ΤΜΗΜΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΗ «ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΓΕΙΑ» Διπλωματική Εργασία «Επαγγελματική έκθεση σε λοιμώδεις παράγοντες στο Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Πατρών κατά το χρονικό διάστημα 2003 2016» Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια Άννα Χονδρολέου Επιβλέπων Καθηγητής Μάρκος Μαραγκός ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2017
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ Κεφάλαιο 1 ο Υγεία και ασφάλεια της εργασίας στα νοσοκομεία... 3 1.1. Γενικά... 3 1.2. Υγεία και ασφάλεια της εργασίας - Η ελληνική Νομοθεσία... 4 1.3. Υγεία και ασφάλεια της εργασίας στο χώρο της υγείας... 6 1.4. Η οδηγία 2010/32/EΕ της ΕΕ περί πρόληψης τραυματισμών από αιχμηρά αντικείμενα στα νοσοκομεία και στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης... 8 1.5. Επαγγελματικές ασθένειες - Νομικό πλαίσιο... 10 Κεφάλαιο 2 ο Επιδημιολογία εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών παθήσεων... 12 2.1. Επιδημιολογία εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών παθήσεων στην Ελλάδα... 12 2.2. Επιδημιολογία εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών παθήσεων σε παγκόσμια κλίμακα... 19 Κεφάλαιο 3 ο Επιπτώσεις στην υγεία των εργαζομένων που σχετίζονται με την εργασία τους... 22 3.1. Παράγοντες κινδύνου και σχετιζόμενες επαγγελματικές παθήσεις... 22 3.2. Τραυματισμoί από αιχμηρά αντικείμενα... 26 Κεφάλαιο 4 ο Λοιμώδη ή μεταδοτικά νοσήματα... 30 4.1. Γενικά... 30 4.2. Αιματογενώς μεταδιδόμενα νοσήματα... 34 4.2.1. Ηπατίτιδα Β (HBV)... 36 4.2.2. Ηπατίτιδα C (HCV)... 38 4.2.3. Ιός της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (HIV)... 38 4.3. Πρωτόκολλο αντιμετώπισης μετά από επαγγελματική έκθεση σε HBV, HCV και HIV... 39 Κεφάλαιο 5 ο Μέτρα πρόληψης και έλεγχος λοιμωδών νοσημάτων που συνδέονται με Χώρους Παροχής Υπηρεσιών Υγείας 47 5.1. Γενικά στοιχεία.47 5.2. Η υγιεινή των χεριών... 49 1
5.3. Χρήση Μέτρων Ατομικής Προστασίας (ΜΑΠ)... 51 5.3.1. Προστατευτική ενδυμασία μίας χρήσεως (ρόμπα ή ποδιά)... 51 5.3.2. Ιατρικά γάντια μίας χρήσεως (λάτεξ ή βινύλιο)... 54 5.3.3. Οφθαλμική προστασία... 54 5.4. Οδηγίες για το χειρισμό αιχμηρών αντικειμένων σε χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας... 55 5.5. Εμβολιαστική κάλυψη... 55 ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ Κεφάλαιο 1 ο 1.1. Σκοπός της Μελέτης. 58 1.2. Υλικό και Μέθοδος...58 1.3. Ανάλυση δεδομένων.59 Κεφάλαιο 2 ο Αποτελέσματα. 60 Κεφάλαιο 3 ο Συζήτηση - Συμπεράσματα.. 71 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. 75 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. 79 1. Έντυπο αρχικής εκτίμησης εργαζόμενου μετά από ατύχημα με αιχμηρό αντικείμενο ή έκθεση σε βιολογικά υγρά.80 2. Έντυπο παρακολούθησης εργαζόμενου μετά από ατύχημα με αιχμηρό αντικείμενο ή έκθεση σε βιολογικά υγρά.82 2
Κεφάλαιο 1 ο Υγεία και Ασφάλεια της εργασίας στα Νοσοκομεία 1.1. Γενικά Ο κλάδος της υγειονομικής περίθαλψης αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους κλάδους εργασίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αφού σε αυτόν απασχολείται περίπου το 10% του ανθρώπινου δυναμικού, η πλειοψηφία των οποίων (περίπου 77%) είναι γυναίκες (Κουλεντιανού και Κατσώρη, 2014). Στη χώρα μας, σύμφωνα με τα στοιχεία του 2001, περίπου 192.000 εργαζόμενοι απασχολούνταν στον ευρύτερο κλάδο οικονομικής δραστηριότητας της υγείας και κοινωνικής μέριμνας (Δρακόπουλος, 2007). Οι εργαζόμενοι αυτοί εκτίθενται σε μία πλειάδα σοβαρών παραγόντων κινδύνου (βιολογικών, χημικών, κ.α.), γεγονός που δικαιολογεί τα υψηλότερα ποσοστά εργατικών ατυχημάτων (κατά μέσο όρο 34% περισσότερα ατυχήματα) που σημειώνονται στον τομέα της υγείας σε σχέση με τους υπόλοιπους κλάδους στις χώρες της ΕΕ. Επίσης οι εργαζόμενοι που δραστηριοποιούνται στο χώρο της υγείας παρουσιάζουν το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό επίπτωσης μυοσκελετικών παθήσεων (ΜΣΠ) που οφείλονται στη φύση της εργασίας τους, ενώ την πρώτη θέση έχει ο κλάδος των κατασκευών (Osha.europa.eu, 2017; Κουλεντιανού και Κατσώρη, 2014). Ωστόσο μέχρι σήμερα στη χώρα μας δεν υφίσταται κάποιο εξειδικευμένο και ολοκληρωμένο νομικό πλαίσιο που να αφορά την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων στο Εθνικό Σύστημα Υγείας (Ε.Σ.Υ.). Επομένως λόγω έλλειψης ειδικής νομοθεσίας ισχύει αναγκαστικά το γενικό νομικό πλαίσιο της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας (ΕΑΥ) που προβλέπεται για οργανισμούς του δημόσιου τομέα. Όλα τα θέματα που αφορούν την ΕΑΥ σε εθνικό επίπεδο εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας. Η Γενική Διεύθυνση Συνθηκών και Υγιεινής της Εργασίας, που είναι αρμόδια για θέματα νομοθεσίας, στρατηγικής, οργάνωσης, ενημέρωσης, εκπαίδευσης, κατάρτισης και έρευνας στον τομέα της ΕΑΥ, καθώς και το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.), που αποτελεί την εποπτική και εκτελεστική αρχή για την εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας, συνιστούν τις κυριότερες αρμόδιες κρατικές αρχές. 3
1.2. Υγεία και Ασφάλεια της Εργασίας - Η Ελληνική Νομοθεσία Επιχειρώντας μία σύντομη ιστορική ανασκόπηση της Ελληνικής νομοθεσίας σχετικά με τα θέματα υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων, η πρώτη καταγεγραμμένη αναφορά γίνεται το 1911 με το νόμο ΓπΛΔ /19-11-1911 (ΦΕΚ 318Α /21-11-1911): «Περί υγιεινής και ασφάλειας των εργατών και περί ωρών εργασίας», που συνυπογράφουν οι υπουργοί Εθνικής Οικονομίας Εμμ. Μπενάκης και Δικαιοσύνης Ι. Δημητρακόπουλος. Ακολουθεί το Βασιλικό Διάταγμα Β.Δ. 24/7/1912 (ΦΕΚ 229 Α /28-7-1912) και ο νόμος 551(31-12-1914 ως 8-11-1915): «Περί ευθύνης προς αποζημίωσιν των εξ ατυχήματος εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων», που συμπληρώθηκε αργότερα με τον 2193/20 (ΦΕΚ 129Α /13-06-1920) και κυρώθηκε με το Β.Δ.25-08-1920: «Περί κωδικοποιήσεως των περί υγιεινής και ασφάλειας των εργατών διατάξεων» (ΦΕΚ 200Α /5-09-1920). Στη συνέχεια δημοσιεύεται το Π.Δ. 14-03-1934 (ΦΕΚ 112Α /22-03-1934) : «Περί υγιεινής και ασφάλειας των εργατών και υπαλλήλων των πάσης φύσεως βιομηχανικών και βιοτεχνικών εργαστηρίων κ.α.», που ισχύει μέχρι το 1973. Μετά το 1973 η Ελλάδα υιοθετεί τις κατευθυντήριες οδηγίες του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας (International Labour Organisation, I.L.O.), συμμετέχει στο διεθνές πρόγραμμα ΡΙΑCΤ που αφορά τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας και οδηγείται στην ψήφιση, μεταξύ άλλων, του νόμου 1568/85: «Υγιεινή και Ασφάλεια των Εργαζομένων» (ΦΕΚ 177Α /18-10-1985) και την έκδοση σειράς σχετικών Προεδρικών Διαταγμάτων και Υπουργικών Αποφάσεων, με στόχο την προσπάθεια εναρμόνισης της ελληνικής νομοθεσίας με τα Ευρωπαϊκά πρότυπα (Ilo.org, 2017). Ο νόμος 1568/85 αποτέλεσε τη θεμέλια λίθο του θεσμικού πλαισίου της προστασίας της υγείας και της ασφάλειας όλων των εργαζομένων. Στη συνέχεια με την κοινή υπουργική απόφαση 88555/3293/1988 (που κυρώθηκε με το άρθρο 39 του Ν. 1836/89) και το ΠΔ 157/92 επεκτάθηκε η εφαρμογή του Ν. 1568/85 και όλων των σχετικών Προεδρικών Διαταγμάτων και Υπουργικών Αποφάσεων και στα δημόσια νοσοκομεία. Βάσει των διατάξεων του Νόμου 1568/85, προβλέπεται η λειτουργία Επιτροπών Υγιεινής και Ασφάλειας (Ε.Υ.Α.) των εργαζομένων αποτελούμενες από εκλεγμένους εκπροσώπους τους, καθώς και η ύπαρξη υπηρεσιών πρόληψης [Τεχνικός Ασφαλείας (Τ.Α.) και Ιατρός Εργασίας (Ι.Ε.), σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία] στους εργασιακούς χώρους. Δυστυχώς μέχρι σήμερα ελάχιστες επιτροπές Υγιεινής 4
και Ασφάλειας έχουν συσταθεί στο χώρο της υγείας, το οποίο σε πολλές περιπτώσεις οφείλεται στο γεγονός ότι θα πρέπει πρώτα να αλλάξουν οι οργανισμοί των νοσοκομείων. Στην πλειοψηφία των νοσοκομείων το ρόλο των παραπάνω επιτροπών αναλαμβάνουν οι Επιτροπές Νοσοκομειακών Λοιμώξεων. Επιπλέον όσον αφορά τον τομέα της πρόληψης και πάλι ο εν λόγω νόμος σπανίως βρίσκει εφαρμογή. Ελάχιστα νοσοκομεία στη χώρα μας προβλέπουν τη λειτουργία Εσωτερικής Υπηρεσίας Προστασίας και Πρόληψης (ΕΣΥΠΠ), ενώ πολλές από τις αρμοδιότητες αυτής της υπηρεσίας τις έχουν επωμιστεί και πάλι οι Επιτροπές Νοσοκομειακών Λοιμώξεων των νοσοκομείων, κύρια μέριμνα των οποίων είναι η πρόληψη των βιολογικών κινδύνων. Επιπρόσθετα, η Ελλάδα σε μία ακόμα προσπάθεια να εναρμονιστεί με τις ελάχιστες και Ευρωπαϊκές προδιαγραφές αποφάσισε να συμμορφωθεί με την οδηγία-πλαίσιο 89/391, που επέβαλε για πρώτη φορά σε όλους εργοδότες την υποχρέωση να προβαίνουν σε «μελέτη εκτίμησης επικινδυνότητας» (Osha.europa.eu, 2017). Η οδηγία αυτή ενσωματώθηκε μετέπειτα στο Ελληνικό Δίκαιο με το ΠΔ 17/96 (Mέτρα για την βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία σε συμμόρφωση με τις οδηγίες 89/391/EOK και 91/383/EOK, 1996), όπου λανθασμένα αποδόθηκε ως «μελέτη εκτίμησης επαγγελματικού κινδύνου». Η συγκεκριμένη οδηγία-πλαίσιο καθορίζει τις γενικές αρχές πρόληψης των κινδύνων για τους εργαζομένους, οι οποίες επιγραμματικά αναφέρονται παρακάτω: Παροχή υπηρεσιών προστασίας και πρόληψης κινδύνων εκτίμηση των κινδύνων που δεν μπορούν να αποφευχθούν καταπολέμηση των κινδύνων στην πηγή τους προσαρμογή της εργασίας στον άνθρωπο και στις ικανότητές του παρακολούθηση της εξέλιξης των τεχνικών, της τεχνολογίας και του εξοπλισμού εργασίας αντικατάσταση του επικίνδυνου από το μη επικίνδυνο ή το λιγότερο επικίνδυνο ανάπτυξη συνεκτικής πολιτικής στον τομέα της πρόληψης προτεραιότητα στη λήψη μέτρων ομαδικής προστασίας έναντι των μέτρων ατομικής προστασίας παροχή ενημέρωσης και εκπαίδευσης στους εργαζομένους σύσταση επιτροπών υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας (ΕΥΑΕ) 5
Τέλος, με το νόμο - πλαίσιο 3850/2010 (ΦΕΚ 84 Α/2.6.2010) (Νόμος υπ αριθ. 3850 Κύρωση του Κώδικα νόμων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων, 2010) νομοθετείται η εφαρμογή μίας σειρά μέτρων για την προαγωγή της υγείας και της ασφάλειας των εργαζομένων κατά την εργασία. Ο εν λόγω νόμος περιλαμβάνει γενικές αρχές σχετικά με την πρόληψη των επαγγελματικών κινδύνων και την προστασία της υγείας και της ασφάλειας, την εξάλειψη των συντελεστών κινδύνου των εργατικών ατυχημάτων και των επαγγελματικών ασθενειών, την ενημέρωση, τη διαβούλευση, την ισόρροπη συμμετοχή, την κατάρτιση των εργαζομένων και των εκπροσώπων, καθώς και τους κανόνες για την εφαρμογή των γενικών αυτών αρχών. Οι διατάξεις του κώδικα εφαρμόζονται, εφόσον δεν ορίζεται αλλιώς, σε όλες τις επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα. 1.3. Υγεία και Ασφάλεια της Εργασίας στο Χώρο της Υγείας Στη συνέχεια αναφέρονται επιγραμματικά οι κυριότερες οδηγίες, Υπουργικές αποφάσεις και ΠΔ που σχετίζονται με την πρόληψη, προστασία και εκτίμηση κινδύνων που αφορούν τους εργαζομένους στο χώρο της υγείας (Elinyae.gr): Ακτινοπροστασία. Υ.Α 3060/(ΦΟΡ) 238/02, (512/Β) «Μέτρα προφύλαξης του κοινού από τη λειτουργία διατάξεων εκπομπής ηλεκτρομαγνητικών πεδίων χαμηλών συχνοτήτων». Γυναίκες. Εγκύκλιος ΙΚΑ 15/31-1-01 «Χορήγηση μίας επιπλέον εβδομάδας άδειας στις εργαζόμενες μετά τον τοκετό (άδεια λοχείας)» Δοχεία πίεσης-συσκευές αερίων. Υ.Α. 14132/618/01, (1626/Β) «Συμμόρφωση προς τις διατάξεις της οδηγίας 1999/36 του συμβουλίου της 29 ης Απριλίου 1999 σχετικά με τον μεταφερόμενο εξοπλισμό υπό πίεση όπως αυτή τροποποιήθηκε με νεότερη οδηγία 2001/12/ΕΚ της Επιτροπής της 4 ης Ιανουαρίου 2001 (παράρτημα V) για προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο της οδηγίας 199/39 ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με το μεταφερόμενο εξοπλισμό υπό πίεση». Αμίαντος. Εγκύκλιος εφαρμογής Π.Δ. 175/97, τροποποίηση του Π.Δ. 70α/88 «Προστασία εργαζομένων που εκτίθενται στον αμίαντο (150/Α)». Π.Δ. 70α/88, (31/Α) «Προστασία εργαζομένων που εκτίθενται στον αμίαντο κατά την εργασία». 6
Βιολογικοί παράγοντες. Π.Δ. 15/99, (9/Α) τροποποίηση του Π.Δ. 186/95 «Προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω της έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία σε συμμόρφωση με τις οδηγίες 90/679/ΕΟΚ» (97/Α) όπως τροποποιήθηκε με το Π.Δ. 174/97 (150/Α) σε συμμόρφωση με τις οδηγίες 97/59/ΕΚ και 97/65/ΕΚ της Επιτροπής. Π.Δ. 186/95 «Προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που διατρέχουν λόγω της έκθεσής τους σε βιολογικούς παράγοντες κατά την εργασία σε συμμόρφωση με τις οδηγίες του Συμβουλίου 90/88/ΕΟΚ». Καρκινογόνοι παράγοντες. Π.Δ. 127/00, (111/Α) τροποποίηση και συμπλήρωση Π.Δ. 339/94 για προστασία των εργαζομένων από κινδύνους που συνδέονται με την έκθεση σε καρκινογόνους παράγοντες κατά την εργασία σε συμμόρφωση με την οδηγία 90/394/ΕΟΚ σε συμμόρφωση με την οδηγία 97/42/ΕΚ. Π.Δ. 339/94, (221/Α) «Προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που συνδέονται με την έκθεση σε καρκινογόνους παράγοντες κατά την εργασία σε συμμόρφωση με την οδηγία του Συμβουλίου 90/394/ΕΟΚ. Μόλυβδος Π.Δ. 94/87, (54/Α) «Προστασία των εργαζομένων που εκτίθενται στον μεταλλικό μόλυβδο και τις ενώσεις ιόντων του κατά την εργασία». Οριακές τιμές. Π.Δ. 339/01, (227/Α) τροποποίηση του Π.Δ. 307/86 «Προστασία της υγείας των εργαζομένων που εκτίθενται σε ορισμένους χημικούς παράγοντες κατά τη διάρκεια της εργασίας τους». Π.Δ. 307/86, (135/Α) «Προστασία της υγείας των εργαζομένων που εκτίθενται σε ορισμένους χημικούς παράγοντες κατά τη διάρκεια της εργασίας τους». Φυσικοί παράγοντες. Π.Δ. 77/93, (34/Α) «Για την προστασία των εργαζομένων από φυσικούς, χημικούς και βιολογικούς παράγοντες και τροποποίηση και συμπλήρωση του Π.Δ./τος 307/86 (135/Α) σε συμμόρφωση με την οδηγία του Συμβουλίου 88/642/ΕΟΚ». 7
Χημικές ουσίες. Π.Δ. 339/01, (227/Α) τροποποίηση του Π.Δ. 307/86 Προστασία της υγείας των εργαζομένων που εκτίθενται σε ορισμένους χημικούς παράγοντες κατά τη διάρκεια της εργασίας τους». Θερμική καταπόνηση. Εγκύκλιος 130295/13-3-01 «Αντιμετώπιση της θερμικής καταπόνησης των εργαζομένων κατά το θέρος Κάπνισμα. Υ.Α. ΥΙ/Γ.Π./οικ. 76017/29-7-02, (1001/Β) «Απαγόρευση του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους μεταφορικά μέσα και μονάδες παροχής Υπηρεσιών Υγείας». Ανελκυστήρες. Υ.Α. οικ. 3899/253/Φ.9.2/02, (291/Β) «Συμπλήρωση των διατάξεων σχετικά με την εγκατάσταση, λειτουργία, συντήρηση και ασφάλεια των ανελκυστήρων». Οθόνες οπτικής απεικόνισης. Π.Δ. 398/94, (221/Α) «Ελάχιστες προδιαγραφές ασφαλείας και υγείας κατά την εργασία με οθόνες οπτικής απεικόνισης σε συμμόρφωση με την οδηγία του Συμβουλίου 90/270/ΕΟΚ». Χειρωνακτική διακίνηση φορτίων. Π.Δ. 397/94, (221/Α) «Ελάχιστες προδιαγραφές ασφαλείας και υγείας κατά την χειρονακτική διακίνηση φορτίων που συνεπάγεται κίνδυνο ιδίως για τη ράχη και την οσφυϊκή χώρα των εργαζομένων σε συμμόρφωση με την οδηγία του Συμβουλίου 90/269/ΕΟΚ». Νοσοκομειακά Απόβλητα. Αριθ. Η.Π. 37591 (Αρ. Φύλλου 1419, 1/10/2003) «Μέτρα και όροι για τη διαχείριση ιατρικών αποβλήτων από υγειονομικές μονάδες». 1.4. Η οδηγία 2010/32/EΕ της ΕΕ περί πρόληψης τραυματισμών από αιχμηρά αντικείμενα στα νοσοκομεία και στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης Με το Π.Δ. 6/2013 υιοθετείται και ενσωματώνεται η Ευρωπαϊκή οδηγία 2010/32/EΕ, που συνυπογράφηκε από τους ευρωπαϊκούς κοινωνικούς εταίρους HOSPEEM (Ευρωπαϊκή Ένωση Εργοδοτών του Νοσοκομειακού και Υγειονομικού Τομέα) και EPSU (Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Συνδικάτων Δημοσίων Υπηρεσιών) (Π.Δ. 6/2013 "Πρόληψη τραυματισμών που προκαλούνται από αιχμηρά αντικείμενα στο 8
νοσοκομειακό και υγειονομικό τομέα σε συμμόρφωση με την οδηγία 2010/32/ΕΕ του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 2010 (ΕΕ L 134/66 της 01.06.2010)", 2017). Βασικό αντικείμενο της οδηγίας 2010/32/EΕ είναι η πρόληψη τραυματισμών από αιχμηρά αντικείμενα στο νοσοκομειακό και υγειονομικό τομέα της υγειονομικής περίθαλψης (Elinyae.gr). Βασικοί στόχοι της παραπάνω οδηγίας είναι: α) η επίτευξη του ασφαλέστερου, κατά το δυνατό, εργασιακού περιβάλλοντος β) η πρόληψη των τραυματισμών των εργαζομένων από κάθε είδους ιατρικό αιχμηρό αντικείμενο (συμπεριλαμβανομένων των βελονών) γ) η προστασία των εργαζομένων που διατρέχουν κίνδυνο δ) η διαμόρφωση ολοκληρωμένης προσέγγισης για τον καθορισμό πολιτικών σχετικά με την εκτίμηση του κινδύνου, την πρόληψη του κινδύνου, την κατάρτιση, την ενημέρωση, την ευαισθητοποίηση και την παρακολούθηση ε) η θέσπιση διαδικασιών αντίδρασης και παρακολούθησης. Στα πλαίσια της οδηγίας 2010/32/EΕ προβλέπονται τα ακόλουθα μέτρα πρόληψης και προστασίας των εργαζομένων στους χώρους υγείας: αποφυγή της μη αναγκαίας χρήσης αιχμηρών εφαρμόζοντας αλλαγές στην πρακτική προμήθεια ιατρικών συσκευών που περιέχουν μηχανισμούς ασφάλειας και προστασίας εισαγωγή μηχανισμών προστασίας με γνώμονα την ασφάλεια πρόληψη του κινδύνου λοιμώξεων με εφαρμογή ασφαλών συστημάτων εργασίας εφαρμογή ασφαλών διαδικασιών χρήσης και διάθεσης αιχμηρών ιατρικών εργαλείων και μολυσμένων αποβλήτων κατάργηση της τακτικής της επανατοποθέτησης καλυμμάτων στις βελόνες χρήση μέσων ατομικής προστασίας ιατρική παρακολούθηση και εμβολιασμός του προσωπικού ενημέρωση και ευαισθητοποίηση εκπαίδευση και κατάρτιση 9
1.5. Επαγγελματικές Ασθένειες - Νομικό Πλαίσιο Τα προβλήματα υγείας που απορρέουν ως συνέπεια της εργασίας χαρακτηρίζονται ως «επαγγελματικές ασθένειες». Σύμφωνα με τον ορισμό του κλάδου της Ιατρικής Εργασίας ως επαγγελματική ασθένεια μπορεί να θεωρηθεί κάθε νόσος που σχετίζεται με το είδος των κινδύνων στους οποίους εκτέθηκε ο πάσχων λόγω της εργασίας του. Δηλαδή, κάθε νόσος που αποδεδειγμένα, στη βάση ιατρικών κριτηρίων, μπορεί να αποδοθεί στο είδος της εργασίας και τους κινδύνους στους οποίους λόγω της εργασίας έχει εκτεθεί ο εργαζόμενος. Ο όρος «Επαγγελματική Ασθένεια» πρωτοεμφανίστηκε στην ελληνική νομοθεσία με το Νόμο 6298/ΦΕΚ 346Α/10-10- 1934 (άρθρο 41) περί «Κοινωνικών Ασφαλίσεων» το 1937. Σε αυτόν περιλαμβάνεται ο πρώτος κατάλογος επαγγελματικών ασθενειών, που περιέχει τρεις ασθένειες (τη δηλητηρίαση εκ μολύβδου, τη δηλητηρίαση εκ υδραργύρου και την προσβολή από άνθρακα), και αναφέρεται σε εργαζόμενους συγκεκριμένων επαγγελμάτων και κατηγοριών επιχειρήσεων υπό την προϋπόθεση ότι απασχολούνταν στη συγκεκριμένη εργασία για ένα ελάχιστο αριθμό ημερομισθίων πριν την εκδήλωση της νόσου. Αργότερα το 1952 με την Υ.Α. 24690 ορίστηκε στο άρθρο 40 του Κανονισμού Ασθένειας του ΙΚΑ ο «Κατάλογος Επαγγελματικών Ασθενειών» για τους εργαζόμενους ασφαλισμένους στο Ίδρυμα. Ο Κατάλογος Επαγγελματικών Ασθενειών του 1952 ίσχυσε μέχρι το 1979 όποτε και τροποποιήθηκε (ΦΕΚ 132/Β/ 12.2.1979) στο άρθρο 40 του Κανονισμού Ασθένειας του ΙΚΑ, παίρνοντας τη μορφή ενός «κλειστού καταλόγου επαγγελματικών νοσημάτων» που περιλάμβανε μόλις 52 ασθένειες. Ο κατάλογος «Επαγγελματικών Ασθενειών» είχε αρχικά ισχύ μόνο για ασφαλισμένους του ΙΚΑ, ενώ μετά την ψήφιση του Ν. 2084 του 1992 ο κατάλογος αυτός αποτέλεσε πλέον τον «Εθνικό Κατάλογο Επαγγελματικών Ασθενειών» που εφαρμοζόταν στους νέους ασφαλισμένους σε όλους τους ασφαλιστικούς φορείς από την 1.1. 1993. Σήμερα ο παραπάνω κατάλογος έχει πλέον σημαντικά τροποποιηθεί και εμπλουτιστεί, ενώ σύμφωνα με το Π.Δ. 41/2012 που δημοσιεύτηκε το 2012 χαρακτηρίζεται ως «Εθνικός Κατάλογος Επαγγελματικών Ασθενειών», σε συμμόρφωση με τη Σύσταση της Επιτροπής 2003/670/ΕΚ της 19.09.2003, «Σχετικά με τον ευρωπαϊκό κατάλογο των επαγγελματικών ασθενειών» (EEL 238/25.09.2003). Ο κατάλογος των επαγγελματικών ασθενειών ταξινομείται στη βάση της αιτιώδους 10
φύσης αυτών σε: α) Ασθένειες που προκαλούνται από χημικούς παράγοντες, β) Ασθένειες του δέρματος που προκαλούνται από ουσίες και παράγοντες που δεν περιλαμβάνονται σε άλλες θέσεις, γ) Ασθένειες που προκαλούνται από την εισπνοή ουσιών και παραγόντων που δεν καταγράφονται σε άλλες θέσεις, δ) Λοιμώδεις και παρασιτικές ασθένειες, και ε) Ασθένειες προκαλούμενες από φυσικούς παράγοντες. Η διαδικασία αναγνώρισης επαγγελματικής νόσου περιγράφεται αναλυτικά στα άρθρα 21-26 του Κανονισμού Ασφαλιστικής Αρμοδιότητας (ΚΑΑ) του ΙΚΑ (Υ.Α. 57440,ΦΕΚ 33/Β/13-1-1938). Συνοπτικά, βάσει της εγκυκλίου υπ. αρ. 45 της Γενικής Διεύθυνσης Ασφαλιστικών Υπηρεσιών ΙΚΑ (αρ. πρωτ. Π08/12 της 24-6-2010) η διαδικασία της αναγνώρισης περιλαμβάνει τρία στάδια: τη δήλωση (αναγγελία) της επαγγελματικής νόσου το χαρακτηρισμό της νόσου ως επαγγελματικής ή όχι από τον ασφαλιστικό φορέα του εργαζόμενου την παραπομπή του ασφαλισμένου στον ελεγκτικό μηχανισμό του ασφαλιστικού φορέα, τις Υγειονομικές Επιτροπές, για τον προσδιορισμού Ποσοστού Αναπηρίας (Αριθμ. Φ. 11321/οικ. 10219/688, ΦΕΚ 1506/Β/4-5-2012) Το νομοθετικό πλαίσιο για την αναγγελία-δήλωση των επαγγελματικών ασθενειών περιγράφεται στον Νόμο 3850/2010, «Κύρωση του Κώδικα νόμων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων» και συγκεκριμένα στα ακόλουθα άρθρα: Άρθρο 18: Επίβλεψη της υγείας των εργαζομένων, παρ. 4. Ο ιατρός εργασίας αναγγέλλει μέσω της επιχείρησης στην Επιθεώρηση Εργασίας ασθένειες των εργαζομένων που οφείλονται στην εργασία. Άρθρο 19: Δικαίωμα για ιατρικό έλεγχο Υποχρέωση ενημέρωσης, παρ. 1. Προς εξασφάλιση της κατάλληλης επίβλεψης και τη διάγνωση τυχόν βλάβης της υγείας του σε συνάρτηση με τους κινδύνους, όσον αφορά την ασφάλεια και την υγεία κατά την εργασία, κάθε εργαζόμενος, εφόσον δεν προβλέπονται άλλα ειδικά μέτρα από τη νομοθεσία για τον ιατρικό του έλεγχο, μπορεί να προσφεύγει στον ιατρό εργασίας της επιχείρησης ή σε αρμόδια μονάδα του Ε.Σ.Υ. ή του ασφαλιστικού οργανισμού στον οποίο ανήκει ο εργαζόμενος, σύμφωνα με τις ισχύουσες ασφαλιστικές και υγειονομικές διατάξεις σχετικές με την προληπτική ιατρική. Άρθρο 5: Αρμοδιότητες Ε.Υ.Α.Ε. και εκπροσώπου εργαζομένων παρ. 1. 11
Κεφαλαίο 2 ο Επιδημιολογία Εργατικών Ατυχημάτων και Επαγγελματικών Παθήσεων Ως εργατικό ατύχημα ορίζεται κάθε βίαιο συμβάν που οφείλεται σε εξωτερική αιτία συσχετιζόμενη με την εργασία, άρα αποτέλεσμα ενός τραυματικού γεγονότος κατά τη διάρκεια ή εξαιτίας της εργασίας και το οποίο προκαλεί φυσική βλάβη στον εργαζόμενο (παροδική ή μόνιμη ανικανότητα ή θάνατο). Επομένως, προκειμένου να χαρακτηριστεί ένα ατύχημα ως εργατικό θα πρέπει να πληρούνται οι παρακάτω συνθήκες: Παρουσία εξωτερικού αιτίου Πρόκληση φυσικής βλάβης στον εργαζόμενο Προσδιορισμός του τόπου του ατυχήματος στον χώρο εργασίας Προσδιορισμός του χρόνο του ατυχήματος είτε κατά τη διάρκεια ή κατά την μετάβαση ή αποχώρηση από την εργασία. Στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης από την έκθεση των εργαζομένων στους επαγγελματικούς κινδύνους της εργασίας τους απορρέουν πολύ σοβαρές επιπτώσεις (υγείας, οικονομικές, κοινωνικές και ψυχολογικές) (Αλεξόπουλος, 2007): Εμφάνιση διαφόρων προβλημάτων υγείας και επαγγελματικών παθήσεων Πρόκληση εργατικών ατυχημάτων Αυξημένες απουσίες από την εργασία Πρόωρες συνταξιοδοτήσεις Υποβάθμιση της ποιότητας ζωής των εργαζομένων 2.1. Επιδημιολογία Εργατικών Ατυχημάτων και Επαγγελματικών Παθήσεων στην Ελλάδα Στη χώρα μας, λόγω απουσίας οργανωμένων υπηρεσιών Υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας στα νοσοκομεία δεν πραγματοποιείται συστηματική καταγραφή των εργατικών ατυχημάτων, ενώ η εφαρμογή ειδικών μέτρων προστασίας γίνεται σε περιορισμένη κλίμακα και αφορά κυρίως την πρόληψη βιολογικών παραγόντων κινδύνου. Επιπλέον, από τους οργανισμούς των περισσοτέρων μονάδων υγείας τα εργατικά ατυχήματα δεν αναγνωρίζονται νομικά και επομένως δεν υποχρεούνται να εφαρμόζουν τη σχετική νομοθεσία που ορίζει ρητά την υποχρεωτική καταγραφή και 12
αναγγελία τους στους αρμόδιους φορείς (αστυνομικές αρχές, ΙΚΑ, επιθεώρηση εργασίας). Η πλειοψηφία των διαθέσιμων στατιστικών δεδομένων για τα θέματα υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας και της συχνότητας εμφάνισης των εργατικών ατυχημάτων προέρχονται από το Υπουργείο Εργασίας, το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α.) και το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) και αφορούν κυρίως τους εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα και τις επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας. Ακολούθως, τα στοιχεία αυτά διοχετεύονται στην Εθνική Στατιστική Υπηρεσία (ΕΣΥΕ) όπου καταχωρούνται και έπειτα επαναπροωθούνται στο ΙΚΑ για περαιτέρω αξιολόγηση. Σύμφωνα με στοιχεία του Ελληνικού Ινστιτούτου Υγιεινής και Ασφάλειας της Εργασίας οι πτώσεις λόγω ολισθηρότητας δαπέδων ή κλιμάκων και οι μικροτραυματισμοί με αιχμηρά αντικείμενα (π.χ. βελόνες, νυστέρια, σκαριφιστήρες, σπασμένο γυαλί) αποτελούν τα πιο συνήθη εργατικά ατυχήματα στο χώρο της υγείας (Αλεξόπουλος, 2007). Οι τραυματισμοί από αιχμηρά αντικείμενα, ιδίως το τρύπημα από βελόνα, ιεραρχούνται ψηλά τόσο ως προς την συχνότητα αλλά και ως προς την επικινδυνότητά τους για τους εργαζόμενους αφού μπορεί να προκαλέσουν σηπτικά τραύματα ή (εφόσον είναι μολυσμένα) να οδηγήσουν στη μετάδοση αιματογενώς μεταδιδόμενων νοσημάτων, που επιφέρει σοβαρές ψυχολογικές και κοινωνικές συνέπειες (Pru ss-u stu n, Rapiti and Hutin, 2003). Μία ακόμα μεγάλη κατηγορία εργατικών ατυχημάτων στο χώρο της υγείας είναι αυτά που συμβαίνουν κατά το χειρισμό βαρών. Επιπλέον, υπάρχουν καταγραφές και για άλλους τύπους ατυχημάτων όπως θερμικά και χημικά εγκαύματα, ηλεκτροπληξίες, δηλητηριάσεις από χημικά (π.χ. διαρροή μονοξειδίου του άνθρακα, τοξικές ουσίες, κ.α.), κ.α. Η επαγγελματική ομάδα με τα περισσότερα καταγεγραμμένα εργατικά ατυχήματα είναι οι νοσηλευτές και το βοηθητικό προσωπικό, ενώ ακολουθούν οι εργαζόμενοι στη συντήρηση και στις υπηρεσίες καθαριότητας. Πολλές μελέτες μάλιστα, υποστηρίζουν ότι υπάρχει θετική συσχέτιση μεταξύ των εργατικών ατυχημάτων και του κυκλικού ωραρίου (εφημερίες, νυχτερινές βάρδιες), της επαγγελματικής εξουθένωσης και της γενικότερης κατάστασης υγείας του νοσηλευτικού προσωπικού. Στη συνέχεια στον παρακάτω πίνακα (Πίνακας 1) παρατίθενται τα εργατικά ατυχήματα που καταγράφηκαν επίσημα σε όλη την ελληνική επικράτεια κατά την τετραετία 1998-2001 και αφορούσαν εργαζομένους που απασχολούνται στον τομέα 13
της υγείας και κοινωνικής μέριμνας (Δρακόπουλος, 2007). Η παρουσίαση των αποτελεσμάτων γίνεται ανά φύλο, ηλικιακή ομάδα, γεωγραφική περιφέρεια, ενώ επιπλέον αναφέρεται η φύση του ατυχήματος, το υλικό/παράγοντας κάκωσης, το είδος τραυματισμού και το μέρος του σώματος και τέλος επισημαίνεται ο μήνας και ο τόπος του ατυχήματος. Επιγραμματικά λοιπόν, τα συμπεράσματα που προκύπτουν είναι τα ακόλουθα (Δρακόπουλος, 2007): Κατά την περίοδο 1998-2001 καταγράφηκαν 847 εργατικά ατυχήματα στο χώρο της υγείας και κοινωνικής μέριμνας, που αντιστοιχούσαν στο 1,2% του συνόλου των εργατικών ατυχημάτων (69.578 ατυχήματα) που συνέβησαν στην ελληνική επικράτεια. Η πλειοψηφία των ατυχημάτων σημειώθηκαν στη γεωγραφική περιφέρεια του Νομού Αττικής με 72,8% και στη δεύτερη θέση βρίσκεται η Κεντρική Μακεδονία με 11,5%. Κατά τη διάρκεια της τετραετίας διαπιστώθηκε μέση ετήσια πτώση του αριθμού των ατυχημάτων στο χώρο της υγείας της τάξης του 0,7%, ενώ η αντίστοιχη πτώση στο σύνολο των εργατικών ατυχημάτων ήταν 4%. Το 30% των ατυχημάτων αφορούσαν άνδρες, ενώ το 70% γυναίκες. Το 14% των καταγεγραμμένων ατυχημάτων αφορούσαν άτομα ηλικίας 30-34 ετών. Στην ηλικιακή ομάδα 35-39 ετών διαπιστώθηκε 35% μέση ετήσιας αύξηση, σε αντίθεση με τις ηλικιακές ομάδες 45-49 και 50-54 όπου καταγράφηκε πτώση κατά 11% και 11,1% αντιστοίχως. Ως προς τη φύση των ατυχημάτων, οι πλειοψηφία τους οφείλονται σε πτώσεις στο ίδιο επίπεδο (32%), ακολουθούν τα ατυχήματα λόγω πρόσκρουσης σε σταθερά αντικείμενα και χτύπημα ή από κινούμενα αντικείμενα (27%) και τέλος οι ολισθήσεις/καταρρεύσεις/κτυπήματα από πίπτοντα αντικείμενα (14%). 14
Πίνακας 1: Καταγραφή εργατικών ατυχημάτων στην ελληνική επικράτεια κατά την τετραετία 1998-2001 στον τομέα της υγείας και κοινωνικής μέριμνας. 15
Πίνακας 1 (συνέχεια): Καταγραφή εργατικών ατυχημάτων στην ελληνική επικράτεια κατά την τετραετία 1998-2001 στον τομέα της υγείας και κοινωνικής μέριμνας. Πηγή: Δρακόπουλος, 2007 16
Όσον αφορά τις επαγγελματικές παθήσεις που παρατηρούνται στους εργαζομένους στο χώρο της υγείας, κυριαρχούν οι μυοσκελετικές παθήσεις, οι δερματοπάθειες (κυρίως λόγω επαφής) και οι παθήσεις που σχετίζονται με το αναπνευστικό (π.χ. άσθμα), που συνιστούν περίπου το 70% του συνόλου. Ακολουθούν οι ψυχικές διαταραχές (στρες, άγχος, ψυχολογική εξουθένωση, κατάθλιψη), ενώ σπανιότερα καταγράφονται παθήσεις του γαστρεντερικού, του νευρικού, των αισθητήριων οργάνων και διάφορες λοιμώδεις νόσοι. Η περισσότερο μελετημένη νόσος απόρροια του χειρισμού φορτίων, της επαγγελματικής εξουθένωσης και γενικότερα της σημαντικής επιβάρυνσης του μυοσκελετικού συστήματος των εργαζομένων στο χώρο της υγείας είναι η επαγγελματική οσφυαλγία, που συναντάται με μεγαλύτερη συχνότητα στο νοσηλευτικό προσωπικό. Συγκεκριμένα σε μία μελέτη στις αρχές τις δεκαετίας του 90 σε ελληνικά νοσοκομεία διαπιστώθηκε ότι ο επιπολασμός της οσφυαλγίας στο νοσηλευτικό προσωπικό της τριτοβάθμιας φροντίδας στην Αθήνα ήταν κατά μέσο όρο 65% (Σουρτζή και Βελονάκης, 2004). Τα κυριότερα αιματογενώς μεταδιδόμενα νοσήματα που αφορούν άμεσα τους εργαζομένους στον τομέα της υγείας είναι η Ηπατίτιδα C (HCV), η Ηπατίτιδα Β (HBV) και ο ιός της ανθρώπινης ανοσοεπάρκειας (HIV). Σήμερα και τα τρία παραπάνω νοσήματα αναγνωρίζονται νομικά ως επαγγελματικές ασθένειες, περιλαμβάνονται στον εμπλουτισμένο «Εθνικό Κατάλογο Επαγγελματικών Ασθενειών» και επομένως καλύπτονται από την κοινωνική ασφάλιση. Στην Ελλάδα τα στατιστικά στοιχεία για τις επαγγελματικές νόσους στον τομέα της υγείας είναι πολύ περιορισμένα. Σύμφωνα με επιδημιολογικά δεδομένα του ΚΕΕΛΠΝΟ κατά τη χρονική περίοδο 1998-2011 καταγράφηκαν συνολικά 1970 κρούσματα οξείας ηπατίτιδας Β και 958 κρούσματα οξείας ηπατίτιδας C, με τα κρούσματα να κυμαίνονται μεταξύ 35 και 284 ανά έτος για την ηπατίτιδα Β και 10 με 162 για την ηπατίτιδα C, με μέση επίπτωση 1,28, και 0,62 κρούσματα ανά 100.000 πληθυσμού αντίστοιχα (Γράφημα 1) (Keelpno.gr). Η κατανομή των κρουσμάτων κατά παράγοντες κινδύνου, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η ομάδα των επαγγελματιών υγείας, απεικονίζεται στο Γράφημα 2. Τέλος, ο κίνδυνος μόλυνσης από τον HBV έπειτα από διαδερμική έκθεση στον ιό είναι ιδιαίτερα υψηλός και κυμαίνεται μεταξύ 23%-62%, ανάλογα με την παρουσία του αντιγόνου e και των επιπέδων HBV-DNA του φορέα, ενώ αντίστοιχα για τον HCV ο κίνδυνος μόλυνσης ύστερα από διαδερμική έκθεση υπολογίζεται ότι είναι 17
περίπου 1,8% (Χατζάκης και Καντζανού, 2013). Ωστόσο, ο κίνδυνος μετάδοσης της ηπατίτιδας Β για το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό μπορεί να περιοριστεί σημαντικά με τον εμβολιασμό και την αυστηρή εφαρμογή ειδικών μέτρων προστασίας. Όμως όπως αποδεικνύεται από σχετικές μελέτες πολλοί εργαζόμενοι δεν εμβολιάζονται (Περδικάρης και συν., 2000). Συγκεκριμένα βρέθηκε ότι μόνο το 69% των ιατρών και το 65,8% των νοσηλευτών είχαν εμβολιαστεί. Ως βασικά αίτια της απουσίας εμβολιαστικής κάλυψης αναφέρονται τα εξής: η αμέλεια, η αδιαφορία, ο φόβος ανεπιθύμητων ενεργειών και η πεποίθηση ότι το εμβόλιο δεν συνεισφέρει ουσιαστικά στην πρόληψη της νόσου. Γράφημα 1: Επίπτωση της Ηπατίτιδας Β και C στην Ελλάδα Πηγή: (Keelpno.gr) 18
Γράφημα 2: Μέσος όρος περιπτώσεων Ηπατίτιδας Β και C ανά έτος κατά την περίοδο 2004-2011 στην Ελλάδα Πηγή: (Keelpno.gr) Αναφορικά με τον ιο HIV, σύμφωνα με τους ερευνητές ο κίνδυνος μετάδοσης της HIV λοίμωξης από μολυσμένο αίμα μετά από διαδερμική έκθεση υπολογίζεται ότι είναι περίπου 0.3% (95% CΙ = 0.2% -0.5% ), μετά από έκθεση βλεννογόνων είναι 0.09% (CΙ= 0.006% - 0.5%), ενώ πιθανότητα λοίμωξης μέσω μη ακέραιου δέρματος είναι <0.1%. Δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία σχετικά με τον κίνδυνο μετάδοσης ύστερα από έκθεση σε μολυσμένα βιολογικά υγρά ή ιστούς, αλλά πιστεύεται ότι θα είναι σαφώς χαμηλότερος συγκριτικά με το αίμα. Το πρώτο καταγεγραμμένο περιστατικό μετάδοσης του ιού HIV σε επαγγελματία υγείας πραγματοποιήθηκε το 1984. Έκτοτε, ο συνολικός αριθμός των ατόμων, που εμφάνισαν ορομετατροπή ύστερα από επαγγελματική έκθεση στον HIV υπολογίζεται σε 102 άτομα, ενώ έχουν καταγραφεί 217 ακόμα περιπτώσεις όπου ορομετατροπής που αποδίδονται σε πιθανή επαγγελματική έκθεση. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων του ΚΕΕΛΠΝΟ, κατά την περίοδο 1996-2005 δηλώθηκαν 188 περιστατικά επαγγελματικής έκθεσης στον HIV όπου και χορηγήθηκε προφυλακτική αντιρετροϊκή αγωγή (Keelpno.gr). Στο 74.5% των περιπτώσεων η έκθεση του εργαζομένου ήταν σε αίμα και στο 7.4% σε αιματηρά βιολογικά υγρά. Στο 70.2% των περιστατικών ο επαγγελματίας υγείας γνώριζε εκ των προτέρων ότι ο ασθενής ήταν οροθετικός, ενώ στο 16% των κρουσμάτων ούτε ο ίδιος ο ασθενής γνώριζε ότι 19
νοσούσε. Τέλος, στο σύνολο των περιστατικών μετάδοσης του HIV στη χώρα μας ύστερα από επαγγελματική έκθεση δεν συνέβη ορομετατροπή. 2.2. Επιδημιολογία εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών παθήσεων σε παγκόσμια κλίμακα Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (Π.Ο.Υ.), στα πλαίσια του προγράμματος «Συγκριτική Ανάλυση Κινδύνων» (Comparative Risk Assessment Project), η θνησιμότητα λόγω των εργατικών ατυχημάτων υπολογίζεται σε περίπου 312.000 εργαζόμενους ετησίως, ενώ 10,5 εκατομμύρια DALY s και 3,5 έτη υγιούς ζωής χάνονται για κάθε 1.000 εργαζόμενους, λόγω επαγγελματικών κινδύνων στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό (Concha-Barrientos et al., 2005). Στις ΗΠΑ την περίοδο 2001-2003 η επίπτωση των επαγγελματικών ατυχημάτων (ανά 1000 εργαζόμενους) στο χώρο της υγείας ήταν 65-80 περιστατικά ετησίως, εκ των οποίων το 20-30% είχαν ως ελάχιστη συνέπεια την απουσία από την εργασία για τρεις μέρες (Αλεξόπουλος, 2007). Πρόκειται για ένα σημαντικά υψηλό ποσοστό, ενώ λαμβάνοντας υπόψη τον μεγάλο αριθμό εργαζομένων που απασχολούνται στον τομέα αυτό προκύπτει το συμπέρασμα ότι τα καταγεγραμμένα επαγγελματικά ατυχήματα συνιστούν το 16% του συνόλου των εργατικών ατυχημάτων. Επιπλέον για το ίδιο χρονικό διάστημα το ποσοστό των δηλωθέντων επαγγελματικών παθήσεων στον τομέα της υγείας άγγιξε το 18% επί του συνόλου. Το 2001 στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) καταγράφηκαν συνολικά περίπου 4,7 εκατομμύρια εργατικά ατυχήματα στην εργασία με θύματα το 4% των εργαζομένων. Επομένως βάσει των παραπάνω στοιχείων προκύπτει ότι σημειώνονταν ένα εργατικό ατύχημα κάθε 5 δευτερόλεπτα και ένας θάνατος εργαζομένου κάθε δύο ώρες. Βάσει στατιστικών δεδομένων φαίνεται ότι στην Ε.Ε. καταγράφονται κατά μέσο όρο περισσότεροι από 150.000 θάνατοι ετησίως, που οφείλονται είτε σε εργατικά ατυχήματα (8.900) ή επαγγελματικά νοσήματα (142.000). Η υψηλή συχνότητα των εργατικών ατυχημάτων και οι δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία και ποιότητα ζωής των εργαζόμενων κατέστησαν αναγκαία την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία (EU-OSHA) καθώς επίσης και των εθνικών εστιακών πόλων (αρμόδιες εθνικές αρχές για την ασφάλεια και υγεία στην εργασία) κάθε κράτους μέλους (Osha.europa.eu, 2017). Στους βασικούς στόχους και αρμοδιότητες του EU-OSHA περιλαμβάνονται η ανάπτυξη, συγκέντρωση και παροχή 20
αξιόπιστης και συναφούς ενημέρωσης, ανάλυσης και εργαλείων για την για την προαγωγή της γνώσης, την ευαισθητοποίηση και την ανταλλαγή πληροφοριών και καλών πρακτικών στον τομέα της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας (ΕΑΥ) οι οποίες θα ανταποκρίνονται στις ανάγκες όσων δραστηριοποιούνται στον τομέα της ΕΑΥ. Επιπλέον, όσον αφορά τις λοιμώξεις που μεταδίδονται στους επαγγελματίες υγείας, κυρίως κατόπιν διαδερματικών τραυματισμών και έκθεσης σε αίμα ή άλλα βιολογικά υγρά, μεταξύ των 35 εκατομμυρίων επαγγελματιών υγείας καταγράφονται παγκοσμίως 16.000 λοιμώξεις από HCV και 66.000 λοιμώξεις από HBV ετησίως (Χατζάκης και Καντζανού, 2013). Σύμφωνα με στοιχεία του CDC οι λοιμώξεις από τον HBV σταθερά μειώνονται τα τελευταία χρόνια, πιθανόν λόγω εφαρμογής των οδηγιών προφύλαξης από λοιμώδεις παράγοντες σύμφωνα με τα πρότυπα του OSHA. Έτσι λοιπόν, στις ΗΠΑ το 1983 καταγράφηκαν 10721 περιπτώσεις μετάδοσης του HBV σε εργαζόμενους υγειονομικής περίθαλψης ενώ το 1999 υπήρξαν μόνο 384 περιστατικά (Centers for Disease Control and Prevention, 2017; Δρακόπουλος, 2007). Ως προς τις λοιμώξεις από τον HCV, τα επιδημιολογικά στοιχεία υποδεικνύουν ότι σε αντίθεση με τον HBV, η μετάδοση του HCV δεν συνιστά σημαντικό κίνδυνο για τους επαγγελματίες του υγειονομικού τομέα αφού ο ιός δεν μεταδίδεται εύκολα μέσω επαγγελματικής έκθεσης στο αίμα ή σε άλλα βιολογικά υγρά. Τέλος, σχετικά με την επαγγελματική μετάδοση του HIV, σύμφωνα με το CDC την περίοδο 1981-2002 καταγράφηκαν 57 περιστατικά μετάδοσης του ιού σε εργαζόμενους υγειονομικής περίθαλψης (Centers for Disease Control and Prevention, 2017; Δρακόπουλος, 2007). Στην πλειοψηφία τους αφορούσαν το νοσηλευτικό προσωπικό (42.1%) και τους εργαζόμενους στα εργαστήρια (33.3%), ακολουθούν οι ιατροί (10.5%) και υπόλοιποι κλάδοι των υγειονομικών εργαζομένων. Το 84% των περιπτώσεων μετάδοσης του HIV οφείλονταν σε διαδερματική έκθεση λόγω τραυματισμού. 21
Κεφάλαιο 3 ο Επιπτώσεις στην υγεία των εργαζομένων που σχετίζονται με την εργασία τους 3.1. Παράγοντες κινδύνου και σχετιζόμενες επαγγελματικές παθήσεις Οι εργαζόμενοι του τομέα υγειονομικής περίθαλψης ανήκουν σε διάφορους επαγγελματικούς τομείς με ποικιλία καθηκόντων και ευθυνών. Η πλειοψηφία τους δραστηριοποιείται με την φροντίδα των ασθενών (διάγνωση, νοσηλεία, θεραπεία), ενώ υπάρχουν και αρκετές άλλες υποστηρικτικές δραστηριότητες (π.χ. διαχείριση φαρμάκων, προετοιμασία γευμάτων, υπηρεσίες καθαριότητας, καθαρισμός κλινοσκεπασμάτων και ιματισμού, αποστείρωση εργαλείων, εργασίες συντήρησης, υπηρεσία ασφάλειας, ερευνητικές και εκπαιδευτικές δραστηριότητες, κ.α.) που απασχολούν εξειδικευμένο προσωπικό. Σύμφωνα με τον ορισμό του ΚΕΕΛΠΝΟ, στο προσωπικό των χώρων παροχής υπηρεσιών υγείας περιλαμβάνονται όλοι οι εργαζόμενοι που απασχολούνται στους εν λόγω χώρους (νοσοκομεία, κέντρα υγείας, ιατρεία, ΕΚΑΒ, κλπ) έμμισθοι και άμισθοι, μόνιμοι ή και περιστασιακά απασχολούμενοι, οι οποίοι υπάρχει πιθανότητα να εκτεθούν σε μολυσματικό υλικό περιλαμβανομένων των επιφανειών του σώματος, βιολογικών υγρών, ιστών, εργαλείων, επιφανειών αντικειμένων και μολυσμένου αέρα. Πέραν όμως του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού θα πρέπει να συμπεριληφθούν τυχόν ασκούμενοι φοιτητές, εργαστηριακοί, αποκλειστικές νοσοκόμοι, οι εργαζόμενοι της καθαριότητας καθώς επίσης και οι εργαζόμενοι που αν και δεν εμπλέκονται άμεσα με τη φροντίδα ασθενών διατρέχουν όμως κίνδυνο έκθεσης σε βιολογικούς παράγοντες (ΚΕΕΛΠΝΟ, 2017). Οι εργαζόμενοι στο χώρο της υγείας λόγω της ιδιαίτερης φύσης της εργασίας τους (είτε αυτή σχετίζεται με την παροχή άμεσης περίθαλψης ή με τη διαχείριση των ασθενών ή ακόμα και με την παροχή υπηρεσιών καθαριότητας) εκτίθενται σε πολυάριθμους κινδύνους και μάλιστα σε υψηλότερο βαθμό σε σχέση με τους υπόλοιπους επαγγελματικούς κλάδους. Από την έκθεση των εργαζομένων σε ένα ευρύ φάσμα κινδύνων διακυβεύεται άμεσα η υγεία καθώς και η ασφάλειά τους, γεγονός που καθιστά επιτακτική την ανάγκη της σωστής και αποτελεσματικής πρόληψης, εκτίμησης και εξάλειψης ή ελαχιστοποίησής τους. 22
Σύμφωνα με την επιστήμη της Ιατρικής της Εργασίας οι κυριότεροι κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι στον κλάδο υγειονομικής περίθαλψης είναι οι ακόλουθοι (Osha.europa.eu, 2017): Φυσικοί κίνδυνοι (π.χ. ακτινοβολία, θόρυβος) Χημικοί κίνδυνοι (π.χ. απολυμαντικές ουσίες, κυτταροτοξικές ουσίες, αναισθητικά αέρια, αντιβιοτικά, ουσίες επιβλαβείς για το δέρμα και το αναπνευστικό σύστημα) Βιολογικοί κίνδυνοι (π.χ. λοιμώξεις που προκαλούνται από έκθεση σε μικρόβια, λοιμώξεις από τραυματισμούς με αιχμηρά αντικείμενα, HIV, ηπατίτιδα Β) Εργονομικοί κίνδυνοι (π.χ. διαχείριση ασθενών, ορθοστασία, διακίνηση φορτίων) Οργανωτικοί κίνδυνοι (π.χ. κυλιόμενο ωράριο, εφημερίες) Ψυχοκοινωνικοί κίνδυνοι (π.χ. βία προερχόμενη από τους ασθενείς, συναισθηματική φόρτιση, άγχος, στρες) Εργατικά ατυχήματα (π.χ. πτώσεις, κοψίματα, τρυπήματα από βελόνες, ηλεκτροπληξίες) Πιο αναλυτικά στη συνέχεια, στον Πίνακα 2 καταγράφονται οι κυριότεροι παράγοντες κινδύνου, στον Πίνακα 3 γίνεται συσχετισμός των παραγόντων κινδύνου με τις επαγγελματικές παθήσεις που απορρέουν από αυτούς και στον Πίνακα 4 γίνεται συσχετισμός των κυριότερων παραγόντων κινδύνου ανά τμήμα και επαγγελματική ομάδα στα νοσοκομεία (Kopanitsanou, 2007; Αλεξόπουλος, 2007). Πίνακας 2: Οι κυριότεροι παράγοντες κινδύνου στο χώρο της υγείας Πηγή: Kopanitsanou, 2007 23
Πίνακας 3: Παράγοντες κινδύνου και οι σχετιζόμενες επαγγελματικές παθήσεις Πηγή: Αλεξόπουλος, 2007 24
Πίνακας 4: Οι κυριότεροι παράγοντες κινδύνου ανά τμήμα και ειδικότητα στα νοσοκομεία Πηγή: Τροποποιημένο από Sinclair, 1989 25
3.2. Τραυματισμοί από αιχμηρά αντικείμενα Ο όρος τραυματισμοί από αιχμηρά αντικείμενα αναφέρεται σε διατρητικά διατιτραίνοντα τραύματα που προκαλούνται ακούσια από αιχμηρά εργαλεία σε ιατρικό περιβάλλον. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία του CDC, που προέκυψαν από συνολικά 10.387 καταγεγραμμένους τραυματισμούς κατά την περίοδο 1995-2000, οι τα αντικείμενα που συνδέθηκαν με τους διαδερματικούς τραυματισμούς μεταξύ των εργαζομένων στα νοσοκομεία ήταν οι βελόνες συριγγών (60%), τα κομμάτια γυαλιού (2%), άλλα/άγνωστα (6%) και από τα χειρουργεία οι βελόνες συρραφής (17%), τα χειρουργικά νυστέρια (7%) και άλλα (8%) (Εικόνα 1) (Pru ss-u stu n, Rapiti and Hutin, 2003; Workbook for designing, implementing, and evaluating a sharps injury prevention program, 2008; El.safeinfusiontherapy.com; Δρακόπουλος, 2007). Σύμφωνα με το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών (CDC) των ΗΠΑ τα κυριότερα αίτια τραυματισμών από αιχμηρά αντικείμενα είναι τα ακόλουθα (Workbook for designing, implementing, and evaluating a sharps injury prevention program, 2008): Έλλειψη εξοπλισμού ατομικής προστασίας, συσκευών ασφαλείας και περιεκτών απόρριψης αιχμηρών αντικειμένων Έλλειψη διαδικασιών αναφοράς τραυματισμού από αιχμηρά αντικείμενα Έλλειψη ευαισθητοποίησης αναφορικά με τους επαγγελματικούς κινδύνους Ανεπαρκώς εκπαιδευμένο προσωπικό Περιορισμένη πρόσβαση σε περιέκτες απόρριψης αιχμηρών αντικειμένων Έλλειψη προσωπικού Επανακάλυψη των βελονών μετά από τη χρήση Πέρασμα αιχμηρών εργαλείων από χέρι σε χέρι στο χειρουργείο Μη χρήση περιεκτών απόρριψης αιχμηρών αντικειμένων αμέσως μετά τη χρήση Απρόβλεπτα ιατρικά συμβάντα Μη αναμενόμενες αντιδράσεις ασθενών Οι τραυματισμοί από βελόνα ορίζονται ως τα διατρητικά διατιτραίνοντα τραύματα που προκαλούνται ακούσια από κοίλες βελόνες, όπως υποδερμικές βελόνες, βελόνες αιμοληψίας, στειλεούς ενδοφλέβιων καθετήρων και βελόνες που χρησιμοποιούνται για τη σύνδεση μερών του συστήματος ενδοφλέβιας χορήγησης (Workbook for 26
designing, implementing, and evaluating a sharps injury prevention program, 2008). Οι νυγμοί από βελόνες συνιστούν μία κατηγορία ατυχημάτων με μεγάλη συχνότητα αναφερόμενων τραυματισμών τόσο διεθνώς (στις ΗΠΑ καταγράφονται περίπου 400.000 περιστατικά κάθε χρόνο, ενώ ένας στους τρεις νοσηλευτές τραυματίζεται από βελόνα τουλάχιστον μία φορά ετησίως) αλλά και στην Ελλάδα (Keller et al., 2005; Tabak, Shiaabana and ShaSha, 2006; Pournaras et al., 1999). Η κύρια ομάδα των εργαζομένων του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης που υφίσταται ή και κινδυνεύει περισσότερο από τραυματισμούς από βελόνα είναι το νοσηλευτικό προσωπικό (σχεδόν 50% των υφιστάμενων τραυματισμών) (Rapiti, Pru ss-u stu n and Hutin, 2005; Workbook for designing, implementing, and evaluating a sharps injury prevention program, 2008). Επιπρόσθετα, άλλοι κλάδοι που διατρέχουν κίνδυνο τραυματισμού είναι οι ιατροί, το προσωπικό των εργαστηρίων, οι εργαζόμενοι που έρχονται σε άμεση επαφή με ιατροτεχνολογικά προϊόντα και τέλος το προσωπικό της οικοκυρικής υπηρεσίας και της υπηρεσίας πλυντηρίου (Εικόνα 2) (Rapiti, Pru ss-u stu n and Hutin, 2005; Workbook for designing, implementing, and evaluating a sharps injury prevention program, 2008). Η κατηγορία αυτή τραυματισμών συμβαίνει κατά βάση όταν επιχειρείται η επανατοποθέτηση του καλύμματος μίας ήδη χρησιμοποιημένης βελόνας, γεγονός που αποτελεί μία επικίνδυνη και κακή πρακτική που θα πρέπει να αποφεύγεται (Εικόνα 3) (Pournaras et al., 1999; Cervini and Bell, 2005; El.safeinfusiontherapy.com, 2017). Το πιο κοινό σημείο τραυματισμού είναι τα χέρια, ενώ οι πιο συνηθισμένοι χώροι όπου λαμβάνουν χώρα οι νυγμοί είναι οι θάλαμοι των ασθενών, τα χειρουργεία, οι μονάδες εντατικής θεραπείας και τα τμήματα των επειγόντων περιστατικών (Εικόνα 4) (Cervini and Bell, 2005; Tabak, Shiaabana and ShaSha, 2006; El.safeinfusiontherapy.com). 27
Εικόνα 1: Είδη συσκευών που προκαλούν διαδερμικούς τραυματισμούς (Δρακόπουλος, 2007β). Εικόνα 2: Επαγγελματικές ομάδες εργαζομένων του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης που εκτίθενται σε αίμα και άλλα σωματικά υγρά μετά από διαδερμικούς τραυματισμούς (El.safeinfusiontherapy.com). Εικόνα 3: Τα συνηθέστερα αίτια τραυματισμών του προσωπικού στα νοσοκομεία από βελόνα (El.safeinfusiontherapy.com). 28
Εικόνα 4: Χώροι του νοσηλευτικού ιδρύματος όπου συμβαίνουν συχνότερα τραυματισμοί από βελόνα και από αιχμηρά αντικείμενα (El.safeinfusiontherapy.com). 29
Κεφάλαιο 4 ο Λοιμώδη ή μεταδοτικά νοσήματα 4.1. Γενικά Με τον όρο λοιμώδη ή μεταδοτικά νοσήματα αναφερόμαστε στα νοσήματα εκείνα που οφείλονται σε ζωντανούς δυνητικά ή υποχρεωτικά νοσογόνους παράγοντες ή στα τοξικά προϊόντα τους και τα οποία μπορούν να μεταδίδονται στους ανθρώπους ή από άλλο άνθρωπο ή ζώο ή έντομο προκαλώντας αντίδραση φλεγμονής που συνοδεύεται από την κλινική εικόνα της εκάστοτε λοίμωξης. Ο κρίσιμος αριθμός των παθογόνων μικροοργανισμών για την πρόκληση λοίμωξης είναι 1.000.000 ανά κυβικό χιλιοστό ιστού. Οι δυνητικά νοσογόνοι παράγοντες μπορεί να υπάρχουν σε έναν οργανισμό χωρίς όμως να προκαλούν το αντίστοιχο νόσημα, ενώ υπό κατάλληλες προϋποθέσεις είναι δυνατό να προκαλούν νόσο στο φορέα τους. Αντίθετα οι υποχρεωτικά νοσογόνοι παράγοντες πάντα κατά τη μετάδοσή τους σε έναν φορέα προκαλούν την αντίστοιχη νόσο. Για να χαρακτηρισθεί μία ασθένεια λοιμώδης θα πρέπει να πληρούνται τα «κριτήρια του Κοχ», σύμφωνα με τα οποία ο παθογόνος (ή νοσογόνος) παράγοντας που σχετίζεται με την νόσο (Ebooks.edu.gr): Ανιχνεύεται στους ιστούς ή στα υγρά του ασθενούς ή στον οργανισμό ατόμων που πέθαναν από αυτή την ασθένεια. Μπορεί να απομονωθεί και να καλλιεργηθεί στο εργαστήριο. Μπορεί να προκαλέσει την ίδια ασθένεια σε πειραματόζωα αλλά και να απομονωθεί εκ νέου από αυτά. Οι κύριοι τρόποι μετάδοσης των λοιμώξεων από ασθενείς στο προσωπικό των χώρων παροχής υπηρεσιών υγείας αλλά και αντίστροφα συνοψίζονται παρακάτω: 1. Άμεση επαφή: Επίνοσο άτομο (ανεμβολίαστο ή που δεν έχει έρθει ξανά σε επαφή με τον παθογόνο παράγοντα) έρχεται ενεργητικά σε φυσική με πάσχοντα (π.χ. χαιρετισμός) 2. Άμεση μετάδοση με σταγονίδια : Επαφή βλεννογόνου του επιπεφυκότος, της μύτης, του στόματος κ.λ.π. (π.χ. κατά τον βήχα, τον πταρμό, την ομιλία, κατά τη διάρκεια αναρροφήσεων, βρογχοσκόπησης) με σταγονίδια παραγόμενα από πάσχοντα. Βασική προϋπόθεση για τη επιτυχή μετάδοση της λοίμωξης είναι η απόσταση επινόσου και πάσχοντος να είναι μικρή (<1 m) (Εικόνα 5) 30
3. Έμμεση μετάδοση δια μέσου ενός άψυχου αγωγού: Επίνοσο άτομο έρχεται σε επαφή με μολυσμένο αντικείμενο ή στοιχείο του περιβάλλοντος του πάσχοντος. Οι αγωγοί διακρίνονται σε μικρού βεληνεκούς (π.χ. είδη προσωπικής χρήσης, μαχαιροπίρουνα) και μεγάλου βεληνεκούς (π.χ. μολυσμένο τρόφιμο, νερό, αίμα). Η έκθεση σε αγωγό μεγάλου βεληνεκούς μπορεί να προκαλέσει τη μετάδοση του λοιμογόνου παράγοντα σε πολλά άτομα ταυτόχρονα. 4. Αερογενής έμμεση μετάδοση: Επαφή με πυρήνες σταγονιδίων που περιέχουν λοιμογόνους παράγοντες ή με μολυσμένη σκόνη (αιωρούμενα σωματίδια). Στην περίπτωση αυτή το μικρό μέγεθος των πυρήνων ή των αιωρούμενων σωματιδίων επιτρέπει τη διασπορά τους σε μεγαλύτερη απόσταση και έκταση και για μεγάλο χρονικό διάστημα (Εικόνα 5). Εικόνα 5: Άμεση και έμμεση αερογενής μετάδοση λοιμογόνων παραγόντων. Τα λοιμώδη ή μεταδοτικά νοσήματα μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε έξι ομάδες (ECDC): Μικροβιακή αντοχή και νοσήματα που σχετίζονται με τις υπηρεσίες υγείας Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα και ιογενή νοσήματα μεταδιδόμενα μέσω του αίματος (π.χ. AIDS, ηπατίτιδες, χλαμύδια, γονόκοκκος, σύφιλη) Αερογενώς μεταδιδόμενα νοσήματα (π.χ. πνευμονιόκοκκος, φυματίωση) Νοσήματα που προλαμβάνονται με εμβολιασμό (π.χ. διφθερίτιδα, ερυθρά, ιλαρά) 31
Τροφιμογενή Υδατογενή Νοσήματα που μεταδίδονται μέσω της διατροφικής αλυσίδας (π.χ. αλλαντίαση, σαλμονέλωση) Νοσήματα που προέρχονται από τα ζώα ή έχουν άλλη περιβαλλοντική προέλευση (π.χ. ελονοσία, λύσσα) Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νόσων (ECDC) τα συχνότερα παρατηρούμενα μεταδοτικά νοσήματα, που εμπίπτουν και στο σύστημα υποχρεωτικής δήλωσης νοσημάτων της Ε.Ε. καταγράφονται στον ακόλουθο πίνακα (Πίνακας 5). 32
Πίνακας 5: Συχνότερα Μεταδοτικά Νοσήματα 33
Οι εργαζόμενοι του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης λόγω της φύσης της εργασίας τους βρίσκονται καθημερινά εκτεθειμένοι στον κίνδυνο λοιμώξεων. Όπως προαναφέρθηκε ο βαθμός έκθεσης των εργαζομένων σε λοιμογόνους παράγοντες (κυρίως αίμα και άλλα βιολογικά υγρά) διαφέρει ανάλογα με τον κλάδο τους, ωστόσο οι επιπτώσεις μετάδοσης μίας λοίμωξης είναι δυσάρεστες και ποικίλουν από απλές ιώσεις με ήπια συμπτώματα έως σοβαρές και σε κάποιες περιπτώσεις θανατηφόρες παθήσεις. Θεωρητικά όλες οι λοιμώξεις θα μπορούσαν να θεωρηθούν επαγγελματικές νόσοι, υπό την προϋπόθεση φυσικά ότι ο κίνδυνος μετάδοσής τους στο προσωπικό των νοσοκομείων είναι σαφώς μεγαλύτερος σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Νομικά όμως στις αναγνωρισμένες ως επαγγελματικές λοιμώξεις περιλαμβάνονται οι αιματογενώς μεταδιδόμενες (π.χ. Ηπατίτιδες Β και C, HIV), αυτές που μεταδίδονται μέσω της εντεροστοματικής οδού (π.χ. σαλμονέλλωση, Ηπατίτιδα Α) και αυτές που μεταδίδονται με άμεση επαφή (π.χ. ψώρα). Συνήθως το κύριο αίτιο μετάδοσης λοιμογόνων παραγόντων στους εργαζόμενους στον τομέα υγείας είναι η απουσία ή μη εφαρμογή των βασικών και ειδικών μέτρων προφύλαξης. Επομένως, εφόσον λαμβάνονται όλες οι απαραίτητες προφυλάξεις ο κίνδυνος λοίμωξης περιορίζεται σημαντικά παρότι η συχνότητα έκθεσης του προσωπικού σε νοσογόνα είναι ιδιαίτερα αυξημένη. 4.2. Αιματογενώς μεταδιδόμενα νοσήματα Τα σημαντικότερα αιματογενώς μεταδιδόμενα νοσήματα τα οποία συνιστούν και τους πιο επικίνδυνους επαγγελματικούς βιολογικούς παράγοντες για τους εργαζόμενους στην υγειονομική περίθαλψη, λόγω της υψηλής συχνότητας, μεγάλης βλαπτικότητας και δυσκολίας στην αντιμετώπιση είναι οι ηπατίτιδες Β και C και ο ιός της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (HIV) (UPDATED U.S. PUBLIC HEALTH SERVICE GUIDELINES FOR THE MANAGEMENT OF OCCUPATIONAL EXPOSURES TO HVB, HCV AND HIV AND RECOMMENDATIONS FOR POSTEXPOSURE PROPHYLAXIS, 2001). Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία του CDC, που προέκυψαν από 12.687 εκθέσεις κατά την περίοδο 1995-2000, οι κύριοι τρόποι επαγγελματικής έκθεσης του προσωπικού των νοσοκομείων σε αίμα και άλλα βιολογικά υγρά, που μπορεί να συντελέσει στη μετάδοση νοσογόνων παραγόντων και εκδήλωση λοιμώξεων με σοβαρές για την υγεία τους επιπτώσεις, είναι οι παρακάτω (Εικόνα 6) (Δρακόπουλος, 2007β): 34
Διαδερμικός τραυματισμός με μολυσμένα αιχμηρά αντικείμενα, βελόνες, χειρουργικά εργαλεία (82%) Επαφή με βλεννογόνους των ματιών, της μύτης, του στόματος κ.λ.π. (14%) Επαφή με μη ακέραιο δέρμα (π.χ. εκδορές) (3%) Ανθρώπινα δήγματα (1%) Εικόνα 6: Είδη έκθεσης του προσωπικού των νοσοκομείων σε αίμα και βιολογικά υγρά (Δρακόπουλος, 2007β). Οι παράγοντες κινδύνου μετάδοσης των αιματογενώς μεταδιδόμενων νοσημάτων στους εργαζόμενους του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης έχουν θετική συσχέτιση με τα ακόλουθα (Πίνακας 6): Τη συχνότητα επιπολασμού των λοιμογόνων παραγόντων στους ασθενείς Η μολυσματικότητα του ιού που καθορίζεται από τους παρακάτω παράγοντες: Το είδος του ιού Τον τρόπο έκθεσης Τη σοβαρότητα του τραυματισμού (βάθος, έκταση τραύματος) Το ιικό φορτίο του φορέα μετάδοσης Την τήρηση ή όχι των βασικών και ειδικών μέτρων προφύλαξης από λοιμώδεις παράγοντες Το είδος και τη συχνότητα έκθεσης σε αίμα και βιολογικά υγρά Την ευαισθησία του προσβεβλημένου ατόμου 35
Πίνακας 6: Παράγοντες κινδύνου μετάδοσης των αιματογενώς μεταδιδόμενων νοσημάτων (HBV, HCV, HIV) ύστερα από επαγγελματική έκθεση (CDC, 21 MMWR, 29/6/2001). Πηγή: Δρακόπουλος, 2007β Σύμφωνα με το ΚΕΕΛΠΝΟ η στρατηγική προφύλαξης του υγειονομικού προσωπικού έναντι μόλυνσης με τους ιούς HBV, HCV και HIV, ύστερα από επαγγελματική έκθεση σε αίμα ή βιολογικά υγρά, περιλαμβάνει (keelpno.gr): Την εφαρμογή των βασικών μέτρων προφύλαξης (π.χ. πλύσιμο χεριών, χρήση γαντιών κ.λ.π.) Τον εμβολιασμό έναντι του ιού της ηπατίτιδας Β Την εφαρμογή πρωτοκόλλου για την εκτίμηση της έκθεσης, την αντιμετώπιση και την παρακολούθηση μετά από κάθε επαγγελματικό ατύχημα 4.2.1. Ηπατίτιδα Β (HBV) Η ιογενής ηπατίτιδα Β αποτελεί τον συνηθέστερο κίνδυνο για τους εργαζόμενους σε χώρους υγειονομικής περίθαλψης. Ο νοσογόνος παράγοντας που είναι υπεύθυνος για την εκδήλωση της λοίμωξης έχει υψηλή λοιμογόνο δράση (μία μικρή ποσότητα είναι αρκετή για τη μετάδοση του ιού) και επιπλέον παρουσιάζει ανθεκτικότητα στις συνήθεις περιβαλλοντικές θερμοκρασίες και στις αντισηπτικές ουσίες (μπορεί να 36
επιβιώσει έως 8 μέρες ελεύθερος στο περιβάλλον). Ο χρόνος επώασης του ιού κυμαίνεται από 45-180 ημέρες. Πρόκειται για μία ιδιαίτερα σοβαρή πάθηση, η οποία στα πρώτα στάδια μπορεί να είναι ασυμπτωματική (περίοδος επώασης) και προοδευτικά να εξελιχθεί σε κίρρωση ή και καρκίνο του ήπατος. Οι κύριοι τρόποι μετάδοσης του ιού HBV στο περιβάλλον της υγειονομικής περίθαλψης είναι μέσω της έκθεσης των εργαζομένων σε αίμα ή βιολογικά υγρά ασθενούς θετικού στο ένα ή και στα δύο αντιγόνα της ηπατίτιδας Β (HbsAg και HbeAg) διαδερμικά (π.χ. τρύπημα με μολυσμένη βελόνα) ή δια των λύσεων της συνοχής του δέρματος ή των βλεννογόνων (UPDATED U.S. PUBLIC HEALTH SERVICE GUIDELINES FOR THE MANAGEMENT OF OCCUPATIONAL EXPOSURES TO HVB, HCV AND HIV AND RECOMMENDATIONS FOR POSTEXPOSURE PROPHYLAXIS, 2001). Η πρόληψη της έκθεσης στην ηπατίτιδα Β θεωρείται ως η βασική στρατηγική προφύλαξης και αποτελεί υγειονομική προτεραιότητα παγκοσμίως. Για το σκοπό αυτό συστήνεται η αυστηρή τήρηση και εφαρμογή των βασικών μέτρων προφύλαξης από όλους τους εργαζόμενους που δραστηριοποιούνται στο χώρο της υγείας. Ωστόσο η πιο αποτελεσματική μέθοδος προστασίας είναι η ανοσοποίηση με εμβολιασμό. Σύμφωνα μάλιστα με τις οδηγίες του ΚΕΕΛΠΝΟ συνίσταται πριν τον εμβολιασμό έλεγχος του τίτλου του anti-hbc. Σε περίπτωση θετικού αποτελέσματος, πραγματοποιείται συμπληρωματικός έλεγχος του τίτλου των δεικτών anti-hbs και HbsAg, διαφορετικά το εμβόλιο της ηπατίτιδας Β χορηγείται ενδομυϊκά στο δελτοειδή μυ σε τρεις δόσεις (0, 1 και 6 μήνες) ή εναλλακτικά (επιταχυνόμενο σχήμα που ενδείκνυται σε περιπτώσεις όπου απαιτείται ταχεία ανοσοποίηση π.χ. ύστερα από έκθεση στον ιό) σε 4 δόσεις (0, 1, 2, και 12 μήνες) (keelpno.gr). Το εμβόλιο για την ηπατίτιδα Β είναι ασφαλές και αποτελεσματικό (>95%), θα πρέπει όμως 1-2 μήνες μετά το πέρας του εμβολιασμού να ελεγχθούν εκ νέου τα επίπεδα των anti-hbs, δηλαδή η αντισωματική ανταπόκριση του εμβολιαζόμενου. Σε περίπτωση μη ικανοποιητικής ανταπόκρισης (anti-hbs<10iu/l) χορηγούνται ξανά τρεις δόσεις του εμβολίου και 1-2 μήνες μετά ελέγχεται και πάλι ο τίτλος των anti-hbs. Επειδή ο προστατευτικός τίτλος των αντισωμάτων έναντι του ιού της ηπατίτιδας Β μειώνεται μετά τον εμβολιασμό προοδευτικά με την πάροδο των ετών θα πρέπει οι επαγγελματίες υγείας και γενικά τα άτομα που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου να λαμβάνουν επαναληπτικές δόσεις ώστε να διατηρούνται τα επίπεδα των anti-hbs 10IU/L. 37
4.2.2. Ηπατίτιδα C (HCV) Η Ηπατίτιδα C όπως και η Β μεταδίδεται αιματογενώς, κυρίως ύστερα από διαδερμικό τραυματισμό (τρύπημα με βελόνα ή τραυματισμός από αιχμηρό αντικείμενο) των εργαζομένων στο χώρο της υγείας. Ο ιός προσβάλει το ήπαρ του φορέα, προκαλώντας σταδιακά φλεγμονή, κίρρωση, ηπατική ανεπάρκεια, σε κάποιες περιπτώσεις καρκίνο του ήπατος και τελικά μπορεί να επιφέρει μέχρι και θάνατο. Παρότι το ποσοστό ορομετατροπής του HCV μετά από επαγγελματική έκθεση είναι σημαντικά μικρότερο σε σχέση με το αντίστοιχο για την HBV, ωστόσο η ηπατιτίδα C αποτελεί έναν σοβαρό κίνδυνο για το προσωπικό στον τομέα της υγείας διότι: α) δεν υπάρχει κατάλληλη θεραπευτική αγωγή, β) δεν υπάρχει εμβόλιο, γ) δεν υπάρχουν αποτελεσματικά μέτρα πρόληψης και προφύλαξης. Ο χρόνος επώασης του ιού κυμαίνεται από 45 έως 60 ημέρες, ενώ η μολυσματικότητά του σε ξηρά δείγματα αίματος στο περιβάλλον αγγίζει τις 16 ώρες (UPDATED U.S. PUBLIC HEALTH SERVICE GUIDELINES FOR THE MANAGEMENT OF OCCUPATIONAL EXPOSURES TO HVB, HCV AND HIV AND RECOMMENDATIONS FOR POSTEXPOSURE PROPHYLAXIS, 2001). 4.2.3. Ιός της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (HIV) Ο ιός HIV χαρακτηρίζεται από υψηλή μολυσματικότητα, όμως δεν παρουσιάζει ανθεκτικότητα στις συνήθεις περιβαλλοντικές θερμοκρασίες αφού μπορεί να επιβιώσει μόλις 2-3 λεπτά ελεύθερος στο περιβάλλον. Οι κύριοι τρόποι επαγγελματικής έκθεσης στον ιό είναι μέσω διαδερμικών τραυματισμών (π.χ. τρύπημα με μολυσμένη βελόνα) ή δια των λύσεων της συνοχής του δέρματος ή των βλεννογόνων. Τα βιολογικά υγρά που αποδεδειγμένα μπορούν να μεταδώσουν τον HIV είναι το αίμα, τα σπερματικά και κολπικά υγρά και κάθε βιολογικό υγρό που περιέχει ορατές προσμίξεις αίματος. Επίσης ύποπτα για μετάδοση θεωρούνται: το πλευριτικό υγρό, το ΕΝΥ, το περιτοναϊκό υγρό, το αρθρικό υγρό, το περικαρδιακό και το αμνιακό υγρό. Ενώ, στον σίελο, τα δάκρυα, τα ούρα, τα κόπρανα και τον έμετο δεν έχει αποδειχθεί η μεταδοτικότητα του HIV, διότι ανιχνεύεται μεν το γονιδίωμα του ιού αλλά σε μικρές συγκεντρώσεις (UPDATED U.S. PUBLIC HEALTH SERVICE GUIDELINES FOR THE MANAGEMENT OF OCCUPATIONAL EXPOSURES TO HVB, HCV AND HIV AND RECOMMENDATIONS FOR POSTEXPOSURE PROPHYLAXIS, 2001). Ακόμα, δεν θεωρείται ότι υπάρχει 38
κίνδυνος ύστερα από έκθεση άθικτου δέρματος με μολυσμένο αίμα ή άλλα βιολογικά υγρά. Τέλος, η προφυλακτική αγωγή ύστερα από επαγγελματική έκθεση στον HIV συνίσταται στη χορήγηση αντιρετροϊκής θεραπείας, που δρα ανασταλτικά στον κύκλο ζωής του ιού χωρίς όμως να επηρεάζονται τα κύτταρα του ανθρώπου-ξενιστή. Σύμφωνα με μελέτες η άμεση χορήγηση χημειοπροφύλαξης μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο μετάδοσης του ιού μέχρι και 81% (Cardo et al., 1997). 4.3. Πρωτόκολλο αντιμετώπισης μετά από επαγγελματική έκθεση σε HBV, HCV και HIV Σε περίπτωση έκθεσης στον ιό ύστερα από ένα επαγγελματικό ατύχημα (π.χ. τραυματισμός από αιχμηρό αντικείμενο, εκτίναξη βιολογικών υγρών) θα πρέπει να ακολουθείται μία σειρά ενεργειών που αναφέρονται αναλυτικά στη συνέχεια (keelpno.gr): Βήμα 1: Παροχή άμεσης φροντίδας στο σημείο της έκθεσης Σχολαστικός καθαρισμός του τραύματος με σαπούνι και νερό ή αντισηπτικό Σχολαστικός καθαρισμός των βλεννογόνων (π.χ. μάτια) με άφθονο καθαρό νερό ή φυσιολογικό ορό ή άλλο στείρο οφθαλμικό υγρό Αποφυγή χρήσης καυστικών υλικών και έγχυσης αντισηπτικών ή απολυμαντικών στην περιοχή του τραύματος Βήμα 2: Αναφορά του περιστατικού (Πίνακας 7) Αναφορά του συμβάντος στον άμεσο προϊστάμενο του επαγγελματία υγείας, στην Επιτροπή Νοσοκομειακών Λοιμώξεων και στον ιατρό εργασίας (εάν υπάρχει) Καταγραφή των συνθηκών: χρόνος, τόπος, ποια σημεία του σώματος του εργαζομένου έχουν τραυματιστεί ή εκτεθεί σε βιολογικό υγρό ασθενή, κατά τη διάρκεια ποιας διαδικασίας και ποιο είδος αιχμηρής συσκευής εμπλέκεται και εάν έχουν τηρηθεί τα προβλεπόμενα μέτρα. Καταγραφή της σοβαρότητας της έκθεσης: είδος και ποσότητα βιολογικού υγρού, διάρκεια έκθεσης Καταγραφή δεδομένων από την πηγή της έκθεσης (ασθενή): εάν πρόκειται για ασθενή με λοίμωξη από HIV, HBV ή HCV. Στην περίπτωση ασθενή με 39
HIV λοίμωξη, καθορισμός του σταδίου της νόσου, ιικό φορτίο, CD4, πληροφορίες για αντιρετροϊκή αγωγή ή αντοχή. Καταγραφή δεδομένων από τον επαγγελματία υγείας: ιστορικό εμβολιασμού έναντι της ηπατίτιδας Β και έλεγχος αντισωματικής απάντησης, υποκείμενα νοσήματα, φαρμακευτική αγωγή, ιστορικό φαρμακευτικών αλλεργιών, κύηση ή γαλουχία. Βήμα 3: Εκτίμηση του κινδύνου μετάδοσης κατά την έκθεση Ι. Τύποι έκθεσης με υψηλό κίνδυνο μετάδοσης Διαδερματικός τραυματισμός Έκθεση βλεννογόνων Δέρμα με συνυπάρχουσα δερματίτιδα ή λύση της συνέχειάς του Ανθρώπινα δήγματα ΙΙ. Τύπος βιολογικού υγρού με υψηλό κίνδυνο μετάδοσης Αίμα Βιολογικά υγρά που περιέχουν αίμα Δυνητικά μολυσματικά υγρά (π.χ. σπέρμα, κολπικές εκκρίσεις, ΕΝΥ) Άμεση έκθεση σε υψηλή συγκέντρωση ιικού φορτίου ΙΙΙ. Μολυσματικότητα του φορέα έκθεσης Έλεγχος για παρουσία του αντιγόνου HbsAg Έλεγχος για παρουσία anti-hcv Επί θετικού αποτελέσματος, έλεγχος για HCVRNA Επί αρνητικού αποτελέσματος, έλεγχος για HCV RNA σε περίπτωση που υπάρχει ανοσοκαταστολή ή άλλη κατάσταση που να οδηγεί σε ψευδώς αρνητικό anti-hcv στο άτομο-πηγή (π.χ. μεταμοσχευμένοι, ασθενείς που πάσχουν από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια) Έλεγχος για παρουσία anti-hiv Σε περίπτωση άγνωστη πηγής έκθεσης με μολυσματικό παράγοντα γίνεται αξιολόγηση της πιθανότητας μετάδοσης των ιών HBC, HCV και HIV. 40
Σε περίπτωση που ο ασθενής, από όπου προήλθε η έκθεση, αρνείται να εξεταστεί τότε γίνεται εκτίμηση της μολυσματικότητας του ατόμουπηγή βάσει του ιατρικού ιστορικού του. IV. Ευαισθησία του δέκτη Ιστορικό εμβολιαστικής κάλυψης και ανταπόκρισης HbsAg, anti-hcv, ALT και anti-hiv τη στιγμή της επαγγελματικής έκθεσης και πριν τη χορήγηση προφύλαξης Βήμα 4: Χορήγηση προφύλαξης μετά από επαγγελματική έκθεση ανά νόσημα Χορήγηση προφύλαξης μετά από επαγγελματική έκθεση στον HBV Χορήγηση προφύλαξης εντός 24 ωρών σύμφωνα με τον Πίνακα 8. Χορήγηση υπεράνοσης γ-σφαιρίνης (HBIG) όπου ενδείκνυται, άμεσα ή εντός 7 ημερών Είναι δυνατό να γίνει ταυτόχρονη χορήγηση HBIG και του εμβολίου Η χορήγηση προφύλαξης μπορεί να πραγματοποιηθεί και σε εγκύους ή θηλάζουσες γυναίκες. Δεν υπάρχει προφύλαξη ή εμβόλιο για τον HCV Χορήγηση προφύλαξης μετά από επαγγελματική έκθεση στον HΙV Έναρξη χορήγησης χημειοπροφύλαξης εντός 48-72 ωρών και χορήγηση της φαρμακευτικής αγωγής για 4 εβδομάδες σύμφωνα με τους Πίνακες 10 και 11. Στις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας θα πρέπει να γίνεται έλεγχος για ενδεχόμενη εγκυμοσύνη Σε περίπτωση όπου το άτομο-πηγή είναι γνωστό ότι είναι οροθετικό γίνεται έλεγχος της αντοχής του ιού στα αντιρετροϊκά φάρμακα Βήμα 5 Α. Παρακολούθηση Για HBV Δεν συνίσταται παρακολούθηση εφόσον εφαρμόστηκαν οι οδηγίες του Πίνακα 6. Όμως για λόγους νομικούς και ιατρικούς προτείνεται έλεγχος για HbsAg 6 μήνες μετά την επαγγελματική έκθεση. 41
Έλεγχος για anti-hbs 1-2 μήνες μετά τον εμβολιασμό Δεν συστήνεται παρακολούθησης σε όσους είναι γνωστό ότι διαθέτουν ανοσία έναντι του ιού ή έλαβαν προφύλαξη με HBIG. Για HCV Επαναληπτικός έλεγχος με εξετάσεις για anti-hcv και ALT στους 4-6 μήνες ή/και έλεγχος με HCV RNA στις 6 εβδομάδες. Σε περίπτωση anti-hcv θετικού αποτελέσματος, ακολουθεί επιβεβαίωση με συμπληρωματικές εξετάσεις π.χ. HCV-RNA (PCR). Επί θετικού αποτελέσματος ο εκτεθειμένος παραπέμπεται σε ειδικό ιατρό και ενδέχεται η χορήγηση θεραπείας. Για HIV Εργαστηριακές εξετάσεις (γενική αίματος, βιοχημικός έλεγχος, γενική ούρων, έλεγχος ηπατικής και νεφρικής λειτουργίας) 72 ώρες μετά την έναρξη της χημειοπροφύλαξης και παρακολούθηση για διάστημα τουλάχιστον 15 ημερών για τυχόν εμφάνιση εκδήλωση ανεπιθύμητων ενεργειών εξαιτίας της φαρμακευτικής αγωγής. Έλεγχος αντισωμάτων έναντι του HIV στις 0, 6, 12 εβδομάδες και 6 μήνες (σε ειδικές περιπτώσεις π.χ. συλλοίμωξη με HCV) μετά την έκθεση καθώς επίσης και σε περίπτωση εμφάνισης συμπτωμάτων οξέως συνδρόμου ρετροϊού. Β. Συμβουλευτική καθοδήγηση Ιατρική εξέταση και έλεγχος σε περίπτωση οξείας νόσησης κατά την περίοδο της παρακολούθησης Αποφυγή αιμοδοσίας ή δωρεάς οργάνων ή σπέρματος Δεν απαιτείται τροποποίηση ερωτικών συνηθειών ή αποφυγή εγκυμοσύνης (εκτός από την περίπτωση του HIV) Δεν αντενδείκνυται ο θηλασμός (εκτός από την περίπτωση του HIV) 42
Πίνακας 7: Οδηγίες για το περιεχόμενο της αναφορά της επαγγελματικής έκθεσης (CDC, 18 MMWR, 29/6/2001) Πίνακας 8: Συνιστώμενη χορήγηση προφύλαξης ύστερα από επαγγελματική έκθεση στον HBV Πηγή: keelpno.gr 43
Στη συνέχεια στον πίνακα 9 που ακολουθεί φαίνεται η αποτελεσματικότητα της συνιστώμενης προφυλακτικής αγωγής ύστερα από έκθεση στον HBV : Πίνακας 9: Αποτελεσματικότητα της αγωγής μετά από έκθεση στον HBV Πηγή: Δρακόπουλος, 2007β Πίνακας 10: Συνιστώμενη χημειοπροφύλαξη μετά από διαδερματική έκθεση στον HIV Πηγή: keelpno.gr Πίνακας 11: Συνιστώμενη χημειοπροφύλαξη μετά από έκθεση βλεννογόνων/ή ανέπαφου δέρματος στον HIV Πηγή: keelpno.gr 44
Στους επόμενους πίνακες (Πίνακες 12, 13, 14) αναφέρονται τα πιο συνηθισμένα σχήματα χημειοπροφύλαξης και αντιρετροϊκά φάρμακα καθώς επίσης και ενδεικτικές τιμές και συνολικό μηνιαίο κόστος χορήγησης ύστερα από επαγγελματική έκθεση στον HIV. Πίνακας 12: Σχήματα χημειοπροφύλαξης μετά από έκθεση βλεννογόνων ή άθικτου δέρματος στον HIV Πηγή: keelpno.gr 45
Πίνακας 13: Μηνιαίο κόστος αντιρετροϊκών σχημάτων (ΚΕΕΛΠΝΟ) Πηγή: keelpno.gr (τελευταία αναθεώρηση τιμών 4/8/2011) 46
Κεφάλαιο 5 ο Μέτρα Πρόληψης και Έλεγχος Λοιμωδών Νοσημάτων που συνδέονται με Χώρους Παροχής Υπηρεσιών Υγείας 5.1 Γενικά Στοιχεία Το ΚΕΕΛΠΝΟ έχει εκδώσει αναλυτικές οδηγίες για την προφύλαξη του προσωπικού από λοιμώδη νοσήματα και τους κινδύνους που εγκυμονεί η έκθεση σε αυτά στους χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας. Τα μέτρα προφύλαξης κατηγοριοποιούνται σε δύο κύριες ομάδες: Α) Γενικά μέτρα και Β) Ειδικά μέτρα. Στη δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνονται οι ειδικές προφυλάξεις που θα πρέπει να λαμβάνονται από τους εργαζομένους προκειμένου να αποφευχθεί η έκθεσή τους σε διάφορους λοιμογόνους παράγοντες, τα οποία όμως διαφοροποιούνται και εξειδικεύονται ανά νόσημα (π.χ. τα προληπτικά μέτρα για την ιλαρά είναι διαφορετικά σε σχέση με την πρόληψη έκθεσης από ηπατίτιδα Β) και ανά κατηγορία εργαζομένου (π.χ. το προσωπικό του τμήματος των επειγόντων ακολουθεί διαφορετικές ειδικές οδηγίες προφύλαξης σε σχέση με το εργαστηριακό προσωπικό). Τα γενικά μέτρα προφύλαξης αφορούν όλους ανεξαιρέτως τους εργαζόμενους στους χώρους παροχής υπηρεσιών υγείας και θα πρέπει να εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση. Στα γενικά μέτρα περιλαμβάνονται τα παρακάτω: Οργάνωση. Κάθε χώρος υγείας πρέπει να διαθέτει ένα συντονιστικό όργανο (όπου συμμετέχουν για παράδειγμα ο ιατρός εργασίας, ο επόπτης υγείας, η επιτροπή νοσοκομειακών λοιμώξεων κ.α.), που θα συνεργάζεται στενά με το ΚΕΕΛΠΝΟ και βασικοί στόχοι του είναι καταγραφή των περιστατικών έκθεσης του προσωπικού σε επαγγελματικούς κινδύνους, η αξιολόγηση των κινδύνων, η λήψη προληπτικών μέτρων και η εφαρμογή των μέτρων αυτών από το σύνολο των εργαζομένων. Υγειονομική αξιολόγηση προσωπικού. Πρόκειται για τον έλεγχο της κατάστασης υγείας του προσωπικού (π.χ. κατάσταση εμβολιασμού, υπάρχουσες παθήσεις επικίνδυνες για μετάδοση) (Πίνακας 15). Εκπαίδευση προσωπικού. Χρήζεται απαραίτητη η συνεχής εκπαίδευση του προσωπικού σε θέματα ελέγχου και πρόληψης έκθεσης και μετάδοσης λοιμώξεων. Τα σημαντικότερα από αυτά είναι: α) Πλύσιμο χεριών, β) Γενικές προφυλάξεις για αποφυγή έκθεσης σε αίμα και άλλα βιολογικά υγρά και 47
επομένως έκθεση του εργαζομένου σε λοιμώδεις παράγοντες (π.χ. ατομικά μέσα προστασίας, ασφαλής διαχείριση αιχμηρών αντικειμένων), γ) Αναφορά και καταγραφή περιστατικών επαγγελματικής έκθεσης, δ) ενημέρωση πάνω στους τρόπους μετάδοσης και πρόληψης των σημαντικότερων μολυσματικών νοσημάτων (Πίνακας 16), ε) ενημέρωση και εφαρμογή των οδηγιών για την προφύλαξη έναντι αιματογενώς μεταδιδόμενων νοσημάτων, στ) ενημέρωση για τη σημασία των εμβολιασμών (π.χ. εμβολιασμός για την ηπατίτιδα Β). Πίνακας 14: Συνιστώμενος περιοδικός έλεγχος υγείας εργαζομένων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης ανά ειδικότητα και παράγοντα κινδύνου. Πηγή: keelpno.gr 48
Πίνακας 15: Μέτρα προστασίας έναντι των βιολογικών κινδύνων Πηγή: keelpno.gr 5.2 Υγιεινή των Χεριών Είναι γνωστό ότι τα χέρια συνιστούν το πιο κοινό μέσο μετάδοσης παθογόνων παραγόντων. Μάλιστα, συχνά αναφέρεται η χαρακτηριστική φράση ότι «οι 10 κυριότερες αιτίες πρόκλησης των νοσοκομειακών λοιμώξεων, είναι τα 10 δάχτυλα των χεριών μας». Γι αυτό το λόγο η υγιεινή των χεριών αποτελεί προτεραιότητα σε κάθε στρατηγική πρόληψης λοιμωδών νοσημάτων στους χώρους υγείας. Η υγιεινή των χεριών επιτυγχάνεται με τρεις βασικούς τρόπους, που εφαρμόζονται ανά περίπτωση (keelpno.gr): Πλύσιμο των χεριών. Με το πλύσιμο των χεριών πραγματοποιείται η παροδική απομάκρυνση της μικροβιακής χλωρίδας με τη χρήση σαπουνιού. Η αποτελεσματικότητα του πλυσίματος εξαρτάται από την ποσότητα του σαπουνιού (απαιτούνται 3-5ml), τη διάρκεια του πλυσίματος (>15 και ιδανικά 40-60 δευτερόλεπτα) και την τεχνική που χρησιμοποιείται (Εικόνα 7) Αντισηψία των χεριών. Με την αντισηψία των χεριών επιτυγχάνεται η απομάκρυνση της παροδικής μικροβιακής χλωρίδας με τη χρήση 49
αντισηπτικών διαλυμάτων (αλκοόλες, χλωρεξιδίνη, κ.τ.λ.). Χαρακτηρίζεται ως ταχεία αντισηψία των χεριών και πρέπει να πραγματοποιείται πριν και μετά από κάθε επαφή με έναν ασθενή (Εικόνα 8). Χειρουργική αντισηψία των χεριών. Με την χειρουργική αντισηψία απομακρύνεται η παροδική μικροβιακή χλωρίδα, ενώ παράλληλα περιορίζεται σημαντικά και η μόνιμη. Επιτυγχάνεται με το πλύσιμο των χεριών με νερό και αντιμικροβιακό σαπούνι ή με επάλειψη των χεριών με αντισηπτικό διάλυμα (χωρίς τη χρήση νερού). Εικόνα 7: Υγιεινή των χεριών με πλύσιμο με νερό και σαπούνι (keelpno.gr). 50
Εικόνα 8: Υγιεινή των χεριών με επάλειψη με αντισηπτικό (keelpno.gr). 5.3 Χρήση Μέτρων Ατομικής Προστασίας (ΜΑΠ) Στα βασικά μέτρα Ατομικής Προστασίας (ΜΑΠ) περιλαμβάνονται τα ακόλουθα (keelpno.gr): Προστατευτική ενδυμασία μίας χρήσεως (ρόμπα ή ποδιά) Ιατρικά γάντια μίας χρήσεως (λάτεξ ή βινύλιο) Οφθαλμική προστασία Μάσκες (π.χ. χειρουργικές μίας χρήσεως, με προστατευτική οθόνη οφθαλμών, με αναπνευστική προστασία, κτ.λ.π.) 51
Η εφαρμογή όπως και η αφαίρεση των ΜΑΠ θα πρέπει να γίνεται με συγκεκριμένη σειρά, προκειμένου να εξασφαλίζεται η αποτελεσματική προστασία του εργαζομένου από τη χρήση τους (Εικόνα 9). Εικόνα 9: Ορθή σειρά εφαρμογής και αφαίρεσης των ΜΑΠ (keelpno.gr). 5.3.1. Προστατευτική Ενδυμασία Μίας Χρήσεως (ρόμπα ή ποδιά) Το είδος της ενδεδειγμένης προστατευτικής ενδυμασίας εξαρτάται από (Πίνακας 17) (keelpno.gr): Το βαθμό επικινδυνότητας της έκθεσης (διάρκεια, είδος έκθεσης) Τον ενδεχόμενο κίνδυνο έκθεσης σε μολυσματικά υγρά Τον ενδεχόμενο κίνδυνο επιμόλυνσης της ενδυμασίας από σωματικά υγρά 52
Πίνακας 16: Χαρακτηριστικά προστατευτικής ενδυμασίας Πλαστική ποδιά Αδιαπέραστη ή ανθεκτική σε υγρά Μίας χρήσης, για μία διαδικασία ή παρέμβαση σε ασθενή Απόρριψη μετά τη χρήση της Χρησιμοποιείται όταν υπάρχει πιθανότητα έκθεσης της ενδυμασίας εργασίας σε αίμα ή σωματικά υγρά (συνήθως από το περιβάλλον), κατά τη διάρκεια διαδικασιών με μικρό κίνδυνο επιμόλυνσης του βραχίονα των εργαζόμενων Χρησιμοποιείται όταν λαμβάνονται προφυλάξεις επαφής και είναι πιθανή η επαφή με τον ασθενή ή το άμεσο περιβάλλον του. Ρόμπα Μίας χρήσης (μερικοί τύποι μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν) Απόρριψη μετά τη χρήση της Χρησιμοποιείται για την προστασία του δέρματος και την αποφυγή λερώματος της ενδυμασίας εργασίας κατά τη διάρκεια διαδικασιών ή παρεμβάσεων στον ασθενή που είναι πιθανό να προκαλέσουν αερόλυμα ή εκτίναξη αίματος ή άλλων σωματικών υγρών Η επιλογή για το μέγεθος του μανικιού εξαρτάται από το είδος της εργασίας, τη χρονική διάρκεια της εργασίας και του κινδύνου επαφής. Ολόσωμη Αδιάβροχη ρόμπα Μίας χρήσης (μερικοί τύποι μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν) Με μακριά μανίκια Χρησιμοποιείται όταν υπάρχει κίνδυνος επαφής του δέρματος του εργαζόμενου με ανοικτές πληγές του ασθενή, εκτεταμένη επαφή δέρμα με δέρμα (π.χ. μετακίνηση ασθενή με ψώρα ή λύση της συνεχείας του δέρματος) ή επαφής με αίμα ή σωματικά υγρά που δεν ελέγχονται (π.χ. έμετος, μη ελεγχόμενος βήχας ή φτέρνισμα). Χρησιμοποιείται όταν υπάρχει πιθανότητα μεγάλης επαφής με αίμα ή άλλα σωματικά υγρά Χρησιμοποιείται όταν υπάρχει κίνδυνος έκθεσης με μεγάλη ποσότητα σωματικών υγρών π.χ. σε ορισμένες παρεμβατικές διαδικασίες Αποστειρωμένη ρόμπα Πηγή: keelpno.gr Σε αποστειρωμένη συσκευασία Χρησιμοποιείται σε διαδικασίες όπου απαιτείται αποστειρωμένο πεδίο 53
5.3.2. Ιατρικά Γάντια Μίας Χρήσεως (λάτεξ ή βινύλιο) Η χρήση γαντιών στο χώρο της υγείας προστατεύει τους ασθενείς από τη μικροβιακή χλωρίδα των χεριών των εργαζομένων, αλλά και το προσωπικό από τους πιθανούς κινδύνους έκθεσης σε μολυσμένο αίμα ή άλλα βιολογικά υγρά των νοσηλευομένων. Εκτός από τη συστηματική χρήση γαντιών από το σύνολο των επαγγελματιών υγείας είναι ιδιαίτερα σημαντική η εφαρμογή της σωστής τεχνικής αφαίρεσης (Εικόνα 10) (keelpno.gr). Εικόνα 10: Ορθή τεχνική εξαγωγής γαντιών (keelpno.gr) 5.3.3. Οφθαλμική Προστασία Τα προστατευτικά γυαλιά (με διακριτούς φακούς ή τύπου μάσκας) θα πρέπει να πληρούν τις παρακάτω βασικές προϋποθέσεις (keelpno.gr): πρότυπα κατασκευής να προσφέρουν πλάγια προστασία και ευρύ οπτικό πεδίο μεγάλη ανθεκτικότητα για την αποτελεσματική προστασία των οφθαλμικών βλεννογόνων αντιθαμβωτικά 54
5.4. Οδηγίες για το Χειρισμό Αιχμηρών Αντικειμένων σε Χώρους Παροχής Υπηρεσιών Υγείας Αρχές πρόληψης ατυχημάτων με αιχμηρά (keelpno.gr): Αποφυγή αναίτιας χρήσης αιχμηρών αντικειμένων. Χρήση κατάλληλου ατομικού προστατευτικού εξοπλισμού. Υγιεινή χεριών μετά από κάθε επαφή με ασθενή και μετά την αφαίρεση των γαντιών. Χρήση συριγγών και νυστεριών με μηχανισμούς ασφαλείας. Άμεση και ασφαλής απόρριψη των αιχμηρών στα αδιάτρητα, ανθεκτικά κυτία με καπάκι (κίτρινα δοχεία). Δοχεία απόρριψης σε απόσταση <1m από το πεδίο χρήσης τους. Αποφυγή υπερπλήρωσης των κυτίων απόρριψης αιχμηρών. Αντικατάστασή τους όταν έχουν πληρωθεί στα 2/3. Εφαρμογή ορθών πρακτικών προφύλαξης (π.χ. απαγόρευση της επανατοποθέτησης των καλυμμάτων στις βελόνες και ειδικά στις χρησιμοποιημένες. Συλλογή ακάθαρτου ιματισμού με προσοχή καθώς από αμέλεια μπορεί να υπάρχουν αιχμηρά εργαλεία ή βελόνες. 5.5. Εμβολιαστική Κάλυψη Βασικό μέτρο προστασίας των εργαζομένων στους χώρους υγειονομικής περίθαλψης είναι η επίτευξη ανοσίας, μέσω του εμβολιασμού, για τις περιπτώσεις όπου αυτό είναι εφικτό. Πρόκειται για ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό μέσο προφύλαξης έναντι των νοσημάτων που είναι δυνατό να προληφθούν με εμβολιασμό, που αποτελεί υψηλό στόχο της Δημόσιας Υγείας και επομένως κρίνεται επιτακτική η εφαρμογή του. Κύριοι στόχοι του εμβολιασμού είναι: Η προστασία των επίνοσων εργαζομένων από λοιμώδη νοσήματα στα οποία μπορεί να εκτεθούν στα πλαίσια της εργασίας τους Η προστασία των επίνοσων ασθενών από λοιμώδη νοσήματα εντός του χώρου του νοσοκομείου Η εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας των υπηρεσιών υγείας 55
Σύμφωνα με το Πρόγραμμα Εμβολιασμού Ενηλίκων του Υπουργείου Υγείας (21/12/2011, Υ1/Γ.Ποι.140958) και τις σχετικές οδηγίες του ΚΕΕΛΠΝΟ, οι εργαζόμενοι σε χώρους υγειονομικής περίθαλψης οφείλουν να έχουν εμβολιασθεί (ή να έχουν αποκτήσει ανοσία μέσω φυσικής νόσησης) με τα ακόλουθα εμβόλια (Πίνακας 18) (keelpno.gr): ιλαράς παρωτίτιδας ερυθράς ηπατίτιδας Α ηπατίτιδας Β ανεμοβλογιάς (αφορά προσωπικό που νοσηλεύει ασθενείς υψηλού κινδύνου) τετραδύναμου συζευγμένου μηνιγγιτιδοκόκκου (αφορά μικροβιολόγους) τετάνου διφθερίτιδας κοκκύτη γρίπης (ετησίως). 56
Πίνακας 17: Ανοσολογικοί παράγοντες που συστήνονται αυστηρά για ανοσοποίηση του προσωπικού στον τομέα της υγείας 57