«ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΤΟΜΕΑ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΕΙ ΚΑΤΑΛΥΤΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ;»



Σχετικά έγγραφα
ΜΟΝΤΕΛΑ ΛΗΨΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ

ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ FOUNDATION FOR ECONOMIC & INDUSTRIAL RESEARCH ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ FOUNDATION FOR ECONOMIC & INDUSTRIAL RESEARCH ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

Data Envelopment Analysis

ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ FOUNDATION FOR ECONOMIC & INDUSTRIAL RESEARCH ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

sep4u.gr Δείκτες εκροών στην εκπαίδευση

ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ FOUNDATION FOR ECONOMIC & INDUSTRIAL RESEARCH ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

Η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας

ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ FOUNDATION FOR ECONOMIC & INDUSTRIAL RESEARCH ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

ΘΕΜΑ: Εκτίμηση του εμπορικού ισοζυγίου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27), με χώρες εκτός αυτής, για το μήνα Φεβρουάριο Πηγή Eurostat -

Η προοπτικές μεταρρύθμισης της ΚΑΠ :

ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΕΠΙΔΟΣΕΩΝ ΟΔΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΜΕ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥΣ ΔΕΙΚΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ

ΘΕΜΑ: Εκτίμηση του εμπορικού ισοζυγίου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27), με χώρες εκτός αυτής, για το μήνα Οκτώβριο Πηγή Eurostat -

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΜΕΤΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΑΘΜΟΥ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΜΕΘΟΔΟ ΤΗΣ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΗΣ ΕΝ ΔΥΝΑΜΕΙ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

Στατιστικά απασχόλησης στην ΕΕ

Πίνακας αποτελεσμάτων της Ένωσης για την Καινοτομία το Σύνοψη Γλωσσική έκδοση ΕL

Εξέλιξη των Εσόδων του Προϋπολογισμού της ΕΕ ( )

ΙΔΡΥΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ FOUNDATION FOR ECONOMIC & INDUSTRIAL RESEARCH ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

ΜΕΛΕΤΗ ΤΗΣ ΕΠΙ ΡΑΣΗΣ ΤΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ «ΘΕΟΦΡΑΣΤΟΣ» ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΑΚΩΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ: ΜΙΑ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ

Αξιολόγηση της περιβαλλοντικής αποδοτικότητας των πρωτογενών τομέων των χωρών μελών της ΕΕ με εφαρμογή της DEA

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΡΑΘΕΟΔΩΡΗΣ 2008

ΘΕΜΑ: Εργατικό κόστος ανά ώρα εργασίας στις χώρες της Ευρωζώνης (18)

Τα ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής και η ενίσχυση των φορολογικών εσόδων στην Ελλάδα

ΘΕΜΑ: Εκτίμηση του εμπορικού ισοζυγίου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27), με χώρες εκτός αυτής, για το μήνα Ιούλιο 2011.

ΘΕΜΑ: Εργατικό κόστος ανά ώρα εργασίας στις χώρες της Ευρωζώνης (18) και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (28) Eurostat. - Β τρίμηνο

Η ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

ΘΕΜΑ: Εκτίμηση του εμπορικού ισοζυγίου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27), με χώρες εκτός αυτής, για το μήνα Ιανουάριο Πηγή Eurostat -

Τα Βασικά Χαρακτηριστικά του Ελληνικού Πρωτογενούς Τομέα

ΘΕΜΑ: Εργατικό κόστος ανά ώρα εργασίας στις χώρες της Ευρωζώνης (17) και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27) Eurostat - Β τρίμηνο

Η ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΗΣ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΗΣ ΕΝ ΔΥΝΑΜΕΙ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΑΘΜΟΥ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Στρατηγική για την ελληνική γεωργία και την ύπαιθρο στο πλαίσιο της ΚΓΠ με ορίζοντα το 2020

Αξιολόγηση της Αποτελεσματικότητας των Επενδύσεων Έρευνας και Ανάπτυξης σε Παγκόσμιες Επιχειρήσεις

ΘΕΜΑ: Δείκτης Ανεργίας για το μήνα Σεπτέμβριο 2014 στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (28) και της Ευρωζώνης (18) - Στοιχεία της Eurostat

ΙΝ.ΕΜ.Υ - Ε.Σ.Ε.Ε. Τρίτη 26 Απριλίου 2011

ΘΕΜΑ: Εκτίμηση του εμπορικού ισοζυγίου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27), με χώρες εκτός αυτής, για το μήνα Σεπτέμβριο Πηγή Eurostat -

Συγκριτική διερεύνηση του κόστους των οδικών ατυχημάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση

ΘΕΜΑ: Εκτίμηση του εμπορικού ισοζυγίου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27), με χώρες εκτός αυτής, για τον μήνα Σεπτέμβριο Πηγή Eurostat -

Μέσος αριθμός ξένων γλωσσών που κατέχονται ανά μαθητή

ΘΕΜΑ: Εκτίμηση του εμπορικού ισοζυγίου των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27), με χώρες εκτός αυτής, για τον μήνα Ιούλιο Πηγή Eurostat -

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Οδικα οχήματα. Μονάδα : Χιλιάδες. Drill Down to Area. Μηχανοκίνητο όχημα για μεταφορά προϊόντων. Μοτοσικλέτες (>50cm3)

ΘΕΜΑ: Δεύτερες εκτιμήσεις για την εξέλιξη του Ακαθάριστου

ΘΕΜΑ: Δείκτης Ανεργίας για το μήνα Ιανουάριο 2014 στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (28) και της Ευρωζώνης (18) - Στοιχεία της Eurostat

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΩΝ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΥ ΓΑΛΑΚΤΟΣ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΟΤΡΟΦΙΚΩΝ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΝ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ* *

ΘΕΜΑ: Δείκτης Ανεργίας για το μήνα Νοέμβριο 2015 στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (28) και της Ευρωζώνης (19) - Στοιχεία της Eurostat

Η αποδοτικότητα στην ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση: η περίπτωση των γενικών λυκείων της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας

ΘΕΜΑ: Ύψος Φορολογικών συντελεστών στα Κράτη Μέλη της Ε.Ε. (27) -Πηγή Eurostat -

ΘΕΜΑ: Δείκτης Ανεργίας για το μήνα Ιούλιο 2012 στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27) και της Ευρωζώνης (17) - Στοιχεία της Eurostat

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΜΣ «ΕΠΑ» και «ΝΕΚΑ» ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΡΥΕΝΑΣ

ΘΕΜΑ: Δείκτης Ανεργίας για το μήνα Νοέμβριο 2012 στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27) και της Ευρωζώνης (17) - Στοιχεία της Eurostat

ΕΑΣΕ/ICAP CEO Index Τέλος 3 ου τριμήνου Τριμηνιαίος Δείκτης Οικονομικού Κλίματος

Εισόδημα Κατανάλωση

Η ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΗΣ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΗΣ ΕΝ ΥΝΑΜΕΙ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΑΘΜΟΥ ΤΗΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Η Κοινή Γεωργική Πολιτική σε αριθμούς

ΔΙΔΑΚΤΡΑ ΦΟΙΤΗΣΗΣ ΣΤΟΝ 2 Ο ΚΥΚΛΟ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

Η Κοινή Γεωργική Πολιτική σε αριθμούς

&" NB " '4< (# '4< #.7 N" ;'> " B7 " - ' a7 a7.& 1##a7

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟΥ & ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΕΤΡΑΚΗ 16 Τ.Κ ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ.: FAX:

ΠΕΤΡΑΚΗ 16 Τ.Κ ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ FAX ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟΥ & ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Τριμηνιαίος Δείκτης Οικονομικού Κλίματος

Φορολογική πολιτική και ανταγωνιστικότητα Νίκος Βέττας Γενικός Διευθυντής ΙΟΒΕ Καθηγητής Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών

Ποσοστό ανεργίας πολύ μακράς διάρκειας

Ομιλία. του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών Δημήτρη Μάρδα. «Τα διεθνή Λογιστικά πρότυπα του Δημοσίου &

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΕΠΙΡΡΟΗΣ ΤΗΣ ΟΔΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

ΠΡΟς ΜΙΑ ΕΥΡΩΠΗ ΠΟΛΛΩΝ ΤΑΧΥΤΗΤΩΝ: ΤΙ ΘΕΣΗ ΕΧΟΥΝ ΤΑ ΔΥΤΙΚΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ; Αντώνιος Κάργας, Μεταπτυχιακός Φοιτητής

ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΣΧΕΤΙΚΗΣ ΘΕΣΗΣ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥΣ ΔΕΙΚΤΕΣ

Έρευνα και Ανάλυση Παρατηρητήριο Ανταγωνιστικότητας ΕΛΛΑ Α 2002: Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΩΝ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Χρηματοoικονομικές πληροφορίες σχετικά με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης

Τετάρτη, 10 Οκτωβρίου 2012 ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟΥ & ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΕΤΡΑΚΗ 16 Τ.Κ ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ.: FAX:

ΕΑΣΕ/ICAP CEO Index Τέλος 1 ου τριμήνου Τριμηνιαίος Δείκτης Οικονομικού Κλίματος

Η φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Πίνακας επιδόσεων της Ένωσης καινοτομίας για το 2014

Η Κοινή Γεωργική Πολιτική σε αριθμούς

ΕΑΣΕ/ICAP CEO Index Τέλος 4 ου τριμήνου Τριμηνιαίος Δείκτης Οικονομικού Κλίματος

Έκθεση της ΕΕ για την εκπαίδευση: ικανοποιητική πρόοδος, χρειάζονται όµως περισσότερες προσπάθειες για να επιτευχθούν οι στόχοι

Τρίτη, 8 Μαΐου 2012 ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΜΠΟΡΙΟΥ & ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΕΤΡΑΚΗ 16 Τ.Κ ΑΘΗΝΑ ΤΗΛ.: FAX:

ΕΑΣΕ/ICAP CEO Index Τέλος 1 ου τριμήνου Τριμηνιαίος Δείκτης Οικονομικού Κλίματος

ΕΑΣΕ/ICAP CEO Index Τέλος 4 ου τριμήνου Τριμηνιαίος Δείκτης Οικονομικού Κλίματος

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης L 254/73

Thessaloniki Summit 2017

ΠΟΛΥΕΠΙΠΕΔΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΩΝ ΟΔΙΚΩΝ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ ΣΤΙΣ ΑΣΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Δημοσιονομικές πληροφορίες για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάπτυξης

«ΦΤΩΧΕΙΑ ΚΑΙ ΕΡΓΑΣΙΑ: ΜΙΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΜΒΛΥΝΣΗΣ»

ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΥΖΩΝΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ A ΤΡΙΜΗΝΟ 2011

ΠΑΙΔΕΙΑ Τι πληρώνουν οι Έλληνες ΠΑΙΔΕΙΑ. Τι πληρώνουν οι Έλληνες. Συνοπτική Παρουσίαση

UNIVERSITY OF THE AEGEAN Research Unit

Ευρωπαϊκές Οδηγίες και ο Ν. 4342/2015 για την Εξοικονόμηση Ενέργειας

Η επιρροή των κοινωνικό-οικονομικών και συγκοινωνιακών συνθηκών στην οδική ασφάλεια στην Ευρωπαϊκή Ένωση

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην. Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. {SWD(2016) 246 final} {SWD(2016) 249 final}

Επικύρωση της δεύτερης περιόδου ανάληψης υποχρεώσεων του πρωτοκόλλου του Κιότο στη σύμβαση-πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

Για το 70% των προϊόντων: Εξωτερική Προστασία & Παρέμβαση Για το 25% των προϊόντων: Εξωτερική Προστασία χωρίς Παρέμβαση

Οικονομικοί και συγκοινωνιακοί δείκτες επιρροής της οδικής ασφάλειας πριν και μετά την περίοδο της κρίσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Ανακοίνωση Αποτελεσμάτων Διεθνών Ερευνών

Η οικονομία της γνώσης και η απόδοση της καινοτομίας στην Ελλάδα

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 12 Μαΐου 2017 (OR. en)

Transcript:

«ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΡΩΤΟΓΕΝΗ ΤΟΜΕΑ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΕΙ ΚΑΤΑΛΥΤΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ;» G. Vlontzos 1 Lecturer, University of Thessaly, Department of Agriculture Crop Production and Rural Environment Fytoko 38446 Volos Greece Tel.: 0030 24210 93083, mail: gvlontzos@agr.uth.gr S. Niavis 2 PhD University of Thessaly Department of Planning and Regional Development Pedion Areos, 38334 Volos, Greece mail: niavisspiros@gmail.com ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η Ατζέντα 2000 και η μεταρρύθμιση της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής ( ΚΓΠ) του 2003 θέσπισε ένα εντελώς νέο πλαίσιο λειτουργίας των γεωργικών εκμεταλλεύσεων της ΕΕ. Οι ακρογωνιαίοι λίθοι του νέου αυτού συστήματος πολιτικής είναι η αποσύνδεση των επιδοτήσεων από την παραγωγή των γεωργικών εκμεταλλεύσεων και μια ολιστική προσέγγιση του ζητήματος της αγροτικής ανάπτυξης. Ένας από τους κύριους στόχους της ΚΓΠ από την ίδρυσή της, ως μέρος της Συνθήκης της Ρώμης, είναι η «αύξηση της παραγωγικότητας με την ανάπτυξη της τεχνικής προόδου και την εξασφάλιση της βέλτιστης χρήσης των συντελεστών παραγωγής». Αύξηση της αποτελεσματικότητας των πρωτογενών τομέων είναι συνώνυμη με την αναβάθμιση των οικονομικών επιδόσεων των γεωργικών εκμεταλλεύσεων στις συμμετέχουσες χώρες. Ήταν κοινή πεποίθηση ότι το καθεστώς ενιαίας ενίσχυσης, το οποίο είναι το αποτέλεσμα της τελευταίας μεταρρύθμισης της ΚΓΠ, θα πρέπει να βελτιώσει την ευελιξία των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, βελτιώνοντας με αυτόν τον τρόπο την ικανότητά τους να αξιοποιήσουν τις επενδυτικές ευκαιρίες της αγοράς και, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο την χάσει κεφάλαια που δίδονταν με τη μορφή επιδοτήσεων της ΕΕ, που μέχρι το 2004 ήταν πλήρως συνδεδεμένα με συγκεκριμένα γεωργικά προϊόντα. Μετά από αρκετές δεκαετίες εφαρμογής των καθεστώτων επιδότησης συνδεδεμένων με την παραγωγή, αποφασίστηκε ότι ήρθε η ώρα να εφαρμοστεί η οικονομική θεωρία που υποδηλώνει ότι η αποσύνδεση των επιδοτήσεων θα οδηγήσει αύξηση της αποτελεσματικότητας ( Serra et al, 2006 ). Το ζήτημα των επιπτώσεων της αποσύνδεσης των επιδοτήσεων στην απόδοση του πρωτογενή τομέα απασχόλησε τις ΗΠΑ μετά την εφαρμογή του Reform Act 1996 και του Farm Security Act 2002. Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι εξακολουθούν να υπάρχουν στρεβλώσεις ακόμα και όταν οι επιδοτήσεις είναι αποσυνδεδεμένες. Ίσως το πιο χαρακτηριστικό εύρημα αναφέρεται από τον Henessy (1998), όπου αποσυνδεδεμένες πολιτικές στήριξης επηρεάζουν τις αποφάσεις των παραγωγών που αποστρέφονται τον κίνδυνο όταν υπάρχει αβεβαιότητα. Οι Chau και Gorter (2005) απέδειξαν ότι οι αποσυνδεδεμένες ενισχύσεις παρέχουν τη δυνατότητα σε ορισμένες γεωργικές εκμεταλλεύσεις να παραμένουν εν λειτουργία, χωρίς να είναι σε θέση να εμφανίσουν κέρδη, χρησιμοποιώντας μέρος των πληρωμών αυτών για την κάλυψη των εξόδων παραγωγής. Μια διαφορετική προσέγγιση σχετικά με τις πρακτικές διαχείρισης των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, γίνεται από τους Femenia et al (2010). Σύμφωνα με αυτό, το καθεστώς ενιαίας ενίσχυσης δημιουργεί μια κατάσταση επίπλαστης ευημερίας, η οποία διαφοροποιεί τη στάση των αγροτών έναντι του κινδύνου, η οποία οδηγεί σε αντιδράσεις παραγωγής. Τέλος, έχει αποδειχθεί ότι η συμμετοχή στο FAIR Act του 1996 οδήγησε σε αύξηση της παραγωγής μεταξύ των συμμετεχόντων γεωργών ( Key et al, 2005 ). Όσον αφορά την ΚΓΠ της ΕΕ, υπάρχει μια σειρά ερευνητικών εργασιών για την εκτίμηση των επιπτώσεων των συνδεδεμένων ενισχύσεων στην αποδοτικότητα της γεωργίας. Όλες αυτές οι

μελέτες επιβεβαιώνουν ότι το προηγούμενο μοντέλο χορήγησης επιδότησης είχε αρνητικό αντίκτυπο στην τεχνική αποτελεσματικότητα ή παραγωγικότητα. Οι Rezitis et al (2003) επαληθεύουν ότι οι επιδοτήσεις, είναι παράγοντας που έχει αρνητικό αντίκτυπο στην τεχνική αποτελεσματικότητα των ελληνικών γεωργικών εκμεταλλεύσεων που συμμετέχουν σε επενδυτικά προγράμματα χρηματοδοτούμενα από την ΕΕ στον γεωργικό τομέα. Οι Iraizoz et al (2005) έδειξαν ότι η ΚΓΠ λειτουργεί εις βάρος της αποδοτικότητας, όσον αφορά την παραγωγή βόειου κρέατος στην Ισπανία Παρόμοια αποτελέσματα παρουσιάστηκαν από τους Καραγιάννη και Σαρρή (2005) σχετικά με τους καπνοκαλλιεργητές στην Ελλάδα. Το γεγονός ότι η πλειοψηφία των γεωργικών εκμεταλλεύσεων του δείγματος της έρευνας παρουσίασαν ικανοποιητική χρήση εισροών σημαίνει ότι η παραγωγή τους θα πρέπει να επεκταθεί. Στην Αγγλία και την Ουαλία παράγοντες που επηρεάζουν θετικά την τεχνική αλλαγή σε επίπεδο εκμετάλλευσης ήταν, το επίπεδο χρέους των γεωργικών εκμεταλλεύσεων, η ηλικία των αγροτών, το επίπεδο εξειδίκευσης και το ιδιοκτησιακό καθεστώς, χωρίς τις επιδοτήσεις της ΕΕ να έχουν θετικό αντίκτυπο σε αυτό ( Hadley, 2006). Οι Σκούρας et al (2006) αποδεικνύουν ότι οι επιδοτήσεις κεφαλαίου επηρέασαν τη συνολική παραγωγικότητα των χρησιμοποιούμενων συντελεστών, μέσω τεχνικών αλλαγών και όχι μέσω της ανάπτυξης οικονομιών κλίμακας. Οι Zhu et al (2008) δείχνουν ότι οι τελευταίες μεταρρυθμίσεις της ΚΓΠ είχαν σημαντικό αντίκτυπο στην τεχνική αποτελεσματικότητα και την τεχνική αλλαγή στη Γερμανία, τη Σουηδία και την Ολλανδία. Επιπλέον, οι αποσυνδεδεμένες επιδοτήσεις δημιουργούν ψευδαίσθηση σχετικά με την απόκτηση εισοδήματος, μειώνοντας κατά αυτόν τον τρόπο τα κίνητρα για τις αλλαγές σχετικά με τις δραστηριότητες και τις πρακτικές παραγωγής. Όσον αφορά στη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), ένας από τους κύριους στόχους της στρατηγικής για την οικονομική πολιτική και την ανάπτυξη της ΕΕ είναι να γίνει μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα και αποδοτικής χρήσης των πόρων. Σύμφωνα με αυτό το στόχο μέχρι το έτος 2020, η ΕΕ θα πρέπει να έχει αυξήσει κατά 20% την αποδοτικότητα της χρήσης της ενέργειας να μειώσει κατά 20% τις εκπομπές CO2 και το 20% της συνολικής ενέργειας που καταναλώνεται να παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ( 20 20 20 Στρατηγική ) ( ΕΚ, 2011). Ρόλο κλειδί για την επιτυχία αυτής της προσπάθειας αναμένεται να παίξουν οι πρωτογενείς τομείς των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε πολλές περιπτώσεις, οι γεωργικές δραστηριότητες έχουν προκαλέσει την προσοχή των οικολόγων, σχετικά με την υποβάθμιση του περιβάλλοντος, όπως η κακή χρήση των ενεργειακών πόρων, υψηλές εκπομπές CO2, ή η υπερβολική χρήση των αζωτούχων λιπασμάτων. Η ΚΑΠ, ιδιαίτερα μετά την εφαρμογή της Ατζέντας 2000, έχει θέσει μια σειρά από περιβαλλοντικές προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται από τους αγρότες, προκειμένου να είναι επιλέξιμοι για τη λήψη τόσο των αποσυνδεδεμένων, όσο και των συνδεδεμένων ενισχύσεων. Το νέο πλαίσιο της ΚΓΠ για την περίοδο προγραμματισμού 2014 2020 ενισχύει την ατζέντα της προστασίας του περιβάλλοντος, με στόχο την αύξηση της αποτελεσματικότητας των εισροών που χρησιμοποιούνται κατά τη διαδικασία της γεωργικής παραγωγής. Ως εκ τούτου, θα ήταν ενδιαφέρον να εξετάσει τον αντίκτυπο των εν λόγω πολιτικών παρεμβάσεων τόσο για την ενεργειακή, όσο και στην περιβαλλοντική αποδοτικότητα του πρωτογενή τομέα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στη βιβλιογραφία του γεωργικού τομέα, η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας περιλαμβάνει επίσης και την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της παραγωγικής διαδικασίας. Ο όρος της βιώσιμης παραγωγής είναι στον πυρήνα της έρευνας και δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στην αποτελεσματικότητα του αζώτου στις μονάδες γεωργικής παραγωγής. Ειδικότερα, ήταν η μελέτη της Lauwers et al (1999), που ανέλυσε την αποδοτικότητα της γεωργικής παραγωγής σε τρία βασικά στοιχεία: την τεχνική αποτελεσματικότητα, οικονομική αποδοτικότητα και την περιβαλλοντική αποδοτικότητα. Στη συνέχεια ένας ικανός αριθμός επιστημόνων αξιολόγησε τη βιωσιμότητα της γεωργικής παραγωγής με κοινό σημείο αναφοράς την εκτίμηση των τριών βασικών υποκατηγοριών. Ειδικότερα, οι Lauwers et al (2003) εκτίμησαν την αποτελεσματικότητα των 175 χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων πάχυνσης στο Βέλγιο, οι Asmild και Hougaard (2006) αξιολόγησαν τη βιωσιμότητα 290 χοιροτροφείων στη Δανία, οι Coelli et al (2007) αξιολόγησαν την

αποτελεσματικότητα των 183 βελγικών χοιροστασίων και ο Thanh Nguyen (2012) εφάρμοσε τη μεθοδολογία σε 96 αγροκτήματα ρυζιού στην επαρχία Gangwon της Νότιας Κορέας. Επιπλέον, οι Azad και Ancev (2010) χρησιμοποίησαν τη DEA, προκειμένου να αποτιμηθεί η οικονομική και περιβαλλοντική απόδοση της αρδευόμενης γεωργίας. Η εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων εστιάζεται κυρίως στην αποδοτική χρήση των υδάτινων πόρων. Τέλος, οι Hoang και Rao (2010) αξιολόγησαν την αποτελεσματικότητα της βιωσιμότητας του τομέα της γεωργίας, σε 29 χώρες του ΟΟΣΑ. Η αποδοτικότητα της αειφορίας αποτελείται από δύο επιμέρους στοιχεία. Η πρώτη αναφέρεται στην τεχνική αποτελεσματικότητα και η δεύτερη στην ενεργειακή αποδοτικότητα των συντελεστών παραγωγής που χρησιμοποιούνται στη μελέτη. Η εμπεριστατωμένη μελέτη των προαναφερθέντων ερευνητικών προσπαθειών του γεωργικού τομέα αποκαλύπτει δύο βασικά χαρακτηριστικά που πρέπει να επισημανθούν. Από μεθοδολογική άποψη είναι προφανές ότι η βιωσιμότητα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την αποδοτική χρήση του αζώτου. Στις περισσότερες από τις μελέτες δεν λαμβάνονται υπόψη οι είσοδοι της ενέργειας και οι εκπομπές της παραγωγικής διαδικασίας. Έτσι, εκτιμάται ότι η αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση της βιωσιμότητας. Μια εξαίρεση είναι τα ευρήματα των Hoang και Rao (2010), στην οποία λαμβάνονται υπόψη οι εισροές ενέργειας κατά τη διαδικασίας της εκτίμησης της αποτελεσματικότητας. Παρόλα αυτά, εκτιμάται ότι η αποτελεσματικότητα σε αυτή τη μελέτη είναι ένα ενιαίο μέτρο στο οποίο η ενεργειακή και η περιβαλλοντική απόδοση δεν διακρίνονται. Από την άλλη πλευρά, η ανάλυση στοχεύει κυρίως σε μικροοικονομικό επίπεδο. Η μόνη μελέτη που παρέχει τις επιπτώσεις της πολιτικής σε επίπεδο χώρας είναι αυτό των Hoang και Rao (2010). Έτσι, παρατηρείται έλλειψη μελετών που αξιολόγησαν τη βιωσιμότητα του γεωργικού τομέα σε περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο. Ως εκ τούτου δεν υπάρχει προηγούμενη προσπάθεια που να στοχεύει ρητά στην αειφόρο αξιολόγηση της αποδοτικότητας του κλάδου της γεωργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η παρούσα εργασία είναι μια προσπάθεια να αξιολογήσει την τεχνική αποτελεσματικότητα (Technical Efficiency, ΤΕ) των πρωτογενών τομέων των κρατών μελών της ΕΕ, με την εφαρμογή παραμετρικών και μη παραμετρικών μεθόδων. Η έρευνα επικεντρώνεται στην περίοδο 2003 2011, καλύπτοντας τόσο την προ, όσο και την μετά περίοδο μεταρρύθμισης της ΚAΠ. Προκειμένου να εξεταστεί η εξέλιξη της τεχνικής αποτελεσματικότητας της εξεταζόμενης περιόδου χρησιμοποιούνται δύο μοντέλα, το Stochastic Frontier Analysis (SFA) και το Data Envelopment Analysis (DEA). Ως εισροές χρησιμοποιούνται η έκταση της γεωργικής γης, η εργασία και το αναλωθέν κεφάλαιο και ως εκροή το συνολικό παραγόμενο εισόδημα του πρωτογενή τομέα της κάθε χώρας. Όσον αφορά στην εκτίμηση της περιβαλλοντικής και ενεργειακής αποδοτικότητας, η η εξεταζόμενη περίοδος είναι από το 2003 έως το 2008. Ως εισροές χρησιμοποιούνται η εργασία, το κεφάλαιο και η ενέργεια, ενώ ως επιθυμητή εκροή χρησιμοποιείται το παραγόμενο εισόδημα, και ως ανεπιθύμητες οι παραγόμενες ποσότητες CO2 και το ισοζύγιο αζώτου. Το μοντέλο που χρησιμοποιείται είναι η DEA. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ SFA και DEA μπορεί να θεωρηθούν ως τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα μοντέλα για τη μέτρηση των επιδόσεων στον πρωτογενή τομέα, δεδομένου ότι περιλαμβάνει την έννοια της συγκριτικής αξιολόγησης (Headey et al, 2010). Και οι δύο μεθοδολογίες βασίζονται στη θεωρία των production frontiers, η οποία παρουσιάστηκε για πρώτη φορά από τον Farrell (1957), αλλά βασίζονται και σε διαφορετικές υποθέσεις που αφορούν την εφαρμογή τους. Η DEA εστιάζεται στη σύγκριση της τεχνικής αποτελεσματικότητας των Decision Making Units (DMUs). Πρόκειται για τη λύση μιας σειράς προβλημάτων γραμμικού προγραμματισμού, στην οποία τόσο οι εισροές, όσο και οι εκροές της διαδικασίας παραγωγής χρησιμοποιούνται για να

υπολογιστεί η σχετική αποτελεσματικότητα της κάθε DMU. Η μεθοδολογία προτάθηκε για πρώτη φορά από τον Farrell (1957) και στη συνέχεια βελτιώθηκε από τους Charnes et al (1978), και τους Banker et al (1984). Τα δύο βασικά μοντέλα DEA αναφέρονται στο υπόδειγμα DEA CCR, το οποίο αναλαμβάνει σταθερές αποδόσεις κλίμακας (Constant Return to Scale, CRS), και το μοντέλο DEA BCC, το οποίο περιλαμβάνει μεταβλητές αποδόσεις κλίμακας (Variable Returna to Scale, VRS). Η SFA μεθοδολογία βασίζεται σε συγκεκριμένες λειτουργίες παραγωγής και, ως εκ τούτου, ενσωματώνει τις βασικές αρχές της οικονομικής θεωρίας παραγωγής. Η SFA είναι μια οικονομετρική τεχνική, η οποία αποδίδει την απόκλιση από την άριστη αποτελεσματικότητα στην παραγωγική διαδικασία. Έτσι, η αναποτελεσματικότητα της κάθε DMU καθορίζεται από την απόκλισή της από το όριο που καθορίζει την άριστη παραγωγή (Coelli et al, 2005). Οι δύο κατηγορίες των μεθοδολογιών εμφανίζουν συγκεκριμένα πλεονεκτήματα και αδυναμίες. Η βασική δύναμη της DEA είναι η απλότητά της, δεδομένου ότι αποτελεί μια μη παραμετρική ανάλυση, η οποία είναι ανεξάρτητη από τις υποθέσεις σχετικά με τη λειτουργική μορφή της παραγωγής και την κατανομή του σφάλματος. Ωστόσο, τα βασικά μοντέλα DEA δεν μπορούν να ενσωματώσουν στατιστικά σφάλματα στις εκτιμήσεις αποδοτικότητας. Το κύριο μειονέκτημα της SFA μεθοδολογίας προκύπτει από το γεγονός ότι, όπως μια οικονομετρική προσέγγιση, έρχεται με μια ισχυρή a priori παραδοχή σχετικά με την τεχνολογία παραγωγής των DMUs που αξιολογούνται, δεδομένου ότι η πραγματική τεχνολογία παραγωγής είναι άγνωστη. Λαμβάνοντας υπόψη τις δυνατότητες και τους περιορισμούς των δύο μεθοδολογιών, η επιλογή μεταξύ αυτών στηρίζεται στις ιδιαιτερότητες του προβλήματος που κάθε φορά αντιμετωπίζεται. Όταν το μέγεθος του δείγματος επιτρέπει την εφαρμογή αυτών των μεθόδων, τότε καλό είναι να χρησιμοποιούνται και οι δύο, προκειμένου να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα των DMUs. Η συγκριτική εφαρμογή των δύο μεθόδων οδηγεί σε πιο ακριβή αποτελέσματα και επιτρέπει την ταυτοποίηση των πιθανών διαφορών στις εκτιμήσεις της αποτελεσματικότητας που προκύπτουν, κυρίως από τις διαφορετικές υποθέσεις που χρησιμοποιήθηκαν προκειμένου να εκτιμηθούν τα όρια άριστης παραγωγής (Banker et al, 1985, Sharma et al, 1997, Wang et al, 2005). Μέχρι σήμερα, υπάρχουν προηγούμενες προσπάθειες που εφαρμόζουν παρόμοιες μεθοδολογίες για την εκτίμηση της αποτελεσματικότητας στον τομέα της γεωργίας. Η εκτίμηση του βαθμού της τεχνικής αποτελεσματικότητας στις ΜΕΝΑ χώρες τόσο με DEA, όσο και με SFA κατέληξε σε παρόμοιες βαθμολογίες αποτελεσματικότητα με τις καλύτερες επιδόσεις και στα δύο μοντέλα να επιτυγχάνονται από το Κατάρ (Zamanian et al, 2013). Όσον αφορά στη σύγκριση των επιπέδων αποδοτικότητας, της τεχνικής αποτελεσματικότητας και αποτελεσματικότητας οικονομιών κλίμακας της ιταλικής καλλιέργειας εσπεριδοειδών, αποδείχτηκε ότι ήταν παρόμοια για την πρώτη, ενώ για τα η δεύτερη, η SFA ανέδειξε καλύτερα αποτελέσματα, σε σύγκριση με εκείνα της DEA (Madau, 2012). Τέλος, η εφαρμογή της ίδιας μεθοδολογικής προσέγγισης έχει εφαρμοστεί και για την εκτροφή βοοειδών. Τα κύρια ευρήματα είναι ότι και οι δύο μεθοδολογίες επιβεβαιώνουν ότι το ολοκληρωμένο σύστημα εκτροφής βασισμένο σε φυτικής προέλευσης τροφές είναι πιο αποτελεσματικό, σε σύγκριση με το σύστημα εκτροφής με βάση το γάλα, λαμβάνοντας υπόψη τα έσοδα γάλακτος, καθώς και το σύνολο των εσόδων (Serasinghe et al, 2003). Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερθέντα, η εργασία θα στηριχθεί στο μη παραμετρικό μοντέλο DEA και στο παραμετρικό μοντέλο SFA, προκειμένου να αναδείξει τις τάσεις της αποτελεσματικότητας των γεωργικών τομέων των χωρών της ΕΕ. Η SFA θα βασίζεται στην απλή μορφή παραγωγής Cobb Douglas και της DEA με το μοντέλο εξόδου CRS. Και τα δύο μοντέλα χρησιμοποιούν δεδομένα που καλύπτουν την περίοδο 2003 2011. Η επιλεγείσα περίοδος παρέχει επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τα επίπεδα απόδοσης πριν και μετά την εφαρμογή της νέας ΚΑΠ, η οποία έχει ως ακρογωνιαίο λίθο την αποσύνδεση των επιδοτήσεων από την παραγωγή συγκεκριμένων γεωργικών προϊόντων. Το μοντέλο που χρησιμοποιείται, προκειμένου να εκτιμηθεί η αποτελεσματικότητα των γεωργικών τομέων της ΕΕ και οι μεταβλητές που χρησιμοποιούνται κατά τη διαδικασία αξιολόγησης παρουσιάζεται στο Σχήμα 1.

Σχήμα 1: Γραφική απεικόνιση των χρησιμοποιούμενων μοντέλων Όσον αφορά την DEA, η εκτίμηση θα πρέπει να διεξαχθεί με τη χρήση της Window DEA Analysis. Η ανάλυση αυτή αποτελεί ένα δυναμικό μοντέλο DEA που μπορεί να συλλάβει τις τάσεις της αποτελεσματικότητας των γεωργικών τομέων των χωρών της ΕΕ. Για τον υπολογισμό ενός προβλήματος Windows DEA Analysis θα πρέπει να υπολογιστούν πρώτα τα βασικά μοντέλα της DEA. Για τη διαμόρφωση των βασικών μοντέλων DEA χρησιμοποιούνται οι πληροφορίες που αναφέρονται από τους Cooper et al (2000) και Zhu (2003). Για να επιλυθεί ένα DEA Window analysis πρόβλημα θα πρέπει να γίνουν μια σειρά από παραδοχές για τον αριθμό και το μέγεθος των windows. Επιπλέον, η διαδικασία απαιτεί την κατάτμηση της περιόδου ανάλυσης Τ σε επιμέρους περιόδους. Κάθε window (w) έχει το ίδιο μήκος (p) με τα άλλα. Υποθέτοντας ότι το πρόβλημα εστιάζεται στην αξιολόγηση των Ν χωρών, τότε το πρώτο window περιέχει N w χώρες υπό αξιολόγηση για την υπο περίοδο (1,, p). Το δεύτερο window περιλαμβάνει N w χώρες υπό αξιολόγηση για την υπο περίοδο (2,, p+1). Η διαδικασία επαναλαμβάνεται μέχρι η αποτελεσματικότητα των χωρών που περιλαμβάνονται στο τελευταίο window της υπο περιόδου (Τ ρ+1,, Τ). Ο αριθμός των χωρών που αξιολογούνται τελικά σε κάθε παράθυρο δίνεται από την εξίσωση N w =N*p και ο συνολικός αριθμός των χωρών υπό αξιολόγηση είναι ίσος με Ν tw =N*p*w (Cooper et al, 2000). Η υιοθέτηση της Windows DEA Analysis έχει σημαντικά πλεονεκτήματα, διότι τα αποτελέσματά της παρέχουν πιο λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με τις επιδόσεις της κάθε χώρας από τις πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν από τα βασικά μοντέλα DEA. Όσο υψηλότερη είναι η τιμή του (w) και του (p), τόσο πιο πολλές είναι οι επαναλαμβανόμενες μετρήσεις. Οι σειρές και τις στήλες των παραθύρων μπορούν στη συνέχεια να χρησιμοποιηθούν προκειμένου να ελεγχθεί η σταθερότητα της απόδοσης της κάθε χώρας και τον προσδιορισμό των τάσεων του χρόνου απόδοσης, αντίστοιχα. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το μείζον μειονέκτημα της μεθόδου είναι ότι υπάρχει μια ασυνέπεια στον αριθμό που η κάθε περίοδος έχει δοκιμαστεί. Έτσι, η απόδοση των χωρών στις περιόδους που βρίσκονται στο μέσον του πίνακα δοκιμάζονται εντονότερα από ότι στην αρχή και το τέλος των περιόδων ( Cooper et al 2000; Πολύζος et al 2012). Με βάση το DEA μοντέλο βασισμένο στις εκροές (Zhu, 2003), η διατύπωση του εμπειρικού μοντέλου του Window DEA για την πρώτη ομάδα των 27 χωρών της ΕΕ και δεδομένων των τιμών των μεταβλητών που θα χρησιμοποιηθούν η κατασκευή των Windows έχει ως εξής :

max, st.. N 1 j1 N 1 j1 N 1 j1 N 1 j1 N1 j1 Land j Out j j j j j j 1, 0 j, N j * Land Lab Lab Cap Cap j T9, N27, p5, w5 o o Out o o 1 (1, 2,...,135) Επιπλέον, η παραμετρική εκτίμηση της απόδοσης των χωρών της ΕΕ θα πρέπει να βασίζεται στο χρονικά μεταβαλλόμενο μοντέλο SFA που έχει προταθεί από Battesse και Coelli (1992). Το μοντέλο βασίζεται στην υπόθεση ότι τα επίπεδα απόδοσης για τις χώρες ποικίλλουν σε όλη την χρονική περίοδο που αυτό εφαρμόζεται, επειδή το στοχαστικό στοιχείο του σφάλματος (U) είναι μία παραμετρική συνάρτηση του χρόνου. Η εξίσωση της παραμετρικής αυτής της λειτουργίας είναι η ακόλουθη: Όπου Ut tu exp t T U = Μια άγνωστη παράμετρος που πρέπει να εκτιμηθεί t = Οι χρονικές περίοδοι που γίνονται οι εκτιμήσεις (t =1,2, T). Ο όρος αναποτελεσματικότητα πληροί την προϋπόθεση της μη αρνητικότητας Ut 0, και πρέπει είτε να αυξάνεται με φθίνοντα ρυθμό, αν η<0, είτε να μειώνεται σε αυξανόμενο ρυθμό, αν η>0, ή να παραμένουν σταθερές, αν η=0. Η υπόθεση των διαφορετικών επιπέδων αποδοτικότητας καθιστούν εφικτή τη σύλληψη των τάσεων και, επιπλέον, καθιστά τα αποτελέσματα συγκρίσιμα με τα αντίστοιχα αποτελέσματα του μοντέλου Window DEA. Τέλος, προκειμένου να διαχωρίσει την αλλαγή αναποτελεσματικότητας από την τεχνολογική πρόοδο ενσωματώνονται time dummies στο ντετερμινιστική μέρος της εξίσωσης (Battesse και Coelli, 1995). Λαμβάνοντας υπόψη το πρώτο έτος στο πλαίσιο της έρευνας (2003), οκτώ dummies που αντιπροσωπεύουν τα αντίστοιχα έτη έχουν εισαχθεί στο μοντέλο. Η διατύπωση του μοντέλου SFA παρουσιάζεται ως εξής:

ln Out ln Land ln Lab ln Cap D it 0 1 it 2 it 3 it 4 D D D D D 5 2005 6 2006 7 2007 8 2008 9 2009 D D ( v u ) 10 2010 11 2011 t ( i1,2,3,...,27), 1,2,3,...,9 it it 2004 (2) ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΜΟΝΤΕΛΟΥ Τα βασικά στατιστικά στοιχεία των εισροών και εκροών που χρησιμοποιούνται από το παρόν έγγραφο παρουσιάζονται στον Πίνακα 1. Είναι αξιοσημείωτο ότι τα δεδομένα που χρησιμοποιούνται για την έρευνα αυτή δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως ομοιογενή, επειδή η τιμή CV υπερβαίνει το 100% σε κάθε έτος. Ένα θετικό στοιχείο, παρέχοντας ενδείξεις για το τελικό αποτέλεσμα, είναι η συνεχής αύξηση της γεωργικής παραγωγής μετά το έτος 2007, καθώς και η σταδιακή μείωση της μεταβλητότητας των παρατηρήσεων. Όσον αφορά στις εισροές που χρησιμοποιούνται, ο συντελεστής Γη (land) μειώνεται ο συντελεστής Εργασία (labour) μειώνεται ακόμη πιο γρήγορα, και το Κεφάλαιο (Capital) αυξάνεται σημαντικά. Τα αποτελέσματα της εφαρμογής μοντέλου SFA παρουσιάζονται στον Πίνακα 2. Η τιμή του Likelihood Ratio Test με τρεις περιορισμούς υπερβαίνει την κρίσιμη τιμή από τη χ 2 διανομή. Έτσι, μπορούμε να απορρίψουμε την μηδενική υπόθεση ότι ένα μοντέλο χωρίς τις μεταβλητές θα είχε καλύτερες επιδόσεις, σε σχέση με ότι είχε επιλεγεί για τη συγκεκριμένη έρευνα, στο (<0,01) επίπεδο σημαντικότητας. Επιπλέον, η στατιστικά σημαντική εκτίμηση του συντελεστή οδηγεί στα συμπεράσματα ότι υπάρχει αναποτελεσματικότητα στα σημερινά δεδομένα. Επιπλέον, η καλή προσαρμογή του μοντέλου αποδεικνύεται από τις στατιστικά σημαντικές εκτιμήσεις των σ 2 και μ παραμέτρων. Πίνακας 1: Βασικά στατιστικά στοιχεία εισροών εκροών Εκροές Εισροές Out Land Lab Cap 2003 Mean 16240.4 6784.9 490.5 1689.3 C.V. 133% 119% 138% 158% 2004 Mean 16970.8 6790.7 467.9 1749.9 C.V. 131% 118% 135% 157% 2005 Mean 16260.6 6709.5 468.0 1818.9 C.V. 130% 117% 141% 157% 2006 Mean 16202.8 6642.3 458.3 1884.4 C.V. 128% 117% 142% 156% 2007 Mean 17599.7 6578.5 436.1 1992.5 C.V. 128% 117% 140% 154% 2008 Mean 18610.2 6595.6 425.0 2087.4 C.V. 127% 119% 142% 155% 2009 Mean 16520.5 6829.9 411.3 2086.3 C.V. 129% 126% 144% 157% 2010 Mean 17538.7 6567.5 384.6 2134.4 C.V. 128% 119% 137% 154% 2011 Mean 19276.0 6560.9 376.2 2191.0 C.V. 127% 120% 137% 153% Πηγή: Eurostat (2013) και μη δημοσιευμένα στατιστικά στοιχεία της Ελληνικής στατιστικής αρχής.

Η εκτίμηση των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από την παλινδρόμηση των επιλεγμένων μεταβλητών είναι στατιστικά σημαντική, με βάση το αναμενόμενο θετικό πρόσημο. Έτσι, όλες οι εισροές συμβάλλουν θετικά στην παραγωγή και οι επιλεγμένες μεταβλητές πληρούν την προϋπόθεση ισοτονικότητας. Λαμβάνοντας υπόψη τις εκτιμώμενες ελαστικότητες παραγωγής των εισροών, είναι προφανές ότι ο συντελεστής παραγωγής Κεφάλαιο είναι το πιο σημαντικός, σε σχέση με τους άλλους δύο που χρησιμοποιούνται σε αυτή την έρευνα. Αυτό είναι ένα πολύ θετικό αποτέλεσμα, διότι σηματοδοτεί την μετατροπή των ευρωπαϊκών γεωργικών τομέων προς περισσότερο επιχειρηματικές μορφές λειτουργίας. Αντίθετα όμως, η Εργασία ως συντελεστής παραγωγής φαίνεται να επιτυγχάνει το χαμηλότερο σκορ. Το εύρημα αυτό επιβεβαιώνει την ανάγκη για περαιτέρω βελτίωση των δεξιοτήτων των εργαζομένων στη γεωργία για να αυξηθεί η αποτελεσματικότητά τους. Επιπλέον, τα εκτιμώμενα coefficients για τις χρονικές dummies διαφέρουν σημαντικά, τόσο όσον αφορά στο πρόσημο, όσο και από την άποψη της στατιστικής σημαντικότητας. Έτσι, δεν είναι δυνατό να εντοπιστεί οποιοδήποτε σχέδιο της τεχνικής αλλαγής μέσα από την περίοδο του 2003 2011. Επιπρόσθετα, η εκτίμηση της παραμέτρου η έχει βρεθεί να είναι θετική και στατιστικώς σημαντική στο (0,01) επίπεδο. Το αποτέλεσμα αυτό δείχνει ότι η τεχνική αποτελεσματικότητα του γεωργικού τομέα στην Ευρώπη αυξήθηκε σταδιακά κατά την περίοδο 2003 2011. Εστιάζοντας στην ανάλυση της τεχνικής αποτελεσματικότητας τα αποτελέσματα μετά την εφαρμογή της ανάλυσης SFA θα παρουσιαστούν συγκριτικά με τα αποτελέσματα της ανάλυσης DEA. Η εφαρμογή και των δύο παραμετρικών και μη παραμετρικών μεθοδολογιών αυξάνουν την αξιοπιστία των αποτελεσμάτων, επειδή προκύπτουν από εντελώς διαφορετικές μεθοδολογικές προσεγγίσεις. Πίνακας 2: Αποτελέσματα εφαρμογής του SFA μοντέλου Coefficient Est. St. Error P> z 0 4.481 0.356 0.001 1 ( ln Land ) 0.274 0.067 0.001 2 ( ln Lab ) 0.220 0.066 0.001 3 ( ln Cap ) 0.327 0.081 0.001 4 ( D ) 2004 0.048 0.020 0.017 5 ( D ) 2005 0.007 0.022 0.754 6 ( D ) 2006 0.021 0.024 0.391 7 ( D ) 2007 0.046 0.027 0.085 8 ( D ) 2008 0.092 0.030 0.002 9 ( D ) 2009 0.054 0.034 0.117 10 ( D ) 2010 0.010 0.038 0.780 ( D ) 2011 0.075 0.041 0.070 11 2 0.288 0.103 0.005 0.982 0.012 0.001 1.018 0.185 0.001 0.014 0.005 0.007 Log 212.9 Likelihood Lr Test 398.05 P(χ²) 0.001

Σχήμα 1: Εκτίμηση αποδοτικότητας και αλλαγής αποδοτικότητας των πρωτογενών τομένων της ΕΕ Στο Σχήμα 2 παρουσιάζεται η μέση εκτιμώμενη απόδοση του γεωργικού τομέα της ΕΕ. Επιπλέον, ο μέσος όρος (Technical Efficiency, ΤΕ) των δύο υπο περιόδων πριν και μετά την εφαρμογή της Agenda 2000 και την μέση μεταβολή της αποδοτικότητας τονίζεται. Η εκτιμώμενη μέση ΤΕ τονίζει ότι υπάρχει μια μικρή αλλά σημαντική αλλαγή απόδοσης μετά την εφαρμογή της νέας ΚΑΠ. Η εκτίμηση αυτής της αλλαγής είναι παρόμοια τόσο για το Window DEA, όσο και για το SFA μοντέλο Αν οι δύο υποπερίοδοι αλλάξουν, συμπεριλαμβάνοντας το έτος 2007 στην πρώτη υποπερίοδο, υπάρχουν ελαφρώς διαφορετικές μέσες βαθμολογίες απόδοσης για τα δύο μοντέλα, όπως ήταν αναμενόμενο να συμβεί, όπως φαίνεται στον Πίνακα 3. Το πιο σημαντικό εύρημα όμως είναι ότι η μέση απόδοση των βελτιώνονται και στις δύο περιπτώσεις, παρέχοντας ενδείξεις ότι η εφαρμογή της νέας διοίκησης των επιδοτήσεων της ΚΑΠ ενισχύει αυτή τη διαδικασία της αναβάθμισης της αποτελεσματικότητας. Πίνακας 3: Εκτίμηση της αποδοτικότητας και της αλλαγής αποδοτικότητας του πρωτογενή τομέα της ΕΕ Μοντέλο Μέση αποδοτικότητα 2003 2007 2008 2011 Αλλαγή DEA 0.514 0.525 2.14% SFA 0.427 0.448 4.80% Η συνοχή των εκτιμήσεων ΤΕ που παράγεται από τα δύο μοντέλα επαληθεύεται από την υψηλή και θετική τιμή του συντελεστή συσχέτισης Spearman (0,770), η οποία είναι στατιστικά σημαντική στο ( 0,01 ) και το εκτιμώμενο επίπεδο του συντελεστής συσχέτισης Pearson (0,837), η οποία είναι επίσης στατιστικά σημαντική στο (0,01) επίπεδο. Επιπλέον, αν και η μέση εκτιμώμενη ΤΕ φαίνεται να είναι χαμηλότερη όταν ληφθούν υπόψη τα αποτελέσματα του SFA, τα αποτελέσματα του μη παραμετρικού τεστ Mann Whitney δεν έδειξε σημαντικές διαφορές μεταξύ των αποτελεσμάτων των δύο μοντέλων (Mann και Whitney, 1947). Πιο συγκεκριμένα, η αξία του z (1,237) που παράγεται από την εφαρμογή του Mann Whitney Test, δεν μας οδηγούν στην απόρριψη της μηδενικής υπόθεσης ότι ο μέσος όρος τιμών ΤΕ των δύο μοντέλα διαφέρουν σημαντικά, καθώς η εκτίμηση δεν είναι στατιστικά σημαντική (P > z = 0,216). Ο Πίνακας 4 παρουσιάζει τα αποτελέσματα απόδοσης του κάθε κράτους μέλους της ΕΕ και την κατάταξή της. Η συντριπτική πλειοψηφία των χωρών να επιτύχουν παρόμοια αποτελέσματα απόδοσης. Οι πιο αποδοτικές χώρες είναι οι βόρειες ευρωπαϊκές. Αντίθετα οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, η οποία έχει πρόσβαση σχετικά πρόσφατα στην ΕΕ, να επιτύχουν

αποτελέσματα χαμηλής απόδοσης. Το αποτέλεσμα αυτό παρέχει ενδείξεις ότι τα νέα μέλη είναι αναποτελεσματική σε σχέση με τα κράτη μέλη που σχηματίζεται ΕΕ πριν από το 2004. Προκειμένου να ελεγχθεί η σημαντικότητα των καταγραφόμενων διαφοροποιήσεων, εφαρμόζεται το Mann Whitney U test. Αυτή η υπόθεση είναι: 1) Υπάρχει σημαντική διαφορά στην απόδοση μεταξύ των παλαιών και των νέων κρατών μελών της ΕΕ, ως εκ τούτου, η περίοδος της ένταξης στην ΕΕ συσχετίζεται θετικά με την αποτελεσματικότητα. Το Mann Whitney U test εφαρμόζεται τόσο για DEA Παράθυρο και SFA μεθοδολογίες. Ο Πίνακας 5 παρουσιάζει τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών. Η εφαρμογή του Mann Whitney U test έδειξε ότι από τα κράτη μέλη της ΕΕ με μεγαλύτερη εφαρμογή της ΚΑΠ είναι περισσότερο αποτελεσματικά, σε σύγκριση με τα νεότερα μέλη. Πίνακας 4: Κατάταξη των επιδόσεων αποτελεσματικότητας των χωρών της ΕΕ Window Κατάταξη 1 SFA Κατάταξη 2 Βέλγιο 0,963 1 0,831 2 Ολλανδία 0,955 2 0,944 1 Κύπρος 0,947 3 0,658 6 Μάλτα 0,940 4 0,563 9 Δανία 0,925 5 0,700 3 Ηνωμένο 0,782 6 0,630 7 Βασίλειο Ιρλανδία 0,642 7 0,464 10 Γερμανία 0,588 8 0,695 4 Ισπανία 0,577 9 0,591 8 Λουξεμβούργο 0,553 10 0,255 22 Γαλλία 0,542 11 0,673 5 Σουηδία 0,529 12 0,387 14 Δημοκρατία 0,500 13 0,323 17 της Τσεχίας Σλοβακία 0,437 14 0,260 21 Εσθονία 0,406 15 0,199 26 Βουλγαρία 0,384 16 0,277 19 Πορτογαλία 0,356 17 0,347 15 Ελλάδα 0,352 18 0,396 12 Αυστρία 0,345 19 0,325 16 Φινλανδία 0,340 20 0,301 18 Ιταλία 0,338 21 0,448 11 Λιθουανία 0,313 22 0,215 25 Ουγγαρία 0,295 23 0,272 20 Πολωνία 0,281 24 0,393 13 Σλοβενία 0,271 25 0,223 24 Λετονία 0,248 26 0,160 27 Ρουμανία 0,179 27 0,252 23

Πίνακας 5: Αποτελέσματα Mann Whitney U test Ranks* Test Statistics* Ho Hypothesis Ν Rank Sum Z Value Prob. > z Mean Efficiency of 124 New Member 12 (106) States Mean Efficiency of 254 Old Member 15 (272) States *Numbers in Parentheses are for SFA Results 2147 ( 3.025) 0.032 (0.002) ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΑΠΟΔΟΤΙΚΟΤΗΤΑ Βασική προϋπόθεση της νέας ΚΑΠ αποτελεί η βελτίωση της περιβαλλοντικής προστασίας και αποτελεσματικότητας, ακολουθώντας την 20 20 20 Στρατηγική της ΕΕ. Κρίνεται λοιπόν αναγκαίο να πραγματοποιηθεί και μια αξιολόγηση της περιβαλλοντικής αποτελεσματικότητας του αγροτικού τομέα των χωρών της ΕΕ. Η αξιολόγηση θα στηριχθεί στη μεθοδολογία DEA και θα υιοθετήσει την προσέγγιση των Bian and Yang (2009) οι οποίοι μέσω ενός τροποποιημένου υποδείγματος DEA εκτίμησαν την περιβαλλοντική αποτελεσματικότητα των περιφερειών της Κίνας. Μέσω της συγκεκριμένης τροποποίησης, η οποία βασίζεται στη κατηγορία των υποδειγμάτων DEA μη ακτινικής εκτίμησης της αποτελεσματικότητας (non radial measures), καθίσταται δυνατή η ταυτόχρονη εκτίμηση της αποτελεσματικότητας των μονάδων υπό αξιολόγηση τόσο ως προς τον τρόπο που χρησιμοποιούν τις εισροές που επηρεάζουν το περιβάλλον (π.χ. ενέργεια) όσο και ως προς τις ποσότητες αρνητικών προς το περιβάλλον εκροών όπως οι εκροές διοξειδίου του άνθρακα και τα νιτρικά. Με αυτόν τον τρόπο είμαστε σε θέση να εκτιμήσουμε τόσο την ενεργειακή αποτελεσματικότητα όσο και την περιβαλλοντική αποτελεσματικότητα του γεωργικού τομέα. Η ανάλυση στοχεύει στην περίοδο 2001 2008. Μια αναδρομική εφαρμογή του μοντέλου διεξάγεται σε ετήσια βάση. Με αυτόν τον τρόπο, καλύπτονται οι διαχρονικές τάσεις της αποτελεσματικότητας της κάθε DMU. Το δείγμα είναι κατασκευασμένο από στοιχεία των 25 χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επιπλέον, θα πρέπει να αναφερθεί ότι ένα κρίσιμο ζήτημα για την εκτίμηση της αποτελεσματικότητας των DMUs είναι η επιλογή των μεταβλητών που θα εκπροσωπήσουν επαρκώς τη διαδικασία παραγωγής του γεωργικού τομέα. Στον Πίνακα 6 παρουσιάζονται οι μεταβλητές που έχουν επιλεγεί για την παρούσα ανάλυση. Πίνακας 6: Εισροές και εκροές χωρών μελών της ΕΕ για την εκτίμηση της περιβαλλοντικής αποτελεσματικότητας Εισροές Κεφάλαιο Εργασία Ενέργεια Εκροές Παραγωγή Εκροές CO2 Νιτρικά Μη Ενεργειακές Εισροές Ενεργειακή Εισροή Παραγωγική Εκροή Περιβαλλοντικές Εκροές

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΠΟΔΟΣΗΣ Το Σχήμα που ακολουθεί παρουσιάζει την εξέλιξη της ενεργειακής και περιβαλλοντικής αποδοτικότητας των πρωτογενών τομέων των μελών της ΕΕ για την περίοδο 2001 2008. Αξίζει να σημειωθεί ότι, αν και υπάρχουν συγκεκριμένες περιβαλλοντικές προϋποθέσεις που περιλαμβάνονται στο πλαίσιο της ΚΓΠ, η μέση περιβαλλοντική αποτελεσματικότητα της ΕΕ στον πρωτογενή τομέα μειώνεται, ιδιαίτερα μετά το έτος 2006, κατά την εφαρμογή του νέου καθεστώτος αποσυνδεδεμένων επιδοτήσεων. Αντιθέτως, η ενεργειακή αποδοτικότητα, μετά το έτος 2007, φαίνεται να είναι σταθερή, με ενδείξεις για βελτίωση. Σχήμα 3: Εξέλιξη ενεργειακής και περιβαλλοντικής αποδοτικότητας Στο Σχήμα 4 Αναδεικνύεται η μέση ενεργειακή και περιβαλλοντική απόδοση των κρατών μελών της ΕΕ. Το διάγραμμα χωρίζεται σε τέσσερα ξεχωριστά τμήματα. Αξίζει να σημειωθεί ότι χώρες όπως η Γερμανία, η Σουηδία, ή η Αυστρία, με ισχυρά πρότυπα περιβαλλοντικής προστασίας φαίνεται να είναι λιγότερο αποδοτικά ενεργειακά και περιβαλλοντικά, σε σύγκριση με χώρες όπως η Δανία, το Βέλγιο, την Ισπανία, τη Γαλλία, ή την Ιρλανδία. Ένα άλλο πολύ σημαντικό θέμα είναι ότι η Φινλανδία, μια άλλη φιλική προς το περιβάλλον χώρα, φαίνεται να μην είναι αρκετά αποτελεσματική στον πρωτογενή τομέα της τόσο από ενεργειακή, όσο και από περιβαλλοντική άποψη. Τέλος, μια σειρά από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης επιτυγχάνουν χαμηλές βαθμολογίες αποδοτικότητας, η οποία μπορεί να χαρακτηριστεί ως αναμενόμενη, λόγω του χαμηλού επιπέδου της τεχνολογίας που εφαρμόζεται στην πρωτογενή παραγωγική διαδικασία.

Σχήμα 4: Ενεργειακό και περιβαλλοντικό Matrix αποδοτικότητας Τέλος, ο Πίνακας 7 παρουσιάζει τις μέσες τιμές της αποτελεσματικότητας με τρεις διαφορετικούς τρόπους. Στην πρώτη στήλη εμφανίζεται η μέση απόδοση για την περίοδο 2001 2008, ενώ στις επόμενες δύο στήλες υπάρχουν μέσες βαθμολογίες απόδοσης για δύο διαφορετικές χρονικές περιόδους. Η πρώτη στήλη αναφέρεται στην περίοδο της πλήρους σύνδεσης της χορήγησης των επιδοτήσεων με την παραγωγή και η δεύτερη μετά την εφαρμογή του συστήματος των αποσυνδεδεμένων επιδοτήσεων. Λόγω έλλειψης στοιχείων, οι αριθμοί των ετών για τα δύο επιμέρους περιόδους που δεν είναι ίσες. Υπάρχουν, όμως, σημαντικές ενδείξεις για την πλειοψηφία των κρατών μελών ότι το νέο σύστημα διαχείρισης των επιδοτήσεων, δεν παρέχει επαρκή κίνητρα για περαιτέρω βελτίωση τόσο της ενεργειακής, όσο και περιβαλλοντικής απόδοσης, παρά το γεγονός ότι αυτό ήταν και εξακολουθεί να είναι ένας από τους σημαντικότερους στόχους της ΚΑΠ. Πέρα από τις προπορευόμενες σε απόδοση χώρες, οι μόνες που βελτίωσαν τις επιδόσεις τους είναι το Ηνωμένο Βασίλειο, η Πορτογαλία, η Γερμανία, η Αυστρία, η Πολωνία, η Λιθουανία και η Λετονία Όλα αυτά τα ευρήματα θα πρέπει να επιβεβαιωθούν μετά την ολοκλήρωση της περιόδου 2007 2013, όταν όλα τα απαραίτητα στοιχεία θα είναι διαθέσιμα. Παρόλα αυτά, είναι προφανές ότι μεταξύ των χωρών της ΕΕ, παρά το γεγονός ότι υπάρχει μια κοινή γεωργική πολιτική που υλοποιείται από την ίδρυση της ΕΕ, υπάρχουν σημαντικές διαφορές σε σημαντικά ζητήματα για την Ευρώπη, όπως και για την ενεργειακή και περιβαλλοντική απόδοση των πρωτογενών τομέων των χωρών μελών. Τα ευρήματα αυτά ποσοτικοποιούν αυτές τις διαφορές και παρέχουν χρήσιμες πληροφορίες για τον επανασχεδιασμό των προϋποθέσεων της ΚΑΠ όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση και την προστασία του περιβάλλοντος στον πρωτογενή τομέα, στην αύξηση της συνοχής και του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος σε μια αγορά τροφίμων, όπου ενεργειακή και περιβαλλοντική απόδοση επιδρούν ολοένα και πιο σημαντικά στις συμπεριφορές των καταναλωτών.

Πίνακας 7: Ενεργειακή και περιβαλλοντική αποδοτικότητα ανά χώρα μέλος της ΕΕ Μέση αποδοτικότητα Διαφορές Xώρες 2001 2008 2001 2006 2007 2008 Δανία 1,000 1,000 1,000 Ισπανία 1,000 1,000 1,000 Ολλανδία 1,000 1,000 1,000 Ιταλία 1,000 1,000 1,000 Βέλγιο 1,000 1,000 1,000 Βουλγαρία 1,000 1,000 1,000 Γαλλία 0,932 0,948 0,884 Ρουμανία 0,902 1,000 0,609 Ιρλανδία 0,897 0,948 0,742 Λουξεμβούργο 0,845 0,873 0,760 Ουγγαρία 0,830 0,857 0,748 Ηνωμένο Βασίλειο 0,784 0,774 0,815 Πορτογαλία 0,780 0,773 0,801 Ελλάδα 0,772 0,846 0,550 Γερμανία 0,729 0,698 0,820 Εσθονία 0,678 0,681 0,668 Σουηδία 0,651 0,704 0,490 Αυστρία 0,624 0,617 0,648 Δημοκρατία της Τσεχίας 0,610 0,710 0,309 Πολωνία 0,599 0,541 0,773 Σλοβενία 0,493 0,533 0,370 Φινλανδία 0,477 0,504 0,397 Σλοβακία 0,444 0,452 0,419 Λιθουανία 0,439 0,412 0,521 Λετονία 0,419 0,314 0,733 Μέσος Όρος 0,756 0,767 0,722 Από τον προηγούμενο πίνακα προκύπτει να υπάρχουν σημαντικές αλλαγές της ενεργειακής και περιβαλλοντικής απόδοσης μετά την εφαρμογή της νέας ΚΑΠ. Προκειμένου να ελεγχθεί η σημαντικότητά της εφαρμόζεται το Mann Whitney Test, ελέγχοντας δύο υποθέσεις. Η πρώτη δέχεται ότι ο μέσος ενεργειακής και περιβαλλοντικής αποδοτικότητα δεν έχει αλλάξει σημαντικά μετά την εφαρμογή του νέου καθεστώτος αποσυνδεδεμένων επιδοτήσεων της ΚΑΠ, και η δεύτερη αποδέχεται ότι δεν υπάρχει σημαντική διαφορά της μέσης αποδοτικότητας μεταξύ νέων και παλαιών κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ως νέες χαρακτηρίζονται χώρες που εντάχθηκαν στην ΕΕ μετά το έτος 2004. Ο ακόλουθος πίνακας παρουσιάζει τα αποτελέσματα του τεστ.

Πίνακας 8: Αποτελέσματα του Mann Whitney Test Υπόθεση Ζ Value Prob. > z Απόφαση Η μέση ενεργειακή και περιβαλλοντική αποδοτικότητα δεν έχει αλλάξει σημαντικά μετά την εφαρμογή του 0,705 0,4801 Δεν απορρίπτεται νέου καθεστώτος αποσυνδεδεμένων επιδοτήσεων Η μέση ενεργειακή και περιβαλλοντική αποδοτικότητα των παλαιών κρατών δε διαφέρει σημαντικά με αυτή των νέων 2,26 0,023 Απορρίπτεται Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία για την εφαρμογή του νέου καθεστώτος της ΚΓΠ, παρόλο που η μέση αποδοτικότητα φαίνεται να μειώνεται, η μείωση αυτή δεν είναι στατιστικά σημαντική Αντιθέτως, υπάρχει σημαντική διαφορά μεταξύ των παλαιών και των νέων κρατών μελών της ΕΕ, προκρίνοντας την ανάγκη για εντονότερη εφαρμογή των φιλοπεριβαλλοντικών πολιτικών στις χώρες αυτές. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Η έρευνα αυτή είναι μια προσπάθεια να αξιολογηθεί η τεχνική αποτελεσματικότητα και η αλλαγή της τεχνικής αποτελεσματικότητας του γεωργικού τομέα των κρατών μελών της ΕΕ για την περίοδο 2003 2011. Δύο μεθοδολογίες έχουν εφαρμοστεί: Η Windows DEA Analysis και η SFA. Για το σκοπό αυτό, η Γη, η Εργασία και το Κεφαλαίο χρησιμοποιήθηκαν ως εισροές της γεωργικής παραγωγής της κάθε χώρας και ο παραγόμενος πλούτος ως εκροή. Τα αποτελέσματα των δύο μοντέλων δείχνουν ότι υπάρχει μια συνολική μικρή αλλά σημαντική αλλαγή απόδοσης. Υπάρχουν επίσης σημαντικές διαφορές όσον αφορά τα επίπεδα απόδοσης μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, με τις χώρες της βόρειας Ευρώπης να επιτύγχάνουν τις υψηλότερες βαθμολογίες και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης να είναι οι πιο αναποτελεσματικές. Αρκετά σημαντική είναι η ομοιότητα στην κατάταξη των χωρών της ΕΕ, όσον αφορά την αποτελεσματικότητά τους, η οποία προκύπτει από διαφορετικές μεθοδολογικές προσεγγίσεις, μιας παραμετρικής και μιας μη παραμετρικής. Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει βελτίωση της απόδοσης μετά την εφαρμογή του νέου πλαισίου διαχείρισης των επιδοτήσεων. Λόγω του γεγονότος ότι μέχρι τώρα τα διαθέσιμα δεδομένα που αφορούν το νέο καθεστώς είναι μάλλον περιορισμένη, η βελτίωση της απόδοσης δεν μπορεί να συνδεθεί άμεσα με το νέο καθεστώς επιδότησης. Μετά την ολοκλήρωση αυτής της περιόδου, το θέμα αυτό πρέπει να ερευνηθεί ξανά, επειδή η βελτίωση της αποδοτικότητας είναι ένας στόχος της τρέχουσας ΚΑΠ. Παρόλα αυτά, τα παρόντα αποτελέσματα παρέχουν ενδείξεις για μια θετική σχέση μεταξύ της μεταρρύθμισης της ΚΑΠ και της αποτελεσματικότητας. Η εφαρμογή του Mann Whitney U test αποδεικνύει ότι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, είναι σημαντικά λιγότερο αποτελεσματικές, σε σύγκριση με τα παλαιότερα κράτη μέλη. Η διαπίστωση αυτή ισχύει και για τις δύο μεθοδολογίες μέτρησης της αποδοτικότητας, ενισχύοντας με αυτόν τον τρόπο την εγκυρότητα των αποτελεσμάτων. Έτσι, οι κατευθυντήριες γραμμές της πολιτικής θα πρέπει να λάβουν υπόψη το χάσμα απόδοσης μεταξύ των παλαιότερων και των νεότερων κρατών μελών. Λαμβάνοντας υπόψη τα στατιστικά στοιχεία εισροών και εκροών, είναι προφανές ότι η γεωργική παραγωγή αυξάνεται συνεχώς μετά το έτος 2007 και υπάρχει μια σημαντική στροφή της γεωργίας από έντασης εργασίας να μεταλλάσσεται σε μια γεωργία έντασης κεφαλαίου. Η τάση αυτή είναι σε

θέση να βελτιώσει το επίπεδο επιχειρηματικότητας στον τομέα της γεωργίας της ΕΕ στο εγγύς μέλλον. Όσον αφορά στην ενεργειακή και περιβαλλοντική αποδοτικότητα, ίσως το πιο σημαντικό εύρημα, ιδίως για τα παλαιά κράτη μέλη, είναι ότι αν και για πολλά χρόνια υλοποιείται η ίδια ΚΑΠ, η διακύμανση της αποδοτικότητας δεν είναι αρκετά μεγάλη, που σημαίνει ότι άλλες παράμετροι διαμορφώνουν τη ζήτηση για ενέργεια και το μείγμα των βασικών εισροών για τη γεωργική παραγωγή. Αυτή η διαφοροποίηση διαμορφώνει ένα αρκετά ανταγωνιστικό περιβάλλον, γιατί αποτελεσματικές και μη αποτελεσματικές χώρες πρέπει να προωθούν τα γεωργικά προϊόντα τους σε μια κοινή αγορά χωρίς φραγμούς στο εμπόριο. Στο άμεσο μέλλον, η φιλική προς το περιβάλλον παραγωγή θα είναι μία από τις σημαντικότερες παραμέτρους για τη διαμόρφωση ενός ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος και θα πρέπει να υπάρχουν ισχυρές και μετρήσιμες αποδείξεις για αυτό. Θεωρούμε ότι είναι πολύ σημαντικό τη χρονική αυτή στιγμή που επιχειρείται μια ανασυγκρότηση του πρωτογενή τομέα της χώρας, με ταυτόχρονο επαναπροσδιορισμό των παραγωγικών και επιχειρησιακών στόχων, να παρουσιάζεται το επίπεδο ανταγωνιστικότητας, ενεργειακής και περιβαλλοντικής αποδοτικότητας της χώρας. Η βελτίωση των σχετικών δεικτών περνούν μέσα από σειρά στοχευμένων επενδύσεων σε νέα τεχνολογία, αλλά και βελτίωση του συνόλου των χρησιμοποιούμενων συντελεστών παραγωγής. Αποτελεί πεποίθησή μας ότι η βελτίωση των οικονομικών δεικτών και αποτελεσμάτων της γεωργίας και κτηνοτροφίας δεν μπορεί αυτή τη στιγμή να επιτευχθεί μέσα από την πραγματοποίηση επενδύσεων υψηλού ρίσκου που απαιτούν σημαντικές ποσότητες κεφαλαίου. Το κόστος δανεισμού τόσο για καθαρά επενδυτικούς σκοπούς, όσο και για λειτουργικούς, παραμένει σε πολύ υψηλά επίπεδα. Αυτό το άνοιγμα της ψαλίδας που βιώνουν οι ελληνικές γεωργικές εκμεταλλεύσεις, σε σύγκριση με τις υπόλοιπες της ΕΕ, σε συνδυασμό με τις σημαντικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο χώρος στο στάδιο της εμπορίας, δεν επιτρέπει την ανάληψη επιπλέον ρίσκου, που συνήθως συνοδεύει την ανάπτυξη νέων παραγωγικών δραστηριοτήτων. Οι κατευθυντήριες γραμμές της νέας ΚΑΠ δημιουργούν ένα δίχτυ εισοδηματικής ασφάλειας στο σύνολο των απασχολουμένων στον πρωτογενή τομέα και ενισχύει δράσης που μπορούν να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητα των γεωργικών εκμεταλλεύσεων μέσα από τη βελτίωση των τεχνικών χαρακτηριστικών των προϊόντων, μείωσης του κόστους παραγωγής, καθετοποίησης της παραγωγικής διαδικασίας και μείωσης των περιβαλλοντικών επιβαρύνσεων που συνήθως συνοδεύουν μια παραγωγική διαδικασία. Το γεγονός ότι η Ελληνική γεωργία και κτηνοτροφία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την παραγωγή τροφίμων υψηλής διατροφικής αξίας, θα πρέπει να αποτελέσει το σημείο εκκίνησης για την καθετοποίησή της και εναρμόνισής της με τα σύγχρονα διατροφικά πρότυπα και δεδομένα.

Βιβλιογραφία Banker, R. D., Charnes, A. & Cooper, W. (1984). Some models for estimating technical and scale inefficiencies in Data Envelopment Analysis, Management Science, 30(9): 1078 1092 Banker, R. D., Conrad, R. F., and Strauss, R. P. (1986). A comparative application of data envelopment analysis and translog methods: an illustrative study of hospital production., Management Science, 32(1): 30 44. Battese, G.E. and Coelli, T.J. (1992). Frontier Production Functions, Technical Efficiency and Panel Data: With Application to Paddy Farmers in India., Journal of Productivity Analysis. 3: 153 169. Charnes, A., Cooper, W. W. and Rhodes, E. (1978). Measuring the efficiency of decision making units, European Journal of Operational Research, 2(6): 429 444 Coelli, T. J., Rao, D. S. P., O Donnel, C.G. and Battese, G. E. (2005). An introduction to efficiency and Productivity Analysis 2nd Edition, New York: Springer Science i Business Media Chau, N. and H. de Gorter (2005). Disentangling the Consequences of Direct Payment Schemes in Agriculture on Fixed Costs, Exit, and Output., American Journal of Agricultural Economics 87(5): 1174 1181. Cooper, W.W., Seiford, L.M. and K. Tone (2000). Data Envelopment Analysis: A Comprehensive Text with Models, Applications, References and DEA Solver Software., Boston: Kluwer Academic Publishers. Eurostat (2013) Available at: http://epp.eurostat.ec.europa.eu/portal/page/portal/statistics/search_database Farrell, M. J. (1957). The measurement of productive efficiency, Journal of the Royal Statistical Society A, 120(3): 253 281 Femenia, F., A. Gohin and A. Carpentier (2010). The Decoupling of Farm Programs: Revisiting the Wealth Effect, American Journal of Agricultural Economics 92(3): 836 848. Hadley, D. (2006). Patterns in Technical Efficiency and Technical Change at the Farm level in England and Wales, 1982 2002., Journal of Agricultural Economics 57(1): 81 100. Headey, D., Alauddin, M., Prasada Rao, D. (2010). Explaining agricultural productivity growth: an international perspective. Agricultural Economics 41, pp. 1 14. Hennessy, D. (1998). Production Effects of Income Support under Uncertainty., American Journal of Agricultural Economics 80(February): 46 57. Iraizoz, B., I. Bardaji and M. Rapun (2005). The Spanish beef sector in the 1990s: impact of the BSE crisis on efficiency and profitability., Applied Economics 37(4): 473 484. Karagiannis, G. and A. Sarris (2005). Measuring and explaining scale efficiency with the parametric approach: the case of Greek tobacco growers., Agricultural Economics 33(s3): 441 451. Key, N, R. Lubowski and M. Roberts (2005). Farm Level Production Effects from Participation in Government Commodity Programs: Did the 1996 Federal Agricultural Improvement and Reform Act Make a Difference?, American Journal of Agricultural Economics 87(5): 1211 1219. Madau, F. (2012). Technical and scale efficiency in the Italian Citrus Farming: A comparison between Stochastic Frontier Analysis (SFA) and Data Envelopment Analysis(DEA) Models., Munich Personal RePEc Archive MPRA Paper No. 41403. Mann H.B. and D. R. Whitney (1947). On a test of whether one of two random variables is stochastically larger than the other., Annals of Mathematical Statistics 18(50): 50 60. Polyzos, S., Niavis, S. and T. Pnevmatikos (2012). Longitudinal Evaluation of Greek Regional Policies Using Window Data Envelopment Analysis., MIBES Transactions 6(1): 53 65.

Rezitis, A. N., K. Tsiboukas and S. Tsoukalas (2003). Investigation of Factors Influencing the Technical Efficiency of Agricultural Producers Participating in Farm Credit Programs: The Case of Greece., Journal of Agricultural and Applied Economics 35(03). Serasinghe, R., Mahipala M., Gunaratne, L. (2003). Comparison of Stochastic Frontier Analysis (SFA) and Data Envelopment Analysis (DEA) to Evaluate Technical Efficiency: Illustrated by Efficiency Analysis of Cattle Farming Systems in Up Country Wet Zone of Sri Lanka., Tropical Agricultural Research, Vol. 15, pp. 217 225. Serra, T., D. Zilberman, B. K. Goodwin and A. Featherstone (2006). Effects of decoupling on the mean and variability of output., European Review of Agricultural Economics 33(3): 269 288. Sharma, K. R., Leung, P., & Zaleski, H. M. (1997). Productive efficiency of the swine industry in Hawaii: stochastic frontier vs. data envelopment analysis., Journal of Productivity Analysis, 8(4), 447 459. Skuras, D., K. Tsekouras, E. Dimara and D. Tzelepis (2006). The Effects of Regional Capital Subsidies on Productivity Growth: A Case Study of the Greek Food and Beverage Manufacturing Industry., Journal of Regional Science 46(2): 355 381. Zamanian, Gh., V. Shahabinejad,, and M. Yaghoubi (2013). Application of DEA and SFA on the Measurement of AgriculturalTechnical Efficiency in MENA Countries., International Journal of Applied Operational Research, Vol.3, No2, pp. 43 51. Zhu, J. (2003). Quantitative Models for Performance Evaluation and Benchmarking: Data Envelopment Analysis with Spreadsheets., Boston: Kluwer Academic Publishers. Zhu, X., Al. Lansink (2008). Technical Efficiency of the Crop Farms under the Various CAP Reforms: Empirical Studies for Germany, the Netherlands and Sweden., Paper prepared for presentation at the 107th EAAE Seminar Modelling of Agricultural and Rural Development Policies. Sevilla, Spain. Wang, T. F., Cullinane, K. and Song, D. W. (2005) Container Port Production and Economic Efficiency, New York: Palgrave McMillan