ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΠΟΙΝΙΚΟΥ 1. Να εξωτερικεύσουμε τί πιστεύουμε για τον Ποινικό Κώδικα και να δώσουμε παραδείγματα αδικημάτων που πιστεύουμε ότι χρειάζονται εκσυγχρονισμό. Πχ. κτηνοβασία είναι εντελώς αχρίαστη η ποινή που της καθορίζει ο κώδικας ενώ υπάρχουν ποιο σημαντικά αδικήματα που θα έπρεπε να επιφέρουν μεγαλύτερη ποινή. Τί είναι εκσυγχρονισμός? Υπάρχει πρόβλημα διατύπωσης των αδικημάτων. Εκσυγχρονισμός στην ορολογία και την εξέλιξη της κοινωνία όσο και στις επιβαλλόμενες ποινές. Απηχεί την τιμωρία των αδικημάτων κατά τον καιρό της θέσπισής του. Σεξουαλικά αδικήματα έχουν εξελιχθεί τόσο πολύ, π.χ. ΠΚ ποινικοποιεί τη συνουσία μεταξύ ανδρών, η οποία ποινικοποιείται μόνο όταν γίνεται με τρόπο που να προκαλεί τα δημόσια ήθη. Κύπρος έχει επικυρώσει νεότερα νομοθετήματα και συμβάσεις των οποίων οι ορισμοί συγκρούονται με τους ορισμούς του Ποινικού Κώδικα. Με την τελευταία τροποποίηση το αποζεί από κέρδη πορνείας και η μαστροπεία δεν απαιτούν ενισχυτική μαρτυρία. Με τις διάφορες διεθνείς συμβάσεις έχουν αυξηθεί οι επιβαλλόμενες ποινές (αυστηρότερες). Πλέον ατόνησε το αδίκημα υποχρέωση παιδιού να συντηρεί τους γονείς του. Οι επιβαλλόμενες ποινές με βάση το 26 καθιερώνονται στη φυλάκιση, χρηματική ποινή και επιτήρηση. Σήμερα με άλλους νόμους έχουν καθιερωθεί και άλλες ποινές όπως η κοινοτική εργασία, η θέση των ανήλικων κάτω από φύλαξη. Ο ΠΚ εκσυγχρονίζεται με τη θέσπιση άλλων νομοθετημάτων και χάνει το χαρακτήρα του κώδικα αφού για να τον εφαρμόσεις χρειάζεται να ανατρέξεις σε πολυνομία. Πρόβλημα υπάρχει στο άρθρο 4 του ΠΚ που λεει ότι όπου υπάρχει πρόβλημα ανατρέχουμε στα ισχύοντα στην Αγγλία, π.χ. ηλεκτρονικό έγκλημα άγνωστο στον ΠΚ και χρειάζεται να ανατρέχουμε σε άλλα νομοθετήματα. Μετά τη θέσπιση του Συντάγματος (188) ανατρέχουμε στα ισχύοντα στην Αγγλία μέχρι την ημέρα της ανεξαρτησίας μας. Καλούμαστε να εφαρμόσουμε ισχύοντα στην Αγγλία, που δεν ισχύουν σήμερα. Πράγματα που και οι ίδιοι οι Άγγλοι εγκατέλειψαν. Στα πλαίσια εκσυγχρονισμού του ΠΚ θα πρέπει να ενσωματωθούν σ αυτόν νομοθεσίες που επιβάλλουν ποινές σε αδικήματα τα οποία ήδη προβλέπονται στον ΠΚ και παράλληλα σε άλλες νομοθεσίες ή σε αδικήματα άγνωστα κατά τη θέσπιση του ΠΚ όπως π.χ. η εκμετάλλευση ανηλίκων με ηλεκτρονικό τρόπο. Πρέπει να εκσυγχρονιστεί στο θέμα των ποινών ώστε να είναι ανάλογες με τη σοβαρότητα του αδικήματος όπως αντικατοπτρίζεται με τις σημερινές συνθήκες, αλλά και να προβλεφθούν και νέες ποινές π.χ. ψυχιατρική παρακολούθηση, κοινοτική εργασία ώστε το δικαστήριο να έχει διακριτική ευχέρεια να επιβάλλει ποινές σύγχρονης μορφής αναμόρφωσης. Τρία επίπεδα εκσυγχρονισμού: 1
1. Εκσυγχρονισμός διατύπωσης αδικημάτων και εισαγωγής νέων αδικημάτων. 2. Εκσυγχρονισμός των ποινών 3. Απεξάρτησή του από το αγγλικό δίκαιο με βάση το άρθρο 4. Ζωοκλοπή ποινικοποιείται ως κακούργημα. (υπήρχε ποινή μαστιγώματος). ΠΚ δεν προβλέπει τρόπο αναθεώρησης των προστίμων. Η αύξηση των χρηματικών ποινών γίνεται με ξεχωριστό νόμο και όχι αυτόματα. Σοβαρότητα του αδικήματος πλέον δεν αντικατοπτρίζεται στην ποινή. Λόγω κοινωνικών αλλαγών υπάρχει ατονία σε ορισμένα αδικήματα. 2. Ο ρόλος του δικηγόρου υπεράσπισης στην επιβολή και στον καθορισμό της ποινής (κάποια πράγματα δεν πρέπει να λέγονται εφόσον είναι αυτονόητα ενώ κάποια άλλα πρέπει να τονίζονται απο τον δικηγόρο). Δικηγόρος υπεράσπισης αλλάζει ρόλο από τη στιγμή που ο κατηγορούμενος είτε παραδεχθεί είτε βρεθεί ένοχος. Από εκείνη τη στιγμή δεν πρέπει να σκέφτεται πως θα εκμηδενίσει το αδίκημα διότι η παραδοχή ή καταδίκη αναιρούν την έννοια της υπεράσπισης. Θα πρέπει να επιδιώξει την προβολή τέτοιων ελαφρυντικών που να δικαιολογούν την ανάλογη μείωση της ποινής αλλά και να άρει τη σοβαρότητα των περιστατικών που θα μπορούσαν να προβληθούν ως επιβαρυντικά. Δηλαδή: (α) να μην προβάλει γεγονότα που είτε αναιρούν ένα από τα στοιχεία του αδικήματος ώστε να δημιουργούν υπεράσπιση (σε αυτό το στάδιο δεν μπορεί να τα προβάλει), είτε να προβάλλει γεγονότα που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν υπεράσπιση. (β) Να προβάλει τέτοια γεγονότα ώστε να είναι ελαφρυντικά. Για παράδειγμα οικογενειακή κατάσταση. Αν υπάρχει άρνηση της Κατηγορούσας Αρχής γίνεται Newton Hearing ως προς το αμφισβητούμενο γεγονός και να προσκομιστεί μαρτυρία που να το υποστηρίζει. (γ) Να προσπαθήσει να μειώσει τη σημασία των επιβαρυντικών παραγόντων, π.χ. αν υπάρχει προηγούμενη καταδίκη να εξηγήσει τους λόγους που τον οδήγησαν να το επαναλάβει, ή να αναφέρει ότι ήταν πριν πολλά χρόνια, να προσκομίσει πιστοποιητικά αν πρέπει να δείξει τη ψυχική κατάσταση. Να μην προβαίνει σε αόριστους ισχυρισμούς. 2
(δ) Να εισηγείται το ύψος της ποινής, σε αναφορά με νομολογία και τα περιστατικά που ήδη εξέθεσε και τον τρόπο έκτισή της. Να επιδιώξει να πείσει τον δικαστή για την επιβολή της χαμηλότερης ποινής και να δείξει ειδικούς λόγους για την αναστολή. Όπου προνοείται ειδική ποινή, π.χ. κοινοτική εργασία, να προβάλλει λύσεις. Καθοδηγείται το Δικαστήριο. Ο δικηγόρος υπεράσπισης είναι το στόμα του κατηγορούμενου, και έτσι πρέπει να αισθάνεται γιατί η δικονομία μας δεν επιτρέπει στον κατηγορούμενο να απολογηθεί. Δεν έχει βήμα η δικονομία μας που να δίνει στον κατηγορούμενο τη δυνατότητα να μιλά ο ίδιος. 3. Η σοβαρότητα του αδικήματος φαίνεται από την προβλεπόμενη ποινή? (εδώ να δώσουμε έμφαση στην φύση του αδικήματος και την σοβαρότητα της μορφής του στην επιβολή της ποινής πχ. μια άσεμνη επίθεση μπορεί να είναι ελαφριάς μορφής ενώ σε κάποιες αλλες περιπτώσεις μπορεί να είναι πολύ σοβαρής μορφής). Η προβλεπόμενη ποινή, με βάση το 29 του ΠΚ είναι η μέγιστη δυνατή. Δεν είναι καν ενδεικτική γιατί κάθε αδίκημα έχει τα δικά του περιστατικά, π.χ. πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης (243) τιμωρείται ως πλημμέλημα με 3 χρόνια φυλακή. Η κάθε ποινή αναφέρεται στη πρόκληση της μέγιστης δυνατής βλάβης που μπορεί να προκληθεί με το αδίκημα. Εφαρμόζεται το 29 που λεει ότι όταν προβλέπεται μια ποινή μπορούν να επιβληθούν και οι μικρότερες. Η σοβαρότητα του αδικήματος κρίνεται από τα περιστατικά διάπραξής του και όχι από την ποινή που προβλέπεται ως η μέγιστη για το συγκεκριμένο αδίκημα. Επίσης η σοβαρότητα κρίνεται από την συχνότητα και την έξαρση του αδικήματος, από την κοινωνική αποτροπή που θέλουμε να επιτύχουμε (π.χ. εργοδότηση αλλοδαπών θεωρείται σοβαρότερο αυτό το καιρό), και από την εξατομίκευση (τα ιδιαίτερα περιστατικά της υπόθεσης). 4. Η έξαρση ενός αδικήματος λειτουργεί ως επιβαρυντικός παράγοντας για την γενική αποτροπή? Γενικά αποτρεπτική ποινή είναι αποτελεσματική? Είναι ηθικά ορθό ανάλογα με την φύση του αδικήματος να τιμωρείται καποιος αυστηρότερα απο κάποιον αλλο? (έξαρση αδικήματος και επιβολή ποινής). Γενική αποτροπή. Ο χαρακτήρας της ποινής είναι αποτρεπτικός (ως προς την κοινωνία) και αναμορφωτικός (ως προς τον δράστη). Για να λειτουργήσει η αναμόρφωση πρέπει ο δράστης να πεισθεί ότι η ποινή είναι δίκαιη. Για να είναι δίκαιη πρέπει να είναι 3
αποτρεπτική. Σχετικό το άρθρο 12 Συντάγματος, ποινή πρέπει να είναι ανάλογη του αδικήματος, καθιερώνει την αρχή της αναλογικότητας. Η έξαρση του αδικήματος είναι επιβαρυντικός παράγοντας, και είναι νομολογημένο. Η γενικά αποτρεπτική ποινή είναι το ίδιο μη αποτελεσματική με την υπερβολικά χαμηλή ποινή, γιατί η παράλειψη εξατομίκευσης της ποινής προσκρούει στο Σύνταγμα και την αρχή της αναλογικότητας της ποινής και κρίνεται και από την κοινωνία ως άδικη, επομένως προκαλεί αντίδραση. Η ποινή, σε περίπτωση συγκατηγορουμένων, για τους οποίους συντρέχουν τα ίδια δεδομένα θα πρέπει να είναι ανάλογη. Δεν μπορεί να υπάρχει άνιση μεταχείριση (28Σ) εκτός αν αυτή δικαιολογείται από διαφορετικά δεδομένα. Επομένως είναι και ηθικά και νομικά εσφαλμένη η επιβολή ποινής βαρύτερης σε κάποιο από κάποιον άλλο χωρίς να δικαιολογείται από τα περιστατικά. Αν η ποινή επιβλήθηκε σε διαφορετικό χρονικό σημείο και κάτω από διαφορετικά δεδομένα έξαρσης τότε δικαιολογείται, π.χ. αυξητική τάση των ποινών για την εμπορία ναρκωτικών (1985, 4 χρόνια για εμπορία 12 κιλών κοκαίνης, 2008, 12 χρόνια για ίδια κιλά). Η έξαρση επομένως και η μεταβολή των κοινωνικών συνθηκών δικαιολόγησε και ηθικά και νομικά τη μεταβολή. 5. Πρακτικό πάνω στην επιμέτρηση ποινής (βλέπε απόσπασμα απο βιβλίο Καπαρδή) π.χ. δύο που τιμωρούνται για το ίδιο αδίκημα αν υπάρχει διαφοροποίηση στην ποινή που θα τους επιβάλει το Δικαστήριο πρέπει να αιτιολογέιται μια τέτοια απόφαση ανάλογα με τους ελαφρυντικούς παράγοντες. Ο ΓΕ έχει ανεξέλεγκτη εξουσία να απαλλάξει έναν κατηγορούμενο. Το Δικαστήριο μέσα στα πλαίσια της ίσης μεταχείρισης έχει την διακριτική ευχέρεια να μειώσει ανάλογα την ποινή του συγκατηγορούμενου. Λαμβάνεται υπόψη ως ελαφρυντικός παράγοντας. 6. Πρακτικό πάνω στο Αρθρο 4. Ορισμός πλημμελήματος. Το πλημμέλημα με βάση το άρθρο 4 ορίζεται ως το αδίκημα που είτε τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι 3 χρόνια, είτε καθορίζεται ως πλημμέλημα ειδικά από το νόμο (αν και τιμωρείται με ποινή μεγαλύτερη των 3 ετών). Αυτή η διαφοροποίηση έχει ατονίσει πλέον με την παροχή στον ΓΕ της δυνατότητας από το 24.2 του περί Δικαστηρίων Νόμου, να επιτρέπει την καταχώρηση υποθέσεων που τιμωρούνται μέχρι 5 χρόνια φυλάκισης για να δικάζονται συνοπτικά. Αν ένα αδίκημα τιμωρείται ως κακούργημα (πάνω από 3 χρόνια φυλάκισης), ο ΓΕ αν πιστεύει ότι υπό τα 4
περιστατικά το Δικαστήριο δεν θα επιβάλει ποινή φυλάκισης πέραν των 5 ετών δικαιούται να το παραπέμψει για συνοπτική εκδίκαση. Σιωπηρά έτσι επεκτείνεται ο ορισμός του πλημμελήματος στην ουσία σε 5 χρόνια. Παρ όλα αυτά τυπικά ακόμα υφίσταται ο ορισμός του άρθρου 4 του ΠΚ. Πρακτικά ο ορισμός επεκτείνεται ανάλογα με το πως θα χειριστεί το συγκεκριμένο αδίκημα ο ΓΕ. 7. Πρακτικό πάνω στο Αρθρο 213. Εκρηξη. Το 213 θεσπίστηκε όταν η ιατρική ήταν σε πολύ χαμηλό επίπεδο. Σήμερα μπορούμε να γνωρίζουμε ακριβώς. Έχει στην ουσία ατονίσει η εφαρμογή του 213. Ενεργεί όμως ως μορφή παραγραφής του αδικήματος του φόνου εκ προμελέτης γιατί μπορεί να καταδικαστεί κάποιος για ανθρωποκτονία ή για πρόκληση βαριάς σωματική βλάβης (228) που και τα δύο τιμωρούνται με ισόβια. Ο χρόνος λήγει την προηγούμενη της ημερομηνίας διάπραξης. Το 213 εφαρμόζεται όταν ο θάνατος επέλθει την επέτειο της διαπράξεως. (R. v. Dyson ο ένας χρόνος και μία μέρα μετρά από την τελευταία παράνομη πράξη). 8. Άρθρο 14, ποινική ευθύνη παιδιών κάτω των 14 ετών. Σχολιασμός για τυχόν τροποποίηση που χριάζεται το συγκεκριμένο άρθρο. Πρέπει να αλλάξει ή όχι? Το άρθρο 14 κατοχυρώνει απόλυτο αποκλεισμό των ανηλίκων από ποινικό αδίκημα, η Πολιτεία έκρινε ότι πρέπει να τυγχάνουν άλλης μεταχείρισης, όπως π.χ. κηδεμονία και αναμόρφωση. Δεν θα πρέπει να δικάζονται από τα συνήθη δικαστήρια. Το ίδιο και ο περί Ανηλίκων Παραβατών νόμος καθιερώνει τα 14 χρόνια ως όριο για την ποινική ευθύνη. Ο νόμος αυτός είναι ελλιπής διότι θα πρέπει να καθιερωθούν μηχανισμοί ελέγχου των ποινικών ενεργειών των ανηλίκων, όπως ένα είδος δικαστηρίου ανηλίκων που να μπορεί να επιβάλλει κυρώσεις (όχι ποινές) προστασίας και παρακολούθησης. Σήμερα έχουμε σοβαρό πρόβλημα με την παραβατικότητα των νέων στα σχολεία, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να διωχθούν και η δίωξη αυτή (υπό μορφή ένταξης σε πρόγραμμα παρακολούθησης) πρέπει να επεκτείνεται όχι μόνο στους ίδιους αλλά και στην οικογένειά τους διότι η ενέργεια του ανήλικου θα πρέπει να θέτει την οικογένεια σε πρόγραμμα παρακολούθησης ώστε να αντιμετωπίζονται στη ρίζα τους οι αιτίες της παραβατικότητα. Τα αντίστοιχα νομοθετήματα για ανήλικους ναρκομανείς καθιερώνουν το ίδιο όριο ηλικίας. Δεν χρειάζεται τροποποίηση του άρθρου αρκεί να δημιουργηθεί άλλος μηχανισμός. 5
9. Άρθρα 29 και 31, πρόστιμο και ποινή. Βάση του 29 εξαιρουμένου του φόνου εκ προμελέτης, η μέγιστη ποινή εμπεριέχει και τις μικρότερες. Αφού το 29 επιτρέπει και την επιβολή και μικρότερης ποινής σημαίνει ότι η φυλακή μπορεί να μετατραπεί σε πρόστιμο. Η διαβάθμιση των ποινών προβλέπεται από το 26 (που προβλέπει τις ποινές). Η επιβολή χρηματικής ποινής με βάση το 31, εκεί όπου προβλέπεται στο αδίκημα μόνο φυλάκιση, πρέπει να βρίσκεται σε αναλογία με τη σοβαρότητα του αδικήματος. Δεν πρέπει ο Δικαστής να έχει στο μυαλό του για την επιβολή της ποινής το ύψος της ζημιάς του θύματος γιατί η χρηματική ποινή δεν αποζημιώνει το θύμα, αλλά τον τιμωρεί έναντι της δημόσιας τάξης. Αποσυναρτάται η επιβολή ποινής από την αποζημίωση. Η σχέση του 29 με το 31 είναι σχέση υπαγωγής του 31 στη διακριτική εξουσία του 29, το οποίο είναι γενικότερης εφαρμογής άρθρο. Ο Δικαστής εκτός από την ποινή φυλάκισης (αν την αποφασίσει) δεν μπορεί παράλληλα να επιβάλει και πρόστιμο, εκτός αν ο νόμος το επιτρέπει, π.χ. 242 στην κοινή επίθεση επιτρέπεται στο Δικαστή να επιβάλει είτε φυλάκιση, είτε πρόστιμο, είτε και τις δύο ποινές. Σε αδικήματα που δεν υπάρχει η ρητή δυνατότητα επιβολής και των δύο ποινών ο Δικαστής πρέπει να επιλέξει μία εκ των δύο. Το άρθρο 35 ορίζει ότι σε πλημμελήματα στα οποία δεν προβλέπεται ειδική ποινή μπορεί να επιβληθούν δύο χρόνια φυλάκιση, ή πρόστιμο 1500 ΛΚ, ή και οι δύο ποινές. Το άρθρο 35 δεν εφαρμόζεται όπου προβλέπεται ρητά η ποινή στο νόμο. 10. Φόνος εκ προμελέτης (σύγκριση δύο αποφάσεων και των νομικών τους στοιχείων, κοινά σημεία και διαφορές ). Απόδειξη προσχεδιασμού. Δυνατότητα διαφυγής. Ο φόνος μπορεί να προσχεδιαστεί, όμως μπορεί να υπάρχει το ενδεχόμενο στάδιο της διαφυγής. Η δυνατότητα διαφυγής από το σχέδιο, είναι μέρος του προσχεδιασμού. Αν το σχέδιο γίνει πάνω στη ψυχική έξαρση και διαταραχή δεν αποτελεί προμελέτη. Η προμελέτη απαιτεί τη δημιουργία λογικά συλλογισμών και την ευκαιρία αναθεώρησής τους. Ο φόνος είναι εξαιρετικό αδίκημα (άρθρο 29 δεν μπορεί να διαβαθμιστεί) και δεν μπορεί να καταδικάζεται κάποιος για φόνο, όπου αποκλειστική ποινή είναι ισόβια, χωρίς να υπάρχουν με σαφήνεια τα στοιχεία του φόνου: προμελέτη, δυνατότητα εκ δευτέρου σκέψης και διάπραξη. 6