ΙΙ. ΕΠΙΤΑΓΗ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Α. ΓΕΝΙΚΑ



Σχετικά έγγραφα
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Μάθημα: Λογιστική ΙΙ

ΕΠΙΤΑΓΗ ΚΑΙ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΙΚΗ (θεωρητική και πρακτική προσέγγιση)

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΕΠΙΤΑΓΗ ΚΑΙ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΙΚΗ (θεωρητική και πρακτική προσέγγιση)

42η ιδακτική Ενότητα ΑΞΙΟΓΡΑΦΑ ΑΛΛΟΙ ΚΛΑ ΟΙ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΙΚΑΙΟΥ. Παρατηρήσεις, Σχόλια, Επεξηγήσεις

ΕΠΙΤΑΓΗ ΚΑΙ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΙΚΗ

Η επιχείρηση που έχει στην κατοχή της ένα γραμμάτιο προς είσπραξη μπορεί να το εκμεταλλευτεί ποικιλοτρόπως:

Στη χώρα μας βέβαια η ανάπτυξή της είναι αξιοσημείωτη, όμως σε σχέση με άλλες χώρες, η χρήση της πρέπει να θεωρείται μάλλον μικρή.

Συντάκτης: Ομάδα Καθηγητών

ΣΧΟΛΗ: ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜ ΗΜ Α: ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ & ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. λ V >- / λ % ; j y.

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ

TEI ΑΜΘ Τμήμα Λογιστικής & Χρηματοοικονομικής

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

Δ ι α φ ά ν ε ι ε ς β ι β λ ί ο υ

γραμμάτια Ορισμοί Προεξόφληση Αντικατάσταση Μέση λήξη Ασκήσεις

περιεχόμενα Πρόλογος 17 Κεφ. 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ: ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΑΙΚΑΙΟΥ

Στην ομάδα 3 παρακολουθούνται οι βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις, τα αξιόγραφα και τα διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία της οικονομικής μονάδας.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ Β ΕΞΑΜΗΝΟΥ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΑΤΕΙ ΠΑΤΡΩΝ

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ ΕΠΙ ΤΙΤΛΩΝ ΜΕ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΜΟΡΦΗ (ΑΫΛΟΙ ΤΙΤΛΟΙ)

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Αποφάσεις Ανωτάτου Δικαστηρίου & Επαρχιακών Δικαστηρίων ανά άρθρο του Νόμου ΛΕΥΚΩΣΙΑ Λούης Παρλάς

Ενότητα 8. Άρθρο 10. ιασταυρώσεις και Απόδειξη Συναλλαγών (Παράγραφοι 1-8)

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΩ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ

το ΑΪΚΑΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΑΓΗΣ»

Μεταβίβαση λόγω ενεχύρου. Ο ενεχυράσας οφειλέτης που πλήρωσε ακάλυπτη επιταγή, αποκτώντας εκ νέου τον τίτλο, καθίσταται κομιστής της επιταγής.

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Βασικές γνώσεις Κ.Β.Σ.

ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΩΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ

ΘΕΜΑ : T.E.I. ΗΠΕΙΡΟΥ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 6537/2001

Ενότητα 6. Άρθρο 6 Τιµολόγηση Συναλλαγών (Παράγραφοι 1-18)

Όροι Χρεωστικού Υπολοίπου σε Χρήματα DEGIRO

ΜΟΡΦΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΣ. Ορισμός Χρήματος. Με τον όρο χρήμα, εννοούμε καθετί που έχει τη γενική αποδοχή ως μέσο συναλλαγών και διακανονισμού χρεών.


Οι επιπτώσεις της PSD στις επιχειρήσεις και τις τράπεζες. Κώστας Ταβλαρίδης Διευθυντής Διεύθυνση Συστημάτων Πληρωμών Ελληνική Ένωση Τραπεζών

Αποφάσεις Ανωτάτου Δικαστηρίου & Επαρχιακών Δικαστηρίων ανά άρθρο του Νόμου ΛΕΥΚΩΣΙΑ Λούης Παρλάς

Εφαρμοστέο δίκαιο στα έναντι τρίτων αποτελέσματα των εκχωρήσεων απαιτήσεων. Πρόταση κανονισμού (COM(2018)0096 C8-0109/ /0044(COD))

ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ ΕΞΟΔΩΝ

Ενότητα 5. Εξωτερικός και Εσωτερικός Έλεγχος Απαιτήσεων και ιαθεσίµων

Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα

ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ Ι. Γενική Εισαγωγή ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ. 1. Γενική Εισαγωγή. 2. Λογιστική Απεικόνιση o Τοκοφόρες και μη Υποχρεώσεις ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 26/2004

Περιεχόμενα ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΛΛΑΠΛΩΝ ΕΠΙΛΟΓΩΝ Πρόλογος... 7

Η Οδηγία 2007/64/ΕΚ για τις υπηρεσίες πληρωμών στην εσωτερική αγορά Συνολική θεώρηση

2. Εξουσιοδοτείται ο Υπουργός των Οικονομικών να συνάπτει για λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου δάνειο της παραγράφου 1.

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ) ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την καθιέρωση του ευρώ /* COM/96/0499 ΤΕΛΙΚΟ - CNS 96/0250 */

Λογιστική ΙΙ. Υποχρεώσεις. Ν. Ηρειώτης Δ. Μπάλιος Β. Ναούμ. Ν. Ηρειώτης Δ. Μπάλιος Β. Ναούμ

Πίνακας Περιεχομένων

Άρθρο 6. Τιμολόγηση Συναλλαγών

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΜΕΤΑΒΟΛΩΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΩΝ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ ΑΠΟ ΥΠΟΧΡΕΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ Ν. 3556/2007 ΠΕΡΙ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ

<< ΘΕΜΑ >> «Η ΕΠΙΤΑΓΗ ΚΑΙ ΟΙ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ» ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΒΑΛ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ

ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ ΠΡΟΜΗΘΕΙΩΝ

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Μάθημα: Χρηματοοικονομική Λογιστική ΙΙ 6 η εισήγηση

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 6 ου ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΟΧΗ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ AXIALINE

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΣΥΜΒΑΣΗΣ. Άρθρο 1 ο. Αντικείμενο της Σύμβασης

ΠΡΑΞΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ: «Τραπεζική αργία βραχείας διάρκειας»

Η ΕΠΙΤΑΓΗ Συναλλακτική πιστωτική εξασφαλιστική φορολογική λειτουργία

0 b til lioi ΤΕΙ ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΧΟΛΗ: ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ: ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΠΟΥΔΑΣΤΡΙΑ: ΣΟΥΡΛΑ ΕΥΘΥΜΙΑ

* ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ Ε.ΣΥ.Λ. * Νο. 2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΘΝ. ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Αθήνα 19/1/1997 ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ Αρ.Πρωτ.: 2317 Αρ. Γνωμ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ: ΔΕΟ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΔΕΟ 10 ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΈΤΟΣ: 2012/13 4 Η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Η δήλωση του εγγυητή πρέπει να περιέχει με σαφήνεια τη βούλησή του να δώσει εγγύηση.

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3679, 31/1/2003 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΟΙΝΙΚΟ ΚΩ ΙΚΑ

ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ALPHA ALERTS

ΚΕΦ. 10 ΤΑΜΕΙΟ Βιβλίου Ταμείου. Βιβλίο Μικρού Ταμείου. ΤΡΑΠΕΖΕΣ

Βασικό σύστημα αυτόματων χρεώσεων SEPA Έγγραφο πληροφόρησης Οφειλέτη

Αγαπητοί πελάτες, 1. Νέοι ενιαίοι κανόνες στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τις υπηρεσίες πληρωµών

ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΒΑΣΕΩΣ ΣΤΟΥΣ ΜΗΝΙΑΙΟΥΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥΣ ΚΑΡΤΩΝ (Alpha e-statements)

15 years. Το νέο πλαίσιο της Φορολογίας Κινητών Αξιών. Παρουσίαση στο πλαίσιο του. Θεολόγης Γαϊτανίδης Γενικός Επιτελικός Διευθυντής Λειτουργειών

Γενικοί Όροι Ανάληψης Μεταφοράς από τη POSTMAN COURIER Εγγράφων & Μικροδεµάτων:

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ. των Μετόχων της Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία "ΑΙΟΛΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΧΑΡΤΟΦΥΛΑΚΙΟΥ Γ.Ε.ΜΗ.

ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ ΙΣΧΥΕΙ ΑΠΟ 16/12/2009

Λογιστική ΙΙ. Τι θα δούμε σε αυτή την ενότητα

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΤΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΥ

ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΠΡΟΣΒΑΣΕΩΣ ΣΤΟΥΣ ΜΗΝΙΑΙΟΥΣ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥΣ ΚΑΡΤΩΝ ALPHA E-STATEMENTS

& ΣΙΑ Ο.Ε.», με ΑΦΜ , Δ.Ο.Υ. Κομοτηνής, που συστάθηκε στις ,

«Θεσμός εξασφάλισης των επενδυτών και υποστήριξης της αξιοπιστίας της αγοράς των επενδυτικών υπηρεσιών»

«Εθνικός Όψεως» (κλιμακούμενο)

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΤΟΧΩΝ ΚΟΙΝΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ATTICA BANK ΑΝΩΝΥΜΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΕ ΕΚΤΑΚΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ (ΑΡ.Μ.Α.Ε.

«Εθνικός Όψεως» (κλιμακούμενο) ΕΥΡΩ 0, ,00% 0,000% ΕΥΡΩ , ,01% 0,009% ΕΥΡΩ ,01 και άνω 0,05% 0,043%

E.E. Παρ. I (I), Αρ. 2721, Ν. 5ί(Ι)/92

Ελληνική Ένωση Τραπεζών: 32 ερωτήσεις και απαντήσεις για τις τραπεζικές συναλλαγές

Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΜΑΤΙΚΗΣ ΩΣ ΑΞΙΟΓΡΑΦΟΥ ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΗΣΗ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΤΑΓΗ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΣ ΚΟΝΤΟΠΟΥΛΟΣ ΛΑΖΑΡΟΣ

ΕΤΟ Ευρωπαϊκή Τραπεζική Οµοσπονδία ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΓΙΑ ΑΝΕΙΣΜΟ ΚΙΝΗΤΩΝ ΑΞΙΩΝ Έκδοση [Ιανουαρίου] 2001

FxPro Financial Services Ltd. Ταμείο Αποζημίωσης Επενδυτών ( ΤΑΕ )

Ν.3723/2008 Published on TaxExperts (

ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΟΥ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΦΟΡΕΑ ΑΦΜ:

ΝΕΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΗΡΗΣΗ & ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΔΑΠΑΝΩΝ ΠΡΟΣΚΟΠΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ, ΚΛΙΜΑΚΙΩΝ & Ε.Π.Π. ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΕΟ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΤΟΧΩΝ ΚΟΙΝΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ATTICA BANK ΑΝΩΝΥΜΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΕ ΕΚΤΑΚΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ (ΑΡ.Μ.Α.Ε.

ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

(Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ»

Κώδικας αλλαγής λογαριασμού πληρωμών/ εντολών μεταξύ τραπεζών για Ιδιώτες

ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΑΚΑΛΥΠΤΗΣ ΜΕΤΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΜΕΝΗΣ ΕΠΙΤΑΓΗΣ ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ: ΤΣΙΑΜΗ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ: ΟΥΡΑΝΙΑ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ-ΑΓΓΕΛΙΔΟΥ

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΕΤΕΡΟΡΡΥΘΜΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ «CETA ALMA & ΣΙΑ Ε.Ε» ΚΑΙ ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ

ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ. ΘΕΜΑ: Έκδοση στοιχείων κατά την καταβολή δικαστικής δαπάνης και τόκων υπερηµερίας.

ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ ΕΡΓΑΣΙΩΝ. 1. Επιτόκια καταθέσεων Σελίδα Προμήθειες - έξοδα διαχείρισης καταθέσεων & Κίνησης κεφαλαίων Σελίδες 2, 3

Transcript:

ΙΙ. ΕΠΙΤΑΓΗ Α. ΓΕΝΙΚΑ 157 1. Έννοια, µηχανισµός και νοµικά χαρακτηριστικά της επιταγής 157 2. Οικονοµική λειτουργία της επιταγής 161 3. Διαφορές της επιταγής από τη συναλλαγµατική 163 4. Είδη επιταγής 164 i. Ανάλογα µε τον τρόπο κυκλοφορίας 164 ii. Ανάλογα µε τον τόπο έκδοσης ή πληρωµής 164 iii. Ανάλογα προς το πρόσωπο που δικαιούται να την εισπράξει (δίγραµµη και λογιστική επιταγή) 165 iv. Ταχυδροµική επιταγή 169 v. Ταξιδιωτική επιταγή 170 vi. Eγγυηµένη επιταγή 170 Β. ΕΚΔΟΣΗ ΚΑΙ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΑΓΗΣ 171 1. Ικανότητα των προσώπων της επιταγής 171 2. Τα τυπικά στοιχεία της επιταγής 172 3. Συνέπειες από την έλλειψη τυπικών στοιχείων της επιταγής 175 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Α. ΓΕΝΙΚΑ i. Ατελής, άκυρη και λευκή επιταγή 175 ii. Μετατροπή της άκυρης επιταγής υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 182 ΑΚ 179 4. Σχέσεις αιτίας 179 5. Ρήτρες στην επιταγή 181 Γ. ΜΕΤΑΧΡΟΝΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΕΠΙΤΑΓΗ 182 Δ. ΑΝΑΚΛΗΣΗ ΕΠΙΤΑΓΗΣ 185 Ε. ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΑΓΗΣ 189 ΣΤ. ΤΡΙΤΕΓΓΥΗΣΗ ΕΠΙΤΑΓΗΣ 193 Ζ. ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΚΑΙ ΠΛΗΡΩΜΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΑΓΗΣ 194 1. Εµφάνιση της επιταγής προς πληρωµή 194 2. Πληρωµή της επιταγής 196 Η. ΑΚΑΛΥΠΤΗ ΕΠΙΤΑΓΗ 198 Θ. ΑΝΑΓΩΓΗ 207 Ι. ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΟΣ ΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ 208 1. Παραγραφή 208 2. Αδικαιολόγητος πλουτισµός 210 1. Έννοια, µηχανισµός και νοµικά χαρακτηριστικά της επιταγής Η επιταγή είναι αξιόγραφο που έχει συνταχθεί σύµφωνα µε ορισµένο από το νόµο (Ν 5960/1933) τύπο και µε το οποίο κάποιο πρόσωπο (εκδότης), δίνει εντολή σε Τράπεζα (πληρωτής), να καταβάλει µε την εµφάνιση του τίτλου, ορισµένο χρηµατικό ποσό, κατά κανόνα από το λογαριασµό του σε αυτή, στο πρόσωπο που αναγράφεται στο αξιόγραφο 1. 471 1. ΑΠ 458/1997 ΔΕΕ 1997,991. 157

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ 472 473 474 475 476 477 Η έκδοση επιταγής προϋποθέτει την ύπαρξη σχετικής σύµβασης («σύµβαση επιταγής») µε συγκεκριµένη Τράπεζα, µε την οποία η τελευταία αναλαµβάνει την υποχρέωση να πληρώνει τις επιταγές που εκδίδει («σύρει επί του λογαριασµού του» κατά τη σχετική τραπεζική ορολογία) ο πελάτης της (εκδότης), µειώνοντας αντίστοιχα (χρεώνοντας) το λογαριασµό καταθέσεών του σ αυτήν. Ως ιδιαιτέρως σηµαντική κρίνεται εν προκειµένω η διάταξη του άρθρου 3 Ν 5960/1933, σύµφωνα µε την οποία η επιταγή «εκδίδεται επί τραπεζίτου έχοντος κεφάλαια εις την διάθεσιν του εκδότου επί τη βάσει συµφωνίας, ρητής ή σιωπηράς, καθ ην ο εκδότης έχει το δικαίωµα διαθέσεως των κεφαλαίων τούτων δι επιταγής». Τα αναφερόµενα στο νόµο διαθέσιµα κεφάλαια προέρχονται κατά κανόνα από καταθέσεις όψεως του πελάτη της τράπεζας ή σπανιότερα από πιστοδότηση (στο πλαίσιο σταθερής δικαιοπρακτικής σχέσης, συνήθως ανοίγ- µατος πιστώσεως µε ανοικτό λογαριασµό). Οι προϋποθέσεις, λοιπόν, για την έκδοση επιταγής είναι: α) ρητή ή σιωπηρή σύµβαση µεταξύ πληρώτριας Τράπεζας και του πελάτη της, β) η ύπαρξη πρόβλεψης ή αντικρύσµατος (δηλ. διαθέσιµων κεφαλαίων του εκδότου), γ) ιδιότητα του πληρωτή ως «τραπεζίτη». Στην πράξη, η σύµβαση καταρτίζεται σιωπηρώς µε την χορήγηση από την Τράπεζα στον πελάτη της βιβλιαρίου (καρνέ ή µπλοκ) επιταγών σε ειδικό έντυπο, το κάθε στέλεχος (επιταγή) του οποίου φέρει αύξοντα αριθµό και αριθµό λογαριασµού του πελάτη, χωρίς οι δύο αυτές ενδείξεις να συνιστούν αναγκαία κατά το νόµο τυπικά στοιχεία της. Στο πλαίσιο της ανωτέρω συµφωνίας η Τράπεζα αναλαµβάνει την υποχρέωση να πληρώνει τις επιταγές του πελάτη της, υπό τον όρο βεβαίως ότι το ποσό τους δε θα είναι µεγαλύτερο από το υφιστάµενο αντίκρυσµά του. Η έλλειψη του τελευταίου δεν επηρεάζει ωστόσο το κύρος της επιταγής. Η διαδικασία που ακολουθείται για την είσπραξη (πληρωµή) µιας επιταγής είναι η ακόλουθη: α) Αυτή εµφανίζεται (προσκοµίζεται) σε Τράπεζα, όπου ελέγχονται τα τυπικά στοιχεία και η εν γένει εγκυρότητά της. β) Ελέγχεται η νοµιµοποίηση του κοµιστή. γ) Εξακριβώνεται µέσω του µηχανογραφικού συστήµατος της Τράπεζας η ύπαρξη επαρκών διαθέσιµων κεφαλαίων («υπολοίπου») στο λογαριασµό του εκδότη. δ) Ακολουθεί η πληρωµή της ή, επί µη επαρκούς υπολοίπου, η «σφράγισή» της (βλ. κατωτέρω). 158

Σε περίπτωση εµφάνισής της σε άλλη Τράπεζα από αυτήν στην οποία τηρείται ο λογαριασµός επί του οποίου σύρεται προς πληρωµή, κατατίθεται η επιταγή στο λογαριασµό του κοµιστή, όπου και παραµένει «δεσµευµένη» (υπό την έννοια ότι εκκρεµεί η οριστικοποίηση της πίστωσης µε το σχετικό ποσό) για ορισµένες εργάσιµες ηµέρες (valeur) 2, έως ότου εξακριβωθεί µέσω των διατραπεζικών συστηµάτων πληρωµής η ύπαρξη ή µη υπολοίπου για την πληρωµή της επιταγής. Αν υφίσταται επαρκές υπόλοιπο, αποδεσµεύεται το ποσό της επιταγής το οποίο παραµένει στη διάθεση του κοµιστή έντοκο, δεδοµένου ότι η επιταγή πληρώθηκε από την άλλη Τράπεζα µέσω των διατραπεζικών συστηµάτων πληρωµής. Αν αντίθετα, η Τράπεζα πληρωµής απαντήσει,µέσω των διατραπεζικών συστηµάτων πληρωµής, αρνητικά ως προς την ύπαρξη επαρκούς υπολοίπου, τότε σφραγίζεται και επιστρέφεται στον κοµιστή µε χρέωση του λογαριασµού καταθέσεών του 3. Ο συνήθης τύπος της επιταγής είναι ο εξής (βλ. Πίνακα 1): 478 Πίνακας 1 Συνήθης τύπος της επιταγής 2. Κατά κυριολεξία ως valeur ορίζεται η τοκοφόρος ηµεροµηνία, στην οποία είναι δυνατή η πληρωµή επιταγής από Τράπεζα άλλη από εκείνη στην οποία τηρείται ο λογαριασµός του εκδότη. Επειδή όµως τα µηχανογραφικά συστήµατα των Τραπεζών δεν συνεργάζονται άµεσα, το ποσό της επιταγής κατατίθεται σε λογαριασµό του κοµιστή στην Τράπεζα εµφάνισης µε δέσµευση και valeur (= τοκοφόρο ηµεροµηνία), ηµεροµηνία δηλαδή από την οποία και µετά θα αρχίσει να τοκοφορεί το ποσό της επιταγής στο λογαριασµό του κοµιστή. 3. Παραδοσιακά οι επιταγές που είχαν εκδοθεί επί άλλων τραπεζών συγκεντρώνονταν κάθε µέρα στα Γραφεία Συµψηφισµού (που αποτελούν οργανώσεις των Τραπεζών) προκειµένου να συµψηφιστούν αµοιβαίως και πολυµερώς. Κάθε Τράπεζα-µέλος στο γραφείο τηρεί γι αυτό λογαριασµό που πιστώνεται µε τις επιταγές των οποίων είναι κοµίστρια και χρεώνεται µε τις 159

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ 479 480 481 482 483 Ως προς τα νοµικά της χαρακτηριστικά η επιταγή είναι αξιόγραφο υπό στενή έννοια και δη χρηµατόγραφο, ισχύουν δηλ. σε αυτήν οι αρχές της γραµµατοπάγειας και αυτονοµίας. Μπορεί να εκδοθεί στο όνοµα ενός ορισµένου προσώπου «εις διαταγήν» ή και στον κοµιστή. Από οικονοµική άποψη θεωρείται ως «τραπεζικό» χρήµα, που είναι κατατεθειµένο σε τράπεζα, βρίσκεται στη διάθεση του καταθέτη - πελάτη και διακινείται µε την έκδοση επιταγών. Περαιτέρω η επιταγή είναι όργανο πληρωµής και εξόφλησης απαιτήσεων και χρεών, που διευκολύνει τον εκδότη και βοηθά στην ταχύτητα και την ασφάλεια των συναλλαγών 4. Η επιστροφή της δε στον οφειλέτη δηµιουργεί τεκµήριο εξόφλησης, δεδοµένου ότι θεωρείται αυτή χρεωστικό έγγραφο κατά την έννοια του άρθρου 424 ΑΚ, απόκειται δε στο δανειστή να αποδείξει ότι η κατοχή της από τον οφειλέτη δεν συνιστά απόδειξη εξόφλησης του χρέους 5. Η επιταγή, όπως και η συναλλαγµατική, περιέχει έκταξη, δηλ. διπλή εξουσιοδότηση του εκτάσσοντος (εκδότη) προς την εκτασσόµενη Τράπεζα να καταβάλει στο λήπτη (κοµιστή) για λογαριασµό του (του εκτάσσοντος) και προς το λήπτη να ζητήσει την εξόφλησή του από την εκτασσόµενη Τράπεζα. Διαφέρει όµως από την έκταξη του κοινού δικαίου (άρθρα 876 επ. ΑΚ) ως προς την ευθύνη του εκτάσσοντος, ο οποίος στην κοινή έκταξη κατά κανόνα δεν ευθύνεται, ενώ ο εκδότης της επιταγής ευθύνεται για την πληρωµή της, χωρίς δικαίωµα απαλλαγής του (άρθρο 12 Ν 5960/1933). Διαπιστώνουµε ακόµη ότι στην πρακτική των συναλλαγών, η επιταγή -σε αντίθεση προς τη συναλλαγµατική- εµφανίζει κατά κανόνα τα χαρακτηριστικά της «τριγωνικής» ή «δισκελούς» εκταξιακής σχέσης. Ο εκδότης όµως, µπορεί να την εκδώσει και υπέρ του εαυτού του («εις διαταγήν εµού του ιδίου»), οπότε η σχέση καθίσταται µονοσκελής, δηλ. µεταξύ δύο προσώπων (βλ. Πίνακα 2). Η επιταγή τέλος, ως αξιόγραφο αναιτιώδες, δηµιουργεί και αυτή, όπως η συναλλαγµατική, απαίτηση αυτοτελή και ανεξάρτητη από την απαίτηση για την οποία εκδόθηκε. επιταγές των οποίων είναι πληρώτρια, τελικά δε χρεώνεται ή πιστώνεται µε τη διαφορά (βλ. Μπαχά/Χατζή, ΔΕΕΤ 1995, σελ. 77 επ., Δρακάτο, Η χρήση της επιταγής στις συναλλαγές ΔΕΕΤ 1994,61 επ., ακόµη ΠΠρΑθ 3132/2004, ΝΟΜΟΣ). Τα τελευταία χρόνια ο ρόλος των συµψηφιστικών γραφείων έχει περιοριστεί, λόγω της λειτουργίας του Διατραπεζικού Ηλεκτρονικού Συστήµατος Συµψηφισµού Επιταγών (Δ.Η.Σ.Σ.Ε) µε το οποίο οι Τράπεζες-µέλη, όταν παραλαµβάνουν από πελάτες τους επιταγές που βρίσκονται σε λογαρισµούς άλλων τραπεζών για κατάθεση ή είσπραξη, συνδέονται ηλεκτρονικά και δεν χρειάζεται να στέλνουν τις επιταγές στα γραφεία συµψηφισµού για να πληρωθούν, αλλά έχουν τη δυνατότητα ταχύτατης επικοινωνίας µεταξύ τους για την εκκαθάριση και την πληρωµή των επιταγών σε πίστωση των πελατών τους, σε πολύ µικρό χρονικό διάστηµα. 4. Βλ Ν. Ρόκα, Αξιόγραφα, σελ. 40 επ., Μάρκου, Εγχειρίδιο Εµπορικού Δικαίου 2, Δίκαιο αξιογράφων, 2005, σελ. 190. 5. (π.χ. γιατί η έκδοσή της εγένετο «χάριν καταβολής», βλ. ΑΠ 1506/2006, ΕΕµπΔ 2007, σελ. 600 επ. 160

Πίνακας 2 Η τριγωνική σχέση στην επιταγή Εκδότης Πληρώτρια Τράπεζα Καµία αξίωση (αγωγή εξ επιταγής) κατά της Τράπεζας. Αν αυτή δεν πληρώσει ο κοµιστής έχει µόνον δικαίωµα να αναχθεί κατά του εκδότη. Κοµιστής 2. Οικονοµική λειτουργία της επιταγής Έχοντας όλα τα ανωτέρω χαρακτηριστικά η επιταγή έχει εξελιχθεί ως το πιο χρήσιµο ίσως στις συναλλαγές τραπεζικό αξιόγραφο, που έχει συντελέσει µάλιστα σηµαντικά στην ανάπτυξη νέων χρηµατοοικονοµικών προϊόντων. Κατά την ιστορική της αφετηρία η επιταγή θεσµοθετείται από το Νόµο (5960/1933) κυρίως ως όργανο άµεσης ή βραχυπρόθεσµης πληρωµής. Ο πελάτης, που έχει λογαριασµό σε τράπεζα και έχει συµφωνήσει µαζί της, µπορεί αντί να εξοφλήσει το χρέος του σε µετρητά να εκδώσει και να εγχειρίσει στον δανειστή του επιταγή που απευθύνεται στην τράπεζα, η οποία θα πληρώσει από τα χρήµατα του λογαριασµού του. Στη συνέχεια ο τρίτος -δανειστής, που πήρε την επιταγή, έχει τη δυνατότητα να πληρώσει δικό του χρέος µεταβιβάζοντας την επιταγή στο δικό του δανειστή αντί να του καταβάλει µετρητά. Κατ αυτό τον τρόπο, µε την χωρίς µετρητά πληρωµή, ωφελείται τόσο ο δανειστής, που διασφαλίζεται από τους κινδύνους της διακίνησης µεγάλων χρηµατικών ποσών, αποκοµίζει τόκους αν καταθέσει την επιταγή στο λογαριασµό του ή µπορεί να εξοφλήσει µε αυτή δικό του πιστωτή, όσο και η εθνική οικονοµία, διότι τα χρήµατα παραµένουν στην τράπεζα, που µπορεί να τα χρησιµοποιήσει κατ άλλο τρόπο και να επωφεληθεί. Η σηµασία της επιταγής ως µέσου πληρωµής είναι τόσο µεγάλη για την εθνική οικονοµία, ώστε ο νοµοθέτης προσπάθησε µε κάθε µέσον να προωθήσει και να διευκολύνει αυτή τη λειτουργία της και να αποτρέψει τη λειτουργία της ως µέσου παροχής πίστωσης. Προς τούτο απαγορεύθηκε στις Τράπεζες να 484 485 486 487 488 161

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ 489 490 491 492 δέχονται µεταχρονολογηµένες επιταγές προς αγορά, είσπραξη κ.λπ. (βλ. αποφάσεις ΝΕ 712/5/1953, 238/6/1979 κ.λπ.). Με την έκδοση µεταχρονολογηµένης επιταγής παρατείνεται για µεγάλο συνήθως χρονικό διάστηµα το οκταή- µερο µέσα στο οποίο απαιτείται από το νόµο να εµφανισθεί η επιταγή προς πληρωµή 6, η δε ηµεροµηνία κυκλοφορίας της (δηλ. ο πραγµατικός χρόνος εισόδου της στις συναλλαγές) είναι προγενέστερος της φερόµενης (πλασµατικώς) ηµεροµηνίας εκδόσεώς της. Παρ όλη όµως τη νοµοθετική προσπάθεια ανάσχεσης του φαινοµένου, η πρακτική των συναλλαγών, µε την υποκατάσταση σε µεγάλο βαθµό της συναλλαγµατικής από τη µεταχρονολογηµένη επιταγή ως µέσου πίστωσης - κυρίως λόγω της έλλειψης χαρτοσήµανσής της 7 και της ευκολίας του τραπεζικού διακανονισµού και εκκαθάρισης του «εξοπλισµού» της µε ποινικές κυρώσεις σε περίπτωση µη πληρωµής - επέβαλε τη «λογική» της και ανάγκασε το νοµοθέτη να αναγνωρίσει τη πιστωτική της λειτουργία αλλοιώνοντας το ρόλο της ως µέσου πληρωµής και νοµιµοποιώντας (εµµέσως) µε το άρθρο 11 Ν 1957/1991 την έκδοση και κυκλοφορία µεταχρονολογηµένων επιταγών (οι οποίες επετράπη να προσκοµίζονται στις Τράπεζες για ενεχύραση, είσπραξη κ.λπ.). Έτσι διαπιστώνουµε ότι η επιταγή, στη νεότερη εξέλιξή της, απέκτησε και πιστωτική λειτουργία, συρρικνώνοντας κατά πολύ πλέον το ρόλο της συναλλαγµατικής, που νοµοτυπικά αυτή είναι το γεγεννηµένο µέσο πίστωσης και όχι η επιταγή. Η πιστωτική λειτουργία της επιταγής ενισχύεται και µε τη δυνατότητα ενεχύρασής της, ακόµη και της µεταχρονολογηµένης, η οποία επετράπη ως προλέχθη µε το Ν 1957/1991, παρ ότι ο Ν 5960/1933 δεν περιέχει αντίστοιχη διάταξη µε αυτή του άρθρου 19 του Ν 5325/1932 για τη συναλλαγµατική. Ο εξασφαλιστικός αυτός σκοπός της επιταγής µπορεί να συσταθεί κατά τις διατάξεις του κοινού δικαίου. Πιστωτική λειτουργία έχουν περαιτέρω οι διεθνείς επιταγές, οι επιταγές µε τόπο πληρωµής σε άλλη χώρα ή σε άλλη ήπειρο, στις οποίες η προθεσµία εµφάνισης προς πληρωµή είναι εικοσαήµερη και εβδοµηνταήµερη αντίστοιχα 8. 6. Βλ. Κιάντου-Παµπούκη, Δίκαιο αξιογράφων, 1997, σελ. 334, ιδίας, Η µεταχρονολογηµένη επιταγή, ΕπισκΕΔ 1995, σελ. 683 επ. 7. Μέχρι την 1.2.2002, διότι µε την από 21.12.2001 Πράξη Νοµοθετικού Περιεχοµένου καταργήθηκε το τέλος χαρτοσήµου της Συναλλαγµατικής. 8. Γεωργακόπουλο, Εγχειρίδιο εµπορικού δικαίου, τόµος 2, Οι εµπορικές πράξεις, τεύχος 1, Αξιόγραφα, 1985, σελ. 118-119. 162

3. Διαφορές της επιταγής από τη συναλλαγµατική Η επιταγή και η συναλλαγµατική ως προς τη µορφή τους παρουσιάζουν µεγάλες οµοιότητες, γι αυτό και πολλές διατάξεις του Ν 5325/1932 «περί συναλλαγµατικής και γραµµατίου εις διαταγήν» επαναλαµβάνονται ή είναι παρεµφερείς µε διατάξεις του Ν 5960/1933 «περί επιταγής». Τόσο στην επιταγή όσο και τη συναλλαγµατική περιέχεται εντολή πληρωµής ορισµένου χρηµατικού ποσού. Παρά τις οµοιότητες όµως παρουσιάζουν ως προς το περιεχόµενό τους και σηµαντικές διαφορές. Οι σηµαντικότερες είναι οι παρακάτω αναφερόµενες: Πληρωτής στη συναλλαγµατική µπορεί να είναι οποιοδήποτε πρόσωπο, ενώ στην επιταγή είναι µόνο τράπεζα ή νοµικό πρόσωπο δηµοσίου δικαίου που ασκεί τραπεζικές εργασίες, διότι µόνο τα πρόσωπα αυτά επιτρέπεται να δέχονται καταθέσεις χρηµάτων των πελατών τους από τις οποίες θα πληρώσουν το ποσό της επιταγής. Η συναλλαγµατική είναι δεκτική αποδοχής, ενώ η επιταγή δεν επιδέχεται αποδοχή (άρθρο 4 εδ. α Ν 5960). Αν τυχόν υπάρχει αποδοχή στην επιταγή, αυτή θεωρείται ως µη γραµµένη και δεν επηρεάζει το κύρος της επιταγής. Για να αποφευχθεί καταστρατήγηση της απαγόρευσης αποδοχής της επιταγής προβλέπεται ακυρότητα της οπισθογράφησης και τριτεγγύησης του πληρωτή (άρθρα 15 παρ. 2 εδ. 2 και 25 παρ. 2 Ν 5960). Απαραίτητο στοιχείο του κύρους της συναλλαγµατικής είναι η σηµείωση του ονόµατος του λήπτη, ενώ δεν είναι απαραίτητο στην επιταγή. Πραγµατικά η επιταγή µπορεί να εκδοθεί και στον κοµιστή (άρθρο 5 παρ. 3 Ν 5960) σε αντίθεση µε τη συναλλαγµατική, διότι έτσι διευκολύνεται η λειτουργία της ως µέσου πληρωµής. Απαγορεύεται βέβαια η έκδοση της επιταγής στον κοµιστή, όταν πρόκειται για επιταγή που εκδίδεται επί του ίδιου του εκδότη, όταν δηλαδή εκδότης και πληρωτής της επιταγής είναι το ίδιο πρόσωπο, που σηµαίνει ότι η επιταγή εκδίδεται µεταξύ διαφόρων καταστηµάτων της ίδιας τράπεζας. Η απαγόρευση αυτή επιβάλλεται για να µην υποκαταστήσει τελικά η επιταγή το χρήµα µε την υπερβολική χρήση της ως µέσου πληρωµής. Η επιταγή, ως αξιόγραφο γεννηµένο εις διαταγή, µπορεί να εκδοθεί εις διαταγή µε απαραίτητη τη σηµείωση του ονόµατος του λήπτη και µε ή χωρίς τη ρήτρα «εις διαταγήν». Τέλος η επιταγή µπορεί να εκδοθεί και ως ονοµαστική, όπως και η συναλλαγ- µατική, µε τη σηµείωση του ονόµατος του λήπτη και την προσθήκη απαραίτητα της ρήτρας «ουχί εις διαταγήν» ή άλλης ισοδύναµης. Η συναλλαγµατική, τέλος, λήγει µε τέσσερις διαφορετικούς τρόπους που προσδιορίζονται στο νόµο, ενώ η επιταγή λήγει πάντα εν όψει. Βέβαια και η συναλλαγµατική µπορεί να εκδοθεί εν όψει, η προθεσµία όµως για την εµφάνισή της προς πληρωµή είναι µεγάλη, ένας χρόνος από την έκδοσή της, ενώ της επιταγής είναι µόνο οκτώ ηµέρες. 493 494 495 496 497 498 163

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ 499 Στις διαφορές τους συγκαταλέγετο µέχρι πριν ελάχιστες δεκαετίες και η οικονοµική τους λειτουργία. Αποστολή της επιταγής ήταν να αποτελεί µέσο πληρωµής, ενώ της συναλλαγµατικής να αποτελεί µέσο παροχής πίστωσης. Είδαµε όµως αµέσως ανωτέρω, ότι ως προς την τελευταία αυτή λειτουργία έχουν συγκλίνει. 4. Είδη επιταγής 500 501 502 503 504 i. Ανάλογα µε τον τρόπο κυκλοφορίας Η διάκριση αυτή γίνεται µε βάση τον τρόπο που καθορίζεται στον τίτλο το πρόσωπο του δικαιούχου της επιταγής. Επιταγή ονοµαστική ή επιταγή «ουχί εις διαταγήν». Είναι η επιταγή στην οποία κατονοµάζεται το πρόσωπο του λήπτη (άρθρο 5 παρ. 2 Ν 5960). Επειδή όµως η επιταγή είναι αξιόγραφο σε διαταγή από το νόµο, µόνη αναγραφή του ονόµατος του λήπτη δεν την µετατρέπει σε ονοµαστική. Και η επιταγή αυτή θεωρείται σε διαταγή. Για να γίνει η επιταγή ονοµαστική πρέπει να κατονο- µάζεται ο λήπτης και επιπλέον να προστίθεται η ρήτρα «ουχί εις διαταγήν» ή άλλη παρόµοια π.χ. «πληρώσατε µόνο στον Κ.Μ». Η ρήτρα αυτή πρέπει να σηµειώνεται στο εµπρόσθιο µέρος της επιταγής και να καλύπτεται από την υπογραφή του εκδότη. Μόνη η διαγραφή της ρήτρας «εις διαταγήν» δεν καθιστά την επιταγή ονοµαστική. Η ονοµαστική επιταγή ως ονοµαστικό αξιόγραφο µεταβιβάζεται µε εκχώρηση. Επιταγή σε διαταγή. Η επιταγή ως αξιόγραφο γεννηµένο εις διαταγή, είναι σε διαταγή όταν σηµειώνεται σ αυτή το όνοµα του λήπτη, είτε προστίθεται η ρήτρα «εις διαταγήν» είτε όχι. Επιταγή ανώνυµη ή «εις τον κοµιστή». Είναι η επιταγή η οποία εκδίδεται ρητά στον κοµιστή ή στον κάτοχο (άρθρο 5 παρ. 1 εδ. γ Ν 5960). Επίσης θεωρείται η επιταγή στην οποία δεν αναγράφεται το όνοµα του λήπτη (κοµιστή) και η οποία κατά ρητή διάταξη του νόµου ισχύει ως επιταγή εις τον κοµιστή (άρθρο 5 παρ. 3 Ν 5960). Τέλος ως επιταγή στον κοµιστή ισχύει και η επιταγή, στην οποία κατονοµάζεται το πρόσωπο του λήπτη, όµως περιέχεται η ρήτρα «εις τον κοµιστήν» ή άλλη ισοδύναµη όπως π.χ. «εις τον φέροντα» (άρθρο 5 παρ. 2 Ν 5960). ii. Ανάλογα µε τον τόπο έκδοσης ή πληρωµής Εσωτερική επιταγή. Είναι η επιταγή που εκδίδεται και είναι πληρωτέα στην Ελλάδα. Διεθνής επιταγή. Είναι η επιταγή που εκδίδεται στην Ελλάδα και είναι πληρωτέα σε άλλη χώρα ή και αντίστροφα. 164

iii. Ανάλογα προς το πρόσωπο που δικαιούται να την εισπράξει (δίγραµµη και λογιστική επιταγή) Πρακτικό 1: Δίγραµµη επιταγή O E εκδίδει επιταγή σε διαταγή του Λ µε πληρώτρια την Εµπορική Τράπεζα, η οποία στη µπροστινή πλευρά φέρει δύο παράλληλες γραµµές. Ο Λ αν και εµφάνισε εµπρόθεσµα την επιταγή για πληρωµή αντιµετώπισε την άρνηση της πληρώτριας τράπεζας να πληρώσει την επιταγή επειδή δεν είναι πελάτης της. Ερωτάται: Είναι νόµω βάσιµη η άρνηση της τράπεζας να πληρώσει την επιταγή; Πρακτικό 2: Λογιστική επιταγή Ο Ε εκδίδει επιταγή ποσού 1.500 ευρώ σε διαταγή του Λ µε πληρώτρια την Εθνική Τράπεζα, µε τη φράση «πληρωτέα σε λογαριασµό». Ο Λ διαγράφει τη φράση αυτή του εκδότη και την οπισθογραφεί στον Κ. Ερωτάται: Με ποιά προϋπόθεση µπορεί να εισπράξει την επιταγή ο Κ; Τα κυριότερα είδη επιταγής, τα οποία ρυθµίζονται στον Ν 5960 είναι η δίγραµµη (άρθρα 37 και 38) και η λογιστική επιταγή (άρθρο 39). Με τα δύο αυτά είδη επιταγής περιορίζεται ο κύκλος των προσώπων που δικαιούνται να εισπράξουν την επιταγή και έτσι έµµεσα περιορίζονται οι κίνδυνοι κλοπής, απώλειας και πλαστογράφησης της επιταγής. Λόγω της διγράµµισης ο κλέπτης ή αυτός που βρήκε την επιταγή θα έπρεπε να απευθυνθεί για την πληρωµή της σε τραπεζίτη ή σε περίπτωση ειδικής διγράµµισης στο συγκεκριµένο τραπεζίτη, που το όνοµά του αναγράφεται µέσα στις παράλληλες γραµµές. Δίγραµµη επιταγή (crossed check) είναι αυτή, που µε ειδική υπόδειξη του εκδότη µπορεί να πληρωθεί από τον πληρωτή µόνο σε τραπεζίτη ή σε πελάτη του πληρωτή 9. Είναι αγγλικής επινόησης 10 και διαµορφώθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα. Φέρει στο εµπρόσθιο µέρος της διγράµµιση, δηλαδή, δύο παράλληλες γραµµές, κάθετες ή διαγώνιες, που σηµειώνονται από τον εκδότη ή από τον κοµιστή της επιταγής. Η διγράµµιση µπορεί να είναι γενική ή ειδική. Γενική είναι η διγράµµιση όταν µέσα στις παράλληλες γραµµές σηµειώνεται η λέξη «τραπεζίτης» ή άλλη ισοδύναµη ή δεν υπάρχει καµία σηµείωση, οπότε η πληρωµή της θα γίνει από την πληρώτρια Τράπεζα σε κοµιστή ο οποίος δεν µπορεί παρά να είναι Τράπεζα ή πελάτης της (άρθρο 38 παρ. 1 Ν 5960). Έτσι, παρεµβάλλονται σοβαρά 505 506 507 9. ΑΠ 326/1998 ΔΕΕ 1998,988, ΕφΑθ 2240/2006 Αρµ 2006,876, ΕφΑθ 6734/2003 ΔΕΕ 2005,62. 10. Βλ. Κ. Ρόκα, Η δίγραµµος τραπεζική επιταγή κατά το αγγλικόν δίκαιον και την διεθνή σύµβασιν της Γενεύης, Μελ II, 1971, σελ. 767. 165

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ 508 εµπόδια στον κακόπιστο κάτοχο να εισπράξει το ποσό της επιταγής, είναι δε γνωστός στις συναλλαγές ο κίνδυνος που υπάρχει, ιδιαίτερα για τις επιταγές στον κοµιστή, να χαθούν ή να αφαιρεθούν παράνοµα και να εισπραχθούν από όποιον τις βρήκε ή τις έκλεψε ή ακόµη και από ένα τρίτο καλόπιστο κοµιστή που τις απέκτησε µε οπισθ/ση. Η δίγραµµη επιταγή κυκλοφορεί όπως και κάθε άλλη επιταγή. Ο µόνος περιορισµός είναι εκείνος πού αποσκοπεί στην παρεµβολή εµποδίων στον κλέπτη, πλαστογράφο ή ευρέτη της επιταγής από το να είσπράξουν την επιταγή. Αυτό επιτυγχάνεται κυρίως µε τη διάταξη ότι ή Τράπεζα δεν µπορεί να αποκτήσει δίγραµµη επιταγή, ούτε ν αναλάβει την είσπραξή της, παρά µόνο από άλλη Τράπεζα ή από έναν πελάτη της. Η δίγραµµη έχει συνήθως την εξής µορφή (βλ. Πίνακα 3): Πίνακας 3 Δίγραµµη επιταγή 509 510 Αντίθετα ειδική είναι η διγράµµιση όταν σηµειώνεται µέσα στις παράλληλες γραµµές ειδικά το όνοµα συγκεκριµένου τραπεζίτη που µπορεί µόνο αυτός να την εισπράξει ή να την οπισθογραφήσει σε άλλον τραπεζίτη. Κάθε κοµιστής δίγραµµης επιταγής µπορεί να µετατρέψει την γενική διγράµ- µιση σε ειδική, ενώ η διαγραφή της διγράµµισης ή του ονόµατος του τραπεζίτη που αναγράφεται µέσα σ αυτή καθώς και η µετατροπή της ειδικής διγράµµισης σε γενική θεωρείται ως µη γενόµενη, σύµφωνα µε το άρθρο 37 παρ. 5 Ν 5960. Κατά τη διάταξη αυτή, συνεπώς, η γενόµενη διγράµµιση αποτελεί ουσιώδες στοιχείο της επιταγής. 166

Ο νόµος δεν επιτρέπει περισσότερες ειδικές διγραµµίσεις σε µία επιταγή, εκτός αν η δεύτερη διγράµµιση γίνεται από τραπεζίτη που το όνοµά του αναφέρεται στην πρώτη διγράµµιση της επιταγής και µόνο για το σκοπό είσπραξής της µέσω συµψηφιστικού γραφείου (άρθρο 38 παρ. 4 Ν 5960). Ο πληρωτής ή ο τραπεζίτης που δεν τηρεί τις διατάξεις του άρθρου 38 Ν 5960, ευθύνεται, σύµφωνα µε την παρ. 5 του άρθρου αυτού, για την ζηµία που ενδέχεται να προκληθεί µέχρι του ποσού της επιταγής. Με τη διάταξη αυτή περιορίζεται η ευθύνη του πληρωτή και του τραπεζίτη µέχρι του ποσού της επιταγής. Προϋπόθεση για την εφαρµογή της διάταξης αυτής αποτελεί η πρόκληση ζηµίας και όχι και το πταίσµα του τραπεζίτη 11. Η σηµασία της δίγραµµης επιταγής αναµένεται να αυξηθεί κατά πολύ στο µέλλον: Υπάρχουν συγκεκριµένες προτάσεις της Τράπεζας της Ελλάδος για υποχρεωτική χρήση της στην καθηµερινή συναλλακτική πρακτική, µε παράλληλη κατάργηση της µεταχρονολογηµένης, η οποία κατήντησε µέσο δανεισµού ελληνικής επινόησης, αλλά και κύριο εργαλείο τόσο της ενδηµούσας στη χώρα µας τοκογλυφίας όσο και της φοροδιαφυγής και του «µαύρου χρήµατος». Στην γενίκευση αυτή της χρήσης δίγραµµων επιταγών, αναµένεται να συνεισφέρει εµµέσως και η εφαρµογή του ενιαίου συστήµατος πληρωµών στην ευρωζώνη µέσω του SEPA (Single Euro Payment Area) 12. Λογιστική επιταγή (check payable in account, Verrechnungsscheck) είναι η επιταγή, γερµανικής επινόησης (βλ. Πίνακα 4), που στο εµπρόσθιο µέρος της φέρει τη φράση «πληρωτέα εις λογαριασµό» ή άλλη ισοδύναµη όπως π.χ. «συµψηφιστική επιταγή» ή «επιταγή γύρου» (άρθρο 39 παρ. 1 Ν 5960), και αφορά τον τρόπο πληρωµής της. Υποδηλώνεται έτσι ότι η πληρωµή της επιταγής πρέπει να γίνει µε λογιστική πράξη και δεν επιτρέπεται να γίνει µε καταβολή µετρητών 13. Η σηµείωση µπορεί να γίνει από τον εκδότη ή από τον κάθε κοµιστή, χειρόγραφα ή µε µηχανικό µέσο, απαραίτητα στο εµπρόσθιο µέρος και πλαγίως, δηλαδή σε διαφορετική κατεύθυνση από αυτήν του κειµένου (άρθρο 39 παρ. 3). Στη λογιστική επιταγή ισχύει, όπως αναφέρθηκε, ως πληρωµή ο λογιστικός διακανονισµός, που µπορεί να συνίσταται είτε σε πίστωση του ποσού της επιταγής στο λογαριασµό του κοµιστή αν αυτός διαθέτει λογαριασµό στην πληρώτρια τράπεζα είτε σε γύρο ή συµψηφισµό, αν διαθέτει λογαριασµό σε άλλη τράπεζα. 511 512 513 514 515 11. Βλ. Κ. Ρόκα, ό.π., σελ. 785, υποσ. 85, ΕφΑθ 6734/2003, ΔΕΕ 2005,62, ΕφΔυτΜακ 241/2005 Αρµ 2006,1944. 12. Ο Ενιαίος Χώρος Πληρωµών σε Ευρώ (SEPA) έκδ. Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα 2006, Capital.gr της 18.14.2007. Ήδη δε για συναλλαγές αξίας µεγαλύτερης των 15.000 ευρώ επιβάλλεται υποχρεωτικώς η εξόφληση των τιµολογίων κ.λπ. να γίνεται µόνο µε δίγραµµη επιταγή (άρθρ. 16 επ. 5 Ν 2992/2002) 13. ΑΠ 1807/2006, α δηµοσίευση Νόµος. 167

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ Πίνακας 4 Λογιστική επιταγή 516 517 518 Αν η πληρώτρια τράπεζα παραβεί την υποχρέωσή της να προβεί σε λογιστικό διακανονισµό και καταβάλλει µετρητά για την πληρωµή της επιταγής ευθύνεται µέχρι το ποσό της επιταγής για τη ζηµία που τυχόν θα προκληθεί (άρθρο 39 παρ. 4 Ν 5960) στο δικαιούχο και στους εξ αναγωγής υπόχρεους. Με την απαγόρευση πληρωµής της λογιστικής επιταγής σε µετρητά, ο κοµιστής µπορεί να την αξιοποιήσει µόνο αν διαθέτει λογαριασµό στην πληρώτρια τράπεζα ή σε κάποια άλλη. Κατ αυτό τον τρόπο περιορίζονται οι περιπτώσεις είσπραξης της επιταγής από µη δικαιούχο. Η λογιστική διαφέρει από τη δίγραµµη κατά το ότι η πρώτη αφορά σε λογιστικό διακανονισµό, ενώ η δεύτερη πληρωµή µε χρήµατα. Επιπλέον στη λογιστική επιταγή δεν υπάρχει ο περιορισµός ότι η Τράπεζα µπορεί να την αποκτήσει µόνον από πελάτη της. 168

Eν όψει των ανωτέρω οι απαντήσεις στα πρακτικά 1 και 2 είναι οι εξής: Πρακτικό 1 Άρθρο 38 Ν 5960 Η συγκεκριµένη επιταγή, η οποία στη µπροστινή της όψη φέρει δύο παράλληλες γραµµές είναι δίγραµµη επιταγή (άρθρ. 37 παρ. 2). Σύµφωνα µε το άρθρο 38 παρ. 1, η δίγραµµη επιταγή µπορεί να πληρωθεί από τον πληρωτή µόνο σε τραπεζίτη ή σε πελάτη του πληρωτή. Έτσι ο Λ για να εισπράξει το ποσό της επιταγής πρέπει να είναι πελάτης της πληρώτριας τράπεζας. Συνεπώς εφόσον ο Λ δεν είναι πελάτης της Εµπορικής Τράπεζας η άρνηση της τράπεζας να πληρώσει την επιταγή είναι δικαιολογηµένη. Για να αποκτήσει την ιδιότητα του πελάτη της πληρώτριας τράπεζας και να πληρωθεί την επιταγή, ο Λ αρκεί να ανοίξει λογαριασµό σε κάποιο υποκατάστηµά της. Πρακτικό 2 Άρθρο 39 Ν 5960 Η επιταγή που εξέδωσε ο Ε είναι λογιστική (άρθρ. 39 παρ. 1). Ο χαρακτηρισµός µιας επιταγής ως λογιστικής δεν µπορεί να αλλάξει αργότερα µε τη διαγραφή της σχετικής ένδειξης, η οποία διαγραφή σύµφωνα µε την παρ. 3 του άρθρου 39 θεωρείται σαν να µην έγινε. Εποµένως δεν ισχύει η διαγραφή από τον Λ της φράσης «πληρωτέα σε λογαριασµό» και η επιταγή εξακολουθεί να είναι λογιστική, µε αποτέλεσµα η πληρωµή της στον κοµιστή από το πληρωτή να µη µπορεί να γίνει µε µετρητά χρήµατα αλλά µόνο µε λογιστικό διακανονισµό (άρθρ. 39 παρ. 2) ο οποίος προϋποθέτει ότι ο κοµιστής έχει λογαριασµό σε τράπεζα. Συνεπώς για να πληρωθεί ο Κ το ποσό της επιταγής πρέπει να έχει τραπεζικό λογαριασµό είτε στη πληρώτρια τράπεζα είτε σε κάποια άλλη. Εάν ο Κ δεν έχει τραπεζικό λογαριασµό µπορεί να ανοίξει λογαριασµό στην πληρώτρια τράπεζα ή σε άλλη τράπεζα στον οποίο θα κατατεθεί (πιστωθεί) το ποσό της επιταγής. iv. Ταχυδροµική επιταγή Η ταχυδροµική επιταγή είναι έγγραφο για το οποίο χρησιµοποιείται ο όρος «επιταγή». Δεν συγκεντρώνει όµως τα στοιχεία της επιταγής και γι αυτό δεν υπάγεται στο Ν 5960/1933 περί επιταγής. Είναι δηλαδή µόνο κατ όνοµα επιταγή. Για την ακρίβεια περιέχει εντολή προς την Υπηρεσία των ταχυδροµείων για την πληρωµή ενός χρηµατικού ποσού σ ένα πρόσωπο. Αποτελεί µέσο αποστολής χρηµάτων από ένα τόπο σε ένα άλλο και όχι µέσο πληρωµής. Δεν αποτελεί ούτε καν αξιόγραφο, διότι παραµένει στα χέρια του οφειλέτη δηλαδή της υπηρεσίας των ταχυδροµείων. 519 169

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ 520 521 522 v. Ταξιδιωτική επιταγή Η ταξιδιωτική επιταγή (traveller s check, cheque de voyage, Reisescheck) που είναι δηµιούργηµα της συναλλακτικής πρακτικής των ΗΠΑ, εκδίδεται από τράπεζα για ορισµένο χρηµατικό ποσό στο όνοµα του πελάτη της, για την ασφαλή µεταφορά χρηµάτων από τόπο σε τόπο, αφού προηγουµένως ο πελάτης της έχει καταβάλει ολόκληρη την αξία της στην εκδότρια τράπεζα. Δεν αποτελεί µέσο πληρωµής, αλλά εξυπηρετεί τον πελάτη της τράπεζας, ο οποίος για λόγους ασφάλειας δεν επιθυµεί να µεταφέρει χρήµατα µαζί του όταν ταξιδεύει, ιδίως στο εξωτερικό. Εισπράττει το ποσό της επιταγής από υποκατάστηµα ή ανταποκριτή της εκδότριας τράπεζας στο εξωτερικό, αφού έχει ήδη καταβάλει το ποσό της επιταγής µαζί µε την προµήθεια στην τράπεζα και αυτή του έχει παραδώσει την ταξιδιωτική επιταγή που εξέδωσε στο όνοµά του. Ο νοµικός χαρακτήρας της τραπεζικής επιταγής ως επιταγής αµφισβητείται, όπως επίσης αµφισβητείται και ο αξιογραφικός της χαρακτήρας, διότι η επιταγή αυτή δεν περιέχει συνήθως εντολή προς πληρωµή, ούτε έκταξη του εκτάσσοντος προς τον εκτασσόµενο, ούτε απευθύνεται προς πληρωµή πάντοτε σε τράπεζα που έχει την ιδιότητα του πληρωτή. Υπερισχύουν οι απόψεις ότι αποτελεί εµπορική εντολή ή ένα ιδιαίτερο είδος επιταγής επί της οποίας είναι δυνατό να εφαρµόζονται αναλογικά οι διατάξεις του Ν 5960/1933 περί τραπεζικής επιταγής 14. vi. Εγγυηµένη επιταγή Πρόκειται για επιταγή που εγχειρίζει η τράπεζα σε κάτοχο λογαριασµού και η οποία είναι εφοδιασµένη µε κάρτα εγγύησης. Ο θεσµός της εγγυηµένης επιταγής (ευρωεπιταγής ή eurocheque) µε κάρτα εγγύησης καθιερώθηκε µε απόφαση της νοµισµατικής επιτροπής, ειδικά για επιταγές που εκδίδονται επί εντόκων τρεχόντων λογαριασµών που ανήκουν σε φυσικά πρόσωπα µη εµπόρους. Η τράπεζα εγγυάται στο λήπτη την πληρωµή της επιταγής. Η εγγύηση όµως της τράπεζας παρέχεται µε την «κάρτα εγγύησης επιταγής» και όχι µε πράξη επί της επιταγής. Η κάρτα εγγύησης επιταγών έχει την έννοια ότι η εκδότρια τράπεζα, εγγυάται να πληρώσει τις εγγυηµένες επιταγές που εκδίδονται από τον κάτοχο της κάρτας, µέχρι ένα ποσό ανά επιταγή, το οποίο αναγράφεται στην κάρτα εγγύησης και καθορίζεται από τη µεταξύ του κατόχου και της τράπεζας σύµβαση 15. Η πληρώτρια τράπεζα ευθύνεται, στην περίπτωση αυτή, για 14. Βλ. αναλυτικότερα, Ελ. Αλεξανδρίδου, Περί ταξιδιωτικής επιταγής, ΕΕµπΔ 1975, σελ. 527, Μπαλοδήµου, Το δίκαιο των ταξιδιωτικών επιταγών, ΕφΑθ 431/1989 ΕλΔ 1991,149, ΕλΔ 1986, σελ. 283, ΜΠρΚορινθ 208/1981 ΝοΒ 1981,1309. 15. ΠΠρΡεθυµ 21/2005, ΝΟΜΟΣ. 170

την πληρωµή της επιταγής, όχι όµως κατά το δίκαιο της επιταγής, αλλά κατά το κοινό δίκαιο. Ερωτήσεις: 1) Με ποιό τρόπο επιδιώκει ο νόµος να προστατεύσει τον εκδότη από τον κίνδυνο πληρωµής της επιταγής σε µη δικαιούχο λόγω κλοπής ή απώλειας; 2) Σε τι διαφέρει η συν/κή από την επιταγή; Β. ΕΚΔΟΣΗ ΚΑΙ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΑΓΗΣ 1. Ικανότητα των προσώπων της επιταγής Η ικανότητα των προσώπων της επιταγής διακρίνεται σε ενεργητική και παθητική ικανότητα. Η ενεργητική ικανότητα για την απόκτηση δικαιώµατος από επιταγή αφορά την ικανότητα για απόκτηση του δικαιώµατος ή των δικαιωµάτων από επιταγή και συµπίπτει µε την γενική ικανότητα του προσώπου προς απόκτηση δικαιω- µάτων του άρθρου 34 ΑΚ. Κάθε πρόσωπο, σύµφωνα µε το άρθρο αυτό, έχει την ικανότητα δικαίου και µπορεί να γίνει φορέας δικαιωµάτων και υποχρεώσεων, άρα και φορέας των δικαιωµάτων από επιταγή. Η παθητική ικανότητα συµπίπτει κατά την ορθότερη, αλλά µη κρατούσα, άποψη µε την ικανότητα για ανάληψη ή αναδοχή υποχρέωσης από επιταγή. Η παθητική ικανότητα στο δίκαιο της επιταγής, πέρα από την ικανότητα για ανάληψη υποχρέωσης από επιταγή, έχει την έννοια του να είναι κάποιος ικανός να είναι «πληρωτής» της επιταγής, να έχει δηλαδή την επαγγελµατική ιδιότητα του «πληρωτή» ως τραπεζίτη. Το ποιος έχει την ιδιότητα του τραπεζίτη ή του προσώπου που εξοµοιώνεται µε αυτόν δεν ορίζεται στο νόµο περί επιταγής, ούτε στον ενιαίο νόµο, αλλά στην ειδική νοµοθεσία περί τραπεζών. Σύµφωνα µε το άρθρο 10 παρ. 1 του Ν 5076/31, τραπεζίτης είναι επιχείρηση, η οποία ανεξάρτητα από άλλο σκοπό, δέχεται κατ επάγγελµα καταθέσεις χρηµάτων ή άλλων αξιών (βλ. δε µεταγενέστερα Ν 2076/1992 και 3601/2007). Κατά το άρθρο 54 Ν 5960/33 «τραπεζίτες» θεωρούνται και φυσικά ή νοµικά πρόσωπα, τα οποία ο νόµος εξοµοιώνει µε τραπεζίτη. Ο ελληνικός νόµος έχει εξοµοιώσει µε τραπεζίτη τα παρακάτω νοµικά πρόσωπα δηµοσίου δικαίου: Ταµείο Παρακαταθηκών και Δανείων, Ταχυδροµικά Ταµιευτήρια, Ταµείο Συντάξεων Νοµικών, Μετοχικό Ταµείο Πολιτικών Υπαλλήλων, Μετοχικό Ταµείο Στρατού. Σύµφωνα µε το άρθρο 58 Ν 5960 η ικανότητα για ανάληψη υποχρέωσης από επιταγή διέπεται από τις γενικές διατάξεις για τη δικαιοπρακτική ικανότητα του προσώπου (άρθρα 127 επ. ΑΚ). Άρα, ο ανίκανος προς δικαιοπραξία είναι και ανίκανος προς ανάληψη υποχρέωσης από επιταγή. Ο πλήρως ή περιορισµένα ανίκανος προς δικαιοπραξία µπορεί να αναλάβει υποχρέωση από 523 524 525 526 527 171

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ 528 επιταγή µε το νόµιµο αντιπρόσωπό του και εφόσον τηρηθούν οι προϋποθέσεις του νόµου. Η ακυρότητα της εκ µέρους ανικάνου ανάληψης υποχρέωσης από επιταγή είναι σχετική και µπορεί να προταθεί µόνο απ αυτόν και τους καθολικούς ή ειδικούς διαδόχους του. 2. Τα τυπικά στοιχεία της επιταγής Πρακτικό 3: Τυπικά στοιχεία επιταγής Είναι έγκυρη η ανωτέρω επιταγή; 529 530 Όπως η συναλλαγµατική έτσι και η επιταγή, για να είναι έγκυρη πρέπει να συντάσσεται κατά ένα αυστηρά καθορισµένο τύπο. Στο άρθρο 1 Ν 5960/33 καθορίζονται τα απαραίτητα τυπικά στοιχεία για τη δηµιουργία του τίτλου της επιταγής. Τα αναγκαία στοιχεία της επιταγής καλούνται και ουσιώδη µε την έννοια ότι η έλλειψη ενός από αυτά επιφέρει την ακυρότητα του τίτλου. Ωστόσο, ορισµένα από αυτά, όταν λείπουν, αναπληρώνονται αυτόµατα ή από τον ίδιο το νόµο (βλ. Πίνακα 5). Κατά τον τύπο της η επιταγή οµοιάζει µε τη συναλλαγµατική, διότι και τα δύο αυτά αξιόγραφα περιέχουν εντολή προς πληρωµή ορισµένου ποσού. Η επιταγή, όµως, περιέχει εφτά τυπικά στοιχεία, κατά δύο δηλαδή λιγότερα από τη συναλλαγµατική. Δεν είναι απαραίτητα στην επιταγή η σηµείωση του λήπτη, διότι η επιταγή µπορεί να εκδοθεί και στον κοµιστή ούτε η σηµείωση του χρόνου λήξης, διότι η επιταγή είναι πάντοτε πληρωτέα εν όψει. Τα τυπικά στοιχεία της επιταγής είναι τα παρακάτω: 172

Η ονοµασία «επιταγή», που πρέπει να καταχωρίζεται στο κείµενο του τίτλου και να εκφράζεται στη γλώσσα που συντάσσεται ο τίτλος της επιταγής. Η απλή και καθαρή εντολή πληρωµής ορισµένου χρηµατικού ποσού, που απευθύνεται στον πληρωτή. Απαγορεύεται δηλαδή η εξάρτηση της πληρωµής του χρηµατικού ποσού από κάποιο όρο ή από την αιτία έκδοσης της επιταγής (π.χ. «πληρώσατε µέχρι 5.000 ευρώ» ή «εφόσον παραδοθεί εγκαίρως το εµπόρευµα») 16. Το όνοµα εκείνου που οφείλει να πληρώσει (πληρωτή). Ως πληρωτής δεν µπορεί να ορίζεται οποιοδήποτε πρόσωπο, όπως στη συναλλαγµατική, αλλά µόνο τραπεζίτης (άρθρα 3 και 54 Ν 5960). Στην ελληνική επιταγή, δηλαδή στην επιταγή που έχει εκδοθεί και είναι πληρωτέα στην Ελλάδα, ως πληρωτής ορίζεται ανώνυµη τραπεζική εταιρία ή νοµικό πρόσωπο δηµοσίου δικαίου, που επιτρέπεται να ασκεί τραπεζικές εργασίες. Αρκεί η αναγραφή του ονόµατος του προσώπου του πληρωτή και δεν απαιτείται η αναγραφή και της ιδιότητάς του ως τραπεζίτη. Η αναγραφή του ονόµατος πρέπει να είναι σαφής ώστε να µη γεννάται αµφιβολία για την ταυτότητα του προσώπου του πληρωτή. Αρκεί η αναγραφή ονόµατος πιθανού και δεν απαιτείται το αναγραφόµενο πρόσωπο να είναι υπαρκτό. Η θέση της αναγραφής του ονόµατος του πληρωτή δεν καθορίζεται στο νόµο. Συνήθως αναγράφεται στο εµπρόσθιο πάνω ή στο εµπρόσθιο κάτω αριστερό µέρος του κειµένου της επιταγής. Ως πληρωτής µπορεί να ορισθεί και ο ίδιος ο εκδότης, αλλά µόνο όταν πρόκειται για επιταγή που εκδίδεται µεταξύ υποκαταστηµάτων του ίδιου του εκδότη (άρθρο 6 παρ. 3 εδ. α Ν 5960). Η σηµείωση του τόπου πληρωµής. Τόπος πληρωµής είναι ο τόπος όπου η επιταγή πρέπει να προσάγεται προς πληρωµή. Αναγράφεται συνήθως δίπλα στο όνοµα του πληρωτή. Πρέπει να αναγράφεται στο κείµενο της επιταγής και να καλύπτεται από την υπογραφή του εκδότη. Σύµφωνα µε το άρθρο 2 παρ. 2 Ν 5960, όταν δεν σηµειώνεται ο τόπος πληρωµής, η επιταγή θεωρείται πληρωτέα στον τόπο που σηµειώνεται κοντά στο όνοµα του πληρωτή και αν κοντά στο όνοµα του πληρωτή σηµειώνονται περισσότεροι τόποι, η επιταγή δεν είναι άκυρη, όπως συµβαίνει στη συναλλαγµατική, αλλά θεωρείται πληρωτέα στον τόπο που σηµειώνεται πρώτος. Αν ο τόπος πληρωµής δεν µπορεί να αναπληρωθεί µε αυτόν τον τρόπο, η επιταγή θεωρείται πληρωτέα στον τόπο έκδοσης (άρθρο 2 παρ. 3 Ν 5960), αν δεν αναφέρεται και ο τόπος έκδοσης τότε η επιταγή θεωρείται άκυρη, διότι τότε πλέον λείπουν δύο τυπικά στοιχεία της. Η σηµείωση χρονολογίας έκδοσης. Η ηµεροµηνία έκδοσης της επιταγής πρέπει να είναι ορισµένη και να σηµειώνεται µε την ηµέρα, το µήνα και το έτος, πάνω στο σώµα της επιταγής και συνήθως πάνω από την υπογραφή του εκδότη. Απαιτείται η σηµείωση υπαρκτής ηµεροµηνίας, ενώ η σηµείωση 531 532 533 534 535 16. ΕφΠατρ 175/1996, ΑχΝοµ 1997, 203. 173

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ 536 537 ανακριβούς ηµεροµηνίας δεν επηρεάζει το κύρος της επιταγής 17. Η σηµείωση ανύπαρκτης χρονολογίας εξοµοιώνεται µε έλλειψη ηµεροµηνίας που καθιστά άκυρη την επιταγή (π.χ. 31/2 ή 31/6) 18. Όταν αναγράφονται περισσότερες ηµεροµηνίες τότε η επιταγή καθίσταται άκυρη, διότι δηµιουργείται αοριστία ως προς το στοιχείο αυτό και θεωρείται ότι λείπει. Το κύρος της επιταγής δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι σηµειώνεται χρόνος µεταγενέστερος ή προγενέστερος από τον πραγµατικό χρόνο έκδοσής της. Συνηθίζεται στις συναλλαγές η προχρονολόγηση ή η µεταχρονολόγηση της επιταγής. Η σηµείωση του τόπου έκδοσης. Ο τόπος έκδοσης της επιταγής είναι καθοριστικός για την επιλογή του εφαρµοστέου δικαίου σε θέµατα ιδιωτικού διεθνούς δικαίου. Όταν λείπει το στοιχείο αυτό η επιταγή θεωρείται ότι εκδόθηκε στον τόπο που αναγράφεται δίπλα στο όνοµα του εκδότη. Η σηµείωση ανακριβούς ή ψευδούς τόπου έκδοσης δεν βλάπτει το κύρος της επιταγής, ενώ η σηµείωση περισσότερων τόπων έκδοσης συνεπάγεται ακυρότητα του τίτλου. Η υπογραφή του εκδότη της επιταγής. Για τη δηµιουργία έγκυρου τίτλου επιταγής απαιτείται η ιδιόχειρη υπογραφή 19 του προσώπου που την εκδίδει. Πρέπει να τίθεται στο τέλος του κειµένου, δηλαδή κάτω από το κείµενο του τίτλου, διαφορετικά, αν τεθεί πάνω ή δίπλα στο κείµενο, η υπογραφή είναι άκυρη. Όπως η συναλλαγµατική έτσι και η επιταγή µπορεί να εκδοθεί µε αντιπρόσωπο, σύµφωνα µε τις διατάξεις είτε της άµεσης (άρθρο 11 Ν 5960) είτε της έµµεσης αντιπροσωπείας (άρθρο 6 παρ. 2 Ν 5960) 20. Η αντιπροσώπευση ή η εκπροσώπηση πρέπει να προκύπτει από εµφανή στοιχεία του τίτλου της επιταγής. Αν δεν συµβαίνει αυτό, ο τίτλος είναι έγκυρος, αλλά ευθύνεται εξ αυτού εκείνος που τον υπέγραψε, που δεν µπορεί, φυσικά, να προτείνει κατά του κοµιστή τη σχέση αντιπροσώπευσης ή εκπροσώπησης 21. Αν κάποιος υπέγραψε επιταγή ως άµεσος αντιπρόσωπος άλλου, χωρίς να έχει τέτοια εξουσία, η επιταγή είναι έγκυρη, ευθύνεται όµως αυτός που υπέγραψε για τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από την επιταγή. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της υπέρβασης εξουσίας προς αντιπροσώπευση 22. Η ανάληψη υποχρέωσης από επιταγή µπορεί να γίνει και µε αυτοσύµβαση, σύµφωνα µε τους όρους του άρθρου 235 ΑΚ. Πρόκειται για τις περιπτώσεις εκείνες, που ο υπογράφων την επιταγή επιχειρεί τη δικαιοπραξία µε τον εαυτό του, δηλαδή ενεργεί συγχρόνως ατοµικά και ως αντιπρόσωπος άλλου ή ως διπλός αντιπρόσωπος. Είναι δυνατή η αυτοσύµβαση, όταν το επιτρέψει ο αντιπροσωπευόµενος ή όταν συ- 17. ΑΠ 193/1999 τµ. Α, ΕΤρΑξΧρΔ 2001,522. 18. ΠληµΑθ 1359/2001 ΠοινΧρ 2003,659. 19. ΕφΑθ 8816/2003 ΔΕΕ 2005,63. 20. ΑΠ 560/2002 ΧρΙΔ 2003,52 21. ΕφΛαρ 110/2004 ΕπισκΕΔ 2004,699, ΜΠρΘηβ 672/2004 ΕΕµπΔ 2005,71. 22. ΑΠ 1689/2001 ΕλΔ 2004,135, ΑΠ 1710/1999 ΕΕµπΔ 2000,84. 174

νίσταται αποκλειστικά στην εκπλήρωση υποχρέωσης και µάλιστα είτε ατοµικής του αντιπροσώπου προς τον αντιπροσωπευόµενο, ή αντίστροφα, είτε του ενός αντιπροσωπευόµενου προς τον άλλον. Για αυτοσύµβαση στην επιταγή πρόκειται, κατ ανάλογη εφαρµογή του άρθρου 235 ΑΚ, όταν το αρµόδιο όργανο του νοµικού προσώπου εκδίδει ή οπισθογραφεί επιταγή, ενεργώντας ατοµικά ή στο όνοµα του νοµικού προσώπου 23. Η υπογραφή πρέπει να περιλαµβάνει το όνοµα και το επώνυµο όταν πρόκειται για φυσικό πρόσωπο, την επωνυµία και την υπογραφή του εκπροσώπου του όταν πρόκειται για νοµικό πρόσωπο. 538 Εν όψει των ανωτέρω η απάντηση στο πρακτικό 3 είναι η εξής: Άρθρα 1, 2 Ν 5960 Τα απαραίτητα τυπικά στοιχεία που πρέπει να περιέχει η επιταγή για να είναι έγκυρη ορίζονται στο άρθρο 1 Ν 5960. Η έλλειψη κάποιου από αυτά επιφέρει την ακυρότητά της. Ωστόσο ορισµένα από αυτά αναπληρώνονται σύµφωνα µε το άρθρο 2 Ν 5960. Έτσι, η ανωτέρω επιταγή είναι έγκυρη γιατί: 1) περιέχει την ονοµασία επιταγή µέσα στο κείµενο του τίτλου (άρθρ. 1 αρ. 1). 2) Περιέχει την απλή και καθαρή εντολή περί πληρωµής ορισµένου ποσού (άρθρ. 1αρ. 2). 3) Αναγράφει το όνοµα του πληρωτή (άρθρ. 1αρ. 3, Εθνική Τράπεζα). 4) Σηµειώνεται χρονολογία και τόπος έκδοσης (άρθρ. 1αρ 5, Κοµοτηνή 3.3.2008). 5) Έχει την υπογραφή του εκδότη (άρθρ. 1αρ. 6, Ν. Ράπτης). 6) Δεν αναγράφεται τόπος πληρωµής αλλά σύµφωνα µε το άρθρο 2 παρ. 3 ο τόπος πληρωµής αναπληρώνεται από τον τόπο έκδοσης (Κοµοτηνή). 3. Συνέπειες από την έλλειψη τυπικών στοιχείων της επιταγής Πρακτικό 4: Λευκή επιταγή i. Ατελής, άκυρη και λευκή επιταγή Ο Ε προς εξασφάλιση υποχρέωσής του απέναντι στον Λ εξέδωσε σε διαταγή του Λ επιταγή ποσού 20.000 ευρώ πληρωτέα στην Εθνική Τράπεζα µε κενή την 23. Βλ. Κιάντου-Παµπούκη, Η αυτοσύµβαση στα αξιόγραφα, ΕλλΔ 1992,1381 επ., ΑΠ 574/2001 ΔΕΕ 2001,1108, ΑΠ 1710/1999 ΔΕΕ 2000,300, ΕλλΔ 2000,1003. 175

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ηµεροµηνία έκδοσης και µε τη συµφωνία να συµπληρωθεί από τον Λ αλλά να µην είναι προγενέστερη της 15ης Μαρτίου 2008. Παρά τη συµφωνία ο Λ συµπληρώνει ως χρονολογία έκδοσης την 3ην Μαρτίου 2008 και την εµφανίζει στην πληρώτρια τράπεζα προς είσπραξη, πλην όµως η επιταγή δεν πληρώθηκε λόγω έλλειψης διαθεσίµων κεφαλαίων και ο Λ στρέφεται κατά του Ε. Ερωτάται: 1) Μπορεί ο Ε να προτείνει στον Λ την αντισυµβατική συµπλήρωση της χρονολογίας έκδοσης της επιταγής; 2) Τι αλλάζει στην απάντησή σας αν ο Λ είχε οπισθογραφήσει την επιταγή στον Κ; 539 540 541 542 543 544 Όταν η επιταγή δεν φέρει ένα ή περισσότερα από τα παραπάνω αναφερό- µενα τυπικά στοιχεία, που απαιτεί ο νόµος (άρθρο 1 Ν 5960), δεν είναι πλήρης, είναι ατελής και κατ αρχήν ανίσχυρη ως επιταγή. Ορισµένες ελλείψεις, ωστόσο, της ατελούς επιταγής µπορούν να καλύπτονται αυτόµατα από το νόµο (άρθρο 2 παρ. 2-4 Ν 5960). Αναπληρώνονται δηλαδή από άλλα στοιχεία του κειµένου του τίτλου. Έτσι, Αν λείπει ο τόπος πληρωµής, αναπληρώνεται από τον τόπο που σηµειώνεται δίπλα στο όνοµα του πληρωτή και αν δίπλα στο όνοµα του πληρωτή σηµειώνονται περισσότεροι τόποι, ως τόπος πληρωµής θεωρείται αυτός που αναγράφεται πρώτος. Αν δεν σηµειώνεται τέτοιος τόπος, τότε ως τόπος πληρω- µής θεωρείται ο τόπος έκδοσης της επιταγής. Αν τέλος λείπει και αυτός ο τόπος, η επιταγή είναι πλέον άκυρη. Αν λείπει ο τόπος έκδοσης, αναπληρώνεται από τον τόπο που αναγράφεται δίπλα στο όνοµα του εκδότη. Αν δεν υπάρχει και η σηµείωση αυτή, η επιταγή είναι άκυρη. Ο τόπος έκδοσης δεν µπορεί να αναπληρωθεί από τον τόπο πληρωµής, που αναγράφεται στην επιταγή. Τα υπόλοιπα τυπικά στοιχεία της επιταγής δεν µπορούν να αναπληρωθούν και η έλλειψή τους καθιστά άκυρη την επιταγή, µε την έννοια ότι δεν µπορεί να γίνει λόγος για «επιταγή» και για εφαρµογή των διατάξεων του νόµου περί επιταγής. Η επερχόµενη ακυρότητα της επιταγής δεν µπορεί να καλυφθεί µε άλλο τρόπο, ούτε µε µεταγενέστερη έγκριση του εκδότη της. Το άρθρο 13 Ν 5960, κατά παρέκκλιση από το άρθρο 1, αναγνωρίζει, έµ- µεσα, την έκδοση λευκής επιταγής όπως το άρθρο 10 Ν 5325 αναγνωρίζει την έκδοση λευκής συναλλαγµατικής. Επιτρέπεται να εκδοθεί λευκή επιταγή, δηλαδή ατελής, µε συµφωνία των ενδιαφερόµενων µερών να συµπληρωθεί εκ των υστέρων. Στη λευκή επιταγή η έλλειψη ενός ή περισσότερων ή και όλων των τυπικών στοιχείων, πλην της υπογραφής του εκδότη, είναι ηθεληµένη. Τα ηθεληµένα ελλείποντα στοιχεία είναι συνήθως το ποσό της επιταγής ή η χρονολογία έκδοσής της. Απαραίτητη είναι η ύπαρξη συµφωνίας, ρητής η σιωπηρής, συναγόµενης από την υποκείµενη σχέση που τους συνδέει 24, µε την οποία 24. ΕφΘεσ 331/1990 Αρµ 1990,131, Ι. Μάρκου, Δίκαιο επιταγής, 1995, σελ. 129. 176