ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΜΙΚΡΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΒΙΟΤΕΧΝΩΝ ΕΜΠΟΡΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ)



Σχετικά έγγραφα
Η προώθηση της Διασφάλισης Ποιότητας στο πεδίο της Διά Βίου Μάθησης

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Εθνικε ςκαιευρωπαι κε ς Πολιτικε ςστοντομεάτηςδια βιόυμα θησης. Παράλληλα Κείµενα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΔΙΑΣΚΕΨΗ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΡΟΕΔΡΙΑΣ. Θεσσαλονίκη, Μαρτίου 2014 ΚΟΙΝΕΣ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ

14475/16 ΜΜ/ριτ/ΕΠ 1 DG B 1C

Θέση ΣΕΒ: Ευρωπαϊκές προτεραιότητες της Ελληνικής Προεδρίας

Ομιλία του Κωνσταντίνου Τσουτσοπλίδη Γενικού Γραμματέα Διαχείρισης Κοινοτικών και άλλων Πόρων, στην

η ενημέρωση για τις δράσεις που τυχόν υιοθετήθηκαν μέχρι σήμερα και τα αποτελέσματα που προέκυψαν από αυτές.

Ο στόχος αυτός είναι σε άμεση συνάρτηση με τη στρατηγική της Λισαβόνας, και συγκεκριμένα την ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής μέσω:

Δράσεις υποστήριξης καινοτομίας και συνεργασιών επιχειρήσεων

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 4 Μαΐου 2018 (OR. en)

PUBLIC LIMITE EL ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες,14Σεπτεμβρίου2011(20.09) (OR.en) 14224/11 LIMITE SOC772 ECOFIN583 EDUC235 REGIO74 ΣΗΜΕΙΩΜΑ

ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ TΕΙ ΠΕΙΡΑΙΑ

15573/17 ΜΙΠ/ριτ 1 DG C 1

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2015) 98 final ANNEX 1.

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ. που συνοδεύει το έγγραφο

8035/17 ΜΜ/γομ/ΕΠ 1 DG E - 1C

Αρχή Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού

Ημερίδες προς Εκπαιδευτικούς/Εκπαιδευτές Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης. ΙΔΕΠ Διά Βίου Μάθησης και ECVET Experts

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 29 Οκτωβρίου 2004 (09.11) (OR. en) 13832/04 EDUC 204 SOC 499

Εκπαίδευση, κοινωνικός σχεδιασμός. Ρέμος Αρμάος MSc PhD, Υπεύθυνος εκπαίδευσης στελεχών ΚΕΘΕΑ

Στρατηγικές συμπράξεις στους τομείς της εκπαίδευσης, της κατάρτισης και της νεολαίας

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 26 Οκτωβρίου 2010 (04.11) (OR. fr) 15448/10 CULT 97 SOC 699

Ομιλία της. Υφυπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας. Κας Σοφίας ΚΑΛΑΝΤΖΑΚΟΥ. σε εκδήλωση με θέμα:

Η ΣΥΝΕΧΙΖΟΜΕΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ-ΜΕΛΗ ΤΗΣ Ε.Ε: ΘΕΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ

«Συνεχιζόµενη επαγγελµατική κατάρτιση Εκπαίδευση και αρχική κατάρτιση»

Η Ερευνητική Στρατηγική

Η ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΜΕ ΤΑ ΙΣΧΥΟΝΤΑ ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Δράση Κρατικών Ενισχύσεων ΕΤΑΚ «ΕΡΕΥΝΩ ΔΗΜΙΟΥΡΓΩ ΚΑΙΝΟΤΟΜΩ»

Το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο κατά τη Νέα Προγραμματική Περίοδο ( ) Βασικά σημεία και διερευνητικές προσεγγίσεις

ΣΤΟΧΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΕΣΠΑ

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

Το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο κατά τη Νέα Προγραμματική Περίοδο ( )

Αθήνα, Νοεμβρίου 2014 ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ


Ομιλία Εκτελεστικού Αντιπροέδρου Χάρη Κυριαζή. «Προκλήσεις, προτάσεις, στρατηγικές ανάπτυξης της εξωστρέφειας» ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΕΞΑΓΩΓΩΝ ΣΕΒΕ EXPORT SUMMIT

DeSqual Ενότητες κατάρτισης 1. Ενδυνάμωση των εξυπηρετούμενων

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 5 Απριλίου 2018 (OR. en)

ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ Ε.Ε.

Ομιλία Δρ. Τάσου Μενελάου με θέμα: Προγράμματα Συνεχιζόμενης Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΣΕΕΚ) του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού

Επιχειρησιακό Πρόγραμμα: «Εκπαίδευση και Δια βίου Μάθηση» Εκτενής Σύνοψη. Αθήνα

Ηµερίδα του ΚΕΠΕΑ της ΓΣΕΕ µε θέµα: «Πολιτικές ενίσχυσης της Απασχόλησης»

Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΜΚΕ)

Ε.Π. ΕΘΝΙΚΟ ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΟ ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΩΝ

Το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο κατά τη Νέα Προγραμματική Περίοδο ( ) Βασικά σημεία και διερευνητικές προσεγγίσεις

Δράση Κρατικών Ενισχύσεων ΕΤΑΚ «ΕΡΕΥΝΩ ΔΗΜΙΟΥΡΓΩ ΚΑΙΝΟΤΟΜΩ»

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ «ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ, ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ & ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗ» Εκπαίδευση και Δια Βίου Μάθηση

Ευρωπαϊκή Εβδομάδα Επαγγελματικών Δεξιοτήτων 2017: χαρτογραφώντας το μέλλον της ΕΕΚ

Η Έννοια της Εταιρικής Σχέσης & τα νέα Χρηματοδοτικά Εργαλεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης

Η ΣΥΝΕΧΙΖΟΜΕΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ-ΜΕΛΗ ΤΗΣ Ε.Ε: ΘΕΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ

7075/16 ΙΑ/νκ 1 DGG 2B

14182/16 ΔΛ/μκ 1 DGG 1A

ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI ΔΡΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ

ΑΝΕΡΓΙΑ ΟΡΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΜΟΡΦΕΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ

15949/14 ΣΠΚ/μκ 1 DG B 4A

Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ

Εισήγηση της ΓΓΠΠ Αγγέλας Αβούρη στην ενημερωτική συνάντηση για τη δημιουργία Οργανισμού Τουριστικής Ανάπτυξης ( )

Ομιλία του Βασίλειου Ν. Μαγγίνα Υπουργού Απασχόλησης και Κοινωνικής Προστασίας

Τεχνική και Επαγγελματική Εκπαίδευση - Πραγματικότητα και Προοπτικές στις Αρχές του 21 ου αιώνα

Πρωτοβουλία για την Καινοτομία

Επιτροπή Συντονισμού της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης

Μέρος A: Γενικές πληροφορίες σχετικά με το πρόγραμμα Erasmus+

Erasmus + EUROPEAN LANGUAGE LABEL ΕΘΝΙΚΗ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ 2016

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 3 Νοεμβρίου 2017 (OR. en)

ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΤΗΣ ΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΠΟΥ ΥΠΟΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΠΕ

Ο νέος ρόλος των προσόντων και η στροφή προς τα μαθησιακά αποτελέσματα. Η περίπτωση των διεθνών προσόντων

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗ-ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ (ΠΕΣ)

11843/11 ΠΜ/γν 1 DG G 2B

Σύσταση για ΣΥΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. σχετικά με το Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων της Μάλτας για το 2015

Ποια είναι η διάρθρωση του προγράμματος Erasmus+;

Έγγραφο συνόδου B7-0000/2013 ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ. εν συνεχεία των ερωτήσεων για προφορική απάντηση B7-0000/2013 και B7-xxx

Έγγραφο συνόδου B7-0000/2012 ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ. εν συνεχεία της ερώτησης για προφορική απάντηση B7-0000/2012

Διασφάλιση της Ποιότητας και η εφαρμογή της στην Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση. Ανδρέας Έλληνας Εκπαιδευτής ΜΤΕΕ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ

9580/16 1 EL. Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 30 Μαΐου 2016 (OR. en) 9580/16 COMPET 336 RECH 213

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

12485/16 MAK/γομ/ΑΒ 1 DG B 1C

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 26 Οκτωβρίου 2010 (03.11) (OR. en) 15449/10 AUDIO 37 COMPET 311 CULT 98

Γνώση, Τεχνολογία και Πρότυπα για Βιώσιμες και Έξυπνες Πόλεις

ΑΞΟΝΑΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ

Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας Regional Operational Programme of Western Macedonia

Η ΣΥΝΕΧΙΖΟΜΕΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ-ΜΕΛΗ ΤΗΣ Ε.Ε: ΘΕΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ. σχετικά με τις κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης των κρατών μελών

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ KAI ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗ ΝΕΩΝ

«Κοινωνία σε κρίση, αυτοδιοίκηση σε δράση»

PUBLIC ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 18 Μαΐου 2004 (19.05) (OR. en) 9600/04 LIMITE EDUC 118 SOC 253

Η ΣΥΝΕΧΙΖΟΜΕΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΙΣ ΧΩΡΕΣ-ΜΕΛΗ ΤΗΣ Ε.Ε: ΘΕΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ

Έγγραφο συνόδου ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ. εν συνεχεία της ερώτησης για προφορική απάντηση B8-0000/2015

Δίκτυο Ευρωπαϊκής Πολιτικής για τη Σχολική Ηγεσία

Ο ρόλος της Ψηφιακής Στρατηγικής

Η δια βίου μάθηση ως εκπαιδευτική πολιτική: κρίσιμα ζητήματα και προτάσεις

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

Πολιτική Διασφάλισης Ποιότητας Διεθνούς Πανεπιστημίου της Ελλάδος

Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ANAΛYΣH. Στην περιφέρεια το νέο πεδίο δράσης της Πολιτικής Aνθρώπινων Πόρων

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/2008(INI)

«Οι βασικές αρχές και οι στόχοι του Ελληνικού Δικτύου για την καταπολέμηση των διακρίσεων»

ΣΧΈΔΙΟ RELEASE για τη δια βίου μάθηση και την ενδοϋπηρεσιακή επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στην Κύπρο

Transcript:

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΜΙΚΡΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΒΙΟΤΕΧΝΩΝ ΕΜΠΟΡΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) Αριστοτέλους 46, 10433, Αθήνα Τηλ. 210 8846852, Fax: 210 8846853 www.imegsevee.gr, info@imegsevee.gr ΑΚΡΩΝΥΜΟ ΜΕΛΕΤΗΤΙΚΗ ΕΠΕ Λεωφόρος Αλεξάνδρας 91, 114 74 Αθήνα - τηλ: 210 6423188 - fax: 210 6411128 email: info@acronym.gr A ΠΑΡΑΔΟΤΕΟ: ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ ΚΑΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΕΡΕΥΝΑΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ «ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΠΛΑΙΣΙΟΥ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΤΗΣ Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε. ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ ΣΤΙΣ ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΥ ΜΙΚΡΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΝΔΕΣΗ ΤΟΥΣ ΜΕ ΤΙΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΩΝ ΑΓΟΡΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ» Το παρόν παραδοτέο υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του υποέργου 9 «Διαμόρφωση πλαισίου προτάσεων της ΓΣΕΒΕΕ σχετικά με τις πολιτικές κατάρτισης απασχολούμενων στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις και σύνδεσή τους με τις ανάγκες των αγορών εργασίας» της πράξης «Ενίσχυσης της θεσμικής και επιχειρησιακής ικανότητας της ΓΣΕΒΕΕ»

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 2 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Θεσμικό πλαίσιο Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εκπαίδευση 8 και κατάρτιση ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Ευρωπαϊκή Πολιτική και πολιτικές Ευρωπαϊκών χωρών 16 στην επαγγελματική κατάρτιση για τους απασχολούμενους στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: Καλές πρακτικές Ευρωπαϊκών χωρών στην επαγγελματική 27 κατάρτιση στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις 3.1 Γερμανία Baden Wόrttemberg / Pew@re Πρόγραμμα 27 συστηματικής ανάπτυξης του ανθρώπινου δυναμικού στις Μικρές Μεσαίες Επιχειρήσεις 3.2 Γερμανία περιφέρεια Heinsberg / Πρόγραμμα «Sigepool» Κέντρο 29 Ανάπτυξης Ικανοτήτων 3.3 Κύπρος / Αρχής Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Κύπρου 31 3.4 Γαλλία περιοχή Nord Pas de Calais Picardie 33 3.5 Ισπανία / Πρόγραμμα «Ικανότητες στην κοινωνία της γνώσης» 3.6 Ηνωμένο Βασίλειο / Πρόγραμμα «Train to Gain» 37 3.7 Αυστρία / Πρόγραμμα «WAGE Winning Age, Getting Future» 38 3.8 Φινλανδία / Πρόγραμμα «The four way model 4T» 40 3.9 Μάλτα./ Πρόγραμμα HOTSME Αυτό μόρφωσης στο χώρο εργασίας 42 3.10 Ολλανδία / Πρόγραμμα «Εργασία και Μάθηση μαζί» 44 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: Πρωτοβουλίες και τάσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση 47 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5: Επαγγελματική κατάρτιση στην Ελλάδα 52 5.1 Λογαριασμός για την Απασχόληση και την Επαγγελματική 54 Κατάρτιση(Λ.Α.Ε.Κ.) 5.2. Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο 55 35 5.3 Ενιαίο Σύστημα Διαχείρισης Ενεργειών Κατάρτισης (Ε.Σ.Δ.Ε.Κ.) 56 5.4 Προγράμματα Κατάρτισης Νέες Δράσεις Προγράμματα ΟΑΕΔ 60 5.5. Επαγγελματική κατάρτιση στις μικρές επιχειρήσεις 62 5.6. Χαρακτηριστικά της Κατάρτισης Εργαζομένων 64 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: Συνθετική Προσέγγιση των ευρημάτων της 66 βιβλιογραφικής επισκόπησης και Προτάσεις περαιτέρω έρευνας Βιβλιογραφία 83

Αντικείμενο και στόχος του παραδοτέου Στο πλαίσιο του έργου «Διαμόρφωση πλαισίου προτάσεων της ΓΣΕΒΕΕ σχετικά με τις πολιτικές κατάρτισης απασχολούμενων στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις και σύνδεσή τους με τις ανάγκες των αγορών εργασίας» και σύμφωνα με την από 1ης Σεπτεμβρίου 2010 σύμβαση μεταξύ του αναδόχου του έργου και του Ι.Μ.Ε. ΓΣΕΒΕ, το παρόν παραδοτέο έχει ως αντικείμενο τη βιβλιογραφική επισκόπηση και το σχεδιασμό της περαιτέρω έρευνας. Στο πλαίσιο των συμβατικών αυτών υποχρεώσεων και λαμβάνοντας υπόψιν, τόσο το σχετικό τεύχος προκήρυξης, όσο και την αντίστοιχη προσφορά του αναδόχου, το παρόν περιέχει τα εξής: Βιβλιογραφική επισκόπηση των πολιτικών επαγγελματικής κατάρτισης απασχολούμενων στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις (μελέτη, ανάλυση και παρουσίαση του θεωρητικού πλαισίου αναφορικά με το ρόλο και τη σημασία της κατάρτισης απασχολουμένων στις επιχειρήσεις, μελέτη και αξιολόγηση κειμένων πολιτικής ΕΕ και Ελλάδας, μελέτη κειμένων αξιολόγησης παρεμβάσεων και κωδικοποίηση συμπερασμάτων κλπ.) Διατύπωση ερευνητικών ερωτημάτων α) για την αξιολόγηση των εφαρμοζόμενων πολιτικών, β) για τη διατύπωση εξειδικευμένων προτάσεων εξυγίανσης των εμπλεκομένων συστημάτων κατάρτισης Οι δύο ανωτέρω στόχοι συνδέονται οργανικά μεταξύ τους, δεδομένου ότι για τη διατύπωση των ερευνητικών ερωτημάτων αναφορικά με την αξιολόγηση των εφαρμοζόμενων σχετικά πολιτικών και τη διατύπωση εξειδικευμένων προτάσεων και μέτρων εξυγίανσης των εμπλεκόμενων συστημάτων κατάρτισης θα αξιοποιηθούν τα αποτελέσματα της βιβλιογραφικής επισκόπησης. Από την άλλη, αυτά ακριβώς τα ερευνητικά ερωτήματα υποθέσεις θα καθορίσουν, με τη σειρά τους, το πλαίσιο και τις κύριες κατευθύνσεις της «ποιοτικής» έρευνας, που θα λάβει χώρα σε επόμενη φάση του έργου. Με άλλα λόγια, μέσω των ποιοτικών μεθόδων

έρευνας που θα ακολουθήσουν, θα ελεγχθεί περαιτέρω, η βασιμότητα των κύριων ερευνητικών υποθέσεων που διατυπώνονται στο παρόν. Συνεπώς, ο προσανατολισμός, το εύρος και η εμβάθυνση της βιβλιογραφικής επισκόπησης καθορίζονται άμεσα από το διπλό στόχο που αυτή καλείται να εξυπηρετήσει, ήτοι, αφενός την ανάδειξη των κρίσιμων σημείων που επιχειρούν να αντιμετωπίσουν οι διεθνείς και κυρίως οι ευρωπαϊκές πολιτικές και πρακτικές για την κατάρτιση των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, αφετέρου τη διατύπωση κατάλληλων ερευνητικών υποθέσεων που θα επιχειρούν να εμβαθύνουν στα ευρήματα της βιβλιογραφικής επισκόπησης και ιδίως, στο βαθμό που αυτά μπορούν να σημαίνουν κάτι στο ιδιαίτερο περιβάλλον της ελληνικής επιχειρηματικότητας. Σε άμεση συνάφεια με τα παραπάνω, φαίνεται να προκύπτουν τα πεδία ενδιαφέροντος / έρευνας, που καλείται να διαχειριστεί η βιβλιογραφική επισκόπηση: Ποιος είναι ο ρόλος και η προσδοκώμενη συμβολή της κατάρτισης στη βελτίωση της θέσης των μικρών και των πολύ μικρών επιχειρήσεων; Πως αντιλαμβάνονται οι ιδιοκτήτες και οι εργαζόμενοι στις μικρές και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις το ρόλο της κατάρτισης; Ποιες είναι οι αιτίες υστέρησης της συμμετοχής των μικρών και των πολύ μικρών επιχειρήσεων σε ενέργειες κατάρτισης; Ποια η στόχευση των ευρωπαϊκών πολιτικών κατάρτισης όσον αφορά το ανθρώπινο δυναμικό των μικρών και των πολύ μικρών επιχειρήσεων; Είναι αποτελεσματικές και κατάλληλες οι πολιτικές αυτές για να αντιμετωπίσουν τα αίτια υστέρησης της συμμετοχής των μικρών και των πολύ μικρών επιχειρήσεων; Σε ποιο βαθμό συγκλίνουν τα αίτια υστέρησης της συμμετοχής του ανθρώπινου δυναμικού των ελληνικών μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων σε ενέργειες κατάρτισης με αυτά που αναγνωρίζονται στον υπόλοιπο ευρωπαϊκό χώρο; Τι κυρίως συνθέτει την ελληνική ιδιομορφία της ελληνικής επιχειρηματικότητας, ιδιαίτερα όσον αφορά το μέγεθος, τη δομή και την επιχειρηματική συμπεριφορά των μικρών και κυρίως των πολύ μικρών επιχειρήσεων;

Ποιο το περιεχόμενο και η στόχευση των εθνικών πολιτικών και μέτρων που έχουν ληφθεί για την κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού των ελληνικών επιχειρήσεων και ιδίως των μικρών και των πολύ μικρών; Ποια η αποτελεσματικότητα των πολιτικών και δράσεων αυτών; Ποια είναι η σχέση των εθνικών αυτών πολιτικών και δράσεων με τις ευρωπαϊκές πολιτικές κατάρτισης αφενός και τις ιδιαίτερες ανάγκες του ελληνικού περιβάλλοντος αφετέρου; Οι εθνικές και οι ευρωπαϊκές πολιτικές κατάρτισης είναι εν τέλει κατάλληλα προσαρμοσμένες στην ελληνική πραγματικότητα; Προς ποια κατεύθυνση, με τι μέσα και πόρους θα μπορούσαν να διατυπωθούν εναλλακτικές προς τις ισχύουσες πρακτικές ενίσχυσης των γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων του εργατικού δυναμικού, περισσότερο κατάλληλες για τις ανάγκες, τις δυνατότητες και τις προσδοκίες των μικρών και των πολύ μικρών επιχειρήσεων στην Ελλάδα;

Εισαγωγή Με κύριες αιτίες τις ραγδαίες τεχνολογικές αλλαγές, τις κλαδικές αναδιαρθρώσεις και τις καμπές του οικονομικού κύκλου, οι οποίες σωρευτικά λειτουργούν στο πλαίσιο μιας επιταχυνόμενης παγκοσμιοποίησης, η βελτίωση της ικανότητας προσαρμογής των επιχειρήσεων και των εργαζομένων προβάλλει ως αδήριτη αναγκαιότητα για την επιβίωση και τη διατήρηση της θέσης τους. Η έννοια της ικανότητας προσαρμογής, δανεισμένη από την Καταγωγή των ειδών του Δαρβίνου, μοιάζει περισσότερο από ποτέ ως κατάλληλη για να αποδώσει σήμερα, σε περιβάλλον κυριαρχίας του νεοφιλελεύθερου οικονομικού υποδείγματος, την ιδιότητα που θα πρέπει να διαθέτουν τόσο οι επιχειρήσεις προκειμένου να διατηρήσουν τη θέση τους στον καταμερισμό της εργασίας, όσο και το εργατικό δυναμικό, είτε για να διατηρήσει τη συχνά επισφαλή θέση εργασίας του, είτε για να ενταχθεί με άνισους όρους, σε θέσεις οποιασδήποτε μορφής απασχόλησης. Σε αυτό ακριβώς το περιβάλλον, οι συνέπειες του οποίου για τη χώρα μας επιδεινώνονται δραματικά εξ αιτίας της πρόσφατης δημοσιονομικής κρίσης που μαζί της αποκάλυψε την ολοσχερή κρίση του μεταπολεμικού παραγωγικού μοντέλου της χώρας, είναι ιδιαίτερα κρίσιμος ο σχεδιασμός αποτελεσματικών πολιτικών απασχόλησης και ως υποσύνολο αυτών, αποτελεσματικών και κατάλληλα στοχευμένων ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης. Υπό το πρίσμα δε αυτό, και λαμβάνοντας υπόψιν ότι μεταξύ των επιχειρήσεων και των εργαζομένων, πέραν των δομικών τους αντιθέσεων, υπάρχουν κοινά πεδία συμφερόντων στα οποία μπορούν να αναπτυχθούν «παίγνια θετικού αθροίσματος», μπορεί να κατανοηθεί το ενδιαφέρον που εκδηλώνουν και οι δύο αυτές πλευρές σε θέματα που αφορούν τη βελτίωση της παραγωγικότητας των επιχειρήσεων, την αλλαγή των οργανωτικών τους προτύπων, την εισαγωγή νέων τεχνολογιών και καινοτομιών, τη βελτίωση των όρων ασφάλειας και λειτουργίας τους, σε συνδυασμό με μέτρα «λειτουργικής ευελιξίας», στα οποία συμπεριλαμβάνονται ενέργειες βελτίωσης και προσαρμογής των γνώσεων και των δεξιοτήτων των εργαζομένων, καθώς και ενέργειες αλλαγής

του ρόλου και των καθηκόντων των εργαζομένων στο πλαίσιο του ανασχηματισμού της παραγωγικής διαδικασίας. Ακριβώς στο πλαίσιο αυτό αναδεικνύεται ο ιδιαίτερα σημαντικός αναπαραγωγικός ρόλος των συστημάτων επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, κυρίως όσον αφορά στην ανάπτυξη και αξιοποίηση των ανθρώπινων πόρων. Ειδικότερα, η θεσμική σύσταση, οργάνωση και λειτουργία των συστημάτων αυτών αποτελούν κεντρική πολιτική δραστηριότητα, στο πλαίσιο της οποίας, είτε άμεσα είτε έμμεσα, εκφράζονται και συμπυκνώνονται τα αποτελέσματα των κοινωνικών αντιθέσεων αναφορικά με τον κοινωνικό ρόλο και τις αναπαραγωγικές λειτουργίες που επιτελούν τα συστήματα της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, καθώς και το είδος των σχέσεων που έχουν ή οφείλουν να έχουν αφενός με το εκπαιδευτικό σύστημα συνολικά, αφετέρου με την οικονομική δραστηριότητα, την αγορά εργασίας και τις πολιτικές απασχόλησης. Ωστόσο, οι συνθήκες στις οποίες καλείται να ανταποκριθεί ένα σύστημα εκπαίδευσης και κατάρτισης έχουν σαφώς διαφοροποιηθεί από το παρελθόν. Η παγκοσμιοποίηση, οι τεχνολογικές εξελίξεις, οι μεταβολές του περιβάλλοντος, οι δημογραφικές μεταβολές και ό,τι αυτές συνεπάγονται, είναι στοιχεία που συνθέτουν ένα νέο πλαίσιο τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το πλαίσιο αυτό εμπεριέχει ευκαιρίες και δυνατότητες για τους πολίτες στην απασχόληση, την καταξίωση, την ευημερία και την κινητικότητα, παράλληλα όμως, συνοδεύεται και από κινδύνους, όπως οι αυξημένες κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες και ο κοινωνικός αποκλεισμός. Κύριο χαρακτηριστικό του νέου αυτού πλαισίου αποτελεί η συνεχής διαφοροποίηση των γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων που είναι αναγκαίες για την επαγγελματική και κοινωνική δραστηριότητα. Παράλληλα, η αγορά εργασίας και οι συνθήκες που επικρατούν στο χώρο της έχουν πλέον διαφοροποιηθεί, κυρίως λόγω της ραγδαίας μεταβολής της τεχνολογίας και της μεγαλύτερης εμπλοκής της στην παραγωγή. Κατά συνέπεια, καθίσταται αναγκαία η όσο το δυνατόν αμεσότερη προσαρμογή τόσο των επιχειρήσεων, προκειμένου να παραμένουν ανταγωνιστικές, όσο και των εργαζομένων για να διατηρήσουν τις θέσεις τους.

Ο εργαζόμενος στις σημερινές συνθήκες εργασίας, ανεξάρτητα με το αντικείμενο που απασχολείται, πρέπει να είναι κάτοχος περισσότερων γνώσεων, αυξημένων δεξιοτήτων και οργανωτικών ικανοτήτων σε σχέση με το παρελθόν και είναι υποχρεωμένος, προκειμένου να μην απαξιωθούν οι γνώσεις του, να επιμορφώνεται και να ενημερώνεται διαρκώς για τις εξελίξεις στον κλάδο του μέσα από τους τυπικούς, μη τυπικούς και άτυπους μηχανισμούς της δια βίου μάθησης. Οφείλει, με άλλα λόγια, να ανταποκρίνεται στους κανόνες της ανταγωνιστικότητας, διαφορετικά κινδυνεύει να βρεθεί άνεργος ή υποαπασχολούμενος, αντιμετωπίζοντας τον κίνδυνο της επαγγελματικής και κοινωνικής περιθωριοποίησης, όπως επίσης και της φτώχειας. Προκύπτει λοιπόν έντονα η ανάγκη ανανέωσης των συστημάτων επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, τόσο ως προς τα δομικά τους στοιχεία και ειδικότερα τη σύνδεσή τους με τις παραγωγικές ανάγκες και τάσεις, όσο και ως προς το περιεχόμενο και τα μέσα των εκπαιδευτικών διεργασιών, ώστε να καταστούν πιο αποτελεσματικά απέναντι στις σύγχρονες προκλήσεις. Το περιεχόμενο της ανανέωσης αυτής αποτελεί στρατηγικό διακύβευμα των δημόσιων πολιτικών, δεδομένου ότι συναρτάται άμεσα με τη δυναμική μετάβασης στην κοινωνία της γνώσης, καθώς και με το περιεχόμενο των αλλαγών που η μετάβαση αυτή μπορεί να επιφέρει, τόσο σε επίπεδο οικονομικών λειτουργιών και σχέσεων, όσο και σε επίπεδο κοινωνικών σχέσεων και θέσεων των κοινωνικών ομάδων.

1. ΤΟ ΘΕΣΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ Από τα πρώτα βήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης η επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση αντιμετωπίστηκε με ιδιαίτερη έμφαση και κλιμακούμενη δράση. Συγκεκριμένα, με δεδομένο ότι η κατάρτιση παρέμενε αυστηρά εθνική υπόθεση, το μοντέλο παρεμβάσεων που ακολουθήθηκε στην Κοινότητα τις δεκαετίες 70 και 80 περιελάμβανε την ενθάρρυνση των εθνικών δράσεων, με παράλληλη εισαγωγή γενικών αρχών με βάση το κοινοτικό κεκτημένο ή παρεμβάσεις με εξειδικευμένα μέτρα υπέρ συγκεκριμένων ομάδων στόχων. Μετά το 1985 οι εξελίξεις είναι ταχύτερες, καθώς τα προβλήματα στην απασχόληση και την οικονομία εντάθηκαν. Την ίδια εποχή, αυξήθηκε το ενδιαφέρον της Ενωμένης Ευρώπης για την πραγματοποίηση της Ευρώπης των πολιτών και σε άλλους πυλώνες πέραν του οικονομικού. Στο πλαίσιο των νέων αυτών ενδιαφερόντων είναι που κερδίζουν έδαφος τα αιτήματα περί κοινωνικής συνοχής. Το 1988 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με ανακοίνωσή της, συνέδεσε την αντιμετώπιση αυτών των αναγκών κάνοντας αναφορά στην επένδυση στο εργατικό δυναμικό, στην προσαρμοστικότητα και στην επιχειρηματική του ικανότητα, στην αποτελεσματική χρήση του ανθρώπινου δυναμικού και στην αποτελεσματική εκμετάλλευση της αγοράς σαν οικονομική βάση της Ευρώπης. Όλα τα παραπάνω αποτελούν στοιχεία τα οποία έχουν τη δυνατότητα να ενισχύσουν την Ευρώπη στον τομέα της καινοτομίας, της ανταγωνιστικότητας και της ευημερίας. Κατά συνέπεια, στη βάση αυτών ακριβώς των αμιγώς οικονομικών προσδοκιών είναι που η εκπαίδευση και κατάρτιση τέθηκαν βαθμιαία στο επίκεντρο της πορείας για την ευρωπαϊκή ανάπτυξη 1. Το Δεκέμβριο 1989 υιοθετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το κείμενο του Κοινοτικού Χάρτη των Θεμελιωδών Κοινωνικών Δικαιωμάτων των Εργαζομένων. 2 1 Νιάνιας, Δ.Γ. (1989: 299-300). «Η Εκπαιδευτική πολιτική και η προβληματική της Κοινότητας» -Η πρόκληση του 1992.Η Ελλάς στην Ενιαία Ευρωπαϊκή αγορά, Εστία, Αθήνα 2 Commission of the European Communities (1990).

Στο χάρτη αυτό αναφέρονται μεταξύ άλλων το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας και η εξάλειψη των εμποδίων που προκύπτουν από την αναγνώριση διπλωμάτων ή επαγγελματικών προσόντων, καθώς επίσης και η δυνατότητα πρόσβασης των εργαζομένων στην επαγγελματική εκπαίδευση καθ όλη τη διάρκεια του επαγγελματικού τους βίου. Ωστόσο ο χάρτης για πολλά χρόνια δεν απέκτησε υποχρεωτική ισχύ. Το Νοέμβριο του 1991, με ένα υπόμνημα (memorandum) της Επιτροπής, υπογραμμιζόταν η ανάγκη συντονισμού των κοινοτικών προγραμμάτων συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και κατάρτισης. Ο σκοπός του υπομνήματος ήταν η προώθηση της ποιοτικής εκπαίδευσης και της συνεχιζόμενης κατάρτισης, ώστε να διασφαλίζεται μια μεγάλη ποικιλία ικανοτήτων / δεξιοτήτων για τους εργαζόμενους, και η εξασφάλιση ισότιμης και χωρίς διακρίσεις μεταχείρισης των νέων 3. Οι εξελίξεις που σημειώθηκαν στην τεχνολογία κατά τη δεκαετία του 90 υπήρξαν ραγδαίες, υποχρεώνοντας και την Ε.Ε. σε αναπροσαρμογή της στάσης της έναντι της εκπαίδευσης, την οποία πλέον εντάσσει στη θεματολογία της μετάβασης στην κοινωνία της γνώσης. Οι τεχνολογικές μεταβολές επέδρασαν αποφασιστικά στις σχέσεις παραγωγής, στις αντιλήψεις για τις θέσεις απασχόλησης και τα ζητούμενα εκπαιδευτικά προσόντα στην αγορά εργασίας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη μεγάλη αύξηση των αναγκών σε εκπαίδευση ή μετεκπαίδευση και κατάρτιση του εργατικού δυναμικού, γεγονός που αποτυπώνεται και σε σχετικά κείμενα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 4. Παράλληλα, οι πιέσεις που προέκυψαν στις συνθήκες εργασίας λόγω των δημογραφικών τάσεων και της μετανάστευσης, σε συνδυασμό με τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις νέες απαιτήσεις της κυοφορούμενης κοινωνίας της γνώσης οδήγησαν σε συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές. Το 1992 η Ευρωπαϊκή Ένωση ανταποκρινόμενη στις νέες αυτές συνθήκες, προχώρησε στην υπογραφή της 3 E.C. (1991) και Νικολακοπούλου Στεφάνου, Η. (2001α) 4 Η πραγμάτωση μιας Ευρωπαϊκής περιοχής Δια Βίου Μάθησης (2001), COM(2001)678 τελικό και Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2000) Κοινή Έκθεση για την Απασχόληση 2000, COM(2000)551 τελικό.

συνθήκης του Μάαστριχτ, 5 στο πλαίσιο της οποίας αναβαθμίστηκαν συγκεκριμένες πολιτικές, συμπεριλαμβανομένων των πολιτικών εκπαίδευσης και κατάρτισης. Στη συνθήκη γίνεται για πρώτη φορά λόγος για την έννοια της τυπικής και άτυπης εκπαίδευσης με δύο άρθρα που αφορούν αποκλειστικά την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση. Παράρτημα δε της συνθήκης του Μάαστριχτ, που υπογράφηκε από όλα τα κράτη μέλη, πλην του Ηνωμένου Βασιλείου, προβλέπει τη δημιουργία κοινών πολιτικών σε θέματα ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων, απασχόλησης, συνθηκών εργασίας, επαγγελματικής κατάρτισης, συλλογικών διαπραγματεύσεων και κοινωνικής προστασίας. Το 1993 στο κείμενο της Λευκής Βίβλου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιχειρεί να κωδικοποιήσει τις απόψεις και τους στόχους της για τα ζητήματα της οικονομικής ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας του ευρωπαϊκού χώρου 6. Στη Λευκή Βίβλο ο τομέας της απασχόλησης αποκτά δεσπόζουσα σημασία και ως προέκταση, η αντιμετώπιση της ανεργίας που αποτελεί βασικό στόχο, διέρχεται μέσα από την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση. Στο κείμενο ωστόσο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναφέρεται ότι «η εκπαίδευση και η κατάρτιση δεν μπορούν να θεωρηθούν ότι αντιπροσωπεύουν την αποκλειστική λύση για τα πιο πιεστικά προβλήματα. Μόνο εντός ορισμένων ορίων και σε συνδυασμό με μέτρα σε άλλους τομείς (βιομηχανική και εμπορική πολιτική, πολιτική της έρευνας, κ.λ.π.) μπορούν να συμβάλουν στην επίλυση άμεσων προβλημάτων». 7 Εν συνεχεία, το 2000, η Ευρωπαϊκή Ένωση έθεσε στόχο να γίνει μέχρι το 2010 η πλέον ανταγωνιστική και δυναμική οικονομία της γνώσης παγκοσμίως. Στο στόχο αυτό περιλαμβάνεται και ο στόχος της αυξημένης κοινωνικής συνοχής που θα συνοδεύεται από βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη με περισσότερη και ποιοτικότερη απασχόληση. Το σχέδιο για την επίτευξη του στόχου αυτού είναι γνωστό ως Στρατηγική της Λισσαβόνας. Πρόκειται για το πρώτο έγγραφο που διαγράφει μια σφαιρική και συνεκτική προσέγγιση των εθνικών πολιτικών στον τομέα της 5 Συνθήκη για την Ε.Ε., ΕΕ C 191 29-7-1992 6 European Commission (1993), COM (93) 700 και Ευρωπαϊκή Επιτροπή (1994). COM (94) 333 7 Ευρωπαϊκή Επιτροπή (1994:). COM (94) 333

εκπαίδευσης στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στο εν λόγω έγγραφο το ενδιαφέρον του Συμβουλίου εστιάστηκε στους τρεις ακόλουθους στόχους: - Βελτίωση της ποιότητας των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης - Διευκόλυνση της πρόσβασης όλων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση - Άνοιγμα της εκπαίδευσης και της κατάρτισης στον κόσμο. Στις 12 Νοεμβρίου 2002 το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενέκρινε ψήφισμα σχετικά με την προώθηση της Ευρωπαϊκής συνεργασίας για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση 8 και εν συνεχεία, στις 29 30 Νοεμβρίου 2002 με δήλωση των αρμοδίων υπουργών, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των Ευρωπαίων Κοινωνικών Εταίρων, αποτυπώθηκε μια ενιαία στρατηγική για τη βελτίωση της απόδοσης, της ποιότητας και της ελκυστικότητας της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης, γνωστή και ως «Διαδικασία της Κοπεγχάγης». Ακολούθησε επανεξέταση της διαδικασίας στο Μάαστριχτ το 2004, 9 όπου επισημάνθηκε η πρόοδος που σημειώθηκε σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη κοινών εργαλείων και αρχών, καθώς και μια δεύτερη επανεξέταση στο Ελσίνκι το 2006, 10 όπου υπογραμμίσθηκε η ανάγκη για περαιτέρω δυναμική στον τομέα αυτό. Με σύσταση που εκδίδει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 18 Δεκεμβρίου 2006 προτείνεται στα κράτη μέλη να ενσωματώσουν τις «βασικές ικανότητες» στις στρατηγικές τους για τη δια βίου εκπαίδευση και κατάρτιση, ενώ με το ψήφισμα της 15 Νοεμβρίου 2007 «Νέες δεξιότητες για νέες θέσεις εργασίας» 11 τονίζεται ο επείγων χαρακτήρας της πρόβλεψης των αναγκών, όσον αφορά τις δεξιότητες, με στόχο την προσαρμογή των γνώσεων των δεξιοτήτων και των ικανοτήτων προς τις ανάγκες της οικονομίας. Στην κοινή έκθεση προόδου του Συμβουλίου και της Επιτροπής για το 2008 για την εφαρμογή του προγράμματος εργασίας «Εκπαίδευση και κατάρτιση 2010» 12 8 ΕΕ C13 18-01-2003 9 Ε.Ε. Maastricht Communiqué (2004) 10 ΕΕ Helsinki Communiqué (2006 ) 11 ΕΕ C 290, 4.12.2007 12 Έγγρ. του Συμβουλίου 5723/08

σημειώνεται ότι θα πρέπει να αρχίσουν εργασίες για το επικαιροποιημένο στρατηγικό πλαίσιο της ευρωπαϊκής συνεργασίας στον τομέα της εκπαίδευσης και κατάρτισης. Τον Μάρτιο του 2008 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έθεσε τις προτεραιότητες για την περίοδο 2008 2010 13 και κάλεσε την Επιτροπή να υποβάλει συνολική εκτίμηση των μελλοντικών αναγκών σε ό,τι αφορά τις δεξιότητες έως το 2020, λαμβάνοντας υπόψη τις τεχνολογικές αλλαγές και το φαινόμενο της γήρανσης του πληθυσμού. Τον Απρίλιο του ίδιου έτους εκδίδεται σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η οποία αφορά τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού πλαισίου επαγγελματικών προσόντων για τη δια βίου μάθηση 14 με στόχο την προαγωγή της κινητικότητας, της εκπαίδευσης και της κατάρτισης, διευκολύνοντας την αναγνώριση των μαθησιακών κεκτημένων από το ένα σύστημα στο άλλο και κατά συνέπεια, από τη μία χώρα στην άλλη. Τα συμπεράσματα που εξέδωσε το Συμβούλιο το Μάιο του 2008 15 ενθαρρύνουν την ενίσχυση της συνέργειας μεταξύ γνώσεων και δεξιοτήτων μέσω της καινοτομίας και της δημιουργικότητας σε όλα τα επίπεδα της κατάρτισης. Παράλληλα, η πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με το Ευρωπαϊκό Έτος Δημιουργικότητας και Καινοτομίας 2009, 16 είχε ως στόχο την προώθηση της δημιουργικότητας μέσω της δια βίου μάθησης ως φορέα καινοτομίας και ως παράγοντα για την ανάπτυξη των προσωπικών, εργασιακών, επιχειρηματικών και κοινωνικών ικανοτήτων. Επιπρόσθετα, αναγνωρίζεται ο καθοριστικός ρόλος της εκπαίδευσης ενηλίκων και της κατάρτισης στην επίτευξη των στόχων της Στρατηγικής της Λισσαβόνας και ιδιαίτερα στην τεχνολογική προσαρμογή των εργαζομένων. Γενικότερα η «Διαδικασία της Κοπεγχάγης» είχε ως στόχο την ενίσχυση του ρόλου της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης σε ό,τι αφορά την 13 Έγγρ. του Συμβουλίου 7652/08 14 ΕΕ C 111, 6.5.2008 15 ΕΕ C 141, 7.6.2008 16 COM(2008) 159 τελικό 2008/0064 (COD)

ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση και την κοινωνική συνοχή. Μέσω αυτής, τέθηκαν προτεραιότητες τόσο σε ευρωπαϊκό, όσο και σε εθνικό επίπεδο, οι οποίες οδήγησαν αφενός σε τροποποιήσεις εθνικών πολιτικών στον τομέα της εκπαίδευσης και κατάρτισης, αφετέρου στη δημιουργία κοινών εργαλείων για την αναγνώριση γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων. Το κύριο ζητούμενο είναι η ανάπτυξη ενός κοινού και διαφανούς πλαισίου αναγνώρισης των προσόντων, στο πλαίσιο συγκεκριμένων προδιαγραφών ποιότητας, με στόχο την προαγωγή της κινητικότητας των εργαζομένων. Στα κείμενα του Συμβουλίου και της Επιτροπής καθίσταται σαφές ότι η επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση κατέχει κεντρική θέση στην πολιτική απασχόλησης και την κοινωνική πολιτική, και έχει ως κύριους στόχους: τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και των επιδόσεων των επιχειρήσεων, την προαγωγή της καινοτομίας στο πλαίσιο των σύγχρονων απαιτήσεων της οικονομίας την προσωπική ανάπτυξη των πολιτών. Για την επίτευξη των στόχων αυτών υπογραμμίζεται η ανάγκη ανάπτυξης στενότερων δεσμών μεταξύ όλων των μορφών και πλαισίων μάθησης, δημιουργίας συστημάτων εφαρμογής κοινών ευρωπαϊκών εργαλείων και χρήσης μηχανισμών διασφάλισης της ποιότητας. Παράλληλα, τονίζεται η σημασία της καταγραφής και πρόβλεψης των αναγκών σε ό,τι αφορά τις δεξιότητες. Τα κενά, οι ελλείψεις και οι νέες απαιτήσεις της αγοράς σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελούν στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή των πολιτικών της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, ώστε να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των ιδιωτών, των επιχειρήσεων, της κοινωνίας και της οικονομίας. Με κυρίαρχο στόχο τη βελτίωση της αποδοτικότητας, της ποιότητας και της ελκυστικότητας της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, οι αρμόδιοι υπουργοί και οι κοινωνικοί εταίροι της Ευρώπης, μαζί με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, συμφώνησαν στην Κοπεγχάγη να αναλάβουν κοινή πολιτική δράση για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση. Ως ρητό τους στόχο θέτουν την

εξασφάλιση της πρόσβασης όλων των πολιτών στην κατάρτιση, καθώς και την αύξηση της συνάφειας της προσφερόμενης κατάρτισης με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Επιπρόσθετα, ευρωπαϊκή κατεύθυνση για την εκπαίδευση και κατάρτιση αποτελούν τα κοινά ευρωπαϊκά εργαλεία, καθώς και η δυνατότητα επικύρωσης της μη τυπικής και άτυπης μάθησης. Σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες ο προσδιορισμός και η αξιολόγηση αυτού του είδους μάθησης είναι ήδη εφικτός, ενώ άλλες βρίσκονται στο στάδιο της διαβούλευσης και του προγραμματισμού. Στην κατεύθυνση αυτή, τα κράτη μέλη προχωρούν στη δημιουργία εθνικών πλαισίων επαγγελματικών προσόντων, τα οποία συνδέονται με το ευρωπαϊκό πλαίσιο ευρωπαϊκών προσόντων, ως εργαλείο αναφοράς, προκειμένου να είναι δυνατή η σύγκριση των επιπέδων των προσόντων μεταξύ των χωρών και των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης. Παράλληλα, προωθούνται συστήματα μεταφοράς εκπαιδευτικών μονάδων για την κατάρτιση, ως τεχνικό πλαίσιο για τη μεταφορά, την αναγνώριση, και, κατά περίπτωση, τη συσσώρευση των μαθησιακών αποτελεσμάτων ενός προσώπου με σκοπό την απόκτηση επαγγελματικού προσόντος. Τα εργαλεία και η μεθοδολογία περιλαμβάνουν την περιγραφή των επαγγελματικών προσόντων υπό μορφή ενοτήτων / ψηφίδων και αποβλέπουν στη διευκόλυνση της μεταφοράς, της αναγνώρισης και της συσσώρευσης των μαθησιακών αποτελεσμάτων, ανεξάρτητα των μαθησιακών πλαισίων στα οποία επιτεύχθηκαν. 17 Επιπλέον, προωθούνται συστήματα παρακολούθησης και αξιολόγησης της κατάρτισης, σύμφωνα με το κοινό πλαίσιο διασφάλισης της ποιότητας, παράλληλα με τη δημιουργία εθνικών πλαισίων επαγγελματικών προσόντων και τη διαμόρφωση νέων προτύπων και προγραμμάτων σπουδών. Τα συστήματα διασφάλισης ποιότητας αποτελούν μέσο εργαλείο για τον συστηματικό εκσυγχρονισμό των εκπαιδευτικών συστημάτων. Ως εκ τούτου, βρίσκονται πίσω από κάθε πρωτοβουλία πολιτικής στην εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση, 17 Σύσταση Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου 2009/C 155/02

ενώ τα κράτη μέλη καλούνται να τα αναπτύξουν και να τα χρησιμοποιήσουν σε εθελοντική βάση 18. 18 Επίσημη Εφημερίδα C 155, 8.7.2009

2. ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΧΩΡΩΝ ΣΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ 2.1. Τα κύρια μοντέλα των πολιτικών επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης στην Ευρώπη Τα συστήματα επαγγελματικής κατάρτισης που εφαρμόζονται στα ευρωπαϊκά κράτη εντάσσονται ή αποτελούν παραλλαγές τριών ιστορικά κυρίαρχων μοντέλων, του Βρετανικού, του Γαλλικού και του Γερμανικού. Το Βρετανικό μοντέλο οποίο έχει ως θεμελιώδη αξία την οικονομία της ελεύθερης αγοράς. Στο μοντέλο αυτό τον πρώτο ρόλο διαδραματίζει η οικονομία, ως κομμάτι της ίδιας της οικονομικό πολιτικής κουλτούρας της χώρας. Η επαγγελματική κατάρτιση ρυθμίζεται πρωταρχικά από τις δυνάμεις της αγοράς και κυρίαρχη αρχή στη διαμόρφωση των εκπαιδευτικών παραμέτρων αποτελούν οι λειτουργικές ανάγκες των ατομικών επιχειρήσεων ή των επαγγελματικών κλάδων. Ένα δεύτερο αντιπροσωπευτικό μοντέλο είναι το γαλλικό, με βασικό ρυθμιστικό στοιχείο το κράτος και τους μηχανισμούς του. Στην περίπτωση αυτή η κρατική πολιτική, και οι γραφειοκρατικές διαδικασίες που εκείνο θεσπίζει, αποτελούν το ρυθμιστικό παράγοντα για τη διαμόρφωση των πολιτικών εκπαίδευσης και κατάρτισης. Η εκπαιδευτική προσέγγιση σε αυτήν την περίπτωση είναι περισσότερο ακαδημαϊκή και δεν υπάρχει άμεση εμπλοκή των δυνάμεων της αγοράς. Μια τρίτη περίπτωση αποτελεί το γερμανικό μοντέλο, στο οποίο κυρίαρχο ρόλο διαδραματίζει η κοινωνία και οι οργανώσεις της. Η επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση λειτουργούν με διττό ρυθμιστικό παράγοντα, τις δυνάμεις της αγοράς και τις κρατικές λειτουργίες. Πρόκειται για κορπορατίστικο σύστημα συνεργασίας και διαπραγματεύσεων των κοινωνικών εταίρων με το κράτος, το οποίο δεν περιορίζεται στην οργανωμένη εργασία αλλά και σε οργανώσεις καταναλωτών, αγροτών και άλλων κοινωνικών ομάδων.

Σε αυτές τις τρεις βασικές ομάδες με μικρές ή και μεγαλύτερες αποκλίσεις, δύναται κατά κάποιο τρόπο να ταξινομηθούν τα συστήματα του συνόλου των ευρωπαϊκών κρατών, όπως αυτά διαμορφώθηκαν μετά τη βιομηχανική επανάσταση. Δεν θα μπορούσε ωστόσο κανείς να ισχυριστεί ότι πρόκειται για μοντέλα επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης που έχουν απολύτως σαφή και διακριτά χαρακτηριστικά και όρια. Είναι προφανές ότι οι πολιτικές, οι οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις καθιστούν τα συστήματα δυναμικά και μεταβαλλόμενα. Διατηρούν ωστόσο τα βασικά εκείνα στοιχεία που διαμορφώνουν διαρθρωτικές διαφορές στις πολιτικές κατάρτισης, δεδομένης της απόκλισης που παρουσιάζουν οι ρόλοι που καλούνται να επιτελέσουν κατά περίπτωση, το κράτος, οι κοινωνικές οργανώσεις και οι δυνάμεις της αγοράς. Είναι γεγονός ότι κάθε κράτος διατηρεί τη δική του εργασιακή κουλτούρα και μια τέτοιου είδους κατηγοριοποίηση θα μπορούσε να θεωρηθεί απλοϊκή. Ωστόσο σχετικές μελέτες από τους Bercusson, Mückenberger και Supiot φαίνεται να παρουσιάζουν ένα συμβατικό τρόπο αντιμετώπισης αυτού του ιδιαιτέρως πολύπλοκου ζητήματος μέσα από την μεθοδολογική προσέγγιση της σύγκρισης του εργατικού δικαίου και της διαφορετικής εργασιακής κουλτούρας που διαθέτει κάθε κράτος (Mückenberger, 1998) 19. Μια ανάλυση των συστημάτων επαγγελματικής κατάρτισης προκειμένου να έχει ουσιαστική χρησιμότητα θα πρέπει να εντάσσει διαχρονικά το ευρύτερο πλαίσιο της ευρωπαϊκής διαπραγμάτευσης για τη δημιουργία κοινών συνιστωσών μεταξύ των κρατών της Ευρώπης. Σύμφωνα με το Georg 20 οι αρχές και αξίες, η νοοτροπία, η ιδεολογία και οι πεποιθήσεις μιας κοινωνίας, διαμορφώνουν τα εκπαιδευτικά συστήματα, τις εργασιακές και επαγγελματικές σχέσεις. Παράλληλα διαμορφώνουν το επίπεδο της διαδραστικότητας των εθνικών υποσυστημάτων 19 Mückenberger, U. Nationale Arbeitsrechte und soziales Europa. In Gattero, B. (ed.). Modell Deutschland, Modell Europa. Opladen: Leske und Budrich, 1998 20 Georg, W. Zwischen Tradition und Moderne: Berufsbildung im internationalen Vergleich. In Arnold, R.; Dobischat, R.; Ott, B. (eds). Weiterungen der Berufspädagogik. Stuttgart: Franz Steiner Verlag, 1997

επαγγελματικής κατάρτισης καθώς και άλλων κοινωνικών υποσυστημάτων, όπως είναι η γενική εκπαίδευση και συστήματα που αφορούν τον εργασιακό χώρο. Στις παραπάνω περιπτώσεις είναι εμφανές ότι οι εν λόγω χώρες έχουν διαφορετικές προτεραιότητες. Στο Ηνωμένο Βασίλειο προτεραιότητα είναι η οικονομία, στη Γαλλία η πολιτική δραστηριότητα και στη Γερμανία η κοινωνία ή άλλως οι κοινωνικές οργανώσεις, δηλαδή η κοινωνία των πολιτών του Hegel. Παράλληλα, τα μοντέλα αυτά αντιπροσωπεύουν διαφορετικές ιδεολογικές οπτικές που καταλήγουν σε διαφορετικές εξισορροπήσεις των εννοιών της ασφάλειας και της ελευθερίας. Δεν είναι τυχαίο ότι το σύστημα της κοινωνικής ασφάλισης αναπτύχθηκε πολύ νωρίτερα και πιο ολοκληρωμένα στη Γερμανία, με ταυτόχρονο ωστόσο περιορισμό κάποιων ελευθεριών. Αντίθετα στη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο υπερισχύει η έννοια της ελευθερίας, η οποία στη μεν Γαλλία λαμβάνει τη μορφή του δικαιώματος της πολιτικής έκφρασης, δράσης και οργάνωσης, στο δε Ηνωμένο Βασίλειο τη μορφή της επιχειρηματικής δράσης και των εμπορικών διαπραγματεύσεων. Για την Γαλλία ελευθερία είναι η πολιτική δράση που επιτυγχάνεται ή και διασφαλίζεται μέσω του κράτους, ενώ για το Ηνωμένο Βασίλειο υπερισχύει η ελευθερία από την εξουσία του κράτους. Η κουλτούρα και ειδικότερα η εργασιακή κουλτούρα αποτελεί στοιχείο διαμόρφωσης των πολιτικών κατάρτισης και παρόλο που τα τρία αυτά μοντέλα δεν αποδίδουν κάποια εξαντλητική ανάλυση των ειδικών συνθηκών και του κοινωνικού περιβάλλοντος κάθε χώρας, η κατηγοριοποίηση αυτή δύναται να οδηγήσει σε ορισμένα συμπεράσματα βάσει των αρχών, των παραδόσεων και των νοοτροπιών τους. Το μοντέλο της ελεύθερης αγοράς όπως διαμορφώθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο από το 18 ο και 19 ο αιώνα είχε σαφείς τάσεις απελευθέρωσης από τις παραδοσιακές δεσμεύσεις που ενσάρκωνε το κράτος και ανέπτυξε ισχυρούς δεσμούς του υποσυστήματος της εκπαίδευσης με την αγορά. Παρόλα αυτά οι εργαζόμενοι δεν κατάφεραν να αναδείξουν το σύστημα της εκπαίδευσης και κατάρτισης ως ένα μέσο που θα προωθούσε τη βελτίωση της επαγγελματικής και κοινωνικής τους θέσης.

Στο μοντέλο της αγοράς η ποσοτική σχέση προσφοράς ζήτησης ρυθμίζεται αποκλειστικά από τις ανάγκες της αγοράς και δεν ελέγχεται σε καμία περίπτωση από το κράτος. Η ρύθμιση της σχέσης αυτής από ποιοτική άποψη, δηλαδή η επιλογή των επαγγελματικών προσόντων που θα πρέπει να διαθέτει το εργατικό δυναμικό, πραγματοποιείται σύμφωνα με τις τρέχουσες επιχειρηματικές δραστηριότητες και πρωτοβουλίες. Το γεγονός αυτό οδηγεί σε πολύ συγκεκριμένες εξειδικεύσεις που καθιστούν ιδιαίτερα ανελαστική την κινητικότητα των εργαζομένων από τη μία εργασία στην άλλη. Σε ό,τι αφορά τις πρακτικές που χρησιμοποιούνται στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, δεν ακολουθούν σταθερή μεθοδολογία. Κατά συνέπεια τα προγράμματα κατάρτισης μπορεί να πραγματοποιούνται με συμβατική «σχολική» διδασκαλία, με ενδοεπιχειρησιακή κατάρτιση, με συνδυασμό και των δύο. Με την ολοκλήρωση των προγραμμάτων αυτών οι καταρτιζόμενοι λαμβάνουν κάποιες βεβαιώσεις, συνήθως όμως οι βεβαιώσεις αυτές δεν τυγχάνουν ευρείας αναγνώρισης, πέραν ελαχίστων εξαιρέσεων. Επιπλέον το κόστος της κατάρτισης συνήθως επιβαρύνει τον καταρτιζόμενο χωρίς αυτό να αποκλείει τη χρηματοδότηση από τον εργοδότη σε ορισμένες περιπτώσεις. Στη δεύτερη περίπτωση συνήθως πρόκειται για περιορισμένης ευρύτητας κατάρτιση που ικανοποιεί συγκεκριμένες ανάγκες και πραγματοποιείται με το μικρότερο δυνατό κόστος. Τέλος, πολύ έντονο χαρακτηριστικό της επαγγελματικής κατάρτισης που λειτουργεί με τους όρους της ελεύθερης αγοράς αποτελεί η σαφής διάκριση μεταξύ της επαγγελματικής εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης, τόσο ως εννοιών όσο και ως θεσμών. Η επαγγελματική εκπαίδευση πραγματοποιείται σε κρατικά ιδρύματα, ενώ η επαγγελματική κατάρτιση αποτελεί αντικείμενο αμοιβαίας συμφωνίας μεταξύ των παραγόντων της αγοράς. Η εποπτεία του κράτους είναι περιορισμένη και υφίσταται θεσμικό πλαίσιο που να επιβάλλει τη συμμετοχή των εργοδοτών στη χρηματοδότηση προγραμμάτων επαγγελματικής κατάρτισης. Το μοντέλο αυτό στηρίζεται στην εθελοντική συμμετοχή, η οποία προωθείται μέσω της καλής πληροφόρησης για τα οφέλη της κατάρτισης, καθώς και σε μια σειρά