ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΜΗΤΙΣΜΟΥ. Θέμα:



Σχετικά έγγραφα
Εισαγωγικό Σημείωμα. Σε μελλοντική αφορμή δράσεων θα μπορώ να προβώ στην παρουσίαση πλήρους εργασίας με την αναλογική βιβλιογραφική μου έρευνα.

H ιστορία του κάστρου της Πάτρας

ΔΗΜΟΣ ΕΛΑΣΣΟΝΑΣ ΚΟΙΝΩΦΕΛΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΔΗΜΟΥ ΕΛΑΣΣΟΝΑΣ ΧΡ. ΒΛΑΧΟΔΗΜΟΥ 1, ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΤΗΛ: / FAX:

Κωνσταντίνος: από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη

Ημερίδα Ασύρματα Δίκτυα

Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ

Οι λαοί γύρω από τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ )

Θέμα: «Κατανομή των σχολείων της Π.Ε. Λάρισας σε ομάδες σχολείων και καθορισμός όμορων ομάδων»

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

29. Νέοι εχθροί εμφανίζονται και αποσπούν εδάφη από την αυτοκρατορία

Κατανομή των σχολείων της Π.Ε. Λάρισας σε ομάδες σχολείων και καθορισμός όμορων ομάδων

32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή

3. ΤΕΧΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

Η σταδιακή επέκταση του κράτους των Βουλγάρων

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗ ΧΑΜΕΝΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ. Αμαλία Κ. Ηλιάδη, φιλόλογοςιστορικός

Κοινωνικές τάξεις στη Μεσοβυζαντινή Κοινωνία. Κουτίδης Σιδέρης

7ος αι ος αι. ΗΡΑΚΛΕΙΟΣ. αποφασιστικοί αγώνες και μεταρρυθμίσεις

Το ρωμαϊκό κράτος κλονίζεται

Η Βυζαντινή Κωνσταντινούπολη

ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Ανασκόπηση Στο προηγούμενο μάθημα είδαμε πως μετά το θάνατο του Βασιλείου Β : το Βυζάντιο έδειχνε ακμαίο, αλλά είχαν τεθεί οι βάσεις της κρίσης στρατι

ΘΕΜΑ: «Επικαιροποίηση ομάδων σχολικών μονάδων Π.Ε. Λάρισας και όμορων αυτών».

Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΑΥΤ Κ*ΑΤοΡ1Α. Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΑΥΤ*Κ*ΑΤοΡ1Α. Η 3υζαντινή εποχή Γ* - * **-^ Διασυνδέσεις. ΒιΒλιογραφία Τ Τ"*-*

ΑΝΩΤΑΤΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ Τ.Ε. ΤΡΙΚΑΛΩΝ ΜΝΗΜΕΙΑΚΗ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΚΑΙ

Βενετοί Μέρος Κωνσταντινούπολης + νησιά + λιμάνια Αιγαίου, Ιονίου

Η πρώτη οπτική επαφή με τα Αμπελάκια δίνει στον ταξιδιώτη την εντύπωση ότι αυτό το χωριό διαφέρει από τα άλλα... και όντως αυτό συμβαίνει.

ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912)

Ομάδα «Αναποφάσιστοι» : Αθανασοπούλου Ναταλία, Μανωλίδου Εβίτα, Μήτση Βασιλική, Στέφα Αναστασία

Εικόνες από τη Σαλαμίνα. Photo Album. by Πρίμπας Γεώργιος. Γιώργος Πρίμπας

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΔΡΟΛΙΑ 7 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία Αγιάς. Ανάδειξη και αξιοποίηση.

ΥΠΑΤΗ Hypati - Neopatria

Ο ΜΥΚΗΝΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ- ΙΟΥΝΙΟΥ Ονοματεπώνυμο: Τμήμα:. Αριθμός:..

Τι σημαίνει ο όρος «βυζαντινόν»;

α. Βασίλειο πόλεις-κράτη ομοσπονδιακά κράτη συμπολιτείες Η διάσπαση του κράτους του Μ. Αλεξάνδρου (σελ ) απελευθερωτικοί αγώνες εξεγέρσεις

Φιλικές σχέσεις και συγκρούσεις με τους Βούλγαρους και τους Ρώσους Α. Οι Βούλγαροι α μέρος

2. Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ( ). ΑΠΟΦΑΣΙΣΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ

1 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Τα ΠΑΙ ΙΚΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΙΑ Το 958 µ.χ.. γεννιέται ο Βασίλειος ο Β, γιος του Ρωµανού και της Θεοφανώς. Γιαγιά του από την πλευρά του πατέρα του

Η ΣΗΜΑΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΘΝΟΣΗΜΟ

1.Τι είναι τα ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΓΡΟΤΙΚΟΥ

Ιστορία. Α Λυκείου. Κωδικός Απαντήσεις των θεμάτων ΟΜΑΔΑ Α. 1o ΘΕΜΑ

ΛΕΥΚΟΣ ΠΥΡΓΟΣ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΡΩΜΑΪΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ: 323 Π.Χ. 324 Μ.Χ.

(Από τους προϊστορικούς πολιτισμούς της Ανατολής έως την εποχή του Ιουστινιανού)

ΤΑ ΠΕΤΡΟΓΕΦΥΡΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

Ο δρόμος του αλατιού

Το Τραγούδι της Γης του Στράτη Μυριβήλη

ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ. Διάλεξη 14

30α. Η τέταρτη σταυροφορία και η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους

Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι

ΚΑΛΑΜΠΑΚΑ-ΜΕΤΕΩΡΑ ΜΕΤΕΩΡΑ

Πανεπιστήμιο Κύπρου Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος Πρόγραμμα Αρχιτεκτονικής ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ ΔΥΣΗΣ Ι

Η Παγκόσμια Κληρονομιά της Κύπρου

Ανάγλυφα σε βράχους και άλλα αρχαιολογικά ευρήματα, όπως οικισμοί που χρονολογούνται από το π.χ., υπάρχουν στα παραδοσιακά εδάφη των Σάμι.

1. Οι Σλάβοι και οι σχέσεις τους με το Βυζάντιο

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία

ΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΩΝ ΚΥΚΛΑΔΩΝ

33 Ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΣΥΛΟ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΤΜΗΜΑ Ε

Πανεπιστήμιο Κύπρου ΑΡΗ 311. Τμήμα Αρχιτεκτονικής Εαρινό Εξάμηνο 2013 ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ. Χωριό: Πέρα Ορεινής Θέμα μελέτης: Προσόψεις.

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα

Υπάρχει ο μαγικός κόσμος των μνημείων του Αρχαίου Ελληνικού κόσμου Οι σιωπηλοί αυτοί μάρτυρες του παρελθόντος

Ταξιδεύοντας στην ηπειρωτική Ελλάδα. Τάξη Φύλλο Εργασίας 1 Μάθημα Ε Δημοτικού Διαιρώντας την Ελλάδα σε διαμερίσματα και περιφέρειες Γεωγραφία

Από τα παιδιά της Β 2

Ο Αρκάς ή Αρκάδας ήταν πρόσωπο της ελληνικής μυθολογίας, επώνυμος ήρωας της Αρκαδίας, γενάρχης των Αρκάδων και 3ος μυθικός βασιλιάς της Αρκαδίας.

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή Iστορική αναδρομή Περιγραφή του χώρου Επίλογος Βιβλιογραφία 10

ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ (σελ.84-97) Α. Βασιλεία α. Δικαίωμα να ψηφίζουν για ζητήματα της πόλης είχαν όλοι οι πολίτες, ακόμα και οι πιο φτωχοί

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΙΩΑΝΝΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ Α1 Β ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Γεωλογία - Γεωγραφία Β Γυμνασίου ΦΥΛΛΑΔΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΝ. Τ μαθητ : Σχολικό Έτος:

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΙΚΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ ΝΟΤΙΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΓΡΕΒΕΝΩΝ

ΕΛΠ 11 - Κεφάλαιο δύο: Η Πόλη- Κράτος - onlearn.gr - ελπ - εαπ .Σε τέσσερις ενότητες η γέννηση κι η εξέλιξη της πόλης κράτους, στην οποία βασίστηκε η οργάνωση ολόκληρου του ελληνικού πολιτισμού.

Οι Μαθητές: Αγγελόπουλος Ηρακλής Ανδρεσάκης Κωνσταντίνος

ΟΜΑΔΑ Α. Α. 1. α. Επιλέξτε τη σωστή απάντηση: 1. Ο αρχηγός της αποστολής κατά το β αποικισμό ονομαζόταν: α) ευγενής β) ιδρυτής γ) οικιστής

Ψηφιοποίηση, επεξεργασία, προσθήκες, χαρτογραφικό υλικό: Αρχείο Πανοράματος ( Απρίλιος 2014

Η Βοιωτία θεωρείται από αρχαίους και συγχρόνους ιστορικούς καθώς και γεωγράφους, περιοχή ευνοημένη από τη φύση και τη γεωπολιτική θέση της.

ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ. Ολυμπία Μπάρμπα Μπάμπης Χιώτης Κων/να Μάγγου 2017, Β3 Γυμνασίου

SOU ZHELEZNIK Stara Zagora, Bulgaria

1. Ο μυκηναϊκός πολιτισμός εμφανίζει σημαντικά κέντρα και σε περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης

Η Κρήνη είναι οικισμός και πρώην κοινότητα της Επαρχίας Πατρών του Νομού Αχαΐας και σήμερα είναι κοινοτικό διαμέρισμα του Δήμου Πατρέων, που

Κεφάλαιο 6. Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ )

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΑΤΗ Η ΥΣΤΕΡΗ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

κάντε κλικ στη Τρίτη επιλογή : Οι Θεσσαλονικείς αδελφοί ισαπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος

ΤΑΞΗ ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ-Βουλευτές:

H ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΚΟΜΝΗΝΩΝ

Μεγάλο Μετέωρο-Το παλαιότερο και μεγαλύτερο από όλα τα μοναστήρια των Μετεώρων

Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α Λάρισα,

Με τον Αιγυπτιακό

Ευρύκλεια Κολέζα ΑΠΟ ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΙΑΝΟΥ ΩΣ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΒΕΡΝΤΕΝ ( )

ΣΤΟΡΙΑ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΜΑΘΗΜΑ 1 ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑ Να γνωρίζεις τις έννοιες γεωγραφικό πλάτος, γεωγραφικό μήκος και πως αυτές εκφράζονται

Η Ίδρυση της Ρώμης και η οργάνωσή της. Επιμέλεια Δ. Πετρουγάκη, φιλόλογος

19 ος αιώνας Διάρκεια επανάστασης του 1821 : μετακινήσεις ελληνικών πληθυσμών προς την επαναστατημένη Ελλάδα

Μιχάλης Κοκοντίνης. 1 Πειραματικό δημοτικό σχολείο Θεσσαλονίκης Ε'1 τάξη Οι Ρωμαίοι κυβερνούν τους Έλληνες

Γυναίκες πολεµίστριες και ηρωίδες. Έρευνα-επιλογή:Μ. Λόος Μετάφραση: Μ. Σκόµπα Επιµέλεια: Β. Καντζάρα

Έτσι ήταν η Θεσσαλονίκη στην αρχαιότητα - Υπέροχη ψηφιακή απεικόνιση

ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ. Νικόλαος Γ. Χαραλαμπόπουλος Τμήμα Φιλολογίας

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΑΘΜΗΤΙΣΜΟΥ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Θέμα: «Καταγραφή και διερεύνηση των παραδοσιακών φορεσιών της περιοχής Ελασσόνας και των πληθυσμιακών ομάδων της» ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΜΗΝΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2015

Σελίδα 2 από 217

Σελίδα 3 από 217 «Γρήγορα πριν ξεθωριάσουν οι εικόνες» Οδ. Ελύτης «Ελλήνων Παράδοση»: «Παράδοση είναι... τo μελωδικό νανούρισμα της μάνας, οι θρύλοι του παππού, τα κάλαντα, τα χελιδονίσματα, οι μαντινάδες, τα έθιμα, οι χοροί και οι σκοποί που μας συντρόφευαν σε κάθε χαρά, οι ενδυμασίες, τα κεντήματα, τα δίστιχα, τα παιχνίδια και όσα άλλα είναι μέρος της ζωής του τόπου μας. Κρατήστε περήφανα στις καρδιές σας αλώβητο αυτόν τον θησαυρό και παραδώστε τον στις επόμενες γενιές! Έτσι θα ακούμε τους παλμούς του τόπου μας ολοζώντανα και δεν θα σβήσει τίποτε στη χοάνη της παγκοσμιοποίησης!»

Σελίδα 4 από 217

Σελίδα 5 από 217 Περιεχόμενα Περιεχόμενα... 5 Ευχαριστίες... 11 Περίληψη... Σφάλμα! Δεν έχει οριστεί σελιδοδείκτης. Εισαγωγή... 14 Κεφάλαιο 1o... 19 Η Επαρχία Ελασσόνας:... 19 Γεωγραφικός προσδιορισμός... 19 Ιστορική προσέγγιση... 19 1. Η Ελασσόνα: γεωγραφικός προσδιορισμός... 20 2. Η προέλευση του ονόματος «Ελασσόνα»:... 21 3. Η Ελασσόνα και η Επαρχία Ελασσόνας στους αιώνες.... 24 4. Οι φυλές και η πληθυσμιακή ποικιλομορφία της Ελασσόνας και της επαρχίας της... 31 Κεφάλαιο 2... 37 Τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά των πληθυσμιακών ομάδων της επαρχίας Ελασσόνας... 37 1. Ντόπιοι... 38 2. Βλάχοι... 38 2.1. Το Λιβάδι... 39 2.2. Ο Κοκκινοπηλός - Ο Κοκκινοπλός... 43 2.3. Οι Βλάχοι Σαμαρίνας... 46 3. Οι Κουπατσαραίοι... 47 4. Σαρακατσαναίοι... 56 5. Πόντιοι... 60 5.1. Πόντιοι της Αετοράχης... 62 5.2. Πόντιοι Καλλιθέας... 63 5.3. Πόντιοι Λόφου... 65 6. Οι Χασιώτες... 65 7. Καλαρρύτες... 68 Κεφάλαιο 3... 73 Τα επίσημα παραδοσικά ενδύματα τη Επαρχίας Ελασσόνας... 73

Σελίδα 6 από 217 1. Βλάχοι... 75 1.1. Λιβάδι... 75 1.2. Κοκκινοπλός... 92 1.3. Σαμαρίνα... 94 2. Κουπατσαραίοι... 108 3. Σαρακατσαναίοι... 113 4. Πόντιοι... 123 5. Χασιώτες... 139 6. Καλαρρύτες... 143 7.1. Η τοπική ενδυμασία του χωριού Πουλιάνα... 149 7.2. Η τοπική ενδυμασία του χωριού Σαραντάπορο... 150 7.3. Η τοπική ενδυμασία της Κρανιάς... 155 7.4. Η φουστανέλα... Σφάλμα! Δεν έχει οριστεί σελιδοδείκτης. Κεφάλαιο 4ο... 179 Τα χωριά της Επαρχίας Ελασσόνας... 179 Σύντομη περιγραφή... 179 1. Αγιονέρι... 180 2. Αετοράχη... 180 3. Άζωρος... 181 4. Άκρη... 183 5. Αμούριο... 183 6. Αμπέλια... 184 7. Ανάληψη... 184 8. Ασπρόχωμα... 184 9. Βαλανίδα... 185 10. Βερδικούσα... 185 11. Βλαχογιάννι... 186 12. Βοτανοχώρι... 186 13. Γαλανόβρυση... 187 14. Γεράνεια... 187 15. Γιαννωτά... 188 16. Δολίχη... 188 17. Δομένικο... 188

Σελίδα 7 από 217 18. Δρυμός... 189 19. Ευαγγελισμός... 189 20. Καλλιθέα... 190 21. Καλύβια... 190 22. Καρυά... 191 23. Κεφαλόβρυσο... 191 24. Κλεισούρα... 192 25. Κοκκινόγη... 192 26. Κοκκινοπηλός... 192 27. Κρανιά... 192 28. Κρυόβρυση... 193 29. Λεύκη... 194 30. Λιβάδι... 194 31. Λουτρό... 194 32. Λόφος... 194 33. Λυκούδι... 195 34. Μαγούλα... 195 35. Μεγάλο Ελευθεροχώρι... 196 36. Μεσοχώρι... 196 37. Μηλέα... 196 38. Μικρό Ελευθεροχώρι... 197 39. Ολυμπιάδα... 197 40. Παλαιόκαστρο... 197 41. Πετρωτό... 198 42. Πραιτώρι... 198 43. Πύθιο... 198 44. Σαραντάπορο... 199 45. Σκαμνιά... 200 46. Σκοπιά... 200 47. Σπαρμός... 200 48. Στεφανόβουνο... 201 49. Συκέα... 201 50. Τσαπουρνιά... 201

Σελίδα 8 από 217 51. Φαρμάκη... 201 52. Φλάμπουρο... 202 Συμπεράσματα... 204 Παράρτημα... 205 Βιβλιογραφία... 207

Σελίδα 9 από 217

Σελίδα 10 από 217

Σελίδα 11 από 217 Ευχαριστίες Επειδή καμιά εργασία εν αποτελεί μοναχική δραστηριότητα, αλλά σ αυτή αποτυπώνεται το αποτέλεσμα όλης της πορείας που διανύθηκε για τη διεκπεραίωση της όλης διαδικασίας, οφείλω, ως ένδειξη ελάχιστης ευγνωμοσύνης, να εκφράσω τις αχαριστίες μου, αρχικά στον επιβλέποντα επίκουρο καθηγητή του Τμήματος Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού του Α.Π.Θ. κύριο Βασίλειο Καϊμακάμη για τη γνωστική του συμπαράσταση και την ηθική υποστήριξή του. Χάρη στο ήθος τους και την εν γένει ευγένειά του ενισχύθηκε η αυτοπεποίθησή μου, ώστε να αναλάβω ένα τέτοιο εγχείρημα. Ευχαριστίες θέλω, επίσης, να εκφράσω σε όλους εκείνους που με συμπαραστάθηκαν και με βοήθησαν στην αναζήτηση του γνωστικού υλικού, ώστε να γίνει εκ μέρους μου η δέουσα βιβλιογραφική ανασκόπηση.

Σελίδα 12 από 217

Σελίδα 13 από 217 Πρόλογος Η συγκεκριμένη πτυχιακή εργασία εκπονήθηκε με αφορμή την καταγωγή μου από χωριό της Επαρχίας Ελασσόνας, τη Μηλέα. Η επαφή με το θέμα και η αναζήτηση του υλικού το οποίο θα αποτελούσε το αντικείμενο μελέτης για την ικανοποίησα των απαιτήσεων της συγκεκριμένης εργασίας αποδείχτηκε πακτωλός γνώσεων και λόγος επαφής με το τόσο μεστό και άλκιμο θέμα της Παράδοσης και του Λαϊκού Πολιτισμού, που αποτελούν αντικείμενο της επιστήμης της Λαογραφίας, της οποίας ιδρυτής υπήρξε ο μεγάλος Λαογράφος μας Νικόλας Πολίτης. Οφείλω, ωστόσο, να ομολογήσω ότι η αναζήτηση του υλικού κατέστη εν τέλει εργασία χρονοβόρα, επειδή τα θέματα που έπρεπε να αναπτυχθούν και να αναδειχθούν στη συγκεκριμένη εργασία είχαν τέτοιο εύρος και τόσο βάθος, που με ενέπλεξε σε στη δύσκολη θέση της αφαιρετικής διαδικασίας, αφού έπρεπε να κρίνω ποια από τα τόσο σημαντικά για την Επαρχία μου γεωγραφικά, ιστορικά και λαογραφικά πληροφοριακά στοιχεία έπρεπε να «προτιμήσω», όχι τόσο με τη συμβατή έννοια της προτίμησης, όσο με την έννοια της «προ-τίμησης», δηλαδή ποια να τιμήσω, προκρίνοντάς τα να μπουν σε τούτο εδώ το πόνημα. Το υλικό αναζητήθηκε βασικά από το διαδίκτυο, από τις επίσημες ιστοσελίδες των κατά τόπους πολιτισμικών συλλόγων των πληθυσμιακών ομάδων που συνιστούν πληθυσμιακά την επαρχία μας, από την ηλεκτρονική βιβλιογραφία, όσο και από σχολικές βιβλιοθήκες της περιοχής, τη δημοτική βιβλιοθήκη του Δήμου μας και, τέλος, από βιβλία ιδιωτών, τους οποίους είτε άμεσα έμμεσα γνώριζα και από τους οποίους ζήτησα βοήθεια. Έτσι διαμορφώθηκε η παρούσα πτυχιακή εργασία η οποία αποτελείται από τέσσερα κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο επιχειρείται η γνωριμία με την Επαρχία Ελασσόνας και την πρωτεύουσά της. Τον γεωγραφικό προσδιορισμό ακολουθεί η ιστορική προσέγγιση και η παρουσίαση της πληθυσμιακής της ποικιλομορφίας. Το δεύτερο κεφάλαιο αναφέρεται στα πολιτισμικά χαρακτηριστικά των πληθυσμιακών ομάδων της επαρχίας Ελασσόνας.

Σελίδα 14 από 217 Το τρίτο κεφάλαιο αποτελεί τον βασικό κορμό της παρούσας εργασίας και εμπεριέχει πληροφορίες για τις παραδοσιακές ενδυμασίες των προαναφερθέντων πληθυσμιακών ομάδων, καθώς και πληροφορίες για ενδυμασίες κάποιων συγκεκριμένων χωριών, για τον λόγο ότι ανειδίκευτοι λαογράφοι διατήρησαν τον λαογραφικό αυτό θησαυρό σε κείμενά τους και βιβλία τους, επίσημα και μη. Στο τέταρτο κεφάλαιο γίνεται μια σύντομη αναφορά σε κάθε χωριό χωριστά, που αποσκοπεί μάλλον στη γνωριμία του χωριού και την κατανόηση της πληθυσμιακής τους σύνθεσης με τις ειδικότερες ιστορικές πληροφορίες που παρέχονται. Στο παράρτημα θεωρήθηκε σκόπιμο να παρατεθεί το σύνολο των χωριών της Επαρχίας Ελασσόνας τόσο με τη νέα όσο και με την παλιά τους ονομασία. Η εργασία κλείνει με τα συμπεράσματα που προκύπτουν και τη βιβλιογραφία που αποτέλεσε τη βάση όπου στηρίχτηκε η εργασία.

Σελίδα 15 από 217 Εισαγωγή Η ενασχόληση με το θέμα των παραδοσιακών ενδυμασιών επιβάλλει την εννοιολογική προσέγγιση της «παράδοσης, του παραδοσιακού και λαϊκού πολιτισμού, και της Λαογραφίας, προκειμένου να γνωρίσει κάθε αναγνώστης και αναγνώστρια το πεδίο στο οποίο ανήκει το σχετικό θέμα και την επιστήμη ποου το μελετά. Ο όρος «παράδοση», προερχόμενη από τη λέξη «παραδίδω» που σημαίνει κληροδοτώ στις επόμενες γενιές στοιχεία από το παρελθόν στο παρόν, διακρίνεται σε προφορική και γραπτή. Η πρώτη αφορά στοιχεία που παραδίδονται από γενιά σε γενιά και συγκροτούν τον πυρήνα του λαϊκού πολιτισμού, καθώς στο παραδοσιακό πλαίσιο οι εγγράμματοι ήταν πολύ λίγοι. Η δεύτερη είναι το σύνολο της κληρονομιάς από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα (Καμηλάκη-Πολυμέρου, Α., Καραμανές, Ε., 2008). Ο όρος «παραδοσιακός πολιτισμός» για αρκετούς μελετητές έχει ιστορική διάσταση και, προκειμένου για την ελληνική λαϊκή παράδοση, αφορά κυρίως τη χρονική περίοδο που αρχίζει στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και πλησιάζει τα μισά του 20ου αιώνα, τότε που αρχίζει η υποχώρηση των παραδοσιακών δομών (Καμηλάκη-Πολυμέρου, Α., Καραμανές, Ε., 2008). Ο όρος «λαϊκός πολιτισμός» αφορά το σύνολο των δραστηριοτήτων και εκδηλώσεων του λαού περιλαμβανομένων της καθημερινής ζωής του, των ασχολιών, της ψυχαγωγίας και της κοσμοθεωρίας του. Εδώ εμπλέκεται και η έννοια του «λαού», μια άλλη πολύ συζητημένη έννοια στην ακαδημαϊκή κοινότητα, η μελέτη του οποίου ξεφεύγει από το πλαίσιο της παρούσας εργασίας (Καμηλάκη-Πολυμέρου, Α., Καραμανές, Ε., 2008). Ένας, επίσης, όρος που συνδέεται στενά με τους προαναφερθέντες και έχει ιδιαίτερη αξία στην παρούσα εργασία είναι ο όρος «λαογραφία». Λέξη καθαρά αρχαία ελληνική, χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά με την έννοια της Επιστήμης που μελετά τον Λαϊκό Πολιτισμό το 1884 από τον Νικόλαο Πολίτη, τον ιδρυτή της Ακαδημίας Αθηνών. Ο ίδιος την όρισε ως εξής: «Η λαογραφία εξετάζει τας κατά παράδοσιν διά λόγων, πράξεων ή ενεργειών εκδηλώσεις του ψυχικού και κοινωνικού

Σελίδα 16 από 217 βίου του λαού» (Καμηλάκη-Πολυμέρου, Α., Καραμανές, Ε., 2008:12). Ο μαθητής του Στ. Κυριακίδης όρισε τη Λαογραφία ως «επιστήμη του Λαϊκού Πολιτισμού» με κύρια γνωρίσματά της τη διαχρονικότητα και ομαδικότητα και αντικείμενό της την παρατήρηση, την καταγραφή και την ερμηνεία των λαογραφικών φαινομένων (Καμηλάκη-Πολυμέρου, Α., Καραμανές, Ε., 2008:14). Και ενώ ο Ν. Πολίτης χώρισε τα στοιχεία του λαϊκού πολιτισμού σε μνημεία του λόγου και σε κατά παράδοσιν πράξεις και ενέργειες, ο Στ. Κυριακίδης κατέταξε το λαογραφικό υλικό σε φυσικές, πνευματικές και κοινωνικές εκδηλώσεις του λαού, Ο Γ. Μέγας σε υλικό βίο και τέχνη του λαού, όπου εντάσσει και την ενδυμασία, σε πνευματικό βίο και σε κοινωνικό βίο. Ο Δ. Λουκάτος (1992:21) ορίζει τη λαογραφία ως την «επιστήμη που παρακολουθεί και ερμηνεύει τις εκδηλώσεις της ζωής του λαού, πνευματικές, ψυχικές και (καλλι)τεχνικές, αυτές που αποτελούν τον πολιτισμό του ίδιου του λαού και του έθνους» και χωρίζει τους σκοπούς της σε επιστημονικούς, εθνικούς, ανθρωπιστικούς και διεθνιστικούς. Στην πορεία οι επιστήμονες προέβησαν σε προεκτάσεις και συμπληρώσεις του όρου της «Λαογραφίας», προσαρμόζοντάς τη στις διαρκώς μεταβαλλόμενες κοινωνικές συνθήκες, με αποτέλεσμα «η λαογραφία (να) γίνεται πλέον αντιληπτή ως η επιστήμη που μελετά τον πολιτισμό σε μια παγκόσμια διάστασή του, πάντοτε παρούσα και δυναμική, έχοντας την τάση να προχωρήσει πέρα από τα προγενέστερα όριά της, ενδιαφερόμενη να περιλαμβάνει όλους τους ανθρώπους παντού, διερευνώντας μια ποικιλία ανθρώπινων σχέσεων, ομάδες εθνικές, περιφερειακές, κ.λ.π., την οικογένεια, το φύλο, την ηλικία, τη θρησκεία, την εργασία» (Γκασούκα, Μ., 2012:23). Η ενδυμασία των ανθρώπων κάθε τόπου είναι ανάλογη του κλίματος και της ιστορικής τους παράδοσης, ώστε την ενδυμασία του κάθε τόπου να καθορίζουν ποικίλες επιδράσεις, γεγονότα, αντιλήψεις, επαγγέλματα, ώρες και συνθήκες (Λουκάτος, Δ., 1992:173). Οι εορταστικές ενδυμασίες μαρτυρούν τη φροντίδα των ανθρώπων να εμφανιστούν ευπρόσωποι στις επαφές με τον Θεό αλλά και άξια μέλη της ομάδας τους. Η λαογραφία εξετάζει την τυπική ή εθνική παραδοσιακή ενδυμασία των ανδρών, γυναικών και παιδιών στις τρεις κοινωνικές εμφανίσεις: καθημερινή ή της δουλειάς, κυριακάτικη ή της εκκλησίας και γαμπριάτικη ή νυφιάτικη (Λουκάτος, Δ., 1992:173). Εντάσσεται, δηλαδή, στον κύκλο του έτους και των ανθρώπινων

Σελίδα 17 από 217 δραστηριοτήτων (Καμηλάκη-Πολυμέρου, Α., Καραμανές, Ε., 2008). Η μελέτη των τριών μορφών της παραδοσιακής ενδυμασίας έχει εθνολογική αλλά και ιστορική σημασία. Καταδεικνύουν τις συνθήκες και απόψεις ζωής, τις οικονομικές δυνατότητες ένδυσης του ελληνικού λαού αλλά και τη σχέση της παραδοσιακής φορεσιάς με το αρχαίο και βυζαντινό ένδυμα, καθώς και τις ξένες επιδράσεις. Τα κοσμήματα, επίσης, που στολίζουν και συμπληρώνουν την παραδοσιακή φορεσιά έχουν συμβολική σκοπιμότητα και αισθητική και πληροφορούν για την ανάπτυξη της λεπτοτεχνίας, της ασημουργικής ή χρυσοχοΐας και άλλων τεχνών στην Ελλάδα (Λουκάτος, Δ., 1992:173). Η ενδυμασία λειτουργεί αφενός προστατευτικά και καλλωπιστικά για το σώμα, αφετέρου σηματοδοτεί την κοινωνική, οικονομική ηλικιακή και εθνοτική θέση εκείνου που τη φορά. Και ενώ ως προς τη δομή και τη διακόσμηση ακολουθεί παραδοσιακούς κανόνες, παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και εντός μιας μικρής κοινότητας (Καμηλάκη-Πολυμέρου, Α., Καραμανές, Ε., 2008). Στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα η ελληνική εθνική ενδυμασία συνιθηζόταν στην ύπαιθρο χώρα και τα νησιά κυρίως και ελάχοιστα στα αστικά και ημιαστικά κέντρα. Μάλιστα κάθε τόπος και γεωγραφική περιοχή της Ελλάςδας, ηπειρωτικής και νησιώτικης, παρουσιάζει τον δικό του τύπο ενδυμασίας, συχνά μλάλιστα και μόνο ένα ή δύο χωριά. Όσο αφορά τις νησιώτικες ενδυμασίες, αυτές παρουσιάζουν ποικιλία το μεταξύ των νησιών όσο και εντός του ίδου του νησιού. Οι ελληνικές φορεσιές διακρίνονται σε ορεινές-οιμενικές και πεδινέςγεωργικές, χωρίς να σημαίνει ότι η γενικής αυτή διαίρεση είναι απόλυτη, καθώς υπάρχουν πολλά ιδιόρρυθμα υποδείγματα εντός της ίδιας κατηγορίας, πολύ περισσότερο άνάμεσα στις γυναικείες ενδυμασίες. Στον παραδοσιακή κοινότητα κάθε φορεσιά εξέπεμπε κι ένα πολιτισμικό μήνυμα, είχε δηλαδή τον συμβολισμό της. Η φορεσιά, δηλαδή, μαρτυρούσε την κοινωνική θέση της γυναίκας, την κοινωνική-οικογενειακή της κατάσταση ως έγγαμη ή άγαμη, ως νιόνυμφη ή με παιδιά ή χήρα και, ακόμα, την καταγωγή του άνδρα, αν δηλαδή ήταν χωριάτης ή ξωμερίτης, γεωργός ή βοσκός κ.ά.. Ωστόσο, οι περισσότερες διακρίσεις ταξικές και πλούτου- εμφανίζονται στις φορεσιές του εκκλησιάσματος της Κυριακής και των εορτών. Στην κυριακάτικη αναγνωρίζεται ακόμη και το

Σελίδα 18 από 217 επάγγελμα του νοικοκύρη ή η βασική του ασχολία (http://www.andronianoi.gr/pdfs/foresia.pdf και http://dipedytik.att.sch.gr/politistika/media/elliniki%20foresia%20mia%20geniki%20parousiasi. pdf). Στους κτηνοτροφικούς νομαδικούς ή ημινομαδικούς πληθυσμούς (Βλάχους, Σαρακατσάνους) δεν υπάρχουν έντονες διακρίσεις. Στους Βλάχους της περιοχής της Σαμαρίνας παρ όλη τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στην κατάσταση του τσέλιγκα και του βοσκού, η διαφορά δε δηλώνεται με τη φορεσιά. Ίδια η φορεσιά ίδια η γκλίτσα. Στη συγκεκριμένη εργασία πηγή έρευνας και μελέτης αποτέλεσαν τόσο οι πληροφορίες σε έντυπο υλικό όσο και σε ηλεκτρονική μορφή από το διαδίκτυο: 1. Η σχετική βιβλιογραφία σε εθνικό επίπεδο 2. Η σχετική βιβλιογραφία σε τοπικό επίπεδο 3. Οι πληροφορίες από τους συλλόγους κάθε πληθυσμιακής ομάδας της επαρχίας Ελασσόνας 4. Αφιερώματα και δημοσιέυματα σε περιοδικά, εφημερίδες και πρακτικά συνεδρίων.

Σελίδα 19 από 217 Κεφάλαιο 1o Η Επαρχία Ελασσόνας: Γεωγραφικός προσδιορισμός Ιστορική προσέγγιση

Σελίδα 20 από 217 1. Η Ελασσόνα: γεωγραφικός προσδιορισμός Στο όνομα «Ελασσόνα» ακούει μια πανάρχαια κωμόπολη και μια ολόκληρη επαρχία. Η πόλη της Ελασσόνας βρίσκεται βόρεια του Νομού Λαρίσης, σε απόσταση 40 χιλιομέτρων από την πρωτεύουσα του νομού, τη Λάρισα. Να σημειωθεί ότι η σύνδεσή της με την πόλη της Λάρισας γίνεται μέσω δυο βασικών ασφαλτοστρωμένων αρτηριών διαφορετικών αποστάσεων. Η πρώτη είναι μέσω της Μελούνας απόστασης 40 χιλιομέτρων ενώ η δεύτερη νότια από τη κοιλάδα της Ποταμιάς απόστασης 60 χιλιομέτρων. Από την Κοζάνη, βορειοδυτικά, απέχει 78 χιλ., από την Κατερίνη, βορειοανατολικά, 70 χιλιόμετρα. Είναι χτισμένη αμφιθεατρικά στους πρόποδες λόφων νοτιοδυτικά του μυθολογικού βουνού του Ολύμπου, σε υψόμετρο 300 μέτρων. Ο ποταμός Ελασσονίτης ή Ελασσονίτικος -ο οποίος συμβάλει με τον Τιταρήσιο και εκβάλλει στον Πηνειό, το μεγαλύτερο ποτάμι της Θεσσαλίας- τέμνει την πόλη σε δύο τμήματα που τα ενώνει μια βυζαντινή πέτρινη μονότοξη γέφυρα και τρεις καινούργιες γέφυρες. Το τμήμα που είναι χτισμένο στους πρόποδες του λόφου της Ιεράς Μονής της Παναγίας Ολυμπιώτισσας και αριστερά του ποταμού είναι η παλιά Ελασσόνα που φέρει το όνομα «Βαρόσι», ενώ δεξιά του ποταμού εκτείνεται η νέα πόλη. Η πόλη Ελασσόνα είναι η πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας μία από τις μεγαλύτερες στην ελληνική επικράτεια. Περιοχή μεσόγεια και ορεινή, περιβάλλεται από τον Όλυμπο ανατολικά, τα Χάσια δυτικά και τα Καμβούνια βορειοδυτικά. Το έδαφός της, αποτελούμενο από εύφορες κοιλάδες πέντε μικρά λεκανοπέδια: η κεντρική πεδιάδα της Ελασσόνας, η κοιλάδα της Καλλιπεύκης βορειο-ανατολικά, της Καρυάς δυτικότερα, του Σπαρμού νοτιότερα και της Ποταμιάς νότια- και αρκετές βουνοσειρές, επιτρέπει τόσο την ανάπτυξη της γεωργίας όσο και την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας (Βουτσιλάς, Β., 2001), έχει τη μορφή λεκάνης, διάσπαρτης με λόφους. Τρία είναι τα γνωστά περάσματα μέσω αυτών των βουνών. Πρόκειται για τρεις δύσβατες χαράδρες: τη νότια των Τεμπών την οποία διέρχεται ο Πηνειός, τη βόρεια ανατολική της Πέτρας που οδηγεί στην Κατερίνη και τη βόρεια δυτική διάβαση που οδηγεί στην Κοζάνη, τα γνωστά στενά του Σαρανταπόρου (Βαλιάκος, Η., 2003). Σύμφωνα με τα επίσημα αναρτημένα στο διαδίκτυο στοιχεία, η συνολική έκταση της Επαρχίας Ελασσόνας είναι 1.708 τ.χλμ. και ο συνολικός πληθυσμός της κατά την απογραφή του 2001 ανέρχεται σε 37.264 κατοίκους. Η μορφολογία του

Σελίδα 21 από 217 εδάφους της επαρχίας είναι κυρίως ορεινή (78%) με κυρίαρχη την παρουσία του ψηλότερου βουνού Ελλάδος και Βαλκανίων, του Ολύμπου. Στο πεδινό τμήμα της επαρχίας (22%) ακμάζουν η γεωργία και η κτηνοτροφία, ως η κύρια απασχόληση των κατοίκων της (http://elassona.com.gr/m_eparxia/index.php). Στην επαρχία Ελασσόνας ανήκουν σήμερα τα εξής χωριά, 52 στο σύνολό τους: Αγιονέρι, Αετοράχη, Άζωρος, Άκρη, Αμούρι(ο), Αμπέλια, Ανάληψη, Ασπρόχωμα, Βαλανίδα, Βερδικούσα, Βλαχογιάννι, Γαλανόβρυση, Γεράνεια, Γιαννωτά, Δολίχη, Δομένικο, Δρυμός, Ευαγγελισμός, Καλλιθέα, Καλύβια, Καρυά, Κεφαλόβρυσο, Κλεισούρα, Κοκκινόγη, Κοκκινοπηλός, Κρανιά, Κρυόβρυση, Λεύκη, Λιβάδι, Λουτρό, Λόφος, Λυκούδι, Μαγούλα, Μεγάλο Ελευθεροχώρι, Μεσοχώρι, Μηλέα, Μικρό Ελευθεροχώρι, Ολυμπιάδα, Παλαιόκαστρο, Πετρωτό, Πραιτώρι, Πύθιο, Σαραντάπορο, Σκοπιά, Σπαρμός, Στεφανόβουνο, Συκαμινέα, Συκέα, Τσαπουρνιά, Τσαριτσάνη, Φαρμάκη, Φλάμπουρο. Ο σημερινός Δήμος Ελασσόνας ταυτίζεται με την επαρχία και απαρτίζεται από εννέα Δημοτικές Ενότητες, στις οποίες επιμερίζονται τα παραπάνω χωριά. 1. Δημοτική Ενότητα Αντιχασίων: Άκρη, Κρανέα, Λουτρό 2. Δημοτική Ενότητα Ελασσόνας: Ελασσόνα, Δρυμός, Ευαγγελισμός, Γαλανόβρυση, Κεφαλόβρυσο, Παλαιόκαστρο, Στεφανόβουνο, Βαλανίδα 3. Δημοτική Ενότητα Καρυάς: Καρυά, Κρυόβρυση, Συκαμινέα 4. Δημοτική Ενότητα Λιβαδίου: Λιβάδι, Δολίχη 5. Δημοτική Ενότητα Ολύμπου: Φλάμπουρο, Καλλιθέα, Κοκκινόγη, Κοκκινοπηλός, Λόφος, Ολυμπιάδα, Πύθιο 6. Δημοτική Ενότητα Ποταμιάς: Αμούρι, Δομένικο, Μαγούλα, Μεγάλο Ελευθεροχώρι, Μεσοχώρι, Πραιτώρι, Συκέα, Βλαχογιάννι 7. Δημοτική Ενότητα Σαρανταπόρου: Σαραντάπορο, Άζωρος, Γεράνια, Γιαννωτά, Λυκούδι, Μηλέα, Τσαπουρνιά 8. Δημοτική Ενότητα Τσαριτσάνης: Τσαριτσάνη 9. Δημοτική Ενότητα Βερδικούσας: Βερδικούσα 2. Η προέλευση του ονόματος «Ελασσόνα»: Η πρώτη αναφορά του ονόματος της πόλης Ελασσόνας γίνεται στον Όμηρο (Ιλιάδα Β, 739) (Οἳ δ Ἄργισσαν ἔχον καὶ Γυρτώνην ἐνέμοντο,/ Ὄρθην Ἠλώνην τε

Σελίδα 22 από 217 πόλιν τ Ὀλοοσσόνα λευκήν,/ τῶν αὖθ ἡγεμόνευε μενεπτόλεμος Πολυποίτης/ υἱὸς Πειριθόοιο τὸν ἀθάνατος τέκετο Ζεύς Μτφρ: Αυτοί που είχαν την Άργισσα και αυτοί που κατοικούσαν στη Γυρτώνη,/ στην Όρθη και στην Ηλώνη και στην Ολουσσόνα, την άσπρη πολιτεία,/ αυτοί είχαν αρχηγό τον ατρόμητο Πολυποίτη,/ το γιο του Πειρίθου, που τον είχε γεννήσει ο αθάνατος Δίας). Σύμφωνα με τον Fr. Stahlin (2002), πιθανόν η λέξη να προέρχεται από τον αρχικό τύπο FολοFοσσών και ο διπλασιασμός του «ο» να είναι επιλογή του Ομήρου για μετρικούς λόγους. Να τονιστεί ότι ο Όμηρος και όσοι στηρίζονται σ αυτόν, όπως ο Στέφανος ο Βυζάντιος (επίσης γνωστός και ως Στέφανος Βυζάντιος, Έλληνας συγγραφέας που έζησε στα τέλη του 5ου αιώνα και συνέγραψε το σημαντικό γεωγραφικό λεξικό με τον τίτλο Εθνικά), ο Ησύχιος ο Αλεξανδρεύς ή Αλεξανδρινός (Έλληνας γραμματικός που άκμασε κατά τον 5ο αιώνα (μ.χ.) και συνέγραψε το γνωστό «Λεξικό Ησυχίου» που θεωρείται απ όλα τα σωζόμενα το πλουσιότερο και σπουδαιότερο) κ ά. Χρησιμοποιούν τον τύπο «Ολοοσσών» με δύο «ο» (Λιόλιος, Θ., 2010). Σύμφωνα με άλλη εκδοχή (Πράμου Χριστίδου, Χρ., 2004), το όνομα «Ολοοσσών» ετυμολογείται από το ρήμα «όλλυμι» της αρχαίας ελληνικής που σημαίνει «καταστρέφω». Η νοηματική συνάφεια επιτείνεται από τον ρόλο της αρχαίας πόλης Ολοοσσών «ως πόλης των συνόρων και ως ισχυρό προπύργιο», πόλη, δηλαδή, η οποία εξασφάλιζε τη σωτηρία σε όποιον κατέφευγε σ αυτήν. Ο Έλληνας γεωγράφος, φιλόσοφος και ιστορικός Στράβων, που έζησε μεταξύ 64 π.χ. -24 μ.χ., στο ένατο βιβλίο των «Γεωγραφικών» του αναφέρει ότι λέγεται «λευκή» για τα περικείμενα λευκά χώματα: «Καὶ Ὀλοσσὼν δὲ λευκὴ προσαγορευθεῖσα ἀπὸ τοῦ λευκάργιλος εἶναι» (Στράβων, Γεωγραφικά, Βιβλίο Θ, Κεφ. 9, 19). Με την άποψη του Στράβωνα συμφωνούν και αρκετοί νεώτερους περιηγητές. Αλλά, σύμφωνα με το «Ομηρικόν Λεξικόν» (Πανταζίδου, Ι., -:464), «Τούτων δε (των περιηγητών) ο Ούσσιγγ τουναντίον την μεν πέριξ γην δεν ευρίσκει λευκήν, περί δε της πόλεως εικάζει ότι ούτως ωνομάσθη ως επί λόφου υψηλού κτισμένη και μακρόθεν περιφανής διά τας λευκάς αυτής οικοδομάς». Το όνομα της πόλης, δηλαδή, δεν οφείλεται στο έδαφός της, αλλά στο λευκό εντυπωσιακό χρώμα των οικιών, που, χτισμένα στις πλαγιές του λόφου, ήταν ορατά από μακριά και η εικόνα «εντυπωνόταν» στο μάτια των θεατών.

Σελίδα 23 από 217 Ο Βυζαντινός ιστορικός Προκόπιος (περίπου 500-565) στο έργο του «Περί Κτισμάτων» σχετικά με το οικοδομικό έργο του Ιουστινιανού στην επικράτεια της αυτοκρατορίας, στο τέταρτο βιβλίο αναφερόμενος στα φρούρια που ανανεώθηκαν κάνει λόγο για το φρούριο «Λόσσονος», τύπος που μάλλον πρόκειται μάλλον για τη γενική του ονόματος, ίσως και τη γενική «Λοσσόνος»: «Ἀνενεώθη καὶ ἐπὶ Θεσσαλίας φρούρια τάδε: Αλκών. Λόσσονος. Γεροντική. Πέρβυλα. Κερκινέου. Σκιδρεοῦς. Φράκελλαν.» (Προκοπίου Καισαρέως, Περί Κτισμάτων, p248 Βιβλίον Δ στο http://penelope.uchicago.edu/thayer/h/roman/texts/procopius/buildings/4b*.html). Επίσης, οι επιγραφές που συγκέντρωσε και αναφέρει ο Απόστολος Αρβανιτόπουλος (1874-1942, Έλληνας αρχαιολόγος και καθηγητής της Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Διδασκαλείου Πελοποννήσου με έδρα την Τρίπολη, το οποίο ιδρύθηκε το 1880 και λειτούργησε για 30 περίπου χρόνια) μαρτυρούν τον τύπο Ολοσσών με ένα «ο», όπως επίσης και ο Λυκόφρονας (τραγικός ποιητής και λόγιος από τη Χαλκίδα, 4ος - 3ος αι. π.χ.). Τη βυζαντινή εποχή συναντάμε τις ονομασίες «Ελασσών» και «Ελισσών». Μάλιστα πρώτη αναφορά του ονόματος «Ελασσών» γίνεται από τον Ευστάθιο Θεσσαλονίκης (περ. 1115 1195/6, Βυζαντινός λόγιος και κληρικός. Κωνσταντινοπολίτης, Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης περίπου το 1178) (Fr. Stahlin 2002). Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας αναφέρεται χρήση των ονομάτων «ο Ελασσώνας, η Λασσόνα, η Αλασσόνα και η Ολασσόν (Βέλκος, Γρ., 1980). Ο Τούρκος περιηγητής του 17 ου αιώνα Εβλιά Τσελεμπή, ο οποίος επισκέφτηκε την πόλη της Ελασσόνας τέλη της άνοιξης και αρχές καλοκαιριού του 1668, δίνει τη δική του εκδοχή: «Το ψηλό τούτο κάστρο χτίστηκε από τον έκφυλο γιο του Βασιλέα Ρωμιανιά, το βασιλέα Μασκιλόρ. Ύστερα η θυγατέρα του Βασιλέα Ρωμιανιά, η Αγιασόνια, σαν γίνηκε βασίλισσα, ξανάχτισε την πόλη τούτη ομορφότερη, απ ό, τι ο πατέρας της, ο Βασιλέας Ρωμιανιά. Γι αυτό, από τα όνομά της, -Αγιασόνια-, το κάστρο το βγάλανε λαθεμένα- Ανασόνια και, σαν πέρασε στα χέρια των μουσουλμάνων, από το λάθος [αυτό] το βγάλανε [πάλι] λαθεμένα Αλασόνια. Στη γλώσσα των Ρωμιών η λέξη «αγιά» σημαίνει άγιος. Κατά σφαλερές δοξασίες των απίστων, η βασίλισσα Αγιασόνα γίνηκε αγία. Για το λόγο τούτο, οι Ρωμιοί, οι Βούλγαροι, οι Σέρβοι και οι Λτίνοι τιμούσαν πάρα πολύ την πόλη της Ελασσόνας»

Σελίδα 24 από 217 (Παλιούγκας, Θ., 2001:22). Πρόκειται, ωστόσο, για μυθεύματα που ο περιηγητής συγκέντρωσε από τους κατοίκους της πόλης και στην προσπάθεια να ερμηνεύσει την ονομασία της πόλης κατέληξε σε παρετυμολογίες, καλυπτόμενες με ιστορικές παρερμηνείες. 3. Η Ελασσόνα και η Επαρχία Ελασσόνας στους αιώνες. Σύμφωνα με αρχαιολογικές μελέτες, ο Όλυμπος και η επαρχία Ελασσόνας δημιουργήθηκαν πριν από 140.000.000 χρόνια, όταν η Θεσσαλική πεδιάδα ήταν ακόμα λίμνη -όπως μαρτυρεί και η ετυμολογία του ονόματος «Θεσσαλία», «θέσις αλός», ότι, δηλαδή, κάποτε η στην περιοχή υπήρχε θάλασσα- και η κατοικήθηκε περίπου πριν 100.000 χρόνια, την Παλαιολιθική εποχή (2.000.000-8.000 π.χ.) (Λιόλιος, Θ., 2010). Στη Νεολιθική εποχή (7.000-3.300) μαρτυρούνται οι οικισμοί του Δομενίκου, της Ελασσόνας στον μεγάλο λόφο όπου είναι σήμερα χτισμένο το μοναστήρι της Παναγίας Ολυμπιώτισσας και στη θέση «Βοϊδιανά», του Κεφαλόβρυσου, του Λουτρού, της Μαγούλας και της Δολίχης, όλα με τη μορφή μαγούλας (μορφή ενός γηλόφου, «μαγούλα» στη Θεσσαλία, «τούμπα» στη Μακεδονία), κοντά στα σημερινά ομώνυμα τοπωνύμια (Λιόλιος, Θ., 2010). Την εποχή του Χαλκού (3.300-1.100 π.χ.) κάτοικοι της περιοχής υπήρξαν από το 1900 π.χ. οι Περραιβοί, ένας σκληροτράχηλος λαός, από τους οποίους πήρε και όλη η ευρύτερη περιοχή το όνομα «Περραιβία», έως το 27 π.χ. που Περραιβία έχασε και το όνομά της και την αυτονομία της. Περραιβικές πόλεις ήδη από τη δεύτερη π.χ. χιλιετία ήκμασαν στη γύρω από τον Όλυμπο περιοχή: η Άζωρος, η Άργισσα, ο Άτραξ, η Γυρτώνη, η Δολίχη, η Δωδώνη, η Ελάτεια, η Έφυραα-Κραννών, η Ηλώνη ή Λειμώνη, ο Κόνδυλος, η Κύφος, οι Γόννοι, το Μόψιο, οι Μυλές, η Μάλλοια, η Ολοοσσών (Ελασσόνα), η Όρθη, Η Φάλαννα (Φαλάνη), οι Χυρετιές κ.ά.. Η Ολοοσσών, βρισκόμενη σε κομβική θέση, έγινε πρωτεύουσα της Περραιβίας και τόπος κοπής των νομισμάτων μεταξύ των ετών 480-400 και 196-146 π.χ. (Λιόλιος, Θ., 2010). Τη Γεωμετρική εποχή (1100 π.χ.-8ος αιώνας π.χ.), ενώ μετά το 1200 την πεδιάδα της Λάρισας καταλαμβάνουν πλήρως οι Θεσσαλοί, την περιοχή της

Σελίδα 25 από 217 σημερινής Αγιάς και το όρος Πήλιο οι Μάγνητες, την περιοχή από τα Αντιχάσια ως τα Καμβούνια και τον Κάτω Όλυμπο (την περιοχή της σημερινής επαρχίας Ελασσόνας) συνεχίζουν να ζουν οι Περραιβοί (Λιόλιος, Θ., 2010). Την Αρχαϊκή εποχή (μέσα 8ου έως τέλη 6ου αιώνα) δεν φαίνεται να αλλάζει τίποτα για την υπό μελέτη περιοχή, ενώ στην υπόλοιπη σημερινή Θεσσαλία και νότια αυτής επικρατούν οι Θεσσαλοί και δημιουργείται το «κοινό των Θεσσαλών». Την Κλασική εποχή (τέλη 6ου έως τέλη 5ου αιώνα) είναι η εποχή των Περσικών πολέμων, της Αθηναϊκής ακμής και του Πελοποννησιακού πολέμου. Από το πρώτο μισό του 4ου π.χ. αιώνα το Κοινό των Περραιβών είχε σημειώσει σημαντική εξέλιξη και ήταν διοικητικά συγκροτημένο. Βέβαια, το γεγονός ότι σταμάτησε να είναι οικονομικά αυτόνομο λόγω της διακοπής κοπής νομισμάτων στην περιοχή και άρχισε να πληρώνει φόρο στους Λαρισαίους δεν σημαίνει και το τέλος του Περραβικού Κοινού, το οποίο συνέχισε να υφίσταται και στη διάρκεια της μακεδονικής κατοχής. Σημαντικά κρίσιμη για την Περραιβία ήταν η υποταγή τους στον Ιάσονα των Φερών που από το 374 π.χ. έγινε ο ανώτατος αρχηγός των Θεσσαλών και η συμμαχία του Ιάσονα με τον Αμύντα Γ της Μακεδονίας που εδραίωσε την μακεδονική ηγεμονία στην Περραβική Τρίπολη -Άζωρος, Δολίχη, Πύθιο- μέχρι το 196 π.χ. που με τη μάχη στις Κυνός Κεφαλές της Θεσσαλίας κοντά στα Φάρσαλα, όπου οι λεγεωνάριοι του Ρωμαίου στρατηγού ύπατου Τίτου Κόιντου Φλαμινίνου κατατρόπωσαν την επί 200 χρόνια αήττητη μακεδονική φάλαγγα. (Στην τοποθεσία δέσποζαν δύο απόκρημνοι βράχοι που το σχήμα τους θύμιζε κεφάλι σκύλου (κυνός), εξ ου και η ονομασία της). Η βαριά ήττα του Φιλλίπου Ε τον υποχρέωσε να αποχωρήσει από όλες τις κτήσεις του στη Μικρά Ασία, στη Θράκη και στη Νότια Ελλάδα και να επιστρέψει τις τρεις πόλεις στη Συμμαχία των Περραιβών (Λιόλιος, Θ., 2010). Ακολουθούν τα χρόνια της Ρωμαιοκρατίας από το 196 π.χ. έως 330 μ. Χ.. Από το 196 έως το 148 π.χ., όπως προαναφέρθηκε, γινόταν κοπή νομισμάτων σε χαλκό, αλλά το 146 π.χ. είναι το τέλος και της κοπής νομισμάτων και του Κοινού των Περραιβών ως αυτόνομου δημιουργήματος. Σχετικά με την Περραιβία, αυτή έχασε την Αυτονομία της με διάταξη του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Αυγούστου το 27 π.χ.. Η «Θεσσαλία» ως πολιτικός όρος καθιερώνεται πλέον και καλύπτει όλη την περιοχή

Σελίδα 26 από 217 βόρεια των Θερμοπυλών μέχρι την Περραιβία και το όρος Όλυμπος (Λιόλιος, Θ., 2010). Στα χρόνια του Αδριανού (117-138 μ.χ.) η Θεσσαλία υπάγεται διοικητικά στη Μακεδονία έχοντας κοινό ηγεμόνα. Στα χρόνια του Διοκλητιανού (284-305 μ.χ.) η Θεσσαλία αποτελεί και διοικητική και γεωγραφική μονάδα και όλες οι πόλεις της Περραιβίας εντάσσονται στα εδάφη της Λάρισας. Ο οικισμός της Ελασσόνας στον αρχαίο περραιβικό χώρο, ο οποίος ονομαζόταν «πόλη περίπου τον 2ο και 3ο μ.χ. αιώνα και βρισκόταν στη σημερινή συνοικία «Βαρόσι» όπως και ο ομηρική Ελασσόνα, είχε την αυτονομία της (Βέλκος, Γρ., 1980:42,48). Ο ασπασμός της χριστιανικής θρησκείας από τους κατοίκους της Δολίχης και του Πυθίου πόλεις της Περραιβικής Τρίπολης και χωριά της σημερινής επαρχίας Ελασσόνας- αλλά και της υπόλοιπης περιοχής έγινε σχετικά νωρίς, από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους 60-70.μΧ. χάρη στο κήρυγμα του Απόστολου Παύλου. Τον 2ο αιώνα είχε πλέον παγιωθεί η εδραίωση της νέας θρησκείας. Συστηματικός διδάσκαλος της νέα θρησκείας στην Ελασσόνα υπήρξε ο πρωτόκλητος μαθητής του Χριστού Απόστολος Ανδρέας, ο οποίος δημιούργησε και την πρώτη εκκλησία στην Ελασσόνα. Η Ελασσόνα ήταν μια πολίχνη με λίγους κατοίκους και ασπάστηκε τη χριστιανική θρησκεία αμέσως. Γύρω στον 4ο μ.χ. αιώνα ιδρύθηκε και η Επισκοπή Ελασσόνας και «δρούσε ως σταθμός θρησκευτικός, κοινωνικός και κοινοτικός θεσμός με διάφορα κατά καιρούς όρια» (Μπέλλου, Ζ., 1994:54). Η Εκκλησία της Ελασσόνας αριθμούσε εκατοντάδες έως και χιλιάδες πιστούς (Διδασκάλου, Θ., 2010). Τον ίδιο αιώνα, λίγες δεκαετίες μετά τον Μέγα Κωνσταντίνο, είχε ξεπεράσει τις συμφορές που την ταλάνισαν στους ρωμαϊκούς χρόνους και γενικότερη ύφεση και σημείωσε σχετική οικονομική άνοδο (Βέλκος, Γρ., 1980:41). Την Πρώιμη βυζαντινή περίοδο (324 μ.χ. μέσα 7ου αιώνα) η Θεσσαλία με καθορισμένη γεωγραφική έκταση ανήκε στη διοίκηση της Μακεδονίας. Η Ελασσόνα, συγκεκριμένα, λόγω της κομβικής της θέσης, υπήρξε το σταυροδρόμι λαών και στόχος επιδρομέων, ειδικά τον 4ο αιώνα που της ταλανίζουν οι επιδρομές των Γότθων του Αλάριχου, ο οποίος με το πέρασμά του από τον χώρο επέφερε καταστροφές, λεηλασίες και σφαγές. Έναν αιώνα αργότερα οι επιδρομές των Οστρογότθων άφησαν τις δικές τους πληγές στην περιοχή (Βέλκος, Γρ., 1980:41, Διδασκάλου, Θ., 2010). Ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Ιουστινιανός μάλιστα οχύρωσε

Σελίδα 27 από 217 την Ελασσόνα με ισχυρά τείχη γύρω από την Ακρόπολη της πόλης, τα οποία ο ιστορικός Προκόπιος ονόμαζε «φρούριο της Λόσσονος». Από τα τείχη αυτά οι Βυζαντινοί χωροδεσπότες της περιοχής αμύνονταν στις βαρβαρικές επιδρομές (Σκουβαράς, Ι., 1958:278). Τον 6ο και 7ο αιώνα εμφανίστηκαν στη Βαλκανική Χερσόνησο οι Σλάβοι. Αλλά το 577 οι σλαβικές εισβολές χαρακτηρίζονται ως οι πιο ολέθριες, γιατί, εντασσόμενοι στη σφαίρα των Αβάρων και συμπαρασυρόμενοι από αυτούς, κατέστρεψαν διάφορες περιοχές της Θράκης, της Βόρειας και Κεντρικής Μακεδονίας και της Θεσσαλίας. Στην προσπάθειά τους να βρουν τόπους επιβίωσης μονιμότερους και βεβαιότερους, άρχισαν να ασχολούνται με τη γεωργία και κτηνοτροφία και να αποδέχονται τον τρόπο ζωής των ντόπιων. Στη Θεσσαλία έχουμε την περίπτωση των Βελεγεζητών. Πλήθος τοπωνυμίων έχουν περάσει στη γλώσσα μας από εκείνη τη μακρινή εποχή και τη σλαβική γλώσσα (Κίσαβος: kiša = βροχή, Κίσαβος = βροχερός, Όσσα). Τη Μέση βυζαντινή περίοδο (μέσα 7ου αιώνα έως 1204) και τη διοικητική μεταρρύθμιση των «θεμάτων» η Θεσσαλία εντάχθηκε στο Θέμα της Ελλάδας, που δημιουργήθηκε τέλη του Ζ αιώνα, με πρωτεύουσα τη Λάρισα. Αλλά με τη δημιουργία των Θεμάτων της Μακεδονίας, Θεσσαλονίκης και Στρυμόνος, η ονομασία «Θεσσαλία» αποδόθηκε στην περιοχή της Θεσσαλονίκης και η μέχρι τότε ονομαζόμενη Θεσσαλία έλαβε την προσωνυμία «Δευτέρα Θεσσαλία». Το 927 αρχίζουν οι βουλγαρικές επιδρομές και το 929 ο Σαμουήλ, που ανέβηκε στον βουλγαρικό θρόνο, κατέλαβε το Βυζαντινό φρούριο της Ελασσόνας, μέχρι που ο Βασίλειος Β ο Βουλγαροκτόνος κατατρόπωσε τον στρατό του Σαμουήλ. Το 1083, 0 Αλέξιος Α Κομνηνός (1057-1118) -γιος του Ιωάννη Κομνηνού, αυτοκράτορας του Βυζαντίου από το 1081, ο οποίος διέθετε τα χαρακτηριστικά του πραγματικού ηγέτη και παρέδωσε μια αυτοκρατορία ισχυρή και ακμαία στο εσωτερικό και εξωτερικό- ήρθε εναντίον των Νορμανδών, οι οποίοι στα τέλη του 11ου αι. ερήμωσαν και πάλι τη Θεσσαλία, με συνεχείς επιδρομές ως το 1156, και έφτασε μέχρι την Ελασσόνα (Βέλκος, Γρ., 1980:60, Διδασκάλου, Θ., 2010:28). Τον 11ο αιώνα ήρθαν στη Θεσσαλία και εγκαταστάθηκαν οι Βλάχοι, σύμφωνα με σαφή αναφορά από την Άννα την Κομνηνή (Κουκούδης, Α., 2001).

Σελίδα 28 από 217 Την ύστερη βυζαντινή περίοδο (1204-1453) η Θεσσαλία μεταπίπτει σε διαφορετικές ηγεμονίες. Μετά την Άλωση της Νέας Ρώμης/Κωνσταντινούπολης την 13η Απριλίου 1204 από τους Σταυροφόρους της Δ Σταυροφορίας ακολουθεί για τη Θεσσαλία η φραγκοκρατούμενη περίοδος που διαρκεί έως το 1222. Η Θεσσαλία παραχωρήθηκε στο λομβαρδικό βασίλειο του Βονιφάτιου του Μομφερατικού, ο οποίος τη μοίρασε σε τρεις αξιωματούχους του στρατού του, με κέντρο τη Λάρισα, το Βελεστίνο και τις Φθιώτιδες Θήβες (Λιόλιος, Θ., 2010). Το 1229 η περιοχή της Ελασσόνας λεηλατήθηκε από τον Βούλγαρο ηγεμόνα Ιωάννη (Ιβάν) Ασάν (1218-1241) (Βέλκος, Γρ., 1980:61). Στη συνέχεια η Θεσσαλία προσαρτήθηκε στο Δεσποτάτο της Ηπείρου και το 1246 στην αυτοκρατορία της Νίκαιας, ενώ ο Ιωάννης Α', νόθος γιος του δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ, ίδρυσε το ισχυρό Δεσποτάτο της Θεσσαλίας, με πρωτεύουσα τις Νέες Πάτρες (Υπάτη). Το κρατίδιο, που εκτεινόταν από τον Όλυμπο ως τον Παρνασσό, διεκδικούσαν ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος (1261-1282) και οι δεσπότες της Ηπείρου, ως την τελική διάλυση του, το 1303. Το 1309 η Θεσσαλία λεηλατήθηκε από τους Καταλανούς, οι οποίοι το 1311 με ηγέτη το δούκα των Αθηνών Αλφόνσο κατέλαβαν τον Αλμυρό και τη Δημητριάδα, μετά την περίφημη μάχη του Αλμυρού. Το 1333 επανακτήθηκε από τον αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης Ανδρόνικος Γ, το 1342 παραχωρήθηκαν ορισμένα εδάφη της Θεσσαλίας στους Σέρβους, οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι την κατάσταση κατέλαβαν όλη την περιοχή (1346-1348) με ηγέτη το στρατηγό του Στέφανου Δουσάν, Θωμά Πρελούμπο. Την εποχή των Σέρβων γνώρισαν μεγάλη άνθηση τα μοναστήρια. Τότε ιδρύθηκε και η μονή της Παναγίας της Ολυμπιώτισσας στην Ελασσόνα. Στα 1389-1390 ελευθερώθηκαν από τον Δομέστιχο Κατακουζηνό και έμεινε στη δική του διοίκηση έως την οριστική υποδούλωση της περιοχής από τους Τούρκους το 1393 (Λιόλιος, Θ., 2010). Προκειμένου για την περιοχή της Ελασσόνας, την χρονική αυτή περίοδο, και μάλιστα το 1230, συγκεντρώθηκε στην περιοχή η στρατιά του Φράγκου Γουλιέλμου Βιλλεαρδουίνου, ο οποίος δεν αρκείται στην κατοχή του Μοριά, αλλά οι βλέψεις και οι φιλοδοξίες του εκτείνονται πολύ μακρύτερα και φθάνουν ως τις βόρειες ελλαδικές περιοχές (Ήπειρος, Μακεδονία) (Σκουβαράς, Ε., 1958:278).

Σελίδα 29 από 217 Το 1309 οι Καταλανοί -έθνος της βόρειας Ιβηρικής χερσονήσου, στους πρόποδες των Πυρηναίων στα σύνορα με τη Γαλλία. Μισθοφόροι Καταλανοί είχαν προσληφθεί από τον αυτοκράτορα το 1303, για την αντιμετώπιση του τουρκικού κινδύνου, αλλά, όταν τελείωσε η αποστολή τους, στράφηκαν κατά της Κωνσταντινούπολης, για να διωχθούν εν συνεχεία πολύ δύσκολα από τη Θράκη. Έπειτα κατηφόρισαν προς τη Μακεδονία, ερημώνοντας τα πάντα στο διάβα τουςμετακινήθηκαν στη Θεσσαλία συνεχίζοντας το καταστροφικό έργο τους. Το 1324 η Βόρειος Θεσσαλία χωρίστηκε σε τοπαρχίες, αλλά το 1333 η Ελασσόνα πέρασε στην κυριαρχία του Δεσπότη Ηπείρου, Ιωάννη Κομνηνού Δούκα (1323 1335), από τον οποίο, με οργανωμένη εκστρατεία εναντίον του, πήρε την εξουσία στην περιοχή ο Ανδρόνικος Β' Παλαιολόγος, ο οποίος ίδρυσε και τη μονή της Παναγίας της Ολυμπιώτισσας (Βέλκος, Γρ., 1980:64, Hild, Fr., Koder, J., Σπανός, K., Αγραφιώτης, Δ., 1987:50, Μπούμπας, Σπ., 2000). Όπως αναφέρει ο Ε. Σκουβαράς (1967), το 1396 ο Σουλτάνος Βογιαζήτ Α επέλασε και κατέλαβε τη Θεσσαλία και το 1420 ο Τουραχάν μπέης, Τούρκος στρατηγός της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, κατέλαβε την Ελασσόνα (Λαζάρου, Α., 1966:20). Οι τούρκοι εγκαταστάθηκαν στην Ελασσόνα χτίζοντας νέα συνοικία ανατολικά, αριστερά του Τιταρήσιου ποταμού, και δημιουργώντας οθωμανική συνοικία (Βέης, Ν., 1959:23). Περισσότεροι από 2000 Τούρκοι κατοίκησαν στην Ελασσόνα μοιραζόμενοι τα εδάφη της με τους χριστιανούς της περιοχής, οι οποίοι αποτραβήχτηκαν στην Τσαριτσάνη. Οι τούρκοι εγκατέστησαν στην πόλη της Ελασσόνας στρατιωτικό κέντρο με στρατώνας και αποθήκες με πολεμικά είδη. Ο Σουλτάνος έδωσε την περιοχή της Ελασσόνας στον στρατηγό Τουραχάν Μπέη, προκειμένου ως ανταμοιβή για τον ηρωισμό που επέδειξε κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της. Έτσι η περιοχή της Αλασσόνας, όπως οι Τούρκοι ονόμασαν το φρούριό της όταν το κατέλαβαν. Από την κατάκτηση της επαρχίας Ελασσόνας από τους Οθωμανούς Τούρκους η περιοχή ήταν ένας καζάς ή καϊμακλίκι (διοικητική διαίρεση της οθωμανικής αυτοκρατορίας), υπαγόμενος στα σαντζάκι των Τρικάλων (το σαντζάκι ή σαντζάκιο ήταν μια ευρύτερη του καζά διοικητική περιφέρεια) και αυτό στο εγιαλέτι της Ρούμελης. Έκτοτε και ως το 1867 ήταν χωρισμένη σε δύο καζάδες, της Ελασσόνας και του Δομενίκου. Αλλά μια διοικητική μεταρρύθμιση του 1867 οι καζάδες ενώθηκαν σε έναν και ο καζάς της Ελασσόνας περιελάμβανε 57 χωριά, υπαγόμενα σε

Σελίδα 30 από 217 δύο επισκοπές, του Δομενίκου και Ελασσόνας με έδρα την Ελασσόνα και του της Πέτρας με έδρα το Λιβάδι: Άγιος Δημήτριος, Αμούρι, Βαλανίδα, Βαλέσνικο (Αετοράχη), Βερδικούσια (με τους 5 συνοικισμούς), Βλαχογιάννι, Βουβάλα (Άζωρος), Βούρμπα (Μηλέα), Γιαννωτά, Γκλίκοβο (Σαραντάπορο), Δαμάσι, Δαμασούλι (συνοικισμός του Δαμασίου), Δεμεράδες (Κοκκινόγειο), Δελίνιστα ή Δηλήνιστα (Γεράνεια), Διάβα, Δισκάτα (Δεσκάτη), Δομένικο, Δούχλιστα (Δολίχη), Δρυάνοβο ή Δράνοβον (Δρυμός), Ελασσών (Ελασσόνα), Ελευθεροχωράκι (Μικρό Ελευθεροχώρι, συνοικισμός της Ελασσόνας), Ελευθεροχώρι Μέγα (Μεγάλο Ελευθεροχώρι), Ζανέλ Μαχαλά (Στεφανόβουνο), Καλύβια Αναλήψεως, Καραούλι (Σκοπιά), Καρυά, Κεφαλόβρυσο, Κλεισούρα, Κονιατσή ή Κοϊνατσή (Ευαγγελισμός), Κοκκινοπλός, Κρανιά, Λιβάδι ή Λειβάδι, Λουτρός (Λουτρό), Λυκούδι, Μαγούλα, Μάλεσι (Πετρωτό, συνοικισμός της Καλλιθέας), Μυλόγουστα ή Μηλόγουστα (Μεσοχώρι), Μητσιούνι (Φλάμπουρο), Μπαϊρακλή (Ασπρόχωμα), Μπεσιριτσιά ή Μπισριτσά (Άκρη), Ορμανλί (Καλλιθέα), Ορτά Μαχαλά (Γαλανόβρυση), Παζαρλάδες (Λόφος), Παλαιόκαστρο, Παρασκευή, Πετσούγγια (Δασοχώρι), Πουλιάνα ή Πολυάνα (Κρυόβρυση), Πραιτώριον (Πραιτώρι), Σέλισμα (Διασελάκι, συνοικισμός της Δεσκάτης), Σέλος (Πύθιο), Σκαμνιά, Σκόμπα (Λεύκη, συνοικισμός του Στεφανόβουνου), Σμόλια (Αγρελία), Συκιά, Τσαπουρνιά, Τσαρίτσανη, Τσερνίλο (Αγιονέρι, συνοικισμός Ελασσόνας), Τσούκα (Γήλοφος, συνοικισμός Δεσκάτης), Φαρμάκη (συνοικισμός Τσαπουρνιάς) (Βαλιάκος, Η., 2003:39, Λιόλιος, Θ., 2010). Εντωμεταξύ, τον 17ο αιώνα το Βαρόσι, όπως οι Τούρκοι έλεγαν την περιοχή δεξιά του Τιταρήσιου ποταμού, πλήθαινε από κατοίκους των γύρω χωριών. Τίτε αρκετοί Λιβαδιώτες εγκαταστάθηκαν στο βόρειο τμήμα της πόλης και το ίδιο έκαναν και μερικοί Σαμαριναίοι (Διδασκάλου, Θ., 2010). Αρχές του 18ου αιώνα η Ελασσόνα είναι «Βαλινντέ χας», δηλαδή περιφέρεια που ανήκει στην Σουλτανομήτορα, και έγινε μια πόλη μικτή Ελλήνων και Τούρκων. Μάλιστα αναφέρεται ότι η Ελασσόνα είχε 1000 σπίτια (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. 11:200). Τα αντι-οθωμανικά κινήματα ήταν έντονα από τους πρώτες αιώνες της οθωμανικής κατάκτησης. Στον Όλυμπο έχουμε τέσσερις επαναστατικές προσπάθειες στα έτη 1822, 1833, 1854 και 1878, σχεδόν όλες τους αποτυχημένες. Αλλά οι δύο τελευταίες προδιέγραψαν την μελλοντική απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881. Η

Σελίδα 31 από 217 Ελασσόνα και ο ομώνυμη επαρχία παραμένει στην τουρκική κατοχή. Ακολουθεί ο δεινός και ατιμωτικός για τους Έλληνες πόλεμος του 1897. Στην πορεία των πολιτικών, στρατιωτικών και διπλωματικών εξελίξεων, η κυβέρνηση του Ε. Βενιζέλου κάνει επιστράτευση προκειμένου να κηρύξει τον πόλεμο κατά τη της Τουρκίας. Στις 2 Οκτωβρίου του 1912 ετοιμοπόλεμος στρατός από 85000 περίπου άνδρες καταλαμβάνει τις θέσεις στη Μελούνα και στις 6 Οκτωβρίου 1912. Στη μικρασιατική καταστροφή του 1922 και μετά την ανταλλαγή πληθυσμών το 1923 σε σύνολο 730 οικογενειών προσφύγων εγκαταστάθηκαν και 110 οικογένειες Θρακών, Σμυρναίων Ποντίων και Καυκάσιων. Το 1928 έγινε η ορώ τη απογραφή, σύμφωνα με την οποία η πόλη αποτελούνταν από Λιβαδιώτες, Σαμαριναίους, πρόσφυγες του Πόντου, της Σμύρνης, του Καύκασου, της Θράκης και από Αρμένιους. Αργότερα ήρθαν στην πόλη κάτοικοι των Γρεβενών και Χασιώτες (Διδασκάλου, Θ., 2010). Τον Απρίλιο του 1941 η πόλη καταλαμβάνεται από τους Γερμανούς, αργότερα γίνεται έδρα ιταλικής στρατιωτικής μονάδας με δύναμη τάγματος, και καθ όλη της διάρκεια της διπλής αυτής κατοχής η πόλη και η γύρω περιοχή υφίστανται σοβαρές καταστροφές. Οι αντιστασιακές ομάδες που οργανώθηκαν για την απελευθέρωση από τον διπλό αυτό ζυγό έφεραν την ελευθερία στην περιοχή τον Οκτώβρη του 1844. Έως το 1950 η πόλη θύμιζε τουρκική κωμόπολη, το 1964 γίνεται Δήμος και σιγά σιγά παίρνει τη σημερινή της μορφή. 4. Οι φυλές και η πληθυσμιακή ποικιλομορφία της Ελασσόνας και της επαρχίας της Η μελέτη του πληθυσμού σε μια ιστορική περίοδο και έναν γεωγραφικό χώρο συμβάλλει στην αποκατάσταση των χαρακτηριστικών της κοινωνίας της συγκεκριμένης περιόδου και την προσέγγιση τόσο της τοπικής όσο και της εθνικής ιστορίας, συμπεριλαμβανομένης εν μέρει και της διεθνούς, όταν οι πληθυσμιακές μετακινήσεις είναι διακρατικές ή διεθνικές. Η αναφορά στις φυλές που κατοίκησαν στην περιοχή μας υποχρεώνει σε μια μερική επανάληψη στοιχείων που προαναφέρθηκαν στην ιστορία της πόλης και της επαρχίας. Ωστόσο, εδώ είναι διαφορετική η οπτική.

Σελίδα 32 από 217 Πρώτη κατοίκησε την περιοχή η φυλή των Λαπιθών γύρω στο 2000 π.χ.. Οι Λαπίθες ήταν λαός της Θεσσαλίας που το βασίλειό τους την εποχή του Τρωικού πολέμου εκτείνονταν στην πεδινή Θεσσαλία από τον Πηνειό προς τον σημερινό Τύρναβο την Ελασσόνα και ως τους Γόννους στα Τέμπη. Ίσως να πρόκειται και για αρχαιότατο λαό εγκατεστημένο από την αρχή στη θεσσαλική γη, που πολεμούσε κατά των διαφόρων κάθε φορά εισβολέων και τελικά εξοντώθηκε από τους Δωριείς. Σύμφωνα με τον Όμηρο οι Λαπίθες κατείχαν προς το τέλος της μυκηναϊκής περιόδου τις πόλεις Ολοοσών, Όρθη (κοντά στο Αργυροπούλι), Άργισσα, Γυρτώνη και Ηλώνη. Κατά την εγκατάστασή τους στις περιοχές Χασίων και Αντιχασίων οι Λαπίθες εκτόπισαν άλλες φυλές, όπως τους Φλεγύες (Πανάρχαιος λαός της ανατολικής Θεσσαλίας, ο οποίος μετανάστευσε εκεί μαζί με ένα άλλο πρωτο-αιολικό φύλο, τους Μινύες, μετά το 1900 π.χ. από την περιοχή αρχικής εγκατάστασής τους στην κεντρικοδυτική Μακεδονία. Θα εκδιωχθούν στην συνέχεια από Περραιβούς και Αινιάνες (τους οποίους θα υποτάξουν αργότερα οι Λαπίθες) και θα αναγκασθούν να μετακινηθούν νοτιότερα, στην Βοιωτία, στην Φωκίδα και στην Σικυωνία, περιοχή της Πελοποννήσου μεταξύ Κορινθίας, Αχαΐας και Αρκαδίας), Μινύες (Οι Μινύες αναφέρονται στον Όμηρο -Ιλιάς, Β 511- ως κάτοικοι της -δυτικής- Βοιωτίας, οι οποίοι έλαβαν μέρος στην εκστρατεία κατά της Τροίας) και Αινιάνες (Οι Αινιάνες ανήκουν στα πρωτο-αιολικά φύλα που ομιλούσαν μια παραλλαγή της Κεντρικής διαλέκτου της πρωτο-ελληνικής, πριν από το 1900 π.χ. Γύρω στο 1900 π.χ. θα μετακινηθούν από την δυτική Μακεδονία προς Νότον και θα εγκατασταθούν στην Θεσσαλία όπου θα παραμείνουν στην περιοχή της Όσσας, στην ζώνη του παραπόταμου του Πηνειού, Τιταρήσιου (περιοχή σημερινού Τυρνάβου). Εξ άλλου, το όνομα των Αινιάνων, άρχισε ως εθνικό των κατοίκων μιας αρχαίας πόλεως κοντά στα Τέμπη που λεγόταν Αινία) (Κελέσης, Α., 1994:14). Ο Στράβωνας σε ένα χωρίο του (Στράβων, βιβλίο Θ, V, 19) μας πληροφορεί ότι τις περιοχές που κατοικούσαν οι Περραιβοί τις οποίες αργότερα επανακατέκτησαν. «Πρότερον μεν ώκουν Περραιβοί, το προς τη θαλάττη μέρος νεμόμενοι και τω Πηνειώ μέχρι της εκβολής αυτού και Γυρτώνος πόλεως Περραιβίδος. Είτα απώσαντες εκείνους εις την εν μεσογαία ποταμίαν Λαπίθαι, κατέσχον αυτοί τα χωρία, Ιξίων και ο υιός Πειρίθους, ός και το Πήλιον κατεκτήσατο, βιασάμενος τους κατασχόντας Κενταύρους, άγριόν τι φύλον».

Σελίδα 33 από 217 Στη Γεωμετρική περίοδο και στα Αρχαϊκά χρόνια το κράτος τους περιελάμβανε το βόρειο και βορειοδυτικό τμήμα του νομού Λάρισας, συμπεριλαμβανομένης και της περιοχής του Τιταρήσιου ποταμού και μικρό τμήμα του νομού Τρικάλων, βορείως του Ζάρκου. Το μεγαλύτερο τμήμα του κράτους τους ήταν ορεινό, ενώ πεδινά εδάφη τους ήταν το τρίγωνο Τιταρήσιος- Πηνειός Κάτω Όλυμπος. Σημαντικότατη πόλη της Περραιβίας ήταν οι Γόννοι (πιθανώς το όνομά τους να το οφείλουν στο μυθικό βασιλιά Γουνέα, έναν από τους Έλληνες βασιλείς που πήραν μέρος στην Τρωική εκστρατεία), ο Γοννοκόνδυλος και ο Λαπαθούς, βορειότερα προς τη σημερινή Καλλιπεύκη, η Φάλαννα, η Ηλώνη (κοντά στο Κ. Αργυροπούλι), η Ολοσσών (Ελασσών), η Μάλλοια, το Ερεικίνιο, και κατά μερικούς ιστορικούς η Μονδαία (κοντά στη Δεσκάτη). Τέλος στο Περραιβικό Κοινό ανήκαν οι πόλεις που ακόμα και στις δυσκολότερες για τους Περραιβούς εποχές έμειναν αυτόνομες : Άζωρος, Δολίχη και Πύθιο που απάρτιζαν την Περραιβική Τριπολίτιδα. Στον τόπο αυτό κατά το τέλος της δεύτερης χιλιετηρίδας π.χ. κυριάρχησαν οι Θεσσαλοί. Οι Θεσσαλοί ήταν αρχαίος λαός, πολεμική φυλή από τη Θεσπρωτία της Ηπείρου. Οι ντόπιες θεσσαλικές φυλές Μάγνητες, Περαιβοί και άλλοι δεν υποδουλώθηκαν ολότελα στους νέους κατακτητές αλλά οι ως τότε εγκατεστημένοι εκεί Βοιωτοί αναγκάστηκαν να φύγουν και να πάνε στην περιοχή που κατόπιν ονομάστηκε Βοιωτία. Οι Θεσσαλοί μετά την εγκατάστασή τους στην περιοχή του Θεσσαλικού κάμπου χωρίστηκαν σε τέσσερα κράτη, την Πελασγιώτιδα, την Εστιαιώτιδα, την Θεσσαλιώτιδα και την Φθιώτιδα (ή Αχαΐα Φθιώτιδα). Σε καιρό πολέμου εξέλεγαν έναν αρχηγό ανάμεσα στους τέσσερις βασιλείς που ονομαζόταν Ταγός. Στο μεγαλύτερο διάστημα της θεσσαλικής ιστορίας ο Ταγός προερχόταν από την αριστοκρατική οικογένεια των Αλευάδων της Λάρισας. Οι Θεσσαλοί σταδιακά κυριάρχησαν πάνω στα γειτονικά κράτη των παλαιότερων λαών της Θεσσαλίας, των Μαγνητών, των Περραιβών, των Αινιανών, των Μαλιέων, των Οιταίων και των ορεινών Δολόπων. Η Θεσσαλία τότε απλωνόταν σε μία περιοχή από τον Όλυμπο, μέχρι την Οίτη. Σε όλη τη διάρκεια της αρχαίας εποχής η ονομασία Θεσσαλία αναφέρεται μόνο στην προαναφερθείσα περιοχή των «Τετράδων» των κατοικημένων από τους

Σελίδα 34 από 217 Θεσσαλούς μέχρι το 196 π.χ. όταν επί της Ρωμαϊκής κυριαρχίας με τη συνένωση των Τετράδων δημιουργείται το Κοινόν των Θεσσαλών (Αβραμέα, Α. Π., (1974). Κατά την περίοδο της Βυζαντιοκρατίας και Φραγκοκρατίας στάλθηκαν από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία ευγενείς, οι λεγόμενοι Κεφαλάδες, για να διοικήσουν την περιοχή. Από εκείνα τα χρόνια αρχίζει και ο κερματισμός της Θεσσαλικής γης σε μεγάλα φέουδα υπό τη διοίκηση ισχυρών οικογενειών. Επί Ανδριανού (117-138 μ.χ.) η περιοχή υπάγεται στην Μακεδονία, αλλά επί Διοκλητιανού (284-305 μ.χ.) διαιρέθηκε σε μικρότερες επαρχίες. Η έκταση της Θεσσαλίας την εποχή του Διοκλητιανού ήταν σε γενικές γραμμές η ακόλουθη: «Προς Βορράν κατά την έξοδον εκ των Τεμπών τα σύνορα περιελάμβανον έν τμήμα του Κάτω Ολύμπου, πλησίον ρου χωρίου Πυργετού. Τα σύνορα ανήρχοντο ακολούθως προς την Ασκορίδα λίμνην (τέως Εζερόν) και το πεδίον της Κονισπόλεως. Επί λόφου καλουμένου Σίμος ανευρέθη ορόσημον μετά λατινικής επιγραφής του έτους 101 μ.χ., το κείμενον της οποίας αναφέρεται εις τον διαχωρισμόν της εκτάσεως Ελασσόνος και Δίου, δηλαδή Περραιβίας και Πιερίας, κατά συνέπειαν δε Θεσσαλίας και Μακεδονίας. Εκείθεν εστρέφοντο βορειοδυτικώς. Εις την δάβασιν της Πέτρας το μεν Πύθιον (τέως Σέλος) ανήκεν εις την Θεσσαλίαν, η δε Πέτρα εις τη Μακεδονίαν. Βορειότερον η χώρα εξετείνοντο μέχρι μέχρι της Δολίχης (τέως Δούχλιστα). Δυτικότερον τα σύνορα ηκολούθουν την κοιλάδα του Τιταρήσιου (Σαρανταπόρου) και επορεύοντο νοτιοδυτικώς περιλαμβάνοντα εις την Θεσαλίαν την Άζωρον (παρά την Βουβάλαν) και την κοιλάδα της Δεσκάτης, ηκολούθουν δε κατά πάσαν πιθανότητα την ανατολικήν πλευράν των Χασίων. Το όρος των Χασίων αποτελεί τον συνδετικόν ορεινόν όγκον μεταξύ των Καμβουνίων ορέων και της Πίνδου, εις το βόρειον δε τμήμα τούτου δημιουργούντια δίοδοι προς την δυτικήν Μακεδονίαν και την κοιλάδα του Αλιάκμονος. Δυτικώτερον η κορυφογραμμή των Χασίων αποτελεί φυσικόν σύνορον. Η Πίνδος εκτεινόμενη προς Νότον συνιστά τον διαχωριστικόν φυσικόν όγκον μεταξύ Θεσσαλίας και Ηπείρου. Βορειοδυτικώς των Σταγών (Καλαμπάκας) ο Πηνειός διασχίζει τα όρη Κερκήτιον (Κόζακας) και Ποίον (Κράτσοβον). Τα φυσικά σύνορα επλησίαζον τας πηγάς του Πηνειού και τον Ζυγόν, το δε Κερκήπιον απετέλει διαχωριστικήν γραμμήν μεταξύ Θεσσαλίας και Ηπείρου. Διά των στενών Πόρτας και Μουζακίου εξησφαλίζετο η επικοινωνία της Ηπείρου και της Αμβρακίας. Προς Νότον η κοιλάς του Σπερχειού ποταμού συνορεύει μετά της Αιτωλίας, της Λοκρίδος και της Φωκίδος. Τέλος δε προς Ανατολάς η θάλασσα του Αιγαίου πελάγους βρέχει τας αποτόμους πλευράς της Όσσης

Σελίδα 35 από 217 και του Πηλίου» (Αβραμέα, Α., 1974). Με τον τρόπο αυτόν διαγράφεται ως διοικητική και γεωγραφική μονάδα η επαρχία Θεσσαλίας, στην οποία ανήκει και η προς μελέτη περιοχή της Ελασσόνας. Από τον 4ο αιώνα η περιοχή της Ελασσόνας δεινοπαθεί από επιδρομές και λεηλασίες των Βησιγότθων και των Ούνων. Τον 6ο και 7ο αιώνα είναι η περίοδος μεταναστεύσεων των σλαβικών φύλων, τότε που οι Βελεγεζίτες είχαν εγκατασταθεί αρχικά στη Μαγνησία με έδρα το Βελεστίνο και στη συνέχεια ανηφόρισαν στον Τύρναβο και την Ελασσόνα, τον Όλυμπο και ίδρυσαν την Τσαριτσάνη (Βασιλούπολη), το Βελέσνικο, το Δρυάνοβο, Γκλίκοβο, Βούρμπα και άλλα κέντρα, οι ονομασίες των οποίων διασώζονται μέχρι σήμερα (Κελέσης, Α., 1994). Το 927 μ.χ. αρχίζουν οι επιδρομές των Βουλγάρων με τον Τσάρο Συμεών που με το πέρασμά του άφησε μόνο ερείπια και αργότερα τον Σαμουήλ (976-1016), οι καταστροφές του οποίοι υπήρξαν ολοκληρωτικές. Τέλος στις βαρβαρικές επιδρομές των Βουλγάρων έδωσε ο Βασίλειος Β Ο Βουλγαροκτόνος (958-1025), ο οποίος αιχμαλώτισε 15.000 άνδρες και τους τύφλωσε αφήνοντας μόνο έναν μονόφθαλμο ανά 100 τυφλούς άνδρες για να μπορέσουν να επιστρέψουν στον Σαμουήλ. Τον 11ο αιώνα εγκαταστάθηκαν στον Θεσσαλικό χώρο οι Βλάχοι και ιδιαίτερα στον Όλυμπο όπου ίδρυσαν οικισμούς που με το πέρασμα του χρόνου αναδείχτηκαν σε μεγάλα κέντρα. Κατά την τουρκοκρατία, ο τούρκος στρατηγός Τουραχάν έφερε στην Ελασσόνα τούρκικο πληθυσμό και την μεταμόρφωσε σε αμιγή τουρκική πόλη, έδρα επαρχίας Οθωμανών. Όσοι Έλληνες υπήρχαν κατοικούσαν στη συνοικία πέρα από το ποτάμι, στο λεγόμενο «Βαρόσι». Εκεί εγκαταστάθηκαν τον 18ο αι. Βλάχοι από την Πίνδο και τον Όλυμπο, οι οποίοι συνυπήρχαν με τους Τούρκους. Με την αποχώρηση των Τούρκων από τη Θεσσαλία εκτός από τους Έλληνες τσιφλικάδες ήρθαν εδώ και πάρα πολλοί «παλαιοελλαδίτες» που εγκαταστάθηκαν μόνιμα. Βρήκαν στην περιοχή ευνοϊκές συνθήκες για οικονομική αποκατάσταση και κοινωνική καταξίωση. Εκτός από τις μεμονωμένες αλλά πολυάριθμες αυτές εγκαταστάσεις νέων κατοίκων στη θεσσαλική γη υπήρξαν και ομαδικές. Οι Σαρακατσαναίοι και οι