ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (Τ.Ε.Ι.) ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΧΟΛΗ: ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ: «Δικαιώματα και υποχρεώσεις Μισθωτών και Ερ"/οδοτών - στην ετήσια κανονική Αδεια και το Επίδομα Αδείας- στη Γονική Αδεια και Αδεια από Ειδικές Διατάξεις (Αναπήρων - Λουτροθεραπείας - Σπουδαστών k>jt.)» Εισηγητής: Αρχοντής Καμπάνταης Σπουδάστριες: Αγαπάκη Σοφία Κυρκούδη Ευλαμπία ΚΑΒΑ.ΛΛ ΜΑΡΤΙΟΣ 1998
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ (Τ.Ε.Ι.) ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΧΟΛΗ: ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΗίΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ: «Δικαιώματα και υποχρεώσεις Μισθωτών και Εργοδοτών - στην ετήσια κανονική Αδεια και το Επίδομα Αδειας- στη Γονική Αδεια και Αδεια από Ειδικές Διατάξεις (Αναπήρων - Λουτροθεραπείας - Σπουδαστών κλπ.)». Εισηγητής: Αρχοντής Καμπάνταης Σπουδάστριες: Αγαπάκη Σοφία Κυρκούδη Ευλαμπία ΚΑΒΑΛΑ ΜΑΡΤΙΟΣ 1998
ΠΕΡΙΕΧΟιΜΕΝΑ ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΕΛ.5 7 1. Έννοια - ορισμός και σκοπός του Νόμου περί αδειών. 7 2. Ισχύουσα νομοθεσία 8 3. Εξέλιξη της ετήσιας αδείας των μισθοπών 9 4. Σε ποιους εφαρμόζονται οι διατάξεις του Α.Ν. 539/45. 11 5. Προϋποθέσεις χορηγήσεως της άδειας. 12 6. Χρόνος χορήγησης της αδείας - Βιβλίο αδειών 13 7. Αριθμός ημερών αδείας Πίνακας αδειών μισθωτών 15 8. Ημέρες αδείας και εξαιρέσιμες αργίες 17 9. Απαγόρευση παραίτησης από το δικαίωμα λήψεως αδείας. 18 10. Συνέπειες για τον εργοδότη αν δεν χορηγήσει την άδεια 19 ηματική χορήγηση αδειών. 20 11. Ομαδική χορήγηση αδειών. 21 12. Αδεια μισθωτών που απασχολούνται σε επιχειρήσεις που λειτουργούν εποχιακά. 22 14. Δια/. ίπουσα απασχόληση και άδεια. 23 15. Απουσία μισθωτών από την εργασία και κανονική άδεια 24 α)αδικαιολόγητη απουσία - υπέρβαση ορίων βραχείας ασθένειας. 24 β) Υπερημερία εργοδότη και άδεια 24 γ) Διαθεσιμότητα και άδεια. 25 δ) Απεργία και άδεια 25 ε) Ασθένεια και εβδομαδιαία ανάπαυση 25 στ) Ανάπαυση και άδεια 26 16. Πολλαπλή απασχόληση και άδεια 27 17. Απαγόρευση απολύσεων κατά τη διάρκεια της άδειας. Πότε επιτρέπεται 28 18. Αδεια προς εξεύρεση εργασίας 29 19. Θάνατος μισθωτού και άδεια. 30 ΚΕΦΑΑΛΙΟ 2 Αποδοχές και επίδομα αδείας μισθωτών. 32 1. Αποδοχές αδείας 32 2. Επίδομα αδείας 34 Πίνακας αδειών και επιδομάτων αδειών 35 3. Αμοιβές των μισθωτών επί τη βάση των οποίων προσδιορίζονται οι αποδοχές αδείας 36 4. Υπολογισμός ή όχι του επιδόματος Ισολογισμού στην άδεια και το επίδομα αδείας 37
5. Περιστασιακά απασχολούμενοι ή απολυόμενοι προ τη συμπληρώσεως έτους μισθωτοί. Σε Πίνακας δικαιούμενης αποζημίωσης αδείας των ευκαιριακά απασχολούμενων ή απολυόμενων προ της συμπληρώσειος έτους μισθωτών 6. Χρόνος καταβολής των αποδοχών αδείας και του ετηδόματος αδείας στους μισθωτούς 7. Απασχολούμενοι μισθωτοί που απολύονται ή αποχωρούν μετά τη συμπλήρωση έτους στον ίδιο εργοδότη 8. Παράδειγμα υπολογισμού των αποδοχών αδείας 9. Φορολογία αποδοχών αδείας και επιδόματος αδείας 10. Μισθωτοί εργαζόμενοι υπό καθεστώς περιοδικών ή ενδιάμεσων ημερών απασχόλησης(διαλείπουσα απασχόληση) 11. Άδεια μισθωτών που απασχολούνται με σύμβαση ορισμένου χρόνου ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 1) Γονική Αδεια ι. Γονικές και για οικογενειακές διευκολύνσεις 2 Πρόσθετες Άδειες ι. Ευνοϊκές ρυθμίσεις Σ.Σ.Ε. που διέπουν το καθεστώς χορήγησης αδείας γάμου και γεννήσεως τέκνου. 3. Άδεια γάμου και γέννησης παιδιού 4. Ευνοϊκές ρυθμίσεις Σ.Σ.Ε. που διέπουν το καθεστώς χορήγησης άδειας γάμου και γέννησης τέκνου. 5. Αδεια μητρότητας- τοκετού. 6. Αδεια θηλασμού και φροντίδας παιδιών. 7. Ευνοϊκές ρυθμίσεις Σ.Σ.Ε. επί αδείας μητρότητας (τοκετού). 8. Ευνοϊκές ρυθμίσεις Σ.Σ.Ε. σε ότι αφορά το χρόνο διάρκειας της άδειας θηλασμού και φροντίδας των παιδιών. 9. Αδεια σχολική. 10. Αδεια παρακολούθησης της σχολικής επίδοσης των τέκνων του μισθωτού. 11.Άδεια σπουδαστών, μαθητών, φοιτητών για συμμετοχή σε εξετάσεις. 12. Αδεια Δικηγόρων, οικόσιτου προσωπικού, μισθωτών δικηγορικών γραφείων. 13. Άδεια επικίνδυνης εργασίας. 14. Αδεια οικοδόμων. 15. Κατάτμηση κανονικής άδειας. 16. Αδεια στρατευμένων μισθωτών. 17. Μειωμένη απασχόληση και άδεια. 63 65 66 68 70 74 75 76 77 78 79
18. Ειδικές Άδειες. ΣΕΛ. 80 19. Άδαα μισθωτών εμπορικών καταστημάτων. 81 20. Άδεια λουτροθεραπείας αναπήρων πολέμου. 82 21. Άδεια χωρίς αποδοχές. 83 22. Άδεια εκλογών. 84 23. Άδεια ιατρών Ν. 1397/83 «Εθνικό σύστημα υγεία9> 85 24. Άδεια μισθωτών Δημοσίου, ΝΠΑΔ,ΟΤΆ, κλπ. 87 25. Άδειες Τραπεζοϋπαλλήλων. 88 26. Κανονική άδεια αναπήρων. 89 27. Άδεια συνδικαλιστών. 91 28. Εκπαιδευτική άδεια συνδικαλιστών. 92 29. Άδεια μετ αποδοχών κατά την ημέρα της ονομαστικής εορτής των μισθωτών. 93 30. Πρόσθετη παροχή σε χρήμα (BONUS) και αποδοχές αδείας και ετηδόματος αδείας. 94 31.Αποχή μισθωτού από την εργασία του λόγω θανάτου συγγενή του. 95 32.Τρόπος υπολογισμού των αποδοχών αδείας και επιδόματος αδείας των σερβιτόρων ζαχαροπλαστείων. 98 ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΆΦΙΕΣ 99 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 100
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Στα πλαίσια της πτυχιακής μας εργασίας, διαλέξαμε να αναπτύξουμε ένα θέμα που στις ημέρες μας θεωρείται αυτονόητο, λογικό και αναμενόμενο. Η άδεια και το επίδομα αδείας των μισθωτών, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που προέρχονται απ αυτό. Όλοι όμως γνωρίζουμε και η ιστορική αναδρομή το επιβεβαιώνει ότι το δικαίωμα της άδειας, ήταν άγνωστο ακόμη και στον αιώνα μας. Τα ωράρια εργασίας ήταν εξαντλητικά και οι μέρες ξεκούρασης σχεδόν ανύπαρκτες. Μετά από πολλούς αιώνες και ύστερα από την ανάπτυξη του συνδικαλισμού νομιμοποιήθηκε το δικαίωμα της άδειας μετ αποδοχών καθώς και οι άλλες μορφές αδείας μέσω των ειδικών διατάξεων. Χρειάστηκαν πολλοί σκληροί αγώνες και ατελείωτες ώρες διαπραγματεύσεων των εργαζομένων με το κεφάλαιο για να αποκτηθεί κάτι που σήμερα θεωρείται δεδομένο. Η ετυμολογία της λέξης άδεια είναι: το δικαίωμα και ο χρόνος αποχής από την εργασία. Πλέον όλοι έχουν καταλάβει στις ημέρες μας, με το άγχος και την ένταση που υπάρχει στους καθημερινούς ρυθμούς της ζωής μας ότι το θέμα της άδειας και των αποδοχών της είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Με την άδεια γίνεται ανανέωση των φυσικών και σωματικών δυνάμεων, ώστε να μπορέσουμε μετά να συνεχίσουμε με περισσότερη δύναμη το έργο μας. Ας φροντίσουμε όλοι, ο καθένας στην κ/.ίμακα που βρίσκεται να τηρούμε και να θίγουμε τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από το θεσμό της άδειας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΑΔΕΙΑ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ 1. ΕΝΝΟΙΑ - ΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΠΕΡΙ ΑΔΕΙΩΝ. Αδεια είναι ο χρόνος κατά τον οποίο ο μισθωτός (υπάλληλος, εργάτης, υττηρέτης) δικαιούνται να απόσχει από την εργασία του, χωρίς να υφίσταται μείωση αποδοχών, με σκοπό να αναπληρώσω τις σωματικές και πνευματικές του δυνάμεις. Τα σχετικά με τη διάρκεια, το χρόνο χορήγησης και τα λοιπά θέματα της αδείας ρυθμίζονται με νόμο όπως είναι ο βασικός Α.Ν.539/45 όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα και ιδίως με τον Ν. 1346/83 και ισχύει σήμερα. Αλλά και με Σ.Σ.Ε είναι δυνατή η ρύθμιση θεμάτων αδειών αρκεί αυτή να μην αντίκειται στο Νόμο (ΣΤΕ 2465/65). Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ.3 του Α.Ν.539/45 δεν περιλαμβάνονται στην ετήσια άδεια με αποδοχές: α)οι επίσημες κατά το έθιμο εορτάσιμες ημέρες, β)οι διακοπές εργασίας που οφείλονται σε ασθένεια και κατ επέκταση και σε ατύχημα. Η ανανέωση των ψυχικών πνευματικών αλλά και των σωματικών δυνάμεων των μισθωτών, με σκοπό την υψηλότερη απόδοση και την αύξηση της παραγωγικότητας αποτέλεσαν τον βασικό λόγο της θεσπίσεως της ετήσιας άδειας. Σ αυτά πρέπει να προσθέσουμε και την λεγάμενη κοινωνική διάσταση του θέματος, σύμφωνα με την οποία ο εργαζόμενος δεν είναι απλώς μια παραγωγική μηχανή που θα πρέπει να εργάζεται 300 ημέρες το χρόνο ή έστω και λιγότερες με το σύστημα της 5ήμερης εργασίας το οποίο με την αύξηση της ημερήσιας απασχόλησης δημιουργεί άλλα προβλήματα και προσθέτει άγχος στους εργαζόμενους και ιδίως στις γυναίκες που έχουν να αντιμετωττίσουν και τις φροντίδες των παιδιών και της οικογενείας γενικότερα και να του δίνεται άδεια για την αύξηση της παραγωγικότητας του και μόνον. Αντίθετα, ο εργαζόμενος έχει και αυτός δικαιώματα στη ζωή, στην ανάπαυση, στη διασκέδαση, τα οποία μόνο με την ετήσια άδεια μπορεί να ασκήσει και να απολαύσει.
2.ΙΣΧΥΟΥΣΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ Βασικό νομοθέτημα που προβλεπα και ρυθμίζει τη χορήγηση ετήσιας αδείας στους μισθωτούς που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στις πόσης φύσεως επιχ/σεις, εκμεταλλεύσεως και εργασίες αποτελεί ο Α.Ν.539/1945, όπως τροποποιήθηκε με το Ν.Δ. 3755/57, το Ν.Δ.4547/1966 και τον Ν. 1346/1983. Αλλες διατάξεις σχετικές με την ετήσια άδεια των μισθωτών γενικά είναι: 1. Ο Ν.2081/1952 που κύρωσε την ΔΣΕ 52/1936. 2. ΟΝ.4504/1966 3. Η από 26/2/1975 ΕΓΣΣΕ (ΑΤΕ 11400/4-3-75) που κυρώθηκε με το Ν.133/1975. 4. Η από 26/1/1977 ΕΓΣΣΕ (ΑΥΕ 4943/1-2-77) που κυρώθηκε με το Ν.549/1977. 5. Η απόφαση του ΔΔΔΔ Αθηνών 6/1979 (ΑΥΕ 11282/1979) που κυρώθηκε με το Ν. 1082/1980 6. Η πράξη Νομοθετικού Περιεχομέν'ου από 19-5-1982 7. Η απόφαση του ΠΔΔΔ Αθηνών 84/89 8. Η από 21-2-90 ΕΓΣΣΕ, ΑΥΕ 11735/90. Επίσης ειδικές διατάξεις που προβλέπουν και ρυθμίζουν τη χορήγηση ετήσιας άδηας σε ορισμένες κατηγορίες μισθωτών όπως είναι: 1.0 Ν.4469/1965 (άδεια οικοδόμων) 2. Το Β.Δ. 376/1971 (άδεια οικόσιτων μισθωτών, μισθωτών δικηγορικών γραφείων, συμβολαιογραφείων, υποθηκοφυλακείων και οδηγών ιδιωτικών αυτοκινήτων). 3. Το Β.Δ. 153/1972 (άδεια μισθωτών ετηχειρήσεων που /.ειτουργούν εποχιακά). 4.0 Ν.993/1979 (άδεια μισθωτών Δημοσίου, των ΟΤΑ και λοιπών ΝΠΔΔ). 5. Το άρθρο 2 του Ν. 1288/82 όπως αντικαταστήθηκε με το άρθρο 19 Ν. 1986/86 (άδεια μισθωτών της προηγούμενης κατηγορίας). 6. Το άρθρο 38 παρ.4 του Ν. 1892/90 (άδεια μερικώς απασχολουμένων μισθωτών). 7. Το Κωδ. ΠΔ 410/1988 (άδεια μισθωτών ΟΤΑ). 8. Τα άρθρα 666 και 667 του Αστικού Κώδικα. 9. ΕΓΣΣΕ 21-2-90 (άρθρο 4), 9-6-93(άρθρο/ό-ί,2-4-96 (άρθρο 5). 10. Ν.2224/94 (άρθρο5).
3. ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΤΗΣΙΑΣ ΑΔΕΙΑΣ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ Αρχικά το άρθρο 2 του Α.Ν.539/1945 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του ΝΔ4547/1966, προέβλεπε αριθμό ημερών αδείας, ανάλογα με την ιδιότητα των μισθωτών (υπάλληλοι - εργάτες) και τη νομική φύση της επιχείρησης στην οποία υττηρετούσαν (προσωπική - Α.Ε. ή ΕΠΕ) και τον αριθμό του απασχολούμενου προσωτηκού καθιερώνοντας μειονεκτική μεταχείριση σε βάρος των υπαλλήλων μικρών, προσωτηκών ετηχειρήσεων και των εργατοτεχνιτών γενικά όλων των ετηχειρήσεων. Με την από 26/2/1975 ΕΓΣΣΕ που κυρώθηκε με το Ν. 133/75 αυξήθηκαν οι ημέρες αδείας των μισθωτών. Επίσης με την από 26/1/1977 ΕΓΣΣΕ που κυρώθηκε με το άρθρο 8 του Ν. 549/1977 καθιερώθηκε η χορήγηση αδείας με την λύση της σχέσεως εργασίας με οποιοδήποτε τρόπο, όπως θα αναλυθεί παρακάτω. Επακολούθησε η ΔΑ 6/1979, που κυρώθηκε με το Ν. 1082/80, η οποία στο άρθρο 3 προβλέπει την εςομοίωση των αδειών των μισθωτών και ορίζει ως ελάχιστη διάρκεια αδείας τις 12 ημέρες και ως ανώτερη τις 26 ημέρες ενώ η άδεια των «λοιπών» επιχειρήσεων ορίζεται στις 11 και 24 ημέρες αντίστοιχα Επίσης με την ίδια διάταξη αυξάνεται η άδεια των σπουδαστών σε 18 ημέρες με πρόσθετη άδεια εξετάσεων 6 ημερών συνολικά. Με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ) την 19/5/82 και το Ν. 1346/83 επέρχεται τελική εξομοίωση των αδειών των μισθωτών γενικά, χωρίς να γίνεται διάκριση από την άποψη της νομικής μορφής των «υποκειμένων» ή όπως τις θέλει ο Ν. 1346/83 «υπόχρεων» επιχειρήσεων και του αριθμού των απασχολούμενων μισθωτών και καθορίζεται ως ελάχιστο όριο αδείας μετά τη συμπλήρωση του βασικού έτους απασχολήσεως στον εργοδότη πς 24 ημέρες κλιμακούμενο ανά έτος υπηρεσίας κατά μία (1) ημέρα με ανώτατο όριο τις 26 ημέρες. Τα ίδια ως προς τον αριθμό ημερών αδείας διαλαμβάνει και ο Ν.1346/1983. Πρέπει να σημειωθεί ότι στις παραπάνω περιπτώσεις οι ημέρες αδείας είναι αλλεπάλληλες και αφορούν τις εργάσιμες ημέρες της εβδομάδας. Εξαιρούνται συνεπώς οι αργίες και οι ημέρες ασθενείας που εμπίπτουν στο διάστημα της αδείας. Με τις ίδιες αμέσως ανωτέρω αναφερόμενες διατάξεις ορίζεται ότι σε περίπτωση εφαρμογής συστήματος πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, τα ανωτέρω όρια είναι 20 και 22 ημέρες αντίστοιχα, χωρίς να υπολογίζεται η πρόσθετη ημέρα αναπαύσεως (Σάββατο ή άλλη μέρα). Τέλος, με το άρθρο 4 της από 21-2- 1990 ΕΓΣΣΕ, που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 116/Β/1-3-90 με την ΑΥΕ 11735/90, χορηγούνται στους εργαζομένους που έχουν συμπληρώσα στον ίδιο ή προηγούμενους εργοδότες με οποιαδήποτε σχέση εξαρτημένης εργασίας 25 έτη υπηρεσίας, ανεξάρτητα από την ειδικότητα
ή τχς ειδικότητες τους, 3 ετππλεον ημέρες αδείας αν εργάζονται με όήμερο εβδομαδιαίως (Έγγρ. Υπ. Εργ. 11990/8-3-90). Αυτό δεν ισχύα για τους μισθωτούς του Δημοσίου (Εγκ. ΥΠΚ.ΔΙΠΙΑΑ/Β.Θ/35/5728/30-8-95). Με την ΕΓΣΣΕ 2-4-1996 τα 25 έτη υττηρεσίας έγιναν 20 έτη υττηρεσίας.
4. ΣΕ ΠΟΙΟΥΣ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ Α.Ν. 539/45. Οι διατάξης του Α.Ν. 539/1945, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με όλη τη σειρά των νομοθετημάτων, υπουργικών αποφάσεων ΣΣΕ και Αποφάσεων Διαιτησίας (ΑΑ), έχουν εφαρμογή, σύμφωνα με το άρθρο 1 αυτού, στους μισθωτούς που ασχολούνται σε επιχειρήσεις ή εργασίες που έχουν σκοπό το κέρδος, βιομηχανικές, βιοτεχνικές ή εμπορικές μεταφορών ή φορτοεκφορτώσεων, άσχετα από την μορφή ή το χαρακτήρα της οργάνωσης τους ως δημόσιο ή ιδιωτική ή κοινής ωφέλειας, σε νοση/,ευτικά ή ά>αα ιδρύματα και οργανισμούς ή άλλα έργα που διεξάγονται από ιδιώτες ή νομικά πρόσωπα (εταιρίες) ή οργανισμούς δημοσίου δικαίου συμπεριλαμβανομένου και του Δημοσίου, σε σωματεία, συνεταιρισμούς και σε επιχειρήσεις θεαμάτων και σε λέσχες. Με την παρ.2 του ίδιου άρθρου παρέχεται η εξουσιοδότηση όπως με διατάγματα που προκαλούνται από τον Υπου(?γό Εργασίας με σύμφωνη γνώμη του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας επεκταθούν οι διατάξεις του νόμου και σε πρόσωπα που ασχολούνται με μισθό (μηνιαία ή ημερήσιο) στις ναυτιλιακές, αλιευτικές, γεωργικές, κτηνοτροφικές ή δασικές επιχειρήσεις ή στους οικόσιτους μισθωτούς. Η παρ. 3 εξαιρεί από τις διατάξεις του νόμου: α) τα πρόσωπα που απασχολούνται σε επιχειρήσεις ή εργασίες που ασκούνται με σκοπό το κέρδος κ.λ.π. της παρ.1, στις οποίες όμως απασχολούνται μόνο μέλη της οικογενείας του εργοδότη. β)πρόσωπα που απασχολούνται με μισθό σε δημόσιες ή δημοσίου χαρακτήρα υπηρεσίες, εκμεταλλεύσεως ή επιχειρήσεως κοινής ωφέλειας, αν από τους σχετικούς κανονισμούς προβλέπονται η χορήγηση αδείας με αποδοχές διάρκειας ίσης με εκείνη που προβλέπεται από τον ίδιο αναγκαστικό νόμο(όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα). γ)τα πρόσωπα διεύθυνσης και εμπιστοσύνης.(ι) (1) Εγχειρίδιο Εργατικής Νομοθεσίας; Ν.Χ. Ανδρεάδη (1996)
5.ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΧΟΡΗΓΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ Με τη συμπλήρωοτη ενός έτους συνεχούς απασχόλησης στην ίδια ετηχείρηση ο μισθωτής δικαιούται να κάνει χρήση αδείας. Το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο οφείλει ο εργοδότης να χορηγήσεις την πρώτη άδεια στο μισθωτό, έχει ως σημείο εκκίνησης την πρώτη ημέρα από την συμπλήρωση εκ μέρους του μισθωτού, ετήσιας προϋττηρεσίας στην ετηχείρηση και απότατο χρονικό όριο χορήγησης την 31/12 του επόμενου από την πρόσληψη του έτους. Η επόμενη (δεύτερη) άδεια οφείλεται στο μισθωτό με την προϋπόθεση φυσικά ότι εξακολουθεί να είναι απασχο>λύμενος στην ίδια επιχείρηση από την 1/1 έως την 31/12 του αμέσως επόμενου έτους από την χορήγηση σ αυτόν της πρώτης άδειας. Καθ ίδιο τρόπο και μέσα στα ίδια χρονικά πλαίσια (από 1/1-31/12) χορηγείται η Τρίτη κ.λ.π. άδεια.(2) (2)Εργατικά και Ασφαλιστικά : Πέτρος Γ. Ραπανάκης (1995)
6.ΧΡΟΝΟΣ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ - ΒΙΒΑΙΟ ΑΔΕΙΩΝ. Σύμφωνα με την παρ.1 του άρθρου 4 του ΑΝ 539/45, η χρονική περίοδος χορήγησης της αδείας κανονίζεται μεταξύ του εργοδότη και του μισθωτού. Ο εργοδότης υποχρεούται, όμως να χορηγήσει την άδεια αν υποβλήθηκε σχετικό αίτημα από τον μισθωτό, μέσα σε ένα δίμηνο το πολύ από την υποβολή του και πάντως σύμφωνα πάντα με την ίδια διάταξη, ο εργοδότης έχει υποχρέωση να χορηγήσει την άδεια στο Λ των μισθωτών του που έχουν θεμελιώσω δικαίωμα (συμπλήρωση δωδεκαμήνου από την ημερομηνία πρόσληψης στην αντίστοιχη ημερομηνία του επόμενου έτους) για τη λήψη αδείας, στο διάστημα από 1 Μαΐου μέχρι 30 Σεπτεμβρίου. Σε κάθε περίπτωση ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος να χορηγήσει την άδεια μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου, έστω και αν δεν ζητήθηκε από τον μισθωτό. Μετά τη λήψη της πρώτης αδείας, ο μισθωτός έχει δικαίωμα μα λάβει άδεια κάθε ημερολογιακό έτος και σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο, δηλαδή και από την Ι Ιανουαρίου. Αν προκόψει διαφορά ως προς το χρόνο χορήγησης της αδείας, τον αριθμό και τη σειρά των δικαιούμενων μισθωτών και τη διάρκεια της αδείας που οφείλεται στον καθένα χωριστά, αυτή επιλύεται από την Επιτροπή που ορίζει η παρ.2 του άρθρου 4 του ΑΝ539/45 και τώρα από την Επιτροπή Εργασίας της οικείας Νομαρχίας. Προς διευκόλυνση της πραγματικής εφαρμογής του Νόμου, με τη δυνατότητα ελέγχου από τα αρμόδια όργανα της Επιθεωρήσεως Εργασίας, η παρ.3 του άρθρου 4 προβ/.έπει την τήρηση ειδικού βιβλίου αδειών από τους εργοδότες στο οποίο καταχωρούνται: α)η ημερομηνία εισόδου στην υπηρεσία του, οι απασχολούμενες από αυτόν μισθωτοί και η χρονική διάρκεια της αδείας, την οποία δικαιούται ο καθένας. β)η χρονολογία χορήγησης της αδείας. γ)οι καταβληθείσες αποδοχές αδείας. Πρέπει να σημειωθεί ότι η προβλεπόμενη - από την προϊσχύουσα νομοθεσία- προϋπόθεση για την χορήγηση της ετήσιας αδείας υποβολή αιτήσεως από τον μισθωτό καταργήθηκε με την παρ.15 του άρθρου 3 του Ν.Δ. 4504/66 η οποία ορίζει ότι η υποβαλλόμενη αίτηση αποσκοπεί μόνο στον προσδιορισμό των χρονικών ορίων (έναρξη διμήνου) μέσα στα οποία είναι υποχρεωμένος ο εργοδότης να χορηγήσει την άδεια που ζητήθηκε από τον μισθωτό του. Όσον αφορά ν,ς επιχειρήσεις ο λογιστής θα πρέπει να τηρεί ένα αθεώρητο βιβλίο αδειών. Στο βιβλίο αυτό θα καταχωρεί το ονοματεπώνυμο του κάθε μισθωτού, το έτος γέννησης, την ειδικότητα.
την ημερομηνία πρόσληψης, το ποσό της αδείας, το χρόνο χορήγησης της αδείας κ.λ.π. Όταν ο μισθωτός πάρα την άδειά του υπογράφει σε διπλανή στήλη. Τέτοια βιβλία πωλούνται συνήθως γραμμογραφημένα στα διάφορα βιβλιοπωλεία.
7.ΑΡΙΘΜΟΣ ΗΜΕΡΩΝ ΑΔΕΙΑΣ Οι ημέρες αδείας που δικαιούται ο μισθωτός όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 2, παρ.1 του Α.Ν. 539/45 το οποίο αντικαταστάθηκε με το Ν. 1346/83, ποικίλουν ανάλογα με την προϋπηρεσία που αυτός έχει, καθώς ετήσης και ανάλογα με τις ημέρες που απασχο>> ίται εβδομαδιαία όπως αναλυτικά φαίνεται στον πίνακα: ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΔΕΙΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΕΤΗ ΠΡΟΫΠΗΡΕΣΙΑΣ ΗΜΕΡΕΣ ΑΔΕΙΑΣ ΥΠΟΛΟΓΙΖΟΜΕΝΕΣ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΕΠΙ ΕΡΓΑΣΙΜΩΝ ΗΜΕΡΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΣΥΜΠΑΗΡΩΜΕΝΑ Μισθωτοί απασχολούμενοι επί 5θήμερο εβδομαδιαία Γ έτος 20 ημέρες 24 ημέρες 2 έτ( 21 ημέρες 25 ημέρες 3 έτος και άνω 22 ήμερες 26 ημέρες 20 έτη και άνω 3 ημέρες 30 ημέρες Μισθωτοί απασχολούμενοι επί όήμερο εβδομαδιαία Ως ημέρες αδείας υπολογίζονται μόνο οι εργάσιμες ημέρες. Δεν συμπεριλαμβάνονται δηλαδή, στις ημέρες αδείας οι Κυριακές και αργίες καθώς και οποιαδήποτε άλλη μη εργάσιμη ημέρα του μισθωτού (π.χ. Σάββατο), οι οποίες εμπίπτουν στο χρονικό διάστημα στο οποίο ο μισθωτός κάνει χρήση της αδείας του. Ας δούμε το παρακάτω παράδειγμα: υπάλληλος ο οποίος προσελήφθη την 30-8-92 με καθεστώς πενθήμερης απασχόλησης στην επιχείρηση «Ν. Ρούσσος και Σία Ο.Ε.» και ο οποίος έχει συνολική προϋπηρεσία 30 ετών, πόσες ημέρες αδείας δικαιούται το 1993 και το 1994; Πόσες επίσης ημέρες αδείας δικαιούται κατά το 1995; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Οι δικαιούμενες ημέρες αδείας του κατά το έτος 1993 ήταν 23(οι ημέρες πρώτης αδείας του μισθωτού που απασχολείται επί πενθήμερο εβδομαδιαίως είναι 20+3 ημέρες λόγω εικοσιπενταετούς και πλέον προϋττηρεσίας αυτού).οι δικαιούμενες ημέρες αδείας του κατά το έτος 1994 ήταν 24(21 ημέρες αδείας δευτέρου έτους στην ίδια επιχείρηση συν (+)3 ημέρες λόγω 25ετούς και πλέον προϋπηρεσίας αυτού). Οι δικαιούμενες ήμερες αδείας του κατά το έτος 1995 είναι 25 (22ημέρες αδείας τρίτου έτους στην ίδια επιχείρηση συν (+)3 ημέρες λόγω 20ετούς και πλέον προϋπηρεσίας).(3) (3)Εγχειρίδιο Εργατικής Νομοθεσίας: Ν.Χ. Ανδρεάδη (1996).
Παοάδειγαα υπολογχσαού ηαεοών adexac υισθωτού που εούάίϋεται ιιε διακοπές Ένας μισθωτός που απασχολείται με διακοτιές 2 έτη σε μια ετηχείρηση, την προηγούμενη άδεια την είχε πάρει στις 1-7-95. Φέτος, την ίδια άδεια την παίρνει στις 1-8-96. Στο χρονικό αυτό διάστημα από 1/7/95-1/8/96 απασχολήθηκε 180μέρες. Με βάση τα παραπάνω οι μέρες άδειας που δικαιούται να πάρα το 1994 υπολογίζονται ως εξής: 180/25=7,2 μήνες 7,2/12=0,6 0,6X25 μέρες κανονικής άδειας = 15 μέρες άδεια Δικαιούται λοιπόν να πάρει 15 εργάσιμες μέρες άδεια. Αν ο μισθωτός είχε συμπληρώσει 3 έτη εργασίας στο ίδιο εργοδότη τότε θα ήταν: 0,6X26=15,6 ή 16 μέρες άδεια.(αυτό γίνεται γιατί ο κανονικά απασχολούμενος δικαιούται μετά τη συμπλήρωση του 3 έτους εργασίας 26 ημέρες άδεια).(4) (4)Εργατικά.Φορολογικά, Λογνσηκά, Φοροτεχνικά, Δηλώσεις; Δημήτρης I. Καραγιάννης (1994)
8. ΗΜΕΡΕΣ ΑΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΕΞΑΙΡΕΣΙΜΕΣ ΑΡΓΙΕΣ. Στην περίπτωοίη που κατά το χρονικό διάστημα της άδειας ενός μισθωτού συμπέσει εξαιρέσιμη εορτή η κατ έθιμο εορτή, η ημέρα αυτή δεν υπολογίζεται στις ημέρες αδείας αυτού, με επακόλουθο την παράταση του διαστήματος της άδειας κατά μια μέρα (άρθρο 2 παρ.3 του Α.Ν. 539/45). Απαραίτητη προϋπόθεση για να ισχύσουν τα ανωτέρω είναι η εξαιρέσιμη εορτή να συμπέσει με εργάσιμη ημέρα και όχι Κυριακή ή όποια άλλη μη εργάσιμη ημέρα του μισθωτού, π.χ. Σάββατο. Αναφορικά με το ημερομίσθιο της αργίας που εμπίπτει στη διάρκεια της αδείας, οι ημερομίσθιοι δικαιούνται να λάβουν το Τ ημερομίσθιο και οι αμειβόμενοι με μισθό το 1/25 του μισθού τους αν κατά την εβδομάδα που συνεπέσει η αργία το ωράριο εργασίας των υπολοίπων μισθωτών της επιχείρησης κάλυπτε και το Σάββατο ή την άλλη ημέρα πρόσθετης αργίας λόγω εφαρμογής του συστήματος της πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας. Αντίθετα στο σύστημα εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας οι αμειβόμενοι με μηνιαίο μισθό δεν θα λάβουν επί πλέον και ο 1/25 του μισθού τους διότι, σύμφωνα με όσα παραδέχτηκε η νομολογία, ο μηνιαίο μισθός αντιστοιχεί στις εργάσιμες ημέρες του μηνός και οι μισθωτοί αυτοί παίρνουν ολόκληρο το μισθό τους χωρίς μείωση (ΑΑΠ 89/72. 97/77,460/79).
9.ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΠΑΡΑΙΤΗΣΕΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΑΗΨΕΩΣ ΑΔΕΙΑΣ. Η παρ.1 του άρθρου 5 του Α.Ν 539/45 θεωρεί ανύπαρκτη (και συνεπώς άκυρη) κάθε συμφωνία μεταξύ του εργοδότη και του μισθωτού για εγκατάλειψη ή την παραίτησή του τελευταίου από το δικαίωμα της αδείας έστω και αν πpoβλεπa αυτή (η συμφωνία) την καταβολή στον μισθωτό αυξημένης αποζημιώσεως. Οι διατάξεις του ΑΝ 539/45 είναι δημοσίας τάξεως και κάθε συμφωνία που αντίκ^ται σ αυτές αμέσως ή εμμέσως είναι άκυρη εκτός αν είναι ευνοϊκότερη για τον μισθωτό (ΑΠ 414/64). Άκυρη είναι επίσης η συμφωνία μεταξύ εργοδότη και μισθωτού για τη μη χορήγηση της ετήσιας αδείας έστω και αν καταβάλλονται οι αποδοχές που αναλογούν σ αυτήν. (Εφ.Θεσ.2032/89, Εφ.ΑΘ.3022/88).
10. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΡΓΟΔΟΤΗ Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Ν.Δ.3755/1975, το οποίο πρόσθεσε τελευταίο εδάφιο στην παρ.1 του άρθρου 5 του Α.Ν. 539/45, αν ο εργοδότης δεν χορηγήσει τη νόμιμη άδεια, αν δηλαδή χορηγήσει ακόμα και μικρότερη από την δικαιούμενη, οφείλει με τη λήψη του ημερολογιακού έτους στο οποίο αναφέρεται η άδεια να πληρώσει στον εργαζόμενο της αποδοχές της αδείας ή του υπολοίπου που δεν χορήγησε, στο διπλάσιο.(εφ. Θεσ. 446/88, Εγγρ. Υπ. Εργ. 2586/19-12-85, ΔΕΝ 1986). Η καταβολή της παραπάνω προσαύξησης αποτελεί κατά του Α.Π.889/89, αστική ποινή, προϋποθέτει πταίσμα του εργοδότη ή ε)-αφρά αμέλεια κατά την έννοια του άρθρου 330Α.Κ. Η προηγούμενη διαπίστωση της παράλειψης από το αρμόδιο όργανο της Επιθεωρήσεως Εργασίας δεν συνιστά προϋπόθεση προς θεμελίωση του ανωτέρου δικαιώματος του μισθωτού, αλλά αποτελεί απλό αποδεικτικό μέσο. Σε περίπτωση που κάποιος μισθωτός εργαστεί σε όλη τη διάρκαα του έτους, χωρίς να πάρει άδεια, δικαιούται: α) τις αποδοχές του ένα μήνα που εργάστηκε, ενώ κανονικά θα έπρεπε να πάρει άδεια. Οι αποδοχές αυτές υπόκειται κανονικά σε κρατήσεις ΙΚΑ.ΦΜΥ κ.λ.π. όπως όλες οι ετήσιες αποδοχές. β) τις αποδοχές αδείας που θα έπαιρνε αν κανονικά έπαιρνε την άδειά του. ( είναι ίδιες με εκείνες της περίπτωσης α.) υπόκεινται κανονικά σε κρατήσεις ΙΚ,Λ,ΦΜΥ κ.λ.π. γ) Την προσαύξηση του 100% των αποδοχών αδείας. η προσαύςηση αυτή των αποδοχών αδείας δεν υπόκεινται σε κρατήσεις ΙΚΑ, ούτε μετριέται σαν χρόνος σύνταξης, όμως γίνεται παρακράτηση φόρου με συντελεστή 5%. Στην περίπτωση που δεν χορηγείται η άδεια στο μισθωτό μέχρι 31/12, τότε για το υπολογισμό των αποδοχών της άδειας, λαμβάνονται οι αποδοχές που ττήρε ο μισθωτός με ημερομηνία 31/12. Αν ο μισθωτός δεν πάρει την κανονική του άδεια μέχρι τέλους του έτους και δεν τη ζητήσει μέσα σε 5 έτη, η αξίωση αυτή του μισθωτού για τη λήψη της άδειας παραγράφεται. Ο εργοδότης που αρνείται να καταβάλλει τις αποδοχές άδειας, τιμωρείται, πέρα από πς χρηματικές ποινές και με φυλάκιση μέχρι 6 μήνες.
ΙΙ.ΤΜΗχΜΑΤΙΚΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ. Σε περίτγτωση ιδιαίτερης σοβαρής ή επείγουσας ανάγκης της επιχείρησης η οποία πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 7 της από 26-1-1977 ΕΓΣΣΕ, να διατηστωθεί από την αρμίδια ετηθεώρηση Εργασίας, είναι δυνατή η χορήγηση τμηματικά της ετήσιας άδειας των μισθωτών, η οποία σύμφωνα με το νόμο, πρέπα να δίνεται αυτούσια και κατά κανόνα ολόκληρη. Η τμηματική χορήγηση της άδειας γίνεται σε δύο περιόδους μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος. Σε καμία περίπτωση η πρώτη περίοδος της άδειας μπορεί να είναι μικρότερη από 6 εργάσιμες ημέρες. Στην περίπτωση των ανηλίκων, το άρθρο 7 του Ν. 1837/89 ορίζει ότι η κανονική άδεια χορηγείται κατά την περίοδο των θερινών σχολικών διακοπών σε συνεχές ημέρες. Υπάρχει όλως η δυνατότητα να χορηγηθεί το /2 αυτή και σε άλλη περίοδο, αν το ζητήσει ο ανήλικος.
12.0ΜΑΔΙΚΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΩΝ. Τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με τα όσα ετηκράτησαν και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, επικράτησε και στην Ελλάδα η συνήθεια σύμφωνα με την επιθυμία των εργαζομένων στις επιχειρήσεις, να λαμβάνουν άδεια τους θερινούς μήνες κάθε χρόνο και οι απαραίτητοι για την απροσδόκητη λειτουργία της επιχείρησης μισθωτοί, όταν αυτή θα λειτουργούσε με το προσωπικό που δεν θα είχε άδεια, να χορηγούνται ομαδικές άδειες σε όλο το προσωπικό, τους θερινούς μήνες με ανά>λγη διακοπή της λειτουργίας της επιχείρησης. Από την εφαρμογή του παραπάνω συστήματος προκύπτουν ορισμένα προβλήματα στους μισθωτούς όπως; α) Όσοι εργαζόμενοι ζήτησαν την άδειά τους και την πήραν πριν από τις ομαδικές άδειες, αν δεν γνώριζαν ότι η ετηχείρηση δίνει ομαδικά τις άδειες ή ο εργοδότης δεν γνωστοποίησε έγκαιρα την πρόθεσή του, τότε θα πάρουν τις αποδοχές τους και για τις ημέρες ομαδικής άδειας. Αν όμως όταν ζήτησαν και πήραν την άδεια τους μεμονωμένα γνώριζαν το σύστημα ομαδικών αδειών τότε δεν δικαιούνται αποδοχές και οι ημέρες ομαδικής άδειας θεωρούνται άδεια χωρίς αποδοχές, β) Με την ομαδική χορήγηση των αδειών οι εργαζόμενοι εξάντλησαν το δικαίωμά τους αυτό και δεν μπορούν να ζητήσουν άλλη άδεια μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος. Αν παραστεί όμως ανάγκη να απόσχουν από την υττηρεσία τους μπορούν με αίτησή τους να ζητήσουν άδεια χωρίς αποδοχές την οποία ενεργώντας με καλή πίστη ο εργοδότης και εκτιμώντας τα περιστατικά μπορεί να χορηγήσει. γ) Οι εργαζόμενοι που δεν συμπλήρωσαν το βασικό χρόνο απασχόλησης κατά το χρόνο χορήγησης της ομαδικής άδειας, αν γνώριζαν ότι η επιχείρηση εφαρμόζει αυτό το σύστημα δεν θα εργασθούν και δεν θα πάρουν αποδοχές, αν όμως το γνώριζαν θα πάρουν τις αποδοχές σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 656 Α.Κ δ) Όσοι συμπλήρωσαν έτος εργασίας μετά τη λήξη των ημερών της ομαδικής άδειας, μπορεί ο εργοδότης μα τους χορηγήσει την άδεια μαζί με το σύνολο του προσωπικού που βρίσκεται σε ομαδική άδεια, ε) Όσοι δικαιούνται λιγότερες ημέρες άδειας από τους υπολοίπους που θα κάνουν χρήση της ομαδικής άδειας. Αυτοί θα πάρουν τις αποδοχές δια τις μέρες άδειας που δικαιούνται, και σύμφωνα με τη συμφωνία ή τον κανονισμό της ετηχείρησης οι υπόλοιπες ημέρες δεν θα πληρωθούν και θα θεωρηθούν σαν άδεια δίχως αποδοχές. Τέλος πρέπει να αναφέρουμε ότι πολλές επιχειρήσεις (και κυρίως εργοστάσια) κλείνουν ένα μήνα του έτους και δίνουν άδεια για όλο το προσωτηκό τον μήνα αυτό.
13. ΑΔΕΙΑ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΠΟΥ ΑΠΑΣΧΟΑΟΥΝΤΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΕΠΟΧΙΑΚΑ. Αναφορικά με το ζήτημα της άδειας των εργαζομένων σε επιχειρήσεις που λειτουργούν εποχιακά, οι προϋποθέσεις αδείας ρυθμίζονται από το Β.Δ. 153/1972, που εκδόθηκε κατ εξουσιοδότηση του άρθρου 2 παρ. 8 Α.Ν. 549/45 που εξακολουθεί να ισχύει. Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές οι μισθωτοί δικαιούνται την άδεια που προβλέπουν το άρθρο 2 του ΑΝ 539/45 και το άρθρο 1 Ν. 1346/83 εφόσον υπάρχουν οι εξής προϋποθέσεις: α) Συμπλήρωσαν στην ίδια εποχιακά λειτουργούσα επιχείρηση 12 μήνες απασχόληση μέσα σε δύο συνεχή ημερολογιακά έτη, όχι όμως λιγότερο από 6(έξι) μήνες κάθε έτος, ή β)συμπλήρωσαν στην ίδια λειτουργούσα ετηχείρηση 12μηνη απασχόληση μέσα σε τρία συναπτά ημερολογιακά έτη, τουλάχιστον τεσσάρων(4) συνεχόμενων μηνών για κάθε έτος. Ως εποχιακά λειτουργούσες επιχειρήσεις εκμεταλ>χύσεως ή εργασίες νοούνται οι λόγω της φύσεως των ιδιαζουσών ή των καιρικών συνθηκών ή των χρησιμοποιουμένων πρώτων υλών, λειτουργούσες κάθε ημερολογιακό έτος επί διάστημα μεγαλύτερο των δύο (2) μηνών και μικρότερο των δώδεκα (12)μηνών. Παράλληλα, το θέμα της αδείας των μισθωτών της παραπάνω κατηγορίας ρυθμίζεται από το άρθρο 4 παρ.1 και 2 Ν.549/77 σύμφωνα με το οποίο, αν η εργασιακή σχέση λυθεί πριν από τη συμπλήρωση των 12 μηνών συνεχούς απασχολήσεως, είτα γιατί έληξε ο συμφωνηθείς με την ατομική σύμβαση χρόνος, είτε γιατί έληξε η εποχιακή περίοδος εργασίας, οι μισθωτοί δικαιούνται σε αντιστάθμιση της αδείας και του επιδόματος που δεν μπόρεσαν να πάρουν, από ένα ημερομίσθιο για κάθε μήνα απασχόλησης στον υπόχρεο εργοδότη. Το περιεχόμενο της διάταξης αυτής επανέλαβε και το άρθρο 16 του Ν.1082/8Θ ενώ το άρθρο 2 της από 19-5-82 Π.Ν.Π. καθόρισε σε 2 ημερομίσθια για κάθε μήνα απασχολήσεως όπως άλλωστε ορίζει και η παρ. 3 του άρθρου 1 Ν. 1346/83, που ρυθμίζει νομοθετικά το θέμα.
14.ΔΙΑΛΕΙΠΟΥΣΑ ΑΠΑΣΧΟΑΗΣΗ ΚΑΙ ΑΔΕΙΑ. Σύμφωνα με την παρ.2 του άρθρου 1 του Ν. 1346/83, «σε περίπτωση διαλείπουσας ή εκ περιτροττής εργασίας ο μισθωτός δικαιούταν, μετά τη συμπλήρωση δωδεκάμηνης σχέσης εργασίας στην ετηχείρηση κάθε ημερολογιακό έτος, άδεια με αποδοχές ίση με το 1/12 (δηλαδή 2/25 ή δυο ημέρες της άδειας) που προβλέπεται από αυτό το Νόμο ή άλλη ειδικότερη διάταξη για κάθε μήνα απασχόλησης από την πρόσληψή του, ή τη λήξη της άδειας του προηγούμενου έτους μέχρι την ημέρα της έναρξης της άδειας. Παρακάτω η ίδια διάταξη ορίζει «για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου ως μήνας λογίζεται είκοσι πέντε ημέρες (25) απασχόλησης. Αν πρόκειται, κατά τον υπολογισμό αυτής της παραγράφου, κλάσμα χρόνου άδειας, που υπερβαίνει την μισή ημέρα το κλάσμα στρογγυλοποιείται σε ολόκληρη ημέρα». Σύμφωνα με τα ανωτέρω και την εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας 17235/4-5-77, ως δια>.είπουσα εργασία νοείται η εργασία που δεν παρέχεται όλες τις εργάσιμες ημέρες του μηνός είτε αυτό απαγορεύεται από τη φύση και τις συνθήκες εργασίας είτε προέρχεται από τους όρους της ατομικής συμβάσεως εργασίας, δηλαδή η εργασία που παρέχεται με ενδιάμεσες ή περιοδικές διακοπές. Για το χαρακτηρισμό της διαλείπουσας εργασίας δεν έχη σημασία η καθημέραν ημερήσια απασχόληση(μειωμένη ή πλήρης). Οι ημέρες αδείας που δικαιούνται οι μισθωτοί της παραπάνω κατηγορίας είναι οι εργάσιμες, δηλαδή εκείνες στις οποίες θα παρείχαν εργασία, αν δεν είχαν άδεια. Φυσικά ισχύουν και γι αυτούς οι πρόσθετες πέρα από τις 26 κατ ανώτατο όριο ή πς 22, αν ισχύει 5ήμερο, ημέρες αδείας της από 21-2-90 ΕΓΣΣΕ. (Ήδη της από 2-4-96).
15. ΑΠΟΥΣΙΑ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΑΔΕΙΑ. α)αδικαιολόγητη απουσία - υπέρβαση ορίων βραχείας ασθένειας. Σύμφωνα με τη θεωρία καν τη νομολογία των δικαστηρίων (ΑΠ 1088/87, 1056/88) που στηρίζονται στη διάταξη της παρ.6 του άρθρου 2 ΑΝ 539/45, σύμφωνα με την οποία «τα χρονικά διαστήματα κατά τα οποία ο μισθωτός απέχει από την εργασία του λόγω βραχείας σχετικής διάρκειας ασθενείας, στρατεύσεως, απεργίας ή ανωτέρας βίας δεν θεωρούνται ως χρόνος μη απασχολήσεως ουδέ και συμψηφίζονται προς τις ημέρες αδείας της οποίας δικαιούται ο μισθωτός...» και συνεπώς, οι ημέρες αδικαιολόγητης απουσίας του μισθωτού συμψηφίζονται με τις ημέρες αυτές. Αντίθετη άποψη εκφράζει το Υπουργείο Εργασίας με το έγγραφο του 1054/15-9-81 υποστηρίζοντας ότι σύμφωνα με το άρθρο 440 ΑΚ οι αμοιβαίες απαιτήσεις δύο προσώπων «αποσβένονται» με συμψηφισμό εφόσον οι απαιτήσεις του καλύπτονται είναι ομοειδείς κατά το αντικείμενο και ληξιπρόθεσμες. Η απαίτηση όμως, κατά το ίδιο έγγραφο, του εργοδότη για παροχή εργασίας του μισθωτού, η οποία δεν ικανοποιήθηκε λόγω της αποχής του μισθωτού δεν είναι ομοειδής και δεν μπορεί να καλυφθεί με την απαίτηση του μισθωτού να μη παρέχει την εργασία του για ορισμένες ημέρες (όση η άδειά του) και να >αίβει τις αποδοχές και το επίδομα αδείας και συνεπώς οι ημέρες αδικαιολόγητης απουσίας συμψηφίζονται με τις ημέρες άδειας αλλά όχι με τις αποδοχές και το επίδομα αδείας. β)υπερημερία εργοδότη και άδεια. Από τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1,2 και 6 του ΑΝ 539/45 αλλά και των άρθρων 656,657 και 667 ΑΚ προκύπτει ότι θεωρούνται ως ημέρες απασχόλησης του μισθωτού και εκείνες κατά τις οποίες η μη παροχή πραγματικής εργασίας εκ μέρους του οφείλεται σε υπαιτιότητα του εργοδότη, που περιήλθε σε υπερημερία ως προς την αποδοχή των προσφερομένων υπηρεσιών του μισθωτού ή απλώς σε λόγους που αφορούν το πρόσωπό του. Για το λόγο αυτό δεν συμψηφίζονται με τις ημέρες της οφειλόμενης αδείας αφού, δια της υπό της εκτεθείσες συνθήκες, μη παροχής απλώς πραγματικής εργασίας δεν πληρούται ο σκοπός του νόμου (της αναπαύσεως και της αναψυχής προς ανανέωση των ψυχοσωματικών δυνάμεων του μισθωτού) η οποία ανάπαυση δεν επιτυγχάνεται όταν βρίσκεται σε κατάσταση ετοιμότητας παροχής εργασίας ή στην διάθεση του εργοδότη στο χώρο εργασίας ή σε ορισμένο χώρο εκτός αυτής. Κατά την ίδια απόφαση κι στην περίπτωση μη λήψης
της δικαιούμενης αδείας μισθωτού που απολύθηκε κατά την διάρκεια του χρόνου υπερημερίας του εργοδότη μπορεί να «αντιταχθεί τελεσφόρος η ένταση του άρθρου 281/ΑΧ». Σχετική και η απόφαση του Μον. Πρωτ. Αθηνών 931/93 στην οποία όμως προτίθεται ότι δεν οφείλεται προσαύςηση 100% των αποδοχών της αδείας που δεν χορηγήθηκε από τον υπερήμερο εργοδότη. γ) Διαθεσιμότητα και άδεια. Το σύστημα της διαθεσιμότητας είναι ένα μέτρο το οποίο θέτει στη διάθεση του εργοδότη ο Νόμος προκειμένου αυτός να μπορέσει να αντεπεξέλθει στις δύσκολες περιστάσεις χωρίς να προβεί σε απολύσεις που συνεπάγονται υπέρογκα ποσά για τις αποζημιώσεις και απώλεια ειδικευμένων εργατικών χεριών, τα οποία έχει ανάγκη, χωρίς συγχρόνως να είναι σε θέση να καταβάλει ολόκληρο το μισθό στο προσωπικό του. Η διαθεσιμότητα δεν διασπά τον εργασιακό δεσμό όπως συμβαίνει με την καταγγελία της ΣΕ, μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου και συνεπώς όλα τα δικαιώματα που πηγάζουν από αυτόν παραμένουν ισχυρά (Πρωτ. Πειρ. 1739/56) και συνεπώς και εκείνο της άδειας (Εφ. Θεσ. 503/88). δ) Απεργία και άδεια. Όπως είναι γνωστό, η παρ. 6 του άρθρου 2 ΑΝ 539/45 θεωρεί τον χρόνο της αποχής του μισθωτού από την εργασία λόγω απεργίας ως χρόνο απασχολήσεως μη συμψηφιζόμενο με τις ημέρες αδείας που δικαιούται. Από τη διάταξη αυτή αλλά και από τη γενικότερη διάταξη του άρθρου 667 του ΑΚ προκύπτει ότι στις περιπτώσεις όπου ο μισθωτός δεν απέχει από την απασχόλησή του για οποιαδήποτε από τις αναφερόμενες στην παραπάνω διάταξη του ΑΝ 539/45 αιτίες (βραχεία ασθένεια, στράτευση, απεργία, ανταπεργία, ανωτέρα βία) αλλά απουσιάζει χωρίς δικαιολογία ή με την πρόφαση της συμμετοχής του σε απεργία που δεν είναι μόνιμη, καταλογίζεται ο χρόνος της απουσίας του αυτής στη διάρκεια της αδείας του από την οποία αφαιρείται. Από τα ανωτέρω προκύτττει ότι ο χρόνος συμμετοχής σε νόμιμη απεργία θεωρείται χρόνος απασχόλησης και δεν συμψηφίζεται με την άδεια που δικαιούται ο μισθωτός δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τη συμμετοχή σε παράνομη απεργία. ε) Ασθένεια και εβδομαδιαία ανάπαυση. Κατά την γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ. 815/63 η αποχή του εργαζομένου από την εργασία του λόγω ασθενείας δεν επηρεάζει τη συνήθη τάξη χορηγήσεως σε αυτόν ημέρας αναπαύσεως (R POS) ή συμπληρωματική ημέρας αναπαύσεως σε σύστημα 5ήμερης εργασίας.
Κατά συνέπεια ο εργαζόμενος επανερχόμενος από την ασθένεια του πρέπει να πάρει την προγραμματισμένη ανάπαυσή του, σαν να μην είχε παρεμβληθεί η ασθένεια. Την άποψη αυτή το Ν.Σ.Κ. στηρίζει στο γεγονός ότι ο χρόνος βραχείας διάρκαας ασθενείας λογίζεται από πλευράς λήψεως αποδοχών ως χρόνος απασχολήσεως στον εργοδότη. στ) Ανάπαυση και άδεια. Ο χρόνος κανονικής αδείας θεωρείται ως χρόνος πραγματικής εργασίας και κατά συνέπεια, όπως δέχεται το Ν.Σ.Κ. με τη γνωμοδότησή του 815/1963, ο μισθωτός που επανέρχεται από την κανονική άδειά του δικαιούται να πάρει και το REPOS του κανονικά, όπως είχε προγραμματισθεί.
16. ΠΟΛ.\ΑΠΛΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΚΑΙ ΑΔΕΙΑ Επειδή ο νόμος ως προϋπόθεση λήψης άδειος ορίζει την δωδεκάμηνη απασχόληση χωρίς να θέτει άλλους περιορισμούς αναφορικά με το αν συγκεκριμένος μισθωτός απασχολήθηκε σε ένα ή περισσότερους εργοδότες, συμπεραίνεται ότι σε περίπτωση πολλαπλής απασχόλησης (για τη συμπλήρωση του νομίμου ημερησίου ωραρίου) ο μισθωτός δικαιούται από κάθε εργοδότη του χωριστά άδεια (και επίδομα αδείας) κατά τους ορισμούς του Νόμου φυσικά, σε περίτττωση δωδεκαμήνου, την ανάλογη αποζημίωση αδείας και ετηδόματος αδείας έστω και αν αυτά υπερβαίνουν τα όρια που θέτουν οι σχετικές διατάξεις.
17. ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΑΠΟΑΥΣΕΩΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ. ΠΟΤΕ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ. Η απόλυση του μισθωτού κατά τη διάρκεια της κανονικής αδείας του απαγορεύεται από την παρ. 6 του άρθρου 5 του Α.Ν. 539/45. Η διάταξη αυτή, σύμφωνα με την απόφαση του Αρείου Πάγου 1998/86 αναφέρεται μόνο στην περίπτωση της χορήγησης αδείας κατ εφαρμογή του ανωτέρου νόμου και δεν ισχύει όταν η άδεια χορηγείται συμβατικά, δηλαδή άσχετα και πέρα από τα όσο ορίζονται από τον νόμο. Η απαγόρευση απολύσεως υπαγορεύεται από την ανάγκη να παρασχεθεί στον μισθωτό η δυνατότητα να αναπαυθεί και να τονωθούν οι σωματικές και πνευματικές του δυνάμεις.(εφ.θεσ. 158/94)
18. ΑΔΕΙΑ ΠΡΟΣ ΕΞΕΥΡΕΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Σύμφωνα με το άρθρο 677ΑΚ, στον απολυόμενο μισθωτό πρέπει να χορηγείται άδεια πριν από την καταγγελία της ΣΕ προκειμενου αυτός να μπορέσει να ανεύρει νέα εργασία. Ο χρόνος απουσίας του μισθοοτού με την ειδική αυτή άδηα του ΑΚ πρέπει να είναι «εύλογο9> και να χορηγείται με καλή πίστη και ανάλογα με τις ειδικές συνθήκες κάθε περίπτωσης. Η άδεια αυτή που προϋποθέτει απόλυση με προειδοποίηση χορηγείται με πλήρες αποδοχές (Πρωτ.ΑΘ. 5364/66, 10995/66). Πάντως αν ο εργοδότης δεν χορηγήσει τέτοια άδεια ο μισθωτός δεν δικαιούται να απουσιάσει αυθαίρετα, δικαιούται όμως να επιδιώξει ανάλογη αποζημίωση δικαστικά.
19. ΘΑΝΑΤΟΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥ ΚΑΙ ΑΔΕΙΑ. Σε περίτγτωση θανάτου του μισθωτού πριν από τη συμπλήρωση έτους υπηρεσίας στον εργοδότη του, παρά το γεγονός ότι το δικαίωμα στην άδεια είναι προσωποπαγές, οι κληρονόμοι, σύμφωνα με τις διατάξεις του ΑΝ 539/45 (άρθρο 5 παρ.4 και 5) όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 παρ.3 του Ν. 1346/83, σε περίπτωση λύσειος της ΣΕ με οποιοδήποτε τρόπο, άρα και με θάνατο του μισθωτού, πριν τη συμπλήρωση 12μηνου, δικαιούνται να απαιτήσουν την «γεγενημένη» αξίωση, κατά τα οριζόμενα από τις παραπάνω διατάξεις του αποβιώσαντος μισθωτού, δηλαδή την αποζημίωση αδείας και το ετιίδομα αδείας. Την ίδια αξίωση έχουν οι κληρονόμοι και στην περίπτωση θανάτου του μισθωτού μετά τη συμπλήρωση του 12μήνου και πριν λάβει αυτός την κανονική ετήσια άδειά του ως «γεγενημένο» επίσης δικαίωμα δηλαδή τις αποδοχές και το επίδομα αδείας που εδικαιούτο ο αποθανών μισθωτός.(5) (5)Εγχειρίδιο Εργατικής νομοθεσίας: Ν.Χ. Ανδρεάδη(1996)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΔΕΙΑΣ ΜΙΣΘΩΤΩΝ 1.ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΑΔΕΙΑΣ Οι μισθωτοί δικαιούνται αποδοχές αδείας για το διάστημα κατά το οποίο τελούν σε κανονική άδεια. Οι αποδοχές αυτές είναι ίσες με τις συνήθως καταβαλλόμενες αποδοχές τους, εκείνες δηλαδή τις αποδοχές που θα ελάμβαναν εάν εργάζονταν στην επιχείρηση κατά τον αντίστοιχο χρόνο στον οποίο κάνουν χρήση της δικαιούμενης άδειάς τους. Συμπλήρωμα στις αποδοχές αδείας Δηλαδή στις αποδοχές άδειας περιλαμβάνονται ο πάγιος μισθός καθώς εττίσης και οι τακτικές πρόσθετες αμοιβές (υπερωρίες, Κυριακές, επιδόματα κ.λ.π.), υπολογιζόμενες με βάση τον μέσο όρο του χρονικού διαστήματος, μέσα στο οποίο αντιστοιχεί η άδεια (Αρ.Παγ. 1594/83 τμ! Β! 540/85) Η αμοιβή για εκτός έδρας εργασία, δεν υπολογίζεται σπς αποδοχές των ημερών άδειας(πρωτ.αθ. 2085/76). Οι αποδοχές της άδειας των σερβιτόρων και γενικά αυτών που αμείβονται με ποσοστά σε βάρος των πελατών της επιχείρησης υπολογίζονται με βάση το τεκμαρτό ημερομίσθιο του ΙΚΑ που ισχύει εκείνο τον καιρό γι αυτούς. Σε περίπτωση όμως που το τεκμαρτό ημερομίσθιο είναι μικρότερο του κατώτατου ορίου ημερομισθίου ανειδίκευτου εργάτη, τότε οι αποδοχές της άδειας που καταβάλει η επιχείρηση στους σερβιτόρους κ.λ.π. υπολογίζονται με βάση το κατώτατο ημερομίσθιο του ανειδίκευτου εργάτη ( Εφετ.Θεσ. 2228/85). Αναλυτικότερα, ως αποδοχές αδείας οι μεν εργατοτεχνίτες που αμείβονται με ημερομίσθιο, δικαιούνται τόσα ημερομίσθια όσα αντιστοιχούν στις ημέρες αδεία τους, οι δε υπάλληλοι που αμείβονται με μηνιαίο μισθό δικαιούνται τα 24/25 του μηνιαίου μισθού τους αν έχουν ένα έτος προϋπηρεσία και ένα (1) μηνιαίο μισθό αν έχουν δύο (2) ή και περισσότερα έτη προϋπηρεσίας στην ίδια επιχείρηση. Επεξηγηματικά αναφέρεται ότι ο μισθωτός που έχει 25ετή και πλέον προϋττηρεσία σε διαφορετικούς εργοδότες δικαιούται ως αποδοχές αδείας από τον τελευταίο εργοδότη του ένα μηνιαίο μισθό και όχι τα 26/25 του μηνιαίου του μισθού από το πρόωρο έτος αδείας του. Επίσης αναφέρεται ότι οι εργατοτεχνίτες ημερομίσθιοι που απασχολούνται επί 5θήμερο εβδομαδιαίως, δικαιούνται για το ίδιο χρονικό διάστημα (εβδομάδα) ως αποδοχές αδείας (στην περίπτωση που
τελούν εν αδεία) 6 ημερομίσθια όπως άλλωστε καχ οι επί εξαήμερο απασχολούμενοι ημερομίσθια.
2. ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΔΕΙΑΣ Οι μισθωτοί εκτός των αποδοχών αδείας δικαιούνται και επίδομα αδείας με βάση το άρθρο 3, του Ν.4504/66. Το εττίδομα αδείας υπολχηάζεται καθ ίδιο τρόπο με αυτόν που υπολογίζονται οι αποδοχές αδείας των μισθωτών με τον περιορισμό όμως ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει το επίδομα της αδείας το /ς του μηνιαίου μισθού όσον αφορά τους υπαλλήλους και τα 13 ημερομίσθια όσον αφορά τους εργατοτεχνίτες - ημερομισθίους. Ειδικότερα για τους αμειβόμενους με ημερομίσθια, επεξηγηματικά αναφέρεται ότι ανεξάρτητα αν απασχο>νθύνται επί πενθήμερο ή εξαήμερο εβδομαδιαίως, το ημερομίσθιο του επιδόματος αδείας ισούται με το 1/6 της εβδομαδιαίας αμοιβής τους και τούτο διότι και οι ημερομίσθιοι που εργάζονται επί πενθήμερο δικαιούνται όπως άλλωστε και οι επί εξαήμερο απασχολούμενοι, ως αμοιβή 6 ημερομίσθια την εβδομάδα. Το επίδομα αδείας καταβάλ>χται στο ακέραιο στον δικαιούχο μισθωτό, απαγορευμένης προς τούτο της κατάτμησής του. Η αξίωση ενός μισθωτού έναντι του οφει>.ομένου σε αυτόν ετηδόματα αδείας, παραγράφεται μετά παρέλευσιν 5ετίας. Ο εργαζόμενος φεύγοντας με άδεια, εκτός από τα χρήματα της άδειάς του, παίρνε και ένα ποσό που ονομάζεται εττίδομα άδειας. Το επίδομα αυτό δικαιούνται όλοι οι μισθωτοί σαν δώρο άδειας. Θα πρέπει η επιχείρηση να γνωρίζει, ότι το ποσό του ετηδόματος άδειας καταβάλ>χται όλο μαζί και απαγορεύεται η κατάτμησή του. Το επίδομα άδειας δεν παίρνει την προσαύξηση του 100% σε περίπτωση που ο εργοδότης δεν το καταβάλλει στους μισθωτούς μέχρι τέλος του έτους (Υπ.Εργ. 7316/75). Σε περίπτωση που ο εργοδότης αρνηθεί να καταβάλλει το εττίδομα άδειας τιμωρείται μόνο μετά από μήνυση, με φυλάκιση μέχρι 3 μήνες και με χρηματικό πρόστιμο. Σε περίπτωση που πεθάνει ο μισθωτός προτού πάρει την άδεια και το επίδομα αδείας του από την ετηχείρηση που εργαζόταν, τα δικαιούνται οι κληρονόμοι. Η αξίωση του εργαζόμενου για το επίδομα άδειας παραγράφεται σε 5 έτη.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΔΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΔΟΜΑΤΩΝ ΑΔΕΙΩΝ Έτη συνεχούς υττηρεσίας στον ίδιο εργοδότη. μέρες αδείας Υπάλληλοι και εργατοτεχνίτες( και ανήλικοι και σπουδαστές) Ετηχεχρήσεις που λειτουργούν 6 ημέρες ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΑΔΕΙΑΣ ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΔΕΙΑΣ μισθός ημερομίσθια ημερομίσθια ΐ έτοςσυμπλ. 24 24/25 24 'Λ μισθός 13 2 έτος συμπλ.. 25 I μισθός 25 Λ μισθός 13 3 έτος τη^μπλ. 26 I μισθός 26 'Λ μισθός 13 Και άνω συμπλ. 26 1 μισθός 26 'Λ μισθός 13 20 έτη συμπλ. 30 30!4 μισθός 13 Έτη υπηρεσίας στον ίδιο Επιχειρήσεις με όθήμερο εργοδότη ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΑΔΕΓΛΣ ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΔΕΙΑΣ ημέρες άό. Εργ. μισθός ημερομίσθια μισθός ημερομίσθια 1 έτος συμπλ. 20 24/25 24 'Λ μισθ. 13 Ι' έτος συμπλ. 21 1μισθ. 25 Λ μισθ. 13 3 έτος συμπλ. 22 1 μισθ. 26 Λ μισθ. 13 & άνω συμπλ. 22 1 μισθ. 26 'Δ μισθ. 13 20 έτη & άνω 25 1 μισθ. & 4ί'25 30 'Δ μισθ. 13 (1) ΕΡΓΑΤΙΚΑ - ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΑ - ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ - ΦΟΡΟΤΕΧΝΚΑ-ΔΗΛΩΣΕΙΣιΔημήτρης Σ. Καραγιάννης. (2) ΕΡΓΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ιπέτρος Γ. Ραπανάκης (1995)
3. ΑΜΟΙΒΕΣ ΤΩΝ ΜΙΣΘΩΤΩΝ ΕΠΙ ΤΗ ΒΑΣΗ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΑΔΕΙΑΣ. Οι καταβαλλόμενες αμοιβές σ ένα μισθωτό, συνεπεία της απασχόλησής του σε επιχείρηση, υπό καθεστώς εξαρτημένης εργασίας, επί τη βάσει των οποίων προσδιορίζονται οι αποδοχές αδείας αυτού, είναι οι κατωτέρω; α) ο μηνιαίος μισθός ή τα ημερομίσθια που θα εισέπραττε ο μισθωτός και που αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα της άδειάς του. β) οι αμοιβές για τακτική απασχόληση κατά τις Κυριακές, τις εορτές και την νύκτα που θα ελάμβανε ο μισθωτός υπό συνθήκες απασχόλησης κατά το διάστημα της αδείας του, γ) οι αμοιβές για τακτική υπερεργατική και τακτική νόμιμη υπερωριακή απασχόληση που θα εισέπραττε αν εργαζόταν κατά το διάστημα της αδείας του. Αντίθετα δεν υπολογίζονται στις αποδοχές αδείας το επίδομα ισολογισμού και τα δώρα εορτών. Επίσης, δεν υπολογίζεται η αποζημίωση για παράνομη υπερωριακή απασχόληση του μισθωτού, ούτε η αμοιβή για εκτός έδρας απασχόληση
4.ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ Ή ΟΧΙ ΤΟΥ ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΑΔΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΔΕΙΑΣ. Στο έγγραφο: 2554/7.94 του Υπουργείου Εργασίας, αναφέρονται τα εξής: «από τη νομολογία (ΑΠ 586/78, 584/78, 494/76, 1307/74, 806/74, 78/74 κ.λ.π.) τακτικές αποδοχές θεωρούνται ο μισθός καθώς και κάθε άλλη παροχή είτε σε χρήμα είτε σε είδος, εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη σαν συμβατικό ή νόμιμο αντάλλαγμα της παρεχόμενης από τον εργαζόμενο εργασίας, τακτικά κάθε μήνα ή και επανάληψη περιοδικά σε ορισμένα χρονικά διαστήματα εντός του έτους. Επίσης από τη νομολογία, στην έννοια των αποδοχών άδειας περιλαμβάνονται όλες οι παροχές που χορηγούνται τακτικά και μόνιμα, με οποιαδήποτε μορφή, είτε σαν αντάλλαγμα της εργασίας, είτε χάριν οικονομικής ενίσχυσης είτε από το είδος της εργασίας που παρέχεται (Δ.Π. 468/69). Το επίδομα ισολογισμού, επειδή δεν εμφανίζει συχνότητα επαναλήψεως μέσα στο έτος, αλ>.ά παρέχεται μια φορά το χρόνο στους απασχολούμενους με τη σύνταξη του ισολογισμού, του οποίου η χορήγηση δεν είναι συνδεδεμένη με την προσφορά εργασίας σε ορισμένα χρονικά διαστήματα μέσα στο έτος, δεν περιλαμβάνονται στην έννοια των τακτικών ή των συνήθων αποδοχών και ως εκ τούτου δεν λαμβάνεται υπόψη στις αποδοχές άδειας και το επίδομα αδείας».
5.ΠΕΡΙΣΤΑΣΙΑΚΑ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΟΙ Ή ΑΠΟΛΥΟΜΕΝΟΙ ΠΡΟ ΤΗΣ ΣΥΜΠΑΗΡΩΣΕΩΣ ΕΤΟΥΣ ΜΙΣΘΩΤΟΙ. Οι ως άνω μισθωτοί, οι οποίοι δεν έχουν συμπληρώσει ένα (1) έτος υπηρεσίας στον τελευταίο εργοδότη τους και των οποίων η σχέση εργασίας λύεται πριν από την λήψη αδείας εκ μέρους των, δικαιούνται αποζημίωση αδείας ίση με τα 2/25 του μηνιαίου τους μισθού ή τα 2 ημερομίσθια, ανάλογα αν είναι υπάλληλοι ή εργάτες - ημερομίσθιοι αντίστοιχα, για κάθε μήνα απασχόλησής τους, στον εργοδότη που τους απασχολούσε. Επίσης, δικαιούνται να λάβουν εκτός της αποζημιώσεως αδείας και επίδομα αδείας. Το επίδομα αδείας ισούται και αυτό με τα 2/25 του μηνιαίου τους μισθού η τα 2 ημερομίσθια, για κάθε μήνα απασχόλησής τους, με το περιορισμό όμως ότι δεν μπορεί να ξεπεράσα το Vi του μισθού τους ή τα 13 ημερομίσθια. Για απασχό/.ηση μικρότερη από ένα (1)μήνα ως αποζημίωση αδείας και επίδομα αδείας καταβάλλεται ανάλογο κλάσμα. Παρακάτω ακολουθεί αναλυτικός πίνακας δικαιούμενης αποζημιώσεως αδείας καθώς και επιδόματος αδείας μισθωτών των οποίων η σχέση εργασίας λύθηκε προ της συμπληρώσεως ενός έτους στον ίδιο εργοδότη. Π1Ν.ΛΚ.Λ.Σ ΑΙΚΑΙΟΥΜΕΝΉΣ.ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΛΟΜΑΤΟΣ ΑΛΕΙ.ΑΣ ΤΩΝ ΕΥΚ.ΑΙΡΙΑΚ.Α.ΑΠΑΣΧΟ.ΑΟΥΜΕΝΩΝ Η ΑΠΟΛΥΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟ ΤΗΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΕΩΣ ΕΤΟΥΣ.ΜΙΣΘΩΤΩΝ. ΠΡΟΫΠΗΡΕΣε\ ΜΙΣΘΩΤΩΝ -\ΠΟΛΟΧΕΣ.\ΑΕί\Σ.λΠΟΔΟΧΕΣ ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΥΠΑΛ/ΛΏΝ ΗΜΕΡ/ΣΘ1ΏΝ 1 μήνας 2/25 μην.μισθ. 2 ημερομίσθια 2/25 μην.μισθ. 2 ημερομίσθια 2 μήνες 4/25» 4» 4/25» 4» 3 μήνες 6/25» 6» 6/25» 6» 4 μήνες 8/25» 8» 8/25» 8» ^ μή^ες 10/25» 10» 10/25» 10» 6 μήνες 12/25» 12» 12/25» 12» 7 μήνες 14/25» 14» 14/25» 14» 8 μήνες 16/25» 16» 16/25» 16» 9 μήνες 18/25» 18» 18/25» 18» 10 μήνες 20/25» 20» 20/25» 20» 11 μήνες 22/25» 22» 22/25» 22» 12 μήνες 24/25» 24» 24/25» 24»
Όσον αφορά το χρόνο καταβολής της αποζημίωσης αδείας και του επιδόματος αδείας, τονίζεται ότι η αποζημίωση αδείας καθώς και το επίδομα αδείας που δικαιούνται οι μισθωτοί στην περίπτωση της περιστασιακής απασχολήσεως τους ή της απόλυσης τους προ της συμπληρώσεως έτους, καταβάλλεται άμεσα κατά το στάδιο της αποχώρησης ή της απόλυσης αυτών.
6. ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΤΩΝ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΑΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ ΑΔΕΙΑΣ ΣΤΟΥΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥΣ. Τόσο οι αποδοχές της αδείας όσο και το ετήδομα αδείας προκαταβάλλονται κατά το στάδιο έναρξης της αδείας, στο μισθωτό. Ο ανωτέρω πίνακας μπορεί να χρησιμοποιηθεί γενικότερα σε κάθε περίπτωση διακοπής της σχέσης εργασίας των μισθωτών προ της συμπληρώσεως έτους. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ: Μισθωτός ο οποίος προσελήφθη την 20/11/96 αποχώρησε από την εργασία του την 28/6/97. Οι αποδοχές του κατά το διάστημα της αποχώρησής του ήταν 180.000 μηνιαίος μισθός. Πως προσδιορίζεται το ποσό της δικαιούμενης αποζημιώσεως αδείας αυτού, καθώς και το ποσό του επιδόματος αδείας, που οφείλονται να του καταβληθούν από τον εργοδότη στον οποίο απασχολείται; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ως αποζημίωση αδείας ο ως άνω μισθωτός δικαιούται για κάθε μήνα που απασχολήθηκε τα 2/25 του μηναίου του μισθού. Εν προκειμένω ο μισθωτός απασχολήθηκε 7 μήνες και 9 ημέρες (6 μήνες ^ 11 ημέρες του Νοεμβρίου + 28 ημέρες του Ιουνίου). Αρα για τους 7 μήνες απασχόλησης δικαιούται 7X2/25 Χ180.000=100.800 δρχ. Για τις 9 ημέρες απασχόλησης δικαιούται το 2,40% του μηνιαίου μισθού του. άρα, 180.000Χ2,40%=4.320 δρχ. Συνεπώς η συνολική αποζημίωση αδείας που δικαιούται είναι 100.800 + 4.320-105.120 δρχ. Ως επίδομα αδείας δικαιούται το '/; του μηνιαίου μισθού του ήτοι 90.000. (Το επίδομα της αδείας είναι ίσο με την αποζημίωση αδείας με τον περιορισμό όμως ότι δεν μπορεί να υπερβεί το 54 του μηνιαίου μισθού του υπαλλήλου). Επεξηγηματικά αναφέρεται ότι στο ποσό της αποζημιώσεως αδείας που δικαιούνται οι μισθωτοί λόγω διακοπής της εργασιακής τους σχέσης προ της χορηγήσεως σε αυτούς αδείας, δεν γίνονται κρατήσεις στους ασφαλιστικούς οργανισμούς και τα επικουρικά ταμεία (ΙΚΑ, TEAM). Αντίθετα, γίνονται κρατήσεις κανονικά σε χαρτόσημο, Ο.Γ.Α. χαρτοσήμου. Επίσης, το ποσό της αποζημίωσης αδείας υπόκειται σε παρακράτηση Φ.Μ.Υ. Όσον αφορά το επίδομα αδείας αυτό υπόκειται κανονικά σε κρατήσεις (ΙΚΑ,ΤΕΑΜ, χαρτόσημο, Ο.Γ.Α. χαρτοσήμου, Φ.Μ.Υ.).