Επενδύοντας στην εκπαίδευση σε περίοδο οικονομικής κρίσης: η περίπτωση του Π.Μ.Σ. Διεθνής Διοικητική των Επιχειρήσεων Dr. Π. Κυριαζόπουλος pkyriaz@teipir.gr Dr. Ειρήνη Σαμαντά isamanta@teipir.gr Περίληψη Η παρούσα έρευνα εξετάζει την συμβολή του Π.Μ.Σ. Διεθνής Διοικητική των Επιχειρήσεων του Τμήματος Διοίκησης Επιχειρήσεων του ΤΕΙ Πειραιά στην οικονομική και επαγγελματική εξέλιξη των αποφοίτων καθώς και τον βαθμό της εργασιακής τους ικανοποίησης. Η έρευνα αναγνωρίζει τα κοινωνικά και ατομικά χαρακτηριστικά που έδρασαν παρακινητικά στη μάθηση των πτυχιούχων καθώς και σε ποιο βαθμό η οικονομική κρίση συνέβαλλε στην παρακίνηση τους για μάθηση. Συγκεκριμένα η επένδυση στο συγκεκριμένο μεταπτυχιακό πρόγραμμα βοηθά στην επαγγελματική και οικονομική ανάπτυξη των πτυχιούχων. Επίσης οι υψηλότερες αμοιβές όσο και το ευρύτερο εργασιακό περιβάλλον είναι σημαντικοί παράγοντες για την εργασιακή ικανοποίηση. Τα ψυχο-κοινωνικά χαρακτηριστικά των πτυχιούχων ενισχύουν την παρακίνηση για μάθηση. Οι απόφοιτοι δήλωσαν ότι η μάθηση τους προκαλεί ευχαρίστηση και προσδοκούν μέσω αυτής, την επαγγελματική τους εξέλιξη. Αναφορικά με την οικονομική κρίση διαπιστώθηκε ότι η κρίση δεν αποτέλεσε βασικό παράγοντα επιλογής του προγράμματος σπουδών. Οι φοιτητές δεν είχαν δυσκολία στην επιλογή του προγράμματος αλλά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του προγράμματος συνέβαλλαν στην επιλογή του. Λέξεις Κλειδιά: οικονομική κρίση, εκπαίδευση, μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών, κριτήρια επιλογής σπουδών. 1. Εισαγωγή Η οικονομική κρίση επηρέασε σε σημαντικό βαθμό τα δημόσια οικονομικά και την αγορά εργασίας στην Ελλάδα. Τα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα οφείλουν να αντιληφθούν τις επιδράσεις της οικονομικής κρίσης και να δημιουργήσουν τα κατάλληλα σχέδια συμβολής των στην ανάκαμψη από την κρίση αλλά και προγραμματισμού για την περίοδο ανάκαμψης μετά την κρίση. Επίσης, τα ιδρύματα θα πρέπει να λάβουν υπόψιν τους στα πλαίσια υιοθέτησης της νέας τους στρατηγικής ότι οι σημερινοί απόφοιτοι βρίσκουν δυσκολότερα εργασία και αυτό μπορεί να έχει μακροχρόνιες επιπτώσεις τόσο για τη μελλοντική τους εξέλιξη όσο και για το ίδιο το γεγονός του εάν αξίζει τον κόπο οι νέοι να αποκτούν ανώτερη εκπαίδευση. Ο δημόσιος τομέας μπορεί να προσφέρει λιγότερες θέσεις εργασίας αλλά θα εξακολουθεί να είναι ελκυστικός γιατί οι φοιτητές αναζητούν και θα αναζητήσουν περισσότερη εργασιακή ασφάλεια. Το επιχείρημα για υψηλότερη οικονομική συμμετοχή των φοιτητών στις σπουδές τους, έχει ως αντεπιχείρημα από την μία, τη δημιουργία μίας πολιτικής κουλτούρας αποφυγής χρεών εξαιτίας των περικοπών της κρατικής χρηματοδότησης και από την άλλη, τη δημιουργία μεγαλύτερης προσδοκίας για απόδοση στην επένδυση που γίνεται για τις ανώτατες σπουδές από πλευράς των φοιτητών και του οικογενειακού τους πλαισίου. Σκοπός του προγράμματος της Διεθνούς Διοικητικής των Επιχειρήσεων, είναι η συμβολή του στη Κοινωνία και ιδιαίτερα στη δημιουργία στελεχών για την ένταξη τους στη νέα τάξη πραγμάτων. Ιδιαίτερα, η παροχή εκπαίδευσης η οποία συνδέεται με τα προβλήματα του διεθνούς περιβάλλοντος της διοικητικής των επιχειρήσεων και η οποία οφείλει να χαρακτηρίζεται από μία ανθρωπο-κεντρική φιλοσοφία τόσο στο Μάρκετινγκ όσο και στη
Διοίκηση Ανθρωπίνου Δυναμικού. Στόχος επίσης του προγράμματος είναι η κάλυψη των αναγκών της σύγχρονης οικονομίας. Το παρόν μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών άρχισε να λειτουργεί το 2009-2010 σύμφωνα με τον Ν. 3685/2008 για τις μεταπτυχιακές σπουδές στην Ελλάδα. Το πρόγραμμα δέχεται επιστήμονες κατόχους πτυχίων ΑΕΙ (εσωτερικού και εξωτερικού) ανεξάρτητα από την ειδικότητα του βασικού τους πτυχίου. Το πρόγραμμα δίνει τη δυνατότητα και σε εργαζόμενους να το παρακολουθήσουν γιατί παρέχεται και με τη μορφή της μερικής φοίτησης, διάρκειας έξι εξαμήνων, έναντι τριών εξαμήνων για τους φοιτητές που ακολουθούν την πλήρη φοίτηση, συμπεριλαμβανομένου και του χρονικού διαστήματος εκπόνησης της διπλωματικής εργασίας. Αναφορικά με τον επιτρεπόμενο αριθμό εισακτέων του προγράμματος σπουδών, δέχεται το πρόγραμμα πενήντα φοιτητές ανά τμήμα πλήρους ή μερικής φοίτησης. Το πρόγραμμα επίσης προσφέρει μαθήματα δια ζώσης καθώς και μαθήματα μέσω της πλατφόρμας ασύγχρονης τηλεκπαίδευσης Open eclass (ΤΕΙ Πειραιά, 2012). Είναι αυτοχρηματοδοτούμενο. Η παρούσα έρευνα μελετά την αποδοτικότητα του μεταπτυχιακού προγράμματος σπουδών της Διεθνούς Διοικητικής των Επιχειρήσεων του ΤΕΙ Πειραιά. Πιο συγκεκριμένα τα οφέλη (ποιοτικά και ποσοτικά των πτυχιούχων του προγράμματος των ετών 2009 και 2010). Πιο συγκεκριμένα, το πρόβλημα που τίθεται προς διερεύνηση είναι, γιατί οι εγγεγραμμένοι του προγράμματος στα ακαδημαϊκά έτη 2009 & 2010, επέλεξαν να συνεχίσουν τις σπουδές τους σε μεταπτυχιακό επίπεδο. Ποιοι είναι οι παράγοντες που τους παρακίνησαν και ποια τα οφέλη που αποκόμισαν από τις σπουδές τους σε επαγγελματικό επίπεδο. Η οικονομική κρίση, σε ποιο βαθμό, συνέτεινε στην συνέχιση και στην επιλογή του συγκεκριμένου τμήματος σπουδών. Ποια άλλα κριτήρια διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο, ως προς την απόφαση επιλογής του συγκεκριμένου προγράμματος σπουδών. Τέλος, διερευνάται ο βαθμός στον οποίο το πρόγραμμα προσέφερε εφόδια που ήταν σε τέτοιο βαθμό επαρκή που να υπερκεράσουν τις δυσμενείς συνθήκες της κρίσης για επαγγελματική αποκατάσταση. 2. Θεωρητική Προσέγγιση 2.1 Η επένδυση στην εκπαίδευση Η θεωρία του ανθρώπινου κεφαλαίου υποστηρίζει, ότι η επίσημη εκπαίδευση είναι απαραίτητη για τη βελτίωση της παραγωγικής ικανότητας του πληθυσμού. Με άλλα λόγια, ένας εκπαιδευμένος πληθυσμός είναι ένας παραγωγικός πληθυσμός. Σύμφωνα με τον Babalola (2003), η λογική πίσω από την επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο βασίζεται στα ακόλουθα επιχειρήματα: Η νέα γενιά πρέπει να έχει πρόσβαση στη γνώση που συσσωρεύτηκε από τις προηγούμενες γενιές. Η νέα γενιά πρέπει να διδαχτεί πως η υπάρχουσα γνώση πρέπει να χρησιμοποιείται για να αναπτυχθούν νέα προϊόντα, να εισάγει νέες διαδικασίες και κοινωνικές υπηρεσίες και Οι άνθρωποι πρέπει να ενθαρρυνθούν, ώστε να αναπτύξουν καινούριες ιδέες, προϊόντα, διαδικασίες και μεθόδους μέσω δημιουργικών προσεγγίσεων. Σύμφωνα με τους Fagerlind και Saha (1997), η θεωρία του ανθρώπινου κεφαλαίου αιτιολογεί τις δημόσιες δαπάνες στην εκπαίδευση τόσο στις αναπτυγμένες όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες. Η ελκυστικότητά της βασίζεται στην οικονομική απόδοση της επένδυσης στην εκπαίδευση, τόσο σε μάκρο όσο και σε μίκρο επίπεδο. Οι Psacharopoulos and Woodhall (1997:102) υποστηρίζουν ότι: «οι ανθρώπινοι πόροι αποτελούν τη βάση του πλούτου των εθνών. Το κεφάλαιο και οι φυσικοί πόροι αποτελούν παθητικούς παράγοντες της παραγωγής, ενώ οι άνθρωποι είναι ένας ενεργητικός παράγοντας που συσσωρεύει κεφάλαιο, εκμεταλλεύεται τους φυσικούς πόρους, κτίζει κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτικούς οργανισμούς και προωθεί την εθνική ανάπτυξη.» Το κύριο πρόβλημα όμως που σχετίζεται με την πεποίθηση ότι η εκπαίδευση είναι χρήσιμη για την οικονομική μεγέθυνση και ανάπτυξη σύμφωνα με τον Babalola (2003), έχει να κάνει με το πώς θα διατηρηθεί μία θέση ισορροπίας δηλαδή το σημείο εκείνο που δεν θα υπάρχει 2
στοιχείο έλλειψης ή πλεονάσματος προσφοράς εκπαιδευμένων ανθρώπων. Μία έλλειψη σε εκπαιδευμένα άτομα μπορεί να περιορίσει την ανάπτυξη ενώ μία υπερβάλλουσα προσφορά, μπορεί να δημιουργήσει ανεργία και να περιορίσει την ανάπτυξη. 2.2 Οικονομική κρίση και εκπαίδευση Σύμφωνα με την Διοικούσα Επιτροπή του Παρατηρίου για τη Δημοκρατία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην Εκπαίδευση (2012), η λαίλαπα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης που εμφανίστηκε το 2008 προκάλεσε τεράστια κοινωνικά προβλήματα σε ολόκληρο τον πλανήτη, με εμφανή τα σημάδια της ανεργίας, της οικονομικής εξαθλίωσης σε μεγάλα πληθυσμιακά στρώματα, εντείνοντας τον κοινωνικό αποκλεισμό, ενισχύοντας τις κοινωνικές ανισότητες, με ταυτόχρονα μεγάλες επιπτώσεις στον επενδυτικό χώρο, στον εμπορικό-βιομηχανικόεπιχειρηματικό κλάδο, στην πρόνοια αλλά και στην εκπαίδευση. Σύμφωνα με τον Οργανισμό Οικονομικής Ανάπτυξης και Συνεργασίας, (OECD, 2012b) αποδείχθηκε πως το υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης βοήθησε τα άτομα να αποφύγουν την ανεργία και να παραμείνουν στην εργασία κατά τη διάρκεια της ύφεσης 2008-2012. Παρατηρήθηκε πως το 2008, κατά μέσο όρο στις χώρες του ΟΟΣΑ, οι προσδοκώμενες αποδοχές ενός άνδρα αποφοίτου της ανώτατης εκπαίδευσης, μπορούσαν να ξεπερνούν κατά 58% αυτές των συναδέλφων του που είχαν ολοκληρώσει μόνο την δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Έως το 2012 αυτή η διαφορά στις αποδοχές αυξήθηκε στο 67%. Αναφορικά με τις γυναίκες διαπιστώθηκε, ότι η διαφορά έγκειται στο 54% και το 2012 ανήλθε στο 59% OECD (2012b:3). Ο Sir Chris Humphries, Chief Executive --UK Commission for Employment and Skills, υποστηρίζει ότι στο παρελθόν η πιο συνήθης πρακτική από την σκοπιά των επιχειρήσεων, ήταν οι περικοπές επένδυσης στην εκπαίδευση με την έναρξη της ύφεσης, παρ όλα αυτά οι έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί για το θέμα, φανερώνουν ότι αυτό δεν είναι το ιδανικό να κάνει κάποιος (Jenkins & Leaker, 2010). Σε μία ανοικτή επιστολή στις εθνικές εφημερίδες, μεγάλοι επιχειρηματίες αλλά και τα CBI, TUC δήλωσαν ότι «τώρα είναι ακριβώς ο σωστός χρόνος να συνεχίσουμε να επενδύουμε στις ικανότητες και στα ταλέντα των ανθρώπων μας. Οι άνθρωποί μας είναι αυτοί που θα μας βοηθήσουν να βγούμε από την κρίση. Όταν οι αγορές συρρικνώνονται και μειώνονται, οι παραγγελίες είναι η δέσμευση, η παραγωγικότητα και η ικανότητα να προσθέσουμε αξία σ αυτό που θα μας κάνει να παραμείνουμε ανταγωνιστικοί» (Mason & Bishop, 2010). Μία έρευνα που έγινε σε ανθρώπους που ασχολούνται με τη Διοίκηση ανθρωπίνων πόρων από το IMC (UK) Learning Ltd βρήκε ότι (Bosch, 2010): To 80% πιστεύει ότι το σωστά εκπαιδευμένο προσωπικό μπορεί να διαδραματίσει βασικό ρόλο στις προκλήσεις που δημιουργεί η οικονομική ύφεση. Το 83% πιστεύει ότι η εκπαίδευση του προσωπικού είναι το ίδιο σημαντική τόσο σε καιρούς ύφεσης όσο και σε άλλους καιρούς. Το 80% συμφωνεί ότι η περικοπή του προϋπολογισμού για εκπαίδευση κατά τη διάρκεια μίας υφεσιακής περιόδου δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που επιλύει. Κατά συνέπεια, το ερώτημα που τίθεται είναι πως οι εργοδότες προσαρμόζουν την εκπαιδευτική στρατηγική τους κατά τη διάρκεια των υφεσιακών περιόδων; Η θεωρία μας λέει ότι οι εργοδότες περικόπτουν τον προϋπολογισμό της εκπαίδευσης κατά τη διάρκεια των περιόδων ύφεσης προκειμένου να εξοικονομήσουν οικονομικούς πόρους καθώς δεν είναι πιθανό να προσλάβουν καινούριο προσωπικό και εκπαιδευόμενους που να έχουν εκπαιδευτικές ανάγκες. Η οικονομική πίεση σημαίνει ότι θα καταφύγουν σε βραχυπρόθεσμες εκπαιδευτικές λύσεις. Η μειωμένη ζήτηση ή ο αυξανόμενος ανταγωνισμός κατά τη διάρκεια της ύφεσης, οδηγεί τις επιχειρήσεις σε καινούριες αγορές ή σε αλλαγή της στρατηγικής με τρόπους που να καταλήγουν σε καινούριες εκπαιδευτικές ανάγκες. Η μείωση της ζήτησης οδηγεί πολλούς εργοδότες στο να απομακρύνουν προσωπικό που θα τους ήταν χρήσιμο στις περιόδους ανάκαμψης (Charlton, 2008). Κάποιες επιχειρήσεις όπως η Honda το γνωρίζουν, γι αυτό όταν χρειάστηκε να επιλέξει για το εργοστάσιό της στο Swindon, μεταξύ της απόλυσης 1300 εργαζομένων ή να κλείσει το εργοστάσιο για δύο μήνες δίνοντας στους 4800 εργαζόμενους το βασικό μισθό, η Honda επέλεξε το δεύτερο διατηρώντας τις ξεχωριστές ικανότητές της, παίρνοντας την πτώση της 3
παραγωγής ως ευκαιρία για να εκπαιδεύσει τους εργαζόμενούς της σε διάφορες δεξιότητες και σε τεχνικές Business Improvement (Bosch, 2010). 2.3 Η ζήτηση για Ανώτατη Εκπαίδευση σε Ευρωπαϊκό Επίπεδο Η ζήτηση για την τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει αυξηθεί, χαρακτηριστικά σύμφωνα με τα στοιχεία από τον Οργανισμό Οικονομικής Ανάπτυξης και Συνεργασίας, όπου στη Νορβηγία στη Σουηδία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι αιτήσεις για τα πανεπιστήμια για το ακαδημαϊκό έτος 2010-11 αυξήθηκαν πάνω από 20% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Αυτό το άλμα είναι μεγάλο, ακόμη και σε σχέση με την άνοδο των στοιχείων εγγραφής που άρχισε πριν από την κρίση. Το γεγονός αυτό ενισχύεται από την παρατήρηση ότι ένα μεγάλο μέρος της αύξησης αναλογεί στους αιτούντες ηλικίας 25 ετών και άνω, το μερίδιο των οποίων αυξήθηκε παραπάνω από 60% σε ένα έτος. Ομοίως και στην Ιρλανδία οι αιτήσεις "ωρίμων" φοιτητών αυξήθηκαν πάνω από 30% μεταξύ 2008 και 2009 (OECD, 2010a). 2.4 Μεταπτυχιακές σπουδές στην Διεθνή Διοικητική των Επιχειρήσεων Αναφορικά με το μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών της Διεθνούς Διοικητικής των Επιχειρήσεων του ΤΕΙ, Πειραιά θα πρέπει να επισημανθεί πως ενώ υπάρχει πληθώρα μεταπτυχιακών προγραμμάτων στη Διοικητική Επιχειρήσεων, είναι περιορισμένος ο αριθμός αυτών που εξειδικεύονται στη Διεθνή Διοικητική. Κατά συνέπεια, το συγκεκριμένο μεταπτυχιακό πρόγραμμα του ΤΕΙ Πειραιά, έχει ένα συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι των υπολοίπων επιστημονικών κλάδων, διότι δεν έχει ουσιαστικά ανταγωνισμό. Ο υποψήφιος θα πρέπει να λάβει υπόψη του, εάν το πρόγραμμα παρέχεται από ένα αναγνωρισμένο και με κύρος ανώτατο ίδρυμα και εάν οι διδάσκοντες είναι γνωστοί ερευνητές. Θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψιν, το περιεχόμενο, την οργάνωση και την ποιότητα του προγράμματος. Άλλοι παράγοντες τους οποίους θα πρέπει να εξετάσει, είναι εάν το πρόγραμμα είναι γνωστό για την ποιότητα διδασκαλίας, εάν υπάρχει καλή αναλογία του προσωπικού με τους σπουδαστές καθώς και εάν έχει καλούς διδακτικούς πόρους (π.χ. Η/Υ, εργαστήρια, βιβλιοθήκη). Σημαντικό είναι να εξετασθούν οι πιθανότητες καλής επαγγελματικής αποκατάστασης μετά το πέρας των σπουδών καθώς και εάν προσελκύει μεγάλο αριθμό σπουδαστών. Τέλος, ο φοιτητής θα πρέπει να λάβει υπόψη του, εάν το πρόγραμμα παρέχει πολλές εξειδικευμένες επιλογές. Το συγκεκριμένο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα προσφέρει όλα τα παραπάνω. 3. Αποτελέσματα της έρευνας Παρατηρείται ότι από ένα δείγμα 158 ανταποκρινόμενους, το 65,5% ήταν γυναίκες και το 34,5% ήταν άνδρες. Η συντριπτική πλειοψηφία των συμμετεχόντων, είναι από 26 έως 35 ετών (87,9%), και πολύ λίγοι είναι οι άνω των 36 ετών. Πιο συγκεκριμένα το 8,6% αντιστοιχεί στους 36-45 ετών, και μόλις το 3,4%, στους ηλικίας 45-55 ετών. Το σύνολο των αποφοίτων εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα ακολουθούμενο από αυτούς που εργάζονται ως ελεύθεροι επαγγελματίες και δημόσιοι υπάλληλοι. Ένα ποσοστό αυτών (6,9%) ήταν άνεργοι. Το μεγαλύτερο ποσοστό (65,5%) αμείβονταν με 600-1200 Ευρώ μηνιαίως. Εδώ είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτοί που αμείβονται με 1200-1800 Ευρώ μηνιαίως ήταν περισσότερο ικανοποιημένοι από όλους στη σχέση που είχαν με τους προϊσταμένους τους. Οι απαντήσεις των αποφοίτων που έχουν υψηλότερα εισοδήματα σχετικά με το εάν το πρόγραμμα τους παρέχει μεγαλύτερα οικονομικά εφόδια, είναι πιο πολύ θετικές, σε σχέση με αυτών που έχουν χαμηλά εισοδήματα. Υπάρχει δηλαδή άμεση σύνδεση του υψηλότερου εισοδήματος και της εκτίμησης της αποδοτικότητας του προγράμματος. Επιβεβαιώνεται λοιπόν η θεωρία της δικαιοσύνης (Adams, 1965), σύμφωνα με την οποία εάν η συνεισφορά/απόδοση (input/output) μίας σχέσης είναι ίση με την αντίστοιχη του άλλου, τότε υπάρχει ικανοποίηση, ενώ σε αντίθετη περίπτωση όπου υπάρχει ανισότητα (μεγαλύτερη ή μικρότερη σχέση) από την αντίστοιχη του άλλου ατόμου, τότε το άτομο δυσαρεστείται. 4
Δηλαδή οι απόφοιτοι θεωρούν ότι έλαβαν αρκετά εφόδια που τους βοήθησαν να αποκτήσουν υψηλότερα εισοδήματα κατά συνέπεια η σχέση συνεισφοράς/απόδοσης είναι ισορροπημένη. Το 80% των ερωτηθέντων απάντησε ότι το ανθρώπινο κεφάλαιο είναι πολύ σημαντικό ως πηγή επαγγελματικής σταδιοδρομίας και εξέλιξης ενώ το 73% απάντησε ότι το μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών είναι σημαντικό, χάρη στα εφόδια που παρέχει για επαγγελματική εξέλιξη. Τα αποτελέσματα αυτά συνάδουν με τη θεωρία του ανθρώπινου κεφαλαίου που υποστηρίζει ότι το ανθρώπινο κεφάλαιο αναφέρεται στις επενδύσεις που κάνουν οι άνθρωποι για να επαυξήσουν την οικονομική παραγωγικότητά τους (Schultz, 1971). Οι απόφοιτοι συνεπώς πιστεύουν ότι οι σπουδές τους στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών θα αύξαναν την οικονομική παραγωγικότητά τους γι αυτό κατά συνέπεια επένδυσαν χρόνο και χρήμα στο συγκεκριμένο πρόγραμμα. Η μεγάλη πλειοψηφία των αποφοίτων απάντησε ότι το μεταπτυχιακό πρόγραμμα τους δίνει τη δυνατότητα επαγγελματικής ανάπτυξης και δευτερευόντως της οικονομικής, γεγονός που εναρμονίζεται πλήρως με τη θεωρία του ανθρωπίνου κεφαλαίου σύμφωνα με την οποία η εκπαίδευση συνάδει στην αύξηση της παραγωγικότητας των εργαζομένων η οποία κατ επέκταση οδηγεί σε υψηλότερες αμοιβές (Schultz 1971; Babalola 2003; Sakamota και Powers 1995; Psacharopoulos και Woodhall 1997). Σύμφωνα με το Γράφημα 1, το σύνολο σχεδόν των ερωτηθέντων δηλώνει πως η εκμάθηση νέων γνώσεων τους δημιουργεί αυτοπεποίθηση (48,28%) και (43,10%), ενώ το 62% θεωρεί πως η ηλικία δεν αποτελεί αντικίνητρο για μάθηση (Γράφημα 2). Γράφημα 1: Σημασία μάθησης σαν κίνητρο 5
Γράφημα 2: Σημασία ηλικίας σαν κίνητρο Τέλος, πολύ σημαντική θεωρείται από τους ερωτηθέντες η μάθηση και η εκπαιδευτική διαδικασία που επιτελείται στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα σπουδών Διεθνής Διοικητική των Επιχειρήσεων σύμφωνα με το Γράφημα 3. Γράφημα 3:Σημασία μάθησης και εκπαιδευτικής διαδικασίας Σχετικά με την παρακίνηση για μάθηση το σύνολο των αποφοίτων απάντησε ότι η εκμάθηση νέων αντικειμένων τους κάνει να αισθάνονται καλύτερα, πράγμα που συνδέεται απόλυτα με τις ανάγκες αυτοεκτίμησης και αυτοεκπλήρωσης όπως αυτές παρουσιάζονται μέσα από την ιεράρχηση των αναγκών του Maslow (1954) ή τις ανάγκες ανάπτυξης του Alderfer (1972). Αυτό το στοιχείο είναι σύμφωνο επίσης,με τη θεωρία των Merriam & Caffarella (1999) οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η εκπαίδευση βοηθά στην πνευματική ανάπτυξη του ανθρώπου 6
προκειμένου το άτομο να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις αλλά και υποχρεώσεις της ενήλικής ζωής του, το οποίο συνάδει απόλυτα με τις θεωρίες των McClusky (1963) και Knox (1980). Αυτό ενισχύεται και από το γεγονός ότι η μεγάλη πλειοψηφία δήλωσε ότι δεν δυσκολεύτηκαν στην επιλογή σπουδών, κάτι που έρχεται σε συμφωνία με την θεωρία των Kuhl & Blankenship (1979) καθώς και των Atkinson & Feather (1966), σύμφωνα με την οποία οι άνθρωποι προοδευτικά επιλέγουν πιο δύσκολα καθήκοντα συνεπώς η εύκολη επιλογή σπουδών συνδέεται με την προοδευτική ανάληψη πιο δύσκολων καθηκόντων. Οι λόγοι που παρότρυναν τους αποφοίτους μας για περαιτέρω μάθηση σύμφωνα με τον πίνακα 1 ήταν τόσο η επαγγελματικές όσο και οι οικονομικές προοπτικές που για τη μεγάλη πλειοψηφία των ερωτηθέντων ήταν μεγάλης σημασίας. Πίνακας 1: Σημασία επαγγελματικών και οικονομικών προοπτικών για τη μάθηση να ανέλθω επαγγελματικά να αυξήσω τον μισθό μου Καθόλου Λίγο Μέτρια Αρκετά Πολύ 6,9% 10,3% 8,6% 36,2% 37,9% 8,6% 15,5% 12,1% 27,6% 36,2% Όπως παρουσιάζει ο πίνακας 2, τα t test και one way Anova test κατέδειξαν ότι δεν υπάρχει στατιστικά σημαντική σχέση ανάμεσα στις απόψεις αυτές με τα δημογραφικά στοιχεία των ερωτηθέντων (p > 0.05 σε κάθε περίπτωση). Πίνακας 2: One way Anova test να ανέλθω επαγγελματικά να αυξήσω τον μισθό μου να ανέλθω επαγγελματικά να αυξήσω τον μισθό μου να ανέλθω επαγγελματικά να αυξήσω τον μισθό μου Άθροισμα τετραγώνων df Μέσο τετράγωνο F Σημαντικό τητα Από 1,541 3,514,328,805 επαγγελματική κατάσταση 3,530 3 1,177,640,592 Από εισόδημα 5,813 4 1,453,959,438 8,210 4 2,053 1,150,343 Από Ηλικία,061 2,031,020,981,143 2,071,038,963 Τέλος αναφορικά με την οικονομική κρίση διαπιστώνεται ότι η οικονομική κρίση είναι σημαντική για τους μεγαλύτερους σε ηλικία ενώ οι άνεργοι την θεωρούν ως λιγότερο σημαντική. Εάν και το τελευταίο μπορεί να φαντάζει παράδοξο. Όσον αφορά στην σημασία της οικονομικής κρίσης Γράφημα 4, αυτή είναι μέτριας σημασίας για το 40% περίπου των ερωτηθέντων, ενώ οι υπόλοιποι φαίνεται μάλλον να τη θεωρούσαν λιγότερο σημαντικό παράγοντα. 7
Γράφημα 4: Σημασία οικονομικής κρίσης Σε σχετικές διεθνείς έρευνες όπως του Douglas (2010) και του Majumdar (2007), που έχουν διενεργηθεί για την σχέση μεταξύ της ζήτησης για σπουδές στην τριτοβάθμια μετα-πτυχιακή εκπαίδευση και τη διεθνή κρίση διαπιστώθηκε ότι οι νέοι έχουν αυξημένο κίνητρο να εγγραφούν σε μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών σαν εναλλακτική λύση για την ανεργία, επιδιώκοντας κατ αυτό τον τρόπο είτε να εμπλουτίσουν τα προσόντα τους και ως εκ τούτου την απασχολησιμότητά τους, ή να παραμείνουν παθητικοί έως ότου ανακάμψει η οικονομία. Όπως φαίνεται από τον πίνακα 3, οι δυνατότητες για επαγγελματική εξέλιξη είναι ο πιο σημαντικός παράγοντας από τις δυνατότητες για οικονομική εξέλιξη, αλλά σε κάθε περίπτωση και οι δύο παράγοντες είναι ιδιαίτερα σημαντικοί για την επιλογή του συγκεκριμένου ΠΜΣ. Πίνακας 3: Σημασία κριτηρίων για την επιλογή του συγκεκριμένου ΠΜΣ Οι δυνατότητες που παρέχει για επαγγελματική εξέλιξη Οι δυνατότητες που παρέχει για επιπλέον εισόδημα Καθόλου Λίγο Μέτρια Αρκετά Πολύ 1,7% 1,7% 27,6% 34,5% 34,5% 1,7% 17,2% 25,9% 27,6% 27,6% Σύμφωνα με τον πίνακα 4, το πρόγραμμα σπουδών και το ενδιαφέρον της διδασκόμενης ύλης είναι κριτήριο μεγάλης σημασίας, ενώ αντίθετα η δυσκολία του μεταπτυχιακού δεν λήφθηκε υπόψη ιδιαίτερα από τους ερωτηθέντες. Πίνακας 3: Σημασία ιδιαίτερων χαρακτηριστικών προγράμματος για την επιλογή του συγκεκριμένου ΠΜΣ Καθόλου Λίγο Μέτρια Αρκετά Πολύ Η δυσκολία του μεταπτυχιακού 24,1% 10,3% 41,4% 15,5% 8,6% Το πρόγραμμα σπουδών και το ενδιαφέρον της διδασκόμενης ύλης,0% 1,7% 6,9% 44,8% 46,6% 8
5.Συμπεράσματα και Προτάσεις Είναι προφανές από τα προαναφερθέντα ότι υπάρχουν κάποιοι βασικοί άξονες των αποτελεσμάτων, πιο συγκεκριμένα η παρακολούθηση αυτού του προγράμματος οδηγεί: α) Στην εργασιακή ικανοποίηση που συνδέεται με την αμοιβή που λαμβάνει ο εργαζόμενος και με τις καλές σχέσεις με τους προϊσταμένους β) Οι απόφοιτοι του προγράμματος επένδυσαν στην εκπαίδευση γιατί αυτό τους έκανε να νοιώθουν καλύτερα (ψυχολογικοί λόγοι) αλλά και γιατί η εκπαίδευση τους βοήθησε να εξελιχθούν επαγγελματικά. Το ίδρυμα θα μπορούσε να δημιουργήσει στο χώρο των εγκαταστάσεων του ΤΕΙ, Πειραιά, «Μέρες Καριέρας ή Σταδιοδρομίας», δίνοντας την δυνατότητα σε επιχειρήσεις να συμμετάσχουν ενεργά, στα πλαίσια στρατολόγησης του προσωπικού τους. Συνεπώς οι απόφοιτοι θα έχουν την δυνατότητα να επισκεφθούν άμεσα και να συνδιαλεχθούν με εκπροσώπους των επιχειρήσεων διαφόρων τομέων, αλλά ταυτόχρονα θα δίνονται και οι ανάλογες συστάσεις από τους εκπροσώπους της ακαδημαϊκής κοινότητας, ανά υποψήφιο. Με αυτό τον τρόπο, το ίδρυμα, δημιουργεί αυτομάτως συνδετικό κρίκο με την αγορά εργασίας, δίνοντας την δυνατότητα στους νέους επιστήμονες να απορροφηθούν άμεσα στην αγορά εργασίας. Επιπρόσθετα, το εκπαιδευτικό ίδρυμα, θα μπορούσε να δημιουργήσει ερευνητικές κοινότητες χρησιμοποιώντας τους αριστούχους φοιτητές, στα πλαίσια επαγγελματικής τους συνεργασίας, προκειμένου να προάγει την επιστημονική γνώση, να προωθήσει την έρευνα με βάσει τις ανάγκες τόσο του ιδρύματος αλλά και των ενδιαφερόμενων επιχειρήσεων ή δημόσιων οργανισμών που αποσκοπούν στην βελτίωση των παροχών τους. Επίσης, θα μπορούσε το Ίδρυμα να αξιοποιήσει τους νέους επιστήμονες, δίνοντας τους την δυνατότητα, να αναλάβουν την οργάνωση ημερίδων και σεμιναρίων εκπαιδευτικού ενδιαφέροντος είτε για λογαριασμό του ιδρύματος, είτε για λογαριασμό των επιχειρήσεων. Βιβλιογραφικές Αναφορές 1. Adams, J.S.1965.Inequity in Social Exchange, in L. Berkowitz (ed.), Advances in Experimental Social Psychology, 2, New York: Academic Press. 2. Alderfer, C.P. 1969.An Empirical Test of a New Theory of Human Needs, Organizational Behavior and Human Performance, 4a, pp. 142-75. 3. Allen, F. and Gale, G. 1998. Optimal Financial Crises, Journal of Finance 53, pp. 1245-1284. 4. Babalola, J.B. 2003.Budget Preparation and Expenditure Control in Education. In Babalola J.B. (ed) Basic Text in Educational Planning. Ibadan Awemark Industrial Printers. 5. Bosch, G. 2010.Dismissing hours not workers: work-sharing in the economic crisis, in Heyes, J and Rychly, L (eds) Labour Administration and the Economic Crisis: Challenges, Responses and Opportunities, Geneva: ILO. 6. Chew, E., Jones, N., Law, A. 2006.Education for Social Change: The Education of Entrepreneurship in Wales, FACE Annual Conference 2006, Swansea. 7. Collier, W., Green, F. and Kim, Y. 2007.Training and Establishment Survival, Sector Skills Development Agency (SSDA), Research Report 20, March 2007. 8. Cosh, A., Guest, P.M. and Hughes, A.2003.Board Share-Ownership and Takeover Performance, Journal of Business Finance & Accounting, 33 (3) & (4) (April/May: ), pp. 459 510. 9. Denham, J. 2008. Strategic Skills: Right Skills, Right Place, Right Time. Available from the World Wide Web: <http://www.bis.gov.uk/assets/biscore/corporate/migratedd/ec_group/124-08- SK_on>, Accessed [28 August 2012] 10. Diamond, D. and Rajan, R. 2001. Liquidity Risk, Liquidity Creation and Financial Fragility: A Theory of Banking, Journal of Political Economy 109, pp. 2431-2465 9
11. Douglass, J. A.2010.Higher Education Budgets and the Global Recession: Tracking Varied National Responses and Their Consequences. Research & Occasional Paper Series: CSHE.4.10, Centre for the Study of Higher Education, University of California, Berkeley. 12. Eurostat (2012). Euro area unemployment rate at 11.6%.Available from: http://epp.eurostat.ec.europa.eu/cache/ity_public/3-31102012-bp/en/3-31102012-bp-en.pdf [24 Νοεμβρίου 2012] 13. Grinder, W,E., Hagel J., (2004). The Austrian Theory of the Business Cycle: Reflections on Some Socio-Economic Effects, in Peter Kurrild-Klitgaard (ed.) The Dynamics of Intervention: Regulation and Redistribution in the Mixed Economy (Advances in Austrian Economics, Volume 8), Emerald Group Publishing Limited, pp.145-181 14. Herzberg,F.1966. Work and the Nature of Man, Cleveland, OH: World Publishing Company. 15. Heckhausen, H. 1980. Motivation and Action. New York, NY: Springer-Verlag. 16. Jacklin, C. J., and Bhattacharya, S. 1988.Distinguishing Panics and Informationbased Bank Runs: Welfare and Policy Implications. Journal of Political Economy 96 (June 1988), pp.568 92. 17. Knox, A. B. 1980. Proficiency Theory of Adult Learning. Contemporary Educational Psychology, pp. 378-404. 18. Kuhl, 1, & Blankenship, V 1979. The dynamic theory of achievement motivation: From episodic to dynamic thinking. PsychologicalReview, 86,pp. 141-151. 19. Lanara, Z. 2012. Trade Unions in Greece and the Crisis. Friedrich Ebert Stiftung. Available from the World Wide Web: < http://library.fes.de/pdffiles/id/ipa/09012.pdf>, Accessed [02 September 2012]. 20. Majumdar, S. 2007.Market conditions and worker training: how does it affect and whom?, Labour Economics, 14, pp. 1-13. 21. OECD. 2010a. Education at a glance. Report Paper. 22. OECD. 2012b. Education at a Glance 2012. Report Paper. Available from: <http://www.oecdilibrary.org/docserver/download/fulltext/961203ge5.pdf?expires=1 352642589&id=id&accname=guest&checksum=3C127C8DD4AE9486643360E3059 F63FC>. Accessed [13 Νοεμβρίου 2012] 23. Psacharopoulos, G and Woodhall, M. 1997. Education for Development: An Analysis of Investment Choice. New York Oxford University Press. 24. Ramlall, S. 2004. A review of employee motivation theories and their implications for employee retention within organizations. Journal of American Academy of Business. 5 (1/2), pp. 52-64. 25. Sakamota, A. and Powers, P.A. 1995. Education and the dual labour market for Japanaese men in American Sociological Review. 60 (2), pp. 222-246. 26. Schultz, T.W. 1971. Investment in Human Capital. New York. The Free Press. 27. Srivastava, D. 2004. Sectorial comparison of factors influencing job satisfaction in Indian banking sector. SingaporeManagement Review.5, pp. 50-55. 28. Stake, R. E. 2000. Case studies. In N. K. Denzin & Y. S. Lincoln (Eds.), Handbook of qualitative research (2nd ed., pp. 435-454). Thousand Oaks, CA: Sage. 29. Vroom, V.H. 1964.Work and Motivation, New York: Wiley. 30. Zaini, A, Nilufar, A., Syed, S.A.2009. The effect of human resource management practices on business performance among private companies in Malaysia. International Journal of Business and Management. 4 (6), pp. 65-72. Ελληνική 1. Διοικούσα Επιτροπή του Παρατηρίου για τη Δημοκρατία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στην Εκπαίδευση. Διαθέσιμο από τον Παγκόσμιο Ιστό< http://paratiritirio-in-education.blogspot.gr/2012/04/blog-post.html>, Πρόσβαση [11 Νοεμβρίου 2012] 10
2. ΕΣΕΕ. (2012). Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου. Διαθέσιμο από τον Παγκόσμιο Ιστό < http://www.esee.gr/>, Πρόσβαση [14 Νοεμβρίου 2012] 3. Howard, K., Sharp,J.,A, 2000. «Η επιστημονική μελέτη. Οδηγός σχεδιασμού και διαχείρισης πανεπιστημιακών και ερευνητικών εργασιών», μτφ. Β.Π., Νταλάκου, (επιμ) Κ.Μ,.Σοφούλης, 3 η εκδ. Αθήνα:Gutenberg 4. Inews. (2012). Τέλος τα δωρεάν συγγράμματα στους φοιτητές. Διαθέσιμο από τον Παγκόσμιο Ιστό: <http://www.inews.gr/261/telos-ta-dorean-syngrammata-stousfoitites.htm> Πρόσβαση [15 Σεπτεμβρίου 2012] 5. Κυριαζόπουλος, Π., Σαμαντά, Ε., (2011), «Μεθοδολογία Έρευνας, εκπόνησης διπλωματικών εργασιών», Αθήνα: Σύγχρονη εκδοτική 6. Noe, R. Hollenbeck, J.Wright,P,2006.Διαχείριση Ανθρωπίνων Πόρων. Ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.μτφ. Κολαϊτη, Ρ., (επιμ.) Αθανασόπουλος,Κ.Γ., εκδ 4, Αθήνα: Παπαζήσης 7. ΟΛΜΕ (2012). Παρουσίαση της έρευνας ETUCE, στο πλαίσιο δράσης και εκστρατίας (2012) για την οικονομική κρίση.έρευνα με θέμα :«Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στον τομέα της εκπαίδευσης από το 2008 μέχρι σήμερα». Διαθέσιμο από τον Παγκόσμιο Ιστό:http://www.tovima.gr/files/1/2012/06/05/etuce050612.pdf [12 Νοεμβρίου 2012] 8. Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ). 2012α. Έρευνα Εργατικού Δυναμικού: Μαίος 2012. Διαθέσιμο από τον Παγκόσμιο Ιστό: <http://www.statistics.gr/portal/page/portal/esye/bucket/a0101/pressreleases/a 0101_SJO02_DT_MM_05_2012_01_F_GR.pdf>, Πρόσβαση [01 Σεπτεμβρίου 2012] 9. Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ). 2012β. Έρευνα Εργατικού Δυναμικού : Ιούνιος 2012..Διαθέσιμο από τον Παγκόσμιο Ιστό:http://www.statistics.gr/portal/page/portal/ESYE/BUCKET/A0101/PressRelease s/a0101_sjo02_dt_mm_06_2012_01_f_gr.pdf [24 11