ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΠΑΛ (ΟΜΑΔΑ Β') ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 25 ΜΑΪΟΥ 2012 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ Α1. Γνωρίζουμε ότι η πεζολογία αλλιώς η «καθημερινή», «αντιποιητική» γλώσσα μέσω της οποίας αναδεικνύεται ο καβαφικός ποιητικός ρεαλισμός είναι βασικό γνώρισμα της ποίησης του Κ. Π. Καβάφη (Αλεξάνδρεια Αιγύπτου 1863- Αλεξάνδρεια Αιγύπτου 1933). Ένα παράδειγμα πεζολογίας στο ποίημα «Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου ποιητού εν Κομμαγηνή 595 μ.χ.» (1921) είναι ο στίχος «Δεν έχω εγκαρτέρησι καμιά». 1 Από την άλλη, η ιδιότυπη γλώσσα του Καβάφη απόρροια και του συγχρωτισμού του με τους Έλληνες του παροικιακού Ελληνισμού της Αλεξάνδρειας αλλά και της φαναριώτικης κουλτούρας του φαίνεται εδώ από το ουσιαστικό «το γήρασμα» (αντί της καθαρευουσιάνικης λέξης «το γήρας» ή της λαϊκής «τα γηρατειά»). Τέλος, μία λέξη- σύμβολο (συνέπεια και της γόνιμης «θητείας» του ποιητή στη λογοτεχνική τεχνοτροπία του Συμβολισμού) είναι ενδεικτικά η «πληγή» (= «το γήρασμα»). Β1. Όσον αφορά στη μορφολογία του τίτλου, πράγματι επιβεβαιώνεται η ρήση του νεοελληνιστή φιλολόγου Στέφανου Διαλησμά: ο τίτλος είναι όντως «δυσανάλογα μεγάλος» (= «Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου ποιητού εν Κομμαγηνή 595 μ.χ.»). Επίσης, τον χαρακτηρίζει η «προσεκτικά τοποθετημένη 1 Εννοείται ότι κάποιος θα µπορούσε να θέσει ως πεζολογικό στοιχείο το καθηµερινό, οικείο ύφος σε συνδυασµό µε την απουσία οµοιοκαταληξίας. 1
στίξη ώστε να προβάλλει τα μέρη από τα οποία απαρτίζεται»: η άνω τελεία που τίθεται στον τίτλο διακρίνει τα στοιχεία του προσώπου και τον τόπο (= ονοματεπώνυμο, ιδιότητα, συναισθηματική κατάσταση, τόπος) από τη χρονολογία ( = «595 μ.χ.»). Αυτός ο εκτενής τίτλος παίζει σημαντικό ρόλο στην ερμηνευτική πρόσληψη του ποιήματος: αρχικά, τίθεται για να αποφευχθεί η ταύτιση του Ιάσωνος Κλεάνδρου με τον ίδιο τον Καβάφη, διότι χωρίς τον τίτλο «η ταύτιση των δύο ποιητών γίνεται σχεδόν αναπόφευκτη» (βλ. και σχολικό βιβλίο, σελ. 66 το σχετικό σχόλιο με τον αστερίσκο). Με λίγα λόγια, πρόκειται για ένα ποιητικό τέχνασμα του Κ. Π. Καβάφη, αυτό της πλαστοπροσωπίας: ο Καβάφης χρησιμοποιεί το προσωπείο του φανταστικού ποιητή Ιάσωνος Κλεάνδρου προκειμένου να «κρυφτεί» πίσω από αυτόν, ώστε να μη φανεί το ποίημα αυτό αποκλειστικά ως μία αυτοβιογραφική κατάθεση του Καβάφη με καθαρά υποκειμενικό χαρακτήρα. Έτσι, με τη «μάσκα» του Ιάσωνος Κλεάνδρου πετυχαίνει να δώσει πανανθρώπινη, καθολική και διαχρονική ισχύ στο υπαρξιακό του βίωμα: ότι, δηλαδή, γενικά οι ποιητές ως ευαίσθητες καλλιτεχνικές φύσεις «μελαγχολούν» σε κάθε τόπο και χρόνο εξαιτίας της έλευσης των γηρατειών. Μάλιστα, το γεγονός της επιλογής της συγκεκριμένης επαρχίας «Κομμαγηνή» και της τυχαίας χρονολογίας («595 μ.χ.») παραπέμπουν υπαινικτικά (όπως προκύπτει από το σχετικό σχόλιο στο σχολικό βιβλίο, σελ. 66) στην ψυχική φθορά του Ιάσωνος Κλεάνδρου δηλαδή, το μεταβατικό ηλικιακό στάδιο του Ιάσωνος Κλεάνδρου που τον ωθεί στην παρακμή είναι σε αλληγορικό επίπεδο ανάλογο με τη μεταιχμιακή/παρακμιακή εποχή στην οποία βρίσκεται πλέον η Κομμαγηνή. Έτσι, η «εξωτερική» (ιστορικοκοινωνική) παρακμή της Κομμαγηνής συμβολίζει την εσωτερική παρακμή του Ιάσωνος Κλεάνδρου. Εν κατακλείδι, ο ψευδοϊστορικός τίτλος του ποιήματος εξασφαλίζει τη διαχρονική ισχύ του φιλοσοφικού (υπαρξιακού) προβληματισμού του Κ. Π. Καβάφη. 2
Β2. α. «πληγή»: μεταφορά. Η «πληγή» συμβολίζει «το γήρασμα». Είναι η λέξη που δείχνει τον αποτροπιασμό, την ψυχική συντριβή του λυρικού «εγώ» και αναδεικνύει την αδυναμία του ποιητή να συμφιλιωθεί μαζί του. 2 β. «Τέχνη της Ποιήσεως»: προσωποποίηση. Με την προσωποποίηση ο ποιητής υπερτονίζει τη σημασία που έχει η ποίηση στη ζωή του. Υπερτονίζει την αξία της, η οποία αποκτά διαστάσεις συμβόλου. γ. «νάρκης του άλγους δοκιμές»: υπερβατό (ή αναστροφή). Δίνει έμφαση στην ευεργετική επίδραση της ποίησης, η οποία δρα ως «παυσίπονον». Ταυτόχρονα, το υπερβατό σχήμα και η λόγια γενικά γλώσσα του στίχου αυτού δίνουν επίσημο τόνο στο ποίημα και καθιστούν την εξομολόγηση ακόμα πιο ουσιώδη ως προς το νόημά της. Ειδικότερα, με το υπερβατό σχήμα ο ποιητής δίνει έμφαση στο αποτέλεσμα της επίδρασης της ποίησης ότι δηλαδή αυτή «ναρκώνει το άλγος» - και όχι στην προσπάθεια (= «δοκιμές»). δ. «είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι»: επανάληψη. Η επανάληψη του στίχου συνδέει την πρώτη με τη δεύτερη στροφή, αποτελεί δηλαδή στοιχείο συνοχής μεταξύ των δύο ενοτήτων και κλιμακώνει την ψυχική φόρτιση του ποιητή που δεν αντέχει άλλο τον πόνο. Γ1. Στους στίχους αυτούς ο ποιητής εκφράζει την αντίληψή του για την ποίηση (= ποίημα ποιητικής): κατ αυτόν, η ποιητική τέχνη λειτουργεί ως αντίδοτο ενάντια στη φθορά των γηρατειών. Απαλύνει, δηλαδή, το ψυχικό (και σωματικό) άλγος μέσω των υψηλών νοημάτων και της γλωσσικής καλαισθησίας. Με αυτό το νοερό- φανταστικό διάλογο που «ανοίγει» ο ποιητής με την ποίηση (= εσωτερικός μονόλογος) κάτι που δίνει ζωντάνια στο λόγο αλλά και υπογραμμίζει την οικειότητα του λυρικού «εγώ» με την «Τέχνη της Ποίησης» τονίζεται εμφατικά ο παρηγορητικός- παραμυθητικός ρόλος της ποιητικής 2 Εναλλακτικά, ως µεταφορικές έννοιες είναι το «µαχαίρι» που συµβολίζει τον (Πανδαµάτορα) Χρόνο και τα «φάρµακα» που συµβολίζουν τα δώρα της ποίησης. 3
τέχνης που με τα «φάρμακά» της δηλαδή τα ακριβά ποιητικά της «δώρα» που δεν είναι άλλα παρά η δύναμη της φαντασίας («Φαντασία») και η μαγική λειτουργία του λόγου («Λόγω») λειτουργεί ως «παυσίπονον» και ως «παυσίλυπον» απέναντι στο «άλγος» του γήρατος. Με λίγα λόγια, ο ποιητής θεωρεί ότι η ποίηση είναι μία απόπειρα (= «δοκιμές») να μετριασθεί σε ένα βαθμό (= «κάπως») ο πόνος του γήρατος (= το «άλγος»). Δ1. Ανάμεσα στο ποίημα του Κ. Π. Καβάφη «Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου ποιητού εν Κομμαγηνή 595 μ.χ.» και στο ποίημα του Τάσου Λειβαδίτη «Αυτοβιογραφία» εντοπίζουμε τις εξής τρεις ομοιότητες: α. Και τα δύο ποιήματα είναι ποιήματα ποιητικής δηλαδή, ο Κ. Π. Καβάφης αφενός και ο Τάσος Λειβαδίτης αφετέρου εκφράζουν ο καθένας τη δική του αντίληψη για τη λειτουργία της ποίησης, για το ρόλο που διαδραματίζει η ποίηση στη ζωή του ανθρώπου. β. Και στα δύο ποιήματα οι ποιητές αναφέρονται (ο Καβάφης πιο άμεσα, ο Λειβαδίτης λιγότερο) στα γηρατειά: ο Κ. Π. Καβάφης στον πρώτο στίχο του ποιήματος («Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου»), ο Τ. Λειβαδίτης στο στίχο «στην ηλικία μου χιονίζει, χιονίζει αδιάκοπα». γ. Και οι δύο ποιητές αναδεικνύουν τη σημαντική αξία της ποίησης: ο Κ. Π. Καβάφης στους στίχους «Εις σε προστρέχω Τέχνη της Ποιήσεως [ ] Τα φάρμακά σου φέρε Τέχνη της Ποιήσεως», ο Τ. Λειβαδίτης στους στίχους «η ποίηση σα μία μεγάλη αλήθεια», «για ν αρπαχτώ απ τα πελώρια αγκάθια της αιωνιότητας» (= η ποίηση). 3 Από την άλλη, δύο διαφορές ανάμεσα στα δύο ποιήματα είναι: α. Ο Καβάφης θεωρεί πως η ποίηση μπορεί να λυτρώσει τον άνθρωπο από τον πόνο των γηρατειών (έστω και λίγο) ενώ ο Λειβαδίτης πιστεύει πως η ποίηση δε χρησιμεύει σε τίποτα (πρακτικό, τουλάχιστον). Ενδεικτικά: Καβάφης, «κάπως ξέρεις από φάρμακα [ ] Τα φάρμακά σου φέρε Τέχνη της Ποιήσεως, που κάμνουνε για λίγο να μη νοιώθεται η πληγή.». 3 Οµοιότητα µπορεί να θεωρηθεί και η θλίψη (= ο «πόνος», η «πληγή»-το «άλγος») που προκαλούν τα γηρατειά στους δύο ποιητές: Κ. Π. Καβάφης, «το γήρασµα [ ] είναι πληγή», «νάρκης του άλγους δοκιµές». Τ. Λειβαδίτης, «η σάρκα µου [..] κανείς δεν µπορεί να µε βοηθήσει στον πόνο µου». 4
Λειβαδίτης, «κανείς δεν μπορεί να με βοηθήσει στον πόνο μου», «κ η ποίηση [ ] όταν δεν μπορεί να σου χρησιμέψει πια σε τίποτα.». β. Το περικειμενικό στοιχείο του τίτλου στο ποίημα του Καβάφη («Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου ποιητού εν Κομμαγηνή 595 μ.χ.») οδηγεί στο να αναγνωσθεί αυτό ως ποιητική εξομολόγηση ενός άλλου προσώπου (= του Ιάσωνος Κλεάνδρου) γεγονός που αναδεικνύει την καθολικότητα και τη διαχρονικότητα του ποιητικού βιώματος. Αντίθετα, το περικειμενικό στοιχείο του τίτλου στο ποίημα του Λειβαδίτη («Αυτοβιογραφία») παραπέμπει στην πρόσληψη του ποιήματος αποκλειστικά και μόνο ως κατάθεση του υποκειμενικού βιώματος του ίδιου του Τάσου Λειβαδίτη. 5