Διαχείριση κτηνοτροφικών αποβλήτων η περίπτωση της Ελλάδας, η απουσία διαχειριστικών αρχών, προτάσεις και προοπτικές

Σχετικά έγγραφα
Ορθή περιβαλλοντικά λειτουργία μονάδων παραγωγής βιοαερίου με την αξιοποίηση βιομάζας

Οργανικά απόβλητα στην Κρήτη

Εργαστήριο: Προστασία περιβάλλοντος και προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή

Ολοκληρωμένη αξιοποίηση αποβλήτων από αγροτοβιομηχανίες. για την παραγωγή ενέργειας. Μιχαήλ Κορνάρος Αναπλ. Καθηγητής

ΥΔΑΤΙΝΗ ΡΥΠΑΝΣΗ ΥΔΑΤΙΝΗ ΡΥΠΑΝΣΗ-ΟΡΙΣΜΟΣ

Για την αντιμετώπιση του προβλήματος της διάθεσης των παραπάνω αποβλήτων, τα Ελληνικά τυροκομεία ως επί το πλείστον:

Ανάπτυξη Έργων Βιοαερίου στην Κρήτη

ΕΡΓΑΣΙΑ ΟΙΚΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΘΕΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ: ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΜΟΥ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ: ΑΣΚΟΡΔΑΛΑΚΗ ΜΑΝΟΥ ΕΤΟΣ

ΒΙΟΓΕΩΧΗΜΙΚΟΙ ΚΥΚΛΟΙ Βιογεωχημικός κύκλος

ΕΚΑΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. ιαχείριση Αποβλήτων

Ενεργειακή Αξιοποίηση Βιομάζας. Δρ Θρασύβουλος Μανιός Αναπληρωτής Καθηγητής ΤΕΙ Κρήτης ΣΕΠ στην ΠΣΕ50

Του Δρ. Θεόδωρου Καρυώτη, Τακτικού Ερευνητή ΕΘΙΑΓΕ

Τι είναι άμεση ρύπανση?

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΜΟΝΑΔΑ ΑΝΑΕΡΟΒΙΑΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΥΓΡΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΤΥΡΟΚΟΜΙΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ

Ρύπανση Νερού. Η ρύπανση μπορεί να είναι : χημική με την εισαγωγή επικίνδυνων τοξικών ουσιών ενεργειακή, βιολογική κτλ.

Όσα υγρά απόβλητα μπορούν να επαναχρησιμοποιηθούν, πρέπει να υποστούν

Ορισμός το. φλψ Στάδια επεξεργασίας λυμάτων ΘΕΜΑ: ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΚΩ ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΒΙΟΛΟΓΙΚΟΣ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΣ?

ΗΜΕΡΙΔΑ Σ.Π.Ε.Λ. AGROTICA, 2010 Γεωργία και Κλιματική Αλλαγή: O Ρόλος των Λιπασμάτων. Δρ. ΔΗΜ. ΑΝΑΛΟΓΙΔΗΣ

Ελληνική Δημοκρατία Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Ηπείρου. Χοιροτροφία. Ενότητα 7η: Περιβαλλοντική διαχείριση. Σκούφος Ιωάννης

ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ ΖΩΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ Ι. ΜΠΑΛΙΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ Α.Π.Θ.

Αναερόβιες Μονάδες για την παραγωγή βιο-αερίου από βιοµάζα

Πρόλογος Το περιβάλλον Περιβάλλον και οικολογική ισορροπία Η ροή της ενέργειας στο περιβάλλον... 20

Τα Αίτια Των Κλιματικών Αλλαγών

Η ΡΥΠΑΝΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ. Σοφοκλής Λογιάδης

ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ. Θεματική Ενότητα: Επαναχρησιμοποίηση υποπροϊόντων αγροκτήματος Επαναχρησιμοποίηση υπολειμμάτων κλαδέματος μετά από επεξεργασία

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Ανακύκλωση & διατήρηση Θρεπτικών

Οφέλη για την γεωργία

Υδατικοί Πόροι -Ρύπανση

ΦΥΣΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ Η ΣΧΕΣΗ ΜΑΣ ΜΕ ΤΗ ΓΗ Δ. ΑΡΖΟΥΜΑΝΙΔΟΥ

Εκμετάλλευση και Προστασία των Υπόγειων Υδατικών Πόρων

Ανάπτυξη πολυπαραμετρικού μαθηματικού μοντελου για τη βελτιστοποίηση του ενεργειακού σχεδιασμού σε Ορεινές περιοχέσ ΑΕΝΑΟΣ

Συνολικός Προϋπολογισμός: Χρηματοδότηση Ευρωπαϊκής Ένωσης: Ελλάδα Ισπανία. Ιταλία

Newsletter ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ CONDENSE: ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙΝΟΤΟΜΩΝ ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΚΟΠΡΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΣΙΓΑΡΟ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ

2.4 Ρύπανση του νερού

ΥΠΟΓΕΙΑ ΣΤΑΓΔΗΝ ΑΡΔΕΥΣΗ

Σήµερα οι εξελίξεις στην Επιστήµη και στην Τεχνολογία δίνουν τη

Παραγωγή και κατανομή της τροφής. Β ΜΕΡΟΣ: Κτηνοτροφία Αλιεία

Διπλ. Μηχανικός Βασιλειάδης Μιχαήλ ΑΟΥΤΕΒ ΜΗΧΑΝΙΚΗ Α.Ε. 04 Φεβρουαρίου 2011 Hotel King George II Palace Πλατεία Συντάγματος Αθήνα

ΒΙΟΛΟΓΙΚΑ ΤΡΟΦΙΜΑ βιολογικά τρόφιμα Ως προς τη θρεπτική αξία των τροφίμων

Βιολογικές Επεξεργασίες Στερεών Αποβλήτων

Περιβαλλοντική μηχανική

Προσαρμογή καλλιεργητικών πρακτικών για μείωση του αποτυπώματος άνθρακα στην ελαιοκαλλιέργεια Δρ. Γεώργιος Ψαρράς, Δρ. Γεώργιος Κουμπούρης

Υ.Π.Ε.ΚΑ. Ειδική Γραμματεία Κεντρικής Υπηρεσίας Υδάτων (Κ.Υ.Υ.) Ποιοτική Οργάνωση-Αρμοδιότητες-Δράσεις. περιβάλλοντος

Αξιολόγηση τριφασικής και διφασικής µεθόδου ελαιοποίησης του. ελαιοκάρπου

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Περιεχόμενα

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL B8-0156/28. Τροπολογία. Anja Hazekamp, Younous Omarjee εξ ονόματος της Ομάδας GUE/NGL

) η οποία απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα και ένα ποσοστό σε αμμωνιακά ιόντα (NH + ). Αυτή η διαδικασία

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ

Υγειονομικά προϊόντα Stalosan

ΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΒΙΟΑΕΡΙΟΥ ΑΠΟ ΚΤΗΝΟΤΡΟΦΙΚΑ ΑΠΟΒΛΗΤΑ. ηµήτρηγεωργακάκη, Καθηγητή

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΑΧΑΪΑΣ Ανοιχτός Κύκλος Συναντήσεων Συζητήσεων Δευτέρα 29 Απριλίου 2013 Επιμελητήριο Αχαΐας

11346/16 ΓΕΧ/γπ 1 DG E 1A

ΠΡΟΤΥΠΟ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΑΤΡΩΝ

ΦΥΣΙΚΟΧΗΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ

ΑΝΘΡΑΚΙΚΕΣ ΕΝΩΣΕΙΣ. Συνολική ποσότητα άνθρακα στην ατμόσφαιρα: 700 x 10 9 tn

Η λίπανση της ελιάς μπορεί να εφαρμοστεί είτε με ανόργανα λιπάσματα, είτε με οργανικά υλικά (ζωική κοπριά, κομπόστα ή χλωρή λίπανση).

Αυτορρύθμιση στις αγροτικές περιοχές/ύπαιθρος

Εδαφοκλιματικό Σύστημα και Άμπελος

Προστατεύει το. περιβάλλον. Αλλάζει τη. ζωή μας.

ΟΡΙΣΜΟΣ, ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΩΦΕΛΗ ΤΗΣ ΕΕΠΠ

Φοιτητες: Σαμακός Φώτιος Παναγιώτης 7442 Ζάπρης Αδαμάντης 7458

Η Μελέτη Περίπτωσης για τη Σύρο: Υλοποιημένες δράσεις και η επιθυμητή συμβολή φορέων του νησιού

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Το πρόβλημα της ιλύς. Η λύση GACS

Ο ρόλος της διατροφής των ζώων στην παραγωγή αμμωνίας και αερίων του θερμοκηπίου

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ:Κ.Κεραμάρης ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΒΙΟΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ

Γενικές εξετάσεις Υγιεινή και Ασφάλεια Τροφίμων Γ ΕΠΑ.Λ ΟΜΑΔΑ Α & Β

Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης : Καθεστώς Διαχείριση αποβλήτων στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις

Βελτίωση αναερόβιων χωνευτών και αντιδραστήρων µεθανογένεσης

Ποια προβλήματα προκαλεί η παραγωγή απορριμμάτων;

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

Εισαγωγή στην Επιστήμη του Μηχανικού Περιβάλλοντος Δ Ι Δ Α Σ Κ Ο Υ Σ Α Κ Ρ Ε Σ Τ Ο Υ Α Θ Η Ν Α Δ Ρ. Χ Η Μ Ι Κ Ο Σ Μ Η Χ Α Ν Ι Κ Ο Σ

Ενότητα 3: : Ασφάλεια Βιολογικών Τροφίμων

ΚΥΚΛΟΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ. Η ύλη που υπάρχει διαθέσιμη στη βιόσφαιρα είναι περιορισμένη. Ενώσεις και στοιχεία όπως:

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΑΠΌ ΛΥΜΑΤΑ ΤΕΙ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΒΙΟΑΕΡΙΟ ΑΦΟΙ ΣΕΪΤΗ Α.Ε. ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΒΙΟΑΕΡΙΟΥ ΣΥΝΘΕΣΗ ΒΙΟΑΕΡΙΟΥ ΚΙΝΗΤΙΚΗ ΑΝΑΕΡΟΒΙΑΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑΣ

Διάλεξη 5. Δευτεροβάθμια ή Βιολογική Επεξεργασία Υγρών Αποβλήτων - Συστήματα Βιολογικών Κροκύδων - Σύστημα Ενεργοποιημένης Λάσπης

Ανακύκλωση θρεπτικών στοιχείων λέγεται η κίνηση των θρεπτικών στοιχείων και ο ανεφοδιασμός δασικών οικοσυστημάτων με θρεπτικά συστατικά Οικοσύστημα

Εργασία Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Πόρων

Κεφάλαιο 8: Λοιπές Πηγές Ενέργειας. Αιολική & Ηλιακή ενέργεια 30/5/2016. Αιολική ενέργεια. Αιολική ενέργεια. Αιολική ισχύς στην Ευρώπη

Ελλάδα Επιχειρησιακό πρόγραµµα : Περιβάλλον και αειφόρος ανάπτυξη

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2018 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΑΡΧΕΣ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ

Συντάχθηκε απο τον/την E-GEOPONOI.GR Πέμπτη, 07 Αύγουστος :30 - Τελευταία Ενημέρωση Σάββατο, 14 Νοέμβριος :34

Newsletter ΣΥΣΤΗΜΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ CONDENSE: ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙΝΟΤΟΜΩΝ ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ ΑΠΟ ΚΟΠΡΙΑ ΚΑΙ ΚΑΤΣΙΓΑΡΟ ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΘΕΣΗ ΤΗΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΣΧΟΛΗΓΕΩΤΕΧΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ. Πτυχιακή εργασία

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

= ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗ ΑΞΙΑ. Ιδιότητες και αποτελέσματα ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗ ΑΞΙΑ

Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΕΛΑΙΟΥΡΓΕΙΩΝ

BIO OXIMAT. Ολοκληρωμένο Σύστημα Καθαρισμού Υγρών Αποβλήτων Και Ανάκτησης Νερού Πλύσης Για Πλυντήρια Οχημάτων

Δ. Μείωση του αριθμού των μικροοργανισμών 4. Να αντιστοιχίσετε τα συστατικά της στήλης Ι με το ρόλο τους στη στήλη ΙΙ

7. Βιοτεχνολογία. α) η διαθεσιμότητα θρεπτικών συστατικών στο θρεπτικό υλικό, β) το ph, γ) το Ο 2 και δ) η θερμοκρασία.

ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗ. Λεοτσινίδης Μιχάλης Καθηγητής Υγιεινής

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ ΑΠΕ. Βισκαδούρος Γ. Ι. Φραγκιαδάκης Φ. Μαυροματάκης

ΔΙΑΘΕΣΗ ΣΤΕΡΕΩΝ ΚΑΙ ΥΓΡΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΣΤΟ ΓΕΩΛΟΓΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Α.Π.Ε.)

Λυμένες ασκήσεις: 36. Ποιες από τις παρακάτω προτάσεις είναι σωστές και ποιες λανθασμένες;

ΥΔΑΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ. Το νερό καλύπτει τα 4/5 του πλανήτη

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΜΟΝΑ Α ΑΝΑΕΡΟΒΙΑΣ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑΣ ΥΓΡΩΝ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ ΤΥΡΟΚΟΜΙΚΩΝ ΜΟΝΑ ΩΝ

ΧΗΜΕΙΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΕΝΟΤΗΤΑ: 1.2

Transcript:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΜΗΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΠΜΣ ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ Διαχείριση κτηνοτροφικών αποβλήτων η περίπτωση της Ελλάδας, η απουσία διαχειριστικών αρχών, προτάσεις και προοπτικές Βαρβάρας Ιωάννης ΑΜ:145/2008008 ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ κ. Ν.Σ. ΜΑΡΓΑΡΗΣ Τμήμα Περιβάλλοντος Πανεπιστήμιο Αιγαίου Μυτιλήνη Οκτώβριος 2009

Ευχαριστίες Θα ήθελα να ευχαριστήσω των καθηγητή μου κ. Ν. Σ. Μάργαρη, τον κ. Ράλλη Γκέκα, καθώς επίσης τον κ. Ν. Δαναλάτο και κ. Π. Δημητρακόπουλο για την πολύτιμη βοήθεια και την άμεση υποστήριξη που μου παρείχαν σε όλη τη διάρκεια της εκπόνησης της πτυχιακής μου διατριβής. 2

Περιεχόμενα Περίληψη σελ. 6 Εισαγωγή. σελ.7 Κεφάλαιο 1 : Περιβαλλοντικές επιπτώσεις και τρόποι αντιμετώπισης τους 1.1 Κοπριά: απόβλητο ή όχι σελ.9 1.2 Επιπτώσεις της κτηνοτροφικής παραγωγής.. σελ.10 1.2.1 Απώλεια θρεπτικών-ρύπανση των εδαφών. σελ.10 1.2.2 Ατμοσφαιρική ρύπανση... σελ.11 1.2.3 Ρύπανση υδάτων... σελ.11 1.3 Θρεπτικό ισοζύγιο και προγραμματισμός του... σελ.12 1.3.1 Προβλήματα στην ισοζύγιο των θρεπτικών σελ.13 1.3.2 Στρατηγικές για την επίτευξη της θρεπτικής ισορροπίας... σελ.14 Κεφάλαιο 2 Διαχείριση αποβλήτων 2.1 Συστήματα διαχείρισης κοπριάς. σελ.17 2.2 Επεξεργασία και χρησιμοποίηση της κοπριάς... σελ.19 2.2.1 Φυσική επεξεργασία... σελ.20 2.2.2 Χημική επεξεργασία... σελ.22 2.2.3 Βιολογική επεξεργασία.. σελ.24 2.2.4 Κομποστοποίηση. σελ.25 2.2.5 Παραγωγή βιοαερίου σελ.25 2.3 Εκτίμηση της οικονομικότητας της διαχείρισης των αποβλήτων.... σελ.26 Κεφάλαιο 3 Τρόποι αντιμετώπισης των κτηνοτροφικών αποβλήτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. 3.1 Γενικά σελ.29 3.2 Πολιτική της ευρωπαϊκής ένωσης 3.2.1 Η Νιτρορύπανση σελ.31 3

3.2.2 Ποιότητα του αέρα. σελ.33 3.3 Ιταλία 3.3.1 Γενικά χαρακτηριστικά.. σελ.34 3.3.2 Μέτρα Πολιτικής... σελ.35 3.3.3 Συστήματα που χρησιμοποιούνται από τις αγελαδοτροφικές εκμεταλλεύσεις σελ.37 3.4 Αγγλία 3.4.1 Γενικά χαρακτηριστικά... σελ.37 3.4.2 Χρησιμοποίηση της κοπριάς...σελ.37 3.4.3 Μέτρα πολιτικής. σελ.39 3.5 Δανία 3.5.1 Γενικά Χαρακτηριστικά.. σελ.41 3.5.2 Πολιτική. σελ.42 3.5.3 Μέθοδοι για την επίλυση του προβλήματος.. σελ.43 3.6 Γαλλία 3.6.1 Γενικά σελ.44 3.6.2 Πολιτική σελ.45 3.7 Ιρλανδία 3.6.2.1 Νόμος των ταξινομημένων εγκαταστάσεων... σελ.46 3.6.2.2 Νόμος για τα ύδατα... σελ.46 3.7.1.Γενικά..σελ.47 3.7.2.Προβλήματα της ΚΑΠ....σελ.47 3.7.3. Νομοθεσία.. σελ.48 3.7.4Διαχείρισης της κοπριάς... σελ.49 4

3.8 Γερμανία 3.8.1 Γενικά.. σελ.50 3.8.2 Πολιτική-Νομοθεσία... σελ.50 3.8.3 Προτεινόμενα μέτρα.... σελ.51 Κεφάλαιο 4: Η κατάσταση στην Ελλάδα 4.1 Εισαγωγή.... σελ.53 4.2 Υφιστάμενη κατάσταση.... σελ.53 4.3 Θεσμικό πλαίσιο. σελ.55 Συμπεράσματα. σελ.56 Βιβλιογραφία... σελ.58 5

Περίληψη Η παρούσα εργασία διεκπεραιώθηκε με γενικότερο σκοπό την διερεύνηση της εικόνας της Ελλάδος στον κλάδο της διαχείρισης των κτηνοτροφικών αποβλήτων. Εξαιτίας όμως της έλλειψης βασικών στοιχείων για τον συγκεκριμένο κλάδο πραγματοποιήθηκε μια γενική προσέγγιση του θέματος κυρίως μέσω των προβλημάτων που προκαλούν τα κτηνοτροφικά απόβλητα, τους τρόπους διαχείρισης και επεξεργασίας τους και την διεθνή εμπειρία. Έτσι στο πρώτο μέρος της εργασίας δίνονται ορισμένες πληροφορίες για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις και τους τρόπους διαχείρισης των κτηνοτροφικών αποβλήτων, ενώ το δεύτερο τμήμα της εργασίας εξειδικεύεται στην διεθνή εμπειρία και την υφιστάμενη κατάσταση της Ελλάδος. Στόχος όλων των παραπάνω είναι να γίνει μια ποιο συγκεκριμένη αναφορά στα προβλήματα και τις προοπτικές του κλάδου στην Ελλάδα. 6

Εισαγωγή Η αύξηση του πληθυσμού της Γης είχε σαν συνέπεια τη μεγάλη αύξηση των αναγκών για παραγωγή τροφίμων και ιδιαίτερα τροφίμων ζωικής προέλευσης, λόγω της μεγάλης αξίας τους για τη διατροφή του ανθρώπου. Η ανάγκη για παραγωγή χαμηλού κόστους και ελεγχόμενης υψηλής ποιότητας τροφίμων ζωικής προέλευσης οδήγησε στη δημιουργία μεγάλων κτηνοτροφικών μονάδων με αποτέλεσμα, όπου δεν γίνεται ορθολογική διαχείριση των μεγάλου όγκου αποβλήτων τους, να δημιουργούνται προβλήματα ρύπανσης του περιβάλλοντος (ποταμών, λιμών, θαλασσών, υπόγειων υδάτων), καθώς και προβλήματα ανεπιθύμητων οσμών, εφόσον δεν γίνεται έστω και μια απλή επεξεργασία των αποβλήτων αυτών. Είναι συνηθισμένο, λόγω των ευνοϊκών συνθηκών μιας περιοχής, να συγκεντρώνονται μεγάλου μεγέθους κτηνοτροφικές μονάδες Οι ευνοϊκές αυτές συνθήκες μπορεί να είναι οικονομικές (γειτνίαση με μεγάλες αγορές), κλιματικές (κατάλληλο ξηρό κλίμα για την εκτροφή π.χ. πτηνών), χωροταξικές (γειτνίαση με περιοχές παραγωγής ή διακίνησης ζωοτροφών και υποπροϊόντων τους, αποθήκες, λιμάνια). Στις περιπτώσεις αυτές δημιουργούνται προβλήματα στην περιοχή αυτή, καθότι αφενός διακινούνται καθημερινά προς την περιοχή αυτή τεράστιες ποσότητες ζωοτροφών και αφετέρου οι παραγόμενοι τεράστιοι όγκοι κοπριάς πρέπει να επεξεργασθούν καi να αξιοποιηθούν με διάφορους τρόπους. Ως απόβλητα κτηνοτροφικών μονάδων αναφέρονται τα λύματα των Βουστασίων, των Χοιροστασίων, των Πτηνοτροφείων, των Αiγοπροβατοστασίων. Στην παρούσα εργασία θα ασχοληθούμε με τα απόβλητα των Βουστασίων, τους τρόπους αντιμετώπισης τους και με το κατά πόσο η ευρωπαϊκή νομοθεσία όσο και η νομοθεσία του κάθε κράτους ξεχωριστά μπορεί να μείωση τα περιβαλλοντικά προβλήματα που αυτά δημιουργούν. Τα προβλήματα που δημιουργούνται από τα απόβλητα των κτηνοτροφικών μονάδων μπορούν να αντιμετωπισθούν με την εφαρμογή μεθόδων και τεχνικών για την επεξεργασία τους. Τα απόβλητα αυτά πρέπει να αντιμετωπίζονται σαν υποπροϊόν 7

της λειτουργίας των κτηνοτροφικών μονάδων, το οποίο μπορεί να μετατραπεί σε προϊόν με μεγάλη αξία για τη λίπανση των καλλιεργειών, για την διατροφή των ζώων και την παραγωγή ενέργειας. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η διερεύνηση της κατάστασης που επικρατεί στην Ελλάδα στον τομέα της διαχείρισης των κτηνοτροφικών αποβλήτων. Αυτό πραγματοποιείται μέσω της εύρεσης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των κτηνοτροφικών αποβλήτων των τρόπο διαχείρισης τους και τη σύγκριση της νομοθεσίας και των μέτρων που παίρνει η Ελλάδα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Η πρωτοτυπία της έγκειται στην έλλειψη οποιαδήποτε αναφοράς αλλά και συνολικής έρευνας πάνω στο θέμα της διαχείρισης των κτηνοτροφικών αποβλήτων στην Ελλάδα, αφού εκτός από την νομοθεσία (και μετά από την βιβλιογραφική έρευνα που πραγματοποιήθηκε) δεν βρέθηκε κάποια συνολική και σε βάθος έρευνα, πάνω στο συγκεκριμένο θέμα. Η μεθοδολογία που ακολουθήθηκε είναι η βιβλιογραφική έρευνα ξένων μελετών και συγγραμμάτων πάνω στους τρόπους διαχείρισης των κτηνοτροφικών αποβλήτων, αλλά και η ερμίνα των νομοθεσιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κανόνων οκτώ χωρών για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Έτσι ώστε με όλα τα παραπάνω και με την υπάρχουσα κατάσταση στην Ελλάδα να μπορέσουν να βρεθούν κάποιοι τρόποι για την διαχείριση των αποβλήτων. Η εργασία αποτελείτε από τέσσερα κεφάλαια. Τα δύο πρώτα αναφέρονται στα περιβαλλοντικά προβλήματα που προκαλούν τα κτηνοτροφικά απόβλητα αλλά και τους τρόπους αντιμετώπισης μέσω της διαχείρισης τους. Ενώ στα δύο τελευταία γίνεται λόγος στις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οκτώ κρατών και της Ελλάδας, αλλά και τις μεθόδους που προτείνονται για την αντιμετώπιση του προβλήματος από το κάθε κράτος. Τέλος τα συμπεράσματα είναι αυτά που δίνουν την εικόνα της κατάστασης στην Ελλάδα, αλλά και κάποιες κατευθύνσεις στο τι θα πρέπει να γίνει για τον περιορισμό των επιπτώσεων των κτηνοτροφικών αποβλήτων. 8

Κεφάλαιο 1 Περιβαλλοντικές επιπτώσεις και τρόποι αντιμετώπισης τους 1.1 Κοπριά: απόβλητο ή όχι Παραδοσιακά η κτηνοτροφία στην Ελλάδα αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη συμπεριλαμβανόταν σε μικρές οικογενειακές εκμεταλλεύσεις μαζί με την παραγωγή αγροτικών προϊόντων. Η αξία της κοπριάς ήταν πολύ μεγάλη αφού μέχρι και τον εικοστό αιώνα ο μόνος τρόπος εμπλουτισμού του εδάφους με θρεπτικά στοιχεία ήταν αυτός. Η ανάπτυξη όμως της σύγχρονης κτηνοτροφίας έχει επιφέρει μεγάλες βελτιώσεις στην, κάτι που έχει επιτευχθεί μέσω της εξειδίκευσης. Αυτό δεν οδήγησε μόνο στη δημιουργία εκμεταλλεύσεων που επικεντρώνονται μόνο σε μια ή δύο δραστηριότητες, αλλά οδήγησε και ολόκληρες περιφέρειες ή περιοχές χωρών να αναπτύσσονται γύρω από την παραγωγή ενός τύπου παραγωγής (γαλακτοπαραγωγή ή κρεατοπαραγωγή). Η συνέπεια ουσιαστικά ήταν ο διαχωρισμός της κτηνοτροφίας από την γεωργική παραγωγή η οποία πλέων για τις ανάγκες εμπλουτισμού των εδαφών χρησιμοποιεί χημικά λιπάσματα. Κάτι όμως που έκανε την κοπριά να θεωρείται απόβλητο εξαιτίας της μη διάθεσης της ή της επεξεργασίας της και της συσσώρευσης σε συγκεκριμένα σημεία. Είναι πολύ πιθανό αν δεν υπήρχε το περιβαλλοντικό κόστος και η ελεύθερη διάθεση της κοπριάς δεν δημιουργούσε κανένα πρόβλημα το θέμα θα μπορούσε να τελειώσει εδώ. Οπωσδήποτε η ελεύθερη εναπόθεση της κοπριάς δεν αποτελεί κανένα πρόβλημα για ορισμένους κτηνοτρόφους και κυρίως σε ιδιόκτητο δικό τους έδαφος. Στην πραγματικότητα όμως το πρόβλημα της διαχείρισης των κτηνοτροφικών αποβλήτων είναι μία πολύ σοβαρή υπόθεση για τις εκμεταλλεύσεις με μεγάλο αριθμό ζώων. Σε περίπτωση που αυτές είναι πολύ κοντά σε κατοικημένες περιοχές δέχονται επικρίσεις για την οσμή αλλά και αυτές που δραστηριοποιούνται κοντά σε υπόγεια και υπέργεια νερά μπορούν να έχουν κυρώσεις εξαιτίας της απορροής των αποβλήτων. Το πρόβλημα αυτό υπάρχει αλλά όπως αναφέραμε εκτός από την οσμή και τους οπτικούς ρύπους που είναι κάτι εμφανές τα περιβαλλοντικά προβλήματα που 9

δημιουργούνται είναι μεγάλα και αφανή. Η ανησυχία εστιάζεται στις εκπομπές στην ατμόσφαιρα (π.χ. αμμωνίας, του μεθανίου και του υποξειδίου του αζώτου) και στην ρύπανσης των υδάτων μέσω του μηχανισμού της έκπλυσης, από την συνεχή εναπόθεση μεγάλων ποσοτήτων κοπριάς σε συγκεκριμένες περιοχές. Επίσης υπάρχει ανησυχία για την υγεία ανθρώπων και ζώων που βρίσκονται κοντά σε τέτοιες εστίες. Για την αντιμετώπιση των παραπάνω προβλημάτων, έχουν δοθεί κατευθυντήριες γραμμές και έχουν γίνει ρυθμίσεις για την ενθάρρυνση καλύτερων γεωργικών πρακτικών από πολλές χώρες σε ολόκληρη την ΕΕ. 1.2 Επιπτώσεις της κτηνοτροφικής παραγωγής Η διαχείριση των κτηνοτροφικών αποβλήτων είναι καθοριστικής σημασίας για την προστασία του περιβάλλοντος. Η αποτυχία ενός τέτοιου εγχειρήματος μπορεί να έχει επιπτώσεις στο έδαφος, στα υπόγεια και επιφανειακά νερά αλλά και στην ποιότητα του αέρα. 1.2.1 Απώλεια θρεπτικών-ρύπανση των εδαφών Η απώλεια των θρεπτικών είναι ένα βασικό σημείο και θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη. Αυτά είναι, τα νιτρικά άλατα (ΝΟ 3) και ο φωσφόρος (P). Όπου η έκπλυση μαζί με την απορροή των επιφανειακών νερών είναι ο αρχικός παράγοντας στην πιθανή ρύπανση των υδάτων και του εδάφους. Ο τρόπος διαχείρισης και ο χρόνος εφαρμογής της κοπριάς αποτελεί σημαντικό ζήτημα για την πρόληψη τόσο της επιφανειακής απορροής όσο και της έκπλυσης. Όταν το ζωικό λίπασμα που εφαρμόζεται αντιστοιχεί με τις ανάγκες των καλλιεργειών και οι διαχειριστικές πρακτικές είναι γίνονται σίφωνα με τα διεθνή πρότυπα, οι περιπτώσεις να προκληθούν βλάβες στο περιβάλλον μειώνονται. Αλλά αν δεν πραγματοποιηθούν τα τότε υπάρχει πιθανότητα ρύπανσης του εδάφους, των υδάτων, του αέρα και των ενδιαιτημάτων ορισμένων οργανισμών. 10

Έτσι εάν δεν ακολουθούνται οι κατάλληλες πρακτικές ή το έδαφος δεν χρειάζεται τα θρεπτικά συστατικά που προστίθενται μέσω της κοπριάς, τα συστατικά αυτά θα καταλήξουν μέσω των παραπάνω διαδικασιών στον υδροφόρο ορίζοντα. ( Ministry of Environment, Lands and Parks, Canada) 1.2.2 Ατμοσφαιρική ρύπανση Οι εκπομπές στην ατμόσφαιρα από τις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις μπορεί να είναι προβληματικές όσο αφορά την μόλυνση, την τοξικότητα, αλλά και την οσμή, μέσω της οποίας γίνεται αντιληπτή η ποιότητα του αέρα από τον άνθρωπο. Τα ποιο γνωστά είναι η αμμωνία, το διοξείδιο του άνθρακα (CO2), το μεθάνιο (CH4), το όζον (O3), το οξείδιο του νατρίου (Ν2Ο) (μαζί διαμορφώνουν τα αέρια θερμοκηπίου) και έχουν επιπτώσεις στην ατμόσφαιρα, με τη συμβολή τους στην "παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας λόγω του φαινομένου του θερμοκηπίου" και στην αλλαγή του κλίματος. Η συμβολή του ζωικού κεφαλαίου για αυτό τον σκοπό μπορεί να υπολογιστεί μεταξύ 5 και σε 10 τοις εκατό. Το μεθάνιο είναι περίπου 24 φορές ποιο ενεργό από το διοξείδιο του άνθρακα στην πρόκληση του φαινομένου του θερμοκηπίου. Είναι προϊόν της ζωικής παραγωγής και της διαχείρισης των κτηνοτροφικών αποβλήτων. Περίπου το 20 τοις εκατό των παγκόσμιων εκπομπών προέρχεται από τις παραπάνω διεργασίες. Τα οξείδια του νατρίου είναι περίπου 320 φορές ποιο ενεργά από το διοξείδιο του άνθρακα και παράγονται απο τα ζωικά απόβλητα (κοπριά) και συμβάλουν στο 7 τις εκατό στις παγκόσμιες εκπομπές. 1.2.3 Ρύπανση υδάτων Ο τρόπος διάθεσης και αποθήκευσης των κτηνοτροφικών αποβλήτων φαίνεται να είναι ένας ισχυρώς παράγοντας ρύπανσης για τα υπόγεια και τα επιφανειακά νερά, καθώς και του πόσιμου νερού σε ορισμένες περιπτώσεις. Σε περιοχές με υψηλές συγκεντρώσεις ζωικού κεφαλαίου και απόθεσης μεγάλων ποσοτήτων κοπριάς, μέσω της διήθησης οδηγούνται τα νιτρικά στα υπόγεια νερά. Ενώ με την απορροή, τα νιτρικά και τα οργανικά υλικά μεταφέρονται στα επιφανειακά ύδατα και προκαλούν 11

το φαινόμενο του ευτροφισμό με ότι αυτό συνεπάγεται για τα υδρόβια οικοσυστήματα. Παράλληλα οι αμίνες και τα σουλφίδια που παράγονται στα ύδατα με αναερόβιες συνθήκες προκαλούν δυσοσμία, άσχημη γεύση αλλά και εμφάνιση. Οπότε είναι ακατάλληλα για ύδρευση. (GAO, Information on waste management and water quality issues) Έτσι η ρύπανση των υδάτων, είτε είναι επιφανειακή ή στα υπόγεια ύδατα, είναι προφανής αιτία για την διαχείριση των αποβλήτων του ζωικού κεφαλαίου και την αρχική αιτία που πολλές κυβερνήσεις έχουν αναγκαστεί να ασχοληθούν με την πολιτική διαχείρισης των κτηνοτροφικών αποβλήτων. Κατά την τελευταία δεκαετία, τα επίπεδα μόλυνσης των υπόγειων υδάτων από νιτρικά έχουν αυξηθεί.. Σχεδόν κάθε χώρα έχει κάποιο είδος της προστασίας των υδάτων στη νομοθεσία η οποία είναι συχνά τη βάση για την έναρξη για να ασχοληθεί με τη διαχείριση του προβλήματος. 1.3 Θρεπτικό ισοζύγιο και προγραμματισμός του. Η χρησιμοποίηση της κοπριάς ως εδαφοβελτιωτικό είναι μια σημαντική πρόκληση για την ποιότητα των υδάτων και του εδάφους. Το αζώτου και ο φώσφορος είναι δύο θρεπτικά συστατικά που μπορούν να υποβαθμίσουν την ποιότητα των υπόγειων και των επιφανειακών υδάτων. Το άζωτο μπορεί να ξεπλυθεί και να μεταφερθεί στα ύδατα (υπόγεια ή υπέργεια). Ο φώσφορος σε αντίστοιχη περίπτωση στην υπερβολική ανάπτυξη φυκιών, που προκαλεί χαμηλά επίπεδα οξυγόνου στο επιφανειακών υδάτων και αυτό, με τη σειρά του, μειώνει την υδρόβια ζωή. Η σωστή διαχείριση της κοπριάς είναι κρίσιμης σημασίας για την προστασία ποιότητα του νερού. Το κλειδί για την πρόληψη των προβλημάτων από την εφαρμογή της κοπριάς είναι η εξισορρόπηση των θρεπτικών συστατικών της με τις ανάγκες του εδάφους ή των καλλιεργειών που θα εφαρμοστεί. Ωστόσο, η συνεχής αύξηση των ζώων στις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις δημιουργεί πλεόνασμα κοπριάς που συχνά υπερβαίνει τις θρεπτικές ανάγκες τους. Και έτσι η συνεχόμενη εφαρμογή της στο ίδιο έδαφος 12

αυξάνει τα θρεπτικά επίπεδα και οδηγεί σε μεγαλύτερο κίνδυνο απορροής των θρεπτικών συστατικών ή έκπλυσης, στα επιφανειακά και υπόγεια ύδατα. 1.3.1 Προβλήματα στην ισοζύγιο των θρεπτικών 1. Σε χωράφια τα οποία βρίσκονται πολύ κοντά στις επιχειρήσεις ή έχουν πολύ καλή πρόσβαση αλλά και σε βοσκοτόπους μπορεί να παρατηρηθεί συσσώρευσή περίσσιων θρεπτικών ουσιών. Σε αυτές τις περιπτώσεις η εφαρμογή της κοπριάς βασίζεται στην ευκολία και όχι στις απαιτήσεις των εδαφών σε θρεπτικά συστατικά. 2. Στις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις γίνεται εισαγωγή μεγάλων ποσοτήτων θρεπτικών ουσιών με την μορφή ζωοτροφών. Και χρησιμοποιείται περίπου το 10% με 30%, ενώ το άλλο απομακρύνεται με την μορφή της κοπριάς. Αυτό οδηγεί στη συγκέντρωση των θρεπτικών για στην εκμετάλλευση και είναι μια πρόκληση για τον σωστό χειρισμό τους. 3. Σε επίπεδο δήμων, νομών και χώρας τα τελευταία 30 χρόνια τα ζώα παραγωγής έχουν αυξηθεί με αποτέλεσμα τόσο η εισροές όσο και οι εκροές των θρεπτικών να αυξάνονται. Η κατανομή των θρεπτικών δεν είναι ίδια σε όλες τις περιοχές εξαιτίας της άνισης κατανομής των εκμεταλλεύσεων αλλά και των περιοχών εφαρμογής και αξιοποίησης της κοπριάς. Ουσιαστικά την ζημία για το περιβάλλον δημιουργεί η διαφορά μεταξύ των εισροών και των εκροών στο σύστημα. Έτσι σε αυτό οφείλονται οι άμεσες περιβαλλοντικές ζημιές και η συσσώρευση των θρεπτικών ουσιών στο έδαφος. Κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις με έλλειψη ισορροπίας θρεπτικών συστατικών, αυξάνουν τον κίνδυνο για τη μείωση τις ποιότητας των υδάτων. Αντίθετα, κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις που έχουν επιτύχει μια ισορροπία αντιπροσωπεύουν 13

ένα βιώσιμο σύστημα παραγωγής. Ο στόχος του ζωικού κεφαλαίου είναι η επίτευξη ισορροπίας των εισροών με τη διαχείριση των θρεπτικών των εκροών. Σε ορισμένες εκμεταλλεύσεις ο θρεπτικός προγραμματισμός μπορεί να γίνεται μέσα στο αγρόκτημα. Σε άλλες περιπτώσεις, η κόπρος πρέπει να μετακινείται σε άλλες εκμεταλλεύσεις για να επιτευχθεί ισορροπία θρεπτικών ουσιών. 1.3.2 Στρατηγικές για την επίτευξη της θρεπτικής ισορροπίας Αξιολογώντας ένα σύστημα για την ισορροπία των θρεπτικών σε μία εκμετάλλευση μπορούμε να προβούμε σε μία ποιο ολοκληρωμένη άποψη για τις αιτίες που βρίσκονται πίσω από τα θρεπτικά που δημιουργούν περιβαλλοντικά προβλήματα. Οι αρχικές πηγές αυτών των εισροών των θρεπτικών ουσιών προσδιορίζονται, με τη σειρά των στρατηγικών διαχείρισης που αναφέρονται παρακάτω. 1. Χρήση των θρεπτικών ουσιών της κοπριάς για την φυτική παραγωγή. Με την ενσωμάτωση της κοπριάς στον θρεπτικό προϋπολογισμό των καλλιεργειών, μπορεί να μειωθεί η αγορά και η χρήση χημικού λιπάσματος αλλά και ο κίνδυνος για το περιβάλλον. Αυτή η πρακτική είναι σημαντική για τις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις που έχουν και κλάδο φυτικής παραγωγής και έχουν εισροές από χημικά λιπάσματα. Έτσι μπορεί να προσφέρει μεγαλύτερο όφελος από τη χρήση του εμπορικού λιπάσματος στους παραπάνω τομείς. 2. Εμπορία της κοπριάς. Η εμπορεία της κοπριάς ως λίπασμα δημιουργεί μία επιπλέον διέξοδο στο ισοζύγιο των θρεπτικών μέσα στην εκμετάλλευση. Ορισμένες εκμεταλλεύσεις πουλούν την κοπριά τους με βάση την περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά, σε άλλες εκμεταλλεύσεις που τα χρειάζονται ή και μεμονωμένους αγοραστές, καθώς και 14

σε εμπορικές επιχειρήσεις. Κάτι τέτοιο τους προσφέρει και ένα συμπληρωματικό εισόδημα. 3. Διαχείριση της κοπριάς Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να είναι αναγκαίο για τα κτηνοτροφικά απόβλητα να εξετάσει μια διαχείριση με τεχνολογικό εξοπλισμό παρόμοιο με αυτόν που χρησιμοποιείται στα αστικά και βιομηχανικά συστήματα επεξεργασίας αποβλήτων. Ορισμένες μέθοδοι διαχείρισης δίνουν έμφαση στην επεξεργασία των θρεπτικών ουσιών με μέτριες περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Για παράδειγμα, στην επεξεργασία των λυμάτων όπου το αζώτου απομακρύνεται ως αέριο (δεν υπάρχουν επιπτώσεις στο περιβάλλον) ή ως αμμωνία (μερικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις). Άλλα συστήματα επεξεργασίας ενισχύουν την ποιότητα της κοπριάς (π.χ., διαχωρισμός των στερεών ή λιπασματοποίηση) για την χρήση των θρεπτικών της συστατικών. Αν μπορεί να χρησιμοποιηθεί συμπληρωματικά η επεξεργασία της κοπριάς με στρατηγικές προώθησης προς τρίτους τότε αυτό το εγχείρημα θα μπορεί να συμβάλει στη βελτίωση της θρεπτικής ισορροπίας της κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης. Για παράδειγμα, ορισμένοι παραγωγοί συνδυάζουν την κομποστοποίηση (για τον έλεγχο της μυρωδιάς και τη μείωση του όγκου ) με την εμπορία της κοπριάς τόσο σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις όσο και σε μεμονωμένους πελάτες (μη επαγγελματίες). 4. Αλλαγή καλλιεργειών. Η αλλαγή θα πρέπει να περιλαμβάνει καλλιέργειες που μπορούν να χρησιμοποιήσουν περισσότερα θρεπτικά συστατικά, όπως το σιτάρι και τα χορτοδοτικά φυτά, σε σύγκριση με τα κτηνοτροφικά φυτά (το καλαμπόκι και η σόγια) που χρειάζονται γα την ανάπτυξη τους λιγότερο φώσφορο και κάλιο ανά στρέμμα. 15

5. Εναλλακτικός τρόπος σίτισης του ζωικού κεφαλαίου Υπάρχει τρόπος μείωσης των εισροών αζώτου και φωσφόρου μέσω εναλλακτικών τρόπων σίτισης των ζώων. Κάτι το οποίο μπορεί επιτευχθεί μέσω της ανακύκλωσης της κοπριάς. Η πρωτεΐνη είναι ένα από τα πιο σπουδαία συστατικά των σιτηρεσίων των ζώων. Είναι βασικός παράγοντας για τη διατροφή των ζώων από ζωοτεχνικής, από οικονομικής πλευράς στις κτηνοτροφικές μονάδες εντατικής εκτροφής ζώων αλλά και από την πλευρά της ισορροπίας των θρεπτικών ουσιών μέσα στην εκμετάλλευση. Εξαιτίας όμως της αυξημένης ζήτησης αυξάνεται η ζήτηση και ανεβαίνουν οι τιμές. Επίσης αυξάνονται και οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις με φυτά όπως καλαμπόκι και σόγια αλλά και οι τιμές του τελικού προϊόντος μεγαλώνουν. Όλα αυτά δημιουργούν μεγάλες οι εισροές θρεπτικών στο σύστημα. Για να μπορέσουμε να αντεπεξέλθουμε στις παραπάνω προκλήσεις θα πρέπει να βρεθούν άλλες πηγές πρωτεϊνών. Μία τέτοια πηγή είναι και η κοπριά των ίδιων των ζώων. Η οποία με την κατάλληλη επεξεργασία, μπορεί να ανακυκλωθεί και να χορηγηθεί ως ζωοτροφή. Μια τέτοια περίπτωση είναι η κοπριά των ορνίθων. Τα κόπρανα των ορνίθων λόγω του υψηλού τους περιεχομένου σε θρεπτικά στοιχεία είναι τα πλέον κατάλληλα να χρησιμοποιηθούν για ανακύκλωση Τα μηρυκαστικά με τη δράση των μικροοργανισμών της μεγάλης κοιλίας τους αξιοποιούν καλύτερα την πρωτεΐνη της κοπριάς των ορνίθων και μπορεί να προστεθεί σε ποσοστό έως 40%. Στις αγελάδες γαλακτοπαραγωγής το ποσοστό δεν πρέπει να υπερβαίνει το 15% επεξεργασθείσας κοπριάς. (Ohio livestock manure managment guide 2006) Συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω μπορούμε να πούμε πως η ρύπανση από τα κτηνοτροφικά απόβλητα είναι ένα σοβαρό περιβαλλοντικό πρόβλημα, αφού μπορεί και επηρεάζει το νερό, τον αέρα και το έδαφος. Έτσι ένα πρώτο βήμα στη διαχείριση των κτηνοτροφικών αποβλήτων και το οποίο θα πρέπει να γίνεται σε κάθε εκμετάλλευση είναι ο προγραμματισμός του θρεπτικού ισοζυγίου ώστε να μπορεί με βάση το αποτέλεσμα να πραγματοποιείται το κατάλληλο διαχειριστικό σχέδιο. Ένα τέτοιο σχέδιο περιλαμβάνει και κάποιο σύστημα επεξεργασίας αποβλήτων. 16

Κεφάλαιο 2 Διαχείριση αποβλήτων 2.1 Συστήματα διαχείρισης κοπριάς Ένα σύστημα διαχείρισης περιλαμβάνει τη συλλογή, τη μεταφορά, την αποθήκευση, την επεξεργασία και την χρησιμοποίηση (διασπορά). Πολλοί παράγοντες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την επιλογή ενός συστήματος διαχείρισης κοπριάς. Αυτοί περιλαμβάνουν το είδος των ζώων, την ηλικία και μέγεθος τους, τα σιτηρέσια, την στέγαση, την κλινοστρωμνή, απαιτήσεις εργασίας, την διαθεσιμότητα γης δίπλα στο αγρόκτημα, τις καλλιέργειες, την τοπογραφία του αγροκτήματος, εγγύτητα σε οδούς, εγγύτητα στους γείτονες, την επικρατούσα κατεύθυνση του ανέμου αλλά και την προσωπική προτίμηση του παραγωγού. Όταν η εφαρμογή της κοπριάς σε ένα αγρόκτημα είναι περιορισμένη τότε θα πρέπει να περιλαμβάνεται στο σχέδιο διαχείρισης και η μεταφορά της κοπριάς μετά την επεξεργασία. Για αυτό το κάθε σύστημα διαχείρισης θα πρέπει να ταιριάζει στις ανάγκες της κάθε εκμετάλλευσης. Έτσι δεν μπορούμε να πούμε πως υπάρχει ένα ενιαίο σύστημα. Το κάθε ένα έχει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Ουσιαστικά η σωστή διαχείριση και η ορθή εφαρμογή της κοπριάς είναι αυτά που θα κάνουν επιτυχή ή όχι την λειτουργία ενός τέτοιου συστήματος. Ένα πλήρες σύστημα θα πρέπει να πρέπει να υλοποιεί τους εξής στόχους: Τη διατήρηση της καλής υγείας των ζώων μέσω της καλής υγιεινής των εγκαταστάσεις. Ελαχιστοποίηση της ρύπανσης των υδάτων και του αέρα. Ελαχιστοποίηση των επιπτώσεων για την διαβίωση της οικογένειας αλλά και για την γύρο περιοχή. 17

Μείωση των οσμών και της σκόνης. Καταπολέμηση εντόμων και παρασίτων. Να είναι συμβατό με την διαχείριση των θρεπτικών. Να υπάρχει ισοζύγιο κεφαλαιουχικών επενδύσεων, ταμειακών αναγκών, το εργατικό δυναμικό, και τη χρήση των θρεπτικών συστατικών δηλαδή της κοπριάς.( Κατσαούνης Ν. 2000) Η κοπριά μπορεί να διαχειριστεί ως υγρή, παχύρευστη, ημίστεγνη και στεγνή. Τα χαρακτηριστικά αυτά επηρεάζουν τη συλλογή, μεταφορά, αποθήκευση, και την επιλογή του εξοπλισμού για την εναπόθεση της. Στεγνή κοπριά είναι ένας συνδυασμός των ούρων, της κλινοστρωμνής, και περιττώματα χωρίς επιπλέον προσθήκης νερού, όπως αυτή που βρίσκεται σε έναν αποθηκευτικό χώρο ή σε ανοικτό χώρο εναπόθεσης με καλή αποστράγγιση. Η ημίστεγνη κοπριά έχει μικρή περιεκτικότητα σε κλινοστρωμνή και δεν έχει προστεθεί καμία άλλη ποσότητα νερού. Η διαφορά με την στεγνή είναι πως δεν έχει γίνει αποστράγγιση των υγρών. Παχύρευστη κοπριά είναι ο συνδυασμός περιττωμάτων, ούρων και περίπου 5% νερού το οποίο έχει προστεθεί για την ευκολότερη απομάκρυνση από τις εγκαταστάσεις. Η αποθήκευση μπορεί να γίνει σε τεχνητές δεξαμενές είτε υπέργειες ή υπόγειες. Η μεταφορά της μπορεί να γίνει με μηχανική ξύστρα ή με ελκυστήρα, μπορεί να μεταφερθεί μέσω αντλίας στον χώρο εναπόθεσης. Υγρή κοπριά είναι ένα μίγμα περιττωμάτων και μεγάλης ποσότητας νερού έτσι ώστε η μπορούν να χρησιμοποιηθούν απλές αντλίες τόσο για την άντληση από τις εγκαταστάσεις όσο για την εναπόθεση στα χωράφια. Η περιεκτικότητα σε κοπριά είναι περίπου το 8% με 10% στην υγρή και μόλις 1% με 2% στην πολύ υγρή. Ο πρωταρχικός σκοπός της αποθήκευσης της κοπριάς είναι η παροχή ευελιξίας στον προγραμματισμό της εναπόθεσης της κοπριάς στον αγρό ώστε να 18

μην υπάρξει πρόβλημα ρύπανσης του εδάφους και των υπέργειων ή υπόγειων νερών.( H.H. Van Horn, G.L. Newton) 2.2 Επεξεργασία και χρησιμοποίηση της κοπριάς Η άμεση διασπορά της κοπριάς είναι συχνά η προτιμώμενη μέθοδος της χρησιμοποίησης της, αλλά κάτι τέτοιο δεν είναι πάντα εφικτό. Εάν το έδαφος που πρέπει να εφαρμοστεί είναι μακριά από την εκμετάλλευση ή η τοποθεσία είναι κοντά σε κατοικημένη περιοχή και υπάρχει πρόβλημα με την οσμή, θα πρέπει να υπάρχει κάποιο είδος επεξεργασίας πριν από την εφαρμογή της.. Δυστυχώς όμως η επεξεργασία δεν μπορεί να μειώσει την ανάγκη μεγάλης έκτασης γης που απαιτείται για την εφαρμογή και μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη απώλεια αζώτου (ως αμμωνία) από την κοπριά. Η κοπριάς επεξεργάζεται για τους εξής λόγους: Για να μειωθεί ο όγκος και το βάρος της. Για να μειωθεί η μυρωδιά της. Για να σκοτωθούν οι παθογόνοι οργανισμοί και οι σπόροι των ζιζανίων. Οι διαδικασίες επεξεργασίας χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: φυσική, χημική και βιολογική. Η φυσική επεξεργασία περιλαμβάνει απλές διαδικασίες όπως αυτή της καθίζησης, διήθησης, ξήρανσης και σκοπό έχει να αλλάξει τα χαρακτηριστικά της κοπριάς. Η χημική επεξεργασία γίνεται με την προσθήκη ουσιών. Τέλος η βιολογική επωφελείται των φυσικών μικροοργανισμών που υπάρχουν στην κοπριά για να αλλάξουν τις ιδιότητές της. 19

2.2.1 Φυσική επεξεργασία Μερικές φορές χρειάζεται να διαχωριστούν τα στερεά και υγρά μέρη της κόπρου. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με φυσική επεξεργασία για τους ακόλουθους σκοπούς: Για επαναχρησιμοποίηση της στεγνής κοπριάς ως κλινοστρωμνή. Για να βελτιωθεί η αποδοτικότητα και η διηθητικότητα των αγρών. Για να χρησιμοποιηθούν τα υγρά για ξέπλυμα. Για να μειωθεί ο όγκος των αποβλήτων κατά την μεταφορά τους. Και περιλαμβάνει : 1. Ομογενοποίηση Η ομογενοποίηση της κοπριάς (κόπρανα + ούρα + στρωμνή κ.λ.π.) είναι το πρώτο στάδιο πριν από την έναρξη της επεξεργασίας της. Οι μέθοδοι που εφαρμόζονται για την ομογενοποίηση της και ο εξοπλισμός που χρησιμοποιείται είναι ανάλογα με το είδος και τις ιδιότητες της κοπριάς. Η φρέσκια κοπριά μεταφέρεται με το σύστημα απομάκρυνσης της, από το στάβλο στη δεξαμενή συγκέντρωσης. Εδώ δεν πρέπει να παραμείνει περισσότερο από 7 ημέρες, προκειμένου να αποφευχθεί η διάσπαση της και να μη σχηματισθεί επιφανειακή κρούστα, καθώς και να μην κατακαθίσει στον πυθμένα. Το ύψος της κοπριάς μέσα στη δεξαμενή συγκέντρωσης δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 2,80 έως 3,00 μέτρα, διότι για μεγαλύτερο ύψος καθίσταται δύσκολη η ομογενοποίηση της και απαιτείται μεγαλύτερη ισχύς μηχανημάτων για την ομογενοποίηση. Στη δεξαμενή συγκέντρωσης γίνεται η ομογενοποίηση της κοπριάς. Η δεξαμενή αυτή πρέπει πάντα να είναι κυλινδρική δεδομένου ότι συνήθως έχει χαμηλότερο κατασκευαστικό κόστος, αλλά και χαμηλότερο κόστος ομογενοποίησης της κοπριάς. 20

2. Διαχωρισμός Εάν σε μία κτηνοτροφική μονάδα παράγονται μεγάλες ποσότητες κοπριάς ή εάν πρέπει η κοπριά που παράγεται να διατηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, ο πλέον κατάλληλος τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος από τεχνικής και οικονομικής πλευράς είναι να γίνει διαχωρισμός της κοπριάς σε στερεή και σε υγρή φάση. Μετά την ομογενοποίησή της η κοπριά αντλείται προς την εγκατάσταση του συστήματος διαχωρισμού. Κατά βάση, υπάρχουν δυο συστήματα διαχωρισμού ανάλογα με την πυκνότητα της, κοπριάς, το σκοπό για τον οποίο γίνεται ο διαχωρισμός και την οικονομικότητα του όλου συστήματος: α) Παλινδρομικοί διαχωριστές (με κόσκινο), ο διαχωρισμός γίνεται μηχανικά ανάλογα με το μέγεθος των συστατικών της κοπριάς, β) Περιστροφικοί διαχωριστές, ο διαχωρισμός γίνεται με τη φυγόκεντρο δύναμη (φυγοκεντρικοί διαχωριστές) ανάλογα με το ειδικό Βάρος των συστατικών της κοπριάς, ή με περιστρεφόμενη ταινία. Η υφή της υγρής φάσης είναι υδαρής και μπορεί να διατηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα σε απλές χωμάτινες δεξαμενές, χωρίς προβλήματα ρύπανσης του περιβάλλοντος (οσμής κ.λ.π.), εφόσον η διαπερατότητα του εδάφους είναι χαμηλή και δεν υπάρχει κίνδυνος ρύπανσης των υπογείων υδάτων. Επίσης, δεν υπάρχει πρόβλημα δημιουργίας κρούστας ή κατακάθισης λάσπης. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και πλαστική επικάλυψη. Η στερεή φάση της κοπριάς, μετά το διαχωρισμό Της, περιέχει ξηρή ουσία σε ποσοστό περισσότερο του 20% και μπορεί να διατηρηθεί για απεριόριστο χρόνο κάτω από υπόστεγο για να προστατευθεί από την έκπλυση εξαιτίας της βροχής. Η διαδικασία της ζύμωσης στη στερεή φάση αρχίζει αμέσως μετά το διαχωρισμό της κοπριάς. 21

3. Ξήρανση Χρησιμοποιείται κυρίως για τη μείωση του όγκου αφού βοηθάει το νερό να εξατμιστεί, συγκεντρώνοντας έτσι μόνο τα στερεά. Τα συστήματα ξήρανσης πρέπει να καλύπτονται για την προστασία τους από τις βροχοπτώσεις, και συμπληρωματικά αυτοί οι χώροι να θερμαίνονται ή να αερίζονται επαρκώς ώστε να πετυχαίνεται ταχεία εξάτμιση. 2.2.2 Χημική επεξεργασία Χρησιμοποιούνται χημικοί παράγοντες για την πήξη της κοπριάς όπως χλωριούχους τρισθενής σίδηρος, ασβέστης, και οργανικά πολυμερή τα οποία μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά την αφυδάτωση της κοπριάς. Αυτές οι χημικές ουσίες ενώνουν τα στερεά μέσα στην κοπριά και συσσωματώνοντας τα μικρότερα σωματίδια βελτιώνουν την απομάκρυνση τους με διήθηση. Η χρήση αυτών των ουσιών θα πρέπει να γίνεται με προσοχή γιατί μερικοί προκαλούν διάβρωση και άλλοι είναι πολύ ολισθηροί σε περίπτωση που χυθούν κατά λάθος. Η αύξηση του ph της κοπριάς σε ph 12 για 30 λεπτά σκοτώνει πολλούς από τους μικροοργανισμούς που ζουν στην κοπριά. Το αποτέλεσμα είναι η εξαφάνιση της μυρωδιάς και ο περιορισμός της εξάπλωσης οποιασδήποτε νόσου αν αυτή υπάρχει. Ο ασβέστης (CaO) ή ο ένυδρος ασβέστης (CaOH) χρησιμοποιείται συνήθως για να αυξήσουν το επίπεδο του ph των αποβλήτων των ζώων. Ένας περιορισμός σε αυτόν τον τρόπο επεξεργασίας είναι η άμεση απώλεια της αμμωνίας από την κοπριά. Τόσο ο ασβέστης όσο και ο ένυδρος ασβέστης είναι υψηλής δραστικότητας και πρέπει να αντιμετωπίζονται με εξαιρετική προσοχή. Ενώ τα οργανικά πολυμερή γίνονται από χημικές ουσίες, μικρόβια, βακτήρια, ένζυμα και χρησιμοποιούνται μεμονωμένα ή σε συνδυασμό και έχουν ως κύριο σκοπό τον περιορισμό της οσμής. Η αποτελεσματικότητα των προσθέτων ποικίλλει, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της κοπριάς. 22

2.2.3 Βιολογική επεξεργασία 1. Αναερόβια επεξεργασία Η μέθοδος αυτή στερεοποιεί τα κτηνοτροφικά απόβλητα χρησιμοποιώντας φυσικές διεργασίες, οι οποίες αναπτύσσονται απουσία οξυγόνου και υψηλής πίεσης που αναπτύσσονται μέσα στις κλειστές υπόγειες δεξαμενές εναπόθεσης τους (χωνευτήρια). Τo πλεονέκτημα τους είναι η μείωση των οσμών στην κοπριά η οποία στη συνέχεια θα εφαρμοστεί. Ενώ τα μειονεκτήματα είναι: Σε περίπτωση λάθους στην κατασκευή θα υπάρχει πρόβλημα με τις μυρωδιές. Η νιτρική αμμωνία χάνεται στην ατμόσφαιρα. Χρειάζεται μεγάλες εγκαταστάσεις σε σχέση με αυτές για την απλή εναπόθεση και αποθήκευση της κοπριάς. Η λάσπη στον πυθμένα θα πρέπει να καθαρίζεται συχνά ώστε να λειτουργεί σωστά η εγκατάσταση. Χρειάζεται μεγάλη ποσότητα νερού κατά την έναρξη της διαδικασίας. Έχει μεγάλο κόστος κατασκευής. Θέλει εξειδικευμένο προσωπικό. Η διαδικασία αυτή έχει δύο στάδια. Στο πρώτο μία ομάδα από βακτήρια μετατρέπουν το λίπασμα σε οργανικά οξέα. Ενώ στο δεύτερο μια άλλη ομάδα μετατρέπει τα οργανικά οξέα σε μεθανίου και διοξείδιο του άνθρακα. Η δημιουργία ενός τέτοιου συστήματος απαιτεί την δημιουργία του σωστού περιβάλλοντος για τα βακτήρια τα οποία δεν θέλουν απότομες αλλαγές της θερμοκρασίας ή του ph. Η υψηλή θερμοκρασία ευνοεί την όλη διαδικασία η οποία 23

διαρκεί μεγάλο χρονικό διάστημα ενώ ο χαλκός, το αρσενικό και τα αντιβιοτικά είναι τοξικά για ορισμένα βακτήρια που αναπτύσσονται. Έτσι μπορούμε να πούμε πως αυτή η μέθοδος χρησιμοποιείται για την παραγωγή βιοαερίου. Αυτό στη συνέχεια συγκεντρώνεται στην οροφή της δεξαμενής, όπου αντλείται και μεταφέρεται σε υπέργειες δεξαμενές υπό πίεση για περεταίρω χρήση. 2. Αερόβια επεξεργασία Α) Ανοικτές δεξαμενές Στην επεξεργασία αυτή χρησιμοποιούνται εξωτερικές ανοικτές δεξαμενές και η στερεοποίηση των αποβλήτων του ζωικού κεφαλαίου επέρχεται μέσω της προσθήκης του οξυγόνου. Με την προσθήκη μεγάλης ποσότητας οξυγόνου στην κοπριά, εμφανίζονται βακτηρίδια που αρχίζουν να την διαχωρίζουν την κοπριά και να μειώνουν την μυρωδιά του σε περίοδο από σε έναν έως έξι μήνες. η αερόβια πέψη είναι μια διαδικασία που δεν έχει πολλά στάδια. Τα βακτήρια χρησιμοποιούν το οξυγόνο για να μετατρέψουν τα κτηνοτροφικά απόβλητα σε διοξείδιο του άνθρακα και νερό. Οι δεξαμενές μπορούν να έχουν είτε φυσικό αερισμό είτε μηχανικό. Αυτές με φυσικό αερισμό καταλαμβάνουν μεγαλύτερο χώρο και έχουν βάθος περίπου 0,5 με 1,5 μέτρα ενώ οι άλλες έχουν αντλίες επιφανείας ή εσωτερικές για να διοχετεύουν το απαραίτητο αέρα σε όλο το μίγμα. Τα πλεονεκτήματα αυτού του συστήματος είναι: Ελαχιστοποίηση των οσμών. Μικρότερος χώρος από ότι στη αναερόβια διαδικασία. Χαμηλότερο κόστος κατασκευής. Η διαδικασία διαρκή πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα. 24

Β) Κλειστές υπόγειες δεξαμενές με χορήγηση ατμοσφαιρικού αέρα. Σε αυτή την περίπτωση στη μάζα της κοπριάς, με τη βοήθεια ειδικών συστημάτων αερισμού χορηγούμε ατμοσφαιρικό αέρα. Ο αέρας χορηγείται με τη μορφή όσο το δυνατόν πιο μικρών (μικρότερης διαμέτρου) φυσαλίδων. Είναι μια εξωθερμική αερόβια επεξεργασία της υγρής φάσης της κοπριάς, η οποία γίνεται μέσα σε αντιδραστήρες (ειδικές δεξαμενές με θερμική μόνωση των τοιχωμάτων τους). Οι οργανικές ουσίες της κοπριάς οξειδώνονται σε CΟ 2, νερό, νιτρικές, θειικές και φωσφορικές ενώσεις. Μόνο ένα μικρό μέρος των οργανικών αυτών ουσιών δεν αποσυντίθεται. Η ενέργεια, η οποία είναι δεσμευμένη στις οργανικές ουσίες, απελευθερώνεται με την οξείδωση τους και έτσι ανεβάζει τη θερμοκρασία της μάζας της κοπριάς σε 36-45 C Η ενέργεια αυτή μπορεί να αξιοποιηθεί με την τοποθέτηση εναλλακτών θερμότητας μέσα στους αντιδραστήρες και να χρησιμοποιηθεί για θέρμανση νερού, χώρων, θέρμανση δαπέδου κ.λ.π. (James C. Barker,1996) 2.2.4 Κομποστοποίηση Η κομποστοποίηση είναι μια φυσική βιολογική διαδικασία η οποία έχει απαίτηση του αέρα, της υγρασίας, και της σωστής αναλογίας άνθρακα στο άζωτο για να σταθεροποιήσει το οργανικό υλικό. Αυτό είναι κυρίως μια αεροβική διαδικασία και χρησιμοποιείται για την σταθεροποίηση όλων των τύπων οργανικών αποβλήτων. Κατά την διαδικασία χρησιμοποιείται το οξυγόνο και απελευθερώνετε θερμότητα, νερό, και διοξείδιο του άνθρακα. Οι μικροοργανισμοί χρησιμοποιούν τις εύκολα βιοδιασπόμενες ουσίες ως πηγή τροφής τους. το προϊόν που παραμένει μετά από αυτή την διαδικασία μοιάζει με το φυτόχωμα και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εδαφοβελτιωτικό, οργανικό λίπασμα, επίσης με την κομποστοποίηση μειώνετε ο όγκος και η μάζα των πρωταρχικών υλικών από 40 ως 80% και καταστρέφονται παράλληλα και όλα τα παθογόνα εάν η διαδικασία ελέγχεται κατάλληλα. Στη συμβατική κομποστοποίηση, τα συστατικά είναι συγκεντρωμένα, αναμεμιγμένα, και στοιβαγμένα σε όλα μαζί σε έναν σωρό ενώ το μίγμα πρέπει να 25

γυρίζεται κάθε τρεις ή τέσσερις ημέρες, αλλά μερικές φορές κάθε ημέρα ή μόνο εβδομαδιαία ή μηνιαία. Σε κάποιες περιπτώσεις προστίθεται αέρας για να ελέγχεται η θερμοκρασία και για να υπάρχει μέσα στον σωρό από τα υλικά αρκετό οξυγόνο. Σε περίπτωση που παρατηρηθεί ελάχιστη ή καμία παραγωγή θερμότητας, το υλικό μετακινείται, αναμιγνύετε και τοποθετείται σε νέο σωρό για αρκετούς μήνες. 2.2.5 Παραγωγή βιοαερίου Η παραγωγή γίνεται από κοινού με τα συστήματα αναερόβιας χώνευσης. Ένα από τα υποπροϊόντα της διαδικασίας αποσύνθεσης είναι το μεθάνιο. Το οποίο αντί να αφήνεται στον αέρα συσσωρεύεται σε ειδικές δεξαμενές (υπό πίεση) από τις οποίες μπορεί να χρησιμοποιηθεί με τον κατάλληλο εξοπλισμό για παραγωγή θέρμανσης ή ηλεκτρικής ενέργειας. 2.3 Εκτίμηση της οικονομικότητας της διαχείρισης των αποβλήτων. Οι θρεπτικές ουσίες του λιπάσματος από τα απόβλητα των ζώων μπορούν να εξυπηρετήσουν τόσο στη λίπανση χωραφιών του ιδιοκτήτη, να προσφέρουν στη μείωση των δαπανών μιας εκμετάλλευσης μέσω της πώλησης τους και να παράγουν ενέργεια για θέρμανση ή παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος. Ως τόσο η αποτυχία ενός τέτοιου εγχειρήματος μπορεί να βλάψει τόσο το εισόδημα και το ετήσιο κόστος της κτηνοτροφικής μονάδας αλλά και το περιβάλλον γύρο από αυτήν (τα υπόγεια και επιφανειακά νερά, το έδαφος και τον αέρα). Όλα τα παραπάνω θα πρέπει να παίρνονται υπόψη πριν την εγκαθίδρυση ενός συστήματος επεξεργασίας αποβλήτων σε μία κτηνοτροφική μονάδα. Μια διαχείριση θα πρέπει να εξετάζεται και από την οικονομική της σκοπιά και όχι μόνο από την πλευρά των επιπτώσεων που μπορεί να προκληθούν σε περίπτωση μη εφαρμογής της. Θα πρέπει να εξεταστεί ως ένα σύνολο οικονομικών 26

παραγόντων και όχι ως ετήσιο κόστος ενός μεμονωμένο κτηρίου. Θα πρέπει να ενσωματωθούν οι υποδομές, ο τεχνολογικός εξοπλισμός, τα μηχανήματα μεταφοράς, και το κόστος των εργατοωρών που απαιτούνται για την πραγματοποίηση μιας τέτοιας διαδικασίας σε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (από 90 ημέρες μέχρι ένα χρόνο). Τα χαρακτηριστικά που καθορίζουν την οικονομικότητα ενός συστήματος είναι τέσσερα. Οι υποδομές, ο τεχνολογικός εξοπλισμός, η εργασία που απαιτείται και τα θρεπτικά χαρακτηριστικά της κοπριάς τα οποία καθορίζουν και το όφελος από τα λιπάσματα τα οποία δεν δαπανήθηκαν για τις καλλιέργειες του κτηνοτρόφου ή τα έσοδα της εκμετάλλευσης σε περίπτωση που πωλείται ή το κόστος της παραγόμενης ενέργειας. Ένα τέτοιο σύστημα βασίζεται πρώτα στις σωστές υποδομές. Αυτές διαμορφώνονται ανάλογα με τον αριθμό των ζώων, την διάρκεια αποθήκευσης των αποβλήτων, τον περιορισμό ή όχι της απορροής, την διαθέσιμη έκταση για την εγκατάσταση αλλά και την μέθοδο που θα ακολουθηθεί για την απομάκρυνση της από τις εγκαταστάσεις. Επομένως είναι αναγκαίο να συμπεριληφθεί στο κόστος ο εξοπλισμός μέσω του οποίου γίνεται η όλη διαδικασία. Οπότε μπορούμε να πούμε πως οι εγκαταστάσεις και ο εξοπλισμός περιλαμβάνουν τις αποσβέσεις, τους τόκους, τα ασφάλιστρα, την συντήρηση και την εργασία. Αν και πολύ δύσκολο να καθορίσουμε κάποιους από αυτούς τους παράγοντες κυρίως τις ώρες και το κόστος της εργασίας, το σύνολο τους μας δίνει το ετήσιο κόστος της λειτουργίας ενός συστήματος διαχείρισης. Το κόστος εργασίας είναι δύσκολο να υπολογιστεί αλλά είναι πολύ βασικό κομμάτι πριν από την απόφαση για δημιουργία ενός συστήματος επεξεργασίας αποβλήτων. Και εξαρτάται άμεσα από τον τρόπο διαχείρισης (π.χ. απλή μεταφορά) και το χρονικό διάστημα που μένει αποθηκευμένο το προϊόν. Και αυτό γιατί έχει υπολογιστεί πως σε ένα σύστημα απλής αποθήκευσης που όταν γεμίσει η αποθήκη (μετά από ένα χρόνο) μεταφέρεται, χρειάζονται περίπου 240 ώρες εργασίας για τα απόβλητα 100 ζώων. Έτσι θα πρέπει να βλέπουμε να μπορούμε να κάνουμε κάποια συνδυαστικά συστήματα επεξεργασίας ώστε να περιορίζουμε τις εργατοώρες. Έχει τονιστεί το κόστος λειτουργίας αλλά όχι το όφελος το οποίο μπορεί να δώσει το προϊόν αυτής της παραγωγικής διαδικασίας όταν ενσωματωθεί σε μία καλλιέργεια αντί του χημικού λιπάσματος ή όταν πουληθεί σε τρίτους. 27

Η αξία του λιπάσματος επίσης έχει μια δυσκολία στο να καθοριστεί. Από μια αγρονομική προοπτική, η κοπριά έχει πολλά ευεργετικά χαρακτηριστικά. Εκτός από τα θρεπτικά οφέλη του, το λίπασμα βελτιώνει επίσης τη δομή του εδάφους με οργανική ουσία και αυξάνει την υδατοχωρητικότητα. Εντούτοις, η αναλογία όγκου κοπριάς και χημικού λιπάσματος για την πραγματοποίηση των ίδιων διεργασιών είναι πολύ μεγαλύτερη. Αυτή όμως η διαφορά του όγκου κατά την εφαρμογή στο χωράφι αυξάνει τις δαπάνες και άρα το συνολικό κόστος. Κατά συνέπεια, η ανά μονάδα θρεπτική αξία της κοπριάς μπορεί να κοστίζει περισσότερο από το χημικό λίπασμα. όμως οι ευεργετικές ιδιότητες για το έδαφος συν τη θρεπτική αξία της αναμένονται για να είναι ίσες με ανά θρεπτική αξία μονάδων του εμπορικού λιπάσματος. Επομένως, οι εμπορικές τιμές λιπάσματος χρησιμοποιούνται για να προσδιοριστεί η τιμή για το άζωτο, το φώσφορο, και το κάλιο που περιέχεται στην κοπριά. Επίσης στην αξία που θα έχει το προϊόν έχει άμεση σχέση με την ποσότητα των θρεπτικών στοιχείων που περιέχονται μέσα στην κοπριά. Αυτό εξαρτάται από τον τρόπο διαχείρισης και τον χρόνο αποθήκευσης του. ( Jon Rausch and Brent Sohngen 2001) Τέλος παρατηρώντας τους τρόπους διαχείρισης των κτηνοτροφικών αποβλήτων βγαίνει το συμπέρασμα πως είναι εφικτή μια βιώσιμη λύση στο πρόβλημα, αφού υπάρχουν πολλές τεχνικές και μέθοδοι. Όμως θα πρέπει να συμπεριλήφθη στην εύρεση της λύσης και η εκτίμηση της οικονομικότητας της διαχείρισης του κάθε συστήματος. Όλα όμως τα παραπάνω ουσιαστικά άρχισαν να εξετάζονται μετά τη θέσπιση κανόνων και νόμων για την προστασία του περιβάλλοντος από τις εκάστοτε αρχές τις κάθε χώρας που έχει προβλήματα ρύπανσης. 28

Κεφάλαιο 3 Τρόποι αντιμετώπισης των κτηνοτροφικών αποβλήτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση 3.1 Γενικά Με την εμφάνιση των προβλημάτων ρύπανσης των νερών, που ιστορικά συνδέεται με τη βιομηχανική επανάσταση και την επακόλουθη εξάπλωση των βιομηχανιών και των πόλεων κοντά σε ποτάμια, λίμνες και θάλασσες, άρχισαν και οι ανησυχίες για τις επιπτώσεις της ρύπανσης στην υγεία και γενικά στη διαβίωση των πληθυσμών των περιοχών αυτών. Αποτέλεσμα της εξέλιξης αυτής ήταν η βαθμιαία λήψη νομοθετικών μέτρων για την αντιμετώπιση των προβλημάτων ρύπανσης και την προστασία της ποιότητας των νερών, τα οποία συνεχώς γίνονται πιο αυστηρά, όσο τα προβλήματα γίνονται εντονότερα και η κοινωνία απαιτητικότερη. Χαρακτηριστικό της εξέλιξης αυτής της νομοθεσίας είναι το γεγονός, ότι αρχικά οι μη σημειακές πηγές ρύπανσης θεωρούνταν ως φυσική ρύπανση και δεν καλύπτονταν νομοθετικά, σε αντιδιαστολή με τις σημειακές πηγές. Σήμερα, η νομοθεσία συμπεριλαμβάνει με την ευρεία έννοια και τις μη σημειακές πηγές, λόγω της αυξημένης χρήσης χημικών σκευασμάτων στη γεωργική παραγωγή, τα οποία μέσω της βροχής καταλήγουν, σε μεγάλο βαθμό, σε υδάτινους αποδέκτες. Νομοθεσία για την προστασία των νερών υπάρχει σήμερα σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες και, ανάλογα με τη χρήση και την επάρκειά τους σε κάθε περιοχή καθορίζονται περισσότερο ή λιγότερο αυστηρές, προδιαγραφές καθαρότητας των νερών, που με τη σειρά τους, προσδιορίζουν τον απαιτούμενο βαθμό επεξεργασίας των αποβλήτων, που καταλήγουν σε αυτά. Η κτηνοτροφία στην Ευρώπη έχει εξελιχθεί σε μία αποτελεσματική βιομηχανία κατά το δεύτερο ήμισυ του εικοστού αιώνα. Ωστόσο, οι προοπτικές για το μέλλον της έχουν συνδεθεί με την αύξηση του αριθμού των περιβαλλοντικών προβλημάτων (π.χ. νερό, αέρα και του εδάφους), που οφείλονται στις μεγάλες ποσότητες κοπριάς που παράγονται σε πολλές περιοχές εντατικής εκτροφής. 29

Υφιστάμενες κατευθυντήριες γραμμές βοηθούν στην καλύτερη διαχείριση της κοπριάς και ουσιαστικά την αντιμετωπίζουν ως διαχείριση κάποιου πόρου και όχι ως ένα ακόμα πρόβλημα. Ωστόσο, αυτή η προσέγγιση δεν προσφέρει πάντα μια ολοκληρωμένη λύση, ειδικά όταν το μέγεθος της παραγώμενης κοπριάς υπερβαίνει τις τοπικές απαιτήσεις. Ακόμα και όταν δεν υπάρχει συνολική υπέρβαση, η διασπορά δεν μπορεί να είναι πρακτική και μπορεί να υπάρχουν ακόμη προβλήματα από την οσμή ή τους κινδύνους από τις ασθένειες. Σε πολλές χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, ο αριθμός των ζώων μειώθηκε κατά το ήμισυ στη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990. Οι εξελίξεις, η έρευνα και η επέκταση των υπηρεσιών, και των κυβερνητικών πολιτικών που επηρεάζουν τη ζωική παραγωγή και συνέβαλαν στην περιφερειακή συγκέντρωση των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων στις Κάτω Χώρες, το Βέλγιο, Βρετάνη στη Γαλλία, και το δέλτα του Πάδου στην Ιταλία. Το συνολικό ποσό του Ν από τα περιττώματα ζώων στην ΕΕ-27 στις αρχές της δεκαετίας του 1960 ήταν περίπου 7-8 Tg και αυξήθηκε σε 11 Tg στα τέλη της δεκαετίας του 1980. Ενώ στη συνέχεια μειώνεται. Το συνολικό ποσό του P που παράγεται κατά προσέγγιση ακολουθείται την ίδια τάση, μεταξύ 1,5 και 2,5 P Tg ανά έτος. Τα παραπάνω ποσά είναι σης ίδιας τάξης μεγέθους με το Ν και Ρ που εφαρμόστηκαν με τη χρήση λιπασμάτων. Τα λιπάσματα N που χρησιμοποιήθηκαν ήταν 4 Tg το 1960, έφτασαν στις 12 Tg στο τέλος της δεκαετίας του 1980, και ήταν περίπου 10,5 Tg το 2002. Τα λιπάσματα P ήταν 1,8 Tg το 1960, κορυφώθηκε σε 3,3 Tg στα τέλη του 1970, και ήταν περίπου 1,4 Tg το 2002. Το 60 και 70% των περιττωμάτων των ζώων συλλέγονται και επεξεργάζονται με συστήματα διαχείρισης αποβλήτων στην ΕΕ-27,ενώ παράλληλα αυτή η τάση συνεχώς αυξάνεται. Ενώ η ελεύθερη εναπόθεση σε βοσκότοπους (που παράγονται κατά την βόσκηση των ζώων) είναι μεταξύ 30 και 40% των περιττωμάτων. Περισσότερο από το ήμισυ της κοπριάς συλλέγονται με τη μορφή της κοπριάς και / ή υγρών, ενώ οι λιγότερο από τα μισά είναι στερεά και συχνά περιλαμβάνουν υλικά στρωμνής Ωστόσο, υπάρχει μια τεράστια ποικιλία σε περιφερειακό επίπεδο στα συστήματα διαχείρισης κοπριάς σε όλη την ΕΕ-27, και οι ποσοτικές πληροφορίες 30

σχετικά με την πραγματική αποθήκευση και διαχείριση της κόπρου πράξη είναι ελλιπείς. (Christine Jakobsson, Ellis B. Sommer, Patricia De Clercq, 2000) 3.2 Πολιτική της ευρωπαϊκής ένωσης 3.2.1 Η Νιτρορύπανση Μια οδηγία που έχει μεγάλη επίδραση στη παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων είναι η οδηγία σχετικά με την προστασία των υδάτων από τη ρύπανση που προκαλείται από νιτρικά άλατα, ή απλώς «οδηγία για τα νιτρικά», η οποία εκδόθηκε το 1991. Κύριος στόχος της είναι να μειωθεί η ρύπανση των υδάτων που προκαλείται άμεσα ή έμμεσα από νιτρικά άλατα από γεωργικές και κτηνοτροφικές πρακτικές και την πρόληψη της περαιτέρω ρύπανσης αυτού του είδους. Η διαδικασία για την εφαρμογή της οδηγίας για τη νιτρορύπανση αποτελείται από τέσσερα βήματα: 1. Χαρακτηρισμό του λεγόμενου ευπρόσβλητων στη νιτρορρύπανση ζωνών (δηλαδή γεωργικές εκτάσεις με σημαντική συμβολή στη ρύπανση από νιτρικά άλατα). 2. Εξέλιξη των κωδίκων ορθής γεωργικής πρακτικής (που πρέπει να εφαρμοστούν από τους αγρότες σε εθελοντική βάση στο σύνολο του εδάφους του κράτους μέλους και την υποχρεωτική στην ευπρόσβλητων στη νιτρορρύπανση ζωνών). 3. Ανάπτυξη των προγραμμάτων δράσης των ευπρόσβλητων στη νιτρορρύπανση ζωνών. 4. Συνεχής εθνικούς ελέγχους, για παράδειγμα τις συγκεντρώσεις NO3 και ευτροφισμό. Τα προγράμματα δράσης πρέπει να περιλαμβάνουν ορισμένα υποχρεωτικά μέτρα όπως: Απαγόρευση της χρήσης ορισμένων λιπασμάτων, σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους. 31

Την χωρητικότητα των δεξαμενών αποθήκευσης κοπριάς στις κτηνοτροφικές μονάδες. Τον περιορισμό της αθρόας εναπόθεσης κοπριάς ή λιπάσματος σε συγκεκριμένες περιοχές στα πλαίσια της ορθής γεωργικής πρακτικής λαμβάνοντας υπόψη τις ευπρόσβλητες στην νιτρορρύπανση ζώνες. Τα μέτρα αυτά πρέπει να εξασφαλίζουν ότι, για κάθε γεωργική ή κτηνοτροφική μονάδα στις καθορισμένες από την κάθε χώρα ευπαθείς ζώνες, το ποσό του N που εφαρμόζονται μέσω της κοπριάς κάθε χρόνο στο έδαφος, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που έχουν κατατεθεί απευθείας κατά την βόσκηση των ζώων δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 170 χιλιογράμμων Ν / εκτάριο. Τα κράτη μέλη υποχρεούνται επίσης να αξιολογηθούν τα αποτελέσματα των προγραμμάτων δράσης τους και εάν χρειάζεται να αναπροσαρμόσουν τις χαρακτηρισμένες ευπρόσβλητες ζώνες αλλά και τα προγράμματα δράσης τους (ΕC, 1991). Το 2007, η Commission (Επιτροπή) δημοσίευσε έκθεση με βάση τις πληροφορίες που έλαβε από τα κράτη μέλη για την περίοδο το 2000-2003. Μια σημαντική πτυχή της εκπλήρωσης της οδηγίας για τη νιτρορύπανση είναι ο έλεγχος της ρύπανσης στα υπόγεια και επιφανειακά νερά. Η έκθεση της Commission (Επιτροπής) αναφέρει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν σταθερά υψηλά επίπεδα συγκέντρωσης νιτρικών στα υπόγεια ύδατα, μολονότι η συνολική τάση υποδηλώνει σταθερή βελτίωση στο 64% των περιοχών ενώ παρατηρήθηκε αύξηση της νιτρορρύπανσης στο 36% των περιοχών. Όσον αφορά τα επιφανειακά ύδατα, παρατηρήθηκαν σταθερές ή φθίνουσες συγκεντρώσεις νιτρικών στο 86% των περιοχών παρακολούθησης. Επίσης τα τελευταία χρόνια έχουν σημειωθεί σημαντικά βήματα προόδου όσον αφορά τόσο τον καθορισμό των ευπρόσβλητων ζωνών, όσο και τα προγράμματα δράσης. Οι ευπρόσβλητες ζώνες αυξήθηκαν από 35,5% του εδάφους της ΕΕ-15 το 1999, σε άνω του 44% το 2003, ενώ ακολούθησαν στη συνέχεια και άλλοι καθορισμοί. Ωστόσο, βάσει της εξέτασης των διαθέσιμων πληροφοριών σχετικά με την πίεση του αζώτου και την ποιότητα των υδάτων, η Επιτροπή θεωρεί ότι υπάρχουν ακόμη ελλείψεις στον καθορισμό, οι οποίες πρέπει να καλυφθούν.( ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ για την εφαρμογή της οδηγίας 91/676/ΕΟΚ, 2007) 32

Υπάρχουν σχεδόν 200 διαφορετικά προγράμματα δράσης σε ολόκληρη την ΕΕ, από τα κράτη μέλη. Η Commission αξιολόγησε κάποια από αυτά και έβγαλε κάποια γενικά συμπεράσματα για τις αδυναμίες τους: Πολλά κράτη μέλη δεν απαίτησαν συμμόρφωση με το πρότυπο διασποράς αζώτου από την κοπριά (από 20.12.2002, 170 kg N/ha). Η ελάχιστη δυναμικότητα αποθήκευσης κοπριάς, δεν επεβλήθη ως υποχρεωτικό μέτρο σε ορισμένα προγράμματα δράσης. Η απαιτούμενη δυναμικότητα αποθήκευσης είναι ανεπαρκής για να καλύψει τις περιόδους κατά τις οποίες η διασπορά κοπριάς απαγορεύεται ή είναι αδύνατη λόγω των κλιματικών συνθηκών. Οι απαιτήσεις δυναμικότητας αποθήκευσης που θεσπίζονται στα προγράμματα δράσης κυμαίνονται από 2 έως 12 μήνες κάτι που δεν μπορεί να ισχύσει σε όλα τα κράτη εξαιτίας των διαφορετικών κλιματολογικών συνθηκών. 3.2.2 Ποιότητα του αέρα Η ΕΕ, ΗΠΑ και ο Καναδάς έχουν διαπραγματευθεί πρωτόκολλο πολλαπλών ρύπων στο πλαίσιο της σύμβασης για τη μεγάλης ακτίνας διασυνοριακή ατμοσφαιρική ρύπανση. Στο παρόν πρωτόκολλο εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών έχουν καθοριστεί για διοξείδιο του θείου (SO2), οξείδια του αζώτου (NOx), πτητικές οργανικές ενώσεις (VOC) και αμμωνία (NH3). Το παρόν πρωτόκολλο είχε συμφωνηθεί το 1999. Εν τω μεταξύ, η ΕΕ δημοσίευσε την οδηγία 2001/81/ΕΚ σχετικά με εθνικά ανώτατα όρια εκπομπών για ορισμένους ατμοσφαιρικούς ρύπους. Ο στόχος αυτής της Οδηγίας είναι ο περιορισμός των εκπομπών ρύπων. Ενώ με την Οδηγία 2008/50/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 21ης Μαΐου 2008 για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και καθαρότερο αέρα για την Ευρώπη αναθεωρείτε η ευρωπαϊκή νομοθεσία για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα με σκοπό να μειωθεί η ρύπανση σε επίπεδα τα οποία να ελαχιστοποιήσουν τις 33