«ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ»



Σχετικά έγγραφα
Η ΒΡΑΧΟΣΚΕΠΗ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΚΕΦΑΛΑ ΠΕΤΡΑ ΣΗΤΕΙΑΣ

5. Στήριξη και κίνηση

Α Μέρος (από 2) Οστά του Κορμού (Σπονδυλική Στήλης, Θώρακα, Κρανίου)

ΓΕΝΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗ ΝΕΦΡΟΛΙΘΙΑΣΗ

Κινητικό σύστημα του ανθρώπου Μέρος Ι: Ερειστικό, μυϊκό και συνδεσμικό σύστημα. Μάλλιου Βίβιαν Καθηγήτρια ΤΕΦΑΑ ΔΠΘ Φυσικοθεραπεύτρια

Οστεοπόρωση. Διάγνωση, πρόληψη και θεραπεία. Δρ. Χρήστος Κ. Γιαννακόπουλος Ορθοπαιδικός Χειρουργός

που φιλοξενεί τα όργανα του ανθρώπινου οργανισμού. Ένα υγειές σύστημα με ισχυρά οστά είναι απαραίτητο για την γενική υγεία και ποιότητα ζωής.

ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Κεφάλαιο 5 «Στήριξη και Κίνηση»

Περιεχόμενα. 1 Εισαγωγή 1. 2 Βασικές aρχές oστεολογίας και oδοντολογίας του aνθρώπου 31. vii. xvii

5.4 Το μυοσκελετικό σύστημα του ανθρώπου ΜΙΚΡΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΕΣ

Το γόνατο ως στόχος ρευματικών νοσημάτων

ΣΥΧΝΕΣ ΠΑΘΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΤΡΙΤΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ. Άσκηση και τρίτη ηλικία Μάθημα Επιλογής Κωδικός: 005 Εαρινό εξάμηνο 2015

Είναι η σύνδεση δύο ή περισσότερων οστών με τη συμμετοχή ενός μαλακότερου ιστού

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΚΑΚΩΣΕΙΣ ΜΑΛΑΚΩΝ ΜΟΡΙΩΝ & ΣΚΕΛΕΤΟΥ

ΠΑΛΑΙΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ΣΤΗ ΜΙΝΩΙΚΗ ΚΡΗΤΗ

Σακχαρώδης διαβήτης και οστεοπόρωση - Ο Δρόμος για την Θεραπεία Τρίτη, 23 Νοέμβριος :22

ΔΙΑΣΩΣΗ Η ΑΚΡΩΤΗΡΙΑΣΜΟΣ ΣΕ ΣΟΒΑΡΕΣ ΛΟΙΜΩΞΕΙΣ

Με ποια συμπτώματα μπορεί να εκδηλώνεται η κοιλιοκάκη;

Οικογενησ Μεσογειακοσ Πυρετοσ

Ο ΣΚΕΛΕΤΟΣ ΤΗΣ ΣΠΟΝΔΥΛΙΚΗΣ ΣΤΗΛΗΣ

ΘΕΜΑ: ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗ. Τσολάκης Κωνσταντίνος Φοιτητής νοσηλευτικής ΑΜ. ΝΣ. 7194

ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ 1-7-8

Ανθρώπινος Σκελετός. ñ Ανθεκτικότητα στην αποικοδόµηση. ñ Ιδανική πηγή πληροφοριών: προϊστορικά, ιστορικά, σύγχρονα

ΡΑΧΗ ΠΑΥΛΟΣ Γ. ΚΑΤΩΝΗΣ ΑΝΑΠΛ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ

Τα οστα αποτελούνται από το φλοιό και σπογγώδες οστό. Μεταξύ των δοκίδων του σπογγώδους οστού υπάρχει ο μυελός των οστών

Κρανιακή Οστεοπαθητική

Πυρήνες οστέωσης παιδικου σκελετου. Χρόνοι εμφάνισης.

ρ Ελενα Κουλλαπή 2014

Αρχικά θα πρέπει να προσδιορίσουμε τι είναι η παχυσαρκία.

Δικαστική Ανθρωπολογία

Ερειστικό Σύστημα. Γεωργιάδου Ελευθερία και Μηλιάδου Αθανασία.

Εφαρμοσμένη Αθλητική Εργοφυσιολογία

Κεφάλαιο 7 - Ένζυμα, οι μηχανισμοί της ζωής

Συστηματικός ερυθηματώδης λύκος: το πρότυπο των αυτόάνοσων ρευματικών νοσημάτων

Τι είναι οστεοπόρωση;

Ρευματολογία. Ψωριασική Αρθρίτιδα. Στέφανος Πατεράκης Φυσικοθεραπευτής, καθηγητής φυσ/πείας

B Μέρος (από 2) Οστά των Ακρων

Μήπως έχω Σκληρόδερµα;

Μορφολογικές διαφοροποιήσεις οστών λόγω μηχανικών πιέσεων και παθήσεων. Δρ. Μαρία-Ελένη Χοβαλοπούλου

ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗ. Πρωτοπαθή Μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση Οστεοπόρωση των ηλικιωμένων ή γεροντική οστεοπόρωση Δευτεροπαθή

ΦΥΣΙΟ 4 ΠΥΕΛΟΣ - ΙΣΧΙΑ

ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗ. Ποια είναι τα αίτια που προκαλούν την οστεοπόρωση ;

Τεύχος 3 ο - Άρθρο 6 o

1.1. ΙΑΦΟΡΙΚΗ ΙΑΓΝΩΣΗ Ψωριασική αρθρίτιδα, διαβρωτική οστεοαρθρίτιδα, ρευματοειδής αρθρίτιδα, ουρική αρθρίτιδα.

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

Από τον Κώστα κουραβανα

Μειώστε τον κίνδυνο για πρόωρο θάνατο µε τα Ωµέγα-3

Στέργιος Ι. Τραπότσης Χειρουργός Ορθοπαιδικός Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής ΑΠΘ Διδάσκων ΤΕΦAΑ-ΠΘ

Αφού παρακολουθήσετε τα βίντεο με τα σαρκοφάγα φυτά και τις ναστίες συμπληρώστε την παραπάνω ερώτηση. Με ποιους τρόπους στηρίζονται τα φυτά;

7. ΕΡΕΙΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. Αποτελεί αποθήκη αλάτων, κυρίως ασβεστίου και φωσφόρου. Στηρίζει το σώμα και καθορίζει τη μορφή του.

Οξεία μυελογενής λευχαιμία

ΜΕΡΟΣ Α: (10 Μονάδες). Αποτελείται από τέσσερις (4) ερωτήσεις. Κάθε ορθή απάντηση βαθμολογείται με 2.5 μονάδες. Να απαντήσετε σε όλες τις ερωτήσεις.

Απόσπασμα από το βιβλίο «Πως να ζήσετε 150 χρόνια» του Dr. Δημήτρη Τσουκαλά

Οπή Ωχράς Κηλίδας. Τι είναι οπή της ωχράς;

Ε Ν Η Μ Ε Ρ Ω Σ Ο Υ. νεφρά

Οι ενδείξεις ουλίτιδας περιλαµβάνουν :

ΔΙΑΒΗΤΙΚΟ ΠΟΔΙ ΚΑΙ ΜΑΓΝΗΤΙΚΟΣ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΣ. Κ. ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ Διευθυντής Γ.Ν.Α. «Γ. Γεννηματάς»

Νεανική Δερματομυοσίτιδα

Από τους πιο σημαντικούς ελέγχους που πρέπει να κάνουμε πολύ συχνά μέχρι μια συγκεκριμένη ηλικία του παιδιού είναι η σωματική του ανάπτυξη!

Cold Lazer LLLT η πράσινη θεραπεία του 21ου αιώνα

YΠΟΤΡΟΧΑΝΤΗΡΙΑ ΚΑΤΑΓΜΑΤΑ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ. Από τον ελάσσονα τροχαντήρα έως το όριο άνω προς μέσο τριτημόριο του μηριαίου

Κινητικό σύστημα του ανθρώπου Σπονδυλική Στήλη

Νεανική σπονδυλοαρθρίτιδα/αρθρίτιδα που σχετίζεται με ενθεσίτιδα (jspa/era)

4. ΛΕΜΦΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ. περιλαμβάνονται ο σπλήνας και ο θύμος αδένας (εικ.4.1). Το λεμφικό σύστημα είναι πολύ σημαντικό γιατί:

Γνωριμία με τα αυτοάνοσα ρευματικά νοσήματα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο. Οστεολογία ΣΤ. ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ - ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΑΣ I Β ΕΠΑ.Λ. ΜΑΡΙΑ ΣΗΦΑΚΗ

«ΒΙΤΑΜΙΝΗ D ΚΑΙ ΟΣΤΙΚΗ ΠΥΚΝΟΤΗΤΑ ΣΕ ΑΤΟΜΑ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»

Όνομα: Νίκος Γ. Τάξη-Τμήμα: Ά-1. Κάπνισμα

Διάλεξη 11η Αποκλίσεις Σπονδυλικής Στήλης

Συνδρομα Επωδυνων Ακρων

Συχνότητα. Άντρες Γυναίκες 5 1. Νεαρής και μέσης ηλικίας

ΑΡΘΡΟΣΚΟΠΙΚΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΜΗΡΟΚΟΤΥΛΙΑΙΑΣ ΠΡΟΣΚΡΟΥΣΗΣ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΧΡΟΝΙΟ ΠΟΝΟ ΣΤΟ ΙΣΧΙΟ.

Επιπλέον η έλλειψη ασβεστίου μπορεί να οδηγήσει στις παρακάτω παθολογικές καταστάσεις:

There are no translations available. Πέτρος Χ. Κατσαβοχρήστος Παθολόγος

Μήπως έχω µεγαλακρία; Πώς θα το καταλάβω;

Ενότητα 1: Εισαγωγή. ΤΕΙ Στερεάς Ελλάδας. Τμήμα Φυσικοθεραπείας. Προπτυχιακό Πρόγραμμα. Μάθημα: Βιοστατιστική-Οικονομία της υγείας Εξάμηνο: Ε (5 ο )

Παγκόσµια Ηµέρα Οστεοπόρωσης (20 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ)

ΟΛΙΚΗ ΑΡΘΡΟΠΛΑΣΤΙΚΗ ΙΣΧΊΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΣ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΘΡΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΙΣΧΙΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο. Συνδεσμολογία - Αρθρολογία ΣΤ. ΑΝΑΤΟΜΙΑΣ -

ΟΣΤΑ & ΣΚΕΛΕΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Παχυσαρκία και Σακχαρώδης Διαβήτης

Βλαστοκύτταρο. Χοτζάι Αθηνά, Στέργιο Χάιδω Τμήμα Γ5

Γράφει: Μιλτιάδης Μαρκάτος, Πνευμονολόγος

Ανθρωπολογία Χειμερινό Εξάμηνο 2016/17 Λ. Κωνσταντίνου Ιατρική Σχολή Αθηνών

Β ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ - ΜΑΛΟΥΝΤΑ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ

ΕΞΩΣΤΟΜΑΤΙΚΕΣ ΛΗΨΕΙΣ

Ο Βασικός μεταβολισμός εξαρτάται από ένα πλήθος παραγόντων όπως:

108 Ιστορίας και Εθνολογίας Θράκης (Κομοτηνή)

ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΣΥΝΔΡΟΜΟ DOWN ΥΠΟ ΤΗΝ ΑΙΓΊΔΑ ΤΗΣ ΙΕΡΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ. Μαλτέζος Ιωάννης

ΓΡΑΠΤΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ - ΙΟΥΝΙΟΥ 2017

ΡΑΧΗ. 3. Μύες (ανάλογα µε την εµβρυολογική προέλευση και την νεύρωσή τους διαχωρίζονται σε: α. Εξωγενείς (ετερόχθονες) β. Ενδογενείς (αυτόχθονες)

Το κινητό τηλέφωνο εκπέμπει παλμική ασύρματη ακτινοβολία συχνότητας

Γράφει: Τσαπακίδης Ιωάννης, Χειρουργός Ορθοπαιδικός

Υγεία και Άσκηση Ειδικών Πληθυσμών ΜΚ0958

Γράφει: Τσαπακίδης Ιωάννης, Χειρουργός Ορθοπαιδικός

Είναι σχεδόν βέβαιο, είτε να γνωρίζετε κάποιον που πάσχει από μια τέτοια ασθένεια είτε να έχετε μια εσείς οι ίδιοι.

Εργαστήριο Δημογραφικών & Κοινωνικών Αναλύσεων

4. ΟΙ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥΣ

Η Αρθροσκόπηση της Ποδοκνημικής Άρθρωσης

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ Α ΠΜΣ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΝΟΥΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΣΙΧΛΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ «ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ» ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: Σ. ΑΝΔΡΕΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2008

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ...2 ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ...4 ΕΙΣΑΓΩΓΗ...4 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1...6 ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ...6 ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ...7 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2...9 ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: Παλαιοδημογραφία και Παλαιοπαθολογία...9 2.1 ΠΑΛΑΙΟΔΗΜΟΓΡΑΦΙΑ...10 2.1.1. ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ...11 2.1.2. ΕΛΑΧΙΣΤΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΤΟΜΩΝ...12 2.1.3. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ...13 2.1.4. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ...15 2.1.5. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΗΜΑΤΟΣ...16 2.2 ΠΑΛΑΙΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ...17 2.2.1. ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ...17 2.2.2. ΝΟΣΟΙ ΤΟΥ ΜΥΟΣΚΕΛΕΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ...18 2.2.3. ΜΟΛΥΣΜΑΤΙΚΕΣ ΝΟΣΟΙ...21 2.2.4. ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΕΣ ΝΟΣΟΙ:...23 2.2.5. ΟΔΟΝΤΙΚΕΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ:...27 2.2.6. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ...28 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3...29 ΑΝΑΛΥΣΗ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ...29 3.1 ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ...30 3.2 ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ...33 3.2.1. Νεολιθική...33 3.2.2. Πρώιμη εποχή του Χαλκού...34 3.2.3. Μέση εποχή του Χαλκού...34 3.2.4. Ύστερη εποχή του Χαλκού...35 3.2.5. Σύνοψη...36 3.3 ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ...37 2

3.3.1 Νεολιθική...40 3.3.2. Πρώιμη εποχή του Χαλκού...55 3.3.3 Μέση εποχή του Χαλκού...65 3.3.4. Ύστερη εποχή του Χαλκού...73 3.4 ΣΥΝΟΨΗ...83 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4...84 Μελέτη του παρελθόντος μέσω των παλαιοπαθολογικών δεδομένων...84 4.1 ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΟ ΜΥΟ-ΣΚΕΛΕΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ...84 4.1.1. Αρθρίτιδες...85 4.1.2. Τραύματα...87 4.2 ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΕΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ...88 4.2.1. Αναιμία...89 4.2.2. Υποπλασία της αδαμαντίνης και γραμμές Harris...90 4.3 ΜΟΛΥΣΜΑΤΙΚΕΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ ΦΛΕΓΜΟΝΕΣ...92 4.4 ΟΔΟΝΤΙΚΕΣ ΠΑΘΗΣΕΙΣ...93 4.5 ΕΠΙΛΟΓΟΣ...95 4.6 ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ...97 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...99 3

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Σ αυτό το σημείο θα ήθελα να ευχαριστήσω τους ανθρώπους που με βοήθησαν να αρχίσω και να τελειώσω την παρούσα εργασία. Κατ αρχήν, ευχαριστώ τον υπεύθυνο καθηγητή μου, κ. Σ. Ανδρέου, για την υπομονή και για τις πολύτιμες συμβουλές του πάνω σε θεωρητικά ζητήματα της αρχαιολογίας, αλλά και σε πρακτικά ζητήματα έκφρασης και σωστών Ελληνικών. Η εργασία δε θα είχε αρχίσει, ούτε θα είχε ολοκληρωθεί χωρίς τη συμβολή της Σ. Τριανταφύλλου. Με την εμπιστοσύνη της, προσπάθησε να με εξοικειώσει με το οστεολογικό υλικό και τη μελέτη του. Η στήριξη και η συμπαράστασή της μου έμαθε πολλά, τόσο για την αρχαιολογία, όσο και για την αρχαιολογική πραγματικότητα στην Ελλάδα. Χίλια ευχαριστώ στη μάνα μου Τασούλα, στον πατέρα μου Γιάννη και στον αδερφό μου Γιώργη, για την αμέριστη ηθική και οικονομική στήριξη. Με την καρτερία και την εμπιστοσύνη τους μου έδωσαν κουράγιο να συνεχίσω. Ευχαριστώ τη φίλη μου Ηλέκτρα, που με στήριξε σε περιόδους κρίσης και που, με μεγάλη ψυχική αντοχή, με ανέχτηκε. Επίσης ευχαριστώ την Αιμιλία και τον Θάνο που, όποτε χρειάστηκα, ήταν εκεί. Ευχαριστώ την Δημητρούλα και τη Ρηνούλα για τη συμπαράστασή τους, από την αρχή μέχρι το τέλος. Ευχαριστώ την Καλλιόπη Ευκλείδου που με βοήθησε σε ζητήματα νέων τεχνολογιών. Τέλος, ευχαριστώ τη Μαρία, την Έλενα, τη Μαρία και τη Γεωργία που κράτησαν το ηθικό μου ακμαίο. ΕΙΣΑΓΩΓΗ 4

Στην παρούσα εργασία θα γίνει ανάλυση και σύνθεση των σκελετικών δεδομένων από ανεσκαμμένες προϊστορικές θέσεις στον Ελλαδικό χώρο, όπως παρατίθενται στον Πίνακα 1, στο κεφάλαιο 3. Τα οστεολογικά συμπεράσματα δίνουν πληροφορίες για τα επίπεδα υγείας ενός πληθυσμού, για τις δραστηριότητες και τις κοινωνικές δομές μιας κοινωνίας. Στην αρχαιολογία, διαμορφώνονται απόψεις και θεωρίες για το ζήτημα του τρόπου ζωής των αρχαίων πληθυσμών. Οι απόψεις αυτές βασίζονται σε δεδομένα που προέκυψαν από ανασκαφικές έρευνες. Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι, αφού γίνει μια συνολική θεώρηση των επιπέδων υγείας σε διαχρονικό επίπεδο στην περιοχή του Αιγαίου, να επιχειρηθεί η σύνδεση των συμπερασμάτων για την υγεία με τα αρχαιολογικά δεδομένα. Με τη σύνθεση των δεδομένων, στόχος είναι να επαληθευτούν οι απόψεις της αρχαιολογίας για τον τρόπο και την ποιότητα ζωής των ανθρώπων του παρελθόντος. Αρχικά, θα γίνει μια σύντομη αναδρομή στην ιστορία της φυσικής ανθρωπολογίας και οστεοαρχαιολογίας στον ελλαδικό χώρο, ώστε να γίνουν γνωστές οι βάσεις στις οποίες στηρίζεται η παρούσα μελέτη. Θα αναφερθούν οι μελετητές που συνέβαλαν στην έρευνα στην ελληνική αρχαιολογία, καθώς και οι θεωρητικές κατευθύνσεις που την επηρέασαν. Συνοπτικά, παρατίθενται οι προσανατολισμοί και οι τάσεις της φυσικής ανθρωπολογίας στην Ελλάδα, από την καθιέρωσή της, έως σήμερα. Έπειτα, στο κεφάλαιο 2 θα δοθούν οι πρώτες ερμηνείες για τις έννοιες της παλαιοδημογραφίας και παλαιοπαθολογίας. Μετά την αναφορά τον ανασταλτικών παραγόντων στην έρευνα, παρατίθενται τα βασικά στοιχεία της δημογραφίας, όπως η αρχή του ελάχιστου αριθμού ατόμων και ο προσδιορισμός της ηλικίας, του φύλου και του αναστήματος. Στα παραπάνω δημογραφικά χαρακτηριστικά γίνεται λόγος για τις μεθόδους που ακολουθούνται για τη σωστή καταγραφή τους. Έπειτα, παρατίθενται οι περιορισμοί που προκύπτουν στην έρευνα της παλαιοπαθολογίας. Κατόπιν, παρουσιάζονται οι παθήσεις που συναντώνται συχνότερα στα σκελετικά κατάλοιπα της περιοχής του Αιγαίου. Η παράθεση των παθήσεων γίνεται ανάλογα με την αιτιολογία τους και προκύπτουν 4 μεγάλες κατηγορίες ασθενειών: 1) παθήσεις που αφορούν το μυο-σκελετικό, 2) μολυσματικές, 3) μεταβολικές και 4) οδοντικές. Στο κεφάλαιο 3 αφού γίνει αναλυτική συζήτηση των προβλημάτων του οστεολογικού υλικού και των παραγόντων που πρέπει να ληφθούν υπόψη στην 5

έρευνα, θα παρατεθούν τα οστεολογικά δεδομένα ανά θέση, σε χρονολογικά πλαίσια. Η παράθεσή τους γίνεται κατεξοχήν με τη βοήθεια γραφημάτων. Τα γραφήματα προβάλλουν ποσοτικά τα κύρια δημογραφικά χαρακτηριστικά κάθε πληθυσμού, δηλαδή το φύλο και την ηλικία. Επιπρόσθετα, τα γραφήματα παρουσιάζουν τη συχνότητα των ασθενειών και των οδοντικών παθήσεων στο σύνολο κάθε πληθυσμού. Έπειτα διατυπώνονται σύντομες ερμηνείες και συμπεράσματα για κάθε πληθυσμό ξεχωριστά. Στο τελευταίο κεφάλαιο, επιχειρείται η σύνθεση των συμπερασμάτων του κεφαλαίου 3 σε διαχρονικά πλαίσια. Τα συμπεράσματα παρατίθενται σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση των παθήσεων που αναφέρεται στο δεύτερο κεφάλαιο. Αυτό εξυπηρετεί στην ερμηνεία των επιπέδων υγείας κάθε χρονικής περιόδου, καθώς η κατηγοριοποίηση έγινε σύμφωνα με την αιτιολογία των παθήσεων. Και αφού η αιτιολογία της παθογένειας αντανακλά τον τρόπο ζωής των αρχαίων πληθυσμών, γίνεται μια διαχρονική παρουσίαση των ποικίλων εκφάνσεων της ζωής των αρχαίων κοινωνιών. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ 6

ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ Η φυσική ανθρωπολογία είναι η μελέτη των σκελετικών καταλοίπων του ανθρώπου. Τα συμπεράσματά της είναι χρήσιμα σε πολλούς τομείς, όπως η ιατροδικαστική, η παλαιοντολογία και η αρχαιολογία (White 1991: 2). Η οστεολογία συμβάλλει σημαντικά στην αρχαιολογία, και τα συμπεράσματα που εξάγονται προσφέρουν πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο ζωής των αρχαίων πληθυσμών. Στην Ελλάδα, λόγω κλίματος, δε διασώζονται οι μαλακοί ιστοί από τα ανθρώπινα κατάλοιπα, παρά μόνο τα οστά. Νεκροταφεία από όλες τις περιόδους του παρελθόντος έχουν ανασκαφεί στην περιοχή του Αιγαίου και η οστεολογική μελέτη είναι απαραίτητη στην μελέτη των πολιτισμών του παρελθόντος. Στο εξωτερικό, η μελέτη των ανθρώπινων οστών και η παλαιοπαθολογία αναπτύσσονται ήδη από τον 18 ο αιώνα, με αργούς ρυθμούς και με τη συμβολή της ανατομίας. Μετά το δεύτερο μισό του 19 ου αιώνα η μελέτη των ανθρώπινων οστών έγινε εντατικότερη. Οι τρεις πρώτες δεκαετίες του 20 ου αιώνα αποτέλεσαν τη χρυσή εποχή για την παλαιοπαθολογία, κυρίως εξαιτίας της ανάπτυξης νέων τεχνολογιών όπως οι ακτινογραφία, η ιστολογικές τομές και η νέα γνώση για τους μικροοργανισμούς και τα βακτήρια (Grmek 1983: 47-48). Σήμερα, νέες κατευθύνσεις και νέες τεχνολογίες έχουν αναπτυχθεί στην υπηρεσία της φυσικής ανθρωπολογίας και στην εξέταση της υγείας του ανθρώπου από το παρελθόν. Οι στατιστικές και δημογραφικές μελέτες επιτρέπουν τη έρευνα των αρχαίων πληθυσμών, τη σύγκριση, και την κριτική σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς τα επιστημονικά δεδομένα έχουν καταγραφεί και αναγνωριστεί από τους επίσημους φορείς της αρχαιολογικής και ανθρωπολογικής επιστήμης. Η εφαρμογή τους είναι στόχος και προϋπόθεση της στρατηγικής μιας ανασκαφής ή μιας μελέτης και η δημοσίευση των συμπερασμάτων συμβάλλει στη γνώση του ανθρώπου για τον τρόπο ζωής, την υγεία, αλλά και τη δομή της κοινωνίας ενός αρχαίου πολιτισμού. Νέες τεχνολογίες, όπως χημικές αναλύσεις, αναλύσεις με ισότοπα, και η μικρο ακτινογραφία σήμερα παρέχουν πληροφορίες για τη διατροφή και την παθολογία κατά το παρελθόν (Roberts, Manchester 1995: 198). Όσον αφορά την Αιγιακή αρχαιολογία, αρχικά, η πρώτη μελέτη πραγματοποιήθηκε από τον R. Virchow το πρώτο τέταρτο του 19 ου αιώνα για το οστεολογικό υλικό της Τροίας. Ακολούθησε ο Κ. Στέφανος, ο Νεόφυτος και ο 7

Αποστολίδης που μελέτησαν σκελετικά κατάλοιπα και με τη συμβολή του πρώτου, το 1886 ιδρύθηκε το πρώτο ανθρωπολογικό μουσείο στην ιατρική σχολή Αθηνών και η ταυτόχρονη αναγνώριση της φυσικής ανθρωπολογίας ως διακριτό επιστημονικό κλάδο. Ο Ι. Κουμάρης ίδρυσε την πανεπιστημιακή έδρα Ανθρωπολογίας στην Ιατρική Σχολή Αθηνών και το 1924 ιδρύει την Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρεία (Agelarakis 1995: 157-158). Στα αρχικά της στάδια, η φυσική ανθρωπολογία στην Ελλάδα, είχε σκοπό την μελέτη των φυλετικών χαρακτηριστικών του ανθρώπου και τη διαχρονική θεώρησή τους. Το ανθρωπολογικό υλικό που συλλέχθηκε, και κυρίως τα κρανία, έγιναν αντικείμενο μετρήσεων, ώστε να καταγραφούν τα μορφολογικά χαρακτηριστικά των Ελλήνων. Αποτέλεσμα αυτού ήταν η επικέντρωση στην αποκλειστική σχεδόν μελέτη των κρανίων, στις αρχές του 20 ου αιώνα, με σκοπό την επιστημονική επιβεβαίωση της ιστορικής συνέχειας της ελληνικής καταγωγής. Στην κατεύθυνση αυτή ξεχώρισε αργότερα ο Α. Πουλιανός, με τη δημοσίευση του «αρχανθρώπου» των Πετραλώνων, και με την προσπάθεια ανακήρυξής του ως πρώτου ευρωπαίου, χωρίς ισχυρά επιστημονικά επιχειρήματα. Στα μισά του 20 ου αιώνα, με την άνθιση των αμερικάνικων ανασκαφών στην Ελλάδα, ο J. L. Angel, Αμερικανός ανθρωπολόγος που συνεργάστηκε με αμερικάνικα ιδρύματα, ασχολήθηκε αρχικά με το σκελετικό υλικό της αγοράς της Αθήνας αλλά και αργότερα με άλλα σκελετικά κατάλοιπα, κυρίως κρανία, από την Όλυνθο, τη Λέρνα, το Άργος, την Πύλο, και το σπήλαιο Φράγχθι. Με τη συμβολή αυτού του μελετητή, η φυσική ανθρωπολογία στον ελλαδικό χώρο προσανατολίστηκε στη διερεύνηση του καθημερινού τρόπου ζωής του ανθρώπου, στην παλαιοδημογραφία, αλλά και στην παλαιοπαθολογία. Επιπρόσθετα, ο Angel ασχολήθηκε συστηματικά με τη μελέτη της αναιμίας, και ιδιαίτερα της θαλασσαιμίας, καθώς και με ενδείξεις στα οστά που σχετίζονται με επαναλαμβανόμενες δραστηριότητες του ανθρώπου. Εντούτοις, πριν τη δεκαετία του 1980, η κρανιομετρία παρέμενε η κυρίαρχη μέθοδος άσκησης της ανθρωπολογίας. Οι δημοσιεύσεις των οστεολογικών υλικών, ως επί το πλείστον, περιλαμβάνουν καταλόγους με περιγραφές των μετρήσεων του μεγέθους των οστών, καθώς και παρατηρήσεις για τη δημογραφία και την παθολογία του πληθυσμού. Κατά κανόνα, τα σχετικά δεδομένα παρατίθενται στις δημοσιεύσεις χωρίς να γίνεται προσπάθεια για ερμηνεία τους σε αρχαιολογικά πλαίσια. Κατά τη δεκαετία του 1980, γίνονται οι πρώτες προσπάθειες για την ερμηνεία παλαιοπαθολογικών και δημογραφικών δεδομένων για σύνδεση του ανθρώπου με το περιβάλλον του και για σύνθεση των συμπερασμάτων με βάση τη θεωρία της 8

αρχαιολογίας. Στις προσπάθειες αυτές συμβάλλουν δύο ακόμα μελετητές, ο ανατόμος J. Musgrave και η T. McGeorge, με μελέτες οστεολογικού υλικού όπως αυτές από το Λευκαντί (Musgrave 1980) και τα Χανιά (McGeorge 1992). Σήμερα, η φυσική ανθρωπολογία και η οστεοαρχαιολογία στην Ελλάδα είναι κλάδοι αναπτυσσόμενοι, που ακολουθούν την εξέλιξη των τομέων αυτών στο εξωτερικό. Οι εξειδικευμένοι μελετητές προέρχονται από την επιστήμη της αρχαιολογίας αλλά είναι εξοικειωμένοι με την ανατομία του ανθρώπου, και με τις μεθόδους των θετικών επιστημών που απαιτεί η οστεοαρχαιολογική μελέτη. Δυστυχώς, στην Ελλάδα δεν έχει θεσμοθετηθεί η εξειδίκευση στον τομέα της οστεολογίας στην εκπαίδευση, και οι μελετητές μετεκπαιδεύονται στο εξωτερικό. Παρά το γεγονός αυτό, η μελέτη ενός αρχαίου πληθυσμού, όσο και η παράλληλη μελέτη και σύγκριση πολλών πληθυσμών πραγματοποιείται στην Ελλάδα και δίνεται έμφαση σε ιστορικές περιόδους που παλιότερα δεν έχαιραν αντίστοιχου ενδιαφέροντος. Πολύ πρόσφατα άρχισαν να εφαρμόζονται, επίσης, αναλύσεις με βάση τις νέες τεχνολογίες, χημικές αλλά και άλλες. Η μεθοδολογία και τα θεωρητικά θεμέλια της φυσικής ανθρωπολογίας επαναπροσδιορίζονται και ενδυναμώνονται, με στόχο τη μελέτη του αρχαίου πολιτισμού. Είναι αναγκαίο, όμως, η θεωρητική αρχαιολογία να δώσει περισσότερα εναύσματα για την ανάπτυξη της οστεοαρχαιολογίας, αλλά και πρακτικά, η εκπαίδευση να τονίσει τη σημασία της διεπιστημονικής συνεργασίας και εξειδίκευσης στην αρχαιολογία, ώστε, να μπορεί να επιτυγχάνει η αρχαιολογική έρευνα τους στόχους της (Grmek 1983: 47-56, Agelarakis 1995: 149-162, Triantaphyllou 2001: 3, Roberts et al 2005: 38-50). ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: Παλαιοδημογραφία και Παλαιοπαθολογία 9

Η ανασκαφή και η εργαστηριακή εξέταση των ανθρώπινων οστών αποτελεί μελέτη διεπιστημονική αλλά και σύνθετη, που χρειάζεται να έχει σαφείς στόχους. Ο συγκερασμός πολλών τομέων της επιστήμης είναι δυνατό να συμβάλλει στην προσπάθεια για ανασύνθεση του ανθρώπινου παρελθόντος. Αναντίρρητα, τα στάδια της έρευνας είναι ποικίλα και πολύπλοκα, που απαιτούν συγκεκριμένες διαδικασίες, τυπολογικές αλλά και ερμηνευτικές. Η μελέτη ανθρώπινου σκελετικού υλικού, ανεξάρτητα από τους εκάστοτε στόχους που θέτει ο αρχαιολόγος, οφείλει να συμπεριλάβει καθορισμένες και επιστημονικά αναγνωρισμένες μεθόδους που είναι εφαρμόσιμες στο σκελετικό υλικό σε παγκόσμιο επίπεδο. Στη συγκεκριμένη έρευνα θα αναφερθούν συνοπτικά όλα τα στάδια που είναι απαραίτητα για την ολοκληρωμένη έρευνα ενός αρχαίου πληθυσμού, και θα αναλυθούν ειδικότερα οι μέθοδοι που συμβάλλουν στην δημογραφική μελέτη. Έπειτα θα γίνει αναφορά στην έννοια της παλαιοπαθολογίας και θα αναλυθούν συνοπτικά οι παθήσεις σε τέσσερις κατηγορίες: α) παθήσεις που αφορούν το μυο-σκελετικό, β) μολυσματικές γ) μεταβολικές και δ) οδοντικές παθήσεις. Χωρίς αμφιβολία, απαραίτητη προϋπόθεση για την εμπεριστατωμένη έρευνα οποιουδήποτε αρχαιολογικού υλικού, είναι η σωστή ανασκαφή και η σωστή καταγραφή του in situ, για να διασωθούν όσο γίνεται περισσότερες πληροφορίες που δεν είναι δυνατόν να ανακληθούν. Συνεπώς, κατά τη διάρκεια την αποκάλυψης και της ανασκαφής ενός σκελετού, στοιχεία που έχουν σχέση με το περιβάλλον πρέπει να καταγραφούν με ακριβείς και επιστημονικά αναγνωρισμένες μεθόδους και να διατηρηθούν για περαιτέρω μελέτη. Μετά την αποκάλυψη του σκελετού, είναι ανάγκη να γίνει περιγραφή και μια πρώτη καταγραφή του σκελετού όσον αφορά στη θέση, τον προσανατολισμό, το βάθος, τα τυχόν ευρήματα και να γίνουν μετρήσεις. Επίσης, απαραίτητη είναι η φωτογράφιση και στη συνέχεια, η αφαίρεση των οστών από το χώμα και η ασφαλής μεταφορά τους στον χώρο της μελέτης. Ακολουθεί το καθάρισμα και η καταγραφή τους (Ubelaker 1989: 3-43). 2.1 ΠΑΛΑΙΟΔΗΜΟΓΡΑΦΙΑ 10

Το ζήτημα της παλαιοδημογραφίας είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο της φυσικής ανθρωπολογίας και της αρχαιολογίας. Ολοένα και περισσότερο ενδιαφέρον εκδηλώνεται για την καταγραφή και μελέτη των αρχαίων πληθυσμών με τη βοήθεια ποσοτικών και στατιστικών αναλύσεων. Η μελέτη της δημογραφίας στην αρχαιολογία είναι στην ουσία η μελέτη του ανθρώπινου πολιτισμού σε αρχαιολογικά πλαίσια, αναφορικά με τις τάσεις αύξησης ή μείωσης του πληθυσμού, της εξάπλωσης και το συσχετισμό όλων αυτών με πολιτισμικούς παράγοντες. Σε γενικές γραμμές, η παλαιοδημογραφία έχει στόχο τη περιγραφή των χαρακτηριστικών των αρχαίων πληθυσμών. Ανάμεσα στα χαρακτηριστικά συμπεριλαμβάνονται το μέγεθος, το φύλο, οι ηλικιακές κατηγορίες, η πυκνότητα και η θνησιμότητα. Σε σχέση με τα χαρακτηριστικά αυτά, ο τομέας της παλαιοδημογραφίας περιγράφει τις τάσεις και τις μεταβολές ενός πληθυσμού. Η ανάλυση αυτή, όμως, είναι ανάγκη να συνδέεται με τις πολιτιστικές εκφάνσεις του πληθυσμού, ώστε να δίνεται δυνατότητα ερμηνείας των δημογραφικών μεταβολών που συμβαίνουν σε μια κοινωνία. Συνεπώς, η δημογραφία μπορεί να αποτελέσει σημαντικό παράγοντα της πολιτισμικής εξέλιξης, και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορούν να διαμορφωθούν γενικές θεωρίες για τους αρχαίους πληθυσμούς. (Fekri 1981: 1-2). Υπάρχουν ποικίλες μέθοδοι για την ανάλυση των δημογραφικών χαρακτηριστικών, όπως εθνογραφικές αναλογίες, μαθηματικά μοντέλα, χρήση των ανασκαφικών ευρημάτων αλλά και η μελέτη των ανθρώπινων οστών (Welinder 1979: 58). Εντούτοις, η εφαρμογή τους εξαρτάται από τους στόχους της δημογραφικής έρευνας, και στη συγκεκριμένη μελέτη θα μας απασχολήσουν τα δημογραφικά συμπεράσματα που προέρχονται από την ανάλυση των ανθρώπινων οστών. Η ηλικία, το φύλο και το ανάστημα έχουν άμεση σχέση με τη δημογραφική έρευνα. Επιπρόσθετα, την παλαιοδημογραφία ενδιαφέρει ο μέσος όρος ζωής ενός πληθυσμού, ο βαθμός θνησιμότητας, κυρίως της παιδικής, και η ποσοτική και ποιοτική εξέταση της παλαιοπαθολογίας. Η οστεολογική μελέτη είναι δυνατόν να παρέχει δεδομένα για όλα τα παραπάνω δημογραφικά χαρακτηριστικά και το μόνο που απαιτείται είναι προσεκτική και ακριβής καταγραφή και ανάλυση του σκελετικού υλικού και, κατόπιν, ο συγκερασμός των δεδομένων αυτών με τη συμβολή της στατιστικής. 2.1.1. ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ Πριν γίνει εκτενέστερη αναφορά στη δημογραφία, είναι ανάγκη να διερευνηθούν οι περιορισμοί και οι παράγοντες που μπορούν να οδηγήσουν στην 11

απόκλιση από τα ακριβή δεδομένα της δημογραφίας. Αρχικά, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το σύνολο των νεκρών ενός πληθυσμού δεν συμφωνεί πάντα με τον ενταφιασμό τους, και συνεπώς, δεν αντανακλά τα σκελετικά κατάλοιπα που αποκαλύπτει η ανασκαφική έρευνα. Συχνά, μόνο ένα δείγμα του πληθυσμού ενός νεκροταφείου φτάνει στο εργαστήριο για μελέτη. Ταυτόχρονα, ο πληθυσμός του νεκροταφείου ενδεχομένως να είναι μόνο ένα δείγμα του πληθυσμού που ζούσε σε μια κοινωνία. Παράλληλα με αυτά, είναι αμφίβολη και η ίδια η αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος, αναφορικά με ηλικιακές ομάδες και φύλα. Απαραίτητο, συνεπώς, είναι να ληφθούν υπόψη οι παράγοντες διατήρησης του υλικού, αλλά και τα ταφικά έθιμα του αρχαίου πληθυσμού (Meindl, Russel 1998: 376). Ταυτόχρονα, μεγάλο πρόβλημα στην έρευνα της παλαιοδημογραφίας είναι η διατήρηση των οστών, λόγω ταφονομικών παραγόντων, όπως η διάβρωση, ή και λόγω ταφικών πρακτικών, όπως για παράδειγμα οι καύσεις. Ο παράγοντας αυτός δυσχεραίνει τη μελέτη, καθώς οι πληροφορίες που δίνουν τα οστά σε σχέση με την ηλικία και το φύλο αλλοιώνονται. Αναφορικά με τα παραπάνω, η στρατηγική της ανασκαφικής πρακτικής αλλά και οι παράγοντες συντήρησης από ειδικούς συμβάλλουν στον περιορισμό των λαθών. Οι ταφικές πρακτικές, ο βαθμός θνησιμότητας και η διατήρηση των οστών στο χώμα είναι παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψη στην εξαγωγή των τελικών συμπερασμάτων (Mays 1998: 14). Παράλληλα, υπάρχουν και άλλοι περιορισμοί που πρέπει να συνυπολογιστούν, που και πάλι δεν είναι δυνατόν να ελεγχθούν και να διορθωθούν, όπως η συχνά μειωμένη αντιπροσώπευση των βρεφών σε νεκροταφεία. Επιπλέον, ο προσδιορισμός της ηλικίας αλλά και του φύλου σε ορισμένους σκελετούς είναι αδύνατος, με αποτέλεσμα να μην είναι ακριβή τα συμπεράσματα για τον πληθυσμό εφόσον λείπουν συγκεκριμένες πληροφορίες. Αναφορικά με τον μέσο όρο ζωής σε ένα πληθυσμό, η μελέτη δεν είναι δυνατόν να δώσει πάντοτε ακριβή ηλικία, ιδιαίτερα στους ηλικιωμένους, και κατά συνέπεια υπάρχει αλλοίωση του τελικού αποτελέσματος (Jackes 1992: 213-214) 2.1.2. ΕΛΑΧΙΣΤΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΤΟΜΩΝ Βασική αρχή της δημογραφίας για τον προσδιορισμό του μεγέθους ενός πληθυσμού βασισμένου στα ανθρώπινα οστά είναι η αρχή του ελάχιστου αριθμού 12

ατόμων, δηλαδή ο ελάχιστος αριθμός ατόμων που απαιτούνται για να καλύψουν την ταύτιση όλων των οστών. Για παράδειγμα, η κεφαλή του αριστερού βραχιονίου και ένα θραύσμα δεξιάς περόνης, ενώ είναι διαφορετικά οστά, θα μπορούσαν να ανήκουν σε ένα άτομο, έτσι, αυτά τα δύο θραύσματα οστών αντιπροσωπεύουν, σύμφωνα με την αρχή του ελάχιστου αριθμού ατόμων, ένα άτομο, και όχι δύο. Η μέθοδος αυτή είναι εφαρμόσιμη και αποτελεσματική τις περισσότερες φορές, καθώς σπάνια έρχονται στο φως σκελετικά κατάλοιπα με πλήρη αντιπροσώπευση όλων των οστών. Η μέτρηση, συνεπώς, επιμέρους τμημάτων του σκελετού, που κατά κανόνα, διασώζονται, είναι απαραίτητη για να υπολογιστεί ο ελάχιστος αριθμός των ατόμων (White 1991: 278). 2.1.3. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ Ο προσδιορισμός της ηλικίας είναι απαραίτητος για τη δημογραφική ανάλυση του αρχαίου πληθυσμού. Είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί με πολλές επιστημονικές μεθόδους, που η εφαρμογή τους εξαρτάται από την διατήρηση των οστών. Είναι απαραίτητο να αναφερθεί πως συνήθως οι μέθοδοι που εφαρμόζονται υποδιαιρούνται σε δύο μεγάλες κατηγορίες, συγκεκριμένα, αν πρόκειται για ανήλικα άτομα ή ενήλικα. Για τα ανήλικα άτομα, ενδείξεις για την ηλικία δίνει η οδοντική ανάπτυξη, το μήκος των μακρών οστών και ο βαθμός συνοστέωσης των επιφύσεων των μακρών οστών. Συγκεκριμένα, ο σχηματισμός και η ανατολή των δοντιών είναι οι πλέον ακριβείς δείκτες για τον προσδιορισμό ηλικίας ενός νεαρού ατόμου. Επίσης, το μήκος των μακρών οστών, εφόσον διασώζονται ολόκληρα, είναι δυνατόν να συμβάλλει στην έρευνα για την ηλικία όταν λείπουν τα δόντια. (Ubelaker 1989: 63-73). Για τα σκελετικά κατάλοιπα ενηλίκων υπάρχουν περισσότερες μέθοδοι, που όμως είναι απαραίτητες, καθώς η ηλικία των ενηλίκων δίνεται με μεγαλύτερο χρονικό φάσμα αλλά και καθώς τα οστά δε διατηρούνται ακέραια και συχνά λείπουν τα σημεία δείκτες για τον προσδιορισμό της ηλικίας. Μέχρι την ηλικία των 20 ετών, τα δόντια έχουν πλήρως σχηματοποιηθεί και ανατείλει, οι περισσότερες επιφύσεις έχουν ενωθεί και η ανάπτυξη των μακρών οστών έχει ολοκληρωθεί. Οι μέθοδοι που εφαρμόζονται κατηγοριοποιούνται σε μικροσκοπικές και μακροσκοπικές. Οι τελευταίες δεν απαιτούν καταστροφή μέρους των οστών. Μία από τις πλέον ασφαλείς μακροσκοπικές μεθόδους είναι η μεταμόρφωση της ηβικής σύμφυσης. Υπάρχουν κατάλογοι με δέκα διαφορετικά ηλικιακά στάδια, 13

διακριτά για το κάθε φύλο, που δίνουν πληροφορίες για την ηλικία με απόκλιση περίπου πέντε ετών (White 1991: 315-318). Επιπρόσθετα, εφαρμόζεται η μέθοδος παρατήρησης και καταγραφής της ένωσης των κρανιακών ραφών. Συνήθως καταγράφονται δέκα ραφές και ο βαθμός ένωσής τους δίνει την ηλικία με μικρή απόκλιση. Φυσικά, η απόκλιση μεγαλώνει όταν έχουμε μεγαλύτερης ηλικίας άτομο, όπου το σημείο ραφής δεν είναι πια εμφανές. Μία ακόμα μέθοδος προσδιορισμού ηλικίας ενήλικου ατόμου είναι η παρατήρηση τυχόν εκφυλιστικών αλλαγών, με τρεις βασικούς δείκτες: 1. την ανάπτυξη σπονδυλικής οστεοαρθρίτιδας, 2. την λείανση των αρθρικών επιφανειών, κυρίως στον αγκώνα και στο γόνατο, που πραγματοποιείται από τη φθορά του χρόνου και τη σταδιακή καταστροφή του χόνδρου, και 3. τον σχηματισμό κοιλωμάτων στα βρεγματικά οστά λόγω της λέπτυνσης του οστού και συνήθως προκύπτει μετά την ηλικία των 60 ετών. Επιπρόσθετα, μία από τις μεθόδους προσδιορισμού της ηλικίας είναι και ο βαθμός των εκφυλιστικών αλλαγών που παρατηρούνται στο στερνικό άκρο των πλευρών και υπάρχουν δεδομένα για οκτώ στάδια της επιφάνειας αυτής χωριστά για γυναίκες και άνδρες. Παράλληλα, εκφυλιστικές αλλαγές παρατηρούνται και στην ωτοειδή επιφάνεια του λαγονίου, με επίσης οκτώ στάδια διαμόρφωσής της. Τέλος, η οδοντική αποτριβή είναι παράγοντας προσδιορισμού της ηλικίας, αλλά δεν είναι απόλυτα ακριβής μέθοδος καθώς παράγοντες της αποτριβής δεν είναι μόνο η ηλικία, αλλά και το είδος της τροφής και η δομή των δοντιών κάθε ατόμου (Ubelaker 1989: 74-92). Οι μικροσκοπικές μέθοδοι είναι πιο χρονοβόρες αλλά όμως είναι δυνατόν να δώσουν με ακρίβεια την ηλικία θανάτου των ατόμων ενός αρχαίου πληθυσμού. Αρχικά, ο ανασχηματισμός του περιόστεου των μακρών οστών είναι δυνατόν να παρατηρηθεί με μικροσκόπιο αφού πρώτα αφαιρεθεί δείγμα και προετοιμαστεί για τη μικροσκοπική εξέταση. Όμως, μικροσκοπικές μέθοδοι συνήθως εφαρμόζονται στα δόντια, εφόσον αυτά υπάρχουν. Λαμβάνονται υπόψη έξι δείκτες για τον προσδιορισμό της ηλικίας: 1. η απόθεση τρυγίας (πέτρα), 2. η απορρόφηση της ρίζας των δοντιών, 3. η περιοδοντίτιδα, 4. η δευτερεύουσα απόθεση οδοντίνης, 5. η διαφάνεια της ρίζας και 6. κλείσιμο της οπής της ρίζας (Ubelaker 1989: 92-95). Απαραίτητο είναι να αναφερθεί πως τα πλέον ακριβή και ασφαλή συμπεράσματα για την ηλικία θανάτου ενός ατόμου προϋποθέτουν τον συνδυασμό των ανωτέρω μεθόδων. Ο προσδιορισμός της ηλικίας συμβάλλει στην πραγματοποίηση στατιστικών αναλύσεων, για τη διερεύνηση της δημογραφίας του αρχαίου πληθυσμού που αντιπροσωπεύεται σε μια ανασκαφική ενότητα αλλά και 14

επιτρέπει τη σύγκριση και τον συσχετισμό με άλλες αντίστοιχες έρευνες στην αρχαιολογία σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην ανάλυση των δεδομένων στο επόμενο κεφάλαιο, οι ηλικίες των ατόμων κατηγοριοποιήθηκαν σε ομάδες, και συγκεκριμένα σε: 1. νεογνά (0-1 ετών), 2. νήπια (1-6 ετών), 3. παιδιά (6-12 ετών), 4. έφηβοι (12-18 ετών), 5. νεαροί ενήλικες (18-30 ετών), 6. μέσοι ενήλικες (30-40 ετών), 7. ώριμοι ενήλικες (40-50 ετών), 8. ηλικιωμένοι (50+ ετών) (Triantaphyllou 2001: 36). 2.1.4. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΦΥΛΟΥ Η αναγνώριση του φύλου αποτελεί μαζί με την ηλικία θανάτου αποτελούν τα δύο βασικά ζητούμενα της δημογραφικής έρευνας σε έναν αρχαίο πληθυσμό. Φυσικά η αναγνώριση του φύλου στα ανήλικα άτομα δεν μπορεί να γίνει με ακρίβεια καθώς οι σκελετικοί δείκτες που υποδεικνύουν τον φυλετικό διμορφισμό δεν έχουν αναπτυχθεί πλήρως. (Ubelaker 1989: 52). Παρ όλα αυτά, αρκετοί μελετητές επιδιώκουν να αναγνωρίσουν το φύλο σε ανήλικα άτομα, με σκοπό να επαληθεύσουν υποθέσεις σχετικές με την παρουσία κοινωνικών διαφοροποιήσεων στα δύο φύλα, ακόμα και στην παιδική ηλικία. Ο προσδιορισμός του φύλου στους ενήλικες γίνεται μέσω παρατήρησης και σύγκρισης σκελετικών ενδείξεων και του κρανιακού και του μετα-κρανιακού σκελετού και έχουν κατοχυρωθεί επιστημονικά ποικίλες μέθοδοι που εφαρμόζονται ανάλογα με τη διατήρηση του σκελετικού υλικού. Κυρίως από την ηλικία των 18 ετών και άνω, η διάκριση ανάμεσα σε γυναίκες και άνδρες γίνεται σαφής στον σκελετό. Η διαφοροποίηση αυτή έχει δύο εκφάνσεις, το μέγεθος και το σχήμα, ενώ ως γενική αρχή επικρατεί το γεγονός ότι τα οστά των ανδρών είναι πιο συμπαγή και έχουν πιο αδρά χαρακτηριστικά από αυτά των γυναικών. Ένας από τους σημαντικότερους δείκτες του φυλετικού διμορφισμού είναι η πύελος, που περικλείει επιμέρους ενδείξεις για την αναγνώριση του φύλου. Συγκεκριμένα, αρχικά το μέγεθος της πυέλου διαφοροποιείται, καθώς, στις γυναίκες έχει μεγαλύτερο εύρος, αν και στους άνδρες το συγκεκριμένο οστό είναι βαρύτερο και πιο συμπαγές. Επίσης η ωτοειδής επιφάνεια του λαγονίου στους άνδρες είναι πιο πεπλατυσμένη, ενώ και η πρωτοειδής αύλακα είναι γνώρισμα που διακρίνεται μόνο στις γυναίκες. Ακόμα στη πύελο, η κοτύλη, δηλαδή η αρθρική επιφάνεια του ανωνύμου οστού που συγκρατεί τη κεφαλή του μηριαίου οστού είναι πιο ογκώδης στους άνδρες. Επιπλέον, το κοιλιακό τόξο, η υποηβική κοιλότητα και το περίγραμμα του μεσαίου μέρους του ισχιο-ηβικού κλάδου (μέση επιφάνεια) έχουν διαφοροποιήσεις ανάμεσα στη γυναίκα και στον άνδρα (White 1991: 322-328). 15

Επιπρόσθετα, υπάρχουν ενδείξεις φυλετικού διμορφισμού στο κρανίο στην περίπτωση που δεν έχει διατηρηθεί η πύελος, αλλά και για να συνυπολογιστούν με όλες τις υπόλοιπες μεθόδους για τον προσδιορισμό του φύλου. Ειδικότερα, τα υπερόφρυα τόξα είναι πιο έντονα στους άνδρες και το άνω άκρο των οφθαλμικών κογχών είναι οξύ στις γυναίκες και αμβλύ στους άνδρες. Ταυτόχρονα, το υπερώο αλλά και τα δόντια είναι μεγαλύτερα στους άνδρες. Αναφορικά με την κάτω γνάθο, έχει καταγραφεί ότι το γενειακό όγκωμα είναι περισσότερο τετραγωνισμένο στους άνδρες και στρογγυλό στις γυναίκες, ενώ και τα δόντια της κάτω γνάθου είναι μεγαλύτερα στους άνδρες. Στον κρανιακό θόλο, το κρανίο των γυναικών είναι μικρότερο και πιο λεπτό. Ακόμη, το μϋικό ανάγλυφο, κυρίως στο ινιακό οστό (ινίο), είναι πιο έντονο στους άνδρες. Μία άλλη ένδειξη του φυλετικού διμορφισμού είναι ότι το οπίσθιο άκρο των ζυγωματικών αποφύσεων εκτείνεται περισσότερο στους άνδρες, και το ίδιο ισχύει και για τις μαστοειδείς αποφύσεις (Bass 1987: 81, Ubelaker 1989: 52-60). 2.1.5. ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΗΜΑΤΟΣ Το ανάστημα είναι ένας δημογραφικός παράγοντας αλλά και ένας δείκτης της υγείας που οι ανθρωπολογικές μελέτες περιλαμβάνουν, εφόσον υπάρχουν τα μακρά οστά που απαιτούνται για τον υπολογισμό του. Οι μέθοδοι για τον υπολογισμό του αναστήματος είναι ποικίλες, επικράτησαν όμως αυτές που περιλαμβάνουν μετρήσεις του μήκους των μακρών οστών και τον υπολογισμό του αναστήματος με τη συμβολή συντελεστών. Οι συντελεστές ασκούν ένα δηλωτικό ρόλο, καθώς διαφέρουν κατά βάση για κάθε μακρό οστό, αλλά και ανάλογα με το φύλο αλλά και τη φυλή. Συνεπώς, το βραχιόνιο, η ωλένη, η κερκίδα, το μηριαίο, η κνήμη και η περόνη είναι ανάγκη να μετρηθούν με ακρίβεια χιλιοστού και να προστεθεί ο κατάλληλος συντελεστής ανάλογα με το φύλο και το αν το άτομο ανήκει στη καυκάσια, στη μαύρη ή στην ασιατική φυλή. Τα αποτελέσματα του αναστήματος δίνονται σε εκατοστά και έχουν απόκλιση έως και πέντε εκατοστά από το ακριβές ανάστημα (Bass 1987: 22-28, Ubelaker 1989: 60-63, White 1991: 328). Συνοψίζοντας, τα τρία αυτά στοιχεία, η ηλικία, το φύλο και το ανάστημα, μας δίνουν σαφή εικόνα για το άτομο ή τα άτομα που ανήκουν σε ένα αρχαίο πληθυσμό. Ταυτόχρονα όμως, επιτρέπουν τη δημογραφική ανάλυση, τη σύγκριση και την ποσοτική και ποιοτική ερμηνεία των ανθρώπων του παρελθόντος. 16

2.2 ΠΑΛΑΙΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ Η ανθρώπινη δραστηριότητα είναι δυνατόν να δημιουργήσει αύξηση των ασθενειών. Η παθολογία είναι ένας τομέας που έλκει το αρχαιολογικό ενδιαφέρον, καθώς, εκτός από συμπεράσματα που μπορεί να εξαχθούν για την υγεία ενός ατόμου ή πληθυσμού, είναι δυνατόν να έχει προεκτάσεις κοινωνικές, συμβολικές, και οικονομικές, ζητήματα που κατεξοχήν αφορούν την αρχαιολογία. Η υγεία του ατόμου δεν είναι απλά ένα στατιστικό στοιχείο, αλλά ένδειξη της κοινωνικής ζωής και εξέλιξης. Η κοινωνία δεν είναι μια αφηρημένη έννοια που μεταλλάσσεται και αναπτύσσεται τυχαία, αλλά ένας κοινωνικός σχηματισμός που απαρτίζεται από ανθρώπους, υγιείς ή μη. Κατά συνέπεια, η υγεία είναι κοινωνικό και πολιτικό ζήτημα και σχετίζεται με τις επιλογές της εκάστοτε κοινωνίας (Cohen 1989: 14). Οι ασθένειες μπορούν να διαχωριστούν σε τρεις μεγάλες κατηγορίες ανάλογα με τα αίτια τους: 1) τις ασθένειες που αφορούν το μυοσκελετικό, με διαφορετικές αιτίες μεταξύ τους, όπως οι αρθροπάθειες και η οστεοπόρωση, 2) τις μολυσματικές, λόγω παρουσίας ιών, παρασίτων, βακτηριδίων και 3) τις ασθένειες που σχετίζονται με τη διατροφή και την απουσία ή αυξημένη παρουσία συγκεκριμένων στοιχείων (π.χ. μετάλλων, βιταμινών κλπ) (μεταβολικά νοσήματα). Επιμέρους διαφοροποιήσεις στην εμφάνιση των νοσημάτων οφείλονται σε πολιτισμικούς παράγοντες που σχετίζονται με τοπικά, περιβαλλοντικά και κοινωνικά στοιχεία (Cohen 1989: 7-13). Στο επόμενο μέρος θα παρατεθούν οι περιορισμοί που ενδέχεται να προκύψουν στην καταγραφή και στη μελέτη της παθολογίας των σκελετικών καταλοίπων. Κατόπιν, θα αναλυθούν οι παθήσεις, σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση που αναφέρθηκε, καθώς επίσης θα παρουσιαστούν και οι παθήσεις στα δόντια. Πρέπει να σημειωθεί πως τα νοσήματα που θα παρατεθούν είναι αυτά που συναντώνται συχνότερα στην περιοχή του Αιγαίου και διαφαίνονται στα σκελετικά κατάλοιπα των θέσεων που παρουσιάζονται στην παρούσα εργασία. 2.2.1. ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΙ Οι παθολογικές ενδείξεις που αναγνωρίζονται στο σκελετικό υλικό είναι σύνθετες και ποικίλες, λαμβάνοντας υπόψη και τους μεθοδολογικούς και ταφονομικούς περιορισμούς (Triantaphyllou 2001:66).Οι περιορισμοί και τα προβλήματα που παρουσιάζονται στην έρευνα της παλαιοπαθολογίας είναι κοινά με 17

αυτά της παλαιοδημογραφίας. Συγκεκριμένα, η κακή διατήρηση των οστών, εξαιτίας ταφονομικών παραγόντων είναι κυρίαρχο πρόβλημα στην καταγραφή των παθήσεων. Ένα άλλο πρόβλημα που είναι δυνατό να προκύψει είναι η αδυναμία διατύπωσης γενικευμένων παρατηρήσεων που έχουν σχέση με τη συνολική εικόνα των παθήσεων ενός πληθυσμού. Αυτό συμβαίνει καθώς το σκελετικό υλικό που μελετάται είναι μόνο ένα δείγμα από το σύνολο των νεκρών του πληθυσμού, και ίσως όχι αντιπροσωπευτικό. Πέρα από τα κοινά προβλήματα της παλαιοδημογραφίας και της παλαιοπαθολογίας, η έρευνα της τελευταίας μπορεί να επηρεαστεί, λόγω της ίδιας της φύσης της πάθησης και των συνεπειών της. Σαφές είναι ότι πολλές παθήσεις δεν επιφέρουν ίχνη στα οστά, άρα δεν είναι δυνατόν να αναγνωριστεί η πάθηση. Επίσης, ο βαθμός σοβαρότητας της ασθένειας παίζει σημαντικό ρόλο, καθώς όταν είναι οξεία, όπως μπορεί να συμβεί σε κάποιες ειδικές μολυσματικές νόσους, οδηγεί σε άμεσο θάνατο. Ως αποτέλεσμα, τα οστά δεν προλαβαίνουν να αντιδράσουν. Είναι, λοιπόν πολύ πιθανό, να υπάρχουν άτομα ανάμεσα στο οστεολογικό υλικό, και κυρίως ανήλικα, που να μη φέρουν ίχνη παθογένειας στα οστά, εντούτοις να είναι θύματα κάποιας μεταβολικής νόσου (Roberts, Manchester 1995: 9). Τέλος, πρέπει να αναφερθεί ότι τα οστά έχουν συγκεκριμένους τρόπους αντίδρασης στις παθήσεις. Είναι δυνατόν μια ανωμαλία στα οστά να έχει προκληθεί από μια ποικιλία νοσημάτων ή αιτιολογιών, όπως για παράδειγμα η διακοπή της ανάπτυξης, μπορεί να οφείλεται σε μολυσματική πάθηση, σε τραυματισμό ή και σε ασιτία (White 1991: 334). Κατά συνέπεια, είναι δυνατόν να περιγραφεί η ανωμαλία στα οστά, αλλά να μην μπορεί να συγκεκριμενοποιηθεί η αιτιολογία της. 2.2.2. ΝΟΣΟΙ ΤΟΥ ΜΥΟΣΚΕΛΕΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΑΡΘΡΟΠΑΘΕΙΕΣ Οι αρθροπάθειες είναι αλλοιώσεις των αρθρικών επιφανειών των οστών. Αυτό συμβαίνει καθώς ασκείται υπερβολική πίεση στις αρθρώσεις, και σταδιακά καταστρέφεται ο χόνδρος που τις περιβάλλει. Με την απουσία του χόνδρου, οι αρθρικές επιφάνειες έρχονται σε τριβή μεταξύ τους και αλλοιώνονται. Οι αλλοιώσεις χωρίζονται σε δύο διαφορετικές κατηγορίες: α) δημιουργία νέου οστού (οστεοφύτωση) β) διάβρωση του οστού. Συχνά είναι δυνατόν να συμβούν και τα δύο. Όταν συναντάται δημιουργία νέου οστού προκύπτουν στις αρθρώσεις, μικρά οστεώματα, τα οστεόφυτα (Manchester, Roberts 1995: 99-101). Όταν καταστραφεί ο 18

χόνδρος, συνήθως το οστό σκληραίνει και λειαίνεται. (Manchester, Roberts 1995: 103.) Ο πιο συχνός τύπος αρθροπάθειας είναι η οστεοαρθρίτιδα η οποία επιδρά στις διαρθρώσεις π.χ. αγκώνας ή γόνατο. Η αιτιολογία ποικίλει και συνήθως οι παράγοντες είναι περισσότεροι από ένας. Η οστεοαρθρίτιδα εμφανίζεται σε όλες τις ηλικίες, όμως σπάνια παρουσιάζεται πριν τα 30 κυρίως σε αστικές, βιομηχανοποιημένες κοινωνίες ενώ έχει πιο ήπια μορφή στα ζεστά κλίματα (Larsen 1997: 161-167). Παράγοντες που συμβάλλουν στην εμφάνιση της είναι το σωματικό βάρος, στοιχείο που επηρεάζει κυρίως την άρθρωση του γόνατου, αλλά και η ηλικία, ο μεταβολισμός, η διατροφή, η πυκνότητα του οστού, αγγειακές ελλείψεις, μολύνσεις, τραύματα και κληρονομικότητα. Ο κύριος παράγοντας όμως είναι το λεγόμενο μηχανικό στρες και η δραστηριότητα (Larsen 1997: 163). Η διάγνωσή της οστεοαρθρίτιδας είναι συνήθως ακριβής όταν υπάρχει λείανση στο οστό. Όταν όμως δεν υπάρχει τέτοια παρατήρηση, τότε πρέπει να συνυπάρχουν οστεόφυτα αλλά και πορώδης μορφή του οστού. Στο ζήτημα της διάγνωσης της νόσου αυτής επικρατεί προβληματισμός, καθώς μπορεί τα οστεόφυτα να είναι αποτέλεσμα της γήρανσης. Η προβληματική αυτή έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη λεπτομερών μεθόδων καταγραφής της οστεοαρθρίτιδας (Manchester, Roberts 1995: 105). Πάντως, ο αριθμός ή το μέγεθος των οστεοφύτων δεν αποτελούν δείκτες για τη σοβαρότητα της ασθένειας (Grmek 1983: 77). Η εμφάνισή της, ιδιαίτερα στη σπονδυλική στήλη, οφείλεται στο περπάτημα στην όρθια θέση. Η σπονδυλική στήλη δεν είναι εντελώς ίσια, αλλά στις οσφυϊκές και αυχενικές περιοχές τείνει ελαφρώς μπροστά, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται ο τέταρτος και ο πέμπτος οσφυϊκός, ενώ στην περιοχή του θώρακα τείνει προς τα πίσω με αποτέλεσμα να επηρεάζεται ο όγδοος θωρακικός. Με τις κυρτώσεις αυτές, δημιουργούνται σημεία που δέχονται πιέσεις και κατά συνέπεια υπάρχει ποικιλία στην εμφάνιση οστεοαρθρίτιδας στην σπονδυλική στήλη. Ειδικότερα, ανάμεσα από τους σπονδύλους, υπάρχουν οι δίσκοι με μορφή υφή ζελατίνης. Με τη γήρανση παρουσιάζονται χημικές και εκφυλιστικές αλλαγές σ αυτούς, λόγω χρόνιας δραστηριότητας κυρίως, όπως προαναφέρθηκε. Συνεπώς, δημιουργούνται οστεόφυτα στο σώμα των σπονδύλων. Στις σοβαρές περιπτώσεις, τα οστεόφυτα συνενώνονται και περιορίζεται η κίνηση. Το φαινόμενο αυτό λέγεται αγκύλωση. Εκτός από τα σώματα των σπονδύλων επηρεάζονται και οι ακανθώδεις αλλά και οι εγκάρσιες αποφύσεις των σπονδύλων. Σχετικοί με τα οστεόφυτα και τον εκφυλισμό των 19

σπονδυλικών δίσκων είναι οι όζοι Schmorl, όπου το περιεχόμενο των δίσκων ασκεί πίεση στην επιφάνεια των σωμάτων. Οι όζοι αυτοί παρουσιάζονται κυρίως στους χαμηλότερους θωρακικούς και οσφυϊκούς σπονδύλους. Η αιτιολογία είναι άγνωστη, ενδεχομένως να σχετίζεται με τραύμα, μόλυνση, οστεοπόρωση ή νεοπλασματική ασθένεια (Manchester, Roberts 1995: 106-108). Στους αρχαιολογικούς πληθυσμούς, η οστεοαρθρίτιδα είναι η πιο συχνή από τις παθήσεις των αρθρώσεων (Grmek 1983: 77, Powell 1988: 61). Επίσης εμφανίζεται συχνότερα στους άνδρες και κυρίως σε αγροτικές κοινωνίες όπου υπάρχει διαφοροποίηση στις δραστηριότητες ανάλογα με το φύλο (Larsen 1997: 176). ΤΡΑΥΜΑΤΑ Τα τραύματα έχουν άμεση σχέση με πολιτισμικούς παράγοντες, συνθήκες ζωής και κοινωνικής συμπεριφοράς (Larsen 1997: 159-160). Διαχωρίζονται σε τέσσερις κατηγορίες: α) κάταγμα, ολικό ή μερικό, β) εξάρθρωση, γ) αλλοιώσεις στο νευρικό ή στο κυκλοφορικό σύστημα και δ) τεχνητές παραμορφώσεις. Η αναγνώριση τραυμάτων σε σκελετικό υλικό είναι δυνατόν να δώσει πληροφορίες για τη δραστηριότητα των ατόμων, αλλά και τις αντιλήψεις του. Οι αγροτικοί πληθυσμοί για παράδειγμα δίνουν διαφορετική γενική εικόνα τραυμάτων από τους τροφοσυλλέκτες, για παράδειγμα. Παράλληλα, είναι δυνατόν το τραύμα να προέλθει από άσκηση βίας, άρα είναι δυνατόν να εξαχθούν συμπεράσματα και για τις αντιλήψεις μιας κοινωνίας. (Roberts, Manchester 1995: 65). Στην οστεοαρχαιολογία, το ενδιαφέρον μονοπωλούν κυρίως τα κατάγματα, και η γενική εικόνα εμφάνισής τους στο σκελετικό υλικό ενός πληθυσμού. Είναι, δηλαδή, σημαντικό να παρατηρηθεί αν τα κατάγματα είναι συχνότερα στο άνω ή κάτω μέρος του σκελετού ή στην αριστερή ή δεξιά πλευρά. Οι αλλαγές στη γενική εικόνα τους σηματοδοτούν το πέρασμα των χρόνων και των εποχών. Είναι σημαντικό να αναφερθεί πως το επουλωμένο κάταγμα ενός παιδιού ίσως να μην αναγνωριστεί καθόλου (Roberts, Manchester 1995: 73). Υπάρχουν δύο κατηγορίες καταγμάτων, τα ανοικτά, δηλαδή μεταξύ οστού και επιδερμίδας και τα κλειστά στα οποία δεν υπάρχει επαφή ανάμεσα στο δέρμα και το οστό. Ιδιαίτερα στα ανοιχτά κατάγματα υπάρχει πιθανότητα εμφάνισης κάποιας μόλυνσης λόγω βακτηριδίων ή και εμφάνιση μη ειδικής φλεγμονής. Στους αρχαιολογικούς πληθυσμούς παρατηρούνται κυρίως ενδείξεις για ανοιχτά τραύματα, καθώς η επιδερμική μόλυνση οδηγεί σε σχηματισμό κοιλοτήτων και στη διαμόρφωση 20

ακανόνιστης επιφάνειας του οστού, που αποτελούν χαρακτηριστικές αλλοιώσεις μη ειδικής φλεγμονής π.χ. οστεομυελίτιδας. Τα κατάγματα μπορούν να εμφανιστούν εξαιτίας της επίδρασης τριών διαφορετικών παραγόντων: το οξύ κάταγμα, την εμφάνιση κάποιας ασθένειας και την επαναλαμβανόμενη πίεση σε συγκεκριμένη οστική επιφάνεια. Το τελευταίο είναι πιο σπάνιο σε αρχαιολογικούς πληθυσμούς, εξαιτίας της γενικής αδυναμίας αναγνώρισης καθώς οι ενδείξεις στα οστά είναι σχεδόν ανεπαίσθητες. Αντίθετα, όταν έχουμε ασθένεια του οργανισμού, όπως για παράδειγμα οστεοπόρωση, αποδυναμώνεται η δομή του οστού και μπορεί να προκύψει αρκετά εύκολα κάποιο κάταγμα (Manchester Roberts 1995: 68-69). Οι διαφορετικοί τύποι τραυμάτων στο κρανίο έχουν επίσης ενδιαφέρον και ποικίλουν ανάλογα με τις περιστάσεις. Είναι δυνατόν να προσδιοριστούν για παράδειγμα σημαντικές πληροφορίες όπως αν το χτύπημα είναι άμεσο ή έμμεσο, αν ασκήθηκε δύναμη και πόση ήταν αυτή, αλλά και το είδος του αντικειμένου που τυχόν χρησιμοποιήθηκε (Manchester Roberts 1995: 65-98). 2.2.3. ΜΟΛΥΣΜΑΤΙΚΕΣ ΝΟΣΟΙ Οι μολυσματικές παθήσεις σχετίζονται με την ανάπτυξη και τη διάδοση μικροοργανισμών όπως είναι οι ιοί και τα βακτηρίδια. Η εξάπλωσή τους εξαρτάται κυρίως από το μέγεθος και την πυκνότητα ενός πληθυσμού. Αυτό προκύπτει καθώς οι μικροοργανισμοί για να ολοκληρώσουν τον κύκλο ζωής τους πρέπει να εξαπλώνονται από άτομο σε άτομο και αν αυτό δε γίνει η αλυσίδα σπάει και η ασθένεια εξαφανίζεται. Οι μολύνσεις των ζωονόσων αναφέρονται στις μολύνσεις που ολοκληρώνουν τον κύκλο ζωής τους σε ένα ή περισσότερα ζώα, χωρίς την μεσολάβηση του ανθρώπου, ο οποίος, αν νοσήσει, πρόκειται για ατύχημα, λόγω της επαφής του με τα ζώα. Συνήθως οι μολύνσεις αυτές δεν έχουν πολλά θύματα, και εμφανίζονται κυρίως σε ενήλικες που βγαίνουν έξω από τα όρια του οικισμού. Εντούτοις, οι απώλειες, αν και λίγες σε αριθμό, επηρεάζουν την οικονομία και τη δημογραφία του οικισμού, καθώς νοσούν παραγωγικά μέλη του. Φυσικά υπάρχει και η άλλη κατηγορία των μολύνσεων, οι χρόνιες, που δεν οδηγούν στο θάνατο, όμως προσβάλλουν πολλά άτομα καθώς μεταδίδονται εύκολα. Οφείλονται σε βακτήρια, όπως ο σταφυλόκοκκος και ο στρεπτόκοκκος (Cohen 1989: 32-37). 21

Κατά την ανθρώπινη ιστορία, υπάρχουν στοιχεία για την ύπαρξη μολυσματικών ζωονόσων παθήσεων πριν την μόνιμη εγκατάσταση, κατά το στάδιο του νομαδισμού. Το γεγονός αυτό οφείλεται στο ότι η μόνιμη εγκατάσταση συντέλεσε στην ανάπτυξη αντισωμάτων. Όμως, το κοινωνικό αυτό φαινόμενο, οδήγησε και στην εξάπλωση των μολυσματικών ασθενειών μέσω των εμπορικών δικτύων, καθώς αναμειγνύονται οι πολιτισμικές ομάδες. Παράλληλα, η εκμετάλλευση της γης από τον άνθρωπο επηρέασε τη δράση των μολυσματικών νόσων, καθώς ορισμένοι οργανισμοί εξαφανίστηκαν μεν λόγω της γεωργίας, άλλοι όμως ευνοήθηκαν. Επίσης, η τεχνική της αποθήκευσης και της προετοιμασίας της τροφής έπαιξαν ρόλο στην εξάπλωση των μολύνσεων, καθώς με την ανάπτυξη των βακτηριδίων ο άνθρωπος επινόησε μεθόδους συντήρησης της τροφής. Άλλος ένας παράγοντας εξάπλωσης των μολύνσεων είναι η εξημέρωση των ζώων, καθώς, απ τη μια, οι μεγάλοι πληθυσμοί των ζώων ευνοούν την ολοκλήρωση του κύκλου ζωής των μικροοργανισμών και από την άλλη, ζώα όπως οι χοίροι, ανακυκλώνουν, κατά κάποιον τρόπο, τα απορρίμματα, μειώνοντας τους κινδύνους μόλυνσης. Σε γενικές γραμμές, όσο περισσότεροι είναι οι πιθανοί φορείς ενός μικροοργανισμού, τόσο περισσότερες είναι οι πιθανότητες να επιβιώσει μια μολυσματική νόσος και συνεπώς, ο αριθμός ατόμων ενός πληθυσμού, οι συνθήκες ζωής και δραστηριότητας, οι τεχνικές αποθήκευσης και συντήρησης και η υγιεινή είναι τομείς που πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά τη μελέτη και την ερμηνεία των μολυσματικών παθήσεων (Cohen 1989: 32-54). Οι μολύνσεις, συνεπώς έχουν μεγάλη ιστορία που συμβαδίζει με αυτή του ανθρώπου. Συνοπτικά θα αναφερθούμε σε ορισμένα ορόσημα και τις συνέπειες τους στην εξάπλωση των μολυσματικών παθήσεων. Περίπου 15000 χρόνια πριν από σήμερα, με την εξημέρωση του σκύλου, προέκυψε πιθανόν η πρώτη μετάδοση μόλυνσης από ζώο σε άνθρωπο. Το 10000 πριν από σήμερα, με την εξημέρωση και άλλων ζώων, τα κρούσματα μολύνσεων αυξήθηκαν λόγω μετάδοσής τους μέσω του νερού και της τροφής. Οι περίοδοι από το 6000 έως και το 3000 περίπου, κατά τις οποίες εμφανίστηκαν οι πρώτοι μεγάλοι οικισμοί, αποτέλεσαν ορόσημο για την «οικειοποίηση» των μολύνσεων από τον άνθρωπο, αλλά και την αύξηση των κινδύνων μέσω των συνθηκών υγιεινής και διαβίωσης λόγω πυκνότητας του πληθυσμού. Περίπου το 2500 πριν από σήμερα, με τα διευρυμένα εμπορικά δίκτυα και τη διαμόρφωση μεγάλων κρατών έχουν καταγραφεί οι πρώτες επιδημίες. Ο Θουκυδίδης αναφέρει τον λοιμό στην Αθήνα του 5 ου αιώνα (Mitchell 2003: 173). 22

ΜΗ ΕΙΔΙΚΕΣ ΦΛΕΓΜΟΝΕΣ Οι μη ειδικές φλεγμονές οφείλονται σε βακτήρια των οποίων η ακριβής προέλευση είναι άγνωστη (Manchester, Roberts 1995: 126). Στα αρχαιολογικά δεδομένα πιο συχνή είναι η παρουσία οστεομυελίτιδας ή περιοστίτιδας. Οστεομυελίτιδα/Περιοστίτιδα: η μόλυνση από το βακτήριο, που συνήθως είναι το Staphylococcus aureus (Larsen 1997: 82), επηρεάζει το τη μυελική κοιλότητα στο εσωτερικό του οστού (οστεομυελίτιδα), ή το περιόστεο πού αναφέρεται στο συμπαγές τοίχωμα του οστού () (περιοστίτιδα). Τα στάδια στα οστά περιλαμβάνουν καταστροφή του οστού, δημιουργία πύου και επούλωση του οστού, με συνέπεια όμως το οστό να μεγεθύνεται και να παραμορφώνεται. Η διάβρωση αυτή έχει λακκοειδές, ακανόνιστο σχήμα στην επιφάνεια του οστού και ειδικότερα στην κνήμη και στο μηριαίο διαμορφώνονται πλάκες οστού στην επιφάνειά του (Manchester, Roberts 1995: 126-135). Η οστεομυελίτιδα σχετίζεται αρχαιολογικά με την πυκνότητα του πληθυσμού, την καθημερινή ζωή και την ανάπτυξη εμπορικών δικτύων, με συνέπεια την εξάπλωση των ιών και των βακτηρίων, αλλά και με τη διατροφή και τις συνθήκες υγιεινής (Triantaphyllou 2001: 94-98). 2.2.4. ΜΕΤΑΒΟΛΙΚΕΣ ΝΟΣΟΙ: Αναιμία: Πρόκειται για μεταβολικό νόσημα που σχετίζεται με το αίμα και παρουσιάζεται με ποικίλες μορφές. Η σιδηροπενική αναιμία είναι επίκτητη, ενώ η θαλασσαιμία και η δρεπανοκυτταρική αναιμία οφείλονται σε γενετικές διαταραχές (Manchester, Roberts 1995: 166-167). Η σιδηροπενική αναιμία είναι η μείωση της αιμοσφαιρίνης ή και των ερυθρών αιμοσφαιρίων κάτω από τα φυσιολογικά όρια. Ο σίδηρος είναι απαραίτητος στην αιμοσφαιρίνη για τον σχηματισμό νέων ερυθρών αιμοσφαιρίων και στη μεταφορά οξυγόνου στους ιστούς (Larsen 1997: 29), αλλά στον αναιμικό ασθενή, τα ερυθρά αιμοσφαίρια γίνονται ωχρά και μικρά, με μικρότερη διάρκεια ζωής, έως και τη μισή. Ο σίδηρος συνήθως αποθηκεύεται στο ήπαρ και στη σπλήνα όταν τα ερυθρά αιμοσφαίρια εκφυλίζονται. Η δυνατότητα αποθήκευσης όμως αυτή μειώνεται στην αναιμία, καθώς το σώμα προσπαθεί να απορροφήσει μεγαλύτερες ποσότητες σιδήρου. Επιπρόσθετα, ο σίδηρος είναι απαραίτητος για το ανοσοποιητικό σύστημα. Τροφές πλούσιες σε σίδηρο είναι τα όσπρια, το κόκκινο κρέας και τα θαλασσινά. Ο 23

φυτικός σίδηρος απορροφάται εύκολα, όμως τα δημητριακά δεν περιέχουν μεγάλες ποσότητες. Κοινός τόπος στο παρελθόν ήταν η μεγάλη απώλεια αίματος, και οι παρασιτικές μολύνσεις του εντέρου με τη χρόνια διάρκεια της πάθησης. Η φτωχή διατροφή ευνοεί τις μολύνσεις, με αποτέλεσμα οι μολυσματικές νόσοι να αποτελούν βασικό παράγοντα της αναιμίας. Αυτό συμβαίνει γιατί η μόλυνση οδηγεί τον οργανισμό να δεσμεύσει σίδηρο για να επιβιώσει το άτομο, και κατά συνέπεια παρουσιάζεται έλλειψη σιδήρου. Οι παράγοντες που συμβάλλουν στην εμφάνιση της αναιμίας δεν είναι μόνο οι μολύνσεις και η διατροφή. Βασικό ρόλο παίζουν το κλίμα, η γεωγραφία και η οικονομία, δηλαδή ο τρόπος ζωής. Επιπρόσθετα, αναφέρεται ότι παιδιά με χαμηλό βάρος γέννησης εκτίθενται στη σιδηροπενική αναιμία (Larsen 1997: 29-33). Οι αλλαγές στα οστά συμβαίνουν σε παιδική ηλικία και τα ίχνη παραμένουν και στους ενήλικες. Τα ίχνη αυτά είναι η λέπτυνση στο εξωτερικό του συμπαγούς κρανιακού οστού και η πάχυνση - υπερόστωση της διπλόης. Τα ίχνη αυτά είναι ενδείξεις της προσπάθειας του οργανισμού να παράγει ερυθρά αιμοσφαίρια στο μυελό για να αντικατασταθεί ο σίδηρος που λείπει. Εκτός από τα βρεγματικά και το ινιακό οστό του κρανίου, όπου παρατηρείται πορωτική υπερόστωση, ένας όρος που δημιουργήθηκε από τον Angel (Larsen 1997: 30), επηρεάζονται και οι οφθαλμικοι κόγχοι (cribra orbitalia). Το σύμπτωμα αυτό εμφανίζεται μόνο του ή με τις άλλες αλλοιώσεις στο κρανίο. Οι ενδείξεις αυτές μοιάζουν με αυτές της ραχίτιδας και του σκορβούτου, όμως η μικροσκοπική εξέταση έδειξε ότι η διπλόη επηρεάζεται μόνο από την αναιμία. Η θαλασσαιμία αποτελεί μια γενετική ανωμαλία της σύστασης της αιμοσφαιρίνης. Παράγονται ωχρά κύτταρα με χαμηλή αιμοσφαιρίνη και γρήγορα καταστρέφονται. Οι αλλοιώσεις στο σκελετό μοιάζουν με αυτές της σιδηροπενικής αναιμίας, όπως υπερόστωση της διπλόης και λέπτυνση του εξωτερικού του ινιακού οστού. Επιπρόσθετα, τα μετακάρπια και τα μετατάρσια οστά λεπταίνουν και δημιουργείται οστεοπόρωση της σπονδυλικής στήλης. (Grmek 1983: 245-248, Calnan 1992: 29-30, Manchester, Roberts 1995: 165-169) Τέλος, η δρεπανοκυτταρική αναιμία χαρακτηρίζεται από αφύσικη επιμήκυνση των ερυθρών αιμοσφαιρίων. Είναι επίσης γενετική και κληρονομική πάθηση. Οι ενδείξεις στο σκελετό είναι όμοιες με αυτές της θαλασσαιμίας και περιλαμβάνουν αλλαγές στο κρανίο, στα άκρα, στην πύελο και στη σπονδυλική στήλη, και προκύπτουν από την προσπάθεια του οργανισμού να παράγει περισσότερα ερυθρά 24

αιμοσφαίρια. Επιπρόσθετα, όμως, παρατηρείται νέκρωση των μικρών οστών στα άνω άκρα και οστεοπόρωση στους σπονδύλους (Grmek 1983: 245-252, Manchester, Roberts 1995: 170-171). Οστεοπόρωση: Πρόκειται για μια ετερογενή σειρά διαταραχών που χαρακτηρίζονται από μείωση της οστικής πυκνότητας και προκαλείται από τη λέπτυνση των τειχών του φλοιού των μακρών οστών (περιόστεο), απώλεια του ινώδους ιστού, δημιουργώντας πορώδη υφή στο κυτταρικό οστό. Οι παράγοντες που συμβάλλουν στην εμφάνιση οστεοπόρωσης είναι κυρίως η ηλικία, αλλά είναι απαραίτητο να τονίσουμε πως η απώλεια οστικής μάζας είναι χαρακτηριστικό άλλων παθήσεων, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα. Δεν κάνει διακρίσεις σε φύλο ή κοινωνική τάξη αλλά σημασία έχει η διατροφή, η έλλειψη άσκησης, οι ορμόνες, ο μακροχρόνιος θηλασμός και οι πολλές κυήσεις. Σε γενικά πλαίσια, οι γυναίκες έχουν λιγότερη οστική μάζα από τους άνδρες και η διαφορά αυτή αυξάνεται μετά την εμμηνόπαυση, καθώς τα οιστρογόνα είναι ορμόνες που εμποδίζουν την καταστροφή του οστού. Με την πάθηση αυτή, σχετίζονται η θνησιμότητα, τα ανάστημα αλλά και η υποπλασία αδαμαντίνης, οι γραμμές Harris αλλά και οι κρανιακές αλλαγές στην αναιμία (Manchester, Roberts 1995: 177-180). Διακοπή της ανάπτυξης: Η ανάπτυξη του ανθρώπινου σκελετού συμβαίνει από την γέννηση ως την εφηβεία, όμως δύο περίοδοι αποτελούν βασικά σημεία αναφοράς. Το πρώτο είναι από τη γέννηση ως το πρώτο έτος και το δεύτερο, στη διάρκεια της εφηβείας οπότε συντελείται η συνοστέωση των επιφύσεων των μακρών οστών (Larsen 1997: 8). Η ανάπτυξη είναι δείκτης υγείας και ποιότητας ζωής και οι παράγοντες που ενδέχεται να την επηρεάσουν είναι γενετικοί, ορμονικοί, ψυχολογικοί, διατροφικοί και παθολογικοί, σχετιζόμενοι κυρίως με μολυσματικές ασθένειες. Η διακοπή των φυσιολογικών λειτουργιών του οργανισμού και των κανονικών διαδικασιών ανάπτυξης ονομάζεται στρες. Το στρες έχει κατηγοριοποιηθεί στο οξύ και στο χρόνιο. Το οξύ στρες διαρκεί για κάποιες μέρες, λόγω έλλειψης τροφής ή ύπαρξη κάποιας παθολογίας και τα επεισόδια αυτά έχουν συνήθως λιγότερο σοβαρές συνέπειες απ ότι το χρόνιο, προκαλώντας συνήθως γραμμώσεις στις διαφύσεις των μακρών οστών και στην αδαμαντίνη των δοντιών, φαινόμενα που θα αναλυθούν παρακάτω. Το χρόνιο δεν έχει ακριβή χρονική έναρξη ή τέλος και συνήθως οφείλεται σε διατροφικούς παράγοντες. Όταν συμβεί σε παιδική ηλικία αναστέλλει την ανάπτυξη, συμβάλλει στη μείωση του αναστήματος και 25