ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ολομέλεια) της 23ης Μαρτίου 2004 *

Μέγεθος: px
Εμφάνιση ξεκινά από τη σελίδα:

Download "ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ. ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ολομέλεια) της 23ης Μαρτίου 2004 *"

Transcript

1 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ολομέλεια) της 23ης Μαρτίου 2004 * Στην υπόθεση C-234/02 Ρ, Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής, εκπροσωπούμενος από τον J. Sant'Anna, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, αναιρεσείων, υποστηριζόμενος από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, εκπροσωπούμενο από τους Η. Krück και Κ. Καραμάρκο, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, που έχει ως αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (τρίτο τμήμα) της 10ης Απριλίου 2002, Τ-209/00, Lamberts κατά Διαμεσολαβητή (Συλλογή 2002, σ. ΙΙ-2203), με την οποία ζητείται η μερική αναίρεση της αποφάσεως αυτής, * Γλώσσα διποικασίας: η γαλλική. Ι

2 ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗΣ κατά LAMBERTS όπου ο έτερος διάδικος είναι ο: Frank Lamberts, εκπροσωπούμενος από τον Ε. Boigelot, avocat, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, ενάγων πρωτόδικος και υποβαλών ανταίτηση αναιρέσεως, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (ολομέλεια), συγκείμενο από τους Β. Σκουρή, Πρόεδρο, Ρ. Jann, C. W. Α. Timmermans, C. Gulmann (εισηγητή), J. Ν. Cunha Rodrigues και A. Rosas, προέδρους τμήματος, J.-P. Puissochet, R. Schintgen, F. Macken, N. Colneric και S. von Bahr, δικαστές, γενικός εισαγγελέας: L. Α. Geelhoed, γραμματέας: Μ. Mugica Arzamendi, κύρια υπάλληλος διοικήσεως, έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου, αφού άκουσε τις αγορεύσεις των διαδίκων κατά τη συνεδρίαση της 13ης Μαΐου 2003, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 3ης Ιουλίου 2003, Ι

3 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ εκδίδει την ακόλουθη Απόφαση 1 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 24 Ιουνίου 2002, ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής (στο εξής: Διαμεσολαβητής) υπέβαλε, βάσει του άρθρου 49 του Οργανισμού ΕΚ του Δικαστηρίου, αίτηση αναιρέσεως κατά της αποφάσεως του Πρωτοδικείου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 10ης Απριλίου 2002, Τ-209/00, Lamberts κατά Διαμεσολαβητή (Συλλογή 2002, σ. ΙΙ-2203, στο εξής: αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση), με την οποία το Πρωτοδικείο κήρυξε παραδεκτή την αγωγή αποζημιώσεως που στηριζόταν σε φερόμενη πλημμελή εξέταση καταγγελίας από τον Διαμεσολαβητή. Το νομικό πλαίσιο 2 Το άρθρο 195, παράγραφοι 1, 2 χαι 3, ΕΚ ορίζει: «1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ορίζει διαμεσολαβητή, ο οποίος είναι εξουσιοδοτημένος να παραλαμβάνει τις καταγγελίες όλων των πολιτών της Ένωσης ή των φυσικών ή νομικών προσώπων που κατοικούν ή έχουν την καταστατική τους έδρα σε κράτος μέλος, σχετικά με περιπτώσεις κακής διοίκησης στα πλαίσια της δράσης των κοινοτικών οργάνων ή οργανισμών, με εξαίρεση το Δικαστήριο και το Πρωτοδικείο κατά την άσκηση των δικαιοδοτικών τους καθηκόντων. Ι

4 ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗΣ κατά LAMBERTS Στα πλαίσια των καθηκόντων του, ο διαμεσολαβητής διεξάγει τις έρευνες που κρίνει δικαιολογημένες είτε με δική του πρωτοβουλία είτε βάσει των καταγγελιών που του έχουν υποβληθεί απευθείας ή μέσω μέλους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εκτός εάν για τα καταγγελλόμενα γεγονότα έχει ή είχε κινηθεί δικαστική διαδικασία. Εάν ο διαμεσολαβητής διαπιστώσει περίπτωση κακής διοίκησης, υποβάλλει το θέμα στο οικείο όργανο, το οποίο διαθέτει προθεσμία τριών μηνών για να εκθέσει τη γνώμη του στο διαμεσολαβητή. Ο διαμεσολαβητής διαβιβάζει εν συνεχεία έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και προς το οικείο όργανο. Ο καταγγέλλων ενημερώνεται για το αποτέλεσμα των ερευνών αυτών. Ο διαμεσολαβητής συντάσσει ετήσια έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με τα αποτελέσματα των ερευνών του. 2. [...] Το Δικαστήριο μπορεί να απαλλάξει το διαμεσολαβητή από τα καθήκοντα του αιτήσει του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εάν παύσει να πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων του ή εάν διαπράξει βαρύ παράπτωμα. 3. Ο διαμεσολαβητής ασκεί τα καθήκοντά του με πλήρη ανεξαρτησία. Κατά την άσκηση των καθηκόντων του, δεν ζητά ούτε δέχεται υποδείξεις από κανένα οργανισμό. [...]» 3 Στις 9 Μαρτίου 1994 το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέδωσε την απόφαση 94/262/ΕΚΑΧ, ΕΚ, Ευρατόμ, σχετικά με το καθεστώς και τους γενικούς όρους ασκήσεως των καθηκόντων του Διαμεσολαβητή (ΕΕ L 113, σ. 15). Κατ' Ι

5 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ εφαρμογήν του άρθρου 14 της αποφάσεως εκείνης, ο Διαμεσολαβητής θέσπισε, στις 16 Οκτωβρίου 1997, εκτελεστικές διατάξεις, οι οποίες τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1998 (στο εξής: εκτελεστικές διατάξεις). Έτσι, η διαδικασία εξετάσεως καταγγελίας που υποβάλλεται στον Διαμεσολαβητή διέπεται από το άρθρο 195, παράγραφος 1, ΕΚ, την απόφαση 94/262 και τις εκτελεστικές διατάξεις. 4 Από το άρθρο 2, παράγραφοι 4, 7 και 8, της αποφάσεως 94/262 και από τα άρθρα 3 και 4, παράγραφοι 1 και 2, των εκτελεστικών διατάξεων προκύπτει στην ουσία ότι ο Διαμεσολαβητής, όταν του έχει υποβληθεί καταγγελία σχετικά με περίπτωση κακοδιαχειρίσεως στο πλαίσιο της δράσεως των κοινοτικών οργάνων ή οργανισμών, διεξάγει σχετική έρευνα εκτός αν, για έναν από τους λόγους που αναφέρουν οι διατάξεις αυτές, η καταγγελία αυτή πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, ιδίως όταν ο Διαμεσολαβητής δεν βρίσκει επαρκή στοιχεία για να δικαιολογηθεί η διεξαγωγή έρευνας. 5 Σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 5, της αποφάσεως 94/262, «ο Διαμεσολαβητής μπορεί να συμβουλεύσει τον καταγγέλλοντα να απευθυνθεί σε άλλη αρχή». Επιπλέον, βάσει του άρθρου 2, παράγραφος 6, της αποφάσεως 94/262, οι καταγγελίες που υποβάλλονται στον Διαμεσολαβητή δεν διακόπτουν τις προθεσμίες για την άσκηση δικαστικής ή διοικητικής προσφυγής. 6 Κατά τα άρθρα 195, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ και 3, παράγραφος 1, της αποφάσεως 94/262, ο Διαμεσολαβητής προβαίνει, με δική του πρωτοβουλία ή βάσει των καταγγελιών που του έχουν υποβληθεί, στις έρευνες που θεωρεί δικαιολογημένες για να διαλευκανθεί κάθε πιθανή περίπτωση κακοδιοικήσεως. 7 Σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1, της αποφάσεως 94/262, ο Διαμεσολαβητής ενημερώνει σχετικά το κοινοτικό όργανο ή τον κοινοτικό οργανισμό που αποτελεί αντικείμενο της καταγγελίας ή έρευνας και που μπορεί «να απευθύνει στον Διαμεσολαβητή κάθε χρήσιμη παρατήρηση». Ι

6 ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΣ κατά LAMBERTS 8 Αφού εξετάσει τη γνώμη του πιο πάνω οργάνου ή οργανισμού και τις παρατηρήσεις που τυχόν υπέβαλε ο καταγγέλλων, ο Διαμεσολαβητής δύναται να αποφασίσει είτε να θέσει με αιτιολογημένη απόφαση την υπόθεση στο αρχείο είτε να συνεχίσει την ερευνά του. Ενημερώνει σχετικά τον καταγγέλλοντα και το οικείο όργανο ή οργανισμό, σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 5, των εκτελεστικών διατάξεων. 9 Όταν ο Διαμεσολαβητής έχει διαπιστώσει περίπτωση κακοδιοικήσεως στο πλαίσιο της δράσεως κοινοτικού οργάνου ή οργανισμού, αναζητεί, όπως προβλέπει το άρθρο 3, παράγραφος 5, της αποφάσεως 94/262, «[σ]το μέτρο του δυνατού [...], από κοινού με το ενδιαφερόμενο θεσμικό όργανο ή οργανισμό, λύση ικανή να εξαλείψει [την περίπτωση κακοδιοικήσεως] και να ικανοποιήσει τον καταγγέλλοντα». 10 Εν προκειμένω, το άρθρο 6 των εκτελεστικών διατάξεων, το οποίο επιγράφεται «Συναινετική λύση», ορίζει, στην παράγραφο του 1, ότι ο Διαμεσολαβητής «συνεργάζεται στο μέτρο του δυνατού με το οικείο κοινοτικό όργανο για την εξεύρεση συναινετικής λύσεως, με την οποία εξαλείφεται η περίπτωση κακής διοικήσεως και παρέχεται ικανοποίηση στον πολίτη». Ο Διαμεσολαβητής, αν εκτιμά ότι η συνεργασία αυτή κατέληξε σε αποτέλεσμα, θέτει την υπόθεση στο αρχείο με αιτιολογημένη απόφαση και ενημερώνει σχετικά τον ενδιαφερόμενο πολίτη και το οικείο κοινοτικό όργανο. Απεναντίας, σύμφωνα με την παράγραφο 3 της ίδιας διατάξεως, «αν ο Διαμεσολαβητής εκτιμά ότι δεν είναι δυνατή η εξεύρεση συναινετικής λύσεως ή ότι η αναζήτηση συναινετικής λύσεως δεν κατέληξε σε αποτέλεσμα, θέτει την υπόθεση στο αρχείο με αιτιολογημένη απόφαση, η οποία είναι δυνατό να περιλαμβάνει επικριτικά σχόλια, ή συντάσσει έκθεση περιλαμβάνουσα σχέδια συστάσεων». 11 Όσον αφορά τη δυνατότητα διατυπώσεως «επικριτικών σχολίων» υπό την έννοια της τελευταίας διατάξεως, το άρθρο 7, παράγραφος 1, των εκτελεστικών διατάξεων ορίζει ότι ο Διαμεσολαβητής διατυπώνει επικριτικά σχόλια αν εκτιμά «ότι δεν είναι πλέον δυνατό για το οικείο κοινοτικό όργανο να θεραπεύσει την περίπτωση κακής διοικήσεως» και «ότι η περίπτωση κακής διοικήσεως δεν έχει γενικές επιπτώσεις». Ι

7 Το ιστορικό της διαφοράς ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ 12 Από τις σκέψεις 16 έως 36 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως προκύπτει ότι το ιστορικό της διαφοράς έχει στην ουσία ως ακολούθως. 13 Ο F. Lamberts έλαβε μέρος σε εσωτερικό διαγωνισμό που η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων οργάνωσε για τη μονιμοποίηση εκτάκτων υπαλλήλων της κατηγορίας Α. Ο F. Lamberts απέτυχε στην προφορική δοκιμασία και καταλογίζει την αποτυχία αυτή στο γεγονός ότι, κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας αυτής, βρισκόταν υπό την επήρεια φαρμάκων που μπόρεσαν να προκαλέσουν κατάσταση κοπώσεως και να μειώσουν την ικανότητα του συγκεντρώσεως. Η σχετική φαρμακευτική αγωγή τού είχε συνταγογραφηθεί κατόπιν ατυχήματος που είχε λάβει χώρα μερικές εβδομάδες πριν από την προφορική δοκιμασία. Υπογράμμισε ότι δεν ζήτησε την αναβολή της προφορικής του δοκιμασίας λόγω μιας ρήτρας που περιεχόταν στην πρόσκληση συμμετοχής στην προφορική δοκιμασία. Κατά τη ρήτρα αυτή, «η οργάνωση των δοκιμασιών δεν επιτρέπει την αλλαγή του ωραρίου το οποίο [...] έχει υποδειχθεί». 14 Αφού ζήτησε χωρίς αποτέλεσμα από τις υπηρεσίες της Επιτροπής να επανεξεταστεί η περίπτωση του, υπέβαλε καταγγελία στον Διαμεσολαβητή. 15 Μετά από εξέταση της καταγγελίας αυτής, ο Διαμεσολαβητής διαβίβασε στον F. Lamberts, στις 21 Οκτωβρίου 1999, την απόφαση του επί της εν λόγω καταγγελίας. Στην απόφαση αυτή, ο Διαμεσολαβητής εξέθεσε ότι από έρευνα του προέκυψε ότι, στην πράξη, η Επιτροπή είναι διατεθειμένη να λαμβάνει υπόψη εξαιρετικές περιστάσεις που εμποδίζουν έναν υποψήφιο να παρουσιαστεί την ημερομηνία που καθορίζεται σε πρόσκληση συμμετοχής σε προφορική δοκιμασία. Ο Διαμεσολαβητής προσέθεσε ότι, για λόγους χρηστής διοικήσεως, η Επιτροπή πρέπει να προσθέτει τέτοια ρήτρα στις έγγραφες προσκλήσεις συμμετοχής σε προφορικές εξετάσεις, έτσι ώστε οι υποψήφιοι να ενημερώνονται για τη δυνατότητα αυτή. Ι

8 ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗΧ κατά LAMBERTS 16 Ωστόσο, όσον αφορά το γεγονός ότι, εν προκειμένω, το κοινοτικό όργανο δεν παρέσχε στον καταγγέλλοντα τη δυνατότητα να υποβληθεί για δεύτερη φορά σε προφορική δοκιμασία, ο Διαμεσολαβητής επισήμανε ειδικότερα, στα σημεία 2.2 και 2.3 της αποφάσεως του, ότι ένας διαγωνισμός «πρέπει να διοργανώνεται τηρούμενης της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως των υποψηφίων. Η παραβίαση της αρχής αυτής μπορεί να συνεπάγεται την ακύρωση του διαγωνισμού. Αυτό μπορεί να έχει σημαντικό οικονομικό και διοικητικό κόστος. Από τη γνώμη της Επιτροπής προκύπτει ότι αυτή έκρινε ότι δεν ήταν σε θέση να παράσχει τη δυνατότητα σε υποψήφιο να λάβει για δεύτερη φορά μέρος σε προφορική εξέταση. Ο Διαμεσολαβητής επισημαίνει ότι ουδέν στοιχείο της υποθέσεως επιτρέπει το συμπέρασμα ότι η απόφαση της Επιτροπής να μην επιτρέψει στον υποψήφιο να λάβει εκ νέου μέρος στην προφορική εξέταση ελήφθη κατά παράβαση κάποιου κανόνα ή κάποιας αρχής που δεσμεύει την Επιτροπή». Για τους λόγους αυτούς, ο Διαμεσολαβητής εκτίμησε ότι, εν προκειμένω, «δεν συντρέχει περίπτωση κακής διοικήσεως». 17 Εν κατακλείδι, ο Διαμεσολαβητής διατύπωσε επικριτικά σχόλια όσον αφορά γενικά τη διοικητική πρακτική της Επιτροπής. Με τα σχόλια αυτά, επανέλαβε την εκτίμηση ότι, για λόγους χρηστής διοικήσεως, στο μέλλον η Επιτροπή θα πρέπει γενικά να προσθέτει μια ειδική ρήτρα στις έγγραφες προσκλήσεις συμμετοχής σε προφορικές εξετάσεις, με την οποία να ενημερώνονται οι υποψήφιοι ότι η καθοριζόμενη ημερομηνία μπορεί να αλλάξει σε εξαιρετικές περιστάσεις. Ωστόσο, όσον αφορά την καταγγελία του F. Lamberts, ο Διαμεσολαβητής κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, εφόσον «αυτή η πλευρά της υποθέσεως αναφέρεται σε διαδικασίες σχετικές με συγκεκριμένα περιστατικά του παρελθόντος, δεν συντρέχει λόγος να αναζητηθεί συναινετική λύση». Επίσης, ο Διαμεσολαβητής έθεσε την υπόθεση στο αρχείο. Η διαδικασία ενώπιον του Πρωτοδικείου και η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση 18 Με δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου στις 9 Αυγούστου 2000, ο F. Lamberts άσκησε αγωγή κατά του Διαμεσολαβητή και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με αντικείμενο την αποκατάσταση της υλικής ζημίας και τη χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που του προκάλεσε η αντιμετώπιση της καταγγελίας του από τον Διαμεσολαβητή. Ο Διαμεσολαβητής και το Κοινοβούλιο ζήτησαν να απορριφθεί η αγωγή ως απαράδεκτη. Ι

9 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ 19 Με διάταξη της 22ας Φεβρουαρίου 2001, το Πρωτοδικείο απέρριψε ως απαράδεκτη την αγωγή κατά το μέρος που στρεφόταν κατά του Κοινοβουλίου (Τ-209/00, Lamberts κατά Διαμεσολαβητή και Κοινοβουλίου, Συλλογή 2001, σ. ΙΙ-765). Με διάταξη της ίδιας ημέρας, αποφάσισε να εξετάσει μαζί με την ουσία της υποθέσεως την ένσταση απαραδέκτου που προέβαλε ο Διαμεσολαβητής. Ο Διαμεσολαβητής ζήτησε επικουρικώς να απορριφθεί η αγωγή ως αβάσιμη. 20 Στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, το Πρωτοδικείο εξέτασε πρώτα το παραδεκτό της αγωγής κατά του Διαμεσολαβητή. Στις σκέψεις 48 έως 52 της αποφάσεως εκείνης, το Πρωτοδικείο παρέθεσε τη νομολογία του Δικαστηρίου κατά την οποία, βάσει των άρθρων 235 ΕΚ και 288 ΕΚ, δύναται να ασκηθεί αγωγή κατά κάθε οργάνου της Κοινότητας προκειμένου να στοιχειοθετηθεί εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας και να αποκατασταθεί η ζημία που προκλήθηκε από το όργανο αυτό στο πλαίσιο της ασκήσεως των αρμοδιοτήτων του. Συνήγαγε ότι είναι αρμόδιο να εκδικάσει αγωγή αποζημιώσεως κατά του Διαμεσολαβητή. 21 Στη συνέχεια, το Πρωτοδικείο έκρινε, στη σκέψη 57 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως, ότι: «[...] η απόφαση 94/262 αναθέτει στον Διαμεσολαβητή όχι μόνον το καθήκον να διαπιστώνει και να προσπαθεί να εξαλείψει τις περιπτώσεις κακής διοικήσεως υπέρ του γενικού συμφέροντος, αλλά επίσης το καθήκον να επιδιώκει, στο μέτρο του δυνατού, την εξεύρεση λύσεως σύμφωνα με το ειδικό συμφέρον του οικείου πολίτη. Είναι βεβαίως ακριβές ότι ο Διαμεσολαβητής διαθέτει, όπως υπογραμμίζει ο ίδιος, ευρύτατη εξουσία εκτιμήσεως όσον αφορά το βάσιμο των καταγγελιών καθώς και τη συνέχεια που πρέπει να δοθεί σε αυτές και ότι, στο πλαίσιο αυτό, ουδεμία υποχρέωση επιτεύξεως αποτελέσματος υπέχει. Έστω και αν ο έλεγχος του κοινοτικού δικαστή πρέπει κατά συνέπεια να είναι περιορισμένος, επισημαίνεται εντούτοις ότι δεν είναι δυνατόν να αποκλεισθεί η υπόθεση ένας πολίτης, υπό εντελώς εξαιρετικές συνθήκες, να μπορεί να αποδείξει ότι ο Διαμεσολαβητής υπέπεσε σε προφανές σφάλμα κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ικανό να προξενήσει ζημία στον οικείο πολίτη.» Ι

10 ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗΣ κατά LAMBERTS 22 Στις σκέψεις 58 και 59 της ίδιας αποφάσεως, το Πρωτοδικείο έκρινε: «58[...] η επιχειρηματολογία του Διαμεσολαβητή που αντλείται από τον μη δεσμευτικό χαρακτήρα των πράξεων που μπορεί να λάβει κατά το πέρας των ερευνών του δεν είναι επίσης δυνατό να γίνει δεκτή. Συγκεκριμένα, πρέπει να υπομνησθεί ότι η αγωγή αποζημιώσεως εισήχθη με τη Συνθήκη ως αυτοτελές ένδικο βοήθημα, με ιδιαίτερη λειτουργία στο πλαίσιο του συστήματος παροχής έννομης προστασίας, και υποκείμενο σε προϋποθέσεις ασκήσεως οι οποίες τέθηκαν ενόψει του ειδικού σκοπού του [...]. Ενώ σκοπός της προσφυγής ακυρώσεως και της προσφυγής κατά παραλείψεως είναι η κύρωση του παράνομου χαρακτήρα μιας νομικώς δεσμευτικής πράξεως ή της απουσίας τέτοιας πράξεως, η αγωγή αποζημιώσεως έχει ως αντικείμενο την αίτηση αποκαταστάσεως ζημίας απορρέουσας από μια πράξη, είτε αυτή είναι νομικώς δεσμευτική είτε όχι, ή από μια συμπεριφορά που μπορεί να καταλογισθεί σε κοινοτικό όργανο ή οργανισμό [...]. 59 Εν προκειμένω, ο ενάγων προσάπτει στον Διαμεσολαβητή ότι επέδειξε εσφαλμένη συμπεριφορά κατά την εξέταση της καταγγελίας του. Δεν είναι επομένως δυνατό να αποκλεισθεί η πιθανότητα τέτοια συμπεριφορά να προσβάλλει ενδεχομένως το δικαίωμα, που η Συνθήκη και η απόφαση 94/262 παρέχουν στους πολίτες, να αναζητεί ο Διαμεσολαβητής εξωδικαστική λύση σε μια περίπτωση κακής διοικήσεως που τους θίγει, και να τους προξενεί ενδεχομένως βλάβη.» 23 Το Πρωτοδικείο απέρριψε την αγωγή ως αβάσιμη, καθόσον ο F. Lamberts δεν απέδειξε ότι ο Διαμεσολαβητής υπέπεσε σε υπηρεσιακά πταίσματα κατά την εξέταση της καταγγελίας του. 24 Όσον αφορά τους ισχυρισμούς που έχουν σημασία στο πλαίσιο της παρούσας αιτήσεως αναιρέσεως, από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση προκύπτουν τα ακόλουθα. Ι

11 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ 25 Πρώτον, ο F. Lamberts προσήψε στον Διαμεσολαβητή ότι δεν επέσυρε την προσοχή του σχετικά με τη δυνατότητα ασκήσεως ενώπιον του Πρωτοδικείου προσφυγής ακυρώσεως της αποφάσεως της Επιτροπής. Το Πρωτοδικείο έκρινε ότι ένα μέλος του προσωπικού των Κοινοτήτων τεκμαίρεται ότι γνωρίζει τα της ασκήσεως προσφυγής ενώπιον του Πρωτοδικείου. Ο Διαμεσολαβητής δύναται να συμβουλεύσει επί του σημείου αυτού έναν ιδιώτη, αλλά ουδεμία διάταξη του κοινοτικού δικαίου τον υποχρεώνει προς τούτο. 26 Δεύτερον, ο F. Lamberts προέβαλε κατά του Διαμεσολαβητή την αιτίαση ότι δεν επέδειξε αμεροληψία και αντικειμενικότητα κατά την εξέταση της καταγγελίας του, καθόσον ο Διαμεσολαβητής έλαβε υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής, ενώ η γνώμη αυτή η οποία είχε συνταγεί στα αγγλικά, γλώσσα στην οποία ο F. Lamberts είχε υποβάλει την καταγγελία του, είχε υποβληθεί μετά την προθεσμία που είχε τάξει ο Διαμεσολαβητής. Επιπλέον, το αγγλικό κείμενο της γνώμης αυτής δεν αντιστοιχεί με το γαλλικό κείμενο που είχε διαβιβαστεί αρχικώς. Εν προκειμένω, το Πρωτοδικείο σημείωσε ότι η προθεσμία που ο Διαμεσολαβητής έταξε στο κοινοτικό όργανο για να υποβάλει τη γνώμη του δεν είναι αποκλειστική προθεσμία και ότι οι γλωσσικές αποδόσεις δεν είναι διαφορετικές όσον αφορά τα στοιχεία που είχαν σημασία για να εξετάσει ο Διαμεσολαβητής την καταγγελία που του είχε υποβληθεί. 27 Τρίτον, ο F. Lamberts υποστήριξε ότι ο Διαμεσολαβητής είχε υποχρέωση να χρησιμοποιήσει ορισμένα μέσα ώστε να βρεθεί συναινετική λύση που να ικανοποιεί τον πολίτη. Το Πρωτοδικείο υπενθύμισε ότι ο Διαμεσολαβητής έχει συναφώς ευρύτατη διακριτική ευχέρεια. Κατά συνέπεια, εξωσυμβατική ευθύνη του Διαμεσολαβητή δύναται να στοιχειοθετηθεί μόνον αν ο Διαμεσολαβητής κατά τρόπο κατάφωρο και πρόδηλο παρέβλεψε τις υποχρεώσεις που έχει στο πλαίσιο αυτό. Κατ' αρχήν, ο Διαμεσολαβητής δεν δύναται να περιοριστεί να διαβιβάσει στον ενδιαφερόμενο πολίτη τις γνώμες του κοινοτικού οργάνου. Πάντως, εν προκειμένω, ο Διαμεσολαβητής εξέτασε το βάσιμο της απόψεως της Επιτροπής και χωρίς να υποπέσει σε σφάλμα συνήγαγε, στην απόφαση του, ότι δεν μπορούσε να φέρει αποτέλεσμα η αναζήτηση συναινετικής λύσεως που να ικανοποιεί τον F. Lamberts. Ι

12 ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗΣ κατά LAMBERTS Τα αιτήματα των διαδίκων ενώπιον του Δικαστηρίου 28 Με την αίτηση του αναιρέσεως, ο Διαμεσολαβητής ζητεί από το Δικαστήριο: να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που κηρύσσει παραδεκτή την αγωγή αποζημιώσεως να κηρύξει την πιο πάνω αγωγή απαράδεκτη. 29 Ο F. Lamberts κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου υπόμνημα αντικρούσεως. Ζητεί από το Δικαστήριο: να απορρίψει την αίτηση αναιρέσεως να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση όσον αφορά το βάσιμο της αγωγής και, επομένως: κυρίως: να υποχρεώσει τον Διαμεσολαβητή να του καταβάλει το ποσό των ευρώ για αποκατάσταση υλικής ζημίας και το ποσό των Ι

13 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, πλέον νομίμων τόκων μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, να καταδικάσει τον Διαμεσολαβητή στα δικαστικά έξοδα, επικουρικώς: να υποχρεώσει τον Διαμεσολαβητή να του καταβάλει το ποσό των ευρώ για αποκατάσταση υλικής ζημίας και το ποσό των ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, πλέον νομίμων τόκων μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, να καταδικάσει τον Διαμεσολαβητή στα δικαστικά έξοδα. 30 Το Κοινοβούλιο κατέθεσε υπόμνημα παρεμβάσεως υπέρ του Διαμεσολαβητή. Επί της αιτήσεως αναιρέσεως 31 Το άρθρο 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου ορίζει ότι ενώπιον του Δικαστηρίου δύναται να υποβληθεί αίτηση αναιρέσεως μεταξύ άλλων κατά των αποφάσεων του Πρωτοδικείου οι οποίες επιλύουν ένα παρεμπίπτον ζήτημα σχετικά με ένσταση αναρμοδιότητας ή απαραδέκτου και ότι η πιο πάνω αίτηση αναιρέσεως δύναται να υποβληθεί από όποιον διάδικο ηττήθηκε εν όλω ή εν μέρει. Ι

14 ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗΣ κατή LAMBERTS 32 Στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, το Πρωτοδικείο πρώτα απέρριψε την ένσταση απαραδέκτου που ο Διαμεσολαβητής είχε προβάλει κατά της αγωγής του F. Lamberts και μετά απέρριψε την αγωγή του τελευταίου ως αβάσιμη. 33 Επομένως, εφόσον ο Διαμεσολαβητής ηττήθηκε εν μέρει, είναι παραδεκτή η αίτηση του αναιρέσεως της αποφάσεως του Πρωτοδικείου κατά το μέρος που το Πρωτοδικείο απέρριψε την ένσταση του απαραδέκτου (βλ., στο ίδιο πνεύμα, τις αποφάσεις της 21ης Ιανουαρίου 1999, C-73/97 Ρ, Γαλλία κατά Comafrica κ.λπ., Συλλογή 1999, σ. Ι-185, και της 26ης Φεβρουαρίου 2002, C-23/00 Ρ, Συμβούλιο κατά Boehringer, Συλλογή 2002, σ. Ι-1873, σκέψη 50). 34 Στη συνέχεια, πρέπει να επισημανθεί ότι ο Διαμεσολαβητής δεν θέτει υπό αμφισβήτηση τη διαπίστωση του Πρωτοδικείου ότι είναι αρμόδιο, κατά τα άρθρα 235 ΕΚ και 288, δεύτερο εδάφιο, ΕΚ, να εκδικάζει αγωγές αποζημιώσεως που στρέφονται κατά του Διαμεσολαβητή ως οργάνου της Κοινότητας. 35 Συγκεκριμένα, ο Διαμεσολαβητής αναγνωρίζει ότι, κατ' αρχήν, ένας πολίτης δύναται να ασκήσει αγωγή αποζημιώσεως για την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη από τυχόν πταισματική συμπεριφορά του Διαμεσολαβητή, και συγκεκριμένα από πράξεις χωριστές από τη διαδικασία έρευνας, στις οποίες ο Διαμεσολαβητής προέβη κατά παράβαση των καθηκόντων που του επιβάλλουν η Συνθήκη και το καθεστώς του και οι οποίες προσέβαλαν δικαιώματα του πολίτη, όπως το δικαίωμα να μείνουν εμπιστευτικές ορισμένες πληροφορίες. 36 Απεναντίας, θεωρεί αντίθετο προς το κοινοτικό δίκαιο να ασκηθεί κατ' αυτού αγωγή αποζημιώσεως σε περιστάσεις όπως αυτές της παρούσας υποθέσεως, καθόσον η αγωγή αυτή σκοπό έχει να ελεγχθούν η νομιμότητα της διαδικασίας έρευνας που κίνησε ο Διαμεσολαβητής και η νομιμότητα της αποφάσεως του να περατώσει τη διαδικασία αυτή. Κατ' αυτόν τον τρόπο, το Πρωτοδικείο παρέβλεψε τα όρια του δικαστικού ελέγχου της δραστηριότητας του Διαμεσολαβητή. Ι

15 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ 37 Ο Διαμεσολαβητής διατυπώνει έναν μοναδικό λόγο αναιρέσεως με τον οποίο προβάλλει ότι το Πρωτοδικείο, αφενός, παρέβη το κοινοτικό δίκαιο, και ειδικότερα το άρθρο 195 ΕΚ και την απόφαση 94/262, και, αφετέρου, παρέβλεψε ή παρερμήνευσε τη δική του νομολογία καθώς και αυτήν του Δικαστηρίου. 38 Ο λόγος αυτός αναιρέσεως έχει τρία σκέλη. Επί του πρώτου σκέλους του λόγου αναιρέσεως Παρουσίαση και επιχειρηματολογία 39 Με το πρώτο σκέλος του λόγου του αναιρέσεως, ο Διαμεσολαβητής, υποστηριζόμενος από το Κοινοβούλιο, προσάπτει στο Πρωτοδικείο ότι άσκησε δικαστικό έλεγχο επί της νομιμότητας της διαδικασίας έρευνας και της αποφάσεως να περατωθεί η διαδικασία αυτή, ενώ, βάσει των διατάξεων που διέπουν την άσκηση των καθηκόντων του Διαμεσολαβητή και την ευθύνη του, ο έλεγχος αυτός ανατίθεται στο Κοινοβούλιο. 40 Εν προκειμένω, στηρίζεται στα άρθρα 195 ΕΚ και 3, παράγραφοι 7 και 8, της αποφάσεως 94/262, κατά τα οποία ο Διαμεσολαβητής πρέπει να υποβάλλει στο Κοινοβούλιο ειδικές εκθέσεις και ετήσια έκθεση σχετικά με τη δραστηριότητα του. Σημειώνει, στην ουσία, ότι οι εκθέσεις αυτές αναλύονται από το Κοινοβούλιο και γίνονται το αντικείμενο ψηφίσματος. Υπογραμμίζει ότι στην ετήσια έκθεση για το 1999, η οποία υποβλήθηκε στο Κοινοβούλιο τον Απρίλιο του 2000, γίνεται μνεία της έρευνας στην οποία ο Διαμεσολαβητής προέβη σχετικά με την καταγγελία του F. Lamberts. Το Κοινοβούλιο, αφού ανέλυσε την έκθεση αυτή, κατήρτισε δική του έκθεση, την οποία ενέκρινε τον Ιούλιο του Δεχόμενο να εξετάσει επί της ουσίας μια υπόθεση όπου ο F. Lamberts αμφισβητούσε τόσο τον τρόπο με τον οποίο ο Διαμεσολαβητής αντιμετώπισε την καταγγελία του όσο και τα πορίσματα στα οποία κατέληξε ο Διαμεσολα- Ι

16 ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗΣ κατά LAMBERTS βητής, το Πρωτοδικείο κακώς ήλεγξε τη νομιμότητα της διαδικασίας έρευνας, που κινήθηκε από τον Διαμεσολαβητή, και των πορισμάτων του, πράγμα που επικαλύπτει τον έλεγχο ο οποίος βάσει της Συνθήκης είναι έργο του Κοινοβουλίου και είχε ήδη γίνει. 41 Επιπλέον, ο Διαμεσολαβητής υποστηρίζει ότι τα άρθρα 195, παράγραφος 2, ΕΚ και 8 της αποφάσεως 94/262 προβλέπουν μια ειδική διαδικασία για την περίπτωση που ο Διαμεσολαβητής υποπέσει σε βαρύ παράπτωμα ή σε διάφορα παραπτώματα με αποτέλεσμα να αμφισβητηθεί η ικανότητα του να εκτελέσει τα καθήκοντά του. Στην περίπτωση αυτή, κατόπιν αιτήσεως του Κοινοβουλίου, το Δικαστήριο δύναται να απαλλάξει τον Διαμεσολαβητή από τα καθήκοντά του. Αν ο F. Lamberts θεωρούσε ότι ο Διαμεσολαβητής δεν αντιμετώπισε σωστά την καταγγελία του, θα έπρεπε να προσφύγει στο Κοινοβούλιο και όχι στο Πρωτοδικείο στο πλαίσιο αγωγής αποζημιώσεως. 42 Ο Διαμεσολαβητής και το Κοινοβούλιο προσθέτουν ότι οι ερμηνείες επί των οποίων το Πρωτοδικείο στηρίχθηκε για να κηρύξει παραδεκτή αγωγή για την αποκατάσταση ζημίας που προκλήθηκε από τον Διαμεσολαβητή δύνανται να θίξουν την ισορροπία μεταξύ του Διαμεσολαβητή και των άλλων κοινοτικών οργάνων και να θέσουν υπό αμφισβήτηση την ανεξαρτησία του που προβλέπεται από το άρθρο 195, παράγραφος 3, ΕΚ. Εκτίμηση του Δικαστηρίου 43 Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το Πρωτοδικείο δεν υπέπεσε σε νομικό σφάλμα όταν εκτίμησε ότι ο δικαστικός έλεγχος των δραστηριοτήτων του Διαμεσολαβητή δεν αποκλείεται από τις ελεγκτικές εξουσίες που το Κοινοβούλιο έχει σχετικά με τον Διαμεσολαβητή. 44 Συγκεκριμένα, αφενός, η υποχρέωση του Διαμεσολαβητή να υποβάλει έκθεση στο Κοινοβούλιο δεν μπορεί να θεωρηθεί έλεγχος, από το Κοινοβούλιο, της ορθής εκτελέσεως από τον Διαμεσολαβητή των καθηκόντων του σχετικά με την εξέταση των καταγγελιών των πολιτών. Ι

17 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ 45 Αφετέρου, η διαδικασία απαλλαγής του Διαμεσολαβητή από τα καθήκοντά του συνεπάγεται συνολική εκτίμηση της δραστηριότητάς του και όχι έλεγχο, από το Κοινοβούλιο, της εκτελέσεως από τον Διαμεσολαβητή των καθηκόντων του κατά την εξέταση μιας καταγγελίας ενός πολίτη. 46 Ούτως ή άλλως, οι εξουσίες που το Κοινοβούλιο έχει έναντι του Διαμεσολαβητή δεν είναι συγγενείς με την εξουσία δικαστικού ελέγχου. 47 Κατά συνέπεια, ο δικαστικός έλεγχος της δραστηριότητας του Διαμεσολαβητή δεν επικαλύπτει τον έλεγχο που ασκεί το Κοινοβούλιο. 48 Όσον αφορά τον φερόμενο κίνδυνο ότι ο δικαστικός έλεγχος της δραστηριότητας του Διαμεσολαβητή θα θέσει υπό αμφισβήτηση την ανεξαρτησία του, η αναγνώριση ευθύνης λόγω ζημίας που προκλήθηκε από τη δραστηριότητα του Διαμεσολαβητή δεν αφορά την ατομική ευθύνη του Διαμεσολαβητή αλλά αυτήν της Κοινότητας. Πάντως, δεν προκύπτει ότι η δυνατότητα να στοιχειοθετηθεί, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ευθύνη της Κοινότητας λόγω αντίθετης προς το κοινοτικό δίκαιο συμπεριφοράς του Διαμεσολαβητή κατά την άσκηση των καθηκόντων του μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση την ανεξαρτησία του Διαμεσολαβητή. 49 Κατά πάγια νομολογία σχετικά με την ευθύνη της Κοινότητας για ζημίες που προκλήθηκαν σε ιδιώτες από παράβαση του κοινοτικού δικαίου καταλογιστέα σε κοινοτικό όργανο ή οργανισμό, δικαίωμα αποζημιώσεοος αναγνωρίζεται όταν πληρούνται τρεις προϋποθέσεις, δηλαδή όταν ο κανόνας δικαίου που παραβιάστηκε σκοπό έχει να απονείμει δικαιώματα στους ιδιώτες, όταν η παράβαση είναι κατάφωρη και όταν υφίσταται άμεσος αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παραβάσεως της υποχρεώσεως που έχει εκείνος που προέβη στη σχετική πράξη και της ζημίας που υπέστησαν οι θιγέντες (βλ. την απόφαση της 10ης Ιουλίου 2003, C-472/00 Ρ, Επιτροπή κατά Fresh Marine, Συλλογή 2003, σ. I-7541, σκέψη 25 και νομολογία που παρατίθεται εκεί). Όσον αφορά τη Ι

18 ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗΣ κατά LAMBERTS δεύτερη προϋπόθεση, το αποφασιστικό κριτήριο για να θεωρηθεί κατάφωρη μια παράβαση του κοινοτικού δικαίου είναι, σε περιστάσεις όπως αυτές της παρούσας υποθέσεως, το κριτήριο αν το σχετικό κοινοτικό όργανο παρέβλεψε κατά τρόπο πρόδηλο και σοβαρό τα όρια της διακριτικής του ευχέρειας (προαναφερθείσα απόφαση Επιτροπή κατά Fresh Marine, σκέψη 26). 50 Για να εξεταστεί αν έλαβε χώρα κατάφωρη παράβαση του κοινοτικού δικαίου καθιστώσα δυνατό να στοιχειοθετηθεί εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας λόγω της συμπεριφοράς του Διαμεσολαβητή, πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ιδιαιτερότητες του λειτουργήματος του τελευταίου. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο Διαμεσολαβητής έχει μόνον υποχρέωση χρησιμοποιήσεως ορισμένων μέσων και ότι έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια. 51 Έτσι, αντιθέτως προς αυτό που υποστηρίζουν ο Διαμεσολαβητής και το Κοινοβούλιο, ο έλεγχος που ασκείται από το δεύτερο επί του πρώτου δεν αποκλείει τον δικαστικό έλεγχο, ο οποίος πρέπει να ασκείται λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων του λειτουργήματος του Διαμεσολαβητή. 52 Κατά συνέπεια, το Πρωτοδικείο δεν παρέβη τις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου που διέπουν την άσκηση των καθηκόντων του Διαμεσολαβητή και τον έλεγχο επί του Διαμεσολαβητή όταν κήρυξε κατ' αρχήν παραδεκτή αγωγή αποζημιώσεως που στηριζόταν στην εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας λόγω φερομένης πλημμελούς αντιμετωπίσεως μιας καταγγελίας από τον Διαμεσολαβητή. Κατά συνέπεια, το Πρωτοδικείο, στη σκέψη 57 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως, αφού αναγνώρισε τόσο ότι ο Διαμεσολαβητής έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια όσον αφορά το βάσιμο των καταγγελιών και τη συνέχεια που πρέπει να δοθεί σε αυτές όσο και ότι, στο πλαίσιο αυτό, ο Διαμεσολαβητής δεν έχει καμία υποχρέωση αποτελέσματος, ορθώς έκρινε ότι, ακόμη και αν ο έλεγχος του κοινοτικού δικαστή πρέπει κατά συνέπεια να είναι περιορισμένος, δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι, σε όλως εξαιρετικές περιστάσεις, ένας πολίτης θα μπορέσει να αποδείξει ότι ο Διαμεσολαβητής παρέβη κατάφωρα το κοινοτικό δίκαιο κατά την άσκηση των καθηκόντων του, με αποτέλεσμα να προκληθεί ζημία στον εν λόγω πολίτη. Ι

19 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ 53 Κατά συνέπεια, το πρώτο σκέλος του λόγου αναιρέσεως είναι αβάσιμο. Επί του δευτέρου σκέλους του λόγου αναιρέσεως Παρουσίαση και επιχειρηματολογία 54 Με το δεύτερο σκέλος του λόγου του αναιρέσεως, ο Διαμεσολαβητής, υποστηριζόμενος από το Κοινοβούλιο, προσάπτει στο Πρωτοδικείο ότι υπέπεσε σε νομικό σφάλμα όταν κήρυξε παραδεκτή μια αγωγή που στην πραγματικότητα σκοπό είχε να θέσει υπό αμφισβήτηση τη νομιμότητα της διαδικασίας έρευνας και της αποφάσεως περατώσεως της διαδικασίας αυτής ενώ, βάσει της νομολογίας του Πρωτοδικείου και του Δικαστηρίου, τα μέσα δικαστικής προστασίας που προβλέπει προς τούτο η Συνθήκη είναι απαράδεκτα όταν πρόκειται για τον Διαμεσολαβητή. 55 Ο Διαμεσολαβητής ισχυρίστηκε ότι οι έρευνες τις οποίες διεξάγει και τα πορίσματα στα οποία καταλήγει, ακόμη και αν αποκαλούνται «αποφάσεις», δεν έχουν άμεσα νομικά αποτελέσματα για τους πολίτες ούτε δεσμευτικό νομικό αποτέλεσμα για το σχετικό κοινοτικό όργανο. Κατά συνέπεια, θεωρεί ότι, ακόμη και αν οι έρευνες του έχουν τυπικά ελαττώματα και στα πορίσματα του έχουν εμφιλοχωρήσει νομικά σφάλματα, σε καμία περίπτωση οι έρευνες και τα πορίσματα του δεν μπορούν να προκαλέσουν ζημία στους καταγγέλλοντες, οι οποίοι ζημιώθηκαν λόγω κακοδιοικήσεως καταλογιστέας σε κοινοτικό όργανο και όχι στον Διαμεσολαβητή. 56 Ο Διαμεσολαβητής προσάπτει επιπλέον στο Πρωτοδικείο ότι, στις σκέψεις 64 έως 85 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως, προέβη σε λεπτομερή ανάλυση της έρευνας του και των πορισμάτων του, όπως θα έπραττε στο πλαίσιο προσφυγής ακυρώσεως, και ότι έτσι προέβη σε πραγματικό έλεγχο νομιμότητας σχετικά με ολόκληρη τη διαδικασία έρευνας και τα πορίσματα του. Ι

20 ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗΣ κατά LAMBERTS 57 Κατ' αυτόν τον τρόπο, το Πρωτοδικείο δεν τήρησε τη διάκριση μεταξύ αφενός, αγωγής αποζημιώσεως και, αφετέρου, προσφυγής ακυρώσεως και προσφυγής κατά παραλείψεως και παρέβλεψε τη δική του νομολογία και αυτή του Δικαστηρίου από τις οποίες προκύπτει ότι οι έρευνες και οι αποφάσεις του Διαμεσολαβητή δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο δικαστικού ελέγχου στο πλαίσιο των δύο αυτών προσφυγών. 58 Ο Διαμεσολαβητής προσάπτει στο Πρωτοδικείο ότι παρά ταύτα κατέστησε δυνατό έναν τέτοιο δικαστικό έλεγχο υπό το κάλυμμα αγωγής αποζημιώσεως και έτσι άνοιξε τον δρόμο για την άσκηση πληθώρας προσφυγών ακυρώσεως, ακόμη και προσφυγών κατά παραλείψεως, εναντίον του Διαμεσολαβητή υπό το κάλυμμα αγωγών αποζημιώσεως. Το Πρωτοδικείο δεν έλαβε υπόψη ότι, στην πραγματικότητα, η αγωγή αποζημιώσεως κατά του Διαμεσολαβητή συνιστά καταστρατήγηση από τον F. Lamberts των μέσων δικαστικής προστασίας που είναι η προσφυγή ακυρώσεως και η προσφυγή κατά παραλείψεως. Εκτίμηση του Δικαστηρίου 59 Η αγωγή αποζημιώσεως είναι αυτοτελές μέσο δικαστικής προστασίας, το οποίο έχει ιδιαίτερη λειτουργία στο πλαίσιο του συστήματος των μέσων δικαστικής προστασίας και εξαρτάται από προϋποθέσεις ασκήσεως οι οποίες τέθηκαν με γνώμονα το ειδικό αντικείμενό του (απόφαση της 28ης Απριλίου 1971, 4/69, Lütticke κατά Επιτροπής, Συλλογή τόμος , σ. 769, σκέψη 6, και διάταξη της 21ης Ιουνίου 1993, C-257/93, Van Parijs κ.λπ. κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, Συλλογή 1993, σ. Ι-3335, σκέψη 14). Ενώ σκοπός της προσφυγής ακυρώσεως και της προσφυγής κατά παραλείψεως είναι να επιβληθεί κύρωση λόγω του παράνομου χαρακτήρα μιας νομικώς δεσμευτικής πράξεως ή λόγω της ελλείψεως τέτοιας πράξεως, η αγωγή αποζημιώσεως έχει ως αντικείμενο αίτηση αποκαταστάσεως ζημίας απορρέουσας από παράνομη πράξη ή συμπεριφορά καταλογιστέα σε κοινοτικό όργανο ή οργανισμό (βλ., στο ίδιο πνεύμα, τις αποφάσεις της 10ης Ιουλίου 1985, 118/83, CMC κατά Επιτροπής, Συλλογή 1985, σ. 2325, σκέψεις 29 έως 31 της 27ης Μαρτίου 1990, C-308/87, Grifoni κατά Επιτροπής, Συλλογή 1990, σ. Ι-1203, και της 15ης Σεπτεμβρίου 1994, C-146/91, ΚΥΔΕΠ κατά Συμβουλίου και Επιτροπής (Συλλογή 1994, σ. Ι-4199). Ι

21 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ 60 Μία από τις προϋποθέσεις του δικαιώματος αποζημιώσεως είναι, όπως υπομνήσθηκε στη σκέψη 49 της παρούσας αποφάσεως, η ύπαρξη κατάφωρης παραβάσεως κανόνα δικαίου ο οποίος απονέμει δικαιώματα σε ιδιώτες. Έτσι, όταν πρόκειται για εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας, πρέπει να εκτιμηθεί η ζημιογόνος συμπεριφορά για να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη κοινοτικού οργάνου ή οργανισμού. 61 Πράγματι, αν ένα κοινοτικό δικαστήριο δεν μπορούσε να εκτιμήσει τη νομιμότητα της συμπεριφοράς κοινοτικού οργάνου ή οργανισμού, η διαδικασία του άρθρου 235 ΕΚ θα στερούνταν της πρακτικής της αποτελεσματικότητας. 62 Κατά συνέπεια, στο πλαίσιο αγωγής βασιζόμενης στην εξωσυμβατική ευθύνη της Κοινότητας και έχουσας ως σκοπό την αποκατάσταση ζημίας που φέρεται ότι προκλήθηκε από τον τρόπο που ο Διαμεσολαβητής αντιμετώπισε μια καταγγελία, πρέπει να εκτιμηθεί η νομιμότητα της συμπεριφοράς του Διαμεσολαβητή κατά την άσκηση των καθηκόντων του. 63 Επομένως, για να κρίνει αν έπρεπε να δεχθεί την αγωγή που ασκήθηκε ενώπιον του, το Πρωτοδικείο δικαίως εξέτασε, στις σκέψεις 64 έως 85 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως, αν ο Διαμεσολαβητής υπέπεσε στην κατάφωρη παράβαση του κοινοτικού δικαίου την οποία του προσήπτε ο F. Lamberts και δικαίως ήλεγξε τον τρόπο που ο Διαμεσολαβητής αντιμετώπισε την καταγγελία του F. Lamberts. 64 Εν κατακλείδι, το Πρωτοδικείο όταν κήρυξε παραδεκτή την αγωγή του F. Lamberts δεν υπέπεσε σε νομικό σφάλμα σχετικά με την έκταση της αγωγής αποζημιώσεως. Ι

22 ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗΣ κατά LAMBERTS 65 Κατά συνέπεια, το δεύτερο σκέλος του λόγου αναιρέσεως είναι αβάσιμο. Επί του τρίτον σκέλους τον λόγου αναιρέσεως Παρουσίαση και επιχειρηματολογία 66 Με το τρίτο σκέλος του λόγου του αναιρέσεως, ο Διαμεσολαβητής, υποστηριζόμενος από το Κοινοβούλιο, προσάπτει στην ουσία στο Πρωτοδικείο ότι παρέβη το κοινοτικό δίκαιο όταν κήρυξε παραδεκτή την αγωγή αποζημιώσεως που ασκήθηκε από τον F. Lamberts κατά του Διαμεσολαβητή, ενώ η αγωγή αυτή σκοπό είχε να αποκατασταθεί η ζημία που προκλήθηκε από τη συμπεριφορά της Επιτροπής. Στην πραγματικότητα, ο F. Lamberts, ο οποίος δεν άσκησε εμπροθέσμως προσφυγή ακυρώσεως των αποφάσεων της Επιτροπής που ελήφθησαν σχετικά με αυτόν, προσπάθησε, υπό το κάλυμμα αγωγής αποζημιώσεως κατά του Διαμεσολαβητή, να καταστρατηγήσει τις δημοσίας τάξεως προθεσμίες που διέπουν την προσφυγή ακυρώσεως προκειμένου να αμφισβητήσει, ενώπιον του κοινοτικού δικαστηρίου, τη νομιμότητα των πιο πάνω αποφάσεων της Επιτροπής. Εκτίμηση του Δικαστηρίου 67 Ο Διαμεσολαβητής σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος για τη συμπεριφορά της Επιτροπής. Η αγωγή για την αποκατάσταση ζημίας που προκλήθηκε από τη συμπεριφορά κοινοτικού οργάνου ή οργανισμού πρέπει να στραφεί κατά του πιο πάνω οργάνου ή οργανισμού. Ι

23 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ 68 Προς στήριξη της αγωγής που άσκησε ενώπιον του Πρωτοδικείου, ο F. Lamberts ισχυρίστηκε ότι υπέστη ζημία από πταίσματα και αμέλειες του Διαμεσολαβητή κατά την εξέταση της καταγγελίας του. Συνεπώς, η αγωγή του δεν αφορά την αποκατάσταση ζημίας που προκλήθηκε από ζημιογόνο συμπεριφορά της Επιτροπής. 69 Επομένως, ορθώς το Πρωτοδικείο έκρινε, στη σκέψη 51 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως, ότι, με την αγωγή που άσκησε ενώπιόν του, ο F. Lamberts επιδίωκε να του επιδικαστεί αποζημίωση για τη ζημία που θεωρούσε ότι υπέστη από αμέλεια την οποία ο Διαμεσολαβητής επέδειξε κατά την άσκηση των καθηκόντων που του έχει αναθέσει η Συνθήκη ΕΚ. 70 Κατά συνέπεια, το τρίτο σκέλος του λόγου αναιρέσεως που προβάλλει ο Διαμεσολαβητής είναι αβάσιμο. 71 Υπό τις συνθήκες αυτές, η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί. Επί της ανταιτήσεως αναιρέσεως 72 Προς στήριξη της ανταιτήσεώς του αναιρέσεως, ο F. Lamberts προβάλλει δύο λόγους αναιρέσεως. 73 Ο Διαμεσολαβητής και το Κοινοβούλιο υποστηρίζουν ότι η ανταίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Ι

24 ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΉΣ κατά LAMBERTS Επί του πρώτον λόγου αναιρέσεως 74 Με τον πρώτο λόγο του αναιρέσεως, ο F. Lamberts προβάλλει κατά του Πρωτοδικείου την αιτίαση ότι, μη δεχόμενο κανένα πταίσμα του Διαμεσολαβητή, παρέβη την απόφαση 94/262. Έτσι, το Πρωτοδικείο παρέβη τόσο το άρθρο 2, παράγραφος 5, της αποφάσεως εκείνης, καθόσον δεν επέβαλε στον Διαμεσολαβητή κύρωση για το ότι δεν συμβούλευσε εγκαίρως τον F. Lamberts να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του κοινοτικού δικαστή, όσο και το άρθρο 3, παράγραφος 5, της ίδιας αποφάσεως, καθόσον δεν επέβαλε στον Διαμεσολαβητή κύρωση για το ότι δεν αναζήτησε συναινετική λύση που να ικανοποιεί τον F. Lamberts, ενώ ο Διαμεσολαβητής ενεργώντας κατ' αυτόν τον τρόπο δεν εκτέλεσε την αποστολή που του έχει αναθέσει το Κοινοβούλιο. Επί του παραδεκτού του λόγου αναιρέσεως 75 Πρέπει να επισημανθεί ότι, όταν ένας αναιρεσείων αμφισβητεί την ερμηνεία ή την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου στην οποία προέβη το Πρωτοδικείο, τα νομικά ζητήματα που εξετάστηκαν πρωτοδίκως μπορούν να εξεταστούν εκ νέου στο πλαίσιο της αιτήσεως αναιρέσεως. Συγκεκριμένα, αν ένας αναιρεσείων δεν μπορούσε να στηρίξει την αίτηση του αναιρέσεως σε ισχυρισμούς και επιχειρήματα που ήδη χρησιμοποιήθηκαν ενώπιον του Πρωτοδικείου, η αναιρετική διαδικασία θα στερούνταν μέρους του νοήματος της (βλ. τη διάταξη της 11ης Νοεμβρίου 2003, C-488/01 Ρ, Martinez κατά Κοινοβουλίου, Συλλογή, 2003 σ. Ι-13355, σκέψη 39 και νομολογία που παρατίθεται εκεί). 76 Ωστόσο, από τα άρθρα 225 ΕΚ, 58, πρώτο εδάφιο, του Οργανισμού του Δικαστηρίου και 112, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, στοιχείο γ', του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου προκύπτει ότι η αίτηση αναιρέσεως πρέπει να αναφέρει επακριβώς τα επικρινόμενα στοιχεία της αποφάσεως της οποίας ζητείται η αναίρεση καθώς και τα νομικά επιχειρήματα που με συγκεκριμένο τρόπο στηρίζουν την αίτηση αυτή (βλ. την προαναφερθείσα διάταξη Martinez κατά Κοινοβουλίου, σκέψη 40 και νομολογία που παρατίθεται εκεί). Ι

25 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ 77 Δεν ικανοποιεί την απαίτηση αυτή η αίτηση αναιρέσεως η οποία, χωρίς καν να περιέχει επιχειρηματολογία με σκοπό ειδικά να προσδιοριστεί το νομικό σφάλμα που φέρεται ότι έχει η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, περιορίζεται να επαναλάβει τους ισχυρισμούς και τα επιχειρήματα που ήδη προβλήθηκαν ενώπιον του Πρωτοδικείου. Συγκεκριμένα, μια τέτοια αίτηση αναιρέσεως αποτελεί στην πραγματικότητα αίτηση απλώς και μόνον επανεξετάσεως της αγωγής που ασκήθηκε ενώπιον του Πρωτοδικείου, πράγμα που δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου (απόφαση της 4ης Ιουλίου 2000, C-352/98 Ρ, Bergaderm και Goupil κατά Επιτροπής, Συλλογή 2000, σ. Ι-5291, σκέψη 35). 78 Πάντως, εν προκειμένω, με τον πρώτο του λόγο αναιρέσεως, ο F. Lamberts προσδιόρισε ειδικά το νομικό σφάλμα που προσάπτει στο Πρωτοδικείο και όντως επέκρινε την ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου στην οποία στηρίχθηκε το Πρωτοδικείο. Συγκεκριμένα, ο λόγος αυτός αναιρέσεως σκοπό έχει να θέσει υπό αμφισβήτηση την κρίση του Πρωτοδικείου σε ένα νομικό ζήτημα που τέθηκε ενώπιόν του, δηλαδή την ερμηνεία που πρέπει να δοθεί στις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου κατά τις οποίες ο Διαμεσολαβητής δύναται να συμβουλεύσει τον καταγγέλλοντα να απευθυνθεί σε άλλη αρχή και οφείλει να προσπαθήσει στο μέτρο του δυνατού να βρει συναινετική λύση. 79 Κατά συνέπεια, ο πρώτος λόγος αναιρέσεως είναι παραδεκτός. Επί του βάσιμου του λόγου αναιρέσεως 80 Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι οι διατάξεις που διέπουν την άσκηση των καθηκόντων του Διαμεσολαβητή, και ειδικότερα το άρθρο 2, παράγραφος 5, Ι

26 ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗΣ κατά LAMBERTS της αποφάσεως 94/262, ουδεμία υποχρέωση επιβάλλουν στον Διαμεσολαβητή να πληροφορήσει τον καταγγέλλοντα για τα άλλα μέσα έννομης προστασίας που του παρέχονται και για τις προθεσμίες για την άσκηση των μέσων δικαστικής προστασίας. Κατά μείζονα λόγο, δεν είναι έργο του Διαμεσολαβητή να συμβουλεύσει τον καταγγέλλοντα να ακολουθήσει οποιαδήποτε δικαστική οδό. 81 Ναι μεν ενδέχεται να συντελέσει στην ευόδωση του έργου που του έχει ανατεθεί από τη Συνθήκη το να πληροφορήσει ο Διαμεσολαβητής τον ενδιαφερόμενο πολίτη για τα μέσα δικαστικής προστασίας που μπορεί να ασκήσει για να προστατεύσει καλύτερα τα συμφέροντα του, πλην όμως το άρθρο 2, παράγραφος 5, της αποφάσεως 94/262 δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι παρέχει δικαίωμα στον καταγγέλλοντα να του υποδειχθεί να ασκήσει ενώπιον του Πρωτοδικείου προσφυγή ακυρώσεως της αποφάσεως του κοινοτικού οργάνου η οποία αποτελεί αντικείμενο της καταγγελίας. 82 Όσον αφορά την αναζήτηση συναινετικής λύσεως στο πλαίσιο της διαφοράς μεταξύ του καταγγέλλοντος και του κοινοτικού οργάνου, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 5, της αποφάσεως 94/262, ο Διαμεσολαβητής οφείλει μόνο να συνεργαστεί με το σχετικό κοινοτικό όργανο για την αναζήτηση λύσεως ικανής να εξαλείψει την κακοδιοίκηση και να ικανοποιήσει τον καταγγέλλοντα. Εν προκειμένω, ο Διαμεσολαβητής έχει ευρύτατη διακριτική ευχέρεια. Ειδικότερα, πρέπει να εκτιμήσει αν μπορεί να θεωρηθεί εφικτή η αναζήτηση λύσεως που να ικανοποιεί τον καταγγέλλοντα, διευκρινιζομένου ότι υπάρχουν καταστάσεις όπου η αναζήτηση τέτοιας λύσεως δεν είναι δυνατή, όπως προκύπτει από το άρθρο 6, παράγραφος 3, των εκτελεστικών διατάξεων, οπότε ο Διαμεσολαβητής θέτει με αιτιολογημένη απόφαση την υπόθεση στο αρχείο. Εν πάση περιπτώσει, δεν δύναται να προσαφθεί στον Διαμεσολαβητή ότι δεν εκτέλεσε ορθώς την αποστολή που του έχει ανατεθεί απλώς και μόνον διότι συνήγαγε ότι είναι αδύνατον να βρεθεί συναινετική λύση που να ικανοποιεί τον καταγγέλλοντα. Κατά συνέπεια, το Πρωτοδικείο δεν υπέπεσε σε νομικό σφάλμα ούτε όταν ερμήνευσε τις κοινοτικές διατάξεις κατά τις οποίες ο Διαμεσολαβητής αναζητεί στο μέτρο του δυνατού συναινετική λύση ούτε όταν έκρινε, στη σκέψη 85 της αποφάσεως του, ότι ο Διαμεσολαβητής δύναται, χωρίς να υποπέσει σε υπηρεσιακό πταίσμα, να συναγάγει στην απόφαση που περατώνει μια συγκεκριμένη έρευνα ότι δεν μπορεί να φέρει αποτέλεσμα η αναζήτηση συναινετικής λύσεως που να ικανοποιεί τον καταγγέλλοντα. 83 Κατά συνέπεια, ο πρώτος λόγος αναιρέσεως που προβάλλει ο F. Lamberts πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Ι

27 Επί τον δευτέρου λόγου αναιρέσεως ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ 84 Με τον δεύτερο λόγο του αναιρέσεως, ο F. Lamberts προσάπτει στο Πρωτοδικείο ότι υπέπεσε σε δύο σημαντικά σφάλματα εκτιμήσεως. 85 Πρώτον, προσάπτει στο Πρωτοδικείο ότι υπέπεσε σε σφάλμα εκτιμήσεως όταν εξέθεσε, στη σκέψη 82 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως, ότι «τόσο από τη γνώμη της Επιτροπής επί της καταγγελίας του ενάγοντος, όσο και από το έγγραφο της 15ης Δεκεμβρίου 1999 του αρμόδιου μέλους της Επιτροπής για τις υποθέσεις του προσωπικού προκύπτει ότι η Επιτροπή αρνούνταν να επιτρέψει στον ενάγοντα να λάβει για δεύτερη φορά μέρος στην προφορική δοκιμασία ή να αναζητήσει κάθε άλλη εναλλακτική λύση», ενώ ο F. Lamberts ουδέποτε ζήτησε να λάβει για δεύτερη φορά μέρος στην προφορική δοκιμασία. 86 Εν προκειμένω, πρέπει, αφενός, να επισημανθεί ότι το Πρωτοδικείο υπενθύμισε, στη σκέψη 81 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως, ότι υπάρχουν καταστάσεις όπου δεν είναι δυνατή η αναζήτηση από τον Διαμεσολαβητή συναινετικής λύσεως και εκτίμησε, στη σκέψη 82, ότι τούτο συμβαίνει εν προκειμένω, καθόσον η Επιτροπή αρνείτο να επιτρέψει στον F. Lamberts να λάβει για δεύτερη φορά μέρος στην προφορική δοκιμασία ή να αναζητήσει οποιαδήποτε άλλη εναλλακτική λύση. 87 Αφετέρου, το επιχείρημα του F. Lamberts το οποίο επικρίνει τη σκέψη 82 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως δεν έχει σκοπό να δείξει κατά ποιον τρόπο το Πρωτοδικείο υπέπεσε σε νομικό σφάλμα όταν εξακρίβωσε αν εν προκειμένω ήταν δυνατή συναινετική λύση. Ι

28 ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗΣ κατά LAMBERTS 88 Κατά συνέπεια, το πρώτο επιχείρημα του F. Lamberts πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτο για τους λόγους που υπομνήσθηκαν στη σκέψη 76 της παρούσας αποφάσεως. 89 Δεύτερον, ο F. Lamberts ισχυρίζεται ότι το Πρωτοδικείο, στηριζόμενο σε προδήλως εσφαλμένη αιτιολογία, υπέπεσε σε σφάλμα εκτιμήσεως όταν, στη σκέψη 84 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως, εξέθεσε ότι «μόνο στο πλαίσιο της διαδικασίας ενώπιον του Πρωτοδικείου ο ενάγων υπέδειξε, υπό μορφή παραδειγμάτων, διάφορες εναλλακτικές λύσεις οι οποίες, κατά την άποψη του, έπρεπε και ήταν δυνατό να ληφθούν υπόψη», ενώ από τα έγγραφα του φακέλου και ιδίως από το παράρτημα 26, όπου ο F. Lamberts αναφέρεται σε μια θέση «ειδικού συμβούλου», προκύπτει σαφώς τόσο ότι ο F. Lamberts υπέδειξε τέτοιες λύσεις κατά την εξέταση της καταγγελίας και πριν ο Διαμεσολαβητής λάβει την απόφαση του όσο και ότι ο Διαμεσολαβητής ουδέποτε έλαβε υπόψη τις υποδείξεις αυτές. 90 Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, κατά το μέρος που παραπέμπει στο σύνολο των εγγράφων ενός φακέλου, η επίκριση αυτή σχετικά με τη σκέψη 84 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως πρέπει να θεωρηθεί επίκριση της εκτιμήσεως των αποδεικτικών στοιχείων τα οποία δέχθηκε το Πρωτοδικείο, εκτιμήσεως η οποία δεν υπόκειται στον έλεγχο του Δικαστηρίου στο πλαίσιο αιτήσεως αναιρέσεως, καθόσον ο έλεγχος αυτός περιορίζεται σε νομικά ζητήματα, σύμφωνα με τα άρθρα 225 ΕΚ και 58 του Οργανισμού του Δικαστηρίου. 91 Αν υποτεθεί ότι η επίκληση του παραρτήματος 26 του φακέλου τον οποίο ο F. Lamberts κατέθεσε ενώπιον του Πρωτοδικείου δύναται να θεωρηθεί ισχυρισμός περί διαστρεβλώσεως του εγγράφου αυτού, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι το παράρτημα αυτό αποτελείται από την αλληλογραφία του F. Lamberts με τη Γραμματεία του Διαμεσολαβητή, και ειδικότερα από μια επιστολή της 12ης Μαρτίου 1999 στην οποία γίνεται λόγος για θέση «ειδικού συμβούλου». Με την επιστολή αυτή, ο F. Lamberts υπαινίσσεται μια πρακτική εντάξεως χωρίς προηγούμενο διαγωνισμό, πρακτική η οποία είναι αντίθετη προς τους κανόνες προσβάσεως στην κοινοτική δημοσιοϋπαλληλία όπως αυτοί περιέχονται στον Κανονισμό Υπηρεσιακής Καταστάσεως των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και η οποία εφαρμόστηκε για την ένταξη του προσωπικού της Γραμματείας του Σένγκεν στη Γενική Γραμματεία του Ι

29 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, και ζητεί από την αρμόδια για τους διορισμούς αρχή της Επιτροπής να επιδείξει ελαστικότητα απέναντι του. 92 Λαμβανομένων υπόψη των προαναφερθέντων εγγράφων, δεν προκύπτει ότι πριν από τη δίκη ενώπιον του Πρωτοδικείου ο F. Lamberts πρότεινε λύσεις που έπρεπε να προτιμηθούν μιας νέας προσκλήσεως να λάβει μέρος στην προφορική δοκιμασία. Εξάλλου, ορθώς το Πρωτοδικείο δεν θεώρησε ότι η πρόταση να επιδειχθεί ελαστικότητα έναντι του F. Lamberts αποτελεί εναλλακτική λύση που μπορούσε να ληφθεί υπόψη. 93 Κατά συνέπεια, χωρίς να διαστρεβλώσει τα αποδεικτικά στοιχεία που του υποβλήθηκαν το Πρωτοδικείο εκτίμησε, στη σκέψη 84 της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως, ότι ο F. Lamberts δεν πρότεινε εναλλακτικές λύσεις πριν από την άσκηση της αγωγής του, οπότε ο Διαμεσολαβητής δεν μπορούσε να λάβει συγκεκριμένα θέση επί τέτοιων προτάσεων πριν από την άσκηση της πιο πάνω αγωγής. 94 Κατόπιν των ανωτέρω, η ανταίτηση αναιρέσεως είναι απορριπτέα στο σύνολο της. Επί των δικαστικών εξόδων 95 Σύμφωνα με το άρθρο 69, παράγραφος 2, του Κανονισμού Διαδικασίας, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπήρχε σχετικό Ι

30 ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗΣ κατά LAMBERTS αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Ωστόσο, σύμφωνα με το άρθρο 69, παράγραφος 3, του ιδίου Κανονισμού, το Δικαστήριο μπορεί να κατανείμει τα δικαστικά έξοδα ή να αποφασίσει ότι κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα, σε περίπτωση μερικής ήττας των διαδίκων ή αν συντρέχουν εξαιρετικοί λόγοι. Δεδομένου ότι οι διάδικοι ηττήθηκαν εν μέρει, πρέπει να φέρουν τα δικαστικά τους έξοδα. Εξάλλου, κατά το άρθρο 69, παράγραφος 4, του Κανονισμού Διαδικασίας, το Κοινοβούλιο που παρενέβη στη δίκη θα φέρει τα δικαστικά του έξοδα. Για τους λόγους αυτούς, ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (ολομέλεια) αποφασίζει: 1) Απορρίπτει την αίτηση αναιρέσεως και την ανταίτηση αναιρέσεως. 2) Κάθε διάδικος φέρει τα δικαστικά του έξοδα. Σκουρής Jann Timmermans Gulmann Cunha Rodrigues Rosas Puissochet Schintgen Macken Colneric von Bahr Ι

31 ΑΠΟΦΑΣΗ της ΥΠΟΘΕΣΗ C-234/02 Ρ Δημοσιεύθηκε στο Λουξεμβούργο σε δημόσια συνεδρίαση στις 23 Μαρτίου Ο Γραμματέας R. Grass Ο Πρόεδρος Β. Σκουρής Ι

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks και τον M. Desantes, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks και τον M. Desantes, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 19ης Μαρτίου 2002 (1) «Παράβαση κράτους μέλους - Μη προσχώρηση εμπροθέσμως στη Σύμβαση της Βέρνης για την προστασία των λογοτεχνικών και καλλιτεχνικών έργων (Πράξη των Παρισίων

Διαβάστε περισσότερα

Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 12ης Σεπτεμβρίου 2000 Υπόθεση Τ-259/97 Rui Teixeira Neves κατά Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Υπάλληλοι - Καθήκον πίστεως και αξιοπρεπούς ασκήσεως του

Διαβάστε περισσότερα

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R. Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Συνεκδικασθείσες υποθέσεις Τ-125/03 R και Τ-253/03 R Akzo Nobel Chemicals Ltd και Akcros Chemicals Ltd κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων Ανταγωνισμός Ελεγκτικές εξουσίες

Διαβάστε περισσότερα

Χάρης Αλεξανδράτος και Μαρία Παναγιώτου κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως

Χάρης Αλεξανδράτος και Μαρία Παναγιώτου κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τέταρτο τμήμα) της 17ης Σεπτεμβρίου 2003 Υπόθεση Τ-233/02 Χάρης Αλεξανδράτος και Μαρία Παναγιώτου κατά Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ενώσεως «Υπάλληλοι - Προσφυγή ακυρώσεως - Γενικός

Διαβάστε περισσότερα

JUR.4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46

JUR.4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ

Διαβάστε περισσότερα

José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 13ης Μαρτίου 2003 Υπόθεση Τ-166/02 José Pedro Pessoa e Costa κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Υπάλληλοι - Απόφαση περί κινήσεως πειθαρχικής διαδικασίας

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 3. 6. 1986 ΥΠΟΘΕΣΗ 307/84 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 3ης Ιουνίου 1986 * Στην υπόθεση 307/84, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο, Joseph Griesmar,

Διαβάστε περισσότερα

Υπόθεση 206/89 R. S. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Υπόθεση 206/89 R. S. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων Υπόθεση 206/89 R S. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων «Αίτηση αναστολής εκτελέσεως» Διάταξη του προέδρου του δευτέρου τμήματος του Δικαστηρίου της 31ης Ιουλίου 1989 2843 Περίληψη της Διατάξεως Αιαάικαοία

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Αναφορών 2009 30.01.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 835/2002, του Χρήστου Πετράκου, ελληνικής ιθαγένειας, η οποία συνοδεύεται από 1 ακόμη υπογραφή, σχετικά

Διαβάστε περισσότερα

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική

'Αρθρο 3 : Προσωρινή δικαστική προστασία 1. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει προσωρινή δικαστική Ν. 2522/8-9-97 (ΦΕΚ-178 Α') : Δικαστική προστασία κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης συμβάσεως δημόσιων έργων, κρατικών προμηθειών και υπηρεσιών σύμφωνα με την οδηγία 89/665 ΕΟΚ 'Αρθρο 1 : Πεδίο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 11ης Ιουλίου 2006 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 11ης Ιουλίου 2006 * FENIN κατά ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 11ης Ιουλίου 2006 * Στην υπόθεση C-205/03 Ρ, που έχει ως αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως βάσει του άρθρου 56 του Οργανισμού του

Διαβάστε περισσότερα

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 24 Νοεμβρίου 2015 (OR. fr)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 24 Νοεμβρίου 2015 (OR. fr) Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 24 Νοεμβρίου 2015 (OR. fr) Διοργανικός φάκελος: 2015/0906 (COD) 14306/15 ΔΙΑΒΙΒΑΣΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Αποδέκτης: Θέμα: 737 INST 411 COUR 62 CODEC 1571 PARLNAT

Διαβάστε περισσότερα

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από

Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, εκπροσωπουμένης από την την PLAUMANN ΚΑΤΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΟΚ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 15ης Ιουλίου 1963* Στην υπόθεση 25/62, Plaumann & Co., Αμβούργο, εκπροσωπούμενη από την Harald Ditges, δικηγόρο Κολωνίας, με αντίκλητο στο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 18.12.2012 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0338/2012, του Γεωργίου Φλωρά, ελληνικής ιθαγένειας, σχετικά με εικαζόμενη παράβαση της κοινοτικής νομοθεσίας

Διαβάστε περισσότερα

Περιεχόμενο: H έννομη προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Περιεχόμενο: H έννομη προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση Περιεχόμενο: H έννομη προστασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση ΠΗΓΕΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ & ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : Γεώργιος Κ. Πατρίκιος, Δικηγόρος, LL.M., Υπ. Δ.Ν. Η ΕΝΝΟΜΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΕΕ Η έννομη προστασία

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 12. 2. 1987 - ΥΠΟΘΕΣΗ 221/85 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1987 * Στην υπόθεση 221/85, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Jacques Delmoly, μέλος της νομικής

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4229, 5/2/2010

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4229, 5/2/2010 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΕΣ ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ ΓΙΑ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΛΟΓΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΔΙΑΓΝΩΣΗΣ ΑΣΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ --------------------- Άρθρο 1. Συνοπτικός τίτλος. 2. Ερμηνεία. ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Ο διαγωνισμός της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης προϋποθέτει, ως γνωστόν, συνδυασμό συνδυαστικής γνώσης της εξεταστέας ύλης και θεμάτων πολιτικής και οικονομικής επικαιρότητας. Tα Πανεπιστημιακά Φροντιστήρια

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 25.9.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1302/2008, της Estelle Garnier, γαλλικής ιθαγένειας, εξ ονόματος της «Compagnie des avoués près la Cour

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 25ης Ιουλίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 25ης Ιουλίου 2002 * UNIÓN DE PEQUEÑOS AGRICULTORES κατά ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 25ης Ιουλίου 2002 * Στην υπόθεση C-50/00 Ρ, Unión de Pequeños Agricultores, με έδρα τη Μαδρίτη (Ισπανία), εκπροσωπούμενη από τον

Διαβάστε περισσότερα

9975/16 ΓΒ/ακι/ΕΚΜ 1 DRI

9975/16 ΓΒ/ακι/ΕΚΜ 1 DRI Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 10 Ιουνίου 2016 (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2015/0906 (COD) 9975/16 ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Αποδέκτης: Θέμα: I. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου

Διαβάστε περισσότερα

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A8-0050/1. Τροπολογία. Josep-Maria Terricabras εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A8-0050/1. Τροπολογία. Josep-Maria Terricabras εξ ονόματος της Ομάδας Verts/ALE 7.2.2019 A8-0050/1 1 Παράρτημα I παράγραφος 8 στοιχείο 4 α (νέο) (4α) Ο Διαμεσολαβητής έχει το δικαίωμα να κάνει συστάσεις όταν διαπιστώνει ότι ένα θεσμικό όργανο δεν εφαρμόζει ορθά μια δικαστική απόφαση.

Διαβάστε περισσότερα

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Τροποποιήσεις του κανονισμού διαδικασίας του δικαστηρίου

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Τροποποιήσεις του κανονισμού διαδικασίας του δικαστηρίου ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 12 Ιουνίου 2008 (OR. fr) 10010/08 225 COUR 25 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα: Τροποποιήσεις του κανονισμού διαδικασίας του δικαστηρίου 10010/08 DE/ap ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :0. Αρθρο :1 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :12

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :0. Αρθρο :1 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :12 + Μέγεθος Γραμμάτων - ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Ν 2735/1999: Διεθνής Εμπορική Διαιτησία (276274) Αρθρο :0 ΦΕΚ Α` ΝΟΜΟΣ ΥΠ` ΑΡΙΘ. 2735 Διεθνής Εμπορική Διαιτησία. Αρθρο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ / ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 26ης Μαρτίου 1987 * Στην υπόθεση 45/86, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από το νομικό της σύμβουλο Peter Gilsdorf, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 25ης Απριλίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 25ης Απριλίου 2002 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 25. 4. 2002 ΥΠΟΘΕΣΗ C-52/00 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 25ης Απριλίου 2002 * Στην υπόθεση C-52/00, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους Μ. Πατάκια και

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 28.11.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0824/2008, του Kroum Kroumov, βουλγαρικής ιθαγένειας, η οποία συνοδεύεται από 16 υπογραφές, σχετικά με

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 14. 4. 1994 ΥΠΟΘΕΣΗ C-389/92 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα) της 14ης Απριλίου 1994 * Στην υπόθεση C-389/92, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State von België προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 26.10.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1374/2002, Αναφορά 1374/2002, του Πέτρου Τσελεπίδη, ελληνικής ιθαγένειας, εξ ονόματος του «Συλλόγου Εισαγωγέων

Διαβάστε περισσότερα

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999 ΟλΑΠ 18/1999 Παροχή δικηγορικών υπηρεσιών. Ευθύνη δικηγόρου για ζημία πελάτη. - Η παροχή δικηγορικών υπηρεσιών δεν υπάγεται στο ν. 2251/1994. Η ευθύνη των δικηγόρων για ζημία που προκλήθηκε κατά την παροχή

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 22ας Νοεμβρίου 2001 * Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-541/99 και C-542/99, που έχουν ως αντικείμενο αιτήσεις του Giudice di pace di Viadana (Ιταλία) προς το

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Αναφορών 2009 2009/2016(INI) 10.3.2009 ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ σχετικά με την ειδική έκθεση που συνέταξε ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εν συνεχεία

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ 17.12.2016 L 344/83 ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2016/2295 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 16ης Δεκεμβρίου 2016 για την τροποποίηση των αποφάσεων 2000/518/ΕΚ, 2002/2/ΕΚ, 2003/490/ΕΚ, 2003/821/ΕΚ, 2004/411/ΕΚ,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα) της 9ης Μαρτίου 2017 (*)

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα) της 9ης Μαρτίου 2017 (*) Προσωρινό κείμενο ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα) της 9ης Μαρτίου 2017 (*) «Αίτηση αναιρέσεως Κρατικές ενισχύσεις Μεταβίβαση μεταλλείων σε τιμή κατώτερη της πραγματικής αγοραίας αξίας Απαλλαγή από

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493, Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493, 25.2.2015 Ν. 23(Ι)/2015 23(Ι)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΠΟΥ ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΤΗΚΑΝ ΣΕ ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ YΠΟ ΤΟ ΦΩΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 31.10.2014 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0978/2008, του Παναγιώτη Μπούρα, ελληνικής ιθαγένειας, εξ ονόματος του δημοτικού συμβουλίου της Μεγαλόπολης,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ / ΙΤΑΛΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 16ης Ιουνίου 1987 * Στην υπόθεση 118/85, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Sergio Fabro, μέλος της νομικής της υπηρεσίας, με αντίκλητο

Διαβάστε περισσότερα

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 *

ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 * ΔΙΑΤΑΞΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 10ης Φεβρουαρίου 2004 * Στην υπόθεση C-85/03, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Ελλάδα) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του

Διαβάστε περισσότερα

14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης

14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης 14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης Υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης στο Στρασβούργο

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 29. 6. 1995 ΥΠΟΘΕΣΗ C-391/92 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 29ης Ιουνίου 1995 * Στην υπόθεση C-391/92, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμένη αρχικά από τον R. Pellicer, μέλος της

Διαβάστε περισσότερα

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ

ΣτΕ 599/2012 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Γ ΣτΕ 599/2012 Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 9 Ιουνίου 2011, με την εξής σύνθεση: Γ. Σταυρόπουλος, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Γ Τμήματος, Ν. Μαρκουλάκης,

Διαβάστε περισσότερα

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο,

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από την K. Banks, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 16ης Οκτωβρίου 2003 (1) «Παράβαση κράτους μέλους - Οδηγία 92/100/ΕΟΚ - Δικαιώματα του δημιουργού - Αμοιβή των δημιουργών σε περίπτωση δημόσιου δανεισμού των λογοτεχνικών

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 * UNITRON SCANDINAVIA και 3-S ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 18ης Νοεμβρίου 1999 * Στην υπόθεση C-275/98, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Klagenævnet for Udbud (Δανία) προς το Δικαστήριο, κατ'

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Μαρτίου 2005 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Μαρτίου 2005 * ΙΣΠΑΝΙΑ κατά EUROJUST ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 15ης Μαρτίου 2005 * Στην υπόθεση C-160/03, με αντικείμενο προσφυγή ακυρώσεως δυνάμει του άρθρου 230 ΕΚ, η οποία ασκήθηκε στις

Διαβάστε περισσότερα

Δημόσια ακρόαση στην υπόθεση F-35/08 (1 Δεκεμβρίου. Αγόρευση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων

Δημόσια ακρόαση στην υπόθεση F-35/08 (1 Δεκεμβρίου. Αγόρευση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων Δημόσια ακρόαση στην υπόθεση F-35/08 (1 Δεκεμβρίου 2009) Αγόρευση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων Αξιότιμε κύριε πρόεδρε του Πρώτου τμήματος, αξιότιμοι δικαστές, Είναι η πρώτη φορά που ο Ευρωπαίος

Διαβάστε περισσότερα

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3749/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3749/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2015 Αθήνα, 01-07-2015 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3749/01-07-2015 Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2015 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 20.11.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0357/2006, του κ. Kenneth Abela, μαλτεζικής ιθαγένειας, σχετικά με εικαζόμενες παραβιάσεις από τις μαλτεζικές

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Νοεμβρίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Νοεμβρίου 2004 * GEDDES κατά ΓΕΕΑ (NURSERYROOM) ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 30ής Νοεμβρίου 2004 * Στην υπόθεση Τ-173/03, Anne Geddes, κάτοικος Ώκλαντ (Νέα Ζηλανδία), εκπροσωπούμενη από τον G. Farrington,

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 Επιτροπή Αναφορών 2009 20.03.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0976/2008, της Σοφίας Παπαλεξίου, ελληνικής ιθαγένειας, η οποία συνοδεύεται από 1 υπογραφή, σχετικά με

Διαβάστε περισσότερα

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ'

Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ' Κ.Π. (m) Αριθμός 239/2014 ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΤΜΗΜΑ Δ' Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 17 Δεκεμβρίου 2013, με την εξής σύνθεση: Ε. Σαρττ, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση του

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4203, 24/4/2009

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4203, 24/4/2009 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΙΣΗΣ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΝΔΡΩΝ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΣΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΑ ΣΧΕΔΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΝΟΜΟ Προοίμιο. Επίσημη Εφημερίδα Ε.Ε.: L 204 της 26/07/2006, σελ. 23. Για σκοπούς εναρμόνισης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 2004 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 2004 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 16ης Σεπτεμβρίου 2004 * Στην υπόθεση C-329/02 Ρ, με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, ασκηθείσα στις 12 Σεπτεμβρίου

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 25. 5. 1993 ΥΠΟΘΕΣΗ C-193/91 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 25ης Μαΐου 1993 * Στην υπόθεση C-193/91, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Bundesfinanzhof προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν

Διαβάστε περισσότερα

Ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής

Ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής Ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής Ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής διενεργεί έρευνες για τη διαλεύκανση ενδεχομένων περιπτώσεων κακοδιοίκησης κατά τη δράση των θεσμικών και λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ευρωπαϊκής

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΛΩΣΗ ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ. Όνομα και στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου επεξεργασίας: Όνομα και στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων:

ΔΗΛΩΣΗ ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ. Όνομα και στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου επεξεργασίας: Όνομα και στοιχεία επικοινωνίας του υπεύθυνου προστασίας δεδομένων: ΔΗΛΩΣΗ ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΡΗΤΟΥ Η δήλωση αυτή αφορά την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο ερευνών για κρατικές ενισχύσεις που διενεργεί η Επιτροπή και άσκησης συναφών καθηκόντων προς το κοινό

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 24ης Οκτωβρίου 1996 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 24ης Οκτωβρίου 1996 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 24.10.1996 ΥΠΟΘΕΣΗ C-91/95 Ρ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 24ης Οκτωβρίου 1996 * Στην υπόθεση C-91/95 Ρ, Roger Tremblay, κάτοικος Vernantes (Γαλλία), Harry Kestenberg, κάτοικος Saint-André-les-Vergers

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 * TOLSMA ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 3ης Μαρτίου 1994 * Στην υπόθεση C-16/93, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Gerechtshof te Leeuwarden (Κάτω Χώρες) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του

Διαβάστε περισσότερα

της 13ης Ιουλίου 2006*

της 13ης Ιουλίου 2006* ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 13ης Ιουλίου 2006* Στην υπόθεση C-74/04 P, με αντικείμενο αίτηση αναιρέσεως δυνάμει του άρθρου 56 του Οργανισμού του Δικαστηρίου, ασκηθείσα στις 16 Φεβρουαρίου

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ. ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΔΙΚΑΙΗ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΛΟΓΩ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΕΥΛΟΓΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΤΗΣ ΔΙΚΗΣ, ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ.» ----------. ---------- Άρθρο 1 Δικαιούμενοι στην άσκηση

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 18ης Δεκεμβρίου 1997 * Στην υπόθεση C-5/97, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Raad van State van België προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Ιανουαρίου 1995 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Ιανουαρίου 1995 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 24ης Ιανουαρίου 1995 * Στην υπόθεση C-359/93, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Η. van Lier, νομικό σύμβουλο, με αντίκλητο στο Λουξεμβούργο τον Γεώργιο

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ 3.2.2015 L 27/1 II (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2015/159 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 27ης Ιανουαρίου 2015 που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2532/98 σχετικά με τις εξουσίες της Ευρωπαϊκής

Διαβάστε περισσότερα

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173) Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173) Ψηφίστηκε προ ολίγων ημερών από τη Βουλή ο νέος νόμος 3886/2010 σε σχέση με την

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ολομέλεια) της 25ης Νοεμβρίου 2003 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ολομέλεια) της 25ης Νοεμβρίου 2003 * ΕΠΙΤΡΟΠΗ κατά ΙΣΠΑΝΙΑΣ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ολομέλεια) της 25ης Νοεμβρίου 2003 * Στην υπόθεση C-278/01, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον G. Valero Jordana, με τόπο επιδόσεων

Διαβάστε περισσότερα

Πίνακας περιεχομένων

Πίνακας περιεχομένων ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΕΤΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΗΣ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ (ΕΜΠΟΡΙΚΑ ΣΗΜΑΤΑ, ΣΧΕΔΙΑ ΚΑΙ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΑ) ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΑ ΚΟΙΝΟΤΙΚΑ ΣΗΜΑΤΑ ΜΕΡΟΣ Α ΓΕΝΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΜΗΜΑ

Διαβάστε περισσότερα

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Αριθ. L 329/34 Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκων Κοινοτήτων 30. 12. 93 ΟΔΗΓΙΑ 93/109/EK ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 6ης Δεκεμβρίου 1993 για τις λεπτομέρειες άσκησης του δικαιώματος του εκλέγειν και του εκλέγεσθαι

Διαβάστε περισσότερα

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. ΠΡΟΤΑΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (EΚ) αριθ. /2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. ΠΡΟΤΑΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (EΚ) αριθ. /2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ Βρυξέλλες,. ΠΡΟΤΑΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (EΚ) αριθ. /2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της που τροποποιεί τον κανονισµό (EΚ) αριθ. 773/2004 σχετικά µε τη διεξαγωγή των διαδικασιών διευθέτησης

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 * CLUB-TOUR ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 30ής Απριλίου 2002 * Στην υπόθεση C-400/00, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal Judicial da Comarca do Porto (Πορτογαλία) προς το Δικαστήριο,

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ. ΥΠΟΘΕΣΗ Α.Μ. ΚΑΤΑ ΕΛΛΑΔΑΣ (Προσφυγή αριθ /10) ΑΠΟΦΑΣΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ. ΥΠΟΘΕΣΗ Α.Μ. ΚΑΤΑ ΕΛΛΑΔΑΣ (Προσφυγή αριθ /10) ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΠΡΩΤΟ ΤΜΗΜΑ ΥΠΟΘΕΣΗ Α.Μ. ΚΑΤΑ ΕΛΛΑΔΑΣ (Προσφυγή αριθ. 10966/10) ΑΠΟΦΑΣΗ ΣΤΡΑΣΒΟΥΡΓΟ 24 Οκτωβρίου 2013 Η απόφαση αυτή είναι οριστική. Μπορεί να υποστεί

Διαβάστε περισσότερα

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ 16.4.2011 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 102/1 II (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 370/2011 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 11ης Απριλίου 2011 για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ)

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 11. 1990 ΥΠΟΘΕΣΗ C-106/89 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα) της 13ης Νοεμβρίου 1990 * Στην υπόθεση C-106/89, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Juzgado de Primera Instancia e Instrucción

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2004 2009 Επιτροπή Ελέγχου των Προϋπολογισμών 2007/2039(DEC) 5.2.2008 ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ σχετικά µε την απαλλαγή για την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για

Διαβάστε περισσότερα

Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΕΚΤΕΛΕΣΉΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΠΛΩΜΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ ΓΙΑ 1ΉN ΚΟΙΝΗ ΑΓΟΡΑ

Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΕΚΤΕΛΕΣΉΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΠΛΩΜΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ ΓΙΑ 1ΉN ΚΟΙΝΗ ΑΓΟΡΑ Αριθ L 401/28 Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 30 12 89 ΕΚΤΕΛΕΣΉΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΠΛΩΜΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ ΓΙΑ 1ΉN ΚΟΙΝΗ ΑΓΟΡΑ ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 26.10.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 1260/2007, του Stanislav Cavlek, γερμανικής ιθαγένειας, σχετικά με τη «Ljubljanska Banka» και με ισχυρισμούς

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/2275(INI)

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/2275(INI) ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Νομικών Θεμάτων 11.9.2012 2011/2275(INI) ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ σχετικά με την 28η ετήσια έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ (2010) (2011/2275(INI))

Διαβάστε περισσότερα

Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση. Handelskwekerij G. J. Bier BV, εγκατεστημένης

Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση. Handelskwekerij G. J. Bier BV, εγκατεστημένης κατ' ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 30.11.1976 21/76 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 30ής Νοεμβρίου 1976 * Στην υπόθεση 21/76, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του GERECHTSHOF (εφετείου) της Χάγης προς

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 9ης Σεπτεμβρίου 1999 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 9ης Σεπτεμβρίου 1999 * ΑΠΟΦΑΣΗ της 9. 9.1999 ΥΠΟΘΕΣΗ C-257/98 Ρ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα) της 9ης Σεπτεμβρίου 1999 * Στην υπόθεση C-257/98 Ρ, Arnaldo Lucaccioni, πρώην μόνιμος υπάλληλος της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 1.9.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Αναφορά 0586/2005, του Ιωάννη Βουτινόπουλου, ελληνικής ιθαγένειας, σχετικά με εικαζόμενες παράνομες χρηματιστηριακές συναλλαγές

Διαβάστε περισσότερα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 320/40 ΑΠΟΦΑΣΗ (ΕΕ) 2018/1996 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 14ης Δεκεμβρίου 2018 για τη θέσπιση εσωτερικών κανόνων σχετικά με την παροχή πληροφοριών στα υποκείμενα των δεδομένων και τον περιορισμό ορισμένων δικαιωμάτων

Διαβάστε περισσότερα

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 18.7.2016 COM(2016) 460 final 2016/0218 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με τη σύναψη της Συμφωνίας Σταθεροποίησης και Σύνδεσης

Διαβάστε περισσότερα

ΔΗΜΟΣ ΣΚΥΔΡΑΣ Κώδικας Λειτουργίας του Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης Δήμου Σκύδρας

ΔΗΜΟΣ ΣΚΥΔΡΑΣ Κώδικας Λειτουργίας του Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης Δήμου Σκύδρας ΔΗΜΟΣ ΣΚΥΔΡΑΣ Κώδικας Λειτουργίας του Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης Δήμου Σκύδρας Γραφείο Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης Δημαρχείο Σκύδρας, Εθνικής Αντίστασης 20, Σκύδρα 58 500

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Σεπτεμβρίου 2012 (OR. en) 2011/0902 (COD) PE-CONS 29/12 COUR 27 INST 375 JUR 304 CODE 1490 OC 269

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Σεπτεμβρίου 2012 (OR. en) 2011/0902 (COD) PE-CONS 29/12 COUR 27 INST 375 JUR 304 CODE 1490 OC 269 ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Βρυξέλλες, 20 Σεπτεμβρίου 2012 (OR. en) 2011/0902 (COD) PE-CONS 29/12 COUR 27 INST 375 JUR 304 CODE 1490 OC 269 ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ Θέμα:

Διαβάστε περισσότερα

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ GROSOLI ΑΠΟΦΑΣΗ TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ της 12ης Δεκεμβρίου 1973 * Στην υπόθεση 131/73, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunale του Τρέντο προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή του άρθρου 177

Διαβάστε περισσότερα

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 112 I Έκδοση στην ελληνική γλώσσα Νομοθεσία 62o έτος 26 Απριλίου 2019 Περιεχόμενα II Μη νομοθετικές πράξεις ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ Απόφαση της

Διαβάστε περισσότερα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Έγγραφο συνόδου ΠΡΟΣΘΗΚΗ. στην έκθεση. Επιτροπή Νομικών Θεμάτων. Εισηγητής: Andrzej Duda A8-0017/2015

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Έγγραφο συνόδου ΠΡΟΣΘΗΚΗ. στην έκθεση. Επιτροπή Νομικών Θεμάτων. Εισηγητής: Andrzej Duda A8-0017/2015 ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2014-2019 Έγγραφο συνόδου 22.4.2015 A8-0017/2015/err01 ΠΡΟΣΘΗΚΗ στην έκθεση σχετικά με την πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για ορισμένες διαδικασίες

Διαβάστε περισσότερα

ΣΧEΔΙΟ EΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2119(INI)

ΣΧEΔΙΟ EΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2119(INI) ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Νομικών Θεμάτων 5.12.2013 2013/2119(INI) ΣΧEΔΙΟ EΚΘΕΣΗΣ σχετικά με την 29η ετήσια έκθεση για τον έλεγχο της εφαρμογής του δικαίου της ΕΕ (2011) (2013/2119 (INI))

Διαβάστε περισσότερα

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 204-209 ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ P8_TA(206)0260 Επικύρωση και προσχώρηση στο πρωτόκολλο του 200 της σύμβασης επικινδύνων και επιβλαβών ουσιών με εξαίρεση τις πτυχές δικαστικής συνεργασίας

Διαβάστε περισσότερα

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ - ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΟΧΗΜΑΤΑ (ΤΕ-ΓΟ) που εγκρίθηκε την 1η Ιουλίου 2014

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ - ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΟΧΗΜΑΤΑ (ΤΕ-ΓΟ) που εγκρίθηκε την 1η Ιουλίου 2014 ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ - ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΟΧΗΜΑΤΑ (ΤΕ-ΓΟ) που εγκρίθηκε την 1η Ιουλίου 2014 Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΩΡΓΙΚΑ ΟΧΗΜΑΤΑ, Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 167/2013 του Ευρωπαϊκού

Διαβάστε περισσότερα

Έλεγχος του προϋπολογισμού

Έλεγχος του προϋπολογισμού Έλεγχος του προϋπολογισμού Ο έλεγχος του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού πραγματοποιείται σε κάθε θεσμικό όργανο της ΕΕ και σε επίπεδο κρατών μελών. Σημαντικό έργο ελέγχου πραγματοποιούν, σε διάφορα επίπεδα,

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 17.12.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0930/2005, του Marc Stahl, γερμανικής ιθαγένειας, σχετικά με την αναγνώριση ολλανδικών διπλωμάτων φυσικοθεραπείας

Διαβάστε περισσότερα

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ - ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΑ ΟΧΗΜΑΤΑ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ - ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΑ ΟΧΗΜΑΤΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ - ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΑ ΟΧΗΜΑΤΑ Εγκρίθηκε στις 26 Noεμβρίου 2013 Αναθεωρημένη έκδοση που εγκρίθηκε στις 30 Οκτωβρίου 2018 Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΑ ΟΧΗΜΑΤΑ, Έχοντας

Διαβάστε περισσότερα

«Αίτηση αναιρέσεως Ανταγωνισμός Απόρριψη καταγγελίας από την Επιτροπή Σημαντικές δυσλειτουργίες στην κοινή αγορά Έλλειψη κοινοτικού συμφέροντος»

«Αίτηση αναιρέσεως Ανταγωνισμός Απόρριψη καταγγελίας από την Επιτροπή Σημαντικές δυσλειτουργίες στην κοινή αγορά Έλλειψη κοινοτικού συμφέροντος» ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τρίτο τμήμα) της 23ης Απριλίου 2009 (*) «Αίτηση αναιρέσεως Ανταγωνισμός Απόρριψη καταγγελίας από την Επιτροπή Σημαντικές δυσλειτουργίες στην κοινή αγορά Έλλειψη κοινοτικού συμφέροντος»

Διαβάστε περισσότερα

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 *

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ 13. 12. 1989 ΥΠΟΘΕΣΗ C-322/88 ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα) της 13ης Δεκεμβρίου 1989 * Στην υπόθεση C-322/88, που έχει ως αντικείμενο αίτηση του Tribunal du travail των Βρυξελλών

Διαβάστε περισσότερα

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :15. Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :6. Αρθρο :16

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Αρθρο :15. Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :6. Αρθρο :16 + Μέγεθος Γραμμάτων - ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL) Ν 2735/1999: Διεθνής Εμπορική Διαιτησία (276274) Αρθρο :15 Πληροφορίες Νομολογίας & Αρθρογραφίας :4 Αρθρο 15 Διορισμός

Διαβάστε περισσότερα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα Αριθμός απόφασης: 3174

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα Αριθμός απόφασης: 3174 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Καλλιθέα 1.6.17 Αριθμός απόφασης: 3174 ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΔΙΕΘΥΝΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΜΗΜΑ Α1 Ταχ. Δ/νση : Αριστογείτονος 19 Ταχ. Κώδικας : 176 71 - Καλλιθέα Τηλέφωνο : 2131604534

Διαβάστε περισσότερα

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015 Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, 21.7.2015 Ν. 131(Ι)/2015 131(I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015 Προοίμιο. Για σκοπούς, μεταξύ άλλων, εναρμόνισης με Επίσημη

Διαβάστε περισσότερα

16350/12 ΑΓΚ/γπ 1 DG D 2A

16350/12 ΑΓΚ/γπ 1 DG D 2A ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ Βρυξέλλες, 22 Νοεμβρίου 2012 (03.11) (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2011/0204 (COD) 16350/12 JUSTCIV 335 CODEC 2706 ΣΗΜΕΙΩΜΑ της: Προεδρίας προς: το Συμβούλιο αριθ. προηγ.

Διαβάστε περισσότερα

Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Εκδίδοµε τον ακόλουθο νόµο που ψήφισε η Βουλή:

Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Εκδίδοµε τον ακόλουθο νόµο που ψήφισε η Βουλή: ΝΟΜΟΣ ΥΠ ΑΡΙΘ. 2522 ικαστική προστασία κατά το στάδιο που προηγείται της σύναψης συµβάσεως δηµόσιων έργων, κρατικών προµηθειών και υπηρεσιών σύµφωνα µε την οδηγία 89/665 Ε.Ο.Κ. Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ

Διαβάστε περισσότερα

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ 2009-2014 Επιτροπή Αναφορών 25.9.2009 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ Θέμα: Αναφορά 0846/2006, του Tomasz Grzybkowski, πολωνικής ιθαγένειας, εξ ονόματος της δικηγορικής εταιρείας «Adwokacka

Διαβάστε περισσότερα

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ. 6 ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ

ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ. 6 ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ Η ΑΡΧΗ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΡΟΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ 6 ο ΚΛΙΜΑΚΙΟ ----------------------- Συνήλθε στην έδρα της στις 25 Σεπτεμβρίου 2018 με την εξής σύνθεση: Διαθεσόπουλος Μιχαήλ, Πρόεδρος και Εισηγητής, Κουρή Σταυρούλα

Διαβάστε περισσότερα