ΓΥΝΑΙΚΕΙΟ ΖΗΤΗΜΑ:ΓΙΑ ΝΑ ΓΥΡΙΣΕΙ Ο ΗΛΙΟΣ... Εισήγηση της Ελένης Καννά «H ιστορία ενός άνδρα ή του ανδρικού είδους γενικά, δεν είναι δύσκολη υπόθεση. Είναι μια εξωτερική στορία. Είναι η ιστορία των έργων του, δηλ. των φιλοδοξιών του. H ιστορία της γυναίκας είναι άλλη υπόθεση, πιο δύσκολη. Είναι μια εσωτερική ιστορία, όπου ο ταξιδιώτης θα πρέπει να πλανηθεί σε λίγο φωτεινά, ημίφωτα ή σκοτεινά εδάφη, όπου ενδεχομένως να βρει μπροστά του τέρατα ή πολύτιμους, σπάνιους, θησαυρούς. H αρετή ή κατ' άλλους το μειονέκτημα μιας τέτοιας ιστορίας (εξαρτάται από το πώς το βλέπει κανείς) είναι ότι δεν θα πρόκειται για μια «μνημειώδη» ιστορία το επίθετο αυτό έχει καταχωρισθεί στα έργα των ανδρικών χεριών». ( Από την εφημερίδα The Guardian, Η ιστορία της γυναίκας, Αναδημοσίευση : ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 2005). Η ιστορία της γυναίκας συμβαδίζει με την ιστορία της ανθρωπότητας. Η γυναίκα πλάστηκε μετά από τον άνδρα και είναι αυτή που παρέσυρε τον Αδάμ να δοκιμάσει τον απαγορευμένο καρπό. Επομένως από την αρχή ταυτίστηκε με την απάτη και ίσως αυτό να ερμηνεύει και την υποδεέστερη θέση στην οποία βρέθηκε διαχρονικά. Ωστόσο η μητριαρχία είναι η πρώτη μορφή κοινωνικής οργάνωσης των ανθρώπων της προϊστορικής περιόδου (ως και το 2500 π.χ περίπου). Πρόκειται για ένα σύστημα κοινωνικής οργάνωσης, στο οποίο υπολογίζεται μόνο η μητρική συγγένεια, ενώ η γυναίκαμητέρα κατέχει την κυρίαρχη θέση στην κοινωνία και στην οικογένεια. Είναι ο αρχηγός του γένους. Επομένως τα κληρονομικά δικαιώματα μεταβιβάζονται στα θηλυκά μέλη της κάθε οικογένειας. Η μητριαρχία στη θρησκευτική της διάσταση, συνδέεται συχνά με λατρεία γυναικείων θεοτήτων της μητρότητας και γονιμότητας. To κράτος των Αμαζόνων στην ελληνική μυθολογία ήταν οργανωμένο κατά το μητριαρχικό πρότυπο, ενώ και στην Κρήτη παρατηρούνται επιβιώσεις της μητριαρχίας. ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Η θέση της γυναίκας στην Κρήτη ήταν σχετικά πλεονεκτική. Εκεί οι γυναίκες είχαν τα ίδια δικαιώματα με τους άνδρες. Συμμετείχαν σχεδόν ίσοις όροις στις κοινωνικές δραστηριότητες, στις γιορτές, στο κυνήγι, στα αγωνίσματα (ταυροκαθάψια). Επίσης βάφονταν, φορούσαν ρούχα με φανταχτερά χρώματα, στολίζονταν με όμορφα στολίδια και χτένιζαν τα μαλλιά τους με περισσή επιμέλεια. Ακόμα στην Κρήτη συμβαίνει το εξής πρωτοποριακό: οι γυναίκες παίρνουν το όνομά τους από τη μητέρα και όχι από τον πατέρα, ενώ το όνομα της μητέρας, της γιαγιάς, της προγιαγιάς... ήταν δηλωτικό του γένους των Κρητικών. Στην Αρχαία Αθήνα η γυναίκα δεν απολάμβανε δικαιώματα. Βρισκόταν στην πλήρη εξουσία του πατέρα ή του αδελφού. Μετά το γάμο την κηδεμονία της ανελάμβανε ο σύζυγος. Σε περίπτωση χηρείας την κηδεμόνευε ο μεγαλύτερος γιος, και αν αυτός δεν
υπήρχε, τότε περνούσε στην εξουσία συχνά και με γάμο - του κοντινότερου άρρενα συγγενή της. Η Αθηναία δεν επιτρεπόταν να συμμετέχει στην πλούσια κοινωνική ζωή της Αθήνας, μα ούτε να εκφέρει άποψη για θέματα που αφορούσαν την οικογένειά της. Δεν συνόδευε το σύζυγό της στις εξόδους του, ενδεχομένως δε γνώριζε τους φίλους του. Φυσικά δε μπορούσε να παρευρεθεί στα συμπόσια (όπου ανενόχλητος ο σύζυγος απολάμβανε τη συντροφιά των εταιρών). Η νοοτροπία της εποχής αποτυπώνεται με γλαφυρό τρόπο στον Επιτάφιο του Περικλή, όπου αναφέρεται ότι το ιδανικό για μια γυναίκα είναι να γίνεται όσο το δυνατόν λιγότερος λόγος γι αυτήν, είτε έπαινος είτε ψόγος. Οι Αθηναίες παντρεύονταν πολύ νέες (14-15 χρονών). Μέχρι τότε ήταν αποκλεισμένες στα δώματα των γυναικών (γυναικωνίτης) του πατρικού τους σπιτιού. Μετά το γάμο απλά άλλαζαν «φυλακή» : εγκαθίσταντο στο γυναικωνίτη του σπιτιού του συζύγου τους. Στην αρχαία Αθήνα το διαζύγιο ήταν σπάνιο. Ο άντρας, που ήθελε να πάρει διαζύγιο, αρκούσε να κάνει δήλωση ενώπιον μαρτύρων ότι χωρίζει τη γυναίκα του και ότι θα της επέστρεφε τη προίκα. Η γυναίκα που επιθυμούσε διαζύγιο έπρεπε προηγουμένως να λάβει δικαστική απόφαση. Επίσης τα παιδιά τα αναλάμβανε ο πατέρας, ποτέ η μητέρα. Με δεδομένο οτι οι Σπαρτιάτες απουσίαζαν από το σπίτι, οι γυναίκες στη Σπάρτη αναλάμβαναν εξ ανάγκης ποικίλους ρόλους, είχαν αυξημένα προνόμια και πρώιμη «χειραφέτηση». Η γυναίκα στη Σπάρτη πρώτα από όλα διοικούσε το σπίτι και την περιουσία της και είχε την ευθύνη των παιδιών. Επίσης γυμναζόταν (γυμνή, όπως οι άνδρες) και σε πιο «αντρικά» αθλήματα (δίσκος, ακόντιο) και χόρευε. Ο γάμος στόχευε στην τεκνοποιία και δεν αποτελούσε κοινωνικό γεγονός μείζονος σημασίας. Συνηθισμένος τύπος γάμου ήταν δι αρπαγής: ο σύζυγος έκανε τελετουργική απαγωγή της μέλλουσας συζύγου του μέσα στη νύχτα. Με τη βοήθεια μια γυναίκας που ονόμαζαν νυμφεύτρια, της ξύριζαν το κεφάλι και την άφηναν να περιμένει στο σκοτάδι. Καποτε ερχόταν ο σύζυγος, συνευρίσκονταν ερωτικά και αποχωρούσε για να επιστρέψει στην αγέλη του με τους συνηλικιώτες του. Κι αυτό συνέβαινε μέχρι ο άνδρας να γίνει 30 ετών. Ως τότε δηλαδή οι σύζυγοι δε συγκατοικούσαν. Ακόμα η Σπαρτιάτισσα μπορούσε να αναζητήσει άλλο σύζυγο, αν ο δικός της απουσίαζε για πολύ καιρό. Μια άλλη πρακτική στη Σπάρτη ήταν η αδελφική πολυανδρία: εξ αίματος αδελφοί ή στενοί φίλοι αποτελούσαν τους πολυάριθμους συζύγους μιας Σπαρτιάτισσας. Τα τέκνα που προέκυπταν ήταν κοινά, αφού η πατρότητα ήταν αμφίβολη, ενώ η περιουσία παρέμενε αδιαίρετη. ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΡΩΜΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ Από το δεύτερο μισό του 4ου αι. π.χ. και κυρίως κατά την Ελληνιστική περίοδο η θέση της γυναίκας βελτιώνεται αισθητά και απομακρύνεται από το συντηρητισμό των κλασικών χρόνων. Στην τέχνη, αυτό αντικατοπτρίζεται στην εμφάνιση για πρώτη φορά γυμνών γυναικείων αγαλμάτων (π.χ. της Αφροδίτης), καθώς και στην κατασκευή γυναικείων ειδωλίων που διακρίνονται για τη χάρη τους καθώς και για έναν τόνο αισθησιασμού (οι γνωστές "Ταναγραίες"). Στο ρωμαϊκό κόσμο, η κοινωνική θέση των γυναικών βελτιώνεται. Αποκτούν μεγαλύτερη
ελευθερία και θεσμοθετημένο πλέον δικαίωμα στην εκπαίδευση ενώ οι μορφωμένες και καλλιεργημένες γενικότερα χαίρουν μεγάλης εκτίμησης.. ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ Στα βυζαντινά χρόνια η θέση της γυναίκας ήταν κατώτερη από του άνδρα. Ο πατέρας διάλεγε το σύζυγο (περίπου όταν τα κορίτσια γίνονταν 13-16 χρόνων). Όποια δεν παντρευόταν συνήθως κατέληγε σε μοναστήρι. Οι γονείς έπρεπε να δώσουν προίκα, υποχρέωση δυσβάσταχτη για τις κατώτερες οικονομικά τάξεις, που στην κυριολεξία απεύχονταν τη γέννηση κοριτσιών. Αυτά συνέβαιναν κυρίως ως το 10ο αιώνα. Αργότερα η κατάσταση κάπως βελτιώθηκε για τις γυναίκες που ειδικότερα στις ανώτερες κοινωνικές τάξεις δεν περιορίζονταν στο γυναικωνίτη. Απασχόληση των γυναικών ήταν κυρίως το γνέσιμο και η ύφανση, είτε ζούσαν σε απλό σπίτι είτε σε παλάτι. Η ενδυμασία τους ήταν σεμνή, δεν κυκλοφορούσαν μόνες στο δρόμο και απέφευγαν την ανδρική συναναστροφή. Τα κορίτσια στο Βυζάντιο από τα έξι ως τα εννιά τους χρόνια διδάσκονταν μέσα στο σπίτι τα στοιχειώδη γράμματα: ανάγνωση, γραφή, αριθμητική, ιερή ιστορία και μουσική. Αργότερα συστάθηκαν σχολεία θηλέων, αφού φυσικά απαγορευόταν η κοινή φοίτηση των δύο φύλων. Επίσης στο Βυζάντιο κάποιες γυναίκες εργάζονταν εκτός σπιτιού. Άλλες εργάζονταν μαζί με τους συζύγους τους στα πανδοχεία η στα καπηλειά ή σε αγροτικές εργασίες, κάποιες έκαναν εμπόριο τροφίμων (ψωμί, φρούτα, λαχανικά), άλλες ήταν γιατρίνες ή μαίες. Ορισμένες ακόμα διέθεταν πλοία. ΜΕΣΑΙΩΝΑΣ Οι γυναίκες γενικά ήταν υποταγμένες στο πλαίσιο του ανδροκρατούμενου κόσμου των ιπποτών ή των ασκητικών μοναχών. Ωστόσο πολλές γυναίκες των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων μπόρεσαν μέχρι επικράτειες να διοικήσουν ή να κυβερνήσουν υπηκόους (όταν ο σύζυγός τους απουσίαζε ή ασθενούσε ή είχαν αναλάβει την αντιβασιλεία μέχρι να ενηλικιωθεί ο διάδοχος γιος τους). Στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα, στη συντηρητική αγροτική κοινωνία, υπάρχει μισογυνισμος και αναφέρονται πολλά παραδείγματα ενδοοικογενειακής βίας, ενώ η γυναίκα εξακολουθεί να θεωρείται προσωποποίηση της αμαρτίας. ΣΤΑ ΝΕΟΤΕΡΑ ΧΡΟΝΙΑ Ενώ για πολλούς αιώνες η γυναίκα υποταγμένη έσερνε τα βήματά της πίσω από τον άντρα, με τη βιομηχανική επανάσταση τα πράγματα άλλαξαν άρδην. Η έξοδος της γυναίκας από το σπίτι στον εργασιακό χώρο, οδήγησε στην κατάρριψη στερεοτύπων και στην αναθεώρηση του οικογενειακού θεσμού. Τη δεκατεία του 1870 εμφανίζεται και το φεμινιστικό κίνημα που διευκολύνει όχι χωρίς τίμημα - τη γυναίκα στο να αναλάβει νέους ρόλους και να διεκδικήσει μια άλλη θέση μέσα στην κοινωνική και οικογενειακή δομή.
Οι γυναίκες στα αστικά κέντρα που δημιουργούνται, συμμετέχουν σε εμπορικές συντεχνίες (γεγονός που βελτιώνει τόσο τα οικονομικά τους, όσο και την κοινωνική τους θέση). Παράλληλα διεκδικούν και επιτυγχάνουν το δικαίωμα στη μόρφωση. Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΩΝ ΝΕΟΤΕΡΩΝ ΧΡΟΝΩΝ Την εποχή που η Ευρώπη περνούσε στην Αναγέννηση και στην αυγή ενός νέου κόσμου, η Ελλάδα περνούσε στην τουρκοκρατία. Στη διάρκειά της η γυναίκα βρέθηκε σε εξαιρετικά δύσκολη θέση. Οι γονείς δεν έστελναν τα κορίτσια σε σχολεία και όσες νέες από τις ανώτερες τάξεις κατάφερναν να σπουδάσουν, το πετύχαιναν, αφού είχαν προηγουμένως δωρίσει κάποιο χρηματικό ποσό ή είχαν χορηγήσει λογοτεχνικά κείμενα. Με την κήρυξη της Επανάστασης πολλές γυναίκες βγήκαν από το σπίτι και προσέφεραν τα μέγιστα στον Αγώνα. Με τον τρόπο αυτό και στην κοινή προσπάθεια συνέβαλαν, αλλά και το σεβασμό των ανδρών κέρδισαν, χωρίς βέβαίως να εξισωθούν με αυτούς. Η θέση της γυναίκας δε βελτιώνεται ούτε μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους το 1832. Η ίδια δεν συνειδητοποιεί ούτε διεκδικεί τα δικαιώματά της. Εξακολουθεί να μην είναι ισότιμη με τον άντρα και αυτό διαρκεί ολόκληρο το 19ο αιώνα. Ελάχιστες περιπτώσεις μορφωμένων και μαχητικών γυναικών κινητοποιούνται στην κατεύθυνση της ισότητας. Όμως τα προοδευτικά κινήματα που αναπτύσσονται τον 20ό αιώνα μαζικοποιούν το φεμινιστικό κίνημα. Μαρτυρίες εκείνης της εποχής περιγράφουν τις άσχημες συνθήκες ζωής των γυναικών. Εκ της διαβιώσεως της γυναικός εν γένει εκτός του οίκου, ανυπολόγιστα προκύπτουσι κακά. Η γυνή γενικώς οφείλει να βαίνη εν τη εαυτής μορφώσει την κεχαραγμένην οδόν την εμπρέπουσαν αυτή. Προς αναχαίτισιν δε της τάσεως ην ήρξατο δεικνύουσα και η Ελληνίς, απομιμουμένη εκκέντρους ιδέας και απομακρυνομένη της μέσης οδού, ην εχάραξε δι εαυτήν, θα καταπέση έτι ου πολύ μοιραίως, προσκρούουσα προ των ανυπερβλήτων προσκομμάτων, τα οποία θα παρουσιάζωνται προ αυτής. Η Δημόσια εκπαίδευση αφορούσε μόνο τα αγόρια. Τα κορίτσια των εύπορων οικογενειών μπορούσαν να παρακολουθήσουν μόνο την πρωτοβάθμια εκπαίδευση από το 1834 και εξής. Στόχος της εκπαίδευσής τους ήταν η ηθικοποίησή τους κια η προετοιμασία τους για την επιτυχή επιτέλεση των παραδοσιακών γυναικείων ρόλων ως μελλοντικές σύζυγοι και μητέρες. Όταν αργότερα ιδρύθηκαν τα Παρθεναγωγεία, αυτά κάλυπταν τη μέση εκπαίδευση των κοριτσιών με στόχο να καταστήσουν τας παιδευομένας καλάς θυγατέρας και οικοδεσποίνας. Το 1837 ιδρύεται η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία. Από εκεί προέρχονταν οι δασκάλες. Το 1897 η «Ένωσις των Ελληνίδων» ιδρύει Διδασκαλείον Νηπιαγωγών. Από το 1886 όλο και πιο πολλές Ελληνίδες επιδιώκουν να φοιτήσουν στα Πανεπιστήμια, όχι χωρίς αντιδράσεις. Η πρώτη ελληνίδα φοιτήτρια Αγγελική Παναγιωτάτου, έγινε δεκτή στο
Πανεπιστήμιο με τη ρυθμική κραυγή φοιτητών και καθηγητών: Σκούπα και φαράσι:::... Στην κουζίνα! Στην κουζίνα!! Η δεκαοχτάχρονη Ελένη Παντελίδου οδηγήθηκε στην αυτοκτονία γιατί το Πανεπιστήμιο Αθηνών δεν επέτρεψε την εγγραφή της στην Ιατρική Σχολή. Η ίδια σε σημείωμα που άφησε γράφει: Ο θάνατός μου ας ακουστεί ως κραυγή εις εκείνους οίτινες θεωρούν την γυναίκα ως μεσαιωνικήν δούλην. Μια φοιτήτρια της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών έδειρε τον καθηγητή Γρηγόρη Βερναρδάκη στην Πλατεία Συντάγματος επειδή συνεχώς την απέρριπτε στις εξετάσεις και διατεινόταν πως οι γυναίκες δεν πρέπει να γίνονται επιστήμονες. Την ίδια περίοδο οι γυναίκες στην Ελλάδα ασκούσαν μόνο τα λεγόμενα γυναικεία επαγγέλματα, ενώ δεν υπήρχε θέση για αυτές στη μισθωτή εργασία. Η ανδροκρατούμενη κοινωνία τις θεωρούσε «άεργες», αφού ούτε την οικιακή απασχόληση αναγνώριζε ως εργασία, ενώ επιπλέον τις αποκαλούσε και αμόρφωτες. Στα χωριά οι πιο πολλές φτωχές κοπέλες προορίζονταν από την παιδική τους κιόλας ηλικία να γίνουν υπηρέτριες σε σπίτια πλουσίων στα μεγάλα αστικά κέντρα, με εξευτελιστικό μισθό και χωρίς εργασιακά δικαιώματα. Άλλες στις μεγαλουπόλεις εργάζονταν στη βιομηχανία. Εκεί οι δουλειές ήταν βαριές και ανθυγιεινές, εργάζονταν μαζί με ανήλικα παιδιά και φυσικά αμείβονταν λιγότερο από τους άντρες Η Εφημερίς των Κυριών το 1906 αναφερόμενη στη γυναίκα της εποχής γράφει: Η εργάτρια, η οποία έχει όλους τους κόπους και τας φροντίδας και το μαρτύριον της πρώτης, της νοικοκυράς, είναι δε υποχρεωμένη να εργάζεται εις ωρισμενην τακτικήν προσοδοφόρον εργασίαν, δια να εξοικονομή τα κενά, τα οποία αφήνει το εκ της εργασίας του ανδρός ανεπαρκές εισόδημα, από τι σας φαίνεται το στεφάνι το οποίον φορεί η ψευτοβασίλισσα αυτή του σπιτιού; Και υπάρχει άραγε εις τας εργατικάς τάξεις των ανδρών, ζωή πλέον βασανισμένη, πλέον εξαντλητική και εκνευριστική από την ζωήν της μάρτυρος αυτής; Η εργασία στις δημόσιες υπηρεσίες ήταν απαγορευμένη για τις γυναίκες. Μόνο ως δασκάλες μπορούσαν να εργαστούν. Το 1888 παραδόξως επιτράπηκε να διοριστούν γυναίκες στα τηλεγραφεία και ταχυδρομεία της χώρας. Να πώς ένας άνδρας της εποχής σχολίασε το γεγονός αυτό: Δύναται άρα η γυνή, το μάλλον άστατον, επιπόλαιον, κούφον και άπιστον ον της υφηλίου, να τηρήση το απόρρητον των τηλεγραφηματων; (Εφημερίς των Κυριών, 1888) Τα κορίτσια των εύπορων οικογενειών δεν εργάζονταν εκτός σπιτιού. Οι λίγες μορφωμένες αντιμετώπιζαν κοινωνικό ρατισμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών απαγόρευε ως το 1926 στις γυναίκες με πτυχίο Νομικής να εγγραφούν ως μέλη του συλλόγου και να ασκήσουν το επάγγελμα. Η Ρέα Γαλανάκη στο Ελένη ή Κανένας αναφέρει την περίπτωση γυναίκας ζωγράφου που έπρεπε να παρουσιάζει τα έργα της με ψευδώνυμο άνδρα, προκειμένου να διοργανώσει έκθεση των έργων της. Στην Ελλάδα των τελευταίων δεκαετιών του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα οι
γυναίκες των αγροτικών οικογενειών ζούσαν σε ασφυκτικό γι αυτές περιβάλλον. Κανείς δεν έπρεπε να αντικρύσει την ανύπαντρη κοπέλα, γιατί αυτό προσέβαλε την τιμή της. Και οι φτωχές οικογένειες δεν είχαν άλλη προίκα για να δελεάσουν τους γαμπρούς, παρά μόνο την αγνότητα, την τιμή και την αθωότητα των κοριτσιών. Για να παντρευτεί μια κοπέλα έπρεπε οπωσδήποτε να διαθέτει προίκα ( η οποία σε πολλές περιπτώσεις αποτελούσε και τον κύριο σκοπό του γάμου). Για να εμπλουτιστεί η προίκα έπρεπε να μοχθήσουν όλα τα αρσενικά μέλη της οικογένειας, αλλά και οι κοπέλες μέσα στο σπίτι τους ή στερούμενες την ψυχαγωγία τους. Οι γονείς προτιμούσαν να δώσουν τις κόρες τους μαζί με τις οικονομίες τους σε έναν επιτήδειο προικοθήρα, (ο οποίος πιθανόν να έβλεπε το γάμο ως εύκολο τρόπο να εξασφαλίσει τη ζωή του, ενώ επρόκειτο να τη μεταχειρίζεται σαν δούλα), παρά να διαθέσουν μέρος αυτού του ποσού για να τις μορφώσουν αξιώνοντας γι αυτές κάτι καλύτερο από μια συμβιβασμένη ζωή. Σε αντίθεση με την αγροτική κοινωνία, στις εύπορες οικογένειες οι γυναίκες έχουν αρκετά προνόμια, χωρίς βεβαίως να είναι ίσες με τον άντρα. Οι κοπέλες αυτής της τάξης δε στερούνται τίποτα και σε πολλές περιπτώσεις ζητείται η γνώμη τους για κάποιο προξενιό που τις αφορά. Αν ωστόσο θυμηθούμε τον Ερωτόκριτο ή τη Στέλλα Βιολάντη θα συναντήσουμε γονείς που οι ίδιοι αποφασίζουν για το μέλλον της κόρης τους χωρίς τη συγκατάθεσή της και ενίοτε κόντρα στις επιθυμίες της. Στη Φόνισσα του Παπαδιαμάντη φαίνεται πως η γυναίκα των φτωχών οικογενειών της επαρχίας είναι ένα βάρος για τους δικούς της. Το μόνο της «δικαίωμα» είναι είναι να υπηρετεί με τη σειρά τους γονείς της πρώτα, το σύζυγο στη συνέχεια, μετά τα παιδιά της και τα εγγόνια της στο τέλος. Για όσο διάστημα βρίσκεται στο πατρικό της σπίτι, οι γονείς της αναζητούν τον ιδανικό εκείνο γαμπρό που θα δεχθεί να παντρευτεί την κόρη τους χωρίς πολλές αξιώσεις μεγάλης προίκας. Βεβαίως επειδή και εκείνη την εποχή, όπως και στη συνέχεια, γεννιούνταν περισσότερα κορίτσια σε σχέση με τα αγόρια οι γαμπροί είχαν εξωφρενικές απαιτήσεις προίκας, εκμεταλλευόμενοι την αγωνία της οικογένειας «να μη μείνει η κόρη τους στο ράφι». Την τριετία 1922-24 οι ελληνίδες φεμινίστριες οργανώνονται και διεκδικούν πολιτικά δικαιώματα, χωρίς ωστόσο να επιτύχουν κάτι χειροπιαστό, πέρα από κάποιες φωνές συμπαράστασης. Το Μάιο του 1946 οργανώνεται το Α Πανελλήνιο Γυναικείο Συνέδριο, στο οποίο ένα από τα κυρίαρχα αιτήματα ήταν η πολιτική ισότητα των γυναικών.όμως μόνο 6 χρόνια μετά, το Μάιο του 1952 παραχωρήθηκαν στις γυναίκες πλήρη πολιτικά δικαιώματα. ΣΗΜΕΡΑ Η ισότητα των γυναικών έχει κατοχυρωθεί νομικά στις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες. Παρόλα αυτά το θέμα των πολλαπλών γυναικείων υποχρεώσεων εξακολουθεί να
υφίσταται, όπως επίσης και ο διαχωκρισμός ανάμεσα στα δύο φύλα. Στα χρόνια μας ναι μεν οι γυναίκες ισότιμα μπορούν να καταλάβουν όλους τους τομείς της ζωής, όμως το αντρικό κατεστημένο εξακολουθεί να ορθώνει εμπόδια στην εξέλιξη των γυναικών μάλλον σε μια προσπάθεια αυτοάμυνας, προκειμένου να μη χαθούν δικαιώματα που τόσους αιώνες οι άντρες απολάμβαναν. Τα αίτια της νέας κατάστασης πρέπει να αναζητηθούν στους αγώνες των γυναικών, στη μόρφωση της γυναίκας, στις επιστημονικές και τεχνολογικές προόδους, στην εκβιομηχάνιση και την συνακόλουθη οικονομική ανεξαρτησία της γυναίκας και στην ωρίμανση των κοινωνιών Οι περισσότερες από τις νέες γυναίκες, συχνά με υψηλές ακαδημαϊκές γνώσεις, συμπεριφέρονται ως ασταμάτητες μηχανές σκέψης: τα πάντα περνούν από τη λογική τους και τον υψηλό δείκτη ευφυίας τους, ενώ δείχνει να αφήνουν ξεχασμένο το μόνο πραγματικό αγαθό, την ποιότητα ζωής και τις σχέσεις με το άλλο φύλο. Αρκετές μάλιστα δηλώνουν απερίφρασταότι δεν έχουν χρόνο και διάθεση για σχέσεις, νιώθουν πάντα ανικανοποίητες από τις επιτυχίες τους, τρέχουν για τις επόμενες, ακολουθώντας ανελλιπώς τη μόδα κια το ρεύμα της εποχής: η ικανότητα απόκτησης λατρεύεται, έχει γίνει κάτι σαν πρωταθλητισμός με έπαθλο την τελευταία LV τσάντα. (Από την ιστοσελίδα του Healthier World) Αυτό ίσως σημαίνει πως οι μηχανισμοί καταπίεσης της γυναίκας έχουν αντικατασταθεί με άλλους μηχανισμούς αλλοτρίωσης της γυναικείας συνείδησης. Παράλληλα οι γυναίκες απουσιάζουν στην πλειοψηφία τους από την πολιτική κι προπάντων από τα ισχυρά κέντρα λήψης αποφάσεων. Μάλιστα σήμερα με την οικονομική κρίση οι διακρίσεις και ανισότητες σε βάρος των γυναικών εντείνονται. Χαρακτηριστικό είναι ότι η ανεργία των νέων ειδικά γυναικών έχει λάβει εκρηκτικές διαστάσεις. Φαίνεται πως οι αγώνες των γυναικών θα αργήσουν ακόμα να φτάσουν στην πλήρη δικαίωσή τους. Οι ανδρικές ιδεοληψίες συνεπικουρούμενες και από τις δραματικές οικονομικές ανατροπές των τελευταίων χρόνων καθιστούν μακρύ το δρόμο προς την κατάκτηση της πλήρους και ουσιαστικής ισότητας.
ΔΙΚΤΥΟΓΡΑΦΙΑ el.wikipedia.org http://www.cycladic.gr/frontoffice/portal.asp?cpage=resource&cresrc=826&cnode=55 http://www.matia.gr/ repository.edulll.gr/edulll/retrieve/5433/1468_03_athanasiadou.pdf filosofiatheoritikis.blogspot.com/2010/08/blog-post_4097.html mariakosioni.blogspot.com/2012/12/1_28.html www.kathimerini.gr/206038/article/politismos/.../h-istoria-ths-gynaikas clubs.pathfinder.gr www.slideshare.net/ezareva/ss-14786497 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Δεληγιάννη, Β., Ζιώγου, Σ.(επιμ),1997, «Φύλο και Σχολική Πράξη: Συλλογή Εισηγήσεων», Θεσσαλονίκη, Βάνιας Δημαράς Α., 1974, «Η Μεταρρύθμιση που δεν εγινε (τεκμήρια Ιστορίας)», Εστία, τ. Α και Β, Αθήνα Κακλαμανάκη Ρούλα, 2007, «Η γυναίκα χτες και σήμερα. Ισονομία, ισότητα αλλά κια διαφορετικότητα», Κέδρος, Αθήνα Κοντογιαννοπούλου-Πολυδωρίδη,Γ., 1995 «Ε κπαιδευτική πολιτική και Πρακτική: Κοινωνιολογική Ανάλυση», Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα