ΜΕΛΕΤΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΕΣ Συνοπτική παρουσίαση ΕΡΓΟ ΠΟΥ ΑΝΑΤΕΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΈΝΩΣΗΣ
ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ Ιστορικό Η παραβίαση των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (ΔΔΙ) αποτελεί ένα φαινόμενο που λαμβάνει χώρα και παρατηρείται όλο και πιο συχνά στο ηλεκτρονικό περιβάλλον και κυρίως στο διαδίκτυο, γεγονός που έχει προκαλέσει ανησυχίες σε πολλά διαφορετικά επίπεδα και έχει οδηγήσει στη λήψη διαφόρων πρόσφατων πρωτοβουλιών σε επίπεδο ΕΕ 1. Τόσο σε διεθνές όσο και σε ενωσιακό επίπεδο έχουν ληφθεί διάφορα νομοθετικά μέτρα με σκοπό την ενίσχυση και την εναρμόνιση της προστασίας των ΔΔΙ. Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν μέτρα αποκαταστάσεως για την αποτελεσματική διασφάλιση της επιβολής των ΔΔΙ, τα οποία έχουν στη διάθεσή τους οι κάτοχοι δικαιωμάτων και οι αρχές επιβολής του νόμου, όπως οι εισαγγελικές αρχές 2. Εντούτοις, οι ως άνω νομοθετικές διατάξεις ως επί το πλείστον δεν έχουν διατυπωθεί κατά τρόπο ώστε να εστιάσουν ειδικά στον τρόπο καταπολέμησης και πρόληψης των διαδικτυακών παραβιάσεων ΔΔΙ, αλλά έχουν απλώς τη μορφή ελάχιστων απαιτήσεων με τις οποίες παρέχεται το περιθώριο στα μεμονωμένα μέλη κράτη να λαμβάνουν και να εφαρμόζουν ειδικά εθνικά μέτρα. Καίτοι προγενέστερες μελέτες του Παρατηρητηρίου εξέτασαν την παραβίαση ΔΔΙ σε διαδικτυακό περιβάλλον, εντούτοις ουδεμία εξ αυτών εξέτασε τα συγκεκριμένα υφιστάμενα νομοθετικά μέτρα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την πρόληψη ή καταπολέμηση της διαδικτυακής παραβίασης ΔΔΙ 3. Βασικός σκοπός της παρούσας μελέτης είναι, ως εκ τούτου, η διαπίστωση εάν και σε ποιο βαθμό τα κράτη μέλη διαθέτουν ορισμένα ειδικά νομοθετικά μέτρα που μπορούν να εφαρμοστούν για την πρόληψη και την καταπολέμηση της παραβίασης ΔΔΙ στο διαδικτυακό περιβάλλον. Η παρούσα μελέτη θα εστιάσει σε νομοθετικά μέτρα που μπορούν να χαρακτηρισθούν ως παρέχοντα «πρακτικές λύσεις σε πρακτικά προβλήματα», όπως η υποχρέωση του παρόχου διαδικτυακών υπηρεσιών να κοινοποιήσει την ταυτότητα πελάτη ο οποίος φέρεται ως ύποπτος παραβίασης ΔΔΙ ή τρίτου ατόμου, καθώς και η δυνατότητα εφαρμογής της ευρωπαϊκής εντολής έρευνας (ΕΕΕ) σε εγκλήματα που αφορούν ΔΔΙ. 1 Συγκεκριμένα, η αξιολόγηση της Ευρωπόλ για τον κίνδυνο σοβαρού και οργανωμένου εγκλήματος (SOCTA), το σχέδιο δράσης των τελωνείων της ΕΕ για την καταπολέμηση των παραβιάσεων ΔΔΙ για τα έτη 2013-2017, η ανακοίνωση σχετικά με τη στρατηγική για την ψηφιακή ενιαία αγορά της Ευρώπης (COM(2015), 192 τελικό) και η κοινή έκθεση της Ευρωπόλ- EUIPO σχετικά με την επικρατούσα κατάσταση όσον αφορά την παραποίηση/απομίμηση στην ΕΕ, η πιο πρόσφατη εκ των οποίων δημοσιεύτηκε το 2017. 2 Βλ. επισκόπηση των εν λόγω νομοθετικών μέτρων στο κεφάλαιο 7. 3 Ωστόσο, αξίζει να αναφερθούμε στη σχετική μελέτη: Study on voluntary collaboration practices in addressing online infringements of trade mark rights, design rights, copyright and rights related to copyright, 2016 (Μελέτη σχετικά με τις οικειοθελείς πρακτικές συνεργασίας για την αντιμετώπιση των παραβιάσεων των δικαιωμάτων επί εμπορικών σημάτων, σχεδίων και υποδειγμάτων, πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων, 2016). 2
Μεθοδολογία Βασικός σκοπός της παρούσας μελέτης είναι να διαπιστωθεί εάν τα κράτη μέλη πράγματι διαθέτουν ορισμένα ειδικά νομοθετικά μέτρα που μπορούν να εφαρμοστούν για την πρόληψη και την καταπολέμηση της παραβίασης ΔΔΙ σε διαδικτυακό περιβάλλον, και, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, εάν έχουν ήδη εφαρμοστεί ή μπορούν να εφαρμοστούν για το σκοπό αυτό σε έκαστο κράτος μέλος. Για την εκπλήρωση του εν λόγω σκοπού, στο αρχικό μέρος της μελέτης πραγματοποιήθηκε η χαρτογράφηση των διαθέσιμων νομοθετικών μέτρων όσον αφορά τα ακόλουθα οκτώ επιλεγμένα θέματα: 1 Απόκτηση στοιχείων λογαριασμού 2 Φραγή στην πρόσβαση σε ιστότοπους 3 Ενέργειες σχετικά με ονομασίες τομέα 4 Ενέργειες με αποδέκτες τους παρόχους φιλοξενίας 5 Ευρωπαϊκή εντολή έρευνας 6 Έκδοση - ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης 7 Νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες 8 Ποινικές κυρώσεις Τα κύρια εργαλεία για τη διαδικασία χαρτογράφησης αποτέλεσαν δύο ερωτηματολόγια: ένα όσον αφορά τα μέτρα δίωξης αστικής φύσεως και άλλο όσον αφορά τα μέτρα ποινικής φύσεως. Τα ερωτηματολόγια παρουσιάστηκαν ενώπιον ομάδας εμπειρογνωμόνων που συστάθηκε για τους σκοπούς της παρούσας μελέτης, και στη συνέχεια απεστάλησαν στους εκπροσώπους όλων των κρατών μελών μέσω δύο διαφορετικών δικτύων επαγγελματιών 4. Τα περισσότερα κράτη μέλη καίτοι όχι όλα παρείχαν απαντήσεις στις περισσότερες λεπτομερείς ερωτήσεις 5, γεγονός το οποίο πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την ανάγνωση της μελέτης. Εντούτοις, εφόσον σκοπός της χαρτογράφησης αποτελούσε η σκιαγράφηση της συνολικής εικόνας όσον αφορά τη διαθεσιμότητα των νομοθετικών μέτρων στα κράτη μέλη της ΕΕ ως έχουν και όχι η λεπτομερής διατύπωση 4 Το ερωτηματολόγιο σχετικά με τα μέτρα δίωξης αστικής φύσεως διανεμήθηκε σε έναν αριθμό μεμονωμένων μελών της Ένωσης Σημάτων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ECTA) και των μελών της Επιτροπής της Ένωσης Σημάτων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ECTA). Το ερωτηματολόγιο σχετικά με τα μέτρα δίωξης ποινικής φύσεως απεστάλη σε διάφορες εθνικές αρχές που εκπροσωπούνται στην EUROJUST. H ομάδα του έργου εκφράζει τις ευχαριστίες της σε όλους τους απαντώντες για την πολύτιμη και ουσιαστική συμβολή τους στη μελέτη. 5 Ο αριθμός των ελλειπουσών απαντήσεων υποδεικνύεται σε κάθε πίνακα ως «Μη απαντηθέν». 3
της καταστάσεως σε έκαστο κράτος μέλος 6, ο αριθμός των απαντήσεων δικαιολογεί τη δυνατότητα σκιαγράφησης της εν λόγω συνολικής εικόνας. Επιπλέον, δεν εμπίπτει στο αντικείμενο της μελέτης η ανεξάρτητη επαλήθευση των απαντήσεων. Επομένως, οι απαντήσεις εκφράζουν τις απόψεις των απανώντων, οι οποίες πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά τη γενική ανάγνωση της μελέτης, ιδίως δε όταν μεμονωμένες απαντήσεις παρατίθενται αυτολεξεί ή επισημαίνονται. Βασικά πορίσματα Η χαρτογράφηση και η ανάλυση των νομοθετικών μέτρων που διατίθενται στα κράτη μέλη της ΕΕ που ανταποκρίθηκαν και τα οποία μπορούν να χρησιμοποιούν οι κάτοχοι δικαιωμάτων και οι αρμόδιες αρχές για την πρόληψη και την καταπολέμηση της διαδικτυακής παραβίασης ΔΔΙ, φέρνουν στην επιφάνεια ομοιότητες σε ενωσιακό επίπεδο αλλά και διαφορές σε εθνικό επίπεδο. Όσον αφορά τα δύο πρώτα από τα οκτώ ως άνω αναφερθέντα ζητήματα, ήτοι τα νομοθετικά μέτρα που αφορούν την κοινοποίηση στοιχείων σχετικά με φερόμενο ως ύποπτο παραβίασης καθώς και τη δυνατότητα φραγής στην πρόσβαση σε ιστότοπους, τα εν λόγω μέτρα αποτελούν κοινή αφετηρία που συναντάται σε όλα τα κράτη μέλη 7. Επιπλέον, η νομική βάση για διαφορετικά εθνικά μέτρα εναρμονίστηκε σε ορισμένο βαθμό με τα σχετικά άρθρα της οδηγίας για την επιβολή των ΔΔΙ 8. Παρότι οι θεμελιώδεις όροι για την πρόσβαση στα εν λόγω στοιχεία ή για την έκδοση εντολής φραγής είναι ως προς κάποιο βαθμό εναρμονισμένοι, ενδεχομένως υφίστανται διαφορές μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά πιο λεπτομερείς διαδικαστικές απαιτήσεις. Στα περισσότερα κράτη μέλη, η εναρμονισμένη νομοθεσία συμπληρώνεται με ειδικές εθνικές νομοθετικές διατάξεις, όπως οι γενικοί νόμοι σχετικά με την αστική και την ποινική διαδικασία, των οποίων οι διατάξεις εφαρμόζονται τόσο στην παραβίαση ΔΔΙ όσο και σε άλλα είδη παράνομης εκτροπής 9. Όσον αφορά το τρίτο ζήτημα που αφορά τις ενέργειες σχετικά με ονομασίες τομέα, παρουσιάζεται αξιοσημείωτη διαφορά. Η ΕΕ δεν έχει εναρμονίσει την εθνική νομοθεσία σχετικά με την καταχώριση και διαχείριση των υφιστάμενων κωδικών χώρας των τομέων ανωτάτου επιπέδου (cctlds) των μεμονωμένων κρατών μελών. Τούτο σημαίνει ότι η νομική βάση για τα συγκεκριμένα νομοθετικά μέτρα που καλύπτει η παρούσα μελέτη ήτοι η αναστολή, μεταβίβαση ή διαγραφή των καταχωρίσεων ονομάτων τομέα για τα οποία υπάρχει υποψία ότι παραβιάζουν τα ΔΔΙ τρίτου μέρους υπόκειται στην εθνική νομοθεσία εκάστου κράτους μέλους και στους ειδικούς κανόνες ή όρους χρήσης που έχει θεσπίσει 6 Ένα παράδειγμα μελέτης που εστιάζει στο νομικό πλαίσιο εκάστου κράτους μέλους είναι η έκθεση του EUIPO με τίτλο «Συχνές ερωτήσεις των καταναλωτών σχετικά με τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας» [Consumers Frequently Asked Questions (FAQS) on Copyright] του 2017, η οποία διατίθεται στο δικτυακό τόπο: https://euipo.europa.eu/ohimportal/el/web/observatory/observatory-publications 7 Υπάρχουν ορισμένες τροποποιήσεις σε αυτό το σημείο εκκίνησης σε ορισμένες περιπτώσεις. Βλ. περισσότερες λεπτομέρειες στα κεφάλαια 8.2 και 8.3. 8 Οδηγία 2004/48/ΕK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. 9 Όσον αφορά την κοινοποίηση των πληροφοριών, η κατάσταση έχει ορθώς περιγραφεί ως «μωσαϊκή προσέγγιση που αναγκάζει τους δικαστές να εφαρμόζουν διαφορετικούς εθνικούς νόμους» από τον Roland Knaak και Lukasz Zelechowski στο έργο του Michel Vivant (ed.): «European case-law on infringements of intellectual property rights», Bruylant, 2016. 4
ο διαχειριστής εκάστου cctld. Παρά το γεγονός ότι τα τρία ως άνω αναλυόμενα μέτρα διατίθενται στην πλειονότητα των κρατών μελών, ουδέν εξ αυτών υφίσταται σε όλα τα κράτη μέλη. Για παράδειγμα, σε ορισμένα κράτη μέλη είναι δυνατή η έκδοση δικαστικής εντολής για τη μεταβίβαση των προσβαλλόμενων ονομάτων τομέα από τον κάτοχο των ονομάτων τομέα στον κάτοχο δικαιωμάτων. Αντιθέτως, η ως άνω δυνατότητα δεν προβλέπεται σε άλλα κράτη μέλη, ακόμα και εάν πρόκειται για τα ίδια εμπλεκόμενα πρόσωπα. Η χαρτογράφηση και ανάλυση του τέταρτου ζητήματος σχετικά με τα νομοθετικά μέτρα κατά οντοτήτων για τις οποίες υπάρχει υποψία ότι φιλοξενούν περιεχόμενο που παραβιάζει ΔΔΙ, επίσης φανερώνει μια μάλλον διαφοροποιημένη συνολική εικόνα. Αφενός, η απαλλαγή από την ευθύνη των παρόχων φιλοξενίας καλύπτεται από το άρθρο 14 παράγραφος 1 της οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο 10, η οποία εφαρμόζεται στη νομοθεσία του συνόλου των κρατών μελών. Εντούτοις, οι ισχύοντες κανόνες περί δευτερογενούς ευθύνης δεν είναι εναρμονισμένοι και επομένως διέπονται από την εθνική νομοθεσία. Το άρθρο 14 παράγραφος 1 της οδηγίας για το ηλεκτρονικό εμπόριο ορίζει ότι ο πάροχος δεν είναι υπεύθυνος για το περιεχόμενο που φιλοξενεί για λογαριασμό των πελατών του, εκτός εάν ο πάροχος γνώριζε ότι το περιεχόμενο ήταν παράνομο ή σε περίπτωση που δεν ενήργησε ταχέως για την «αφαίρεση» (ήτοι την απαγόρευση πρόσβασης ή την απόσυρση) του περιεχομένου αμέσως μόλις περιήλθε στη γνώση του το παράνομο περιεχόμενο. Επομένως, ενώ ο πάροχος φιλοξενίας τυπικά δεν φέρει ευθύνη για το παράνομο περιεχόμενο, ωστόσο, παρέχεται η δυνατότητα έκδοσης δικαστικής απόφασης με την οποία απαιτείται από ένα πάροχο φιλοξενίας να αφαιρέσει από την πλατφόρμα του σε όλα τα κράτη μέλη το περιεχόμενο που προσβάλλει ΔΔΙ. Αφετέρου, η δυνατότητα υποχρέωσης του παρόχου φιλοξενίας να αναστείλει τον υφιστάμενο λογαριασμό του εικαζόμενου παραβάτη δεν υπόκειται σε συγκεκριμένη νομοθεσία της ΕΕ, ενώ από τη χαρτογράφηση αποδεικνύεται ότι το παρόν μέτρο είτε δεν είναι διαθέσιμο είτε η διαθεσιμότητά του παραμένει ανεπίλυτη στο ήμισυ σχεδόν των κρατών μελών. Η κατάσταση είναι ακόμα πιο διαφοροποιημένη όσον αφορά τη δυνατότητα αποτροπής ανοίγματος νέου λογαριασμού στην υπηρεσία φιλοξενίας εκ μέρους εικαζόμενου παραβάτη, όταν ο λογαριασμός είχε ανασταλεί στο παρελθόν. Το εν λόγω νομοθετικό μέτρο είτε δεν είναι διαθέσιμο είτε η διαθεσιμότητά του παραμένει ασαφής είτε παραμένει αντικείμενο νομικής διαβούλευσης σε περισσότερα από τα μισά κράτη μέλη. Η παραβίαση ΔΔΙ στο ψηφιακό περιβάλλον σημαίνει ότι οι παράνομες δραστηριότητες μπορούν να λάβουν χώρα σε διάφορα κράτη μέλη ταυτόχρονα, ενώ οι φερόμενοι ως παραβάτες μπορούν να βρίσκονται σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη. Επομένως, η ερευνητική δικαστική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην επιβολή των ΔΔΙ σε παρόμοιες περιπτώσεις. Η ΕΕΕ 11 είναι ένα πρόσφατο νομοθετικό μέτρο δικαστικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών που αντικαθιστά ένα πιο κατακερματισμένο πλαίσιο που ίσχυε προγενέστερα 12. Θεμελιώνεται στην αμοιβαία 10 Οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά (EE L 178, της 17.7. 2000). 11 Οδηγία 2014/41/ΕK του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Απριλίου 2004, περί της ευρωπαϊκής εντολής έρευνας σε ποινικές υποθέσεις (Οδηγία ΕΕΕ). 5
αναγνώριση των αποφάσεων, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι έκαστο κράτος μέλος οφείλει να αναγνωρίζει και να εκτελεί την απόφαση, κατόπιν αιτήματος άλλου κράτους μέλους, όπως θα έπραττε με απόφαση εκδοθείσα από τις οικείες αρχές του. Η παραποίηση/απομίμηση και η πειρατεία προϊόντων περιλαμβάνεται στον κατάλογο αξιόποινων πράξεων οι οποίες καλύπτονται από την ΕEE εάν πληρούται η βασική προϋπόθεση για την ΕΕΕ, ήτοι η πράξη να τιμωρείται με φυλάκιση ανώτατης διάρκειας τουλάχιστον τριών ετών στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος. Εντούτοις, δεν εμπίπτουν όλες οι μορφές παραβίασης ΔΔΙ στην έννοια της «παράνομης απομίμησης και πειρατείας προϊόντων», ενώ η μέγιστη ποινή στις περιπτώσεις παράνομης απομίμησης και πειρατείας δεν ανέρχεται στα τρία έτη σε όλα τα κράτη μέλη. Αμφότεροι οι ως άνω παράγοντες περιορίζουν την εφαρμογή της ΕΕΕ από τις αρμόδιες αρχές στα κράτη μέλη όσον αφορά τις περιπτώσεις παραβίασης ΔΔΙ. Το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης (ΕΕΣ) 13 είναι μια απλουστευμένη διασυνοριακή διαδικασία για την άσκηση ποινικής δίωξης ή για την εκτέλεση στερητικής της ελευθερίας ποινής ή στερητικού της ελευθερίας μέτρου ασφάλειας. Το ΕΕΣ είναι αίτημα που εκδίδεται από δικαστική αρχή σε κράτος μέλος για τη σύλληψη ατόμου που βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος και την παράδοση του εν λόγω ατόμου για ποινική δίωξη στο αιτούν κράτος μέλος. Η «παράνομη απομίμηση και η πειρατεία προϊόντων» καθώς και η «εγκληματικότητα στον κυβερνοχώρο» συμπεριλαμβάνονται στον κατάλογο παραπτωμάτων για τα οποία δεν απαιτείται ο χαρακτηρισμός τους ως αξιόποινων πράξεων στο κράτος μέλος εκτέλεσης. Πρόκειται για εξαίρεση από την υφιστάμενη προϋπόθεση του «διττού αξιοποίνου», σύμφωνα με την οποία η αξιόποινη πράξη που στοιχειοθετεί το ΕΕΣ πρέπει να τιμωρείται τόσο στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος όσο και στο κράτος μέλος εκτέλεσης. Εντούτοις, προϋπόθεση είναι οι αξιόποινες πράξεις να τιμωρούνται στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος με στερητική της ελευθερίας ποινή ή στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφάλειας ανώτατης διάρκειας τουλάχιστον τριών ετών και όπως ορίζονται από το δίκαιο του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος 14. Κατά παρεμφερή τρόπο με την ως άνω ΕΕΕ, ο εν λόγω περιορισμός αποκλείει την εφαρμογή του ΕΕΣ σε ορισμένα κράτη μέλη για διάφορες παραβιάσεις ΔΔΙ. Στις περιπτώσεις αυτές, το ΕΕΣ μπορεί ωστόσο να εκδοθεί εάν η παραβίαση ΔΔΙ τιμωρείται στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος με τουλάχιστον δωδεκάμηνη φυλάκιση, ενώ επιπλέον το κράτος μέλος εκτέλεσης μπορεί να απαιτήσει περαιτέρω ότι η αξιόποινη πράξη στην οποία βασίζεται το ΕΕΣ θα πρέπει επίσης να συνιστά παράπτωμα δυνάμει της εθνικής του νομοθεσίας. Οι δύο πιο προσφάτως εκδοθείσες πράξεις κατά της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, ήτοι η «τέταρτη οδηγία για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από 12 Η ΕΕΕ σκοπεί στη δημιουργία ενός συνεκτικού συστήματος που θα αντικαταστήσει όλα τα υπάρχοντα νομοθετήματα στο συγκεκριμένο τομέα, περιλαμβανομένης της απόφασης-πλαισίου 2008/978/ΔΕΥ σχετικά με το ευρωπαϊκό ένταλμα συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων προς λήψη αντικειμένων, εγγράφων και δεδομένων για χρήση σε ποινικές διαδικασίες το οποίο θα καλύπτει «κατά το δυνατόν όλα τα είδη αποδεικτικών στοιχείων και θα ορίζει προθεσμίες εκτέλεσης, θα περιορίζει δε όσο το δυνατόν περισσότερο τους λόγους άρνησης» (αιτιολογική σκέψη 6, οδηγία ΕΕΕ). 13 Απόφαση-πλαίσιο 2002/584/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών, ΕΕ L 190, 18 Ιουλίου 2002. 14 Άρθρο 2 παράγραφος 2της απόφασης-πλαισίου του Συμβουλίου για το ΕΕΣ. 6
παράνομες δραστηριότητες» 15, καθώς και ο «κανονισμός για τις μεταφορές χρηματικών ποσών» 16 καλύπτουν διαδικασίες που προκύπτουν από τις περισσότερες μορφές εγκληματικών δραστηριοτήτων 17. Καταρχήν, οι εν λόγω πράξεις καλύπτουν διαδικασίες που προκύπτουν από τη διαδικτυακή παραβίαση ΔΔΙ, καίτοι επί του παρόντος δεν υφίστανται συγκεκριμένα παραδείγματα επί τούτου. Η μελέτη εξετάζει επίσης διάφορες πτυχές που αφορούν τις ποινικές κυρώσεις στην περίπτωση παραβίασης ΔΔΙ, που προβλέπονται στην εθνική νομοθεσία των κρατών μελών. Οι ποινικές κυρώσεις δεν έχουν εναρμονιστεί σε ενωσιακό επίπεδο, αλλά, όπως περιγράφεται ανωτέρω, το είδος των κυρώσεων και η μέγιστη διάρκειά τους διαδραματίζουν ταυτόχρονα σημαντικό ρόλο στην υφιστάμενη δυνατότητα εφαρμογής, στο πεδίο της διαδικτυακής παραβίασης ΔΔΙ, των δύο νομοθετικών μέτρων που αντλούνται από το δίκαιο της Ένωσης, την ΕΕΕ και το ΕΕΣ. Από τη χαρτογράφηση προκύπτει ότι το είδος των ποινών και η μέγιστη διάρκειά τους για την παραβίαση ΔΔΙ παρουσιάζουν αξιοσημείωτες διαφορές στα κράτη μέλη, ιδίως όσον αφορά την ανώτατη διάρκεια της στερητικής της ελευθερίας ποινής, στην περίπτωση που εφαρμόζεται, που κυμαίνεται από 2 έως 10 έτη. Περαιτέρω, όταν πρόκειται για ζητήματα σχετικά με το εάν τιμωρούνται οι παραβιάσεις εξ αμελείας και εάν τα νομικά πρόσωπα υπέχουν ευθύνη για παραβατικές συμπεριφορές ποινικού χαρακτήρα, το νομικό πλαίσιο παρουσιάζει ελάχιστη ομοιομορφία. Ένα ξεχωριστό κεφάλαιο περιέχει ορισμένες καταληκτικές παρατηρήσεις σχετικά με την ανάλυση, στο οποίο επίσης προτείνεται η διεξαγωγή περισσοτέρων και πιο ενδελεχών μελετών σχετικά με τα εξετασθέντα ζητήματα. Οι τεχνολογικές εξελίξεις επίσης έχουν ασκήσει την επίδρασή τους και, κατά πάσα πιθανότητα, η επίδραση αυτή θα συνεχιστεί στο πεδίο της διαδικτυακής παραβίασης ΔΔΙ αλλά και όσον αφορά ενδεχόμενες παραβιάσεις ΔΔΙ. Στο τελευταίο κεφάλαιο παρατίθεται μια σειρά από νέες ευκαιρίες και προκλήσεις, όπως η χρήση της τεχνολογίας blockchain (αλυσίδας συστοιχιών), η χρήση μαζικών δεδομένων, καθώς και οι τεχνικές φιλτραρίσματος και η ιδιωτικοποίηση των μηχανισμών επιβολής του νόμου μέσω της χρήσης εξωδικαστικών μηχανισμών αφαίρεσης περιεχομένου. 15 Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (Οδηγία για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες). 16 Κανονισμός (ΕΕ) 2015/847 του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Μαΐου 2015,περί στοιχείων που συνοδεύουν τις μεταφορές χρηματικών ποσών και περί κατάργησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1781/2006 (κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ), ΕΕ L 141, 5 Ιουνίου 2015, σ. 1-18. 17 Βλ. ορισμό των εγκληματικών δραστηριοτήτων στο άρθρο 3 παράγραφος 2 της οδηγίας για τη νομιμοποίηση των εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, και ιδίως τον ορισμό των αδικημάτων στο στοιχείο ζ) αυτού. 7
Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 2018 Η αναπαραγωγή επιτρέπεται εφόσον αναφέρεται η πηγή ΜΕΛΕΤΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΕΣ ΠΑΡΑΒΙΑΣΕΙΣ ΔΔΙ 8