PAST PAPERS ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2006/07 ΕΡΩΤΗΣΗ 2



Σχετικά έγγραφα
Αποφάσεις Ανωτάτου Δικαστηρίου & Επαρχιακών Δικαστηρίων ανά άρθρο του Νόμου ΛΕΥΚΩΣΙΑ Λούης Παρλάς

Αποφάσεις Ανωτάτου Δικαστηρίου & Επαρχιακών Δικαστηρίων ανά άρθρο του Νόμου ΛΕΥΚΩΣΙΑ Λούης Παρλάς

ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΑΣ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ. ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 3 η. Νικόλαος Καρανάσιος

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΟΥ ΑΝΑΘΕΣΗΣ ΑΝΑΛΗΨΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΒΛΕΨΗΣ

849 Ν. 105(Ι)/95. Ε.Ε. Παρ. 1(1) Αρ. 3028,

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 6 ου ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Έχει ανακύψει εκατοντάδες φορές το ζήτημα τα τελευταία χρόνια στην ελληνική νομολογία και

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΜΚΕ)

Γενικοί Όροι και Προϋποθέσεις για το Ηλεκτρονικό Κατάστημα της Olympus

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

Καταχρηστικές ρήτρες σε συµβάσεις: Τι πρέπει να προσέχουν οι αγοραστές ακινήτων

E.E. Παρ. I (I), Αρ. 2721, Ν. 5ί(Ι)/92

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3401, 7/4/2000

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΝ 7 ου ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΥΠΡΟΥ. (Εξετάσεις σύμφωνα με το άρθρο 5 του περί Δικηγόρων Νόμου) ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΓΟΡΑΠΩΛΗΣΙΑ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ

Συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την παρουσία της Γραμματέως

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3610, 7/6/2002

ΣΧΕΔΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΟΙΚ. ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Δ/ΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Τ.Α. ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝ. Δ/ΣΗΣ & Π/Υ. Αθήνα 12 Νοεμβρίου 2013

Σχέδιο Υπουργικής Απόφασης. «Κώδικας Προµήθειας σε Πελάτες» Ο Υπουργός Ανάπτυξης

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3383, 28/1/2000

ΟΡΟΙ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ «Το πιο θρεπτικό ξεκίνημα της νέας σχολικής χρονιάς!»

Γ. ΠΕΡΙ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΥΠ ΑΡΙΘ. ΔΠΜ-Θ/ΠΚΑΣΤ/

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 1. Σύμβαση εξηρτημένης εργασίας

«O περί Εταιρειών (Τροποποιητικός) (Αρ. 3) Νόµος του 2015» ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΕΙΣ

Όροι Χρεωστικού Υπολοίπου σε Χρήματα DEGIRO

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3629, 9/8/2002

ΟΡΟΙ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣTO ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ YELLOW IN FASHION ΤΗΣ ΜΤΝ ΣΤΟ FACEBOOK

ΤΕΥΧΟΣ ΣΤ ΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΔΕΕΔ- 22 ΣΥΜΒΑΣΗ :

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΑΣΤΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ

ΠΑΙΓΝΙΟ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΛΑΧΕΙΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ

Ο περί Πωλήσεως Γης (Ειδική Εκτέλεση) Νόµος (ΚΕΦ.232)

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως: «ΜΕΡΟΣ VIB

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3791, 31/12/2003 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΕΓΓΥΗΤΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2003

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3758, 3/10/2003 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙ ΜΗΧΑΝΟΚΙΝΗΤΩΝ ΟΧΗΜΑΤΩΝ (ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΕΥΘΥΝΗΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΡΙΤΟΥ) ΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥ 2000 ΚΑΙ 2003

Επίλυση αμφισβητήσεων, αξιώσεων και αντιστροφών χρέωσης.

Δ ι α φ ά ν ε ι ε ς β ι β λ ί ο υ

«Βασικές Αρχές Ασφάλισης Ζημιών»

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΑΣΤΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4373,

Στοιχεία Αστικού Δικαίου - 4 ο Μάθημα

ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΜΕ ΤΙΤΛΟ ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΕΩΣ ΚΑΙ ΥΠΟΘΗΚΕΥΣΕΩΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΝΟΜΟ

ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4129, 22/6/2007. Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινοτήτας με τίτλο-

αναφέρεται στη Σελίδα Ειδικών Στοιχείων του Ασφαλιστηρίου ή σε σχετική Πρόσθετη Πράξη.

Αριθµός 197(I) του 2003 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΕΓΓΥΗΤΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2003

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4203, 24/4/2009

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΤΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΥ

ΟΡΟΙ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ BULK SMS ΤΗΣ CYTACOM SOLUTIONS

Όροι Διαγωνισμού Κατασκήνωση

Προεδρικό ιάταγµα 456/1984 «Αστικός Κώδικας και Εισαγωγικός του Νόµος» (ΦΕΚ Α' 164/ ) ΕΚΑΤΟ ΟΓ ΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4173, 18/7/2008 NOMOΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΔΟΛΙΕΥΣΗ ΤΩΝ ΕΚ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ ΠΙΣΤΩΤΩΝ

Απλή Ετερόρρυθμη Εταιρεία

Δ ι α φ ά ν ε ι ε ς β ι β λ ί ο υ

ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ «ΑΓΟΡΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ» ΤΗΣ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΕΛΛΑΔΑΣ

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ 15/2007 ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΗ ΠΡΟΕΞΟΦΛΗΣΗΣ ΣΕ ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΑ ΔΑΝΕΙΑ ΣΤΑΘΕΡΟΥ ΕΠΙΤΟΚΙΟΥ

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ Ονοματεπώνυμο:. Α.Μ.: /..

Σ Υ Μ Β Α Σ Η. ΤΗΣ ΑΣΤΙΚΗΣ Μη ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ Με την Επωνυμία: ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΚΦΡΑΣΗ, ΘΕΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟΥ.. (Ή ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ «.

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ E2/2016 ΓΙΑ ΤΗΝ EKΜΙΣΘΩΣΗ ΚΥΛΙΚΕΙΩΝ ΣΤΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ ΤΩΝ ΑΜΑΞΟΣΤΑΣΙΩΝ ΤΗΣ Ο.ΣΥ. Α.Ε ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗΣ

ΣΥΜΒΑΣΗ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΠΛΟΙΟΥ ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 9ης ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1996 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΜΕΡΟΣ Ι

Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ΕΚΤΕΛΕΣΉΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΔΙΠΛΩΜΑ ΕΥΡΕΣΙΤΕΧΝΙΑΣ ΓΙΑ 1ΉN ΚΟΙΝΗ ΑΓΟΡΑ

Γενικοί Όροι & Πολιτική Αγορών της Fon

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΥΠΡΟΥ. (Εξετάσεις σύμφωνα με το Άρθρο 5 του Περί Δικηγόρων Νόμου) ΑΣΤΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ. (Να απαντηθούν 4 από τις 6 ερωτήσεις)

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3629, 9/8/2002

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΣΥΜΒΑΣΗΣ. Άρθρο 1 ο. Αντικείμενο της Σύμβασης

34η ιδακτική Ενότητα ΙΚΑΙΩΜΑ ΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΤΗΣΗ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΙΚΑΙΟΥ - ΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ Α ΙΚΟΠΡΑΞΙΑ

(EEL 280/ ) την απόκτηση δικαιώματος χρήσης ενός ή περισσοτέρων ακινήτων υπό καθεστώς χρονομεριστικής

Οι πρόσφατες νομοθετικές εξελίξεις στις επαγγελματικές μισθώσεις,

ΟΡΟΙ ΧΡΗΣΗΣ Με το παρόν καθορίζονται οι όροι χρήσης των υπηρεσιών που παρέχονται διαδικτυακά µέσω της ιστοσελίδας

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΑΣΤΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ

ημερολογιακό τρίμηνο. Κατ εξαίρεση η σταθερότητα των τιμών περιορίζεται μόνο στο ημερολογιακό τρίμηνο εκκίνησης όταν πρόκειται για έργα οποιασδήποτε

Αριθµός 7(I) του 2000

Έντυπο Προσφοράς Αγοράς Ακινήτου προς την Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρία Λτδ [η «Τράπεζα»]

Σωρού Μαρούσι, Αθήνα

Όροι Χρήσης. Προοίμιο

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΥΠΡΟΥ. (Εξετάσεις σύμφωνα με το άρθρο 5 του περί Δικηγόρων Νόμου) ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΑΓΟΡΑΠΩΛΗΣΙΑ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ

ΠΑΙΓΝΙΟ ΣΤΙΓΜΙΑΙΟΥ ΛΑΧΕΙΟΥ ΣΚΡΑΤΣ. Σύμβαση Προσχώρησης

E.E. Παρ. ΠΙ (I) Αρ. 2806,

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι) Αρ. 4565,

ΟΡΟΙ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ ΣΤΟΝ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ «ΕΣΥ ΤΙ ΜΗΛΟ ΕΙΣΑΙ;»

32η ιδακτική Ενότητα ΓΕΝΙΚΑ - ΑΣΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΙΚΑΙΟΥ (ΠΡΟΣΩΠΑ) ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ. Παρατηρήσεις, Σχόλια, Επεξηγήσεις

Κλάδος Γενικής Αστικής Ευθύνης Προγράμματα Επαγγελματικής Αστικής Ευθύνης

FxPro Financial Services Ltd. Ταμείο Αποζημίωσης Επενδυτών ( ΤΑΕ )

Ο διαχειριστής της γερμανικής ΕΠΕ

ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ ΚΑΙ ΟΡΟΙ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

ΔΗΛΩΣΗ ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ

ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΥΠΡΟΥ. (Εξετάσεις σύμφωνα με το Άρθρο 5 του Περί Δικηγόρων Νόμου) ΑΣΤΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ. (Να απαντηθούν 4 από τις 6 ερωτήσεις)

Όροι συμμετοχής σε διαγωνισμό ενέργειας SUBITO (13/11/ /01/2015) ΟΡΟΙ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΚΛΗΡΩΣΗ PLAYSTATION 4 (SUBITO ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑ)

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΑΣΤΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΥΠΡΟΥ. (Εξετάσεις σύμφωνα με το Άρθρο 5 του Περί Δικηγόρων Νόμου) ΑΣΤΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ. (Να απαντηθούν 4 από τις 6 ερωτήσεις)

Π Ι Ν Α Κ Α Σ Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Ω Ν

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4229, 5/2/2010

Plus500CY Ltd. Ταμείο Αποζημίωσης Επενδυτών

Ο ΠΕΡΙ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2003 Ν.122(Ι)/2003 (25/07/2003) ΔΕΙΚΤΕΣ ΑΠΟΔΟΣΗΣ Κ.Δ.Π. 571/2005 (16/12/2005)

Περιεχόμενα. Πρόλογος... Συντομογραφίες..

Transcript:

PAST PAPERS ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2006/07 ΕΡΩΤΗΣΗ 2 Το ζήτημα είναι κατά πόσον η σύμβαση μεταξύ του Κόκου και του Αντώνη επιτρέπει στον Α να διεκδικήσει επιστροφή χρημάτων και αν ολοκληρώθηκε ή όχι και πότε. Για το θέμα αυτό, καθώς έχουμε να κάνουμε με πώληση αγαθών, θα πρέπει να προσφύγουμε στον Περί Πώλησης Αγαθών Νόμο (Ν.10(Ι)/1994), όπως έχει τροποποιηθεί. Σύμφωνα με το [4.1] του παραπάνω νόμου, σύμβαση πώλησης αγαθών είναι η σύμβαση με την οποία ο πωλητής μεταβιβάζει ή συμφωνεί να μεταβιβάσει την κυριότητα των αγαθών στον αγοραστή, έναντι τιμήματος. Το κύριο θέμα της ερώτησης είναι το κατά πόσον έχει περάσει η κυριότητα του αυτοκινήτου στον Α όταν πλήρωσε γι αυτό, ή αν θα αποκτούσε την κυριότητα με την παραλαβή του αυτοκινήτου. Όσον αφορά την κυριότητα, σημαντικό είναι να διακρίνουμε κατά πόσον υπάρχει σύμβαση πώλησης, όπου η κυριότητα μεταβιβάζεται αμέσως, ή συμφωνία πώλησης, όπου η κυριότητα μεταβιβάζεται σε μελλοντικό χρόνο ή υπόκειται σε κάποιον όρο. Το [5.1] του νόμου προνοεί ότι η σύμβαση πώλησης συνάπτεται με την πρόταση για αγορά ή πώληση αγαθών έναντι τιμήματος, και με την αποδοχή τέτοιας πρότασης. Η σύμβαση δύναται να προνοεί για την άμεση παράδοση των αγαθών ή την άμεση πληρωμή του τιμήματος. Το [26] του νόμου προβλέπει ότι, εκτός αν συμφωνήθηκε διαφορετικά, ο κίνδυνος των αγαθών παραμένει στον πωλητή μέχρι που η κυριότητα μεταβιβαστεί στον αγοραστή. Σχετικά με το πρόβλημα είναι και τα [109 110] του Κεφ. 149 όπου τα αγαθά δίδονται για επιμέλεια καθώς μπορεί ο Κ να θεωρηθεί ως θεματοφύλακας. Ο θεματοφύλακας δεν φέρει ευθύνη εφόσον καταβάλλει για τα αγαθά την επιμέλεια που ο μέσος συνετός άνθρωπος θα κατέβαλλε, υπό παρόμοιες περιστάσεις, για τα δικά του αγαθά. Το [20] του νόμου προνοεί ότι σύμβαση χωρίς όρους ως προς το πότε προκύπτει μεταβίβαση της κυριότητας, όταν τα αγαθά είναι έτοιμα για παράδοση, όπως συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση από τη μεριά του πωλητή, η κυριότητα μεταβιβάζεται κατά τη σύναψη της σύμβασης, αδιαφορώντας για το πότε έγινε η πληρωμή ή για το χρόνο παράδοσης. Για το πρώτο μέρος της ερώτησης, φαίνεται πως η κυριότητα έχει μεταβιβαστεί στον αγοραστή, έχοντας υπόψη τα προαναφερθέντα άρθρα του νόμου, και συνεπώς δεν τίθεται θέμα επιστροφής των χρημάτων του Α από τον Κ. Η απάντηση όμως θα ήταν διαφορετική στο δεύτερο ερώτημα της ερώτησης το οποίο αφήνει στον πωλητή κάποια ευθύνη. Βάσει του [21] του νόμου, το οποίο προνοεί ότι όταν υπάρχει σύμβαση για την πώληση συγκεκριμένων αγαθών και ο πωλητής υποχρεούται να πράξει κάτι στα αγαθά με σκοπό να τα καταστήσει έτοιμα για παράδοση, η κυριότητα δεν μεταβιβάζεται μέχρι να γίνει αυτό και ο αγοραστής να ειδοποιηθεί γι αυτό. Σ αυτή την περίπτωση ο Α έχει δικαίωμα να ζητήσει τα λεφτά του πίσω, εφόσον δεν έγινε μεταβίβαση της κυριότητας από τον Κ, το οποίο συνεπάγεται ότι ήταν υπεύθυνος για το αυτοκίνητο για ότι ζημιά προκύψει.

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ 2 ΕΡΩΤΗΣΗ 4 Για να δημιουργηθεί μια έγκυρη, εκτελεστή (enforceable) και δεσμευτική σύμβαση θα πρέπει τα μέρη να έχουν δικαιοπρακτική ικανότητα. Η ανθρώπινη φύση φέρει από μόνη της αυτήν την ικανότητα, εκτός από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο Νόμο. Ο Νόμος, παραπέμποντας στο εκάστοτε ισχύον αγγλικό δίκαιο, τάσσει την ηλικία ως μία από τις εξαιρέσεις. Συνεπώς τα άτομα κάτω των 18 ετών (ανήλικοι) δεν έχουν δικαιοπρακτική ικανότητα. Στους ανήλικους, παρ όλα αυτά, αναγνωρίζεται συμβατική ικανότητα, αν και περιορισμένη. Το [68] προβλέπει ότι όσον αφορά για τα αναγκαία χρειώδη (necessaries), τα αγαθά δηλαδή που είναι κατάλληλα για τις συνθήκες ζωής του ανήλικου και των πραγματικών του αναγκών, κατά τη στιγμή της πώλησης και της παράδοσης, ο ανήλικος έχει δικαιοπρακτική ικανότητα. Προκειμένου να διακρίνουμε κατά πόσον το αντικείμενο μιας σύμβασης εμπίπτει στην έννοια των «αναγκαίων χρειώδη» χρησιμοποιούμε το κριτήριο είναι αυτό της χρησιμότητας (utility) για τον ανήλικο. Παράγοντες όπως το επίπεδο ζωής, το κατά πόσο ο ανήλικος έχει πληθώρα τέτοιων αγαθών κτλ, λαμβάνονται υπόψη για να καθοριστεί ή όχι κατά πόσον τα συγκεκριμένα αγαθά εμπίπτουν στον ορισμό. Για παράδειγμα φαγητά, ρούχα, ιατρική φροντίδα, νομική συμβουλή, βιβλία έχουν θεωρηθεί ως αναγκαία χρειώδη. Στη NASH v. INMANN (1908), ένας πλούσιος φοιτητής παράγγειλε 11 πανάκριβα κοστούμια σε ράφτη, ο οποίος γνώριζε ότι ήταν ανήλικος. Δεν θεωρήθηκαν ως αναγκαία χρειώδη. Αντίθετα στην ELKINGTON v. AMEVY, ανήλικος αγόρασε δακτυλίδι για αρραβώνα, το οποίο θεωρήθηκε ως αναγκαίο χρειώδη. Δεύτερη περίπτωση, όπου οι ανήλικοι έχουν δικαιοπρακτική ικανότητα είναι η περίπτωση όπου οι συμβάσεις επενεργούν προς όφελος του ανηλίκου (for the minor s benefit) και αφορούν την εκπαίδευση του, π.χ. σύμβαση μαθητείας ή για εργασία. Στην ROBERTS v. GRAY (1913), ανήλικος ήθελε να γίνει επαγγελματίας παίκτης μπιλιάρδου. Συμφώνησε με ενήλικα επαγγελματία να τον συνοδεύει στις περιοδείες του, να τον βοηθά και ταυτόχρονα να μαθαίνει. Κρίθηκε ότι ήταν προς όφελος του ανήλικου. Εάν το αντικείμενο της σύμβασης δεν εμπίπτει στις εξαιρέσεις τότε η σύμβαση είναι ακυρώσιμη (voidable) κατ επιλογή του ανηλίκου. Η ακύρωση μπορεί να γίνει είτε ενόσω είναι ακόμη ανήλικος είτε μόλις ενηλικιωθεί, μέσα σε εύλογο χρόνο. Στην VARTHOLOMEOU v. KANNAOUROU (1978): Διευκρινίστηκε ότι σύμβαση που συνάπτει ένας ανήλικος είναι ακυρώσιμη, δεν είναι άκυρη. Θα πρέπει όμως ο ανήλικος να προβάλει την ακυρότητα αυτή είτε κατά τη διάρκεια της ανηλικότητας του είτε εντός εύλογου χρόνου από την ενηλικίωση του. Εδώ είχαν περάσει 12 χρόνια από την ενηλικίωση δε μπορούσε πλέον ο ενηλικιωθείς ανήλικος να εγείρει αγωγή σε σχέση με την πώληση που έκαμε. Το [68] ρυθμίζει τις σχέσεις που προσομοιάζουν με τις συμβατικές, τις οιονεί συμβάσεις (quasi-contract, βλ. και σελ. 41). Είναι περιπτώσεις που δεν υπάρχει σύμβαση αλλά ο ίδιος ο νόμος θεωρεί την κατάσταση σαν να υπήρχε σύμβαση. Μια τέτοια περίπτωση είναι η

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ 3 περίπτωση που κάποιος εφοδιάζει με τα χρειώδη αγαθά κάποιο ανήλικο τα οποία αρμόζουν στην κοινωνική θέση του ανήλικου. Αυτός δικαιούται αποπληρωμή, όχι στα πλαίσια της σύμβασης που μπορεί να είναι ακυρώσιμη, αλλά εάν είναι τα χρειώδη τότε δημιουργείται οιονεί συμβατική σχέση και πρέπει ο ανήλικος να αποζημιώσει τον προμηθευτή των χρειωδών πραγμάτων. ΕΡΩΤΗΣΗ 6 ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΛΟΓΩ ΔΗΛΗΤΗΡΙΑΣΗΣ ΕΡΓΑΤΩΝ

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ 4 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2007/08 ΕΡΩΤΗΣΗ 1 ΑΡΧΕΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΟΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΩΝ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΩΝ Με βάση το [73] του Κεφ. 149, σε περίπτωση παράβασης της σύμβασης, ο συμβαλλόμενος που ζημιώνεται από την παράβαση έχει δικαίωμα αποζημίωσης από τον υπαίτιο για τη ζημιά ή απώλεια που υπέστη συνέπεια της παράβασης. Η ζημιά θα πρέπει να προέκυψε φυσικά, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων από την εν λόγω παράβαση. Αντίθετα καμιά αποζημίωση δεν καταβάλλεται για απομακρυσμένη και έμμεση απώλεια, που προκλήθηκε συνέπεια παράβασης της σύμβασης. Η γενική αρχή που προσδιορίζει το μέτρο των αποζημιώσεων, σε περίπτωση παράβασης σύμβασης, έχει καθοριστεί στην ΑΛΠΑΝ ΛΤΔ ν. ΤΡΥΦΩΝΙΔΟΥ (1996) και είναι η «αρχή της αποκατάστασης». Το αθώο μέρος, δηλαδή, πρέπει να τεθεί, σε όποιο βαθμό αυτό μπορεί να επιτευχθεί με το χρήμα, στην ίδια θέση στην οποία θα ήταν ως εάν η σύμβαση να είχε εκτελεστεί. Στον υπολογισμό των αποζημιώσεων λαμβάνεται υπόψη και η συμπεριφορά του αθώου μέρους απέναντι στην παράλειψη, και συγκεκριμένα το κατά πόσο αυτό αναζήτησε και εφάρμοσε τυχόν εναλλακτικούς τρόπους προκειμένου να αποφύγει τη ζημιά. Το αθώο μέρος έχει υποχρέωση να λάβει εύλογα μέτρα για να μετριάσει τις ζημιές του με βάση το [73.3], ενώ Το αθώο μέρος δεν μπορεί να απαιτήσει ζημιά την οποία ήταν δυνατό να περιορίσει εάν ελάμβανε προς τούτο λογικά μέτρα. Αν ΔΕΝ είναι δυνατό να υπολογιστούν με λογική ακρίβεια οι αποζημιώσεις, τότε μπορούν να υπολογιστούν στη βάση της απολεσθείσας δαπάνης, δηλαδή του κόστους που σπαταλήθηκε (wasted costs), βλ. ANGLIA TV LTD v. REED (1971). Σε περίπτωση που η αρχή της αποκατάστασης δεν μπορεί να εφαρμοστεί, λόγω έλλειψης δεδομένων ακριβούς υπολογισμού, το Δικαστήριο μπορεί να υπολογίσει τη ζημιά στη βάση του κέρδους ή του ωφελήματος που εξασφάλισε ο παραβάτης της σύμβασης, παραβιάζοντάς την, βλ. ATTORNEY GENERAL v. BLAKE (2001). Οι αποζημιώσεις δεν ενέχουν τιμωρητικό χαρακτήρα (exemplary damages). Η δυνατότητα επιδίκασης τιμωρητικών αποζημιώσεων περιορίζεται κυρίως σε περιπτώσεις αστικών αδικημάτων. Το Δικαστήριο επιδικάζει μόνο αποζημιώσεις αποκατάστασης, βλ. ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ ν. ΘΕΟΔΩΡΟΥ (1997). Το αθώο μέρος δεν πρέπει να αποζημιώνεται πέραν του δέοντος, δηλαδή να τοποθετείται σε ευνοϊκότερη θέση από ότι θα ήταν αν η συμβατική σχέση κυλούσε ομαλά. Η αποζημίωση

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ 5 υπολογίζεται με αναφορά στην πραγματική ζημιά (actual damage), βλ. ΜΠΙΣΚΟΤΑ ΦΡΟΥ ΦΡΟΥ ΛΤΔ ν. ΧΑΤΖΗΕΥΣΤΑΘΙΟΥ (1997). Όταν αποδειχθεί η παράβαση της σύμβασης, αλλά δεν αποδειχθεί (ή δεν υπάρχει) πραγματική ζημιά λόγω της παράβασης, τότε στο αθώο μέρος θα επιδικαστούν μόνο ονομαστικές αποζημιώσεις (nominal damages), δηλαδή εικονικές. Θα πρέπει να αποδειχθεί η ύπαρξη και όχι το ύψος της ζημιάς. Παρά το ότι υπάρχουν εξαιρέσεις (οι οποίες αφορούν κυρίως σε συμβάσεις που ενέχουν το στοιχείο της αναψυχής και της διασκέδασης, π.χ. συμβάσεις διακοπών), ο γενικός κανόνας είναι ότι δεν επιδικάζονται αποζημιώσεις για ηθική βλάβη ή ψυχική ταλαιπωρία (mental distress). Ο υπολογισμός του ύψους της ζημιάς είναι συνήθως αποτέλεσμα της διαφοράς μεταξύ της αγοραίας αξίας και της συμφωνηθείσας αξίας, βλ. ΔΡΟΥΣΙΩΤΗΣ v. ΙΕΡΩΝΥΜΙΔΗΣ (1990). Η δυσχέρεια στον υπολογισμό δεν είναι λόγος για άρνηση απόδοσης αποζημίωσης, εκτός αν πρόκειται για εντελώς απομακρυσμένη υποθετική βάση (βλ. σελίδα 38). Θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το κατά πόσον ο πωλητής δημιουργεί στον αγοραστή προσδοκία ότι, παρά την ήδη επελθούσα διάρρηξη, θα το μεταβιβάσει στο τέλος. Ρήτρες προκαθορισμένης αποζημίωσης (liquidated damages clauses): Βάσει του [74], αν στη σύμβαση διαλαμβάνεται όρος ως προς το ποσό το οποίο πρέπει να καταβληθεί, σε περίπτωση παράβασης αυτής, ή ποινική ρήτρα, τότε σε περίπτωση παράβασης της σύμβασης το αθώο μέρος δικαιούται (ακόμα και αν δεν αποδειχθεί πραγματική ζημιά ή απώλεια από συνέπεια της παράβασης) να λάβει από τον υπαίτιο εύλογη αποζημίωση που δεν υπερβαίνει το ποσό που ορίστηκε (είτε με όρο είτε με ποινική ρήτρα). Ρήτρα για καταβολή αυξημένου τόκου από την υπερημερία μπορεί να θεωρηθεί ως ποινική ρήτρα. Ο προκαθορισμός δεν είναι καθοριστικός, αλλά παρ όλα αυτά λαμβάνεται υπόψη, ως το ανώτατο όριο της αποζημίωσης. Η ζημιά θα πρέπει να αποδειχθεί ανεξάρτητα από τον όρο, βλ. ΜΕΤΑΛΛΙΚΑ ΗΡΑΚΛΗΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ ΛΤΔ v. G&C EXHAUST SYSTEMS LTD (2001). Η επιδίκαση ουσιαστικών (και όχι ονομαστικών) αποζημιώσεων είναι δυνατή μόνο όπου αποδεικνύονται οι πραγματικές ζημιές. Τέλος, η ποινική ρήτρα (penalty) είναι απλή απειλή, εκφοβισμός, και δεν λαμβάνεται υπόψη (αγνοείται) στον καθορισμό των αποζημιώσεων από το Δικαστήριο, καθώς είναι φανερό ότι δεν αποτελεί κοινή προσπάθεια των συμβαλλομένων για να προκαθορίσουν τις αποζημιώσεις. Ποινική ρήτρα συνιστά ο όρος ο οποίος αποβλέπει στον εκφοβισμό μέσω του ύψους της αποζημίωσης που καθορίζεται στην εκπλήρωση των συμβατικών υποχρεώσεων, βλ. ΠΑΓΙΑΣΗ ν. ΣΤΑΥΡΙΝΙΔΗΣ ΚΕΜΙΚΑΛΣ ΛΤΔ (1993).

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ 6 ΕΡΩΤΗΣΗ 2 ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΜΕΝΤΙΟΥΜ Στα γεγονότα της υπόθεσης, όπως περιγράφονται, παρατηρούμε ότι ενδεχομένως να υπάρχουν δύο συμβάσεις. Από την πρώτη (χρονικά) σύμβαση λείπει το στοιχείο της αντιπαροχής, κάτι το οποίο θα την καθιστούσε άκυρη, καθώς δεν νοείται σύμβαση χωρίς αντιπαροχή. Όμως στην περίπτωση αυτή πρόκειται για δωρεά, την οποία ρητά ο νόμος θεωρεί ως έγκυρη σύμβαση [25.2] παρά το ότι λείπει το στοιχείο της αντιπαροχής. Η δεύτερη (χρονικά) σύμβαση έχει και το στοιχείο της αντιπαροχής, καθώς πρόκειται για αγορά μετοχών. Στην προκειμένη περίπτωση οι συμβάσεις πάσχουν για άλλο λόγο. Το [10.1] ορίζει ως απαραίτητη προϋπόθεση για την εγκυρότητα της σύμβασης, την ελεύθερη συναίνεση των μερών της κατά την κατάρτισή της. Σύμφωνα με το [16] ως «ψυχική πίεση» ορίζεται η περίπτωση κατά την οποία οι σχέσεις που υπάρχουν μεταξύ των μερών είναι τέτοιες ώστε το ένα από αυτά είναι σε θέση να κυριαρχεί επί της θέλησης του άλλου και να επωφελείται από την θέση αυτή, για να εξασφαλίσει αθέμιτο όφελος έναντι του άλλου. Ο Νόμος δημιουργεί τεκμήριο κυριαρχίας στην περίπτωση που το ένα μέρος (αθώο) βρίσκεται σε σχέση εμπιστοσύνης έναντι του άλλου, όπως στην προκειμένη περίπτωση. Ως δεύτερο τεκμήριο κυριαρχίας που επίσης μπορεί να εφαρμοστεί στην παρούσα περίπτωση είναι το γεγονός ότι η σύμβαση με πρόσωπο του οποίου η πνευματική ικανότητα είναι προσωρινά επηρεασμένη λόγω πνευματικής κατάπτωσης, καθώς είχε πρόσφατα πεθάνει η σύζυγός του. Σχετική είναι η υπόθεση ΚΕΦΑΛΑΣ v. ΝΙΚΟΛΑ (2000), στην οποία γριά υπό το κράτος επηρεασμού από άτομα που την φρόντιζαν μεταβίβασε όλη την περιουσία της, η οποία εν τέλει ακυρώθηκε. Σύμφωνα με το [20] σύμβαση που έχει καταρτιστεί υπό το κράτος ψυχικής πίεσης είναι ακυρώσιμη, κατ εκλογή του αθώου μέρους. ΕΡΩΤΗΣΗ 3 ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΠΩΛΗΣΗ FERRARI ΜΕΣΩ ΑΓΓΕΛΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ (Παρόμοια και η (1) Φεβ. 06/07) Τα βασικά στοιχεία της σύμβασης είναι η υπόσχεση, η αντιπαροχή και η δικαιοπρακτική βούληση. Η υπόσχεση διακρίνεται σε πρόταση και αποδοχή. Για να μπορεί να υπάρξει σύμβαση θα πρέπει να υπάρχουν όλα τα παραπάνω στοιχεία. Η πρόταση αποτελεί έκφραση βούλησης για δέσμευση με όρους. Η αποδοχή όμως πρέπει να είναι χωρίς όρους. Η πρόταση διαφέρει από την πρόσκληση για διαπραγμάτευση. Έχει νομολογηθεί ότι διαφήμιση σε έντυπο είναι πρόσκληση για διαπραγμάτευση, βλ. PATRIDGE v. CRITTENDEN (1968). Επίσης έχει νομολογηθεί πως αποδοχή πρόσκλησης για διαπραγμάτευση δεν δημιουργεί σύμβαση, καθώς υπάρχει απλό ενδεχόμενο για την αποδοχή της διαπραγμάτευσης, βλ. ΕΙΡΗΝΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΑΕΡΟΓΡΑΜΜΩΝ ΛΤΔ (1998). Στην προκειμένη περίπτωση, η διαφήμιση του Παναγιώτη θεωρείται πρόσκληση για διαπραγμάτευση. Η Νικολέτα πρότεινε στον Π 70000 για

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ 7 το αυτοκίνητο. Ο Π έκανε αντιπρόταση στη Ν, η οποία επενεργεί ως απόρριψη της πρότασης της Ν, για 80000. Αν σ αυτό το σημείο η Ν αποδεχόταν θα είχαμε σύμβαση. Η Ν όμως προκειμένου να αποδεχτεί την πρόταση του Π έθεσε τον όρο της πιστοποίησης γνησιότητας. Είχαμε δηλαδή αποδοχή υπό όρους, όπως στην υπόθεση STEVENSON v. MCLEAN (1880). Η αποδοχή υπό όρους δεν αποτελεί αποδοχή της πρότασης, ούτος ώστε να καταστεί υπόσχεση. Συνεπώς δεν είχαμε κατάρτιση σύμβασης. Βάσει του [7(α)] άλλωστε η αποδοχή θα πρέπει να είναι απόλυτη και ανεπιφύλακτη, σε όλους τους όρους της πρότασης και να μην εισάγει νέους όρους όπως π.χ. στην υπόθεση XENOPOULOS v. THOMAS NELSON (INSURANCE) LTD (1982). Συνεπώς η Ν δεν έχει οποιοδήποτε αγώγιμο δικαίωμα εναντίον του Π, καθώς η συμφωνία δεν έχει καμία δέσμευση για τα μέρη εφόσον δεν είχε καταρτιστεί συμβατική σχέση. ΕΡΩΤΗΣΗ 4 ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΝΕΑΡΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ Στην προκειμένη περίπτωση για την κατάρτιση της σύμβασης, ο Κωνσταντίνος βάσισε τη βούλησή του πάνω σε δύο παράγοντες: (α) στο ύψος των κερδών, και (β) στο γεγονός ότι η μεγάλη εταιρία ήταν πελάτης του δικηγορικού γραφείου. Όσον αφορά την εταιρία, παρόλο που στην πραγματικότητα ήταν πελάτης του δικηγορικού γραφείου, μπορούμε να πούμε ότι ο Νίκος, δηλώνοντας αυτό προκάλεσε στον Κ την εύλογη πεποίθηση και εντύπωση ότι το δικηγορικό γραφείο του Ν, το οποίο επιθυμούσε να αγοράσει, συνεργαζόταν εκτεταμένα με τη μεγάλη εταιρία, κάτι το οποίο δεν ήταν αλήθεια. Αυτό εμπίπτει στην έννοια της ψευδούς παράστασης, βάσει του [18], η οποία βάσει του [18(γ)] σημαίνει την πρόκληση, έστω και ανυπαίτια, πλάνης ως προς την ουσία του αντικειμένου της συμφωνίας σε μέρος αυτής, δηλαδή στον Κ. Εξετάζοντας το ύψος τον κερδών, μπορούμε να πούμε ότι από τα πραγματικά περιστατικά που περιγράφονται στο πρακτικό προκύπτει ότι για τη μείωση των κερδών ο Κ τελούσε σε πλάνη, ενώ ο Ν φυσικά όχι. Αν ο Κ βάσιζε την κρίση του ως προς την κατάρτιση της σύμβασης μόνο στο ύψος των κερδών, τότε η σύμβαση δεν θα ήταν ακυρώσιμη, καθώς κάτι τέτοιο δεν προκαλείται μόνο από μονομερή πλάνη βάσει του [22]. Στην προκειμένη περίπτωση όμως υπήρχε και ψευδής παράσταση, βάσει της οποίας ο Κ συναίνεσε στην σύμβαση. Συνεπώς η σύμβαση είναι ακυρώσιμη λόγω τόσο ψευδής παράστασης [19], όσο και (μονομερούς) πλάνης [22], κατ εκλογή του Κ. ΕΡΩΤΗΣΗ 5 ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΠΩΛΗΣΗ ΣΚΑΦΟΥΣ ΣΕ ΣΑΟΥΔΑΡΑΒΑ Καθώς πρόκειται για πώληση ανατρέχουμε κυρίως στον Περί Πώλησης Αγαθών Νόμο. Κατ αρχήν αξίζει να αναφερθεί πως ο όρος sale with all faults είναι άδικος (unfair contract) και πρέπει να ερμηνευθεί ότι καλύπτει μόνο τις λεπτομέρειες τις πώλησης και όχι τα ουσιώδη. Σύμφωνα με το [15.1] σε περίπτωση πώλησης αγαθών κατά περιγραφή, τα αγαθά θα πρέπει

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ 8 να ανταποκρίνονται στην περιγραφή. Σύμφωνα με τα [41] και [42.2], θα πρέπει να δοθεί στον αγοραστή εύλογη ευχέρεια να εξετάσει τα αγαθά, ώστε να διαπιστώσει κατά πόσον αυτά ανταποκρίνονται στον σκοπό της σύμβασης. Από τα πραγματικά περιστατικά καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ο R δεν είχε την ευχέρεια να εξετάσει τα αγαθά πριν από την παράδοσή τους, η οποία έγινε στο Ντουμπάι. Το ερώτημα είναι κατά πόσον οι δύο μήνες που πέρασαν από την πώληση μπορεί να θεωρηθούν ότι εμπίπτουν στην έννοια του «εύλογου χρόνου» ή όχι. Σε περίπτωση που θεωρηθεί ότι εμπίπτουν τότε ο R δικαιούται αποζημιώσεις για την παλαιότητα των μηχανών. Όσον αφορά το μοντέλο του σκάφους, από τα πραγματικά περιστατικά δεν μπορεί να συναχθεί ότι το μοντέλο ήταν condition της σύμβασης, οπότε θα πρέπει να θεωρηθεί ως εγγυητική διαβεβαίωση. Άρα ο R δεν έχει το δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης για παράβαση ουσιώδους όρου. Εξάλλου το [22] του Κεφ. 149 ορίζει ότι η σύμβαση δεν είναι ακυρώσιμη μόνο λόγω του ότι υπάρχει μονομερής πλάνη ενός από τα μέρη. Συνεπώς ο R δικαιούται αποζημιώσεις τόσο για την παλαιότητα, όσο και για το μοντέλο, αλλά δεν δικαιούται να καταγγείλει τη σύμβαση. ΕΡΩΤΗΣΗ 6 ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΑΔΕΛΦΙΑ ΚΕΡΔΙΖΟΥΝ JOKER Το [10.1] του Κεφ. 149 ορίζει ότι η σύμβαση μπορεί να συνάγεται και από τη συμπεριφορά των μερών. Απαραίτητο στοιχείο της σύμβασης όμως είναι η νόμιμη αντιπαροχή, η οποία δεν είναι απαραίτητο να είναι επαρκής. Παρ όλα αυτά όμως δεν μπορεί η αντιπαροχή να είναι εντελώς απροσδιόριστη. Από τα πραγματικά περιστατικά, όπως περιγράφονται, δεν φαίνεται ότι η αντιπαροχή ήταν συγκεκριμένη. Συνεπώς η πράξη δεν μπορεί να αποτελέσει σύμβαση καθώς πάσχει λόγω έλλειψης συγκεκριμένης αντιπαροχής.

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ 9 Φεβρουάριος 2008-09 ΕΡΩΤΗΣΗ 1 Το κεντρικό ζήτημα σ αυτή την ερώτηση είναι το κατά πόσο υπάρχει έγκυρη σύμβαση και συγκεκριμένα το κατά πόσον ο Φ έχει αποδεχθεί την πρόταση της Μ, ώστε αυτή να καταστεί υπόσχεση. Σύμβαση είναι μια συμφωνία, η οποία είναι νομικά εκτελεστή. Μια από τις βασικές προϋποθέσεις για τη δημιουργία μιας σύμβασης είναι η υπόσχεση. Η υπόσχεση αποτελείται από πρόταση και αποδοχή. Στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι προφανές το γεγονός ότι υπάρχει πρόταση από την Μ προς τον Φ, η οποία είναι συγκεκριμένη και σαφής και θα μπορούσε (αν γινόταν αποδεκτή) να καταστεί υπόσχεση. Το ερώτημα εδώ είναι το κατά πόσον υπάρχει αποδοχή από πλευράς Φ. Στην προκειμένη περίπτωση ο Φ, με το μήνυμα που άφησε στον τηλεφωνητή της εταιρίας αποδέχθηκε την προσφορά που του έκανε η Μ. Παρ όλα αυτά, με το μήνυμα του ο Φ δεν προέβηκε σε αποδοχή της πρότασης της Μ, καθώς της ζητούσε περαιτέρω διευκρινήσεις (συγκεκριμένα ως προς το κατά πόσον η τιμή περιλάμβανε και την εκπαίδευση προσωπικού το οποίο όμως θα προσελάμβανε σε τρεις μήνες). Αυτό δεν διευκρινιζόταν στην αρχική πρόταση (τρεις μήνες). Συνεπώς, με βάση τα παραπάνω, δεν θεωρείται αποδοχή της πρότασης της Μ, καθώς δεν είναι ανεπιφύλακτη, αλλά θεωρείται αποδοχή υπό όρους, η οποία δεν καθιστά την πρόταση υπόσχεση και άρα δεν έχει δημιουργηθεί σύμβαση. Ανάλογα έχουν καθιερωθεί νομολογιακά στην αγγλική υπόθεση Stevenson v. McLean, όπου το Δικαστήριο αποφάσισε ότι το να ζητηθούν περαιτέρω πληροφορίες, δεν καθιστά την πρόταση αποδεκτή (και άρα δεν γίνεται υπόσχεση), ούτε μπορεί να θεωρηθεί ως αντιπρόταση. Έχουμε αποδοχή υπό όρους. Με βάση τα παραπάνω θεωρώ ότι, εφόσον δεν υπάρχει σύμβαση, ο Φ δεν κωλύεται να «ακυρώσει την παραγγελία του», όπως επιθυμεί. ΕΡΩΤΗΣΗ 2 Στην προκειμένη περίπτωση το κεντρικό ζήτημα είναι το κατά πόσον μπορεί ο Τ να πάρει τα χρήματά του πίσω. Προτού όμως εξετάσουμε αυτό αξίζει να εξετασθεί το κατά πόσον υπάρχει έγκυρη σύμβαση. Παρατηρούμε ότι υπάρχει πρόταση από τον Τ. (100.000 ευρώ), ανεπιφύλακτη αποδοχή από την εταιρία και αντιπαροχή (τόκος 18% ετησίως). Εκ πρώτης όψεως υπάρχει σύμβαση, είναι όμως αυτή έγκυρη; Σύμφωνα με το άρθρο 23 του Περί Συμβάσεων Νόμου, η αντιπαροχή ή ο σκοπός της συμφωνίας είναι νόμιμος, εκτός (μεταξύ άλλων) αν είναι απαγορευμένος από το νόμο ή κρίνεται από το Δικαστήριο ότι αντίκειται στα χρηστά ήθη ή τη δημόσια πολιτική. Στην προκειμένη περίπτωση εγείρονται ερωτηματικά για τη νομιμότητα της αντιπαροχής, καθώς ο υπερβολικός ετήσιος τόκος 18% για δάνειο πιθανότατα να θεωρηθεί από το Δικαστήριο ως αντίθετος στα χρηστά ήθη και στην δημόσια πολιτική. Η όλη ενέργεια που επιδιώκεται με τη σύμβαση, από πλευράς Τ μπορεί να χαρακτηρισθεί ως «τοκογλυφία», η οποία εξάλλου πιθανότατα να είναι και απαγορευμένη από νόμο. Αν θεωρήσουμε πως η σύμβαση, με βάση τα παραπάνω είναι παράνομη, σύμφωνα με το άρθρο 24 του Περί

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ 10 Συμβάσεων Νόμου είναι άκυρη και έτσι το πρόσωπο που προσπορίστηκε οποιοδήποτε όφελος, δυνάμει αυτής, υποχρεούται να αποκαταστήσει το όφελος καθώς και να καταβάλει αποζημίωση στο πρόσωπο από το οποίο προσπορίστηκε το όφελος. Έχει εξάλλου νομολογηθεί στην Dias v. Ευθυμίου ότι τα μέρη είναι εξίσου εμπλεκόμενα στην παρανομία μιας σύμβασης, κάτι το οποίο μπορεί να θεωρηθεί ότι εφαρμόζεται και σ αυτή την περίπτωση. Αν όμως θεωρήσουμε ότι η σύμβαση δεν είναι παράνομη και είναι συνεπώς έγκυρη, με ποιο τρόπο θα έπρεπε να συμβουλέψουμε τον Τ; Με βάση τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, όπως περιγράφονται, παρατηρούμε ότι έχουν διενεργηθεί οι ακόλουθες συμφωνίες: 1. Η αρχική σύμβαση. Πρόταση: 100.000 ευρώ / Αντιπαροχή: Τόκος 18% ετησίως 2. Η αναστολή της αποπληρωμής. Πρόταση: Αναστολή αποπληρωμής για ένα έτος / Αντιπαροχή: - --- ΕΡΩΤΗΣΗ 3 Το κεντρικό ζήτημα της υπόθεσης είναι το κατά πόσον έχει δημιουργηθεί μια έγκυρη σύμβαση. Εξετάζοντας τα πραγματικά περιστατικά, όπως περιγράφονται, παρατηρούμε πως υπάρχει αρχικά μια πρόσκληση για διαπραγμάτευση (δημοσίευση αγγελίας στην εφημερίδα, Partridge v. Christensen). Στην αγγελία αυτή δημοσιεύεται, μεταξύ άλλων, ότι η αγγελία απευθύνεται μόνο προς συλλέκτες αυτοκινήτων. Αυτό συνεπώς καθιστά ως ουσιώδη όρο την ιδιότητα του συλλέκτη, την οποία θα πρέπει να έχει ο αγοραστής. Ο Β επικοινωνεί με τον Α προκειμένου να αγοράσει το αυτοκίνητο, το οποίο όμως λόγω πλάνης του Β πίστευε ότι ήταν μοντέλο του 1950. Ο Α από την άλλη, θεωρεί ότι στην εφημερίδα δημοσιεύτηκε ότι πωλεί το μοντέλο του 1970. Στην πραγματικότητα η αγγελία γράφει για μοντέλο του 1960. Εδώ υπάρχει αμοιβαία αμφίπλευρη πλάνη, καθώς ο Α πιστεύει ότι πωλεί μοντέλο του 1970, ενώ ο Β πιστεύει ότι θα αγοράσει μοντέλο του 1950. Σε μια τέτοια περίπτωση, δεν υπάρχει σύμβαση καθώς η βούληση του κάθε μέρους διαφέρει, όπως άλλωστε κρίθηκε και στην υπόθεση Henkel v. Pape. Ακόμα όμως και αν υπήρχε σύμβαση, αξίζει να αναφερθεί ότι ο Β εξαπάτησε τον Α, καθώς του παρουσιάστηκε ως συλλέκτης (ουσιώδης όρος της σύμβασης) ενώ στην πραγματικότητα δεν ήταν. Η απάτη, βάση το άρθρο 17 του Περί Συμβάσεων Νόμου, συνίσταται μεταξύ άλλων σε παράσταση αναληθούς γεγονότος ως αληθούς από πρόσωπο που δεν πιστεύει ότι αυτό είναι αληθές. Υπάρχει εδώ και το στοιχείο του δόλου, με βάση όσα περιγράφονται στα πραγματικά περιστατικά. Σύμβαση η οποία δημιουργήθηκε λόγω απάτης, είναι ακυρώσιμη (κατ εκλογή του μέρους που εξαπατήθηκε, στην προκειμένη περίπτωση του Α), εφόσον υπήρξε εξώθηση του αθώου μέρους από την απάτη για να συμβληθεί. Εδώ παρατηρούμε ότι υπήρξε παρότρυνση καθώς ο Α επιθυμούσε να πωλήσει το αυτοκίνητο σε συλλέκτη και ο Β του παρουσιάστηκε ως συλλέκτης. Εκτός από την απάτη υπάρχει και παράβαση ουσιώδους όρου της σύμβασης (ιδιότητας του συλλέκτη), με βάση τα παραπάνω. Ουσιώδης όρος σε μια σύμβαση είναι μια βασική ρήτρα για την επίτευξη του κύριου σκοπού της σύμβασης, παράβαση της οποίας παρέχει στο αθώο μέρος το δικαίωμα καταγγελίας της σύμβασης, ως τερματισθείσας. Συνεπώς, αν θεωρήσουμε ότι εδώ υπάρχει σύμβαση, ο Α μπορεί αν επιθυμεί να την ακυρώσει ως αποτέλεσμα απάτης καθώς να την καταγγείλει λόγω παράβασης ουσιώδους της όρου.

ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ 11 ΕΡΩΤΗΣΗ 4 Το κεντρικό ζήτημα εδώ είναι το κατά πόσο ο Τ μπορεί να ανοίξει την επιχείρηση που επιθυμεί, λόγω του ότι δεσμεύεται από τους όρους της σύμβασης που είχε κάνει με την Μ. Με βάση το άρθρο 27 του Περί Συμβάσεων Νόμου, συμφωνίες οι οποίες είναι περιοριστικές της ελεύθερης άσκησης επαγγέλματος θεωρούνται παράνομες. Το ίδιο το άρθρο όμως εξαιρεί από την παρανομία αυτή, περίπτωση κατά την οποία πωλείται επιχείρηση και τίθεται περιορισμός στη σύμβαση πώλησης, ο πωλητής να απέχει από την άσκηση παρόμοιας επιχείρησης εντός όμως καθορισμένων τοπικών ορίων και χρονικού διαστήματος. Στην προκειμένη περίπτωση παρατηρούμε ότι τόσο τα τοπικά όρια έχουν τεθεί στην σύμβαση (Λεμεσός σε ακτίνα 15 χλμ), όσο και ο χρονικός περιορισμός (2 χρόνια). Επίσης έχει τεθεί και το είδος της δραστηριότητας που περιορίζεται (ψυχαγωγία ανηλίκων). Το κατά πόσο ο Τ μπορεί να ανοίξει την επιχείρηση που επιθυμεί πριν την πάροδο του χρονικού περιορισμού αυτού και μέσα στα γεωγραφικά όρια που προσδιορίζει ο περιοριστικός όρος της σύμβασης, είναι θέμα το οποίο θα κριθεί από το Δικαστήριο, το οποίο θα λάβει υπόψη το εύλογο των περιορισμών της σύμβασης και συγκεκριμένη τη διάρκεια, την γεωγραφική έκταση καθώς και το είδος της δραστηριότητας που περιορίζεται. Καθώς η επιχείρηση που ο Τ επιθυμεί να ανοίξει δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως παρόμοια με την επιχείρηση που πούλησε στην Μ, κατά την γνώμη μου μπορεί να προχωρήσει στη δημιουργία της, καθώς δεν προσκρούει σε οποιοδήποτε περιοριστικό όρο της σύμβασης.