ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΒ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΕΛΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Σχετικά έγγραφα
Συναισθηματική Νοημοσύνη: Ορισμός, δομή, μοντέλα, μέσα αξιολόγησης

Εισηγητής Δρ. Αβραάμ Παπασταθόπουλος. Δρ. Αβραάμ Παπασταθόπουλος

ΗΓΕΣΙΑ & ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ: Πολυτέλεια ή Αναγκαιότητα;

Κάθε επιλογή, κάθε ενέργεια ή εκδήλωση του νηπιαγωγού κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι σε άμεση συνάρτηση με τις προσδοκίες, που

Πρόγραμμα εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης E-Learning. Συναισθηματική - Διαπροσωπική Νοημοσύνη. E-learning. Οδηγός Σπουδών

Πρόγραμμα εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης E-Learning. Συναισθηματική - Διαπροσωπική Νοημοσύνη. E-learning. Οδηγός Σπουδών

Μονοπάτια Απασχολησιμότητας Ικανότητες & Δεξιότητες εργαζομένων στις σύγχρονες ελληνικές επιχειρήσεις

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 21

Κέντρο Πρόληψης των Εξαρτήσεων και Προαγωγής της Ψυχοκοινωνικής Υγείας Περιφερειακής Ενότητας Κιλκίς «ΝΗΡΕΑΣ»

ρ. Όλγα Επιτροπάκη Eπίκουρος Καθηγήτρια Οργανωσιακής Συµπεριφοράς & ιοίκησης Ανθρωπίνων Πόρων, ALBA 30 Μαίου 2002, ΣΣ Π

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Οργανωσιακή μάθηση. Εισηγητής : Δρ. Γιάννης Χατζηκιάν

ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ: ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ, ΙΚΑΝΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ Ι «Η Θεωρητική έννοια της Μεθόδου Project» Αγγελική ρίβα ΠΕ 06

Τα σχέδια μαθήματος 1 Εισαγωγή

Συναισθηματική Νοημοσύνη

Αυθεντικό πλαίσιο μάθησης και διδασκαλίας για ένα σχολείο που μαθαίνει. Κατερίνα Κασιμάτη Επικ. Καθηγήτρια Παιδαγωγικού Τμήματος ΑΣΠΑΙΤΕ

Δεύτερη Συνάντηση ΜΑΘΗΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΟΜΑΔΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Κάππας Σπυρίδων

Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Πολυπολιτισμικότητα και Εκπαίδευση

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑΣ, ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΣΚΕΨΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Γενικός προγραμματισμός στην ολομέλεια του τμήματος (διαδικασία και τρόπος αξιολόγησης μαθητών) 2 ώρες Προγραμματισμός και προετοιμασία ερευνητικής

Μια εισαγωγή στην έννοια της βιωματικής μάθησης Θεωρητικό πλαίσιο. Κασιμάτη Κατερίνα Αναπληρώτρια Καθηγήτρια ΑΣΠΑΙΤΕ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΚΕΝΤΡΟ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ (Κ.Ε.ΔΙ.ΒΙ.Μ.) «Εκπαιδευτική Ηγεσία και Διοίκηση»

Περιγραφή των Ικανοτή των

3. Περιγράμματα Μαθημάτων Προγράμματος Σπουδών

Μεταγνωστικές διαδικασίες και κοινωνική αλληλεπίδραση μεταξύ των μαθητών στα μαθηματικά: ο ρόλος των σχολικών εγχειριδίων

Μεθοδολογία Έρευνας Διάλεξη 1 η : Εισαγωγή στη Μεθοδολογία Έρευνας

εκπαιδευτικο αποτελεσματικότητα του εκπαιδευτικού τυπικών και άτυπων ομάδων από μια δυναμική αλληλεξάρτησης

Η αυθεντική μάθηση και αξιολόγηση. Δρ Δημήτριος Γκότζος

Μάθηση & διδασκαλία στην προσχολική εκπαίδευση: βασικές αρχές

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων

10 DaniEl GolEman PEtEr SEnGE

Ερευνητικό ερώτημα: Η εξέλιξη της τεχνολογίας της φωτογραφίας μέσω διαδοχικών απεικονίσεων της Ακρόπολης.

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΗΓΕΤΙΚΟΥ ΣΤΥΛ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑΣ ΣΤΙΣ ΕΠΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

«Η επίδραση της συναισθηματικής νοημοσύνης στη βελτίωση των ομάδων εργασίας : Η περίπτωση του Δημοσίου Τομέα (Ε.Κ.Δ.Δ.Α.)»

Διήμερο εκπαιδευτικού επιμόρφωση Μέθοδος project στο νηπιαγωγείο. Έλενα Τζιαμπάζη Νίκη Χ γαβριήλ-σιέκκερη

Σύγχρονες προκλήσεις

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Eκπαίδευση Εκπαιδευτών Ενηλίκων & Δία Βίου Μάθηση

Πληροφορίες για το Εθνικό Πλαίσιο Προσόντων

Βασικές αρχές σχεδιασμού και οργάνωσης Βιωματικών Δράσεων στο Γυμνάσιο. Δρ. Απόστολος Ντάνης Σχολικός Σύμβουλος Φ.Α.

Ηγεσία. Εννοια - Σημασία Ηγεσίας Είδη ηγεσίας Θεωρίες προσέγγισης ηγεσίας Δημιουργώντας ηγέτες

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Υ.Α Γ2/6646/ Επιµόρφωση καθηγητών στο ΣΕΠ και τη Επαγγελµατική Συµβουλευτική

Ερωτήµατα. Πώς θα µπορούσε η προσέγγιση των εθνικών επετείων να αποτελέσει δηµιουργική διαδικασία µάθησης και να ενεργοποιήσει διαδικασίες σκέψης;

ΗΓΕΣΙΚΟ ΠΡΟΦΙΛ ΠΡΟΪΣΑΜΕΝΟΤ ΝΟΗΛΕΤΣΙΚΟΤ ΣΜΗΜΑΣΟ

ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (ΠΣ) Χρίστος Δούκας Αντιπρόεδρος του ΠΙ

Εκπαίδευση, κοινωνικός σχεδιασμός. Ρέμος Αρμάος MSc PhD, Υπεύθυνος εκπαίδευσης στελεχών ΚΕΘΕΑ

Κώδικας εοντολογίας για Επαγγελματίες στην Υποστηριζόμενη Απασχόληση

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.)

ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΗΓΕΤΙΚΩΝ ΙΚΑΝΟΤΗΤΩΝ. Developing Leadership Skills

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΠΑ71Κ / Διαχείριση αλλαγής, σχολική αποτελεσματικότητα και στρατηγικός σχεδιασμός

Ηγεσία και Διοικηση. Αποτελεσματική Ηγεσία στο Χώρο της Εργασίας

Συναισθηματική Νοημοσύνη και Επικοινωνία

Παναής Κασσιανός, δάσκαλος Διευθυντής του 10ου Ειδικού Δ.Σ. Αθηνών (Μαρασλείου)


Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

Ηγεσία. Ενότητα 8: Ηγεσία στις ομάδες. Δρ. Καταραχιά Ανδρονίκη Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής

Δρ. Απόστολος Ντάνης Σχολικός Σύμβουλος Φυσικής Αγωγής

Οδηγός. Σχολιασμού. Διπλωματικής Εργασίας

Κοινωνιογνωστική θεωρία Social Cognitive Theory

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ. Ηγεσία

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΩΝ ΚΥΡΙΟΤΕΡΩΝ ΣΗΜΕΙΩΝ

DeSqual Ενότητες κατάρτισης 1. Ενδυνάμωση των εξυπηρετούμενων

Δομές Ειδικής Αγωγής στην Δευτεροβάθμια. Εκπαίδευση και Εκπαιδευτική Ηγεσία: ο ρόλος. του Διευθυντή μέσα από το υπάρχον θεσμικό.

ΕΚΘΕΣΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΑΣΚΗΣΗΣ

Φορέας ιεξαγωγής: ΠΕΚ Λαμίας Συντονιστής: Σπυριδούλα Κατσιφή - Χαραλαμπίδη Τηλέφωνο:

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ. Θεωρία των Μοντέλων Καπιταλισμού

ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ ΜΙΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΣΗΜΕΡΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΥΡΙΟ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ

Μεταπτυχιακό στη Δημόσια Διοίκηση

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 (ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ)

Στυλιανός Βγαγκές - Βάλια Καλογρίδη. «Καθολικός Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Προσβάσιμου Ψηφιακού Εκπαιδευτικού Υλικού» -Οριζόντια Πράξη με MIS

ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

Μεταπτυχιακό στην Κοινωνική Εργασία

Γενικοί Δείκτες για την Αξιολόγηση στη Συνεκπαίδευση

ΔΕΠΠΣ. ΔΕΠΠΣ και ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ

Αναγκαιότητα - Χρησιμότητα

Αειφόρα σχολεία και προαγωγή της Υγείας

Μοντέλα Εκπαίδευσης με σκοπό τη Διδασκαλία με χρήση Ψηφιακών Τεχνολογιών

Πολλαπλοί τύποι νοημοσύνης και η σημασία τους για την ανάπτυξη και την εκπαίδευση των παιδιών, τη. Συναισθηματική Νοημοσύνη. και τη Δημιουργικότητα.

ΕΥΡΩΠΑΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΩΝ «ΜΕΝΤΟΡΑΣ» ΕΠΙΠΕΔΟ 5, ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ EQF

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΥ ΣΤΑΘΜΟΥ ΝΕΩΝ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΙΛΚΙΣ ΚΑΡΟΛΙΔΟΥ ΣΩΤΗΡΙΑ M.Sc. ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ - ΘΕΟΛΟΓΟΣ

Κωνσταντίνος Π. Χρήστου

α. η παροχή γενικής παιδείας, β. η καλλιέργεια των δεξιοτήτων του μαθητή και η ανάδειξη των

Φύλο και διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών

Τεστ δεξιοτήτων & νοημοσύνης. Επιμέλεια : Αργυρίου Αντώνης Διευθυντής ΓΕ.Λ. Μαγούλας Χημικός, M.Ed., M.I.S. -Σύμβουλος ΣΕ.Π

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1

Βασικές κατευθύνσεις. Επιδιώξεις Προοπτικές Οργάνωση-Σχεδιασµός Βασικά χαρακτηριστικά

Ηγεσία. Ενότητα 1: Εισαγωγικές έννοιες. Δρ. Καταραχιά Ανδρονίκη Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ MANAGEMENT ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟΥ. Ορισμοί

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ. Γεράσιμος Παπαναστασάτος, Ph.D. Αθήνα, Σεπτέμβριος 2016

ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΟΤΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ

Transcript:

ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΒ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΕΛΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Θέµα: Ο ρόλος των κοινωνικών ικανοτήτων και της συναισθηµατικής νοηµοσύνης για τη δηµιουργία εργασιακής κουλτούρας Επιβλέπουσα: Αναστασίου Ειρήνη Σπουδάστρια: Χούµου Ελένη ΑΘΗΝΑ - 2014

1 Περίληψη Τις τελευταίες δεκαετίες, οι συναισθηµατικές και κοινωνικές ικανότητες έχουν τεθεί στο επίκεντρο τόσο του ερευνητικού ενδιαφέροντος όσο και του δηµόσιου διαλόγου. Ιδιαίτερη έµφαση έχει δοθεί στην εξέταση και τον προσδιορισµό του ρόλου που αυτές διαδραµατίζουν στο πλαίσιο των σύγχρονων οργανώσεων. Ωστόσο, ο αποσπασµατικός τρόπος ενσωµάτωσης των εν λόγω ικανοτήτων στα συστήµατα διαχείρισης και ανάπτυξης ανθρώπινου δυναµικού δύναται να καταδεικνύει µεταξύ άλλων ότι η συµβολή αυτών τελεί ακόµη υπό κρίση. Συνεπώς, σκοπός της παρούσας εργασίας καθίσταται ο σαφέστερος δυνατός προσδιορισµός της συµβολής των συναισθηµατικών και κοινωνικών ικανοτήτων των ατόµων στο πλαίσιο της οργάνωσης, καθώς και η διερεύνηση της σχέσης αυτών µε την έννοια της οργανωσιακής κουλτούρας. Παράλληλα, εξετάζεται η σχέση της συναισθηµατικής νοηµοσύνης µε την έννοια της ηγεσίας και προσδιορίζεται η επίδραση που ασκεί η συναισθηµατική νοηµοσύνη των ηγετικών µορφών µιας οργάνωσης στην κουλτούρα αυτής. Προς το σκοπό αυτό, έλαβε χώρα ανασκόπηση της υφιστάµενης βιβλιογραφίας και επιστηµονικής αρθρογραφίας, καθώς και εξέταση των αποτελεσµάτων εµπειρικών ερευνών στο εν λόγω επιστηµονικό πεδίο. Στο πλαίσιο αυτό διαπιστώθηκε ότι οι ικανότητες που εµπεριέχονται στην έννοια της συναισθηµατικής νοηµοσύνης καθίστανται ιδιαίτερης σηµασίας στο πλαίσιο των οργανώσεων, δηµόσιων και ιδιωτικών, καθώς συµβάλλουν θετικά στην ατοµική εργασιακή απόδοση, την αποτελεσµατικότητα της ηγεσίας και τη συνολική οργανωσιακή αποτελεσµατικότητα. Επιπρόσθετα εντοπίστηκε η ύπαρξη αµφίδροµης σχέσης ανάµεσα στη συναισθηµατική νοηµοσύνη και την έννοια της οργανωσιακής κουλτούρας. Η µελέτη της εν λόγω σχέσης ανέδειξε τον καθοριστικό ρόλο των ηγετών, διαπιστώνοντας ότι το επίπεδο της συναισθηµατικής νοηµοσύνης αυτών σχετίζεται θετικά µε την ικανότητά τους να διαµορφώνουν και να διαχειρίζονται την κουλτούρα της οργάνωσης. Πέραν τούτου, διαπιστώθηκε ότι συναισθηµατικά ευφυείς ηγέτες µε µετασχηµατιστικά χαρακτηριστικά συµβάλλουν καθοριστικά στην ανάπτυξη κουλτούρας που ενσωµατώνει στοιχεία της συναισθηµατικής νοηµοσύνης.

2 Η παρούσα εργασία καταλήγει ότι η συναισθηµατική νοηµοσύνη και οι ικανότητες που εµπεριέχονται σε αυτή, δεν συνεπάγονται την υποβίβαση της σηµασίας της ορθολογικής σκέψης στις δηµόσιες οργανώσεις, αλλά παρέχουν χρήσιµα εργαλεία τόσο για τη βελτίωση της αποτελεσµατικότητας του δηµόσιου τοµέα, όσο και για τη σταδιακή µετάβαση προς µια κουλτούρα εξυπηρέτησης και µάθησης, µε επικέντρωση στον άνθρωπο. Λέξεις Κλειδιά συναισθηµατική νοηµοσύνη, συναισθηµατικές ικανότητες, κοινωνικές ικανότητες, οργανωσιακή κουλτούρα, ηγεσία, µετασχηµατιστικές ικανότητες, µετασχηµατιστική ηγεσία

3 Executive Summary In recent years, emotional and social skills have been at the heart of research interest and public debate. Special emphasis has been placed on defining their role in modern organizations. However, the fragmented and incoherent way in which these skills have been integrated in human resource management systems, may demonstrate that their contribution still remains in question. Therefore, the present paper aims at identifying their contribution in the context of the organization and explores their relationship with the concept of organizational culture. At the same time, the present paper examines the relationship between emotional intelligence and leadership, and determines the influence that leaders emotional inteligence has on the organizational culture. To this end, a review of the existing literature was performed, as well as the examination of empirical research findings in this particular scientific field. In this context it was found that emotional intelligence skills are of great significance in both public and private organizations, since they positively contribute to individual job performance, leadership and overall organizational effectiveness. In addition, a two-way relationship was identified between emotional intelligence and organizational culture. The study of this relationship highlighted the crucial role of leaders, noting that their level of emotional intelligence is positively related with their ability to shape and manage the organization s culture. Furthermore, it was found that emotionally intelligent leaders with transformational abilities are instrumental in developing cultures that incorporate elements of emotional intelligence. This paper concludes that emotional intelligence and relevant skills are not meant to substitute the undisputed importance of rational thinking in public organizations, but to provide helpful instruments for the improvement of public sector effectiveness and the gradual transition towards a human-centred culture that promotes service and learning. Keywords Emotional intelligence, emotional skills, social skills, organizational culture, leadership, transformational abilities, transformational leadership

4 ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ Περίληψη... 1 Λέξεις Κλειδιά... 2 Executive Summary... 3 Keywords... 3 Εισαγωγή... 5 Κεφάλαιο Πρώτο: Εννοιολογικός προσδιορισµός και θεωρητικές προσεγγίσεις της Συναισθηµατικής Νοηµοσύνης... 8 1.1. Ιστορική αναδροµή... 8 1.2. Συναισθηµατική Νοηµοσύνη και Θεωρητικά Μοντέλα... 12 1.2.1 Το θεωρητικό µοντέλο των Μayer και Salovey - Θεωρία ικανότητας... 12 1.2.2 To θεωρητικό µοντέλο του Bar-On - Θεωρία µε πλαίσιο την προσωπικότητα.. 15 1.2.3 Το θεωρητικό µοντέλο του Goleman - Θεωρία επίδοσης... 17 1.2.4 Διαπιστώσεις... 19 Κεφάλαιο Δεύτερο: Η έννοια και το περιεχόµενο των Κοινωνικών Ικανοτήτων... 21 2.1 Η σχέση των Κοινωνικών Ικανοτήτων µε τη Συναισθηµατική Νοηµοσύνη... 21 2.2 Εννοιολογικοί προσδιορισµοί στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και του Οργανισµού Οικονοµικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ)... 24 Κεφάλαιο Τρίτο: Έννοια και διαµόρφωση της Οργανωσιακής Κουλτούρας... 28 3.1 Η έννοια και ο ρόλος της Οργανωσιακής Κουλτούρας... 28 3.2 Διαµόρφωση και διαχείριση της Οργανωσιακής Κουλτούρας... 31 Κεφάλαιο Τέταρτο: Ο ρόλος της Συναισθηµατικής Νοηµοσύνης στο πλαίσιο της Οργάνωσης... 33 4.1 Η σχέση της Οργανωσιακής Κουλτούρας µε τη Συναισθηµατική Νοηµοσύνη... 33 4.2 H σηµασία των συναισθηµατικών και κοινωνικών ικανοτήτων στο πλαίσιο της Οργάνωσης... 37 Κεφάλαιο Πέµπτο: Ο ρόλος των ηγετών µε Συναισθηµατική Νοηµοσύνη στη διαµόρφωση Οργανωσιακής Κουλτούρας... 45 5.1 Η σχέση της ηγεσίας µε τη Συναισθηµατική Νοηµοσύνη... 45 5.2 Συναισθηµατική Νοηµοσύνη και Μετασχηµατιστική Ηγεσία... 48 5.3 Ο ρόλος των συναισθηµατικών και κοινωνικών ικανοτήτων του ηγέτη στη διαµόρφωση Οργανωσιακής Κουλτούρας... 51 Συµπεράσµατα Προτάσεις... 53 Βιβλιογραφία... 58 Παράρτηµα... 65 Πίνακας 1: Θεωρητικό Μοντέλο των Mayer & Salovey - Μοντέλο Ικανότητας... 65 Πίνακας 2: Επίπεδα Συναισθηµατικής Νοηµοσύνης στο µοντέλο των Mayer & Salovey... 66 Πίνακας 3: Θεωρητικό Μοντέλο του Reuven Bar-On Μοντέλο µε πλαίσιο την προσωπικότητα... 67 Πίνακας 4: Θεωρητικό Μοντέλο του Daniel Goleman Μοντέλο Επίδοσης... 68 Πίνακας 5: Συγκριτική Παρουσίαση Μοντέλων Συναισθηµατικής Νοηµοσύνης... 69

5 Εισαγωγή Η σηµασία των συναισθηµατικών και κοινωνικών ικανοτήτων των ατόµων στο πλαίσιο των σύγχρονων οργανώσεων, έχει αποτελέσει αντικείµενο ιδιαίτερου ερευνητικού ενδιαφέροντος τις τελευταίες δεκαετίες. Επιπροσθέτως, οι εν λόγω ικανότητες έχουν τεθεί στο επίκεντρο του δηµόσιου διαλόγου στο πλαίσιο τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσο και του Οργανισµού Οικονοµικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης. Ωστόσο, η ενσωµάτωση αυτών των ικανοτήτων στα συστήµατα ανάπτυξης ανθρώπινου δυναµικού λαµβάνει χώρα µε τρόπο αποσπασµατικό, αντανακλώντας ενδεχοµένως το γεγονός ότι η συµβολή αυτών στο πλαίσιο της οργάνωσης, τίθεται ακόµη υπό κρίση. Εξάλλου, µε δεδοµένο ότι η έννοια της οργανωσιακής κουλτούρας έχει αναδειχθεί σε βασική συνιστώσα της αποτελεσµατικότητας µιας οργάνωσης, εκτιµάται ότι δεν έχει δοθεί η απαιτούµενη βαρύτητα στην εξέταση και διερεύνηση της σχέσης ανάµεσα σε αυτήν και τις εν λόγω ικανότητες. Συνεπώς, η παρούσα εργασία στοχεύει στον σαφή προσδιορισµό της συµβολής των συναισθηµατικών και κοινωνικών ικανοτήτων των ατόµων στο πλαίσιο της οργάνωσης, καθώς και στην ανάδειξη της πολλαπλότητας των σχέσεων που εντοπίζονται ανάµεσα σε αυτές και την έννοια της οργανωσιακής κουλτούρας. Εξάλλου, δεδοµένης της στενής σχέσης της τελευταίας µε την έννοια της ηγεσίας, στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας εξετάζεται επιπλέον η επίδραση που ασκεί η συναισθηµατική νοηµοσύνη των ηγετών στην κουλτούρα που διέπει µια οργάνωση. Η διερεύνηση και ανάπτυξη του θέµατος µεθοδολογικά βασίστηκε στη δευτερογενή έρευνα. Ειδικότερα, πραγµατοποιήθηκε ανασκόπηση της υφιστάµενης βιβλιογραφίας και επιστηµονικής αρθρογραφίας, καθώς και µελέτη επίσηµων κειµένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Οργανισµού Οικονοµικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, µε σκοπό να προσδιοριστεί το θεωρητικό πλαίσιο, να εντοπιστούν οι κύριες µεθοδολογικές προσεγγίσεις και να αποτυπωθούν οι υφιστάµενες τάσεις στην έρευνα και µελέτη του εν λόγω αντικειµένου. Στο πλαίσιο του παρόντος πονήµατος λαµβάνει χώρα έλεγχος των εξής δύο υποθέσεων εργασίας:

6 1. Οι συναισθηµατικές και κοινωνικές ικανότητες ασκούν θετική επίδραση στην εργασιακή απόδοση του ατόµου και στη συνολική οργανωσιακή αποτελεσµατικότητα. 2. Ηγέτες που διαθέτουν συναισθηµατική νοηµοσύνη και µετασχηµατιστικές ικανότητες συµβάλλουν καθοριστικά στην ανάπτυξη οργανωσιακής κουλτούρας που ενσωµατώνει και υιοθετεί στοιχεία της συναισθηµατικής νοηµοσύνης. Η παρούσα εργασία διαρθρώνεται σε πέντε κεφάλαια. Ειδικότερα, στο πρώτο κεφάλαιο επιχειρείται µια ιστορική αναδροµή γύρω από τις έννοιες και την εξέλιξή τους και προσδιορίζεται η έννοια και το περιεχόµενο της συναισθηµατικής νοηµοσύνης. Προς τον σκοπό αυτό, παρουσιάζονται οι κύριες θεωρητικές προσεγγίσεις, στο πλαίσιο των οποίων λαµβάνουν χώρα χρήσιµες διακρίσεις και οριοθετήσεις, ενώ παράλληλα προσφέρουν τη δυνατότητα να καταστεί η εν λόγω έννοια αντιληπτή στην ολότητά της. Στο δεύτερο κεφάλαιο επιχειρείται ο προσδιορισµός της έννοιας και του περιεχοµένου των κοινωνικών ικανοτήτων και παρουσιάζεται η σχέση αυτών µε τη συναισθηµατική νοηµοσύνη. Με σκοπό την πληρέστερη δυνατή ανάλυση, παράλληλα εξετάζεται και ο τρόπος µε τον οποίο η εν λόγω έννοια έχει προσεγγιστεί στο πλαίσιο τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσο και του Οργανισµού Οικονοµικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης. Στο τρίτο κεφάλαιο αναλύεται η έννοια της οργανωσιακής κουλτούρας και οι κύριες λειτουργίες που αυτή επιτελεί, ενώ παράλληλα παρουσιάζονται οι κύριοι µηχανισµοί µέσω των οποίων λαµβάνει χώρα η διαµόρφωση και διαχείρισης αυτής. Στο σηµείο αυτό, κρίνεται χρήσιµο να διευκρινιστεί ότι στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας, η έννοια της εργασιακής κουλτούρας ταυτίζεται µε την έννοια της οργανωσιακής, δεδοµένου ότι οι αξίες και οι βασικές παραδοχές που συγκροτούν την κουλτούρα µιας οργάνωσης, καθορίζουν σε σηµαντικό βαθµό τις εργασιακές στάσεις, συµπεριφορές και ενέργειες των ατόµων που δραστηριοποιούνται εντός αυτής. Το τέταρτο κεφάλαιο επιχειρεί να εξετάσει το ρόλο που διαδραµατίζουν οι συναισθηµατικές και κοινωνικές ικανότητες των ατόµων µέσα στην οργάνωση. Προς το σκοπό αυτό, εξετάζονται τα ευρήµατα σχετικών εµπειρικών ερευνών, στο πλαίσιο έκαστου θεωρητικού µοντέλου, προκειµένου να εντοπιστεί η σχέση των εν λόγω ικανοτήτων µε την ατοµική εργασιακή απόδοση και τη συνολική οργανωσιακή

7 αποτελεσµατικότητα. Επιπροσθέτως, στο ίδιο κεφάλαιο διερευνάται η σχέση ανάµεσα στη συναισθηµατική νοηµοσύνη και την οργανωσιακή κουλτούρα. Τέλος, στο πέµπτο κεφάλαιο, εξετάζεται η σχέση της ηγεσίας µε τη συναισθηµατική νοηµοσύνη καθώς και ο ρόλος που διαδραµατίζουν οι συναισθηµατικές και κοινωνικές ικανότητες των ηγετικών µορφών στη διαµόρφωση και διαχείριση της οργανωσιακής κουλτούρας. Η εργασία ολοκληρώνεται µε την παράθεση των βασικών συµπερασµάτων και τη διατύπωση προτάσεων.

8 Κεφάλαιο Πρώτο: Εννοιολογικός προσδιορισµός και θεωρητικές προσεγγίσεις της Συναισθηµατικής Νοηµοσύνης 1.1. Ιστορική αναδροµή Η συναισθηµατική νοηµοσύνη και οι ικανότητες που εµπεριέχονται σε αυτή αναδεικνύονται ως διακριτό πεδίο επιστηµονικής µελέτης και έρευνας στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Στα χρόνια που έχουν προηγηθεί, η κυρίαρχη σκέψη αντιλαµβάνεται τη νοηµοσύνη ως ένα σύνολο αποκλειστικά γνωστικών και διανοητικών ικανοτήτων, ενώ το συναίσθηµα αναγνωρίζεται ως παράγοντας αποδιοργάνωσης και έννοια που έρχεται σε πλήρη αντίθεση µε την ορθολογική σκέψη (Robbins & Judge, 2011: 85-86). Ωστόσο, την εν λόγω περίοδο υφίσταται ένας σηµαντικός αριθµός µελετητών και ερευνητών, που ενάντια στην κυρίαρχη σκέψη επιχειρεί να αναδείξει το συναίσθηµα ως πολύτιµη πηγή πληροφοριών και να αναγνωρίσει το σηµαντικό ρόλο που διαδραµατίζουν µη γνωστικά στοιχεία της νοηµοσύνης. Στο πλαίσιο αυτό, o Κάρολος Δαρβίνος, θεµελιωτής της θεωρίας της εξέλιξης, το 1872 αναγνωρίζει τα συναισθήµατα ως παράγοντες που διαδραµατίζουν καθοριστικό ρόλο στην επιτυχή προσαρµογή και επιβίωση των ειδών (Bar-On, 2006: 13,15). To 1920, ο Edward Lee Thorndike, εισάγει στον ακαδηµαϊκό λόγο την έννοια της κοινωνικής νοηµοσύνης, προσδιορίζοντας αυτήν ως «την ικανότητα που έχει κανείς να κατανοεί και να διαχειρίζεται τους άνδρες και τις γυναίκες, τα αγόρια και τα κορίτσια και να ενεργεί µε σοφία στις ανθρώπινες σχέσεις» (1920: 228). Μέσω της εν λόγω έννοιας, ο Thorndike αναγνωρίζει τη σηµασία της κοινωνικής ικανότητας του ατόµου, αναδεικνύοντας αυτή σε σηµαντική συνιστώσα της νοηµοσύνης του. Εξάλλου, σύµφωνα µε τους Mayer και Salovey, η έννοια της κοινωνικής νοηµοσύνης του Thorndike κατ ουσίαν αναφέρεται «στην ικανότητα που έχει κανείς να αντιλαµβάνεται την εσωτερική κατάσταση, τα κίνητρα και τις συµπεριφορές τόσο των άλλων όσο και του εαυτού του και να ενεργεί µε τον βέλτιστο τρόπο επί τη βάσει αυτών των πληροφοριών» (1993: 435). Η σηµασία µη γνωστικών στοιχείων της νοηµοσύνης αναγνωρίζεται και από τον David Wechsler, ο οποίος το 1940, διαπιστώνει τον καθοριστικό ρόλο που διαδραµατίζουν οι συναισθηµατικές (προσωπικές και κοινωνικές) δεξιότητες και ικανότητες του ατόµου.

9 Η εν λόγω διαπίστωση τον οδηγεί στην παραδοχή ότι η ορθή και ολοκληρωµένη µέτρηση της ανθρώπινης νοηµοσύνης θα είναι εφικτή, µόνο εφόσον συµπεριληφθούν µετρήσεις µη γνωστικών παραγόντων στις υφιστάµενες σχετικές δοκιµασίες (Wechsler, 1940 όπως αναφέρεται στο Cherniss, 2000: 2-3). Τη δεκαετία του 1970, ο David McClelland, επανεξετάζοντας τα στοιχεία σχετικά µε την αδιαµφισβήτητη εώς τότε εγκυρότητα των χρησιµοποιούµενων στα σχολεία τεστ νοηµοσύνης, καταλήγει ότι αυτά αποτυγχάνουν να προβλέψουν τη µελλοντική απόδοση και έκβαση στην εργασία και στους υπόλοιπους τοµείς της ζωής, δεδοµένου ότι εστιάζουν αποκλειστικά σε στοιχεία της γνωστικής νοηµοσύνης, παραβλέποντας εντελώς «µεταβλητές της προσωπικότητας» (1973: 8). Εξάλλου, αρκετά χρόνια αργότερα, διαπιστώνει ότι δεξιότητες και ικανότητες συναισθηµατικού και κοινωνικού χαρακτήρα, διαδραµατίζουν καθοριστικό ρόλο στην επίδοση του ατόµου στην εργασία (McClelland, 1998). Ειδικότερα, παρατηρεί ότι δεξιότητες όπως αυτές της προσαρµοστικότητας, της επιρροής, της επίτευξης, της ανάπτυξης των άλλων και της αυτοπεποίθησης, διακρίνουν όσους παρουσιάζουν εξαιρετική επίδοση έναντι αυτών που παρουσιάζουν µέτρια. Όσον αφορά τις γνωστικές ικανότητες, ο McClelland υπογραµµίζει τον σηµαντικό ρόλο της ικανότητας για αναλυτική σκέψη. To 1983, ο Howard Gardner, αµφισβητώντας την κλασική θεώρηση της νοηµοσύνης η οποία σύµφωνα µε τον ίδιο εστιάζει αποκλειστικά και περιοριστικά στις γλωσσικές και λογικο-µαθηµατικές δεξιότητες, διατυπώνει τη θεωρία των πολλαπλών τύπων νοηµοσύνης (Gardner, 1993). Στο πλαίσιο της εν λόγω θεωρίας, περιγράφει τη συνύπαρξη τουλάχιστον επτά τύπων νοηµοσύνης, σχετικά αυτόνοµων µεταξύ τους, οι οποίοι, ενώ εντοπίζονται σε όλα τα άτοµα και σε όλους τους πολιτισµούς, αναπτύσσονται στον καθένα µε διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετικό βαθµό, δηµιουργώντας µοναδικούς συνδυασµούς - προφίλ νοηµοσύνης. Οι πολλαπλοί τύποι νοηµοσύνης που περιέγραψε, περιλαµβάνουν (Gardner, 1993): 1. Τη γλωσσική νοηµοσύνη: αναφέρεται στην ικανότητα του ατόµου να επιλέγει µε ακρίβεια τις λέξεις που αποδίδουν µε το βέλτιστο τρόπο το νόηµα που επιθυµεί, καθώς και την ικανότητα αξιοποίησης του λόγου (γραπτού και προφορικού) ως µέσο πειθούς, επικοινωνίας, πληροφόρησης και διδασκαλίας. 2. Τη µουσική νοηµοσύνη: αναφέρεται στην ικανότητα του ατόµου να αντιλαµβάνεται, να αναγνωρίζει, να αναπαράγει ή/και να δηµιουργεί µε φυσικότητα µελωδίες,

10 ήχους, µουσικούς τόνους και ρυθµούς. 3. Τη λογικο-µαθηµατική νοηµοσύνη: αναφέρεται στην ικανότητα εκτέλεσης µαθηµατικών πράξεων, λογικού συλλογισµού καθώς και συστηµατικής ανάλυσης γεγονότων, καταστάσεων και προβληµάτων. 4. Τη χωρική νοηµοσύνη: αναφέρεται στην ικανότητα αντίληψης του χώρου και δηµιουργίας νοητικών αναπαραστάσεών του, καθώς και στην ικανότητα αντίληψης, επεξεργασίας και µετασχηµατισµού (νοερού ή πραγµατικού) µορφών, εικόνων και σχηµάτων. 5. Τη σωµατική - κιναισθητική νοηµοσύνη: αφορά την ικανότητα χειρισµού αντικειµένων µε επιδεξιότητα καθώς και την αξιοποίηση του σώµατος και των κινήσεων αυτού προκειµένου να επικοινωνηθούν ιδέες, συναισθήµατα και πληροφορίες. 6. Την ενδοπροσωπική νοηµοσύνη: αναφέρεται στην ικανότητα του ατόµου να αναγνωρίζει, εξετάζει, κατανοεί και διαχειρίζεται αποτελεσµατικά τα συναισθήµατα, τις σκέψεις, τις επιθυµίες και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του. 7. Τη διαπροσωπική νοηµοσύνη: αναφέρεται στην ικανότητα αντίληψης και κατανόησης των συναισθηµάτων, θέσεων, προθέσεων και επιθυµιών των άλλων, καθώς και στην αξιοποίηση αυτής της γνώσης για την βελτίωση των διαπροσωπικών σχέσεων. Το 1996, ο Gardner προσέθεσε έναν όγδοο τύπο νοηµοσύνης, τη νατουραλιστική, η οποία αφορά στην ικανότητα που διαθέτει κάποιος να αναγνωρίζει, να διακρίνει και να κατηγοριοποιεί στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος, ενώ στην παρούσα φάση ερευνά την ενδεχόµενη προσθήκη ενός ένατου τύπου, της υπαρξιακής νοηµοσύνης, η οποία αναφέρεται στην ενασχόληση και ανάλυση βαθύτερων ερωτηµάτων που αφορούν στην ανθρώπινη ύπαρξη (Davis et al, 2011). Βάσει των ανωτέρω, διαπιστώνει κανείς ότι βασικές ικανότητες και σηµαντικές πτυχές της συναισθηµατικής νοηµοσύνης έχουν αποτελέσει αντικείµενο επιστηµονικής διερεύνησης και µελέτης, πολύ πριν την αναγνώριση της έννοιας αυτής ως διακριτού επιστηµονικού πεδίου. Εξάλλου, αποτελεί κοινή παραδοχή ότι το έργο των εν λόγω πρωτοπόρων ερευνητών, αν και ξεχασµένο κατά ένα µεγάλο µέρος, αποτέλεσε την

11 πρώτη κρίσιµη βάση για την επικέντρωση της προσοχής και του επιστηµονικού ενδιαφέροντος σε άλλες, πέραν των γνωστικών, συνιστώσες της ανθρώπινης νοηµοσύνης.

12 1.2. Συναισθηµατική Νοηµοσύνη και Θεωρητικά Μοντέλα Η πρώτη ακαδηµαϊκή αναφορά του όρου «συναισθηµατική νοηµοσύνη» λαµβάνει χώρα το 1985 από τον Wayne Leon Payne, αµερικανό µεταπτυχιακό φοιτητή, στο πλαίσιο της διδακτορικής του διατριβής η οποία έφερε ως τίτλο A study of emotion: Developing emotional intelligence, self-integration, relating to fear, pain and desire (Πλατσίδου, 2004: 27). Ωστόσο, η έννοια της συναισθηµατικής νοηµοσύνης, ως πεδίο ενδιαφέροντος εµπειρικής έρευνας, αναπτύσσεται για πρώτη φορά στις αρχές της δεκαετίας του 1990 (Mayer et al, 2000: 396). Παρόλο που δεν υφίσταται απόλυτη συµφωνία ως προς την έννοια και το περιεχόµενο της συναισθηµατικής νοηµοσύνης, ο όρος σε γενικές γραµµές αναφέρεται στην ικανότητα του ατόµου να αναγνωρίζει και να διακρίνει τα συναισθήµατα που βιώνει, να αντιλαµβάνεται και να κατανοεί τα συναισθήµατα των άλλων, καθώς και να διαχειρίζεται µε αποτελεσµατικό και εποικοδοµητικό τρόπο πληροφορίες συναισθηµατικής φύσης (Robbins & Judge, 2011: 97). Ωστόσο, προκειµένου να γίνει αντιληπτή η έννοια της συναισθηµατικής νοηµοσύνης στην ολότητά της, απαραίτητη κρίνεται η παρουσίαση των βασικότερων θεωριών που έχουν διατυπωθεί για την ερµηνεία αυτής. Στις εν λόγω βασικές θεωρητικές προσεγγίσεις περιλαµβάνονται: α) το θεωρητικό µοντέλο των John D. Mayer και Peter Salovey, β) το θεωρητικό µοντέλο του Reuven Bar-On και γ) το θεωρητικό µοντέλο του Daniel Goleman. 1.2.1 Το θεωρητικό µοντέλο των Μayer και Salovey - Θεωρία ικανότητας Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, οι John D. Mayer και Peter Salovey προσεγγίζουν και προσδιορίζουν εννοιολογικά την συναισθηµατική νοηµοσύνη ως µια µορφή κοινωνικής νοηµοσύνης, η οποία περιλαµβάνει «την ικανότητα να παρακολουθεί κανείς τα συναισθήµατα τόσο τα δικά του όσο και των άλλων ανθρώπων, να κάνει διακρίσεις ανάµεσα στα διάφορα συναισθήµατα και να χρησιµοποιεί αυτές τις πληροφορίες προκειµένου να καθοδηγεί τις σκέψεις και τις ενέργειές του» (Mayer & Salovey, 1990: 189). Ο εν λόγω ορισµός υπέστη σειρά αναθεωρήσεων και βελτιώσεων, προκειµένου να αναδειχθεί και να διασαφηνιστεί περαιτέρω η σύνδεση µεταξύ συναισθήµατος και νοηµοσύνης. Στην τελική µορφή που αυτός έλαβε, έµφαση δόθηκε στην ικανότητα του

13 ατόµου να αντιλαµβάνεται και να κατανοεί τη συναισθηµατική γνώση, να διευκολύνει τον τρόπο σκέψης του αξιοποιώντας συναισθήµατα που βιώνει ή βίωσε στο παρελθόν καθώς και να ρυθµίζει αυτά µε συνειδητό και στοχαστικό τρόπο ώστε να διασφαλίζει συναισθηµατική και διανοητική ανάπτυξη (Mayer & Salovey, 1997: 10). Επιπροσθέτως, οι Mayer και Salovey συνέδεσαν την έννοια της συναισθηµατικής νοηµοσύνης τόσο µε την έννοια της κοινωνικής νοηµοσύνης του Thorndike, όσο και µε την ενδοπροσωπική και διαπροσωπική νοηµοσύνη του Gardner, διευκρινίζοντας ότι συνιστά υποκατηγορία αυτών (1990: 187, 189). Στο ολοκληρωµένο θεωρητικό µοντέλο τους, όπως αυτό προέκυψε µετά την προσθήκη µιας επιπλέον διάστασης στο αρχικό µοντέλο του 1990, οργανώνουν τις ικανότητες που εµπεριέχονται στην έννοια της συναισθηµατικής νοηµοσύνης σε τέσσερις διαστάσεις (Mayer & Salovey, 1997). Οι διαστάσεις αυτές αντανακλούν διανοητικές διεργασίες, στο πλαίσιο των οποίων λαµβάνει χώρα διαχείριση και επεξεργασία πληροφοριών που αφορούν στο συναίσθηµα (Mayer & Salovey, 1990: 190). Οι εν λόγω διαστάσεις και ικανότητες είναι (Mayer & Salovey, 1997: 11, Μayer et al, 2000: 401): 1. Aντίληψη, αξιολόγηση και έκφραση συναισθηµάτων. Περιλαµβάνει την ικανότητα των ατόµων να αναγνωρίζουν, να αντιλαµβάνονται και να εκφράζουν µε ακρίβεια τόσο τα δικά τους συναισθήµατα όσο και των άλλων, αξιολογώντας και αξιοποιώντας προς το σκοπό αυτό όλα τα διαθέσιµα µέσα λεκτικής και µη λεκτικής επικοινωνίας. Επιπροσθέτως, τα άτοµα µε συναισθηµατική νοηµοσύνη διαθέτουν την ικανότητα να διακρίνουν τις αυθεντικές από τις ψευδείς εκδηλώσεις συναισθηµάτων που αποσκοπούν στη χειραγώγηση. 2. Aφοµοίωση του συναισθήµατος στον τρόπο σκέψης. Η εν λόγω διάσταση αναδεικνύει τον τρόπο µε τον οποίο τα συναισθήµατα επιδρούν και συµβάλλουν θετικά στη διανοητική διεργασία. Έµφαση δίνεται στη χρήση και αξιοποίηση του συναισθήµατος προκειµένου να διευκολυνθεί και να βελτιωθεί η µνήµη, η κρίση και ο τρόπος σκέψης του ατόµου. Έτσι για παράδειγµα, το άτοµο αξιοποιεί τα συναισθήµατα του προκειµένου να θέσει προτεραιότητες και να λάβει αποφάσεις, προβλέποντας και αξιολογώντας τον τρόπο µε τον οποίο θα αισθανθεί, ακολουθώντας έκαστη εναλλακτική επιλογή και δράση. 3. Kατανόηση και ανάλυση συναισθηµάτων - Χρήση και αξιοποίηση της συναισθηµατικής

14 γνώσης. Η εν λόγω διάσταση αναφέρεται στην ικανότητα κατανόησης και ανάλυσης διαφορετικών, πολύπλοκων ή/και αντιφατικών συναισθηµάτων, τόσο του εαυτού όσο και των άλλων, καθώς και στην ικανότητα αναγνώρισης των συναισθηµάτων που εµπεριέχει κάθε µορφή ανθρώπινης σχέσης. Επιπροσθέτως, περιλαµβάνει την ικανότητα αντίληψης του τρόπου µε τον οποίον τα συναισθήµατα εξελίσσονται, µετασχηµατίζονται και διαδέχονται το ένα το άλλο, καθιστώντας την εν λόγω ικανότητα ιδιαίτερα χρήσιµη στον τοµέα των διαπροσωπικών σχέσεων. 4. Ρύθµιση των συναισθηµάτων για την προαγωγή της συναισθηµατικής και διανοητικής ανάπτυξης. Αναφέρεται στην ικανότητα του ατόµου να υποδέχεται µε θετικό τρόπο τα συναισθήµατα που βιώνει, τόσο τα ευχάριστα όσο και τα δυσάρεστα και να αντλεί χρήσιµη γνώση και πληροφορία από αυτά. Επιπροσθέτως, το άτοµο είναι σε θέση να αντιλαµβάνεται τον τρόπο µε τον οποίον τα συναισθήµατά του ενδέχεται να επηρεάσουν την κρίση και τη συµπεριφορά του, γεγονός που του επιτρέπει να προβαίνει σε συνειδητή ρύθµιση και διαχείριση αυτών, προκειµένου να διασφαλίζει ουσιαστική ωφέλεια. Το εν λόγω θεωρητικό µοντέλο αναφέρεται ως µοντέλο ικανότητας (ability model), δεδοµένου ότι προσδιορίζει την έννοια της συναισθηµατικής νοηµοσύνης ως ικανότητα του νου, εστιάζοντας στα συναισθήµατα ως πηγές σηµαντικών πληροφοριών, ικανών να διευκολύνουν τη συλλογιστική διαδικασία και να καθοδηγήσουν τις ενέργειες των ατόµων (Cobb & Mayer, 2000: 15, Mayer et al, 2000: 399-400). Επίσης, σύµφωνα µε τους Mayer και Salovey, η συναισθηµατική νοηµοσύνη πληροί τα εµπειρικά κριτήρια προκειµένου να αναγνωριστεί ως ανεξάρτητος τύπος νοηµοσύνης, εφόσον οι ικανότητες που την συγκροτούν: α) εξελίσσονται µε την πάροδο του χρόνου και τη συσσώρευση εµπειρίας, β) παρουσιάζουν οµοιότητες µε άλλους καθιερωµένους τύπους νοηµοσύνης, παραµένοντας ωστόσο διακριτές, γ) αντανακλούν διανοητικές - γνωστικές ικανότητες και όχι συµπεριφορές και δ) µπορούν να µετρηθούν µε τρόπο αντικειµενικό (Goleman, 2001 1 : 20-21, Mayer et al, 2000: 400). Bάσει της εν λόγω θεωρητικής προσέγγισης και µε σκοπό την αντικειµενική µέτρηση και αξιολόγηση των τεσσάρων διαστάσεων της συναισθηµατικής νοηµοσύνης, κατασκευάστηκε η δοκιµασία Mayer-Salovey-Caruso Emotional Intelligence Test

15 (όπως αυτή προέκυψε µετά την απλοποίηση και βελτίωση της αρχικής δοκιµασίας Multifactor Emotional Intelligence Test), στο πλαίσιο της οποίας οι απαντήσεις των ερωτώµενων αξιολογούνται ως ορθές ή λανθασµένες, µε τρόπο που προσιδιάζει σε αυτόν που ακολουθείται σε δοκιµασίες που αποσκοπούν στη µέτρηση γνωστικών ικανοτήτων (Bracket & Salovey, 2006: 35-36, Πλατσίδου 2004: 29). Eξάλλου, οι Mayer, Salovey και Caruso, θεωρούν τη συναισθηµατική νοηµοσύνη ως θεωρητική έννοια προτιµητέα έναντι άλλων προηγούµενων θεωρητικών κατασκευών, όπως για παράδειγµα η κοινωνική νοηµοσύνη, µε την οποία παρουσιάζει οµοιότητες και αλληλεπικαλύψεις. Η εν λόγω προτίµηση εδράζεται στο γεγονός ότι η συναισθηµατική νοηµοσύνη εξετάζει την επίδραση των συναισθηµάτων στη γενικότερη λειτουργία του ατόµου, χωρίς να εστιάζει περιοριστικά σε ικανότητες και δεξιότητες κοινωνικής φύσης (George, 2000: 1033). 1.2.2 To θεωρητικό µοντέλο του Bar-On - Θεωρία µε πλαίσιο την προσωπικότητα Στα µέσα της δεκαετίας του 1980, ο Reuven Bar-On, στο πλαίσιο της διδακτορικής του διατριβής, εκδηλώνει για πρώτη φορά το ερευνητικό του ενδιαφέρον για τις έννοιες της συναισθηµατικής και της κοινωνικής νοηµοσύνης, επιλέγοντας την ενοποιητική θεώρηση και διαχείριση αυτών. Στο θεωρητικό µοντέλο που ανέπτυξε, η συναισθηµατική - κοινωνική νοηµοσύνη ορίζεται ως «µια σειρά από µη γνωστικές δυνατότητες, ικανότητες και δεξιότητες που επηρεάζουν την ικανότητα κάποιου να αντιµετωπίζει µε επιτυχία τις περιβαλλοντικές απαιτήσεις και πιέσεις» (Bar-On 1997: 14 οπως αναφέρεται στο Πλατσίδου 2004: 31). Βάσει της δοµής του προτεινόµενου θεωρητικού µοντέλου, η συναισθηµατική - κοινωνική νοηµοσύνη διαρθρώνεται σε πέντε βασικές συνιστώσες, οι οποίες περιλαµβάνουν µια σειρά αλληλοσυσχετιζόµενων ικανοτήτων, δεξιοτήτων και διαµεσολαβητών, όπως παρουσιάζεται κάτωθι (Bar-On, 2006: 14, 23): 1. Eνδοπροσωπικές ικανότητες οι οποίες περιλαµβάνουν: α) τη δεξιότητα της συναισθηµατικής αυτοεπίγνωσης (αντίληψη και κατανόηση των συναισθηµάτων του εαυτού), β) τη δεξιότητα της ανεξαρτησίας (αυτοδυναµία, αυτοκαθορισµός και απουσία συναισθηµατικών εξαρτήσεων από τρίτους), γ) τη δεξιότητα της αυτοπραγµάτωσης (προσπάθεια εκπλήρωσης και επίτευξης προσωπικών στόχων), δ) τη δεξιότητα της

16 διεκδίκησης (υποστήριξη των προσωπικών απόψεων, αξιών και πεποιθήσεων µε αποτελεσµατικό και εποικοδοµητικό τρόπο) και ε) τη δεξιότητα της αυτογνωσίας (αναγνώριση, κατανόηση και αποδοχή των δυνατών και αδύναµων σηµείων του εαυτού). 2. Διαπροσωπικές ικανότητες οι οποίες περιλαµβάνουν: α) τη δεξιότητα της ενσυναίσθησης (αναγνώριση και κατανόηση των συναισθηµάτων, θέσεων και αξιών των άλλων), β) τη δεξιότητα της κοινωνικής υπευθυνότητας (ικανότητα του ατόµου να συνεργάζεται και να συµβάλλει εποικοδοµητικά στο πλαίσιο µιας κοινωνικής οµάδας, επίγνωση της προσωπικής ευθύνης έναντι της συνολικής ευηµερίας αυτής καθώς και ενδιαφέρον και διάθεση για κοινωνική συνεισφορά) και γ) τη δεξιότητα των διαπροσωπικών σχέσεων (δηµιουργία αµοιβαία ικανοποιητικών σχέσεων, αρµονική και εποικοδοµητική συνύπαρξη µε άλλους). 3. Διαχείριση του άγχους η οποία περιλαµβάνει: α) τη δεξιότητα της ανοχής στο άγχος (αποτελεσµατική και εποικοδοµητική διαχείριση των συναισθηµάτων που προκαλούνται από αγχογόνες καταστάσεις ή γεγονότα) και β) τη δεξιότητα του ελέγχου των παρορµήσεων (έλεγχος των συναισθηµάτων προκειµένου να αποφευχθεί η βιαστική και η εν θερµώ συµπεριφορά και λήψη αποφάσεων). 4. Προσαρµοστικότητα η οποία περιλαµβάνει: α) τη δεξιότητα της ευελιξίας (προσαρµογή και ρύθµιση των συναισθηµάτων, του τρόπου σκέψης και της συµπεριφοράς σε µεταβαλλόµενες, απρόβλεπτες ή/και µη οικείες συνθήκες και καταστάσεις), β) τη δεξιότητα της επίλυσης προβληµάτων (αξιοποίηση της συναισθηµατικής γνώσης για την εύρεση λύσεων σε προβλήµατα καθώς και επίγνωση του τρόπου µε τον οποίο τα συναισθήµατα επηρεάζουν τη λήψη µιας απόφασης) και γ) τη δεξιότητα του ελέγχου της πραγµατικότητας (αντικειµενική αξιολόγηση των καταστάσεων και γεγονότων καθώς και επίγνωση του τρόπου µε τον οποίο τα συναισθήµατα ή προσωπικά βιώµατα του ατόµου µπορούν να επηρεάσουν την αντικειµενικότητα της κρίσης του). 5. Γενική διάθεση η οποία περιλαµβάνει: α) τη δεξιότητα της αισιοδοξίας (θετική στάση και προδιάθεση απέναντι στη ζωή) και β) τη δεξιότητα της ευτυχίας (η αίσθηση της ικανοποίησης και της πληρότητας σε σχέση µε τον εαυτό, τους άλλους και τη ζωή γενικότερα). Το 2000, ο Bar-On προβαίνει σε αναθεώρηση του θεωρητικού µοντέλου του,

17 διατυπώνοντας την άποψη ότι η τελευταία κατηγορία ικανοτήτων που αναφέρεται ως γενική διάθεση δεν συνιστά διακριτή κατηγορία και δεν αποτελεί κατ ουσίαν µέρος της συναισθηµατικής νοηµοσύνης, αλλά λειτουργεί ως διαµεσολαβητής αυτής, διευκολύνοντας την επίδραση των συναισθηµάτων στον τρόπο σκέψης του ατόµου (Brackett & Mayer, 2003: 1149). Η εν λόγω θεωρητική προσέγγιση προσδιορίζει την έννοια της συναισθηµατικής νοηµοσύνης µε έναν ευρύτερο τρόπο, συµπεριλαµβάνοντας σε αυτήν στοιχεία και χαρακτηριστικά της προσωπικότητας (π.χ. αισιοδοξία) τα οποία έχουν συνδεθεί θετικά µε την επίτευξη των στόχων που επιθυµεί και επιδιώκει το άτοµο στους διάφορους τοµείς της ζωής του (Mayer et al, 2000: 402). Όσον αφορά στη µέτρηση αυτής, ο Reuven Bar-On κατασκεύασε ένα ερωτηµατολόγιο αυτοαναφορών, γνωστό ως Emotional Quotient Inventory, το οποίο ακολουθεί τη δοµή του θεωρητικού µοντέλου του. 1.2.3 Το θεωρητικό µοντέλο του Goleman - Θεωρία επίδοσης Στο θεωρητικό µοντέλο του Daniel Goleman, η συναισθηµατική νοηµοσύνη περιλαµβάνει ικανότητες µεταξύ των οποίων «το να µπορείς να βρίσκεις κίνητρα για τον εαυτό σου και να αντέχεις τις απογοητεύσεις, να ελέγχεις την παρόρµηση και να χαλιναγωγείς την ανυποµονησία σου, να ρυθµίζεις σωστά τη διάθεσή σου και να εµποδίζεις την απογοήτευση να καταπνίξει την ικανότητά σου για σκέψη, να έχεις ενσυναίσθηση και ελπίδα» (Goleman, 1998: 68). Η δοµή του θεωρητικού µοντέλου του Goleman, όπως αυτή αναθεωρήθηκε και απλοποιήθηκε το 2002, περιλαµβάνει τη διάρθρωση των προσωπικών και κοινωνικών ικανοτήτων που συγκροτούν την έννοια της συναισθηµατικής νοηµοσύνης σε τέσσερις βασικούς τοµείς (αντί των αρχικών πέντε), οι οποίοι περιλαµβάνουν δεκαοκτώ δεξιότητες (αντί των αρχικών είκοσι πέντε) ως ακολούθως (Goleman et al, 2002: 57-73): 1. Ο τοµέας της αυτοεπίγνωσης: αναφέρεται στην τάση του ατόµου για αυτοστοχασµό και περισυλλογή, στην ικανότητά του να ενσωµατώνει τις προσωπικές αρχές και αξίες του στις αποφάσεις που λαµβάνει καθώς και να διαθέτει αντικειµενική και ρεαλιστική αίσθηση του εαυτού. Στον εν λόγω τοµέα εντάσσονται οι δεξιότητες της

18 συναισθηµατικής αυτοεπίγνωσης, της ακριβούς αυτοαξιολόγησης και της αυτοπεποίθησης. Η συναισθηµατική αυτοεπίγνωση αναφέρεται στη δυνατότητα αντίληψης των συναισθηµάτων του εαυτού καθώς και του τρόπου µε τον οποίο αυτά επιδρούν στην κρίση και στη συµπεριφορά. Επίσης, περιλαµβάνει την έννοια της διαίσθησης η οποία, σύµφωνα µε τον Goleman, επέρχεται όταν επιτευχθεί ο πλήρης συντονισµός του ατόµου µε τα συναισθήµατά του και αξιοποιηθεί εκ µέρους του όλη η συσσωρευµένη συναισθηµατική γνώση και πρότερη εµπειρία. Η δεξιότητα της ακριβούς αυτοαξιολόγησης αναφέρεται στην ικανότητα του ατόµου να διαθέτει ακριβή και ολοκληρωµένη γνώση των δυνατών και αδύναµων σηµείων του, ενώ η δεξιότητα της αυτοπεποίθησης περιγράφει τη θετική αίσθηση του ατόµου για τις δυνατότητές του. 2. Ο τοµέας της αυτοδιαχείρισης: πρόκειται για ικανότητα η οποία προϋποθέτει την ύπαρξη αυτοεπίγνωσης και περιλαµβάνει τις δεξιότητες του αυτοελέγχου, της διαφάνειας, της προσαρµοστικότητας, της επίτευξης, της πρωτοβουλίας και της αισιοδοξίας. Ο αυτοέλεγχος αναφέρεται στη δυνατότητα ρύθµισης και ελέγχου των αρνητικών συναισθηµάτων, τα οποία δύναται να οδηγήσουν σε λήψη εσφαλµένων αποφάσεων ή σε απόσπαση της προσοχής του ατόµου και παράβλεψη σηµαντικών πληροφοριών ή στόχων. Η δεξιότητα της διαφάνειας αναφέρεται στην ακεραιότητα και στην έντιµη και ειλικρινή έκφραση των συναισθηµάτων, απόψεων και πεποιθήσεων του ατόµου απέναντι σε τρίτους. Η προσαρµοστικότητα αφορά τη δυνατότητα ευελιξίας και αποτελεσµατικής ανταπόκρισης απέναντι σε µη οικείες, απρόβλεπτες ή/και πρωτόγνωρες καταστάσεις, ενώ η επίτευξη αφορά στον τρόπο µε τον οποίον το άτοµο δύναται να παρακινεί τον εαυτό του προς εκπλήρωση των στόχων που έχει θέσει. Τέλος, η δεξιότητα της πρωτοβουλίας υποδηλώνει τη βούληση για δράση, ενώ η αισιοδοξία τη θετική προδιάθεση του ατόµου απέναντι σε επερχόµενες αλλαγές, εµπόδια και δυσκολίες. 3. Ο τοµέας της κοινωνικής επίγνωσης 1 : περιλαµβάνει τις δεξιότητες της ενσυναίσθησης, της οργανωτικής επίγνωσης και της εξυπηρέτησης. 4. Ο τοµέας της διαχείρισης σχέσεων: σύµφωνα µε τον Goleman, «η τριάδα της αυτοεπίγνωσης, της αυτοδιαχείρισης και της ενσυναίσθησης οδηγεί στην ικανότητα της διαχείρισης σχέσεων» (2002: 71). H εν λόγω ικανότητα περιλαµβάνει τις δεξιότητες της 1 Oι τοµείς της κοινωνικής επίγνωσης και της διαχείρισης σχέσεων, δεδοµένου ότι κατά τον Goleman συγκροτούν τις κοινωνικές ικανότητες, αναλύονται στο επόµενο κεφάλαιο της εργασίας.

19 έµπνευσης, της επιρροής, της οικοδόµησης δεσµών, της διαχείρισης συγκρούσεων, της ανάπτυξης των άλλων, της οµαδικής εργασίας και συνεργατικότητας, καθώς και τη δεξιότητα του να λειτουργεί κανείς ως καταλύτης αλλαγών. Στην αµέσως προηγούµενη εκδοχή του θεωρητικού του µοντέλου, ο εν λόγω τοµέας περιελάµβανε επιπλέον τις δεξιότητες της επικοινωνίας και της ηγεσίας βασισµένης στο όραµα (visionary leadership), δεξιότητες οι οποίες απορροφήθηκαν από τις προαναφερόµενες (Goleman, 2001 2 : 28). Στο θεωρητικό µοντέλο του Goleman, οι τοµείς της αυτοεπίγνωσης και της αυτοδιαχείρισης συνιστούν τις προσωπικές ικανότητες του ατόµου, ενώ οι τοµείς της κοινωνικής επίγνωσης και της διαχείρισης σχέσεων, τις κοινωνικές ικανότητες αυτού. Εξάλλου, στο εν λόγω µοντέλο, κριτήριο για την ένταξη ικανοτήτων και δεξιοτήτων συναισθηµατικής φύσης στην έννοια της συναισθηµατικής νοηµοσύνης φαίνεται να αποτελεί η θετική συσχέτιση αυτών µε την επίδοση του ατόµου στους διάφορους τοµείς της ζωής του και ιδίως στην εργασία. Σύµφωνα µε τους Μayer et al (2000), η εν λόγω θεωρητική προσέγγιση συγκροτεί ένα µικτό µοντέλο συναισθηµατικής νοηµοσύνης, δεδοµένου ότι στην έννοια αυτής συµπεριλαµβάνονται µεταξύ άλλων χαρακτηριστικά της προσωπικότητας (π.χ. αισιοδοξία) καθώς και ένα ευρύ φάσµα κοινωνικών δεξιοτήτων. 1.2.4 Διαπιστώσεις Ολοκληρώνοντας τη παρουσίαση των βασικότερων θεωρητικών προσεγγίσεων της έννοιας της συναισθηµατικής νοηµοσύνης 2, διαπιστώνει κανείς ότι στο πλαίσιο αυτών εντοπίζονται σηµαντικές διαφορές, τόσο ως προς τον τρόπο µε τον οποίο ο όρος προσεγγίζεται εννοιολογικά, όσο και ως προς τις επιµέρους ικανότητες που αυτός περιλαµβάνει. Στο πλαίσιο αυτό παρατηρείται ότι οι Mayer και Salovey προσεγγίζουν την έννοια της συναισθηµατικής νοηµοσύνης εστιάζοντας στην επίδραση που ασκούν τα συναισθήµατα στη συλλογιστική διαδικασία. Αντίθετα, ο Reuven Bar-On διαχωρίζει πλήρως την συναισθηµατική νοηµοσύνη από τις γνωστικές ικανότητες και προσδιορίζει την έννοια της µε έναν ευρύτερο τρόπο. Τέλος, ο Daniel Goleman µέσω του θεωρητικού του µοντέλου ουσιαστικά προτείνει µία θεωρία επίδοσης που επιχειρεί να 2 Στο Παράρτηµα παρατίθενται πίνακες για τη συνοπτική περιγραφή και συγκριτική παρουσίαση των βασικών θεωρητικών µοντέλων.

20 προβλέψει την αποτελεσµατικότητα του ατόµου στον τοµέα της εργασίας. Ωστόσο, η προσεκτική µελέτη αυτών των διαφορετικών προσεγγίσεων, πέραν του να καταδεικνύει τη διαφορετική εστίαση των εν λόγω θεωριών, φανερώνει παράλληλα ότι η συναισθηµατική νοηµοσύνη συνιστά κατ ουσίαν µια ιδιαίτερα πολυδιάστατη και πολυσχιδή έννοια. Μια έννοια που επιχειρεί να αναδείξει το συναίσθηµα ως έναν εν δυνάµει σηµαντικό σύµµαχο στη προσπάθεια του ατόµου να επιτύχει τους στόχους που επιθυµεί, ανατρέποντας τη µέχρι πρότινος κυρίαρχη σκέψη.

21 Κεφάλαιο Δεύτερο: Η έννοια και το περιεχόµενο των Κοινωνικών Ικανοτήτων 2.1 Η σχέση των Κοινωνικών Ικανοτήτων µε τη Συναισθηµατική Νοηµοσύνη Η έννοια των κοινωνικών ικανοτήτων τίθεται στο επίκεντρο του ερευνητικού ενδαφέροντος από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 (Goleman, 1998: 415-418). Ωστόσο, η έννοια και η σηµασία των ικανοτήτων και δεξιοτήτων κοινωνικής φύσης έχει ήδη αναδειχθεί στην έννοια της κοινωνικής νοηµοσύνης του Τhorndike, στις παρατηρήσεις των Wechsler και McClelland σχετικά µε τον καθοριστικό ρόλο µη γνωστικών - διανοητικών παραγόντων στην επίδοση στην εργασία και στους λοιπούς τοµείς της ζωής, καθώς και στην έννοια της διαπροσωπικής νοηµοσύνης του Gardner. Παρόλο το πλήθος ορισµών και διαφορετικών προσεγγίσεων που συναντά κανείς στο πλαίσιο της ερευνητικής βιβλιογραφίας, η έννοια κατά κύριο λόγο υποδηλώνει «την αποτελεσµατικότητα στην κοινωνική αλληλεπίδραση», αποτελεσµατικότητα που εµπεριέχει τόσο την έννοια του εαυτού όσο και την προοπτική του άλλου (Rose- Krasnor, 1997: 111). Η έννοια των κοινωνικών ικανοτήτων συναντάται στο πλαίσιο κάποιων εκ των βασικών θεωρητικών προσεγγίσεων για την έννοια της συναισθηµατικής νοηµοσύνης. Ειδικότερα, στο θεωρητικό µοντέλο του Reuven Bar-On, η συναισθηµατική - κοινωνική νοηµοσύνη περιλαµβάνει πέραν των συναισθηµατικών ικανοτήτων και τις κοινωνικές ή διαπροσωπικές ικανότητες, στο πλαίσιο των οποίων εντάσσονται οι δεξιότητες της ενσυναίσθησης και της κοινωνικής υπευθυνότητας καθώς και η δεξιότητα για διαπροσωπικές σχέσεις. Σύµφωνα µε τον Bar-On, οι εν λόγω ικανότητες και δεξιότητες διαδραµατίζουν καθοριστικό ρόλο για την αποτελεσµατική ανταπόκριση του άτοµου στις απαιτήσεις της καθηµερινής ζωής. Ωστόσο, ο Bar-On διαχωρίζει την έννοια της συναισθηµατικής νοηµοσύνης από την κοινωνική, εντάσσοντας στη µεν πρώτη τις προσωπικές ικανότητες αυτοδιαχείρισης, στη δε δεύτερη τις ικανότητες διαπροσωπικών σχέσεων (Goleman, 2001 1 : 15). Στο θεωρητικό µοντέλο του Daniel Goleman, η έννοια των κοινωνικών ικανοτήτων οριοθετείται µε έναν ακόµα σαφέστερο τρόπο. Στο πλαίσιο της εν λόγω θεωρητικής προσέγγισης, οι κοινωνικές ικανότητες διαρθρώνονται σε δύο διακριτούς τοµείς, τον τοµέα της κοινωνικής επίγνωσης και τον τοµέα της διαχείρισης σχέσεων, όπως αυτοί

22 παρουσιάζονται και αναλύονται ακολούθως (Goleman et al, 2002: 68-73, 273-274). Ο τοµέας της κοινωνικής επίγνωσης αποτελεί, σύµφωνα µε τον Goleman, τη θεµελιώδη βάση όλων των δεξιοτήτων κοινωνικής φύσης και περιλαµβάνει τις δεξιότητες της ενσυναίσθησης, της οργανωτικής επίγνωσης και της εξυπηρέτησης. Ειδικότερα, η δεξιότητα της ενσυναίσθησης βασίζεται στον τοµέα της αυτοδιαχείρισης και αναφέρεται στη δυνατότητα αναγνώρισης, εξέτασης και κατανόησης των κυρίαρχων συναισθηµάτων, αρχών, αξιών, προτεραιοτήτων και αναγκών των άλλων καθώς και στην αξιοποίηση αυτής της γνώσης για τη λήψη «ευφυών αποφάσεων που επιτρέπουν τη θετική ανταπόκριση» (Goleman et al, 2002: 70). Η δεξιότητα της οργανωτικής επίγνωσης αναφέρεται στη δυνατότητα αντίληψης και ουσιαστικής κατανόησης της δοµής και κουλτούρας µιας οργάνωσης και του τρόπου µε τον οποίον αυτή ρυθµίζει και επηρεάζει τη συµπεριφορά των ατόµων. Η εν λόγω δεξιότητα περιλαµβάνει τη δυνατότητα του ατόµου να εντοπίζει τα δίκτυα, τυπικά και άτυπα, που διαδραµατίζουν καίριο ρόλο στη λήψη αποφάσεων καθώς και την ικανότητά του να προβλέπει και να αξιολογεί την επίδραση διάφορων κοινωνικών, οικονοµικών ή/και πολιτικών παραγόντων στη λειτουργία της οργάνωσης. Τέλος, η δεξιότητα της εξυπηρέτησης αναφέρεται στη δυνατότητα του ατόµου να κινητοποιεί τη διάθεση και βούληση των άλλων να εξυπηρετήσουν µε αποτελεσµατικό και ολοκληρωµένο τρόπο, αυτούς µε τους οποίους έρχονται σε επαφή. Η ανάπτυξη της εν λόγω δεξιότητας προϋποθέτει ότι το άτοµο είναι ικανό να αντιληφθεί και να αναγνωρίσει τις πραγµατικές ανάγκες των πελατών της οργάνωσης, να τις αντιστοιχήσει σε συγκεκριµένα προϊόντα ή υπηρεσίες (υφιστάµενα ή µη) και να παρακινήσει καταλλήλως τους εργαζόµενους να εµπλακούν ενεργά στην κάλυψη των εν λόγω αναγκών και συνεπακόλουθα στην αύξηση της ικανοποίησης των πελατών της οργάνωσης. Ο τοµέας της διαχείρισης σχέσεων περιλαµβάνει τις δεξιότητες της έµπνευσης, της επιρροής, της διαχείρισης συγκρούσεων, της ανάπτυξης των άλλων, της οµαδικής εργασίας και συνεργατικότητας καθώς και τη δεξιότητα του να λειτουργεί κανείς ως καταλύτης αλλαγών. Ειδικότερα, η δεξιότητα της έµπνευσης αναφέρεται στην ικανότητα δηµιουργίας µιας κοινής αποστολής και ενός κοινού οράµατος, ικανών να συνδέσουν την καθηµερινή εργασία και προσπάθεια πολλών και διαφορετικών ατόµων, µε την επιδίωξη ενός ευρύτερου σκοπού που συναντά την κοινή αποδοχή και

23 αναγνώρισή τους. Η δεξιότητα της επιρροής σχετίζεται µε τη δυνατότητα του ατόµου να πείθει και να οικοδοµεί δίκτυα για την υποστήριξη των απόψεων του, ενώ η δεξιότητα της ανάπτυξης των άλλων εµπεριέχει το αυθεντικό ενδιαφέρον και την ενεργή συµβολή στη βελτίωση των ικανοτήτων και δεξιοτήτων των άλλων ατόµων. Όσον αφορά τη δεξιότητα της διαχείρισης συγκρούσεων, αυτή αναφέρεται στην ικανότητα επιδέξιας επίλυσης διαφωνιών, µέσω ανάδειξης τόσο του αµοιβαίου οφέλους που δύναται να επιφέρει η επίλυση της διαφωνίας ανάµεσα στα αντιµαχόµενα µέρη, όσο και του αµοιβαίου κόστους που συνεπάγεται η διατήρηση αυτής. Ωστόσο, είναι χρήσιµο να σηµειωθεί ότι η εν λόγω δεξιότητα προϋποθέτει επιπλέον την ικανότητα του ατόµου να αναδεικνύει επιτυχώς µια σύγκρουση (στις περιπτώσεις όπου αυτή δεν καθίσταται ορατή), να αντιλαµβάνεται και να κατανοεί τις διαφορετικές οπτικές, καθώς και να αξιοποιεί αποτελεσµατικά τη συνδιαλλαγή και τη διαπραγµάτευση ως εργαλεία αναζήτησης µιας κοινά αποδεκτής λύσης. Οι δύο τελευταίες δεξιότητες του εν λόγω τοµέα περιλαµβάνουν τη δεξιότητα της οµαδικής εργασίας και συνεργατικότητας, καθώς και τη δεξιότητα του να λειτουργεί κανείς ως καταλύτης αλλαγών. Η πρώτη εξ αυτών αναφέρεται στην ικανότητα του ατόµου να καλλιεργεί ισχυρούς δεσµούς µεταξύ των µελών µιας οµάδας, να δηµιουργεί την αίσθηση κοινού σκοπού και να αξιοποιεί τη διαφορετικότητα των µελών της, προκειµένου να επιτυγχάνεται συνολικά το βέλτιστο δυνατό αποτέλεσµα. Η δεύτερη και τελευταία δεξιότητα υποδηλώνει την ικανότητα του ατόµου να αναγνωρίζει την ανάγκη για αλλαγή, να εντοπίζει και να αναλύει τους εναλλακτικούς τρόπους µετάβασης από την υφιστάµενη κατάσταση στην επιθυµητή, καθώς και να οικοδοµεί την απαραίτητη συναίνεση καθόλη τη διάρκεια της εν λόγω διαδικασίας. Σύµφωνα µε τον Goleman, οι κοινωνικές ικανότητες και ειδικότερα όσες εµπεριέχονται στον τοµέα της διαχείρισης σχέσεων, συνιστούν τις πλέον περίπλοκες διαστάσεις και πτυχές της συναισθηµατικής νοηµοσύνης, δεδοµένου ότι προϋποθέτουν ικανότητες τόσο αυτοδιαχείρισης όσο και ενσυναίσθησης, που µε τη σειρά τους βασίζονται και εξαρτώνται από την ύπαρξη αυτοεπίγνωσης. Αποτελέσµατα εµπειρικών ερευνών σχετικά µε την αποτελεσµατικότητα στον εργασιακό χώρο συνηγορούν υπέρ της εν λόγω διαπίστωσης (Goleman, 2001 2 ).

24 2.2 Εννοιολογικοί προσδιορισµοί στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και του Οργανισµού Οικονοµικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) Στα µέσα της δεκαετίας του 1990, η έννοια των κοινωνικών ικανοτήτων τίθεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, το 1996 εκδίδεται η Λευκή Βίβλος για την Εκπαίδευση και Κατάρτιση, στόχος της οποίας καθίσταται η θέσπιση κατευθυντήριων γραµµών στους εν λόγω τοµείς, προκειµένου να ενισχυθεί η οικονοµική ανάπτυξη, η ανταγωνιστικότητα, η απασχόληση και η κοινωνική συνοχή. Στο πλαίσιο αυτό, οι κοινωνικές ικανότητες ( social aptitudes ) προσεγγίζονται και αναγνωρίζονται ως ένας διακριτός τύπος γνώσης, διάφορος των βασικών και τεχνικών γνώσεων, οι οποίες περιλαµβάνουν ένα σύνολο διαπροσωπικών δεξιοτήτων όπως η οµαδική εργασία, η δηµιουργικότητα και η επιδίωξη της ποιότητας (Commission of the European Communities, 1995: 13-14). Παράλληλα, διευκρινίζεται ότι η µάθηση και η απόκτηση των εν λόγω ικανοτήτων και δεξιοτήτων καθίσταται δυνατή µόνο εντός του εργασιακού περιβάλλοντος. Το 2000, στο πλαίσιο της Στρατηγικής της Λισσαβώνας, οι κοινωνικές δεξιότητες ( social skills ) προσδιορίζονται ως µέρος των νέων βασικών δεξιοτήτων που απαιτούνται για τη µετάβαση σε µια οικονοµία και σε µια κοινωνία βασισµένες στη γνώση και στην καινοτοµία. Στις εν λόγω κοινωνικές δεξιότητες συγκαταλέγονται οι δεξιότητες της αυτοπεποίθησης ( self-confidence ), του αυτοπροσανατολισµού ( selfdirection ) και της ανάληψης κινδύνου ( risk-taking ), δεξιότητες οι οποίες κρίνονται απαραίτητες προκειµένου οι άνθρωποι να καταστούν ικανοί να δρούν πιο αυτόνοµα σε σχέση µε το παρελθόν (Commission of the European Communities, 2000 : 11). Όσον αφορά την εναλλακτική χρήση των όρων «ικανότητες» και «δεξιότητες», χρήσιµη είναι η ερµηνεία και αποσαφήνιση των όρων, όπως αυτή συναντάται σε κείµενο εργασίας της Γενικής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης και Πολιτισµού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, βάσει του οποίου η έννοια της ικανότητας καθίσταται ευρύτερη και συνεπώς προτιµητέα, δεδοµένου ότι αναφέρεται «σε συνδυασµό δεξιοτήτων, γνώσεων και στάσεων και περιλαµβάνει πέραν της τεχνογνωσίας, τη διάθεση για συνεχή µάθηση» (Εuropean Commission, 2004: 3). Επίσης, στο εν λόγω κείµενο αποτυπώνεται το Πλαίσιο για τις Ικανότητες - Κλειδιά σε µία κοινωνία βασισµένη στη γνώση, το οποίο διαρθρώνεται σε οκτώ θεµατικές περιοχές, µία εκ των

25 οποίων αφορά στις διαπροσωπικές, διαπολιτισµικές και κοινωνικές ικανότητες, οι οποίες περιλαµβάνουν µεταξύ άλλων τις κάτωθι αναφερόµενες γνώσεις, δεξιότητες και στάσεις 3 (Εuropean Commission, 2004: 16): Γνώσεις: κατανόηση των κωδίκων συµπεριφοράς διαφορετικών κοινωνιών, επίγνωση (ακριβή και ενσυνείδητη γνώση) των εννοιών του ατόµου, της οµάδας, της κοινωνίας καθώς και της ιστορικής εξέλιξης αυτών, κατανόηση της διαπολιτισµικής διάστασης στις ευρωπαϊκές και άλλες κοινωνίες. Δεξιότητες: δυνατότητα εποικοδοµητικής επικοινωνίας σε διαφορετικές κοινωνικές καταστάσεις επιδεικνύοντας ανεκτικότητα σε διαφορετικές απόψεις, επίγνωση της ατοµικής και συλλογικής ευθύνης, ικανότητα να εµπνέει κανείς εµπιστοσύνη στους άλλους, να επιδεικνύει ενσυναίσθηση, να ελέγχει και να διαχειρίζεται τα αρνητικά του συναισθήµατα µε εποικοδοµητικό τρόπο καθώς και ικανότητα να διαπραγµατεύεται. Στάσεις: επίδειξη ενδιαφέροντος και σεβασµού στους άλλους, θέληση του ατόµου να ξεπεράσει στερεότυπα και προκαταλήψεις, διάθεση για την εύρεση συµβιβαστικών λύσεων, ακεραιότητα, αυτοπεποίθηση και διεκδικητικότητα. Πέραν της εν λόγω θεµατικής περιοχής που αναφέρεται στις κοινωνικές ικανότητες, διευκρινίζεται παράλληλα ότι η εποικοδοµητική διαχείριση των συναισθηµάτων διαδραµατίζει καίριο ρόλο και στις οκτώ ικανότητες-κλειδιά και αποτελεί θεµατική που διατρέχει ορίζοντια το Πλαίσιο Αναφοράς (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Συµβούλιο, 2006). Επιπροσθέτως, η έννοια των κοινωνικών ικανοτήτων έχει αποτελέσει αντικείµενο µελέτης και του Οργανισµού Οικονοµικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Ειδικότερα, τo 1997, µέσω του διεθνούς και διεπιστηµονικού προγράµµατος Definition and Selection of Competencies: Theoretical and Conceptual Foundations (DeSeCo), επιχειρήθηκε να εντοπιστούν ικανότητες πέραν των γνωστικών, οι οποίες δύνανται να συντελέσουν στην προσωπική και κοινωνική ανάπτυξη των ατόµων στις σύγχρονες κοινωνίες. Στο πλαίσιο του εν λόγω προγράµµατος αναγνωρίστηκαν τρεις κύριες κατηγορίες ικανοτήτων, µια εκ των οποίων περιελάµβανε χαρακτηριστικά που σχετίζονται µε όρους όπως: «κοινωνικές ικανότητες», «κοινωνικές δεξιότητες», 3 Οι εν λόγω γνώσεις, δεξιότητες και στάσεις αποτυπώνονται και στο: Νοµοθετικό Ψήφισµα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά µε την πρόταση σύστασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου που αφορά τις βασικές ικανότητες για τη δια βίου µάθηση (COM(2005)0548 - C6-0375/2005-2005/0221(COD).

26 «διαπολιτισµικές ικανότητες», ή «ήπιες δεξιότητες» ( soft skills ) (OECD, 2005: 12-13). Oι εν λόγω ικανότητες περιελάµβαναν: 1. Την ικανότητα διαπροσωπικών σχέσεων: αναφέρεται στην ικανότητα των ατόµων να επικοινωνούν και να διαχειρίζονται µε αποτελεσµατικό τρόπο τις σχέσεις τους µε τους άλλους. Προϋποθέτει την ύπαρξη ενσυναίσθησης καθώς και την αποτελεσµατική διαχείριση των συναισθηµάτων τόσο του εαυτού όσο και των άλλων. 2. Την ικανότητα συνεργασίας: αναφέρεται στην ικανότητα των ατόµων να λειτουργούν αποτελεσµατικά στο πλαίσιο οµάδων, να λαµβάνουν αποφάσεις υπό το πρίσµα διαφορετικών οπτικών, να διαπραγµατεύονται καθώς και να οικοδοµούν ισχυρές συµµαχίες. 3. Την ικανότητα διαχείρισης και επίλυσης συγκρούσεων: αναφέρεται στην ικανότητα των ατόµων να αντιµετωπίζουν τις συγκρούσεις µε εποικοδοµητικό τρόπο, λαµβάνοντας υπόψη τις ανάγκες των άλλων. Βάσει των ανωτέρω, διαπιστώνονται σηµαντικές διαφοροποιήσεις τόσο στον εννοιολογικό προσδιορισµό των κοινωνικών ικανοτήτων, όσο και στις επιµέρους ικανότητες που αυτές περιλαµβάνουν. Επιπροσθέτως, η έννοια των κοινωνικών ικανοτήτων φαίνεται να συναντάται µε πολλές διαφορετικές παραλλαγές όπως «βασικές ικανότητες», «µεταβιβάσιµες ικανότητες», «συναισθηµατικές ικανότητες» κ.ο.κ. (Παπαδάκης και Φραγκούλης, 2005: 161). Ωστόσο, όπως παρατηρεί ο Κόκκος, «µπορούµε να καταλήξουµε στη διαπίστωση ότι, όταν αναφερόµαστε στις κοινωνικές ικανότητες έχουµε κατά νου, σε τελική ανάλυση, την ικανότητα του σχετίζεσθαι µε όλες τις εκφάνσεις της, καθώς και την αυτοεπίγνωση, που αποτελεί το υπόβαθρο των σχέσεων» (2005:10). Τέλος, κρίνεται σκόπιµο να σηµειωθεί ότι η έννοια των κοινωνικών ικανοτήτων και η ανάπτυξη αυτών έχει αποτελέσει και αντικείµενο κριτικής, κυρίως ως προς το αν τελικά εξυπηρετεί «µια µηχανική προσαρµογή σε µια διαρκώς µεταβαλλόµενη αγορά εργασίας» ή ίσως και µια άκριτη προσαρµογή σε συγκεκριµένους τύπους και κανόνες συµπεριφοράς (Γουγουλάκης, 2012: 3, 11). Η εν λόγω προσέγγιση εστιάζει στο γεγονός ότι η επιλογή των ικανοτήτων που κρίνεται κάθε φορά σκόπιµο να προωθήσει το εκπαιδευτικό σύστηµα, δεν συνοδεύεται πάντα από µια κριτική ανάλυση της ποιότητας και του περιεχοµένου αυτών. Πέραν τούτου όµως και δεδοµένης της αδιαµφισβήτητης αναγκαιότητας µιας τέτοιας κριτικής ανάλυσης, η έννοια των κοινωνικών ικανοτήτων