Εισαγωγή στην Εκπαιδευτική Πολιτική

Σχετικά έγγραφα
Εισαγωγή στην Εκπαιδευτική Πολιτική

Το Ελληνικό Εκπαιδευτικό Σύστημα

Αγωγή και Εκπαίδευση στη Νεώτερη Ελλάδα

Εισαγωγή στην Εκπαιδευτική Πολιτική

Η προσχολική εκπαίδευση και η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών στην Ελλάδα και στις ελληνικές κοινότητες της διασποράς

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ TOT ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΣΤΑ ΑΕΙ ΣΤΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΤΗΣ ΑΒΣΘ ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

TO NEO ΣΧΟΛΕΙΟ. Τα µαθήµατα του κοινού εκπαιδευτικού προγράµµατος (γενικής παιδείας) είναι τα εξής:

Ιστορία της Εκπαίδευσης στο Ελληνικό Κράτος. Δρ. Μενέλαος Χαρ. Τζιφόπουλος

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΜΠΛΙΟΥΜΗΣ ΒΕΛΕΣΤΙΝΟ

Ευρωπαϊκή Επιτροπή ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ ΤΡΕΧΟΥΣΕΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Νέα προγράµµατα σπουδών αναμένεται να ανακοινώσει το υπουργείο Παιδείας

β) Τη σύνδεσή µε την αγορά εργασίας,τις ανάγκες της παραγωγής και τις πολιτικές απασχόλησης.

ΕΠΙΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗ & ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΣΧΟΛΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ 30 Ιουνίου 2011

Εισαγωγή στις Επιστήμες της Αγωγής

Τίτλος Μαθήματος: Οργάνωση και λειτουργία του νηπιαγωγείου. Ενότητα: ΤΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

VII. ΙΣΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ : ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΕΚΠ/ΚΩΝ ΕΥΚΑΙΡΙΩΝ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΚΑΙ ΦΥΛΟ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

ΕΥΗ ΧΡΙΣΤΟΦΙΛΟΠΟΥΛΟΥ - "ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΟ ΝΕΟ ΛΥΚΕΙΟ ΜΕ ΕΥΡΕΙΑ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ"

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

Αρ. Πρωτ. 461 Αθήνα 26/01/2018 Προς Τον Υπουργό Παιδείας κ. Κωνσταντίνο Γαβρόγλου Tη Σύνοδο Προέδρων και Κοσμητόρων Των Παιδαγωγικών Τμημάτων

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

Ιστορία της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης στην Ελλάδα: Το παράδειγμα των Φιλοσοφικών Σχολών

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Ειδικό Επαγγελματικό Γυμνάσιο, Ειδικό Επαγγελματικό Λύκειο και Ειδικό Επαγγελματικό Γυμνάσιο με Τάξεις Ειδικού Επαγγελματικού Λυκείου

Αναλυτικά οι Ομάδες Προσανατολισμού των Πανελλήνιων εξετάσεων:

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: Ιστορική αναδροµή του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήµατος. Οι µεταρρυθµίσεις του Το σηµερινό εκπαιδευτικό σύστηµα

Θέμα: «Αναθέσεις των μαθημάτων της μουσικής στους εκπαιδευτικούς του ενοποιημένου κλάδου ΠΕ79 Μουσικής Αγωγής σύμφωνα με τον νέο Ν.

Νόµος 1824 της

Ιστορική αναδρομή Δρ. Δημήτριος Γκότζος

Το νέο πρόγραμμα σπουδών στο Λύκειο περιγράφεται στην τροπολογία που κατέθεσε ο υπουργός Παιδείας Ανδρέας Λοβέρδος στη Βουλή.

«Εγκύκλιες οδηγίες για το τυπικό προσόν της πιστοποιημένης παιδαγωγικής και διδακτικής επάρκειας των νεοπροσλαμβανόμενων ιδιωτικών εκπαιδευτικών».

Ιστορική επισκόπηση της Εσπερινής Εκπαίδευσης στην Ελλάδα το Νυχτερινό Γυμνάσιο στο κατώφλι του 21 ου αιώνα. Δρ. ΧΑΡΑ ΡΙΖΟΥ Φιλόλογος

Η εξέλιξη της ελληνικής παιδαγωγικής σκέψης και πράξης

1. Ο Ν. 3966/2011 ενοποιεί τα Πειραματικά και τα Πρότυπα Σχολεία εξομοιώνοντας τα.

ΘΕΜΑ: Εποπτεία λειτουργίας ξένων σχολείων και συμπλήρωση στατιστικών στοιχείων.

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ

Παιδαγωγοί και παιδαγωγική σκέψη στον ελληνόφωνο χώρο (18ος αιώνας Μεσοπόλεμος)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΩΝ ΓΕΝΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ ΤΟ ΝΕΟ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

(δ) Ο Μαθητής γίνεται «γλωσσοµαθής». Αποκτά επάρκεια στη χρήση προφορικά και γραπτά τουλάχιστον µιας ξένης γλώσσας και σε δεύτερη φάση δυο ξένων

Παιδαγωγική επάρκεια πτυχιούχων του Τμήματος Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

ηµοκρίτειο Πανεπιστήµιο Θράκης» Ο ΠΡΟΕ ΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ αρµοδιοτήτων του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονοµικών Χρήστου Σταϊκούρα» (Β 2105).

8 ο ΓΕΛΠάτρας ΕρευνητικήΕργασία Μάιος 2012

OΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ Βασικά συµπεράσµατα

334 Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπαίδευσης Δυτ. Μακεδονίας (Φλώρινα)

ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΝΕΟ ΛΥΚΕΙΟ (Για τελειόφοιτους )

Επιμέλεια Μάκης Τσαμαλίκος

Όλο το άρθρο έχει ως ακολούθως: ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ (ΕΠΑ.Λ.) ή ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ (ΓΕ.Λ.)

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ. Κ. Κακαζιάνη Μαρίνα, κ. Διαμαντοπούλου. Μάθησης και Θρησκευμάτων

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Ι. ΠΡΟΛΟΓΟΣ 9-11 II. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Πίνακας ΜΕΡΟΣ Α' ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣ ΜΟΥ

2. Στα άτομα αυτά περιλαμβάνονται όσοι:

Εισαγωγή του Γερμανικού Διεθνούς Απολυτηρίου DIAP στη Γερμανική Σχολή Αθηνών

Eurybase The Information Database on Education Systems in Europe

Oι συνολικές θέσεις εισακτέων το 2009 στα Ελληνικά ΑΕΙ: 4370 και το

Άρθρο 39: Θέματα πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης

ΠΡΟΣ: ΚΟΙΝ: ΘΕΜΑ: Προγράμματα για την ενεργό ένταξη Παλιννοστούντων, Αλλοδαπών και Ρομά μαθητών στο Εκπαιδευτικό μας σύστημα

Άρθρο 2. Διάρθρωση Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων Γενικού Λυκείου

Εισαγωγή του Γερμανικού Διεθνούς Απολυτηρίου DIA στη Γερμανική Σχολή Αθηνών

ΘΕΜΑ: «Αναθέσεις μαθημάτων των Α, Β και Γ τάξεων Ειδικού Γυμνασίου και των Α, Β και Γ τάξεων του Ειδικού Λυκείου»

Γιατί αγωνίζονται οι εκπαιδευτικοί;

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ. Θέμα: Το νέο σύστημα εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση για το σχολικό έτος

ΠΡΟΤΑΣΗ ΟΛΤΕΕ ΓΙΑ ΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ

Σελίδα Page

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

1. Εισαγωγή. 1. Θέματα εκπαίδευσης και αγωγής. 2. Θέματα μάθησης και διδασκαλίας. 3. Ειδική διδακτική και πρακτική άσκηση.

ΝΕΟ ΛΥΚΕΙΟ ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

Eρευνητικό υποερώτημα H Κατάσταση της γυναικείας εκπαίδευσης τον 19ο αίωνα

I. ΠΡΟΛΟΓΟΣ 9-11 II. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Πίνακας ΜΕΡΟΣ Α' ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΠΛΗ ΘΥΣΜΟΥ

Πηγή: imerisia.gr. Όπως αναφέρει το υπουργείο, οι αλλαγές γίνονται γιατί:

ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΚΑΡΔΙΤΣΑΣ ΤΟ ΝΕΟ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Μ Ε Ρ Ο Σ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΒΑΘΜΙΔΑ ΕΚΠΑΙ ΔΕΥΣΕΩΣ 17-90

Ολοήμερα Δημοτικά Σχολεία με Ενιαίο Αναμορφωμένο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα. Σοφία Καλογρίδη Σχολική Σύμβουλος

ΦΥΛΟ, ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ

Συντάχθηκε απο τον/την Administrator Παρασκευή, 27 Μάιος :40 - Τελευταία Ενημέρωση Παρασκευή, 27 Μάιος :08

Συντάχθηκε απο τον/την ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΕΡΡΙΚΟΣ ΧΛΑΠΑΝΗΣ Κυριακή, 11 Σεπτέμβριος :18 - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 11 Σεπτέμβριος :18

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ TABLE DES MATIERES

Με υπουργική απόφαση θα καταταχθούν τα Τμήματα ΑΕΙ και ΑΤΕΙ στα παραπάνω Επιστημονικά Πεδία.

ΚΥΠΡΟΣ - ΞΕΚΙΝΑ ΠΤΩΧΟΤΕΡΗ Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΦΕΤΟΣ. Συντάχθηκε απο τον/την el.pi. Δευτέρα, 05 Σεπτέμβριος :57 - Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ

ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΩΔΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΟΣ ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΕΙΔΙΚΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΤΜΗΜΑΤΑ ΤΕΙ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΤΟΜΕΑ

Χάρτης Ιστοσελίδας. Υπηρεσίες Συνδέσεις Εγκύκλιοι Έντυπα Downloads

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ - ΙΤΑΛΙΑΣ

Πρότυπα-πειραματικά σχολεία

ΤΕΠΑΕ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

800 ΟΛΟΗΜΕΡΑ NEA ΣΧΟΛΕΙΑ: ΕΝΙΑΙΟ ΑΝΑΜΟΡΦΩΜΕΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΙΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ

3. Στο άρθρο 2 του ν.4186/2013 (Α 193) προστίθεται παράγραφος 3Β, ως ακολούθως: «3Β. Το ωρολόγιο πρόγραµµα των Μαθηµάτων Προσανατολισµού της Γ τάξης

ΚΕΝΤΡΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

Αναδρομή στην Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση

ΚΕΝΤΡΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ ΕΡΕΥΝΑ ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ

ΦΟΙΤΗΣΗ ΣΤΗ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΟ Λ Φ Α

Το νέο σύστηµα Πανελλαδικών Εξετάσεων

1. Η ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΩΣ ΘΕΣΜΟΣ 1.1. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

ΑλλΑγες ςτο λυκειο ςεπτεμβριος 2013

Ειδικό Επαγγελµατικό Γυµνάσιο. Ειδικού Τεχνολογικού Λυκείου

ΟΙ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ (Π.Τ.Δ.Ε.) του Α.Π.Θ.

ΕΦΗΜΕΡΙ Α ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΚΕΙΜΕΝΟ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ Άρθρο. Αντισταθμιστική Εκπαίδευση

α) Πίνακας αντιστοιχίας διδασκομένων μαθημάτων του Γυμνασίου και κλάδων και ειδικοτήτων εκπαιδευτικών σε Α και Β ανάθεση

Transcript:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ Εισαγωγή στην Εκπαιδευτική Πολιτική Διαχρονική εξέλιξη της εκπαιδευτικής πολιτικής στο νεοελληνικό κράτος Διδάσκων: Επίκ. Καθηγητής Θωμάς Μπάκας

Άδειες Χρήσης Το παρόν εκπαιδευτικό υλικό υπόκειται σε άδειες χρήσης Creative Commons. Για εκπαιδευτικό υλικό, όπως εικόνες, που υπόκειται σε άλλου τύπου άδειας χρήσης, η άδεια χρήσης αναφέρεται ρητώς.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ Από τις πανεπιστηµιακές παραδόσεις του Επίκ. Καθηγητή Θωµά Σ. Μπάκα ΙΩΑΝΝΙΝΑ ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2014

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6. ΙΑΧΡΟΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΤΟ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ Μετά τους απελευθερωτικούς αγώνες του Ελληνικού έθνους, και στο βαθµό φυσικά που το επέτρεπαν οι τότε πολιτικοοικονοµικές συνθήκες, άρχισε η ανασυγκρότηση της παιδείας στην Ελλάδα. 6.1. Η εκπαιδευτική πολιτική του Καποδίστρια την περίοδο 1828-1831 Στην πρώτη περίοδο του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους από το 1828 µέχρι το 1831, για τέσσερα χρόνια, κυριάρχησε στην τότε Ελλάδα, η ισχυρή προσωπικότητα του Ιωαν. Καποδίστρια. Ο Καποδίστριας είχε µια ιδιαίτερη ευαισθησία στα θέµατα της εκπαίδευσης, γι αυτό η πρώτη του φροντίδα ήταν να συγκεντρώσει τα ορφανά παιδιά του πολέµου σε ορφανοτροφεία στην Αίγινα, για να διδαχθούν εκτός από τα µαθήµατα και τέχνες. Ο Καποδίστριας µε ψήφισµα σύστησε «Επιτροπή επί της Παιδείας», στην οποία ανέθεσε την κατάρτιση του οργανισµού των δηµοτικών σχολείων κατά την αλληλοδιδακτική ή λαγκαστεριανή µέθοδο. Η επιτροπή πρότεινε να µεταφρασθεί από τη γαλλική γλώσσα το εγχειρίδιο του Sarazin, σαν το τελειότερο και καταλληλότερο για τα ελληνικά σχολεία. Στη συνέχεια η κυβέρνηση ενέκρινε τη µετάφραση και το εγχειρίδιο καθιερώθηκε ως επίσηµος οδηγός στα σχολεία. Το 1829 στο Ορφανοτροφείο της Αίγινας λειτούργησε το πρότυπο ή κανονικό σχολείο για τους προχωρηµένους µαθητές, που προορίζονταν να γίνουν δάσκαλοι στα αλληλοδιδακτικά σχολεία, ενώ παράλληλα δηµιουργήθηκε και το κεντρικό σχολείο, το πρώτο δηλαδή ελληνικό γυµνάσιο, το οποίο θα προετοίµαζε τους µαθητές για το πανεπιστήµιο και ταυτόχρονα θα εκπαίδευε δασκάλους για τα ανώτερα σχολεία της Ελλάδας. Στην Αίγινα ιδρύθηκε ακόµη και σχολείο-κορασίδων από τη δούκισσα της Πλακεντίας, ενώ στη Σύρο σχολείο θηλέων µε εισφορές των κυριών του νησιού. Η εκπαιδευτική πολιτική του Καποδίστρια ολοκληρώθηκε µε την ίδρυση και µερικών άλλων σχολείων, όπως είναι η αγροτική πρότυπη σχολή στη Τίρυνθα, η στρατιωτική και ναυτική σχολή στο Ναύπλιο και µια πνευµατική σχολή στον Πόρο. Το 1830, στον Πόρο επίσης, ιδρύθηκε και το εκκλησιαστικό σεµινάριο για τη φοίτηση των κληρικών. Στο µικρό αυτό χρονικό διάστηµα που κυβέρνησε την Ελλάδα ο Καποδίστριας, άρχισε πολύ σωστά η θεµελίωση της στοιχειώδους παιδείας και προχώρησε σταδιακά και η οργάνωση των άλλων βαθµίδων. Μετά το θάνατο του Καποδίστρια, το εκπαιδευτικό του έργο καταστράφηκε σχεδόν εντελώς. Κατά την περίοδο της αναρχίας που ακολούθησε, από τα 121 σχολεία που λειτουργούσαν στο τέλος του 1830 ως τα µέσα του 1832, δε σώζονταν παρά µόνο 60 αλληλοδιδακτικό 6. 2. Η εκπαιδευτική πολιτική της περιόδου 1833-1880 Η πρώτη σοβαρή προσπάθεια, η οποία έγινε, µετά την απελευθέρωση για την οργάνωση της εκπαίδευσης ήταν αυτή της δεκαετίας του 1830 από τη Βαυαρική Αντιβασιλεία, η οποία µε µια σειρά διαταγµάτων έθεσε τα θεµέλια ενός

36 εκπαιδευτικού συστήµατος που κυριάρχησε στην πατρίδα µας για ένα ολόκληρο αιώνα. Το 1833 άρχισε η περίοδος του Όθωνα, η δε ευθύνη της εκπαίδευσης περιήλθε εξολοκλήρου στην Αντιβασιλεία. Σύµφωνα µε το βαυαρικό πνεύµα της εποχής επεκράτησε και στην Ελλάδα ο κλασικισµός, µε στροφή στην αρχαία ελληνική και λατινική παιδεία, ενώ αγνοήθηκε εντελώς η νεοελληνική µετεπαναστατική πραγµατικότητα και οι άµεσες ανάγκες της. Η οργανωτική δοµή της εκπαίδευσης (πρωτοβάθµια, δευτεροβάθµια και τριτοβάθµια) διαµορφώθηκε µε βάση τα διατάγµατα του 1834, 1836 και 1837. Η όλη οργανωτική διάρθρωση της εκπαίδευσης παρέµεινε αµετάβλητη µέχρι το 1929 σχεδόν και πήρε το σχήµα: δηµοτικό σχολείο 4 χρόνια, ελληνικό σχολείο ή σχολαρχείο 3 χρόνια, γυµνάσιο 4 χρόνια και πανεπιστήµιο 3 ως 4 χρόνια. Συγκεκριµένα, µε τη δηµοσίευση του νόµου της 6/18 Φεβρουαρίου 1834 «περί δηµοτικών σχολείων» (που ήταν βασισµένος στην γαλλική εκπαιδευτική πράξη του 1833) καθιερώθηκε επτάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση και ρυθµίστηκαν θέµατα που αναφέρονταν στην οργάνωση και λειτουργία των δη- µοτικών σχολείων. Ο νόµος αυτός δεν προέβλεπε δωρεάν παιδεία ούτε καθόριζε το σκοπό του δηµοτικού σχολείου. Είχε αναθέσει όµως την ίδρυση και συντήρηση των τετραταξίων δηµοτικών σχολείων στους δήµους της χώρας. Αυτό ίσχυε µέχρι το 1878, οπότε το κράτος ανέλαβε εξ ολοκλήρου τα έξοδα λειτουργίας των σχολείων της στοιχειώδους εκπαίδευσης. Η διδακτική µέθοδος που εφάρµοζαν οι δάσκαλοι στα σχολεία της στοιχειώδους εκπαίδευσης είναι η γνωστή ως «αλληλοδιδακτική» Ο δάσκαλος µπορούσε να διδάσκει µεγάλο αριθµό µαθητών µε τη βοήθεια συµµαθητών τους εκλεγµένων από τον ίδιο, των γνωστών «πρωτόσχολων», που ήταν συγχρόνως εκπαιδευτές και εκπαιδευόµενοι. Για τη διοίκηση και εποπτεία των δηµοτικών σχολείων συστήθηκαν επιτροπές στους δήµους, τις επαρχίες και νοµούς ενώ η γενική εποπτεία είχε ανατεθεί στην «επί των Εκκλησιαστικών Γραµµατεία της Επικρατείας». Με το νόµο της 6/18 Φεβρουαρίου 1834 ιδρύθηκε στο Ναύπλιο ιδασκαλείο για τη µόρφωση των πρώτων Ελλήνων δασκάλων. ύο χρόνια αργότερα το ιδασκαλείο µεταφέρθηκε στην Αθήνα και λειτούργησε µέχρι το 1863 οπότε και καταργήθηκε ως «...όλως περιττόν και λίαν επιβλαβές». Το 1878 µε το νόµο ΧΘ ιδρύθηκε νέο ιδασκαλείο στην Αθήνα, ενώ λίγο αργότερα συστήθηκαν κι άλλα ιδασκαλεία σε διάφορες πόλεις της χώρας όπως π.χ. στην Τρίπολη, στην Κέρκυρα (1880) και στη Λάρισα (1882). Με το νόµο της 31ης εκεµβρίου 1836 (12.1.37) «περί κανονισµού των ελληνικών σχολείων και γυµνασίων» (που ήταν βασισµένος στο Γερµανικό πρότυπο) η δευτεροβάθµια εκπαίδευση περιλάµβανε τους εξής τύπους σχολείων: τα ελληνικά σχολεία, που ήταν τριτάξια και δέχονταν κατόπιν εξετάσεων µαθητές από την Τετάρτη τάξη του δηµοτικού σχολείου. Αποτελούσαν την α βαθµίδα της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης. Βασικός σκοπός των ελληνικών σχολείων ήταν να προπαρασκευάσουν τους µαθητές για τα Γυµνάσια και σ αυτό το σκοπό ήταν προσαρµοσµένο το αναλυτικό πρόγραµµα. Εκτός όµως από το σκοπό αυτό τα ελληνικά σχολεία είχαν την υποχρέωση να προετοιµάσουν τα παιδιά, που δεν επιθυµούσαν να φοιτήσουν στο Γυµνάσιο, για την ένταξή τους στην κοινωνική ζωή. Τα Γυµνάσια, που αποτελούσαν την ανώτερη βαθµίδα της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης και η διάρκεια των σπουδών ήταν τέσσερα χρόνια. Βασικός σκοπός των Γυµνασίων ήταν να συνεχίσουν σε µεγαλύτερο βάθος την εκπαίδευση

37 που προσφερόταν στα ελληνικά σχολεία και να προετοιµάσουν τους µαθητές για σπουδές στο Πανεπιστήµιο. Η επιλογή για το Γυµνάσιο απαιτούσε τη συ- µπλήρωση του ελληνικού σχολείου και την επιτυχία σε εισιτήριες εξετάσεις. Παρόλα αυτά ο εσωτερικός κανονισµός των Γυµνασίων και Ελληνικών σχολείων καταρτίστηκε µόλις το 1854. Με το ιάταγµα της 14/26ης Απριλίου 1837 ιδρύθηκε το Πανεπιστήµιο Α- θηνών µε τέσσερις, αρχικά, σχολές: τη Θεολογική, τη Νοµική, τη Φιλοσοφική και την Ιατρική. Αργότερα προστέθηκαν κι άλλες σχολές όπως η Φυσικοµαθηµατική (1904) και η Οδοντιατρική (1970). Σήµερα το ίδρυµα αυτό αποτελείται από πέντε (5) σχολές και τέσσερα (4) ανεξάρτητα τµήµατα. Η φοίτηση στο πανεπιστήµιο ήταν 3-4 χρόνια (τρία για τη φιλοσοφική και τέσσερα για τις άλλες σχολές) και µπορούσαν να σπουδάσουν χωρίς εισαγωγικές εξετάσεις όλοι, όσοι ήταν κάτοχοι απολυτήριου Γυµνασίου. Προς τιµή του βασιλιά Όθωνα πήρε το πανεπιστήµιο το όνοµά του. Το 1862, όµως, µετονοµάσθηκε σε «Εθνικό Πανεπιστήµιο Αθηνών» ενώ εξήντα χρόνια αργότερα, το 1922, πήρε το σηµερινό του όνοµα, «Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήµιο». Το 1837 ιδρύθηκε, επίσης, το πρώτο δηµόσιο «Τεχνικό Σχολείο» ή «Πολυτεχνικό Σχολείο» που αποσκοπούσε στην προπαρασκευή τεχνιτών κατώτερου επιπέδου και λειτουργούσε µόνο κατά τις Κυριακές και γιορτές. Πρόκειται για το σηµερινό «Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο» που το 1914 έγινε ισότιµο µε το Πανεπιστήµιο Αθηνών και τάχθηκε ιεραρχικά µετά το ίδρυµα αυτό. Πρέπει εδώ να πούµε ότι, ανεξάρτητα από την εξέλιξη που είχε το «Τεχνικό Σχολείο», κατά τη διάρκεια του 19 ου αιώνα είχε παραµεληθεί η τεχνική εκπαίδευση στις πρακτικές τέχνες. Με την ίδρυση του Πανεπιστηµίου το εκπαιδευτικό σύστηµα της χώρας µας ήταν ένα σύγχρονο και τέλειο ευρωπαϊκό σύστηµα, σύµφωνα µε τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές (γαλλικές και γερµανικές) και τα ευρωπαϊκά πρότυπα της εποχής του' όχι όµως και για την ελληνική πραγµατικότητα στην οποία έλειπαν οι βασικές προϋποθέσεις, Για παράδειγµα, δεν υπήρχε ούτε το εκπαιδευµένο προσωπικό, ούτε η κατάλληλη υλικοτεχνική υποδοµή, ενώ µέχρι το 1881 δεν υπήρχαν Αναλυτικά και Ωρολόγια Προγράµµατα για τη δηµοτική εκπαίδευση, Η διδασκαλία είχε περιοριστεί κυρίως στα στοιχεία γραφής, ανάγνωσης και αρίθµησης και η διδακτέα ύλη εξαρτιόταν από τις γνώσεις και τη θέληση του κάθε δασκάλου, Τη δαπάνη πληρωµής των δασκάλων της δηµοτικής εκπαίδευσης είχαν αναλάβει οι δήµοι που δεν ήταν σε θέση να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, Έτσι, πολλά από αυτά, που αναφέρονται στα παραπάνω διατάγµατα, δεν ε- φαρµόστηκαν στην πράξη. Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστηµα της δεκαετίας του 1830 έµοιαζε κατά το γερµανό παιδαγωγό Ρ. Κipper µε το παπούτσι του Ξενοκράτη, το οποίο ήταν κατασκευασµένο από άριστη ποιότητα δέρ- µατος αλλά δεν ταίριαζε στο πόδι του. Στο δηµοτικό σχολείο (πρωτοβάθµια εκπαίδευση) φοιτούσαν για 4 χρόνια παιδιά, τα οποία είχαν συµπληρώσει το 50ό έτος της ηλικίας τους. Σκοπός του δηµοτικού σχολείου ήταν η βασική µόρφωση των παιδιών όλου του πληθυσµού, γι' αυτό ονοµαζόταν και «του λαού σχολείο». Στο ελληνικό σχολείο ή σχολαρχείο, που αποτελούσε τον α' κύκλο της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης, συνέχιζαν τη φοίτησή τους τα παιδιά, τα οποία είχαν τελειώσει µε επιτυχία το 4ετές δηµοτικό σχολείο. Βασικός σκοπός των ελληνικών σχολείων ήταν η προετοιµασία των µαθητών για το γυµνάσιο, αλλά

38 παράλληλα όφειλαν να προετοιµάζουν και τα παιδιά, τα οποία δεν επιθυµούσαν να φοιτήσουν στο γυµνάσιο, για την ένταξή τους στην κοινωνική ζωή. Στο γυµνάσιο, τέλος, που περιλάµβανε 4 τάξεις και αποτελούσε το β' κύκλο της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης, γίνονταν δεκτοί µαθητές µόνο µετά από επιτυχείς εισαγωγικές εξετάσεις. Βασικός σκοπός του ήταν η προετοιµασία των µαθητών για σπουδές στο πανεπιστήµιο ή ο διορισµός στο δηµόσιο και στο στρατό. Το ωρολόγιο πρόγραµµα µαθηµάτων των ελληνικών σχολείων και γυ- µνασίων περιλάµβανε θεωρητικά µαθήµατα και κυρίως αρχαία ελληνικά. Για την ίδρυση και συντήρηση των ελληνικών σχολείων και γυµνασίων ήταν υπεύθυνο το κράτος. Τα κύρια χαρακτηριστικά της περιόδου αυτής, πολύ συνοπτικά, έχουν ως εξής: Κατά την περίοδο αυτή η ελληνική εκπαίδευση βρισκόταν κάτω από τον έ- λεγχο του κράτους, είχε συγκεντρωτικό χαρακτήρα και ήταν προσηλωµένη στην οµοιοµορφία και στην µονολιθικότητα της µέσης ή δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης. Μέσα στα 5 χρόνια της περιόδου αυτής (1833-1837), διαµορφώθηκαν οριστικά τα θεωρητικά πλαίσια και τα πρακτικά µέσα, που χαρακτηρίζουν τη νεοελληνική εκπαίδευση µέχρι τις µέρες µας. Το 1880 εγκαταλείπεται η αλληλοδιδακτική µέθοδος και αντικαθίσταται από τη συνδιδακτική, σύµφωνα µε τις αρχές του Έρβαρτου. Τέλος, το 1881 εκδίδεται το έργο: «Στοιχειώδεις Πρακτικαί Οδηγίαι περί της διδασκαλίας µαθηµάτων εν τοις δηµοτικοίς σχολείοις» από το γενικό επιθεωρητή δηµοτικών σχολείων ηµ. Πετρίδη. 6.3. Η εκπαιδευτική πολιτική της περιόδου 1880-1913 Μέχρι τη δεκαετία του 1880 δεν µπορούµε να µιλάµε για αναβάθµιση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήµατος κι αυτό γιατί οι κοινωνικο-οικονοµικοπολιτικές συνθήκες της εποχής εκείνης δεν ήταν ευνοϊκές για σοβαρές εκπαιδευτικές µεταρρυθµίσεις. Ωστόσο, την τελευταία δεκαετία του περασµένου αιώνα εκδηλώθηκε ζωηρό ενδιαφέρον της Πολιτείας για τη βελτίωση της εκπαίδευσης, Το κρατικό ενδιαφέρον για την προσχολική αγωγή εκδηλώνεται για πρώτη φορά µε το νόµο Β.Τ.Μ.Θ. του 1895 όπου ορίζεται ότι: «Τα νηπιαγωγεία συνιστώνται τη αδεία του επί της δηµοσίας εκπαιδεύσεως υπουργείου, υπό ιδιωτών, διδάσκουσι δε εν αυτοίς διδασκάλισσαι αναγνωρισµέναι δια πτυχίου... «και»...εν τοις νηπιαγωγείοις εισάγονται οι παίδες από της απαλής ηλικίας και φοιτώσιν εις αυτά µέχρι του έκτου έτους συµπληρωµένου». Το κράτος µε τη νοµοθετική αυτή ρύθµιση: α) αντικαθιστά το «νηπιακό κήπο» µε τον όρο «νηπιαγωγείο», β) επιτρέπει σε ιδιώτες να ιδρύουν νηπιαγωγεία (ενώ η πολιτεία δεν προβαίνει στην ίδρυσή τους) και γ) καθορίζει την ηλικία των νηπίων που φοιτούν στο νηπιαγωγείο. Με το νόµο ΒΤΜΘ του 1895 και το διάταγµα της 30 Απριλίου 1896, η διάρθρωση της εκπαίδευσης είχε το σχήµα: νηπιαγωγείο 2 χρόνια, γραµµατοδιδασκαλείο 4 ως 6 χρόνια (κοινά δηµοτικά σχολεία 4 χρόνια, πλήρη δηµοτικά σχολεία 6 χρόνια), ελληνικό σχολείο 3 χρόνια, γυµνάσιο 4 χρόνια και πανεπιστήµιο 3 ως 4 χρόνια. Τα νηπιαγωγεία που ιδρύθηκαν µε το διάταγµα της 30 Απριλίου 1896 δέχονταν παιδιά ηλικίας 3 ως 6 χρόνων και σκοπός τους ήταν να τα προετοιµάζουν για τη φοίτηση στο δηµοτικό σχολείο.

39 Παρόλα αυτά αφετηρία για την προσχολική αγωγή αποτελεί το 1840 όταν η Φιλεκπαιδευτική Εταιρία ίδρυσε ξεχωριστό νηπιαγωγείο στη σειρά των σχολείων της. Τα πρώτα χρόνια φαίνεται πως στα νηπιαγωγεία το αντικείµενο διδασκαλίας ήταν το ίδιο µε τα δηµοτικά σχολεία. Από το πρόγραµµα των µαθηµάτων φαίνεται τι διδάσκονταν το 1870 στο νηπιαγωγείο της Φιλεκπαιδευτικής Ε- ταιρείας: «Εις το νηπιαγωγείον φοιτώσιν νήπια από τριετούς µέχρι εξαετούς και διδάσκονται κατά την νεωτάτην µέθοδον των νηπιαγωγείων της Γαλλίας τα εξής µαθήµατα: α) ανάγνωσιν επί πινάκων, β) γραφήν επί αβακίου, γ) αριθµητικήν δια του αριθµητηρίου, δ) ηθικά και ιστορικά διηγήµατα δι εικονογραφιών, ε) γεωγραφίαν επί γεωγραφικών πινάκων, στ) µουσική, ωδική θ) γνώσεις πραγµάτων και τεχνουργηµάτων, ι) ιστορία της Παλαιάς και Καινής ιαθήκης, ια) κατήχησιν και προσευχάς και ιβ) εργόχειρα και γυµναστική...». Το 1864, µε πρωτοβουλία της παιδαγωγού Αικ. Λασκαρίδου, ιδρύθηκε στην Αθήνα το «Ελληνικό Παρθεναγωγείο» στο οποίο εφαρµοζόταν κάθε προοδευτικό µέσο και στο οποίο έλαβαν την πρώτη µόρφωσή τους χιλιάδες Ελληνίδες. Τριάντα τρία χρόνια αργότερα (1897) η Λασκαρίδου ίδρυσε το «ιδασκαλείο Νηπιαγωγών» και ένα πρότυπο νηπιαγωγείο µε την ονοµασία «πρότυπος νηπιακός κήπος» κατά µίµηση του Φροβελιανού συστήµατος, Σκοπός του ιδασκαλείου Νηπιαγωγών ήταν η εκπαίδευση προσωπικού για κοινωνικά ιδρύµατα και οι σπουδάστριές του ήταν απόφοιτοι δηµοτικού σχολείου, Το παράδειγµα της Λασκαρίδου ακολούθησαν διάφορες οργανώσεις και ευεργέτες ιδρύοντας λαϊκά νηπιαγωγεία, Ενδεικτικά αναφέρουµε τα δύο λαϊκά νηπιαγωγεία στην Αθήνα και στον Πειραιά, που ίδρυσε το Σωµατείο «Η Ένωσις Ελληνίδων» το 1897, και τον «πρότυπον λαϊκόν κήπον» του Πειραιά, που ιδρύθηκε µε το κληροδότηµα του Β. Μελά το 1905. Η ελληνική πολιτεία από την πλευρά της δε φρόντισε για την προσχολική αγωγή µετά την ανεξαρτησία, Τόσο οι πρώτοι οργανωτές στη δεκαετία του 1830, όσο και οι κυβερνήσεις που ακολούθησαν για µισό αιώνα αγνόησαν παντελώς το ρόλο και την αποστολή της προσχολικής αγωγής στο χώρο της δη- µόσιας εκπαίδευσης. Η παράλειψη αυτή µπορεί να αποδοθεί στους εξής βασικούς λόγους: α) στην άθλια οικονοµική κατάσταση της χώρας µας κατά τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας, β) στη δοµή της ελληνικής οικογένειας (στην πολυ- µελή ελληνική οικογένεια του19ου αιώνα δεν υφίστανται η ανάγκη ίδρυσης κοινωνικών ιδρυµάτων για τα νήπια) γ) στο γεγονός ότι ο 19ος αιώνας υπήρξε η αφετηρία διάδοσης του θεσµού του νηπιαγωγείου στις πολιτισµένες χώρες της Ευρώπης και της Βόρειας Αµερικής και δ) το 19 ο αιώνα η Ελλάδα ήταν κατ εξοχήν γεωργική χώρα µε συνέπεια η ελληνική µητέρα να ασχολείται κυρίως µε τα οικιακά. Με το νόµο του 1895, επέρχονται επίσης αλλαγές και στην πρωτοβάθµια εκπαίδευση. Με άρθρο στον παραπάνω νόµο ορίζεται ότι σκοπός της πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης είναι «η ηθική και θρησκευτική µόρφωση των παίδων και η διδασκαλία των εις τον βίον χρησίµων στοιχειωδών γνώσεων». Ακόµη λαµβάνεται µέριµνα για την εκπαίδευση των κοριτσιών σε ξεχωριστά σχολεία και καθιερώνεται ο θεσµός του επιθεωρητή µε διοικητικά, εποπτικά και καθοδηγητικά καθήκοντα. Η πρωτοβάθµια εκπαίδευση περιλάµβανε τα γραµµατοδιδασκαλεία και τα προκαταρκτικά σχολεία (κοινά και πλήρη δηµοτικά σχολεία). Τα γραµµατοδιδασκαλεία, τα οποία αποτελούσαν τα κατώτερα σχολεία της πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης (σχολεία γ κατηγορίας), ιδρύονταν εκεί όπου ήταν αδύνατη η λειτουργία δηµοτικών σχολείων, είτε από έλλειψη πόρων είτε από έλλειψη µαθητών. Τα

40 δηµοτικά σχολεία τα οποία ονοµάζονταν προκαταρκτικά σχολεία, είχαν ως σκοπό την ηθική και θρησκευτική µόρφωση των παιδιών και τη διδασκαλία χρήσιµων για τη ζωή στοιχειωδών γνώσεων. Τα προκαταρκτικά σχολεία ήταν δύο ειδών: τα κοινά και τα πλήρη δηµοτικά σχολεία. Για να µεταβεί ένας µαθητής από ένα κοινό δηµοτικό σε ένα πλήρες ή από ένα γραµµατοδιδασκαλείο σε ένα κοινό ή πλήρες δηµοτικό σχολείο, έπρεπε, εκτός από την προσκόµιση αποδεικτικού επιτυχούς φοίτησης στο προηγούµενο σχολείο, να υποβληθεί και σε κατατακτήριες εξετάσεις. Για τη φοίτηση δε στο ελληνικό σχολείο µαθητών των δηµοτικών σχολείων ήταν, επίσης, απαραίτητες εισαγωγικές ή κατατακτήριες εξετάσεις. Με τον πιο πάνω νόµο όπως είδαµε θεσπίστηκαν τρεις τύποι σχολείων στοιχειώδους εκπαίδευσης: τα γραµµατοδιδασκαλεία, που ήταν τετρατάξια, και αποτελούσαν τα κατώτερα σχολεία πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης αφού σ αυτά δίδασκαν δάσκαλοι µε µειωµένα προσόντα, τα κοινά δηµοτικά σχολεία που ήταν τετρατάξια και µπορούσαν να ιδρυθούν σε περιοχές µε πληθυσµό λιγότερο των 6.000 κατοίκων, τα πλήρη δηµοτικά σχολεία, που ήταν εξατάξια, και µπορούσαν να ιδρυθούν στις πόλεις και στην επαρχία, όπου ήταν δυνατή η χρηµατοδότησή τους από δηµοτικούς κλπ. πόρους. Χωρίς αµφιβολία, η διαφοροποίηση αυτή των δηµοτικών σχολείων σε «κοινά» και «πλήρη» έδινε άνισες ευκαιρίες µόρφωσης στα ελληνόπουλα και τα ξεχώριζε σε προνοµιούχα των αστικών κέντρων και µη προνοµιούχα της επαρχίας. Τέλος, πρέπει να πούµε ότι µε το νόµο του 1895 δεν επιφέρονται αλλαγές στις προϋποθέσεις φοίτησης των δύο άλλων εκπαιδευτικών βαθµίδων: της δευτεροβάθµιας και της τριτοβάθµιας. Εκείνο µόνο που άλλαζε ήταν το ωρολόγιο πρόγραµµα µαθηµάτων των ελληνικών σχολείων και γυµνασίων µε σηµαντική βελτίωση του περιεχοµένου τους. Με τον ίδιο νόµο το 1895 καθιερώθηκε ο θεσµός του επιθεωρητή µε διοικητικά, εποπτικά και καθοδηγητικά καθήκοντα και, σε περιφερειακό επίπεδο, το εθνικό συµβούλιο δηµοτικής εκπαίδευσης. Από αυτά που προηγήθηκαν µπορούµε να καταλήξουµε στα εξής συµπεράσµατα. Με τη λήξη του 19 ου αιώνα: α. η δοµή του εκπαιδευτικού συστήµατος, παρά τις µεταρρυθµιστικές προσπάθειες, παρέµεινε ίδια µε εκείνη που είχε διαµορφωθεί στη δεκαετία του 1830. ηλαδή η σχολική πορεία των µαθητών ήταν µονοδροµική: Νηπιαγωγείο, ηµοτικό Σχολείο, Ελληνικό Σχολείο, Γυµνάσιο Πανεπιστήµιο και δεν υπάρχει δεύτερος σχολικός δρόµος (δίκτυο) στην εκπαίδευση. β. η θεσµοθέτηση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης δεν έτυχε µεγάλης εφαρµογής αφού η πλειοψηφία των µαθητών σχολικής ηλικίας έµεινε έξω από το σχολείο. Βέβαια η υποχρεωτική εκπαίδευση έπρεπε να είναι δωρεάν. Κάτι τέτοιο όµως δεν έγινε, αφού στο νόµο του 1834 οριζόταν ότι οι γονείς των παίδων θέλουν αποδίδει εις το δηµοτικόν ταµείον δίδακτρα..» γ. η διάκριση των σχολείων της πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης αρχικά σε σχολεία α, β και γ τάξεως (νόµος 1834) και αργότερα σε «κοινά» και «πλήρη» σχολεία (νόµος ΒΤΜΘ/1895) δηµιούργησε άνισες ευκαιρίες

41 µόρφωσης αφού στους µαθητές των κοινών (ή γ τάξεως) δηµοτικών σχολείων δινόταν περιορισµένη µόρφωση σε σύγκριση µε τους µαθητές, που παρακολουθούσαν τα πλήρη δηµοτικά σχολεία (ή α, β τάξεως). δ. η τεχνική και επαγγελµατική εκπαίδευση, αν και έκανε νωρίς την εµφάνισή της στην Ελλάδα (1828), έµεινε έξω από τον κύριο κορµό του εκπαιδευτικού συστήµατος (πρωτοβάθµια, δευτεροβάθµια, πανεπιστηµιακή εκπαίδευση). Η διοίκηση της εκπαίδευσης διατηρούσε τα στοιχεία του αποκεντρωτικού συστήµατος αφού οι διορισµοί και η µισθοδοσία των δασκάλων ανήκαν στις αρµοδιότητες της τοπικής αυτοδιοίκησης και ο έλεγχος του υπουργείου Εθνικής Παιδείας στη µέση εκπαίδευση ήταν χαλαρός. εν µπορούµε, όµως, να µιλήσουµε για αυτοδιοίκηση του πανεπιστηµίου κι αυτό γιατί υπήρχε ισχυρή εξάρτηση του ιδρύµατος από την πολιτεία (αρ. 27 του /τος 1837). Μια σηµαντική µεταρρυθµιστική προσπάθεια έγινε το 1899 η οποία είχε στόχο την αναδιάρθρωση της πρωτοβάθµιας και δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης. Ειδικότερα τα νοµοσχέδια του 1899 προέβλεπαν: την κατάργηση της διάκρισης των παραπάνω τύπων σχολείων, την αναβάθµιση της γυναικείας εκπαίδευσης καθώς και την επίλυση θεµάτων που αφορούσαν τη µέση εκπαίδευση. Τα σχετικά νοµοσχέδια υποβλήθηκαν στη Βουλή από τον υπουργό Παιδείας Α. Ευταξία, αλλά απορρίφθηκαν από τη Βουλή. Κατά µια άποψη αιτία της α- πόρριψης αυτής είναι η «βαθειά κρίση στην οποία βρίσκεται η νεοελληνική κοινωνία την εποχή εκείνη, κρίση που θα φέρει µεγάλες πολιτικές αλλαγές, µε τις οποίες θα γίνει δυνατή η αντιµετώπιση κοινωνικών µεταρρυθµίσεων». Σε ότι αφορά την πρωτοβάθµια εκπαίδευση προβλέπονταν η 7χρoνη δηµοτική εκπαίδευση να γινόταν αυτοτελής, αλλά να διαχωριστεί σε δύο κύκλους, έναν πρώτο 4χρονο και ένα δεύτερο 3χρονο και η δευτεροβάθµια ή µέση εκπαίδευση, να είναι 8 χρόνια και να περιλαµβάνει το γυµνάσιο (λύκειο) χωρισµένο σε δύο 4χρονους κύκλους. Το πρόγραµµα του δεύτερου κύκλου προτεινόταν να διαιρεθεί σε δύο κατευθύνσεις (φιλολογική και πρακτική). υστυχώς τα νοµοσχέδια του 1899, τα οποία είχαν ως στόχο την αναµόρφωση της ελληνικής εκπαίδευσης, αντιµετώπισαν µεγάλη αντίδραση, µε αποτέλεσµα να µην ψηφισθούν και, γι αυτό εξακολούθησε να ισχύει η νοµοθεσία του 1895. Έτσι µε τη λήξη του 19 ου αιώνα η διάρθρωση του εκπαιδευτικού συστήµατος παραµένει µονοδιάστατη, όπως δηλαδή διαµορφώθηκε µε τα διατάγµατα της τρίτης δεκαετίας του περασµένου αιώνα. 6.4. Η εκπαιδευτική πολιτική της περιόδου 1913-1929 Η αποτυχία υπερψήφισης των νοµοσχεδίων του 1899, για την πρωτοβάθµια και δευτεροβάθµια εκπαίδευση, δυνάµωσε τις φωνές των φιλελεύθερων διανοουµένων για τη δηµιουργία ενός εκπαιδευτικού συστήµατος το οποίο θα µπορούσε να ανταποκριθεί στις ανάγκες του ελληνικού λαού. Ωστόσο, οι ευνοϊκές συνθήκες για µια ριζική εκπαιδευτική µεταρρύθµιση δη- µιουργήθηκαν στη δεύτερη δεκαετία του αιώνα µας (1913-1917). Λόγοι κοινωνικοί και οικονοµικοί έκαναν επιτακτική την προσαρµογή της εκπαίδευσης στις νέες κοινωνικο-οικονοµικές ανάγκες που διαµορφώνονταν στην πατρίδα µας. Ο ανάγκες αυτές οδήγησαν την κυβέρνηση του Ελ. Βενιζέλου (1915-17) στην κα-

42 τάρτιση νοµοσχεδίων, κυρίως για τη δηµοτική εκπαίδευση και την καθιέρωση της δηµοτικής γλώσσας στα σχολεία. Οι µεταρρυθµίσεις της βενιζελικής περιόδου 1913-1917, αποτέλεσαν την πρώτη πειστική πρόταση εκπαιδευτικής µεταρρύθµισης του 20 ου αιώνα. Στόχος τους ήταν η προσαρµογή της εκπαίδευσης στις νέες κοινωνικές και οικονοµικές συνθήκες, όπως αυτές διαµορφώθηκαν, τόσο µετά την άνοδο στην εξουσία της αστικής τάξης το 1909, όσο και µετά τη νικηφόρα έκβαση των βαλκανικών πολέµων. Τα νοµοσχέδια του 1913 συνάντησαν και αυτά τις ίδιες αντιδράσεις, που είχαν αντιµετωπίσει και τα νοµοσχέδια του 1899 και δεν ψηφίσθηκαν από τη βουλή. Όπως µάλιστα γράφει ο εµπνευστής τους,. Γληνός «µπήκαν στο χρονοντούλαπο». Το 1917, όµως, πραγµατοποιήθηκε η µεταρρύθµιση, όπως προβλεπόταν µε τα νοµοσχέδια του 1913. Έτσι, η διάρθρωση της εκπαίδευσης πήρε το σχήµα: νηπιαγωγείο 2 χρόνια, δηµοτικό 6 χρόνια, αστικό σχολείο 3 χρόνια, γυµνάσιο 6 χρόνια και πανεπιστή- µιο. Το νηπιαγωγείο δηλαδή εξακολουθούσε να λειτουργεί µε 2ετή φοίτηση και να προετοίµαζε τα παιδιά για το δηµοτικό σχολείο. Η πρωτοβάθµια εκπαίδευση (δηµοτική) καθιερώθηκε ως υποχρεωτική και ενιαία που κάλυπτε 6 χρόνια και καθιερώθηκε η διδασκαλία της δηµοτικής στα 4 πρώτα χρόνια. Η δευτεροβάθµια εκπαίδευση αποτελείται από δυο ξεχωριστά σχολικά δίκτυα, µε διαφορετικές διεξόδους το καθένα. Το ένα δίκτυο οδηγούσε στο αστικό σχολείο, στο οποίο µπορούσαν να φοιτήσουν χωρίς εξετάσεις οι απόφοιτοι του δηµοτικού σχολείου. Στο σχολείο αυτό το βάρος δινόταν στα πρακτικά µαθήµατα και οι απόφοιτοί του µπορούσαν να εγγραφούν, µετά από εισαγωγικές εξετάσεις, στο διδασκαλείο δηµοτικής εκπαίδευσης, στη ναυτική σχολή δοκίµων ή στις εµπορικές, γεωπονικές και άλλες τεχνικοεπαγγελµατικές σχολές ή σε µια από τις πρώτες τάξεις του γυµνασίου. Το άλλο δίκτυο οδηγούσε στο γυµνάσιο, το οποίο δεχόταν χωρίς εξετάσεις, απόφοιτους δηµοτικού σχολείου και προβλεπόταν 6ετές χωρισµένο σε δύο κύκλους. Ο α κύκλος είχε ενιαίο πρόγραµµα για όλα τα παιδιά και κάλυπτε τα δύο πρώτα χρόνια και ο β κύκλος τα επόµενα τέσσερα χρόνια χωριζόταν δε σε δύο τµήµατα, το φιλολογικό και το πραγµατικό. Οι απόφοιτοι του φιλολογικού τµήµατος είχαν το δικαίωµα εγγραφής σε µια από τις θεωρητικές σχολές του πανεπιστηµίου, ενώ του πραγµατικού σε µια από τις θετικές. Οι απόφοιτοι του πραγµατικού τµήµατος µπορούσαν, ύστερα από εισαγωγικές εξετάσεις, να εγγραφούν στο ανώτατο τεχνικό εκπαιδευτήριο και τη στρατιωτική σχολή ευελπίδων. Με το ν. 82/1917, καθιερώθηκε ο θεσµός των ανώτερων εποπτών µε καθήκοντα: την επιστηµονική εποπτεία της δηµοτικής εκπαίδευσης, την προπαρασκευή του διδακτικού προσωπικού των δηµοτικών σχολείων και την καθοδήγησή του. Οι εκπαιδευτικές µεταρρυθµίσεις του 1913 και 1917 συµπληρώνουν η µια την άλλη, αφού οι κύριοι εµπνευστές τους παραµένουν οι ίδιοι. ηλαδή, στην εξουσία βρίσκεται το φιλελεύθερο κόµµα του Ε. Βενιζέλου και οι πρωταγωνιστές του εκπαιδευτικού οµίλου, Γληνός, ελµούζος και Τριανταφυλλίδης, είναι οι πρωτεργάτες και των δύο µεταρρυθµίσεων. Σκοπός της εκπαίδευσης, µεταξύ άλλων είναι η προετοιµασία για τη ζωή. Η καθιέρωση της δηµοτικής στις 4 πρώτες τάξεις του δηµοτικού σχολείου, καθώς και τα νέα αναγνωστικά βιβλία µε το περιεχόµενό τους αποτελούν πράγµατι εκπαιδευτική αναγέννηση.

43 Πιο αναλυτικά, οι µεταρρυθµίσεις της παραπάνω περιόδου αποτελούν την πρώτη νοµοθετική προσπάθεια στον 20 ου αιώνα και αναφέρονται: στην καθιέρωση της δηµοτικής γλώσσας σε όλες τις τάξεις του δηµοτικού σχολείου µε παράλληλη διδασκαλία της καθαρεύουσας στα δύο τελευταία χρόνια (νόµοι 827/1917 και 1332/1918), στην αλλαγή της γλώσσας των βιβλίων του δηµοτικού σχολείου καθώς και στη µεταβολή ολοκλήρου του συστήµατος συγγραφής, έ- γκρισης, αριθµού και χρόνου ισχύος των σχολικών βιβλίων (νόµοι 827/17 και 1332/18). στη µέριµνα της πολιτείας για την καλύτερη µόρφωση, τη µετεκπαίδευση και τη βελτίωση της οικονοµικής κατάστασης των δασκάλων (νόµοι 794 και 873/1917). Οι µεταρρυθµίσεις του 1917 αποτελούν µια ολοκληρωµένη πρόταση αναβάθµισης της εκπαίδευσης στη χώρα µας. υστυχώς όµως, η διάρκεια των µεταρρυθµίσεων αυτών δεν ήταν µεγάλη γιατί µε την κυβερνητική αλλαγή του 1920 όλοι οι πιο πάνω νόµοι αντικαταστάθηκαν µε συνέπεια να έχουµε εκπαιδευτική παλινδρόµηση. Η παλινδρόµηση αυτή µπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι εθνικά θέµατα, όπως η παιδεία και η γλώσσα, συνδέθηκαν µε τη δραστηριότητα των πολιτικών κοµµάτων της χώρας µας, δηλαδή κοµµατικοποιήθηκαν. Έτσι, από το 1917 ως τις µέρες µας κάθε εκπαιδευτική µεταρρύθµιση συνδέεται µε την τύχη του πολιτικού κόµµατος, που τη θέσπισε, γι αυτό και υποστηρίζεται η άποψη ότι η εκπαιδευτική µεταρρύθµιση «δεν έγινε» και εκκρεµεί. Παράλληλα µε τις µεταρρυθµίσεις σε θέµατα εκπαίδευσης υπήρξαν και διοικητικές καινοτοµίες στο χώρο της εκπαίδευσης. Έτσι µε το νόµο Γ.Ω.Κ.Η./1911 ορίστηκε 3µελές Εποπτικό Συµβούλιο µε γνωµοδοτική εξουσία και µε αρµοδιότητα δευτεροβάθµιας κρίσεως των αποφάσεων του Εποπτικού Συµβουλίου. Με το νόµο 240/1914: α) αφαιρέθηκε από τους ήµους και τις Κοινότητες το δικαίωµα πρόσληψης δασκάλων (η αρµοδιότητα αυτή µεταβιβάστηκε στα εποπτικά συµβούλια), β) ανατέθηκε η εποπτεία για τους επιθεωρητές και τα Εποπτικά Συµβούλια στον οικείο Γενικό Επιθεωρητή Μέσης Εκπαίδευσης και γ) συστήθηκε 12µελές Εκπαιδευτικό Συµβούλιο, το ένα τµήµα του οποίου είχε έργο γνωµοδοτικό και το άλλο διοικητικό. Τέλος, µε το νόµο 826/1917 καθιερώθηκε ο θεσµός των Ανωτέρων Εποπτών, έργο των οποίων ήταν η καθοδήγηση των διδασκάλων και των επιθεωρητών στο έργο τους. Ο θεσµός αυτός καταργήθηκε µε /γµα της 30 ης Μαρτίου 1925 «δια λόγους οικονοµίας». Στο σηµείο αυτό θα πρέπει να αναφέρουµε και µερικές άλλες µεταβολές που έγιναν στην εκπαίδευση στην περίοδο 1910-1928. Το 1910 ιδρύθηκε το ιδασκαλείο της Μέσης Εκπαίδευσης για τη µετεκπαίδευση του διδακτικού προσωπικού, ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα, µε το νόµο 3811/1914, ιδρύθηκαν, ε- κτός του Μαρασλείου, και άλλα 12 ιδασκαλεία σε διάφορες πόλεις της χώρας. Το 1920 δύο νέα Α.Ε.Ι. προστέθηκαν στον κατάλογο της πανεπιστηµιακής εκπαίδευσης: α) Η Ανωτάτη Γεωπονική Σχολή Αθηνών (ΑΓΣΑ) για να προσφέρει τις υπηρεσίες της στις Γεωργικές Επιστήµες και β) Η Ανωτάτη Σχολή Οικονοµικών και Εµπορικών Επιστηµών µε έδρα την Αθήνα για την παροχή ανωτάτης θεωρητικής και εφηρµοσµένης οικονοµικής και εµπορικής µόρφωσης. Οι δύο παραπάνω σχολές παρέµεινα µε την ονοµασία αυτή µέχρι τον Ιούνιο του 1989 οπότε µετονοµάσθηκαν σε «Γεωργικό Πανεπιστήµιο Αθηνών» και «Οικονοµικό Πανεπιστήµιο Αθηνών» αντίστοιχα. Με το Νοµοθετικό ιάταγµα της 31ης εκεµβρίου 1922 (ΦΕΚ 3/1923 τ.α') το ιδασκαλείο Νηπιαγωγών εντάχθηκε στη δηµόσια εκπαίδευση. Το κράτος επίσης ίδρυσε ιδασκαλεία Νηπιαγωγών και σε πόλεις της Βορείου Ελλάδας (ό-

44 πως Π.χ. στην Έδεσσα, Φλώρινα, στην Κοζάνη, κ.λπ.), ενώ παράλληλα φρόντισε για την ίδρυση νηπιαγωγείων εκεί, όπου υπήρχε η ανάγκη της γλωσσικής προπαίδειας των νηπίων ώστε αυτά να προσαρµοστούν καλύτερα στις απαιτήσεις του δηµοτικού σχολείου. Ενδεικτικά αναφέρουµε ότι τα παιδιά των προσφύγων από τη Μ. Ασία ήταν εκείνα τα οποία είχαν άµεση ανάγκη για προσχολική αγωγή προτού εγγραφούν στο δηµοτικό σχολείο. Το 1925 ιδρύεται στη Θεσσαλονίκη το πέµπτο Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυ- µα µε την επωνυµία «Πανεπιστήµιο Θεσσαλονίκης». Το αρχικό σχέδιο περιλάµβανε πέντε σχολές, από τις οποίες η φιλοσοφική σχολή άρχισε να λειτουργεί το 1926. Το 1926 ιδρύθηκε η Σιβιτανίδειος Σχολή Τεχνών και Επαγγελµάτων, «σκοπόν έχουσα την παροχή µέσης και κατωτέρας βιοµηχανικής τεχνικής και εν γένει επαγγελµατικής µορφώσεως». Η σχολή για πολλά χρόνια λειτούργησε µε τµήµατα κατώτερης τεχνικής εκπαίδευσης, αργότερα προχώρησε στην ίδρυση τµηµάτων Μέσης Τεχνικής Εκπαίδευσης, ενώ από το 1961 λειτούργησε σ' αυτή και Ανώτερη Σχολή Ηλεκτρονικών. Σήµερα µετά την υπαγωγή στο ΚΑΤΕΕ Πειραιά (τώρα Τ.Ε.Ι), η σχολή λειτουργεί ως Κέντρο Τεχνικής και Επαγγελµατικής Εκπαίδευσης. Φθάνουµε τελικά στη µεταρρύθµιση του 1929, που κι αυτή είναι έργο της κυβέρνησης του Ελ. Βενιζέλου. Αποτελεί το δεύτερο σηµαντικό σταθµό στην προπολεµική εκπαιδευτική ιστορία και αποσκοπεί στην εξάλειψη των αδυνα- µιών της εκπαίδευσης και της προσαρµογής της στις ανάγκες της κοινωνικοοικονοµικής ανάπτυξης της χώρας. Τα νοµοσχέδια που κατατέθηκαν στη Βουλή στις 2 Απριλίου 1929 Ψηφίστηκαν και αποτέλεσαν τους νόµους: 4397/16.8.29 «περί στοιχειώδους εκπαίδευσης» και 4373/13.8.29 «περί ρυθµίσεων των σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης». Με τους νόµους αυτούς πραγµατοποιήθηκαν ριζικές µεταρρυθµίσεις στο χώρο της πρωτοβάθµιας και δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης, όπως αυτό προκύπτει από τα παρακάτω. Σύµφωνα µε το νόµο 4397/29, το νηπιαγωγείο είναι ίδρυµα στοιχειώδους εκπαίδευσης, στο οποίο φοιτούν νήπια και των δύο φύλων ηλικίας 4-6 χρόνων και έχει ως σκοπό (χωρίς η φοίτηση να είναι υποχρεωτική) «την δι απαλών και τερπνών παιδιών, ασχολιών και ασκήσεων υποβοήθησιν της σωµατικής και πνευµατικής εξελίξεως των νηπίων και δια του τρόπου τούτου προπαρασκευήν αυτών δια το δηµοτικόν σχολείον». Ακόµα από τη χρονολογία αυτή τα νηπιαγωγεία προσαρτήθηκαν στο Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και µειώθηκε ο αριθµός νηπίων για κάθε µονοθέσιο νηπιαγωγείο από 80 σε 40. Στον ίδιο νόµο (άρθρο 3) ορίζεται ότι σκοπός των δηµοτικών σχολείων είναι «η στοιχειώδης προπαρασκευή των µαθητών δια την ζωήν και η παροχή εις αυτούς των απαραίτητων προς µόρφωσιν χρηστού πολίτου στοιχείων», και προβλέπεται η ίδρυση: εξαταξίων δηµοτικών σχολείων υποχρεωτικών για όλα τα παιδιά ηλικίας 6-12 ετών (µε το νόµο αυτό καθιερώθηκε η µικτή φοίτηση και των δύο φύλων σ όλα τα δηµοτικά σχολεία). νυχτερινών σχολείων για την καταπολέµηση του αναλφαβητισµού, ειδικών σχολείων για απροσάρµοστα παιδιά και επαγγελµατικών σχολείων στο επίπεδο της πρωτοβάθµιας εκπαίδευσης (όπως π.χ. εµπορικές, οικονοµικές και ναυτικές σχολές). Με το νόµο 4373/1929 η Μέση Εκπαίδευση περιλαµβάνει τα εξατάξια Γυ- µνάσια και τα εξατάξια πρακτικά Λύκεια που λειτουργούν παράλληλα. Η φοίτηση σ' αυτά είναι εξαετής και προϋποθέτει απολυτήριο δηµοτικού σχολείου και εισιτήριες εξετάσεις. Το αναλυτικό πρόγραµµα των δύο πρώτων τάξεων του Γυ-

45 µνασίου και του Λυκείου είναι κοινό, γενικής κατεύθυνσης. Από την Γ' τάξη και πάνω ιδρύονται κλασικά τµήµατα στο Γυµνάσιο και πρακτικά στο Λύκειο. Επιπλέον ο πιο πάνω νόµος έλαβε πρόνοια για την ίδρυση σχολείων θηλέων και για τη συνεκπαίδευση σε µικτά σχολεία. Οι γονείς µπορούσαν να διαλέξουν για τις κόρες τους ένα µικτό σχολείο ή ένα σχολείο θηλέων. 6.5. Η εκπαιδευτική πολιτική της περιόδου 1929-1959 Η µεταρρυθµιστική προσπάθεια του 1929 συνεχίστηκε και τα επόµενα τέσσερα χρόνια. Έτσι µε το νόµο 4799/1930 το κράτος αναλαµβάνει ειδικές φροντίδες για τα σχολικά κτίρια. Με το νόµο 4653/1930, ιδρύεται το Ανώτερο Εκπαιδευτικό Συµβούλιο (Α.Ε.Σ.) µε σκοπό τον καθορισµό της εκπαιδευτικής πολιτικής. Με το νόµο 5045/1930, καθιερώνεται υποχρεωτικά η διδασκαλία της δηµοτικής γλώσσας σ όλες τις τάξεις του δηµοτικού σχολείου και στις δύο τελευταίες παράλληλα µε την καθαρεύουσα, µε το /γµα της 18ης Νοεµβρίου 1931, καθορίζεται το νέο πρόγραµµα των µαθηµάτων του Γυµνασίου και επεκτείνεται η διδασκαλία των νέων ελληνικών σ όλες τις τάξεις. Με το νόµο 5802/1933 ιδρύθηκαν οι Παιδαγωγικές Ακαδηµίες σε αντικατάσταση των ιδασκαλείων δηµοτικής εκπαίδευσης, ενώ µε τον Α.Ν. 953/1937 «Περί Παιδαγωγικών Ακαδηµιών» ο χρόνος της φοίτησης σ αυτές ορίστηκε σε δύο χρόνια. Αλλά και η µεταρρυθµιστική προσπάθεια του 1929-1933 είχε την ίδια τύχη µε εκείνη του 1917. εν πρόλαβε να ολοκληρωθεί γιατί η κατάργηση της ηµοκρατίας στις 4 Αυγούστου 1936 επανέφερε την παιδεία είκοσι χρόνια πίσω στο εκπαιδευτικό καθεστώς που ίσχυε πριν από το 1929. Η δηµοτική γλώσσα περιορίστηκε στις πρώτες τάξεις του δηµοτικού σχολείου, η φοίτηση στα δηµοτικά έγινε ουσιαστικά τετράχρονη και η φοίτηση στο Γυµνάσιο οκτάχρονη (νόµος 790/1937). Στη χρονική περίοδο 1930-1937 υπήρξαν µεταβολές και στο πανεπιστηµιακό µας σύστηµα. Πιο αναλυτικά, το 1930 µια ανεξάρτητη Σχολή προστέθηκε στον κατάλογο των Α.Ε.Ι. Πρόκειται για την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών που διαχωρίστηκε από το Ε.Μ.Π. και αποσκοπεί στην Παιδεία των «Ωραίων Τεχνών» και στη µόρφωση των καθηγητών των τεχνικών µαθηµάτων, για τα σχολεία της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης. Χαρακτηριστικό γνώρισµα της πιο πάνω Σχολής είναι το γεγονός ότι αυτή αποτελεί τη µοναδική στο είδος της Ανωτάτη Σχολή (δηλαδή 11 Α.Ε.Ι.) η οποία α) διενεργεί µε το δικό της τρόπο τις εισιτήριες εξετάσεις και β) δεν απονέµει διδακτορικά διπλώµατα. Η έλλειψη δυνατότητας απονοµής διδακτορικών και λοιπών ακαδηµαϊκών τίτλων πιστοποιεί την ανυπαρξία του συστηµατικού συνδυασµού της επιστηµονικής διδασκαλίας και έ- ρευνας η οποία, ως γνωστό, είναι βασικό στοιχείο για την ένταξη ενός εκπαιδευτικού ιδρύµατος στο χώρο της πανεπιστηµιακής εκπαίδευσης. Ύστερα από αυτό προκύπτει σαφώς η νοµική αµφισβήτηση, αν και κατά πόσο η παραπάνω σχολή είναι ή όχι πανεπιστηµιακό ίδρυµα µε την κρατούσα στην επιστήµη και τη διδασκαλία άποψη. Από το ακαδηµαϊκό έτος 1930-31 καθιερώνεται επίσης ο θεσµός των εισαγωγικών εξετάσεων σε όλα τα Α.Ε.Ι. της χώρας. Οι εισαγωγικές εξετάσεις, γνωστές σήµερα ως «Πανελλήνιες εξετάσεις» είναι ένα από τα µόνιµα και κρίσιµα προβλήµατα του εκπαιδευτικού µας συστήµατος από την αρχή της εφαρµογής τους. Συνεχώς συζητούνται, τροποποιούνται, κρίνονται και επικρίνονται χωρίς ωστόσο µέχρι σήµερα να γίνει κάποια υπεύθυνη µελέτη από τον αρµόδιο κρατικό φορέα για την κατάργησή τους.

46 Με το νόµο 5343/1932 (ΦΕΚ 86 τ. Α') «Περί οργανισµού του Πανεπιστηµίου Αθηνών» διαγράφονται τα νοµικά πλαίσια λειτουργίας του Πανεπιστηµίου Αθηνών. Για πενήντα χρόνια (µέχρι τον Ιούλιο του 1982) ο νόµος αυτός ρύθµισε µε λίγες τροποποιήσεις, την οργάνωση και λειτουργία όλων των ΑΕΙ της χώρας µας. Το 1937 η «Πάντειος Ανωτάτη Σχολή Πολιτικών Επιστηµών» (ΠΑΣΠΕ) προστίθεται στον κατάλογο των Α.Ε.Ι. Μεταξύ των σκοπών της Παντείου Σχολής είναι και η παροχή «Ανωτέρας πολιτικής µορφώσεως και η εθνική και η πνευµατική συγκρότηση ηγετικών στελεχών». Τον Ιούνιο του 1989 η σχολή αυτή µετονοµάστηκε σε Πάντειο Πανεπιστήµιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστη- µών», (Π.. 377/1989). Στην χρονική περίοδο 1940-1950 η οποία ήταν εποχή πολέµου, ξενικής κατοχής και εµφύλιας σύρραξης, δε σηµειώθηκε καµιά πρόοδος σχετική µε την αναβάθµιση του εκπαιδευτικού µας συστήµατος. Μετά το 1950 διαµορφώθηκε µια νέα διεθνής κατάσταση σε όλους τους το- µείς της κοινωνικής δραστηριότητας (όπως π.χ. στον οικονοµικό, εργασιακό, τεχνικό, εκπαιδευτικό κ.λπ. τοµέα) γεγονός που επηρέασε και την εκπαίδευση στη χώρα µας. Συγκεκριµένα, από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 άρχισε να γίνεται συνείδηση όλων των κοινωνικών φορέων η ανάγκη εκπαιδευτικής µεταρρύθµισης σε όλες τις διαστάσεις του συστήµατος εκπαίδευσης. Έτσι, η ανάγκη για τεχνοοικονοµική ανασυγκρότηση και ανάπτυξη καθώς και η απαίτηση του ελληνικού λαού για περισσότερη και ανώτερη µόρφωση ώ- θησαν την κυβέρνηση του Κ. Καραµανλή να συγκροτήσει το 1957 µια ειδική επιτροπή για να µελετήσει τα προβλήµατα της ελληνικής παιδείας. ύο χρόνια αργότερα ψηφίστηκε το Ν.. 3971/1959 (ΦΕΚ 187 τ.α ) «Περί Τεχνικής και Επαγγελµατικής Εκπαιδεύσεως, Οργανώσεως της Μέσης Εκπαίδευσης και ιοικήσεως της Παιδείας». Όπως φαίνεται και από τον τίτλο του, το διάταγµα αυτό αφορά τη µέση και την τεχνική και επαγγελµατική εκπαίδευση αγνοώντας προφανώς την πρωτοβάθµια εκπαίδευση. Η µεταρρύθµιση του 1959 εισήγαγε τις εξής βασικές καινοτοµίες: την ίδρυση εξαταξίων Γυµνασίων που καταργούσαν τα µέχρι τότε οκτατάξια. Οι τρεις πρώτες τάξεις είχαν ενιαίο πρόγραµµα µε βάση την ανθρωπιστική παιδεία, ενώ στις τρεις τελευταίες το πρόγραµµα µπορούσε να διαφοροποιηθεί µε την ίδρυση τµηµάτων κλασικής και πρακτικής κατεύθυνσης (άρθρο 3). την ίδρυση δύο τεχνικών σχολών µεταγυµνασιακού επιπέδου, στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, γνωστές ως «Σχολές Υποµηχανικών» (άρθρο 1) την ίδρυση των πρώτων έξι δηµοσίων τεχνικών σχολών, εργοδηγών µέσων τεχνικών σχολών, σε διάφορες επαρχιακές πόλεις (άρθρο 16). την ίδρυση της Σχολής Εκπαιδευτικών Λειτουργών Επαγγελµατικής και Τεχνικής Εκπαίδευσης (ΣΕΛΕΤΕ) (άρθρο 24). Επιπρόσθετα η διοίκηση και η εποπτεία της γενικής και τεχνικής εκπαίδευσης συγκεντρώθηκε στο υπουργείο Εθνικής Παιδείας από τα διάφορα υπουργεία και υπηρεσίες όπου υπαγόταν ως τότε. Η µεταρρύθµιση του 1959 επιχείρησε να φέρει τη Μέση Εκπαίδευση σε στενότερη επαφή µε την ανάγκη για οικονοµική ανάπτυξη της χώρας. Για το λόγο αυτό δόθηκε προτεραιότητα στην ίδρυση Τεχνικών και Επαγγελµατικών σχολείων. Ωστόσο τα σχολεία αυτά ήταν προορισµένα να αποτύχουν λόγω έλλειψης µαθητών. Η έλλειψη αυτή µπορεί να αποδοθεί στο γεγονός ότι οι περισσότεροι γονείς στην Ελλάδα θέλουν τα παιδιά τους να φοιτήσουν αρχικά στο Γυ- µνάσιο, ύστερα στο Γενικό Λύκειο, και στη συνέχεια (µέσω Πανελληνίων εξετάσεων) να εισαχθούν στο Πανεπιστήµιο.

47 Την ίδια εποχή (1958) στην τριτοβάθµια εκπαίδευση δύο άλλες Σχολές αναγνωρίζονται ως ιδρύµατα πανεπιστηµιακής εκπαίδευσης. Οι σχολές αυτές είναι η Ανώτατη Βιοµηχανική Σχολή Πειραιά και η Ανωτάτη Βιοµηχανική Σχολή Θεσσαλονίκης και αποσκοπούν στην οικονοµική και διοικητική µόρφωση των µελλοντικών στελεχών της οικονοµίας. Ως γνωστό η πρώτη µετονοµάστηκε σε «Πανεπιστήµιο Πειραιώς» τον Ιούνιο του 1989 (Π.. 377/1989) και η δεύτερη σε «Πανεπιστήµιο Μακεδονίας Οικονοµικών και Κοινωνικών Επιστηµών» τον Απρίλιο του 1990. 6.6. Η εκπαιδευτική πολιτική της περιόδου 1959-1967 Τέσσερα χρόνια µετά τη µεταρρύθµιση του 1959 καθορίστηκε µε διάταγµα (1962) το αναλυτικό πρόγραµµα του νηπιαγωγείου και συµπληρώθηκε ο σκοπός του. Σύµφωνα µε το διάταγµα αυτό η παιδαγωγική ενασχόληση στο νηπιαγωγείο αποβλέπει «εις την θρησκευτικήν, ηθικήν και κοινωνικήν διαπαιδαγώγησιν των νηπίων, την µετ ευχερείας και ανέσεως χρήσιν της ελληνικής γλώσσης, την µύησιν εις την αριθµητικήν σκέψιν, την άσκησιν των αισθητηρίων, την αρµονικήν και οµαλήν ανάπτυξιν του σώµατος, την καλλιέργεια των δεξιοτήτων της χειρός και της αισθήσεως του καλού...». Το πρόγραµµα αυτό ίσχυσε µέχρι το σχολικό έτος 1980-81. Στη συνέχεια ερχόµαστε στο 1964, κατά το οποίο, έγιναν πολλές και σηµαντικές εκπαιδευτικές µεταρρυθµίσεις µε κύριο χαρακτηριστικό την εισαγωγή νέων θεσµών και την ίδρυση περιφερειακού πανεπιστηµίου. Με την άνοδο στην εξουσία του κόµµατος της Ένωσης Κέντρου και µε πρωθυπουργό τον Γ. Παπανδρέου καταβλήθηκε τότε µια µεγάλη προσπάθεια για µεταρρυθµίσεις στην παιδεία. Πρωτεργάτες αυτής της προσπάθειας είναι, πέραν του Γ. Παπανδρέου, και οι Λ. Ακρίτας και Ευαγ. Παπανούτσος. Το 1964 εκδόθηκε το ν.δ, 4379/64 «περί οργανώσεως και διοικήσεως της γενικής (στοιχειώδους και µέσης) εκπαιδεύσεως» και το 1965 ψηφίσθηκαν οι νόµοι «Περί τεχνικής εκπαιδεύσεως» και «Περί ιδρύσεως πανεπιστηµίων». Με βάση τους τρεις αυτούς νόµους η ελληνική εκπαίδευση διαρθρώθηκε ως εξής: Η στοιχειώδης (πρωτοβάθµια) εκπαίδευση παρεχόταν στο δηµοτικό σχολείο, που ήταν 6ετές και υποχρεωτικό για όλα τα παιδιά, από το 6 ο µέχρι το 12 ο έτος της ηλικίας τους. Η µέση (δευτεροβάθµια) εκπαίδευση περιλάµβανε δύο αυτοτελείς κύκλους 3ετούς φοίτησης. Ο α κύκλος της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης περιλάµβανε το γυµνάσιο (γενικό και τεχνικό) και ο β κύκλος τρεις τύπους σχολείων: γενικό λύκειο, τεχνικο-επαγγελµατικό λύκειο και τις σχολές ειδίκευσης τεχνικών. Στο γυµνάσιο (γενικό και τεχνικό) εγγράφονταν οι απόφοιτοι του δηµοτικού σχολείου χωρίς εξετάσεις ενώ στους απόφοιτους και των δύο τύπων χορηγούνταν ισότιµοι τίτλοι σπουδών. Η φοίτηση στο γενικό ή τεχνικο-επαγγελµατικό λύκειο προϋπόθετε απολυτήριο γυµνασίου (γενικού ή τεχνικοεπαγγελµατικού) και επιτυχείς εισαγωγικές εξετάσεις. Οι απόφοιτοι του τεχνικού γυµνασίου µπορούσαν να εγγραφούν χωρίς εξετάσεις στις σχολές εξειδίκευσης τεχνικών, όπου αποκτούσαν µια τεχνικοεπαγγελµατική ειδικότητα, ενώ οι απόφοιτοι του γενικού, αλλά και του τεχνικού λυκείου εγγράφονταν, µετά την απόκτηση του «ακαδηµαϊκού απολυτηρίου» και εισαγωγικές εξετάσεις σε ορισµένα µαθήµατα, στα Α.Ε.Ι, στις παιδαγωγικές ακαδηµίες, στις σχολές νηπιαγωγών και στις σχολές υποµηχανικών. Όσοι κατείχαν απολυτήριο τεχνικού λυκείου εγγράφονταν, µετά από

48 κατατακτήριες εξετάσεις, απ ευθείας στο β έτος των σχολών υποµηχανικών και σε αντίστοιχη ειδικότητα. Πέρα από τη διάρθρωση των σχολείων, µε τη µεταρρύθµιση του 1964, ε- πήλθαν και οι παρακάτω αλλαγές: καθιερώθηκε η δωρεάν εκπαίδευση για όλες τις βαθµίδες, επεκτάθηκε για πρώτη φορά η διδασκαλία της δηµοτικής γλώσσας σε όλες τις βαθµίδες της εκπαίδευσης, ενώ στο γυµνάσιο και στο λύκειο προβλέφθηκε η παράλληλη διδασκαλία και της καθαρεύουσας, αυξήθηκαν τα έτη φοίτησης στις παιδαγωγικές ακαδηµίες από δύο σε τρία και αναπροσαρµόσθηκε το πρόγραµµά τους, ανανεώθηκε το πρόγραµµα των σχολείων της δευτεροβάθµιας (µέσης) εκπαίδευσης στο γυµνάσιο, καταργήθηκε η διδασκαλία των λατινικών ως υποχρεωτικού µαθήµατος και τα αρχαία ελληνικά διδάσκονταν πλέον από δόκιµες µεταφράσεις, ενώ στο λύκειο καθιερώθηκαν µαθήµατα επιλογής και νέα µαθήµατα, όπως στοιχεία φιλοσοφίας και ψυχολογίας, εισαγωγή στην κοινωνιολογία, στοιχεία δηµοκρατικού πολιτεύµατος και στοιχεία οικονοµικής επιστήµης, ιδρύθηκε το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο µε σκοπό την επιστηµονική έ- ρευνα των εκπαιδευτικών προβληµάτων και τη µετεκπαίδευση του διδακτικού προσωπικού κ.λ.π Με την εκπαιδευτική µεταρρύθµιση του 1964, επαναλήφθηκε ακόµη µια φορά, µετά το 1917 και 1929, η προσπάθεια για την υλοποίηση των στόχων του εκπαιδευτικού δηµοτικισµού και την αλλαγή του βαυαρικού πνεύµατος στην ελληνική εκπαίδευση. Η εκπαιδευτική µεταρρύθµιση του 1964 τέθηκε από του σχολικού έτους 1964-65 αµέσως σε εφαρµογή. Το 1967, δυστυχώς, η δικτατορία των συνταγµαταρχών κατάργησε την εκπαιδευτική νοµοθεσία του 1964 και τα εκπαιδευτικά πράγµατα επανήλθαν στο προηγούµενο καθεστώς. 6.7. Η εκπαιδευτική πολιτική της περιόδου της δικτατορίας 1967-1974 Η τύχη της εκπαιδευτικής µεταρρύθµισης του 1964 δυστυχώς ήταν ίδια µε εκείνες του 1917 και 1929, γιατί τρία χρόνια αργότερα το καθεστώς της 21ης Απριλίου 1967 όχι µόνο διέκοψε την ολοκλήρωσή της αλλά και µε το Α.Ν. 129/1967 επανέφερε σε λειτουργία το παλιό εκπαιδευτικό σύστηµα µε εξαίρεση τη δωρεάν παιδεία. Στην περίοδο 1968-1974 δεν υπήρξε κάτι το αξιοσηµείωτο στο χώρο της πρωτοβάθµιας και δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης. Στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης το έτος 1970 ιδρύθηκε το Πανεπιστήµιο Ιωαννίνων που έξι χρόνια νωρίτερα είχε λειτουργήσει ως «Παράρτηµα» του Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης. Τρία χρόνια αργότερα (1973) ιδρύονται δύο νέα περιφερειακά Πανεπιστή- µια, το «ηµοκρίτειον Πανεπιστήµιον Θράκης» µε έδρα την πόλη της Κοµοτηνής και το Πανεπιστήµιο Κρήτης µε έδρα την πόλη του Ρεθύµνου. Ως προς την τεχνολογική εκπαίδευση, το 1970 ιδρύθηκαν συγκροτήµατα δηµόσιων σχολών τεχνικής και επαγγελµατικής εκπαίδευσης, τα κέντρα Ανώτερης Τεχνικής Εκπαίδευσης (Κ.Α.Τ.Ε.), για την εκπαίδευση τεχνικών στελεχών ανώτερου επιπέδου, µε σκοπό να συµβάλλουν στην προαγωγή της εθνικής οικονοµίας. Η διάρκεια φοίτησης στα ΚΑΤΕ ορίστηκε 1-3 χρόνια µε προϋπόθεση εισαγωγής το απολυτήριο δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης µετά από εισαγωγικές εξετάσεις.

49 6.8. Η εκπαιδευτική πολιτική της περιόδου 1974-1981. Μετά τη µεταπολίτευση, το 1974, ψηφίστηκε το ισχύον σύνταγµα του 1975, το οποίο καθιέρωσε την εννιάχρονη υποχρεωτική εκπαίδευση. Με βάση τις συνταγµατικές διατάξεις του 1975 νοµοθετήθηκαν στη συνέχεια µια σειρά θεσµικών νόµων, που αποτελούν τη «Μεταρρύθµιση του 1974-1977». Το 1975, έγιναν προσπάθειες για την αναδιοργάνωση ολόκληρου του εκπαιδευτικού συστήµατος. Έτσι µε το νόµο 186/1975 ιδρύθηκε το Κέντρο Εκπαιδευτικών Ερευνών και Επιµόρφωσης (ΚΕΜΕ) και καταργήθηκε το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο της µεταρρύθµισης του 1964. Επίσης καταργήθηκε το Ανώτατο Εκπαιδευτικό Συµβούλιο, το οποίο είχε σκοπό τη χάραξη των κατευθύνσεων της παιδείας, τον προγραµµατισµό και την προαγωγή του εκπαιδευτικού έργου ό- λων των σχολείων της πρωτοβάθµιας και δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης. Οι κυριότεροι µεταρρυθµιστικοί νόµοι της περιόδου αυτής είναι ο ν. 309 / 76 «για την οργάνωση και διοίκηση της γενικής εκπαίδευσης», ο ν, 576/77 «για την οργάνωση και διοίκηση της τεχνικής και επαγγελµατικής εκπαίδευσης», ο ν. 682/77 «για την ιδιωτική εκπαίδευση» και ο ν. 815/78 «περί Α.Ε.Ι» ο οποίος όµως δεν εφαρµόσθηκε ποτέ στην πράξη. Οι δύο αυτοί κύριοι θεσµικοί νόµοι, δηλαδή ο ν. 309 / 76 και ο ν. 576 / 77, διαµόρφωσαν τη δοµή των σχολικών βαθµίδων στην Ελλάδα ως εξής: προσχολική αγωγή 2 χρόνια, δηµοτικό 6 χρόνια, γενικό και τεχνικο επαγγελµατικό λύκειο 3 χρόνια, πανεπιστήµιο 4 ως 6 χρόνια, ανώτερες σχολές 2 ως 3 χρόνια και παιδαγωγικές ακαδηµίες 2 χρόνια. Η πρωτοβάθµια (στοιχειώδης) εκπαίδευση παρέχεται στο δηµοτικό σχολείο, στο οποίο η φοίτηση είναι 6ετής. Ως γλώσσα διδασκαλίας καθιερώθηκε η δηµοτική και καταργήθηκαν οι εισαγωγικές εξετάσεις από το δηµοτικό για το γυ- µνάσιο. Η δευτεροβάθµια (µέση) εκπαίδευση παρέχεται στο 3ετές γυµνάσιο, το οποίο ήταν υποχρεωτικό και αποτελούσε τον α κύκλο της γενικής µέσης εκπαίδευσης. Στους απόφοιτους του γυµνασίου προσφέρονταν τρεις διέξοδοι Η α ήταν η φοίτηση, χωρίς εισαγωγικές εξετάσεις, σε µια τεχνική επαγγελµατική σχολή (σχολές νέου τύπου), όπου οι µαθητές προετοιµάζονταν για την ένταξή τους στην αγορά εργασίας, µε µια µέσου επιπέδου εξειδίκευση. Τη β και γ διέξοδο των απόφοιτων του γυµνασίου πρόσφεραν το γενικό και το τεχνικόεπαγγελµατικό λύκειο, στα οποία η φοίτηση προϋπόθετε την επιτυχή συµµετοχή σε εισαγωγικές εξετάσεις. Τα γενικά λύκεια, 3ετούς φοίτησης, ήταν προσανατολισµένα στην προετοιµασία των µαθητών για την τριτοβάθµια εκπαίδευση, τα δε τεχνικά. επαγγελµατικά λύκεια, 3ετούς επίσης φοίτησης, που θεωρούνταν ισότι- µα µε τα γενικά, είχαν διπλό στόχο: την προετοιµασία των µαθητών για τα Α.Ε.Ι ή για την ένταξή τους στην παραγωγική διαδικασία. Το 1976, µε το νόµο 309/76 (ΦΕΚ 100 τ. Α ) περί οργανώσεως και διοικήσεως της γενικής εκπαιδεύσεως: καθιερώνεται η δηµοτική ως γλώσσα διδασκαλίας και γλώσσα των διδακτικών βιβλίων σ όλες τις βαθµίδες της γενικής εκπαίδευσης. Έτσι από το 1976 η δηµοτική γλώσσα κατάκτησε σχεδόν όλους τους τοµείς της δηµόσιας δραστηριότητας, εκτός από τις δικαστικές αποφάσεις, και έτσι το «γλωσσικό ζήτηµα» που παρουσιάστηκε έντονο κυρίως στις αρχές του αιώνα µας φαίνεται να έχει λήξει οριστικά. Επίσης µε τον ίδιο νόµο διαχωρίζεται η γενική εκπαίδευση σε πρωτοβάθµια (Νηπιαγωγεία και ηµοτικά) και δευτεροβάθµια (Γυµνάσια και Λύκεια), καθορίζονται οι σκοποί κάθε σχολείου από το Νηπιαγωγείο µέχρι το Λύκειο, ρυθµίζο-

50 νται θέµατα που σχετίζονται µε διοικητικά και εποπτικά όργανα της πρωτοβάθ- µιας και δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης (όπως π.χ. οι επιθεωρητές και οι επόπτες της γενικής εκπαίδευσης, τα Περιφερειακά Υπηρεσιακά Συµβούλια ηµοτικής και Μέσης Εκπαίδευσης (ΠΥΣ Ε-ΠΥΣΜΕ), κ.ά.), επεκτείνεται η υποχρεωτική εκπαίδευση από έξι σε εννέα χρόνια και καταργούνται οι εισιτήριες εξετάσεις στο Γυµνάσιο. Στην Ανωτάτη Εκπαίδευση το 1977 ιδρύεται το Πολυτεχνείο Κρήτης µε έ- δρα την πόλη Χανιά της Κρήτης, ενώ ένα χρόνο αργότερα, το 1978, ψηφίζεται ο νόµος 815/78 «περί ρυθµίσεως θεµάτων εις την οργάνωσιν και λειτουργίαν των A.E.I.». Με το νόµο αυτό εισάγεται ο θεσµός του Τµήµατος ως βασική ενότητα στη δοµή των ελληνικών Α.Ε.Ι. και γίνεται αναδιοργάνωση στο σύστηµα σπουδών. Με το Ν. 576/1977 τα Κ.Α.Τ.Ε. µετονοµάστηκαν σε Κέντρα Ανώτερης Τεχνικής και Επαγγελµατικής Εκπαίδευσης (Κ.Α.Τ.Ε.Ε.) για να τονιστεί και το δεύτερο συστατικό τους, το επαγγελµατικό. Σύµφωνα µε το νόµο αυτό η ανώτερη τεχνική και επαγγελµατική εκπαίδευση ανήκει στην τρίτη βαθµίδα εκπαίδευσης και παρέχεται στις ανώτερες τεχνικές και επαγγελµατικές σχολές. Οι σχολές αυτές αποσκοπούσαν στην παροχή των απαιτούµενων θεωρητικών και πρακτικών γνώσεων για να καταστούν στελέχη ανώτερου επιπέδου και να συµβάλλουν στην ανάπτυξη ορισµένου τοµέα της εθνικής οικονοµίας µε την εφαρµογή των επιστηµονικών πορισµάτων και µελετών. Η φοίτηση διαρκούσε 4-6 εξάµηνα ανάλογα µε την ειδικότητα. Η µεταρρυθµιστική αυτή προσπάθεια του 1976-77, στα βασικά της σηµεία αποτελούσε επανάληψη των αντίστοιχων προσπαθειών του 1964. Το γεγονός ότι οι περισσότερες καινοτοµίες της µεταρρύθµισης του 1976 στην ουσία είναι βασικά σηµεία της µεταρρύθµισης του 1964 µας οδηγεί στη διαπίστωση, ότι για πρώτη φορά ελληνική κυβέρνηση, από τη δεκαετία του 1830 ακολουθεί, αντί µιας ριζικής αντιµεταρρύθµισης, συναινετική πολιτική πάνω σε θέµατα παιδείας. 6. 9. Η εκπαιδευτική πολιτική της περιόδου 1981-1989 Οι αλλαγές που επήλθαν κατά την περίοδο 1981-89 στο εκπαιδευτικό µας σύστηµα είχαν ως στόχο τις διαρθρωτικές µεταρρυθµιστικές παρεµβάσεις για τη βελτίωση των εκπαιδευτικών µας πραγµάτων, επειδή όπως αναφέρθηκε, δεν πρόκειται για αντιµεταρρύθµιση. Έτσι, κατά την περίοδο αυτή καθιερώθηκε η δηµοτική και το µονοτονικό σύστηµα ως επίσηµη γλώσσα του κράτους, καταργήθηκαν οι γενικοί διευθυντές στο υπουργείο Παιδείας και οι επόπτες και οι επιθεωρητές δηµοτικής, µέσης γενικής και µέσης τεχνικής και επαγγελµατικής εκπαίδευσης, και στις θέσεις τους, µε το ν. 1304/82 καθιερώθηκε ο θεσµός του σχολικού συµβούλου. Ιδρύθηκαν επίσης οι διευθύνσεις και τα γραφεία εκπαίδευσης. Με το ν. 1268/82 «για τη δοµή και λειτουργία των Α.Ε.Ι.» επήλθαν σηµαντικές αλλαγές στην τριτοβάθµια εκπαίδευση µεταξύ των οποίων σηµαντικότερες ήταν οι εξής: καταργήθηκε στα πανεπιστήµια η έδρα και κατοχυρώθηκαν το πανεπιστηµιακό άσυλο, η ελεύθερη διακίνηση των ιδεών, και προβλέφθηκε η ί- δρυση πανεπιστηµιακών παιδαγωγικών τµηµάτων µε σκοπό την εκπαίδευση δασκάλων και νηπιαγωγών. Ειδικότερα οι βασικές αλλαγές, τι οποίες εισάγει ο παραπάνω νόµος, είναι οι παρακάτω: Θεσπίζεται το Συµβούλιο Ανώτατης Παιδείας (Σ.Α.Π.), το οποίο α- ποτελεί θεσµό κοινωνικού ελέγχου µε συµµετοχή κοινωνικών, Πανεπιστηµιακών