Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής και πρόσοδος της γης Γιώργος Η. Οικονομάκης

Σχετικά έγγραφα
Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Η θέση της «κυκλοφορίας» στην αναπαραγωγή του οικονομικού συστήματος... Γιώργος Σταμάτης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Ιστορικοί τρόποι παραγωγής, Καπιταλιστικό σύστημα και Γεωργία Γιώργος Οικονομάκης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Mea culpa (?) Γιώργος Η. Οικονομάκης

Η σύγχρονη εργατική τάξη και το κίνημά της (2) Συντάχθηκε απο τον/την ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ Παρασκευή, 11 Σεπτέμβριος :57

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Αξίες και τιμές παραγωγής. Η σχέση μεταξύ του 1ου και του 3ου τόμου του «Κεφαλαίου» Γιώργος Σταμάτης

Εισαγωγή στην Πολιτική Οικονομία

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής και πρόσοδος της γης: Μέρος Β Γιώργος Η. Οικονομάκης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οικιακή εργασία και πραγματικό ωρομίσθιο των εργαζομένων Γιώργος Σταμάτης

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ. Εξελίξεις στον Ευρωπαϊκό πολιτισμό κατά τον 20 ο αιώνα

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Το ζήτημα της καπιταλιστικοποίησης του αγροτικού τομέα Γιώργος Η. Οικονομάκης

Πολιτική Οικονομία Ενότητα

Είδη Κόστους. Εναλλακτικό κόστος ή κόστος ευκαιρίας Μέσο σταθμικό κόστος Απολογιστικό ή πραγματικό κόστος Προϋπολογιστικό Κόστος Κανονικό Κόστος

ΚΟΣΤΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. Κόστος προϊόντος. Οι παραγωγικές δαπάνες, οι οποίες συνθέτουν το κόστος παραγωγής, ονομάζονται και στοιχεία κόστους

1.3 Λειτουργίες της εργασίας και αντιλήψεις περί εργασίας

ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ

Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 5 η. Αποτίμηση Στοιχείων Κόστους και Οφέλους

Είδη Κόστους. Εναλλακτικό κόστος ή κόστος ευκαιρίας Μέσο σταθμικό κόστος Απολογιστικό ή πραγματικό κόστος Προϋπολογιστικό Κόστος Κανονικό Κόστος

Η Ακαθάριστη Πρόσοδος μιάς γεωργικής επιχείρησης, είναι το άθροισμα :

Α.Ο.Θ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑ ΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2014

Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική. 2 η έκδοση. Chapter 1

ΔΑΣΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ Ι Οικονομική ανάπτυξη και προγραμματισμός και η θέση της δασικής πολιτικής

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οι συνθήκες πραγματοποίησης της παραγωγής στην απλή αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου Παρασκευάς Παρασκευαΐδης

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Οι συνθήκες πραγματοποίησης της παραγωγής στην απλή αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου Παρασκευάς Παρασκευαΐδης

1. Σκοπός της οικονομικής ανάπτυξης είναι η αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων.

Η άσκηση αναπαράγεται ταυτόχρονα στον πίνακα ανάλογα με όσο έχουν γράψει και αναφέρουν οι φοιτητές.

ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ 2 Ενότητα #7: Μονοπώλιο (II)

Κόστος- Έξοδα - Δαπάνες

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒ ΟΜΟ Η ΙΑΝΟΜΗ ΤΟΥ ΕΙΣΟ ΗΜΑΤΟΣ

ΑΓΟΡΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. Chapter 4: Financial Markets. 1 of 32

Κεφάλαιο 5. Το Συμπτωτικό Πολυώνυμο

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ

ιδιότητες των αναγκών

Κατατακτήριες Εξετάσεις Ακαδημαϊκού Έτους

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Σκέψεις πάνω στον θεωρητικό προσδιορισμό της εργατικής τάξης Γιώργος Η. Οικονομάκης

1 η ΟΜΑΔΑ ΘΕΜΑ Α. Α1. α) Σωστό β) Λάθος γ) Λάθος δ) Σωστό ε) Λάθος Α2. 1 δ 2 γ 3 β 4 α Α3. 1 β 2 γ ΘΕΜΑ Β

Ο ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ TΩN ΤΙΜΩΝ

ΟΜΟΣΠΟΝ ΙΑ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑ ΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2014

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση


3Χ2=6. 2 Μονάδες. α. Τελικά αγαθά είναι αυτά που αγοράζονται για τελική χρήση και όχι παραπέρα μετασχηματισμό. 2 Μονάδες

Σημειώσεις Κοινωνιολογίας Κεφάλαιο 1 1

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΒΑΣΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

3. ΠΟΡΟΙ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΜΠΟΡΙΟ: ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ HECKSCHER-OHLIN

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Η έννοια της κρίσης υπερσυσσώρευσης στο «Κεφάλαιο» του Καρλ Μαρξ Ηλίας Ιωακείμογλου, Γιάννης Μηλιός

πως θα θα παραχθούν αυτά τα προϊόντα αυτό εξαρτάται από την τεχνολογία που έχει στη διάθεσή της μια κοινωνία

Η ελληνική οικονοµία ως µια αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας & η επιλογή της δυστοπίας

Α' Τ Α Ξ Η Γ Ε Ν Ι Κ Ο Υ Λ Υ Κ Ε Ι Ο Υ

Η Λογιστική της Συμμετοχικής Εταιρείας

Προτεινόμενα Θέματα Αρχές Οικονομικής Θεωρίας ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

ΔΙΕΚ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ Γ ΕΞΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΟΣΤΟΥΣ Ι ΜΑΘΗΜΑ 3 ο

ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΜΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ

Ενότητα 3. Εννοιολογικό Πλαίσιο Κόστους - Ορισµοί ιακρίσεις. MBA Master in Business Administration Τµήµα: Οικονοµικών Επιστηµών

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Θέµατα Αρχών Οικονοµικής Θεωρίας Επιλογής Γ' Λυκείου 2001

Νίκος Παπαγεωργίου, Σταυρούλα Χριστοδουλάκου

Οικονομική Κοινωνιολογία

ΟΙ ΜΙΣΘΟΙ ΣΤΟΝ ΜΑΡΞ: ΜΙΑ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΟΨΕΩΝ ΤΗΣ ΜΑΡΞΙΚΗΣ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗΣ ΣΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΒΔΟΜΟ ΑΚΑΘΑΡΙΣΤΟ ΕΓΧΩΡΙΟ ΠΡΟΙΟΝ. 1. Τι πρέπει να κατανοήσει o μαθητής

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΘΕΩΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑΣ ΧΡΗΣΕΩΝ ΓΗΣ

Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 3 η. Νικόλαος Καρανάσιος

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. Α.1. Κάθε οικονομία παράγει πάντοτε τους συνδυασμούς των προϊόντων που βρίσκονται πάνω στην καμπύλη των παραγωγικών της δυνατοτήτων.

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ

«ΑΠΟ ΣΗΝ ΑΓΡΟΣΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΗΝ ΑΣΙΚΟΠΟΙΗΗ (19 ος - 20 ος αιώνας)»

Θέµατα Αρχών Οικονοµικής Θεωρίας Επιλογής Γ' Λυκείου 2001

ΤΕΣΤ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΝΩΣΕΩΝ (TEL)

Οικονομικά για Μη Οικονομολόγους Ενότητα 7: Εισαγωγή στην Μακροοικονομική Θεωρία

Επανάληψη ΕΣΔΔΑ με ασκήσεις πολλαπλής επιλογής 1. Στην Οικονομική επιστήμη ως οικονομικό πρόβλημα χαρακτηρίζουμε:

ΣΧΕ ΙΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΒΑΣΙΚΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9 Η ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΖΗΤΗΣΗΣ

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Το ζήτημα της καπιταλιστικοποίησης του αγροτικού τομέα Γιώργος Οικονομάκης

ΣΥΝΘΕΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Αποταμιεύσεις και Επενδύσεις

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΓΕΩΡΓΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Ζητήματα (κριτικής της) Πολιτικής Οικονομίας Γιώργος Οικονομάκης

Κατανοώντας την επιχειρηματική ευκαιρία

ΜΑΘΗΜΑ: ΑΟΘ ΟΜΑΔΑ Α. Α1. α. Σ β. Λ γ. Λ δ. Λ ε. Σ. Α2. γ. Α3. β ΟΜΑΔΑ Β

Μάθημα: Χρηματοοικονομική Λογιστική Ι

ΕΝ ΕΙΚΤΙΚΑ ΠΑΡΑ ΕΙΓΜΑΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

3.1 Ανεξάρτητες αποφάσεις - Κατανομή χρόνου μεταξύ εργασίας και σχόλης

13/1/2010. Οικονομική της Τεχνολογίας. Ερωτήματα προς συζήτηση ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Ημερομηνία: Σεπτέμβριος 8, 2016

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «OIKONOMIKH»

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ. Υπεύθυνος μαθήματος Καθηγητής Μιχαήλ Ζουμπουλάκης

Αγροτική Οικονομία. Ενότητα 2: Συντελεστές παραγωγής (συνέχεια)

ηµόσια ιδιοκτησία και Κοινοκτηµοσύνη

Πολιτική Οικονομία Ενότητα

Περιεχόμενα. Εισαγωγή... 13

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ. και το Κόστος

1.1. ΟΜΑΔΑ Α. Στις παρακάτω ερωτήσεις να σημειώσετε το χαρακτηρισμό Σ (σωστό) ή Λ (λάθος).

Μονοπωλιακή Ισορροπία - Αν η αγορά του αγαθού Α είναι πλήρως ανταγωνιστική, τότε η ατομική επιχείρηση θεωρεί δεδομένη την τιμή (p) και, επομένως,

ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΚΕΦ 1

Να σημειώσετε Σ αν είναι σωστό ή Λ αν είναι λάθος στο τέλος των προτάσεων:

Transcript:

ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΟΔΟΣ ΤΗΣ ΓΗΣ: ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΜΑΡΞΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑς ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΤΩΝ ΣΜΙΘ ΚΑΙ ΡΙΚΑΡΝΤO. ΜΕΡΟΣ Α του Γιώργου Η. Οικονομάκη Εισαγωγή Στο παρόν σημείωμα το ενδιαφέρον μας θα εστιαστεί σε σχετικά με την πρόσοδο της γης θεωρητικά ζητήματα που αναδεικνύονται από το έργο του Κ. Μαρξ σε αναφορά με τις προϋπάρχουσες (κλασικές οικονομικές) αναλύσεις των Α. Σμιθ και Ντ. Ρικάρντο. Μεταξύ άλλων, θα επιδιώξουμε έτσι, μέσα από την "έκθεση" απόψεων του Μαρξ, να αναδειχθεί, για παράδειγμα, ότι ενώ γενικά υποστηρίζεται πως αναφορικά με τη διαφορική πρόσοδο ο Μαρξ ακολουθεί τον Ρικάρντο, στην πραγματικότητα ακολουθεί εξίσου τον Σμιθ. Πριν προχωρήσουμε χρειάζεται να επισημάνουμε, σε ένα πρώτο επίπεδο, πως όταν αναφερόμαστε σε πρόσοδο της γης εννοούμε το ενοίκιο που δίνει ο κάτοχος ενός τμήματος του εδάφους ή του υπεδάφους της στον έχοντα την κυριότητα αυτού του τμήματος ως αντίτιμο για την κατοχή του επί αυτού του τμήματος. Ενοίκιο + κάτοχος + έχων την κυριότητα είναι ιστορικές κατηγορίες, μεταβλητές τόσο καθαυτές (στη μορφή και το περιεχόμενο) όσο και στο μεταξύ τους συνδυασμό, ανάλογα με την ιστορική εποχή, δηλαδή ανάλογα με τον κυριαρχούντα τρόπο παραγωγής (ΤΠ). Το ιστορικό πλαίσιο της αναλυτικής μας διερεύνησης αναφέρεται κυρίως στην ιστορική εποχή του καπιταλιστικού συστήματος (του καπιταλισμού), ήτοι του ιστορικού συστήματος παραγωγής όπου η ταξική εξουσία και εκμετάλλευση οργανώνονται υπό την κυριαρχία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής (ΚΤΠ). Ειδικότερα θα εξετάσουμε θεωρητικά ζητήματα που αφορούν στην πρόσοδο της γης και στον ΚΤΠ.1 Για την καλύτερη, ωστόσο, κατανόηση των (μαρξικών αλλά και κλασικών) θέσεων που θα αναλύσουμε, και (σε σχέση μ' αυτές τις θέσεις) του ίδιου του (ιστορικά προσδιορισμένου) χαρακτήρα της προσόδου υπό κεφαλαιακή κυριαρχία, απαιτείται να ξεκινήσουμε (ακολουθώντας, επίσης, τη μαρξική ανάλυση) από την ιστορική αφετηρία (και γενεσιουργό αιτία) της προσόδου, την έγγειο πρόσοδο στο φεουδαρχικό σύστημα παραγωγής.2 Παρατήρηση: Απαιτείται, όμως, πιο πριν να δώσουμε τους βασικούς προσδιορισμούς μας πάνω στην έννοια του τρόπου και των σχέσεων παραγωγής. Θεωρούμε λοιπόν ότι: "Καθαρός" τρόπος παραγωγής είναι ο ειδικός και αμετάβλητος ιστορικός (μα μεταβαλλόμενος ιστορικά) συνδυασμός των σχέσεων που εμπεριέχουν οι σχέσεις παραγωγής (οι οποίες συγκροτούν τη μήτρα ενός τρόπου παραγωγής) ως το ουσιώδες περιεχόμενό τους. Ο ειδικός αυτός συνδυασμός προσδιορίζει ποια από τις τρεις περιφερειακές δομές ενός ιστορικού τρόπου παραγωγής (οικονομική, δικαιοπολιτική και ιδεολογική) είναι κυριαρχική, υπό την καθοριστική, σε τελευταία ανάλυση (και σε κάθε περίπτωση), οικονομική δομή. Οι συνθέτουσες τις σχέσεις παραγωγής σχέσεις είναι τρεις. η κυριότητα, η κατοχή και η νομή των μέσων παραγωγής. Η νομή των μέσων παραγωγής (ορίζουμε ότι) αναφέρεται στη χρήση τους ως ειδική ικανότητα-δεξιότητα χειρισμού τους. Η κυριότητα ως οικονομική σχέση (ήτοι ως σχέση συνθέτουσα το ουσιώδες περιεχόμενο των σχέσεων παραγωγής) συνίσταται στην εξουσία επί των μέσων, των αντικειμένων και των αποτελεσμάτων της παραγωγικής διαδικασίας. Σε διάκριση από την τυπική νομική κυριότητα, η κυριότητα ως (πραγματική) οικονομική σχέση προϋποθέτει την κατοχή των μέσων παραγωγής, δηλαδή τη διεύθυνση ως έλεγχο της παραγωγικής διαδικασίας και οικειοποίηση αποτελεσμάτων της χρήσης των μέσων παραγωγής. Δηλαδή, η κυριότητα ως οικονομική σχέση (εξουσία) υφίσταται σαν σύμπτωση (ομολογία) με τη σχέση κατοχής (διεύθυνση). Στην εκδοχή της μη-σύμπτωσης (μη-ομολογίας) η κυριότητα δεν είναι οικονομική σχέση, αλλά (μπορεί να είναι) μονάχα τυπική ή νομική σχέση. (Δες σχετικά, Οικονομάκης 1998-α, Οικονομάκης 1998-β, Οικονομάκης 1999-β). Σελίδα 1 / 13

1. Φεουδαρχικός τρόπος παραγωγής, μορφές, περιεχόμενο της προσόδου και μετάβαση Ο φεουδαρχικός τρόπος παραγωγής (ΦΤΠ) είναι ο ΤΠ υπό την κυριαρχία του οποίου οργανώνεται το φεουδαρχικό σύστημα (η φεουδαρχία) ως ένα ιδιαίτερο σύστημα παραγωγής. Ειδοποιό χαρακτηριστικό της μήτρας του ("καθαρού") ΦΤΠ η ομολογία (σύμπτωση) της νομής (χρήσης) με την κατοχή (μερική ή ολική) των μέσων παραγωγής στον ταξικό φορέα της εργασίας (δουλοπάροικοι) που επάγεται τη μη-ομολογία (μη-σύμπτωση) των σχέσεων κυριότητας και κατοχής στον ταξικό φορέα της κυριότητας (φεουδάρχες). Στις ταξικές αυτές συνθήκες αναντιστοιχίας μεταξύ κυριότητας και κατοχής, η κυριότητα του φεουδάρχη παρέμεινε μόνο τυπική, καθώς σε κανέναν δεν ανήκε η εξουσία επί των αντικειμένων και των αποτελεσμάτων της παραγωγικής διαδικασίας, δηλαδή η πραγματική (οικονομική) κυριότητα, και οι δουλοπάροικοι μπορούσαν να επιβιώσουν χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να εργαστούν για τους φεουδάρχες. Εργάζονταν για λογαριασμό (και) του φεουδάρχη μόνο ως αποτέλεσμα εξωοικονομικού καταναγκασμού (Harnecker χ.χ.έ., Πουλαντζάς 1982-α, Πουλαντζάς 1982-β, Οικονομάκης 1998-β). Από την ίδια τη δομή του ΦΤΠ συγκροτούνται, επομένως, δυο κοινωνικές τάξεις φορείς σχέσων της μήτρας αυτού του ΤΠ. Η τάξη των φεουδαρχών και η τάξη των δουλοπάροικων (Οικονομάκης 1998-α). Η εργασία της τάξης των δουλοπάροικων, για λογαριασμό της τάξης των φεουδαρχών δεν ήταν παρά η σε συνθήκες κυριαρχίας του ΦΤΠ αποδιδόμενη από τον κάτοχο (και νομέα) του εδάφους έγγειος πρόσοδος προς τον έχοντα την (τυπική) του κυριότητα. Ιστορικά, η έγγειος πρόσοδος στο φεουδαρχικό σύστημα εμφανίστηκε υπό τρεις διαφορετικές μορφές: πρόσοδος σε εργασία, πρόσοδος σε είδος και πρόσοδος σε χρήμα. 1.1. Πρόσοδος σε εργασία Γνωστή ως "αγγαρεία", είναι η "πιο απλή και πιο πρωταρχική μορφή προσόδου". Στη μορφή αυτή, και στη βάση της φυσικής οικονομίας,3 "ο άμεσος παραγωγός ένα μέρος της εβδομάδας καλλιεργεί τη γη, που πραγματικά του ανήκει, με εργαλεία δουλειάς (αλέτρι ζώα κ.λπ.) που του ανήκουν πραγματικά ή νομικά, και τις υπόλοιπες μέρες της εβδομάδας εργάζεται στο κτήμα του γαιοκτήμονα, για τον γαιοκτήμονα, χωρίς πληρωμή"4 (Μαρξ 1978-β: 970, 972, 975). Ο εξωοικονομικός καταναγκασμός εκφράζεται, λοιπόν, ως άμεση επίβλεψη από το γαιοκτήμονα ή τους εκπροσώπους του (Μαρξ 1978-β: 976) και η "απλήρωτη υπερεργασία" εμφανίζεται ως πρόσοδος και όχι ως κέρδος. Ο εναπομένων χρόνος εργασίας του δουλοπάροικου διαιρείται στο χρόνο παραγωγής των απαραίτητων μέσων συντήρησής του και αναπαραγωγής των όρων εργασίας του (στο "μισθό" του σε όρους της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής)5 και σε ένα "πλεόνασμα πάνω από τα απαραίτητα μέσα συντήρησης" και αναπαραγωγής. "Αυτό το περίσσευμα (...) το φύτρο εκείνου που στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής εμφανίζεται σαν κέρδος, καθορίζεται (...) πέρα για πέρα από το ύψος της γαιοπροσόδου, που δεν είναι μόνο άμεσα απλήρωτη υπερεργασία, αλλά και εμφανίζεται σαν τέτοια, είναι απλήρωτη δουλειά για τον "ιδιοκτήτη" των όρων παραγωγής, που ταυτίζονται εδώ με τη γη" (Μαρξ 1978-β: 970-1). Η μορφή αυτή υπερεργασίας αναφυόμενη στη βάση της υπανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων "αφαιρεί ένα πολύ μικρότερο υποπολλαπλάσιο της συνολικής εργασίας των άμεσων παραγωγών από ό,τι γίνεται στους αναπτυγμένους τρόπους παραγωγής και ιδίως στην κεφαλαιοκρατική παραγωγή" (Μαρξ 1978-β: 975). 1.2. Πρόσοδος σε είδος Είναι "η κυρίαρχη και πιο αναπτυγμένη μορφή της γαιοπροσόδου" και ως εκ τούτου "συνοδεύεται... πάντα ακόμα λίγο-πολύ από υπολείμματα της προηγούμενης μορφής" (Μαρξ 1978-β: 976). Σελίδα 2 / 13

Η μετατροπή της προσόδου σε εργασία σε πρόσοδο σε είδος έχει ως προϋπόθεσή της τη, στη βάση της φυσικής οικονομίας, ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Αν και η μετατροπή αυτή, "εξεταζόμενη από οικονομική άποψη, δεν αλλάζει σε τίποτα την ουσία της γαιοπροσόδου" που "συνίσταται στο ότι είναι η μοναδική κυρίαρχη και κανονική μορφή... της υπερεργασίας, πράγμα που με τη σειρά του εκφράζεται έτσι, ότι είναι η μοναδική υπερεργασία ή το μοναδικό υπερπροϊόν, το οποίο... προσφέρει ο άμεσος παραγωγός --που έχει στην κατοχή του τους αναγκαίους για τη δική του αναπαραγωγή όρους εργασίας-- στον [τυπικό] ιδιοκτήτη της γης", εντούτοις, υπάρχει μια σημαντική αλλαγή στη μορφή της υπερεργασίας. Η "υπερεργασία δεν προσφέρεται πια με τη φυσική της μορφή". Αυτό σημαίνει και ότι ο εξωοικονομικός καταναγκασμός γίνεται πιο έμμεσος "ωθούμενος από τη δύναμη των πραγμάτων... και τις διατάξεις του νόμου, αντί του βούρδουλα" (Μαρξ 1978-β: 975-7). Η αλλαγή όμως αυτή στη μορφή της υπερεργασίας είναι ήδη ένα πρώτο και ουσιαστικό βήμα προς την αλλαγή του ίδιου του περιεχομένου ("ουσίας" ή "φύσης") της εγγείου προσόδου και προάγγελος των επαναστατικών αλλαγών που θα οδηγήσουν τελικά στην αποδιάρθρωση των φεουδαρχικών σχέσεων παραγωγής επί του γεωργικού εδάφους. Καθώς η "δουλειά του παραγωγού για τον εαυτό του και η δουλειά του για το γαιοκτήμονα δεν είναι πια χειροπιαστά χωρισμένες στο χρόνο και στο χώρο... δεν είναι καθόλου απαραίτητο η πρόσοδος σε είδος, με την οποία παριστάνεται η υπερεργασία, να απορροφάει όλη την πλεονάζουσα εργασία της αγροτικής οικογένειας. Αντίθετα, συγκρινόμενη με την πρόσοδο σε εργασία, αφήνεται στον παραγωγό περισσότερο περιθώριο για να κερδίσει χρόνο για την περισσευούμενη εργασία, το προϊόν της οποίας ανήκει σ' αυτόν τον ίδιο, ακριβώς όπως και το προϊόν της εργασίας που ικανοποιεί τις πιο απαραίτητες ανάγκες του" (Μαρξ 1978-β: 977). Έτσι, αν και η γαιοπρόσοδος εξακολουθεί να είναι η κυρίαρχη μορφή της υπερεργασίας, να "είναι ακόμα άμεσα υπερπροϊόν" (Μαρξ 1978-β: 789), ταυτόχρονα δεν ταυτίζεται υποχρωτικά μ' αυτήν την υπερεργασία (αυτό το υπερπροϊόν), καθώς γίνεται "αυτονόητος κανόνας η υπερπαραγωγή" που ως επακόλουθό της έχει "να δημιουργούνται επίσης μεγαλύτερες διαφορές στην οικονομική κατάσταση των ξεχωριστών άμεσων παραγωγών" ή να προκύπτει "τουλάχιστον η δυνατότητα γι' αυτό, καθώς και η δυνατότητα... ο άμεσος παραγωγός να αποκτήσει τα μέσα για να εκμεταλλευτεί άμεσα ο ίδιος με τη σειρά του ξένη εργασία" (Μαρξ 1978-β: 976-7). 1.3. Πρόσοδος σε χρήμα Η μορφή αυτή (η οποία θα πρέπει να διακρίνεται από την όμοιας μορφής αλλά ανόμοιου περιεχόμενου πρόσοδο σε συνθήκες κυριαρχίας του ΚΤΠ, δες στη συνέχεια) είναι "η μορφή εξαφάνισης του είδους της γαιοποσόδου... σαν της κανονικής μορφής... της απλήρωτης υπερεργασίας" (Μαρξ 1978-β: 980) και "πηγάζει από μια απλή αλλαγή μορφής της προσόδου σε είδος". Ο δουλοπάροικος πληρώνει το γαιοκτήμονα6 "αντί για προϊόν, με την τιμή του προϊόντος σε χρήμα" (Μαρξ 1978-β: 978-9). Παρόλο που τόσο τα δομικά χαρακτηριστικά του ΤΠ (δουλοπάροικος "κάτοχος της γης", φεουδάρχης "[τυπικός] ιδιοκτήτης της γης, αυτού του πιο ουσιαστικού όρου παραγωγής") όσο και το περιεχόμενο της προσόδου στην σε είδος μορφή της ("πλεονάζουσα αναγκαστική εργασία, δηλαδή απλήρωτη δουλειά, χωρίς [ο άμεσος παραγωγός] να παίρνει κανένα ισοδύναμο", ήτοι, όχι υποχρεωτική ταύτιση εγγείου προσόδου - υπερεργασίας αλλά, γαιοπρόσοδος σαν κανονική μορφή "της απλήρωτης υπερεργασίας") δεν έχουν μεταβληθεί (Μαρξ 1978-β: 979-80), η νέα μορφή συμπυκνώνει και αναπτύσσει παραπέρα τις αποδιαρθρωτικές για τις φεουδαρχικές σχέσεις παραγωγής συνέπειες της προηγούμενης μορφής. Εφόσον η πληρωμή του δουλοπάροικου προς το γαιοκτήμονα γίνεται σε χρήμα "δεν αρκεί πια ένα πλεόνασμα σε προϊόν με τη φυσική του μορφή, πρέπει από τη φυσική αυτή μορφή να μετατραπεί στη χρηματική μορφή". Για να γίνει κάτι τέτοιο πρέπει ένα τουλάχιστον μέρος της παραγωγής να πάρει "τη μορφή του εμπορεύματος". (Μαρξ 1978-β: 979). Σελίδα 3 / 13

Η εμπορευματική όμως μορφή μέρους της παραγωγής του δουλοπάροικου είναι ένας κρίσιμος κόμβος προς δυο κατευθύνσεις: παρελθόν (ή προϋποθέσεις της μετατροπής της προσόδου σε είδος, σε πρόσοδο σε χρήμα) και μέλλον (ή αποτελέσματα της μετατροπής της προσόδου σε είδος, σε πρόσοδο σε χρήμα). Ως προς το παρελθόν η "μετατροπή της προσόδου σε είδος σε πρόσοδο σε χρήμα... προϋποθέτει μια σημαντικότερη ήδη ανάπτυξη του εμπορίου, της βιομηχανίας στις πόλεις, της εμπορευματικής παραγωγής γενικά, επομένως και της χρηματικής κυκλοφορίας. Προϋποθέτει ακόμα την ύπαρξη μιας αγοραίας τιμής των προϊόντων [...] ήδη ένα σχετικό επίπεδο ανάπτυξης της παγκόσμιας αγοράς, του εμπορίου και της μανιφακτούρας" (Μαρξ 1978-β: 979, 982). Ως προς το μέλλον, το αποτέλεσμα της μετατροπής της προσόδου σε είδος σε πρόσοδο σε χρήμα, και της παραπέρα εξέλιξης της προσόδου σε χρήμα, είναι η αλλαγή στο χαρακτήρα του τρόπου παραγωγής. "Χάνει την ανεξαρτησία του, την απόσπασή του από την κοινωνική του συνάρτηση [...] Με την πρόσοδο σε χρήμα, η παραδοσιακή με βάση το εθιμικό δίκαιο σχέση ανάμεσα στους υποτελείς άμεσους παραγωγούς, που κατέχουν και καλλιεργούν ένα μέρος της γης, και στο γαιοκτήμονα, μετατρέπεται κατ' ανάγκην σε μια κατοχυρωμένη με συμβόλαιο και καθορισμένη πάνω στη βάση συγκεκριμένων διατάξεων του θετικού νόμου καθαρή χρηματική σχέση"7 (Μαρξ 1978-β: 979-81). Η καθαρά χρηματική αυτή σχέση μεταξύ δουλοπάροικου - φεουδάρχη σημαίνει πως "ο καλλιεργών κάτοχος μετατρέπεται στην ουσία σε απλό ενοικιαστή" (Μαρξ 1978-β: 981). Σε "απλό" με την έννοια της χαλάρωσης των παλιών και δεδομένων προσωπικών δεσμών κατοχής του άμεσου παραγωγού με τη γη του. Η διαδικασία για την τελική ανατροπή του ΦΤΠ έχει προχωρήσει στο οριακό σημείο της ταξικής σύγκρουσης των φορέων της εργασίας (δουλοπάροικοι) και της κυριότητας (φεουδάρχες) πάνω στη σχέση κατοχής, αναδεικνύοντας (ανάλογα με τους ταξικούς συσχετισμούς στο ιστορικό πεδίο των κοινωνικών σχηματισμών) δυο βασικές εκδοχές μετάβασης - ενσωμάτωσης της γεωργίας στο καπιταλιστικό σύστημα.8 Εκδοχή πρώτη: Οι δουλοπάροικοι διατηρούν την κατοχή του εδάφους και αποσπούν την τυπική του κυριότητα από το φεουδάρχη. Η ομολογία (σύμπτωση) κατοχής + κυριότητας (= πραγματική --οικονομική-- κυριότητα) + νομής (χρήσης), που αποτελεί και το γενικό κανόνα στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης (Οικονομάκης 1999: 76), μετατρέπει το δουλοπάροικο "σε ανεξάρτητο αγρότη με πλήρες δικαίωμα ιδιοκτησίας στη γη που καλλιεργεί" (Μαρξ 1978-β: 981). Με τα συναρτώμενα, όμως, μ' αυτήν την εκδοχή μετάβασης - ενσωμάτωσης θεωρητικά ζητήματα επί της προσόδου της γης δε θα ασχοληθούμε εδώ. Εκδοχή δεύτερη: Οι γαιοκτήμονες "απαλλοτριώνουν σιγά-σιγά τους παλιούς αγρότες", δηλαδή τους αποσπούν την κατοχή του εδάφους, "για να βάλουν στη θέση τους έναν κεφαλαιοκράτη ενοικιαστή" (Μαρξ 1978-β: 981). Είναι η ιστορική εκδοχή, που εδώ θα μας απασχολήσει, της άμεσης εμπέδωσης του ΚΤΠ επί του γεωργικού εδάφους.9 Η διαδικασία αυτή απαλλοτρίωσης, ως διαδικασία βίαιης απόσπασης της κατοχής των μέσων παραγωγής από τους δουλοπάροικους άμεσους παραγωγούς και έτσι μετατροπής τους σε ακτήμονες προλετάριους (κατόχους μόνο της εργασιακής τους δύναμης), έχει ως χαρακτηριστικό της παράδειγμα την αγγλική περίπτωση της λεγόμενης "πρωταρχικής συσσώρευσης", που εκτυλίχτηκε από το 15ο μέχρι και το 18ο αιώνα (Μαρξ 1978-α: 741-57),10 και η οποία "δεν είναι τίποτα άλλο παρά το ιστορικό προτσές χωρισμού του παραγωγού από τα μέσα παραγωγής" (Μαρξ 1978-α: 739).11 Αυτοί οι κεφαλαιοκράτες ενοικιαστές προέρχονταν, αφενός, από δουλοπάροικους "παλιούς κατόχους γης" που στα πλαίσια της μη ταύτισης εγγείου προσόδου - υπερεργασίας (ήδη από την προηγούμενη μορφή γαιοπροσόδου, την σε είδος) είχαν αποκτήσει τα μέσα για να εκμεταλλεύονται ξένη εργασία. Συνεπώς, "η μετατροπή της προσόδου σε είδος σε πρόσοδο σε χρήμα δεν συνοδεύεται μόνο απαραίτητα από τη δημιουργία μιας τάξης ακτημόνων που μισθώνονται με χρήμα σαν μεροκαματιάρηδες, αλλά και προηγείται από τη μετατροπή αυτή" (Μαρξ 1978-β: 981). Προέρχονταν, αφετέρου, από κεφαλαιοκράτες εκτός της υπαίθρου "που τώρα μεταφέρουν στην ύπαιθρο και στην αγροτική οικονομία κεφάλαιο που είχε αποκτηθεί στις πόλεις" (Μαρξ 1978-β: 982).12 Σελίδα 4 / 13

Ποια είναι όμως τα αποτελέσματα της ανάδυσης του ΚΤΠ επί του περιεχόμενου της (χρηματικής) προσόδου (κατά τον Μαρξ); 2. Καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής και περιεχόμενο της προσόδου Ειδοποιό χαρακτηριστικό της μήτρας του ("καθαρού") ΚΤΠ η ομολογία (σύμπτωση) των σχέσεων κυριότητας και κατοχής στον ταξικό φορέα της κυριότητας (καπιταλιστές) που επάγεται τη μη-ομολογία (μη-σύμπτωση) της νομής (χρήσης) με την κατοχή των μέσων παραγωγής για τον ταξικό φορέα της εργασίας (εργάτες). Στις ταξικές αυτές συνθήκες αντιστοιχίας μεταξύ κυριότητας και κατοχής, αλλά αναντιστοιχίας μεταξύ κυριότητας + κατοχής και νομής (χρήσης), η κυριότητα του καπιταλιστή είναι πραγματική (οικονομική) και οι εργάτες δεν μπορούν να επιβιώσουν χωρίς να είναι υποχρεωμένοι να εργαστούν για την καπιταλιστική τάξη. Εργάζονται για λογαριασμό του καπιταλιστή χωρίς να απαιτείται γι' αυτό εξωοικονομικός καταναγκασμός (Harnecker χ.χ.έ., Πουλαντζάς 1982-α, Πουλαντζάς 1982-β, Οικονομάκης 1998-β). Από την ίδια τη δομή του ΚΤΠ συγκροτούνται, επομένως, δυο κοινωνικές τάξεις φορείς σχέσων της μήτρας αυτού του ΤΠ. Η τάξη των καπιταλιστών και η τάξη των εργατών (Οικονομάκης 1998-α). Έτσι, ο γαιοκτήμονας γίνεται ένα τρίτο, εκτός ΤΠ, πρόσωπο. "Με την παρέμβαση του κεφαλαιοκράτη ενοικιαστή γης ανάμεσα στο γαιοκτήμονα και στον πραγματικά εργαζόμενο γεωργό κόπηκαν όλες οι σχέσεις που προέρχονταν από τον παλιό αγροτικό τρόπο παραγωγής. Ο ενοικιαστής γης γίνεται ο πραγματικός διοικητής αυτών των αγροεργατών και ο πραγματικός εκμεταλλευτής της υπερεργασίας τους, ενώ ο γαιοκτήμονας βρίσκεται πια μόνο σε μια άμεση, και μάλιστα σε μια απλή χρηματική και κατοχυρωμένη με συμβόλαιο, σχέση με αυτόν τον κεφαλαιοκράτη ενοικιαστή γης" (Μαρξ 1978-β: 982). Η ίδια η γαιοκτησία (ως σχέση) γίνεται εξωτερική του κυρίαρχου ΤΠ εκφράζοντας απλώς μια νομική σχέση και όχι μια οικονομική σχέση παραγωγής (Rey 1973: 20, 60, 88, 93, Οικονομάκης 1998-β: 70). "Με τη νομική εξουσία που έχουν τα πρόσωπα αυτά [οι γαιοκτήμονες] να κάνουν χρήση και κατάχρηση κομματιών της γήινης σφαίρας, δεν λύνεται τίποτα. Η χρησιμοποίησή τους εξαρτιέται ολότελα από τις οικονομικές συνθήκες που είναι ανεξάρτητες από τη θέλησή τους. Η ίδια η νομική αντίληψη δεν σημαίνει τίποτα άλλο, παρά μόνο ότι ο γαιοκτήμονας μπορεί να μεταχειρίζεται τη γη, όπως μεταχειρίζεται το εμπόρευμά του κάθε κάτοχος εμπορευμάτων." Αν "ένα από τα μεγάλα επιτεύγματα του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής [είναι] το γεγονός ότι μετατρέπει τη γεωργία (...) σε συνειδητή επιστημονική εφαρμογή της γεωπονίας [το άλλο είναι] ότι χωρίζει πέρα για πέρα τη γη σαν όρο εργασίας από τη γαιοκτησία και από το γαιοκτήμονα, για τον οποίο η γη δεν αντιπροσωπεύει τίποτα άλλο εκτός από ένα καθορισμένο φόρο σε χρήμα, που, χάρη στο μονοπώλιό του [επί της γης] τον εισπράττει από τον βιομήχανο κεφαλαιοκράτη, από τον ενοικιαστή της γης -- ότι ο τρόπος αυτός παραγωγής σπάει τόσο το δεσμό του γαιοκτήμονα με τη γη, που μπορεί να περνάει όλη του τη ζωή στην Κωνσταντινούπολη, ενώ η γαιοκτησία του βρίσκεται στη Σκωτία. (...) Από τη μια μεριά, η ορθολογική οργάνωση της γεωργίας (...) και, από την άλλη μεριά, η αναγωγή σε παραλογισμό της γαιοκτησίας, αυτές είναι οι δυο μεγάλες υπηρεσίες που πρόσφερε ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής" (Μαρξ 1978-β: 767-70). Παρά, λοιπόν, τη μετατροπή της γαιοκτησίας σε "ανωφελή και παράλογη επικύηση" (Μαρξ 1978-β: 770), "περιττή και επιβλαβής" (Μαρξ 1978-β: 775) για τον ΚΤΠ σχέση νομικής ιδιοκτησίας επί της γης, εφόσον αυτή "προϋποθέτει το μονοπώλιο ορισμένων προσώπων πάνω σε καθορισμένα κομμάτια της υδρογείου, που αποκλειομένων όλων των άλλων προσώπων, τα διαθέτουν σαν σφαίρες που ανήκουν αποκλειστικά σ' αυτούς, σαν σφαίρες άσκησης της δικής τους προσωπικής θέλησης" (Μαρξ 1978-β: 767) επάγεται ή επιφέρει οικονομικά αποτελέσματα που δεν είναι άλλα από την πρόσοδο δηλαδή το σε χρήμα καθορισμένο ενοίκιο που πρέπει να καταβάλλει πλέον ο καπιταλιστής ενοικιαστής κάτοχος της γης στο γαιοκτήμονα νομικό ιδιοκτήτη της.13 Η αλλαγή (η ταξική μεταβολή) τόσο της ταξικής υπόστασης του φορέα νομικής κυριότητας, επομένως του αποδέκτη της προσόδου, όσο και του φορέα κατοχής της γης, επομένως του πληρωτή της προσόδου, μεταβάλλει, όμως, το ίδιο το περιεχόμενό της. Σελίδα 5 / 13

"Κατά την αναπαραγωγή, ακριβώς όπως και κατά τη συσσώρευση κεφαλαίου, δεν πρόκειται μόνο για την αντικατάσταση στην παλιά της ή σε μια διευρυμένη κλίμακα (κατά τη συσσώρευση) της ίδιας μάζας αξιών χρήσης, αλλά για την αντικατάσταση της αξίας του προκαταβλημένου κεφαλαίου με το συνηθισμένο ποσοστό κέρδους (υπεραξία)" (Μαρξ 1982: 575). Επομένως, ο καπιταλιστής ενοικιαστής της γης για να λειτουργήσει ως καπιταλιστής πρέπει να παίρνει από το επενδεδυμένο επί της γης κεφάλαιό του το μέσο (ή συνηθισμένο) ποσοστό κέρδους του κεφαλαίου το όποιο μέσο κέρδος του κεφαλαίου στο συγκεκριμένο ταξικό συσχετισμό μέσα στη συγκυρία. Αυτό σημαίνει ότι ως πρόσοδος μπορεί να αποδοθεί από τον καπιταλιστή ενοικιαστή της γης προς το γαιοκτήμονα νομικό ιδιοκτήτη της μόνο εκείνο το μέρος του καπιταλιστικού κέρδους που υπερβαίνει το μέσο κέρδος του κεφαλαίου. Σύμφωνα με τον Μαρξ: "Έτσι μεταβάλλεται και η φύση της προσόδου, όχι μόνο πραγματικά και συμπτωματικά, πράγμα που έγινε ήδη ενμέρει στις παλιές μορφές, αλλά κανονικά (normal) στην αναγνωρισμένη και κυρίαρχή της μορφή. Από την κανονική μορφή... της υπερεργασίας ξεπέφτει η πρόσοδος και γίνεται περίσσευμα αυτής της υπερεργασίας πάνω από το μέρος της εκείνο, που το ιδιοποιείται με τη μορφή του κέρδους ο εκμεταλλευτής κεφαλαιοκράτης... Αυτό που δίνει ο κεφαλαιοκράτης με τη μορφή της προσόδου στον γαιοκτήμονα είναι απλώς ένα περισσευούμενο μέρος της υπεραξίας εκείνης, που την έβγαλε, εκμεταλλευόμενος με το κεφάλαιό του άμεσα αγροεργάτες. Το πόσο πολύ ή πόσο λίγο θα δώσει ο κεφαλαιοκράτης στον γαιοκτήμονα, καθορίζεται κατά μέσο όρο σαν όριο από το μέσο κέρδος που βγάζει το κεφάλαιο στις μη αγροτικές σφαίρες παραγωγής" (Μαρξ 1978-β: 982). "Κάθε γαιοπρόσοδος είναι υπεραξία, προϊόν υπερεργασίας" (Μαρξ 1978-β: 789). Το κεφάλαιο, βέβαια, δε βρίσκει αντιμέτωπό του το μονοπώλιο της γαιοκτησίας μόνο στη σφαίρα της γεωργικής παραγωγής, αν και στην παρούσα ανάλυση θα περιοριστούμε κυρίως στην πρόσοδο εκ της κατοχής του αγροτικού εδάφους και, δευτερευόντως, στην πρόσοδο εκ των ορυχείων και των οικοπέδων. Γενικεύοντας, πάντως, τη μαρξική άποψη μπορούμε να πούμε πως, αυτό που δίνει ο κεφαλαιοκράτης με τη μορφή προσόδου στο γαιοκτήμονα είναι το περισσευούμενο πάνω από το μέσο κέρδος του κεφαλαίου μέρος της υπεραξίας που την έβγαλε εκμεταλλευόμενος με το κεφάλαιό του άμεσα εργάτες. Εφόσον αυτό υπάρχει.14 Κατά την άποψή μας δεν είναι ακριβώς ή πάντα έτσι. Αλλά επ' αυτού πιο κάτω. 3. Η λεγόμενη διαφορική πρόσοδος Έχοντας ως δεδομένο ότι ο κεφαλαιοκράτης ενοικιαστής της γης θα αποδώσει ως ενοίκιο στο γαιοκτήμονα ένα μόνο μέρος από τα κέρδη του, έτσι που σε κάθε περίπτωση να καρπώνεται το μέσο κέρδος, ας ανιχνεύσουμε από τι εξαρτάται το μέγεθος του πλεονάσματος πάνω από το μέσο κέρδος, ή "του πρόσθετου κέρδους" (Μαρξ 1978-β: 983), που και ισούται με το μέγεθος της προσόδου που καρπώνεται ο γαιοκτήμονας, και ποια είναι η "φύση" του. Η ανάλυση των κλασικών της πολιτικής οικονομίας (Σμιθ και Ρικάρντο) πάνω στο μέγεθος του πλεονάσματος στράφηκε σε δυο κρίσιμους παράγοντες. Πρώτο, στις διαφορές στην ευφορία και την τοποθεσία των διάφορων τμημάτων γης. Δεύτερο, στις διαφορές στις επενδύσεις κεφαλαίου επί των διάφορων τμημάτων της γης. Πρόκειται για την, κατά Μαρξ, διαφορική πρόσοδο σε δυο εκδοχές. Τη διαφορική πρόσοδο πρώτου είδους και τη διαφορική πρόσοδο δεύτερου είδους, αντίστοιχα. Η διαφορική πρόσοδος εκφράζεται με τη μετατροπή σε πρόσοδο του πρόσθετου κέρδους που προκύπτει από τη διαφορά μεταξύ της αγοραίας τιμής (που καθορίζεται --γενικά μιλώντας-- από την τιμή παραγωγής του επενδεδυμένου στη χειρότερη γη κεφαλαίου, η οποία και ισούται με τα έξοδα παραγωγής συν το μέσο ποσοστό κέρδους) και της τιμής παραγωγής του ξεχωριστού κεφαλαίου που είναι επενδεδυμένο σε ένα κομμάτι γης. (Μαρξ 1978-β: 796-919). Με τα λόγια του Σμιθ: "Η γαιοπρόσοδος, θεωρούμενη ως το καταβαλλόμενο τίμημα για τη χρήση της γης, είναι φυσιολογικά το υψηλότερο τίμημα που είναι σε θέση να πληρώσει ο αγρότης-επιχειρηματίας για τη δεδομένη κατάσταση της γης. Ο γαιοκτήμονας, κατά τη διαπραγμάτευση των όρων της μίσθωσης, προσπαθεί να του αφήσει ένα μερίδιο όχι μεγαλύτερο από αυτό που μόλις επαρκεί για την αντικατάσταση του αποθέματος που Σελίδα 6 / 13

χρησιμοποιείται για την αγορά του σπόρου, την πληρωμή της εργασίας και την αγορά και συντήρηση των ζώων και των άλλων εργαλείων της αγροτικής καλλιέργειας, μαζί με τα κανονικά κέρδη του αγροτικού αποθέματος της περιοχής. Προφανώς, αυτό είναι το μικρότερο μερίδιο στο οποίο θα μπορούσε να αρκεστεί ο αγρότης-επιχειρηματίας, χωρίς να ζημιώνει, και ο γαιοκτήμονας σπανίως συναινεί στο να του παραχωρήσει κάτι περισσότερο. Το υπερβάλλον τμήμα του προϊόντος του --ή της τιμής του, που είναι το ίδιο πράγμα-- πέρα από αυτό το μερίδιο, προσπαθεί φυσικά να το καρπωθεί ο ίδιος, ως πρόσοδο της γης του, η οποία προφανώς, είναι η υψηλότερη που είναι σε θέση να πληρώσει ο αγρότης-επιχειρηματίας για τις δεδομένες συνθήκες της γης" (Σμιθ υ.έ.-2000: I.xi.a. 1). Άρα, κατά τον ίδιο: "Γενικά, μπορούμε να προσκομίσουμε στην αγορά μόνο εκείνα τα προϊόντα της γης η κανονική τιμή των οποίων επαρκεί για να αντικαταστήσει το απόθεμα που απασχολήθηκε προκειμένου να φτάσουν στην αγορά, μαζί με τα κανονικά κέρδη του αποθέματος. Αν η [αγοραία] τιμή ενός προϊόντος είναι μεγαλύτερη, το πλεόνασμα φυσιολογικά θα κατευθυνθεί στη γαιοπρόσοδο. Αν αυτή είναι μικρότερη, ακόμα και αν το προϊόν φθάνει στην αγορά, δεν επιτρέπει την καταβολή γαιοπροσόδου στο γαιοκτήμονα. Το αν η τιμή είναι μικρότερη ή μεγαλύτερη της τιμής που επαρκεί για την αντικατάσταση του αποθέματος και των κανονικών κερδών του εξαρτάται από τη ζήτηση" (Σμιθ υ.έ.-2000: I.xi.a. 6). Η διαφορική, λοιπόν, πρόσοδος είναι το αποτέλεσμα και όχι η αιτία της διαφοράς αγοραίας τιμής μείον τιμή παραγωγής του ατομικού κεφαλαίου. Εάν, ο "σίτος... ο παραχθείς υπό της μεγαλυτέρας ποσότητος εργασίας [= ο σίτος που παρήχθει στη χειρότερη γη] είναι ο ρυθμιστής της τιμής παντός σίτου", τότε "η... έγγειος πρόσοδος15 δεν δύναται να υπεισέλθει ουδ' επ' ελάχιστον ως συστατικόν μέρος της τιμής του" (Ρικάρντο 1992: 58).16 Μέχρι εδώ: Και στις δυο της εκφράσεις, αφαιρούμενης της ζήτησης, η διαφορική πρόσοδος (ως μέγεθος) συναρτάται θετικά με τις διαφορές στην παραγωγικότητα της εργασίας στα διάφορα τμήματα της γης (τις οφειλόμενες είτε στις διαφορές στην ευφορία και την τοποθεσία των διάφορων τμημάτων γης --πρώτου είδους-- είτε στις διαφορές στις επενδύσεις κεφαλαίου επί των διάφορων τμημάτων της γης --δεύτερου είδους--17) καθόσον η παραγωγικότητα της εργασίας συναρτάται αρνητικά με τις τιμές παραγωγής των ατομικών κεφαλαίων. Και στις δυο, επίσης, παραλλαγές διαφορικής προσόδου φαίνεται ότι το χειρότερο κομμάτι γης δε δίνει (εν γένει) διαφορική πρόσοδο. Η άποψη ότι το χειρότερο κομμάτι γης δε δίνει σε καμιά περίπτωση διαφορική πρόσοδο (άρα και πρόσοδο γενικά) είναι η άποψη που υποστηρίζει ο Ρικάρντο. Όχι όμως και οι Σμιθ και Μαρξ. Αλλά αφήνουμε αυτό το ζήτημα προς το παρόν. Ακόμη: Έχουμε δεχτεί ότι η τιμή παραγωγής του επενδεδυμένου στη χειρότερη γη κεφαλαίου καθορίζει την αγοραία (ή ρυθμίζουσα την αγορά) τιμή. Επίσης για τον Σμιθ αλλά και τον Μαρξ δεν είναι ακριβώς έτσι. Αφήνουμε, όμως, και αυτό το σημείο για τη συνέχεια. 3.1. Διαφορική πρόσοδος σε υλικούς και χρηματικούς όρους Η διαφορική πρόσοδος "αποτελεί πάντοτε την διαφοράν του επιτευχθέντος προϊόντος εκ της χρησιμοποιήσεως δύο ίσων ποσοτήτων κεφαλαίου και εργασίας" (Ρικάρντο 1992: 51) ""στην ίδια έκταση γης"" (Μαρξ 1978-β: 807).18 Ας δώσουμε, όμως, ένα απλό παράδειγμα διαφορικής προσόδου, επιχειρώντας να αναλύσουμε περαιτέρω τη θεωρία της, σύμφωνα με τις αναπτύξεις, κυρίως, του Ρικάρντο. Έστω, λοιπόν, ένα κεφάλαιο ίσο προς 100 νομισματικές μονάδες (νμ), με όλο το σταθερό κεφάλαιο, για λόγους Σελίδα 7 / 13

απλούστευσης του παραδείγματος, να φθείρεται στη διάρκεια μιας περιόδου παραγωγής, επενδεδυμένο για την παραγωγή σιτηρών στη γη Ε, η οποία είναι και η μόνη αναγκαία για καλλιέργεια σιτηρών γη, δεδομένης της ζήτησης. Έστω, επίσης, ότι με το κεφάλαιο αυτό παράγονται 100Q, ακαθάριστο προϊόν, σιτηρών. Έστω, ακόμα, ότι το μέσο ποσοστό κέρδους επί του χρηματικού κεφαλαίου είναι ίσο με 5%. Αν η γη Ε (η πιο γόνιμη) καλλιεργείτο πρώτη, χωρίς να καλλιεργείται γη λιγότερο εύφορη, γιατί η ζήτηση για τα σιτηρά δεν επέβαλε την ανάγκη καλλιέργειας ολιγότερο εύφορου εδάφους, τότε η γη Ε δε θα απέφερε διαφορική πρόσοδο για το γαιοκτήμονα νομικό ιδιοκτήτη της. Όπως το εκφράζει ο Ρικάρντο: "Κατά την πρώτην εγκατάστασιν εις χώραν, εις ην αφθονεί το πλούσιον και γόνιμον έδαφος, πολύ μικρόν μέρος του οποίου απαιτείται προς καλλιέργειαν δια την συντήρησιν του υπάρχοντος πληθυσμού ή [η οποία] δύναται να καλλιεργηθή δια του κεφαλαίου, όπερ διαθέτει ο πληθυσμός, δεν θα υπάρχει έγγειος πρόσοδος διότι ουδείς θα επλήρωνε δια την χρησιμοποίησιν του εδάφους, εφ' όσον θα υπήρχε μεγάλη αφθονία μη ιδιοποιηθέντος εισέτι εδάφους, επομένως εις την διάθεσιν οιουδήποτε επιθυμούντος να το καλλιεργήσει. "Συμφώνως προς τας συνήθεις αρχάς της προσφοράς και της ζητήσεως, δεν θα ηδύνατο να πληρωθή έγγειος πρόσοδος για τοιούτον έδαφος ένεκα του καθορισθέντος λόγου καθ' ον ουδέν καταβάλλεται δια την χρησιμοποίησιν (...) των φυσικών δώρων, τα οποία υπάρχουν εις απεριορίστους ποσότητας. (...) Εάν όλο το έδαφος είχε τας αυτάς ιδιότητας, ήτο δε ποσοτικώς απεριόριστο και ποιοτικώς ομοιόμορφον, ουδεμία επιβάρυνση θα εγίνετο κατά την χρησιμοποίησίν του, εκτός αν ενεφάνιζε ιδιάζοντα πλεονεκτήματα ως προς την θέσιν" (Ρικάρντο 1992: 48-9). Η τιμή αγοράς (ΤΑ), τιμή ανά μονάδα Q, θα καθοριζόταν στην περίπτωση αυτή από την τιμή παραγωγής (ΤΠE), τιμή ανά μονάδα Q, στη γη Ε, όπου ΤΠE = 1νμ/Q + 0,05νμ/Q = 1,05νμ/Q. Για ΤΑ = ΤΠE, το συνολικό έσοδο του καπιταλιστή ενοικιαστή της γης σε χρηματικούς όρους θα ήταν ίσο προς 100Q * 1,05νμ/Q = 105νμ. Το κέρδος του σε χρηματικούς όρους θα ήταν ίσο προς 105νμ - 100νμ = 0,05νμ/Q * 100Q = 0,05 * 100νμ = 5νμ. Αλλά, έστω ότι, η ζήτηση για τα σιτηρά αυξάνει, η λιγότερο εύφορη γη Α τραβιέται στην καλλιέργεια, και η πιο εύφορη γη Ε θα δώσει πλέον διαφορική πρόσοδο στο γαιοκτήμονα ιδιοκτήτη της. Όπως το εκφράζει, και πάλι, ο Ρικάρντο: "Επειδή όμως το έδαφος δεν είναι ποσοτικώς απεριόριστον ουδέ ποιοτικώς ομοιόμορφον, και επειδή συν τη αυξήσει του πληθυσμού καλλιεργείται και έδαφος κατωτέρας ποιότητας ή κείμενον ολιγώτερον προσφόρως, τούτου ένεκα καταβάλλεται έγγειος πρόσοδος δια την χρησιμοποίησίν του. Εάν, συν τη προόδω της κοινωνίας, χρησιμοποιείται προς καλλιέργειαν έδαφος δευτέρας ποιότητας, τότε η έγγειος πρόσοδος αρχίζει αμέσως εμφανιζομένη εις το έδαφος πρώτης ποιότητος, το ποσόν δε αυτής εξαρτάται εκ της διαφοράς της ποιότητος των δύο τούτων τμημάτων του εδάφους" (Ρικάρντο 1992: 49-50). Η διαφορική αυτή πρόσοδος αφαιρείται από το προϊόν της πιο εύφορης γης. Σε κάθε άλλη περίπτωση θα υπήρχαν "δύο ποσοστά κέρδους επί των γεωργικών κεφαλαίων" (Ρικάρντο 1992: 50). Έστω, λοιπόν, ότι και στη γη Α επενδύεται κεφάλαιο ίσο προς 100νμ, για να παραχθούν 80Q, ακαθάριστο προϊόν, σιτηρών μόνο. Σελίδα 8 / 13

Έστω, ακόμα, ότι το μέσο ποσοστό κέρδους επί του χρηματικού κεφαλαίου εξακολουθεί να είναι ίσο με 5%. Η γη Α δε θα δώσει διαφορική πρόσοδο στο γαιοκτήμονα νομικό ιδιοκτήτη της. Διαφορική πρόσοδος θα δώσει η γη Ε ίση, σε υλικούς όρους, με 100Q - 80Q = 20Q. Και οι δυο καπιταλιστές ενοικιαστές, έτσι, λαμβάνουν 80Q, ακαθάριστο προϊόν, σιτηρών. Η τιμή αγοράς (ΤΑ) καθορίζεται στην περίπτωση αυτή από την τιμή παραγωγής (ΤΠΑ) στη χειρότερη γη Α, όπου ΤΠΑ = 1,25νμ/Q + 0,0625νμ/Q = 1,3125νμ/Q. Για ΤΑ = ΤΠE, αν ο καπιταλιστή ενοικιαστής της γης Ε δεν έδινε διαφορική πρόσοδο, το συνολικό έσοδό του σε χρηματικούς όρους θα ήταν ίσο προς 100Q * 1,3125νμ/Q = 131,25 νμ. Το κέρδος του σε χρηματικούς όρους θα ήταν ίσο προς 131,25νμ - 100νμ = 0,3125νμ/Q * 100Q = 0,3125 * 100νμ = 31,25νμ. Το ποσοστό κέρδους του επί του χρηματικού κεφαλαίου θα ήταν 31,25%. Ο καπιταλιστής ενοικιαστής της γης θα πραγματοποιούσε ένα περισσευούμενο, πάνω από το μέσο, ή πρόσθετο κέρδος. Αλλά, ο καπιταλιστής ενοικιαστής της γης Ε δίνει διαφορική πρόσοδο ίση, ανά μονάδα Q, με ΤΑ - ΤΠΕ = 1,3125νμ/Q - 1,05νμ/Q = 0,2625νμ/Q. Επομένως, το συνολικό έσοδο, το κέρδος και το ποσοστό κέρδους επί του χρηματικού κεφαλαίου του καπιταλιστή ενοικιαστή της γης Ε, παραμένουν σταθερά, όπως πριν την εισαγωγή στην παραγωγή της γης Α, και είναι 80Q * 1,3125νμ/Q = 105νμ, 105νμ - 100νμ = 0,0625νμ/Q * 80Q = 0,05 * 100νμ = 5νμ και 5%, αντίστοιχα. Ωστόσο, το ακαθάριστο προϊόν του έχει μειωθεί σε υλικούς όρους: 80Q - 100Q = -20Q. Ο καπιταλιστής ενοικιαστής της γης Α δε δίνει διαφορική πρόσοδο στο γαιοκτήμονα ιδιοκτήτη της. Το συνολικό έσοδό του σε χρηματικούς όρους θα είναι ίσο προς 80Q * 1,3125νμ/Q = 105νμ. Το κέρδος του σε χρηματικούς όρους είναι ίσο προς 105νμ - 100νμ = 0,0625νμ/Q * 80Q = 0,05 * 100νμ = 5νμ. Το ποσοστό κέρδους του επί του χρηματικού κεφαλαίου θα είναι 5%. Επομένως, για ίσο κεφάλαιο σε ίσου μεγέθους γη, διαφορετικής ευφορίας, οι καπιταλιστές ενοικιαστές της γης Ε και Α έλαβαν, μετά την αφαίρεση της διαφορικής προσόδου, ίσα συνολικά έσοδα, κέρδη και ποσοστό κέρδους. Ο γαιοκτήμονας ιδιοκτήτης της γης Ε λαμβάνει 0,2625νμ/Q ή το 26,25% από το 31,25% του "αρχικού" ποσοστού κέρδους του καπιταλιστή ενοικιαστή της γης Ε, ή το πλεόνασμα πάνω από το μέσο ποσοστό κέρδους του κεφαλαίου. Η συνολική του διαφορική πρόσοδος σε χρηματικούς όρους είναι ίση με 20Q * 1,3125νμ/Q = 131,25νμ - 105νμ = 26,25νμ. Η διαφορική πρόσοδος των 26,25νμ είναι ένα πρόσθετο κέρδος εκ του εύφορου εδάφους Ε, που δεν οφείλεται στο μονοπώλιο της γαιοκτησίας, γενικά, αλλά με δεδομένη τη ρυθμιστική λειτουργία του λιγότερο εύφορου εδάφους, καταφέρνει να καρπωθεί ο ιδιοκτήτης του περισσότερο εύφορου εδάφους. Σελίδα 9 / 13

Το εύφορο έδαφος Ε αυξάνοντας την παραγωγικότητα της εργασίας (για δεδομένο μέγεθος και δεδομένη τεχνική σύνθεση του κεφαλαίου) δεν εκφράζει παρά "μια ειδική περίπτωση σχετικής υπεραξίας" (Emsley 1998: 14). "Η πάλη του συναγωνισμού διεξάγεται με το φτήναιμα των εμπορευμάτων. Η φτήνια των εμπορευμάτων εξαρτιέται ceateris paribus, από την παραγωγικότητα της εργασίας" (Μαρξ 1978-α: 649). Ο "παράγοντας σχετικής υπεραξίας έδαφος υψηλών παραγωγικών επιδόσεων" Ε (της όποιας αιτιολογίας) αυξάνει την παραγωγικότητα της εργασίας φτηναίνοντας το εμπόρευμα σιτηρά. Με ατομική τιμή παραγωγής κάτω της αγοραίας τιμής, το επενδεδυμένο στη γη Ε κεφάλαιο πραγματοποιεί "μια έκτακτη υπεραξία ή ένα πρόσθετο κέρδος" (Μαρξ 1978-β: 225). Το πρόσθετο αυτό κέρδος αποσπά, λόγω του μονοπωλίου της γαιοκτησίας, ο γαιοκτήμονας ιδιοκτήτης του εδάφους Ε αντί του καπιταλιστή ενοικιαστή του. Έτσι το ποσοστό κέρδους για τον καπιταλιστή της εύφορης γης παραμένει σταθερό στο μέσο του επίπεδο. Γράφει σχετικά ο Μαρξ: "Η διαφορική πρόσοδος έχει την ιδιομορφία, ότι η γαιοκτησία συλλαμβάνει εδώ μόνο το πρόσθετο κέρδος, το οποίο διαφορετικά θα το τσέπωνε ο παχτωτής και που κάτω από ορισμένες περιστάσεις το τσεπώνει πραγματικά όσο διαρκεί το συμβόλαιό του ενοικίασης. Η γαιοκτησία είναι εδώ μόνο η αιτία της μεταβίβασης ενός μέρους της τιμής του εμπορεύματος που προκύπτει χωρίς τη δική της σύμπραξη (μάλλον εξαιτίας του καθορισμού με το συναγωνισμό της τιμής παραγωγής που ρυθμίζει την αγοραία τιμή) και που μετατρέπεται σε πρόσθετο κέρδος" (Μαρξ 1978-β: 928-9, οι υπογραμ. δικές μου, Γ.Η.Οι.). Στο μέτρο που αναπαράγονται οι διαφορικές επιδόσεις του εδάφους, θα αναπαράγεται και η δυνατότητα πρόσθετων, πάνω από το μέσο, κερδών για τους ιδιοκτήτες ή κατόχους των πλέον γόνιμων εδαφών. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Αμίν, Σ. (χωρίς χρονολογία έκδοσης), "Η Κυριαρχία του Καπιταλισμού στη Γεωργία" στο Βεργόπουλος, Κ. - Αμίν. Σ. Καπιταλισμός και Αγροτικό Ζήτημα: Δύσμορφος Καπιταλισμός: Παπαζήση. Βεργόπουλος, Κ. (1975), Το Αγροτικό Ζήτημα στην Ελλάδα - Η κοινωνική ενσωμάτωση της γεωργίας, Αμίν, Σ., "Πρόλογος", στη γ? έκδοση: Εξάντας. Βεργόπουλος, Κ. (χωρίς χρονολογία έκδοσης), "Δύσμορφος Καπιταλισμός - Η εξέλιξη της γεωργίας στον σύγχρονο κόσμο" στο Βεργόπουλος, Κ. - Αμίν. Σ. Καπιταλισμός και Αγροτικό Ζήτημα: Δύσμορφος Καπιταλισμός: Παπαζήση. Emsley, S. (1998), Renewing the case of Marx's concept of absolute rent: towards an historical ineterpretation: UNSW. Godelier, M. (1987) H Θεωρία της Μετάβασης στον Μαρξ, Αθήνα: Gutenberg. Harvey, D. (1982), Limits to Capital, Oxford: Basil Blackwell. Harnecker, M. (χωρίς χρονολογία έκδοσης), Βασικές Έννοιες του Ιστορικού Υλισμού, Αθήνα: Παπαζήση. Λένιν, Β.Ι. (1986), Το αγροτικό ζήτημα και οι "κριτικοί του Μαρξ", Μόσχα: Προγκρές. Bensch, H.-G. (2000), "Zur Grundrente. Von Marxschen Anweisungen und Engelsschen Umsetzungen", in Beitraege zur Marx-Engels-Forschung. Neue Folge 1999, σσ. 212-219. Μαρξ, Κ. (1978-α), Το Κεφάλαιο, Τόμος Πρώτος, Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. Μαρξ, Κ. (1978-β), Το Κεφάλαιο, Τόμος Τρίτος, Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. Σελίδα 10 / 13

Μαρξ, Κ. (1982), Θεωρίες για την Υπεραξία, Μέρος Δεύτερο, Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή. Mηλιός, Γ. (1997), Τρόποι Παραγωγής και Μαρξιστική Ανάλυση, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Μηλιός, Γ. / Οικονομάκης, Γ. (1999) "Σημειώσεις για τη Μαρξική Οικονομική Θεωρία", Θέσεις τ. 68 (Ιούλιος - Σεπτέμβριος): 121-50. Οικονομάκης Γ. Η. (1998-α), Τρόποι Παραγωγής και Κοινωνικές Τάξεις: Ένα Παράδειγμα από τη Γεωργία, Αθήνα: Διδακτορική διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης. Οικονομάκης Γ. Η. (1998-β), "Το ζήτημα της καπιταλιστικοποίησης του Αγροτικού Τομέα (Με αφορμή την "Έκθεση Σπράου" για τη Γεωργία), Μέρος 1: Αναζητώντας τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής επί του γεωργικού εδάφους", Θέσεις τ. 65 (Οκτώβριος - Δεκέμβριος): 57-74. Οικονομάκης, Γ. Η. (1999-α), "Το ζήτημα της καπιταλιστικοποίησης του Αγροτικού Τομέα (Με αφορμή την "Έκθεση Σπράου" για τη Γεωργία), Μέρος 2: Ταξικοί και οικονομικοί όροι της μη-καπιταλιστικοποίησης της γεωργίας", Θέσεις τ. 66 (Ιανουάριος - Μάρτιος): 75-98. Οικονομάκης, Γ. Η. (1999-β), "Καπιταλιστικός Τρόπος Παραγωγής και Μάνατζερς", Ουτοπία τ. 37 (Νοέμβριος- Δεκέμβριος): 145-66. Πουλαντζάς, Ν. Α. (1982-α), Πολιτική Εξουσία και Κοινωνικές Τάξεις, Τόμος α?, Αθήνα: Θεμέλιο. Πουλαντζάς, Ν. Α. (1982-β), Οι Κοινωνικές Τάξεις στον Σύγχρονο Καπιταλισμό, Αθήνα: Θεμέλιο. Rey, P.-Ph. (χωρίς χρονολογία έκδοσης), "Sur l' Articulation des Modes de Production" (Cahier 1 & 2) στο Problemes de Planification, No 13 & 14, Ecole des Hautes Etude (VIe Section), Centre d' Etudes de Planification Socialiste, Sorbonne - Paris. Rey, P.-Ph. (1973), Les Alliances de Classes, Paris: Francois Maspero. Ρικάρντο, Ντ. (1992), Αρχαί Πολιτικής Οικονομίας και Φορολογίας: Γκοβόστη. Rubin, I.I. (1994), Ιστορία Οικονομικών Θεωριών, Αθήνα: Κριτική. Σμιθ, Α. (υπό έκδοση - 2000), Έρευνα για τη φύση και τις αιτίες του Πλούτου των Εθνών, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Σουήζυ, Π. (χωρίς χρονολογία έκδοσης), Η Θεωρία της Καπιταλιστικής Ανάπτυξης, Αθήνα: Gutenberg. Σταυρόπουλος, Θ. Γ. (1991), Η Έγγειος Πρόσοδος: Κριτική Ανάλυση των Θεωριών, Αθήνα: ΑΤΕ. 1 Υπονοούμε, προφανώς, πως ΚΤΠ και καπιταλιστικό σύστημα δεν ταυτίζονται ή ότι υπό την κυριαρχία του ΚΤΠ συγκροτούνται (αναφύονται) υποκείμενοι στο κεφάλαιο, μη-καπιταλιστικοί τρόποι παραγωγής (Οικονομάκης 1998-α). 2 Περιορίζουμε την ανάλυσή μας στο φεουδαρχικό σύστημα, ως υπόδειγμα, χωρίς να ξεχνάμε το ασιατικό σύστημα (ασιατικός δεσποτισμός), δηλαδή το σύστημα παραγωγής που οργανώνεται υπό την κυριαρχία του ασιατικού τρόπου παραγωγής (ΑΤΠ) δες σχετικά και πιο κάτω μέσα από τη μαρξική ανάλυση. Επί της διάκρισης ΦΤΠ - ΑΤΠ αρκούμαστε να σημειώσουμε ότι ενώ στο ΦΤΠ η ροή της εγγείου προσόδου είναι αγροτική οικογένεια? τοπικός φεουδάρχης, όπως θα δούμε, στον ΑΤΠ η ροή της εγγείου προσόδου (με τη μορφή δοσιματικού φόρου) είναι κοινότητα? κεντρική εξουσία. Για περισσότερα δες Μηλιός 1997: 255-81. Σελίδα 11 / 13

3 Δηλαδή της οικονομίας "στην οποία οι οικονομικοί όροι του νοικοκυριού ολότελα ή έστω στο μεγαλύτερό τους μέρος παράγονται στο ίδιο το νοικοκυριό, αναπληρώνονται και αναπαράγονται άμεσα από το ακαθάριστο προϊόν του" και η οποία εδράζεται στη "συνένωση της αγροτικής οικιακής βιομηχανίας με τη γεωργία" (Μαρξ 1978-β: 977). 4 Είναι "αδιάφορο αν ο γαιοκτήμονας είναι ένας ιδιώτης [ΦΤΠ] ή το κράτος [ΑΤΠ]" (Μαρξ 1978-β: 976). 5 "Το γεγονός ότι το προϊόν του δουλοπάροικου πρέπει να επαρκεί εδώ για να αναπληρώνει εκτός από τα μέσα ύπαρξής του και τους όρους της εργασίας του, είναι ένα περιστατικό, που μένει ίδιο σε όλους τους τρόπους παραγωγής, γιατί δεν είναι το αποτέλεσμα της ειδικής μορφής του, αλλά φυσικός όρος κάθε συνεχούς και αναπαραγωγικής εργασίας γενικά, κάθε συνεχούς παραγωγής, που είναι πάντα ταυτόχρονα και αναπαραγωγή, επομένως και αναπαραγωγή των δικών της όρων δραστηριότητας" (Μαρξ 1978-β: 971). 6 Επίσης "αδιάφορο αν ο γαιοκτήμονας αυτός είναι το κράτος [ΑΤΠ] ή ένας ιδιώτης [ΦΤΠ]" (Μαρξ 1978-β: 978). 7 "Όλα ξεκινούν από την ίδια την ανάπτυξη της εμπορευματικής παραγωγής στο πλαίσιο και στη βάση των φεουδαρχικών σχέσεων παραγωγής, ανάπτυξη η οποία ωθεί τους φεουδάρχες γαιοκτήμονες να αντικαταστήσουν τις παλαιότερες μορφές προσόδου με τη χρηματική πρόσοδο. Έτσι, όμως, συντελούν οι ίδιοι στην αποδιάρθρωση των δικών τους σχέσεων παραγωγής... Διότι η χρηματική πρόσοδος τείνει να εξαφανίσει τις προσωπικές σχέσεις που συνιστούσαν την ίδια την ουσία των φεουδαρχικών σχέσεων κυριαρχίας και εκμετάλλευσης, το σύμβολο της φεουδαρχικής γαιοκτησίας, για να τις αντικαταστήσει με απρόσωπες και υλικές σχέσεις, τις χρηματικές σχέσεις. Ο δρόμος είναι πια ανοικτός για να γίνει η γη εμπόρευμα, δηλαδή υλική πραγματικότητα και προϋπόθεση της παραγωγής, απαλλαγμένη σιγά σιγά από τις προσωπικές υποχρεώσεις που συνδέονταν με αυτήν" (Godelier 1987: 34). 8 Μια μεταβατική ή ενδιάμεση, το μεσακάρικο σύστημα, και μια περιστασιακή, το τσιφλίκι, στις οποίες και δε θα υπεισέλθουμε. Δες σχετικά Μαρξ 1978-β, Οικονομάκης 1998-α. 9 "Αν ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής γενικά προϋποθέτει την απαλλοτρίωση των εργατών από τους όρους εργασίας, στη γεωργία προϋποθέτει την απαλλοτρίωση των αγρεργατών από τη γη και την υποταγή τους σε έναν κεφαλαιοκράτη, ο οποίος απασχολείται με τη γεωργία μόνο για να βγάζει κέρδος. Επομένως, για την έρευνά μας δεν έχει σημασία, αν σαν αντίρρηση μας θυμίζουν ότι υπήρξαν ή υπάρχουν ακόμα και άλλες μορφές της γαιοκτησίας και της γεωργίας" (Μαρξ 1978-β: 766). 10 Περίφραξη της κοινοτικής γης - λήστευση των εκκλησιαστικών κτημάτων και των κρατικών γαιών - Clearing of Estates (στην Άνω Σκοτία), αποτελούν "ισάριθμες ειδυλλιακές μορφές της πρωταρχικής συσσώρευσης" (Μαρξ 1978-α: 741-57). 11 "Η οικονομική διάρθρωση της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας πρόκυψε από την οικονομική διάρθωση της φεουδαρχικής κοινωνίας. Η διάλυση της δεύτερης έχει απελευθερώσει τα στοιχεία της πρώτης. "Ο άμεσος παραγωγός, ο εργάτης, απόχτησε τη δυνατότητα να διαθέτει το άτομό του μονάχα αφού είχε παύσει νάναι δεμένος με τη γη και να είναι δουλοπάροικος... Από την άλλη όμως αυτοί οι νεοαπελευθερωμένοι γίνονται πουλητές του ίδιου του εαυτό τους μόνον αφού τους έχουν πρώτα ληστέψει όλα τα μέσα τους παραγωγής και τους έχουν αποστερήσει όλες τις εγγυήσεις για την ύπαρξή τους, που τους παραχωρούσαν οι παλιοί φεουδαρχικοί θεσμοί. [...] "Στην ιστορία της πρωταρχικής συσσώρευσης εκείνο που άφησε εποχή είναι όλες οι ανατροπές που χρησίμευσαν σαν μοχλοί για τη σχηματιζόμενη τάξη των κεφαλαιοκρατών, ιδίως όμως οι στιγμές όπου ξαφνικά και με τη βία μεγάλες μάζες ανθρώπων αποσπούνταν από τα μέσα ύπαρξής τους και πετιούνταν στην αγορά εργασίας σαν προγραμμένοι προλετάριοι. Τη βάση του όλου προτσές την αποτελεί η απαλλοτρίωση του παραγωγού της υπαίθρου, του χωρικού, από τη γη του" (Μαρξ 1978-α: 740-1). 12 "Τέλος, κατά τη μετατροπή της προσόδου σε είδος σε πρόσοδο σε χρήμα πρέπει ακόμα να παρατηρήσουμε, ότι μαζί της γίνεται ουσιαστικό στοιχείο η κεφαλαιοποιημένη πρόσοδος, η τιμή της γης, επομένως και η αλλοτρίωση και πούλησή της, και ότι έτσι μπορεί να μετατραπεί σε ανεξάρτητο αγρότη-ιδιοκτήτη όχι μόνο ο πρώην κολλήγος που δίνει πρόσοδο, αλλά μπορούν να αγοράζουν κομμάτια γης και κάτοικοι των πόλεων και άλλοι κάτοχοι χρήματος για να την εκμισθώνουν μετά, είτε σε αγρότες, είτε σε κεφαλαιοκράτες και για να απολαμβάνουν την πρόσοδο σαν μια μορφή τόκου για το επενδεδυμένο μ' αυτό τον τρόπο κεφάλαιό τους" (Μαρξ 1978-β: 985). Επί της τιμής της γης δες σχετικά και στη συνέχεια. 13 "Αυτός ο ενοικιαστής-κεφαλαιοκράτης πληρώνει στον γαιοκτήμονα, στον ιδιοκτήτη της γης που εκμεταλλεύεται, σε καθορισμένες προθεσμίες, λ.χ. κάθε χρόνο, ένα χρηματικό ποσό που συμφωνήθηκε με συμβόλαιο (...) γιατί του επέτρεψαν να χρησιμοποιήσει το κεφάλαιό του σ' αυτό το ιδιαίτερο πεδίο παραγωγής. Το χρηματικό Σελίδα 12 / 13

αυτό ποσό ονομάζεται γαιοπρόσοδος, αδιάφορο αν πληρώνεται για καλλιεργούμενη γη, για οικόπεδο, για ορυχεία, για ιχθυοτροφία, για δάση κ.λπ. Πληρώνεται για όλο το χρονικό διάστημα που ο γαιοκτήμονας εκχώρησε, νοίκιασε τη γη στον ενοικιαστή. Επομένως, η γαιοπρόσοδος είναι εδώ η μορφή με την οποία πραγματοποιείται οικονομικά, αξιοποιείται (verwertet) η γαιοκτησία" (Μαρξ 1978-β: 770). 14 "Η γονιμότητα της φύσης αποτελεί εδώ ένα όριο, ένα σημείο αφετηρίας, μια βάση. Το άλλο όριο το αποτελεί η ανάπτυξη της κοινωνικής παραγωγικής δύναμης της εργασίας [των άμεσων παραγωγών]" (Μαρξ 1978-β: 789-90). 15 Ήτοι, η "διαφορική πρόσοδος. Ο Ρικάρντο παραδέχεται ότι, εκτός από τη διαφορική πρόσοδο, δεν υπάρχει κανενός είδους άλλη πρόσοδος" (Μαρξ 1978-β: 807). Σχετικά και Μαρξ 1982: 280. 16 Στο ζήτημα της προσόδου, όπως και σε άλλα σημεία του έργου του, ο Σμιθ "εγκαταλείπει το έδαφος της εργασιακής θεωρίας της αξίας και την αντικαθιστά με τη θεωρία των κοστών παραγωγής". Κινούμενος στην άλλη πλευρά της αντίφασής του, εκείνη που ορίζει την αξία του εμπορεύματος όχι στη βάση της ποσότητας "εργασίας που δαπανάται για την παραγωγή" του, αλλά "ως το άθροισμα των μισθών, του κέρδους και της προσόδου" (Rubin 1994: 249) υποστηρίζει ότι: "Η πραγματική αξία του μεριδίου του γαιοκτήμονα, ο πραγματικός του έλεγχος επί της εργασίας των άλλων ανθρώπων (...) αυξάνει την πραγματική αξία της συγκομιδής" (Σμιθ υ.έ.-2000: I.xi.p. 3). Για σχετική κριτική του Ρικάρντο, δες Ρικάρντο 1992: 58-9. 17 Εξ αντικειμένου, λοιπόν, ο γαιοκτήμονας ζητά πρόσθετο ενοίκιο για βελτιώσεις που γίνονται όχι από τον ίδιο, αλλά από τον καπιταλιστή ενοικιαστή της γης. Γράφει σχετικά ο Σμιθ: "οι βελτιώσεις δεν γίνονται πάντα από το απόθεμα του γαιοκτήμονα, αλλά μερικές φορές και από αυτό του αγρότη-επιχειρηματία. Όταν όμως πλησιάζει η ανανέωση της μίσθωσης, γενικά ο γαιοκτήμονας διεκδικεί μια αύξηση της προσόδου ως εάν η βελτίωση είχε γίνει απ' αυτόν" (Σμιθ υ.έ.-2000: I.xi.a. 2). Στην ίδια κατεύθυνση γράφει ο Μαρξ: "Ένας καλλιεργημένος αγρός έχει μεγαλύτερη αξία από έναν ακαλλιέργητο ίσης φυσικής ποιότητας. Και τα ενσωματωμένα στη γη πιο διαρκή πάγια κεφάλαια, που φθείρονται σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, σε ορισμένες σφαίρες τοποθετούνται συχνά αποκλειστικά από τον ενοικιαστή της γης. Μόλις όμως θα έχει περάσει ο καθορισμένος με συμβόλαιο χρόνος ενοικίασης --και αποτελεί αυτό μια από τις αιτίες, γιατί με την ανάπτυξη της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής ο γαιοκτήμονας προσπαθεί να περιορίζει όσο είναι δυνατό το χρονικό διάστημα της ενοικίασης της γης-- οι βελτιώσεις που έχουν ενσωματωθεί στη γη περιέχονται στην ιδιοκτησία του κατόχου της γης σαν αχώριστο έκτακτο έσοδο από την ύλη, τη γη. Στο νέο συμβόλαιο εκμίσθωσης της γης που κλείνει ο γαιοκτήμονας προσθέτει στην καθεαυτό γαιοπρόσοδο και τον τόκο για το ενσωματωμένο στη γη κεφάλαιο, αδιάφορο αν τώρα τη γη τη νοικιάζει στον ίδιο τον ενοικιαστή που έκανε τις βελτιώσεις, ή σε κάποιον άλλο ενοικιαστή. Έτσι φουσκώνει η πρόσοδός του, ή αν θέλει να πουλήσει τη γη --(...)-- η αξία της είναι τώρα ανεβασμένη. Ο γαιοκτήμονας δεν πουλάει μόνο τη γη, αλλά τη βελτιωμένη γη, το ενσωματωμένο στη γη κεφάλαιο, που δεν του στοίχισε τίποτα. (...) Έτσι οι γαιοκτήμονες τσεπώνουν το δημιουργημένο χωρίς τη σύμπραξή τους αποτέλεσμα της κοινωνικής ανάπτυξης (...) Αποτελεί, όμως, αυτό ταυτόχρονα ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια μιας ορθολογικά οργανωμένης γεωργίας, γιατί ο ενοικιαστής αποφεύγει να κάνει όλες εκείνες τις βελτιώσεις και δαπάνες, η πλήρης επιστροφή των οποίων δεν αναμένεται κατά τη διάρκεια του χρονικού διαστήματος για το οποίο έχει πάρει με νοίκι τη γη. [...] "Στην καθεαυτό γεωργία το προτσές αυτό δεν εμφανίζεται ακόμα τόσο καθαρά, όπως στη χρησιμοποίηση της γης σαν οικόπεδο. Το κατά πολύ μεγαλύτερο μέρος της γης, που πουλιέται στην Αγγλία για την ανέγερση οικοδομών, όχι όμως σαν freehold, οι γαιοκτήμονες τη νοικιάζουν για 99 χρόνια, ή αν είναι δυνατό, για συντομότερο χρονικό διάστημα. Μετά την παρέλευση του χρονικού αυτού διαστήματος οι οικοδομές μαζί με το οικόπεδο περιέρχονται στην ιδιοκτησία του γαιοκτήμονα. [...] " (...) μαζί με τη γη το ενσωματωμένο σ' αυτή ξένο κεφάλαιο περιέρχεται τελικά στον γαιοκτήμονα και ο τόκος για το κεφάλαιο αυτό φουσκώνει την προσοδό του" (Μαρξ 1978-β: 771-4, σχετικά και Μαρξ 1978-β: 952). 18 "Πρόσθετο κέρδος, όταν παράγεται κανονικά και όχι από τυχαία συμβάντα στο προτσές της κυκλοφορίας, παράγεται πάντα σαν διαφορά ανάμεσα στο προϊόν δύο ίσων ποσοτήτων κεφαλαίου και εργασίας, και αυτό το πρόσθετο κέρδος μετατρέπεται σε γαιοπρόσοδο, όταν δυο ίσες ποσότητες κεφαλαίου και εργασίας απασχολούνται σε ίσες επιφάνειες γης με άνισα αποτελέσματα" (Μαρξ 1978-β: 807). Σελίδα 13 / 13