ΗΜΕΡΙΔΑ : «WHISTLEBLOWERS: ΗΡΩΕΣ Η ΠΡΟΔΟΤΕΣ;» ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΕΛΛΑΣ ΟΜΙΛΙΑ Γ. ΣΟΥΡΛΑ Σας ευχαριστώ για την τιμή που μου κάνατε να με καλέσετε για να μιλήσω για ένα θέμα που άπτεται της διαφθοράς. Η εκδήλωση αυτή έρχεται σε μία χρονική περίοδο που εντείνονται οι προσπάθειες της χώρας για την πάταξη της διαφθοράς, και μάλιστα για ένα ζήτημα πολύ σημαντικό όπως είναι η προστασία των whistleblowers. Το Εθνικό Σχέδιο Δράσης κατά της Διαφθοράς που εκπόνησε η Γενική Γραμματεία Διαφάνειας και ο ορισμός του Εθνικού Συντονιστή από τον Πρωθυπουργό στον οποίο και θα υπάγεται απευθείας, δίνει νέα ώθηση στην πάταξη της διαφθοράς, η οποία οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία και την εθνική ταπείνωση. Η διαφθορά έχει καταστεί απειλή για τη λειτουργία του πολιτικού μας συστήματος και την εθνική μας υπόσταση. Οι επιπτώσεις της είναι πολλαπλές και ανυπολόγιστες. Καταστρέφει τις ηθικές αξίες και αρχές. Διαβρώνει τους θεσμούς. Είναι η βασική αιτία της κατάστασης που επικρατεί στη Δημόσια Διοίκηση και στη λειτουργία της Δικαιοσύνης. Τα κυκλώματα της διαφθοράς και της διαπλοκής πλήττουν την εθνική οικονομία, τον υγιή ανταγωνισμό. Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων διαφθοράς γενικότερα αλλά και ειδικότερα για τη συμβολή των whistleblowers, απαιτείται ένα ισχυρό επαρκές νομοθετικό πλαίσιο αλλά και διαμόρφωση ηθικού κοινωνικού περιβάλλοντος. Απαιτείται ένα πλαίσιο με τις δύο βασικές μορφές του δικαίου του φυσικού (άγραφου) και του θετικού (γραπτού). Οι άγραφοι νόμοι, το λεγόμενο φυσικό δίκαιο, είναι αποτέλεσμα της συνείδησης, της ανάγκης ο κάθε άνθρωπος να σεβαστεί τον εαυτό του και τους συνανθρώπους του. Η συνείδηση της κοινωνίας αποτελεί την αφετηρία του φυσικού δικαίου και πάνω στη βάση αυτή διαμορφώνεται το θετικό δίκαιο. Η συνείδηση είναι αυτή που υπαγορεύει την υπακοή στους φυσικούς νόμους, είναι ο ελεγκτικός μηχανισμός για την τήρηση των ηθικών κανόνων. Ακόμη, οι άγραφοι νόμοι επιβάλλονται από τον φόβο του κοινωνικού ελέγχου και της κοινωνικής αποδοκιμασίας. Στους άγραφους νόμους ελεγκτικός μηχανισμός είναι η ηθική συνείδηση. Το θετικό ή γραπτό δίκαιο είναι απαραίτητο για να διασφαλισθεί η έννομη τάξη. Βάσιμα υποστηρίζεται ότι το θετικό δίκαιο απορρέει από το φυσικό δίκαιο. Το χαρακτηριστικό γνώρισμα του γραπτού δικαίου σε σχέση με το φυσικό είναι ο εξαναγκασμός, η υποχρεωτική εφαρμογή και η επιβολή κυρώσεων σε περίπτωση παρεκτροπής, που θα αποδειχθεί έκνομη ενέργεια. Αν ανατρέξουμε στο γραπτό δίκαιο θα βρούμε εκτενείς αναφορές σε διεθνείς και περιφερειακές Συνθήκες και κείμενα για την πρόβλεψη και την προστασία του whistle-blowing. - 1 -
Όπως σωστά επισημαίνεται στη μελέτη της Διεθνούς Διαφάνειας Ελλάς, η παροχή πληροφοριών σχετικά με κάποιο αδίκημα ή καταχρηστική πρακτική συνιστά, μεταξύ άλλων, έκφραση της ελευθερίας του λόγου. Η ελευθερία αυτή κατοχυρώνεται, με το άρθρο 14 του Συντάγματος, και με το άρθρ. 10 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που έχει κυρωθεί στη χώρα μας από το 1974. Στην Ελλάδα η καταμήνυση-καταγγελία μιας πράξης διαφθοράς, όταν η πράξη αυτή περιέρχεται σε γνώση ενός πολίτη, συνιστά καθήκον και υποχρέωση του τελευταίου, που επιβάλλεται από το Νόμο, σε καμία δε περίπτωση δεν επαφίεται η καταμήνυση αυτή στη «διακριτική του ευχέρεια» ή στη στάθμιση διαφόρων παραγόντων, όπως εσφαλμένα πιστεύουν κάποιοι που υπηρετούν στον δημόσιο τομέα, ή άλλοι που εργάζονται στον ιδιωτικό. Σχετικές είναι οι διατάξεις των άρθρων 37 έως 40 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Επομένως στην Ελλάδα ο πολίτης όχι μόνον έχει δικαίωμα καταγγελίας πράξεων διαφθοράς, στη βάση του δικαιώματος της ελευθερίας του λόγου, αλλά είναι θεσμοθετημένη και η σχετική υποχρέωσή του, στη βάση των νομοθετικών διατάξεων που προαναφέρθηκαν. Ωστόσο, δεν μπορούν να προσφέρουν οι παραπάνω διατάξεις στη μάχη κατά της διαφθοράς, αν παράλληλα δεν ισχύουν ή δεν εφαρμόζονται διατάξεις προστασίας των καταγγελλόντων και των μαρτύρων σε υποθέσεις διαφθοράς. Δεν είναι ασύνηθες το φαινόμενο να διώκεται για συκοφαντική, παραδείγματος χάριν, δυσφήμηση κάποιος που κατήγγειλε μια πράξη διαφθοράς. Στο άρθρο 366 του Ποινικού Κώδικα προβλέπεται ότι, αν το γεγονός της δυσφήμησης είναι αληθινό, η πράξη μένει ατιμώρητη. Με το ν. 3666/2008 κυρώθηκε η σύμβαση του ΟΗΕ κατά της διαφθοράς. Στο εφαρμοστικό του μέρος, προβλέπεται ότι κατά την ποινική προδικασία για πράξεις διαφθοράς, μπορεί να λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα για την αποτελεσματική προστασία από πιθανή εκδίκηση ή εκφοβισμό των καταγγελλόντων ή των ουσιωδών μαρτύρων ή των πραγματογνωμόνων ή των θυμάτων ή συγγενών τους ή άλλων προσώπων που συνδέονται στενά με αυτούς. Εκτός από αυτά που αναφέρονται στη μελέτης της Διεθνής Διαφάνειας Ελλάς για την προστασία των whistleblowers, ισχύουν και οι παρακάτω διατάξεις: Με το Ν. 3691/2008 για την «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και άλλες διατάξεις», στο άρθρο 30 προβλέπονται μέτρα προστασίας. Με τις διατάξεις του Ν.3849/2010 προβλέπεται τήρηση της ανωνυμίας αυτού που καταγγέλλει ψευδή ή ανακριβή δήλωση περιουσιακής κατάστασης άλλου. Επίσης, υπάλληλος ο οποίος καταγγέλλει την τέλεση εγκλήματος σχετικά με την υπηρεσία και µε βάση την καταγγελία του ασκείται ποινική δίωξη σε βάρος ενός ή περισσότερων υπαλλήλων, µπορεί, µετά από αίτηµά του να µεταταχθεί, κατ παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων, σε οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία. Στον τετραψήφιο αριθμό 1.500 του Υπουργείου Εσωτερικών μπορεί ο κάθε πολίτης να καταγγέλλει, ακόμη και ανώνυμα πράξεις διαφθοράς στον δημόσιο τομέα, καταγγελίες που προωθούνται προς διερεύνηση στο Σώμα Επιθεωρητών-Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης. - 2 -
Πρέπει όμως να επισημανθεί ότι οι διατάξεις για την προστασία των whistleblowers δεν είναι επαρκείς και κωδικοποιημένες. Γι αυτό λοιπόν θα ήθελα να σας ανακοινώσω ότι, με πρωτοβουλία της Γενικής Γραμματείας Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συστάθηκε στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Ειδική Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή με αντικείμενο την επεξεργασία σχεδίου νόμου για την αναμόρφωση και τον εξορθολογισμό των ποινικών διατάξεων κατά της διαφθοράς. Ένα από τα θέματα που απασχολούν την Επιτροπή αυτή είναι και το θέμα της σημερινής εκδήλωσης, αυτό δηλαδή της προστασίας των whistleblowers, το οποίο βεβαίως έχει επιστημονικές προεκτάσεις τόσο στο χώρο του ποινικού όσο του εργατικού, και του δημοσιοϋπαλληλικού δικαίου. Ενδεικτικά και μόνον θα ήθελα να αναφερθώ σε μία επεξεργαζόμενη πρόταση της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, που αφορά στο άρθρο 26 του Υπαλληλικού Κώδικα. Η Επιτροπή προτείνει προσθήκη, η οποία στο σχέδιο έχει ως εξής: «Κανένας υπάλληλος δεν παραλείπεται σε διαδικασία προαγωγής, υπόκειται σε οποιαδήποτε πειθαρχική ή ποινική διαδικασία ή καθ οιονδήποτε τρόπο υφίσταται δυσμενή διακριτική μεταχείριση αμέσως ή εμμέσως και ιδίως σε θέματα υπηρεσιακής εξέλιξης, μετακίνησης ή τοποθέτησης επειδή καλοπίστως αναφέρει, καταγγέλλει ή κοινοποιεί είτε στον ιεραρχικώς προϊστάμενό του είτε στις δικαστικές ή διοικητικές αρχές στοιχεία που περιήλθαν στην αντίληψή του κατά την άσκηση των καθηκόντων του και τα οποία βασίμως θεωρεί ότι συνιστούν επαρκείς ενδείξεις για την τέλεση ενός ή περισσοτέρων πράξεων διαφθοράς (π.χ. παθητική ή ενεργητική δωροδοκία, δωροδοκία δικαστή)». Δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστο το γεγονός ότι παρά τις πολλές διεθνείς και περιφερειακές Συνθήκες, συμβάσεις κατευθυντήριες γραμμές και οδηγίες για τους whistleblowers, από το 1982, το Νομοθετικό πλαίσιο κρίνεται ανεπαρκές. Ανεπαρκές επίσης κρίνεται και το νομικό πλαίσιο στην Ελλάδα. Μετά από όλα αυτά είναι προφανές ότι δεν αρκούν οι διατάξεις του γραπτού δικαίου χρειάζεται και μια κοινωνία με ηθικό κοινωνικό υπόβαθρο. Χρειάζεται το εθιμικό δίκαιο για την καλλιέργεια της ηθικής συνείδησης, την προσήλωση στο καθήκον, το σεβασμό στους νόμους και στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Έτσι, μπορούμε να ελπίζουμε ότι μπορεί να περιοριστεί η τάση προς την διαφθορά, μπορεί να ενθαρρυνθούν οι πολίτες να συμβάλλουν στην προσπάθεια, να θεωρήσουν δικό τους καθήκον, υποχρέωση να αποτρέψουν τέτοια φαινόμενα με καταγγελίες. Επομένως, πρωταρχική επιδίωξη οποιασδήποτε οργανωμένης κοινωνίας πρέπει να είναι η παιδεία για τη διάπλαση και ανάδειξη υπευθύνων και ελεύθερων πολιτών, για την πνευματική, ηθική και κοινωνική ολοκλήρωση του ανθρώπου. Στον πυρήνα της παιδείας πρέπει να βρίσκεται η διαπαιδαγώγηση για τον σεβασμό στους νόμους και η καλλιέργεια της ηθικής συνείδησης, που υποδεικνύει στον άνθρωπο το καθήκον, δηλαδή ποιες πράξεις πρέπει να εκτελεί σε ηθικά πλαίσια και ποιες να αποφεύγει. Η ηθική συνείδηση είναι ο υπέρτατος κριτής, που επιδοκιμάζει τις πράξεις που τελούνται σύμφωνα με τον ηθικό νόμο και καταδικάζει όσες τον παραβιάσουν. - 3 -
Η ηθική συνείδηση είναι ο καθοριστικός παράγοντας στην αποτροπή της διαφθοράς, ο οποίος αναπτύσσεται μέσα από τη διαπαιδαγώγηση. Στα σχολικά εγχειρίδια, στα βιβλία της ιστορίας του γυμνασίου και του λυκείου γίνονται ελάχιστες αναφορές στη διαφθορά, οι οποίες αφορούν κυρίως στο μακρινό παρελθόν, είναι ασαφείς, ασήμαντες και σε κάθε περίπτωση δεν συμβάλλουν αποτελεσματικά στο να διαμορφώσει ο μαθητής σαφή γνώμη ως προς τις αρνητικές επιπτώσεις της σε όλες τις εκφράσεις και εκφάνσεις της ζωής, όχι μόνο σε προσωπικό επίπεδο, αλλά ευρύτερα σε εθνική και κοινωνική διάσταση. Εφόσον η παιδεία αποτελεί τη βάση για τη διαμόρφωση και την εμπέδωση αρχών και κανόνων ηθικής συνείδησης, επιβάλλεται πρωτίστως να αξιοποιηθεί το γυμνάσιο και το λύκειο, για να τεθούν οι βάσεις για την απόρριψη της διαφθοράς και την καταπολέμηση της, όπου αυτή κάνει την εμφάνισή της. Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Μπαν Κι Μουν στο μήνυμά του στις 9 Δεκεμβρίου 2009 αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στην εκπαίδευση τονίζοντας ότι: «Κάθε κράτος πρέπει να εφαρμόζει συστήματα που προάγουν την εκπαίδευση και προγράμματα κατάρτισης, προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της χρηστής, έντιμης και επαρκούς τέλεσης των δημόσιων λειτουργημάτων τους και την παροχή της εξειδικευμένης και επαρκούς κατάρτισης, ώστε να ενισχυθεί η αντίληψη των κινδύνων της διαφθοράς που ελλοχεύουν». Σε άλλο σημείο του μηνύματος τόνισε ότι η διαφθορά μπορεί να αντιμετωπιστεί με «την ανάληψη δραστηριοτήτων πληροφόρησης του κοινού, που συμβάλλουν στη μη ανοχή της διαφθοράς, όπως επίσης δημοσίων προγραμμάτων κατάρτισης, τα οποία περιλαμβάνουν τα προγράμματα μάθησης σε σχολεία και πανεπιστήμια». Αυτή η προσπάθεια προβάλλει ως επιτακτική ανάγκη στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της παγκόσμιας απρόσωπης εξουσίας, που θέλει, και το έχει επιτύχει σε μεγάλο βαθμό, να υποβαθμίσει τις βασικές συνιστώσες λειτουργίας της αστικής δημοκρατίας, την εκτελεστική, τη νομοθετική και τη δικαστική εξουσία. Από το σχολείο πρέπει να αρχίσει η διαπαιδαγώγηση, η συγκρότηση ηθικής προσωπικότητας, έτσι ώστε τουλάχιστον αυτοί που καλούνται να υπηρετήσουν το Δημόσιο να προτάσσουν το γενικό συμφέρον έναντι του ατομικού. Και μάλιστα, όταν οι αόρατοι εξουσιαστές γνωρίζουν ότι μπορούν να προωθήσουν τα σχέδιά τους και τα συμφέροντά τους μέσα από κοινωνίες χωρίς ηθική αντίσταση, με ελαστικότητα στη συνείδηση των πολιτών, με φθορά των συνειδήσεων. Γι αυτό επιβάλλεται να θωρακίσουμε τους νέους με ηθικούς κανόνες, αλλά και με πρότυπα εκπαιδευτικών, γονέων και κρατικών λειτουργών, που έμπρακτα να αποδεικνύουν καθημερινά την προσήλωσή τους στο ηθικό και νόμιμο οικοδόμημα του κράτους και της κοινωνίας. Να τους θωρακίσουμε με ηθικές αρετές, δηλαδή στο «έθος», στη συνεχή άσκηση και τον εθισμό σε ηθικές πράξεις και αρετές, που δεν είναι έμφυτες μέσα μας, αλλά γεννιούνται, καλλιεργούνται και αναπτύσσονται με τη διαπαιδαγώγηση. Πρέπει να καταστεί σαφές ότι η διαφάνεια είναι το μεγάλο ζητούμενο και αφορά όλους και όλα, ότι δεν υπάρχουν εύκολες και έτοιμες λύσεις. - 4 -
Ο αγώνας κατά της διαφθοράς πρέπει να είναι συνεχής και αμείλικτος προς πάσα κατεύθυνση. Ο καθένας έμπρακτα να το επιβεβαιώνει με τη στάση του στην προσωπική του ζωή, στην οικογένειά του και στο κοινωνικό περιβάλλον, στις επαγγελματικές του δραστηριότητες. Κατά κύριο λόγο αυτά πρέπει να ισχύουν για όσους κατέχουν θέσεις ευθύνης στην Πολιτεία, για τους αιρετούς, που εκπροσωπούν τον λαό και το Έθνος, για τους πνευματικούς ταγούς και για όσους διαμορφώνουν την κοινή γνώμη με τα μέσα που διαθέτουν και επηρεάζουν τις εξελίξεις και τη δημόσια και κοινωνική ζωή. - 5 -