1 Ένα κορίτσι με όνειρα



Σχετικά έγγραφα
Γεράσιμος Μηνάς. Γυναίκα ΠΡΩΤΟ ΑΝΤΙΤΥΠΟ

Μα ναι, τι χαζός που ήταν! Γυναικεία ήταν η φιγούρα που στεκόταν μπροστά στη μεγάλη μπαλκονόπορτα του δεύτερου

κοντά του, κι εκείνη με πόδια που έτρεμαν από το τρακ και την καρδιά της να φτερουγίζει μες στο στήθος ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα.

III. Ο γέρος που άκουγε τα ωραιότερα τραγούδια.

ΦΡΙΝΤΡΙΧ ΣΙΛΕΡ. ποιήματα

Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ 13 ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Τίτλος του διηγήµατος: Το γουρούνι µε τα ξύλινα ποδάρια

ΘΥΜΙΟΥ ΑΓΓΕΛΙΔΗ-ΕΥΑΓΓΕΛΙΔΗ ΕΛΠΙΝΙΚΗ

Κι εγώ τι θα κάνω μόνη μου τις Κυριακές; Έχεις εμένα, αγάπη μου. Εσύ κάθε μέρα είσαι στο μαγαζί και τις Κυριακές πηγαίνεις

Γεράσιμος Μηνάς. Εγώ κι εσύ

ΚΩΣΤΑΣ ΒΟΥΛΑΖΕΡΗΣ. ο Βασιληάς οι Νύφες. η Μαύρη Δράκαινα

Κεφάλαιο 2. αβάλα στ άλογά τους, οι ιππότες πέρασαν

«Λοιπόν, έχουμε και λέμε Αθανάσιος Παπανικολάου, ετών 99, Κωνσταντίνα η σύζυγος, τρία παιδιά, οχτώ εγγόνια»

Γιάννης Υφαντής ΓΚΆΤΣΟΣ Ο ΠΕΛΑΣΓΙΚΌΣ. Οι ποιητές

Λόγος Επίκαιρος. Αυτοί που είπαν την αλήθεια, τι κατάλαβαν από τη ζωή; ΛΕΝΕ!!! Και αυτοί που δεν την είπαν, τι κατάλαβαν από τη ζωή; ΛΕΜΕ!!!

ΕΡΩΤΑΣ ΣΤΟ ΛΕΜΟΝΟΔΑΣΟΣ

Η φιλοσοφία στην τέχνη

ÄÉÌÇÍÉÁÉÁ ÅÊÄÏÓÇ ÅÍÇÌÅÑÙÓÇÓ ÊÁÉ ÐÍÅÕÌÁÔÉÊÇÓ ÏÉÊÏÄÏÌÇÓ ÉÅÑÁ ÌÇÔÑÏÐÏËÉÓ ÈÅÓÓÁËÏÍÉÊÇÓ ÉÅÑÏÓ ÍÁÏÓ ÌÅÔÁÌÏÑÖÙÓÅÙÓ ÔÏÕ ÓÙÔÇÑÏÓ

Διαθεματική προσέγγιση στον Καβάφη μια απόπειρα διδακτικής προσέγγισης

ΦΑΙΔΩΝ (Περί Ψυχής) (αποσπάσματα)

ΤΟ ΠΕΠΡΩΜΕΝΟ... Αναρωτηθήκατε ποτέ, άραγε, γιατί αν όλ αυτά που θα θέλαμε

ο σούρουπο είχε απλώσει το σκοτεινό υφάδι του, κεντημένο με περισσή στοργή από τη μητέρα του, τη μαρμαρυγή. Τιτιβίσματα πτηνών ορμούσαν μες στην

Ιωάννά νοτάρά Χαμένες άγάπες

Ο Λέξους Μανταλέξους

Μικρός Ευεργετινός. Μεταφρασμένος στη Δημοτική

Το μάτι του Ελέφαντα. Χριστόφορος Ακριτίδης

Ο ΚΑΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΑΚΟΣ. Μαρία και Ιωσήφ

Ένα βιβλίο βασισμένο στο μυθιστόρημα της Λενέτας Στράνη «Το ξενοπούλι και ο Συνορίτης ποταμός»

Τρέχω στο μπάνιο και βγάζω όλη τη μακαρονάδα.

Για το βιβλίο του Αντώνη Κακαρά ΟΞΩ ΑΠ Τ ΑΜΠΕΛΙΑ ΡΕΕΕ. της Νάντιας Βαλαβάνη. Ομιλία στην παρουσίασή του στη Στοά του Βιβλίου, την

Απώλεια και μετασχηματισμοί της τραυματικής εμπειρίας. Παντελής Παπαδόπουλος

Μια «γριά» νέα. Εύα Παπώτη

* Από την αγγλική λέξη «boss», αφεντικό. ** «Core houses» στο πρωτότυπο, μικρά ισόγεια σπίτια ανθεκτικής κατασκευής με πρόβλεψη επέκτασης. (Σ.τ.Ε.

Παραμυθιά Τάξη Α Μάστορα Έλλη

ΤΖΟΤΖΕΦ ΚΙΠΛΙΝΓΚ

Στις κόρες µου Χριστίνα και Θάλεια

Κυκλοφορώ με ασφάλεια. Είχα ένα ποδήλατο πριν από δύο χρόνια και ήμουν η καλύτερη σ ολόκληρη τη χώρα

ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΒΟΥΛΗΣ ΙΖ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΜΕΝΗΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΥΝΟΔΟΣ Α ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΗ ΞΑ Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2016

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Γενικές πληροφορίες Πού βρίσκομαι;

Άδειο που φαίνεται το σπίτι ε, σκύλε; Εσύ κοίτα να κάτσεις ήσυχος σε τούτα δω τα βράχια, Γουίλο.

ANNA TENEZH Η αρχοντοπούλα με την πέτρινη καρδιά

ΤΡΥΦΩΝΑΣ ΤΥΠΟΥ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΜΟΥΣΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. Διήγημα με τίτλο: «Πορτραίτα τριών γυναικών, μιας γαρδένιας κι ενός ερωτευμένου σκύλου»

Λες, δεν διαφέρεις. Δεν είναι ομαδική παράκρουση, ο πόνος. Σκυμμένοι άνθρωποι, στα στασίδια.

Στον 20ό αιώνα ζούμε, μαμά, όχι στο Μεσαίωνα. Για όνομα του Θεού! Οι γυναίκες έχουν πάρει πια τη ζωή στα χέρια τους. Άσε με στην ησυχία μου, έχω άλλα

Νησί που κανείς σεισμός δε θα σε καταπιεί μακρύ σαν πέτρινη μαγνητική βελόνη να δείχνεις το βοριά και το νότο της πορείας μας της ιστορίας του χρόνου

Oταν ξεκινούσαμε το Κοιτάω Μπροστά πριν από λίγα χρόνια,

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, Η κατάσταση στη χώρα, κ. Πρωθυπουργέ, είναι πολύ ανησυχητική. Η κοινωνία βράζει. Η οικονομία βυθίζεται.

Αρμέγει δήθεν ο Γιώργος τα πρόβατά του κάθε πρωί και γεμίζει καρδάρες με γάλα το οποίο αποθηκεύεται σε δοχεία μεγάλης χωρητικότητας και μεταφέρεται σ

Το πόνημα μου αυτό γράφτηκε σε στιγμές αγανάκτησης γι αυτά που συμβαίνουν στον τόπο μας.

Αναλυτικές οδηγίες διακοπής καπνίσματος βήμα προς βήμα

ΕΚΦΡΑΣΗ-ΕΚΘΕΣΗ Β ΛΥΚΕΙΟΥ 1 ο Λύκειο Καισαριανής ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ: Κείμενα Προβληματισμού

TA BIBΛIA ΤΗΣ ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΑΡΥΣΤΙΑΝΗ ΣTIΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ

ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙ που γεννιούνται με χαρακτήρα δυναμικό και φιλόδοξο, που χαράζουν μόνοι τους την πορεία τους στον κόσμο. Υπάρχουν όμως και άλλοι,

O ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΥ ΕΦΗΒΟΥ ΓΙΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ

ΤΟ ΦΩΣ ΤΩΝ ΠΛΑΝΩΝ ΑΣΤΕΡΙΩΝ 11. Πριν...

Μάριος Χάκκας. Το Ψαράκι της γυάλας

ΠΛΑΤΩΝΟΣ «ΠΟΛΙΤΕΙΑ» ΕΒΔΟΜΟ ΒΙΒΛΙΟ. ( «Ο Μύθος του Σπηλαίου» )

Ο «ΕΚΑΛΟΓΟΣ» ΤΟΥ ΚΑΛΟΥ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥ

ταν αρκετά αργά το πρωί όταν το σκοτάδι άρχισε να διαλύεται. Η Ζόγια Νικολάγεβνα Πέτροβα, χοντρή και σκοτεινή, περπατούσε γεμάτη αποφασιστικότητα στο

Ας προσπαθήσουμε να δούμε ποιες είναι αυτές, μία προς μία, εξετάζοντας τις πιο εξόφθαλμες και αναντίρρητες από αυτές.

ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΗΣ ΚΑΣ ΝΙΚΟΛΕΤΑΣ

Ευρετήριο πινάκων. Ασκήσεις και υπομνήματα

ΤΙΜΗΤΙΚΟΣ ΕΠΑΙΝΟΣ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΣΚΑΛΑΣ ΩΡΩΠΟΥ «ΜΙΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ» Διήγημα με τίτλο: «ΗλυκειοΜΕΝΗ ΕΦΗΒΕΙΑ»

Η Πλουσία, μια γυναίκα με πάθος και θέληση για ζωή, δεν είναι μόνο η ευνοημένη των κερασιών και της μοίρας μάνα, σύζυγος, αδελφή όχι μόνο αυτή που

14 ΓΙΑΝΝΗΣ & ΜΑΡΙΝΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ

Μια νέα φωτεινή σελίδα της ιστορίας μας

ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΘΑΥΜΑΤΩΝ. Κεφάλαια 11 έως 20

Ο ΕΡΑΣΤΗΣ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟΥ. Έτσι άρχισαν όλα

Ιερά Μητρόπολις Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως Ενορία Ι. Ν. Αγ. Αθανασίου Ευόσµου Ευλογηµένο Καταφύγιο Άξιον Εστί Κατασκήνωση Αγοριών Γυµνασίου-Λυκείου

Κώστας Σφενδουράκης ΝΙΚΗ ΤΩΝ ΤΕΤΡΙΜΜΕΝΩΝ.

ΕΤΣΙ ΚΙ ΑΛΛΙΩΣ... ΚΑΛΗΜΕΡΑ

Η Ιστορία του Αγγελιοφόρου Όπως αποκαλύφθηκε στον Μάρσαλ Βιάν Σάμμερς στης 23 Μάιου 2011 στο Μπόλντερ, Κολοράντο, ΗΠΑ

ΑΝΝΑ ΤΕΝΕΖΗ. ΑΝΤΙΟ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ, ΜΗΤΕΡΑ (Θεατρικό μονόπρακτο)

ΕΤΟΣ 16ο ΑΡΙΘ. ΦΥΛΛΟΥ 88 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ-ΜΑΡΤΙΟΣ 2006

Το ωραιότερο πράγμα του κόσμου

Το σύμπαν μέσα στο οποίο αναδύεστε

Δρ. Αναστασία Σάββα Γεωργιάδου. Χριστούγεννα Πρωτοχρονιά Φώτα. Ήθη και έθιμα

ΛΑΪΟΝΙΣΜΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΜΙΑ ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΠΟΡΕΙΑ

ΠΡΩΤΟΣ ΕΠΕΡΩΤΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΑΣΙΑΚΟΣ (ΕΛΑΙΟΚΑΛΛΙΕΡΓΙΑ)

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ, ΑΛΕΞΗ ΤΣΙΠΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΣΥΣΚΕΨΗ 29/8/2015

ΒΙΒΛΙΟ ΕΝΑΤΟ. Ο Όλεθρος του Νότου

ΜΝΗΣΙΚΑΚΙΑ Μεγάλο κακό η µνησικακία. Είναι µεγαλύτερο κι από την πορνεία. Πόσο µεγάλη η αρετή της συγχωρητικότητας!

(Σκέψεις)...Τι είναι τούτο γαμώτο μου; Πάλι έκλεισαν την είσοδο οι απολυμένοι του μετρό; Αχ! χάλια έγινες Ελλαδούλα μου! Ταξί, ταξιιιιί...

«Η Σ Κ Ο Ν Η Τ Ο Υ Ρ Ο Μ Ο Υ»

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΥΨΩΝΑ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ 2012

ΤΑΤΙΑΝΑ. θέλω..." Δεν πρέπει να θέλω! Ξέρω το πρέπει θα μου πεις δεν υπάρχει. Ή φλερτάρεις με το ρίσκο ή μένεις στο ίδιο σημείο μιά ζωή...

Του νεκρού αδελφού. δημοτικό τραγούδι (βλ. σ. 18 σχολικού βιβλίου) που ανήκει στην κατηγορία των παραλογών (βλ. σ. 20 σχολικού βιβλίου)

ΚΥΡΙΑΚΗ 3/05/ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΕΛΙΟΥ ΛΑΪΝΑΚΗ

Νικόλας Φαλάς, Ε 1. Κυριακή Φιλοθέου, Ε 2

Παραμύθια. που γράφτηκαν από εκπαιδευόμενους / ες του πρώτου επιπέδου κατά τη σχολική χρονιά στο 1ο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας Λάρισας


Θερινά ΔΕΝ 2011 "ακολουθώντας τη ροή" - η ματιά μου

Δεκέμβριος 1916 Μια βδομάδα πριν από τη δολοφονία του Ρασπούτιν

ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 20 ΜΑΪΟΥ 2011 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. Διδαγμένο κείμενο

Εκείνα τα χαράματα που σημάδεψαν την αρχή του τέλους

Η παρακμή του εργατικού κινήματος είναι μια διαδικασία που έχει ήδη διαρκέσει. πολλά χρόνια, τώρα ζούμε τα επεισόδια του τέλους της.

Σεπτέμβριος 2011: Εφημερίδα μηνός Αυγούστου, έκδ. 34 η

Η ΨΥΧΗ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ( 1 )

Τι είναι παραμύθι; «Παραμύθια για να γλυκάνει η ψυχή και να μερέψει» Μάνια Μαράτου Αφηγήτρια Παραμυθιών

Transcript:

1 Ένα κορίτσι με όνειρα ΔΕΝ ΗΞΕΡΕ ΑΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΠΑΕΙ ΕΚΕΙ ή αν έπρεπε. Τα βήματά της την οδηγούσαν αργά αλλά σταθερά. Αδιαφορούσε για το φθινοπωρινό ψιλόβροχο, που πάγωνε το σώμα της και το έκανε να μοιάζει με την καρδιά της. Άδεια, χωρίς αισθήματα αγάπης, και σκληρή σαν πέτρα. Στα μνήματα υπήρχε πολύ λίγος κόσμος, κάνοντας έτσι πιο αισθητή την ησυχία. Η μητέρα της της είχε προτείνει να πάνε μαζί, αλλά αρνήθηκε. Μπορώ και μόνη μου, της απάντησε νευρικά. Δε νομίζεις πως έχω μεγαλώσει; Φτάνει πια, δε θέλω να με αντιμετωπίζεις σαν παιδί, όλα αυτά τα χρόνια ήμουν η μαριονέτα σας! Τα έλεγε αυτά εννοώντας και τον πατέρα της, που τώρα πια δεν ήταν στη ζωή. Για την Αιμιλία, όμως, ζούσε μέσα της ακόμα ηχούσαν τα λόγια του στ αφτιά της, άκουγε συνεχώς τις συμβουλές του. Δεν ήξερε αν θα απαλλαγεί ποτέ, τα ένιωθε σαν εφιάλτες που τη βασανίζουν: «Αυτό θα κάνεις, Αιμιλία, ή εκείνο, άκουσέ με, σε παρακαλώ! Μηηη! Όχι, όχι! Πρόσεξε!» Πάντα με την ωραία δικαιολογία: «Εγώ... για το καλό σου, παιδί μου». Και πάντα τα ίδια και τα ίδια... Για την ψυχή της δεν ενδιαφερόταν κανείς, το τι επιθυμούσε ο εσωτερικός της κόσμος ήταν για τους γονείς της ένα τίποτα. «Άσ το τώρα αυτό... Δεν ταιριάζει σ εσένα. Μην επιμένεις...» της έλεγαν και οι δύο με μια φωνή.

8 ΛΟΥΛΑ ΚΑΛΑΪΤΖΟΓΛΟΥ Η ζωή της ταλαντευόταν κάνοντας θυσίες για τους άλλους, χωρίς ποτέ ν ανταμειφθεί γι αυτό. Και τώρα... τι γίνεται τώρα; Πέρασε πρώτα από το μνήμα του άντρα της. Αχ, ρε Κοσμά, έφυγες κι εσύ με τον τρόπο που έφυγες... κούνησε το κεφάλι της. Δε σε μισώ όχι, ίσως να μην έφταιγες σε τίποτα, μας είχανε στήσει παγίδα. Δεν κατάλαβα, τελικά, αν με είχες ερωτευτεί. Ξέρεις... ο χαρακτήρας σου με μπέρδευε. Κι εγώ, όμως, σου φέρθηκα σκάρτα... Δεν ήμουν αυτό που φανταζόσουν, κατάφερα να κρατήσω καλά το μυστικό μου! Προχώρησε και σταμάτησε μπροστά στο μνήμα του πατέρα της. Παρέμεινε σκεφτική κοιτάζοντας τη φωτογραφία του, αμίλητη, λες και δεν είχε να του πει τίποτα. Δεν της έρχονταν ούτε δάκρυα πια στα μάτια... Τι να του έλεγε; Μέσα της υπήρχαν μόνο παράπονα. Έμεινε για αρκετή ώρα έτσι, να κοιτάζει τις φωτογραφίες. Οι ενοχές παίδευαν το μυαλό της, γιατί είχε ξεσπάσει πάνω του εκείνη τη μέρα. Μα πού να το ξερε; Τα είχε μαζεμένα χρόνια, δεν άντεξε άλλο, δεν μπόρεσε να ελέγξει τα λόγια της. Δεν ήθελα να σε σκοτώσω... μουρμούρισε. Έσκυψε να του ανάψει το καντήλι και τότε της ήρθαν δάκρυα στα μάτια. Αχ, πατέρα, αναστέναξε. Τώρα σε χρειάζομαι περισσότερο από κάθε άλλη φορά! Δεν ξέρω τι να κάνω, πώς να συνεχίσω τη ζωή μου... Καθάρισε το γύρω χώρο, στάθηκε για λίγο όρθια να τον κοιτάζει. Τι να του έλεγε, όλα ήταν μάταια... Δεν είχε ούτε τη διάθεση ούτε το κουράγιο να του μιλήσει. Αφού δε θα έπαιρνε καμία απάντηση, κι αυτή είχε τόση ανάγκη από απαντήσεις... Έπρεπε να πάρει μια πολύ σοβαρή απόφαση και χρειαζόταν κάποιον να τη στηρίξει. Ποιον όμως; Σε ποιον θα μπορούσε να πει το μυστικό της; Τη βασάνιζε χρόνια, τώρα όμως ήρθε η στιγμή που έπρεπε σε κάποιον να το ομολογήσει. Μόλις ξανάρθε στο μυαλό της, ένιωσε τα χέρια της να τρέμουν και το κορμί της να κλονίζεται. Έπρεπε να φύγει, είχε πά

Ο ΤΡΟΧΟΣ ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ 9 ρει την απόφασή της... Θα μιλήσω σε κάποιον, σκέφτηκε, αλλιώς θα τρελαθώ! Έριξε μια τελευταία ματιά στο μνήμα του πατέρα της. Φεύγω... Στο δρόμο της επιστροφής, γύριζαν όλα μέσα της και θύμωνε με τον εαυτό της. Εγώ φταίω, εγώ που τ άφησα όλα αυτά να συμβούν στη ζωή μου! Έπρεπε να είχα αντιδράσει τότε... Δεν ήθελα να χαλάσω το χατίρι στους γονείς μου κι έτσι άφησα τη ζωή μου στα χέρια τους, κατέληγε, όμως, συγχωρώντας τον εαυτό της, ότι ήταν μικρή. Δεν τους φοβόταν, όχι! Αντίθετα, τους αγαπούσε πάρα πολύ. Το ίδιο πίστευε και για τους γονείς της: πως της είχαν μεγάλη αδυναμία. Έφτασε στο σπίτι με ένα κεφάλι βαρύ, να παλεύουν εκεί μέσα ένα σωρό ερωτηματικά. Η μητέρα της την πλησίασε, προσπαθώντας να της μιλήσει. Αυτή, όμως, της έδειξε την κακή της διάθεση. Μαμά, σε παρακαλώ! φώναξε. Άφησέ με, δε θέλω να πούμε τίποτα! Η απογοήτευση ζωγραφιζόταν στο πρόσωπό της και η φωνή της ακούστηκε σκληρή. Η μητέρα της της έδειξε πως έχει ετοιμάσει το κρεβάτι και μπορούσε να ξαπλώσει. Ήξερε πως κάθε λόγος της θα ήταν περιττός. Για αυτό περιορίστηκε να μείνει αμίλητη στο σαλόνι, χωρίς να την ακολουθήσει. Η Αιμιλία πάλευε όλη τη νύχτα με τα «θέλω» και τα «πρέπει». Δεν μπόρεσε να κλείσει μάτι, ενώ το σώμα της είχε τόση ανάγκη από ξεκούραση... Αλλά το μυαλό και η καρδιά της την παράσερναν συνεχώς σε σκέψεις. Βασανιζόταν, γιατί αυτό το μυστικό, που χρόνια κρατούσε, τώρα έπρεπε να το φανερώσει. Τινάχτηκε από το κρεβάτι της, όταν θυμήθηκε τα λόγια του γιου της: «Μαμά, νιώθω πως είμαι ερωτευμένος μαζί της!» Ανατρίχιασε στη σκέψη και μόνο. Όχι, όχι, δεν πρέπει να το αφήσω να συμβεί αυτό!

10 ΛΟΥΛΑ ΚΑΛΑΪΤΖΟΓΛΟΥ Σηκώθηκε, ετοίμασε τον καφέ της, και κάθισε στο σαλόνι. Ήθελε κάτι δυνατό να την τονώσει, ένιωθε πολύ καταβεβλημένη... Πήγε κοντά στο παράθυρο, τράβηξε την κουρτίνα κι έμεινε να κοιτάζει έξω. Μαύρα σύννεφα είχαν κατακλύσει τον ουρανό κι ένας δυνατός αέρας σκορπούσε τα φύλλα των δέντρων. Ήταν σαν να έβλεπε τα όνειρά της σκορπισμένα στο δρόμο και ποδοπατημένα από τους περαστικούς... Η καρδιά της μαζεμένη ένα κουβάρι... Έψαχνε, μα δεν έβρισκε την άκρη. Η μητέρα της την κοίταζε λυπημένη. Προσπαθούσε να της αποσπάσει την προσοχή από το παράθυρο, ψάχνοντας μια αφορμή να της μιλήσει. Η Αιμιλία, όμως, δεν της έδωσε καμία σημασία και προχώρησε προς την πόρτα. Δεν κρατήθηκε άλλο, έτρεξε να την προλάβει. Πού πας, κορίτσι μου, μ αυτό τον καιρό; Δε βλέπεις πως θα βρέξει; Είμαι καλά ντυμένη, την καθησύχασε. Βγαίνοντας, όμως, γύρισε και της είπε: Μη με περιμένεις για φαγητό. Θέλω να κάνω μια μεγάλη βόλτα, χωρίς φραγμούς και ωράρια. Το έχω ανάγκη, δεν το βλέπεις; Εκείνη έσκυψε το κεφάλι με παράπονο. Κάνε ό,τι νομίζεις, μόνο να προσέχεις την υγεία σου! Η Αιμιλία ήξερε πως θα έλειπε για πολλή ώρα, γιατί είχε αποφασίσει πού θα πήγαινε. Είχε να ανηφορίσει ένα δρόμο κι ο αέρας την έσπρωχνε κόντρα σ αυτόν, της έκοβε την ανάσα. Όταν έφτασε στην εκκλησία, άναψε ένα κερί και προσευχήθηκε. Μετά αναζήτησε τον ιερέα, που του είχε πολλή εμπιστοσύνη. Τον βρήκε στο γραφείο του. Ο πατέρας Γεώργιος την κοίταξε στα μάτια. Τι σου συμβαίνει, Αιμιλία, παιδί μου; Σε βλέπω πολύ αναστατωμένη, τη ρώτησε. Έσκυψε και του φίλησε το χέρι.

Ο ΤΡΟΧΟΣ ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ 11 Πάτερ, νιώθω την ανάγκη να εξομολογηθώ. Μόνο εδώ, σ αυτή την εκκλησία, που ερχόμουν από παιδί, και μαζί σας θα μπορούσα να το κάνω! Ο ιερέας την οδήγησε στο εσωτερικό της εκκλησίας, ζητώντας από το νεωκόρο να της φέρει ένα ποτήρι νερό. Τον παρακάλεσε να μην τους ενοχλήσει κανείς. Η Αιμιλία κάθισε σ ένα στασίδι, πήρε μια βαθιά ανάσα και προσπάθησε να μιλήσει, μα την πήραν τα δάκρυα, μην μπορώντας να αρθρώσει λέξη. Ο παπάς πήγε κοντά της και της έπιασε τα χέρια. Κλάψε, της είπε, κλάψε και προσευχήσου, μόνο έτσι θα νιώσεις καλύτερα! Έκλεισε τα μάτια κι άφησε τις σκέψεις της να ταξιδέψουν πολλά χρόνια πίσω. Άρχισε να χαλαρώνει σιγά σιγά, νιώθοντας την καρδιά της να ξαναβρίσκει το ρυθμό της. Τα χέρια της σταμάτησαν να τρέμουν και στα χείλη της ήρθε μια προσευχή. Ο ιερέας περίμενε με υπομονή δίπλα της. Ήθελε να την αφήσει να ανοίξει την καρδιά της, χωρίς να την πιέζει. Κι αυτό έγινε. Η Αιμιλία άρχισε σιγά σιγά να ξεδιπλώνει τις πτυχές του παρελθόντος της. Ένιωσε ένα χείμαρρο να βγαίνει από μέσα της, σαν από καταιγίδα, χωρίς τελειωμό. Ο ιερέας δε θέλησε να τη διακόψει, την άφησε να μιλάει για ώρες, χωρίς να παρεμβαίνει. Έπρεπε να βγάλει από μέσα της ό,τι τη βασάνιζε... 2 Η Αιμιλία εξομολογείται Η ΑΙΜΙΛΙΑ ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ ΤΗ ΖΩΗ ΤΗΣ, ξεκινώντας από τα παιδικά της χρόνια.

12 ΛΟΥΛΑ ΚΑΛΑΪΤΖΟΓΛΟΥ Μεγάλωσα στη μικρή και πολύ όμορφη πόλη της Καβάλας. Ένα κορίτσι ανέμελο, γεμάτο όνειρα και αισιοδοξία. Ο πατέρας μου, με το καΐκι που είχε, ζούσε την οικογένειά μας. Σ αυτό τον βοηθούσε και η μητέρα μου, όταν πια είχαμε μεγαλώσει. Εμείς, σαν παιδιά, δεν το καταλαβαίναμε, αλλά εκείνος μας έλεγε πάντα το πόσο πάλεψε στη ζωή του για να μη μας λείψει τίποτα. Τον αδερφό μου, που ήταν τέσσερα χρόνια πιο μικρός, πολλές φορές με άφηναν να τον προσέχω. Όλοι μαζί, στις χαρές, στις ψαριές, στα εύκολα και στα δύσκολα. Ένιωθα πως μεγάλωνα σε μια ευτυχισμένη οικογένεια... Κι άρχισε να ονειροπολεί τα όμορφα παιδικά της χρόνια... Είχε φτάσει στην τρίτη λυκείου και τίποτα δεν είχε ρίξει τη σκιά του στη ζωή της. Διαβάζοντας στο δωμάτιό της πολλές φορές, καθόταν στο παράθυρο και χάζευε τη θάλασσα. Όταν ήταν ήρεμη, έβλεπε τις ακτίνες του ήλιου να χρυσίζουν πάνω της κι ένιωθε μια μαγεία να τη συνεπαίρνει. Εκεί άφηνε τις σκέψεις της και τα όνειρά της, πάνω στη γλυκιά ηρεμία της. Πρώτα απ όλα ήθελε να σπουδάσει, και παράλληλα να ζήσει την ελεύθερη φοιτητική ζωή. Και μετά; Αχ, μετά... Πόσες φορές άφηνε τη φαντασία της ελεύθερη κι αναρωτιόταν πώς θα ήταν άραγε το αγόρι που θα έκανε την καρδιά της να χτυπήσει ερωτικά. Έπαιζε στη σκέψη της με τα χρώματα: μελαχρινός ή ανοιχτόχρωμος με γαλαζοπράσινα μάτια; Αυτό το τελευταίο τής άρεσε πολύ! Άφησε τη φαντασία της να καλπάσει για λίγο κι ένιωσε μια γλυκιά ανατριχίλα στο κορμί της. Πολλές από τις συμμαθήτριές της είχανε κάνει το πρώτο βήμα στον έρωτα. Αυτή όμως όχι. Τη φλερτάρανε πολλά αγόρια, μα πίστευε πως αυτός που θα τη συγκινούσε θα μιλούσε πρώτα στην καρδιά της. Θα τον ερωτευόταν με την πρώτη ματιά. Κοιτούσε στον καθρέφτη, καμαρώνοντας το σώμα της, που είχε πάρει πια την τελική του μορφή. Η μητέρα της, σχεδόν κάθε μέρα, της θύμιζε πως δεν έπρεπε να κόψει τα μαλλιά της τόσο κοντά.

Ο ΤΡΟΧΟΣ ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ 13 Άσε τα μαλλάκια σου να μακρύνουν, κορίτσι μου, να δείξεις πια γυναίκα! Είσαι τόσο όμορφη κι έχεις το στιλ του αγοροκόριτσου... Τώρα που κοιταζόταν στον καθρέφτη, συμφωνούσε μαζί της. Ναι, έχει δίκιο η μαμά! είπε μόνη της. Δε θα τα ξανακόψω! Κι άρχισε να φαντάζεται το πρόσωπό της με μακριά μαλλιά... Ουάου, θα είμαι πολύ πιο όμορφη! Αγαπούσε πολύ την πόλη που είχε μεγαλώσει. Στα όνειρά της ποτέ δε σχεδίαζε να φύγει από την όμορφη Καβάλα. Μια μικρή πόλη, χτισμένη αμφιθεατρικά στους πρόποδες του βουνού, μάγευε κάθε επισκέπτη. Τα σπίτια, το ένα πίσω από το άλλο, φάνταζαν σαν ορειβάτες στο βουνό και ένιωθες την αρχιτεκτονική της πόλης να σε μαγνητίζει. Πολλοί Έλληνες και ξένοι, κυρίως Γερμανοί, επισκέπτονταν την Καβάλα, θαυμάζοντας την ομορφιά της. Τα δαντελωτά παράλια της πόλης σχημάτιζαν ένα φυσικό κόλπο, με πολύ ωραίο λιμάνι. Πηγαίνοντας τα καλοκαίρια για μπάνιο στις παραλίες, παλιά με τους γονείς της και τώρα με φίλους, περνούσε καταπληκτικά. Καλαμίτσα, Ηρακλείτσα, Νέα Πέραμος, Αμμόλοφοι... θάλασσες πεντακάθαρες! Το κολύμπι, συνοδευόμενο από νεανικά παιχνίδια, γινόταν μια ευχάριστη απόλαυση. Πολλές φορές ο πατέρας της τους πήγαινε βόλτες με το καΐκι. Η Αιμιλία έπαιρνε τις φίλες της μαζί κι ένιωθε υπερήφανη όταν το καΐκι τους έσχιζε τη θάλασσα. Αναρωτήθηκε γιατί τα σκεφτόταν όλα αυτά, αφού δε θα τ αποχωριζόταν ποτέ. Ήταν στη μέση της χρονιάς, έπρεπε να διαβάσει καλά. Ήθελε να συνεχίσει, να προχωρήσει στις πανελλήνιες, να δοκιμαστεί... Ήταν το μόνο για το οποίο ήταν σίγουρη! Να κάνει ταξίδια, να γνωρίσει κι άλλα μέρη, μα πάντα να επιστρέφει, μ ένα σακβουαγιάζ στην πλάτη... Όπου κι αν πάω, θα γυρίζω πάντα πίσω, εδώ που μεγάλωσα. Τον αγαπώ αυτό τον τόπο! Από τις σκέψεις της την έβγαλε ο αδερφός της. Ο Σταύρος ζη

14 ΛΟΥΛΑ ΚΑΛΑΪΤΖΟΓΛΟΥ τούσε πολλές φορές τη βοήθειά της στα μαθήματα κι αυτή χαιρόταν ν ασχολείται μαζί του. Τον αγαπούσε πολύ, ήταν μικρός και απονήρευτος ακόμα ή τουλάχιστον έτσι τον ένιωθε η ίδια. Γι αυτό του προσέφερε πολλές φορές τη βοήθειά της χωρίς να παραπονιέται. Η Αιμιλία περνούσε πολύ καλά με τους θείους και τα ξαδέρφια της. Ο μπαμπάς της είχε μια αδερφή, με την οποία έμεναν στην ίδια πολυκατοικία. Η μητέρα της ήταν από ένα χωριό της Καβάλας. Εκεί είχε πιο πολλούς συγγενείς, καθώς εκείνη είχε αδερφό κι αδερφή. Χαιρόταν πολύ όταν βρισκόταν ανάμεσά τους. Μικρά και μεγάλα πρώτα ξαδέρφια είχε αρκετά κι ένιωθε πως είχε μεγάλο σόι. Χαιρόταν ιδιαίτερα όταν μαζεύονταν όλοι στις μεγάλες γιορτές, όπως γινόταν κάθε Πάσχα. Οι γονείς ασχολούνταν με την ετοιμασία του τραπεζιού και τα παιδιά δε χόρταιναν παιχνίδι... Αξέχαστες μέρες! Σαν ήρθαν στο μυαλό της όλα αυτά, έτρεξε να ρωτήσει τη μητέρα της. Μαμά, φέτος πού θα περάσουμε το Πάσχα; Θα πάμε στο χωριό, στους θείους; Η κυρία Δέσποινα την κοίταξε, καμαρώνοντάς την. Εκεί θέλεις να πάμε; τη ρώτησε. Γιατί όχι; Περνάμε τόσο καλά! Η μητέρα της της απάντησε λίγο αόριστα. Είναι νωρίς ακόμα, δεν το έχουμε αποφασίσει... Χαιρόταν που έβλεπε μπροστά της ένα ξέγνοιαστο παιδί, που ακόμα δεν είχε «μπλέξει». Γιατί οι γονείς έτσι έλεγαν, φοβόντουσαν μην τυχόν «μπλέξει», εννοώντας να μην ερωτευτεί. Ήθελαν να μην έχει κανέναν στο μυαλό της, για να μπορούν να την κατευθύνουν οι ίδιοι. Μαζί με τον πατέρα της, έκαναν τα δικά τους σχέδια. Με την οικογένεια της κυρίας Μαίρης ήταν χρόνια φίλοι κι εκείνη δεν έχανε ευκαιρία να τους μιλάει για το γιο της, πάντα επαινώντας τον.

Ο ΤΡΟΧΟΣ ΤΗΣ ΜΟΙΡΑΣ 15 Ο Κοσμάς μου, μετά το στρατό, έμεινε στην Αθήνα και τα κατάφερε μια χαρά! Τώρα είναι έμπορος αυτοκινήτων. Είναι έξυπνος, βγάζει πολλά λεφτά! τους έλεγε με καμάρι. Ο Κοσμάς κάθε φορά ερχόταν με καινούριο αυτοκίνητο. Τα έβλεπε αυτά ο μπαμπάς της Αιμιλίας κι όλο το συζητούσε με τη γυναίκα του. Γιατί, ρε Δέσποινα; Είναι πλούσιος, το παιδί μας θα περάσει καλά. Μα είναι μικρή ακόμα... Δεν την ακούς; Θέλει να δώσει πανελλήνιες... Τι μικρή, σε τρεις μήνες κλείνει τα δεκαοχτώ... Τόσο δεν ήσουνα κι εσύ όταν αρραβωνιαστήκαμε; Άλλες εποχές οι δικές μας... Εγώ δεν πήγα ούτε καν στο γυμνάσιο... Η κόρη μας έχει άλλα όνειρα. Τι θέλεις, να μπλέξει με κανέναν που δεν τον ξέρουμε; Μα κι αυτόν δεν τον ξέρουμε, Νικόλα μου. Το παιδί έφυγε είκοσι χρόνων. Πού ξέρεις τι κάνει εκεί στην Αθήνα; Και μόνο που κατάφερε να στήσει μια επιχείρηση, να βγάζει λεφτά, εμένα μου αρκεί! Τι θέλεις, να βασανίζεται σαν εμάς; Αυτός έχει τη δουλειά του... Η Αιμιλία δε θα χρειαστεί ούτε να σπουδάσει! Άλλωστε, ξέρεις πόσο θα δυσκολευτούμε... Ναι, καλά τα λες εσύ, μα είναι αρκετά μεγαλύτερός της. Θα το δεχτεί; Προσπαθούσε η κυρία Δέσποινα να του αλλάξει γνώμη, αλλά εκείνος εκεί, τα δικά του. Αυτός είναι για οικογένεια! Τι θέλεις, κανένα τσουτσέκι για γαμπρό σου; Ο άντρας πρέπει να είναι μεγαλύτερος, να ξέρει πιο πολλά... Αυτός θα στηρίξει την οικογένεια! Εδώ κι ένα χρόνο τα έλεγαν, τα ξανάλεγαν πάντα οι δυο τους. Στην Αιμιλία δεν είπαν κουβέντα, την άφηναν στα όνειρά της. Αλλά ο καπετάν Νικόλας, όπως τον έλεγαν οι φίλοι του, την είχε από κοντά τη μοναχοκόρη του. Πάντα με το καλό... Ποτέ δεν ήταν

16 ΛΟΥΛΑ ΚΑΛΑΪΤΖΟΓΛΟΥ αυστηρός μαζί της. Μάθαινε για τις παρέες της και ήταν ήσυχος. Περίμενε να τελειώσει το λύκειο για να της το φέρει σιγά σιγά. Το πώς δεν το είχε σκεφτεί ακόμα... 3 Η Αιμιλία πέφτει στην παγίδα ΤΟ ΕΙΧΕ ΣΚΕΦΤΕΙ ΟΜΩΣ Η ΚΥΡΙΑ ΜΑΙΡΗ. Θα το χαιρόταν πολύ αν έπειθε το γιο της γι αυτό. Πάντα του έλεγε: Να παντρευτείς κορίτσι από τα μέρη μας! Ο Κοσμάς γελούσε, αντί να της δώσει μια απάντηση. Της έλεγε πειραχτικά: Δε με παντρεύονται εμένα τα κορίτσια... Γιατί; πεταγόταν εκείνη με φανερή ανησυχία. Εγώ πρέπει να μείνω ελεύθερος, γιατί με θέλουν πολλές... Δεν μπορώ να μένω μόνο με μία. Έχεις κλείσει τα τριάντα δύο. Πρέπει κάποια στιγμή να με πάρεις στα σοβαρά. Εκείνος της χτυπούσε την πλάτη αστειευόμενος: Άσ το, ρε μάνα, το θέμα αυτό σε μένα! Ήταν πανέξυπνος, όπως καμάρωνε η μητέρα του. Ήταν, όμως, και πολύ γυναικάς! Του άρεσαν πάντα οι μικρούλες, αλλά δε δημιουργούσε υποχρεώσεις απέναντί τους. Ήταν ξεκάθαρος. Ήξερε να συμπεριφέρεται καλά στα κορίτσια αυτός, άλλωστε, ήταν ο τρόπος ζωής του: λουλούδια, δωράκια, που πάντα διάλεγε με ιδιαίτερο γούστο. Γλυκομίλητος, «μαλαγάνας», όπως θα τον έλεγαν στη γλώσσα τους οι χωρικοί. Δεν του αντιστεκόταν καμία. Είχε και το χρήμα σύμμαχό του... Όσο για το γάμο, σκεφτόταν κάπου κάπου πως πρέπει να κά