επεµβάσεων και αναπλάσεων, τα οποία είναι διδακτικά ως τη φιλοσοφία, τον τρόπο υλοποίησής τους ( οργανωτικά σχήµατα, χρηµατοδότηση κλπ), αλλά και το



Σχετικά έγγραφα
Εισαγωγή στη διεθνή και ελληνική εμπειρία από την εφαρμογή προγραμμάτων αστικής αναγέννησης. Προτάσεις για το μέλλον

Εργαλεία του Πολεοδοµικού Σχεδιασµού ΓΠΣ - ΣΧΟΟΑΠ

Εργαλεία του Πολεοδοµικού Σχεδιασµού ΓΠΣ - ΣΧΟΟΑΠ

Εισαγωγή στη διεθνή και ελληνική εμπειρία από την. Προτάσεις για το μέλλον

Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ

ΕΜΠ/ΔΠΜΣ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. Σύστημα πολεοδομικών μελετών στην Ελλάδα

Η περιοχή του ήµου Μενεµένης βρίσκεται στη δυτική πλευρά του Πολεοδοµικού Συγκροτήµατος

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ

ΝΑΥΠΛΙΟ Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΗΠΑΛΙΑΠΟΛΗ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑ

Χωρικός Σχεδιασµός & Αρχιτεκτονική. Τάκης ούµας Αρχιτέκτονας Μηχανικός

Πλαίσια Χωρικού Σχεδιασµού στον Ευρωπαϊκό και Ελληνικό χώρο: πολιτικές και θεσµοί Αθηνά Γιαννακού ρ. Χωροτάκτης-Πολεοδόµος (M.Sc.&Ph.D.

Τ.Ε.Ε. τμήμα Κερκύρας / Ν.Α. Νομού Κερκύρας. Ημερίδα με θέμα: Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμός Όρος Ζωής για την Κέρκυρα

ΣΧΕΔΙΟ. Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ

Αστική αειφορία. ιαµόρφωση και εφαρµογή ολοκληρωµένων πιλοτικών προγραµµάτων βιώσιµης αστικής ανάπτυξης. Το πρόγραµµα URBAN Κερατσίνι - ραπετσώνα.

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ Μάθημα 2Σ6 01. ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Ελένη ΑΝΔΡΙΚΟΠΟΥΛΟΥ, Γρηγόρης ΚΑΥΚΑΛΑΣ Χ Ε Ι Μ Ε Ρ Ι Ν Ο Ε Ξ Α Μ Η Ν Ο

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

Οριοθέτηση αναοριοθέτηση αρχαιολογικού χώρου πόλεως Βέροιας


ΠΟΛΥΖΩΓΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΗΝ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΗΣ 19 ΙΟΥΛΙΟΥ 2012, ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΝΩΜΗΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ ΜΕ ΘΕΜΑ: «ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ»

ΦΟΡΟΥΜ III: ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΚΑΙ ΣΥΝΟΧΗ (Οµάδα Εργασίας: Π. Ζέϊκου, Κ. Νάνου, Ν. Παπαµίχος, Χ. Χριστοδούλου)

Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Μεταπτυχιακό Πρόγραµµα Πολεοδοµίας και Χωροταξίας Ακαδ. Έτος

Η Έννοια της Εταιρικής Σχέσης & τα νέα Χρηματοδοτικά Εργαλεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης

H πόλη των Κορινθίων εποίκων και το λιµάνι τους, καθώς και τα αρχαιολογικά ίχνη όλων των προηγούµενων από αυτούς πολιτισµούς,

ΑΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΣΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ. Σελ. 1

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού. 10 η Διάλεξη Όραμα βιώσιμης χωρικής ανάπτυξης Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου

Η πόλη κινείται κάνουμε μαζί το επόμενο βήμα!

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΚΟΝΙΤΣΑΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΚΟΝΙΤΣΑΣ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ

Συνεργασίες με τον Λευτέρη Παπαγιαννάκη. Ερευνητικά προγράμματα Ε.Μ.Π. για την. Ερευνητικό πρόγραμμα Ε.Μ.Π. για ένα. Αθήνας Αττικής (δεκαετία 2000)

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΑΣΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ (ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΚΑΡΝΑΓΙΟΥ) ΔΗΜΟΣ ΚΑΒΑΛΑΣ

ΣΟΑΠ Δυτικής Αθήνας. Π.Ε. Δυτικός Τομέας

Georgios Tsimtsiridis

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΔΥΤΙΚΟΥ ΣΑΡΩΝΙΚΟΥ

Ο ΥΦΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΗΜΟΣΙΑΣ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ

Αστική ανάπτυξη και πολιτικές: Η περίπτωση των αναπλάσεων σε αστικές περιοχές.

Πολεοδομικός Σχεδιασμός στην περίοδο της κρίσης_ Προβλήματα και προβληματισμοί

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Οι συγγραφείς... xiii Πρόλογος και ευχαριστίες...xv

«ΣΧΕΔΙΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΩΝ ΔΗΜΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ» Ιωάννης Αναστασάκης, Αντιδήμαρχος Τεχνικών Έργων, Αυτεπιστασίας & Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων

Διαμόρφωση ολοκληρωμένου πλαισίου δεικτών για την παρακολούθηση (monitoring) της εξέλιξης των οικιστικών δικτύων

ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

ΙΚΤΥΟ ΟΙΝΟΠΟΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ

Αειφορικός σχεδιασµός & κατασκευή κτιρίων

ο εκτοπισμός της κατοικίας από το Γκαζοχώρι

NEO ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟ ΣΧΕ ΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ:

ράσεις περιβαλλοντικού ισοζυγίου»

ΜΕΛΕΤΕΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ Εισαγωγή για νέους µηχανικούς. Εισηγητής: Μυλωνάς Σωτήρης Πολ. Μηχανικός, ΜΒΑ

Η Πρόκληση της Ανταγωνιστικότητας Η Εκθεση για την Παγκόσµια Ανταγωνιστικότητα,

ΑΕΙΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΠΟΛΕΟΔΟΜΗΣΗ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΟΙΚΙΣΜΩΝ»

Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης. Ειδικά Πλαίσια για. Βιομηχανία

Πόλη = χώρος συνάντησης του συνόλου των ανθρώπινων δραστηριοτήτων

Θεωρίες Πολεοδομικού Σχεδιασμού

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΚΑΙ ΝΗΣΩΝ ΑΙΓΑΙΟΥ

Πρόταση Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας Θράκης για τη διαμόρφωση των κατευθύνσεων Αναπτυξιακής Στρατηγικής Προγραμματικής Περιόδου

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ

ΑΝΑΠΛΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΡΙΖΟΥΠΟΛΗΣ ΠΕΡΙΣΣΟΥ

Καθορισµός κριτηρίων αξιολόγησης Περιγραφή και βαθµονόµηση κριτηρίων. 1. Εισαγωγή

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

CLLD / LEADER ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Π.Α.Α ΜΕΤΡΟ 19. ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΤΟΠΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΠΛΗΡΟΤΗΤΑΣ

Πριν όµως περάσω στο θέµα που µας απασχολεί, θα ήθελα µε λίγα λόγια να σας µιλήσω για το ρόλο του Επιµελητηρίου Μεσσηνίας.

Η πόλη και οι λειτουργίες της.

Διερεύνηση Δυνατοτήτων Αντιμετώπισης Παραγωγικών Προβλημάτων του Νόμου Κοζάνης. Αξιοποίηση των Εγκαταστάσεων της Εταιρείας Α.Ε.Β.Α.Λ.

ένα αειφόρο πρότυπο Ήβη Νανοπούλου Αρχιτέκτων - Διευθύνων σύμβουλος ΘΥΜΙΟΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΑΕΜ

ΣΤΟΧΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΕΣΠΑ

ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

ΣΧΕ ΙΟ ΕΡΓΩΝ - ΡΑΣΕΩΝ

Ολοκληρωμένων Χωρικών Επενδύσεων στην Περιφέρεια Αττικής

Νέο υπόδειγμα σχεδιασμού με στόχο: Την προσέλκυση «στρατηγικών επενδύσεων» Την «αξιοποίηση» της ιδιωτικής περιουσίας του δημοσίου

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ

Θεωρίες Πολεοδομικού Σχεδιασμού

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΠΑΑ )

Αγαπητοί κύριοι συνάδελφοι,

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ

Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν

94/ ) προστασίας και αξιοποίησης

Ειδική Οικολογική Αξιολόγηση Στρατηγική ΜΠΕ Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη. Δρ Σταυρούλα Τσιτσιφλή

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΚΑΡΥΣΤΟΥ

ΕΣΣΒΑΑ ΔΗΜΟΥ ΕΟΡΔΑΙΑΣ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΣΧΕΔΙΟΥ. Επιχειρησιακό Σχέδιο Στρατηγικής Βιώσιμης Αστικής Ανάπτυξης Δήμου Εορδαίας. Εδώ ζούμε.

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΤΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

ΤΗΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ 4 «ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΔΑΦΙΚΗΣ ΣΥΝΟΧΗΣ» ΤΟΥ ΕΠΑΛΘ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΑΠΑΝΗΣ ΕΤΘΑ:

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ. Ιδέες από το Αναπτυξιακό Συνέδριο

Η µεταποίηση στο επίκεντρο της κυβερνητικής πολιτικής

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Ιωάννα Καταπίδη, PhD, Research Fellow, University of Birmingham

ενεργειακό περιβάλλον

Αναπτυξιακό Συνέδριο ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ. για την νέα Προγραμματική Περίοδο

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος 15

Ερευνητικές Προτεραιότητες και ανάπτυξη υποδοµών για το όραµα της αειφόρου κατασκευής. Κ. Α. Συρµακέζης, Καθηγητής Ε.Μ.Π.

Πρόγραμμα FATE ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟΥ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΣΕΒΕ ΓΙΑ ΤΟ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΣΧΕ ΙΟ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΝΑΥΠΛΙΟ Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

ΦΕΚ 3313/B/ Αθήνα, Αρ. Πρωτ.: 2635 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ & ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Ομιλία του Κωνσταντίνου Τσουτσοπλίδη Γενικού Γραμματέα Διαχείρισης Κοινοτικών και άλλων Πόρων, στην

ΤΕΧΝΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΠΡΟΕΝΤΑΞΗΣ ΕΡΓΟΥ 1

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΜΕ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΤΩΝ ΤΟΠΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (CLLD / LEADER)

Τ Α ΣΤ Σ Ι Τ Κ Ι Ο Π ΕΡ Ε Ι Ρ Β Ι ΑΛΛ Λ Ο Λ Ν

Ενότητα 1 ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ [ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ] 1.1. ΓΕΝΙΚΑ ΕΝΟΤΗΤΑ 1

Τα ΕΧΣ ως εργαλεία προσέλκυσης επενδύσεων, αστικής ανάπλασης και περιβαλλοντικής προστασίας (ν. 4269/14 όπως τροποποιήθηκε με τον ν.

ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΣΤΡΑΣ. Ζητήματα ανάπτυξης: παραγωγικές προοπτικές και προστασία των φυσικών πόρων

Οµιλία του Επιµελητή ΜΕ Θεµάτων Πολιτισµού και Πολιτιστικής Κληρονοµιάς του ΤΕΕ, Β. Χανδακά. Για τις Ηµέρες Έρευνας & Τεχνολογίας Ιουνίου 2006

Transcript:

Εισαγωγή Η παρούσα εργασία πραγµατεύεται θέµατα σχετικά µε τις επεµβάσεις µεγάλης κλίµακας και τις αναπλάσεις στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας, καθώς και τις επιδράσεις τους µέσα στα πλαίσια των τοπικών κοινωνιών όπως επίσης και τον ρόλο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Σκοπός της εργασίας αυτής είναι να καταδειχθεί το πλαίσιο στο οποίο λαµβάνουν χώρα οι αστικές αναπλάσεις, αλλά κυρίως µέσα από τα παραδείγµατα της ανάπλασης της περιοχής της Πλάκας, του Ψυρρή και της πρόσφατης ενοποίησης των Αρχαιολογικών Χώρων της Αθήνας, να γίνει µια αξιολόγηση που θα αφορά τόσο τις λύσεις που προτάθηκαν, τις πρακτικές που επιλέχθηκαν και τα αποτελέσµατα που προέκυψαν. Η µεθοδολογία που ακολουθήθηκε προκειµένου να εκπονηθεί η εργασία ήταν η αναζήτηση της σχετικής βιβλιογραφίας µέσα από βιβλία, επιστηµονικά περιοδικά, πρακτικά συνεδρίων, νοµικά κείµενα, αποφάσεις των καθ ύλην αρµόδιων οργάνων, η συλλογή στοιχείων ιστοσελίδων του ιαδικτύου, και η επιτόπια έρευνα στους προς µελέτη χώρους προκειµένου να διαπιστωθούν τα αποτελέσµατα των επεµβάσεων και των αναπλάσεων και να δοθεί µια πρακτική διάσταση στα στοιχεία που παρουσιάζονται. Η εργασία αποτελείται από κεφάλαια, το περιεχόµενο των οποίων παρουσιάζεται συνοπτικά παρακάτω. Στο πρώτο κεφαλαίο γίνεται λόγος γενικά περί αναπλάσεων, τη διερεύνηση του νοήµατός τους µέχρι τη σύγχρονη εποχή, σύµφωνα µε την οποία οι αναπλάσεις είναι οι πολεοδοµικές παρεµβάσεις σε τµήµατα του υφιστάµενου αστικού ιστού που περιλαµβάνουν το φυσικό (ανα)σχεδιασµό τους, αλλά δεν εξαντλούνται κατ ανάγκην σε αυτόν. Στη συνέχεια γίνεται λόγος για το ελληνικό θεσµικό πλαίσιο περί αστικών αναπλάσεων, αλλά και γενικότερες κατευθύνσεις σχετικά µε τις προσπάθειες αναβάθµισης του αστικού χώρου. Στο δεύτερο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στα ιστορικά κέντρα πόλεων και ιδιαίτερα στο Ιστορικό κέντρο της Αθήνας. Κρίθηκε επίσης σκόπιµο να παρατεθούν οι κυριότερες αρχές προστασίας και αναζωογόνησης των ιστορικών κέντρων και η εφαρµογή τους στον ελληνικό αστικό χώρο. Στη συνέχεια παρουσιάζονται τα χαρακτηριστικά που πρέπει να πληροί µια ανάπλαση για να θεωρηθεί πετυχηµένη. Στο τρίτο κεφάλαιο περιγράφονται αναλυτικά τα παραδείγµατα της ανάπλασης της Πλάκας, της περιοχής του Ψυρρή και η πρόσφατη ενοποίηση των Αρχαιολογικών Χώρων της Αθήνας. Οι περιπτώσεις τους αποτελούν σηµαντικά σηµεία πρακτικών 1

επεµβάσεων και αναπλάσεων, τα οποία είναι διδακτικά ως τη φιλοσοφία, τον τρόπο υλοποίησής τους ( οργανωτικά σχήµατα, χρηµατοδότηση κλπ), αλλά και το πως οι επεµβάσεις και οι αναπλάσεις έγιναν αποδεκτές από τους κατοίκους και τους επισκέπτες. Στο τέταρτο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στο ρόλο της Τ.Α - κυρίως του δήµου Αθηναίων - αντιπαραβάλλοντας τον µε τον ρόλο της τοπικής αυτοδιοίκησης στον τοµέα των αναπλάσεων στην Μ. Βρετανία. Από την σύγκριση προκύπτει ότι η ελληνική εµπειρία είναι εξαιρετικά πενιχρή, µια και έως σχετικά πρόσφατα οι ΟΤΑ α και β βαθµού, δεν διέθεταν τις αποφασιστικές αρµοδιότητες ως προς το σχεδιασµό και την υλοποίηση των αναπλάσεων και επιπλέον γιατί η κεντρική διοίκηση υπήρξε εξαιρετικά φειδωλή στην παραχώρησή τους τόσο σε αποκεντρωµένες κρατικές υπηρεσίες όσο και στην τοπική αυτοδιοίκηση. Η εργασία ολοκληρώνεται µε την διατύπωση γενικών συµπερασµάτων και παρατηρήσεων σχετικά µε τις συντελεσθείσες επεµβάσεις και αναπλάσεις στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας και µε την αναφορά σε ενδεχόµενες προτάσεις βελτίωσης µε προοπτική της µελλοντικής ενίσχυσης του ρόλου της Τ.Α. στα θέµατα της αστικής ανάπτυξης. 2

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α : ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ Η ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΑΝΑΠΛΑΣΕΩΝ Αναπλάσεις : Μια νέα ιστορία σε παλιές πόλεις Η βελτίωση της ποιότητας ζωής και η εξασφάλιση της οικολογικής ισορροπίας, συµπεριλαµβάνοντας τόσο τους φυσικούς πόρους όσο και την πολιτιστική κληρονοµιά, αποτελεί στις µέρες µας κεντρική επιδίωξη της αναπτυξιακής διαδικασίας. Η επανάκτηση της σχέσης του φυσικού στοιχείου µε το τεχνητό στοιχείο της πόλης αποτελεί προϋπόθεση για την προώθηση της βιώσιµης ανάπτυξης. Είναι γεγονός ότι στις µέρες µας η υποβάθµιση των αστικών περιοχών θέτει σε κίνδυνο τη συνολική συνοχή του αστικού συστήµατος και συντελεί σε απαξίωση των εδαφικών διαθεσίµων µε αρνητικές επιπτώσεις στη λειτουργία και την οικονοµία της πόλης. Για το σκοπό αυτό η πόλη θα πρέπει να θεωρηθεί ως ενιαίο σύστηµα µε την ευρύτερη περιοχή της, ενώ η διάγνωση της κατάστασης του φυσικού και δοµηµένου περιβάλλοντος αποτελεί το πρώτο βήµα για την κατανόηση και αντιµετώπιση των προβληµάτων. Ένα χαρακτηριστικό εργαλείο για την επίτευξη αυτών των σκοπών είναι οι επεµβάσεις κλίµακας και οι αναπλάσεις στα πλαίσια του αστικού ιστού της πόλης. Η έννοια της ανάπλασης γνώρισε ποικίλες µεταβολές. Οι ανάγκες που προκαλούν τις επεµβάσεις και την ανάπλαση στον αστικό ιστό τόσο σε ιστορικά σύνολα, όσο και αλλού διακρίνονται σε : Ανάγκες επίλυσης προβληµάτων (προβλήµατα κελύφους, ανθρώπινου δυναµικού, χρήσεων κ.λ.π) Ανάγκες πολιτιστικής αξιοποίησης (πολιτιστικής προβολής, αισθητικής ανάδειξης, διατήρησης της ιδιαίτερης φυσιογνωµίας ενός τόπου) Οικιστικές ανάγκες: Κάλυψη οικιστικών ελλείψεων ή ακόµα και άσκηση µιας κοινωνικής στεγαστικής πολιτικής Νέες οικονοµικές, καταναλωτικές, ψυχαγωγικές ανάγκες Με βάση τις προαναφερθείσες ανάγκες η ανάπλαση µιας περιοχής έχει πολύπλευρους στόχους που αφορούν τόσο στην αξιοποίηση του ίδιου του χώρου, 3

στην επανεκτίµηση των κελυφών και των χρήσεών τους, αλλά και στην παροχή ενός ποιοτικού αστικού περιβάλλοντος στους χρήστες του. Για να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί χρησιµοποιούνται διαφορετικά κριτήρια προκειµένου να διακριθούν οι διάφορες µορφές ανάπλασης (Στεφάνου 1993: 46-48). Α. Τυπολογία σύµφωνα µε την χρησιµοποιούµενη ορολογία Η ίδια η ορολογία µπορεί να σηµειοδοτήσει µια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ανάλογη τυπολόγηση. Οι γνωστοί όροι Renovation Urbaine, Reamenagement, Remodelage, Reconstruction, Restauration, Refection, οι οποίοι σηµαίνουν αντίστοιχα αστική ανανέωση, επανασχεδιασµός, αναπλάσιµο, ανακατασκευή, αναστύλωση, επανεπισκευή είναι δηλωτικοί µιας κατηγορίας ανάπλασης, η οποία στοχεύει στις επεµβάσεις επί του κτιριακού κελύφους. Επίσης οι όροι Reimplantation, Readaption, Reutilisation, Reconvertion, δηλαδή επανεγκατάσταση, επαναπροσαρµογή, επαναχρησιµοποίηση, αλλαγή χρήσης έχουν συνάφεια περισσότερο µε την σηµασία της χρήσης του κτηρίου και όχι τόσο µε το ίδιο το κέλυφος. Τέλος υπάρχει και µια κατηγορία όρων που εστιάζουν όχι πλέον στο κέλυφος ή τις χρήσεις, αλλά στον ίδιο τον χρήστη. Συγκεκριµένα όροι όπως Rehabilitation, Revitalisation, Reanimation, Redevelopment και Recuperation δηλαδή επανάχρηση, αναβίωση, αναζωογόνηση, επανάκτηση φανερώνουν την ανάγκη ανάδειξης των συγκριτικών πλεονεκτηµάτων ενός τόπου και την επιθυµία να τα ξανακαρπωθούν οι χρήστες. Β. Τυπολογία αναπλάσεων µε κριτήριο τον βασικό στόχο της ανάπλασης Πολλές φορές ο στόχος για την ανάπλαση ή για τις µεγάλες επεµβάσεις στον αστικό χώρο, υπαγορεύει τόσο τους τρόπους σχεδιασµού τους, όσο και τους τρόπους υλοποίησης. Συγκεκριµένα µε βάση την κατάταξη λόγω κινήτρων έχουµε : Αναπλάσεις µε κύριο σκοπό την προστασία, ανάδειξη και αξιοποίηση του κτιριακού κελύφους Αναπλάσεις µε κίνητρο την κάλυψη οικιστικών ή άλλων αναγκών 4

Αναπλάσεις στις οποίες ικανοποιείται η κυρίαρχη ανάγκη πολεοδοµικής αναδιάρθρωσης, εξυγίανσης ή ανασυγκρότησης µιας υποβαθµισµένης η γενικότερα προβληµατικής περιοχής Αναπλάσεις ώστε να ενταχθούν µεγάλα σύνθετων λειτουργιών κτήρια, τα οποία δίνουν µια νέα αίσθηση του χώρου, αλλά ταυτόχρονα να ικανοποιούν παραδοσιακές ανάγκες, όπως διασκέδαση, κατανάλωση προϊόντων κάτω από τη σύγχρονη µορφή τους (Στεφάνου 1995 : 23-24) Γ) Τυπολογία αναπλάσεων µε βάση τα χαρακτηριστικά των προς ανάπλαση περιοχών Οι ιδιαιτερότητες των προς ανάπλαση περιοχών υπαγορεύουν τους στόχους, την µεθοδολογία και τα µέσα που ακολουθούνται. Οι αναπλάσεις αυτού του είδους διακρίνονται σε : Αναπλάσεις περιοχών κατοικίας (π.χ. Καισαριανή ) Αναπλάσεις και επεµβάσεις κλίµακας σε αρχαιολογικούς χώρους ή ιστορικούς τόπους (π.χ. Ενοποίηση Αρχαιολογικών Χώρων Αθήνας) Αναπλάσεις ιστορικών κέντρων (π.χ. Πλάκα) και γενικά περιοχών έντονης οικονοµικής δραστηριότητας (π.χ. Ψυρρή, Μεταξουργείο, Εµπορικό Τρίγωνο της Αθήνας) Αναπλάσεις αποβιοµηχανοποιηµένων ζωνών (π.χ. Γκάζι, ραπετσώνα) Αναπλάσεις παράκτιων και παρυδάτιων µετώπων (π.χ. Φάληρο και Λιµενοβιοµηχανική Ζώνη ραπετσώνας) Αναπλάσεις περιοχών λοιπών χρήσεων Είναι προφανές ότι µε βάση την κατάταξη αυτή πολλές περιοχές µπορούν να ανήκουν και σε περισσότερες της µιας κατηγορίες 5

) Τυπολόγηση βάσει του φορέα ανάπλασης Οι αναπλάσεις λαµβάνουν χώρα από διάφορους φορείς και διάφορους οργανισµούς µε αποτέλεσµα να εµφανίζονται διοικητικά σχήµατα, τα οποία είτε συγκροτούνται για αυτό το σκοπό, είτε προϋπάρχουν και αναλαµβάνουν το πρόγραµµα. Ανάπλαση από συγκεκριµένο φορέα γενικής φύσης οποίος δύναται να εντάξει και να υλοποιεί προγράµµατα ανάπλασης (π.χ. ΕΠΟΣ, ΟΕΚ κ.α.) Ανάπλαση από φορέα που συγκροτείται ειδικά για αυτό το σκοπό ( π.χ. Γραφείο Πλάκας του ΥΠΕΧΩ Ε, Ε.Α.Χ.Α κ.α.) Ανάπλαση από συνεργαζόµενους φορείς δηµοσίου ή ιδιωτικού δικαίου π.χ. ΕΠΟΣ συνεργαζόµενες από κοινού µε δηµοτικές επιχειρήσεις, Εταιρίες Ειδικού Σκοπού κ.α. Στον διεθνή χώρο υπάρχουν τέτοια παραδείγµατα (πχ Βαρκελώνη, συνεργασία κράτους περιφέρειας δήµου, ή και Λονδίνο - Docklands και Γλασκόβη) Υπάρχουν όµως και περιπτώσεις ανάπλασης, όπου η ευθύνη πραγµάτωσης επαφίεται στους κατοίκους Αναπλάσεις περιοχών οι οποίες υπαγορεύονται από διοικητικές αποφάσεις και δεσµεύσεις (κανονιστικού τύπου). Στην περίπτωση αυτή οι κάτοικοι οφείλουν να εντάξουν την οποία οικοδοµική δραστηριότητα σε κάποιες γενικές οδηγίες (πχ. στην περίπτωση των ιταλικών ιστορικών κέντρων ή και των ελληνικών παραδοσιακών οικισµών, οι όποιες γενικές οδηγίες διέπονται από ειδικό νοµικό καθεστώς προστασίας, µέσω εξειδικευµένων Π /των που εκδίδονται βάσει της πολεοδοµικής νοµοθεσίας υπό την επιρροή του αρχαιολογικού νόµου (Ν. 3028/2002) Εθελούσια ανάπλαση στηριζόµενη στην ατοµική ή οµαδική πρωτοβουλία και µόνον των κατοίκων µιας περιοχής, συνήθως µε έµµεση υποστήριξη (θεσµική ή οικονοµική) από την ΤΑ (πχ στο Kreuzberg Βερολίνο). 6

Ε) Τύποι βαθµών παρέµβασης Σύµφωνα µε το βαθµό παρέµβασης διακρίνονται δυο βασικές κατηγορίες ανάπλασης: Η ριζική ολοκληρωτική παρέµβαση µε προϋπόθεση την κατεδάφιση των παλιών κελυφών και την ανοικοδόµηση νέων Η περιορισµένη µερική παρέµβαση σε µέρος µόνο του κελύφους µε διατήρηση και αξιοποίηση του υπολοίπου γνωστή και ως ήπια ανάπλαση. Ο Νόµος 2508/97 αναφέρεται σε τρεις µορφές αναπλάσεων οι οποίες και αναπτύσσονται παρακάτω. Συνοπτική ιαχρονική προσέγγιση O βαθµός παρέµβασης οι επιµέρους στόχοι, το θεµατικό εύρος και οι εµφάσεις των αναπλάσεων προσδιορίζονται από τα κατά περίπτωση πολεοδοµικά προβλήµατα αλλά και από γενικότερες παραµέτρους αναπτυξιακών ή και πολεοδοµικών πολιτικών όπως οι µεταβαλλόµενοι ρόλοι των πόλεων ή τα κοινωνικό-οικονοµικά δεδοµένα. Οι τάσεις και οι µεταλλαγές του όρου της ανάπλασης µπορούν να αποτυπωθούν ως εξής: 7

ιάγραµµα 1: Μεταλλαγές των αναπλάσεων στον ευρωπαϊκό χώρο κατά τη µεταπολεµική περίοδο (Οικονόµου 2004 :1) Χαρακτηριστικά Αναπλάσεων Περίοδος 1950 1960 1970 1980 1990 2000+ Χωρική ιάσταση Κέντρα Πόλεων Βιοµηχανικές Περιοχές Γειτονικές Κεντρικές Ζώνες Περιεχόµενο Κοινωνική Κατοικία Κοινωνικός Εξοπλισµός Επιχειρηµατικές ραστηριότητες Βασικοί φορείς Κεντρικό κράτος Τοπική Αυτοδιοίκηση Ιδιωτικός Τοµέας 8

Ισχυρή Παρουσία Μειωµένη Παρουσία Η έννοια της πολεοδοµικής ανάπλασης έχει αποκτήσει διαφορετικά περιεχόµενα, κατ αρχάς διαχρονικά, αλλά σε κάποιο βαθµό και µεταξύ διαφορετικών χωρών. Κατά την πρώτη µεταπολεµική περίοδο τα αιτούµενα των αναπλάσεων ήταν η αποκατάσταση των καταστροφών του πολέµου και η ανασυγκρότηση του αστικού ιστού. Επίσης στις αρχές της δεκαετίας του 1950 µε την αυξηµένη συσσώρευση προς τα αστικά κέντρα κρίθηκε αναγκαία η επέκταση των πόλεων. Το κεντρικό κράτος αναλαµβάνει να φέρει σε πέρας την αποστολή αυτή µέσα από συγκεντρωτικές και ταχύρυθµες διαδικασίες, µε τη χρήση ενιαίων και απλουστευµένων σχεδιαστικών προτύπων, και µε πολύ µικρή σηµασία στα θέµατα της αισθητικής. Η παρουσία της τοπικής αυτοδιοίκησης είναι πενιχρή και ο ιδιωτικός τοµέας δεν δραστηριοποιείται ακόµα στον τοµέα των αναπλάσεων, πιθανώς γιατί η βασική του προτεραιότητα ήταν η αποκατάσταση της οικονοµικής διαδικασίας της αγοράς 1, η οποία διεκόπη από τον Β Παγκόσµιο πόλεµο, τόσο σε έργα υποδοµών, όσο και σε επίπεδο οικονοµικών συναλλαγών και εν γένει οικονοµικών δραστηριοτήτων. Από τα µέσα της δεκαετίας του 1960 κατέστη σαφές ότι οι περισσότερες από τις τότε πολεοδοµικές επιλογές απλά αναχωροθετούσαν και τροποποιούσαν τα πολεοδοµικά προβλήµατα. (Οικονόµου 2004: 2) Κατά την περίοδο αυτή σηµειώνεται διεθνώς η «επανακατάκτηση» του ιστορικού κέντρου των πόλεων και η υιοθέτηση ιδίως κατά τη δεκαετία του 70, παρεµβάσεων νέου τύπου, γνωστών ως renewal µε έµφαση στη βελτίωση και ανανέωση (σε αντιδιαστολή προς την εκ βάθρων ανακατασκευή). Οι τάσεις αυτές συνεχίστηκαν και κατά τη δεκαετία του 80 αλλά µε τροποποιήσεις. Η γενικότερη κρίση του σχεδιασµού οδήγησε σε φαινόµενα απορύθµισης και στην πολεοδοµία. Παρέµενε ωστόσο δεσπόζουσα η υιοθέτηση των αυστηρών κανονιστικών πλαισίων και η ισχυρή δηµόσια ρύθµιση του χώρου, ενώ οι αναπλάσεις εξακολούθησαν να είναι στο προσκήνιο, αλλά εµπλουτίστηκαν µε νέα στοιχεία και άρχισαν να αντανακλούν περισσότερο τις κατά περιοχή ειδικές συνθήκες και δυνατότητες και να απορρέουν λιγότερο από έναν υπερκείµενο σχεδιασµό. Αρχίζει να γίνεται πλέον εµφανής και ο ενεργός ρόλος της Τ.Α. στον τοµέα των 1 Ο όρος διαδικασία της αγοράς αναφέρεται στο σύνολο των µηχανισµών, σχέσεων, συνθηκών και δυναµικών µέσω των οποίων διαµορφώνεται και κατανέµεται ο δοµηµένος χώρος. 9

αναπλάσεων, οι οποίες και µε την είσοδο του ιδιωτικού τοµέα, συνδέονται και µε επιχειρηµατικές δραστηριότητες γεγονός το οποίο στρέφει το πεδίο εφαρµογής τους από τα κέντρα των πόλεων και τις γειτονικές περιµετρικές ζώνες και στις βιοµηχανικές περιοχές. Σε κάποιο βαθµό υπήρξε και ένα είδος υποκατάστασης του γενικού σχεδιασµού, αφού θεωρήθηκε ότι οι αναπλάσεις θα µπορούσαν να λειτουργήσουν καταλυτικά µέσω της αγοράς, για την προώθηση σύνθετων στόχων στην αναπροσαρµογή ευρύτερων περιοχών. Οι εξελίξεις, αυτές, οι οποίες συνεχίστηκαν και στη δεκαετία του 1990, είχαν φανερές συνέπειες στο χαρακτήρα των αναπλάσεων. Η φιλελευθεροποίηση της οικονοµίας, η δηµοσιονοµική στενότητα που συνεπάγεται περιορισµό των διαθέσιµων δηµοσίων πόρων για το σχεδιασµό και την εφαρµογή τους, η επιστροφή των οικονοµικών δικαιωµάτων, η αναδιάταξη των σχέσεων δηµόσιου-ιδιωτικού ή, τέλος, η διάσπαση των συλλογικών εκπροσωπήσεων των προηγούµενων δεκαετιών και η επιστροφή στον ατοµισµό, είχαν επίπτωση και στον τοµέα του πολεοδοµικού σχεδιασµού και κατ επέκταση και στα προγράµµατα χωρικών παρεµβάσεων. Η µείωση της σηµασίας των οριζόντιων κεντρικών προδιαγραφών είχε ως συνέπεια και την σταδιακή υποχώρηση του ρόλου του κεντρικού κράτους. Τα προγράµµατα των αναπλάσεων πλέον υλοποιούνται µέσω συµπράξεων είτε µε την τοπική αυτοδιοίκηση, είτε µε τον ιδιωτικό τοµέα, και στοχεύουν και στην οικονοµική ανάπτυξη των περιοχών, πέρα από την επίτευξη του στόχου µιας καλύτερης ποιότητας ζωής. Επίσης σε επίπεδο εξεύρεσης µορφολογικών λύσεων, το ενδιαφέρον προς τις ιδιαιτερότητες των προς ανάπλαση περιοχών είχε ως αποτέλεσµα την υπογράµµιση της ιδιαίτερης ταυτότητάς τους και την πρωτοτυπία τους. Κατά τη δεκαετία του 90, τα νέα στοιχεία της προηγούµενης περιόδου καθώς και µια σειρά από νεώτερες εξελίξεις οδήγησαν σε ένα γενικότερο µετασχηµατισµό του περιεχοµένου της πολεοδοµικής πολιτικής (Οικονόµου 2004): Επανεκτίµηση του ρόλου των µητροπόλεων (και στη συνέχεια και των σχετικά µικρότερων πόλεων) ως τόπων χωροθέτησης οικονοµικών δραστηριοτήτων αιχµής και ως προϋποθέσεων της διεθνούς ανταγωνιστικότητας Αυξανόµενη σηµασία στην εταιρική σχέση δηµόσιου και ιδιωτικού τοµέα στο πεδίο της χρηµατοδότησης των παρεµβάσεων µε την υιοθέτηση της µεθόδου των συµπράξεων δηµόσιου και ιδιωτικού τοµέα, αλλά και γενικότερα και η βαρύνουσα σηµασία των εταιρικών σχηµάτων και στα πλαίσια της χωρικής 10

διακυβέρνησης, αν και η λογική των θεσµών Μικτής Οικονοµίας αναπτύχθηκε στην Ευρώπη από την δεκαετία του 70. Έξαρση των περιβαλλοντικών προβληµάτων και η εµφάνιση και ενσωµάτωση της έννοιας της αειφορίας στις σύγχρονες αναπτυξιακές πολιτικές Στροφή από την εκτατική ανάπτυξη των πόλεων στην επανάχρηση των υφιστάµενων αστικών χώρων και κτιριακών κελυφών (Αραβαντινός 2002) µε κύριο σκοπό την διαφύλαξη του εδαφικού αποθέµατος, την αποφυγή καταστροφής της αγροτικού χώρου και τον περιορισµό της κερδοσκοπίας της εµπορίας της γης. Αυξανόµενη σηµασία στα κοινωνικά θέµατα όπως ο κοινωνικός διαχωρισµός στην πόλη και ο κοινωνικός αποκλεισµός, τα οποία λαµβάνουν µεγάλες διαστάσεις µέσω του νέου κύµατος µετανάστευσης από τις φτωχότερες περιοχές του πλανήτη, προς τις πιο αναπτυγµένες χώρες της ύσης κυρίως Ανάδυση νέων αισθητικών προτύπων αλλά και, γενικότερα, µεγαλύτερη έµφαση στα ζητήµατα εικόνας, συµβολισµού και αισθητικής, τα οποία υπήρξαν απόρροια και των νέων τεχνολογικών εξελίξεων στον τοµέα της επιστήµης, της τέχνης, των επικοινωνιών (π.χ. ιαδίκτυο) κ.α. Το αποτέλεσµα όλων αυτών των διεργασιών και ζυµώσεων ήταν η υιοθέτηση του λεγόµενου «στρατηγικού σχεδιασµού», ο οποίος υπήρξε υπεύθυνος για την «αστική αναγέννηση» ή «αστική ανασύνταξη» (Βασσενχόβεν 1995: 378). Η αστική αναγέννηση επεκτάθηκε πέρα από τον τοµέα των αναπλάσεων σε ένα ευρύ πεδίο εφαρµογής, από την οικονοµική δραστηριότητα και τις χρηµατοδοτικές, στην αστική σύνθεση, στο περιβάλλον, και περιέλαβε και σηµαντικές κοινωνικές και «κοινοτικές» διαστάσεις, όπως την απασχόληση, την εκπαίδευση και κατάρτιση, την στέγαση κ.α. Πρόκειται ουσιαστικά για µια καινοτόµα προσέγγιση, η οποία έχει ως προϋποθέσεις τη διερεύνηση και προβολή των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του υπό παρέµβαση αστικού και κοινωνικού χώρου, και απαιτεί πέρα από την αλλαγή στη φιλοσοφία του πολεοδοµικού σχεδιασµού, την παράλληλη εισαγωγή νέων θεσµικών σχηµάτων, την υιοθέτηση νέων µορφών συνεργασίας (µε τη συµµετοχή των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης, των ιδιωτών αλλά και της κοινωνίας των πολιτών), την εκπόνηση ενός συνεκτικού και στρατηγικού προγράµµατος αλλά και τη σωστή εφαρµογή και διαχείριση όσον αφορά στην υλοποίησή του. 11

Συνεπώς µε τον όρο αυτό νοείται εδώ η εξέταση και κατ επέκταση η υλοποίηση προγραµµάτων βελτίωσης των κατοικιών, κτηρίων ή ακόµη και του περιβάλλοντος µιας περιοχής, µε απώτερο σκοπό την αποφυγή της υποβάθµισής της και της ενδεχόµενης κατεδάφισής της. Συνεπώς η έννοια της αστικής ανασυγκρότησης ή αστικής αναγέννησης συνάδει µε το πλαίσιο της αειφόρου / βιώσιµης ανάπτυξης των πόλεων, η οποία αποτελεί βασική επιταγή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και αποτελεί µια από τις οριζόντιες πολιτικές της. Η βασική ελληνική νοµοθεσία περί αναπλάσεων και προγραµµάτων αστικής ανάπτυξης Α. Τα άρθρα 8-17 του ν. 2508/1997 Ο ν. 2508/1997 «Βιώσιµη οικιστική ανάπτυξη των πόλεων και οικισµών της χώρας και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 124 Α /13.6.1997) εισήγαγε στο Κεφάλαιο Β (άρθρα 8-17) το πρώτο συγκροτηµένο σώµα διατάξεων για τις αστικές αναπλάσεις και τις περιοχές υποδοχής τους. Έως το 1997 οι νοµοθετικές διατάξεις για σχετικά προγράµµατα ευρύτερων πολεοδοµικών παρεµβάσεων, αναπτύξεων και κατ επέκαση των αναπλάσεων χαρακτηρίζονταν από αποσπασµατικότητα και έλλειψη µεθοδολογικής και ουσιαστικής συνοχής. Βασικός στόχος του ν. 2508/97 είναι ο εξοπλισµός των καποδιστριακών ήµων µε ολοκληρωµένα πολεοδοµικά σχέδια που συνδυάζουν στοιχεία και τοπικού χωροταξικού σχεδιασµού. Το ΓΠΣ / ΣΟΑΠ, «το εδαφικό Σύνταγµα του ήµου» κατά ορισµένους, συνιστά τον κοµβικό σύνδεσµο µεταξύ του υπερτοπικού και του τοπικού χωρικού σχεδιασµού, δηλαδή µεταξύ του γενικού, των ειδικών και των περιφερειακών πλαισίων χωροταξικού σχεδιασµού αφενός και των πολεοδοµικών µελετών αφετέρου. Σε αντίθεση µε τα ΓΠΣ του ν. 1337/83 που αφορούσαν µόνο τον αστικό χώρο, τα νέα ΓΠΣ και ΣΟΑΠ επεκτείνονται και στον περιαστικό και αγροτικό χώρο, µε σκοπό να συνθέσουν ισότιµα τις αναπτυξιακές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές και οικιστικές παραµέτρους της εδαφικής περιφέρειας των πρωτοβαθµίων ΟΤΑ. Κατά την έννοια αυτή, τα νέα ΓΠΣ φαίνεται να έχουν ολιστικό χαρακτήρα, ενώ από 12

απόψεως δεσµευτικότητας περιέχουν τόσο ρυθµίσεις κατευθυντήριες και προγραµµατικές όσο και ρυθµίσεις κανονιστικού χαρακτήρα. Το ΓΠΣ, κατά το ν. 2508/1997, συντάσσεται για την εδαφική περιφέρεια ενός τουλάχιστον καποδιστριακού ΟΤΑ, στον οποίο περιλαµβάνεται ένας τουλάχιστον οικισµός άνω των 2000 κατοίκων. Το ΓΠΣ περιλαµβάνει τις πολεοδοµηµένες ή προς πολεοδόµηση περιοχές, τις περιοχές γύρω από τις πόλεις και οικισµούς στις οποίες απαιτείται έλεγχος της οικιστικής εξάπλωσης, συµπεριλαµβανοµένων και των περιοχών που καθορίσθηκαν ως ζώνες οικιστικού ελέγχου (ΖΟΕ), τα εγκεκριµένα κατά τη δηµοσίευση του νέου νόµου ΓΠΣ, καθώς και περιοχές ειδικής προστασίας που δεν πρόκειται να πολεοδοµηθούν. Ο βαθµός επάρκειας του ισχύοντος νοµοθετικού πλαισίου που περιγράφει ο ν. 2508/1997 µπορεί να αξιολογηθεί κατ αρχήν µέσα από την αποτύπωση των βασικών του διατάξεων και συγκεκριµένα: από τον ορισµό των αναπλάσεων: Είναι το σύνολο των κατευθύνσεων, µέτρων, παρεµβάσεων και διαδικασιών πολεοδοµικού, κοινωνικού, οικονοµικού, οικιστικού και ειδικού αρχιτεκτονικού χαρακτήρα, που προκύπτουν από σχετική µελέτη και που αποσκοπούν κυρίως στη βελτίωση των όρων διαβίωσης των κατοίκων, τη βελτίωση του δοµηµένου περιβάλλοντος, την προστασία και ανάδειξη των πολιτιστικών, ιστορικών, µορφολογικών και αισθητικών στοιχείων και χαρακτηριστικών της περιοχής. από τον ορισµό των περιοχών ανάπλασης: Είναι οι περιοχές των εγκεκριµένων σχεδίων πόλεων ή οριοθετηµένων οικισµών, στις οποίες διαπιστώνονται προβλήµατα υποβάθµισης ή αλλοίωσης του οικιστικού περιβάλλοντος που δεν µπορούν να αντιµετωπισθούν µόνο µε τις συνήθεις πολεοδοµικές διαδικασίες της αναθεώρησης του σχεδίου πόλεως και των όρων και περιορισµών δόµησης. από τις διαδικασίες και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται για την υλοποίηση των αναπλάσεων: Οι περιοχές ανάπλασης καθορίζονται µε απόφαση του Υπουργού ΠΕΧΩ Ε, εφόσον η ανάπλαση εναρµονίζεται µε τις βασικές κατευθύνσεις του ΓΠΣ, ΣΟΑΠ ή του Ρυθµιστικού Σχεδίου. Για να χαρακτηρισθεί µια περιοχή ως περιοχή ανάπλασης θα πρέπει να συντρέχουν 13

µια σειρά προϋποθέσεων, όπως µεγάλες κτιριακές πυκνότητες ή µεγάλες ελλείψεις κοινόχρηστων χώρων κλπ, συγκρούσεις χρήσεων γης ή ανάγκη ριζικής αναδιάρθρωσης των χρήσεων γης, έλλειψη προστασίας και ανάδειξης των πολιτιστικών και αρχαιολογικών στοιχείων, υποβαθµισµένη αισθητική του δοµηµένου περιβάλλοντος ή /και σοβαρά προβλήµατα στο απόθεµα των κατοικιών. Τέλος, για την ανάπλαση µιας περιοχής απαιτείται α) προκαταρκτική µελέτη ανάπλασης, η οποία τεκµηριώνει τη σκοπιµότητα, τα χρηµατοοικονοµικά στοιχεία, τους τρόπους και τα προκαταρκτικά σχέδια του προγράµµατος ανάπλασης, β) πρόγραµµα ανάπλασης, στο οποίο συστηµατοποιούνται το χρονοδιάγραµµα, ο προϋπολογισµός και όλες οι τεχνικές, πολεοδοµικές και ιδιοκτησιακές λεπτοµέρειες και ανάγκες του προγράµµατος και γ) πολεοδοµική µελέτη ανάπλασης, την οποία αποτελούν η οικονοµοτεχνική και αρχιτεκτονική µελέτη, καθώς και οι κτιριακές µελέτες. από τον ορισµό των φορέων ανάπλασης ή των οργάνων από τα οποία ξεκινά η διαδικασία ανάπλασης: Η διαδικασία ανάπλασης γίνεται µε πρωτοβουλία των οικείων ΟΤΑ α ή β βαθµού, του ΥΠΕΧΩ Ε, της ΕΠΟΣ ή του οικοδοµικού συνεταιρισµού (προκειµένου για την έκτασή του), ενώ ως φορείς ανάπλασης ορίζονται κατεξοχήν οι οικείοι δήµοι ή κοινότητες ή οι επιχειρήσεις των οικείων ΟΤΑ α και β βαθµού. Συνεπώς καταβάλλεται από νοµικής πλευράς µια προσπάθεια να δραστηριοποιηθούν και οι φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης στα ζητήµατα αυτά, πράγµα το οποίο επιδιώχθηκε σαφώς σύµφωνα µε τις αρµοδιότητες του νέου Κώδικα ήµων και Κοινοτήτων. Παράλληλα µε τις προβλέψεις περί αναπλάσεων της πολεοδοµικής νοµοθεσίας έχει θεσµοθετηθεί και στην χωροταξική νοµοθεσία ένας θεσµός Ολοκληρωµένων Αστικών Παρεµβάσεων που λειτουργούν προς την κατεύθυνση της τοπικής ανάπτυξης, της αντιµετώπισης των προβληµάτων που παρουσιάζουν οι προς ανάπλαση περιοχές, της οικονοµικής υστέρησης, περιβαλλοντικής υποβάθµισης και ποιότητας ζωής, και της επίτευξης της κοινωνικής και οικονοµικής συνοχής. Οι στόχοι που ο νοµοθέτης προσέδωσε στα Σχέδια Ολοκληρωµένων Αστικών Παρεµβάσεων (Ν. 2742/1999), είναι: 14

η βελτίωση των υποδοµών και των βασικών κοινωνικών εξυπηρετήσεων η αντιµετώπιση της ανεργίας και η δηµιουργία επαρκών ευκαιριών απασχόλησης η ενσωµάτωση των λειτουργιών και των κοινωνικών οµάδων στον αστικό ιστό και η καταπολέµηση του κοινωνικού διαχωρισµού η αρµονική διάρθρωση των χρήσεων γης και η διαχείριση του αστικού οικοσυστήµατος η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών και η ανάπτυξη µέσων πρόσβασης και διακίνησης ανθρώπων και αγαθών φιλικών προς το περιβάλλον η διατήρηση και ανάδειξη της αστικής πολιτιστικής κληρονοµιάς η κοινωνική, οικονοµική, περιβαλλοντική και πολιτισµική αναζωογόνηση η διευκόλυνση της συµµετοχής των πόλεων και αστικών περιοχών σε προγράµµατα και δίκτυα διαπεριφερειακής και διευρωπαϊκής συνεργασίας, µε τα οποία προωθείται η αντιµετώπιση κοινών προβληµάτων, η ανταλλαγή της σχετικής εµπειρίας και η ανάπτυξη κοινών µεθόδων και µέσων για την αστική αναγέννηση και την αειφόρο αστική ανάπτυξη. Τα ΣΟΑΠ εγκρίνονται µε Υπουργικές Αποφάσεις (ΠΕΧΩ Ε, Οικονοµικών και των κατά περίπτωση αρµοδίων), ενώ η αξιολόγηση και η παρακολούθηση της εφαρµογής τους γίνεται από τους οικείους ΟΤΑ α ή β βαθµού. Β. Το σύστηµα των αστικών αναπλάσεων κατά τον ν. 2508/1997 Το σύστηµα ρυθµίσεων που εισάγει ο Ν. 2508/1997 αποτυπώνει µια πολιτική αναπλάσεων, που βασίζεται κυρίως σε πολεοδοµικά κριτήρια (βελτίωση όρων διαβίωσης των κατοίκων και δοµηµένου περιβάλλοντος, προστασία και ανάδειξη των πολιτιστικών, ιστορικών, µορφολογικών και αισθητικών στοιχείων και χαρακτηριστικών της περιοχής ανάπλασης). Τα προγράµµατα ανάπλασης περιορίζονται µόνο σε περιοχές των εγκεκριµένων σχεδίων πόλεων ή οριοθετηµένων οικισµών. 15

Ο χαρακτηρισµός µιας περιοχής ως περιοχής ανάπλασης βασίζεται κυρίως σε πραγµατικές διαπιστώσεις για την ποιότητα και την αισθητική του περιβάλλοντος (φυσικού και οικιστικού) ή για τις ανάγκες εξεύρεσης κατοικίας. Σε κάθε περίπτωση, η ανάπλαση πρέπει να εναρµονίζεται µε τις βασικές κατευθύνσεις των εγκεκριµένων ΓΠΣ και ΣΟΑΠ ή των Ρυθµιστικών Σχεδίων, χωρίς να µπορεί να αποκλίνει από αυτές ακόµη και όταν διαπιστώνονται λόγοι δηµοσίου συµφέροντος που δεν είχαν ληφθεί υπόψη κατά την κατάρτιση των οικείων ΓΠΣ και ΣΟΑΠ. Η αρµοδιότητα της κίνησης της διαδικασίας ανάπλασης επιφυλάσσεται αποκλειστικά σε φορείς του δηµόσιου τοµέα όπως οι ΟΤΑ, ενώ οι αρµοδιότητες του φορέα ανάπλασης (όπως η εκπόνηση των αναγκαίων µελετών, η εκτέλεση των προβλεπόµενων έργων, η εξασφάλιση των απαιτούµενων πόρων κλπ) επιφυλάσσονται αντιστοίχως σε φορείς του δηµόσιου ή του ευρύτερου δηµόσιου τοµέα, όπως οι ΟΤΑ ή οι επιχειρήσεις τους. Το σύστηµα που εισήγαγε ο Ν. 2508/97 δεν έχει τύχει µέχρι σήµερα εφαρµογής, ως αιτιολόγηση συνήθως αναφέρεται ότι δεν έχουν εκδοθεί οι περισσότερες από τις κανονιστικές πράξεις που προβλέπονται από τις αντίστοιχες εξουσιοδοτήσεις του νόµου, αλλά και το ότι δεν υπάρχει πολιτική ζήτηση για ολοκληρωµένα προγράµµατα. Παρατηρείται δηλαδή αποστέωση του περιεχοµένου της ανάπλασης. Με το νέο θεσµικό πλαίσιο η αστική ανάπλαση αποτελεί δηµόσια ωφέλεια και τα ακίνητα της περιοχής ανάπλασης µπορεί να απαλλοτριώνονται για το σκοπό της. Οι νέες ρυθµίσεις επιχειρούν να αντιµετωπίσουν και ορισµένα µεγάλα προβλήµατα που συναντούν οι αστικές παρεµβάσεις στα ιστορικά κέντρα, τα οποία είναι η έλλειψη ελευθέρων κοινοχρήστων χώρων, ο δραστικός περιορισµός του δηµοσίου χώρου και η έλλειψη των χώρων πράσινου. Είναι σαφές ότι ο νοµοθέτης τροφοδότησε το νόµο έχοντας υπόψη την εµπειρία της Πλάκας. Παρατηρώντας το θέµα από την σκοπιά της αρχιτεκτονικής κληρονοµιάς µπορούµε να πούµε ότι ο N. 2508/1997 έρχεται στην ουσία να ενισχύσει το N. 2039/92 µε τον οποίο η χώρα µας κύρωσε τη Σύµβαση της Γρανάδας του 1985 για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονοµιάς της Eυρώπης, και να προσδιορίσει όλες τις απαιτούµενες για την επίτευξη αυτού του µείζονος τελικού στόχου διαδικασίες και εργαλεία. 16

Το σύστηµα αστικών αναπλάσεων που εισάγεται µε τον ν. 2508/1997 είναι σχεδόν αποκλειστικά προσανατολισµένο σε προγράµµατα «αποκατάστασης» που αποβλέπουν εν όψει της φύσης και της λειτουργίας τους, στη θεραπεία γενικότερων πολεοδοµικών αναγκών σε υποβαθµισµένες και προβληµατικές περιοχές εντός εγκεκριµένων σχεδίων πόλεων (ιδίως περιοχές µε ελλείψεις κοινοχρήστων χώρων ή µε µεγάλη κτιριακή πυκνότητα). Βασικό πρόβληµα της όλης σύλληψης του ν. 2508/97 είναι ο τρόπος χρηµατοδότησης των προγραµµάτων ανάπλασης, ο οποίος στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε δηµόσιους πόρους (που είναι αµφίβολο αν µπορεί να διατεθούν), ενώ η δυνατότητα συνεργασίας µε τον ιδιωτικό τοµέα που θα µπορούσε να αναλάβει, µέσω σύµπραξης, τη χρηµατοδότηση µέρους ή και του συνόλου του προγράµµατος ανάπλασης, εξακολουθεί να προβλέπεται µόνο µέσω ανενεργών πολεοδοµικών εργαλείων όπως η ΖΕΠ. Οι πρωτοβουλίες που αναλήφθηκαν την τελευταία δεκαετία στο πεδίο του πολεοδοµικού σχεδιασµού αποδεικνύουν ότι ο νοµοθέτης διαιώνισε τα παλαιά και συχνά παρωχηµένα πρότυπα πολεοδοµικού σχεδιασµού. Την εντύπωση αυτή δίνουν επί παραδείγµατι οι ρυθµίσεις των άρθρων 3 και 6 του ν. 2508/97, που αναθέτουν την παρακολούθηση της εφαρµογής των ρυθµιστικών σχεδίων και των ΓΠΣ και ΣΟΑΠ σε µια πλειάδα δύσκαµπτων νοµικών προσώπων δηµοσίου δικαίου που είναι αµφίβολο αν ποτέ θα λειτουργήσουν ή αντίστοιχα οι ρυθµίσεις του άρθρου 10 του ιδίου νόµου που αναθέτουν τη διαχείριση των προγραµµάτων ανάπλασης αποκλειστικά σε δηµόσιους φορείς 2, αποκλείοντας τη δυνατότητα αµιγώς ιδιωτικών φορέων να προχωρούν αυτοτελώς ή σε συνεργασία µε δηµόσιους φορείς στην ανάληψη αντίστοιχων προγραµµάτων. Οι πολεοδοµικές παρεµβάσεις δεν αποτελούν αυτοσκοπό, αλλά στοχεύουν στο σχεδιασµό του χώρου, ως υποδοχέα των ανθρώπινων δραστηριοτήτων, στο πλαίσιο µιας βιώσιµης ανάπτυξης. Μέσα από µία τέτοια λογική θα έπρεπε ο πολεοδοµικός σχεδιασµός να συνδέεται άρρηκτα µε τον αναπτυξιακό σχεδιασµό σε όλα τα επίπεδα, έτσι ώστε παράλληλα µε την προστασία του περιβάλλοντος τα επί µέρους πολεοδοµικά προγράµµατα όπως οι αστικές αναπλάσεις: να υποστηρίζουν άµεσα την τοπική οικονοµία, µε τη διασφάλιση κοινωνικής 2 Σύµφωνα µε το άρθρο 10 του ν. 2508/1997, η διαχείριση του προγράµµατος ανάπλασης ανατίθεται είτε στον οικείο ΟΤΑ, είτε σε δηµοτική επιχείρηση ή νοµαρχιακή επιχείρηση, είτε σε σύνδεσµο ΟΤΑ, είτε στη ΕΠΟΣ, είτε σε εταιρεία ενεργού πολεοδοµίας ή αστικού αναδασµού, χωρίς να προβλέπεται πάντως η σύσταση φορέα ανάπλασης αµιγώς του ιδιωτικού τοµέα. 17

συναίνεσης και συνεργασίας. να διασφαλίζουν προϋποθέσεις ισόρροπης συνεργασίας κεντρικής τοπικής διοίκησης στα θέµατα σχεδιασµού οργάνωσης του χώρου. να προβλέπουν θεσµικά αλλά και οικονοµικά κίνητρα για τη συνεργασία κεντρικής τοπικής διοίκησης και ιδιωτικού τοµέα. (Λαγουδάκη 2005:1) 18

ιάγραµµα 2: υνητικές επιπτώσεις των αναπλάσεων (Οικονόµου 2004 : 6) Γενικότερες επιδιώξεις αστικής αναγέννησης Άρση περιορισµών και µειονεκτηµάτων Πυροδότηση ευρύτερων αλλαγών Αξιοποίηση ευκαιριών και δυνατοτήτων Αύξηση της προσφοράς (supply side) Προώθηση υνητικές επιπτώσεις των αναπλάσεων «Ανάκτηση» εγκαταλειµµένων ή υποβαθµισµένων περιοχών Ακαµψίες του ιδιοκτησιακού καθεστώτος υσκολίες εσωτερικής κυκλοφορίας /στάθµευσης ή υπερτοπικής πρόσβασης Πιλοτική ή εµβληµατική λειτουργία, που υπογραµµίζει την εφικτότητα της αλλαγής και προκαλεί αρκετά σηµαντικής κλίµακας πρωτογενείς αλλαγές, ώστε να προσελκύσει δευτερογενώς νέες πρωτοβουλίες και επενδύσεις (flagship projects) Κινητοποίηση αλυσιδωτών επιπτώσεων, µέσω του πρώτου βήµατος (π.χ. η βελτίωση των φυσικών συνθηκών και της όψης των κτηρίων κινητοποιεί τους κατοίκους να προχωρήσουν σε επόµενα βήµατα Αξιοποίηση της ποιότητας του κτιριακού αποθέµατος και επανάχρηση (µετά από βελτίωση-εκσυγχρονισµό) Αξιοποίηση άλλων πολεοδοµικών στοιχείων (π.χ. παραλία, αρχαιολογικοί χώροι κλπ) Φάσµα από την κατασκευή βασική πολεοδοµικής περιβαλλοντικής µεταφορικής υποδοµής µέχρι την δηµιουργία κτιριακών υποδοµών (π.χ. µουσείων, συνεδριακών κέντρων κλπ) ιοχέτευση δηµόσιων πόρων για την 19

ολοκληρωµένης κοινωνικό-οικονοµικής και φυσικής αναµόρφωσης ταυτόχρονη αντιµετώπιση χωρικά εντοπισµένων φυσικών, οικονοµικών και κοινωνικών προβληµάτων (URBAN Strategic Development Sites ή περιοχές Ολοκληρωµένων Παρεµβάσεων). 20