ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ Θέμα πτυχιακής εργασίας: ΤΡΟΠΟΙ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΠΟΥ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΣΤΟΝ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΚΛΑΔΟ - ΜΕΤΡΑ ΠΕΡΙΣΤΟΛΗΣ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ Υποβληθείσα στην Καθηγήτρια ΕΥΑΓΓΕΛΙΔΟΥ ΑΡΤΕΜΗ από τον σπουδαστή ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟ(Νικομήδειας 04, Τ.Κ.38500,Βόλος) Καβάλα 2009
ΠΕΡΤΕΧΟΜΕΝΑ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΣΥΝΤΜΗΣΕΩΝ... - 4 - ΠΡΟΛΟΓΟΣ...- 5 - ΕΙΣΑΓΩΓΗ... - 6 - ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ- 7 - <<Η ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗ ΚΑΤ ΤΑ ΒΑΣΤΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ- 7 - ΤΗΣ>>- 7-1.1 ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΦΟΡΩΝ... - 7-1.1.1 ΑΜΕΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ... - 8-1.1.2 ΕΜΜΕΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ... - 8-1.1.3 ΔΙΠΛΗ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ... - 8-1.2 ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ... - 9-1.3 ΕΝΝΟΙΑ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ... - 10-1.4 ΟΙ ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ...- 11-1.5 ΜΕΘΟΔΟΙ ΜΕΤΡΗΣΗΣ...- 13-1.6 ΑΙΤΙΑ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ... - 14-1.7 ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ... - 17-1.8 ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ... - 20-1.9 ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ... - 22-1.9.1 ΟΙ ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΠΑΡΑΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗ ΤΑΥΤΙΖΟΝΤΑΙ... - 23 - ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ- 26 - «ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗ ΣΤΟΝ ΤΟΥΡΤΣΤΤΚΟ ΚΛΑΔΟ>>- 26-2.1 ΓΕΝΙΚΑ... - 26-2.2 ΤΡΟΠΟΙ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ... - 27-2.2.1 ΕΙΚΟΝΙΚΑ-ΠΛΑΣΤΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ... - 29-2.2.1.1 ΛΟΓΟΙ ΧΡΗΣΗΣ ΕΙΚΟΝΙΚΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ... - 30-2.2.1.2 ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΙΚΟΝΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ... - 30-2.2.1.3 ΕΚΔΟΤΕΣ ΠΛΑΣΤΩΝ ΕΙΚΟΝΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ... - 32-2.2.1.4 ΤΡΟΠΟΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΚΑΙ ΕΚΔΟΣΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ... - 34-2.3 ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ... - 36-2.3.1 ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ... - 36-2.3.2 ΟΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ... - 37-2.3.3 ΟΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΑΣΚΟΥΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ... - 37-2.3.4 ΟΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΟΥ ΑΣΚΟΥΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ... - 38-2.4 Ο ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ... - 40-2.4.1 ΕΝΝΟΙΑ-ΣΤΟΧΟΣ... - 40-2.4.2 ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ... - 40 - - 1 -
2.5 ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΕΛΕΓΧΩΝ ΣΤΙΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ...- 41-2.5.1 ΓΕΝΙΚΑ...- 41-2.5.2 ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΕΙΣ ΕΛΕΓΧΟΥ...- 41-2.5.3 ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ... - 42-2.5.4 ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ...- 42-2.5.4.1 Έλεγχος ξενοδοχειακών επιχειρήσεων - ενοικιαζόμενων δωματίων - διαμερισμάτων - κάμπινγκ...- 43-2.5.4.2 Έλεγχος επιχειρήσεων εκμετάλλευσης τουριστικών λεωφορείων και διοργάνωσης εκδρομών - περιηγήσεων με μισθωμένα ή ιδιόκτητα τουριστικά λεωφορεία...- 47-2.5.4.3 Έλεγχος επιχειρήσεων παροχής διασκέδασης και ψυχαγωγίας...- 47-2.5.4.4 Επιχειρήσεις παροχής φαγητού και ποτού για επιτόπια κατανάλωση - 49-2.5.4.5 Έλεγχος επιχειρήσεων πώλησης ειδών τουριστικού ενδιαφέροντος.. - 49 - ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ- 50 - <<ΕΡΕΥΝΑ Σ.Δ.Ο.Ε.-Υπ.Ε.Ε. ΓΙΑ ΠΑΡΑΒΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ>>- 50-3.1 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΒΑΣΕΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΟΥ Σ.Δ.Ο.Ε...- 50-3.2 ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΒΑΣΕΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΤΗΣ Υπ.Ε.Ε...- 53-3.3 ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ...- 57 - ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ- 61 - «ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ»- 61-4.1. ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ...- 61-4.1.1. ΠΡΟΣΘΕΤΟΙ ΦΟΡΟΙ...- 61-4.1.2. ΠΡΟΣΤΙΜΑ... - 62-4.1.21. ΠΡΟΣΤΙΜΑ ΕΙΚΟΝΙΚΩΝ ΤΙΜΟΛΟΓΙΩΝ...- 63-4.1.3. ΑΛΛΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ...- 64-4.2. ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΚΥΡΩΣΕΙΣ...- 65-4.2.1. Αδίκημα φοροδιαφυγής για την παράλειψη υποβολής ή την υποβολή ανακριβούς δήλωσης στη φορολογία εισοδήματος... - 65-4.2.2. Αδίκημα φοροδιαφυγής για μη απόδοση ή ανακριβή απόδοση Φ.Π.Α. και παρακρατούμενων φόρων, τελών ή εισφορών...- 66-4.2.3. Αδίκημα φοροδιαφυγής για έκδοση ή αποδοχή πλαστών, νοθευμένων ή εικονικών φορολογικών στοιχείων...- 66-4.2.4. Αυτουργοί και συνεργοί...- 67 - - 2 -
ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ- 69 - <<ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ»- 69-5.1. ΜΕΤΡΑ ΠΕΡΙΣΤΟΛΗΣ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ...- 69-5.1.1. Σύσταση Εθνικού Συμβουλίου για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής - 70-5.1.2. Κίνητρα εθελοντικής συμμόρφωσης... - 70-5.1.3. Ρυθμίσεις για νέους επιτηδευματίες...- 73-5.2. ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΤΗΣ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ...- 75-5.3 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ...- 78 - ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1...- 80 - ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2...- 82 - ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ... - 90 - - 3 -
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΣΥΝΤΜΗΣΕΩΝ Α.Δ.Ε.Δ.Υ. Α.Ε. Α.Ε.Π. Α.Λ.Π. Α.Φ.Μ. Δ.Ε.Κ. Δ.Ο.Υ. Ε.Β.Ε.Α. Ε.Γ.Λ.Σ. Ε.Ε. Ε.Ο.Τ. Ε.Φ.Κ. Η.Π.Α. Ι.Ο.Β.Ε. Κ.Α.Δ. Κ.Β.Σ. Ο.Κ.Ε. Ο.Ο.Σ.Α. Π.Δ. Π.Ε.Κ. Σ.Δ.Ο.Ε. Τ-ΔΑ Υπ.Ε.Ε. Φ.Ε.Κ. Φ.Μ.Υ. Φ.Π.Α. Φ.Π.Μ.Α. Φ.Τ.Μ. Ανώτατη Διοίκηση Ενώσεων Δημοσίων Υπαλλήλων Ανώνυμες Εταιρείες Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν Απόδειξη Λιανικής Πώλησης Αριθμός Φορολογικού Μητρώου Διαπεραστικά Ελεγκτικά Κέντρα Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αθηνών Ελληνικό Γ ενικό Λογιστικό Έλεγχο Ευρωπαϊκή Ένωση Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών Κωδικό Αριθμό Δραστηριότητας Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας κ Ανάπτυξης Προεδρικό Διάταγμα Περιφερειακά Ελεγκτικά Κέντρα Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος Τιμολόγιο-Δελτίο Αποστολής Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων Φύλλα Εφημερίδας της Κυβερνήσεως Φόρος Μισθωτών Υπηρεσιών Φόρος Προστιθέμενης Αξίας Φόρος Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας Φορολογική Ταμειακή Μηχανή - 4 -
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Οι «Τρόποι φοροδιαφυγής των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τουριστικό κλάδο - Μέτρα περιστολής του φαινομένου από την πολιτεία», που ακολουθεί παρακάτω, είναι το θέμα που αποτελεί το αντικείμενο της πτυχιακής μου εργασίας που ανέλαβα να κάνω στο πλαίσιο της σπουδαστικής μου μαθητείας στο ΤΕΙ Καβάλας του τμήματος Λογιστικής. Σκοπός της εργασίας είναι αφενός μεν να προσπαθήσει να αναλύσει μέρος του πολυσύνθετου φαινομένου, της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα, δηλαδή της παρά το νόμο αποφυγής των φορολογικών υποχρεώσεων, αφετέρου δε την αναφορά και καταγραφή των μέτρων περιστολής που έχει θέσει η Πολιτεία για την καταπολέμηση αυτού του αντικοινωνικού φαινομένου. Πέραν από την εκτίμηση της φοροδιαφυγής, γίνεται προσπάθεια εμπειρικής εκτίμησης πολυμεταβλητών υποδειγμάτων ερμηνείας αυτής στους διάφορους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας και συγκεκριμένα στον τουριστικό κλάδο. Καθώς θα αναφερθούμε στους διάφορους τρόπους που εφευρίσκουν οι τουριστικές επιχειρήσεις να φοροδιαφεύγουν. Ελπίζω το σύγγραμμα αυτό να συμβάλλει στην κατανόηση αυτού του φαινόμενου και να προσθέσει κάποιες γνώσεις στον αναγνώστη της. Στο πλαίσιο της εργασίας αυτής θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την επιβλέπουσα καθηγήτρια Ευαγγελίδου Άρτεμη για την αμέριστη συμπαράστασή και καθοδήγηση της στο όλο εγχείρημα καθώς και τους γονείς μου που με στηρίζουν σε κάθε προσπάθεια μου. - 5 -
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το θέμα της έκτασης και εξέλιξης της φοροδιαφυγής στη χώρα μας συντηρείται στην επικαιρότητα και η σχετική δημοσιογραφική ενασχόληση παραμένει έντονη, ενώ διάχυτη είναι η εντύπωση ότι πρόκειται για ιδιαίτερα εκτεταμένο φαινόμενο. Το ενδιαφέρον για την έκταση της φοροδιαφυγής συνδέεται τόσο με την απώλεια εσόδων του δημοσίου και τη συνεπαγόμενη δυσκολία του κράτους να καλύψει τα χρόνια δημόσια ελλείμματα, αλλά και με την φορολογική ανισότητα και τον αθέμιτο ανταγωνισμό που δημιουργεί μεταξύ φοροφυγάδων και των ειλικρινών φορολογουμένων, είτε πρόκειται για φυσικά είτε νομικά πρόσωπα. Αν και η εκτιμώμενη φοροδιαφυγή είναι υπολογίσιμη και διαφοροποιείται σημαντικά κατά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας και μεταξύ δημοσίων και ιδιωτικών επιχειρήσεων, φαίνεται ότι υπολείπεται αρκετά από την επικρατούσα αντίληψη ότι η φοροδιαφυγή έχει τεράστιες διαστάσεις. Μάλιστα σε μερικούς κλάδους, όπως αυτού του τουριστικού, το φαινόμενο έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις αφού καθημερινά αποκαλύπτονται νέες περιπτώσεις και νέες μορφές απάτης. Το περιεχόμενο και η δομή της πτυχιακής εργασίας αντανακλούν την προσπάθεια που έγινε για την παρουσίαση των παραπάνω ζητημάτων σχετικά με το φαινόμενο της φοροδιαφυγής σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τουριστικό κλάδο. Η σπουδαιότητα του θέματος είναι ιδιαίτερα σημαντική και αξίζει να μελετηθεί καθώς τα ποσοστά παραβατικότητας σε αυτόν τον κλάδο επιχειρήσεων είναι ιδιαίτερα αυξημένα, με αποτέλεσμα να είναι επιβεβλημένη η λήψη μέτρων περιστολής από την Πολιτεία. Το σύνολο των θεμάτων αναπτύσσονται σε έξι κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο παρουσιάζεται το εννοιολογικό πλαίσιο του φαινομένου της φοροδιαφυγής, τις μορφές, τις μεθόδους μέτρησης, τα αίτια καθώς και τις επιπτώσεις που έχει η φοροδιαφυγή στη χώρα μας.το δεύτερο κεφάλαιο αποτελείται από τις μεθόδους φοροδιαφυγής που χρησιμοποιούν οι επιχειρήσεις του τουριστικού κλάδου. Ακόμη δίνονται στοιχεία για το πρόγραμμα δράσης και περιπτώσεις ελέγχου κατά τη διενέργεια φορολογικών ελέγχων σε τέτοιου είδους επιχειρήσεις. Στο τρίτο κεφάλαιο παρουσιάζεται η έρευνα που έγινε τα 8 τελευταία έτη από τις υπηρεσίες ελέγχου, Σ.Δ.Ο.Ε. και Υπ.Ε.Ε., ώστε να διαπιστώσουμε το μέγεθος της παραβατικότητας. Οι διοικητικές και ποινικές κυρώσεις στη φορολογική νομοθεσία που αφορούν το αδίκημα της φοροδιαφυγής και τα πρόστιμα που επωμίζονται οι φοροφυγάδες αναπτύσσονται στο τέταρτο κεφάλαιο. Στο πέμπτο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα μέτρα που έχει θέσει η Πολιτεία για την περιστολή της φοροδιαφυγής, καθώς και προτάσεις που γίνονται κατά καιρούς από διάφορους οικονομολόγους και οργανισμούς για την καταπολέμηση αυτού του φαινομένου. Τέλος η εργασία καταλήγει σε ορισμένα συμπεράσματα. - 6 -
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ <<Η ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗ ΚΑΙ ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ>> Αρχικά, έναν γενικό όρο που θα μπορούσαμε να δώσουμε για την φοροδιαφυγή είναι: το σύνολο των παρανομών ενεργειών των φυσικών και νομικών προσώπων με τις οποίες αποβλέπουν στη μείωση ή εξάλειψη της φορολογικής τους υποχρέωσης την πληρωμή λιγότερου τμήματος ή καθόλου φόρου. Το τμήμα εκείνο των έμμεσων φόρων και λοιπών άμεσων φόρων, το οποίο βάση την ισχύουσα φορολογική νομοθεσία θα έπρεπε να εισπράττεται και να αποδίδεται εθελοντικά στο κράτος και για οποιοδήποτε λόγο δεν φθάνει ποτέ δημόσιο ταμείο. Δηλαδή, το φαινόμενο της φοροδιαφυγής εμφανίζεται ως αντίδραση στην προσπάθεια του κράτους για επιβολή φορολογίας. Στο σημείο αυτό, προτού εμβαθύνουμε περισσότερο στην μελέτη αυτού του φαινομένου, φρόνιμο θα ήταν να αναφερθούμε στην φορολογία καθώς και στα εννοιολογικά γνωρίσματα του φόρου. Η φορολογία των φυσικών και νομικών προσώπων είναι το "εργαλείο" που διαθέτει η Κυβέρνηση ενός Κράτους, προκειμένου να συγκεντρώσει έσοδα και να μπορέσει να ασκήσει το κυβερνητικό της έργο. Από την άλλη όψη του νομίσματος βρίσκονται οι δαπάνες (το κόστος εκτέλεσης του κυβερνητικού έργου) που στηρίζονται στους πόρους που αποκομίζει το κράτος με τη φορολογική πολιτική που αποφασίζει να εφαρμόσει. 1.1 ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΦΟΡΩΝ Σύμφωνα με τον Maurice Allais [Νόμπελ Οικονομίας], φόρος είναι το αντάλλαγμα που πληρώνει ο πολίτης για τις υπηρεσίες που το κράτος προσφέρει σε όλους τους πολίτες. Προς κάλυψη λοιπόν των εξόδων παροχής τέτοιων αγαθών, το κράτος υποχρεώνει όλους τους πολίτες, ανάλογα με την οικονομική τους δυνατότητα να καταβάλουν ένα μέρος των εξόδων αυτών. Οι φόροι διακρίνονται αρχικά σε δύο είδη, ανάλογα με το συσχετισμό τους με το εισόδημα του φορολογουμένου. Συγκεκριμένα, αναφερόμαστε σε άμεση φορολόγηση-άμεσους φόρους, όταν τα έσοδα του κράτους λαμβάνονται βάσει κλίμακας εισοδήματος, φορολογώντας πιο επιθετικά όσους λαμβάνουν μεγάλα εισοδήματα και πιο συντηρητικά όσους λαμβάνουν μικρά. - 7 -
Αναφερόμαστε σε έμμεση φορολόγηση-έμμεσους φόρους, όταν τα έσοδα λαμβάνονται από όλες τις κοινωνικές ομάδες ανεξαρτήτως εισοδήματος εφόσον δεν είναι εύκολη η διάκριση στο εισόδημα ή για ποικίλους άλλους λόγους. 1.1.1 ΑΜΕΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ Η άμεση φορολόγηση είναι ο πιο καθιερωμένος και αξιοκρατικός τρόπος φορολόγησης των φυσικών προσώπων και νομικών προσώπων. Όσο πιο υψηλό είναι το ποσοστό συγκέντρωσης εσόδων από αυτό τον τρόπο φορολόγησης, έναντι της έμμεσης, τόσο πιο υγιές και αξιοκρατικό είναι το φορολογικό σύστημα μιας χώρας. Αυτό συμβαίνει διότι η άμεση φορολόγηση ασκείται με βάση κάποιες κλίμακες που καθορίζονται κάθε χρόνο από το Υπουργείο Οικονομικών κάθε χώρας και ανάλογα με τις κλίμακες αυτές οφείλει να φορολογεί πιο ήπια τις χαμηλές εισοδηματικές τάξεις και πιο επιθετικά τις ανώτερες. 1.1.2 ΕΜΜΕΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ Η έμμεση φορολόγηση στηρίζεται στο σκεπτικό άντλησης εσόδων σε περιπτώσεις που δεν είναι αυτό εφικτό ή εύκολο μέσω των κλιμάκων της άμεσης. Παραδείγματα έμμεσης φορολόγησης αποτελούν ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ), ο φόρος κύκλου εργασιών (πλην ΦΠΑ), ο φόρος συγκέντρωσης κεφαλαίων, τέλη χαρτοσήμου, φόρος μεταβίβασης ακινήτων και φόρος μεγάλης ακινήτου περιουσίας(φ.μ.α.π.). Όσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό της έμμεσης φορολόγησης έναντι της άμεσης στο σύνολο των κρατικών εσόδων, τόσο πιο αδύναμο είναι το φορολογικό σύστημα της χώρας. 1.1.3 ΔΙΠΛΗ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ Διπλή φορολόγηση για την ίδια συναλλακτική δραστηριότητα δε νοείται σε καμία περίπτωση. Εάν για κάποιο λόγο αυτό συμβεί, δικαιούται ο φορολογούμενος να το γνωστοποιήσει και να ζητήσει συμψηφισμό του καταβληθέντος φόρου. Περιπτώσεις διπλής φορολόγησης προκύπτουν συνήθως όταν ένα πρόσωπο διενεργεί συναλλακτικές δραστηριότητες και στη χώρα μόνιμης κατοικίας του και σε άλλη χώρα. Για την αποφυγή του φαινομένου αυτού το κράτος έχει προβλέψει ασφαλιστικές δικλείδες. Επίσης αξίζει να σημειωθεί πως όταν σε μία συναλλαγή επιβάλλεται φόρος, δεν είναι δυνατόν για την ίδια συναλλαγή να επιβληθεί τέλος ή χαρτόσημο και το αντίστροφο. Για παράδειγμα, στην αγορά κατοικιών καταβάλλεται φόρος, ενώ στην ενοικίαση χαρτόσημο (το οποίο σταδιακά καταργείται). - 8 -
1.2 ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ Ένα γνωστό χαρακτηριστικό της Φορολογίας, το οποίο είναι ακόμα πιο σύνηθες στην Ελλάδα, είναι ο ευκαιριακός χαρακτήρας των διατάξεων. Κάθε κυβέρνηση ακολουθεί το δικό της φορολογικό πρόγραμμα, εντός της ίδιας κυβερνητικής θητείας μπορεί να ανατραπεί από έτος σε έτος, ενώ σύνηθες φαινόμενο είναι και η ύπαρξη αντιφατικών διατάξεων και εγκυκλίων. Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω πολλοί από τους προαναφερθέντες φόρους μπορεί να έχουν ήδη καταργηθεί και σε άλλους να έχει διαφοροποιηθεί το πεδίο εφαρμογής τους. Κλίμακες μπορεί να αναπροσαρμόζονται προς εξυπηρέτηση του κυβερνητικού προγραμματισμού και οι φορολογικοί συντελεστές να διαφέρουν από έτος σε έτος. Συνεπώς καλό είναι οι ενδιαφερόμενοι με ζητήματα σχετικά με τη φορολογία να έχουν συνδρομή σε κάποιο λογιστικό περιοδικό που να τους στέλνει όλες τις νέες αναθεωρήσεις και μεταβολές στις ισχύουσες διατάξεις. Ένα άλλο χαρακτηριστικό των φορολογικών διατάξεων, κυρίως στην Ελλάδα, είναι ο αφαιρετικός και γενικόλογος τρόπος σύνταξής τους, ώστε να ερμηνεύονται κατόπιν με εγκυκλίους (που πολλές φορές έχουν αναδρομική ισχύ με ότι αυτό συνεπάγεται ή να ορίζουν το ακριβώς αντίθετο από το κοινώς αντιληπτό) ή να ερμηνεύονται σύμφωνα με την προσωπική κρίση των ελεγκτών κατά τη διενέργεια φορολογικού ελέγχου. Το ζήτημα της επίλυσης των οικονομικών διαφορών δυστυχώς είναι τελείως αποκομμένο από το ζήτημα της ερμηνείας των διατάξεων. Αυτό σημαίνει πως πέρα από τη δυνατότητα συμβιβασμού, η μόνη οδός επίλυσης των διαφορών είναι η δικαστική οδός. Το γεγονός αυτό δημιουργεί και ποικίλα προβλήματα στους ισολογισμούς των εταιριών που προσπαθούν να ισορροπήσουν ανάμεσα στη συντηρητική λογιστική των ελληνικών νόμων και τα επιτακτικώς εφαρμοζόμενα πλέον Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης. Αυτό συμβαίνει διότι επηρεάζονται οι σχηματιζόμενες προβλέψεις (τις οποίες επηρεάζουν οι οικονομικές διαφορές που μπορεί να εκκρεμούν για χρόνια στα δικαστήρια). Οι προβλέψεις κατ' επέκταση επηρεάζουν και τα αποτελέσματα της επιχείρησης και μπορεί να αποτελέσουν πεδίο σχολιασμού για τον ορκωτό ελεγκτή που θα κληθεί να ελέγξει τις καταστάσεις της(με ότι αυτό συνεπάγεται). - 9 -
1.3 ΕΝΝΟΙΑ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ Τον τελευταίο καιρό πολύς λόγος γίνεται στα τηλεοπτικά παράθυρα και στις πολιτικές συζητήσεις για την ανάγκη πάταξης της φοροδιαφυγής μέσω αυστηρότερων ποινών και εντατικοποίησης των φορολογικών ελέγχων. Με βάση αυτές τις εξαγγελίες είναι βέβαιο, ότι χρειάζεται προσεκτικότερη θεώρηση και έρευνα του φαινομένου. Ο μεγάλος αριθμός φόρων και οι ιδιαιτερότητες του κάθε φόρου σε σχέση με τις δυνατότητες και τους τρόπους φοροδιαφυγής, καθώς και η επαγγελματική ιδιότητα και οι ιδιαίτερες συνθήκες του φορολογουμένου προσφέρουν διαφορετικές ευκαιρίες φοροδιαφυγής και καθιστούν προβληματική τη διατύπωση ενός ενιαίου ορισμού. Εάν προστεθούν και οι δυσκολίες ουσιαστικής διάκρισης μεταξύ φοροαποφυγής και φοροδιαφυγής, τότε γίνεται αντιληπτή η έκταση και το μέγεθος των δυσκολιών που υπάρχουν στη διατύπωση ενός ορισμού. Στον ορισμό που ακολουθεί γίνεται προσπάθεια να αντιμετωπιστούν όσο το δυνατόν καλύτερα τα παραπάνω προβλήματα. Έτσι, για τις ανάγκες της εργασίας αυτής, η φοροδιαφυγή ορίζεται ως εξής: 1. Το τμήμα εκείνο του εισοδήματος 1(στο οποίο βέβαια αντιστοιχεί ένα ποσό φόρου), το οποίο θα έπρεπε, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, να δηλώνεται εθελοντικά στις αρμόδιες φορολογικές αρχές και για οποιοδήποτε λόγο δεν δηλώνεται και δεν φορολογείται. 2. Το τμήμα εκείνο των έμμεσων φόρων και λοιπών άμεσων φόρων, το οποίο βάση την ισχύουσα φορολογική νομοθεσία θα έπρεπε να εισπράττεται και να αποδίδεται εθελοντικά στο κράτος και για οποιοδήποτε λόγο δεν φθάνει ποτέ δημόσιο ταμείο. 3. Οι τόκοι που αντιστοιχούν στο τμήμα εκείνο των φόρων που καταβάλλονται με καθυστέρηση (πέραν του οικείου δημοσιονομικού έτους) και συνήθως μετά κάποια «ρύθμιση» και 4. Το ποσό των φόρων που δεν εισπράχθηκε λόγω της ύπαρξης φορολογικών απαλλαγών και κινήτρων, χωρίς όμως να επιτευχθεί το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα το οποίο χορηγείται η απαλλαγή (Παυλόπουλος, 1987). Ο σύνθετος αυτός ορισμός είναι αρκετά ευρύς και συνεπάγεται τα εξής: 1. Οι φορολογούμενοι ή οι υπόχρεοι πρέπει να δηλώνουν το εισόδημα εγκαίρως και να καταβάλλουν τον αντίστοιχο φόρο. Καταβολή φόρων μετά από φορολογικούς ελέγχους, συμβιβασμούς κ.λπ. θεωρείται φοροδιαφυγή. Αμφιβολίες, όμως, δημιουργούνται για την περίπτωση των «ρυθμίσεων» που δεν αφορούν συγκεκριμένο φορολογούμενο και δεν συνδέονται με έλεγχο, γι' αυτό και εδώ περιορίσαμε τη φοροδιαφυγή 1 Η ανάμιξη της έννοιας του εισοδήματος στον ορισμό επιβάλλεται για να γίνει παρακάτω δυνατή η συσχέτιση φοροδιαφυγής και παραοικονομίας. Διαφορετικά θα αναφερόμασταν αποκλειστικά στο αντίστοιχο ποσό του φόρου. - 10 -
τουλάχιστον στο ποσό των τόκων. Εάν η ρύθμιση προβλέπει την εθελοντική υπαγωγή των φορολογουμένων και την καταβολή τόκων, με θετικό πραγματικό επιτόκιο ίσο με αυτό που επικρατεί στην αγορά, τότε δεν έχουμε φοροδιαφυγή. 2. Ο ορισμός αυτός περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και την περίπτωση κατά την οποία πραγματοποιείται μεν η «βεβαίωση» του φόρου, αλλά τελικά δεν επιτυγχάνεται η είσπραξη του. Στην χώρα μας και αυτό το τμήμα της φοροδιαφυγής είναι σημαντικό. 3. Αν και δεν αναφέρεται ρητά, ένα μεγάλο τμήμα των έμμεσων φόρων που διαφεύγουν αντιστοιχεί σε τρέχουσα παραγωγή (εγχώριο προϊόν). 1.4 ΟΙ ΜΟΡΦΕΣ ΤΗΣ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ Γενικά φοροδιαφυγή είναι μία ευρεία έννοια η οποία αναφέρεται στη προσπάθεια του φορολογουμένου για απόκρυψη φορολογητέας ύλης με σκοπό τη καταστρατήγηση του νόμου και την αποφυγή πληρωμής του φόρου. Εκτός από τη φοροδιαφυγή στη κλασική της μορφή, μπορούμε ακόμα να την διακρίνουμε και ως φοροκλοπή, ως φοροαποφυγή, ως φοροαπαλλαγή και ως επίρριψη ή μετακύλιση του φόρου. Αναλυτικότερα: 1.4.1 Η Φοροδιαφυγή Στη κλασική της μορφή η φοροδιαφυγή είναι η απροκάλυπτη καταστρατήγηση του νόμου και η με παράνομες ενέργειες ελαχιστοποίηση της νόμιμης φορολογικής υποχρέωσης από μέρους του φορολογουμένου. Η φοροδιαφυγή όπως αναφέρεται εδώ πηγάζει από δόλια προαίρεση του υπόχρεου και έχει ως αποτέλεσμα την οικονομική ζημία του Δημοσίου. Η φοροδιαφυγή επιτυγχάνεται με την μη απόδοση στο Δημόσιο αμέσων κυρίως φόρων, η οποία πραγματοποιείται με τη μη δήλωση του συνόλου των εισοδημάτων από τους φορολογουμένους, ή με την απόκρυψη εσόδων ή κερδών από τους επιτηδευματίες (επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες). - 11 -
1.4.2 Η Φοροκλοπή Φοροκλοπή είναι η μη απόδοση στο Δημόσιο του ποσού του φόρου που έχει εισπράξει ο υπόχρεος σε απόδοση από κάποιον τρίτο. Κατά κανόνα η φοροκλοπή διαπράττεται στους έμμεσους φόρους (π.χ. Φόρος Προστιθέμενης Αξίας) οι οποίοι επιβαρύνουν τον τελικό καταναλωτή, αλλά την συγκέντρωση και την απόδοσή τους στο Δημόσιο την έχει αναλάβει βάσει νόμου κάποιος άλλος, κυρίως επιτηδευματίας, που στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν αποδίδει το ποσό του φόρου στο Δημόσιο αλλά το οικειοποιείται. 1.4.3 Η Μετακύλιση φόρου Μετακύλιση φόρου είναι η προσπάθεια από κάποιον υπόχρεο της συναλλακτικής αλυσίδας για επίρριψη του ποσού του φόρου με το οποίο βαρύνεται στον επόμενο, με ουσιαστικό αποδέκτη τον τελικό καταναλωτή του προϊόντος ή της υπηρεσίας. (π.χ. η επιβολή μεγαλύτερου φορολογικού συντελεστή στα εισοδήματα από ενοίκια θα επέφερε τελικά αύξηση των ενοικίων, επειδή οι ιδιοκτήτες θα μετακυλούσαν ποσοστό ή όλο το ποσό του επί πλέον φόρου στους ενοικιαστές). 1.4.4 Η Φοροαποφυγή Η φοροαποφυγή ή και "νόμιμη φοροδιαφυγή", είναι η με νόμιμο τρόπο μείωση της φορολογικής υποχρέωσης, έτσι ώστε ο φορολογούμενος να διαφεύγει της φορολογίας χωρίς συνέπειες. Χαρακτηριστική είναι η έκφραση του Maurice Duverger για την φοροαποφυγή, σύμφωνα με την οποία ο νομοθέτης "φυλακίζει" τον φορολογούμενο (με το νομοθετικό πλαίσιο), δίνοντάς του όμως και τα κλειδιά της φυλακής του. Ουσιαστικά η φοροαποφυγή προϋποθέτει πολύ καλή γνώση του εκάστοτε φορολογικού συστήματος έτσι ώστε ο υπόχρεος σε φόρο να μπορεί να εκμεταλλευτεί τις αδυναμίες του. Ένα κλασικό παράδειγμα φοροαποφυγής στην Ελλάδα είναι η περίπτωση κατά την οποία κάποιος εμφανίζεται να αγοράζει ένα ακίνητο μεγάλης αξίας από συγγενικό του πρόσωπο, όχι ιδιαίτερα στενό, επειδή εάν το τελευταίος του το παραχωρούσε με δωρεά, ο φορολογικός συντελεστής μετά από κάποιο ποσό, θα ήταν δυσμενέστερος. Γίνεται κατανοητό από τον αναγνώστη ότι όταν η φοροαποφυγή είναι σχετικά δυνατή στα όρια της χώρας, τότε σε επίπεδο διακρατικό θα είναι ακόμα δυνατότερη, με την συνθήκη βέβαια ότι αυτός που προτίθεται να τη διαπράξει γνωρίζει την υφιστάμενη νομοθεσία των εμπλεκομένων στις δραστηριότητές του κρατών, τις μεταξύ τους διμερείς συμφωνίες και τις γενικότερες συμφωνίες που έχουν υπογραφεί στο πλαίσιο διεθνών οργανισμών. Έτσι π.χ. κάποιος ο οποίος θα ήθελε να μειώσει τη φορολογική του επιβάρυνση στην Ελλάδα με την επέκταση των δραστηριοτήτων του για το λόγο αυτό στην Κύπρο, θα - 12 -
πρέπει να γνωρίζει την υφιστάμενη νομοθεσία σχετικά με τις δραστηριότητές του σε κάθε μία από τις δύο χώρες, τα διαλαμβανόμενα στη μεταξύ τους διακρατική σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας και τις σχετικές συμβάσεις που έχουν υπογράψει οι δύο χώρες με διεθνείς οργανισμούς (π.χ. Ο.Ο.Σ.Α.). Εν κατακλείδι είναι φανερό ότι η φοροαποφυγή δεν είναι μία μορφή φοροδιαφυγής που μπορεί να πραγματοποιηθεί από την πλατιά μάζα των φορολογουμένων, αλλά συνήθως θα πρέπει να υπάρχει ιδιαίτερα μεγάλο οικονομικό όφελος ώστε ο φορολογικά θιγόμενος να αποταθεί σε εξειδικευμένα πρόσωπα καταβάλλοντας σημαντικά ανταλλάγματα, έτσι ώστε να έχει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Βέβαια, ένα σοβαρό ζήτημα που γεννάται εδώ είναι κατά πόσο μία οικονομική ενέργεια η οποία αποβλέπει στη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης και αναπτύσσεται σε διεθνές επίπεδο, αποτελεί κλασική φοροαποφυγή ή διεθνή φορολογικό στρατηγικό σχεδιασμό (international tax planning). Αν και οι δύο έννοιες χαρακτηρίζουν το ίδιο οικονομικό αποτέλεσμα, εντούτοις ο διεθνής στρατηγικός σχεδιασμός αποβλέπει στη λιγότερη δαπανηρή, νόμιμη λύση για τον οικονομικό οργανισμό με απώτερο σκοπό την επανεπένδυση των κεφαλαίων που θα εξοικονομηθούν από τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης, ενώ με τον όρο «φοροαποφυγή» αναφερόμαστε μάλλον σε νόμιμη φοροδιαφυγή, χωρίς φυσικά οι εξοικονομηθέντες πόροι να οδεύσουν σε επενδυτικές δραστηριότητες. 1.5 ΜΕΘΟΔΟΙ ΜΕΤΡΗΣΗΣ Ένα από τα πολλά προβλήματα που συνοδεύουν το φαινόμενο της φοροδιαφυγής είναι και αυτό της μέτρησης του μεγέθους της. Οι σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις του φαινομένου έχουν οδηγήσει σε πολλές προσπάθειες καταμέτρησης του. Το απόλυτο μέγεθος της φοροδιαφυγής ή, αν αυτό είναι δύσκολο να υπολογισθεί, η ποσοστιαία μεταβολή του μεγέθους της αποτελεί χρήσιμη πληροφορία για τους ασκούντες την οικονομική πολιτική. Το μέγεθος των διαφυγόντων φορολογικών εσόδων αποτελεί μια πρώτη ένδειξη της μη αποτελεσματικότητας των επιβληθέντων οικονομικών μέτρων και της αδυναμίας των φορολογικών αρχών στην άσκηση του απαιτούμενου ελέγχου και της συγκέντρωσης των εσόδων. Στην περίπτωση που είναι γνωστό ποιες εισοδηματικές τάξεις φοροδιαφεύγουν περισσότερο, είναι δυνατό να επιβληθούν δικαιότερα και αποτελεσματικότερα μέτρα και έλεγχοι προς τη σωστή κατεύθυνση. Λόγω της μεγάλης σπουδαιότητας του καθορισμού του μεγέθους της φοροδιαφυγής, έχουν προταθεί διάφοροι τρόποι μέτρησης του. Θα πρέπει να τονίσουμε το γεγονός ότι κάθε μία από τις προτεινόμενες μεθόδους συνοδεύεται από έναν αριθμό προβλημάτων και αντικειμενικών δυσκολιών εφαρμογής, με αποτέλεσμα καμία απ' αυτές να μην αποτελεί ένα ιδανικό εφαρμόσιμο τρόπο μέτρησης. Ιδιαίτερη δε σημασία έχει, για την επιτυχία της μεθόδου μέτρησης, η δομή του φορολογικού συστήματος της χώρας και - 13 -
γενικότερα οι ιδιομορφίες της κάθε οικονομίας. Οι μέθοδοι μέτρησης, που έχουν προταθεί σε θεωρητικό επίπεδο και έχουν εφαρμοστεί σε διάφορες χώρες είναι: Η σύγκριση του δηλωθέντος στις φορολογικές αρχές με το προσωπικό εισόδημα, όπως αυτό προκύπτει από τους Εθνικούς Λογαριασμούς. Η μέθοδος αυτή είναι γνωστή ως «Gap Approach». Η σύγκριση των φόρων που συλλέχθηκαν από τις φορολογικές αρχές και των φόρων που πρέπει να συγκεντρωθούν, αν όλες οι νόμιμες φορολογικές υποχρεώσεις είχαν εκπληρωθεί. Η χρησιμοποίηση ενός απλού μοντέλου καθορισμού του εθνικού εισοδήματος Η σύγκριση των δαπανών και γενικότερα του βιοτικού επιπέδου με το δηλωθέν εισόδημα, όπως αυτά προκύπτουν από την Έρευνα των Οικογενειακών Προϋπολογισμών. Η σύγκριση του δηλωθέντος εισοδήματος στις φορολογικές αρχές με αυτό που προκύπτει από ειδική έρευνα. Η φορολογική αμνηστία Η εφαρμογή ενός σταθερού λόγου φόρων προς ο ΑΕΠ της υπό εξέταση χρονιάς. Τέλος, μια προσέγγιση του μεγέθους της φοροδιαφυγής προκύπτει εκτιμώντας το μέγεθος της παραοικονομίας με την υπόθεση ότι, κατά κανόνα, οι παραοικονομίκες δραστηριότητες δεν δηλώνονται στις φορολογικές αρχές. Στα εκτιμώμενα μεγέθη των παραοικονομικών εισοδημάτων επιβάλλονται οι μέσοι φορολογικοί συντελεστές και προκύπτει το μέγεθος της φοροδιαφυγής. Μια δεύτερη υπόθεση που γίνεται, είναι ότι οι φορολογικές επιβαρύνσεις των νομικών εισοδημάτων είναι οι ίδιες με αυτές των παραοικονομικών. 1.6 ΑΙΤΙΑ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ Την φοροδιαφυγή εκτός από οικονομικό φαινόμενο το οποίο έχει πολύ σημαντικά οικονομικά αποτελέσματα και οικονομικές διαστάσεις, θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε και νομικό φαινόμενο ως παραβίαση νομοθεσίας. Αποτελεί λοιπόν προνομιακό πεδίο μελέτης για μια επιστήμη, όπως η Οικονομική Ανάλυση του Δικαίου, η οποία συνδυάζει την Νομική με την Οικονομική σκέψη. - 14 -
Ως προς τα αίτια της φοροδιαφυγής, η Οικονομική Ανάλυση του Δικαίου πρωτίστως θα αναφερθεί στην ίδια την φύση του ανθρώπου. Με βάση την θεμελιώδη υπόθεση της Νεοκλασικής Οικονομικής Επιστήμης, ο άνθρωπος είναι ορθολογιστής, εγωιστής, μεγιστοποιητής χρησιμότητας. Αυτή η υπόθεση αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό μέρος της ανθρώπινης προσωπικότητας και συμπεριφοράς. Η φοροδιαφυγή σκοπό έχει την πληρωμή λιγότερου ή καθόλου φόρου. Ο φόρος είναι ένα ποσό χρημάτων που αντιστοιχεί σε μια «χρησιμότητα» για τον φορολογούμενο και συνιστά απώλεια αυτής της χρησιμότητας για τον συγκεκριμένο άνθρωπο. Επομένως η αναμενόμενη αντίδραση του φορολογουμένου, σύμφωνα με το παραπάνω μοντέλο της ανθρώπινης συμπεριφοράς, είναι να κάνει κάθε προσπάθεια για να προστατευθεί από αυτήν την απώλεια χρησιμότητας(γκουμπανιτσάς,2007,2). Στην ίδια βάση στηρίζεται και ένα δεύτερο αίτιο της φοροδιαφυγής που είναι οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές. Γνωρίζουμε ότι όσο υψηλότερη είναι η φορολογία που επιβάλλεται τόσο μεγαλύτερες θα είναι οι προσπάθειες των φορολογουμένων να φοροδιαφύγουν, αυτό γιατί το αναμενόμενο κέρδος από την φοροδιαφυγή μεγαλώνει πολύ και έτσι είναι διατεθειμένοι να καταβάλουν και μεγαλύτερο ακόμα κόστος προσπαθειών για να το επιτύχουν. Η καμπύλη του Laffer 1 δείχνει ότι μετά από ένα σημείο αύξησης φορολογικών συντελεστών, τα έσοδα του κράτους αυξάνονται αντί να μειώνονται. Βέβαια υπάρχει και αντίθετη άποψη που ισχυρίζεται ότι η αύξηση του αναμενόμενου κέρδους από την φοροδιαφυγή εξουδετερώνεται από ένα άλλο φαινόμενο: ο φορολογούμενος με την αύξηση των συντελεστών γίνεται φτωχότερος και αυτό σημαίνει, με βάση τον «Νόμο της Αυξανόμενηs Αποστροφής για τον Κίνδυνο με την αύξηση του εισοδήματος και το αντίστροφο», ότι καθίσταται πιο επιφυλακτικός απέναντι στον κίνδυνο απ ότι ήταν πριν, άρα η απόφαση για φοροδιαφυγή γίνεται δυσκολότερη. Βέβαια το πρόβλημα της άποψης αυτής είναι ότι παίρνει σαν δεδομένο ότι η αύξηση των φορολογικών συντελεστών κάνει τον φτωχό φτωχότερο, όμως αυτό είναι ένα μεταγενέστερο στάδιο, αφού ο φορολογούμενος αντιδρά άμεσα στην αύξηση των συντελεστών με φοροδιαφυγή για να αποφύγει ακριβώς αυτή την μείωση του πλούτου του. 1Ένα γνωστό θεώρημα των οικονομικών της προσφοράς είναι η καμπύλη του Laffer Curve. Σύμφωνα με την «κωδωνοειδή» αυτή καμπύλη που συσχετίζει φορολογικά έσοδα με φορολογικούς συντελεστές, η σχέση μεταξύ τους είναι αρχικά θετική, αλλά αργότερα γίνεται αρνητική. Δηλαδή, ως ένα σημείο, όσο αυξάνονται οι φορολογικοί συντελεστές αυξάνονται και τα φορολογικά έσοδα. Από κάποιο σημείο κι ύστερα, αύξηση των φορολογικών συντελεστών μειώνει τα φορολογικά έσοδα. Κι αυτό γιατί η οικονομία δεν αντέχει τη φορολογική επιβάρυνση κι αρχίζει να συρρικνώνεται. Και με υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές αντλούμε μικρότερα έσοδα. Οπότε, αν βρισκόμαστε στο αρνητικό σημείο της καμπύλης του Λαφφέρ, είναι προτιμότερο να μειώσουμε τους φορολογικούς συντελεστές, να προκαλέσουμε αύξηση της παραγωγής και να αντλήσουμε μεγαλύτερα έσοδα.(ύηρ://υ80γ8.υοί.μτ/άύαιζίηί/ Fiscal_SS.pdf). - 15 -
Μπορούμε να πούμε ότι η φοροδιαφυγή και η συμμόρφωση στους φόρους είναι σαν δύο υποκατάστατα αγαθά [substitutive goods]. Αν η τιμή της συμμόρφωσης αυξηθεί εξαιτίας των υψηλών φορολογικών συντελεστών οι φορολογούμενοι πιθανότατα θα επιλέξουν φοροδιαφυγή και σ' αυτήν την περίπτωση το αποτέλεσμα της υποκατάστασης [η απώλεια των χρημάτων για το κράτος λόγω αλλαγής συμπεριφοράς των φορολογουμένων] μπορεί να είναι μεγαλύτερο από την αύξηση στα έσοδα του κράτους συνεπεία της αύξησης των συντελεστών. Στην περίπτωση αυτή η ελαστικότητα της ζήτησης για συμμόρφωση με το φορολογικό σύστημα θα είναι πολύ μεγάλη και οι φορολογούμενοι θα ανταποκριθούν άμεσα σε μια αύξηση της τιμής της συμμόρφωσης [υψηλότεροι συντελεστές] με μείωση της ζήτησής τους γι' αυτήν, δηλ. θα προτιμήσουν τη φοροδιαφυγή. Άλλο σημαντικό αίτιο της φοροδιαφυγής θεωρείται και η ασθενής Φορολογική Ηθική, κάτι που αποδέχονται άπαντες και υπάρχουν και εμπειρικές αποδείξεις. Γιατί όμως ενώ η δειλία ή λιποταξία σε καιρό πολέμου θεωρείται κάτι απόλυτα ηθικά απαράδεκτο, ενώ η φοροδιαφυγή όχι. Εκ πρώτης όψεως φαίνεται παράξενο γιατί στην πρώτη περίπτωση η άρνηση της διακινδύνευσης της ζωής, προς όφελος της πατρίδας, θεωρείται απαράδεκτη, ενώ στην δεύτερη περίπτωση η άρνηση της καταβολής κάποιων χρημάτων, που είναι πολύ ελάσσονα ζημία σε σχέση με το πρώτο, δεν θεωρείται τόσο ηθικώς απαξιωτικό. Έχει όμως εξήγηση διότι σε περίοδο πολέμου, απειλείται αυτή η ίδια η ύπαρξη μιας χώρας, ενός έθνους, κάτι που συνεπάγεται υψηλό προσωπικό κόστος για κάθε άτομο που ζει σ' αυτή τη χώρα. Ενώ αντίθετα στην περίπτωση της φοροδιαφυγής, η απειλή για την υστέρηση εσόδων για το κράτος έχει μικρότερη και όχι τόσο εμφανή επίδραση στο προσωπικό του συμφέρον. Επίσης η απειλή από την φοροδιαφυγή για το κράτος θεωρείται μικρή και δεν είναι ξεκάθαρη, αφού πολλοί πιστεύουν ότι η Κυβέρνηση μπορεί πάντοτε με διάφορους τρόπους να βρει τα χρήματα που χρειάζεται. Εμπειρική έρευνα έχει δείξει ότι οι έχοντες υψηλή φορολογική ηθική επηρεάζονται πολύ λιγότερο από την αύξηση των φορολογικών συντελεστών, σε σχέση με τους έχοντες χαμηλή. Άλλο αίτιο της φοροδιαφυγής είναι ο πληθωρισμός, μια και αυτός μειώνει το πραγματικό εισόδημα του φορολογουμένου κι έτσι η χρησιμότητα που αυτός χάνει, όταν πληρώνει φόρο, είναι υψηλότερη τώρα, έστω κι αν πληρώνει το ίδιο ποσό χρημάτων με την προηγούμενη χρονιά. Αυτό είναι αποτέλεσμα του Νόμου της Ελαττούμενης Οριακής Χρησιμότητας του Χρήματος. Αυτό σημαίνει ότι όσο φτωχότερος είναι κάποιος, τόσο μεγαλύτερη ωφέλεια - χρησιμότητα αντλεί από κάθε επιπλέον μονάδα χρήματος. Άρα το αναμενόμενο κέρδος από την φοροδιαφυγή είναι τώρα υψηλότερο και αυτό την κάνει ελκυστικότερη. Φυσικά τα ίδια αποτελέσματα με τον πληθωρισμό έχει και κάθε κακή οικονομική κατάσταση ή κρίση στην Εθνική Οικονομία, - 16 -
που έχει σαν αποτέλεσμα την μείωση του προσωπικού πλούτου των φορολογουμένων. Άλλοι παράγοντες που συντελούν στην φοροδιαφυγή είναι η ύπαρξη και ανάπτυξη της Μαύρης Εργασίας [της αδήλωτης], αλλά και η αύξηση της ανεργίας. Αυτό γιατί η υψηλή ανεργία ευνοεί την αδήλωτη εργασία, αυξάνει την φτώχεια και επηρεάζει με τον τρόπο που αναφέρθηκε στην προηγούμενη παράγραφο, αλλά λειτουργεί και αμβλύνει την Φορολογική Ηθική, μια και ο άνεργος αισθάνεται εγκαταλειμμένος από το κράτος και έχει μικρή διάθεση να πληρώσει γι αυτό. Τέλος σαν λόγος της φοροδιαφυγής μπορεί να αναφερθεί και ένας ψυχολογικός, που τον αποδέχονται και ορισμένοι συγγραφείς όπως ο Hearten και Bartholomew. Συγκεκριμένα η φοροδιαφυγή μπορεί να θεωρηθεί σαν ένα είδος παιχνιδιού που δίνει ευχαρίστηση σε κάποιους ανθρώπους τουλάχιστον, την ευχαρίστηση της απόδρασης από τον κίνδυνο της σύλληψης και ποινής. Έτσι, αν δεχτούμε αυτήν την άποψη η φοροδιαφυγή μπορεί να δώσει χρησιμότητα [utility], όχι μόνον διαμέσου του προϊόντος της, αλλά και αυτή καθεαυτή σαν πράξη. Εδώ μιλούμε βέβαια για την ψυχική ευχαρίστηση σαν εκδοχή χρησιμότητας. 1.7 ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ Πέραν των αιτίων υπάρχουν και διάφοροι παράγοντες που χωρίς να αποτελούν αίτια επηρεάζουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την φοροδιαφυγή. Οι παράγοντες αυτοί ενδεικτικά είναι : 1. Το μέσο μορφωτικό και πολιτιστικό επίπεδο των πολιτών της χώρας και ιδιαίτερα των φορολογούμενων. Όταν το μορφωτικό και πολιτιστικό επίπεδο του πληθυσμού είναι χαμηλό, οι φορολογούμενοι δε έχουν συνείδηση του γεγονότος ότι τα έσοδα από τους φόρους διατίθενται για τη χρηματοδότηση του κόστους παραγωγής των δημόσιων αγαθών (παιδεία, υγεία, ασφάλεια κλπ), τα οποία ικανοποιούν συλλογικές ανάγκες. 2. Το μορφωτικό επίπεδο των φοροτεχνικών οργάνων. Όταν τα στελέχη των φοροτεχνικών υπηρεσιών (εφορία, Σ.Δ.Ο.Ε., κλπ) είναι μορφωμένα και ικανά, μπορούν να διαμορφώσουν ένα φορολογικό σύστημα, που να περιορίζει τον κίνδυνο φοροδιαφυγής, και να οργανώσουν ορθολογικά τις υπηρεσίες αυτές, χρησιμοποιώντας τον κατάλληλο μηχανολογικό εξοπλισμό και ειδικευμένο προσωπικό. - 17 -
3. Το επίπεδο της φορολογικής επιβάρυνσης του ατόμου σε σχέση με το εισόδημα του. Όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο της μέσης φορολογικής επιβάρυνσης του φορολογούμενου (πχ επιχείρησης), τόσο μεγαλύτερη είναι η τάση του για φοροδιαφυγή, γιατί ο περιορισμός της ικανοποίησης των ατομικών του αναγκών (διατροφή - ένδυση - διασκέδαση κλπ) είναι περισσότερο αισθητός και το όφελος από το ποσό του φόρου, που ενδέχεται να εξοικονομήσει, αντισταθμίζει τον κίνδυνο που συνεπάγεται η τυχόν αποκάλυψη της φοροδιαφυγής. 4. Ο τρόπος κατανομής των φορολογικών βαρών. Όσο περισσότερο η κατανομή των φορολογικών βαρών ανταποκρίνεται στην κρατούσα αντίληψη περί κοινωνικής δικαιοσύνης, τόσο μικρότερη είναι η τάση για φοροδιαφυγή και αντίστροφα. Πράγματι όταν παραβιάζεται η αρχή της δίκαιης κατανομής των φορολογικών βαρών, με τη χορήγηση αδικαιολόγητων φορολογικών απαλλαγών και εξαιρέσεων σε ορισμένες κατηγορίες ιδιωτικών φορέων, τότε - καλλιεργείται το αίσθημα της αδικίας μεταξύ των φορολογούμενων και ενισχύεται η επιθυμία τους να εξομοιωθούν φορολογικά και με οποιοδήποτε τρόπο με τους απαλλασσόμενους από το φόρο, - αυξάνει το επίπεδο της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης των φορολογούμενων, εφόσον, με δεδομένα τα φορολογικά έσοδα, τα ποσά που θα κατέβαλαν όσοι απαλλάσσονται από τη φορολογία θα πρέπει να καταβληθούν από τους υπόλοιπους ιδιωτικούς φορείς, και - δημιουργούνται άνισοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ ευνοούμενων και μη επιχειρήσεων, εφόσον οι φόροι γενικά επηρεάζουν τα σχέδια παραγωγής και επενδύσεων όλων των ιδιωτικών παραγωγικών μονάδων. 5 5. Η διάρθρωση του φορολογικού συστήματος. Το είδος και η ταμιευτική σπουδαιότητα των φόρων, που απαρτίζουν το φορολογικό σύστημα μιας χώρας, προσδιορίζουν επίσης την έκταση της φοροδιαφυγής. Έτσι, αν το φορολογικό σύστημα κυριαρχείται από άμεσους φόρους (πχ φόρος εισοδήματος), τότε η τάση για φοροδιαφυγή είναι,, μεγαλύτερη γιατί οι ιδιωτικοί φορείς έχουν περισσότερες ευκαιρίες για να αποκρύψουν τη φορολογητέα ύλη: τα μεν νοικοκυριά (ελεύθεροι επαγγελματίες κλπ.) δηλώνοντας εισόδημα μικρότερο από το πραγματοποιηθέν, οι δε επιχειρήσεις μεταφέροντας ένα μέρος από τα κέρδη τους σε λογαριασμούς αποσβέσεων, εξόδων παραστάσεως, - 18 -
έρευνας κ.ο.κ. Αντίθετα, αν το φορολογικό σύστημα κυριαρχείται από έμμεσους φόρους, η τάση νια φοροδιαφυγή είναι μικρότερη, διότι ο έλεγχος των φορολογικών οργάνων είναι αποτελεσματικότερος γιατί οι φορολογούμενες μονάδες είναι λιγότερες (μόνο οι ιδιωτικές επιχειρήσεις) και επιπλέον είναι υποχρεωμένες να τηρούν λογιστικά βιβλία, από τα οποία προκύπτει η φορολογητέα ύλη (πχ ΦΠΑ). 6. Ο τρόπος διαχείρισης του δημόσιου χρήματος. Όσο συνετότερη είναι η διαχείριση των φορολογικών εσόδων από το κράτος, τόσο ασθενέστερη είναι η τάση των φορολογούμενων για φοροδιαφυγή, γιατί τόσο μεγαλύτερη είναι η εμπιστοσύνη των ιδιωτικών φορέων στη θέληση και την ικανότητα του κράτους να ικανοποιεί συλλογικές ανάγκες. Αντίθετα, η σπατάλη του δημόσιου χρήματος διαβρώνει τη φορολογική συνείδηση των ιδιωτικών φορέων, δεδομένου ότι η φορολογική τους θυσία δεν εκτιμάται ανάλογα από το κράτος. 7. Ο βαθμός οργάνωσης της αγοράς και των επιχειρήσεων. Όταν η οικονομία είναι οργανωμένη κατά τέτοιο τρόπο, ώστε ένα σημαντικό μέρος των συναλλαγών να γίνεται σε είδος (πχ δίνεις λάδι παίρνεις σιτάρι), η δυνατότητα φοροδιαφυγής είναι μεγαλύτερη από ότι σε μία οικονομία όπου όλες οι συναλλαγές γίνονται με χρήματα. Επίσης όταν έχουμε πολλές μικρές επιχειρήσεις που κυρίως δεν είναι οργανωμένες λογιστικά όσο μία μεγάλη επιχείρηση, τότε η τάση για φοροδιαφυγή είναι μεγαλύτερη. Υπάρχουν και προσωπικοί παράγοντες που επηρεάζουν την απόφαση κάθε προσώπου για φοροδιαφυγή. Προσωπικοί παράγοντες όπως η ηλικία, η οικογενειακή κατάσταση, το μορφωτικό επίπεδο, το επάγγελμα επηρεάζουν επίσης. Ως προς το επάγγελμα είναι σαφές ότι τα «ελεύθερα» επαγγέλματα έχουν πολύ χαμηλό [transaction cost] διάπραξης φοροδιαφυγής, ενώ και το αναμενόμενο κόστος μιας πιθανής σύλληψής τους είναι πολύ μικρότερο από αυτό των μισθωτών, αφού οι πιθανότητες να συλληφθούν είναι πολύ μικρότερες. Επίσης η διάθεση για εργασία μπορεί να επηρεάσει την απόφαση για φοροδιαφυγή. Άνθρωποι που δεν επιθυμούν να δουλεύουν πολύ, έχουν όμως ανελαστικές ή αυξανόμενες δαπάνες, είναι επιρρεπείς στην φοροδιαφυγή, με σκοπό να βρουν το επιπλέον εισόδημα που χρειάζονται, βέβαια αυτό θα συμβεί μόνον αν το αναμενόμενο κόστος της φοροδιαφυγής για τον συγκεκριμένο άνθρωπο είναι χαμηλότερο από το αναμενόμενο κόστος της προσφοράς επιπλέον εργασίας. - 19 -
1.8 ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗΣ Το φαινόμενο της φοροδιαφυγής είναι παγκόσμιο και έχει διαστάσεις που δεν είναι καθόλου αμελητέες ακόμη και για χώρες με καλά οργανωμένα φορολογικά συστήματα και κρατικές υποδομές, όπως χώρες της Ε.Ε και οι Η.Π.Α. Φυσικά ο ακριβής υπολογισμός της είναι πολύ δύσκολος έως αδύνατος, μπορούμε όμως ασφαλέστερα να εκτιμήσουμε το μέγεθος της παραοικονομίας, σημαντικό μέρος της οποίας αποτελεί η φοροδιαφυγή και έτσι αποκτούμε μια ακριβέστερη εικόνα για την έκταση του φαινομένου. Έτσι γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχει καμιά χώρα στον κόσμο που να μπορεί να ισχυριστεί ότι έλυσε εντελώς το πρόβλημα, αντίθετα υπάρχουν πολλές που η κατάσταση είναι κυριολεκτικά ανεξέλεγκτη. Γιατί όμως αποτελεί πρόβλημα η φοροδιαφυγή; 1. Μια πρώτη απάντηση είναι, γιατί είναι ένα σοβαρό αίτιο για μεγάλα δημόσια ελλείμματα, μια και προκαλεί έλλειψη οικονομικών πηγών για το κράτος και το καθιστά ανίκανο να καλύψει τα έξοδά του. Αυτό οδηγεί τις Κυβερνήσεις σε αυξημένο εξωτερικό ή εσωτερικό δανεισμό. Το πρώτο σημαίνει λιγότερη ανεξαρτησία και ελευθερία οικονομικών και άλλων επιλογών για τη χώρα, αλλά και αύξηση το δημοσίου χρέους λόγω των υψηλών επιτοκίων του εξωτερικού δανεισμού. Η δεύτερη σημαίνει αύξηση των επιτοκίων προκειμένου να προσελκυσθούν ιδιωτικά κεφάλαια προς κάλυψη του δημοσίου ελλείμματος, όμως αυτό μειώνει την κυκλοφορία του χρήματος στην αγορά και εγκλωβίζει μεγάλα ιδιωτικά κεφάλαια στο Κρατικό Θησαυροφυλάκιο με αποτέλεσμα την μείωση των ιδιωτικών επενδύσεων, που είναι απολύτως αναγκαίες για την ανάπτυξη της Οικονομίας, με αποτέλεσμα στασιμότητα και μείωση ανταγωνιστικότητας. 2. Άλλη βλαβερή συνέπεια της φοροδιαφυγής είναι η δημιουργία ανισοτήτων μεταξύ των πολιτών, μια και κάποια επαγγέλματα μπορούν να φοροδιαφεύγουν και κάποια όχι, κάτι που όχι μόνο δημιουργεί ανισότητα ως προς την επιβάρυνση των φορολογουμένων, αλλά οι φόροι γίνονται ακόμη επαχθέστεροι για τους μη φοροδιαφεύγοντες λόγω της υστέρησης των δημοσίων εσόδων, υστέρηση που συνήθως καλύπτεται από την επιβάρυνση εκείνων που ήδη πληρώνουν πολλούς φόρους. 3 3. Η φοροδιαφυγή όμως οδηγεί και σε κακό καταμερισμό των πηγών πλούτου, επειδή οι άνθρωποι σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να επιλέγουν την ανάμειξή τους σε ορισμένες δραστηριότητες, όχι επειδή είναι πραγματικά ανταγωνιστικές ή παραγωγικές, αλλά με κριτήριο την ευκολία διαπράξεως φοροδιαφυγής. - 20 -
4. Πρόβλημα όμως δημιουργείται και στον τομέα του ανταγωνισμού ο οποίος νοθεύεται, αφού κάποιες αδύναμες επιχειρήσεις με οριακή κερδοφορία, χρησιμοποιούν την φοροδιαφυγή σαν στρατηγικό πλεονέκτημα, προκειμένου να μειώσουν το κόστος τους και αυτό βέβαια βρίσκεται πολύ μακριά από την ήδη ουτοπική ιδέα του τέλειου ανταγωνισμού. Αυτό επιπλέον αποθαρρύνει τις επιχειρήσεις από νέες επενδύσεις και ανάληψη ρίσκων για αύξηση της κερδοφορίας τους, αφού αυτό μπορούν να το επιτύχουν με πολύ ευκολότερο τρόπο, την φοροδιαφυγή. 5. Φοροδιαφυγή σημαίνει όμως και σπατάλη πηγών σε μη παραγωγικές δραστηριότητες. Αυτό συμβαίνει επειδή δημιουργεί υψηλά κόστη συναλλαγών [transaction costs] για τους φοροφυγάδες. Με τον όρο αυτό εννοούνται όλα εκείνα τα έξοδα σε χρήμα, χρόνο και προσπάθεια, στα οποία πρέπει να υποβληθούν προκειμένου να επιτύχουν τη φοροδιαφυγή, χωρίς να συλληφθούν [π.χ. ειδικούς λογιστές και δικηγόρους, χρόνο και προσπάθεια για την τήρηση των περιβόητων διπλών βιβλίων κλπ]. Όμως και για την Κυβέρνηση, η ύπαρξη της φοροδιαφυγής σημαίνει υψηλά κόστη συναλλαγών και διοικήσεως [transaction and administrative costs], μια και πρέπει να συγκροτήσει και να διατηρήσει αποτελεσματικό, όλον εκείνο τον ελεγκτικό μηχανισμό που είναι απαραίτητος, για να γίνει η φοροδιαφυγή δυσκολότερη. Ενώ θα πρέπει να θεσπίζει και ειδικούς νόμους, όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερους κατά της φοροδιαφυγής, που και αυτοί συνιστούν επιπλέον κόστος συναλλαγής. 6. Τέλος, αν λάβουμε σαν δεδομένο ότι οι δραστηριότητες των φοροφυγάδων πληρώνονται πάντοτε τοις μετρητοίς, η φοροδιαφυγή μειώνει την ελαστικότητα της ζήτησης ρευστού στις αλλαγές των κρατικών επιτοκίων, κάτι που σημαίνει μεγαλύτερες δυσκολίες στην εφαρμογή νομισματικής πολιτικής. Μολονότι που στην παρούσα εργασία αναφερόμαστε εκτενεστέρα στο φαινόμενο της φοροδιαφυγής, καλό θα ήταν να αναφερθούμε και στο φαινόμενο της παραοικονομίας διότι συχνά αρκετές πηγές πληροφόρησης συγχέουν αυτές τις δυο έννοιες. Παρόλο που αυτά τα φαινόμενα σχετίζονται με την μη μεταγραφόμενη πλευρά της οικονομικής δραστηριότητας της εκάστοτε οργανωμένης κοινωνίας, οποιαδήποτε προσπάθεια ταύτισης των δυο υπό εξέταση φαινομένων χαρακτηρίζεται λανθασμένη και δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην άσκηση αποτελεσματικότερης οικονομικής πολιτικής. Αναλυτικότερα όσων αφόρα για την παραοικονομία: - 21 -
1.9 ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα στα πλαίσια της εκάστοτε κοινωνίας χαρακτηρίζεται από δυο όψεις: την ορατή και τη μη ορατή. Κατ αντιστοιχία, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η οικονομική δραστηριότητα στο σύνολο της αποτελείται από δυο όψεις: την επίσημη (καταγραφόμενη) και την κρυφή πλευρά, τη λεγόμενη παραοικονομία. Δηλαδή, ως παραοικονομία θεωρείται το τμήμα εκείνο της παραγωγικής δραστηριότητας, το οποίο αν και θα έπρεπε να περιλαμβάνεται στο εθνικό προϊόν από τη στιγμή που δημιουργεί προστιθεμένη αξία, ωστόσο λόγω διαφόρων λόγων δεν είναι δυνατό να τύχει καταγραφής από τις αρμόδιες υπηρεσίες μέτρησης (Παυλόπουλος,1987). Για σφαιρικότερη γνώση της οικονομικής δραστηριότητας και αποτελεσματικότερη άσκηση οικονομικής πολιτικής, η εξέταση και των δυο πλευρών κρίνεται σημαντική. Τα αίτια για την ύπαρξη, το μέγεθος και την ανάπτυξη της παραοικονομίας είναι πολλά και ποικίλα και διαφέρουν από χώρα σε χώρα. Ο βασικός παράγοντας της παραοικονομίας είναι κατά κύριο λόγο ο βαθμός της οικονομικής ανάπτυξης μιας χώρας. Όταν το κατά κεφαλή εισόδημα των πολιτών μιας χώρας είναι χαμηλό, τότε τμήμα αυτών οδηγείται στην παραοικονομία για την αύξηση του εισοδήματος. Ένας, εξίσου βασικός παράγοντας της παραοικονομίας, είναι οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές, οι οποίοι οδηγούν τις παραγωγικές μονάδες στην απόκρυψη σημαντικού τμήματος της οικονομικής τους δραστηριότητας(δριτσάκη,2007,171). Τέλος, το μέγεθος της ανεργίας είναι ένας ακόμη σημαντικός παράγοντας για την αύξηση της παραοικονομίας, διότι οδηγεί επιχειρήσεις στην ανεύρεση ανειδίκευτης εργασίας στη μη επίσημη αγορά εργασίας. Η συνειδητοποίηση της ύπαρξης της παραοικονομίας διεθνώς χρονολογείται στα τέλη της δεκαετίας του 70 όταν ο Peter Gutmann σε μια σημαντική του δημοσίευση <<Subterranean Economy>>, τόνιζε την ανεξήγητη αύξηση της ζήτησης τραπεζογραμματίων. Ωστόσο, πολλοί ερευνητές, από το 1980 και έπειτα, άρχισαν να δείχνουν έντονο ενδιαφέρον για τη μελέτη του φαινομένου της παραοικονομίας χρησιμο-ποιώντας διάφορες μεθοδολογίες και εκτιμήσεις, που αναπτύχθηκαν με τον καιρό. Στην Ελλάδα, παρότι τη δεκαετία του 80 υπήρχαν ίχνη παραοικονομίας, μόλις τη δεκαετία του 90 άρχισαν προσπάθειες εκτιμήσεώς της. Ο λόγος ενασχόλησης αρκετών ερευνητών και οικονομολόγων με την παραοικονομία στην Ελλάδα ήταν η ανάδειξη της ανάγκης διαρθρωτικών αλλαγών για την εκπλήρωση των κριτηρίων του Maastricht. Η Παραοικονομία όπως συχνά τη συναντούμε στην ελληνική βιβλιογραφία (Hidden Economy, στην αγγλόφωνη βιβλιογραφία) είναι μια πολύπλευρη έννοια. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται από την πληθώρα των ονομάτων που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν το - 22 -
ίδιο αντικείμενο 1. Όσον αφορά τον ορισμό της παραοικονομίας η έλλειψη σαφούς και συγκεκριμένου ορισμού περιπλέκει ακόμη περισσότερο την κατανόηση του φαινομένου. Σύμφωνα με αρκετούς οικονομολόγους η παραοικονομία, υπό ευρεία έννοια, αποτελείται από: ί) ένα μείγμα δραστηριοτήτων εκτός μηχανισμού της αγοράς (όπως η παραγωγή των νοικοκυριών) ίί) από παράνομες δραστηριότητες εντός των πλαισίων της αγοράς (όπως η απαγορευμένη παραγωγή και διάθεση ουσιών) ίίί) νόμιμες δραστηριότητες της αγοράς οι οποίες δεν καταγράφονται για διάφορους λόγους (όπως η φοροδιαφυγή ή\και φοροκλοπή). Και οι τρεις κατηγορίες οικονομικών δραστηριοτήτων λαμβάνουν χώρα σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο π.χ. οικονομικό έτος. 1.9.1 ΟΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΠΑΡΑΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗ ΤΑΥΤΙΖΟΝΤΑΙ Έχοντας υπόψη μας τα παραπάνω είμαστε σε θέση να ερευνήσουμε τη σχέση μεταξύ της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας. Το υπόβαθρο της παρακάτω ανάλυσης βασίζεται σε δυο σημαντικά άρθρα του Βασίλειου Μανεσιώτη (1990) (1994).Αρχικά η φοροδιαφυγή διακρίνεται σε δύο κατηγορίες. Πρώτον η φοροδιαφυγή που σχετίζεται με την τρέχουσα συνολική οικονομική δραστηριότητα (εισόδημα συντελεστών παραγωγής του τρέχοντος οικονομικού έτους κ.λπ.) και δεύτερον, φοροδιαφυγή που δε σχετίζεται με την τρέχουσα συνολική οικονομική δραστηριότητα (φορολογία μεταβιβάσεως κληρονομιών κλπ.). Διάγραμμα 1: Κατηγοριοποίηση της Φοροδιαφυγής σε σχέση με την οικονομική δραστηριότητα Συνολική Φοροδιαφυγή Φοροδιαφυγή της τρέχουσας Οικονομικής δραστηριότητας (Πηγή: Μανεσιώτης,1990) Φοροδιαφυγή της μη-τρέχουσας Οικονομικής δραστηριότητας 1Ανεπίσημη, άτυπη, ακανόνιστη, δευτερεύουσα, δυαδική, κρυφή, μαύρη, μυστική, μη καταγραφόμενη, υπόγεια, υποδόρια κλπ - 23 -
Η παραοικονομία δεν πρέπει να συγχέεται και να ταυτίζεται με τη φοροδιαφυγή, διότι η παραοικονομία σχετίζεται αποκλειστικά και μόνο με την τρέχουσα οικονομική δραστηριότητα, ενώ η φοροδιαφυγή αναφέρεται τόσο στην τρέχουσα όσο και στη μη τρέχουσα οικονομική δραστηριότητα (Tanzi, 1982). Αλλά οι μεγαλύτερες και πιο περίπλοκες διαφορές μεταξύ της παραοικονομίας και της φοροδιαφυγής δεν στρέφονται στη μη-τρέχουσα συνολική οικονομική δραστηριότητα αλλά στην περίπτωση της τρέχουσας οικονομικής δραστηριότητας. Οι διαφορές αυτές γίνονται κατανοητές με τη βοήθεια του παρακάτω πίνακα. Πινάκας 1: Σχέση της Φοροδιαφυγής με την Παραοικονομία Συνολικ ά εισοδή ματα Συ ντελεστ ών Παρα γωγής που πρέπει να καταγρα φούν και να από δοθούν στιςοικ ονομικ ές υπη ρεσίες. Συνολική τρέχουσα οικονομική δραστηριότητα που πρέπει να καταγραφεί στους Εθνικούς Λογαριασμούς (Κρυμμένη και παρατηρίσημη οικονομία) Δηλωμένες δραστηριότητες Μη-δηλωμένες δραστηριότητες (Πηγή:Μανεσιώτης,1990) Καταγραφόμενη Όχι φοροδιαφυγή Όχι παραοικονομία Φοροδιαφυγή Όχι παραοικονομία Μη Καταγραφόμενη Όχι φοροδιαφυγή Παραοικονομία Φοροδιαφυγή και Παραοικονομία Ο ανωτέρω πίνακας εξηγεί τη σχέση της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας. Πιο συγκεκριμένα η οριζόντια διάσταση επεξηγεί την τρέχουσα δραστηριότητα που πρέπει να καταγραφεί σύμφωνα με τους ορισμούς που δίνονται παραπάνω αλλά για κάποιους λόγους ένα κομμάτι αυτής δεν καταγράφεται. Έτσι έχουμε δύο διαστάσεις της παραοικονομίας (καταγραφόμενη και μη καταγραφόμενη). Η κάθετη διάσταση περιλαμβάνει τα εισοδήματα που προκύπτουν από τη συνολική οικονομική δραστηριότητα και φορολογούνται άμεσα και τις τρέχουσες συναλλαγές που φορολογούνται έμμεσα. Στην τελευταία περίπτωση, συναντάμε την περίπτωση συνύπαρξης φοροδιαφυγής και παραοικονομίας, αλλά όχι και την ταύτιση αυτών. Δηλαδή, τα εισοδήματα που κερδίζονται στην παραοικονομία όχι μόνο διαφεύγουν από τις στατιστικές υπηρεσίες αλλά και οι αντίστοιχοι φόροι αυτών των εισοδημάτων δεν εισπράττονται από τις οικονομικές - 24 -
υπηρεσίες(νάστας,2007,68). Στο βαθμό όμως που η φοροδιαφυγή είναι αιτία της παραοικονομίας και ανεξάρτητα από την εννοιολογική διαφορά τους, τότε επιφέρουν σχεδόν τα ίδια αποτελέσματα στο οικονομικό σύστημα και ο περιορισμός του ενός εκ των δυο θα μπορούσε να οδηγήσει και στον περιορισμό του άλλου. Παρά τις ουσιώδεις διαφορές τους και τα στρεβλά συμπεράσματα που προκύπτουν από την ταυτοποίηση των δυο εννοιών ελάχιστοι έχουν ασχοληθεί με το εν λόγω ζήτημα ιδιαίτερα στην Ελλάδα. Μέσα από την ανάλυση μας αποδεικνύεται με σαφήνεια ότι κάτω από πολύ αυστηρές, μη ρεαλιστικές υποθέσεις οι δυο έννοιες ταυτίζονται από πλευράς συνεπειών και κατ επέκταση εξεύρεσης ενιαίων πολιτικών περιορισμού τους. - 25 -