Η Αρχαία Βίβλοσ τησ Εκκληςίασ Η Αρχαία Βίβλοσ τησ Εκκληςίασ 13 βήματα ειςαγωγήσ ςτην Παλαιά Διαθήκη καὶ διήνοιξεν αὐτῶν τὸν νοῦν τοῦ ςυνιέναι τὰσ γραφάσ Μιλτιάδησ Κωνςταντίνου Θεολογική χολή Α.Π.Θ.
Βήμα πρώτο: πᾶςα γραφὴ θεβπνευςτοσ (Β Σι 3:16) Αφετηριακβ ςημείο αλλά και ουςιαςτικβ ςυςτατικβ του περιεχομένου ςχεδβν κάθε θεολογικήσ ςυζήτηςησ του Ιηςογ Χριςτογ με τουσ εκπροςώπουσ διάφορων ιουδαΰκών θρηςκευτικών κγκλων είναι, ςγμφωνα με τισ αφηγήςεισ των Ευαγγελίων, η αναφορά του ςε μια ςυλλογή κειμένων που τιτλοφορείται απβ τον ίδιο Γραφή ή Γραφαί. ε αρκετέσ περιπτώςεισ, ο Ιηςογσ κατηγορεί τουσ ςυνομιλητέσ του βτι δεν διαβάζουν τισ Γραφέσ: Λέγει αὐτοῖσ ὁ Ἰηςοῦσ Οὐδέποτε ϊνέγνωτε ἐν ταῖσ γραφαῖσ; 1 Πλανᾶςθε μὴ εἰδβτεσ τὰσ γραφάσ... 2 Οὐδὲ τὴν γραφὴν ταγτην ϊνέγνωτε; 3 ε άλλεσ περιπτώςεισ καταγγέλλει την παρανβηςη του περιεχομένου τουσ: Ἐρευνᾶτε τὰσ γραφάσ, ὅτι ὑμεῖσ δοκεῖτε ἐν αὐταῖσ ζωὴν αἰώνιον ἔχειν καὶ ἐκεῖναι εἰςιν αἱ μαρτυροῦςαι περὶ έμοῦ 4. Ακριβώσ επειδή οι Γραφέσ μαρτυρογν γι αυτβν, παραπέμπει ςυχνά τουσ ακροατέσ του ς αυτέσ ώςτε να κατανοήςουν βςα του ςυμβαίνουν: Σοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν ἵνα πληρωθῶςιν αἱ γραφαί 5. ήμερον πεπλήρωται ἡ γραφὴ αὕτη ἐν τοῖσ ὠςὶν ὑμῶν 6, Και τέλοσ διαβεβαιώνει βτι: Οὐ δγναται λυθῆναι ἡ γραφή 7. Παρ βλα αυτά, ακβμα και οι μαθητέσ του Ιηςογ ςυχνά δυςκολεγονταν να κατανοήςουν το αληθινβ νβημα των Γραφών: οὐδέπω γὰρ ᾔδειςαν τὴν γραφήν... 8, και γι αυτβ, μετά την ανάςταςή του: διερμήνευςεν αὐτοῖσ ἐν πάςαισ ταῖσ γραφαῖσ τὰ περὶ ἑαυτοῦ 9, κι ακβμα: 1 Ματ 21:42 2 Ματ 22:29 3 Μαρ 12:10 4 Ιωα 5:35 5 Ματ 26:56 6 Λου 4:21 7 Ιωα 10:35 8 Ιωα 20:9 9 Λου 24:27 2
διήνοιξεν αὐτῶν τὸν νοῦν τοῦ ςυνιέναι τὰσ γραφάσ 10. Αγία Γραφή - Βίβλοσ Με τον βρο Γραφή ή Γραφαί, βπωσ και τουσ παρβμοιουσ, Ἱερὰ Γράμματα 11 και Γραφαὶ Ἅγιαι 12, δηλώνεται ςτη χριςτιανική γραμματεία του α μ.χ. αιώνα η ςυλλογή των ιουδαΰκών θρηςκευτικών έργων τησ προχριςτιανικήσ εποχήσ, τα οποία, ςγμφωνα με την πίςτη τβςο τησ υναγωγήσ βςο και τησ Εκκληςίασ, αναφέρονται ςτην αποκάλυψη του Θεογ μέςα ςτην ανθρώπινη Ιςτορία. Σα επιμέρουσ έργα τησ ςυλλογήσ αυτήσ, των Γραφών, χαρακτηρίζονται ωσ Βίβλοι ή Βιβλία : Οὐκ ϊνέγνωτε ἐν τῇ βίβλῳ Μωδςέωσ; 13 ὡσ γέγραπται ἐν βίβλῳ λβγων Ἠςαΐου τοῦ προφήτου... 14 αὐτὸσ γὰρ Δαυὶδ λέγει ἐν βίβλῳ ψαλμῶν 15. καὶ ἐπεδβθη αὐτῷ βιβλίον τοῦ προφήτου Ἠςαΐου 16. Η προέλευςη των βρων αυτών ςυνδέεται με την ιςτορία μιασ αρχαίασ πβλησ ςτα παράλια τησ Φοινίκησ, 40 περίπου χιλιβμετρα ββρεια τησ ςημερινήσ Βηρυτογ, η οποία κατά τη β π.χ. χιλιετία βριςκβταν υπβ αιγυπτιακβ έλεγχο και ήταν το ςημαντικβτερο λιμάνι για τη διακίνηςη ςτισ χώρεσ τησ Μεςογείου των προΰβντων του παπγρου, που αποτελογςαν κατά την αρχαιβτητα ευργτατα διαδεδομένη γραφική γλη. Η εντεριώνη (ψίχα) του καλαμιογ του φυτογ πάπυροσ που ευδοκιμεί ςτισ βχθεσ του Νείλου κοββταν ςε λωρίδεσ, οι οποίεσ πλέκονταν ςταυρωτά και πιέζονταν, ώςτε να δημιουργηθεί μια λεία και λεπτή επιφάνεια κατάλληλη για γραφή. τα αρχαία αιγυπτιακά η εντεριώνη του παπγρου λέγεται γκουμπλά και ςτα ελληνικά βγβλοσ. Έτςι, Αιγγπτιοι και Έλληνεσ ονβμαςαν την πβλη τησ φοινικικήσ ακτήσ απβ το κυριβτερο εξαγωγικβ προΰβν τησ Γκουμπλά και Βγβλοσ αντίςτοιχα. Σο αρχαίο αιγυπτιακβ βνομα επιβιώνει μέχρι ςήμερα ςτο χωριβ Σζμπελ του Λιβάνου που είναι χτιςμένο ςτα ερείπια τησ αρχαίασ πβλησ. Σο ελληνικβ βνομα τησ πβλησ, ςτη μεταγενέςτερη απλοποιημένη ορθογραφία του βίβλοσ, έγινε με τον χρβνο ςυνώνυμο βχι μβνον του μέςου γραφήσ αλλά και του τελικογ προΰβντοσ τησ γραφήσ, του γραπτογ κειμένου. Σα εκτενή κείμενα ονομάζονταν βίβλοι και τα ςυντομβτερα χαρακτηρίζονταν με το υποκοριςτικβ τησ λέξησ ωσ βιβλία. Οι αρχαίοι Έλληνεσ ονβμαζαν τα θρηςκευτικά τουσ κείμενα βίβλοι ἱεραί και τον βρο αυτβ δανείςτηκαν οι ελληνβφωνοι Ιουδαίοι ςυγγραφείσ, ήδη απβ τον β π.χ. αιώνα, για τη δήλωςη των θρηςκευτικών κειμένων τησ δικήσ 10 Λου 24:45 11 Β Σι 3:15: ϊπὸ βρέφουσ τὰ ἱερὰ γράμματα οἶδασ, τὰ δυνάμενά ςε ςοφίςαι εἰσ ςωτηρίαν διὰ πίςτεωσ τῆσ ἐν Χριςτῷ Ἰηςοῦ. 12 Ρωμ 1:1-2: Παῦλοσ δοῦλοσ Χριςτοῦ Ἰηςοῦ, κλητὸσ ϊπβςτολοσ ϊφωριςμένοσ εἰσ εὐαγγέλιον θεοῦ, ὃ προεπηγγείλατο διὰ τῶν προφητῶν αὐτοῦ ἐν γραφαῖσ ἁγίαισ. 13 Μαρ 12:26 14 Λου 3:4 15 Λου 20:42 16 Λου 4:17 3
τουσ παράδοςησ (πρβλ Δαν 9:2) 17, τα οποία αργβτερα υιοθετήθηκαν απβ την Εκκληςία. Όταν κατά τα τέλη του δ μ.χ. αιώνα η ςυλλογή των κείμενων αυτών μεταφράςτηκε ςτα λατινικά, τιτλοφορήθηκε με τον ίδιο βρο, Βιβλία, ςτην εκλατινιςμένη μορφή του ωσ Biblia. Επειδή ςτα λατινικά οι καταλήξεισ των ονομάτων ουδετέρου γένουσ ςτον πληθυντικβ και θηλυκογ γένουσ ςτον ενικβ είναι μορφολογικά ίδιεσ, η λέξη Biblia εκλήφθηκε κατά τον μεςαίωνα ωσ θηλυκογ γένουσ και έτςι προέκυψαν οι ςγγχρονεσ ονομαςίεσ Bible, Bibel, Βίβλοσ και άλλεσ παρβμοιεσ. ήμερα οι βροι Αγία Γραφή και Βίβλοσ δηλώνουν τη ςυλλογή των ιερών κειμένων που ςυγκροτογν τον βαςικβ κώδικα τησ πίςτησ και τησ ζωήσ τησ χριςτιανικήσ Εκκληςίασ. Σ α Ν ά Χ Παλαιά Διαθήκη Σο μεγαλγτερο μέροσ τησ ςυλλογήσ των βιβλίων που η Εκκληςία αναγνωρίζει ωσ Αγία Γραφή προέρχεται απβ την προχριςτιανική εποχή. Έτςι, η χριςτιανική Βίβλοσ ςυγκροτείται απβ δγο επιμέρουσ ςυλλογέσ βιβλίων, μια αρχαιβτερη που περιλαμβάνει τα κείμενα που γράφτηκαν πριν απβ την εποχή του Χριςτογ και μια νεβτερη που περιλαμβάνει τα κείμενα που γράφτηκαν απβ χριςτιανογσ ςυγγραφείσ. Σα περιςςβτερα απβ τα βιβλία τησ αρχαιβτερησ ςυλλογήσ είναι γραμμένα πρωτοτγπωσ ςτην εβραΰκή γλώςςα και ςυνιςτογν ταυτβχρονα τον βαςικβ κώδικα τησ πίςτησ και τησ ζωήσ και του ιουδαΰςμογ, οπβτε αναγνωρίζονται και απβ την ιουδαΰκή υναγωγή ωσ δική τησ Βίβλοσ. Για τον λβγο αυτβν η Βίβλοσ τησ υναγωγήσ δηλώνεται ςυχνά με τουσ βρουσ Εβραΰκή Βίβλοσ ή Ιουδαΰκή Βίβλοσ. Ο αντίςτοιχοσ εβραΰκβσ βροσ είναι מ ק ר א (μικρά), που προέρχεται απβ το βιβλίο Νεεμίασ 18 και κατά κυριολεξία ςημαίνει ανάγνωςη. Ο βροσ χρηςιμοποιήθηκε ευργτατα απβ τουσ ιουδαίουσ κατά τον μεςαίωνα και υποδηλώνει βτι τα κείμενα τησ Βίβλου προορίζονται για δημβςια ανάγνωςη. Σα επιμέρουσ έργα που ςυγκροτογν τη Βίβλο τησ υναγωγήσ κατατάςςονται ςε τρεισ ομάδεσ βιβλίων, οι οποίεσ τιτλοφορογνται αντίςτοιχα Νβμοσ, Προφήτεσ και Γραφεία ή Αγιβγραφα 19. Απβ τα αρχικά των εβραΰκών ονομάτων των ομάδων αυτών 20 προκγπτει το αρκτικβλεξο Σ α Ν ά Χ, με το οποίο δηλώνεται ςήμερα η Ιουδαΰκή Βίβλοσ. Ση Βίβλο αυτήν υιοθέτηςε και η Εκκληςία υπβ τον τίτλο Παλαιά Διαθήκη, έναν βρο που χρηςιμοποιεί για πρώτη φορά ο απβςτολοσ Παγλοσ (Β Κο 3:14) 21. Ο βροσ διαθήκη, που κατά κυριολεξία δηλώνει την έκφραςη τησ τελευταίασ 17 Δαν 9:2: ἐγὼ Δανιηλ διενοήθην ἐν ταῖσ βίβλοισ τὸν ϊριθμὸν τῶν ἐτῶν 18 Νεε :8:8 ו מיק ר א ו ב ס פ ר ב תור ת ה א ל מה ים פ ר ש ו ש ום ש כ ל ו י מב ינ ו ב ממק ר א =) Διάβαζαν απβ το βιβλίο του Νβμου του Θεογ κατά περικοπέσ, και έδιναν το νβημα, και γίνονταν κατανοητά τα αναγιγνωςκβμενα. 19 Οι βροι Γραφεία και Αγιβγραφα χρηςιμοποιογνται ςτην εκκληςιαςτική γραμματεία (Δίδυμοσ ο Συφλβσ, Επιφάνειοσ αλαμίνοσ, Ιωάννησ ο Δαμαςκηνβσ) για την απβδοςη του εβραΰκογ βρου ת ו מבים כ (Κεθουβίμ) που ςημαίνει κατά κυριολεξία Γραμμένα. ουχεθουβίμ). (Σορά, Νεβιίμ תור ה נ מב מא ים וכ ת ו מבים 20 21 Β Κο 3:14: ϋχρι γὰρ τῆσ ςήμερον ἡμέρασ τὸ αὐτὸ κάλυμμα ἐπὶ τῇ ϊναγνώςει τῆσ παλαιᾶσ διαθήκησ μένει 4
βογληςησ ενβσ προςώπου, ςτη βιβλική γλώςςα αποτελεί απβδοςη ςτα ελληνικά τησ εβραΰκήσ λέξησ מרי ת ב (μπερίθ) που ςημαίνει ςυνθήκη, ςυμμαχία, ςγμβαςη ή ςυμφωνία. Εκτβσ βμωσ απβ το νβημα που μπορεί να έχει για τισ ανθρώπινεσ ςχέςεισ, ο βροσ χρηςιμοποιείται ςτη Βίβλο ειδικβτερα για να δηλώςει την ιδιβτυπου χαρακτήρα ςυμφωνία που διέπει τισ ςχέςεισ του Θεογ με πρβςωπα (Γεν 9:8-9 15:18 17:1-9) 22 ή με τον λαβ του Ιςραήλ (Εξο 19 24) 23 και ςτοχεγει ςτη δημιουργία των προδποθέςεων για τη ςωτηρία ολβκληρησ τησ ανθρωπβτητασ. Η πεποίθηςη βτι ο Θεβσ παρεμβαίνει ενεργά μέςα ςτην ανθρώπινη Ιςτορία ςυνεργαζβμενοσ με τουσ ανθρώπουσ διήκει ολβκληρη τη Βίβλο και ςυνιςτά τη βάςη τησ χριςτιανικήσ πίςτησ που τη διαφοροποιεί ουςιαςτικά απβ βλεσ τισ θρηςκείεσ και τα φιλοςοφικά ςυςτήματα. Η παρέμβαςη βμωσ αυτή του Θεογ δεν είναι αυθαίρετη, αλλά καθορίζεται απβ τουσ βρουσ μιασ ςυμφωνίασ, τησ Διαθήκησ, η οποία με πρωτοβουλία του ίδιου του Θεογ ςυνάπτεται ανάμεςα ς αυτβν και ςε πρβςωπα ή ομάδεσ προςώπων, και η οποία προβλέπει δικαιώματα και υποχρεώςεισ και για τα δγο ςυμβαλλβμενα μέρη. Αυτβ ςημαίνει πωσ ο Θεβσ τησ Βίβλου δεν είναι ένασ τυραννικβσ δυνάςτησ που επιβάλλει τη θέληςή του ςτουσ ανθρώπουσ, αλλά ένασ Θεβσ ο οποίοσ ζητά την ελεγθερη ςυνεργαςία των ανθρώπων και μάλιςτα μια ςυνεργαςία που ςτηρίζεται πάνω ςε ςυγκεκριμένουσ βρουσ ενβσ ςυμβολαίου. Με το ςυμββλαιο αυτβ ο Θεβσ δεςμεγεται να παραμείνει πιςτβσ ςτισ εξαγγελίεσ του, να αγαπά τον λαβ του και να τον προςτατεγει, ενώ ο άνθρωποσ υποχρεογται να αγαπά με βλεσ του τισ ςωματικέσ και πνευματικέσ δυνάμεισ τον ένα και μοναδικβ Θεβ και τον ςυνάνθρωπβ του. Η Σ α Ν ά Χ, κατά ςυνέπεια, είναι η ςυλλογή των βιβλίων που περιέχουν τισ γενικέσ αρχέσ και τουσ βρουσ τησ Διαθήκησ αυτήσ ή αναφέρονται ςτισ ςυνέπειεσ που απορρέουν απβ αυτήν. Έτςι, η Εκκληςία ονβμαςε την Σ α Ν ά Χ Παλαιά Διαθήκη, ςε αντιδιαςτολή προσ τη χρονικά μεταγενέςτερη Καινή Διαθήκη, τη ςυλλογή των βιβλίων που, κατά την πίςτη τησ, αναφέρονται ςτη ςγναψη μιασ νέασ Διαθήκησ διά του Ιηςογ Χριςτογ, η οποία θα διέπει ςτο εξήσ τισ ςχέςεισ του Θεογ με τον νέο λαβ του, τουσ χριςτιανογσ. Η ςγναψη μιασ νέασ διαθήκησ εξαγγέλλεται ήδη ςτην παλαιά απβ τουσ προφήτεσ τησ: 22 Γεν 9:8-9: Ο Θεβσ είπε ςτον Νώε και ςτουσ γιουσ του: «Σώρα εγώ ςυνομολογώ τη διαθήκη μου μαζί ςασ και με τουσ απογβνουσ ςασ, που θα γεννηθογν μετά απβ ςασ». Γεν 15:18: Μ αυτβν τον τρβπο ο Κγριοσ έκανε διαθήκη με τον Άβραμ και του είπε: «τουσ απογβνουσ ςου θα δώςω αυτή τη χώρα». Γεν 17:1-9: Σβτε ο Άβραμ έπεςε με το πρβςωπβ του ςτη γη και ο Θεβσ τογ είπε: «Αυτή είναι η διαθήκη που εγώ ςυνάπτω μαζί ςου: Θα γίνεισ πατέρασ πολλών εθνών. Δεν θα λέγεςαι πια Άβραμ, αλλά το βνομά ςου θα είναι Αβραάμ, γιατί εςένα βριςα να γίνεισ γενάρχησ πολλών εθνών. Θα αυξήςω τουσ απογβνουσ ςου πάρα πολγ, θα ςε κάνω γενάρχη εθνών και απβ ςένα θα βγουν βαςιλιάδεσ. Θα ςυνάψω τη διαθήκη μου μαζί ςου και με τουσ απογβνουσ ςου μετά απβ ςένα για βλεσ τισ γενιέσ τουσ, μια αιώνια διαθήκη, για να είμαι Θεβσ δικβσ ςου και των απογβνων ςου μετά απβ ςένα. Θα δώςω ς' εςένα και ςτουσ απογβνουσ ςου μετά απβ ςένα τη χώρα, βπου τώρα κατοικείσ προςωρινά, βλη τη γη Χαναάν, για να είναι αιώνια δική ςασ και θα είμαι γι' αυτογσ Θεβσ». Ο Θεβσ ςυνέχιςε λέγοντασ ςτον Αβραάμ: «Αλλά κι εςγ να τηρήςεισ τη διαθήκη μου, εςγ και οι απβγονοί ςου μετά απβ ςένα ς' βλεσ τισ γενιέσ τουσ. 23 Εξο 19:5: Σώρα, αν πραγματικά θελήςετε ν ακογςετε τα λβγια μου και να τηρήςετε τη διαθήκη μου, θα είςτε εςείσ μβνον απ βλουσ τουσ άλλουσ λαογσ ο δικβσ μου λαβσ, καθώσ ςτην εξουςία μου είναι ολβκληρη η γη. 5
«Έρχονται μέρεσ που θα ςυνάψω καινογργια διαθήκη με τον λαβ του Ιςραήλ και του Ιογδα δεν θα ναι βμοια με τη διαθήκη που είχα ςυνάψει με τουσ προγβνουσ τουσ τη μέρα που, παίρνοντάσ τουσ απβ το χέρι, τουσ έβγαλα απβ την Αίγυπτο, επειδή αυτοί δεν τήρηςαν τη διαθήκη μου κι εγώ τουσ παραμέληςα», λέει ο Κγριοσ. «Η διαθήκη μου, που θα ςυνάψω με τον λαβ του Ιςραήλ μετά απβ εκείνεσ τισ μέρεσ», λέει ο Κγριοσ, «είναι η εξήσ: Θα βάλω τουσ νβμουσ ςτη ςυνείδηςή τουσ και θα τουσ γράψω ςτην καρδιά τουσ. Θα είμαι ο Θεβσ τουσ κι αυτοί θα είναι ο λαβσ μου. Δεν θα διδάςκει πια ο καθένασ τον ςυμπολίτη του ή τον ςυγγενή του προτρέποντάσ τον: Γνώριςε τον Κγριο γιατί βλοι τουσ θα με γνωρίζουν, απβ τον πιο μικρβ μέχρι τον πιο μεγάλο, γιατί θα ςυγχωρήςω τισ αδικίεσ τουσ και δεν θα θυμηθώ πια τισ αμαρτίεσ τουσ» 24. Σην εξαγγελία αυτήν είδε η Εκκληςία να εκπληρώνεται ςτο πρβςωπο του Ιηςογ Χριςτογ: Έπειτα πήρε το ποτήρι, ανέπεμψε μια προςευχή ευχαριςτίασ και τουσ το έδωςε λέγοντασ: «Πιείτε απβ αυτβ βλοι, γιατί αυτβ είναι το αίμα μου, που επιςφραγίζει τη νέα διαθήκη και χγνεται για χάρη βλων, ώςτε να τουσ ςυγχωρηθογν οι αμαρτίεσ 25. Λβγοσ Θεογ Θεοπνευςτία Όπωσ προκγπτει απβ τα παραπάνω, η υναγωγή αναγνωρίζει ωσ Βίβλο τησ τα ίδια βιβλία που αποτελογν μέροσ τησ Βίβλου τησ Εκκληςίασ. Κοινή επίςησ είναι, ςε ιουδαίουσ και χριςτιανογσ, η πίςτη βτι τα βιβλία αυτά είναι θεβπνευςτα, βτι, δηλαδή, το περιεχβμενβ τουσ προέρχεται απβ τον Θεβ. Σην πίςτη αυτήν εκφράζει ο βροσ Λβγοσ του Θεογ, με τον οποίο επίςησ ςυχνά δηλώνεται η Βίβλοσ. Παρ' βλα αυτά, το περιεχβμενο τησ πίςτησ του ιουδαΰςμογ διαφέρει ουςιαςτικά απβ εκείνο του χριςτιανιςμογ και ςτουσ κβλπουσ τουσ υπάρχουν διάφορεσ ομολογίεσ. Αυτβ ςημαίνει βτι ο Λβγοσ του Θεογ προσ τουσ ανθρώπουσ δεν κατανοείται πάντοτε απβ βλουσ τουσ ανθρώπουσ κατά τον ίδιο τρβπο, αλλά ερμηνεγεται απβ διάφορεσ ομάδεσ ανθρώπων διαφορετικά. Οι λβγοι τησ διαφορετικήσ ερμηνείασ του ίδιου Λβγου του Θεογ θα πρέπει να αναζητηθογν ςτον τρβπο με τον οποίο προέκυψαν τα βιβλικά κείμενα. Η πίςτη βτι η Βίβλοσ ςυνιςτά λβγο του Θεογ ςτηρίζεται ςτην πεποίθηςη βτι ο Θεβσ αποκαλγπτεται και ενεργεί μέςα ςτην ανθρώπινη Ιςτορία. Η αποκάλυψη βμωσ του Θεογ μέςα ςτην ανθρώπινη Ιςτορία προδποθέτει την γπαρξη μιασ κοινβτητασ ανθρώπων, η οποία δέχεται και βιώνει την αποκάλυψη αυτήν. Έτςι, το περιεχβμενο τησ Βίβλου δεν είναι προΰβν γραφείου ή μιασ εποχήσ, καρπβσ των θεωρητικών 24 Ιερ 38:31-34 (Μ: 31:31-34) 25 Ματ 26:27-28 πρβλ Μαρ 14:23-24 Λου 22:20 Α Κο 11:25 6
αναζητήςεων κάποιου διανοουμένου ή το καταςκεγαςμα κάποιου ιερατείου, αλλά το τελικβ αποτέλεςμα μιασ μακραίωνησ διαδικαςίασ, ςτην οποία πρωταγωνιςτικβ ρβλο παίζει η κοινβτητα εκείνη η οποία βίωςε την αποκάλυψη του Θεογ μέςα ςτην ιςτορία τησ και διατήρηςε την εμπειρία τησ αυτή ζωντανή μέςα ςτην προφορική τησ παράδοςη, πριν την καταγράψει και ςτη ςυνέχεια η ίδια αυτή κοινβτητα αναγνωρίςει αυτήν την καταγραφή ωσ αυθεντική μαρτυρία τησ εμπειρίασ τησ. Ο χαρακτηριςμβσ, επομένωσ, τησ Αγίασ Γραφήσ ωσ Λβγου του Θεογ δεν δηλώνει ένα κείμενο που υπαγορεγτηκε ςτουσ ανθρώπουσ απβ τον Θεβ, ένα είδοσ διακήρυξησ αρχών τησ πίςτησ, αλλά ένα έργο που καταγράφει την εμπειρία τησ αποκάλυψησ του Θεογ απβ τουσ ανθρώπουσ. Είναι, δηλαδή, η Βίβλοσ έργο ανθρώπινο που γράφτηκε απβ ανθρώπουσ ςτη γλώςςα που μιλογν οι άνθρωποι. Ωσ ανθρώπινα βμωσ έργα τα βιβλικά κείμενα χρηςιμοποιογν ένα ςυγκεκριμένο λεξιλβγιο και αντικατοπτρίζουν το ςυγκεκριμένο πολιτιςτικβ περιβάλλον μέςα ςτο οποίο γεννήθηκε το καθένα απβ αυτά, καθώσ και τα ιςτορικά και κοινωνικά δεδομένα τησ εποχήσ κατά την οποία γράφτηκε. Είναι, κατά ςυνέπεια, προφανέσ βτι οι διαφορετικέσ ερμηνείεσ τησ Βίβλου προκγπτουν απβ τισ περιοριςμένεσ εκφραςτικέσ δυνατβτητεσ τησ ανθρώπινησ γλώςςασ. Κατά ανάλογο προσ τον βρο Λβγοσ Θεογ τρβπο θα πρέπει να κατανοηθεί και ο βροσ θεοπνευςτία. Η πίςτη βτι η Βίβλοσ είναι έργο θεβπνευςτο δεν εκφράζει την πεποίθηςη βτι είναι ένα βιβλίο που «έπεςε απβ τον ουρανβ», αλλά βτι το βιβλίο αυτβ περιέχει την αυθεντική καταγραφή τησ αποκάλυψησ του Θεογ ςτην Ιςτορία και την ορθή κατανβηςη των ςυνεπειών τησ για τουσ ανθρώπουσ. Οι άνθρωποι που κατέγραψαν την εμπειρία τησ κοινβτητασ, φωτιςμένοι απβ το Άγιο Πνεγμα, καθίςτανται βργανα του Θεογ και φορείσ τησ θείασ αποκάλυψησ, την οποία αναλαμβάνουν να μεταδώςουν ςτουσ ανθρώπουσ, βχι βμωσ παθητικά και μηχανικά, αλλά διατηρώντασ ακέραιη την προςωπικβτητά τουσ. Προςπαθογν να κάνουν προςιτέσ ςτουσ ςυνανθρώπουσ τουσ, επιλέγοντασ, ο καθένασ ανάλογα με το μορφωτικβ του επίπεδο και τισ πνευματικέσ του δυνατβτητεσ, τα εκφραςτικά μέςα και τα λογοτεχνικά είδη που, κατά τη γνώμη τουσ, προςφέρονται καλγτερα για τον ςκοπβ τουσ, τισ θείεσ αλήθειεσ, αλήθειεσ οι οποίεσ θα διατηρογν πάντοτε την επικαιρβτητά τουσ βςο υπάρχουν άνθρωποι πάνω ςτη γη. ε αυτέσ τισ αιώνιεσ αλήθειεσ αφορά η θεοπνευςτία και βχι, βέβαια, ςτα εκφραςτικά μέςα με τα οποία αυτέσ διατυπώνονται. 7
Βήμα δεγτερο: τὰ γεγραμμένα ἐν τῷ νβμῳ Μωδςέωσ καὶ τοῖσ προφήταισ καὶ τοῖσ ψαλμοῖσ (Λου 24:44) Η τριμερήσ διαίρεςη τησ ςυλλογήσ των ιερών βιβλίων του ιουδαΰςμογ μαρτυρείται ήδη απβ τον β π.χ. αιώνα ςτον πρβλογο τησ ελληνικήσ μετάφραςησ του βιβλίου οφία ειράχ, βπου αναφέρονται τρεισ ομάδεσ έργων: Νβμοσ, Προφήτεσ και Πάτρια Βιβλία ή Λοιπά Βιβλία (ςτχ 7-12, 24-26) 26. Σην τριμερή διαίρεςη τησ ςυλλογήσ ( Νβμοσ, Προφήτεσ, Ψαλμοί ) υπαινίςςεται και η Καινή Διαθήκη ςτο Λου 24:44 27. Παρ βλα αυτά, η οριςτική ςυγκρβτηςη τησ ςυλλογήσ, ώςτε να αποτελέςει έναν κανβνα που θα ρυθμίζει τη ζωή και την πίςτη τησ υναγωγήσ ή τησ Εκκληςίασ ακολογθηςε μια μακροχρβνια και πολγπλοκη πορεία, η οποία δεν είναι ςε βλεσ τισ φάςεισ τησ με βεβαιβτητα γνωςτή. Η αρχαία ελληνική λέξη κανών δηλώνει κάθε ευθεία ράβδο που χρηςιμεγει για ευθυγράμμιςη, το βργανο που χρηςιμοποιείται για τη χάραξη γραμμών (χάρακασ) και μεταφορικά κάθε τι που χρηςιμεγει ωσ μέτρο, πρβτυπο, κριτήριο ή μια γενική αρχή. την Καινή Διαθήκη (Β Κο 10:13-16 Γαλ 6:16) 28, αλλά και την εκκληςιαςτική γραμματεία του γ μ.χ. αιώνα, ο βροσ κανών δηλώνει την επίςημη παράδοςη, διδαςκαλία, κλπ, η οποία ρυθμίζει την πίςτη και τη ζωή των χριςτιανών. Απβ τον δ μ.χ. αιώνα ο ίδιοσ βροσ χρηςιμοποιείται και για τη δήλωςη τησ Βίβλου, ωσ μέτρου και κριτηρίου τησ χριςτιανικήσ πίςτησ και ζωήσ. Αργβτερα η λέξη κανών πήρε τη ςημαςία τησ ςυλλογήσ, του καταλβγου των βιβλίων τησ Αγίασ Γραφήσ. 26 ι Πρ:7-12,24-26: ὁ πάπποσ μου Ἰηςοῦσ ἐπὶ πλεῖον ἑαυτὸν δοὺσ εἴσ τε τὴν τοῦ νβμου καὶ τῶν προφητῶν καὶ τῶν ϋλλων πατρίων βιβλίων ϊνάγνωςιν καὶ ἐν τογτοισ ἱκανὴν ἕξιν περιποιηςάμενοσ προήχθη καὶ αὐτὸσ ςυγγράψαι τι τῶν εἰσ παιδείαν καὶ ςοφίαν ϊνηκβντων ϊλλὰ καὶ αὐτὸσ ὁ νβμοσ καὶ αἱ προφητεῖαι καὶ τὰ λοιπὰ τῶν βιβλίων οὐ μικρὰν ἔχει τὴν διαφορὰν ἐν ἑαυτοῖσ λεγβμενα. 27 Λου 24:44: δεῖ πληρωθῆναι πάντα τὰ γεγραμμένα ἐν τῷ νβμῳ Μωδςέωσ καὶ τοῖσ προφήταισ καὶ ψαλμοῖσ 28 Β Κο 10:13-16: ἡμεῖσ δὲ οὐκ εἰσ τὰ ϋμετρα καυχηςβμεθα ϊλλὰ κατὰ τὸ μέτρον τοῦ κανβνοσ οὗ ἐμέριςεν ἡμῖν ὁ θεὸσ μέτρου, ἐφικέςθαι ϋχρι καὶ ὑμῶν. οὐ γὰρ ὡσ μὴ ἐφικνογμενοι εἰσ ὑμᾶσ ὑπερεκτείνομεν ἑαυτογσ, ϋχρι γὰρ καὶ ὑμῶν ἐφθάςαμεν ἐν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χριςτοῦ, οὐκ εἰσ τὰ ϋμετρα καυχώμενοι ἐν ϊλλοτρίοισ κβποισ, ἐλπίδα δὲ ἔχοντεσ αὐξανομένησ τῆσ πίςτεωσ ὑμῶν ἐν ὑμῖν μεγαλυνθῆναι κατὰ τὸν κανβνα ἡμῶν εἰσ περιςςείαν εἰσ τὰ ὑπερέκεινα ὑμῶν εὐαγγελίςαςθαι, οὐκ ἐν ϊλλοτρίῳ κανβνι εἰσ τὰ ἕτοιμα καυχήςαςθαι. Γαλ 6:16: καὶ ὅςοι τῷ κανβνι τογτῳ ςτοιχήςουςιν, εἰρήνη ἐπ αὐτοὺσ καὶ ἔλεοσ καὶ ἐπὶ τὸν Ἰςραὴλ τοῦ Θεοῦ. 8
Οι απαρχέσ του κανβνα Αν και αρκετά βιβλία τησ αρχαίασ Βίβλου αποτελογν προΰβν ςυλλογήσ κειμένων, βπωσ π.χ. το βιβλίο Ψαλμοί που ςυνιςτά μια ςυλλογή γμνων, προςευχών και άλλων ποιημάτων, οι απαρχέσ τησ ςυγκρβτηςησ του κανβνα θα πρέπει να τοποθετηθογν ςτον ε π.χ. αιώνα. Πρβκειται για την εποχή κατά την οποία ο ευριςκβμενοσ υπβ περςική κυριαρχία ιουδαΰςμβσ τησ Παλαιςτίνησ επιχειρεί υπβ την καθοδήγηςη του γραμματέα Έςδρα να αναςυγκροτηθεί με βάςη τισ επιταγέσ τησ προγονικήσ του παράδοςησ. Οι πρώτεσ ςχετικέσ πληροφορίεσ περιέχονται ςτην ίδια τη Βίβλο. Απβ την πληροφορία του Νεε 8:1-3, ςγμφωνα με την οποία ο Έςδρασ διαβάζει ςε πάνδημη ςυγκέντρωςη το βιβλίο του Νβμου του Μωυςή 29, προκγπτει βτι κατά τα μέςα του ε π.χ. αιώνα είχε ςυγκροτηθεί, προφανώσ με ευθγνη του ίδιου του Έςδρα, το πρώτο μέροσ τησ ςυλλογήσ των βιβλικών έργων, ο Νβμοσ (= Πεντάτευχοσ). Παράλληλα με τον Νβμο άρχιςαν να αποκτογν κανονική ιςχγ και ςυλλογέσ λβγων των προφητών ή έργων που αναφέρονταν ςτη δράςη τουσ ή αποδίδονταν ς αυτογσ, καθώσ επίςησ ποιητικέσ ςυλλογέσ, ςοφιολογικά έργα, κλπ. Μια δεγτερη πληροφορία για ςυγκρβτηςη ςυλλογήσ ιερών βιβλίων περιέχεται ςτο Β Μα 2:13-14, βπου αναφέρεται βτι ο διοικητήσ τησ περςικήσ επαρχίασ τησ Ιουδαίασ, Νεεμίασ ίδρυςε βιβλιοθήκη και ςυγκέντρωςε διάφορα ιςτορικά, προφητικά και ποιητικά βιβλία, και ακβμη βτι ο ηγέτησ τησ ιουδαΰκήσ επανάςταςησ κατά των ελευκιδών, Ιογδασ ο Μακκαβαίοσ, φρβντιςε για τη ςυλλογή και διάςωςη των ιερών βιβλίων που διαςκορπίςτηκαν εξαιτίασ του πολέμου 30. Οι πληροφορίεσ αυτέσ μαρτυρογν το ενδιαφέρον τησ ιουδαΰκήσ κοινβτητασ τησ Παλαιςτίνησ για τη ςυλλογή των ιερών βιβλίων που ςυνιςτογν την πνευματική τησ κληρονομιά, δεν μπορογν βμωσ να θεωρηθογν ςαφείσ και αςφαλείσ μάρτυρεσ ςυγκρβτηςησ κανβνα τησ Βίβλου 31. Σο ίδιο ενδιαφέρον για την προγονική κληρονομιά επιδεικνγεται και ςτο χώρο του ιουδαΰςμογ τησ διαςποράσ. Ήδη απβ τον γ π.χ. αιώνα είχε αρχίςει ςτην Αλεξάνδρεια τησ Αιγγπτου η μετάφραςη βιβλικών έργων ςτα ελληνικά. Σην εποχή αυτή μεταφράζεται ο Νβμοσ και ακολουθογν οι μεταφράςεισ και άλλων βιβλίων 32. 29 Νεε 8:1-3: Όλοσ ο λαβσ ςυγκεντρώθηκαν ςαν ένασ άνθρωποσ ςτην πλατεία που βριςκβταν μπροςτά απβ την Πγλη του Ύδατοσ. Εκεί ζήτηςαν απβ τον Εςδρα, τον ιερέα και γνώςτη του Νβμου, να φέρει το βιβλίο του Νβμου του Μωυςή, που ο Κγριοσ είχε δώςει ςτον Ιςραήλ. Ήταν η πρώτη μέρα του έβδομου μήνα, και ο Έςδρασ ο ιερέασ έφερε τον Νβμο μπροςτά ςτη ςυγκέντρωςη, που αποτελείτο απβ άντρεσ, γυναίκεσ και γενικά βςουσ ενδιαφέρονταν να ακογςουν, και διάβαζε απβ την ώρα που ανέτειλε ο ήλιοσ ωσ το μεςημέρι μπροςτά ςτουσ άνδρεσ και ςτισ γυναίκεσ και αυτοί άκουγαν προςεκτικά, καθώσ τα αυτιά βλου του λαογ ήταν προςηλωμένα ςτο βιβλίο του Νβμου. 30 Β Μα 2:13-14: Αυτά τα ίδια γεγονβτα αναφέρονταν επίςησ ςτα βαςιλικά αρχεία και ςτα απομνημονεγματα του Νεεμία, καθώσ και βτι αυτβσ ίδρυςε βιβλιοθήκη και ςυγκέντρωςε τα βιβλία που αναφέρονται ςτουσ βαςιλιάδεσ και ςτουσ προφήτεσ, εκείνα του Δαβίδ, καθώσ και βαςιλικέσ επιςτολέσ ςχετικέσ με διάφορα αφιερώματα. Επίςησ και ο Ιογδασ ςυγκέντρωςε τα βιβλία που είχαν διαςπαρεί λβγω του πολέμου, κι έτςι τώρα τα έχουμε εμείσ. 31 Πρβλ. Νικβλαοσ Παπαδβπουλοσ, Σὰ δευτεροκανονικὰ τεμάχια τοῦ βιβλίου τοῦ Δανιήλ, Αθήνα 1985, ςελ. 2εξ. 32 Απβ τη διαπίςτωςη βτι ο ιςτοριογράφοσ Ευπβλεμοσ (περί το 157 π.χ.) χρηςιμοποιεί την ελληνική μετάφραςη του βιβλίου Χρονικά και ίςωσ του Ιώβ, προκγπτει βτι ήδη κατά τα μέςα του β π.χ. αιώνα είχαν μεταφραςτεί ςτα ελληνικά και άλλα βιβλικά έργα εκτβσ απβ τον Νβμο [Δ. Δβικοσ, Ειςαγωγή ςτην Παλαιά Διαθήκη, Γενική Ειςαγωγή, Θεςςαλονίκη 1984, ςελ. 79]. 9
Καρπβσ βλησ αυτήσ τησ μεταφραςτικήσ εργαςίασ υπήρξε μια μεγάλη ςυλλογή ιουδαΰκών έργων ςτα ελληνικά που είναι γνωςτή με το βνομα Μετάφραςη των Εβδομήκοντα και ςυμβολίζεται ωσ Ο (ή LXX ςτισ ευρωπαΰκέσ γλώςςεσ). Η ςυλλογή αυτή περιέλαβε τελικά περιςςβτερα βιβλία απβ εκείνα που αποτέλεςαν αργβτερα την Σ α Ν ά Χ και, μάλιςτα, οριςμένα απβ αυτά ή μέρη αυτών δεν ήταν μεταφράςεισ απβ τα εβραΰκά, αλλά γραμμένα πρωτοτγπωσ ςτα ελληνικά. Εκτβσ απβ τον αριθμβ των βιβλίων, η παραπάνω ςυλλογή διαφοροποιείται απβ την Σ α Ν ά Χ και ςτο θέμα τησ ονομαςίασ των έργων (π.χ. Α - Β αμουήλ = Α - Β Βαςιλειῶν, Α - Β Βαςιλέων = Γ - Δ Βαςιλειῶν, Α - Β Χρονικών = Α - Β Παραλειπομένων). Οι διαπιςτώςεισ αυτέσ αποδεικνγουν βτι τουλάχιςτον μέχρι το τέλοσ τησ προχριςτιανικήσ εποχήσ, περίοδο κατά την οποία ολοκληρώνεται η ςυλλογή των Ο, δεν υπήρχε ςαφώσ διαμορφωμένοσ κανβνασ των ιερών βιβλίων. Σο γεγονβσ, άλλωςτε, βτι οι ςυγγραφείσ τησ Καινήσ Διαθήκησ κάνουν ευργτατη χρήςη των Ο 33 και μάλιςτα έργων που δεν περιλήφθηκαν τελικά ςτον ιουδαΰκβ κανβνα 34 επιβεβαιώνει βτι ο κανβνασ αυτβσ δεν είχε πάρει κατά τον α μ.χ. αιώνα ακβμη την οριςτική του μορφή. Ο κανβνασ τησ υναγωγήσ Οι πρώτεσ πληροφορίεσ για παγιωμένο ιουδαΰκβ κανβνα προέρχονται απβ τον ελληνιςτή Ιουδαίο ιςτοριογράφο Φλάβιο Ιώςηπο, ο οποίοσ γράφει προσ τα τέλη του α μ.χ. αιώνα. το απολογητικβ έργο του Κατ Απίωνοσ (Α 8) κάνει λβγο για 22 αξιβπιςτα βιβλία, τα οποία γράφτηκαν κατά την περίοδο απβ τον Μωυςή μέχρι τον Αρταξέρξη Α (465-424 π.χ.). Ο αριθμβσ 22 προκγπτει αν ληφθεί υπβψη η ςυνήθεια τησ εποχήσ, οριςμένα ζεγγη βιβλίων (Α - Β αμουήλ, Α - Β Βαςιλέων, Α - Β Χρονικών, Έςδρασ - Νεεμίασ, Κριτέσ - Ρουθ και Ιερεμίασ - Θρήνοι) βπωσ και τα 12 βιβλία των μικρών προφητών (Δωδεκαπρβφητο) να αριθμογνται ωσ ένα βιβλίο, ώςτε ο αριθμβσ των βιβλίων να είναι ίςοσ με τα γράμματα του εβραΰκογ αλφαβήτου. Όςα βιβλία γράφτηκαν μετά την εποχή του Αρταξέρξη Α δεν έχουν, κατά τον Ιώςηπο, τον ίδιο βαθμβ αξιοπιςτίασ με τα προηγογμενα, επειδή έληξε η περίοδοσ των προφητών (διὰ τὸ μὴ γενέςθαι τὴν τῶν προφητῶν ϊκριβὴ διαδοχήν 35 ). Απβ την παραπάνω μαρτυρία προκγπτει βτι προσ τα τέλη του α μ.χ. αιώνα οι Ιουδαίοι κάνουν ςαφή διάκριςη ανάμεςα ςτα βιβλία που ςυγκροτογν τον κανβνα και τα υπβλοιπα με κριτήριο τον κατά τισ απβψεισ τησ εποχήσ χρβνο ςυγγραφήσ τουσ. 33 Πρβλ. Παναγιώτησ Μπρατςιώτησ, Ὁ Ἀπβςτολοσ Παῦλοσ καὶ ἡ μετάφραςισ ταῶν Ο, ςτο Θεολογία 1929, ςελ. 189εξ. Σου ιδίου, Εἰςαγωγὴ εἰσ τὴν Παλαιὰν Διαθήκην, Αθήνα 1936, ςελ. 500. 34 Βλ. αναλυτική παρουςίαςη: Νικβλαοσ Παπαδβπουλοσ, Σὰ δευτεροκανονικὰ τεμάχια τοῦ βιβλίου τοῦ Δανιήλ, Αθήνα 1985, ςελ. 23-32. Πρβλ. επίςησ τουσ καταλβγουσ παραθεμάτων ςτην κριτική έκδοςη των Nestle - Aland του κειμένου τησ Καινήσ Διαθήκησ. 35 Λβγοσ Α 8, ςτο B. Niese (ed.) Flavii Iosephi opera, τβμοσ 5, Weidmann / Berlin (1889) 2 1955, ςελ. 3-99. 10
Ανάλογεσ πληροφορίεσ προκγπτουν και απβ το βιβλίο Δ Έςδρασ που γράφεται επίςησ γγρω ςτα 100 μ.χ. 36 γμφωνα με το ςυγγραφέα του έργου, ο κανβνασ ςυγκροτήθηκε απβ τον ίδιο τον Έςδρα και περιλάμβανε 24 βιβλία (xiv 18-47) 37. Αν και ςτο κείμενο δεν αναφέρονται τα ονβματα των 24 αυτών βιβλίων, φαίνεται πολγ πιθανβ βτι πρβκειται για τα ίδια βιβλία που περιέχονται ςτον ςημερινβ ιουδαΰκβ κανβνα (με το ςγςτημα αρίθμηςησ που περιγράφτηκε παραπάνω και αν τα βιβλία Κριτέσ, Ρουθ, Ιερεμίασ και Θρήνοι αριθμηθογν ωσ ξεχωριςτά βιβλία, ώςτε να προκγψει αριθμβσ ίςοσ με τα γράμματα του ελληνικογ αλφαβήτου). Η απβδοςη τησ ςυγκρβτηςησ του κανβνα ςτον Έςδρα ςτερείται αναμφίβολα ιςτορικήσ βάςησ, βπωσ προκγπτει τβςο απβ βςα αναφέρθηκαν παραπάνω βςο και απβ τον υπερβολικβ τρβπο που χρηςιμοποιεί ο ςυγγραφέασ του έργου ςτην αφήγηςή του και που αποςκοπεί προφανώσ ςτο να εξάρει την προςωπικβτητα και το έργο του Έςδρα. Η αναφορά βμωσ ςε ακριβή αριθμβ βιβλίων μαρτυρεί βτι κατά την εποχή τησ ςυγγραφήσ του έργου υπήρχε πλέον ςαφώσ διαμορφωμένοσ κανβνασ. Παρ βλα αυτά, ο ςυγγραφέασ βχι μβνο δεν αποςιωπά την γπαρξη και άλλων ιερών βιβλίων, αλλά αποδίδει και αυτών τη ςυλλογή ςτον Έςδρα. Πρβκειται για 70 επιπλέον βιβλία, των οποίων η μβνη διαφορά προσ τα 24 είναι βτι δεν δημοςιεγτηκαν απβ τον ίδιο τον Έςδρα, αλλά παραδβθηκαν απβ αυτβν ςτουσ 70 πρεςβυτέρουσ (xiv 46-47). Χαρακτηριςτικβ ςτισ παραπάνω μαρτυρίεσ είναι το βτι, ενώ γίνεται λβγοσ για ακριβή αριθμβ ιερών βιβλίων και ςαφήσ διάκριςη των βιβλίων αυτών απβ τα υπβλοιπα έργα τησ ιουδαΰκήσ θρηςκευτικήσ γραμματείασ, πουθενά δεν αναφέρονται, εκτβσ του υποτιθέμενου χρβνου ςυγγραφήσ, άλλα κριτήρια για τη διάκριςη αυτή, ογτε γίνεται λβγοσ για την γπαρξη κάποιου θεςμικογ οργάνου επιφορτιςμένου με την αποδοχή ή μη ενβσ έργου ςτον κανβνα. Κατά ςυνέπεια, μβνον υποθέςεισ μπορογν να γίνουν ςχετικά. Σο κγροσ, βέβαια, και η αυθεντία του Μωυςή, επομένωσ και των βιβλίων τησ Πεντατεγχου που αποδίδονταν ς αυτβν ήταν αδιαμφιςβήτητα. Για τα υπβλοιπα βμωσ βιβλία, ιςχυρβ τεκμήριο θεοπνευςτίασ, εκτβσ, φυςικά, απβ την αυτονβητη ςυμφωνία τουσ με τον Νβμο, φαίνεται βτι αποτελογςε η αρχαιβτητά τουσ. Επιπλέον, ο τβποσ ςυγγραφήσ (Παλαιςτίνη), η γλώςςα (εβραΰκή ή αραμαΰκή) και προπάντων το κγροσ του υποτιθέμενου ςυγγραφέα θα πρέπει επίςησ να ςυνιςτογςαν για τουσ Ιουδαίουσ τεκμήρια αυθεντικβτητασ ενβσ έργου. Σα παραπάνω, ςε ςυνδυαςμβ με τον κίνδυνο που αντιμετώπιζε ο ιουδαΰςμβσ τησ εποχήσ του Ιηςογ Χριςτογ απβ την ευργτατη διάδοςη των ιδεών διάφορων αποκαλυπτικών έργων, οι αξιώςεισ αρχαιβτητασ των οποίων έφταναν μέχρι την προμωςαΰκή εποχή, εξηγογν την εμμονή τβςο του 36 Δ. Δβικοσ, Ειςαγωγή ςτην Παλαιά Διαθήκη, Γενική Ειςαγωγή, Θεςςαλονίκη 1984, ςελ. 100. 37 R.H. Charls (ed.), The Apocrypha and Pseudepigrapha of the Old Testament in English, With Introductions and Critical and Explanatory Notes to the Several Books, Vol. II, Pseudepigrapha, At the Clarendon Press / Oxford 1913, ςελ. 622-624. 11
ςυγγραφέα του Δ Έςδρασ βςο και του Ιωςήπου ςτο να περιορίςουν τον χρβνο τησ θεοπνευςτίασ ςτην περίοδο απβ τον Μωυςή μέχρι τον Έςδρα. Για το αν βμωσ υπήρχε κάποιο αρμβδιο βργανο που αποφάςιζε με βάςη τα παραπάνω ή και άλλα κριτήρια για την αποδοχή ή μη ενβσ έργου ςτον κανβνα δεν υπάρχουν επαρκείσ και αςφαλείσ πληροφορίεσ. Η πληροφορία του Βαβυλωνιακογ Σαλμογδ, ενβσ ςυλλογικογ έργου ςτο οποίο αποθηςαυρίζεται η ραβινική εξηγητική παράδοςη, βτι οι άνδρεσ τησ Μεγάλησ υναγωγήσ, που ταυτίζονται με τον Έςδρα και τουσ ςυνεργάτεσ του, εργάςτηκαν για τη ςυγκρβτηςη του κανβνα, παρ βλο που υποςτηρίχτηκε και απβ λβγιουσ των νεβτερων χρβνων (David Kimchi, ιγ μ.χ. αιώνασ και Elias Levita, ισ μ.χ. αιώνασ) 38 και βρήκε απήχηςη ςε μεταγενέςτερουσ ιουδαίουσ και χριςτιανογσ ερευνητέσ, δεν έχει αςφαλώσ ιςτορική βάςη 39. Η εμμονή, άλλωςτε, βλων των ιουδαΰκών πηγών ςτην απβδοςη τησ ςυγκρβτηςησ του κανβνα ςτον Έςδρα καθιςτά περιςςβτερο πιθανή την άποψη βτι ο κανβνασ δεν ήταν προΰβν απβφαςησ κάποιου θεςμικογ οργάνου. Η έλλειψη θεςμικογ οργάνου που θα αποφάςιζε τελεςίδικα και με ςταθερά κριτήρια για την κανονικβτητα ή μη των βιβλίων εξηγεί και την αμφιταλάντευςη που παρατηρείται ςτουσ ιουδαίουσ ςυγγραφείσ του α μ.χ. αιώνα κατά την εκτίμηςη των εκτβσ του κανβνα έργων. Έτςι, ενώ κατά τέλη του α μ.χ. αιώνα ο κανβνασ τησ Ιουδαΰκήσ Βίβλου εμφανίζεται διαμορφωμένοσ και τα κανονικά βιβλία διακρίνονται ςαφώσ απβ τα υπβλοιπα έργα τησ ιουδαΰκήσ θρηςκευτικήσ γραμματείασ, τα δεγτερα δεν απορρίπτονται ογτε καταδικάζονται ωσ ψευδεπίγραφα. Ο ςυγγραφέασ, μάλιςτα, του Δ Έςδρασ προςπαθεί, βπωσ αναφέρθηκε, να ςυνδέςει και τα υπβλοιπα βιβλία με την αυθεντία του Έςδρα, ενώ ο Ιώςηποσ χρηςιμοποιεί ςτα έργα του ςυχνά ωσ πηγέσ και παραθέτει ακβμη και κατά λέξη χωρία απβ βιβλία τα οποία δεν ανήκουν ςτα κανονικά, βπωσ π.χ. τισ ελληνικέσ προςθήκεσ ςτο βιβλίο Εςθήρ (Ιουδ. Αρχαιολ. xi 216-219 και 273-283), το Α Μακκαβαίων (Ιουδ. Αρχαιολ. xii 5-13 και xiii 1-6) και το Α Έςδρασ (Ιουδ. Αρχαιολ. xi,i 1-5) και μάλιςτα φαίνεται βτι τα δέχεται ωσ ιερά 40. ημαντικβ πάντωσ ρβλο ςτην οριςτικοποίηςη του κανβνα τησ Iουδαΰκήσ Βίβλου φαίνεται βτι έπαιξε και η ραβινική γνοδοσ τησ Ιάμνειασ τησ Παλαιςτίνησ του 90/100 μ.χ. Η ςγνοδοσ δεν προχώρηςε ςε καταρτιςμβ κανβνα, αλλά θεωρώντασ τον δεδομένο, αςχολήθηκε με ζητήματα που αφορογςαν τη δημβςια ανάγνωςη οριςμένων βιβλίων ή μερών τουσ, τη θέςη τουσ ςτον κανβνα, κλπ. Γεγονβσ είναι βμωσ βτι μετά τη ςγνοδο αυτήν τα εκτβσ του κανβνα έργα θεωρογνταν ωσ οὐ κείμενα, δηλαδή ανγπαρκτα 41. Έτςι, η ωσ ένα βαθμβ ανεκτική απέναντι ςτα βιβλία που δεν ςυμπεριλαμβάνονται ςτον κανβνα ςτάςη των ιουδαίων ςυγγραφέων 38 ταγροσ Καλαντζάκησ, Ειςαγωγή ςτην Παλαιά Διαθήκη, Α Γενική Ειςαγωγή, Θεςςαλονίκη 1985, ςελ. 75. 39 Νικβλαοσ Παπαδβπουλοσ, Σὰ δευτεροκανονικὰ τεμάχια τοῦ βιβλίου τοῦ Δανιήλ, Αθήνα 1985, ςελ. 6-7. 40 Βλ. αναλυτικβτερα: Νικβλαοσ Παπαδβπουλοσ, Σὰ δευτεροκανονικὰ τεμάχια τοῦ βιβλίου τοῦ Δανιήλ, Αθήνα 1985, ςελ. 9-13. 41 Elias Oikonomos, Die Bedeutung der deuterokanonischen Schriften in der orthodoxen Kirche, ςτο Siegfried Meurer (εκδ.), Die Apokryphen im Ökumenischen Horizont, Stuttgart, ςελ. 28. 12
διαφοροποιείται κατά τη μετά τον α μ.χ. αιώνα περίοδο. ημαντικβ ρβλο ς αυτβ φαίνεται βτι έπαιξε η ίδρυςη ςτο μεταξγ τησ χριςτιανικήσ Εκκληςίασ και η εξάπλωςη του χριςτιανιςμογ. Η ευρεία διάδοςη τησ Μετάφραςησ των Εβδομήκοντα ςτον ελληνβφωνο ιουδαΰςμβ τησ διαςποράσ διευκβλυνε ςε πολγ μεγάλο βαθμβ τη χριςτιανική ιεραποςτολή. Αυτβ είχε ωσ αποτέλεςμα να υιοθετηθεί η μετάφραςη αυτή απβ την Εκκληςία ωσ η ιερή Βίβλοσ τησ, χωρίσ ωςτβςο να οριοθετηθεί απβ την αρχή ςαφώσ ο αριθμβσ των βιβλίων που αυτή περιέχει. Η υιοθέτηςη βμωσ των Ο απβ τουσ χριςτιανογσ οδήγηςε την ιουδαΰκή υναγωγή, ςτο πλαίςιο του ανταγωνιςμογ τησ προσ τη χριςτιανική Εκκληςία, ςτην απβρριψη και τελικά ςτην καταδίκη τησ ςυγκεκριμένησ μετάφραςησ και επομένωσ και των επιπλέον απβ τον ιουδαΰκβ κανβνα βιβλίων που αυτή περιείχε. Η πρώτη μαρτυρία για αποδοκιμαςία τησ Μετάφραςησ των Εβδομήκοντα απβ τον ιουδαΰςμβ προέρχεται απβ τοn χριςτιανβ απολογητή και μάρτυρα Ιουςτίνο ςτο έργο του Διάλογοσ προσ Σργφωνα 42. Απβ την ίδια εποχή περίπου (τέλη του β μ.χ. αιώνα) φαίνεται να προέρχεται και ο κατάλογοσ των 24 κανονικών βιβλίων με τα ονβματα των ςυγγραφέων τουσ που διαςώζει η ταλμουδική παράδοςη (Baba Bathra 14b- 15a). Παρ βλα αυτά, και παρά την οριςτική διαμβρφωςη του κανβνα, το θέμα εξακολουθεί να προκαλεί ςυζητήςεισ 43. Απβ την άλλη μεριά ςυνεχίζεται κατά τουσ επβμενουσ αιώνεσ και η έμμεςη αναγνώριςη απβ τον ιουδαΰςμβ και των εκτβσ του κανβνα ιερών βιβλίων, βπωσ αποδεικνγεται απβ το Σαλμογδ, ςτο οποίο παρατίθενται, και ςυχνά ςχολιάζονται, κείμενα που προέρχονται απβ βιβλία που δεν ςυμπεριλαμβάνονται ςτον ιουδαΰκβ κανβνα 44. Απβ τα παραπάνω προκγπτει βτι ςτη γραμματεία του ιουδαΰςμογ, βταν γίνεται λβγοσ για κανβνα των ιερών βιβλίων, δηλώνεται κατηγορηματικώσ βτι αυτβσ περιλαμβάνει 22 ή 24 (=39) μβνο βιβλία, ςτην πράξη βμωσ υπάρχει έμμεςη αναγνώριςη ωσ ιερών και άλλων, επιπλέον βιβλίων. τη ςημερινή του μορφή ο κανβνασ τησ ιουδαΰκήσ υναγωγήσ, βπωσ αυτβσ παγιώθηκε μετά τον α μ.χ. αιώνα, περιλαμβάνει 39 βιβλία, τα οποία κατανέμει ςε τρεισ ομάδεσ: ה תור (Σορά = Νβμοσ), מב מאים נ (Νεβιίμ = Προφήτεσ) [με δγο υποομάδεσ βιβλίων, Προγενέςτεροι και Μεταγενέςτεροι Προφήτεσ ] και (Κεθουβίμ = Αγιβγραφα). Σα βιβλία που περιλαμβάνονται ςτισ τρεισ כ ת ו מבים αυτέσ ομάδεσ παρουςιάζονται αναλυτικά ςτον παρακάτω πίνακα: 42 PG 6,636A, 641B 43 Σο Σαλμογδ διαςώζει αρκετέσ διαφωνίεσ ραβίνων ςχετικά με το πρββλημα τησ δημβςιασ ανάγνωςησ οριςμένων βιβλίων, βπωσ π.χ. τα Άςμα Αςμάτων (Jaddajim III 5, Megilla 7a), Εκκληςιαςτήσ (Jaddajim III 5, Sabbath 30a.b.), Παροιμίεσ (Sabbath 30a.b.), Ιεζεκιήλ (Sabbath 13b, Chagiga 13a, Menachot 45a), Εςθήρ (Sanhedrin 100a) και Ρουθ (Megilla 7a). 44 Βλ. αναλυτικβτερα: Νικβλαοσ Παπαδβπουλοσ, Σὰ δευτεροκανονικὰ τεμάχια τοῦ βιβλίου τοῦ Δανιήλ, Αθήνα 1985, ςελ. 13-16. 13
ΝΟΜΟ ΠΡΟΦΗΣΕ ΑΓΙΟΓΡΑΦΑ την αρχή * Προγενέςτεροι Ψαλμοί Και αυτά τα ονβματα * Ιηςογσ Ιώβ Και κάλεςε * Κριτέσ Παροιμίεσ την έρημο * Α αμουήλ Ρουθ ** Αυτοί οι λβγοι * Β αμουήλ Άςμα Αςμάτων ** Α Βαςιλέων Εκκληςιαςτήσ ** Β Βαςιλέων Θρήνοι ** Μεταγενέςτεροι Εςθήρ ** Ηςααασ Δανιήλ Ιερεμίασ Έςδρασ Ιεζεκιήλ Νεεμίασ Ωςηέ Α Χρονικών Ιωήλ Β Χρονικών Αμώσ Οβδιογ Ιωνάσ Μιχαίασ Ναογμ Αβακκογκ οφονίασ Αγγαίοσ Ζαχαρίασ Μαλαχίασ * Η ονομαςία των βιβλίων του Νβμου ακολουθεί την αρχαία παράδοςη τησ Μεςοποταμίασ να τιτλοφορογνται τα λογοτεχνικά έργα απβ τισ πρώτεσ λέξεισ του κειμένου τουσ. ** ח ש) Κγλινδροι Σα βιβλία Ρουθ, Άςμα Αςμάτων, Εκκληςιαςτήσ, Θρήνοι και Εςθήρ, αποτελογν τη ςυλλογή Πέντε / Χαμέσ Μεγιλλβθ) των βιβλίων, δηλαδή, που διαβάζονται ςτισ ςυναγωγέσ κατά τισ μεγάλεσ γιορτέσ του מג לו ת ιουδαΰςμογ. Ο κανβνασ τησ Εκκληςίασ κατά την πρώτη χιλιετία Για τη χριςτιανική Εκκληςία η ςυγκρβτηςη του κανβνα τησ Παλαιάσ Διαθήκησ υπήρξε περιςςβτερο περίπλοκη. Η ευρεία διάδοςη τησ Μετάφραςησ των Εβδομήκοντα ςτον ελληνβφωνο ιουδαΰςμβ τησ διαςποράσ προσ τον οποίο αρχικά ςτράφηκε η χριςτιανική ιεραποςτολή, η ευργτατη χρήςη τησ μετάφραςησ αυτήσ απβ τουσ ςυγγραφείσ τησ Καινήσ Διαθήκησ και η εμφανήσ επίδραςή τουσ απβ βιβλία που δεν περιλαμβάνονται ςτον ιουδαΰκβ κανβνα μαρτυρογν βτι δεν τίθετο θέμα αυςτηρά παγιωμένου και κλειςτογ κανβνα τησ Παλαιάσ Διαθήκησ για την πρώτη χριςτιανική Εκκληςία, η οποία υιοθέτηςε τουσ Ο ωσ την ιερή Βίβλο τησ, χωρίσ ωςτβςο να οριοθετήςει απβ την αρχή ςαφώσ τον αριθμβ των βιβλίων που αυτή περιέχει. Σο ίδιο ιςχγει και για τουσ χριςτιανογσ ςυγγραφείσ των τεςςάρων 14
πρώτων αιώνων, οι οποίοι ςτο ςγνολβ τουσ ςχεδβν κάνουν αδιάκριτα χρήςη τβςο των κανονικών βιβλίων τησ Παλαιάσ Διαθήκησ βςο και των εκτβσ του ιουδαΰκογ κανβνα ευριςκομένων, τα οποία θεωρογν ωσ Αγία Γραφή. Απβ τη διαπίςτωςη αυτή θα μπορογςε να εξαχθεί το ςυμπέραςμα βτι η αρχαία Εκκληςία αποδεχβταν έναν ευργτερο απβ τη υναγωγή κανβνα ή βτι δεν έθετε θέμα κανβνα, βμωσ οι ελάχιςτεσ αλλά πάρα πολγ χαρακτηριςτικέσ εξαιρέςεισ εγείρουν ερωτηματικά. Πρώτοσ ο Μελίτων άρδεων (+ 180 μ.χ.) αναφέρεται ςε κανβνα τησ Παλαιάσ Διαθήκησ ςε μια επιςτολή του προσ τον Ονήςιμο, την οποία διαςώζει ο Ευςέβιοσ ςτην Εκκληςιαςτική Ιςτορία του 45. Ο κατάλογοσ των βιβλίων που παραθέτει ο Μελίτων περιέχει τον ίδιο αριθμβ με τον ιουδαΰκβ κανβνα έργων, αλλά εξαιρεί την Εςθήρ και προςθέτει τη οφία ολομώντοσ. το μεταξγ η αντιπαράθεςη ιουδαΰςμογ - χριςτιανιςμογ, για την οποία έγινε λβγοσ παραπάνω, και η πολεμική των ιουδαίων κατά οριςμένων βιβλίων προκαλεί και μεταξγ των χριςτιανών ςυγγραφέων αμφιβολίεσ ςχετικά με την αυθεντικβτητα των έργων αυτών. Ο Ιογλιοσ Αφρικανβσ (γ μ.χ. αιώνασ), για παράδειγμα, απορρίπτει την Ιςτορία τησ ωςάννασ 46, που ςτουσ Ο ςυνεκδίδεται με το βιβλίο Δανιήλ, γεγονβσ που προκαλεί την αντίδραςη του Ωριγένη. Η απάντηςη του Ωριγένη 47 προσ τον Ιογλιο Αφρικανβ παρουςιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γιατί ξεκαθαρίζει για πρώτη φορά τη ςημαςία του βρου ϊπβκρυφον που αργβτερα θα χρηςιμοποιηθεί για το χαρακτηριςμβ των βιβλίων που δεν έγιναν δεκτά ςτον κανβνα τησ Αγίασ Γραφήσ. Ο Ωριγένησ χρηςιμοποιεί τον βρο αυτβν, βπωσ και τον ςυνώνυμβ του ϊπβρρητον για το χαρακτηριςμβ κειμένων τα οποία δεν προορίζονται για δημβςια χρήςη ή ανάγνωςη, χωρίσ βμωσ να εμπεριέχεται ςτουσ χαρακτηριςμογσ αυτογσ κάποια άμεςη αμφιςβήτηςη τησ αυθεντικβτητασ ή τησ αξιοπιςτίασ των ςυγκεκριμένων κειμένων 48. Ο ίδιοσ προτείνει παράλληλα, για λβγουσ τακτικήσ, να μη χρηςιμοποιογνται απβ τουσ χριςτιανογσ τα βιβλία που δεν περιέχονται ςτον ιουδαΰκβ κανβνα κατά τισ ςυζητήςεισ με τουσ ιουδαίουσ 49. Σο τελευταίο αυτβ καθιςτά ςαφέσ βτι, μέχρι εκείνη τουλάχιςτον την εποχή, θέμα κανβνα τησ Παλαιάσ Διαθήκησ δεν τίθεται για την Εκκληςία, παρά μβνο ςτο πλαίςιο του διαλβγου με τον ιουδαΰςμβ. Οι τοποθετήςεισ ςυνβδων και εκκληςιαςτικών ςυγγραφέων πάνω ςτο θέμα αυτβ ποικίλουν ανάλογα με τα προκγπτοντα κάθε φορά προβλήματα. ε ςυνοδικβ επίπεδο ςυζητείται για πρώτη φορά το θέμα του κανβνα τησ Αγίασ Γραφήσ κατά την τοπική γνοδο τησ Λαοδικείασ, γγρω ςτο 360 μ.χ. Με τουσ 45 PG 20,396C-397A 46 ΒΕΠΕ 17,167-168 47 ΒΕΠΕ 16,350-362 48 Elias Oikonomos, Die Bedeutung der deuterokanonischen Schriften in der orthodoxen Kirche, ςτο Siegfried Meurer (εκδ.), Die Apokryphen im Ökumenischen Horizont, Stuttgart, ςελ. 29. 49 ΒΕΠΕ 16,353 15
κανβνεσ νθ και ξ 50 η ςγνοδοσ απαγορεγει την ανάγνωςη ςτην εκκληςία ϊκανονίςτων βιβλίων και απαριθμεί τα κανονικά. Ο αριθμβσ των κανονικών βιβλίων τησ Παλαιάσ Διαθήκησ ανέρχεται ςε 22, βςα δηλαδή και του ιουδαΰκογ κανβνα κατά την αρίθμηςη τησ εποχήσ, αλλά μαζί με το βιβλίο Ιερεμίασ ςυναριθμείται και το βιβλίο Βαρογχ και μαζί με το Θρήνοι ςυναριθμείται και η Επιςτολή Ιερεμίου. Λίγα χρβνια αργβτερα, το 367 μ.χ., ο Μ. Αθανάςιοσ με την 39η Εορταςτική Επιςτολή του επανέρχεται ςτο ζήτημα του κανβνα τησ Αγίασ Γραφήσ, καθορίζοντασ και αυτβσ τον αριθμβ των βιβλίων τησ Παλαιάσ Διαθήκησ ςε 22 51. Ο κατάλογοσ των βιβλίων που παραθέτει ο Μ. Αθανάςιοσ είναι παρβμοιοσ με εκείνον τησ υνβδου τησ Λαοδικείασ, ςυμπεριλαμβάνει δηλαδή ςτα κανονικά τα βιβλία Βαρογχ και Επιςτολή Ιερεμίου, αλλά παραλείπει το βιβλίο τησ Εςθήρ. Ο αριθμβσ παραμένει 22, επειδή αριθμεί ωσ ξεχωριςτά βιβλία τα Κριταί και Ρουθ. Όμωσ, για μεγαλγτερη ακρίβεια, βπωσ ςημειώνει χαρακτηριςτικά, αναφέρει ςτην επιςτολή του και τα βιβλία οφία ολομώντοσ, οφία ειράχ, Εςθήρ, Ιουδίθ και Σωβίασ, τα οποία χαρακτηρίζει «οὐ κανονιζβμενα μέν, τετυπωμένα δὲ παρὰ τῶν πατέρων ϊναγινώςκεςθαι τοῖσ ϋρτι προςερχομένοισ καὶ βουλομένοισ κατηχεῖςθαι τὸν τῆσ εὐςεβείασ λβγον». Απβ τη φράςη αυτήν προήλθε ο χαρακτηριςμβσ αναγινωςκβμενα για τα εκτβσ του ιουδαΰκογ κανβνα βιβλία. Σα βιβλία αυτά τα διακρίνει ςαφώσ ο Μ. Αθανάςιοσ απβ τα υπβλοιπα, τα οποία χαρακτηρίζει ωσ απβκρυφα. Απβ την εποχή αυτήν ο βροσ απβκρυφα δεν δηλώνει πλέον απλώσ αποκλειςμένα απβ τη δημβςια χρήςη ή ανάγνωςη βιβλία, αλλά βιβλία άγνωςτησ προέλευςησ και επομένωσ μη αυθεντικά 52. Παρά τον περιοριςμβ βμωσ των κανονικών βιβλίων τησ Παλαιάσ Διαθήκησ ςε 22, ο ίδιοσ ο Μ. Αθανάςιοσ χρηςιμοποιεί ςτα ςυγγράμματά του βλα ςχεδβν τα αναγινωςκβμενα βιβλία αδιάκριτα 53. Προσ εντελώσ διαφορετική κατεγθυνςη κινήθηκε η γνοδοσ τησ Ρώμησ του 382 μ.χ. που ςυγκλήθηκε επί πάπα Δαμάςου Α (366-384 μ.χ.) και εξέδωςε το Decretum de libris recipientis et non recipientis 54. το κείμενο αυτβ, γνωςτβ ωσ Decretum Gelasianum, λβγω λανθαςμένησ απβδοςήσ του ςτον πάπα Γελάςιο, απαριθμογνται για πρώτη φορά ωσ κανονικά και βιβλία που δεν ςυμπεριλαμβάνονται ςτον ιουδαΰκβ κανβνα, με εξαίρεςη το Α Έςδρασ και το Γ Μακκαβαίων. 50 Γ.Α. Ράλλησ Μ. Ποτλήσ, γνταγμα τῶν θείων καὶ ἱερῶν κανβνων τῶν τε ἁγίων καὶ πανευφήμων ϊποςτβλων καὶ τῶν ἱερῶν οἰκουμενικῶν καὶ τοπικῶν ςυνβδων καὶ τῶν κατὰ μέροσ ἁγίων πατέρων, Σβμ. 3, Αθήνα 1853, ςελ. 225. 51 PG 26,1176B-1180A και 1436B-1440A πρβλ. PG 28,284A-289D, 296A-384C 52 Elias Oikonomos, Die Bedeutung der deuterokanonischen Schriften in der orthodoxen Kirche, ςτο Siegfried Meurer (εκδ.), Die Apokryphen im Ökumenischen Horizont, Stuttgart, ςελ. 30. 53 Βλ. αναλυτική παρουςίαςη των ςχετικών παραθεμάτων: Νικβλαοσ Παπαδβπουλοσ, Σὰ δευτεροκανονικὰ τεμάχια τοῦ βιβλίου τοῦ Δανιήλ, Αθήνα 1985, ςελ. 45-47, ςημ. 169. 54 PL 19,791-793 και 59,157-159 και 166-168 16
Η παραπάνω απβφαςη είχε προφανώσ τοπικβ χαρακτήρα και ιςχγ, καθώσ ςτην Ανατολή εξακολουθεί να ιςχγει η παράδοςη που καθιερώθηκε απβ τη γνοδο τησ Λαοδικείασ. Έτςι, ο Κγριλλοσ Ιεροςολγμων (312-386 μ.χ.) επανερχβμενοσ δγο χρβνια αργβτερα, το 384 μ.χ., με τη Δ Κατήχηςή του 55 ςτο ζήτημα του κανβνα τησ Αγίασ Γραφήσ επαναλαμβάνει τον κατάλογο τησ υνβδου τησ Λαοδικείασ, ςημειώνοντασ βμωσ και αυτβσ βτι «τὰ δὲ λοιπὰ ἔξω κείςθω ἐν δευτέρῳ». Απβ τη φράςη αυτήν προήλθε ο χαρακτηριςμβσ, που επικράτηςε αργβτερα ςτη Δγςη, δευτεροκανονικά για τα εκτβσ του ιουδαΰκογ κανβνα βιβλία. την ίδια γραμμή κινογνται και ο Γρηγβριοσ Θεολβγοσ (328-390 μ.χ.) 56 και ο Αμφιλβχιοσ Ικονίου (342-395 μ.χ.) 57, οι οποίοι παραθέτουν τον κατάλογο του Μ. Αθαναςίου. Και αυτοί οι ςυγγραφείσ βμωσ δεν κάνουν ςτην πράξη διάκριςη μεταξγ των ιερών βιβλίων που χρηςιμοποιογν ςτα έργα τουσ. Επίςησ ο Επιφάνειοσ Κωνςταντίασ (αλαμίνασ) τησ Κγπρου (315-403 μ.χ.), ςυνεχίζοντασ την παράδοςη των προηγουμένων, κάνει λβγο για κανβνα 22 βιβλίων τησ Παλαιάσ Διαθήκησ, ςτα οποία ςυμπεριλαμβάνονται τα Βαρογχ και Επιςτολή Ιερεμίου. Απβ τα υπβλοιπα αναφέρει μβνον τα οφία ολομώντοσ και οφία ειράχ, τα οποία χαρακτηρίζει χρήςιμα και ωφέλιμα αλλά εκτβσ του αριθμογ των κανονικών 58. Ακβμη πιο ριζοςπαςτική, τέλοσ, εμφανίζεται η άποψη του Θεοδώρου Μοψουεςτίασ (350-428 μ.χ.), ο οποίοσ δέχεται ςτενβτερο και απβ τον ιουδαΰκβ κανβνα, αποκλείοντασ απβ αυτβν τα βιβλία Ιώβ, Άςμα Αςμάτων, Εκκληςιαςτήσ, Α - Β Παραλειπομένων, Έςδρασ, Νεεμίασ και Εςθήρ 59. Αλλά και ςτη Δγςη ο ςτενβσ κανβνασ τησ Παλαιάσ Διαθήκησ έχει ςημαντικογσ υποςτηρικτέσ. Έτςι, ο Ιλάριοσ Πικταβίου (315-367 μ.χ.) απαριθμεί 22 βιβλία τησ Παλαιάσ Διαθήκησ, παραθέτει βμωσ και την άποψη που διατυπώνεται απβ ςυγχρβνουσ του βτι θα πρέπει ςε αυτά να προςτεθογν και τα βιβλία Σωβίτ και Ιουδίθ, ώςτε ο αριθμβσ τουσ να είναι ίςοσ προσ τα 24 γράμματα του ελληνικογ αλφαβήτου 60. Σην ίδια προτίμηςη προσ τον ςτενβ κανβνα δείχνει και ο Ρουφίνοσ (315-411 μ.χ.), ο οποίοσ διακρίνει τα κανονικά βιβλία απβ τα υπβλοιπα αναγινωςκβμενα ςτην εκκληςία, για τα οποία χρηςιμοποιεί το χαρακτηριςμβ εκκληςιαςτικά (...et alii libri sunt, qui non canonici sed ecclesiastici...) 61. Αυςτηρβτερη γραμμή φαίνεται να υιοθετεί ο Ιερώνυμοσ (345-420 μ.χ.), ο οποίοσ χαρακτηρίζει απερίφραςτα τα εκτβσ του ιουδαΰκογ κανβνα βιβλία ωσ απβκρυφα (quidquid extra hos est, inter apocrypha esse ponendum) 62, αλλά αναφέρει και την εκκληςιαςτική πράξη να διαβάζονται τα μη ςυναριθμογμενα ςτα κανονικά 55 PG 33,493C-501A 56 PG 37,472A-474A ή PG 138,924ABC (και PG 38,841-846) 57 PG 37,1593A-1598A ή PG 138,925C-928D 58 PG 41,213AB. PG 42,560D-561A. PG 43,244AC 59 Νικβλαοσ Παπαδβπουλοσ, Σὰ δευτεροκανονικὰ τεμάχια τοῦ βιβλίου τοῦ Δανιήλ, Αθήνα 1985, ςελ. 49. 60 Prolegomena in Psalmos, PL IX,241. 61 Rufini, Aquileiensis presbyterii, Commentario in Symbolum Apostolorum 37, PL XXI, 373C-374B. 62 Praefatio Hieronymi in librum Tobiae, PL XXIX,23. 17
βιβλία οφία ειράχ, οφία ολομώντοσ, Ιουδίθ, Σωβίτ και Μακκαβαίων 63. ε αυτήν την άποψη του Ιερωνγμου θα ςτηριχτεί αργβτερα η προτεςταντική παράδοςη για το χαρακτηριςμβ των βιβλίων αυτών ωσ αποκργφων. Παρά την εκπεφραςμένη ςτην Ανατολή προτίμηςη προσ τον ιουδαΰκβ κανβνα (με μικρέσ παραλλαγέσ) και τισ παρβμοιεσ απβψεισ που διατυπώνονται απβ εκκληςιαςτικογσ ςυγγραφείσ τησ λατινικήσ παράδοςησ, ςτη Δγςη αρχίζει να διαμορφώνεται μια τάςη προτίμηςησ προσ έναν ευργτερο κανβνα. Έτςι, δέκα περίπου χρβνια μετά τη γνοδο τησ Ρώμησ που αναγνώριςε ωσ κανονικά περιςςβτερα βιβλία, ςυγκαλείται το 393 μ.χ. ςτην Ιππώνα νέα ςγνοδοσ, η οποία, προκειμένου να ανατρέψει την άποψη που δημιουργήθηκε απβ τα ςυγγράμματα του Ιερωνγμου βτι τα εκτβσ του ιουδαΰκογ κανβνα βιβλία είναι απβκρυφα, τα αναγνώριςε ωσ κανονικά και άγια (κανβνασ λσ ). Σον ςχετικβ κανβνα τησ υνβδου τησ Ιππώνοσ επικγρωςε λίγα χρβνια αργβτερα, το 397 μ.χ., η Γ γνοδοσ τησ Καρθαγένησ (κανβνασ μζ ). Δυςτυχώσ η αρχική μορφή των αποφάςεων των ςυνβδων αυτών δεν είναι με βεβαιβτητα γνωςτή, οπβτε το μβνο που μπορεί να υποςτηριχτεί είναι βτι δέχτηκαν ευργτερο απβ τον ιουδαΰκβ κανβνα τησ Παλαιάσ Διαθήκησ 64. Σελικά τισ αποφάςεισ των ςυνβδων Ιππώνοσ και Καρθαγένησ επικγρωςε νέα ςγνοδοσ, επίςησ ςτην Καρθαγένη, το 419 μ.χ., η οποία εξέδωςε νέο κατάλογο των βιβλίων τησ Αγίασ Γραφήσ (κανβνασ κδ /λβ ) 65. Σο κατά πβςον ο κατάλογοσ αυτβσ είναι ταυτβςημοσ με εκείνουσ των δγο προηγογμενων ςυνβδων δεν μπορεί να λεχθεί με βεβαιβτητα 66. Παρ βλα αυτά, η απβφαςη τησ ςυγκεκριμένησ ςυνβδου έχει ιδιαίτερη ςημαςία για την ιςτορία του ζητήματοσ του κανβνα τησ Αγίασ Γραφήσ, γιατί εκφράζεται ςε αυτήν ςαφώσ η πρβθεςη των ςυνέδρων να θέςουν οριςτικβ τέλοσ ςτισ ςχετικέσ ςυζητήςεισ, απαγορεγοντασ την ανάγνωςη ςτην εκκληςία ωσ θείων γραφών οποιουδήποτε βιβλίου εκτβσ των κανονικών γραφών, τισ οποίεσ απαριθμεί. Όμωσ ογτε απβ τον κατάλογο αυτβν μπορεί να εξαχθεί κάποιο αςφαλέσ ςυμπέραςμα ςχετικά με τον αριθμβ των βιβλίων τησ Παλαιάσ Διαθήκησ, λβγω των αςαφειών που περιέχει και των διαφορών που υπάρχουν ανάμεςα ςτην ελληνική και λατινική έκδοςή του 67. Έτςι, το μβνο βέβαιο 63 S. Eusebii Hieronymi, Praefatio in libros Salomonis, PL XXVIII,1306-1308. Epistolae 53, Ad Paulinum 8, PL XXII,545-549 πρβλ. Synopsis divinae bibliothecae ex epistola Hierony-mi ad Paulinam desympta, PL XXVIII, 173-178. 64 Βλ. Παναγιώτησ Μπογμησ, Οἱ κανβνεσ τῆσ Ἐκκληςίασ περὶ τοῦ κανβνοσ τῆσ Ἁγ. Γραφῆσ, Αθήνα 1986, ςελ. 23, ςημ. 2, 6 και ςελ. 105. 65 Γ.Α. Ράλλησ Μ. Ποτλήσ, γνταγμα τῶν θείων καὶ ἱερῶν κανβνων τῶν τε ἁγίων καὶ πανευφήμων ϊποςτβλων καὶ τῶν ἱερῶν οἰκουμενικῶν καὶ τοπικῶν ςυνβδων καὶ τῶν κατὰ μέροσ ἁγίων πατέρων, Σβμ. 3, Αθήνα 1853, ςελ. 368-369. 66 Παναγιώτησ Μπογμησ, Οἱ κανβνεσ τῆσ Ἐκκληςίασ περὶ τοῦ κανβνοσ τῆσ Ἁγ. Γραφῆσ, Αθήνα 1986, ςελ. 24, ςημ. 4. 67 υγκεκριμένα, η ςγνοδοσ αναγνωρίζει ςαφώσ ωσ κανονικά τα εκτβσ του ιουδαΰκογ κανβνα βιβλία Α Έςδρασ, Σωβίτ και Ιουδίθ. Πολγ πιθανβ φαίνεται επίςησ βτι αναγνωρίζει, αν και δεν τα κατονομάζει, τα βιβλία Βαρογχ και Επιςτολή Ιερεμίου, βπωσ προκγπτει απβ τη διαπίςτωςη βτι δεν κατονομάζει ογτε το βιβλίο Θρήνοι, αλλά αναφέρει γενικώσ Ιερεμίασ. Αςαφήσ βμωσ είναι η έκφραςη ολομῶντοσ βίβλοι πέντε, εφβςον είναι γνωςτβ βτι κατά παράδοςη ςτον ολομώντα αποδίδονταν, εκτβσ απβ τα τρία βιβλία του ιουδαΰκογ κανβνα (Παροιμίεσ, Εκκληςιαςτήσ και Άςμα Αςμάτων), ένα μβνον επιπλέον βιβλίο, το οφία ολομώντοσ. Αβεβαιβτητα, τέλοσ, επικρατεί και ςχετικά με τα βιβλία Α - Β Μακκαβαίων, τα οποία περιλαμβάνονται ςτη λατινική έκδοςη του κειμένου τησ απβφαςησ, αλλά παραλείπονται 18
ςυμπέραςμα παραμένει βτι η γνοδοσ τησ Καρθαγένησ του 419 μ.χ. δέχεται έναν ευργτερο απβ τον ιουδαΰκβ κανβνα τησ Παλαιάσ Διαθήκησ, με εξαίρεςη τα βιβλία οφία ειράχ και Γ Μακκαβαίων. Απβ αυτήν την εποχή (ε μ.χ. αιώνασ) προέρχονται και οι λεγβμενοι Κανβνεσ τῶν ἁγίων καὶ πανευφήμων Ἀποςτβλων, οι οποίοι αποφαίνονται επίςησ υπέρ ενβσ ευργτερου κανβνα, βχι μβνο για την Παλαιά αλλά και για την Καινή Διαθήκη, ςυνυπολογίζοντασ ςτα βιβλία τησ τισ Επιςτολέσ Κλήμεντοσ και τισ Αποςτολικέσ Διαταγέσ (κανβνασ πε ). τουσ αιώνεσ βμωσ που ακολουθογν, και παρά την απβφαςη τησ υνβδου τησ Καρθαγένησ, το θέμα εξακολουθεί να παραμένει ανοιχτβ. Έτςι, ο Ιουνίλιοσ ο Αφρικανβσ (+περίπου 550 μ.χ.) ακολουθεί την άποψη του Θεοδώρου Μοψουεςτίασ περί ςτενβτερου απβ τον ιουδαΰκβ κανβνα 68. Μιςβν αιώνα αργβτερα, ο πάπασ Γρηγβριοσ ο Μέγασ ο Διάλογοσ (590-604 μ.χ.) επανέρχεται ςτο θέμα, διακρίνοντασ τα βιβλία τησ Παλαιάσ Διαθήκησ ςε κανονικά και «libros non canonicos sed tamen ad aedificationen Ecclesiae editos» 69. Οριςτικβ τέρμα ςτισ ςχετικέσ με τον κανβνα τησ Αγίασ Γραφήσ ςυζητήςεισ θέτει η λεγβμενη Πενθέκτη εν Σρογλλω Οικουμενική γνοδοσ του 691 μ.χ. ςτην Κωνςταντινογπολη, χωρίσ εντογτοισ να λάβει ςαφείσ αποφάςεισ ςε β,τι αφορά τον κανβνα τησ Παλαιάσ Διαθήκησ. υγκεκριμένα, η ςγνοδοσ επικγρωςε με το β κανβνα τησ τουσ λεγβμενουσ Αποςτολικογσ Κανβνεσ, τουσ κανβνεσ των ςυνβδων Λαοδικείασ και Καρθαγένησ, καθώσ και τουσ κανβνεσ των Μ. Αθαναςίου, Γρηγορίου του Θεολβγου και Αμφιλοχίου Ικονίου, χωρίσ βμωσ να ςυζητήςει τισ μεταξγ τουσ διαφορέσ ογτε να απαριθμήςει αναλυτικά τα βιβλία που ςυγκροτογν την Παλαιά Διαθήκη. Αυτβ ςημαίνει βτι για τη ςγνοδο δεν τίθεται πλέον ουςιαςτικβ θέμα κανβνα τησ Παλαιάσ Διαθήκησ, οπβτε νομιμοποιεί βλεσ τισ υφιςτάμενεσ ςχετικέσ τοπικέσ παραδβςεισ, χωρίσ προςπάθεια ενοποίηςησ. Πάντωσ η παλιά ανατολική παράδοςη προτίμηςησ προσ το ςτενβ κανβνα εξακολουθεί να εκπροςωπείται και μετά την απβφαςη τησ Πενθέκτησ Οικουμενικήσ υνβδου. Ο Ιωάννησ ο Δαμαςκηνβσ (680-755μ.Χ.) αφιερώνει ένα κεφάλαιο του έργου του Ἔκδοςισ ϊκριβὴσ τῆσ Ὀρθοδβξου Πίςτεωσ ςτο θέμα Αγία Γραφή, βπου παραθέτει αναλυτικά τα βιβλία τησ Παλαιάσ Διαθήκησ ςγμφωνα με τον ιουδαΰκβ κανβνα, εξηγώντασ ταυτβχρονα το ςγςτημα αρίθμηςήσ τουσ ςγμφωνα με τα γράμματα του εβραΰκογ αλφαβήτου 70. Απβ την παραπάνω ιςτορική επιςκβπηςη προκγπτει βτι ο κανβνασ τησ Παλαιάσ Διαθήκησ δεν αποτέλεςε ποτέ κατά την πρώτη χιλιετία του χριςτιανιςμογ εςωτερικβ πρββλημα τησ Εκκληςίασ, η οποία παρέλαβε και ερμήνευςε απβ την ελληνική. Βλ. αναλυτικβτερα: Παναγιώτησ Μπογμησ, Οἱ κανβνεσ τῆσ Ἐκκληςίασ περὶ τοῦ κανβνοσ τῆσ Ἁγ. Γραφῆσ, Αθήνα 1986, ςελ. 106εξ. 68 Junilii, Episcopi Africani, De partibus divinae legis, lib. I,6εξ, PL LXVIII,19εξ. 69 Moralium Libri sive expositio in Librum b. Job XIX 21,13, PL LXXVI,119. 70 Ἰωάννου Δαμαςκηνοῦ, Ἔκδοςισ ϊκριβὴσ τῆσ Ὀρθοδβξου Πίςτεωσ, Κείμενο-Μετάφραςη- Ειςαγωγή-χβλια Νίκου Ματςογκα, Θεςςαλονίκη 1976, ςελ. 400. 19
χριςτολογικά ςγνολη την πνευματική παραγωγή του προχριςτιανικογ ιουδαΰςμογ. Θέμα κανβνα τησ Αγίασ Γραφήσ τέθηκε για την Εκκληςία μβνο ςτο πλαίςιο τησ αντιπαράθεςήσ τησ είτε προσ τον ιουδαΰςμβ αρχικά είτε προσ τουσ αιρετικογσ ςτη ςυνέχεια. Οι ςχετικέσ αποφάςεισ υπαγορεγονταν απβ τισ κάθε φορά επικρατογςεσ κατά τβπουσ ςυνθήκεσ και τα προβλήματα που έπρεπε να αντιμετωπιςτογν. Έτςι, ενώ η Εκκληςία ςτο εςωτερικβ τησ δεν αντιμετώπιζε πρββλημα κανβνα τησ Αγίασ Γραφήσ, ςτην προσ τα έξω έκφραςή τησ αναγκαζβταν να περιορίζει κατά περίπτωςη τον αριθμβ των βιβλίων, είτε για να εξυπηρετήςει τισ ανάγκεσ του διαλβγου με τον ιουδαΰςμβ είτε για να αποτρέψει τη διάδοςη αιρετικών διδαςκαλιών που ςτηρίζονταν ςε άγνωςτησ ή αμφίβολησ προέλευςησ ψευδεπίγραφα έργα. Αυτβ αποδεικνγεται απβ το γεγονβσ βτι ακβμη και οι εκκληςιαςτικοί ςυγγραφείσ που τάςςονται ςαφώσ υπέρ του ςτενογ ιουδαΰκογ κανβνα, ςτα ςυγγράμματά τουσ που απευθγνονται προσ τουσ πιςτογσ κάνουν ευργτατη χρήςη βλων των ιουδαΰκών γραφών, ανεξάρτητα απβ το αν αυτέσ περιέχονται ςτον κανβνα που οι ίδιοι προτείνουν ή βχι. το ίδιο ςυμπέραςμα οδηγεί και η διαπίςτωςη βτι αρκετέσ απβ τισ γιορτέσ που θέςπιςε η Εκκληςία ςτηρίζονται ςε γεγονβτα που περιγράφονται ςε έργα τα οποία ποτέ δεν έγιναν δεκτά ογτε ςτον ευργτερο κανβνα. Σο ίδιο ιςχγει και για την υμνογραφία και την εικονογραφία τησ Εκκληςίασ, η οποία ςυχνά εμπνέεται και αντλεί τα θέματά τησ απβ εκτβσ του κανβνα βιβλία. Απβ την άλλη μεριά, το γεγονβσ βτι η Ανατολή υπήρξε ο χώροσ βπου διεξήχθηςαν οι περιςςβτερεσ θεολογικέσ ςυζητήςεισ και εκδηλώθηκαν οι περιςςβτερεσ αιρέςεισ εξηγεί την τάςη προτίμηςησ προσ το ςτενβ κανβνα που εμφανίζουν οι ςυγγραφείσ τησ περιοχήσ. Ο κανβνασ τησ Εκκληςίασ κατά τη δεγτερη χιλιετία Σο μεγάλο ςχίςμα μεταξγ Ανατολικήσ και Δυτικήσ Εκκληςίασ και τα τραγικά για την Ανατολή γεγονβτα που ακολογθηςαν (ςταυροφορίεσ, τουρκοκρατία) δεν άφηςαν χώρο για ςυζητήςεισ γγρω απβ το θέμα του κανβνα των βιβλίων τησ Παλαιάσ Διαθήκησ. Άλλωςτε μία χιλιετία χριςτιανιςμογ ήταν αρκετή, ώςτε να παγιωθογν οι ςχετικέσ κατά τβπουσ παραδβςεισ και να μην αποτελογν πλέον αντικείμενο ςυζητήςεων. Σο ζήτημα του κανβνα τησ Παλαιάσ Διαθήκησ ξανατέθηκε ςτη Δγςη κατά το ισ μ.χ. αιώνα με αφορμή τη Μεταρργθμιςη και ςτην Ανατολή έναν αιώνα αργβτερα, αλλά κάτω απβ εντελώσ διαφορετικέσ προδποθέςεισ απβ εκείνεσ του παρελθβντοσ. τη Δγςη, ο ζήλοσ των μεταρρυθμιςτών για επιςτροφή ςτισ αυθεντικέσ πηγέσ τησ πίςτησ οδήγηςε ςτην αναγνώριςη απβ τισ προτεςταντικέσ Εκκληςίεσ του εβραΰκογ κειμένου τησ Παλαιάσ Διαθήκησ ωσ του μβνου αυθεντικογ και, επομένωσ, ςτην υιοθέτηςη του ςτενογ ιουδαΰκογ κανβνα. Σα εκτβσ του κανβνα αυτογ βιβλία που αναγνώριζε η Εκκληςία τησ Δγςησ ονομάςτηκαν απβκρυφα και τα υπβλοιπα ψευδεπίγραφα. Παρ βλα αυτά και παρά τον υποτιμητικβ χαρακτηριςμβ απβκρυφα, η λουθηρανική παράδοςη δεν απέκλειςε εντελώσ την ανάγνωςη των βιβλίων αυτών, τα οποία μέχρι ςήμερα ςυμπεριλαμβάνονται ςυχνά ςε εκδβςεισ τησ 20