ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Ενότητα: ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ- ΣΗΜΕΙΏΣΕΙΣ



Σχετικά έγγραφα
Στον Πανούλη. Γιάννης

Η ΕΡΤ ΤΗΣ ΕΠΟΜΕΝΗΣ ΗΜΕΡΑΣ «ΠΟΙΑ ΕΡΤ ΘΕΛΟΥΜΕ»

ΟΙ ΑΡΧΑΙΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΣΤΟ «ΚΕΦΑΛΑΙΟ» TOY MAP

Οι Μοναχοί Σαολίν. Συντάχθηκε απο τον/την tzon1987

Κεφάλαιο 19. Καταστάσεις στις Οποίες Χάνουμε την Αγάπη και την Ευτυχία μας

Τ.Ε.Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΜΟΝΑΔΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Φυσικό αέριο, χρήσεις, ασφάλεια και οικονομία Ομάδα Μαθητών: Συντονιστές Καθηγητές: Λύκειο Αγίου Αντωνίου Θεωρητικό υπόβαθρο Το Φυσικό αέριο

ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΠΙΣΤΕΩΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΕΜΒΑΔΟΥ ΤΟΥ ΟΡΘΟΓΩΝΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟΥ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ Τ.Π.Ε.

ΙΣΤOPIA TOY ΝΕΟΤΕΡΟΥ ΚΑΙ TOY ΣΥΓΧΡΟΝΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. ΤΟΜΟΣ 10ος

ΔΕΗ Ανανεώσιμες: Το μέλλον της ΔΕΗ Ομιλία του κ. Τάκη Αθανασόπουλου Προέδρου & Διευθύνοντος Συμβούλου ΔΕΗ Α.Ε

Η ΡΩΣΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ Η

ΧΡΟΝΙΚΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

ΡΕΜΑ ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΛΕΝΕ ΟΤΙ Ο ΕΡΩΤΑΣ περνάει πρώτα από το στομάχι.

μπορούσαμε και θα έπρεπε να το αντισταθμίσουμε με νέες πολιτικές, με άλλες κατακτήσεις και ωφέλειες. Ο κίνδυνος της αποβιομηχάνισης ήταν βέβαια

ΔΕΙΚΤΕΣ ΚΑΙ ΔΡΑΣΕΙΣ Για τα σχολεία

ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΟΜΕΝΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ο απογραφέας απόσπασμα από το επερχόμενο

ΥΠΟΜΝΗΜΑ. Στην Επιτροπή Κρίσεως Βαρέων και Ανθυγιεινών επαγγελμάτων του άρθρου 20 ν.3790/2009

1. Ερωτήματα σχετικά με τα μεγάλα ζητήματα της ζωής

Μπορούμε να πούμε ότι η δεύτερη δύναμη είναι πολύ πιο ισχυρή από την πρώτη.

Παρράσιο Πάρκο Πολιτιστικής Κληρονομιάς: Σχέδιο της Πρότασης

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

ΜΕΡΟΣ Α ΒΙΒΛΙΟ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΟΝΟΜΑ.. ΤΑΞΗ...

Εβδομαδιαίος προγραμματισμός 9 η εβδομάδα 2 6/11/2015 Θέμα: «Η Ελιά και το Λάδι»

Παιδαγωγική ή Εκπαίδευση ΙΙ

ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ

Οδηγός για γονείς παιδιών Δημοτικού Σχολείου

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΚΤΥΟ ΣΧΟΛΕΙΩΝ ΠΡΟΑΓΩΓΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΣΧΕΔΙΟ ΔΡΑΣΗΣ

Πρόταση εκδηλώσεων τουριστικής προβολής

Η ρομαντική αναζωογόνηση της επαναστατικής σκέψης στον Landauer (και αντίστροφα)

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα και η επιρροή του στην ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τοτολίδης Αεωνίδας Α.Μ.

Η ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΠΟΣΟΤΙΚΟΣ ΠΟΙΟΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΕΝΟΣ ΠΡΟΙΟΝΤΟΣ ΩΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΟΥ

ΙΟΔΙΚΟ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΚΥΘΗΡΙΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΟΡΓΑΝΟ ΤΟΥ ΚΥΘΗΡΑΪΚΟΥ ΛΑΟΥ

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ- ΠΟΣΟΣΤΑ. Στόχοι της διδασκαλίας

Θέμα: Η ΑΓΟΡΑ ΣΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ

ΕΤΗΣΙΑ EKΘΕΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ 2014

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΜΟΝΑΔΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ:

Ο Κάδμος και η Αρμονία στο Ιερό των Μεγάλων Θεών της Σαμοθράκης Διεθνές Συμπόσιο Ευρωπαϊκή Φιλοσοφία, Ελληνική Μυθολογία και η μυστηριακή τους Φύση

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΣΧΟΛΗ: ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ: ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΓΚΤΙΚΗΣ

Σεισμοί και Σχολεία. ΤΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ τεύχος

Α. ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ.

ΠΡΟΣ: Υπουργό Παιδείας Θεσσαλονίκη 26 / 2 / 2008 κ. Ευριπίδη Στυλιανίδη Αρ. Πρωτ. 4775

ΓΝΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΣΠΟΥΔΑΣΤΡΙΩΝ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΔΙΑΚΟΠΗ ΤΗΣ ΚΥΗΣΗΣ

Ηomo sapiens στο θρανίο της ζωής

Η Διοργανώτρια Πόλη και οι Ολυμπιακοί Αγώνες

ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΕΠΕΡΩΤΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΠΑΣΙΑΚΟΣ (ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ)

591 Κ.Ι\ ΘΕΜΑ: ΚΑΩΣΤΟΥΦΑΝΤΟΥΡΓΙΑ & ΠΕΡΙΒΑλλΟΝ ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΤΜΗΜΑ ΚΛΩΣΤΟΥΦΑΝΤΟΥΡΓΙΑΣ. Τ.Ε.Ι Πειραιά για την απόκτηση του πτυχίου.

ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΕΙΝΑΙ Η ΑΦΟΡΜΗ

Έτσι ενεργεί ο Θεός. Έτσι ενεργεί η αγάπη. Έτσι ενεργεί η αλήθεια. Η επίδειξη αυτού

ΓΙΑ ΤΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΟΝ ΠΟΛΥΝΟΜΟ ΤΟΥ ΑΠΡΙΛΗ

Το θέατρο: χώρος κίνησης των βλεμμάτων

ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΓΕΝΙΚΑ

Έκθεση Εσωτερικής Αξιολόγησης

Τεχνικές Θεάτρου, Θεατρικού Παιχνιδιού, Εκπαιδευτικού Δράματος νικος γκοβας Ο σχεδιασμός μιας σειράς μαθημάτων , , Οι δυναμικές εικόνες

Συζητώντας με τον ΕΡΜΗ Τόμος Β

Γραμματική: Τα Μέρη του Λόγου

Ι. ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟΥ

Το μέλλον των Κρητικών Οργανώσεων τον 21ο αιώνα

Πρόταση Διδακτικής για την Ενότητα. «Τα φύλα στη Λογοτεχνία» Εισήγηση. στο Σεμινάριο Φιλολόγων Νομού Φθιώτιδας 13/11/2012

Α Π Ο Σ Π Α Σ Μ Α. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΝΟΜΟΣ ΒΟΙΩΤΙΑΣ ΔΗΜΟΣ ΟΡΧΟΜΕΝΟΥ Αρ.Πρωτ.: 298/

Πολιτική κατάθεση του Χριστόφορου Κορτέση στο ειδικό δικαστήριο του Κορυδαλλού, 06/02/13

ΘΟΥΚΥΔΙΔΟΥ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ-ΚΕΦ. 41 Θέμα: Ο ύμνος της Αθήνας. Ξυνελών τε λέγω : τι ολοκληρώνει ο Περικλής στο σημείο αυτό;

Μιχάλης Παπαδημητράκης. Πραγματική Ανάλυση. Μέτρο και ολοκλήρωμα Lebesgue στον R n. Τμήμα Μαθηματικών. Πανεπιστήμιο Κρήτης

Αριστοτέλης Ο πατέρας της Δυτικής Επιστήμης

Μάρτιος- Απρίλιος 2009, Έτος 13ο - Τεύχος 72ο. Εκδίδεται από το Γρ α φ ε ί ο Νεότητας της Ιεράς Μητροπόλεως Λαρίσης και Τυρνάβου

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2008

Απαντήσεις Λογοτεχνίας

Η εκτίμηση της συμβολής της Τοπικής Αυτοδιοίκησης στην τουριστική ανάπτυξη.

FORUM ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΑΡΙΣΤΕΡΩΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ

ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΜΑ: ΤΑ ΠΕΤΡΙΝΑ ΓΕΦΥΡΙΑ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ

ΕΙΣΑΚΤΕΟΙ 2008 ΝΟΜΙΚΗ ΔΠΘ ΕΜΠΟΡΙΚΟ IV ΔΙΚΑΙΟ ΑΞΙΟΓΡΑΦΩΝ ΑΞΙΟΓΡΑΦΑ

Η ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΤΗΣ ΚΟΛΥΜΒΗΣΗΣ

Νέες συνθήκες στην αγορά εργασίας και κυρίως από που προέρχονται αυτές οι αλλαγές

Δεν μπορεί να μείνει αναπάντητη η επίθεση κυβέρνησης - ΕΕ - εφοπλιστών

Iανουάριος - Φεβρουάριος 2011, Έτος 15ο - Τεύχος 83ο

LEGAL INSIGHT ΕΥΘΥΝΗ ΕΓΓΥΗΤΗ ΣΕ ΣΥΜΒΑΣΗ ΑΝΕΙΟΥ

Μινωική κοινωνία και αισθητική στη νεοανακτορική περίοδο

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΑΡΑ ΤΩ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΩ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ

Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω την οικογένειά μου και τους φίλους που με στήριξαν στην προσπάθειά μου αυτή.

ΒΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Γραπτή δήλωση Δημήτρη Χριστόφια στην ερευνητική επιτροπή. Πέμπτη 22 Αυγούστου

Κοινωνικοποιημένο όριο και Αντικοινωνικό περιθώριο. Περί της ψυχοσεξουαλικής εξελίξεως

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΖΕΙ, γεννιέται και πεθαίνει μέσα στην αφάνεια.

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ 2002

Αλλά να μια άσπρη γραμμή από σκόνη σημαδεύεται πάνω στο δημόσιο δρόμο στο έβγα της Παραβόλας προς τη Μαντάνισσα (Παντάνασσα). Ταυτόχρονα ήχος μοτέρ

Βιογραφικό Σημείωμα ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΝΔΟΥΡΟΣ

ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟΥ

ΠΑΓΚΥΠΡΙΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ (ΠΟΕΔ) ΟΔΗΓΙΕΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΣΧΟΛΙΚΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Project «Διατροφή μέσω των αιώνων»

ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Το σχεδιαστικό μέρος της αποτύπωσης παράγεται και υλοποιείται μέσω δύο ειδών σχεδίων:

Από τα σπορ στην καθημερινή ζωή. Όλοι διαφορετικοί, όλοι ίσοι.

Για τις απαρχές του ελευθεριακού ρεύµατος

Ιστορική ανασκόπηση των βοτάνων

Φροντιστήριο «ΕΠΙΛΟΓΗ» Ιατροπούλου 12 & σιδ. Σταθμού - Καλαμάτα τηλ.: & 96390

Transcript:

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Ενότητα: ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ- ΣΗΜΕΙΏΣΕΙΣ Μαρία Κ. Καράμπελια Α.Ε.Α.Θ- ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΙΕΡΑΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ 1

Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπως εικόνες, που υπόκειται σε άλλου τύπου άδειας χρήσης, η άδεια χρήσης αναφέρεται ρητώς. Χρηματοδότηση Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό έχει αναπτυχθεί στα πλαίσια του εκπαιδευτικού έργου του διδάσκοντα. Το έργο «Ανοικτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα στο TEI Δυτικής Μακεδονίας και στην Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Θεσσαλονίκης» έχει χρηματοδοτήσει μόνο τη αναδιαμόρφωση του εκπαιδευτικού υλικού. Το έργο υλοποιείται στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Εκπαίδευση και Δια Βίου Μάθηση» και συγχρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο) και από εθνικούς πόρους. 2

Περιεχόμενα 1. Σκοποί ενότητας... 5 2. Περιεχόμενα ενότητας... 5 3. Προσέγγιση της έννοιας χριστιανική φιλοσοφία.... 6 3.1 Ερωτήσεις.... 10 3.2 Απαντήσεις... 10 4. Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ χριστιανικής φιλοσοφίας και ελληνικής φιλοσοφίας. 11 4.1 Ερωτήσεις.... 19 4.2 Απαντήσεις.... 20 5. Συνάντηση χριστιανισμού και φιλοσοφικού στοχασμού.... 22 5.1 Ερωτήσεις.... 28 5.2 Απαντήσεις.... 28 6. Σχέση λόγου και πίστης.... 30 6.1 Ερωτήσεις.... 34 6.2 Απαντήσεις.... 35 7. Θεολογικές Σχολές με φιλοσοφικές αναζητήσεις.... 36 7.1 Ερωτήσεις.... 41 7.2 Απαντήσεις.... 42 8. Το περιεχόμενο της Βυζαντινής φιλοσοφίας.... 43 8.1 Ερωτήσεις.... 47 8.2 Απαντήσεις.... 48 9. Η ιδιαιτερότητα του χριστιανικού μονισμού.... 49 9.1 Ερωτήσεις.... 53 9.2 Απαντήσεις.... 53 10. Το μη ον και η κτιστότητα των όντων.... 55 10.1 Ερωτήσεις.... 59 10.2 Απαντήσεις.... 60 11. Τελείωση των πάντων.... 61 11.1 Ερωτήσεις.... 67 11.2 Απαντήσεις.... 67 12. Προορισμός και αυτεξούσιο- Οι θέσεις των αρχαίων φιλοσόφων.... 69 12.1 Ερωτήσεις.... 74 12.2 Απαντήσεις.... 75 13. Η θέση της χριστιανικής φιλοσοφίας στο ζήτημα της ελευθερίας.... 76 13.1 Ερωτήσεις.... 84 3

13.2 Απαντήσεις.... 84 14. Βιβλιογραφία... 86 4

1. Σκοποί ενότητας Αντικειμενικοί Στόχοι του μαθήματος είναι η γνώση των βασικών αρχών και διακρίσεων της χριστιανικής φιλοσοφίας. Μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του μαθήματος ο εκπαιδευόμενος αναμένεται να γνωρίζει και να κατανοεί τις σημαντικές διαφορές που παρουσιάζει η χριστιανική φιλοσοφία σε σχέση με την ελληνική φιλοσοφία, ώστε να μπορεί να διακρίνει μεταξύ ορθόδοξων και αιρετικών απόψεων που αφορούν την έννοια της δημιουργίας, της ελευθερίας, της καταξίωσης της ύλης και της τελείωσης των δημιουργημάτων. 2. Περιεχόμενα ενότητας 1. Προσέγγιση της έννοιας χριστιανική φιλοσοφία 2. Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ χριστιανικής φιλοσοφίας και ελληνικής φιλοσοφίας 3. Συνάντηση χριστιανισμού και φιλοσοφικού στοχασμού 4. Σχέση λόγου και πίστης 5. Περίοδος ακμής της χριστιανικής φιλοσοφίας 6. Ο κίνδυνος των θεωρητικών αναζητήσεων: το πρόβλημα των αιρέσεων 7. Θεολογικές Σχολές με φιλοσοφικές αναζητήσεις 8. Το περιεχόμενο της Βυζαντινής φιλοσοφίας 9. Η ιδιαιτερότητα του χριστιανικού μονισμού 10. Το μη ον και η κτιστότητα των όντων 11. Τελείωση των πάντων 12. Προορισμός και αυτεξούσιο - Οι θέσεις των αρχαίων φιλοσόφων 13. Η θέση της χριστιανικής φιλοσοφίας στο ζήτημα της ανθρώπινης ελευθερίας 5

3. Προσέγγιση της έννοιας χριστιανική φιλοσοφία. Σημειώνονται κυρίως δύο τρόποι προσέγγισης της χριστιανικής φιλοσοφίας: Ο πρώτος τρόπος την αναγνωρίζει ως ιστορικό γεγονός. Διαπιστώνεται ότι φιλοσοφική κίνηση υπήρξε στο Βυζάντιο, στο Δυτικό Μεσαίωνα στους Άραβες και στους Ιουδαίους, και άσκησαν επίδραση η μια πάνω στην άλλη. Ο δεύτερος τρόπος αφορά τη φιλοσοφική στάση απέναντι στο θέμα.εδώ προκύπτει το ερώτημα: υπάρχουν φιλόσοφοι χριστιανοί; Όπως υπάρχουν φιλόσοφοι ιδεαλιστές, φιλόσοφοι εμπειρικοί κ.ά; Συνεπώς, κατά πόσο μπορούμε να μιλάμε για χριστιανική φιλοσοφία; Αρκετοί ιστορικοί της φιλοσοφίας διαπιστώνουν ότι δεν υπήρξε φιλοσοφία στο Μεσαίωνα, φυσικά ούτε και στο Βυζάντιο. Οι φιλόσοφοι προσπαθούν να εξηγήσουν την παραπάνω διαπίστωση. Καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι δεν παρατηρείται στην ιστορία χριστιανική φιλοσοφία, γιατί η έννοια αυτή είναι αντιφατική. Γιατί η έννοια χριστιανική φιλοσοφία είναι αντιφατική; Οι ορθολογιστές λένε ότι ανάμεσα στη θρησκεία και τη φιλοσοφία υπάρχει ουσιαστική διαφορά, που κάνει αδύνατη κάθε συνεργασία. Η θρησκεία δεν ανήκει στην τάξη του λόγου. Ο λόγος ανήκει στην τάξη της φιλοσοφίας. Προκύπτει το θέμα της σχέσης μεταξύ πίστης και λόγου. Όσοι καλλιεργούν τη χριστιανική φιλοσοφία δεν κατόρθωσαν να φτάσουν σ ένα ορισμό της: Οι θωμιστές ενδιαφέρονται για τον λόγο. Υποστηρίζουν ότι ο Θωμάς Ακινάτης (1225-1274, Ιταλός ιερέας της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας στο τάγμα των Δομινικανών, σημαντικός φιλόσοφος και θεολόγος, εκπρόσωπος της σχολής του σχολαστικισμού) είναι ο μόνος χριστιανός στοχαστής που κατόρθωσε να ιδρύσει φιλοσοφία, θεμελιωμένη σε καθαρά ορθολογικό πεδίο. Η φιλοσοφία του δεν έρχεται σε αντίφαση με την πίστη, γιατί η πίστη είναι αληθινή και η αλήθεια δεν μπορεί να αντιφάσκει στην αλήθεια. Στην περίπτωση αυτή η χριστιανική φιλοσοφία είναι απλώς «φιλοσοφία». Αντιθέτως, ο Αυγουστίνος (354-430 χριστιανός θεολόγος και φιλόσοφος, θεμελιωτής του Δυτικού χριστιανισμού και της Δυτικής φιλοσοφίας) και οι οπαδοί του ακολουθούν διαφορετική κατεύθυνση ενδιαφέρονται για την πίστη. Ανάμεσα στον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, που στηρίζονται μόνο στον λόγο, στους χριστιανούς μεσολαβεί η χριστιανική αποκάλυψη, που έδωσε μια νέα πνευματική όραση. Η κατανόηση του περιεχομένου της Αποκαλύψεως γίνεται με τη βοήθεια της φιλοσοφίας. Έτσι δέχονται τη χριστιανική φιλοσοφία με τον όρο να είναι μόνο χριστιανική και να πάψει να είναι φιλοσοφία. 6

Η απάντηση στο ερώτημα της ύπαρξης ή όχι χριστιανικής φιλοσοφίας αναζητείται: Όχι με τη λογική διερεύνηση και ανάλυση των όρων, αλλά Στην ιστορική πραγματικότητα. Ο στόχος είναι να εξεταστεί αν και πότε η φιλοσοφική σκέψη και χριστιανική πίστη είχαν αμοιβαίες σχέσεις. Τι αισθανόταν ότι έδιναν και έπαιρναν η μια από την άλλη. Αυτή είναι η άποψη που υποστηρίζει ο Etienne Gilson (1884-1978, Γάλλος, ένας από τους σημαντικότερους ιστορικούς της φιλοσοφίας). Υπάρχουν όμως και σοφοί που αρνούνται ότι φιλοσοφία και χριστιανισμός είχαν αμοιβαίες σχέσεις: Η περίπτωση του Harnack (1851-1928, Γερμανός Λουθηρανός θεολόγος, πανεπιστημιακός και ακαδημαϊκός, μνημονεύεται κυρίως με το έργο του Ιστορία των Δογμάτων). Υποστήριξε ότι ο χριστιανισμός των πρώτων χρόνων είχε αποκλειστικά πρακτικό χαρακτήρα και ήταν ξένος προς κάθε θεωρία. Γι αυτούς ο χριστιανισμός δεν έφερνε μαζί του κανένα θεωρητικό στοιχείο αλλά ήταν «κίνηση αλληλοβοήθειας». Η άποψη του Harnack παραβλέπει πολλά κείμενα όχι χριστιανών φιλοσόφων αλλά της ίδιας της Αγίας Γραφής. Τα κείμενα αυτά είναι: 1. Η Α Καθολική Επιστολή του Ιωάννη, η οποία μιλάει για την αλήθεια, την κάθαρση αμαρτίας και την αιώνια ζωή. 2. Η διδασκαλία του αποστόλου Παύλου για τη θεία Χάρη. 3. Ο πρόλογος του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου, όπου περιέχεται η διδασκαλία για τον Λόγο, τον ουράνιο Πατέρα, τη θεία Πρόνοια και την αιώνια ζωή στη βασιλεία των ουρανών. 4. Η Παλαιά Διαθήκη συμπεριλαμβάνει πλήθος από νοήματα για τον Θεό και για την κυβέρνηση του κόσμου από τον Θεό. Όλα αυτά είναι θρησκευτικές θέσεις με θεωρητικό περιεχόμενο.συνεπώς ο χριστιανικός βίος περιείχε ευθύς εξαρχής και θεωρητικά στοιχεία που άνοιξαν νέους ορίζοντες στη φιλοσοφική σκέψη.ο χριστιανισμός άνοιξε στον λόγο, μέσω της πίστης προοπτικές που μόνος του ο λόγος δεν τις είχε ακόμη ανακαλύψει. Η νεότερη φιλοσοφία: Δεν θα ήταν ό,τι ακριβώς είναι αν δεν είχε προηγηθεί η χριστιανική φιλοσοφία. Στην επίδραση του χριστιανισμού οφείλει η νεότερη φιλοσοφία σε μεγάλο μέρος μερικές από τις κατευθυντήριες αρχές που την εμπνέουν. Το παράδειγμα του Descartes είναι σαφές και χαρακτηριστικό. Ο Descartes (1596-1650, Γάλλος φιλόσοφος, μαθηματικός και επιστήμονας φυσικών επιστημών, μια από τις σημαντικότερες μορφές του ευρωπαϊκού ορθολογισμού, γνωστός από τη ρήση του cogito ergo sum= σκέφτομαι άρα υπάρχω) στο έργο του Στοχασμοί πάνω στη μεταφυσική: Αποδεικνύει την ύπαρξη του Θεού και την αθανασία της ψυχής. 7

Στηρίζεται στη ιδέα ενός παντοδύναμου Θεού, που κατά κάποιο τρόπο δημιουργεί μόνος του τον εαυτό του, τις αιώνιες αλήθειες, ακόμη και τις μαθηματικές. Δημιουργεί το σύμπαν από το τίποτε και το διατηρεί στην ύπαρξη με αδιάκοπη δημιουργία κάθε στιγμή. Χωρίς αυτή την αδιάκοπη δημιουργία όλα τα πράγματα θα ξανάπεφταν αμέσως στο μηδέν, στο χάος, από το οποίο τα έφερε στην ύπαρξη η θέληση του Θεού. Στην περίπτωση αυτή ο Descartes εξαρτάται απ ευθείας από τη βιβλική παράδοση: Πώς βλέπει τον Θεό; Άπειρο, τέλειο, παντοδύναμο, δημιουργό ουρανού και γης, που έπλασε τον άνθρωπο «κατ εικόνα και καθ ομοίωσίν» του και διατηρεί όλα τα όντα με τη δημιουργική πράξη που τα ποίησε. Ας βεβαιώνει ο Descartes ότι όλες οι ιδέες από τις οποίες ξεκινά είναι ιδέες σαφείς και καθαρές, τις οποίες ανακαλύπτει μέσα του ο φυσικός λόγος. Οι ιδέες αυτές, οι καθαρά νοητικές και λογικές συμφωνούν μ εκείνες που είχε διδάξει ο χριστιανισμός δεκαέξι αιώνες πριν απ αυτόν στο όνομα της πίστης και της αποκάλυψης. Στη νεότερη φιλοσοφία η περίπτωση του Descartes δεν αποτελεί εξαίρεση. Είναι σχεδόν ο κανόνας. Η νεότερη φιλοσοφία χρησιμοποιεί: α) ως πηγή τη χριστιανική φιλοσοφική παράδοση, και β) ως μεθοδολογία την ελληνική φιλοσοφική παράδοση. Ένας νεότερος φιλόσοφος βλέπει τα πράγματα με τρόπο ανεξάρτητο από την ελληνική φιλοσοφική παράδοση, με νέα μάτια. Αυτή η νέα όραση έχει τη ρίζα της στη χριστιανική ανθρωπολογία, που μας οδήγησε να ανακαλύψουμε μέσα μας η χριστιανική αποκάλυψη. Σύμφωνα με τον Λάιμπνιτς (1646-1716, Γερμανός φιλόσοφος, μαθηματικός, διπλωμάτης, φυσικός, ιστορικός, βιβλιοθηκονόμος και νομικός, θεωρείται ως καθολικό πνεύμα της εποχής του, του έχει αποδοθεί ο τίτλος «ο πολυμαθέστατος ανήρ μετά τον Αριστοτέλη»): Στο έργο του Λόγος για τη μεταφυσική, όπου πραγματεύεται την έννοια του τέλειου και ελεύθερου όντος, του Θεού, αιτιολογεί τη θεία πρόνοια και κλείνει με τα ακόλουθα λόγια: «Οι αρχαίοι πολύ λίγο γνώριζαν τις σπουδαίες αυτές αλήθειες. Ο Ιησούς Χριστός, μόνο αυτός τις διατύπωσε με τρόπο θεϊκό, αλλά και τόσο καθαρά και οικεία που και οι πιο άξεστοι τις καταλάβαιναν. Έτσι το Ευαγγέλιό Του άλλαξε εντελώς την όψη των ανθρώπινων πραγμάτων». Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε: Ο χωρισμός φιλοσοφίας και θρησκείας δεν ήταν σχεδόν ποτέ ριζικός. Η μεταφυσική των νεότερων χρόνων έχει επηρεαστεί από τη χριστιανική αποκάλυψη. Η χριστιανική παράδοση συμπεριλαμβάνει φιλοσοφικές ιδέες, οι οποίες μεταφέρονται και υιοθετούνται από την καθαρή φιλοσοφία. Η επίδραση του χριστιανισμού στη φιλοσοφία είναι πραγματικό γεγονός. Η πίστη είναι πηγή που τροφοδοτεί το φιλοσοφικό λόγο. 8

Ο Καντ (1724-1804, Γερμανός φιλόσοφος και επιστήμονας, ιδρυτής της θετικής φιλοσοφίας, ένας από τους σημαντικότερους φιλοσόφους και στοχαστές όλων των εποχών) διατύπωσε τον περίφημο νόμο των τριών σταδίων, ο οποίος νόμιζε ότι περιέγραφε οριστικά τον ρυθμό της ιστορίας και του πολιτισμού.μάλιστα πίστεψε ότι μ αυτόν τον νόμο έκανε τον επικήδειο στη Θεολογία και τη μεταφυσική. Ποια ήταν όμως αυτά τα στάδια; Το πρώτο στάδιο ήταν το μυθολογικό, η περίοδος του μύθου. Ακολούθησε η μεταφυσική περίοδος, κατά την οποία η σκέψη ήταν λογική, αλλά όχι σε αναφορά προς τα πράγματα. Την περίοδο αυτή διαδέχτηκε η τρίτη και οριστική, η θετικά επιστημονική. Αξιοπρόσεκτη είναι η σκέψη που διατύπωσε ο Γκότχολντ Εφραίμ Λέσσιν (1729-1781, Γερμανός συγγραφέας του Διαφωτισμού, δραματικός ποιητής και κριτικός της τέχνης): Δίχως αμφιβολία οι θρησκευτικές αλήθειες όταν αποκαλύφθηκαν δεν ήταν έλλογες. Οι αλήθειες που προβάλλει ο χριστιανισμός μπορούν να γίνουν κατανοητές από την ανθρώπινη λογική. Σ αυτό ακριβώς το έργο αφοσιώνονται οι χριστιανοί φιλόσοφοι: να εκφράσουν με τον λόγο το περιεχόμενο της πίστεως. Η μελέτη του έργου τους δείχνει τι κέρδισε ο νους με το να εμπνέεται από τη Βίβλο και το Ευαγγέλιο. Συνεπώς η έκφραση χριστιανική φιλοσοφία: Παρά τις αντιρρήσεις των ορθολογιστών, δεν είναι αντιφατική, έχει νόημα και εκφράζει ένα συγκεκριμένο ιστορικό γεγονός. Συνώνυμη έκφρασή της είναι η χριστιανική μεταφυσική. Αυτό σημαίνει ότι οι όροι χριστιανική φιλοσοφία και χριστιανική μεταφυσική μπορούν να εναλλάσσονται και να αντικαθιστούν χωρίς κανένα πρόβλημα ο ένας τον άλλο. Ωστόσο, πολλές φορές χρειάζεται να εξηγήσουμε το περιεχόμενο του όρου μεταφυσική. Ο όρος μεταφυσική: Δε δηλώνει τη φιλοσοφία που ασχολείται με την ύπαρξη και την ουσία του Θεού ή με τα υπερκόσμια. Ως τεχνικός όρος, αναφέρεται σε κάθε νοηματοδότηση που κάνει ο φιλοσοφικός στοχασμός, ερμηνεύοντας τη φυσική πραγματικότητα ή την πνευματική ζωή. Ο όρος πλάστηκε από το έργο του Αριστοτέλη Μετά τα Φυσικά. Η ονομασία του έργου έγινε από μια τυχαία ταξινόμηση. Ο Ανδρόνικος ο Ρόδιος, περιπατητικός φιλόσοφος τον 1º αιώνα π.χ. κάνοντας την πρώτη συστηματική κατάταξη των αριστοτελικών συγγραμμάτων, τοποθέτησε το παραπάνω έργο μετά το γνωστό αριστοτελικό έργο Φυσικά. Από τη θέση αυτή πήρε και την ονομασία. 9

Το έργο της μεταφυσικής: Ασχολείται με κοσμολογικά, ανθρωπολογικά και θεολογικά προβλήματα. Προβάλλει τη φυσική πραγματικότητα στη σημασία της, αυτό που σημαίνει το είναι της πραγματικότητας σε σχέση με την ανθρώπινη μοίρα. Είναι προσγειωμένη στα πράγματα και ενδιαφέρεται για τη θέση τους μέσα στον κόσμο και τη σχέση τους με τον άνθρωπο. Συνεπώς ο όρος χριστιανική μεταφυσική σημαίνει χριστιανική φιλοσοφία. 3.1 Ερωτήσεις. 1. Ποια είναι η θέση των ορθολογιστών απέναντι στη χριστιανική φιλοσοφία; 2. Ποια είναι η διαφορά των οπαδών του Θωμά Ακινάτη και εκείνων του Αυγουστίνου σε σχέση με τη χριστιανική φιλοσοφία; 3. Ποια είναι η γνώμη του Harnack για τη χριστιανική σκέψη των πρώτων χρόνων και κατά πόσο μπορεί να εκφράζει την πραγματικότητα; 4. Που πιστεύει ότι στηρίζεται ο Descartes για να αποδείξει την ύπαρξη του Θεού και την αθανασία της ψυχής; 5. Τι αποκαλύπτει η περίπτωση του Descartes σε σχέση με τη χριστιανική φιλοσοφία; 6. Ποια είναι η προσφορά του χριστιανισμού σύμφωνα με τον Λάιμπνιτς; 7. Ποιο είναι κυρίως το έργο των χριστιανών φιλοσόφων; 8. Ποιος διατύπωσε το νόμο των τριών σταδίων του ανθρώπινου πολιτισμού και τι θέλει να μας πει μ αυτόν τον νόμο; 9. Τι εκφράζει η μεταφυσική ως τεχνικός όρος; 10. Με ποια θέματα ασχολείται η μεταφυσική; 3.2 Απαντήσεις 1. Οι ορθολογιστές υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει χριστιανική φιλοσοφία. Ως έννοια τη θεωρούν αντιφατική. Στηρίζουν την άποψή τους στο γεγονός ότι φιλοσοφία και θεολογία χρησιμοποιούν διαφορετικά στοιχεία από την ανθρώπινη πραγματικότητα για την ανάπτυξή τους, που αφορούν τον λόγο και την πίστη αντίστοιχα. Έτσι καταλήγουν ότι κάθε συνεργασία μεταξύ φιλοσοφίας και θρησκείας είναι αδύνατη, καθώς ο λόγος ανήκει στην τάξη της φιλοσοφίας και όχι της θρησκείας. 2. Η διαφορά τους οφείλεται στον προσανατολισμό τους. Οι οπαδοί του Θωμά Ακινάτη θεμελιώνουν μια φιλοσοφία χριστιανική σε καθαρά ορθολογικό πεδίο, η οποία δεν διαφέρει σε τίποτα από οποιαδήποτε άλλη φιλοσοφία. Αντιθέτως, οι οπαδοί του Αυγουστίνου δέχονται τη χριστιανική φιλοσοφία με τον όρο να πάψει να είναι φιλοσοφία και να ασχολείται αποκλειστικά με την κατανόηση του περιεχομένου της πίστης, η οποία στηρίζεται στην αποκάλυψη του Θεού. 3. Ο Harnack υποστήριξε ότι ο χριστιανισμός των πρώτων χρόνων είχε αποκλειστικά πρακτικό χαρακτήρα χωρίς κανένα θεωρητικό στοιχείο, καθώς παρουσιάστηκε ως «κίνηση αλληλοβοήθειας». Η άποψή του δεν εκφράζει την πραγματικότητα γιατί ο χριστιανισμός από την πρώτη στιγμή της εμφάνισής 10

του διατύπωσε θρησκευτικές θέσεις με θεωρητικό περιεχόμενο, όπως αποδεικνύεται από τη διδασκαλία του αποστόλου Παύλου για τη θεία χάρη, από τον πρόλογο του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου, ο οποίος περιέχει τη διδασκαλία για τον Λόγο, και στη συνέχεια από τα συγγράμματα των χριστιανών φιλοσόφων. 4. Ο Descartes για να αποδείξει την ύπαρξη του Θεού και την αθανασία της ψυχής στηρίζεται στις ιδέες, που είναι σαφείς, καθαρές, νοητικές, τις οποίες αποκαλύπτει μέσα του ο καθαρός λόγος. Ωστόσο, οι ιδέες αυτές, για τις οποίες κάνει λόγο ο Descartes, συμφωνούν μ εκείνες που είχε διδάξει ο χριστιανισμός πριν απ αυτόν στο όνομα της πίστης και της αποκάλυψης. 5. Η περίπτωση του Descartes φανερώνει ότι πολλοί νεότεροι φιλόσοφοι, όπως και εκείνος, ως πηγή για τη φιλοσοφία τους χρησιμοποιούν τη χριστιανική φιλοσοφική παράδοση, ενώ από την ελληνική φιλοσοφική παράδοση υιοθετούν τις μεθόδους. Αυτό σημαίνει ότι η νεότερη φιλοσοφία οφείλει στην επίδραση του χριστιανισμού μεγάλο μέρος από τις κατευθυντήριες αρχές που την εμπνέουν. 6. Σύμφωνα με τον Λάιμπνιτς η προσφορά του χριστιανισμού συνίσταται στο γεγονός ότι το Ευαγγέλιο του Χριστού άλλαξε εντελώς την όψη των ανθρώπινων πραγμάτων, γιατί ο Ιησούς Χριστός τις αλήθειες, που πολύ λίγο γνώριζαν οι αρχαίοι, τις διατύπωσε με τρόπο θεϊκό αλλά και απλοϊκό, ώστε να μπορούν να τις κατανοήσουν όλοι οι άνθρωποι και όχι μόνο οι μορφωμένοι. 7. Το κύριο έργο των χριστιανών φιλοσόφων ήταν να παρουσιάσουν τις αλήθειες που αποκάλυψε ο Θεός στους ανθρώπους με έναν τρόπο κατανοητό, λογικό και ξεκάθαρο. 8. Αυτός που διατύπωσε τον νόμο των τριών σταδίων της ιστορίας του πολιτισμού ήταν ο Καντ, ο οποίος μ αυτόν τον τρόπο πίστευε ότι αποδείκνυε τον θάνατο της Θεολογίας και της μεταφυσικής. Φυσικά, εκ του αποτελέσματος φαίνεται ότι κάτι τέτοιο δεν συνέβη ποτέ. 9. Η μεταφυσική ως τεχνικός όρος αναφέρεται σε κάθε νοηματοδότηση που κάνει ο φιλοσοφικός στοχασμός, ερμηνεύοντας τη φυσική πραγματικότητα ή την πνευματική ζωή. Ως όρος ταυτίζεται με τη φιλοσοφία, και γι αυτό ο όρος χριστιανική μεταφυσική σημαίνει χριστιανική φιλοσοφία. 10. Τα θέματα με τα οποία ασχολείται η μεταφυσική αφορούν κοσμολογικά, ανθρωπολογικά και θεολογικά προβλήματα. 4. Η ειδοποιός διαφορά μεταξύ χριστιανικής φιλοσοφίας και ελληνικής φιλοσοφίας. Η χριστιανική φιλοσοφία ή χριστιανική μεταφυσική εισάγει ένα ριζικά νέο στοιχείο: Την πίστη, την υπέρ λόγο. Μια πίστη που στηρίζεται στην αλήθεια που αποκαλύπτει ο Θεός στον άνθρωπο. Η φιλοσοφία: 11

Προσπαθεί να πετύχει μια μεταβολή στη σκέψη που θα επιφέρει και τον ανάλογο φωτισμό στη βούληση. Το έργο αυτό προσπαθεί να το πετύχει δια του λόγου. Ο χριστιανισμός: Ζητά από το Έλληνα να παραιτηθεί από τον λόγο. Και να δεχθεί την αλήθεια εξ αποκαλύψεως, η οποία υπερβαίνει τον ανθρώπινο λόγο. Αυτή η αλήθεια θα φέρει τη ριζική μεταστροφή της βούλησης με την πίστη. Ο πραγματικός χριστιανός υποτάσσει τη θέλησή του στο θέλημα του Θεού (καινός άνθρωπος). Έτσι, στον χριστιανισμό διαμορφώνεται ένας νέος τύπος ανθρώπου, ο οποίος: o o o o o o o Δίνεται με τρόπο επιγραμματικό στην επί του Όρους Ομιλία, στους μακαρισμούς. Μακάριοι θεωρούνται: Οι πτωχοί τῷ πνεύματι. Οι πραείς. Οι πεινώντες και διψώντες τῇ δικαιοσύνῃ. Οι ελεήμονες. Οι καθαροί τῇ καρδίᾳ. Οι ειρηνοποιοί. Επίσης, όσοι αγαπούν τους εχθρούς τους, αγωνίζονται για την τελειότητα και πραγματοποιούν το θέλημα του Θεού. Στο ευαγγέλιο: Ο θεωρητικός βίος και ο θεωρητικός άνθρωπος καταδικάζονται. Το κάλεσμα απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους. Ο άνθρωπος καλείται να ξεπεράσει τον εαυτό του σε μια ολοκληρωτική μεταστροφή της θέλησής του στηριγμένη στην πίστη. Με τη λύτρωση που θα φέρει η αλήθεια, που είναι πράξη και όχι θεωρία, θα καταλάβουν ότι ο Χριστός είναι η αλήθεια, η οδός και η ζωή. Στην Α προς Κορινθίους Επιστολή ο απόστολος Παύλος αντιπαραθέτει την κοσμική σοφία με τη χριστιανική πίστη: o o o o o Ο Έλληνας: Αναζητούσε την τελειότητα με τη σοφία αυτού του κόσμου. Πίστευε ότι η γνώση, η θεωρία είναι ή φέρνει στο άκρο αγαθό. Ο Χριστός: Καλεί τον άνθρωπο να ξεπεράσει τον εαυτό του, και να δει ότι μέσα του κατοικεί ο Θεός. Για τον χριστιανό το σημαντικότερο στοιχείο του ανθρώπου είναι η βούληση. Η μίμηση του Χριστού, ο σκοπός της ζωής του. Ο απόστολος Παύλος δεν καταδικάζει απόλυτα τη γνώση, τη θεωρία. 12

Καταδικάζει την πίστη ότι η γνώση, η θεωρία είναι ή φέρνει στο άκρο αγαθό. Η γνώση είναι μια σπουδαία λειτουργία όσο μένει μέσα στην ανθρώπινη περιοχή. Η γνώση δεν βοηθάει στην κατανόηση των σχέσεων του ανθρώπου με τον Θεό. Η θύραθεν σοφία δένει τον άνθρωπο μ αυτόν τον κόσμο. Η ελληνική σοφία χαρακτηρίζει ως μωρία την πίστη στον Χριστό, που για τους χριστιανούς είναι η μόνη αληθινή σοφία. Η διάκριση μεταξύ ἔξωθεν και ἡμετέρας φιλοσοφίας στην πατερική διδασκαλία είναι απόλυτη: Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος διακρίνει σαφώς την πρώτη από τη δεύτερη και υποστηρίζει ότι η πρώτη κατέχει σκιά της αλήθειας, ενώ η δεύτερη οδηγεί στον Θεό. Η υποτίμηση της φιλοσοφίας από τους Καππαδόκες και από την πλειονότητα των Πατέρων δεν συνιστά πλήρη απόρριψη. Την εκτιμούν καθώς τη χρησιμοποιούν για τη σύλληψη και την ερμηνεία των αρχών των όντων, εφόσον ασχολούμενη με την ερμηνεία των δεδομένων της κτίσης συμβάλλει στην παιδεία του ανθρώπου. Παρ όλα αυτά η αληθινή φιλοσοφία, συνδεδεμένη πάντοτε με την πίστη, αφορά την αποκαλυπτόμενη αλήθεια του Θεού, που όταν βιώνεται από τους πιστούς μορφώνει ἐν Χριστῷ τον καινό άνθρωπο. Στον χριστιανισμό ως ιδανικό παραμένει πάντοτε η αρμονική σύνδεση μεταξύ θεωρίας και πράξης: Αυτό το κατορθώνουν οι δίκαιοι, εφόσον αναγνωρίζεται ότι στον χριστιανισμό οὐ γὰρ ἀκροαταὶ δικαιωμάτων Θεοῦ δίκαιοι παρὰ Θεῷ ἀλλ οἱ ποιηταὶ αὐτῶν (Εὐαγρίου Ποντικοῦ, Ὑπόμνημα εἰς τοὺς Ψαλμούς, P.G. 27, 484 Α). Η θέση αυτή επιβεβαιώνεται και από τον πρακτικό προσανατολισμό της χριστιανικής εὐσέβειας, όπως προβάλλεται στη θεολογική σκέψη του Γρηγορίου του Θεολόγου, σύμφωνα με την οποία οὐκ ἐν ῥήμασιν ἡμῖν, ἀλλ ἐν πράγμασιν ἡ εὐσέβεια (Λόγος 29,13, P.G. 36, 92 Α). Η πραγματική δύναμη που διαθέτουν οι χριστιανοί είναι η δύναμη των έργων και όχι των λόγων, ενώ η πνευματική - θεωρητική τους διδασκαλία συμπίπτει με την φιλοσοφία των πράξεων, ἤττω σου τῶν λογισμῶν ἡ δύναμις τὰ ἔργα, τὰ γὰρ πρακτέα τῶν λεκτέων ἐστὶ φιλοσοφώτερα, καθάπερ καὶ ἐπιπονώτερα πράξεως παρούσης ὥσπερ οἱ λόγοι ἐξαστράπτουσι, ἔργων δὲ μὴ παρόντων, οἱ λόγοι τῶν ἔργων δύναμιν οὐκ ἀστράπτουσι (Εὐαγρίου Ποντικοῦ, Λόγος πρὸς Εὐλόγιον μοναχὸν, P.G. 79, 1125 BC). Στον χριστιανισμό η ανθρώπινη σοφία αντιπαραβάλλεται με τη βασιλεία του Θεού: Η σοφία των ανθρώπων ως κοσμικό αγαθό δεν μπορεί να συγκριθεί με τον επουράνιο θησαυρό ή τα πνευματικά αγαθά. Οι χριστιανοί, που πραγματικά γεύτηκαν τη χάρη του Θεού και έχουν το σημάδι του σταυρού στον νου και στην καρδιά τους, θεωρούν τα πάντα απόβλητα και ασήμαντα. 13

Γνωρίζουν ότι όλος ο γήινος κόσμος, όπως ο πλούτος, η δόξα και τα σοφά λόγια είναι σαν κάποια φαντασία, γιατί είναι ασταθή και ρευστά, αλλοιωτά και χωρίς στέρεα βάση, καθώς μεταβάλλονται και χάνονται. Για τους χριστιανούς ό,τι υπάρχει κάτω από τον ουρανό είναι ευκαταφρόνητο (Μακαρίου Αιγυπτίου, Ὁμιλία ΙΕ, PG34, 604D-605A). Συνεπώς τα σοφά λόγια είναι περιορισμένης αξίας γιατί υπόκεινται στη φθορά και στη μεταβολή, σε αντίθεση με την απόλυτη, άφθαρτη και αναλλοίωτη παρουσία της θείας χάρης. Διαφορά χριστιανών-κοσμικών ως προς τον φωτισμό της γνώσης: Η ειδοποιός διαφορά τους έγκειται στο γεγονός ότι στους χριστιανούς ενεργεί μέσα τους η χάρη του Θεού. Η δωρεά του Αγίου Πνεύματος, που αξιώνεται να λάβει η πιστή ψυχή, χαρίζεται ύστερα από αγώνα, υπομονή και μακροθυμία, και μετά από πολλούς πειρασμούς, αφού δοκιμασθεί η ελεύθερη θέληση με κάθε θλίψη. Όλη η πνευματική εργασία του ανθρώπου είναι η μεταβολή του γνωμικού θελήματος από φίλαυτο σε φιλάδελφο. Τότε μόνο ο άνθρωπος αξιώνεται να χαρεί την ελευθερία από τα πάθη, να γεμίσει από την υιοθεσία του Αγίου Πνεύματος και από την σοφία που είναι απρόσιτη στην ανθρώπινη διάνοια, γιατί στην αγιοπνευματική αυτή δωρεά μόνο οι αληθινοί χριστιανοί αξιώνονται να γίνουν μέτοχοι. Αξιοσημείωτη είναι και η διάκριση μεταξύ φιλοσόφων και θεοσεβών: Οι Έλληνες φιλόσοφοι μαθαίνουν λόγους, ενώ οι θεοσεβείς αν και είναι ἀπαίδευτοι στον λόγο, ευφραίνονται και νιώθουν αγαλλίαση με τη χάρη του Θεού. Το επίμαχο ζήτημα είναι ο τρόπος με τον οποίο μπορεί ο άνθρωπος να πετύχει τη μετοχή στη θεία ζωή. Αυτή η πραγματικότητα δεν επιτυγχάνεται με τη φιλοσοφία αλλά με τη συνεργία μεταξύ ανθρώπινης εργασίας και θείας βοήθειας. Με έργα και θεία δύναμη, λέγει η Αγία Γραφή, εγκαθίσταται η βασιλεία του Θεού στις ψυχές, όχι με λόγια. Οι σοφοί του κόσμου, οι οποίοι έχουν κοσμηθεί με γνώση, σύνεση και οξύτατο νου, μοιάζουν με μεγάλες πόλεις, που δεν ωφελούνται σε τίποτε από την σπουδαιότητά τους. Το πιο σημαντικό είναι η οχύρωση των ανθρώπων με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, που εμποδίζει την ερήμωση της ψυχής από τη δράση των νοητών εχθρών. Οι σοφοί του κόσμου, ο Αριστοτέλης, ο Πλάτωνας, ο Σωκράτης, ενώ διέθεταν σύνεση και γνώση ερημώθηκαν εσωτερικά, επειδή δεν είχαν μέσα τους το Πνεύμα του Θεού. Απ την άλλη πλευρά υπήρχαν και οι άνθρωποι που δεν είχαν γνώση, αλλά ήταν μέτοχοι της χάριτος. Αυτοί έμοιαζαν με μικρές πόλεις οχυρωμένες με την δύναμη του Χριστού. Η στάση των σοφών στον λόγο του Θεού: Πολλές φορές οι σοφοί του κόσμου αντιστέκονται στον λόγο του Θεού, ενώ οι απλοϊκοί άνθρωποι τον αποδέχονται με μεγαλύτερη ευκολία. 14

Στις περιπτώσεις αυτές φαίνεται ξεκάθαρα ότι η κοσμική σοφία γίνεται εμπόδιο στην θετική ανταπόκριση των ανθρώπων στον λόγο του Θεού. Ο Μακάριος ο Αιγύπτιος εξηγεί την αιτία που συμβαίνει αυτό. Όπως στον κόσμο, όταν προετοιμάζονται για πόλεμο, δεν πηγαίνουν εκεί οι σοφοί και οι μεγιστάνες, αλλά επειδή φοβούνται τον θάνατο μένουν πίσω, και μπαίνουν μπροστά οι φρουροί, οι φτωχοί, και οι αμαθείς. Όταν όμως νικήσουν τους εχθρούς παίρνουν από τον βασιλιά τα στεφάνια της νίκης και οι μεγάλοι βρίσκονται πίσω από αυτούς. Το ίδιο συμβαίνει και στον πνευματικό χώρο. Οι απλοί άνθρωποι, ακούγοντας από την αρχή τον λόγο του Θεού, τον εφαρμόζουν με ειλικρίνεια καρδιάς, και δέχονται από τον Θεό τη χάρη του Πνεύματος. Οι σοφοί όμως, που με λεπτομέρειες εξετάζουν τον λόγο του Θεού, αυτοί αποφεύγουν τον πόλεμο τον πνευματικό και δεν προοδεύουν, βρισκόμενοι έτσι πίσω από εκείνους που πολέμησαν και νίκησαν (Μακαρίου Αιγυπτίου, Ὁμιλία ΜΓ, PG34, 777ΑΒ). Οι αληθινά σοφοί στον χριστιανικό κόσμο και ο ρόλος τους: Οι σοφοί του Θεού, δηλαδή οι πνευματικοί Πατέρες, λύνουν κάθε απορία της ανθρώπινης ύπαρξης. Ως θεούμενοι οδηγούν τους ανθρώπους στα «βήματα» του Θεού και τους καθιστούν κοινωνούς των μυστηρίων Του. Συνεπώς, αληθινά σοφός είναι ο άνθρωπος που μετέχει στην αποκάλυψη των θείων μυστηρίων. Πρόκειται για μια αποκάλυψη που παρέχει στον άνθρωπο την αληθινή σοφία, χωρίς όμως σε καμία περίπτωση να μεταβάλλει τη φύση του (Μακαρίου Αιγυπτίου, Ὁμιλία ΚΣΤ, PG34, 677ΑΒ). Αυτό σημαίνει ότι τελικά η σοφία στον χριστιανικό κόσμο εξαρτάται άμεσα από το φωτισμό του Κυρίου. Μόνο τότε αυτός που μιλάει με τους πέντε λόγους που χρησιμοποιεί, συμπεριλαμβάνει μέσα σε αυτούς ολόκληρη τη σοφία, όπως και αυτός που ακολουθεί τον Κύριο, εφαρμόζοντας τις πέντε αρετές (προσευχή, εγκράτεια, ελεημοσύνη, πτωχεία και μακροθυμία) συγκεντρώνει μεγάλη ευλάβεια. Απέναντι στον θεωρητικό άνθρωπο του Αριστοτέλη, ή καλύτερα στον σοφό των αρχαίων Ελλήνων, που είναι μέτρο και πρότυπο των ανθρώπων, οι Βυζαντινοί υψώνουν τον μυστικό, που ενώνει με νέους δεσμούς τη θεωρία με την πράξη. Ο μυστικός βλέπει τον άνθρωπο στεφανωμένο με τη δόξα του Θεού. Η κατάσταση αυτή δεν πραγματοποιείται με τη μετάδοση γνώσεων, αλλά με τη μεταστροφή της ανθρώπινης θέλησης, που επιλέγει να ταυτιστεί με τη θέληση του Θεού. Η διαφορά αυτή φαίνεται ξεκάθαρα στο διαφορετικό περιεχόμενο που προσλαμβάνει η έννοια της «εκστάσεως» στη φιλοσοφία και στον χριστιανισμό. Η πλωτινική έκσταση: Ως μέθοδος προσέγγισης του θείου είναι πολύ στενά δεμένη με τη θεωρία. Ο άνθρωπος θεάται το Εν. 15

Στην ἄρρητον ἐπαφὴν τοῦ ἀρρήτου ἑνός ή στη φυγὴν μόνου πρὸς μόνον η ψυχή αισθάνεται ότι βρίσκεται μπροστά στον Θεό και χαίρεται αυτή την παρουσία. Πρόκειται για παθητική κατάσταση. 16

17

Η έκσταση στον μυστικό: Σημαίνει ότι η θέωσή του έχει επιτευχθεί. Ο άνθρωπος θεούται. Δημιουργεί έναν νέο τύπο ανθρώπου, τον άνθρωπο που ξεπέρασε τον εαυτό του και δέχθηκε μέσα του τον Θεό. Η χριστιανική έκσταση είναι μια δυναμική κατάσταση. Ο μυστικός δεν είναι ο παθητικός ενατενιστής, αλλά το όργανο της θείας θελήσεως ανάμεσα στους ανθρώπους γεμάτος ενέργεια και χάρη. Η πράξη είναι η ανώτατη μορφή ενέργειας και όχι μία εξασθένιση της θεωρίας. Κάθε φορά που στη μυστική θεολογία των πατέρων γίνεται λόγος για άνοδο του ανθρώπου, για θεοπτία και νοητή κοινωνία με τον Θεό: Δεν πρέπει οι εκφράσεις αυτές να ερμηνεύονται σύμφωνα με το νοηματικό περιεχόμενο που κατέχουν στα φιλοσοφικά συστήματα. Η άνοδος του ανθρώπου δεν έχει προϋπόθεση τη φυσική συγγένεια της ανθρώπινης ψυχής με τη θεία ουσία αλλά, κυρίως και κατ εξοχήν, την κάθοδο του Θεού διαμέσου της αγάπης του και των ενεργειών του Αγίου Πνεύματος. Επίσης, η διαφορά μεταξύ χριστιανικής και φιλοσοφικής κάθαρσης είναι ουσιαστική: Στον χριστιανισμό το αίτημα της κάθαρσης απευθύνεται σ ένα πλάσμα ετερούσιο από τη θεία πραγματικότητα, που μέσα στο ιστορικό γίγνεσθαι όχι μόνο εξαχρειώθηκε, αλλά και ανακαινίστηκε, ενώ στον φιλοσοφικό κόσμο η αναγκαιότητα της κάθαρσης οφείλεται στη σύνδεση της ψυχής, η οποία θεωρείται ομοούσιο κομμάτι της θείας πραγματικότητας, με το σώμα. Υποστηρίζει λοιπόν ο Πλάτωνας ότι η ψυχή δεμένη με το σώμα όπως ο δεσμώτης στο σπήλαιο, μπορεί να λάβει γνώση της θείας πραγματικότητας και ύστερα με τη φιλοσοφία, την κάθαρση και τον θάνατο να φθάσει στη φυσική αιώνια πατρίδα της (Πολιτεία Ζ 517). Η ψυχή βρίσκεται σε συνεχή ανησυχία αναζητώντας τη λύτρωση και η κάθαρση την οδηγεί μετά τον θάνατο στη χωρίς σώμα αιώνια ζωή εἰς οἰκήσεως ἔτι τούτων καλλίους, ἅς οὔτε ῥάδιον δηλῶσαι οὔτε ὁ χρόνος ἱκανὸς ἐν τῷ παρόντι (Φαίδων 144 C). Το έργο όμως της κάθαρσης είναι επίτευγμα των ὀλίγων τῶν φιλοσόφων (Φαίδων 67 D). Η αντίθεση μεταξύ θεολογίας και φιλοσοφίας είναι ευδιάκριτη. Στον φιλοσοφικό κόσμο η κάθαρση, έργο των ολίγων - φιλοσόφων, σημαίνει τη λύτρωση του πνεύματος από την ύλη, ενώ στον χριστιανισμό αφορά την ανάταση - εξύψωση της ύλης, δηλαδή ολόκληρης της ψυχοσωματικής υπόστασης του κτιστού ανθρώπινου όντος, και απευθύνεται σ ολόκληρο το γένος των ανθρώπων. Η Εκκλησία δεν είναι σχολή του τύπου των ελληνικών φιλοσοφικών σχολών, όπου η αλήθεια κατέχεται και παραδίδεται από ορισμένους ειδήμονας προς τους εκλεκτούς, αλλά κοινότητα, όπου η αλήθεια βιώνεται ως ανάγκη μεταξύ των πιστών ανεξάρτητα από τις διανοητικές δυνάμεις τους.

Ο φωτισμός της γνώσης και η δεκτικότητα του υποκειμένου: Σύμφωνα με τη νομοτέλεια της πνευματικής ζωής Ὥσπερ ἡ μαγνίτης λίθος διὰ φυσικῆς δυνάμεως ἐν αὐτῇ κεκρυμμένης τὸν σίδηρον πρὸς αὐτὴν ἕλκει οὕτως καὶ ἡ ἁγία γνῶσις τὸν νοῦν τὸν καθαρόν (Εὐαγρίου Ποντικοῦ, Γνωστικὰ Κεφάλαια ΙΙ, 34, Frank. σ. 153). Συνεπώς, η δεκτικότητα του λαμβάνοντος προσδιορίζεται από την πράξη της κάθαρσης: Καιρὸς δὲ αὐτοῦ τοῦ διδόναι ἡ τοῦ λαμβάνοντός ἐστιν ἐπιτηδειότης (Εὐαγρίου Ποντικοῦ, Σχόλια εἰς τοὺς Ψαλμούς, P.G. 12, 1089 A). Ο καιρὸς τοῦ διδόναι σημαίνει την αποστολή του αγιοπνευματικού φωτισμού: Φωτίζει δὲ ἡμᾶς ἄνωθεν ὁ Θεὸς τὸ Πνεῦμα ἡμῖν καταπέμψας ἐξ οὐρανῶν (Εὐαγρίου Ποντικοῦ, Ὑπόμνημα εἰς τοὺς Ψαλμούς, P.G. 27, 341 D). Στον χριστιανισμό το μέτρο δεν αφορά τον χαρακτήρα της γνώσης αλλά τα αξεπέραστα όρια της κτιστής ύπαρξης, που επιθυμεί τη μετοχή στη γνώση του Θεού. Ως υποκείμενο της γνώσης ο άνθρωπος έχει περιορισμένη δεκτικότητα γιατί είναι κτιστός, ενώ το αντικείμενο που προσπαθεί να προσπελάσει άκτιστο. Το μέτρο δεν προσδιορίζει τη γνώση, που είναι άμετρη, αλλά τον υποδοχέα της. Η γνώση παρομοιάζεται με τη βροχή, που αν και δεν μπορεί η ίδια να μετρηθεί, μετριέται στα δοχεία που τη δέχτηκαν (Εὐαγρίου Ποντικοῦ, Σχόλια εἰς τοὺς Ψαλμούς, P.G. 12, 1213 BC). Έτσι, ο άκτιστος και ακατάληπτος Θεός κατανοείται ὡς ἐφικτὸν από τα κτίσματα, σύμφωνα πάντοτε με το βαθμό της προσωπικής τους προετοιμασίας. Η πνευματική γνώση ή θεωρία των όντων, γνωστή και ως θεωρία: Συνδέεται άμεσα με αυτό που ονομάζεται γνῶσις Χριστοῦ. Η γνώση του Χριστού προϋποθέτει τη λειτουργία της ορατικής δύναμης του νου, και γι αυτό θεάται μόνο από τους καθαρούς (Εὐαγρίου Ποντικοῦ, Γνωστικὰ Κεφάλαια ΙV, 90, Frank. σ. 317). Τελικά, η γνῶσις τοῦ Χριστοῦ δεν είναι διανοητική αλλά εμπειρική. Η πίστη δεν ανακαλύφθηκε, δεν αποτελεί εύρημα, ούτε επίτευγμα της έρευνας του ανθρώπου. Η πίστη, όπως τονίζει ο απόστολος Παύλος, ἦλθε και ἐδόθη ή όπως επισημαίνει ο απόστολος Ιούδας παραδόθη ἅπαξ τοῖς ἁγίοις. Η δύναμη της χριστιανικής πίστης κυριαρχεί, μόνο μ αυτήν ο άνθρωπος προχωρεί στην υπέρβαση του όντος με την πραγμάτωση του δέοντος. 4.1 Ερωτήσεις. 1. Ποιο είναι το νέο στοιχείο που εισάγει η χριστιανική μεταφυσική; 19

2. Ποια η διαφορά μεταξύ φιλοσοφίας και χριστιανισμού όσον αφορά τον στόχο και τα μέσα επίτευξής του; 3. Ποια είναι η στάση του αποστόλου Παύλου και των Καππαδοκών απέναντι στην κοσμική γνώση; 4. Πώς εκφράστηκε η εὐσέβεια στον χριστιανισμό και τι φανερώνει για τον χριστιανικό τρόπο ζωής; 5. Για ποιο λόγο η ανθρώπινη σοφία αντιπαραβάλλεται με τη Βασιλεία του Θεού; 6. Σε τι διαφέρουν οι χριστιανοί από τους κοσμικούς ως προς τον φωτισμό της γνώσης; 7. Ποια είναι η στάση των σοφών στον λόγο του Θεού; 8. Ποιοι είναι αληθινά σοφοί για τους χριστιανούς και ποιος ο ρόλος τους στη λειτουργία της εκκλησιαστικής κοινότητας; 9. Με ποιον τρόπο στη μυστική θεολογία πραγματοποιείται η άνοδος του ανθρώπου στον Θεό; 10. Ποια είναι η διαφορά μεταξύ χριστιανικής και φιλοσοφικής κάθαρσης; 4.2 Απαντήσεις. 1. Το νέο στοιχείο που εισάγει η χριστιανική φιλοσοφία είναι η πίστη, η οποία υπερβαίνει την ανθρώπινη λογική γιατί στηρίζεται στην αλήθεια που φανερώνει ο Θεός στον άνθρωπο. 2. Στόχος της φιλοσοφίας είναι να αποκτήσει ο άνθρωπος τη γνώση, τη θεωρία, που θα συντελέσει στη μεταβολή της σκέψης του με αποτέλεσμα την τελική αναγωγή του στο απόλυτο αγαθό. Από την άλλη στόχος του χριστιανισμού είναι να αποδεχτεί ο άνθρωπος ελεύθερα την αλήθεια της θείας αποκάλυψης, που θα μεταστρέψει την θέλησή του με αποτέλεσμα την αυτεξούσια υποταγή του στο θέλημα του Θεού. Και ενώ η φιλοσοφία ως μέσο επίτευξης του σκοπού της χρησιμοποιεί τον λόγο, ο χριστιανισμός υιοθετεί την πίστη. 3. Ο απόστολος Παύλος και οι Καππαδόκες δεν καταδικάζουν τη γνώση, αλλά την πίστη ότι η γνώση μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο στο απόλυτο αγαθό. Ιδιαίτερα οι Καππαδόκες διακρίνουν μεταξύ ἔξωθεν και ἡμετέρας φιλοσοφίας και υποστηρίζουν ότι η πρώτη κατέχει σκιά της αλήθειας, ενώ η δεύτερη οδηγεί στον Θεό. Η υποτίμησή της ἔξωθεν φιλοσοφίας δεν φτάνει στην πλήρη απόρριψή της, καθώς γίνεται αποδεκτό ότι ασχολούμενη με την ερμηνεία των δεδομένων της κτίσης συμβάλλει θετικά στην παιδεία του ανθρώπου. Αποτελεί σπουδαία λειτουργία όσο περιορίζεται στα δεδομένα της κτίσης. Ωστόσο, μόνο η ἡμετέρα φιλοσοφία μπορεί να βοηθήσει τον άνθρωπο να κατανοήσει τις σχέσεις του με τον Θεό, τον εαυτό του, τον συνάνθρωπο και τον κόσμο και να μορφώσει μέσα του τον καινό άνθρωπο. 4. Η εὐσέβεια στον χριστιανικό κόσμο εκφράζεται ως η απόλυτη σύζευξη μεταξύ θεωρίας και πράξης, καθώς υπογραμμίζεται ότι οὐκ ἐν ῥήμασιν ἡμῖν, ἀλλ ἐν πράγμασιν ἡ εὐσέβεια, δηλαδή δεν αφορά τα λόγια αλλά τα πραγματικά δεδομένα. Έτσι φανερώνεται ότι η πραγματική δύναμη που 20

διαθέτουν οι χριστιανοί είναι η σύμπτωση μεταξύ διδασκαλίας και πράξης, θεωρίας και εφαρμογής, λόγων και έργων. 5. Η ανθρώπινη σοφία αντιπαραβάλλεται με τη Βασιλεία του Θεού για να φανερωθεί η σχετικότητα, η αστάθεια, η φθαρτότητα, η τρεπτότητα και η ρευστότητά της, χαρακτηριστικά που δικαιολογούν γιατί η αξία της είναι περιορισμένη μπροστά στην απόλυτη, άτρεπτη και άφθαρτη πραγματικότητα της θείας παρουσίας, δηλαδή της Βασιλείας του Θεού. 6. Η διαφορά μεταξύ χριστιανών και κοσμικών ως προς τον φωτισμό της γνώσης είναι αγεφύρωτη, τόσο όσο και η διάκριση μεταξύ Θεού και κόσμου. Ο φωτισμός των χριστιανών προέρχεται από τη θεία πραγματικότητα, ενώ των κοσμικών από τη δημιουργημένη. Η θεία χάρη ενεργεί και φωτίζει τους χριστιανούς με τη σοφία, που είναι απρόσιτη στους κοσμικούς. Το είδος αυτό της γνώσης συγκαταλέγεται στις δωρεές του Αγίου Πνεύματος, που σημαίνει ότι καμία ανθρώπινη ικανότητα ή δύναμη δεν μπορεί να κατακτήσει μια πραγματικότητα που υπερβαίνει τα κοσμικά όρια. Φυσικά ο φωτισμός της γνώσης εξαρτάται από τη δεκτικότητα του ὑποδεχομένου, που φανερώνει ότι ο άκτιστος Θεός κατανοείται ὡς ἐφικτὸν από τα κτίσματα, σύμφωνα πάντοτε με το βαθμό της προσωπικής τους προετοιμασίας. 7. Πολλές φορές οι σοφοί του κόσμου σε αντίθεση με τους απλοϊκούς αντιστέκονται στον λόγο του Θεού. Έτσι η κοσμική σοφία γίνεται εμπόδιο στη σχέση τους με τον Θεό, γιατί εξετάζουν με λεπτομέρειες την κάθε λέξη με αποτέλεσμα να χάνονται στην έρευνα του θείου λόγου και να αυτοαποκλείονται από τη δυνατότητα της θείας μέθεξης. 8. Οι αληθινά σοφοί στον χριστιανικό κόσμο είναι οι μυστικοί, που ενώνουν τη θεωρία με την πράξη, οι θεόπτες των θείων μυστηρίων, που καθοδηγούν τους ανθρώπους στα βήματα του Θεού, τους μυσταγωγούν στα μυστήριά Του και τους εμπνέουν την υπακοή στο θέλημά Του. 9. Στη μυστική θεολογία η άνοδος του ανθρώπου προς τον Θεό πραγματοποιείται με την κάθοδο του Θεού διαμέσου της αγάπης Του και των ενεργειών του Αγίου Πνεύματος. Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να στηριχθεί μόνο στις δικές του δυνάμεις. Ωστόσο, στην ανθρώπινη ευθύνη έγκειται η ανταπόκριση στο θέλημα του Θεού, η διάθεση ανάληψης πνευματικού αγώνα και η επιδίωξη της ψυχοσωματικής του κάθαρσης. 10. Το αίτημα της κάθαρσης μεταξύ χριστιανισμού και φιλοσοφίας έχει διαφορετική αιτία, περιεχόμενο και προορισμό. Στον χριστιανισμό το αίτημα της κάθαρσης απευθύνεται σ ένα πλάσμα ετερούσιο από τη θεία πραγματικότητα, που μέσα στο ιστορικό γίγνεσθαι όχι μόνο εξαχρειώθηκε, αλλά και ανακαινίστηκε, ενώ στον φιλοσοφικό κόσμο η αναγκαιότητα της κάθαρσης οφείλεται στη σύνδεση της ψυχής, που αποτελεί ομοούσιο κομμάτι της θείας πραγματικότητας, με το σώμα. Έτσι ενώ στον φιλοσοφικό κόσμο η κάθαρση, έργο των ολίγων - φιλοσόφων, σημαίνει τη λύτρωση του πνεύματος από την ύλη, στον χριστιανισμό αφορά τη μεταμόρφωση ολόκληρης της ψυχοσωματικής υπόστασης του ανθρώπου, και απευθύνεται σ ολόκληρο το γένος των ανθρώπων. 21

5. Συνάντηση χριστιανισμού και φιλοσοφικού στοχασμού. Η πρώτη συνάντηση Χριστιανισμού και Νεοπλατωνισμού έγινε στην Αλεξάνδρεια: Ο στωικός Πάνταινος (Αθηναίος φιλόσοφος, έζησε τον 2º αιώνα μ.χ.), που προσήλθε στο Χριστιανισμό, έγινε προϊστάμενος στην Κατηχητική Σχολή της Αλεξάνδρειας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την πρώτη εισδοχή πολλών πλατωνικών φιλοσοφικών θέσεων στη χριστιανική πίστη. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (150-216 μ.χ.), μαθητής και διάδοχός του στη Σχολή, υποστήριξε ότι η φιλοσοφία είναι κάτι καλό και αναγκαίο. Ο ίδιος συνδυάζει χριστιανική ευσέβεια και φιλοσοφική ευρύτητα. Αναγνωρίζει την ευεργετική επίδραση της ελληνικής φιλοσοφίας στην προετοιμασία του κόσμου για την αποδοχή του ευαγγελικού λόγου. Σύμφωνα με τον Κλήμη υπάρχουν δύο Παλαιές Διαθήκες, η Βίβλος και η ελληνική φιλοσοφία. Και μια Καινή Διαθήκη που σαν πηγή δέχεται στην κοίτη της νερά που έρχονται από πολύ μακριά. Αυτό όμως που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στα πρώτα χριστιανικά χρόνια είναι οι περιπτώσεις φιλοσόφων που έγιναν χριστιανοί, όπως ο Ιουστίνος (100-165 μ.χ.) και ο Αυγουστίνος (345-430 μ. Χ.). Το ερώτημα που προκύπτει είναι: Σε ποια ψυχική τους ανάγκη αισθάνθηκαν ότι ανταποκρίθηκε ο χριστιανισμός; Εξάλλου το φαινόμενο αυτό δεν έπαψε να παρουσιάζεται και στους νεότερους χρόνους, δηλαδή φιλόσοφοι να καταφεύγουν στον χριστιανισμό και να βρίσκουν ικανοποιητική απάντηση για τα προβλήματα που τους απασχολούν. Βιογραφικά στοιχεία για τη ζωή του Ιουστίνου: Γεννήθηκε στις αρχές του 2ου αιώνα σε μια πόλη της Συρίας, από γονείς εθνικούς. Στο έργο του Διάλογος προς Τρύφωνα ιστορεί πώς έγινε χριστιανός. Αντικείμενο της φιλοσοφίας πίστευε ότι είναι να οδηγεί τον άνθρωπο στον Θεό και να τον ενώνει μαζί του. Στη φιλοσοφική του αναζήτηση μαθήτευσε σε έναν στωικό, περιπατητικό, πυθαγόρειο και στο τέλος κατέφυγε σ έναν πλατωνικό φιλόσοφο. Ο ίδιος γράφει: Ήμουν αρκετά ανόητος ώστε να ελπίζω ότι θα έβλεπα τον Θεό, γιατί αυτός είναι ο σκοπός της φιλοσοφίας του Πλάτωνος. Καθοριστική υπήρξε η συνάντησή του γύρω στα 130 με έναν πρεσβύτη: Το θέμα της συζήτησή τους ήταν για το Θεό και για την ψυχή. Το γεροντάκι έδειξε στον Ιουστίνο ότι πέφτει σε τρομερές αντιφάσεις. Ο Ιουστίνος αναρωτήθηκε πού τα ξέρει όλα αυτά. Ο πρεσβύτης του απάντησε: Στα πολύ παλιά χρόνια, πριν από τους δήθεν φιλοσόφους έζησαν άνθρωποι ευτυχισμένοι, δίκαιοι, που 22

μιλούσαν «δια του Αγίου Πνεύματος και προέλεγαν για το μέλλον πράγματα που τώρα έχουν πραγματοποιηθεί. Τους ονόμαζαν προφήτες. Τα έργα τους σώζονται ακόμη και όσοι τα διαβάζουν αποκομίζουν μεγάλη ωφέλεια για τις αρχές και για το τέλος, για κάθε τι που πρέπει να ξέρει ο φιλόσοφος. Δε μίλησαν με αποδείξεις. Πάνω από κάθε απόδειξη στάθηκαν άξιοι μάρτυρες της αλήθειας. Το κείμενο επαναφέρει το ερώτημα για τη σχέση μεταξύ φιλοσοφίας-χριστιανισμού: Σύμφωνα με το κείμενο. Η φιλοσοφία: Στηρίζεται σε λογικές αποδείξεις. Αποτελεί λογικό οικοδόμημα. Ο χριστιανισμός: Είναι μια ιστορία με τους μάρτυρές της. Αφορά την πίστη, ως βιωμένη ιστορία. Ο Ιουστίνος μας πληροφορεί ότι: Όταν μόνος μου αναλογίστηκα όλα αυτά τα λόγια, βρήκα ότι αυτή η φιλοσοφία είναι η μόνη βέβαιη και επωφελής. Και καταλήγει: Οὕτως δὴ καὶ διὰ ταῦτα φιλόσοφος ἐγώ. Εξακολουθεί και όταν έγινε χριστιανός να αποκαλεί τον εαυτό του φιλόσοφο. Η αφήγηση του Ιουστίνου δείχνει: Τον άνθρωπο που αναζητά την αλήθεια με τον λόγο. Η έρευνα αυτή τον αφήνει ανικανοποίητο. Τελικά η αλήθεια του προσφέρεται με την πίστη. Δέχεται την αλήθεια με την πίστη, και αφού τη δεχτεί τη βρίσκει ικανοποιητική με τον λόγο. Είναι αξιοπρόσεκτα τα ακόλουθα σημεία: Η πίστη προσφέρει φιλοσοφικές αλήθειες με δρόμους όχι φιλοσοφικούς (μαρτυρία και όχι απόδειξη). Στη φιλοσοφία των εθνών βασίλευε η αταξία του λόγου, ενώ στους πιστούς η αποκάλυψη έφερνε τη βασιλεία της τάξης. Μολαταύτα οι εθνικοί φιλόσοφοι έδωσαν και πολλές αλήθειες. Έτσι, ένα ερώτημα που απασχόλησε τον Ιουστίνο είναι: πώς μπορεί να εξηγηθεί το γεγονός ότι και οι εθνικοί διέγνωσαν πολλές αλήθειες; Οι προγενέστερες απαντήσεις στο επίμαχο αυτό θέμα ήταν οι ακόλουθες: 23

Σύμφωνα με το Φίλωνα τον Ιουδαίο η Βίβλος είναι παλαιότερη από την ελληνική φιλοσοφία, γι αυτό όσα ορθά λέγουν οι Έλληνες φιλόσοφοι στη Βίβλο τα οφείλουν. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς λέει: Ἕλληνες κλέπται πάσης Γραφῆς. Ο απόστολος Παύλος στην Α προς Ρωμαίους Επιστολή του τονίζει ότι το θέαμα της δημιουργίας μπορεί να οδηγήσει στη γνώση τῆς αἰωνίου δυνάμεως καὶ τῆς θεότητας τοῦ Θεού (1,19-21). Ο Ιουστίνος είναι ο εισηγητής μια πιο πρωτοποριακής και πρωτότυπης λύσης, που εκφράζει την οικουμενικότητα της χριστιανικής πίστης. Υποστηρίζει λοιπόν ότι: Ο Χριστός γεννήθηκε πριν από 150 χρόνια. Ο Χριστός είναι ο Λόγος, και ο Λόγος είναι ο Θεός. Ο Λόγος ἦν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ὅ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον, ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον. Συνεπώς, υπάρχει μια αποκάλυψη του Λόγου παγκόσμια, πριν από την ενσάρκωση του Χριστού. Αφού ο Λόγος είναι ο Χριστός, όσοι μετέχουν στο φως του Λόγου, μετέχουν και στο φως του Χριστού: οἱ μετὰ Λόγου βιώσαντες καὶ βιοῦντες χριστιανοί εἰσι, κἄν ἄθεοι ἐνομίσθησαν, οἷον ἐν Ἕλλησι μὲν Σωκράτης καὶ Ἡράκλειτος καὶ οἱ ὅμοιοι αὐτοῖς, ἐν βαρβάροις δὲ Ἀβραὰμ καὶ Ἀνανίας. Στην περίπτωση του Ιουστίνου έχουμε μια σύνθεση ανάμεσα: Στην έλλογη γνώση των Ελλήνων και την ἐξ ἀποκαλύψεως αλήθεια του Ευαγγελίου. Η σύνθεση αυτή αναζητά τις σχέσεις που υπάρχουν ανάμεσά τους. Σπέρματα του Λόγου που φώτισαν τους εθνικούς φιλοσόφους, τους έκαναν ικανούς ἀμυδρῶς ὁρᾶν τὰ ὄντα και να διδάξουν σπέρματα ἀληθείας. Έτσι, οὐκ ἀλλότριά ἐστι τὰ Πλάτωνος διδάγματα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλ οὐκ ἔστι πάντῃ ὅμοια, ὥσπερ οὐδὲ τὰ τῶν ἄλλων, Στωϊκῶν τε και ποιητῶν καὶ συγγραφέων ἕκαστος γὰρ ἀπὸ μέρους τοῦ σπερματικοῦ Λόγου τὸ συγγενὲς ὁρῶν, καλῶς ἐφθέγξατο. Ο χριστιανισμός σύμφωνα με τον Ιουστίνο είναι: ἡ μόνη ἀσφαλής τε καὶ σύμφορος φιλοσοφία γιατί συγκεντρώνει και περιέχει ό,τι είπαν οι άλλοι. Η αιώνια, παγκόσμια και ολοκληρωμένη φιλοσοφία, που περιέχει τις άλλες σε ό,τι καλό είπαν. Μ αυτόν τον τρόπο διατυπώνει έναν γενναίο και φωτισμένο χριστιανικό ουμανισμό. Στη σχέση φιλοσοφίας-αποκάλυψης: 24

Η αποκάλυψη δεν υποκαθιστά τη φιλοσοφία αλλά τη συμπληρώνει, την ολοκληρώνει. Εκεί που ο κάθε φιλόσοφος έδωσε ένα μόνο σπέρμα αλήθειας, η αποκάλυψη δίνει όλη την αλήθεια. Συνεπώς την κατάλληλη για την αλήθεια θέση δεν την έχει ο ορθολογημένος φιλόσοφος, αλλά ο άνθρωπος που πιστεύει, ο χριστιανός. Αυτή είναι και η άποψη του Αθηναγόρα (133-190 μ.χ.), φιλοσόφου σύγχρονου του Ιουστίνου, που αυτοαποκαλείται ως Ἀθηναῖος φιλόσοφος χριστιανός. Σύμφωνα με τον Αθηναγόρα: Οι χριστιανοί έχουν και αυτοί δικαίωμα να προβάλουν φιλοσοφική εξήγηση του σύμπαντος, καθώς η πίστη, με τη βοήθεια της αποκάλυψης του Θεού, καθοδηγεί τον λόγο. Όλοι οι εθνικοί φιλόσοφοι όταν φτάνουν στις αρχές αναγνωρίζουν την ύπαρξη του θείου όντος, αδυνατούν όμως να το προσεγγίσουν. Δε σκέφθηκαν ότι όφειλαν να διαφωτιστούν από τον Θεό για τον Θεό και όχι να διαφωτίζονται από τον εαυτό τους. Γι αυτό και διατύπωσαν διαφορετικές γνώμες ο καθένας για τον Θεό, την ύλη, τις ιδέες, το σύμπαν. Ωστόσο, η αποκάλυψη του Θεού δεν συνδέεται μόνο με την κατανόηση της αλήθειας, αλλά και με την επίτευξη της σωτηρίας. Στη σχέση αλήθειας-σωτηρίας: Ο χριστιανισμός: Δεν είναι απλή αφηρημένη γνώση της αλήθειας, αλλά αποτελεσματική μέθοδος για τη σωτηρία του ανθρώπου. Οι χριστιανοί φιλόσοφοι αποκάλυψαν ότι: Τα φιλοσοφικά συστήματα, ακόμη και όταν έχουν σωστές απόψεις, δεν είναι η αποτελεσματική μέθοδος για την καθοδήγηση της ζωής. Αντίθετα ο Χριστιανισμός επικαλείται τη θεία χάρη για: α) τη σύλληψη του αληθινού και β) την πραγμάτωση του αγαθού. Μ αυτόν τον τρόπο απελευθερώνει τον άνθρωπο από τον ίδιο του τον εαυτό και τον εμπιστεύεται στη θεία πρόνοια, ένα έργο που οφείλεται στην πίστη και όχι στο λόγο. Για την πραγμάτωση του αγαθού οι χριστιανοί προβάλλουν τη συνεργία μεταξύ θείας χάρης και ανθρώπινης θέλησης. Έτσι, ο απόστολος Παύλος παρουσιάζοντας τη διάκριση μεταξύ θέλησης-δύναμης τονίζει τα εξής: Ξέρουμε, λοιπόν πως ο νόμος είναι θεϊκός, ενώ εγώ είμαι αδύναμος άνθρωπος, πουλημένος στην αμαρτία. Έτσι, ουσιαστικά δεν ξέρω τι κάνω. Δεν κάνω αυτό που θα ήθελα να κάνω αλλά, αντίθετα, ό,τι θα ήθελα να αποφύγω Έτσι φτάνω πια στο σημείο να μην διαπράττω εγώ ο ίδιος το κακό αλλά η αμαρτία που έχει εγκατασταθεί μέσα μου. Η 25

ίδια η συνείδησή μου μαρτυρεί γι αυτό. Απόδειξη είναι πως εγώ θέλω να κάνω το καλό, δεν βρίσκω όμως τη δυνατότητα να το μετατρέψω σε πράξη. Αν όμως κάνω αυτό που δε θέλω, τότε την πράξη μου δεν την καθορίζω πια εγώ, αλλά η αμαρτία που έχει θρονιαστεί μέσα μου Τι δυστυχισμένος, αληθινά, που είμαι! Ποιος θα με λυτρώσει από την ύπαρξη αυτή που έχει υποταχθεί στο θάνατο; Ας ευχαριστήσουμε τον Θεό που το έκανε αυτό, με το σωτήριο έργο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. (Ρωμ. 7,14-25) Σημαντική είναι η ομολογία του ότι οὐχ ὅ θέλω πράσσω, ἀλλά ὅ μισῶ τοῦτο ποιῶ. Άλλο να θέλεις να κάνεις το καλό και άλλο να έχεις τη δύναμη να το κάνεις. Τη διάκριση μεταξύ δύναμης και θέλησης την έκαναν και οι αρχαίοι, σταμάτησαν όμως στη διαπίστωση χωρίς να μπορούν να προσφέρουν μια λύση στο πρόβλημα αυτό. Προκύπτει το ερώτημα: Ποιος θα με σώσει; Σύμφωνα με το χριστιανισμό: Αυτό δεν είναι έργο του ανθρώπου. Μόνο ο Θεός θα με σώσει με τη χάρη του Χριστού. Μ αυτόν τον τρόπο ο χριστιανός βρίσκει στην πίστη το μέσο και τη δύναμη να μετατρέψει τη γνώση σε πράξη. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Αυγουστίνου: Η διδασκαλία του αποστόλου Παύλου αποτελεί τον πυρήνα του φιλοσοφικού έργου του Αυγουστίνου. Σύμφωνα μ αυτά που ο ίδιος ο Αυγουστίνος μας λέει: Η ανθρώπινη καρδιά, δε βρίσκει τη γαλήνη ως τη στιγμή που θα κατορθώσει να αναπαυθεί σε σένα, Θεέ μου. Στην πρώτη περίοδο της ζωής του η Γραφή δεν είχε καμία επίδραση: Η μητέρα του από μικρό τον έβαλε στις τάξεις των κατηχούμενων. Εύρισκε όμως αποκρουστικά και τη γλωσσική μορφή της Αγίας Γραφής και το πνεύμα της αυθεντίας που τη διέπνεε. Όπως ο ίδιος περιγράφει ήταν γοητευμένος με τη μεγαλοπρεπή ευγλωττία του ρήτορα Κικέρωνα, ενώ η ματαιοδοξία του περιφρονούσε τη φαινομενική ταπεινότητα των Γραφών. Τα μάτια του ήταν πολύ αδύνατα για να ξεχωρίσουν τι κρύβονταν μέσα σ αυτές. Την ίδια εποχή ενδιαφέρεται για: Τον Κικέρωνα. Την αίρεση των Μανιχαίων, που ισχυρίζονταν ότι εξηγούσαν τα πάντα με το λόγο. 26

Τον Πλωτίνο, που σημείωσε αποφασιστική επίδραση στη διαμόρφωση της φιλοσοφίας του, τόσο που μερικοί μελετητές υποστηρίζουν ότι ο Αυγουστίνος ασπάσθηκε μάλλον το νεοπλατωνισμό παρά το Χριστιανισμό. Ωστόσο στέκονται περισσότερο στα δανεικά υλικά που περιέχει παρά στο νέο πνεύμα που παρουσιάζει. Εκείνο που αναζητά ο Αυγουστίνος είναι: Η αποτελεσματική μέθοδος για τη σωτηρία. Εδώ ακριβώς βρίσκεται το κενό του νεοπλατωνισμού. Είναι ότι μας κρατά σε άγνοια και για τη θεωρία της αμαρτίας και για τη θεωρία της χάριτος, που μας λυτρώνει από την αμαρτία. Σωστά ο Πλωτίνος συμβουλεύει να αποσπαστούμε από τις αισθήσεις, να κυριαρχούμε στα πάθη, να στρεφόμαστε προς το Εν. Που θα βρούμε όμως τη δύναμη να το κάνουμε; Την απάντηση αυτή δεν τη βρίσκει στη φιλοσοφία και γι αυτό μένει ανικανοποίητος. Την ίδια εποχή: Ο Αυγουστίνος βρίσκεται στο Μιλάνο και παρακολουθεί τα κηρύγματα του επισκόπου Αμβροσίου. Διακόπτει κάθε σχέση με τους Μανιχαίους. Η πάλη ανάμεσα στο νόμο της σάρκας και στο νόμο του πνεύματος εξακολουθεί τον απασχολεί. Τον Ιούλιο του 386 διαβάζει: Ήρθε η ώρα να ξυπνήσουμε από τον ύπνο. Γιατί τώρα η τελική σωτηρία βρίσκεται κοντά μας η νύχτα όπου να ναι φεύγει και η μέρα κοντεύει να ρθεί. Γι αυτό ας πετάξουμε από πάνω μας τα έργα του σκότους, και ας φορέσουμε τα όπλα του φωτός. Η διαγωγή μας ας είναι κόσμια, τέτοια που ταιριάζει στο φως. Ας πάψουν τα φαγοπότια και τα μεθύσια, η ασύδοτη και ακόλαστη ζωή, οι φιλονικίες και οι φθόνοι. Ντυθείτε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό και μην αφήνετε τον αμαρτωλό σας εαυτό να σας παρασύρει στην ικανοποίηση των επιθυμιών σας. (Ρωμ. 13,11-14) Η απόφαση για τη επιλογή της χριστιανική ζωής είναι οριστική: Όπως ο ίδιος εξομολογείται: μόλις τελείωσα την ανάγνωση των λίγων αυτών λέξεων αμέσως χύθηκε φως στην καρδιά μου, φως που της χάρισε γαλήνη. Στη στιγμή διαλύθηκε το σκοτάδι με το οποίο την τύλιγαν οι αμφιβολίες μου Ο νόμος του πνεύματος της εν Χριστώ ζωής με λύτρωσε από την αμαρτία και το θάνατο. Το παράδειγμα του Αυγουστίνου δείχνει ότι: Η ψυχή μένει ανικανοποίητη από τον θεωρητικό λόγο. Ο λόγος δεν αποτελεί ούτε θεμέλιο για την αλήθεια, ούτε μέθοδο για τη σωτηρία. Βέβαια, ο θεωρητικός λόγος ασκεί γοητεία πάνω στην ψυχή. Όταν ο άνθρωπος κατορθώσει και αφήσει να τον βρει ο Θεός, τότε το νέο φως που θα τον φωτίσει του δείχνει τον δρόμο της πίστης. 27

Φανερώνει επίσης τη στάση του απέναντι στη χριστιανική πίστη: Στην αρχή η πίστη είναι κάτι το άλογο. Το πνεύμα της αυθεντίας της Γραφής τον κρατούσε μακριά. Έβλεπε ότι η Γραφή προβάλλει βεβαιώσεις. Στο τέλος αποδέχεται τον χριστιανισμό γιατί πείθεται ότι η πίστη εξασφαλίζει και τη λογικότητα του λόγου, κάτι αντίθετο για έναν ελληνικά σκεπτόμενο άνθρωπο. 5.1 Ερωτήσεις. 1. Πότε, που και από ποιους πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνάντηση μεταξύ χριστιανισμού και φιλοσοφίας; 2. Για ποιο λόγο ο Ιουστίνος ο φιλόσοφος στράφηκε στον χριστιανισμό; 3. Ποιο ερώτημα απασχόλησε τον Ιουστίνο ως χριστιανό φιλόσοφο και ποια απάντηση έδωσε σ αυτό το ερώτημα; 4. Για ποιο λόγο ο Ιουστίνος αναγνωρίζει ότι ο χριστιανισμός είναι ἡ μόνη ἀσφαλής τε καὶ σύμφορος φιλοσοφία; 5. Ποια είναι η σχέση μεταξύ χριστιανισμού, φιλοσοφίας και αποκάλυψης; 6. Τι παραπάνω προσφέρει ο χριστιανισμός σε σχέση με τη φιλοσοφία σύμφωνα με τον Αθηναγόρα, τον Αθηναίο χριστιανό φιλόσοφο; 7. Ποια είναι η σχέση μεταξύ σωτηρίας και αλήθειας στον χριστιανισμό; 8. Για ποιο λόγο ο Αυγουστίνος στην πρώτη περίοδο της ζωής του αντιδρούσε στο μήνυμα του Ευαγγελίου; 9. Ποιο ήταν το κενό στη φιλοσοφία, που κάλυψε ο χριστιανισμός με αποτέλεσμα τη μεταστροφή του Αυγουστίνου; 10. Τι φανερώνει το παράδειγμα του Αυγουστίνου για τη χριστιανική πίστη; 5.2 Απαντήσεις. 1. Η πρώτη συνάντηση μεταξύ χριστιανισμού και φιλοσοφίας πραγματοποιήθηκε στην Αλεξάνδρεια του 2ου αιώνα μ.χ., όταν ο στωικός φιλόσοφος Πάνταινος προσήλθε στον χριστιανισμό και ανέλαβε ως προϊστάμενος την Κατηχητική Σχολή της Αλεξάνδρειας. Το έργο του, που συνδέεται με την είσοδο πολλών χριστιανικών θέσεων στην χριστιανική πίστη, συνέχισε ο μαθητής και διάδοχός του στη Σχολή, Κλήμης ο Αλεξανδρεύς. 2. Ο Ιουστίνος πίστευε ότι το αντικείμενο της φιλοσοφίας είναι να οδηγεί τον άνθρωπο στον Θεό και να τον ενώνει μαζί του. Μάλιστα για να καλύψει τις πνευματικές του αναζητήσεις μαθήτευσε σ έναν στωικό, περιπατητικό, πυθαγόρειο και πλατωνικό φιλόσοφο. Οι υπαρξιακές του ανάγκες όμως παρέμειναν ανικανοποίητες μέχρι τη στιγμή της συνάντησής του μ έναν πρεσβύτη. Με αφορμή τον διάλογο που είχαν σχετικά με τον Θεό και την ψυχή, γνώρισε τη διδασκαλία των προφητών, η οποία δεν στηρίζονταν σε λογικές αποδείξεις αλλά στην πίστη ως βιωμένη ιστορία. Έτσι, εκείνη την ημέρα ανακάλυψε ότι αυτή η φιλοσοφία είναι η μόνη βέβαιη και επωφελής. 28