρχοντες τοϋ Μπρόογια λου 238 Στριδάς βλ. Ράδουλας. Σύβριτος βλ. Σούβριτος. Συγγελιό, τπν. 255, 256. Συία, τπν. 337, 339. Συμεών, άρχιεπίσκ. Θεσ)νίκης 92, ό νέος 314. Σύμη 416. συνιβάζω, συβάζω 56. Σύνοδος οικουμενική Ζ' 474, 475, 477, Δ' 472, - Γ 470, Ε' 462, ΣΤ' 467, πενθέκτη 467, Β' 465. Σύνοδος Σαρδικής 172. Συρίγος Μελέτιος 193. Σφακιά, κατελήφθησαν υπό τοΰ Χου- σεΐν 241, καπετάνιος Βουρδουμ- πάς Σήφης 240, Καγκελαρία 240, άπηλλογμένα φορολογίας 236, 237, Καστέλλι 251. Σφακόρρουμα 199, σφαραγγιά, φυτ Σχολάρης Γεώργιος 314. Scaliger δίδαγμα 19, 20, 32. Schleiermacher ώς ελληνιστής 31. Schulze Wilb. 14, 16, 18. Schwytzer Ed. 18. Scylitzes Io Silentiarius 362. Simocata Theophylactus 363. Sybrita, επιγραφή 84- Syncellus Georgius 365. Χαβεργάκης X' Ιωάννης 253. Τάλως 125. τάσσω (τάζω) 56. τεσκερέ 248 βλ. καί ντιβάντεσκερέ τζάπτι 251. τζαρές 251. τζεφτιλίκια (έπαύλεις) 93. τζιγκνίδα, φυτ Τζίγκουνας, τπν. Καστελλίου Πεδιάδας, σαρκοφάγος ύστερομ. χρόνων 491. Τζουρής X' Μαλανδράκης 255, 257. Τίτος Απόστολος 468. Τομπάζης Έμ. αρμοστής Κρήτης 241, 244, 246, 253, 'Ιάκωβος 253. τόξο, κρητικόν δπλον 327. Τράλλεων επισκοπή 471. τρέλλης 59. τροχαντήρα 256. τσαγκάρης 24. τσακίζω 409. τσιβρίκα, βοτάνη 455. Τσιμισκής Τσιρίγο 254, 255. τσουμαλιά, φυτ τσόχος, φυτ Τυλίσου μινωικόν μέγαρον 481. Theophanis 362, 365. Vasmer Max 18. Venizelos und Neugriechenland 26. φαίδρα 125,

201 Πίναξ κυρίων δνομάτών, πραγμάτων καί τοπωνυμίων 515 Φαιστού άνάκτορον 480, εργασίαι στερεώσεως 481, τουριστικόν περίπτερον 483, άνασκαφαί 488. Φαλάσσαρνα 442. φάσκελα 273. φευγάτος 254. Φιλαδέλφειας Μητροπολίτης Γαβριήλ Σεβήρος 36, 50,51, επισκοπή 471. Φίλιπποι Μακεδ Φίλιππος μητροπολ. Γορτύνης 470. φλόμος, φυτ Φοινίκης επισκοπή 477. φόρος (παζάρι) 289, 294. «Φορτουνάτος» 302. Φουράκης Γεώργης 239, 242, 249,250. Χάκων Ζ' στέψις 22. Χαλέπα 31. Χαμαίζι,. τπν Χαμουζά μπέη Έφέντης, τεφτερντάρ Κρήτης 251. Χανιά, σφαγαί 1896, 21. Μουσεΐον 480, μεσαιωνικά μνημεία 482, λαξευτός τάφος ύστερομινωικών χρόνων 490. Χατζή Ματθαίος (Κιρμιζάκης) ηγούμενος Ρουστίκων 389, 393. Χατζηπέτρος Ίωάν. ή Κασσέρης λαϊκός άγιογράφος έν Νάξφ 112. Χατζιδάκης Ίωάν. 13, Γεόιργιος 14, ΜΝΕ βιβλιοκρισία 22. Χερρονησου επισκοπή 47Γ, μωσαϊκά, άναβρυτήριον 483. Χερσίφρων 258, 263. Χίου μητροπολίτης Ιππόλυτος 36, 43, Γαβριήλ Καλικάντζαρος 42, κανσχρίνσιος Κ. ΓΓετρίτσης 39, μητροπολίτης Μανουήλ Μάξιμος 42, Μητροφάνης ό Λίβυστρος 46. χισμέτι 252. χοιρομουρίδα, φυτ χορός- ή Κρήτη καί Χοΰρδος Ρουσάκης 245. Χουσείν Πασάς, Γαζή, πορθητής Ρε- θύμνης 237, 245, 246, Γκιρι- τλής 246, 257. Χρύσανθος Νοταράς, πατριάρχης Ιεροσολύμων Γ65. Wilamowitz - Moellendorff Ulrich von 14, 15, 18, 23, 24, 30.

202 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Άφιέρωσις τοϋ τόμου... Σελίς 7 Σημείωμα Συντακτικής Επιτροπής...» 11 Εγκύκλιος Επιτροπής εορτασμού 75ετηρίδος Ίωάννου Καλιτσουνάκη...» 12 ΚΩΝΣΤ. I. ΒΟΥΡΒΕΡΗ - NIK. Β. ΤΩΜΑΔΑΚΗ, Ιωάννης Καλιτσουνάκης (Βιογραφικόν σημείωμα)...» 13 Βιβλιογραφία Ίωάννου Καλιτσουνάκη...» 21 ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΑΙ Σελίδες ΑΝΔΡΙΩΤΗ Ν., Συντακτικά τής μεσαιωνικής καί νέας ελληνικής BABINGER FRANZ, Zur Lebensgeschichte des Calixtus Ottomanus (Bajezid Osman) BARIGAZZI ADELMO, Sopra alcune epigrafi metriche di Ostia BEH NIKOY (Bees), To «Κακόν Όρος» τής Κρήτης καί τά παράλληλα τοπωνύμια αύτοΰ ΒΛΑΧΟΥ ΝΙΚ., Λόγος επί τή έπετείφ τής όλοκαυτώσεως τής μονής τοϋ Άρκαδίου καί τών υπερασπιστών της, εν Ρεθύμνφ τή 7 Νοεμβρίου ΒΟΥΡΒΕΡΗ ΚΩΝΣΤ., Πλάτων καί Κρήτη, εν κεφάλαιον αρχαίας ελληνικής ανθρωπογεωγραφίας DO EGER F, Fragmente eines bisher unbekannten «Kyrill» - Glossars ΖΩΡΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Ιστορία τοϋ Πτωχολέοντος IRMSCHER JOH., Das Bonner Corpus und die Berliner Akademie ΚΑΚΡΙΔΗ I., Ερμηνευτικά στον Άπόκοπο τοϋ Μπεργαδή ΚΑΨΩΜΕΝΟΥ ΣΤΥΛ., Ετυμολογικά τής Κρητικής διαλέκτου (Ζιγώνω - Ζιγώχνω, "Οντιμος, Όμπανέ) KEYDEEL RUDOLFUS, Ad Sunesii Η. x.292 adnotatiuncula ΚΟΝΙΔΑΡΗ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ, Αι επισκοπαί τής Κρήτης μέχρι καί τοϋ ι' αΐώνος

203 Περιεχόμενα 51? Σελίδες ΚΟΝΟΜΗ Ν., Κρητικό - Κύπρια ΚΟΥΚΟΥΛΕ ΦΑΙΔΩΝΟΣ, Περί τό στιχούργημα «Συναξάριον των ευγενικών γυναικών καί τιμιωτάτων άρχοντισσών»... 55: 60 ΚΡΙΑΡΑ Ε., 'Ο λαϊκότροπος χαρακτήρας τής Κρητικής Λογοτεχνίας, ο.ι λογοτεχνίες τής Αναγέννησης καί ή βυζαντινή δημοτική παράδοση KUNZE EMIL, Ein Kretischer Periodonike ΛλΟΥΡΛΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Μακαρίου ιοΰ Μακρή, Βίος τοΰ 'Αγίου Άνδρέου, αρχιεπισκόπου Κρήτης, τοΰ 'Ιεροσολυμίτου ΜΑΝΟΥΣΑΚΑ Μ., Αί όμιλίαι τοΰ Νεκταρίου 'Ιεροσολύμων ΜΑΡΙΝΑΤΟΥ ΣΠ., Επί τά ίχνη τοΰ Χερσίφρονος καί Μεταγένους έν Άμνισφ MORGAN GARETH, French and Italian elements in the Erotocritos ΜΠΟΥΜΠ.ΟΥΛΙΔΗ ΦΑΙΔΩΝΟΣ, Λαϊκά στοιχεία εν τφ«ζήνωνι» ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Τρία έργα τής Κρητικής Λογοτεχνίας εν Άπεράθου - Νάξου (Α' ό «Έρωιόκριτος», Β' Ή «Θυσία τοΰ Αβραάμ», Γ' Ή «Εύμορφη Βοσκοπούλα») ΟΡΛΑΝΔΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ, 'Η παλαιοχριστιανική Βασιλική τής Συίας ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΚΗ ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Τοπωνυμικά τής Κρήτης (Λοΰμα - Ροΰμα) ΠΑΡΛΑΜΑ ΜΕΝΕΛΑΟΥ, Ανέκδοτα έγγραφα έκ Σφακίων ( ) ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Έπιγραψαι εκ Κρήτης. I. Λατοΰς προς Καμάραν ROHLFS GERHARD, Kretische Pflanzennamen ΡΩΜΑΙΟΥ Κ., Ή κρητική παραλλαγή τοΰ «Θανάτου τοΰ Διγενή» ΣΚΑΣΣΗ ΕΡΡΙΚΟΥ, 'Η Κρήτη και οί Λατίνοι συγγραφείς ΣΠΥΡΙΔΑΚΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, Κρητικά σημειώματα TRYPANIS C., Posidippus Ant. Palatina XII ΤΩΜΑΔΑΚΗ ΝΙΚΟΛΑΟΥ, 'Ιππόλυτος Χίου Κρής ΦΑΝΟΥΡΑΚΗ ΕΥΜΕΝΙΟΥ, Πατριαρχικόν εν μεμβράναις σιγίλλιον τής εν ΡεΟύμνφ 'I. Μονής Μυριο-

204 518 Περιεχόμενα Σελίδες κεφάλου ΧΑΡ1ΤΩΝΙΔΗ ΧΑΡΙΤΩΝΟΧ, Varia ad Varios VASMER MAX, Zu den Slavischen Lehnwortern im Neugriechischen VOGRIANO ACHIEEE, Κρητικά... 75, 94 ΧΡΟΝΙΚΑ ΑΛΕΞΙΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ, Ή Συλλογή Γιαμαλάκη κατά τό έτος ΕΤΑΙΡΙΑ ΚΡΗΤΙΚΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ, Έκθεσις πεπραγμένων τοΰ Διοικητικού Συμβουλίου κατά τό ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Ή αρχαιολογική κίνησις έν Κρήτη κατά τό έτος

205 ΠΙΝΑΚΕΣ ΚΑΙ ΕΙΚΟΝΕΣ ΠΙΝΑΚΕΣ ΕΚΤΟΣ ΚΕΙΜΕΝΟΥ Πίναξ Α'. Χαλκούς πίναξ εξ Ολυμπίας φέρων επίγραμμα χοϋ Έργοτέλους. Πίναξ Β'. 1. Αετός εξ Άμνισοϋ. 2. Αετός εξ Άμνισοϋ. Πίναξ Γ'. 1. 'Ο Βωμός επί τοϋ αγγείου τοϋ Βουσίριδος. 2. Αρχαϊκόν έπίκρανον εκ Σάμου. 3. Σφίγγες εκ τοϋ Ίδαίου Άντρου. Πίναξ Δ'. Επιγραφή συνθήκης εκ Λατοϋς προς Καμάραν. Πίναξ Ε'. Χαρτογράφημα τοϋ «Κακοΰ Όρους» εκ τοϋ περί Κρήτης βιβλίου τοϋ Marco Boschini. ΕΙΚΟΝΕΣ ΕΝΤΟΣ ΚΕΙΜΕΝΟΥ Σελίς Είκών 1. Είκών 2. Είκών 3. Είκών 4. Είκών 5. Είκών 6. Είκών 7. Είκών 8. Είκών 9. Είκών 10. Είκών 11. Είκών 12. Είκών 13. Pergamentblatt des Archivio di stato di Genova, Fragmente eines «Kyrill» - Glossars Γενική κάτοψις τής βασιλικής τής Συίας Οί διασωθέντες κορμοί κιόνων των εσωτερικών κιονοστοιχιών τής βασιλικής Αί επί τών κορμών τών κιόνων επιγραφαί Κιονόκρανον τών κιόνων τών κιονοστοιχιών, βάσις τοϋ κιβωρίου και κιονίσκος τής Άγ. Τραπέζης Πεσσίσκος τοϋ τέμπλου Γενική κάτοψις τοϋ ψηφιδωτού δαπέδου Λεπτομέρειαι τής ψηφιδωτής διακοσμήσεως τοϋ πρεσβυτερίου Παράστασις τοϋ συμβολικού ιχθύος δεξιμ τής Άγ. Τραπέζης Ψηψιδωτή παράστασις ελάφου καί άμφορέως εν τφ πρεσβυτερίφ (σχέδιον) Ψηφιδωτή ποράστασις ελάφου εν τφ πρεσβυτερίφ (φωτογραφία) Ψηφιδωτή παράστασις παγωνιών επί άμφορέως (σχέδιον) Ψηφιδωτή παράστασις παγωνίων επί άμφορέως (φωτογραφία)

206 520 Πίνακες καί Εικόνες Είκών 14. Διάχωρον μετά κυκλικής άλϋσεως περιβαλλοΰσης τετράγωνον Είκών 15. Διάχωρον μετά παραστάσεως άμφορέως ε οΰ εκφύονται κισσόφυλλα Εϊκών 16. Ψηφιδωτή διακόσμησις τοϋ δυτικοΰ τμήματος τοϋ μέσου κλιτούς Είκών 17. Το σωζόμενον τμήμα τής ψηφιδωτού διακοσμήσεως τοϋ δαπέδου τοϋ νάρθηκος Είκών 18. Κινητά γλυπτά έκ Συίας έντετειχισμένα ή άποκείμενα εν τή βασιλική Είκών 19. Zweites Vorsatzblatt des Miihlenbacher s Tractatus de moribus, condicionibus et neguitia Tur- corum ΠΑΡΟΡΑΜΑΤΩΝ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΘΗΚΑΙ Καταχωροΰνται τά κυριώτερα παροράματα και προσοηκαι, των οποίων ή καταχώρησις έζητήθη υπό των συνεργατίδν τοϋ τόμου. Σελ. 463 σημ. 1 αντί Δ. Κλήμεντος γράφε Β. Κλήμεντος»»»»» Petrum» Patrum» 464» 2» Christentumes» Christentums σ. 41. Είς όσα έκεϊ λέγονται περί τοϋ όφφικίου τοϋ κανστρινσίου πρό- σϋες ότι έν Ράλλη-Ποτλή E, 1855 σ. 431 άναφέρεται Ν ικόλαος διάκονος καί Κανστρίσιος, ύστερον επίσκοπος Μαλεβόβης, πρός όν γράφει Θεοφύλακτος ό Βουλγαρίας (ια' αιών). Επομένως κατά τόν ενδέκατον αιώνα τό αξίωμα έφερε διάκονος, σ. 54, στίχος 56. Περί τοϋ επωνύμου Έλεαβοΰλκος έν Χίφ πρβλ. cod. Paris Gr (Regius 2040, 2) έτους 1598, περιέχοντα Ίωάννην Ζωναράν (Η. Omont, L,es Mss Grecs dates de XV et XVI siecles... de France, Paris 1892, σ. 77), όπου : S ταβουλάριος Χίον Νικόλαος Έλεαβονλκος (sic) δούλος των δούλων τοϋ ίλεον! Τυπογραφικό εργαστήριο Α. Γ. Καλοκαιρινού, 'Ηράκλειον Κρήτης Άρ,

207

ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΙ ΚΡΗΤΗ ΕΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ

ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΙ ΚΡΗΤΗ ΕΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΠΛΑΤΩΝ ΚΑΙ ΚΡΗΤΗ ΕΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ «μηδε τοϋΰ15 ημάς λανΰανέτω περί τόπων ώς ούκ εισιν άλλοι τίνες διαφέροντες άλλων τόπων προς τό γεννάν ανθρώπους ά- μεΐνονς καί χείρονς».

Διαβάστε περισσότερα

Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΙΑΣ

Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΙΑΣ Η ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΤΗΣ ΣΥΙΑΣ Δεν είναι ολίγα τα παραδείγματα επιμόνων κατ δναρ εμφανίσεων, εις γυναίκας ιδίως, θείων η και κοσμικών προσώπων έπιτασσόντων την είς ωρισμένον μέρος ενέργειαν σκαφής

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ Αποσπάσματα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ Αποσπάσματα http://hallofpeople.com/gr/bio/aristotles.php ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ Αποσπάσματα ΠΟΛΙΤΙΚΑ Ποιος πρέπει, άραγε, να κυβερνά; [ ] Ποιος πρέπει, άραγε, να κυβερνά; Ο λαός; Οι πλούσιοι; Οι γενικής αποδοχής, Ο ικανότερος;

Διαβάστε περισσότερα

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 3: Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 3: Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ Ενότητα 3: Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό

Διαβάστε περισσότερα

Αισθητική. Ενότητα 5: Η ποίηση ως μιμητική τέχνη στον Αριστοτέλη ΙΙ. Όνομα Καθηγητή Καλέρη Αικατερίνη. Τμήμα Φιλοσοφίας

Αισθητική. Ενότητα 5: Η ποίηση ως μιμητική τέχνη στον Αριστοτέλη ΙΙ. Όνομα Καθηγητή Καλέρη Αικατερίνη. Τμήμα Φιλοσοφίας Αισθητική Ενότητα 5: Η ποίηση ως μιμητική τέχνη στον Αριστοτέλη ΙΙ Όνομα Καθηγητή Καλέρη Αικατερίνη Τμήμα Φιλοσοφίας 1. Σκοποί ενότητας Διαιρετική μέθοδος: παράδειγμα προσδιορισμού επί μέρους ποιητικών

Διαβάστε περισσότερα

Αισθητική. Ενότητα 6: Η ποίηση ως μιμητική τέχνη στον Αριστοτέλη ΙΙΙ. Όνομα Καθηγητή : Καλέρη Αικατερίνη. Τμήμα: Φιλοσοφίας

Αισθητική. Ενότητα 6: Η ποίηση ως μιμητική τέχνη στον Αριστοτέλη ΙΙΙ. Όνομα Καθηγητή : Καλέρη Αικατερίνη. Τμήμα: Φιλοσοφίας Αισθητική Ενότητα 6: Η ποίηση ως μιμητική τέχνη στον Αριστοτέλη ΙΙΙ Όνομα Καθηγητή : Καλέρη Αικατερίνη Τμήμα: Φιλοσοφίας 1. Σκοποί ενότητας Ορισμοί τεχνικών εννοιών εν-όλον-τέλειον σύμφωνα με το Δ των

Διαβάστε περισσότερα

Ή από τής 30 Ιουνίου μέχρι τής 10 Ιουλίου διαρκέσασα κατά τό

Ή από τής 30 Ιουνίου μέχρι τής 10 Ιουλίου διαρκέσασα κατά τό 264 Πρακτικά τής Αρχαιολογικής 'Εταιρείας 1950 12- ΑΝΑΣΚΑΦΗ ΕΝ ΤΗΝΩι Ή από τής 30 Ιουνίου μέχρι τής 10 Ιουλίου διαρκέσασα κατά τό παρόν έτος άνασκαφική μου εργασία έν Τήνφ δεν κατέστη δυνατόν λόγφ τοΰ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΒΙΟΣ & ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΒΙΟΣ & ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Μαθητικό Συνέδριο Ιστορίας "Το Βυζάντιο ανάμεσα στην αρχαιότητα και τη σύγχρονη Ελλάδα" ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΒΙΟΣ & ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Η επίδραση της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας στο Βυζαντινό Πολιτισμό Μαθητική Κοινότητα

Διαβάστε περισσότερα

Institutional Repository - Library & Information Centre - University of Thessaly 12/01/2016 19:33:54 EET - 148.251.235.206

Institutional Repository - Library & Information Centre - University of Thessaly 12/01/2016 19:33:54 EET - 148.251.235.206 102 Πρακτικά της Αρχαιολογικής 'Εταιρείας 1924 3. Ε Κ Θ Ε 21 2 ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΕΝ ΑΓΧΙΑΛΩ ΑΝΑ2ΚΑΦΩΝ Αί εν Νέα Άγχιάλω άνασκαφαί μου η σαν συνέχεια τών κατά Αύγουστον π. έ. γενομένων δοκιμαστικών ερευνών, δαπάναις

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Α. «Ἐπεί δ ἡ πόλις τῶν συγκειµένων τοῖς ἀπό συµβόλων κοινωνοῦσι»:να µεταφράσετε το απόσπασµα που σας δίνεται. Μονάδες 10 Β. Να γράψετε σ

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Α. «Ἐπεί δ ἡ πόλις τῶν συγκειµένων τοῖς ἀπό συµβόλων κοινωνοῦσι»:να µεταφράσετε το απόσπασµα που σας δίνεται. Μονάδες 10 Β. Να γράψετε σ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ 18 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2010 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ: Αριστοτέλους «Πολιτικά» Τῷ περί πολιτείας

Διαβάστε περισσότερα

Institutional Repository - Library & Information Centre - University of Thessaly 12/01/2016 21:56:54 EET - 148.251.235.206

Institutional Repository - Library & Information Centre - University of Thessaly 12/01/2016 21:56:54 EET - 148.251.235.206 3. ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΙ ΤΑΦΟΙ ΑΛΥΚΗΣ ΓΛΥΦΑΔΟΣ Την νέαν ταύτην άνασκαφήν παρά την 'Αλυκήν Γλυφάδος, οπού κατά τά έ'τη 1954 και 1955 ειχον άνασκαφή πολλοί μυκηναϊκών χρόνων θαλαμοειδείς τάφοι, κατέστησεν άναγκαίαν

Διαβάστε περισσότερα

Ιστορία Ελληνικού και Ρωμαϊκού Δικαίου

Ιστορία Ελληνικού και Ρωμαϊκού Δικαίου ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Ιστορία Ελληνικού και Ρωμαϊκού Δικαίου Ενότητα 4: Η Πολιτεία των Λακεδαιμονίων Παπακωνσταντίνου Καλλιόπη Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ (σελ.84-97) Α. Βασιλεία α. Δικαίωμα να ψηφίζουν για ζητήματα της πόλης είχαν όλοι οι πολίτες, ακόμα και οι πιο φτωχοί

ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ (σελ.84-97) Α. Βασιλεία α. Δικαίωμα να ψηφίζουν για ζητήματα της πόλης είχαν όλοι οι πολίτες, ακόμα και οι πιο φτωχοί 1. Να αντιστοιχήσετε τις λέξεις της στήλης Α με αυτές της στήλης Β. Α Β Α. Βασιλεία α. Δικαίωμα να ψηφίζουν για ζητήματα της πόλης είχαν όλοι οι πολίτες, ακόμα και οι πιο φτωχοί Β. Αριστοκρατία β. Κριτήριο

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Γ. ΜΩΡΑΙ TOY ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΤΟΥ ΤΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΕΩΣ Τ Η Σ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΙΣ ΔΕΥΤΕΡΑ

ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Γ. ΜΩΡΑΙ TOY ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΤΟΥ ΤΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΕΩΣ Τ Η Σ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΙΣ ΔΕΥΤΕΡΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Γ. ΜΩΡΑΙ TOY ΥΠΟΔΙΕΥΘΥΝΤΟΥ ΤΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΕΙΟΥ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΕΩΣ ΙΣΤΟΡΙΑ Τ Η Σ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΕΚΔΟΣΙΣ ΔΕΥΤΕΡΑ Α Θ Η Ν AΙ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟΝ ΓΕΩΡ. Η. ΚΑΛΕΡΓΗ & Σ ΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 22β 1 9 3 6 ΠΙΝ Α Ξ

Διαβάστε περισσότερα

Αριθμός 301 Ο ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΛΟΥΟΜΕΝΩΝ ΕΝ ΤΗ ΘΑΛΑΣΣΗ ΝΟΜΟΣ 1968 (ΝΟΜΟΣ 72 ΤΟΥ 1968)

Αριθμός 301 Ο ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΛΟΥΟΜΕΝΩΝ ΕΝ ΤΗ ΘΑΛΑΣΣΗ ΝΟΜΟΣ 1968 (ΝΟΜΟΣ 72 ΤΟΥ 1968) 294 Αριθμός 301 Ο ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΛΟΥΟΜΕΝΩΝ ΕΝ ΤΗ ΘΑΛΑΣΣΗ ΝΟΜΟΣ 1968 (ΝΟΜΟΣ 72 ΤΟΥ 1968) Διάταγμα δυνάμει τοΰ άρθρου 3 Ό 'Υπουργός Συγκοινωνιών και "Εργων, ένασκών τάς δυνάμει τοΰ άρθρου 3 του περί

Διαβάστε περισσότερα

Η αόρατος χειρ και η σιδηρά πυγμή: βίοι παράλληλοι(;) Χρήστος Κόλλιας Καθηγητής Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Η αόρατος χειρ και η σιδηρά πυγμή: βίοι παράλληλοι(;) Χρήστος Κόλλιας Καθηγητής Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Η αόρατος χειρ και η σιδηρά πυγμή: βίοι παράλληλοι(;) Χρήστος Κόλλιας Καθηγητής Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Καρίων προς Πλούτο: «κρατοῦσι γοῦν κἀν τοῖς πολέμοις ἑκάστοτε, ἐφ οἷς

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (διαγώνισμα 3)

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (διαγώνισμα 3) ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (διαγώνισμα 3) Διδαγμένο κείμενο από το πρωτότυπο Πλάτωνος Πρωταγόρας, 324 Α-C Εἰ γάρ ἐθέλεις ἐννοῆσαι τό κολάζειν, ὦ Σώκρατες, τούς ἀδικοῦντας τί ποτε

Διαβάστε περισσότερα

'Αριθμός 127 Ο ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΛΟΥΟΜΕΝΩΝ ΕΝ ΤΗι ΘΑΛΑΣΣΗι ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1968 (ΝΟΜΟΣ 72 ΤΟΥ 1968)

'Αριθμός 127 Ο ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΛΟΥΟΜΕΝΩΝ ΕΝ ΤΗι ΘΑΛΑΣΣΗι ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1968 (ΝΟΜΟΣ 72 ΤΟΥ 1968) Ε.Ε. Παρ. Ill (I) 453 Κ.Δ.Π. 127/76 Άρ. 1280, 25.6.76 'Αριθμός 127 Ο ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΛΟΥΟΜΕΝΩΝ ΕΝ ΤΗι ΘΑΛΑΣΣΗι ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1968 (ΝΟΜΟΣ 72 ΤΟΥ 1968) Διάταγμα δυνάμει του άρθρου 3 Ό 'Υπουργός Συγκοινωνιών

Διαβάστε περισσότερα

AΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 3 Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΕΙΜΕΝΟ

AΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 3 Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΕΙΜΕΝΟ ΟΜΑΔΑ Α : AΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ 3 Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΚΕΙΜΕΝΟ Ἀθηναῖοι, ὡς καὶ οἱ ἑτέρας πόλεις κατοικοῦντες, πολλὰ ἐν τῷ βίῳ ἐπιτηδεύουσι, ἵνα τὰ ἀναγκαῖα πορίζωνται: Ναυσικύδης ναύκληρος ὢν περὶ τὴν τοῦ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ύττ' Άρ. 937 της 19ης ΜΑΊΌΥ ΜΕΡΟΣ Ι Κανονιστικά! Διοικητικαι Πράξεις

ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ύττ' Άρ. 937 της 19ης ΜΑΊΌΥ ΜΕΡΟΣ Ι Κανονιστικά! Διοικητικαι Πράξεις Δ.Π. 100/72 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟΝ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ύττ' Άρ. 937 της 19ης ΜΑΊΌΥ 1972 ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΑ! ΜΕΡΟΣ Ι ΠΡΑΞΕΙΣ Κανονιστικά! Διοικητικαι Πράξεις -Αριθμός 100 Ο ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΛΟΥΟΜΕΝΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

Επίμετρον. Εργασίαι στερεώσεως βυζαντινών μνημείων κατά το έτος 1923

Επίμετρον. Εργασίαι στερεώσεως βυζαντινών μνημείων κατά το έτος 1923 Επίμετρον. Εργασίαι στερεώσεως βυζαντινών μνημείων κατά το έτος 1923 Δελτίον XAE 11 (1924), Τεύχη α'-β', Περίοδος Β' Σελ. 90-94 ΑΘΗΝΑ 1924 ΕΠΙΜΕΤΡΟΝ ΕΡΓΑΣΙΑ! ΣΤΕΡΕΠΣΕΠΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΠΝ ΜΝΗΜΕΙΠΝ ΚΑΤΑ ΤΟ ΕΤΟΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ Ν. 120/87 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ. 2236 της 19ης ΙΟΥΝΙΟΥ 1987 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ Ο περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Αναδιάρθρωσις Ωρισμένων θέσεων) Νόμος του 1987 εκδίδεται

Διαβάστε περισσότερα

E.E., Παρ. I, 803 Ν. 48/83 Αρ. 1874,

E.E., Παρ. I, 803 Ν. 48/83 Αρ. 1874, E.E., Παρ. I, 803 Ν. 48/83 Αρ. 1874, 15.7.83 Ο περί Μελών της Υπηρεσίας Φυλακών (Αναδιάρθρωσα θέσεων) Νόμος του 1983 εκδίδεται διά δημοσιεύσεως εις την επίσημον εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας συμφώνως

Διαβάστε περισσότερα

Συγγραφέας Τίτλος Τίτλος (ελληνικά) Κατηγορία α/α τόμου

Συγγραφέας Τίτλος Τίτλος (ελληνικά) Κατηγορία α/α τόμου 1. Ζώρας Γ. Θ. Ο ποιητής Μαρίνος Φαλιέρος Ο ποιητής Μαρίνος Φαλιέρος ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΕΣ 2 7 46 1948 Ελληνικά 2. Τωμαδάκης Ν. Ο άγιος Ιωάννης ο Ξένος και η διαθήκη αυτού 3. Σπανάκης Στ. Κανονισμός της

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟΝ. ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΰττ" Άρ. 734 της 30ης ΙΟΥΝΙΟΥ Διοικητικάi Πράξεις καΐ Γνωστοποιήσεις

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟΝ. ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΰττ Άρ. 734 της 30ης ΙΟΥΝΙΟΥ Διοικητικάi Πράξεις καΐ Γνωστοποιήσεις ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟΝ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΰττ" Άρ. 734 της 30ης ΙΟΥΝΙΟΥ 1969 Διοικητικάi Πράξεις καΐ Γνωστοποιήσεις Αριθμός 545 Οί περί Ταμείου Βοηθείας Ζημιωθέντων (Τροποποιητικοί) Κανονισμοί

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΑΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΑΡΧΑΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ 5 Σεπτεμβρίου 2017 ΑΡΧΑΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Απαντήσεις Θεμάτων Επαναληπτικών Πανελλαδικών Εξετάσεων Ημερησίων & Εσπερινών Γενικών Λυκείων Α.1 Από αυτό ακριβώς γίνεται φανερό

Διαβάστε περισσότερα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή..2. - Iστορική αναδρομή...3-4. - Περιγραφή του χώρου...5-8. - Επίλογος...9. - Βιβλιογραφία 10

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή..2. - Iστορική αναδρομή...3-4. - Περιγραφή του χώρου...5-8. - Επίλογος...9. - Βιβλιογραφία 10 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ - Γενική Εισαγωγή..2 - Iστορική αναδρομή....3-4 - Περιγραφή του χώρου.....5-8 - Επίλογος...9 - Βιβλιογραφία 10 1 Γενική Εισαγωγή Επίσκεψη στο Επαρχιακό Μουσείο Πάφου Το Επαρχιακό Μουσείο της

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2017 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: 7

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2017 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: 7 ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2017 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: 7 ΚΕΙΜΕΝΟ α) Ἀριστοτέλους Πολιτικὰ Γ 1, 1-2 Τῷ περὶ πολιτείας ἐπισκοποῦντι,

Διαβάστε περισσότερα

Α. ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Α. ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Α. ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΔΙΑΘΕΣΗ / ΙΣΤΟΡΙΚΟ 7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Η φιλοσοφία. Έννοια και περιεχόμενο 13 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Η εξέλιξη της φιλοσοφίας και η οντολογία Ι. Εισαγωγή... 25 ΙΙ. Η προσωκρατική φιλοσοφία...

Διαβάστε περισσότερα

ΕΚΠ. ΕΤΟΥΣ Απαντήσεις

ΕΚΠ. ΕΤΟΥΣ Απαντήσεις Σελίδα 1 από 5 Απαντήσεις Β.1 Το συγκεκριμένο απόσπασμα αντλήθηκε από το 8 ο βιβλίο των Πολιτικών του Αριστοτέλη, που έχει ως θέμα του την παιδεία. Ήδη, από την πρώτη φράση του αποσπάσματος (ὅτι μέν οὖν

Διαβάστε περισσότερα

Πανελλαδικού Μαθητικού Διαγωνισμού Φιλοσοφίας 2011/12

Πανελλαδικού Μαθητικού Διαγωνισμού Φιλοσοφίας 2011/12 Προτάσεις Βιβλιογραφίας (ελληνική βιβλιογραφία) Πανελλαδικού Μαθητικού Διαγωνισμού Φιλοσοφίας 2011/12 Οι προτάσεις αυτές σκοπόν έχουν να διευκολύνουν τους καθηγητές στην αναζήτηση υλικού, από το οποίο

Διαβάστε περισσότερα

s Μ t^xtovi c Institutional Repository - Library & Information Centre - University of Thessaly 31/08/ :01:26 EEST

s Μ t^xtovi c Institutional Repository - Library & Information Centre - University of Thessaly 31/08/ :01:26 EEST s Μ t^xtovi c ΕΙκ. 1 καί 2. Τομή καί κάτοψις τοΰ ναοΰ τής Ζαραφώνας. ΑΝΑΤΟΛΙΖΟΥΣΑΙ ΒΑΣΙΛΙΚΑΙ ΤΗΣ ΛΑΚΩΝΙΑΣ Εις τρία πλησίον άλλήλων καί παρά τον Λακωνικόν κόλπον κείμενα χωρία τής Λακωνίας, τήν Ζαραφώναν,

Διαβάστε περισσότερα

ΝΟΜΟΣ ΠΡΟΝΟΩΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΥΞΗΣΕΩΣ ΩΡΙΣΜΕΝΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΠΛΗΡΩΤΕΩΝ ΕΝ ΣΧΕΣΕ1 ΠΡΟΣ ΔΗΜΟ- ΣΙΑΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑΝ

ΝΟΜΟΣ ΠΡΟΝΟΩΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΥΞΗΣΕΩΣ ΩΡΙΣΜΕΝΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΠΛΗΡΩΤΕΩΝ ΕΝ ΣΧΕΣΕ1 ΠΡΟΣ ΔΗΜΟ- ΣΙΑΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑΝ 935 Ό περί Αυξήσεως Συντάξεων Νόμος του 1968 εκδίδεται δια δημοσιεύσεως είς την έπίσημον εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας συμφώνως τω "Αρθρω 52 τοΰ Συντάγματος. 'Αριθμός 128 του 1968 ΝΟΜΟΣ ΠΡΟΝΟΩΝ ΠΕΡΙ

Διαβάστε περισσότερα

Λάζαρος: Ο μοναδικός Άνθρωπος με δύο τάφους

Λάζαρος: Ο μοναδικός Άνθρωπος με δύο τάφους 20/04/2019 Λάζαρος: Ο μοναδικός Άνθρωπος με δύο τάφους / Ορθόδοξες Προβολές Ο Λάζαρος με τις αδελφές του ζούσαν στη Βηθανία ένα χωριό που βρισκόταν περίπου δεκαπέντε στάδια (τρία χιλιόμετρα) ανατολικά

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΑ Γ ΓΥΜΝΑΙΟΥ

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΑ Γ ΓΥΜΝΑΙΟΥ ΕΝΟΣΗΣΑ 2 1. Να συμπληρώσετε τα κενά με τα παραθετικά των επιθέτων και των επιρρημάτων που βρίσκονται στην παρένθεση. - Τὸ σῴζειν τἀγαθὰ τοῦ κτήσασθαι (χαλεπόν, συγκρ.). - Τῶν ἀνδρῶν ἐπολέμησαν αἱ γυναῖκες

Διαβάστε περισσότερα

1 1 παυλος και σιλουανος και τιμοθεος

1 1 παυλος και σιλουανος και τιμοθεος 2 Tesalonika 1 1 παυλος και σιλουανος και τιμοθεος τη εκκλησια θεσσαλονικεων εν θεω πατρι ημων και κυριω ιησου χριστω 2 χαρις υμιν και ειρηνη απο θεου πατρος ημων και κυριου ιησου χριστου 3 ευχαριστειν

Διαβάστε περισσότερα

32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή

32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή 32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή Η Θεσσαλονίκη, από τα πρώτα βυζαντινά χρόνια, είναι η δεύτερη σημαντική πόλη της αυτοκρατορίας. Αναπτύσσει σπουδαία εμπορική, πνευματική και πολιτική κίνηση, την

Διαβάστε περισσότερα

εε«*ν'? Α^ν 2. Έν τω παρόντι Νόμω, έκτος έάν έκ τοΰ κειμένου προκύπτη διά Εοι^α φόρος έννοια

εε«*ν'? Α^ν 2. Έν τω παρόντι Νόμω, έκτος έάν έκ τοΰ κειμένου προκύπτη διά Εοι^α φόρος έννοια E.E., Παρ. I, 1389 Ν. 103/73 Αρ. 1060, 21.12.73 ' Ό περί Αυξήσεως Συντάξεων (Άρ. 2) Νόμος του 1973 εκδίδεται δια δημοσιεύσεως εις την έπίσημον εφημερίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας συμφώνως τω "Αρθρω 52

Διαβάστε περισσότερα

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ

ΤΕΛΟΣ 1ης ΑΠΟ 5 ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2018 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ : 3 Διδαγμένο κείμενο Ἀριστοτέλους Πολιτικά (Α1,1/Γ1,2/Γ1,3-4/6/12)

Διαβάστε περισσότερα

Εικόνες από τη Σαλαμίνα. Photo Album. by Πρίμπας Γεώργιος. Γιώργος Πρίμπας

Εικόνες από τη Σαλαμίνα. Photo Album. by Πρίμπας Γεώργιος. Γιώργος Πρίμπας Εικόνες από τη Σαλαμίνα Photo Album by Πρίμπας Γεώργιος Γιώργος Πρίμπας Σαλαμίνα. Προηγούμενα σχετικά αφιερώματα: Κυνόσουρα εδώ. Η Σπιναλόγκα του Σαρωνικού εδώ, Το σκεπτικό στη δημιουργία του παρόντος

Διαβάστε περισσότερα

1ος Πανελλαδικός Μαθητικός Διαγωνισμός Φιλοσοφικού Δοκιμίου. Η φιλοσοφία ως τρόπος ζωής Αρχαία ελληνική φιλοσοφία

1ος Πανελλαδικός Μαθητικός Διαγωνισμός Φιλοσοφικού Δοκιμίου. Η φιλοσοφία ως τρόπος ζωής Αρχαία ελληνική φιλοσοφία 1ος Πανελλαδικός Μαθητικός Διαγωνισμός Φιλοσοφικού Δοκιμίου Η φιλοσοφία ως τρόπος ζωής Αρχαία ελληνική φιλοσοφία προκριματική φάση 18 Φεβρουαρίου 2012 υπό την Αιγίδα του ΥΠΔΒΜΘ Διοργάνωση Τμήμα Φιλοσοφίας

Διαβάστε περισσότερα

192 Πρακτικά τής 'Αρχαιολογικής 'Εταιρείας ΑΝΑΣΚΑΦΗ ΕΝ ΜΥΚΗΝΑΙΣ

192 Πρακτικά τής 'Αρχαιολογικής 'Εταιρείας ΑΝΑΣΚΑΦΗ ΕΝ ΜΥΚΗΝΑΙΣ 192 Πρακτικά τής 'Αρχαιολογικής 'Εταιρείας 1951 11. ΑΝΑΣΚΑΦΗ ΕΝ ΜΥΚΗΝΑΙΣ Και κατά τό τρέχον έτος εξηκολοΰθησαν εν Μυκήναις αΐ άνασκαφαί ύ.τό τοΰ εφόρου Ί. Παπαδημητρίου και τοϋ επιμελητοΰ Φ. Πέτσα, διενεργηθεισαι

Διαβάστε περισσότερα

Κατάστασις Ταμείου (1 Ιανουαρίου Δεκεμβρίου 1892)

Κατάστασις Ταμείου (1 Ιανουαρίου Δεκεμβρίου 1892) Κατάστασις Ταμείου (1 Ιανουαρίου 1892-31 Δεκεμβρίου 1892) Δελτίον XAE 2 (1892-1894), Περίοδος A' Σελ. 107-111 ΑΘΗΝΑ 1894 107 ΚΑΤΑΣΤΑΣΙΙ ΤΑΜΕΙΟΥ (1 Ιανουαρίου 18W 31 Δεκεμβρίου 1892). Ζ7ρος την Γενικην

Διαβάστε περισσότερα

Το τίμημα της αθηναϊκής αλαζονείας

Το τίμημα της αθηναϊκής αλαζονείας Το τίμημα της αθηναϊκής αλαζονείας ΟΜΑΔΑ Β :ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΑΚΟΥΡΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ΑΝΤΡΕΟΥ ΙΩΑΝΝΗΣ ΒΕΡΡΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ 3 ο ΓΕΛ ΠΑΤΡΩΝ ΤΑΞΗ : Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΧΟΛ. ΕΤΟΣ : 2013-2014

Διαβάστε περισσότερα

Άριθμός548 ΟΙ ΠΕΡΙ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ^ΚΑΝΟΝΙ ΣΜΟΙ 1959 ΕΩΣ 1967

Άριθμός548 ΟΙ ΠΕΡΙ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ^ΚΑΝΟΝΙ ΣΜΟΙ 1959 ΕΩΣ 1967 S62 μένον εις οιανδήποτε όδόν, νά εχη άνημμένα τα φώτα αύτοΰ; νά δύναται νά έπιδεικνύη κατά- τον εν λόγω χρόνον άνη μμένα (i) τρία λευκά φώτα εις το άκρον του δεξιού μέρους, και τρία λευκά φώτα εις το

Διαβάστε περισσότερα

ΣΤΟ ΚΑΣΤΡO ΤΗΣ ΚΩ Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ

ΣΤΟ ΚΑΣΤΡO ΤΗΣ ΚΩ Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ ΣΤΟ ΚΑΣΤΡO ΤΗΣ ΚΩ Το Κάστρο των Ιπποτών είναι ένα από τα σημαντικότερα ιστορικά μνημεία της Κω. Ιδιαίτερα εντυπωσιακό και επιβλητικό είναι ένα από τα αξιοθέατα που κάθε επισκέπτης του νησιού πρέπει να

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟΝ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ύπ Αρ. 825 της 25ης ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1970 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΜΕΡΟΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟΝ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ύπ Αρ. 825 της 25ης ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1970 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΜΕΡΟΣ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟΝ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ύπ Αρ. 825 της 25ης ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1970 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΜΕΡΟΣ Ι Ό ττερί της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως δια την Προστασίαν της./αρχαιολογικής Κληρονομιάς (Κυρωτικός)

Διαβάστε περισσότερα

ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΡΟΣ Ι

ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΡΟΣ Ι ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ υπ Άρ. 45 της Ιης ΜΑΡΤΙΟΥ I96S ΜΕΡΟΣ Ι Συμφώνως τω άρθρω 52 του Συντάγματος δ ύπό της Βουλής των 'Αντιπροσώπων ψηφισθείς περί Αυξήσεως Συντάξεων Νόμος, 1961, το

Διαβάστε περισσότερα

Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΣΤΗ ΣΙΚΕΛΙΑ Π.Χ.

Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΣΤΗ ΣΙΚΕΛΙΑ Π.Χ. 1 Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΣΤΗ ΣΙΚΕΛΙΑ 415-413 Π.Χ. Ο ΔΕΚΕΛΕΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ 413-404 π.χ. Η εκστρατεία στη Σικελία 2 Ο Αλκιβιάδης πείθει την εκκλησία του δήμου να οργανώσει μεγάλη εκστρατεία στη Σικελία για βοήθεια στην

Διαβάστε περισσότερα

Ένα γόνιμο μέλλον. στο παρόν και πνευματικές ιδιότητες που εκδηλώνουν οι Έλληνες όταν κάνουν τα καλά τους έργα

Ένα γόνιμο μέλλον. στο παρόν και πνευματικές ιδιότητες που εκδηλώνουν οι Έλληνες όταν κάνουν τα καλά τους έργα 1 Ένα γόνιμο μέλλον Ένα γόνιμο μέλλον χρειάζεται μια καλή συνείδηση στο παρόν και πνευματικές ιδιότητες που εκδηλώνουν οι Έλληνες όταν κάνουν τα καλά τους έργα Χρειαζόμαστε οι Έλληνες να συνδεθούμε πάλι

Διαβάστε περισσότερα

Η ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΠΕΡΣΙΚΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ ΣΕΡ ΑΚΗ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ - Η ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΠΕΡΣΙΚΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ 1

Η ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΠΕΡΣΙΚΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ ΣΕΡ ΑΚΗ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ - Η ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΠΕΡΣΙΚΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ 1 Η ΟΡΙΣΤΙΚΗ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΠΕΡΣΙΚΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ 1 Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΞΕΡΞΗ 10 χρόνια µετά το Μαραθώνα, ο νέος βασιλιάς των Περσών, Ξέρξης, ετοιµάζει µια µεγάλη εκστρατεία κατά της Ελλάδας : κατά τον

Διαβάστε περισσότερα

«Ο πλατωνικός διάλογος»

«Ο πλατωνικός διάλογος» «Ο πλατωνικός διάλογος» Εισαγωγή στους πλατωνικούς διαλόγους Τρόποι ανάγνωσης και ερµηνείας του πλατωνικού έργου ιάλογος και διαλεκτική Γιώργος Καµπάλιος Το έργο «ΑΚΑ ΗΜΙΑ ΠΛΑΤΩΝΟΣ - ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

01 Ιερός ναός Αγίου Γεωργίου ΓουμένισσΗΣ

01 Ιερός ναός Αγίου Γεωργίου ΓουμένισσΗΣ Ιερός ναός Αγίου Γεωργίου ΓουμένισσΗΣ Ιερός ναός Αγίου Γεωργίου ΓουμένισσΗΣ Το περίτεχνο τέμπλο του Αγίου Γεωργίου με τα πλευρικά τμήματά του Α Ν Α Δ Ε Ι Ξ Η Τ Ω Ν Μ Ε Τ Α Β Υ Ζ Α Ν Τ Ι Ν Ω Ν Μ Ν Η Μ Ε

Διαβάστε περισσότερα

31 Ιουλίου 6 Αυγούστου 2017 Πνεύμα

31 Ιουλίου 6 Αυγούστου 2017 Πνεύμα 31 Ιουλίου 6 Αυγούστου 2017 Πνεύμα ΧΡΥΣΟΥΝ ΕΔΑΦΙΟΝ Κορινθίους Α 2: 12 Hμείς Ημείς δεν ελάβομεν το πνεύμα του κόσμου, αλλά το πνεύμα το εκ του Θεού, δια να γνωρίσωμεν τα υπό του Θεού χαρισθέντα εις ημάς

Διαβάστε περισσότερα

Περὶ Εἰρήνης Λόγος ή Συµµαχικὸς Προοίµιο (απόσπασµα)

Περὶ Εἰρήνης Λόγος ή Συµµαχικὸς Προοίµιο (απόσπασµα) Περὶ Εἰρήνης Λόγος ή Συµµαχικὸς Προοίµιο (απόσπασµα) 1-2 «Η σπουδαιότητα του θέµατος «περί πολέµου και ειρήνης» είναι µεγάλη για τους ανθρώπους. Το θέµα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη ζωή τους» 1. Ερµηνευτικές

Διαβάστε περισσότερα

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια Β 1,5-8

Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια Β 1,5-8 ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ʹ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΜΠΤΗ 28 ΜΑΪΟΥ 2009 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙ ΩΝ: ΠΕΝΤΕ (5) Ι ΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ Αριστοτέλους

Διαβάστε περισσότερα

Μια ερμηνεία του Πλατωνικού Σοφιστή υπό το πρίσμα των σύγχρονων σημασιολογικών σχέσεων. Διεπιστημονικό Συνέδριο: Ιστορία της Πληροφορίας 1

Μια ερμηνεία του Πλατωνικού Σοφιστή υπό το πρίσμα των σύγχρονων σημασιολογικών σχέσεων. Διεπιστημονικό Συνέδριο: Ιστορία της Πληροφορίας 1 Μια ερμηνεία του Πλατωνικού Σοφιστή υπό το πρίσμα των σύγχρονων σημασιολογικών σχέσεων Διεπιστημονικό Συνέδριο: Ιστορία της Πληροφορίας 1 Εννοιολογικές δομές Ταξινομία (taxonomy) Σχέσεις IsA (BT/NT) Θησαυρός

Διαβάστε περισσότερα

Μασονία. Εμφανίζεται τον Μεσαίωνα στη Δυτική Ευρώπη. Μασονισμός ή τεκτονισμός Ελευθεροτεκτονισμός Free mansory. Παγκόσμια οργάνωση

Μασονία. Εμφανίζεται τον Μεσαίωνα στη Δυτική Ευρώπη. Μασονισμός ή τεκτονισμός Ελευθεροτεκτονισμός Free mansory. Παγκόσμια οργάνωση Μασονία Μασονισμός ή τεκτονισμός Ελευθεροτεκτονισμός Free mansory Παγκόσμια οργάνωση Εμφανίζεται τον Μεσαίωνα στη Δυτική Ευρώπη masson Τεχνίτης ή τέκτονας Σωματεία οικοδόμων Συνθηματική γλώσσα Μυστικά

Διαβάστε περισσότερα

ΛΥΚΕΙΟ ΣΟΛΕΑΣ Σχολική χρονιά 2008-2009

ΛΥΚΕΙΟ ΣΟΛΕΑΣ Σχολική χρονιά 2008-2009 ΛΥΚΕΙΟ ΣΟΛΕΑΣ Σχολική χρονιά 2008-2009 ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 2009 ΜΑΘΗΜΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΑΞΗ: Α ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 2 Ιουνίου 2009 ΩΡΑ: 07:45 10:15 Το εξεταστικό δοκίμιο αποτελείται από τρία μέρη και

Διαβάστε περισσότερα

Γκουνέλα Μαρία ΒΠΠΓ. Αρχαία Νικόπολη

Γκουνέλα Μαρία ΒΠΠΓ. Αρχαία Νικόπολη Γκουνέλα Μαρία ΒΠΠΓ Αρχαία Νικόπολη Νικόπολη Στη σημερινή χερσόνησο της Πρέβεζας, στη νοτιοδυτική Ήπειρο, σε απόσταση μόλις 6 χλμ. από την ομώνυμη πόλη, βρίσκεται η αρχαία Νικόπολη. Ίδρυση Νικόπολης Κλεοπάτρα

Διαβάστε περισσότερα

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 1: Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 1: Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ Ενότητα 1: Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό,

Διαβάστε περισσότερα

Α.Π ΓΧ/ΠΚ/ΜΣ 30 Αυγούστου 2013

Α.Π ΓΧ/ΠΚ/ΜΣ 30 Αυγούστου 2013 Α.Π. 5568 ΓΧ/ΠΚ/ΜΣ 30 Αυγούστου 2013 Προς το Υπουργείο Ναυτιλίας και Αιγαίου Διεύθυνση Ναυτικής Εργασίας (ΔΝΕΡ) Ενταύθα Κοιν/ση ΥΝΑ Γραφείο κ. Υπουργού ΥΝΑ Γραφείο κ. Γενικού Γραμματέα ΕΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΦΟΠΛΙΣΤΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ. Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ. Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. Καζάκου Γεωργία, ΠΕ09 Οικονομολόγος 1 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ Α Γενικού Λυκείου και ΕΠΑ.Λ. 2 Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ, Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΚΑΙ Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Κεφάλαιο 1 ο 1.1 ΆΝΘΡΩΠΟΣ: ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΟΝ 1/6 Ο άνθρωπος είναι από τη φύση του πολιτικό,

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ Ν. 116/85 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ. 2084 της 25ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1985 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ Ο περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμος του 1985 εκδίδεται διά δημοσιεύσεως

Διαβάστε περισσότερα

ΣΚΟΠΟΣ: Η σύνδεση της καλλιτεχνικής δημιουργίας με το χαρακτήρα και τη φυσιογνωμία ενός πολιτισμού.

ΣΚΟΠΟΣ: Η σύνδεση της καλλιτεχνικής δημιουργίας με το χαρακτήρα και τη φυσιογνωμία ενός πολιτισμού. ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ (file://localhost/c:/documents%20and%20settings/user/επιφάνεια%20εργασίας/κ έντρο%20εξ%20αποστάσεως%20επιμόρφωσης%20- %20Παιδαγωγικό%20Ινστιτούτο.mht) Κέντρο Εξ Αποστάσεως Επιμόρφωσης

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ. Ολυμπία Μπάρμπα Μπάμπης Χιώτης Κων/να Μάγγου 2017, Β3 Γυμνασίου

ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ. Ολυμπία Μπάρμπα Μπάμπης Χιώτης Κων/να Μάγγου 2017, Β3 Γυμνασίου ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ Ολυμπία Μπάρμπα Μπάμπης Χιώτης Κων/να Μάγγου 2017, Β3 Γυμνασίου ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ H Βυζαντινή Αυτοκρατορία (αλλιώς Βυζάντιο, Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία

Διαβάστε περισσότερα

προτάσεων είναι σωστό ή όχι, γράφοντας στο τετράδιό

προτάσεων είναι σωστό ή όχι, γράφοντας στο τετράδιό ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Σ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΙΤΗ 5 ΙΟΥΝΙΟΥ 2001 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ: ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ: ΠΕΝΤΕ (5) ΟΜΑΔΑ Α ΘΕΜΑ Α1 α. Να δώσετε

Διαβάστε περισσότερα

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΎ Δ/νση Μουσείων Εκθέσεων & Εκπαιδευτικών προγραμμάτων

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΎ Δ/νση Μουσείων Εκθέσεων & Εκπαιδευτικών προγραμμάτων ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΎ Δ/νση Μουσείων Εκθέσεων & Εκπαιδευτικών προγραμμάτων Το Τμήμα Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων και Επικοινωνίας διαθέτει με δανεισμό σειρά εκπαιδευτικών φακέλων και εντύπων σε σχολεία όλης

Διαβάστε περισσότερα

323 Κ.Δ.Π. 98/80. ώς αί περιοχαί αί πλαισιούμεναι δι' έρυθροΰ χρώματος έπί τοΰ

323 Κ.Δ.Π. 98/80. ώς αί περιοχαί αί πλαισιούμεναι δι' έρυθροΰ χρώματος έπί τοΰ Ε.Ε. Παρ. Hi (I) *Ap. 1599, 3.5.80 323 Κ.Δ.Π. 98/80 'Αριθμός 98 Ο ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΛΟΥΟΜΕΝΩΝ ΕΝ ΤΗ ΘΑΛΑΣΣΗ ΝΟΜΟΣ 1968 (ΝΟΜΟΣ 72 τοΰ 1968) Διάταγμα δυνάμει τοΰ άρθρου 3 Ό Υπουργός Συγκοινωνιών καΐ "Εργων,

Διαβάστε περισσότερα

[1] Α Ν Τ Ι Φ Ω Ν Η Σ Ι Σ Ε Ι Σ Τ Η Ν Ι Ε Ρ Α Ρ Χ Ι Α Ν ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΚΑΡΥΣΤΙΑΣ ΚΑΙ ΣΚΥΡΟΥ κ.κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ τήν

[1] Α Ν Τ Ι Φ Ω Ν Η Σ Ι Σ Ε Ι Σ Τ Η Ν Ι Ε Ρ Α Ρ Χ Ι Α Ν ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΚΑΡΥΣΤΙΑΣ ΚΑΙ ΣΚΥΡΟΥ κ.κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ τήν [1] Α Ν Τ Ι Φ Ω Ν Η Σ Ι Σ Ε Ι Σ Τ Η Ν Ι Ε Ρ Α Ρ Χ Ι Α Ν ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΚΑΡΥΣΤΙΑΣ ΚΑΙ ΣΚΥΡΟΥ κ.κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ τήν 19.03.2019 Μακαριώτατε, η σύγκλησις εκτάκτως της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟΝ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟΝ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟΝ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Cm 'Αρ. 20 της 25t)S ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1960 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΜΕΡΟΣ Ι Συμφώνως τω Άρθρω 52 τοΰ Συντάγματος ό υπό της Βουλής τών 'Αντιπροσώπων ψηφισθείς Νόμος περί

Διαβάστε περισσότερα

Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ Ενότητα: 2 η Ελένη Περδικούρη Τμήμα Φιλοσοφίας 1 Ενότητα 2 η Πλάτων Βιογραφία και έργα Γεννήθηκε τὸ 428/7 π. Χ. στην Αθήνα. Πέθανε το 347 π.χ.

Διαβάστε περισσότερα

323 Α) ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΑ (Γ1, 1-2)/ ΠΛΑΤΩΝΑΣ, ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ (322 Α ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

323 Α) ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΑ (Γ1, 1-2)/ ΠΛΑΤΩΝΑΣ, ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ (322 Α ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, ΠΟΛΙΤΙΚΑ (Γ1, 1-2)/ ΠΛΑΤΩΝΑΣ, ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ (322 Α 323 Α) ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ Α. Για όποιον εξετάζει το πολίτευμα, δηλαδή ποια είναι η ουσία του κάθε πολιτεύματος και ποια τα χαρακτηριστικά του, το πρώτο

Διαβάστε περισσότερα

ἐπιθυμητικόνἐ θ ό Πλάτωνος Πολιτεία ή Περί δικαίου (380 π.χ.) δικαιοσύνη = οἰκειοπραγία: κάθε μέρος ενός συνόλου ή

ἐπιθυμητικόνἐ θ ό Πλάτωνος Πολιτεία ή Περί δικαίου (380 π.χ.) δικαιοσύνη = οἰκειοπραγία: κάθε μέρος ενός συνόλου ή Τριπουλά Ιωάννα 1 Εισαγωγικές παρατηρήσεις Πλάτωνος Πολιτεία ή Περί δικαίου (380 π.χ.) δικαιοσύνη = οἰκειοπραγία: κάθε μέρος ενός συνόλου ή μέλος μιας ομάδας πράττει το έργο που του αντιστοιχεί αναλόγως

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΛΟΓΩΝ ΤΟΥ

ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΛΟΓΩΝ ΤΟΥ http://hallofpeople.com/gr/bio/demosthenes.php ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΛΟΓΩΝ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ Δημοσθένους Λόγος., Μτφρ. Κ.Θ. Αραπόπουλος. 1950. [1] Βλέπω μεν, ω άνδρες Αθηναίοι, ότι η παρούσα κατάστασις

Διαβάστε περισσότερα

Η ΒΑΣΙΛΙΚΗ «ΑΓ. ΣΟΦΙΑ» Η ΝΕΚΡΟΠΟΛΗ

Η ΒΑΣΙΛΙΚΗ «ΑΓ. ΣΟΦΙΑ» Η ΝΕΚΡΟΠΟΛΗ Η ΒΑΣΙΛΙΚΗ «ΑΓ. ΣΟΦΙΑ» Η ΝΕΚΡΟΠΟΛΗ Η ΒΑΣΙΛΙΚΗ «ΑΓ. ΣΟΦΙΑ» Η ΝΕΚΡΟΠΟΛΗ Η σημερινή βασιλική «Αγ. Σοφία» βρίσκεται στο κέντρο της κύριας νεκρόπολης της αρχαίας πόλης Σέρντικα. Σ αυτή την περιοχή έχουν ανακαλυφθεί

Διαβάστε περισσότερα

ΤΑΞΗ Ε. Pc8 ΝΤΙΝΟΣ & ΒΑΣΙΛΙΚΗ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ

ΤΑΞΗ Ε. Pc8 ΝΤΙΝΟΣ & ΒΑΣΙΛΙΚΗ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ ΤΑΞΗ Ε Pc8 ΝΤΙΝΟΣ & ΒΑΣΙΛΙΚΗ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ 4/12/2015 Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ Η Ακρόπολη Αθηνών είναι ένας βραχώδης λόφος ύψους 156 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας και 70 μ. περίπου από το επίπεδο

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ Για τον Αριστοτέλη, όλες οι ενέργειες των ανθρώπων γίνονται για κάποιο τέλος, δηλαδή για κάποιο σκοπό που είναι ο ανώτερος όλων των αγαθών, την ευδαιμονία. Σύμφωνα

Διαβάστε περισσότερα

ΘΕΜΑΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑ Α Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ÑÏÌÂÏÓ

ΘΕΜΑΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑ Α Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ÑÏÌÂÏÓ ΘΕΜΑΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΑ Α Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ - 2000 ΟΜΑ Α Α ΘΕΜΑ Α1 Α.1.1. Να προσδιορίσετε µε συντοµία το περιεχόµενο των ακόλουθων όρων: α. εγγύη β. θίασοι

Διαβάστε περισσότερα

Νόμος 593/1977 (ΦΕΚ Α 156)

Νόμος 593/1977 (ΦΕΚ Α 156) Νόμος 593/1977 (ΦΕΚ Α 156) περί κυρώσεως της εν Λονδίνω την 7ην Ιουνίου 1968 υπογραφείσης Ευρωπαϊκής Συμβάσεως «περί της πληροφορήσεως επί του αλλοδαπού δικαίου» Άρθρον πρώτον. Κυρούται και έχει ισχύν

Διαβάστε περισσότερα

Α1) µετάφραση Β1) Β2)

Α1) µετάφραση Β1) Β2) Α1) µετάφραση Η αρετή λοιπόν αναφέρεται σε συναισθήµατα και σε πράξεις, όπου η υπερβολή αποτελεί σφάλµα και κατακρίνεται, το ίδιο και η έλλειψη, ενώ το µέσον επαινείται και είναι το σωστό 1 και αυτά πάνε

Διαβάστε περισσότερα

Ποια μετοχή λέγεται επιρρηματική; Επιρρηματική λέγεται η μετοχή που χρησιμοποιείται για να εκφράσει επιρρηματικές

Ποια μετοχή λέγεται επιρρηματική; Επιρρηματική λέγεται η μετοχή που χρησιμοποιείται για να εκφράσει επιρρηματικές Η Επιρρηματική Μετοχή Ποια μετοχή λέγεται επιρρηματική; Επιρρηματική λέγεται η μετοχή που χρησιμοποιείται για να εκφράσει επιρρηματικές σχέσεις, δηλ. το χρόνο, την αιτία, το σκοπό, την υπόθεση, την εναντίωση

Διαβάστε περισσότερα

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΣ ΤΟΜΟΣ

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΣ ΤΟΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟΣ ΤΟΜΟΣ . Τμήμα Γεωγραφίας Πανεπιστημίου Αιγαίου Τμήμα Αρχιτεκτόνων Πολυτεχνικής Σχολής Α.Π.Θ. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ιάπλασn ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΙΟΥΛΙΟΣ νέα Μπολατίου

ιάπλασn ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΙΟΥΛΙΟΣ νέα Μπολατίου : Κυριακής Μεγαλομ. : Ευφημίας Μεγαλομ. : Μαρίνης Μεγαλομ. : Προφήτου Ηλία : Παρασκευής Οσιομ. : Παντελεήμονος Μεγαλομ. Χάλκινο αγαλματίδιο του Οφέλτη, του οποίου ο θάνατος ήταν η αιτία της ίδρυσης των

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ - ΠΟΛΙΤΙΚΑ Ενότητα 12η (Α 2, 5-6) - Ο άνθρωπος είναι «ζ?ον πολιτικ?ν»

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ - ΠΟΛΙΤΙΚΑ Ενότητα 12η (Α 2, 5-6) - Ο άνθρωπος είναι «ζ?ον πολιτικ?ν» 1. Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΚΑΙ Ο ΣΤΟΧΟΣ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΟΝΤΟΤΗΤΩΝ (ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ, ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ) Σύμφωνα με τις διδασκαλίες του Αριστοτέλη, υπάρχουν τρία είδη κοινωνικών οντοτήτων ή διαφορετικά, ομάδων

Διαβάστε περισσότερα

ΙΔΙΩΤΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ. Αρχείο Επισκόπου Ιεροσητείας Αμβροσίου. Αρχείο Αρχιμανδρίτη Παρθενίου Κελαϊδή. Συλλογή Παπα-Στεφάνου Προβατάκη

ΙΔΙΩΤΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ. Αρχείο Επισκόπου Ιεροσητείας Αμβροσίου. Αρχείο Αρχιμανδρίτη Παρθενίου Κελαϊδή. Συλλογή Παπα-Στεφάνου Προβατάκη ΙΔΙΩΤΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ Τίτλος Αρχείο Επισκόπου Ιεροσητείας Αμβροσίου Αρχείο Αρχιμανδρίτη Παρθενίου Κελαϊδή Συλλογή Παπα-Στεφάνου Προβατάκη Αρχείο Επισκόπου Διονυσίου Μαραγκουδάκη Συλλογή Μονών (νομών Χανίων,

Διαβάστε περισσότερα

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 35

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 35 ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 35 «Οἱ μὲν πολλοὶ ἐπαινοῦσι τὸν προσθέντα Ο Περικλής, όμως, διαφωνεί. τῷ νόμῳ τὸν λόγον τόνδε» Γιατί; 1. «ἐμοὶ δὲ ἀρκοῦν ἂν ἐδόκει εἶναι ἀνδρῶν ἀγαθῶν ἔργῳ γενομένων

Διαβάστε περισσότερα

Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ

Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ Η ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΣΤΟΝ ΠΛΑΤΩΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ Ενότητα: 3 η Ελένη Περδικούρη Τμήμα Φιλοσοφίας 1 Ενότητα 3 η Πώς τίθεται το πρόβλημα του ορισμού στον Μένωνα του Πλάτωνα Ερώτηση του Μένωνα στον

Διαβάστε περισσότερα

«Βυζαντινή Τέχνη και Αρχιτεκτονική, η Θεσσαλονίκη συναντά την Κωνσταντινούπολη» Βυζαντινός Περίπατος

«Βυζαντινή Τέχνη και Αρχιτεκτονική, η Θεσσαλονίκη συναντά την Κωνσταντινούπολη» Βυζαντινός Περίπατος Πολιτιστικό πρόγραμμα: «Βυζαντινή Τέχνη και Αρχιτεκτονική, η Θεσσαλονίκη συναντά την Κωνσταντινούπολη» 14ο ΓΕΛ Θεσσαλονίκης, σχολικό έτος 2013 14, υπεύθυνη καθηγήτρια: Όλγα Ευσταθίου Βυζαντινός Περίπατος

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 23/03/2014 ΤΟ ΚΡΗΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ- ΠΑΡΕΥΞΕΙΝΙΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΟΜΑΔΑ Α

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 23/03/2014 ΤΟ ΚΡΗΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ- ΠΑΡΕΥΞΕΙΝΙΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΟΜΑΔΑ Α ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 23/03/2014 ΤΟ ΚΡΗΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ- ΠΑΡΕΥΞΕΙΝΙΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΟΜΑΔΑ Α ΘΕΜΑ Α1 Α.1.1 Να προσδιορίσετε αν το περιεχόµενο των ακόλουθων προτάσεων είναι σωστό

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Ε. Παρ. Ill (I) 91 Κ.Δ.Π. 31/73 Άρ. 997,

Ε.Ε. Παρ. Ill (I) 91 Κ.Δ.Π. 31/73 Άρ. 997, Ε.Ε. Παρ. Ill (I) 91 Κ.Δ.Π. 31/73 Άρ. 997, 2.3.73 'Αριθμός 31 Οι περί Συλλογικών Στοιχημάτων Κανονισμοί του 1973, κατατεθέντες εις τήν Βουλήν τών 'Αντιπροσώπων και τροποποιηθέντες υπ' αύτης, δημοσιεύονται,

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟΝ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ύπ "Αρ. 331 της 9ης ΙΟΥΛΙΟΥ Διοικητικαί Πράξεις και Γνωστοποιήσεις

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟΝ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ύπ Αρ. 331 της 9ης ΙΟΥΛΙΟΥ Διοικητικαί Πράξεις και Γνωστοποιήσεις ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟΝ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΟΥ ΕΦΗΜΕΡΙΔΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ύπ "Αρ. 331 της 9ης ΙΟΥΛΙΟΥ 1964 Διοικητικαί Πράξεις και Γνωστοποιήσεις Αριθμός 230 Ο ΠΕΡΙ ΕΘΝΙΚΗΣ ΦΡΟΥΡΑΣ ΝΟΜΟΣ 1964 Κανονισμοί θεσπισθέντες δυνάμει

Διαβάστε περισσότερα

Institutional Repository - Library & Information Centre - University of Thessaly 22/08/ :29:21 EEST

Institutional Repository - Library & Information Centre - University of Thessaly 22/08/ :29:21 EEST 24. ΑΝΑΣΚΑΦΗ ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΒΑΣΙΛΙΚΗΣ ΕΡΜΙΟΝΗΣ Εις την αυλήν τοϋ Δημοτικού Σχολείου τής Έρμιόνης, ήτις εΰρίσκεται επ'ι ενός χαμηλού άνδηρου τό όποιον περιβρέχεται από τά καταγάλανα νερά τοΰ γραφικού

Διαβάστε περισσότερα

ΕΝΟΤΗΤΑ 1η (318E-320C)

ΕΝΟΤΗΤΑ 1η (318E-320C) ΕΝΟΤΗΤΑ 1η (318E-320C) Μπορεί η αρετή να γίνει αντικείμενο διδασκαλίας; Ο Πρωταγόρας εξηγεί στον Σωκράτη τι διδάσκει στους νέους που παρακολουθούν τα μαθήματά του. Οι αντιρρήσεις του Σωκράτη. «Το μάθημα

Διαβάστε περισσότερα

Χριστιανική Γραμματεία ΙIΙ

Χριστιανική Γραμματεία ΙIΙ Χριστιανική Γραμματεία ΙIΙ Ενότητα 2-Δ Α6: Οι θεολόγοι του 13ου αιώνα Αναστάσιος Γ. Μαράς, Δρ Θ. Πρόγραμμα Ιερατικών Σπουδών Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative

Διαβάστε περισσότερα

Β4. α Σωστό, β Λάθος, γ Λάθος, δ Σωστό, ε Λάθος

Β4. α Σωστό, β Λάθος, γ Λάθος, δ Σωστό, ε Λάθος Απαντήσεις Β1. Αφού γίνει ετυμολογική ανάλυση του όρου μοίρα (σχολικό βιβλίο), θα πρέπει να δηλωθεί ότι το μερίδιο χαρακτηρίζεται θεϊκό, επειδή: α) το κατείχαν ως τότε μόνο θεοί β) το απέκτησαν με θεϊκή

Διαβάστε περισσότερα

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΟΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ. Πέμπτη, 24 και Παρασκευή, 25 Μαΐου 2018

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ   ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΟΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ. Πέμπτη, 24 και Παρασκευή, 25 Μαΐου 2018 1 ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ www.philosophical-research.org ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ ΙΣΤΟΡΙΚΟΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΥ ΛΟΓΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Λ. ΠΙΕΡΡΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2017-2018 ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΠΑΤΡΩΝ (22 η ) ΚΑΙ ΣΠΑΡΤΗΣ (13 η ) Πέμπτη, 24 και

Διαβάστε περισσότερα

Δελτίον XAE 4 ( ), Περίοδος Δ'. Στη μνήμη του Γεωργίου Α. Σωτηρίου ( ) Σελ Ανδρέας ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΑΘΗΝΑ 1966

Δελτίον XAE 4 ( ), Περίοδος Δ'. Στη μνήμη του Γεωργίου Α. Σωτηρίου ( ) Σελ Ανδρέας ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΑΘΗΝΑ 1966 Μία τοιχογραφία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου του ΙΑ αιώνος, εις τον ναόν του Αγίου Νικολάου της Στέγης (Κακοπετριά, Κύπρος).(Σημείωμα εις μνήμην του αειμνήστου Καθηγητού Γεωργίου Α. Σωτηρίου) (πίν. 75-76)

Διαβάστε περισσότερα

Μητρ.Λεμεσού: Όταν δεν υπάρχει η ειρήνη του Θεού, τότε ζηλεύουμε και φοβόμαστε ο ένας τον άλλο

Μητρ.Λεμεσού: Όταν δεν υπάρχει η ειρήνη του Θεού, τότε ζηλεύουμε και φοβόμαστε ο ένας τον άλλο 31 Ιανουαρίου 2019 Μητρ.Λεμεσού: Όταν δεν υπάρχει η ειρήνη του Θεού, τότε ζηλεύουμε και φοβόμαστε ο ένας τον άλλο / Επικαιρότητα Όταν ο άνθρωπος έχει ειρήνη μέσα του και βεβαιωθεί η ψυχή του ότι όντως

Διαβάστε περισσότερα

ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ 322Α - 323Α

ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ 322Α - 323Α ΤΕΤΡΑΚΤΥΣ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ Αµυραδάκη 20, Νίκαια (210-4903576) ΤΑΞΗ... Γ ΛΥΚΕΙΟΥ... ΜΑΘΗΜΑ...ΑΡΧΑΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ... Α] ΔΙΔΑΓΜΕΝΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑ

Διαβάστε περισσότερα