Απ όποια σκοπιά και αν το δεις, η παιδική εργασία σοκάρει. Η παραβίαση των δικαιωμάτων είναι μια από αυτές και επίσης η μόνη που μπορεί να προσφέρει λύσεις στο δεδομένο θεσμικό πλαίσιο. Όμως, δεν αρκεί ή έστω, δεν αρκεί πάντα. Υπάρχουν κι άλλες λύσεις και μας αφορούν όλους. από την Σίσσυ Ανδριτσοπούλου Η μικρή Μαρία, εννιά χρονών, ήρθε προχθές στο σπίτι μας μαζί με τον μπαμπά και τον θείο της για να μαζέψουν κάτι παλιοσίδερα. Ναι, η Μαρία είναι «τσιγγανάκι» και ναι, τους βοηθούσε πραγματικά να φορτώσουν τους σκουριασμένους πασσάλους στο ημιφορτηγό. Και μάλιστα, με γυμνά χέρια. Δεν ξέρω τι θα έγραφε η Σάντυ Τσαντάκη αν την έβλεπε, όμως ακόμη κι εγώ που φοβάμαι ότι δεν υπήρξα και τόσο σχολαστική ως μητέρα μικρού παιδιού θυμήθηκα όλο τον κατάλογο των απαραίτητων εμβολίων καθώς την παρακολουθούσα. Και βέβαια όχι, η Μαρία δεν πηγαίνει σχολείο. Πρέπει να εξομολογηθώ ότι η σχολή του σχετικισμού με έχει επηρεάσει: δηλώνω ευθαρσώς οπαδός των δικαιωμάτων, αλλά προσπαθώ να θυμάμαι πάντα ότι δεν βλέπουν όλοι τον κόσμο με τα δικά μου μάτια. Θα έπρεπε λοιπόν να επιβληθεί στον πατέρα της Μαρίας η τιμωρία που προβλέπει ο νόμος αφού η φοίτηση μέχρι το Γυμνάσιο είναι υποχρεωτική; Μεταξύ μας πάντα, έχω θέμα και με τις τιμωρίες, από αυτές που θεωρούνται απλές μέχρι τη φυλάκιση και βάλε. Δηλαδή, αν ο πατέρας της Μαρίας πάει στη φυλακή, η Μαρία θα πάει σχολείο; Φοβάμαι πως όχι, γιατί ο λόγος που δεν πάει σχολείο είναι γιατί ο πατέρας της δεν το θεωρεί απαραίτητο για το παιδί του. Εγώ πάλι θα ήθελα να πηγαίνει η Μαρία στο σχολείο γιατί ξέρω ότι όσα μαθαίνει δίπλα στον πατέρα της και με τον τρόπο των Τσιγγάνων δεν έχουν αντίκρισμα στον «δικό μας κόσμο» παρά μόνον μέσα την ομάδα της. Όμως έχω δικαίωμα να αποφασίσω εγώ για την τύχη του παιδιού και ταυτόχρονα έχω δικαίωμα να σιωπήσω ενώ ξέρω; Ευτυχώς, ο Γιώργος Μόσχος, ο αρμόδιος για την τήρηση της νομοθεσίας για τα δικαιώματα του παιδιού στην Ελλάδα βοηθός Συνήγορος του Πολίτη είναι προσγειωμένος άνθρωπος, πολύ καλός επιστήμονας και το κυριότερο, έχει ευαισθησία και ενσυναίσθηση. Στη συζήτηση που είχαμε πρόσφατα τέθηκε και το ζήτημα αυτό και μάλιστα επιθετικά, επειδή έχω πάρει στα σοβαρά το ρόλο μου ως δημοσιογράφος. Kαι τί κάνετε κύριε Συνήγορε για την καθυστέρηση της καθιέρωσης της 12ετούς φοίτησης στο σχολείο; Ο Γιώργος Μόσχος με αποστόμωσε: «Γιατί, πετύχαμε την εφαρμογή της 9ετούς υποχρεωτικής φοίτησης, ή της 10ετούς, αφού προστέθηκε και το νηπιαγωγείο- και θέλουμε να πάμε στην 12ετή;». Οι απόψεις του Συνηγόρου του Παιδιού πηγαίνουν, ευτυχώς κατά τη γνώμη μου, πέρα από την μονοδιάστατη και γι αυτό απονευρωμένη εξίσωση, παράβαση-τιμωρία. «Αν ένα παιδί 5 ως 16 χρόνων δεν πηγαίνει στο σχολείο από παράλειψη των γονιών ή όσων έχουν την επιμέλεια, τότε σύμφωνα με το νόμο (1566/85) μπορεί να τους επιβληθεί από το 1 / 5
δικαστήριο ή την Νομαρχία -στην οποία έχει μεταβιβαστεί η σχετική αρμοδιότητα- πρόστιμο από 60 μέχρι μερικές εκατοντάδες Ευρώ. Αν οι γονείς αρνηθούν να πληρώσουν ή εξακολουθούν να παραμελούν την φοίτηση του παιδιού τους, τότε οι συνέπειες γίνονται σοβαρότερες και μπορεί να φτάνουν μέχρι και αφαίρεση της επιμέλειας. Όμως, το πρόστιμο από μόνο του δεν μπορεί να φέρει τη λύση στο πρόβλημα. Ας πούμε, θα πιάσεις τον τσιγγάνο και θα τον τιμωρήσεις. Και τι έγινε; Νομίζω ότι καλύτερα αποτελέσματα θα είχαμε αν υπήρχαν κίνητρα, υποστήριξη και τακτική παρακολούθηση των οικογενειών των οποίων τα παιδιά δεν φοιτούν στο σχολείο, παρά με την απλή επιβολή προστίμων. Κι ύστερα, δεν είναι μόνον τα παιδιά που δεν εγγράφονται ποτέ στο σχολείο, αλλά και τα παιδιά που διαρρέουν πρόωρα. Κι εκεί, σημασία έχει να προλάβουμε, να μην αφήσουμε να σπάσει η σχέση του παιδιού με το σχολείο». Ποιες είναι οι περιπτώσεις που χτυπάει το καμπανάκι της προειδοποίησης; Το παιδί που μένει στην ίδια τάξη, που δεν συμμετέχει κανονικά στο μάθημα, το παιδί που κάνει πολλές απουσίες. Αυτά τα παιδιά πρέπει να μπορούμε να τα κρατήσουμε και να τα τραβήξουμε πίσω στο σχολείο.. Και τί μπορεί να κάνει ένας εκπαιδευτικός ή το σχολείο; Αν ένας μαθητής διαρρέει ή δεν φοιτά κανονικά, προβλέπονται κάποιες διαδικασίες για να λάβουν γνώση οι γονείς, ο σύλλογος των διδασκόντων, κλπ. Δεν υπάρχει βέβαια θεσμοθετημένη η υποχρέωση του σχολείου να ζητήσει από κάποια κοινωνική υπηρεσία να παρέμβει, υπάρχουν όμως κανόνες δικαίου που το επιτρέπουν. Μπορεί λοιπόν το σχολείο να ζητήσει από μια κοινωνική υπηρεσία να επισκεφθεί το σπίτι γιατί μόνον αυτή έχει τέτοιο δικαίωμα-, να εξηγήσει την κατάσταση και το κυριότερο, να παρακινήσει την οικογένεια να φροντίσει τη φοίτηση του παιδιού. Ο κοινωνικός λειτουργός εξηγεί ότι το δικαστήριο ή ο εισαγγελέας μπορούν να πάρουν οποιοδήποτε πρόσφορο μέτρο, ακόμη και να αφαιρέσουν την επιμέλεια, σύμφωνα με την πρόβλεψη του 1532 του Αστικού Κώδικα που αναφέρεται στην κακή άσκηση του γονεϊκού ρόλου. Μερικές φορές, οι γονείς ανταποκρίνονται στην πίεση, γιατί φοβούνται ή γιατί πείθονται, δεν έχει σημασία. Άλλες φορές πάλι, η κατάσταση είναι τόσο δύσκολη που πρέπει να ληφθούν άλλα μέτρα κι αυτό το κάνει η κοινωνική υπηρεσία, σε συνεργασία αν χρειαστεί- με τον εισαγγελέα ανηλίκων. Σε κάποιες περιπτώσεις σχολεία ζητούν από μας να παρέμβουμε για την ενεργοποίηση της κοινωνικής υπηρεσίας. Ωστόσο επιμένω ότι τα σχολεία έχουν δυνατότητα να απευθυνθούν στις κοινωνικές υπηρεσίες για τον έλεγχο των αιτίων της ελλιπούς ή της διακοπής σχολικής φοίτησης ενός παιδιού. Ο Συνήγορος έχει ασχοληθεί με αρκετές τέτοιες υποθέσεις. Σε μια από αυτές, που αντιμετωπίσαμε πρόσφατα, υπήρχε ένας αλκοολικός πατέρας, μια εξαφανισμένη μητέρα και τα παιδιά σταμάτησαν να φοιτούν. Σε τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να αποφασιστεί από τον εισαγγελέα ακόμη και απομάκρυνση των παιδιών από το οικογενειακό περιβάλλον. Και τί γίνεται μετά; Πρώτα απ όλα, υπάρχουν φορείς που φιλοξενούν τα παιδιά όταν αποφασίζεται η προσωρινή απομάκρυνση. Βάσει της νομοθεσίας η απομάκρυνση, εφόσον δεν πρόκειται για πλήρη αφαίρεση επιμέλειας, αναθεωρείται, παρακολουθείται και κρίνεται ανάλογα με το 2 / 5
συμφέρον του παιδιού. Να, στην περίπτωση που σας έλεγα, τα παιδιά θα μπορούσαν να επιστρέψουν στον πατέρα, αν αυτός παρακολουθήσει κάποιο ειδικό θεραπευτικό πρόγραμμα. Εδώ ο ρόλος των κοινωνικών υπηρεσιών είναι πολύ σημαντικός για την παρακολούθηση και στήριξη των μελών της οικογένειας. Μόνο που οι υπηρεσίες αυτές πρέπει να είναι πιο ισχυρές Γιατί αλλιώς τα παιδιά καταλήγουν στο δρόμο ή στη δουλειά. Η μήπως είναι το ίδιο; Α, η παιδική εργασία είναι μεγάλο θέμα. Κοιτάξτε, η εισαγόμενη παιδική εργασία έχει περιοριστεί. Ήταν στο ύψιστο το 1998-99, περιορίστηκε με αστυνομικούς τρόπους, πήγαν πολλά παιδιά σε ιδρύματα, τώρα πια δεν τα βλέπουμε στα φανάρια. Αυτό είναι ένα θετικό βήμα. Δεν είναι στα φανάρια, ξέρουμε βέβαια ότι κάποια παιδιά ακόμη ζητιανεύουν, πουλάνε χαρτομάντιλα ή λουλούδια, ή εργάζονται σε άλλες παρόμοιες εργασίες. Δεν είναι μεγάλοι αριθμοί αλλά υπαρκτοί. Εμένα βέβαια, αυτό που με ανησυχεί ιδιαίτερα δεν είναι μόνο οι απόλυτα απαγορευμένες μορφές παιδικής εργασίας, όπως η επαιτεία, η πορνεία, η χρησιμοποίηση παιδιών σε εργασίες του δρόμου κλπ, αλλά και η εργασία παιδιών και εφήβων σε υποτιθέμενα νόμιμα περιβάλλοντα εργασίας, όπου όμως δουλεύουν κάτω από μη νόμιμες συνθήκες Στη χώρα μας, εκτιμούμε ότι το 90% των εφήβων που εργάζονται, είναι ανασφάλιστοι, παιδιά από 10-11 χρόνων μέχρι τα 18 τους. Εννοείτε τα παιδιά που δουλεύουν σε οικογενειακές επιχειρήσεις; Όχι, βέβαια, δεν εννοώ τα παιδιά που δουλεύουν στην οικογενειακή επιχείρηση, μαζί με τους δικούς του, αλλά για παιδιά που δουλεύουν εκτός της οικογενειακής δραστηριότητας, σε άλλον εργοδότη. Το ζήτημα είναι ότι δουλεύουν χωρίς ασφάλιση και πολλές φορές σε συνθήκες επικίνδυνες ή επιβαρυντικές. Δεν είναι μόνον οι καλοκαιρινές δουλειές, υπάρχουν πολλά παιδιά που πάνε και στο ημερήσιο σχολείο και δουλεύουν κανονικά το απόγευμα. Ευθύνη έχουμε όλοι, πολίτες και κράτος ώστε να μην ανεχόμαστε την παράνομη παιδική εργασία. Βέβαια υπάρχει ένα δίλημμα, που προβάλλουν πολλές φορές οι υπεύθυνοι της επιθεώρησης εργασίας: αν ελέγξουμε τους χώρους εργασίας και τις συνθήκες δουλειάς των ανηλίκων, είναι πολύ πιθανό να προκαλέσουμε την απόλυσή τους, που σημαίνει ότι οι οικογένειές τους θα στερηθούν από ένα εισόδημα, ορισμένες φορές μάλιστα το μοναδικό!. Αυτό μπορεί πράγματι να συμβεί. Όμως, γιατί ένας εργοδότης να προτιμήσει το νεώτερο έναντι του μεγαλύτερου εργαζόμενου; Δεν θα το έκανε, παρά μόνο αν ο νεότερος έχει κάποιο πλεονέκτημα, όπως ότι «κοστίζει» λιγότερο. Αν λοιπόν υπήρχε μια επιδοματική πολιτική ως προς την απασχόληση των ανηλίκων, ίσως μπορούσε να αποφευχθεί η ανασφάλιστη εργασία. Στην Ισπανία για παράδειγμα εφαρμόζουν τα προγράμματα μαθητείας. Το κράτος επιχορηγεί εργοδότες που παίρνουν στη δουλειά τους ανηλίκους στη νόμιμη ηλικία, με συμβόλαια μαθητείας. Μακάρι να καθιερωθούν και στην Ελλάδα τέτοιοι θεσμοί. Στο μεταξύ όμως με τους ελέγχους τί γίνεται; Μπορούν να εμποδίσουν την επέκταση του φαινομένου; Έχω τη γνώμη ότι έλεγχος πρέπει να γίνεται και από τον πολίτη και από το κράτος. Τόσο στις εργασίες σε «νόμιμα» περιβάλλοντα απασχόλησης, όσο και στον δρόμο ή οπουδήποτε. Όμως ερχόμαστε πάλι στο ίδιο πρόβλημα. Ας πούμε ότι καταφέρναμε να ξεπεράσουμε το 3 / 5
ζήτημα των αρμοδιοτήτων, δηλαδή ποια υπηρεσία θα κάνει τον έλεγχο, μένει πάλι το θέμα πώς θα γίνει ο έλεγχος και που θα καταλήξει. Είναι γεγονός ότι στις αρμόδιες υπηρεσίες, ακόμη και στην αστυνομία, λείπουν τα εξειδικευμένα στελέχη που θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα πέρα από τη σύλληψη του υπεύθυνου. Πιστεύω ότι ο έλεγχος της παράνομης παιδικής εργασίας δεν εξαρτάται τόσο από τις συλλήψεις των παρανομούντων (αν και χρειάζεται να υπάρχουν και αυτές) όσο από την επάρκεια των υποστηρικτικών υπηρεσιών, που θα διερευνούν τις ανάγκες των ανηλίκων και των οικογενειών τους και θα εισηγούνται σε αυτούς εναλλακτικούς τρόπους εξασφάλισης των απαραίτητων για την κάλυψη των βιοτικών τους αναγκών. Γιατί, πολλές φορές η οικογένεια το χρειάζεται αυτό το εισόδημα. Τι να κάνεις; Να τους καταγγείλεις; Επιβάλλονται πρόστιμα ή προσωποκράτηση, αλλά δεν ωφελεί. Στα παιδιά του δρόμου που είναι η πιο ευάλωτη ομάδα, μόνον σε ακραίες περιπτώσεις η λύση είναι η ενεργοποίηση του εισαγγελέα ανηλίκων για να απομακρυνθούν από τους δικούς τους. Χρειάζεται να γίνονται κοινωνικές παρεμβάσεις στήριξης των οικογενειών, μόνον έτσι μπορεί να διασφαλιστεί και η προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού. Είπατε πριν ότι και ο πολίτης έχει ευθύνη στον έλεγχο αυτής της κατάστασης. Γιατί το λέτε αυτό; Πιστεύω ότι χρειάζεται μια ευρύτατη ενημερωτική εκστρατεία, και μάλιστα στο δρόμο, για να μην δίνουν οι πολίτες χρήματα στα μικρά παιδιά που επαιτούν ή που πουλάν μικροαντικείμενα. Αν κανείς δεν τους έδινε χρήματα, δηλαδή αν δεν υπήρχε ζήτηση, τότε θα μειωνόταν και η προσφορά, δηλαδή η παιδική εργασία. Είναι απλό, ο γονιός στέλνει το παιδί να ζητιανέψει γιατί ξέρει ότι θα βγάλει περισσότερα από τον ίδιο. Αν αυτό δεν ίσχυε, τότε δεν θα το έστελνε. Για αυτό δεν πρέπει να δίνουμε λεφτά. Δεν είναι λίγο αμήχανο να σε βλέπει το παιδί και συ να λες όχι, δεν σου δίνω; Κι όμως, αν θέλεις κάτι να προσφέρεις στο παιδί, πάρε καλύτερα γλυκό ή κάτι άλλο να φάει. Αλλιώς, γίνεσαι και εσύ μέρος ενός συστήματος που αναπαράγει την εκμετάλλευση, δεν θα σταματήσει ποτέ έτσι. Μα, αν δεν δώσω, φοβάμαι ότι το συγκεκριμένο παιδάκι, αυτό που έχω μπροστά μου, θα φάει ξύλο... Αν δεν δώσεις σήμερα, μπορεί πράγματι να φάει ξύλο. Σ αυτό όμως ποντάρει κι αυτός που το στέλνει. Δίνοντας, βοηθάς ώστε να είναι το παιδί και την επόμενη μέρα στο δρόμο. Στις δυτικές χώρες που έχει γίνει έντονη καμπάνια και δεν δίνει κανείς, εξαφανίζεται και το φαινόμενο, σπάνια θα δεις στο δρόμο παιδιά να επαιτούν. Θα πρέπει η Πολιτεία με δημόσιους ή με ιδιωτικούς, μη κερδοσκοπικούς και ελεγχόμενους φορείς, να περνάει το μήνυμα «όχι χρήματα στα παιδιά». Παράλληλα να ενισχύσει όλες τις υπηρεσίες που μπορούν να υποστηρίξουν τις ευάλωτες οικογένειες, ώστε τα παιδιά τους να μην οδηγούνται στην παιδική εργασία Ναι, αλλά υποτίθεται ότι λείπουν τα χρήματα... Μα, δεν κοστίζει και τόσο πολύ το να ενισχύσεις τους φορείς που κάνουν πρόληψη και έγκαιρη υποστήριξη, απλώς, δυστυχώς, δεν το βλέπουμε ως αναγκαίο. Ως κοινωνία θα πρέπει να αποφασίσουμε να επενδύουμε περισσότερους πόρους σε υπηρεσίες και μέτρα για την προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών. Από τις κοινωνικές υπηρεσίες στην 4 / 5
κοινότητα, τους ειδικούς ψυχικής υγείας στα σχολεία, ακόμη και κοινωνικές υπηρεσίες στην αστυνομία. Χρειαζόμαστε ειδικές έγκαιρες υποστηρικτικές παρεμβάσεις, αντί να τρέχουμε και να ενεργοποιούμε τους κατασταλτικούς μηχανισμούς όταν τα προβλήματα έχουν γιγαντωθεί. Η συζήτηση με το Γιώργο Μόσχο σε βάζει να σκέφτεσαι. Επίσης, σε κινητοποιεί. Δεν ξέρω και δεν τον ρώτησα, αν όταν ήταν μικρός ήθελε να γίνει δάσκαλος γιατί φοβήθηκα ότι θα θεωρούσε την ερώτηση άσχετη με το θεσμικό του ρόλο για τον οποίο και μόνο συμφώνησε να μιλήσει. Μου φαίνεται όμως ο σωστός άνθρωπος στη σωστή θέση. Αν η Μαρία είναι το δέντρο, η συνθήκη της παιδικής εργασίας είναι το δάσος. Και η συζήτηση με το Συνήγορο του Παιδιού με έκανε να τα βλέπω και τα δύο. 5 / 5