ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ



Σχετικά έγγραφα
Μάθημα: Διεθνείς Επιχειρήσεις και Επενδύσεις

1. ΑΝΟΙΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ

Τα μέσα της εμπορικής πολιτικής

Σύντομος πίνακας περιεχομένων

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΩΣΤΟΥ ΛΑΘΟΥΣ 1. Σε ένα κανονικό αγαθό, όταν αυξάνεται το εισόδηµα των καταναλωτών, τότε αυξάνεται και η συνολική δαπάνη των καταναλωτών 2.

ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ


ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Κρατική παρέμβαση φορολογία


Κεφάλαιο 5. Αποταμίευση και επένδυση σε μια ανοικτή οικονομία

Ανταγωνιστική αγορά-εφαρμογές

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΑ

Μικροοικονομική. Ζήτηση και προσφορά

Επαναληπτικές Ερωτήσεις - ΟΣΣ5. Τόμος Α - Μικροοικονομική

Ερώτηση Α.1 (α) (β)

ΤΕΣΤ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΝΩΣΕΩΝ (TEL)

Διάλεξη 10. Αρχές φορολογίας. 1 Ράπανος - Καπλάνογλου 2018/19

Ο ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ TΩN ΤΙΜΩΝ

21 Δημοσιονομική και νομισματική πολιτική σε α- νοικτή οικονομία


Διεθνής Οικονομική. Paul Krugman Maurice Obsfeld

Διάλεξη 3. Οικονομικά της ευημερίας. Οικονομικά της ευημερίας 3/9/2017. Περίγραμμα. Εργαλεία δεοντολογικής ανάλυσης

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ

Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 4 η. Επιπτώσεις Επενδυτικών Έργων και Μέτρων Πολιτικής

Α.Ο.Θ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Το Πρότυπο Υπόδειγμα του Διεθνούς Εμπορίου 5-1


ΘΕΜΑΤΑ ΤΕΛΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Εξετάσεις Θεωρίας και Πολιτικής Διεθνούς Εμπορίου Ιούλιος Όνομα: Επώνυμο: Επιθυμώ να μην περάσω το μάθημα εάν η βαθμολογία μου είναι του

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 16 Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΖΗΤΗΣΗ

ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ - ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ - ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

Συναθροιστική Zήτηση στην Aνοικτή Οικονομία

Η Ελληνική Οικονομία στο Διεθνές Οικονομικό σύστημα Σημειώσεις

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

Εισαγωγή. Αποτελεσματικότητα κατά Pareto. 1. ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ (επεξεργασία σημειώσεων Β. Ράπανου)


ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΔΙΕΘΝΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΔΕΟ34 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Ενδεικτική Απάντηση 3 η Γραπτή Εργασία Επιμέλεια: Σαραντής Γιάννης

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ 2 Ενότητα #7: Μονοπώλιο (II)

Κεφάλαιο 6 Το πρότυπο υπόδειγμα του εμπορίου

Μικροοικονοµική Θεωρία. Οικονοµικές πολιτικές σε ανταγωνιστικό περιβάλλον. Deadweight loss: Νεκρή Ϲηµία. Notes. Notes. Notes. Notes.

Κεφάλαιο 5. Tο πρότυπο υπόδειγμα του διεθνούς εμπορίου

Εξειδικευμένοι Συντελεστές Παραγωγής και Διανομή του Εισοδήματος. Το Υπόδειγμα των Jones και Samuelson

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «OIKONOMIKH»

Μακροοικονομική Κεφάλαιο 4 Κατανάλωση, αποταμίευση και επένδυση. 4.1 Κατανάλωση και αποταμίευση

5 Ο προσδιορισμός του εισοδήματος: Εξαγωγές και εισαγωγές

Τα Οφέλη του Διεθνούς Εμπορίου και οι Επιπτώσεις ενός Εισαγωγικού Δασμού

Ο Μηχανισμός Μετάδοσης της Νομισματικής Πολιτικής - Ο Μηχανισμός Μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής είναι ο δίαυλος μέσω του οποίου οι μεταβολές

4. Τιμές και συναλλαγματική ισοτιμία μακροχρόνια

ΤΟ ΙΣΟΖΥΓΙΟ ΠΛΗΡΩΜΩΝ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2009 ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

ΜΕΡΟΣ Β Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι. Προσφορά-Ζήτηση και Κρατική Παρέμβαση. Αρ. Διάλεξης: 6

Ημερομηνία: Σεπτέμβριος 8, 2016

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Τµήµα Οικονοµικών Επιστηµών Ακαδηµαϊκό έτος (διαβάζουμε κεφ. 4 από Μ. Χλέτσο και σημειώσεις στο eclass)

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΜAΚΡΟ

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

1.1 Εισαγωγή. 1.2 Ορισμός συναλλαγματικής ισοτιμίας

Μικροοικονομική. Ελαστικότητες

ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ι

Τι πραγματεύεται η Διεθνής Οικονομική;

Ευχαριστίες του εκδότη Πρόλογος [Mέρος 1] Εισαγωγή

Τα μέσα εμπορικής πολιτικής 1. δασμός

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΟΜΑΔΑ Α ΘΕΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ

Η Θεωρία της Εμπορικής Πολιτικής

Κεφάλαιο 4 Ειδικοί συντελεστές παραγωγής και διανομή εισοδήματος

Η Διαχρονική Προσέγγιση στο Ισοζύγιο Πληρωμών

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ ΕΝΤΕΚΑ (11) ΣΕΛΙΔΕΣ

ΜΟΝΟΠΩΛΙΑΚΟΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ. Φορολογική Πολιτική και Οικονομική Ανάπτυξη

Διάλεξη 3. Οικονομικά της ευημερίας 2/26/2016. Περίγραμμα. Εργαλεία δεοντολογικής ανάλυσης. Αποτελεσματικότητα κατά Pareto: ορισμός. ορισμός.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ ΕΝΤΕΚΑ (11) ΣΕΛΙΔΕΣ

ΜΕΤΡΑ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΕΝΘΑΡΡΥΝΣΗΣ ΤΟΥ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ

Η θεωρία Weber Προσέγγιση του ελάχιστου κόστους

Α) ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

Εισαγωγή στη Διεθνή Μακροοικονομική. Ισοζύγιο Πληρωμών, Συναλλαγματικές Ισοτιμίες, Διεθνείς Χρηματαγορές και το Διεθνές Νομισματικό Σύστημα

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2008

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ

Ζήτηση, Προσφορά και Ισορροπία στην Ανταγωνιστική Αγορά

Ισορροπία στον Εξωτερικό Τομέα της Οικονομίας

ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΙΙ

Μακροοικονομική. Η ζήτηση χρήματος

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Βασικές αρχές. Εφαρµογές στην Ελληνική Οικονοµία. Ασκήσεις.

ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Γ Ι Ω Ρ Γ Ο Σ Κ Α Μ Α Ρ Ι Ν Ο Σ Ο Ι Κ Ο Ν Ο Μ Ο Λ Ο Γ Ο Σ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

3. ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ: ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ HECKSCHER-OHLIN

ΕΝ ΕΙΚΤΙΚΑ ΠΑΡΑ ΕΙΓΜΑΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

20 Ισορροπία στον εξωτερικό τομέα

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

Πολιτική Οικονομία Ενότητα

Οι τιμές των αγαθών προσδιορίζονται στην αγορά από την αλληλεπίδραση των δυνάμεων της ζήτησης και της προσφοράς.

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2019

Λευκωσία, 10 Ιουλίου Frank Hoffer, Bureau for Workers Activities

ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. Chapter 4: Financial Markets. 1 of 32

Σύντομος πίνακας περιεχομένων

Transcript:

ΤΜΗΜΑ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: «Αρχές της Μικροοικονομικής» Stiglitz/Walsh Τα «οικονομικά»: μελετούν τις διαδικασίες με τις οποίες οι ιδιώτες, οι επιχειρήσεις, η κυβέρνηση και άλλοι οργανισμοί της κοινωνίας οδηγούνται στις επιλογές τους και με τον τρόπο με τον οποίο αυτές οι επιλογές προσδιορίζουν τη χρήση των οικονομικών πόρων από την κοινωνία. Μικροοικονομική: εστάζει το ενδιαφέρον της στη συμπεριφορά των οικονομικών μονάδων- εταιρίες, νοικοκυριά, ιδιώτες- που συνιστούν την οικονομία. Επίσης μελετά τον τρόπο με τον οποίο οι οικονομικές μονάδες λαμβάνουν αποφάσεις, καθώς και τους παράγοντες που επηρεάζουν αυτές τις αποφάσεις. Προσφέρει μια λεπτομερή μελέτη της βάσης της οικονομίας. Μακροοικονομική: εστιάζει το ενδιαφέρον της στη συμπεριφορά του συνόλου της οικονομίας και κυρίως στη συμπεριφορά των συνολικών μεγεθών όπως το ποσοστό ανεργίας, το εμπορικό ισοζύγιο και η οικονομική μεγένθυση. Επίσης μελετά τη συμπερφιορά του γενικού επιπέδου τιμών, των επιτοκίων και των συναλλαγματικών ισοτιμιών. Προσφέρει μια πιο γενική άποψη της οικονομίας. 5 κεντρικές έννοιες κατανόησης επιλογών ατόμων και κοινωνίας: 1. σχέσεις ανταλλαγής: οι πόροι σπανίζουν και για το λόγο αυτό οι σχέσεις ανταλλαγής είναι χαρακτηριστικό κομμάτι της ζωής. Για να αποκτήσουμε περισσότερες μονάδες ενός αγαθού πρέπει να περιορίσουμε τις διαθέσιμες μονάδες κάποιου άλλου αγαθού. Οι σχέσεις ανταλλαγής επιβάλλονται αναγκαστικά από τη σπανιότητα. Το περιορισμένο εισόδημα καθώς και ο χρόνος που σπανίζει είναι οι βασικές αιτίες ύπαρξης των σχέσεων συναλλαγής. Έτσι όταν λαμβάνουμε υπόψη το χρόνο συνειδοτοποιούμε ότι η σπανιότητα είναι παρούσα στις ζωές όλων των ανθρώπων, γι αυτό και ο ρόλος της είναι κρίσιμος. 2. κίνητρα: είναι τα οφέλη- συμπεριλαμβανομένης και της μείωσης του κόστους- τα οποία παρακινούν τα άτομα που λαμβάνουν αποφάσεις να προτιμήσουν κάποια συγκεκριμένη λύση. Τα κίνητρα επηρεάζονται από πολλούς παράγοντες αλλά ο σημαντικότερος είναι οι τιμές. Επίσης τα κίνητρα επηρεάζονται από τις αποδόσεις που αναμένουν τα άτομα από τις επιμέρους δραστηριότητες. Έτσι ο προσδιορισμός των κινήτρων και των αντικινήτρων που παρωθούν σε διάφορες ενέργειες είναι η πρώτη μέριμνα των οικονομολόγων όταν θέλουν να κατανοήσουν τις επιλογές των ατόμων και των εταιριών. 3. συναλλαγές: για να κατανοήσουμε την κατανομή και τη χρήση των διαθέσιμων πόρων πρέπει να εξετάσουμε το ρόλο που διαδραματίζουν οι εκούσιες συναλλαγές στις αγορές. Σε κάθε εκούσια συναλλαγή και οι δύο πλευρές κερδίζουν, καθώς κάθε συναλλαγή αυξάνει την ευημερία και των δύο πλευρών που εμπλέκονται σε αυτή. Όταν γίνονται συναλλαγές στις οποίες κάποιοι προσφέρουν χρήματα και κάποιοι άλλοι προσφέρουν αγαθά τότε μιλάμε για την ύπαρξη αγοράς. Η οικονομική έννοια

της αγοράς καλύπτει όλες τις περιπτώσεις συναλλαγών, είτε πρόκειται για μια παραδοσιακή αγορά είτε για ένα σύγχρονο χρηματιστήριο αγορών. Οι συναλλαγές στις αγορές οδηγούν σε αποτελεσματική χρήση των πόρων. Η κατανόηση της κατανομής των πόρων, του προσδιορισμού των ποσοτήτων των αγαθών που θα παραχθούν και της διανομής των κερδών και των εισοδημάτων που θα δημιουργηθούν βασίζεται στο κεντρικό ρόλο που διαδραματίζουν οι συναλλαγές στις αγορές. 4. πληροφόρηση: η λήψη εύστοχων αποφάσεων απαιτεί πληροφόρηση. Η πληροφόρηση έχει πολλές ομοιότητες με τα προϊόντα και τις υπηρεσίες. Σε ορισμένους τομείς της οικονομίας, ο ρόλος που διαδραματίζει η ίδια η πληροφόρηση ή η έλλειψη πληροφόρησης είναι ιδιαιτέρα κρίσιμος και επηρεαζεί την ίδια τη φύση της αγοράς και την ικανότητα των ιδιωτικών αγορών να εξασφαλίσουν την αποτελεσματική χρήση των σπανιζόντων πόρων της οικονομίας. Για το λόγο αυτό η δομή των αγορών και η αποτελεσματική λειτουργία τους εξαρτώνται από τη πληροφόρηση που έχουν στη διάθεση τους τα άτομα κατά τη λήψη των αποφάσεων. 5. διανομή: οι αγορές προσδιορίζουν τη διανομή των προϊόντων και των υπηρεσιών που παράγονται στην οικονομία στα μέλη της κοινώνιας. Οι 3 βασικές αγορές: 1. αγορά προϊόντος: η αγορά, στην οποία οι εταιρίες πωλούν τις εκροές τους στα άτομα ή στα νοικοκυριά. Όταν τα άτομα αγοράζουν προϊόντα και υπηρεσίες ενεργούν ως καταναλωτές στην αγορά προϊόντος. 2. αγορά εργασίας: η αγορά στην οποία τα άτομα ή τα νοικοκυριά προσφέρουν εργασία και οι εταιρίες μισθώνουν τις υπηρεσίες των εργαζομένων. Όταν τα άτομα «πωλούν» εργασία, τότε ενεργούν ως εργαζόμενοι. 3. αγορά κεφαλαίου: η αγορά στην οποία συσσωρεύονται χρηματικά ποσά και διακινούνται μεταξύ δανειστών και δανειζομένων. Όταν τα άτομα αγοράζουν μετοχές, καταθέτουν χρήματα ή δανείζουν χρήματα, ενεργούν ως επενδυτές στην αγορά κεφαλαίου. Βασικό ανταγωνιστικό μοντέλο: βοηθάει στη μελέτη της συμπεριφοράς των ορθολογικών ατόμων που εξυπηρετούν τα προσωπικά συμφέροντά τους και της συμπεριφοράς των εταιριών που μεγιστοποιούν τα κέρδη τους όταν δραστηριοποιούνται και συναλλάσονται σε ανταγωνιστικές αγορές. Αποτελείται από τρία μέρη: α) υποθέσεις για τη συμπεριφορά των καταναλωτών, β) υποθέσεις για τη λειτουργία των αγορών, στις οποίες δραστηριοποιούνται και διενεργούν συναλλαγές οι εταιρίες και οι καταναλωτές, γ) υποθέσεις για τη συμπεριφορά των εταιριών.

Συστατικά μέρη βασικού ανταγωνιστικού μοντέλου: Ορθολογικοί καταναλωτές που προσπαθούν να προάγουν το προσωπικό τους συμφέρον. Ορθολογικές εταιρίες που προσπαθούν να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους. Ανταγωνιστικές αγορές, στις οποίες οι συμμετέχοντες είναι αποδέκτες τιμών. Ανταγωνιστικές αγορές: στην τελείως ανταγωνιστική αγορά, κάθε εταιρία είναι ένας αποδέκτης τιμών και δεν έχει καμία δυνατότητα να επηρεάσει τη τιμή της αγοράς. Με άλλα λόγια, κάθε εταιρία υποχρεώνεται να θεωρήσει δεδομένη την τιμή που διαμορφώνεται στην αγορά. Σε αυτή την τιμή, κάθε εταιρία μπορεί να πωλήσει οποιαδήποτε ποσότητα προϊόντος επιθυμεί. Αντιθέτως, αν κάποια εταιρία προσπαθίσει να χρεώσει υψηλότερη τιμή για το προϊόν της, αυτή η εταιρία δεν θα μπορέσει να πωλήσει ούτε μία μονάδα προϊόντος. Στην τελείως ανταγωνιστική αγορά, ακόμη και αν μια εταιρία δεκαπλασιάσει την ποσότητα που προσφέρει, οι επιδράσεις στη συνολικά προσφερόμενη ποσότητα στην αγορά και στην τιμή που διαμορφώνεται είναι ασήμαντες. Τέλος όταν δεν υπάρχουν κυβερνητικές παρεμβάσεις, οι αγορές των αγροτικών προϊόντων είναι τελείως ανταγωνιστικές αγορές. Παραγωγικές δυνατότητες: όταν είναι δεδομένες οι ποσότητες της εργασίας, του κεφαλαίου και των υπόλοιπων παραγωγικών εισροών, οι ποσότητες των αγαθών που μπορεί να παράγει μια επιχείρηση ή μια κοινωνία ονομάζονται παραγωγικές δυνατότηες. Καμπύλη παραγωγικών δυνατοτήτων: το όριο του συνόλου ευκαιριών της κοινωνίας ονομάζεται καμπύλη παραγωγικών δυνατοτήτων. Τα σημεία αυτής της καμπύλης δείχνουν τις μέγιστες ποσότητες ενός προϊόντος (π.χ. όπλα) που είναι δυνατό να παραχθούν, όταν παράγονται δεδομένες ποσότητες ενός άλλου προϊόντος (π.χ. βούτυρο), και αντίστροφα.

Η καμπύλη παραγωγικών δυνατοτήτων αυτού του διαγράμματος περιγράφει τη σχέση ανταλλαγής ανάμεσα στην ευρεία κατηγορία αγαθών για το στρατό (όπλα) και την ευρεία κατηγορία αγαθών για τους πολίτες (βούτυρο). Τα σημεία F και G αναπαριστούν τις δύο ακραίες επιλογές, όταν η κοινωνία παράγει μόνο όπλα ή μόνο βούτυρο αντίστοιχα. Οι παραγωγικές δυνατότητες μιας κοινωνίας παρουσιάζονται διαγραμματικά με μια κοίλη καμπύλη, σε αντίθεση με τον χρονικό περιορισμό ή το εισόδημα ενός ατόμου που παρουσιάζονται διαγραμματικά με μια ευθεία γραμμή. Το σχήμα της καμπύλης παραγωγικών δυνατοτήτων μιας κοινωνίας εκφράζει τη γενική αρχή των φθινουσών αποδόσεων. Αρχή φθινουσών αποδόσεων: η συνεχής προσθήκη κάποιων εισροών σε σταθερές ποσότητες άλλων εισροών οδηγεί σε συνεχώς θφίνουσες αυξήσεις της συνολικής παραγωγής. Είδη κόστους: Κόστος ευκαιρίας: είναι το κόστος χρήσης ενός πόρου που σπανίζει. Το κόστος ευκαιρίας προσδιορίζεται από την αξία που θα μπορούσε να δημιουργήσει η καλύτερη εναλλακτική χρήση του σπανίζοντος πόρου. Κόστος αποχώρησης: είναι η δαπάνη που προκύπτει από μία απόφαση, η οποία είχε ληφθεί στο παρελθόν και είναι δυνατό να ανακληθεί με μεταγενέστερη απόφαση. Τα άτομα που λαμβάνουν ορθολογικές αποφάσεις αγνοούν το κόστος αποχώρησης. Οριακό κόστος: το πρόσθετο κόστος που δημιουργεί μια απόφαση ή μια ενέργεια, ονομάζεται οριακό κόστος και αντιπαραβάλεται με το οριακό όφελος της ίδιας απόφασης ή ενέργειας, δηλαδή με το πρόσθετο όφελος που δημιουργείται από αυτή την ενέργεια ή απόφαση. Λόγοι κυβερνητικής παρέμβασης στην οικονομία μιας χώρας: 1. αντυμετώπιση «αποτυχιών της αγοράς» και της αύξησης της οικονομικής αποτελεσματικότητας: οι βασικές αιτίες των «αποτυχιών της αγοράς» είναι πρώτον ο ατελής ανταγωνισμός, δεύτερον η ατελής πληροφόρηση, τρίτον οι εξωτερικές οικονομίες και τέταρτον τα δημόσια αγαθά. Όταν επικρατούν συνθήκες ατελούς ανταγωνισμού στις αγορές αγαθών της οικονομίας, οι επιχειρήσεις εκμεταλλεύονται την ισχύ τους, περιορίζουν τις προσφερόμενες ποσότητες των αγαθών και αυξάνουν σε υψηλά επίπεδα τις τιμές τους. Οι αντιμονοπωλιακές πολιτικές των κυβερνήσεων στοχεύουν στην ενδυνάμωση του ανταγωνισμού στις αγορές αγαθών και στον περιορισμό της ισχύος των επιχειρήσεων. Η ατελής πληροφόρηση όμως παρεμποδίζει την αποτελεσματική λειτουργία των αγορών γι αυτό και οι κυβερνήσεις υποχρεώνουν τις επιχειρήσεις να δημοσιοποιούν πληροφορίες για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που προσφέρουν. 2. προαγωγή της κοινωνικής δικαιωσύνης: επιτυγχάνεται μέσω της αναδιανομής του εισοδήματος, όταν η διανομή του συνολικού εισοδήματος στην οικονομία

είναι ιδιαίτερα άνιση και πολλά άτομα ή νοικοκυριά ζουν σε συνθήκες φτώχειας και απέχουν πολύ από το βιοτικό επίπεδο που θεωρείται κοινωνικά αποδεκτό. 3. προάσπιση αξιών: επιτυγχάνεται μέσω της ενθάρρυνσης ορισμένων δραστηριοτήτων όπως είναι η εκπαίδευση ή ο αθλητισμός και της κατανάλωσης ορισμένων προϊόντων, και μέσω της απαγόρευσης κάποιων άλλων δραστηριοτήτων ή κατανάλωσης κάποιων αγαθών όπως για παράδειγμα τα ναρκωτικά. Αποτυχία κυβερνητικών παρεμβάσεων: 1. Στρεβλές δομές κινήτρων: Οι κυβερνήσεις έχουν «ισχύ εξαναγκασμού». Επειδή ωστόσο η υπερεκμετάλλευση «της ισχύος εξαναγκασμού» είναι αρκετά πιθανή η δημιουργία διαδικασιών προστασίας από την κατάχρηση της κυβερνητικής δύναμης είναι απαραίτητη. Τότε λέμε ότι έχουμε «δικαιωματική διαδικασίας». Οι κυβερνήσεις επιπλέον έχουν περιορισμένη δυνατότητα ανάληψης δεσμευτικών υποχρεώσεων, λόγω των περιορσμών που θέτει η «δικαιωματική διαδικασία». Οι πολιτικές πιέσεις από τις ομάδες οργανωμένων συμφερόντων, οι πιέσεις προς τους πολιτικούς να πάρουν αποφάσεις που να ευνοούν τους ψηφοφόρους των εκλογικών περιφερειών τους ή η επιρροή από τους χρηματοδότες των προεκλογικών τους εκστρατιών θέτους περιορσμούς στη λήψη κυβερνητικών αποφάσεων. 2. Διαδικασίες χρηματοδότησης δαπανών: Οι χρηματοδοτικοί περιορισμοί των διευθύωσεων των οργανισμών και των επιχειρήσεων του δημόσιου τομέα είναι πιο ήπιοι. Οι υποχρεωτικοί ετήσιοι προϋπολογισμοί δαπανών θέτουν βραχυπρόθεσμους χρηματοδοτικούς περιορισμούς που πλήττουν τη μακροχρόνια αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα. Οι υποχρεωτικές κυβερνητικές διαδικασίες ελέγχου του κόστους και διασφάλισης της διαχειριστικής διαφάνειας πλήττουν την αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα. 3. Ατελής πληροφόρηση: Οι αρνητικές επιδράσεις της ατελούς πληροφόρησης είναι εξίσου σημαντικές για τον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα, καθώς μπορεί να προκαλέσει σοβαρές και συχνά απρόβλεπτες αντίστροφες ακούσιες συνέπειες. 4. Διαδικασίες λήψης πολιτικών αποφάσεων: Είναι ένας παράγοντας που συμβάλλει στην αποτύχια των κυβερνητικών παρεμβάσεων, καθώς οι κυβερνήσεις δεν είναι πάντα συνεπείς στις επιλογές τους. Η ασυνέπεια των κυβερνητικών επιλογών προκύπτει από το συλλογικό χαρακτήρα της λήψης αποφάσεων. Οι κυβερνητικές επιλογές δεν εκφράζουν μόνο τις προτιμήσεις ενός ατόμου, αλλά αντανακλούν στις συλλογικές αντιλήψεις της κοινωνίας.

Χαρακτηριστικά αποδοτικού φορολογικού συστήματος: 1. Δικαιοσύνη: Οριζόντια δικαιοσύνη: οι φορολογούμενοι που έχουν την ίδια φοροδοτική ικανότητα να επιβαρύνονται με τους ίδιους φόρους. Κάθετη δικαιοσύνη: οι εύποροι φορολογούμενοι να επιβαρύνονται με περισσότερους φόρους. 2. Αποτελεσματικότητα: συγκεντρώνει τα απαιτούμενα φορολογικά έσοδα χωρίς σοβαρές παρενέργειες, διαταράσσοντας λίγο την κατανομή των πόρων της οικονομίας και λεαχιστοποιόντας την επιβάρυνση των φορολογουμένων. Η υψηλή φορολογία περιορίζει την αποτελεσματικότητα, καθώς αποθαρρύνει την αποταμίευση και την αποδοτική εργασία. Η επιβολή έμμεσων φόρων που στοχεύουν στη συλλογή φορολογικών εσόδων από την κατανάλωση συγκεκριμένων αγαθών διαταράσσουν την κατανομή των πόρων και περιορίζουν την οικονομική αποτελεσματικότητα. 3. Διαχειριστική απλότητα: ένα φορολογικό σύστημα που ικανοποιεί το κριτήριο της διαχειριστικής απλότητας συγκεντρώνει τα απαιτούμενα φορολογικά έσοδα χωρίς μεγάλες χρονοτριβές, χωρίς υπερβολικές δαπάνες, διαταράσσοντας ελάχιστα τις δραστηριότητες των φορολογουμένων και ελαχιστοποιώντας το κόστος διαχείρισης των διαδικασιώνσυλλογής των φορολογικών εσόδων. 4. Ευελιξία: ένα φορολογικό σύστημα για να χαρακτηριστεί ευέλικτο, σημαίνει ότι προσαρμόζεται εύκολα στις μεταβολές του οικονομικού περιβάλλοντος και λειτουργελι αποδοτικά σε όλες τις οικονομικές συνθήκες. 5. Διαφάνεια: όταν η φορολογική επιβάρυνση κάθε φορολογούμενου είναι ανάλογη της φοροδοτικής ικανότητας του και η εξακρίβωση αυτής της αναλογίας είναι απλή και εύκολη τότε το φορολογικό αυτό σύστημα ικανοποιεί το κριτήριο της διαφάνειας.

Επιπτώσεις του φόρου εισοδήματος μισθωτών υπηρεσιών: Πριν την επιβολή φόρου εισοδήματος μισθωτών υπηρεσιών, ο μισθός ισορροπίας είναι W0 και η ποσότητα ισορροπίας είναι L0. Ο φόρος εισοδήματος μισθωτών υπηρεσιών που καταβάλλεται από τους εργοδότες, αυξάνει το συνολικό κόστος εργασίας, μειώνει τη ζήτηση εργασίας και μετατοπίζει την ευθεία ζήτησης εργασίας προς τα αριστερά. Έτσι μετά την επιβολή φόρου εισοδήματος μισθωτών υπηρεσιών, ο μισθός μειώνεται από W0 σε W2 και η ποσότητα ισορροπίας από L0 σε L2. Η μείωση του μισθού ισορροπίας είναι περίπου ίση με το σταθερό ποσό φόρου ανά εργαζόμενο. Επομένως ο φόρος εισοδήματος μισθωτών υπηρεσιών καταβάλλεται κυρίως από τους εργοδότες, αλλά επιβαρύνει κατά κύριο λόγο τους εργαζομένους. Οι σχετικές επιβαρύνσεις εργοδοτών και εργαζομένων από το φόρο εισοδήματος μισθωτών υπηρεσιών εξαρτώνται από την ελαστικότητα ζήτησης εργασίας και από την ελαστικότητα προσφοράς εργασίας. Ωστόσο στο διάγραμμα μας, η προσφορά εργασίας είναι σχετικά ανελαστική και ο φόρος εισοδήματος μισθωτών υπηρεσιών επηρεάζει μόνο τη ζήτηση εργασίας επιβαρύνοντας κατά συνέπεια τους εργαζομένους.

Απόλυτο πλεονέκτημα: όταν ορισμένες χώρες μπορούν να παράγουν αποτελεσματικότερα σχεδόν όλα τα αγαθά που οι κάτοικοί τους επιθυμούν να καταναλώνουν, επειδή έχουν πολλούς εργαζομένους με υψηλά επίπεδα εκπαίδευσης και δεξιοτήτων, μεγάλες ποσότητες κεφαλαίου και σχετική αφθονία φυσικών πόρων, τότε οι χώρες αυτές λέμε ότι έχουν το απόλυτο πλεονέκτημα. Συγκριτικό πλεονέκτημα: σύμφωνα με την αρχή του συγκριτικού πλεονεκτήματος κάθε χώρα πρέπει να εξάγει τα αγαθά που μπορεί να παράγει με σχετικά χαμηλότερο κόστος. Εξειδίκευση και Συγκριτικό πλεονέκτημα: Η εξειδίκευση αυξάνει την παραγωγικότητα και πολλαπλασιάζει τα οφέλη που προκύπτουν από το διεθνές εμπόριο. Έτσι λοιπόν η εξειδίκευση πρώτον ελαχιστοποιεί τις απώλειες χρόνου που προκαλούν οι μετακινήσεις εργαζομένων από τη μία εργασία στην άλλη. Δεύτερον βελτιώνει τις δεξιότητες των εργαζομένων μέσω της συνεχούς επανάληψης των ίδιων εργασιών. Τρίτον διαμορφώνει το κατάλληλο δημιουργικό περιβάλλον για την εμφάνιση καινοτομιών. Αυτό σημαίνει ότι όταν οι εργασίες διανέμονται με τρόπο που εξοικονομεί χρόνο και αναπτύσσει πλήρως τις δεξιότητες των εργαζομένων, η αύξηση της παραγωγικότητας θα είναι ιδιαίτερα μεγάλη. Επίσης τα άτομα που εξειδικεύονται σε μία συγκεκριμένη δραστηριότητα, είναι πολύ αποδοτικότερα από τα άτομα που μοιράζουν το χρόνο τους σε πολλές δραστηριότητες. Παρομοίως, οι χώρες που εξειδικεύονται στην παραγωγή συγκεκριμένων αγαθών, αυξάνουν την αποτελεσματικότητά τους και συνεχώς ενισχύουν το συκγριτικό πλεονέκτημά τους. Τέλος όταν υπάρχει εξειδίκευση των εργαζομένων σε ορισμένες εργασίες και παράλληλη ανάπτυξη δεξιοτήτων, οι εργαζόμενοι εφευρίσκουν μεθόδους βελτίωσης των παραγωγικών διαδικασιών, αυξάνουν την απόδοσή τους και φέρνουν νέες καινοτομίες στην αγορά. Βασικοί προσδιοριστικοί παράγοντες συγκριτικού πλεονεκτήματος: 1. φυσικοί πόροι: κατάλληλη μορφολογία εδάφους,ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες, υδάτινοι πόροι, κοιτάσματα μετάλλων 2. συσσώρευση ανθρωπίνου κεφαλαίου και παραγωγικής δύναμης: μια χώρα μπορεί να αποκτήσει συκριτικό πλεονέκτημα σε προϊόντα που η παραγωγή τους απαιτεί γνώσεις και δεξιότητες, συσσωρεύοντας ανθρώπινο κεφάλαιο μέσω της εκαπίδευσης και της συνεχούς κατάρτισης του εργατικού δυναμικού της. Επίσης μια χώρα μπορεί να αποκτήσει συγκριτικό πελονέκτημα σε προϊόντα που η παραγωγή τους απαιτεί μεγάλες ποσότητες κεφαλαιουχικού εξοπλισμού, συσσωρεύοντας φυσικό κεφάλαιο μέσω της αποταμίευσης και κατασκευάζοντας παραγωγικές υποδομές (π.χ. κτήρια, εργοστάσια). 3. ανώτερη γνώση: αποσκοπεί στη χρήση της παραδοσιακής τεχνολογίας, την έρευνα, την τεχνολογική πρόοδο και τη συσσώρευση εμπειρίας που δημιουργούν ειδικότητες και αναπτύσσουν πλήρως τις δεξιότητες. 4. εξειδίκευση: η εξειδίκευση προσδιορίζει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα αρκετών χωρών, ενώ η έλλειψη εξειδίκευσης συχνά εμποδίζει τη διαμόρφωση συγκριτικών

πλεονεκτημάτων. Για το λόγο αυτό η εξειδίκευση αυξάνει τη παραγωγικότητα και διαμορφώνει συγκριτικά πλεονεκτήματα. 5. αλληλεπιδράσεις: ενισχύουν τα ήδη υπάρχοντα συγκριτικά πλεονεκτήματα. Προστατευτισμός: οι οπαδοί του διεθνούς εμπορίου είναι οπαδοί του προστατευτισμού, καθώς επιχειρηματολογούν υπέρ της «προστασίας» των εθνικών οικονομιών από τους κινδύνους που εγκυμονούν οι διεθνείς ανταλλαγές. Οι περισσότερες ανησυχίες που εκφράζουν οι οπαδοί του προστατευτισμού αφορούν ζητήματα όπως η διανομή των ωφελειών που προκύπτουν από το διεθνές εμπόριο. Δασμοί: είναι οι ειδικοί φόροι που επιβάλλονται στα εισαγόμενα αγαθά. Οι δασμοί αποθαρρύνουν τις εισαγωγές αγαθών, επειδή αυξάνουν τις τιμές και μειώνουν τη ζήτηση των εισαγώμενων αγαθών στις εγχώριες αγορές. Επιδράσεις από την επιβολή δασμού: Πριν από την επιβολή του δασμού, η εγχώρια τιμή του αγαθού είναι ίση με τη διεθνή τιμή του αγαθού (p*). Σε αυτή την τιμή, οι εγχώριοι παραγωγοί του αγαθού προσφέρουν την ποσότητα (Qs) και οι εγχώριοι καταναλωτές του αγαθού ζητούν την ποσότητα (Qc). Η διαφορά αυτών των δύο (Qc- Qs) είναι ίση με την ποσότητα του αγαθού που εισάγεται από το εξωτερικό στην τιμή (p*). Μετά την επιβολή του δασμού, η τιμή που πληρώνουν οι εγχώριοι καταναλωτές του αγαθού αυξάνεται από (p*) σε (p* + t), όπου t είναι ο δασμός. Σε

αυτή την τιμή, οι εγχώριοι παραγωγοί του αγαθού προσφέρουν την ποσότητα (Q s) και οι εγχώριοι καταναλωτές του αγαθού ζητούν την ποσότητα (Q c). Η διαφορά αυτών των δύο (Q c- Q s) είναι ίση με την ποσότητα του αγαθού που εισάγεται στο εξωτερικό, ωφελεί τους εγχώριους παραγωγούς του αγαθού κια ζημιώνει τους εγχώριους καταναλωτές του αγαθού. Μέτρηση της καθαρής οικονομικής απώλειας από την επιβολή δασμού: Πριν από την επιβολή του δασμού, το συνολικό πλεόνασμα των εγχώριων καταναλωτών του αγαθού είναι ίσο με το εμβαδόν του τριγώνου (ABC). Μετά την επιβολή του δασμού, το συνολικό πλεόνασμα των εγχώριων καταναλωτών του αγαθού είναι ίσο με το εμβαδόν του τριγώνου (ADE). Επομένως, η επιβολή του δασμού οδηγεί σε μείωση του συνολικού πλεονάσματος των εγχώριων καταναλωτών του αγαθού, η οποία ισούται με το εμβαδόν του τραπεζοειδούς (BCED). Η καθαρή απώλεια από την επιβολή δασμού είναι ίση με το άθροισμα των εμβαδών των τριγώνων (HFI) και (EGC). Ποσοστώσεις: οι κυβερνήσεις πολλών χωρών προτιμούν τις ποσοστώσεις από τους δασμούς. Οι ποσοστώσεις είναι ανώτατα επιτρεπόμενα όρια για τις εισαγόμενες ποσότητες αγαθών. Οι ποσοστώσεις «προστατεύουν» τους εγχώριους παραγωγούς από τον διεθνή ανταγωνισμό, επειδή μειώνουν τις εισαγωγές αγαθών από το εξωτερικό και αυξάνουν τις εγχώριες τιμές των αγαθών σε επίπεδα υψηλότερα από τις διεθνείς τιμές των αγαθών. Επιπλέον οι ποσοστώσεις διευκολύνουν τους εγχώριους παραγωγούς, επειδή προσδιορίζουν με ακρίβεια τα μεγέθη των ποσοτήτων των αγαθών που εισάγονται από το εξωτερικό. Όταν η κυβέρνηση μιας χώρας επιβάλλει ποσοστώσεις, οι παραγωγοί του εξωτερικού είναι αδύνατο να εξάγουν μεγαλύτερες ποσότητες αγαθών προς αυτή την χώρα, όταν η μείωση του κόστους παραγωγής αυξάνουν την ανταγωνιστικότητά τους. Με αυτή την έννοια οι ποσοστώσεις

δημιουργούν ένα περιβάλλον ασφάλειας και βεβαιότητας για τη νεγχώρια παραγωγή και «προστατεύουν» τους εγχώριους παραγωγούς από τον διεθνή ανατγωνισμό. «Δίκαιο εμπόριο»: οι νόμοι «δίκαιου εμπορίου» είναι στην πραγματικότητα μέσα «προστασίας» των εθνικών οικονομιών από τον διεθνή ανταγωνισμό, τα οποία στοχεύουν στη μείωση των εισαγωγών αγαθών από το εξωτερικό. Οι συνηθέστεροι νόμοι «δίκαιου εμπορίου» είναι οι εξής: 1. νόμοι κατά του ντάμπινγκ: με τον όρο «ντάμπινγκ» περιγράφουμε τις εξαγωγές και πωλήσεις αγαθών στο εξωτερικό σε τιμές χαμηλότερες τόσο από τις εγχώριες τιμές όσο και από το εγχώριο ανά μονάδα κόστος παραγωγής. Το «ντάμπινγκ» ωστόσο προκαλεί σοβαρά προβλήματα στους εγχώριους παραγωωγούς, επειδή στοχεύει στην αποδυνάμωση των εγχώριων επιχειρήσεων και στη συρρίκνωση των μεριδίων αγοράς ελέγχου. Το «ντάμπινγκ» αποτυγχάνει στις εγχώριες αγορές που λειτουργούν σε πλήρως ανταγωνιστικές συνθήκες, διότι καμιά επιχείρηση δεν μπορεί να αποκτήσει ισχυρή θέση στις αγορές αυτές και να ελέγχει τις τιμές των αγαθών. Αντιθέτως, το «ντάμπινγκ» μπορεί να είναι επιτυχές μόνο σε εγχώριες αγορές ατελούς ανταγωνισμού, στις οποίες οι επιχειρήσεις του εξωτερικού έχουν τη δυνατότητα να διεισδύουν δυναμικά και να συρρικνώσουν τα μερίδια αγοράς των εγχώριων επιχειρήσεων. 2. νόμοι αντισταθμιστικών χρεώσεων: οι νόμοι αυτοί περιορίζουντη δυνατότητα των επιδοτούμενων εξαγωγικών επιχειρήσεων του εξωτερικού να πωλούν αγαθά σε χαμηλές τιμές στις εγχώριες αγορές αγαθών. Οι τελωνιακές αρχές εφαρμόζοντας τους νόμους αντισταθμιστικών χρεώσεων, επιβάλουν αντισταθμιστικούς δασμούς στα αγαθά που εισάγονται σε χαμηλές τιμές λόγω έμμεσων επιδοτήσεων εξαγωγικών επιχειρήσεων του εξωτερικού. Πολιτικές «χρεοκοπίας του γείτονα»: οι ωφέλειες που αποκομίζει μια χώρα από τις πολιτικές αύξησεις του εγχώριου προϊόντος και μείωσης της ανεργίας μέσω παρεμπόδισης του διεθνούς εμπορίου και περιορισμού των εισαγωγών, συνοδεύονται από σοβαρές απώλειες των επιχειρήσεων και των εργαζομένων σε άλλες χώρες. Αυτές οι πολιτικές ονομάζονται πολιτικές «χρεοκοπίας του γείτονα» και προκαλούν έντονες αντιδράσεις που οδηγούν σε σοβαρά «αντίποινα» από άλλες χώρες και σε «εμπορικούς πολέμους», οι οποίοι παρεμποδίζουν δραματικά το διεθνές εμπόριο και συμβάλλουν στη συρρίκνωση του εγχώριου προϊόντος και της αύξησης της ανεργίας σε όλες τις χώρες. Θεωρία στρατηγικού εμπορίου: ο προστατευτισμός που περιορίζει το κόστος παραγωγής των εγχώριων επιχειρήσεων, δημιουργεί στρατηγικό εμπορικό πλεονέκτημα έναντι των ανταγωνιστών του εξωτερικού. Ωστόσο η θεωρία στρατηγικού εμπορίου σπανίως προσφέρει επαρκή αιτιολόγηση για τα κυβερνητικά μέτρα «προστασίας» από τον διεθνή ανταγωνισμό. Εκτός των άλλων αδυναμιών της η θεωρία αυτή αγνοεί τις αντιδράσεις και «τα αντίποινα» των άλλων χωρών.

ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: «Τα οικονομικά της Νομισματικής Ένωσης» Paul de Grauve Διαφορές στα δημοσιονομικά συστήματα: «Κρατικός Περιορισμός» Οι χώρες διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τα δημοσιονομικά συστήματα. Χρησιμοποιούν διαφορετικούς συνδιασμούς χρηματοδότησης μέσω χρέους και νομισματικής χρηματοδότησης του ελλείμματος του κρατικού προϋπολογισμού. Όταν οι χώρες αυτές ενταχθούν σε μια νομισματική ένωση θα κληθούν να αντιμετωπίσουν περιορισμούς σε ότι αφορά τον τρόπο χρηματοδότησης των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού τους. Ο πρώτος περιορισμός που θα κληθούν να αντιμετωπίσουν είναι αυτός του κρατικού προϋπολογισμού. G: το ύψος των κρατικών δαπανών, Τ: τα φορολογικά έσοδα, r: το επιτόκιο του κρατικού χρέους, Β και Μ: το ύψος του χρήματος υψηλής ισχύος (η νομισματική βάση). Το αριστερό μέλος της ισότητας είναι το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού. Συνίσταται από το πρωτογενές έλλειμμα ( G-T) και το ποσό που καταβάλλεται για τόκους στο κρατικό χρέος (rb). Το δεξί μέλος είναι η πλευρά της χρηματοδότησης. Το έλλειμμα του προϋπολογισμόυ μπορεί να χρηματοδοτηθεί με τη δημιουργία χρέους (db/dt) ή την έκδοση χρήματος υψηλής ισχύος (dm/dt). Η άποψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής: Στον κάθετο άξονα απεικονίζεται ο βαθμός των αποκλινουσών κινήσεων, όσον αφορά στην παραγωγή και στην απασχόληση, ανάμεσα σε ομάδες χωρών που είναι υποψήφιες να σχηματίσουν νομισματική ένωση. Στον οριζόντιο άξονα απεικονίζεται ένα μέτρο του βαθμού της εμπορικής ολοκλήρωσης ανάμεσα σε αυτές τις χώρες. Το μέτρο αυτό μπορεί να είναι το εμπόριο ανάμεσα στις χώρες αυτές ως ποσοστό του ΑΕΠ τους. Η άποψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής απεικονίζεται με αρνητική κλίση. Αυτό δείχνει ότι, όταν ο βαθμός της

οικονομικής ολοκλήρωσης ανάμεσα στις χώρες μεγενθύνεται, οι ασύμμετρες διαταραχές θα συμβαίνουν όλο και πιο αραιά. Η άποψη του Krugman: Στην άποψη του Krugman η γραμμή αντί για αρνητική έχει θετική κλίση. Αυτό δείχνει ότι όταν μεγενθύνεται η οικονομική ολοκλήρωση, οι εμπλεκόμενες χώρες εξειδικεύονται περισσότερο, οπότε θα υπόκεινται σε όλο και περισσότερες ασύμμετρες διαταραχές. Άμεσα οφέλη από την εξάλειψη του κόστους συναλλαγών: Η εξάλειψη του κόστους συναλλαγών ενός νομίσματος με ένα άλλο είναι το πιο ορατό όφελος που προκύπτει από μια νομισματική ένωση. Σύμφωνα με την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, τα οφέλη από την εξάλειψη του κόστους συναλλαγών ανέρχονταισε 13-20 δισεκατομμύρια το χρόνο. Ωστόσο αν και τα οφέλη αυτά προκύπτουν για το γενικό κοινό, έχουν κάποιο αντίστοιχο κόστος σε άλλο χώρο, και κυρίως στον τραπεζικό τομέα. Παρ όλα αυτά, δεν πρέπει να δημιουργηθεί η εντίπωση ότι το όφελος για το κοινό αντισταθμίζεται από τη ζημία των τραπεζιτών. Το κόστος συναλλαγών κατά την ανταλλαγή χρήματος είναι μια μη αντισταθμιζόμενη απώλεια. Έμμεσα οφέλη από την εξάλειψη του κόστους συναλλαγών: «Διαφάνεια Τιμών» Η κυκλοφορία του αυξάνει τη «διαφάνεια των τιμών». Χωρίς αμφιβολία η «διαφάνεια των τιμών», μπορεί να αυξάνει τον ανταγωνισμό στις αγορές, να μειώνει τις τιμές των αγαθών και να ωφελεί όλους τους καταναλωτές. Έτσι μπορεί να δημιουργούνται έμμεσα οφέλη για τους καταναλωτές, αφού η «διαφάνεια των τιμών» επηρεάζει την τιμολόγηση των αγαθών. Σύμφωνα με εμπειρικές ενδείξεις η διαφοροποίηση των τιμών είναι μια ευρέως διαδεδομένη πρακτική στην Ευρώπη, ειδικά μεταξύ των χωρών της. Οι διασπορές των τιμών των αγαθών μεταξύ των χωρών είναι 5-10 φορές μεγαλύτερη από τις εσωτερικές αγορές. Η κυκλοφορία του ενδέχεται να συμβάλλει στη σύγκλιση των τιμών επειδή προωθεί την οικονομική ολοκλήρωση με διάφορους τρόπους, παραδείγματως χάρη μπορεί να επιταχύνει την ολοκλήρωση των χρηματοοικονομικών αγορών. Αυτή η ολοκλήρωση μπορεί να δώσει

ώθηση στην εναρμόνηση των εθνικών νομοθεσιών και να δημιουργήσει ευνοηκότερες συνθήκες για την ενοποίηση των αγορών. Κόστος και οφέλη μιας νομισματικής ένωσης: «Μονεταριστική Άποψη»: Σύμφωνα με αυτή την άποψη οι μεταβολές της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι αναποτελεσματικές ως εργαλεία για τη διόρθωση αυτών των διαφορετικών εξελίξεων στις επιμέρους χώρες. Ακόμη και αν είναι αναποτελεσματικές, η χρήση συναλλαγματικής ισοτιμίας επιδεινώνει τη θέση των χωρών. Η καμπύλη κόστους βρίσκεται πολύ κοντά στην αρχή των αξόνων. Το κρίσιμο σημείο που καθιστά επιθυμητή τη δημιουργία μιας νομισματικής ένωσης βρίσκεται κοντά στην αρχή των αξόνων. Συνεπώς, σύμφωνα με την μονεταριστική άποψη, πολλές χώρες θα ωφεληθούν αν εγκαταλείψουν το εθνικό τους νόμισμα και ενταχθούν σε μια νομισματική ένωση. «Κεϊνσιανή Άποψη»:

Σύμφωνα με αυτή την άποψη, ο κόσμος είναι γεμάτος ακαμψίες και επομένως, η συναλλαγματική ισοτιμία είναι ένα ισχυρό εργαλείο για την εξάλειψη ανισορροπιών. Η καμπύλη κόστους απέχει πολύ από την αρχή των αξόνων και επομένως, λίγες χώρες σχετικά πρέπει να θεωρήσουν ότι τις συμφέρει να ενταχθούν σε μια νομισματική ένωση. Επίσης προκύπτει ότι πολλές από τις μεγάλες χώρες, που τώρα διαθέτουν ένα νόμισμα, θα βελτιώσουν την οικονομική τους θέση αν χωρίσουν την έκτασή τους σε διαφορετικές νομισματικές ζώνες. Αναμφισβήτητα από τις αρχές τις δεκαετίας του 1980, η μονεταριστική άποψη έχει αποκτήσει οπαδούς και έχει αλλάξει τη θέση πολλών οικονομολόγων σχετικά με το αν είναι επιθυμητή μια νομισματική ένωση.