Θεωρίες Μάθησης και η Επίδρασή τους στη Σχεδίαση Εκπαιδευτικού Λογισµικού



Σχετικά έγγραφα
Μάθηση: Οποιαδήποτε µακράς διαρκείας αλλαγή στη συµπεριφορά (ή νόηση) που οφείλεται στην εµπειρία

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΓΝΩΣΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ. Μάθηση - Κλασική εξάρτηση -Συντελεστική εξάρτηση - Λειτουργική εξάρτηση

7. Η ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 4: Σχολές σκέψης στην ψυχολογία: ΙΙ

Γεωργική Εκπαίδευση. Θεματική ενότητα 9 1/2. Όνομα καθηγητή: Αλέξανδρος Κουτσούρης Τμήμα: Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης

Εκπαιδευτική Τεχνολογία και Θεωρίες Μάθησης

2/12/2014. Μάθηση είναι. Μάθηση είναι.. Το αντικείµενο µελέτης της ψυχολογίας. Το έργο του ψυχολόγου

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

MAΘΗΜΑ 4-ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ P S Y M Α Θ Η Μ Α 4 Ο 1

Γεωργική Εκπαίδευση. Θεματική ενότητα 9 1/2. Όνομα καθηγητή: Αλέξανδρος Κουτσούρης Τμήμα: Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης

Θεωρίες Μάθησης. Μάθημα 3 ο. Κυριακή Γ. Γιώτα Ψυχολόγος MSc., Ph.D.

Συμπεριφοριστικές απόψεις για τη μάθηση. Διδάσκουσα Φ. Αντωνίου

Εισαγωγή στην Ψυχολογία με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (ΨΧ 00)

Διδακτική Μεθοδολογία

Θεωρίες μάθησης και μάθηση ενηλίκων

Μάθηση σε νέα τεχνολογικά περιβάλλοντα

Θεωρίες Μάθησης. Μάθημα 3 ο. Κυριακή Γ. Γιώτα Ψυχολόγος MSc., Ph.D.

Βασικά ερωτήματα. ι βασικές Θεωρίες Μάθησης. Συμπεριφοριστικές ΘΜ Γνωστικές ΘΜ. Κονστρουκτιβιστικές Θ.Μ. 4. Κοινωνικός κονστρουκτιβισμός

Θεωρίες Μάθησης: Πρακτικές εφαρμογές στην εκπαίδευση και ανάπτυξη εργαζομένων. Τι είναι μάθηση;

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 5: Σχολές σκέψης στην ψυχολογία: III

Σύγχρονες θεωρήσεις για τη μάθηση

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Εισαγωγή στην Ψυχολογία Ενότητα 7: Μάθηση & Συμπεριφορισμός

Γνωστική Ψυχολογία. Ερωτήσεις Ποιο είναι το αντικείμενο της Γνωστικής Ψυχολογίας;

Δ19. Γνωστική Ψυχολογία- Ψυχολογία Μάθησης. επ. Κωνσταντίνος Π. Χρήστου

Η ανάπτυξη της Εποικοδομητικής Πρότασης για τη διδασκαλία και τη μάθηση του μαθήματος της Χημείας. Άννα Κουκά

Εξελικτική Ψυχολογία. Ενότητα 2: Εισαγωγικές έννοιες: Θεωρίες ΙΙ. Ασημίνα Ράλλη Φιλοσοφική Σχολή Τμήμα Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας

Ψυχολογία της προσωπικότητας θεωρίες.

Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ I

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 6: Σχολές σκέψης στην ψυχολογία: IV

Μάθηση. Η σχολή του Συμπεριφορισμού

ΤΩΝ ΤΠΕ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Μαθηματικά: θεωρίες μάθησης. Διαφορετικές σχολές Διαφορετικές υποθέσεις

Εισαγωγή στην Ψυχολογία με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

Σύγχρονες θεωρίες μάθησης

Γνωστική Ψυχολογία Ι (ΨΧ32)

Θεωρίες Μάθησης και ΤΠΕ Συμπεριφορισμός

Η Θεωρία του Piaget για την εξέλιξη της νοημοσύνης

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Θεωρίες ανάπτυξης και μάθησης του παιδιού σε σχέση με τη μουσική

Κάθε επιλογή, κάθε ενέργεια ή εκδήλωση του νηπιαγωγού κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι σε άμεση συνάρτηση με τις προσδοκίες, που

Η Μάθηση. PDF created with pdffactory Pro trial version

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗ Ετήσιο Πρόγραμμα Παιδαγωγικής Κατάρτισης Ε.Π.ΠΑΙ.Κ.

Η αλλαγή (μόνιμη και διαρκής) στη συμπεριφορά, που οφείλεται στην απόκτηση εμπειριών, γνώσεων και ικανοτήτων. Η αλλαγή αφορά στην συμπεριφορά, τις

Αναπτυξιακή Προσέγγιση της Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας

Κωνσταντίνος Π. Χρήστου

Μάθημα 5 ο. Κοινωνικο-γνωστικές Προσεγγίσεις για τη Μάθηση: Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Εκπαίδευση. Κυριακή Γ. Γιώτα Ψυχολόγος MSc., Ph.D.

Μεθοδολογία Έρευνας Κοινωνικών Επιστημών

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 3: Σχολές σκέψης στην ψυχολογία: I


Τρόποι εξάσκησης της μνήμης και μέθοδοι καλυτέρευσης

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ

Ηεπιστήµη. της ψυχολογίας καιοι. µεγάλες θεωρητικές σχολές. Ψυχολογία. Ψυχολογία. Ψυχολογία και Άλλες Επιστήµες. Συµπεριφορά. Περί Ψυχής, Αριστοτέλης

Αντίληψη. Αντίληψη είναι η γνωστική διεργασία που µας επιτρέπει να έχουµε µία εικόνα του εξωτερικού αλλά και του εσωτερικού περιβάλλοντος.

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

Εισαγωγή. Από τη συμπεριφοριστική οπτική στη μάθηση και τη διδασκαλία στο σήμερα

Έννοιες Φυσικών Επιστημών Ι

Θεμελιώδεις Αρχές Επιστήμης και Μέθοδοι Έρευνας

Εισαγωγή στην Ψυχολογία με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

Μέθοδοι διακοπής καπνίσµατος

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

ΘΕΩΡΊΕς ΜΆΘΗΣΗς ΚΑΙ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΆ

Γ Γυμνασίου: Οδηγίες Γραπτής Εργασίας και Σεμιναρίων. Επιμέλεια Καραβλίδης Αλέξανδρος. Πίνακας περιεχομένων

Μάθηση σε νέα τεχνολογικά περιβάλλοντα

Εκπαιδευτική Ψυχολογία Μάθημα 2 ο. Γνωστικές Θεωρίες για την Ανάπτυξη: Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Εκπαίδευση

Η αυθεντική μάθηση και αξιολόγηση. Δρ Δημήτριος Γκότζος

ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΠ ΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

το σύστηµα ελέγχει διαρκώς το µαθητή,

Στόχος της ψυχολογικής έρευνας:

ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Συμπεριφορική Ψυχολογία και Μάθηση Ι

Εισαγωγή στην Ψυχολογία Ενότητα 1: Εισαγωγική στην επιστήμη της ψυχολογίας-ιστορική αναδρομή

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ Μάθημα 6 ο. Κοινωνικο-γνωστικές Προσεγγίσεις για τη Μάθηση: Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Εκπαίδευση

Μάθημα 5 ο. Κοινωνικο-γνωστικές Προσεγγίσεις για τη Μάθηση: Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Εκπαίδευση. Κυριακή Γ. Γιώτα Ψυχολόγος MSc., Ph.D.

Στυλιανός Βγαγκές - Βάλια Καλογρίδη. «Καθολικός Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Προσβάσιμου Ψηφιακού Εκπαιδευτικού Υλικού» -Οριζόντια Πράξη με MIS

Η ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΣΤΗΝ ΤΑΞΗ.

Περί της Ταξινόμησης των Ειδών

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Τρίτη 24 και Τετάρτη 25 Οκτωβρίου 2017

1. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ. ΤΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ είναι η κατανόηση και η πρόβλεψη της ανθρώπινης συµπεριφοράς.

EDUS265 Εκπαιδευτική Τεχνολογία

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας

Η ιστορία της παιδικής συμπεριφοράς γεννιέται από την συνύφανση αυτών των δύο γραμμών (Vygotsky 1930/ 1978, σελ. 46).

Κοινωνική Ψυχολογία. Διδάσκουσα: Δέσποινα - Δήμητρα Ρήγα. Πανεπιστημιακά Μαθήματα-Έρευνα-Ανάλυση Δεδομένων

ΕΙΔΗ ΕΡΕΥΝΑΣ I: ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ & ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ

Εισαγωγή στη Γνωστική Ψυχολογία. επ. Κωνσταντίνος Π. Χρήστου

Clark L. Hull ( ) ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ. Νεοσυμπεριφοριστικές Προσεγγίσεις 2.3. Η θεωρία Ερέθισμα - Αντίδραση

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ Η/Υ

Διδακτική της Πληροφορικής

των βασικών αρχών των θεωριών μάθησης και των πιο γνωστών τους διδακτικών μοντέλων.

ΠΑΣ/ΠβΑΣ Λίστα Δεξιοτήτων (5 η Έκδοση)

2 : Pavlov. Thorndike Skinner

Εφαρμοσμένη Γνωστική Ψυχολογία. Πέτρος Ρούσσος

ΘΕΜΑΤΑ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΕΡΩΤΗΣΕΩΝ. Άννα Κουκά

Γεωργική Εκπαίδευση. Θεματική ενότητα 9 2/2. Όνομα καθηγητή: Αλέξανδρος Κουτσούρης Τμήμα: Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης

Πολλαπλοί τύποι νοημοσύνης και η σημασία τους για την ανάπτυξη και την εκπαίδευση των παιδιών, τη. Συναισθηματική Νοημοσύνη. και τη Δημιουργικότητα.

Ο καθημερινός άνθρωπος ως «ψυχολόγος» της προσωπικότητάς του - Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχο

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Κωνσταντινίδης Ανδρέας Α.Ε.Μ 623 Θεωρίες Μάθησης και η Επίδρασή τους στη Σχεδίαση Εκπαιδευτικού Λογισµικού (Learning Theories and their Influence on the Design of Educational Software) Επιβλέπων: ΣΤΑΥΡΟΣ ΗΜΗΤΡΙΑ ΗΣ Λέκτορας ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, 2005

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 9 1.1 Γενικά... 9 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΜΟΣ... 10 2.1 Βασική θέση... 10 2.2 Βασικά χαρακτηριστικά... 10 2.3 Η συνεισφορά στην εκπαίδευση... 11 2.4 Κριτική του συµπεριφορισµού... 12 2.5 Κλασικός συµπεριφορισµός... 13 2.5.1 Η βιογραφία του Pavlov... 13 2.5.2. Η θεωρία του Pavlov... 13 2.6 Συµπεριφορισµός... 15 2.6.1 Βασικές Θέσεις... 15 2.6.2 Ο συµπεριφορισµός πριν από τον Skinner... 16 2.6.3 Ο συµπεριφορισµός του Skinner... 16 2.7 Σηµαντικότεροι εκπρόσωποι του συµπεριφορισµού... 16 2.7.1 John B. Watson... 16 2.7.1.1 Η βιογραφία του John B. Watson... 16 2.7.1.2 Η θεωρία του Watson... 17 2.7.1.3 Τα βασικά σηµεία της θεωρίας του Watson... 17 2.7.2. Edward L. Thorndike... 17 2.7.2.1 Η βιογραφία του Thorndike... 17 2.7.2.2 Η θεωρία του Thorndike... 18 2.7.2.3 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Thorndike... 20 2.7.3 Edwin Guthrie... 20 2.7.3.3 Βασικά στοιχεία της θεωρίας του Guthrie... 21 2.7.3.4 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Guthrie... 22 2.7.3.5 Βασικές αρχές της θεωρίας του Guthrie... 22 2.7.4 B. F. Skinner... 22 2.7.4.1 Η βιογραφία του Skinner... 22 2.7.4.2 Η θεωρία του Skinner... 23 2.7.5 William Kaye Estes... 27 2.7.5.1 Η βιογραφία του Estes... 27 2.7.5.2 Η θεωρία του Estes... 28 2.7.5.3 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Estes... 29 2.8 Νεοσυµπεριφορισµός... 30 2.9 Σηµαντικότεροι εκπρόσωποι... 30 2.9.1 Edward C. Tolman... 30 2.9.1.1 Η βιογραφία του Tolman... 30 2.9.1.3 Η θεωρία προσµονής του Tolman... 32 2.9.1.5 Οι νόµοι του Tolman... 32 2.9.1.6 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας σηµάτων του Tolman... 33 2.9.1.7 Βασικές αρχές της θεωρίας σηµάτων του Tolman... 33 2.9.2 Clark Hull... 34 2.9.2.1 Η βιογραφία του Hull... 34 2.9.2.2 Η θεωρία του Hull... 34 2.9.2.3 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Hull... 36 2

2.9.2.4 Βασικές αρχές της θεωρίας του Hull... 36 2.9.3 Kenneth W. Spence... 36 2.9.3.1 Η βιογραφία του Spence... 36 2.9.3.2 Η θεωρία του Spence... 37 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: ΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ... 38 3.1 Βασικά χαρακτηριστικά... 38 3.2 Η µνήµη και η µεταφορά γνώσης... 39 3.3 Βασικές θέσεις... 40 3.4 Ο ρόλος του δασκάλου... 40 3.5 Η Θεωρία Gestalt... 41 3.5.1 Βασικές θέσεις... 41 3.6 Σηµαντικότεροι εκπρόσωποι της θεωρίας Gestalt... 42 3.6.1 Max Wertheimer... 42 3.6.1.1 Η βιογραφία του Wertheimer... 42 3.6.1.2 Η θεωρία του Wertheimer... 43 3.6.1.3 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Wertheimer... 44 3.6.1.4 Βασικές αρχές της θεωρίας του Wertheimer... 44 3.6.2 Kurt Lewin... 44 3.6.2.1 Η βιογραφία του Lewin... 44 3.6.2.2 Η θεωρία του Lewin... 45 3.6.3 Wolfgang Kohler... 46 3.6.3.1 Η βιογραφία του Kohler... 46 3.6.3.2 Η θεωρία του Kohler... 46 3.6.4 Kurt Koffka... 47 3.6.4.1 Η βιογραφία του Koffka... 47 3.6.4.2 Η θεωρία του Koffka... 47 3.6.5 Leon Festinger... 47 3.6.5.1 Η βιογραφία του Festinger... 47 3.6.5.2 Η θεωρία του Festinger... 47 3.6.5.3 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Festinger... 48 3.6.5.4 Βασικές αρχές της θεωρίας του Festinger... 48 3.7 Θεωρία Επεξεργασίας Πληροφοριών... 49 3.7.1 Donald Olding Hebb... 49 3.7.1.1 Η βιογραφία του Hebb... 49 3.7.1.1 Η θεωρία του Hebb... 49 3.7.2 George A. Miller... 50 3.7.2.1 Η Θεωρία Επεξεργασίας Πληροφοριών (ΕΠ) του Miller... 50 3.7.2.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Miller... 52 3.7.2.3 Βασικές αρχές της θεωρίας του Miller... 52 3.7.3 Allen Newell και Herbert A. Simon... 52 3.7.3.1 Η βιογραφία του Newell... 52 3.7.3.2 Η θεωρία του Newell... 52 3.7.3.3 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Newell... 53 3.7.3.4 Βασικές αρχές της θεωρίας του Newell... 54 3.7.4 F. I. Craik και R. S. Lockhart... 54 3.7.4.1 Η θεωρία των Craik και Lockhart... 54 3.7.4.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας των Craik και Lockhart... 55 3.7.4.3 Βασικές αρχές της θεωρίας των Craik και Lockhart... 56 3.7.5 Allan Paivio... 56 3.7.5.1 Η θεωρία του Paivio... 56 3

3.7.5.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Paivio... 57 3.7.6 David E. Rumelhart... 57 3.7.6.1 Η θεωρία του Rumelhart... 57 3.7.6.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Rumelhart... 57 3.8 Ψυχαναλυτική Θεωρία Μάθησης... 58 3.8.1 Sigmund Freud... 58 3.8.1.1 Η βιογραφία του Freud... 58 3.8.1.2 Η θεωρία του Freud... 58 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: ΕΠΟΙΚΟ ΟΜΙΣΜΟΣ... 59 4.1 Βασικά Χαρακτηριστικά... 59 4.2 Βασικές Αρχές... 60 4.3 Είδη Εποικοδοµισµού... 61 4.4 Προϋποθέσεις για την εφαρµογή του εποικοδοµισµού στην τάξη... 62 4.5 Τα χαρακτηριστικά ενός εποικοδοµιστή δασκάλου... 63 4.6 Σηµαντικότεροι εκπρόσωποι... 63 4.6.1 David Ausubel... 63 4.6.1.1 Η θεωρία του Ausubel... 63 4.6.1.2 Η θεωρία της συµπερίληψης του Ausubel... 64 4.6.1.3 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Ausubel... 65 4.6.1.4 Βασικές αρχές της θεωρίας του Ausubel... 65 4.6.2 Jerome Bruner:... 65 4.6.2.1 Η βιογραφία του Bruner... 65 4.6.2.2 Η θεωρία του Bruner... 65 4.6.2.3 Τα βασικά θέµατα της θεωρίας του Bruner (1966)... 66 4.6.2.4 Βασικές αρχές της θεωρίας του Bruner... 66 4.6.2.5 Ο Bruner και η κατηγοριοποίηση... 67 4.6.2.6 Ο Bruner και η διανοητική ανάπτυξη... 68 4.6.2.7 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Bruner... 68 4.6.3 Jean Piaget... 68 4.6.3.1 Η βιογραφία του Piaget... 68 4.6.3.2 Η θεωρία του Piaget... 69 4.6.3.3 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Piaget... 70 4.6.3.4 Βασικές αρχές της θεωρίας του Piaget... 71 4.6.4 Jean Lave... 71 4.6.4.1 Η θεωρία της Lave... 71 4.6.4.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας της Lave... 72 4.6.4.3 Βασικές αρχές της θεωρίας της Lave... 72 4.6.5 Chris Argyris... 72 4.6.5.1 Η βιογραφία του Argyris... 72 4.6.5.2 Η θεωρία του Argyris... 72 4.6.5.3 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Argyris... 73 4.6.5.4 Βασικές αρχές της θεωρίας του Argyris... 74 4.6.6 Rand J. Spiro... 74 4.6.6.1 Η βιογραφία του Spiro... 74 4.6.6.2 Η θεωρία του Spiro... 74 4.6.6.3 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Spiro... 75 4.6.6.4 Βασικές αρχές της θεωρίας του Spiro... 75 4.6.7 John Flavell... 76 4.6.7.1 Η θεωρία του Flavell... 76 4.6.8 Roger Schank... 78 4

4.6.8.1 Η βιογραφία του Schank... 78 4.6.8.2 Η θεωρία του Schank... 79 4.6.8.3 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Schank... 80 4.6.8.4 Βασικές αρχές της θεωρίας του Schank... 81 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5: ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ... 82 5.1 Βασικά Χαρακτηριστικά... 82 5.2 Σηµαντικότεροι εκπρόσωποι των ανθρωπιστικών θεωριών... 82 5.2.1 Abraham H. Maslow... 82 5.2.1.1 Η θεωρία του Maslow... 82 5.2.2 Carl Rogers... 83 5.2.2.1 Η βιογραφία του Rogers... 83 5.2.2.2 Η θεωρία του Rogers... 84 5.2.2.3 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Rogers... 85 5.2.2.4 Βασικές αρχές της θεωρίας του Rogers... 85 5.2.3 Jack Mezirow... 85 5.2.3.1 Η θεωρία του Mezirow... 85 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ... 87 6.1 Βασικά Χαρακτηριστικά... 87 6.2 Σηµαντικότεροι εκπρόσωποι... 87 6.2.1 Lev Vygotsky... 87 6.2.1.1Η βιογραφία του Vygotsky... 87 6.2.1.3 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Vygotsky... 88 6.2.1.4 Βασικές αρχές της θεωρίας του Vygotsky... 89 6.2.2 Albert Bandura... 89 6.2.2.1 Η βιογραφία του Bandura... 89 6.2.2.2 Η θεωρία του Bandura... 89 6.2.2.3 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Bandura... 90 6.2.2.4 Βασικές αρχές της θεωρίας του Bandura... 90 6.2.3 John Seely Brown... 91 6.2.3.1 Η βιογραφία του Brown... 91 6.2.3.2 H θεωρία του Brown... 91 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7: ΓΕΝΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙ ΜΝΗΜΗΣ ΚΑΙ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗΣ 93 7.1 Σηµαντικότεροι εκπρόσωποι... 93 7.1.1 John R. Anderson... 93 7.1.1.1 Η βιογραφία του Anderson... 93 7.1.1.3Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Anderson... 94 7.1.1.4 Βασικές αρχές της θεωρίας του Anderson... 95 7.1.2 J. P. Guilford... 95 7.1.2.1 Η θεωρία του Guilford... 95 7.1.2.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Guilford... 96 7.1.2.3 Βασικές αρχές της θεωρίας του Guilford... 96 7.1.3 Howard Gardner... 97 7.1.3.1 Η θεωρία του Gardner... 97 7.1.3.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Gardner... 97 7.1.3.3 Βασικές αρχές της θεωρίας του Gardner... 98 7.1.4 Robert J. Sternberg... 100 7.1.4.1 Η θεωρία του Sternberg... 100 7.1.4.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Sternberg... 102 7.1.4.3 Βασικές αρχές της θεωρίας του Sternberg... 102 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8: ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ... 103 5

8.1 Σηµαντικότεροι εκπρόσωποι των θεωριών πληροφοριών... 103 8.1.1 John Bransford... 103 8.1.1.1 Η θεωρία του Bransford... 103 8.1.1.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Bransford... 103 8.1.1.3 Βασικές αρχές της θεωρίας του Bransford... 104 8.1.2 Lee Joseph Cronbach και R. Snow... 104 8.1.2.1 Η θεωρία των Cronbach και Snow... 104 8.1.2.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας των Cronbach και Snow... 104 8.1.2.3 Βασικές αρχές της θεωρίας των Cronbach και Snow... 105 8.1.3 K. P. Cross... 105 8.1.3.1 Η θεωρία της Cross... 105 8.1.3.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας της Cross... 106 8.1.3.3 Βασικές αρχές της θεωρίας της Cross... 106 8.1.4 Robert Gagne... 106 8.1.4.1 Η βιογραφία του Gagne... 106 8.1.4.2 Η θεωρία του Gagne... 107 8.1.4.3 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Gagne... 108 8.1.4.4 Βασικές αρχές της θεωρίας του Gagne... 108 8.1.5 Malcolm Knowles... 108 8.1.5.1 Η θεωρία του Knowles... 108 8.1.5.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Knowles... 109 8.1.5.3 Βασικές αρχές της θεωρίας του Knowles... 109 8.1.6 Lev Landa... 110 8.1.6.1 Η θεωρία του Landa... 110 8.1.6.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Landa... 111 8.1.6.3 Βασικές αρχές της θεωρίας του Landa... 111 8.1.7 Robert F. Mager... 111 8.1.7.1 Η θεωρία του Mager... 111 8.1.7.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Mager... 112 8.1.7.3 Βασικές αρχές της θεωρίας του Mager... 112 8.1.8 M. David Merrill... 113 8.1.8.1 Η θεωρία του Merrill... 113 8.1.8.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Merill... 114 8.1.8.3 Βασικές αρχές της θεωρίας του Merill... 114 8.1.9 Charles M. Reigeluth... 114 8.1.9.1 Η θεωρία του Reigeluth... 114 8.1.9.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Reigeluth... 116 8.1.9.3Βασικές αρχές της θεωρίας του Reigeluth... 116 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9: ΑΛΛΕΣ ΜΑΘΗΣΙΑΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ... 117 9.1 R. C. Atkinson... 117 9.1.1 Η θεωρία του Atkinson... 117 9.1.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Atkinson... 117 9.1.3 Βασικές αρχές της θεωρίας του Atkinson... 117 9.2 Card, Moran & Newell... 118 9.2.1 Η θεωρία των Card, Moran & Newell... 118 9.2.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας των Card, Moran & Newell... 118 9.2.3 Βασικές αρχές της θεωρίας των Card, Moran & Newell... 119 9.3 J. Carroll... 119 9.3.1 Η θεωρία του Carroll... 119 9.3.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Carroll... 119 6

9.3.3 Βασικές αρχές της θεωρίας του Carroll... 120 9.4 Edward De Bono... 120 9.4.1 Η θεωρία του De Bono... 120 9.4.2 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του De Bono... 120 9.4.3 Βασική αρχή της θεωρίας του De Bono... 121 9.5 Andrew S. Gibbons... 121 9.5.1 Βασικές αρχές της θεωρίας του Gibbons... 121 9.6 J. Gibson... 122 9.6.1 Βασικές αρχές της θεωρίας του Gibson (1966)... 122 9.7 I. Maltzman... 122 9.7.1 Βασικές αρχές της θεωρίας του Maltzman (1960)... 122 9.8 F. Marton & N. Entwistle... 122 9.8.1 Βασικές αρχές της θεωρίας των F. Marton & N. Entwistle (1984).. 122 9.9 D. Rumelhart & D. Norman... 122 9.9.1 Βασικές αρχές της θεωρίας των D. Rumelhart & D. Norman (1978)122 9.10 G. Pask... 123 9.10.1 Βασικές αρχές της θεωρίας του Pask (1975)... 123 9.11 G. Salomon... 123 9.11.1 Βασικές αρχές της θεωρίας του Salomon (1977)... 123 9.12 J. Scandura... 124 9.12.1 Βασικές αρχές της θεωρίας του Scandura (1970)... 124 9.13 A. Schoenfeld... 124 9.13.1 Βασικές αρχές της θεωρίας του Schoenfeld (1985)... 124 9.14 T. Sticht... 125 9.14.1 Βασικές αρχές της θεωρίας του Sticht (1975)... 125 9.15 B. Weiner... 125 9.15.1Βασικές αρχές της θεωρίας του Weiner (1974)... 125 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10: ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΩΝ ΘΕΩΡΙΩΝ ΜΑΘΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΣΧΕ ΙΑΣΗ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ... 126 10.1 «Doki!» : Εφαρµογή Εκµάθησης της Αγγλικής Γλώσσας... 126 10.1.1 Γενικά... 126 10.1.2 Μεταφορά... 127 10.1.3 ιάδραση... 129 10.1.4 Ανάδραση... 130 10.1.5 Επικοινωνία... 130 10.1.6 Βιβλιογραφικές Αναφορές... 131 10.1.7 ικτυακές Αναφορές... 131 10.2 «Ορέστης»: Εφαρµογή Απόκτησης εξιοτήτων για την Λειτουργία Φωτοτυπικού Εργαστηρίου... 132 10.2.1 Γενικά... 132 10.2.2 Μεταφορά... 134 10.2.3 ιάδραση... 135 10.2.4 Ανάδραση... 136 10.2.5 Βιβλιογραφικές Αναφορές... 138 10.2.6 ικτυακές Αναφορές... 138 10.3 «Interactive Physics 2000»... 139 10.3.1 Γενικά... 139 10.3.2 Παραδείγµατα... 142 10.3.2.1 Συντελεστής τριβής... 142 10.3.2.2 Προσπέρασµα αυτοκινήτου... 142 7

10.3.2.3 Ο δεύτερος νόµος του Νεύτων... 142 10.3.2.4 Ο νόµος του Hook... 143 10.3.3 Βιβλιογραφικές Αναφορές... 144 10.3.4 ικτυακές Αναφορές... 144 10.4 «Ιστός 2.0»: Εκπαιδευτική Εφαρµογή πάνω στα Τοπικά ίκτυα... 145 10.4.1 Γενικά... 145 10.4.2 ιάδραση... 147 10.4.3 Ανάδραση... 148 10.4.4 Βιβλιογραφικές Αναφορές... 150 10.4.5 ικτυακές Αναφορές... 150 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11: ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ... 151 11.1 Συµπεριφορισµός... 151 11.2 Γνωστικισµός... 152 11.3 Εποικοδοµισµός... 152 11.4 Ανθρωπιστικές Θεωρίες... 153 11.5 Κοινωνικές Θεωρίες... 153 11.6 Γενικές Θεωρίες... 153 11.7 Θεωρίες Πληροφοριών... 154 11.8 Άλλες Θεωρίες... 154 11.9 ικτυακές Αναφορές... 155 8

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1 Γενικά Η εργασία αυτή, διαπραγµατεύεται τις επικρατέστερες µαθησιακές θεωρίες. Γίνεται αναφορά στον συµπεριφορισµό, στον γνωστικισµό, στον εποικοδοµισµό, στις θεωρίες πληροφοριών, σε γενικές θεωρίες περί µάθησης και νοηµοσύνης, σε ανθρωπιστικές θεωρίες, σε κοινωνικές θεωρίες και σε κάποιες άλλες θεωρίες που δεν δύναται να κατηγοριοποιηθούν. Ο παρακάτω χάρτης, δείχνει τις προσεγγίσεις που θα παρουσιαστούν, τα είδη των µαθησιακών θεωριών που τις αποτελούν και τους κυριότερους εκπρόσωπους κάθε προσέγγισης. Προσέγγιση Πίνακας 1.1.1 Χάρτης των θεωριών µάθησης που παρουσιάζονται Είδος Μαθησιακής Θεωρίας Βασικοί Εκπρόσωποι Συµπεριφορισµός Κλασική Υποκατάσταση Pavlov Συµπεριφορισµός Συµπεριφορισµός Watson, Thorndike, Guthrie, Skinner, Estes Συµπεριφορισµός Νεοσυµπεριφορισµός Tolman, Hull, Spence Γνωστικισµός Θεωρία Μάθησης Gestalt Wertheimer, Lewin, Kohler, Koffka, Festinger Γνωστικισµός Επεξεργασία Πληροφοριών Hebb, Miller, Newell, Craik & Lockhart, Paivio, Rumelhart Γνωστικισµός Ψυχαναλυτική Θεωρία Μάθησης Freud Εποικοδοµισµός Εποικοδοµισµός Εποικοδοµισµός Ενδογενής Εποικοδοµισµός Εξωγενής Εποικοδοµισµός ιαλεκτικός Εποικοδοµισµός Ausubel, Bruner, Piaget, Lave, Argyris, Spiro, Flavell, Schank Ανθρωπισµός Ανθρωπιστική Μάθηση Maslow, Rogers, Mezirow Κοινωνικές Θεωρίες Κοινωνική Μάθηση Vygotsky, Bandura, Brown Γενικές Θεωρίες Θεωρίες Πληροφοριών Γενικές Θεωρίες περί Μνήµης και Νοηµοσύνης Πληροφοριακές Θεωρίες (Εφαρµογές των θεωριών µάθησης σε σχολική αίθουσα) Anderson, Guilford, Gardner, Sternberg Bransford, Cronbach, Cross, Gagne, Knowles, Landa, Mager, Merrill, Reigeluth Επιπλέον, στην συνέχεια της πτυχιακής παρουσιάζονται και τέσσερις εκπαιδευτικές εφαρµογές, µε σκοπό να γίνει κατανοητός ο τρόπος µε τον οποίο οι διδακτικές θεωρίες επηρεάζουν την σχεδίασή τους. Στην παρουσίαση των εφαρµογών, αναφερόµαστε στην οργανωτική τους δοµή, στις µεταφορές που χρησιµοποιούν, στις δυνατότητες διάδρασης που παρέχουν, στην παρουσιαζόµενη ανάδραση και στην δυνατότητα επικοινωνίας που προσφέρουν, συσχετίζοντάς τα στοιχεία αυτά µε τις αρχές και τις βασικές θέσεις των θεωριών µάθησης που υλοποιούν. 9

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΜΟΣ 2.1 Βασική θέση Σαν µια από τις παλαιότερες θεωρίες προσωπικότητας, ο συµπεριφορισµός µπορεί να αποδοθεί αρχικά στον Descartes, ο οποίος εισήγαγε την έννοια του ερεθίσµατος και αποκάλεσε τον άνθρωπο «µηχανή», εξαρτώµενη από τα εξωτερικά γεγονότα και του οποίου η ψυχή είναι το φάντασµα στην µηχανή. Αν και οι περισσότερες θεωρίες λειτουργούν έως κάποιο βαθµό µε την υπόθεση ότι οι άνθρωποι έχουν κάποιου είδους ελεύθερη βούληση και πως είναι ηθικά σκεπτόµενες οντότητες, ο συµπεριφορισµός αρνείται να δεχθεί τις εσωτερικές διεργασίες του ατόµου. Στο µυαλό του συµπεριφοριστή, ο άνθρωπος δεν είναι τίποτα περισσότερο, από έναν απλό διαµεσολαβητή µεταξύ της συµπεριφοράς και του περιβάλλοντος. Ο συµπεριφορισµός δηµιουργήθηκε από τον John B. Watson στις αρχές του 20 ου αιώνα και αποτελεί την πρώτη προσπάθεια σχηµατισµού µιας συνεπούς θεωρίας µάθησης, τουλάχιστον στην σύγχρονη υτική κοινωνία. ιάφορες παραλλαγές προέκυψαν τις επόµενες δεκαετίες από πολλούς ερευνητές, συµπεριλαµβανοµένων των Thorndike, Tolman, Guthrie, Hull, Skinner αλλά και από άλλους. Από την οπτική του συµπεριφοριστή, πέντε υποθέσεις λαµβάνονται ως ορθές: Εστίαση στην συµπεριφορά, η οποία µπορεί να παρατηρηθεί σε αντίθεση µε τις εσωτερικές νοητικές διαδικασίες (τις οποίες ο Watson αποκαλούσε «µαύρο κουτί»). Εάν έχει πραγµατοποιηθεί µάθηση, τότε κάποιου είδους εξωτερική συµπεριφορά θα παρατηρηθεί. Η συµπεριφορά αυτή µπορεί να παρατηρηθεί, να µελετηθεί και να µετρηθεί αντικειµενικά, δηλαδή από περισσότερους από έναν ερευνητές ταυτόχρονα. Για αυτό το λόγο, ο συµπεριφορισµός είναι επίσης γνωστός ως «ψυχολογία ερεθίσµατος-απόκρισης» Το περιβάλλον είναι ο δηµιουργός της µάθησης και της συµπεριφοράς και όχι κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά Αρχές όπως η σχετικότητα και η ενίσχυση είναι βασικές για την περιγραφή της διαδικασίας της µάθησης Εκτίµηση των ικανοτήτων των µαθητών για την εξακρίβωση του σηµείου στο οποίο θα πρέπει να ξεκινήσουν οι οδηγίες Έµφαση στην τελειοποίηση αρχικών βηµάτων πριν να προχωρήσουµε σε πιο πολύπλοκα επίπεδα 2.2 Βασικά χαρακτηριστικά Ο συµπεριφορισµός επικεντρώνεται στον τρόπο µε τον οποίο σχηµατίζεται, ενδυναµώνεται και διατηρείται ο συσχετισµός µεταξύ του ερεθίσµατος και της απόκρισης. εν απασχολείται καθόλου µε την εξακρίβωση της δοµής της γνώσης του µαθητή, αλλά ούτε και µε τις διανοητικές διαδικασίες που αυτός χρησιµοποιεί. Ο µαθητής χαρακτηρίζεται ως αντιδραστικός σε 10

συνθήκες του περιβάλλοντος, περιβάλλοντός του. δηλαδή δεν αναλαµβάνει ενεργό ρόλο στην διερεύνηση του Επειδή η συµπεριφορά, σύµφωνα µε τους συµπεριφοριστές, είναι αποτέλεσµα αντίδρασης σε περιβαλλοντικά ερεθίσµατα, µπορεί να τροποποιηθεί µέσω της σχεδίασης του κατάλληλου περιβάλλοντος. Οι άνθρωποι αντιδρούν µε τον ίδιο τρόπο σε µια διαρρύθµιση περιβαλλοντικών συνθηκών και για αυτό είναι απαραίτητο να βρούµε τις σωστές περιβαλλοντικές συνθήκες, για την πρόκληση της σωστής (επιθυµητής) αντίδρασης. Η µνήµη δεν απασχολεί τυπικά τους συµπεριφοριστές. Αν και η απόκτηση «συνηθειών» συζητείται, δίνεται λίγη σηµασία στο πως αυτές οι συνήθειες αποθηκεύονται ή ανακαλούνται για µελλοντική χρήση. Η λήθη αποδίδεται στην µη-χρήση µιας απόκρισης µε το πέρασµα του χρόνου. Η περιοδική επανάληψη και εξάσκηση βοηθάει στην διατήρηση της ετοιµότητας του µαθητή να αντιδράσει. Ο όρος «µεταφορά γνώσης» αναφέρεται στην εφαρµογή των νεοαποκτηθέντων γνώσεων σε καινούργιες καταστάσεις και µε νέους τρόπους, αλλά και στον τρόπο µε τον οποίο η παλαιότερη γνώση επηρεάζει την µάθηση. Στις συµπεριφορικές θεωρίες µάθησης, η µεταφορά είναι αποτέλεσµα της γενίκευσης. Καταστάσεις οι οποίες περιλαµβάνουν απολύτως ίδια ή παρόµοια χαρακτηριστικά, επιτρέπουν στις συµπεριφορές να µεταφέρουν στοιχεία από την µία κατάσταση στην άλλη. Για παράδειγµα, ένας µαθητής ο οποίος έµαθε να αναγνωρίζει και να κατηγοριοποιεί την φτελιά, παρουσιάζει µεταφορά γνώσης όταν κατηγοριοποιεί το σφενδάµι χρησιµοποιώντας την ίδια διαδικασία. Οι οµοιότητες µεταξύ της φτελιάς και του σφενδαµιού επιτρέπουν στο µαθητή να εφαρµόσει την προηγούµενη εµπειρία µάθησης της κατηγοριοποίησης της φτελιάς, στην διαδικασία κατηγοριοποίησης του σφενδαµιού. 2.3 Η συνεισφορά στην εκπαίδευση Μια βασική συνεισφορά του συµπεριφορισµού ήταν η περισσότερο ανθρώπινη προσέγγιση στην εκπαίδευση. ιαπιστώθηκε πως οι ανταµοιβές που ακολουθούν την επιθυµητή συµπεριφορά είναι περισσότερο αποτελεσµατικές στην αύξηση της επιθυµητής συµπεριφοράς, από ότι η τιµωρία µετά από µια ανεπιθύµητη συµπεριφορά. Οι συµπεριφοριστές προσπαθούν να σχηµατίσουν στρατηγικές, οι οποίες είναι χρήσιµες για την δηµιουργία και την ενδυνάµωση συσχετίσεων ερεθίσµατος-απόκρισης και περιλαµβάνουν την χρήση πληροφοριακών εναυσµάτων, εξάσκησης και ενίσχυσης. Αυτές οι στρατηγικές έχουν γενικά αποδειχθεί αξιόπιστες και αποτελεσµατικές στην διευκόλυνση της µάθησης που περιλαµβάνει διακρίσεις (ανάκληση γεγονότων), γενικοποιήσεις (ορισµός και αναπαράσταση ιδεών), συσχετίσεις (εφαρµογή επεξηγήσεων) και την δηµιουργία αλυσίδων (η αυτόµατη εκτέλεση µια συγκεκριµένης διαδικασίας). Ωστόσο, γενικά θεωρείται πως οι συµπεριφοριστικές αρχές δεν µπορούν να επεξηγήσουν πλήρως την απόκτηση ανωτέρου επιπέδου ικανοτήτων ή αυτών που απαιτούν βαθύτερη επεξεργασία (όπως η ανάπτυξη µιας γλώσσας, η επίλυση προβληµάτων και η κριτική σκέψη). Πολλά από τα βασικά συµπεράσµατα και χαρακτηριστικά του συµπεριφορισµού, βρίσκονται ενσωµατωµένα στην σύγχρονη σχεδίαση διδακτικών πρακτικών. Ο συµπεριφορισµός 11

αποτέλεσε την βάση για την σχεδίαση πολλών από τα αρχικά οπτικοακουστικά µέσα και προκάλεσε την δηµιουργία πολλών διδακτικών στρατηγικών, όπως οι µηχανές µάθησης του Skinner. Ο Skinner πίστευε πως ο απόλυτος στόχος της εκπαίδευσης είναι η µάθηση στο άτοµο συµπεριφορών, οι οποίες θα εξασφάλιζαν την προσωπική του επιβίωση, καθώς και την επιβίωση του πολιτισµού και του είδους. Ο ρόλος του δασκάλου, σύµφωνα µε αυτήν την οπτική, είναι να παρέχει το κατάλληλο περιβάλλον, το οποίο προκαλεί τις επιθυµητές συµπεριφορές και εκµηδενίζει τις ανεπιθύµητες. Πιο συγκεκριµένα, οι συµπεριφοριστικές θεωρίες πιστεύουν ότι η δουλειά του δασκάλου /σχεδιαστή διδακτικής είναι : να εξακριβώσει ποια εναύσµατα προκαλούν επιθυµητές αποκρίσεις να οργανώσει καταστάσεις εξάσκησης, στις οποίες η παρακίνηση θα συνδέεται µε τα ερεθίσµατα-στόχους, τα οποία αρχικά δεν έχουν προκαλούµενη ισχύ, αλλά τα οποία αναµένεται να προκαλέσουν τις αποκρίσεις στο «φυσικό» περιβάλλον να δηµιουργήσει τις κατάλληλες περιβαλλοντικές καταστάσεις, ώστε οι µαθητές να δίνουν τις σωστές αποκρίσεις κατά την παρουσία των ερεθισµάτων-στόχων και να δέχονται ενίσχυση για αυτές τους τις αποκρίσεις 2.4 Κριτική του συµπεριφορισµού Ο συµπεριφορισµός έχει υποστεί αρκετή κριτική, η οποία περιλαµβάνει τα εξής σηµεία : Ο συµπεριφορισµός δεν δικαιολογεί όλα τα είδη της µάθησης, αφού δεν ασχολείται µε τις ενέργειες του µυαλού Ο συµπεριφορισµός δεν εξηγεί την αναγνώριση νέων γλωσσικών σχεδίων από τα παιδιά και για την οποία δεν υπάρχει µηχανισµός ενίσχυσης Οι έρευνες έχουν δείξει πως τα ζώα προσαρµόζουν τα ενισχυµένα σχέδια σε καινούργιες πληροφορίες. Για παράδειγµα, ένα ποντίκι µπορεί να µεταβάλλει την συµπεριφορά του για να αντιδράσει σε αλλαγές στην διαρρύθµιση ενός λαβύρινθου, τον οποίο είχε µάθει µέσω της ενίσχυσης H έννοια της αµοιβής και της τιµωρίας είναι υποκειµενική και ελλοχεύει έτσι ο κίνδυνος ενίσχυσης µη-επιθυµητής συµπεριφοράς H αγνόηση της σχέσης µεταξύ του δασκάλου και του µαθητή Υπάρχει ο κίνδυνος ο µαθητής να συσχετίσει την µάθηση µε την ανταµοιβή (δηλαδή, ο µαθητής να συµµετέχει στην εκπαιδευτική διαδικασία για την ανταµοιβή και όχι για την απόκτηση γνώσης) Ο συµπεριφορισµός µπορεί να διακριθεί σε τρεις βασικές τάσεις, τόσο ιδεολογικά όσο και χρονολογικά, η κάθε µία από τις οποίες έχει τους εκφραστές και υποστηρικτές της. 12

2.5 Κλασικός συµπεριφορισµός Ο κλασικός συµπεριφορισµός ή θεωρία της κλασικής υποκατάστασης ή θεωρία της κλασικής εξαρτηµένης µάθησης, έχει κύριο εκφραστή τον Ivan Pavlov, ο οποίος θεωρείται σήµερα ότι έθεσε τα θεµέλια της συµπεριφοριστικής ψυχολογίας (µαζί µε τον Ρώσο φυσιολόγο Sechenov, αλλά και τον C. Darwin). 2.5.1 Η βιογραφία του Pavlov Ο Ivan Petrovitch Pavlov γεννήθηκε στις 14 Σεπτεµβρίου, το 1849 στο Ryazan. Ο πατέρας του ήταν ιερέας και για αυτό η αρχική εκπαίδευση του Ivan πραγµατοποιήθηκε σε εκκλησιαστικό σχολείο και αργότερα σε θεολογικά σεµινάρια. Στην ηλικία των 21 χρόνων (το 1870) ξεκίνησε τις σπουδές του στην φυσιολογία και σε άλλες φυσικές επιστήµες. Το 1879 τις ολοκλήρωσε στην Ιατρική και Χειρουργική ακαδηµία. Από εκεί, έλαβε µια υποτροφία που του επέτρεπε να συνεχίσει τις σπουδές και την έρευνά του, και το 1883 έλαβε το ντοκτορά του για την έρευνα πάνω στα νεύρα της καρδιάς. Αυτή η έρευνα έδειξε πως υπήρχε µια αντανακλαστική διάρθρωση στην λειτουργία της καρδιάς και της κυκλοφορίας. Το 1890, ο Pavlov ξεκίνησε την οργάνωση του τµήµατος φυσιολογίας και του ινστιτούτου πειραµατικής ιατρικής. Συνέχισε την έρευνά του για τα επόµενα 45 χρόνια µέχρι τον θάνατό του. Το 1903 παρουσίασε µια εργασία στο ιεθνές Ιατρικό Συνέδριο στην Μαδρίτη πάνω στην «Πειραµατική Φυσιολογία και Ψυχοπαθολογία των ζώων». Σε αυτήν όρισε την εξαρτηµένη αντανακλαστική αντίδραση και άλλα αντανακλαστικά, και έδειξε πως ένα εξαρτηµένο αντανακλαστικό µπορεί να θεωρηθεί σαν µια στοιχειώδες ψυχολογική και φυσιολογική διαδικασία. Η εργασία του Pavlov ήταν εξαιρετική και µε τους µαθητές του µελέτησε πολλές όψεις των αντανακλαστικών και άλλων θεµάτων. Έλαβε πολλά βραβεία, συµπεριλαµβανοµένου και του βραβείου Νόµπελ το 1904, αλλά και το 1912 του τιµητικού ντοκτορά του πανεπιστηµίου του Cambridge. Πέθανε τον Φεβρουάριο του 1936 σε ηλικία 87 χρονών. 2.5.2. Η θεωρία του Pavlov Ο Pavlov επικεντρώθηκε στην µελέτη των αντανακλαστικών και διερεύνησε το κατά πόσο τα αντανακλαστικά µπορούν να τροποποιηθούν µέσω της µάθησης. Εφάρµοσε τα πειράµατά του σε σκυλιά, πιστεύοντας πως µπορούσε να τους προσδώσει µια νέα συµπεριφορά, µέσα από τον σχηµατισµό µια σχέσης εξάρτησης ανάµεσα στο άσχετο εξαρτηµένο ερέθισµα (ένα κουδούνι) και στην αντίδραση (έκκριση σάλιου), η οποία προκαλούνταν συνήθως από ένα φυσικό ερέθισµα όπως η προσφορά τροφής. Το 1927 ο Pavlov, ξεκίνησε να διερευνά την µάθηση µέσω της κλασικής υποκατάστασης. Αρχικά τα σκυλιά παρήγαγαν σάλιο µόνο όταν έτρωγαν. Αργότερα, ο Pavlov 13

παρατήρησε πως τα σκυλιά παρήγαγαν σάλιο και όταν µετέφερε το φαγητό µέσα στο δωµάτιο. Αναρωτήθηκε γιατί συνέβη αυτή η αλλαγή. Ξεκίνησε να πειραµατίζεται µε διάφορα ερεθίσµατα, όπως το να χτυπάει ένα κουδούνι ακριβώς πριν δώσει τροφή στα σκυλιά και τελικά κατόρθωσε να κάνει τα σκυλιά να εκκρίνουν σάλιο και µόνο στο άκουσµα του κουδουνιού. Ο Pavlov ανέπτυξε συγκεκριµένη ορολογία για να περιγράψει τα όσα έβλεπε στα πειράµατά του. Έτσι, ένα ανεξάρτητο ερέθισµα όπως η τροφή, παράγει ένα ενστικτώδες αντανακλαστικό, όπως η έκκριση σάλιου πριν το φαγητό. Η έκκριση του σάλιου ονοµάστηκε ανεξάρτητη αντανακλαστική αντίδραση, επειδή ο σκύλος δεν την είχε διδαχθεί από κάπου αλλά παραγόταν αυτόµατα. Το κουδούνι, ένας ουδέτερος ήχος για τον σκύλο παλιότερα, ονοµάστηκε άσχετο ή εξαρτηµένο ερέθισµα και η έκκριση σάλιου τώρα ονοµαζόταν εξαρτηµένη αντανακλαστική αντίδραση, εξαιτίας της σχέσης εξάρτησης που είχε σχηµατιστεί µεταξύ των δύο. Ο Pavlov διαπίστωσε επίσης πως όσο µικρότερος ήταν ο χρόνος µεταξύ του ερεθίσµατος και της απόκρισης, τόσο πιο γρήγορα θα µπορούσε να αναπτυχθεί µια εξαρτηµένη αντανακλαστική αντίδραση. Αναφερόταν στην χρονική περίοδο µεταξύ του ερεθίσµατος και της απόκρισης ως σχετικότητα του ερεθίσµατος. Μέσα από τα πειράµατά του, ο Pavlov, ανέπτυξε κάποιες βασικές αρχές οι οποίες διέπουν την εξαρτηµένη αντανακλαστική µάθηση και είναι γνωστές ως νόµοι της µάθησης. Οι κυριότεροι από αυτούς τους νόµους είναι : Απόσβεση: Αν στο σκυλί παρουσιαζόταν µόνο το εξαρτηµένο ερέθισµα (δηλαδή ο ήχος του κουδουνιού) χωρίς, κατά διαστήµατα, να ενισχύεται από την παρουσίαση του ανεξάρτητου ερεθίσµατος (δηλαδή της τροφής), τότε παρατηρούνταν ότι η εξαρτηµένη αντανακλαστική αντίδραση (δηλαδή η έκκριση σάλιου) µειωνόταν και ήταν πιθανή η βαθµιαία εξαφάνισή της. Αυθόρµητη ανάκαµψη: Ο Pavlov παρατήρησε πως η εξαφάνιση της εξαρτηµένης αντανακλαστικής αντίδρασης δεν είναι οριστική, διότι µετά από µια περίοδο, ενδέχεται η ίδια αντίδραση να εκδηλωθεί και πάλι. Γενίκευση του ερεθίσµατος: Το σκυλί µετά την απόκτηση της εξαρτηµένης αντανακλαστικής µάθησης, µπορούσε να αντιδρά µε τον ίδιο τρόπο (δηλαδή µε την έκκριση σάλιου) όχι µόνο στον ήχο του κουδουνιού, αλλά και σε άλλα παρόµοια ερεθίσµατα (όπως στο άναµµα ενός λαµπτήρα). ιάκριση του ερεθίσµατος: Σε κάποιες περιπτώσεις, το σκυλί δεν αντιδρούσε σε παρεµφερή ερεθίσµατα παρά µόνο στο ερέθισµα µε το οποίο είχε συνδεθεί η µάθηση (δηλαδή τον ήχο του κουδουνιού). Το πρόβληµα µε την θεωρία του Pavlov ήταν πως αδυνατούσε να λάβει υπόψη την ενεργητική φύση ενός οργανισµού και την επίδραση που µπορεί να έχει αυτή στο περιβάλλον αλλά και σε άλλους οργανισµούς στο περιβάλλον. Έτσι, πολλοί ερευνητές διαφώνησαν µε την θεωρία του και παρουσίασαν άλλες επεξηγήσεις του φαινοµένου της µάθησης. 14

2.6 Συµπεριφορισµός Ο συµπεριφορισµός ενδιαφέρεται κυρίως για την συµπεριφορά πάρα για την σκέψη, το συναίσθηµα ή την γνώση. Επικεντρώνεται στα στοιχεία της συµπεριφοράς που είναι αντικειµενικά και µπορούν να παρατηρηθούν. Όλες οι συµπεριφοριστικές θεωρίες περιλαµβάνουν κάποιο είδος µηχανισµού ερεθίσµατος-αντίδρασης, που επεξηγεί την διαδικασία της µάθησης. Ο συµπεριφορισµός προέρχεται από την έρευνα του John B. Watson, ενός αµερικάνου ψυχολόγου. Ο Watson πίστευε πως η ψυχολογία θα έπρεπε να ασχολείται µόνο µε την µελέτη της συµπεριφοράς και δεν τον ενδιέφερε καθόλου το πνεύµα ή η ανθρώπινη συνείδηση. Το θεωρούσε πολύ σηµαντικό να µελετάµε τον άνθρωπο αντικειµενικά, όπως µελετάµε τα ζώα. Η έρευνα του Watson βασίζεται στα πειράµατα του Ivan Pavlov και στην θεωρία της κλασικής υποκατάστασης. Σήµερα, ο συµπεριφορισµός σχετίζεται κυρίως µε το όνοµα του B.F. Skinner, ο οποίος δηµιούργησε την φήµη του µέσω της δοκιµής των θεωριών του Watson στο εργαστήριο. Ο Skinner ουσιαστικά απέρριπτε την έµφαση που έδινε ο Watson στα αντανακλαστικά και στην υποκατάσταση. Ο Skinner πίστευε πως οι άνθρωποι αντιδρούν στο περιβάλλον τους, αλλά επιδρούν και πάνω του για να παράγουν συγκεκριµένες συνέπειες. Έτσι, συµµετέχουν σε ένα βρόγχο ανάδρασης που αποτελεί σηµαντικό κοµµάτι ενός µεγαλύτερου συστήµατος. Ο Skinner ανέπτυξε την θεωρία της συντελεστική υποκατάστασης, σύµφωνα µε την οποία δρούµε µε τον τρόπο που δρούµε επειδή αυτού του είδους η συµπεριφορά είχε κάποιες ευνοϊκές συνέπειες στο παρελθόν. 2.6.1 Βασικές Θέσεις Ο συµπεριφορισµός είναι «φυσικός». Αυτό σηµαίνει ότι ο υλικός κόσµος είναι η απόλυτη πραγµατικότητα και πως τα πάντα µπορούν να εξηγηθούν µε βάση τους φυσικούς νόµους. Ο άνθρωπος δεν διαθέτει ψυχή ή πνεύµα, παρά µόνο ένα µυαλό το οποίο αντιδρά σε εξωτερικά ερεθίσµατα Κεντρικός άξονας του συµπεριφορισµού είναι ότι οι σκέψεις, τα συναισθήµατα και οι νοητικές διαδικασίες, δεν καθορίζουν αυτά που κάνουµε. Ο συµπεριφορισµός βλέπει την συµπεριφορά σαν αποτέλεσµα της υποκατάστασης. Οι άνθρωποι είναι βιολογικές µηχανές και δεν δρουν συνειδητά, αλλά αντιδρούν σε ερεθίσµατα Ο συµπεριφορισµός διδάσκει ότι δεν είµαστε υπόλογοι των πράξεών µας. Εάν είµαστε απλές µηχανές, δίχως ψυχή και πνεύµα, που αντιδρούν σε ερεθίσµατα και επιδρούν στο περιβάλλον για την πραγµατοποίηση στόχων, τότε ότι κάνουµε είναι αναπόφευκτο Ο συµπεριφορισµός είναι χειραγωγός. εν αναζητά µόνο να κατανοήσει την ανθρώπινη συµπεριφορά, αλλά να την προβλέψει και να την ελέγξει. Από τις θεωρίες του, ο Skinner ανέπτυξε την ιδέα της «διαµόρφωσης». Μέσω του ελέγχου των ανταµοιβών και των τιµωριών, µπορείς να διαµορφώσεις την συµπεριφορά ενός άλλου ατόµου 15

Thorndike. Άλλοι πολύ σηµαντικοί ερευνητές του συµπεριφορισµού, ήταν ο Guthrie και ο 2.6.2 Ο συµπεριφορισµός πριν από τον Skinner Οι παλιότερες θεωρίες του συµπεριφορισµού έχουν υποβαθµιστεί, κατέχοντας απλώς ιστορική σηµασία και θεωρούνται σαν αποτυχηµένες προσπάθειες επεξήγησης της διαδικασίας της µάθησης. Η αποτυχία δεν οφείλεται τόσο στην ανακρίβεια του µηχανισµού ερεθίσµατοςαντίδρασης, όσο στην ανεπάρκειά του. Μπορούν να χρησιµοποιηθούν για την επεξήγηση κάποιων συµπεριφορών, αλλά η γενικότητά τους είναι τροµερά περιορισµένη. 2.6.3 Ο συµπεριφορισµός του Skinner Ο Skinner είναι γνωστός στην ιστορία της ψυχολογίας ως µεγάλος δηµιουργός συστηµάτων. Ίσως, η σπουδαιότερη συνεισφορά του να είναι η περιγραφή της επίδρασης της ενίσχυσης στις αποκρίσεις και η εφαρµογή των αποτελεσµάτων των ερευνών του τόσο σε ξεχωριστά άτοµα, όσο και σε διάφορες κοινωνικές οµάδες. Θα αναφερθούµε σε αυτόν και το έργο του εκτενέστερα παρακάτω. 2.7 Σηµαντικότεροι εκπρόσωποι του συµπεριφορισµού 2.7.1 John B. Watson 2.7.1.1 Η βιογραφία του John B. Watson Ο John Broadus Watson γεννήθηκε το 1878 στο Greenville, της νότιας Carolina, στους Emma και Pickens Watson. Πήρε το πτυχίο του από το πανεπιστήµιο του Chicago και το 1903 έλαβε το ντοκτορά του. Λίγο αργότερα, έγινε αναπληρωτής καθηγητής στο τµήµα Ψυχολογίας του πανεπιστηµίου John Hopkins. Έγραψε µια εργασία πάνω στην σχέση που υπάρχει µεταξύ της συµπεριφοράς του λευκού ποντικού και της ανάπτυξης του νευρικού συστήµατος. Στα πρώτα χρόνια του 20 ου αιώνα, στο πεδίο της ψυχολογίας επικρατούσε διαφωνία στις απόψεις που αφορούσαν την φύση της συνείδησης και των µεθόδων µελέτης αυτής. Το 1913 στο πανεπιστήµιο Columbia, ο Watson έδωσε µια διάλεξη µε τίτλο «Η ψυχολογία όπως την βλέπει ο συµπεριφοριστής». Πίστευε πως το πρόβληµα ήταν η χρήση αρχαϊκών µεθόδων όπως η ενδοσκόπηση, και το ακατάλληλο του θέµατος του αντικειµένου. Αντίθετα, πρότεινε την ιδέα µιας αντικειµενικής µελέτης της συµπεριφοράς, την οποία αποκάλεσε «συµπεριφορισµό». Έβλεπε την ψυχολογία, ως την µελέτη των πράξεων των ανθρώπων µε την ικανότητα να προβλέπει και να ελέγχει τις πράξεις αυτές. Αυτή η καινούργια ιδέα έγινε γνωστή ως η θεωρία του συµπεριφορισµού. Η θεωρία του Watson για τον συµπεριφορισµό θεωρήθηκε ριζοσπαστική και έµεινε γνωστή για την ακραία αντιπνευµατικότητα της, την βασική υποβάθµιση της σκέψης στην παραγωγή αποκρίσεων και την κάπως απλοϊκή εξάρτησή της από τις υπό συνθήκες αντιδράσεις. Στις αρχικές του έρευνες, ο Watson χρησιµοποίησε ζώα ως υποκείµενα και στην συνέχεια µεταπήδησε στην µελέτη της ανθρώπινης συµπεριφοράς και των συναισθηµάτων, στο πανεπιστήµιο John Hopkins. Ήθελε να αναπτύξει τεχνικές που θα του επέτρεπαν να υποκαθιστά και να 16

ελέγχει τα συναισθήµατα των ανθρωπίνων υποκειµένων. Θεωρούσε ότι τα παιδιά έχουν τρεις βασικές συναισθηµατικές αντιδράσεις : τον φόβο, την οργή και την αγάπη. Κάποια στιγµή εγκατέλειψε την ακαδηµαϊκή του καριέρα και έστρεψε το ενδιαφέρον του στον τοµέα της διαφήµισης. Πέθανε το 1958 σε ηλικία 80 χρονών. 2.7.1.2 Η θεωρία του Watson Ο Watson ήταν ο πρώτος που χρησιµοποίησε τον όρο «συµπεριφορισµός», το 1913 (Watson, 1913). Ο συµπεριφορισµός θεωρεί πως η συµπεριφορά µπορεί να παρατηρηθεί και να συσχετισθεί µε άλλα παρατηρήσιµα γεγονότα. Έτσι, υπάρχουν γεγονότα που προηγούνται αλλά και ακολουθούν την συµπεριφορά. Ο σκοπός του συµπεριφορισµού, είναι να εξηγήσει την σχέση µεταξύ των ερεθισµάτων, της συµπεριφοράς και των συνεπειών (ανταµοιβή, τιµωρία ή ουδετερότητα). Η θεωρία του Watson ενδιαφερόταν κυρίως για την επίδραση των ερεθισµάτων. Πολλές από τις ιδέες του προήλθαν από τα πειράµατα που έκανε ο Pavlov σε ζώα και από την θεωρία της κλασικής υποκατάστασης. 2.7.1.3 Τα βασικά σηµεία της θεωρίας του Watson Ήταν αντίθετος µε τις απόψεις περί ψυχής και πνεύµατος Χρησιµοποίησε την έννοια της σχετικότητα για να επεξηγήσει την διαδικασία της µάθησης Θεωρούσε το συναίσθηµα σαν άλλο ένα παράδειγµα κλασικής υποκατάστασης Απέρριπτε την ιδέα των ατοµικών διαφορών Θεωρούσε πως οι πολύπλοκες συµπεριφορές προέρχονταν από συνδυασµούς αναγνωρίσιµων αντανακλαστικών Ήταν ο κύριος υποστηρικτής της έννοιας της «ανατροφής» και πίστευε πως όλες οι ανθρώπινες διαφορές είναι αποτέλεσµα της µάθησης Πίστευε πως η εξάσκηση ενισχύει την µάθηση Αν και η θεωρία του Watson δεν κατάφερε να εξηγήσει επακριβώς την διαδικασία την ανθρώπινης µάθησης, η έρευνά του θεωρείται πλέον πως αποτελεί τα πρώτα στάδια ανάπτυξης της µαθησιακής επιστήµης. 2.7.2. Edward L. Thorndike 2.7.2.1 Η βιογραφία του Thorndike Ο Edward Lee Thorndike, ένας αµερικάνος πρωτοπόρος στην συγκριτική ψυχολογία, γεννήθηκε στον Lowell, στη Massachusetts, το 1874, στην οικογένεια ενός µεθοδιστή ιερέα. Ενδιαφέρθηκε για το πεδίο της ψυχολογίας µετά από την ανάγνωση του «Αρχές της Ψυχολογίας», από τον William James και αφού αποφοίτησε από το πανεπιστήµιο Weslyan, µπήκε στο Harvard για να µελετήσει υπό τον James. O Thorndike δεν ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του στο Harvard. Αργότερα, µεταφέρθηκε στο πανεπιστήµιο της Columbia, όπου και ολοκλήρωσε το Ph.D. 17

του. Το 1898, του απονεµήθηκε το ντοκτορά πάνω στην εργασία του «Η νοηµοσύνη των ζώων : Μια πειραµατική έρευνα για τις συσχετιζόµενες διαδικασίες στα ζώα», στην οποία κατέληγε πως η πειραµατική προσέγγιση είναι ο µόνος τρόπος για να κατανοήσουµε την µάθηση και διατύπωσε το διάσηµο «νόµο της επίδρασης». Μετά την αποφοίτηση, ο Thorndike πέρασε ένα χρόνο στο κολέγιο για γυναίκες του Case Western Reserve στο Cleveland του Ohio. Έπειτα, έγινε καθηγητής ψυχολογίας στο κολέγιο καθηγητών του πανεπιστηµίου της Columbia, µελετώντας την ανθρώπινη µάθηση, εκπαίδευση και πνευµατική εξάσκηση. Παρέµεινε στο Columbia για το υπόλοιπο της καριέρας του. Η πρωτοποριακές έρευνες του Thorndike στα πεδία της εκπαίδευσης των ζώων αλλά και των ανθρώπων είναι από τις πιο θεµελιώδεις στην ιστορία της ψυχολογίας. Το 1912, αναγνωρίστηκε για τα επιτεύγµατά του και ψηφίστηκε πρόεδρος της Αµερικάνικης Ψυχολογικής Ένωσης. Το 1934, η Αµερικάνικη Ένωση για την Πρόοδο της Επιστήµης τον ψήφισε ως τον µοναδικό κοινωνικό επιστήµονα για να ηγηθεί αυτής της οργάνωσης. Ο Thorndike βγήκε στην σύνταξη το 1939, αλλά εργαζόταν εντατικά µέχρι το θάνατό του το 1949. Η δουλειά του αποτέλεσε τεράστια επιρροή στις έρευνες του B.F. Skinner. Ο Thorndike ήταν σύγχρονος του Pavlov και του Watson. Εισήγαγε την έννοια της ενίσχυσης, την οποία ο Watson και ο Guthrie αγνόησαν. Η έρευνα του Thorndike δεν λαµβάνει συχνά την προσοχή που της αξίζει, εξαιτίας του ότι πολλές πτυχές της έχουν σχετιστεί µε τον Skinner. Οι έρευνες του Thorndike συχνά αποκαλούνται συσχετισµός ή θεωρία της συνδετικότητας, εξαιτίας της ιδέας ότι δεσµοί µεταξύ ερεθισµάτων και αποκρίσεων λαµβάνουν την µορφή νευρωνικών συνδέσεων. Η µάθηση περιλαµβάνει την εγκατάσταση συνδέσεων, ενώ η λησµονιά την απεγκατάσταση συνδέσεων. Ο Thorndike ήταν πολύ παραγωγικός και έκανε έρευνες στα πεδία των εκπαιδευτικών πρακτικών, της λεκτικής συµπεριφοράς, της συγκριτικής ψυχολογίας, της εξέτασης της νοηµοσύνης, του προβλήµατος της φυσικής ανατροφής, της µεταφοράς γνώσης (η θεωρία του προτείνει πως η µεταφορά γνώσης εξαρτάται από την παρουσία παρόµοιων στοιχείων στην αρχική και στις νέες µαθησιακές καταστάσεις, δηλαδή η µεταφορά γνώσης είναι πάντα συγκεκριµένη και όχι γενική) και των ποσοτικών µετρήσεων σε συνδυασµό µε τις θεωρίες µάθησης. 2.7.2.2 Η θεωρία του Thorndike Η µαθησιακή θεωρία του Thorndike αποτελεί την αρχική βάση ερεθίσµατος - απόκρισης πάνω στην οποία οικοδοµήθηκε η συµπεριφορική ψυχολογία. Η µεγαλύτερη συνεισφορά του Thorndike στην ψυχολογία, ήταν ο νόµος της επίδρασης, ο οποίος λέει πως οι αποκρίσεις που πραγµατοποιούνται ακριβώς πριν από µια επιθυµητή κατάσταση είναι περισσότερο πιθανές να επαναληφθούν, ενώ αντίθετα οι αποκρίσεις που πραγµατοποιούνται λίγο πριν από µια δυσάρεστη κατάσταση είναι περισσότερο πιθανές να µην επαναληφθούν. Μια άλλη συνεισφορά του, ήταν η απόρριψη της νόησης πως ο άνθρωπος είναι απλώς άλλο ένα ζώο µε λογική. Πίστευε πως η νοηµοσύνη θα έπρεπε να ορίζεται µόνο µέσα από την ικανότητα του οργανισµού να δηµιουργεί συνδέσεις (συσχετίσεις). 18

Thorndike είναι οι εξής : Κάποιοι επιπλέον νόµοι που προκύπτουν από την µαθησιακή θεωρία του Πολλαπλή απόκριση: σε κάθε κατάσταση, ένας οργανισµός µπορεί να αντιδράσει µε διάφορους τρόπους, εάν η πρώτη αντίδρασή του δεν τον φέρει απευθείας σε µια πιο ευχάριστη κατάσταση. Η επίλυση προβληµάτων πραγµατοποιείται µέσω της δοκιµής και του λάθους (trial and error). Στάση ή Τάση: αποτελεί ένα τρόπο συµπεριφοράς ή αντίδρασης στον οποίο δείχνει προτίµηση ο οργανισµός. Είναι µοναδικός για κάθε είδος ή για κάθε οµάδα σχετιζόµενων ειδών και µπορεί να καθορίζεται κοινωνικά και πολιτισµικά στους ανθρώπους. ιάκριση των στοιχείων: ο Thorndike παρατήρησε πως η οντότητα που µαθαίνει µπορεί να φιλτράρει άσχετες πτυχές µιας κατάστασης και να αντιδρά µόνο σε σηµαντικά στοιχεία της. Αντίδραση κατά αναλογία: σε ένα νέο πλαίσιο, αντιδράσεις από ένα σχετιζόµενο ή παρόµοιο πλαίσιο µπορεί να µεταφερθούν στο καινούργιο. Συχνά αυτό αποκαλείται «θεωρία των όµοιων στοιχείων». Συσχετιζόµενη µετατόπιση: είναι δυνατόν να µετατοπίσεις κάθε απόκριση από το ένα ερέθισµα στο άλλο Νόµος της ετοιµότητας: µια σειρά από αντιδράσεις µπορούν να αποτελέσουν αλυσίδα για να ικανοποιήσουν κάποιο στόχο, γιατί αλλιώς προκαλεί ενόχληση η παρεµπόδιση της εκπλήρωσής του Νόµος της εξάσκησης: οι συνδέσεις ερεθισµάτων και αποκρίσεων δυναµώνουν µέσω της εξάσκησης Η νοηµοσύνη αποτελεί συνάρτηση του αριθµού των συνδέσεων που δηµιουργήθηκαν Η µεταφορά γνώσης πραγµατοποιείται εξαιτίας προηγούµενων καταστάσεων που έχουν αντιµετωπιστεί Κάποιες µετέπειτα έννοιες που εισήχθηκαν στη θεωρία του Thorndike τόσο από τον ίδιο όσο και από άλλους µελετητές είναι: Ιδιοκτησία: Οι συνδέσεις δηµιουργούνται πιο εύκολα εάν το άτοµο κατανοήσει πως το ερέθισµα και η αντίδραση πηγαίνουν µαζί (αρχές Gestalt) Πολικότητα: Οι συνδέσεις ενισχύονται πιο εύκολα προς την αρχική κατεύθυνση στην οποία δηµιουργήθηκαν παρά προς την αντίθετη Εύρος επίδρασης: Η ενίσχυση δεν επηρεάζει µόνο την σύνδεση που την προκάλεσε, αλλά επηρεάζει και προσωρινά τις γειτονικές συνδέσεις Ο Thorndike ήθελε η θεωρία του να είναι µια γενική θεωρία µάθησης για τους ανθρώπους και τα ζώα. Τον ενδιέφερε η εφαρµογή της στην εκµάθηση µαθηµατικών (Thorndike, 1922), ορθογραφίας και ανάγνωσης (Thorndike, 1921), µέτρησης της νοηµοσύνης (Thorndike et al., 1927) και εκπαίδευσης των ενηλίκων (Thorndike et al., 1928). 19

Ο Thorndike έδωσε µεγάλη έµφαση στις συνέπειες των συµπεριφορών, προσδίδοντάς τους την ιδιότητα του καθοριστή του τι µαθαίνεται και τι όχι. Επιπλέον, εισήγαγε τις µελέτες των ζώων για την ικανοποίηση προβλέψεων που έκανε από την θεωρία του. Ακόµη, ήταν ο πρώτος που εφάρµοσε ψυχολογικές αρχές στην διαδικασία της διδασκαλίας. Ο Hull δέχθηκε την άποψη του Thorndike ότι οι συνδέσεις δηµιουργούνταν µεταξύ του ερεθίσµατος και της απόκρισης και όχι µεταξύ της ανταµοιβής και της απόκρισης. Αυτό αποτέλεσε και τον κεντρικό άξονα της θεωρίας του Hull. 2.7.2.3 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Thorndike Το κλασικό παράδειγµα της θεωρίας ερεθίσµατος-απόκρισης του Thorndike είναι µια γάτα που µαθαίνει να δραπετεύει από ένα κουτί, πιέζοντας ένα µοχλό που βρίσκεται στο εσωτερικό του κουτιού. Μετά από αρκετή συµπεριφορά δοκιµής και λάθους, η γάτα µαθαίνει να συσχετίζει το πάτηµα του µοχλού (ερέθισµα) µε το άνοιγµα του κουτιού (απόκριση). Αυτή η σύνδεση Ε-Α δηµιουργείται διότι έχει σαν αποτέλεσµα µια ικανοποιητική κατάσταση (την απόδραση από το κουτί). Ο νόµος της εξάσκησης καθορίζει ότι η σύνδεση πραγµατοποιήθηκε διότι το ζευγάρωµα Ε-Α συνέβη πολλές φορές (νόµος της επίδρασης), ανταµείφθηκε (νόµος της επίδρασης) και σχηµάτισε µια ακολουθία αντιδράσεων (νόµος της ετοιµότητας). 2.7.3 Edwin Guthrie 2.7.3.1 Η βιογραφία του Guthrie Ο Guthrie γεννήθηκε το 1886, πήρε το Ph.D. του από το πανεπιστήµιο της Pennsylvania το 1912 και πέρασε την ακαδηµαϊκή του καριέρα στο πανεπιστήµιο της Washington. Πέθανε το 1959 σε ηλικία 73 χρονών. 2.7.3.2 Η θεωρία του Guthrie Όπως και ο Watson, έτσι και ο Guthrie απασχολούνταν αρκετά µε την αντικειµενικότητα και τα παρατηρίσιµα στοιχεία της συµπεριφοράς. Η συνεισφορά του µπορεί να συµπτυχθεί σε ένα βασικό νόµο ο οποίος λέει πως : το ερέθισµα ή ο συνδυασµός ερεθισµάτων που προκάλεσε µια αντίδραση θα οδηγήσει στην ίδια αντίδραση εάν επαναληφθεί. Πίστευε, πως ο δεσµός µεταξύ του ερεθίσµατος και της απόκρισης εγκαθιστόταν την πρώτη φορά ή καθόλου, και πως οι επαναλήψεις δεν ενισχύουν αλλά ούτε αποδυναµώνουν την σύνδεση. Ωστόσο, επειδή κάθε πρότυπο ερεθίσµατος είναι ελάχιστα διαφορετικό, πολλές επαναλήψεις απαιτούνται για την παραγωγή µιας γενικής αντίδρασης. Μία ενδιαφέρουσα αρχή που προκύπτει από την τοποθέτηση αυτή ονοµάζεται «postremity» και αναφέρει πως πάντα µαθαίνουµε το τελευταίο πράγµα που κάνουµε σαν αντίδραση σε συγκεκριµένο ερέθισµα. Η θεωρία του Guthrie προτείνει πως η λησµονιά είναι αποτέλεσµα παρασίτωνεµπλοκής, παρά του περάσµατος του χρόνου, καθώς τα ερεθίσµατα σχετίζονται µε καινούργιες αντιδράσεις. Επιπλέον, οι συνθήκες παραγωγής προηγούµενων αντιδράσεων µπορούν να 20

τροποποιηθούν εάν συσχετιστούν µε αποτρεπτικές αντιδράσεις όπως ο φόβος ή η κούραση. Ο ρόλος των κινήτρων είναι να δηµιουργήσει µια κατάσταση αφύπνισης και δραστηριότητας, η οποία θα παράγει αντιδράσεις οι οποίες µπορούν να υποκατασταθούν. Ο Guthrie αναφερόταν στους δεσµούς ερεθισµάτων και αποκρίσεων ως «συνήθειες». Το βασικότερο µειονέκτηµα της θεωρίας του, είναι πως δεν επεξηγεί γιατί αρχικά εκτελούνται κάποιες συγκεκριµένες συµπεριφορές. Ο Guthrie ήθελε η θεωρία του να αποτελέσει µια γενική θεωρία µάθησης, αν και η περισσότερη έρευνα που έκανε για να υποστηρίξει την θεωρία του έγινε µε ζώα. Τέλος, ο Guthrie προσπάθησε να εφαρµόσει την γενική εικόνα της θεωρίας του σε άτοµα µε διαταραχές προσωπικότητας. 2.7.3.3 Βασικά στοιχεία της θεωρίας του Guthrie Τα βασικά στοιχεία της θεωρίας του Guthrie ή αλλιώς της θεωρίας της µάθησης µε µία δοκιµή είναι οι εξής: Χρησιµοποίησε σχετικότητα για να επεξηγήσει την διαδικασία της µάθησης Η θεωρία του δεν επεξηγεί το γιατί µερικές φορές οι άνθρωποι δρουν διαφορετικά σε ίδιες καταστάσεις Πίστευε πως τα ερεθίσµατα και οι αντιδράσεις επηρεάζουν συγκεκριµένα αισθητηριακά- µηχανικά πρότυπα, δηλαδή αυτό που µαθαίνεται είναι οι κινήσεις και όχι οι συµπεριφορές Ελαχιστοποίησε την σηµασία της ενίσχυσης, επειδή συµβαίνει µετά από την εσωτερική συσχέτιση του ερεθίσµατος και της αντίδρασης Πίστευε πως µια συνήθεια µπορεί να αντικατασταθεί από µια περισσότερο επιθυµητή συνήθεια Η παλιά συνήθεια δεν ξεχνιέται, αλλά αντικαθίσταται, ώστε η καινούργια αντίδραση να πραγµατοποιείται στο µέλλον ιατύπωσε τρεις µεθόδους αντικατάστασης µιας παλιάς (ανεπιθύµητης) συνήθειας µε µια καινούργια : Μέθοδος εξάντλησης: µετά από πλήθος επαναλήψεων το ζώο κουράζεται τόσο που δεν µπορεί πλέον να παράγει την παλιά απόκριση και έτσι θα εφαρµοστεί µια καινούργια αντίδραση ή το ζώο δεν θα αντιδρά Μέθοδος κατωφλίου: αρχικά εισάγουµε µια ήπια µορφή του ερεθίσµατος (κάτω από το επίπεδο του κατωφλίου). Σταδιακά αυξάνουµε την ισχύ του ερεθίσµατος, µέχρι να είναι ανεχτό το πλήρες ερέθισµα και χωρίς να παράγεται η ανεπιθύµητη συµπεριφορά Μέθοδος των ασυµβίβαστων ερεθισµάτων: τοποθέτηση του ζώου σε µια κατάσταση στην οποία δεν µπορεί να παράγει την ανεπιθύµητη συµπεριφορά όταν του παρουσιάζεται το ερέθισµα 21

2.7.3.4 Παράδειγµα εφαρµογής της θεωρίας του Guthrie Το κλασικό πειραµατικό παράδειγµα για την θεωρία του Guthrie περιελάµβανε γάτες οι οποίες µάθαιναν να δραπετεύουν από ένα γυάλινο κουτί (Guthrie & Horton, 1946). Ο Guthrie χρησιµοποίησε ένα γυάλινο κουτί, διότι του επέτρεπε να φωτογραφίζει τις κινήσεις των γατών. Αυτές οι φωτογραφίες έδειχναν πως οι γάτες µάθαιναν να επαναλαµβάνουν την ίδια ακολουθία κινήσεων, η οποία συσχετιζόταν µε την επερχόµενη απόδραση από το κουτί. Η βελτίωση πραγµατοποιείται επειδή άσχετες κινήσεις ξεχνιούνται ή δεν περιλαµβάνονται στις ακολουθιακές συσχετίσεις. 2.7.3.5 Βασικές αρχές της θεωρίας του Guthrie Για να πραγµατοποιηθεί υποκατάσταση, ο οργανισµός πρέπει να αντιδρά ενεργά (δηλαδή να κάνει πράγµατα) Επειδή η µάθηση περιλαµβάνει την υποκατάσταση συγκεκριµένων κινήσεων, οι οδηγίες πρέπει να είναι συγκεκριµένες και απλοϊκές Η έκθεση σε πολλές παραλλαγές των ερεθισµάτων είναι επιθυµητή για την παραγωγή µιας γενικοποιηµένης αντίδρασης Η τελευταία απόκριση σε µια µαθησιακή κατάσταση θα πρέπει να είναι η σωστή, διότι θα είναι αυτή η οποία θα συσχετιστεί 2.7.4 B. F. Skinner 2.7.4.1 Η βιογραφία του Skinner O Burrhus Frederic Skinner γεννήθηκε 20 Μαρτίου του 1904 στην Susquehanna της Pennsylvania. O Skinner πήρε το πτυχίο στην αγγλική φιλολογία από το κολέγιο Hamilton, στην Νέα Υόρκη. Μετά από αρκετά ταξίδια, αποφάσισε να επιστρέψει στην σχολή του και πήρε το µάστερ στην ψυχολογία το 1930 και το ντοκτορά του το 1931 και τα δύο από το πανεπιστήµιο του Harvard. Παρέµεινε στο Harvard όπου και έκανε τις έρευνές του έως το 1936. Το 1936 µετακόµισε στην Minneapolis για να διδάξει στο πανεπιστήµιο της Minnesota. Εκεί γνώρισε και παντρεύτηκε την Yvonne Blue. Το 1945, µετακόµισε πάλι για να διδάξει αυτήν τη φορά στο τµήµα Ψυχολογίας του πανεπιστηµίου της Indiana, όπου και έγινε πρόεδρος του τµήµατος. Το 1948, τον προσκάλεσαν πίσω στο Harvard, όπου και παρέµεινε το υπόλοιπο της ζωής του. Ήταν πολύ δραστήριος άνθρωπος, διεξάγοντας έρευνες, επιβλέποντας εκατοντάδες υποψήφιους διδάκτορες και γράφοντας πολλά βιβλία. Στις 18 Αυγούστου του 1990, ο B.F. Skinner πέθανε από λευχαιµία κατορθώνοντας να γίνει ίσως ο πιο γνωστός ψυχολόγος, µετά από τον Sigmund Freud. 22

2.7.4.2 Η θεωρία του Skinner Ο Skinner δέχθηκε το µοντέλο της κλασικής υποκατάστασης που δηµιουργήθηκε από τον Pavlov και αναπτύχθηκε από τους Watson και Guthrie. Πίστευε όµως, πως αυτού του είδους η υποκατάσταση επεξηγούσε µόνο ένα µικρό τµήµα της ανθρώπινης και ζωικής συµπεριφοράς. Πίστευε, πώς οι περισσότερες αντιδράσεις των ανθρώπων δεν προέρχονται από οφθαλµοφανή ερεθίσµατα. Η έννοια της ενίσχυσης είχε ήδη προταθεί από τον Thorndike, και ο Skinner ανέπτυξε την ιδέα αυτή ακόµα περισσότερο. Η θεωρία του Skinner βασίζεται στην συντελεστική υποκατάσταση. Αυτό που διακρίνει την συντελεστική υποκατάσταση σε σχέση µε προηγούµενες µορφές συµπεριφορισµού (π.χ. Thorndike, Hull) είναι ότι: ο οργανισµός µπορεί να δηµιουργήσει απόκριση αυτοβούλως, δηλαδή χωρίς την ανάγκη εξωτερικού ερεθίσµατος. Ο οργανισµός, καθώς διεκπεραιώνει τις καθηµερινές του δραστηριότητες, βρίσκεται στην διαδικασία της επενέργειας στο περιβάλλον. Κατά την διάρκεια αυτών των δραστηριοτήτων, ο οργανισµός έρχεται σε επαφή µε ένα ειδικό ερέθισµα, που αποκαλείται ενισχυτικό ερέθισµα, ή απλώς ενισχυτής. Αυτό το ειδικό ερέθισµα έχει την ικανότητα να αυξάνει την συµπεριφορά που εκδηλώνεται ακριβώς πριν από τον ενισχυτή. Αυτή είναι η συντελεστική υποκατάσταση : «η συµπεριφορά ακολουθείται από κάποια συνέπεια, και η φύση αυτής της συνέπειας µετατρέπει την τάση του οργανισµού να επαναλάβει αυτή τη συµπεριφορά στο µέλλον». Μία συµπεριφορά που ακολουθείται από ένα ενισχυτικό ερέθισµα έχει σαν αποτέλεσµα την αυξηµένη πιθανότητα επανεκδήλωσης της συµπεριφοράς αυτής. Οι ενισχυτές πάντα ακολουθούν µια συµπεριφορά και µπορούν να είναι ευχάριστοι ή δυσάρεστοι και να προστίθενται ή να αφαιρούνται από µια κατάσταση. Ο παρακάτω πίνακας αναφέρει περιληπτικά τους διάφορους συνδυασµούς : Προστίθεται σε µια κατάσταση µετά από µια αντίδραση Αφαιρείται από µία κατάσταση µετά από µια αντίδραση Πίνακας 2.7.4.2.1 Οι διάφοροι συνδυασµοί των ενισχυτών Ευχάριστοι Θετική Ενίσχυση : Ανταµοιβή, αυξάνει την πιθανότητα επανεµφάνισης της ίδιας συµπεριφοράς, π.χ. φαγητό, λεκτικός έπαινος, καλοί βαθµοί Τιµωρία : µειώνει την πιθανότητα επανάληψης µιας αντίδρασης, π.χ. το να εµποδίσεις έναν έφηβο να δει τηλεόραση ή να βγει έξω για βράδυ υσάρεστοι Τιµωρία : Εφαρµόζοντας έναν επίπονο ή δυσάρεστο ενισχυτή µετά από µια ανεπιθύµητη συµπεριφορά, µειώνει την πιθανότητα εµφάνισης της ίδιας συµπεριφοράς, π.χ. ηλεκτρικό σοκ, χαστούκι, φωνές Αρνητική ενίσχυση : η αφαίρεση ή µείωση µιας δυσάρεστης κατάστασης µετά από επιθυµητή συµπεριφορά, αυξάνει την πιθανότητα επανάληψης της συµπεριφοράς, π.χ. το να δώσεις σε έναν έφηβο περισσότερο χαρτζιλίκι λόγω καλής συµπεριφοράς Οι παρατηρήσεις του Skinner µπορούν να χωρισθούν σε ανεξάρτητες µεταβλητές, οι οποίες µπορούν να τροποποιηθούν από τον πειραµατιζόµενο και από εξαρτηµένες µεταβλητές, οι 23