ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Α. Όταν είμαστε κοντά στο στόμιο και επρόκειτο να βγούμε επάνω, και αφού είχαμε υποστεί όλες τις δοκιμασίες, είδαμε ξαφνικά από ψηλά και εκείνον και άλλους, σχεδόν οι περισσότεροι απ αυτούς ήταν τύραννοι και υπήρχαν και κάποιοι ιδιώτες από αυτούς που έχουν διαπράξει τα μεγάλα αμαρτήματα, ενώ έλπιζαν αυτοί ότι θα ανέβουν πια, το στόμιο δεν τους δέχονταν, αλλά μούγκριζε κάθε φορά που κάποιος από εκείνους που ήταν έτσι αθεράπευτα αχρείοι ή που δεν είχε τιμωρηθεί αρκούντως επιχειρούσε να ανέβει. Εκεί πια, είπε, άνδρες αγριωποί, κατακόκκινοι σαν τη φωτιά στην όψη, που στέκονταν δίπλα (στο στόμιο) και παρατηρούσαν τον ήχο, άλλους, αφού τους έπιαναν από τη μέση, τους έπαιρναν. Τον Αρδιαίο όμως και άλλους, αφού τους έδεσαν χειροπόδαρα (από τα χέρια, τα πόδια και το κεφάλι), τους έριξαν κάτω και τους έδειραν με μαστίγιο, τους τραβούσαν έξω από τον δρόμο σέρνοντάς τους επάνω σε ασπαλάθους, και σε όσους κάθε φορά περνούσαν από εκεί, εξηγούσαν για ποιους λόγους το έκαναν αυτό και ότι τους πήγαιναν για να τους ρίξουν στον Τάρταρο. Β1. Τον Αρδιαίο τον τύραννο, την ώρα που ήταν να εξέλθει στο δαιμόνιο τόπο μετά από χιλιετή τιμωρία, το στόμιο δεν τον δέχονταν να βγεί, επειδή δεν είχε τιμωρηθεί όπως του άξιζε. Τον έπιασαν λοιπόν άνδρες επιφορτισμένοι να φρουρούν το χάσμα, κατακόκκινοι στην όψη, άγριοι, που στέκονταν δίπλα στην είσοδο και κατανοούσαν (καταμανθάνοντες) το μουγκρητό του χάσματος, ανέλαβαν αρχικά να απομακρύνουν κάποιους από αυτούς τους εγκληματίες, με σκοπό να τιμωρήσουν τον Αρδιαίο και μερικούς άλλους. Εκείνοι έπρεπε να βασανιστούν σκληρά, για να χρησιμεύσουν ως παράδειγμα προς αποφυγή για τους υπολοίπους. Τους έδεσαν λοιπόν χέρια, πόδια και κεφάλι μαζί, (συμποδίσαντες χεῑράς τε καί πόδας καί κεφαλήν), τους έριξαν καταγής (καταλαβόντες), τους μαστίγωσαν (ἐκδείραντες), και στη συνέχεια τους τράβηξαν έξω από το δρόμο (εἷλκον) και ξέσκιζαν το κορμί τους στις ασπαλαθιές (κνάμπτοντες ἐπ ἀσπαλάθων). Οι μετοχές που χρησιμοποιεί ο Πλάτωνας έχουν σκοπό να κάνουν εντονότερο το χρόνο, τη διάρκεια του μαρτυρίου. Ο Αρδιαίος και οι άλλοι τύραννοι υποβλήθηκαν σε βασανιστήρια σχεδιασμένα και εκτελεσμένα
με τρόπο που να διαρκούν πολύ. Ο Τάρταρος, το υπόγειο χάσμα στο οποίο βουλιάζει ο Αρδιαίος είναι η μεταθανάτια έκφραση της άθλιας κατάστασης των δεσμωτών του σπηλαίου, που θανατώνουν εκείνους που ζητούν να τους ελευθερώσουν, και βυθίζονται μέσα στην αδικία πληρώνοντας γι αυτήν. Πάντως είναι χαρακτηριστικό ότι οι τύραννοι βασανίζονται όχι μόνο για να τιμωρηθούν για τα εγκλήματά τους, να λάβουν την πληρωμή των όσων διέπραξαν, αλλά και κυρίως για να χρησιμεύσουν ως παράδειγμα για τους άλλους. Η λειτουργία του παραδειγματισμού είναι καταφανής από το σημείο της διαπόμπευσης του τυράννου. Παρ όλα τα φριχτά δεινά που επιβάλλονται στον τύραννο, η τιμωρία του δεν είναι άλογη αλλά «μετά λόγον», καθώς συνοδεύεται από την αιτιολόγησή της. Σε όσους περνούσαν και έβλεπαν, οι τιμωροί ανέφεραν τους λόγους για τους οποίους αυτοί τιμωρούνταν. Ανέφεραν τα εγκλήματά τους για να αποτρέψουν τους άλλους από το να τα επαναλάβουν. Η υπόθεση του Πλάτωνα ότι η ψυχή είναι αθάνατη είναι αναγκαία για να θεμελιωθεί η άποψη ότι υπάρχει δικαιοσύνη στον κόσμο, παρ όλο που οι κακοί συχνά μένουν ατιμώρητοι, πράγμα που ο Πλάτων διαπιστώνει. Αν ο θάνατος σήμαινε την εξαφάνιση της ψυχής, θα ήταν κέρδος για τους κακούς. Η πίστη ότι οι ψυχές των ανθρώπων θα κριθούν στον Άδη επιβεβαιώνει την υπόθεση ότι υπάρχει δικαιοσύνη στον κόσμο και ότι τελικά οι αγαθοί αμείβονται ενώ οι κακοί τιμωρούνται. Η ηθική αξία και απαξία του ανθρώπου, η δικαιοσύνη και η αδικία, αποκτούν στον Πλάτωνα απόλυτη σημασία. Και με το θάνατο του ανθρώπου η ψυχή δεν αλλάζει. Και τότε το ηθικό της πρόβλημα διατηρεί όλη του τη σημασία. Ό, τι κάνει η ψυχή εδώ, σ αυτόν τον κόσμο, έχει τον αντίλαλό του ως την αιωνιότητα. Ούτε η αξία ούτε η απαξία της ψυχής μπορούν να λησμονηθούν με το θάνατο. Ο τρόπος του βίου, οι αποφάσεις και οι πράξεις του ανθρώπου, έχουν αιώνια σημασία. Ο θάνατος λοιπόν δεν μπορεί να σβήσει μήτε το καλό μήτε το κακό. Αν έσβηνε το κακό και αν σήμαινε και θάνατο της ίδιας της ψυχής, τότε αυτό θα ήταν μεγάλο ευτύχημα για τους κακούς, γιατί μαζί με το χαμό της ψυχής τους, θα λυτρώνονταν από το κακό που έκαμαν. Η αθανασία της ψυχής του κακού έχει αυτή την έννοια: ο κακός δεν έχει κανέναν άλλο τρόπο να σωθεί από την κακία του παρά την εκούσια αλλαγή της ζωής, την ελεύθερη κλήρωση καινούριας ζωής, όπως θα δούμε στην επόμενη
ενότητα. Θα ήταν λοιπόν δυνατό να παρατηρηθεί ότι η πίστη πως η ψυχή είναι αθάνατη και πως θα κριθεί σε κάποια μέλλουσα ζωή είναι αναγκαία συνέπεια της πανανθρώπινης ίσως πεποίθησης ότι η δικαιοσύνη δεν είναι ένα εξωπραγματικό ιδανικό. Όσο ο άνθρωπος δεν είναι σε θέση να την πραγματοποιήσει με τις δικές του δυνάμεις και στην παρούσα ζωή, είναι φυσικό να ελπίζει ότι θα πραγματοποιηθεί στη μέλλουσα ζωή. Αυτό ακριβώς το αίσθημα της ελπίδας εκφράζει ο μύθος του Ηρός και τα άλλα εσχατολογικά κείμενα των διαλόγων του Πλάτωνος, π.χ. του «Γοργία» ή «Φαίδρου». Β2. Με τη φράση «ἐκεῖνόν τε κατείδομεν ἐξαίφνης καί ἂλλους σχεδόν τι αὐτῶν τούς πλείστους τυράννους» ο Ηρ. συνεχίζοντας την αφήγησή του λέει ότι στο σημείο που βρίσκονταν, εμφανίστηκε η ψυχή του Αρδιαίου και κάποιων άλλων, οι οποίοι ενώ είχαν βασανιστεί σκληρά μετά από χιλιετή τιμωρία, τα βασανιστήριά τους θα συνεχίζονταν καθώς οι ειδεχθείς εγκληματικές τους πράξεις είναι μια κατάσταση αφύσικη που διαταράσσει τη φυσική αρμονία. Εντύπωση προκαλεί ότι η πλειοψηφία αυτών των ανθρώπων είναι τύραννοι. Ο Πλάτωνας θέλει να προβάλλει την άποψη του ότι οι τύραννοι είναι οι χειρότεροι άνθρωποι που προβαίνουν στα χειρότερα εγκλήματα. Ο πιο εντυπωσιακός τρόπος με τον οποίο καταδεικνύεται το μέγεθος των εγκλημάτων αυτών των ανθρώπων, είναι η ίδια η αντίδραση της φύσης στην θέα τους. Με μια τολμηρή μεταφορά, ο Πλάτων παρουσιάζει προσωποποιημένο το στόμιο της εξόδου προς το δαιμόνιο τόπο, να μην δέχεται όσους είχαν διαπράξει μεγάλα εγκλήματα και να μουγκρίζει στη θέα τους. Ο Νεοπλατωνικός Πρόκλος εύστοχα παρατηρεί ότι όλα αυτά δείχνουν ότι οι ποινές είναι φρικώδεις και απαραίτητες αλλά και η κακία των τιμωρούμενων είναι ανυπέρβλητη εφόσον και τα άψυχα αφήνουν φωνή εναντίον τους. Η αναφορά του Πλάτωνα στις τάξεις των τυράννων γίνεται για να αποδειχθούν τα εξής: α) Οι τύραννοι είναι κατά κανόνα οι χειρότεροι άνθρωποι. Ως κάτοχοι εξουσίας γίνονται σκληροί, άπληστοι, ακόρεστοι για πλούτο και δύναμη φτάνοντας στο σημείο να διαπράξουν τα πιο ειδεχθή εγκλήματα, όπως είναι η πατροκτονία και η αδελφοκτονία. β) Οι τύραννοι, σύμφωνα με όσα είχε υποστηρίξει ο Θρασύμαχος και ο Γλαύκωνας είναι αυτοί που έχουν τη δυνατότητα να είναι ευτυχισμένοι. Ο
Πλάτωνας όμως έρχεται να αμφισβητήσει αυτές τις θέσεις και με το μαρτύριο του Αρδιαίου και των υπολοίπων τυράννων αποσκοπεί στο να καταστήσει σε όλους σαφές ότι όχι μόνο δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένοι αλλά είναι αυτοί που θα υποστούν τις χειρότερες τιμωρίες. γ) Τέλος, ο Πλάτωνας ενισχύει τη θέση που έχει αναπτύξει στην αλληγορία σπηλαίου ότι είναι ανάγκη να αναλάβουν την εξουσία οι φιλόσοφοι. Αυτή είναι εξάλλου η θέση την οποία ο Πλάτωνας ανέπτυξε σε όλο του το έργο. Β3. (Η απάντηση εμπεριέχεται στην εισαγωγή του σχολικού βιβλίου σελ.100 3.) «Η ιδεώδης πολιτεία ενσαρκώνει τις τέσσερις θεμελιώδεις αρετές: είναι σοφή, επειδή οι άρχοντές της (οι φιλόσοφοι βασιλείς) είναι σοφοί και την καθοδηγούν προς το Αγαθόν. Είναι ανδρεία, επειδή οι φύλακες επίκουροι είναι ανδρείοι και μπορούν να υπερασπιστούν αφενός την εδαφική τους ακεραιότητα και αφετέρου τις αξίες που προβάλλει το εκπαιδευτικό της σύστημα. Κοσμείται από σωφροσύνη ( αυτοκυριαρχία και νομιμοφροσύνη), επειδή ανάμεσα στις τρεις τάξεις βασιλεύει η αρμονία, που προκύπτει από την υποταγή της κατώτερης στις ανώτερες. Είναι τέλος η πολιτεία αυτή δίκαιη, επειδή το κάθε στοιχείο εκπληρώνει τη λειτουργία του χωρίς να παρακωλύει τη λειτουργία των άλλων, με άλλα λόγια: ο καθένας πράττει το έργο που του έχει ανατεθεί και δεν πολυπραγμονεί.» Β4. ἔτος: ετήσιος, διετής κατείδομεν: κάτοψις, καθορατικός πλείστους: πλειονότης, πλειοδότης ἐδέχετο: παραδοχή, αποδέκτης ἐμπεσούμενοι: πτώση, πτώσιμος Γ1. ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Αν, λοιπόν, ο οφθαλμός σκοπεύει να δει τον εαυτό του, πρέπει να κοιτάξει σε οφθαλμό και μάλιστα στο μέρος εκείνο του ματιού στο οποίο υπάρχει η αρετή του οφθαλμού. Αυτό, (αν δεν κάνω λάθος) είναι το μέρος της όρασης;
ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ: Ακριβώς ( ή έτσι είναι). ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Συνεπώς, αγαπητέ Αλκιβιάδη, και η ψυχή, αν πρόκειται να γνωρίσει τον εαυτό της, πρέπει να κοιτάξει σε ψυχή, και προπαντός στο μέρος της εκείνο στο οποίο δημιουργείται η αρετή της ψυχής, η σοφία, και σε όποιο άλλο μέρος με το οποίο τυχαίνει να είναι όμοιο; ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ: Έτσι νομίζω, Σωκράτη. ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Μπορούμε να πούμε ότι υπάρχει πιο θεϊκό μέρος της ψυχής απ αυτό στο οποίο υπάρχει η γνώση και η φρόνηση; ΑΛΚΙΒΙΑΔΗΣ: Δεν μπορούμε. ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Μοιάζει, λοιπόν, το μέρος της αυτό στον Θεό, και κάποιος που βλέπει (ή αν βλέπει) σ αυτό και καταλαβαίνει (ή αν καταλαβαίνει) το θείο στην ολότητά του (ή το όλον του θείου), και τον Θεό και τη φρόνηση, έτσι και τον εαυτό θα μπορούσε να γνωρίσει καλύτερα. Γ2.α. ἰδεῖν: ἰδέ τυγχάνει: ἐτύγχανον γνώσεσθαι : γνόντων γνώτωσαν εἰδέναι: εἰδῶμεν ἔχομεν: ἔσχηκε Γ2.β. ὄμματος: ὄμματι τοῦτον: οὗτοι ὅμοιον: ὁμοίοις πᾱν: πάσης φρόνησιν: φρονήσεσι Γ3.α. ἰδεῑν: τελικό απαρέμφατο ως αντικείμενο στο ρήμα «μέλλει». ἐγγιγνομένη: κατηγορηματική μετοχή, μέσω του «τυγχάνει» που αναφέρεται στο υποκείμενο του ρήματος «τυγχάνει», ἡ ἀρετή. αὑτήν: αντικείμενο του απαρεμφάτου «γνώσεσθαι»
ὅμοιον: κατηγορούμενο μέσω της μετοχής «ὄν» στο υποκείμενο της «τοῡτο. τό είδέναι: έναρθρο απαρέμφατο ως υποκείμενο του ρήματος «ἐστιν». Γ3.β. ΠΡΟΣΟΧΗ!!! Η συντακτική παρατήρηση επιδέχεται δύο απαντήσεις: α/ οι μετοχές «βλέπων» και «γνούς» μπορεί να εκληφθούν και ως αναφορικές, που θα αναλυθούν σε δευτερεύουσες αναφορικοϋποθετικές προτάσεις, και ως υποθετικές που θα αναλυθούν σε δευτερεύουσες υποθετικές προτάσεις. Ο υποθετικός λόγος και στις δύο περιπτώσεις δηλώνει την απλή σκέψη του λέγοντος. Η διαφορά έγκειται στην εισαγωγή της πρότασης, δηλαδή η αναφορικοϋποθετική θα εισαχθεί με την αναφορική αντωνυμία «ὅστις», ενώ η υποθετική με τον σύνδεσμο «εἰ». Εμείς θεωρούμε ότι η πιο σωστή απάντηση είναι η περίπτωση της αναφορικοϋποθετικής, λόγω του ότι οι προτάσεις που προκύπτουν από την ανάλυση των μετοχών θα παίξουν και τον ρόλο του υποκειμένου στο ρήμα «γνοίη ἄν». i. Ανάλυση αναφορικοϋποθετικής πρότασης. Ὃστις εἰς τοῡτο βλέποι καί πᾱν τό θεῑον γνοίη.οὕτω καί ἑαυτόν ἄν γνοίη μάλιστα. ii. Ανάλυση υποθετικής πρότασης εἰ τις εἰς τοῡτο βλέποι καί πᾱν τό θεῑον γνοίη. οὕτω καί ἑαυτόν ἄν γνοίη μάλιστα. ΥΠΟΘΕΣΗ: Ὃστις ή εἰ + ευκτική ΑΠΟΔΟΣΗ: Δυνητική ευκτική : Ο υποθετικός λόγος είναι σύνθετος και δηλώνει την απλή σκέψη του λέγοντος. Μίνα Ούτσια Ελένη Ζώμα Παπουτσή Φιλόλογοι