Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4266/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2011

Σχετικά έγγραφα
Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3106/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 47/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 110/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4268/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 80/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 116/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 115/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 118/2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 97/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 20/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 89/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 150/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 40/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 37/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 98/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 145/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 47 / 2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 58/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 102/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 128/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 108/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 44/2013

ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ. Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4267/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 81/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 136/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7500/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 38/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 137/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 09/2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2950-1//

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/1242-2/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 69/ 2011

(Αποστολή µε FAX) Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2122-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 34/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 100/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 37/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 21/2016

Α Π Ο Φ Α Σ Η 47/2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 174/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 158/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 173/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 85/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5583/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 87/2016

Α Π Ο Φ Α Σ Η 111/2011

Αθήνα, Αριθ.Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4940-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η

Α Π Ο Φ Α Σ Η 39/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 60/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 112/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 141/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 92/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 25/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 154/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 38//2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 161/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 168/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 43/2017

Αθήνα, $$202$$ Αριθ. Πρωτ.: $$201$$

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/4478-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 70/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 92/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 33 /2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 60/2012

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/133-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 48/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 160/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 129/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 143/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 31/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 13/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 159/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 151/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1091/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 4 /2019

Α Π Ο Φ Α Σ Η 90/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 21 /2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 65/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 50/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/65-2/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 35/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 56/2012

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/1284-2/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 53/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 180/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 64/2012

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/5525-1/

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/2107/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 152/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 147/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3883-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 101 /2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 49/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 6/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 138/2012

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/5792-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 153/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 141/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 42/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 18/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/763/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 15 /2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 66/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 52/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 75/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 91/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7049-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 156/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 144/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 16/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1566-1/

Transcript:

ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Αθήνα, 17-06-2011 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4266/17-06-2011 Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2011 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος στην έδρα της την 14/06/2011 και ώρα 10:00, µετά από πρόσκληση του Αναπληρωτή Προέδρου της, προκειµένου να εξετάσει την υπόθεση που αναφέρεται στο ιστορικό της παρούσας. Παρέστησαν οι Χρήστος Παληοκώστας, Αναπληρωτής Πρόεδρος, και τα αναπληρωµατικά µέλη της Αρχής Πέτρος Τσαντίλας, ως εισηγητής, και ηµήτρης Λιάππης. εν παρέστησαν λόγω κωλύµατος, αν και κλήθηκαν νοµίµως εγγράφως, τα τακτικά µέλη της Αρχής Αν. Πράσσος και Λ. Κοτσαλής, οι οποίοι αντικαταστάθηκαν αντίστοιχα από τα προαναφερόµενα αναπληρωµατικά µέλη της Αρχής. Εξάλλου, δεν παρέστησαν λόγω κωλύµατος, αν και κλήθηκαν νοµίµως εγγράφως, το τακτικό µέλος της Αρχής Αν. Ιωάν. Μεταξάς και ο αναπληρωτής αυτού Γρ. Λαζαράκος. Στη συνεδρίαση παρέστη, µε εντολή του Αναπληρωτή Προέδρου, ο ηµήτρης Ζωγραφόπουλος, δικηγόρος ( Ν) νοµικός ελεγκτής, ως βοηθός εισηγητή. Επίσης, παρέστη, µε εντολή του Αναπληρωτή Προέδρου, και η Ειρήνη Παπαγεωργοπούλου, υπάλληλος του ιοικητικού Οικονοµικού Τµήµατος της Αρχής, ως γραµµατέας. Η Αρχή έλαβε υπόψη τα ακόλουθα: Υποβλήθηκε στην Αρχή η υπ αρ. πρωτ.../2010 (και υπ αρ. πρωτ. Αρχής Γ/ΕΙΣ/4230/06-07-2010) αίτηση του ΟΑΕ Ειδικής Υπηρεσίας ΚΠΑ (Τοµέας 1

Συντονισµού ικτύου ΚΠΑ), ως υπευθύνου επεξεργασίας, µε την οποία η εν λόγω υπηρεσία ζητεί από την Αρχή όπως την πληροφορήσει για το εάν νοµιµοποιείται να χορηγήσει στην αιτούσα τρίτη µονοπρόσωπη εταιρεία περιορισµένης ευθύνης µε την επωνυµία X, µε έδρα Αττικής, όπως νοµίµως εκπροσωπείται, πληροφορίες σχετικά µε την κατάσταση ανεργίας της Α του Β, για δικαστική χρήση και στη βάση σχετικής εισαγγελικής παραγγελίας. Μετά από εξέταση των προαναφεροµένων στοιχείων, αφού άκουσε την πρόταση του εισηγητή και του βοηθού εισηγητή, και κατόπιν διεξοδικής συζήτησης, Η Αρχή, ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ 1. Επειδή, η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν. 2472/1997, εναρµονιζόµενη, ιδίως, µε τις διατάξεις των άρθρων 9Α, 25 παρ. 1 και 28 του Συν/τος, 8 και 7 του Χάρτη Θεµελιωδών ικαιωµάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και 6 της Οδηγίας 95/46/ΕΕ, ρητά ορίζει ότι: «Τα δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα για να τύχουν νόµιµης επεξεργασίας πρέπει: α) Να συλλέγονται κατά τρόπο θεµιτό και νόµιµο για καθορισµένους, σαφείς και νόµιµους σκοπούς και να υφίστανται θεµιτή και νόµιµη επεξεργασία ενόψει των σκοπών αυτών. β) Να είναι συναφή, πρόσφορα, και όχι περισσότερα από όσα κάθε φορά απαιτείται εν όψει των σκοπών της επεξεργασίας. ( )». Καθιερώνονται, λοιπόν, ως θεµελιώδεις προϋποθέσεις για τη νοµιµότητα κάθε επεξεργασίας δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και για τη νοµιµότητα της σύστασης και λειτουργίας κάθε αρχείου, οι αρχές του σκοπού της επεξεργασίας και της αναλογικότητας των δεδοµένων σε σχέση πάντα µε το σκοπό επεξεργασίας. Συνεπώς, κάθε επεξεργασία προσωπικών δεδοµένων, που γίνεται πέραν του επιδιωκόµενου σκοπού ή η οποία δεν είναι πρόσφορη και αναγκαία για την επίτευξή του, δεν είναι νόµιµη. 2. Επειδή, από το συνδυασµό των διατάξεων των άρθρων 5 και 7 του Ν. 2472/1997 προκύπτει ότι η συλλογή και κάθε περαιτέρω επεξεργασία απλών και ευαίσθητων δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται, καταρχήν, εφόσον το υποκείµενο των δεδοµένων έχει δώσει τη συγκατάθεσή του. Ωστόσο, η συλλογή και κάθε περαιτέρω επεξεργασία τόσο των απλών όσο και των ευαίσθητων δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται, κατ εξαίρεση, και χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειµένου τους, στις περιπτώσεις που περιοριστικά προβλέπει ο νόµος. Ειδικότερα, 2

επιτρέπεται για τα µεν απλά δεδοµένα, ιδίως, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 5 παρ. 2 στοιχ. (ε ) και για τα ευαίσθητα δεδοµένα, ιδίως, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 7 παρ. 2 στοιχ. (γ ) του Ν. 2472/1997. Όπως παγίως έχει κρίνει η Αρχή, οι όροι και προϋποθέσεις της νοµιµότητας επεξεργασίας ευαίσθητων δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στο άρθρο 7 παρ. 2 στοιχ. (γ ) του Ν. 2472/1997, εφαρµόζονται κατά µείζονα λόγο και στην επεξεργασία απλών δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα (Βλ., ιδίως, τις αποφάσεις της Αρχής 27/2001, 75/2001, 83/2001, 8/2003, 61/2003, 8/2005, 9/2005, 75/2005, 25/2006, 38/2006, 1/2009, 2/2009, 10/2009, 37/2009, 87/2009, 89/2009, 2/2010, 3/2010, 21/2010, 22/2010, 62/2010 και 47/2011). 3. Επειδή, το άρθρο 11 παρ. 3 του Ν. 2472/1997 ρητά ορίζει ότι «εάν τα δεδοµένα ανακοινώνονται σε τρίτους, το υποκείµενο ενηµερώνεται για την ανακοίνωση πριν από αυτούς». 4. Επειδή, στην υπό κρίση υπόθεση από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι η αιτούσα τρίτη µονοπρόσωπη εταιρεία περιορισµένης ευθύνης µε την επωνυµία X, όπως νοµίµως εκπροσωπείται, ζήτησε, στη βάση σχετικής εισαγγελικής της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών (Τµήµατος Ακροάσεων), από τον ΟΑΕ Ειδική Υπηρεσία ΚΠΑ (Τοµέας Συντονισµού ικτύου ΚΠΑ), ως υπεύθυνο επεξεργασίας, να της χορηγήσει πληροφορίες σχετικά µε την κατάσταση ανεργίας της Α του Β, κατά τα έτη 2002 έως και 2008, για δικαστική χρήση. Ειδικότερα, για την αντίκρουση της από 22/01/2009 αγωγής της Α ενώπιον του αρµόδιου δικαστηρίου, µε τη οποία η ενάγουσα διεκδικεί από την εναγόµενη αιτούσα τρίτη διάφορα ποσά από σύµβαση εξαρτηµένης εργασίας αορίστου χρόνου, που κατά τους ισχυρισµούς της ενάγουσας συνέδεε τα µέρη κατά τα έτη 2002 έως και 2008. 5. Επειδή, τα ως άνω ζητηθέντα από την αιτούσα τρίτη στοιχεία της Α συνιστούν, όπως παγίως κρίνει η Αρχή, ευαίσθητα δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα του υποκειµένου τους, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στο άρθρο 2 στοιχ. (β ) του Ν. 2472/1997, καθόσον τα στοιχεία αυτά αφορούν στην ιδιότητα της Α ως άνεργης ή / και δικαιούχου επιδόµατος κοινωνικής πρόνοιας από τον ΟΑΕ και είναι, συνεπώς, σχετικά µε την κοινωνική πρόνοια (Βλ., ιδίως, τις αποφάσεις της Αρχής 34/2007, 1/2009, 2/2009, 10/2009, 37/2009, 87/2009, 2/2010, 45/2011, 47/2011 και 56/2011). 6. Επειδή, όπως παγίως έχει κρίνει η Αρχή (Βλ., ιδίως, τις γνωµοδοτήσεις της Αρχής 3/2003 και 3/2009 και τις αποφάσεις της Αρχής 2/2010, 3/2010, 20/2010 και 47/2011), η εισαγγελική παραγγελία, η οποία εκδίδεται στη βάση της διάταξης του 3

άρθρου 25 παρ. 4 εδ. β του Ν. 1756/1988 και µε την οποία εντέλλεται η επεξεργασία (διαβίβαση) δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα του υποκειµένου τους σε αιτούντα τρίτο, δεν δεσµεύει τον υπεύθυνο επεξεργασίας να προβεί στη ζητηθείσα από τον αιτούντα τρίτο επεξεργασία, καθόσον δεν εκδίδεται στο πλαίσιο εφαρµογής των διατάξεων του Κώδικα Ποινικής ικονοµίας. Η εισαγγελική παραγγελία συνιστά επιτακτική εντολή προς διερεύνηση του αιτήµατος χορήγησης των στοιχείων και υποχρεώνει τη ιοίκηση σε σαφή και αιτιολογηµένη (αρνητική ή θετική) απάντηση προς τον αιτούντα. Όταν, όµως, ζητείται η χορήγηση σε τρίτο ευαίσθητων δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα, ο αρµόδιος εισαγγελέας οφείλει να διαβιβάσει τη σχετική αίτηση προς τη ιοίκηση, µε τη σηµείωση ότι αυτή πρέπει να λάβει την άδεια της Αρχής, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στις διατάξεις του άρθρου 7 παρ. 2 του Ν. 2472/1997. Συνεπώς, ο ΟΑΕ Ειδική Υπηρεσία ΚΠΑ, ως υπεύθυνος επεξεργασίας, δεν δεσµεύεται από την ως άνω εισαγγελική παραγγελία της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών για τη διαβίβαση των επίµαχων ευαίσθητων δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα της Α στην αιτούσα τρίτη. 7. Επειδή, ο σκοπός επεξεργασίας, τον οποίο προβάλλει η αιτούσα τρίτη εταιρεία για τη διαβίβαση των επίµαχων ευαίσθητων δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα της Α συνίσταται στην αντίκρουση αγωγής µε αίτηµα την επιδίκαση απαιτήσεων από σύµβαση εξαρτηµένης εργασίας αορίστου χρόνου κατά τα έτη 2002 έως και 2008, δηλαδή στην ανάγκη αναγνώρισης, άσκησης και υπεράσπισης των νοµίµων δικαιωµάτων της ενώπιον των αρµόδιων δικαστηρίων και διοικητικών αρχών και, υπό την έννοια αυτή καταρχήν ερείδεται στις προαναφερόµενες διατάξεις των άρθρων 7 παρ. 2 στοιχ. (γ ) και 4 παρ. 1 στοιχ. (α ) του Ν. 2472/1997. Ωστόσο, από τα στοιχεία του φακέλου της υπό κρίση υπόθεσης προκύπτει ότι η ως άνω ζητηθείσα από την αιτούσα τρίτη εταιρεία διαβίβαση των επίµαχων ευαίσθητων δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα της Α συνιστά δυσανάλογο µέτρο σε σχέση µε τον προβαλλόµενο από την ίδια σκοπό επεξεργασίας και, συνεπώς, δεν συνάδει µε τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 1 στοιχ. (β ) του Ν. 2472/1997, καθόσον δεν είναι πρόσφορη και αναγκαία η χορήγηση στην αιτούσα τρίτη εταιρεία από τον ΟΑΕ Ειδική Υπηρεσία ΚΠΑ, ως υπεύθυνο επεξεργασίας, βεβαίωσης για την ενδεχόµενη εγγραφή της Α στα µητρώα του ΟΑΕ ως άνεργης κατά το επίµαχο χρονικό διάστηµα. Και τούτο, διότι η εγγραφή ενός προσώπου ως ανέργου στα σχετικά µητρώα του ΟΑΕ ούτε δύναται να αποκλείσει την ύπαρξη σχέσης (εξαρτηµένης ή ανεξάρτητης) εργασίας που να τον συνδέει µε συγκεκριµένο 4

εργοδότη ούτε επιδρά στο κύρος της εν λόγω σχέσης εργασίας, αλλά δύναται µόνο να επισύρει ενδεχοµένως διοικητικές ή άλλες κυρώσεις σε βάρος του εν λόγω προσώπου, εφόσον συνεχίσει να λαµβάνει από τον ΟΑΕ κοινωνικές παροχές ως άνεργος, ενώ στην πραγµατικότητα εργάζεται και λαµβάνει µισθό ως αντιπαροχή της εργασίας του (Βλ. και αποφάσεις της Αρχής 1/2009, 87/2009, 2/2010, 45/2011, 47/2011 και 56/2011). Η εγγραφή ενός προσώπου ως ανέργου στα σχετικά µητρώα του ΟΑΕ µπορεί να είναι πρόσφορο µέσο για την απόδειξη της ύπαρξης ή ανυπαρξίας σχέσης (εξαρτηµένης ή ανεξάρτητης) εργασίας µεταξύ του αιτούντος τρίτου και του υποκειµένου των δεδοµένων, µόνο στις περιπτώσεις που ο τρίτος ή το υποκείµενο των δεδοµένων υποστηρίζουν ότι η εγγραφή του υποκειµένου ως ανέργου στα σχετικά µητρώα του ΟΑΕ συνιστά προϋπόθεση της πρόσληψής του από το φερόµενο ως εργοδότη του, όπως όταν η πρόσληψη αυτή διενεργήθηκε στο πλαίσιο εκτέλεσης ειδικού προγράµµατος του ΟΑΕ για την απασχόληση συγκεκριµένων κατηγοριών ανέργων (Βλ. απόφαση της Αρχής 2/2010). εν προκύπτει, όµως, από τα στοιχεία του φακέλου ότι η τελευταία αυτή περίπτωση συντρέχει στην υπό κρίση υπόθεση. Με βάση τα προαναφερόµενα, ορθώς ο ΟΑΕ Ειδική Υπηρεσία ΚΠΑ, ως υπεύθυνος επεξεργασίας, δεν νοµιµοποιείται να διαβιβάσει τα ως άνω ζητηθέντα ευαίσθητα δεδοµένα προσωπικού χαρακτήρα της Α στην αιτούσα τρίτη εταιρεία. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Η Αρχή, Αποφαίνεται ότι η διαβίβαση από τον ΟΑΕ Ειδική Υπηρεσία ΚΠΑ, ως υπεύθυνο επεξεργασίας, στην αιτούσα τρίτη µονοπρόσωπη εταιρεία περιορισµένης ευθύνης µε την επωνυµία X, όπως νοµίµως εκπροσωπείται, πληροφοριών σχετικά µε τη λήψη επιδόµατος ανεργίας από τη Α αντιβαίνει, σύµφωνα µε τα προαναφερόµενα, στις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν. 2472/1997 και, συνεπώς, δεν παρέχει τη ζητηθείσα από την αιτούσα τρίτη άδεια επεξεργασίας ευαίσθητων δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα. Ο Πρόεδρος Η Γραµµατέας Χρήστος Παληοκώστας Ειρήνη Παπαγεωργοπούλου 5

6