Ομιλία του Η. Μήλλα για το βιβλίο του Νίκου Ζαχαριάδη Λεξικό του Κωνσταντινουπολίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος. 30.4.2015. Το Γλωσσικό Ιδίωμα και η Ταυτότητα Υπάρχουν λέξεις κλειδιά στον τίτλο του βιβλίου: Λεξικό/γλωσσικό ιδίωμα από την μία, και Κωνσταντινούπολη από την άλλη. Εγώ όμως γλωσσολόγος δεν είμαι και δεν θα μιλήσω ως ειδικός στα θέματα γλώσσας. Αλλά δεν είμαι και ένας καλός Κωνσταντινουπολίτης. Εννοώ ότι τα δεσμά μου με την μειονότητα της Πόλης ήταν πάντα χαλαρά. Δεν φοίτησα σε μειονοτικό γυμνάσιο και λύκειο. Δεν σύχναζα στις εκκλησίες τις Κυριακές και στις γιορτές, δεν παραθέρισα ποτέ σε χώρους που ζούσαν ή σύχναζαν οι πολίτες Πριγκηπονήσια, Βόσπορος, Αγιοστέφανος και έτσι δεν κινήθηκα μέσα στην Ρωμαίικη μειονότητα όσο ένας «κανονικός» Πολίτης. Αν δεν ήταν ο αθλητικός σύλλογος του Κουρτουλούς όπου ήμουν ενεργό του μέλος δεν θα είχα καμιά άμεση σχέση με την Ρωμιοσύνη πέρα από την οικογένειά μου και ένα-δύο φίλους. Και όμως η ταυτότητα του Ρωμιού με ακολούθησε χωρίς εγώ να το ξέρω. Τις προάλλες μιλούσα με έναν ελλαδίτη ιστορικό για την Τουρκία και για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Κάποια στιγμή ο συνομιλητής μου λέει: - «Εσύ μιλάς σαν τους Κύπριους!» - «Και τί είπα;» τον ρώτησα. - «Είπες για τον Ερντογάν ότι πολλά μιλά» 1 / 6
- «Και τι έπρεπε να πω;» - «Έπρεπε να πεις: πολύ μιλά ή πολλά λέει» μου είπε. - «Δεν μιλώ σαν τους Κύπριους αλλά σαν τους Πολίτες» του είπα. Όταν ήμουν δεκαπέντε χρονών είχα έρθει στην Αθήνα για πρώτη φορά και καθώς μιλούσα με ένα φίλο του Αθηναίου εξαδέλφου μου αυτός μου είπε: - «Είσαι Κωνσταντινουπολίτης, δεν είναι έτσι;» - «Ναι, αλλά πώς το κατάλαβες;» ρώτησα εγώ ο αφελής. - «Μπαμ κάνεις!» μου είπε. Εγώ τότε δεν ήξερα το όρο «μπαμ κάνω» αλλά κατάλαβα τι εννοούσε: ήθελε τα πει ότι φαινότανε από την ομιλία μου. Κατάλαβα ότι κάτι είχα το οποίο ούτε να το κρύψω μπορούσα ούτε να το αποβάλλω. Με όλα αυτά εννοώ ότι, θέλω δεν θέλω, το ξέρω ή δεν το ξέρω, είμαι Πολίτης και αυτό φαίνεται από το γλωσσικό ιδίωμα που χρησιμοποιώ. Μετά από χρόνια στην Ελλάδα, κάπου σαράντα χρόνια, και αφού πλέον ξέρω τι θα πει, όχι μόνο το «μπαμ κάνεις» (φαίνεται, δεν κρύβεται), αλλά και το άλλο, το «κάνεις μπαμ» (εντυπωσιάζεις θετικά) έχοντας ακούσει από τον Τσιτσάνη το τραγούδι «απόψε κάνεις μπαμ, σε βλέπουν και φρενάρουνε και σταματούν τα τραμ», ξέρω επίσης ότι το γλωσσικό μου ιδίωμα σημαδεύει ένα μέρος την ταυτότητάς μου την Κωνσταντινουπολίτική μου πλευρά. 2 / 6
Το Κων/πολίτικο Ιδίωμα Θα αναφερθώ σε δύο θέματα. Πρώτα λίγα λόγια για την γλώσσα και το Κωνσταντινουπολίτικο γλωσσικό ιδίωμα δεν θα είναι κάτι το πρωτότυπο, αλλά αυτά που έγραψα το 1999 («Το Κωνσταντινουπολίτικο Ιδίωμα», στο Ιστορία Της Ελληνικής Γλώσσας, ΕΛΙΑ) και δεύτερο λίγα λόγια για την ταυτότητα. Υπάρχει στην κοινή γνώμη η πεποίθηση ότι οι Πολίτες μιλούν κάπως διαφορετικά. Λένε π.χ., «θα σε κάνω κεφτεδάκια» αντί «θα σου κάνω κεφτεδάκια». Το παράδειγμα είναι από τον φίλο μου τον Χρήστο Κλαίρη, νομίζω τον μόνο γλωσσολόγο που έχουμε (εμείς οι Κων/πολίτες). Τον αναφέρω γιατί πιστεύω ότι είναι ηθική υποχρέωση να αναφέρουμε τις πηγές μας. Λέμε και άλλα «διαφορετικά»: όπως αυτές τις πολλές λέξεις που βλέπουμε στο βιβλίο του Νίκου Ζαχαριάδη. Αλλά μιλάμε διαφορετικά από τί; Διαφορετικά από ποιον; Η διαφορετικότητα μπορεί να υπάρξει μόνο σχετικά με κάτι άλλο. Όντως δεν μιλάμε όπως οι Αθηναίοι. Δεν λέμε όμως ότι στην τηλεόραση οι εκφωνητές μιλούν «διαφορετικά», επειδή πιστεύουμε ότι αυτοί μιλούν τα κανονικά ελληνικά, την κανονική ελληνική γλώσσα. Οι γλωσσολόγοι όμως δεν βλέπουν και δεν ερμηνεύουν έτσι τα ιδιώματα. Στην επιστήμη της γλωσσολογίας κάθε ιδίωμα είναι ισόβαρο. Και οι Αθηναίοι μιλούν διαφορετικά και οι Πόντιοι και οι Κριτικοί κ.α. Ο κάθε ένας το δικό του ιδίωμα. Η επίσημη, καθιερωμένη γλώσσα δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα ιδίωμα που το επίσημο εθνικό κράτος επέλεξε και το κήρυξε «γλώσσα». Μετά, όλα τα ιδιώματα θεωρήθηκαν ότι «διαφέρουν» από τα «κανονικά ελληνικά». Με άλλα λόγια ο όρος «Κων/πολίτικο ιδίωμα» είναι σωστός αλλά με την έννοια ότι αυτό το ιδίωμα είναι εξίσου έγκυρο, ισόβαρο και πλούσιο όσο τα άλλα ελληνικά ιδιώματα. Με άλλα λόγια εμείς οι Κων/πολίτες μιλούμε τόσο διαφορετικά όσο και οι Αθηναίοι που μιλούν διαφορετικά από εμάς. 3 / 6
Στο μέλλον τα πράγματα μάλλον θα αλλάξουν λόγω της δυναμικής που ασκεί το κράτος και η κεντρική δημόσια παιδεία: πολλά ιδιώματα θα χαθούν και θα επικρατήσει το επίσημο. Το αποτέλεσμα θα είναι ότι η ελληνική γλώσσα θα φτωχύνει. Θα χαθούν πολλές λέξεις της ελληνικής. Πολλές από αυτές που διέσωσε ο Νίκος Ζαχαριάδης. Οι Έλληνες του μέλλοντος δεν θα καταλαβαίνουν τα κείμενα που έγραψαν οι πρόγονοί τους. Να σας δώσω ένα παράδειγμα. Στο λεξικό για το οποίο σήμερα εδώ μιλάμε, είδα την λέξη «δράνα», αυτό που οι ελλαδίτες λεν κληματαριά. Την λέξη «δράνα» δεν την βρήκα στο λεξικό του Μπαμπινιώτη. (Υπάρχει αλλά με άλλη έννοια: σειρά φυτεμένου χωραφιού.) Ήδη οι νεοελληνες δεν θα καταλάβουν και δεν θα μπορέσουν να βρουν μια λέξη που χρησιμοποίησε ένας μεγάλος Έλληνας ποιητής, ο Κώστας Βάρναλης. Στο ποίημα «Η μάνα του Χριστού» στο Φως που Καίει διαβάζουμε: Ένα κόκκινο σπίτι σ αυλή με πηγάδι... και μιά δράνα γιομάτη τσαμπιά κεχριμπάρι... νοικοκύρης καλός να γυρνάς κάθε βράδυ, το χρυσό, σιγαλό και γλυκό σαν το λάδι. Αν δεν ξέρεις το Κων/πολίτικο ιδίωμα δεν καταλαβαίνεις τον Κώστα Βάρναλη. Έτσι δεν καταλαβαίνεις την Μαρία Ιορδανίδου, τον Γεώργιο Βιζυηνό και τόσους άλλους. Χάνονται ελληνικές λέξεις για πάντα καθώς χάνεται το Κων/πολίτικο ιδίωμα. Λυπάμαι για το «ουριάζω» που χάθηκε π.χ. Και έτσι δεν μπορώ να πω «ούργοι ήσασταν όταν παίρνατε τα δανεικά;» Η ταυτότητα του Ρωμιού της Πόλης Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η γλώσσα (ή ιδίωμα) των Ρωμιών της Πόλης είναι ένα βασικό στοιχείο της ταυτότητάς τους. Αλλά υπάρχει μια παρερμηνεία αυτής της 4 / 6
ταυτότητας. Όλοι οι Ρωμιοί της Πόλης δεν έχουν μια και μόνο ταυτότητα. Η γλώσσα μπορεί να είναι κοινή γενικά και σε μεγάλο βαθμό. Αλλά όπως συμβαίνει με όλες τις ομάδες ανθρώπων, κοινοτήτων και εθνών, υπάρχουν και χαρακτηριστικά που διαφοροποιούν τους Κων/πολίτες. Οι άνθρωποι δεν έχουν μια και μόνο ταυτότητα όπως πολλοί νομίζουν. Έχουν ταυτόχρονα κοινά που τους ενώνουν αλλά και διαφορετικότητες που τους χωρίζουν. Μπορεί η γλώσσα να ενώνει τα μέλη μιας ομάδας αλλά και άλλα χαρακτηριστικά να τα χωρίζει. Η θρησκευτική πίστη, κάποια ιδεολογία, η ταξική τους υπόσταση, η καταγωγή τους, η επαγγελματική τους συνείδηση, το φύλο τους, ακόμα και η προτίμησή τους σε μια ποδοσφαιρική ομάδα μπορεί να είναι αιτία διαφοροποίησης. Πολλοί πιστεύουν ότι παρά αυτές τις διαφοροποιήσεις, η εθνική ή η κοινοτική θα πρέπει να θεωρείται η βασική και άρα η «μία ταυτότητά μας». Σε αυτόν τον συλλογισμό παρατηρούμε το ίδιο φαινόμενο που είδαμε στην περίπτωση γλώσσας/ιδιώματος. Επιλέγεται μια ταυτότητα, κρίνεται ότι αυτή είναι και αυτή πρέπει να είναι η κυρίαρχη και μετά καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι όλοι μέσα σε αυτήν την ομάδα έχουν κοινά χαρακτηριστικά που τους κάνουν να είναι «Κων/πολίτες». Αυτού του είδους η σκέψη είναι η εθνική ή εθνικιστική: όλοι είμαστε μέλη μιας ενότητας. Όταν προσεγγίσουμε το θέμα της ταυτότητας ιστορικά και με γνώμονα την πολιτική επιστήμη, βλέπουμε ότι η «μια και μοναδική ταυτότητα» λειτουργεί καταπιεστικά. Οι πιο ισχυροί της ομάδας απαιτούν από όσους δεν συμπλέουν με την πλειονότητα την συμμόρφωσή τους. Ασκούν πίεση και γίνονται καταπιεστικοί. Και τότε παρατηρείται ένα περίεργο φαινόμενο: η μειονότητα δημιουργεί και μετά δεν ανέχεται και καταπιέζει την διαφορετικότητα - δηλαδή την μειονότητα της μειονότητας. Κάθε φορά που γίνεται λόγος για την ταυτότητά «μας» έχω στον νου και αισθάνομαι την ανάγκη να τονίσω και τις δύο πλευρές της Κων/πολίτικης ταυτότητας. Κάτι μας ενώνει και κάτι μας διαφοροποιεί. Αυτό συμβαίνει όπου υπάρχουν ανθρώπινες κοινωνίες. Όταν συνειδητοποιήσουμε αυτήν την κατάσταση τότε οι ανθρώπινες σχέσεις γίνονται πιο ομαλές, και οι συμβαλλόμενοι πιο ανεκτικοί. Δηλαδή δεν θα πρέπει να έχουμε την ψευδαίσθηση ότι όλοι είμαστε ένα σώμα που αποτελείται από άτομα χωρίς ιδιαιτερότητες. Αλλά σήμερα αυτό το βιβλίο μας ενώνει ως προς την γλώσσα. * 5 / 6
6 / 6