Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΔΙΚΑΙΟΧΡΗΣΗΣ (FRANCHISING) ΣΤΟ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΙΔΙΩΣ Η ΡΗΤΡΑ ΜΕΤΑΣΥΜΒΑΤΙΚΗΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ



Σχετικά έγγραφα
ποσό υπολογιζόμενο και ανάλογο του κύκλου εργασιών του Η Σύμβαση

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΘΕΜΑ: Φορολογική μεταχείριση μισθωμάτων που καταβάλλονται για τη χρήση δικαιωμάτων (franchising).

FRANCHISE ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΟΣ EVEREST

ΘΕΜΑ ΕΙΣΗΓΗΣΗΣ: ΣΥΜΦΩΝΙΕΣ ΔΙΑΝΟΜΗΣ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Αριθμός 20 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟΣ 207 ΤΟΥ 1989

Δικαιοχρησία ή Δικαιόχρηση (Franchising)

1771 Κ.Δ.Π. 365/2000

E.E. Παρ. ΙΙΙ(Ι) 229 Κ.Δ.Π. 20/97 Αρ. 3117, Αριθμός 20 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟΣ (ΝΟΜΟΣ 207 ΤΟΥ 1989)

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. ΣΧΕ ΙΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ) αριθ. /.. ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Συντομογραφίες... XV. 1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα... Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 1

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 30ής ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1998 ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ. ΜΕΡΟΣ Ι Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις

Κάθετες συμφωνίες. Έ. Κινινή Επίκ. Καθηγήτρια ΕΚΠΑ

Working Paper. Title: «Η Σύμβαση Εμπορικής Αντιπροσωπείας» Georgios K. Karametos

E.E. Παρ. ΠΙ(Ι) 1627 Κ.Δ.Π. 190/96 Αρ. 3067, Αριθμός 190 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟΣ (ΝΟΜΟΣ 207 ΤΟΥ 1989)

ΤΟΜΟΣ Δ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ ΜΑΡΤΙΟΣ 2018 ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΥΛΗΣ : ΒΙΚΥ ΒΑΡΔΑ

ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ. Αθήνα, 2 Μαρτίου 2006 ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

E.E. Παρ. ΙΠ(Ι) 1651 Κ.Δ.Π. 192/96 Αρ. 3067, Αριθμός 192 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟΣ (ΝΟΜΟΣ 207 ΤΟΥ 1989)

Αριθμός 21 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟ Υ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟΣ (ΝΟΜΟΣ 207 ΤΟΥ 1989)

E.E. Παρ. ΙΠ(Ι) 1637 Κ.Δ.Π. 191/96 Αρ. 3067, Αριθμός 191 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟΣ (ΝΟΜΟΣ 207 ΤΟΥ 1989)

Σχέδιο ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) ΑΡΙΘ. /.. ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της [ ]

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ι. Βασικές έννοιες ΙΙ. Ευρεσιτεχνία Α. Γενικά

ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΗ ΑΠΟ ΟΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ Ι ΡΥΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΤΩN ΠΟΣΟΤΙΚΩN ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩN ΜΕΤΑΞΥ ΤΩN ΚΡΑΤΩN ΜΕΛΩN

FRANCHISE ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΟΣ FLOCAFE ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ ΣΥΝΔΕΣΜΟΥ FRANCHISE EΛΛΑΔΟΣ

ΤΟΜΕΑΣ ΑΣΤΙΚΟΥ, ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΚΑΙ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ

Αριθμός Διακήρυξης: XXXX

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΒΙΒΛΙΟΥ «Επιτομή Γενικού Διοικητικού Δικαίου» του Απ. Γέροντα, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα - Θεσσαλονίκη 2014

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

E.E. Παρ. I (I), Αρ. 2721, Ν. 5ί(Ι)/92

H Εταιρεία στα πλαίσια του συστήματος Franchise που έχει αναπτύξει, προσφέρει στον συνεργάτη: ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ FRANCHISE

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ.. VI ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ..IX 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΑ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗΣ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ...

ΙΙ. Ευρεσιτεχνία Α. Γενικά 1. Τεχνικές επινοήσεις Δίκαιο ευρεσιτεχνίας Δικαίωμα ευρεσιτεχνίας Δικαίωμα στην εφεύρεση...

Οι λειτουργίες του Μάρκετινγκ, η διανομή& οι μεσάζοντες

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ H ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ ΩΣ ΚΡΑΤΙΚΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ

(Ανακοινώσεις) ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΑ ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ, ΤΑ ΛΟΙΠΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ Ν.Ο.Π.Ε. ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΙΚΑΙΟΥ

EIOPA-17/651 4 Οκτωβρίου 2017

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) (5) Η πιθανότητα τα εν λόγω αποτελέσματα βελτίωσης της αποδοτικότητας

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙV Σύμβαση Εμπιστευτικότητας

(Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση) ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. της 14ης Μαιον 1991

ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ ΥΠ ΑΡΙΘΜ. 4/2013. Τροποποίηση Κανονισµού Αδειών Πετρελαιοειδών Προϊόντων. Η Ρυθµιστική Αρχή Ενέργειας

ΚΟΙΝ: α) Γρ. κ. Υπουργού β) Γρ. κ. Υφυπουργού γ) Γρ. κας Γεν. Γραμματέως

Η ΟΔΗΓΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ (MIFID)

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 26/2004

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΤΡΙΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 20ής ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1998 ΑΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

ΝΟΜΟΣ 2819/2000(ΦΕΚ 84 Α /15 Mαρτίου 2000)

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ Του σωματείου με την επωνυμία «ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ» Άρθρο 1 Πεδίο Εφαρμογής

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4135, 18/7/2007

ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΡΑΤΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ. Κέντρο Διεθνούς & Ευρωπαϊκού Οικονομικού Δικαίου (ΚΔΕΟΔ) Μονάδα Κρατικών Ενισχύσεων (ΜοΚΕ)

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ. Δίκαιο είναι το σύνολο των ετερόνομων κανόνων που ρυθμίζουν με τρόπο υποχρεωτικό την κοινωνική συμβίωση των ανθρώπων.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Σύμβαση εξηρτημένης εργασίας

Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΔΕΣΠΟΖΟΥΣΑΣ ΘΕΣΗΣ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕ ΔΥΝΑΜΗ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ. Ευανθία Τσίρη, Partner Ευθυμία Αρματά, Associate

Επίσημη Εφημερίδα C 130. της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ανακοινώσεις και Πληροφορίες. Ανακοινώσεις. 53ο έτος 19 Μαΐου Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Ημερ: Αρ. Πρωτ.:1571 Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων Λεωφ. Κηφισίας 60, Μαρούσι Αθήνα, ΤΚ 15125

Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Εργασιακά Θέματα. Καταχρηστική καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου εκ μέρους του εργοδότη

Επιχειρήσεις Ενεργειακών Υπηρεσιών Θεσμικό πλαίσιο και προοπτικές

FRANCHISE - ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΕΣΤΙΑΣΗΣ ΑΠΟΨΕΙΣ & ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΚΑΤΑNΑΛΩΤΩΝ

837 Κ.Δ.Π. 207/2000. Αριθμός 207 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟΣ (ΝΟΜΟΙ 207 ΤΟΥ 1989, 111(1) ΤΟΥ 1999 ΚΑΙ 87(1) ΤΟΥ 2000)

Κατόπιν διαβουλεύσεων µε τη συµβουλευτική επιτροπή για τις περιοριστικές πρακτικές και τις δεσπόζουσες θέσεις,

Οι διατάξεις της εμπορικής αντιπροσωπείας και το ζήτημα της αναλογικής εφαρμογής τους στη

ΣΧΕ ΙΟ. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (EK) αριθ. /.. ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

1. Το παρόν Διάταγμα θα αναφέρεται ως το περί Εξαιρέσεων κατά Κατή Συνοπτικός γορίες (Συμπόνιες Εξειδίκευσης) Διάταγμα του 2002.

Θέμα: «Δημόσια Διαβούλευση Κώδικα Προμήθειας Ηλεκτρικής Ενέργειας».

Καταχρηστικές ρήτρες σε συµβάσεις: Τι πρέπει να προσέχουν οι αγοραστές ακινήτων

ΓΝΩΜΟΛΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

RΕ/ΜΑΧ EUROPE ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ

ΟΔΗΓΙΑ 2009/24/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Τεχνολογία και Καινοτομία - Οικονομική Επιστήμη και Επιχειρηματικότητα

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΑΠ 296/2001

2.2. Ο Καθορισμός του Εφαρμοστέου Δικαίου στις Συμβατικές Ενοχές / Ο

Αθήνα, 20 Ιουνίου 2019 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΝΠΔΔ. Αριθ. Πρωτ Προς: Φαρμακευτικός Σύλλογος Τριχωνίδας

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Διαφάνεια των όρων της σύµβασης µεταξύ καταναλωτή (επιλέγοντα πελάτη) και παρόχου υπηρεσιών στον τοµέα της ενέργειας.

Γενική Εισαγωγή αρ. 1. Η ανάγκη προστασίας του καταναλωτή Η ειδική νομοθεσία Σύντομη κριτική επισκόπηση 20-26

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος...V Συντομογραφίες...XV Βιβλιογραφία (επιλογή)... XIX

Άδεια Χρήσης Λογισμικού και Εφαρμογών. Η παρακάτω άδεια χρήσης ισχύει για όλες τις εφαρμογές της ΑΤΤΑΙΝ

Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΧΡΗΣΗΣ

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ (αριθ. 7)

Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 3 η. Νικόλαος Καρανάσιος

ΕΤΗΣΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΑΚΤΟΡΩΝ INTERNATIONAL LIFE Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΡΟΛΟΥ ΤΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΗ

Δείκτης επιχειρησιακών ευκαιριών. Βαθμός πολιτικού κινδύνου. Βαθμός ανταγωνισμού

ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΣΗ ΟΛΟΚΛΗΡΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟΥ ΚΟΥΜΠΙΟΥ I ACCEPT ( ΑΠΟΔΟΧΗ ), ΔΗΛΩΝΕΤΕ ΟΤΙ ΣΥΜΦΩΝΕΙΤΕ ΝΑ ΔΕΣΜΕΥΤΕΙΤΕ ΑΠΟ ΤΗΝ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Πρόλογος. Συντομογραφίες. Βιβλιογραφία ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ - ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΕΦΕΥΡΕΣΕΩΝ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ.

«ΠΛΑΣΤΙΚΑ ΘΡΑΚΗΣ Α.Β.Ε.Ε.» ΑΡ.Γ.Ε.ΜΗ ΕΚΤΑΚΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ της 2 ας Νοεμβρίου 2017, ημέρα Πέμπτη και ώρα 12:30

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΣΥΓΚΡΟΥΣΕΩΣ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ CONFLICT OF INTEREST POLICY

3. Πολιτική και διαδικασίες διακυβέρνησης προϊόντων (1η, 2η, 3, 4η και 12η κατευθυντήριες γραμμές)

Εργασιακά Θέματα. Συμβάσεις ορισμένου χρόνου

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πηγές Συντακτική ομάδα

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΔΙΚΑΙΟΧΡΗΣΗΣ (FRANCHISING) ΣΤΟ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΙΔΙΩΣ Η ΡΗΤΡΑ ΜΕΤΑΣΥΜΒΑΤΙΚΗΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ Η εργασία υποβάλλεται για τη μερική κάλυψη των απαιτήσεων με στόχο την απόκτηση Μεταπτυχιακού Διπλώματος στο ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΜΠΑΡΑΤΑ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2008

2

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ ΑΚ Αστικός Κώδικας ΑΠ Άρειος Πάγος Αρμ. Αρμενόπουλος βλ. Βλέπε γνμδ. Γνωμοδότηση ΓΟΣ Γενικοί Όροι Συναλλαγών ΔΕΕ Δίκαιο Επιχειρήσεων και Εταιριών ΔΕΚ Δικαστήριο Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΕΑ Επιτροπή Ανταγωνισμού Ε.Ε.Ε.Κ. Επίσημη Εφημερίδα Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων εδ. Εδάφιο ΕΕμπΔ Επιθεώρηση Εμπορικού Δικαίου ΕΚ Ευρωπαϊκή Κοινότητα ΕλλΔνη Ελληνική Δικαιοσύνη ΕπισκΕΔ Επισκόπηση Εμπορικού Δικαίου επ. Επόμενα ΕρμΑΚ Ερμηνεία Αστικού Κώδικα ΕφΑθ Εφετείο Αθηνών ΚΠολΔ Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας ΜΠρΑθ Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών ν. Νόμος ν.δ. Νομοθετικό Διάταγμα ΝοΒ Νομικό Βήμα ΟλΑΠ Ολομέλεια Αρείου Πάγου ο.π. Όπου παραπάνω παρ. Παράγραφος π.δ. Προεδρικό Διάταγμα ΠΠρΑθ Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών σελ. Σελίδα Σ Σύνταγμα στοιχ. Στοιχείο ΣυνθΕΚ Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας 3

4

Στον πατέρα μου 5

6

Πρόλογος Στόχος της παρούσας μελέτης είναι η εξέταση των βασικότερων σημείων και των σπουδαιότερων όρων της σύμβασης franchising (δικαιόχρησης) υπό το πρίσμα του κοινοτικού Κανονισμού 2790/1999 «για την εφαρμογής του άρθρου 81 παρ. 3 της συνθήκης σε ορισμένες κατηγορίες κάθετων συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών», με ιδιαίτερη έμφαση στη ρήτρα απαγόρευσης μετασυμβατικού ανταγωνισμού. Παρουσιάζεται, επίσης, η αντιμετώπιση της σύμβασης δικαιόχρησης από το εθνικό μας δίκαιο κυρίως μέσα από την παράθεση αποφάσεων των δικαστηρίων και της Επιτροπής Ανταγωνισμού, δεδομένου ότι δεν υφίσταται καμία νομοθετική ρύθμιση που να αφορά στο franchising. Θεσσαλονίκη, Δεκέμβριος 2008 Μπαράτα Αθ. Αγγελική 7

8

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Α. Eισαγωγή... 13 Ι. Γενικά για τα συστήματα διανομής...13 ΙΙ. Περιορισμοί του ελεύθερου ανταγωνισμού στα συστήματα διανομής 14 ΙΙΙ. Ορισμός και μορφές κάθετων συμπράξεων...17 Β. Η εννοιολογική προσέγγιση του franchising... 19 I. Ορισμός της σύμβασης δικαιόχρησης...19 1. Νομική προσέγγιση του ζητήματος...19 2. Οικονομική θεώρηση του franchising...22 ΙΙ. Διάκριση της σύμβασης δικαιόχρησης από άλλες συμβάσεις διανομής23 1. Franchising και εμπορική αντιπροσωπεία...23 2. Franchising και σύμβαση αποκλειστικής διανομής...26 3. Franchising και σύμβαση επιλεκτικής διανομής...27 4. Franchising και σύμβαση παραχώρησης άδειας χρήσης και εκμετάλλευσης δικαιωμάτων σε άυλα αγαθά (licencing)...29 ΙΙΙ. Νομικός χαρακτήρας της σύμβασης franchising...30 1. Αμφοτεροβαρής, ανώνυμη, ενοχική, εμπορικού χαρακτήρα, διαρκής σύμβαση...30 2. Μικτή σύμβαση...33 3. Σύμβαση πλαίσιο...34 4. Σύμβαση προσχώρησης...35 IV. Μορφές της σύμβασης franchising...36 V. Πλεονεκτήματα της σύμβασης δικαιόχρησης...41 Γ. Η νομική διάσταση του franchising βάσει του κοινοτικού και του εθνικού δικαίου ανταγωνισμού... 43 Ι. Franchising και κοινοτικό δίκαιο ανταγωνισμού...43 1. Η αντιμετώπιση της σύμβασης δικαιόχρησης πριν τη θέσπιση του Κανονισμού 2790/1999...43 2. Ο Κανονισμός 2790/1999 «για την εφαρμογή του άρθρου 81 παρ. 3 της Συνθήκης σε ορισμένες κατηγορίες κάθετων συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών»...45 α. Το μερίδιο αγοράς ως κριτήριο εφαρμογής του Κανονισμού...46 β. Πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού...48 9

γ. Περιορισμοί ιδιαίτερης σοβαρότητας (άρθρο 4)...55 δ. Περιορισμοί εκτός ομαδικής απαλλαγής (άρθρο 5)...64 ε. Άρση του ευεργετήματος της ομαδικής απαλλαγής...66 στ. Κήρυξη του Κανονισμού ανεφάρμοστου...68 3. Οι ιδιαίτερες προβλέψεις των Κατευθυντήριων Γραμμών για τη σύμβαση δικαιόχρησης...68 α. Έννοια και βασικά στοιχεία της σύμβασης franchising...68 β. Τεχνογνωσία του δότη...70 γ. Απαλλασσόμενες υποχρεώσεις των συμβαλλομένων μερών...71 4. Ατομική εξαίρεση με βάση το αρ.81 παρ.3 ΣυνθΕΚ...75 α. Η εφαρμογή του άρθρου 81 παρ.3 ΣυνθΕΚ σε μη καλυπτόμενες από την ομαδική απαλλαγή κάθετες συμφωνίες κατά τις Κατευθυντήριες Γραμμές της Επιτροπής...76 β. Διαδικασία...77 5. Νομολογία...78 II. H σύμβαση δικαιόχρησης στο εθνικό δίκαιο ανταγωνισμού...81 1. Γενικά...81 2. Ειδικότερα για τις συμβάσεις franchising...83 3. Αποφάσεις των εθνικών δικαστηρίων και της Επιτροπής Ανταγωνισμού επί συμβάσεων franchising...86 Δ. Η ρήτρα παράλειψης ανταγωνισμού έναντι του δότη μετά τη λύση της σύμβασης δικαιόχρησης... 95 Ι. Η υποχρέωση μη άσκησης ανταγωνισμού σύμφωνα με τον Κανονισμό 2790/1999...95 ΙΙ. Μετασυμβατική απαγόρευση ανταγωνισμού και μετασυμβατική υποχρέωση εχεμύθειας : Οριοθέτηση της έννοιας και της λειτουργίας τους...98 ΙΙΙ. Όροι και προϋποθέσεις εγκυρότητας της ρήτρας απαγόρευσης μετασυμβατικού ανταγωνισμού βάσει του ισχύοντος κοινοτικού νομοθετικού πλαισίου...102 IV. Διάκριση μεταξύ απαγόρευσης άσκησης συμβατικού και μετασυμβατικού ανταγωνισμού...111 V. Η υποχρέωση μη άσκησης μετασυμβατικού ανταγωνισμού στο πλαίσιο του εθνικού δικαίου...113 10

1. Έλεγχος περιεχομένου της ρήτρας μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού...116 2. Δυνατότητα περιστολής μετασυμβατικού ανταγωνισμού του λήπτη απευθείας από το νόμο (χωρίς συμβατική πρόβλεψη)...120 3. Ειδικά η περίπτωση πράξεων ανταγωνισμού από πρώην λήπτη που συνάπτει σύμβαση εξαρτημένης εργασίας...122 4. Ο υπέρμετρος χαρακτήρας των συμβατικών περιορισμών και η συνέπειά του : ολική ακυρότητα της ρήτρας ή διατήρηση του κύρους της με αναγωγή στο προσήκον μέτρο;...123 5. Δυνατότητα αποδέσμευσης από έγκυρη ρήτρα μετασυμβατικής απαγόρευσης ανταγωνισμού...125 6. Έννομες συνέπειες της παράβασης της υποχρέωσης μη άσκησης μετασυμβατικού ανταγωνισμού...128 α. Αξιώσεις του δότη λόγω παραβίασης συμβατικής υποχρέωσης...128 β. Αξιώσεις του δότη λόγω αθέμιτου ανταγωνισμού...129 γ. Αξιώσεις του δότη λόγω ειδικών δικαιωμάτων...131 7. Δικονομική προστασία του δότη...132 α. Λήψη ασφαλιστικών μέτρων...132 β. Οριστική δικαστική προστασία...132 VI. Νομολογία...133 Ε. Ο θεσμός των ασφαλιστικών μέτρων στα πλαίσια του δικαίου του ελεύθερου ανταγωνισμού... 139 Ι. Γενικά...139 ΙΙ. Προσωρινή προστασία και ελεύθερος ανταγωνισμός στα πλαίσια του Κοινοτικού Δικαίου...140 ΙΙΙ. Προσωρινή προστασία στο σύστημα του ν.703/77...142 1. Η δομή της διάταξης της παρ.5 άρθρου 9 ν.703/77...142 2. Προϋποθέσεις εφαρμογής της παρ.5 άρθρου 9 ν.703/77...143 α. Τυπικές προϋποθέσεις και διαδικασία...143 β. Ουσιαστικές προϋποθέσεις...147 3. Το περιεχόμενο των ασφαλιστικών μέτρων...149 4. Η απόφαση επί των ασφαλιστικών μέτρων...149 5. Το ένδικο μέσο της προσφυγής κατά απόφασης της Επιτροπής Ανταγωνισμού...150 11

IV. Ασφαλιστικά μέτρα που τείνουν στη συνέχιση των συμβάσεων δικαιόχρησης...151 1.Τακτική καταγγελία...152 α. Προθεσμία της καταγγελίας...152 β. Άκαιρη ή άδικη καταγγελία...153 γ. Άκυρη καταγγελία...154 2.Έκτακτη Καταγγελία...155 3. Λήψη ασφαλιστικών μέτρων - Επιφυλάξεις και περιορισμοί, ιδίως δυνάμει του άρθρου 692 4 ΚΠολΔ...158 V. Νομολογία...161 ΣΤ. Παθολογική εξέλιξη και λύση της σύμβασης δικαιόχρησης165 Ι. Δυνατότητα υπαναχώρησης...165 ΙΙ. Η κατά το άρθρο 388 ΑΚ λύση της σύμβασης λόγω απρόοπτης μεταβολής των συνθηκών...166 ΙΙΙ. Αυτόματη λύση της σύμβασης...167 IV. Λύση με κοινή συμφωνία...168 V. Υποχρέωση αποζημίωσης...168 1. Υποχρέωση αποζημίωσης μετά από την άσκηση τακτικής ή έκτακτης καταγγελίας...168 2. Υποχρέωση αποζημίωσης από διαπραγματεύσεις ή από αδικοπραξία170 3. Υποχρέωση αποζημίωσης πελατείας...170 4. Αξίωση αδικαιολόγητου πλουτισμού...174 VI. Υποχρέωση απόδοσης...175 VII. Υποχρέωση παράλειψης...176 VIII. Εκτέλεση εκκρεμών παραγγελιών...176 ΙΧ. Ανάληψη των αδιάθετων αποθεμάτων...177 Ζ. Επίλογος... 179 Βιβλιογραφία Αρθρογραφία... 181 12

Α. Eισαγωγή Ι. Γενικά για τα συστήματα διανομής Στο πλαίσιο του ανταγωνισμού των εμπορικών επιχειρήσεων για την προώθηση και επικράτηση των προϊόντων ή υπηρεσιών τους σε νέες αγορές, η ορθολογική εντατικοποίηση των προσπαθειών τους μπορεί να επιβάλλει παράλληλα με τη χρησιμοποίηση του προσωπικού τους, την ίδρυση υποκαταστημάτων ή θυγατρικών επιχειρήσεων και μια ενδιάμεση μορφή επέκτασης της εμπορικής τους δραστηριότητας, τη χρησιμοποίηση από τον έμπορο τρίτων ανεξάρτητων συνεργατών - επιχειρήσεων. Οι συνεργάτες διανομής ενεργούν ως ανεξάρτητα, βοηθητικά του εμπόρου πρόσωπα, στα οποία ειδικότερα ανατίθεται η προώθηση των προϊόντων και υπηρεσιών της επιχείρησης στους τελικούς καταναλωτές, η δημιουργία και διατήρηση δηλαδή επαρκούς ζήτησης για τα αγαθά ή τις υπηρεσίες της τελευταίας, καθώς και η ικανοποίηση αυτής της ζήτησης με τη βοήθεια ενός δικτύου διανομής των προσφερόμενων προϊόντων ή υπηρεσιών. Με τον τρόπο αυτό δημιουργείται το «σύστημα ή δίκτυο διανομής» 1 της εμπορικής επιχείρησης, το οποίο αποτελεί ένα σύστημα προώθησης των προϊόντων ή υπηρεσιών της στον τελικό αποδέκτη. Στην κορυφή του συστήματος αυτού βρίσκεται η εμπορική επιχείρηση, από την οποία προέρχονται τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες και η οποία αποτελεί τον εμπνευστή και θεματοφύλακα της οργανωτικής δομής, της στρατηγικής και των μεθόδων πωλήσεων που οι συνεργάτες της επιχείρησης υποχρεούνται να ακολουθήσουν. Η οργάνωση του συστήματος διανομής επιτυγχάνεται με τη σύναψη διαφόρων κατηγοριών συμβάσεων διαρκείας μεταξύ αφενός της εμπορικής επιχείρησης και αφετέρου τρίτων νομικά ανεξάρτητων επιχειρήσεων ή επαγγελματιών που ασκούν διαμεσολαβητικές υπηρεσίες. Οι συμβάσεις αυτές δεν είναι πάντοτε εκ των προτέρων καθορισμένες, ενώ συχνά εμφανίζονται στις εμπορικές συναλλαγές νέες μορφές συμβάσεων, εξαιτίας της συνεχιζόμενης διαμόρφωσης των μεθόδων πώλησης και των τρόπων οργάνωσης σε δίκτυα. Ανάλογα 1 Για τα συστήματα διανομής βλ. ενδεικτικά Αυγητίδη Δημ., Συστήματα διανομής και αποζημίωση πελατείας, ΧρΙΔ Α/2001, σελ. 590επ. 13

με τις ανάγκες της εμπορικής επιχείρησης και την ιδιομορφία του συστήματος διανομής, η σχέση των συνεργαζόμενων επιχειρήσεων εμφανίζεται συνήθως με τη μορφή της συμβάσεως εμπορικής αντιπροσωπείας, αποκλειστικής ή επιλεκτικής διανομής ή συμβάσεως δικαιόχρησης (γνωστής ως franchising). ΙΙ. Περιορισμοί του ελεύθερου ανταγωνισμού στα συστήματα διανομής Οι περιορισμοί του ανταγωνισμού που συνήθως εντάσσονται στις συμφωνίες μεταξύ προμηθευτών από τη μια πλευρά και εμπορικών αντιπροσώπων ή διανομέων ή ληπτών Franchising από την άλλη, ανήκουν στη γενικότερη κατηγορία των λεγόμενων «κάθετων περιορισμών» (vertical restaints), οι οποίοι αποτέλεσαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες ένα από τα περισσότερο συζητούμενα ζητήματα στο σύγχρονο δίκαιο του ελεύθερου ανταγωνισμού. Δεν είναι ίσως υπερβολικός ο ισχυρισμός ενός στελέχους της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ότι «κανένας άλλος τομέας του δικαίου του ελεύθερου ανταγωνισμού δεν φαίνεται να έχει εξάψει περισσότερο πάθος και να έχει προκαλέσει μεγαλύτερη κατανάλωση μελάνης από τους κάθετους περιορισμούς» 2. Από πλευράς δικαίου του ελεύθερου ανταγωνισμού το ζήτημα εστιάζεται κυρίως στον έλεγχο των κάθετων περιορισμών με τη γενική ρήτρα απαγόρευσης των συμπράξεων του άρθρου 81 παρ.1 της ΣυνθΕΚ. Σύμφωνα με το άρθρο 81 παρ.1, απαγορεύονται όλες οι συμφωνίες μεταξύ επιχειρήσεων 3, εναρμονισμένες πρακτικές 4 ή αποφάσεις ενώσεων επιχειρήσεων 5 που δύνανται να επηρεάσουν το εμπόριο μεταξύ 2 Deacon, Vertical Restaints under EU Competition Law: New Directions σε Annual Proceedings of the Fordham Corporate Law Institute (ed. Barry Hawk) 1996, σελ.307. 3 Καταλαμβάνονται από το άρθρο 81 παρ.1 όλες οι συμφωνίες (συμβάσεις με τη στενή έννοια του όρου ή ακόμη και συμφωνίες κυρίων, οι οποίες δε δημιουργούν αυστηρές νομικές δεσμεύσεις) διμερείς ή πολυμερείς, γραπτές ή προφορικές. Βλ. σχετικά Κοτσίρη Λ., Δίκαιο Ανταγωνισμού (αθέμιτου και ελεύθερου), σελ.424επ., Ζιάμου, σε Σκουρή, Ερμηνεία Συνθηκών για την ΕΕ και ΕΚ, σελ.692επ., Τσοτσάνη Μ., Ερμηνεία της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, σελ.521επ. 4 Η εναρμονισμένη πρακτική δεν προϋποθέτει την ύπαρξη «συμβάσεως» με τη στενή έννοια του όρου αλλά το κρίσιμο στοιχείο της έννοιάς της είναι ο εν τοις πράγμασι συντονισμός της επιχειρηματικής δράσης των επιχειρήσεων, που είναι αποτέλεσμα ηθελημένης ή αποδεκτής έστω συνεργασίας. Βλ. σχετικά Καρύδη Γ., Ευρωπαϊκό Δίκαιο Επιχειρήσεων και Ανταγωνισμού, σελ.103επ., Κοτσίρη Λ., Δίκαιο Ανταγωνισμού (αθέμιτου και ελεύθερου), σελ.433επ., Ζιάμου, ο.π., σελ.697επ. 5 Οι αποφάσεις είναι δικαιοπραξίες που βάσει συμπτώσεως των δηλώσεων βουλήσεως τουλάχιστον μιας πλειοψηφίας, ρυθμίζουν δεσμευτικώς τις σχέσεις μεταξύ των συνδεομένων δυνάμει υπάρχουσας οργανωτικής έννομης σχέσεως. Βλ. Κοτσίρη Λ., Δίκαιο Ανταγωνισμού (αθέμιτου και ελεύθερου), σελ.429επ., Ζιάμου, ο.π., σελ.696επ. 14

κρατών-μελών και που έχουν ως αντικείμενο ή αποτέλεσμα τον περιορισμό του ανταγωνισμού εντός της κοινής αγοράς 6. Πράγματι, οι περιορισμοί που επιβάλλονται από τον παραγωγό (προμηθευτή) στον εμπορικό αντιπρόσωπο, το διανομέα ή το δικαιδόχο συνιστούν περιορισμό της ανταγωνιστικής ελευθερίας μιας αυτόνομης επιχείρησης και δυνατόν να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της γενικής απαγόρευσης των συμπράξεων που έχουν ως αντικείμενο ή αποτέλεσμα τον περιορισμό του ανταγωνισμού αλλά ενδεχομένως και στο πεδίο της απαγόρευσης καταχρηστικής εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης του προμηθευτή. Οι περιορισμοί μπορεί να αφορούν τόσο τον τρόπο διαμόρφωσης του συστήματος διανομής όσο και τον τρόπο λειτουργίας της επιχείρησης του διανομέα ή αντιπροσώπου. Στους πρώτους ανήκουν κυρίως οι περιορισμοί που αναφέρονται στη γεωγραφική περιοχή, στην οποία ασκεί τις δραστηριότητές του ο εμπορικός αντιπρόσωπος ή διανομέας (γεωγραφικοί περιορισμοί), καθώς και εκείνοι που απαγορεύουν στο διανομέα ή αντιπρόσωπο να πωλεί σε ορισμένους πελάτες ή κατηγορίες πελατών (πελατειακοί περιορισμοί). Ιδιαίτερη θέση μεταξύ των περιορισμών που αναφέρονται στον τρόπο λειτουργίας της επιχείρησης του διανομέα κατέχουν αυτοί που έχουν σχέση με τη διαμόρφωση της τιμολογιακής πολιτικής του (καθορισμός τιμής μεταπώλησης, καθορισμός ανώτατης τιμής, ενδεικτικές τιμές κ.α.). Υπό ποιες προϋποθέσεις οι κάθετοι περιορισμοί συνιστούν απαγορευμένες συμπράξεις, είναι ζήτημα στάθμισης συμφερόντων των προμηθευτών από τη μια πλευρά, των συμφερόντων των εμπορικών αντιπροσώπων, διανομέων και δικαιοδόχων από την άλλη, αλλά και των ανεξάρτητων εμπόρων και καταναλωτών. Η στάθμιση των συμφερόντων αυτών πραγματοποιείται με γνώμονα την προστασία του ανταγωνισμού με τη διπλή διάσταση της, δηλαδή την προστασία της ανταγωνιστικής 6 Το άρθρο 81 παρ.1 ΣυνθΕΚ περιέχει μια ενδεικτική απαρίθμηση απαγορευμένων συμπράξεων και πρακτικών, οι οποίες είναι εκείνες οι οποίες συνίστανται: α) στον άμεσο ή έμμεσο καθορισμό των τιμών αγοράς ή πωλήσεως ή άλλων όρων συναλλαγής, β) στον περιορισμό ή στον έλεγχο της παραγωγής, της διάθεσης, της τεχνολογικής αναπτύξεως ή των επενδύσεων, γ) στην κατανομή των αγορών ή των πηγών εφοδιασμού, δ) στην εφαρμογή άνισων όρων επί ισοδύναμων παροχών, έναντι των εμπορικώς συναλλασσομένων, με αποτέλεσμα να περιέρχονται αυτοί σε μειονεκτική θέση στον ανταγωνισμό, ε) στην εξάρτηση της συνάψεως συμβάσεων από την αποδοχή εκ μέρους των συναλλασσομένων, προσθέτων παροχών που εκ φύσεως ή σύμφωνα με τις εμπορικές συνήθειες δεν έχουν σχέση με το αντικείμενο των συμβάσεων αυτών. 15

ελευθερίας των υποκειμένων της αγοράς αφενός και της ελευθερίας του ανταγωνισμού ως θεσμού αφετέρου 7. Καθίσταται επομένως σαφές ότι η απαγόρευση του άρθρου 81 παρ.1 ΣυνθΕΚ δεν έχει απόλυτο χαρακτήρα αλλά υπόκειται σε εξαιρέσεις, αφού ο ανταγωνισμός δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά μέσο για την εξυπηρέτηση των ανθρώπινων αναγκών, δηλαδή σε τελική ανάλυση του κοινωνικού συνόλου. Με γνώμονα την επίτευξη του στόχου αυτού, ο κοινοτικός νομοθέτης παράλληλα με την απαγόρευση του άρθρου 81 παρ.1 ΣυνθΕΚ, αναγνωρίζει με την παρ.3 του ίδιου άρθρου το μηχανισμό της «ατομικής απαλλαγής» 8. Είναι δηλαδή πιθανόν οι απαγορευμένες κατά την παρ.1 του άρθρου 81 συμπράξεις να είναι πάρα ταύτα απαραίτητες για την εξυπηρέτηση του σκοπού του νόμου, εφόσον συμβάλλουν στη βελτίωση της παραγωγής ή της διανομής των προϊόντων ή στην προώθηση της οικονομικής ή τεχνικής προόδου, εξασφαλίζοντας στους καταναλωτές εύλογη συμμετοχή στην προκύπτουσα ωφέλεια και εφόσον επιβάλλουν τους αναγκαίους μόνο περιορισμούς ανταγωνισμού και δεν καταργούν τον ανταγωνισμό σε σημαντικό τμήμα της οικείας αγοράς. Πέραν της ατομικής απαλλαγής, η παρ.3 του άρθρου 81 ΣυνθΕΚ προβλέπει ότι οι διατάξεις της παρ.1 του ίδιου άρθρου μπορούν να κηρυχθούν ανεφάρμοστες και σε κατηγορίες συμφωνιών, αποφάσεων ενώσεων επιχειρήσεων ή εναρμονισμένων πρακτικών. Η κήρυξη του ανεφαρμόστου προκύπτει στην περίπτωση αυτή από τις κανονιστικές διατάξεις «ομαδικής απαλλαγής», που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 83 ΣυνθΕΚ 9 και με τις οποίες ορίζονται τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει μια σύμπραξη, για να θεωρηθεί ότι ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις παρέκκλισης της παρ.3 του άρ.81. 7 Βλ. Τζουγανάτο Δημ., Οι συμφωνίες αποκλειστικής και επιλεκτικής διανομής στο δίκαιο του ανταγωνισμού (ελεύθερου και αθέμιτου), σελ.7-8. 8 Ειδικότερα για την ατομική εξαίρεση στο ελληνικό δίκαιο ανταγωνισμού βλ. Δρυλλεράκη, Η εξαίρεση από την απαγόρευση συμπράξεων, σε Σχινά, Προστασία του Ελεύθερου Ανταγωνισμού (Η Πρακτική της ΕΠΑ/ΕΑ), σελ.167επ. 9 Άρθρο 83 ΣυνθΕΚ: Οι αναγκαίοι κανονισμοί ή οδηγίες για την εφαρμογή των αρχών που αναφέρονται στα άρθρα 81 και 82 θεσπίζονται από το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία προτάσει της Επιτροπής και κατόπιν διαβουλεύσεως με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. 16

ΙΙΙ. Ορισμός και μορφές κάθετων συμπράξεων Ως κάθετες συμπράξεις νοούνται οι συμφωνίες ή οι εναρμονισμένες πρακτικές μεταξύ δύο ή περισσότερων επιχειρήσεων, κάθε μία εκ των οποίων δραστηριοποιείται για το σκοπό της συμφωνίας σε διαφορετικό επίπεδο της αλυσίδας παραγωγής ή διανομής και οι οποίες (συμπράξεις) έχουν ως αντικείμενο τον καθορισμό των όρων και προϋποθέσεων υπό τις οποίες τα μέρη μπορούν να προμηθεύονται, να πωλούν ή να μεταπωλούν ορισμένα αγαθά ή υπηρεσίες 10. Οι κύριες μορφές κάθετων συμπράξεων είναι οι ακόλουθες: Οι συμφωνίες αποκλειστικής διανομής προϊόντων, με τις οποίες ο προμηθευτής αναλαμβάνει την υποχρέωση απέναντι στον αποκλειστικό διανομέα να μην προμηθεύει στη συγκεκριμένη γεωγραφική ζώνη τα συμβατικά προϊόντα σε άλλη επιχείρηση με σκοπό τη χρήση ή τη μεταπώλησή τους. Οι συμφωνίες επιλεκτικής διανομής, με τις οποίες ο προμηθευτής διαθέτει τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που αναφέρονται στη σύμβαση μέσω επιλεγμένων μεταπωλητών με βάση προκαθορισμένα ποιοτικά και αντικειμενικά κριτήρια και εφόσον οι διανομείς αυτοί αναλαμβάνουν την υποχρέωση να μην πωλούν τα εν λόγω αγαθά ή υπηρεσίες σε μη εξουσιοδοτημένους μεταπωλητές. Οι συμφωνίες δικαιόχρησης (franchising), που αποτελούν ένα σύνθετο σύστημα διανομής προϊόντων ή υπηρεσιών, στα πλαίσια του οποίου ο δικαιοπάροχος παρέχει έναντι αμοιβής ή τελών άδειες εκμετάλλευσης σημάτων και τεχνογνωσίας για την πώληση των συμβατικών αγαθών ή / και υπηρεσιών. Οι συμφωνίες αποκλειστικής κατανομής πελατείας, στα πλαίσια των οποίων ο προμηθευτής συμφωνεί να πωλεί τα προϊόντα του μόνο σε ένα διανομέα με σκοπό τη μεταπώλησή τους σε ένα συγκεκριμένο κύκλο πελατών. Οι συμφωνίες αποκλειστικής διάθεσης, οι οποίες αποτελούν την ακραία μορφή περιορισμένης διανομής όσον αφορά το όριο για τον αριθμό των αγοραστών. Στις συμφωνίες αυτές καθορίζεται ότι υπάρχει μόνο ένας 10 Βλ. άρθρο 2 Κανονισμού 2790/1999 της Επιτροπής για την εφαρμογή του άρθρου 81 παρ. 3 ΣυνθΕΚ σε ορισμένες κατηγορίες κάθετων συμπράξεων και εναρμονισμένων πρακτικών, EE L 336, 29.12.1999, σελ. 21. 17

αγοραστής στον οποίο ο προμηθευτής πωλεί ένα συγκεκριμένο τελικό αγαθό ή υπηρεσία. Οι συμφωνίες αποκλειστικής προμήθειας, στα πλαίσια των οποίων ο διανομέας δεσμεύεται να προμηθεύεται τα συμβατικά προϊόντα που μεταπωλεί αποκλειστικά από ένα συγκεκριμένο προμηθευτή. 18

Β. Η εννοιολογική προσέγγιση του franchising 11 I. Ορισμός της σύμβασης δικαιόχρησης Η εννοιολογική προσέγγιση του franchising παρουσιάζει μεγάλες και σημαντικές δυσκολίες υπό την έννοια ότι ο όρος αυτός στη σύγχρονη οικονομική ζωή είναι όρος μανδύας 12 κάτω από τον οποίο υπάρχουν και αναπτύσσονται ποικίλες σχέσεις, όπως π.χ. η παραχώρηση άδειας χρήσης και εκμετάλλευσης δικαιωμάτων βιομηχανικής και πνευματικής ιδιοκτησίας, αλλά και τεχνογνωσίας από το δότη στο λήπτη, η ένταξη του τελευταίου στο σύστημα franchising του δότη και η συνεχής υποστήριξή του, η πληρωμή από το λήπτη στο δικαιοπάροχο χρηματικών ποσών, η πώληση προϊόντων ή / και η παροχή υπηρεσιών κλπ. Αποτέλεσμα, δε, αυτής της δυσκολίας είναι και η μεγάλη ποικιλία ορισμών τόσο νομικών όσο και οικονομικών. 1. Νομική προσέγγιση του ζητήματος Από νομική άποψη, μπορούμε να ορίσουμε το franchising ως σύμβαση διαρκούς συνεργασίας μεταξύ δύο ανεξάρτητων 13 επιχειρήσεων, βάσει της οποίας η μια 11 Η σύμβαση franchising, όπως και άλλες συμβάσεις της σύγχρονης οικονομικής ζωής π.χ. οι συμβάσεις leasing, forfaiting, factoring, merchandising, management κλπ., είναι μορφώματα του Αγγλοαμερικάνικου Δικαίου (Common Law) και έχει επικρατήσει διεθνώς να αναφέρονται στην αγγλική γλώσσα. Η απόδοση των όρων franchising, franchisor, franchisee στα ελληνικά παρουσιάζει επιπλέον τη δυσκολία ότι αφενός μεν το franchising δεν έχει ακόμη ρυθμιστεί νομοθετικά στη χώρα μας, αφετέρου, δε, όντας ουσιαστικά ένας όρος μανδύας υπό τον οποίο λειτουργούν διάφορες συμβατικές σχέσεις δεν προσφέρεται εύκολα για ακριβόλογες γλωσσικές αποδόσεις. Η μέχρι σήμερα απόδοση του όρου franchising στα ελληνικά είναι δικαιόχρηση και των όρων franchisor και franchisee είναι δικαιοπάροχος ή δότης και δικαιοδόχος ή λήπτης αντίστοιχα. Μία άλλη πρόσφατη περιφραστική διατύπωση είναι «παραχώρηση άδειας εκμετάλλευσης στη διανομή», ενώ τέλος, μία τρίτη, πάλι περιφραστική, για τη σύμβαση franchising είναι «σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης συστήματος». Για το θέμα αυτό βλ. σχετικά και Γεωργιάδη Απ., Νέες μορφές συμβάσεων της σύγχρονης οικονομίας (1998), σελ. 25 και 187 επ., Κοζύρη Φ., Το franchising στην Ελλάδα Συγκριτικά και διεθνιστικά σχόλια, ΕλλΕΕΔ 17/1997, σελ. 149, Αλεπάκος Κ., Νομική φύση και ιδιαιτερότητες της σύμβασης δικαιόχρησης (franchising), ΝοΒ 43, σελ. 937. 12 Βλ. Κωστάκη Δ., FRANCHISING-Νομική & Επιχειρηματική διάσταση, Θεωρία Νομολογία Υποδείγματα (β έκδοση, 2002), σελ. 33. 13 Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του franchising είναι η νομική και οικονομική ανεξαρτησία του λήπτη απέναντι στο δότη. Απόρροια της ανεξαρτησίας αυτής αποτελεί το γεγονός ότι ο λήπτης είναι αποκλειστικά υπεύθυνος για τη λειτουργία της επιχείρησής του, αναλαμβάνοντας και το σχετικό επιχειρηματικό κίνδυνο αλλά και την αποκλειστική ευθύνη απέναντι στους τρίτους που συναλλάσσονται μαζί του. Στην πράξη, όμως, ο μέσος τρίτος καταναλωτής που συναλλάσσεται με ένα οποιοδήποτε κατάστημα ενός δικτύου franchising έχει τη δικαιολογημένη - τις περισσότερες φορές - πεποίθηση ότι συναλλάσσεται με το δότη. Στην περίπτωση αυτή η προστασία του καλόπιστου τρίτου 19

επιχείρηση (δικαιοπάροχος ή δότης - franchisor) παραχωρεί στην άλλη (δικαιοδόχο ή λήπτρια franchisee), για ορισμένο ή αόριστο χρονικό διάστημα έναντι άμεσου ή έμμεσου οικονομικού ανταλλάγματος 14, το δικαίωμα εκμεταλλεύσεως του λεγόμενου «συνόλου» ή «πακέτου» δικαιοχρήσεως, με σκοπό την πώληση συγκεκριμένου τύπου προϊόντων ή υπηρεσιών σε τελικούς χρήστες. Ως «πακέτο» δικαιόχρησης νοείται ένα σύνολο δικαιωμάτων βιομηχανικής ή πνευματικής ιδιοκτησίας, τα οποία αφορούν εμπορικά σήματα ή επωνυμίες, διακριτικά γνωρίσματα καταστημάτων, πρότυπα χρήσεως, σχέδια, ευρεσιτεχνίες, υποδείγματα και τεχνογνωσία ή και άλλα συμβατικά δικαιώματα, όπως δικαιώματα προμήθειας προϊόντων από συγκεκριμένους παραγωγούς, δικαιώματα χρήσεως και εκμετάλλευσης καταστημάτων, εξοπλισμού κλπ 15. Σύμφωνα, μάλιστα, με τον ορισμό του προϊσχύσαντος Κανονισμού 4087/1988 της Επιτροπής για το franchising «franchise είναι το σύνολο δικαιωμάτων μπορεί να επιτευχθεί με την εφαρμογή της θεωρίας περί «φαινόμενης αντιπροσώπευσης ή πληρεξουσιότητας». Σύμφωνα με αυτήν, ο αντιπροσωπευόμενος δότης που δεν έδωσε ρητή πληρεξουσιότητα, αλλά ακόμη ούτε γνώριζε ούτε ανέχθηκε τη συμπεριφορά του φερόμενου ως αντιπροσώπου του λήπτη, όμως αν επεδείκνυε την οφειλόμενη από τις συναλλαγές επιμέλεια θα μπορούσε να τη γνωρίζει και να την είχε εμποδίσει, ευθύνεται απέναντι στον συναλλαχθέντα με τον «αντιπρόσωπό» του τρίτο, καθόσον αυτός δικαιολογημένα με βάση την καλή πίστη και τις αντιλήψεις των συναλλαγών πίστεψε ότι στον εμφανιζόμενο ως αντιπρόσωπο είχε δοθεί πληρεξουσιότητα. Βέβαια, για να στηριχθεί η ύπαρξη πληρεξουσιότητας θα πρέπει η συμπεριφορά του αντιπροσώπου να έχει διάρκεια ή να επαναλαμβάνεται. Η προστασία του τρίτου και η αντίστοιχη ευθύνη του δότη θεμελιώνονται στις διατάξεις για την αντιπροσώπευση και πληρεξουσιότητα του ΑΚ (221 επ., 426 επ. ΑΚ) και επικουρικά στο άρθρο 281 ΑΚ. Ωστόσο, δεν τίθεται θέμα εφαρμογής των ως άνω αρχών προστασίας της φαινόμενης κατάστασης, εάν, έστω και κατά τη σύναψη της σύμβασης, γίνει αποκάλυψη του ονόματος του πραγματικού ιδιοκτήτη της επιχείρησης και ότι αυτός και όχι ο δότης συμβάλλεται μαζί του ως πωλητής. Βλ. σχετικά και 7371/2003 ΕφΑθ, ΕπισκΕΔ 2004, σελ. 438. 14 Αποτελεί κανόνα στις συμβάσεις franchising η ύπαρξη πρόβλεψης για την πληρωμή από το λήπτη στο δότη ενός συγκεκριμένου ποσού το οποίο ορίζεται ως δικαίωμα εισόδου (entry fee) στο σύστημα franchising. Η συγκεκριμένη αντιπαροχή του λήπτη αντιστοιχεί τόσο στην παροχή από το δικαιοπάροχο της άδειας χρήσης και εκμετάλλευσης του πακέτου franchising μιας επώνυμης επιχείρησης στο δίκτυο της οποίας εισέρχεται ο δικαιοδόχος, όσο και σε μια σειρά από παροχές που απαιτούνται για την αρμονική ένταξη και λειτουργία στο σύστημα franchising του δότη. Η πλειονότητα, επίσης, των συμβάσεων δικαιόχρησης προβλέπει την πληρωμή από το λήπτη στο δότη χρηματικών ποσών κατά τακτά χρονικά διαστήματα, καθ όλη τη διάρκεια της συμβατικής τους σχέσης, με τη μορφή συνήθως ποσοστών επί του κύκλου εργασιών της επιχείρησης του λήπτη μετά την αφαίρεση των σχετικών φόρων. Τα ποσά αυτά ορίζονται ως διαρκή δικαιώματα (royalties, continuing fees) και ο συνηθέστερος τρόπος υπολογισμού τους είναι υπό τη μορφή συγκεκριμένου ποσοστού επί του κύκλου εργασιών της επιχείρησης του λήπτη καταβαλλόμενο σε μηνιαία ή τριμηνιαία βάση. Τα διαρκή δικαιώματα καταβάλλονται για τη διαρκή παροχή από το δότη υπηρεσιών υποστήριξης της επιχείρησης του λήπτη, τη διαρκή ανανέωση από το δικαιοπάροχο της τεχνογνωσίας του και την εφαρμογή νέων επιχειρηματικών και οργανωτικών μεθόδων μέσα στο σύστημα franchising, έτσι ώστε η λειτουργία του να ανταποκρίνεται κάθε φορά στα νέα δεδομένα της αγοράς και η παροχή του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος στο λήπτη να είναι συνεχής, καθώς και για την επαναλαμβανόμενη περιοδικώς εκπαίδευση του δικαιοδόχου στις νέες μεθόδους λειτουργίας του συστήματος franchising. 15 Βλ. ΕφΑθ 5916/2006, ΔΕΕ 2/200 7, σελ. 221 επ., ΠΠρΑθ 6173/2007, ΔΕΕ 2008, σελ. 352, ΠΠρΑθ 1156/2003, ΔΕΕ 2004, σελ. 66, ΜΠρΘεσ/κης, Αρμ 2005, σελ. 1068, Γεωργιάδη Απ., Νέες μορφές συμβάσεων της σύγχρονης οικονομίας (2000), σελ. 193. 20

βιομηχανικής ή πνευματικής ιδιοκτησίας που αφορούν εμπορικά σήματα και επωνυμίες, πινακίδες καταστημάτων, πρότυπα χρήσεως, σχέδια, δικαιώματα αντιγραφής, τεχνογνωσίες ή διπλώματα ευρεσιτεχνίας προς εκμετάλλευση για τη μεταπώληση προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών σε τελικούς χρήστες» 16. Αμέσως μετά ο προηγούμενος Κανονισμός 4087/88 όριζε τη συμφωνία franchise ως εξής : «συμφωνία με την οποία μία επιχείρηση, ο δικαιοπάροχος, παραχωρεί στην άλλη, το δικαιοδόχο, έναντι άμεσου ή έμμεσου οικονομικού ανταλλάγματος, το δικαίωμα εκμετάλλευσης του franchise με σκοπό την εμπορία συγκεκριμένων τύπων προϊόντων ή / και υπηρεσιών. Περιλαμβάνει τουλάχιστον υποχρεώσεις που αφορούν τη χρήση κοινής επωνυμίας ή πινακίδας καταστήματος και την ενιαία εμφάνιση των χώρων ή των μεταφορικών μέσων που υπάγονται στη σύμβαση, την κοινοποίηση από το δικαιοπάροχο στο δικαιοδόχο τεχνογνωσίας, τη συνεχή παροχή εκ μέρους του δικαιοπαρόχου στο δικαιοδόχο εμπορικής και τεχνικής υποστήριξης κατά τη διάρκεια ισχύος της συμφωνίας» 17. Ο νέος Κανονισμός 2790/1999 ομαδικής απαλλαγής για τις κάθετες συμφωνίες της Επιτροπής 18 δεν περιλαμβάνει ορισμό για το franchising, οι Κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για τους κάθετους περιορισμούς 19, όμως, που τον συνοδεύουν ορίζουν ότι συμφωνίες δικαιόχρησης είναι «εκείνες οι συμφωνίες που περιλαμβάνουν άδειες εκμετάλλευσης δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, που αφορούν, πιο συγκεκριμένα, εμπορικά σήματα ή διακριτικούς τίτλους και τεχνογνωσία για τη χρήση και τη διανομή αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών. Εκτός από τις άδειες εκμετάλλευσης δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, ο δικαιοπάροχος (δότης) παρέχει συνήθως στο δικαιοδόχο (λήπτη) καθ όλη τη διάρκεια ισχύος της συμφωνίας εμπορική ή τεχνική συνδρομή, όπως υπηρεσίες εφοδιασμού, επιμόρφωση, συμβουλές σχετικά με τα ακίνητα, χρηματοοικονομικό προγραμματισμό κλπ. Η άδεια εκμετάλλευσης και η παροχή συνδρομής είναι συστατικά στοιχεία της επιχειρηματικής μεθόδου, η οποία αποτελεί αντικείμενο 16 Βλ. άρθρο 1, παρ. 3, στοιχ. α και β Κανονισμού 4087/88 της Επιτροπής και Κωστάκη Δ., FRANCHISING - Νομική & Επιχειρηματική διάσταση, Θεωρία Νομολογία Υποδείγματα (β έκδοση, 2002), σελ. 36, ο οποίος υποστηρίζει ότι «Ο συγκεκριμένος, ωστόσο, ορισμός δεν είναι απόλυτα ικανοποιητικός, καθόσον περιορίζει αισθητά την έννοια του franchising...». 17 Βλ. Σουφλερό Η., Οι συμβάσεις franchising στο ελληνικό δίκαιο και στο κοινοτικό δίκαιο ανταγωνισμού (1989), σελ. 10), ο οποίος κρίνει πως ο ορισμός των δύο αυτών εννοιών σε ξεχωριστά κείμενα είναι ορθός, καθόσον έτσι αφενός αποφεύγεται η διατύπωση ενός ενιαίου μεν αλλά μακροσκελούς και συνεπώς δυσνόητου ορισμού και αφετέρου διαχωρίζονται σαφώς οι δύο έννοιες. 18 ΕΕ L 336 της 29.12.1999, σελ. 21. 19 ΕΕ C 291 της 13.10.2000, παρ. 42 και 199. 21

της δικαιόχρησης (franchising) και μεταβιβάζεται στο δικαιοδόχο. Ο δικαιοπάροχος εισπράττει εν γένει από το δικαιοδόχο αμοιβή για τη χρήση από τον τελευταίο της συγκεκριμένης επιχειρηματικής μεθόδου» 20. 2. Οικονομική θεώρηση του franchising Από οικονομική άποψη, το franchising είναι κατά βάση μία στρατηγική ανάπτυξης και εξάπλωσης επιχειρήσεων. Συνιστά, δηλαδή, τρόπο διανομής προϊόντων ή υπηρεσιών στην καταναλωτική αγορά, ενώ βασίζεται στη συνεργασία μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων που αναπτύσσουν τη δραστηριότητά τους σε διαφορετικές βαθμίδες της αγοράς, επιτρέποντας στον παραγωγό να εγκαταστήσει ένα δίκτυο διανομής με την επωνυμία ή το σήμα του, αποφεύγοντας τις δαπάνες εγκαταστάσεως, ενώ ο δικαιοδόχος εκμεταλλεύεται την εμπειρία του δικαιοπαρόχου και διαθέτει με την έναρξη της επιχειρήσεώς του προϋπάρχουσα πελατεία 21. Ο Κώδικας Δεοντολογίας της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Franchise ορίζει το franchising ως «ένα σύστημα μάρκετινγκ αγαθών ή / και υπηρεσιών ή / και τεχνολογίας, το οποίο βασίζεται σε μία στενή και διαρκή συνεργασία μεταξύ νομικά και οικονομικά ξεχωριστών και ανεξάρτητων επιχειρήσεων, του δότη (franchisor) και των ληπτών του (franchisees), όπου ο δότης παραχωρεί στους λήπτες του το δικαίωμα και επιβάλλει την υποχρέωση να ασκούν μία επιχείρηση σύμφωνα με το δικό του σύστημα. Το δικαίωμα αυτό νομιμοποιεί και υποχρεώνει το λήπτη, αντί ενός άμεσου ή έμμεσου οικονομικού ανταλλάγματος, να χρησιμοποιεί την εμπορική επωνυμία του δότη ή / και το εμπορικό του σήμα ή / και το σήμα υπηρεσιών του, την τεχνογνωσία του, τις επιχειρηματικές και τεχνικές μεθόδους του, το διαδικαστικό του σύστημα και άλλα βιομηχανικά ή / και πνευματικά του δικαιώματα, υποστηριζόμενος από το δότη με τη συνεχή παροχή εμπορικής και τεχνικής βοήθειας, μέσα στο πλαίσιο και για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η έγγραφη σύμβαση franchising που έχει συναφθεί μεταξύ των μερών γι αυτό το σκοπό». Βασικό στοιχείο αυτού του ορισμού είναι ότι ορίζει εννοιολογικά ευθύς εξαρχής το franchising ως ένα σύστημα μάρκετινγκ. Αυτή, 20 Βλ. Κωστάκη Δ., FRANCHISING - Νομική & Επιχειρηματική διάσταση, Θεωρία Νομολογία Υποδείγματα (β έκδοση, 2002), σελ. 37, που αναφέρει ότι ο ορισμός αυτός της συμφωνίας franchise αποτελεί ουσιαστικά μία σύνθεση των ορισμών του franchise και της συμφωνίας franchise που περιλαμβάνονταν στον προηγούμενο Κανονισμό 4087/1988. 21 Βλ. ΜΠρΘεσ/κης, Αρμ 2005, σελ. 1068. 22