EL EL EL
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ Βρυξέλλες, 30.4.2009 SEC(2009) 557 ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ Συνοδευτικό έγγραφο στην Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά µε τις δέσµες επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΣΜΕΣ ΕΠΕΝ ΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΓΙΑ Ι ΙΩΤΕΣ ΕΠΕΝ ΥΤΕΣ {COM(2009) 204 τελικό} {SEC(2009) 556} EL EL
ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ Συνοδευτικό έγγραφο στην Ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά µε τις δέσµες επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές ΣΥΝΟΨΗ ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΣΜΕΣ ΕΠΕΝ ΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΓΙΑ Ι ΙΩΤΕΣ ΕΠΕΝ ΥΤΕΣ {COM(2009) 204 τελικό} {SEC(2009) 556} Οι «δέσµες επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές» παρέχουν στους µικροεπενδυτές εύκολη πρόσβαση στις χρηµατοοικονοµικές αγορές. Το ρυθµιστικό πλαίσιο για τα εν λόγω προϊόντα πρέπει να προσφέρει εύρωστο και συνεπές έρεισµα για αποτελεσµατικές και υπεύθυνες ιδιωτικές επενδύσεις. Η χρηµατοπιστωτική κρίση αποτέλεσε θλιβερή υπόµνηση της σπουδαιότητας που έχει η διαφάνεια των χρηµατοπιστωτικών προϊόντων, καθώς και του ενδεχόµενου κόστους που συνεπάγονται οι ανεύθυνες πωλήσεις. Με την κατάρρευση της εµπιστοσύνης των καταναλωτών φάνηκε πόσο επείγον είναι να εξασφαλιστεί διαµόρφωση του σωστού ρυθµιστικού πλαισίου, ούτως ώστε να επέλθει αποκατάσταση της εµπιστοσύνης σε υγιή βάση. Σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, διατίθεται στους ιδιώτες επενδυτές µια σειρά από «δέσµες» επενδυτικών προϊόντων, που έχουν προοπτική χρηµατοοικονοµικών αποδόσεων µεσοπρόθεσµα έως µακροπρόθεσµα, µε βάση ένα συνδυασµό έκθεσης στις χρηµατοοικονοµικές αγορές. Στα προϊόντα αυτά συγκαταλέγονται: επενδυτικά (αµοιβαία) κεφάλαια δοµηµένα χρεώγραφα ασφαλιστήρια ζωής µεταβλητής απόδοσης και δοµηµένες προθεσµιακές καταθέσεις. Η συνολική αγορά γι αυτά τα προϊόντα είναι πολύ σηµαντική και υπολογίζεται ότι ανήλθε σε ύψος έως και 10 τρισεκατοµµυρίων ευρώ µέχρι το τέλος του 2007, µολονότι το επενδεδυµένο ποσό έχει σηµειώσει πτώση υπό την επίδραση της χρηµατοπιστωτικής κρίσης. Τα εν λόγω προϊόντα έχουν διάφορες νοµικές µορφές, αλλά επιτελούν συγκρίσιµες οικονοµικές λειτουργίες για τους ιδιώτες επενδυτές. Εάν η αγορά λειτουργεί σωστά, ο ανταγωνισµός µεταξύ οικογενειών από δέσµες επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές µπορεί να προωθήσει την αποδοτική κατανοµή των πόρων, δηµιουργώντας κίνητρα ώστε οι παραγωγοί να αναπτύσσουν και να πωλούν προϊόντα που ταιριάζουν µε το προφίλ των δυνητικών επενδυτών. Ωστόσο, οι αγορές των εν λόγω προϊόντων χαρακτηρίζονται από έντονες ασυµµετρίες στην πληροφόρηση µεταξύ, αφενός, των δηµιουργών και των διανοµέων των προϊόντων και, EL 2 EL
αφετέρου, των µικροεπενδυτών, καθώς και από συγκρούσεις κύριου διαθέτη-πράκτορα για εκείνους που πωλούν σε ιδιώτες επενδυτές. Αυτές οι δυσλειτουργίες της αγοράς είναι επιζήµιες για τους επενδυτές σε µικροοικονοµικό επίπεδο, όταν γίνονται αντικανονικές πωλήσεις ή αγορές προϊόντων. Σε µακροοικονοµικό επίπεδο, υπάρχει το ενδεχόµενο να αποχωρήσουν οι επενδυτές από τις επενδυτικές αγορές, µε σοβαρές επιπτώσεις για τις εν λόγω αγορές και τις δυνατότητες των ατόµων να φροντίσουν για το οικονοµικό τους µέλλον. Έχουν θεσπιστεί κανονιστικές ρυθµίσεις σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο για την άµβλυνση αυτών των δυσλειτουργιών της αγοράς. Υπάρχουν δύο κεντρικοί πυλώνες που είναι κοινοί σε όλες αυτές τις κανονιστικές ρυθµίσεις: διασφάλιση ότι οι επενδυτές λαµβάνουν αποτελεσµατικές πληροφορίες πριν από τη σύναψη συµβάσεων, και διασφάλιση θεµιτών διαδικασιών πωλήσεων. Αυτές οι κανονιστικές ρυθµίσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχουν εξελιχθεί εν πολλοίς σε τοµεακή βάση. Οι εφαρµοστέοι κανόνες ποικίλλουν ανάλογα µε τη νοµική µορφή του προϊόντος και το νοµικό καθεστώς του προσώπου που πωλεί το προϊόν. Σε ορισµένους τοµείς και για κάποια προϊόντα, δεν υπάρχουν εφαρµοστέοι κανόνες σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στην πραγµατικότητα, υπάρχει ένα «συνονθύλευµα κανονιστικών ρυθµίσεων» σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τις διάφορες δέσµες επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές, και για τα κυκλώµατα µέσω των οποίων διανέµονται. Το γεγονός αυτό έχει ήδη προκαλέσει ευρύ προβληµατισµό όσον αφορά τη συνοχή του κοινοτικού δικαίου. Υφίστανται σηµαντικές διαφορές ως προς το επίπεδο προστασίας των επενδυτών µεταξύ των τοµέων του κλάδου, όπως και άνισοι όροι ανταγωνισµού για τους δηµιουργούς και τους διανοµείς αυτών των προϊόντων. Σε ορισµένα κράτη µέλη, οι εποπτικές αρχές, όπου επιτρέπεται από το κοινοτικό δίκαιο, έχουν ενεργήσει ώστε να αυξήσουν την προστασία των επενδυτών και να εξοµαλύνουν τους όρους ανταγωνισµού, σε περίπτωση που διαπιστώσουν ότι υστερούν οι ευρωπαϊκές απαιτήσεις. Παρόλα ταύτα, αυτή η αντιµετώπιση είναι, κατ ανάγκην, γεωγραφικά περιορισµένη και χωρίς συντονισµό, πράγµα το οποίο καταλήγει σε περαιτέρω απόκλιση των κανόνων και, τουλάχιστον κατ αρχήν, σε επιπρόσθετα εµπόδια για την ανάπτυξη ενιαίας αγοράς αυτών των προϊόντων. Στην παρούσα εκτίµηση επιπτώσεων, εξετάζονται δύο ερωτήµατα: Αυτό το συνονθύλευµα κανονιστικών ρυθµίσεων δηµιουργεί πραγµατικά κινδύνους ζηµιών για τον επενδυτή και στρέβλωσης της αγοράς; Και αν ναι, είναι αναγκαία η αντιµετώπιση σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και ποια µορφή πρέπει να λάβει εν γένει; ιαδικαστικά ζητήµατα Οι εργασίες της Επιτροπής για τις δέσµες επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές πηγάζουν από αίτηµα του Συµβουλίου ECOFIN, του Μαΐου 2007, προς την Επιτροπή, προκειµένου να εξετάσει τη συνεκτικότητα των καθεστώτων του κοινοτικού δικαίου σχετικά µε τη γνωστοποίηση πληροφοριών και τη διανοµή, τα οποία εφαρµόζονται για διάφορους τύπους επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές. Η Επιτροπή προέβη σε εκτενείς διαβουλεύσεις µε τους ενδιαφεροµένους, συµπεριλαµβανοµένης γραπτής πρόσκλησης υποβολής στοιχείων, τον Οκτώβριο του 2007, και ακολούθησε ενηµερωτική δήλωση, τον Μάρτιο του 2008, τεχνική ηµερίδα εργασίας µε τους εκπροσώπους του κλάδου, τον Μάιο του 2008, και ανοικτή ακρόαση υψηλού επιπέδου, EL 3 EL
τον Ιούλιο του 2008, στην οποία συµµετείχαν περισσότεροι από 300 ανώτεροι εκπρόσωποι από τον κλάδο, τις ενώσεις καταναλωτών, τις εθνικές ρυθµιστικές αρχές και τα ευρωπαϊκά θεσµικά όργανα, για να συζητήσουν την εξέλιξη της αγοράς και τους πιθανούς κινδύνους για τους µικροεπενδυτές. Εφόσον αποφασιστεί ότι χρειάζονται ενέργειες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, θα απαιτηθούν τότε περαιτέρω εργασίες εκτίµησης επιπτώσεων, προκειµένου να επισηµανθούν τα συγκεκριµένα αναγκαία µέτρα, καθώς και το κόστος και τα οφέλη τους. Ο αντίκτυπος του γενικού προβλήµατος και ο λόγος δράσης σε κοινοτικό επίπεδο Πώς έχει εκδηλωθεί συγκεκριµένα το γενικό πρόβληµα που επισηµάνθηκε ανωτέρω; Ποιο είναι το κόστος για την ευρωπαϊκή οικονοµία και κοινωνία, και ποιος το επωµίζεται; Από την έλλειψη συνεπούς προσέγγισης των κανονιστικών ρυθµίσεων σε επίπεδο ΕΕ όσον αφορά τη γνωστοποίηση πληροφοριών και τους διαµεσολαβητές πηγάζουν τρία προβλήµατα: Πρώτον, το επίπεδο προστασίας των επενδυτών, που εξασφαλίζεται µε τους κοινοτικούς κανόνες, δεν είναι αρκετά υψηλό για όλα τα σχετικά προϊόντα. εύτερον, οι διαφορές που υπάρχουν στους κοινοτικούς κανόνες στρεβλώνουν τον ανταγωνισµό στην αγορά και ευνοούν τα «λιγότερο ρυθµιζόµενα» προϊόντα. Οι διαφορές στους κοινοτικούς κανόνες ενδέχεται να προσφέρουν κίνητρα για «κανονιστική διαµεσολάβηση», ενισχύοντας έτσι τους κινδύνους να ζηµιωθεί ο επενδυτής, όπως περιγράφεται ανωτέρω. Τρίτον, οι αποκλίνουσες εθνικές προσεγγίσεις ως προς τη γνωστοποίηση πληροφοριών και τη διανοµή, οι οποίες είναι αποτέλεσµα της αντιµετώπισης από τα κράτη µέλη, χωρίς συντονισµό, των κενών και ασυνεπειών του κοινοτικού δικαίου, αυξάνουν τα εµπόδια στις διασυνοριακές συναλλαγές και στην ανάπτυξη ενιαίας αγοράς για δέσµες επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές, µε επακόλουθες επιπτώσεις στην αποτελεσµατικότητα και το µέγεθος της αγοράς. Οι επενδυτές είναι δυνατόν να υποστούν ζηµίες τόσο σε µικροοικονοµικό, όσο και µακροοικονοµικό επίπεδο. Σε µικροοικονοµικό επίπεδο, οι επενδυτές µπορεί να χάσουν χρήµατα ή να προβούν σε επενδύσεις µε εσφαλµένες προσδοκίες ως προς την πιθανή απόδοση σε µακροοικονοµικό επίπεδο, µπορεί να εξασθενήσει η εµπιστοσύνη στις λιανικές αγορές επενδύσεων. Η κανονιστική διαµεσολάβηση µεταξύ των διαφόρων τύπων προϊόντων είναι δυνατόν να εντείνει αυτόν τον αντίκτυπο, υπονοµεύοντας παράλληλα την ανταγωνιστικότητα της αγοράς δεδοµένου του επιπρόσθετου αντικτύπου από τη διατήρηση των εµποδίων στις διασυνοριακές συναλλαγές, γενική συνέπεια θα είναι η αύξηση της αναποτελεσµατικότητας στη διάθεση των πόρων. Η γνώµη των εµπειρογνωµόνων και τα παραδείγµατα των ενδιαφεροµένων υποστηρίζουν την άποψη ότι τα προβλήµατα αυτά πράγµατι προκαλούν σήµερα ζηµίες στους επενδυτές και, σε µικρότερο βαθµό, στρεβλώσεις στην αγορά και µειωµένες διασυνοριακές συναλλαγές. Οι επανειληµµένες αντικανονικές και ακατάλληλες πωλήσεις και αγορές στα διάφορα κράτη µέλη δείχνουν ότι αποκρυσταλλώνονται οι κίνδυνοι για τους επενδυτές. Οι µονοµερείς προσπάθειες ορισµένων κρατών µελών να αντιµετωπίσουν αυτούς τους κινδύνους µέσω τοπικών κανονιστικών ρυθµίσεων αποτελούν εµφανή ένδειξη της οξύτητας EL 4 EL
και της σπουδαιότητας αυτών των προβληµάτων. Ορισµένα κράτη µέλη έχουν επίσης προβεί σε ενέργειες προκειµένου να µειώσουν το ενδεχόµενο κανονιστικής διαµεσολάβησης µεταξύ των διαφόρων κυκλωµάτων διανοµής και τύπων προϊόντων. Όµως αυτές οι µονοµερείς ενέργειες των κρατών µελών είναι ελάχιστα πιθανό να έχουν αισθητό αντίκτυπο στις προοπτικές για διασυνοριακές συναλλαγές ή στα γενικά πρότυπα προστασίας των επενδυτών, δεδοµένης της περιορισµένης γεωγραφικής τους εµβέλειας. Οι ενδιαφερόµενοι ανέφεραν επίσης ότι η έλλειψη συντονισµού συνεπάγεται επιπρόσθετο κόστος για τους συντελεστές της αγοράς που διανέµουν προϊόντα σε διάφορα κράτη µέλη. Ο αντίκτυπος των παρεµβάσεων στις διασυνοριακές συναλλαγές ενδέχεται, ωστόσο, να έχει µικρότερη άµεση σηµασία, δεδοµένου ότι άλλοι παράγοντες µπορεί να περιορίσουν την έκταση αυτών των συναλλαγών για ορισµένα προϊόντα. Ακόµη και από την άποψη των τοπικών αγορών και µόνον, το συνονθύλευµα κανονιστικών ρυθµίσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο και οι επακόλουθες αποκλίνουσες θέσεις που λαµβάνονται σε εθνικό επίπεδο πάλι είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε επιζήµια αποτελέσµατα για τους επενδυτές και σε κανονιστική διαµεσολάβηση. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι ενέργειες των κρατών µελών περιορίζονται, σε µεγαλύτερο ή µικρότερο βαθµό, από το κοινοτικό δίκαιο. Οι διαφορές προσέγγισης στο πλαίσιο της κοινοτικής νοµοθεσίας οδηγούν αναπόφευκτα σε πολύπλοκους συνδυασµούς κανονιστικών ρυθµίσεων µεταξύ προϊόντων στο πλαίσιο των εθνικών αγορών. Για τον λόγο αυτό, τα κενά στην προστασία των καταναλωτών και η ύπαρξη άνισων όρων ανταγωνισµού αποτελούν ευρωπαϊκά προβλήµατα στον ίδιο βαθµό ή ακόµα και µεγαλύτερο που αποτελούν προβλήµατα των τοπικών αγορών. Ο ενδεχόµενος αντίκτυπος από την απουσία δράσης Η απουσία δράσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την αντιµετώπιση των ανωτέρω προβληµάτων συνεπάγεται ότι τα προβλήµατα αυτά θα παραµείνουν. Αυτό δεν σηµαίνει ότι το κανονιστικό περιβάλλον θα παραµείνει αµετάβλητο. Είναι λογικό να υποτεθεί ότι ορισµένα κράτη µέλη µπορεί να λάβουν περαιτέρω µέτρα, ιδίως λόγω της χρηµατοπιστωτικής κρίσης. Τα µέτρα αυτά ενδέχεται να έχουν θετικό αντίκτυπο στα εν λόγω κράτη µέλη όσον αφορά τα δύο πρώτα προβλήµατα που επισηµάνθηκαν, µολονότι οι περιορισµοί που επιβάλλονται από το κοινοτικό δίκαιο µπορεί να περιορίσουν την έκταση του αντικτύπου. Οι ενέργειες αυτές θα οδηγήσουν επίσης σε περαιτέρω απόκλιση των κανονιστικών προσεγγίσεων µεταξύ των κρατών µελών, πράγµα το οποίο ενδέχεται να εµποδίσει τις διασυνοριακές συναλλαγές και να περιπλέξει περαιτέρω το νοµοθετικό τοπίο. Εξάλλου, είναι λίγες οι πιθανότητες να λάβουν µονοµερή µέτρα όλα τα κράτη µέλη, και έτσι ορισµένες αγορές θα µείνουν χωρίς επαρκείς ρυθµίσεις. Είναι επίσης πιθανό να συνεχίσουν να εµφανίζονται αυτορυθµιστικές πρωτοβουλίες, χωρίς περαιτέρω ώθηση από την ΕΕ. Εξάλλου, βρίσκονται υπό εξέλιξη παράλληλες εργασίες σε επίπεδο ΕΕ, οι οποίες µετριάζουν τα προβλήµατα σε ορισµένους τοµείς. (Στις εργασίες περιλαµβάνεται η αναθεώρηση της οδηγίας για το ενηµερωτικό δελτίο, και ενδεχοµένως άλλων τοµεακών οδηγιών η κατάρτιση των βασικών πληροφοριών για τους επενδυτές για την οδηγία «ΟΣΕΚΑ» οι εργασίες για τη βελτίωση της χρηµατοοικονοµικής εκπαίδευσης, σε συνδυασµό µε τα κράτη µέλη και η αναθεώρηση της οδηγίας για την εξ αποστάσεως εµπορία χρηµατοοικονοµικών υπηρεσιών και της οδηγίας σχετικά µε την ασφαλιστική διαµεσολάβηση. Στις πρωτοβουλίες αυτές µπορούν να προστεθούν ευρύτερες εργασίες για τη βελτίωση της ρύθµισης των χρηµατοοικονοµικών υπηρεσιών, που ενδέχεται να αναληφθούν λόγω της χρηµατοπιστωτικής κρίσης.) EL 5 EL
Ωστόσο, µε τις πρωτοβουλίες αυτές είναι δυνατόν χωρίς συντονισµό να αυξηθούν οι ασυνέπειες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και να παραµείνουν τα κενά στις κανονιστικές ρυθµίσεις. Τα προβλήµατα που επισηµάνθηκαν ανωτέρω δεν θα αµβλυνθούν αποτελεσµατικά σε όλα τα κράτη µέλη και τα τµήµατα της αγοράς. Εν ολίγοις, η αντιµετώπιση των προκλήσεων που επισηµάνθηκαν στην εκτίµηση επιπτώσεων χρειάζεται να κατευθύνεται από συνεπή συνολική προσέγγιση. Στόχοι Με βάση την ανάλυση των προβληµάτων, οι επιλογές πολιτικής αξιολογούνται σε συνάρτηση µε την ικανότητά τους να επιτύχουν: υψηλό και συνεπές επίπεδο προστασίας των επενδυτών για όλα τα προϊόντα και τα κυκλώµατα διανοµής, συµπεριλαµβανοµένων εκείνων που δεν υπόκεινται επί του παρόντος σε κοινοτικούς κανόνες σχετικά µε τη γνωστοποίηση πληροφοριών και τη διανοµή οι επενδυτές πρέπει να είναι σε θέση να λαµβάνουν επενδυτικές αποφάσεις εν επιγνώσει και να συγκρίνουν αποτελεσµατικά τις διάφορες προσφορές προϊόντων, διατηρώντας ταυτοχρόνως την εµπιστοσύνη τους στις επενδυτικές συµβουλές που τους παρέχονται ισότιµους όρους ανταγωνισµού για όλους τους τύπους δεσµών επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές, συµπεριλαµβανοµένης της διανοµής τους ενισχυµένη ενιαία αγορά για δέσµες επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές. Ανάλυση των επιλογών Επισηµαίνεται µια σειρά επιλογών δράσης σε επίπεδο ΕΕ, και γίνεται σύγκριση µε την κατάσταση αναφοράς, δηλαδή την απουσία περαιτέρω παρέµβασης. Η ανάλυση είναι, κατ ανάγκην, υψηλού επιπέδου και κατά κύριο λόγο ποιοτική. Θα χρειαστούν λεπτοµερέστερες και ειδικότερες περαιτέρω εργασίες εκτίµησης επιπτώσεων, προκειµένου να υποστηριχθούν οι όποιες εργασίες νοµοθετικής συνέχειας θα συµφωνηθεί να αναληφθούν. Για τον σκοπό αυτό, θα χρειαστεί να συγκεντρωθούν περαιτέρω στοιχεία. Οι επιλογές εξετάζονται χωριστά σε σχέση µε τα δύο βασικά κανονιστικά πεδία που επισηµάνθηκαν (υποχρεωτικές πληροφορίες και κανόνες πώλησης). Ωστόσο, υπάρχουν συνέργειες µεταξύ των δύο πεδίων δέσµη επιλογών που συνδυάζει µέτρα σχετικά µε τη γνωστοποίηση πληροφοριών πριν από τη σύναψη συµβάσεων και µε τις πρακτικές πώλησης είναι πιθανότερο να αποφέρει µεγαλύτερα οφέλη απ ό,τι επιλογές εξεταζόµενες χωριστά. Οι επιλογές που επισηµάνθηκαν και αναλύθηκαν στα δύο πεδία είναι οι εξής: καµία αλλαγή πολιτικής αυτορύθµιση, προωθούµενη από την Επιτροπή σύσταση της Επιτροπής, µε κατευθυντήριες γραµµές σχετικά µε κοινές αρχές και προσεγγίσεις εντολή προς τις επιτροπές «Lamfalussy» για την προώθηση της εποπτικής σύγκλισης και νοµοθετικές ενέργειες σε επίπεδο ΕΕ. EL 6 EL
Στην ανάλυση τονίζεται ότι οι επιλογές που δεν περιλαµβάνουν τουλάχιστον κάποιο στοιχείο τροποποίησης της νοµοθεσίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν θα είναι σε θέση να αντιµετωπίσουν πλήρως τις αντικανονικές καταστάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και ότι αυτό θα περιορίσει τα οφέλη. Η σύγκριση των επιλογών δείχνει ότι οι αυτορυθµιστικές πρωτοβουλίες αναµένεται να έχουν µόνον περιορισµένο αντίκτυπο, ενώ οι εργασίες µέσω των επιτροπών «Lamfalussy» ή µέσω σύστασης της Επιτροπής θα µπορούσε να αναµένεται να αποδώσουν περισσότερα θετικά αποτελέσµατα. Η πλέον ευοίωνη επιλογή, µε τον ισχυρότερο θετικό αντίκτυπο, φαίνεται ότι είναι η νοµοθετική δράση, εν µέρει διότι µπορεί να είναι δεσµευτική και να εξασφαλίζει καλύτερα µια συνεπή και αποτελεσµατική συνολική προσέγγιση. Εξάλλου, χωρίς νοµοθετικές ενέργειες, κατά πάσα πιθανότητα θα παραµείνουν οι διαφορές µεταξύ των κρατών µελών και µεταξύ των τοµέων του κλάδου, λόγω ασυνεπειών σε ευρωπαϊκό επίπεδο και αδυναµιών στον συντονισµό µεταξύ συντελεστών στο πλαίσιο του κλάδου, καθώς και σε εθνικό επίπεδο. Μολονότι οι ενέργειες που περιλαµβάνουν κάποιο νοµοθετικό στοιχείο θα είναι, σύµφωνα µε την ανάλυση, αποτελεσµατικότερες για την επίτευξη των στόχων που επισηµάνθηκαν, µεταξύ των διαθέσιµων επιλογών, δεν αποκλείει η µία την άλλη. Στο παρόν στάδιο, είναι δύσκολο να εκτιµηθεί η πιθανή απόλυτη έκταση των ωφελειών. Στην εκτίµηση επιπτώσεων συνοψίζονται οι διάφοροι µηχανισµοί µε τους οποίους είναι δυνατόν να αυξηθούν τα οφέλη και παρουσιάζεται ποιοτική άποψη ως προς τη σχετική βαρύτητά τους. Τα επιπρόσθετα οφέλη ενδέχεται να διαφέρουν σηµαντικά, ανάλογα µε το πόσο λεπτοµερείς θα είναι οι επακόλουθες ενέργειες, οπότε οι περαιτέρω εργασίες εκτίµησης επιπτώσεων είναι ζωτικής σηµασίας. Από την άποψη του κόστους, οι αλλαγές στις δραστηριότητες γνωστοποίησης πληροφοριών ή στις πρακτικές πώλησης συνεπάγονται ενδεχοµένως για τις εταιρείες σηµαντικό κόστος συµµόρφωσης και διοικητικές δαπάνες οι επιλογές ενδέχεται να διαφέρουν ως προς τον αντίκτυπό τους στο κόστος άλλων φορέων, όπως οι εθνικές εποπτικές αρχές, οι επιτροπές εποπτικών αρχών και η ίδια τη Επιτροπή. Σε µεταγενέστερο στάδιο, θα διενεργηθεί χωριστή εκτίµηση επιπτώσεων για τα επακόλουθα µέτρα, η οποία θα περιλαµβάνει επακριβή µέτρηση της διοικητικής επιβάρυνσης, µε χρήση του τυποποιηµένου υποδείγµατος κόστους. Είναι πιθανό να είναι µεγαλύτερα τα οφέλη της δράσης, εάν γίνει συντονισµός µε άλλες εργασίες, για τη χρηµατοοικονοµική εκπαίδευση των επενδυτών, µε τον κλάδο, ώστε να εξασφαλιστεί αποτελεσµατική δέσµευση για την εφαρµογή των µέτρων, και µε τις εθνικές ρυθµιστικές αρχές, ώστε να εξασφαλιστεί αποτελεσµατική και συντονισµένη εποπτεία. EL 7 EL
Συµπεράσµατα Βασική πρόκληση, µετά την εκδήλωση της χρηµατοπιστωτικής κρίσης, θα είναι η αποκατάσταση της εµπιστοσύνης των καταναλωτών στις χρηµαταγορές. Για να αντιµετωπιστεί αυτή η πρόκληση είναι απαραίτητο υψηλό επίπεδο διαφάνειας των προϊόντων και επαγγελµατισµού στον χρηµατοοικονοµικό τοµέα. Εποµένως, το ευρωπαϊκό ρυθµιστικό πλαίσιο για δέσµες επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές επιβάλλεται να αντικατοπτρίζει την πραγµατικότητα των σύγχρονων χρηµατοπιστωτικών αγορών, και η έλλειψη συνοχής, που προκύπτει από παρωχηµένες κανονιστικές ρυθµίσεις, να µην εµποδίζει την παροχή υψηλού επιπέδου προστασίας των επενδυτών και την επικράτηση ισότιµων όρων ανταγωνισµού για επενδυτικά προϊόντα σε ολόκληρη των ΕΕ. Στην παρούσα εκτίµηση επιπτώσεων εξετάστηκε το ρυθµιστικό τοπίο για δέσµες επενδυτικών προϊόντων για ιδιώτες επενδυτές σε ευρωπαϊκό επίπεδο και σκιαγραφήθηκαν σαφείς διαφορές που υπάρχουν στους κανόνες που αφορούν τη γνωστοποίηση πληροφοριών πριν από τη σύναψη συµβάσεων και τις πρακτικές πώλησης για τα διάφορα προϊόντα και τοµείς. εν κατέστη δυνατόν, µε τα διαθέσιµα στοιχεία, να εξεταστεί επακριβώς η κλίµακα των προβληµάτων που προκύπτουν από το εν λόγω κατακερµατισµένο ρυθµιστικό πλαίσιο. Ωστόσο, υπάρχουν εύλογα παραδείγµατα ζηµιών για τους επενδυτές και ποιοτικά τεκµήρια από µια σειρά ενδιαφεροµένων σχετικά µε τον αντίκτυπο των κενών και των ασυνεπειών στο κοινοτικό δίκαιο. Μολονότι ορισµένα κράτη µέλη αποπειράθηκαν να αντιµετωπίσουν αυτά τα ζητήµατα στα όρια της δικαιοδοσίας τους, η τάση αυτή δεν υπήρξε συστηµατική σε όλα τα κράτη µέλη, ούτε υπήρξε συντονισµός µεταξύ τους, πράγµα το οποίο κατέληξε σε περαιτέρω κατακερµατισµό του ρυθµιστικού πλαισίου, µε ενδεχόµενο αντίκτυπο στους παρόχους διασυνοριακών υπηρεσιών, και άρα στην ενιαία αγορά. Εξάλλου, µε ενέργειες στο επίπεδο κρατών µελών δεν µπορούν να αντιµετωπιστούν πλήρως οι ασυνέπειες των κανονιστικών ρυθµίσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ελλείψει νοµοθετικής δράσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, θα εξακολουθούν να παραµένουν σηµαντικά προβλήµατα, όπως οι ζηµίες των καταναλωτών, η στρέβλωση του ανταγωνισµού µεταξύ οικογενειών προϊόντων, βάσει κανονιστικής διαµεσολάβησης, και, σε µικρότερο βαθµό, εµπόδια στην ανάπτυξη της ενιαίας αγοράς. Από την υψηλού επιπέδου ανάλυση των επιλογών φαίνεται ότι η εν λόγω δράση θα συνεπάγεται υλικό κόστος, αλλά και οφέλη σε όλα αυτά τα πεδία. Επί αυτής της βάσεως, συνιστάται να αναληφθούν νοµοθετικές ενέργειες, τόσο για τη γνωστοποίηση πληροφοριών πριν από τη σύναψη συµβάσεων, όσο και για τις πρακτικές πώλησης. Στην παρούσα εκτίµηση επιπτώσεων εξετάστηκε η ανάγκη για νοµοθετικές ενέργειες, προκειµένου να αποκατασταθούν οι ελλείψεις που επισηµάνθηκαν. εν εξετάστηκε η επακριβής µορφή και το περιεχόµενο των όποιων σχετικών µέτρων. Για τη διεξοδική εκτίµηση του κόστους και του οφέλους θα απαιτηθεί σαφής προσδιορισµός του είδους της υπό εξέταση παρέµβασης, η οποία θα εξαρτηθεί από τις επακόλουθες εργασίες µέχρι την προσεχή ανακοίνωση. Θα απαιτηθούν σηµαντικές επιπρόσθετες εργασίες, προκειµένου να διαµορφωθεί νοµοθετική λύση µε αποτελεσµατικούς στόχους, η οποία να επιτυγχάνει τη βέλτιστη εξισορρόπηση µεταξύ κόστους και ωφελειών. EL 8 EL