ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ



Σχετικά έγγραφα
Ειδικό Φροντιστήριο Στην Ελληνική Γλώσσα (Ειρήνη Σόλια)

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2016 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ (ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ)

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΚΑΙ Δ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 1 ΙΟΥΝΙOY ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ:

Γιώργος Ιωάννου, Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς

15/9/ ποίηση & πεζογραφία στρέφονται προς νέες κατευθύνσεις Νέα εκφραστικά μέσα

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ 11 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2010 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Διαγώνισμα Προσομοίωσης Γ. Ιωάννου, Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς

Διαγώνισμα στη Νεοελληνική Λογοτεχνία

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 5. Γιώργος Ιωάννου, Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

2 - µεταδιηγητικό ή υποδιηγητικό επίπεδο = δευτερεύουσα αφήγηση που εγκιβωτίζεται στη κύρια αφήγηση, π.χ η αφήγηση του Οδυσσέα στους Φαίακες για τις π

1. Ποια τα χαρακτηριστικά της γραφής του Γ. Ιωάννου 2. Ο αναγνώστης σε όλη τη διάρκεια της αφήγησης έχει την αίσθηση ότι ο αφηγητής αυτοβιογραφείται.

Μές στους Προσφυγικούς Συνοικισµούς

Γιώργος Ιωάννου ( ) 1

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Απαντήσεις Θεμάτων Πανελλαδικών Εξετάσεων Ημερησίων & Εσπερινών Γενικών Λυκείων (Παλιό Σύστημα)

2. Να εντοπίσετε και να σχολιάσετε την αφηγηματική τεχνική της εστίασης στο πεζογράφημα του Ιωάννου. Μονάδες 20

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 15 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2015 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

1 «Μες στους προσφυγικούς συνοικισμoύς» του Γιώργου Ιωάννου

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΒΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Αφηγηματικές τεχνικές -αφηγηματικοί τρόποι

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Φροντιστήρια Εν-τάξη Σελίδα 1 από 5

«Στου Κεμάλ το Σπίτι» του Γιώργου Ιωάννου. Aπαντήσεις στις ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου

Βασικά στοιχεία Αφηγηματολογίας

ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ - ΜΕΣ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟΥΣ ΣΥΝΟΙΚΙΣΜΟΥΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΜΕΣ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟΥΣ ΣΥΝΟΙΚΙΣΜΟΥΣ

Γιώτα Γουβέλη: Ως προς την ιστορική έρευνα, Η νύφη της Μασσαλίας ήταν το πιο απαιτητικό από όλα μου τα βιβλία

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ: ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Από τις μαθήτριες της Α Λυκείου: Ζυγογιάννη Μαρία Μπίμπαση Ελευθερία Πελώνη Σοφία Φωλιά Ευγενία

ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ. Β ΤΕΤΡΑΜΗΝΟ Νικολέτα Βίτση Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΛΙΑΡΤΟΥ Ειρήνη Γκραμόζι Σοφία Ντασιώτη

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ «ΤΑ ΑΝΤΙΚΛΕΙΔΙΑ» Ἡ Ποίηση εἶναι μιά πόρτα ἀνοιχτή. Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν

Το διπλό βιβλίο-δημήτρης Χατζής. Χαρά Ζαβρού Γ 6 Γυμνάσιο Αγίου Αθανασίου Καθηγήτρια: Βασιλική Σελιώτη

Σιωπάς για να ακούγεσαι

ΑΦΗΓΗΣΗ 1. Ποιος αφηγείται; 2. Τι αφηγείται; 3. Πώς αφηγείται;

Μέτρο ιαμβικό (U _ ) : αργά ντυθεί, αργά αλλαχθεί, / αργά να πάει το γιόμα U- / U- / U- / U- / U- / U-/ U-/ U Μέτρο τροχαϊκό ( _ U ) : Έπεσε το πούσι

Τηλ./Fax: , Τηλ: Λεωφόρος Μαραθώνος &Χρυσοστόµου Σµύρνης 3,

Μακρυγιάννης: Αποµνηµονεύµατα (Κ.Ν.Λ. Α Λυκείου σσ )

Λογοτεχνικό Εξωσχολικό Ανάγνωσμα Περιόδου Χριστουγέννων

Σ ένα συνοριακό σταθμό

Page 1

Σχολ. Έτος: 2016 Β Τετράμηνο Τάξη: Α Λυκείου Υπεύθυνη Καθηγήτρια: Ζωγράφου Ιωάννα. Μαθήτριες: Ντασιώτη Μαρία Ντρίζα Τζέσικα Τσιάρα Αλεξάνδρα

Για αυτό τον μήνα έχουμε συνέντευξη από μία αγαπημένη και πολυγραφότατη συγγραφέα που την αγαπήσαμε μέσα από τα βιβλία της!

Μνημεία και εκπαίδευση Ενδεικτικές προτεινόμενες απαντήσεις

Χάρτινη Αγκαλιά Συγγραφέας: Ιφιγένεια Μαστρογιάννη

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ 2014

ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ: ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ

Όταν φεύγουν τα σύννεφα μένει το καθαρό

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ 4 ΜΑΪΟΥ 2014 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Δεκατέσσερις ιστορίες ζητούν συγγραφέα

ΣΜΑΡΑΓΔΙ ΣΤΗ ΒΡΟΧΗ της Άννας Γαλανού - Book review

Βιογραφικά είδη. Σοβαρό, επίσηµο, τυπικό

Πότε πήρατε την απόφαση να γράψετε το πρώτο σας μυθιστόρημα; Ήταν εξαρχής στα σχέδιά σας να πορευθείτε από κοινού ή ήταν κάτι που προέκυψε τυχαία;

Το παιχνίδι των δοντιών

ΜΙΛΩΝΤΑΣ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΒΒΑΔΙΑ Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας

Ο Δημήτρης Στεφανάκης στο CretePlus.gr: «Ο χρόνος είναι το επιτραπέζιο παιχνίδι της μνήμης στο οποίο χάνουμε συνεχώς» (pics)

Ν ε ο ε λ λ η ν ι κ ή ς Λ ο γ ο τ ε χ ν ί α ς. Θεματική ενότητα: «Οικουμενικές αξίες και Λογοτεχνία» ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΕΚΘΕΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ. Κοινωνική Παθητικότητα

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΝΥΠΑΡΞΗ ΣΤΗΝ ΕΚΔΙΩΞΗ MAΘ Η Μ Α : Ν Ε Ο Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Κ Α Ι Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Η Ι Σ Τ Ο Ρ Ι Α

Παναγιώτης Γιαννόπουλος Σελίδα 1

ÈÅÌÁÔÁ 2007 ÏÅÖÅ. Α. ΚΕΙΜΕΝΟ ιονύσιο Σολωµό «Ο Κρητικό» Επαναληπτικά Θέµατα ΟΕΦΕ 2007

ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΜΕΣ ΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟΥΣ ΣΥΝΟΙΚΙΣΜΟΥΣ

Κριτική για το βιβλίο της Άννας Γαλανού Όταν φεύγουν τα σύννεφα εκδ. Διόπτρα, από τη Βιργινία Αυγερινού

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΡΟΧΕΙΡΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ

Γιώργος Ιωάννου, Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς

Σχολή Ι.Μ.Παναγιωτόπουλου Το κορίτσι με τα πορτοκάλια Του Γιοστέιν Γκάαρντερ Λογοτεχνικό ανάγνωσμα Χριστουγέννων

«ΑΓΝΩΣΤΟΙ ΑΝΑΜΕΣΑ ΜΑΣ»

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ

Τετάρτη, 22 Φεβρουαρίου "Το κορίτσι με τα τριαντάφυλλα" του Θάνου Κονδύλη. Κριτική: Χριστίνα Μιχελάκη

Νικηφόρου Βρεττάκου: «ύο µητέρες νοµίζουν πως είναι µόνες στον κόσµο» (Κ.Ν.Λ. Α Λυκείου, σ )

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ. στη Νεοελληνική Λογοτεχνία Γ Λυκείου

Λογοτεχνία Γ Λυκείου Θεωρητικής Κατεύθυνσης Κείμενο: Γιώργος Παυλόπουλος «Τα αντικλείδια»

ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΥΜΕ ΚΑΘΕ ΕΙΔΟΥΣ ΕΡΩΤΗΣΗ - ΑΣΚΗΣΗ Σκοπός της ενότητας αυτής είναι να προετοιμάσει το μαθητή, ώστε να μπορεί να ανταπεξέλθει σε κάθε

Χρήστος Τερζίδης: Δεν υπάρχει το συναίσθημα της αυτοθυσίας αν μιλάμε για πραγματικά όνειρα

Η ελληνική και η ευρωπαϊκή ταυτότητα

Τηλ./Fax: , Τηλ: Λεωφόρος Μαραθώνος &Χρυσοστόµου Σµύρνης 3,

Εργασία του Θοδωρή Μάρκου Α 3 Γυμνασίου. στο λογοτεχνικό ανάγνωσμα. «ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ ΜΕ ΦΤΕΡΑ» της Μαρίας Παπαγιάννη

Απαντήσεις λυρισµό 2.

Σόφη Θεοδωρίδου: «Ζήσαμε και καλά χρόνια στη Μικρά Ασία με τους Τούρκους, πριν γίνουν όλα μαχαίρι και κρέας»

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Τζ. Τζόυς, «Έβελιν» (Ν.Ε.Λ. Β Λυκείου, Β11, σ. 248)

Τα παιδιά βιώνουν παιχνίδια από το παρελθόν με τους παππούδες ΦΑΝΗ ΧΡΗΣΤΟΥ ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ-ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ ΙΝΕ/ΓΣΕΕ

Τριάντα χρόνια ελληνικής ιστορίας

Παπαδιαµάντη ο νεαρός βοσκός είναι το πρόσωπο που πρωταγωνιστεί στη σχέση του ανθρώπου µε τα ζώα και ο ίδιος είναι φτωχός, καθώς το κοπάδι ανήκει στο

«Παιδιά Γονείς Παππούδες» Παπαγεωργίου Γιώτα Ψυχολόγος Μέλος του Γραφείου Γυναικείων Θεμάτων κ Οικογένειας της Ι. Μ. Μεσσηνίας

ΥΠΑΡΞΗ ΚΑΙ ΑΝΥΠΑΡΞΙΑ

ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΥΡΙΑΚΗ 27 ΜΑΡΤΙΟΥ 2011 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

ΟΔΥΣΣΕΙΑ: ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΚΑΙ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ

Σεπτ Αυγ Καινοτοµία

Τα φύλα στη λογοτεχνία Τάξη: Α Λυκείου

«Φυσική Αγωγή στο δημοτικό σχολείο. Πως βλέπουν το μάθημα οι μαθητές του σχολείου.»

ΧΑΡΤΙΝΗ ΑΓΚΑΛΙΑ ΟΜΑΔΑ Β. Ερώτηση 1 α

Έξι ερευνητικά ερωτηµατικά: ποιος, που, πότε, πως, τι και γιατί. Για ερασιτέχνες ιστορικούς που αγαπούν και σέβονται την ιστορία. Τασούλα Βερβενιώτη

Victoria is back! Της Μαριάννας Τ ιρά η

Πώς γράφεις αυτές τις φράσεις;

Επιμέλεια Διονυσία Πομώνη Κοινωνική Λειτουργός Προϊσταμένη τμήματος Κ.Α.Π.Η.

Naoki HigasHida. Γιατί χοροπηδώ. Ένα αγόρι σπάει τη σιωπή του αυτισμού. david MiTCHELL. Εισαγωγή:

«Tο ανθρώπινο βρέφος έχει μόνο μία ανάγκη αφού γεννηθεί: έναν τρυφερό γονέα» Dr James Kimmei, Αμερικανός κλινικός ψυχολόγος και ψυχοθεραπευτής

Transcript:

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ 2013 Γ Λυκείου Θεωρητική Κατεύθυνση ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ 1. Τρία από τα βασικά γνωρίσματα της τέχνης του Γ. Ιωάννου είναι οι παρεκβάσεις, η ποιητική ελλειπτικότητα και ο φενακισμός. Αρχικά, παρέκβαση, δηλαδή προσωρινή διακοπή της ροής των γεγονότων με αναφορά σε θέμα που δεν σχετίζεται άμεσα με την υπόθεση του έργου, εντοπίζεται στην παράγραφο «Κι ὅμως τά τελευταῖα χρόνια ἔχουν κάνει τό πᾶν Πολύ ἀργά, νομίζω» σχετικά με τις επεμβάσεις των γραφειοκρατών. Με τον αντιθετικό σύνδεσμο «ὅμως» τα ευχάριστα συναισθήματα, που πλημμύριζαν την ψυχή του αφηγητή προηγουμένως, τα διαδέχεται αιφνιδιαστικά η οργή του. Με γλώσσα σκληρή, καταφέρεται εναντίον όλων όσοι δυσκόλεψαν με τη συμπεριφορά τους την ενσωμάτωση των προσφύγων στην ελληνική κοινωνία και τους εξωθούν στη διχόνοια και τη μετανάστευση. Οι δεσµοί των προσφύγων διαλύθηκαν από στενόµυαλες συνειδήσεις, οι οποίες ενέσπειραν τη διχόνοια, για να εξυπηρετήσουν προφανώς δικούς τους σκοπούς, σύμφωνα με τον αφηγητή. Έτσι, σκοπός της παρέκβασης είναι η συνειρμική έκφραση της αγανάκτησης του αφηγητή για την αντιμετώπιση των προσφύγων από τη νέα µητριά πατρίδα τους. Επίσης, ο Ιωάννου χρησιμοποιεί τη μέθοδο της ποιητικής ελλειπτικότητας. Αποφεύγει το μελοδραματισμό, δεν επιδιώκει να εντυπωσιάσει αλλά να παρουσιάσει όσο το δυνατόν πιο ανόθευτα τα συναισθήματά του. Αντιστέκεται σθεναρά στην ευκολία των συναισθηματικών επικλήσεων, στην καλλιέπεια και πετυχαίνει έτσι να εκφραστεί με ειλικρίνεια και αμεσότητα, προσδίδοντας «δύναμη» στο λόγο του. Προς το τέλος του κειμένου, λόγου χάρη, στο απόσπασμα «Ἐγώ ὅμως ἀπό τώρα εἶμαι βαριά παραπονεμένος προφάσεις πολιτισμοῦ, για νά διευκολύνονται οἱ ἀταξίες», με λιτό, σχεδόν προφορικό κουβεντιαστό ύφος καταγγέλλει το μοντέρνο τρόπο ζωής του σύγχρονου ανθρώπου στις μεγαλουπόλεις, όπου κυριαρχεί αδιαφορία και συναισθηματική αναλγησία. Με αφαιρετική διάθεση και κριτική ματιά σχολιάζει την πραγματικότητα. Ο αστός εφαρμόζει τη λογική της ήσσονος προσπάθειας, προσπαθώντας να εξασφαλίσει για τον εαυτό του όσο το δυνατόν περισσότερα με όσο το δυνατόν μικρότερο κόστος. Παρατηρεί, τέλος, με ειρωνική απόχρωση πως ο αστικός πολιτισμός δεν είναι παρά μια πρόφαση για να ανθεί η εγκληματικότητα χωρίς περιορισμούς μεταξύ των ανθρώπων. Τέλος, σύμφωνα με τον Α. Κοτζιά, που είναι ο εισηγητής του όρου, η τεχνική του φενακισμού, συνίσταται στην τάση του Ιωάννου να πλησιάζει ένα μόνο μέρος της αλήθειας χωρίς ποτέ να αποκαλύπτει όλη την πραγματικότητα. Σχετίζεται με την υπαινικτική γραφή και τη διάθεση του συγγραφέα να μην ομολογεί την αλήθεια, αν και φαίνεται ότι τη γνωρίζει. Ίσως χαρακτηριστική περίπτωση είναι το απόσπασμα «Κι ἄν ἀκόμα δέν εἶναι, πολύ θά ἤθελα νά ἦταν ἔτσι ἡ ἀλήθεια». Επιλέγει να μην αποδεχτεί την ιστορική αλήθεια, προτιμώντας την ιδεατή που 1

έχει δημιουργήσει με τη σκέψη του. Καθώς παρατηρεί, δηλαδή, τους πρόσφυγες αισθάνεται σα να ζουν εκ νέου μέσα από αυτούς όλοι εκείνοι οι αρχαίοι λαοί. Παρόλο που αντιλαμβάνεται πως η σειρά αίματος μετά από τόσες χιλιάδες χρόνια είναι πιθανό να έχει αλλοιωθεί, προτιμά να μην σκέφτεται αυτό το ενδεχόμενο. Υπαινίσσεται έτσι το ενδεχόμενο οι πρόσφυγες αυτοί να μην έχουν καμία σχέση με τους αρχαίους προγόνους του, αλλά επιλέγει να το παραγνωρίσει. Στην περίπτωση αυτή η ιστορική αλήθεια συγκρούεται με τη θέληση του συγγραφέα. Αν και προτιμά τη μυστηριακή, συγκινησιακά φορτισμένη εκδοχή, αφήνει έναν υπαινιγμό με την παραχωρητική πρόταση, όπου αποκαλύπτει την αλήθεια. 2. α. Ο πεζογράφος Σ. Δημητρίου, μιλώντας για το έργο του Γ. Ιωάννου, επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι η γραφή του επικεντρώνεται στους απλούς ανθρώπους της βιοπάλης, του μόχθου, στους δοκιμαζόμενους πρόσφυγες. Ο αφηγητής κάθεται στο καφενείο του προσφυγικού συνοικισμού και τους παρατηρεί καθώς επιστρέφουν «κουρασμένοι» από τη δουλειά τους και βασανισμένοι από τις κακουχίες του ξεριζωμού. Είναι «ἀληθινοί», διαθέτουν «καθαρά χαρακτηριστικά» και για αυτό παραθέτει την άποψή του ότι του «φαίνονται πιό γνήσιοι» σε σχέση με τους ανθρώπους της πόλης που έχουν απομακρυνθεί από τις ρίζες τους. Διατήρησαν ακέραιο το δεσμό τους με την παράδοση χωρίς να διαρρήξουν τη σύνδεση τους με το παρελθόν είναι περισσότερο αυθεντικοί στον οικείο τους χώρο. Η συμπάθειά του για αυτούς είναι έκδηλη σε όλο το κείμενο, αφού ανυψώνονται και σχεδόν εξιδανικεύονται. Με την απαρίθμηση όλων αυτών των προσφυγικών ομάδων, των ρατσών, ο αφηγητής αγκαλιάζει όλους τους ξεριζωμένους Έλληνες και νιώθει αλληλέγγυος με αυτούς. Αγνοί, έντιμοι, ευγενείς, υπερήφανοι, ζεστοί είναι κάποια από τα χαρακτηριστικά που τους αποδίδει. Ταυτίζονται ακόμη και με μυθικούς λαούς, πράγμα που συμβάλλει στην περαιτέρω εξύψωσή τους. Είναι προνομιούχος, καθώς έλκει την καταγωγή του μαζί με τους άλλους πρόσφυγες από λαούς αρχαίους. Πίσω από τις ονομασίες αυτών των λαών κρύβονται πολιτιστικές ρίζες αιώνων, μνήμες ζωντανές που μεταφέρουν τους μυημένους στις απαρχές της ιστορίας και του πολιτισμού της ανθρωπότητας. Λαοί που στο βάθος της ιστορίας αναπτύχθηκαν στον ίδιο ζωτικό χώρο της Μικράς Ασίας και Θράκης και «ζυμώθηκαν» με τους Έλληνες. Επίσης, ο αφηγητής δηλώνει ξεκάθαρα ότι η οικογένειά του είναι οι πρόγονοί του, «οι παππούδες του και οι γιαγιάδες του, τα πατρογονικά του, οι νεκροί του», εφόσον διαρκώς μιλά για το «αἷμα» που τον συνδέει με τους πρόσφυγες, λόγω της κοινής καταγωγής τους. Αγαπά το παρελθόν του, τιμά τους προγόνους του, νιώθει ότι οι προγονικοί τόποι είναι το σπίτι του. Νιώθει το κοινό αίμα τόσων λαών, που στο πέρασμα των αιώνων αφομοιώθηκαν με τους Έλληνες της Μικράς Ασίας, να κυλά και στις δικές του φλέβες. Ο συγγραφέας αφηγητής, αν και έχει ριζώσει στο χώρο που γεννήθηκε, μαγνητίζεται από την ακατανίκητη γοητεία για την πατρίδα των προγόνων του και διακατέχεται από έντονη νοσταλγία να επιστρέψει στις απαρχές της γενιάς του. Έτσι, αισθητοποιούνται οι άρρηκτοι δεσμοί αίματος, σχεδόν βιολογικοί, που αποτελούν την εσωτερική φωνή του νόστου στον αρχικό χώρο ζωής των προγόνων. Τονίζεται, επιπλέον, η συναισθηματική φόρτιση του αφηγητή από τον συγχρωτισμό του με τους ανθρώπους της ίδιας με εκείνον καταγωγής με τους οποίους καλείται να στεριώσει στο νέο τόπο. 2. β. Ο Γ. Ιωάννου υπήρξε αναγνώστης του Κ. Π. Καβάφη, του Α. Παπαδιαμάντη και επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό. Κοινό σημείο του προσφυγικής καταγωγής πεζογράφου και του Αλεξανδρινού ποιητή είναι η ειρωνεία. Στο χωρίο «κι ἄς ἐπιμένουν ὅλοι τους πώς εἶναι ἀπ τήν καρδιά τῆς Πόλης, κι ἀπ τό Γαλατά» γίνεται σαρκαστική αναφορά στους πρόσφυγες από την Κωνσταντινούπολη (μέσα και γύρω). Παρατηρείται μια λεπτή ειρωνεία στον ισχυρισμό τους ότι 2

όλοι κατάγονται μέσα από το κέντρο της Κωνσταντινούπολης και όχι από τα περίχωρα της πόλης ή από κάποιο χωριό της γύρω περιοχής. (Επιπλέον, η χωρική εμμονή, το υπαινικτικό ύφος, η λειτουργία της μνήμης ιστορίας αποδεικνύουν τη σχέση του Ιωάννου με τον Καβάφη) Επίσης, από τον Παπαδιαμάντη αφουγκράστηκε τον εσωτερικό μονόλογο στο απόσπασμα «Κι ὅμως πόση συγκίνηση ἔχει νά κοιτάζεις ἤ νά συζητᾶς στά καφενεῖα Καί πῶς ἐξηγεῖται τότε ὅλη αὐτή ἡ λαχτάρα;». Ο αφηγητής σε μια κατάθεση ψυχής, με τη χρήση του συγκεκριμένου αφηγηματικού τρόπου, ψυχογραφείται και τονίζει τα συναισθήματα, που βιώνει, τη συγκίνηση και τον ενθουσιασμό, όταν βρίσκεται στον ίδιο χώρο με τους πρόσφυγες. Νιώθει κοινωνός μιας ξεχωριστής τύχης, αφού έλκει την καταγωγή του μαζί με τους άλλους πρόσφυγες από λαούς αρχαίους που αφομοιώθηκαν με τους Έλληνες της Μικράς Ασίας. Αν και έχει ριζώσει στο χώρο που γεννήθηκε, έλκεται από την ακατανίκητη γοητεία για την πατρίδα των προγόνων του και διακατέχεται από έντονη νοσταλγία να επιστρέψει (νόστος) στο παρελθόν του, στις απαρχές της γενιάς του. (Από τον Σκιαθίτη διηγηματογράφο, ταυτόχρονα, διδάχθηκε την εμμονή στο χώρο, την κατασκευή ιστοριών με πυρήνα βιωματικό υλικό και παιδικές αναμνήσεις, τη μουσικότητα του λόγου, αλλά και τις παρεκβάσεις που χαρακτηρίζουν την τεχνική του, την απουσία πλοκής και την κίνηση σε δύο χρονικά επίπεδα) 3. Στο πεζογράφημα του Γ. Ιωάννου εντοπίζονται διάφορες αφηγηματικές τεχνικές και εκφραστικά μέσα. Ο αφηγητής «είναι η κυρίαρχη ατομική συνείδηση», σύμφωνα με τον Α. Βιστωνίτη στο κείμενο του Ιωάννου. Είναι βασικός φορέας της αφήγησης, καθώς παρακολουθεί από κοντά όσα εξιστορεί σε πρώτο πρόσωπο («Στέκομαι», «Ἐγώ ὅμως ἀπό τώρα εἶμαι»), αλλά και μετέχει ενεργά σε όσα αφηγείται. Είναι αφηγητής πρωταγωνιστής, ομοδιηγητικός, αυτοδιηγητικός και δραματοποιημένος («Κάθε φορά πού φεύγω ἀπό κεῖ, μέ ἀποχαιρετοῦν»), αφού ανασυνθέτει τα γεγονότα που αφορούν στον ίδιο δρώντας μέσα σε ένα χώρο στον οποίο συγχρωτίζεται με τους πρόσφυγες έχοντας κοινά βιώματα μαζί τους. Με κριτήριο το αφηγηματικό επίπεδο ο αφηγητής πρώτου επιπέδου είναι εξωδιηγητικός συμμετέχοντας άμεσα σε όσα ιστορούνται. Βέβαια, υπάρχει αφήγηση σε δεύτερο πρόσωπο («Κι ὅμως πόση συγκίνηση ἔχει νά κοιτάζεις Ἀκοῦς ἐκεῖνες τίς φωνές μέ τή ζεστή προφορά καί σοῦ ρχεται ν ἀγκαλιάσεις») και σε τρίτο πρόσωπο («Κι ὅμως τά τελευταῖα χρόνια ἔχουν κάνει τό πᾶν γιά νά σκορπίσει ἡ ὀμορφιά αὐτή στούς τέσσερεις ἀνέμους») ως μια άλλη μορφή έκφρασης των προσωπικών του σκέψεων. Συνεπώς, η εστίαση στο πεζογράφημα του Ιωάννου είναι εσωτερική και η οπτική γωνία ανήκει αποκλειστικά και μόνο στον αφηγητή, αφού δίνει στοιχεία αποκλειστικά για την εσωτερική ζωή του δικού του προσώπου («μοῦ φαίνονται πιό γνήσιοι», «Κάτι σά ζεστό κύμα μέ σκεπάζει ξαφνικά»). Με αυτήν τη μονομερή μονοεστιακή αφήγηση αναγκάζεται ο αναγνώστης να βλέπει μονάχα μέσα από την οπτική γωνία του αφηγητή και να εμπλέκεται άμεσα στις συνειδησιακές και συναισθηματικές του διαδρομές. Ο αφηγητής περιπλανιέται στους προσφυγικούς συνοικισμούς και αυτό που λαμβάνει ο αναγνώστης δεν είναι μια καθολική περιγραφή του κόσμου των προσφύγων, αλλά οι σκέψεις, τα συναισθήματα και οι εντυπώσεις ενός σιωπηλού παρατηρητή («ἀνατριχιάζω βαθιά»). Καταφέρνει να παρουσιάσει μεστά τους δυο κόσμους της ίδιας πόλης στην οποία πλανάται, τον κόσμο των προσφύγων με τη συνοχή, την απλότητα και τις κακουχίες τους και την αστική μεγαλούπολη με την απομόνωση και την αδιαφορία της. Εξάλλου, χαρακτηριστικό είναι αυτό που ο ίδιος ο δημιουργός ανέφερε ότι «γράφοντας σκέφτομαι πλάνα». Βέβαια, η τριτοπρόσωπη αφήγηση δίνει την εντύπωση μηδενικής εστίασης, αλλά πρόκειται για κατάθεση προσωπικής μαρτυρίας, που δεν αφαιρεί το ενδιαφέρον. Άλλο στοιχείο της τέχνης του Ιωάννου είναι η διάσπαση αφηγηματικού χρόνου. Αποδεσμευμένος από τις συμβάσεις της παραδοσιακής λογοτεχνικής γραφής, παρουσιάζει μια αφήγηση που δεν ακολουθεί μια ορισμένη χρονική ροή. Ακριβώς επειδή τα κείμενά του δεν είναι 3

παρά μια ελεύθερη περιπλάνηση στην ατομική και συλλογική μνήμη, είναι σπαραγματικά και η πλοκή είναι εντελώς χαλαρή. Ο χρόνος είναι κυρίως το παρόν της αφήγησης, στοιχείο που επαληθεύεται και από την εκτεταµένη χρήση ενεστώτα («διακρίνω», «γυρνῶ», «χάνομαι», «εἶμαι», «ζηλεύω»). Έτσι η αφήγηση αφορµάται από το παρόν, αλλά ανακαλεί και το παρελθόν, όχι µόνο το κοντινό («Κι ὅμως τά τελευταῖα χρόνια ἔχουν κάνει τό πᾶν γιά νά σκορπίσει ἡ ὀμορφιά αὐτή στούς τέσσερεις ἀνέμους. νά φαγωθοῦν, ἰδίως μεταξύ τους»), αλλά και το απώτερο (πανάρχαιοι λαοί «Θράκες, Χετταῖοι, Φρύγες, ὄμορφοι Λυδοί») µέσω της φαντασίας και της τεχνικής του φενακισµού. Τέλος, παρατηρείται στοχαστικό δοκιμιακό ύφος στο απόσπασμα «Ἐγώ ὅμως ἀπό τώρα εἶμαι βαριά παραπονεμένος. προφάσεις πολιτισμοῦ, για νά διευκολύνονται οἱ ἀταξίες». Ο αφηγητής νιώθει τους προγόνους του μέσα στο αίμα του, αλλά δεν κατορθώνει να αποδιώξει την αίσθηση της μοναξιάς στη μεγάλη πόλη. Αισθάνεται ότι μοιράζεται έναν κοινό χώρο με ξένους ανθρώπους, με τους οποίους δεν έχει καμία ομοιότητα. Εκεί τίποτα δεν του ανήκει, αφού δεν έχει ενσωματωθεί κοινωνικά, αν και είναι ο γενέθλιος τόπος του. Κυριαρχεί η αδιαφορία και η συναισθηματική αναλγησία, καθώς τα άτομα έχουν περιχαρακωθεί στον εαυτό τους. Η εγκληματικότητα, η συμβατικότητα των σχέσεων, η μαζοποίηση, ο εκφυλισμός των αξιών και ο αμοραλισμός αντιμετωπίζονται δηκτικά από τον αφηγητή. Για αυτό διαπιστώνει στο τέλος ότι ο υποτιθέμενος εκπολιτισμός των πόλεων δεν έχει ουσία, καθώς εστιάστηκε μόνο στην επιφάνεια των πραγμάτων, αποφεύγοντας να αγγίξει τον άνθρωπο στη βαθύτερη διάστασή του. Αυτή η πραγµατικότητα δηµιουργεί παράπονα στον αφηγητή, εφόσον διαπιστώνει όχι µόνο την ανυπαρξία σχέσεων αλλά συγχρόνως την επιφυλακτικότητα, την απουσία θέλησης για επαφή, τη στροφή στον ατοµικισµό, την αποστασιοποίηση από το σύνολο για να δικαιολογηθούν (κατά την γνώµη του) οι ηθικές ή άλλες παρεκκλίσεις, βιώνοντας µια πολύ χειρότερη µορφή προσφυγιάς. Καταληκτικά, λόγω αυτού του ύφους τα κείμενα του θεωρούνται ως πεζογραφήματα, μικρές δηλαδή συνθέσεις που βρίσκονται μεταξύ δοκιμίου, αφηγήματος και προσωπικού ημερολογίου. 4. α. Ο αφηγητής βιώνοντας την αποξένωση της πόλης στρέφεται στην ψυχή του. Νιώθει να επιβιώνουν μέσα του οι πρόγονοί του με τον πολιτισμό τους, ο οποίος φτάνει με την αδιάκοπη ροή του «ποταμοῦ» ως τις μέρες του, και σκέφτεται δοξασίες σχετικά με την απελευθέρωση των νεκρών για πενήντα ημέρες μετά την Ανάσταση. Θυμάται την ορθόδοξη παράδοση της Πεντηκοστής, τη γονυκλισία σε καρυδόφυλλα σύμφωνα με το θρακιώτικο έθιμο, την αρχαιοελληνική δοξασία ότι οι ψυχές των νεκρών έχουν υλικότητα και γι αυτό οι ζωντανοί δεν πρέπει να κινούνται έντονα για να μην τις τραυματίσουν. Αποδεικνύεται, λοιπόν, η πολιτισμική συνέχεια που επιθυμεί ο αφηγητής. (100 λέξεις) 4. β. Σύμφωνα με το πολυσήμαντο του Ιωάννου, συχνά οι λέξεις αποκτούν σημασίες με βάση την οπτική του αφηγητή. Έτσι, η λαϊκότροπη «ράτσα» δηλώνει μια πληθυσμιακή ομάδα με κοινή καταγωγή, ήθος, κοινό ιδίωμα (προφορά), πολιτιστικές καταβολές και κάποια φυσιογνωμικά γνωρίσματα (τεκμήρια ράτσας είναι ο «Πόντιος» και οι «Θρακιῶτες»). Μάλιστα η ράτσα σημασιοδοτημένη θετικά αντιτίθεται στη μαζικότητα της αστικής ζωής. Επίσης, η «πατρίδα» για τον αφηγητή δεν περιλαμβάνει τη γενέτειρα αλλά τον τόπο καταγωγής, τις αλησμόνητες πατρίδες των προγόνων. Νιώθοντας πρόσφυγας σε μια «μητριά πατρίδα» (Θεσσαλονίκη), λαχταρά διακαώς την επιστροφή στη «χαμένη πατρίδα» (ανατολική Θράκη) ακόμα κι αν δε γεννήθηκε εκεί. Η εσωτερική φωνή της καταγωγής του τον κάνει να θεωρεί πατρίδα ό,τι αντιπροσωπεύει τους κοινούς πολιτιστικούς δεσμούς και τις αξίες της ράτσας του. 4

Τέλος, οι «διεσπαρμένοι» είναι οι πρόσφυγες, που (μαζί με τους απογόνους τους) έχουν εγκατασταθεί όχι σε προσφυγικούς συνοικισμούς, αλλά διασκορπίστηκαν σε διάφορα σημεία της πόλης, κινδυνεύοντας ευκολότερα να αφομοιωθούν. Παραπέμπει, όμως, και στους ομογενείς της διασποράς, στους μετανάστες που ξεριζώθηκαν σε άλλους τόπους. (147 λέξεις εκτός των παρενθέσεων) 5. Θεματικές αναλογίες ανάμεσα στο πεζογράφημα του Ιωάννου και στο άρθρο του Π. Βαλασόπουλου (σε σχεδιαγραμματική μορφή): Οι αφηγητές είναι απόγονοι προσφύγων, καθώς γεννήθηκαν στον τόπο μόνιμης εγκατάστασης των γονέων τους, οι οποίοι ήταν ανταλλάξιμοι. «Χαμένη, μητέρα πατρίδα» «ξένη, μητριά πατρίδα», δηλαδή ο τόπος εγκατάστασης και η γενέτειρα των απογόνων εκείνων που ξεριζώθηκαν. Οι διηγήσεις για τη «χαμένη, μητέρα πατρίδα» των προγόνων προκαλούν έντονη νοσταλγία, συγκίνηση στις επόμενες γενιές και επιθυμία για επιστροφή στην πατρογονική εστία, από την οποία ξεριζώθηκαν οι πατέρες τους. Η επιφυλακτική και καχύποπτη αντιμετώπιση των προσφύγων από τους γηγενείς επισημαίνεται από τον αφηγητή. Αναμνήσεις από την ορθόδοξη πίστη που συνδυάζεται με τη λαϊκή παράδοση. Η βιοπάλη συμβαδίζει με τα βάσανα του ξεριζωμού, στοιχείο που επιβεβαιώνει τη γνησιότητα των προσφύγων. Απέχθεια για τον αστικό βίο, που απομακρύνει τον άνθρωπο από το παρελθόν του. Οι πρόσφυγες ταυτίζονται με τους οικονομικούς μετανάστες, οι οποίοι, αν και εγκατέλειψαν την πατρίδα τους οικειοθελώς, ακολούθησαν την ίδια πορεία ζωής µε αυτούς. Φυσικά, αυτός ο κόσμος των προσφύγων μεταναστών αναφέρεται τόσο στις δεκαετίες του 1950 και του 1960, όσο και στη σημερινή εποχή. Απλότητα, ανθρωπιά, ζεστασιά, αληθινά φιλικές σχέσεις χαρακτηρίζουν τους πρόσφυγες. Εξύψωση, σχεδόν εξιδανίκευση, της κοινωνίας των προσφύγων. Με αφόρμηση μικρογραφίες της καθημερινότητας, ο αφηγητής καταγράφει τους στοχασμούς του και εξομολογείται τα συναισθήματά του, καθώς περιπλανιέται στην ατομική και συλλογική μνήμη με έμμεσες ιστορικές αναφορές. Χωροχρονικό πλαίσιο: μεταπολεμικά χρόνια μετά τη μικρασιατική καταστροφή, την ανταλλαγή πληθυσμών και τη μόνιμη εγκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα σε απομονωμένους προσφυγικούς συνοικισμούς ή σε πόλεις μαζί με αυτόχθονες. ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Οι απαντήσεις είναι ενδεικτικές και μπορούν να γίνουν αλλαγές κατά το δοκούν και ανάλογα με τις διδακτικές ανάγκες. Εξάλλου, στο συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο, όπου δεν υπάρχει μια μοναδική απάντηση, σημασία έχει η κειμενοκεντρική τεκμηρίωση. 5