ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 04/03/2006 Ποιήτρια, ζωγράφος και καθηγήτρια Φιλοσοφίας η Ετέλ Ατνάν βρίσκεται στην Αθήνα για το δρώμενο «Τζενίν», που θα παρουσιαστεί στο θέατρο «Άττις» «Ψάχνω τη φωνή της μητέρας μου» Της ΒΕΝΑΣ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ Η Ετέλ Αντνάν αναφέρεται στα λεξικά ως ποιήτρια και ζωγράφος γεννημένη στη Βηρυτό και ως καθηγήτρια Φιλοσοφίας σε μια σειρά αμερικανικών πανεπιστημίων. «Οι επιθέσεις αυτοκτονίας θα σταματήσουν μόνον όταν τα δύο μέρη καταλήξουν σε συμφωνία για μια πραγματική ειρήνη. Να μην πετάξουν, βέβαια, έξω από την Παλαιστίνη τους Ισραηλινούς, αλλά να γίνει ένα μικρό παλαιστινιακό κράτος, που δεν θα έχει, έτσι κι αλλιώς, άλλη λύση από τη συνύπαρξη και συνεργασία με το Ισραήλ», λέει η Ετέλ Ατνάν στη φωτογραφία με τον Θόδωρο Τερζόπουλο Στην Ελλάδα μέχρι σήμερα τη γνωρίζαμε μέσα από το βιβλίο της «Περί πόλεων και γυναικών», που είχε κυκλοφορήσει αθόρυβα από τις εκδόσεις «Νησίδες» πριν από πέντε χρόνια. Την είχαμε ακουστά για τη συνεργασία της με τον Μπομπ Γουίλσον στην όπερα «Civil wars» του 1984. Την είχε φέρει και ο Θόδωρος Τερζόπουλος στο 1
Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών για να μιλήσει για την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή. Η νέα παραγωγή του θεάτρου «Άττις» ένα δικό της κείμενο, το ποίημά της «Τζενίν», έχει ως αφορμή. Ο Θόδωρος Τερζόπουλος σε συνεργασία με τη Μαρία Μαραγκού προχώρησαν σε έναν γόνιμο πειραματικό διάλογο πάνω στα ζητήματα της απειλής, του φόβου, της καταστροφής και του θανάτου στο τέλος του 20ού αιώνα και στις αρχές της τρίτης χιλιετίας. Πρόκειται για μια δράση με τη συμμετοχή μεταναστών, εικαστικών και των ηθοποιών της ομάδας «Άττις», που θα παρουσιαστεί μόνο για τρεις μέρες (7, 8 και 9 Μαρτίου) στις 9 μ.μ. Οι θεατές, σε περιορισμένο αριθμό, θα μπαίνουν κατά ομάδες των 20 ατόμων. Δεν απαιτείται εισιτήριο, μόνο, όπως λέει ο Θόδωρος Τερζόπουλος, «η υπομονή και η διάθεση του επισκέπτη να μοιραστεί ένα "θέαμα" σιωπής». Το «Τζενίν» θα ξεκινά από το καφενείο δίπλα στο θέατρο (Λεωνίδου 7, Μεταξουργείο, τηλ: 210-5226260), που θα λειτουργεί ως φουαγέ και θα εξελίσσεται σε μια διαδρομή 15 λεπτών. Πρώτα οι «Μετανάστες», ένα ταμπλό βιβάν με Κούρδους και ηθοποιούς, μετά η βιντεοεγκατάσταση της Δέσποινας Μεϊμάρογλου «Κοιμωμένη», στη συνέχεια η εγκατάσταση στον χώρο «Αγνοούμενοι» της Μαρίας Λοϊζίδου με τη Σοφία Μιχοπούλου, η βιντεοπροβολή «Θεατής» της Πόπης Κρούσκα σε διάλογο με τον Τάσο Δήμα και, τέλος, η ανάγνωση του ποιήματος από τον ίδιο τον Θόδωρο Τερζόπουλο. Η Ετελ Ατνάν είναι ένας εντελώς δικός μας άνθρωπος. Κι ας διάλεξε για το συγγραφικό της έργο τα αγγλικά. Είχε μαμά Ελληνίδα. Μοιράζει εδώ και χρόνια τη ζωή της ανάμεσα στη Σκόπελο, όπου έχει ένα μικρό σπίτι, την Καλιφόρνια, όπου είναι η κύρια κατοικία της, και το Παρίσι. Αυτή η τρισχαριτωμένη, δυναμική και ζεστή γυναίκα έχει μια υπέροχη ιστορία, που σε μέρες μισαλλοδοξίας και φανατισμού, μπορεί πολλά να μας διδάξει. Ας την ακούσουμε. «Έρχομαι στην Ελλάδα γιατί νιώθω την ανάγκη να ακούω ελληνικά. Γιατί ψάχνω τη φωνή της μητέρας μου», μου λέει. -Θα λέγατε ότι τα ελληνικά είναι η μητρική σας γλώσσα; «Θα 'πρεπε να είναι, αφού η μητέρα μου ήταν Σμυρνιά, Ρόζα-Λιλιά Καλουμένου τη λέγανε, και μέχρι τα είκοσί μου χρόνια μιλούσα ελληνικά. Αλλά, όχι, δεν είναι τα 2
ελληνικά η μητρική μου γλώσσα. Ίσως γιατί είμαι δείγμα ενός κόσμου που υπήρξε κάποτε, και ελπίζω ότι θα ξαναϋπάρξει». -Θέλετε να μας εξηγήσετε τις ασυνήθιστες ρίζες σας; «Η μητέρα μου, που ήταν Ελληνίδα της Σμύρνης και χριστιανή ορθόδοξη, γνώρισε εκεί τον πατέρα μου, που ήταν Σύριος και μουσουλμάνος, μα πάνω απ' όλα είχε τη συνείδηση ότι είναι Οθωμανός πολίτης. Παντρεύτηκαν στη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Ήμουν το μόνο τους παιδί, αλλά ο πατέρας μου, είκοσι χρόνια μεγαλύτερος από τη μητέρα μου, είχε άλλα τρία από τον πρώτο του γάμο. Όταν κάηκε η Σμύρνη η οικογένεια της μητέρας μου σκορπίστηκε: ένας αδελφός της πήγε στη Θεσσαλονίκη, άλλος στην Αλεξάνδρεια και ο τρίτος στην Κύπρο. Ο πατέρας μου πήρε τη μητέρα μου και εγκαταστάθηκαν στη Βηρυτό. Εκεί γεννήθηκα το 1925». -Πώς ήταν η συνύπαρξη μιας χριστιανής με έναν μουσουλμάνο; «Για μένα σαν παιδί ήταν ένας τεράστιος πλούτος να ζω δύο διαφορετικούς πολιτισμούς στο ίδιο σπίτι. Κατ' αρχήν παντού είχαμε χριστιανικές εικόνες. Μεταξύ τους οι γονείς μου μιλούσαν στα τούρκικα, παρ' όλο που ο πατέρας μου ήξερε καλά ελληνικά. Αλλά η μητέρα μου με μένα μιλούσε ελληνικά, ενώ μου τραγουδούσε συνέχεια σμυρναίικα τραγούδια ή άλλα πατριωτικά ("Μακεδονία, πώς βαστάς..."). Μου έλεγε ιστορίες για τον Αλή πασά των Ιωαννίνων. Την ίδια στιγμή ένας ολόκληρος ελληνικός κόσμος της Ανατολής μαζευόταν στο σαλόνι μας: Έλληνες φίλοι, μια ανιψιά της μητέρας μου. Κι αυτό είναι το πολύ ενδιαφέρον. Ότι ενώ η μητέρα μου είχε έναν σύζυγο, που εκείνη την εποχή τον λέγανε "Τούρκο", δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα μεταξύ τους. Όχι μόνο γιατί ήταν πολύ ερωτευμένος μαζί της, αλλά και γιατί ήταν βαθιά μορφωμένος και ανοιχτός άνθρωπος. Κι ας τον φώναζε αυτή χαϊδευτικά "βάρβαρο" (το λέει στα ελληνικά) γιατί είχε τρύπες στις κάλτσες του. Βλέπετε, λοιπόν, ότι ο κόσμος σήμερα αντί να εξελιχθεί οπισθοχώρησε στο θέμα της συνύπαρξης διαφορετικών θρησκειών και πολιτισμών». -Η αραβική κουλτούρα, όπως ίσως θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε από το «Τζενίν», είναι αυτή που σας διαμόρφωσε περισσότερο; 3
«Η αλήθεια είναι ότι πέρασα από πολλές... περιόδους στη ζωή μου. Η πρώτη ήταν κυρίως γαλλική γιατί στη Βηρυτό όλα τα σχολεία ήταν γαλλικά και μας απαγόρευαν να μιλάμε αραβικά. Αλλά και στο Πανεπιστήμιο πάλι κάτω από τη γαλλική επίδραση βρέθηκα, πρώτα στη Βηρυτό και μετά στο Παρίσι, στη Σορβόνη. Εκεί, επειδή έμενα στην αμερικάνικη πτέρυγα της Cite Universitaire, γνώρισα τους πρώτους Αμερικανούς, και μετά πήγα στο Μπέρκλεϊ στην Καλιφόρνια και στη συνέχεια στο Χάρβαρντ, όπου έκανα ένα ντοκτορά στη φιλοσοφία. Δεν το τελείωσα γιατί πέθανε η μητέρα μου το 1957 και βρέθηκα χωρίς λεφτά. Βρήκα, όμως, αμέσως δουλειά ως καθηγήτρια Φιλοσοφίας. Και τότε ήταν που δίδαξα ελληνική φιλοσοφία, κυρίως τους προσωκρατικούς μέχρι τον Πλάτωνα, αλλά και φιλοσοφία τέχνης κι ένα μάθημα που εφηύρα εγώ, και το έλεγα "Φιλοσοφία της εξουσίας". Βυθίστηκα στην ελληνική σκέψη. Στο σπίτι δεν μιλούσαμε για τέτοια πράγματα. Η μάνα μου ήταν κόρη εργάτη, ο παππούς μου ήταν ξυλουργός, έκανε καταπληκτικά έπιπλα από έβενο, κάτι που μου είχε διδάξει τι σημαίνει λαϊκό γούστο». Μουσουλμάνα και χριστιανή -Είστε, πάντως, μουσουλμάνα στο θρήσκευμα. «Θα 'λεγα ότι είμαι και μουσουλμάνα και χριστιανή. Και Ελληνίδα και Αραβας. Η μητέρα μου, άλλωστε, με είχε βαφτίσει, επειδή αυτή τη συμφωνία είχε κάνει με τον πατέρα μου. Τα αγόρια θα γίνονταν μουσουλμάνοι, τα κορίτσια χριστιανές». -Τα αγόρια, πάντα τα αγόρια. Στον μουσουλμανικό κόσμο οι γυναίκες εξακολουθούν να ζουν στην πιο άγρια καταπίεση. «Δεν είναι τόσο ο τρόπος που τις μεταχειρίζονται σωματικά, όσο η εικόνα που έχουν γι' αυτές. Στην Αμερική, για παράδειγμα, υπάρχουν πολύ περισσότερες κακοποιημένες γυναίκες από ό,τι στις μουσουλμανικές χώρες. Αλλά αυτό που έχει σημασία είναι ότι στην Αμερική η γυναίκα είναι ισότιμη με τον άνδρα. Στον μουσουλμανικό κόσμο ακόμα κι όταν συμπεριφέρονται καλά στις γυναίκες, κυρίως όταν είναι πλούσιες, στην πραγματικότητα αυτές δεν έχουν καμιά απολύτως αξία». -Δεν σας ενοχλεί αυτό; 4
«Βεβαίως. Δεν είμαι, άλλωστε, ακριβώς το αντίθετο μοντέλο γυναίκας; Θεωρώ τον εαυτό μου πρωτοπόρο σ' αυτά τα θέματα. Γι' αυτό στενοχωριέμαι τόσο όταν βλέπω τη μία μουσουλμανική χώρα μετά την άλλη να υποκύπτει στον θρησκευτικό φανατισμό. Το καινούργιο σύνταγμα, για παράδειγμα, του Ιράκ δεν είναι λαϊκό! Οι Αμερικανοί είπαν ότι θα υπάρχουν Κούρδοι, σιίτες και σουνίτες... Σιίτες και σουνίτες δεν είναι έθνη, είναι θρησκευτικές ομάδες». -Το ίδιο ισχυρό φονταμενταλιστικό ρεύμα υπάρχει πια και στο παλαιστινιακό κίνημα με τρομοκρατική, μάλιστα, έκφραση. Πώς το βλέπετε; «Ο παλαιστινιακός αγώνας είναι αντικειμενικά δίκαιος. Στην αρχή ήταν επαναστατικός, πάνω στο μοντέλο της Αριστεράς. Αλλά αυτό πάει, πέθανε, το δολοφόνησαν. Κι όταν σκοτώνεις το αριστερό και εθνικιστικό λαϊκό κίνημα, όταν οι καλλιεργημένοι και διανοούμενοι δολοφονούνται, τι απομένει; Μια σκέψη θρησκευτική και απαίδευτη. Ο λαός αναγκάζεται να καταφύγει σε μια θρησκεία απλή, χωρίς θεολογία». -Και να σκοτώνει αμάχους στο όνομα του Θεού; «Πρέπει να καταλάβετε κάτι. Στην αραβική γλώσσα το όνομα του Θεού επανέρχεται συνέχεια χωρίς να είναι κάθε φορά θρησκευτική η αναφορά του. Έτσι, λοιπόν, λένε ότι σκοτώνουν στο όνομα του Θεού, αλλά εννοούν ότι σκοτώνουν στο όνομα της Παλαιστίνης. Σκοτώνουν γιατί η ζωή τους είναι ανυπόφορη. Έχω δει στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των Παλαιστινίων εικόνες ανυπόφορες. Εάν εσείς ήσασταν στη θέση τους τι θα κάνατε; Θα προτιμούσατε να πεθάνετε παρά να ζείτε σαν τα σκυλιά». -Είστε αισιόδοξη ότι θα λυθεί το Παλαιστινιακό; «Ναι. Ως πότε πια θα παίζεται χωρίς αντίκρισμα το χαρτί της βίας; Οι επιθέσεις αυτοκτονίας θα σταματήσουν μόνο όταν τα δύο μέρη καταλήξουν σε συμφωνία για μια πραγματική ειρήνη. Να μην πετάξουν, βέβαια, έξω από την Παλαιστίνη τους Ισραηλινούς, αλλά να γίνει ένα μικρό παλαιστινιακό κράτος, που δεν θα έχει, έτσι κι αλλιώς, άλλη λύση από την συνύπαρξη και συνεργασία με το Ισραήλ». 5
Τι είναι το «Τζενίν» -Τι ακριβώς είναι το «Τζενίν», που θα παρουσιαστεί στο Θέατρο του Τερζόπουλου; «Ένα μακρύ ποίημα εφτά σελίδων, στο οποίο, όμως, δεν μιλώ άμεσα για πολιτική. Περιγράφω τον ψυχισμό του ανθρώπου που ζει σε καταπίεση, είτε στην Παλαιστίνη είτε αλλού. Η δικιά μου γενιά μεγάλωσε, βλέπετε, με τα πρότυπα της γαλλικής αντίστασης, μεγάλωσε διαβάζοντας ποίηση του Αραγκόν και του Ελιάρ. Καμιά φορά μου λένε: "Δεν γράφετε παρά μόνο πολιτικά ποιήματα". Ναι, βέβαια, θα μπορούσες να τα πεις "πολιτικά", αλλά δεν πιστεύω στις ετικέτες στην ποίηση. Ο Όμηρος τι είναι; Πολιτικός ποιητής; Δεν έχει νόημα αυτή η κουβέντα...». -Πώς νιώθετε, που όντας μουσουλμάνα και αραβικής καταγωγής, ζείτε στις ΗΠΑ του Μπους; «Είμαι, ίσως, προνομιούχα, γιατί γράφω, γιατί ζωγραφίζω, γιατί έχω ένα όνομα και οι φίλοι μου όχι μόνο δεν άλλαξαν στάση απέναντί μου, αλλά το αντίθετο. Συχνά ντρέπονται γι' αυτά που συμβαίνουν και μου λένε: Θέλω να φύγω από την Αμερική, να ζήσω στην Ευρώπη». -Γιατί διαλέξατε να ζήσετε στην Αμερική; «Γιατί στην Αμερική ανακάλυψα την ελευθερία. Έγινα μια καινούργια γυναίκα. Βρέθηκα εκεί μια εκρηκτική περίοδο, τα χρόνια του '50 και του '60, τότε που οι Αμερικανοί ανακάλυπταν τον εξπρεσιονισμό, την έκφραση όχι μόνο μέσω των λέξεων, αλλά με το κορμί, τη μουσική, τη ζωγραφική. Στην Αμερική χρωστάω ακόμα και την πολιτικοποίησή μου μέσω του αντιπολεμικού κινήματος για το Βιετνάμ. Και κάτι ακόμα πολύ σημαντικό. Στην Καλιφόρνια, όπου διάλεξα να ζω, χρωστάω την ανακάλυψη της φύσης. Όταν ήμουνα στο γαλλικό σχολείο της Βηρυτού αγαπούσα τον Μποντλέρ, που είναι, όμως, ένας κλειστός, εσωτερικός παριζιάνικος κόσμος. Αργότερα αγάπησα τον Ρεμπό για την προσωπική του περιπέτεια και επανάσταση αλλά και για την αίσθηση που είχε για τον κόσμο. Από την άλλη μεριά στην αραβική ποίηση δεν υπάρχει το 6
αίσθημα της φύσης. Υπάρχει μόνο η έρημος, που είναι, βέβαια, όμορφη, αλλά επειδή οι Άραβες ποιητές ζουν στις πόλεις η έρημος καταντά γι' αυτούς μια διανοητική σύλληψη, δεν υπάρχει η ίδια η εμπειρία της φύσης. Αντίθετα στην Αμερική δεν ανακάλυπτα τη φύση μέσα από την ποίηση, τη ζούσα άμεσα. Έτρεχα με αυτοκίνητα, έκανα 60 χιλιόμετρα για να πάω σινεμά. Μακριά από τα ταμπού της οικογένειάς μου η Αμερική μού χάρισε την πρωτόγνωρη εμπειρία της ελευθερίας της κίνησης, της ελευθερίας του σώματος». 7