Καστορίας µητρόπολη. Βιβλιογραφία: συλλόγων κ.λπ.) θα είχαν πενιχρά. από τους φιλογενείς πατριώτες του εξωτερικού. Στη χορεία των ευεργετών



Σχετικά έγγραφα
ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΟΥΣ ΝΑΟΥΣ ΤΗΣ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ

ΟΡΘΟΔΟΞΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΑ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΒΟΙΩΤΙΑΣ ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΚΡΙΠΟΥ

ΝΑΟΣ ΑΓΙΑ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ

Κείμενο Αγίου Νικολάου της Στέγης. Ελληνικά

Κείμενο Εκκλησίας του Τιμίου Σταυρού στο Πελέντρι. Ελληνικά

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 2016 Εκκλησίες της Σωτήρας. Πρόγραμμα Μαθητικών Θρησκευτικών Περιηγήσεων «Συνοδοιπόροι στα ιερά προσκυνήματα του τόπου μας»

από το Φορβίων, από προέρχεται Η εκκλησία αποτελεί το αιώνα

Παναγία της Ασίνου Ελληνικά

Πολιτιστικό Πρόγραμμα Υπεύθυνες καθηγήτριες Καραμπελιά Καλλιόπη Παπαγεωργίου Μαρία

γυναίκας που σύμφωνα με την παράδοση ήταν η Θεοδώρα, κόρη του αυτοκράτορα Μαξιμιανού, η οποία είχε ασπασθεί το χριστιανισμό. Το 1430, με την κατάληψη

Βυζαντινά Μνημεία της Θεσσαλονίκης

Βυζαντινά και Οθωμανικά μνημεία της Μάκρης

01 Ιερός ναός Αγίου Γεωργίου ΓουμένισσΗΣ

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ

Ο Ιερός Ναός του Αγ. Παντελεήμονος στη Μεσαιωνική Πόλη της Ρόδου

Ιερά Μονή Γόλας: Το μοναστήρι των δύσκολων καιρών

Ακολούθησέ με... στην Καστροπολιτεία του Μυστρά

Ακολούθησέ με... στην Καστροπολιτεία του Μυστρά

Ασκηταριά της Μεγάλης Πρέσπας

ΤΡΟΥΠΗ ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ ΤΟΠΤΣΗ ΜΑΡΙΑ ΦΩΤΗΣ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΚΩΝ/ΝΟΣ ΝΙΦΟΡΑΣ ΓΙΩΡΓΟΣ

Κείμενο Εκκλησίας Αρχαγγέλου Μιχαήλ στον Πεδουλά. Ελληνικά

ΤΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΝΗΣΙΟΥ ΤΩΝ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

Εκκλησίες Παλαιού Φαλήρου

Ιερού Παλατίου Ιππόδρομο ανακτόρου των Βλαχερνών, του ανακτόρου του Μυρελαίου σειρά καταστημάτων της Μέσης

Χειμερινό εξάμηνο ο ΜΑΘΗΜΑ ΥΣΤΕΡΟΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ-ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ. Διδάσκουσα: Μπαλαμώτη Ελένη

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

Ο ναός του Αγίου Στεφάνου

Ιερά Μονή Μεγάλου Μετεώρου, Μετέωρα

Η ΒΑΣΙΛΙΚΗ «ΑΓ. ΣΟΦΙΑ» Η ΝΕΚΡΟΠΟΛΗ

Τα προσκυνήματα του Δεκαπενταύγουστου από την Τήνο μέχρι την Αμοργό

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΡΑΛΙΜΝΙΟΥ

«...καί τό όνομα, ὡς εἰκός,(όπως ήταν φυσικό) αφῆκε τῇ πόλει».

Ο ΔΗΜΟΣ ΜΑΣ. Γιώργος Ε 1

Το Τραγούδι της Γης του Στράτη Μυριβήλη

Η Παγκόσμια Κληρονομιά της Κύπρου

Η τέχνη του ψηφιδωτού (με αφορμή επίσκεψη στον Όσιο Λουκά)

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ. Της Μαρίας Αποστόλα

ΙΕΡΟΣ ΚΑΘΕΔΡΙΚΟΣ ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΟΦΙΑΣ

Θεσσαλονίκη: Μια πόλη, μια ιστορία

Οι Άγιοι της Θεσσαλονίκης.

ΣΚΟΠΟΣ: Η σύνδεση της καλλιτεχνικής δημιουργίας με το χαρακτήρα και τη φυσιογνωμία ενός πολιτισμού.

Τα εξωκκλήσια των Μεγάρων

1 η Θεματική ενότητα- Μπορούν οι άνθρωποι να εικονίζουν το Θεό; 1. Δώστε τον ορισμό της εικόνας.

Εξαιρετικά αντίγραφα βυζαντινών εικόνων

Σχολείο: Λύκειο Αυλωναρίου. Τμήμα: Β 2. Θέμα: ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΑΥΛΩΝΑΡΙΟΥ

ΤΑΞΗ Ε. Pc8 ΝΤΙΝΟΣ & ΒΑΣΙΛΙΚΗ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ

Βοιωτικός Ορχομενός και Μονή της Παναγίας Σκριπού Πανόραμα Ταξιδιωτικές Σημειώσεις apan.gr

Το Μεσαιωνικό Κάστρο Λεμεσού.

Κάστρα και οχυρά της Μεσσηνίας: Η ΑγιαΣωτήρα στους Χριστιάνους

EUROPEAN DAILY TOURS ΑΠΟ ΒΟΛΟ ΣΤΑ ΜΕΤΕΩΡΑ ΜΕΤΕΩΡΑ - ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ

δήµος βελβεντού σύντοµος οδηγός επισκέπτη

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. - Γενική Εισαγωγή Iστορική αναδρομή Περιγραφή του χώρου Επίλογος Βιβλιογραφία 10

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΔΡΟΛΙΑ 7 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία Αγιάς. Ανάδειξη και αξιοποίηση.

Ομάδα «Αναποφάσιστοι» : Αθανασοπούλου Ναταλία, Μανωλίδου Εβίτα, Μήτση Βασιλική, Στέφα Αναστασία

Ο Ναός της Παναγίας Ποδύθου στη Γαλάτα. Ελληνικά

Βυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης

Η θεώρηση και επεξεργασία του θέματος οφείλει να γίνεται κυρίως από αρχιτεκτονικής απόψεως. Προσπάθεια κατανόησης της συνθετικής και κατασκευαστικής

Μονή Αγίου Ιωάννη Λαμπαδιστή. Ελληνικά

Παναγία Αθηνιώτισσα 6ος αι.

Αναρτήθηκε από τον/την Δρομπόνης Σωτήριος Πέμπτη, 18 Απρίλιος :48 - Τελευταία Ενημέρωση Πέμπτη, 18 Απρίλιος :49

ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Τα θέατρα της Αμβρακίας. Ανδρέας Μαυρίκος, ΒΠΠΓ

Οι αρχαίοι πύργοι της Σερίφου Οι αρχαίοι πύργοι, αυτόνομες οχυρές κατασκευές αποτελούν ιδιαίτερο τύπο κτιρίου με κυκλική, τετράγωνη ή ορθογώνια

Η Ρωμαϊκή και Βυζαντινή Φυσιογνωμία της Θεσσαλονίκης Ονόματα Ομάδων: 1. Μικροί Πράκτορες 2. LaCta 3. Αλλοδαποί 4. Η Συμμορία των 5

Η ΜΟΝΗ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΣΤΟΝ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟ ΠΕΛΛΑΣ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΜΠΑΝΑΡΙΟΥ>> ΠΕΡΙΟΧΗ:ΚΑΣΤΑΝΙΑ ΔΗΜΟΣ ΣΕΡΒΙΩΝ-ΝΟΜΟΣ ΚΟΖΑΝΗΣ

Έτσι ήταν η Θεσσαλονίκη στην αρχαιότητα - Υπέροχη ψηφιακή απεικόνιση

- 1 - Ο Ναός του Τιμίου Σταυρού του Αγιασμάτι (Πλατανιστάσα) Ελληνικά

Το ναϋδριο της Παναγούδας στο Θεολόγο Θάσου

Η ιστορική Μονή του Σωτήρος Xριστού στο Kουμπέ Ρεθύμνου

Το ρωμαϊκό κράτος κλονίζεται

Αλέξανδρος Νικολάου, ΒΠΠΓ

ΛΕΥΚΟΣ ΠΥΡΓΟΣ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΣΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ

2ο Γυμνάσιο Αγ.Δημητρίου Σχολικό έτος ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ "ΣΠΑΡΤΗ" ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗΣ ΘΟΔΩΡΗΣ ΤΜΗΜΑ Γ 5 ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Μεγάλο Μετέωρο-Το παλαιότερο και μεγαλύτερο από όλα τα μοναστήρια των Μετεώρων

ΣΤΟ ΚΑΣΤΡO ΤΗΣ ΚΩ Η ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ

ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΙΕΣ ΤΗΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ

Χριστιανική και Βυζαντινή Αρχαιολογία

Η ΜΟΝΗ ΤΗΣ ΠΕΛΑΓΙΑΣ ΑΡΓΥΡΩ ΠΡΟΒΙΔΑΚΗ ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΕΣΛΗΣ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΣΠΑΤΑ ΘΑΝΑΣΗΣ ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ

Μητροπολιτικός Ναός ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ Παραλιμνίου ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΑΣ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ

Α Ι Ν Ο Σ ``ΕΛΛΗΝΟΜΟΥΣΕΙΟΝ. έτος ίδρυσης 1976

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5, επιλέγοντας τη. 1. Ο χώρος τέλεσης της χριστιανικής λατρείας ονομάστηκε ναός

5 Δευτέρα Ακολουθία των Μ. Ωρών, Θεία Λειτουργία & Αγιασμός. 7 Τετάρτη Θεία Λειτουργία «Σύναξις Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου»

Χειμερινό εξάμηνο ο ΜΑΘΗΜΑ ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 15 ος ΑΙΩΝΑΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ-ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ Διδάσκουσα: Μπαλαμώτη Ελένη

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΙΩΑΝΝΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ Α1 Β ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Χριστιανική και Βυζαντινή Αρχαιολογία

Εκκλησίες και εξωκλήσια Καρπασίας

Γενικό Λύκειο Καρπερού Δημιουργική Εργασία: Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ

Κείμενο Εκκλησίας Μεταμόρφωσης του Σωτήρος Παλαιχώρι. Ελληνικά

Αρσανάδες, Πύργοι, Κιόσκια, Καμπάνες, Σήμαντρα, Φιάλες, Κρήνες

1.ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΑ. Μουσείο της Ακρόπολης

Εκεί που φυλάσσονται τα γράμματα του Γέρου του Μοριά

Περιεχόµενα. Θρησκευτικός προορισµός Μυστρά Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων Ιερά Μονή Παντανάσσης Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος Ιερά Μονή Μεγάλου Μετεώρου

Ενότητα 6. Η Βυζαντινή Ανασκαφή 2 Γιάννης Βαραλής

Αφιέρωμα στις Παναγιές της Κρήτης

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ- ΙΟΥΝΙΟΥ Ονοματεπώνυμο: Τμήμα:. Αριθμός:..

Περίληψη ηµιουργία έντυπου και ψηφιακού υλικού για την Τουριστική Προβολή του ήµου Νέας Προποντίδας.

ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Ιεράς Μητροπόλεως Κύκκου και Τηλλυρίας. Προσκυνηματική εκδρομή στους Αγίους Τόπους

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5, επιλέγοντας τη σωστή απάντηση από τις αντίστοιχες φράσεις α, β, γ:

Μου έκαναν ιδιαίτερη εντύπωση τα ψηφιδωτά που βρίσκονταν στην αψίδα του ναού της Παναγίας της Κανακαριάς στη Λυθράγκωμη.

Transcript:

και σωµατεία, µε σκοπό να ιδρύουν σχολεία, να ενισχύουν οικονοµικά τους µισθούς των δασκάλων, να φροντίζουν για την περίθαλψη των φτωχών οικογενειών, να δίνουν υποτροφίες στους απόρους µαθητές. Όλα αυτά συνιστούν σηµαντική συνεισφορά στα εκπαιδευτικά πράγµατα της πόλεως Καστοριάς και βέβαια της ευρύτερης περιοχής. Ευεργέτες. Εν τούτοις, οι καλές προθέσεις των όποιων φορέων (Εκκλησίας, συλλόγων κ.λπ.) θα είχαν πενιχρά αποτελέσµατα, αν δεν συνεπικουρούνταν αποφασιστικά και δραστήρια από τους φιλογενείς πατριώτες του εξωτερικού. Στη χορεία των ευεργετών (Καστοριανών και µη) προβάλλουν περισσότερο ή λιγότερο γνωστά ονόµατα της περιόδου αυτής. Είναι οι άνθρωποι εκείνοι, οι οποίοι συνέβαλαν στην επίτευξη της εκπαιδεύσεως µε προσωπικές δωρεές σε χρήµα, είδος ή υπηρεσίες, γι αυτό αξίζουν τον δίκαιο έπαινο και την αιώνια ευγνω- µοσύνη µας. Ανάµεσα στους πιο γνωστούς ευεργέτες συγκαταλέγεται ο εντι- µότατος άρχων Γεώργιος ήµου Κυρίτζης που εσύστησε το Ελληνικόν Σχολείον. Μεγάλος ευεργέτης της Καστοριάς υπήρξε και ο Γεώργιος Καστριώτης. Στο Βουκουρέστι, όπου εγκαταστάθηκε, ανέβηκε κοινωνικά, πιθανότατα και µε την υποστήριξη του οσιθέου (Νοταρά), Πατριάρχη Ιεροσολύµων. Ο Θωµάς Μανδακάσης, επίσης, αφιέρωσε πολλά βιβλία. Στη χορεία των ευεργετών περιλαµβάνονται ακόµη οι: Αργυρός και Μανόλης Ιωάννου Μπατρινάδες, ο ιατρός Κωνσταντίνος Μιχαήλ, ηµήτριος Κων. Μπετλής, Τριαντάφυλλος Καραµπίνας, Ιωάννης Καραµπίνας, Γεώργιος Ναούµ ράσκας, Ράλλης Αλβανός, Ναούµ ράσκας (που έδωσε το το 15 % εκ της µεγάλης περιουσίας του), αδελφοί Αϊβάζη, Ζήσης και ηµήτριος εµπενιώτης, Ζήσης εµπενιώτης, Ελαία Χρυσού και σύζυγος Ι. Ροδά, Ιωάννης Βασιλείου, Χατζηζωΐτσα Χατζηχρίστου Παπάζογλου, Χριστόδουλος Ζάχου Βασίλειος Τέρπου εµπενιώτης, Ράλης Γ. Αλβανός, Παύλος Νεράτζης, Κωνσταντίνος Παπάζογλου, Αδελφοί Παπάζογλου, Ναούµ Ρούµπας, Άννα ούµπα, Ν. Γερασιµίδης, Αναστασία Κοβάτση, Ιωάννης Παπάζογλου, Ιωάννης Καραγιάνης, Ελένη Καραγιάννη, α- µιανός Μαυροβίτης, Χρίστος. ήµου, Μαρία ηµητρίου ήµου, Παναγιώτης Τζώτζας, ηµ. Σκαπέρδας, Αγνή Κ. Κρε- µενιώτου, Λάζαρος και Αθηνά Ρίζου, ο Μανωλάκις Γεωργίου Μάνος (Μανολάκις ο Καστοριανός). Ο Μανολάκης ήταν σπουδαία προσωπικότητα στην Κωνσταντινούπολη γύρω στα 1650, µεγαλέµπορος και προ- µηθευτής γουναρικών στα ανάκτορα του Μεχµέτ, και ξόδευε τεράστια ποσά για την αναγέννηση του σκλαβωµένου Γένους. Η Μεγάλη του Γένους Σχολή είναι δηµιούργηµα δικό του. Συνέβαλε στην ανοικοδόµηση του ναού της Βηθλεέµ, της σχολής Πάτµου, και στην ανακαίνιση των εκκλησιών του Θεοβαδίστου όρους Σινά. Επίσης µε χρή- µατά του ίδρυσε σχολεία στην Κωνσταντινούπολη, Χίο, Πάτµο, Άρτα κ.ά. και συνέδραµε µε άφθονα χρήµατα πολλά εκκλησιαστικά καθιδρύµατα (ναός Θεοτόκου Μαυριωτίσσης στην Καστοριά κ.ά.). Οι αυτάδελφοι Μ. ούµπα και κυρίως ο Στέργιος ούµπας από το Μπλάτσι, είναι ο γνωστός ξενιτεµένος της Αυστρίας, µεγάλος εθνικός ευεργέτης του έθνους, που προσέφερε σπουδαίες υπηρεσίες και στα εκπαιδευτικά ιδρύ- µατα της Καστοριάς. Η Εκκλησία όρισε η Κυριακή των Μυροφόρων να είναι ηµέρα µνηµοσύνου των ευεργετών της πόλης. Λόγιοι της Καστοριάς. Στους λογίους της Καστοριάς µνηµονεύουµε τους: Αθανάσιο Χριστόπουλο, Αναστάσιο, Θωµά Μανδακάση, Λεοντιάδη Σεβαστό, Ιωάννη Θεολογίτη, Κωνσταντίνο Μιχαήλ, Ιωάννη Εµµανουήλ, αµιανό Γεωργίου, Παύλο Ιωάννου, Αργυριάδη Παύλου, Ιωάννη Μιχαήλ, Νικόλαο Ζωγράφου, Θωµά Παπαθωµά, Ιωάννη Μπίµπα κ.ά. Έφοροι της Καστοριάς. Σηµαντική, µεταξύ των άλλων, είναι και η προσφορά των εφόρων των εκπαιδευτικών ιδρυ- µάτων, σηµαντικές προσωπικότητες της πόλης εκείνη την περίοδο, όπως: οι Ναούµ ράσκας, αµ. Καραµπίνας, Ράλης Αλβανός και Ιωάννης Αλβανός, Ντίνο Ντάλης, Χριστόδουλο Ζάχου, Αδελφοί Τζιάτα, Γιαννακάκης, ιαµαντής Θωµάς, Νικ. Βέργουλας, Λάζαρος Σίσκου, Χριστόδουλος Μαυροβίτης, αδελφοί Τζιατζιαπά, αδελφοί όικου, Παύλος Μπατρίνου, Θ. Σκούταρης - Αθ. Σκούταρης, Χριστόδουλος Μπουκοβίνας, Ιωάννης Παπαµατζάρης, Αδελφοί Παπάζογλου, Θωµάς Πουλιόπουλος και αδελφοί Αϊβάζη. ΕΜΜ.Κ. Βιβλιογραφία: ηµητρακόπουλος, Ανδρόνικος, Προσθήκαι και διορθώσεις εις την Νεοελληνικήν φιλολογίαν, Λειψία 1871. Γερµανός Καραβαγγέλης, Μακεδονικός Αγών. Αποµνηµονεύµατα, Θεσσαλονίκη: Μπαρµπουνάκης. Κουρνούτος, Γ.Π., Σχολεία της τουρκοκρατούµενης Καστοριάς, ανάτ. από τον τόµο Γέρας Αντωνίου Κεραµόπουλου, Αθήνα 1953. Κουτσιαύτης, Εµµ., Η ελληνική εκπαίδευση στην Καστοριά τον ιθ αιώνα, 2001. Κουτσιαύτης, Εµµ., Ο Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος Καστοριάς, 2010. Τσαµίσης, Π., Η Καστοριά και τα µνηµεία της, 1949. ΙV. Οι εκκλησίες της Καστοριάς. Η περιοχή, όπου αργότερα αναπτύχθηκε η Καστοριά, περιλαµβάνει το οροπέδιο του άνω ρου του Αλιάκµονα µεταξύ των βουνών του Γράµµου, του Βιτσίου και του Βοΐου. Πανάρχαιες φυσικές δίοδοι, όπως το πέρασµα του Αλιάκµονα, τα στενά της Κλεισούρας, των Κορεστείων και του Νεστορίου οδηγούν στην περιοχή, η οποία κατά τους ιστορικούς χρόνους (µετά το 700 π.χ.) αποτέλεσε το µακεδονικό βασίλειο του «Κοινού των Ορεστών», που ονοµάστηκε έτσι πιθανόν από την ύπαρξη των ψηλών βουνών. Αρχαίες πόλεις του βασιλείου αυτού αναφέρονται το Άργος ως πρωτεύουσα και το Κέλετρον, το οποίο πρέπει να βρισκόταν στη σηµερινή θέση της Καστοριάς. Η πρώτη χριστιανική, οχυρωµένη πόλη της περιοχής υπήρξε η ιοκλητιανούπολη, η οποία κτίστηκε περί το 300 µ.χ. και τα ερείπιά της βρίσκονται σε µικρή απόσταση βορείως του σηµερινού Άργους Ορεστικού. Κατά τις πρόσφατες ανασκαφές του χώρου, εκτός των άλλων κτισµάτων, εντοπίστηκαν τα θεµέλια τριών µεγάλων παλαιοχριστιανικών βασιλικών εκκλησιών. Η Καστοριά, σύµφωνα µε µαρτυρία του ιστορικού Προκοπίου, ιδρύθηκε και οχυρώθηκε µε τείχος στα χρόνια του Ιουστινιανού (527-562), στο πλαίσιο της προστασίας του βυζαντινού κράτους από τις βαρβαρικές επιδροµές. Ήδη από το 475 τα βόρεια βαρβαρικά φύλα είχαν καταλύσει τη Ρώµη και την ίδια περίοδο εισέβαλαν και στη Βαλκανική χερσόνησο κατά των Βυζαντινών. Η επιλογή της φυσικής οχυρής θέσης της Καστοριάς, πάνω στη χερσόνησο της οµώνυµης λίµνης, που συνδέεται µε την στεριά µε στενό ισθµό (αρχικού πλάτους µόλις 5µ.), και η οχύρωσή της, συνετέλεσαν στην ανάπτυξη και τη λειτουργία της πόλης ως καταφύγιο των κατοίκων όλης της περιοχής σε περιόδους κρίσης. Είναι γνωστό ότι µέχρι πρόσφατα οι κάτοικοι των γειτονικών οικισµών αποκαλούσαν την πόλη «κάστρο». Από την ίδρυσή της η Καστοριά αποτέλεσε διοικητικό κέντρο, και µάλιστα µετά τους νικηφόρους πολέµους του Βασιλείου Β κατά των Βουλγάρων (1018), έγινε και έδρα στρατιωτικού θέµατος µε στρατηγό διοικητή. Ήταν επίσης έδρα επισκοπής και στη συνέχεια µητρόπολης, πρωτόθρονος της αρχιεπισκοπής της Αχρίδας µέχρι το1767, οπότε µε την κατάργηση της αρχιεπισκοπής πέρασε στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Ο τοπικός επίσκοπος ή µητροπολίτης είχε ιδιαίτερη θέση στην κοινωνική ζωή των επαρχιών, καθώς συµµετείχε ακόµα και στην πολιτική ιεραρχία, της οποίας θεωρούνταν προσωπικότητα-κλειδί. Σταθερότερος από τους στρατιωτικούς και πολιτικούς διοικητές, διαχειριστής της εκκλησιαστικής περιουσίας, δικαστής και συµβιβαστής των διαφορών του ποι- µνίου του, ήταν συγχρόνως θρησκευτικός, αλλά και πνευµατικός καθοδηγητής και ηγέτης. Ως προπύργιο του βυζαντινού κράτους, η Καστοριά δέχθηκε αρκετές επιδροµές από Βουλγάρους, Νορµανδούς, Σέρβους και Αλβανούς και είχε σύντοµες περιόδους κατάληψης, µέχρι την κατάκτησή της από τους γαζήδες Οθωµανούς περί το 1385. Σε όλη τη µακραίωνη βυζαντινή περίοδο ήταν αρκετά πολυπληθής και είχε την τύχη να προικιστεί µε πλήθος εκκλησιών, από τις οποίες σή- µερα διατηρούνται σε καλή κατάσταση οι εξής: Άγιοι Ανάργυροι, Άγιος Στέφανος, Ταξιάρχης Μητροπόλεως, Άγιος Νικόλαος Κασνίτζης, Παναγία Μαυριώτισσα κ.ά. Στις περιοχές µέσα στο καστρογυρισµένο τµήµα της πόλης, όπου εγκαταστάθηκαν οι Τούρκοι έποικοι, όλες οι βυζαντινές εκκλησίες κατεδαφίστηκαν και πάνω σε ορισµένες από αυτές κτίστηκαν τζαµιά ή τεκέδες (µοναστήρια δερβίσηδων). Η παράδοση της ανέγερσης εκκλησιών στην πόλη συνεχίστηκε αδιάλειπτα και στα δύσκολα χρόνια της τουρκοκρατίας, όταν βασικό κύτταρο της θρησκευτικής και κοινωνικής οργάνωσης των κατοίκων αποτέλεσαν οι χριστιανικές ενορίες. Οι ενορίες συχνά άλλαζαν έκταση και δυναµικότητα παίρνοντας διάφορα ονόµατα, άλλοτε των ενοριακών ναών και άλλοτε αρχόντων, ιερέων ή επιτρόπων. Από τις αρχές του 17 ου αι. στην Καστοριά παγιώθηκαν οι εξής ένδεκα ενορίες: Μητροπόλεως (ή Εκκλησιάρχου), ραγωτά, Καρύδη, Αγίου Θωµά 489

(ή Μουζεβίκη), Σερβιώτη, Ελεούσας, Αγίων Αναργύρων, Οικονόµου, Εβραΐδος, Αγίου Λουκά και Αγίου Παντελεήµονος (ή Βαρλαάµ). Από αυτές µόνον η ενορία Οικονόµου βρισκόταν µέσα στο περιτειχισµένο τµήµα της πόλης, καθώς εκεί υπήρχε ο εµπορικός δρό- µος, που αργότερα πήρε την ονοµασία «Τσαρσί» (=αγορά). Στην περιοχή αυτή, όπου υπήρχαν µαγαζιά Ελλήνων, Εβραίων και Τούρκων, οι χριστιανοί κάτοικοι, λόγω της γειτνίασης µε τους Τούρκους, αποκαλούνταν «ακρίτες». Στις ένδεκα ενορίες της Καστοριάς διατηρούνται σήµερα περίπου εβδοµήντα βυζαντινές και µεταβυζαντινές εκκλησίες, οι οποίες αναλυτικά είναι οι παρακάτω: Ενορία Μητροπόλεως ή Εκκλησιάρχου: Μητρόπολη (τρισυπόστατη, 1851), Ταξιάρχης Μητροπόλεως (βυζαντινός α 10 ος αι., β 1359/60, γ πρώτο µισό 15 ου αι.), Άγιος Νικόλαος Κασνίτζης (βυζαντινός, β µισό 12 ου αι.), Άγιος Αθανάσιος Μουζάκη (βυζαντινός, 1383/84), Άγιος Ιωάννης Πρόδροµος (βυζαντινός, β µισό 14 ου αι.), Αγία Τριάδα (βυζαντινός, 1400/01), Άγιος Νικόλαος Καραβιδά (α 1539, β 1656/57), Παναγία Μητροπόλεως (16 ος αι.). Ενορία ραγωτά: Αγία Παρασκευή (ενοριακός, 1899), Άγιος Νικόλαος Πετρίτης (βυζαντινός, β µισό 14 ου αι.), Άγιος Νικόλαος (βυζαντινός, β µισό 14 ου αι.) Ενορία Καρύδη: Άγιος Ανδρέας (ενοριακός, 19 ος αι.), Άγιος Νικόλαος (1712), Άγιοι Ανάργυροι (1864). Ενορία Αγίου Θωµά (ή Μουζεβίκη): Άγιος Θωµάς (ενοριακός, 1876), Άγιος Νικόλαος αρχόντισσας Θεολογίας (α δεύτερο µισό 15 ου αι., β 1663), Άγιος Γεώργιος (α 16 ος αι., β 17 ος αι.), Παναγία ή Άγιος Μηνάς (1654). Ενορία Σερβιώτη: ώδεκα Απόστολοι (ενοριακός, 1857), Παναγία Ρασιώτισσα ή Βλεχέρνα (α βυζαντινός, πρώτο µισό µισό 15 ου αι., β 16 ος αι.), Άγιος Ιωάννης Θεολόγος (α 16 ος αι., β 18 ος αι.), Αγία Κυριακή (στις Γκαλιότρυπες, 19 ος αι.). Ενορία Ελεούσας: Παναγία (ενοριακός, α 1551, β 20 ός αι.), Άγιος Στέφανος (βυζαντινός, 9 ος αι., σε τρία στρώµατα τοιχογραφιών), Άγιος Αλύπιος (βυζαντινός, 13 ος ή 14 ος αι.), Άγιος ηµήτριος (α βυζαντινός, δεύτερο µισό 13 ου αι., β 1608/09), Άγιος Ανδρέας Ρουσούλη (βυζαντινός, α µισό 15 ου αι.), Άγιος Σπυρίδων (α βυζαντινός, δεύτερο µισό 15 ου αι., β 20 ός αι.), Άγιος Γεώργιος Πολιτείας (α βυζαντινός, β 18 ος αι.), Άγιος Νικόλαος άρχοντα Θωµάνου (1638/39), Άγιοι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος (1547), Άγιος Γεώργιος (ενοριακός από το 1905, 19 ος αι.), Αγία Βαρβάρα (20 ός αι.). Ενορία Αγίων Αναργύρων: Άγιοι Ανάργυροι Γυµνασίου (ενοριακός, α 16 ος αι., β 18 ος αι.)., Άγιος Νικόλαος Μοναχής Ευπραξίας (α 1458/86, β 17 ος αι.), Άγιος Νικόλαος και Άγιος Χαράλαµπος (17 ος αι.), Παναγία (βυζαντινός, α δεύτερο µισό 15 ου αι., β 1634/35), Άγιος Αθανάσιος (1844). Ενορία Οικονόµου: Αγία Παρασκευή (ενοριακός, 1884), Παναγία Κουµπελίδικη (βυζαντινός, α 9 ος αι., β 1495, γ 17 ος αι.), Ταξιάρχης Γυµνασίου (βυζαντινός, α 11 ος αι., β 17 ος αι.), Άγιος ηµήτριος Καραβιδά (α βυζαντινός, β δεύτερο µισό 15 ου αι.), Άγιος Αλύπιος (βυζαντινός, α µισό 15 ου αι.), Άγιος Νικόλαος Μαγαλειού(1504/05), Παναγία Οικονόµου (1606). Ενορία Εβραΐδος: Παναγία Ζωοδόχου Πηγής (ενοριακός, 1840). Ενορία Αγίου Λουκά: Άγιος Λουκάς (ενοριακός, 1840), Άγιος Νικόλαος Τζώτζα (βυζαντινός, β µισό 14 ου αι.), Παναγία Φανερωµένη (βυζαντινός, β µισό 14 ου αι.), Ταξιάρχης (α 1622, β 1895), Άγιος Ιωάννης Πρόδροµος (1701 και 1727). Ενορία Αγίου Παντελεήµονα (ή Βαρλαάµ): Άγιος Παντελεήµων (ενοριακός, 1857), Άγιοι Ανάργυροι (βυζαντινός, 11 ος αι., σε δύο στρώµατα), Άγιος Νικόλαος Κυρίτζη (α βυζαντινός, δεύτερο µισό 14 ου αι., β 17 ος αι.), Άγιος Γεώργιος Βουνού (α βυζαντινός, δεύτερο µισό 14 ου αι., β 1651), Παναγία Τσατσιαπά (1613/14), Άγιος ηµήτριος (1882), Άγιος Θεόδωρος (1882), Άη Σωτήρας (1916). Λοιποί ναοί: Παναγία Μαυριώτισσα (βυζαντινός, 11 ος αι.), Άγιος Ιωάννης Θεολόγος Μαυριώτισσας (1552), Άγιος Νικόλαος (της παλιάς µονής, 19 ος αι.), Άγιος Κωνσταντίνος Καλλιθέας (20 ός αι.), Προφήτης Ηλίας (20 ός αι.), Άγιοι Πάντες (κοιµητηρίων, 20 ός αι., Άγιος Αθανάσιος του Βουνού (20 ός αι.). Γενικά χαρακτηριστικά. Οι βυζαντινές εκκλησίες της Καστοριάς είναι περίοπτες, όλες βασιλικές, εκτός από την Παναγία Κουµπελίδικη, που είναι τρίκογχη κι έχει χαρακτηριστικό ψηλό τρούλο. Οι τρεις παλαιότερες βυζαντινές εκκλησίες (Άγιοι Ανάργυροι, Ταξιάρχης και Άγιος Στέφανος) είναι τρίκλιτες µε υπερυψωµένο το µεσαίο κλίτος, το οποίο καλύπτεται µε κτιστή κυλινδρική καµάρα και φέρει στις τέσσερις πλευρές του µονόλοβα ή δίλοβα παράθυρα. Η κάλυψη του µεσαίου κλίτους µε κτιστό θόλο προσεγγίζει προς ανατολικά πρότυπα, όµως η ύπαρξη των παραθύρων στα τοιχώµατά τους µαρτυρεί και συγγένεια µε ελληνιστικά µνηµεία. Οι εκκλησίες αυτές µπορούν να θεωρηθούν ως ένας µικτός ή ενδιάµεσος τύπος µεταξύ ανατολικού και ελληνιστικού. Καστοριά, ο ναός του Αγίου Νικολάου Άρχοντος Θωµανού Οι περισσότερες βυζαντινές εκκλησίες της Καστοριάς κοσµούνται εξωτερικά µε περίτεχνο κεραµοπλαστικό διάκοσµο και τυφλά αψιδώµατα, τα οποία ενίοτε συµπληρώνονται µε τοιχογραφίες. Οι εσωτερικές τοιχογραφικές συνθέσεις παρουσιάζουν έντονη εκφραστική δύναµη και επιβλητικότητα. Είναι υψηλού καλλιτεχνικού επιπέδου και αντιπροσωπεύουν τις περισσότερες τάσεις της βυζαντινής ζωγραφικής, από τον αρχαϊσµό της τέχνης των Μακεδόνων, τον αριστοκρατικό ιδεαλισµό της εποχής των Κοµνηνών, τον εξπρεσιονιστικό χαρακτήρα της τεχνοτροπίας των σταυροφόρων και τον εκφραστικό ρεαλισµό της εποχής των Παλαιολόγων. Εικάζεται ότι, εκτός από ξένους ζωγράφους, ήδη από τον 10 ο αι. δραστηριοποιήθηκαν αξιόλογα τοπικά εργαστήρια µε ντόπιους καλλιτέχνες. Από τις κτητορικές και αφιερωµατικές επιγραφές συµπεραίνουµε ότι οι χορηγοί, που έκτισαν και τοιχογράφησαν τις βυζαντινές εκκλησίες της πόλης, ήταν αξιωµατούχοι, εκκλησιαστικοί λειτουργοί, στρατιωτικοί διοικητές ή εµπορευόµενοι άρχοντες. Ανάµεσά τους συναντούµε τον µάγιστρο Νικηφόρο Κασνίτζη µε τη γυναίκα του Άννα, τον Θεόδωρο Ληµνιώτη µε τη γυναίκα του Άννα Ραδηνή, τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Η Παλαιολόγο, τους αδελφούς Στόγια και Θεόδωρο Μουζάκη κ.ά. Σχετικά µε τον µεγάλο αριθµό των βυζαντινών εκκλησιών της πόλης, ο Ν. Μουτσόπουλος σηµειώνει ότι ίσως αποτελούσαν οικογενειακά παρεκκλήσια, που λειτουργούσαν και ως µικρά µοναστήρια ή ησυχαστήρια µε κάποια «κοινωνική» ιδιοµορφία, µε την έννοια ότι σε αυτά αποσύρονταν οι κτήτορες προς το τέλος του βίου τους. Oι µεταβυζαντινές εκκλησίες της Καστοριάς είναι συνήθως µικρές µονόχωρες ή τρίκλιτες βασιλικές µε λιτή εξωτερική διαµόρφωση. Οι λόγοι που κτίζονταν ταπεινά ήταν για να µην προκαλούν τον φανατισµό των κατακτητών, µε αποτέλεσµα να δίνουν την εικόνα µικρής κατοικίας. Μετά τη συνθήκη της Αδριανούπολης (1829) και τις µεταρρυθµίσεις των Τανζιµάτ (1856), οι Τούρκοι επέτρεψαν το κτίσιµο µεγαλύτερων εκκλησιών και έδωσαν άδειες για την κατασκευή καµπαναριών. Το γεγονός ότι κτίστηκαν στην πόλη τόσο πολλές µεταβυζαντινές εκκλησίες, αποδεικνύει την έντονη παράδοση της βυζαντινής εποχής και το βαθύ θρησκευτικό συναίσθη- µα των κατοίκων. Τα χρήµατα για την ανέγερση αυτών των εκκλησιών προέρχονταν από δωρεές των κατοίκων, κυρίως των εύπορων που εµπορεύονταν µε την Κωνσταντινούπολη, τη Βιέννη, τη Λειψία, τη Βουδαπέστη και άλλες πόλεις της Ευρώπης. Και οι µεταβυζαντινές εκκλησίες της Καστοριάς είναι κατάκοσµες µε τοιχογραφικές συνθέσεις, που µας θυµίζουν την ισχυρή παράδοση των βυζαντινών χρόνων. Τεχνοτροπικά ορισµένες τοιχογραφίες ακολουθούν την «κρητική» σχολή, χρησιµοποιώντας παράλληλα στοιχεία από την παλαιότερη ζωγραφική της τέχνης των Παλαιολόγων ή εικονογραφικούς τύπους από το Άγιο Όρος, µε µεγάλη ποικιλία διαφόρων τάσεων. Στα τέλη του 15 ου αι. λειτούργησε στην πόλη και τοπική σχολή αγιογράφων µε εξαίρετα έργα. Από τα άλλα καλλιτεχνικά εργαστήρια ξεχωρίζει ο ζωγράφος Ονούφριος, ο οποίος αποτελεί εξέχουσα µορφή της θρησκευτικής ζωγραφικής του 16 ου αι. Στον Ονούφριο αποδίδονται οι τοιχογραφίες των Αγίων Αποστόλων Ελεούσας και των Αγίων Αναργύρων του Γυµνασίου, ενώ ο ίδιος τοιχογράφησε επίσης αρκετές εκκλησίες της Αλβανίας. Χαρακτηριστικό γνώρισµα των εκκλησιών της Καστοριάς αποτελεί η τοιχογράφηση και εξωτερικών επιφανειών, 490

συνήθως πάνω από την κόγχη του ιερού. Σε ορισµένες µεταβυζαντινές εκκλησίες συναντούµε ανοιχτούς εξωνάρθηκες µε τη µορφή χαγιατιού, όπως οι Άγιοι Θεολόγοι, ο Άγιος Θωµάς, η Αγία Παρασκευή κ.ά., όπου µετά την κυριακάτικη λειτουργία συγκεντρώνονταν οι κάτοικοι και συζητούσαν διάφορα θέ- µατα της κοινότητας. Στον περίβολο των ενοριακών εκκλησιών βρίσκονταν και τα τοπικά κοιµητήρια. Π.ΤΣ. V. Η βυζαντινή πόλη - η οχύρωση πολεοδοµικά γνωρίσµατα. Η Καστοριά οικίζεται και αναπτύσσεται παρουσιάζοντας περισσότερο γνωρίσµατα ενός τυπικού βυζαντινού κάστρου της µακεδονικής ενδοχώρας της µεσοβυζαντινής περιόδου, παρά µιας πρωτοβυζαντινής πόλης του 6 ου αι. Με εξαίρεση την πολύτιµη αναφορά του Προκόπιου, τα µνηµειακά της κατάλοιπα αλλά και η εν γένει πολεοδοµία της παραπέ- µπουν στην οργάνωση του χώρου µιας µεσαιωνικής πόλης, µε διµερή οχύρωση και κυκλοτερή ανάπτυξη γύρω από τον φρουριακό πυρήνα της ακρόπολης στο υψηλότερο σηµείο. Η οχυρότητα της πόλης µαρτυρείται µε έµφαση στον Προκόπιο και την Άννα Κο- µνηνή, που αναφέρονται σε ισχυρά τείχη και πύργους. Ειδικά, η Άννα Κοµνηνή ετυµολογεί την ονοµασία της από τη λέξη 'κάστρον'. Η έκτασh της οχυρωµένης πόλης υπολογίζεται στα 295 στρέµ- µατα, µε βάση τα υπολείµµατα του περιγράµµατος του τείχους και τις θέσεις των εκκλησιών, ενώ ενδεικτικά µπορούν να εξαχθούν λίγα συµπεράσµατα για τη χαρακτηριστική πυκνή και κυκλοτερή µεσαιωνική δοµή, που διατηρεί ακόµη η πόλη και µαρτυρείται διαχρονικά από τους περιηγητές και τις παλιές χαλκογραφίες. Η πόλη ενισχύεται ήδη από την ιουστινιάνεια περίοδο µε ισχυρό τείχος στα δυτικά, στον ισθµό της χερσονήσου, το οποίο είχε πιθανώς τέσσερις πύργους και στο µέσον µία κεντρική πύλη, τη «Μεγάλη Πόρτα» ή «Εξώπορτα». Αυτή η κατασκευή συνοδευόταν από τάφρο κατά πλάτος της χερσονήσου. Από το δυτικό τείχος ξεκινούν οι δύο πλευρικοί βραχίονες, που περιβάλλουν την πόλη από βορρά και νότο και διασώζονται κατά τόπους -κυρίως ο νότιος. Απολήγουν ανατολικά στην ακρόπολη, ο εσωτερικός περίβολος της οποίας πιθανώς περικλείει περιοχή 132 στρεµ- µάτων. Στο ψηλότερο σηµείο διασώζονται δύο τετράπλευροι πύργοι. Έντυπη εικόνα µε αναπαράσταση της Καστοριάς του 18 ου αι. ( ηµοτική Βιβλιοθήκη Καστοριάς) Η µορφολογία του τείχους και των πύργων ανάγεται κυρίως στη µεσοβυζαντινή περίοδο, πιθανώς περί το 1020, ενώ σύµφωνα µε τους περιηγητές αλλά και τα δοµικά χαρακτηριστικά πολλές επισκευές έγιναν από τους Οθωµανούς. Με θαυµασµό αναφέρεται ο Εβλιγιά Τσελε- µπή, στα µέσα του 17 ου αι., στους ισχυρούς πύργους και στο µεγάλο ύψος του τείχους. Το 1904 η οχύρωση υπέστη κατεδαφίσεις από τους Τούρκους, αλλά η οριστική καταστροφή οφείλεται στη σύγχρονη ανοικοδόµηση και τη διάνοιξη των δύο κάθετων δρόµων της πόλης. Η πόλη εκτεινόταν και έξω από τον οχυρό περίβολο, όπως αποδεικνύει η πληθώρα των µικρών οικογενειακών ναών, των µοναστηριών και των νεκροταφείων που αναπτύσσονται στο ανατολικό, βόρειο και νότιο τµήµα. Αρχικώς, στα βυζαντινά χρόνια εξαπλώνεται κυρίως προς το ορεινό ύψωµα στα ανατολικά, ενώ στη µεταβυζαντινή περίοδο οι χριστιανικές συνοικίες προωθούνται στις δύο όχθες της λίµνης, τη βόρεια και τη νότια παραλία, τη συνοικία του Απόζαρι και του Ντολτσό, αντίστοιχα. VI. Οι βυζαντινοί ναοί (9 ος -14 ος αι.). 1. Αρχιτεκτονική. Το χαρακτηριστικότερο στοιχείο στην τοπογραφία της Καστοριάς είναι οι 74 βυζαντινοί και µεταβυζαντινοί ναοί, διεσπαρµένοι σε όλη την έκταση, εντός και εκτός του βυζαντινού τείχους. Έχουν µικρή κλίµακα και εφαρ- µόζουν τον τύπο του απλού µονόχωρου κτίσµατος ή της µικρής τρίκλιτης βασιλικής, µε µοναδική εξαίρεση την Παναγία Κουµπελίδικη που έχει τρούλο και εφαρµόζει τον τρίκογχο τύπο. Οι περισσότερες από τις εκκλησίες ήταν οικογενειακές ιδιοκτησίες, ενώ ορισµένες συνιστούσαν µικρές µονές. Χρονολογούνται από τον 10 ο έως τον 19 ο αι. και οι Καστοριά, Άγιοι Ανάργυροι τοιχογραφίες τους τεκµηριώνουν την αδιάκοπη εξέλιξη της µνηµειακής ζωγραφικής στην Καστοριά. Όλες διατήρησαν τον χριστιανικό χαρακτήρα τους και λειτουργούσαν κανονικά επιδεχόµενες ανακαινίσεις στη διάρκεια της τουρκοκρατίας. Πολλές από αυτές αποτελούν χορηγίες µελών της τοπικής αριστοκρατίας, όπως του Κασνίτζη, του Ληµνιώτη, του Μουζάκη, του Κυρίτζη. Στους αρχαιότερους σωζόµενους ναούς της πόλης που ανάγονται από τις αρχές του 10 ου έως τις αρχές του 11 ου αι., προσγράφονται ο Άγιος Στέφανος, ο Ταξιάρχης Μητροπόλεως και οι Άγιοι Ανάργυροι. Συνιστούν ιδιαίτερη κατηγορία, καθότι πρόκειται για µικρές τρίκλιτες καµαροσκεπείς βασιλικές µε νάρθηκα και έντονα υπερυψωµένο κεντρικό κλίτος. Ξεχωρίζουν για την τοιχοδοµία τους µε τον πλούσιο κεραµοπλαστικό διάκοσµο, τα πλίνθινα γράµ- µατα και τη χαρακτηριστική διχρωµία λευκού-κόκκινου, που δηµιουργείται µε την εναλλαγή λίθων και πλίνθων, ώστε να δηµιουργείται ένα ιδιότυπο πλινθοπερίκλειστο σύστηµα δόµησης που επιχωριάζει στη δυτική Μακεδονία. Πήλινα πλακίδια, κεραµοπλαστικά θέµατα και οδοντωτές ταινίες κοσµούν τµήµατα της ανωδοµής τους. Και οι τρεις ναοί κτίζονται εκτός των τειχών της πόλης. Ο Άγιος Στέφανος, στο ανατολικό άκρο της πόλης, σε λοφώδες ύψωµα ανάµεσα στις διατηρητέες συνοικίες του Απόζαρι και του Ντολτσό, διασώζει σπάνια αρχιτεκτονικά στοιχεία, όπως κτιστό σύνθρονο µε καθέδρα στην κόγχη του ιερού βή- µατος, χαµηλό κτιστό τέµπλο και υπερώο επάνω από τον νάρθηκα µε µικρό παρεκκλήσιο στο νότιο άκρο του, το οποίο οι ντόπιοι ονοµάζουν «ασκηταριό». Ήταν πιθανό να αποτελούσε καθολικό µονής. Η τρίκλιτη βασιλική του Αγίου Γεωργίου της Πολιτείας, κτίσµα ανακαινισµένο κατά τον 17 ο και 18 ο αι., κτίστηκε στο ακρότατο και ψηλότερο ανατολικό τµήµα της πόλης. Το ανατολικό τµήµα και το σύνθρονο µε την κτιστή καθέδρα ανάγουν την αρχική φάση του ναού πιθανώς στον 9 ο -10 ο αι. ανάµεσα, δηλαδή, στους αρχαιότερους ναούς της Καστοριάς. Η θέση, η παλαιότητα και η επωνυµία του ναού µπορούν να τον ταυτίσουν µε τον Άγιο Γεώργιο, που αναφέρει η Άννα Κοµνηνή στην Αλεξιάδα, κατά την επανάκτηση της πόλης από τον Αλέξιο Κοµνηνό το 1083. Ο Ταξιάρχης Μητροπόλεως βρίσκεται κοντά στη σύγχρονη µητρόπολη της Καστοριάς. Το αρχικό σχήµα της τρίκλιτης βασιλικής έχει αλλοιωθεί από την κατεδάφιση του βόρειου τοίχου και την επέκταση του βόρειου κλίτους. Τα τρία κλίτη χωρίζονται µε κιονοστοιχίες και τα κιονόκρανά τους προέρχονται από άλλο κτίσµα. Η άποψη ότι πιθανώς κτίστηκε επάνω σε πρωιµότερη βασιλική δεν µπορεί να υποστηριχτεί µε ασφάλεια. Η αφιέρωση του ναού στον Αρχάγγελο Μιχαήλ, η αποµονωµένη θέση του στο άκρο της πόλης και τα ταφικά πορτραίτα στον νότιο εξωτερικό τοίχο υποδηλώνουν τη χρήση του ως κοιµητηριακού ναού. Η αρχαϊκότητα που παρουσιάζει στα µορφολογικά γνωρίσµατά του, ίσως τον καθιστά λίγο πρωιµότερο από τον Άγιο Στέφανο, δηλαδή στα τέλη του 9 ου µε αρχές του 10 ου αι. Στους Αγίους Αναργύρους η αρχικώς κα- µαροσκέπαστη τρίκλιτη βασιλική του τέλους του 10 ου -αρχών του 11 ου αι. καλύφθηκε από ξύλινη στέγη, λόγω της κατάρρευσης των αρχικών καµαρών. Εντυπωσιακή είναι η µορφολογία των εξωτερικών τοίχων µε πλούσια κεραµοπλαστικά κοσµήµατα. Γλυπτός µαρµάρινος διάκοσµος περιθέει τα πλαίσια των θυρών και των παραθύρων και µαζί µε τα υπολείµµατα του µαρµάρινου τέµπλου χρονολογείται στις αρχές του 11 ου αι. Εκτός από τις τρίκλιτες βασιλικές, ο συνήθης αρχιτεκτονικός τύπος, που εφαρ- µόζεται στη µεσοβυζαντινή Καστοριά, είναι ο µονόχωρος ξυλόστεγος δροµικός ναός. Από τους αρχαιότερους αυτού του τύπου είναι ο Ταξιάρχης του Γυ- µνασίου (αρχές 11 ου αι.) στην ακρόπολη και ο Άγιος ηµήτριος. Εντυπωσιακότερος είναι ο Άγιος Νικόλαος του µάγιστρου Νικηφόρου Κασνίτζη του δεύτερου µισού του 12 ου αι. Έξω από την πόλη στην όχθη της λίµνης κτίζεται η µονή της Παναγίας Μαυριώτισσας πιθανώς στα χρόνια του Αλέξιου Α Κο- µνηνού. Η ταύτισή της µε τη µονή της 491

Μεσονησιώτισσας δεν ισχύει στη σύγχρονη βιβλιογραφία και η επωνυµία «Μαυριώτισσα» ίσως τη συνοδεύει από την ίδρυσή της. Εξαίρεση στην τυπολογία των καστοριανών ναών είναι η Παναγία Κουµπελίδικη, που αποτελεί τον µοναδικό µονόχωρο τρίκογχο µε τρούλο και νάρθηκα ναό. Βρίσκεται στην ακρόπολη σχεδόν σε επαφή µε το ανατολικό σκέλος του τείχους, στοιχείο που οδήγησε στην υπόθεση να θεωρηθεί προγενέστερη από την επισκευή του τείχους, η οποία έγινε περί το 1020. Η προσωνυ- µία «Κουµπελίδικη» είναι νεότερη και οφείλεται στον τρούλο της (κουµπές). Η αρχική επωνυµία του ναού, «Σκουταριώτισσα και Ακαταµάχητος», διασώζεται σε επιγραφή στη βάση του τρούλου και ως επίθετα της Θεοτόκου συνδέονται µε τη θεοµητορική λατρεία στην Κωνσταντινούπολη και τον προορισµό της Παναγίας να φυλάει τα τείχη της πόλης. Ο αρχιτεκτονικός τύπος και η περιορισµένη χωρητικότητά του συνεπικουρούν σε αυτήν τη λειτουργία και τη χρήση του από την εκάστοτε φρουρά. Ο ψηλός κυλινδρικός τρούλος µε τα διακοσµητικά εφυαλωµένα πήλινα αβάκια σε ζώνες και τα πλίνθινα γράµµατα αποτελεί το χαρακτηριστικότερο µορφολογικό στοιχείο του ναού, που συγκρίνεται µε αντίστοιχα παραδείγµατα των Πρεσπών περί το 1000. Στον 15 ο αι. ο µικρός ναός αποκτά εξωνάρθηκα, που µιµείται τη µορφολογία του αρχικού κτίσµατος. 2. Μνηµειακή ζωγραφική. Από τους 74 ναούς οι περισσότεροι σώζουν τοιχογραφηµένα τµήµατα, που αποτελούν πεδίο µελέτης της εξέλιξης της βυζαντινής και µεταβυζαντινής ζωγραφικής από τον 10 ο έως τον 19 ο αι. Τα πολλαπλά στρώµατα τοιχογραφιών αποδεικνύουν τη συνεχή ανακαίνιση των ναών. Χαρακτηριστικό γνώρισµα αποτελούν οι εξωτερικές τοιχογραφίες πολλών ναών, όπως επίσης και τα πορτραίτα των δωρητών, που µε αυτόν τον τρόπο προβάλλουν την κοινωνική τους θέση. Από το επιγραφικό υλικό αντλούνται στοιχεία της βυζαντινής προσωπογραφίας και της ιστορίας της πόλης. Στον Άγιο Στέφανο διατηρούνται παραστάσεις από τον 10 ο έως τον 14 ο αι. Το αρχαιότερο στρώµα συµβαδίζει µε την ανέγερση του ναού στις αρχές του 10 ου αι. και κοσµούσε αρχικά όλη την επιφάνεια. Σήµερα σώζεται αποσπασµατικά. Το ολοκληρωµένο πρόγραµµά του είναι το πρωιµότερο που απαντά στον ελλαδικό χώρο. Η ευτέρα Παρουσία στον νάρθηκα συγκρίνεται µε καππαδοκικά πρότυπα των «αρχαϊκών ναών» των αρχών του 10 ου αι. και της Αγίας Άννας Τραπεζούντας. Καστοριά, Παναγία Κουµπελίδικη Το δεύτερο στρώµα, που χρονολογείται στις αρχές του 13 ου αι., καλύπτει τα ανώτερα τµήµατα του κεντρικού κλίτους. Ξεχωρίζει στην καµάρα του κεντρικού κλίτους η δογµατικής σηµασίας απεικόνιση των τριών ηλικιών του Χριστού ως Εµµανουήλ, Παλαιού των Ηµερών, και Παντοκράτορα, όπου τονίζεται το οµοούσιο του Πατρός και του Υιού. Είναι πιθανόν ο διάκοσµος αυτής τη φάσης, µε το συντηρητικό ύφος και τα υψηλά θεολογικά νοήµατα, να συνδέεται µε πρόσωπο του κύκλου της επισκοπής της Καστοριάς. Ανεξάρτητες παραστάσεις αφιερωµατικού χαρακτήρα συµπληρώνουν τον διάκοσµο του ναού. Ξεχωρίζουν η ταφική παράσταση του δωρητή Θεόδωρου Λυµνεώτη του προχωρηµένου 13 ου αι., ο οποίος προσφέρει το πρόπλασµα του ναού στον φερώνυµο άγιο Στέφανο, και η δέηση του Γεωργίου γιού του Βαριβύλη του 1337/8, στην επιγραφή της οποίας αναφέρεται το όνοµα του ζωγράφου Αθανασίου. Στον Ταξιάρχη Μητροπόλεως οι τοιχογραφίες χρονολογούνται, επίσης, σε διαφορετικές φάσεις από τον 10 ο έως τον 15 ο αι. Το αρχαιότερο στρώ- µα, που συµβαδίζει µε την ανέγερση του ναού, διατηρείται σε ελάχιστα ση- µεία του νάρθηκα και στις δύο κόγχες των πλαγίων κλιτών. Ανάµεσά τους διακρίνονται αποσπάσµατα της ευτέρας Παρουσίας. Η δυτική όψη του ναού ανακαινίζεται µε εξωτερικές τοιχογραφίες των µέσων του 13 ου αι., όπου απεικονίζονται οι δύο δωρητές η Ειρήνη ούκαινα της Ηπείρου και ο γιός της Μιχαήλ Ασάνης. Πιθανώς εντάσσεται στο σύντο- µο διάστηµα της βουλγαρικής κυριαρχίας της Καστοριάς από τον τσάρο Ιωάννη Ασάνη το 1246. Ακολουθεί ση- µαντική ανακαίνιση µε νέα τοιχογράφηση από τον ιεροµόναχο ανιήλ, το 1359/60, στα χρόνια της σερβοκρατίας επί του Συµεών Ούρεση Παλαιολόγου και του γιού του Ιωάννη ούκα, σύµφωνα µε την κτητορική επιγραφή. Στον 15 ο αι. κοσµείται ο εξωτερικός νότιος τοίχος µε πορτραίτα νεκρών, που συνεικονίζονται είτε µε τον Χριστό είτε µε την Παναγία. Αποτελούν σηµαντικούς µάρτυρες για τη µεταβυζαντινή κοινωνία της Καστοριάς, την προσωπογραφία και την ενδυµατολογία του πρώτου µισού του 15 ου αι. Όπως στους δύο προηγούµενους ναούς, έτσι και στους Αγίους Αναργύρους το αρχαιότερο στρώµα, που σώζεται σε λίγα τµήµατα του νάρθηκα, συνανήκει µε την ανέγερση του ναού στα τέλη του 10 ου -αρχές 11 ου αι. Ξεχωρίζει η αφιερωµατική παράσταση των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης µε τον «κεκοιµη- µένο δούλο Κωνσταντίνο», υποδηλώνοντας, ίσως, τη χρήση του χώρου ως κοιµητηριακού. Στο δεύτερο στρώµα τοιχογράφησης, που καλύπτει ολόκληρο τον ναό, έχου- Καστοριά, Άγιος Νικόλαος του Κασνίτζη µε ένα από τα ωραιότερα σύνολα της κοµνήνειας µνηµειακής ζωγραφικής της δυναµικής τεχνοτροπίας, το οποίο εντάσσεται περί το 1180. Στον κυρίως ναό αναπτύσσεται ο χριστολογικός κύκλος, στο βόρειο κλίτος, που είναι αφιερωµένο στον άγιο Γεώργιο, εικονίζονται σκηνές από τον βίο του αγίου, ενώ στο νότιο παριστάνονται τα θαύµατα των αγίων Κοσµά και αµιανού. Στο βόρειο κλίτος ξεχωρίζει η παράσταση των κτητόρων Θεόδωρου Ληµνιώτη, της Άννας Ραδηνής και του γιού τους Ιωάννη, που προσφέρουν τον ναό στην όρθια Βρεφοκρατούσα. Ο κτήτορας µε το όνοµα Θεόφιλος Ληµνιώτης και το µοναχικό σχήµα απεικονίζεται ξανά προσφέροντας τον ναό στον Χριστό. Αξιόλογο επιγραφικό υλικό σώζεται στον ναό. Συνολικά υπάρχουν δέκα γραπτές επιγραφές µε σηµαντικότερη την κτητορική, που αναπτύσσεται σε δεκαέξι έµµετρους δωδεκασύλλαβους στίχους και ξεχωρίζει για την υψηλή γραµµατειακή της αξία. Η υψηλή καλλιτεχνική παραγωγή στην Καστοριά στα χρόνια των Κοµνηνών επιβεβαιώνεται και από τις τοιχογραφίες στον Άγιο Νικόλαο του Κασνίτζη, σύνολο που ανάγεται περί το 1160/80. Η ανέγερση και η ιστόρηση του µονόχωρου ναού ολοκληρώνονται σε µία φάση µε δαπάνες του µάγιστρου Νικηφόρου Κασνίτζη. Το εικονογραφικό πρόγραµµα περιλαµβάνει σκηνές ωδεκαόρτου, τον βίο του αγίου Νικολάου και µορφές αγίων, όπου υπερτερούν οι στρατιωτικοί. Στον νάρθηκα το αρχοντικό ζεύγος των κτητόρων, ο Νικηφόρος και η Άννα, προσφέρουν τον ναό στον άγιο Νικόλαο. Η τεχνοτροπία αποτελεί συνδυασµό ακαδηµαϊκών ροπών και υστεροκοµνήνειου µανιερισµού και συνδέεται περισσότερο µε τις τοιχογραφίες του Αγίου Παντελεήµονα στο Nerezi (1164) και λιγότερο µε των Αγίων Αναργύρων. Ο Άγιος Νικόλαος του Κασνίτζη αποτελεί τον αρχαιότερο από µια σειρά καστοριανών ναών που αφιερώνονται σε αυτόν τον άγιο, δείχνοντας ιδιαίτερη προτίµηση στη λατρεία του, η οποία συνδέθηκε µε τον ρόλο της λίµνης στη ζωή των κατοίκων της πόλης. Ο 13 ος αι. απαντά σε δύο διαφορετικές φάσεις ιστόρησης της µονής της Παναγίας Μαυριώτισσας. Το νέο µνηµειακό στυλ των αρχών του αιώνα εκπροσωπείται στις τοιχογραφίες του ανατολικού και του δυτικού τοίχου του κυρίως ναού, όπου στις σκηνές των Παθών του Χριστού εµφανίζονται νέα σπάνια θέµατα, όπως η λιποθυµία της Θεοτόκου στη Σταύρωση και το επεισόδιο του δυσσεβούς Ιεφωνία στην Κοίµηση. Στη λιτή, η ευτέρα Παρουσία εµπλουτίζεται µε τα θέµατα των ποινών των κολασµένων και διακρίνεται για τις ρεαλιστικές λεπτοµέρειες και τα ζωηρά χρώµατα. Στον ίδιο ναό, ο εξωτερικός νότιος τοίχος κοσµείται µε την παράσταση δύο αυτοκρατορικών µορφών. Έχουν ταυτιστεί είτε µε τον Αλέξιο Α Κοµνηνό, ιδρυτή της µονής, και τον Μιχαήλ Η Παλαιολόγο, που ανέκτησε την ευρύτερη περιοχή µετά τη µάχη της Πελαγονίας το 1259, είτε µε τον Μιχαήλ Η 492

Παλαιολόγο και τον αδελφό του σεβαστοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγο. Η απεικόνιση του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η θέτει ως terminus post quem των εξωτερικών τοιχογραφιών το 1259. Το νέο ογκηρό στυλ της παλαιολόγειας αναγέννησης, που διαµορφώνεται στο δεύτερο µισό του 13 ου αι., εκφράζεται πλήρως ανεπτυγµένο στην πρώτη φάση του εντοίχιου διακόσµου της Παναγίας Κουµπελίδικης στον κυρίως ναό και τον νάρθηκα, που τοποθετείται περί το 1260-1280. Οι παραστάσεις είναι λιγοστές, λόγω του ελάχιστου διαθέσιµου χώρου του ναού, και περιορίζονται σε λίγες σκηνές του ωδεκαόρτου και του Βίου της Παναγίας. Σπάνια για τα βυζαντινά εικονογραφικά δεδο- µένα είναι η ανθρωπόµορφη Αγία Τριάδα στη σκαφωτή καµάρα του νάρθηκα, όπου εικονίζονται ο Πατήρ ως Παλαιός των Ηµερών να κρατεί στους κόλπους του τον Υιό-Παντοκράτορα, ο οποίος µε τη σειρά του κρατεί το Άγιο Πνεύ- µα-περιστερά σε µετάλλιο. Στη δυτική όψη του ναού οι λιγοστές ορατές τοιχογραφίες χρονολογούνται το 1496 και ως δωρητής αναφέρεται ένας Ανδρόνικος, ενώ ο εξωνάρθηκας και το ιερό βήµα του ναού ανακαινίζονται µε τοιχογραφίες των µέσων του 17 ου αι. Οι σπάνιοι τρόποι απόδοσης της Αγίας Τριάδας επιχωριάζουν στην περιοχή της Καστοριάς στο δεύτερο µισό του 13 ου αι., µε δεύτερο χαρακτηριστικό παράδειγµα στον Άγιο Γεώργιο της Οµορφοκκλησιάς. Πρόκειται για ένα σταυροειδή εγγεγραµµένο µε τρούλο ναό στα περίχωρα της Καστοριάς, που κοσµείται µε τοιχογραφίες του 13 ου και του 14 ου αι. Στην καµάρα του νάρθηκα απεικονίζεται µία µοναδική σε πρωιµότητα Αγία Τριάδα σε ένα σώµα µε τρεις κεφαλές, του Παλαιού των Ηµερών, του Εµµανουήλ και της περιστεράς, αποδίδοντας έτσι το οµοούσιο και αδιαίρετο της Τριαδικής Ενότητας και αναδεικνύοντας µε ρηξικέλευθο καλλιτεχνικό πνεύµα τους θεολογικούς προβληµατισµούς των τελευταίων δεκαετιών του 13 ου αι. Η µνηµειακή ζωγραφική του 14 ου αι. στην Καστοριά εκπροσωπείται από ναούς, που είτε κτίζονται το δεύτερο µισό του 14 ου αι. είτε ανακαινίζονται την περίοδο αυτή. Ο Ταξιάρχης Μητροπόλεως ανακαινίζεται το 1359/60, µε δαπάνες του ιεροµόναχου ανιήλ, την περίοδο της σερβοκρατίας επί Συµεών Ούρεση Παλαιολόγου και Ιωάννη ούκα. Οι τοιχογραφίες αυτής της φάσης στο κεντρικό κλίτος, µε χριστολογικές σκηνές και έµφαση στα Πάθη του Χριστού, αποτελούν έκφραση της αντικλασικής τεχνοτροπίας της παλαιολόγειας ζωγραφικής και χαρακτηρίζονται από δραµατικότητα και ρεαλισµό. Κορυφαίο µνηµείο της εποχής ο Άγιος Αθανάσιος του Μουζάκη (1383/84) αποτελεί χορηγία των Αλβανών αυταδέλφων Στώια και Θεόδωρου Μουζάκη, που κυριαρχούσαν στην Καστοριά, και του ιεροµόναχου ιονυσίου, επί αρχιερατείας Γαβριήλ. Στις τοιχογραφίες τού ναού απεικονίζεται η Βασιλική έηση µε τον Ιησού Αρχιερέα, Καστοριά, Άγιος Γεώργιος Οµορφοκκλησιάς, Η Αγία Τριάδα την Παναγία βασίλισσα και τους στρατιωτικούς αγίους µε ενδυµασίες Βυζαντινών αυλικών. Στενή εικονογραφική και τεχνοτροπική σύνδεση µε τα ανωτέρω παρουσιάζουν οι τοιχογραφίες του Αγίου Γεωργίου του Βουνού, του Αγίου Νικολάου του Κυρίτζη, του Αγίου Νικολάου του Τζώτζα και του Αγίου Αλυπίου, σύνολα που εντάσσονται µεταξύ του 1360 και 1380 και αποδίδονται σε τοπικές καλλιτεχνικές δυνάµεις, οι οποίες στο δεύτερο µισό του 14 ου αι. επαναφέρουν την τέχνη της πρώτης παλαιολόγειας περιόδου, συνδυάζοντας και αντικλασικά στοιχεία. Η δυναµική αυτής της ζωγραφικής παράδοσης προβάλλει και στις πρώτες δεκαετίες του 15 ου αι. στην Καστοριά και την περιφέρειά της. Τα σωζόµενα σύνολα δείχνουν τη σηµαίνουσα καλλιτεχνική θέση της Καστοριάς στον αντίποδα της άλλης σηµαντικής καλλιτεχνικής πόλης της Μακεδονίας, της Αχρίδας. VII. Οι µεταβυζαντινοί ναοί. 1. Ο 15 ος αι. Για την Καστοριά και γενικά για τη υτική Μακεδονία η τουρκοκρατία ξεκινά από τα τέλη του 14 ου αι. Θα περίµενε κανείς µια ανάσχεση στον το- µέα ανέγερσης και διακόσµησης των χριστιανικών λατρευτικών κτισµάτων, ωστόσο οι µνηµειακές µαρτυρίες δείχνουν τη συνέχιση, στην πρώτη τριακονταετία του 15 ου αι., µε ανέγερση και τοιχογράφηση νέων µονόχωρων ναών, όπως οι Άγιοι Τρεις (Γουρίας, Άβιβος και Σαµωνάς) (1401), ο Άγιος Ιωάννης Πρόδροµος (αρχές 15 ου αι.), η Παναγία Ρασσιώτισσα (1411;), ο Άγιος Ανδρέας του Ρουσούλη (1430) και εκτός πόλεως η Κοίµηση της Θεοτόκου στο Ζευγοστάσι (1432). Παράλληλα, φιλοτεχνούνται φορητές εικόνες τέµπλων µε πληρέστερο δείγµα αυτό των Αγίων Τριών. Μετά από ένα κενό µισού αιώνα, στις τελευταίες δεκαετίες του 15 ου αι., εµφανίζεται ένα καλλιτεχνικό εργαστήριο, που κοσµεί τέσσερις ναούς της πόλης, τον Άγιο Νικόλαο της µοναχής Ευπραξίας Καστοριά, Παναγία Κουµπελίδικη, Η Αγία Τριάδα (1485/6), τον Άγιο Νικόλαο της αρχόντισσας Θεολογίνας, τον Άγιο Σπυρίδωνα και τον Άγιο Νικόλαο του Μαγαλειού (1505), και παράλληλα φιλοτεχνεί βηµόθυρα και φορητές εικόνες. ιαρκεί όσο µία γενιά και είναι πιθανό να κατάγεται από την Καστοριά. Εκφράζει την ανανεωτική τάση της ζωγραφικής µε την εισαγωγή στοιχείων από την καθηµερινή ζωή, µε έµφαση στη διακοσµητικότητα και µε την υιοθέτηση στοιχείων της ιταλικής ζωγραφικής και του υστερογοτθικού στυλ. ραστηριοποιείται σε µεγάλη ακτίνα εκτός Καστοριάς µε κορυφαίο µνηµείο το παλαιό καθολικό της µονής Μεταµορφώσεως Μετεώρων (1483). 2. Ο 16 ος αι. Μετά από απουσία 40 χρόνων ανακαινιστικής δραστηριότητας, επανέρχονται οι µικροί οικογενειακοί µονόχωροι ναοί στα µέσα του 16 ου αι. Κοσµούνται από ονοµαστούς ζωγράφους της εποχής, οι οποίοι δεν κατάγονταν από την πόλη ούτε φαίνεται να δη- µιουργούν µόνιµη καλλιτεχνική σχέση µε αυτήν. Το 1547 κτίζεται και κοσµείται ο ναός των Αγίων Αποστόλων του Τζώτζα µε δαπάνες του άρχοντα Γεωργίου Θεοδώρου. Ιστορήθηκε µε υψηλής ποιότητας τοιχογραφίες του ονοµαστού ζωγράφου Ονούφριου, που ήταν πρωτόπαπας του Νεοκάστρου (Ελµπασάν) και έχει αφήσει πλούσιο έργο στο Βεράτι και τη Σέλτσανι. Το 1553 ανακαινίζεται µε τοιχογραφίες ο προϋφιστά- µενος από τον 15 ο αι. µονόχωρος ναός της Παναγίας Ρασιώτισσας. Οι δαπάνες αναλήφθηκαν από τον τοπικό άρχοντα κυρ Σταµάτη του Σιρόβα, ενώ ο εκλεκτός εντοίχιος διάκοσµος έχει αποδοθεί στον περίφηµο ζωγράφο Φράγκο Κατελάνο ή στον κύκλο του. Την ίδια περίοδο, το 1552, ιδρύεται το παρεκκλήσι του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στο µοναστήρι της Παναγίας Μαυριώτισσας, τον πλούσιο εντοίχιο διάκοσµο του οποίου υπογράφει ο Ευστάθιος Ιακώβου, πρωτονοτάριος Άρτας. 3. Οι 17 ος,18 ος και 19 ος αι. Ιδιαίτερα παραγωγικός αποδεικνύεται ο 17 ος αι. τόσο στη ναοδοµία όσο και στη µνηµειακή ζωγραφική και την παραγωγή εικόνων. Η δραστηριότητα φανερώνει χαρακτηριστική κοινωνική και οικονοµική ευρωστία. Κτίζονται νέοι µικροί µονόχωροι ναοί ή ανακαινίζονται παλαιότεροι, συνολικά δεκαέξι µνηµεία που συνιστούν ατοµικές ή συλλογικές χορηγίες των τοπικών αρχόντων, ιερέων, ιερο- µόναχων ή µοναχών που γράφουν περήφανα το όνοµά τους στις κτητορικές επιγραφές. Η Παναγία του άρχοντα Αποστολάκη (1605/6), ο Άγιος ηµήτριος του άρχοντα Θωµά Σαράντη και της συζύγου του Θωµαΐδος (1608/9), ο Ταξιάρχης του «πανευγενεστάτου και τιµιωτάτου άρχοντος κυρ Ράλι Κωνσταντίνου και της συζύγου του Μποζής» (1622), ο Άγιος Νικόλαος του άρχοντα Θωµάνου (1639), ο Άγιος Νικόλαος του άρχοντα Κυρίτζη (1654), ο Άγιος Νικόλαος της αρχόντισσας Θεολογίνας (1663), αποτελούν δείγµατα της πλούσιας παραγωγής του αιώνα και εφαλτήριο για την ανάδειξη των δωρητών τους σε µακροσκελείς κτητορικές επιγραφές, που ανασυσταίνουν την καστοριανή κοινωνία, παρέχουν πληροφορίες για την εκκλησιαστική ιεραρχία και για την τοπική οικονο- µική ευρωστία. Μεταξύ των κτητόρων απαντούν οι ονοµαστές αρχοντικές οικογένειες Ράλη και Κυρίτζη, η δραστηριότητα των οποίων µας είναι γνωστή και 493

Κάστουλος από τον Κώδικα Μητροπόλεως Καστορίας. Οι ζωγράφοι που κοσµούν τους ναούς του 17 ου αι. κρατούν την ανωνυµία τους, εκτός από λίγες εξαιρέσεις συνειδητοποιηµένων καλλιτεχνών, όπως του Λινοτοπίτη Νικολάου, του ιερέα Ιωάννη και του Ηλία. Αξιόλογη δράση ση- µειώνει ένα καλλιτεχνικό συνεργείο µε τρεις ζωγράφους, που δραστηριοποιείται σε πέντε ναούς της πόλης από το 1654 έως το 1663 και η δράση του επεκτείνεται στη γύρω περιοχή, όπως στον Άγιο Νικόλαο της Κρεπενής. Στον 18 ο και 19 ο αι., οι ναοί της Καστοριάς αναπτύσσονται στον τύπο των τρίκλιτων βασιλικών µε εσωτερικές ξύλινες κιονοστοιχίες και κοσµούνται µε ξυλόγλυπτες νταµπλαδωτές οροφές, που παραπέµπουν στην κοσµική αρχιτεκτονική, όπως ο ανακαινισµένος Άγιος Γεώργιος της Πολιτείας, που λειτούργησε έως το 1843 ως µητροπολιτικός ναός. Στον Άγιο Ιωάννη Πρόδροµο του Απόζαρι (1727) η ζωγραφική τέχνη παραπέ- µπει στον κύκλο του αβίδ από τη Σελενίτζα και στο κίνηµα επιστροφής στα πρότυπα της ζωγραφικής του Πανσέληνου, ενώ στον Άγιο Λουκά απολαµβάνει κανείς ένα µοναδικό ζωγραφικό νεοκλασικό σύνολο του 19 ου αι. VIII. Το Βυζαντινό Μουσείο. Η εικόνα της βυζαντινής και µεταβυζαντινής Καστοριάς ολοκληρώνεται µε την επίσκεψη στο Βυζαντινό Μουσείο της πόλης, στην πλατεία εξαµενής. Εγκαινιάστηκε το 1989 και στεγάζει τη βυζαντινή συλλογή, αποτελούµενη από 450 φορητές εικόνες, βηµόθυρα και τµήµατα επιστυλίων, που προέρχονται από τους ναούς της πόλης. Από αυτά εκτίθενται 38 κειµήλια κατανεµηµένα σε έξι θε- µατικές ενότητες, οι οποίες καλύπτουν το διάστηµα από τον 12 ο έως τον 17 ο αι. Η βυζαντινή συλλογή αποδεικνύει την υψηλή ποιότητα και την αυξηµένη ποσότητα της καλλιτεχνικής παραγωγής στην πόλη, η οποία βασίζεται είτε σε τοπικές είτε σε επείσακτες δυνάµεις ανά εποχή και συµβαδίζει αντίστοιχα µε την καλλιτεχνική παραγωγή στους ναούς της πόλης. Ξεχωρίζουν οι αµφιπρόσωπες εικόνες, που φέρουν, δηλαδή, παράσταση και στις δύο όψεις και χρησίµευαν ως εικόνες λιτανείας, οι εικόνες και τα βηµόθυρα της τοπικής παραγωγής του «καστοριανού εργαστηρίου» των τελευταίων δεκαετιών του 15 ου αι., και τα ποιοτικά έργα της κρητικής σχολής µε την υπογραφή του Ιωάννη Περµενιώτη. Σπάνιες στο είδος τους σε όλη τη Βαλκανική είναι οι µνη- µειακού µεγέθους ανάγλυφες εικόνες, που προέρχονται από τον Άγιο Γεώργιο Οµορφοκκλησιάς και τα Λακκώµατα και δείχνουν επιδράσεις από τη δυτική τέχνη συνδυασµένες µε στοιχεία της βυζαντινής παράδοσης του 13 ου και 14 ου αι. M.Π. Καστοριά, Παναγία Μαυριώτισσα, εξωτερικές τοιχογραφίες Βιβλιογραφία: Γούναρης, Γ., Οι τοιχογραφίες των Αγίων Αποστόλων και της Παναγίας Ρασιώτισσας στην Καστοριά, Θεσσαλονίκη 1980. Γούναρης, Γ., «Οι τοιχογραφίες του Αγίου Ιωάννη Θεολόγου της Μαυριώτισσας στην Καστοριά», Μακεδονικά 21 (1981) 1-75. ΘΗΕ 7 (1965) 398 κ.ε. ρακοπούλου, Ε., «Η πόλη της Καστοριάς στην εποχή των Κοµνηνών», ΧΑΕ 14 (1987-88) 307-314. ρακοπούλου, Ε., Η πόλη της Καστοριάς τη Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή εποχή (12 ος -16 ος αι.). Ιστορία -Τέχνη-Επιγραφές, Αθήνα 1997. Κακαβάς, Γ., Βυζαντινό Μουσείο Καστοριάς, Αθήνα 1996. Κακαβάς, Γ. - ρόσου, Κ., «Ανασκαφικές εργασίες και µελέτη αναστήλωσης στη βυζαντινή οχύρωση της Καστοριάς στην πλατεία Κουµπελίδικης», ΑΕΜΘ 8 (1994) 1-16. Μαυροπούλου-Τσιούµη, Χ., Οι τοιχογραφίες του 13 ου αιώνα στην Κουµπελίδικη της Καστοριάς, Θεσσαλονίκη 1973. Μουτσόπουλος, Ν., Καστοριά, Λεύκωµα. Ιστορική, χωροταξική, πολεοδοµική, µορφολογική µελέτη Καστοριάς, Θεσσαλονίκη 1972. Μουτσόπουλος, Ν., «Το ξύλινο ανάγλυφο του Αγίου Γεωργίου στον οµώνυµο ναό της Οµορφοκκλησιάς και ορισµένες άλλες ξυλόγλυπτες εικόνες της περιοχής», Κληρονοµία 25 (1993) 34-61. Μουτσόπουλος, Ν., Εκκλησίες της Καστοριάς 9 ος -11 ος αιώνας, Θεσσαλονίκη 1992. Ορλάνδος, Α., «Βυζαντινά Μνηµεία Καστοριάς», ΑΒ- ΜΕ 4 (1938). Παϊσίδου, Μ., «Η ανθρωπόµορφη Αγία Τριάδα στον Άγιο Γεώργιο της Οµορφοκκλησιάς Καστοριάς», στον τόµο Αφιέρωµα στη Μνήµη του Σωτήρη Κίσσα, Θεσσαλονίκη 2001, σ. 373-394. Παϊσίδου, Μ., Οι τοιχογραφίες του 17 ου αιώνα στους ναούς της Καστοριάς. Συµβολή στη µελέτη της µνηµειακής ζωγραφικής της δυτικής Μακεδονίας, Αθήνα 2002. Παπαµαστοράκης, Τ., «Ένα εικαστικό εγκώµιο του Μιχαήλ Η Παλαιολόγου: Οι εξωτερικές τοιχογραφίες στο καθολικό της µονής της Μαυριώτισσας στην Καστοριά», ΧΑΕ 15 (1989-90) 221-238. Παπαµαστοράκης, Τ., «Η αφιερωτική επιγραφή της Παναγίας Κουµπελίδικης στην Καστοριά», 10 ο Συµπόσιο Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης, Πρόγραµµα και περιλήψεις ανακοινώσεων, Αθήνα 1990, σ. 71-72. Πελεκανίδης, Σ., Καστορία, Ι, Βυζαντιναί τοιχογραφίαι, Πίνακες, Θεσσαλονίκη 1953. Πελεκανίδης, Σ. - Χατζηδάκης, Μ., Καστοριά, Αθήνα 1984. Πέτκος, Α. - Παρχαρίδου, Μ., «Ανάγλυφη εικόνα του αγίου ηµητρίου από την Οµορφοκκλησιά Καστοριάς», Μακεδονικά 32 (1999-2000) 339-354. Τσολάκης, Π.Γ., Η οικιστική εξέλιξη της Καστοριάς στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας 1385-1912, Καστοριά 1989. Τσαµίσης, Π., Η Καστορία και τα µνηµεία της, Αθήνα 1949. Τσιγαρίδας, Ε., «Σχέσεις βυζαντινής και δυτικής τέχνης στη Μακεδονία από τον 13 ο έως τον 15 ο αιώνα», στο Εορταστικός τόµος. 50 χρόνια της ΕΜΣ (1939-1989), Θεσσαλονίκη 1992, σ. 157-207. Τσιγαρίδας, Ε.Ν., «Φορητές εικόνες του 15 ου αι. του Βυζαντινού Μουσείου της Καστοριάς», στον τόµο Βυζαντινή Μακεδονία 324-1430 µ.χ. ιεθνές Συµπόσιο, Θεσσαλονίκη 1995, σ. 345-367. Τσιγαρίδας, Ε., Τοιχογραφίες της περιόδου των Παλαιολόγων σε ναούς της Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 1999. Τσιγαρίδας, Ε.Ν., Βυζαντινό Μουσείο Καστοριάς. Βυζαντινές και µεταβυζαντινές εικόνες, Αθήνα 2002. Τσούγγαρης, Χ.Γ., «Ανασκαφικές έρευνες στο νοµό Καστοριάς το 1998», ΑΕΜΘ 12 (1998) 565-578. Chatzidakis, Μ., "Aspects de la peinture murale du XIIIe siècle en Grèce", Symposium de Sopocani 1965, Beograd 1967. Georgitsoyanni, E.N., Les peintures murales du Vieux Catholicon du monastère de la Transfiguration aux Météores (1483), Athènes 1993. Malmquist, T., Byzantine 12th century Frescoes in Kastoria: Agioi Anargyroi and Agios Nikolaos tou Kasnitzi, Uppsala 1979. RBK, 3, σ. 1190-1224. Siomkos, N., L église Saint-Etienne à Kastoria. Étude des différentes phases du décor peint (Xe-XIVe siècles), Θεσσαλονίκη 2005. Wharton-Epstein, Α., "Middle Byzantine Churches of Kastoria: Dates and Implications", The Art Bulletin 62 (1980) 190-207. Κάστουλος. Άγιος. Άγνωστος στον Συναξαριστή τού αγίου Νικόδηµου και στα έντυπα Μηναία. Αναφέρεται στον Παρισινό Κώδικα 1621 µε σύντοµο βιογραφικό υπόµνηµα. Σύµφωνα µ αυτό, ο άγιος µαρτύρησε στα χρόνια τού βασιλιά Λικινίου (307-323), στον οποίο καταγγέλθηκε ως χριστιανός. Αφού τον συνέλαβαν, τον κρέµασαν και του έγδαραν το δέρµα. Κατόπιν τον παρέδωσαν στον ηγεµόνα Ζηλικίνθιο και επειδή δεν κατάφερε κι αυτός να αλλαξοπιστήσει τον µάρτυρα, τον βασάνισε σκληρά και στο τέλος τον αποκεφάλισε. Τιµάται στις 24 εκεµβρίου. π.ε.κ. Βιβλιογραφία: Propylaeum, Οκτώβριος 24, σ. 339, στιχ. 47. (Ο εκδότης του συναξαρίου αυτού H. Delehaye καταχωρίζει το υπόµνηµα του Καστούλου εις τα Synaxaria Selecta και όχι στο κύριο σώµα του συναξαρίου). Καστριανή Παναγία (Κέα). Το ιερό προσκύνηµα της Παναγίας Καστριανής της νήσου Κέας των Κυκλάδων βρίσκεται σε έναν ψηλό απόκρηµνο λόφο πάνω από τη θάλασσα, στο βορειοανατολικό τµήµα του νησιού. Συστήθηκε περί τα τέλη του 17 ου αι. στη θέση παλαιότερου κτίσµατος, που καταστράφηκε κατά την τουρκοκρατία πιθανόν από πειρατές. Ο Pitton de Tournefort αναφέρει την Καστριανή εµµέσως ως µονή στα τέλη του 17 ου αι. Οι πληροφορίες για τη λειτουργία της Καστριανής ως προσκυνήµατος ή ως µοναστηριού είναι αντιφατικές. Σε έγγραφο του 1833 αναφέρεται ως προσκύνηµα κοινού µε έναν µοναχό από την Άνδρο να το φροντίζει. Κατά την παράδοση, περί το 1700 βοσκοί της περιοχής έβλεπαν φως στην κορυφή του λόφου, όπου βρίσκεται σήµερα ο ναός, κοντά στον όρµο Καστρί. Ο ιδιοκτήτης της περιοχής Νικόλαος Γιακουµέτος ανέσκαψε εκεί και βρήκε θαµ- µένη τη µικρή εικόνα της Κοίµησης της Θεοτόκου. Έπειτα, µε τον αρχιερέα και τους κατοίκους αποφάσισαν να κτίσουν ναό απέναντι, στη θέση Κελλιά, όπου υπήρχε νερό. Η παράδοση λέει ότι κάθε µέρα έβρισκαν τα θεµέλια γκρεµισµένα και τα εργαλεία τους στον χώρο της εύρεσης του εικονίσµατος. Τότε κατάλαβαν ότι η Παναγία ήθελε να κτιστεί εκεί η εκκλησία. Η θαυµατουργή εικόνα κατέστησε τον ναό και την περιοχή προσκύνηµα, το σηµαντικότερο στο νησί, και η Καστριανή ανακαινιζόταν συνεχώς, ώσπου έλαβε τη σηµερινή της µορφή. Ο διώροφος ναός σε σχήµα ελεύθερου σταυρού µε οκταγωνικό τρούλο, που δεσπόζει σήµερα στο κέντρο ενός περιβόλου, οικοδο- µήθηκε το 1910, σύµφωνα µε την επιγραφή στο υπέρθυρο. Στην κατασκευή του συµµετείχαν ο Γρηγόριος Ιεροµνή- µων και ο γιος του Κωνσταντίνος, δή- µαρχοι της Κέας, που έχουν συνδέσει το όνοµά τους µε κτήρια στο νησί, τα οποία έχουν νεοκλασικές επιρροές. Η νεοκλασική αρχιτεκτονική µεταδόθηκε σε ναούς της Κέας πιθανόν από το Λαύριο. Ο ναός αρχικώς ήταν αφιερωµένος στη Ζωοδόχο Πηγή και έπειτα αφιερώθηκε στην Κοίµηση της Θεοτόκου. Το ξύλινο τέµπλο του ιερού είναι απλό και τριµερές στη διάταξή του, µε θωράκια κενά και ακόσµητα στην κατώτερη ζώνη και εικόνες δεσποτικές στη µεσαία ζώνη. Η εικόνα του Χριστού µε χρονολογία 1708 ζωγραφίστηκε από τον ιερέα Αντώνιο Σκορδίλη, έργα του οποίου υπάρχουν στην Κέα. Εξωτερικά ο ναός έχει µεγάλο ύψος και µνηµειακή όψη. Στη χαµηλότερη στάθµη βρίσκεται ο ναός ο αφιερωµένος στην Εύρεση, όπου και το προσκυνητάριο της εικόνας, και το ανώτερο τµήµα είναι αφιερωµένο στην Παναγία. Γύρω από την Καστριανή υπάρχουν κτίσµατα, που προστέθηκαν κατά καιρούς από δωρητές για τη διαµονή των πιστών, και 494