Καραγιώργη, Γ. & Συμεού, Λ. (2005) Η Επαγγελματική Aνάπτυξη των Εκπαιδευτικών στην Κύπρο, Εφημερίδα Φιλελεύθερος, 50, 16293, 20.02.05 Αvailable at: http://www.phileleftheros.com/main/main.asp?gid=362&issuenum=16293
Η Επαγγελματική Aνάπτυξη των Εκπαιδευτικών στην Κύπρο Γιασεμίνα Καραγιώργη, Ph.D. (Education) Λοΐζoς Συμεού, Ph.D. (Education) ---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------- Οι αυξανόμενες πιέσεις διεθνώς για ποιοτική εκπαίδευση και συνεχή οικονομική ανάπτυξη έχουν επιδράσει καταλυτικά στις τρέχουσες αντιλήψεις για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και έχουν οδηγήσει στην ανάδυση της έννοιας της δια βίου επαγγελματικής ανάπτυξης των εκπαιδευτικών. Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών αντιμετωπίζεται ως ένα αναπτυξιακό συνεχές δια βίου συμμετοχικής μάθησης - συνυφασμένης με τη σχολική πραγματικότητα - που προϋποθέτει τη σύγκλιση θεωρίας, πρακτικής και έρευνας, την αλληλεπίδραση ανάμεσα στους εκπαιδευτικούς και έμπειρους μέντορες και την αλληλοανατροφοδότηση των προγραμμάτων αρχικής, προϋπηρεσιακής και ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών. Στα πλαίσια αυτά η ενδοϋπηρεσιακή επιμόρφωση σε πολλές χώρες έχει μετακινηθεί σε οργανωμένα, πλήρη και πολλές φορές υποχρεωτικά προγράμματα. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση ειδικότερα, η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών συνδέεται άμεσα με την ανάπτυξη της εκπαίδευσης, όπως υποδεικνύεται σε μια σειρά εκθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Mάιος 2000; Ιούνιος 2002; Ιούλιος 2003), όπου η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών προτείνεται ως βασικός δείκτης ποιότητας της σχολικής εκπαίδευσης, της δια βίου εκπαίδευσης, και της επίτευξης των στρατηγικών στόχων για το πρόγραμμα εργασίας Εκπαίδευση και Επιμόρφωση 2010. Στην Κύπρο, σχετικές μελέτες - όπως και η πρόσφατη έκθεση της Επιτροπής για την Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση - καταδεικνύουν την ανεπάρκεια του υφιστάμενου σχήματος ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης εκπαιδευτικών. Η επίσημη ενδοϋπηρεσιακή επιμόρφωση στην Κύπρο προσφέρεται κυρίως από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο και σε μικρότερη έκταση από τους επιθεωρητές των σχολικών μονάδων. Τα σεμινάρια του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου προσφέρονται στους εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων, είναι κυρίως προαιρετικά και οργανώνονται σε κέντρα επιμόρφωσης ανά επαρχία. Σε πολύ περιορισμένο βαθμό προσφέρονται επίσης σεμινάρια σε σχολική βάση, σε θέματα που ενδιαφέρουν το προσωπικό των σχολικών μονάδων. Υποχρεωτικά επιμορφωτικά προγράμματα απευθύνονται στους εκπαιδευτικούς που έχουν προαχθεί σε διοικητικές θέσεις (βοηθούς διευθυντές Μέσης Εκπαίδευσης και διευθυντές Δημοτικής και Μέσης Εκπαίδευσης). Υποχρεωτικά σεμινάρια ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης διοργανώνονται επίσης, από τους επιθεωρητές σε περιφερειακό επίπεδο, τα οποία όμως έχουν κυρίως συμβουλευτικό παρά επιμορφωτικό χαρακτήρα. Γενικά, το σύστημα επιμόρφωσης φαίνεται να ελέγχεται από το Υπουργείο Παιδείας, είναι συγκεντρωτικό και καθορίζεται στη βάση της προσφοράς επιμόρφωσης (supply oriented) παρά της ζήτησης. Το υφιστάμενο σχήμα δείχνει να λειτουργεί σε ατομική βάση, σε απομόνωση από διαδικασίες διάγνωσης αναγκών είτε ατόμων είτε σχολικών μονάδων. Με τον τρόπο αυτό, οι επιδράσεις της οποιασδήποτε επιμορφωτικής δραστηριότητας στη σχολική μονάδα δεν μπορούν να αξιοποιηθούν αποτελεσματικά εφόσον οι εκπαιδευτικοί επιστρέφουν πίσω σε σχολεία, τα οποία δεν έχουν υποστεί καμία αλλαγή. Συγκριτικά δεδομένα του Labour Force Survey δείχνουν ότι, παρά το ψηλό επίπεδο συνεχιζόμενης επιμόρφωσης εκπαιδευτικών στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες (με αναφερόμενο ποσοστό των εκπαιδευτικών που λαμβάνουν επιμόρφωση κατά τη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων βδομάδων το 40-47% του συνόλου των εκπαιδευτικών), η Κύπρος εμφανίζεται δεύτερη από το τέλος σε μια
λίστα 28 χωρών με ποσοστό μόνο 15%. Παρόμοια, η πρόσφατη έκθεση της Επιτροπής για την Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση αναφέρει ότι τα προγράμματα ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης ικανοποιούν περιορισμένο ποσοστό εκπαιδευτικών, ενώ η συνδικαλιστική οργάνωση των εκπαιδευτικών δημοτικής ΠΟΕΔ, σε σχετική έκθεσή της, χαρακτηρίζει κι αυτή το υφιστάμενο σχήμα ως ανεπαρκές λόγω έλλειψης οράματος και οργάνωσης. Τα πιο πάνω δεδομένα σηματοδοτοδούν την αναγκαιότητα επαναπροσδιορισμού ενός σχεδίου ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης που να αντανακλά μια ολιστική μακροπρόθεσμη προσέγγιση συνεχούς επαγγελματικής ανάπτυξης των εκπαιδευτικών της Κύπρου. Οι εισηγήσεις που ακολουθούν θέτουν τις παραμέτρους ανάπτυξης συγκεκριμένων μηχανισμών που θα μπορούσαν να οριοθετήσουν τις οργανωτικές δομές και θεματικές κατευθύνσεις ενός ενδεχόμενου νέου σχήματος επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών στα πλαίσια του διαλόγου που έχει εξαγγελθεί για την ευρύτερη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στην Κύπρο. Νομοθετικό Πλαίσιο: Εναλλακτικά Σενάρια Στην παρούσα της μορφή, η συμμετοχή στην ενδοϋπηρεσιακή επιμόρφωση στην Κύπρο παραμένει κυρίως σε προσωπική και εθελοντική βάση. Η εκπαιδευτική νομοθεσία κάνει γενική αναφορά στην πιθανότητα οι εκπαιδευτικοί να κληθούν να παρακολουθήσουν σειρά εκπαιδευτικών σεμιναρίων, για να βελτιώσουν την ικανότητά τους ούτως ώστε να ανταποκριθούν στα καθήκοντά τους. Ωστόσο, η συμμετοχή σε επιμορφωτικές δραστηριότητες δεν αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για διατήρηση της εργασίας των εκπαιδευτικών ή για προαγωγή. Χρειάζεται επομένως προσδιορισμός της ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης μέσα σε νομοθετικό πλαίσιο. Εδώ μπορούν να υπάρξουν δύο σενάρια. Το ένα, να καταστεί η επιμόρφωση υποχρεωτική και να τεθούν οι ελάχιστες προϋποθέσεις για επιμόρφωση από ένα επαγγελματικό σώμα. Με τον ίδιο τρόπο μπορεί να τεθεί η επιμορφωτική δραστηριότητα ως απαραίτητη προϋπόθεση για προαγωγή. Εναλλακτικά, η επιμόρφωση θα μπορούσε να συνεχίσει να είναι προαιρετική, αλλά στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να υπάρξει σύνδεσή της με κίνητρα υπό τη μορφή προαγωγών ή μισθολογικών αυξήσεων, όπως εφαρμόζεται ήδη σε άλλα εκπαιδευτικά συστήματα (π.χ. Ισπανία, Φινλανδία). Επιπλέον, στη βάση ενός ξεκάθαρου νομοθετικού πλαισίου ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης, απαιτείται να μελετηθεί ο χρόνος παροχής της. Στην παρούσα της μορφή, η ενδοϋπηρεσιακή επιμόρφωση των απλών εκπαιδευτικών προσφέρεται κυρίως σε μη εργάσιμο, απογευματινό χρόνο. Σε περίπτωση που η επιμόρφωση γίνει υποχρεωτική, θα μπορούσε να παρέχεται σε εργάσιμο χρόνο με ή χωρίς αντικαταστάσεις εκπαιδευτικών στα σχολεία. Αρκετές χώρες (π.χ. Φινλανδία, Σουηδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Μάλτα) οργανώνουν την επιμόρφωση σε υποχρεωτική βάση κατά τη διάρκεια ορισμένων ημερών του χρόνου που λογίζονται ως εργάσιμος χρόνος. Μια άλλη εισήγηση είναι, στην περίπτωση που δεν μπορεί να καταστεί εφικτή η παροχή επιμόρφωσης σε χρόνο εργάσιμο, να δίνονται πιστώσεις σε εργάσιμο χρόνο ή άλλα κίνητρα για συμμετοχή σε προγράμματα επιμόρφωσης στον ελεύθερο χρόνο των εκπαιδευτικών. Μέτρα Αποκέντρωσης: Κονδύλια και Παροχείς Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, η ευθύνη παροχής επιμόρφωσης στους εκπαιδευτικούς βαραίνει την κεντρική ή περιφερειακή εκπαιδευτική αρχή αλλά είναι σε κάποιο βαθμό αποκεντρωμένη. Στην περίπτωση της Κύπρου, ο χαρακτήρας της επιμόρφωσης παραμένει συγκεντρωτικός με την υπεύθυνη αρχή, που είναι το
Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, να αξιοποιεί την επιμόρφωση ως κανάλι για την επικοινωνία της εθνικής εκπαιδευτικής πολιτικής με τη βάση. Ένας πιθανός τρόπος προαγωγής του αποκεντρωτισμού είναι η μεταφορά κονδυλίων από τα ιδρύματα παροχής επιμόρφωσης στα σχολεία ή τις σχολικές περιφέρειες, οι οποίες στη συνέχεια να αποφασίζουν το περιεχόμενο των σεμιναρίων επιμόρφωσης που τους ενδιαφέρουν και να επιλέγουν τον παροχέα της επιμορφωτικής δραστηριότητας. Αυτή η εισήγηση θα μπορούσε να λειτουργήσει σε συνδυασμό με τη σύσταση σχετικού συντονιστικού φορέα σε παγκύπριο επίπεδο με τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων (π.χ. των εμπλεκόμενων ιδρυμάτων και των εκπαιδευτικών οργανώσεων). Επίσης, με τις υφιστάμενες δομές, το έργο της παροχής ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης ενός τεράστιου αριθμού εκπαιδευτικών βαραίνει κυρίως ένα μόνο ίδρυμα, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Παρά το ότι η ευθύνη συντονισμού της ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης στον ευρωπαϊκό χώρο επιβαρύνει μη-πανεπιστημιακά ιδρύματα, προάγεται η αξιοποίηση και άλλων ιδρυμάτων για παροχή επιμορφωτικών προγραμμάτων. Παρόμοια, το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, στην προσπάθεια του για μεγιστοποίηση της παροχής επιμορφωτικών προγραμμάτων σε παγκύπρια κλίμακα, θα μπορούσε να αναζητήσει συνεργασίες με πανεπιστημιακά ή άλλα ιδρύματα από την Κύπρο και το εξωτερικό. Επιβεβαίωση Ποιότητας και Αναγνώριση: Προφίλ και Επίπεδα Αν ενδυναμωθεί η αποκέντρωση των κεφαλαίων και ενισχυθεί η πολλαπλότητα των παροχέων, τότε επιβάλλεται προσδιορισμός ενός στρατηγικού σχεδίου για διασφάλιση της ποιότητας της παρεχόμενης ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συστήνει τον καθορισμό κριτηρίων για πιστοποίηση των προγραμμάτων επιμόρφωσης. Η τάση για διασφάλιση ποιότητας είναι μη αναστρέψιμη εφόσον η διαδικασία καθορισμού κριτηρίων παραμένει βασικό εργαλείο λογοδότησης και οδηγεί σε μετρήσιμα αποτελέσματα και βελτίωση των προγραμμάτων. Τα κριτήρια πιστοποίησης θα μπορούσαν να αντανακλούν κοινές πεποιθήσεις για τη διδασκαλία και τη μάθηση και να αποτελούν πυξίδα για προσδιορισμό των απαιτήσεων για επαγγελματική ανάπτυξη. Θα μπορούσαν να τεθούν με τη μορφή γενικών κατευθύνσεων, αντί λεπτομερούς ανάλυσης του περιεχομένου και της μεθοδολογίας των επιμορφωτικών σεμιναρίων, και να αποτελούν την ευθύνη των ίδιων των αυτόνομων παροχέων επιμόρφωσης. Η ανάπτυξη μηχανισμών διασφάλισης της ποιότητας της επιμόρφωσης είναι επίσης απαραίτητη για να ρυθμίσει την εναρμόνιση των προσόντων του εκπαιδευτικών σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση και να προάγει την αναγνωρισιμότητα των προγραμμάτων επιμόρφωσης εκπαιδευτικών. Θεματικοί Προσανατολισμοί: Εθνικές, Σχολικές και Ατομικές ανάγκες Η επιμόρφωση πρέπει να ανταποκρίνεται όχι μόνο στις εθνικές προτεραιότητες αλλά και στις αναπτυξιακές ανάγκες των σχολικών μονάδων και στις προσωπικές και επαγγελματικές ανάγκες των εκπαιδευτικών. Στην παρούσα φάση πολύ λίγη συσχέτιση υπάρχει ανάμεσα στις δεξιότητες που αναμένεται να έχουν οι εκπαιδευτικοί, στις εθνικές προτεραιότητες και τις ανάγκες των σχολείων. Η επιμόρφωση δεν οργανώνεται στα πλαίσια διάγνωσης των επιμορφωτικών αναγκών ούτε των εκπαιδευτικών ούτε των σχολικών μονάδων. Επομένως, μελέτες για διάγνωση αναγκών πρέπει να διεξάγονται σε συστηματική βάση, για να ξεκαθαρίζουν τους θεματικούς προσανατολισμούς των σεμιναρίων, έτσι ώστε αυτά να κατευθύνονται στις ανάγκες των εκπαιδευτικών και όχι στα ενδιαφέροντα των παροχέων και τις δυνατότητες επιμόρφωσης. Στα πλαίσια αυτά η επιμόρφωση
μπορεί να καλύπτει αναβάθμιση θεματικών γνώσεων και καινοτομιών, καθώς και διαθεματικές γνώσεις και δεξιότητες, όπως οι νέες τεχνολογίες, η διδακτική μεθοδολογία, η διοίκηση σχολείου, η διαπολιτισμική εκπαίδευση, η ειδική εκπαίδευση και η διαχείριση συμπεριφοράς. Επιπλέον, μπορεί να περιλαμβάνει ανάπτυξη κοινωνικών και επικοινωνιακών δεξιοτήτων, καθώς αυτά απορρέουν από τη φύση της εργασίας του εκπαιδευτικού. Το περιεχόμενο των σεμιναρίων θα μπορούσε επίσης να διαφοροποιείται ανάλογα με τον πληθυσμό (π.χ. νεοεισερχόμενοι ή έμπειροι εκπαιδευτικοί). Σε γενικές γραμμές, η επιμόρφωση μπορεί να βασίζεται σε συνδυασμό γενικών και ειδικών δεξιοτήτων στα πλαίσια προαγωγής της κουλτούρας για δια βίου επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών. Πέρα από Παραδοσιακά Σχήματα: Εναλλακτικές Μορφές Επαγγελματικής Ανάπτυξης Έχει επανειλημμένα λεχθεί σε σχέση με την μορφή επιμόρφωσης ότι η συνάφεια του περιεχομένου και η αυθεντική μάθηση είναι σημαντικές παράμετροι για την επιτυχία της επαγγελματικής ανάπτυξης. Η επιμόρφωση στη σχολική βάση δίνει καλές προοπτικές για σύζευξη της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών με προσπάθειες σχολικής ανάπτυξης και βελτίωσης. Η επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών χρειάζεται να περιλάβει, περά από την απόκτηση βασικών διδακτικών δεξιοτήτων, ευκαιρίες για ολιστική επαγγελματική ανάπτυξη. Η επαγγελματική ανάπτυξη περιλαμβάνει οποιαδήποτε δραστηριότητα αναπτύσσει τις δεξιότητες, τις γνώσεις, την εμπειρογνωμοσύνη και άλλα χαρακτηριστικά του εκπαιδευτικού. Επιπλέον, η επιμόρφωση πρέπει να εκτείνεται πέρα από σεμινάρια. Η προσωπική μελέτη και ο αναστοχασμός είναι εξίσου σημαντικές μορφές επιμόρφωσης. Οι επαφές μεταξύ σχολείων και φορέων της ανώτατης εκπαίδευσης δημιουργούν ευκαιρίες για αναστοχασμό σε σχέση με τους στόχους και τις στρατηγικές της εκπαίδευσης. Οι επιμορφωτές πρέπει όχι μόνο να διδάσκουν αλλά και να εμπλέκονται σε συμβουλευτικές διαδικασίες. Οι ευκαιρίες για ανεξάρτητη μελέτη, σχολική εμπειρία και εμπλοκή σε προγράμματα σχολικής ανάπτυξης πρέπει να εκτιμάται και να πιστοποιείται. Η εμπλοκή των εκπαιδευτικών σε έρευνα δράσης στην τάξη, θα μπορούσε να επιχορηγείται και ενθαρρύνεται - με την απαλλαγή ίσως από κάποια διδακτικά καθήκοντα - ούτως ώστε να υπάρχει συνεισφορά των εκπαιδευτικών στη δημιουργία γνώσης για τη μάθηση των παιδιών και την ανάπτυξη καινοτόμων πρακτικών. Τέλος, τα ηλεκτρονικά δίκτυα ομάδων εκπαιδευτικών ή εκπαιδευτικών οργανισμών είναι μια άλλη μορφή ανάπτυξης που έχει εφαρμοστεί σε διάφορες χώρες και που δίνει έναυσμα για εναλλακτικά συστήματα ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών. Αποτελεσματικότητα: Σύνδεση με τη Σχολική Βελτίωση Προφανώς το κυπριακό εκπαιδευτικό σύστημα στερείται τους μηχανισμούς για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης. Η έλλειψη επικέντρωσης στους στόχους και τα αποτελέσματα προκύπτει από τη θεώρηση της ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης ως αρμοδιότητας του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού. Επιπλέον, δεν υπάρχουν μελέτες που αξιολογούν την αποτελεσματικότητα της ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης ως προς την ανάπτυξη δεξιοτήτων των εκπαιδευτικών. Τα σεμινάρια θα μπορούσαν να αξιολογούνται ως προς τη χρησιμότητα του περιεχομένου τους ή τη σημαντικότητα των στόχων τους. Επιπλέον, καθίσταται επιτακτική ανάγκη να υπάρξει σύνδεση των κριτηρίων αξιολόγησης με τη βελτίωση της διδακτικής πρακτικής εφόσον η επαγγελματική
ανάπτυξη αποκτά νόημα μόνο σε σχέση με την ποιοτική βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Επομένως, η αξιολόγηση πρέπει να διερευνά κατά πόσον οι πρακτικές στην τάξη έχουν μεταβληθεί προς το καλύτερο. Το κυπριακό εκπαιδευτικό σύστημα χρειάζεται ξεκάθαρη ατζέντα σε σχέση με την επαγγελματική ανάπτυξη των εκπαιδευτικών. Προβάλλεται η αναγκαιότητα αναθεώρησης των υφιστάμενων πρακτικών και προαγωγής ενός σύγχρονου συστήματος συνεχούς ενδοϋπηρεσιακής επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών. Προς την κατεύθυνση αυτή, οι πιο πάνω εισηγήσεις μπορούν να αποτελέσουν σημαντικές παραμέτρους διαπραγμάτευσης ανάμεσα σε όλους τους ενδιαφερόμενους. Αναφορές Επιτροπή για την Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση (2004) Δημοκρατική και Ανθρώπινη Παιδεία στην Ευρωκυπριακή Πολιτεία. Retrieved October 11, 2004 from http://www.moec.gov.cy Διακινησιακή Επιτροπή Ενδοϋπηρεσιακής Επιμόρφωσης ΠΟΕΔ (2004). Διακινησιακή Επιτροπή Ενδοϋπηρεσιακής Επιμόρφωσης. Εκπαιδευτικός 2 (210), σ. 9-10. European Commission (May 2000) European Report on the Quality of School Education: Sixteen Quality Indicators. Luxembourg: Office for Official Publications of the European Communities. Retrieved February 10, 2004 from http://www.europa.eu.int/comm/education/policies/educ/indic/rapinen.pdf European Commission (June 2002) European Report on Quality Indicators of Lifelong Learning. Retrieved February 1, 2004 from http://europa.eu/int/comm./education/policies/lll/life/report/quality/report_en.pdf European Commission (July 2003) Implementation of Education & Training 2010 Work Programme: Standing Group on Indicators and Benchmarks. Retrieved February 12, 2004 from http://www.europa.eu.int/comm/education/policies/2010/doc/indicators-andbenchmarks_en.pdf